tag:blogger.com,1999:blog-52344465630077407092024-03-08T06:49:48.810-08:00Αρχαίοι Έλληνες ΦιλόσοφοιΆρθρα και ολόκληρα βιβλία από το ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ. Επιμέλεια: Βήχος Παναγιώτης Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.comBlogger49125tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-92164545909580445102013-09-04T19:30:00.001-07:002013-09-04T19:30:15.863-07:00ΠΛΑΤΩΝ: ΣΟΦΙΣΤΗΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: red; font-size: 26.0pt;">ΠΛΑΤΩΝ: ΣΟΦΙΣΤΗΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: red; font-size: 26.0pt;"> </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16.0pt;">
ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16.0pt;"> </span></b></dt>
<dt><span style="font-size: 14.0pt;">Διάλογος που πραγματεύεται ειδικά το ζήτημα
του "όντος". Η διαλεκτική σχέση μεταξύ του μη όντος, που αντιπροσωπεύει ο
σοφιστής, και του όντος. Η έννοια του τελευταίου κατανοείται στον συσχετισμό
της με αυτή του αντιθέτου του. Η αντίθεση φιλοσόφου και σοφιστή. Ο Πλάτων
γεννήθηκε το 427 π.Χ., γόνος επιφανούς Αθηναϊκής οικογένειας. Έλαβε σπουδαία
παιδεία και γνώρισε τα Ελληνικά φιλοσοφικά ρεύματα. Αυτό όμως που διαμόρφωσε
καθοριστικά την ηθική και πνευματική του υπόσταση ήταν ο Σωκράτης, με τη ζωή,
τη φιλοσοφία και τον θάνατό του. Ο μεγάλος φιλόσοφος ήταν αιτία να στραφεί ο
νεαρός Πλάτων στη φιλοσοφία, και η Σωκρατική εννοιολογία αποτέλεσε βάση για τη
δημιουργία της κατοπινής Πλατωνικής θεωρίας των Ιδεών. Ο Πλάτων ερμήνευσε
βαθύτατα τον Σωκράτη ως άνθρωπο και διδάσκαλο, και αποτύπωσε την προσωπικότητά
του σε πολλά έργα του. Ταξίδεψε στην Αίγυπτο, την Κυρήνη και τη Μεγάλη Ελλάδα,
όπου προσπάθησε, χωρίς επιτυχία να εφαρμόσει τις πολιτικές αρχές του στην
οργάνωση των Ελληνικών πόλεων της Σικελίας. Το 387 π.Χ. ίδρυσε στην Αθήνα την
Ακαδημία, περίφημο κέντρο της φιλοσοφίας και των Μουσών, που διατηρήθηκε
σχεδόν δέκα αιώνες, μέχρι τους χρόνους του Ιουστινιανού. Ο Πλάτων αφοσιώθηκε
ως το θάνατό του (348 π.Χ) στη διδασκαλία και τη συγγραφή. Τα έργα του, που
σώζονται όλα, ταξινόμησε ο Θράσυλλος σε εννέα τετραλογίες. Όλα σχεδόν ανήκουν
στο είδος του διαλόγου, με το οποίο ο Πλάτων αναδείχτηκε, εκτός από κορυφαίος
φιλόσοφος, αληθινός ποιητής. Η διδασκαλία του πηγάζει από τα δόγματα της
Ελληνικής σκέψης, τον Ορφισμό, την Πυθαγόρεια και την Ιωνική φιλοσοφία και
βέβαια τον Σωκρατικό λόγο, και διαμορφώνεται τελικά, ως προσωπική δημιουργία
του Πλάτωνος, σε ένα κολοσσιαίο φιλοσοφικό σύστημα. Η φιλοσοφία του - ηθική,
οντολογική, πολιτική - είναι το θεμέλιο του παγκόσμιου Ιδεαλισμού και επηρέασε
περισσότερο ίσως απ' οποιονδήποτε άλλο τη σκέψη όλων των εποχών. (Από την
παρουσίαση της έκδοσης)</span></dt>
<dt><b><span style="font-size: 14.0pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό κείμενο).</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14.0pt;">ΠΛΑΤΩΝ </span></b></dt>
<br /><br />
<dl>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Κ.
ΖΑΜΠΑ</span></dt>
<dt style="margin-top: 24.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΞΗ</span></dt>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span></dt>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">1) Το κείμενον.</span></dt>
</dl>
<span style="font-size: 16.0pt;">Αναμφιβόλως ο Σοφιστής αποτελεί την
τολμηροτέραν και πρωτοτυπωτέραν μεταρσίωσιν προς ανίχνευσιν των ορίων της
ανθρωπίνης νοήσεως, και δικαίως εθεωρήθη ανέκαθεν ως η μεταφυσική του Πλάτωνος
και ως ο δυσκολώτερος των διαλόγων αυτού. Αλλά εις τας δυσκολίας αυτάς προσέθηκε
ο χρόνος και την διαστροφήν του κειμένου, η οποία παρεμόρφωσεν ακριβώς τα
ουσιωδέστερα μέρη αυτού. Δια τούτο ουκ ολίγας διορθώσεις επεφέραμεν εις το
κείμενον αυτού, και περί τούτων ηδυνάμεθα να φέρωμεν πειστικωτάτας αποδείξεις,
άλλα τούτο εξέρχεται του σκοπού και της υποχρεώσεως της παρούσης μεταφράσεως.
Άλλως τε και η καλλιτέρα απόδειξις είναι ότι διά των διορθώσεων ημών ευοδούται η
έννοια των χωρίων τούτων εις την μετάφρασιν, και καθ' εαυτά και εν σχέσει προς
τα προηγούμενα και επόμενα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">2) Η λύσις των διαλόγων αποκρυπτομένη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Μία από τας κυριωτέρας δυσκολίας του Πλάτωνος
είναι ότι συνήθως αποκρύπτει την λύσιν του εξεταζομένου ζητήματος χωρών ούτω
κατά τρόπον μαθηματικόν. Ούτω δε έκαστος διάλογος διατηρεί ακμαίαν την
εξασκητικήν αυτού δύναμιν, καθώς έν μαθηματικόν πρόβλημα του οποίου δεν δίδεται
η λύσις. Λόγου χάριν του Κρατύλου η λύσις υπάρχει εις την σελίδα 101. Κατ' αυτήν
η γλώσσα κατ' αρχάς μεν παράγεται κατά φύσιν, κατόπιν όμως εισχωρεί εις αυτήν
και η συνθήκη. Και όμως ο Πλάτων κατώρθωσε να την συγκαλύψη διά νέων αντιλογιών
και διά μεταφυσικών τινων σκέψεων περί γλώσσης, αι οποίαι είναι τα σπέρματα των
κατόπιν διαλόγων. Επίσης εις τον Θεαίτητον διετυπώθη σαφώς και απεριφράστως ο
ορισμός εις σελίδα142, καθ' ον διά να εννοηθή καλώς και επιστημονικώς έν πράγμα
πρέπει να διακριθή σαφώς από όλα τα άλλα. Η λύσις όμως του Σοφιστού παρέχει
μεγίστας δυσκολίας καθώς και η του Πολιτικού,και περί αυτής κάμνομεν λόγον εις
τον πρόλογον του τελευταίου,διότι είναι λύσις κοινή δι' αμφοτέρους. Κ. ΖΑΜΠΑΣ</span><br />
<dl>
<dt style="margin-top: 48.0pt;">
<span style="font-family: "Times New Roman"; font-size: 16.0pt;">
ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span></dt>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">ΣΟΦΙΣΤΗΣ(η περί
του όντος)</span></dt>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ
ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΘΈΟΔΩΡΟΣ, - ΣΩΚΡΑΤΗΣ, - ΞΕΝΟΣ ΕΛΕΑΤΗΣ, - ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ</span></dt>
</dl>
<div style="margin-top: 36.0pt;">
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεόδωρος.<br />
Καθώς εμείναμεν σύμφωνοι χθες, καλέ Σωκράτη, και ημείς ήλθαμεν<br />
στην ώρα μας, και ένα φίλον τον κύριον απ' εδώ εφέραμε μαζί, ο<br />
οποίος κατάγεται από την Ελέαν και είναι στενός φίλος των<br />
Παρμενιδικών και των Ζηνωνικών, και πολύ δυνατός φιλόσοφος.</span></div>
<span style="font-size: 16.0pt;">Σωκράτης.<br />
Μη τυχόν άραγε, καλέ Θεόδωρε, χωρίς να το καταλάβης έφερες μαζί<br />
σου όχι φίλον, αλλά κανένα θεόν, καθώς λέγει ο Όμηρος; Ο οποίος<br />
λέγει ότι και όλοι οι άλλοι θεοί και προ πάντων ο ξένιος Ζευς<br />
συνοδεύει ανθρώπους ευσεβείς και δικαίους διά να επιβλέπη τας<br />
αδικίας και τας ευνομίας των ανθρώπων. Διόλου παράδοξον λοιπόν<br />
και αυτός που συνοδεύει εσέ να είναι κανέν από τα ανώτερα όντα,<br />
και ήλθε να επιθεωρήση και εξελέγξη ημάς τους μικρούς, και είναι<br />
κανείς θεός εξελεγκτής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεόδωρος.<br />
Δεν είναι τοιούτος, καλέ Σωκράτη, ο χαρακτήρ του φίλου, αλλά<br />
είναι πολύ μετριοφρονέστερος από τους ασχολουμένους εις τα<br />
εριστικά. Και εις εμέ φαίνεται αυτός ο άνθρωπος ότι αν δεν είναι<br />
θεός, είναι όμως θείος. Διότι εγώ όλους τους φιλοσόφους τους<br />
ονομάζω θείους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Σωκράτης.<br />
Πολύ καλά κάμνεις, φίλε μου. Αλλά δεν είναι τόσον πολύ εύκολον να<br />
διακρίνη κανείς αυτό το γένος από τους θεούς, εάν ημπορώ να<br />
εκφρασθώ ούτω πως. Διότι αυτοί θεωρούνται από τους άλλους, όσοι<br />
δεν τους γνωρίζουν, ως άνθρωποι πολυμήχανοι, — δεν εννοώ τους<br />
ψευδείς, αλλά τους αληθείς φιλοσόφους — και περιερχόμενοι τας<br />
πόλεις επιβλέπουν από υψηλήν περιωπήν τον βίον των κατωτέρων, και<br />
εις άλλους μεν φαίνονται ότι δεν έχουν καμμίαν αξίαν, εις άλλους<br />
δε ότι αξίζουν ό,τι και να ειπής. Και άλλοτε μεν νομίζονται ως<br />
πολιτικοί, άλλοτε δε ως σοφισταί, κάποτε όμως είναι δυνατόν να<br />
νομισθούν από μερικούς ότι είναι εντελώς μανιακοί. Από τον φίλον<br />
όμως απ' εδώ έχω ευχαρίστησιν να μάθω, εάν δεν του κάμνη κόπον,<br />
ποίαν γνώμην έχουν δι' όλα αυτά εις τον τόπον του και πώς τα<br />
ονομάζουν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεόδωρος.<br />
Ποία εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Σωκράτης.<br />
Τον σοφιστήν, τον πολιτικόν, τον φιλόσοφον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεόδωρος.<br />
Τι κυρίως έχεις περιέργειαν να μάθης περί αυτών και εσκέφθης να<br />
ερωτήσης;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Σωκράτης.<br />
Το εξής. Άραγε όλα αυτά έν τα θεωρούν, ή δύο, ή καθώς είναι τρία<br />
τα ονόματα, ομοίως και αυτοί τα διαιρούν εις τρία και χωριστά<br />
αποδίδουν το καθέν γένος εις ένα έκαστον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεόδωρος.<br />
Δεν πιστεύω να δυσκολεύεται ο ίδιος να μας το ειπή. Δεν είναι<br />
έτσι, φίλε, ή τι θέλεις να απαντήσωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Έτσι είναι, φίλε Θεόδωρε. Δεν έχω κανέν εμπόδιον, ούτε μου είναι<br />
δύσκολον να ειπώ ότι τα θεωρούν τρία. Αλλ' όμως δεν είναι μικρόν<br />
ουδέ εύκολον πράγμα, να καθορίσωμεν σαφώς τι είναι το καθέν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεόδωρος.<br />
Και να ιδής, καλέ Σωκράτη, έτυχε να ανοίξης σχεδόν το ίδιον<br />
ζήτημα, το οποίον και ημείς πριν να φθάσωμεν έως εδώ τον<br />
ερωτούσαμεν ολοένα. Αυτός όμως τας ιδίας αυτάς προφάσεις έλεγε<br />
και τότε εις ημάς. Άλλως όμως ομολογεί ότι ήκουσε αρκετά μαθήματα<br />
από αυτά και δεν τα λησμονεί.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Σωκράτης.<br />
Τότε λοιπόν, φίλε Ξένε, μη θέλεις να μας αρνηθής αυτήν την χάριν<br />
που σου εζητήσαμεν διά πρώτην φοράν, και τούτο μόνον εξήγησέ μας.<br />
Άραγε σου είναι προτιμότερον μονολογικώς να διηγήσαι με μακρόν<br />
λόγον, όταν θέλης να εξηγήσης ένα ζήτημα εις κανένα, ή με<br />
ερωταποκρίσεις, καθώς μίαν φοράν εγώ παρευρέθην, όταν ο<br />
Παρμενίδης διηγήθη λόγους ωραιοτάτους και ήμην νέος εγώ τότε, ενώ<br />
εκείνος ήτο πάρα πολύ γέρων;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καλέ Σωκράτη, όταν ο απέναντί μου δεν με στενοχωρή και δεν<br />
δυστροπή, μου είναι ευκολώτερος αυτός ο τρόπος της<br />
ερωταποκρίσεως. Αλλέως όμως ο μονολογικός.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Σωκράτης.<br />
Αλλά τότε έχεις δικαίωμα από όλους τους παρευρισκομένους να<br />
εκλέξης όποιον θέλεις, και να είσαι βέβαιος ότι όλοι θα σε<br />
ακούσουν χωρίς αντίστασιν. Αν θέλης όμως να ακούσης την συμβουλήν<br />
μου, να προτιμήσης, κανένα από τους νέους, καθώς τον Θεαίτητον<br />
απ' εδώ, ή και κανένα από τους άλλους, όποιος σου αρέσει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Φίλε Σωκράτη, μου είναι κάπως εντροπή, αφού πρώτην φοράν<br />
γνωριζόμεθα, να μη συνομιλήσω μαζί σας με συντόμους εκφράσεις,<br />
αλλά να αρχίσω μόνος ένα μακρόν μονόλογον, ωσάν διά να κάμω<br />
επίδειξιν. Διότι πραγματικώς αυτό το ζήτημα που μου ερωτήσατε,<br />
δεν είναι τόσον εύκολον, όσον θα ενόμιζε κανείς, αλλά απαιτεί<br />
πολύ μακρόν λόγον. Αλλά πάλιν το να μη κάμω χάριν εις εσέ και εις<br />
όλους τους παρευρισκομένους, αφού άλλως τε συ είπες εκείνα που<br />
είπες, μου φαίνεται αφιλόξενον και άγριον. Δι' αυτό με όλην μου<br />
την ευχαρίστησιν παραδέχομαι να αποτείνωμαι προς τον Θεαίτητον,<br />
παρακινούμενος από όσα και μόνος μου προηγουμένως συνωμίλησα με<br />
αυτόν, και από την ιδικήν σου αυτήν παρακίνησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Άραγε όμως, φίλε Ξένε, θα είσαι και εις όλους τόσον υποχρεωτικός,<br />
καθώς είπε ο Σωκράτης;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Σχεδόν αυτό το ζήτημα το εξηντλήσαμεν πλέον, Θεαίτητε. Και τόρα<br />
πλέον σχεδόν, καθώς φαίνεται, πρέπει εις εσέ να αποτείνω τον<br />
λόγον. Τόρα όμως, αν κάποτε σε κουράζη το μήκος του, να μη<br />
κατακρίνης εμέ, αλλά αυτούς εδώ τους ιδικούς σου φίλους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εγώ νομίζω ότι δεν θα αποκάμω τόσον εύκολα. Αν τύχη όμως και<br />
συμβή κανένα τέτοιο πράγμα, θα συμπεριλάβωμεν και τον Σωκράτη<br />
τούτον εδώ, τον συνονόματον με τον Σωκράτη μας και ιδικόν μου<br />
ομήλικον και συμμαθητήν, ο οποίος δεν είναι ασυνήθιστος να<br />
μοιράζεται μαζί μου όλας τας δυσκόλους εργασίας.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πολύ καλά, αυτά και μόνος σου ημπορείς να τα σκεφθής όσον<br />
προχωρεί ο λόγος. Τόρα όμως πρέπει να συζητήσης μαζί μου,<br />
αρχίζων, καθώς φαίνεται, πρώτον από τον σοφιστήν και να ερευνάς<br />
και να εξηγής διά λόγου τι είναι. Διότι προς το παρόν συ και εγώ<br />
το όνομα μόνον κατέχομεν εξ ίσου ως προς αυτόν. Ενώ το επάγγελμα,<br />
διά το οποίον του δίδομεν αυτό το όνομα, δεν είναι παράδοξον ο<br />
καθείς μας να το αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Και όμως διά κάθε<br />
πράγμα είναι προτιμότερον να εξηγή κανείς αυτό το ίδιον, παρά να<br />
λέγη το όνομά του χωρίς να δίδη ορισμόν. Αυτό δε το γένος, το<br />
οποίον τόρα έχομεν σκοπόν να ερευνήσωμεν, δεν είναι τόσον εύκολον<br />
να το συλλάβωμεν και να εύρωμεν τι πράγμα είναι ο σοφιστής. Εξ<br />
άλλου όμως όταν πρόκειται περί ενός μεγάλου ζητήματος ανέκαθεν<br />
εθεωρήθη από όλους καλόν, να το προμελετούν εις μικρότερα και<br />
ευκολώτερα παραδείγματα, πριν αρχίσουν τα ίδια τα δύσκολα. Τόρα<br />
λοιπόν και εγώ, φίλε Θεαίτητε, δίδω την συμβουλήν εις τους δύο<br />
μας να θεωρήσωμεν δύσκολον και ασύλληπτον το γένος του σοφιστού,<br />
και να προμελετήσωμεν προηγουμένως την μέθοδον αυτού εις άλλο<br />
ευκολώτερον, εκτός εάν συ έχης να ειπής άλλον συντομώτερον<br />
δρόμον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι, δεν έχω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δέχεσαι λοιπόν να συζητήσωμεν πρώτα κανέν παραμικρόν ζήτημα, και<br />
έπειτα να προσπαθήσωμεν να το μεταχειρισθώμεν ως παράδειγμα διά<br />
το μεγαλίτερον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Θέλεις λοιπόν να προτάξωμεν ένα ευνόητον και μικρόν ζήτημα, το<br />
οποίον όμως δεν έχει μικρότερον ορισμόν από κανέν από τα δύσκολα;<br />
Λόγου χάριν ο ασπαλιευτής που ψαρεύει με την ορμιά (1), άραγε δεν<br />
είναι εις όλους γνωστός και δεν έχει ανάγκην πολύ μεγάλης μελέτης;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως ελπίζω ότι αυτός δεν μας δίδει ακατάλληλον μέθοδον και<br />
ορισμόν δι' εκείνο το οποίον θέλομεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε είναι πολύ ωραία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν ας αρχίσωμεν περί αυτού ως εξής. Ειπέ μου, άραγε θα<br />
δεχθώμεν ότι αυτός είναι τεχνίτης ή άτεχνος, και ότι έχει κάποιαν<br />
άλλην δύναμιν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα, δεν είναι άτεχνος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως από όλας τας τέχνας δύο είδη υπάρχουν σχεδόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η γεωργία και όλη η προμήθεια του θνητού σώματος, και πάλιν η<br />
κατασκευή από τας πρώτας όλας πραγμάτων τα οποία ονομάζομεν<br />
σκεύη, έπειτα η μιμητική, όλα αυτά είναι πολύ δίκαιον να τα<br />
ονομάζωμεν με έν όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς και με ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Παν ό,τι δεν υπάρχει προηγουμένως και το φέρει κανείς κατόπιν εις<br />
την ύπαρξιν, αυτός μεν που το φέρει, λέγομεν ότι το κατασκευάζει,<br />
αυτό δε που φέρεται λέγομεν ότι κατασκευάζεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ορθότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά αυτά που αριθμήσαμεν προηγουμένως δεν είχαν όλα αυτήν την<br />
ιδιότητα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είχαν βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν όλα αυτά ας τα συμπεριλάβωμεν με μίαν λέξιν εις την<br />
παραγωγικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Παραδέχομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εξ άλλου πάλιν ολόκληρος η τάξις των σπουδών και γνώσεων, έπειτα<br />
η χρηματιστική τέχνη και η αγωνιστική και η θηρευτική, επειδή δεν<br />
παράγει τίποτε από όλα αυτά, αλλά απλώς τα υπάρχοντα και τα<br />
παραχθέντα από άλλας τέχνας άλλα μεν τα οικειοποιείται με λόγους<br />
και με πράξεις, άλλα δε δεν τα αφίνει εις τους οικειοποιηθέντας<br />
αυτά, θα ήτο πολύ επιτυχημένον δι' όλα αυτά μαζί να ονομασθή<br />
τέχνη κτητική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα θα ήτο επιτυχημένον βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν, αφού όλαι αι τέχναι μαζί αποτελούν την κτητικήν και<br />
την παραγωγικήν, εις ποίαν από αυτάς τας δύο θέλεις, καλέ<br />
Θεαίτητε, να κατατάξωμεν την ασπαλιευτικήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Προφανώς εις την κτητικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα πάλιν δεν υπάρχουν άραγε δύο μέρη της κτητικής; Και το<br />
μεν έν μέρος είναι ανταλλαγή αμοιβαίως οικειοθελής διά των δωρεών<br />
και των μισθώσεων και των αγοραπωλησιών, το δε άλλο, επειδή<br />
οικειοποιείται ή με έργα ή με λόγους, ημπορεί γενικώς να ονομασθή<br />
οικειοποιητικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό τουλάχιστον φαίνεται από όσα ελέχθησαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Άραγε την οικειοποιητικήν δεν πρέπει να την διχάσωμεν<br />
εις δύο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατά ποίον τρόπον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αφού θεωρήσωμεν ολόκληρον το φανερόν μέρος αυτής ως αγωνιστικόν,<br />
ολόκληρον δε το κρύφιον ως θηρευτικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως πάλιν δεν είναι λογικόν να μη διχάσωμεν εις δύο και την<br />
θηρευτικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε κατά ποίον τρόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το ένα μέρος αυτής διά την τάξιν των άψυχων, το δε άλλο διά την<br />
τάξιν των εμψύχων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι; αφού υπάρχουν αυτά και τα δύο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πώς δεν υπάρχουν; Και τόρα πρέπει ημείς την μεν τάξιν των<br />
αψύχων, η οποία δεν έχει όνομα εκτός της κολυμβητικής και ολίγων<br />
άλλων αναξίων λόγου, να την αφήσωμεν κατά μέρος, την δε άλλην<br />
τάξιν η οποία αποτελεί το κυνήγιον των ζώων να την ονομάσωμεν<br />
ζωοθηρικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Παραδέχομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Της ζωοθηρικής πάλιν δεν είναι άραγε δίκαιον να παραδεχθώμεν δύο<br />
είδη, και το μεν ένα διά την τάξιν των πεζών, το οποίον<br />
διαιρείται εις πολλάς ονομασίας, να το ονομάσωμεν πεζοθηρικόν, το<br />
δε άλλο δι' όλα τα άλλα κολυμβητικά ζώα να το ονομάσωμεν<br />
ενυγροθηρικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από τα κολυμβητικά όμως το έν γένος δεν είναι πτηνά, το δε άλλο<br />
ένυδρα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν είναι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και διά το γένος των πτηνών ολόκληρον το κυνήγιον νομίζω ότι<br />
λέγεται ορνιθευτική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως λέγεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το δε κυνήγιον των ενύδρων καθ' ολοκληρίαν σχεδόν λέγεται ψαρική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Αυτό πάλιν το κυνήγιον δεν ημπορούμεν να το<br />
διαιρέσωμεν εις δύο μέρη;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εις ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εις έν το οποίον με περιφράγματα εκτελεί το κυνήγιον, και εις το<br />
άλλο το οποίον τα πληγόνει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το εννοείς και πώς διακρίνεις αυτά τα δύο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το μεν ένα, επειδή γενικώς περικλείει κάτι τι και το εμποδίζει να<br />
φύγη, είναι ορθόν να το ονομάσωμεν περιφραγματικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Την καλαμωτήν δηλαδή και τα δίκτυα και τους βρόχους και τα<br />
κοφινέλια (2) και τα παρόμοια άραγε άλλο τίποτε πρέπει να τα<br />
ονομάσωμεν και όχι περιφράγματα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως το μέρος τούτο της ψαρικής θα το ονομάσωμεν<br />
περιφρακτικόν ή κάτι παρόμοιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το δε άλλο μέρος το οποίον γίνεται με άγκιστρα και με καμάκια διά<br />
πληγώσεως και είναι διάφορον από εκείνο, είναι ανάγκη να το<br />
ονομάσωμεν με μίαν λέξιν πληγωτικόν. Ή τι άλλο καλλίτερον όνομα<br />
ημπορεί να δώση κανείς εις αυτό, καλέ Θεαίτητε;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ας μη μας μέλη τόσον πολύ διά το όνομα, διότι και αυτό είναι<br />
αρκετόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν του πληγωτικού το νυκτερινόν είδος, το οποίον<br />
εξασκείται με φως, νομίζω ότι συμβαίνει να ονομάζεται από αυτούς<br />
τους ιδίους πυρευτική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το άλλο δε είδος που γίνεται την ημέραν, επειδή κρατούν άγκιστρα<br />
και καμάκια, λέγεται αγκιστρευτικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως λέγεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν από αυτό το αγκιστρευτικόν μέρος της πληγωτικής<br />
εκείνο μεν το οποίον εκτελείται από επάνω προς τα κάτω, επειδή<br />
κυρίως μεταχειρίζονται εις αυτό τα καμάκια, νομίζω ότι λέγεται<br />
καμακωτόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μερικοί τουλάχιστον έτσι το ονομάζουν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το δε υπόλοιπον είναι άλλο πάλιν είδος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον είναι αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο εις το οποίον εκτελείται κατ' αντίθετον διεύθυνσιν η<br />
πλήγωσις και όχι εις όποιον τύχη μέρος του σώματος των ψαριών<br />
καθώς με τα καμάκια, αλλά προς την κεφαλήν και το στόμα του<br />
συλλαμβανομένου εκάστοτε, οπότε ανασύρεται από τα κάτω προς τα<br />
άνω με ράβδους και με καλάμια. Εις τούτο δε, φίλε Θεαίτητε, τι<br />
όνομα πρέπει να δώσωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Νομίζω ότι τόρα συνεπληρώσαμεν εκείνο το είδος το οποίον προ<br />
ολίγου εθέσαμεν ως πρόβλημα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ώστε τόρα πλέον ως προς την ασπαλιευτικήν εγώ και συ όχι μόνον<br />
εις το όνομα εσυμφωνήσαμεν, αλλά και τον ορισμόν αυτού του έργου<br />
αρκετά καλά τον ωρίσαμεν. Διότι από το σύνολον των τεχνών, το<br />
ήμισυ είπαμεν ότι είναι κτητικόν, από δε το κτητικόν το ήμισυ<br />
οικειοποιητικόν, από δε το οικειοποιητικόν το ήμισυ είναι<br />
θηρευτικόν, από δε το θηρευτικόν το ήμισυ ζωοθηρικόν, από δε το<br />
ζωοθηρικόν το ήμισυ ενυγροθηρικόν, από δε το ενυγροθηρικόν<br />
ολόκληρον το δεύτερον μέρος είναι η ψαρική, από δε την ψαρικήν το<br />
ένα μέρος είναι το πληγωτικόν, από δε το πληγωτικόν το έν μέρος<br />
είναι αγκιστρευτικόν. Από τούτο, δε το τελευταίον, το μέρος το<br />
οποίον προσβάλλει το ψάρι κάτω και το σύρει προς τα άνω, κατά<br />
παρομοίωσιν της πράξεως αυτής έλαβε το όνομα ασπαλιευτική, την<br />
οποίαν εθέσαμεν εις το ζήτημά μας.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Χωρίς αμφιβολίαν τούτο το εξηγήσαμεν καθ' όλα τελείως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν, συμφώνως με αυτό το παράδειγμα, ας δοκιμάσωμεν να<br />
εύρωμεν και διά τον σοφιστήν, τι είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως εις την αρχήν το ζήτημά μας ήτο το εξής. Άραγε πρέπει<br />
να θεωρήσωμεν τον ασπαλιευτήν ως κανένα άτεχνον ή ως τεχνίτην;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν και τούτον, φίλε Θεαίτητε, ως άτεχνον θα τον<br />
θεωρήσωμεν, ή απ' εναντίας ως αληθινόν σοφιστήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα άτεχνον. Διότι εννοώ τι θέλεις να ειπής, δηλαδή<br />
ότι από κάθε άλλον είναι καλλίτερος τεχνίτης ένας που φέρει αυτό<br />
το όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ναι, αλλά τότε ποίαν τέχνην θα παραδεχθώμεν ότι έχει αυτός;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βέβαια πώς να την ορίση κανείς αυτήν πάλιν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε δι' όνομα θεού δεν μας ήλθε εις τον νουν, ότι εκείνος με<br />
τούτον εδώ έχουν συγγένειαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίος με ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο ασπαλιευτής με τον σοφιστήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατά ποίον τρόπον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και οι δύο μου φαίνονται ως ένα είδος κυνηγοί.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι κυνήγιον κάμνει αυτός ο άλλος; Διότι τον ένα από τους δύο τον<br />
είπαμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καθώς ενθυμείσαι, ολόκληρον την ζωοθηρικήν την διαιρέσαμεν εις<br />
δύο, το μεν ένα κολυμβητικόν, το δε άλλο πεζοθηρικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και από τα κολυμβητικά εξετάσαμεν το έν μέρος των ενύδρων. Το δε<br />
πεζοθηρικόν το αφήσαμεν αδιαίρετον και είπαμεν απλώς ότι έχει<br />
πολλά είδη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν έως εις αυτό το σημείον ο σοφιστής και ο ασπαλιευτής έχουν<br />
την αρχήν από την ιδίαν τέχνην την κτητικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό τουλάχιστον φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλάζουν όμως δρόμον από την ζωοθηρικήν και κάτω, διότι ο μεν<br />
ένας πηγαίνει προς την θάλασσαν και τους ποταμούς και τας λίμνας<br />
διά να συλλάβη τα εντός αυτών υπάρχοντα ζώα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βέβαια;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο δε άλλος πηγαίνει εις την ξηράν και εις διαφορετικούς ποταμούς,<br />
οι οποίοι είναι ωσάν λιβάδια γεμάτα από πλούτη και νεότητα, διά<br />
να συλλάβη τα εντός αυτών βόσκοντα σφαχτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το εννοείς αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Του πεζού κυνηγίου υπάρχουν δύο μεγάλα μέρη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον είναι το έν και ποίον το άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το ένα είναι κυνήγιον των ημέρων, το δε άλλο των αγρίων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς; Υπάρχει ποτέ κυνήγιον ημέρων;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εάν ο άνθρωπος είναι ήμερον ζώον, βεβαίως υπάρχει. Συ όμως δέξου<br />
ό,τι σου αρέσει, και αν θέλεις μη παραδέχεσαι κανέν ως ήμερον, ή<br />
δέξου άλλο κανέν ως ήμερον, τον δε άνθρωπον ως άγριον (!), είτε<br />
πάλιν ότι θεωρείς τον άνθρωπον ήμερον και ότι δεν παραδέχεσαι<br />
κυνήγιον των ανθρώπων. Από όλα αυτά ό,τι σου αρέσει, όρισέ το και<br />
εμπρός μας.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε, αγαπητέ Ξένε, λέγω ότι ημείς είμεθα ήμερα ζώα, και<br />
παραδέχομαι ότι υπάρχει κυνήγιον ανθρώπων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν ας δεχθώμεν ότι και η ημεροθηρική έχει δύο μέρη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς θα τα διακρίνωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Την μεν ληστρικήν και ανδραποδιστικήν και τυραννικήν και το όλον<br />
της πολεμικής, όλα αυτά μαζί θα τα ορίσωμεν ως βίαιον κυνήγιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Την δε δικηγορικήν και δημηγορικήν και συζητητικήν, όλην μαζί<br />
πάλιν θα την ονομάσωμεν με ένα όνομα επάνω κάτω πιθανουργικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν της πιθανουργικής αυτής ας παραδεχθώμεν δύο γένη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το μεν ένα ιδιωτικώς γινόμενον (ιδιοθηρευτική), το δε άλλο<br />
δημοσία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και βεβαίως γίνονται το καθέν από αυτά ανά έν είδος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν τόρα πάλιν αυτής της ιδιοθηρευτικής το μεν ένα μέρος δεν<br />
είναι μισθωτόν, το δε άλλο δωροδοτικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό δεν το εννοώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καθώς φαίνεται, δεν έδωκες προσοχήν εις το κυνήγιον των<br />
ερωτευμένων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ως προς τι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ότι εις το κυνηγημένον προσφέρουν περιπλέον και δώρα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι αληθέστατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό λοιπόν ας το θεωρήσωμεν ως το είδος της ερωτικής<br />
τέχνης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από δε το μισθωτόν το μέρος μεν το οποίον συνομιλεί γοητευτικώς<br />
και όλως διόλου με την ηδονήν δελεάζει και εισπράττει ως μισθόν<br />
την τροφήν του μόνον, και αυτό, νομίζω, ότι όλοι θα το ωνομάζαμεν<br />
κολακικήν, ή επάνω κάτω ηδυντικήν τέχνην.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το άλλο όμως το οποίον ρεκλαμάρει ότι κάμνει τας συζητήσεις χάριν<br />
της αρετής, ως μισθόν όμως εισπράττει νόμισμα, άραγε αυτό το<br />
γένος δεν αξίζει να το ονομάσωμεν με άλλο όνομα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως αξίζει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ποίον λοιπόν είναι αυτό το όνομα; Προσπάθησε να το εύρης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό πλέον είναι ολοφάνερον. Μου φαίνεται δηλαδή ότι επετύχαμεν<br />
τον σοφιστήν. Αυτό λοιπόν το όνομα νομίζω ότι πρέπει να<br />
αποδώσωμεν εις αυτόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν, φίλε Θεαίτητε, συμφώνως προς όσα είπαμεν φαίνεται<br />
ότι σοφιστική πρέπει να ονομασθή το κυνήγιον της κτητικής,<br />
οικειοποιητικής, θηρευτικής, ζωοθηρικής, πεζοθηρικής,<br />
ημεροθηρικής ή ανθρωποθηρίας, πιθανουργικής, ιδιοθηρικής,<br />
μισθαρνικής, νομισματοπαιδευτικής τέχνης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά ας εξετάσωμεν και κατά τον εξής τρόπον, διότι αυτό το οποίον<br />
τόρα εξετάζομεν δεν ανήκει εις καμμίαν μηδαμινήν τέχνην, αλλά εις<br />
πολύ μάλιστα κομψήν. Διότι εις τα προηγούμενα φαίνεται πιθανόν<br />
ότι αυτή η τέχνη δεν είναι αυτό το οποίον ημείς τόρα εξηγούμεν,<br />
αλλά κάποιον άλλο γένος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς λοιπόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το είδος της κτητικής τέχνης είπαμεν, νομίζω, ότι είναι δύο<br />
ειδών, και έχει το μεν ένα μέρος θηρευτικόν, το δε άλλο<br />
ανταλλακτικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν αυτής της ανταλλακτικής θέλεις να δεχθώμεν δύο είδη,<br />
το μεν ένα δωρητικόν, το δε άλλο αγοραστικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ας είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν όμως θα ειπούμεν ότι η αγοραστική διχάζεται εις δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατά ποίον τρόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνην μεν, η οποία πωλεί ιδικά της προϊόντα, θα την ονομάσωμεν<br />
αυτοπωλικήν, εκείνην δε η οποία πωλεί ξένα έργα μεταπωλητικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Από την μεταπωλικήν αυτήν, η εντός της ιδίας πόλεως<br />
ανταλλαγή, η οποία είναι σχεδόν το ήμισυ μέρος, δεν λέγεται<br />
καπηλική;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνη όμως, η οποία ανταλλάσσει αγοραπωλησιακώς, μεταβαίνουσα<br />
από μίαν πόλιν εις άλλην, δεν λέγεται εμπορική;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από αυτήν δε την εμπορικήν άραγε δεν μας ήλθε ποτε εις τον νουν<br />
ότι το μεν ένα είδος της ανταλλάσσει με νόμισμα όσα τρέφουν και<br />
ωφελούν το σώμα, το δε άλλο όσα τρέφουν και ωφελούν την ψυχήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό πώς το ονομάζεις;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο το οποίον αφορά εις την ψυχήν ίσως δεν είναι γνωστόν, το<br />
άλλο όμως το γνωρίζομεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο λοιπόν ας το ονομάσωμεν γενικώς μουσικήν, μεταφερομένην<br />
από την μίαν πόλιν εις την άλλην και πωλουμένην, και ζωγραφικήν<br />
και ταχυδακτυλουργικήν. Και πολλά άλλα όποιος τα μεταφέρει και τα<br />
πωλεί διά την ψυχήν είτε χάριν ανακουφίσεως είτε χάριν σπουδής,<br />
δεν είναι ολιγώτερον ορθόν να ονομασθή έμπορος από εκείνον ο<br />
οποίος πωλεί τρόφιμα και ποτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι αληθέστατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν και όστις πωλεί μαθήματα και μεταβαίνει από μίαν<br />
πόλιν εις άλλην δεν θα τον ονομάσης με το ίδιον όνομα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πάρα πολύ μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από αυτήν λοιπόν τόρα την ψυχεμπορικήν δεν είναι δίκαιον το μεν<br />
ένα μέρος να λέγεται επιδεικτικόν, το δε άλλο μέρος, αν και δεν<br />
είναι ολιγώτερον γελοίον από το προηγούμενον, επειδή όμως<br />
αποτελεί πώλησιν μαθημάτων, δεν είναι ορθόν να λάβη ένα όνομα<br />
ανάλογον προς την πράξιν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από αυτήν λοιπόν την μαθηματοπωλικήν, το μεν ένα μέρος το οποίον<br />
αφορά εις τας άλλας τέχνας πρέπει να λάβη άλλο όνομα, εκείνο δε<br />
το οποίον αφορά εις την αρετήν πρέπει να λάβη άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως εκείνο το οποίον αφορά εις τα άλλα αρμόζει να<br />
ονομασθή τεχνοπωλικόν, εκείνο όμως το οποίον αφορά εις αυτό εδώ,<br />
συ προσπάθησε να το ειπής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο όνομα να ειπή κανείς χωρίς να κάμη λάθος, παρά ότι αυτό<br />
το οποίον ζητούμεν είναι το σοφιστικόν γένος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όχι κανέν άλλο. Και τόρα ας συνοψίσωμεν αυτό, και ας ειπούμεν ότι<br />
διά δευτέραν φοράν απεδείχθη ως σοφιστική τέχνη το μέρος της<br />
κτητικής, ανταλλακτικής, αγοραστικής, μεταπωλικής, εμπορικής,<br />
ψυχεμπορικής, το οποίον με λόγους και με μαθήματα πωλεί την<br />
αρετήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ωραία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τρίτον δε, και όταν κανείς διαμένη εντός της πόλεως και άλλα μεν<br />
μαθήματα πωλή ως μεταπωλητής, άλλα δε ως ιδικήν του εφεύρεσιν,<br />
και από αυτά κερδίζη το ψωμί του, νομίζω ότι και εις τούτο συ δεν<br />
θα δώσης άλλο όνομα, παρά αυτό το προηγούμενον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως και από την κτητικήν το ανταλλακτικόν, αγοραστικόν,<br />
μεταπωλικόν ή αυτοπωλικόν — πάρε όποιον θέλεις από τα δύο διά το<br />
μαθηματοπωλικόν αυτό είδος — συ πάλιν, καθώς φαίνεται, θα το<br />
ονομάσης σοφιστικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατ' ανάγκην, διότι πρέπει να παρακολουθώ τον λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν ας εξετάσωμεν ακόμη μήπως αυτό το γένος, το οποίον<br />
ζητούμεν να εύρωμεν, ομοιάζει κάπως με το εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Με ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Της κτητικής είπαμεν ότι το κάποιον μέρος ήτο η αγωνιστική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα, ήτο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ώστε δεν είναι απρεπές να την διαιρέσωμεν και αυτήν εις δύο μέρη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε ποία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το έν να το ονομάσωμεν αμιλλητικόν, το δε άλλο μαχητικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Παραδέχομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από την μαχητικήν λοιπόν το μέρος, το οποίον γίνεται με σώμα προς<br />
σώμα, ορθόν και πρέπον είναι να το ονομάσωμεν επάνω κάτω<br />
εκβιαστικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το άλλο όμως με λόγους προς λόγους, πώς αλλέως να το ονομάσωμεν,<br />
φίλε Θεαίτητε, παρά αμφισβητικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τίποτε άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν το αμφισβητικόν πρέπει να το διαιρέσωμεν εις δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δηλαδή καθ' όσον γίνεται δημοσία με μακρόν λόγον προς μακρόν περί<br />
των δικαίων και αδίκων, να το ονομάσωμεν δικανικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το ιδιωτικόν όμως, το οποίον κατακερματίζεται με ερωτήσεις και με<br />
αποκρίσεις, άλλο τίποτε συνηθίζομεν να το ονομάζωμεν παρά<br />
αντιλογικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από δε το αντιλογικόν το μέρος, το οποίον αφορά τα<br />
διαφιλονικούμενα συμβόλαια, εξασκείται δε όπως τύχη και άνευ<br />
τέχνης, πρέπει μεν και αυτό να το θεωρήσωμεν ως έν είδος, αφού ο<br />
ορισμός μας το διέκρινε ως διαφορετικόν, όνομα όμως ούτε οι άλλοι<br />
έδωκαν εις αυτό, ούτε και ημείς αξίζει να δώσωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έχεις δίκαιον, διότι υποδιαιρείται εις μικρά και πολυποίκιλα<br />
είδη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το άλλο μέρος όμως το τεχνικόν, το οποίον συζητεί διά τα δίκαια<br />
και άδικα και εν γένει όλα τα άλλα, άραγε δεν συνηθίζομεν να το<br />
ονομάζωμεν εριστικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν από το εριστικόν το ένα μέρος είναι χρηματοφθορικόν, το<br />
δε άλλο χρηματιστικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν πρέπει να προσπαθήσωμεν να εύρωμεν το όνομα, το<br />
οποίον πρέπει να αποδώσωμεν εις έκαστον από αυτά τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πρέπει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν νομίζω ότι εκείνο, το οποίον ευχαριστείται με αυτά και<br />
αμελεί τας οικογενειακάς του υποθέσεις, ως προς το λεκτικόν όμως<br />
δεν προξενεί ευχαρίστησιν εις τους περισσοτέρους ακροατάς, αυτό<br />
κατά την γνώμην μου δεν πρέπει να ονομασθή αλλέως παρά<br />
αδολεσχικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως λέγεται ούτω πως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το αντίθετον λοιπόν τούτου, το οποίον κερδίζει από τας ιδιωτικάς<br />
έριδας, τόρα εις την σειράν σου προσπάθησε να το ειπής εσύ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς αλλέως ημπορεί να το ονομάση κανείς χωρίς να κάμη λάθος, παρά<br />
ότι είναι εκείνος ο αξιοθαύμαστος (!), τον οποίον ανακαλύπτομεν<br />
διά τετάρτην φοράν, δηλαδή ο σοφιστής;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Βεβαίως όχι άλλος. Ώστε, καθώς φαίνεται, ο σοφιστής είναι το<br />
χρηματιστικόν είδος της εριστικής, της αντιλογικής, της<br />
αμφισβητικής, της μαχητικής, της αγωνιστικής, της κτητικής<br />
τέχνης, καθώς απέδειξε πάλιν ο μακρός αυτός ορισμός.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Βλέπεις λοιπόν ότι είπαμεν καλά, ότι αυτό το θηρίον είναι<br />
πολύμορφον και κατά την παροιμίαν δεν πιάνεται με ένα χέρι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε λοιπόν ας το πιάσωμεν με τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Βεβαίως πρέπει, και όσον μας είναι δυνατόν αυτό πρέπει να το<br />
πράξωμεν, ζητούντες κανέν ίχνος αυτού καθώς είναι το εξής. Ειπέ<br />
μου, σε παρακαλώ, υπάρχουν μερικά ονόματα διά τας οικιακάς<br />
υπηρεσίας;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Υπάρχουν και πολλά μάλιστα, συ όμως ποία από τα πολλά ερωτάς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καθώς παραδείγματος χάριν το στράγγισμα και το κοσκίνισμα και το<br />
εξάφρισμα και το αποδιάλεγμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ακόμη δε το ξαίσιμον, κλώσιμον, υφάσιμον και χίλια άλλα παρόμοια<br />
υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων τεχνών. Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι κυρίως θέλεις να εξηγήσης δι' αυτά και τα εξέλεξες ως<br />
παραδείγματα δι' όλα τα άλλα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω ότι όσα είπαμεν, είναι όλα διαχωριστικά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Συμφώνως λοιπόν με τον ορισμόν μου, ο οποίος τα χαρακτηρίζει ως<br />
να είναι μία τέχνη, αξίζει να της αποδώσωμεν ένα όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς να την ονομάσωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αποχωριστικήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν πάλιν πρόσεξε αν ημπορούμεν να εύρωμεν δύο είδη<br />
αυτής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ βιαστικήν σκέψιν μου επιβάλλεις αναλόγως των δυνάμεών μου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως εις τας προηγουμένας αποχωρίσεις, αφ' ενός επρόκειτο να<br />
αποχωρίσωμεν το χειρότερον από το καλλίτερον, εξ άλλου δε το<br />
όμοιον από το όμοιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τόρα, που το είπες έτσι, σχεδόν το εννοώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διά το έν είδος λοιπόν δεν γνωρίζω να υπάρχη όνομα, διά το άλλο<br />
όμως το οποίον αφίνει πίσω το καλλίτερον και αποβάλλει το<br />
χειρότερον, γνωρίζω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε το.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πάσα τοιαύτη αποχώρισις, καθώς εγώ φρονώ, λέγεται από όλους<br />
καθάρισμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα λέγεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά το καθαρτικόν αυτό είδος πάλιν, δεν βλέπει ο καθείς ότι<br />
είναι δύο ειδών;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως, όταν ίσως έχη καιρόν. Εγώ όμως τόρα δεν το βλέπω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως τα είδη των καθαρισμάτων, τα οποία αναφέρονται εις το<br />
σώμα, πρέπει να τα συμπεριλάβωμεν με ένα όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία και με ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρώτον τα καθαρίσματα των ζώων, όσα αποχωρίζονται ορθώς εις το<br />
εσωτερικόν του σώματος από την γυμναστικήν και την ιατρικήν και<br />
καθαρίζονται, και τα εξωτερικά, τα οποία δεν είναι πολύ σπουδαία,<br />
και τα εκτελεί το λούσιμον. Και δεύτερον τα καθαρίσματα των<br />
αψύχων σωμάτων, τα οποία εκτελεί η βαφική και όλη η κοσμητική<br />
τέχνη και έχει διάφορα μικρά και κωμικά κάπως ονόματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πραγματικώς, φίλε Θεαίτητε. Αλλά βεβαίως εις την μέθοδον των<br />
ορισμών δεν έχει μεγάλην διαφοράν η σπογγιστική από την<br />
φαρμακοποσίαν, εάν η μία με το καθάρισμά της μας ωφελή ολίγον και<br />
η άλλη πολύ. Διότι χάριν της μορφώσεως προσπαθεί να εννοήση εις<br />
όλας τας τέχνας τι είναι συγγενές και τι δεν είναι, και δι' αυτό<br />
τιμά όλας εξ ίσου, και δεν θεωρεί γελοιωδέστερον κανέν από όσα<br />
ομοιάζουν, ούτε νομίζει διόλου αξιοθαυμαστοτέραν την στρατηγικήν<br />
από το ξεψείρισμα, όταν ορίζη την κυνηγετικήν τέχνην, αλλά τας<br />
περισσοτέρας φοράς την θεωρεί ως μάλλον φουσκωμένην. Το ίδιον<br />
λοιπόν και τόρα δι' αυτό που ερώτησες, τι όνομα θα αποδώσωμεν εις<br />
όλας εν γένει τας δυνάμεις, αι οποίαι ανέλαβαν να καθαρίσουν κάθε<br />
σώμα είτε έμψυχον είτε άψυχον. Δι' αυτήν δεν έχει καμμίαν<br />
διαφοράν ποίον όνομα θα φανή αρμοδιώτερον. Αρκεί μόνον να<br />
συμπεριλάβη όλα τα καθαρίσματα της ψυχής σφικτοδεμένα ιδιαιτέρως<br />
από όσα καθαρίζουν άλλο τίποτε. Διότι εδώ πρόκειται να<br />
διακρίνωμεν το καθάρισμα της διανοίας από όλα τα άλλα, εάν βέβαια<br />
εννοούμεν την σημασίαν του.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Το ενόησα και παραδέχομαι δύο είδη καθαρίσματος, και ότι το έν<br />
είδος αναφέρεται εις την ψυχήν, διακρινόμενον από το καθάρισμα<br />
του σώματος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Περίφημα. Και σε παρακαλώ τόρα πάλιν άκουσε τα κατόπιν και<br />
προσπάθησε, αυτό το οποίον είπαμεν να το διαιρέσης εις δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όπως με οδηγήσης, θα προσπαθήσω να σου το διαιρέσω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εις την ψυχήν δεν χωρίζομεν την μοχθηρίαν από την αρετήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως ωνομάσαμεν καθάρισμα το να αφίνωμεν πίσω ένα μέρος και<br />
να αποβάλλωμεν όσον είναι κακόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν και διά την ψυχήν καθ' όσον ευρίσκομεν καμμίαν<br />
αφαίρεσιν κακίας, θα είναι αρμονικόν να την ονομάσωμεν κάθαρσιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δύο όμως είδη κακίας πρέπει να ορίσωμεν διά την ψυχήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το ένα καθώς είναι εις το σώμα η ασθένεια, το δε άλλο καθώς είναι<br />
εις αυτό η ασχημία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δεν ενόησα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Μήπως τυχόν δεν αντελήφθης ότι η ασθένεια είναι το ίδιον με την<br />
διχόνοιαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ούτε και εις αυτό πάλιν ημπορώ να σου δώσω καμμίαν απάντησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Μήπως άραγε διότι νομίζεις ότι είναι διαφορετικόν πράγμα η<br />
διχόνοια, παρά η από κάποιαν διαφθοράν διαφορά (διαφωνία) του εκ<br />
φύσεως συγγενούς μέρους;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δεν νομίζω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά η ασχημία είναι άλλο τίποτε παρά το είδος εν γένει της<br />
ασυμμετρίας, το οποίον αποστρεφόμεθα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα δεν είναι άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Άραγε εντός της ψυχής εκείνων οι οποίοι δεν είναι εις<br />
καλήν κατάστασιν δεν αντελήφθημεν ότι αι γνώμαι διαφωνούν με τας<br />
ορέξεις και η βούλησις με τας ηδονάς και το λογικόν με τας λύπας<br />
και όλα μαζί μεταξύ των;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Φοβερά μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως αυτά όλα δεν είναι συγγενή εξ ανάγκης;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν είναι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν ορθόν να ονομάσωμεν διχόνοιαν και ασθένειαν της ψυχής<br />
την πονηρίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; όσα έλαβαν μίαν κίνησιν και ένα σκοπόν και δοκιμάζουν<br />
να τον επιτύχουν, αλλά εις εκάστην ορμήν παραφέρονται<br />
(εκτροχιάζονται) και αποτυγχάνουν, τι θα ειπούμεν δι' αυτά; Άραγε<br />
ότι από συμμετρίαν αναμεταξύ των τα παθαίνουν αυτά, ή το<br />
αντίθετον από ασυμμετρίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είναι προφανές ότι τα παθαίνουν από ασυμμετρίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν γνωρίζομεν ότι παν ό,τι δεν γνωρίζει η ψυχή, το κάμνει<br />
χωρίς να θέλη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως αμάθεια θα ειπή, όταν η ψυχή ορμά να συλλάβη την<br />
αλήθειαν και παραφερθή (εκτροχιασθή) η σύνεσίς της, και τούτο δεν<br />
είναι άλλο τίποτε, ει μη παραφροσύνη (=παράφορος σύνεσις).</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως την ανόητον ψυχήν πρέπει να την χαρακτηρίσωμεν ως<br />
άσχημον και ασύμμετρον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν, καθώς φαίνεται, αυτά τα δύο είδη της κακίας υπάρχουν<br />
εντός αυτής, και το μεν έν ονομάζεται από τον λαόν πονηρία, και<br />
είναι προφανώς ασθένεια αυτής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το άλλο όμως το ονομάζουν αμάθειαν, δεν θέλουν όμως να<br />
παραδεχθούν ότι είναι κακία η οποία υπάρχει μόνον εις την ψυχήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος εις αυτό το οποίον είπες και προ ολίγου, αλλά<br />
εγώ αμφέβαλλα, ότι δηλαδή υπάρχουν εντός της ψυχής δύο είδη<br />
κακίας, και την μεν δειλίαν και ακολασίαν και αδικίαν εν γένει<br />
πρέπει να τα θεωρήσωμεν ως ασθένειαν εντός ημών, το δε πάθος της<br />
μεγάλης και ποικίλης αμαθείας ως ασχημίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν δι' αυτά τα δύο παθήματα όταν είναι εις το σώμα δεν<br />
εδημιουργήθησαν αι εξής δύο τέχναι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίαι είναι αυταί;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δια μεν την ασχημίαν η γυμναστική, διά δε την ασθένειαν η<br />
ιατρική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν διά την ύβριν, και την αδικίαν και δειλίαν δεν είναι<br />
από όλας τας τέχνας καταλληλοτέρα ανταπόδοσις η σωφρονιστική;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτή φαίνεται η καταλληλοτέρα, τουλάχιστον καθώς φρονούν όλοι οι<br />
άνθρωποι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δια το άλλο όμως; Δηλαδή διά την αμάθειαν εν γένει άραγε άλλη<br />
καμμία είναι καταλληλοτέρα παρά η διδασκαλική;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καμμία άλλη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν. Άραγε της διδασκαλικής έν μέρος θα παραδεχθώμεν, ή<br />
περισσότερα, και προ πάντων ότι δύο είναι τα μεγαλύτερα; Πρόσεξε.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Προσέχω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και νομίζω ότι κατά τον εξής τρόπον είναι δυνατόν να το εύρωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατά ποιον τρόπον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Να παρατηρήσωμεν αν η αμάθεια επιδέχεται εις το μέσον κανένα<br />
διχασμόν. Διότι, όταν αυτή χωρισθή εις δύο, έπεται ότι θα<br />
αναγκάση και την διδασκαλικήν να έχη δύο μέρη, ανά έν δι' έκαστον<br />
μέρος αυτής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και λοιπόν; Μήπως εννοείς κάπως αυτό το οποίον ζητούμεν να<br />
εύρωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τουλάχιστον φρονώ ότι βλέπω καλά ένα μεγάλο και δύσκολον μέρος<br />
της αμαθείας ξεχωριστόν, το οποίον ισοφαρίζει με όλα τα άλλα μέρη<br />
αυτής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το να μη γνωρίζη κανείς κάτι τι, και όμως να νομίζη ότι το<br />
γνωρίζει. Από το οποίον προέρχονται όλα σχεδόν τα σφάλματα της<br />
διανοίας μας.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ναι· ωρισμένως εις αυτό μόνον το είδος της αμαθείας νομίζω ότι<br />
πρέπει ιδιαιτέρως να προστεθή το όνομα απαιδευσία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν πώς πρέπει να ονομάσωμεν το μέρος της διδασκαλικής,<br />
το οποίον μας απαλλάσσει από αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Νομίζω, καλέ μου Ξένε, ότι το μεν άλλο μέρος το ονομάζομεν<br />
οικοδομητικήν διδασκαλίαν, τούτο όμως το λέγομεν εδώ εκπαίδευσιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά και εις όλα σχεδόν τα ελληνικά μέρη, καλέ Θεαίτητε, έτσι το<br />
λέγουν. Πρέπει όμως ημείς να σκεφθώμεν ακόμη, αν αυτό είναι έν<br />
όλον αδιαίρετον, ή μήπως επιδέχεται διχασμόν άξιον να λάβη όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πρέπει να σκεφθώμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εγώ λοιπόν νομίζω ότι και τούτο διχάζεται κάπως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατά ποίον τρόπον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η διδασκαλία διά λόγων μου φαίνεται, ότι έχει μίαν μέθοδον κάπως<br />
τραχυτέραν, και μίαν άλλην ηπιωτέραν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία λοιπόν να ειπούμεν ότι είναι η κάθε μία από αυτάς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η μία είναι η αρχαιοπρεπής κατά τα πάτρια, την οποίαν άλλοτε<br />
εφήρμοζαν προ πάντων εις τους υιούς των, και ακόμη και σήμερον<br />
εφαρμόζουν πολλοί, όταν κάμουν εις αυτούς καμμίαν παρεκτροπήν,<br />
και άλλοτε μεν τους επιπλήττουν, άλλοτε δε τους συμβουλεύουν με<br />
μαλακώτερον τρόπον. Αυτήν λοιπόν την μέθοδον ημπορούμεν να την<br />
ονομάσωμεν νουθετητικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι αληθές.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ως προς την άλλην πάλιν, φαίνεται ότι μερικοί εξήτασαν τον εαυτόν<br />
των (!) και ανεγνώρισαν ότι η απαιδευσία είναι πάντοτε ανωτέρα<br />
της θελήσεώς των, και ότι εκείνος ο οποίος νομίζει ότι είναι<br />
σοφός, ποτέ δεν δέχεται να μάθη τίποτε, από όσα νομίζει ότι<br />
γνωρίζει με δεινότητα, και τότε η νουθετητική μέθοδος όσον και αν<br />
κοπιάση, πολύ μικρά αποτελέσματα φέρει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καλά έκριναν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Προς εκρίζωσιν λοιπόν αυτής της δοκησισοφίας ακολουθούν άλλην<br />
μέθοδον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος. Ποίαν δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος. Συζητούν δι' όσα ένας νομίζει ότι λέγει
τίποτε σπουδαίον ενώ δεν λέγει τίποτε. Και φυσικά, επειδή αυτοί απατώνται εις
τας γνώμας των, ευκόλως τους ξεσκεπάζουν. Αφού λοιπόν με την συζήτησιν τας
πλησιάσουν και τας συγκρίνουν την μίαν με την άλλην, αποδεικνύουν ότι αι ίδιαι
αντιφάσκουν προς τον εαυτόν των διά τα ίδια ζητήματα, σχετικώς με τα ίδια
πράγματα, και υπό την ιδίαν έποψιν. Αυτοί δε τα βλέπουν πλέον και οργίζονται με
τον εαυτόν των, ενώ εμπρός εις τους άλλους γίνονται ήμεροι. Με αυτόν δε τον
τρόπον απαλλάσσονται από τας μεγάλας και σκληροτραχήλους εγωιστικάς ιδέας των,
και αυτή η απαλλαγή και τους άλλους ευχαριστεί περισσότερον από κάθε άλλην, και
εις τον ασθενή επέρχεται με μεγάλην ασφάλειαν. Διότι, παιδί μου, όσοι τους
καθαρίζουν νομίζουν, καθώς οι ιατροί των σωμάτων, ότι δεν ημπορεί το σώμα
προηγουμένως να λάβη την προσφερομένην τροφήν, πριν να βγάλη κανείς όσα εμπόδια
έχει εντός του. Το ίδιον λοιπόν απεφάσισαν και εκείνοι διά την ψυχήν, δηλαδή να
μη απολαύση προηγουμένως την ωφέλειαν, την οποίαν της παρέχουν τα προσφερόμενα
μαθήματα, πριν με την εξέλεγξιν να φέρουν τον ελεγχόμενον εις την θέσιν να
εντραπή πολύ, και να βγάλη από μέσα του τας ιδέας αι οποίαι φέρουν προσκόμματα
εις τα μαθήματα, και να γίνη καθαρός, και να νομίζη ότι γνωρίζει μόνον όσα
γνωρίζει και όχι περισσότερα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος. Τουλάχιστον αυτή η υγιεινή είναι η
ωφελιμωτέρα και η φρονιμωτέρα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν δι' όλα αυτά, καλέ Θεαίτητε, πρέπει και την εξέλεγξιν να<br />
την θεωρούμεν ως την μεγαλιτέραν και σπουδαιοτέραν κάθαρσιν, και<br />
πάλιν τον ανεξέλεγκτον, οποιοσδήποτε και αν είναι, έστω και ο<br />
μεγαλίτερος βασιλεύς του κόσμου, πρέπει να τον θεωρούμεν ως παρά<br />
πολύ ακαθάριστον, και ότι είναι απαίδευτος και άσχημος εις<br />
πράγματα, εις τα οποία έπρεπε να είναι καθαρώτατος και<br />
ωραιότατος, όστις θέλει να είναι πραγματικώς ευτυχής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν, όσους έχουν αυτήν την τέχνην, πώς θα τους ονομάσωμεν;<br />
Διότι εγώ φοβούμαι να τους ονομάσω σοφιστάς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Μήπως τους αποδώσωμεν μεγαλίτερον αξίωμα από ό,τι τους πρέπει<br />
(!).</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και όμως όλα αυτά όσα είπαμεν αρμόζουν εις κάτι τι παρόμοιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τι έχει να κάμη; Και ο λύκος παρομοιάζει με τον σκύλλον, αν και<br />
εκείνος είναι αγριώτατος, ενώ αυτός εδώ ημερώτατος. Είναι όμως<br />
ανάγκη, όστις θέλει να είναι ασφαλισμένος, να αποφεύγη πολύ τας<br />
παρομοιώσεις. Διότι το είδος αυτών είναι πολύ σφαλερόν. Αλλά<br />
τέλος πάντων ας υπάρχουν, διότι, εάν τας αποφεύγωμεν πάρα πολύ,<br />
νομίζω ότι δεν θα είναι μικρά τα διαφιλονικούμενα όρια.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα, αυτό δεν είναι ορθόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας παραδεχθώμεν λοιπόν ως μέρος της αποχωριστικής τέχνης την<br />
καθαριστικήν, από δε την καθαριστικήν ας χωρίσωμεν το μέρος το<br />
οποίον αναφέρεται εις την ψυχήν, δηλαδή την κάθαρσιν, από την<br />
κάθαρσιν δε την διδασκαλικήν, από την διδασκαλικήν δε την<br />
εκπαιδευτικήν, και τέλος από την εκπαιδευτικήν την εξέλεγξιν, η<br />
οποία γίνεται εις την ματαιόδοξον δοκησισοφίαν, καθώς απεδείχθη<br />
προ ολίγου, και ας μην την θεωρήσωμεν ως άλλο τίποτε, παρά ως την<br />
ευγενή εκ καταγωγής σοφιστικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ας την θεωρήσωμεν βεβαίως. Εγώ όμως, επειδή πολλά απεδείχθησαν<br />
περί αυτής, απορώ τι κυρίως είναι ορθόν να διισχυριζώμεθα ότι<br />
είναι ο σοφιστής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Είναι επόμενον να απορής. Τόρα όμως πρέπει να ηξεύρης, ότι και<br />
εκείνος ο ίδιος τόρα πλέον απορεί, πώς να διαφύγη από τον λόγον.<br />
Διότι είναι ορθή η παροιμία η οποία λέγει, ότι δεν την γλυτώνει<br />
τόρα πλέον. Δι' αυτό λοιπόν τόρα προ πάντων ας του επιτεθούμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καλά λέγεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρώτα λοιπόν ας σταθούμεν να πάρωμεν την αναπνοήν μας, και ας<br />
κάμωμεν μόνοι μας τον λογαριασμόν την ώραν, που αναπαυόμεθα, διά<br />
να ιδούμεν πόσας ιδιότητας απεδείχθη ότι έχει ο σοφιστής. Δηλαδή<br />
νομίζω ότι πρώτην φοράν απεδείχθη, ότι είναι έμμισθος θηρευτής<br />
των νέων και των πλουσίων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεύτερον ότι είναι έμπορος διά τα μαθήματα της ψυχής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τρίτον μήπως δεν απεδείχθη κάπηλος δι' αυτά τα ίδια;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως· και τέταρτον μάλιστα μας εφάνη αυτοπώλης διά τα<br />
μαθήματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καλά τα ενθυμήθης. Το πέμπτον όμως θα προσπαθήσω εγώ να το<br />
ενθυμηθώ. Δηλαδή είπαμεν ότι ήτο αθλητής των διαγωνισμών εις τους<br />
λόγους, και ωρίσαμεν την τέχνην του ως εριστικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα, την ωρίσαμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το έκτον όμως, αν και ήτο φιλονικούμενον, όμως το παρεδέχθημεν<br />
ότι αυτός είναι ένα είδος καθαριστής της ψυχής από τα εμπόδια των<br />
μαθημάτων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν δεν εννοείς, όταν κανείς αποδεικνύεται επιστήμων<br />
πολλών τεχνών, ενώ φέρει το όνομα μιας τέχνης, ότι η γνώμη αυτή<br />
δεν είναι υγιής; Και προφανώς όστις πάσχει από αυτό ως προς μίαν<br />
τέχνην δεν ημπορεί να αντιληφθή εκείνην την ιδιότητα αυτής, εις<br />
την οποίαν αναφέρονται όλα αυτά τα μαθήματα, και δι' αυτό<br />
ονομάζει με πολλά ονόματα αντί με έν εκείνον ο οποίος κατέχει<br />
αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Φαίνεται σχεδόν ότι τούτο είναι εκ φύσεως καθώς το λέγεις επάνω<br />
κάτω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ας μη το πάθωμεν ημείς αυτό εις την εξέτασίν μας από<br />
φυγοπονίαν, αλλά ας επαναλάβωμεν πρώτον κάτι τι από όσα είπαμεν<br />
διά τον σοφιστήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Κάπου είπαμεν ότι αυτός είναι αντιλογικός.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Άραγε εις αυτό το ίδιον δεν είναι διδάσκαλος και διά<br />
τους άλλους;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ας εξετάσωμεν, άραγε εις ποίον ζήτημα λέγουν οι τοιούτοι<br />
ότι κάμνουν τους άλλους αντιλογικούς. Ας γίνη δε η εξέτασίς μας<br />
από την αρχήν κατά τον εξής τρόπον. Λόγου χάριν διά τα θεία<br />
πράγματα, τα οποία είναι δυσνόητα εις τον λαόν, άραγε τους<br />
κάμνουν ικανούς να το εκτελούν αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τουλάχιστον έχω ακούσει πολλούς να λέγουν αυτά δι' αυτούς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε και δι' όσα είναι φανερά, δηλαδή διά την γην και τον<br />
ουρανόν και τα όμοια;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως και δι' αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν εις τας οικογενειακάς συναναστροφάς, όταν γίνεται<br />
λόγος γενικώς περί της γενέσεως και της υπάρξεως όλων των<br />
πραγμάτων, δεν γνωρίζομεν ότι και οι ίδιοι είναι τρομεροί διά να<br />
αντιλέγουν και τους άλλους τους κάμνουν ικανούς εις όσα είναι<br />
αυτοί οι ίδιοι ικανοί;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν διά τους νόμους και διά τα πολιτικά άραγε δεν<br />
επαγγέλλονται ότι και εις αυτά θα τους κάμουν ικανούς να τα<br />
διαφιλονικούν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως, διότι χωρίς να τα πολυλογούμεν, κανείς δεν θα συνεζήτει<br />
με αυτούς, αν δεν έκαμναν τοιαύτην δήλωσιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως δι' όλας αυτάς τας τέχνας και διά κάθε μίαν χωριστά,<br />
όσα έχει να αντιλέξη κανείς και προς τον ίδιον τον ειδικόν<br />
τεχνίτην, έχουν δημοσιευθή και ευρίσκονται κάπου γραμμένα, δι'<br />
εκείνον ο οποίος θέλει να τα μάθη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μου φαίνεται ότι εννοείς τα συγγράμματα του Πρωταγόρα περί της<br />
πάλης και των άλλων τεχνών.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και διά πολλάς άλλας ακόμη, αξιομακάριστε φίλε. Μήπως τάχα η<br />
αντιλογική τέχνη δεν είναι κάποια δύναμις ικανή να διαφιλονική τα<br />
πάντα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Φαίνεται τουλάχιστον, ότι δεν αφίνει τίποτε.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Συ λοιπόν, παιδί μου, δι' όνομα θεού το νομίζεις αυτό δυνατόν;<br />
Διότι πιθανόν σεις οι νέοι να βλέπετε καθαρώτερα, ημείς δε<br />
θαμπότερα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον είναι αυτό, και διατί το λέγεις κυρίως; Διότι εγώ ακόμη δεν<br />
ενόησα αυτήν την ερώτησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αν είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να τα γνωρίζη όλα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε πραγματικώς, καλέ Ξένε, το ανθρώπινον γένος θα ήτο<br />
αξιομακάριστον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να λέγη τίποτε ορθόν όστις αντιτείνει<br />
εις τον ειδικόν τεχνίτην, ενώ ο ίδιος είναι ανεπιστήμων;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Με κανένα τρόπον δεν είναι δυνατόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν τι είναι αυτή η θαυματουργική δύναμις του σοφιστού!</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ως προς τι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Να είναι ικανοί, αδιάφορον με ποίον τρόπον, να εμφυτεύουν εις<br />
τους νέους την γνώμην, ότι αυτοί είναι εις όλα σοφώτεροι από<br />
όλους. Διότι προφανώς, εάν ούτε αντιλέγουν ορθώς, ούτε εις τους<br />
νέους επιδεικνύονται και πάλιν, όταν αποδεικνύωνται, εάν δεν<br />
νομισθούν από όλην την συζήτησιν ότι είναι σοφοί, τότε καθώς το<br />
είπες συ ο ίδιος προ ολίγου, πολύ δύσκολα θα εδέχετο κανείς να<br />
πληρώση χρήματα, διά να γίνη μαθητής των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βέβαια πολύ δύσκολα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως θέλουν ή όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πολύ μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι, καθώς νομίζω, φαίνονται ότι είναι επιστήμονες οι ίδιοι εις<br />
όσα ζητήματα φέρουν αντιρρήσεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό όμως δεν είπαμεν ότι το κάμνουν εις τον καθένα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως φαίνονται εις τους μαθητάς των σοφοί δι' όλα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως δεν είναι, διότι αυτό απεδείχθη αδύνατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς δεν είναι αδύνατον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ώστε απεδείξαμεν ότι ο σοφιστής έχει δι' όλα τα πράγματα μίαν<br />
δοκησισοφίαν και όχι αληθή επιστήμην.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα, και αυτό το οποίον είπαμεν τόρα δι' αυτούς είναι πολύ<br />
ορθόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν ας λάβωμεν ένα σαφέστερον παράδειγμα δι' αυτούς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το εξής. Προσπάθησε όμως να προσέχης και να μου απαντήσης καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον παράδειγμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αν μας έλεγε κανείς όχι ότι λέγει ή αντιλέγει, αλλά ότι γνωρίζει<br />
να κατασκευάζη και διενεργή με μίαν τέχνην ολότελα όλα τα<br />
πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς εννοείς όλα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Φαίνεται ότι συ δεν εννοείς καλά την σημασίαν της λέξεως ολότελα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν εννοώ εσέ και εμέ με όλα τα πράγματα, και ακόμη και τα<br />
άλλα ζώα και τα δένδρα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αν έλθη κανείς να μας ειπή ότι ημπορεί να κατασκευάση εμέ και σε<br />
και τα φυτά και όλα τα άλλα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίου είδους κατασκευήν εννοείς; Διότι δεν πιστεύω να εννοής<br />
κανένα γεωργόν, διότι είπες ότι αυτός θα κατασκευάζη και ζώα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το είπα βέβαια και μάλιστα ακόμη την θάλασσαν και τον ουρανόν και<br />
τους θεούς και όλα τα άλλα ανεξαιρέτως. Και λοιπόν, επειδή θα τα<br />
κατασκευάση γλήγορα, θα τα πωλή το καθέν πολύ φθηνά (!).</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εσύ θα εννοής τίποτε παιγνιδάκια.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πώς; Και τάχα τα λόγια ενός ανθρώπου, ο οποίος λέγει ότι τα<br />
γνωρίζει όλα και ημπορεί να τα διδάξη και εις άλλον φθηνά και εις<br />
ολίγον διάστημα, δεν πρέπει να τα θεωρήσωμεν ως παιγνιδάκια;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από τα παιγνίδια όμως έχεις να μου ειπής άλλο είδος<br />
καλλιτεχνικώτερον και διασκεδαστικώτερον παρά το μιμητικόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα. Διότι αυτό που είπες είναι το περισσότερον είδος<br />
και σχεδόν το κομψότερον, και περιέλαβες όλα εις έν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν δι' εκείνον όστις δίδει υποσχέσεις ότι είναι ικανός με<br />
μίαν τέχνην να τα κάμνη όλα, γνωρίζομεν ότι απλώς κατασκευάζει<br />
απομιμήσεις των όντων με την ζωγραφικήν τέχνην, και έχει την<br />
ικανότητα, δεικνύων τας ζωγραφιάς από μακράν, να απατήση τα<br />
μωρότερα από τα μικρά παιδιά, ότι είναι ικανώτατος να εκτελέση<br />
εμπράκτως οτιδήποτε αποφασίση να κάμη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; διά τους λόγους άραγε δεν το χωρεί ο νους μας, ότι<br />
ημπορεί να υπάρχη καμμία άλλη τέχνη, εις την οποίαν επίσης είναι<br />
δυνατόν, τους νέους και όσους ευρίσκονται ακόμη μακρυά από την<br />
αλήθειαν των πραγμάτων να τους μαγεύη με λόγους εις την ακοήν<br />
των, και να παρουσιάζη προφορικά ομοιώματα δι' όλα τα πράγματα,<br />
ώστε να τους κάμνουν να νομίζουν ότι είναι αληθή τα λεγόμενα, και<br />
ότι όστις τα λέγει ωρισμένως είναι ο σοφώτερος των ανθρώπων εις<br />
όλα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς δεν ημπορεί να υπάρχη καμμία παρομοία τέχνη;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν, καλέ Θεαίτητε, οι περισσότεροι από όσους τα ήκουαν αυτά<br />
τότε, όταν περάση πολύς καιρός, εις την ωριμωτέραν ηλικίαν,<br />
επειδή θα πλησιάζουν περισσότερον την πραγματικότητα, και από τα<br />
δεινοπαθήματά των θα αναγκάζωνται να λάβουν σαφή πείραν των<br />
πραγμάτων, άραγε δεν είναι επόμενον να αλλάξουν την γνώμην που<br />
εσχημάτισαν τότε, ώστε τα μεγάλα να φαίνωνται μικρά, και τα<br />
εύκολα δύσκολα, και όλα να τα ευρίσκουν εντελώς αντεστραμμένα,<br />
όσα όνειρα έπλασε η διδασκαλία, τόρα, που ήλθαν εις το μέσον διά<br />
των πράξεων τα έργα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όσον τουλάχιστον ημπορώ να κρίνω εγώ εις την ηλικίαν που είμαι.<br />
Νομίζω όμως ότι και εγώ είμαι από αυτούς που ευρίσκονται μακράν<br />
ακόμη από τα πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δι' αυτό λοιπόν ημείς εδώ όλοι θα προσπαθήσωμεν και προσπαθούμεν,<br />
να σε φέρωμεν όσον το δυνατόν πλησιέστερον εις τα πράγματα χωρίς<br />
παθήματα. Διά τον σοφιστήν λοιπόν ειπέ μου τα εξής. Άραγε έγινε<br />
πλέον σαφές ότι αυτός είναι κάποιος από τους γόητας, ο οποίος<br />
απομιμείται τα όντα; ή διστάζομεν ακόμη, μη τυχόν δι' όσα<br />
φαίνεται ικανός να αντιλέγη, διά τόσα και πραγματικώς είναι<br />
κάτοχος των επιστημών;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς είναι δυνατόν, καλέ Ξένε; Αλλά από όσα είπαμεν σχεδόν<br />
είναι φανερόν, ότι αυτός είναι κάποιος από τους καταγινομένους<br />
εις τα παιγνίδια.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν πρέπει να τον θεωρήσωμεν ως κάποιον ταχυδακτυλουργόν<br />
και απομιμητήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν θα τον θεωρήσωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν, τόρα είναι χρέος μας να μην αφήσωμεν από κοντά το<br />
θήραμα. Διότι σχεδόν τόρα πλέον τον εζώσαμεν εις ένα είδος<br />
δικτύων, μεταχειριζόμενοι τους λόγους ως τοιαύτα όργανα, ώστε<br />
αυτήν την φοράν δεν μας γλυτόνει πλέον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Από τι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από το να μη θεωρηθή ότι είναι κάποιος από το γένος των<br />
ταχυδακτυλουργών.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και εγώ εις αυτά την ιδίαν γνώμην έχω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ώστε εγκρίνομεν να διχοτομούμεν το γρηγορώτερον την απομιμητικήν<br />
τέχνην, και αφού φθάσωμεν εις το βάθος της, εάν μεν απομείνη ο<br />
σοφιστής κατ' ευθείαν, να τον συλλάβωμεν συμφώνως με το ένταλμα<br />
του κυριάρχου λόγου και να παραδώσωμεν εις εκείνον αυτό το<br />
αγρίμι. Εάν όμως τυχόν κρύπτεται πουθενά εις τας υποδιαιρέσεις<br />
της μιμητικής, να τον καταδιώκωμεν με νέας υποδιαιρέσεις του<br />
μένοντος μέρους, έως ότου να συλληφθή. Και είμαι βέβαιος ότι ούτε<br />
αυτός, ούτε κανέν άλλο παρόμοιον γένος δεν θα καυχηθή, ότι<br />
εξέφυγε από την μέθοδον εκείνων, οι οποίοι έχουν την ικανότητα<br />
κατ' αυτόν τον τρόπον να ερευνούν τα μέρη και το όλον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καλά λέγεις, και έτσι πρέπει να κάμωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Συμφώνως λοιπόν με τον προηγούμενον τρόπον της εξετάσεως, εγώ και<br />
τόρα νομίζω ότι παρατηρώ δύο είδη της μιμητικής. Ακόμη όμως δεν<br />
ημπορώ να εννοήσω εις ποίον από τα δύο είδη ανήκει η έννοια την<br />
οποίαν ζητούμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε και συ ειπέ μας πρώτον πώς εννοείς τα μέρη αυτής της<br />
διαιρέσεως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το έν μέρος αυτής μου φαίνεται ότι είναι η εικαστική τέχνη. Αυτή<br />
δε συνίσταται προ πάντων εις το να εκτελή κανείς την μίμησιν<br />
συμφώνως με τας συμμετρίας του δείγματος εις μήκος και πλάτος και<br />
βάθος, αποδίδων ακόμη και τα χρώματα, τα οποία αρμόζουν εις το<br />
καθέν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και μήπως αυτό δεν προσπαθούν να κάμουν και όλοι, όσοι<br />
απομιμούνται;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όχι τουλάχιστον όσοι πλάττουν ή ζωγραφίζουν κανέν από τα μεγάλα<br />
έργα. Διότι αν αποδώσουν αυτοί την πραγματικήν συμμετρίαν των<br />
ωραίων πραγμάτων, γνωρίζεις ότι τα επάνω μέρη θα φαίνωνται<br />
μικρότερα από ό,τι πρέπει, και τα κάτω μεγαλίτερα, επειδή εκείνα<br />
φαίνονται από μακράν, ενώ αυτά εδώ από κοντά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως οι καλλιτέχναι δεν αφίνουν άραγε κατά μέρος την αλήθειαν<br />
και πλέον δεν αποδίδουν την πραγματικήν συμμετρίαν, αλλά εκείνην<br />
η οποία θα φανή καλή εις το ομοίωμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ώστε το έν μέρος από τα δύο δεν είναι δίκαιον να το ονομάσωμεν<br />
εικόνα, αφού είναι απεικόνισις;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και το ανάλογον μέρος της μιμητικής δεν πρέπει να το ονομάσωμεν<br />
εικαστικήν, καθώς είπαμεν προηγουμένως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πρέπει να το ονομάσωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν; Εκείνο το οποίον ομοιάζει με το ωραίον, διότι δεν το<br />
βλέπομεν από καλήν θέσιν, το οποίον όμως εάν είχαμεν την<br />
ικανότητα να το βλέπωμεν τηλεσκοπικώς, ούτε ομοιότητα έχει καν<br />
προς εκείνο το οποίον απεικονίζει, πώς θα το ονομάσωμεν; Άραγε<br />
επειδή φαίνεται μόνον όμοιον, χωρίς να ομοιάζη πραγματικώς, δεν<br />
πρέπει να το ονομάσωμεν φάντασμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν αυτό δεν αποτελεί αρκετά μεγάλο μέρος και από την<br />
ζωγραφικήν και από όλην εν γένει την μιμητικήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως αυτήν την τέχνην, η οποία κατασκευάζει φάντασμα και όχι<br />
εικόνα, άραγε δεν είναι πολύ ορθόν να την ονομάσωμεν φανταστικήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτά λοιπόν τα δύο είδη της απομιμητικής έλεγα, δηλαδή την<br />
εικαστικήν και την φανταστικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο το οποίον όμως και τότε αμφέβαλλα, δηλαδή εις ποίον από τα<br />
δύο πρέπει να κατατάξωμεν τον σοφιστήν, ούτε τόρα ακόμη δεν το<br />
εννοώ καλά, αλλά είναι πραγματικώς αυτός ο άνθρωπος αξιοθαύμαστος<br />
(!) και διά να τον εννοήση κανείς είναι πολύ δύσκολος, αφού και<br />
αυτήν την φοράν με τόσην επιτηδειότητα κατέφυγε εις ένα είδος το<br />
οποίον δεν ημπορεί κανείς να το ερευνήση τελείως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε αυτό το λέγεις με επίγνωσιν, ή μήπως από την συνήθειαν σε<br />
παρέσυρε η ορμή του λόγου, διά να το παραδεχθής αμέσως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς και διατί αυτή η ερώτησις;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πραγματικώς, αξιομακάριστε φίλε, ευρισκόμεθα εις έν ζήτημα παρά<br />
πολύ δύσκολον. Διότι ακριβώς αυτό το να νομίζωμεν και το να<br />
φαίνεται, χωρίς να είναι, και το να λέγωμεν κάτι τι, όχι όμως<br />
αληθές, όλα αυτά μας φέρουν εις πολλάς απορίας πάντοτε και<br />
προηγουμένως εις όλην μας την ζωήν και τόρα. Διότι είναι πολύ<br />
δύσκολον, φίλε Θεαίτητε, να ειπής ότι πραγματικώς είναι δυνατόν,<br />
να ομιλή ή να κρίνη κανείς ψευδείς λόγους και κρίσεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτός ο λόγος τολμά να υποθέση ότι υπάρχει το μη ον. Διότι κατ'<br />
άλλον τρόπον δεν θα εγεννάτο το ψεύδος. Ο δε Παρμενίδης ο μέγας,<br />
παιδί μου, όταν ημείς ήμεθα μικρά παιδιά, από την αρχή έως το<br />
τέλος πάντοτε αυτό επανελάμβανε, και εις πεζόν λόγον και εις<br />
στίχους λέγων εκάστοτε:</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Αδύνατον να χωνεύσης ποτέ ότι υπάρχουν τα μη
υπάρχοντα.<br />
Και δι' αυτό στρέψε τον νουν σου από τον δρόμον αυτής της<br />
[ερεύνης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Λοιπόν και από εκείνον μαρτυρείται αυτό, αλλά
προ πάντων και<br />
μόνος του αυτός ο λόγος ημπορεί να το δηλώση, εάν τον βασανίσωμεν<br />
ολίγον. Ώστε αυτό πρώτον ας εξετάσωμεν, εάν είσαι σύμφωνος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όσον δι' εμέ κάμε όπως θέλεις, αρκεί να προσέξης το καλλίτερον,<br />
εις ποίαν διέξοδον θα μας φέρη ο λόγος, και να προχωρής με<br />
προσοχήν και συ ο ίδιος, και εμέ να οδηγής εις αυτόν τον δρόμον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Μάλιστα, αυτό πρέπει να γίνη. Ειπέ μου λοιπόν, εκείνο το οποίον<br />
δεν υπάρχει όλως διόλου, άραγε δεν τολμώμεν ούτε να το ειπούμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ας μη συζητούμεν ούτε με το πνεύμα της αντιλογίας, ούτε ως<br />
να παίζωμεν. Αλλά εάν κανείς από τους ακροατάς τύχη να συλλογισθή<br />
σοβαρώς, και να μας απαντήση πού πρέπει να αποδώσωμεν το όνομα<br />
αυτό το &μη ον&, τότε τι νομίζεις; Εις ποίον πράγμα και ποίου<br />
είδους θα το εφαρμόση, και θα το δεικνύη εις τους ερωτώντας;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ δύσκολον ερώτημα μου αποτείνεις και σχεδόν άλυτον δι' ένα<br />
άνθρωπον της ηλικίας μου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Οπωσδήποτε όμως τούτο είναι προφανές, ότι δηλαδή το μη<br />
ον δεν επιτρέπεται να το αποδώσωμεν εις κανέν από τα όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πώς είναι δυνατόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αφού λοιπόν δεν εφαρμόζεται εις το ον, τότε δεν είναι ορθόν να το<br />
εφαρμόσωμεν ούτε εις το κάτι τι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω ότι και τούτο είναι φανερόν, ότι δηλαδή και αυτήν την<br />
λέξιν κάτι τι την εφαρμόζομεν πάντοτε εις πράγματα, που υπάρχουν.<br />
Διότι είναι αδύνατον να το ειπούμεν μόνον του αυτό το κάτι τι,<br />
ωσάν γυμνόν και έρημον από κάθε άλλο πράγμα. Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως είναι αδύνατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε παραδέχεσαι με αυτήν την σκέψιν ότι κατ' ανάγκην, όστις<br />
λέγει κάτι τι, λέγει έν οποιονδήποτε πράγμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Παραδέχομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι θα ειπής ότι το κάτι τι είναι ενικού αριθμού, καθώς το<br />
κάποια είναι πληθυντικού.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όστις όμως δεν λέγει κάτι τι, είναι πολύ λογικόν, καθώς φαίνεται,<br />
να μη λέγη τίποτε όλως διόλου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως είναι πολύ λογικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν μήπως ούτε και αυτό δεν πρέπει να παραδεχθώμεν, ότι<br />
δηλαδή ο τοιούτος ομιλεί μεν, αλλά δεν λέγει τίποτε; Και να<br />
ειπούμεν ότι ούτε ομιλεί καν, όστις δοκιμάζει να προφέρη με τα<br />
χείλη του το μη ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα, διότι τουλάχιστον θα ετελειώναμεν αυτό το δύσκολον<br />
ζήτημα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Μη λέγης μεγάλον λόγον ακόμη. Διότι, αξιομακάριστε φίλε, ακόμη<br />
υπάρχει, και μάλιστα η μεγαλιτέρα δυσκολία και η πρώτη. Διότι<br />
αφορά αυτήν την αρχήν αυτού.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς; τι εννοείς; Λέγε και μη διστάζεις διόλου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω ότι εις το ον δύναται να αποδοθή κανέν άλλο από τα όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως άραγε και εις το μη ον είναι δυνατόν να αποδοθή κανέν<br />
άλλο από τα όντα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς είναι δυνατόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως όλους τους αριθμούς τους θεωρούμεν ως όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πρέπει να τους θεωρήσωμεν ως όντα περισσότερον από κάθε<br />
άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν ας μη δοκιμάσωμεν από τους αριθμούς ούτε τα πολλά<br />
ούτε το ον να αποδώσωμεν εις το μη ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως δεν θα ήτο ίσως ορθόν να πράξωμεν αυτό, καθώς το απαιτεί<br />
ο λόγος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τότε πώς είναι δυνατόν ή με το στόμα μας να προφέρωμεν, ή<br />
και απολύτως με μόνην την διάνοιαν να συλλάβωμεν τα μη όντα ή το<br />
μη ον χωρίς αριθμόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε πώς το εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν λέγωμεν μη όντα, δεν αποδίδωμεν εις αυτά πληθυντικόν<br />
αριθμόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν το μη ον δεν είναι ενικού αριθμού;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καθαρά μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά εξ άλλου είπαμεν, ότι δεν είναι ούτε δίκαιον ούτε ορθόν να<br />
προσπαθούμεν να εφαρμόσωμεν το υπάρχον εις το μη υπάρχον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ενόησες καλά λοιπόν, ότι δεν είναι δυνατόν ούτε να το προφέρωμεν<br />
ορθώς, ούτε να το ειπούμεν, ούτε να το σκεφθούμεν αυτό το μη ον<br />
μόνον του, αλλά είναι εντελώς ακατανόητον, και ανέκφραστον και<br />
απρόφερτον και αδιόριστον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε λοιπόν, όταν προ ολίγου είπα ότι θα σου παρουσιάσω την<br />
μεγαλιτέραν δυσκολίαν αυτού, σου είπα φέμματα (!);. Ιδού ότι<br />
έχομεν να ειπούμεν κάποιαν άλλην μεγαλιτέραν δυσκολίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίαν δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αξιοθαύμαστε φίλε! Από αυτά μόνον που είπαμεν δεν εννοείς, ότι το<br />
μη ον φέρει και αυτόν τον ελέγχοντα εις τοιαύτην δυσκολίαν, ώστε,<br />
όταν θελήση να το εξελέγξη οποιοσδήποτε, αναγκάζεται ο ίδιος να<br />
αντιφάσκη με τον εαυτόν του ως προς αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το εννοείς; Εξήγησέ το σαφέστερα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεν είναι ανάγκη εις το άτομόν μου να ζητής το σαφέστερον. Διότι<br />
εγώ, όταν προ ολίγου εδέχθην ότι δεν πρέπει να έχη το μη ον ούτε<br />
ενικόν ούτε πληθυντικόν αριθμόν, και τότε ωμίλησα ομοίως καθώς<br />
τόρα. Δηλαδή σου ομιλώ διά το μη ον. Το εννοείς καλά;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως ολίγον προηγουμένως πάλιν σου είπα ότι αυτό είναι<br />
απρόφερτον και ανέκφραστον και αδιόριστον. Με παρακολουθείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως, πώς δεν σε παρακολουθώ;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αφού λοιπόν ετόλμησα να συνάψω τι είναι, δεν αντιφάσκω προς όσα<br />
είπα προηγουμένως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Όταν συνάπτω αυτό, δεν ομιλώ περί αυτού ως να είναι<br />
ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν, όταν το έλεγα ανέκφραστον και απρόφερτον, δεν ωμιλούσα<br />
περί αυτού με ενικόν αριθμόν ως να είναι έν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως είπαμεν ότι πρέπει, εάν πρόκειται να ομιλούμεν ορθώς,<br />
ούτε ως έν ούτε ως πολλά να προσδιορίζωμεν αυτό, μάλιστα ούτε με<br />
την αντωνυμίαν αυτό να το προσδιορίζωμεν. Διότι με αυτήν την<br />
έκφρασιν πάντοτε λαμβάνει ενός είδους χαρακτηρισμόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δι' αυτό λοιπόν τις η ανάγκη να αναφέρωμεν πλέον τον κύριον Εμέ.<br />
Διότι θα τον εύρωμεν νικημένον και προ πολλού και τόρα<br />
τελευταίως, ως προς την εξέλεγξιν του μη όντος. Ώστε, καθώς είπα,<br />
ας μη ζητούμεν εις το άτομόν μου τον ορθόν ορισμόν διά το μη ον,<br />
αλλά τόρα πλέον ας τον ζητήσωμεν εις το άτομόν σου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Έλα προσπάθησε καλά με όλα σου τα δυνατά, αφού είσαι νέος, χωρίς<br />
να αποδώσης εις το μη ον ούτε ύπαρξιν ούτε ενικόν ούτε<br />
πληθυντικόν αριθμόν, να ομιλήσης τίποτε περί αυτού καθώς το<br />
απαιτεί η λογική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έπρεπε να έχω πολύ μεγάλην και αλλόκοτον προθυμίαν διά να<br />
προσπαθήσω, αφού βλέπω ότι και συ ακόμη έπαθες αυτήν την<br />
συμφοράν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε, αν θέλης, το άτομόν σου και το άτομόν μου ας τα αφήσωμεν<br />
κατά μέρος, έως ότου δε να επιτύχωμεν κανένα ικανόν διά να πράξη<br />
τούτο, ας λέγωμεν ότι ασφαλώς ο σοφιστής εκρύφθη εις<br />
ανεξερεύνητον τόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πολύ μάλιστα είναι φανερόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δι' αυτό λοιπόν, εάν του ειπούμεν, ότι έχει κάποιαν φανταστικήν<br />
τέχνην, αυτός θα εύρη πάτημα από αυτήν την στενοχωρίαν των<br />
ορισμών μας, και θα αντιστρέψη τους λόγους εις το αντίθετον, όταν<br />
τον ονομάζωμεν ομοιωματοποιόν, και θα μας ερωτά αναδρομικώς, τι<br />
εννοούμεν το κάτω κάτω, όταν λέγωμεν ομοίωμα. Λοιπόν πρέπει, φίλε<br />
Θεαίτητε, να προσέξωμεν τι θα απαντήσωμεν εις αυτόν τον<br />
παλικαράν, όταν μας ερωτήση.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είναι φανερόν ότι θα ειπούμε, ότι είναι τα είδωλα, που<br />
εμφανίζονται μέσα εις τα νερά και εις τα κάτοπτρα, ακόμη δε και<br />
τα ζωγραφισμένα και τα γλυμμένα και όλα τα παρόμοια.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα φαίνεσαι, φίλε Θεαίτητε, ότι δεν είδες ποτέ σου σοφιστήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτός θα σου φανή ότι έχει κλειστά τα μάτια του, ή ότι ολότελα<br />
δεν έχει μάτια.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν του δώσης αυτήν την απάντησιν, θα σε περιπαίξη διά τους<br />
ορισμούς σου, διότι θα προσποιήται ότι δεν γνωρίζει ούτε<br />
κάτοπτρα, ούτε νερά, ούτε όρασιν το κάτω κάτω, αλλά μόνον θα σε<br />
ερωτήση το συμπέρασμα των λόγων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό το οποίον ενόμισες, ότι χαρακτηρίζει όλα αυτά τα πολλά τα<br />
οποία ανέφερες, και με έν όνομα το ωνόμασες ομοίωμα, ως κοινόν<br />
γνώρισμα δι' όλα. Τόρα λοιπόν λέγε και κράτει την θέσιν σου<br />
απέναντι του ανδρός αυτού, χωρίς να υποχωρής διόλου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως, φίλε Ξένε, θα ειπούμεν ότι είναι το ομοίωμα,<br />
παρά εκείνο το οποίον ομοιάζει το αληθινόν, και ότι είναι άλλο<br />
κανέν παρόμοιον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό το άλλο κανέν παρόμοιον το εννοείς ως αληθινόν, ή διά ποίον<br />
λόγον το είπες παρόμοιον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα αληθινόν, αλλά απλώς όμοιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως το αληθινόν δεν το εννοείς ως όντως ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Το μη αληθινόν δεν είναι το αντίθετον του αληθινού;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν δεν θεωρείς ως όντως ον το παρόμοιον, αφού λέγεις ότι<br />
αυτό δεν είναι αληθινόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ναι, αλλά υπάρχει κατά τινα τρόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Υπάρχει, όχι όμως αληθώς, καθώς είπες.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι βεβαίως, εκτός ότι είναι όντως εικών.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν δεν είναι όντως ον αυτό το οποίον λέγομεν όντως<br />
εικόνα του όντος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν τοιαύτη περίπλοκος είναι η σχέσις του όντος προς το μη ον,<br />
και εντελώς αλλόκοτος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς να μην είναι αλλόκοτος; Διότι βλέπεις και αυτήν την φοράν με<br />
αυτήν την εναλλαγήν ο πολυκέφαλος σοφιστής μας αναγκάζει να<br />
δεχθώμεν, ότι το μη ον υπάρχει κατά τινα τρόπον·</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό το βλέπω καθαρά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν; Πώς θα ορίσωμεν την τέχνην αυτού, ώστε να<br />
ημπορέσωμεν να μην αντιφάσκωμεν με τον εαυτόν μας;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς εννοείς και τι φοβούμενος τα λέγεις αυτά;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν ειπούμεν ότι αυτός απατά με το φάντασμα και ότι η τέχνη του<br />
είναι απατητική, τότε άραγε θα υποθέσωμεν ότι η ψυχή μας απατάται<br />
από την τέχνην εκείνην και σχηματίζει ψευδείς κρίσεις, ή άλλο<br />
τίποτε θα παραδεχθώμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό. Διότι τι άλλο ημπορούμεν να παραδεχθώμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα δε πάλιν ψευδής κρίσις δεν θα είναι εκείνη, η οποία φρονεί<br />
τα αντίθετα από τα υπάρχοντα, ή άλλο τίποτε;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως τα αντίθετα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λέγεις λοιπόν ότι η ψευδής κρίσις παραδέχεται τα μη υπάρχοντα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατ' ανάγκην.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς άραγε; Διότι φρονεί ότι με κανένα τρόπον δεν υπάρχουν τα μη<br />
όντα, ή ότι υπάρχουν κατά τινα τρόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πρέπει να υπάρχουν κατά τινα τρόπον τα μη όντα, αφού<br />
εδέχθημεν ότι είναι δυνατόν να λέγωμεν ψεύδη δι' ένα πράγμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα; Άραγε δεν ημπορούμεν να φρονούμεν ότι με κανένα τρόπον<br />
δεν υπάρχουν τα πάντως υπάρχοντα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και αυτό λοιπόν δεν είναι ψεύδος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και αυτό.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε, νομίζω, ομοίως θα νομισθή ψευδής λόγος, συμφώνως με αυτά,<br />
όστις λέγει ότι τα υπάρχοντα δεν υπάρχουν, καθώς και ότι τα μη<br />
υπάρχοντα υπάρχουν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως, διότι πώς αλλέως ήτο δυνατόν να γίνη ψευδής;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Σχεδόν με κανένα άλλον τρόπον. Αυτά όμως ο σοφιστής δεν θα τα<br />
παραδεχθή, αλλά θα ειπή: Ποίος τρόπος υπάρχει, διά να τα<br />
παραδεχθή αυτά ένας άνθρωπος με νουν, αφού αυτά τα οποία τόρα<br />
παραδέχεσθε δι' αυτά, προηγουμένως τα είπατε ανέκφραστα και<br />
αδιόριστα και ακατανόητα; Εννοούμεν, καλέ Θεαίτητε, αυτά που<br />
λέγει εδώ ο σοφιστής;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν τα εννοούμεν, ότι θα διισχυρισθή ότι ημείς αντιφάσκομεν<br />
προς τα προηγούμενα, διότι ετολμήσαμεν να ειπούμεν ότι υπάρχουν<br />
ψεύδη και εις τας κρίσεις και εις τους λόγους; Διότι πολλάκις<br />
ηναγκάσθημεν να συνάψωμεν το ον εις το μη ον, ενώ μόλις προ<br />
ολίγου παρεδέχθημεν ότι αυτό είναι εντελώς αδύνατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καλά το απεμνημόνευσες. Αλλά τόρα πλέον είναι καιρός να σκεφθώμεν<br />
τι πρέπει να πράξωμεν ως προς τον σοφιστήν. Διότι βλέπεις ότι<br />
είναι άφθονα και πολλά τα πατήματά του και αι δυσκολίαι, όταν<br />
χάριν ερεύνης θελήσωμεν να τον κατατάξωμεν εις την τέχνην των<br />
πλαστογράφων και των ταχυδακτυλουργών.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και σε βεβαιώ πολύ ολίγον μέρος από αυτάς εξετάσαμεν έως τόρα,<br />
ενώ είναι με μίαν λέξιν ατελείωτοι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε, καθώς φαίνεται, είναι αδύνατον να συλλάβωμεν τον σοφιστήν,<br />
αφού αυτά είναι καθώς τα λέγεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Πρέπει τάχα να τον αφήσωμεν από την μαλθακότητά μας;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εγώ νομίζω ότι δεν πρέπει να τον αφήσωμεν, εάν είμεθα εις θέσιν<br />
και μίαν άκραν του ακόμη να συλλάβωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν άραγε θα με δικαιώσης και, καθώς είπες τόρα, θα<br />
μείνης ευχαριστημένος, εάν έστω και μίαν άκραν αποσπάσωμεν από<br />
αυτόν τον τόσον πανίσχυρον λόγον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν τούτο μόνον σου ζητώ ακόμη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Να μη νομίσης ότι έγινα ως άλλος πατροκτόνος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Θα είναι ανάγκη ημείς προς αντίστασιν να βασανίσωμεν πολύ τον<br />
λόγον του πατρός Παρμενίδου και να τον παραβιάσωμεν παραδεχόμενοι<br />
ότι και το μη ον υπάρχει κατά τινα τρόπον, και πάλιν το ον δεν<br />
υπάρχει κάπως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Φαίνεται ότι αυτό πρέπει να το υποστηρίξωμεν εις την συζήτησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς δεν φαίνεται βεβαίως, και μάλιστα και εις τον τυφλόν, καθώς<br />
λέγει η παροιμία; Διότι, εάν αυτά δεν τα εξελέγξωμεν και δεν<br />
μείνωμεν σύμφωνοι, τότε πολύ ολιγώτερον θα ημπορέσωμεν να μη<br />
γίνωμεν καταγέλαστοι, διότι θα αναγκαζώμεθα να αντιφάσκωμεν εις<br />
τον ίδιον εαυτόν μας, όταν ομιλούμεν περί λόγων ψευδών ή περί<br />
ψευδούς κρίσεως, είτε περί ομοιωμάτων ή εικόνων ή απομιμήσεων, ή<br />
φαντασμάτων, είτε ακόμη και περί των τεχνών, όσαι ασχολούνται εις<br />
αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δι' αυτά λοιπόν πρέπει να αποφασίσωμεν να προσβάλωμεν τόρα τον<br />
πατρικόν λόγον, ή άλλως να τον αφήσωμεν εντελώς πλέον, αν μας<br />
εμποδίζη κάποιος δισταγμός.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι, ας μη μας εμποδίση ποτέ τίποτε από αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν διά τρίτην φοράν θα σου ζητήσω μίαν μικράν χάριν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε και μη σε μέλει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα προ ολίγου εδήλωσα ότι εγώ απέκαμα εντελώς ως προς την<br />
εξέλεγξιν αυτών των λόγων, και τόρα μάλιστα πολύ περισσότερον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ναι, το είπες αυτό.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Φοβούμαι λοιπόν δι' όσα είπα, μήπως με θεωρήσης μανιακόν, διότι<br />
αμέσως μετεβλήθην και έγινα το μέσα έξω. Επομένως εις εσέ θα<br />
χρεωστούμεν χάριν, εάν τον εξελέγξωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όσον δι' εμέ, έσο βέβαιος ότι δεν θα θεωρήσω ως σφάλμα σου, εάν<br />
προχωρήσης εις αυτόν τον έλεγχον και την απόδειξιν. Όσον δι' αυτό<br />
προχώρει με θάρρος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν, τι αρχήν άραγε πρέπει να κάμη κανείς εις<br />
ένα παρακινδυνευμένον λόγον; Διότι νομίζω, παιδί μου, ότι είναι<br />
μεγάλη ανάγκη να πάρωμεν αυτόν τον δρόμον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρώτον να εξετάσωμεν αυτά τα οποία τόρα μας φαίνονται ότι είναι<br />
ξεκαθαρισμένα, μη τυχόν δεν είμεθα καλά εξηγημένοι ως προς αυτά,<br />
και αβασανίστως μένωμεν σύμφωνοι, ότι τα εννοούμεν ευκρινώς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ειπέ σαφέστερον, αυτό το οποίον λέγεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Μου φαίνεται ότι χωρίς να κουρασθή πολύ μας ωμίλησε ο Παρμενίδης,<br />
και οστισδήποτε άλλος ετόλμησε να ορίση, πόσα είναι τα όντα και<br />
ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος. Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος. Ο καθείς από αυτούς μου φαίνεται ότι
μας λέγει παραμύθια, ως να είμεθα μικρά παιδιά, άλλος μεν ότι τα όντα είναι
τρία, και ότι άλλοτε μερικά από αυτά έχουν ένα είδος πολέμου μεταξύ των, άλλοτε
δε συμφιλιόνονται και κάμνουν γάμους και γεννήσεις και ανατρέφουν τα γεννώμενα.
Άλλος δε πάλιν λέγει ότι δύο πράγματα υπάρχουν, το υγρόν και το στεγνόν, ή το
θερμόν και ψυχρόν, και τα σπιτόνει και τα υπανδρεύει. Το δε γένος των Ελεατών,
εις τον τόπον μας, αφ' ότου έκαμε την αρχήν ο Ξενοφάνης και οι αρχαιότεροί του,
διηγούνται εις τους μύθους των ότι δήθεν είναι έν όλα τα πράγματα. Κατόπιν δε
μερικαί Μούσαι της Ιωνίας και της Σικελίας εσκέφθησαν ότι είναι ασφαλέστερον να
τα συνδυάσουν αυτά τα δύο και να λέγουν ότι το ον είναι και έν και πολλά,
συγκρατούνται δε με έχθραν και με φιλίαν. Διότι πάντοτε αι διαφοραί
συμβιβάζονται, λέγουν αι εμβριθέστεραι μούσαι. Αι άλλαι όμως αι μαλθακώτεραι
μούσαι εχάλασαν αυτήν την παντοτινήν κατάστασιν, και τμηματικώς άλλοτε μεν
λέγουν ότι έν είναι το παν και αγαπητόν εις την Αφροδίτην, άλλοτε δε ότι είναι
πολλά και πολεμούν μεταξύ των ένεκα φιλονικίας. Από όλα αυτά, αν κανείς είπε
τίποτε αληθινόν ή όχι, είναι δύσκολον και απρεπές να επικρίνωμεν εις ανθρώπους
τόσον φημισμένους και παλαιούς (!) Το εξής όμως δεν κατακρινόμεθα, αν το
εξετάσωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος. Ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ότι πάρα πολύ μας επεριφρόνησαν ημάς τον απλόν λαόν. Διότι διόλου<br />
δεν τους μέλει, αν παρακολουθούμεν τους λόγους των, ή μένωμεν<br />
οπίσω. Ο καθείς των κυττάζει να τελειώση τον ιδικόν του λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν κανείς από αυτούς λέγη με το στόμα του ότι υπάρχουν, ή<br />
έγιναν, ή γίνονται πολλά, ή έν, ή δύο, και ότι το θερμόν<br />
αναμιγνύεται με το ψυχρόν, και εξ άλλου υποθέτη κάποιας συνθέσεις<br />
και αποσυνθέσεις, τότε, φίλε Θεαίτητε, δι' όνομα θεού, συ εννοείς<br />
καλά τι θέλουν να ειπούν; Διότι εγώ, όταν ήμην νεώτερος, και αυτό<br />
που δεν εννοούμεν τόρα το μη ον, οσάκις το έλεγε κανείς, ενόμιζα<br />
ότι το εννοώ τελείως. Τόρα όμως και συ ο ίδιος βλέπεις εις ποίον<br />
βαθμόν απορίας ευρισκόμεθα ως προς αυτό.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Το βλέπω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διόλου παράδοξον λοιπόν να έχωμεν εις την ψυχήν μας το ίδιον<br />
πάθημα και διά το ον, και να νομίζωμεν ότι εις αυτό ευκολυνόμεθα<br />
και το εννοούμεν, όταν κανείς το προφέρη, και ότι μόνον το άλλο<br />
δεν εννοούμεν, ενώ ημείς είμεθα το ίδιον και διά τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ίσως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν και εις όλα τα άλλα, που είπαμεν προηγουμένως, ας<br />
εφαρμόσωμεν αυτό το ίδιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν όσον διά τα άλλα τα πολλά, και κατόπιν θα εξετάσωμεν, όταν<br />
θέλωμεν. Τόρα όμως πρέπει να σκεφθώμεν διά το πρώτον, το οποίον<br />
είναι και το μέγιστον και αρχηγός.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον εννοείς; Ή μήπως εννοείς, ότι πρέπει πρώτα να ερευνήσωμεν<br />
καλώς το ον, τι άραγε νομίζουν ότι εκφράζει αυτό, όσοι το λέγουν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από το στόμα μου το πήρες, καλέ Θεαίτητε. Και βεβαίως εννοώ ότι<br />
κατ' αυτήν την μέθοδον πρέπει να προχωρήσωμεν, και ως να είναι<br />
αυτοί παρόντες να τους ερωτούμεν: Ελάτε εδώ σεις, όσοι λέγετε ότι<br />
τα πάντα είναι θερμόν και ψυχρόν ή δύο παρόμοια, διατί άραγε και<br />
εις τα δύο αυτά προσθέτετε και το είναι; Πώς να εξηγήσωμεν αυτό<br />
σας το είναι; Άραγε ως τρίτον εκτός εκείνων των δύο, και τότε να<br />
θεωρήσωμεν ως τρία το παν και όχι πλέον δύο, συμφώνως με τους<br />
λόγους σας; Διότι νομίζω, αφού τα θεωρείτε ως δύο και διακρίνετε<br />
το καθέν, δεν ημπορείτε να ειπήτε και διά τα δύο ομοίως το είναι.<br />
Διότι τότε σχεδόν θα ήσαν διττώς έν, και όχι δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά ομιλείς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τότε μήπως θέλετε να θεωρήται ως ον το διττόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ίσως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά καλοί μας φίλοι, θα τους ειπούμεν, και κατ' αυτόν τον τρόπον<br />
πάλιν τα δύο τα λέγετε καθαρά έν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά το είπες.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν, επειδή ημείς ευρισκόμεθα εις απορίαν, σεις εξηγήσατέ μας<br />
αυτά όσον χρειάζεται, δηλαδή τι θέλετε να εκφράσετε, όταν προφέρη<br />
το στόμα σας ον. Διότι είναι προφανές ότι σεις μεν από καιρόν τα<br />
γνωρίζετε αυτά (!), ημείς όμως, έως τόρα μεν ενομίζαμεν ότι τα<br />
γνωρίζομεν, τόρα όμως ευρισκόμεθα εις απορίαν. Εξηγήσατε λοιπόν<br />
εις ημάς αυτό το ίδιον πρώτον, διά να μη μας περνά η ιδέα ότι<br />
εννοούμεν τα λεγόμενά σας, ενώ τα πράγματα συμβαίνουν όλως διόλου<br />
αντιθέτως. Αν λοιπόν προβάλωμεν αυτούς τους λόγους και τας<br />
απαιτήσεις και εις αυτούς και εις τους άλλους, όσοι λέγουν ότι το<br />
παν είναι πλειότερον από έν, τάχα, παιδί μου, έγκλημα θα κάμωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα; Άραγε δεν πρέπει να ερωτήσωμεν, όσον είναι δυνατόν,<br />
εκείνους οι οποίοι λέγουν ότι έν είναι το παν, πώς εννοούν το ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν πρέπει;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ας απαντήσουν εις το εξής. Έν μόνον λέγετε ότι υπάρχει;<br />
Μάλιστα, θα απαντήσουν. Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τόρα; Ον ονομάζετε κανέν πράγμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε εκείνο το ίδιον το οποίον το ονομάζετε έν, και επομένως<br />
μεταχειρίζεσθε δύο ονόματα διά το ίδιον πράγμα, ή πώς αλλέως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Συ λοιπόν, καλέ Ξένε, ειπέ τι θα είναι η απάντησίς των εις αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Είναι φανερόν, φίλε Θεαίτητε, ότι όστις έθεσε αυτήν την αρχήν,<br />
δεν είναι πολύ εύκολον να απαντήση εις αυτήν εδώ την ερώτησιν,<br />
αλλά και εις οποιανδήποτε άλλην.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρώτον το να παραδεχθή ότι υπάρχουν δύο ονόματα, ενώ αυτός τίποτε<br />
άλλο δεν παρεδέχθη εξ αρχής παρά έν, αυτό βεβαίως είναι πολύ<br />
γελοίον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν είναι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εξ άλλου πάλιν και μόνον το να επιτρέψη εις άλλον να λέγη ότι<br />
υπάρχει κάποιον όνομα, και αυτό πάλιν δεν είναι λογικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν δέχεται το όνομα το οποίον είναι διάφορον από το πράγμα,<br />
αμέσως δέχεται δύο πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως αν θεωρήση το όνομα ως το ίδιον με αυτό, τότε, ή θα λέγη<br />
κατ' ανάγκην όνομα χωρίς πράγμα, ή, εάν δεν το θεωρήση ως όνομα<br />
ενός πράγματος, τότε κατ' ανάγκην το όνομα θα είναι μόνον<br />
ονόματος όνομα, και όχι κανενός άλλου πράγματος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έχεις δίκαιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επίσης και το έν θα είναι μόνον όνομα του ενός, και πάλιν απλώς<br />
και μόνον του αριθμητικού ονόματος έν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι λογικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως; Άραγε το ολόκληρον θα το θεωρήσουν ως διαφορετικόν από<br />
το έν, ή το ίδιον με αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν θα το ειπούν και πώς δεν το λέγουν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εάν λοιπόν είναι ολόκληρον, καθώς λέγει ο Παρμενίδης,</span><br />
<div style="margin-bottom: 5.0pt; margin-left: 55.05pt; margin-right: 55.05pt; margin-top: 5.0pt;">
<span style="font-size: 16.0pt;">Ολόγυρα ως προς τον όγκον, όμοιον με
στρογγύλην σφαίραν, Με ίσην πάντοτε απόστασιν από το κέντρον. Διότι δεν πρέπει
Ούτε μεγαλίτερον (το ον) ούτε μικρότερον να είναι εδώ ή εκεί.</span></div>
<div style="margin-bottom: 5.0pt; margin-left: 30.6pt; margin-right: 30.6pt; margin-top: 5.0pt;">
<span style="font-size: 16.0pt;">Αφού βεβαίως είναι τοιούτον το έν, τότε
έχει μέσον και άκρα, αφού δε έχει αυτά, είναι πολύ λογικόν να έχη και μέρη. Ή
όχι;</span></div>
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τόρα βεβαίως όποιον πράγμα είναι χωρισμένον εις μέρη, ναι<br />
μεν δεν το εμποδίζει τίποτε, να έχη την ιδιότητα του ενός εις όλα<br />
του τα μέρη, και επομένως ως προς τούτο να είναι και έν όλον και<br />
έν ολόκληρον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλ' όμως αυτό το οποίον παθαίνει αυτά, άραγε δεν είναι αδύνατον<br />
να είναι το ίδιον το έν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι βεβαίως το αληθινόν έν πρέπει να είναι εντελώς χωρίς μέρη,<br />
συμφώνως με την λογικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πρέπει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό όμως το έν, το οποίον συνίσταται από πολλά μέρη, δεν<br />
συμφωνεί, με την λογικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σε εννοώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ποίαν ιδιότητα του ενός θα έχη το ον, διά να ειπούμεν ότι<br />
είναι και έν και ολόκληρον; Ή όλως διόλου θέλεις να μην<br />
ονομάζωμεν το ον ολόκληρον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ δύσκολον εκλογήν μου προτείνεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Έχεις μέγα δίκαιον. Διότι, αφού το ον έχει την ιδιότητα να είναι<br />
κάπως έν, τόρα αποδεικνύεται ότι δεν είναι το ίδιον με το έν, και<br />
επομένως πρέπει να θεωρήσωμεν τα όντα ως πλειότερα από έν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν όμως, εάν βεβαίως το ον είναι όχι ολόκληρον, διότι<br />
έλαβε την ιδιότητα του ενός, και μόνον το ίδιον το ολόκληρον<br />
είναι ολόκληρον, τότε λογικώς το ον θα στερήται ένα μέρος ιδικόν<br />
του.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και συμφώνως με αυτόν τον συλλογισμόν, αφού στερείται τον εαυτόν<br />
του το ον(!), δεν θα είναι ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά και πάλιν γίνονται τα όντα περισσότερα του ενός, εάν το ον<br />
και το ολόκληρον θεωρηθούν ότι έχουν ιδιαιτέραν φύσιν το καθέν<br />
χωριστά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εάν όμως το ολόκληρον δεν υπάρχει καν, τότε αυτά τα ίδια θα πάθη<br />
και το ον, και εκτός του ότι δεν υπάρχει, ούτε είναι ποτέ δυνατόν<br />
να γεννηθή.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Παν ότι εγεννήθη, πάντοτε εγεννήθη ολόκληρον. Επομένως ούτε<br />
ύπαρξιν ούτε γέννησιν πρέπει να αναφέρη το στόμα μας, αφού δεν<br />
κατατάσσομεν το ολόκληρον μεταξύ των όντων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά μου φαίνεται ότι είναι αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκτός τούτου αυτό το μη ολόκληρον δεν πρέπει να είναι ούτε<br />
οποιουδήποτε μεγέθους. Διότι, αν έχη μέγεθος, τότε, οσονδήποτε<br />
και αν είναι, είναι ολόκληρον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν χίλια συμπεράσματα παρόμοια, με απεράντους δυσκολίας<br />
το καθέν θα κάμη εκείνος, όστις λέγει, ή ότι είναι δύο, ή ότι<br />
είναι έν μόνον το ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό το αποδεικνύουν και τόρα τα πορίσματα. Διότι το έν είναι<br />
αλληλένδετον προς το άλλο, και διαρκώς μας παρουσιάζουν ως<br />
μεγαλιτέραν την πλάνην μας, δι' όσα είπαμεν προηγουμένως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όσοι λοιπόν λεπτολογούν περί του όντος και του μη όντος, όλους<br />
μεν αυτούς δεν τους εξετάσαμεν τελείως, αλλά ας το θεωρήσωμεν<br />
αρκετόν και αυτό. Τόρα πάλιν όμως πρέπει να εξετάσωμεν τους<br />
έχοντας διάφορον γνώμην, ούτως ώστε από όλους αυτούς να μας είναι<br />
ευκολώτερον να εννοήσωμεν, διατί δεν είναι ευκολώτερον να<br />
ειπούμεν τι είναι το ον, παρά τι είναι το μη ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τότε λοιπόν ας υπάγωμεν να επισκεφθώμεν και τούτους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πραγματικώς εις αυτούς φαίνεται να υπάρχη ως αν κάποια<br />
γιγαντομαχία, όταν συζητούν περί της ουσίας (υπάρξεως, πλάσεως)<br />
μεταξύ των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άλλοι μεν όλα τα κατεβάζουν από τον ουρανόν και από το αόρατον<br />
εις την γην, και τα φουχτόνουν εις τα χέρια των ωσάν πέτρας και<br />
ξύλα. Διότι όλα τα θεωρούν ως χειροπιαστά, και διισχυρίζονται ότι<br />
μόνον εκείνο υπάρχει, το οποίον μας προξενεί αντίστασιν και<br />
επαφήν, ορίζοντες ότι είναι το ίδιον πράγμα το σώμα και η ουσία.<br />
Από όλα δε τα άλλα, εάν ειπή κανείς ότι υπάρχει και κάτι τι χωρίς<br />
να έχη σώμα, αυτοί τον περιφρονούν και ούτε θέλουν καν να τον<br />
ακούσουν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αλήθεια φοβεροί άνδρες είναι αυτοί που είπες. Διότι και εγώ έως<br />
τόρα έτυχε να συναντήσω πολλούς τοιούτους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν όσοι αντιλέγουν εις αυτούς, τους αντικρούουν με πολλήν<br />
προσοχήν από ψηλά από κάποιον αόρατον μέρος, και επιμένουν ότι η<br />
αληθινή ουσία είναι κάποια νοητά και ασώματα είδη (ιδέαι=τύποι).<br />
Τα δε σώματα των προηγουμένων και την αλήθειαν την οποίαν<br />
πρεσβεύουν εκείνοι, αυτοί την κατακομματιάζουν με τους λόγους των<br />
και την ονομάζουν γέννησιν μετακινουμένην και όχι ουσίαν. Εις το<br />
μέσον λοιπόν αυτών των θεωριών, φίλε Θεαίτητε, πάντοτε υπάρχει<br />
σφοδρά μάχη και από τα δύο μέρη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από αυτά λοιπόν τα δύο γένη, ας ζητήσωμεν εξήγησιν χωριστά από το<br />
καθέν, πώς θεωρούν την ουσίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς θέλεις λοιπόν να εξετάσωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από όσους παραδέχονται την ουσίαν ως τα είδη, είναι ευκολώτερον<br />
να ζητήσωμεν εξήγησιν. Διότι αυτοί είναι ημερώτεροι. Από τους<br />
άλλους όμως, οι οποίοι όλα τα αποδίδουν εις το σώμα, είναι<br />
δυσκολώτερον, ίσως μάλιστα είναι αδύνατον. Αλλά νομίζω ότι δι'<br />
αυτούς πρέπει να κάμωμεν το εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι να κάμωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Κυρίως μεν, εάν υπάρχη τρόπος, πρέπει να τους βελτιώσωμεν δι'<br />
έργων. Εάν όμως αυτό είναι αδύνατον, τότε τουλάχιστον ας τους<br />
βελτιώσωμεν διά λόγων, υποθέτοντες ότι είναι πρόθυμοι εις το<br />
μέλλον να αποκρίνωνται νομιμώτερον. Διότι παν ό,τι ομολογούν οι<br />
καλλίτεροι, έχει περισσότερον κύρος από τους χειροτέρους. Ημείς<br />
όμως δεν σκοτιζόμεθα πολύ δι' αυτούς, αλλά μόνον ζητούμεν την<br />
αλήθειαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δόσε λοιπόν διαταγήν εις αυτούς που έγιναν καλλίτεροι, και ό,τι<br />
απάντησιν σου δώσουν εξήγησέ την εις ημάς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό θα γίνη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας μας ειπούν λοιπόν αν παραδέχονται, ότι κάποιον πράγμα είναι<br />
θνητόν ζώον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν παραδέχονται;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό όμως δεν συμφωνούν, ότι είναι σώμα έμψυχον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεχόμενοι ως έν από τα όντα την ψυχήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τόρα; Την ψυχήν δεν την θεωρούν άλλην μεν ως δικαίαν, άλλην<br />
δε ως άδικον, και την μεν πρώτην ως φρόνιμον, την δε δευτέραν ως<br />
ανόητον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλ' άραγε δεν γίνεται τοιαύτη η ψυχή εκάστου από αυτούς με την<br />
απόκτησιν και παρουσίαν της δικαιοσύνης, με τα αντίθετα όμως<br />
αντίθετος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα, και αυτά τα παραδέχονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ναι, αλλά παν ό,τι είναι δυνατόν να παρουσιάζεται εις κάποιον και<br />
να απουσιάζη από αυτόν, χωρίς άλλο θα παραδεχθούν ότι έχει<br />
ύπαρξιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως παραδέχονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αφού λοιπόν υπάρχει η δικαιοσύνη και η φρόνησις και όλαι αι άλλαι<br />
αρεταί και κακίαι, και προ πάντων η ψυχή, εις την οποίαν<br />
γεννώνται αυτά, άραγε φρονούν ότι κανέν από αυτά είναι ορατόν και<br />
χειροπιαστόν, ή όλα τα θεωρούν ως αόρατα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κανέν σχεδόν από αυτά δεν είναι ορατόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα; Άραγε παραδέχονται ότι κανέν από αυτά φορεί σώμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εις αυτό πλέον δεν αποκρίνονται κατά τον ίδιον τρόπον, αλλά διά<br />
μεν την ψυχήν φρονούν ότι έχει κάποιον σώμα, διά την φρόνησιν<br />
όμως και δι' έκαστον από τα άλλα τα οποία ερώτησες, εντρέπονται<br />
να τολμήσουν ή να δεχθούν ότι δεν ανήκουν εις τα όντα, ή να<br />
διισχυρισθούν ότι όλα είναι σώματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι είναι προφανές, φίλε Θεαίτητε, ότι αυτοί οι άνδρες<br />
εβέλτιώθησαν. Καθ' όσον τίποτε δεν θα εντρέποντο να ειπούν από<br />
αυτά όσοι από αυτούς είναι σπαρμένοι και αυτόχθονες, αλλά θα<br />
επέμεναν να λέγουν, ότι παν ό,τι δεν είναι δυνατόν να σφίξουν με<br />
τας χείρας των, αυτό τάχα ούτε είναι καν ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν τα λέγεις καθώς αυτοί τα συλλογίζονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν πάλιν ας τους ξαναερωτήσωμεν. Διότι εάν θελήσουν να<br />
παραδεχθούν ως ασώματον έστω και το μικρότερον από τα όντα, θα<br />
είναι αρκετόν. Δηλαδή αυτοί οφείλουν να μας ειπούν, τι κοινόν<br />
έχουν αυτά με εκείνα που έχουν σώμα, ώστε συμφώνως με αυτό λέγουν<br />
ότι υπάρχουν και τα δύο. Πολύ πιθανόν λοιπόν να απορήσουν. Εάν<br />
όμως συμβή κανέν τοιούτον, πρόσεξε, άραγε εάν τους προτείνωμεν<br />
ημείς, θα θελήσουν να παραδεχθούν ότι το ον είναι κάτι τι καθώς<br />
το εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίου είδους δηλαδή; λέγε και πιθανόν να μας το ειπούν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λέγω λοιπόν ότι όντως υπάρχει παν ό,τι έχει έστω και την<br />
μικροτέραν δύναμιν, είτε διά να τροποποιήση την φύσιν<br />
οποιουδήποτε άλλου, είτε διά να πάθη και την μικροτέραν μεταβολήν<br />
από το μηδαμινώτερον των πραγμάτων, έστω και μίαν φοράν μόνον.<br />
Δηλαδή θέτω ως ορισμόν διά τα όντα, ότι δεν είναι άλλο τίποτε<br />
παρά δύναμις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αλλ' επειδή αυτοί προς το παρόν δεν έχουν να ειπούν τίποτε<br />
καλλίτερον, το παραδέχονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Έχει καλώς. Διότι κατόπιν πιθανόν και εις ημάς και εις αυτούς να<br />
φανή διαφορετικόν. Με αυτούς λοιπόν ας μείνωμεν έως εδώ σύμφωνοι<br />
εις αυτό.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μένομεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν ας υπάγωμεν εις τους άλλους οι οποίοι είναι φίλοι των<br />
ειδών. Συ δε και αυτών τους λόγους εξήγει εις ημάς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό θα γίνη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Την γέννησιν νομίζω ότι την θεωρείτε διαφορετικήν από την ουσίαν<br />
(ύπαρξιν, πλάσιν). Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και ότι με το σώμα μας διά μέσου των αισθητηρίων αντιλαμβανόμεθα<br />
την γέννησιν, με την ψυχήν δε διά μέσου της σκέψεως<br />
αντιλαμβανόμεθα την αληθινήν ουσίαν, η οποία λέγετε ότι πάντοτε<br />
είναι καθ' όλα ομοία, ενώ η γέννησις κατά καιρούς μεταβάλλεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως τα λέγομεν αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τόρα αυτήν την συγκοινωνίαν, αξιοθαύμαστοι φίλοι, πώς πρέπει<br />
να ειπούμεν ότι την εκλαμβάνετε εις αυτά τα δύο; Όχι άραγε καθώς<br />
προ ολίγου το είπατε οι ίδιοι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίου είδους;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πάθος ή ενέργειαν προερχομένην από μίαν δύναμιν ένεκα της<br />
συμπλησιάσεως των πραγμάτων. Πιθανόν λοιπόν, φίλε Θεαίτητε, συ να<br />
μην ακούης καλά την απάντησίν των εις αυτήν την ερώτησιν, εγώ<br />
όμως την ακούω, ίσως ένεκα της συνηθείας.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίαν εξήγησιν λοιπόν δίδουν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεν συμφωνούν με ημάς ως προς αυτό, το οποίον είπαμεν συζητούντες<br />
με εκείνους τους αυτόχθονας.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω ότι αρκετά καλά ωρίσαμεν ότι όντα είναι εκείνα, εις τα<br />
οποία υπάρχει η δύναμις να πάθουν ή να ενεργήσουν έστω και το<br />
ελάχιστον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εις αυτά λοιπόν αντιτάσσουν αυτοί, ότι εις μεν την γέννησιν<br />
υπάρχει η δύναμις του πάθους και της ενεργείας, εις την ουσίαν<br />
όμως δεν αρμόζει η δύναμις κανενός από αυτά τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λοιπόν λέγουν τίποτε σπουδαίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λέγουν κάτι τι, εις το οποίον ημείς πρέπει να απαντήσωμεν, ότι<br />
έχομεν ανάγκην να τους ερωτήσωμεν σαφέστερον, αν συγχρόνως<br />
παραδέχονται ότι η μεν ψυχή γνωρίζει, η δε ουσία γνωρίζεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό βεβαίως το παραδέχονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Το γνωρίζω ή το γνωρίζομαι το θεωρείτε ως ενέργειαν,<br />
ή ως πάθος, ή ως και τα δύο μαζί; Ή το ένα μεν ως πάθος, το δε<br />
άλλο ως ενέργειαν; Ή όλως διόλου νομίζετε, ότι κανέν από αυτά τα<br />
δύο δεν έχει καμμίαν από αυτάς τας δύο ιδιότητας; Είναι φανερόν<br />
ότι θα ειπούν, ότι κανέν από τα δύο δεν έχει καμμίαν από τας δύο<br />
ιδιότητας. Διότι αλλέως θα έδιδαν αντιφατικήν απάντησιν προς τα<br />
προηγούμενα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό δεν το εννοώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ουδέ τούτο δεν εννοείς τουλάχιστον, ότι δηλαδή, αφού το γινώσκω<br />
είναι ενέργεια, το γινώσκομαι κατ' ανάγκην είναι πάθος; Η ουσία<br />
λοιπόν, συμφώνως προς αυτά, η οποία γινώσκεται από την γνώσιν,<br />
όσον γινώσκεται, τόσον κινείται ένεκα του πάθους, πράγμα το<br />
οποίον δεν ημπορεί να γίνη εις το ακίνητον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα τι θα κάμωμεν, μα τον Δία; Άραγε θα πιστεύσωμεν<br />
αβασανίστως ότι πραγματικώς δεν υπάρχει καμμία κίνησις και ζωή<br />
και ψυχή και φρόνησις εις το ον, ούτε ότι ζη αυτό ούτε ότι<br />
σκέπτεται, αλλά ότι είναι σεβάσμιον και αγιασμένον, χωρίς να έχη<br />
νουν και ότι στέκεται ακίνητον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πραγματικώς θα ήτο τρομερόν να το παραδεχθώμεν αυτό.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τότε; Να παραδεχθώμεν ότι έχει μεν νουν, όχι όμως και ζωήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς είναι δυνατόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν; Να ειπούμεν ότι αυτά και τα δύο υπάρχουν εις αυτό,<br />
όχι όμως ότι τα έχει αυτό εντός της ψυχής του;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και πώς αλλέως είναι δυνατόν να τα έχη;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν; Να έχη νουν και ζωήν και ψυχήν, να είναι όμως εντελώς<br />
ακίνητον, ενώ είναι έμψυχον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όλα αυτά μου φαίνονται ότι δεν είναι λογικά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν πρέπει να παραδεχθώμεν και το κινούμαι και την<br />
κίνησιν ως όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τουλάχιστον, φίλε Θεαίτητε, είναι λογικόν, εάν είναι ακίνητα τα<br />
όντα, να μη υπάρχη νους πουθενά διά κανέν πράγμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως, αν πάλιν δεχθώμεν ότι όλα μεταφέρονται και κινούνται,<br />
και τότε πάλιν το ίδιον συμπέρασμα θα βγάλωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο το οποίον μένει το ίδιον υπό τους ιδίους όρους και ως προς<br />
το ίδιον πράγμα, νομίζεις ότι είναι δυνατόν να υπάρξη άνευ<br />
στάσεως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Χωρίς αυτά εννοείς ότι είναι δυνατόν ποτε να υπάρχη<br />
νους και ο παραμικρός ακόμη;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν πρέπει με πάντα διισχυρισμόν να αντικρούσωμεν εκείνον,<br />
όστις μη παραδεχόμενος επιστήμην, ή φρόνησιν, ή νουν,<br />
διισχυρίζεται οτιδήποτε δι' οποιονδήποτε πράγμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο φιλόσοφος λοιπόν, ο οποίος όλα αυτά τα εκτιμά, είναι ανάγκη,<br />
καθώς φαίνεται, να μη δεχθή την γνώμην εκείνων, οι οποίοι<br />
παραδέχονται έν ή πολλά είδη, και ότι το παν είναι ακίνητον. Και<br />
τους άλλους πάλιν οι οποίοι θεωρούν το ον ως κινούμενον εις όλα<br />
τα μέρη, ούτε καν να τους ακούσωμεν, αλλά καθώς έλεγαν τα παιδιά<br />
ως ευχήν: «όσα είναι ακίνητα και κινημένα», να παραδεχθώμεν ότι<br />
το ον και το παν έχει αυτά και τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αι λοιπόν; Άραγε δεν φρονείς πλέον ότι αρκετά καλά<br />
εχαρακτηρίσαμεν με τον λόγον μας το ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως, φίλε Θεαίτητε, πόσον φρικτόν θα είναι τόρα, όταν θα<br />
εννοήσωμεν την δυσκολίαν της εξετάσεως αυτού;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς τόρα πάλιν το είπες αυτό και τι εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αξιομακάριστε φίλε, δεν εννοείς ότι τόρα ακριβώς ευρισκόμεθα εις<br />
την μεγαλιτέραν άγνοιαν περί αυτού, και όμως μεταξύ μας φαινόμεθα<br />
ότι κάτι λέγομεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εις εμέ τουλάχιστον βεβαίως φαινόμεθα ότι κάτι λέγομεν, πώς όμως<br />
δεν ενοήσαμεν ότι καταντήσαμεν εις αυτό το σημείον, εγώ δεν το<br />
εννοώ τόσον καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρόσεξε λοιπόν καλλίτερα, εάν είναι δίκαιον, αφού παραδεχόμεθα<br />
αυτά, να μας ερωτήση κανείς καθώς ημείς ερωτούσαμεν τους<br />
λέγοντας, ότι το παν είναι θερμόν και ψυχρόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία; Υπενθύμισέ μου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πολύ καλά. Θα προσπαθήσω ωρισμένως να το κάμω αυτό, ερωτών καθώς<br />
τότε εκείνους, ώστε συγχρόνως και να προχωρούμεν οπωσδήποτε.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν. Την κίνησιν και την στάσιν άραγε δεν τα θεωρείς εκ<br />
διαμέτρου αντίθετα το έν προς το άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως δεν φρονείς ότι ομοίως υπάρχουν αυτά και τα δύο ομού και<br />
το καθέν χωριστά;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Φρονώ βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε εννοείς ότι κινούνται μαζί και χωριστά, όταν δέχεσαι, ότι<br />
υπάρχουν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ή μήπως εννοείς ότι στέκονται, όταν λέγης ότι υπάρχουν και τα<br />
δύο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς είναι δυνατόν!</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως έξω από αυτά, ωσάν κάτι τι τρίτον δεν θεωρείς με τον<br />
νουν σου το ον, και ότι περικλείει εντός του την στάσιν και την<br />
κίνησιν, και επειδή έλαβες υπ' όψιν σου ότι συμμετέχουν της<br />
υπάρξεως, κατά λογικήν συνέπειαν εχαρακτήρισες και τα δύο ως<br />
υπάρχοντα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πραγματικώς σχεδόν εξάγεται ότι κάτι τι τρίτον είναι το ον, όταν<br />
λέγωμεν ότι υπάρχει κίνησις και στάσις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν το ον δεν είναι το κοινόν εξαγόμενον της κινήσεως και<br />
στάσεως, αλλά κάτι άλλο διάφορον από αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως συμφώνως με την ιδικήν του φύσιν, το ον ούτε στέκεται<br />
ούτε κινείται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν πού πρέπει πλέον να στρέψη κανείς την σκέψιν του, εάν<br />
θέλη να επιτύχη ασφαλώς σαφή γνώμην περί αυτού διά τον εαυτόν<br />
του;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ξέρω και 'γώ;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω ότι πουθενά πλέον δεν είναι εύκολον. Διότι, εάν ένα πράγμα<br />
δεν κινήται, πώς είναι δυνατόν να μη στέκεται; Ή αντιθέτως<br />
εκείνο, το οποίον δεν στέκεται διόλου, πώς δεν κινείται; Και όμως<br />
απεδείξαμεν προηγουμένως, ότι το ον ευρίσκεται έξω από αυτά τα<br />
δύο. Ή λοιπόν είναι ποτέ δυνατόν τούτο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό βεβαίως είναι των αδυνάτων αδύνατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το εξής λοιπόν είναι δίκαιον να ενθυμηθούμεν επάνω εις αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ότι, όταν μας ερώτησαν εις ποίον πράγμα πρέπει να εφαρμόσωμεν το<br />
όνομα του μη όντος, ευρέθημεν εις άκραν στενοχωρίαν. Το<br />
ενθυμείσαι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν το ενθυμούμαι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεν μου λέγεις λοιπόν τάχα εις μικροτέραν στενοχωρίαν ευρισκόμεθα<br />
τόρα διά το ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Κατά την γνώμην μου, καλέ Ξένε, εάν επιτρέπεται η έκφρασις, τόρα<br />
ευρισκόμεθα εις μεγαλιτέραν στενοχωρίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν αυτό το ζήτημα ας το αφήσωμεν έως εδώ άλυτον. Αφού όμως<br />
και το ον και το μη ον εξ ίσου είναι δύσλυτα, τόρα πλέον υπάρχει<br />
ελπίς, εις οποιονδήποτε σημείον αποδεικνύεται το έν από αυτά είτε<br />
σκοτεινότερον είτε σαφέστερον, εις το ίδιον σημείον να<br />
αποδεικνύεται και το άλλο. Και αν πάλιν δεν κατορθώσωμεν να<br />
εννοήσωμεν ούτε το έν ούτε το άλλο, οπωσδήποτε όμως ας<br />
προσπαθήσωμεν όσον το δυνατόν αξιοπρεπέστερον να προχωρήσωμεν εις<br />
την έρευναν και των δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έχει καλώς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας εξετάσωμεν λοιπόν κατά ποίον τρόπον άραγε αποδίδομεν συνήθως<br />
εις έν και το αυτό πράγμα πολλά ονόματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δηλαδή; Ειπέ μου ένα παράδειγμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ως γνωστόν, εις τον άνθρωπον αποδίδομεν και τα διάφορα χρώματα,<br />
και τα σχήματα και τα μεγέθη και τας κακίας και τας αρετάς και με<br />
όλα αυτά και χίλια άλλα δεν τον λέγομεν μόνον άνθρωπον, αλλά και<br />
αγαθόν και τόσα άλλα. Και πάλιν τα άλλα πράγματα, με τον ίδιον<br />
τρόπον, ενώ κατ' αρχάς αποδίδομεν εις αυτά έν όνομα, κατόπιν τα<br />
χαρακτηρίζομεν ποικιλοτρόπως με πολλά επίθετα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά ομιλείς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δι' αυτό νομίζω ότι προετοιμάσαμεν τραπέζι διά τους νέους και διά<br />
τους οψιμαθείς από τους γέροντας. Διότι ημπορεί προχείρως ο<br />
καθείς να εναντιωθή, ότι είναι αδύνατον πράγμα τα πολλά να είναι<br />
έν και το έν να είναι πολλά. Και να είσαι βέβαιος ότι αυτοί<br />
ευχαριστούνται, διότι δεν επιτρέπουν να ονομάζη κανείς ένα<br />
άνθρωπον αγαθόν, αλλά το αγαθόν αγαθόν, και τον άνθρωπον<br />
άνθρωπον. Διότι, νομίζω, φίλε Θεαίτητε, πολλάκις συναντάς<br />
ανθρώπους συζητούντας τα τοιαύτα, οι οποίοι κάποτε είναι<br />
γεροντότεροι, και επειδή αισθάνονται την έλλειψιν της φρονήσεως<br />
ως μεγάλην πτωχείαν, θαυμάζουν αυτά τα πράγματα, και ωρισμένως<br />
νομίζουν ότι είναι μεγάλη σοφία να το εύρουν αυτό.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διά να απαντήσωμεν λοιπόν προς όλους ανεξαιρέτως, όσοι έτυχε να<br />
συζητήσουν περί της ουσίας και το παραμικρόν, ας αποτείνωμεν και<br />
προς τούτους και προς τους άλλους, περί των οποίων ωμιλήσαμεν<br />
προηγουμένως, αυτά τα οποία τόρα θα ειπούμεν με ερωτήσεις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε ούτε την ουσίαν (ύπαρξιν) να μη αποδίδωμεν εις την κίνησιν<br />
και στάσιν, ούτε τίποτε άλλο εις κανέν άλλο πράγμα, αλλά να τα<br />
θεωρήσωμεν ως άμικτα και μη δυνάμενα να συγκοινωνούν μεταξύ των;<br />
Ή όλα να τα κατατάξωμεν ομού, ως δυνάμενα να συγκοινωνούν μεταξύ<br />
των; Ή άλλα μεν συγκοινωνούν, άλλα όμως όχι; Από όλα αυτά, καλέ<br />
Θεαίτητε, τι παραδεχόμεθα ότι θα εκλέξουν αυτοί;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εγώ εις την θέσιν αυτών δεν ημπορώ να απαντήσω τίποτε. Ώστε δεν<br />
βλέπω τον λόγον, πώς δεν δίδεις ανά μίαν απάντησιν διά να<br />
σκέπτεσαι χωριστά καθέν συμπέρασμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καλά λέγεις και ας υποθέσωμεν, αφού το θέλεις, ότι αυτοί απαντούν<br />
πρώτον, ότι κανέν δεν έχει καμμίαν δύναμιν συγκοινωνίας με κανέν<br />
άλλο υπό ουδεμίαν έποψιν. Επομένως δεν έπεται, ότι η κίνησις και<br />
η στάσις με κανένα τρόπον δεν ημπορούν να συγκοινωνήσουν με την<br />
ουσίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως έπεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Είναι δυνατόν να υπάρξη πλέον κανέν από αυτά τα δύο,<br />
αφού δεν συμμετέχει από την ουσίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δεν είναι δυνατόν να υπάρξη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ιδού λοιπόν ότι διά μιας μόλις παρεδέχθημεν αυτό, καθώς φαίνεται,<br />
όλα έγιναν ανάστατα, όσα λέγουν όσοι κινούν το σύμπαν, και όσα<br />
λέγουν όσοι το θεωρούν ως έν ακίνητον, και όσοι θεωρούν ότι τα<br />
όντα είναι είδη (ιδέαι, τύποι) τα οποία μένουν διαρκώς<br />
αμετάβλητα. Διότι όλοι αυτοί συνάπτουν με αυτά την ύπαρξιν και<br />
λέγουν ότι όντως κινούνται, και άλλοι ότι όντως στέκονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως πάλιν όσοι άλλοτε μεν συνθέτουν τα πάντα, άλλοτε δε τα<br />
αναλύουν, είτε τα συνθέτουν εις έν και από το ον αναλύουν άπειρα,<br />
είτε τα αναλύουν εις στοιχεία ωρισμένα και από αυτά συνθέτουν,<br />
αδιάφορον αν τούτο το παραδεχθούν ότι γίνεται εν μέρει ή πάντοτε,<br />
καθ' όλους αυτούς τους τρόπους ψεύδονται, εάν βεβαίως δεν υπάρχη<br />
καμμία σύμμιξις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν πολύ κωμικώτερον θα ομιλήσουν, όσοι δεν επιτρέπουν ένα<br />
πράγμα, όταν συγκοινωνή με το πάθημα ενός άλλου, να λάβη το όνομα<br />
αυτού.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι αυτοί αναγκάζονται παντού να μεταχειρίζωνται το «είναι» και<br />
το «χωριστά» και το «από άλλα» και το «μόνον του» και χίλια άλλα,<br />
εις τα οποία, αφού δεν έχουν την εγκράτειαν να αποφεύγουν να τα<br />
συνάπτουν εις τους λόγους των, δεν έχουν ανάγκην να τους<br />
εξελέγξουν άλλοι, αλλά, καθώς λέγει η παροιμία, φέρουν μέσα των<br />
τον εχθρόν των, ο οποίος θα τους αντικρούση και θα ομιλή από<br />
μέσα, καθώς συνέβαινε εις τον γελοίον Ευρυκλέα, ο οποίος<br />
αναιρούσε ο ίδιος τους λόγους του.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πραγματικώς έκαμες καλήν παρομοίωσιν και λέγεις την αλήθειαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εάν όμως δεχθώμεν ότι αυτά έχουν την δύναμιν να συγκοινωνούν<br />
μεταξύ των, τι θα συμβή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είμαι και εγώ εις θέσιν να το αναιρέσω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διότι και η ιδία η κίνησις όλως διόλου θα εσταματούσε, και πάλιν<br />
η ιδία στάσις θα εκινείτο, εάν εφαρμοσθή το έν επάνω εις το άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά αυτό άραγε δεν είναι με ισχυροτάτους λόγους αδύνατον, δηλαδή<br />
η κίνησις να σταθή και η στάσις να κινηθή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν είναι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν υπολείπετε μόνον η τρίτη περίπτωσις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως οπωσδήποτε το έν από αυτά τα τρία είναι κατ' ανάγκην<br />
ορθόν, δηλαδή ή όλα, ή κανέν, ή άλλα θέλουν και άλλα δεν θέλουν<br />
να συγκοινωνούν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως τα δύο πρώτα απεδείχθησαν αδύνατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως οποιοσδήποτε θέλει να απαντήση ορθώς, οφείλει να<br />
παραδεχθή το τελευταίον από τα τρία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αφού λοιπόν άλλα μεν θέλουν να εκτελούν τούτο, άλλα όμως όχι,<br />
τότε σχεδόν παθαίνουν το ίδιον με τα στοιχεία του αλφαβήτου.<br />
Διότι και από εκείνα άλλα μεν δεν συμβιβάζονται μαζί, άλλα όμως<br />
συμβιβάζονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τα φωνήεντα όμως περισσότερον από όλα τα άλλα, εισχωρούν εις όλα<br />
ωσάν συνεκτικός δεσμός, ώστε χωρίς αυτά είναι αδύνατον να<br />
προσαρμοσθούν και τα άλλα μεταξύ των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως; Άραγε ο καθείς γνωρίζει ποία με ποία ημπορούν να<br />
συμπέσουν; Ή απαιτείται τέχνη δι' εκείνον, ο οποίος πρόκειται να<br />
εκτελέση τούτο με τελειότητα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Απαιτείται τέχνη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Η γραμματική.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Άραγε δεν συμβαίνει το ίδιον και με τους υψηφώνους<br />
και βαρυφώνους φθόγγους; Ότι δηλαδή όστις έχει την τέχνην να<br />
γνωρίζη ποίοι συνδυάζονται και ποίοι όχι, είναι μουσικός, όστις<br />
όμως δεν γνωρίζει, είναι άμουσος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και εις όλας τας άλλας τέχνας και ατεχνίας δεν θα εύρωμεν επίσης<br />
παρόμοια;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν θα εύρωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Αφού εδέχθημεν ότι και τα γένη έχουν την ιδίαν σχέσιν<br />
της αναμίξεως μεταξύ των, άραγε δεν πρέπει με κάποιαν<br />
επιστημονικήν μέθοδον να ερευνά εκείνος, ο οποίος θέλει να<br />
αποδείξη, ποία με ποία συμφωνούν τα γένη, και ποία με ποία δεν<br />
χωνεύονται; Και μάλιστα εάν μεταξύ όλων υπάρχουν μερικά ως<br />
συνεκτικός δεσμός, ώστε να γίνωνται όλα επιτήδεια προς σύνδεσιν,<br />
και πάλιν κατά την ανάλυσιν, εάν υπάρχουν άλλα τα οποία επιφέρουν<br />
την διαίρεσιν μεταξύ όλων;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς δεν χρειάζεται επιστήμη και ίσως μάλιστα η ανωτέρα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς λοιπόν θα την ονομάσωμεν, καλέ Θεαίτητε, αυτήν πάλιν; Ή<br />
μήπως, δι' όνομα θεού δεν αντελήφθημεν, ότι επέσαμεν εις την<br />
επιστήμην των αμερολήπτων, και ενώ ζητούμεν να συλλάβωμεν τον<br />
σοφιστήν σχεδόν ευρήκαμεν προηγουμένως τον φιλόσοφον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το εννοείς αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Την διαίρεσιν εις γένη και την θεωρίαν ότι, το ίδιον είδος δεν<br />
είναι διάφορον, ούτε το διάφορον είναι το ίδιον, τάχα δεν το<br />
θεωρούμεν ως έργον της διαλεκτικής τέχνης;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα, το θεωρούμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν όστις είναι ικανός να εκτελή τούτο, δεν αντιλαμβάνεται<br />
καλά μίαν έννοιαν ως κοινήν εις πολλά, από όσα κείνται χωριστά, η<br />
οποία επεκτείνεται εις όλα, και άλλας πολλάς πάλιν και διαφόρους<br />
μεταξύ των, να εμπερικλείωνται απ' έξω από μίαν, και πάλιν μία<br />
άλλη να διαπερά όλα και να τα ενώνη εις έν, και άλλαι πολλαί να<br />
είναι εντελώς άσχετοι; Αυτή δε είναι η ικανότης να αναλύωμεν<br />
επιστημονικώς κατά γένη, δηλαδή εις ποία σημεία είναι δυνατόν να<br />
συγκοινωνούν τα διάφορα μέρη και εις ποία όχι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως την διαλεκτικήν μέθοδον δεν θα την αποδώσης εις<br />
άλλον, καθώς νομίζω, παρά εις τον εξασκούντα την φιλοσοφίαν<br />
καθαρώς και δικαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς είναι δυνατόν να την αποδώση κανείς εις κανένα άλλον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν τον φιλόσοφον εις έν τοιούτον μέρος θα τον εύρωμεν και<br />
τόρα και άλλοτε, όταν τον ζητήσωμεν, το οποίον μέρος είναι μεν<br />
δύσκολον και αυτό να εννοηθή καθαρά, αλλά έχει διαφοράν η<br />
δυσκολία του σοφιστού και η δυσκολία τούτου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνος μεν κρύπτεται εις τα σκοτεινά του μη όντος,<br />
εξοικειούμενος διά της πείρας με αυτά, και είναι δυσνόητος ένεκα<br />
του σκοτεινού μέρους. Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο φιλόσοφος όμως προσκολλάται διαρκώς εις την έννοιαν του όντος,<br />
και ένεκα πάλιν της λάμψεως του μέρους τούτου δεν είναι εύκολον<br />
να τον ιδή κανείς. Διότι τα ψυχικά βλέμματα του κοινού λαού δεν<br />
έχουν δύναμιν να ανθέξουν, όταν ατενίζουν το θείον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και αυτά εξ ίσου φαίνονται ορθά με εκείνα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν όσον δι' αυτόν, δεν θα αργήσωμεν και άλλοτε να εξετάσωμεν<br />
σαφέστερον, όταν θελήσωμεν. Διά τον σοφιστήν όμως είναι φανερόν,<br />
ότι δεν πρέπει να αμελήσωμεν, έως ότου να τον εννοήσωμεν τελείως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καλά το είπες.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αφού λοιπόν ωμολογήσαμεν, ότι άλλα μεν από τα γένη δέχονται να<br />
συγκοινωνούν μεταξύ των, άλλα όμως όχι, και άλλα μεν ολιγώτερον,<br />
άλλα όμως περισσότερον, και μερικά μάλιστα διαπερούν όλα και<br />
συγκοινωνούν χωρίς κανέν εμπόδιον, τόρα ας εξακολουθήσωμεν να<br />
εξετάζωμεν τα συμπεράσματα, όχι όμως δι' όλα τα είδη, διά να μη<br />
συγχύζεται ο νους μας με τα πολλά, αλλά εκλέγοντες μερικά από τα<br />
νομιζόμενα ως τα κυριώτερα. Και ας ιδούμεν πρώτον μεν ποίου<br />
είδους είναι το καθέν, έπειτα ποίαν δύναμιν έχουν διά να<br />
συγκοινωνούν μεταξύ των, ώστε το ον και το μη ον, αν δεν<br />
κατορθώσωμεν να τα αντιληφθώμεν με πλήρη σαφήνειαν, οπωσδήποτε<br />
όμως να μη μας λείπη καμμία εξήγησις περί αυτών, όσον επιτρέπει η<br />
μέθοδος αυτής της ερεύνης μας. Και τότε θα ιδούμεν αν ημπορούμεν<br />
να φύγωμεν αθωωμένοι όταν λέγωμεν, ότι το μη ον πραγματικώς είναι<br />
μη ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πρέπει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν τα κυριώτερα γένη, από όσα εξετάσαμεν έως τόρα, είναι αυτό<br />
το ίδιον το ον, και η στάσις, και η κίνησις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως, όσον διά τα δύο από αυτά, είπαμεν ότι δεν συγκοινωνούν<br />
μεταξύ των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το ον όμως είναι βεβαίως μικτόν και με τα δύο, διότι και τα δύο<br />
υπάρχουν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν όλα αυτά γίνονται τρία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν έκαστον από αυτά ως προς τα άλλα δύο είναι διαφορετικόν,<br />
ως προς τον εαυτόν του όμως είναι το ίδιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τόρα πάλιν, τι είναι αυτό, που είπαμεν διαφορετικόν και το<br />
ίδιον; Άραγε και αυτά είναι δύο ιδιαίτερα γένη, χωριστά από τα<br />
τρία, πάντοτε όμως συγκοινωνούντα εξ ανάγκης με εκείνα, και<br />
επομένως πρέπει να σκεπτώμεθα πλέον δι' αυτά όχι ως τρία, αλλά ως<br />
πέντε; Ή μήπως χωρίς τα το εννοούμεν, αποδίδομεν αυτό το<br />
διαφορετικόν και το ίδιον ως χαρακτηρισμόν εις εκείνα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ίσως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Βεβαίως όμως η κίνησις και η στάσις δεν είναι ούτε ετερότης ούτε<br />
ταυτότης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Οτιδήποτε αποδώσωμεν από κοινού εις την κίνησιν και την στάσιν,<br />
τούτο δεν είναι δυνατόν να είναι ούτε το έν ούτε το άλλο από αυτά<br />
τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι και τόρα πάλιν η κίνησις θα σταματήση και η στάσις θα<br />
κινηθή. Διότι, εάν και εις τα δύο προστεθή έν οποιονδήποτε από<br />
αυτά τα δύο, θα αναγκάση το καθέν να μεταβληθή εις το αντίθετον<br />
από ό,τι είναι εκ φύσεως, διότι εσυγκοινώνησε με το αντίθετον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι είπαμεν βεβαίως ότι και τα δύο συγκοινωνούν και με την<br />
ταυτότητα και με την ετερότητα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δι' αυτό λοιπόν ας μη λέγωμεν ότι η κίνησις είναι ταυτότης ή<br />
ετερότης, ούτε πάλιν στάσις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως ας μη λέγωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως μήπως άραγε πρέπει να εννοήσωμεν εντός μας το ον ως το<br />
ίδιον πράγμα με την ταυτότητα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ίσως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλ' εάν το ον και η ταυτότης δεν εκφράζουν διαφορετικόν πράγμα,<br />
αφού λέγομεν πάλιν ότι η κίνησις και η στάσις υπάρχουν και τα<br />
δύο, με αυτήν την έκφρασιν χαρακτηρίζομεν και τα δύο ως να είναι<br />
το ίδιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αλλ' όμως αυτό βεβαίως είναι αδύνατον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως είναι αδύνατον η ταυτότης και το ον να είναι έν και το<br />
αυτό πράγμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ώστε ας θεωρήσωμεν ως τέταρτον είδος την ταυτότητα πλησίον των<br />
άλλων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά τόρα; Άραγε την ετερότητα δεν πρέπει να την θεωρήσωμεν ως<br />
πέμπτον είδος; Ή μήπως αυτό και το ον πρέπει να τα θεωρήσωμεν ως<br />
δύο ονόματα ανήκοντα εις έν γένος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ πιθανόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω όμως ότι παραδέχεσαι ότι τα όντα, άλλα μεν λέγονται μόνα<br />
των, άλλα δε σχετιζόμενα μεταξύ των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η ετερότης όμως πάντοτε λέγεται με ετερότητα. Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλ' αυτό δεν θα συνέβαινε, εάν δεν είχαν μεγάλην διαφοράν το ον<br />
και η ετερότης. Αλλά εάν η ετερότης μετείχε και των δύο αυτών<br />
ειδών, καθώς το ον, τότε θα ήτο δυνατόν και η μία από τας<br />
ετερότητας να μη σχετίζεται προς ετερότητα. Τόρα όμως απλούστατα,<br />
παν ό,τι είναι διαφορετικόν, κατ' ανάγκην είναι τοιούτον, μόνον<br />
ως προς άλλο διαφορετικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τα λέγεις καθώς είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως πρέπει να θεωρήσωμεν την ετερότητα ως πέμπτον μεταξύ των<br />
ειδών τα οποία παραδεχόμεθα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως θα δεχθώμεν ότι αυτή διαπερά όλα τα άλλα. Διότι το<br />
καθέν χωριστά είναι διαφορετικόν από τα άλλα, όχι εξ αιτίας της<br />
ιδικής του φύσεως, αλλά διότι συμμετέχει της εννοίας της<br />
ετερότητος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν ας επαναλάβωμεν τον χαρακτηρισμόν μας διά τα πέντε<br />
αυτά ως εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρώτον μεν ότι η κίνησις είναι εντελώς διάφορος από την στάσιν. Ή<br />
πώς θέλεις να το ειπούμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καθώς το είπες.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως δεν είναι στάσις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως υπάρχει, διότι συμμετέχει του όντος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Υπάρχει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πάλιν η κίνησις είναι διαφορετικόν πράγμα από την ταυτότητα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως δεν είναι ταυτότης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως δεν είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως ήτο κάπως ταυτότης, διότι όλα συμμετέχουν από αυτήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως πρέπει να ομολογήσωμεν χωρίς δυστροπίαν, ότι η κίνησις<br />
είναι και ταυτότης και όχι ταυτότης. Διότι όταν δεχώμεθα ότι<br />
είναι και ταυτότης και όχι ταυτότης, δεν τα λέγομεν και τα δύο<br />
κατά τον ίδιον τρόπον, αλλά οσάκις λέγομεν ότι είναι ταυτότης, το<br />
λέγομεν διότι συμμετέχει η ταυτότης από αυτήν, οσάκις δε πάλιν<br />
λέγομεν ότι είναι όχι ταυτότης, το λέγομεν διότι συγκοινωνεί με<br />
την ετερότητα, ένεκα της οποίας αποχωρίζεται της ταυτότητος και<br />
γίνεται όχι ό,τι λέγει αυτή, αλλά διαφορετικόν, ώστε και τότε<br />
πάλιν ορθώς λέγεται όχι ταυτότης.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως και αν κάπως η ιδία κίνησις συμμετείχε από την στάσιν,<br />
δεν θα ήτο διόλου παράλογον, νομίζω, να την χαρακτηρίσωμεν ως<br />
στάσιμον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά, εάν πρόκειται να δεχθώμεν ότι τα γένη άλλα μεν<br />
δέχονται να συγκοινωνούν μεταξύ των, άλλα όμως όχι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως, πριν να αποδείξωμεν το ζήτημά μας, γρηγορώτερα<br />
εφθάσαμεν εις την απόδειξιν αυτού, διότι εξακριβώσαμεν ότι εκ<br />
φύσεως είναι τοιούτον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας το επαναλάβωμεν λοιπόν πάλιν. Άραγε η κίνησις δεν είναι<br />
διάφορος από την ετερότητα, καθώς ήτο διάφορος από την ταυτότητα<br />
και την στάσιν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είναι κατ' ανάγκην.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως κατά τον λόγον τούτον εδώ, είναι κάπως και διάφορος και<br />
όχι διάφορος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν τι έπεται από αυτά; Άραγε πάλιν θα δεχθώμεν ότι αυτή<br />
από μεν τα τρία είναι διάφορος, όχι όμως και από το τέταρτον,<br />
αφού παρεδέχθημεν ότι είναι πέντε όλα αυτά, δι' όσα προηγουμένως<br />
απεφασίσαμεν να ερευνήσωμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς γίνεται αυτό; Είναι αδύνατον να δεχθώμεν μικρότερον αριθμόν<br />
από αυτόν ο οποίος απεδείχθη προ ολίγου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως δεν πρέπει χωρίς φόβον να θεωρήσωμεν εις την συζήτησιν<br />
μας την κίνησιν ως διαφορετικήν από το ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Χωρίς κανένα φόβον απολύτως!</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν δεν έπεται σαφώς ότι η κίνησις είναι και ον και μη<br />
ον, αφού συμμετέχει από το ον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σαφέστατα βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως είναι δυνατόν κατ' ανάγκην να υπάρχη το μη ον και εις<br />
την κίνησιν και εις όλα τα γένη. Διότι εις όλα αυτά η φύσις της<br />
ετερότητος καθιστά το καθέν διάφορον από το ον, και το κάμνει μη<br />
ον, και δι' αυτό όλα αυτά ανεξαιρέτως υπό την έποψιν αυτήν είναι<br />
ορθόν να τα θεωρήσωμεν ως μη όντα, και αντιστρόφως, επειδή<br />
συμμετέχουν από το ον, να τα θεωρήσωμεν ότι υπάρχουν και είναι<br />
όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Επάνω κάτω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως εις έκαστον από τα είδη υπάρχει αρκετή δόσις από το ον,<br />
υπάρχει όμως και αμέτρητον ποσόν από το μη ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έτσι φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν και το ίδιον το ον πρέπει να το θεωρήσωμεν ως διαφορετικόν<br />
από τα άλλα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι λογικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως και το ίδιον το κακόμοιρον το ον τόσες φορές δεν υπάρχει<br />
(!), όσα είναι τα άλλα. Διότι, αφού δεν είναι ό,τι είναι εκείνα,<br />
μίαν φοράν υπάρχει εξ αιτίας του εαυτού του, αμέτρητες φορές όμως<br />
δεν υπάρχει εξ αιτίας όλων των άλλων.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν καθώς το λέγεις είναι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν και εις αυτά δεν πρέπει να δυστροπήσωμεν, διότι έχει<br />
συγκοινωνίαν η φύσις των γενών. Εάν όμως κανείς δεν τα<br />
παραδέχεται αυτά, ας καταφέρη να πείση τους προηγουμένους λόγους<br />
μας, και τότε ας μας πείση διά τα κατόπιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ωμίλησες με άκραν δικαιοσύνην (!).</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας ιδούμεν λοιπόν και το εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν λέγωμεν το μη ον καθώς φαίνεται, δεν λέγομεν τίποτε<br />
αντίθετον από το ον αλλά απλώς διαφορετικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λόγου χάριν όταν ονομάσωμεν ένα πράγμα όχι μέγα, τότε με αυτήν<br />
την λέξιν νομίζεις, ότι περισσότερον εκφράζομεν το μικρόν παρά το<br />
ίσον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς είναι δυνατόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως, όταν εκφράζωμεν άρνησιν, δεν θα δεχθώμεν ότι λέγομεν το<br />
αντίθετον, αλλά απλώς ότι άλλο εκφράζει το μη και το όχι<br />
προτασσόμενα εις τα ονόματα, ή μάλλον εις τα πράγματα, εις τα<br />
οποία αναφέρονται τα εκφωνούμενα μετά την άρνησιν ονόματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας σκεφθώμεν λοιπόν το εξής, μήπως το παραδεχθής και συ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η φύσις της ετερότητος μου φαίνεται ότι είναι κομματιασμένη καθώς<br />
η επιστήμη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ως γνωστόν, μία είναι και εκείνη, αλλά το μέρος αυτής το σχετικόν<br />
με οποιονδήποτε πράγμα, αποχωρίζεται και λαμβάνει ιδιαίτερον<br />
όνομα. Δι' αυτό και τέχναι πολλαί υπάρχουν και επιστήμαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν και τα μέρη της φύσεως της ετερότητος, ενώ αυτή είναι<br />
μία, έπαθαν το ίδιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ πιθανόν, αλλά ας ιδούμεν πώς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Υπάρχει ένα μέρος της ετερότητος, το οποίον αντιτίθεται προς το<br />
ωραίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Υπάρχει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό λοιπόν ανώνυμον θα το θεωρήσωμεν, ή έχει κανέν όνομα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Έχει. Διότι παν ό,τι συνήθως ονομάζομεν όχι ωραίον, αυτό δεν<br />
είναι διαφορετικόν από άλλο τίποτε, παρά από την φύσιν του<br />
ωραίου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν ειπέ μου το εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι θέλεις να σου ειπώ;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεν είναι αληθές ότι το μη καλόν κατωρθώθη να παραχθή, αφού<br />
απεχωρίσθη από έν γένος των όντων, και συγχρόνως ετάχθη ως<br />
αντίθετον προς έν από τα όντα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν, καθώς φαίνεται, το μη καλόν αποτελεί αντίθεσιν ενός<br />
όντος προς έν άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ορθότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν; Συμφώνως με αυτά άραγε περισσότερον ανήκει εις τα<br />
όντα το καλόν παρά το μη καλόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεν πρέπει επομένως εξ ίσου να παραδεχθώμεν, ότι υπάρχει και το<br />
μη μέγα, όσον το ίδιον το μέγα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εξ ίσου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως και το μη δίκαιον δεν πρέπει να το κατατάξωμεν ως προς<br />
την ύπαρξιν εις ίσην μοίραν με το δίκαιον, χωρίς να υπάρχη το έν<br />
περισσότερον από το άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και διά τα άλλα λοιπόν το ίδιον θα ειπούμεν, αφού η φύσις της<br />
ετερότητος απεδείχθη ότι είναι έν από τα όντα. Και αφού εκείνη<br />
είναι ον, κατ' ανάγκην βεβαίως πρέπει να θεωρήσωμεν ως όντα και<br />
τα μέρη της και με το παραπάνω.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως, καθώς φαίνεται, η αντίθεσις εκείνου του μέρους από την<br />
φύσιν της ετερότητος, το οποίον αντίκειται προς την φύσιν του<br />
όντος, είναι ουσία του ιδίου του όντος και με το παραπάνω, αν<br />
επιτρέπεται η έκφρασις, και δεν σημαίνει το εκ διαμέτρου<br />
αντίθετον, αλλά απλώς το διαφορετικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ λογικά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς λοιπόν να την ονομάσωμεν αυτήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είναι προφανές ότι εκείνο το μη ον, το οποίον εζητούσαμεν χάριν<br />
του σοφιστού, εκείνο το ίδιον είναι τούτο εδώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν άραγε, καθώς είπες, αυτό δεν καθυστερεί ως προς την<br />
ουσίαν από κανέν άλλο, και με θάρρος πλέον πρέπει να λέγωμεν ότι<br />
ασφαλώς υπάρχει το μη ον με την ιδιαιτέραν του φύσιν καθώς το<br />
μέγα είπαμεν ότι είναι μέγα και το καλόν καλόν και το μη μέγα μη<br />
μέγα και το μη καλόν μη καλόν; Κατά τον ίδιον τρόπον λοιπόν και<br />
το μη ον απεδείχθη και είναι μη ον, συγκαταλεγόμενον ως έν είδος<br />
από τα πολλά όντα; Ή μήπως δυσπιστούμεν κάπως ακόμη ως προς αυτό,<br />
φίλε Θεαίτητε;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διόλου δεν δυσπιστούμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκατάλαβες λοιπόν ότι περισσότερον απεσκιρτήσαμεν από τον<br />
Παρμενίδην, παρά όσον μας απηγόρευσε εκείνος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από όσα μας απηγόρευσε εκείνος να ερευνώμεν, ημείς εξετάσαμεν εις<br />
τα προηγούμενα πολύ περισσότερα, και τα απεδείξαμεν εις το πείσμα<br />
του.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ιδού πώς· εκείνος ως γνωστόν λέγει:</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Αδύνατον να χωνεύσης ποτέ ότι υπάρχουν τα μη
όντα,<br />
Και δι' αυτό στρέψε τον νουν σου από τον δρόμον αυτής της<br />
[ερεύνης.</span><br />
<div style="margin-top: 24.0pt;">
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό δεν αρνούμαι ότι το λέγει.</span></div>
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ημείς όμως απεδείξαμεν, όχι μόνον ότι υπάρχουν τα μη όντα, αλλά<br />
εφέραμεν εις φως και το είδος ακόμη εις το οποίον ανήκει το μη<br />
ον. Διότι, αφού απεδείξαμεν ότι η φύσις της ετερότητος είναι ον,<br />
και μοιράζεται εις όλα τα όντα μεταξύ των, ετολμήσαμεν να<br />
αποφανθώμεν ότι το μέρος αυτής, το οποίον αντιτίθεται προς το ον,<br />
αυτό ακριβώς είναι το όντως μη ον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και νομίζω, φίλε Ξένε, ότι είπαμεν εντελώς την αλήθειαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας μη θέληση λοιπόν κανείς να μας ειπή ότι, αφού απεδείξαμεν ότι<br />
το μη ον είναι το αντίθετον του όντος, τολμώμεν να διισχυρισθώμεν<br />
ότι υπάρχει (!). Διότι ημείς όσον διά κανέν αντίθετον εις αυτό<br />
δεν σκοτιζόμεθα πολύ, αν υπάρχει ή δεν υπάρχει, με λογικήν ή<br />
χωρίς λογικήν. Όσον όμως δι' αυτό που είπαμεν ότι είναι το μη ον,<br />
ή ας μας πείση κανείς εξελέγχων ότι δεν το είπαμεν ορθά, ή,<br />
εφόσον δεν έχει αυτήν την ικανότητα, πρέπει και αυτός να<br />
παραδεχθή, καθώς παραδεχόμεθα ημείς, και ότι συγκοινωνούν μεταξύ<br />
των τα γένη, και ότι το ον και η ετερότης εισχώρουν και εις όλα<br />
τα άλλα και μεταξύ των. Και ότι η ετερότης, επειδή συμμετέχει του<br />
όντος, υπάρχει μεν ένεκα αυτής της συμμετοχής, δεν είναι όμως<br />
εκείνο το ίδιον από το οποίον συμμετέχει, αλλά διαφορετικόν, και<br />
αφού είναι διαφορετικόν από το ον, πολύ λογικώς έπεται ότι είναι<br />
μη ον. Το ον δε πάλιν, επειδή συμμετέχει της ετερότητος, έπεται<br />
ότι είναι διάφορον από τα άλλα γένη, και, αφού είναι διάφορον από<br />
όλα εκείνα, δεν είναι το ίδιον με έκαστον από αυτά, ούτε με όλα<br />
μαζί παρά μόνον του. Ώστε πάλιν χωρίς αμφιβολίαν το ον χιλιάδες<br />
των χιλιάδων δεν είναι (!). Το ίδιον εφαρμόζεται και εις όλα τα<br />
άλλα, δηλαδή και χωριστά και ομού διά πολλούς λόγους υπάρχουν και<br />
διά πολλούς δεν υπάρχουν (!).</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγεις την αλήθειαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα, όστις δεν παραδέχεται αυτάς τας αντιλογίας, πρέπει ο<br />
ίδιος να σκεφθή και να μας ειπή τίποτε καλλίτερον. Εάν δε πάλιν<br />
ενόησε ότι είναι κάπως δύσκολον, και ευχαριστείται να σύρη τους<br />
λόγους πότε από το έν και πότε από το άλλο μέρος, αυτός δεν<br />
κάμνει σπουδαίον κατόρθωμα, καθώς αποδεικνύει αυτή εδώ η<br />
συζήτησις. Διότι αυτό δεν είναι ούτε μεγάλο κατόρθωμα ούτε<br />
δύσκολον, εκείνο όμως όχι μόνον είναι δύσκολον, αλλά και ωραίον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτό που είπαμεν και προηγουμένως, δηλαδή να τα αφήση αυτά, διότι<br />
με την συζήτησιν δεν αποδεικνύονται ως αδύνατα, και να έχη την<br />
ικανότητα οσάκις κανείς λέγει ότι είναι το ίδιον ένα πράγμα το<br />
οποίον διαφέρει κάπως, ή ότι είναι διαφορετικόν, ενώ είναι το<br />
ίδιον, να εξελέγχη βήμα προς βήμα κατ' εκείνον τον τρόπον και<br />
συμφώνως με εκείνο το πράγμα, το οποίον λέγει ότι έπαθε έν<br />
οποιονδήποτε από αυτά τα δύο. Άλλως όμως το να αποδεικνύη την<br />
ταυτότητα με κάποιον τρόπον ως ετερότητα, και την ετερότητα ως<br />
ταυτότητα, και το μέγα ως μικρόν, και το όμοιον ως ανόμοιον, και<br />
αλαζονικώς να παρουσιάζη πάντοτε τα αντίθετα εις τας συζητήσεις,<br />
αυτό δεν είναι αληθινός έλεγχος, και εξ άλλου προδίδεται ως<br />
νεοφερμένος από εκείνους, οι οποίοι πρώτην φοράν γνωρίζουν τα<br />
πράγματα χειροπιαστά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως, αγαπητέ μου, διότι το να προσπαθή κανείς να χωρίζη<br />
όλα από όλα, και αλλέως δεν είναι αρμονικόν, και ωρισμένως τον<br />
αποδεικνύει ως όλως διόλου άμουσον και αφιλόσοφον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το να χωρίζωμεν έκαστον πράγμα από όλα τα άλλα είναι ολοτελής<br />
εξόντωσις των λόγων. Διότι μόνον με την συμπλοκήν των διαφόρων<br />
ειδών μεταξύ των κατορθόνομεν να σχηματίσωμεν τον λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι αληθές.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρόσεξε λοιπόν να ιδής ότι πολύ σκοπίμως προ ολίγου επολεμούσαμεν<br />
τους τοιούτους, και τους εξηναγκάσαμεν να αφήσουν να συγκοινωνή<br />
το ένα με το άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δια ποίον σκοπόν λοιπόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Προς απόδειξιν ότι ο λόγος είναι έν από τα γένη των όντων. Διότι<br />
εάν στερηθώμεν αυτόν, στερούμεθα το μεγαλίτερον μέρος της<br />
φιλοσοφίας. Πρέπει δε ακόμη να έλθωμεν εις συμφωνίαν, τι πράγμα<br />
είναι ο λόγος. Αν δε τύχη να μας τον αρπάξουν και να μας ειπούν<br />
ότι ουδέ υπάρχει καν αυτός, τότε πλέον δεν θα ημπορούμεν ούτε να<br />
ομιλούμεν (!), Και βεβαίως θα μας τον αρπάξουν, εάν παραδεχθώμεν<br />
ότι κανέν πράγμα δεν συγκοινωνεί με κανέν άλλο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όσον δι' αυτό πολύ καλά, αλλά το διατί να έλθωμεν εις συμφωνίαν<br />
ως προς τον λόγον, αυτό δεν το ενόησα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλ' ίσως να το εννοήσης πολύ εύκολα, εάν με παρακολουθήσης ως<br />
εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεν αρνείσαι ότι το μη ον το απεδείξαμεν ως έν γένος μεταξύ, των<br />
άλλων το οποίον διαμοιράζεται εις όλα τα όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν πρέπει να εξετάσωμεν τόρα αν συγκοινωνεί με τον λόγον<br />
και με την κρίσιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Διατί δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι, αν αυτό δεν συγκοινωνή με αυτά, τότε είναι λογικώς<br />
επόμενον να είναι όλα αληθινά. Εάν όμως συγκοινωνή, τότε<br />
παράγεται και ψευδής κρίσις και ψευδής λόγος. Διότι ακριβώς το να<br />
κρίνη κανείς ή να λέγη τα μη όντα αυτό βεβαίως είναι το ψεύδος,<br />
το οποίον συμβαίνει εις την διάνοιαν και εις τους λόγους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Το παραδέχομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν δε υπάρχη ψεύδος, υπάρχει απάτη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όμως, αφού υπάρχει απάτη, τότε έπεται πλέον λογικώς, ότι όλα<br />
τα πράγματα είναι καταφορτομένα από ομοιώματα και εικόνας και<br />
φαντάσματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά διά τον σοφιστήν είπαμεν ότι ετρύπωσε εις τούτο το μέρος και<br />
αρνείται ότι υπάρχει καν ψεύδος. Διότι λέγει ότι το μη ον ούτε το<br />
συλλογίζεται κανείς ούτε το λέγει, διότι το μη ον δεν έχει<br />
ύπαρξιν καμμίαν με κανένα τρόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτά τα είπαμεν βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως αυτό απεδείχθη ότι συμμετέχει του όντος, ώστε υπό αυτήν<br />
την έποψιν ίσως πλέον δεν θα ανθίστατο. Δεν είναι όμως απίθανον<br />
να ειπή ότι από τα είδη άλλα μεν συμμετέχουν του μη όντος, άλλα<br />
όμως όχι, ώστε διά την ειδωλοποιητικήν και φανταστικήν, εντός της<br />
οποίας είπαμεν ότι ετρύπωσε αυτός, πάλιν θα εναντιόνεται ότι ούτε<br />
καν υπάρχουν, επειδή η κρίσις και ο λόγος δεν συγκοινωνούν με το<br />
μη ον. Διότι κατ' αρχήν δεν υπάρχει ψεύδος, αφού δεν υφίσταται<br />
αυτή η συγκοινωνία. Δι' αυτό λοιπόν πρέπει πρώτον να εξετάσωμεν<br />
καλώς, τι είναι ο λόγος και η κρίσις και η φαντασία, και εκ της<br />
ερεύνης αυτής να εννοήσωμεν καλώς την συγκοινωνίαν των με το μη<br />
ον, και αφού την εννοήσωμεν να αποδείξωμεν ότι υπάρχει το ψεύδος,<br />
αφού δε το αποδείξωμεν, να ζώσωμεν μέσα εις αυτό τον σοφιστήν,<br />
εάν είναι ένοχος, ή άλλως να τον απολύσωμεν και να τον ζητήσωμεν<br />
εις άλλο γένος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πραγματικώς, καλέ Ξένε, φαίνεται εντελώς αληθές αυτό που είπαμεν<br />
εις την αρχήν περί του σοφιστού, ότι δηλαδή είναι άπιαστη ράτσα.<br />
Διότι φαίνεται ότι είναι γεμάτος από προβολάς, και όταν προβάλη<br />
καμμίαν από αυτάς πρέπει πρώτον αυτήν να καταπολεμήσωμεν, πριν να<br />
φθάσωμεν εις αυτόν τον ίδιον. Διότι τόρα μόλις διεσχίσαμεν την<br />
προβολήν του ότι δεν υπάρχει το μη ον, αυτός επρόβαλε άλλην, και<br />
τόρα πάλιν είναι ανάγκη να αποδείξωμεν ότι υπάρχει ψεύδος και εις<br />
τον λόγον και εις την κρίσιν, και κατόπιν αυτής ίσως άλλην, και<br />
πάλιν άλλην κατόπιν εκείνης, και, καθώς φαίνεται, δεν θα εύρωμεν<br />
ποτέ την άκραν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρέπει, φίλε Θεαίτητε, να έχη θάρρος όστις ημπορεί να κάμνη έστω<br />
και έν μικρόν βήμα προς τα εμπρός. Διότι, όστις λιποψυχήση εις<br />
αυτά, τι θα ημπορέση να κατορθώση εις άλλα, αφού εις εκείνα ή<br />
διόλου δεν προχωρεί εμπρός, ή εντελώς θα σπρωχθή οπίσω πάλιν;<br />
Πολύ απέχει ο τοιούτος, καθώς λέγει η παροιμία να πάρη την πόλιν.<br />
Τόρα όμως, αγαπητέ μου, επειδή ετελειώσαμεν αυτό που λέγεις,<br />
ημπορούμεν να θεωρήσωμεν ότι εξεπορθήσαμεν το ισχυρότερον τείχος,<br />
και τόρα τα άλλα είναι μικρότερα και ευκολώτερα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καλά το είπες.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν ας πάρωμεν εις το χέρι πρώτον τον λόγον και την<br />
κρίσιν, καθώς είπαμεν, διά να σκεφθώμεν καθαρώτερα, άραγε<br />
συγκοινωνεί με αυτά το μη ον, ή όλως διόλου αυτά τα δύο είναι<br />
αληθή, και ποτέ δεν είναι ψευδές κανέν από τα δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εμπρός λοιπόν, καθώς ελέγαμεν προκειμένου περί των ειδών και των<br />
γραμμάτων, ας σκεφθώμεν ομοίως και περί των ονομάτων πάλιν. Διότι<br />
με αυτόν κάπως τον τρόπον ευρίσκεται αυτό το οποίον ζητούμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι λοιπόν πρέπει να ερευνήσωμεν διά τα ονόματα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αν όλα προσαρμόζονται με όλα, ή κανέν απολύτως, ή μήπως άλλα μεν<br />
δέχονται προσαρμογήν, άλλα όμως όχι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι προφανές, ότι δηλαδή άλλα μεν δέχονται, άλλα όμως όχι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ίσως εννοείς το εξής. Ότι όσα μεν λέγονται με τοιαύτην<br />
συντακτικήν αλληλουχίαν, ώστε να εκφράζουν έννοιαν,<br />
προσαρμόζονται, όσα όμως με την αλληλουχίαν δεν εκφράζουν<br />
έννοιαν, δεν προσαρμόζονται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το είπες αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καθώς ενόμισα ότι συ παρεδέχθης με την προηγουμένην σου<br />
απάντησιν. Δηλαδή δύο τάξεις έχομεν, διά να εκφράζωμεν με την<br />
φωνήν μας τα όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίας;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η μία ονομάζεται ονόματα, η δε άλλη βήματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εξήγησε το καθέν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο το οποίον εκφράζει τας πράξεις ονομάζεται ρήμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εκείνο δε το οποίον εκφράζει τα πρόσωπα, τα οποία εκτελούν αυτάς<br />
τας πράξεις, ως άλλο χαρακτηριστικόν γνώρισμα με την φωνήν<br />
αποδοθέν εις αυτά τα πρόσωπα, λέγεται όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν μόνον από ονόματα απαγγελλόμενα κατά σειράν δεν<br />
αποτελείται λόγος ποτέ, ούτε πάλιν από ρήματα χωρίς ονόματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό δεν το ενόησα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε είναι φανερόν, ότι άλλα εννοούσες προηγουμένως, όταν έμενες<br />
σύμφωνος μαζί μου. Διότι και τότε ήθελα να σου ειπώ το ίδιον, ότι<br />
δηλαδή αυτά δεν αποτελούν λόγον, όταν απαγγέλλωνται στην σειράν,<br />
ως εξής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Παραδείγματος χάριν τρέχει, κοιμάται…. και όλα τα ρήματα όσα<br />
σημαίνουν πράξεις, και αν όλα τα θέσης κατά σειράν, πάλιν δεν<br />
αποτελούν λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως πώς είναι δυνατόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και πάλιν όμως, όταν προφέρωμεν λέων, έλαφος, ίππος και όλα τα<br />
ονόματα, όσα απεδόθησαν εις τα πρόσωπα τα οποία εκτελούν τας<br />
πράξεις, και με αυτήν την συνέχειαν πάλιν δεν σχηματίζεται λόγος<br />
ακόμη. Διότι και όλα αυτά πάλιν τα οποία απήγγειλε το στόμα μας,<br />
καθώς εκείνα, δεν εκφράζουν καμμίαν πράξιν, ούτε απραξίαν, ούτε<br />
ύπαρξιν ενός όντος ή μη όντος, πριν συνδέσωμεν τα ονόματα με τα<br />
βήματα. Τότε όμως προσαρμόζονται και αμέσως το πρώτον σύμπλεγμα<br />
αποτελεί λόγον, σχεδόν τον πρώτον και μικρότερον λόγον, δηλαδή<br />
την πρότασιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς άραγε το εννοείς αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν ειπή κανείς: «Ο άνθρωπος μανθάνει», παραδέχεσαι ότι τούτο<br />
είναι ο ελάχιστος και πρώτος λόγος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι τότε βεβαίως δεν αναφέρει όνομα μόνον, άλλα εκφράζει κάτι<br />
τι περί των όντων, ή των γινομένων, ή των παρελθόντων, ή των<br />
μελλόντων, συνδυάζων τα βήματα με τα ονόματα. Δι' αυτό δεν<br />
είπαμεν ότι ονομάζει αυτός, αλλά εκφράζει, και ωρισμένως με το<br />
σύμπλεγμα αυτό εσχηματίσαμεν λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν καθώς τα πράγματα, άλλα μεν προσαρμόζονται μεταξύ των,<br />
άλλα όμως όχι, το ίδιον και τα εκφραστικά σύμβολα της φωνής, άλλα<br />
μεν δεν προσαρμόζονται, άλλα όμως προσαρμόζονται και αποτελούν<br />
λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα μίαν μικράν παρατήρησιν ακόμη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο λόγος, οτιδήποτε και αν λέγη, είναι ανάγκη να αναφέρεται εις<br />
κάτι τι, αδύνατον δε είναι να μη αναφέρεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν δεν πρέπει να εκφράζη και μίαν ποιότητα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ας προσέξωμεν λοιπόν με όλην μας την δύναμιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι ανάγκη βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν θα σου ειπώ ένα λόγον αποτελούμενον από όνομα και ρήμα<br />
συνδυάζων πράγμα με πράξιν. Εις τι όμως αναφέρεται αυτός ο λόγος,<br />
πρέπει συ να μου το ειπής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό θα το κάμω, όσον ημπορώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο Θεαίτητος κάθηται. Μη τυχόν αυτός ο λόγος είναι μακρός;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όχι, αλλά μέτριος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν είναι ιδική σου δουλειά να εξηγήσης, περί τίνος<br />
ομιλεί και εις ποίον αναφέρεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είναι φανερόν, ότι ομιλεί περί εμού και αναφέρεται εις εμέ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα πάλιν ο άλλος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίος;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο Θεαίτητος, (με τον οποίον ομιλώ τόρα εγώ), πετά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Και αυτόν κανείς δεν ημπορεί να τον ειπή αλλέως, παρά ως ιδικόν<br />
μου και περί εμού.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Είπαμεν όμως ότι είναι ανάγκη, έκαστος λόγος να έχη μίαν<br />
ποιότητα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από αυτούς τους δύο λοιπόν, ποίαν ποιότητα πρέπει να παραδεχθώμεν<br />
ότι έχει ο καθείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Προφανώς ο μεν ένας είναι ψευδής, ο δε άλλος αληθινός.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως ο μεν αληθής λέγει το πραγματικόν περί σου ότι<br />
υπάρχει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι άλλο βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο δε ψευδής λέγει διαφορετικά από το πραγματικόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Επομένως παρουσιάζει τα μη υπάρχοντα ως υπάρχοντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Σχεδόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Διότι βεβαίως είναι δυνατόν να λεχθούν διαφορετικά πράγματα περί<br />
σου. Διότι είπαμεν ότι δι' έκαστον υπάρχουν πολλά αληθινά, και<br />
πολλά ανύπαρκτα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ο δεύτερος λοιπόν από τους λόγους, τους οποίους είπα περί σου,<br />
πρώτον μεν συμφώνως προς όσα είπαμεν διά να ορίσωμεν τι είναι<br />
λόγος, έπεται ότι αυτός είναι ένας από τους συντομωτέρους λόγους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό βεβαίως μόλις προ ολίγου το παρεδέχθημεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Δεύτερον ότι πρέπει να αναφέρεται εις κάποιον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και, ότι αν δεν είναι ιδικός σου, τότε βεβαίως δεν ανήκει εις<br />
κανένα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς είναι δυνατόν βεβαίως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και όταν δεν ανήκη εις κανένα, τότε δεν είναι καν λόγος. Διότι,<br />
απεδείξαμεν ότι είναι των αδυνάτων αδύνατον, εάν είναι λόγος, να<br />
μη ανήκη εις κανένα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως, όταν αυτά τα διαφορετικά λέγωνται περί σου ως όμοια<br />
και τα ανύπαρκτα ως πραγματικά, τότε αποδεικνύεται καθαρά ότι ο<br />
τοιούτος συνδυασμός ονομάτων και βημάτων αποτελεί αληθώς και<br />
πραγματικώς λόγον ψευδή.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αληθέστατα βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αλλά πώς; Άραγε η σκέψις και η κρίσις και η φαντασία και όλα αυτά<br />
τα γένη δεν παρουσιάζονται εις την ψυχήν μας ως ψευδή και ως<br />
αληθινά;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Θα το εννοήσης ευκολώτερον, αν σου ειπώ πρώτον τι είναι το καθέν,<br />
και τι διαφέρουν μεταξύ των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε και μη σε μέλει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν η σκέψις και ο λόγος είναι το ίδιον. Με την διαφοράν ότι ο<br />
εντός της ψυχής μας γινόμενος διάλογος χωρίς απαγγελίαν έλαβε<br />
ακριβώς το όνομα σκέψις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ενώ το ρεύμα της φωνής, το οποίον εξέρχεται από το στόμα μας<br />
ενάρθρως, λέγεται λόγος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και βεβαίως γνωρίζομεν ότι εις τους λόγους υπάρχει το —</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι πράγμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Η κατάφασις και η απόφασις.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Το γνωρίζομεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όταν λοιπόν αυτό συμβή εις την ψυχήν κατά την σκέψιν σιωπηρώς,<br />
έχεις να του δώσης άλλο όνομα παρά κρίσιν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς αλλέως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως, όταν η ψυχή όχι μόνη αλλά με την αίσθησιν παθαίνη<br />
κανέν παρόμοιον πάθημα, άραγε αυτό είναι ορθόν να το ονομάσωμεν<br />
αλλέως πως, παρά φαντασίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δεν είναι δυνατόν αλλέως.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν, αφού παρεδέχθημεν ότι ο λόγος είναι αληθής και ψευδής,<br />
από αυτά δε πάλιν η μεν σκέψις απεδείχθη ότι είναι διάλογος της<br />
ψυχής μόνης προς τον εαυτόν της, η δε κρίσις είναι αποτελείωσις<br />
της σκέψεως, και ούτω πως αποδεικνύεται ότι παν ό,τι λέγομεν<br />
είναι μίγμα αισθήσεως και κρίσεως, έπεται ότι, αφού και αυτά<br />
είναι συγγενή με τον λόγον, κατ' ανάγκην μερικά από αυτά είναι<br />
κάποτε ψευδή.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ενόησες λοιπόν ότι γληγορώτερα απεδείξαμεν, ότι υπάρχει ψευδής<br />
κρίσις και λόγος, παρά όσον εφοβούμεθα προ ολίγου, μήπως<br />
επιχειρήσωμεν όλως διόλου ανεκτέλεστον έργον, εάν ερευνήσωμεν<br />
αυτό;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Το εννοώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τότε λοιπόν ας μη απογοητευώμεθα ούτε εις τα άλλα. Δηλαδή, τόρα<br />
που απεδείξαμεν αυτά, ας ενθυμηθούμεν τας προηγουμένας διαιρέσεις<br />
εις είδη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποίας δηλαδή;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εχωρίσαμεν την ειδωλοποιητικήν εις δύο είδη, την εικαστικήν και<br />
την φανταστικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και είπαμεν ότι απορούμεν εις ποίαν να κατατάξωμεν τον σοφιστήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Αυτό είναι αληθές.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και ενώ είχαμεν αυτήν την απορίαν, μας εκυρίευσε ακόμη<br />
περισσοτέρα σκοτοδινία, όταν επαρουσιάσθη ο λόγος όστις<br />
διαφιλονικεί, ότι όλως δεν υπάρχει ούτε εικών ούτε είδωλον ούτε<br />
φάντασμα, διότι ποτέ δεν υπάρχει ψεύδος πουθενά με κανένα τρόπον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγεις την αλήθειαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα πλέον όμως, αφού και λόγος ψευδής αλλά και κρίσις ψευδής<br />
απεδείχθη ότι υπάρχει, επιτρέπεται πλέον να υπάρχουν απομιμήσεις<br />
των όντων, και να παραχθή με αυτήν την εκδοχήν τέχνη απατητική;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Επιτρέπεται.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ακόμη δε προηγουμένως είχαμεν συμφωνήση, ποίον από αυτά τα δύο<br />
είναι ο σοφιστής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ας δοκιμάσωμεν πάλιν να διχάζωμεν το γένος το οποίον<br />
εθέσαμεν εις την αρχήν, και να προχωρούμεν πάντοτε από το δεξιόν<br />
μέρος της διχοτομήσεως, παρακολουθούντες την συμμετοχήν του<br />
σοφιστού, έως ότου να του αποχωρίσωμεν όλα τα κοινά γνωρίσματα,<br />
και να αφήσωμεν την ατομικήν του φύσιν, διά να το αποδείξωμεν<br />
πρώτον μεν και κύριον εις τον ίδιον εαυτόν μας, έπειτα όμως και<br />
εις όλους όσοι εκ φύσεως είναι πλησιέστατοι εις αυτήν την<br />
μέθοδον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν τότε δεν αρχίσαμεν με την διαίρεσιν της τέχνης εις<br />
ποιητικήν και κτητικήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και δεν εφανταζόμεθα ως είδη της κτητικής την θηρευτικήν και την<br />
αγωνιστικήν και την εμπορικήν και μερικά άλλα παρόμοια;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως, αφού τον περικλείει η μιμητική τέχνη, είναι προφανές<br />
ότι πρώτα πρώτα πρέπει να διχοτομήσωμεν αυτήν την ποιητικήν.<br />
Διότι η μίμησις είναι κάποια κατασκευή των ειδώλων όμως, καθώς<br />
είπαμεν, και όχι του καθενός πράγματος. Δεν είναι έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είμαι συμφωνότατος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν πρώτον της ποιητικής ας παραδεχθώμεν δύο μέρη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το ένα θείον και το άλλο ανθρώπινον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ακόμη δεν ενόησα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εάν ενθυμούμεθα όσα είπαμεν εις την αρχήν, είπαμεν ότι ολόκληρος<br />
η ποιητική είναι η δύναμις, η οποία γίνεται αιτία, όσα δεν<br />
υπήρχαν προηγουμένως να γίνουν κατόπιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Το ενθυμούμεθα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν τα ζώα και όλα τα θνητά και τα φυτά, όσα φυτρώνουν εις την<br />
γην από σπόρους και από ρίζας, και όσα σχηματίζουν άψυχα σώματα<br />
διαλυτά και αδιάλυτα, άραγε από άλλον κανένα δημιουργόν, παρά από<br />
θεόν θα ειπούμεν ότι λαμβάνουν γένεσιν εις ωρισμένον χρόνον, ενώ<br />
προηγουμένως δεν υπήρχαν; Ή μήπως θα μεταχειρισθώμεν την γνώμην<br />
και την φράσιν του λαού και θα ειπούμεν —</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τι πράγμα;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ότι η ίδια φύσις γεννά αυτά από κάποιαν αιτίαν αυτόματον και<br />
χωρίς σκέψιν; Ή ότι γίνονται με λόγον και με επιστήμην θείαν από<br />
κάποιον θεόν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Εγώ μεν ίσως ένεκα της ηλικίας μου αλλάζω συχνά και τας δύο<br />
γνώμας. Τόρα όμως παρατηρώ εσέ, και επειδή νομίζω ότι φρονείς,<br />
ότι αυτά γίνονται σύμφωνα με κάποιαν θέλησιν θεού, το ίδιον<br />
πιστεύω και εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πολύ καλά, φίλε Θεαίτητε. Και αν ήτο φόβος μήπως αλλάξης γνώμην<br />
κατόπιν, τόρα θα επροσπαθούσα συζητητικώς με πειστικά<br />
επιχειρήματα να σε κάμω να συμφωνήσης μαζί μου. Επειδή όμως<br />
κάλλιστα εννοώ τον χαρακτήρα σου, ότι δηλαδή και χωρίς να σου<br />
ειπώ εγώ, τείνεις εις όσα τόρα λέγεις, ότι σύρεσαι, δι' αυτό θα<br />
σε αφήσω μόνον σου. Διότι θα χάσωμεν αδίκως πολύν καιρόν. Αλλά θα<br />
θεωρήσω ως βέβαιον ότι, όσα λέγομεν ότι γίνονται εκ φύσεως,<br />
δημιουργούνται με θείαν τέχνην, όσα δε κατασκευάζονται από<br />
ανθρώπους με ανθρωπίνην. Και λοιπόν και με αυτόν τον ορισμόν δύο<br />
είναι τα γένη της ποιητικής, το ανθρώπινον και το θείον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τας δύο αυτάς λοιπόν διχοτόμησε τας πάλιν κάθε μίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Καθώς τότε εχώρισες κατά πλάτος όλην την ποιητικήν, ομοίως τόρα<br />
πάλιν χώρισε την κατά μήκος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Υπόθεσε ότι εχωρίσθη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα βεβαίως όλα τα μέρη αυτής γίνονται τέσσαρα, δύο μεν τα<br />
σχετικά με ημάς, δηλαδή τα ανθρώπινα, δύο δε τα σχετικά με τους<br />
θεούς, δηλαδή τα θεία.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από τα μέρη όμως πάλιν της άλλης διαιρέσεως το ένα τμήμα καθεμιάς<br />
μερίδος είναι αυτοποιητικόν, τα δε υπόλοιπα σχεδόν ημπορούν να<br />
ονομασθούν ειδωλοποιητικά. Ώστε και συμφώνως με αυτά πάλιν η<br />
ποιητική διχοτομείται εις δύο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε κατά ποίον τρόποι διχοτομείται καθεμία πάλιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Ημείς βεβαίως και τα άλλα ζώα και τα στοιχεία, από τα οποία<br />
αποτελούνται τα φυσικά όντα, δηλαδή το πυρ και το ύδωρ και τα<br />
παρόμοια, ως έργα θεού γνωρίζομεν ότι είναι αυτά όλα<br />
δημιουργημένα. Ή πώς αλλέως;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καθώς είπες.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Έκαστον δε από αυτά το παρακολουθούν ομοιώματα, χωρίς να είναι<br />
αυτά τα ίδια, τα οποία έγιναν επίσης με θείαν επινόησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ποία;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τα εμφανιζόμενα εις τον ύπνον, και όσα φαντάσματα της ημέρας<br />
λέγονται φυσικά, η σκιά λόγου χάριν, όταν με το φως γίνεται<br />
σκότος, και η αντανάκλασις, όταν το ιδικόν και το ξένον φως<br />
συναντάται εις τα λαμπερά και γιαλιστερά πράγματα, και κάμνη την<br />
εμπροσθινήν των όψιν να αλλάξη την συνηθισμένην της μορφήν και να<br />
κάμνη την αντίθετον εντύπωσιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πραγματικώς δύο ειδών είναι τα έργα της θείας ποιητικής, δηλαδή<br />
το ίδιον το πράγμα, και το είδωλον το οποίον παρακολουθεί<br />
έκαστον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και τόρα τι θα είπουμεν διά την ιδικήν μας τέχνην; Όχι άραγε ότι<br />
την ιδίαν μεν την οικίαν την κατασκευάζει με την οικοδομικήν, με<br />
την ζωγραφικήν όμως κατασκευάζει κάποιαν άλλην, η οποία φαίνεται<br />
ως ένα όνειρον εις τους αφυπνισμένους ανθρώπους;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν ομοίως πάλιν και όλα τα άλλα έργα της ιδικής μας ποιητικής<br />
δράσεως είναι διπλά, και το έν μεν είναι το ίδιον και το<br />
αποδίδομεν εις την αυτουργικήν, το δε άλλο είναι ομοίωμα και το<br />
αποδίδομεν εις την ειδωλοποιητικήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Τόρα το ενόησα καλλίτερα, και παραδέχομαι δύο διττά είδη της<br />
ποιητικής. Την θείαν και την ανθρωπίνην κατά την μίαν διαίρεσιν,<br />
κατά την άλλην δε το έν από τα προϊόντα ως το ίδιον το πράγμα, το<br />
δε άλλο ως κάποια ομοιώματα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν από την ειδωλοποιητικήν ας ενθυμηθούμεν, ότι<br />
επρόκειτο να δεχθώμεν το έν γένος ως εικαστικόν και το άλλο ως<br />
φανταστικόν, εάν απεδεικνύετο ότι το ψεύδος είναι όντως ψεύδος,<br />
και εκ φύσεως ανήκει εις τα όντα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαίως επρόκειτο.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν απεδείχθη αυτό, και διά τούτο ακριβώς θα θεωρήσωμεν<br />
αυτά ως δύο είδη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν ας διχοτομήσωμεν πάλιν το φανταστικόν είδος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Το έν μεν ότι γίνεται με όργανα, το δε άλλο, ότι γίνεται το ίδιον<br />
όργανον εις εκείνον όστις κάμνει το φάντασμα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς το εννοείς;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Νομίζω, όταν κανείς παρομοιάζη με το σώμα του το παράστημά σου, ή<br />
με την φωνήν του την φωνήν σου, αυτό ονομάζεται μίμησις, και<br />
ανήκει προ πάντων εις την φανταστικήν τέχνην.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Εις αυτό το μέρος λοιπόν ας αποδώσωμεν τον χαρακτηρισμόν<br />
μιμητικόν. Το δε άλλο ολόκληρον, αφού εκουράσθημεν, ας το<br />
αφήσωμεν να το συνενώση κανείς άλλος υπό μίαν έννοιαν, και να του<br />
αποδώση κανέν αρμόδιον όνομα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δέχομαι και την ονομασίαν του ενός και την παράλειψιν του άλλου.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως και αυτό πάλιν πρέπει να το θεωρήσωμεν διπλόν, καλέ<br />
Θεαίτητε. Και πρόσεξε να ιδής διά ποίον λόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Λέγε.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Όσοι απομιμούνται, άλλοι μεν το κάμνουν εν επιγνώσει, άλλοι όμως<br />
ανεπιγνώστως. Και βεβαίως ποίαν άλλην μεγαλιτέραν διάκρισιν<br />
ημπορούμεν να εύρωμεν από την επίγνωσιν και ανεπίγνωσιν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Καμμίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Και λοιπόν αυτό που είπαμεν προ ολίγου δεν είναι απομίμησις με<br />
επίγνωσιν; Διότι το ιδικόν σου παράστημα και σε, μόνον όταν σε<br />
γνωρίζη κανείς, ημπορεί να τα μιμηθή.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πώς όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα όμως ως προς το σχήμα της δικαιοσύνης και όλην εν γένει την<br />
αρετήν; Άραγε δεν την αγνοούν πολλοί, και μόνον την φαντάζονται<br />
κάπως, και όμως με τα δυνατά των προσπαθούν να φαίνωνται, ότι<br />
έχουν μέσα των αυτό το οποίον απλώς φαντάζονται, και το<br />
απομιμούνται όσον το δυνατόν τελειότερον με τα έργα των και με<br />
τους λόγους των;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πάρα πολλοί μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Άραγε όμως όλοι κατορθώνουν να φαίνονται δίκαιοι, ενώ δεν είναι<br />
διόλου; Ή μήπως συμβαίνει το εναντίον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όλως διόλου το εναντίον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτός λοιπόν ο μιμητής πρέπει να θεωρηθή διάφορος από εκείνον,<br />
αυτός ο ανεπίγνωστος από εκείνον τον εν επιγνώσει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Από πού λοιπόν θα λάβωμεν όνομα διά τον καθένα από αυτούς; Ή<br />
μήπως βεβαίως είναι δύσκολον, διότι καθώς φαίνεται, εις την<br />
διαίρεσιν των γενικών εννοιών κατά είδη υπήρχε εις τους<br />
παλαιοτέρους κάποια παλαιά και ανεξήγητος αιτία, ώστε ούτε να<br />
δοκιμάση κανείς να κάμη την διαίρεσιν, και ως εκ τούτου κατ'<br />
ανάγκην δεν έχομεν μεγάλην αφθονίαν ονομάτων; Και όμως, και αν<br />
θεωρηθή ακόμη τόλμη να το ειπούμεν ως προς την επίγνωσιν, πρέπει<br />
να ονομάσωμεν την μεν δοξαστικήν μίμησιν δοξομιμητικήν, την δε<br />
επισταμένην ίσως επιστημονικήν μίμησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Παραδέχομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πρέπει λοιπόν να μεταχειρισθώμεν το έν από τα δύο, διότι ο<br />
σοφιστής δεν ανήκει εις τους έχοντας επίγνωσιν, αλλά εις τους<br />
μιμούμενους με την ιδέαν των.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτόν λοιπόν τον δοξομιμητήν ας τον ερευνήσωμεν καθώς τον<br />
σίδηρον, αν είναι στερεός, ή μήπως έχει ακόμη μέσα του καμμίαν<br />
ραφήν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Ας ερευνήσωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Έχει λοιπόν και πολλήν μάλιστα. Διότι από αυτούς άλλος μεν είναι<br />
βλαξ, και νομίζει ότι γνωρίζει όσα φαντάζεται. Το δε εξωτερικόν<br />
του άλλου, επειδή ολονέν κυλίεται μέσα εις τας συζητήσεις,<br />
παρέχει πολλήν υποψίαν και φόβον, ότι δεν γνωρίζει αυτά τα οποία<br />
προσποιείται εμπρός εις τους άλλους ότι τα γνωρίζει.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Βεβαιότατα ο καθείς από αυτούς που είπες ανήκει εις έν από τα δύο<br />
αυτά γένη.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν δεν πρέπει να θεωρήσωμεν τον ένα μεν ως απλούν μιμητήν,<br />
τον δε άλλον υποκριτικόν μιμητήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Είναι ορθόν.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Αυτόν δε πάλιν ως εν γένος θα τον θεωρήσωμεν ή ως δύο:</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Συ πρόσεξε.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Προσέχω και μου φαίνονται δύο ειδών. Ο μεν εις δημοσία και με<br />
μακρούς λόγους βλέπω ότι είναι ικανός εμπρός εις τα πλήθη να<br />
υποκρίνεται, ο δε άλλος ιδιωτικώς και με συντόμους λόγους<br />
αναγκάζει τον αντικρυνόν του να παραδέχεται τα αντίθετα προς την<br />
γνώμην του.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ ορθά ομιλείς.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Πώς να ονομάσωμεν λοιπόν τον μακρολογώτερον; Άραγε πολιτικόν ή<br />
δημοσιολόγον;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Δημοσιολόγον.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τον δε άλλον πώς να τον ονομάσωμεν, σοφόν ή σοφιστήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Όσον διά σοφόν βεβαίως είναι αδύνατον, διότι τον παρεδέχθημεν ότι<br />
δεν γνωρίζει. Αφού όμως μιμείται τον σοφόν, είναι φανερόν ότι<br />
πρέπει να λάβη όνομα παράγωγον της σοφίας, και σχεδόν ενόησα<br />
πλέον, ότι αυτός πρέπει να θεωρηθή πραγματικώς εκείνος ο εντελώς<br />
αληθινός σοφιστής.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Τόρα λοιπόν, καθώς προηγουμένως, θέλεις να συνοψίσωμεν το όνομά<br />
του, συνδυάζοντες τα χαρακτηριστικά του από το τέλος προς την<br />
αρχήν;</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος.<br />
Πολύ καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Ξένος.<br />
Λοιπόν, καθώς φαίνεται, θα ειπή όλην την αλήθειαν όστις ειπή ότι<br />
ο αληθινός σοφιστής κατάγεται από την γενεάν και το αίμα της<br />
αντιφατικοποιητικής του υποκριτικού μέρους της δοξομιμητικής, το<br />
αποχωριζόμενον από το μέρος της ειδωλοποιητικής, όχι το θείον,<br />
αλλά το ανθρώπινον, το οποίον είναι το μέρος της ποιητικής, το<br />
οποίον κάμνει ταχυδακτυλουργίας με λόγους.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Θεαίτητος. Είμαι εντελώς σύμφωνος.</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">***</span><br />
<span style="font-size: 16.0pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη,υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(Ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη,Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη,Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως,Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16.0pt;">ΣΟΦΙΣΤΗΣ Πρόκειται για εξαιρετικά τολμηρή
φιλοσοφική έξαρση προς εξακρίβωση των ορίων της ανθρωπίνης νοήσεως, γι' αυτό
και θεωρείται ως η μεταφυσική του Πλάτωνος. Σ' ό,τι αφορά στην λογική του,
είναι ο πιο πολύτροπος και οξύς από τους πλατωνικούς διάλογους.</span></dt>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span></dt>
<dt style="margin-top: 36.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">ΑΘΗΝΑΙ,
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span></dt>
<dt><span style="font-size: 16.0pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span></dt>
<dt style="margin-top: 24.0pt;"><span style="font-size: 16.0pt;">***</span></dt>
<dt><span style="font-size: 16.0pt;">1) Ψαράς που ψαρεύει με αγκίστρι2) Καλάθια
που χρησιμοποιούνται ως παγίδες στην αλιεία</span></dt>
</dl>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-14412108401975033392013-09-04T06:46:00.001-07:002013-09-04T06:46:55.294-07:00ΠΛΑΤΩΝ: ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: red; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝ: ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: red; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Το έργο «Πρωταγόρας» αποτελεί
έμμεσο αφηγηματικό διάλογο, δηλαδή ο Σωκράτης διηγείται σε έναν ανώνυμο φίλο του
όλα όσα διεξήχθησαν κατά τη συνάντησή του με το σοφιστή Πρωταγόρα. Διηγείται,
λοιπόν, ότι, πολύ πριν ξημερώσει εκείνη η μέρα, έφτασε στο σπίτι του ο νεαρός
Ιπποκράτης, προσωπικός του φίλος, για να τον παρακαλέσει να μεσολαβήσει στο
μεγάλο σοφιστή που έφτασε στην Αθήνα και φιλοξενείται στο σπίτι του Καλλία, να
τον δεχτεί στον όμιλο των μαθητών του. Ο Σωκράτης του επισημαίνει ότι δεν
γνωρίζει τις προθέσεις και τους ανώτερους σκοπούς αυτού του ανθρώπου, δέχεται
όμως να τον βοηθήσει. Στο σπίτι του Καλλία εκτός του Πρωταγόρα, παραβρίσκονται
οι σοφιστές Ιππίας και Πρόδικος, ο Αλκιβιάδης και άλλοι φιλοπερίεργοι που ήρθαν
για να μαθητεύσουν στο μεγάλο δάσκαλο. Στην ερώτηση του Σωκράτη, τι μπορεί ο
Πρωταγόρας να προσφέρει ως μάθηση στο νεαρό Ιπποκράτη, ο σοφιστής απαντά
«ευβουλία» και αυτό δημιουργεί την ένσταση του Σωκράτη στο κατά πόσο μπορεί να
διδαχτεί η πολιτική αρετή. Από το σημείο αυτό ξεκινά ένας έντονος διάλογος
ανάμεσα στους δύο άνδρες, που μέσα από πολλά επιχειρήματα, καταλήγει στο
συμπέρασμα της αμοιβαίας υποχώρησης, αφού και οι δύο σπουδαίοι συνομιλητές
εκτιμώνται και κερδίζουν το θαυμασμό και το σεβασμό ο ένας του άλλου.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ
</span></b><br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">Ο Πρωταγόρας,
διάλογος του Πλάτωνος, ειρωνικός αλλά και βαθύς,συνεγράφη επί σκοπώ να τέρψη άμα
και να φωτίση αναπαριστών τα ήθη και το πνεύμα των σοφιστών εν αυτή τη πράξει
και υποβάλλων αυτά υπό τον έλεγχον αυστηράς κριτικής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η υπόθεσις του διαλόγου τούτου, ο οποίος
ομοιάζει προς πράξιν δράματος και είναι πιστή και ζωηρά άμα εικών εκ του
φυσικού, έχει ως εξής:</span> </dt>
</dl>
<span style="font-size: 16pt;">Ο νεαρός υιός του Απολλοδώρου Ιπποκράτης
προσέρχεται βιαστικά εις τον οίκον του Σωκράτους και τον παρακαλεί να τον
συστήση εις τον φημισμένον σοφόν Πρωταγόραν, ο οποίος, ως επληροφορήθη, έφθασεν
εις Αθήνας, διά να καταστή και αυτός σοφιστής.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Μετά σύντομον συζήτησιν μεταξύ του Σωκράτους
και του νεαρού Ισοκράτους, η οποία σκοπόν είχε να σχηματίση ούτος καθαράν ιδέαν
περί του τι ζητεί από τον Πρωταγόραν και τι ακριβώς ο Πρωταγόρας επαγγέλλεται,
αφ' ου εξημέρωσε, μετέβησαν ομού εις τον οίκον του Καλλίου, ένθα διέμενεν ο
Πρωταγόρας, διά να τον συστήση ο Σωκράτης προς αυτόν. Εκεί εύρον όχι μόνον τον
Πρωταγόραν, αλλά και άλλους επισήμους σοφιστάς και διαφόρους ευγενείς νέους
μαθητάς των. Οι σοφισταί παρίστανται εν τω διαλόγω ως άνθρωποι επιδεικτικοί και
επιβλητικοί και διά της εξωτερικής παραστάσεώς των και διά της ωραίας και
τεχνικής ομιλίας των. Ο Πρωταγόρας ιδίως, διά να επιβληθή και εις αυτόν τον
Σωκράτην και εις τους άλλους παρισταμένους, πληροφορεί σοβαρώς και πομπωδώς ότι
διδάσκει την τέχνην της διοικήσεως των ιδιωτικών και δημοσίων υποθέσεων, δηλ.την
πολιτικήν. Ο Σωκράτης δεικνύει απορίαν περί του αν είναι δυνατόν να διδάσκηται η
πολιτική. Ισχυρίζεται δε ότι και οι αμαθέστεροι πολίται προσκαλούνται εις τας
συνελεύσεις της πολιτείας και λέγουν την γνώμην των και εις τας σοβαρωτέρας
ακόμη περιστάσεις, χωρίς να διδαχθούν την πολιτικήν τέχνην. Οι δε ικανώτατοι
πολιτικοί, καθώς λ. χ. ο Περικλής, δεν ημπόρεσαν να μεταδώσουν εις τους υιούς
των την πολιτικήν των μάθησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ό Πρωταγόρας αναλαμβάνει ν' αποδείξη εντελώς
ότι η πολιτική διδάσκεται ως μάθημα αποτελεσματικώτατα, κατά δύο τρόπους, ή μ'
ένα μύθον ή με αποδεικτικόν συλλογισμόν. Και διηγείται τότε τον παλαιόν μύθον
του Επιμηθέως και του αδελφού του Προμηθέως, εις τους οποίους οι θεοί ανέθεσαν
να μοιράσουν εις όλα τα ζώντα επί της γης τας διαφόρους ιδιότητας και τα
προτερήματα, την απροβλεψίαν του Επιμηθέως, την ευφυίαν με την οποίαν έκλεψεν ο
Προμηθεύς από το χαλκείον του Ηφαίστου την φωτιάν, και τέλος την επέμβασιν του
Διός,ο οποίος έδωκε μ' ελευθεριότητα εις κάθε άνθρωπον μέρος από τα δύο μόνα
αγαθά, τα οποία μετά την διανομήν απέμειναν, δηλ. την&δικαιοσύνην& και
τον &σεβασμόν&. Αι δύο αύται αρεταί είναι η βάσις της πολιτικής τέχνης
και, αφ' ου τας έλαβαν οι άνθρωποι, ήτο φυσικόν πράγμα και αναγκαίον το να
ηξεύρουν να δίδουν γνώμην διά τα πολιτικά πράγματα. Ώστε αυτή η γνώσις είναι
δώρον των θεών. Ούτε ημπορεί κανείς να φαντασθή άνθρωπον, ο οποίος να μη έχη την
παραμικράν ιδέαν δικαιοσύνης.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ούτω πως απέδειξεν ο Πρωταγόρας ότι οι κοινοί
άνθρωποι, οι οποίοι εις τας συνελεύσεις δίδουν γνώμην, και πολλάκις σωστήν, διά
τας πολιτικάς υποθέσεις, δεν είναι αδίδακτοι, αλλ' εδιδάχθησαν την δικαιοσύνην
και τον σεβασμόν από τους θεούς.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Έπειτα ανήρεσε και τον άλλον ισχυρισμόν του
Σωκράτους, ότι δηλ. οι μεγάλοι πολιτικοί δεν ημπόρεσαν να μεταδώσουν την
ικανότητά των εις τα παιδιά των, κατά τον εξής τρόπον· πάντοτε, λέγει, και εις
όλα τα μέρη οι άδικοι άνθρωποι κατακρίνονται και τιμωρούνται. Εάν η έλλειψις της
δικαιοσύνης ήτο φυσική εις τον άνθρωπον, θα ήτο παραλογισμός να τιμωρούν διά
μίαν φυσικήν έλλειψιν, όπως θα ήτο παραλογισμός, αν ετιμώρουν ένα οποιονδήποτε
άνθρωπον, διότι είναι ασθενής ή άσχημος. Δεν τιμωρούν δε τους τοιούτους, διότι,
όσον και αν βιασθούν, δεν ημπορούν να διορθώσουν τους εαυτούς των. Τους αδίκους
όμως τιμωρούν, διότι ημπορούν, εάν προσπαθήσουν, να διορθωθούν και να γείνουν
δίκαιοι. Ώστε όλοι οι άνθρωποι παραδέχονται, ότι καθείς ημπορεί να μάθη την
δικαιοσύνην. Διά τούτο οι πολίται, και αυτοί οι ίδιοι και διά διδασκάλων,
προσπαθούν διά το καλόν της πολιτείας να εμπνεύσουν εις τα τέκνα των την ιδέαν
της δικαιοσύνης. Ότι δε οι παίδες των εναρέτων ανθρώπων δεν γίνονται πάντοτε και
αυτοί ενάρετοι προέρχεται εκ του ότι όλοι οι άνθρωποι δεν έρχονται εις τον
κόσμον προικισμένοι εξ ίσου, και ότι, διά ν'αποκτήση κανείς μίαν υψηλοτέραν
αρετήν, χρειάζεται, να έχη καλυτέραν φυσικήν προδιάθεσιν, να καταβληθούν δε και
μεγάλαι προσπάθειαι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ο Σωκράτης βλέπων ότι η συζήτησις έως εδώ δεν
ήτο επιστημονική,αλλά με παραδείγματα της πείρας, και ότι δεν ήτο δυνατόν να
φθάση εις ακριβές συμπέρασμα, αλλάζει μέθοδον και δίδει επιστημονικήν πορείαν
εις την συζήτησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Θέτει λοιπόν το ζήτημα ούτω: διά να μάθωμεν αν
η αρετή ημπορεί να διδαχθή, είναι ανάγκη να ηξεύρωμεν από τι αυτή αποτελείται.
Ερωτά λοιπόν τον Πρωταγόραν, αν η αρετή είναι πράγμα &απλούν&
ή&σύνθετον& από μέρη ανεξάρτητα το έν του άλλου, και αν η δικαιοσύνη, η
εγκράτεια και η ανδρεία είναι μέρη τοιαύτα της αρετής. Ο Πρωταγόρας παραδέχεται
το δεύτερον, εν ώ ο Σωκράτης δι'αλλεπαλλήλων ερωτήσεων τον κάμνει να έλθη εις
αντίφασιν με τον εαυτόν του και να παραδεχθή επί τέλους χωρίς να θέλη, ότι η
&αρετή είναι εκ φύσεως μία και απλή&, διότι, αν ήτο σύνθετος από μέρη
ανόμοια το έν με το άλλο, κανέν από τα μέρη αυτά δεν θα περιείχε μέσα του τίποτε
από εκείνο που περιέχει το άλλο μέρος· και τότε δε η δικαιοσύνη θ' απέκλειε την
ανδρείαν και η εγκράτεια την δικαιοσύνην και θα ημπορούσαμεν να συμπεράνωμεν,
ότι ο δίκαιος δεν ημπορεί να είναι ανδρείος και ο εγκρατής δίκαιος. Και εκτός
τούτου,εάν τα μέρη της αρετής είναι αντίθετα το έν του άλλου, θα ημπορούσαμεν να
συμπεράνωμεν, ότι έν πράγμα ημπορεί να έχη πολλά αντίθετα, το οποίον είναι
πράγμα αδύνατον. Η αρετή λοιπόν είναι μία και απλή και κατά την ουσίαν της και
κατά την ενέργειάν της, και κακώς ήθελε χωρίση αυτήν κανείς εις μέρη. Τα δε
λεγόμενα μέρη της αρετής είναι διάφοροι τρόποι αυτής, μη αποκλείοντες ο είς τον
άλλον, περιεχόμενοι μέσα εις την ιδίαν την ουσίαν αυτής και ηνωμένοι με αυτήν,
όπως τα συμπεράσματα ενός συλλογισμού με την αρχήν από την οποίαν απορρέουν. Τα
διάφορα λοιπόν μέρη της αρετής,τα οποία λέγονται και αυτά αρεταί, συνέχονται
κατά βάθος το έν με το άλλο, είναι αλληλένδετα και αποτελούν έν όλον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ούτω θεωρουμένη η αρετή δεν ημπορεί να εισαχθή
εις την ψυχήν βαθμηδόν διά προοδευτικής διδασκαλίας, όπως ισχυρίζετο ο
Πρωταγόρας, να διδαχθή δηλ. κατά σειράν πρώτον η δικαιοσύνη διά κανόνων και
παραδειγμάτων, έπειτα η ανδρεία κτλ., και να εμφυτευθούν εις την ψυχήν. Η αρετή
με όλας τας διακλαδώσεις της γεννάται εξ εμπνεύσεως φύσεως τιμίας, ήτις διά της
ιδίας προσπαθείας περιβάλλει συγχρόνως και την ουσίαν και τους τρόπους αυτής
χάρις εις το έμφυτον συναίσθημα του αγαθού, το οποίον προηγείται και δημιουργεί
αυτήν. Αυτήν λοιπόν την γνώσιν, που είναι πραγματικώς προγενεστέρα και ανωτέρα
από την γνώσιν της αρετής,κανείς δεν ημπορεί να την διδάξη, διότι κανείς δεν
ημπορεί να την λάβη από άλλον παρά μόνον μέσα από τον ίδιον τον εαυτόν του,
διότι γεννώμεθα μαζί με αυτήν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Οι ακαταμάχητοι του Σωκράτους συλλογισμοί δεν
έπεισαν τον επηρμένον σοφιστήν, ο οποίος προβάλλει ακόμη σοφιστικά επιχειρήματα
λέγων ότι η ανδρεία αναγκαίως είναι χωριστή από τας άλλας αρετάς, διότι και ο
πλέον άδικος και ο πλέον άσωτος ημπορεί να δειχθή ανδρείος. Αλλ' ο Σωκράτης
αποδεικνύει ότι η ανδρεία, όταν στερήται φρονήσεως, με άλλους λόγους γνώσεως,
δεν είναι αληθής ανδρεία. Η ουσία της ανδρείας είναι η γνώσις των πραγμάτων, τα
οποία είναι φοβερά και εκείνων τα οποία δεν είναι. Επειδή δε όλαι αι αρεταί
αποτελούν μίαν και μόνην, αυτής δε, της μιας και μόνης, όρος είναι η γνώσις, η
δε γνώσις ημπορεί να διδαχθή, ο Σωκράτης φαίνεται ότι περιέπεσεν εις αντίφασιν
παραδεχόμενος τώρα την αυτήν γνώμην με τον Πρωταγόραν,ότι η αρετή είναι καρπός
γνώσεως, ήτις ημπορεί να διδαχθή.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Είτε διότι ήθελεν ο Σωκράτης εις το τέλος του
αγώνος να καταστήση φανερόν εις τον Πρωταγόραν ότι ημπορεί καλύτερα από ένα
σοφιστήν ν'αποδείξη ό,τι θέλει, και την υπέρ δηλ. γνώμην και την κατά, είτε
διότι ηθέλησε να μείνη εν αμφιβόλω το ζήτημα αν η αρετή ημπορεί να διδαχθή ή
όχι, διακόπτει τον διάλογον απευθύνων φιλόφρονας και επαινετικούς λόγους εις τον
Πρωταγόραν και αναβάλλων εις άλλοτε την συνέχειαν και το τέλος της
συζητήσεως.</span><br />
<h3 style="margin-top: 36pt;">
<span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span></h3>
<div style="margin-top: 36pt;">
<span style="font-size: 16pt;">ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ(ή
Σοφισταί).</span></div>
<h3 style="margin-top: 36pt;">
<span style="font-size: 16pt;">ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ
ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span></h3>
<h5>
<span style="font-size: 16pt;">ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΩΚΡΑΤΗΣ, ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ,
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ, ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ,ΚΑΛΛΙΑΣ, ΚΡΙΤΙΑΣ, ΠΡΟΔΙΚΟΣ, ΙΠΠΙΑΣ.</span></h5>
<div style="margin-top: 36pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />— Από πού
έρχεσαι, Σωκράτη; Ή είναι δα φανερόν ότι έρχεσαι από το<br />κυνήγημα της
ωραιότητος του Αλκιβιάδου; Και όμως και εις εμέ, ο<br />οποίος τον είδον
προηγουμένως, αν και τέλειος άνδρας πλέον,<br />εφαίνετο μεν ωραίος, αλλ' όμως
άνδρας πλέον, Σωκράτη, ας το<br />ομολογήσωμεν μεταξύ μας, και αρχίζουν να
φυτρώνουν γένεια εις τον<br />πώγωνά του.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έπειτα τι πειράζει τούτο; Συ όμως
δεν δίδεις δίκαιον του Ομήρου, ο<br />οποίος είπεν, ότι τα πλέον χαριτωμένα νειάτα
είναι, όταν αρχίζουν<br />να φυτρώνουν τα γένεια, τα οποία (νειάτα) έχει τώρα ο
Αλκιβιάδης;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Πώς πηγαίνουν λοιπόν τώρα τα πράγματα;
Έρχεσαι βέβαια από εκείνον·<br />και ποίας διαθέσεις δεικνύει προς σε το
παλληκάρι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Καλάς, καθώς τουλάχιστον μου εφάνη,
και μάλιστα κατά την σημερινήν<br />ημέραν· διότι πολλά είπε προς έπαινόν μου,
λαμβάνων το μέρος μου,<br />και τώρα λοιπόν από εκείνον έρχομαι. Θέλω όμως να σου
είπω έν<br />πράγμα παράξενον· ότι δηλαδή, εν ώ εκείνος ήτο παρών, και ο
νους<br />μου δεν έδιδε προσοχήν εις αυτόν και συχνά τον ελησμόνουν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Και τι πράγμα τόσον σοβαρόν συνέβη
σχετικώς με σε και εκείνον;<br />Διότι δεν φαντάζομαι ότι απήντησες κανένα άλλον
ωραιότερον μέσα<br />τουλάχιστον εις αυτήν την πόλιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Απήντησα βέβαια και πολύ
ωραιότερον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Τι λέγεις; Πολίτην ή ξένον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ξένον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Από ποιον μέρος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Από τα Άβδηρα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Και τόσον ωραίος εθεώρησες ότι είναι ο
ξένος αυτός, ώστε να σου<br />φανή ωραιότερος από τον υιόν του
Κλεινίου;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πώς δεν πρέπει, καλότυχε, το
σοφώτερον να φαίνεται ωραιότερον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Αλλά εις τα σωστά σου, Σωκράτη, μας
ήλθες, αφ' ου απήντησες κάποιον<br />σοφόν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Σοφώτατον βέβαια, από όσους
τουλάχιστον τώρα υπάρχουν, εάν σου<br />φαίνεται ότι ο Πρωταγόρας είναι
σοφώτατος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Ω, τι λέγεις; Ο Πρωταγόρας μας
ήλθε;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Είναι τώρα τρίτη ημέρα αφ' ότου
ήλθε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Και λοιπόν έρχεσαι, αφ' ου προ ολίγου
τον αντάμωσες;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ναι, και αφ' ου βέβαια παραπολλά
και είπα και ήκουσα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Και δεν μας διηγείσαι λοιπόν την
συνομιλίαν σας, εάν δεν έχης κανέν<br />εμπόδιον, καθίζων εδώ δα, αφ' ου σηκώσης
τούτο εδώ το παιδίον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πολύ ευχαρίστως· και θα σας χρεωστώ
βεβαίως χάριν, εάν δώσετε<br />ακρόασιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Φίλος<br />Και ημείς επίσης θα σου χρεωστούμεν
χάριν, εάν μας είπης.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Θα είναι λοιπόν αμοιβαία η χάρις.
Αλλά δώσατε λοιπόν ακρόασιν.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Αυτήν δα την νύκτα
που επέρασε, εν ώ ήτο ακόμη όρθρος βαθύς, ο Ιπποκράτης, ο υιός του Απολλοδώρου
και αδελφός του Φάσωνος, εκτύπα πολύ δυνατά την θύραν με την ράβδον του, και,
αφ' ου κάποιος του ήνοιξεν, επροχώρει μέσα βιαστικά και φωνάζων δυνατά
έλεγε·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Σωκράτη, είσαι έξυπνος ή κοιμάσαι;</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Και εγώ, επειδή
εγνώρισα την φωνήν του, είσαι, είπα, ο Ιπποκράτης· μήπως, μας φέρεις καμμίαν
νέαν είδησιν;</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Τίποτε άλλο, είπε, παρά καλάς βέβαια
ειδήσεις.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Ο Θεός να δώση,
είπον εγώ· αλλά τι τρέχει; Και διά ποίαν αιτίαν ήλθες τόσον πρωί;</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Ο Πρωταγόρας έφθασεν, είπεν, αφ' ου εστάθη
πλησίον μου.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Από προχθές, είπον εγώ, και συ τώρα το
έμαθες;</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Μα τους θεούς,
είπε, το εσπέρας βέβαια το έμαθα. Και συγχρόνως ψάχνων εύρε το σκαμνί, εκάθισε
πλησίον εις τους πόδας μου και είπε· το εσπέρας βέβαια, πολύ αργά, αφ' ου έφθασα
από την Οινόην· διότι ο δούλος μου Σάτυρος μου έφυγε κρυφά· εν ώ λοιπόν είχα
σκοπόν να σου είπω, ότι θα τον κυνηγήσω να τον εύρω, ήλθεν άλλο πράγμα εις τον
νουν μου και ελησμόνησα τούτο. Όταν δε επέστρεψα και είχομεν δειπνήσει και
επρόκειτο να πλαγιάσωμεν, τότε μου λέγει ο αδελφός μου ότι ήλθεν ο Πρωταγόρας.
Και κατ' αρχάς μεν εσκέφθην να έλθω προς σε αμέσως (να σου το είπω). Έπειτα όμως
εσκέφθην ότι είναι πολύ προχωρημένη η νυξ· ευθύς δε που ο ύπνος με ελάφρωσεν από
τον κόπον, αμέσως εσηκώθην και εκίνησα να έλθω εδώ.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Και εγώ γνωρίζων την
καρδίαν του και (βλέπων) την ταραχήν του, ερώτησα:</span></div>
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Τι λοιπόν είναι
τούτο που έπαθες; Μήπως σου έκαμε κανέν κακόν ο Πρωταγόρας;</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Και εκείνος, αφ' ου εγέλασεν, είπε:</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Ναι, μα τους θεούς, Σωκράτη, διότι μόνος του
βέβαια είναι σοφός,<br />δεν κάμνει δε και εμέ σοφόν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Αλλά ναι, μα τον Δία, είπα εγώ, εάν δώσης εις
αυτόν χρήματα και<br />τον καταφέρης, θα κάμη και σε σοφόν.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Μακάρι, είπεν
αυτός, Ζευ και θεοί, να εξαρτάται από τούτο, διότι τότε ούτε από τα ιδικά μου
χρήματα θ' αφήσω λεπτόν ούτε από τα χρήματα των φίλων μου· αλλ' ίσα ίσα δι'
αυτήν την αιτίαν έρχομαι και τώρα προς σε, διά να του ομιλήσης δι' εμέ, διότι
εγώ αφ' ενός μεν είμαι νέος, εξ άλλου δε δεν έχω ίδει ουδέ ακούσει ποτέ μου τον
Πρωταγόραν· ήμην ακόμη παιδίον, ότε την προηγουμένην φοράν ήλθεν ο Πρωταγόρας,
αλλά βεβαίως (ακούω ότι) επαινούν όλοι τον Πρωταγόραν και λέγουν ότι είναι εις
το να ομιλή σοφώτατος· αλλά διατί δεν πηγαίνομεν προς αυτόν, διά να τον
προφθάσωμεν εις το σπίτι; Έμεινε δε, καθώς εγώ ήκουσα, εις του Καλλίου του
Ιππονίκου· αλλ' έλα να υπάγωμεν.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Και εγώ είπον· ας μη
υπάγωμεν εκεί ακόμη, καλέ μου, διότι, είναι πρωί· αλλ' έλα, ας σηκωθώμεν να
εξέλθωμεν εις την αυλήν και ας περάσωμεν εκεί την ώραν περιφερόμενοι, έως ότου
να φέξη· έπειτα πηγαίνομεν. Διότι ως επί το πλείστον ο Πρωταγόρας μένει μέσα,
ώστε μη φοβείσαι· θα τον εύρωμεν, καθώς είναι βέβαιον, μέσα.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Έπειτα από αυτά
εσηκώθημεν και επεριπατούμεν εις την αυλήν· και εγώ θέλων να εμβαθύνω εις τον
σκοπόν του Ιπποκράτους τον εβολιδοσκόπουν και ηρώτων αυτόν ως εξής
(1):</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ειπέ μου, είπον εγώ, Ιπποκράτη,
τώρα πρόκειται να υπάγης κοντά εις<br />τον Πρωταγόραν, να πληρώσης ως μισθόν εις
εκείνον χρήματα διά τον<br />εαυτόν σου· προς ποίου είδους άνθρωπον νομίζεις ότι
πηγαίνεις και<br />διά να σε κάμη τι είδους άνθρωπον; Καθώς εάν σου ήρχετο εις
τον<br />νουν να υπάγης εις τον ομώνυμόν σου, τον Ιπποκράτη από την νήσον<br />Κω, ο
οποίος είναι από εκείνους που κατάγονται από τον Ασκληπιόν,<br />διά να πληρώσης
ως μισθόν εις εκείνον χρήματα διά τον εαυτόν σου,<br />και σε ηρώτα κανείς, ειπέ
μου, Ιπποκράτη, έχεις σκοπόν να πληρώνης<br />μισθόν εις τον Ιπποκράτην, επειδή
είναι τι είδους άνθρωπος; Τι<br />ήθελες αποκριθή;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Θα έλεγα, είπεν, ότι κάμνω τούτο,
επειδή είναι ιατρός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και διά να γείνης και συ τι είδους
άνθρωπος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Διά να γείνω, είπεν,
ιατρός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν δε σου ήρχετο εις τον νουν, αφ'
ου υπάγης εις τον Πολύκλειτον<br />από το Άργος, ή εις τον Φειδίαν από τας Αθήνας
να πληρώνης εις<br />εκείνους μισθόν διά τον εαυτόν σου, εάν ήθελε σε ερωτήση
κανείς· τι<br />είδους ανθρώπους θεωρείς τον Πολύκλειτον και τον Φειδίαν και
έχεις<br />σκοπόν να πληρώνης αυτά τα χρήματα; Τι ήθελες αποκριθή;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />θα έλεγα ότι τα πληρώνω, διότι
είναι αγαλματοποιοί.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και διά να γείνης τι πράγμα συ ο
ίδιος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Διά να γείνω, εννοείται,
αγαλματοποιός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πολύ καλά, είπα εγώ· τώρα λοιπόν
εγώ και συ, αφ' ου υπάγωμεν εις<br />τον Πρωταγόραν, θα είμεθα έτοιμοι να
πληρώνωμεν διά σε ως μισθόν τα<br />ιδικά μας χρήματα, εάν αυτά αρκούν και με αυτά
τον καταφέρωμεν· εάν<br />δε όχι, δαπανώντες και τα χρήματα των φίλων μας. Εν ώ
λοιπόν ημείς<br />με τόσην προθυμίαν καταγινόμεθα εις αυτά, εάν κανείς μας
ερωτήση·<br />ειπέ μου, Σωκράτη και Ιπποκράτη, τι είδους άνθρωπον θεωρείτε
τον<br />Πρωταγόραν και έχετε σκοπόν να του πληρώνετε χρήματα; Τι
ηθέλομεν<br />αποκριθή εις αυτόν; Τι άλλο όνομα ακούομεν να λέγουν διά
τον<br />Πρωταγόραν, καθώς λέγουν διά τον Φειδίαν το όνομα αγαλματοποιός,<br />και
διά τον Όμηρον το όνομα ποιητής; Τι τοιούτον όνομα ακούομεν διά<br />τον
Πρωταγόραν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Ονομάζουν βεβαίως, Σωκράτη, είπεν
ο Ιπποκράτης, τον άνδρα ότι είναι<br />σοφιστής.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Θα υπάγωμεν λοιπόν να πληρώνωμεν τα
χρήματα εις αυτόν ως σοφιστήν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Μάλιστα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν λοιπόν σε ερωτήση κανείς ακόμη
και τούτο· συ ο ίδιος τι θέλεις<br />να γείνης και πηγαίνεις κοντά εις τον
Πρωταγόραν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Και εκείνος είπεν, αφ' ου
εκοκκίνισε — διότι πλέον ήρχισε να φέγγη<br />η ημέρα, ώστε αυτός εφαίνετο καθαρά
— εάν μεν ομοιάζη τούτο κατά τι<br />με τα προηγούμενα, διά να γείνω, εννοείται,
σοφιστής.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Συ δε, είπον εγώ, διά το όνομα των
θεών, δεν θα εντρέπεσαι να<br />παρουσιάσης τον εαυτόν σου εις τους Έλληνας ως
σοφιστήν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Ναι, μα τον Δία, Σωκράτη, θα
εντρεπόμην, εάν πρέπη να ομολογήσω<br />εκείνα τα οποία σκέπτομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλ' άρά γε, Ιπποκράτη, μήπως δεν
νομίζεις ότι η μάθησίς σου εκ<br />μέρους του Πρωταγόρου θα είναι τοιαύτη (διά ν'
αποκτήσης δηλαδή το<br />επάγγελμα του σοφιστού), αλλά ωσάν εκείνην η οποία
έγεινεν εκ<br />μέρους του γραμματοδιδασκάλου και του κιθαροδιδασκάλου και
του<br />παιδοτρίβου (δηλαδή του γυμναστού); Διότι συ δεν έμαθες κανέν από<br />αυτά
τα μαθήματα ως τέχνην διά να γείνης τεχνίτης, αλλά διά να<br />εκπαιδευθής, όπως
αρμόζει να εκπαιδεύηται ο πολίτης και ο ελεύθερος<br />άνθρωπος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Βεβαιότατα, είπεν ο Ιπποκράτης,
μου φαίνεται ότι μάλλον τοιαύτη<br />πρέπει να είναι η εκ μέρους του Πρωταγόρου
μάθησίς μου.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Γνωρίζεις λοιπόν εκείνο το οποίον
πρόκειται τώρα να πράξης, ή δεν<br />το καταλαμβάνεις; Είπα εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Προκειμένου περί τίνος
πράγματος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ότι πρόκειται να παραδώσης την
ψυχήν σου να την περιποιηθή<br />άνθρωπος, ως λέγεις, σοφιστής· τι δε πράγμα είναι
ο σοφιστής, θα<br />μου φανή παράξενον, αν το ηξεύρης. Και όμως, εάν δεν ηξεύρης
τούτο,<br />ούτε εις τι είδους άνθρωπον παραδίδεις την ψυχήν σου ηξεύρεις,
ούτε<br />αν την παραδίδεις εις καλόν ή εις πραγματικώς κακόν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Νομίζω βέβαια, είπεν ο
Ιπποκράτης, ότι ηξεύρω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Λέγε λοιπόν, τι νομίζεις ότι είναι
ο σοφιστής;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Εγώ μεν, είπεν αυτός, καθώς και
το όνομα φανερώνει, νομίζω ότι<br />σοφιστής είναι εκείνος που γνωρίζει τα σοφά
πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν ημπορούμεν λοιπόν, είπα εγώ, να
είπωμεν τούτο και διά ζωγράφους<br />και διά τέκτονας, ότι δηλαδή αυτοί είναι οι
οποίοι γνωρίζουν τα<br />σοφά πράγματα· αλλ' εάν κανείς μας ερωτήση, κατά τι σοφά
πράγματα<br />ηξεύρουν οι ζωγράφοι, θα είπωμεν ίσως εις αυτόν, ότι γνωρίζουν
τα<br />αναφερόμενα εις την τεχνούργησιν των εικόνων, και τα άλλα ομοίως.<br />Εάν
δε κανείς ήθελεν ερωτήσει το εξής, ο δε σοφιστής των κατά τι<br />σοφών πραγμάτων
είναι γνώστης; Τι ηθέλαμεν αποκριθή εις αυτόν; Ότι<br />ποίαν εργασίαν
γνωρίζει;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Τι άλλο θα ελέγαμεν εις αυτόν,
Σωκράτη, παρά ότι ο σοφιστής<br />γνωρίζει να κάμνη ένα ικανόν εις το
λέγειν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Θα ελέγαμεν ίσως την αλήθειαν, είπα
εγώ, όχι όμως βέβαια επαρκώς·<br />διότι η απόκρισίς σου μας χρειάζεται ακόμη μίαν
ερώτησιν· περί<br />ποίου πράγματος δηλαδή ο σοφιστής κάμνει ένα ικανόν να λέγη·
καθώς<br />ο κιθαροδιδάσκαλος κάμνει βεβαίως ένα ικανόν να λέγη δι' εκείνο
το<br />πράγμα το οποίον τον έμαθε, δηλαδή διά τον κιθαρισμόν· δεν
είναι<br />έτσι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Ναι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πολύ καλά· ο δε σοφιστής λοιπόν
περί ποίου πράγματος κάμνει ένα<br />ικανόν να λέγη; Ή εννοείται ότι τον κάμνει
ικανόν να λέγη δι'<br />εκείνο το οποίον και ηξεύρει;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Επόμενον είναι
βεβαίως.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ποίον λοιπόν είναι το πράγμα περί
του οποίου και ο ίδιος ο σοφιστής<br />γνωρίζει και τον μαθητήν του κάμνει να
γνωρίζη;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης Μα τον Δία, είπεν ο Ιπποκράτης, δεν
ημπορώ πλέον να σου το είπω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Και έπειτα από τούτο εγώ είπα· Τι
λοιπόν; Ηξεύρεις εις ποίον κίνδυνον πηγαίνεις να εκθέσης την ψυχήν σου; Ή το μεν
σώμα σου, εάν ήτο χρεία να εμπιστευθής αυτό εις κανένα, διακινδυνεύων ή να γείνη
καλά ή να γείνη κακά, θα εσκέπτεσο επανειλημμένως πολλά, αν πρέπει να το
εμπιστευθής εις αυτόν ή όχι, και τους φίλους και τους συγγενείς σου θα
παρεκάλεις να σε συμβουλεύσουν και θα εξήταζες το πράγμα πολλάς ημέρας· εκείνο
δε το οποίον θεωρείς πολυτιμότερον από το σώμα σου, δηλαδή την ψυχήν σου, και εκ
του οποίου εξαρτάται καθ' όλα η ευτυχία ή δυστυχία σου, εάν αυτή γείνη καλή ή
κακή, διά τούτο λοιπόν το πράγμα ούτε εις τον πατέρα σου, ούτε εις τον αδελφόν
σου, ούτε εις κανένα από ημάς τους φίλους σου έκαμες τίποτε γνωστόν, διά να
συμβουλευθής αν πρέπει να εμπιστευθής την ψυχήν σου ή όχι εις τούτον τον ξένον
όστις ήλθεν, αλλ' αφού το έμαθες το εσπέρας, καθώς λέγεις, τα χαράμματα έρχεσαι
και διόλου δεν αναφέρεις ούτε συμβουλήν ζητείς δι' αυτό το ζήτημα, αν πρέπει
δηλαδή να εμπιστευθής τον εαυτόν σου εις αυτόν ή όχι, είσαι δε έτοιμος να
δαπανήσης και τα ιδικά σου και των φίλων σου τα χρήματα, διότι τώρα πλέον έχεις
πεισθή, ότι εξάπαντος πρέπει να πλησιάσης τον Πρωταγόραν, τον οποίον ούτε
γνωρίζεις, καθώς λέγεις, ούτε συνωμίλησες ποτέ έως τώρα με αυτόν, τον ονομάζεις
δε μόνον σοφιστήν· τι πράγμα δε είναι ο σοφιστής, εις τον οποίον πρόκειται να
εμπιστευθής τον εαυτόν σου, αποδεικνύεσαι ότι δεν ηξεύρεις.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Και αυτός, αφ' ου ήκουσε ταύτα,
είπεν· από αυτά τα οποία συ λέγεις,<br />Σωκράτη, φαίνεται ότι έχεις
δίκαιον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Μήπως άρά γε, Ιπποκράτη, ο σοφιστής
τυχαίνει να είναι έμπορος ή<br />παντοπώλης των πραγμάτων, με τα οποία τρέφεται η
ψυχή;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιπποκράτης<br />Εις εμέ τουλάχιστον τοιούτος
φαίνεται· η δε ψυχή με τι τρέφεται,<br />Σωκράτη;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Με μαθήματα βέβαια, είπα εγώ. Και
πρέπει να προσέχωμεν, φίλε μου, να μη μας απατήση ο σοφιστής, ο οποίος επαινεί
εκείνα τα οποία πωλεί, καθώς κάμνουν οι πωλούντες την τροφήν του σώματος, ο
έμπορος δηλαδή και ο παντοπώλης. Διότι και αυτοί δεν γνωρίζουν βέβαια ούτε οι
ίδιοι από τα τρόφιμα τα οποία πωλούν ποίον είναι ωφέλιμον και ποίον βλαβερόν διά
το σώμα· τα επαινούν δε όλα εν ώ τα πωλούν, ούτε εκείνοι οι οποίοι αγοράζουν από
αυτούς ηξεύρουν (ποίον είναι ωφέλιμον και ποίον βλαβερόν) εκτός εάν τύχη κανείς
κάτοχος της γυμναστικής ή ιατρός (2). Τοιουτοτρόπως δε και εκείνοι οι οποίοι
περιφέρουν τα μαθήματα εις διαφόρους πόλεις και τα πωλούν και τα εμπορεύονται
εις εκείνον ο οποίος συμβή να επιθυμή αυτά, επαινούν μεν όλα, όσα πωλούν, ίσως
όμως, φίλτατε, και από τούτους μερικοί να μη γνωρίζουν από εκείνα τα οποία
πωλούν ποίον είναι ωφέλιμον ή ποίον βλαβερόν εις την ψυχήν. Επίσης και εκείνοι
οι οποίοι αγοράζουν από αυτούς, εκτός εάν πάλιν τύχη κανείς έχων ιατρικάς
γνώσεις διά την ψυχήν. Εάν λοιπόν τυχαίνη συ να γνωρίζης από αυτά τα μαθήματα,
ποίον είναι ωφέλιμον και ποίον βλαβερόν διά την ψυχήν, άφοβα ημπορείς να
αγοράσης μαθήματα και από τον Πρωταγόραν και από οποιονδήποτε άλλον· εάν δε δεν
γνωρίζης, πρόσεχε, φίλτατε, μήπως παίξης εις την τύχην και κινδυνεύσης τα
προσφιλέστερα εις τον κόσμον πράγματα. Και βέβαια είναι πολύ μεγαλύτερος
κίνδυνος εις την αγοράν των μαθημάτων ή εις την αγοράν των τροφίμων. Διότι, αφ'
ου αγοράση κανείς τρόφιμα από κανένα παντοπώλην ή έμπορον, ημπορεί να τα
μετακομίση μέσα εις δοχεία, και, προτού τα φάγη ή τα πίη και ούτω τα δεχθή μέσα
εις το σώμα του, ημπορεί να προσκαλέση και τον ειδήμονα να τον συμβουλευθή ποίον
δύναται να φάγη ή να πίη και πόσον από αυτό και πότε· ώστε εις την αγοράν τούτων
δεν υπάρχει μεγάλος κίνδυνος. Τα δε μαθήματα δεν είναι δυνατόν να τα μεταφέρωμεν
μέσα εις άλλο δοχείον, αλλ' είμεθα υποχρεωμένοι, αφ' ου πληρώσωμεν την αξίαν, να
πάρωμεν το μάθημα μέσα εις την ιδίαν ψυχήν μας, και, αφ' ου το μάθωμεν, θ'
αναχωρήσωμεν ή βλαμμένοι ή ωφελημένοι. Ταύτα λοιπόν ας εξετάσωμεν και μαζί με
τους γεροντοτέρους μας· διότι ημείς είμεθα ακόμη νέοι και δεν ημπορούμεν να
κρίνωμεν ασφαλώς διά τόσον δύσκολον πράγμα. Τώρα όμως, μίαν φοράν που
εκινήσαμεν, ας υπάγωμεν και ας ακούσωμεν τον άνδρα, έπειτα, αφ' ου τον
ακούσωμεν, ας το κάμωμεν γνωστόν και εις άλλους· διότι δεν είναι μόνον ο
Πρωταγόρας εκεί, αλλά και ο Ιππίας από την Ήλιδα· νομίζω δε ότι είναι εκεί και ο
Πρόδικος από την Κέαν και άλλοι πολλοί και σοφοί.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Αφ' ου απεφασίσαμεν
αυτά, επηγαίναμεν· όταν δ' εφθάσαμεν εμπρός εις την θύραν, εσταματήσαμεν και
συνωμιλούσαμεν δι' έν ζήτημα, το οποίον εγεννήθη μεταξύ μας εις τον δρόμον· διά
να μη μείνη λοιπόν η ομιλία ατελείωτη, αλλά πρώτα να την τελειώσωμεν και έπειτα
να έμβωμεν, εσταματήσαμεν εμπρός εις την θύραν και συνωμιλούσαμεν, έως ότου
εμείναμεν μεταξύ μας σύμφωνοι· μου φαίνεται λοιπόν ότι ο θυρωρός, κάποιος
ευνούχος, είχε το αυτί του και μας ήκουε· φαίνεται δε ότι ένεκα του πλήθους των
ερχομένων σοφιστών εβαρύνθη εκείνους, οι οποίοι εσύχναζαν εις την οικίαν· όταν
λοιπόν εκτυπήσαμεν την θύραν, αφ' ου ήνοιξε και μας είδεν, ουφ, είπε, κάτι πάλιν
σοφισταί είναι· δεν έχει καιρόν και συγχρόνως γρήγορα-γρήγορα έπιασε την θύραν
με τα δύο του χέρια και με όλην του την δύναμιν μας την έκλεισεν εις τα μούτρα.
Και ημείς εκ νέου εκτυπούσαμεν, και εκείνος κρατών κλεισμένην την θύραν απεκρίθη
και είπεν· ω άνθρωποι, είπε, δεν ηκούσατε, ότι δεν έχει καιρόν; Αλλά, φίλε μου,
είπα εγώ, ούτε εις τον Καλλίαν ερχόμεθα, ούτε σοφισταί είμεθα· ώστε μη φοβείσαι·
ήλθομεν να ίδωμεν τον Πρωταγόραν, επειδή τον χρειαζόμεθα· ειδοποίησε λοιπόν.
Μετά πολλής δυσκολίας ο άνθρωπος επί τέλους μας ήνοιξε την θύραν άμα δ'
εμβήκαμεν, εύρομεν τον Πρωταγόραν, ο οποίος επεριπάτει έμπροσθεν της στοάς· κατά
σειράν δ' επεριπάτουν μαζί με αυτόν από μεν το έν μέρος ο Καλλίας ο υιός του
Ιππονίκου και ο από την ιδίαν μητέρα αδελφός του ο Πάραλος ο υιός του Περικλέους
και ο Χαρμίδης ο υιός του Γλαύκωνος· από δε το άλλο μέρος ο άλλος υιός του
Περικλέους Ξάνθιππος, και ο Φιλιππίδης ο υιός του Φιλομήλου και ο Αντίμοιρος από
την Μένδην (της Θράκης), ο οποίος είναι ο πλέον περίφημος από τους μαθητάς του
Πρωταγόρου και μανθάνει χάριν της τέχνης, διά να γείνη σοφιστής. Εκείνοι δε οι
οποίοι ηκολούθουν οπίσω απ' αυτούς και ηκροάζοντο τα λεγόμενά των, οι μεν
περισσότεροι εφαίνοντο ξένοι, τους οποίους σύρει ο Πρωταγόρας από όλας τας
πόλεις από τας οποίας περνά, μαγεύων αυτούς με την φωνήν του καθώς ο Ορφεύς,
εκείνοι δε ακολουθούν προς το μέρος της φωνής μαγευμένοι· ήσαν δε και μερικοί
από τους εντοπίους μέσα εις την συντροφιά· αυτήν λοιπόν την συντροφιά άμα εγώ
την είδον, ευχαριστήθην βέβαια παρά πολύ. Βλέπων ότι επρόσεχαν καλά να μη
ευρίσκωνται ποτέ εις το έμπροσθεν μέρος του Πρωταγόρου μέσα εις τα πόδια του,
αλλ' όταν αυτός έστρεφεν εις τα οπίσω, και εκείνοι οι οποίοι ευρίσκοντο μαζί
του, με εύμορφον κάπως τρόπον και με τάξιν εχωρίζοντο εις δύο αυτοί οι ακροαταί
του από το έν μέρος και από το άλλο, και βαδίζοντες κυκλοτερώς πάντοτε
ετοποθετούντο όπισθεν του ωραιότατα.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Έπειτα από αυτόν ως
φάσμα διέκρινα, καθώς είπεν ο Όμηρος, τον Ιππίαν από την Ήλιδα, ο οποίος εκάθητο
εις τα έμπροσθεν της αντικρυνής στοάς εις θρόνον· ολόγυρά του δε εκάθηντο εις
θρανία ο Ερυξίμαχος ο υιός του Ακουμενού και ο Φαίδρος από την Μυρρινούντα της
Αττικής και ο Άνδρων ο υιός του Ανδροτίωνος, και από τους ξένους μερικοί
συμπατριώται του και μερικοί άλλοι. Εφαίνοντο δε ότι ηρώτων πότε ο ένας και πότε
ο άλλος τον Ιππίαν διά ζητήματα της φυσικής και διά μερικά αστρονομικά ζητήματα,
εκείνος δε εις τον θρόνον καθήμενος έλυε το ζήτημα καθενός από αυτούς και έδιδεν
εκτεταμένας αποκρίσεις εις τας ερωτήσεις των· διέκρινα δ' επίσης μέσα και τον
Τάνταλον, δηλαδή είχεν έλθει λοιπόν και ο Πρόδικος από την Κέαν· ήτο δε μέσα εις
έν μικρόν δωμάτιον, το οποίον προτήτερα μετεχειρίζετο ως αποθήκην ο Ιππόνικος,
τώρα δε ο Καλλίας ένεκα του πλήθους των διατριβόντων εκεί, αφ' ου άδειασε και
αυτό, το έκαμε κατοικίαν διά τους ξένους. Ο μεν Πρόδικος λοιπόν ήτον ακόμη
πλαγιασμένος, τυλιγμένος μέσα εις μερικά δέρματα και σκεπάσματα παρά πολλά,
καθώς εφαίνετο δε, εκάθηντο πλησίον εις αυτόν επάνω εις τα πλησίον κρεββάτια ο
Παυσανίας από το προάστειον των Κεραμέων και μαζί με αυτόν ένα νέον ακόμη
παιδάριον, καθώς εγώ νομίζω, φυσικά εύμορφον και αγαθόν και κατά την όψιν παρά
πολύ ωραίον. Μου εφάνη ότι ήκουσα να το ονομάζουν Αγάθωνα, και δεν θα μου φανή
παράξενον αν είναι παιδίον ερωμένον του Παυσανίου. Ήτο λοιπόν τούτο το
παιδάριον, και οι δύο Αδείμαντοι, ο υιός του Κήπιδος δηλαδή και ο υιός του
Λευκολοφίδου, εφαίνοντο δε μερικοί άλλοι. Διά ποία δε ζητήματα συνωμίλουν, εγώ
τουλάχιστον που ήμην απ' έξω δεν ημπόρουν να καταλάβω, αν και επεθύμουν με πάθος
ν' ακούσω τον Πρόδικον· διότι μου φαίνεται ότι είναι άνθρωπος πάνσοφος και
θείος· αλλ' επειδή η φωνή του είναι βαρεία, εγίνετο ένας βόμβος μέσα εις το
δωμάτιον και έκαμνεν ώστε να μη διακρίνωνται τα λεγόμενα.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Ύστερ' απ' ολίγο,
αφ' ου είχομεν ημείς εισέλθει, κατόπιν εμβήκεν έπειτα και ο Αλκιβιάδης ο ωραίος,
καθώς συ λέγεις και εγώ το παραδέχομαι, και ο Κριτίας ο υιός του Καλαίσχρου.
Ημείς λοιπόν καθώς εμβήκαμεν, αφ' ου ακόμη ολίγον εχρονοτριβήσαμεν και
παρετηρήσαμεν αυτά, επλησιάσαμεν προς τον Πρωταγόραν και εγώ είπα.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Πρωταγόρα, και εγώ και αυτός εδώ ο
Ιπποκράτης ήλθομεν προς σε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Τι από τα δύο, είπε, θέλετε με
μόνον εμέ να ομιλήσητε ιδιαιτέρως, ή<br />εν ώ είναι μαζί μου και οι
άλλοι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Μας είναι όλως διόλου αδιάφορον,
είπον εγώ· αφ' ου δε ακούσης την<br />αιτίαν, διά την οποίαν ήλθομεν, μόνος σου
σκέψου (τι πρέπει να<br />γείνη).</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ποία λοιπόν, είπεν, είναι η
αιτία, διά την οποίαν ήλθετε;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αυτός εδώ ο Ιπποκράτης, είναι μεν
εντόπιος, υιός του Απολλοδώρου,<br />από μεγάλην και πλουσίαν οικογένειαν· αυτός
δε φαίνεται ότι κατά τα<br />φυσικά προτερήματα είναι ωσάν κάθε ένα της ηλικίας
του. Επιθυμεί<br />δε, καθώς μου φαίνεται, να γείνη πεπαιδευμένος μέσα εις την
πόλιν,<br />νομίζει δε ότι θα κατορθώση τούτο προ πάντων, εάν σπουδάση
πλησίον<br />σου· τώρα λοιπόν συ σκέψου αυτά· τι από τα δύο, νομίζεις ότι
πρέπει<br />να συνομιλήσης μόνος σου με ημάς μόνους, ή να είναι και οι
άλλοι<br />μαζί.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Σωστά, είπε, λαμβάνεις προφυλάξεις
δι' εμέ, Σωκράτη. Διότι ξένος άνθρωπος, ο οποίος πηγαίνει εις μεγάλας πόλεις,
και μέσα εις αυτάς πείθει τους καλυτέρους νέους ν' αφήσουν τας συναναστροφάς των
άλλων, και συγγενών και ξένων, και γερόντων και νέων και να συναναστρέφονται
αυτόν, διά να γείνουν διά της συναναστροφής του καλύτεροι, πρέπει, εν ώ κάμνει
αυτά, να φοβήται· διότι εις αυτά τα πράγματα δεν συμβαίνουν μικροί φθόνοι και
άλλα μίση και επιβουλαί. Εγώ δε λέγω ότι η μεν σοφιστική τέχνη είναι παλαιά, από
δε τους παλαιούς άνδρας, εκείνοι οι οποίοι μετεχειρίζοντο αυτήν, επειδή
εφοβούντο την δυσαρέσκειαν την οποίαν προκαλεί, είχον ως πρόφασιν και
εκρύπτοντο, άλλοι μεν την ποίησιν, καθώς ο Όμηρος και ο Ησίοδος και ο Σιμωνίδης,
άλλοι δε πάλιν τελετάς και προφητείας, καθώς αι του Ορφέως και του Μουσαίου·
μερικοί δε, καθώς εκατάλαβα, και την γυμναστικήν, καθώς ο Ίκκος από τον Τάραντα
και εκείνος ο οποίος ακόμη και τώρα είναι σοφιστής από όλους ανώτερος ο Ηρόδικος
από την Σηλυβρίαν της Θράκης, καταγόμενος δε από τα Μέγαρα· την μουσικήν δε
μετεχειρίσθη ως πρόφασιν και ο ιδικός σας Αγαθοκλής, ο οποίος είναι μεγάλος
σοφιστής, και ο Πυθοκλείδης, από την Κέαν και πολλοί άλλοι. Όλοι αυτοί, καθώς
λέγω, επειδή εφοβήθησαν τον φθόνον, μετεχειρίσθησαν αυτάς τας τέχνας διά
παραπετάσματα· εγώ δε με όλους αυτούς ως προς τούτο δεν συμφωνώ· διότι φρονώ ότι
αυτοί δεν κατώρθωσαν εκείνο το οποίον ηθέλησαν διότι είναι αδύνατον να κρυφθή
κανείς, από εκείνους, οι οποίοι έχουν δύναμιν μέσα εις τας πόλεις να
επιβάλλωνται, ένεκα των οποίων μεταχειρίζεται κανείς αυτάς τας προφάσεις· επειδή
ο κοινός λαός βεβαίως δεν καταλαμβάνει τίποτε απ' αυτά, αλλ' εκείνα τα οποία
αυτοί (οι προύχοντες) διαδώσουν, αυτά επαινεί. Το να θέλη λοιπόν κανείς να
κρυφθή, εν ώ δεν ημπορεί να κρυφθή, αλλά γίνεται ολοφάνερος, είναι και πολύ
ανόητος δουλειά, και χωρίς άλλο κάμνει τους ανθρώπους να τον μισούν
περισσότερον· διότι νομίζουν ότι εκείνος που κάμνει αυτά, κοντά εις τα άλλα
είναι και κατεργάρης. Εγώ λοιπόν δεν ηκολούθησα τούτους, αλλ' όλως διόλου τον
εναντίον δρόμον, και ομολογώ ότι και σοφιστής είμαι και ανθρώπους διδάσκω, και
νομίζω ότι αυτή η προφύλαξις είναι καλυτέρα από εκείνην, το να ομολογώ δηλαδή το
επάγγελμά μου μάλλον παρά να το αρνούμαι· κοντά δε εις αυτήν έχω σκεφθή και
άλλας προφυλάξεις, ώστε, διά να είπω την αλήθειαν, δεν έπαθον κανέν κακόν, διότι
ομολογώ ότι είμαι σοφιστής. Αν και είναι έως τώρα πολλά βεβαίως έτη που
εξακολουθώ αυτήν την τέχνην· διότι και όλα ομού τα χρόνια της ηλικίας μου είναι
πολλά· και δεν είναι κανείς από όλους σας, του οποίου να μη είμαι πατήρ κατά τα
χρόνια· ώστε θα είναι παρά πολύ ευχάριστον εις εμέ, εάν θέλετε τίποτε, δι' όλα
όσα επιθυμείτε να ομιλήσωμεν εμπρός εις όλους όσοι είναι μέσα.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Και εγώ — διότι
υπωψιάσθην ότι αυτός επιθυμεί να επιδειχθη εις τον Πρόδικον και εις τον Ιππίαν
και να καμαρώση, ότι έχομεν έλθει διότι είμεθα θαυμασταί του — είπον.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Διατί να μη καλέσωμεν και τον
Πρόδικον και τον Ιππίαν και όσους<br />είναι μαζί των, διά ν' ακροασθώσι την
συνομιλίαν μας;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Βεβαιότατα, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Καλλίας<br />Επιθυμείτε λοιπόν, είπεν ο Καλλίας,
να βάλωμεν γύρω καθέδρας, διά<br />να συνομιλήτε καθήμενοι;</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Εγνωμοδοτήσαμεν ότι
χρειάζονται· ημείς δε όλοι χαίροντες ότι θ' ακούσωμεν άνδρας σοφούς, μόνοι μας
επιάσαμεν τα θρανία και τα κρεββάτια και τα ετοποθετήσαμεν πλησίον του Ιππίου·
διότι εκεί υπήρχον από προτήτερα τα θρανία. Εις τούτο δε το μεταξύ έφθασαν και ο
Κριτίας και ο Αλκιβιάδης οδηγούντες τον Πρόδικον, τον οποίον εσήκωσαν από το
κρεββάτι, και εκείνους που ήσαν μαζί με τον Πρόδικον. Αφ' ου δε όλοι εκαθίσαμεν
μαζί, ο Πρωταγόρας είπε· τώρα λοιπόν, Σωκράτη, που και αυτοί εδώ είναι παρόντες,
ημπορείς να είπης εκείνα τα οποία μου ανέφερες προ ολίγου διά τον νέον
τούτον.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Θ' αρχίσω, Πρωταγόρα, να σου είπω
εκείνα διά τα οποία ήλθον, με τα<br />ίδια λόγια με τα οποία ήρχισα προ ολίγου.
Αυτός εδώ δηλαδή ο<br />Ιπποκράτης συμβαίνει να επιθυμή πολύ την συναναστροφήν
σου· λέγει<br />δε ότι ευχαρίστως επιθυμεί να μάθη τι θα ωφεληθή, εάν
φοιτήση<br />πλησίον σου. Τόσον μόνον έχω να είπω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Έλαβε λοιπόν τον λόγον ο Πρωταγόρας και
είπε·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Παιδί μου, θα λάβης την εξής
ωφέλειαν, εάν έλθης κοντά μου, την<br />ημέραν κατά την οποίαν θα συνομιλήσης μαζί
μου, θα υπάγης εις το<br />σπίτι σου, αφ' ου γείνης καλύτερος παρ' ό,τι ήσο, και
την ακόλουθον<br />ημέραν το ίδιον θα συμβή και κατ' εξακολούθησιν κάθε ημέραν
θα<br />προκόπτης εις το καλύτερον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Και εγώ, αφ' ου ήκουσα αυτά, είπον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Πρωταγόρα, τούτο που λέγεις δεν είναι
διόλου παράξενον, αλλά φυσικόν πράγμα, διότι και συ, αν και έχεις τόσον μεγάλην
ηλικίαν και είσαι τόσον σοφός, εάν σε διδάξη κανείς εκείνο το οποίον συμβαίνει
να μη γνωρίζης, θα εγίνεσο καλύτερος· δεν ζητούμεν όμως τούτο, αλλά το εξής· αν
λόγου χάριν τώρα έξαφνα ο Ιπποκράτης αυτός εδώ ήλλασσεν επιθυμίαν και επεθύμει
την συναναστροφήν τούτου του νέου, ο οποίος τώρα εσχάτως ήλθεν εις τον τόπον
μας, του Ζευξίππου δηλαδή από την Ηράκλειαν, και αφ' ου ήθελεν υπάγει κοντά εις
αυτόν, καθώς τώρα έρχεται κοντά εις σε, ήθελεν ακούσει από αυτόν αυτά τα ίδια,
τα οποία ακούει από σε, ότι δηλαδή συναναστρεφόμενος αυτόν κάθε ημέραν θα
γίνεται καλύτερος και θα προκόπτη· εάν τον ερωτήση πάλιν εις τι πράγμα λέγεις
ότι θα γείνω καλύτερος και εις τι πράγμα θα προκόψω; Ο Ζεύξιππος θα είπη εις
αυτόν, ότι θα προκόψη εις την ζωγραφικήν και εάν, αφού αντάμωνε τον Ορθαγόραν
τον Θηβαίον, ήθελεν ακούσει και από εκείνον αυτά τα ίδια, τα οποία ακούει από
σε, θα τον ηρώτα πάλιν εις τι πράγμα θα γίνηται καθ' ημέραν καλύτερος, εάν
συναναστρέφηται εκείνον, θα του έλεγε βεβαίως και αυτός ότι θα γείνη καλύτερος
εις το παίξιμον του αυλού· έτσι λοιπόν και συ ειπέ εις τον νέον και εις εμέ ο
οποίος σ' ερωτώ δι' αυτόν· αυτός εδώ ο Ιπποκράτης, αν φοιτήση κοντά εις τον
Πρωταγόραν, την ημέραν κατά την οποίαν θα τον συναναστραφή, θ' αναχωρήση αφ' ου
γείνη καλύτερος καθώς και κάθε μίαν από τας άλλας ημέρας θα προκόψη πολύ, αλλά
εις τι πράγμα, Πρωταγόρα, και διά ποίον σκοπόν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Και ο Πρωταγόρας, αφ' ου ήκουσεν αυτά από εμέ,
είπε:</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Και συ καλά ερωτάς, Σωκράτη, και
εγώ αισθάνομαι χαράν ν'<br />αποκρίνωμαι εις εκείνους οι οποίοι καλά μ' ερωτούν. Ο
Ιπποκράτης<br />λοιπόν, όταν έλθη κοντά μου, δεν θα πάθη εκείνα, τα οποία
θα<br />επάθαινεν, εάν εγίνετο φοιτητής εις κανένα άλλον από τους
σοφιστάς·<br />διότι οι μεν άλλοι καταστρέφουν τους νέους· εν ώ ούτοι
αποφεύγουν<br />τας τέχνας, αυτοί πάλιν εκ νέου τους σύρουν χωρίς να θέλουν
και<br />τους ρίπτουν μέσα εις τας τέχνας, διδάσκοντες λογαριασμούς
και<br />αστρονομίαν και γεωμετρίαν και μουσικήν — και συγχρόνως έρριψε<br />βλέμμα
προς τον Ιππίαν — , όταν δ' έλθη κοντά εις εμέ, δεν θα μάθη<br />διά κανέν άλλο
πράγμα, παρά δι' εκείνο, διά το οποίον ήλθε. Το δε<br />μάθημά μου είναι η ορθή
σκέψις διά τα πράγματα της οικίας, διά να<br />ημπορή να διοική όσον το δυνατόν
καλύτερον το σπιτικόν του, και διά<br />τα πράγματα της πόλεως, διά να είναι
ικανώτατος να ομιλή δι' όσα<br />αναφέρονται εις την πόλιν και να εκτελή
αυτά.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Άρά γε, είπον εγώ, να εκατάλαβα
αυτά που λέγεις; Διότι μου φαίνεται<br />ότι ομιλείς διά την πολιτικήν τέχνην και
υπόσχεσαι ότι κάμνεις τους<br />ανθρώπους καλούς πολίτας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αυτό λοιπόν ακριβώς, Σωκράτη,
είναι, είπε, το έργον, το οποίον<br />επαγγέλλομαι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Καλήν λοιπόν τέχνην, είπον εγώ,
κατέχεις, εάν την κατέχης· διότι<br />τίποτε άλλο βέβαια δεν θα σου είπω παρά
εκείνα τα οποία σκέπτομαι.<br />Εγώ δηλαδή, Πρωταγόρα, ενόμιζον ότι τούτο το
πράγμα δεν είναι<br />δυνατόν να διδαχθή, αλλ' αφ' ου συ το λέγεις, δεν έχω λόγον
να<br />δείξω δυσπιστίαν. Έχω όμως το δικαίωμα να είπω διατί φρονώ ότι αυτό<br />δεν
είναι δυνατόν να διδαχθή, ούτε να μεταδοθή από ανθρώπους εις<br />άλλους
ανθρώπους.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Διότι εγώ, καθώς και
οι άλλοι Έλληνες, λέγω ότι οι Αθηναίοι είναι σοφοί. Βλέπω λοιπόν, όταν
συναθροισθώμεν εις την συνέλευσιν, ότι, όταν μεν είναι χρεία να εκτελέση τίποτε
η πόλις αναφερόμενον εις οικοδομήσεις, προσκαλεί ως συμβούλους δι' εκείνα που θα
οικοδομήση τους οικοδόμους, όταν δε πρόκειται διά ναυπηγήσεις, προσκαλεί τους
ναυπηγούς, και με τον ίδιον τρόπον εκτελεί όλα τα άλλα, όσα νομίζουν ότι μπορεί
κανείς να τα μάθη και ότι είναι δυνατόν να διδαχθώσιν. Εάν δε προβάλη κανείς
άλλος να τους συμβουλεύση, τον οποίον εκείνοι νομίζουν ότι δεν είναι τεχνίτης,
και παρά πολύ ωραίος και πλούσιος και ευγενής αν είναι, όχι μόνον μ' όλα του
αυτά δεν τον ακούουν, αλλά και τον περιγελούν και κάμνουν θόρυβον έως ότου ο
ίδιος, ο οποίος επρόβαλε να ομιλήση, σηκωθή να φύγη, ή οι τοξόται (δηλαδή οι
κλητήρες) τον σύρουν εκείθεν ή τον πετάξουν έξω κατά διαταγήν των πρυτάνεων
(δηλαδή των προέδρων). Δι' εκείνα λοιπόν τα πράγματα, διά τα οποία χρειάζεται
τέχνη, τοιουτοτρόπως κάμνουν· όταν δε ήθελεν είναι χρεία να σκεφθώσι και
αποφασίσωσι διά κανέν πράγμα που αποβλέπει εις την διοίκησιν της πόλεως,
σηκώνεται και τους συμβουλεύει οποιοσδήποτε και αν είναι αδιακρίτως, κτίστης,
χαλκωματάς, πετσωματάς, έμπορος, πλοίαρχος, πλούσιος, πτωχός, ευγενής,
πρόστυχος, και κανείς δεν τον μαλώνει, όπως μαλώνουν τους προηγουμένους, ότι
τάχα χωρίς να είχον κανένα διδάσκαλον, έπειτα τολμούν να συμβουλεύσουν· διότι,
καθώς φαίνεται, νομίζουν ότι τούτο το πράγμα δεν είναι δυνατόν να το διδαχθή
κανείς· και όχι μόνον η κοινωνία γενικώς της πόλεως έτσι κάμνει, αλλά και
ιδιαιτέρως μεταξύ μας οι πλέον σοφοί και οι καλύτεροι από τους πολίτας εκείνην
την ικανότητα, την οποίαν έχουν, δεν είναι ικανοί να την παραδώσουν εις άλλους·
επειδή και ο Περικλής, ο πατήρ τούτων εδώ των παιδίων, εκείνα μεν τα πράγματα,
τα οποία εξηρτώντο από διδασκάλους, τους τα έμαθε καλά και σωστά, εκείνα δε εις
τα οποία αυτός ο ίδιος είναι σοφός, ούτε ο ίδιος τους τα διδάσκει ούτε εις
κανέναν άλλον τους παραδίδει να τα μάθουν· αλλά μόνοι των περιτριγυρίζουν και
βόσκουν ωσάν λυτά ζώα, μήπως πουθενά τυχαίως συναντήσουν εμπρός των την
ικανότητα. Εάν δε θέλης και άλλο παράδειγμα, αυτός ο ίδιος ο Περικλής, επίτροπος
του Κλεινίου, νεωτέρου αδελφού τούτου εδώ του Αλκιβιάδου, επειδή εφοβείτο δι'
αυτόν μήπως ο Αλκιβιάδης τον διαφθείρη, τον εχώρισεν από αυτόν και τον παρέδωκεν
εις τον (αδελφόν του) Αρίφρονα να τον διδάξη· και προτού περάσουν έξ μήνες, ο
Αρίφρων τον έδωκεν οπίσω εις αυτόν, διότι δεν ήξευρε τι να τον κάμη. Ημπορώ δε
να σου αναφέρω και όσους θέλεις άλλους, οι οποίοι, εν ώ οι ίδιοι ήσαν ικανοί,
δεν κατώρθωσαν να κάμουν ποτέ έως τώρα κανένα ικανόν ούτε από τους συγγενείς των
ούτε από τους ξένους. Εγώ λοιπόν, Πρωταγόρα, έχων υπ' όψει αυτά τα παραδείγματα,
νομίζω ότι η ικανότης είναι πράγμα που δεν ημπορεί να διδαχθή· επειδή όμως σε
ακούω να λέγης αυτά, υποχωρώ και νομίζω ότι κάτι λέγεις, διότι θεωρώ ότι έχεις
αποκτήσει πείραν πολλών πραγμάτων, ότι έχεις μάθει δε πολλά, και ότι άλλα πάλιν
έχεις ανακαλύψει μόνος σου. Εάν λοιπόν ημπορής να μας αποδείξης καθαρώτερα ότι η
ικανότης είναι πράγμα το οποίον δύναται να διδαχθή, μη καταδεχθής να μας το
κρύψης, αλλά δείξε το εις ημάς.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά, Σωκράτη, είπε, δεν θα σας
το κρύψω· αλλά τι από τα δύο<br />θέλετε; θέλετε ως γέρων εις νέους να σας το
αποδείξω διηγούμενος<br />ένα μύθον(3), ή θέλετε να το πραγματευθώ με λογικάς
αποδείξεις;</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Πολλοί λοιπόν από
τους εκεί καθημένους απεκρίθησαν εις αυτόν ότι ημπορεί να πραγματευθή το ζήτημα
με οποιονδήποτε θέλει από τους δύο τρόπους.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Εγώ λοιπόν νομίζω, είπεν, ότι είναι
πλέον ευχάριστον να σας διηγηθώ ένα μύθον: Υπήρξε κάποτε καιρός, που οι μεν θεοί
υπήρχον, τα διάφορα δε γένη που αποθνήσκουν δεν υπήρχον. Όταν δε ήλθεν ο
διωρισμένος καιρός διά να γείνουν και αυτά, οι θεοί τα εσχημάτισαν εις το
εσωτερικόν της γης από χώμα και φωτιάν αναμίξαντες και από όσα ανακατεύονται με
την φωτιάν και το χώμα. Όταν δ' επρόκειτο να τα φέρουν εις το φως, επρόσταξαν
τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα στολίσουν και να μοιράσουν εις καθένα
δυνάμεις όπως τους αρμόζει. Ο δε Επιμηθεύς παρακαλεί τον Προμηθέα να τον αφήση
να μοιράση αυτός, αφ' ου δε εγώ μοιράσω, είπε, συ έπειτα να κάμης επιθεώρησιν·
και τοιούτοτρόπως, αφ' ου τον εκατάφερεν, έκαμεν αυτός την μοιρασιά. Καθώς
λοιπόν εμοίραζεν, εις άλλα μεν επροσκολλούσε δύναμιν χωρίς ταχύτητα, τα δε πλέον
αδύνατα εστόλιζε με ταχύτητα· εις άλλα δε έδιδεν όπλα, εις εκείνα δε εις τα
οποία έδιδε φύσιν χωρίς όπλα εφεύρισκε κάποιαν άλλην δύναμιν διά να σώζωνται.
Διότι εκείνα μεν από αυτά, τα οποία ενέδυε με μικρότητα, τους εμοίραζε πτερά διά
να φεύγουν ή κατοικίαν κάτω εις την γην διά να κρύπτωνται· εκείνα δε τα οποία
ηύξανε διά της μεγαλότητος, τους έδιδεν ως μέσον σωτηρίας αυτήν την ιδίαν
μεγαλότητα· και τα άλλα τοιουτοτρόπως εμοίραζεν, ώστε να υπάρχη μεταξύ των
ισότης. Αυτούς δε τους τρόπους εφεύρισκεν, επειδή εφοβείτο μήπως κανέν από τα
γένη αυτά καταστραφή. Αφ' ου δε τους έδωκεν αρκετά μέσα, διά να ξεφεύγουν την
καταστροφήν τα μεν από τα δε, εφεύρισκε τρόπον, διά να προφυλάττωνται από τας εκ
του Διός προερχομένας εποχάς του έτους, ενδύων αυτά με πυκνάς τρίχας και στερεά
δέρματα, διά να προφυλαχθώσιν από το ψύχος και να δύνανται να προφυλαχθώσι και
από την ζέστην· και διά να υπάρχουν αυτά τα ίδια εις καθέν ως στρώμα ιδικόν του
και το οποίον φυτρώνει μόνον του, όταν πηγαίνουν να κοιμηθώσι· και υποκάτω από
τα πόδια των εις άλλα μεν έβαλεν οπλάς, εις άλλα όνυχας και δέρματα στερεά και
χωρίς αίμα. Έπειτα από τούτο επρομήθευεν εις αυτά τροφάς άλλην εις το έν και
άλλην εις το άλλο, εις άλλα μεν χορτάρια από την γην, εις άλλα καρπούς δένδρων,
εις άλλα ρίζας, εις μερικά δ' έδωκε να τρέφωνται τρώγοντα άλλα ζώα· εις άλλα
έδωκε να γεννώσιν ολίγα, εις εκείνα δε, τα οποία αυτά καταστρέφουν, έδωκε να
γεννώσι πολλά, διά να σώζηται με τούτον τον τρόπον το γένος των. Επειδή λοιπόν ο
Επιμηθεύς δεν ήτο παρά πολύ φρόνιμος, χωρίς να το καταλάβη, εξώδευσεν όλας τας
δυνάμεις· έμενε λοιπόν εις αυτόν ακόμη αστόλιστον το γένος των ανθρώπων, και δεν
ήξευρε τι να το κάμη. Εν ώ δ' ευρίσκετο εις αμηχανίαν, έρχεται ο Προμηθεύς, διά
να επιθεωρήση την μοιρασιά, και βλέπει ότι τα μεν άλλα ζώα είχον εν τάξει όλα, ο
δε άνθρωπος έμεινε γυμνός, χωρίς υποδήματα, χωρίς στρώμα και χωρίς όπλα· έφθασε
δε πλέον και η διωρισμένη ημέρα, κατά την οποίαν έπρεπε και ο άνθρωπος να εξέλθη
από την γην εις το φως. Επειδή λοιπόν ο Προμηθεύς ευρίσκετο εις αμηχανίαν και
δεν ήξευρε ποίον μέσον σωτηρίας να εύρη διά τον άνθρωπον, έκλεψεν από τον
Ήφαίστον και την Αθηνάν την σοφίαν των τεχνών μαζί με την φωτιάν — διότι είναι
αδύνατον να αποκτήση κανείς ή να μεταχειρισθή αυτήν την σοφίαν χωρίς την φωτιά —
και έτσι λοιπόν την εχάρισεν εις τον άνθρωπον. Την μεν λοιπόν σοφίαν, την οποίαν
χρειάζεται ο άνθρωπος διά να ζήση, την έλαβε κατ' αυτόν τον τρόπον, την
πολιτικήν όμως σοφίαν δεν την είχε, διότι ευρίσκετο πλησίον του Διός· εις δε τον
Προμηθέα δεν επετρέπετο πλέον να εμβή εις την Ακρόπολιν που εκατοικούσεν ο Ζευς·
εκτός δε τούτου και οι φύλακες του Διός επροξένουν φόβον· εμβήκεν όμως κρυφά εις
το σπίτι που εκατοικούσαν μαζί η Αθηνά και ο Ήφαιστος και κατεγίνοντο εις τας
τέχνας· και αφ' ου έκλεψε την τέχνην του Ηφαίστου, η οποία γίνεται με την φωτιά
και την άλλην τέχνην της Αθηνάς, την έδωκεν εις τον άνθρωπον, και ένεκα τούτου
ημπορεί ο άνθρωπος εύκολα να ζη· ο δε Προμηθεύς υστερώτερα εξ αιτίας του
Επιμηθέως, καθώς λέγουν, ετιμωρήθη διά την κλοπήν.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Επειδή δε ο άνθρωπος
έλαβε μέρος θεϊκής δυνάμεως, μόνον αυτός από τα ζώα ένεκα της συγγενείας του με
τον θεόν ελάτρευσε θεούς και ήρχισε να υψώνη θυσιαστήρια, και αγάλματα θεών·
έπειτα διά μέσου της τέχνης έκαμε γρήγορα ήχους φωνής, και λέξεις ενάρθρους και
εφεύρηκεν οικίας και φορέματα και υποδήματα και κρεββάτια και τροφάς από την
γην. Αφ' ου απέκτησαν λοιπόν τοιαύτα εφόδια οι άνθρωποι, εις την αρχήν
εκατοικούσαν σκορπισμένοι εδώ και εκεί, πόλεις δε δεν υπήρχον· κατεστρέφοντο
λοιπόν από τα θηρία, διότι εις όλα τα μέρη ήσαν πλέον αδύνατοι από αυτά και η
κατασκευαστική των τέχνη τους εβοήθει μεν αρκετά, διά να ευρίσκουν τροφήν, δεν
ήτο όμως αρκετή, διά να πολεμούν τα θηρία· διότι δεν είχον ακόμη την πολιτικήν
τέχνην, της οποίας μέρος είναι η πολεμική. Εζήτουν λοιπόν να συναθροίζωνται και
να σώζωνται κτίζοντες πόλεις· ότε λοιπόν ήθελον συναθροισθή, αδικούσαν ο είς τον
άλλον, διότι δεν είχον την πολιτικήν τέχνην, ώστε σκορπιζόμενοι εκ νέου
κατεστρέφοντο. Ο Ζευς λοιπόν, επειδή εφοβήθη διά το γένος μας, μη χαθή
ολόκληρον, έστειλε τον Ερμήν να φέρη εις τους ανθρώπους την ευσέβειαν και την
δικαιοσύνην, διά να φέρουν την τάξιν εις τας πόλεις και να συνενώσωσι τους
ανθρώπους διά των δεσμών της αγάπης. Ηρώτησε λοιπόν ο Ερμής τον Δία με ποιον
τρόπον να δώση την δικαιοσύνην και την ευσέβειαν εις τους ανθρώπους· θα τας
μοιράσω είπε, και αυτάς με τον ίδιον τρόπον που εμοιράσθησαν και αι τέχναι;
Εμοιράσθησαν δε αι τέχναι ως εξής· είς λόγου χάριν που έχει την ιατρικήν τέχνην
είναι αρκετός διά πολλούς που δεν την ηξεύρουν, έτσι γίνεται και με τους άλλους
τεχνίτας· έτσι λοιπόν θα βάλω και την δικαιοσύνην και την ευσέβειαν μέσα εις
τους ανθρώπους ή θα τας μοιράσω εις όλους; θα τας μοιράσης εις όλους, είπεν ο
Ζευς, και όλοι να λάβουν μέρος από αυτάς· διότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν
πόλεις, αν ολίγοι μόνον λάβουν μέρος από αυτάς, καθώς συμβαίνει εις τας άλλας
τέχνας· και βάλε νόμον εκ μέρους μου, εκείνον ο οποίος δεν ημπορεί να λάβη μέρος
ευσεβείας και δικαιοσύνης να τον θανατώνουν ως αρρώστιαν της πόλεως. Έτσι
λοιπόν, Σωκράτη, και δι' αυτάς τας αιτίας και οι άλλοι άνθρωποι και οι Αθηναίοι,
όταν πρόκειται να γείνη συζήτησις διά ικανότητα εις την τεκτονικήν ή εις καμμίαν
άλλην κατασκευαστικήν τέχνην, φρονούν ότι ολίγοι πρέπει να λαμβάνουν μέρος και
να συμβουλεύουν, και αν συμβουλεύη κανείς έξω από τους ολίγους τούτους, δεν τον
υποφέρουν, καθώς συ λέγεις· ορθώς δε κάμνουν, λέγω εγώ· όταν όμως προβώσιν εις
συμβουλήν, η οποία χρειάζεται πολιτικήν ικανότητα που πρέπει να προβαίνη με όλην
την δικαιοσύνην και την φρονιμάδα, ευλόγως υποφέρουν τότε κάθε άνθρωπον να είπη
την γνώμην του, διότι πρέπει ή κάθε άνθρωπος ν' αποκτήση αυτό το προτέρημα, ή να
μη υπάρχουν πόλεις. Αυτή, Σωκράτη, είναι η αιτία τούτου του πράγματος· διά να μη
νομίσης δε ότι σε απατώ λέγων, ότι πραγματικώς όλοι οι άνθρωποι μετέχουν από
δικαιοσύνην και από τα λοιπά πολιτικά προτερήματα, πάρε λοιπόν ως απόδειξιν και
το εξής. Εις τα άλλα προτερήματα, καθώς συ λέγεις, αν είπη κανείς ότι είναι λ.
χ. ικανός αθλητής, ή εις οποιανδήποτε άλλην τέχνην, εάν δεν είναι ικανός, οι
άνθρωποι ή τον περιπαίζουν ή θυμώνουν, και οι συγγενείς του πλησιάζουν και τον
μαλώνουν λέγοντες ότι ετρελλάθη· προκειμένου δε διά την δικαιοσύνην και τα άλλα
πολιτικά προτερήματα, αν μάθουν ότι κανείς είναι άδικος, εάν αυτός ο ίδιος
έμπροσθεν πολλών ανθρώπων λέγη την αλήθειαν εναντίον του εαυτού του (ότι δηλαδή
δεν έχει δικαιοσύνην και άλλα πολιτικά προτερήματα), εκείνο το οποίον θα
εθεώρουν εις άλλην περίστασιν ως φρονιμάδα, το να λέγη δηλαδή κανείς την
αλήθειαν, εις αυτήν την περίστασιν το θεωρούν ως τρέλλαν, και λέγουν ότι πρέπει
όλοι να λέγουν ότι είναι δίκαιοι, και αν είναι και αν δεν είναι· αλλέως εκείνος,
ο οποίος δεν προσποιείται ότι είναι δίκαιος, είναι τρελλός· διότι είναι
αναπόφευκτον να μη υπάρχη κανείς ο οποίος να μη μετέχη οπωσδήποτε από αυτό, ή
αλλέως πρέπει αυτός να μη υπάρχη μεταξύ των ανθρώπων.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Περί του ότι λοιπόν
παραδέχονται ευλόγως κάθε άνθρωπον ως σύμβουλον, όταν χρειασθή αυτή η αρετή,
επειδή νομίζουν ότι ο καθείς έχει μέρος από αυτήν, αυτά έχω να είπω· ότι δε
νομίζουν εξ άλλου μέρους ότι αυτή η αρετή δεν είναι φυσικόν χάρισμα, ούτε
έρχεται μόνη της εις εκείνον ο οποίος την έχει, αλλά κατόπιν διδασκαλίας και
φροντίδος, τούτο έπειτα από το πρώτον θα προσπαθήσω να σ' αποδείξω. Πραγματικώς,
δι' όσα κακά νομίζει ένας άνθρωπος ότι έχει ο άλλος άνθρωπος εκ φύσεως ή εκ
τύχης, κανείς δεν θυμώνει, ούτε νουθετεί, ούτε διδάσκει, ούτε τιμωρεί εκείνους
που έχουν αυτά διά να τους κάμη να μη είναι τοιούτοι, αλλά τους λυπούνται· τους
ασχήμους λ. χ. ή τους μικρούς ή τους αδυνάτους ποίος είναι τόσον ανόητος ώστε να
κάμη εις αυτούς κανέν από αυτά που λέγομεν; Διότι αυτά μεν, νομίζω, γνωρίζουν οι
άνθρωποι ότι συμβαίνουν εις τους ανθρώπους εκ φύσεως και εκ τύχης, τα ωραία
δηλαδή και τα εναντία εις αυτά· όσα δε αγαθά νομίζουν ότι αποκτώσιν οι άνθρωποι
έπειτα από επιμέλειαν και γύμνασιν και διδασκαλίαν, αν κανείς δεν έχη αυτά, αλλ'
έχη τα κακά τα εναντία εις αυτά, δι' αυτά βεβαίως γίνονται και οι θυμοί και αι
τιμωρίαι και αι νουθεσίαι. Από τα οποία κακά έν είναι και η αδικία και η ασέβεια
και γενικώς κάθε τι, το οποίον είναι εναντίον εις την πολιτικήν αρετήν· και τότε
ίσα — ίσα ο καθείς θυμώνει και νουθετεί οποιονδήποτε, διότι ηδύνατο ν' αποκτήση
την αρετήν ταύτην, αν εφρόντιζε και την εμάνθανε. Διότι, αν ήθελες να καταλάβης,
Σωκράτη, τι δύναμιν έχει το να τιμωρώνται οι αδικούντες, αυτό ήθελε σε διδάξει,
ότι οι άνθρωποι νομίζουν ότι η αρετή δύναται ν' αποκτηθή. Διότι κανείς δεν
τιμωρεί εκείνους που αδικούν έχων εις τούτο την προσοχήν του εστραμμένην και διά
ταύτην την αιτίαν, διότι δηλ. ηδίκησαν, εκτός μόνον εκείνος, ο οποίος τιμωρεί
χωρίς να σκέπτηται, ως θηρίον· εκείνος δε, ο οποίος αναλαμβάνει να τιμωρή
λογικώς, δεν τιμωρεί ένεκα του αδικήματος, το οποίον επέρασε πλέον — διότι με
τούτο δεν ημπορεί βέβαια να κάμη να μη γείνη εκείνο που έγεινεν — αλλά τιμωρεί
χάριν του μέλλοντος, διά να μη αδικήση πάλιν μήτε αυτός ο ίδιος ο τιμωρηθείς,
μήτε κανείς άλλος, ο οποίος είδεν αυτόν να τιμωρηθή· και σκέπτεται
τοιουτοτρόπως, επειδή καταλαμβάνει ότι η αρετή ημπορεί ν' αποκτηθή διά της
παιδείας· τιμωρεί λοιπόν, διά ν' αποτρέψη ένα άλλον από το κακόν. Αυτήν λοιπόν
την ιδέαν έχουν όλοι, όσοι τιμωρούν και ιδιαιτέρως και δημοσίως· εκδικούνται δε
και τιμωρούν όσους νομίζουν ότι αδικούν και οι άλλοι άνθρωποι και οι συμπολίται
σου Αθηναίοι επίσης· ώστε σύμφωνα με αυτήν την σκέψιν και οι Αθηναίοι είναι από
εκείνους, οι οποίοι νομίζουν ότι η αρετή αποκτάται και διδάσκεται. Ότι λοιπόν
ευλόγως παραδέχονται οι συμπολίται σου, όταν συμβουλεύη εις τα πολιτικά κανείς
χαλκωματάς και πετσωματάς, και ότι θεωρούν ότι η αρετή είναι πράγμα που
διδάσκεται και αποκτάται, σου το έχω αποδείξει αρκετά, Σωκράτη, καθώς
τουλάχιστον μου φαίνεται.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Απομένει λοιπόν
ακόμη να λυθή η απορία, την οποίαν έχεις διά τους αγαθούς άνδρας, διατί τάχα οι
αγαθοί άνδρες κατά μεν τα άλλα διδάσκουν τους υιούς των εκείνα, τα οποία
χρειάζονται διδασκάλους και τους κάμνουν σοφούς, κατά δε την αρετήν, εις την
οποίαν αυτοί διαπρέπουν, δεν τους κάμνουν διόλου καλυτέρους. Δι' αυτό λοιπόν το
ζήτημα, Σωκράτη, δεν θα σου είπω πλέον μύθον, αλλ' απόδειξιν· σκέψου λοιπόν κατά
τον εξής τρόπον τι από τα δύο, υπάρχει έν πράγμα ή δεν υπάρχει, από το οποίον
είναι απαραίτητον όλοι οι πολίται να μετέχουν, εάν πρόκειται να υπάρξη πόλις;
Διότι διά τούτου λύεται αύτη η απορία την οποίαν έχεις, ή πουθενά αλλού δεν
λύεται. Διότι, εάν μεν υπάρχη και τούτο το έν, δεν είναι δε τούτο ούτε η
τεκτονική ούτε η χαλκευτική ούτε η κεραμευτική τέχνη, αλλά η δικαιοσύνη και η
σωφροσύνη και το να είναι κανείς θεάρεστος και γενικώς αυτό ονομάζω ότι είναι το
έν, η αρετή του ανθρώπου· εάν τούτο υπάρχη, από το οποίον πρέπει όλοι να
μετέχουν και κάθε άνθρωπος, αν θέλη να μάθη και να εκτελέση κανέν άλλο έργον,
έτσι μόνον να το εκτελή, μόνον μαζί με τούτο, χωρίς δε τούτο να μη το εκτελή· ή
εκείνον ο οποίος δεν είναι μέτοχος τούτου πρέπει και να τον διδάσκωμεν και να
τον τιμωρώμεν· και παιδίον και ανήρ και γυνή αν είναι, έως ότου τιμωρούμενος να
γείνη καλύτερος, όποιος δε τιμωρούμενος και διδασκόμενος δεν υπακούει, τούτον να
τον εκδιώκωμεν από τας πόλεις ή να τον θανατώνωμεν, διότι είναι αθεράπευτος·
αφού δε είναι έτσι, οι αγαθοί άνδρες, αν τα μεν άλλα πράγματα διδάσκωσι τους
υιούς των, τούτο δε δεν το διδάσκωσι (δηλαδή την αρετήν), σκέψου τότε ότι οι
αγαθοί άνδρες θα παράγωνται μόνον ως εκ θαύματος· διότι υποθέτω ότι αυτό το
πράγμα φρονούν ότι ημπορεί να διδαχθή και ιδιαιτέρως και δημοσίως· αφ' ου δε
ημπορεί να διδαχθή και να υπηρετηθή, τα μεν άλλα πράγματα διά τα οποία δεν
υπάρχει ως τιμωρία ο θάνατος, τα διδάσκουν λοιπόν εις τους υιούς των, αν ούτοι
δεν τα ηξεύρουν, εκείνο δε (δηλ. η αρετή), διά το οποίον εις τα παιδιά των και η
τιμωρία είναι θάνατος και εξορίαι αν δεν το μάθουν, μήτε τους περιποιηθούν διά
να γείνουν ενάρετοι, και δι' αυτό εκτός του θανάτου γίνονται δημεύσεις
περιουσιών και, διά να είπωμεν μ' ένα λόγον, γενικαί των οικογενειών
καταστροφαί, αυτό δε ημπορεί να μη το διδάσκουν ούτε να καταβάλλουν δι' αυτό
κάθε επιμέλειαν; Πρέπει βέβαια, Σωκράτη, να νομίζωμεν ότι ναι.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Και αφ' ου αρχίσουν
από τότε που οι υιοί των είναι μικρά παιδιά, τους διδάσκουν και τους νουθετούν
μέχρι τέλους της ζωής των ευθύς που αρχίση κανείς να καταλαμβάνη όσα του λέγουν,
και η παραμάννα και η μήτηρ και ο παιδαγωγός και ο ίδιος ο πατήρ συναγωνίζονται
το πράγμα, διά να γείνη δηλαδή το παιδίον όσον το δυνατόν καλύτερον, διδάσκοντες
αυτό και δεικνύοντες εις κάθε μίαν πράξιν και εις κάθε λόγον, ότι τούτο μεν
είναι δίκαιον, εκείνο δε είναι άδικον και τούτο μεν είναι ωραίον, εκείνο δε
άσχημον, και τούτο μεν είναι άγιον, εκείνο δε ασεβές, και αυτά μεν να τα κάμνης,
εκείνα δε να μη τα κάμνης· και αν μεν το παιδίον υπακούη εις αυτά με το καλόν,
το επαινούν εάν δε δεν ακούη, καθώς ισάζουν έν δένδρον, το οποίον γίνεται
στραβόν και κυρτόν, έτσι ισάζουν και αυτό με φοβέρας και κτυπήματα. Υστερώτερα
δε στέλλουν τα παιδιά εις διδασκάλους και παραγγέλλουν εις αυτούς να φροντίσουν
πολύ περισσότερον διά την καλήν διαγωγήν των παρά διά τα γράμματα και το
παίξιμον της κιθάρας· οι δε διδάσκαλοι και δι' αυτά φροντίζουν, και όταν πάλιν
μάθωσι τα παιδιά γράμματα και ημπορούν να καταλαμβάνουν τα γραμμένα, καθώς
προτήτερα τα προφορικά, τους δίδουν εις τα θρανία ν' αναγινώσκουν ποιήματα καλών
ποιητών και τα υποχρεώνουν να τα μανθάνουν εκ στήθους, μέσα εις τα οποία
υπάρχουσι πολλαί νουθεσίαι και πολλαί διηγήσεις και έπαινοι και εγκώμια παλαιών
εναρέτων ανδρών, διά να τους ζηλεύη το παιδίον και να τους μιμήται και να
επιθυμή να γείνη και αυτό τοιούτος. Οι δε διδάσκαλοι πάλιν της κιθάρας και άλλας
τοιαύτας καταβάλλουν προσπαθείας, φροντίζουν δηλαδή και φρόνιμοι να γείνουν οι
νέοι και να μη κάμνουν καμμίαν κακήν πράξιν· και προς τούτοις, αφ' ου μάθουν να
παίζουν την κιθάραν, τους διδάσκουν ποιήματα άλλων πάλιν καλών ποιητών, που τα
κάμνουν διά να τραγωδώνται, προσαρμόζοντες αυτά εις τους ήχους της κιθάρας, και
αναγκάζουν ώστε αι ψυχαί των παίδων να εξοικειώνωνται με τους ρυθμούς και με τας
αρμονίας της μουσικής, διά να είναι ημερώτεροι, και συνηθίζοντες εις τον καλόν
ρυθμόν και εις την καλήν αρμονίαν να είναι χρήσιμοι και εις το να λέγουν και εις
το να κάμνουν, διότι όλη η ζωή του ανθρώπου έχει χρείαν από καλόν ρυθμόν και
καλήν αρμονίαν. Εκτός λοιπόν τούτων, στέλλουν προς τούτοις τα παιδιά και εις τον
παιδοτρίβην, διά να έχωσι τα σώματα καλύτερα, διά να υπηρετώσιν αυτά τον καλόν
νουν, και να μη υποχρεώνωνται να δειλιάζουν ένεκα της αδυναμίας των σωμάτων και
εις τους πολέμους και εις τας άλλας πράξεις, και κάμνουν αυτά εκείνοι οι οποίοι
έχουν περισσότερον τα μέσα· έχουν δε τα μέσα περισσότερον οι πάρα πολύ πλούσιοι·
και τα παιδιά τούτων, αφ' ου αρχίσουν εις πολύ μικράν ηλικίαν να πηγαίνουν εις
διδασκάλους, παύουν να πηγαίνουν εις πολύ μεγάλην ηλικίαν. Όταν δε παραιτήσουν
τους διδασκάλους, η πόλις πάλιν τους υποχρεώνει να μάθουν τους νόμους και να
ζουν σύμφωνα με αυτούς, ωσάν σύμφωνα με παράδειγμα, διά να μη πράττουν αυτοί από
λόγου των ό,τι τους καπνίση, αλλ' ακριβώς όπως οι γραμματοδιδάσκαλοι, εις τα
παιδιά τα οποία ακόμη δεν είναι ικανά να γράφουν, αφ' ου γράφουν υποκάτωθεν
γραμμάς με την γραφίδα, τότε δίδουν το κονδύλιον και υποχρεώνουν το παιδίον να
γράφη κατά την οδηγίαν των γραμμών. Τοιουτοτρόπως λοιπόν και η πόλις, αφ' ου
γράψη υποκάτωθεν ως οδηγίαν νόμους, τους οποίους εύρον οι καλοί και παλαιοί
νομοθέται, υποχρέωνει τους ανθρώπους σύμφωνα με αυτούς να κυβερνούν και να
κυβερνώνται· εκείνον δε, ο οποίος περιπατεί έξω από τους νόμους τούτους, τον
τιμωρεί και η τιμωρία αύτη ονομάζεται και εις τον τόπον μας και εις πολλά άλλα
μέρη ευθύνει, διότι η τιμωρία ευθύνει, δηλαδή ισάζει τον άνθρωπον. Αφ' ου λοιπόν
τόση φροντίς καταβάλλεται και ιδιωτικώς και δημοσίως διά την αρετήν, σου
φαίνεται παράξενον, Σωκράτη, και απορείς αν η αρετή ημπορεί να διδαχθή; Και δεν
πρέπει να σου φαίνεται, πολύ περισσότερον παράξενον, αν δεν ημπορούσε να
διδαχθή; Διατί λοιπόν πολλά παιδιά εναρέτων πατέρων γίνονται κακά; Μάθε πάλιν
την αιτίαν τούτου· διότι δεν είναι διόλου παράξενον αν εγώ εις τα προηγούμενα
έλεγον την αλήθειαν, ότι κανείς δεν πρέπει να μείνη αμαθής τούτου του πράγματος,
δηλαδή της αρετής, αν πρόκειται να υπάρξη πόλις. Διότι, αν εκείνο το οποίον λέγω
είναι έτσι όπως το λέγω — είναι δε περισσότερον από κάθε άλλο έτσι — σκέψου και
διάλεξε έν άλλο από τα επαγγέλματα και τα μαθήματα όποιο θέλεις. Εάν δεν ήτο λ.
χ. δυνατόν να υπάρχη πόλις, αν όλοι μας δεν είμεθα αυληταί, ο καθείς όπως
ημπορούσε τότε, και αυτήν την τέχνην και ιδιαιτέρως και δημοσίως θα εδίδασκεν
εις τον άλλον και θα επέπληττεν εκείνον, ο οποίος δεν έπαιζε καλά τον αυλόν και
δεν ήτο ζηλιάρης διά την τέχνην του, καθώς τώρα διά τα δίκαια και τα νόμιμα
κανείς δεν είναι ζηλιάρης ούτε τα κρύπτει από τους άλλους, καθώς κάμνουν διά τας
άλλας τέχνας· διότι μας ωφελεί, νομίζω, η δικαιοσύνη και η αρετή του ενός προς
τον άλλον· ένεκα τούτου ο καθείς λέγει και διδάσκει εις τον άλλον και τα δίκαια
και τα νόμιμα. Εάν λοιπόν κατά τον ίδιον τρόπον και διά το παίξιμο του αυλού
είχομεν όλην την προθυμίαν χωρίς ζηλοτυπίαν να διδάσκωμεν ο είς τον άλλον,
νομίζεις, Σωκράτη, είπεν, ότι τα παιδιά των καλών αυλητών θα εγίνοντο κατά τι
περισσότερον καλοί αυληταί παρά τα παιδιά των κακών αυλητών; Νομίζω ότι όχι,
αλλά οποιουδήποτε ο υιός έτυχε να γείνη εκ φύσεως επιδεκτικός εις το παίξιμον
του αυλού, αυτός θα προώδευε φημιζόμενος· οποιουδήποτε δε ο υιός δεν είναι
φυσικά επιδεκτικός, δεν θα απέκτα φήμην· και πολλάς φοράς ικανού αυλητού υιός θα
έβγαινε κακός· πολλάς δε φοράς πάλιν κακού αυλητού υιός θα έβγαινε ικανός· αλλά
βεβαίως όλοι οι αυληταί θα ήσαν ικανοί παραβαλλόμενοι με τους αμαθείς και μη
γνωρίζοντας τίποτε από παίξιμον αυλού. Τοιαύτην ιδέαν να έχης και τώρα. Όποιος
άνθρωπος από εκείνους που ανετράφησαν ανάμεσα εις νόμους και ανθρώπους, σου
φαίνεται πάρα πολύ άδικος, νόμιζε ότι είναι δίκαιος και τεχνίτης, μάλιστα τούτου
του πράγματος, δηλαδή της δικαιοσύνης, αν πρόκειται να τον συγκρίνωμεν με
ανθρώπους εις τους οποίους ούτε ανατροφή υπάρχει, ούτε δικαστήρια, ούτε νόμοι,
ούτε καμμία υποχρέωσις, η οποία να τους αναγκάζη να φροντίζουν διά την αρετήν,
αλλ' είναι άνθρωποι άγριοι ωσάν εκείνους τους οποίους το περασμένον έτος ο
ποιητής Φερεκράτης(4) παρέστησεν εις έν δράμα του κατά τας εορτάς του Ληναίου
(δηλαδή του Βάκχου). Αναμφιβόλως αν ευρίσκεσο ανάμεσα εις τους τοιούτους
ανθρώπους, ομοίους ωσάν τους μισανθρώπους, τους οποίους ο ποιητής παριστάνει εις
εκείνον τον χορόν του δράματος, θα επροτίμας πολύ περισσότερον, αν εύρισκες
εμπρός σου τον Ευρύβατον και τον Φρυνώνδαν(5) και θα εθρήνεις αποζητών των εδώ
ανθρώπων την κακίαν· τώρα δε καλοπερνάς, Σωκράτη, διότι όλοι είναι διδάσκαλοι
της αρετής εις όσα ημπορεί ο καθείς, διά τούτο κανείς δεν σου φαίνεται ότι είναι
ο μόνος διδάσκαλος της αρετής, και αν εζήτεις ποίος είναι διδάσκαλος της αρετής,
κανείς δεν ήθελε παρουσιασθή (διότι όλοι την διδάσκουν) ούτε βεβαίως, νομίζω, αν
εζήτεις ποίος εις τον τόπον μας δύναται να διδάξη τους υιούς των χειροτεχνών
αυτήν την ιδίαν τέχνην, την οποίαν ίσα ίσα έχουν μάθει από τον πατέρα των, εις
όσον ο πατήρ των και οι φίλοι του πατρός των, οι συντεχνίται του, ήσαν ικανοί,
και ποίος ημπορεί να διδάξη αυτήν εις τούτους ακόμη καλύτερα, νομίζω, Σωκράτη,
ότι δεν θα είναι εύκολον να παρουσιασθή διδάσκαλος διά τούτους, να παρουσιασθή
όμως διά τους μη γνωρίζοντας τίποτε είναι όλως διόλου εύκολον· το ίδιον
συμβαίνει και εις την αρετήν και εις τα άλλα· εάν δηλαδή, υπάρχη κανείς ολίγον
ικανώτερός μας, ο οποίος να μας προοδεύση εις την αρετήν, πρέπει να είμεθα
ευχαριστημένοι. Είς λοιπόν από τούτους νομίζω ότι είμαι εγώ, και ότι ηξεύρω
καλύτερα από τους άλλους να διδάξω, διά να γείνη τις καλός και ενάρετος
άνθρωπος, και τόσον όσον αξίζει ο μισθός τον οποίον λαμβάνω, και ακόμη
περισσότερον, ώστε και εκείνος όπου έμαθεν από εμένα το βεβαιώνη. Ένεκα τούτου
του λόγου και τον μισθόν μου εισπράττω με τον ακόλουθον τρόπον. Όταν κανείς μάθη
από εμέ, αν μεν θέλη, πληρώνει τον μισθόν τον οποίον συνήθως λαμβάνω· αν δε δεν
θέλη πηγαίνει εις την εκκλησίαν, ορκίζεται, και όσον είπη ότι αξίζουν τα
μαθήματα, τόσον πληρώνει. Τοιούτον, Σωκράτη, μύθον και τοιαύτην απόδειξιν λέγω
εις σε, διά να σου αποδείξω ότι η αρετή ημπορεί να διδαχθή και ότι τούτο φρονούν
και οι Αθηναίοι, ότι προς τούτοις δεν είναι διόλου παράξενον από καλούς πατέρας
να γίνωνται κακά παιδιά, και από κακούς καλά, επειδή και τα παιδιά του
Πολυκλείτου, της αυτής ηλικίας με τον Πάραλον και με τον Ξάνθιππον,
παραβαλλόμενα με τον πατέρα των είναι τίποτε· έτσι και τα παιδιά διαφόρων άλλων
τεχνιτών. Τούτους δε (τον Πάραλον και τον Ξάνθιππον) δεν είναι δίκαιον ακόμη να
τους καταδικάσωμεν· διότι υπάρχουσιν ακόμη μέσα εις αυτούς ελπίδες· είναι
βεβαίως νέοι ακόμη.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Ο μεν Πρωταγόρας,
αφ' ου τόσα και τόσον εύμορφα ωμίλησεν, ετελείωσε την ομιλίαν του. Και εγώ διά
πολλήν μεν ώραν μαγευμένος τον εκύτταζα ακόμη μήπως είπη και τίποτε άλλο, επειδή
επεθύμουν να τον ακούω· όταν δε πλέον εκατάλαβα ότι πραγματικώς είχε παύσει,
κάπως μετά δυσκολίας αφ' ου συνεκέντρωσα τρόπον τινά τον εαυτόν μου, εκύτταξα
τον Ιπποκράτην και είπον·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Υιέ του Απολλοδώρου, πόσην
ευγνωμοσύνην σου χρεωστώ, διότι με παρεκίνησες να έλθω εδώ· διότι μεγάλην αξίαν
αποδίδω εις εκείνα τα οποία ήκουσα από τον Πρωταγόραν. Εγώ βέβαια έως τώρα μεν
ενόμιζον ότι δεν υπάρχει ανθρωπίνη επιμέλεια, διά της οποίας οι ενάρετοι να
γίνωνται ενάρετοι· τώρα δε έχω πεισθή περί τούτου. Αλλά υπάρχει έν μικρόν
πράγμα, το οποίον με εμποδίζει, το οποίον φανερόν είναι ότι ο Πρωταγόρας θα
διδάξη και αυτό ευκόλως, αφ' ου και αυτά τα πολλά εις την εντέλειαν εδίδαξε.
Διότι, αν μεν ήθελε συμβουλευθή κανείς δι' αυτά τα ίδια πράγματα ένα
οποιονδήποτε από τους λαϊκούς ρήτορας, ίσως θα ήτο δυνατόν ν' ακούση λόγους
τοιούτους, ωσάν τους λόγους ή του Περικλέους ή κανενός άλλου από τους ικανούς
ρήτορας· αν δ' έπειτα ήθελε πάλιν ερωτήσει κανείς κανένα από αυτούς τίποτε, δεν
ημπορούν ούτε ν' αποκριθούν, ούτε αυτοί να ερωτήσουν όπως τα (άφωνα) βιβλία·
αλλ' αν κανείς ερωτήση έπειτα και κανέν μικρόν πράγμα, από εκείνα που είπουν,
καθώς τα χάλκινα αγγεία όταν κτυπηθούν κάμνουν ήχον μακρόν και διαρκεί ο ήχος,
αν κανείς δεν τον σταματήση, τοιουτοτρόπως και οι ρήτορες διά μικρά πράγματα αν
ερωτηθούν, εξακολουθούν ατελείωτον ομιλίαν. Αυτός εδώ όμως ο Πρωταγόρας είναι
μεν ικανός να είπη μακρούς και ωραίους λόγους, καθώς αυτά που ηκούσαμεν ότι
αποδεικνύουν, είναι δε ικανός και όταν ερωτηθή ν' αποκρίνεται σύντομα και όταν
ερωτά να περιμένη και να δέχεται όπως πρέπει την απόκρισιν, τα οποία ολίγοι
είναι εις κατάστασιν να κάμουν. Τώρα λοιπόν, Πρωταγόρα, μου λείπει ακόμη έν
μικρόν πράγμα, διά να έχω όλα, και θα σου είμαι υπόχρεως, αν ευαρεστηθής να μου
αποκριθής εις το εξής. Λέγεις ότι η αρετή ημπορεί να διδαχθή και εγώ σε πιστεύω
περισσότερον παρά κάθε άλλον άνθρωπον εις τον κόσμον· εκείνο δε το οποίον
εθαύμασα, όταν συ το έλεγες, τούτο συμπλήρωσέ το, παρακαλώ, μέσα εις την ψυχήν
μου. Έλεγες λοιπόν ότι ο Ζευς έστειλεν εις τους ανθρώπους την δικαιοσύνην και
την ευσέβειαν, και πάλιν εις πολλά μέρη των ομιλιών σου έλεγες ότι η δικαιοσύνη
και η σωφροσύνη και η οσιότης και όλα αυτά περιλαμβάνονται όλα ομού εις έν,
δηλαδή την αρετήν· αυτά λοιπόν τα ίδια εξήγησέ μου διά της ομιλίας με ακρίβειαν,
τι από τα δύο δηλαδή, η μεν αρετή είναι έν πράγμα, η δικαιοσύνη δε και η
σωφροσύνη και η οσιότης είναι μέρη της, ή αυτά τα οποία προ ολίγου έλεγα είναι
όλα διάφορα ονόματα ενός και του αυτού πράγματος· τούτο είναι εκείνο το οποίον
επιθυμώ ακόμη να μάθω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά εις τούτο βεβαίως, είπεν,
είναι εύκολον, Σωκράτη, ν' αποκριθή<br />κανείς, ότι, εν ώ η αρετή είναι έν
πράγμα, αυτά διά τα οποία ερωτάς<br />είναι μέρη του.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.<br />Τι από τα δύο είπον, καθώς τα μέλη
του προσώπου είναι αυτά μέρη<br />πραγματικώς, καθώς δηλαδή το στόμα και η μύτη
και τα ομμάτια και τα<br />αυτιά, ή καθώς είναι τα μόρια του χρυσού, τα οποία
διόλου δεν<br />διαφέρουν τα μεν από τα δε, δηλαδή το έν από το άλλο και καθέν
από<br />το όλον, παρά μόνον κατά το μέγεθος και την μικρότητα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ωσάν εκείνα, μου φαίνεται,
Σωκράτη, δηλαδή καθώς τα μέρη του<br />προσώπου σχετικώς προς το όλον
πρόσωπον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν από τα δύο, είπον εγώ,
λαμβάνουν λοιπόν οι άνθρωποι από<br />αυτά τα μέρη της αρετής άλλοι μεν έν, άλλοι
δε άλλο, ή είναι<br />αναγκασμένοι, αν κανείς λάβη έν, να τα έχη όλα
ομού;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Διόλου, είπεν, επειδή πολλοί
είναι ανδρείοι, είναι όμως άδικοι, και<br />πολλοί είναι πάλιν δίκαιοι, δεν είναι
όμως σοφοί.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Είναι λοιπόν και αυτά μέρη της
αρετής, είπον εγώ, η σοφία και η<br />ανδρεία;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Περισσότερον βέβαια από όλα,
είπε· και το μεγαλύτερον βεβαίως από<br />τα μέρη είναι η σοφία.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και καθέν βεβαίως από αυτά διαφέρει
από το άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και καθέν από αυτά έχει βεβαίως
ιδικήν του ενέργειαν, καθώς τα μέρη<br />του προσώπου; Όπου το μάτι δεν είναι ότι
είναι το αυτί, ούτε η<br />ενέργειά του είναι η ιδία· ούτε κανέν από τα άλλα είναι
όμοιον με<br />το άλλο, ούτε κατά την ενέργείαν, ούτε εις άλλο τι· και λοιπόν
κατά<br />τον ίδιον τρόπον και τα μέρη της αρετής, το έν μέρος δεν είναι<br />όμοιον
με το άλλο, ούτε αυτό το ίδιον ούτε η ενέργειά του; Ή είναι<br />φανερόν ότι αυτά
δεν ομοιάζουν μεταξύ των, αν ομοιάζουν με το<br />παράδειγμα το οποίον
εφέραμεν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλ' έτσι είναι, είπε,
Σωκράτη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και εγώ είπον· κανέν άλλο λοιπόν
από τα μέρη της αρετής δεν είναι<br />όμοιον με την επιστήμην, ούτε με την
δικαιοσύνην, ούτε με την<br />ανδρείαν, ούτε με την εγκράτειαν, ούτε με την
αγιότητα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δεν είναι όμοιον,
είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έλα τώρα, είπον εγώ, να σκεφθώμεν
μαζί ποία είναι η φύσις καθενός<br />από αυτά. Και ας αρχίσωμεν από το εξής· η
δικαιοσύνη είναι κάτι τι<br />πραγματικόν, ή δεν είναι τίποτε πραγματικόν; διότι
εγώ νομίζω ότι<br />είναι κάτι· συ δε τι φρονείς;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Και εγώ, είπε, νομίζω ότι είναι
κάτι τι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν; αν κανείς ερωτήση και
εμέ και σε· Πρωταγόρα και Σωκράτη,<br />είπετέ μου λοιπόν, τούτο το πράγμα, το
οποίον προ ολίγου ωνομάσατε,<br />δηλαδή η δικαιοσύνη, αυτό το ίδιον, είναι κανέν
πράγμα δίκαιον ή<br />άδικον; Εγώ μεν ήθελον αποκριθή εις αυτόν ότι είναι πράγμα
δίκαιον·<br />συ δε ποίαν ψήφον ήθελες ρίψει; Την ιδίαν όπου έρριψα και εγώ
ή<br />άλλην;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Την ιδίαν, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Είναι λοιπόν η δικαιοσύνη πράγμα
τοιούτον, οποίον το να είναι<br />κανείς δίκαιος, εγώ τουλάχιστον θα έλεγον
αποκρινόμενος εις εκείνον<br />ο οποίος μ' ερωτά· δεν θα έλεγες και εσύ το
ίδιον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αν λοιπόν έπειτα από τούτο ήθελε
μας ερωτήσει· δεν λέγετε ότι<br />υπάρχει και κάποια οσιότης; δεν θα ελέγομεν ναι,
καθώς<br />εγώ νομίζω;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν αυτός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν λέγετε λοιπόν ότι και τούτο
είναι κάτι πραγματικόν; θα ελέγομεν<br />ναι· ή όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Συνεφώνησα και εις
τούτο.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο λοιπόν, λέγετε ότι
αυτό το ίδιον πράγμα είναι όμοιον<br />με το ανόσιον ή όμοιον με το όσιον; Εγώ
βεβαίως, είπον, θα εθύμωνα<br />διά την ερώτησιν, θα έλεγον· έλα εις τον νουν σου,
ευλογημένε· και<br />ποίον άλλο πράγμα θα ήτο όσιον εις τον κόσμον; εάν βεβαίως η
ιδία η<br />οσιότης δεν θα ήτο όσιον· τι δε θα έλεγες συ; Δεν θ' απεκρίνεσο
με<br />τον ίδιον τρόπον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Βεβαιότατα, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αν λοιπόν έπειτα από αυτό ερωτών
ημάς ήθελεν είπει· πώς λοιπόν<br />ελέγετε ολίγον προτήτερα; Μήπως δεν σας ήκουσα
καλά; Καθώς<br />εκατάλαβα είπετε ότι η σχέσις, την οποίαν έχουν τα μέρη της
αρετής<br />το έν με το άλλο είναι τοιαύτη, ώστε το έν από αυτά να μη
είναι<br />όμοιον με το άλλο· εγώ βεβαίως θα έλεγον προς αυτόν ότι τα μεν
άλλα<br />σωστά τα ήκουσες, αν δε νόμιζες ότι είπον τούτο εγώ, τότε δεν
θα<br />ήκουσες καλά· διότι απ' εδώ ο Πρωταγόρας έδωκεν αυτάς τας<br />αποκρίσεις,
εγώ δε τον ηρώτων· Αν λοιπόν ήθελε σου είπει· αλήθειαν<br />λέγει, Πρωταγόρα,
αυτός εδώ; Συ παραδέχεσαι ότι από τα μέρη της<br />αρετής το έν είναι όμοιον με το
άλλο; Αυτή η γνώμη ιδική σου είναι;<br />Τι ήθελες αποκριθή εις αυτόν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Θα ήμην υποχρεωμένος, Σωκράτη, να
ομολογήσω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αφ' ου λοιπόν ομολογήσωμεν αυτά,
Πρωταγόρα, τι θ' αποκριθώμεν εις<br />αυτόν, αν μας ερωτήση έπειτα ως εξής· η
αγιότης λοιπόν δεν είναι<br />όμοιον πράγμα όπως το δίκαιον, ούτε η δικαιοσύνη
όμοιον με την<br />αγιότητα, αλλ' είναι όμοιον με την μη αγιότητα· η δε αγιότης
είναι<br />ομοία με την μη δικαιοσύνην, επομένως με την αδικίαν, και
η<br />δικαιοσύνη με την ανοσιότητα; Τι θ' αποκριθώμεν εις αυτόν; Διότι<br />εγώ μεν
ο ίδιος, διά να υπερασπίσω βεβαίως τον εαυτόν μου, θα<br />έλεγον ότι και η
δικαιοσύνη είναι πράγμα άγιον και η αγιότης πράγμα<br />δίκαιον· και σε δε διά να
υπερασπίσω, αν μου επέτρεπες, αυτά τα<br />ίδια εκ μέρους σου ήθελον αποκριθή, ότι
δηλαδή η δικαιοσύνη ή είναι<br />το ίδιον πράγμα με την αγιότητα ή πράγμα όσον
ενδέχεται όμοιον και<br />περισσότερον από όλα και η δικαιοσύνη είναι ομοία με την
αγιότητα<br />και η αγιότης ομοία με την δικαιοσύνην. Αλλά σκέψου, αν θα
μ'<br />εμποδίσης να δώσω αυτήν την απόκρισιν ή θα το παραδεχθής και
συ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δεν πολυπαραδέχομαι, είπε,
Σωκράτη, ότι είναι τόσον καθαρόν το<br />πράγμα, ώστε να παραδεχθώ ότι η
δικαιοσύνη είναι πράγμα άγιον και η<br />αγιότης είναι πράγμα δίκαιον· αλλά μου
φαίνεται ότι μεταξύ των<br />υπάρχει κάποια διαφορά. Αλλά τούτο τι πειράζει;
είπεν· αφ' ου το<br />θέλεις, ας παραδεχθώμεν ότι και η δικαιοσύνη είναι αγιότης
και η<br />αγιότης είναι δικαιοσύνη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Όχι, να σε χαρώ, είπον εγώ· διότι
δεν έχω χρείαν να θέσωμεν υπό<br />εξέτασιν αυτό το «αν θέλης και αν εγκρίνης»,
αλλά να θέσωμεν υπό<br />εξέτασιν εμέ και σε, λέγω δε το εμέ και σε, διότι νομίζω
ότι με<br />αυτόν τον τρόπον θα αποδειχθή καλύτερα η αλήθεια, αν
αφαιρέση<br />κανείς από αυτήν την αλήθειαν το «εάν».</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλ' όμως πράγματι, είπεν ούτος,
ομοιάζει κατά τι η δικαιοσύνη με<br />την αγιότητα, διότι και οποιονδήποτε πράγμα
ομοιάζει με κάποιον<br />τρόπον με οποιονδήποτε άλλο. Το άσπρον τωόντι ομοιάζει
κατά τι με<br />το μαύρον, και το σκληρόν με το μαλακόν και τα άλλα όσα
φαίνονται<br />ότι είναι τελείως εναντία το έν με το άλλο· και εκείνα τα
οποία<br />ελέγαμεν τότε ότι έχουν διαφορετικήν ενέργειαν και ότι το έν
δεν<br />είναι όμοιον με το άλλο, δηλ. τα μέρη του προσώπου, εις κάποιον<br />τρόπον
ομοιάζουν το έν με το άλλο· ώστε βέβαια με τούτον τον<br />τρόπον, αν θέλης, και
αν ταύτα εξετάσης, δύνασαι ν' αποδείξης ότι<br />όλα τα πράγματα είναι όμοια το έν
με το άλλο. Αλλά δεν είναι<br />δίκαιον να ονομάζης όμοια εκείνα που έχουν
ασήμαντον ομοιότητα,<br />ούτε να ονομάζης ανόμοια εκείνα που έχουν κάποιαν
ανομοιότητα, και<br />αν πολύ μικράν έχουν την ομοιότητα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Και εγώ, επειδή μου εφάνη παράξενον τούτο,
είπον εις αυτόν·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πραγματικώς φρονείς ότι η
δικαιοσύνη και η αγιότης έχουν τοιαύτην<br />σχέσιν μεταξύ των, ώστε η μία με την
άλλην να έχουν μόνον μίαν<br />μικράν ομοιότητα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ούτε τόσον πολύ μικράν, είπεν,
ούτε όμως πάλιν τόσον μεγάλην όσην,<br />νομίζω, φαντάζεσαι συ ότι
έχουν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλ' όμως, είπον εγώ, επειδή μου
φαίνεσαι ότι δυσαρεστείσαι με αυτό<br />το ζήτημα, ας το αφήσωμεν· αυτό δε το άλλο
να εξετάσωμεν από εκείνα<br />τα οποία έλεγες. Υπάρχει κανέν πράγμα, το οποίον
ονομάζεις<br />κακοκεφαλιάν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Όλον το εναντίον εις τούτο το
πράγμα δεν είναι η σοφία (δηλαδή η<br />ορθή σκέψις);</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μου φαίνεται, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε από τα δύο, όταν πράττουν οι
άνθρωποι σωστά και ωφέλιμα,<br />τότε, επειδή πράττουν κατ' αυτόν τον τρόπον, σου
φαίνεται ότι<br />σκέπτονται ορθά, ή αν έκαμναν το εναντίον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μου φαίνεται, ότι, αν κάμνουν
έτσι, σκέπτονται σωστά, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και υπάρχει λοιπόν εις εκείνους οι
οποίοι σκέπτονται σωστά ορθή<br />σκέψις;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αναμφιβόλως.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν εκείνοι οι οποίοι δεν
πράττουν σωστά, πράττουν άσκεπτα<br />και, επειδή πράττουν τοιουτοτρόπως, δεν
έχουν ορθήν σκέψιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Έτσι φρονώ και εγώ,
είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Το να πράττη λοιπόν κανείς άσκεπτα,
είναι το εναντίον εις το να<br />πράττη με ορθήν σκέψιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εκείνα τα οποία πράττονται
ασκέπτως, πράττονται με ασκεψίαν· εκείνα<br />δε τα οποία πράττονται φρόνιμα,
πράττονται με ορθήν σκέψιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το εβεβαίωνεν (ο Πρωταγόρας).</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν, αν κανέν πράγμα
πράττεται με δύναμιν, πράττεται δυνατά;<br />και αν με αδυναμίαν, πράττει
αδύνατα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχετο (ο Πρωταγόρας),</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και αν κανέν πράγμα πράττεται με
γρηγοράδα, πράττεται γρήγορα, και<br />αν με αργότητα, πράττεται αργά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και αν κανέν πράγμα πράττεται με
τον ίδιον τρόπον, πράττεται από<br />τον ίδιον ενεργούντα, και αν κανέν πράγμα
πράττεται με εναντίον<br />τρόπον, πράττεται από τον εναντίον
ενεργούντα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Συνεφώνησεν (ο Πρωταγόρας).</span><br />
<div style="margin-top: 24pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ας ίδωμεν
λοιπόν, είπον εγώ· υπάρχει κανέν πράγμα, το οποίον<br />ονομάζουν
ωραίον;</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εις τούτο υπάρχει κανέν άλλο
πράγμα, εναντίον, εκτός του ασχήμου;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δεν υπάρχει.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε λέγεις, υπάρχει κανέν πράγμα
που το ονομάζουν αγαθόν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Υπάρχει.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εις τούτο υπάρχει κανέν άλλο
εναντίον, εκτός του κακού;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δεν υπάρχει.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε λέγεις, εις την φωνήν υπάρχει
κανέν πράγμα, το οποίον λέγεται<br />οξύ;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εις τούτο μήπως υπάρχει κανέν άλλο
εναντίον παρά το βαρύ;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Όχι, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν, είπον εγώ, εις καθέν
από τα εναντία μεταξύ των έν μόνον<br />υπάρχει εναντίον και όχι πολλά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχετο.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έλα λοιπόν, είπον εγώ, ας
ξαναπεράσωμεν μίαν φοράν εκείνα εις τα<br />οποία εμέναμεν σύμφωνοι. Εσυμφωνήσαμεν
ότι εις έν πράγμα έν μόνον<br />πράγμα είναι εναντίον, και όχι
περισσότερα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εσυμφωνήσαμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εκείνο δε το οποίον πράττεται μ'
εναντίον τρόπον, ότι πράττεται από<br />εναντία αίτια;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν,</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εσυμφωνήσαμεν ότι εκείνο το οποίον
πράττεται άσκεπτα, πράττεται μ'<br />εναντίον τρόπον προς εκείνο το οποίον
πράττεται με ορθήν σκέψιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εκείνο δε το οποίον πράττεται
φρόνιμα, ότι πράττεται από ορθήν<br />σκέψιν, εκείνο δε το οποίον πράττεται
άσκεπτα, πράττεται χωρίς<br />σκέψιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Έμενε σύμφωνος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν, αν πράττεται μ'
εναντίον τρόπον, δεν παρεδέχθημεν ότι<br />πράττεται μ' εναντίον
αίτιον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πράττεται δε το μεν έν από σκέψιν
ορθήν, το δ' άλλο από ασκεψίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Με εναντίον τρόπον το έν προς το
άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Βέβαια.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν πράττονται λοιπόν από αίτια
εναντία μεταξύ των;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Είναι λοιπόν εναντίον η ασκεψία
προς την ορθήν σκέψιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Φαίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ενθυμείσαι, ότι εις τους
προηγουμένους μας λόγους παρεδέχθημεν ότι<br />η ασκεψία είναι πράγμα εναντίον εις
την σοφίαν (δηλαδή εις την<br />ορθήν σκέψιν);</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχετο.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και ότι έν πράγμα μόνον εις έν
πράγμα είναι εναντίον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας.<br />Ναι, λέγω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν, Πρωταγόρα, από τα δύο
συμπεράσματα μας να παραδεχθώμεν;<br />Το ότι το έν μόνον εις έν είναι εναντίον, ή
εκείνο εις το οποίον<br />ελέγομεν ότι άλλο είνε η ορθή σκέψης και άλλο η σοφία,
ότι δε καθέν<br />από τα δύο είνε μέρος της αρετής, και ότι εκτός του ότι είναι
άλλο<br />το έν και άλλο το άλλο, είναι και ανόμοια πράγματα και αυτά τα
ίδια<br />και αι ενέργειαι αυτών, καθώς τα μέρη του προσώπου; Τι λοιπόν από<br />τα
δύο να παραδεχθώμεν; Διότι αυτά τα συμπεράσματα και, τα δύο δεν<br />λέγονται με
πολύ μουσικήν συμφωνίαν· διότι ούτε συμφωνούν ούτε<br />ταιριάζουν μεταξύ των. Πώς
θα ήτο δυνατόν να συμφωνούν, αφ' ου<br />βεβαίως είνε ανάγκη εις έν μεν πράγμα έν
μόνον πράγμα να είναι<br />εναντίον και όχι πολλά, εις δε την ασκεψίαν, η οποία
είναι έν<br />πράγμα φαίνεται εναντία η σοφία και προς τούτοις πάλιν και η
ορθή<br />σκέψις· δεν σου φαίνεται έτσι, Πρωταγόρα, είπον εγώ, ή αλλέως
πως;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Με κακή καρδιά το παρεδέχθη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Θα είναι λοιπόν έν πράγμα (το ίδιον
πράγμα δηλ.) η ορθή σκέψις και<br />η σοφία, καθώς προτύτερα πάλιν μας εφάνη ότι η
δικαιοσύνη και η<br />αγιότης είναι πράγμα σχεδόν το ίδιον. Έλα λοιπόν, είπον
εγώ,<br />Πρωταγόρα, ας μη βαρυνθώμεν, αλλ' ας εξετάσωμεν με την σκέψιν μας<br />και
τα επίλοιπα. Είς άνθρωπος, ο οποίος αδικεί, σου φαίνεται ότι<br />σκέπτεται σωστά
διότι αδικεί;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εγώ βεβαίως, είπε, Σωκράτη, θα
εντρεπόμην να ομολογήσω τούτο, αν<br />και πολλοί άνθρωποι το
παραδέχονται.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο λοιπόν, ν' απευθύνω
την ομιλίαν προς εκείνους, είπα,<br />ή προς σε;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εάν έχης ευχαρίστησιν, είπε,
ομίλησον σχετικώς με αυτήν την γνώμην<br />που έχουν οι πολλοί.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλά τούτο διόλου δεν μ'
ενδιαφέρει, εάν βεβαίως αποκρίνεσαι (εκ<br />μέρους των) μόνον συ, είτε
παραδέχεσαι ταύτα, είτε όχι. Εγώ εξετάζω<br />προ πάντων τα λεγόμενά των (καθ'
εαυτά), συμβαίνει όμως ίσως με<br />αυτά να εξεταζώμεθα και εγώ ο οποίος ερωτώ και
συ ο οποίος<br />αποκρίνεσαι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Κατ' αρχάς μεν μας εδείκνυε δυσκολίαν ο
Πρωταγόρας, διότι<br />επροφασίζετο ότι το αντικείμενον της συζητήσεως είνε
δύσκολον·<br />έπειτα όμως συγκατετέθη ν' αποκρίνεται.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έλα λοιπόν, δος μου απόκρισιν εις
την πρώτην ερώτησιν. Σου<br />φαίνονται μερικοί ότι είναι σώφρονες εν ώ
αδικούσιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ας το παραδεχθώ, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Το δε να είναι κανείς σώφρων,
λέγεις ότι είναι το να σκέπτεται<br />ορθώς;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Το δε να σκέπτεται ορθώς λέγεις ότι
είναι να φρονή ως ορθήν γνώμην<br />το ότι αδικεί;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ας το παραδεχθώ, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο, είπον εγώ, αν ευτυχή
όταν αδική, ή αν δυστυχή;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εάν ευτυχή.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Λέγεις λοιπόν ότι μερικά πράγματα
είνε αγαθά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Το λέγω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Άρά γε, είπον εγώ, εκείνα τα
πράγματα είναι αγαθά, τα οποία είναι<br />ωφέλιμα εις τους ανθρώπους;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Και ναι, μα τον Δία, είπεν,
πολλάκις και αν δεν είναι ωφέλιμα εις<br />τους ανθρώπους, εγώ τουλάχιστον τα
ονομάζω αγαθά</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Και μου εφάνη τώρα
ο Πρωταγόρας ότι είχε θυμώση και εστενοχωρείτο και προκλητικώς ητοιμάσθη ν'
αποκρίνεται· επειδή τον έβλεπα εις τοιαύτην κατάστασιν, μετά προφυλάξεως τον
ηρώτησα ως εξής αταράχως:</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο, είπον εγώ, λέγεις
αγαθά, Πρωταγόρα· εκείνα, τα οποία<br />εις κανένα από τους ανθρώπους δεν είναι
ωφέλιμα, ή εκείνα τα οποία<br />δεν είναι διόλου ωφέλιμα; Και εκείνα που είναι
τοιαύτα συ τα<br />ονομάζεις αγαθά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Διόλου, είπεν· αλλ· εγώ ηξεύρω πολλά
πράγματα, και φαγητά και ποτά και ιατρικά και άπειρα άλλα, τα οποία εις τους
ανθρώπους είναι ανωφελή· άλλα δε τα οποία είναι ωφέλιμα· άλλα δε τα οποία διά
μεν τους ανθρώπους είναι αδιάφορα, είναι δε ωφέλιμα διά τους ίππους· άλλα δε
μόνον διά τους βόας, άλλα δε διά τους κύνας· άλλα δε που δεν είναι εις κανέν από
αυτά τα ζώα ωφέλιμα και είναι όμως ωφέλιμα εις τα δένδρα· άλλα δε διά μεν τας
ρίζας των δένδρων είναι καλά, διά δε τους βλαστούς κακά, καθώς είναι και η
κόπρος, η οποία αν μεν ριφθή εις τας ρίζας όλων των φυτών κάμνει καλόν, αν δε
θελήσης να την ρίψης εις τους κλάδους και τα νέα κλωνάρια, τα καταστρέφει όλα·
επειδή και το έλαιον δι' όλα μεν εν γένει τα φυτά είναι τελείως κακόν και διά
τας τρίχας των άλλων ζώων ο μεγαλύτερος εχθρός, εκτός διά τας τρίχας του
ανθρώπου, εκτός δε από τας τρίχας του ανθρώπου ωφελεί και το επίλοιπον σώμα.
Τόσην δε ποικιλίαν και τόσον πολλά είδη έχει το αγαθόν, ώστε και εις το
παράδειγμα τούτο το έλαιον διά τα έξωθεν μέρη του σώματος είναι εις τον άνθρωπον
αγαθόν, διά δε τα έσωθεν αυτό το ίδιον είναι κάκιστον· και διά τούτο όλοι οι
ιατροί παραγγέλλουν εις τους ασθενείς να μη μεταχειρίζονται έλαιον, μόνον δε
όσον το δυνατόν ολίγον εις εκείνα τα οποία πρόκειται να φάγουν, και μόνον όσον
χρειάζεται διά τας αισθήσεις της οσφρήσεως, η οποία γίνεται με τους ρώθωνας διά
να κατασβέσουν την κακήν μυρωδίαν που έχουν τα τρωγόμενα κρέατα.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Αφ' ου λοιπόν
αυτός είπε ταύτα, οι παρευρισκόμενοι εχειροκρότησαν δυνατά ότι καλά λέγει· και
εγώ είπον:</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πρωταγόρα, εγώ τυχαίνει να είμαι
άνθρωπος ξεχασιάρης, και αν κανείς<br />μου μακρολογή, λησμονώ το αντικείμενον διά
το οποίον γίνεται η<br />ομιλία. Καθώς λοιπόν, αν συνέβαινε να είμαι ολίγον κωφός,
θα<br />ενόμιζες ότι πρέπει, αν επρόκειτο να συνομιλήσης μαζί μου, να<br />ομιλής
δυνατώτερα εις εμέ παρά εις τους άλλους, έτσι και τώρα,<br />επειδή εύρες εμπρός
σου άνθρωπον ξεχασιάρη, συντόμευέ μου τας<br />αποκρίσεις και κάμε τας μικροτέρας,
αν θέλης να σε παρακολουθήσω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Πώς λοιπόν απαιτείς ν'
αποκρίνωμαι σύντομα; Ή θέλεις, είπε, να σου<br />αποκρίνωμαι συντομώτερα παρά όσον
πρέπει;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Διόλου, είπον εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά θέλεις να σου αποκρίνωμαι
όσα πρέπει; Είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ναι, είπον εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Τι από τα δύο λοιπόν θέλεις να
σου αποκρίνωμαι, τόσα όσα εγώ νομίζω<br />ότι πρέπει ν' αποκρίνωμαι, ή όσα
συ;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έχω ακούση, τω όντι, είπον εγώ, ότι
και συ ο ίδιος είσαι ικανός,<br />και άλλον ημπορείς να διδάξης διά τα ίδια
αντικείμενα και<br />εκτεταμένα να ομιλής, αν θέλης, τόσον, ώστε ο λόγος ποτέ να
μη<br />παύη, και πάλιν τόσον σύντομα, ώστε κανείς να μην ημπορή να ομιλήση<br />με
ολιγωτέρα λόγια από σε· εάν λοιπόν θέλης να συνομιλήσης μ' εμέ,<br />μεταχειρίσου
μαζί μου τον δεύτερον τρόπον, δηλαδή την κοντολογίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Σωκράτη, είπε, εγώ έως τώρα με
πολλούς ανθρώπους ήλθα εις<br />λογοπόλεμον, και εάν έκαμνα τούτο, το οποίον συ
απαιτείς, δηλαδή να<br />συνδιαλέγωμαι, όπως απαιτούσεν ο αντίπαλός μου να
συνδιαλέγωμαι,<br />δεν θα εφαινόμην καλύτερος από κανένα, ούτε θα υπήρχε το μέγα
όνομα<br />του Πρωταγόρα μεταξύ των Ελλήνων.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και εγώ — διότι εκατάλαβα ότι δεν
ήρεσεν ο ίδιος εις τoν εαυτόν του<br />με τας προηγουμένας του αποκρίσεις, και ότι
δεν θα θέληση<br />θεληματικώς να συνδιαλεχθή δίδων μόνον αποκρίσεις — επειδή
ενόμισα<br />ότι δεν είναι πλέον δουλειά ιδική μου να παρευρίσκωμαι εις
την<br />συναναστροφήν, είπον·</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρα, ούτε εγώ
σε στενοχωρώ εναντίον της γνώμης σου να γείνη η συνομιλία μας, αλλ' όταν συ
θελήσης να συνδιαλεχθής με τρόπον ώστε και εγώ να ημπορώ να παρακολουθώ, τότε
θέλω συνδιαλεχθή με εσέ. Διότι συ μεν, καθώς λέγουν διά σε, λέγεις δε και συ ο
ίδιος, είσαι ικανός να κάμης συνδιαλέξεις και με μακρολογίαν και με κοντολογίαν,
διότι είσαι σοφός· εγώ δε εις αυτά τα μακρά είμαι αδύνατος, αν και επεθύμουν να
είμαι ικανός. Αλλά συ, ο οποίος είσαι δυνατός και εις τους δύο τρόπους, έπρεπε
να φανής συγκαταβατικός εις εμέ, διά να γείνη συνδιάλεξις· τώρα δε, επειδή δεν
θέλεις και εγώ έχω κάποιαν δουλειά, και δεν μου είναι δυνατόν να μείνω πολύν
καιρόν διά να μου απευθύνης μακρολογίας — διότι είναι ανάγκη κάπου να υπάγω —
αναχωρώ· αν και δεν ήκουσα ίσως με αηδίαν και αυτά τα οποία μου
είπες.</span></div>
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Και, αφ' ου είπον
αυτά, συγχρόνως εσηκώθην διά ν' αναχωρήσω· και εν ώ εσηκωνόμην ν' αναχωρήσω, ο
Καλλίας με την δεξιάν του χείρα μου έπιασε το χέρι, και με την αριστεράν
εκράτησε τούτο εδώ το επανωφόρι μου και είπε·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Καλλίας<br />Δεν θα σε αφήσωμεν, Σωκράτη· διότι
εάν συ εξέλθης, δεν θα έχωμεν<br />παρομοίας συνομιλίας. Σε παρακαλώ λοιπόν να
εξακολουθήσης μένων<br />μαζί μας· διότι εγώ κανένα άνθρωπον δεν ήθελον ακούσει
με<br />περισσοτέραν ευχαρίστησιν παρά σε και τον Πρωταγόραν να<br />συνδιαλέγεσθε·
αλλά κάμε αυτήν την χάριν εις όλους μας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και εγώ είπον — είχον δε πλέον
σηκωθή διά να εξέλθω — υιέ του<br />Ιππονίκου, εγώ μεν βέβαια σε θαυμάζω πάντοτε
διά την φιλομάθειάν<br />σου και τώρα ακόμη την επαινώ και την αγαπώ, ώστε
επεθύμουν να σ'<br />ευχαριστήσω, αν μου εζήτεις πράγματα που ημπορούν να γείνουν·
τώρα<br />είναι ως να μου εζήτεις ν' ακολουθήσω εις το τρέξιμον τον Κρίσωνα<br />τον
Ιμεραίον (6), όστις είναι νεώτατος, ή κανένα από τους<br />δολιχοδρόμους (οίτινες
τρέχουν δώδεκα φοράς τον γύρον του σταδίου)<br />ή κανένα ημεροδρόμον (7) να τρέξω
με αυτούς και να τους ακολουθήσω,<br />θα σου έλεγον ότι εγώ πολύ περισσότερον από
σε ζητώ από τον εαυτόν<br />μου ν' ακολουθήση τούτους τρέχοντας, αλλ' όμως δεν
ημπορώ, αλλ' αν<br />είναι καμμία ανάγκη να ίδης συγχρόνως να τρέχωμεν εγώ και ο
Κρίσων,<br />παρακάλεσέ τον να κάμη συγκατάβασιν εις εμέ· διότι εγώ μεν
δεν<br />ημπορώ να τρέχω γρήγορα, αυτός όμως ημπορεί να τρέχη αργά. Αν<br />λοιπόν
επιθυμής ν' ακούης εμέ και τον Πρωταγόραν, παρακάλεσε αυτόν,<br />καθώς κατ' αρχάς
μου απεκρίνετο μ' ολίγα λόγια και εις εκείνα<br />ακριβώς που τον ηρώτων, έτσι και
τώρα ν' αποκρίνεται· αν δε όχι, τι<br />τρόπος συνδιαλέξεως θα είναι αυτός τότε;
Διότι εγώ τουλάχιστον<br />ενόμιζα ότι το να συναναστρέφωνται μεταξύ των οι
άνθρωποι<br />συνδιαλεγόμενοι και το να δημηγορούν είναι δύο
διαφορετικά<br />πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Καλλίας<br />Αλλά βλέπεις, είπε, Σωκράτη· ο
Πρωταγόρας φαίνεται ότι λέγει δίκαια<br />πράγματα, διότι απαιτεί και αυτός να έχη
την άδειαν να συνδιαλεχθή<br />όπως θέλει και συ πάλιν όπως θέλεις.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Ο Αλκιβιάδης λοιπόν έλαβε τον λόγον και
είπε·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Αλκιβιάδης<br />Καλλία, δεν ομιλείς σωστά· διότι
απ' εδώ ο Σωκράτης ομολογεί ότι<br />δεν ηξεύρει από μακρολογίας και ότι κατά
τούτο είναι ανώτερος ο<br />Πρωταγόρας, εις δε την ικανότητα να συνδιαλέγεται και
να ηξεύρη να<br />δίδη και να λαμβάνη λογικάς αποδείξεις θα μου εφαίνετο παράξενον
αν<br />εθεώρει κανένα άλλον άνθρωπον ανώτερόν του. Αν λοιπόν και ο<br />Πρωταγόρας
ομολογή, ότι είναι κατώτερος από τον Σωκράτη να<br />συνδιαλεχθή, ο Σωκράτης θα το
θεωρήση αρκετήν ικανοποίησιν· αν δε<br />νομίζη ότι ημπορεί να τον νικήση, ας κάμη
μαζί του συνδιάλεξιν<br />κάμνων ερωτήσεις και δίδων αποκρίσεις, χωρίς ν' απευθύνη
εις κάθε<br />ερώτησιν εκτεταμένην ομιλίαν διά να ξεφεύγη τας λογικάς
αποδείξεις<br />και επειδή δεν θέλει να δώση λογικήν απόκρισιν, αλλά μακρύνει
την<br />ομιλίαν έως ότου οι περισσότεροι από τους ακροατάς να λησμονήσουν<br />διά
ποίον αντικείμενον ήτο η ερώτησις· επειδή διά τον Σωκράτη εγώ<br />εγγυώμαι, ότι
αυτός δεν θα λησμονήση, και ας αστειεύεται και λέγει<br />ότι είναι ξεχασιάρης.
Εγώ λοιπόν φρονώ ότι ο Σωκράτης είναι<br />σωστότερα αυτά όπου προτείνει· διότι
πρέπει ο καθείς μας να εκφράση<br />την ιδέαν του.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Έπειτα δε από τον Αλκιβιάδην, καθώς νομίζω,
ήτο ο Κριτίας που<br />είπε τα εξής·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Κριτίας<br />Πρόδικε και Ιππία, ο μεν Καλλίας μου
φαίνεται ότι είναι παρά πολύ<br />υπέρ του Πρωταγόρου, ο δε Αλκιβιάδης εις ό,τι
πράγμα ριφθή με τα<br />μούτρα είναι φιλόνεικος, ημείς όμως δεν πρέπει μεταξύ μας
να<br />φιλονεικώμεν ούτε διά τον Σωκράτη, ούτε διά τον Πρωταγόρα. Αλλ'<br />όλοι
μαζί να παρακαλέσωμεν και τους δύο να μη διακόψουν εις το<br />μέσον την
συνδιάλεξιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Αφού δε είπεν αυτά, ο Πρόδικος
είπε·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρόδικος Μου φαίνεται, Κριτία, ότι ομιλείς
σωστά· διότι πρέπει εκείνοι, οι οποίοι παρευρίσκονται εις τοιούτου είδους
ομιλίας να είναι μεν όλοι μαζί ακροαταί και των δύο που συνδιαλέγονται, όχι όμως
με το ίδιον ενδιαφέρον. Διότι δεν είναι της ιδίας αξίας· πρέπει μεν βεβαίως ν'
ακούσουν όλοι και τους δύο, να μη δώσουν δε τόσην εκτίμησιν εις τον ένα, όσην
και εις τον άλλον. Αλλ' εις μεν τον σοφώτερον να δώσουν περισσοτέραν, εις δε τον
αμαθέστερον ολιγωτέραν· εγώ λοιπόν και από μέρους μου, Πρωταγόρα και Σωκράτη,
απαιτώ να συμφωνήτε και να συζητήσετε μεταξύ σας διά τ' αντικείμενα της ομιλίας,
να μη μαλώσετε όμως· διότι συζητούν μεν με αγάπην και οι φίλοι με τους φίλους,
μαλώνουν δε εκείνοι όπου έχουν διαφοράς και είναι εχθροί μεταξύ των. Και με
αυτόν τον τρόπον η συνομιλία σας θα είναι εις ημάς παρά πολύ ευχάριστος· διότι
με αυτό τον τρόπον και σεις που θα ομιλήσετε, δεν θα λάβετε από ημάς τους
ακροατάς έπαινον, αλλά υπόληψιν· διότι υπόληψις μεν είναι (συναίσθημα) εις τας
ψυχάς των ακροατών (ειλικρινές και) χωρίς απάτην· ο δ' έπαινος είναι πολλάς
φοράς ψευδολογία εναντίον της πεποιθήσεώς μας· και ημείς πάλιν οι ακροαταί κατ'
αυτόν τον τρόπον θα αισθανθώμεν μεγάλην ευφροσύνη και όχι μεγάλην νοστιμάδα,
διότι ευφροσύνη μεν είναι να μανθάνη κανείς έν πράγμα και με τον ίδιον τον νουν
του ν' αποκτά κάποιαν γνώσιν, νοστιμάδα δε, όταν τρώγη τίποτε ή με το ίδιόν του
σώμα αισθάνεται καμμίαν άλλην γλυκύτητα.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Αφ' ου είπεν αυτά
ο Πρόδικος, πάρα πολλοί από τους παρευρισκομένους τα παρεδέχθησαν· έπειτα δε από
τον Πρόδικον, ο σοφός Ιππίας είπε·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Ιππίας<br />Κύριοι παρευρισκόμενοι, εγώ νομίζω
ότι είσθε μεταξύ σας όλοι ομού<br />και συγγενείς και φίλοι και συμπολίται και όχι
ένεκα του νόμου —<br />διότι το όμοιον έχει εκ φύσεως συγγένειαν με το όμοιόν του
— ο<br />οποίος είναι τύραννος των ανθρώπων και πολλά πράγματα εναντία εις<br />την
φύσιν τα επιβάλλει με την βίαν. Είναι λοιπόν εντροπή ημείς να<br />ηξεύρωμεν μεν
την φύσιν των πραγμάτων, να είμεθα δε σοφώτατοι όλων<br />των Ελλήνων, να έχωμεν
συναθροισθή τώρα (εις τας Αθήνας, εις αυτό<br />το ίδιον το πρυτανείον(8) της
Ελλάδος, και εις την μεγαλυτέραν και<br />πλουσιωτέραν οικίαν της πόλεως) και να
μη εκφράσωμεν μίαν γνώμην<br />αξίαν του μεγαλείου μας, αλλ' ωσάν τους πλέον
τιποτένιους ανθρώπους<br />να μαλώνωμεν μεταξύ μας. Εγώ μεν λοιπόν και σας
παρακαλώ και σας<br />συμβουλεύω, Πρωταγόρα και Σωκράτη, ωσάν να είμεθα ημείς
εδώ<br />διαιτηταί σας, ν' ακολουθήσετε και οι δύο τον μεσαίον δρόμον, και<br />μήτε
συ, Σωκράτη, να ζητής αυτό το ακριβές είδος των συνδιαλέξεων,<br />το οποίον
ακολουθεί παρά πολλήν συντομίαν, εάν δεν ευχαριστή τον<br />Πρωταγόραν, αλλά ας
απολύση και ας χαλαρώση τα χαλινάρια των λόγων,<br />διά να σας φαίνωνται πλέον
μεγαλοπρεπείς και εύμορφοι, μήτε πάλιν ο<br />Πρωταγόρας να τεντώση όλα τα
σχοινιά, ν' απολυθή με ούριον άνεμον<br />και να τρέχη εις το πέλαγος των λόγων
χάνων από τα μάτια του την<br />ξηράν, αλλά να χαράξετε και οι δύο μεσαίον
δρόμον.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Έτσι λοιπόν να
κάμετε, και εάν θέλετε να με ακούσετε, εκλέξατε ένα ραβδούχον και διευθυντήν και
πρόεδρον ο οποίος να σας κρατή το μέτρον του μήκους των ομιλιών και του ενός και
του άλλου.</span></div>
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Αυτά ήρεσαν εις
τους παρευρισκομένους και όλοι τα επεδοκίμασαν, και ο Καλλίας είπεν ότι δεν θα
με αφήση να φύγω και με παρεκάλουν να εκλέξω κριτήν της συζητήσεως. Είπον τότε
εγώ.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Θα ήτο εντροπή να εκλέξω άνθρωπον δια
να βραβεύη τα λεγόμενα. Διότι εάν εκείνος που θα εκλεχθή είναι χειρότερος από
ημάς, δεν θα ήτο σωστόν πράγμα ο χειρότερος να κρίνη τους καλυτέρους του· εάν
πάλιν είναι όμοιος, ούτε τότε θα ήτο σωστόν· διότι ο όμοιος θα κάμη και όμοια με
ημάς, ώστε περιττή θα είναι η εκλογή του. Αλλά, θα είπετε ότι θα εκλέξετε,
κανένα καλύτερον από ημάς. Μα την αλήθειαν, καθώς εγώ νομίζω, σας είναι αδύνατον
να εκλέξετε κανένα σοφώτερον από τον Πρωταγόραν απ' εδώ· εάν δε εκλέξετε μεν
κανένα ο οποίος να μη είναι διόλου καλύτερος, είπετε δε ότι είναι καλύτερος, θ'
απετέλει και τούτο προσβολήν εις τούτον εδώ, διότι θα ήτο ωσάν να εκλέγατε
κριτήν ενός ανικάνου ανθρώπου· επειδή όσον αφορά εις εμέ αυτό δεν μ' ενδιαφέρει
διόλου. Αλλ' επιθυμώ να κάμω το εξής, διά να γείνη εκείνο το οποίον επιθυμείτε,
δηλαδή συναναστροφή και συνδιάλεξις μεταξύ μας· εάν ο Πρωταγόρας δεν θέλει ν'
αποκρίνεται, τότε αυτός μεν ας ερωτά, θ' αποκρίνωμαι δ' εγώ, και συγχρόνως θα
προσπαθήσω να του δείξω με ποίον τρόπον λέγω ότι πρέπει ν' αποκρίνεται εκείνος
που αποκρίνεται· όταν δ' εγώ ήθελον αποκριθή εις όσα αυτός με ηρώτα, πάλιν με
τον όμοιον τρόπον να τον ερωτώ εγώ και να μ' αποκρίνεται αυτός. Εάν λοιπόν ήθελε
φανή ότι δεν είναι πρόθυμος να δώση απόκρισιν εις εκείνο ακριβώς που τον
ερωτούν, τότε μαζί και εγώ και σεις θα παρακαλέσωμεν αυτόν, όπως σεις τώρα
παρακαλείτε εμέ, να μη ματαιώνη την συνδιάλεξιν· και δι' αυτό το πράγμα δεν
χρειάζεται διόλου να γείνη ένας κριτής, αλλά μαζί όλοι να κρίνετε.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Παρεδέχθησαν όλοι να
κάμνουν έτσι· και εις τον Πρωταγόραν δεν πολυάρεσε τούτο, υπεχρεώθη όμως να
παραδεχθή να ερωτά· και όταν αρκετά ερωτήση, τότε πάλιν ολίγον κατ' ολίγον
αποκρινόμενος να δίδη λόγον (εις τα ερωτώμενα). Ήρχισε λοιπόν να ερωτά επάνω
κάτω ως εξής·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Φρονώ, είπε, Σωκράτη, εγώ ότι
πολύ μεγάλον μέρος της παιδείας ενός<br />ανθρώπου είναι να είναι ικανός εις τα
αποβλέποντα τα ποιήματα·<br />συνίσταται δ' αυτή η ικανότης εις το να ημπορή να
καταλαβαίνη<br />εκείνα που λέγουν οι ποιηταί, ποία είναι σωστά<br />βαλμένα εις
ποίημα και ποία όχι, και να ηξεύρη να κρίνη δι' αυτά·<br />και όταν τον ερωτούν να
δικαιολογή την κρίσιν του. Και λοιπόν και<br />τώρα η ερώτησίς μου θα είναι διά το
αυτό μεν αντικείμενον διά το<br />οποίον και εγώ και συ τώρα συνομιλούμεν, δηλαδή
διά την αρετήν το<br />οποίον θα μεταφέρω όμως εις την ποίησιν· μόνον αυτήν την
διαφοράν<br />θα έχη· λέγει λοιπόν κάπου ο ποιητής Σιμωνίδης προς τον Σκόπαν,
τον<br />υιόν του Κρέοντος από την Θεσσαλίαν, ότι «είναι δύσκολον να
γείνη<br />κανείς αληθινά άνθρωπος ενάρετος, τετράγωνος κατά τας χείρας
και<br />τους πόδας και τον νουν, κατασκευασμένος χωρίς ελάττωμα».
Ηξεύρεις<br />τούτο το τραγούδι, ή να σου το επαναλάβω ολόκληρον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και εγώ είπα ότι δεν χρειάζεται
διόλου· διότι και το ηξεύρω και έχω<br />παρά πολύ φροντίση να μελετήσω αυτό το
τραγούδι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Τόσον το καλύτερον, είπε. Τι από
τα δύο λοιπόν, σου φαίνεται· ότι<br />το τραγολυδι είναι καλόν και σωστόν, ή
όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Παρά πολύ είπον εγώ εύμορφον και
σωστόν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εάν δε ο ποιητής λέγη ο ίδιος τα
εναντία εις τον εαυτόν του, σου<br />φαίνεται τότε, ότι είναι καλόν το
ποίημα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ότι δεν είναι καλόν, είπον
εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Πρόσεξέ το λοιπόν, είπε,
καλύτερα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλά, φίλε μου, το έχω εξετάση
καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μάθε λοιπόν, είπεν, ότι καθώς
προχωρεί το τραγούδι λέγει κάπου, ότι<br />«ο λόγος του φιλοσόφου Πιττακού διόλου
δεν μου αρέσει, αν και τον<br />έχει είπη άνθρωπος σοφός, όταν λέγη ότι είναι
δύσκολον να είναι τις<br />ενάρετος». Καταλαβαίνεις ότι αυτός ο ίδιος λέγει και
αυτά και<br />εκείνα τα προηγούμενα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Το ηξεύρω είπον εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Σου φαίνεται λοιπόν, είπεν, ότι
αυτά είναι σύμφωνα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εις εμέ βεβαίως φαίνεται ότι είναι
σύμφωνα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Συγχρόνως όμως εφοβούμην μήπως είπη άλλο τι
και διά τούτο του<br />είπον·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Μήπως εις σε φαίνονται ότι δεν είναι
σύμφωνα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά πώς είναι δυνατόν να είναι
σύμφωνος ο ίδιος με τον εαυτόν του<br />εκείνος όπου λέγει τα δύο αυτά πράγματα, ο
οποίος την μεν πρώτην<br />φοράν ο ίδιος παρεδέχθη ότι είναι δύσκολον πράγμα να
γείνη κανείς<br />αληθινά ενάρετος άνθρωπος· μόλις δε επροχώρησεν ολίγον εις
το<br />ποίημα και τον Πιττακόν ο οποίος λέγει τα ίδια λόγια που είπεν,
ότι<br />δηλαδή είναι δύσκολον να γείνη κανείς ενάρετος, τον κατηγορεί
και<br />λέγει ότι δεν παραδέχεται τα λεγόμενά του, εν ώ εκείνος λέγει τα<br />ίδια
απαραλλάκτως. Και λοιπόν, όταν κατηγορή εκείνον που λέγει τα<br />ίδια με όσα
αυτός είπε προτύτερα, είναι φανερόν ότι κατηγορεί και<br />τον εαυτόν του, ώστε ή
προτύτερα δεν έλεγε σωστά, ή ύστερα.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Με αυτά λοιπόν που
είπεν επροκάλεσεν εις πολλούς θόρυβον και από τους ακροατάς έπαινον· και εγώ
κατ' αρχάς μεν, ωσάν να ήθελε φάγω γροθιά από δυνατόν γρονθιστήν, εσκοτίσθην και
εγύρισα το κεφάλι μου καθώς είπεν αυτά και οι άλλοι τον εχειροκρότησαν· έπειτα,
διά να σου είπω την αλήθειαν, διά να εύρω καιρόν να σκεφθώ τι λέγει ο ποιητής,
εγύρισα προς τον Πρόδικον και τον εκάλεσα και του είπα·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πρόδικε, αφ' ου είναι συμπολίτης
σου ο Σιμωνίδης, δίκαιον είναι να<br />δώσης βοήθειαν εις τον άνθρωπον. Μου
φαίνεται λοιπόν ότι εγώ σε<br />παρακαλώ, καθώς λέγει ο Όμηρος, ότι ο Σκάμανδρος
όταν επολιορκείτο<br />από τον Αχιλλέα, παρεκάλει τον Σιμόεντα και έλεγεν·
«Αγαπητέ<br />αδελφέ, ας σταματήσωμεν και οι δυο την δύναμιν του ανδρός
τούτου».<br />Και εγώ λοιπόν σε παρακαλώ, βοήθησε να μη μας κυριεύση ο
Πρωταγόρας<br />τον Σιμωνίδη, διότι η υπεράσπισις του Σιμωνίδου έχει χρειάν από
την<br />μουσικήν σου (δηλαδή την φιλοσοφίαν σου), διά της οποίας
ξεχωρίζεις<br />την θέλησιν από την επιθυμίαν, διότι δεν είναι το ίδιον πράγμα·
και<br />εκείνα, τα οποία είπες προ ολίγου ήσαν και πολλά και εύμορφα.<br />Κύτταζε
και τώρα, αν έχης την ιδίαν γνώμην μ' εμέ. Διότι δεν μου<br />φαίνεται ότι λέγει
εναντία εις τον εαυτόν του ο Σιμωνίδης. Συ<br />λοιπόν, Πρόδικε, ειπέ πρώτος την
γνώμην σου· σου φαίνεται ότι είναι<br />το ίδιον το να γείνη κανείς και το να
είναι, ή ότι είναι άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρόδικος<br />Άλλο, μα τον Δία, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν είπον εγώ, εις μεν τους
πρώτους στίχους δεν είπεν ο<br />Σιμωνίδης την ιδικήν του γνώμην, ότι δηλαδή είναι
δύσκολον να γείνη<br />κανείς αληθινά ενάρετος άνθρωπος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρόδικος<br />Αληθινά λέγεις, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τον Πιττακόν δε, είπον εγώ,
κατηγορεί ο Σιμωνίδης όχι, όπως νομίζει<br />ο Πρωταγόρας, ότι λέγει τα ίδια που
είπε προτύτερα, διότι είπε<br />άλλο. Ο Πιττακός τω όντι δεν έλεγε το ίδιον καθώς
ο Σιμωνίδης, ότι<br />δηλ. είναι δύσκολον να γείνη τις ενάρετος, αλλ' ότι είναι
δύσκολον<br />να είναι ενάρετος· δεν είναι το ίδιον, Πρωταγόρα, καθώς λέγει
απ'<br />εδώ ο Πρόδικος, το να είναι με το να γείνη· αν δε το να είναι και<br />το
να γείνη δεν είναι το ίδιον, ο Σιμωνίδης δεν λέγει εναντία ο<br />ίδιος εις τον
εαυτόν του. Και θα έλεγεν ίσως απ' εδώ ο Πρόδικος και<br />πολλοί άλλοι, σύμφωνα
με τον Ησίοδον, ότι το να γείνη μεν κανείς<br />ενάρετος είναι δύσκολον, διότι οι
θεοί έθεσαν έμπροσθεν τούτου της<br />αρετής ιδρώτα· όταν δε φθάση κανείς εις την
κορυφήν αυτής, τότε, αν<br />και είναι εις την αρχήν δύσκολος, έπειτα γίνεται
εύκολον να την<br />αποκτήση.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Ο μεν Πρόδικος λοιπόν, άμα ήκουσε ταύτα, μ'
επήνεσε· ο δε<br />Πρωταγόρας είπε·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Η διόρθωσίς σου, Σωκράτη, έχει
μεγαλύτερον σφάλμα παρά εκείνο, το<br />οποίον διορθώνεις.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και εγώ είπον· έκαμα λοιπόν κακόν,
καθώς φαίνεται, Πρωταγόρα, και<br />είμαι ένας γελοίος ιατρός· εν ώ θέλω να
ιατρεύσω, κάμνω μεγαλυτέραν<br />την αρρωστίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλ' έτσι είναι, είπε, καθώς
λέγεις.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πώς λοιπόν; είπον εγώ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Θα ήτο, είπε, μεγάλη αμάθεια του
ποιητού, αν λέγη ότι είναι τόσον<br />εύκολον ν' αποκτήση κανείς την αρετήν, η
οποία είναι το<br />δυσκολώτερον από όλα, καθώς παραδέχονται όλοι οι
άνθρωποι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Και εγώ είπα· μα τον Δία, εις
κατάλληλον περίστασιν έτυχε να ευρίσκεται παρών εις την συζήτησίν μας απ' εδώ ο
Πρόδικος. Διότι, Πρωταγόρα, η σοφία του Προδίκου είναι σχεδόν θεία και παλαιά, η
οποία ήρχισε βέβαια από τον καιρόν του Σιμωνίδου ή και ακόμη παλαιότερα. Συ δε
εν ώ εις άλλας πολλάς σοφίας είσαι έμπειρος, αποδεικνύεσαι ότι από αυτήν δεν
έχεις είδησιν, ούτε τόσην όσην έχω εγώ, διότι είμαι μαθητής τούτου εδώ του
Προδίκου· και τώρα μου φαίνεται πως δεν καταλαβαίνεις, ότι και την λέξιν αυτήν
δύσκολον ο Σιμωνίδης δεν την ενοούσεν έτσι, όπως συ την εννοείς, αλλά καθώς
αυτός εδώ ο Πρόδικος με νουθετεί κάθε φοράν διά την λέξιν δεινός (φοβερός ή παρά
πολύ ικανός), όταν εγώ διά να επαινέσω σε ή κανένα άλλον ότι ο Πρωταγόρας είναι
άνθρωπος σοφός και δεινός (ικανώτατος και φοβερώτατος), αυτός μ' ερωτά αν δεν
εντρέπωμαι τα καλά πράγματα να τα ονομάζω δεινά (φοβερά). Διότι λέγει, δεινόν θα
είπη κακόν· κανείς τω όντι καμμίαν φοράν δεν λέγει τον πλούτον δεινόν, ούτε την
ειρήνην δεινήν, ούτε την υγείαν δεινήν, αλλά λέγει την ασθένειαν δεινήν, και τον
πόλεμον δεινόν και την πτωχείαν δεινήν, διότι δεινόν θα είπη κακόν πράγμα. Ίσως
λοιπόν και το δύσκολον πάλιν οι Κείοι και ο Σιμωνίδης ή το νομίζουν κακόν, ή
άλλο τίποτε το οποίον συ δεν καταλαβαίνεις· ας ερωτήσωμεν λοιπόν τον Πρόδικον·
διότι είναι δίκαιον αυτόν να ερωτήσωμεν διά την γλώσσαν του Σιμωνίδου (διότι
είναι πατριώτης αυτού)· ειπέ μας, Πρόδικε, τι ήθελε να είπη με την λέξιν
δύσκολον ο Σιμωνίδης;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρόδικος Κακόν πράγμα, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δι' αυτόν λοιπόν τον λόγον και
κατηγορεί, είπον εγώ, Πρόδικε, τον<br />Πιττακόν, ο οποίος λέγει ότι είναι
δύσκολον να είναι κανείς<br />ενάρετος, ωσάν να τον ήκουε να λέγη ότι είναι κακόν
πράγμα να είναι<br />κανείς ενάρετος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρόδικος<br />Αλλά τι νομίζεις, είπεν ο Πρόδικος,
Σωκράτη, ότι ο Σιμωνίδης λέγει<br />άλλο πράγμα, και όχι αυτό και ότι δεν
προσβάλλει τον Πιττακόν,<br />διότι δεν ήξευρε να μεταχειρίζεται σωστά τας λέξεις,
επειδή ήτο από<br />την Λέσβον και είχεν ανατραφή με βάρβαρον γλώσσαν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ακούεις λοιπόν, είπον εγώ,
Πρωταγόρα, τι λέγει απ' εδώ ο Πρόδικος;<br />Έχεις τίποτε εις αυτά ν'
απαντήσης;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Και ο Πρωταγόρας είπε·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Κάθε άλλο παρά να είναι έτσι
Πρόδικε· αλλ' εγώ ηξεύρω καλά ότι και<br />ο Σιμωνίδης έλεγε δύσκολον εκείνο που
το λέγομεν τέτοιο και ημείς<br />οι άλλοι, όχι δηλαδή το κακόν, αλλ' εκείνο το
οποίον δεν ήθελεν<br />είσθαι εύκολον, αλλά γίνεται διά μέσου πολλών
δυσκολιών.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλά και εγώ νομίζω, είπα,
Πρωταγόρα, ότι ο Σιμωνίδης τούτο λέγει,<br />και ότι αυτός εδώ ο Πρόδικος το
ηξεύρει, αλλά αστειεύεται και<br />θέλει, φαίνεται, να σε δοκιμάση εάν είσαι
ικανός να υποστηρίξης την<br />γνώμην σου· επειδή ότι ο Σιμωνίδης δύσκολον δεν
λέγει το κακόν,<br />μεγάλη απόδειξις είναι εκείνο που λέγει αμέσως κατόπιν· διότι
λέγει<br />ότι «μόνος ο Θεός δύναται να έχη τούτο το βραβείον».</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Διότι αν έλεγεν ότι
είναι κακόν πράγμα να είναι κανείς ενάρετος, δεν θα έλεγεν έπειτα ότι μόνος ο
Θεός ημπορεί να έχη αυτήν την χάριν και δεν θ' απέδιδεν εις μόνον τον θεόν αυτό
το βραβείον· διότι ο Πρόδικος θα έλεγε τότε τον Σιμωνίδην άνθρωπον ασεβή και
κατ' ουδένα τρόπον Κείον·(9) αλλ' εκείνα τα οποία μου φαίνεται ότι εννοεί να
είπη ο Σιμωνίδης εις τούτο το τραγούδι, θέλω να σου τα είπω διά να καταλάβης
ποίας γνώσεις έχω εις αυτό το αντικείμενον, το οποίον συ λέγεις, δηλαδή το περί
ποιημάτων· αν δε θέλης να μου είπης συ, θα σ' ακούσω μ' ευχαρίστησιν.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Ο μεν Πρωταγόρας λοιπόν, αφ' ου με ήκουσε να
λέγω αυτά, είπεν·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Όπως θέλεις, Σωκράτη.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Ο δε Πρόδικος και
ο Ιππίας και οι άλλοι πολύ με παρεκίνουν να είπω εγώ. Εγώ δε είπον ως
εξής·</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Την γνώμην μου τουλάχιστον διά το
τραγούδι αυτό θα προσπαθήσω να σας την εκθέσω. Η φιλοσοφία είναι πολύ παλαιά και
παρά πολλή μεταξύ των Ελλήνων και εις την Κρήτην και εις την Λακεδαίμονα, και
εκεί υπάρχουν οι περισσότεροι του κόσμου σοφισταί· αλλ' εις τους άλλους το
αρνούνται και προσποιούνται ότι είναι αμαθείς, διά να μη τους καταλαμβάνουν ότι
υπερτερούν τους άλλους Έλληνας κατά την σοφίαν, ωσάν τους σοφιστάς τους οποίους
ανέφερεν ο Πρωταγόρας, αλλά διά να νομίζουν οι άλλοι ότι υπερτερούν κατά την
πολεμικήν τέχνην και την ανδρείαν, επειδή νομίζουν ότι, εάν μάθουν οι άλλοι εις
τι υπερτερούν, όλοι θα κάμουν τότε το έργον αυτό, δηλαδή την σοφίαν. Τώρα δε,
επειδή το απέκρυψαν, εξηπάτησαν εκείνους οι οποίοι εις τας διαφόρους πόλεις
μιμούνται ό,τι κάμουν οι Λάκωνες· και άλλοι μεν από αυτούς διά να μιμηθούν τους
Λάκωνας κατακόπτουν τα αυτία των, ζώνονται με λωρία, επιδίδονται εις την
γυμναστικήν και φορούν κοντά φορέματα, επειδή νομίζουν ότι τάχα με αυτά οι
Λακεδαιμόνιοι υπερτερούν τους Έλληνας· οι δε Λακεδαιμόνιοι, όταν θελήσουν με
ελευθερίαν να συνομιλήσουν με τους σοφιστάς των και στενοχωρηθούν πλέον να
συνομιλούν με αυτούς κρυφά, ενεργούν έξωσιν των ξένων και εκείνων οι οποίοι
μιμούνται τους Λάκωνας και οποιουδήποτε άλλου ξένου, ο οποίος τύχη να ευρεθή εις
τον τόπον των, και τότε συναναστρέφονται τους σοφιστάς των χωρίς να το πέρνουν
είδησιν οι ξένοι, και οι ίδιοι δεν επιτρέπουν εις κανένα από τους νέους να
ξενιτεύεται εις άλλας πόλεις, καθώς κάμνουν και οι Κρήτες, διά να μη ξεμαθαίνουν
οι νέοι εκείνα τα οποία αυτοί διδάσκουν. Είναι δε μέσα εις αυτάς τας πόλεις όχι
μόνον άνδρες οι οποίοι έχουν μεγάλην ιδέαν διά την παιδείαν των, αλλά και
γυναίκες. Ημπορείτε δε να πληροφορηθήτε ότι αυτά όπου λέγω είναι αληθινά και ότι
οι Λακεδαιμόνιοι είναι κάλλιστα πεπαιδευμένοι εις την φιλοσοφίαν και την
ρητορικήν με τον ακόλουθον τρόπον· εάν θέλη κανείς να συζητήση με τον
αμαθέστατον από τους Λακεδαιμονίους, κατ' αρχάς μεν θα του φαίνεται ότι είναι
κανένας κουτός, έπειτα εκείνος εις την σειράν της ομιλίας, όπου εύρη ευκολίαν,
ρίπτει μίαν σύντομον ομιλίαν αξιόλογον και στριφογυριστήν ωσάν κανένας έξοχος
ακοντιστής, ώστε να φανή εκείνος που ομιλεί μαζί του, ότι δεν είναι διόλου
καλύτερος από μωρό παιδί. Τούτο λοιπόν το ίδιον πράγμα, υπάρχουν πολλοί οι
οποίοι το έχουν εννοήση, και από τους παλαιούς, ότι το να μιμήται κανείς τους
Λάκωνας συνίσταται πολύ περισσότερον εις το να φιλοσοφή παρά εις το ν' αγαπά την
γυμναστικήν, γνωρίζοντες ότι μόνον τελείως πεπαιδευμένος είναι ικανός να λέγη
τοιαύτα. Από τούτους τους σοφούς ήτο και ο Θαλής ο Μιλήσιος, και ο Πιττακός, ο
Μιτυληναίος, και ο Βίας ο Πριηνεύς και ο ιδικός μας ο Σόλων και ο Κλεόβουλος ο
Λίνδιος και ο Μύσων ο Χηνεύς (10) και έβδομος μεταξύ τούτων ελέγετο ο
Λακεδαιμόνιος Χίλων. Όλοι αυτοί εζήλευσαν και ηγάπησαν και ήσαν μαθηταί της
παιδείας των Λακεδαιμονίων· και ημπορεί κανείς να πληροφορηθή, ότι η σοφία των
ήτο τοιαύτη από μερικά αξιομνημόνευτα σύντομα λόγια, τα οποία καθείς απ' αυτούς
έχει είπη, τα οποία αυτοί, αφ' ου συνηθροίσθησαν όλα μαζί, τ' αφιέρωσαν εις τον
Απόλλωνα εις τον ναόν του που είναι εις τους Δελφούς ως προφαντά της σοφίας των,
αφ' ου τα έγραψαν, τα οποία όλοι διασαλπίζουν, δηλαδή τα «γνώθι σαυτόν» (γνώρισε
τον εαυτόν σου), και «μηδέν άγαν» (εις τίποτε μη το παρακάνης). Διά ποίαν λριπόν
αιτίαν εγώ λέγω αυτά; Διά να ιδήτε ότι αυτός είναι ο παλαιός τρόπος της
φιλοσοφίας, κάποια δηλαδή λακωνική κοντολογία· και του Πιττακού λοιπόν,
ιδιαιτέρως περιεφέρετο και εγκωμιάζετο από τους σοφούς αυτό το λόγιον, ότι
«δύσκολον είναι να είναι κανείς ενάρετος». Ο Σιμωνίδης λοιπόν, επειδή δεν ήθελε
να τον περάση κανείς εις την σοφίαν, ενόησεν ότι, αν ρίψη κάτω αυτό το λόγιον
ωσάν φημισμένος αθλητής και το νικήση, αυτός θα εφημίζετο τότε μεταξύ των τότε
ανθρώπων. Ως προς τούτο λοιπόν το λόγιον, και διά τούτον τον σκοπόν
επιβουλευόμενος αυτό, έκαμεν όλον το τραγούδι διά να καταστρέψη το λόγιον, καθώς
μου φαίνεται.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Ας εξετάσωμεν λοιπόν
αυτό το ποίημα όλοι μαζί διά να ίδωμεν αν εγώ λέγω την αλήθειαν. Διότι αμέσως η
αρχή του ποιήματος θα εφαίνετο ανόητος, αν, εν ώ ήθελε να είπη ότι είναι
δύσκολον να γίνη άνθρωπος ενάρετος, έπειτα έθετε μέσα εις την φράσιν την λέξιν
&μεν&. Διότι αυτή η λέξις φαίνεται ότι δεν είχε κανένα λόγον να τεθή
εκεί μέσα, εκτός μόνον αν νομίση κανείς ότι ο Σιμωνίδης ομιλεί ωσάν να φιλονεική
με την γνώμην του Πιττακού· διότι εν ώ ο Πιττακός λέγει ότι είναι δύσκολον να
είναι κανείς άνθρωπος ενάρετος, αυτός μη παραδεχόμενος τούτο, είπεν ότι όχι·
αλλά να γείνη μεν κανείς άνθρωπος ενάρετος είναι δύσκολον, Πιττακέ, αληθινά,
εκείνος που δεν είναι αληθινά ενάρετος, ούτε εις τούτο επάνω· λέγει την
αλήθειαν, ωσάν τάχα να ήσαν μερικοί, άλλοι μεν αληθινά ενάρετοι, άλλοι δε
ενάρετοι &μεν&, όχι όμως αληθινά· διότι τούτο ήθελε βέβαια φανή ανόητον
και ανάρμοστον να το είπη ο Σιμωνίδης· αλλά πρέπει να κάμωμεν την λέξιν αληθώς
να πηδήση από την θέσιν της εις άλλην, και έτσι να είπωμεν έπειτα την λέξιν του
Πιττακού, ωσάν θα εθέταμεν τον ίδιον τον Πιττακόν να λέγη και τον Σιμωνίδην ν'
αποκρίνεται, να λέγη δηλαδή ο Πιττακός, ω άνθρωποι, δύσκολον είναι να είναι
κανείς ενάρετος, ο δε Σιμωνίδης ν' αποκριθή, Πιττακέ, δεν λέγεις την αλήθειαν,
διότι όχι να είναι, αλλά να γείνη μεν κανείς άνθρωπος ενάρετος, τετράγωνος και
κατά τας χείρας και κατά τους πόδας και κατά τον νουν, χωρίς σφάλμα
κατασκευασμένος είναι δύσκολον αληθινά. Έτσι φαίνεται ότι η λέξις «μεν» είχε
λόγον να βαλθή εκεί μέσα και η λέξις «αληθινά» σωστά εβάλθη εις το τέλος· και
όλα εκείνα, τα οποία λέγονται κατόπιν, βεβαιώνουν τούτο, ότι ελέχθη με αυτόν τον
τρόπον. Ημπορεί μεν ν' αποδείξη κανείς και διά καθέν από τα λεγόμενα εις το
ποίημα ότι τα περισσότερα ο ποιητής εύμορφα τα έκαμε, διότι είναι παρά πολύ
χαριτωμένα και αρμονικά· αλλά θα εχρειάζετο καιρός να εξετάσωμεν το ποίημα κατ'
αυτόν τον τρόπον· ας εξετάσωμεν γενικώς το σχέδιον αυτού, διά να δείξωμεν ότι
περισσότερον από κάθε άλλο από την αρχήν έως το τέλος το ποίημα αποβλέπει εις το
να εξελέγξη το γνωμικόν του Πιττακού.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Διότι έπειτα από
τούτο, αφ' ου ανέφερεν ολίγα, λέγει, ωσάν να δικαιολογήση αυτό όπου είπεν, ότι
δηλαδή να γείνη μεν κανείς άνθρωπος ενάρετος είναι δύσκολον, είναι όμως δυνατόν
να γείνη ενάρετος διά κάμποσον τουλάχιστον καιρόν, αφ' ου δε γείνη, να διαμένη
εις αυτήν την κατάστασιν, και να είναι (διαρκώς) άνθρωπος ενάρετος, καθώς συ
λέγεις, Πιττακέ, είναι αδύνατον και ανώτερον της δυνάμεως του ανθρώπου, αλλά
μόνος ο θεός ημπορεί να έχη τούτο το προνόμιον, «άνθρωπος δε δεν είναι δυνατόν
να μη γείνη κακός, τον οποίον ήθελε κατακρημνίση ακαταμάχητος συμφορά». Ποίον
λοιπόν κατακρημνίζει ακαταμάχητος συμφορά; Φανερόν είναι ότι δεν κατακρημνίζει
τον αμαθή, διότι ο αμαθής είναι πάντοτε κρημνισμένος· καθώς λοιπόν δεν ημπορεί
κανείς να ρίψη κάτω εκείνον ο οποίος είναι πεσμένος, αλλ' εκείνον ο οποίος
ίσταται όρθιος ημπορεί καμμίαν φοράν να τον ρίψη κανείς κάτω, ώστε να τον κάμη
κάτω ριγμένον, εκείνον δε ο οποίος είναι κάτω ριγμένος δεν ημπορεί, έτσι και
εκείνον που εύκολα πολεμείται καμμίαν φοράν ημπορεί μία ακαταμάχητος συμφορά να
τον καταβάλη· εκείνον δε ο οποίος είναι πάντοτε ακαταμάχητος δεν ημπορεί· και
τον κυβερνήτην ενός πλοίου, αν τον εύρη μεγάλη τρικυμία, ημπορεί να τον κάμη να
μη ευρίσκη τρόπον να την καταπολεμήση, και τον γεωργόν, αν τον εύρη μία
κακοκαιρία, ημπορεί να τον φέρη εις θέσιν να μη ηξεύρη τι να κάμη· παρόμοια
αίτια δύνανται να σαστίσουν και ένα ιατρόν. Διότι εις μεν τον καλόν ημπορεί να
συμβή να γείνη κακός, καθώς βεβαιώνει και ένας άλλος ποιητής, ο οποίος είπεν ότι
«ο αγαθός ανήρ άλλοτε μεν είναι καλός, άλλοτε δε κακός»· εις δε τον κακόν δεν
είναι δυνατόν να συμβή να γείνη κακός, αλλ' αναγκαίως είναι πάντοτε τοιούτος,
ώστε εκείνον μεν ο οποίος είναι ικανός και σοφός και αγαθός, όταν ήθελε τον
κρημνίση ακαταμάχητος συμφορά, δεν είναι δυνατόν να μη γείνη κακός· συ δε
λέγεις, Πιττακέ, ότι είναι δύσκολον να είναι κανείς ενάρετος, εν ώ το να γείνη
κανείς ενάρετος είναι δύσκολον, είναι δε δυνατόν, να είναι όμως (πάντοτε) είναι
αδύνατον, «διότι κάθε άνθρωπος είναι αγαθός, αν πράξη καλά, κακός δε αν πράξη
κακά». Ποία λοιπόν λέγεται καλή πράξις εις την φιλολογίαν, και ποία πράξις
κάμνει ένα άνθρωπον αγαθόν εις την φιλολογίαν; Είναι φανερόν ότι τον κάμνει
αγαθόν εις την φιλολογίαν η μάθησις αυτής· ποία δε καλή πράξις κάμνει ένα
άνθρωπον αγαθόν ιατρόν; Είναι φανερόν ότι τον κάμνει τοιούτον η μάθησις της
ιατρείας των αρρώστων, τους οποίους ο κακός ιατρός κακά θεραπεύει· ποίος λοιπόν
ημπορεί να γείνη κακός ιατρός; Φανερόν είναι ότι εκείνος ο οποίος κατ' αρχάς μεν
είναι ιατρός, έπειτα δε γίνεται αγαθός ιατρός· διότι αυτός ημπορεί να γείνη και
κακός ιατρός· ημείς δε οι οποίοι είμεθα αμαθείς εις την ιατρικήν, δεν είναι
δυνατόν ποτε να εκτελέσωμεν κακώς το έργον του ιατρού, ούτε του κτίστου, ούτε
κανέν άλλο από τα τοιαύτα· εκείνος δε ο οποίος χωρίς να είναι ιατρός, ήθελε
κάμει κακώς το έργον του ιατρού, είναι φανερόν ότι δεν είναι κακός ιατρός.
Τοιουτοτρόπως και ο μεν ενάρετος άνθρωπος καμμίαν φοράν ημπορεί να γείνη και
κακός ή ένεκα της ηλικίας ή ένεκα κόπου ή ένεκα ασθενείας ή κανενός άλλου
περιστατικού, διότι αυτή μόνη είναι πραγματική κακή πράξις, το να στερηθή κανείς
την γνώσιν του κάθε πράγματος· ο δε κακός άνθρωπος δεν είναι δυνατόν ποτέ να
γείνη κακός, διότι είναι πάντοτε κακός· αλλά διά να γείνη έπειτα κακός, πρέπει
προτύτερα να υπήρξε αγαθός, ώστε και αυτό το μέρος του ποιήματος εις τούτο
αποβλέπει, ότι δεν είναι μεν δυνατόν να είναι κανείς άνθρωπος ενάρετος διαμένων
διαρκώς ενάρετος, είναι όμως δυνατόν να γείνη κανείς ενάρετος, καθώς είναι
δυνατόν βέβαια αυτός ο ίδιος να γείνη και κακός. Μένουν δε τον περισσότερον
καιρόν ενάρετοι και είναι οι καλύτεροι από όλους εκείνοι τους οποίους αγαπώσιν
οι θεοί.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Και όλα λοιπόν αυτά
τα είπεν εναντίον του Πιττακού και τα επακόλουθα του ποιήματος ακόμη
περισσότερον φανερώνουσι τούτο. Διότι λέγει· «ένεκα τούτου εγώ δεν θα κοπιάσω
διά να ζητήσω εκείνο το οποίον είναι κενή και ακατόρθωτος η ελπίς να εύρω,
άνθρωπον δηλαδή χωρίς σφάλμα ανάμεσα εις ημάς τους άλλους, οι οποίοι ζώμεν από
τον καρπόν της γονίμου γης· αν τον εύρω, έπειτα θα σας το είπω»· αλλά και εις
ολόκληρον το ποίημα καταφέρεται τόσον δυνατά εναντίον της γνώμης του Πιττακού·
«κάθε δε άνθρωπον, ο οποίος δεν πράξη καμμίαν αισχράν πράξιν, με την καρδιά μου
τον αγαπώ και τον επαινώ· αλλά με την ανάγκην και οι θεοί οι ίδιοι δεν τα
βάζουν»· και αυτό ακόμη διά τον ίδιον σκοπόν το είπε. Διότι ο Σιμωνίδης δεν ήτο
τόσον αμαθής, ώστε να λέγη ότι επαινεί εκείνους οι οποίοι δεν κάμνουν
θεληματικώς κανέν κακόν, ωσάν να υπάρχουν και μερικοί οι οποίοι να κάμνουν κακά
θεληματικώς. Διότι εγώ φρονώ τούτο επάνω κάτω, ότι κανείς από τους σοφούς άνδρας
δεν παραδέχεται ότι υπάρχει άνθρωπος ο οποίος θεληματικώς ν' αμαρτάνη και να
πράττη θεληματικώς πράξεις αισχράς και κακάς, αλλά γνωρίζων καλώς ότι όλοι, όσοι
κάμνουν τας αισχράς και κακάς πράξεις, τας κάμνουν χωρίς να θέλουν· λοιπόν και ο
Σιμωνίδης δεν λέγει ότι επαινεί εκείνους οι οποίοι δεν κάμνουν κακά θεληματικώς,
αλλ' αυτήν την λέξιν «θεληματικώς» την λέγει διά τον εαυτόν του. Διότι εφρόνει
ότι εις άνθρωπον καλόν και αγαθόν πολλές φορές συμβαίνει ώστε να βιάζη ο ίδιος
τον εαυτόν του να επαινή και ν' αγαπά ένα άλλον· συμβαίνει λ. χ. πολλές φορές
εις ένα άνθρωπον να είναι βιασμένος ν' αγαπά στραβοκέφαλον μητέρα ή πατέρα ή
πατρίδα ή κανέν άλλο από τα τοιαύτα. Οι μεν κακοί άνθρωποι λοιπόν, όταν συμβή
εις αυτούς κανέν τοιούτον πράγμα, ωσάν ευχαριστημένοι το βλέπουν και το
δεικνύουν εις τους άλλους παραπονούμενοι και κατηγορούν την κακίαν των γονέων
των ή της πατρίδος, διά να μη τους καταδικάζουν οι άνθρωποι διά την αμέλειάν των
προς αυτούς και να μη τους ονειδίζουν διότι τους αμελούν, και φροντίζουν, ώστε
ακόμη περισσότερον να τους κατακρίνουν (τους γονείς και την πατρίδα των) και να
προσθέτουν εναντίον των εις την αναγκαστικήν αντιπάθειαν και θεληματικά μίση· οι
δε αγαθοί άνθρωποι, εφρόνει ότι είναι υποχρεωμένοι να σκεπάζουν τα σφάλματά των
και να τους επαινούν, και αν κάποτε θυμώσουν, επειδή εβλάφθησαν, εναντίον των
γονέων ή της πατρίδος των, ότι οι ίδιοι παρηγορούν τον εαυτόν των και
συμφιλιώνονται και υποχρεώνουν προς τούτοις τον εαυτόν τους ν' αγαπά και να
επαινή τους ιδικούς των. Νομίζω δε ότι πολλές φορές και ο Σιμωνίδης εθεώρησε
πρέπον να επαινέση και να εγκωμιάση και αυτός ο ίδιος ή μονάρχην ή κανένα άλλον
από τους τοιούτους, όχι διότι το ήθελε, αλλά διότι ήτον ηναγκασμένος.(11) Αυτά
λοιπόν λέγει και εις τον Πιττακόν ότι «εγώ, Πιττακέ, δεν σε κατακρίνω δι' αυτά,
διότι είμαι φιλοκατήγορος, επειδή εις εμέ βέβαια αρκεί ένας άνθρωπος, να μη
είναι κακός μήτε πολύ ανωφελής, να είναι υγιής (κατά τον νουν) και να ηξεύρη την
ωφέλιμον εις τας πόλεις δικαιοσύνην. Δεν είμαι φιλοκατήγορος· διότι το γένος των
κουτών είναι απειράριθμον, ώστε αν ηυχαριστήτο κανείς να τους κατακρίνη
κατηγορών αυτούς θα εκουράζετο. Όλαι αι πράξεις είναι καλαί, εις τας οποίας δε
είναι ανακατωμέναι και αισχραί». Δεν λέγει τούτο, ωσάν να έλεγεν ότι «όλα εκείνα
είναι άσπρα, εις τα οποία δεν είναι ανακατωμένα και μαύρα»· διότι θα ήτο υπό
πολλάς επόψεις γελοίον αλλά διότι αυτός παραδέχεται και τον μέσον όρον, τον
μεταξύ δηλαδή του κακού και του καλού, ώστε να μη κατακρίνη· και «δεν ζητώ,
είπε, άνθρωπον εντελώς χωρίς σφάλμα, μεταξύ ημών· όσοι τρεφόμεθα από τον καρπόν
της ευφόρου γης· και αν τον εύρω, έπειτα θα σας το είπω· ώστε ένεκα τούτου
βεβαίως δεν θα επαινέσω κανένα, αλλ' είναι εις εμέ αρκετόν αν κανείς είναι
μέτριος και δεν κάμνη κανέν κακόν· τους τοιούτους εγώ όλους αγαπώ και επαινώ»·
και εδώ μεταχειρίζεται την διάλεκτον των Μυτιληναίων, επειδή λέγει προς τον
Πιττακόν τας λέξεις· «όλους επαινώ και αγαπώ θεληματικώς (εδώ πρέπει εις την
λέξιν θεληματικώς να σταματήση εκείνος που αναγινώσκει) όσους δεν κάμουν καμμίαν
αισχράν πράξιν, υπάρχουν όμως μερικοί, τους οποίους επαινώ και αγαπώ χωρίς να
Θέλω. Σε λοιπόν, και αν μέτρια έλεγες καλά και αληθινά πράγματα, Πιττακέ, δεν
ήθελά ποτε σέ κατακρίνη. Τώρα όμως, επειδή, εν ώ ψεύδεσαι δυνατά εις τα
σπουδαιότερα πράγματα, νομίζεις ότι λέγεις την αλήθειαν, δι' αυτό εγώ σε
κατακρίνω».</span></div>
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Αυτά μου φαίνεται,
Πρόδικε και Πρωταγόρα, είπον εγώ, είχε προ οφθαλμών ο Σιμωνίδης και έκαμεν αυτό
το ποίημα.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Και ο Ιππίας είπε·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Ιππίας<br />Μου φαίνεται, Σωκράτη, ότι και συ
καλήν ανάπτυξιν έκαμες δι' αυτό<br />το ποίημα· έχω όμως και εγώ να είπω σπουδαία
πράγματα δι' αυτό, τα<br />οποία, αν επιθυμήτε, θα σας τ' ανακοινώσω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Και ο Αλκιβάδης·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Αλκιβιάδης<br />Ναι, είπε, Ιππία, αλλά μίαν άλλην
φοράν. Τώρα είναι δίκαιον να<br />γείνουν εκείνα τα οποία εσυμφώνησαν μεταξύ των ο
Πρωταγόρας και ο<br />Σωκράτης· ο μεν Πρωταγόρας δηλαδή, αν ακόμη έχη την
ευχαρίστησιν να<br />ερωτά, ν' αποκρίνεται δε ο Σωκράτης, αν δε έχη πάλιν ο
Πρωταγόρας<br />την ευχαρίστησιν ο Σωκράτης ν' αποκρίνεται, τότε να ερωτά ο
άλλος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Και εγώ είπα· παραχωρώ μεν το δικαίωμα
εις τον Πρωταγόραν να εκλέξη όποιο από τα δύο τον ευχαριστεί καλύτερα· αν δε
επιθυμή την μεν ομιλίαν περί ποιημάτων και ποιητικών διηγήσεων ας την αφήσωμεν
κατά μέρος, διά δε τα ζητήματα, διά τα οποία εγώ κατ' αρχάς σε ηρώτησα,
Πρωταγόρα, εξετάζων αυτά μαζί σου θα έφθανα μ' ευχαρίστησιν εις κάποιον
συμπέρασμα. Διότι φρονώ ότι το να συνομιλή κανείς διά την ποίησιν είναι παρά
πολύ όμοιον με τα συμπόσια τα οποία κάμνουν οι αμαθείς και πρόστυχοι άνθρωποι.
Διότι και αυτοί, επειδή δεν ημπορούν, την ώραν του φαγοποτιού ν' ανταλλάξουν
αυτοπροσώπως ομιλίας μεταξύ των, μήτε με την ιδικήν των φωνήν και τας ιδικάς των
λέξεις, εξ αιτίας της αμαθείας των αποδίδουν τιμήν εις τας γυναίκας που παίζουν
την φλογέρα, και έτσι ενοικιάζουν ακριβά ξένην φωνήν, την φωνήν δηλαδή της
φλογέρας, και μ' εκείνην την φωνήν κατορθώνουν να κάμουν συναναστροφήν μεταξύ
των· όπου όμως υπάρχουν ενάρετοι και πεπαιδευμένοι σύντροφοι εις το φαγοπότι,
δεν είναι δυνατόν να ίδης εκεί γυναίκας να παίζουν φλογέρας ή να χορεύουν ή να
ψάλλουν, αλλ' αυτοί οι ίδιοι είναι ικανοί να συνδιαλεχθούν αναμεταξύ των χωρίς
τας φλυαρίας και τα παιγνίδια με την ιδικήν των φωνήν, ομιλούντες και
ακροαζόμενοι καθένας με την σειράν του με τάξιν, ακόμη και παρά πολύ κρασί αν
πίουν. Έτσι και αι τοιούτου είδους συνομιλίαι, όταν τύχη να γίνωνται από
ανθρώπους, όπως οι περισσότεροι από ημάς λέγουν ότι είναι, δεν έχουν χρείαν
ξένης φωνής, ούτε ανάγκην από ποιητάς, τους οποίους ούτε να ερωτήση κανείς είναι
δυνατόν δι' εκείνα τα οποία λέγουν, και οι περισσότεροι αναφέροντες αυτούς εις
τας ομιλίας των, άλλοι μεν λέγουν ότι ο ποιητής εννοεί αυτά, άλλοι δε ότι εννοεί
άλλα, συνομιλούντες διά πράγμα το οποίον δεν έχουν την δύναμιν να εξακριβώσουν·
δι' αυτήν την αιτίαν (οι ενάρετοι και πεπαιδευμένοι) αφίνουν κατά μέρος αυτού
του είδους τας συναναστροφάς, οι ίδιοι δε αυτοπροσώπως συνδιαλέγονται μεταξύ των
λαμβάνοντες και δίδοντες ο ένας εις τον άλλον με τας ομιλίας των απόδειξιν της
αξίας των. Τούτου του είδους τους ανθρώπους μου φαίνεται ότι πρέπει εγώ και συ
κατά προτίμησιν να μιμώμεθα, αφίνοντες δε κάτω τους ποιητάς, ημείς οι ίδιοι
αυτοπροσώπως να συνομιλήσωμεν αναμεταξύ μας, λαμβάνοντες απόδειξιν της αληθείας
και της αξίας του εαυτού μας. Και αν μεν ακόμη επιθυμής συ να ερωτάς, είμαι
πρόθυμος να σου αποκρίνωμαι, αν δε πάλιν επιθυμής, λάβε συ την καλωσύνην να μου
αποκρίνεσαι, διά να φέρωμεν εις έν συμπέρασμα εκείνα τα ζητήματα, τα οποία εις
τούτο το αναμεταξύ επαύσαμεν να εξετάζωμεν.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Εν ώ λοιπόν εγώ
έλεγον ταύτα και άλλα παρόμοια, ο Πρωταγόρας δεν εξηγείτο καθαρά τι από τα δύο
θα κάμη.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Είπε λοιπόν ο Αλκιβιάδης αφ' ου εκύτταξε τον
Κάλλίαν·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Αλκιβιάδης<br />Καλλία, σου φαίνεται, είπεν, ότι
καλά κάμνει και τώρα ο Πρωταγόρας,<br />ο οποίος δεν εξηγείται καθαρά αν θα δώση
λόγον ή δεν θα δώση; Διότι<br />εγώ νομίζω ότι δεν κάμει καλά· ή ας συνδιαλεχθή ή
ας είπη ότι δεν<br />θέλει να συνδιαλεχθή διά να καταλάβωμεν τον σκοπόν του· ο
δε<br />Σωκράτης να συνδιαλεχθή τότε με κανένα άλλον, ή οποίος άλλος θέλει<br />με
άλλον.</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Και ο Πρωταγόρας,
επειδή εντράπη, καθώς τουλάχιστον μ' εφάνη, που ήκουε και τον Αλκιβιάδην να λέγη
αυτά και τον Καλλίαν και σχεδόν όλους τους παρευρεθέντας να τον παρακαλούν, μετά
δυσκολίας απεφάσισε να προβή εις την συνδιάλεξιν και παρεκάλεσε τον Σωκράτην να
τον ερωτά διά ν' αποκρίνεται.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Είπα λοιπόν εγώ· Πρωταγόρα, μη
φαντάζεσαι ότι επιθυμώ να συνδιαλεχθώ μαζί σου με άλλον σκοπόν παρά διά να
εξετάσωμεν εκείνα εις τα οποία από φοράν εις φοράν εγώ ο ίδιος έχω αμφιβολίαν.
Διότι φρονώ ότι πολύ σωστά λέγει ο Όμηρος τα εξής· «όταν δύο πηγαίνουν μαζί, ο
ένας βλέπει εκείνο το οποίον δεν βλέπει ο άλλος». Όταν βεβαίως είμεθα μαζί
πολλοί άνθρωποι, έχομεν μεγαλυτέραν ευκολίαν εις κάθε πράγμα το οποίον πρόκειται
να κάμωμεν και να είπωμεν και να σκεφθώμεν· ένας άνθρωπος, και αν σκεφθή κάτι,
αμέσως τρέχει εδώ και εκεί και ζητεί κανένα άλλον διά να του το φανερώση και με
τον οποίον να βεβαιωθή ότι είναι σωστόν, έως ου να εύρη κανένα. Έτσι και εγώ δι'
αυτήν την αιτίαν συνδιαλέγομαι με σε καλύτερα παρά με άλλον, επειδή νομίζω ότι
συ έχεις εξετάση κάλλιστα και τα άλλα ζητήματα, τα οποία χρέος έχει ο
πεπαιδευμένος να εξετάζη, και το ζήτημα περί αρετής. Εις ποίον δε άλλον ημπορεί
κανείς ν' απευθυνθή καλύτερα παρά εις σε; Ο οποίος βεβαίως νομίζεις ότι είσαι
ενάρετος άνθρωπος και όχι ωσάν μερικοί άλλοι, οι οποίοι αυτοί μεν οι ίδιοι είναι
μορφωμένοι, άλλους όμως να καταστήσουν μορφωμένους δεν ημπορούν. Συ δε και ο
ίδιος είσαι ενάρετος και άλλους είσαι ικανός να κάμης εναρέτους, και έχεις τόσην
πεποίθησιν εις τον εαυτόν σου, ώστε και εν ώ άλλοι κρύπτουν αυτήν την τέχνην, συ
βέβαια δημοσίως την εκήρυξες εις όλους τους Έλληνας ονομασθείς σοφιστής, και
απέδειξες τον εαυτόν σου διδάσκαλον παιδείας και αρετής, απαιτήσας πρώτος να
λαμβάνης διά τούτο μισθόν. Πώς λοιπόν δεν πρέπει να σε προσκαλή κανείς διά την
εξέτασιν τούτων των ζητημάτων και να σ' ερωτά και να σου κάμνη γνωστάς τας
αμφιβολίας του; Δεν είναι δυνατόν να μη το κάμνη κανείς αυτό. Και τώρα λοιπόν
εγώ εκείνα, τα οποία εις την αρχήν ηρώτησα δι' αυτά τα ζητήματα, επιθυμώ πάλιν
από την αρχήν άλλα μεν να μου τα ξαναενθυμήσης, άλλα δε να τα εξετάσωμεν μαζί.
Το ζήτημα δε ήτο, καθώς εγώ νομίζω, το εξής· η σοφία και η εγκράτεια και η
ανδρεία και η δικαιοσύνη και η αγιότης, τι από τα δύο, εν ώ αυτά είναι πέντε
ονόματα, είναι, και τα πέντε ενός και του αυτού πράγματος, ή εις καθέν από αυτά
τα ονόματα αντιστοιχεί μία ιδιαιτέρα ουσία και έν πράγμα το οποίον έχει χωριστά
τας ιδιότητάς του, και καθέν από αυτά τα πράγματα δεν είναι όμοιον με το άλλο;
Συ λοιπόν έλεγες ότι αυτά δεν είναι ονόματα πολλά διά το ίδιον πράγμα, αλλ' ότι
καθέν χωριστά από τα ονόματα αυτά αναφέρεται εις ιδιαίτερον πράγμα, ότι δε όλα
αυτά τα πράγματα είναι μέρη της αρετής, τα οποία δεν είναι όμοια μεταξύ των και
με το όλον, του οποίου είναι μέρη, καθώς είναι τα μέρη του χρυσού, αλλά είναι
ανόμοια και με το όλον, του οποίου είναι μέρη και αναμεταξύ των, καθώς είναι τα
μέρη του προσώπου, και έχουν καθέν χωριστά ιδιαιτέρας ιδιότητας. Αν μεν
εξακολουθής να έχης ακόμη δι' αυτά την αυτήν γνώμην καθώς τότε, ειπέ το· αν δ'
εσχημάτισες άλλην γνώμην, εξήγησε αυτήν, διότι εγώ δεν σε θεωρώ διόλου
υπεύθυνον, εάν τώρα εξηγηθής άλλως πως· διότι δεν θα εθεώρουν παράξενον αν τότε
έλεγες αυτά διά να με δοκιμάσης.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλ' εγώ, είπε, σου λέγω,
Σωκράτη, ότι όλα αυτά είναι μέρη της<br />αρετής, και τα μεν τέσσαρα από αυτά
είναι αρκετά όμοια μεταξύ των,<br />η δε ανδρεία είναι παρά πολύ διαφορετική από
όλα αυτά· από το εξής<br />δε θα καταλάβης ότι εγώ λέγω την αλήθειαν· διότι θα
εύρης πολλούς<br />από τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι μεν αδικώτατοι και
ανιερώτατοι<br />και ακολαστότατοι και αμαθέστατοι, είναι δε εξόχως
ανδρείοι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Σταμάτισε εδώ, είπον, εγώ· διότι
αξίζει τον κόπον να εξετάσωμεν<br />αυτό το οποίον λέγεις. Τι από τα δύο, λέγεις
ότι οι ανδρείοι είναι<br />και θαρραλέοι ή λέγεις τίποτε άλλο;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Όχι μόνον αυτό, είπε, αλλά και
ότι ορμούν κατ' επάνω εις εκείνα τα<br />πράγματα, εναντίον των οποίων φοβούνται
οι άλλοι να υπάγουν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ας ίδωμεν· λέγεις ότι η αρετή είναι
κανέν ωραίον πράγμα και επειδή<br />αυτό είναι ωραίον πράγμα, συ προσφέρεις τον
εαυτόν σου διδάσκαλον<br />αυτής;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Λέγω βέβαια ότι είναι ωραιότατον,
αν βέβαια δεν είμαι τρελλός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο λοιπόν, είπον εγώ·
λέγεις ότι μέρος μεν από αυτό το<br />πράγμα (δηλ. την αρετήν) είναι άσχημον,
μέρος δε ότι είναι ωραίον,<br />ή ότι ολόκληρον είναι ωραίον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Λέγω ότι ολόκληρον είναι ωραίον,
όπου δεν γίνεται και περισσότερον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ηξεύρεις λοιπόν ποίοι βουτούν εις
τα πηγάδια με θάρρος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μάλιστα· ηξεύρω ότι βουτούν οι
βουτηκταί.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Διά ποίαν από τας δύο αιτίας· διότι
ηξεύρουν να βουτούν, ή διά<br />κανένα άλλον λόγον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Διότι ηξεύρουν να
βουτούν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ποίοι δε έχουν το θάρρος να
πολεμούν επάνω από άλογα: Ποίοι από<br />τους δύο; Όσοι ηξεύρουν να διευθύνουν
άλογα ή όσοι δεν ηξεύρουν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εκείνοι οι οποίοι
ηξεύρουν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ποίοι δε έχουν το θάρρος να
πολεμούν κρατούντες πέλτας; Εκείνοι που<br />ηξεύρουν να τας μεταχειρίζωνται ή
εκείνοι που δεν ηξεύρουν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εκείνοι οι οποίοι ηξεύρουν. Και
εις όλα βέβαια τα άλλα, αν ζητής<br />τούτο, είπε, εκείνοι οι οποίοι ηξεύρουν
έχουν περισσότερον θάρρος<br />από εκείνους οι οποίοι δεν ηξεύρουν, και αυτοί οι
ίδιοι έχουν<br />περισσότερον θάρρος αφ' ου μάθουν παρά προτού μάθουν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έχεις παρατηρήση έως τώρα κανένα,
είπον, ο οποίος, ενώ δεν ηξεύρει<br />αυτά τα πράγματα, να δεικνύη όμως εις κανέν
από αυτά θάρρος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μάλιστα, είπεν αυτός· και να
δεικνύη βέβαια και πολύ θάρρος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αυτοί λοιπόν οι γεμάτοι από θάρρος
είναι και ανδρείοι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά θα ήτο τότε, είπεν, άσχημον
πράγμα η ανδρεία· επειδή αυτοί<br />βέβαια είναι τρελλοί.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πώς λοιπόν, είπον εγώ, λέγεις ότι
ανδρείοι είναι οι θαρραλέοι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπε· και τώρα βέβαια το
ίδιον λέγω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αυτοί λοιπόν, είπον εγώ, που έχουν
αυτό το είδος του θάρρους δεν<br />σου φαίνονται ανδρείοι αλλά τρελλοί; Απ'
εναντίας πάλιν αυτοί οι<br />σοφώτατοι ότι είναι και θαρραλεώτατοι, επειδή δε
είναι τοιούτοι,<br />είναι και ανδρειότατοι; Και κατά τον συλλογισμόν σου τούτον η
σοφία<br />είναι και ανδρεία.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Δεν ενθυμείσαι είπε, καλά, Σωκράτη,
εκείνα τα οποία έλεγα και απεκρινόμην εις σε. Εγώ, όταν με ηρώτησες αν οι
ανδρείοι είναι θαρραλέοι, το εβεβαίωσα· αν δε και οι θαρραλέοι είναι ανδρείοι,
δεν με ηρώτησες· διότι αν τότε με ηρώτας, θα σου έλεγον ότι δεν είναι όλοι οι
θαρραλέοι ανδρείοι· ότι δε οι ανδρείοι είναι θαρραλέοι, το οποίον εγώ εβεβαίωσα,
πουθενά δεν απέδειξες ότι δεν είναι σωστόν! Έπειτα γνωμοδοτείς ότι εκείνοι οι
οποίοι ηξεύρουν, έχουν περισσότερον θάρρος παρά τότε που δεν ηξεύρουν και από
άλλους ανθρώπους που δεν ηξεύρουν· και κατά τούτο φρονείς ότι η ανδρεία και η
σοφία είνε το ίδιον· αν δε με αυτόν τον τρόπον συλλογίζεσαι, θα παραδεχθής ότι η
δύναμις είναι σοφία. Διότι κατά πρώτον, αν ούτω πως εξετάζων με ηρώτας, αν οι
άρρωστοι είναι δυνατοί, θα έλεγα ναι, αν με ηρώτας έπειτα, αν όσοι ηξεύρουν να
παλαίουν είναι δυνατώτεροι από εκείνους που δεν ηξεύρουν να παλαίουν και αυτοί
οι ίδιοι είναι δυνατώτεροι αφ' ου μάθουν, παρά προτού μάθουν, θα έλεγα πάλιν
ναι· αφ' ου δε εγώ εβεβαίωνα αυτά, θα ηδύνασο, μεταχειριζόμενος αυτά τα είδη ως
αποδείξεις να λέγης ότι σύμφωνα με την βεβαίωσίν μου η σοφία είναι ευρωστία. Εγώ
όμως πουθενά ούτε εις αυτήν την περίστασιν βεβαιώνω ότι οι δυνατοί είναι
εύρωστοι· βεβαιώνω όμως ότι οι εύρωστοι είναι δυνατοί· διότι δεν βεβαιώνω ότι η
δύναμις και η ευρωστία είναι το ίδιον πράγμα, αλλ' ότι το μεν πρώτον, δηλαδή η
δύναμις, προέρχεται και από μάθησιν και από τρέλλαν και από θυμόν, το δε άλλο,
δηλαδή η ευρωστία, προέρχεται από την φύσιν και από την καλήν τροφήν των
σωμάτων. Έτσι δε και εις το άλλο ζήτημα λέγω ότι θάρρος και ανδρεία δεν είναι το
ίδιον πράγμα. Διότι συμβαίνει οι μεν ανδρείοι να είναι θαρραλέοι, οι θαρραλέοι
όμως να μη είναι όλοι ανδρείοι· διότι το μεν θάρρος γεννάται εις τους ανθρώπους
και από την τέχνην και από τον θυμόν και από την τρέλλαν, καθώς και η δύναμις, η
δε ανδρεία γεννάται από την φύσιν και από την καλήν τροφήν των ψυχών.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλά παραδέχεσαι, είπα, Πρωταγόρα,
ότι μερικοί άνθρωποι ζουν καλά,<br />μερικοί δε πάλιν κακά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Παραδέχομαι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και παραδέχεσαι λοιπόν ότι ένας
άνθρωπος ημπορεί να ζη καλά, αν<br />περνά την ζωήν του μέσα εις στενοχωρίας και
πικρίας;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Όχι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε λέγεις, αν αποθάνη, αφ' ου
περάση την ζωήν ευχάριστα, δεν σου<br />φαίνεται ότι κατ' αυτόν, τον τρόπον έχει
ζήση καλά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Έτσι τουλάχιστον νομίζω,
είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Το μεν να ζη κανείς ευχάριστα είναι
λοιπόν καλόν πράγμα· το δε να<br />ζη δυσάρεστα κακόν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν· αν βεβαίως ζη
ευχαριστημένος εις τα καλά,</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν, Πρωταγόρα; Μήπως και συ,
καθώς και ο κοινός λαός, μερικά<br />ευχάριστα πράγματα τα ονομάζεις κακά, και
μερικά δυσάρεστα τα<br />ονομάζεις καλά; Διότι εγώ ερωτώ, άρά γε διά τούτο δεν
είναι αυτά<br />καλά, διότι είναι ευχάριστα, αν δεν προκύψη από αυτά κανέν
κακόν;<br />Και πάλιν τα δυσάρεστα επίσης δεν είναι κακά, διότι
είναι<br />δυσάρεστα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δεν ηξεύρω, Σωκράτη, είπε, αν
πρέπη ν' αποκριθώ, έτσι απλά, όπως συ<br />ερωτάς, ότι όλα τα ευχάριστα είναι
καλά, και όλα τα δυσάρεστα κακά·<br />αλλά μου φαίνεται ότι είναι ασφαλέστερον εις
εμέ ν' αποκριθώ, όχι<br />μόνον σχετικώς προς την τωρινήν μου απόκρισιν, αλλά και
σχετικώς<br />προς όλην την άλλην ιδικήν μου ζωήν, ότι υπάρχουν μεν μερικά από
τα<br />ευχάριστα, τα οποία δεν είναι καλά, υπάρχουν δε πάλιν μερικά από
τα<br />δυσάρεστα, τα οποία δεν είναι κακά· υπάρχουν δε μερικά, τα οποία<br />είναι,
και τρίτον υπάρχουν μερικά, τα οποία δεν είναι ούτε το έν<br />ούτε το άλλο,
δηλαδή ούτε κακά ούτε καλά.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν ονομάζεις δε ευχάριστα, είπον
εγώ, εκείνα τα οποία μετέχουν<br />ευχαριστήσεως ή προξενούν
ευχαρίστησιν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Βεβαιότατα, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τούτο λοιπόν ερωτώ, εάν δεν είναι
καλά, διότι είναι ευχάριστα, η<br />ιδία δηλαδή η ευχαρίστησις δεν είναι
καλόν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Καθώς και συ λέγεις κάθε φοράν,
είπε, Σωκράτη, ας το εξετάσωμεν,<br />και αν μεν η ιδέα αυτή φανή ότι είναι
σύμφωνος με την λογικήν και<br />αποδειχθή ότι το ευχάριστον και το καλόν είναι το
ίδιον πράγμα,<br />τότε ας την παραδεχθώμεν αν δε όχι, τότε πλέον να
συζητήσωμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν από τα δύο, είπον εγώ, συ
θέλεις να διευθύνης την<br />συζήτησιν, ή να την διευθύνω εγώ;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δίκαιον είναι, είπε, να διευθύνης
συ· διότι συ έκαμες και την αρχήν<br />της ομιλίας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Άρά γε λοιπόν, είπον εγώ, ημπορεί
τούτο να γείνη φανερόν εις ημάς διά του εξής τρόπου; Καθώς ένας άνθρωπος ο
οποίος θέλει να σχηματίση ιδέαν διά την υγείαν ενός άλλου ή διά καμμίαν άλλην
από τας σωματικάς εργασίας από την μορφήν του, αφ' ου ίδη το πρόσωπον και τας
χείρας, δεν αρκείται, αλλά του λέγει· έλα λοιπόν ξεσκέπασε και δείξε μου και τα
στήθη και τα οπίσθιά σου διά να σε παρατηρήσω καλύτερα, και εγώ έν τοιούτον
πράγμα επιθυμώ διά την εξέτασιν του ζητήματός μας· αφ' ου παρετήρησα ότι έχεις
τοιαύτην ιδέαν διά το καλόν και το ευχάριστον, οποίαν συ λέγεις, έχω χρείαν να
σου είπω κι' έν τοιούτον πράγμα· έλα λοιπόν, Πρωταγόρα, ξεσκέπασε μου και τούτο
το μέρος του νου σου, ποίαν δηλαδή ιδέαν έχεις διά την επιστήμην (δηλ. διά την
γνώσιν); Τι από τα δύο, έχεις την ιδίαν ιδέαν, την οποίαν έχει και ο κοινός
λαός, ή έχεις άλλην ιδέαν; Ο δε κοινός λαός έχει μίαν τοιαύτην ιδέαν διά την
γνώσιν, ότι δεν είναι πράγμα δυνατόν ούτε ικανόν να οδηγή ούτε άξιον να κυβερνά·
ούτε σκέπτονται δι' αυτήν ότι είναι έν τοιούτον πράγμα, αλλά πολλές φορές, εν ώ
υπάρχει εις τον άνθρωπον γνώσις, νομίζουν ότι δεν κυβερνά αυτόν η γνώσις, αλλ'
άλλοτε μεν ο θυμός, άλλοτε δε η ευχαρίστησις, άλλοτε δε η λύπη, άλλοτε δε ο
έρως, και πολλές φορές ο φόβος, και σκέπτονται εν γένει διά την επιστήμην, ωσάν
διά κανέν ανδράποδον, το οποίον σύρεται εδώ και εκεί από όλους τους άλλους. Άρά
γε λοιπόν, έχεις και συ παρομοίαν ιδέαν δι' αυτήν, ή φρονείς ότι η Επιστήμη
είναι ωραίον πράγμα και ικανόν να κυβερνά τον άνθρωπον, και ότι αν κανείς
γνωρίζη τα καλά και τα κακά, δεν είναι δυνατόν να κυριευθή από κανέν πράγμα,
ώστε να κάμνη άλλα παρά εκείνα τα οποία υπαγορεύει η γνώσις, αλλά ότι η φρόνησις
είναι ικανή μόνη να σώση τον άνθρωπον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Και φρονώ, είπεν, έτσι καθώς συ
λέγεις, Σωκράτη, και συγχρόνως<br />είναι και εις εμέ εντροπή περισσοτέρα παρά εις
κάθε άλλον άνθρωπον<br />να μη ομολογήσω ότι η σοφία και η γνώσις είναι το
ανώτερον από όλα<br />τα ανθρώπινα πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Καλά, βεβαίως, και αληθινά λέγεις,
είπον, εγώ. Ηξεύρεις όμως ότι ο<br />κοινός λαός δεν πιστεύει εμέ και σε, αλλά
λέγουν ότι γνωρίζουν<br />πολλούς οι οποίοι, εν ώ ημπορούν, δεν κάμνουν τας
καλυτέρας<br />πράξεις, αλλά κάμνουν άλλας πράξεις· και όσους λοιπόν εγώ
ηρώτησα<br />να μου ειπούν ποία τάχα είναι η αιτία τούτου του πράγματος,
λέγουν<br />ότι εκείνοι, οι οποίοι κάμνουν αυτάς τας πράξεις, τας κάμνουν
διότι<br />νικώνται από την ευχαρίστησιν ή από την λύπην, ή διότι
κυριεύονται<br />από κανέν από αυτά τα πάθη, τα οποία τώρα προ ολίγου εγώ
έλεγα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Οι άνθρωποι, είπε, Σωκράτη,
νομίζω ότι και άλλα πολλά πράγματα δεν<br />τα λέγουν σωστά.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έλα λοιπόν, ανάλαβε μαζί μου να
καταπείσης τους ανθρώπους και να<br />τους διδάξης εις τι συνίσταται αυτό το
πάθημά των, καθώς λέγουν, να<br />νικώνται από τας ευχαριστήσεις και εξ αιτίας
αυτών να μη κάμνουν<br />τας καλυτέρας πράξεις αν και τας γνωρίζουν. Διότι ίσως,
εν ώ ημείς<br />θα λέγωμεν, ω άνθρωποι, δεν λέγετε σωστά αλλά ψεύδεσθε, θα
μας<br />ηρώτων· Πρωταγόρα και Σωκράτη, αν δεν υπάρχη αυτό το πάθημα,
να<br />νικάται ο άνθρωπος από την ευχαρίστησιν, αλλά τι λοιπόν υπάρχει,<br />και
σεις τι λέγετε να είναι αυτό το πράγμα; Ειπέτε μας και οι δύο<br />σας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά τι νομίζεις, Σωκράτη, πρέπει
ημείς να λαμβάνωμεν υπ' όψιν την<br />γνώμην των κοινών ανθρώπων, οι οποίοι λέγουν
ό,τι τύχη;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Μου φαίνεται, είπον εγώ, ότι τούτο
κάτι μας χρειάζεται διά να<br />εύρωμεν ποίαν σχέσιν έχει η ανδρεία με τ' άλλα
μέρη της αρετής. Αν<br />λοιπόν έχης την ιδέαν να μείνης σταθερός εις εκείνα τα
οποία προ<br />ολίγου απεφασίσαμεν, εγώ δηλαδή να διευθύνω την συζήτησιν
όπως<br />νομίζω ότι ημπορεί καλύτερα να γείνη το πράγμα φανερόν, ακολούθει<br />με·
αν δε δεν θέλης, σε αφήνω ήσυχον, εάν τούτο σ' ευχαριστή.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Απεναντίας, είπε, σωστά λέγεις και
εξακολούθησε καθώς ήρχισες.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πάλιν, είπον εγώ, αν μας ερωτήσωσι·
τι λέγετε λοιπόν ότι είναι<br />τούτο, το οποίον ημείς ελέγαμεν, «να νικάται
κανείς από τας<br />ευχαριστήσεις», εγώ τουλάχιστον θα τους έλεγα κατά τον εξής
τρόπον·<br />ακούετε λοιπόν διότι εγώ και ο Πρωταγόρας θα προσπαθήσωμεν να
σας<br />το είπωμεν. Ω άνθρωποι, τούτο το οποίον συμβαίνει εις σας εις αυτά<br />τα
πράγματα, λέγετε ότι είναι τίποτε άλλο, παρά ό,τι πολλές φορές<br />κυριευόμενοι
από φαγητά και ποτά και αφροδισιακάς απολαύσεις, τα<br />οποία είναι ευχάριστα
πράγματα, εν ώ εγνωρίζατε ότι είναι κακά,<br />όμως τα εκάματε; θα έλεγον εκείνοι
ότι ναι, και θα ερωτούσαμεν<br />αυτούς, εγώ και συ πάλιν· υπό ποίαν έποψιν λέγετε
ότι αυτά τα<br />πράγματα είναι κακά; Διά ποίαν από τας δύο αιτίας· διότι αυτήν
την<br />ευχαρίστησιν προξενούν στιγμιαίως και είναι καθένα από αυτά<br />στιγμιαίως
ευχάριστον, ή διότι εις τον μετέπειτα καιρόν φέρουν<br />ασθενείας και πτωχείαν,
και πολλά άλλα τοιαύτα κακά προξενούν; ή<br />και αν καθένα απ' αυτά εις τον
μετέπειτα καιρόν κανέν δεν προξενή,<br />και αν μόνον ευχαρίστησιν μας φέρουν, θα
ήσαν όμως κακά, διότι όταν<br />τα έχετε, προξενούν ευχαρίστησιν πάντοτε και κατά
πάντα; Άρά γε<br />νομίζομεν, Πρωταγόρα, ότι αυτοί ήθελον αποκριθή άλλο τίποτε
παρά<br />ότι αυτά δεν είναι κακά κατά τούτο, ότι προξενούν αυτήν
την<br />στιγμιαίαν ευχαρίστησιν, αλλά δι' εκείνα τα κακά τα οποία<br />συμβαίνουν
μετέπειτα, δηλαδή τας ασθενείας και τα άλλα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εγώ μεν νομίζω, είπεν ο
Πρωταγόρας, ότι οι περισσότεροι αυτά ήθελον<br />αποκριθή.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν λοιπόν φέρουν ασθενείας, δεν
φέρουν δυσαρεσκείας, και αν φέρουν<br />πτωχείας, δεν φέρουν δυσαρεσκείας; θα το
παρεδέχοντο, καθώς εγώ<br />νομίζω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν σας φαίνεται λοιπόν, ω
άνθρωποι, καθώς λέγομεν και εγώ και ο<br />Πρωταγόρας, ότι αυτά διά καμμίαν άλλην
αιτίαν δεν είναι κακά, παρά<br />διότι και εις δυσαρεσκείας τελειώνουν και από
άλλας ευχαριστήσεις<br />αποστερούν; Θα το παρεδέχοντο;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Εμείναμεν σύμφωνοι και οι δύο ότι θα το
παρεδέχοντο.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν λοιπόν πάλιν ηθέλομεν ερωτήση·
ω άνθρωποι, οι οποίοι λέγετε<br />πάλιν ότι υπάρχουν δυσάρεστα πράγματα τα οποία
είναι καλά, άρά γε<br />δεν εννοείτε τα εξής; λ. χ. τας ασκήσεις του σώματος, τα
πολεμικά<br />γυμνάσια, τας θεραπείας του σώματος με καυτήρια και με
εγχειρήσεις<br />και με φάρμακα γινομένας, ότι αυτά είναι μεν καλά, είναι
όμως<br />δυσάρεστα; θα έλεγον ναι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Εμείναμεν σύμφωνοι ότι θα έλεγον
ναι!</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Διά ποίαν λοιπόν από
τας δύο αιτίας αυτά τα ονομάζετε καλά· διότι στιγμιαίως προξενούν τας
φοβερωτέρας λύπας και πόνους, ή διότι εις τον μετέπειτα καιρόν προέρχονται από
αυτά υγίειαι και ευρωστείαι των σωμάτων και σωτηρίαι των πόλεων και εξουσίαι
άλλων και πλούτοι; Θα έλεγον ναι, καθώς εγώ νομίζω.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχθη και αυτός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Είναι δε αυτά καλά δι' άλλην
αιτίαν, παρά διότι τελειώνουν εις<br />ευχαριστήσεις και εις λυτρωμούς και εις
εμποδίσματα δυσαρεσκειών; Ή<br />ημπορείτε να ειπήτε κανένα άλλον σκοπόν, εις τον
οποίον απεβλέψατε<br />και ονομάζετε αυτά καλά, εκτός από τας ευχαριστήσεις και
τας<br />δυσαρεσκείας; θα έλεγον ότι όχι, καθώς εγώ νομίζω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Έτσι νομίζω και εγώ,
είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν επιδιώκετε λοιπόν την μεν
ευχαρίστησιν διότι είναι καλόν, την<br />δε δυσαρέσκειαν αποφεύγετε διότι είναι
κακόν; Αναμφιβόλως. Τούτο<br />λοιπόν νομίζετε, ότι είναι κακόν η δυσαρέσκεια και
καλόν η<br />ευχαρίστησις, επειδή και αυτή τότε λέγετε ότι είναι κακόν, όταν
σας<br />αποστερή από μεγαλυτέρας ευχαριστήσεις παρά όσας αυτή έχει, ή όταν<br />σας
προξενή μεγαλυτέρας δυσαρεσκείας από τας ευχαριστήσεις τας<br />οποίας περιέχει·
επειδή, αν δι' άλλην αιτίαν την ιδίαν την χαράν<br />την ονομάζετε κακόν, και
διότι απεβλέψατε εις κανένα άλλον σκοπόν,<br />θα ημπορούσατε να τα ειπήτε και εις
ημάς· αλλά, νομίζω, δεν θα<br />ημπορέσετε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Και εγώ νομίζω, ότι δεν θα
ημπορέσουν, είπεν ο Πρωταγόρας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και διά την ιδίαν πάλιν την
δυσαρέσκειαν, δεν συμβαίνει το ίδιον;<br />Δεν ονομάζετε την ιδίαν την
δυσαρέσκειαν καλόν τότε, όταν ή λυτρώνη<br />από μεγαλυτέρας δυσαρεσκείας, από τας
ευρισκομένας μέσα εις αυτήν,<br />ή προξενή ευχαριστήσεις μεγαλυτέρας από τας
δυσαρεσκείας; Επειδή,<br />αν αποβλέπετε εις κανένα άλλον σκοπόν, όταν ονομάζετε
την ιδίαν την<br />δυσαρέσκειαν καλόν, παρά εις τον σκοπόν τον οποίον εγώ
λέγω,<br />ημπορείτε να μας το ειπήτε, αλλά δεν θα ημπορέσετε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλήθειαν λέγεις, είπεν ο
Πρωταγόρας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Πάλιν λοιπόν, είπον εγώ, αν μ'
ερωτήσετε και σεις, ω άνθρωποι, διά<br />ποίαν τάχα αιτίαν λέγεις πολλά διά το
ζήτημα τούτο, και υπό πολλάς<br />επόψεις, συγχωρήσατέ με, θα έλεγον εγώ. Διότι
πρώτον μεν δεν είναι<br />εύκολον να σας αποδείξω τι τάχα είναι αυτό το οποίον
σεις ονομάζετε<br />«να νικάται κανείς από τας ευχαριστήσεις»· έπειτα από
αυτό<br />εξαρτώνται όλαι αι αποδείξεις. Αλλ' ακόμη και τώρα έχετε καιρόν
να<br />μας διακηρύξετε, αν ημπορήτε να ειπήτε ότι το καλόν είναι άλλο<br />τίποτε
παρά η ευχαρίστησις, ή το κακόν ότι είναι άλλο τίποτε παρά η<br />δυσαρέσκεια, ή
σας είναι αρκετόν το να περάσετε την ζωήν σας<br />ευχαρίστως χωρίς δυσαρεσκείας;
Αν δε σας είναι αρκετόν και δεν<br />έχετε να ειπήτε ότι είναι καλόν ή κακόν,
κανέν άλλο, το οποίον να<br />μη τελειώνη εις αυτά τα δύο, τότε ακούσατε την
συνέχειαν τούτου,<br />διότι εγώ σας λέγω, ότι αφ' ου τούτο είναι έτσι, η ομιλία
γίνεται<br />γελοία, όταν λέγετε, ότι πολλές φορές ο άνθρωπος, εν ώ γνωρίζει
τα<br />κακά ότι είναι κακά, όμως τα κάμνει, εν ώ ημπορεί να μη τα
κάμνη,<br />συρόμενος και ζαλιζόμενος από τας ευχαριστήσεις· και όταν
πάλιν<br />λέγετε ότι, εν ώ γνωρίζει ο άνθρωπος τα καλά, δεν θέλει να τα<br />κάμνη,
εξ αιτίας των στιγμιαίων ευχαριστήσεων, επειδή νικάται από<br />αυτάς.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Ότι δε αυτά είναι
γελοία, θα γείνη ολοφάνερον, αν δεν μεταχειριζώμεθα πολλάς ονομασίας, τας
ονομασίας δηλαδή ευχάριστον και δυσάρεστον και καλόν και κακόν· αλλ' επειδή αυτά
απεδείχθη ότι είναι δύο, ας τα ονομάζωμεν και με δύο ονόματα· κατ' αρχάς μεν ας
τα ονομάζωμεν καλόν και κακόν, και έπειτα πάλιν ευχάριστον και δυσάρεστον. Αφ'
ου δε συμφωνήσωμεν έτσι, ας είπωμεν ότι ο άνθρωπος, εν ώ γνωρίζει τα κακά ότι
είναι κακά, όμως τα κάμνει. Εάν λοιπόν μας ερωτήση κανείς διατί τα κάμνει, διότι
νικάται, θα είπωμεν. Από ποίον νικάται; θα μας ερωτήση εκείνος· εις ημάς δε δεν
επιτρέπεται πλέον να είπωμεν ότι νικάται υπό της ευχαριστήσεως. Διότι αντί της
ευχαριστήσεως έλαβεν άλλο όνομα, το όνομα καλόν· εις εκείνον λοιπόν ας
αποκριθώμεν και ας είπωμεν, ότι κάμνει το κακόν διότι νικάται. Από ποίον; θα
είπη εκείνος· από το καλόν, μα τον Δία, θα είπωμεν. Αν λοιπόν συμβή εκείνος που
μας ηρώτησε να είναι υβριστής, θα γελάση και θα είπη· πραγματικώς γελοίον πράγμα
λέγετε, αν κάμνη κανείς κακά, εν ώ γνωρίζει ότι είναι κακά και εν ώ δεν πρέπει
να τα κάμνη, διότι νικάται από τα καλά. Άρά γε, θα είπη, διότι δεν είναι άξια
εις σας τα καλά να νικούν τα κακά, ή διότι είναι άξια; Αποκρινόμενοι, φανερόν
είναι ότι θα είπωμεν, διότι δεν είναι άξια τα καλά να νικήσουν τα κακά· διότι
άλλως εκείνος, τον οποίον είπαμεν ότι νικάται από τας ευχαριστήσεις δεν θα
έσφαλλε. Κατά τι δε, θα είπη ίσως, τα καλά δεν είναι άξια να νικήσουν τα κακά ή
τα κακά να νικήσουν τα καλά; Κατ' άλλο τίποτε ή όταν τα μεν είναι μεγαλύτερα τα
δε μικρότερα; Ή όταν τα μεν είναι περισσότερα τα δε oλιγώτερα; Διότι δεν θα
ημπορέσωμεν να είπωμεν άλλην αιτίαν παρά αυτήν. Είναι λοιπόν φανερόν, θα είπη,
ότι με το νικάται αυτό όπου λέγετε, εννοείτε ότι αντί μικροτέρων καλών λαμβάνει
μεγαλύτερα κακά. Και αυτά μεν είναι έτσι. Ας πάρωμεν λοιπόν πάλιν οπίσω δι' αυτά
τα ίδια πράγματα τα ονόματα ευχάριστον και δυσάρεστον και ας είπωμεν ότι κάποιος
άνθρωπος κάμνει, προτήτερα μεν ελέγομεν τα κακά, τώρα ας είπωμεν τα δυσάρεστα,
εν ώ γνωρίζει ότι είναι δυσάρεστα, επειδή νικάται από τα ευχάριστα τα οποία
είναι φανερόν ότι δεν είναι άξια να νικήσουν. Και τι άλλο κάμνει την
ευχαρίστησιν αξίαν να νικήση την δυσαρέσκειαν παρά όταν η μία είναι περισσοτέρα
από την άλλην ή ελλειπεστέρα; Αυταί δε συμβαίνει να γείνωνται και μεγαλυτέρα,
και μικροτέρα η μία από την άλλην, και περισσοτέρα και ολιγωτέρα και δυνατωτέρα
και αδυνατωτέρα. Διότι αν κανείς ήθελεν είπη ότι, αλλά διαφέρει πολύ, Σωκράτη, η
στιγμιαία ευχαρίστησις από την ευχαρίστησιν και δυσαρέσκειαν η οποία θα συμβή
ύστερον από καιρόν, εγώ τουλάχιστον θα του έλεγα, μήπως διαφέρει κατ' άλλο
τίποτε παρά κατά την ευχαρίστησιν και την δυσαρέσκειαν; Διότι δεν είναι δυνατόν
να διαφέρουν εις τίποτε άλλο. Αλλά ωσάν άνθρωπος ικανός να ζυγίζης, αφ' ου βάλης
μαζί τα ευχάριστα και αλλού τα δυσάρεστα και τα πλησίον και τα μακράν, το βάλης
και αυτό εις την ζυγαριάν, ειπέ ποία από αυτά είναι περισσότερα. Διότι, αν
ζυγίσης ευχάριστα μ' ευχάριστα, πρέπει πάντοτε να εκλέξης τα μεγαλύτερα και τα
περισσότερα· αν δε δυσάρεστα με δυσάρεστα, πρέπει να εκλέξης τα ολιγώτερα και
μικρότερα. Αν δε ευχάριστα με δυσάρεστα, αν μεν τα ευχάριστα υπερτερούν τα
δυσάρεστα, και αν τα μακράν ευχάριστα υπερτερούν τα πλησίον, και αν τα πλησίον
ευχάριστα υπερτερούν τα μακράν, πρέπει να προτιμήσης να κάμης αυτήν την πράξιν
εις την οποίαν υπάρχουν αυτά, δηλ. τα περισσότερα ευχάριστα· αν δε τα δυσάρεστα
υπερτερούν τα ευχάριστα, δεν πρέπει να τα πράξωμεν· μήπως δεν είναι έτσι το
πράγμα, όπως το λέγω, θα έλεγον, ω άνθρωποι; Ηξεύρω ότι δεν θα ημπορούσαν να
είπουν ότι δεν είναι έτσι.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Συνεφώνησεν εις τούτο και εκείνος.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τώρα λοιπόν που είναι έτσι αυτό,
αποκριθήτε μου, θα τους είπω, εις το εξής. Πράγματα που έχουν το ίδιον μέγεθος
φαίνονται εις τα μάτια σας από πλησίον μεν μεγαλύτερα, από μακράν δε μικρότερα·
ή όχι; Ναι, θα ειπούν. Και τα πολλά και τα χονδρά το ίδιον; Και αι ίσαι φωναί
από πλησίον δεν ακούονται μεγαλύτεραι, από μακράν δε μικρότεραι; Ναι, θα έλεγον.
Εάν λοιπόν η ευτυχία μας συνίστατο εις τούτο, εις το να κάμνωμεν και να
εκλέγωμεν τα μεγάλα και μακρά, ν' αποφεύγωμεν και να μη κάμνωμεν τα μικρά, ποίον
πράγμα θ' απεδεικνύετο ότι εις την ζωήν μας αποτελεί την σωτηρίαν μας; Άρά γε η
τέχνη μας εις το να μετρώμεν ή η δύναμίς μας εις το να παρατηρώμεν; Ή αύτη μεν,
η παρατήρησις δηλαδή, μας απατούσε και μας έκαμνε πολλές φορές άνω και κάτω, να
ξαναρχίζωμεν τα ίδια και να μετανοώμεν, και όταν εκάμναμεν και όταν
επροτιμούσαμεν και τα μεγάλα και τα μικρά. Η τέχνη όμως του να μετρώμεν δεν θα
έκαμνεν ανάξιον μεν να πιστεύεται τούτο το ψεύτικον φαινόμενον, θα εφανέρωνε δε
την αλήθειαν, θα καθησύχαζε την ψυχήν η οποία τότε θα έμενε κάτοχος της αληθείας
και θα εξησφάλιζε την ευτυχίαν της ζωής; Άρά γε θα ωμολόγουν οι άνθρωποι εις
ημάς σχετικώς με αυτά τα οποία είπον, ότι σώζει τον άνθρωπον η τέχνη του να
μετρά, ή ότι καμμία άλλη τέχνη τον σώζει;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Ο Πρωταγόρας ωμολόγει ότι σώζει η μετρητική
τέχνη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε φρονείς; Αν η σωτηρία της
ζωής μου εξαρτάται από την<br />προτίμησιν του μονού και του ζυγού, πότε δηλαδή
είναι σωστόν να<br />προτιμώμεν το περισσότερον και πότε το oλιγώτερον, ή
όταν<br />συγκρίνωμεν το ίδιον με το ίδιον ή το άλλο με το άλλο, είτε
πλησίον<br />είναι είτε μακράν, τι ηδύνατο να μας σώση την ζωήν; Άρά γε δεν
θα<br />μας την έσωζε μία επιστήμη, δηλαδή μία γνώσις; Και άρά γε δεν θα<br />μας
έσωζε μία μετρητική γνώσις, επειδή βεβαίως αυτή είναι η τέχνη<br />του να
ευρίσκωμεν το περισσότερον και το oλιγώτερον; Επειδή δε<br />είναι η τέχνη του
μονού και του ζυγού, ποία άρά γε άλλη τέχνη είναι<br />αυτή παρά η αριθμητική; θα
έμεναν εις τούτο σύμφωνοι οι άνθρωποι<br />μαζί μας ή όχι;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Παρεδέχθη και ο Πρωταγόρας ότι θα συνεφώνουν
μαζί μας.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έστω, ω άνθρωποι· επειδή δε
παρεδέχθημεν ότι η σωτηρία της ζωής<br />εξαρτάται από την σωστήν εκλογήν της
ευχαριστήσεως και της<br />δυσαρεσκείας, και του περισσοτέρου και ολιγωτέρου και
μεγαλυτέρου<br />και μικροτέρου και μακροτέρου και πλησιεστέρου, άρά γε κατά
πρώτον<br />μεν δεν φαίνεται ότι είναι μία εξέτασις η οποία μετρά την
υπερβολήν<br />και την έλλειψιν και την ισότητα εν σχέσει προς αλλήλας;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Δεν ημπορεί να είναι αλλέως παρά
έτσι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Επειδή δε είναι μετρητική ενέργεια
θα είναι αφεύκτως και τέχνη και<br />επιστήμη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Θα το παραδεχθούν
ούτως.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Μίαν άλλην φοράν θα εξετάσωμεν
λοιπόν τι είδους τέχνη και επιστήμη<br />είναι αυτή· τώρα συμφωνούμεν ότι είναι
επιστήμη, και τόσον μόνον<br />φθάνει διά να σας αποδείξωμεν, εγώ και ο
Πρωταγόρας, εκείνα διά τα<br />οποία μας ερωτήσατε.</span><br />
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Μας ερωτήσατε δε, αν
ενθυμήσθε, όταν εμέναμεν σύμφωνοι μεταξύ μας ότι κανέν πράγμα δεν είναι ανώτερον
από την επιστήμην, αλλ' ότι αυτή πάντοτε νικά, όπου και αν ήθελεν υπάρχει, και
την ευχαρίστησιν και όλα τ' άλλα· σεις δε ελέγατε ότι πολλές φορές η
ευχαρίστησις νικά ακόμη και τον άνθρωπον που ηξεύρει, επειδή δε δεν
επαραδεχόμεθα την γνώμην σας, έπειτα από αυτό μας ηρωτήσατε·</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρα και
Σωκράτη, αν δεν παθαίνη αυτό που λέγομεν, να νικάται από την ευχαρίστησιν, αλλά
τι άρά γε είναι αυτό και τι το λέγετε σεις ότι είναι; Ειπέτε μας. Αν λοιπόν τότε
αμέσως σας ελέγαμεν ότι είναι αμάθεια, θα μας επεριπαίζατε· τώρα δε αν γελάσετε
με ημάς, θα γελάσετε και με τον ίδιον εαυτόν σας. Διότι και σεις έχετε ομολογήση
ότι από έλλειψιν της γνώσεως σφάλλουν, ως προς την εκλογήν των ευχαριστήσεων και
δυσαρεσκειών, εκείνοι οι οποίοι σφάλλουν. Αυτά δε είναι και καλά και κακά· και
όχι μόνον από την έλλειψιν γνώσεως, αλλά και προηγουμένως ακόμη έχετε ομολογήση
ότι από έλλειψιν μετρητικής γνώσεως· η δε πράξις εις την οποίαν σφάλλει κανείς
διότι είναι άγνωρος, ηξεύρετε βέβαια και σεις οι ίδιοι ότι πράττεται από
αμάθειαν. Ώστε τούτο είναι το να νικάται κανείς από την ευχαρίστησιν, η πλέον
μεγάλη αμάθεια, της οποίας απ' εδώ ο Πρωταγόρας λέγει ότι είναι ιατρός καθώς και
ο Πρόδικος και ο Ιππίας· σεις δε, επειδή φαντάζεσθε, ότι είναι άλλο τίποτε και
όχι αμάθεια, ούτε σεις έρχεσθε, ούτε τα παιδιά σας στέλλετε εις τούτους εδώ τους
σοφιστάς, οι οποίοι είναι οι διδάσκαλοι τούτων των πραγμάτων, διότι ίσως
νομίζετε ότι αυτό το πράγμα δεν ημπορεί να διδαχθή, αλλά λυπούμενοι τα χρήματά
σας και μη δίδοντες εις τούτους, ευρίσκεσθε εις δυστυχίαν και ιδιωτικώς και
δημοσίως.</span></div>
<div style="margin: 5pt 30.6pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Αυτά μεν ηθέλομεν
αποκριθή εις τον κοινόν λαόν· ερωτώ δε τώρα σας, Ιππία και Πρόδικε μαζί με τον
Πρωταγόραν — διότι ημπορείτε όλοι σας μαζί να ειπήτε την γνώμην σας. — Τι από τα
δύο φρονείτε ότι λέγω, αλήθειαν ή ψεύδος;</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">— Απεφάνθησαν όλοι ότι είναι πληρέστατα αληθινά
όσα είπα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Είσθε λοιπόν σύμφωνοι, είπον εγώ,
ότι το μεν ευχάριστον είναι<br />καλόν, το δε δυσάρεστον κακόν. Την δε διάκρισιν
των ονομάτων, την<br />οποίαν κάμνει απ' εδώ ο Πρόδικος, παρακαλώ να την αφήση·
διότι είτε<br />ευχάριστον είτε τερπνόν είτε χαροποιόν, είτε από όπου και
όπως<br />ευχαριστείσαι να δίδης όνομα εις τα τοιαύτα, φίλτατε Πρόδικε,
εις<br />τούτο μόνον, εις το οποίον επιθυμώ, δος μου απόκρισιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Αφ' ου εγέλασεν ο Πρόδικος παρεδέχθη· επίσης
και οι άλλοι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε φρονείτε λοιπόν, ω άνδρες,
είπον εγώ, διά το εξής πράγμα;<br />Όλαι αι πράξεις αι οποίαι γίνονται διά τούτον
τον σκοπόν, διά να<br />ζώμεν χωρίς λύπην και με ευχαρίστησιν, άρά γε δεν είναι
ωραίαι και<br />ωφέλιμοι; Και το ωραίον έργον δεν είναι και αγαθόν και
ωφέλιμον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Εις τούτο έμειναν σύμφωνοι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αν λοιπόν, είπον εγώ, το ευχάριστον
είναι αγαθόν, κανείς ο οποίος<br />να ηξεύρη ή να φρονή ότι υπάρχουν άλλαι
καλύτεραι πράξεις παρά<br />εκείναι τας οποίας κάμνει και ότι έχει την δύναμιν να
τας εκτελέση,<br />έπειτα εξακολουθεί να κάμνη αυτάς που κάμνει, εν ώ ημπορούσε
να<br />κάμνη τας καλυτέρας· ούτε το να είναι κανείς κατώτερος του εαυτού<br />του
είναι άλλο τίποτε τούτο παρά αμάθεια, ούτε το να είναι κανείς<br />καλύτερος του
εαυτού του, είναι τίποτε άλλο παρά σοφία.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχθησαν όλοι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε φρονείτε λοιπόν; Δεν
ονομάζετε λοιπόν αμάθειαν το τοιούτον<br />πράγμα, το να κανείς έχη δηλαδή ψευδή
ιδέαν και να είναι απατημένος<br />διά τα πράγματα τα οποία έχουν μεγάλην
αξίαν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχθησαν και τούτο όλοι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και έν άλλο λοιπόν, είπον εγώ·
κανείς βέβαια δεν πηγαίνει<br />θεληματικώς επάνω εις τα κακά, ούτε εις εκείνα τα
οποία νομίζει ότι<br />είναι κακά· ούτε είναι τούτο, καθώς φαίνεται, φυσικόν εις
τον<br />άνθρωπον, αντί να πηγαίνη εις τα καλά, να πηγαίνη θεληματικώς
κατ'<br />επάνω εις εκείνα τα οποία νομίζει ότι είναι κακά. Όταν δ'
ευρεθή<br />υποχρεωμένος από δύο κακά να προτιμήση το έν, κανείς δεν θα
εκλέξη<br />το μεγαλύτερον, εν ώ ημπορεί να εκλέξη το μικρότερον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Όλα αυτά τα εύρομεν όλοι μας ως
ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν φρονείτε; είπον εγώ·
υπάρχει κανέν πράγμα το οποίον<br />ονομάζετε σεις τρόμον και φόβον και άρά γε το
ίδιον το οποίον και<br />εγώ ονομάζω έτσι; Ομιλώ εις σε, Πρόδικε. Τούτο δε, είτε
φόβον είτε<br />τρόμον το ονομάζετε, λέγω ότι είναι το να περιμένη κανείς
κανέν<br />κακόν. Ο Πρωταγόρας μεν και ο Ιππίας παρεδέχθησαν ότι και φόβος
και<br />τρόμος είναι τούτο· ο Πρόδικος όμως παρεδέχθη ότι είναι τρόμος,
όχι<br />όμως φόβος. Αλλά τούτο δεν μ' ενδιαφέρει διόλου, είπον εγώ,<br />Πρόδικε·
μ' ενδιαφέρει όμως, εάν είναι αληθινά όσα είπαμεν<br />προηγουμένως, ποίος άρά γε
άνθρωπος προηγουμένως θα επήγαινε εις<br />εκείνα τα οποία φοβείται, εν ώ ημπορεί
να υπάγη εις εκείνα τα οποία<br />δεν φοβείται; Ή προκύπτει από όσα παρεδέχθημεν
ότι τούτο είναι<br />αδύνατον; Διότι έχομεν παραδεχθή ότι εκείνα τα οποία
φοβείται, τα<br />νομίζει ότι είναι κακά· κανείς δε ούτε πηγαίνει κατ' επάνω
εις<br />εκείνα τα οποία νομίζει κακά ούτε τα λαμβάνει θεληματικώς.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Όλοι παρεδέχθησαν ότι και αυτά είναι
ορθά.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αφού λοιπόν, αυτά είναι έτσι, είπον
εγώ, Πρόδικε και Ιππία, ας μας<br />απολογηθή απ' εδώ ο Πρωταγόρας, κατά ποίον
τρόπον είναι σωσταί αι<br />αποκρίσεις τας οποίας έδωκε κατ' αρχάς, μήπως εκείναι
τας οποίας<br />έδωκε κατ' αρχάς δεν είναι διόλου σωσταί, διότι τότε μεν, εν
ώ<br />είναι πέντε τα μέρη της αρετής, είπεν ότι κανέν από αυτά δεν<br />ομοιάζει με
το άλλο, καθένα δε έχει ιδιαίτερον χαρακτηριστικόν διά<br />τον εαυτόν του· αλλά
δεν ομιλώ δι' αυτά· ομιλώ δι' εκείνα τα οποία<br />είπεν έπειτα. Διότι' έπειτα
είπεν ότι τα μεν τέσσαρα μέρη είναι<br />σχεδόν όμοια μεταξύ των, το δ' έν, η
ανδρεία δηλαδή, είναι παρά<br />πολύ διαφορετικόν από τ' άλλα, είπε δε ότι ημπορώ
να το καταλάβω<br />από την εξής απόδειξιν· διότι ημπορείς να εύρης, Σωκράτη,
ανθρώπους<br />οι οποίοι είναι ασεβέστατοι και αδικώτατοι και ασωτότατοι
και<br />αμαθέστατοι, είναι όμως ανδρειότατοι· από το οποίον θα καταλάβης<br />ότι η
ανδρεία διαφέρει πολύ από τα άλλα μέρη της αρετής. Και τότε<br />κατ' αρχάς μου
εφάνη πολύ παράξενος η απόκρισις, και ακόμη<br />περισσότερον παράξενος μου εφάνη,
αφ' ου εξήτασα αυτά τα πράγματα<br />μαζί σας. Τον ηρώτησα λοιπόν εάν τους
ανδρείους τους θεωρή<br />ανθρώπους με θάρρος· εκείνος δε είπεν ότι τους θεωρεί
και<br />ορμητικούς. Ενθυμείσαι, είπον εγώ, Πρωταγόρα, ότι απεκρίθης
αυτά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Εβεβαίωσεν ότι το ενθυμείται.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εμπρός λοιπόν, είπον εγώ, ειπέ μας,
οι ανδρείοι κατ' επάνω εις ποία<br />πράγματα λέγεις ότι είναι ορμητικοί; Μήπως
και επάνω εις τα ίδια<br />εις τα οποία είναι ορμητικοί και οι δειλοί;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Όχι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν κατ' επάνω εις
άλλα;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπεν αυτός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο, οι μεν δειλοί
πηγαίνουν κατ' επάνω εις τα άφοβα<br />πράγματα, οι δε ανδρείοι κατ' επάνω εις τα
φοβερά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αυτό δα, Σωκράτη, λέγουν οι
άνθρωποι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλήθειαν λέγεις, είπον εγώ· αλλά
δεν ερωτώ τούτο· ερωτώ, συ κατ'<br />επάνω εις τι πράγμα λέγεις ότι είναι
ορμητικοί οι ανδρείοι; Άρά γε<br />κατ' επάνω εις τα φοβερά πράγματα, εν ώ
νομίζουν ότι είναι φοβερά,<br />ή κατ' επάνω εις εκείνα τα οποία δεν είναι
φοβερά;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλά τούτο βέβαια, είπεν, εις
τους συλλογισμούς τους οποίους συ<br />έλεγες, απεδείχθη προ ολίγου ότι είναι
αδύνατον.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και τούτο, είπον εγώ, το οποίον
λέγεις, είναι αλήθεια· ώστε αν<br />τούτο απεδείχθη σωστά, κανείς δεν πηγαίνει
κατ' επάνω εις εκείνα τα<br />πράγματα τα οποία νομίζει ότι είναι φοβερά, επειδή
το να είναι<br />κατώτερος του εαυτού του ευρέθη ότι είναι αμάθεια.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχθη (ο Πρωταγόρας).</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλ' όμως όλοι πάλιν πηγαίνουν κατ'
επάνω εις εκείνα τα πράγματα τα<br />οποία δεν τα φοβούνται, και οι δειλοί και οι
ανδρείοι, και εις<br />αυτήν τουλάχιστον την περίστασιν οι δειλοί και οι
ανδρείοι<br />διευθύνονται εις τα ίδια πράγματα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλ' όμως, είπε, Σωκράτη, είναι
όλως διόλου εναντία εκείνα εις τα<br />οποία διευθύνονται οι δειλοί από εκείνα εις
τα οποία διευθύνονται<br />οι ανδρείοι. Έξαφνα εις τον πόλεμον οι μεν ανδρείοι
θέλουν να<br />πηγαίνουν, οι δε δειλοί δεν θέλουν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι από τα δύο, είπον εγώ, δεν
θέλουν να πηγαίνουν, διότι είναι<br />εύμορφον πράγμα ή είναι άσχημον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Διότι είναι ωραίον,
είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Και λοιπόν, εάν είναι ωραίον,
παρεδέχθημεν προηγουμένως ότι είναι<br />και αγαθόν, (δηλαδή ενάρετος πράξις),
διότι παρεδέχθημεν ότι όλαι<br />αι ωραίαι πράξεις είναι και ενάρετοι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αληθινά λέγεις, και εγώ
τουλάχιστον πάντοτε αυτήν την γνώμην έχω.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Σωστήν γνώμην βέβαια, είπον εγώ.
Αλλά ποίοι από τους δύο λέγεις ότι<br />δεν θέλουν να πηγαίνουν εις τον πόλεμον,
εν ώ τούτο είναι πράξις<br />ωραία και ενάρετος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Οι δειλοί, είπεν
αυτός.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν τούτο είναι πράξις ωραία και
ενάρετος, είπον εγώ, δεν είναι και<br />πράξις ευάρεστος;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Το έχομεν παραδεχθή βέβαια,
είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Άρά γε δεν θέλουν λοιπόν οι δειλοί
να πηγαίνουν εις εκείνο το<br />οποίον είναι και ωραιότερον και ηθικώτερον και
πλέον ευάρεστον, εν<br />ώ γνωρίζουν ότι είναι τοιούτον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλλ' εάν παραδεχθώμεν και τούτο,
είπε, θα ανατρέψωμεν κείνα τα<br />οποία εβεβαιώσαμεν προηγουμένως.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι δε κάμνει ο ανδρείος; Δεν
πηγαίνει εις εκείνο το οποίον είναι<br />ωραιότερον και ηθικώτερον και πλέον
ευχάριστον;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Είμεθα υποχρεωμένοι, είπε, να το
παραδεχθώμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Οι ανδρείοι λοιπόν, όταν φοβώνται,
δεν φοβούνται διόλου φόβους<br />αισχρούς, ούτε όταν έχουν αφοβίας, έχουν αφοβίας
αισχράς.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Αλήθεια είναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν δε όχι αισχρούς, λοιπόν
ωραίους;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Βέβαια, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εάν δε ωραίους και
αγαθούς;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Λοιπόν και οι δειλοί και οι
τρομεροί και οι μανιακοί απεναντίας δεν<br />φοβούνται αισχρούς φόβους και δεν
έχουν αισχράς αφοβίας;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παρεδέχετο (ο Πρωταγόρας).</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Έχουν δε αφοβίαν εις τα αισχρά και
κακά διά καμμίαν άλλην αιτίαν ή<br />ένεκα αγνοίας και αμαθείας;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Έτσι είναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Τι λοιπόν φρονείς; Τούτο, ένεκα του
οποίου οι δειλοί είναι δειλοί,<br />το ονομάζεις δειλίαν ή ανδρείαν;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Εγώ, βέβαια το ονομάζω δειλίαν,
είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Δεν εδείχθησαν δε ότι είναι δειλοί
ένεκα της αμαθείας των φοβερών<br />πραγμάτων.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Βεβαιότατα, είπεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Εξ αιτίας λοιπόν ταύτης της
αμαθείας είναι δειλοί;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Το παραδέχετο (ο Πρωταγόρας).</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Ομολογείς λοιπόν ότι η άγνοια των
φοβερών και μη φοβερών τους<br />κάμνει να είναι δειλοί;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Η αμάθεια λοιπόν εκείνων που είναι
φοβερά και εκείνων όπου δεν<br />είναι φοβερά, τούτο δεν είναι η
δειλία;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Έκαμε νεύμα ότι το παρεδέχθη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλ' όμως, είπον εγώ, η ανδρεία
είναι το εναντίον της δειλίας;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Ναι, είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Η γνώσις λοιπόν των φοβερών και των
μη φοβερών πραγμάτων δεν είναι<br />εναντία εις την αμάθειαν αυτών;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Και εις τούτο ακόμη έκαμε νεύμα ότι το
παραδέχεται.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Η δε αμάθεια τούτων δεν είναι
δειλία;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Μετά μεγάλης δυσκολίας εδώ έκαμε νεύμα, ότι
το παραδέχεται.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Η γνώσις λοιπόν των φοβερών και μη
φοβερών δεν είναι ανδρεία, η<br />οποία είναι εναντία εις την αμάθειαν
τούτων;</span><br />
<div style="margin: 5pt 36.7pt;">
<span style="font-size: 16pt;">— Εδώ πλέον δεν
ηθέλησεν ούτε διά νεύματος να δείξη ότι το παραδέχεται.</span></div>
<span style="font-size: 16pt;">Εγώ δε είπον·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Διατί λοιπόν, Πρωταγόρα, συ ούτε
παραδέχεσαι ούτε αρνείσαι εκείνα,<br />τα οποία ερωτώ;</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μόνος τελείωσέ τα,
είπε.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Να τελειώσω, είπον εγώ, μόνον, αφ'
ου σ' ερωτήσω ακόμη έν πράγμα.<br />Εάν εξακολουθής ακόμη να νομίζης, όπως κατ'
αρχάς, ότι υπάρχουν<br />μερικοί άνθρωποι αμαθέστατοι μεν, ανδρειότατοι
όμως.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας<br />Μου φαίνεσαι, είπε, Σωκράτη, ότι
βιάζεσαι να σου αποκριθώ<br />εγώ· θα σου κάμω λοιπόν την χάριν. Σου λέγω λοιπόν
σύμφωνα με όσα<br />παρεδέχθημεν, ότι φρονώ ότι είναι αδύνατον να υπάρχουν
άνθρωποι<br />αμαθέστατοι μεν, ανδρειότατοι όμως.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Διά κανένα άλλον λόγον, είπον εγώ, δεν
κάμνω όλας αυτάς τας ερωτήσεις, ειμή επειδή επιθυμώ να εξετάσω, πώς τάχα είναι
τα αναφερόμενα εις την αρετήν και τι τάχα είναι αυτή η ιδία η αρετή. Διότι
ηξεύρω ότι, όταν τούτο γείνη φανερόν, ημπορεί να γείνη παραπολύ καθαρόν και
εκείνο, διά το οποίον και εγώ και συ εκάμαμεν μεταξύ μας μεγάλην συζήτησιν, και
εγώ μεν υπεστήριζα ότι η αρετή δεν ημπορεί να διδαχθή, συ δε ότι ημπορεί να
διδαχθή. Και μου φαίνεται ότι το προ ολίγου συμπέρασμα των συζητήσεών μας, ωσάν
να είναι άνθρωπος, μας κατηγορεί και μας περιγελά, και αν ημπορούσε να ομιλήση,
θα έλεγεν ότι εχάσατε τον νουν σας, Σωκράτη και Πρωταγόρα· συ μεν αφ' ου εις τα
προηγούμενα έλεγες ότι η αρετή δεν ημπορεί να διδαχθή, τώρα βιάζεσαι ν'
αντικρούσης τον εαυτόν σου, αναλαμβάνων ν' αποδείξης ότι όλα τα πράγματα είναι
γνώσις, και η δικαιοσύνη και η εγκράτεια και η ανδρεία, εις τρόπον ώστε ν'
αποδειχθή ότι η αρετή κάλλιστα ημπορεί να διδαχθή· διότι εάν η αρετή ήτο τίποτε
άλλο παρά γνώσις, καθώς ο Πρωταγόρας επροσπάθει να υποστηρίζη, δεν θα ήτο
δυνατόν καθαρά να διδαχθή· τώρα δε, αν αποδειχθή ότι ολόκληρος είναι γνώσις,
καθώς προσπαθείς Σωκράτη, θα ήτο παράξενον αν δεν ήτο δυνατόν να διδαχθή. Ο
Πρωταγόρας δε πάλιν, εν ώ τότε υπεστήριζεν ότι ημπορεί να διδαχθή, τώρα
απεναντίας φαίνεται άνθρωπος ενδιαφερόμενος ν' αποδεχθή ότι αυτή σχεδόν κάθε τι
άλλο είναι παρά γνώσις· και διά τούτο διόλου δεν είναι δυνατόν να διδαχθή. Εγώ
λοιπόν, Πρωταγόρα, καλώς βλέπων ότι όλα αυτά ανακατεύοντο και αναποδογύριζαν,
έχω όλην την καλήν διάθεσιν να γείνουν αυτά ολοφάνερα, και επεθύμουν, αφ' ου
ημείς τα συζητήσωμεν, να αποδείξωμεν έπειτα τι πράγμα είναι και η αρετή, και
πάλιν έπειτα να εξετάσωμεν δι' αυτήν, εάν ημπορή να διδαχθή ή δεν ημπορή, μήπως
πολλάς φοράς ο Επιμηθεύς εκείνος και εις την εξέτασίν μας κάμη λάθος και μας
εξαπατήση, καθώς και εις την μοιρασιάν μας παρημέλησεν, όπως συ λέγεις. Και εις
εμέ λοιπόν ήρεσε και εις τον μύθον ο Προμηθεύς καλύτερα από τον Επιμηθέα· και
κατά το παράδειγμά του εγώ κάμνων προμήθειαν δι' όλην μου την ζωήν, ενασχολούμαι
εις όλα αυτά τα ζητήματα, και εάν συ έχης ευχαρίστησιν, το οποίον και εις την
αρχήν έλεγα, μαζί σου θα εξήταζα αυτά με πολύ μεγάλην ευχαρίστησιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Και ο Πρωταγόρας είπεν·</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας,<br />Εγώ, Σωκράτη, επαινώ την
προθυμίαν σου και τον τρόπον, που συζητείς<br />τα ζητήματα. Διότι ούτε κατά τα
άλλα νομίζω ότι είμαι κακός<br />άνθρωπος, και φθονερός δε είμαι oλιγώτερον από
κάθε άνθρωπον,<br />επειδή και διά σε έχω δα είπη εις πολλούς ανθρώπους ότι από
όσους<br />συναναστρέφομαι πολύ περισσότερον θαυμάζω σε και παρά πολύ
μάλιστα<br />από τους έχοντας την ηλικίαν σου· και λέγω βεβαίως ότι δεν θα
μου<br />εφαίνετο διόλου παράξενον, εάν εγίνεσο μίαν ημέραν είς από
τους<br />περιφήμους διά την σοφίαν άνδρας. Και δι' αυτά δε τα ζητήματα
μίαν<br />άλλην φοράν, όταν έχης ευχαρίστησιν, συζητούμεν τώρα δε είναι
πλέον<br />καιρός να κυττάξωμεν και καμμίαν άλλην υπόθεσιν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης<br />Αλλά, είπον, εγώ είναι χρεία έτσι
να κάμωμεν, διότι και εγώ είναι<br />καιρός εκεί όπου έλεγα προ πολλού να υπάγω,
αλλ' έμεινα διά να<br />ευχαριστήσω τον εύμορφον Καλλίαν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">— Αυτά αφ' ου είπομεν και ηκούσαμεν,
ανεχωρήσαμεν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη(Ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος)σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ.προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά,Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη,Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού,Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας Ύστερα από ωραία και ειρωνική
περιγραφή των επιδειχτικών και φαντασμένων τρόπων των σοφιστών, γίνεται
συζήτηση, ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Πρωταγόρα, περί αρετής. Επιδέξια
φέρνοντας σε αδιέξοδο τον σοφιστή, ο Σωκράτης αποδείχνει πως η αρετή είναι
αυτοδίδαχτη κ' ύστερα, μεταστρέφοντας τους συλλογισμούς του την παρουσιάζει σαν
αποτέλεσμα γνώσης.</span><br />
<h3 style="margin-top: 36pt;">
<span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΥ.</span></h3>
<h5>
<span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ
61</span></h5>
<h4 style="margin-top: 24pt;">
<span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ
10</span></h4>
<span style="font-size: 16pt;">***</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">1) Χάριν σαφηνείας τίθενται από του εξής εις
επικεφαλίδα τα ονόματα των διαλεγομένων.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">2) Ολίγον προ του Ιπποκράτους, επειδή οι ιατροί
παραμέλησαν την διαιτητικήν, η οποία απαιτεί γνώσιν των νόμων της φύσεως,
ανέλαβαν αυτήν ως άλλο πράγμα αδέσποτον οι διδάσκαλοι της γυμναστικής και
εκανόνιζον αυτοί την δίαιταν των μαθητών των σύμφωνα με την κράσιν και τα είδη
των ασκήσεών των. Ο Ιπποκράτης όμως πρώτος επανέλαβε την διαιτητικήν και ούτω
κατ' ολίγον οι ιατροί ανέκτησαν την θέσιν των. Κατά τους χρόνους του Πλάτωνος
ολίγοι ήσαν οι παλαισταί οι μετερχόμενοι ούτω τους ιατρούς.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">3) Είχον ιδιαιτέραν ικανότητα οι σοφισταί εις
την κατασκευήν και διήγησιν μύθων. Οι δε μύθοι ούτοι διέφθειραν και εξήλειψαν
βαθμηδόν την φυσικήν θρησκείαν.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">4) Ούτος εποίησε δράμα υπο τον τίτλον «Άγριοι»,
το οποίον παρεστάθη και του οποίου σκοπός ήτο να δείξη ότι οι πρώτοι άνθρωποι οι
ακόμη μη συστήσαντες έννομον και εύτακτον πολιτείαν ήσαν δυστυχείς. Ήθελε δε να
διδάξη με τούτο τους Έλληνας να ποθώσι την ειρήνην μεταξύ των και να είναι
ευπειθείς εις τους νόμους διά να ευτυχώσι.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">5) Ούτοι ήσαν διάσημοι κακούργοι και το όνομά
των έμεινε παροιμιώδες.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">6) Ούτος ενίκησε τρεις φοράς εις το στάδιον και
εβραβεύθη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">7) Ούτοι διήνυον εις κάθε ημέραν μακρόν
διάστημα.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">8) Πρυτανεία ωνομαζον τους ναούς, εις τους
οποίους νυχθημερόν έκαιεν άσβεστον το αφιερωμένον εις την Εστίαν ιερόν
πυρ.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">9) Οι Κείοι εφημίζοντο ως ευσεβείς και
χρηστοήθεις.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">10) Η πατρίς τούτου ητο εις την Φωκίδα πλησίον
του όρους Οίτη.</span><br />
<span style="font-size: 16pt;">11) Υπαινίττεται τας φιλικάς του Σιμωνίδου
σχέσεις μετά του βασιλέως των Λακεδαιμονίων Παυσανίου και του σοφού τυράννου των
Συρακουσίων Ιέρωνος.</span><br />
<div class="MsoNormal">
<b><span style="color: red; font-size: 16pt;">ΤΕΛΟΣ
</span></b></div>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-27660875135121061402013-09-04T06:43:00.002-07:002013-09-04T06:43:21.786-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ: ΟΡΕΣΤΗΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ: ΟΡΕΣΤΗΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο υιός του Αγαμέμνονος Ορέστης, φονεύσας την
μητέρα του Κλειταιμήστραν διά να εκδικηθή την υπό ταύτης και του εραστού της
δολοφονίαν του πατρός του Αγαμέμνονος, μένει κατάκοιτος εις την πατρικήν του
οικίαν, έρμαιον των τύψεων της συνειδήσεώς του διά την μητροκτονίαν και θύμα των
Εριννύων. Μετ' αυτού μένει και τον περιθάλπει η αδελφή του Ηλέκτρα, ήτις
αρχομένου του δράματος απολοφύρεται διά τας συμφοράς της και διά την τραγικήν
καθόλου τύχην του οίκου των Ατρειδών. Αλλά και αγωνία διά την προβλεπομένην εις
θάνατον καταδίκην αυτής και του αδελφού της την κατέχει. Μόνη ελπίς σωτηρίας από
των δεινών απομένει η προαγγελλομένη άφιξις εκ Τροίας του θείου των Μενελάου. Η
άφιξις αύτη συντελείται πράγματι, προφαινομένης της πολυφήμου Ελένης, υπό ταύτης
δε και της Ηλέκτρας συνάπτεται διάλογος, αποτελών την τεχνικωτέραν ίσως σκηνήν
του όλου έργου. — Αλλ' η ελπιζομένη προστασία του Μενελάου υπέρ των τέκνων του
αδελφού του δεν παρέχεται. Δικαστήριον Αργείων πολιτών καταδικάζει τον Ορέστην
εις θάνατον διά το έγκλημα της μητροκτονίας. Και ο Μενέλαος από δειλίαν και
ιδιοτέλειαν εγκαταλείπει τον ανεψιόν αβοήθητον. Εκμανείς διά τούτο και θέλων να
τον εκδικηθή ο Ορέστης έρχεται να θανατώση την Ελένην, αιτίαν όλων των κακών.
Αλλά της Ελένης αφανισθείσης εις τον αιθέρα κατά θαυμαστόν τρόπον, απειλεί
δεύτερον ο Ορέστης να θανατώση την θυγατέρα ταύτης και του Μενελάου Ερμιόνην.
Τότε από μηχανής θεός εμφανιζόμενος ο Απόλλων πείθει τον Ορέστην να λάβη σύζυγον
την Ερμιόνην, υποσχεθείς εις αυτόν σωτηρίαν από της καταδίκης και συγγνώμην διά
την μητροκτονίαν. Το δράμα κακίζεται υπό των παλαιών γραμματικών, διότι πλην του
Πυλάδου πάντες οι εν αυτώ χαρακτήρες είναι φαύλοι και διότι η λύσις αυτού δεν
άγει εις την επιβαλλομένην, κατά την αρχαίαν αισθητικήν, ηθικήν κάθαρσιν. Ουχ'
ήττον εκ των παλαιών τούτων γραμματικών έφθασε μέχρις ημών η πληροφορία, ότι
χάρις εις την εν τω δράματι τούτω σύγκρουσιν και ταραχήν αγώνων και παθών —
τούτο δ' ίσως ήτο ο κύριος αισθητικός σκοπός του Ευριπίδου — είχε κατά τους
κλασσικούς χρόνους ο «Ορέστης» μεγάλην θεατρικήν επιτυχίαν.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;"> (Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<div align="center">
<center>
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ</span>
</dt>
</dl>
</center>
</div>
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΗΛΕΚΤΡΑ<br />ΕΛΕΝΗ<br />ΧΟΡΟΣ<br />ΟΡΕΣΤΗΣ<br />ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ<br />ΠΥΛΑΔΗΣ<br />ΑΓΓΕΛΟΣ<br />ΕΡΜΙΟΝΗ<br />ΦΡΥΞ<br />ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-family: 'Times New Roman'; font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br /><i>ΗΛΕΚΤΡΑ</i></span>
</dt>
<dd><span style="font-size: 16pt;">Κακό δεν υπάρχει απ' όσα λέει ο λόγος,<br />ούτε
πάθος, ούτε συφορά θεοσταρμένη,<br />που το βάρος της να μη βαστά η ψυχή τ'
ανθρώπου.<br />Έτσι κι' ο μακάριος — και δεν περγελώ την δυστυχίαν του — <br />ο
Τάνταλος, απ' το Δία γεννημένος, όπως λένε,<br />φοβάμενος μια πέτρα ανάερη πάνωθέ
του<br />βρίσκετ' αλαφιασμένος και ποινή πληρώνει τέτοια,<br />γιατί, όπως λεν,
άνθρωπος όντας κ' ισοτιμημένα<br />με τους θεούς καθήμενος στο ίδιο
τραπέζι<br />είχε γλώσσ' αχαλίνωτη, κάκιστη αρρώστεια.<br />Τούτος γεννά τον Πέλοπα
κι' απ' αυτόν ο Ατρεύς γεννήθη, <br />που γνέθοντάς του τη ζωή έκλωτέ του η
Μοίρα<br />σ' έχθρα και πόλεμο με τον αδελφό του τον Θυέστη<br />να βρεθή· μα τ'
ανείπωτα να ιστορήσω ποια μου ανάγκη;<br />που σκοτώνοντάς του τα παιδιά μ' αυτά
έγεψέ τον<br />ο Ατρεύς. Και του Ατρέως — τ' αναμεταξύ σωπαίνω — <br />γυιός ήτον ο
Αγαμέμνων ο τρανός, αν προσταιριάζη<br />τρανό να τον ειπώ, κι' ο Μενέλαος από
μάννα<br />την Κρητικιά Αερόπη. Κι' ο Μενέλαος παντρεύτη<br />τη θεομίσητην Ελένη.
Και την Κλυταιμήστρα<br />με γάμο ξακουστό στους Έλληνες πήρε ο
Αγαμέμνων^<br />αυτουνού τρεις κόρες είμαστ' απ' την ίδια μάννα,<br />η Χρυσόθεμις,
η Ιφιγένεια κ' εγώ η Ηλέκτρα·<br />κι αγόρι ο Ορέστης απ' την ανοσιώτατη
μάννα,<br />που με πελύδιπλο πανί τυλίγοντας τον άνδρα<br />τον δικό της εσκότωσε
για αιτία που δεν ταιριάζει<br />σε κόρη να την πη κι αφήνω να την λογιάσουν
άλλοι.<br />Και την αδικία του Φοίβου γιατί να ψέξω; πείθει<br />τον Ορέστη να
σκοτώση την ίδια του τη μάννα<br />πράξι που τιμημένη δεν είναι στους
ανθρώπους.<br />Μα τη σκότωσε του θεού τη γνώμη ακολουθώντας,<br />κ' εγώ σύμπραξα
στο φόνον όσο δύναται γυναίκα<br />να συμπράξη κι' ο Πυλάδης, βοήθεια δίνοντάς
μας.<br />Απ' τότες άγρια αρρώστεια λυώνει το κορμί του<br />κι' ο άμοιρος τούτος
Ορέστης κείτεται κλινάρι<br />και της μάννας το αίμα σε μανίες τον
παρασέρνει,<br />γιατί φοβάμαι να τες πω της θεές με τ' όνομά τους,<br />της
Ευμενίδες, που με φόβο τον συνταράζουν. Κ' είναι<br />η έκτη μέρα τούτη, αφ' όταν
της σφαγμένης<br />της μάννας το κορμί στη φωτιά εξαγνίσθη,<br />που από τότε ουδέ
τροφή άγγιξ' αυτός στο στόμα<br />ουδ' έλουσε καν το κορμί, μόνο στα ρούχα
τυλιγμένος,<br />όταν το κουφάρι κάπως απ' την αρρώστεια ξαλαφρώση,<br />στα συγκαλά
του ερχάμενος 'δύρεται ή από το στρώμα<br />ορμητικός πηδά σαν απ' το ζυγό
πουλάρι.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' έκαμ' απόφασι τ' Άργος ουδέ κάτω από
στέγη<br />ουδέ σ' εστία κοντά να μας δεχθή κανένας κι ούτε<br />να καλημερήση εμάς
τους μητροκτόνους· κ' είναι τούτη<br />εδώ η μέρα που θα δώση ψήφο η πόλη των
Αργείων<br />αν πρέπει εμάς τους δυο να σκοτώσουν με της πέτρες<br />[ή με σπαθί
κοφτερό ν' αποκεφαλιστούμε].<br />Μα να γλυτώσουμε το σκότωμα έχουμ'
ελπίδα,<br />γιατί ο Μενέλαος έρχεται πέραθ' απ' την Τροία<br />και την πλατωσιά
διαβαίνοντας του Ναυπλιακού λιμένα<br />στ' ακρογιάλι αράζει, περιπλανημένος
όντας<br />πολύν καιρό απ' την Τροία· και τη βαρειομοίρα Ελένη<br />νύχτα
προφυλάγοντας, να μη την 'δη κανένας<br />νάρχεται 'μέρα, απόστειλε στο σπίτι το
δικό μας·<br />κ' είναι την μέσα κλαίοντας της αδελφής και του σπιτιού της<br />της
συφορές· μα κάποια παρηγοριά στης θλίψες έχει,<br />γιατί την κόρη που άφηκε σπίτι
σαν έφυγε στην Τροία<br />και που ο Μενέλαος απ' τη Σπάρτη εδώ φέρνοντάς
την<br />στη μάννα μου έδωκέ την ν' αναθρέψη, την Ερμιόνη,<br />με χαρά της
ξανάβρηκε κι' αλησμονά της θλίψες.<br />Μα προς το δρόμο όλο θωρώ, το Μενέλαο
καρτερώντας<br />πότε θα ιδώ νάρχεται· γιατί λίγη από τάλλα<br />έχουμ' ελπίδα, αν
απ' αυτόν δεν ήθελε σωθούμε.<br />Άπορο είναι πράμμα του δύστυχου το σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω εσύ της Κλυταιμήστρας και τ' Αγαμέμνονος
κόρη,<br />που παρθέν' απομένεις καιρό πολύν, Ηλέκτρα,<br />πως άμοιρη είσαι συ κι'
ο αδελφός σου Ορέστης,<br />τούτος ο άμοιρος φονηάς της μάννας. Τι αμαρτία<br />δεν
θάχω μιλώντας σου, μια που λογιάζω αιτία<br />του κακού τον Φοίβο. Αν και βαρειά
λυπάμαι<br />για της Κλυταιμήστρας το χαμό, της αδελφής μου,<br />που αφ' όταν με
πόθο απ' τους θεούς δοσμένο πήγα <br />στην Ίλιο δεν την είδα κι ορφανεμένη
κλαίω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι να σου ειπώ, Ελένη· που βλέπεις τα εμπρός
σου<br />τα παιδιά του Αγαμέμνονος στης συφορές πνιγμένα;<br />Ανύπνωτη έναν άθλιο
νεκρό εγώ παραστέκω,<br />γιατί νεκρός είναι τούτος με την πνοή τη λίγη<br />που τ'
απομένει· και δεν βρίζω την κακομοιριά του·<br />μα συ καλότυχ' είσαι και
καλότυχός σου ο άνδρας<br />που ήρθετε σε μας τους βαρειά ευφοριασμένους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κι από πόσον καιρό κοίτετ' εδώ στο
στρώμα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αφ' όταν έχυσε της μάννας του το αίμα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i><span style="font-size: 16pt;"><br />Τον άμοιρο· Κ' η μάννα του πώς πήγε έτσι
χαμένη!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια είν' αυτά όσα τον έχουν
απαυδήσει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για το θεό, μια χάρι θα μούκανες,
παρθένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όσο απ' τ' αδελφόν μου το κύταγμα
αδειάζω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θες για με να πας στης αδελφής μου τον τάφο;
</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στης μάννας μου τον τάφο λες. Για ποιαν
αιτία;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Των μαλλιών μου πλεξούδα και χοές φέρνοντάς
της.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και δε βολεί να πας συ στων δικών σου τον
τάφο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι στους Αργείους ντρέπομαι το κορμί μου να
δείξω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άργα φρονιμεύεις, πριχού αδιάντροπα
φύγωντας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σωστά τώπες, μα όχι φιλικά μου κρένεις.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα ποια ντροπή κρατεί σε μπρος στους
Μυκηναίους;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φοβάμαι τους γονειούς όσων στην Ίλιο
επέσαν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κι αλήθεια είναι, τ' Άργος δεινά σε
κατακρίνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα συ γλυτώνοντάς με απ' το φόβο πήαινε δος
τα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα τον τάφο της μάννας μου δε θα μπόρεια ν'
αντικρύσω</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κι' όμως θάταν άπρεπο να φέρουν δούλοι
ετούτα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Την Ερμιόνη, την κόρη σου γιατί δεν τη
στέρνεις;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στον κόσμον ν' ακατεύωντας παρθένες δεν
ταιριάζει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα ευγνωμοσύνη θάδειχνεν έτσι στην
πεθαμμένη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σωστά μίλησες και πείθομαι στο λόγο σου,
παρθένα·<br />[κ' έτσι τη θυγατέρα μου θα στείλω όπως είπες].<br />Παιδί μου,
Ερμιόνη, πρόβαλε απ' το σπίτι και πάρε<br />στα χέρι' αυτά τα κόλλυβα και τα
μαλλιά μου τούτα<br />κ' εις τον τάφο πγαίνοντας της Κλυταιμήστρας χύσε<br />το
μελομένο γάλα αυτό και το κρασί τ' αφράτο<br />και στην κορφή του μνημουριού
στεκάμενη πες τούτα:<br />Η αδελφή σου Ελένη της χοές ετούτες σου χαρίζει,<br />μη
δυνάμενη στο μνήμα σου μονάχη νάρθη η ίδια,<br />γιατί έχει φόβο το λαό των
Αργείων. Και ζήτησέ της<br />νάναι καλόγνωμη για με, για σε, για τον δικό
μου<br />τον άνδρα και γι' αυτούς τους δυο δυστυχισμένους που ένας<br />θεός τους
εξολόθρεψε. Και τάξε της όλες<br />της νυκτερινές προσφορές πούναι σωστό να
κάμω<br />στην αδελφή μου. Πήγαινε, γοργά τώρα ξεκίνα,<br />κόρη μου, κι' ως της
προσφορές στον τάφο αυτές πιθώσης<br />έχε το νου σου ευθύς εδώ να μου
ξαναγυρίσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι δυστυχία είσαι, ω Φύσι, στους
ανθρώπους<br />και πόσο είσαι καλόπραγη σ' όσους καλοκυτάζεις!<br />Ιδέτε σεις πώς
έκοψε της άκρες των μαλλιών της<br />την ομορφιά φυλάγοντας. Είναι πάντα η
γυναίκα<br />πούταν και πριν. Είθε οι θεοί να σε μισήσουν που έτσι<br />εμέν'
αφάνισες κι' αυτόν και την Ελλάδα. Ω πόσο<br />είμαι δύστυχη. Μα εδώ νά πούρχονται
οι καλές μου<br />συντρόφισσες στους θρήνους μου να σμίξουν τους δικούς
των.<br />Ίσως κι' αυτόν τον άμοιρο ξυπνήσουν απ' τον ύπνο<br />που βυθισμένος
βρίσκεται και με τα δάκρυά μου<br />βρέξουν τα μάτια μου όταν 'δώ την τρέλλα τ'
αδελφού μου.<br />Αγαπημένες μου γυναίκες, με βουβό πόδι προχωράτε:<br />χωρίς φωνή
ούτε θόρυβο. Είναι γλυκειά σ' εμένα<br />η αγάπη σας, μα θάταν καϋμός αν εξυπνούσε
τούτος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Ι</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σιγαλά ερχόστε, σιγαλά,<br />με βήματ' απαλά,
απαλά,<br />αθόρυβα κι' άφωνα να ερθήτε<br />και μακρυά εκεί να σταθήτε,<br />μακρυά
απ' την κλίνη κι' από εμέ.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά που σου υπακούμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ,<br />κι' αλλοίμονο, καλή μου
εσύ,<br />μίλειε απαλά σαν τη βουή,<br />που η σύριγγα βγάνει<br />ανάλαφρου ενός
καλαμιού.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά που η φωνή μου φτάνει<br />σε σέ απαλή και
χαμπηλή<br />σαν νάμουν μέσ' στο σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έτσι μίλα μου σιγά,<br />ζύγωσε αλαφρά,
αλαφρά<br />και πες μου γιατί ήρθες εδώ.<br />Απάνω στο κλινάρι αυτό<br />κυλώντας
ώρες τούτος<br />αποκοιμήθηκεν αργά</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Ι</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πώς είναι τώρα, καλή μου, αποκρίσου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι να πω για τη μοίρα ή τη δυστυχιά
του;<br />Ακόμα πνοή έχει, μα μόλι ανασαίνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι λες; Ω τον άμοιρο!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θα τον σκοτώσης<br />αν απ' τα βλέφαρα τη γλύκα
του διώξης<br />που τον κατέχει</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω τον δύστυχο, για έργα<br />μιαρά που ήσαν απ'
τους θεούς πρόσταγμα!<br />Ω τον άθλιο, αλλοί, τι δεινά υποφέρει!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άδικος ήταν κι' ώρισε άδικες πράξεις <br />ο
Λοξίας όταν στης Θέμιδος πάνω<br />τον τρίποδα πρόσταξ' της μάννας το φόνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή II</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θωρείς; Το κορμί του στα ρούχα αργοσιέται
</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φωνάζοντας τούκοψες, άθλια, τον ύπνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Λόγιαζα νάταν βυθισμένος στον ύπνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μακρυά 'πό τ' εμάς κι' από το σπίτι.
Ξεκίνα<br />μη θορυβώντας με το πόδι σου διόλου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κοιμάται.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καλά λες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σεβάσμια, σεβάσμια<br />Νύχτα, ω θεά συ, που
χαρίζεις τον ύπνο<br />στους κουρασμένους, απ' το Έρεβος έλα,<br />έλα, πρόβαλε, ω
φτερωτή, στο σπίτι <br />τ' Αγαμέμνονος, γιατί απ' αυτές της θλίψες<br />χανόμαστε,
σβύνουμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μη θορυβάτε.<br />Να πάψτε δεν θέτε της φωνής
τον ήχο,<br />στην κλίνη κοντά παραστέκοντας κ' έτσι<br />να τ' αφήστε καλές μου,
του ύπνου τη γλύκα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή II</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πες μου τι τέλος τα δεινά τούτα λάχουν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το χάρο, το χάρο! ποιο άλλο θενάχουν;<br />Τροφή
δεν ορέγεται τούτος καθόλου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε βέβαιος είναι κι ο θάνατος του.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μας έσφαξε ο Φοίβος προστάζοντας φόνο<br />άθλιο
κι' άνομο πατροκτόνας μητέρας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια δίκαια, μα κακή τούτ' η πράξι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πέθανες, πέθανες, ω μάννα, που εμένα<br />μ'
εγέννησες. Σκότωσες τον πατέρα κι' αντάμα<br />τα παιδιά που βγήκαν απ' το ίδιο
σου αίμα.<br />Χανόμαστε, νεκροί είμεθα, έχουμε σβύσει.<br />Συ βρίσκεσαι τώρα με
τους πεθαμμένους<br />κι' η πλιότερη ζωή μου περνάει σε θρήνους<br />οδυρμούς και
νύχτια δάκρυα, τι μόνη<br />χωρίς παιδιά κι' άνδρα άθλια σέρνω τη ζήση.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για δες, κόρη μου Ηλέκτρα! Σίμωσε, τι
είναι<br />φόβος ν' αποθάνη τ' αδέλφι σου δίχως<br />να το νιώσης. Η λίγη μ'
ανησυχάει πνοή του.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γλυκό του ύπνου κάρωμα, βάλσαμο στα δεινά
μας,<br />πόσο στην ώρα πρόβαλες μαλακά σ' εμένα!<br />Ω συ σεβάσμια λησμονιά του
πόνου κι' ω θεότης<br />βοηθήτρα στους βαρειόμοιρους. Μα πούθε τώρα μου
ήρθα;<br />Πώς ήρθα; Τι όλα τάχασα το νου μου έχοντας χάσει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τρισγάπητέ μου, ο ύπνος σου πόσο αναγάλλιασέ
με!<br />Να σου στηρίξω το κορμί θες και να σε σηκώσω;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πιάσε με βέβαια. Σκούπισε στο άθλιο μου το
στόμα<br />κι' από τα μάτια μου του αφρού τούτο τ' απομεινάρι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γλυκειά για με είναι δουλειά και δεν οκνώ τα
μέλη<br />του αδελφού μ' αδελφικά να τα γνοιασθώ εγώ χέρια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βάλε πάνω το στήθος σου στο στήθος το δικό
μου,<br />μέριασε από την όψι τ' αξάγγλιγα μαλλιά μου,<br />γιατί έτσι με τα μάτια
μου μόλις θωρώ εγώ τώρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω εσύ κεφάλι δύστυχο με τα μαλλιά
αγριεμμένα<br />που βρίσκεσαι αναξάγγλιγο, άλουστο καιρό τόσο!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ξανά σε τούτη ξάπλωσ' με την κλίνη. Της
μανίας<br />το κακό σαν παύη είν' άτονα κι' αδύναμα τα μέλη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ναι. Η κλίνη είναι αγαπητή στον άρρωστο· κ' η
ξάπλα<br />αλήθεια δίνει κούρασι· μα χρειαστή όμως είναι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σήκω με πάλι, το κορμί στρέψε μου. Οι
αρρωστημένοι<br />είναι πάντα ανυπόμονοι απ' του νου τη στενοχώρια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν θέλεις και τα πόδια σου λίγο να βάλης
χάμω,<br />να περπατήσης; Η αλλαγή ευχάριστ' είναι πάντα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' έτσι καλά. Έχει της 'γυιάς την όψι τούτο
κι' όταν <br />το πράμμα λείπει, βολετή κ' η όψι του είν' ακόμα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άκου, αδελφέ μου, όσο το νου σ' αφήνουν οι
Εριννύες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι νέο θα 'πής; Αν είναι το κάτι καλό τ'
ακούω<br />ευχάριστα· μ' αν είν' κακό έχω αρκετές μου θλίψες</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φθάνει του πατέρα ο αδελφός, ο Μενέλαος, και
τα πλοία<br />τα δικά του στο Ναυπλιακό λιμάνι έχουν αράξει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι λες; Σαν κάποιο έρχεται φως αυτός εις τα
δεινά μου<br />και στα δικά σου, τι είναι ‘τός απ' τη γενειά μας κ' έχει<br />απ'
τον πατέρα μας 'δή περίσσιες καλωσύνες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έρχεται και γι' απόδειξι του λόγου μου, νά
πώχει<br />φέρει μαζί απ' της Ιλίου τα κάστρα την Ελένη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν μοναχός του γλύτωνε πιο καλό θάταν
όμως<br />με τη γυναίκα του αν μαζί, μεγάλο κακό φέρνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γέννησεν ο Τυνδάρεως γενειά από
θυγατέρες<br />άτιμες κι' αδιάντροπες εις όλη την Ελλάδα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όμως εσύ όμοια μ' αυτές μην είσαι της
γυναίκες<br />ως σου βολεί, στα λόγια σου και στα φερσίματά σου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί! αδελφέ, ταράχθηκε το μάτι σου· τώρα
ήσουν<br />στα συγκαλά σου και με μιας σ' έπιασεν η μανία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω μάννα! Σ' ικετεύω μη πάνω μου
ξαναστέρνης<br />της κόρες πώχουν πρόσωπα αιματωμένα κ' έχουν<br />μαλλιά από φίδια.
Νά, έρχονται, πάνω σ' εμένα πέφτουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μείνε, άμοιρε, στην κλίνη σου. Τίποτ' εδώ δεν
βλέπεις.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω Φοίβε, οι φοβερές θεές θα με σκοτώσουν
τούτες<br />οι σκυλλομούτρες, πούναι τες γοργοβλεπούσες κ' είναι<br />των νεκρών
φόνισσες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Εγώ δεν θα σε παραιτήσω<br />και μέσα στην
αγκάλη μου κρατώντας δεν θ' αφήσω<br />να κάνης τα πηδήματα, τα μανικά.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άφησέ με,<br />γιατί Ερινύα είσαι και συ κι' απ'
του κορμιού τη μέση<br />μ' άρπαξες μέσ' στα Τάρταρα ζητώντας να με ρίξης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω κακομοίρα πούμ' εγώ! Και τίνος τη
βοήθεια<br />ν' αποζητήσω, σαν θεός κάποιος εχθρός μας είναι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δος μου αυτό το κεράτινο το τόξο, πούναι
δώρο<br />του Λοξία και που μ' αυτό με πρόσταξ' ο Απόλλων<br />να κυνηγήσω της θεές
σαν αγριωπά με σκιάζουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπορεί να λαβωθή θεός από το χέρι
ανθρώπου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν δε φύγη απ' τα μάτια μου. Συ δεν ακούς
ολοένα,<br />ουδέ θωρείς τα φτερωτά τα βέλη που πετούνε<br />απ' τη σαΐτα που σωστά
κτυπά. Τι καρτερείτε;<br />Πετάξτε, σεις με τα φτερά, ως την κορφή του
Αιθέρα<br />κι' άδικο δόστε στους χρησμούς του Φοίβου. Ωιμένα!<br />Γιατ' είμ' έτσι
αδύναμος; Γιατί η ανάσα τούτη<br />απ' τα πνεμόνια μου η γοργή; Πού να ριχθώ απ'
την κλίνη;<br />Νά! έφυγε το τρικύμισμα, ξαναθωρώ γαλήνη.<br />Γιατί, αδελφή μου,
κλαις εσύ κρύβοντας το κεφάλι<br />μέσα στον πέπλο; Ντρέπομαι και συ μερτικό
νάχης<br />απ' τα δεινά μου και σε μια παρθένα έτσι να δίνω<br />το βάσανο που εγώ
τραβώ. Είθε μη μαραζώσης<br />απ' τα δεινά μου. Συ έστρεξες, μα ο μητρικός ο
φόνος<br />μόνο από μένα γίνηκε. Μα κατηγόρια κάνω<br />εις τον Λοξία που μ' έσπρωξε
στη μυσαρή αυτή πράξη<br />με λόγια εμέ ησυχάζοντας κι' όχι στ' αλήθεια.
Λέω<br />πως ο πατέρας μου, αν εγώ τον ίδιο αυτόν ρωτούσα,<br />για να γνωρίσω αν
έπρεπε τη μάννα μου να σφάξω,<br />θερμά θα μ' ώρκιζε να μη βυθίσω το σπαθί
μου<br />στο λαιμό αυτής που μ' εγέννησε, τι στη ζωή με τούτο<br />αυτός δεν θα
ξανάρχετο κ' εγώ δυστυχισμένος<br />θα βαρυνόμουν άδικα με τόσα δεινά. Αλλ'
όμως<br />ξεσκέπασ' το κεφάλι σου και μην κλαις, αδελφή μου,<br />αν κ' έχουμε θλίψη
βαρειά. Σαν βλέπεις με να σβύνω,<br />κράτα και παρηγόρα μου τον ταραγμένο νου
μου<br />κ’ απελπισμένο· κι' όταν κλαις, εγώ μ' αγάπη πάλι<br />θα σε ησυχάζω.
Μεταξύ φίλων τέτοιες φροντίδες<br />ταιριάζουν. Μα τώρ' άμοιρη στο σπίτι έμπα και
δόσε<br />ύπνο λίγο στα βλέφαρα πούναι τα αγρυπνισμένα·<br />πάρε τροφή και το κορμί
λούσε, γιατί αν μ' αφήσης<br />κι' αν αρρωστήσης μένοντας ολημερίς κοντά
μου,<br />χαθήκαμε. Κι αλήθεια εγώ κανέν' άλλο δεν έχω<br />για στήριγμα κι' ως
βλέπεις το μ' απαρατήσαν όλοι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αυτό δεν γίνεται· με σε θα ζήσω ή θα
πεθάνω,<br />γιατί την ίδια έχουμ' οι δυο τύχη. Κι' αν συ πεθάνης,<br />γυναίκα εγώ
τι θα γενώ; Πώς θα γλυτώσω μόνη,<br />χωρίς πατέρα κι' αδελφό και φίλους; Μ' αν
λογιάζης<br />έτσι, δεν θα υπακούσω εγώ. Πέσε λοιπόν στην κλίνη<br />κι' απόδιωξε
τους τρόμους σου που εκείθε σε σηκώνουν.<br />Στην κλίνη ξάπλωσε γιατί, αν κι'
άρρωστος δεν είσαι,<br />μ' απ' την ιδέα το ίδιο αισθάνονται κόπο οι θνητοί και
πάθος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, αλλοί! Ω γοργές, φτερωτές<br />θεές
μανιωμένες,<br />που μέσα στα δάκρυα και τους στεναγμούς<br />γιορτές
μεθυσμένες<br />ξεφαντώνετε σεις, Ευμενίδες στυγνές,<br />κ' εις ύψη πετάτε<br />του
πλατύχωρου αιθέρα και που καθαρμούς<br />του αιμάτου ζητάτε,<br />εκδικήτρες του
φόνου, δέομαί σας εγώ,<br />δέομαί σας, αφήστε<br />το γυιό τ' Αγαμέμνονα από
τοργικό,<br />τη μανία του λύστε.<br />Δύστυχε, πώπαθες δεινά, το
χρησμό<br />εισακούοντας συ<br />του Φοίβου απ' τον Τρίποδα το μαντικό,<br />το
βγαλμένο απ' τη γη<br />κι' απ' το βωμό που λένε της γης ομφαλό</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω Δία, ποιό ν' απαντέχω έλεος εγώ; <br />Τι είν'
αυτός ο αγώνας για το φονικό<br />που σε ταράζει, δύστυχε, και που<br />κάποιος
Δαίμονας δάκρυα οδυρμού<br />σου γεννά φέρνοντας το αίμα μπροστά σου<br />της μάννας
σου και τα λογικά σου<br />σπαράζει; Σ' οδύρομαι εγώ και σε κλαίω<br />και τη μεγάλη
ευτυχιά εγώ λέω<br />πως δεν την έχουν σταθερά οι θνητοί.<br />Κι' ως κάποιος
Δαίμονας το πανί<br />σχίζει του γλήγορου καραβιού,<br />έτσ' ο πανεύτυχος πάει του
κακού,<br />καταπίνεται μέσ' σε βαρειές δυστυχίες<br />σαν από κύμα σε
τρικυμίες<br />αχόρταγες πάντα τους και μανιωμένες.<br />Ποιές, αλήθει' άλλες
γενειές ξακουσμένες<br />αξίζει περισσότερη νάχουν τιμή<br />παρά οι Τανταλίδες, που
θεϊκιά<br />εστάθηκ' η πρώτη τους η γενειά;<br />Μα να ο άρχοντας τώρα
πλησιάζει,<br />ο βασιληάς Μενέλαος. Απ' αίγλη φαντάζει<br />που απ' αυτήν αλήθεια η
γενειά προβάλλει<br />του Ταντάλου η κοσμοφήμητη και μεγάλη.<br />Ω συ, που ωδήγησες
μια εκστρατεία τρανή<br />με χίλια καράβια στης Ασίας τη γη,<br />χαίρε. Συ απόλαψες
τώρα κάθε ευτυχία,<br />γιατί με τη βοήθεια των θεών καθεμία<br />επραγματώθηκεν
επιθυμιά σου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω σπίτι! με χαρά σε ξαναβρίσκω γυρνώντας απ'
την Τροία,<br />κι απ' τάλλο όμως θρηνώ αγναντεύοντάς σε, τι δεν είδα<br />πούπετα
στον κόσμο σπίτι δυστυχιές τόσο φορτωμένο.<br />Έμαθα του Αγαμέμνονος τη μοίρα και
το θάνατό του<br />που τώδωκ' η γυναίκα του, σαν στο Μαλέα ζύγωσα μόλις.<br />Ο
πελαγίσιος μαντευτής όλα μ' ανάγγειλε στο κύμα·<br />ο Γλαύκος, ο προφήτης, ο
αληθολόγος, ερχάμενος μπρος μου <br />τούτο μούπε: Μενέλαε, ο αδελφός σου κοίτεται
πεθαμένος<br />έπεσε νεκρός στο ύστερο λουτρό που τούχεν ετοιμάσει<br />η γυναίκα
του. Κ' έκαμε να χύσουμ' άφθονα δάκρυα<br />εγώ κ’ οι ναύτες μου. Ζυγώνοντας του
Ναυπλίου τη χώρα<br />και μια που ξαναγυρίζ' η γυναίκα μου, ελπίδα ως είχα<br />ν'
αγκαλιάσω τον Ορέστη του Αγαμέμνονος κι ακόμα<br />τη μάννα του ευτυχισμένους, από
ένα ψαρρά μαθαίνω<br />τον άσεβο σκοτωμό της Τυνδαρίδος. Κι', ω κόρες, πούναι<br />ο
γυιός τώρα τ' Αγαμέμνονος που τόλμησε μια τέτοια<br />πράξη φοβερή; Μικρό παιδί
ήταν ακόμη στην αγκάλη<br />της Κλυταιμνήστρας όταν αφήκα το σπίτι για την
Τροία.<br />Δεν θα τον ξαναγνώριζα, αν τον έβλεπα εγώ τώρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είμ' ο Ορέστης που ζητάς και θα σου
ιστορήσω<br />της δυστυχιές μου. Μα πριχού στα γόνατά σου μπρος θα
πέσω<br />ικετεύοντας και δίχως κλαδιά ικεσίας θα σου κάμω<br />στοματικά τα
παρακάλια μου. Τώρα γλύτωσέ με!<br />Γιατί φθάνεις ενώ είμ' έρμαιο στα πιο βαρειά
δεινά μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω θεοί! Τι αγναντεύω; Νεκρός είν' αυτός που
βλέπω;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια λες. Γιατί εγώ πραγματικώς στη ζωή δεν
είμαι,<br />εξ αιτίας στης συφορές μου, αν και το φως βλέπω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πώς αξάγγλιγα κι' άγρια, δύστυχε, είναι τα
μαλλιά σου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι απ' ό,τι φαίνεται, μ' από της πράξεις μου
τυραννιούμαι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πώς τα άγρια μάτια κάτω από βλέφαρα ξερά
κυττάζεις έτσι!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το κορμί μου έσβυσε και τόνομα μ' απόμεινε
μονάχα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω! πόσο αναπάντεχα σε βλέπω έτσι
αλλαγμένο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο ίδιος εγώ σκότωσα τη δύστυχη μου
μάννα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τώμαθα εγώ. Απόφυγε το κακό τούτο να
ιστορήσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν στο ξαναλέω· μα ο Δαίμονας μύρια κακά μου
δίνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι σου συμβαίνει; Ποιο κακό σε βασανίζει
τόσο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Η συνείδηση που μου λέει πώς έκαμα φρικτή μια
πράξη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι λες; Οι φρόνιμοι μιλούν ξάστερα κι' όχι
μπερδεμένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θλίψη παραπολύ βαρειά λυώνει το κορμί
μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάποια θεότη φοβερή σε τιμωρεί, μα έλεος
μπορεί να λάβη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και οι μανίες του αίματος της μάννας μου
εκδικήτρες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πότε άρχισε η μανία σου; Από ποιαν
ημέρα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Απ' την ημέρα που έβαλα τη μάννα μου στο
χώμα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σπίτι καθόσουν ή κοντά στο λείψανο
βρισκόσουν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νύκτα ήταν κι' αγρυπνούσα εγώ τα οστά της να
μαζέψω,<br />απ' την πυρά.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' ήταν κανείς βοήθεια να σου δώση;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο Πυλάδης που μ' αυτόν έκαμα της μάννας μου το
φόνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και ποιας λογής φαντάσματα σε συνταράζουν
έτσι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θαρώ πως βλέπω Κόρες τρεις που μοιάζουν σαν τη
Νύκτα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ξέρω ποιες λες, μα για να πω δεν θέλω τόνομά
τους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ανείπωτες είναι και καλά κάνεις μη λέγοντάς
τες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και για της μάννας σου το σκοτωμό έτσι σε
κατατρέχουν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αυτός είν' ο κατατρεγμός που όλο και τυραννεί
με.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι άδικα φρικτές ποινές λαβαίνουν όσοι
κάνουν<br />πράξες κακές.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα είχα εγώ δίκαιον κάποιο λόγο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μη λες για του πατέρα σου το φόνο, τι δεν
θάταν<br />δίκηα αιτία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Της μάννας μου το φόνο εγώ να κάμω<br />πρόσταξε
ο Φοίβος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε που δεν ξέρει αυτός το δίκηο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Εμάς ορίζουν οι θεοί, όποιοι θεοί κι' αν
είναι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i><span style="font-size: 16pt;"><br />Και μετ' αυτό δεν το βοηθά ο Λοξίας στα δεινά
του;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στέκει απαντέχοντάς, γιατί έτσ' οι θεοί είναι
πάντα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πόσος καιρός επέρασε απ' της μάννας σου το
φόνο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έξ ημέρες κ' η εντάφια πυρά ζεστή είν'
ακόμα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το αίμα της μάννας σου οι θεές γοργά από σε
ζητήσαν!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αδέξιος φίλος, μα σωστός για όσους αγάπαγα
ήμουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιο τόφελος που εκδίκηση για τον πατέρα
επήρες;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κανένα· μα είν' ανάξιος όποιος άπρακτος
μένει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κι' απ' όταν έκαμες αυτό, ποια γνώμη για σένα
έχουν<br />στην πολιτεία;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μισητός τόσο τους είμαι π' ούτε<br />μιλούν σ'
εμέ.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ουδέ νόμιμα καθάρισες τα χέρια<br />από το
αίμα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Διώχνομαι αφ' όπου κι' αν ζυγώσω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιοι είν' οι πολίτες που απ' εδώ ζητούνε να
σε διώξουν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο Αίας, που λέει ένα έγκλημα ο πατέρας μου
έχει κάμει<br />στην Τροία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για το σκότωμα του Παλαμήδη λέει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα εγώ δεν εσυνέργησα, κι' όμως χαμένος
είμαι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιος ακόμη άλλος; Μη κανείς απ' του Αίγισθου
τους φίλους;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αυτοί με βρίζουν κ' εις αυτούς τώρα υπακούει η
πόλη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σ' άφησε του Αγαμέμνονος το σκήπτρο η πόλη
νάχης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Από πού κι' ως πού; Ουδέ καν να ζω δεν θα μ'
αφήσουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι λοιπόν κάνουν; Δύνασαι κάτι σωστό να μου
είπης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σήμερα μιαν απόφαση ενάντια μου θα
βγάλουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θα σ' εξορίσουν από εδώ, θα σε σκοτώσουν, ή
όχι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θενά μου δώσουν θάνατο με πέτρες οι
πολίτες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί από τα σύνορα της γης αυτής δεν
φεύγεις;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μ' έχουν κυκλώσει από παντού άνθρωποι
αρματωμένοι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είναι από εχθρούς ή Αργείτικος στρατός που σε
φυλάγει;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όλ' οι πολίτες. Άφευκτα να σκοτωθώ εγώ
πρέπει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω άμοιρε, συ έφθασες στης δυστυχιάς τα
βύθη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μονάχα εσέ η ελπίδα μου έχει τώρ'
αποκούμπι<br />για τα δεινά. Καλόμοιρος εσύ, της ευτυχιάς σου<br />κάμε συντρόφους
τους δικούς πούναι δυστυχισμένοι.<br />Μην απολαύης μοναχός όσα καλά
κατέχεις,<br />μόν' τα δικά μας βάσανα μαζί μ' εμάς μοιράσου·<br />κι' απ' τον
πατέρα όσα καλά έλαβες πλήρωσέ τα<br />σ' εκείνους όπου πρέπεται ν' αποδοθούν. Οι
φίλοι,<br />στη δυστυχία αν δεν δείχνωνται, μονάχα τόνομα έχουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά, ο Τυνδάρεως ο Σπαρτιάτης<br />έρχετ' εδώ με
βαρύ βήμα,<br />με μαύρο πέπλο και κομμένα<br />για τη θυγατέρα του τα μαλλιά
του.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είμαι, Μενέλαε, χαμένος. Νά που έρχετ' εδώ
πέρα<br />ο Τυνδάρεως και φοβούμαι παραπολύ τον ερχομό του<br />εξ αιτίας ό,τι έχω
κάμει. Μικρός εγώ σαν ήμουν<br />μ' ανάτρεφε καταφιλώντας με και στην αγκαλιά
του<br />το γυιό του Αγαμέμνονος βαστούσε, όμοια κ' η Λύδα,<br />κ' οι δυο τους μ'
αγαπούσαν σαν τους Διοσκούρους.<br />Ω δύστυχη καρδιά! ω ψυχή μου, με ποιόν
τρόπο<br />εγώ τους πλήρωσα! Με τι σκοτάδια<br />να σκεπάσω την όψιν μου. Σε ποια
ομίχλη μέσα<br />να κρυφθώ για να ξεφύγω απ' του γέρου αυτού τα μάτια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πού, πού θα ιδώ το Μενέλαο, τον άνδρα<br />της
κόρης μου; Όταν χοές στον τάφο επάνω<br />της Κλυταιμήστρας έκανα, έμαθα πως
είναι<br />στο Ναύπλιο φθασμένος με τη γυναίκα του, κατόπι<br />από τόσα χρόνια
σώος. Οδηγήστε με κοντά του,<br />γιατί θέλω να τον χαιρετίσω στέκοντας δεξιά
του,<br />τον φίλο αυτόν που ξαναβλέπω ύστερ' από καιρό τόσο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε, γέροντα, που ο Δίας στη δική σου έπεσε
κλίνη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε, ω Μενέλαε, από γάμο συγγενή μου!<br />Τι
συφορά να μη γνωρίζω τα όσα να γενούν εμελότουν.<br />Ο μητροκτόνος αυτός Δράκος,
που τον μισώ, εδώ ακόμη<br />καταραμένες αστραψιές σκορπά. Πώς είναι δυνατό
σου<br />να μιλάς, Μενέλαε συ, με το κακούργο αυτό κεφάλι; </span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τάχα όχι; Ο γυιός είναι ενός πατέρα π'
αγαπούσα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Από εκείνον γεννημένος αυτός εδώ είναι
τάχα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Απ' αυτόν γεννήθη κ' είναι αξιολύπητος στη
δυστυχιά του.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βάρβαρος έγεινες μένοντας καιρό πολύ με τους
βαρβάρους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στους Έλληνες ταιριάζει να πονούν πάντα τους
δικούς των.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα και να μη θέλουν παραβάτες νάναι των
νόμων.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάθε τι που νόμος είναι για τους σοφούς είναι
δουλεία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μίσησε τέτοια γνώμη· ποτέ μου εγώ δεν θα τη
στέρξω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί ο θυμός και τα γηρατειά μαζί κάτι σοφό
δεν κάνουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γι αυτόν εδώ τι αγώνας χρειάζεται
σοφίας;<br />Αν για όλους είναι φανερές οι καλές κ’ οι κακές πράξες,<br />ποιος απ'
τους ανθρώπους όλους στάθηκε πιότερο από τούτον<br />άθλιος, που δεν εσεβάσθη ό,τι
για όλους είναι δίκηο<br />και που δεν υποτάχθη στον κοινό νόμο των
Ελλήνων;<br />Σαν ξεψύχησ' ο Αγαμέμνων λαβωμένος στο κεφάλι<br />απ' την κόρη μου,
τούτο έγκλημα που δεν το εγκρίνω διόλου,<br />αυτός εδώ χρέος είχε με νόμιμη
έγκληση το φόνο<br />να κυνηγήση και να διώξη τη μάννα του απ' το παλάτι.<br />Έτσι
έπαινο θάξιζε στη δυστυχιά του και στο νόμο<br />θάδειχνε σέβας και θάμενε
δίκαιος. Όμως τώρα<br />τον ίδιο σαν τη μάννα του Δαίμονα άκουσε, τι
δίκηα<br />ένοχο κρίνοντάς την, έγεινε σκοτώνοντάς την<br />χειρότερος. Και μοναχά
τούτο, Μενέλαε, θα ρωτήσω:<br />Αν η γυναίκα που θα μοιρασθή ένα μ' αυτόν
κρεββάτι<br />τον σκοτώση κ' έτσι ο γυιός του τη μάννα του σκοτώση<br />κι' ο γυιός
του πάλι το φόνο όμοια μ' άλλο φόνο ξεπληρώση,<br />πότε τάχα θα τελειώσουν όλες
αυτές οι κακουργίες; <br />Γι' αυτό οι πατέρες μας έκριναν σοφά όσο για
τούτα.<br />Έβγαλαν ορισμό να μη μένη στην πολιτεία όποιος<br />εστάθηκε φονηάς·
ούτε και να συντυχαίνη τους πολίτες,<br />μόν' ώρισαν να εξιλεώνεται μ' εξορία κι'
όχι<br />να σκοτώνεται κι' αυτός. Κι' αλήθεια, αν αλλέως ήταν,<br />πάντα θ' απόμεν'
ένας, ο στερνός φονηάς, ξεχωρισμένος<br />για θάνατο. Κι' όσο για με, μισώ της
άνομες γυναίκες<br />και την κόρη μου πρώτη, που τον άνδρα έχει σκοτώσει.<br />Κι'
ούτε την Ελένη τη γυναίκα σου θε να επιδοκιμάσω,<br />κι' ούτε θα της μιλήσω κι'
ούτε θα παινέσω εσέ που επήγες<br />στην Τροία μια κακή γυναίκα αποζητώντας· μα το
νόμο<br />όσο μπορώ θα υπερασπίσω και της βάρβαρες συνήθειες<br />θα πολεμήσω, που
έθνη καταστρέφουνε και πολιτείες.<br />Τι αισθάνθηκες, κακόμοιρε, σαν έδειξέ σου η
μάννα<br />τα στήθια της παρακαλώντας σε; Εγώ που δεν είδα<br />το θλιβερό αυτό
πράμμα βρέχω τα γεροντικά μου μάτια<br />με δάκρυα, εγώ ο δύστυχος. Κι' αλλέως
τούτα μου τα λόγιο<br />τα βεβαιώνει τούτο — πως απ' τους θεούς είσαι
μισημένος<br />και για τη μάννα σου παιδεύεσαι με μανίες και τρόμους.<br />Τι ανάγκη
από μάρτυρες για πράμματα που θωρώ ατός μου;<br />Ξέρε το λοιπόν, Μενέλαε, πώς
πρεπούμενο δεν είναι<br />στη θέληση των θεών ενάντια να βοηθήσης εσύ
τούτον.<br />Άφησέ τον να πετροβοληθή απ' τους πολίτες, είδ' αλλέως<br />τη γη τη
σπαρτιατική δεν θα πατήσης. Δίκηα<br />σκοτωμένη παιδεύτηκε η κόρη μου. Δεν ήταν
όμως<br />νόμιμο να σκοτωθή απ' αυτόν. Ευτυχισμένος στάθηκα σε μύρια<br />εξόν από
της κόρες μου. Κ' έτσι δεν είμ' ευτυχισμένος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όποιος ευτυχισμένος είναι στα παιδιά
του<br />κι' απ' αυτά συφορές δεν έλαβε μεγάλες,<br />είν' άξιος αυτός να τον
ζηλεύουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γέρω, δειλιάζω εναντίο σου να μιλήσω, γιατί θα
πικράνω<br />την ψυχή σου. Άνομος εγώ είμ' αλήθεια έχοντας σκοτώσει<br />τη μάννα
μου, όμως κ' ευσεβής είμαι γιατί τον πατέρα<br />εκδικήθηκα. Ώστε για τα γηρατειά
σου ας μη μιλήσω<br />που με συγκινούνε. Κ' εις το δρόμο ας μπω τον
ίσιο.<br />Σέβομαι τάσπρα μαλλιά σου. Τι έπρεπε λοιπόν να κάμω;<br />Δυο πράμματα
λόγιασε. Πως ο πατέρας μου μ' έχει γεννήσει<br />κ' η κόρη σου στην κοιλιά μ'
εβάσταξε, όμοια σαν το χωράφι,<br />που δέχεται απ' άλλον τη σπορά, γιατί γονή
χωρίς πατέρα<br />δεν γίνεται. Κ' εσκέφθηκα πως χρέος είχα πριν απ' όλα<br />σ'
εκείνον που μ' εγέννησε κι' όχι σ' αυτήν που ανάστησέ με.<br />Μα η κόρη σου — να
την 'πω εγώ δεν τολμώ μάννα — <br />με σύνδεσμο αυτοκέφαλο και παράνομο πήγε σ'
άλλου<br />το κρεββάτι. Κατηγορώντας την δική μου κατηγόρια κάνω.<br />Μα θα το πω.
Στο σπίτι κρυφός της άνδρας ήτον<br />ο Αίγισθος. Τον σκότωσα. Κ' ύστερα σκότωσα
τη μάννα<br />κάνοντας άνομο έργο, μα τον πατέρα μου εκδικώντας.<br />Κι' όσο για
της φοβέρες σου, ότι θα βάλης με της πέτρες<br />να με σκοτώσουν, άκουσε τι έκαμα
για όλη την Ελλάδα.<br />Αληθινά, αν οι γυναίκες έφθαναν σε τόση αυθάδεια
ώστε<br />σκοτώνοντας τους άνδρες των να τρέχουν στα παιδιά τους<br />για να
γλυτώσουν και ζητώντας ευσπλαχνία<br />τα μητρικά στήθη να δείχνουν, τότε βέβαια
του ανδρός της<br />ο φόνος τιποτένιο πράμμα σε καθεμιά θενά φαινότουν<br />για
οποιαδήποτε αφορμή. Μα εγώ κάνοντας τη φρικτή τούτη<br />πράξη, ως την λες,
αφάνισα τέτοια συνήθεια.<br />Μεστός από δίκαιο μίσος φόνεψα τη μάννα μου που
έτσι<br />πρόδωκε τον άνδρα της, που έλειπε κ' ήταν ηγεμόνας<br />του στρατού όλης
της Ελλάδος, εκείνην που την κλίνη<br />τη συζυγική εκηλίδωσε. Γνωρίζοντας το
σφάλμα της, μονάχη<br />δεν τιμωρήθηκε, αλλ' από φόβο μην τιμωρηθή απ' τον
άνδρα<br />σκότωσε τον πατέρα μου. Μα τους θεούς — κι' αμαρτία κάνω<br />τους θεούς
ονομάζοντας σε μια τέτοια πράξη φόνου — <br />αν σιωπώντας εδεχόμουν της μάννας
μου την κακουργία,<br />τι θα μου έκαν' εκείνος που αδικοσκοτώθηκε; Της
Εριννύες<br />δεν θα ξαπόστελλε το μίσος του να με παιδέψουν; Αν οι θεές<br />είναι
της μάννας μου εκδικήτρες, το ίδιο δεν είν' κ' εκείνου,<br />που μεγαλύτερο άδικο
έπαθε; Συ, γέρω, που μια κόρη τέτοια<br />εγέννησες, εσύ μ' αφάνισες. Γιατί απ'
την αυθάδειά της<br />τον πατέρα μου εγώ χάνοντας έγεινα μητροκτόνος. Είν'
αλήθεια<br />πως ο Τηλέμαχος δεν σκότωσε του Οδυσσέως τη γυναίκα.<br />Μα εκείνη
άνδρ' άλλον δεν πήρε και τίμια έμεινε στο σπίτι.<br />Ξέρεις ο Απόλλων, που όντας
στον αφαλό της γης μαντείες<br />βέβαιες δίνει στους θνητούς και τον υπακούωμε
εμείς εις όλα,<br />ξέρεις τι επρόσταξε; Υπακούοντάς τον σκότωσα εγώ τη
μάννα<br />τη δική μου. Κρίνε τον λοιπόν ασεβή και σκότωσέ τον.<br />Αυτός έσφαλε
κι' όχι εγώ. Τι έπρεπ' εγώ να κάμω;<br />Ένας θεός δεν φθάνει για να με ξεπλύνη
απ' την κηλίδα<br />που εξ αιτίας του έλαβα; Στο εξής ποιος θα μπορέση<br />να
εξιλεωθη ποτέ, αν τώρ' αυτός που τέτοια επρόσταξέ με<br />δεν με γλυτώση από το
σκότωμα; Μη λες πώς τούτ' η πράξη<br />δεν ήταν δίκαια, μόνο λέγε πως
συφοριασμένη<br />ήταν για μας που την εκάμαμε. Η ζωή καλή είναι σ'
όσους<br />θνητούς γάμο ευτυχισμένο τύχουν. Μα δυστυχισμένοι<br />στο σπίτι τους κ'
έξω είναι όσοι σε κακό ξεπέσουν γάμο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πάντα οι γυναίκες δυστυχία<br />στων ανθρώπων
στάθηκαν τη μοίρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΥΝΔΑΡΕΩΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σαν τέτοιαν έχεις αυθάδεια και για σωστά δεν
κρίνεις<br />τα λόγια μου, κ' έτσι μ' απαντάς ώστε με θλίψη να ποτίζης<br />την ψυχή
μου, πιότερο μ' ανάβεις το σκοτωμό σου να ζητήσω.<br />Τόμορφο αυτό δώρο θα
προσθέσω εις όσα φέρνοντας ήρθα<br />να στολίσω της κόρης μου τον τάφο. Θαύρω τους
Αργείους<br />που εσυνάχθηκαν για τούτο· και την πόλι, που το θέλει κι' όλα,<br />θα
παρακινήσω να θανατώση σας πετροβολώντας<br />σένα και την αδελφή σου. Εκείνη
πιότερο από σέν' αξίζει<br />να θανατωθή, που σ' έσπρωξ' ενάντια της μάννας
λέγοντάς σου<br />λόγια εχθρικά, όνειρ' από τον Αγαμέμνονα σταλμένα<br />κι' απ' του
Αιγίσθου κλίνη. Είθε να την κυνηγούνε<br />με το μίσος των οι υποχθόνιοι θεοί,
γιατί στη γην επάνω<br />τόσο τους ήτον μισητή, που για να καταφύγη δεν
ευρήκε<br />παρά τόπο φλογερώτερο απ' τη γη του Ηφαίστου. Ετούτο,<br />Μενέλαε, σου
λέω εγώ και θα το κάμω. Αν σ' υπόληψι έχης<br />τη φιλία μου και τη συγγένειά μας,
μη τον υπερασπίσης<br />απ' το θάνατο παρά των θεών τη γνώμη, αλλ' άφησέ τον<br />με
της πέτρες να τον σκοτώσουν οι πολίτες, ειδ' αλλέως<br />στη γη τη Σπαρτιατική δεν
θα ξανάρθης. Τούτο σκέψου<br />που άκουσες· κι' ασεβείς φίλους μην
προτιμήσης<br />αντί δίκαιους. Οδηγήστε με, υπηρέτες, έξω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φύγε λοιπόν! για να εξακολουθήσωμε να
πούμε<br />τα πρεπούμενα εμείς δίχως να τ' ακούν τα γηρατειά σου.<br />Μενέλαε, πού
πας εσύ αντιγνωμίες έχοντας στο νου σου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άφησέ με. Κρίνοντας δεν ξέρω από πού να
στρέψω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μη λοιπόν αποφασίσης. Πριν λάβης απόφαση
άκουσέ με.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μίλησε. Μ' αρκετά είπες. Κάποτε πιότερο η
σιωπή αξίζει<br />κι' άλλοτε καλύτερος ο λόγος παρ' η σιωπή είναι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Λέω λοιπόν. Οι μακροί λόγοι τους πιο σύντομους
νικούνε<br />και πιο ευκολονόητοι είναι. Από το βιος σου μη μου δώσης<br />τίποτε,
Μενέλαε, μ' απ' τον πατέρα μου ό,τι έλαβες δος μου.<br />Δεν μιλώ για πλούτια.
Μόνο πλούτος έχω να μου σώσης<br />τη ζωή, πούν' ό,τι αγαπητότερο έχω. Αν έσφαλα,
όμως<br />για το κακό που έκαμα είναι σωστό από σε να λάβω<br />προστασία, ας είναι
κι' άδικη. Ο πατέρας μου ο Αγαμέμνων<br />άδικα συναθροίζοντας όλη την Ελλάδα στην
Ίλιο πήγε<br />όχι για δική του αιτία, μόνο για να εκδικηθή το σφάλμα<br />και την
αδικία της γυναίκας σου. Γι' ανταπόδοσι ώστε πρέπει<br />να μου σταθής βοηθός.
Κινδύνεψε το κορμί του εκείνος<br />για σέν' αγωνιζόμενος στης μάχες για να
ξαναπάρης<br />τη γυναίκα σου, όπως φίλος να φερθή σε φίλο του
ταιριάζει.<br />Απόδοσέ μου λοιπόν ό,τι από κείνον έλαβες, αγώνα<br />όχι δέκα
χρονών, μα μιας ημέρας κάνοντας για να με σώσης.<br />Για τη θυσία της αδελφής μου
στην Αυλίδα, δεν τη ζητάω<br />θυσία και συ την Ερμιόνη σου να κάμης, γιατί
δίκηο<br />έχεις να ζητής πιότερ' από μένα, όπως είμαι τώρα,<br />και πιότερα χρωστώ
εγώ να σου δώσω. Μόνο τη ζωή μου<br />απόδοσε στον άμοιρο πατέρα μου και τη ζωή
της αδελφής μου,<br />που απόμεινε τόσο καιρόν παρθένα, γιατί αν αποθάνω<br />άτεκνο
θ' αφήσω το πατρικό μου σπίτι. Θα πης ίσως<br />πως δεν σου είναι δυνατό; Μα οι
φίλοι στης ενάντιες ώρες<br />πρέπει τους φίλους να βοηθούν. Όταν είν' καλ' η
Τύχη<br />τι χρεία οι φίλοι; Κι' όταν ο θεός να μας βοηθήση<br />βουληθή, δεν έχουμε
άλλου ανάγκη. Οι Έλληνες πιστεύουν<br />πως την γυναίκα σου αγαπάς και δεν στο λέω
να σε κολακέψω. <br />Στ' όνομα της σ' ικετεύω. Ω δύστυχος στης συμφορές
μου!<br />Πού εκατάντησα! Και τι μέλλεταί μου ακόμη να υποφέρω;<br />Στ' όνομα όλων
των δικών σου σε ικετεύω. Του πατέρα<br />του δικού μου αδελφέ, θείε, βάλε στο νου
σου πως ακούει<br />εκείνος απ' των νεκρών τη γη, πως η ψυχή του
φτερουγίζει<br />εδώ και σου λέει ό,τι σου λέω εγώ. Πνιγμένος στα δάκρυα,<br />στους
στεναγμούς και στην οδύνη σου τα λέγω και ζητώ σου<br />τη ζωή, που όλοι την
ποθούν, όχι εγώ μονάχα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όμοια κ' εγώ παρακαλώ, αν και
γυναίκα<br />βοήθεια να δώσης εις ετούτους<br />που δυστυχούν, γιατί στο χέρι σου
είναι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ορέστη, το κεφάλι σου βέβαια το λυπάμ' εγώ και
θέλω<br />να σε βοηθήσω στα δεινά σου. Να συμμερίζεται είναι χρέος<br />ο καθένας
της δυστυχίες των συγγενών του, αν ο θεός του δίνη<br />δύναμη, πεθαίνοντας ο
ίδιος γι' αυτούς ή τους εχθρούς των<br />σκοτώνοντας. Μα απ' τους θεούς ζητώ εγώ
τώρα να μπορέσω<br />έτσι να φερθώ. Μονάχος φθάνω εδώ χωρίς συντρόφους<br />με το
δόρυ μου και λίγους ξαναβρίσκοντας στη ζωή φίλους<br />κι' αφού περιπλανήθηκα
μακρυά μυριοβασανισμένος.<br />Ώστε δεν δυνόμαστ' εμείς μ' ελπίδα νίκης το
Άργος<br />το Πελασγικό να πολεμήσουμε· κ' είθε να έχουμε ελπίδα<br />να δυνηθούμε
αυτό με λόγια πειστικά. Τόσο μεγάλα εμπόδια<br />πώς μ' έτσι μικρές προσπάθειες να
νικηθούν; Είναι μωρία<br />να το σκεφθή κανείς. Σαν σηκωθή ο λαός και
αγριέψη,<br />τέτοια προσπάθεια μοιάζει σαν κανείς να θέλη<br />άγρια φωτιά να
σβύση. Μ' αν κανείς τώρα υποχωρήση<br />στέργοντας και προσμένοντας την πρόσφορη
στιγμή, ίσως τότε<br />η μανία του ξεθυμάνη, κι' όταν πραΰνη η γνώμη του,
μπορείτε<br />εύκολα να πιτύχετε απ' αυτόν ό,τι θελήστε. Η καλωσύνη<br />είναι μέσα
στην ψυχή του όπως κι' ο θυμός ο άγριος,<br />και την πρόσφορη στιγμή να
προσμένουμ' είναι χρεία.<br />Πάω για σε ν' αγωνισθώ τον Τυνδάρεω να πείσω<br />και
την πόλι να σταματήσουν την οργή τους. Το καράβι<br />που τεντώνει τα σχοινιά του
πανιού του αυτό βουλιάζει·<br />μ' αν το σχοινί του έχη αμολητό, πάλι
ξανασιάζει.<br />Τους άγριους θυμούς οι θεοί αποστρέφονται, κ' οι πολίτες<br />όμοια
τους αποστρέφονται. Ώστε μου χρειάζεται, το λέω<br />τούτο γνωστικά, με φρόνηση να
σε γλυτώσω και όχι<br />θέλοντας να εναντιωθώ σε δυνατώτερούς μας. Με τη
βία,<br />όπως το σκέπτεσ' ίσως, δεν θα σε γλυτώσω. Γιατί αλήθεια<br />εύκολο δεν
είναι μ' ένα δόρυ μόνο τρόπαια να υψώσης<br />επάνω στα δεινά που σε βαρύνουν. Πιο
ταπεινοί ποτέ μας<br />δεν βρεθήκαμε μπρος στους Αργείους. Μα τη στιγμή
τούτη<br />είναι ανάγκη οι φρόνιμοι να γενούν δούλοι της τύχης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ανθρωπος, που για τίποτε ικανός δεν είναι παρά
μόνο<br />για να πολεμήση χάρι μιας γυναίκας. Δειλέ, αλήθεια,<br />τους δικούς σου
να εκδικήσης. Φεύγεις τώρα εμένα<br />παραιτώντας με! Τ' Αγαμέμνονα οι ευεργεσίες
πήγαν<br />του κάκου. Χωρίς φίλους θάσαι στον κατατρεγμό σου,<br />ω πατέρα,
αλλοίμονό μου! Προδόθηκα και πια δεν έχω<br />ελπίδα να γλυτώσω απ' το μαρτύριο
που μου προορίζουν<br />οι Αργείοι. Γιατί απόμενε στον άνδρα μόνο τούτον<br />η
σωτηρία μου. Μα τον αγαπητότερο μου απ' όλους<br />τους θνητούς βλέπω, τον Πυλάδη,
που βιαστικά γυρίζει<br />απ' τη Φωκίδα. Ω θώρημα γλυκό μου. Όποιος μας
είναι<br />πιστός εις τον κατατρεγμό μας πιο γλυκοθώρητος μας είναι<br />παρ' ό,τι
στο πέλαγο η ουράνια ξαστεριά είναι στους ναύτες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ήρθα βιαστικά μέσ' απ' την πόλη, όπως κ' είχα
χρέος,<br />μαθόντας τη συνάθροιση των πολιτών, κ' εγώ ο ίδιος<br />την είδα.
Εμαζευθήκαν εναντίο σου κ' εναντίο της αδελφής σου<br />κ' είν' έτοιμοι αμέσως να
σας θανατώσουν. Τι συμβαίνει;<br />Τι έχεις; Τι κάνεις, ω αγαπητότερε απ' τους
συνομίληκούς μου,<br />τους φίλους μου, τους δικούς μου; Γιατί έτσι θωρώ
σε;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Χαθήκαμε, για να σου πω όλα με μια
λέξη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μαζύ σου θα μας συνεπάρης^ όλα είναι κοινά
στους φίλους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αδικώτατος είν' ο Μενέλαος σ' εμένα και στην
αδελφή μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φυσικό της κακής γυναίκας ο άνδρας κακός
νάναι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο ερχομός του το ίδιο μου ήταν ως να μην
ερχότουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια λοιπόν έφθασεν αυτός στη χώρα
τούτη;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ήρθε μετά μακρότατο ταξίδι, μ' άπιστος δείχθη
στους φίλους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' έρχεται την κάκιστη γυναίκα του έχοντας στο
πλοίο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν την έφερε αυτός· εκείνη τον ξανάφερε εδώ
πέρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πούν' η γυναίκα αυτή, πώκαμε Αχαιούς τόσους να
χαθούνε;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στο σπίτι μου, αν μου επιτρέπεται να το λέω
δικό μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και συ στου πατέρα σου τον αδελφό τι λόγια
τούπες;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Να μη αφήση εγώ κ' η αδελφή μου απ' το λαό να
σκοτωθούμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και για τόνομα των θεών! τι είπε; Θέλω να το
μάθω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ανειλικρίνεια έδειξε, ως οι κακοί φίλοι
δείχνουνε στους φίλους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Με τι πρόφαση; Τούτο μαθαίνοντας εγώ θα τα
ξέρω όλα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ήρθ' εδώ ο πατέρας που γέννησε της άξιες αυτές
κόρες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο Τυνδάρεως; Με την κόρη του ίσως θάν'
ωργισμένος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τώνοιωσες. Ο Μενέλαος κάλλιο τον λόγισε από
τον πατέρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και δεν τόλμησε να σε βοηθήση στον κατατρεγμό
σου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Απόλεμος είναι κ' έχει ανδρεία με της γυναίκες
μόνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στην κορφή των δεινών σου είσαι λοιπόν και θα
πεθάνης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ψήφο θα δώσουν οι πολίτες κρίνοντας για το
φόνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι θ' αποφασίσουν; Λέγε. Είμαι γεμάτος
φόβο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θα ζήσω ή θα σκοτωθώ. Τα μεγάλα εκφράζονται με
συντομία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φεύγα λοιπόν. Με την αδελφή σου φύγετ' απ' το
σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν βλέπεις; απ' όλες της μεριές μας έχουν
ζώσει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σ' όλους της πολιτείας τους δρόμους είδ'
αρματωμένους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μας έζωσαν σαν πόλη απ' τους εχθρούς
πολιορκημένη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τώρα τι μου συμβαίνει ρώτησε, γιατί κ' εγώ
είμαι χαμένος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Από ποιον; Η συφορά σου αυξάνει τα δεινά
μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ </span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ωργισμένος ο πατέρας μου ο Στρόφιος μ' έδιωξε
κ' εξώρισέ με.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κατηγορείσαι για έγκλημα κοινό ή ενάντιο της
πόλης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Λέει πώς μολύνθηκα στης μάννας σου το φόνο
συνεργώντας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άμοιρε, και σε λοιπόν οι συφορές μου θα
βαρύνουν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν είμαι ως ο Μενέλαος, θα υπομείνωμε της
συφορές μας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν φοβάσαι μη τ' Άργος θελήση σαν κ' εμέ να
σε σκοτώση;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν έχει το δικαίωμα αυτό, μόνο η
Φωκίδα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είναι φοβερό το πλήθος όταν κακούς αρχηγούς
έχη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα σαν έχη καλούς, πάντα το αγαθό
θέλει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ας είναι. Πρέπει λοιπόν να μιλήσουμε στο
πλήθος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι πράγμα είναι που τέτοια παρουσιάζει
ανάγκη;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν πηγαίνοντας μπρος στους πολίτες έλεγά τους
. . . .</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πως μια δίκαια πράξη έχεις εσύ κάμει;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν είν' έτσι; εκδίκηση λαβαίνοντας για τον
πατέρα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φυλάξου, μην αλλέως με χαρά σ'
αρπάξουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σιωπώντας λοιπόν θα σκοτωθώ κυριευμένος από
τρόμο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δειλό θενά ήταν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι λοιπόν πρέπει να κάμω;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν εδώ εσύ μείνης, έχεις καμμιά ελπίδα
σωτηρίας;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι, δεν έχω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στους πολίτες πηγαίνοντας να σωθής
ελπίζεις;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δυνατό είναι τούτο αν βοηθήση η τύχη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε καλύτερο είν' αυτό παρά να μείνης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γι' αυτό πάω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν σκοτωθής, θα σκοτωθής έτσι εσύ πιο
δοξασμένος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια, γιατί δίκαιο είναι το δικό μου
έργο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ευχήσου μόνο τέτοιο να φανή και στους
πολίτες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καλά λες. Έτσι δεν θα με κατηγορήσουν για
δειλία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάλλιο παρά να μείνης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ίσως κανείς για με οίκτο λάβη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Η ευγενική καταγωγή σου βοήθεια είναι
μεγάλη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κλαίοντας του πατέρα μου το φόνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φανερό είναι τούτο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπρος! Γιατί δειλό είναι πράμμα άδοξα να
πεθάνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το εγκρίνω αυτό.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στην αδελφή μου να το πούμε;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι, για τόνομα των θεών.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θάχυνε δάκρυα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κακός οιωνός θάταν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ας σιωπήσουμε λοιπόν για τούτο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καιρό θενά κερδήσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έχω μια μόνο ανησυχία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιάν ακόμα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μην οι θεές με σπρώξουν στη μανία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα έγνοια εγώ θα σ' έχω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Να φυλάς άρρωστο είναι κόπος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι σ' εμέ για σένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φυλάξου μη και συ πάθης μανία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι με μέλει;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν κανένα δισταγμό δεν έχεις;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο δισταγμός είναι κακό μεγάλο ανάμεσα στους
φίλους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Εμπρός λοιπόν, στο βήμα μου οδηγέ.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έγνοια θα σ' έχω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στου πατέρα μου οδήγα με τον τάφο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τούτο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για να τον παρακαλέσω να με σώση.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είναι σωστό τούτο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα μην τύχη κ' ιδώ εγώ της μάννας μου τον
τάφο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ήταν εχθρά σου. Αλλά βιάσου μην η ψήφος των
Αργείων<br />σε καταδικάση. Στη ράχη μου στήριξε την αδυνατισμένη<br />απ' την
αρρώστεια ράχη σου, γιατί από μέσ' από την πόλη<br />θα σε οδηγήσω δίχως για το
πλήθος έγνοια ή ντροπή καμμία.<br />Πώς θα δείξω αλήθεια πως είμαι φίλος σου αν
δεν τρέξω<br />για βοήθεια σου στη μεγάλη συφορά όπου είσαι τώρα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καλό είναι τούτο. Πρέπει κανείς νάχη φίλους
κι' όχι μόνο<br />συγγενείς. Εκείνος που μας συμπονεί, κι' αν είναι
ξένος,<br />είναι φίλος που πιότερο από χίλιους συγγενείς αξίζει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τα μεγάλα τούτα πλούτη<br />κ' η λαμπρότης, που
έδειχνε τόση<br />περιφάνεια στην Ελλάδα όλη<br />κι' ως του Σιμόεντος της
όχθες,<br />τώρα άλλαξαν για τους Ατρείδες<br />εξ αιτίας της παλαιάς μέσ' στη
γενειά των<br />ανομίας για το Χρυσό το Δέρας όταν<br />η φιλονικεία έφερε στους
Τανταλίδες<br />τα βαρυγκόμητα εκείνα τσιμπούσια<br />και τη σφαγή παιδιών
αρχοντογεννημένων·<br />απ' τότε ο φόνος με νέο αίμα<br />ξεπλένοντας έν' άλλο
φόνο<br />δεν σταμάτησε ως στους δυο Ατρείδες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πράξη δεν λεν τιμημένη<br />να κτυπήσης με χέρι
αρματωμένο<br />με σπαθί το κορμί που σ' εγέννησε<br />και στο φως του ήλιου να
υψώσης<br />το μαυρισμένο απ' το αίμα σίδερο.<br />Το εναντίο, να κάνης
τέτοια<br />εγκλήματα είν' άσεβη τρέλλα<br />και κακούργου είναι μάνιτα.<br />Στου
θανάτου τον τρόμο η αθλία<br />Τυνδαρίδα εφώναξε: Γυιέ μου,<br />μια πράξη
αποτόλμησες άσεβη<br />σκοτώνοντας τη δική σου τη μάννα.<br />Φοβήσου μη θέλοντας
σέβας<br />στον πατέρα σου έτσι να δείξης<br />σκεπασθής μ' ατιμίαν αιώνια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Επωδός</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιο κακό είναι βαρύτερο<br />κ' αίτιο ποιο
είναι μεγαλύτερο<br />για δάκρυα και για καϋμό<br />στον κόσμο απ' το φόνο της
μάννας;<br />Τούτος που το έγκλημα αυτό<br />έκαμε, ο γυιός του Αγαμέμνονος<br />χάμω
κυλώντας και με μάτια<br />άγρια κι' απ' οργικό<br />ταραγμένος τώρα βρίσκεται<br />εξ
αιτίας του φόνου έρμαιο<br />γενάμενος των Εριννύων.<br />Ο δύστυχος που της μάννας
βλέποντας<br />τους κόρφους έξω από τα ολόχρυσα<br />φορέματά της την
εσκότωσε<br />τον πατέρα του να εκδικηθή.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γυναίκες, ο δύστυχος ο Ορέστης μην έφυγε
εδώθε<br />κυριευμένος απ' τη μανία που οι θεοί του εδώκαν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι, μα στη συνάθροιση των Αργείων για τη ζωή
του επήγε<br />αγώνα να κάμη αν θα παιθάνετε ή θα γλυτώστε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί μου! τι έκαμε; Ποιος τον συμβούλεψ'
έτσι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο Πυλάδης. Μα έρχεται ένας άγγελος, που
αμέσως<br />θα μας ειπή τι απόγεινε για τον αδελφό σου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω δύστυχη, αξιολύπητη του Αγαμέμνονος συ ω
κόρη,<br />Ηλέκτρα αρχόντισα, άκουσε τα λυπηρά νέα που φέρνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί μου, αλλοί χαθήκαμε, τα λόγια σου το
φανερώνουν.<br />Όπως ξάστερα δείχνεται ήλθες άγγελος μιας δυστυχίας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αποφασίσθηκε για σήμερα με των Πελασγών τον
ψήφο<br />να θανατωθήτε ο αδελφός σου και συ ω δυστυχισμένη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο σ' εμένα. Ό,τι από πολύν καιρό
εφοβόμουν<br />και που η απαντοχή του μ' έκανε να λυώνω στα δάκρυα<br />έφθασε
τέλος! Μα τι γνώμες και ποια λόγια των Αργείων<br />έφεραν την καταδίκη μας σε
θάνατο; Λέγε μου, ω γέρω,<br />με πέτρες ή σπαθί θα με σκοτώσουν, σαν τον αδελφό
μου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πραγματικώς ερχόμουν απ' τον κάμπο κ' έμπαινα
στην πόλη<br />θέλοντας να μάθω τι θ' απογενήτε συ κι' ο Ορέστης·<br />γιατί πάντα
υπηρετούσα τον πατέρα σου κι' αναστημένος <br />είμαι σπίτι σας και, μολονότι
φτωχός, είμαι αφωσιωμένος<br />σ' όσους αγαπώ. Λοιπόν το λαό θωρώ να φθάνη<br />και
να κάθεται στο λόφο, όπου ο Δαναός έχουν να πούνε<br />πως για την κρίση της
διαφοράς που με τον Αίγυπτο είχε,<br />συνάθροισε πρώτος τον λαόν εκεί. Βλέποντας
συναθροισμένο<br />το πλήθος ρώτησα έναν απ' τους πολίτες. — Τι νέα τρέχουν<br />στο
Άργος; Απ' τους εχθρούς καμμιά είδηση μην ήλθε<br />που ν' ανησυχή την πολιτεία
των Δαναΐδων; Κι' αποκρίθη: <br />— Δεν βλέπεις τον Ορέστη πούρθε να σώση τη ζωή
του; <br />Κι' αλήθεια τότε βλέπω τ' αναπάντεχο αυτό θώρημα. Είθε <br />να μου
έδιναν οι θεοί να μη τώβλεπα ποτέ! Ο Πυλάδης<br />κι' ο αδελφός σου ερχάμενοι, ο
ένας περίλυπος και μαραμένος<br />απ' την αρρώστεια του κι' ο άλλος σαν αδελφός
θλιμμένος<br />για του φίλου του της θλίψες και τον καϋμό πρααίνοντάς του<br />όπως
κάνουν τα παιδιά. Όταν ο λαός όλος των Αργείων<br />εμαζεύθηκε, ένας κήρυκας
εσηκώθη κ' είπε τότε:<br />Ποιος θέλει να μιλήση; Απόφαση θα γίνη αν ο
μητροκτόνος<br />Ορέστης πρέπη ν' αποθάνη ή όχι. — Μετά το λόγο τούτο<br />σηκώθηκε
ο Ταλβύθιος, που με το δικό σου τον πατέρα<br />όλη τη Φρυγία έχει ρημάξει. Στους
δυνατούς πάντας υπάκουος<br />κι' ανάκατα είπε λόγια τον πατέρα σου
επαινώντας,<br />μα κατηγορώντας σου τον αδελφό κι' άπιστα λόγια<br />επιδέξια
παραβάνοντας κ' ευνοϊκά κυττώντας<br />του Αίγισθου τους φίλους. Πραγματικώς
τέτοιος εδείχθη<br />ο άνθρωπος αυτός. Έτσι οι κήρυκες κοντάθε πάντα<br />πάνε με
τους πιο καλότυχους κ' εκείνος είναι γι' αυτούς φίλος<br />πούν' δυνατώτερος κι'
απ' τους αρχούς της πολιτείας.<br />Ο Βασιληάς ο Διομήδης μίλησε απ' αυτόν
κατόπι.<br />Δεν έστρεγε να σας σκοτώσουν σένα και τον αδελφό σου,<br />μα μ'
εξορία, τιμωρώντας σας θα έκαναν δικαιοσύνη.<br />Κι' άλλοι τον επευφημούσαν κι'
άλλοι κατηγορούσαν.<br />Και στερνά σηκώθηκ' ένας μ' αχαλίνωτη τη
γλώσσα<br />δυνατός εξ αιτίας της αυθαδείας του. Αργίτης,<br />αν και μη όντας από
τ' Άργος που εισακούσθη ως τόσο<br />με την οχλαγωγία και την άγνωρην αυθάδεια του
λόγου<br />κι ήταν ικανός να ρίξη με της συμβουλές του τους πολίτες<br />σε κακές
επαναστάσεις. Αληθινά σαν ένας άνδρας<br />εύγλωττος κακόγνωμος το λαό τον
καταπείση, τότε<br />δυστυχία είναι στην πόλη τούτο. Ενώ εκείνοι που
δίνουν<br />σοφές πάντα συμβουλές, ακόμη κι' αν δεν είναι αμέσως,<br />αργότερα όμως
είναι πάντα ωφέλιμοι. Και πρέπει<br />σύμφωνα μ' αυτά να κρίνουμε τον αρχηγό της
πολιτείας,<br />γιατί την ίδιαν έχουν θέση ο ρήτορας ως κ' εκείνος
πούναι<br />κύριος της εξουσίας. Το λοιπόν αυτός το λαό παρακινούσε<br />να σε
σκοτώση με της πέτρες όμοια ως και τον Ορέστη·<br />κι' ο Τυνδάρεως παινούσε
εκείνον πώλεγε να σας σκοτώσουν.<br />Άλλος σηκώθηκε που αντέλεγέ του. Η θωριά του
ωραία<br />δεν είναι, μα θάρρος έχει αυτός, σπάνια ερχόμενος στην πόλη<br />και στην
αγορά, και το ποστατικό του δουλεύοντας μονάχος.<br />Είν' από κείνους που μόνοι
αυτοί είναι σωτηρία της πόλης.<br />Το λοιπόν είν' άξιος αυτός να συζητήση σαν το
θέλη<br />κ' είν' άνθρωπος ακέραιος κι' αψεγάδιαστ' η ζωή του είναι. <br />Κ' είπε
πως ο γυιός τ' Αγαμέμνονος ο Ορέστης<br />έπρεπε στέφανον να λάβη, γιατί απόφασιν
επήρε<br />για τον πατέρα του να εκδικηθή, σκοτώνοντας γυναίκα φαύλη<br />κι' άσεβη,
που το έγκλημά της θάκανε ώστε κανένας<br />στο εξής να μη στρέγη να οπλισθή και
να πάη να πολεμήση<br />μακρυά απ' το σπίτι του, αν εκείνοι που
απομένουν<br />φύλακες των σπιτιών τα διαφθείρουν και μολαίνουν<br />τη συζυγική
κλίνη των ανδρών. Κ' εφάνη σ' όλους<br />τους καλούς πως καλά τάπε, και στερνά απ'
αυτόν κανένας<br />δεν εμίλησε. Μα προχώρησε ο αδελφός σου κ' είπε:<br />— Ω σεις,
που κατοικείτε τη χώρα του Ινάχου κ' είσθε<br />Πελασγοί πριχού κ' ύστερα Δαναοί,
εγώ, σας εκδικώντας<br />όχι λιγώτερο παρ' ό,τι τον πατέρα μου, έχω σκοτώσει<br />τη
μάννα μου. Αλήθεια, αν συχωρετό είναι στης γυναίκες<br />να σκοτώνουν τους άνδρες
τους, σύντομα σεις θα σκοτωθήτε,<br />ή πρέπει στης γυναίκες σας σκλάβοι να γίνετε
σεις κ' έτσι<br />το ενάντιο θα κάνετε απ' ό,τι να κάνετε ταιριάζει.<br />Τώρα που
εκείνη που πρόδωσε του πατέρα μου την κλίνη<br />σκοτώθηκε, αν τη θανατική ποινή
μου δώστε, ο νόμος<br />θα καταλυθή κι' ουδένας το σκοτωμό του θα ξεφύγη<br />και
μια τέτοια αυθάδεια σπάνια στο εξής δεν θάναι.<br />Μα το λαό μ' αυτά δεν έπεισε,
αν και μίλησε άξια·<br />κι' ο κακός ο ρήτορας του όχλου, πούχε συμβουλεύσει<br />να
σκοτώσουν σένα και τον αδελφό σου, εισακούσθη.<br />Μετά βίας ο άμοιρος Ορέστης
μπόρεσε να πιτύχη<br />να μη σκοτωθήτε με της πέτρες, μα υποσχέθη πώς ατός
του<br />σήμερα κιόλα θα σκοτωθή με το χέρι του, και συ το ίδιο.<br />Ο Πυλάδης
κλαίοντας τον πήρε πάλι εκείθε πέρα<br />απ' τη συνάθροιση κ' οι φίλοι του μ'
οδυρμό κι απελπισμένοι<br />τον συνωδέψαν. Θα ιδής σε λίγο πράμα φρικαλέο<br />κι'
αξιοθρήνητο. Ετοίμασε σπαθί ή πλατύ μαχαίρι<br />για το λαιμό σου, γιατί το φως
πρέπει ν' απαραιτήσης.<br />Ούτε η καλή γενειά σου θα σου χρησιμέψη ούτ' ο
Απόλλων<br />που κάθεται πάνω στον τρίποδα. Πάτε χαμένοι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω δύστυχη κόρη με το κεφάλι<br />σκυμμένο στη
γην απομένεις<br />και βουβή, αν και πρέπη σε λίγο<br />να ξεσπάσης σε οδυρμούς και
σε γόους</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω Πελασγία! αρχίζω<br />το μυρολόι μου,
μπήχνοντας<br />τα νύχια στ' άσπρα μάγουλά μου<br />τα ματωμένα και κτυπώντας<br />το
κεφάλι μου, όπως οφείλω<br />στη νέα θεά την όμορφη<br />των νεκρών, πάνω στη
γη.<br />Η Κυκλώπεια γη ας οδύρεται<br />γοερά, που το σίδερο τώρα<br />τα μαλλιά της
κόμης σας έκοψε<br />για του σπιτιού της συφορές.<br />Η συμπόνεση, η συμπόνεση
πρέπει<br />για όσους μέλλεται να πεθάνουν,<br />για κείνους που ήσαν άλλοτε<br />της
Ελλάδος στρατηγοί.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πάει, πάει, εχάθηκε<br />όλ' η γεννειά των
παιδιών<br />του Πέλοπος, που τα καλά τους<br />κ' οι πλούσιοι ζήλευαν πριχού.<br />Τη
ρήμαξε η ζηλοτυπία<br />των θεών κ' η μισητή<br />και δολοφόν' απόφαση<br />της
πολιτείας. Αλλοίμονό μου.<br />Αλλοίμονο άμοιρες γεννειές<br />των θνητών κι'
αξιοθρήνητες!<br />Δέτε πώς έπεσεν η Μοίρα<br />ενάντια σε κάθε απαντοχή!<br />Τώνα
πάν' στ' άλλο τα δεινά<br />έρχονται' ολάκαιρη η ζωή<br />των θνητών δεν έχει
στάση.<br />Να μπορούσα να ριχθώ<br />στην πέτρα εκείνη που σχίσθη<br />απ' τον Όλυμπο
και κατρακυλά<br />στριφογυρνώντας κρεμασμένη<br />απ' αλυσίδες χρυσές
ανάμεσα<br />τουρανού και της γης, κ' έτσι<br />τα μυρολόγια μου να 'πω<br />στον
Τάνταλο πατέρα<br />που τους προγόνους γέννησε<br />της δικής μου γεννειάς,<br />που
τόσα δεινά υπόφερε<br />αφ' όταν, το δρόμο το γοργό<br />των τεσσάρων του αλόγων ο
Πέλοπας<br />γληγορεύοντας, τον Μυρτίλο εσκότωσε<br />στο πέλαγο γκρεμίζοντάς
τον,<br />στης Γεραιστού τα κύματα<br />π' αφρίζουν στ' ακρογιάλι.<br />Από τότε στη
γεννειά μας μέσα<br />έπεσε η αξιοθρήνητη<br />φιλονικία, τ' απαίσιο θαύμα<br />του
Χρυσού Δέρατος, που εγίνη<br />από το γυιό της Μαίας κ' εγεννήθη<br />στ'
αλογοτρόφου Ατρέα τα κοπάδια.<br />Απ' αυτό η διχόνοια που έστρεψε<br />το φτερωτό
του Ηλίου αμάξι,<br />ώστε αφίνοντας το δυσμικό<br />τουρανού δρόμο
εξαναγύρισε<br />μ' ένα μόν' άλογο στην Έω.<br />Και τότε ο Δίας έστρεξε<br />το
τρέξιμο των επτά Πλειάδων<br />προς άλλο δρόμο κ' έκαμε<br />οι φόνοι άλλους φόνους
ν' ακλουθήσουν<br />στη γεννειά των Ατρειδών<br />και το δείπνο το Θυέστειο<br />και
την κλίνη μοιχείας της άπιστης<br />της Κρητικιάς Ευρώπης·<br />και του πατέρα μου
την ύστερη συφορά<br />και της δικές μου εξ αιτίας της άθλιας<br />μοίρας του δικού
μας σπιτιού.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά ο αδελφός σου που ζυγώνει δικασμένος<br />σε
θάνατον απ' του λαού την ψήφο·<br />κι' ο πιστότερος των ανθρώπων, ο
Πυλάδης,<br />σαν αδελφός στοργικά περπατώντας<br />δίπλα του τάρρωστο κορμί του
στηρίζει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό μου, αδελφέ μου, θρηνολογώ βλέποντάς
σε<br />στο χείλος του τάφου και κοντά στην πυρά την εντάφια.<br />Αλλοί, θωρώντας
σε για στερνή φορά το νου μου χάνω</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν θα δεχθής σιωπηλά και χωρίς μυρολόγια
γυναίκεια<br />ό,τι είναι πια τελεμένο; Είναι βέβαι' αξιοθρήνητα τούτα,<br />μα συ
πρέπει αντοχή ν' αποδείξης στης τύχες μας τώρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και πώς να σιωπήσω που εμείς οι βαρυόμοιροι
πρέπει<br />το φως του θεού να μη το αγναντέψουμε πλέον;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μη με σκοτώνης. Αρκετά εγώ δύστυχος
είμαι<br />που απ' τους Αργείους πεθαίνω. Άφησ' εκεί τα δεινά μας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω, για τη νειότη, τη μοίρα σου και τον πρόωρο
θάνατο κλαίω,<br />Ορέστη άμοιρε. Να ζήσης πρεπότουν και ζωή πια δεν έχεις.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για των θεών τόνομα μη τα ύπατά μου μού
κόβης<br />κάνοντάς με να κλάψω θυμάμενος της συφορές μας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θα πεθάνουμε και να μη κλαίμε μπορεί τα δεινά
μας; <br />Η ζωή αξίζει στ' αλήθεια να κλαίγεται απ' όλους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αφέντης μας η μέρα είναι τούτη· με τα ίδια μας
χέρια<br />τα μαχαίρια να ετοιμάσωμε ή το σπαθί ν' ακονίσωμε πρέπει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αδελφέ μου, λοιπόν σκότωσέ με για να μη με
σκοτώση <br />άλλος Αργείος, τη γεννειά του Αγαμέμνονος υβρίζοντας έτσι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φτάνει μου της μάννας ο φόνος. Δεν θα σε
σκοτώσω.<br />Με το ίδιο σου το χέρι σκοτώσου και μ' όποιο θες τρόπο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ας είναι. Το σπαθί σου γι' αυτό θα μου
φθάση.<br />Μα ν' αγκαλιάσω το λαιμό σου εγώ θέλω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Απ' τη μάταιη αυτή τέρψη ευχαρίστηση λάβε, αν
σου είναι<br />ποθητό ετοιμοθάνατους, ως λες, ν' αγκαλιάσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω πολυαγάπητε συ, που το ποθητό και γλυκό
ακούς τώρα<br />όνομα αδελφού και μια ψυχή μ' αυτήν είσαι μόνο!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θα με κάμης να κλάψω. Ναι, θέλω στα δικά σου
τα χάδια<br />ν' αποκριθώ. Τάχα ο άμοιρος γιατί ντροπή νάχω; <br />Αγαπητά μου
αγκαλιάσματα! Στους άμοιρους τώρα<br />εμάς τα λόγια είναι σαν τέκνα κι' ως
γαμήλιο κρεββάτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ! Το ίδιο σπαθί αν μπορούσε να μας
θανατώση<br />και να δεχθή μας το ίδιο από κέδρο κιβούρι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θάταν γλυκύτατο αυτό, μα, ως βλέπεις, εμείς
στερημένοι<br />είμαστε φίλων, που να μας βάλουν στο ίδιο μνημούρι.<br />Ο δειλός ο
Μενέλαος, του πατέρα προδότης, δεν είπε<br />τίποτε για να μη σε σκοτώσουν εσέ κι'
ουδ' εφάνη·<br />μα από ελπίδα του σκήπτρου εφοβήθη να σώση τους φίλους.<br />Μπρος
θαρρετά ας πεθάνουμε και τ' Αγαμέμνονος άξια.<br />Όσα για με θα δείξω στην πόλι
της γεννειάς μου το θάρρος,<br />το σπαθί μέσ' στο σκότι μου μπήγοντας. Πρέπει το
ίδιο<br />σαν εμένα και συ τόλμη νάχης. Και συ παραστέκα<br />στη σφαγή μας, Πυλάδη·
κατόπι ως ταιριάζει, ας βολέψης<br />τα κορμιά μας και φέρνοντας στου δικού μας
πατέρα<br />τον τάφο εκεί θάψε μας. Χαίρε! Όπως βλέπεις, ο ίδιος<br />θα πράξω εγώ
τώρα εκείνο που απόφαση εγίνη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σταμάτησε! Πρώτη φορά μου κατηγόρια σου
δίνω<br />αν λόγιασες πως εγώ θενά ζήσω νεκρός όταν είσαι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα γιατί εσύ πρέπει να πεθάνης μαζί
μου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το ρωτάς; Πώς χωρίς τη φιλία σου θα
ζήσω;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τη μάννα εσύ δεν εσκότωσες, άμοιρε, σαν εγώ τη
δική μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα εσύμπραξα μ' εσέ κ' έχω χρέος την ίδια τύχη
να λάβω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τη ζωή σου για τον πατέρα σου φύλαε, μη
πεθάνης μαζί μου.<br />Αλήθεια έχεις εσύ μια πατρίδα, μα εγώ δεν έχω καμμία.<br />Το
σπίτι σου έχεις και με βιος ένα βέβαιο λιμάνι.<br />Κι' αν αλήθεια στερήθηκες το
γάμο της άμοιρης τούτης<br />που ταγμένη στην είχα, τη δική μας φιλία
τιμώντας,<br />πάρε όμως μιαν άλλη γυναίκα παιδιά ν' αποκτήσης,<br />γιατί αναμεσό
μας δεσμός πια δεν είναι. Κ' είθε νάσαι<br />ευτυχής συ απ' τους ομηλίκους ο πιο
αγαπημένος,<br />γιατί είν' βολετό σου να γίνης εσύ ευτυχισμένος,<br />μα εμείς όχι
πλέον, γιατί οι πεθαμμένοι χαρά δεν λαβαίνουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μακρυά είσαι απ' το νάχης την ίδια σκέψι μ'
εμένα.<br />Ούτ' η γόνιμη γη, ούτε ο λαμπρός ο Αιθέρας το αίμα<br />το δικό μου ας
δεχθούν αν άπιστα σε παραιτήσω<br />τη ζωή να γλυτώσω. Φονηάς με σε, και δεν
ταπαρνούμαι,<br />κ' εγώ όλο εσυμβούλεψα το έργο που γι' αυτό ετιμωρήθης·<br />γι'
αυτό πρέπει μαζί με σε και με τούτην κ' εγώ να πεθάνω.<br />Μνηστήρας της όντας
σαν γυναίκα μου εγώ την λογιάζω.<br />Τι τίμιο θενάλεγα στων Δελφών γυρνώντας τη
χώρα,<br />στων Φωκαίων το κάστρο εγώ που πριν δυστυχήστε<br />φίλος σας ήμουν και
πλέον δεν είμαι σαν καταντήστε<br />δύστυχοι; Αυτό δεν γίνεται και τα δικά σας
δικά μου<br />θάναι δεινά. Μα σαν πρέπει να πεθάνουμε, τρόπο κανένα<br />ας βρούμε ο
Μενέλαος μαζί μας να σβύση κ' εκείνος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω παλυαγάπητε, τούτο θωρώντας δεν θα μπορώ να
πεθάνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άκουσέ με λοιπόν και το κτύπημα του σπαθιού
αργοπόρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ταργοποράω αν μπορώ να εκδικηθώ τον εχθρό
μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σώπα όμως, τι πίστη στης γυναίκες λίγη
έχω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Απ' αυτές μη φοβάσαι καθόλου· φίλες είναι
δικές μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Την Ελένη ας σκοτώσουμε. Πίκρα πόση ο Μενέλαος
θάχη!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πώς; έτοιμος είμαι αν υπάρχη το μέσο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σφάζοντάς την. Κρυμμένη στο σπίτι είναι
μέσα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια, αυτή σ' όλα συγκατάθεση δίνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα τίποτε πια δεν θα κάνη, γιατί μνηστή είναι
του Άδη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα πώς να γενή; Βάρβαροι απ' ολούθε
φυλάγουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιοι είναι αυτοί; Δεν φοβούμαι κανένα εγώ
Φρύγα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είναι τους για να φυλάγουν μυρωδιές και
καθρέφτες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε ξανάρθ' εδώ φέρνοντας τα καλά της
Τρωάδος; </span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια. Η Ελλάδα στενοχώρια της δίνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπρος στον ελεύθερο ο σκλάβος μηδέν είναι
πάντα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν μπορώ αυτό να κάμω, να πεθάνω δυο φορές δεν
αρνούμαι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ούτε βέβαια εγώ, αν εκδίκηση λάβω για
σένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μίλα και ό,τι εσύ λες σε καλό φέρ' το
τέλος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στο σπίτι μέσ' ας μπούμε τάχα για να
σκοτωθούμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καταλαβαίνω αυτό, μα όχι τι θα γίνη
κατόπι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπροστά της θα κλαφτούμε για τα δεινά που
τραβούμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για να κλάψη αυτή αν και το χαίρει η ψυχή
της.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' εμείς το ίδιο τότε θα αισθανώμεθα τα ίδια
μ' εκείνη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα κατόπι; Πώς θ' αποτελειώσουμ' εμείς τον
αγώνα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάτωθ' απ' τους πέπλους μας θάχωμε σπαθιά μεις
κρυμμένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα πώς θα την σκοτώσουμε μπρος στους ίδιους
της δούλους;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θαν τους κάνουμε να σκορπισθούν μέσ' στο
σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και πρέπει να σκοτώσουμ' όποιον δεν
σιωπήση.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στερνά η περίσταση τι θενά κάμουμε θα μας
διδάξη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Της Ελένης ο φόνος τούτο νάναι το σύμβολό
μας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κατάλαβες. Τώρ' άκουσε πώς είν' λαμπρό το
σχέδιο μου.<br />Βέβαια, αν το σπαθί υψώναμε κατά μιας τίμιας γυναίκας, <br />ο
φόνος άτιμος θαν ήταν μα με την τιμωρία τούτη<br />λαβαίνουμ' εκδίκησι για όλη
εμείς την Ελλάδα<br />για όσους τους εσκότωσε τους πατέρες κ' οι πατέρες<br />για τα
παιδιά τους κ' οι γυναίκες για τους άνδρες<br />που τους έχασαν. Χαρά μεγάλη θα
γίνη για τούτο<br />και πυρά θα κάψουν μπρος στους θεούς παρακαλώντας<br />ευτυχία
σ' εμάς να δώσουν γιατί μιαν άθλια γυναίκα<br />σκοτώσαμε. Και πλέον δεν θα σε
λένε μητροκτόνο<br />αν τη σκοτώσης· αλλά τόνομα τούτο παραιτώντας<br />για ένα άλλο
καλύτερο θα λέγεσαι συ της Ελένης <br />ο φονηάς, αυτής πούκαμε τόσους πολλούς να
χαθούνε.<br />Όχι δεν συχωριέται ο Μενέλαος ευτυχής νάναι<br />κι' ο πατέρας σου και
συ κ' η αδελφή σου έτσι να πάτε<br />αδικοθάνατοι κ' η μάννα σου . . . Μα τούτο θα
σιωπήσω<br />γιατί να ειπωθή καλό δεν είναι . . . Κι' αυτός να μη καθήση<br />στο
σπίτι σου ξαναποκτώντας τη γυναίκα του απ' το δόρυ<br />του Αγαμέμνονος. Ζωή να μη
έχω πλέον αν δεν τραβήξω<br />το μαύρο μου σπαθί επάνω της. Μα κι' αν το φόνο
ακόμη<br />της Ελένης δεν πιτύχουμε, ας πεθάνουμε όμως όταν<br />τα παλάτια αυτά
κάψουμε. Δεν θάμαστε πια στερημένοι<br />μιας απ' της δυο τούτες τιμές: ή να
πεθάνουμε όπως πρέπει<br />με δόξα ή να γλυτώσουμε τη ζωή μας δοξασμένοι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αξίζει του Τυνδάρεω η κόρη μισητή νάν' απ'
όλες<br />της γυναίκες, αυτή που το γένος της έχει ατιμάσει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άλλο πιο καλό από ένα πιστό φίλο δεν
είναι,<br />ούτε τα πλούτη, ούτε η εξουσία, κ' είναι αφροσύνη<br />να προτιμούμε το
πλήθος παρά ευγενικόν ένα φίλο.<br />Συ αλήθεια βρήκες την εκδίκηση εναντίο του
Αιγίσθου.<br />Συ μαζί μου στον κίνδυνον ήσουν κι' ακόμη και τώρα<br />την εκδίκηση
δίνεις μου εναντίο των εχθρών μου<br />και από με δεν τραβιέσαι. Μα τον έπαινό σου
εγώ παύω,<br />γιατί ο πολύς έπαινος κόπο δίνει σ' αυτόν που επαινείται.<br />Όσο
για μένα όταν πρέπεται την ψυχή μου να δώσω<br />ποθώ κάθ' ενέργεια να κάμω εγώ
για να σβύσουν<br />κ' οι εχθροί μου, ώστε αντάμα να χαθούν που
εσταθήκαν<br />προδότες μου κι' όσοι δυστυχία μου έφεραν όμοια να
κλάψουν.<br />Είμαι γυιός του Αγαμέμνονος που σαν άξιο ελογίσαν<br />και την Ελλάδα
εξουσίασε και χωρίς τυραννία<br />τέτοια δύναμη έλαβε σαν θεός νάταν.<br />Με θάνατο
δούλου δεν τον προσβάλω, αλλά την ψυχή μου<br />σαν άνδρας ελεύθερος θ' αποδώσω
ζητώντας<br />απ' το Μενέλαο να λάβω εκδίκηση. Ευτυχισμένοι<br />είμαστε σαν κ' ένα
μόνο έργο να κάνουμ' εμείς δυνηθούμε,<br />αν μια σωτηρία μας έρθη ανέλπιστη· αν
δυνηθούμε<br />να σκοτώσουμε δίχως να σκοτωθούμε. Γιατ' είναι μ',
αλήθεια,<br />γλυκό να εκφράζω αυτόν οπού αισθάνομαι τον πόθο με λόγια<br />φτερωτά
και να δίνω ανέξοδην έτσι χαρά στην καρδιά μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αδελφέ, λογιάζω τώρα πως το γλυτωμό σου
ευρήκα<br />και το δικό του και συνάμα το γλυτωμό τον ιδικό μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Την πρόνοια των θεών εκφράζεις έτσι! Όμως τι
είναι; <br />Γιατί ξέρω καλά τη φρονιμάδα του νου του δικού σου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άκου λοιπόν και συ προσεκτικά
αφοκράσου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μίλα· γιατί απαντέχοντας ένα καλό το
αρραθυμούμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ξέρεις την κόρη της Ελένης; Σε ρωτώ κάτι που
ξέρεις.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ξέρω την Ερμιόνη που η μάννα μου την έχει
αναστημένη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αυτή στης Κλυταιμνήστρας τον τάφον έχει
πάει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι να κάμη εκεί; Ποιαν ελπίδα από τούτο εσύ
βγάνεις;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πάει απ' όνομα της μάννας της χοές να ρίξη
στον τάφο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έστω· πώς αυτό που λες το γλυτωμό μας θα
φέρη;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σαν όμηρο αρπάξετέ την όταν θα
ξαναγυρίση.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αυτό που λες τι καλό σ' εμάς τους τρεις θα
κάμη;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σαν σκοτωθή η Ελένη, αν ο Μενέλαος θέλη να
ενεργήση<br />εναντίο σου, εναντίον αυτού κ' εμένα, γιατί μας κάνει<br />ένα η φιλία
μας, πες του πως την Ερμιόνη θα σκοτώσης·<br />και κράτα το σπαθί σου στο λαιμό
πάνω της κόρης.<br />Κι' αν ο Μενέλαος θωρώντας την Ελένη στο αίμα να πλέη<br />σε
γλυτώση εσένα για να μη σκοτωθή η δική του η κόρη,<br />την παρθένα στον πατέρα
της απόδωσε. Αλλ' αν όμως<br />να χαλινώση μη δυνάμενος την παράφορη ορμή
του<br />θέλει να σε σκοτώση, κτύπα της το λαιμό εσύ της κόρης.<br />Λογιάζω ως τόσο
πως στα πρώτα οργήν έχοντας άγρια<br />στερνά θα πραΰνη την καρδιά του, γιατί δεν
είναι τολμητίας<br />ουδέ θαρραλέος. Τέτοια είν' η πεποίθησή μου. Είπα όλα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω συ πούχεις ενός άνδρα καρδιά σ' ωραιότατο
σώμα<br />γυναίκας πόσο πιο αξίζει να ζης παρά να πεθάνης!<br />Πυλάδη, λοιπόν θα
στερηθής, άμοιρε, μιας τέτοιας γυναίκας<br />που φύλαγες για σένα, εάν ζήσης, γάμο
ευτυχισμένο; </span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είθε τούτο να γίνη. Είθε στην πόλη των
Φωκαέων<br />να μπη τιμημένη απ' όμορφο γάμο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα πότε η Ερμιόνη θα γυρίση σπίτι. Γιατί καλά
τάπες<br />αν έχουμε τύχη το σκύμνο να πιάσουμε ασεβή πατέρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Λογιάζω πως κοντοζυγώνει, γιατί πώφυγε είναι
πολληώρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καλά, Συ Ηλέκτρα αδελφή μου, στο παλάτι μπρος
στάσου<br />για να υποδεχθής την κόρη σαν έρθη και βλέπε<br />μη πριχού να
εκτελέσουμε το φόνο προβάλλη κανένας<br />δικός τους ή ο αδελφός του πατέρα μας
και μας προλάβουν<br />στο παλάτι ερχάμενοι. Φώναξε τότε συ από το σπίτι<br />ή της
πόρτες κρατώντας μεγαλόφωνα μίλα από μέσα.<br />Εμείς τώρ' ας μπούμε και με σπαθί
τα δικά μας τα χέρια<br />για τη στερνή αυτή μάχη ας αρματώσουμε, Πυλάδη,<br />γιατί
βοηθός μου συ είσαι εις τα έργα μου όλα.<br />Ω συ που βρίσκεσαι στης μαύρης
νύχτας της χώρες,<br />πατέρα, ο γυιός σου σε κράζει. Βοήθεια μας
έλα,<br />παρακαλούμε σε, μια που για σένα δυστύχεψα τόσο,<br />συφορές άδικες έπαθα
κι' απ' τον αδελφό σου<br />προδόθηκα, πούκαμα μια δίκαια πράξη. Ν' αρπάξω
θέλω<br />τη γυναίκα του και να τη σκοτώσω. Βοήθησέ μας σε τούτο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω πατέρα, έλα αν κάτ' απ' τη γη ακούς τα
παιδιά σου<br />που σε φωνάζουν κ' εξ αιτίας δικής σου πεθαίνουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω συγγενή του πατέρα μου Αγαμέμνων, άκου κ'
εμένα<br />τα παρακάλια μου και σώσ' τα παιδιά τα δικά σου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τη μάννα μου σκότωσα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Εγώ το σπαθί είχ' οδηγήσει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' εγώ τον παρακίνησα κι' απομάκρυνα κάθε του
φόβο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για να σ' εκδικήσω, πατέρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ουδ' εγώ επρόδωκά σε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ακούς λοιπόν τα παράπονα τούτα και τα παιδιά
σου;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Χοές τα δάκρυά μου σου κάνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τους δικούς μου εγώ θρήνους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πάψτε κι' ας μπούμε στο έργο. Αν τα
παρακάλια<br />εισχωρούν κάτω απ' τη γη, μας ακούει. Και συ, ω Δία<br />πρόγονε και
συ σεβάσμια Δικαιοσύνη, δόστε επιτυχία<br />σε τούτον, εις αυτήν και εις εμέ.
Γιατί ένα είναι το έργο,<br />ένας ο αγώνας για τους τρεις. Μαζί θα ζουν ή θα
πεθάνουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω αγαπητοί Μυκηναίοι,<br />που πρώτοι
εκατοικήστε<br />το Άργος το Πελασγικό.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τη φωνή σου υψώνεις,<br />σεβάσμια, γιατί
μου απομένει<br />στην πολιτεία των Δαναϊδων<br />ακόμη τ' όνομ' αυτό;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Από σας κάποιες ας μένουν<br />γυρισμένες προς
το δρόμο<br />των αμαξών κ' οι άλλες όλες<br />προς το δρόμο του σπιτιού.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τούτο μου προστάζεις; <br />Ξήγησέ μου,
αγαπητή.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μη κανείς ερθή φοβούμαι<br />προς το σπίτι με τη
γνώμη<br />να σκοτώση και μας φέρη<br />συφορά στη συφορά.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">1ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπρος, ας βιαστούμε, αυτό το δρόμο<br />προς την
ανατολή θα βλέπω εγώ.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">2ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' εγώ αυτόν κατά τη δύση.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Των ματιών της κόρες στρέψτε<br />απ' αυτό κι'
απ' τάλλο μέρος.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">1ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάνουμ' ως προστάζεις συ.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Της κόρες των ματιών σας στρέφετε<br />απ' όλες
της μεριές ανάμεσα<br />απ' τους βοστρύχους των μαλλιών σας.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">2ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιος είν' εκείνος στο δρόμο; <br />Ποιος είναι
τούτος ο άνθρωπος,<br />ο χωριάτης, που πηγαινόρχεται<br />γύρω, τριγύρω στο
σπίτι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Εχαθήκαμε, πάει, καλές μου!<br />Στους εχθρούς
μας θα δώση αυτός είδηση<br />στα ωπλισμένα θηρία, τανήμερα.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">1ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Φόβο, αγαπητή, μην έχης!<br />Αδόκητά σου ο
δρόμος είν' έρημος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κι' απ' το δικό σας το μέρος; Είν'
τίποτε;<br />Κι' απ' αυτού όλα ήσυχα είναι; <br />Δόστε μου καλή μιαν
απόκριση.<br />Στο σπίτι μπροστά δεν είν' τίποτε;</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">2ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κι' απ' εδώ καλά όλα πάνε·<br />μόνο συ καλά απ'
το μέρος σου κύττα.<br />Απ' εδώ καμμιά Δαναΐδα δεν έρχεται.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">Στροφή</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το ίδιο εγώ λέω· από δω δεν είν'
άνθρωπος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπρος, πάω λοιπόν να κροτήσω της πόρτες<br />με
τον ήχο της φωνής μου. — Γιατί αργείτε τόσο,<br />σεις που είσθε στο σπίτι, να
θυσιάστε το θύμα,<br />ενώ όλα είν' ήσυχα; Δεν σας ακούνε.<br />Ω άμοιρη εγώ, από
της συφορές μου.<br />Τα σπαθιά τους γινήκαν αδύναμα τόσο<br />μπρος στην ομορφιά!
Σε λίγο ίσως κανένας<br />Αργείος ωπλισμένος θάρθη να τρέξη<br />για βοήθεια στο
σπίτι. Κυττάξετ' ακόμα<br />καλύτερα. Η ώρα ησυχίας δεν είναι.<br />Και σεις και
σεις άλλες τα μάτια σας στρέψτε<br />απ' όλα τα μέρη, εδώθε κ' εκείθε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλάζουμε μέρος κι' απ' ολούθε
ερευνάμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό μου, Άργος Πελασγικό, εγώ άθλια
πεθαίνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τ' ακούτε σεις; Οι άνδρες χερικό στο φόνο
κάνουν.<br />Της Ελένης το ξεφωνητό είναι κατά πώς εικάζω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω δύναμη του Δία, αιώνια δύναμη του, βοήθα
τους φίλους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΛΕΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μενέλαε! πεθαίνω και δεν είσαι εδώ να με
βοηθήσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Θανατώσετε, σκοτώστε, σφάξτε, κτυπάτε.
Μπήχτε<br />τα δίκοπα σπαθιά σας στη γυναίκα αυτή π' αφήκε<br />τον άνδρα της και
τον πατέρα της κ' έκαμε να πεθάνουν<br />χιλιάδες Έλληνες τριγύρω στης δίνες του
Σκαμάνδρου,<br />εκεί που τόσα δάκρυα τρέξαν απ' τους ένοπλους αγώνες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σώπα, σώπα! Ακούω προς το δρόμο<br />κάποιο
θόρυβο που πάει προς το σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω πολυαγάπητές μου γυναίκες, η Ερμιόνη
φθάνει<br />στην ώρα του φόνου. Της κραυγές μας ας πάψουμε. Πέφτει<br />στα δίκτυα
κι' αυτή. Ανεκτίμητη λεία, αν μας είναι<br />βολετό να την πιάσουμε! Μ' ήσυχο ύφος
σταθήτε<br />και της θωριάς σας το χρώμα ό,τι γίνεται ας μη φανερώνη.<br />Εγώ θάχω
θολωμένα τα μάτια σαν να μην ήξερα διόλου<br />τα όσα εκτελούνται. — Ω παρθένα,
ξανάρχεσαι τώρα,<br />αφού με λουλούδια έχεις στέψει τον τάφο<br />της Κλυταιμήστρας
κι' αφού έκαμες χοές επιτάφιες;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έρχομαι αφού εκτέλεσα μιαν εξιλέωση. Μα ο
φόβος<br />μ' επήρε ακούοντας μακρόθε φωνές από μέσα στο σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και πώς; Αυτό που μας συμβαίνει αξίζει να
μυρολογιέται.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μίλα καλύτερα. Καμμιά νέα δυστυχία
αναγγέλλεις;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο τόπος πήρε απόφαση ο Ορέστης κ' εγώ να
σκοτωθούμε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είθε από τούτο να γλυτώσετε σεις που είσθε
δικοί μου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είναι το αποφασισμένο· βρισκόμαστε κάτω απ'
την ανάγκη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' εξ αιτίας αυτό βγαίνουνε ξεφωνητά στο
σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ικετεύοντας γονατιστός μπρος στην Ελένη αυτός
φωνάζει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιος αυτός; δεν νοιώθω πια αν δε μου το
εξηγήσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο άμοιρος Ορέστης για να μη σκοτωθή και για
μένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε από λόγο νόμιμο έτσι αντηχάει το
σπίτι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποιος λόγος δικαιότερος για ξεφωνητά μπορούσε
νάναι; <br />Μα να λάβης μέρος πήγαινε και συ στης ικεσίες<br />των φίλων σου· στης
μάννας σου της τρισευτυχισμένης<br />τα πόδια πέσε, ο Μενέλαος νεκρούς να μη μας
αγναντέψη.<br />Ω συ που αναστήθηκες μέσα στης μάννας μου τα χέρια,<br />έλεος λάβε
συ για εμάς κι' αλάφρωσε της συφορές μας!<br />Τρέξε στον αγώνα αυτόν, εγώ θα πάω
μπροστά σου.<br />Γιατί σ' εσέ είναι μοναχά η στερνή ελπίδα σωτηρίας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά που τρέχω εγώ λοιπόν βιαστικά να πάω στο
σπίτι.<br />Όσο από μένα είναι δυνατό η σωτηρία σας θάρθη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω σεις φίλοι, που μέσ' στο σπίτι είσθε
αρματωμένοι,<br />με το σπαθί δεν θ' αρπάξετε τώρα τη λεία;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο εμένα! Ποιοι είν' οι άνθρωποι τούτοι
που βλέπω; </span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σώπα. Το γλυτωμό μας φέρνεις, όχι το δικό
σου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αρπάχτε την! Αρπάχτε την. Το σπαθί στο λαιμό
της.<br />Ήρεμοι νάσθε, ώστε που ο Μενέλαος να το νοιώση<br />πως άνδρες βρήκε μπρος
του κι' όχι δειλούς Φρύγες<br />και να υποστή ό,τι δειλοί να παθαίνουν
αρμόζει.<br />Μπρος, αγαπητοί! Κάνετε οχλοβοή μεγάλη<br />και στο σπίτι μπρος
φωνάζετε, γιατί είναι φόβος ακόμα<br />μη το έργο του φόνου απόκοτα τρομάξη τους
Αργείους,<br />ώστε να τρέξουν για βοήθεια στα βασιλικά παλάτια<br />πριν να ιδώ με
τα μάτια μου σφαγμένη την Ελένη<br />και ξαπλωμένη αιμόφυρτη στο σπίτι ή πριν ένας
δούλος<br />μου φέρη καμμιάν είδηση, γιατί αν και κάτι ξέρω,<br />μα όλο όμως που
γίνηκε δεν το καλογνωρίζω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Των θεών η εκδίκηση έπεσε δίκαια<br />στην
Ελένη, γιατί ολάκαιρη αυτή την Ελλάδα<br />με δάκρυα εγέμισε για τον Ιδαίο
Πάρι<br />που τους Έλληνες παρέσυρεν εις την Τρωάδα.<br />Μα του βασιλικού σπιτιού
αντηχούνε οι πόρτες.<br />Σωπάστε. Είν' ένας Φρύγας που βγαίνει.<br />θα μάθουμ' απ'
αυτόν ό,τι γίνεται σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ξεφυγώντας το θάνατο το σπαθί φεύγω των
Αργείων,<br />με τα βάρβαρα μου κούντουρα περνώντας τα κέδρινα σανίδια<br />και τα
δωρικά τα τρίγλυφα μακρυά, ω γη, ω γη μου,<br />στο φευγιό μου το βάρβαρο. Αλλοί
μ' αλλοί πού θα φύγω; <br />Ξένοι εσείς; Να πετάξω βολεί στου άσπρου του
Αιθέρα<br />τα ύψη ή στη θάλασσα που κάνει να στριφογυρίζη<br />ο ταυροκέφαλος
Ωκεανός που τη γην αγκαλιάζει;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι τρέχει, σκλάβε συ της Ελένης, Ιδαίο
κεφάλι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω Ίλιος, Ίλιος, αλλοίμονο σ' εμέ, ω πόλι της
Φρυγίας<br />της παχυχώματης βασίλισσα, βουνό ιερό της Ίδης,<br />πόσο μ' επικήδεια
τραγούδια και βαρβαρόφωνα σε κλαίω,<br />που ρήμαξες εξ αιτίας της γεννημένης
απών' αυγό κύκνου,<br />της τόσ' όμορφης κόρης της Λύδας, της απαίσιας
Ελένης,<br />της Εριννύας αυτής του Απολλώνιου κάστρου. Αλλοί μου!<br />Μυρολόι,
μυρολόγια, Δαρδανία κακότυχη, χώρα<br />των αλόγων του Γανυμήδη που με τον Δία
κοιμάται!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καθαρά τα πράμματα πες μας όσα σπίτι
γίνηκαν,<br />γιατί δεν μπορώ τίποτε σωστό να εικάσω απ' όσα μας είπες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Οχού, οχού! έτσι αρχίζουν οι βάρβαροι τα
μυρολόγια<br />τα βαρειοθρήνητα, αλλοίμον' αλλοί, σε μια γλώσσα<br />ασιατική, σαν
το αίμα των βασιλιάδων στη γη απλώση<br />από τα σιδερένια του Άδη σπαθιά. Μα για
να πω κάτι,<br />σ' εσέ, δυο λιοντάρια δίδυμα, Έλληνες μπήκαν στο σπίτι.<br />Απ'
αυτούς ο ένας είχε πατέρα τον στρατηγό, ως τον λέγαν<br />κι' ο άλλος είναι γυιός
του Στροφίου, τεχνίτης στο δόλο,<br />σαν τον Οδυσσέα, πιστός εις τους
φίλους,<br />τολμηρός στον αγώνα, στον πόλεμο άξιος και δράκος.<br />Είθε χαμένος να
πάη για την ήσυχή του αυτή φρονιμάδα,<br />τέτοιος πούναι κακούργος! Στο θρόνο
κοντά ήρθαν<br />της γυναίκας που επήρε τον Πάρι. Και με μάτια βρεγμένα<br />από
δάκρυα ταπεινοί εσταθήκαν απ' τη μια μεριά ο ένας<br />κι' απ' την άλλη ο άλλος,
να κτυπήσουν. Και τα χέρια ρίξαν<br />ικετεύοντας στα γόνατα της Ελένης. Κ' οι
σκλάβοι Φρύγες<br />με βιάση έτρεξαν κι' ο ένας τον άλλο ανήσυχα ερώτα<br />αν σ'
αυτά δεν κρυβότουν παγίδα. Κ' εκρίναν<br />άλλοι πως τέτοια δεν ήτανε κι' άλλοι
λογιάζαν πως βλέπαν<br />του Τυνδάρεω την κόρη στα δίκτυα του μητροκτόνου.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και συ πού λοιπόν τότε βρισκόσουν;<br />Απ' το
φόβο σου πια μήπως τώστριψες κι' όλα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κατά τύχη, όπως είναι συνήθεια φρυγική,
κλωθογυρνούσα<br />γύρω στην Ελένη, ανεμίζοντας φτερό στο πρόσωπό της,<br />ως θέλει
των βαρβάρων ο συρμός. Κ' εκείνη με τα νύχια<br />το λινάρι απ' τ' αδράχτι και της
κλωστές άφινε χάμω<br />να πέφτουν θέλοντας να πλέξη το Φρύγιο λάφυρο
στολίδια<br />λινά και πορφυρένιες ντύσες για της Κλυταιμήστρας<br />τον τάφο. Κ'
εις την λακώνισσα γυναίκα ο Ορέστης<br />έτσι μίλησε. «Κόρη του Δία, άφησ' το
θρόνο σου για νάρθης<br />στο θρόνο του προπάππου Πέλοπα, στην αρχαία
εστία<br />εκεί τα λόγια μου ν' ακούσης. Κι' ωδηγούσε την κ' εκείνη<br />ακολουθούσε
μη προβλέποντας. Κι' ο σύντροφός του <br />ο Φωκαέας ο άπιστος έκανε κάτι άλλο. —
Δεν θα το κουνήστε<br />από δω Φρύγες, δειλοί! — Κ' έκλεισέ τους μέσ' στο
σπίτι,<br />άλλους στο σταύλο των αλόγων κι' άλλους πάλι απ' έξω,<br />σκορπίζοντάς
μας ολότελα μακρυά από την κυρά μας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι θλιβερό συνέβηκε κατόπι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μητέρα Ιδέα, παντοδύναμη μητέρα, αλλοίμονο,
αλλοί μου!<br />Ω αιματηρά κι' άσεβα κακά, που με τα μάτια μου τα ίδια<br />τάδα στα
παλάτια τα βασιλικά! Τραβώντας και στα χέρια<br />κρατώντας τα σπαθιά πούκρυβαν
στους πορφυρένιους πέπλους,<br />καθένας τους κύτταξε ολόγυρα μη παραστέκεται
κανένας.<br />Και τότε σαν βουνήσιοι κάπροι στρέφοντας προς τη γυναίκα<br />της λεν:
«Απόθανε! Ο κακός σου ο άνδρας σε σκοτώνει,<br />τ' άφησε που το γυιό τ' αδελφού
να σκοτωθή στ' Άργος».<br />Εκείνη φώναξε: «Αλλοίμονό μου» και τάσπρα της
μπράτσα<br />ρίχνοντας πάνω στο στήθος κτύπησε την κεφαλή με θλίψη<br />φεύγοντας
δώθε κ' εκείθε και ζητώντας με τα χρυσά της <br />πέδιλα να τρέξη. Μα ο Ορέστης
προχωρώντας<br />με τα μυκηναία ποδήματά του απ' τα μαλλιά άρπαξέ την<br />και
λιγώντας το λαιμό της προς τ' αριστερά ετοιμαζότουν<br />να της μπήξη το μαύρο το
σπαθί στο λαιμό της.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και πού ήταν λοιπόν του σπιτιού οι Φρύγες να
βοηθήσουν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Με μοχλούς ανοίξαμε, χουγιάζοντας, πόρτες και
μάνδρες,<br />όπου είμαστε κλεισμένοι και για βοήθεια τρέξαμε απ' όλες<br />της
άκρες, άλλοι με πέτρες κι' άλλοι με σαΐτες<br />κι' άλλοι με σπαθιά γυμνά στα
χέρια. Μα ο Πυλάδης<br />χυμά κατά πάνω μας ακράτητος, σαν τον Έκτορα όμοιος<br />ή
σαν τον Αίαντας με τρίλοφη περικεφαλαία, που τον είδα<br />στης πόρτες του
Πριάμου. Και τα σπαθιά σταυρώσαμε, όμως<br />δείχθηκε πόσο εμείς οι Φρύγες είμαστε
στο δόρυ<br />το Ελληνικό πιο αδύναμοι στη μάχη. Ο ένας φεύγει,<br />ο άλλος πέφτει
νεκρός, τούτος λαβώνεται, παρακαλάει εκείνος<br />ζητώντας να κρυβή απ' το θάνατο
και φεύγουμε κρυφτούλι·<br />κι' άλλοι πέσαν σκοτισμένοι, άλλοι του θανατά
κοιτώνταν.<br />Κ' η Ερμιόνη μπήκε στο σπίτι τη στιγμή που η μάννα<br />που την
γέννησε η ταλαίπωρη χάμω έπεφτε σφαγμένη.<br />Μα εκείνοι όμοια με Βάκχες χωρίς
θύρσο που δρομίζουν<br />καταπάνω στο βουνήσιο ελαφάκι, την αρπάξαν στα
χέρια<br />και ξανακτύπησαν του Δία την κόρη. Όμως εκείνην<br />ω Δία, ω Γης, ω φως,
ω νύκτα, είτε με γητέματα είτε<br />με τέχνη μαγική, στα ύψη την πήραν οι θεοί κ'
εκείθε<br />απ' το δωμάτιο έφυγε κι' άφαντη γίνηκε απ' το σπίτι,<br />Ό,τι στερνά
από τούτο εγίνη δεν γνωρίζω, γιατί τότε<br />στη φευγάλα τώσκασε το πόδι μου έξω
απ' το σπίτι.<br />Μα ο Μενέλαος άδικα ετράβηξε βάσανα και κόπους να φέρη<br />την
Ελένη τη γυναίκα του ξανά απ' την Τροία.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάτι άλλο βέβαια συνέβηκε στερνά από
τούτο,<br />γιατί τον Ορέστη βλέπω με το σπαθί στο χέρι μπρος<br />στο παλάτι
νάρχεται τώρα κατά εδώθε με γοργό βήμα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πού είν' εκείνος που σπαθί μου ξέφυγε έξω απ'
το σπίτι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βασιλιά, σε προσκυνώ σα βάρβαρος τα πόδια σου
φιλώντας.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στην Ίλιο δεν είμαστε, αλλά στου Άργους τη
χώρα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Παντού στους φρόνιμους γλυκύτερ' η ζωή παρά ο
Χάρος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν φώναξες διόλου στο Μενέλαο νάρθη
βοήθεια;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μάλλον για βοήθεια σου εφώναξα, τι πιο τ'
αξίζεις.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε του Τυνδάρεω η κόρη εχάθηκε δίκηα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δικαιότατα, κι' αν τρία λαρύγγια για σφάξιμο
είχε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Από φόβο εσύ με κολακεύεις, μα δεν σκέπτεσ'
έτσι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί; Μη δεν αφάνισε σαν την Ελλάδα τους
Φρύγες;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ορκίσου πως δεν το λες για χάρη μου, ειδέ θα
σε σκοτώσω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στην ψυχή μου ορκίζομαι, πούν' ο ιερώτερός μου
όρκος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το σπαθί και στην Τροία οι Φρύγες έτρεμαν το
ίδιο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το σπαθί μέριασε· στης αστραψιές τ' αγναντεύω
το χάρο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σαν τη Γοργώ ν' αντίκρυζες σκιάζεσαι μη γίνης
πέτρα;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πιότερο μη φονευθώ φοβάμαι· της Γοργούς δεν
ξέρω την όψη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σκλάβος, το χάρο φοβάσαι που απ' τα βάσανα
θάβγης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κάθε άνθρωπος κι' ο σκλάβος χαίρεται το φως ν'
αγναντεύη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Καλά τα λες· σε σώζει η γνώση σου. Μόν' έμπα
στο σπίτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε δεν θα με σκοτώσης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι. Σούδωκα χάρη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά καλός λόγος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αν δεν μετανοιώσω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΦΡΥΞ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι, όμορφος λόγος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άμυαλος είσαι αν λογιάζης πως θα ήθελα το
λαιμό σου<br />να αιματώσω, γιατί συ ούτ' άνδρας είσαι ούτε γυναίκα.<br />Όσο για
σας απ' το παλάτι πετάχθηκα μην ξεφωνήστε,<br />γιατί σαν τα ξεφωνητά σας άκουε τ'
Άργος θα σηκωνότουν^<br />μα τον Μενέλαο δεν τον φοβάμαι το σπαθί μου όσο
φθάνει.<br />Ας ερθή, καμαρώνοντας την ξανθή του κόμη στους ώμους.<br />Γιατί αν
φέρη στο σπίτι τούτο μαζωχτούς Αργείους<br />για να εκδικήση της Ελένης το φόνο
κι' αν δεν θελήση<br />να σώση εμέ, την αδελφή και τον Πυλάδη, που συνεργός
μου<br />ήταν, δυο θα ιδή πτώματα, της κόρης και της γυναικός του.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, αλλοί, μεγάλη<br />δυστυχιά! Η
γεννειά<br />των Ατρειδών πέφτει πάλι<br />σε φρικτό σπαραγμό.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">1ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι να κάνουμ' εμείς τώρα;<br />Να δώσουμ' είδηση
στη Χώρα;<br />Ή να κρατήσουμε σιωπή;</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">2ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Η σιωπή πιο φρόνιμ' είναι.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">1ον Ημίχορον</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Νά, στο σπίτι εκεί πέρα,<br />νά, καπνός εις τον
αιθέρα<br />υψώνεται κ' είδηση δίνει<br />πως κάτι άλλο θάχη γίνει.</span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">2ον Ημίχορον </span>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δάδες ανάφτουν ολοένα<br />σαν να θέλαν
κυκλωμένα<br />στη φωτιά νάχουν τα παλάτια<br />του Ταντάλου κι' όλο εκεί
σφάζουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο θεός στους θνητούς σημαδεύει<br />το τέλος που
θέλει. Η δύναμή του<br />είναι τρανή, θεός κάποιος παιδεύει<br />το σπίτι αυτό μέσ'
στο αίμα. Ποινή του<br />για του Μυρτίλου το φόνο λαβαίνει,<br />που σκοτώσαν απ' τ'
άρμα γκρεμνώντας.<br />Το Μενέλαο βλέπ' όμως να πγαίνη<br />προς το σπίτι τρεχάτος,
μαθόντας<br />ίσως ό,τι εσυνέβηκε. Κλείστε<br />με τα μάνταλα, ω Ατρείδες, της
πόρτες,<br />σεις που κει μέσα τώρ' είστε.<br />Φοβερός ο καλότυχος είναι<br />σ'
όσους, Ορέστη, όπως συ<br />δυστυχία παραδέρνει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Έρχομαι μαθόντας τα σκληρά κι' αυθάδη
έργα<br />των δυο λιονταριών, γιατί ανθρώπους εγώ δεν τους λέω.<br />Για τη γυναίκα
μου άκουσα να λεν πως δεν σκοτώθη,<br />μ' αναλήφθηκε· μάταιη φήμη που ένας
σαστισμένος<br />από φόβο μου ανάγγειλε. Αλλ' αυτά τέχνες είναι<br />του μητροκτόνου
και μόνο περγέλιο. Κανείς σας το σπίτι<br />ας ανοίξη! Τους δούλους προστάζω να
σπάσουν της πόρτες<br />για να γλυτώσω απ' τα χέρια αυτών, των φονηάδων,<br />την
κόρη μου τουλάχιστον και να ξαναύρω τη δύστυχή μου<br />γυναίκα. Απ' το χέρι μου
οι φονηάδες της θα σκοτωθούνε.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αι! συ! Μην αγγίζης της κλειστές πόρτες. Σ'
εσένα το λέω,<br />Μενέλαε, πώχεις αυθάδεια σαν κάστρο, ειδ' αλλέως<br />το κεφάλι
σου ψηλά εδώθε απ' τον τοίχο θα σπάσω<br />με την κορνίζα κτυπώντας το της παληάς
στέρεης στέγης.<br />Οι πόρτες με μάνταλα καλά είναι κλεισμένες· θ' ανθέξουν<br />σε
κάθε σου αγώνα και στο σπίτι εσύ μέσα δεν θάμπης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω! τ' είν' αυτό; Τη λάμψη βλέπω από φλόγες κι'
απάνω<br />στου σπιτιού την κορφή σαν πύργο βλέπω άνδρες<br />που κρατάν το σπαθί
στο λαιμό της κόρης μου απάνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Να μ' ερωτήσης θέλεις ή μήπως να μ'
ακούσης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κανέν' από τα δυο. Μα πρέπει, ως βλέπω, να σ'
ακούσω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Την κόρη σου εγώ θα σκοτώσω, αν θες να
ξέρης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Την Ελένη έχοντας σκοτώσει κι' άλλο θα κάνης
φόνο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είθε να το μπορούσα, αν οι θεοί δεν μ'
απατούσαν!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αρνιέσαι πως την σκότωσες και λες αυτό να με
χλευάσης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Με λύπη βέβαια τ' αρνιέμαι. Είθε να το
μπορούσα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Να κάμης τι; Μεγάλο δίνεις μου τρόμο,
αλήθεια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Στον Άδη να γκρεμίσω το ντρόπιασμ' αυτό της
Ελλάδος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Της γυναίκας μου το κορμί δος μου στον τάφο να
το βάλω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Απ' τους θεούς ζήτα το. Την κόρη θα
σκοτώσω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ο μητροκτόνος φόνο πάνω στο φόνο κάνει!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τον πατέρα μου εκδικιέμαι, που πεθαμμένο
επρόδωκάς τον.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Της μάννας σου λοιπόν ο φόνος αρκετός δεν σου
ήταν;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποτέ δεν θ' αποκάμω σκοτώνοντας κακές
γυναίκες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και συ, Πυλάδη, συνεργός εστάθηκες στο φόνο
τούτο;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Η σιωπή του το βεβαιώνει. Φτάνει που εγώ το
λέω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι όμως ατιμώρητος, αν σε φτερά επάνω δεν
φύγης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν θα φύγουμε, αλλά φωτιά θα βάλουμ' εμείς
στο παλάτι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το πατρικό σου λοιπόν σπίτι συ ο ίδιος θα
ρημάξης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Για να μη τώχης εσύ. Και τούτη στη φωτιά θα
σφάξω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σκότωσ' την λοιπόν, κι' ως το τολμήσης ξέρω να
σε παιδέψω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τούτο θα γίνη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, αλλοί! να μην το κάμης.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σώπα λοιπόν κ' υπόμενε συφορά δίκηα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και συ, δίκηο να ζήσης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και τη γη να εξουσιάζω τούτη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ποια γη;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το Πελασγικό το Άργος τούτο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Το νερό του καθαρμού θαγγίξης συ;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Γιατί όχι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και τα σφάγια θα θυσιάζης πριχού απ' τη
μάχη;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μην είσαι εσύ άξιος να το κάμης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αμόλυντα έχω τα χέρια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι όμως και της σκέψεις.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος θα σου μιλούσε;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όποιος τον πατέρα μου αγαπάει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μα όποιος στη μάννα του έχει σέβας; </span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Είναι ‘τός ευτυχισμένος;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ώστε συ δεν είσαι; </span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια οι κακές γυναίκες δεν μ'
αρέσουν.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μάκρυνε απ' την κόρη μου το σπαθί αυτό.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πλανιέσαι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Την κόρη μου ώστε θέλεις να σκοτώσης;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τώρα δεν πλανιέσαι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί μου! τι θα κάμω;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Πήγαινε και πείσε τους Αργείους . . .</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τι να τους πείσω;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Η πόλη κ' εμάς να μη σκοτώση.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ή την κόρη μου θα θανατώστε;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Άμοιρη Ελένη!</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μη κ' εγώ τάχα το ίδιο άμοιρος δεν
είμαι;</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σου ξανάφερα το θύμα σου απ' τη Φρυγία . .
.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Οι θεοί θέλησαν έτσι.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Τραβώντας μύριους κόπους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Όχι όμως για μένα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Σκληρά υπόφερα.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Δεν μούδωκες βοήθεια</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Με κρατείς στα χέρια.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Συ ο ίδιος μέσ' την κακία σου πιάστηκες. Μα
μπρος, Ηλέκτρα,<br />βάλε φωτιά στο σπίτι αυτό! Και συ, Πυλάδη, πιο πιστέ
μου<br />φίλε, κάψε τα κουφώματα απ' τους τοίχους τούτους.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω γη των Δαναών, που θεμελίωσαν τ' αλογοτρόφο
τ' Άργος<br />δεν τρέχετε βοήθεια να δόστε αρματωμένοι;<br />Γιατί τούτος βίαν
εργάζεται σ' όλη την πόλη<br />για να ζήση φρικτός σαν στάθηκε μητροκτόνος.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μενέλαε, πράυνε, την ωργισμένη καρδιά. Εγώ ο
Φοίβος <br />ο γυιός της Λητούς μπροστά σου είμαι κ' εγώ σου κρένω.<br />Και συ που
ωπλισμένος την κόρη αυτή φοβερίζεις, Ορέστη,<br />στάσου κι' ό,τι θα σου πω
αφοκράσου. Αλήθεια, η Ελένη<br />που να σκοτώσης ποθούσες με το Μενέλαο άγρια
ωργισμένος<br />και που σου ξέφυγε, είν' αυτό τ' άστρο που μέσα στα βάθη<br />του
αιθέρα το βλέπετε. Εσώθη κι' απ' τα δικά σου τα χέρια<br />δεν σκοτώθηκε. Ο ίδιος
την έσωσα εγώ κι' απ' το σπαθί σου<br />την άρπαξα κατά προσταγή του πατέρα του
Δία. Γιατί όντας<br />κόρη του Δία πρέπει να ζήση αθάνατη κ' έτσι θα μένη<br />στα
βάθη του αιθέρα με τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη<br />για τους ναύτες καλόβολη.
Μενέλαε, συ πάρε άλλη γυναίκα<br />σύντροφό σου στο σπίτι, γιατί οι θεοί τόσους
φόνους έφεραν<br />στους Έλληνες και τους Φρύγες για την ομορφιά της<br />εκείνης,
ώστε τη γη ν' απαλλάξουν από πλήθος αυθάδεις.<br />Αυτά για την Ελένη. Και συ,
Ορέστη, πρέπει<br />τα σύνορα να διαβής της χώρας τούτης και να μείνης<br />στους
Παρρασίους ως ενός χρόνου κύκλος να γίνη.<br />Και τ' όνομά της η εξορία σου στη
χώρ' αυτή θα δώση<br />κι' Ορεστία θα την λεν οι Αρκάδες. Κι' από κείθε<br />στην
πόλη θα πας των Αθηναίων για να δώσης λόγον<br />για της μάννας σου το φόνο εις
της τρεις της Ευμενίδες.<br />Οι θεοί θάναι δικασταί της δίκης και θα
βγάλουν<br />τη σεβάσμιαν απόφαση στο λόφο του Αρεως, όπου<br />συ θα κερδήσης. Κ'
είναι της μοίρας την Ερμιόνη<br />να πάρης γυναίκα, που το σπαθί έχεις στο λαιμό
της.<br />Κι' ο Νεοπτόλεμος, που το λογιάζει δεν θα την πάρη.<br />Το γραφτό του
είναι από δελφικό σπαθί κάποιο να πάη<br />σαν θαρθή να μου ζητήση εκδίκηση να
λάβη του Αχιλλέα<br />του πατέρα του. Δόσε στον Πυλάδη, ως του έχεις<br />τάξει, την
αδελφή σου, κ' η ζωή τους θάν' ευτυχισμένη.<br />Μενέλαε, άφησ' τον Ορέστη να
κυβερνάη το Άργος<br />και ξαναγύρισε στη Σπαρτιατική γη να βασιλεύσης<br />και
κράτα την προίκα της γυναίκας, π' ως τα τώρα<br />σ' αμέτρητους κι' ατέλειωτους σ'
έρριξε αγώνες,<br />θα συμβιβάσω εγώ τη διαφορά του με την πόλη,<br />γιατί τον
ανάγκασα εγώ ο ίδιος στης μάννας του το φόνο.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω προφήτη Λοξία, μαντευτής λοιπόν δεν
ήσουν<br />ψεύτης στους χρησμούς, μ' αληθινός. Κι' όμως φοβούμουν<br />μην επήρα για
φωνή σου τη φωνή Δαίμονα κάποιου.<br />Μα όλα καλά τελειώνουν και το λόγο σου θ'
ακούσω.<br />Την Ερμιόνη ιδού απ' το θάνατο βγάνω<br />και γυναίκα θα την πάρω σαν ο
πατέρας της το στέρξη.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Ω του Δία θυγατέρα, Ελένη, χαίρε!
Ευτυχισμένη<br />εγώ σε λέω που κατοικείς το μακάριο των θεών τόπο.<br />Ορέστη, σου
δίνω την κόρη μου σαν ο Φοίβος το προστάζει.<br />Άντρας από καλή γεννειά γυναίκας
αρχοντογεννημένης<br />ας ευτυχήσης όμοια όπως κ' εγώ που σου τη δίνω.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Μπρος λοιπόν, όπου τον στέρνω, ο καθένας σας
ας πάη<br />κι' αφήστε της φιλονεικίες.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Να υπακούσουμε πρέπει.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Κ' εγώ το ίδιο υπακούω. Υποτάζομαι στη
μοίρα,<br />Μενέλαε, τη δική μας και στους χρησμούς σου, Απόλλων.</span>
</dd><dd><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span></i>
</dd><dd><span style="font-size: 16pt;">Και την ωραιότερη απ' της θεές, την Ειρήνη,
τιμήστε.<br />Όσο για με, τον πόλο διαβαίνοντας των λαμπρών άστρων<br />την Ελένη θα
πάω στου Δία τα δώματα, όπου με την Ήρα<br />και την Ήβη, του Ηρακλή τη γυναίκα,
θεά κι' αυτή θάναι<br />για τους ανθρώπους, τιμάμενη πάντα με προσφορές των<br />κι'
αγρυπνώντας στο πέλαγο με τους Τυνδαρίδες,<br />του Δία τους γυιούς, κάθε ναύτη
βοήθεια θενάναι.</span>
</dd>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω πανσεβάσμια Νίκη,<br />πάντα συντρόφευε τη ζωή
μου<br />και μη ποτέ παύης<br />να με στεφανώνης.</span> </dt>
</dl>
<div align="center" class="MsoNormal" style="mso-line-height-alt: 15.0pt; text-align: center;">
<span style="font-size: 16pt;">
<hr align="center" size="2" width="100%" />
</span></div>
<dl>
<dt style="margin-top: 60pt;"><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων
Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά
χρονικά. Για πρώτη φορά προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό,
η αρχαία ελληνική σκέψη (Ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα,δικανικός και
πολιτικός λόγος) σε δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές
του τόπου, στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο.
Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων,ο
Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο
Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των
Πολυλά,Ραγκαβή, Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη,
Καμπάνη,Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως,
Τσοκόπουλου,Σιγούρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου
τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην
Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span></b><span style="font-size: 16pt;"> Το πιο πολύπλοκο και νεωτεριστικό δράμα, ίσως, του
Ευριπίδη. Ο Ορέστης καταδικάζεται σε θάνατο από τους Αργείους, ενώ ο θείος του
Μενέλαος τους εγκαταλείπει, από δειλία. Εξαγριωμένος από τη στάση του Μενελάου ο
Ορέστης θέλει να σκοτώση τη σύζυγό του και την κόρη του Ερμιόνη. Τελικά
μεταπείθεται από τον από μηχανής Θεό και παντρεύεται την Ερμιόνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
<br />ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 60pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ
10</span>
</dt>
</dl>
<div align="center" class="MsoNormal" style="mso-line-height-alt: 15.0pt; text-align: center;">
<span style="font-size: 16pt;">
<hr align="center" size="2" width="100%" />
</span></div>
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) Η έκδοση στην πρώτη σελίδα του βιβλίου
αναφέρει τον Ιωάννη Ζερβό ως μεταφραστή. Όμως το εξώφυλλο και όλοι οι
τιμοκατάλογοι Φέξη αναφέρουν τον Η.Βουτιερίδη. Παρ’ όλα αυτά θα πρέπει να
σημειωθεί ότι η περίληψη στην αρχή υπογράφεται από Ζ.</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-66259222426620602532013-09-04T06:42:00.002-07:002013-09-04T06:42:04.226-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ: ΚΥΚΛΩΨ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ: ΚΥΚΛΩΨ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο «Κύκλωψ» του Ευριπίδη είναι το μοναδικό σατυρικό δράμα
που σώζεται ολόκληρο.Τα σατυρικά δράματα αντλούσαν το υλικό τους, όπως και οι
τραγωδίες, από το χώρο της μυθολογίας, με τη διαφορά ότι σε αυτά συχνά
παρωδούνταν πρόσωπα και καταστάσεις, ενώ η παρουσία χορού Σατύρων εγγυόταν τη
δημιουργία μιας εύθυμης και εορταστικής ατμόσφαιρας. Στο συγκεκριμένο έργο ο
Ευριπίδης δραματοποιεί τα γεγονότα της ραψωδίας ι της «Οδύσσειας», όπου ο
Οδυσσέας παγιδεύεται στη σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου. Ο Οδυσσεύς επιστρέφων από
την Τροία, μετά την άλωσιν της πόλεως, ρίπτεται υπό της τρικυμίας εις τας ακτάς
της Σικελίας, και προ του σπηλαίου εις το οποίον κατοικεί ο Κύκλωψ Πολύφημος.
Απουσιάζοντος του Κύκλωπος εις κυνήγιον, ο Οδυσσεύς ζητεί από τους Σατύρους
τροφάς προσφέρων εις αντάλλαγμα οίνον. Φθάνει όμως ο Κύκλωψ, ο οποίος κατατρώγει
δύο από τους συντρόφους του Οδυσσέως. Αλλ' ο Οδυσσεύς κατορθώνει να τον μεθύση
και να τον τυφλώση και τοιουτοτρόπως φεύγει με τους συντρόφους του και με τους
Σατύρους.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ</span><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />ΧΟΡΟΣ
ΣΑΤΥΡΩΝ<br />ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />ΚΥΚΛΩΨ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ Υ Κ Λ Ω Ψ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η σκηνή παριστά χώρον προ του άντρου του
Πολυφήμου εις την Αίτναν<br />της Σικελίας. Η παραλία δεν απέχει πολύ).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Ω Βρόμιε Βάκχε, βάσανα που τα
τραβώ για σένα<br />απ' τον καιρό που ώρθωναν τα νειάτα το κορμί μου.<br />Πρώτα
όταν σου έστειλεν η Ήρα τη μανία<br />κι' από της Νύμφαις έφυγες που σ' είχαν
αναθρέψη·<br />Έπειτα όταν στο πλάι σου, αλήθεια παλληκάρι<br />μαζή σου επολέμησα,
και υπερασπιστής σου<br />σκότωσα τον Εγκέλαδο με μία κονταριά μου<br />στη μέση της
ασπίδας του. Άραγε αλήθεια λέω<br />ή μήπως τάχα όλα αυτά τα είδα στ' όνειρό
μου;<br />Όχι, δεν λέω ψέμματα· τα λάφυρα τα είδε<br />ο Βάκχος, που του τάδειξα. Μα
πιο πολλά απ' όλα<br />τώρα τραβώ για χάρι σου. Γιατί όταν η Ήρα<br />έστειλε
Τυρρηνούς ληστάς για να σε κυνηγήσουν<br />και να σε φέρουνε μακρυά, μακρυά σε
τόπους ξένους<br />μόλις εγώ το έμαθα, επήρα τα παιδιά μου<br />και με το πλοίο
ξεκίνησα να σε ζητήσω. Ο ίδιος<br />εις το τιμόνι εκάθησα, στην πρύμη. Τα παιδιά
μου<br />στο κάθισμα των ερετών γερό κουπί ετραβούσαν<br />και άσπριζαν με τον αφρό
το κύμα το γαλάζιο.<br />Κι όλα αυτά για ναύρωμε εσένα, ω βασιλιά μου.<br />Μα εκεί
που πλησιάζαμε στην άκρη του Μαλέα<br />άξαφνα επήρε δυνατός στο πλάι
απηλιώτης<br />και το καράβι έρριξε σ' αυτήν εδώ την ξέρα<br />της Αίτνας, όπου
κάθονται σ' έρημα σπήλαια μέσα<br />οι Κύκλωπες, μονόφθαλμοι, παιδιά του
Ποσειδώνος,<br />που τους θνητούς σκοτώνουνε και δεν χορταίνουν αίμα.<br />Ένας
λοιπόν από αυτούς μας έπιασε, και τώρα<br />σαν δούλοι τον δουλεύομε· Πολύφημο τον
λένε,<br />αυτόν που έγινε αφέντης μας. Δεν έχει πια μεθύσι,<br />δεν έχει πια ούτε
χορούς ούτε τραγούδια τώρα...<br />Τώρα εκαταντήσαμε να βόσκωμε κοπάδια<br />αυτού
του αθλίου Κύκλωπα. Σαν νέα τα παιδιά μου<br />τα πρόβατα τα πρώιμα πηγαίνουν να
βοσκήσουν<br />πέρα στης άκραις των Βουνών. Κ' εγώ σαν γέρος πούμαι<br />μένω εδώ
πίσω στη σπηληά, το σπίτι να σαρώνω<br />και να γεμίζω τα βουτσιά και να δουλεύω
ακόμα<br />στα δείπνα, τα ανόσια του Κύκλωπα. Και τώρα<br />πρέπει ό,τι επρόσταξε να
κάμω· να σαρώσω<br />με αυτήν την σκούπα μου εδώ όλο το σπήλαιο, ώστε<br />όταν
γυρίση ο αφέντης μου ναύρη καθάρια όλα,<br />γι' αυτόν και για τα πρόβατα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Βλέπει προς το βάθος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα, να και τα παιδιά μου<br />βλέπω που με τα
πρόβατα γυρίζουν. Μα τι τρέχει;<br />Τι θόρυβος είναι αυτός; Χορεύετε, παιδιά
μου,<br />όπως εκείνον τον καιρό, που, συνοδεία του Βάκχου<br />εις της Αλθαίας
πηγαίνατε το σπίτι με τραγούδια<br />που τα συνώδευε εύθυμα της λύρας σας ο
ήχος;</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΣΑΤΥΡΟΙ — ΣΕΙΛΗΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο χορός φαίνεται απευθυνόμενος κατ' αρχάς
προς τα πρόβατα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ ΣΑΤΥΡΩΝ<br />ευγενικό
βλαστάρι<br />ευγενικών γονέων,<br />τι τρέχεις μέσ' στους βράχους;<br />Εδώ γλυκό δεν
θαύρης<br />και δροσερό αεράκι<br />και κρύσταλλα νεράκια.<br />Γυρίσετε στη
στάνη<br />στου Κύκλωπα το άντρον που τα μικρά βελάζουν.<br />Ψιτ! θάρθης από
δώθε;<br />Τάχα μπορείς ν' αφήσης<br />τη δροσερή ραχούλα;<br />Ε! άκου, θα σ'
αρχίσω<br />στης πέτραις, να γυρίσης.<br />Γύρισε πίσω, τράγε<br />με τα μεγάλα
κέρατα,<br />στου Κύκλωπα τη στάνη.<br />Και συ, κατσίκα, στάσου<br />ν' αρμέξω τα
μαστάρια<br />που είναι γεμάτα γάλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δόσε τα στα μικρά σου<br />που όλην την
ημέρα<br />στη στάνη τους κοιμούνται<br />και νάρθης περιμένουν.<br />Πότε τ' ωραίο
λιβάδι<br />θ' αφήσης και στα βράχια<br />της Αίτνας θα γυρίσης;<br />Εδώ δεν είναι ο
Βάκχος<br />ούτε χοροί με θύρσους<br />ούτε τυμπάνων κρότοι<br />κοντά στης κρύαις
βρύσαις<br />ούτε γλυκό κρασάκι<br />και συντροφιές Νεράιδων.<br />Το Βακχικό
τραγούδι<br />της Αφροδίτης ψάλλω<br />και τρέχω να την εύρω<br />με συντροφιές της
Βάκχαις<br />πούχουνε τ' άσπρα πόδια.<br />Ω Βάκχε, αγαπημένε<br />που τάχα να
γυρίζης<br />τινάζοντας μονάχος<br />τα ολόξανθα μαλλιά σου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ενώ εγώ ο πιστός σου<br />στον Κύκλωπα
δουλεύω<br />με το πετσί του τράγου<br />στην πλάτη για μανδύα<br />μακρυά από σένα, ω
Βάκχε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Παιδιά μου, σιωπήσατε· και ειπέτε
εις τους δούλους<br />γρήγορα τα κοπάδια τους στο σπήλαιο να μαζέψουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(προς τους δούλους)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε! σεις, πηγαίνετε μπροστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(προς τον Σειληνόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι βιάζεσαι, πατέρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Παρατηρών προς την θάλασσαν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βλέπω εκεί κάτω χαμηλά κατά το
ακρογιάλι<br />ένα καράβι Ελληνικό και ναύταις που πηγαίνουν<br />πίσω από έναν
αρχηγό. Προς τη σπηληά τραβούνε<br />και φέρνουν στο κεφάλι τους άδεια δοχεία και
στάμναις.<br />Βέβαια δεν θα ξέρουνε ο αφέντης μας τι είναι,<br />γι' αυτό εδώ μας
έρχονται να πέσουνε στα δόντια<br />του ανθρωποφάγου Κύκλωπα. Αλλ' όμως
ησυχάστε<br />να μάθωμε οι ανθρώποι πώς βρέθηκαν στην Αίτνα.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ — ΟΔΥΣΣΕΥΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Οδυσσεύς και οι σύντροφοί του εμφανίζονται
όπως ανηγγέλθησαν από<br />τον Σειληνόν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ξένοι, κανένας από σας μπορούσε να
μας δείξη<br />πού ένα ποτάμι θαύρωμε τη δίψα μας να σβύση<br />και αν μπορή κανένας
σας να μας πουλήση κάτι<br />να φάμε γιατί — ναυαγούς — μας θέρισεν η
πείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Βλέπει, καλλίτερα τους Σατύρους).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά τι βλέπω; έτυχα σε τόπο που
λατρεύει<br />τον Βάκχο. Βλέπω Σάτυροι στην είσοδο του άντρου...<br />Και
πρώτα·πρώτα χαιρετώ τον γεροντότερό σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Χαίρε, ω ξένε. Από που και ποιός
είσαι πες μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Απ' την Ιθάκη. Ο Οδυσσεύς, των
Κεφαλλήνων άναξ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Σε ξέρω, του Σισύφου γυιός και
ξακουστός στα λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ναι, εγώ είμαι εκείνος, γέροντα.
Αλλ' όμως μη με βρίζεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Και πώς εδώ ευρέθηκες στη
Σικελία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Γυρίζω<br />από της Τροίας τον
πόλεμο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Και πώς; Δεν τον γνωρίζεις<br />τον
δρόμο της πατρίδας σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕYΣ<br />Τον ξέρω, αλλά του ανέμου<br />από
τον δρόμο μ' έβγαλε η ορμή!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αλλοίμονο σας<br />την ίδια τύχη
είχαμε..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Και συ τα ίδια είχες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Ναι. Εκυνηγούσα τους ληστάς που
αρπάξανε τον Βάκχο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ποιά είναι η χώρα που είμαστε, και
ποιοί την κατοικούνε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Η Αίτνα, το ψηλότερο της Σικελίας
μέρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Και πού είναι της πόλεως τα τείχη
και οι πύργοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Δεν είναι τίποτε απ' αυτά.
Άνθρωποι δεν υπάρχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Και ποιοί λοιπόν την κατοικούν;
Άγρια θηρία ίσως;..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Οι Κύκλωπες, σε σπήλαια κι' όχι σε
σπίτια μέσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ποιοί κυβερνούν; Ή είν' εδώ ο
όχλος κυβερνήτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Είναι βοσκοί. Κανένας τους δεν
υπακούει στον άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Πώς ζούνε; Στάχυα σπέρνουνε της
Δήμητρας στη γη τους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Με γάλα ζούνε και τυρί και με το
κρέας των ζώων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Πιοτό του Βάκχου έχουνε, κρασί από
ταμπέλια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Καθόλου. Είναι αχάριστη η γη που
κατοικούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Είναι άρά γε φιλόξενοι; Τους
δέχονται τους ξένους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Λένε ότι γλυκύτερο είναι το κρέας
των ξένων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Τι λες; ώστε αλήθεια, εδώ είναι
ανθρωποφάγοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Κανείς δεν βρέθηκε εδώ που να μην
τονε σφάξουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κι' ο Κύκλωψ που να βρίσκεται;
Μήπως στο σπήλαιο μέσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Στην Αίτνα με τους σκύλλους του
επήγε για κυνήγι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ξέρεις τι θέλω από σε, για να
σωθούμε όλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Δεν ξέρω· αλλά πρόσταξε. Προς
χάριν σου θα γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Πουλήσατε μας τρόφιμα που έχουμε
ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Σου είπα πως δεν έχουμε παρά
μονάχα κρέας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κι' αυτό καλό· την πείνα μας
μπορεί να ησυχάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Μα και γιαούρτι και τυρί και γάλα
γελαδίσιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Τώρα να γίνη η αγορά ενόσω είναι
μέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Και συ όμως για πληρωμή πόσο
χρυσάφι δίνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Χρυσάφι όχι. Έχω κρασί για πληρωμή
να δώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αυτό είναι καλλίτερο. Καιρό έχομε
να πιούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ο Μάρων μου το έδωκε, ο γυιός του
Διονύσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Εκείνος που ανέθρεψα εγώ στην
αγκαλιά μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ο γυιός του Βάκχου, αν ζητάς
καλλίτερα να μάθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Και στο καράβι το άφησες, ή το
κρατείς μαζή σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Το έχω μέσα στο ασκί ετούτο,
γέροντα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αυτό ούτε το στόμα μου δεν φτάνει
να γεμίσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Έχω ακόμα δυο φορές τόσο και άλλο
τόσο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Καλή είναι η βρύση όπως λες· την
χαίρεται η καρδιά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Θέλεις λιγάκι απ' αυτό να
δοκιμάσης πρώτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Καλά το λες. Η δοκιμή την όρεξι
ανοίγει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Καλά που έφερα, μαζή με τον ασκό,
ποτήρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Βάλε μου, κουδουνίζοντας, να πιω
να το θυμάμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Να, πάρε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Μωρέ τ' είναι αυτό; Τι μυρωδιά την
έχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Είδες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Δεν είδα· εμύρισα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Πιε τώρα, όχι με λόγια<br />μονάχα
να το επαινής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Μούρχεται να χορέψω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Σου βράχηκε ο λάρυγγας
καλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Έως τα νύχια<br />τη γλύκα του
αισθάνθηκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Μαζή μ' αυτό και χρήμα,<br />αν
θέλης, θα σου δώσωμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Άδειασε το ασκί σου<br />και κράτα
το χρυσάφι σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Φέρ το τυρί σας τώρα<br />και
πρόβατο νεογέννητο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αμέσως θα το κάμω<br />και αν πης
για τον αφέντη μου, διόλου δεν με μέλει.<br />Για ένα ποτήρι απ' αυτό δίνω όλα τα
κοπάδια<br />του Κύκλωπα και δέχομαι στη θάλασσα να πέσω<br />σαν νοιώσω πως βλέφαρα
βαρύνει το μεθύσι.<br />Όποιος δεν πίνει το κρασί, σωστά τρελλός θα
είναι.<br />Γιατί μονάχα το κρασί στον έρωτα σε σπρώχνει<br />και στο χορό, και
λησμονείς κάθε κακό στον κόσμο.<br />Και τώρα που το ευρήκα εγώ δεν θα το
παραιτήσω<br />κι' ας κάνη ό,τι θέλει ο Κύκλωπας με τώνα του το μάτι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις το σπήλαιον διά να φέρη το
τυρί και το κρέας).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ — ΟΔΥΣΣΕΥΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και τώρα ας πούμε τίποτα ως νάρθη να
τα φέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Λέγετε ό,τι θέλετε σαν φίλοι σ'
ένα φίλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Την Τροία την επήρατε, καθώς και την
Ελένη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Όλην την οικογένεια πιάσαμε του
Πριάμου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και όταν η νέα έπεσε στα χέρια σας,
βεβαίως<br />όλοι θα την χορτάσατε καθείς με τη σειρά του<br />γιατί αυτής της άρεσε
άνδρες πολλούς ν' αλλάζη,<br />η άπιστη που τα βρακιά του Πάρι όταν είδε<br />να
κατεβαίνουνε πλατιά στης γάμπαις του και όταν<br />ένα χρυσό περιδέραιο εις τον
λαιμόν του είδε<br />τάχασε αμέσως κι' άφησε τον άνδρα τον καλό της.<br />Είθε να μη
βρισκότανε στη γη καμμιά γυναίκα<br />παρά για μένα μοναχά.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Οι αυτοί — Εμφανίζεται ο ΣΕΙΛΗΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάρε απ' τα κοπάδια μας, ω βασιλιά, ό,τι
βγάζουν<br />πάρε αρνάκια τρυφερά, και βούτυρο και γάλα<br />και άφθονα τυριά μαζή.
Και φύγετε αμέσως<br />μακρυά από το σπήλαιον. Άφησε το κρασί σου<br />για πληρωμή,
Ω, τ' είναι αυτό; τι βλέπω εκεί κάτω<br />Ω, δυστυχία! ο Κύκλωπας. Και τώρα; τι θα
γίνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Αλλοίμονο, εχαθήκαμε. Πού να
κρυφτούμε τώρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Κρυφτήτε μέσα στη σπηληά. Μπορεί
να μη σας νοιώση!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Μου φαίνεται στα δίχτυα του μας
ρίχνει η συμβουλή σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Όχι, γιατ' έχει η σπηλιά πολλούς
κρυψώνες μέσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κι' όμως δεν πρέπει· αν μάθαινε η
Τροία πως ένα άνδρα<br />έτσι εφοβηθήκαμε θα μας παραπονοιόταν.<br />Εγώ με την
ασπίδα μου πολλές φορές ως τώρα<br />χιλιάδες Φρύγας έβαλα μπροστά. Και τώρα αν να
πεθάνω<br />είναι γραφτό, τουλάχιστον θα πέσουμε σαν άντρες,<br />Ή την ζωή αν
σώσωμε, μα τίμια θα σωθούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αποσύρονται εις το βάθος)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ς'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Ο ΧΟΡΟΣ των ποιμένων — Ο ΚΥΚΛΩΨ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισερχόμενος ο Κύκλωψ αποτείνεται προς τους
χορεύοντας Σατύρους)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ε, σεις! Καθήστε φρόνιμα! τι είναι
αυτό το γλέντι,<br />και οι χοροί; Διόνυσος δεν είν' εδώ. Σταθήτε,<br />δεν είναι
ούτε τύμπανα από χαλκό, ούτε κρίκοι.<br />Τι κάνουν τα νεογέννητα αρνάκια μέσ' στο
άντρον;<br />Βυζαίνουν της μητέραις τους και παίζουν στο πλευρό τους;<br />Είναι
γεμάτα από τυρί τα σχοίνινα καλάθια;<br />Τι λέτε; Πώς;... Δεν απαντά κανείς σας;
Μήπως πρέπει<br />με το ματσούκι μου αυτό ν' αρχίσω τα πλευρά σας<br />νάχωμε πάλι
κλάμματα; Σηκώσετε τα μάτια<br />και μην κυττάζετε στη γη...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Να, βλέπομε απάνω<br />έως τον Δία, και
στ' ουρανού τα άστρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Το τραπέζι<br />είν' έτοιμο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είναι έτοιμο. Όρεξι φθάνει
νάχης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Και οι κρατήρες έτοιμοι; Είναι
γεμάτοι γάλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και το πιθάρι ολόκληρο, αν
θέλης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Είναι γάλα<br />της προβατίνας,
βωδινό, ή ανακατωμένο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Απ' ό,τι θέλεις· μοναχά εμάς να μη
ρουφήξης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Εσείς δεν μου χρειάζεσθε. Με τα
πηδήματα σας<br />μπορείτε να ξεσκίσετε τα βάθη της κοιλιάς μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Έξαφνα βλέπει τους Έλληνας και τον Σειληνόν ο
οποίος φαίνεται ότι<br />τους διώχνει).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε!; τι είναι εκεί κάτω αυτοί που βλέπω στη
σπηληά μου;<br />Λησταί ή κλέφτες βγήκανε στον τόπο μας; τι βλέπω;<br />Ταρνιά μας
εις το σώμα τους δεμένα με καλάμια·<br />και η στάμναις μας με το τυρί γεμάταις...
Και ο γέρος<br />ο φαλακρός, που στέκεται με τα πρησμένα μούτρα<br />φαίνεται πως
της έφαγε...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αλλοίμονο σ' εμένα!<br />Καίει το
κορμί μου του άμοιρου απ' της ξυλιές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Για στάσου!...<br />Ποιός, γέροντα, σ'
εχτύπησε;...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αυτοί εδώ που βλέπεις<br />γιατί εγώ
δεν ήθελα ν' αφήσω να σε κλέψουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Και πώς; Δεν ήξευραν αυτοί, πως είμ'
εγώ ο Κύκλωψ<br />θεός εγώ, θεών παιδί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Όλα αυτά τα είπα<br />του κάκου!
εκείνος άρπαξε τα πράγματα σου ως τόσω<br />και το τυρί σου έτρωγαν και έκλεβαν
ταρνιά σου.<br />Εσέ τον ίδιον έλεγαν πως με σχοινί θα δέσουν<br />τρεις πήχες, και
από το μάτι σου θα κάμουν να ξεράσης<br />τα σπλάγχνα σου και καμτσικιές θα
σούδιναν στη ράχη<br />και έπειτα θα σ' έρριχναν δεμένον στο καράβι<br />και δούλον
θα σ' επήγαιναν τον μύλο να γυρίζης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Αλήθεια; Τρέξε γλήγορα μαχαίρια ν'
ακονήσης·<br />μάζεψε ξύλα κι' άναψε φωτιά, γιατί σε λίγο<br />όλους θα σφάξω και
ζεστούς θα τους καταβροχθίσω<br />άλλους ψητούς στα κάρβουνα κι' άλλους βραστούς
στη χύτρα.<br />Πολύν καιρό ετρεφόμουνα με λάφια και λιοντάρια,<br />και έχω πάρα
πολύν καιρό να φάω ανθρώπου κρέας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Σωστά. Είναι καλλίτερο, αφέντη, το
καινούριο.<br />Πολύν καιρό έχουν ανθρώποι να ρθούνε στη σπηληά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ω Κύκλωψ, άκουσε και μας τους
ξένους. Πεινασμένοι<br />στον τόπο σου εβγήκαμε, λίγη τροφή ναυρούμε<br />και να την
αγοράσωμε με χρήμα. Αυτός που βλέπεις<br />μας πούλησε, όχι άθελα, το γάλα και
ταρνιά σου<br />και μείς κρασί του δώσαμε γι' ανταλλαγή και ήπιε·<br />τίποτα δεν
εκάμαμε διά της βίας, ο γέρος<br />ψέμματα λέει, γιατί κρυφά τον ηύρες να σε
κλέβη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Εγώ;... που να σ' εύρη
κακό...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Να μ' εύρη, αν λέω ψέμμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Στον Ποσειδώνα ορκίζομαι, στον
θείο σου πατέρα<br />και στον μεγάλον Τρίτωνα και στον Νηρέα κι' ακόμα<br />στην
Καλυψώ ορκίζομαι, και στου Νηρέως της κόραις,<br />στα κύματα, ω Κύκλωπα, σ' όλα
μαζή τα ψάρια<br />καλέ μου, αφεντάκη μου, ψέμματα είναι όλα.<br />Δεν πούλησα εγώ
τίποτα από τα πράγματα σου.<br />Να μη μου μείνη ένα παιδί, που ξέρεις πως τα
έχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Οι όρκοι σου απάνω σου αμέσως να
γυρίσουν.<br />Σε είδα με τα μάτια μου που τα πουλούσες· ψέμμα<br />αν λέη ο πατέρας
μας από κακού να πάη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(προς τον Κύκλωπα:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τους όρκους μην παραδεχθής. Μην αδικής τους
ξένους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ψέμματα λέτε. Μόνον αυτόν τον γέροντα
πιστεύω,<br />γιατί και απ' τον Ραδάμανθυν πιο δίκαιον τον έχω.<br />Αλλά θα μάθω
μόνος μου. Ποιοι είσθε σεις, ω ξένοι,<br />από που έρχεσθε, και ποιά η πατρίδα
σας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Η Ιθάκη,<br />είν η πατρίδα μας. Και
αφ' ου επήραμε την Τροία<br />τώρα από εκεί γυρίζαμε. Μα η τρικυμία, ω
Κύκλωψ,<br />στον τόπο σου μας έρριξε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ώστε είσθε σεις εκείνοι<br />που για
να ξαναφέρετε στη Σπάρτη την Ελένη<br />εφθάσατε ως το Ίλιον, στης όχθες του
Σκαμάνδρου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Εμείς, και ετραβήξαμε τόσα
δεινά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Εκστρατεία<br />κακή, αφού η αιτία της
μία γυναίκα ήτον<br />κ' επήγανε προς χάριν της ως την Φρυγία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Έτσι<br />ήτον το θέλημα του θεού.
Θνητός κανείς, δεν φταίει.<br />Και τώρα, ω γενναίο παιδί του Ποσειδώνος,
όλοι<br />εμείς σε ικετεύομεν και σε παρακαλούμε<br />όχι σαν δούλοι, αλλ' ακριβώς
ωσάν ελεύθεροι άνδρες<br />την θεία οργή να φοβηθής και να μη μας
σκοτώσης.<br />Γιατί εμείς, ω βασιλιά, εις την Ελλάδα όλη<br />τιμούμε τον πατέρα
σου και έχομε ναούς του<br />έως τα μακρυνώτερα του τόπου μας σημεία.<br />Απάτητος
και ιερός είναι ο λιμήν του κάτω<br />στο Ταίναρον και πάρα εκεί στην άκρη του
Μαλέα<br />κ' έπειτα και στο Σούνιον, που η Αθηνά μαζή του<br />έχει ναόν στο έδαφος
που βγάζει το ασήμι,<br />Άλλος ναός του και άσυλον στον Γεραιστόν της
Ευβοίας.<br />Αλλά δεν υποφέραμε την ύβριν που η Φρυγία<br />εις την Ελλάδα έκαμε. Η
δόξα μας δική του<br />επίσης είναι. Γιατί εσύ στον φλογισμένον βράχο<br />της
Αίτνης που είναι Ελληνική, κύριος είσαι. Νόμος<br />είναι για όλους τους θνητούς
να δέχωνται τους ξένους<br />που έπαθαν στη θάλασσα, να τους φιλοξενούνε<br />κι όχι
να τους σουβλίζουνε με των βωδιών της σούβλες<br />και να χορταίνουν με τροφή της
σάρκες των ανθρώπων.<br />Πολύν καιρό εδεκάτισε η Τροία την Ελλάδα,<br />και ήπιε το
αίμα των νεκρών που εσκότωνε το δόρυ<br />και άφησε γρηές χωρίς παιδιά, γυναίκες
χωρίς άνδρες.<br />Αν συ τους λίγους που έμειναν μέσ' στη φωτιά τους ρίξης<br />για
να τους φας, πού μένει πια κανείς να καταφύγη;<br />Όχι, άκουσε τα λόγια μου, ω
Κύκλωπα, και κράτει<br />τα δόντια σου· προτίμησε φιλάνθρωπος να μείνης<br />κι' όχι
να γίνης ασεβής. Γιατί πολλοί ως τώρα<br />από τα κέρδη τα κακά εβγήκαν
ζημιωμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ (προς τον Κύκλωπα:)<br />Άκου κ' εμέ
μια συμβουλή που θα σου δώσω, μία<br />μπουκιά απ' το κρέας του να μην αφήσης.
Κόψε<br />τη γλώσσα του και φάγε την να μάθης ν' αγορεύης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ (προς τον Οδυσσέα:)<br />Ε, ανθρωπάκο,
των σοφών θεός είναι ο πλούτος.<br />Όλα τα αλλά ανώφελα κι' άχρηστα λόγια
είναι.<br />Τι τάχα θα κερδίσω εγώ, αν ο πατέρας μου έχη<br />ναούς στα ακρωτήρια,
και τι μου τ' αραδειάζεις;<br />Εγώ του Διός τους κεραυνούς δεν τους φοβάμαι
διόλου<br />κι' ούτε καλλίτερο θεωρώ τον Δία από μένα.<br />Δεν λογαριάζω τίποτα.
Ξέρεις γιατί; Αν βρέξη<br />ο Ζευς, εγώ στο βράχο αυτόν πηγαίνω και τρυπώνω<br />κ
ένα μοσχάρι ψήνοντας ή τίποτα κυνήγι<br />το τρώω και ανάσκελα στο χώμα
ξαπλωμένος,<br />αφού αδειάσω ολόκληρο τον αμφορέα με γάλα,<br />έπειτα την κοιλιά
χτυπώ και με τον ήχο κάνω<br />Βροντές κ' εγώ και κεραυνούς ωσάν τον Δία. Και
όταν<br />πάλι άγριος ο βοριάς από τη Θράκη αρχίση<br />και με το χιόνι όλη τη γη
σκεπάση, εγώ χωμένος<br />μέσ' στων θηρίων τα δέρματα, φωτιά μεγάλη ανάβω<br />και
για το χιόνι του Διός καθόλου δεν με μέλει.<br />Η γη εξ ανάγκης, θέλοντας και μη,
χορτάρι βγάζει<br />να τρώνε τα κοπάδια μου, τα βώδια και ταρνιά μου.<br />Εγώ
κανένα απ' αυτά δεν θυσιάζω σ' άλλον<br />θεόν, γιατί καλλίτερον δεν ξέρω απ' την
κοιλιά μου.<br />Να τρώη, να πίνη, να γλεντά κανένας κάθε μέρα,<br />να μη χαλά για
τίποτα την όρεξί του, αυτό είναι<br />ο Ζευς για 'κείνον που έμαθε να ζη σ' αυτόν
τον κόσμο.<br />Εκείνοι που άλλους έκαμαν για τους ανθρώπους νόμους<br />και στη ζωή
τους έβαλαν ένα σωρό φροντίδες,<br />εκείνοι θέλουν κρέμασμα. Για χάρι τους
βεβαίως<br />εγώ δεν έχω όρεξι να σκάσω την καρδιά μου<br />και δεν θα μ'
εμποδίσουνε αυτοί να σε μασήσω.<br />Αυτήν την περιποίησί σου ετοιμάζω, ω
ξένε,<br />για να μην έχης άδικα παράπονα. Η φωτιά μου<br />και το καζάνι έτοιμο του
πατρικού σπιτιού μου<br />την σάρκα σου θα ντύσουνε και θα ζεστοκοπήσουν.<br />Έλα,
συρθήτε στη σπηληά, και γύρω απ' το βωμό μου<br />τρέξετε να ετοιμάσετε το
γεύμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Αλλοίμονο μας!<br />Σωθήκαμε απ' τον
πόλεμο κι απ' τη μανία του πόντου<br />και τώρα να μαλάξωμε μία καρδιά
ανθρώπου<br />δεν κατορθώνομε. Ω θεά του Δία θυγατέρα,<br />βοήθησε μας· κίνδυνοι
χειρότεροι απ' της Τροίας<br />μας απειλούν. Αλλά και συ που κατοικείς στα
άστρα,<br />ω Ζευ φιλόξενε, ιδέ τα βάσανα μας τώρα,<br />γιατί αν την βοήθεια που
σου ζητώ δεν δώσης<br />αδίκως σε λατρεύουνε, θεός εσύ δεν είσαι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις το σπήλαιον)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ζ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τα χείλη σου άνοιξε τα<br />που
κλείνουνε το στόμα<br />γιατί σε λίγο, ω Κύκλωψ,<br />θα είναι έτοιμες η
σάρκες<br />ψητές ή και βρασμένες<br />έτοιμες να της πιάνης<br />απ' τη φωτιά
απάνω<br />και να της κατεβάζης·<br />τα κόκκαλα θα σπάζης<br />των ξένων, που θα
βράσουν<br />μέσ' σε βωδιού τομάρι.<br />Μη μας καλείς μαζή σου<br />κράτησε μοναχός
σου.<br />ολόκληρο το πλοίο<br />της σάρκες φορτωμένο.<br />Ας φύγωμε απ'το
άντρον<br />κι' απ' της φρικτές θυσίαις<br />του Κύκλωπα που τρώει<br />της σάρκες των
ανθρώπων.<br />Τι άγριος πρέπει νάνε<br />εκείνος που σκοτώνει<br />τους ξένους που η
τύχη<br />τους έστειλε κοντά του<br />και ανήμερα τους κόβει<br />και σπα τα κόκκαλά
τους<br />με τασεβή του δόντια<br />και βράζει το κορμί τους<br />ή στη φωτιά το
ψήνει<br />κι' απ' την πυρά απάνω<br />τράβα τα κρέατα τους<br />και τα
καταβροχθίζει!</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Η'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />(Εξέρχεται ο Οδυσσεύς έντρομος από το
άντρον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ -ΧΟΡΟΣ<br />Ω Ζευ, ω Ζευ! πως να σας πω
τι είδα μέσ' στο άντρον<br />Βέβαια δεν θα πιστέψετε, πως είναι έργα
ανθρώπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τι τρέχει; τι είδες, Οδυσσεύ; Μήπως
οι σύντροφοι σου<br />δεν ζούνε πια; τους έφαγε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Άρπαξε δύο πρώτα<br />κι' αφ' ου
καλά τους έψαξε και με τα δυο του χέρια<br />και είδε ότι ήτανε κ' οι δυο
καλλίτερα θρεμμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω τους φτωχούς! Πώς έγινε το
πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Μόλις στο άντρον<br />εμπήκαμε,
άρχισε φωτιά ο Πολύφημος, νανάβη<br />ρίχνοντας μιας βελανιδιάς μεγάλης τα
κλωνάρια,<br />που τρία αμάξια δύσκολα μπορούσαν να κρατήσουν.<br />Έπειτα πλάι στη
φωτιά ένα κρεββάτι στρώνει<br />από έλατα, και έπειτα ένα κρατήρα επήρε<br />ίσον με
δέκα αμφορείς, αρμέγει της γελάδες<br />και τον γεμίζει κάτασπρο το γάλα. Και
κατόπιν<br />ένα ποτήρι ξύλινο από κισσό τρείς πήχες<br />το ύψος κι' άλλους
τέσσερες τουλάχιστον το βάθος.<br />Ένα καζάνι χάλκινο στη φλόγα απάνω
στήνει<br />και σούβλες που η άκρη τους ήτανε σιδερένια.<br />Και όταν όλα ετοίμασεν
ο μάγερας του Άδου<br />δυο από τους συντρόφους μου άρπαξε, τους έσφαξε με
κάποιον<br />ρυθμό, τον' ένα έρριξε εις το καζάνι μέσα<br />και έπειτα τον δεύτερον
αρπάζει απ' το πόδι<br />και τον χτυπάει δυνατά στου βράχου τη γωνία<br />και το
κεφάλι του έσπασε κ' εχύθη το μυαλό του·<br />τότε με το μαχαίρι του της σάρκες
κατακόβει<br />και τον πετάει στη φωτιά, ενώ τα άλλα μέλη,<br />μέσ' στο καζάνι
τάρριξε να βράσουν με τον άλλον.<br />Εγώ σ' αυτό το μεταξύ με μάτια
δακρυσμένα<br />στο πλάι του εστεκόμουνα και τον υπηρετούσα.<br />Οι άλλοι στα βάθη
της σπηληάς οι δόλιοι μαζεμένοι<br />σαν τα πουλάκια έτρεμαν, κ' είχε κοπή η λαλιά
τους.<br />Τέλος όταν εχόρτασε με σάρκες και ξαπλώθη<br />ο Κύκλωψ κ' η ανάσα του
'μόλυνε τον αέρα<br />μια θεία αλήθεια έμπνευσις μου ήρθε· το ποτήρι<br />με το
κρασί του Μάρωνος εγέμισα και του είπα<br />— Ω Κύκλωψ, του θεού παιδί των
θαλασσών, αν θέλης,<br />δοκίμασε απ' το ποτόν που βγάζουνε το θείον<br />ταμπέλια
της Ελλάδος μας, απ' το ποτόν του Βάκχου!<br />Εκείνος από το φρικτό το δείπνο
χορτασμένος<br />με μια μονάχα ρουφιξιά άδειασε τον κρατήρα<br />και το κρασί
επαίνεσε κ' υψώνοντας τα χέρια<br />μου είπε «Ω πιο αγαπητέ απ' όλους τους άλλους
ξένε,<br />μου δίνεις ένα θείο ποτό, έπειτα από θείο γεύμα».<br />Σαν είδα πως του
άρεσε και δεύτερο του δίνω<br />βέβαιος ότι το κρασί θα τον υποδουλώση<br />και θα
βοηθήση, γρήγορα να τον εκδικηθούμε·<br />τότε άρχισε να τραγουδή, κ' εγώ το ένα
στο άλλο<br />κρασί ποτήρια τούδινα και μια φωτιά στα σπλάγχνα<br />του άναβα· τα
τραγούδια του στο άντρον αντηχούνε·<br />με των δυστυχισμένων μου συντρόφων μου
τους θρήνους.<br />Τότε σιγά σιγά εγώ εβγήκα από το άντρον<br />κ' ήρθα εδώ για να
σωθώ κι' όλους εσάς να σώσω<br />αν με βοηθήσετε. Αλλά θέλω να μάθω πρώτα<br />αν
θέλετε να φύγετε απ' τον ανόσιον άνδρα<br />και εις του Βάκχου φθάνοντας
τανάκτορα, να ζήτε<br />με της Νεράιδες του μαζή. Αυτός ήταν ο πόθος<br />του γέρου
του πατέρα σας, που είναι στο άντρον τώρα.<br />Μα αυτός είναι αδύνατος και άλλο
δεν συλλογιέται<br />απ' το μεθύσι· σαν πουλί που η ξόβεργα θα πιάση<br />τινάζει
αδίκως τα φτερά, μα δεν μπορεί να φύγη<br />απ' το ποτήρι το κρασί. Σεις όμως που
είσθε νέοι<br />ελάτε να γλυτώσετε και να γυρίστε πίσω.<br />στον Βάκχο, όπου με
αυτόν τον Κύκλωπα δεν μοιάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω αγαπημένε φίλε μας, είθε ναρθή η
ημέρα<br />να φύγωμε απ' του Κύκλωπος τα χέρια! Πόσο ως τώρα<br />καιρό έχομε να
βάλωμε στο στόμα μας ποτήρι!<br />Αλλ' όμως δεν είναι εύκολο να φύγωμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ακούστε<br />τι τρόπο ευρήκα απ' το
άγριο θηρίον να σωθούμε<br />και να το τιμωρήσωμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μίλησε, δεν υπάρχει<br />τραγούδι
ωραιότερο της Λυδικής κιθάρας<br />από το άκουσμα αυτό: πως πέθανε ο
Κύκλωψ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Τώρα που ήπιε, απ' τη χαρά μία
ιδέα του ήρθε<br />στους αδερφούς του Κύκλωπας να πάη να διασκεδάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κατάλαβα· θέλεις λοιπόν στο δάσος να
τον βρούμε<br />μονάχο να τον σφάξωμε ή από κανένα βράχο<br />να τον
πετάξωμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Όχι δα, κανένα από δύο,<br />το
σχέδιόν σου πιο καλά μελετημένο είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Λέγε λοιπόν από καιρό, σοφός πως
είσαι ακούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Πρώτα δεν κάνει θα του πω, να πάη
στο τραπέζι<br />και εις τους άλλους Κύκλωπας να δώση το κρασί του,<br />παρά να
τώχη μόνο αυτός να το γλεντάη μονάχος ·<br />Κι' όταν μεθύση και βαρύς στον ύπνο
πάλι πέση<br />εγώ ένα κλώνο της εληάς, απ' τη σπηληά θα πάρω.<br />Κι' αφού στην
άκρη μυτερό με το σπαθί τον κάνω<br />θα τον πυρώσω στη φωτιά· κι' όταν τον 'δω να
κάψη,<br />θα τον τραβήξω, και με ορμή, στο μάτι θα τον χώσω<br />του Κύκλωπος, κι'
αυτός ευθύς θα στραβωθή. Όπως όταν<br />ένα καράβι φτειάνουνε ο ναυπηγός
γυρίζη<br />με δυο πετσιά στης τρύπες του τριγύρω το τρυπάνι<br />έτσι κ' εγώ μέσ'
στου ματιού την κόγχη θα γυρίσω<br />το πυρωμένο μου κλαδί, την όψι να του
κάψω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω, τι χαρά! Μας τρέλλανε ο τρόπος που
ευρήκες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Έπειτα όλους σας εδώ στο πλοίο θα
σας βάλω<br />μαζή με τον πατέρα σας, και τα κουπιά τραβώντας<br />με όλη μας την
δύναμι, μακρυά από δω θα πάμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αφού σου ωρκισθήκαμε πως θάμαστε
δικοί σου,<br />θα μας αφήσης τον δαυλό και μείς να τον γυρνούμε<br />μέσα στο μάτι
σου; Γιατί σ' αυτήν την τιμωρία<br />χαρά μας να βοηθήσωμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Και πρέπει, γιατί είναι<br />πολύ
μεγάλος ο δαυλός και δεν μπορώ μονάχος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Το βάρος εκατό αμαξιών σηκώνομε
ευχαρίστως,<br />φτάνει κ' εμείς να κάψωμε του Κύκλωπα το μάτι<br />και φτάνει να το
λυώσωμε σαν σφήκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ησυχία<br />κάμετε· τώρα εμάθατε το
σχέδιο· όταν είναι<br />η ώρα, θα σας 'πω εγώ και σεις να υπακούτε<br />στον αρχηγό.
Γιατί εγώ έχω όλους τους δικούς μου<br />μέσ' στη σπηληά και δεν ζητώ μονάχος να
γλυτώσω,<br />αν και μπορούσα νάφευγα, αφού έφθασα και βγήκα.<br />Αλλά δεν είναι
δίκαιον ν' αφήσω τους δικούς μου<br />που ήλθανε μαζή μου εδώ, και να σωθώ εγώ
μόνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις το σπήλαιον).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Θ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ<br />Πάμε, ποιός θα είναι ο
πρώτος,<br />ποιός έπειτ' απ' τον πρώτο<br />τον πυρωμένο κλάδο<br />στο μάτι θα
βυθίση<br />του Κύκλωπα, το φως του<br />το λαμπερό να σβύση;<br />Σιωπάτε,
σιωπάτε,<br />άρχισε το τραγούδι ο μεθυσμένος ψάλτης<br />που αργότερα θα
κλάψη,<br />και έξω απ' το παλάτι<br />το πέτρινο προβάλλει.<br />Ελάτε, με
τραγούδια<br />να μάθωμε να ψάλη<br />γιατί σε λίγο μάτια<br />δεν θάχη για να
βλέπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευτυχισμένος όποιος<br />από γλυκό
κρασάκι<br />μεθύση στο τραπέζι<br />κρατώντας στην αγκάλη,<br />αγαπημένη φίλη<br />κ'
έπειτα στο κρεββάτι<br />με τα ξανθά μαλλιά της<br />στα μύρα βουτηγμένη<br />με
πόθους τα χαϊδεύει<br />και σιγοτραγουδώντας<br />— τη θύρα ποιος θ' ανοίξη;</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ι'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ — ΚΥΚΛΩΨ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Κύκλωψ εμφανίζεται μεθυσμένος και
τρικλίζων)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Πώ πω· είμαι γεμάτος<br />κρασί, και η
καρδιά μου<br />εχάρηκε τραπέζι.<br />Σαν βαρυφορτωμένο<br />καράβι είν' η κοιλιά
μου.<br />Αυτή η πρασινάδα<br />που απλώνεται μπροστά μου<br />την όρεξι μ'
ανοίγει<br />να πάω να γλεντήσω<br />την άνοιξι εκεί κάτω<br />στους Κύκλωπας τους
άλλους<br />τους αδελφούς μου. Φέρε,<br />ω ξένε, το ασκί σου<br />δος μου να πιω
ακόμα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή β').</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Απ' το παλάτι μέσα<br />ωραίος ο Κύκλωψ
βγαίνει<br />με το ωραίο το μάτι.<br />Θ' αναψουνε λαμπάδες<br />για χάρι σου σε
λίγο<br />και σαν μια νέα νύφη<br />μέσ' στη δροσιά του άντρου<br />στεφάνι από
λουλούδια<br />γύρω απ' το μέτωπο σου<br />ωραία θα σε στολίση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Άκουσε, Κύκλωψ, κάτι τι που θα σου
πω. Εγώ ξέρω<br />καλά του Βάκχου το ποτόν που σούδωκα. Άκουσε με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ώστε κι' ο Βάκχος για θεός
περνά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κι' απ' τους μεγάλους<br />γιατί
πολλή ευχαρίστησι και ηδονή μας φέρνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Γι' αυτό κ' εγώ τον ρέβομαι και
ευφραίνεται η ψυχή μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Έτσι σε όλους φέρεται· κανένα δεν
πειράζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Μα που ακούστηκε θεός μέσ' στους
ασκούς να μένη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Όπου και αν τον βάλλουνε, είναι
ευχαριστημένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Όμως δεν πρέπει οι θεοί να ζουν μέσ'
στα τομάρια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Και τι σε μέλει αφού αυτός σ'
ευχαριστεί; Ή τάχα<br />μήπως τον έκαμε πικρόν το δέρμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Δεν μ' αρέσει<br />το ασκί, μ' αρέσει
το πιοτό που είναι μέσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Μείνε<br />λοιπόν εδώ και πίνε τον
και γλέντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Δεν πρέπει<br />να δώσω λίγο απ' αυτό
στ' αδέλφια μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Αν τώχες<br />μόνον εσύ, καλλίτερος
θα φαίνεσαι απ' όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Μα αν το δώσω και σ' αυτούς θα τους
υποχρεώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Το γλέντι φέρνει σύγχυσι,
φιλονεικίες, λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Και αν μεθύσω ποιός τολμά εμένα να
μ' εγγίξη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Όποιος το τσούξη, σπίτι του
καλλίτερα να μένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Κουτός που σαν εμέθυσε δεν θέλει να
γλεντήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Όποιος μεθύση κ' έπειτα μείνη στο
σπίτι του είναι<br />σοφός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Συ, Σειληνέ, τι λες; Να μείνωμε στο
σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Αυτή είναι η γνώμη μου. Τους
άλλους τι τους θέλεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ωραίο, αλήθεια, απλώνεται σαν στρώμα
το χορτάρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Με το λιοπύρι είναι καλά να πίνη
κάνεις. Έλα<br />ξαπλώσου κάτω, κατά γης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Τι κρύβεις το ποτήρι<br />πίσω
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Μη περνά κανείς και μας το
πάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Όχι.<br />για να το πιής εσύ κρυφά...
Βάλτο εδώ στη μέση.<br />Και συ ω ξένε, δεν μας λες ποιό είναι τόνομά σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κανείς, εγώ ονομάζομαι, Τι χάρι θα
μου κάνης<br />να ξέρω-—τι θα σου χρωστώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Απ' όλους τελευταίον<br />θα φάω
εσένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Σπάνια του κάνεις χάρι,
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ε, ε, τι κάνεις συ αυτού; Μου
κλέβεις το κρασί μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Όχι, αυτός μ' εφίλησε, γιατί με
βρίσκει ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />θα κλάψης· το κρασί αγαπάς, μ' αυτό
δεν σ' αγαπάει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Μα το θεό, με αγαπά· λέει πως
είμαι ωραίος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Βάλε κρασί, και γέμιστο ως απάνω το
ποτήρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Στάσου να ιδούμε επέτυχε στο
ανακάτεμα του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Μ' επέθανες! Βάλε να πιω κι' ας
είναι όπως κι' αν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Α, όχι, πριν να σε ιδώ να βάλης το
στεφάνι<br />και πριν το δοκιμάσω εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Α, κεραστή αχρείε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Δεν είμαι αχρείος κεραστής, είναι
γλυκό ετούτο.<br />Έπειτα πρέπει να πλυθής για να το νοιώσης όταν<br />το
πίνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Να, δεν έχουνε τα χίλια μου κ' η
τρίχες<br />τίποτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Τώρα στήριξε στο χώμα τον
αγκώνα<br />κ' έπειτα ιδέ πως πίνω εγώ και... μη με ιδής πως πίνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Πίνει, τόσον γρήγορα ώστε δεν προφθάνει να
τον ιδή ο Κύκλωψ).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ε, ε, τι χάνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Τίποτε, μια ρουφηξιά επήρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Πάρ' το ασκί, ω ξένε εσύ, και κέρνα
με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Με ξέρει<br />καλά εμένα το κρασί,
το χέρι το γνωρίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Έλα λοιπόν, κέρνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κερνώ, μα μη φωνάζης· σώπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Δύσκολα πράγματα ζητάς από αυτόν που
πίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Πάρε και πιέ και φρόντισε σταλιά
να μην αφήσης.<br />Πρέπει κανείς στην ύστερη γουλιά του να πεθαίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Πω πω, τι ξύλο ώμορφο του αμπελιού
το ξύλο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Αν αφού έφαγες καλά, πιης και
καλά, είτ' έχεις<br />είτε δεν έχεις δίψα, ευθύς σ' ύπνον γλυκόν θα πέσης.<br />Μα
αν αφήσης μια σταλιά. θα σου ξεράνη ο Βάκχος<br />τον λάρυγγα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Εκολύμπησα μέσ' στο κρασί και
μόλις<br />εσώθηκα γιατ' ήτανε χωρίς νερό. Και τώρα<br />μου φαίνεται ο ουρανός κ' η
γη μαζή ένα πράγμα.<br />Βλέπω το θρόνο του Διός και τους θεούς τριγύρω.<br />Η
Χάρις με ειρωνεύονται. Αλλά εμένα φτάνει<br />ο Γανυμήδης, προτιμώ ταγόρια απ' τα
κορίτσια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Ώστε να πούμε είμ' εγώ ο
Γανυμήδης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Είσαι<br />εσύ όπου σε άρπαξα από την
Δαρδανία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Ω δυστυχία εχάθηκα· παιδιά μου, τι
θα πάθω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Τον εραστή που εμέθυσε εσύ τον
περιπαίζεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΕΙΛΗΝΟΣ<br />Ξυνό θα μου βγη το κρασί που
ήπια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Κύκλωψ απάγει τον Σειληνόν εις το
άντρον).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ΙΑ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΔΥΣΣΕΥΣ—ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ελάτε τώρα,<br />παιδιά του Βάκχου ευγενικά,
εκείνος πάει μέσα<br />σε λίγο από το κρασί σ' ύπνον βαρύν θα πέση<br />κι' απ' το
άτιμο λαρύγγι του της σάρκαις θα ξεράση<br />που έφαγε πρωτήτερα. Μέσα ο δαυλός
καπνίζει<br />και τίποτα δεν μένει πια παρά στο μάτι μέσα<br />να μπη. Ελάτε,
δείξετε πως είσθε άνδρες. Θάρρος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πέτρα η καρδιά μας θα γενή και
σίδερο. Προχωρεί<br />μέσ' στη σπηληά πριν τίποτα κακό ο πατέρας πάθη.<br />Και
μείνε ήσυχος για εδώ, θα είναι όπως τα θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Ω Ήφαιστε, ω βασιλιά της Αίτνας,
κάψε τώρα<br />του γείτονα σου του κακού το μάτι, μια για πάντα<br />από αυτόν
ναπαλλαχθής. Και συ παιδί της Νύχτας<br />ω Ύπνε, έλα κάθησε στα μάτια του
θηρίου<br />που το μισούνε οι θεοί. Έπειτα από την νίκη<br />της Τροίας μην αφήσετε
ο Οδυσσεύς να πάθη<br />κ' οι σύντροφοι του, άδικα από χέρια ενός ανθρώπου<br />που
ούτε τους θεούς τιμά ούτε θνητούς φοβάται.<br />Άλλως θα το πιστέψουμε ότι η τύχη
είναι<br />θεός, και ότι οι θεοί είναι κατώτεροι της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις το σπήλαιον).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ΙΒ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ (μόνος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Θα τον πιάση απ' το λαιμό<br />σαν
τανάλια ο πόνος<br />το θεριό που τρέφεται<br />απ' ανθρώπων σάρκαις<br />και της
κόρες των ματιών<br />η φωτιά θα κάψη.<br />Ο δαυλός επύρωσε<br />της δρυός
κλωνάρι<br />μέσ' στη στάχτη καρτερεί<br />στη φωτιά κρυμμένος.<br />Έλα, Μάρων,
γύρισε<br />το μυαλό του τώρα<br />και για την εκδίκησι<br />βοήθησε μας.
Βγάλτου<br />το μονάχο μάτι του.<br />γίνου ο θάνατος του.<br />Πάλι θέλομε να
ιδούμε<br />τον θεό τον Βάκχο<br />με στεφάνια από κισσό<br />τον
επιθυμούμε.<br />Θέλομε του Κύκλωπος<br />την ερημιά ναφήσωμε.<br />Θάρθη η ώρα άρα
γε·<br />τέτοιας ευτυχίας;</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ΙΓ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ—ΟΔΥΣΣΕΥΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Για το θεό ησυχάσατε, ω Σάτυροι.
Σωπάτε<br />κλείσετε πια το στόμα σας. Σας το απαγορεύω.<br />να πάρετε αναπνοή, να
κλείσετε τα μάτια<br />να φτύσετε, μη άξαφνα ξυπνήση ο Κύκλωψ μέσα<br />πριν ο
δαυλός στο μάτι του χωθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Να μη σε μέλη,<br />μια λέξι δεν θα
βγάλωμε, και την αναπνοή μας<br />θα την κρατήσωμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Εμπρός, απ' τη φωτιά
τραβήχτε<br />το ξύλο γιατί επύρωσε καλά και μέσ' στο άντρον<br />πηγαίνετε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Καλλίτερα δεν είναι να
ορίσης<br />ποιοί πρώτα θα τραβήξουμε απ' τη φωτιά το ξύλο<br />και ποιοι θα το
βυθίσουνε στον Κύκλωπος το μάτι<br />για να μην κάνωμε άτακτα καθένας ότι
τύχη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Εμείς μακρυά βρισκόμαστε απ' της
σπηληάς τη θύρα<br />και αδύνατον να φτάσωμε το ξύλο ως το μάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κ’ εμείς εκουτσαθήκαμε άξαφνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Πώς το ίδιο<br />μαζή μ' εμάς
επάθατε; γιατί εμάς τα πόδια<br />εκεί που εστεκόμαστε στραβώσανε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Α, έτσι<br />εκεί που
εστεκόσαστε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Αλήθεια! Και τα μάτια<br />γεμίσανε
δεν ξέρω τι, σαν σκόνη ή σαν στάκτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Άνανδροι, φοβιτσάρηδες. Για τίποτε
δεν είσθε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είνε ανανδρία την ράχη μας αν
αγαπάμε; Είναι<br />κακό, που δεν δεχόμαστε να φάμε τέτοιο ξύλο<br />που να μας
βγουν τα δόντια μας; Ξέρομε ένα τραγούδι<br />ένα τραγούδι μαγικό του Ορφέως που
μπορούσε<br />να κάμη μόνος του ο δαυλός να πάη και να κάψη<br />το μάτι το
μονάκριβο του Γίγαντος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Αλήθεια<br />από καιρό σας ήξερα πως
τέτοιοι είσθε· τώρα<br />σας έμαθα καλλίτερα. Βλέπω πως είναι ανάγκη<br />να πάρω
τους συντρόφους μου να με βοηθήσουν. Όμως<br />αν δύναμι στα χέρια σας δεν
νοιώθετε, με λόγια<br />τουλάχιστον βοηθήστε μας και προσευχή που θάρρος<br />να
δώση στους συντρόφους μου το χρέος των να κάμουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αυτό το κάνομε. Για μας θα
κινδυνεύσουν άλλοι,<br />ενώ εμείς με προσευχή θα βγάζωμε το μάτι<br />του
Κύκλωπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Οδυσσεύς εισέρχεται εις το
σπήλαιον).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 24pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ΙΔ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ (μόνος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Θάρρος! Με θάρρος σπρώχνετε<br />μη
χάνετε καιρό.<br />Βυθίστε μέσ' στο μάτι του<br />αυτού όπου τους ξένους<br />ωσάν
θηρίο έτρωγε.<br />Χτυπάτε! Κάψετέ τον<br />της Αίτνας τον βοσκό<br />και φύγετε
έπειτα γοργοί<br />μην τύχη κι' απ' τον πόνο<br />σας κάμη τίποτα κακό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ακούεται η φωνή του Κύκλωπος).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Αλλοίμονο μου! Μούκαψαν το
μάτι!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω τι τραγούδι<br />ωραίο!
Ξανατραγούδηστο, ω Κύκλωψ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξερχόμενος και κρατών το μάτι του)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δυστυχία!<br />τι προσβολή μου έγινε·
εχάθηκα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς τους Έλληνας:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' όμως<br />μη σας περνάει από τον νου πως θα
σωθήτε, αχρείοι.<br />Δεν φεύγετε απ' τα χέρια μου. Εις της σπηληάς τη θύρα<br />εδώ
στη μέση θα σταθώ και θα σας πιάσω όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τι τρέχει; τι είναι η φωνές αυτές, ω
Κύκλωψ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Τι είναι;<br />Εχάθηκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τι έπαθες; Πώς είσαι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Είμαι<br />χειρότερα απ' ό,τι
βλέπετε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μήπως απ' το μεθύσι<br />έπεσες στη
φωτιά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ο Κανείς μ' έκαμε όπως είμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κανείς; Δεν σούκαμε λοιπόν κανείς
κακό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Σας λέω<br />πως ο Κανείς μου έκαψε το
μάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ώστε δεν είσαι<br />στραβός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Είθε να είσαστε και σεις ωσάν
εμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πώς γίνεται να είσαι στραβός αφ' ού
το λες ο ίδιος<br />πως δεν σε στράβωσε κανείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Με περιπαίζεις; Έλα<br />λέγε που
είναι ο Κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μα, πουθενά δεν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Λοιπόν ο ξένος, να στο πω για να το
καταλάβης,<br />ο ξένος με κατέστρεψε ο άτιμος, εκείνος<br />που μούδωσε να πιω
κρασί για να με καταβάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είναι, αλήθεια το κρασί αγωνιστής
γενναίος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Για το θεό, εφύγανε ή μέσα είναι
ακόμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Όχι, στο βράχο στέκονται χωρίς να
βγάζουν λέξι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Από ποιο χέρι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Απ' το δεξί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Πού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Διευθύνεται προς τον βράχον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Απάνω εις τον βράχο<br />τους
έπιασες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Άλλο κακό μ' ευρήκε. Το
κεφάλι<br />στον βράχο απάνω έσπασα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Να τους! θα σου' ξεφύγουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ώστε δεν ήτανε εκεί που
ελέγατε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Δεν σου είπα<br />εκεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Λέγε λοιπόν που είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Γύρω γύρω τρέχουν<br />αριστερά
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Αλλοίμονο! Με περιπαίζουν
τώρα<br />στη δυστυχία μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ήρθανε· μπροστά σου πια δεν
είναι<br />Κανείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Κανείς; Ω άθλιε που
βρίσκεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Μακρυά σου<br />Ο Οδυσσεύς είμαι εγώ
και ξέρω να φυλάξω<br />τον εαυτόν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Πώς; Λοιπόν άλλο όνομα έχεις
τώρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Το όνομα που μού' δωσε ο πατέρας
μου σου λέω.<br />Ήταν καιρός ναρθώ εγώ και να σε τιμωρήσω<br />για τους ανθρώπους
που έτρωγες. Τι θα ωφελούσε η δόξα<br />ότι την Τροία εκάψαμε, αν δεν
ετιμωρούσα<br />τον φόνον των συντρόφων μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Αλλοίμονο σ' εμένα.<br />Ήρθ' ο καιρός
ο παλαιός χρησμός να γίνη. Γιατί αλήθεια<br />μου είχαν 'πη, ότι εσύ όταν η Τροία
πέση<br />κι' όταν γυρίσης απ' αυτήν το φως μου θα μου σβύσης.<br />Μα και για σένα
ο χρησμός είπε πως θα τραβήξης<br />μαρτύρια στη θάλασσα πολύν καιρόν
ακόμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΥΣΣΕΥΣ<br />Κλαίγε και στέναζε· αφορμή και για
τα δυο σου δίνω.<br />Τώρα εγώ κι' οι φίλοι μου τραβούμε στ' ακρογιάλι<br />και
πέρνω το καράβι μου κι' από της Σικελίας<br />τη θάλασσα, τη πλώρη μου για την
πατρίδα βάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ<br />Ά όχι. Γιατί αυτήν εδώ την πέτρα θα
σηκώσω<br />κι' όλους τους ναύτας σου και σε θα θρυμματίσω. Απάνω<br />στο βράχο
εκείνον θ' ανεβώ, αν και τυφλός περνώντας<br />μέσα από το σπήλαιο που είναι
ανοιχτό τριγύρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κ' εμείς ναύταις θα γίνωμε στου
Οδυσσέως το πλοίο<br />και εις τον Βάκχον έπειτα θα αφιερωθούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br /><b>Α Υ Λ Α I Α</b></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων,
των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν<br />ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορώ
προσφερόταν<br />συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη<br />(ιστορία, φιλοσοφία» ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός
λόγος)<br />σε δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές
του<br />τόπου, στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό<br />της
όργανο, Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο<br />Θουκυδίδης, ο
Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοστέλης, ο Θεόκριτος, ο<br />Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο
Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται<br />και σήμερα, στις κλασικές πια
μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,<br />Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη,
Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη,<br />Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού,
Φιλαδελφέως,<br />Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη
σειρά<br />εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη
φορά,<br />συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΚΛΩΨ Σατυρικό δράμα, που ανάγεται στη γνωστή
ομηρική περιπέτεια<br />του Οδυσσέα, με τη μέθη και την τύφλωση του Κύκλωπα, που
κάνει<br />δυνατή τη σωτηρία του ήρωα και των συντρόφων του. Τα
κωμικά<br />επεισόδια κάνουν το έργο αυτό εξαιρετικά ενδιαφέρον για κάθε
εποχή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<br />ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-63477268918752362642013-09-04T06:40:00.002-07:002013-09-04T06:40:42.433-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: ΙΩΝ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: ΙΩΝ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">Ίων (414 – 413 π.Χ. ή 419 – 418
π.Χ.)</span></b></dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Στον τρόπο που χειρίζεται τα κύρια πρόσωπα των
έργων του, που δεν είναι πια εξαρτημένα από την προστασία των ιθυνόντων θεών,
γίνεται φανερή μια υψηλού βαθμού ικανότητα διαγραφής των χαρακτήρων με
πρωτοφανείς σε βάθος ψυχολογικές παρατηρήσεις. Ιδίως περιγράφει με ξεχωριστή
διεισδυτικότητα τις περίπλοκες καταστάσεις και τα έντονα πάθη της γυναικείας
ψυχής. Έτσι τα πρόσωπά του βρίσκονται πιο κοντά μας απ’ όσο οι ήρωες των άλλων
τραγικών και ο κόσμος του δεν έχει τίποτα κοινό με την τάξη που οραματίζονται ο
Αισχύλος και ο Σοφοκλής. Σ’ αυτόν τον κόσμο η τύχη φαίνεται να περιπαίζει τους
ανθρώπους με μια πρωτοφανή ωμότητα. Ο Ευριπίδης, που δεν παρουσιάζει τους ήρωές
του υπεράνθρωπους, όπως ο Αισχύλος, ούτε ιδανικούς, όπως ο Σοφοκλής, αλλά τους
κατεβάζει μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης αθλιότητας, επιμένει να φτάσει στο
βάθος της ανθρώπινης φύσης διερευνώντας τα σκοτεινά πάθη της, και κυρίως τον
έρωτα, δημιουργώντας το τραγικό ερωτικό δράμα. Το κύριο χαρακτηριστικό της
τέχνης του βρίσκεται στη σύγκρουση καθήκοντος και πάθους, που οδηγεί σε
καταστάσεις κατεξοχήν τραγικές, γι’ αυτό και ο Αριστοτέλης τον θεώρησε ως τον
«τραγικώτατον των ποιητών» - τον πιο ικανό να προκαλέσει τον «έλεον» και τον
«φόβον» - αφού κανένας άλλος δεν ανέλυσε τα σκοτεινά ανθρώπινα πάθη με
μεγαλύτερη επιμονή και οξύνοια, αλλά και με προφανή ευαισθησία και
κατανόηση.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ<br />Π.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">I Ω Ν<br />ΕΜΜΕΤΡΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ<br />ΠΟΛΥΒΙΟΥ Τ.
ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ<br />(POL ARCAS)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΙΝΑΚΑΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΟΘΕΣΙΣ<br />ΠΡΟΣΩΠΑ<br />ΠΡΟΛΟΓΟΣ<br />ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟΝ<br />ΣΚΗΝΗ Α'. - ΣΚΗΝΗ ς'.<br />ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ<br />ΣΚΗΝΗ Α'. - ΣΚΗΝΗ
Β’.<br />ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ<br />ΣΚΗΝΗ Α'. - ΣΚΗΝΗ Ζ’.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">Υ Π Ο Θ Ε Σ I
Σ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Κρέουσα, βασίλισσα των Αθηνών και θυγάτηρ
του Ερεχθέως,<br />τεκνοποιήσασά ποτε μετά του Απόλλωνος, αφήκε το τέκνον της, εκ
φόβου<br />αποκαλύψεως, εις σπήλαιον εκτός των Αθηνών, παραλαβών δε ο
Ερμής<br />εκείνο μετέφερεν εις το μαντείον των Δελφών, ένθα ανετράφη υπό
της<br />Πυθίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μετά τινα έτη η Κρέουσα, μη αποκτήσασα τέκνον
μετά του συζύγου της<br />Ξούθου, προσέρχεται μετ' αυτού εις Δελφούς, διά να
ζητήση χρησμόν περί<br />μελλούσης τεκνοποιίας. Επί τη ευκαιρία ταύτη ο Απόλλων,
διά να<br />εξασφαλίση το τέκνον του, δίδει χρησμόν εις τον Ξούθον ότι ανήκει
εις<br />αυτόν εκ παλαιάς κλεψιγαμίας του μετά τινος Δελφίδος κόρης, και
ούτως<br />ο Ξούθος δέχεται τον Ίωνα ως υιόν του. Αλλ' η Κρέουσα, θυμωθείσα
διά<br />τούτο και θεωρούσα τον Ίωνα προγονόν, αποφασίζει την δηλητηρίασίν
του.<br />Η επιχείρησις αποτυγχάνει, η Κρέουσα καταδικάζεται εις
θάνατον,<br />σώζεται δε τη μεσολαβήσει της Πυθίας και της Αθηνάς, αι
οποίαι<br />παρέχουν εις την μητέρα δείγματα περί της γνησιότητος του υιού
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τοιουτοτρόπως ο Ίων, πραγματικός υιός της
Κρεούσης, επανέρχεται εις<br />Αθήνας και διαδέχεται τον Ξούθον εις την
βασιλείαν.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΕΡΜΗΣ, διάκονος εις το Μαντείον των
Δελφών.<br />ΧΟΡΟΣ θεραπαινιδών Κρεούσης.<br />ΚΡΕΟΥΣΑ, βασίλισσα των
Αθηνών.<br />ΞΟΥΘΟΣ, σύζυγος της Κρεούσης.<br />ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ, παιδαγωγός της
Κρεούσης.<br />ΘΕΡΑΠΩΝ Κρεούσης.<br />ΠΥΘΙΑ, η προφήτις των Δελφών.<br />ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η σκηνή εις Δελφούς, εις τα προπύλαια του
Μαντείου Απόλλωνος).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">[Τα προπύλαια του εν Δελφοίς ναού του
Απόλλωνος {1). Εις το βάθος<br />αριστερά βραχώδι σπήλαια, άνωθεν των οποίων
φύονται πυκναί δάφναι και<br />δεξιώτερον βραχώδης άποψις του Παρνασσού.
Εκατέρωθεν της σκηνής σειρά<br />χιονών απολήγουσα εις πολυτελή θύραν εις το
κέντρον του βάθους. — Είνε<br />πρωία].</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΕΡΜΗΣ (μόνος)<br />Ο Άτλας, που τον ουρανό,
την κατοικία την παληά<br />των αθανάτων, συγκρατεί στη ράχη του τη χάλκινη,<br />με
μιαν απ' της πολλές θεές εγέννησε τη Μαία,<br />κι' αυτή εμένα τον Ερμή, των
αθανάτων δούλο,<br />με τον μεγάλο εγέννησε τον Δία. Στων Δελφών τη γη<br />έρχομ'
εδώ, που τραγουδεί ο Φοίβος καθισμένος<br />στον ομφαλό της, στους θνητούς τα
μέλλοντα ορίζοντας<br />και τα παρόντα. Βρίσκεται μια πόλι στην Ελλάδα<br />που δεν
είν' απ' της άσημες, και τόνομα έχει πάρη<br />απ' την Παλλάδα τη θεά με το χρυσό
κοντάρι, —<br />εκεί που ο Φοίβος με τη βια, την κόρη του Ερεχθέως<br />απόλαυσε,
την Κρέουσα, στου βράχου της Παλλάδος<br />του βορεινού τους πρόποδας, στην άκρη
της Αθήνας,<br />που οι άρχοντες της Αττικής Μακρά τη λένε Πέτρα.<br />Και δίχως ο
πατέρας της να ξέρη, --γιατί έτσι<br />το θέλημα ήταν του θεού, — στα σπλάγχα της
κρυφά<br />το τέκνο της εκράτησε· μα όταν ήλθ' η ώρα,<br />εγέννησε στο σπίτι της,
και το παιδί το επήρε<br />η Κρέουσα, και τόρριξε στην ίδια τη σπηληά,<br />εκεί που
μέσα στου θεού το απόχτησε την αγκαλιά,<br />και να πεθάνη τάφησε σε κούνια
βαθουλή,<br />σώζοντας των προγόνων της το έθιμο, κ' εκείνου<br />του βασιληά
Ερεχθόνιου, που βγήκε από τη γη.<br />Τότε κ' η κόρη του Διός έβαλ' εκεί κοντά
του<br />δυο δράκοντες για φύλακα, κ' ύστερα στης παρθένες<br />της Αγλαυρίδες το
'δωκε για φύλαξι και πάλι·<br />γιατί το έχουν έθιμο στου Ερεχθέως τη γενιά,<br />σε
κούνιες με χρυσόφιδα πλεγμένες τα παιδιά τους<br />να τρέφουν πάντα· και γι αυτό
είχε περάσ' η κόρη<br />εις του παιδιού της το λαιμό ένα στολίδι τέτοιο, —<br />μα
για να δώση θάνατο. Μου λέει τότε ο αδελφός<br />ο Φοίβος: «Συ, που είσαι μ' εμέ
από την ίδια τη γενιά,<br />τρέχα στον ντόπιο το λαό της ένδοξης
Αθήνας,—<br />ξέρεις την πόλι της θεάς, — και πάρε απ' τη σπηλιά<br />το νεογέννητο
παιδί, και με τα σπάργανά του<br />και με την κούνια του μαζύ, και φέρνοντας το
στους<br />[Δελφούς,<br />εκεί που δίνω τους χρησμούς, απόθεσε το κάτω<br />εις του
δικού μου του ναού την είσοδο μπροστά·<br />κι' όσο για τάλλα πειά, εγώ μονάχος θα
φροντίσω,<br />γιατί δικό μου είν' το παιδί, καθώς καλά το ξέρεις.»<br />Για χάρι
του Απόλλωνος κ' εγώ του αδελφού μου,<br />παίρνω την κούνια την πλεχτή και το
παιδί αποθέτω<br />μπροστά στης σκάλες του ναού, αυτή την κούνια την
πλεχτή<br />ανοίγοντας, για να φανή πως το παιδί έχει μέσα.<br />Κ' έτσι έγινε· την
ώρα δε που ο καβαλλάρης ήλιος<br />εφάνηκε στον ουρανό τον κύκλο του να
κάνη,<br />εμβήκε κ' η προφήτισσα μέσ' στο μαντείο του θεού·<br />μα μόλις το μικρό
παιδί στα μάτια της αντίκρυσε,<br />ετρόμαξε, μήπως καμμιά δυστυχισμένη
κόρη<br />απ' της Ιέρειες των Δελφών εκρυφογέννησεν εκεί<br />και το παιδί της στου
θεού τους τόπους είχε αφήση,<br />και να το ρίψ' ηθέλησε απ' έξω απ' την
θυμέλη·<br />μα πάλι την σκληρότητα η ευσπλαχνία ενίκησε,<br />γιατί ο Απόλλων
βοηθός εφάνη στο παιδί του<br />να μη διωχθή απ' το ναό· για τούτο κ' η
προφήτισσα<br />τανάθρεψε, τη μάννα του χωρίς ποτέ να μάθη<br />κ' εκείνον που το
γέννησεν, αν ήτανε ο Φοίβος.<br />Μα και το ίδιο το παιδί δεν ξέρη τους γονιούς
του,<br />και όσω ήτανε παιδί, έπαιζε κ' εμεγάλωνε<br />με της τροφές, που άφηναν
τριγύρω στους βωμούς·<br />μα όταν άνδρας γίνηκε, του δώσανε οι Δελφοί<br />των
θησαυρών τη φύλαξι, και 'ς όλα επιστάτη<br />τον διωρίσανε πιστόν, και στου θεού
το ανάκτορο,<br />στον τόπο αυτό, περνά ζωή σεμνή και τιμημένη.<br />Μα η Κρέουσα,
που το παιδί τώχε κρυφά γεννήση,<br />τον Ξούθον επανδρεύθηκε για μιαν αιτία
τέτοια:<br />Οι κάτοικοι των Αθηνών και οι Χαλκωδοντίδες,<br />που κατοικούν την
Εύβοια, είχαν πολέμους στήση·<br />με το να βγη λοιπόν κι' αυτός για
συμπολεμιστής<br />την Κρέουσα γυναίκα του επήρε γι' αμοιβή του<br />μόλο που ήταν
Αχαιός, και όχι απ' την Αθήνα<br />ντόπιος, και του Αιόλου γυιός, που ήταν γόνος
τού Διός.<br />Κι' όμως αυτός κ' η Κρέουσα με το να μείνουνε καιρό<br />χωρίς παιδί,
και θέλοντας για ν' αποχτήσουν ένα,<br />εις το Μαντείο ήρθανε του Απόλλωνος κ' οι
δυο.<br />Φαίνεται πως δεν ξέχασε το γυιό του ο Λοξίας,<br />κι' αυτόν το δρόμο
έδωκε μονάχος του στην τύχη.<br />Κ' έτσι την ώρα που θα μπη ο Ξούθος στο
μαντείο,<br />'ς αυτόν το ίδιο του παιδί θα δώση ο Απόλλων<br />και θα τον κάνη να
πεισθή πως απ' αυτόν γεννήθη·<br />κ' έτσι όταν η Κρέουσα για γυιό του τον
γνωρίση,<br />και το παιδί θ' ασφαλισθή στο πατρικό το σπίτι,<br />και του Λοξία οι
έρωτες θα μείνουνε κρυφοί.<br />Ίωνα θα τον βγάλουνε σε όλην την Ελλάδα<br />και
τόνομά του θα δοθή σε χώρες της Ασίας.<br />Και τώρ' ας μπω μέσα 'ς αυτές της
δαφνοσκέπαστες σπη-<br />[ληές,<br />να μάθω τι ωρίσθηκε για το παιδί να
γίνη·<br />γιατί κι' ο ίδιος πρόβαλλεν, ο γόνος του Λοξία,<br />δάφνης κλαδιά στου
ιερού της πύλες ναποθέση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(προς το μέρος, εκ του οποίου θα εισέλθη ο
Ίων).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ίων! προτήτερα εγώ απ' όλους τους
θεούς<br />σου παραδίδω τόνομα, οπού θα φέρνης πάντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αποσύρεται και γίνεται άφαντος εις τους εν τω
βάθει της σκηνής<br />σπηλαιώδεις βράχους. -Εισέρχεται ο Ίων ακολουθούμενος από
ιερείς του<br />Απόλλωνος και θεράπαινες της Κρεούσης, και τάσσεται εις το
μέσον<br />αυτών).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΙΩΝ.—ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ.—[ΙΕΡΕΙΣ]</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Το άρμα το τετράλογο προβαίνει,<br />και
λάμπει όλ' η πλάσι φωτισμένη<br />από το φως του ήλιου το λαμπρό·<br />και στην
φωτιά ετούτη την αιθέρια<br />μπροστά, τραβούν και φεύγουνε ταστέρια<br />μαζύ με το
σκοτάδι το ιερό.<br />Εις τους θνητούς αγγέλλουν την ημέρα<br />η κορυφές του
Παρνασσού κει πέρα<br />η απάτητες, με όψι λαμπερή,<br />και ο καπνός που απ' τη
σμύρνα βγαίνει<br />την ξερική, πετάει και ανεβαίνει,<br />στου Ροίβου τα παλάτια
προχωρεί.<br />Από το θείο τρίποδα η μάντισσα και πάλι<br />μαντέματα
θαρχίση<br />στους Έλληνας να ψάλλη,<br />που ο Φοίβος ο θεός θα 'ρθή και θα της
τραγουδήση.<br />Σεις, ιερείς του Απόλλωνος, πηγαίνετε<br />στης Κασταλίας της πηγής
τασημωμένα τα νερά,<br />και στο ναό να μπαίνετε<br />λουσμένοι με τα νάματα τ' αγνά
και δροσερά.<br />Το στόμα το καλόλογο κρατείτε<br />και προφητείες αγαθές να
ειπήτε<br />'ς εκείνον που τα μέλλοντα ζητά<br />απ' τη δική σας γλώσσα
εξηγητά.<br />Κ' εγώ που ξέρω μόνο να φροντίζω<br />από τα χρόνια μου τα
παιδικά<br />τον ιερό ναό να καθαρίζω<br />με τα κλαδιά της δάφνης ταχτικά<br />και με
στεφάνια το έδαφος και δροσερά νερά,<br />θα πιάσω με το τόξο<br />και τα πουλιά να
διώξω,<br />που είνε σταναθήματα τα θεία βλαβερά.<br />Εγώ ποτέ δεν γνώρισα πατέρα
και μητέρα,<br />γι' αυτό στου Φοίβου τους ναούς υπηρετώ εδώ πέρα<br />όπου με
τρέφουνε καιρό.<br />Έλα λοιπόν, ώ τρυφερό<br />σάρωθρο, που απ' την όμορφη τη δάφν'
είσαι κομμένο,<br />που καθαρίζεις την θυμέλη των ναών,<br />κ' είσαι απ' τον κήπο
των θεών<br />τον ιερό βγαλμένο,<br />εκεί όπου αγνές δροσές μουσκεύουνε τη
γη<br />και πάντοτ' αναβλύζουν<br />απ' την αστείρευτη πηγή,<br />και της μυρτιάς το
φύλλωμα το ιερό δροσίζουν.<br />Το έδαφος το θεϊκό ολημερής εγώ<br />σαρώνω, με
λατρεία καθημερινά,<br />από την ώρα που ο ήλιος ξεκινά<br />να βγη με το φτερό του
το γοργό.<br />Παιάν! παιάν!<br />ευλογημένος νασ', ευλογημένος,<br />συ, που απ' τη
Λητώ είσαι γεννημένος!<br />Ω Φοίβε μου! μ' ευχάριστο τον κόπο<br />στου παλατιού
σου υπηρετώ τον τόπο,<br />που κάθε μάντεμά σου βγαίνει,<br />είν' η δουλειά μου
δοξασμένη<br />όπου δουλεύω τους θεούς αυτούς<br />τους αθανάτους, κι' όχι τους
θνητούς·<br />κι' ούτε κουράζομαι, ούτ' αποκάνω,<br />σε τέτοιον τιμημένο κόπο
απάνω.<br />Από το Φοίβο εγεννήθηκα εγώ,<br />τροφήν αυτός μου δίνει, και τον
ευλογώ.<br />Για τούτο και πατέρα μου τον λέω το θεό<br />το Φοίβο, που λατρεύουνε
σε τούτο το ναό.<br />Παιάν! παιάν!<br />ευλογημένος νασ' ευλογημένος συ, που απ' τη
Λητώ είσαι γεννημένος!<br />Αυτό της δάφνης το κλαδί θα μείνη εδώ απ' έξω,<br />και
με ταγγείο το χρυσό τη γη θα καταβρέξω,<br />με το καθάρειο το νερό<br />όπου κυλά
στην Κασταλία,<br />εγώ, που απ' την αμαρτία<br />έχω κρεββάτι καθαρό.<br />Κάνω ευχή
παντοτινά το Φοίβο να υπηρετώ,<br />κι' αν παύσω και καμμιά φορά, ας μου είνε
τυχερό κι αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Οι ιερείς εξέρχονται.—Παρατηρεί προς το μέρος
του Παρνασσού).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α! τα πουλιά στον Παρνασσό αφήσαν της φωλιές
τους·<br />στα κάγκελλα θα τους ειπώ να μη κοντοζυγώσουν<br />μήτε και στους χρυσούς
ναούς με τόξα θα χτυπήσης,<br />κήρυκα του Διός εσύ, αϊτέ, που με του
ράμφους<br />τη δύναμι, κάθε πουλί νικάς. Νά ένας κύκνος<br />που στη θυμέλη
έρχεται.— Έ κύκνε, συ! δεν πας<br />τα κόκκινα ποδάρια σου αλλούθε να
κινήσης;<br />και αν με του Απόλλωνα τη λύρα έχης όμοιο<br />τραγούδι, απ' τα τόξα
μου κι' αυτή δεν θα σε σώση.<br />Πάρε φτερό και τράβηξε στη λίμνη εκεί της
Δήλου,<br />κι' αν δεν πεισθής 'ς εμένα<br />θα τραγουδήσης γρήγορα τραγούδια
ματωμένα.<br />Ω! τι καινούργιο είνε πουλί αυτό που τώρα φθάνει;<br />μήπως να χτίση
έρχεται από τη στέγη κάτου<br />φωλιές για τα μικρά του;<br />—-Μα θα σου γίνη
εμπόδιο του τόξου το τραγούδι.<br />Έ, δεν ακούς; να πας εσύ κει κάτω να
γεννήσης<br />πουν' τα νερά του Αλφειού, ή στο λιβάδι του Ισθμού,--<br />αυτά
ταφιερώματα δω πέρα να μη βλάψης.<br />Είν' ο ναός του Φοίβου εδώ· δεν θέλω να
σκοτώσω<br />εσάς, που λέτε στους θνητούς τη βούλησι τη θεϊκή.<br />Μα σύμφωνα με τη
δουλειά, που εκτελώ εδώ πέρα,<br />το Φοίβο θα δουλεύω,<br />κ' εκείνους που με
τρέφουνε θα τους υπηρετώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Καθαρίζει με το σάρωθρον της δάφνης και
καταβρέχει τα προπύλαια του<br />Ναού).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ (στροφή).<br />Στας θείας Αθήνας δεν
είνε μονάχα<br />με ώμορφες στήλες ναοί των θεών<br />και δρόμων λατρείες.<br />Αλλά
κ' εδώ πέρα' ς αυτόν τον ναόν<br />του θείου Λοξία, του γυιού της Λητούς,<br />που
λάμπει το φως στο διπλό πρόσωπό του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Νά, κύττα την εικόν'
αυτή,<br />όπου την Ύδρα τη Λερναία<br />σκοτώνει του Διός ο γυιός<br />μ' ένα χρυσό
δρεπάνι, —<br />κύτταξε, φίλη, κύτταξε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ (αναστροφή).<br />Ναι, βλέπω και κοντά
'ς αυτόν<br />είν ένας άλλος που κρατεί<br />ένα δαδί αναμμένο.<br />Δεν έχουν τον
Ιόλαο ζωγραφισμένο<br />απάνω στο πανί,<br />αυτόν που αγωνίσθηκε<br />μαζύ με του
Διός το γυιό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Κύττα το παλληκάρι αυτό<br />που
είν' ανεβασμένο<br />στο άλογο το φτερωτό·<br />και κόβει τη ζωή<br />της Χίμαιρας της
τρίσωμης,<br />πούχε φωτιά γι' αναπνοή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ (στροφή).<br />Το μάτι μου γυρνώ όπου
κι' αν τύχη·<br />κύτταξε και τη μάχη των Γιγάντων<br />ζωγραφιστή στα πέτρινα τα
τείχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Ω φιλενάδες, κι' από δω
κυττάτε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Νά, βλέπεις τη θεά την
Αθηνά<br />που τον Εγκέλαδο χτυπάει<br />και την πλεχτή ασπίδα πάλλει<br />με της
γοργόνας το κεφάλι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Ναι, βλέπω την Παλλάδα την θεά
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Και πώς; δεν βλέπεις και τον
κεραυνό<br />πούχει φωτιά κι' από τα δυο τα μέρη,<br />και του Διός από τον
ουρανό<br />το τρομερό τον ρίχνει χέρι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Τον βλέπω, να, τον Μίμαντα<br />τον
καίει με τη φωτιά·<br />κι' ο Βάκχος άλλον γίγαντα<br />με το ραβδί το
ειρηνικό<br />κτυπά, που είνε γύρω<br />πλεγμένο με κισσό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ (προς τον Ίωνα)<br />Σ' εσένα
πούσαι στου ναού την είσοδο μιλώ·<br />Αυτό το ιερό μπορώ να το πατήσω τάχα<br />με
το λευκό ποδάρι μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ω ξένες, δεν μπορείτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μπορούμ' αυτό που θέλουμε να μάθουμ'
από σένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πες τι λοιπόν, τι θέλετε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Νά, είνε αλήθεια τάχα<br />το πώς του
Φοίβου ο ναός είναι στον ομφαλό της γης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Είνε στεφάνια μέσα του και γύρωθε
Γοργόνες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Το ίδιο λέει κ' η φήμη του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αν κάνατε θυσία<br />με ιερό ψωμί,
μπροστά στης πύλες του ναού του,<br />και κάτι τι γυρεύετε να μάθετε απ' το
Φοίβο,<br />περάστε μέσ' στο ιερό· μ' αν δεν έχετε σφάξη<br />αρνιά, δεν θα περάσετε
μέσ' στου ναού το βάθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κατάλαβα· και του θεού το νόμο δεν
πατώ·<br />θα μείνω εδώ και θα θωρώ αυτά που είν' απ' έξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ό,τι μπορεί το μάτι σας να βλέπη, ας το
βλέπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μ' εστείλανε ταφεντικά του Φοίβου το
ναό να ιδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και τάχα σε ποιο ένδοξο υπηρετείτε
σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ταφεντικά μου κατοικούν στην πόλι της
Παλλάδος<br />κ' έχουν εκεί παλάτια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται η Κρέουσα).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΚΡΕΟΥΣΑ — ΙΩΝ — ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (προς την Κρέουσαν:)<br />Από την περηφάνεια
σου κι' απ' τους καλούς τους τρόπους<br />που έχεις, νοιώθω εύκολα ποια είσαι, ω
γυναίκα.<br />Κι' από την όψι μοναχά μπορεί κανείς να νοιώση<br />κατά πολλά τον
άνθρωπο που ευγενικός γεννήθη.<br />Αλλά παραξενεύομαι γιατί τα μάτια σου
κρατείς<br />χαμηλωμέν' απ' τη στιγμή που είδες τα μαντεία,<br />και δάκρυα τα
ευγενικά τα μάγουλά σου βρέχουν.<br />Ποιά σκέψι στον ναόν αυτόν σε φέρνει, ω
γυναίκα;<br />Εδώ που άλλοι χαρωποί βλέπουν τους τόπους του θεού,<br />εδώ θα χύση
δάκρυα το μάτι το δικό σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άγνωστε, δεν γελάσθηκες και άδικο
δεν έχεις<br />για τα δικά μου δάκρυα, που βλέπεις, ν' απορήσης.<br />Τούτον
θωρώντας το ναό του Φοίβου, μέσ' στο νου μου<br />κάποια παληάν ανάμνησι θυμήθηκα
και πάλι,<br />κ' ενώ εγώ βρίσκομ' εδώ, στο σπίτι ο νους μου τρέχει.<br />— Ω σεις
γυναίκες δύστυχες! ω πράξεις τολμηρές θεών!<br />και πώς; και που το δίκηο μας να
βρούμε θα μπορέσουμε,<br />όταν καταστρεφόμαστε από της αδικίες<br />των
δυνατών;<br />ΙΩΝ<br />Ποιά μυστική αιτία σε λυπεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τίποτα· εξεθύμωσα·—γι' αυτό κ' εγώ
σωπαίνω,<br />και συ να μάθης μη ζητάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποιά είσαι; πούθεν ήλθες;<br />πατέρας
ποιος σ' εγέννησε και ποιό είνε τόνομά σου<br />που πρέπει να σου λέμ'εδώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κρέουσα μ' ονομάζουν,<br />ο Ερεχθεύς
μ' εγέννησε, πατρίδα μου η Αθήνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ω συ, όπου στην ένδοξη την πόλι
κατοικείς,<br />και που γονειοί σ' ανέθρεψαν γενναίοι, ω γυναίκα,<br />πώς σε
θαυμάζω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ως εδώ η ευτυχία φθάνει,<br />ω
άγνωστε, μα δεν τραβά κι' ακόμη παρά πέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αυτά που λεν' οι άνθρωποι αληθινά είνε
τάχα;<br />Πες μου, για όνομα θεού!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Για ποιό ρωτάς, ω ξένε;<br />πες μου
να μάθω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Απ' τη γη εβγήκε του πατέρα σου<br />ο
πρόγονος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αληθινά· ο Ερεχθόνιος ήταν<br />αλλά
το γένος τι ωφελεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Η Αθηνά τον έβγαλεν<br />από τη
γη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Στα χέρια της τον πήρε τα
παρθένα<br />χωρίς να τον γεννήση αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τον είχε παραδώση<br />κατά που
ιστορήθηκε, σε μιαν εικόνα απάνου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τον έδωκε στου Κέκροπος της κόρες,
δίχως όμως<br />εκείνες να τον βλέπουνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Άκουσα που η παρθένες<br />άνοιξαν το
κιβώτιο της Αθηνάς κρυφά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Γι' αυτό χαθήκανε κι' αυτές και με
τα αίματά τους<br />τους βράχους χρωματίσανε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Έτσι το λεν, αλήθεια.<br />Και τούτο είν'
αληθινό ή άδικα το λένε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Για ποιό ρωτάς; μένει καιρός να σου
το ειπώ τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αν ο πατέρας σου Ερεχθεύς της αδελφές
σου εσκότωσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Να σώση την πατρίδα του εσκότωσε
της κόρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και πώς εσώθης μόνο εσύ από της αδελφές
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Είχα παιδί στην αγκαλιά, κ' είχα
μητέρα γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αλήθεια τον πατέρα σου πώς τον κατάπιε
η γη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Του Ποσειδώνα η Τρίαινα με της
πληγές τον σκότωσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πέτρες Μακρές τον τόπο αυτόν, που
εθάφτηκε, τον λένε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Το πράμα τι το ξαναλές; και τι μου
το θυμίζεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τον τόπο εκείνον τον τιμά ο αστραφτερός
Απόλλων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ναι, τον τιμά χωρίς τιμή, κάλλιο να
μη τον είχε ιδή!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Οσ' αγαπάει ο θεός εσύ τα
καταριέσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Όχι· μα έγιν' έγκλημα μέσα σ'
εκείνη τη σπηληά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Από τους Αθηναίους ποιός σε πήρε για
γυναίκα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δεν είνε ντόπιος· ήλθε εκεί από
πατρίδα ξένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποιός; νάνε κάποιος ευγενής απ' τη
γενειά του πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο Ξούθος, του Αιόλου γυιός, που
ήταν γόνος του Διός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και ξένος αφού ήτανε πώς πήρε σε την
ντόπια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Υπάρχει πόλις Εύβοια κοντά εις την
Αθήνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Λένε πως έχει σύνορα τριγύρω από
νερά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Στους Κεκροπίδες σύμμαχος ο Ξούθος,
την εγκρέμισε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σύμμαχος ήλθε; κ' ύστερα γυναίκα του σε
πήρε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Του κονταριού του αμοιβή και προίκα
του πολέμου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και ήλθες με τον άνδρα σου για τους
χρησμούς ή μόνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μ' αυτόν και τώρα βρίσκεται στου
Τροφωνίου το ιερό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ήλθε στον τόπο αυτό να ιδή, ή μάντεμα
να πάρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Από τον Φοίβο κι' απ' αυτόν να πάρη
ένα λόγο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Για τους καρπούς ήλθε της γης ή για
παιδί να μάθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πολύν καιρό ζούμε μαζύ χωρίς παιδί
κανένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποτέ δεν γέννησες εσύ, κι' άτεκνος
είσαι πάντα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο Φοίβος ξέρει μοναχά γιατί παιδί
δεν έχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δύστυχη! μ' όλο που ευτυχείς, δεν είσαι
ευτυχισμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ποιός είσαι, που μακάρισα τη μάννα
που σ' εγέννησε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Λέγομαι δούλος του θεού και είμαι, ω
γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Η πόλις σ' αφιέρωσε, ή δούλο σ'
αγοράσανε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ετούτο ξέρω μοναχά: δουλεύω το
Λοξία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Όσο για 'μένα, αισθάνομαι συμπάθεια
σε σένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ίσως γιατί δεν γνώρισα και μάννα και
πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μένεις σε τούτο το ναό, ή κατοικείς
σε σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δικός μου είν' όλος ο ναός κι' όπου
νυστάζω πέφτω. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σε φέρανε μικρό παιδί, ή νέος έχεις
έλθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Όσοι θαρρούν πως ξέρουνε, λένε παιδί
πως ήλθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κι' απ' της γυναίκες των Δελφών
ποιά σ' έθρεψε με γάλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δεν ξέρω στήθος γυναικός· εκείνη μ'
έχει θρέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Δεικνύει προς τα βάθος του Ναού).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ποιά; στη δική μου συμφορά, ευρήκα
κι' άλλες όμοιες!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Του Φοίβου την προφήτισσα εγνώρισα για
μάννα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και πώς λοιπόν ετράφηκες κ' έγινες
τέτοιος άνδρας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ετράφηκα με της τροφές που μού φέρναν
οι ξένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κ' η δύστυχη μητέρα σου σαν ποιά να
ήταν τάχα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κάποια γυναίκα που ‘σφαλε κ' εγέννησεν
εμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Έχεις τα μέσα για να ζης; τριμμένα
έχεις ρούχα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Φορώ τα ρούχα του θεού, 'δω πέρα που
δουλεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και δεν εξέτασες ποτέ να μάθης τους
γονειούς σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Όχι· σημάδι γνωριμίας δεν μου τυχε
κανένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αλλοίμονο!—<br />Κι' άλλη γυναίκα
έπαθε τα ίδια με τη μάννα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποια είνε; πόσο θα χαρώ, αν με βοηθήσης
να τη βρω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Για 'κείνην ήλθα εγώ ιδώ, ο άνδρας
μου πριν έλθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σαν τι γυρεύει; πες μου το να την
υπηρετήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />θέλει ένα μάντεμα κρυφό να μάθη από
το Φοίβο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Για πες μου συ, κ' εγώ μπορώ να σε
βοηθήσω στάλλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άκου λοιπόν το ιστορικό. . . μα '
ντρέπομαι να σου το ειπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τότε δεν κάνεις τίποτε· γιατ' η ντροπή
είν' οκνηρή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Έμεινε κάποια φίλη μου μητέρα με το
Φοίβο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μητέρα με το Φοίβο! μπα! μη λες το λόγο
τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κι' απ' τον πατέρα της κρυφά είχε
παιδί γεννήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αδύνατο· κάποιου θνητού αδίκημα έχει
κρύψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Όχι· την έπαθε σωστή τη συμφορά που
λέει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και ύστερα τι έκαμε, που το θεό
εγνώρισε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Έρριψε το παιδάκι της από το σπίτι
μακρυά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και το παιδί που έρριψε βλέπει το φως
ακόμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κανείς δεν ξέρει· τούτο νά, γυρεύω
απ' το μαντείο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κι' αν δεν υπάρχη το παιδί, με ποιόν
εχάθη τρόπο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Το δύστυχο! θεριά θαρρώ θα τόχουν
σκοτωμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Υπάρχει κάποιο γνώρισμα για νάχη τέτοιο
φόβο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Επήγ' εκεί που το 'ριψε και δεν το
ξαναβρήκε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ευρήκε από το αίμα του σταλαγματιές στο
χώμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δεν βρήκε, λέει, κ' έψαξε πολλές
φορές τον τόπο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κι' απ' τον καιρό, που γίνηκαν αυτά,
πέρασαν χρόνια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αν ζούσε, θάχε σαν κι'εσέ την ίδιαν
ηλικία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Α, ο θεός είν'άδικος, η μάννα του
αθλία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κατόπιν δεν εγέννησεν άλλο παιδί κ'
εκείνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποιος ξέρει αν ο Απόλλωνας κρυφά δεν
τόχει πάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μόνος του νάχη την χαρά, αυτό δεν
είνε δίκηο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αλλοίμονον! ο πόνος μου ευρήκεν
κι'άλλον όμοιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αποζητάς και συ, θαρρώ, τη μάννα
σου τη δόλια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μη μου θυμίζης θλιβερά, που θέλω να
ξεχάσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σωπαίνω· αλλά τελείωσε αυτό που σε
ρωτούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ξέρεις ποιό είνε θλιβερό περσότερο απ'
όσα λες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ότι κ' εκείνη η δύστυχη το ίδιο
υποφέρει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς θα ειπή τάχα ο θεός, ό,τι ήθελε να
κρύψη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σαν κάθεται στον τρίποδα πούνε
κοινός για όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μη τα γυρεύης, άφησ'τα' φέρνει ντροπή
το πράμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αλλά κ' εκείνη που 'παθε, πονεί για
αυτή την τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τέτοια μαντέματα, ναός δεν θα βρεθή να
δώση·<br />γιατί στον ίδιο του ναό, ν' ακούση κατηγόρια<br />ο Φοίβος, με το δίκηο
του σκληρά θα τιμωρήση<br />αυτόν που θα την πη. Γι' αυτό, γυναίκα,
παραιτήσου·<br />δεν δίνει ο θεός χρησμό κατά του εαυτού του.<br />Ανοησία θάτανε να
θέλουμ' από τους θεούς<br />να λένε, ό,τι δεν θέλουνε, πρόβατα
θυσιάζοντας<br />μπρος στους βωμούς, ή βλέποντας το πέταγμα πουλιών.<br />Γιατί αν
ζητάμε με τη βια, χωρίς να θέλουν οι θεοί,<br />ανώφελα θαν' τ αγαθά που θάβρουμε,
ω γυναίκα,<br />κι ωφέλιμα σαν έρχωνται από τη θέλησί τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πολλές για τους θνητούς η
συμφορές,<br />κ' έχουνε μόνο στη μορφή διαφορά·<br />μόλις μπορεί ο άνθρωπος να
ειπή<br />πως έγιν' ευτυχής για μια φορά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Φοίβε! κ' εκεί όπως κ' εδώ το δίκηο
δεν το δίνεις<br />για τη γυναίκα που μιλώ. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ανακόπτεται παρατηρούσα τον Ίωνα και τους
χορούς:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' εδώ δεν είνε τώρα!<br />Το γυιό σου συ δεν
έσωσες που 'πρεπε να τον σώσης,<br />ούτε στη μάννα που μιλεί· μόλο που μάντις
είσαι,<br />τίποτε δεν μαντεύεις συ· τάφο να του σηκώση,<br />Αν ίσως και της
πέθανε, αν ίσως ζη ακόμη<br />ας βγη και πάλι μια φορά στης μάννας του την
όψι.<br />Κι' όμως αλλοιώς δεν γίνεται, αν ο θεός δεν θέλη<br />να μάθω αυτά που
θέλω εγώ· μα βλέπω, ξένε, τώρα<br />ο σύζυγος μου ο ευγενής πως έρχεται εδώ
πέρα,<br />ο Ξούθος, όπου άφησε του Τροφωνίου το άντρο.<br />Τα λόγια που είπαμε
μαζύ στον άνδρα μου μην πης,<br />μήπως μου 'ρθή καμμιά ντροπή πούχω απ' αυτόν
κρυφά·<br />σε πλειότερ' απ' ο,τ' είπαμε μην πάρη ο λόγος δρόμο,<br />γιατ' είνε
πάντα δύσκολη η θέσι της γυναίκας<br />μπροστά στον άνδρα· κ' η κακές γυναίκες κ'
η καλές<br />το ίδιο μέτρο έχουμε στο μίσος τους απάνω·<br />έ, έτσι γεννηθήκαμε,
δυστυχισμένες όλες {2)!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">** (Εισέρχεται ο Ξούθος).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΞΟΥΘΟΣ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Τον πρώτο μου χαιρετισμό προς το θεό
τον στέλνω,<br />και ύστερα, γυναίκα μου, 'ς εσένα· μήπως τάχα<br />που άργησα τόσο
πολύ, αισθάνθης στενοχώρια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Α, όχι· ήλθες έγκαιρα για να μου
την προλάβης.<br />Μα πες μου, τι μαντέματα απ' τον Τροφώνιο φέρνεις,<br />πώς
θαποχτήσουμε παιδιά εμείς, και με ποιόν τρόπο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Δεν μ' εύρεν άξιον ο θεός το μάντεμα
να πάρω<br />και τούτο είπε μοναχά: στο σπίτι δεν θα πάμε<br />χωρίς παιδί κ' εγώ
και συ απ' το μαντείο τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ας έχουμ' έλθη για καλό, του Φοίβου
θεία μητέρα!<br />και δόσε να πετύχουμε από το γυιό σου τώρα,<br />όπως το είπε κι'
ο χρησμός, μια τύχη πειό καλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Έτσι θα γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς τον Ίωνα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά ποιος είν' ο προφήτης του θεού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μόνο στα έξω είμ' εγώ· στα μέσα είνε
άλλοι,<br />είνε οι πρώτοι των Δελφών, που κάθονται τριγύρω<br />στον τρίποδα το
μαντικό, και βγαίνουν με τον κλήρο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Καλά· όσα χρειάζονται να μάθω, τάχω
μάθη·<br />πηγαίνω μέσα στο ναό· γιατί, καθώς ακούω,<br />άνοιξε στο ναό μπροστά
χρηστήριο κοινό<br />για κάθε ξένο· και 'ς αυτή την ευτυχή τη μέρα,<br />θέλω κ' εγώ
του Απόλλωνος το μάντεμα να πάρω.<br />Και συ, γυναίκα, στους βωμούς κοντά,
κλωνάρια δάφνης<br />παίρνοντας, παρακάλεσε, για ν' αποχτήσουμε παιδί,<br />ναν' οι
χρησμοί καλόμοιροι, που απ' το ναό θα φέρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Θα κάμω, ναι, θα κάμω αυτό·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Ξούθος εισέρχεται εις τον ναόν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' αν ο Λοξίας θέλη<br />στην αμαρτία την παληά
διόρθωσι να δώση,<br />βέβαια φίλος δεν θα ειπή πως έγινε για μένα,<br />μα, με το
νάνε πια θεός, θα τη δεχθώ τη χάρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Γονυπετεί προ των προπυλαίων και
προσεύχεται). (**)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (καθ' εαυτόν:)<br />Με λόγια πλάγια και
κρυφά γιατί ετούτ' η ξένη,<br />κατηγοράει το θεό; για φιλενάδα τάχα<br />ζητεί να
πάρη το χρησμό, ή μήπως και μας κρύβη<br />κάτι που πρέπει ναν κρυφό;. . . Μα για
του Ερεχθέως<br />την κόρη, τι με μέλει εμέ; τι σχέσι έχει μ' εμένα;. . .<br />Ας
τον ραντίσω το ναό με το χρυσό ταγγείο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Λαμβάνει χρυσούν δοχείον και καταβρέχει. Μετά
στιγμήν σταματά και<br />σκέπτεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα ο Φοίβος θέλει επίπληξι μ' αυτά που πάει
και κάνει!<br />Πιάνει της κόρες με τη βια κ' ύστερα της προδίνει,<br />κι' όσα
παιδιά κλεφτογεννά ταφίνει και πεθαίνουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ωσεί αποτεινόμενος προς τον ουρανόν:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είνε πράματα για σε και με το νάχης
δύναμι<br />φρόντιζε νάχης κι' αρετή· γιατί όποιος γεννηθή κακός<br />απ' τους
θνητούς, πάντα οι θεοί του δίνουν τιμωρίες.<br />Και είνε δίκηο τάχα, σεις, που
δώσατε τους νόμους<br />εις τους θνητούς, να πέφτετε οι ίδιοι 'ς
ανομίες;<br />Γιατί, —δεν είν' αληθινό, αλλά το φέρνει ο λόγος, —<br />γιατί αν
τιμωρήσετε ανθρώπους, όταν κάνουν<br />με βια τους γάμους των, και συ, κι' ο
Ποσειδών, κι' ο ίδιος<br />ο Ζευς, πουν' άρχων τουρανού, το κάθε αδίκημά σας<br />αν
πληρωθή, ε, γρήγορα θαδειάσουν οι ναοί σας.<br />Να βάζετε την ηδονή πειό πρώτ'
απ' τη σοφία,<br />είν' έγκλημα· και δίκηο πειά δεν είνε, τους ανθρώπους<br />κακούς
να λέμε, σαν αυτοί μιμούνται τους θεούς των!. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται καταβρέχων).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ
(προσευχόμενος){3).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Α' ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ)<br />Σένα, που δεν ένοιωσες μέσ'
στα σωθικά σου<br />κάθε πόνο φοβερό, όπου φέρν' η γέννα,<br />σένα, που απ' την
κεφαλή του Διός ξεγέννησε<br />ο Τιτάνας Προμηθεύς, Αθηνά παρθένα! —-<br />στης
Πυθίας τον ναόν, ω μακάρια Νίκη,<br />εδώ πέρα πέταξε με γοργό φτερό,<br />από τα
Ολύμπια τα χρυσά παλάτια<br />εις τον ομφαλό της γης, —όπου με χορό<br />τριγυρίζει
ο Τρίποδας στην εστία κάτου.<br />οπού της μαντείες της δίνει της κρυφές. —<br />Συ,
κ' η κόρη της Λητούς, δύο θεές παρθένες,<br />και σεμνές του Απόλλωνος δύο
αδελφές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Β'. ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ)<br />Του Ερεχθέως το παληό το
γένος,<br />μαντέματα να πάρη καθαρά,<br />παρακαλέστε σεις, και να ξανάρθη<br />η
γονιμότης πούχε μια φορά.<br />Αιτία είνε ακλόνητη ευτυχίας<br />μεγάλης, όταν
λάμπουνε μια μέρα<br />νέα παιδιά στο σπίτι, για ν' αφήσουν<br />'ς άλλα παιδιά τα
πλούτη του πατέρα.<br />Είν' τα παιδιά στη δυστυχία δύναμι,<br />στην ευτυχία είνε
χαράς πηγή,<br />και με τα όπλα δύναμι σωτήρια<br />εις της πατρίδος φέρνουνε τη
γη.<br />Πειό πρώτ' απ' τα παλάτια κι' απ' τον πλούτο<br />τα προτιμώ τα φρόνημα
ταγέρια·<br />εγώ χωρίς παιδιά μισώ το βίο,<br />κι' όποιος τον θέλει, νάχη
κατηγόρια.<br />Ας κάνω εγώ παιδιά, παιδιά καλά,<br />κι' ας λείψουνε τα πλούτη τα
πολλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Α'. ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ)<br />Ω συ, του Πανός ναέ, και
γειτονικέ<br />βράχε, πούσαι στης Μακράς τη σπηληά κοντά,<br />πούρχονται η τρίδυμες
της Aγραύλου κόρες<br />στης Παλλάδος Αθηνάς τους ναούς μπροστά,<br />και σε μέρη
χλοερά, και πηδούν, στους ύμνους<br />που αφίνουν ελαφρές των αυλών
λαλιές,<br />όταν συ, ω θεέ Πάν, παίζεις με συρίγματα<br />τους δικούς σου τους
αυλούς μέσα στης σπηληές —<br />εκεί κάτω στη σπηληά, όπου μια παρθένα,<br />γέννα
με το Φοίβο κάνοντας κρυφή,<br />το παιδί της, σαν ντροπή πικραμένου
γάμου,<br />ματωμένη τώρριξε στα πουλιά τροφή.<br />Ούτε ιστορήθηκε σε υφαντήν
εικόνα,<br />ούτε λόγος στάθηκε, πως ποτέ η ζωή<br />ευτυχής εγίνηκε των παιδιών,
που ως τώρα<br />στους θνητούς οι αθάνατοι τα 'δοσαν θεοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται ο Ίων).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΙΩΝ — ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ και μετά μικρόν
ΞΟΥΘΟΣ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Γυναίκες σεις θεράπαινες, όπου εδώ
φυλάτε,<br />μπροστά στης σκάλες του ναού της μοσχομυρισμένες,<br />και νάρθη ο
αφέντης σας προσμένετε, — ο Ξούθος<br />τον άφησε τον Τρίποδα και των χρησμών τον
τόπο,<br />ή έχει μείνη στο ναό, κι' ακόμα μολογάει<br />την ακληριά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ξένε μου, ο Ξούθος είν' ακόμα<br />μέσ'
στον ναό· δεν πέρασε τον τόπο αυτόν να βγη·<br />μα στάσου, κρότον άκουσα. . .. η
πύλες σαν ν' ανοίγουν<br />κάποιος να βγη. . .. Νά, κύτταξε, που ο αφέντης
βγαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται ο Ξούθος από τον Ναόν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Χαίρε, παιδί μου· ναν' αυτός πρώτος
μου λόγος πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Εγώ χαρούμενος, και συ σοφός, έτσι κ'
οι δυο μας<br />ευτυχισμένοι θα' μαστε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Δόσε μου να φιλήσω<br />το χέρι σου,
και το κορμί στην αγκαλιά να σφίξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προσπαθεί να εναγκαλιασθή τον Ίωνα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ(έκπληκτος).<br />Είσαι καλά, ή χάλασε
κάποιος θεός το νου σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Είμαι τρελλός; που εύρηκα και θέλω
να φιλήσω<br />ό,τι αγαπούσα πειό πολύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προσπαθεί να τον εναγκαλισθή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προφυλάσσων τον επί της κεφαλής του
στέφανον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στάσου, μήπως εγγίζοντας το ιερό στεφάνι<br />το
σπάσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ (επιμένων).<br />Θέλω μοναχά να σ'
αγκαλιάσω, κι όχι<br />να σου το πάρω· εύρηκα εκείνο που αγαπούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (αμυνόμενος).<br />Μ' αφίνεις, ή το τόξο μου
θα πάρω, να τρυπήσω<br />τα στήθια σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ.<br />Γιατί λοιπόν μου φεύγεις, αφού
βρίσκεις<br />εκείνο που αγαπάς και συ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Εγώ δεν αγαπάω<br />τους ξένους τους
μανιακούς και τους ξεμυαλισμένους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αναλαμβάνει μετά σπουδής το τόξον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Και σκότωσε και κάψε με· μα ξέρε: αν
με σκοτώσης,<br />θα γίνης του πατέρα σου φονηάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Εσύ πατέρας<br />δικός μου! είνε να γελώ
μ' αυτά που ακούν ταυτιά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Όχι· μ' αυτά που θα σου είπω, καλά
θα καταλάβης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι θα μου ειπής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Πατέρας σου πως είμαι και συ γυιός
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποιός είπε τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Το είπε αυτός, που σ'έθρεψεν
εσένα,<br />ενώ δικός μου ήσουνα· το είπεν ο Λοξίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δεν έχεις άλλο μάρτυρα από τον εαυτό
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Το λέω, αφού τώμαθα από του Λοξία
τους χρησμούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ακούοντας λόγια στρυφνά έκαμες
λάθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Τάχα<br />λόγια σωστά δεν
άκουσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κι' ο Φοίβος τι σου είπε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Πως όποιον απαντήσω εγώ. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πού θα τον απαντήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Την ώρα που απ' του θεού θα βγαίνω
το ναό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τί θαν' εκείνος που θα βρης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Εκείνος θαν' ο γυιός μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς; γεννημένος από σε; ή γυιός θετός
θα γίνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Θετός, δοσμένος κι' από εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και πρώτα-πρώτα εμένα<br />βγαίνοντας
συναπάντησες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Παιδί μου, κανέν' άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και τούτ' η τύχη από πού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Ιδία μας βρήκε τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποιά μάννα μ' έδωκε 'ς εσέ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Να σου το ειπώ δεν ξέρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ούτε ο Φοίβος το είπε αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Απ' την πολλή χαρά μου<br />δεν τον
ερώτησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και πώς; από τη γη γεννήθηκα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Το χώμα δεν γεννά παιδιά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς είμ' εγώ δικός σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Δεν ξέρω. Τον θεόν γι' αυτό θα τον
ρωτήσω πάλι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ας πούμε γι' άλλα πράματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Αυτά είνε τα πειό καλά,<br />παιδί
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σε παράνομο μην τύχη κ' ήλθες
γάμο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Ε, πάντα ο νηός είνε τρελλός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πριν πάρης του Ερεχθέως<br />την
κόρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Πριν, όχι ύστερα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Λοιπόν μ' έχεις γεννήση<br />προτήτερ'
απ' το γάμο σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Τα χρόνια συμφωνούνε<br />και με την
ηλικία σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς βρέθηκα δω πέρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />'Σ αυτό δεν ξέρω τι να ειπώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς πήρα τόσο δρόμο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Παραξενεύομαι κ' εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μην τύχη στης Πυθίας<br />κ' ήλθες το
βράχο πειο μπροστά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Εις της γιορτές του Βάκχου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σε τίνος σπίτι έμεινες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />'Σ εκείνον που με γνώρισε<br />με τα
κορίτσια των Δελφών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Εις τα μυστήριά τους,<br />ή θέλεις για
να ειπής κι' αλλού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Εις των Μαινάδων τη γιορτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Είχες σωστή τη' γνώσι σου, ή μεθυσμένος
ήσουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Επαραδόθηκα μ' αυτές στης ηδονές του
Βάκχου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τότε με γέννησες εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Και σ' εύρε η τύχη, γυιέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς ήλθα στο ναό αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Θα σ' άφησεν η
κόρη.<br />ΙΩΝ<br />Δούλος για αυτό δεν έγινα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Τώρα λοιπόν, παιδί μου<br />δέξου με
για πατέρα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δεν πρέπει ν' απιστήσω<br />στο λόγο που
είπεν ο θεός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Πολύ καλά το εσκέφθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι άλλο ήθελα απ' αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Το πράμα τώρα βλέπεις<br />όπως σου
πρέπει να το ιδής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Να ήμ' εγώ παιδί αυτού, που είνε γόνος
του Διός!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Αυτό για σένα ήτανε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και θα μπορέσω τάχα<br />εκείνους που μ'
εγέννησαν στην αγκαλιά να σφίξω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Αν δώσης πίστι στο θεό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (εναγκαλιζόμενος τον Ξούθον)<br />Χαίρε
λοιπόν, πατέρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Αυτός ο λόγος που άκουσα τι
ευχάριστος που είνε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Όπως κ' η μέρα η σημερινή. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Την ευτυχία μου δίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αγαπητή μητέρα μου! πότε θα ιδώ κ'
εσένα;<br />τώρα ποθώ για να σε ιδώ περσότερο από πρώτα.<br />μα τι να κάνω τώρα
πεια, αν ήσαι πεθαμένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Η χαρά του σπιτιού, που
δουλεύουμε<br />και για μας είνε τώρα χαρά.<br />Μα πως ήθελα μέσ' στου
Ερεχθέως<br />τα παλάτια να ζη ευτυχισμένη<br />με δικά της παιδιά κ' η κυρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Παιδί μου, για να σ' εύρω εγώ, ήτανε
δίκηα η κρίσι<br />που έκαν' ο θεός, και συ μ' εμέ συναπαντήθης,<br />και βρήκες τον
πατέρα σου, που πρώτα δεν τον ήξερες.<br />Ό,τι εγύρευες και συ, αυτό κ'εγώ
ποθούσα:<br />να βρούμε τη μητέρα σου που σ' έδωκε'ς εμένα,<br />ας μπιστευθούμε
στον καιρό, κ' ίσως κι' αυτή τη βρούμε.<br />Άφησε τώρα το ναό και τη δουλειά που
κάνεις<br />και, όπως ο πατέρας σου ποθεί, εις την Αθήνα<br />έλα να πάμε, γιατί
εκεί χαρά σε περιμένει,<br />πλούτος πολύς, και μ' όλ' αυτά το σκήπτρο του γονειού
σου<br />Κανείς ποτέ δεν θα σε ειπή πως άνομα εγεννήθης,<br />ούτε φτωχός· μα θα'
χης συ κ' ευγένεια και πλούτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Ίων καταβιβάζει την κεφαλήν και
σιωπά).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωπαίνεις; Μα γιατί στη γη τα μάτια
χαμηλώνεις<br />και μπαίνεις σε συλλογισμούς, και τη χαρά, που πήρεν<br />ως τώρα ο
πατέρας σου, σε λύπη τη γυρίζεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τα πράματα δεν έχουνε ποτέ την ίδιαν
όψι,<br />όταν τα βλέπης μακρυά, κι' όταν κοντοζυγώνουν.<br />Κι' όσο για τη
συνάντησι, πολλή χαρά μου φέρνει,<br />που βρήκα σε, πατέρα μου. Μ' άκουσε αυτό
που ξέρω:<br />Λέγουν ότι στην ένδοξη Αθήνα είνε ντόπιες<br />και όχι ξένες η
γενειές, και δυο κακά θα μ' εύρουν!<br />ξένος θαν' ο πατέρας μου και νόθος θαμ
'εγώ.<br />Έχοντας τούτη τη ντροπή, αδύνατος θα μείνω,<br />και θα με λένε τίποτα,
χωρίς καμμιάν αξία.<br />Μα κι αν θελήσω μια φορά στην πόλι πρώτος να φανώ,<br />όλ'
οι κατώτεροι από εμέ θα με μισήσουν, όλοι,<br />γιατ' ό,τι νοιώθουν πειο τρανό,
πολλή τους φέρνει λύπη.<br />Μα κ' οι πολίτες οι καλοί, που γνώσι μπορεί
νάχουν,<br />και όμως από την αρχή γυρεύουνε ν' απέχουν,<br />μαζύ μου θα γελάσουνε,
και θα με ειπούν τρελλό,<br />που σε μια πόλι ανήσυχη, γεμάτην από φόβους,<br />εγώ
την ησυχία μου δεν είχα προτιμήση.<br />Μαζύ με το αξίωμα, πρέπει να
φυλαχθώ<br />απ' τον καθένα ισχυρό πούχει στο λόγο δύναμι·<br />γιατί αυτά, πατέρα
μου, στους άρχοντες συμβαίνουν:<br />όπου εκείνοι έχουνε αξίωμα στης
πόλεις,<br />μεγάλο βρίσκουν πόλεμον από τους αντιζήλους.<br />Όταν λοιπόν θα 'ρθώ
εγώ σε ξένο σπίτι, ξένος,<br />που κ' η γυναίκα είν' άτεκνη, όπου της ίδιες
λύπες<br />είχε κι' αυτή προτήτερα με σένα δοκιμάση,<br />βαρειά θα φέρνη πάντοτε
την τύχη τη δική σου<br />μπροστά στην ατυχία της, που συ παιδί ευρήκες.<br />Πώς
τάχα με το δίκηο της δεν θα μισήση εμένα,<br />όταν εγώ θα βρίσκωμαι στα πόδια σου
μπροστά,<br />κ' εκείνη, όντας άτεκνη, καταφαρμακωμένη<br />θα βλέπη την αγάπη σου
'ς εμένα; Όπου τότε,<br />ή θα μ' αφήσης έρημον να την ευχαριστήσης,<br />ή θα
κρατής για χάρι μου σε ταραχή το σπίτι.<br />Πόσες σφαγές δεν κάμανε, και πόσα
φαρμακώματα<br />στους άνδρες η γυναίκες τους, για την καταστροφή τους!<br />Λυπάμαι
τη γυναίκα σου που άκληρη γερνάει·<br />δεν ήταν άξια να πονή χωρίς παιδιά, που
είνε<br />από γενειά τόσο λαμπρή· άδικα μου παινεύεις<br />της βασιλείας ταγαθά,
πούνε γλυκειά στην όψι,<br />μα μέσ' στο σπίτι θλιβερή· ποιος είν'
ευτυχισμένος<br />κι' αφρόντιστος, όταν περνά με φόβους τη ζωή του<br />και
δυσπιστίες; ήθελα να ήμ' ευτυχισμένος<br />απλός πολίτης πειο καλά, παρά να
βασιλεύω,<br />και νάχω πάντα τους κακούς για φίλους μου τριγύρω,<br />και τους
καλούς να τους μισώ, και φόβο να τους έχω<br />μη με σκοτώσουν. Ίσως πης πως το
χρυσάφι τον νικά<br />τον κάθε φόβο, και γλυκό πως είνε πράμα ο πλούτος·<br />μα δεν
μ' αρέσει ν' αγροικώ στ'αυτιά μου κατηγόριες,<br />κ' εγώ τον πλούτο να κρατώ,
ούτε και λύπες νάχω·<br />μ' αρέσει μέτρια ζωή, που λύπες να μην έχη·<br />ποιες
ευτυχίες έχω εδώ, πατέρα μου, άκουσε τες:<br />πρώτα την ησυχία μου που οι
άνθρωποι τη θέλουν·<br />λίγες φροντίδες, και κακός ποτέ κανείς δεν ήρθε<br />να με
ταράξη· κι' ούτε αυτή την αηδία αισθάνομαι<br />να σταματώ το βήμα μου μπρος στους
κακούς ανθρώπους·<br />κάνοντας στους θεούς ευχές, ή με θνητούς
μιλώντας,<br />υπηρετώ τους ευτυχείς κι' όχι τους λυπημένους·<br />και όταν τούτοι
φεύγουνε, εκείθε φθάνουν άλλοι<br />που με καινούργιους να μιλώ ευχαριστούμαι
πάντα·<br />κι' αυτό που πρέπει ο άνθρωπος, και όταν δεν το θέλη<br />να τόχη, πούνε
σύμφωνο και με τη φύσι,—ο νόμος,—<br />δίκαιον πάντα με κρατεί 'μπρος στου θεού τα
μάτια·<br />αυτά συλλογιζόμενος, θαρρώ πως είνε πειο καλά<br />ετούτα εδώ, απ' όσα
εκεί έχετε σεις, πατέρα.<br />Για εμέ τον ίδιον αγαπώ να ζω, και άφησέ
με·<br />ευτυχισμένος είν κι' αυτός που για μεγάλα χαίρεται,<br />ευτυχισμένος είν'
κι' αυτός που τα μικρά του φθάνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Καλά τα είπες, αν μ' αυτά εκείνοι που
αγαπώ εγώ<br />θα τύχη από τα λόγια σου να βγουν ευτυχισμένοι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΟΥΘΟΣ<br />Άφησε συ τα λόγια αυτά και μάθε να
ευτυχήσης·<br />θέλω, τώρα που σ' εύρηκα, να κάμω ένα τραπέζι,<br />παιδί μου, κι'
όσες μια φορά, την ώρα που εγεννήθης,<br />θυσίες δεν εκάναμε, να γίνουν όλες
τώρα.<br />Σε προσκαλώ για ξένο μου σε φιλικό τραπέζι<br />στο σπίτι μου, θάρθης
μαζύ μ' εμένα στην Αθήνα,<br />τάχα σαν νάσαι θεατής, κι όχι παιδί δικό
μου·<br />γιατί δεν θέλω, ευτυχής εγώ, τη σύζυγό μου,<br />που είν ως τώρα άτεκνη,
σε λύπες να την ρίξω.<br />Κι' όταν περάση ο καιρός, θα σε παρουσιάσω<br />'ς αυτήν,
όπου της χώρας μου το σκήπτρο θα σου δώσω.<br />Ίωνα τώρα σε καλώ, στην τύχη σου
όπως πρέπει,<br />σαν μόλις βγήκα απ' το ναό, εσένα πρωτοβρήκα.<br />Τώρα τους
φίλους κάλεσε, και πες τους, στη θυσία<br />νάρθουνε μ' ευχαρίστησι, προτού αφήσης
τους Δελφούς. . .<br />— Και σεις, ώ δούλες, σιωπή κρατείτε, κι' όσα
ακούσατε<br />αν 'πήτε στη γυναίκα μου, το θάνατο θα βρήτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πηγαίνω· μ' απ' την τύχη μου ακόμα
λείπει κάτι:<br />εκείνην που μ' εγέννησεν, αν δεν ευρώ, πατέρα,<br />θαν' η ζωή μου
άχαρη· κι' αν πρέπει μια ευχή<br />να κάνω, θάνε η μάννα μου να είνε απ' την
Αθήνα,<br />νάχω τουλάχιστο απ' αυτή το θάρρος του πολίτη·<br />γιατί όποιος κι'αν
βρεθή ποτέ σε ξένη πόλι ξένος,<br />όσο κι'αν γίνη νόμιμος πολίτης, πάντα
μένει<br />δούλος στη γλώσσα και ποτέ δεν πρέπει να μιλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχονται).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ς'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ (μόνος:)<br />Τα δάκρυα
βλέπω και τους στεναγμούς της<br />και τα κλαψίματα, σαν η κυρά μου ιδή,<br />νάχη
παιδί ο άνδρας της δικό του,<br />κ' εκείνη νάνε στείρα και χωρίς παιδί.<br />Γυιέ
της Λητούς προφητικέ! ποιά προφητεία<br />από το στόμα σου ετραγουδήθη;<br />πώς το
παιδί ετράφη στο ναό σου,<br />και από ποιά γυναίκα εγεννήθη;<br />Γιατί αυτό το
μάντεμα σου όλο<br />δεν με ησυχάζει· κάποιον θάχη δόλο·<br />φοβάμαι απ' αυτό,
καμμιά φορά<br />μεγάλη μη μας εύρη συφορά.<br />Είνε ο λόγος του θεού
παράξενος<br />και παράξενη μου δίνει σκέψι·<br />είν'από ξένη το παιδί αυτό γενηά,
—<br />ποιός τάχα τούτο δεν θα το πιστέψη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς, φιλενάδες, στην κυρά μας τούτο<br />δεν θα
το ειπούμε με τρανή φωνή,<br />πούχε στον άνδρα όλες της ελπίδες,<br />μα κ' έχει
τόσο δύστυχη γενή;<br />Τώρα εκείνη λυώνει από τη συφορά<br />και η χαρά για κείνον
θανατείλη.<br />έπεσε εκείνη στα λευκά γεράματα,<br />κι αυτόν θα τον περιφρονούν οι
φίλοι.<br />Ο άθλιος! όπου τη θύρα εχτύπησε<br />στο σπίτι μας, πούχ' ευτυχία, μα
χαρά<br />— που να χαθή! που να χαθή! — δεν έφερε<br />καμμιά, κ' έχει γελάση μόνο
την κυρά, —<br />που οι θεοί να μη δεχθούν, όταν θα κάνη<br />θυσία μ' ευκολάναφτο
λιβάνι.<br />Μα εγώ θα δείξω τώρα πόσον αγαπώ<br />το σπίτι το βασιλικό— [και θα τα
ειπώ] {4).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα ο πατέρας και ο νηός ο γυιός του<br />νέο
τραπέζι ετοιμάζουνε τρανό<br />στου Παρνασσού τους βράχους, όπου σχίζονται<br />και
ανεβαίνουν ως τον ουρανό, —<br />όπου ο Βάκχος ο θεός, κρατώντας<br />της πεύκινες
και δίφωτες λαμπάδες,<br />της νύχτες ελαφρά χοροπηδάει<br />μαζύ με της νυχτερινές
Μαινάδες.<br />Ποτέ του να μη φθάση μέσ' στην πόλι,<br />και μ' όλα του τα νηάτα να
πεθάνη!<br />γιατί στην πόλι αν έμβη ένας ξένος<br />μεγάλη στενοχώρια θα μας
κάνη.<br />Καλήτερα ο Ερεχθεύς να μείνη,<br />που πρώτος βασιληάς μας είχε
γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΥΛΑΙΑ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Σκηνογραφία η αυτή. — Εισέρχεται η Κρέουσα
ακολουθουμένη από τον<br />Πρεσβύτην.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΚΡΕΟΥΣΑ. — ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ. — ΧΟΡΟΣ
ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Γέρο, που του πατέρα μου ήσουν'
παιδαγωγός<br />του Ερεχθέως μια φορά, που ήταν στο φως ακόμα,<br />σύρε στον τόπο
του θεού που δίνει τους χρησμούς του,<br />να πάρης ευχαρίστησι και συ μαζύ μ'
εμένα,<br />αν τύχη και ο βασιληάς Λοξίας αποκρίθη<br />με το χρησμό του, πως
παιδιού μητέρα θα γενώ.<br />Η ευτυχία είνε γλυκειά σαν μοιρασθή με φίλους·<br />κι'
αν ίσως, — που να μη γενή — κάτι κακό μας τύχη,<br />βρίσκει κανείς παρηγοριά,
βλέποντας μέσ' στα μάτια<br />ανθρώπου που μας συμπαθεί· μ' όλο πούμαι κυρά
σου,<br />όπως και τον πατέρα μου συ μια φορά τιμούσες,<br />έτσι τιμώ κ' εγώ
εσέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ώ κόρη, είσαι άξια<br />των άξιων
των γονέων σου· τα έθιμα φυλάττεις,<br />και τους παληούς προγόνους σου δεν
ντρόπιασες ποτέ σου.<br />Φέρε με, φέρε στο ναό και υποστήριξε με·<br />είνε
δυσκολοδιάβατος ο δρόμος του μαντείου,<br />και γίνου στήριγμα εσύ για τα γεράματά
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ (λαμβάνουσα αυτόν εκ της
χειρός).<br />Έλα μαζύ και πρόσεξε το πόδι που πατάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (προχωρών).<br />Νά· είν' αργό το
πόδι μου, μα γρήγορ' η ψυχή μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />'Σ αυτόν τον τόπο τον στενό
στηρίξου στο ραβδί σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Είνε τυφλό και το ραβδί σαν δεν
καλοθωρούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Καλά το είπες, αλλά μη σε κυριεύη ο
κόπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Το θέλω εγώ; τη δύναμι δεν έχω
τη χαμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προχωρεί οδηγούμενος υπό της Κρεούσης μέχρι
του άκρου της σκηνής και<br />εξέρχεται. — η Κρέουσα επανέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο τ' ήταν γραφτό!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο πρώτος σας ο λόγος<br />ευχάριστος
δεν φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο, η δόλια!<br />θλίψιν
αισθάνομαι βαρειά για το χρησμό που εδόθη<br />στ' αφεντικά μου. Τι λοιπόν να κάμω
τώρα πρέπει;<br />Με φοβερίζει ο θάνατος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Γιατί ο λόγος τούτος;<br />κι' ο
φόβος σας αυτός γιατί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τι τάχα: να το ειπούμε<br />ή να το
σιωπήσουμε; Να κάνουμε τι τάχα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πες μου, μην έχης συφορά καμμιά να
ειπής για μένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Θα σου το ειπώ και δυο φορές ακόμα
κι' αν πεθάνω.<br />Για σένα δεν εγράφτηκε, κυρά, στην αγκαλιά σου<br />να ιδής
παιδί, ούτε ποτέ στο στήθος σου να γύρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αχ! θα πεθάνω, αλλοίμονο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται ο Πρεσβύτης εκ νέου)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κόρη μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Φιλενάδες!<br />Τι συφορές που η
δύστυχη επήρα στη ζωή μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Παιδί μου, εχαθήκαμε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αλλοί! αλλοίμονο μου!<br />Ποιά λύπη
τώρα φοβερή τρυπάει τα σωθικά μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Όχι ακόμα στεναγμός, —</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μα η συφορά έχει φθάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πριν μάθουμε, —</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ποιά είδησι λοιπόν να μάθω
πρέπει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Αν ίσως και ο άνδρας σου θα
μοιρασθή μαζύ σου<br />τη λύπη, ή μονάχα εσύ θα βγης δυστυχισμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Σε κείνον έδωκε παιδί, ω γέροντα, ο
Λοξίας,<br />κ' είνε μονάχος του ευτυχής χωρίς κι' αυτή να ήνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αυτά που είπες φθάνουνε να
βαρειαναστενάζω<br />για το μεγάλο το κακό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (προς τον Χορόν:)<br />Και το παιδί
που είπες,<br />τάχ' από ποιά θα γεννηθή γυναίκα, ή εγεννήθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τον είδα, έχει γεννηθή· είν' ένα
παλληκάρι<br />ο νηός, όπου του έδωκε για γυιό του ο Λοξίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ (προς τον Χορόν:)<br />Τι λες; μα είν'
απίστευτος, απίστευτος ο λόγος<br />που βγήκε από το στόμα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (προς τον Χορόν:)<br />Το ίδιο και
για μένα.<br />Ποιό τέλος έχει ο χρησμός; πειο καθαρά για πες μας·<br />και το παιδί
πειο είν' αυτό, [που του δωκε ο Λοξίας];</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Την ώρα που άνδρας σου απ' το ναό θα
βγαίνη,<br />αυτός, που πρώτον ήθελε μπροστά του απαντήση,<br />θα είν' ο γυιός που
ο θεός Λοξίας τούχει δώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αλλοίμονο μου! άτεκνη, άτεκνη εγώ
θα μείνω,<br />κι' ωρφανεμένο κ' έρημο θα κατοικήσω σπίτι<br />'ς όλη μου τη
ζωή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Μα ποιός να ήν' εκείνος
τάχα<br />που τον φανέρωσε ο χρησμός; της δύστυχης ο άνδρας<br />με ποιόν
συναπαντήθηκε, και πού λοιπόν τον είδε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αγαπημένη μου κυρά, αυτόν τον νηόν
τον ξέρεις<br />οπού σαρώνει το ναό; αυτός είν' το παιδί του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ποια συφορά! ποια συφορά, ώ φίλες,
έχω πάθη!<br />να πέταγα καλήτερα εις τον υγρόν αγέρα<br />απ' την Ελλάδα μακρυά,
στης δύσεως ταστέρια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κι' όνομα ποιό εις το παιδί
έχει ο πατέρας δώση;<br />ξέρεις, ή μήπως μυστικό και τόνομά του μένει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τον είπ' εκείνος Ίωνα, γιατ' ήτανε
κι' ο πρώτος<br />οπού με τον πατέρα εδώ συναπαντήθη·<br />ποια μάννα τον εγέννησε,
να σας ειπώ δεν ξέρω·<br />Μα για να μάθης, γέροντα, όσα κ' εγώ γνωρίζω,<br />σου
λέω πως εβγήκε αυτός και πάει να θυσιάση,<br />για του παιδιού τη γέννησι και τη
φιλοξενία,<br />μέσ' στης σκηνές της ιερές απ' τη γυναίκα του κρυφά,<br />και με το
νέο του παιδί να κάνη ένα τραπέζι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κυρά, επροδοθήκαμε! πονώ κ' εγώ
μαζύ σου!<br />ο άνδρας σου μας πρόσβαλε, κι' από του Ερεχθέως,<br />με κάθε τρόπο
δολερό, το σπίτι θα μας διώξη·<br />δεν θέλω μ' όσα θα σου ειπώ τον άνδρα σου να
βρίσω.<br />Μα σ' αγαπώ περσότερον εσένα κι' από κείνον, —<br />που ξένος μέσ' στην
πόλι μας εμβήκε και σε πήρε,<br />μαζύ και με το σπίτι σου και την κληρονομιά
σου,<br />ενώ εκρυφογένναγε παιδιά μ' άλλη γυναίκα·<br />τον τρόπο αυτό τον μυστικό
θα σου τον εξηγήσω:<br />με το να νοιώση πως εσύ ήσουν γυναίκα στείρα,<br />δεν
ήθελε να μοιρασθή την τύχη τη δική σου·<br />παίρνοντας μυστικά λοιπόν από της
δούλες κάποια<br />έκαμε τούτο το παιδί, και τόστειλε μακρυά του<br />να του το
θρέψουν στους Δελφούς· έτσι λοιπόν εκείνο<br />αφού αφέθη στο ναό, και μόρφωσιν
επήρε,<br />σαν έννοιωσε πως το παιδί έγινε παλληκάρι,<br />σ' έπεισε 'δω να έλθετε,
τάχα για σένα μόνο,<br />οπού δεν έκανες παιδιά· αυτός είπε το ψέμμα<br />πούτρεφε
το παιδί κρυφά, και όχι ο Απόλλων,<br />κ' έφτιανε τέτοιες πονηριές· αν ήθελε
πιασθή,<br />το γυιό του θ' αφιέρωνε εις το θεό, κι' αν ίσως<br />κατώρθωνε για να
κρυφθή, το χρόνο να κερδίση<br />που πέρασε, θα του 'δινεν ευθύς τη
βασιλεία<br />της χώρας· μα και τόνομα αυτό που τούχει δώση<br />το είχε φτιάση από
καιρό, και Ίωνα τον είπε,<br />τάχα πως τον συνάντησε σαν έβγαινε απ'το
ναό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο! πώς τους μισώ τους
πονηρούς τους άνδρες,<br />που φτιάνουνε το άδικο, κ' έπειτα το στολίζουν<br />με
πονηριές· μα προτιμώ καλήτερα ένα φίλον<br />ανόητο, παρά κακόν οπού σοφός να
ήνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κ' είνε το πειο τρανό κακό αυτό
που συ θα πάθης:<br />θα φέρης μέσ' στο σπίτι σου γι' αφέντη έναν άνδρα<br />χωρίς
μητέρα, γέννημα κάποιας γυναίκας δούλας<br />και απολιτογράφητον· λιγώτερο θα
ήταν<br />βέβαια το τούτο κακό, αν έφερνε στο σπίτι<br />από γυναίκα ευγενικιά
παιδί, και σ' είχε πείση<br />ότι μ' εκείνη τόκανε, αφού εσύ ήσουν στείρα·<br />κι'
αν ίσως πάλιν ήτανε τούτο πικρό για σένα,<br />άλλη γυναίκα ας εύρισκε στο γένος
του Αιόλου.<br />Πρέπει λοιπόν εκδίκησι να εύρης γυναικεία<br />για όλα τούτα, ή
σπαθί στο χέρι σου να πάρης,<br />η δόλια, ή με φάρμακα τον άνδρα να
σκοτώσης<br />και το παιδί, προτού να βρης το θάνατο από κείνους.<br />Εάν δειλιάσης
συ γι' αυτό, θα χάσης τη ζωή σου·<br />γιατί όταν έλθουν δυο εχθροί μέσα στο ίδιο
σπίτι,<br />θα καταντήση δυστυχής ο ένας ή ο άλλος.<br />Επιθυμώ λοιπόν κ' εγώ ν'
αγωνισθώ μαζύ σου,<br />και να σκοτώσουμε μαζύ το γυιό του, εκεί μέσα,<br />στο
σπίτι εκείνο μπαίνοντας που κάνει το τραπέζι.<br />Έτσι κ' εγώ πεθαίνοντας, την
υποχρέωσί μου<br />θα βγάλω στους αφέντες μου, που χρόνια μ' έχουν θρέψη,<br />ή
ζωντανός να μοιρασθώ μαζύ τους τη χαρά τους.<br />Γιατί ένα μόνο, τόνομα, φέρνει
ντροπή στους δούλους·<br />μα σαν ο δούλος είν' καλός, από τους ελευθέρους<br />δεν
είνε πειο χειρότερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κυρά μου αγαπημένη,<br />θέλω τη συφορά
κ' εγώ να μοιρασθώ μαζύ σου,<br />κ' ή να πεθάνω, ή κ' εγώ να ζήσω
ευτυχισμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ψυχή μου! πώς να σιωπήσω<br />και πώς
ν' αφήσω τη ντροπή,<br />τους έρωτες να φανερώσω<br />τους σκοτεινούς;. . . τι μ'
εμποδίζει;. . .<br />Την αρετή για ποιόν κρατούμε<br />όταν ο άνδρας μας
προδίνη;<br />Σπίτι δεν έχω, παιδιά δεν έχω<br />και η ελπίδες μου πάνε
χαμένες<br />που δεν εμπόρεσα να της κρατήσω,<br />και για τα τέκνα εσιωπούσα<br />και
για το γάμο το θλιβερό.<br />Μα όχι! στου Διός θα ορκισθώ<br />το θρόνο τον
πολύαστρο, κι ακόμα<br />στην Αθηνά, των βράχων μου θεάν,<br />μα και στο ακρογιάλι
το ιερό<br />του Τρίτωνος της λίμνης, πως θα κάνω<br />το σφάλμα μου γνωστό, να
ελαφρώσω<br />τα στήθηα μου από το βάρος τους αυτό.<br />Από τα μάτια μου σταλάζει
δάκρυ<br />και η ψυχή μου πόνον έχει πάρη<br />απ' τους ανθρώπους και απ' τους
αθανάτους,<br />που αχάριστους θα τους αποδείξω,<br />προδότες της συζυγικής
αγάπης.<br />Ώ, που με της εφτάφωνης κιθάρας<br />το άψυχο το κέρας
τραγουδάς<br />τους ύμνους τους αρμονικούς στης μούσες,<br />γυιέ της Λητούς! σε
σένα θα μιλήσω:<br />ήλθες 'ς εμέ με τα χρυσά μαλλιά σου<br />αστράφτοντας, όταν εγώ
τα στήθια<br />εστόλιζα με κίτρινα λουλούδια,<br />όμοια με τα χρυσά φορέματά
μου.<br />Μ' άρπαξες απ' τα χέρια τα λευκά μου,<br />και μ' έσυρες στο βάθος της
σπηληάς,<br />ενώ εγώ τη μάννα μου ζητούσα,<br />και συ, θεός, επλάγιασες μαζύ
μου<br />ερωτικά και με χωρίς ντροπή.<br />Η δύστυχη! σου γέννησα παιδί,<br />που τ'
άφησ' απ' της μάννας μου το φόβο<br />εκεί, όπου εσμίχθηκα με σε.<br />Αλλοίμονο
μου! το φτωχό παιδί,<br />που ήτανε δικό μου και δικό σου,<br />τα όρνυα μού τ'
αρπάξανε κ' εχάθη,<br />και συ κιθάρες παίζεις, τραγουδείς!<br />Ώ ναι! εις της
Λητούς το γυιό μιλώ,<br />εσένα, ——όπου κάθεσαι στης γης<br />τη μέση και στους
θρόνους τους χρυσούς,<br />κι' αφίνης τα μαντέματα να——φθάση<br />έως την ακοή σου η
φωνή μου.<br />Αχ! εραστή κακέ! που δίνης τώρα<br />στον άνδρα τον δικό μου ένα
παιδί,<br />χάρι που δεν αξίζει, και το φέρνεις<br />στο σπίτι μου· κι ο γυιός μου,
πούνε γυιός σου,<br />χωρίς κανείς να ξέρη, εφαγώθη<br />από τα όρνυα μέσ' στα
σπάργανά του,<br />που η μάννα του τον τύλιξεν——εγώ!<br />Η Δήλος σε μισεί· μα και
της δάφνης<br />οι κλώνοι με το φοίνικα μαζύ<br />το φουντωτό, εκεί που με τον
Δία<br />σ' εγέννησε η σεμνή Λητώ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο! ποια άβυσσος μεγάλη τώρ'
ανοίγεται,<br />με συφορές, όπου γι αυτές καθένας θα δακρύση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Το πρόσωπό σου βλέποντας η
θλίψι με γεμίζει,<br />ώ κόρη μου, και γίνομαι έξ' απ' τον εαυτό μου.<br />Το ένα
κακό δεν πέρασε που έλυωσε την ψυχή μου,<br />και τώρα με τα λόγια σου άλλο κακό
με δέρνει<br />σαν κύμα, που σε συφοράς εμπήκες νέους δρόμους<br />απ' τα σημερινά
κακά. Τι λες; ποιάν αμαρτία<br />κατηγορείς του Απόλλωνος; ποιό γυιό έχεις
γεννήση;<br />σε ποιά μεριά της πόλεως το αγαπητό παιδί σου<br />έγινε θύμα των
θεριών; για ξαναπές το πάλι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σε ντρέπομαι, ω γέροντα, μα όμως θα
μιλήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ξέρω των φίλων τα κακά να
μοιρασθώ μαζύ τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άκουσε· ξέρεις συ καλά στου
Κέκροπος το βράχο<br />το άντρο εκεί το πρόσβορρο, όπου Μακρές το λέμε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ξέρω, στο άντρον του Πανός
πούνε βωμοί κοντά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αχ! εδοκίμασα εκεί λαχτάρα εγώ
μεγάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Λαχτάρα, ποιάν; στα λόγια σου
τα δάκρυα μου τρέχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δύστυχο γάμο άθελα έκαμα με το
Φοίβο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κόρη μου! τάχα ναν' αυτό που
είχα καταλάβη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δεν ξέρω· την αλήθει' αν λες, θα
σου τ' ομολογήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Και την αρρώστια την κρυφή πότε
είχες υποφέρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ!<br />Τούτο θα ειπώ, τη συφορά να σου τη
φανερώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Και πώς τον κράτησες κρυφό του
Απόλλωνος το γάμο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Εγέννησα· περίμενε και θα τ'
ακούσης, γέρο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πού, ποιός σε ξεγέννησε;
εγέννησες μονάχη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μονάχη, μέσα στη σπηληά που είχα
γνωρίση εκείνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Που είνε το παιδί,—να ειπής και
συ παιδί πώς έχεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πέθανε, γέρο· στα θεριά μονάχο το
είχ' αφήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πέθανε; κι'ο Απόλλων πώς, δεν
ήλθε βοηθός του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δεν βοήθησε, και τώρ' αυτό στον Άδη
μεγαλώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Και ποιός το άφησεν εκεί;
βέβαια συ δεν θάσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Εγώ, που με τα πέπλα μου το τύλιξα
στο σκότος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κι' ότι άφησες εκεί παιδί δεν
το 'μαθε κανένας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Η μυστικότης το 'ξερε κ' η συφορά
μονάχα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Και πώς το γυιό σου ετόλμησες
μέσ'στη σπηληά ν'αφήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πώς; κλάψες έκαμα πολλές εκεί και
μοιρολόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Αχ! τολμηρά ήσουν και συ, μα
πειο πολύ ο Απόλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αν το 'βλεπες το δύστυχο τα χέρια
να μ' απλώνη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Το γάλα σου εγύρευε ή αγκαλιά
μητέρας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Την αγκαλιά μου, κι' άδικα το είχα
βασανίση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Τι τάχα συ περίμενες που 'ριξες
το παιδί σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Επίστευα πως ο θεός θα σώση τη
γενειά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (καλύπτων το πρόσωπον και
κλαίων).<br />Αχ! του σπιτιού σου τη χαρά ποιά συφορά τη δέρνει!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τι κρύβεις το κεφάλι σου και κλαις,
ω γέροντά μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πού βλέπω τον πατέρα σου και σε
δυστυχισμένους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Έτσ' είν' ο κόσμος· τίποτε στη θέσι
του δεν μένει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Έ, τώρα η λύπες, κόρη μου, ας
μη μας παρασέρνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αχ! τι να κάμω; σύγχυσι μας φέρν' η
δυστυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Νά, εκδικήσου το θεό που σ'
έχει αδικημένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πώς θα νικήσω εγώ, θνητή, τον
δυνατώτερό μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Τα ιερά χρηστήρια να κάψης του
Λοξία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Φοβάμαι· γιατί βάσανα ετράβηξα ως
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Έ, καμ' εκείνο που μπορείς· και
σκότωσε τον άνδρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τον σέβομαι, απ' τον καιρό που ήταν
καλός για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Σκότωσ' το γυιό, που για κακό
δικό σου εγεννήθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πώς; είνε τάχα δυνατό; αχ, τούτο
πώς το θέλω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Όπλισε τους ανθρώπους σου όπου
σ' ακολουθούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ώ, ναι! πηγαίνω. . . Αλλά που το
πράμ' αυτό θα γίνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Μέσα στης ιερές σκηνές, που
φίλους τραπεζώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο φόνος θάνε φανερός, κ' είν'
άτολμοι οι δούλοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Αλλοίμονο! εδείλιασες! έ, κάμε
το μονάχη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Έχω ένα τρόπον ασφαλή, μα και κρυφό
ακόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Σ' όποιο κι αν θέλης απ' τα
δυο, εγώ θα σε βοηθήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άκουσε: ξέρεις τάχα εσύ τη μάχη των
Γιγάντων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ξέρω, που πολεμήσανε με τους
θεούς στη Φλέγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Εκεί εγέννησεν η γη το τέρας, τη
Γοργόνα. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Να πολεμήση τους θεούς,
βοηθώντας τα παιδιά της;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κ' η κόρη του Διός Παλλάς τη
σκότωσε κατόπι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Τάχα ο λόγος είν' αυτός που από
καιρόν ακούω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Το δέρμα της η Αθηνά στο στήθος της
το φέρνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Α, της Παλλάδος τη στολή όπου
την λέν' Αιγίδα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αυτό επήρε τόνομα μέσ' στων θεών τη
μάχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ποιό σχήμα έχει άγριο της
Αθηνάς η Αιγίδα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Έχει το θώρακα με οχιές
περιτριγυρισμένον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πώς τούτο, κόρη, θα γενή για
τους εχθρούς σου βλάβη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ξέρεις τον Ερεχθόνιο, ή δεν τον
ξέρεις, γέρο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Αυτόν που έβγαλεν η γη για
πρώτο πρόγονό σας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />'Σ εκείνον έδωκε η Παλλάς την ώρα
που εγεννήθη. . ..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (προς τον χορόν)<br />Τι πράμα; κάτι
ήθελες να ειπής εσύ ακόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τούδωκε δυο σταλαγματιές απ της
Γοργόνας το αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ποιά δύναμιν είχεν αυτές για τη
ζωή του ανθρώπου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Η μια να φέρνη θάνατο, κ' η άλλη να
γιατρεύη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ(προχωρών).<br />Πώς της σταγόνες
έβαλεν εις του παιδιού το σώμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Χρυσόδετες της έδωκε· κι' αυτός εις
τον πατέρα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Κ' εκείνος όταν πέθανε της
άφησε 'ς εσένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ναι· και στο χέρι μου εδώ της φέρνω
[σε βραχιόλι].</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Το διπλό δώρο της θεάς ποιά
δύναμι έχει τώρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Η μια σταγόνα, που 'πεσε απ' τη
βαθειά τη φλέβα..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Ε, τι την κάνουνε αυτήν; ποιά
δύναμι έχει τάχα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Εκείνη τρέφει τη ζωή και της
αρρώστιες διώχνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Της δεύτερης σταλαγματιάς η
δύναμι ποιά είνε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σκοτώνει· από της οχιάς εβγήκε το
φαρμάκι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Της έχεις και της δυο μαζύ, ή
χωριστά της φέρνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ναι, χωριστά· γιατί καλό με το κακό
δεν πάει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Αγαπημένη κόρη μου! αυτό που
θέλεις τόχεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μ' αυτό θα πάθη το παιδί, και συ θα
το σκοτώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πως; τι θα κάμω; πες το συ κ'
εγώ θα το τολμήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Εις την Αθήνα, σαν θα 'ρθη στο
σπίτι το δικό μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Δεν τώπες ούτε συ καλά, κ'
ύστερα λες για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πώς; τάχα εμάντευσες εσύ τ' ήλθε
στο νου μου μέσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Συ θα περάσης για φονιάς, χωρίς
να το σκοτώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σωστά· λέν' πως η μητρυιές τους
προγονούς μισούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Πρέπει εδώ να σκοτωθή για ν'
αρνηθής το φόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αχ! από τώρα αισθάνομαι την ηδονή
του φόνου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ<br />Και δεν θα νοιώση ο άνδρας σου
το μυστικό πως ξέρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ε, ξέρεις τι θα κάμης, συ; απ' το
δικό μου χέρι<br />να πάρης το παληό χρυσό της Αθηνάς στολίδι,<br />και τράβα εκεί
που ο άνδρας μου κάνει κρυφές θυσίες·<br />και σαν τελειώση το φαΐ, και θέλουν για
να κάμουν<br />εις τους θεούς σπονδές, εσύ, κρυμμένο έχοντας τούτο<br />στο φόρεμά
σου, ρίξε το στου νέου το ποτήρι,<br />μα στο ποτήρι μόνο αυτού, και όχι και στων
άλλων,—<br />'ς αυτόν μονάχα, που θα' ρθη το σπίτι μου να πάρη·<br />κι' απ' το
λαιμό του σαν διαβή, ποτέ δεν θα πατήση<br />στην ένδοξην Αθήνα μας, και θα πεθάνη
εδώ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Παραδίδει το βραχιόλιον με την χρυσήν κύστιν
εις τον Πρεσβύτην και<br />εξέρχεται.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς την εξερχομένην Κρέουσαν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ στους προξένους πήγαινε [που σας
φιλοξενούνε],<br />κι' όσο για μας θα κάνουμε το χρέος μας δω πέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ωσεί προς εαυτόν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γέρικο πόδι! τράβα εμπρός! ξανάνοιωσε στην
πράξι,<br />και μ' όλο που τα χρόνια σου δεν σε βοηθούνε πεια!<br />Προχώρησε! και
τον εχθρό πούχουν τ' αφεντικά σου,<br />βόηθα, να τον σκοτώσουνε και να σωθή το
σπίτι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Διευθύνεται μετά κόπου προς δεξιά κρύπτων το
βραχιόλιον εις τον<br />κόλπον του)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κόρη της Δήμητρας! που σε
λατρεύουνε<br />σε κάθε οδό, και βασιλεύεις κάτω<br />στης νύχτας και στης μέρας τα
φαντάσματα, —<br />ώ Περσεφόνη! οδήγησε γεμάτο<br />το κακοθάνατο ποτήρι
τώρα,<br />που στέλν' η πολυσέβαστη κυρά,<br />με της σταλαματιές, που απ' τον
κομμένο<br />λαιμό χύθηκαν έξω μια φορά<br />της γήινης Γοργόνας, εις εκείνον<br />που
μπαίνει μέσ' στο σπίτι μας,— κανείς<br />στην πόλι να μη βασιλέψη ξένος,<br />παρά
οι Ερεχθείδαι οι ευγενείς.<br />Κι' ο θάνατος να ‘ρθή αν δεν προφθάση,<br />απ' της
κυράς μας τη μεγάλη βιάσι,<br />κι' αν ίσως ο καιρός γι' αυτό δεν φθάνει<br />το
τόλμημα, που είχαμε τόση λεπίδα,<br />θηλειά σχοινιού τριγύρω στο λαιμό του,<br />ή
και σπαθιού ακονιστή ελπίδα,<br />τους πόνους της θα διώξη μ' άλλον πόνο,<br />κ'
έτσι θ' άλλάξη ο βίος της και μόνο.<br />Όσω βαστά η ζωή της, και τα μάτια
της<br />έχουνε λάμψι φωτεινή, δεν θα δεχθή<br />αφέντη ξένο να θωρή στο σπίτι
της<br />αυτή, πούχει από αφέντες γεννηθή!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μεγάλη αισθάνομαι ντροπή για το θεό<br />το
Βάκχο, τον πολυτραγουδημένον,<br />όταν στης καλοχόρευτες πηγές κοντά<br />θα τον
ιδή την νύχτ' αγρυπνημένον<br />με τη λαμπάδα της γιορτής στα χέρια {5) —<br />όταν
η αστροφώτιστες η χώρες<br />χορεύουν του αιθέρα, κι' η σελήνη,<br />και η πενήντα
του Νηρέως κόρες<br />στης θάλασσες στήνουν χορό κ' εκείνες<br />και στων αιώνιων
ποταμών της δίνες,<br />για τη μητέρα Δήμητρα την τιμημένη<br />και για την Κόρη τη
χρυσοστεφανωμένη.<br />Να γίνη βασιληάς εκεί ελπίζει,<br />ο κλέφτης! ξένους κόπους
να κορδίζη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή. — Παράβασις).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κυττάχτε σεις που τραγουδείτε<br />στον κάθε
άνομο έρωτά μας<br />όλο κακόηχα τραγούδια<br />για τα κρεββάτια τα δικά μας,<br />πως
των ανδρών εγώ τους άδικους<br />τους έρωτες με σεβασμό υπομένω·<br />και τώρα πεια
ας πέση απάνω τους<br />κάθε τραγούδι καταφρονεμένο,<br />κ' η μούσες όλην την
κακογλωσσιά τους<br />ας ρίξουν στα κρεββάτια τα δικά τους.<br />Αυτός, που από Διός
παιδιά κατάγεται,<br />φανέρωσε μεγάλη αχαριστία,<br />γιατί και στην κυρά παιδί δεν
έδωκε·<br />να ιδή κι' αυτή την ιδίαν ευτυχία·<br />κι' αισθάνθη ξένον έρωτα και
πόθο,<br />ένα παιδί να μας γεννήση νόθο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΥΛΑΙΑ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκηνογραφία η αυτή.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ. — ΘΕΡΑΠΩΝ. —
ΚΡΕΟΥΣΑ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Τη δοξασμένη μας κυρά, την κόρη του
Ερεχθέως,<br />γυναίκες, που θα την ευρώ; Ολόκληρη την πόλι<br />εγύρισα ζητώντας
την, και όμως δεν τη βρήκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Δούλε και συ, καθώς εμείς, τι τάχατε
συμβαίνει;<br />πώς τρέχεις τόσο γρήγορα και λόγο ποιόν μας φέρνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Μας κυνηγούν οι άρχοντες της χώρας
τη γυρεύουν<br />να την πετροβολήσουνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο! Τι είπες;<br />μήπως μας
εκατάλαβαν που είχαμε συμφωνήση<br />για του παιδιού το σκοτωμό κρυφά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Το έχεις νοιώση<br />και τώρα θα
τιμωρηθής και συ από της πρώτες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Το σχέδιό μας το κρυφό πώς τάχα
εφανερώθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Γιατί ο θεός δεν θέλησε να μολυνθή
το δίκηο,<br />και τόκανε πειο δυνατό από την αδικία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πώς; σ' εξορκίζω, λέγε μου! το πράμα
πώς συνέβη;<br />κι' αν ίσως μάθω από σε πως πρέπει να πεθάνω,<br />ώ, θα πεθάνω
ευχάριστα ωσάν το φως να βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Απ' το μαντείο του θεού ο άνδρας
της Κρεούσης<br />είχε γυρίση, φέρνοντας το νέο το παιδί του,<br />κ' ετοίμαζε για
τους θεούς θυσίες και τραπέζι·<br />ο Ξούθος τράβηξεν εκεί, στο μέρος όπου
λάμπει<br />του Διονύσου η φωτιά, να βάψη με θυσίες<br />τον βράχο τον διπλόν εκεί
για το παιδί που βρήκε,<br />και είπε: γυιέ μου· τώρα εσύ μείνε στα μέρη
ετούτα,<br />και δείξε στους εργάτας μας πως της σκηνές θα στήσουν·<br />κι' αν τύχη
και αργήσω εγώ, να κάμης συ θυσία<br />εις τους γεννήτορας θεούς, και κέρασε τους
φίλους<br />που θα βρεθούν εκεί· αυτός επήρε τα μοσχάρια<br />κ' έφυγε· τότε το
παιδί έστησε τη σκηνή του<br />ασκέπαστη ένα γύρω της, κι' απάνω σε
κολόνες,<br />κι' από του ηλίου τη φωτιά να ήνε φυλαγμένη,<br />που ούτε του
μεσημεριού η αχτίνες να την πιάνουν,<br />ούτε το ηλιοβασίλεμα· με μάκρος ενός
πλέθρου<br />την έφτιασε τετράγωνη· δέκα χιλιάδες πόδες,<br />όπως το λένε οι σοφοί,
είχε από κάτω πλάτος,<br />γιατ' ήθελε στο δείπνο αυτό ολόκληρον να φέρη<br />τον
κόσμο πούνε στους Δελφούς· παίρνοντας δε ακόμα<br />όσα υφάσματα ιερά στους
θησαυρούς βρισκόνταν,<br />που ήταν θάμα να τα ιδής, τ'άπλωσεν όλα κάτω·<br />και
πρώτα πέπλους έρριξε στη στέγην από πάνω<br />που είχε του Διός ο γυιός, ο
Ηρακλής, φερμένους,<br />των Αμαζόνων λάφυρα, εις το θεό να αφήση.<br />Και ήσαν
τέτοια πράματα απάνω υφασμένα:<br />ο ουρανός μαζεύοντας ταστέρια ένα
γύρω·<br />τραβούσε ο ήλιος τάλογα στην τελευταία φλόγα,<br />το φως σέρνοντας πίσω
του το λαμπερό του Εσπέρου·<br />η νύχτα η μελανόπεπλη το άρμα ωδηγούσε<br />μόνο με
δύο άλογα, και τάστρα ακολουθούσαν<br />η Πούλια ευρισκότανε στη μέση του
αιθέρα<br />και ο Ωρίονας κοντά με το σπαθί· πειο απάνω<br />έστρεφε η Άρκτος την
ουρά προς τον χρυσό τον πόλο·<br />γεμάτος άστραφτε άνωθε ο κύκλος της
σελήνης,<br />όπου τους μήνες διαιρεί, καθώς και η Υάδες,<br />που είνε για τους
ναυτικούς το πειό καλό σημάδι·<br />και η Αυγή η φωτεινή όπου ταστέρια
διώχνει.<br />Υφάσματα βαρβαρικά εκρέμασε στους τοίχους,<br />με τα ευκολοκίνητα τα
πλοία, πούχαν έλθη<br />ενάντια στους Έλληνας, κι' άνδρες ιπποκενταύρους,<br />μα
και κυνήγια ελαφιών και λιονταριών κι' αλόγων.<br />Εις της σκηνής την είσοδο ήταν
ζωγραφισμένος<br />ο Κέκροψ με της κόρες του, με φείδια τυλιγμένος,<br />εικόνα που
αφιέρωσε απ' την Αθήνα κάποιος·<br />κρατήρες έστησε χρυσούς στου τραπεζιού τη
μέση,<br />κ' εβγήκεν ένας κήρυκας στα νύχια του πατώντας,<br />κ' εκάλει όποιος
αγαπά να κάτση στο τραπέζι.<br />Κι' όταν εγέμισε η σκηνή, στεφανοφορεμένοι,<br />με
την τροφή την άφθονη καθένας εχαιρόταν.<br />Μόλις ευχαριστήθηκαν, απ' το φαΐ
χορτάτοι,<br />να ένας γέρος που έρχεται και στέκεται στη μέση,<br />που όλοι γύρω
οι σύνδειπνοι εβάλανε τα γέλια<br />από την προθυμία του· νερό για να
νιφτούνε<br />τους έρριχνε στα χέρια τους, και σμύρνα ευωδιασμένη<br />καίοντας,
ξαναπήγαινε και με χρυσά ποτήρια<br />εκέρναγε, μονάχος του λαβαίνοντας τον
κόπο.<br />Σαν ήρθε η ώρα των αυλών και του πιοτού, ο γέρος<br />είπε να πάρουν τα
μικρά, τα πειό τρανά να φέρουν<br />απ' τα ποτήρια του κρασιού, πειο γρήγορα να
φθάσουν<br />στου μεθυσιού την ηδονή· έφεραν τότε πλήθος<br />από φιάλες αργυρές κι'
από χρυσές· κ' εκείνος<br />παίρνοντας την πειο όμορφη, τάχα πως χάρι κάνει<br />στο
νέο τον αφέντη του, γεμάτη του τη δίνει,<br />βάζοντας μέσα στο κρασί και δυνατό
φαρμάκι,<br />που, καθώς λένε, του 'δωκε να ρίξη η κυρά του,<br />που το παιδί ν'
αφανισθή από το φως της μέρας.<br />Κανείς αυτό δεν τόξερε· μα τη στιγμή
εκείνη<br />που το παιδί ηθέλησε να πιή μαζύ με άλλους,<br />είπε μια λέξι απαίσια
από τους δούλους κάποιος·<br />με το να έχη το παιδί ανατραφή ως τώρα<br />μέσα σε
μάντεις δυνατούς, τώβρε κακό σημάδι,<br />κι' άλλο ποτήρι επρόσταξε ευθύς να του
γεμίσουν,<br />ενώ το άλλο το κρασί το έχυσε στο χώμα,<br />το ίδιο πράμα λέγοντας
να κάμουνε κ' οι άλλοι.<br />Βαθειά εκράτησε σιγή· και όλα τα ποτήρια<br />πάλι
ξαναγεμίσανε από κρασί της Βίβλου·<br />στην ίδια εκείνη τη στιγμή κατέβηκε στο
χώμα<br />μια συντροφιά περιστεριών, που άφοβα φωλιάζουν<br />εις του Λοξία το ναό·
μόλις τα περιστέρια<br />εδοκιμάσαν το κρασί, καθίζοντας στα χείλια<br />του
ποτηριού, το ρούφηξεν ο φτερωτός λαιμός τους:<br />αλλά δεν πάθαν τίποτε απ' το
κρασί που ήπιαν·<br />μα εκείνο, που εκάθισε στου νέου το ποτήρι<br />και ρούφηξεν
απ' το πιοτό, το φτερωτό κορμί του<br />ταράχθηκε, σπαρτάρισε, και άρχισε να
βγάζη<br />τρελλές και θλιβερές κραυγές· οι σύνδειπνοι απορούνε<br />γι' αυτούς τους
πόνους του πουλιού, μα εκείνο σπαρταράει,<br />τα πόδια τα κοκκινωπά ανοίγει και
πεθαίνει.<br />Τότε τα ρούχα του έσχισεν απάνω απ' το τραπέζι,<br />το μαντικό παιδί
ευθύς, και με φωνή μεγάλη<br />ρωτάει: ποιος εγύρευε να με σκοτώση
εμένα;<br />απάντησέ μου, γέροντα! η σκέψη ήταν 'δική σου<br />και το ποτήρι έλαβα
απ' το δικό σου χέρι.<br />Παίρνει ευθύς το γέρικο το χέρι του και ψάχνει,<br />και
βρίσκει πεια στα φανερά τον γέρο για φονηά του.<br />Τότε, σαν πιάσθηκεν αυτός,
ευρέθη στην ανάγκην<br />το σχέδιο το τολμηρό ευθύς να μαρτυρήση<br />με το πιοτό
της Κρέουσας· αμέσως τους συνδείπνους<br />έξω καλεί το μαντικό του Απόλλωνος
παιδί,<br />και πάει μπροστά στους άρχοντας τους πυθικούς, και λέει:<br />Γη ιερά!
το θάνατο η κόρη του Ερεχθέως<br />με φάρμακα μας έδωκε! Τότε λοιπόν
εκείνοι,<br />οι βασιληάδες των Δελφών, με μιας αποφασίσαν<br />'ς ένα γκρεμό να
φέρουνε και να την ρίξουν κάτω,<br />να τη σκοτώσουν την κυρά, που έβαλε κ'
εκείνη<br />να θανατώσουν στο ναό ιερωμένον άνδρα·<br />τώρα η πόλις την ζητεί, που
τέτοιον άθλιο δρόμο<br />με τρόπο τόσον άθλιο ηθέλησε να πάρη.<br />Ήρθε στου Φοίβου
το ναό παιδί κι' αυτή να κάνη<br />και τώρα χάνει και παιδιά και το κορμί της
χάνει.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ (μόνος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ώ, δεν υπάρχει, δεν υπάρχει
τρόπος<br />τον θάνατό μου πεια να τον γλυτώσω·<br />γιατί του Βάκχου το κρασί
εκείνο,<br />όπου ηθέλησα 'ς αυτόν να δώσω,<br />εφανερώθη που είχε τη σταγόνα<br />τη
Φονική, που εχύθη απ' τη Γοργόνα.<br />Αχ! είναι ολοφάνερο, πως τώρα<br />του Άδη
εμείς θα γίνουμε τροφή·<br />η συφορά για μας, και στην κυρά μας<br />μέσα στους
βράχους η καταστροφή.<br />Πού τώρα να πετάξω και να φύγω,<br />σε ποιά μεριά βαθειά
και σκοτεινή,<br />το πετροβόλημα για να γλυτώσω<br />μαζύ με του θανάτου την
ποινή;<br />Πού θάβρω τώρα ενός πλοίου πρύμη<br />ή γρήγορο τετράλογο
αμάξι;<br />Αλλοίμονο! δεν θα σωθώ, αν ίσως<br />δεν θέλει ο θεός να με
φυλάξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς το αριστερόν παρασκήνιον, εκ του οποίου
αναμένεται η Κρέουσα:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">—Τι σε προσμένει για να πάθης τώρα<br />και συ,
δυστυχισμένη μου κυρά!<br />Μα είναι δίκηο να τιμωρηθούμε<br />που ηθέλαμε την ξένη
συφορά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται η Κρέουσα εσπευσμένως και εν
προφανεί ταραχή).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΚΡΕΟΥΣΑ — XΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μας κυνηγάνε, κόρες μου, και να μας
σφάξουν θέλουν,<br />γιατί με κατεδίκασεν η ψήφος της Πυθίας<br />και τώρα θα με
πιάσουνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ξέρω τη συμφορά σου,<br />και ξέρω
ακόμα, δύστυχη, ποια τύχη σε προσμένει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αχ, που να φύγω; Πρόφθασα με τόση
δυσκολία<br />να βγω από το σπίτι μου, μην τύχη και πεθάνω,<br />και έφθασα εδώ
κρυφά, φεύγοντας τους εχθρούς μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πειο άλλο καταφύγιο απ' το βωμό
υπάρχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και τάχ' αυτό τι μ' ωφελεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μα δεν αφείνει ο νόμος<br />ικέτας να
σκοτώνουνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο νόμος με σκοτώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αν σ' είχανε στα χέρια τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Οι τρομεροί εχθροί μου<br />νάτοι
έρχονται από 'δω με τα σπαθιά στα χέρια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η Κρέουσα καταφεύγει εις τον εν τω βάθει του
ναού βωμόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κάθησε στο βωμό εκεί· εδώ αν σε
σκοτώσουν<br />απάνω στους φονιάδες σου το αίμα σου θα πέση.<br />Πρέπει να ξέρη ο
άνθρωπος την τύχη να υποφέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται ο Ίων ακολουθούμενος υπό ενόπλων
πολιτών).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΙΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ώ Κηφισέ πατέρα, με το κεφάλι
ταύρου,<br />πώς γέννησες ετούτη τη φοβερή οχιά,<br />το φείδι με τα μάτια που
τέτοιες φλόγες βγάζουν,<br />και όλα τα τολμάει αυτή, όπου δεν έχει<br />απ'της
Γοργόνας το αίμα λιγώτερο φαρμάκι<br />που γήρευε με κείνο για να σκοτώση,
εμέ!<br />Είχα καλή την τύχη, πριν στην Αθήνα φθάσω<br />χαμένος να μην πάω από τη
μητρυιά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς την Κρέουσαν:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού στους φίλους μέσα γνώρισα την ψυχή
σου,<br />και πόσο μίσος είχες για μένα αισθανθή,<br />αν έμπαινα μια μέρα και στο
δικό σου σπίτι,<br />θα μ'έστελνες στον Άδη με δίχτυα δολερά.<br />Κυττάχτε την
πανούργα, που έβαλε σε πράξι<br />τη μία με την άλλη της πονηρές της
τέχνες:<br />επήγε από φόβο στο θεϊκό βωμό,<br />για όσα έχει πράξη να μην
τιμωρηθή·<br />μα ούτ' ο ναός του Φοίβου σωτήρας θα σου γίνη,<br />ούτε κι' ο βωμός
του θα σώση πεια εσέ!<br />Περσότερο λυπάμαι τη μάννα μου από σένα,<br />γιατί και
χωρισμένος που είμαι από κείνη,<br />δεν παύω τόνομά της συχνά να το
καλώ.<br />Πιάστε την! πλεξίδες απ' τα μακρυά μαλλιά της<br />να μείνουν κολλημένες
στου Παρνασσού τους βράχους,<br />εκεί, που το κορμί της θα πέση από ψηλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Οι ακόλουθοι διατίθενται ν' ορμήσουν προς τον
βωμόν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Όχι! Μη με σκοτώσης. . . ω! όχι! σ'
εξορκίζω<br />στόνομα το δικό μου και στου θεού αυτό!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και τάχα ο Απόλλων με σε τι σχέσιν
έχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />'Σ εκείνον παραδίδω το σώμα μου
ιερό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κι' όμως τον άνθρωπό του ήθελες να
σκοτώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μα του πατέρα σου είσαι και όχι
εκείνου πεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Παιδί δικό του ήμουν, γιατ' ήταν σαν
πατέρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ήσουν, μα πεια δεν είσαι, και τώρα
είμαι 'γω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Συ ευσεβής δεν είσαι, εγώ ήμουν
ευσεβής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σε σκότωνα, γιατ' ήσουν στο σπίτι
μου εχθρός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Εγώ δεν ήρθα με όπλα στον τόπο τον δικό
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Φωτιά ήρθες να βάλης στο σπίτι του
Ερεχθέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Με τι δαυλιά, ή τάχα με ποια φωτιά και
φλόγα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />θα μου 'παιρνες με βία το σπίτι, τα
καλά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Το μέλλον εφοβόσουν κ' ήθελες να
πεθάνω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Για να χαθής συ πρώτος, πριν να
χαθώ εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Φθονείς που είσαι στείρα κι' ο Ξούθος
βρήκ' εμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και πώς εσύ θαρπάξης τα σπίτια των
ατέκνων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μου δίνει ο πατέρας τη γη που έχει
αποκτήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Πώς έχει ο γυιός του Αιόλου τη χώρα
της Παλλάδας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Την έσωσε με όπλα και όχι με τα
λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο σύμμαχος δεν είνε και κάτοικος
της χώρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κ' εγώ δεν έχω μέρος στο βιος το
πατρικό μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Το δόρυ κ' η ασπίδα, αυτά είνε το
βιος σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Απ' το βωμό τραβήξου κι' απ' του θεού
τους τόπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Στη μάννα σου να δώσης της τέτοιες
συμβουλές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και για το έγκλημά σου δεν θα
τιμωρηθής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αν θέλης να με σφάξης 'ς αυτά τα
ιερά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ποιά ηδονή θα πάρης, αν ίσως και
πεθάνης,<br />στα ιερά στεφάνια 'δω πέρα του θεού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Θα δώσω δυστυχία 'ς αυτούς που μου
τη δίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αλλοίμονο! είνε σκληρό: οι νόμοι που
έχουν δώση<br />εις τους ανθρώπους οι θεοί, σοφώτεροι δεν είνε.<br />Δεν έπρεπε οι
άδικοι να πιάνουν τους βωμούς τους,<br />αλλά να διώχνωντ' από κει· ποτέ καλό δεν
είνε<br />να ακουμπάη στους θεούς το πονηρό το χέρι,<br />και μοναχά οι δίκαιοι που
είν' αδικημένοι<br />έπρεπε να καθίζουνε, και όχι νάνε ίσοι<br />ο δίκαιος κι' ο
άδικος εις τους θεούς μπροστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προχωρεί, δια να κτυπήση την Κρέουσαν. —
Εμφανίζεται εις την πύλην<br />του ναού η Πυθία κρατούσα κάνιστρον υπό
μάλης).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΠΥΘΙΑ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Παιδί, κρατήσου! του χρησμού τον
τρίποδα έχω αφήση<br />και βγήκα απ' το ναό εγώ, του Φοίβου η προφήτις,<br />που
εμένα με διαλέξανε απ' της Δελφίδες όλες,<br />τον νόμο τον πανάρχαιο του Τρίποδος
να σώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Χαίρε, μητέρα φίλη μου, που δεν μ'
έχεις γεννήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />κι' όμως μητέρα λέγε με, μ' αρέσει
αυτός ο λόγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Να με σκοτώση θέλησε—το ξέρεις συ;—με
δόλο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Ναι, μα είσαι και συ σκληρός που
κάνεις αμαρτία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Να μη σκοτώνουμε κ' εμείς αυτούς που
μας σκοτώνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Αι σύζυγοι στους προγονούς πάντα
εχθρές φανήκαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κ' εμείς είμαστε εχθροί μ' αυτές σαν
θέλουν να μας βλάψουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Σώπα· ν'αφήσης το ναό και στην
πατρίδα τράβα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τέτοια που δίνεις συμβουλή τι πρέπει
εγώ να κάνω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Αγνός και καλορροίζικος να πας εις
την Αθήνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Εκείνος είνε καθαρός που τους εχθρούς
σκοτώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Να μη το κάμης, κι' άκουσε εκείνο που
σου λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Λέγε! γιατί ό,τι ειπής εσύ θάνε καλά
ειπωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Βλέπεις αυτό το κάνιστρο που έχω στη
μασχάλη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Βλέπω ένα κάνιστρο παληό με ρούχα
τυλιγμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Σε τούτο σε παρέλαβα που ήσουν μωρό
ακόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι λες; ο λόγος που άκουσα είνε για
μένα νέος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Το είχα κράτηση μυστικό και τώρα σου
το δείχνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και μια φορά που τόλαβες, πώς τόκρυβες
ως τώρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Γιατί ο θεός το ήθελε να τον
υπηρετήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και δεν το θέλει τώρα πεια; πώς να το
μάθω τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Σου 'δειξε τον πατέρα σου, στον τόπο
σου σε στέλνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σου είπ' ο θεός να το κρατάς, ή άλλος
ήταν λόγος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Να το κρατώ ενθύμημα μου τόδοσ' ο
Λοξίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Για πες μου, να το κάμης τί; τελείωσε
το λόγο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Να σώσω το εύρημα αυτό έως την ώρα
τούτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κ' έχει για με ωφέλεια, ή μήπως έχει
βλάβη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Βρίσκοντ' εδώ τα σπάργανα που ήσουν
τυλιγμένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σημάδια της μητέρας μου, μου φέρνεις να
ζητήσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Τώρα το θέλησε ο θεός· δεν τόθελε
πειο πρώτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι ευτυχισμένα όνειρα μου φέρνει η μέρα
τούτη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Τη μάννα που σ' εγέννησε, πάρε τ'
αυτά και βρέσ' τη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και στην Ασία θα διαβώ και στην Ευρώπην
όλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΘΙΑ<br />Εσύ μονάχος θα τη βρης. Σ' ανέθρεψα,
παιδί μου,<br />ακούοντας εις το θεό, και σου τα δίνω τούτα<br />που ηθέλησα να πάρω
εγώ, χωρίς να με προστάξης,<br />και να σε σώσω· το γιατί δεν θα το ειπώ σε
σένα.<br />Κανένας δεν εγνώριζε πως τούτα είχα κρυμμένα<br />και τα κρατούσα
μυστικά· χαίρε! θα σε φιλήσω<br />όμοια με τη μητέρα σου. Άρχισε από τώρα<br />να τη
γυρεύης· αν καμμιά απ' τους Δελφούς παρθένα<br />εις το ναό σε άφησε, ή αν απ' την
Ελλάδα.<br />Ετούτα έχεις από με μαζύ κι' από το Φοίβο,<br />που μέρος έλαβε κι'
αυτός στην τύχη τη δική σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Παραδίδει το κάνιστρον και
εισέρχεται).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ς'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΙΩΝ. — ΚΡΕΟΥΣΑ εις τον βωμόν. —
ΧΟΡΟΣ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αλλοίμονο! αλλοίμονο! Τι δάκρυα που
χύνω,<br />σαν σκέπτωμαι τη μάννα μου, όπου κρυφά πανδρεύθη,<br />και μ' έδιωξε
κρυφά κ' εμέ χωρίς να με βυζάξη.<br />Έζησα δίχως όνομα ζωή σαν υπηρέτης<br />μέσα
σε τούτο το ναό· είν ο θεός προστάτης,<br />μα είν' η μοίρα μου βαρειά· γιατί όταν
ήταν πρέπον<br />στης μάννας μου την αγκαλιά τροφή να βρω και χάδια,<br />εγώ την
εστερήθηκα τη μητρική τροφή μου.<br />Αλλά κ' εκείν' η δύστυχη που μ' έχει
γεννημένον,<br />το ίδιο πάλι έπαθε που 'χασε του παιδιού της<br />κάθε χαρά. Και
τώρα εγώ το κάνιστρο ετούτο<br />θα πάγω αφιέρωμα εις το θεό ν' αφήσω,<br />να μη
γυρεύω πράματα, που ούτ' εγώ δεν θέλω.<br />Εκείνη που με γέννησε, αν ίσως είνε
δούλα,<br />χειρότερο είνε να τη βρω, παρά να σιωπήσω.<br />Ώ Φοίβε! αφιέρωμα ταφίνω
στο ναό σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προχωρεί προς τον βωμόν και
ανακόπτεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά τι κάνω;! πολεμώ με την επιθυμία<br />του
Φοίβου, που μου φύλαξε της μάννας μου σημάδια;<br />Πρέπει να κάμω τόλμημα. . .
ναι. . . πρέπει να τανοίξω.<br />δεν το απόφυγε κανείς ό,τ' ήτανε γραφτό
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς το κάνιστρον:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώ σεις στεφάνια ιερά! Τι μου 'χετε
φυλάξη<br />τα πράματα μαζεύοντας τα τόσα αγαπημένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ερευνά εις το κάνιστρον. -— η Κρέουσα
ακροάται με αυξανομένην<br />προσοχήν και αγωνίαν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νά, κύτταξε το σκέπασμα του στρογγυλού
κανίστρου,<br />καινούργιο ακόμα έμεινε σαν από κάποιο θάμα.<br />Η μούχλα δεν το
πείραξε το πλέξιμο καθόλου,<br />μόλο που χρόνια πέρασαν απάνω απ' όλα
τούτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προχωρεί και αποθέτει το κάνιστρον εις τον
βωμόν προ της Κρεούσης).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(βλέπουσα το κάνιστρον, έκπληκτος:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιό όνειρο ανέλπιστο μπροστά μου
εφανερώθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σώπα εσύ! που ήξευρες κι' ως τώρα να
σωπαίνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δεν είνε τώρα να σιωπώ και μη με
συμβουλεύης.<br />Το λίκνο βλέπω εμπρός μου αυτό που σ' είχα ρίξη τότε,<br />παιδί
μου, νεογέννητο σαν ήσουνα και βρέφος,<br />στο άντρο εκεί του Κέκροπος και στης
Μακρές της πέτρες.<br />Αφίνω τώρα το βωμό, και πρέπει να πεθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εγείρεται και απομακρύνεται από τον βωμόν,
προχωρούσα προς τον Ίωνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (προς τους ακολούθους:)<br />Πιάστε τη αυτή!
κάποιου θεού την έσπρωξε κατάρα<br />ν' αφήση τώρα το βωμό, —και δέστε της τα
χέρια!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(σπεύδουσα και αρπάζουσα το κάνιστρον:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σφάχτε με, αλλά τίποτα δεν κάνετε με
τούτο·<br />εγώ το κάνιστρο κρατώ και τούτα τα κρυμμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Κ' αυτό δεν είναι πονηριά, με λόγια να
με μπλέξη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Όχι! 'ς εσέναν' εύρηκα αγαπημένο
φίλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Φίλος σου εγώ, που θέλησες να με
κρυφοσκοτώσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Γυιός μου, αν είν' ο γυιός γλυκύς
γι' αυτούς που τον γεννάνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Παύσε να πλέχης πονηριές! εγώ θα σε
τσακώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Παιδί μου, τώρα έφθασα 'ς αυτό που
επιθυμούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(αρπάζων εκ των χειρών της το
κάνιστρον:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είν' αδειανό το κάνιστρο, ή πράματα έχει
μέσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τα σπάργανα, που σ' άφησα μια μέρα
τυλιγμένον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (κρύπτων το κάνιστρον:)<br />Προτού εσύ τα
ίδης αυτά, μπορείς, να ειπής τι είνε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αν ίσως και δεν σου τα ειπώ, ε τότε
ας πεθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">IΩΝ<br />Λέγε, είνε παράξενο το θάρρος όπου
δείχνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κύτταξε αυτό που ύφανα στα χρόνια
που ήμουν κόρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι είνε; πράματα πολλά υφαίνουνε η
παρθένες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Είν' άβολο, και φαίνεται του
αργαλιού η σαγίτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μ' αυτά δεν με γελάς εσύ· απάνω του τι
έχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μέσ' στο στημόνι του πανιού Γοργόνα
είν' υφασμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ερευνών τον πέπλον και ανευρίσκων το
υποδεικνυόμενον· έκπληκτος:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώ Ζευ! ποιά μοίρα μου λοιπόν με κυνηγάει
τόσο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και έχει φείδια γύρωθε στο σχήμα
της αιγίδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (ως άνω:)<br />Νά! το πανί, τα σπάργανα τα
βρίσκ' όπως τα λέει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ώ! το πανί που ύφανα σαν ήμουνα
παρθένα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Έχει και άλλο γνώρισμα, ή μόνο τούτο
βρήκες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δυο δράκοντας, που αστράφτουνε μ'
ολόχρυσα σαγόνια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δώρο είν' αυτό της Αθηνάς, ή για παιδιά
φτιασμένο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αντιγραφή του παλαιού Ερεχθονίου
είνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Και τα χρυσά για ποιά δουλειά και για
ποιο λόγο τάχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Να τάχη περιδέραια το νεογέννητό
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (ως προηγουμένως:)<br />Είν' όλ' αυτά· Μα
λέγε μου να μάθω και το τρίτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Σου είχα βάλη στέφανο από ελιάς
κλωνάρι,<br />της πρώτης που εφύτρωσε στης Αθηνάς το βράχο,<br />που αν υπάρχη μέσα
εκεί, θα πρασινίζη ακόμα,<br />γιατ' είν' από αθάνατης εληάς κορμό
κομμένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ (πίπτων εις την αγκάλην της).<br />Αγαπημένη
μάννα μου, με τι χαρά σε βλέπω!<br />το αγαπητό σου πρόσωπο με τι χαρά
φιλώ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Παιδί μου! πειο αγαπητό κι' από το
φως του ήλιου,<br />συγγνώμη ας δώση ο θεός. . . στην αγκαλιά μου σ' έχω,<br />—
ανέλπιστο ευτύχημα! — εσέ που σε θαρρούσα<br />κάτω απ' τη γη, στους σκοτεινούς
της Περσεφόνης τόπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αγαπημένη μάννα μου! ο γυιός σου ο
πεθαμμένος<br />δεν πέθανε, και βρίσκεται στην αγκαλιά σου τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ώ συ, αιθέρα μου λαμπρέ, άπειρε!
ποία λόγια<br />να σου φωνάξω; από που η ανέλπιστη ηδονή μου<br />έρχεται αυτή, και
ποιος θεός τέτοια χαρά μου δίνει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τα εφαντάσθηκα όλα αυτά, μητέρα μου,
και πρώτα,<br />προτού ακόμα μάθω εγώ πως είμαι γυιός δικός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Αχ, τρέμω από το φόβο μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Δεν έχεις τώρα εμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τόσος καιρός επέρασε χωρίς καμμιάν
ελπίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς την πύλην, εκ της οποίας εισήλθεν η
Πυθία:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">—- Ποιός σου 'φερε στην αγκαλιά, γυναίκα, το
παιδί σου;<br />Εις του Λοξία το ναό ποιά χέρια το έχουν φέρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ήταν αυτό απ' το θεό· Μα από 'δω και
πέρα<br />ας ευτυχούμε, δύστυχοι σαν είμαστε ως τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Παιδί μου! δίχως δάκρυα δεν σ' έχω
γεννημένο·<br />δεν βγήκες απ' τα χέρια μου χωρίς βαρειά να κλάψω·<br />τώρα που
παίρνω αναπνοή κοντά στο πρόσωπό σου,<br />την ηδονή επέτυχα, την πειο
ευτυχισμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ό,τι έχω μέσα στην ψυχή το ίδιο λες για
μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ώ, άκληρη δεν είμαι πεια, δίχως
παιδί δεν είμαι!<br />στηρίχθηκε το σπίτι μου και βασιληά έχει η
χώρα.<br />Ξαναζωντάνεψε ο Ερεχθεύς· το φως του ήλιου βλέπει<br />το σπίτι, που είχε
βυθισθή μέσα σε νύχτα μαύρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μητέρα, κι' ο πατέρας μου να μοιρασθή
αξίζει<br />την ίδια τούτη τη χαρά που έδωκα σε σένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Τι λες, παιδί μου;! Τι ζητείς 'ς
αυτόν να φανερώσω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς είπες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άλλος κι' όχι αυτός εγέννησεν
εσένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αλλοίμονο! νόθον λοιπόν μ' εγέννησες
εμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ούτε χοροί στο γάμο μου ούτε
λαμπάδες ήσαν,<br />παιδί μου, σαν σ' εγέννησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Από κακή γενηά,<br />αλλοίμονο!
γεννήθηκα, μητέρα, κι' από ποιά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μάρτυς μου ας είνε η Αθηνά!. .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Γιατί αυτός ο λόγος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Όπου στο βράχο κατοικεί τον
εληοφυτεμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Σαν λόγια σκοτεινά μου λες, σαν
μπερδεμένα λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο Φοίβος, μέσα στη σπηληά όπου
λαλούν ταηδόνια. . ..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Γιατί το Φοίβο μελετάς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Μ' εμέ κρυφοκοιμήθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι δόξα είν' αυτή που λες για μένα κ'
ευτυχία!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Κι' όταν εγύρισε ο καιρός στο
δέκατο το μήνα<br />εκεί εκρυφογέννησα εσέ, παιδί του Φοίβου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Αν είν' αυτό αληθινό, είνε γλυκό για
μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Με σπάργανα παρθενικά σε τύλιξα,
υφασμένα<br />απ' τον δικό μου αργαλειό· δεν σου 'δωσα το γάλα,<br />στο στήθος μου
δεν σ' έθρεψα, λουτρό δεν σου χω κάμη·<br />μέσα 'ς ερημική σπηληά έρημο σε είχα
αφήση,<br />στα όρνια τάγρια τροφή, στον άδη να σε στείλω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Τι φοβερά που το 'καμες, μητέρα
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Ο φόβος,<br />να σε σκοτώσω άθελα,
παιδί μου, με είχε κάμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μήπως κ' εγώ δεν θέλησα για να σκοτώσω
εσένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και τότε η τύχη ήταν σκληρή και
τώρα είνε το ίδιο·<br />κυλιόμαστε κάθε φορά απ' τη χαρά στη λύπη,<br />κι αλλάζουνε
οι άνεμοι. Η περασμένες φθάνουν<br />η δυστυχίες, ως εδώ! Και τώρα, ώ παιδί
μου,<br />άνεμος ήλθε βοηθός που απ' το κακό μας βγάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Απ' όσα βγαίνουν τώρα,<br />κανείς ας
μη νομίση<br />πως δεν θαρθή κ' η ώρα<br />που η τύχη θα γυρίση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ώ τύχη, που αδιάκοπα τη μοίρα μας
αλλάζεις<br />και μια μας δίνεις συφορά και μια την ευτυχία,<br />σε ζυγαριά
παράξενην έρριξες τη ζωή μου. —<br />ή να χαθώ απ' τη μάννα μου ή να χαθή από
μένα.<br />Αχ! όπου ρίχνουνε το φως του ήλιου η αχτίνες<br />τάχα μπορεί ο άνθρωπος
τα ίδια κάθε μέρα<br />να βλέπη; Ώ μητέρα μου, σε βρήκα, αγαπημένη,<br />και η
καταγωγή μου αυτή καμμιά ντροπή δεν φέρνει.<br />Έλα μαζύ μου! πράματα θέλω να
ειπώ σε σένα,<br />μόνο σε σένα, μυστικά να σου τα ειπώ στ' αυτί σου,<br />και στης
σιγής τη σκοτεινιά να μείνουν σκεπασμένα.<br />Έχε το νου σου, μάννα μου, μήπως
και συ το πάθης<br />σαν της παρθένες που έσφαλαν και κρυφοπαντρευθήκαν·<br />μη
ρίξης στο θεό και συ του σφάλματος το βάρος,<br />για ν' αποφύγης τη ντροπή της
γέννας της δικής μου,<br />και ειπής πως μ' έχεις με θεό, χωρίς θεός να
είνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Α όχι, μα την Αθηνά, που μια φορά
τον Δία<br />βοήθησε με το άρμα της στη μάχη των Γιγάντων,<br />δεν είνε ο πατέρας
σου κανείς θνητός παιδί μου,<br />μα τούτος που 'ς ανάθρεψε, ο βασιληάς
Λοξίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Πώς το παιδί του έδωκε 'ς άλλον αυτός
πατέρα,<br />και είπε πως γεννήθηκα παιδί εγώ του Ξούθου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Δεν είπε πως σ' εγέννησε, δώρο 'ς
αυτόν σε κάνει<br />σαν εγεννήθης μια φορά. Ο φίλος εις το φίλο<br />μπορεί να δώση
το παιδί να τον κληρονομήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Το μάντεμα είν' αληθινό, ή κάποι' απάτη
κρύβει;<br />να μόνο τούτο, μάννα μου, ταράζει την ψυχή μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άκου, παιδί μου, τι έφθασε στο νου
μου αυτήν την ώρα:<br />στο σπίτι μου το ευγενικό από ευεργεσία<br />ο Φοίβος σε
ωδήγησε, και άνθρωπον ως τώρα<br />αφού σ' έλεγαν του θεού, ούτε όνομα
πατέρα,<br />ούτε σπιτιού κληρονομιά μπορούσες συ να έχης.<br />Πώς τάχα έκρυβα κ'
εγώ τον γάμο μου μ' εκείνον<br />και στα κρυφά σε σκότωνα; για όφελος δικό
σου<br />σε παραδίνει τώρ' αυτός 'ς έναν πατέρα ξένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Μα τέτοια λόγια δεν μπορούν εμένα να με
πείσουν·<br />θα έμβω μέσα στο ναό το Φοίβο να ρωτήσω,<br />αν απ' αυτόν γεννήθηκα ή
από θνητόν πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εμφανίζεται περιβεβλημένη φωτοστέφανον—εν
αποθεώσει— η Αθηνά εις το<br />βάθος του ναού).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώ! ποιος να ήνε ο θεός, που απέναντι στον
ήλιο,<br />από το βάθος του ναού, το πρόσωπο του λάμπει;<br />ας φύγουμε, μητέρα
μου, καιρός δεν είνε τώρα<br />να βλέπουμ' όσα οι θεοί μπροστά μας
φανερώνουν.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ζ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΘΗΝΑ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ<br />Μη φεύγετε! θεός εχθρός δεν έρχομαι
μπροστά σας·<br />είμαι κ' εδώ προστάτης σας καθώς και στην Αθήνα.<br />Από τη χώρα
έρχομαι που τόνομά μου φέρνει·<br />είμαι η Παλλάς, και μ' έστειλεν ο Φοίβος ο
Απόλλων.<br />Δεν θέλει να φανερωθή στα μάτια τα δικά σας,<br />μη τον κατηγορήσετε
για όσα έχουν γίνη,<br />και στέλνει εμένα να σας πω αυτά τα λόγια μόνο:<br />αυτή
με τον Απόλλωνα σ' εγέννησε πατέρα,<br />τώρα στον Ξούθο σ' έδωκε, όχι πως
γεννημένον<br />σ' έχει αυτός, μα για να μπης σε τιμημένο σπίτι.<br />Κι' αφού το
πράμα τώρα αυτό επήρε τέτοιο δρόμο,<br />γιατί, εφοβήθη μήπως σε η μάννα σε
σκοτώση,<br />ή μήπως τη σκοτώσης συ, άλλαξε τη βουλή του,<br />γιατ' ήθελε της
μάννας σου τη γνωριμιά να κάμης,<br />όταν θα είσαστε κι' οι δυο φτασμένοι στην
Αθήνα,<br />κρατώντας μυστικό πως συ γεννήθης από τούτη<br />και είχες τον Απόλλωνα
το Φοίβο για πατέρα.<br />Και τώρα, τέλος δίνοντας στο λόγο μου, σας λέω<br />ν'
ακούσετε εις τους χρησμούς, που ήλθατε εδώ πέρα<br />να λάβετε:— Πάρ' το παιδί και
πήγαινε στη χώρα<br />του Κέκρωπος, ώ Κρέουσα, και βάλε το στο θρόνο·<br />αφού
αυτός απ' τη γενειά τραβάει του Ερεχθέως,<br />έχει και το δικαίωμα στη χώρα τη
δική μου<br />να βασιλεύη, κ' ένδοξος θα γίνη στην Ελλάδα.<br />Θα κάμη τέσσερα
παιδιά από την ίδια ρίζα,<br />που τόνομα του καθενός η τέσσερες θα
πάρουν<br />φυλές, οπού το βράχο μου 'κει πέρα κατοικούνε.<br />Γελέων θαν' ο πρώτος
του· ο δεύτερος ο γυιός του<br />[κ' οι άλλοι] θα ιδρύσουνε της τρεις φυλές
ακόμα,<br />των Οπλητών, των Αργαδών και των Αιγικορών.<br />Και τούτων πάλι τα
παιδιά, σαν ο καιρός περάση,<br />πόλεις κι' αυτά θα χτίσουνε στας νήσους των
Κυκλάδων<br />και γύρω στα παράλια, που δύναμι μεγάλη<br />θα δίνουνε στη χώρα μου·
θα φτιάσουν κατοικίες<br />στης χώρες της αντικρυνές της δύο: της Ευρώπης<br />και
της Ασίας· το όνομα του Ίωνος θα πάρουν<br />και Ίωνες θα λέγωνται και δοξασμένοι
θάνε.<br />Από τον Ξούθο κι' από σε κοινό παιδί θα γίνη,<br />ο Δώρος, όπου η Δωρίς,
θα δοξασθή η πόλις·<br />ο δεύτερος, ο Αχαιός, στου Πέλοπος τη χώρα,<br />στου Ρίου
τα παράλια ο βασιληάς θα γίνη,<br />και ο λαός του απ' αυτόν θα πάρη τόνομά
του.<br />Όλα σε τάξι τάβαλεν ο Φοίβος με σοφία:<br />** εγέννησες ανώδυνα κανείς να
μη σε νοιώση·<br />μετά τη γέννα έβαλες στα σπάργανα το γυιό σου<br />κ' εκείνος
στέλνει τον Ερμή εδώθε να τον φέρη,<br />και μόνος του τον έθρεψε μην τύχη και
πεθάνη. **<br />Και τώρα κράτησε σιγή· μην πης πως εγεννήθη<br />τούτο το τέκνο από
σε και άφησε τον Ξούθο<br />να παίρνη ευχαρίστησι μ' εκείνο που νομίζει.<br />Και
συ, γυναίκα, πήγαινε με ταγαθά που βρήκες<br />και χαίρετε· της λύπης σας
υπόσχομαι το τέλος,<br />και από τούτη τη στιγμή την τύχη ευτυχισμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Ώ κόρη του τρανού Διός, Παλλάς! με
απιστία<br />δεν δέχομαι τους λόγους σου, και τώρα το πιστεύω<br />πως του Λοξία
είμαι παιδί κ' η μάννα μου είνε τούτη,<br />—αυτό που και προτήτερα το είχα εγώ
πιστέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Άκου κ' εμένα τώρα εσύ: το Φοίβο
μακαρίζω<br />που τον κατηγορούσα πριν πως είχε λησμονήση<br />να δώση το παιδί 'ς
εμέ· της θύρες της ωραίες<br />και τα χρηστήρια του θεού, που 'πρώτα τα
μισούσα,<br />γλυκά με τα δυο χέρια μου της αγκαλιάζω τώρα<br />και της
δοξάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ<br />Επαινώ της γνώμης σου την
αλλαγή<br />που μακαρίζεις το θεό· ναι, οι θεοί αργούνε<br />αλλά στο τέλος πάντοτε
τη δύναμί τους δείχνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Παιδί μου, εις το σπίτι μας ας
πάμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ<br />Ναι, να πάτε,<br />κ' εγώ θα σας
ακολουθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Άξια οδηγός να γίνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΕΟΥΣΑ<br />Και ν' αγαπάς την πόλι μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ<br />Στους παλαιούς τους θρόνους<br />κάθησε
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΩΝ<br />Άξιο το κτήμα που θα πάρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Χαίρε, Απόλλων του Διός και της
Λητούς!<br />Όποιος στο σπίτι δυστυχίες βλέπει,<br />πρέπει να δείχνη σεβασμό εις
τους θεούς<br />και νάχη θάρρος εις εκείνους πρέπει·<br />γιατί στο τέλος οι καλοί
αμείβονται<br />κατά την ιδική τους την αξία,<br />οι δε κακοί, που τέτοιοι
γεννηθήκανε,<br />δεν βρίσκουνε ποτέ την ευτυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΥΛΑΙΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΠΑΡΟΡΑΜΑΤΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Εις την σελίδα θ', εις σημ. Ανάγνωσε:
Αποδίδων μεγάλην σημασίαν.<br />» » » » » » Εμελέτησε τον φιλόσοφον επί τη<br />.
βάσει των νέων ερευνών.<br />» » ια'. Ανάγν. Να συμπεράνη.<br />» » ιβ'. » Τους άνευ
κατευθύνσεως και<br />. πολιτικού μεγαλείου.<br />» » ιγ'. Ανάγν. F. P.
Fischer.<br />» » 16, εις σημ. Ανάγν. Ισθμίων Ι.<br />» » 41, » » Εκ των καλών
λυρικών.<br />. ποιητών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΗΜ. Εις την απόδοσιν πολλών δυσκόλων χωρίων
ηκολουθήσαμεν τον κ.<br />Γ. Βερναρδάκην (Ερμηνευτικόν Λεξικόν).<br />Κ. Σ.
I.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Η σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας<br />σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά<br />στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη (ιστορία,<br />φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος)
σε<br />δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του
τόπου,<br />στην πιο σύγχρονη μορφή πού πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό
της<br />όργανο. Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος,
ο<br />Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοστέλης, ο Θεόκριτος,
ο<br />Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται<br />και
σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,<br />Μωραϊτίδη,
Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη,<br />Καζαντζάκη, Βάρναλη,
Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως,<br />Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά<br />εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά,<br />συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το δράμα αυτό διακρίνεται για την περίτεχνη
πλοκή του, τις περιπέτειες<br />που με πολλή τέχνη παρεμβάλλονται και για την
απροσδόκητη έκβαση. Η<br />υπόθεση του περιστρέφεται γύρω από τους κινδύνους, την
αναγνώριση και<br />την αναγόρευση μετά, του Ίωνος, ως κληρονόμου του βασιλέα της
Αττικής<br />Ξούθου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<br />ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10<br />1) Προκειμένου περί
σκηνικής αναπαραστάσεως των προπυλαίων του εν<br />Δελφοίς Ναού του Απόλλωνος,
όσον οιόν τε ακριβεστέρας, δέον να ληφθή<br />υπ'όψιν ο Παυσανίας και Διόδωρος ο
Σικελιώτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Το έργον, τούτο είς τινα σημεία εν τω
κειμένω έχει ανάγκην<br />τροποποιήσεων, χάριν της υπό των σημερινών θεατρικών
συνθηκών<br />υπαγορευομένης σκηνικής οικονομίας. Προς τούτο μετά το τέλος
της<br />ομιλίας της η Κρέουσα πρέπει να εξέλθη εκ της σκηνής, το δε μέρος
το<br />περικλειόμενον μεταξύ των διπλών αστερίσκων (**) ως και πάντα
τα<br />τοιουτοτρόπως σημειωθέντα εφεξής μέρη πρέπει να διαγράφωνται εκ
του<br />κειμένου της παραστάσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Προς αποφυγήν μονοτονίας εις την
απαγγελίαν, κατά την παράστασιν,<br />μόν' ο χορός να διαιρήται εις δύο· εκάστου
δε τμήματος αι Κορυφαίαι να<br />εναλλάσωνται κατά την εν τω κειμένω μου
υπόδειξιν. (Σ. Μ.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) Το χωρίον τούτο είνε ελλιπές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) «Λαμπάδα, θεωρόν εικάδων»: ε ι κ ά δ α
(εικοσάδα) ωνόμαζον την<br />ημέραν της εορτής, την αφιερωμένην εις την Δήμητρα
και τον Διόνυσον.<br />Εις την εορτήν ταύτην απηγορεύετο εις τα νόθα τέκνα και εις
τους<br />ξένους να λαμβάνουν μέρος.</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-3151650561962346972013-09-04T06:38:00.003-07:002013-09-04T06:38:50.119-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ
ΑΥΛΙΔΙ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Η τραγωδία αρχίζει με διάλογο ανάμεσα στον Αγαμέμνονα
και τον γέρο υπηρέτη του: ο αρχηγός του στόλου των Ελλήνων είχε καλέσει την κόρη
του Ιφιγένεια στην Αυλίδα, δήθεν για να την παντρέψει με τον Αχιλλέα, στην
πραγματικότητα όμως για να τη θυσιάσει στην Άρτεμη, προκειμένου να εξασφαλίσει
ευνοϊκό άνεμο για το ταξίδι του στόλου στην Τροία. Τώρα στέλνει τον υπηρέτη στο
Άργος με ένα δεύτερο γράμμα, που ανακαλεί το πρώτο. Εμφανίζεται ο χορός από
γυναίκες της Χαλκίδας και περιγράφει τις συγκεντρωμένες στην Αυλίδα στρατιωτικές
δυνάμεις. Ο Μενέλαος ορμά στη σκηνή, κατηγορεί τον Αγαμέμνονα για την αλλαγή της
απόφασής του κι ακολουθεί έντονη φιλονικία ανάμεσα στους δύο αδελφούς. Στο
μεταξύ φτάνει η Ιφιγένεια μαζί με τη μητέρα της Κλυταιμνήστρα και τον μικρό
αδελφό της Ορέστη. Ο Μενέλαος συγκινείται, προτρέπει τον Αγαμέμνονα, που
εντείνουν περισσότερο τον πόνο του για την επερχόμενη θυσία. Η Κλυταιμνήστρα
συναντά τον δήθεν μέλλοντα γαμπρό της Αχιλλέα, που αποδεικνύεται ανυποψίαστος
για τα σχετικά με τον γάμο. Έτσι η Κλυταιμνήστρα κι η Ιφιγένεια πληροφορούνται
για την αληθινή αιτία του ερχομού τους στην Αυλίδα. Η τραγική μητέρα καταφέρνει
να αποσπάσει από τον ήρωα την υπόσχεση ότι θα φροντίσει με όλες του τις δυνάμεις
για την αποτροπή της θυσίας. Οι παρακλήσεις της Κλυταιμνήστρας και της κόρης της
στον Αγαμέμνονα να μεταπειστεί και να λυπηθεί την Ιφιγένεια αποδεικνύονται
μάταιες. Ο Αχιλλέας αποφασίζει να θυσιάσει τη ζωή του, για να σώσει την κοπέλα.
Η Ιφιγένεια όμως αρνείται τη θυσία του ήρωα οικειοθελώς προσφέρεται να υπακούσει
στην εντολή του πατέρα της και να δώσει τη ζωή της για το κοινό καλό. Στο τέλος
του έργου ένας αγγελιαφόρος έρχεται να ανακοινώσει στην Κλυταιμνήστρα το θαύμα:
η Άρτεμη, την ώρα της θυσίας, έβαλε στη θέση της Ιφιγένειας μια ελαφίνα και πήρε
την κόρη στον ουρανό. Η τραγωδία κλείνει με την αναγγελία ευνοϊκού ανέμου και
τις προετοιμασίες του στόλου να ξεκινήσει για την Τροία.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Υ Π Ο θ Ε Σ I Σ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Του στρατού και του στόλου των Ελλήνων
συναθροισθέντος παρά την Αυλίδα εν τω πορθμώ του Ευρίπου, όπως εκείθεν ομού, υπό
την αρχιστρατηγίαν του Αγαμέμνονος, εκπλεύση κατά της Τροίας προς εκδίκησιν της
υπό του Πάριδος αρπαγής της Ελένης, νηνεμία διαρκής παρεκώλυε τον απόπλουν
αυτού. Τούτο εθεωρήθη ως ένδειξις δυσμενείας των θεών, ο δε μάντις Κάλχας,
εμπνευσθείς εχρησμοδότησεν ότι τότε μόνον θα ηδύνατο να πλεύση ο στόλος και θα
εκυριεύετο το Ίλιον, εάν ο Αγαμέμνωνεθυσίαζε την θυγατέρα του Ιφιγένειαν εις τον
βωμόν της Αρτέμιδος, προστάτιδος θεάς της Αυλίδος. Εκάλεσε τότε ο Αγαμέμνωντην
σύζυγόν του Κληταιμνήστραν να φέρη εκ Μυκηνών εις Αυλίδα την Ιφιγένειαν επί τη
προφάσει ότι εσκόπει να δώση αυτήν εις γάμον προς τον Αχιλλέα, πράγματι όμως
προτιθέμενος να υπακούση εις της θεάς την θέλησιν. Τούτο δε και συνέβη αληθώς.
Αλλά καθ’ ην στιγμήν επί παρουσία σύμπαντος του ελληνικού στρατού,
παρατεταγμένου περί τον βωμόν της Αρτέμιδος, η μάχαιρα της θυσίας κατεφέρετο επί
τον λαιμόν της παρθένου, η μεν κόρη εξηφανίσθη, αντ’ αυτής δ’ έλαφος εφάνη
ασπαίρουσα χαμαί και ραίνουσα διά του αίματός της τον βωμόν της θεάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Π Ρ Ο Σ Ω Π Α</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ, βασιλεύς των Μυκηνών. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ,
δούλος αυτού. ΧΟΡΟΣ γυναικών εκ Χαλκίδος. ΜΕΝΕΛΑΟΣ, βασιλεύς της Σπάρτης.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ, σύζυγος του Αγαμέμνονος. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ, Θυγάτηρ του Αγαμέμνονος και
της Κλυταιμνήστρας ΑΧΙΛΛΕΥΣ, βασιλεύς της Φθίας. ΕΙΣ ΑΓΓΕΛΟΣ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η σκηνή εις το εν Αυλίδι στρατόπεδον και προ
της σκηνής του Αγαμέμνονος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Η ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ ΠΡΩΤΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ (προς τον εντός της σκηνής
Πρεσβύτην) Ελθέ, γέρον, εδώ προ της σκηνής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Έρχομαι. Τι νέον έχεις εις τον νουν
σου, βασιλεύ ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Θα έλθης γρήγορα ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (εξερχόμενος) Έρχομαι. Μη νομίσης
ότι κοιμώμαι. Ο ύπνος φεύγει• το γήρας μου και οι οφθαλμοί μου βλέπουσι
καλώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ποίον άραγε να ήναι το άστρον εκείνο
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Είναι ο Σείριος, όστις περά πλησίον
της επταστέρου Πλειάδος, εις το μέσον τουρανού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ούτε πτηνών κελάδημα ούτε φλοίσβος
της θαλάσσης ακούεται. Σιγή τελείας νηνεμίας κατέχει τον Εύριπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και συ, βασιλεύ, διατί περιφέρεσαι
έξω της σκηνής ; Η Αυλίς κοιμάται και η φρουρά των τειχών δεν ήλλαξεν ακόμη. Ας
εισέλθωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Σε ζηλεύω, γέρον. Ζηλεύω πάντα,
όστις διέρχεται ακίνδυνον τον βίον άγνωστος και άδοξος. Πολύ ολιγώτερον όμως
ζηλεύω τους ζώντας εν μέσω αξιωμάτων και τιμών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και όμως αυτά αποτελούν το κάλλος
της ζωής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ψευδές κάλλος! Γλυκείαι είναι τωόντι
μακρόθεν αι τιμαί, αλλ' όταν πλησιάσουν, τότε αισθανόμεθα πόσον είναι αλγειναί.
Διότι άλλοτε μεν η δυσμένεια των θεών, ματαιούσα τας ελπίδας μας, ανατρέπει την
ευτυχίαν ημών, άλλοτε δε καταστρέφουσιν αυτήν αι ποικίλαι και δυσάρεστοι, γνώμαι
των ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Δεν μοι φαίνονται ορθοί οι λόγοι
ούτοι λεγόμενοι παρ’ ανδρός υπερόχου, οποίος είσαι συ, ω βασιλεύ. Δεν σ'
εγέννησε βεβαίως ο Ατρεύς ίν' απολαύης πάντων των αγαθών του βίου. Και συ ακόμη
οφείλεις να χαίρης και να λυπήσαι ως πας άλλος, διότι και συ εγεννήθης θνητός.
Ό,τι θέλουν οι θεοί, αυτό και θα γίνη, είτε συ το θέλεις είτε μη. Αλλά βλέπω
ότι, ανάψας την λυχνίαν, γράφεις το γράμμα αυτό, το οποίον εις τας χείρας σου
κρατείς, και σβύνεις πάλιν ό,τι έγραψας. Και αφού εσφράγισας το γράμμα, το
αποσφραγίζεις πάλιν. Και ρίπτεις δακρύων τον λύχνον χαμαί. Έχεις αληθώς την όψιν
παραφρονήσαντος ανθρώπου. Διατί πάσχεις ούτω ; Τι σε στενοχωρεί τόσον, βασιλεύ ;
Φανέρωσόν μοι την αλήθειαν. Θα την εμπιστευθής εις άνθρωπον αγαθόν και πιστόν.
Μήπως δεν έστειλεν εμέ ο Τυνδάρεως προς την γυναίκα σου, αφωσιωμένον προικώον
δούλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Άκουσε, γέρον. Η κόρη του Θεστίου
Λήδα εγέννησε τρεις θυγατέρας, την Φοίβην, την Κλυταιμνήστραν, ήτις είναι
σύζυγός μου, και την Ελένην. Ταύτης της Ελένης διεκδικούντες την χείρα ήλθον οι
πλουσιώτατοι της Ελλάδος ηγεμόνες. Δεινώς δε ηπείλουν και αιματηρώς προς
αλλήλους ηγωνίζοντο πώς έκαστος, αποκρούων τους άλλους, να λάβη αυτός την κόρην
ως σύζυγον. Αμηχανία μεγίστη κατείχε τον Τυνδάρεων, να δώση ή να μη δώση την
κόρην του, και εις ποίον εξ όλων να την δώση όπως διαφύγη συμφοράν. Εσκέφθη
τέλος ν' απαιτήση και απήτησε να ορκισθώσι πάντες εκείνοι οι μνηστήρες, διά
σπονδών επί του καίοντος βωμού τους θεούς επικαλούμενοι, ότι, οιουδήποτε και αν
γίνη η Ελένη σύζυγος, πάντες οι λοιποί θα υπερασπίσωσιν αυτόν και εάν τις ήθελεν
απαγάγει την νεάνιδα εκ του συζυγικού της οίκου και καταλάβει παρ' αυτή του
συζύγου την θέσιν, θα συνεκστρατεύσωσι κατά του απαγωγέως πάντες ενόπλως και θα
κατασκάψωσι την πόλιν του, είτε Έλλην είναι ούτος είτε βάρβαρος. Όταν ο όρκος
ούτος εξησφάλισε την υπόσχεση ταύτην, έπεισεν ο γέρων τους μνηστήρας μετά τέχνης
συνετής ν' αφεθή ελευθέρα η κόρη όπως εκλέξη η ιδία ως σύζυγον ένα εξ αυτών,
εκείνον προς τον οποίον η γλυκεία της Αφροδίτης έμπνευσις ήθελε προσελκύσει την
καρδίαν της. Και τότε αυτή εξέλεξεν — είθε να μη τον εξέλεγε ποτέ — τον
Μενέλαον. Μετ' ολίγον όμως ήλθεν εκ Φρυγίας εις Λακεδαίμονα εκείνος, τον οποίον
αι τρεις θεαί εξέλεξαν κριτήν του κάλλους των κατά την εις το Άργος διαδεδομένην
φήμην, νέος περικαλλής, λαμπρά ενδεδυμένος περίχρυσα ενδύματα βαρβαρικής
πολυτελείας και, ερασθείς της Ελένης, ήτις και αυτή τον ηγάπησεν, επωφεληθείς δε
της εκείθεν αποδημίας τότε του Μενελάου, απήγαγε την Ελένην και έφυγε μετ' αυτής
εις την βουτρόφον χώραν της Ίδης. Αλλ' ο Μενέλαος επανελθών διατρέχει παράφορος
την Ελλάδα και, επικαλούμενος τους απαγγελθέντας τυνδαρείους όρκους, προσκαλεί
τους πάντας εις εκδίκησιν του αδικήματος. Και τότε οι Έλληνες εξεγερθέντες και
αρπάσαντες τα όπλα συνηθροίσθησαν εδώ εις της Αυλίδος τας στενοπόρους ακτάς
άγοντες πλοία και στρατιάς και ίππους και άρματα πολλά. Εξέλεξαν δε πάντες εμέ
ως αρχιστράτηγον χάριν του Μενελάου, του οποίου είμαι αδελφός. Ω, είθε να
εδίδετο εις πάντα άλλον το απαίσιον αυτό αξίωμα! Τώρα, ενώ όλος ο στρατός και ο
στόλος είναι προ πολλού συνηθροισμένοι εδώ εις την Αυλίδα, νηνεμία διαρκής μας
εμποδίζει τον απόπλουν και ταλαιπωρούμεθα εδώ αργοί. Εις την δεινήν αυτήν
αμηχανίαν μας, ερωτηθείς εχρησμοδότησεν ο μάντις Κάλχας ότι τότε μόνον εξ
Αυλίδος θ' αποπλεύσωμεν και θα καταστρέψωμεν την πόλιν των Φρυγών, όταν θυσιασθή
η Ιφιγένεια, η κόρη μου, εις την Αρτέμιδα, προστάτιδα θεάν της χώρας ταύτης.
Άλλως ουδέν εκ τούτων θα κατορθωθή. Όταν ήκουσα τούτον τον χρησμόν, διέταξα
αμέσως τον κήρυκα Ταλθύβιον να κηρύξη μεγάλη τη φωνή εις το στρατόπεδον ότι
απολύω το στράτευμα ολόκληρον, διότι δεν θα συναινέσω εγώ ποτέ να θανατώσω την
κόρην μου. Αλλ' ο αδελφός μου διά πολλών εντέχνων λόγων με κατέπεισε να υποστώ
το δεινόν τούτο, και τότε έγραψα προς την σύζυγόν μου να στείλη την κόρην μας
εδώ ίνα την δώσω εις γάμον προς τον Αχιλλέα, του οποίου η έξοχος φήμη θα ήναι
τιμή και καύχημα του οίκου μας. Διότι, έγραψα, ο Αχιλλεύς αρνείται να συμπλεύση
μετά των Αχαιών, εάν πρότερον δεν φέρη την κόρην ημών ως σύζυγόν του εις την
Φθίαν. Τοιούτος ψευδής λόγος μου περί γάμου δήθεν της θυγατρός μας θα έπειθε την
Κλυταιμνήστραν να την φέρη εδώ. Το μυστικόν όμως τούτο γινώσκουσι μετ' εμού
μόνος ο Κάλχας, ο Οδυσσεύς και ο Μενέλαος. Αλλά μετεμελήθην, γέρον, δι' όσα τότε
κακώς πράξας έγραψα, και τα μεταβάλλω τώρα δι’ αυτού του γράμματος, το οποίον
εις την σκιάν της νυκτός με είδες ν' αποσφραγίζω και πάλιν να σφραγίζω. Εμπρός
λοιπόν, λάβε το γράμμα τούτο και τρέξε εις το Άργος. Θα σου είπω ό,τι περιέχει,
διότι συ είσαι πιστός θεράπων και της γυναικός μου και του οίκου μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και πρέπει να μοι τα ειπής διά να τη
ομιλήσω συμφώνως προς το γράμμα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τη γράφω λοιπόν : «Κατόπιν της
προτέρας μου επιστολής, κόρη της Λήδας, σοι στέλλω την ανά χείρας ταύτην και σοι
λέγω να μη στείλης την κόρην μας εις την κολπώδη της Ευβοίας ακτήν, την
ακύμαντον Αυλίδα, διότι τους γάμους της Ιφιγενείας απεφασίσαμεν ν' αναβάλωμεν
εις άλλον χρόνον».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Αλλά δεν σκέπτεσαι ότι ο Αχιλλεύς,
βλέπων την αναβολήν ταύτην του γάμου, θα εξοργισθή κατά σου και κατά της
γυναικός σου ; Μήπως δεν είναι και τούτο κακόν ; Τι λέγεις δι’ αυτό ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ο Αχιλλεύς ουδέν γνωρίζει περί
τοιούτου γάμου. Μόνον το όνομά του, ουχί δε και αυτός, μετέχει τούτων. Εκείνος
δεν γνωρίζει ότι εγώ εξέφρασα την πρόθεσιν να δώσω την κόρην μου εις την
νυμφικήν αυτού παστάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Δεινή σου η τόλμη, βασιλεύ, να φέρης
την κόρην σου επί σφαγήν υπέρ των Ελλήνων με πρόφασιν ότι θα την δώσης ως
σύζυγον προς τον υιόν θεάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Οίμοι, παρεφρόνησα τωόντι και βλέπω
ότι πίπτω εις βάραθρον δεινής συμφοράς. Αλλ’ ύπαγε, γέρον, κίνει τους πόδας σου
ταχείς και νίκησε το γήρας σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Σπεύδω, βασιλεύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πρόσεξε μη καθίσης εις δάσους σκιάν
ούτε παρά δροσεράς πηγάς υδάτων, μήπως σε δελεάση του ύπνου η αγκάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Άναξ, μη με αδικής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Παντού όπου η οδός διχάζεται,
παρατήρει καλώς μήπως άμαξά τις, ελαύνουσα προς των Ελλήνων τα πλοία, φέρει την
κόρην μου, και διέλθη χωρίς να την ίδης. Εάν την συναντήσης, στρέψε την ευθύς
προς τα οπίσω, αρπάζων τους χαλινούς των ίππων και οδήγησον αυτήν εις τας
Μυκήνας πάλιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Θα το πράξω. Αλλά πως θα με πιστεύση
η κόρη και η σύζυγος σου όταν θα είπω ταύτα προς αύτας ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Δείξον την επί της επιστολής
σφραγίδα μου. Εμπρός ! Ήδη το ροδόχρουν φως της αυγής λευκαίνεται υπό των
τεθρίππων αρμάτων του Ηλίου. Τρέξε, βοήθησέ με εις την δυστυχίαν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο δούλος απέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω ! εις τον κόσμον ουδείς υπάρχει μέχρι τέλους
ευτυχής και ουδείς εγεννήθη άλυπος. (Εξέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΔΟΣ ΠΡΩΤΗ Εισέρχεται ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ
ΓΥΝΑΙΚΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διά του στενού του Ευρίπου, αφείσαι την πόλιν
μας Χαλκίδα, την ποτιζομένην υπό των παραλίων υδάτων της περιφήμου πηγής
Αρεθούσης, ήλθομεν εδώ, εις την αμμώδη ταύτην της Αυλίδος ακτήν, να ίδωμεν το
στράτευμα των Αχαιών και τα πλοία των ανδρείων νέων, οίτινες, ως λέγουν,
εκστρατεύουσιν υπό τον ευπατρίδην Αγαμέμνονα και τον ξανθόν Μενέλαον επί χιλίων
πλοίων εναντίον της Τροίας διά την Ελένην. Ταύτην ο βουκόλος Πάρις απήγαγεν εκ
του καλαμώδους Ευρώτα, δωρηθείσαν αυτώ υπό της Αφροδίτης, ότε παρά διαυγή και
δροσερά ύδατα συνηγωνίσθη αυτή επί κάλλει προς την Ήραν και την Αθηνάν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήλθομεν ευλαβώς εις το πλούσιον τούτο εις
θυσίας άλσος της Αρτέμιδος μ’ ερυθράς εξ αιδούς τας παρειάς όπως θαυμάσωμεν τα
όπλα, τας σκηνάς, τους Έλληνας οπλίτας και το πλήθος των ίππων. Και είδομεν τους
δύο Αίαντας ομού, τον μεν υιόν του Οιλέως, τον δε του Τελαμώνος γόνον, άνακτα
της Σαλαμίνος, μετά του Πρωτεσιλάου παίζοντας πεσσούς, και τον έγγονον του
Ποσειδώνος Παλαμήδην, τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δεινόν εις το αγώνισμα του δίσκου, ως επίσης
Μηριόνην τον θαυμάσιον πολεμιστήν, τον νησιώτην Λαερτίδην Οδυσσέα μετά του
περικαλλούς Νηρέως. Είδομεν τον Αχιλλέα, τον ως ο άνεμος ωκύποδα, τέκνον της
Θέτιδος και μαθητήν του Χείρωνος, να τρέχη πάνοπλος επί των χαλίκων του αιγιαλού
συναγωνιζόμενος προς τέθριππον άρμα εις δρόμον ελικοειδή. Και εφώναζεν ο
διφρηλάτης Εύμηλος, ηγεμών των Φερών, παρορμών και κεντών διά των πτερνιστήρων
τους νεαρούς του ωραιοτάτους ίππους, δάκνοντας χρυσοποικίλτους χαλινούς, τους
μεν δύο μεσαίους, λευκοστίκτου τριχώματος, τους δε πλαγίους και εις τας στροφάς
αντιστοίχους, πυρρότριχας και με κνήμας ποιχιλόχρους. Και έτρεχεν ο Πηλείδης
Αχιλλεύς πάντοτε παρά τους τροχούς του άρματος πάλλων το δόρυ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εθαυμάσαμεν το ανέκφραστον εκείνο θέαμα των
αναριθμήτων πλοίων, θέαμα λαμπρόν εις τους απλήστους γυναικείους οφθαλμούς.
Πεντήκοντα πολεμικών πλοίων της δεξιάς πτέρυγος άρχει ο εκ Φθίας Μυρμιδόνειος
ήρως, και φέρουν ταύτα εις την πρώράν των χρυσά Νηρηίδων αγάλματα, εις δε την
πρύμνην το σήμα του Αχιλλείου στρατού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρ' αύτας ίστανται τα πλοία των Αργείων
ισαρίθμους έχοντα προς τα άλλα κώπας, τούτων δε αρχηγοί είναι ο Ταλαός, τέκνον
και θρέμμα του Μηκιστέως, και ο του Καπανέως Σθένελος. Ο δε υιός του Θησέως άγει
εξήκοντα πλοία εξ Αττικής, φέροντα την Παλλάδα επί πτερωτών ιππηλάτων αρμάτων,
έμβλημα θεσπέσιον και λατρευτόν εις τους ναύτας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πεντήκοντα πλοία είδομεν των Βοιωτών φέροντα
εκατέρωθεν της πρώρας σήμα παριστών τον Κάδμον κρατούντα όφιν χρυσούν, ηγείται
δε αυτών ο γιγάντειος Λήιτος. Ισάριθμα δε πλοία έφερεν εκ του ενδόξου θρονίου
των Λοκρών ο υιός του Οιλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκ των Κυκλωπείων Μυκηνών ο Ατρείδης
Αγαμέμνωνέφερε στρατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πολυ- πληθή επί πλοίων εκατόν, συναρχηγόν έχων
και τον Άδραστον, όστις, φίλος του ων, συνεκστρατεύει και αυτός, ίνα η Ελλάς
ανακτήση την ένεκα βαρβάρου ανδρός καταλιπούσαν τον οίκον του συζύγου. Είδομεν
δε και το σήμα του εκ Πύλου Γερηνίου Νέστορος επί της πρύμνης των πλοίων του, το
παριστών τον γείτονα του Αλφειόν πόδας έχοντα ταύρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δώδεκα είναι των Αινιάνων τα πλοία υπό τον
Γουνέαν. Πλησίον δε τούτων ίστανται τα των Ηλείων, τους οποίους όλος ο στρατός
αποκαλεί Επειούς, και ηγείται αυτών ο Εύρυτος. Τον δε στόλον των Ταφίων, τον
έχοντα λευκάς τας κώπας, άγει ο Μέγης, ο του Φυλέως βλαστός, ελθών εκ των
αλιμένων Εχινάδων νήσων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Αίας δε, της Σαλαμίνος το θρέμμα, διά των
δώδεκα ευστροφωτάτων πλοίων του, παρατεταγμένων πλησίον των άλλων, συνάπτει το
δεξιόν του στόλου κέρας προς το αριστερόν. Ω ! ποίον είδον πολεμοχαρές ναυτικόν
στράτευμα ! Αλλοίμονον εις τα πλοία των βαρβάρων, όσα ήθελον τύχει προ αυτών !
Ουδέν θα επιστρέψη εις την πατρίδα του πλέον. Τοιαύτης πανελληνίου στρατιάς και
ναυτικής δυνάμεως η εικών θα μείνη εντός μου ανεξάλειπτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ και ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Είναι δεινή η τόλμη σου αυτή,
Μενέλαε, και απρεπής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Φύγε απ' εδώ ! η πίστις σου προς τον
κύριόν σου υπερβαίνει παν μέτρον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Δεν εννοείς, ότι κατηγορών με διά
τούτο, μ' επαινείς ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Θα σε κάμω να κλαύσης, εάν
εξακολουθήσης πράττων ό,τι κακώς πράττεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Δεν πρέπει ν’ ανοίξης το γράμμα
αυτό, το οποίον κρατώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Αλλ’ ουδέ συ πρέπει να γίνης αίτιος
ολέθρου εις όλην την Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ήπαγε να συζητής περί τούτου με
άλλους. Άφες την επιστολήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Ποτέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Αλλ' εγώ δεν θα σου την αφήσω. Μάθε
το καλώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Σου σπάζω την κεφαλήν δι αυτής μου
της ράβδου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Σπάσε την. Είναι τιμή ν' αποθνήσκη
τις υπέρ του κυρίου του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Άφες το γράμμα, σου λέγω. Οι δούλοι
πρέπει να λέγωσιν ολίγα. (Αποσπά την επιστολήν από των χειρών του
δούλου).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (κραυγάζων προς τον εν τη σκηνή
Αγαμέμνονα )</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρέξε, κύριε μου. Επετέθη κατ' εμού βιαίως ο
Μενέλαος και μου ήρπασε την επιστολήν σου από τας χείρας μου, κωφός εις τα
δίκαια παράπονά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τι τρέχει; Πόθεν ο θόρυβος αυτός εδώ
προ της σκηνής μου ; Και διατί αυτή η απρεπής λογομαχία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Eμέ πρέπει ν' ακούσης ως μάλλον
αξιόπιστον και όχι τούτον εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Και συ διατί ήλθες εις λόγους με
αυτόν, Μενέλαε, και τον μεταχειρίζεσαι κατ’ αυτόν τον βίαιον τρόπον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Προς εμέ στρέψον το βλέμμα, αν θέλης
να μάθης την αιτίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Μήπως νομίζεις ότι εγώ, ο υιός του
Ατρέως, φοβούμαι να σε ατενίσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Βλέπεις αυτήν εδώ την επιστολήν, η
οποία περιέχει ολέθρια πράγματα ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Την βλέπω. Απόδος αυτήν πρώτον και
ύστερον ομίλει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Δεν θα την αποδώσω ειμή αφού πρώτον
φανερώσω εις όλον το στράτευμα των Ελλήνων ό,τι περιέχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Μήπως ετόλμησας να την ανοίξης και
έμαθες ό,τι δεν σοι επετρέπετο να μάθης ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Βέβαια και να σε δυσαρεστήσω μαθών
ό,τι κακόν δι αυτής έπραξας λάθρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ω της αναισχυντίας σου ! Και πού
συνέλαβες τον δούλον μου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Εκεί όπου ιστάμην περιμένων την
άφιξιν της κόρης σου εξ Άργους εις το στρατόπεδον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Και δεν είναι αναίσχυντος πράξις
αυτή, να κατασκοπεύης τα ιδικά μου πράγματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Ήμην ελεύθερος να έχω αυτήν την
περιέργειαν. Δεν είμαι βέβαια δούλος σου εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ω ! ποίον θράσος ! Μήπως έχεις την
αξίωσιν να ελέγχης το πώς εγώ θέλω να διοικώ τα του οίκου μου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Ναι, διότι βλέπω ότι είναι ύπουλοι αι
σκέψεις σου και άλλα μεν λέγεις τώρα, άλλα δ' έπραξας και άλλα μελετάς να
πράξης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Δεν σου αμφισβητώ την κομψότητα των
λόγων. Των πονηρών η γλώσσα έχει τέχνην ζηλευτήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Όσον ο άστατος νους αδικεί και
κλονίζει την πίστιν των φίλων. Ναι, θέλω να σ' ελέγξω και ας μη σε παραφέρη η
οργή, ώστε ν' αποφεύγης την αλήθειαν. θα σοι ομιλήσω σαφώς και συντόμως.
Ενθυμείσαι καθ' ον χρόνον προσεπάθεις να λάβης την αρχηγίαν των Ελλήνων προς το
Ίλιον, φαινόμενος μεν προς αυτήν αδιάφορος, πράγματι όμως επιθυμών και επιδιώκων
αυτήν πάση δυνάμει, πόσον ταπεινώς εφέρεσο προς πάντας; Ενθυμείσαι πόσον ήσο
τότε δαψιλής εις χειραψίας, ότι τας θύρας του ανακτόρου σου είχες εις πάντα
πολίτην ανοικτές και εχαιρέτιζες ανεξαιρέτως όλους, και αυτούς ακόμη τους μη
θέλοντας, ζητών με τους φιλόφρονας εκείνους τρόπους ν' αγοράσης το αξίωμα; Όταν
όμως κατώρθωσες να λάβης το αξίωμα τούτο, ω, τότε αμέσως μετεβλήθη το ήθος σου.
Δεν ήσο πλέον φίλος προς τους φίλους τους προτέρους. Εκλείσθης εις τον οίκον σου
και δυσκόλως και σπανίως ηδύνατο τις να σε πλησιάση. Οι άνδρες όμως οι χρηστοί
και οι μεγαλεπήβολοι δεν πρέπει να μεταβάλλωσιν ούτω τρόπους συμπεριφοράς, αλλά
τότε μάλιστα οφείλουσι να ήναι σταθεροί προς τους φίλους, όταν ευτυχούντες
δύνανται και να ωφελώσιν αυτούς. Και ιδού ότι ευθύς εξ αρχής εδείχθης κακός.
Όταν δε ήλθες εδώ εις την Αυλίδα και ο πανελλήνιος στρατός ηναγκάσθη να μείνη
εδώ ελλείψει ουρίου άνεμου, οι δε Έλληνες ηξίουν να διαλυθή ο στόλος, ίνα μη
ανωφελώς καθήμεθα εδώ, συ κατάπληκτος και αμηχανών προ της θείας ταύτης
συμφοράς, ένεκα της οποίας έχανες την ευκαιρίαν της φιλοδοξίας σου, όπως, άρχων
χιλιαρίθμου στόλου, καλύψης διά δοράτων την πεδιάδα του Πριάμου, ήρχεσο και με
ηρώτας «Τι να πράξω; Πως να εύρω τρόπον να μη χάσω την αρχηγίαν ταύτην και την
εξ αυτής μεγίστην δόξαν;» Όταν δε ο Κάλχας εχρησμοδότησε να θυσιάσης την κόρην
σου εις την Αρτέμιδα και τότε μόνον θ' αποπλεύση ο στόλος, συ μετά χαράς εδέχθης
να θυσιάσης την κόρην. Και τότε, ουδενός αναγκάζοντος — μη το αρνηθής — αλλ'
αυτοπροαιρέτως και προθύμως συ ο ίδιος εμήνυσας προς την γυναίκα σου να στείλη
την κόρην σου εδώ υπό την πρόφασιν ότι θα δώσης αυτήν εις γάμον προς τον
Αχιλλέα. Και όμως ύστερον μεταμεληθείς συλλαμβάνεσαι τώρα άλλα γράφων, ότι,
δηλαδή ουδέποτε θα γίνης φονεύς της θυγατρός σου. Ο αήρ, όστις μας περιβάλλει
ταύτην την στιγμήν, είναι αυτός εκείνος, όστις ήκουσεν όσα είπας τότε. Ω, πόσοι
άλλοι πράττουσιν ό,τι και συ χάριν των υψηλών αξιωμάτων! Και ενώ ιδία προαιρέσει
αναρριχώνται και κατακτώσιν αυτά, ύστερον αισχρώς υποχωρούσιν άλλοτε μεν
παρασυρόμενοι υπό μωρών συμβουλών των κολάκων, άλλοτε δε και κατ' ανάγκην, ως
ανάξιοι να κυβερνήσωσι το κράτος των. Κρίμα εις την ταλαίπωρον Ελλάδα, ήτις,
θελήσασα ν' αποδυθή εις ένδοξον αγώνα, θα υποχωρήση τώρα αφίνουσα τους
ουτιδανούς αυτούς βαρβάρους να την εμπαίζωσι γελώντες εξ αιτίας σου και της
κόρης σου ! Ένεκα προσωπικών υποχρεώσεων ποτέ δεν πρέπει ν’ αναγορεύη τινά ο
πολίτης προστάτην της χώρας του ούτε στρατηγόν. Ο στρατηλάτης πρέπει να έχη
νουν, άρχων δε της πόλεως δύναται νάναι μόνος ο συνετός ανήρ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Μέγα κακόν η μεταξύ αδελφών έρις και
λογομαχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Άκουσον τώρα και εμέ να σοι είπω
συντόμως δυσαρέστους αληθείας, χωρίς να σε προσβλέπω με βλέμμα εξ ίσου επηρμένον
και αναιδές, αλλά πολύ μετριοπαθέστερον, διότι είσαι αδελφός μου, ο δε χρηστός
ανήρ ευλαβώς πάντοτε φέρεται. Ειπέ μοι, σε παρακαλώ, πόθεν αυτή σου η παραφορά
και οι πλήρεις οργής φλογοβόλοι οφθαλμοί σου; Ποίος σε αδικεί ; Τι ζητείς;
θέλεις να έχης ωραίαν γυναίκα; Δεν δύναμαι να σοι την δώσω, αφού, όταν την
είχες, κακώς την εφύλαξας. Έπειτα πως θέλεις να τιμωρηθώ εγώ ο μη πταίσας διά τα
ιδικά σου σφάλματα ; ή μήπως ενοχλεί τον εγωισμόν σου η φιλοδοξία μου ; θέλεις
να έχης εις τας αγκάλας σου ωραίαν γυναίκα και, διά να το κατορθώσης,
παραβλέπεις πάσαν λογικήν και πάσαν ευπρέπειαν. Αλλά βεβαίως του κακού ανδρός
κακοί είναι και οι πόθοι. Είμαι άραγε παράφρων εγώ, διότι κακήν άπαξ απόφασιν
λαβών μετεμελήθην ύστερον φρονιμώτερον σκεφθείς ; ή μήπως συ μάλλον
παραλογίζεσαι θέλων ν' ανακτήσης άπιστον σύζυγον, την οποίαν πρέπει να
ευχαριστής τον θεόν ότι σου την αφήρεσεν; Εάν ώμοσαν τότε τον Τυνδάρειον όρκον
οι ερωτόληπτοι μνηστήρες, δεν το έπραξαν βέβαια ούτε διά της ιδικής σου
ενεργείας ούτε προς χάριν σου· το έπραξαν διότι έκαστος ήλπιζε δι’ εαυτόν. Λάβε
λοιπόν αυτούς τώρα και εκστράτευσον, αν θέλης. Είναι μωροί και επομένως έτοιμοι
να σε ακολουθήσωσι. Δεν είναι όμως άφρων ο θεός, αλλ' εννοεί καλώς και διακρίνει
τους κατηναγκασμένους και κακώς δοθέντας όρκους. Δεν θα θανατώσω δε τα τέκνα μου
εγώ, διά να δώσω εις σε την άδικον ευχαρίστησιν να εκδικήσης την αρπαγήν μιας
αθλίας συζύγου, ενώ εμέ θα κατασπαράττωσι νυχθημερόν ο πόνος και τα δάκρυα, ότι
έχυσα το αίμα της προσφιλούς μου θυγατρός ως κακούργος. Σοι ωμίλησα συντόμως και
σαφώς, θα πράξω δε το πρέπον ως προς τ’αφορώντα εις εμέ, εάν δεν θελήσης να
συνετισθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Αντίθετα ταύτα προς τα πρότερον ρηθέντα,
αλλ' ορθότερα, διότι οι γονείς πρέπει βέβαια να προστατεύωσι τα τέκνα
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Οίμοι! Eνόμιζον ο δυστυχής ότι είχον
φίλους και όμως ηπατώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Θα είχες τοιούτους, εάν δεν εζήτεις
να τους καταστρέψης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Και πώς άλλως θα μοι δείξης ότι συ
και εγώ εγεννήθημεν εκ του αυτού πατρός ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Φρονίμως μετά σου συμπράττων αλλ'
όχι και συμπαραλογιζόμενος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Οι αληθείς φίλοι συμπονούσιν εις τας
συμφοράς των φίλων των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ζήτει παρ' εμού δικαίως ό,τι θέλεις,
αλλά μη με λυπείς παραλόγως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Δεν εννοείς λοιπόν ότι ο πόνος μου
είναι πόνος όλων των Ελλήνων ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εκ θείας, ως φαίνεται, οργής νόσος
φρενών κατέχει και σε και όλην την Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Υπερηφανεύου λοιπόν διά την αρχηγίαν
σου και ότι επρόδωκας τον αδελφόν σου. Όσον δι' εμέ, θα ζητήσω άλλο μέσον και
εις άλλους φίλους, αληθείς εκείνους, θα προσφύγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ Αρχηγοί των Πανελλήνων, ήλθον εδώ εκ
Μυκηνών συνοδεύων την Ιφιγένειαν, την κόρην σου• ήλθε δε μετ' αυτής και η μήτηρ
της, η σύζυγος σου Κλυταιμνήστρα, και ο υιός σου Ορέστης. Πόσον θα χαρής ότι θα
τους ίδης μετά τόσον μακράν από της πατρίδος σου αποδημίαν ! Επειδή όμως ο
δρόμος ήτο πολύς, έμειναν ίν' αναπαυθώσι παρά τα δροσερά ύδατα πηγής, αυταί και
οι ίπποι, και εκάθισαν να προγευματίσωσιν επί της χλόης του λειμώνος, εγώ δε
μόνος ήλθον προ αυτών, ίνα σοι αναγγείλω τούτο. Γνωρίζει δε ήδη ο στρατός την
άφιξιν της θυγατρός σου, διότι διεδόθη αμέσως η φήμη και έρχονται πολλοί ίνα
ίδωσι την κόρην σου. Τους ευτυχείς ανθρώπους, βλέπεις, όλοι τιμώσι και σπεύδουν
να τους ίδουν. Διά να έλθη, λέγουν, η κόρη του εδώ, φαίνεται ότι περί γάμου
τινός πρόκειται ή κάτι άλλο θα συμβαίνη, εκτός αν ο βασιλεύς Αγαμέμνωνέφερε την
κόρην του ποθήσας να την επανίδη. Άλλοι δε πάλιν έλεγον ότι έφερον την νέαν εις
προτελετήν του γάμου της εδώ παρά τη θεά της Αυλίδος Αρτέμιδι. Αλλά ποίος άραγε
να ήναι ο γαμβρός; Εμπρός λοιπόν, ετοίμασον τα κάνιστρα διά την θυσίαν.
Στεφανώσατε με άνθη την κεφαλήν. Συ δε, άναξ Μενέλαε, ετοίμαζε τα της τελετής
του γάμου, και ας ηχήσουν οι αυλοί εις το στρατόπεδον και ο έρρυθμος κτύπος των
ποδών, διά το χαρμόσυνον αυτό της κόρης γεγονός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αρκούσι ταύτα. Τώρα είσελθε εις την
σκηνήν και ας διευθετήση τα λοιπά η καλή τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Άγγελος απέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ, ΜΕΝΕΛΑΟΣ, ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Οίμοι! Τι να είπω τώρα ο ταλαίπωρος
; Πόθεν ν’αρχίσω ; Ω, εις ποία μαύρα βάραθρα έπεσα! θεός δυσμενής, αλλά πολύ
σοφώτερος, όλα τα σχέδια μου κατεσύντριψε. Πόσον προτιμότερον να γεννηθή τις εκ
γένους ταπεινού ! Κλαίει ελευθέρως και ανακουφίζεται τουλάχιστον εκφράζων ό,τι
αισθάνεται. Αλλ' εις ημάς τους ευγενούς καταγωγής, ουδέν εκ τούτων επιτρέπεται.
Επαιρόμεθα διά τον όγκον του γένους μας, ενώ ουδέν άλλο είμεθα ειμή δούλοι του
άλλου. Ιδού τώρα εγώ ως βασιλεύς μεν εντρέπομαι να δακρύσω, ως πατήρ δ'
εντρέπομαι να μη δακρύσω υπό την θύελλαν αυτήν των συμφορών. Τι να είπω τώρα
προς την μητέρα της, πώς να την δεχθώ ; Με ποίον βλέμμα θα την ατενίσω, αυτήν,
ήτις απρόσκλητος ελθούσα εδώ συνεπλήρωσε την δυστυχίαν μου; Και όμως τι το
φυσικώτερον να συνοδεύση η μήτηρ την κόρην της ερχομένην εις την χαράν του γάμου
της και να παραδώση φαιδρά και ευτυχής το προσφιλές της τέκνον εις εμέ τον
πατέρα του, τον κακούργον πατέρα ; Και τι θα είπω προς την κόρην μου, την
ταλαίπωρον παρθένον ; Παρθένον είπα ; Αλλά μόλις έλθη εδώ θα την αρπάσει εις τας
αγκάλας του ως σύζυγον ο Αδης. Και αυτή, ικέτις προ εμού, θα μοι είπη:—- Πατέρα
μου, θέλεις λοιπόν να με θανατώσης συ; Αυτός είναι ο γάμος, τον οποίον μοι
ητοίμαζες; Ω! είθε και συ και πας φίλτατός σου τοιούτους γάμους να τελέσητε.
-—Και ο Ορέστης μου παρών θα κλαίη χωρίς να εννοή, νήπιον ακόμη το πτωχόν. Ω,
εις ποίαν φρικώδη συμφοράν μ’έρριψε του Πάριδος ο γάμος !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Τον ακούω και οίκτον δι' αυτόν
αισθάνομαι. Καίτοι ξένη, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δύναμαι να μη λυπηθώ διά την δυστυχίαν του
ξένου τούτου βασιλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Αδελφέ, δος μοι να σφίγξω την χείρα
σου !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ιδού, λάβε την. Είσαι συ ο ευτυχής
κ' εγώ ο άθλιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Εις του Πέλοπος το όνομα ορκίζομαι,
πατρός του πατρός μας, και εις του Ατρέως, όστις μας εγέννησεν, ότι σοι λέγω
κατ' ευθείαν απ' αυτής της καρδίας μου αμιγές πάσης προσποιήσεως και προσθήκης
ό,τι φρονώ και αισθάνομαι. Είδον εκ των οφθαλμών σου ρέοντα τα δάκρυα και
εδάκρυσα και εγώ συγκινηθείς εξ οίκτου. Ανακαλώ, αδελφέ, όσους πρότερον σοι
είπον λόγους και δεν θέλω ν' αυξάνω τον πόνον σου. Συμμερίζομαι την θλίψιν και
τας σκέψεις σου και σε προτρέπω να μη θανατώσης το τέκνον σου και να μη
εξαγοράσης διά τοιαύτης θυσίας την ιδικήν μου ευτυχίαν. Διότι είναι άδικον συ
μεν να στενάζης, εγώ δε να χαίρω, ν' αποθνήσκωσιν οι του οίκου σου και οι ιδικοί
μου ν' απολαύωσι του φωτός της ζωής. Και τωόντι, τι λείπει εις εμέ; Εάν έχω
πόθον συζύγου, μήπως δεν δύναμαι να λάβω άλλην ; Εγώ να καταστρέψω τον αδελφόν
μου διά ν' ανακτήσω την Ελένην, ν’ ανταλλάξω το αγαθόν μου αντί κακού ; Ωμίλουν
προ ολίγου αληθώς ως νέος απερίσκεπτος πριν εξετάσω και αντιληφθώ καλλίτερον τι
είναι να φονεύση τις τα τέκνα του. Αλλά τώρα, καταμετρών την φοβεράν αλήθειαν,
αισθάνομαι εις την ψυχήν μου έλεος βαθύ διά την ταλαίπωρον κόρην, κόρην αδελφού
μου, μέλλουσαν να θυσιασθή χάριν μιας τοιαύτης συζύγου μου. Και ποία σύγκρισις
δύναται να υπάρξη μεταξύ της Ελένης και της θυγατρός σου; Όχι, ας διαλυθή και ας
απέλθη έξ Αυλίδος ο στρατός όθεν ήλθε. Συ δε, αδελφέ, παύσε δακρύων και προκαλών
και εις εμέ ομοίως δάκρυα. Εάν ο χρησμός έδωκε και εις εμέ δικαίωμα επί της ζωής
της κόρης σου, εγώ παραιτούμαι και σοι αποδίδω το δικαίωμα τούτο. Αληθώς
μεταβάλλω όσα είπον πρότερον, αλλά το πράττω μεταπειθόμενος εξ ακαταμαχήτων
λόγων. Με μετέπεισεν η προς τον αδελφόν μου αγάπη. Είναι άξιον χρηστού ανδρός να
εκλέγη πάντοτε τα βέλτιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Ιδού λόγοι ευγενείς και αρμόζοντες εις
απόγονον του Ταντάλου, του υιού του Διός. Είσαι τωόντι άξιος των προγόνων σου,
Ατρείδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εύγε, Μενέλαε, ότι παρά τας
προσδοκίας μου και επαξίως σου αυτού ωμίλησας ορθώς. Των αδελφών τας έριδας
διεγείρει πάντοτε ο έρως και η οικογενειακή πλεονεξία. Αλλ' εγώ αποστρέφομαι
τοιαύτην συγγένειαν πικράν εις αμφοτέρους. Εν τούτοις αμείλικτος τύχη απαιτεί
της κόρης μου τον φόνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΑΑΟΣ Τι λέγεις ; Και ποίος θα σε αναγκάση
ποτέ να θανατώσης την κόρην σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ολόκληρον το στράτευμα των
Ελλήνων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Όχι, ποσώς. Αρκεί να την στείλης
οπίσω εις το Άργος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ θα ηδυνάμην να το πράξω χωρίς να
παρατηρηθή. Δεν θα κατορθώσω όμως ν' αποφύγω άλλο τι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Ποίον; Δεν πρέπει να φοβήσαι τόσον τα
πλήθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ο Κάλχας θ' ανακοινώση τον χρησμόν
εις το στράτευμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Αλλά δεν θα το πράξη βέβαια, εάν προ
τούτου αποθάνη και ουδέν ευκολώτερον τούτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Οι μάντεις είναι γένος μοχθηρόν και
φιλόδοξον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Και τούτο μισητόν και
άχρηστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Δεν φοβείσαι όμως έν άλλο πράγμα, το
οποίον εγώ σκέπτομαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Εάν δεν το ακούσω, δεν δύναμαι να
γνωρίζω τι εννοείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ο γόνος του Σισύφου γνωρίζει τα
πάντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Εννοείς τον Οδυσσέα• αλλ' αυτός δεν
θα θελήση βέβαια να βλάψη ούτε σε ούτ' εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Είναι πολύ πανούργος, ως γνωρίζεις,
και πάντοτε συντάσσεται μετά του πλήθους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ Τωόντι. Έχει και το μέγα κακόν να
ήναι λίαν φιλόδοξος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Φαντάσθητι λοιπόν τον Οδυσσέα να
σταθή εν τω μέσω του συνηθροισμένου στρατεύματος, να διακηρύξη δημοσία τον
χρησμόν του Κάλχαντος και να με κατηγορήση ότι, ενώ πρώτον υπεσχέθην να θυσιάσω
την κόρην μου εις την Αρτέμιδα, τώρα αρνούμαι να το πράξω. Όλον τον στρατόν τότε
εξεγείρων εις παραφοράν βεβαίως θά διατάξη τους Έλληνας να θανατώσωσι μεν και σε
και εμέ, να σφάξωσι δε την κόρην μου. Αλλά, και αν ακόμη καταφύγω εις το Άργος,
θα έλθουν εις αυτάς τας κυκλωπείους Μυκήνας και κατασκάψαντες την πόλιν θα μας
αρπάσωσιν όλους εκείθεν. Ιδού η εικών της συμφοράς μου. Ω, εις ποία φρικώδη
δεινά οι θεοί μ’ εβύθισαν τον δυστυχή ! Προσπάθησον καν, Μενέλαε, διατρέχων το
στρατόπεδον, να μη μάθη από τούδε η Κλυταιμνήστρα ό,τι μέλλει να συμβή μέχρις ου
ο Άδης μου καταπίη την κόρην μου. Ούτω τουλάχιστον θα έχω να κλαύσω
ολιγώτερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς τον Χορόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σεις δε, ξέναι, κρατείτε μυστικόν ό,τι
ηκούσατε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Αγαμέμνωνκαι ο Μενέλαος απέρχονται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΔΟΣ ΔΕΎΤΕΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευδαίμονες όσοι απολαμβάνουσι μετά σωφροσύνης
και μετριότητος της Αφροδίτης τα δώρα και εν ηρεμία ψυχής δέχονται το παράφορον
πάθος, όπερ ο χρυσοκόμης Έρως εις την καρδίαν ακοντίζει τόξα τανύων διττά, τα
μεν μακαρίας γλυκύτητος, τα δε πόνου ολεθρίου. Ω ωραία Κύπρις, απότρεψον τα
δεύτερα ταύτα βέλη από των ιδικών μας θαλάμων. Μοι αρκεί να έχω μετρίαν
καλλονήν, αγνούς όμως θέλω τους πόθους μου, και δεν ζητώ τον σφοδρόν αλλά τον
μέτριον έρωτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διάφοροι είναι οι χαρακτήρες και τα ήθη των
ανθρώπων, μία όμως και απλή η αρετή. Εις απόκτησιν δε της αρετής φέρει ασφαλώς η
υγιής ανατροφή και η εκπαίδευσις. Η αιδώς είναι της σοφίας γνώρισμα, αύτη δε
έχει και την υπέροχον χάριν να φωτίζη τον νουν προς διάγνωσιν του καθήκοντος,
του οποίου η εκπλήρωσις παρέχει αθάνατον κλέος. Είναι μέγα αγαθόν να θηρεύη την
αρετήν η μεν γυνή φεύγουσα τον αθέμιτον έρωτα, ο δε ανήρ ασκών τας κοσμούσας
αυτόν ποικίλας δυνάμεις, δι’ ων αι πόλεις κραταιούνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Επωδός).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Πάρις, διατί να έλθης εις την Ελλάδα συ,
όστις ανετράφης βοσκός λευκών αγελάδων εις την τρωικήν Ίδην συρίζων βάρβαρα
μέλη, και δι' αυλού φρυγικού επεχειρήσας εδώ να ψάλης ήχους Ολυμπίους; Έζης
βόσκων εκεί καλάς γαλακτοφόρους δαμάλεις, ότε η περί κάλλους έρις των θεαινών σ'
εκάλεσε κριτήν εις την Ελλάδα προ των ελεφαντίνων ανακτόρων των. Και όταν οι
οφθαλμοί σου αντίκρυσαν τους οφθαλμούς της Ελένης, αντήλλαξαν έρωτος φλόγα. Η
έρις εκείνη των θεαινών, άλλην έριδα γεννήσασα, φέρει τώρα την Ελλάδα μετά
στόλου και στρατού κατά της ακροπόλεως της Τροίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ ΤΡΙΤΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α’. (Φαίνονται μακρόθεν η Κλυταιμνήστρα
και η Ιφιγένεια εφ’ αμάξης ερχόμεναι)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Ω! ω ! πόσον μεγάλαι και λαμπραί είναι
αι ευτυχίαι των μεγάλων ! να η Ιφιγένεια και η κόρη του Τυνδάρου, η
Κλυταιμνήστρα, η βασίλισσα. Τι ευγενείς βλαστοί ενδόξων γονέων, και προς ποίας
υψηλάς τύχας αποβλέπουσιν ! Οι υψηλοί και κραταιοί άνθρωποι φαίνονται ως θεοί
εις τους χαμηλούς και αδυνάτους. Κόραι της Χαλκίδος, ας σταθώμεν εδώ να δώσωμεν
την χείρα εις την βασίλισσαν, όταν θα καταβή από της αμάξης όπως πατήση ασφαλώς
το έδαφος. Ας την υποδεχθώμεν με χείρα φιλόφρονα και ήθος γλυκύ, ίνα μη φοβηθή
μόλις φθάση εδώ η ωραία του Αγαμέμνονος κόρη και μη ταραχθώσι μηδ' εκπλαγώσιν αι
Αργείαι ξέναι, όταν μας ίδουωσι ξένας και ημάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ μετά του μικρού ΟΡΕΣΤΟΥ,
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ, ΑΚΟΛΟΥΘΟΙ αυτού νεάνιδες και ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχονται, εφ’ αμάξης, ήτις ίσταται εις το
βάθος).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ (προς τον Χορόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αίσιος είναι δι’ ημάς οιωνός οι φιλόφρονες
τρόποι και οι γλυκείς λόγοι, δι’ ων μας υποδέχεσθε, και ελπίζω ότι εις γάμους
τωόντι ευτυχείς φέρω νύμφην την κόρην μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς τους ακολούθους)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λάβετε σεiς εκ της αμάξης τα γαμήλια δώρα της
θυγατρός μου και φέρετε τα μετά προσοχής εις την βασιλικήν σκηνήν. Έξελθε, κόρη
μου, της αμάξης και πάτησε εις το έδαφος τους αβρούς και κουρασμένους πόδας σου.
(Προς τον Χορόν). Σεις δε, νεάνιδες, λάβετε την εις τας αγκάλας σας διά να
καταβή εκ της αμάξης. Δόσατέ μου τώρα τας χείρας σας να στηριχθώ καταβαίνουσα κ'
εγώ. Σεις αι άλλαι σταθήτε εκεί παρά τας κεφαλάς των ίππων, ίνα μη τρομάξουν μη
βλέποντες κανένα να στέκη πλησίον των. Σηκώσατε και τον μικρόν αυτόν Ορέστην,
τον υιόν του Αγαμέμνονος. Είναι ακόμη, βλέπετε, τόσον μικρός ! Κοιμάσαι, παιδί
μου; Σε απεκοίμισεν ο δρόμος της αμάξης, αί; Σήκω τώρα και πλησιάζουν οι γάμοι
οι ευτυχείς της αδελφής σου. Σήκω και θα γίνης συγγενής ανδρός γενναίου, του
υιού της Νηρηίδος Θέτιδος, του ίσου προς θεούς. Έλα συ τώρα, Ιφιγένεια, κάθισε
πλησίον της μητρός σου, διά να δείξης εις αυτάς τας ξένας πόσον είμαι ευτυχής. Α
! να ο πατήρ σου ο αγαπητός, χαιρέτισε τον, κόρη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μητέρα μου, άφες με να τρέξω πρώτη
να εναγκαλισβώ σφιχτά στήθος με στήθος τον πατέρα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω άναξ Αγαμέμνων, πολύτιμε μου
σύζυγε, ιδού ήλθομεν πισταί εις την πρόσκλησίν σου και πρόθυμοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Θέλω να εναγκαλισθώ, πατέρα μου, τα
στήθη σου. Μη οργισθής δι' αυτό. Έχω τόσον καιρόν να σε ιδώ !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και πρέπει μάλιστα, παιδί μου.
Γνωρίζω ότι εξ όλων μου των τέκνων συ, περισσότερον αγαπάς τον πατέρα
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ω ! με πόσην χαράν σ' επαναβλέπω
μετά τόσον καιρόν, πατέρα μου αγαπητέ !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Κ’ εγώ σε, κόρη μου. Ίση είναι και
εμού η χαρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Χαίρε, πάτερ μου. Α ! τι καλά έκαμες
να με φέρης πλησίον σου !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Δεν ηξεύρω αν έπραξα καλώς ή
όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Αλλά διατί στρέφεις αλλού το βλέμμα,
αφού είπες ότι μ’ επανείδες χαίρων ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αί, κόρη μου, είς βασιλεύς και
αρχιστράτηγος έχει περί μυρίων πραγμάτων να φροντίση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Άφες αύτας τας φροντίδας και σκέπτου
μόνον περί εμού τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αλλά δεν βλέπεις ότι είμαι
προσηλωμένος εις σε και μόνην ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Φαίδρυνε το πρόσωπον σου και κύτταξέ
με με όλην την αγάπην σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Να, σε βλέπω μετά χαράς, ως πάντοτε
οσάκις σε βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Αλλά διατί από τους οφθαλμούς σου
ρέουν δάκρυα ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Διότι θα χωρισθώμεν, κόρη μου, διά
πολύν καιρόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Δεν σ' εννοώ, πατέρα μου φίλτατε. Τι
θέλεις να είπης ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Όσω λογικώτερον ομιλείς, τόσω
περισσότερον με συγκινείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Α ! τότε λοιπόν θα σου λέγω τρελλούς
λόγους, διά να χαρής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ (καθ’ εαυτόν:)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οίμοι! να σιωπήσω πλέον είν' αδύνατον. (Προς
την Ιφιγένειαν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι, παιδί μου, ό,τι λέγεις είναι δι’ εμέ
ευχάριστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μείνε, πάτερ μου, μαζή μας. Μη φύγης
εις τα ξένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αυτό κ' εγώ θέλω, αλλ’ ακριβώς διότι
δεν δύναμαι να πράξω τούτο, το οποίον θέλω, λυπούμαι τόσον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Άφες τα να χαθούν αυτά τα όπλα και
τα εκ του Μενελάου δεινά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αλλους αυτά θα καταστρέψουν, αφού
πρώτον κατέστρεψαν εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Πόσον καιρόν μας έλειπες καθήμενος
εδώ εις τους κόλπους της Αυλίδος !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Και όμως ακόμη ο απόπλους του στόλου
εμποδίζεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Πού είναι αυτή η χώρα των Φρυγών,
πάτερ μου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εκεί όπου είθε να μη εγεννάτο ποτέ ο
υιός του Πριάμου Πάρις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Και θα με αφήσης λοιπόν διά να φύγης
τόσον μακράν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Και συ, κόρη μου, θα φύγης μακράν ως
και ο πατήρ σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Πόσον θα ήμην ευτυχής, εάν ήρμοζε να
με λάβης μαζή σου εις αυτό σου το ταξείδιον !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Και συ θα ταξειδεύσης ως εγώ και θα
ενθυμήσαι τον πατέρα σου εκεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ. Με την μητέρα μου θα ταξειδεύσω ή
μόνη ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Μόνη, μακράν του πατρός και της
μητρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Λοιπόν με στέλλεις, πάτερ μου, να
κατοικήσω εις άλλον οίκον ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Άφες αυτά. Αι νεάνιδες δεν πρέπει να
γνωρίζουν τοιαύτα πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Σπεύσε τουλάχιστον να επιστρέψης εκ
Φρυγίας προς εμέ, αφού νικήσης εκεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πρέπει πρότερον να τελέσω εδώ μίαν
θυσίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Δεν ημπορώ να ήμαι κ' εγώ εις αυτήν
την θυσίαν με τους ιερείς, να την ιδώ ευλαβώς ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ θα την ίδης, κόρη μου, θα την ίδης,
διότι θα ίστασαι πλησίον της τραπέζης της θυσίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Και θα χορεύσουν, πάτερ μου, περί
τον βωμόν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πόσον σου ζηλεύω την άγνοιαν ! Ύπαγε
τώρα, κόρη μου, εις τα δώματα σου να σε ίδωσιν αι νεανίδες εκεί. Δός μου την
χείρα και έν φίλημα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Την ασπάζεται)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φίλημα πικρόν, διότι πολύ μακρός θα ήναι ο
χρόνος καθ’ ήν θα μείνης μακράν του πατρός σου. Ω στήθος προσφιλές και παρειαί
και ξανθή κόμη ! Εις ποίαν δεινήν συμφοράν μας έφερεν η Τροία και η Ελένη ! Παύω
τους λόγους, διότι ορμώσιν ακάθεκτα εις τους οφθαλμούς μου τα δάκρυα μόλις σε
ήγγισα. Είσελθε εις τα δώματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η Ιφιγένεια εισέρχεται εις την
σκηνήν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ, ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ, ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Συγγνώμην, κόρη της Λήδας, ότι,
μέλλων να δώσω την κόρην μου εις τον Αχιλλέα, συνεκινήθην τόσον. Ευτυχής μεν
είναι ο χωρισμός αλλ' οδυνηρός πάντοτε διά τους γονείς, όταν ο πατήρ, ο τόσον
μοχθήσας διά την ανατροφήν των τέκνων του, τα παραδίδη εις άλλην
οικογένειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Δεν είμαι τόσον άφρων, ώστε να
μη αναγνωρίζω δικαίαν την λύπην σου. Και εγώ την αυτήν συγκίνησιν θα υποστώ καθ
ην στιγμήν θα δώσω το τέκνον μου εις γάμον. Αλλ' αυτό θέλει ο νόμος ο
κοινωνικός, παρερχομένου δε του χρόνου η οδύνη μετριάζεται. Ειπέ μοι τώρα περί
του γαμβρού, τον οποίον εξέλεξας. Γνωρίζω βεβαίως το όνομά του, αλλ' επιθυμώ να
μάθω το γένος του οποίου κατάγεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Η Αίγινα εγεννήθη υπό του Ασωπού, ως
ηξεύρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ναι, αλλά σύζυγος αυτής εγένετο
θεός τις άραγε ή θνητός, και ποίος ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ο Ζευς, όστις εξ αυτής εγέννησε τον
Αιακόν, βασιλέα της Οινώνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και ποίος υιός του Αιακού τον
εδέχθη εις τον θρόνον ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ο Πηλεύς, όστις έλαβεν ως σύζυγον
την κόρην του Νηρέως Θέτιδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Με την θέλησιν άραγε του θεού
Νηρέως, ή παρά την θέλησίν του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ο Ζευς την εμνήστευσε και ο πατήρ
της την έδωκεν εις γάμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και πού ετελέσθη ο γάμος, μήπως
επί των κυμάτων του πελάγους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εις τα μεγαλοπρεπή υψώματα του
Πηλίου, εκεί ένθα ο Χείρων κατοικεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Εκεί όπου λέγουν ότι κατώκησε το
γένος των Κενταύρων ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ναι, εκεί οι θεοί ετέλεσαν τους
γάμους του Πηλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και ποίος ανέθρεψε τον Αχιλλέα,
η Θέτις ή ο πατήρ του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τον ανέθρεψεν ο Χείρων, διά να μη
μάθη τα κακά ήθη των θνητών ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Σοφός τωόντι ο ανατροφεύς, ο δε
δώσας εις αυτόν το παιδίον σοφώτερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τοιούτος λοιπόν είναι ο ανήρ, όστις
θα γίνη σύζυγος της θυγατρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Άμεμπτος βέβαια. Και εις ποίαν
πόλιν της Ελλάδος κατοικεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εις την χώραν της Φθίας, παρά τας
όχθας του Απιδανού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και εκεί μακράν θα φέρη την
κόρην μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Περί τούτου θ' αποφασίση αυτός ως
σύζυγός της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είθε να ζήσουν και οι δύο
ευτυχείς. Και πότε άραγε θα τελεσθή ο γάμος ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Όταν συμπληρωθή αισίως ο κύκλος της
σελήνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ετέλεσας ήδη την προ του γάμου
θυσίαν εις την θεάν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Μέλω να την τελέσω τώρα, και εις
τούτο ετοιμάζομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και θα παραθέσης ύστερον
γαμήλιον γεύμα ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αφού πρώτον θυσιάσω εις τους θεούς
όσα θύματα πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ημείς δ' αι γυναίκες πού θα
έχωμεν την γαμήλιον τράπεζαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εδώ, παρά τας πρύμνας των
πλοίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Έχει καλώς, και κατ’ ανάγκην
τούτο θα γίνη. Είθε ν’ αποβώσιν ευτυχώς τα πάντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Όσον διά σε, αγαπητή μου σύζυγε,
άκουσον και πράξον ό,τι θα σου είπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είπε, τι θέλεις; Γνωρίζεις ότι
πάντοτε σου είμαι ευπειθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ και η Ιφιγένεια θα μείνωμεν εδώ,
όπου και ο Αχιλλεύς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και χωρίς εμού της μητρός πως
είναι δυνατόν να πράξητε ό,τι εις εμέ μόνην την μητέρα αρμόζει να πράξω ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ μεθ' όλου του στρατεύματος θα
τελέσωμεν της κόρης μας τους γάμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και εγώ πού θα ήμαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Συ να επιστρέψης εις το Άργος, διά
να φροντίζης περί των άλλων θυγατέρων μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ν' αφήσω εδώ την κόρην μου ; Και
ποίος θα κρατή την λαμπάδα του γάμου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ, ο πατήρ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αυτό δεν επιτρέπεται. Μη λέγης
άτοπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αλλά δεν αρμόζει να ευρίσκεσαι συ εν
τω μέσω του πλήθους του στρατού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλ' εις εμέ, ήτις την εγέννησα,
ανήκει και να την υπανδρεύσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Έπειτα αι άλλαι θυγατέρες μας δεν
πρέπει βέβαια να μένωσι μόναι εις τον οίκον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αυταί φυλάττονται ασφαλώς εις
τους κλειστούς παρθενώνας των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Πείσθητι εις όσα σου λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Όχι, μα την Ήραν την προστάτιδα
του Άργους! Συ ως ανήρ πρέπει ν’ ασχολήσαι εις τα εκτός του οίκου, εγώ δε εις τα
εντός, επομένως και να παρίσταμαι εις τους γάμους της θυγατρός μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονον ! Μάταιοι οι λόγοι μου. Απέτυχον
ελπίσας ν’ απομακρύνω την άτυχη μητέρα από του τρομερού θεάματος. Διά σοφισμάτων
και προφάσεων προς αυτά τα φίλτατά μου ομιλώ και ηττώμαι πανταχού. Αλλ' ας υπάγω
προς τον μάντιν Κάλχαντα, ίνα δυνηθώ να μάθω σαφέστερον τις ο πόθος της θεάς, ο
τόσον δι’ εμέ δυσμενής και διά την Ελλάδα τόσον αλγεινός. Ω! ο άνθρωπος ο
φρόνιμος ή πρέπει να έχη εις τον οίκον του γυναίκα χρηστήν και ενάρετον, ή να μη
νυμφεύεται ποτέ. (Απέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΔΟΣ ΤΡΙΤΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα φθάση λοιπόν πάνοπλος επί των πλοίων ο
κραταιός των Ελλήνων στρατός εις τας αργυροδινείς εκβολάς του Σιμούντος, ένθα
πυργούται επί της Απολλωνείου Τροίας το Ίλιον, και όπου, ως ακούω, η μάντις
Κασσάνδρα, εστεμμένη με δάφνην θαλεράν, λύει τους ξανθούς πλοκάμους της κόμης
της, οσάκις ο θεός εμπνέων αυτήν τη επιβάλλει χρησμωδόν μαντείαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και θα σταθώσιν ορθοί επί των επάλξεων του
Ιλίου και περί τα τείχη ένοπλοι οι Τρώες, όταν από του πελάγους φερόμενος επί
των μεγαλοπρεπών του πλοίων και ταχύ κωπηλατών ο διά χαλκών ασπίδων ωπλισμένος
ελληνικός στρατός θα πλησιάζη εις τα στόμια του Σιμούντος, όπως αρπάση την
αδελφήν των ουρανίων διδύμων Διοσκούρων Ελένην και διά λόγχης και ασπίδος την
επαναφέρη από της χώρας του Πριάμου εις την γην της Ελλάδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Επωδός).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και βλέπω από τούδε τον ελληνικόν στρατόν να
περικυκλώνη τα πέτρινα τείχη της Περγάμου, της οχυράς των Φρυγών ακροπόλεως, διά
σιδήρου φονικού, να κόπτη και να σωρεύη κεφαλάς και, κυριεύων την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πόλιν, να συλλαμβάνη θρηνούσας την γυναίκα και
τας κόρας του Πριάμου. Κλαίουσα τότε η κόρη του Διός Ελένη θ' αποσπασθή μακράν
του συζύγου της. Ω ! είθε ποτέ τοιαύτη συμφορά να μη επέλθη ούτε εις εμέ ούτε
εις τους απογόνους μου, οποία θα πλήξη τας χρυσοστολίστους Λυδάς και Τρωάδας
συζύγους, αίτινες, θρηνούσαι παρά τους ιστούς των, θα λέγουν η μία προς την
άλλην : — «Ποίος άραγε των Ελλήνων κλαίουσαν σύρων με από της μακράς μου κόμης
θα με αποσπάση της ερειπωμένης πατρίδος μου; ». Και όλα ταύτα εξ αιτίας σου,
Ελένη, κόρη του κύκνου με τον μακρόν λαιμόν, ως η φήμη λέγει, βεβαιούσα ότι σ’
εγέννησεν η Λήδα ενωθείσα μετά του Διός λαβόντος την μορφήν του πτηνού τούτου.
Αυτά λέγει η φήμη, εκτός αν οι ποιηταί διέδωκαν εις τους ανθρώπους παρηλλαγμένην
περί τούτων την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ και ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Πού είναι ο αρχιστράτηγος των
Ελλήνων; Τις εκ των θεραπόντων του θ' απαντήση περί τούτου εις εμέ τον Πηλείδην
Αχιλλέα, όστις ήλθον εδώ εις την σκηνήν του να τον εύρω ; Όλοι μεν αναμένομεν
εδώ αργοί παρά τον Εύριπον, δεν είναι όμως ίση η αδημονία εις όλους. Άλλοι εξ
ημών, άγαμοι όντες, αφήκαν ερήμους εις την πατρίδα τους οίκους των, άλλοι όμως
έχουσιν εκεί και γυναίκα και τέκνα. Τόσον ακατάσχετος είναι ο πόθος, τον οποίον
αυτοί οι θεοί ενέπνευσαν εις την Ελλάδα διά την εκστρατείαν ταύτην. Και εγώ μεν
θα είπω διά ταφορώντα εις εμέ αυτόν ό,τι θεωρώ δίκαιον, πας άλλος δε ας είπη
επίσης ό,τι κρίνει διά τα καθ' εαυτόν. Εγώ, αφήσας την Φάρσαλον και τον Πηλέα
τον πατέρα μου, μένω εδώ εις τον Εύριπον, μόλις διαπνεόμενον υπό αύρας ασθενούς,
και μετά κόπου συνέχω τους ανυπομονούντας Μυρμιδόνας. Αλλ' αυτοί, αδιαλείπτως
δυσανασχετούντες, μοι επαναλαμβάνουσιν : — Έως πότε λοιπόν, Αχιλλεύ, θα
περιμένωμεν εδώ ; Πότε τέλος πάντων θ' αποπλεύση ο στόλος κατά του Ιλίου ; Πράξε
ταχέως ό,τι θα πράξης ή άλλως απόσυρε τον στρατόν και φέρε τον εις την πατρίδα,
χωρίς να περιμένης και να υφίστασαι τας αναβολάς των Ατρειδών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Υιέ της θεάς Θέτιδος, ήκουσα εκ
της σκηνής τους λόγους σου και εξήλθον να σε ίδω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ (εν εκπλήξει). Ω θεία αιδώς! Τις
είναι η περικαλλής αυτή γυνή, η ενώπιον μου ισταμένη ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ουδόλως παράδοξον ότι δεν με
γνωρίζεις, αφού μέχρι τούδε ήσο ξένος προς ημάς. Χαίρω δε βλέπουσα ότι είσαι
τόσον σεμνός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Τις είσαι ; Διατί ήλθες εις των
Ελλήνων το στρατόπεδον, γυνή συ, εν μέσω ενόπλων ανδρών ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είμαι κόρη της Λήδας,
Κλυταιμνήστρα ονομάζομαι και είμαι σύζυγος του βασιλέως Αγαμέμνονος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Βραχείς και απέριττοι οι λόγοι σου.
Εγώ τώρα αποσύρομαι, διότι μοι επιβάλλει η αιδώς να μη συνομιλώ με
γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Μείνε· διατί φεύγεις ; Δος μοι
την χείρα σου ως πρωτόλειον του ευτυχούς σου γάμου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Τί λέγεις ; Εγώ να σοι δώσω την χείρα
μου ; Αλλά εντρέπομαι τον Αγαμέμνονα να εγγίσω ό,τι δεν μοι επιτρέπεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Διατί δεν σοι επιτρέπεται, αφού
λαμβάνεις εις γάμον την θυγατέρα μου, υιέ της θαλασσίας θεάς Νηρηίδας ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Περί ποίου γάμου ομιλείς ;
Εκπλήττομαι, βασίλισσα. Πλάνη τις ίσως υπαγορεύει τους λόγους σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Σύνηθες είναι να συστέλλεται τις
ενώπιον των νέων φίλων, και μάλιστα όταν περί γάμου πρόκηται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Αλλ' ουδέποτε εγώ, βασίλισσα,
υπεσχέθην γάμον μετά της θυγατρός σου, ούτε εκ των Ατρειδών εγένετο προς εμέ
τοιαύτη πρότασις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλά τότε τί άραγε συμβαίνει;
Ευλόγως λοιπόν σ' εκπλήττουν οι λόγοι μου, αφού και εμέ εκπλήττουσιν οι ιδικοί
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Σκέφθητι, πώς άραγε συμβαίνει τούτο.
Και οι δυο τους αυτούς λόγους έχομεν να ανακαλύψωμεν την αιτίαν της πλάνης,
διότι ουδείς εξ ημών βεβαίως ψεύδεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Μήπως είμαι θύμα απάτης δεινής;
να ετοιμάζω ανύπαρκτον γάμον ως βέβαιον ήδη; Ω, η ιδέα αύτη μοι προξενεί
εντροπήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Κάποιος, φαίνεται, επεχείρησε να
εμπαίξη και σε και εμέ, βασίλισσα. Αλλά μη δίδης εις τούτο προσοχήν, και μη
στενοχωρήσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Χαίρε, Αχιλλεύ. Δεν δύναμαι
πλέον να σε ατενίζω κατά πρόσωπον, αφού έστω και ακουσίως μου, σοι είπον λόγους
ψευδείς αναξίως εξαπατηθείσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Το αυτό αισθάνομαι κ' εγώ, βασίλισσα.
Εισέρχομαι εις την σκηνήν αυτήν προς αναζήτησιν του συζύγου σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ενώ ο Αχιλλεύς προχωρεί ίνα εισέλθη εις την
σκηνήν, εξέρχεται εξ αυτής ο γέρων δούλος}.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Στάσου, Αιακίδη. Έχω να είπω τι προς
σε τον υιόν της θεάς και προς σε, κόρη της Λήδας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Τις είσαι συ, όστις, ανοίξας την
θύραν, με καλείς; Πως φαίνεσαι περίφοβος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Είμαι δούλος. Δεν υπερηφανεύομαι διά
τούτο βέβαια. Άλλ' ούτως ηθέλησεν η τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Τίνος είσαι δούλος ; Ιδικός μου
βέβαια δεν είσαι. Τα ιδικά μου πράγματα δεν είναι κοινά με τα του
Αγαμέμνονος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Είμαι δούλος αυτής, ήτις ίσταται προ
της σκηνής ταύτης. Διότι εις αυτήν μ' έδωκεν ο πατήρ της, ο Τυνδάρεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Περιμένω. Λέγε, διατί μ' εσταμάτησες
εδώ, τί θέλεις να μοι είπης ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόνοι άραγε είσθε σεις οι δύο εδώ, οι παρά την
σκηνήν ιστάμενοι ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Λέγε ως να είμεθα μόνοι. Έξελθε όμως
πρώτον της βασιλικής σκηνής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ω τύχη καλή και πρόνοια μου, σώσατε
εκείνους τους οποίους θέλω να σώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ομιλεί περί μέλλοντος κινδύνου και οι
λόγοι του εμφαίνουν φόβον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Σ' εξορκίζω εις την προς εμέ
πίστιν σου, μη αναβάλλεις να μοι είπης ό,τι έχεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Συ γνωρίζεις καλώς πόσην αφοσίωσιν
έχω προς σε και προς τα τέκνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ναι, τωόντι, σε γνωρίζω πιστόν
και αρχαίον λάτρην του οίκου μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και ότι ο βασιλεύς Αγαμέμνωνέλαβε
και εμέ μεταξύ των πραγμάτων της προικός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΉΣΤΡΑ Αληθώς, ήλθες μαζή μου εις το
Άργος και είσαι έκτοτε ιδικός μου υπηρέτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ναι, ούτως έχει. Είμαι δε
αφωσιωμένος εις σε περισσότερο ή εις τον σύζυγόν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Φανέρωσε μου λοιπόν ό,τι έως
τώρα μου κρύπτεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Την κόρην σου θέλει να θανατώση διά
της ιδίας του χειρός ο πατήρ της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Πώς; Τι λόγον, γέρον, επρόφερες,
τον οποίον αποτινάσσει μετά φρίκης η ψυχή μου ; Είσαι παράφρων βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ναι, σοι λέγω, θέλει να την φονεύση
πλήττων δι’ εγχειριδίου τον λευκόν λαιμόν της ατυχούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω της δυστυχίας μου !
Παρεφρόνησε λοιπόν ο σύζυγός μου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Όχι, έχει σώας τας φρένας, ουχί όμως
και ως προς ταφορώντα εις σε και την κόρην σου. Μόνον ως προς αυτά
παραφρονεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Διατί; Ποίος δαίμων μοχθηρός τον
ωθεί εις έγκλημα τοιούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Θείος χρησμός, ως λέγει τουλάχιστον
ο Κάλχας, διά να δυνηθή ν' αποπλεύση ο στρατός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Πού; Ω ! ταλαίπωρος εγώ,
ταλαίπωρος κ’ εκείνη την οποίαν μέλλει να φονεύση ο πατήρ της !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Εις τον οίκον του Δαρδάνου, διά ν'
αναλάβη εκείθεν την Ελένην ο Μενέλαος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και είναι πεπρωμένον ν’ αποθάνη
η Ιφιγένεια διά να επανέλθη η Ελένη εις τον οίκον της ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Τώρα γνωρίζεις τα πάντα. Θα θυσιάση
την κόρην σου ο πατήρ της εις την Άρτεμιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Πρόφασις λοιπόν ήτο ο γάμος, διά
τον οποίον μ’έφεραν εδώ εκ του Άργους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ναι, διά να φέρης την κόρην μετά
χαράς ως μέλλουσαν να υπανδρευθή τον Αχιλλέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω δυστυχής μου κόρη, ήλθες
λοιπόν προς θάνατον εδώ ως και εγώ η μήτηρ σου !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Είναι αξία δακρύων πολλών η συμφορά
και των δύο σας, δεινή δε του Αγαμέμνονος η πράξις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Η δυστυχής εχάθην. Ακατάσχετα
πλέον μου πλημμυρούσι τους οφθαλμούς τα δάκρυα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και είναι πολύ οδυνηρά τα δάκρυα της
μητρός, ήτις χάνει τα τέκνα της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Συ δε, γέρον, πόθεν έμαθες ταύτα
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ηρχόμην φέρων προς σε ΔΕΥΤΕΡΑν
επιστολήν κατόπιν της πρώτης, την οποίαν είχες λάβει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Επιστολήν ίνα έλθω ή ίνα μην
έλθω φέρουσα την κόρην μου προς θάνατον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ίνα μη την φέρης• διότι τότε είχεν
επανέλθει ο σύζυγος σου εις τον ορθόν νουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλά τότε διατί δεν μοι έφερες
την επιστολήν εκείνην ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Διοτι μοι την αφήρεσεν ο Μενέλαος,
όστις είναι ο αίτιος όλων τούτων των κακών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ήκουσας ταύτα, υιέ της Νηρηίδος
και του Πηλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΑΣ Ήκουσα την δεινήν σου συμφοράν,
βασίλισσα. Αλλ' εγώ δεν θ' ανεχθώ την προς εμέ ύβριν ταύτην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ θα θανατώσουν, Αχιλλεύ, την
κόρην μου εξαπατήσαντές με διά ψευδούς μετά σου γάμου της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Εξοργίζει κ' εμέ η πράξις αύτη του
συζύγου σου τόσον, ώστε δεν θα μείνω ανεκδίκητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Δεν ερυθριώ, θνητή εγώ, να πέσω
προ των γονάτων σου του εκ θεάς γεννηθέντος. Και πως να μείνω πλέον αξιοπρεπής ;
Τι άλλο σπουδαιότερον να με κάμψη δύναται ή η ζωή του τέκνου μου ;
Υπερασπίσθητι, της Θέτιδος υιέ, την δυστυχή μητέρα και εκείνην ήτις, ψευδώς μεν
άλλ' ελέχθη οπωσδήποτε, ότι θα ήτο σύζυγός σου. Την έστεψα εγώ με άνθη ως
νύμφην, ίνα σοι την φέρω εις γυναίκα, και τώρα την συνοδεύω επί σφαγήν. Όνειδος
θα ήναι διά σε, εάν δεν την υπερασπίσης, διότι, και αν ακόμη δέν συνεζεύχθης εις
γάμον μετ' αυτής, ωνομάσθης όμως τουλάχιστον φίλτατος σύζυγος της δυστυχούς
παρθένου. Εις την παρειάν σου αυτήν, την οποίαν εγγίζω, εις την δεξιάν σου
χείρα, την οποίαν σφίγγω, εις της μητρός σου το όνομα σ' εξορκίζω, μη την αφήσης
ανυπεράσπιστον. Το όνομά σου αυτό μ' έφερεν εδώ προς τον όλεθρον. Υπερασπίσθητι
λοιπόν το ίδιον σου όνομα. Δεν έχω η δυστυχής βωμόν να καταφύγω άλλον παρά τα
γόνατά σου. Ουδένα φίλον έχω εδώ περί εμέ. Όσον διά τον Αγαμέμνονα, ήκουσας την
σκληράν απόφασίν του. Είμαι, ως βλέπεις, ασθενής γυνή εν μέσω ναυτικού
στρατεύματος εξ ανδρών απειθαρχήτων, θρασέων μεν προς το κακόν, χρησίμων όμως
εις το αγαθόν, αρκεί να το θελήσωσιν. Εάν λοιπόν συ εκτείνης προστάτιδα υπέρ
εμού την χείρά σου, εσώθημεν, άλλως απωλέσθημεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Είναι δεινόν το τίκτειν, διότι παράγει
πάντοτε τόσην στοργήν προς τα τέκνα, ώστε χάριν αυτών αι μητέρες πάντα πόνον
υφίστανται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Η γενναιόφρων ψυχή μου, ω βασίλισσα,
ορμά συμπαθής προς την λύπην σου, διότι έμαθε να πονή εις τας συμφοράς των άλλων
ως και να χαίρη εις τα ευτυχήματά των. Είναι συνετοί οι άνθρωποι οι γνωρίζοντες
να διάγωσι τον βίον εν μέτρω ορθώ. Υπάρχουν περιστάσεις, καθ' ας η τελεία
φρόνησις είναι δυσάρεστος, αλλά και άλλαι, κατά τας οποίας είναι αναγκαία. Εγώ
δε ανατραφείς υπό του Χείρωνος, του ευσεβεστάτου των ανθρώπων, έμαθον να ήμαι
ειλικρινής το ήθος και το αίσθημα. Διά τούτο τότε μόνον θα υπακούσω εις τους
Ατρείδας, εάν διοικώσι καλώς. Και εδώ ως και εις την Τροίαν ελεύθερος μένων θα
πολεμήσω γενναίως όσον εξαρτάται απ' εμού. Σε δε, ήτις τόσον άλγος εκ των
φιλτάτων σου υπέστης, θ' ανακουφίσω περιβάλλων σε διά τις συμπαθείας μου, όση
είναι δυνατή εις άνδρα νεαρόν ως εγώ. Και δεν θα σφαγή ποτέ υπό του πατρός της η
κόρη σου, αφού άπαξ ωνομάσθη μνηστή μου. Δεν θα επιτρέψω εις τον βασιλέα σύζυγόν
σου να μεταχερισθή εμέ ως όργανον εις τους σκοπούς του, διότι άλλως αληθής
φονεύς της θυγατρός σου, έστω και άοπλος, θα είναι το ιδικόν μου όνομα, όπερ την
έφερεν εδώ. Ο σύζυγός σου είναι ένοχος • αλλά και εμού η αθωότης θ' αμαυρωθή,
εάν η δύστηνος κόρη χάριν εμού και του μετ' εμού γάμου της απολεσθή, τόσον
αδοκήτως και αναξίως εξαπατηθείσα. Εάν ο σύζυγος σου την θανατώση διά του εμού
ονόματος, ο μεν Μενέλαος θα ελογίζετο εις το μέλλον ανδρείος, εγώ δε ο
αθλιέστατος των Ελλήνων και ανήρ ουτιδανός, ουχί τέκνον του Πηλέως, αλλά
κακούργου τινός. Μα τον Νηρέα, τον ανατραφέντα επί των κυμάτων της θαλάσσης,
πατέρα της μητρός μου Θέτιδος, ουδέ διά της άκρας των δακτύλων του ο Αγαμέμνωνθα
εγγίση την κόρην σου, ουδ’ αυτήν καν την εσθήτα της θα θίξη. Άλλως, η μεν
Σίπυλος, εξ ης οι δύο στρατηλάται κατάγονται θα γίνη εις το μέλλον πόλις ένδοξος
και ισχυρός κατά των βαρβάρων προμαχών, το δε όνομα της Φθίας, τής πατρίδος μου,
σιγή και αδοξία θα καλύψη. Α ! όχι. Πικρά δι’ αυτόν θα εύρη ο Κάλχας της θυσίας
τα εφόδια. Τι μάντις είναι αυτός, αφού κατά το πλείστον μαντεύει ψευδώς και,
οσάκις αποτύχουν αι προρρήσεις του, διεκφεύγει εντέχνως ; Δεν λέγω ταύτα, διά να
λάβω την θυγατέρα σου εις σύζυγον. Μυρίαι κόραι θηρεύουν γάμον μετ εμού. Τα
λέγω, διότι ο Αγαμέμνωνμε προσέβαλε δεινώς. Εάν ήθελε να κάμη χρήσιν του
ονόματός μου, ίνα φέρη την κόρην εδώ, ώφειλε πρώτον να ζητήση τούτο παρ' εμού.
Συ δε, βασίλισσα, ασμένως τότε θα εδέχεσο να μοι δώσης την θυγατέρα σου εις
γάμον και εγώ προθύμως θα εδεχόμην να συνεκστρατεύσω μετά των λοιπών Ελλήνων
προς το Ίλιον. Τώρα όμως εις ουδέν με υπολογίζουν οι αρχιστράτηγοι, και
ελευθέρως πράττουν ό,τι θέλουν, είτε καλόν είτε κακόν. Αλλά ταύτα ταχέως θα
λυθώσι διά της σπάθης μου, την οποίαν και πριν ακόμη φθάσω εις το Ίλιον, δεν θα
διστάσω να βάψω εδώ εις το αίμα, εάν τις μου αφαιρέση την κόρην σου. Μένε λοιπόν
ήσυχος. Εάν προσέφυγες προς εμέ ως προς θεόν, χωρίς θεός να ήμαι, θα γίνω
τοιούτος διά σε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Ωμίλησας, Πηλείδη, επαξίως σου και της
σεπτής θαλασσίας θεάς, ήτις σ' εγέννησεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ. Ω, πως να σ’ επαινέσω τόσον,
ώστε ούτε ως κόλακα αλλ' ούτε πάλιν ως φειδωλήν εις την ευγνωμοσύνην μου να με
θεωρήσης; Διότι οι χρηστοί άνθρωποι, όταν υπερμέτρως παρ’ άλλων επαινώνται,
αποστρέφονται τους επαινούντας. Εντρέπομαι να σ' ενοχλώ διά των στεναγμών του
άλγους μου, πάσχουσα εγώ μόνη, σε, όστις δεν μετέχεις της ιδικής μου συμφοράς.
Είναι όμως ίδιον ευγενούς ανδρός να βοηθή τους δυστυχούντας, έστω και αμέτοχος
των παθημάτων των. Αχιλλεύ, λυπήσου μας, διότι αληθώς είμεθα άξιαι λύπης. Σε
ωνειρεύθην γαμβρόν μου, και το γλυκύ μου τούτω όνειρον διελύθη οικτρώς. Εάν η
κόρη μου θανατωθή, σκέφθητι ότι ο θάνατος της θα ήναι οιωνός απαίσιος διά τον
μέλλοντα γάμον σου, και πρόλαβε το κακόν τούτο. Αλλά. τι λέγω; Συ το είπες ήδη,
άριστα εκδηλώσας την απόφασίν σου απ' αρχής μέχρι τέλους των λόγων σου. Όταν συ
θελήσης, η κόρη μου βεβαίως θα σωθή. θέλεις τώρα να έλθη και αυτή να περιπτυχθή
τα γόνατα σου ως ικέτις ; Ανάρμοστον βεβαίως είναι τούτο εις μίαν κόρην αλλ’ εάν
το εγκρίνης, θα έλθη αιδήμων μεν αλλά και μετά της ελευθερίας, ήτις αρμόζει εις
την ειλικρίνειάν της. Εάν, όμως και εν απουσία της λάβω την υπόσχεσίν σου, ας
μείνη εις τα δώματα της η κόρη, διότι κοσμεί αυτήν η σεμνότης. Η αιδώς πρέπει να
τηρήται, αλλ' εφ' όσον μόνον είναι δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Όχι, βασίλισσα, μη φέρης προ εμού την
κόρην σου. Δεν πρέπει να δώσωμεν αφορμήν εις ψευδείς κακολογίας, διότι στρατός
μένων συνηγμένος και αργός πολεμικών ασχολιών, αγαπά να κακολογή τους άλλους.
Είτε με ικετεύετε, είτε μη, είναι το αυτό δί' εμέ. Έθεσα ήδη προ εμού σκοπόν
μέγαν, ν' αγωνισθώ όπως σας απαλλάξω του δεινού κινδύνου. Αρκέσθητι εις τούτο
και μόνον πειθομένη ότι σοι ωμίλησα ειλικρινώς. Ν' αποθάνω, εάν οι λόγοι μου
είναι ψευδείς και δόλιοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ευτύχει, Αχιλλεύ, συ ο βοηθών
τους δυστυχούντας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Άκουσον με τώρα, ίνα το πράγμα αισίως
αποβή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λέγε, τι θέλεις; Σε ακούω
προθύμως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ας προσπαθήσωμεν ακόμη να πείσωμεν
τον πατέρα εις φρονιμωτέρας αποφάσεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλ' είναι σκληρός και τον
στρατόν φοβείται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Και όμως ο ορθός λόγος έχει μεγάλην
την δύναμιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ασθενής η ελπίς. Αλλά λέγε τι
πρέπει να πράξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ικέτευσέ τον κατά πρώτον να μη
θανατώση την κόρην. Εάν επιμένη, έλθε τότε προς εμέ. Διότι πιθανόν να πεισθή,
και τότε ουδεμία ανάγκη θα υπάρξη της ιδικής μου ενεργείας, αφού η κόρη ούτω θα
σωθή. Καί εγώ μεν θα ήμαι τότε προσφιλέστερος προς τον φίλον μου Αγαμέμνονα, ο
δε στρατός δεν θα με κατηγορήση, εάν διά του λόγου μόνον και ουχί διά της βίας
ενεργήσω. Όταν δε το πράγμα αποβή καλώς, έστω και άνευ εμού, η ευχαρίστησις θα
ήναι κοινή και εις σε και εις τους φίλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ορθώς λέγεις, και θα πράξω ό,τι
μοι υπαγορεύεις. Εάν όμως και μετά τούτο αποτύχω πάλιν, πού θα σ' επανίδω ; Πού
να τρέξω η ταλαίπωρος να εύρω την βοηθόν σου χείρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Άγρυπνος εγώ φύλαξ θα σε ακολουθώ
όπου πρέπει, ίνα μη σε ίδη τις διατρέχουσαν το στρατόπεδο των Ελλήνων παράφορον
εκ της οδύνης και καταισχυνθή το γένος του πατρός σου, διότι ο Τυνδάρεως ήτο
μέγας μεταξύ των Ελλήνων και θα ήτο ανάξιον αυτού να κακολογηθή το όνομά
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ θα γίνη ό,τι λέγεις. Διάτασσε
και εγώ θα υπακούσω. Εάν θεοί υπάρχουν, θα σε ανταμείψουν διά πάσης ευτυχίας,
διότι είσαι δίκαιος ανήρ. Εάν δεν υπάρχουν, μάταιος πας κόπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Αχιλλεύς και η Κλυταιμνήστρα
απέρχονται.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΔΟΣ ΤΕΤΑΡΤΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω, πόσον ήτο γλυκύς ο γαμήλιος παιάν του
λιβυκού αυλού, της χορευτικής κιθάρας και των καλαμίνων συρίγγων, ο διαχυθείς
ανά το δασώδες Πήλιον, ότε αι καλλιπλόκαμοι Πιερίδες Μούσαι, ελθούσαι εις τους
γάμους του Πηλέως και εξυμνούσαι διά μολπών μελωδικών την Θέτιδα και τον
Αιακίδην επί του όρους των Κενταύρων, εχόρευον κατά το συμπόσιον των θεών
κτυπώσαι το έδαφος διά των χρυσών αυτών σανδάλων, ενώ ο γόνος του Δαρδάνου, ο εκ
Φρυγίας Γανυμήδης, του οποίου το κάλλος ήτο εις τον Δία τόσον προσφιλές, ήντλει
εκ των χρυσών κρατήρων το νέκταρ ! Τότε και αι πεντήκοντα κόραι του Νηρέως
εχόρευον εις τους γάμους εκείνους ελισσόμεναι εν κύκλω παρά την λευκήν άμμον του
αιγιαλού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εστεμμένος διά φύλλων ελάτης και ο θίασος των
εχόντων σώμα ίππου και ανθρώπου Κενταύρων ήλθε και αυτός, ίνα μετάσχη του
γεύματος των θεών και του βακχείου κρατήρος. «Ω κόρη του Νηρέως, εκραύγαζον
ούτοι, προείπεν ήδη ο τα μέλλοντα γινώσκων φοιβόληπτος μάντις Χείρων ότι θα
γεννήσης υιόν, όστις μέγα κλέος θα φέρη εις την Θεσσαλίαν. Ούτος ηγούμενος των
Μυρμιδόνων οπλιτών θα επέλθη κατά της κλεινής χώρας του Πριάμου, ίνα καταστρέψη
αυτήν διά σιδήρου και πυρός, φέρων χρυσότευκτα όπλα, έργα του Ηφαίστου,
δωρηθέντα εις αυτόν υπό της μητρός του θεάς Θέτιδος». Υπό τους ύμνους τούτους
ετέλεσαν τότε οι θεοί τον ευτυχή γάμον της πρώτης των Θεογενών Νηρηίδων μετά του
Πηλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Επωδός).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και όμως σου της κόρης του Αγαμέμνονος την
καλλιπλόκαμον κεφαλήν θα στέψωσιν οι Έλληνες εδώ παρά την θάλασσαν, ως στέφουσι
προς την θυσίαν δάμαλιν αγνήν, ελθούσαν από ορεινών πετρίνων σπηλαίων, και θα
βάψουν δι’αίματος τον χιονόλευκόν σου λαιμόν, σου ήτις δεν ανετράφης ως τα
συνήθη θύματα υπό τους ήχους ποιμενικού αυλού ουδέ υπό συρίγματα βουκόλων, αλλ'
ως βασιλόπαις των Αργείων εις τους κόλπους της μητρός προς γάμον ευτυχή. Φευ !
ποίαν αξίαν έχει η αιδημοσύνη και η αρετή εκεί όπου επικρατεί η ασέβεια, όπου η
αρετή περιφρονείται, η ανομία υπερισχύει του νόμου και οι άνθρωποι δεν
συνασπίζονται, όπως αποτρέψωσι την θείαν οργήν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ ΠΕΜΠΤΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ και ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ (εξερχομένη της σκηνής του
Αγαμέμνονος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήλθον ζητούσα τον βασιλέα σύζυγόν μου, όστις,
εγκαταλιπών τα δώματά του προ πολλού, είναι απών. Και η κόρη μου η δυστυχής
οδύρεται και κλαίει μαθούσα την θανάσιμον τύχην, την οποίαν ο πατήρ της μελετά
δι' αυτήν. Αλλ’ ιδού, ενώ περί αυτού λαλώ, έρχεται ο Αγαμέμνωναυτός, όστις
ετοιμάζεται να διαπράξη ανοσιούργημα κατά του ιδίου του τέκνου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Επικαίρως σ' ευρίσκω εδώ, βασίλισσα,
έξω της σκηνής, ίνα σοι είπω εν απουσία της κόρης ημών λόγους τους οποίους δεν
αρμόζει ν' ακούωσιν αι μελλόνυμφοι παρθένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ποίον είνε αυτό το επίκαιρον,
περί του οποίου λέγεις, ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ύπαγε και στείλε την κόρην να έλθη
μετ' εμού εις την θυσίαν, διότι τα της θυσίας ταύτης είναι ήδη έτοιμα, και ο
ιερός σίτος και το καθαρτήριον πυρ και τα νεαρά μοσχάρια, των οποίων το μέλαν
αίμα πρέπει προ του γάμου να χυθή ενώπιον του βωμού της Αρτέμιδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Οι λόγοι σου είναι αγαθοί, είθε
όμως να ηδυνάμην και τας πράξεις σου να ονομάσω τοιαύτας !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ανοίγει την θύραν της σκηνής).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έξελθε, κόρη μου. Γνωρίζεις τώρα κάλλιστα τι ο
πατήρ σου μέλλει να πράξη διά σε. Έξελθε και λάβε μαζή σου υπό τον πέπλο σου τον
αδελφόν σου, τον μικρόν Ορέστην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η Ιφιγένεια εμφανίζεται επί της θύρας μετά
του Ορέστου)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιδού, ήλθεν ευπειθής εις την πρόσκλησίν σου.
Όσον διά τα λοιπά, θα ομιλήσω και επί παρουσία της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ μετά του 0ΡΕΣΤ0Υ και οι
ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Διατί κλαίεις, κόρη μου; Διατί δεν
έχεις πλέον φαιδράν την όψιν, αλλά προσήλωσας το βλέμμα εις το έδαφος και
εκάλυψας το πρόσωπον διά του πέπλου σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω της δυστυχίας μου ! Πόθεν ν'
αρχίσω λαλούσα ; Είναι τόσον εξ ίσου μεγάλα τα δεινά μου, ώστε και το τελευταίον
ακόμη εξ αυτών ευλόγως διεκδικεί την πρώτην θέσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αλλά τι συμβαίνει λοιπόν ; Διατί και
αι δύο παρίστασθε ενώπιον μου κατεχόμεναι υπό τόσης συγχύσεως και
ταραχής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αποκρίσου ειλικρινώς, Αγαμέμνων,
εις όσα θα σ' ερωτήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ουδεμία ανάγκη να με παρακάλεσης
προς τούτο. Είμαι πρόθυμος ν’ ακούσω τα ερωτήματά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είναι αληθές ότι θέλεις να
θανατώσης την ιδικήν σου και ιδικήν μου θυγατέρα ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τι είπες ; Ω ! πολύ φρικτόν λόγον
επρόφερες και εφαντάσθης άμα, βασίλισσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Μη ταράττεσαι. Μάλλον αποκρίσου
μοι εις ό,τι σε ηρώτησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εάν θέλης να σοι απαντώ λογικώς,
πρέπει συ πρώτη ευλόγους ερωτήσεις να μοι απευθύνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είναι τοιαύται. Μη διεκφεύγης
λοιπόν, αλλ' αποκρίσου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ω μοίρα και τύχη και δαίμον μου
απαίσιε !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Όχι σου μόνον, αλλά και εμού και
αυτής εδώ της κόρης, όλων δυσμοίρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αλλά ποίος σε ηδίκησε ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Συ ερώτας εμέ περί τούτου ; Α !
η τέχνη σου στερείται τέχνης, ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εχάθην. Το μυστικόν μου
επροδόθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Περιττόν να κοπιάζης ομιλών•
έμαθον καλώς ό,τι μέλλεις καθ’ ημών να διαπράξης. Γνωρίζω τα πάντα. Εξ αυτής της
σιωπής σου, εξ αυτών των στεναγμών σου ελέγχεσαι ομολογών την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ιδού σιωπώ. Τι το όφελος να προσθέσω
διά ψεύδους και αναισχυντίαν εις τας άλλας συμφοράς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚλΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Άκουσον λοιπόν, θα σοι ομιλήσω
απροκαλύπτως τώρα και άνευ αινιγματωδών και πλαγίων περιφράσεων. Ως πρώτην κατά
σου κατηγορίαν μου προτάσσω ότι μ’ ενυμφεύθης παρά την θέλησίν μου φονεύσας τον
πρώτον μου σύζυγον Τάνταλον και απαγαγών εμέ διά της βίας. Συνέτριψας δε κατά
γης την κεφαλήν του βρέφους μου αποσπάσας αυτό βιαίως από των μαστών μου. Τότε
οι αδελφοί μου Διόσκουροι, επί λευκών ίππων αναβάντες, επήλθον κατά σου
εκδικηταί• αλλ' ο γέρων πατήρ μου Τυνδάρεως σ' έσωσε, προσφυγόντα προς αυτόν
ικέτην, και ιδού συ εκ νέου σύζυγός μου. Θα ομολογήσης βέβαια ότι,
συνδιαλλαγείσα προς σε, υπήρξα έκτοτε και διά σε και διά τον οίκον μου γυνή
ανεπίληπτος. Σύζυγος δε σώφρων και πιστή, εμερίμνων πάντοτε προς ευδαιμονίαν του
οίκου σου, ώστε συ και εισερχόμενος εις αυτόν να χαίρης και εξερχόμενος να
θεωρής σεαυτόν ευτυχή. Γνωστόν είναι πόσον σπάνιον εύρημα διά τον άνδρα αποτελεί
τοιαύτη σύζυγος και πόσον εξ εναντίας πολυάριθμοι είναι αι κακαί γυναίκες. Σου
εγέννησα αυτόν τον υιόν και τρεις θυγατέρας• εκ τούτων δέ συ επιχερείς τώρα να
με αποστερήσης της μιας τόσον ασπλάγχνως. Εάν σ'ερωτήση τις προς ποίον σκοπόν θα
την θανατώσης, ειπέ, τί θ' απαντήσης; θέλεις ν' απαντήσω εγώ αντί σου ; Διά ν'
αναλάβη την Ελένην ο Μενέλαος. Ω της μωρίας, να δίδη τις τα τέκνα του εις
αντάλλαγμα ανοσίας γυναικός ! Ν’ αγοράζη τα μισητότατα διά των φιλτάτων ! Ειπέ
μοι, εάν τώρα εκστρατεύσας με αφήσης εις τον οίκον σου και απουσιάσης εις την
ξένην γην επί έτη μακρά, ποίον άραγε αίσθημα νομίζεις ότι θα μου πληροί την
καρδίαν, όταν θα βλέπω εκεί τα καθίσματα κενά, έρημα τα δώματα των θυγατέρων
μου, και θα κάθημαι μόνη κλαίουσα και θρηνολογούσα την κόρην μου αυτήν
αδιαλείπτως ; «Κόρη μου, θα λέγω σ’ εθανάτωσε ο πατήρ σου, αυτός όστις σ'
εγέννησεν, αυτός ο ίδιος, όχι διά ξένης αλλά διά της ιδίας του χειρός. Ιδού
ποίαν ευεργεσίαν αυτός αναχωρών έκαμε προς τον οίκον του». Και όταν επιστρέψης
εκ της εκστρατείας εις την πατρίδα, η υποδοχή, την οποίαν εγώ και αι υπόλοιποι
θυγατέρες θα σου κάμωμεν, θα ήναι η πρέπουσα εις την τοιαύτην πράξην σου. Ω,
προς θεών, μη μ' εξαναγκάσης να φανώ κακή προς σε και μη αδικήσης και τον εαυτόν
σου συ ο ίδιος. Σκέψου προς στιγμήν, εάν θυσιάσης την κόρην σου ποίας άραγε
ευχάς θα προφέρεις κατά τας στιγμάς της θυσίας ; ποίον δώρον θα ζητήσης παρά της
θεάς σφάζων το τέκνον σου; Βεβαίως δυστυχής θα είναι η επάνοδός σου όσον μυσαρά
η εντεύθεν αναχώρησίς σου. Αλλά μήπως είναι δίκαιον να ευχηθώ εγώ αγαθόν τι δια
σε; θα ήτο το αυτό ως να εθεώρουν αδίκους τους θεούς ζητούσα παρ' αυτών αγαθά
υπέρ κακού συζύγου. Όταν δ' επανέλθης εις το Άργος, νομίζεις ότι θα εναγκαλισθής
τότε τα τέκνα σου ; Όχι, τούτο πλέον θα ήναι διά σε αδύνατον. Διότι ποίον εκ των
τέκνων σου θα σε ατενίση τότε μετά στοργής, αφού θα φοβήται μήπως το φονεύσης
και αυτό, προτιμών αυτό των άλλων ; Ειπέ μοι, εύλογος τις άραγε ανάγκη να
διηγόρευσε τοιαύτην απόφασίν ή μήπως η φιλοδοξία σου, διά να επαίρεσαι ως τάχα
βασιλεύς και αρχιστράτηγος; Εάν ήσο δίκαιος, θα έλεγες προς τους Έλληνας:
«θέλετε να εκπλεύσωμεν κατά της Τροίας ; Ας ρίψωμεν κλήρον τίνος εξ ημών η
θυγάτηρ πρέπει ν' αποθάνη». Αυτό απήτει η ισότης, και όχι να προσφέρης μόνος συ
την κόρην σου εις τους Έλληνας θύμα προς σφαγήν. Ή, τουλάχιστον, ώφειλε μάλλον ο
Μενέλαος να θανατώση την κόρην του Ερμιόνην χάριν της μητρός της, διότι η
υπόθεσις αποβλέπει αυτόν τον ίδιον. Τώρα όμως εγώ μεν, ήτις υπήρξα πιστή σύζυγός
σου, θα στερηθώ της κόρης μου, η δε απιστήσασα θα ευδαιμονή έχουσα εις τον εν
Σπάρτη οίκον της αβλαβή την θυγατέρα της. Αποκρίσου μοι, εάν σφάλλωμαι. Εάν όμως
οι λόγοι μου ήναι ορθοί, ω, τότε έσω λογικός και μη θανατώσης την ιδικήν σου και
ιδικήν μου κόρην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Πείσθητι, άναξ, εις τους λόγους της. Οι
γονείς πρέπει ν' αγωνίζωνται ομού προς σωτηρίαν των τέκνων των. Ουδείς δύναται
ν’ αμφιβητήση τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ω πάτερ μου, εάν είχον την δύναμιν
της φωνής του Ορφέως, ώστε ψάλλουσα να πείθω τας πέτρας να με υπακούουν και διά
των λόγων μου να γοητεύω τους ανθρώπους, θα το έπραττον και κατά την στιγμήν
αυτήν. Αλλά, αφού τοιαύτην δύναμιν δεν έχω, τα δάκρυα μου λάβε καν, τα μόνα τα
οποία να σοι δώσω δύναμαι. Αντί ικετηρίου κλάδου ελαίας ρίπτω εις τα γόνατά σου
το σώμα μου αυτό, το οποίον αυτή εδώ σοι εγέννησε, και σε ικευτεύω, μη με
θανατώσης τόσον νέαν. Είναι τόσον γλυκύ το φως της ζωής ! Ω, μη με στείλης να
βλέπω τα υπό την γην. Πρώτη εγώ σε απεκάλεσα πατέρα και συ πρώτην εμέ κόρην σου.
Δεν ενθυμείσαι ότι πρώτη εγώ καθήμενη εις τα γόνατα σου σ' εφίλουν και σ'
εθώπευα ως και συ εμέ ; Και μοι έλεγες: — «Άραγε θ’ αξιωθώ να να σε ιδώ ποτέ,
κόρη μου, ευτυχή ευτυχούς ανδρός σύζυγος πλήρη ζωής και ακμής, επαξίως της
καταγωγής σου;» — Εγώ δε πάλιν θωπεύουσα την γενειάδα σου, ως και τώρα, διά της
χειρός μου έλεγον:— «Κ’ εγώ θα σε υποδεχθώ άραγε ποτέ, γέροντα πλέον, πατέρα
μου, εις την οικίαν μου, και θα σοι αποδώτω ευγνώμων τους τόσους κόπους, τους
οποίους κατέβαλες, διά να με αναθρέψης; » Εγώ τα ενθυμούμαι όλα αυτά, αλλά συ τα
ελησμόνησας, αφού θέλεις να με θανατώσης. Ω, μα τον Πέλοπα, μα τον Ατρέα τον
πατέρα σου και μα την μητέρα μου αυτήν, η οποία πρώτον πόνον δι' εμέ ησθάνθη
όταν μ' εγέννα και δεύτερον τούτον σήμερον ότε με χάνει, ποίαν σχέσιν έχω εγώ με
τον γάμον του Πάριδος και της Ελένης ; Διατί να χαθώ εγώ, πατέρα μου, δι' αυτούς
; Κύτταξέ με με βλέμμα συμπαθές, φίλησέ με, να φέρω τουλάχιστον μαζή μου προς
ενθύμησιν το βλέμμα και το φίλημά σου εκεί όπου θα υπάγω, εάν δεν εισακούσης την
παράκλησίν μου. Ορέστη, αδελφέ μου, είσαι πολύ μικρός ώστε να βοηθήσης την
αγαπητήν σου αδελφήν, αλλά κλαύσε και συ και παρακάλεσε τον πατέρα μας να μη
θανατώση την αδελφήν σου. Τας συμφοράς αισθάνονται κάπως και τα νήπια. Ιδού,
πατέρα μου, και αυτός ακόμη ο Ορέστης σε ικετεύει έστω και σιωπών. Λυπήσου με
και φείσθητι της ζωής μου. Να, και τα δύο φίλτατά σου τέκνα, αυτός μεν νήπιον
ακόμη, εγώ δε νέα ήδη, σε ικετεύομεν απτόμενοι του γενείου σου. Α ! θα νικήσω,
αν τούτο μόνον ακούσης το οποίον θα σοι ειπώ : Είναι τόσον γλυκύ, πατέρα μου,
αυτό το φως της ζωής, και τόσον ψυχρά και σκοτεινά τα υπό την γην ! Παράφρων
είναι όστις ποθεί τον θάνατον! Καλλίτερον να ζη τις δυστυχής παρά ν' αποθάνη
ευτυχής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Ιδού το έργον σου, αθλία Ελένη.
Παλαίουσιν οι Ατρείδαι προς τα τέκνα των χάριν σού και των ερώτων σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Εγώ αγαπώ τα τέκνα μου, αλλ' έχω και
αρκούσαν σύνεσιν, όπως εννοώ ποία πράγματα είναι άξια οικτιρμού και ποία όχι,
διότι άλλως θα ήμην παράφρων. Είναι δι’ εμέ δεινώς αλγεινόν, βασίλισσα, το να
τολμήσω ταύτα, αλλ' εξ ίσου αλγεινόν και το να μη τα τολμήσω. Διότι υπέρτατον
καθήκον μοι επιβάλλει να το πράξω. Ίδετε περί ημάς πόσος είναι ο εδώ
συνηθροισμένος στόλος και στρατός, πόσοι βασιλείς των Ελλήνων κατάφρακτοι εξ
όπλων και χαλκών ασπίδων, και όμως μη δυνάμενοι ν’ απέλθωσι, κατά των τειχών του
Ιλίου ουδέ να κυριεύσωσι την περίφημον ακρόπολιν της Τροίας, εάν εγώ δεν θυσιάσω
σέ, κόρη μου, ως λέγει ο μάντις Κάλχας. Τόσον λυσσώδης πόθος παραφέρει τον
στρατόν των Ελλήνων να πλεύσωσιν ως τάχιστα κατά της χώρας των βαρβάρων και
εκδικήσωσι την αρπαγήν της ελληνίδος συζύγου, ώστε, εάν εγώ απειθήσω εις την
προσταγήν της θεάς, θα φονεύσουν και τας εν Άργει θυγατέρας μου και υμάς εδώ και
εμέ αυτόν ακόμη. Όχι, κόρη μου, δεν υπακούω εγώ δουλικώς εις τον Μενέλαον ούτε
πράττω τι διότι αυτός το θέλει. Υπακούω εις μόνην την Ελλάδα, ήτις κατ' ανάγκην
αναπόδραστον απαιτεί παρ' εμού εκών άκων να σε θυσιάσω. Η ανάγκη της πατρίδος
είναι πολύ ανωτέρα ημών πρέπει δε, κόρη μου, εφ' όσον εξαρτάται από σου και απ'
εμού, να διατηρώμεν ελευθέραν την πατρίδα μας και, Έλληνες όντες, να μη
ανεχθώμεν ώστε βάρβαροι ν' αρπάζουν τας συζύγους μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απέρχεται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ—ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ—ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Φεύγει! Αχ, κόρη μου, και σεις,
ξέναι, ω της δυστυχίας μου, ταλαίπωρος εγώ! Φεύγει, παιδί μου, και σε παραδίδει
εις του Άδου τας αγκάλας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ω της δυστυχίας μου, μητέρα μου !
Κλαίω κ’ εγώ διά των ιδίων λόγων ως και συ, αφού ο αυτός πόνος μας κατασπαράττει
και τας δύο. Σβύνεται πλέον δι' εμέ το φως τούτο του ηλίου. Οίμοι, οίμοι,
χιονόβλητοι κοιλάδες της Τροίας και σεις βουνά της Ίδης, όπου ο Πρίαμος,
αποσπάσας από της μητρικής αγκάλης έρριψέ ποτε προς θάνατον το απαλόν βρέφος
Πάριν, όστις διά τούτο ελέγετο Ιδαίος υπό των Φρυγών! Ω! είθε αυτός, όστις ως
βουκόλος εν μέσω βοών ανετράφη, είθε να μη ήρχετο ποτέ να κατοικήση παρά τα
ύδατα τα διαφανή, όπου κείνται των Νυμφών αι κρήναι και ανθούσι λειμώνες
χλοεροί, όπου αι θεαί δρέπουν υακίνθους και ρόδα καλλίχροα, και όπου ήλθε ποτέ η
Παλλάς, η πανούργος Αφροδίτη και η Ήρα μετά του Ερμού, του αγγέλου του Διός,
επαιρόμεναι η μεν Αφροδίτη διά τους πόθους ους εμπνέει, η Παλλάς διά το δόρυ
της, η δε Ήρα ως σύνευνος του υπερτάτου των θεών Διός, ίνα συναγωνισθώσιν επί
καλλονή. Και ο αγών εκείνος, ω καλαί νεάνιδες, εις μεν τους Έλληνας έφερε κλέος,
εις εμέ δε τον θάνατον, θυσιαζομένην ήδη εις την Άρτεμιν χάριν της προς την
Τροίαν εκστρατείας. Και τώρα, μητέρα μου, μητέρα μου αγαπητή, ο γεννήσας με
πατήρ φεύγει και με αφίνει έρημον. Ω την ταλαίπωρον, πόσον πικρά δι' εμέ υπήρξεν
αυτή η απαισία Ελένη ! με φονεύουν, μητέρα μου, με σφάζει αδίκως άδικος πατήρ.
Ω, είθε να μη εδέχετο ποτέ εις αυτούς εδώ τους κόλπους της η Αυλίς τα σκάφη των
χαλκεμβόλων τούτων κατά της Τροίας πλοίων ή να μη έστελλεν αντίθετον εις αυτά ο
Ζευς τον άνεμον εδώ εις τον Εύριπον, ο Ζευς, όστις κατ' αρεσκείαν τρέπει την
αύραν, εις άλλα μεν πλοία προς χαράν, εις άλλα δε προς λύπην, άλλα στρέφει κατά
την ανάγκην, άλλα κινεί προς το πέλαγος και άλλα αναγκάζει ν' αναβάλλουν τον
απόπλουν περιμένοντα. Ω, πόσον βασανισμένον είναι το γένος των ανθρώπων και
πόσον αγωνιά παλαίον κατά της ανάγκης ! Οίμοι, πόσας συμφοράς και πόνους έφερεν
εις την Ελλάδα η κόρη του Τυνδάρου !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Σε λυπούμαι, ταλαίπωρε κόρη, ότι αθώαν
σε σπαράσσει αδίκως τύχη άσπλαχνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μητέρα μου, βλέπω πλήθος ανδρών να
πλησιάζη εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είναι ο Αχιλλεύς, ο υιός της
θεάς, διά τον οποίον ήλθες εδώ εις την Αυλίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Θεραπαινίδες, ανοίξατε μου γρήγορα
την θύραν να κρυβώ εις την σκηνήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Πως φεύγεις, κόρη μου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Εντρέπομαι να ιδώ τον
Αχιλλέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Διατί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Η δυστυχής έκβασις του μελετηθέντος
γάμου μοι φέρει εντροπήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Δεν επιτρέπουν τώρα αι
περιστάσεις τοιαύτην συστολήν. Εάν δυνάμεθα ακόμη να ενεργήσωμεν μετά τινος
ελπίδος, ας μείνη κατά μέρος η σεμνότης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ ακολουθούμενος υπό ανδρών ενόπλων και
ΟΙ ΑΝΩΤΕΡΩ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Δύστηνε βασίλισσα, της Λήδας τέκνον
….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Δύστηνος τωόντι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Φήμη φοβερά διατρέχει των Ελλήνων το
στρατόπεδον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ποία φήμη; Λέγε μοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Περί της θυγατρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω του απαισίου σου λόγου
!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Φωνάζουν ότι πρέπει, να σφαγή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και δεν υπάρχει κανείς ο
αντιλέγων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Κ' εγώ ο ίδιος διέτρεξα
κίνδυνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ποίον κίνδυνον, φίλε ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Να λιθοβοληθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Διότι θέλεις να σώσης την κόρην
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και ποίος θα ετόλμα να σ' εγγίση
καν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Όλοι οι Έλληνες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και ο στρατός των Μυρμιδόνων πού
ήτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Αυτός πρώτος ήτο ενάντιος μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Α! απελπισία, κόρη μου! Είμεθα
χαμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Με απεκάλουν έρμαιον του γάμου
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και συ τι τοις απήντησας
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ότι δεν πρέπει ν' αποθάνη η μέλλουσα
μου σύζυγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΉΣΤΡΑ Ορθώς. Εύγε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Την οποίαν ο πατήρ της μοι
εμνήστευσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και σοι την έφερεν εδώ εξ
Άργους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Αλλ’ αι κραυγαί των εκάλυψαν την
φωνήν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είναι δεινόν κακόν η εξέγερσις
του πλήθους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Και όμως εγώ θα σε υπερασπίσω,
βασίλισσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Πώς ; θα πολεμήσης μόνος συ κατά
πολλών ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Βλέπεις τούτους τους οπλίτας
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Είθε τα αισθήματά σου να στέψη η
επιτυχία !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ θα τα στέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και δεν θα θυσιασθή λοιπόν η
κόρη μου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Εμού ζώντος, όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλά θα έλθουν εδώ να μου
αρπάσουν το τέκνον μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ θα έλθη πλήθος απειράριθμον έχον τον
Οδυσσέα επί κεφαλής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Του Σίσυφου τον απόγονον
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Αυτόν τον ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αυτός διέταξε τούτο εις τον
στρατόν ή ο στρατός τον εξηνάγκασε ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Και αυτός ήθελε και ο στρατός τον
εξέλεξε προς τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω της αισχράς εκλογής προς
δολοφονίαν μιας κόρης !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Αλλ' εγώ θα τον αναχαιτίσω, μείνε
ήσυχος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και αν η κόρη δεν θελήση να τον
ακολουθήση, θα την αρπάση αυτός διά της βίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ναι, σύρων αυτήν από της ξανθής της
κόμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και εγώ τι πρέπει να πράξω τότε,
Αχιλλεύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Να κρατής την κόρην σφικτά
ανθισταμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω ! αν αρκεί τούτο μόνον, θα
σωθή το τέκνον μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Βεβαίως θα σωθή οπωσδήποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Άκουσε, μήτερ μου, τους λόγους όσους
θα σοι είπω. Αδίκως οργίζεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κατά του πατρός μου. Μάταιον είναι να
επιμένωμεν ζητούσαι τα αδύνατα. Η προθυμία του φίλου τούτου προς υπεράσπισιν
ημών είναι βεβαίως αξία της ευγνωμοσύνης μας• σκέφθητι όμως ότι είναι
πιθανώτατον ημείς μεν να μη τύχωμεν σωτηρίας, αυτός δε να συκοφαντηθή προς τον
στρατόν και να πάθη. Άκουσε τι σκέπτομαι. Απεφάσισα, μήτερ, ν' αποθάνω και θέλω
ν' αποθάνω τον ευκλεή τούτον θάνατον αποστρέφουσα απ’ εμού πάντα άλλον ίδιον
αγενούς ψυχής πόθον. Σκέψου πόσον ορθόν είναι ό,τι λέγω. Ολόκληρος η μεγίστη
Ελλάς στρέφει ήδη προς εμέ το βλέμμα, ως προς την μόνην δι' ης και του στόλου
τον απόπλουν και της Τροίας την καταστροφήν θα επιτελέση αναγκάζουσα τους
βαρβάρους διά τιμωρίας τρομεράς να μη αρπάζωσι πλέον εις το μέλλον γυναίκας εκ
της ευδαίμονος Ελλάδος, ως ήρπασεν ο Πάρις την Ελένην. Διά του θανάτου μου θα
επιτευχθώσι πάντα ταύτα, και θα μείνη εις το μέλλον επίζηλος η δόξα μου ότι δι'
εμού ηλευθερώθη η Ελλάς. Διατί να φοβούμαι θάνατον τοιούτον; Δεν μ' εγέννησας συ
διά τον εαυτόν σου μόνον μ' εγέννησας κτήμα κοινόν εις όλην την Ελλάδα. Ίδε
πόσοι άνδρες αναρίθμητοι, φέροντες πολέμου πανοπλίαν, πόσοι ατρόμητοι ναυβάται
ορμώσι κατά των εχθρών ίν' αποθάνωσιν υπέρ της Ελλάδος, της υβρισθείσης πατρίδος
μας. Διατί εγώ η μίαν μόνην έχουσα ζωήν, να γίνω χάριν αυτής πρόσκομμα εις την
γενικήν ταύτην ηρωϊκήν θυσίαν; Είναι τούτο δίκαιον; Έχομεν άραγε ν' αντιτάξωμεν
εις τούτο εύλογόν τινα λόγον; Έπειτα σκέψου και τούτο, ότι δεν αρμόζει βέβαια ο
Αχιλλεύς να παλαίση καθ' όλων των Ελλήνων και ν' αποθάνη χάριν εμού, χάριν μιας
γυναικός. Η ζωή ενός ανδρός είναι πολυτιμοτέρα της ζωής μυρίων γυναικών ομού.
Εάν η Άρτεμις επόθησε να λάβη την ζωήν μου, δύναμαι άραγε εγώ, μία θνητή, να
εμποδίσω την εκπλήρωσιν του πόθου τούτου της θεάς; Αδύνατον. Δίδω λοιπόν την
ζωήν μου εις την Ελλάδα, θυσιάσατέ με, εκπορθήσατε την Τροίαν. Η μνήμη μου θα
ζήση επί μακρόν και αυτή θα ήναι δι' εμέ και γάμος και τέκνα και δόξα. Οι
Έλληνες, μήτερ μου, είναι φυσικόν και πρέπον να άρχουν των βαρβάρων, και ουχί
των Ελλήνων οι βάρβαροι, διότι ούτοι μεν εγεννήθησαν δούλοι, εκείνοι δ'
ελεύθεροι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Γενναίον είναι το φρόνημά σου, κόρη,
σκληρά όμως διά σε η τύχη και η Άρτεμις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Ευδαίμονα θα με καθίστων οι θεοί, ω
κόρη του Αγαμέμνονος, εάν εγώ σ’ ελάμβανον ως σύζυγόν μου. Ζηλεύω την Ελλάδα ότι
έχει σε, και σε ότι ανήκεις εις την Ελλάδα. Ωμίλησας αξίως της πατρίδος μας,
διότι υποκύπτουσα εις την θείαν θέλησιν, ήτις είναι ανωτέρα της θελήσεώς σου,
είπες και τους λόγους δι’ ους η θυσία σου αύτη είναι και ωφέλιμος και αναγκαία.
Όσω μάλλον ανακαλύπτω τον ευγενή σου χαρακτήρα, τόσον ισχυρότερος γεννάται εν
εμοί ο πόθος του μετά σου γάμου, διότι είσαι τωόντι ευγενής το φρόνημα. Θέλω να
σε σώσω και σύζυγόν μου να σε φέρω εις τον οίκον μου. Μάρτυς μου έστω η Θέτις,
πόσον άλγος θα αισθανθώ, εάν δεν κατορθώσω να σε σώσω μαχόμενος κατά των
Ελλήνων, διότι ο θάνατος, κόρη, το γνωρίζεις, είναι μέγιστον κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ό,τι είπον είναι η ακλόνητος
απόφασίς μου. Αρκούσιν αι μάχαι και οι φόνοι, των οποίων εγένετο αίτιος η κόρη
του Τυνδάρου. Συ δε, φίλε, ούτε ν’ αποθάνης πρέπει ούτε να φονεύσης τινά. Άφες
να σώσω την Ελλάδα, εάν δυνηθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΧΙΛΛΕΥΣ Μεγαλόφρονες οι λόγοι σου. Δεν έχω
πλέον τι ν' αντιτάξω, αφού ούτως απεφάσισας. Το φρόνημα σου είναι ευγενές, διατί
να μη είπω την αλήθειαν ; Εάν όμως μεταμεληθής τυχόν, σοι το λέγω ίνα το
γνωρίζης, θα έχω τους οπλίτας μου τούτους πλησίον του βωμού, ίνα μη αφήσω να σε
θανατώσουν. Και θα δύνασαι να κάμης χρήσιν της υποσχέσεώς μου ταύτης κατά την
στιγμήν, καθ' ην θα ίδης υψουμένην προ του λαιμού σου την μάχαιραν. Δεν θα σε
αφήσω, κόρη, ν' αποθάνης απερίσκεπτος, άλλά θα υπάγω εκεί από τούδε μετά των
οπλιτών μου τούτων, περιμένων την έλευσίν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απέρχεται ακολουθούμενος υπό των
οπλιτών).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'. (*)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ, ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Διατί, μητέρα μου, κλαίεις
σιωπώσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Έχω η δυστυχής εις την ψυχήν μου
πόνον αρκετόν προς τόσα δάκρυα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Παύσε, μη εξασθενής το θάρρος μου,
και άκουσε μίαν μου παράκλησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λέγε, κόρη μου, και δεν θα σου
αρνηθώ ό,τι μου ζητήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ θέλω να μη κόψης τας τρίχας της
κόμης σου ούτε να φορέσης μαύρα δι’ εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Τι λέγεις, παιδί μου ; Εγώ η
οποία θα σε χάσω; . . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Δεν θα με χάσης, όχι. Η κόρη σου θα
ζη διά παντός, και η δόξα της θα ήναι και ιδική σου δόξα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Πως ; εγώ να μη πενθήσω εις τον
τάφον σου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Τάφος δι εμέ ουδείς θα
υπάρχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ουδείς ; Αλλά μήπως δεν θάπτουν
εις τάφον τους νεκρούς ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μνήμα μου θα ήναι ο βωμός της
Αρτέμιδος, της κόρης του Διός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ορθώς λέγεις, θα πράξω, κόρη
μου, κατά την θέλησίν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Και θα πράξης καλώς, διότι εγώ, ως
ευεργέτις της Ελλάδος, θα ήμαι ευτυχής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και τι θέλεις να είπω εκ μέρους
σου εις τας αδελφάς σου ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Να μη τας ενδύσης ούτε αύτας εις τα
μαύρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ποίον γλυκύν σου λόγον θέλεις να
φέρω προς αυτάς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Να ήναι ευτυχείς. Αυτόν δ' εδώ τον
Ορέστην να μου τον αναθρέψης εις άνδρα ισχυρόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λάβε τον εις τας αγκάλας σου και
φίλησέ τον. Τον βλέπεις διά τελευταίαν φοράν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ (ασπαζομένη τον Ορέστην)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω αγαπημένε μου αδελφέ! Έκαμες και συ ό,τι
ηδύνασο διά την προσφιλή σου αδελφήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Έχεις τίποτε να μοι παραγγείλης,
ίνα το πράξω προς χάριν σου εις το Άργος ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ναι, να μη μνησικακής κατά του
πατρός μου και συζύγου σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αυτός θα έχη να υποστή δεινόν
αγώνα προς την ιδίαν εαυτού συνείδησιν διά σε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Με θανατώνει μεν αλλ’ ακουσίως και
χάριν της Ελλάδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Δολίως όμως και ανάνδρως,
αναξίως δε του Ατρέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Και ποίος θα με φέρη, μήτερ μου, εις
τον βωμόν; Διότι δεν θέλω να με σύρουν από της κόμης βιαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Εγώ θα έλθω μαζή σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Όχι, όχι συ. Δεν πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Θα έλθω εγώ κρατούσα σε από των
πέπλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Πείσθητι, μήτερ. Μείν' εδώ. Αυτό και
διά σε και δι' εμέ είναι το καλλίτερον. Ας με συνοδεύση είς εκ των υπηρετών
τούτων του πατρός μου εις τον λειμώνα της Αρτέμιδος, όπου θα σφαγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λοιπόν, παιδί μου, φεύγεις
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Διά να μη επιστρέψω πλέον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και αφίνεις την μητέρα σου
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Το βλέπεις, χωρίς να ήσαι αξία
τοιούτου κακού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Στάσου, μη μου φεύγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Παύσε, μητέρ μου, τα δάκρυα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς τον Χορόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σεις δε, νεανίδες, υμνήσατε την Άρτεμιν, την
κόρην του Διός, τελούμενης της θυσίας μου, ίν' ακούση τον ύμνον σας όλον το
ελληνικόν στρατόπεδον εις ευτυχίαν του. Ας φέρουν τα ιερά κάνιστρα, ας ρίψουν
εις το πυρ της θυσίας τον καθαρτήριον σίτον, ίν' αναδώση την φλόγα ο βωμός, ο δε
πατήρ μου ας επιθέση την δεξιάν του χείρα επί του βωμού. Έρχομαι να δώσω
σωτηρίαν και νίκην εις τους Έλληνας. Φέρετε με, την πορθητήν του Ιλίου και της
Τροίας, εις τον βωμόν. Δόσατέ μου στεφάνους ανθέων να στέψω την κόμην μου, όπως
ούτως εστεμμένη ραντισθή διά του ύδατος της θυσίας. Χορεύσατε κύκλω του βωμού
και του ναού υμνούσα την μακαρίαν άνασσαν θεάν Αρτέμισα, της οποίας την θείαν
προσταγήν διά του αίματος και της θυσίας μου θα εκτελέσω. Ω μήτερ μου, μήτερ
σεβαστή, τα δάκρυα μου χύνω από τούδε διά σε, διότι κατά την ώραν της θυσίας δεν
επιτρέπονται δάκρυα. Ψάλλετε μαζή, καλαί κόραι, ψάλλετε την Άρτεμιν, προστάτιν
της αντίπεραν της Χαλκίδος γης και πόλεως, όπου τα κραταιά πλοία και όπλα των
Ελλήνων παρέμειναν έως τώρα ακίνητα εξ αιτίας εμού εις τον πορθμόν και τους
όρμους της Αυλίδος ταύτης. Ω Άργος, γενέτειρα μου Πελασγία γη και Μυκήναι, όπου
ανετράφην !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Επικαλείσαι την πόλιν του Περσέως,
κτίσμα των Κυκλωπείων χειρών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Συ μ' έθρεψες προς δόξαν των
Ελλήνων, και διά τούτο προθύμως θ' αποθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Και θα ήναι το κλέος σου αιώνιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Χαίρε, ημέρα φαεινή, θεόπεμπτον φως
του ηλίου ! Φεύγω εις ζωήν άλλην και εις άλλην μοίραν. Χαίρε και πάλιν,
προσφιλές μου φως !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απέρχεται. Η Κλυταιμνήστρα εισέρχεται εις την
σκηνήν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ΣΤ΄.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίδετε την νικήτριαν του Ιλίου και των Φρυγών
πως προχωρεί εστεμμένη ήδη την κεφαλήν προς το ιερόν ύδωρ της θυσίας και προς
τον βωμόν της θεάς, ίν' αποθάνη εκτινάσσουσα από του σφαζομένου ωραίου της
λαιμού πυκνάς ρανίδας αίματος. Σε περιμένουν, κόρη, εκεί ο πατήρ σου, κρατών το
δροσερόν ύδωρ της ιεράς πηγής, και ο βωμός και ο στρατός των Ελλήνων, ο
ανυπόμονος να φθάση εις την πόλιν του Ιλίου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' ας υμνήσωμεν την κόρην του Διός, την
Άρτεμιν, την άνασσαν θεάν, όπως η θυσία αύτη αποβή εις ευτυχίαν. Ω θεά σεβασμία,
τώρα, ότε ανθρωπίνου θύματος απήλαυσας, φέρε τον στρατόν των Ελλήνων εις την
χώραν των Φρυγών και εις τα τείχη των απίστων Τρώων και αξίωσον τον Αγαμέμνονα
να επιθέση διά των ελληνικών λογχών εις την κεφαλήν αυτού τον λαμπρότατον
στέφανον της νίκης εις αείμνηστον δόξαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ζ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ, ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ και ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ Κόρη του Τυνδάρου, Κλυταιμνήστρα,
έξελθε της σκηνής ν' ακούσης ό,τι θα σοι είπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ήκουσα την φωνήν σου και έσπευσα
να εξέλθω έντρομος η δυστυχής και φοβουμένη μήπως έρχεσαι να μοι αναγγείλης και
άλλην τινά ίσως νέαν συμφοράν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ Όχι, αλλά θαυμάσια και μέγιστα
συμβάντα έρχομαι να σοι αναγγείλω περί της θυγατρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λέγε λοιπόν αμέσως, μη βραδύνης.
Λέγε τάχιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ Θα σοι τα εκθέσω σαφώς, καλή μου
δέσποινα, και απ’ αρχής, εκτός αν σφάλμα τι του νου ταράξη την ακριβή σειράν των
λόγων μου. Όταν εφθάσαμεν οδηγούντες την κόρην σου εις το Ιερόν άλσος της
Αρτέμιδος, της κόρης του Διός, και εις τους διανθείς λειμώνας, όπου ίστατο
πυκνόν των Ελλήνων το στράτευμα, ευθύς πλήθος Αργείων αθρόον ήλθε προς ημάς, ο
δε βασιλεύς Αγαμέμνων, μόλις παρετήρησε την κόρην του προχωρούσαν προς σφαγήν,
εστέναξε, στρέψας δε την κεφαλήν προς τα οπίσω και καλύψας το πρόσωπον διά του
μανδύου του, έκλαιε σφοδρώς. Η νεάνις τότε, σταθείσα πλησίον του πατρός της,
«Πάτερ μου, τω είπεν, ιδού ήλθα και δίδω εκουσίως το σώμα μου ίνα θυσιασθή υπέρ
της πατρίδος μου και υπέρ ολοκλήρου της Ελλάδος εις τον βωμόν της θεάς, αφού
τοιούτος είναι ο χρησμός. Ευτυχήσατε όλοι διά της θυσίας μου. Η νίκη τα όπλα σας
ας στέψη και νικηταί να επανέλθητε εις την πατρώαν γην. Δεν θέλω να μ' εγγίση
κανείς. Σιωπώσα και μετά θάρρους θα προσφέρω τον λαιμόν μου εις την μάχαιραν».
Ταύτα είπεν, όλους δε κατέλαβε θάμβος, ότε ήκουσαν τους λόγους της παρθένου και
είδον την γενναιότητα αυτής και την αρετήν. Τότε ο Ταλθύβιος, εις τον οποίον
ανήκεν η περί τούτου μέριμνα, σταθείς εν τω μέσω, επέβαλεν εις τον στρατόν σιγήν
και ευλαβή προσήλωσιν, ο δε μάντις Κάλχας, γυμνώσας από του κολεού οξείαν
μάχαιραν, έθεσεν αυτήν εντός ολοχρύσου κανίστρου και εστεφάνωσε με άνθη την
κεφαλήν της κόρης. Ο δε Πηλείδης Αχιλλεύς, λαβών το κάνιστρον και το δοχείον του
ιερού ύδατος της θυσίας, περιήλθε κύκλω τον βωμόν της θεάς και είπεν : «Ω κόρη
του Διός, κυνηγέ των θηρίων, συ, ήτις διατρέχουσα τον ουρανόν φωτίζεις την γην
κατά τας νύκτας, δέξου το θύμα τούτο, το οποίον ο στρατός των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ελλήνων και ο βασιλεύς Αγαμέμνωνσοι
προσφέρομεν, άχραντον αίμα κόρης ωραίας, και ευδόκησον να πλεύση ο στόλος ημών
αβλαβής και να εκπορθήσωμεν διά των όπλων την ακρόπολιν της Τροίας». Και οι
Ατρείδαι και όλος ο στρατός ίσταντο σιωπώντες με το βλέμμα εστραμμένον προς την
γην. Ο δε ιερεύς λαβών την μάχαιραν και προσευχηθείς παρετήρει τον λαιμόν της
κόρης ίνα εύρη που έπρεπε να καταφέρη την πληγήν. Άλγος οξύ εσπάραττε την
καρδίαν μου και δεν ετόλμων να υψώσω από της γης το βλέμμα. Αίφνης ετελέσθη
ανήκουστον θαύμα. Όλοι ήκουσαν ευκρινώς τον κτύπον της πληγής, αλλ' ουδείς είδε
πως εξηφανίσθη από της γης καταποθείσα η κόρη. Ο ιερεύς, εκπέμπων κραυγήν
καταπλήξεως, και ο στρατός ολόκληρος αντιβοά ομοίως εις το απροσδόκητον εκείνο
θέαμα, έργον θείας θελήσεως, το οποίον και αυτοί ακόμη οι ιδόντες δεν ηδύναντο
να το πιστεύσουν. Έλαφος μεγίστη και ωραιοτάτη έκειτο επί της γης ασπαίρουσα και
το αίμα της ερράντιζε μέχρι βάθρου ολόκληρον τον βωμόν της θεάς. Τότε ο Κάλχας
είπε μετά χαράς προφανούς: Ω αρχηγοί του πανελληνίου τούτου στρατού, ίδετε ποίον
θύμα η θεά έφερεν εδώ εις τον ίδιον αυτής βωμόν: μίαν έλαφον, θρέμμα των ορέων.
Αυτήν μάλλον επροτίμησε της κόρης, ίνα μη δι’ αίματος ευγενούς μιάνη τον βωμόν
της. Την θυσίαν ταύτην εδέχθη ευχαρίστως η θεά και τώρα παρέχει πλέον εις ημάς
ούριον τον άνεμον όπως ο στόλος αποπλεύση κατά του Ιλίου». Εις τους λόγους
τούτους πάντες οι ναύται αναθάρρησαντες έσπευσαν προς τα πλοία, διότι ανάγκη
σήμερον αμέσως αφίνοντες πλέον τους όρμους της Αυλίδος να διαπλεύσωμεν το
Αιγαίον πέλαγος. Όταν δ' αι φλόγες του Ηφαίστου απηνθράκωσαν πλέον το θύμα, ο
Κάλχας ποοσηυχήθη υπέρ της επανόδου του στρατού εις την Ελλάδα. Μ' έστειλε
λοιπόν ο Αγαμέμνωννα σοι εκθέσω ταύτα πάντα ως και την ευμενή τύχην, την οποίαν
η εύνοια των θεών τω απένειμε, περιποιούσαν εις αυτόν αθάνατον δόξαν καθ' όλην
την Ελλάδα. Εγώ δε, όστις παρών είδον ιδίοις όμμασι τα γεγονότα ταύτα, σοι λέγω
ότι η κόρη σου προφανώς απέπτη προς τους θεούς. Παύσε λοιπόν να λυπήσαι και να
μνησικακής κατά του συζύγου σου. Τα έργα των θεών είναι εις τους ανθρώπους
απροσδόκητα, εκείνους δε τους οποίους αγαπώσιν οι θεοί, τους σώζουν από των
κακών. Και ιδού διατί η αυτή σημερινή ημέρα είδε την κόρην σου θνήσκουσαν και
αναζώσαν άμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Πόσον χαρμόσυνοι δι' εμέ είναι οι λόγοι
ούτοι του αγγέλου, ω βασίλισσα, αφού λέγει ότι το τέκνον σου μένει ήδη ζωντανόν
εν μέσω των θεών!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω αγαπητή μου κόρη, ποίος άραγε
εκ των θεών σε ανήρπασε ; Ποίον χαιρετισμόν τώρα πρέπει να σου απευθύνω ; Πώς δε
να πεισθώ ότι δεν είναι μύθοι αυτά όσα μου λέγουν προς παρηγορίαν μου, διά να
παύση το πικρότατον πένθος μου, ότι σ' έχασα διά παντός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Ιδού έρχεται και ο βασιλεύς Αγαμέμνων,
ίνα τους αυτούς λόγους σοι επαναλάβη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε’.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Δυνάμεθα, βασίλισσα, να θεωρηθώμεν
ευτυχείς, ότι η κόρη μας ήδη ευρίσκεται εν τω μέσω των θεών. Λάβε λοιπόν τώρα
τον μικρόν αυτόν βλαστόν μας, τον Ορέστην μας, και επίστρεψε εις το Άργος, διότι
ο στρατός ήδη ορμάται προς απόπλουν. Χαίρε. Μακρός χρόνος θα παρέλθη μέχρις ου
επανελθών εκ Τροίας σε χαιρετίσω πάλιν. Ύπαγε και έσο ευτυχής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ Πλεύσον, Ατρείδη, και φθάσε εις την
Τρωάδα ευτυχής, επίσης δ’ ευτυχής επάνελθε εκείθεν φέρων μοι πλούσια λάφυρα εκ
της αλωθείσης Τροίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">* Η έκδοση έχει δύο συνεχόμενες σκηνές
Ε’</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΣ Ο μέγιστος των αρχαίων και νεωτέρων
δραματικών ποιητών, για την έντονη δραματικότητα, το βαθύ και συχνά προφητικό
της σκέψης του, τη λυρική του έξαρση και την αρμονία των εννοιών με την
αισθητική τους έκφραση. Οι τραγωδίες του, τολμηρές τόσον ως σύνθεση τους, όσο
και σαν πλοκή, έχουν ταυτόχρονα πολύ έντονη την αίσθηση και την ψυχολογία του
φυσικού και του πραγματικού, ώστε να δονούνται από τον παλμό της πιο σφρίγουσας
ζωής. Ο Αισχύλος αποτελεί αναμφισβήτητα την πιο τέλεια ποιητική εκδήλωση του
ελληνικού μεγαλείου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">*** ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ: Πρόκειται για το πρώτο δράμα
της Τριλογίας «Ορέστια» κι αναφέρεται στην δολοφονία του Αγαμέμνονα από την
σύζυγό του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. η σκηνή της προφήτιδος
Κασσάνδρας, που οδύρεται για την αιχμαλωσία της, ανήκει στις τραγικότερες του
παγκοσμίου Θεάτρου. Μετάφραση σε στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χοηφόροι: Το δεύτερο δράμα της «Ορέστειας».
Περιέχει την κυριώτερη πράξη, γύρω από την οποία στρέφεται η Τριλογία και που
πάνω της στηρίζεται το ηθικό πρόβλημα που κινεί την «Ορέστεια»: ο Ορέστης
θανατώνει τον Αίγισθο και τη μητέρα του· ο νους του σαλεύεται και καταδιωκόμενος
από τα φάσματα των Ερινυών παίρνει τον δρόμο της εξορίας. Η μετάφραση, σε
στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευμενίδες: Η τραγωδία που ολοκληρώνει την
«Ορέστεια». Εκτυλίσσεται στους Δελφούς, όπου ο Απόλλων, αποκοιμίζοντας τις
Ερινύες, φυγαδεύει τον Ορέστη, και κατόπιν στην Αθήνα, όπου ύστερα από απόφαση
της Αθηνάς, ο μητροκτόνος Ορέστης δικάζεται από τον Άρειο Πάγο και απαλλάσσεται
από την τιμωρία του φόνου. Η μετάφραση, όπως κι όλης της Τριλογίας, του
Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επτά επί Θήβας: Το δράμα τούτο αναφέρεται στην
τραγική μοίρα των δύο γιων του Οιδίποδα, πού, μονομαχώντας για τον θρόνο των
Θηβών, αλληλοσκοτώνονται. Ο ύμνος των Ερινύων κι ο παθητικότατος θρήνος της
Αντιγόνης και της Ισμήνης για τους σκοτωμένους αδελφούς των είναι από τους
λυρικώτερους της αρχαίας τραγωδίας. Η μετάφραση, σε στίχους, αριστοτεχνική, με
φιλολογική ακρίβεια και δύναμη ύφους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πέρσαι: Το δράμα αυτό αποτελεί υψηλότατον ύμνο
των ελληνικών νικών κατά των Περσών, την εποχή των μηδικών πολέμων. Η
μεγαλοπρεπής αφήγηση της ναυμαχίας στην Σαλαμίνα, κρίνεται σαν μοναδικό
υπόδειγμα επικολυρικής περιγραφής. Μετάφραση Ι. Ζερβού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Προμηθεύς Δεσμώτης: Το πιο μεγαλεπήβολο και
υψιπετές έργο του παγκοσμίου θεάτρου. Παρουσιάζει τον Προμηθέα δεμένον πάνω στον
Καύκασο, κατά διαταγή του βασιλιά των θεών, προς τιμωρίαν της φιλανθρωπίας του.
Το Κράτος του Δία και η Βία, προσωποποιημένα, ο Ήφαιστος, οι Ωκεανίδες, ο Ερμής,
ο Ωκεανός, η Ιώ και ο Προμηθέας, δρώντας ανθρώπινα και παθητικά, διατηρούν όλο
το θεϊκό μεγαλείο τους. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Ζερβού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ικέτιδες: Το δράμα αυτό, βασισμένο στην
ιστορική παράδοση, εξυμνεί την αρετή και τη φιλοξενία των Ελλήνων. Οι Δαναΐδες,
φεύγοντας από την Αίγυπτο, για να αποφύγουν να παντρευτούν με τη βία,
φιλοξενούνται και προστατεύονται από τους Αργείους και πάλι ελευθερώνονται από
την αποτολμηθείσα αρπαγή. Ο υψηλός λυρισμός του έργου θαυμαζόταν από τους
αρχαίους, ήδη, χρόνους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τους τρεις κορυφαίους Έλληνες τραγικούς,
που μας σώθηκαν μερικά έργα τους, ο πιο προσιτός, τόσο στην αρχαιότητα όσο και
στην εποχή μας, είναι ο Ευριπίδης. Δραματικός και περιπαθής ποιητής, ένας
φιλόσοφος και, μαζί, ένας ψυχολόγος των ανθρωπίνων αρετών και
ελαττωμάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ανδρομάχη: το δράμα αυτό εικονίζει, κατά τον
πιο θαυμαστό τρόπο, έναν κόσμο αισθημάτων, ζήλειας, μίσους και στοργής. Ο
Νεοπτόλεμος, χωρίζοντας από την Ανδρομάχη, παντρεύεται την κόρη του Μενελάου και
της Ελένης, την Ερμιόνη, που συνεννοείται με τον πατέρα της να σκοτώσουν τον γιο
που έδωσε η Ανδρομάχη στον Νεοπτόλεμο. Ο Πηλέας, παππούς του παιδιού, σώζει τον
μικρό, και ο Μενέλαος σκοτώνει με δόλο τον Νεοπτόλεμο. Μετάφραση, του Γ.
Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλκηστης: Σύμφωνα με τον όρο που είχε θέσει ο
θεός, ο Άδμητος θα γινόταν αθάνατος, αν κάποιος στενός συγγενής του δεχόταν να
θυσιαστή γι αυτόν το σκοπό. Οι γονείς του δεν δέχονται, μα η γυναίκα του η
Άλκηστης προσφέρεται πρόθυμα να θυσιαστή, δίδοντας έτσι μοναδικό παράδειγμα
συζυγικής αφοσίωσης. Η μετάφραση, σε στίχους, του Γ. Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήδεια: Το τραγικότερο από τα δράματα του
Ευριπίδου. Το πάθος της ερωτικής εκδίκησης, ξεπερνώντας σ’ ένταση αυτό τούτο το
ερωτικό πάθος, εκφράζεται, στο έργο αυτό, στο έπακρο των εκδηλώσεών του.
Προδομένη από τον Ιάσονα, η Μήδεια καταπνίγει τη μητρική στοργή μέσα της και
σκοτώνει τα δυο τους παιδιά για να εκδικηθή τον σύζυγο. Μετάφραση Αγγ.
Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηλέκτρα: Ο Ορέστης και η αδελφή του Ηλέκτρα
θανατώνουν τον φονέα του πατέρα τους Αίγισθο και την μητέρα τους, συνεργόν του
φόνου επίσης, Κλυταιμνήστρα. Η κάθαρση εδώ έρχεται από τον από μηχανής θεό, που
δίδει και την εξάγνιση στους δύο μητροκτόνους. Η μετάφραση, φιλολογικά πιστή,
του Αγγέλου Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππόλυτος: Το νεωτεριστικώτερο από τα έργα του
Ευριπίδου. Η Φαίδρα αισθάνεται ανόσιο έρωτα προς τον γυιό του συζύγου της
Θησέως, τον Ιππόλυτο. Ο νέος αποκρούει τον έρωτά της κ’ η Φαίδρα αυτοκτονεί,
συκοφαντώντας τον στον πατέρα του. Ο Θησέας εξορίζοντας τον Ιππόλυτο, τον
καταρατάται να καταστραφεί από τον Ποσειδώνα. Η κατάρα πραγματοποιείται, μα ή
συκοφαντία φανερώνεται κι ο Ιππόλυτος πεθαίνει θρηνούμενος και συγχωρώντας. Η
μετάφραση του Αγγέλου Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Αυλίδι: μια από τις παθητικώτερες
και καλύτερες τραγωδίες του Ευριπίδη. Οι προσπάθειες του Αγαμέμνονος να σώση την
κόρη του, η συμπάθεια και κατανόηση του Μενελάου, που έρχονται αργά, για το
θύμα, η τολμηρή αντίσταση του Αχιλλέα εναντίον του στρατού για να σωθή η μνηστή
του, εντείνουν τη δράση και την τραγικότητα. Η λύση του δράματος δίδεται από τον
από μηχανής θεόν. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Φραγκιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Ταύροις: Η Ιφιγένεια, που
θυσιάζεται από τον πατέρα της Αγαμέμνονα στην Αυλίδα, για να γίνη δυνατόν ν’
αποπλεύσουν τα πλοία της τρωικής εκστρατείας, σώζεται την τελευταία στιγμή από
την θεά Αρτέμιδα, που την μεταφέρει στην χώρα των Ταύρων. Εκεί, μητροκτόνος πια
και περιπλανούμενος, την συναντά ο αδελφός της Ορέστης, ιέρεια της Αρτέμιδος.
Φεύγοντας αποκομίζει μαζί της και το άγαλμα της θεάς στην Αθήνα. Μετάφραση Ν.
Κυπαρίσση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βάκχαι: Πρόκειται για μιαν από τις αρτιώτερες
και οπωσδήποτε την λυρικώτερη από τις τραγωδίες του μεγάλου ποιητή. Ο Πενθέας κ’
η μητέρα του Αγαύη, απιστώντας απέναντι των θείων, τιμωρούνται από τον θεό
Διόνυσο, γιατί δε θέλησαν να δεχθούν τη λατρεία του στην Θήβα. Η μετάφραση, σε
στίχους, του Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοίνισσες: Περιστρέφεται γύρω από την τραγική
παράδοση της αδελφοκτονίας Ετεοκλέους και Πολυνείκους. Γεμάτη επεισόδια και
σκηνική δράση, όπως ο θάνατος των δυο αδελφών, το διώξιμο του πατέρα τους
Οιδίποδος, η γενναία απόφαση της Αντιγόνης κτλ., θεωρείται μια από τις
ωραιότερες τραγωδίες του Ευριπίδου. Η μετάφραση του Ν. Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ικέτιδες: Δράμα πολιτικό και πατριωτικό,
αναγόμενο στον ήρωα Θησέα, ο οποίος θάβει τους Αργείους που έπεσαν μπροστά στα
τείχη των Θηβών. Τον χορό της τραγωδίας τον αποτελούν οι μητέρες και τα παιδιά
των πεσόντων. Αυτά τούτα τα χορικά θεωρούνται από τα παθητικώτερα της αρχαίας
τραγωδίας καθόλου. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ν. Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρακλής μαινόμενος: Το ωραίο αυτό δράμα του
μεγάλου τραγικού, αναφέρεται στον Ηρακλή, που, ελευθερώνοντας τα παιδιά του,
κυριεύεται ύστερα από μανία και τα σκοτώνει. Μόλις συνέρχεται από την τρέλλα του
και καταλαβαίνει τι έχει κάμει, επιχειρεί να αυτοκτονήση, αλλά τον σώζει ο φίλος
του Θησέας. Η άρτια τούτη μετάφραση, που διατηρεί όλη την ομορφιά του πρωτοτύπου
οφείλεται στον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίων: Το δράμα αυτό διακρίνεται για την
περίτεχνη πλοκή του, τις περιπέτειες που με πολλή τέχνη παρεμβάλλονται και για
την απροσδόκητη έκβαση. Η υπόθεση του περιστρέφεται γύρω από τους κινδύνους, την
αναγνώριση και την αναγόρευση, μετά, του Ίωνος, ως κληρονόμου του βασιλέα της
Αττικής Ξούθου. Η μετάφραση, του Πολ. Δημητρακόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύκλωψ: Σατυρικό δράμα, που ανάγεται στη
γνωστή ομηρική περιπέτεια του Οδυσσέα, με τη μέθη και την τύφλωση του Κύκλωπα,
που κάνει δυνατή τη σωτηρία του ήρωα και των συντρόφων του. Τα κωμικά επεισόδια
κάνουν το έργο αυτό εξαιρετικά ενδιαφέρον για κάθε εποχή. Η μετάφραση έγινε από
τον Γ. Τσοκόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ορέστης: Το πιο πολύπλοκο και νεωτεριστικό
δράμα ίσως, του Ευριπίδη. Ο Ορέστης καταδικάζεται σε θάνατο από τους Αργείους,
ενώ ο θείος του Μενέλαος τον εγκαταλείπει, από δειλία. Εξαγριωμένος από τη στάση
του Μενελάου ο Ορέστης θέλει να σκοτώση τη σύζυγό του και την κόρη του Ερμιόνη.
Τελικά μεταπείθεται από τον από μηχανής θεό και παντρεύεται την Ερμιόνη. Η
μετάφραση έγινε από την Ηλία Βουτιερίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ρήσος: Ανήκει στα νεώτερα δράματα της Αττικής
Τραγωδίας, κ’ είναι αβέβαιο αν ανήκη στον Ευριπίδη, μολονότι από τους αρχαίους
ήδη χρόνους αποδιδόταν σ’ αυτόν. Φαίνεται ν’ ανήκη μάλλον στη σχολή του
Φιλοκλέους. Ανάγεται στο ομηρικό επεισόδιο της αρπαγής της Ελένης από τον Πάρη.
Η μετάφραση έγινε από τον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρακλείδες: Το δράμα αναφέρεται στην περίθαλψη
των Ηρακλειδών στην Αττική κι αποτελεί ύμνο στην ανδρεία των Αργείων και των
Αθηναίων ηρώων. Το επεισόδιο, όπου η Μακαρία παραδίδεται με τη θέλησή της στον
θάνατο προς χάριν της κοινής σωτηρίας, εντείνει την τραγικότητα του δράματος. Η
μετάφραση, σε στίχους Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκάβη: Συγκρατώντας την οδύνη της για τον
θάνατο του γιου της Πολυδώρου, η βασίλισσα της Τροίας συμβάλλει στην καταστροφή
του δολοφόνου. Στην τραγωδία τούτη, το πάθος της εκδίκησης στην Εκάβη,
περιγράφεται με βαθύτατη ψυχολογία. Η μετάφραση του Ν. Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ελένη: Αντίθετα από την παράδοση, η Ελένη
παρουσιάζεται εδώ σαν υπόδειγμα πιστής συζύγου, και βοηθημένη από τον σύζυγό της
Μενέλαο, κατορθώνει να γλυτώση από τον γάμο με τον Αιγύπτιο βασιλέα. Η αδελφή
του τελευταίου, η Θεονόη, που συμπονεί τους συζύγους, είναι από τους καλύτερα
διαγραφόμενους χαρακτήρες του έργου. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρωάδες: Το συνταρακτικό τούτο δράμα αποτελεί
εξεικόνιση των φρικαλεοτήτων της αλώσεως της Τροίας. Η σφαγή της Πολυξένης, ο
φόνος του Αστυάνακτος, η όψη της πόλης, που πυρπολείται, δίδουν την πιο
δραματική εικόνα πόλης που καταπατείται από τον εχθρό. Η μετάφραση οφείλεται
στον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΟΦΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απαράμιλλοι σε δραματικό και πλαστικό κάλλος,
οι τραγωδίες του Σοφοκλέους αποτελούν απλησίαστα πρότυπα της δραματικής τέχνης
όλων των λαών κι όλων των εποχών. Αρμονικός υμνητής της φύσης, θαυμαστός
ανατόμος του πάθους, φιλοσοφικός ερευνητής της ανθρωπίνης ψυχής και του ηθικού
κόσμου, ο Σοφοκλής εξυψώνει, φωτίζει και γοητεύει, με σκέψη, λυρισμό, περιπάθεια
και καλλιτεχνική αρτιότητα, το κοινό του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αντιγόνη: Από τα πιο συγκλονιστικά δράματα του
παγκοσμίου θεάτρου, το έργο αυτό παρουσιάζει αντίμαχα τον φυσικό νόμο - τη φωνή
του αίματος - προς το νόμο της Πολιτείας, που επικρατεί βέβαια και συντρίβει,
αλλά δε μπορεί να ταπεινώση την ευγένεια του φυσικού νόμου της στοργής. Η
θαυμάσια μετάφραση, οφείλεται στον Κ. Χρηστομάνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηλέκτρα: Η αλλεπάλληλη διαδοχή τραγικών
γεγονότων και η συχνή μετάπτωση των αισθημάτων και των παθών δίδουν στην
τραγωδία τούτη τον νεωτεριστικώτερο τύπο. Ύστερα από την ανάγνωση των δύο
αδελφών, του Ορέστη και της Ηλέκτρας, αποφασίζεται η εκδίκηση της πατρικής
δολοφονίας: ο φόνος της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου. Η μετάφραση έγινε από
τον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίπους Τύραννος: Ο τραγικός θρύλος της
ακουσίας πατροκτονίας του Οιδίποδος και του γάμου του με την μητέρα του
δραματοποιείται στο έργο αυτό σαν αποκάλυψη που επέρχεται από τον θεό και που
εξιλεώνεται με την αυτοκτονία της μητέρας, αιμομικτρίας εν αγνοία της, και της
εκούσιας τύφλωσης του Οιδίποδος. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τραχίνιαι Το δράμα αυτό περιστρέφεται γύρω από
τον οικτρό θάνατο του Ηρακλή από ερωτικά φίλτρα της συζύγου του Δηιάνειρας, που
είχε παρασυρθή στην πράξη της από υπερβολικό έρωτα. Η ακουσία δολοφόνος
αυτοκτονεί και ο Ηρακλής, πριν πεθάνη, μαθαίνει πώς είναι αθώα. Η μετάφραση
οφείλεται στον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φιλοκτήτης: Ο Νεοπτόλεμος, για να πάρη στην
κατοχή του τα πατρικά όπλα από τον Φιλοκτήτη, ύστερα από χρησμό, στην αρχή
μεταχειρίζεται δόλο, όπως τον είχε συμβουλέψει ο Οδυσσέας. Συγκινημένος, όμως,
από τη γενναιοψυχία του ήρωα, μετανοεί, φανερώνει την απάτη και παραιτείται από
τα σχέδια του. Ο Ηρακλής που παρουσιάζεται σαν από μηχανής Θεός, συμβιβάζει τα
πράγματα και δίδει τη γνωστή από τον Όμηρο λύση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αίας: Αναφέρεται στον ομηρικό ήρωα, που
παρεφρόνησε, κατά θείαν βουλήν, για την αλλαζονία του. Συνερχόμενος ο ήρωας και
νιώθοντας ντροπή, αυτοκτονεί. Ύστερα από επέμβαση του αδελφού του Τεύκρου και
του αντιπάλου του Οδυσσέα κηδεύεται με μεγάλη λαμπρότητα για τον ηρωισμό του και
την άλλη του αγαθότητα. Η μετάφραση ανήκει στον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίπους επί Κολωνώ: το τελευταίο από τα
δράματα του Σοφοκλέους. Παρουσιάζει τις τελευταίες περιπέτειες του Οιδίποδος και
κλείνει με τον θάνατο του στον Κολωνό. Η γενική έξαρση, ο λυρισμός, η εξύμνηση
των Αθηνών, το μεγαλείο του ήρωα που πεθαίνει, αναδεικνύουν το δράμα αυτό ως ένα
από τα αριστουργήματα του παγκοσμίου θεάτρου. Η μετάφραση του Ηλία
Βουτιερίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μέγιστος κωμικός και σατυριστής των
ανθρωπίνων ελατωμάτων, ο θαυμαστός ηθογράφος και δαιμόνιος επινοητής σκηνικής
πλοκής. Με λιτή και γυμνή φράση, προσιτή σε ανθρώπους με ώριμη σκέψη, ο
Αριστοφάνης είναι και παραμένει κυρίως ένας κατ’ εξοχήν ηθικολόγος, που δεν
προδίδει ποτέ τον υψηλό ποιητή. Οι κωμωδίες του έχουν τόση γενικότητα και τόση
ζωντάνια, που παραμένουν πάντοτε επίκαιρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Όρνιθες: Η κωμωδία αυτή αποτελεί σάτυρα της
πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς και σκώμμα εναντίον των θεωριών για
καινούργια πολιτεύματα. Ο μύθος πλέκεται γύρω από δύο αθηναίους πολίτες που πάνε
στα πουλιά για να ιδρύσουν εκεί μια νέα πολιτεία. Μετάφραση ο Πολ.
Δημητρακόπουλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Βάτραχοι: Κωμωδία φιλολογικού θέματος, όπου
γελοιοποιούνται πολλοί από τους ποιητές και σατυρίζεται η κατάπτωση, που βλέπει
ο Αριστοφάνης στην τέχνη της εποχής του. Ο Ευριπίδης και ο Αισχύλος
παρουσιάζονται από σκηνής, κι ο δεύτερος ανακηρύσσεται ως ύπατος τραγικός. 0ι
υπαινιγμοί για καταχρήσεις και διαφθορά δίδουν στην κωμωδία τεράστιο κοινωνικό
ενδιαφέρον. Η μετάφραση έγινε από τον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκκλησιάζουσαι: Το έργο γελοιοποιεί την
ιδεολογία για τις γυναικείες ελευθερίες και τη χειραφέτηση της γυναίκας, και
σατυρίζει κυρίως τις τότε καινοφανείς θεωρίες περί κοινογαμίας και
κοινοκτημοσύνης. Η μετάφραση οφείλεται στον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νεφέλες: Στο έργο του αυτό ο Αριστοφάνης
διακωμωδεί τους σοφιστές. Σαν σοφιστής παίρνεται κι ο Σωκράτης, γύρω από τον
οποίο δρουν και κινούνται θαυμάσιοι κωμικοί τύποι. Η υπεραπολογία των αρχαίων
ηθών και η επίθεση εναντίον της ανηθικότητας της εποχής αποτελούν τον κύριο
χαρακτήρα της κωμωδίας. Μετέφρασεν ο Πολ. Δημητρακόπουλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λυσιστράτη: Εδώ ο Αριστοφάνης επικρίνει,
σατυρίζοντας με τον τρόπο του, την πολεμομανία των Αθηναίων. Για να σταματήση ο
καταστρεπτικός Πελοποννησιακός Πόλεμος, οι γυναίκες απέχουν όλων των συζυγικών
καθηκόντων των, κι’ έτσι πλέκεται ένας κωμικώτατος και σατυρικώτατος μύθος. Η
μετάφραση έγινε από τον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεσμοφοριάζουσες: Μια σάτυρα μ’ εξαιρετικά
ευφυή πλοκή, που στρέφεται εναντίον του Ευριπίδου, τον οποίο παρουσιάζει, για να
σωθή από τις γυναίκες ο πεθερός του, να καταφεύγη στη βοήθεια δύο γύναιων.
Μεταφραστής Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειρήνη: Σατυρίζει την πολυπραγμοσύνη και τη
φιλοπόλεμην τάση των Αθηναίων όσο και των άλλων Ελλήνων. Με κωμικώτατη και,
κυρίως, συμβολική πλοκή, βγαίνει στο φως η θαμμένη από τους θεούς Ειρήνη, για να
εξυμνηθούν αμέσως τα αγαθά της. Η μετάφραση έγινε από τον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σφήκες: Στην κωμωδία του αυτή ο Αριστοφάνης
σατυρίζει τη μανία που είχαν οι Αθηναίοι για δικαστήρια και δίκες κ’ επί πλέον
παρουσιάζουν τα ηθικά και κοινωνικά άτοπα της τότε δικαστικής καταστάσεως. Οι
ίδιοι οι δικαστές, που παρουσιάζονται ως χορός Σφηκών, ενώ δήθεν υπερασπίζουν
διακωμωδούν τους δικαστικούς θεσμούς. Η ζωντανή έμμετρος μετάφραση έγινε από τον
Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχαρνής: Χορός, που τον αποτελούν Αχαρνείς
χωριάτες, επικρίνει τους ρήτορες και τους πολιτικούς σαν αίτιους του
Πελοποννησιακού πολέμου και την καταστρεπτική για την Αθήνα φιλόδοξη πολιτική.
Τα επεισόδια του έργου είναι από τα ευφυέστερα της αρχαίας κωμωδίας και δίδουν
μια ζωντανή εικόνα του τότε αστικού βίου. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππής: Στην κωμωδία τούτη καυτηριάζει
δηκτικώτατα ο δημοκόπος Κλέων, πρώην βυρσοδέψης, και η στρατηγία του στην Πύλο.
Ο χορός του έργου αποτελείται από μέλη της τάξεως των Ιππέων, γιατί η τάξη αυτή
ακριβώς είχε καταδικάσει άλλοτε τον Κλέωνα για δωροδοκία. Αλλά το έργο σατυρίζει
και πολλά άλλα από τότε πολιτικά και κοινωνικά ήθη των Αθηναίων. Η μετάφραση,
έμμετρη, οφείλεται στον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πλούτος: Η, χωρίς αμφιβολία, παραστικώτερη
κωμωδία τούτη του Αριστοφάνη, περιστρέφεται γύρω από ένα γενικώτερο θέμα. Ένας
γέρος ενάρετος και φτωχός, συμμορφούμενος με χρησμό, συναντά τον Πλούτο, τυφλό.
Θεραπεύοντάς τον γίνεται πλούσιος, όπως και άλλοι ενάρετοι, γιατί είχε
αποκατασταθή η πρέπουσα τάξη κι’ είχε σταματήσει η ανηθικότητα που κυριαρχούσε
πριν, όταν ο Πλούτος ήταν τυφλός. Ολόκληρη η πλοκή διαπνέεται από καυστικώτατη
σάτυρα. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κομψός στο ύφος, πυρρωνιστής στην σκέψη,
σκώπτης και χαριτολόγος, ο Λουκιανός συμπερίλαβε στις διηγήσεις του, στους
διάλογους του, θεών, ανθρώπων και νεκρών, και στις ποικίλες άλλες μελέτες του
ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο. Την αδρά και φιλολογικώς άρτια μετάφραση του
Λουκιανού, εφάμιλλη στο ύφος και στην κομψότητα με το πρωτότυπο, την οφείλουμε
στον Ιωάννη Κονδυλάκη. Έργο αυτόχρημα κλασικό, που δεν πρέπει να λείπη από καμιά
βιβλιοθήκη, η μετάφραση τούτη του Κονδυλάκη αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μιαν από
τις ωραιότερες προσφορές στην νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άπαντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΟΜΟΣ Α’. Όνειρο ή Λουκιανού βίος. -Προς
εκείνον που είπε: είσαι Προμηθέας στα έργα σου. - Πλοίον ή ευχές, - Περί
πένθους.- Τίμων ο μισάνθρωπος. - Εγκώμια μυίγας. - Θεών διάλογοι. - Κρίσεις
Θεών. - Προς Νιγρίνον επιστολή. - Νιγρίνος ή περί φιλοσοφικού χαρακτήρος. - Δίκη
φωνηέντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Β’ Διάλογοι θαλασσίων Θεών. - Αλκυών ή
περί μεταμορφώσεως. Προμηθεύς ή Καύκασος. - Νεκρικοί διάλογοι. - Μένιππος ή
νεκρομαντεία. - Φιλοψευδής ή απιστών. - Πώς πρέπει να γράφεται η Ιστορία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Γ’ Αληθινή Ιστορία. - Τυραννοκτόνος. -
Αποκηρυττόμενος. - Φάλαρις λόγος. - Αλέξανδρος ή ψευδομάντις. - Ο Ηρακλής. - Ο
Διόνυσος. - Ψευδολογιστής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Δ’ Δις κατηγορούμενος ή Δικαστήρια. -
Περί παρασίτου. - Ανάχαρσις. - Προς τον απαίδευτον και πολλά βιβλία αγοράζοντα.
– Ότι δεν πρέπει να πιστεύωμεν εύκολα την διαβολήν. - Ζευς ελεγχόμενος. -
Ρητόρων διδάσκαλοι. - Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Ε’ Ιππίας ή περί του λουτρού. -
Μακρόβιοι. - Ο θάνατος του Περεγρίνου. - Οι δραπέται. - Περί του ηλέκτρου ή των
κύκνων. – Περί του οίκου. - Πατρίδος εγκώμιον. - Περί των διψάδων. - Περί
ορχήσεως. - Ευνούχος. - Βίος Δημώνακτος. - Διάλεξις με τον Ησίοδον. - Χάρων ή
επισκοπούντες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος ΣΤ’ Εικόνες. - Υπέρ των εικόνων. -
Εταιρικοί διάλογοι. - Όνειρος ή αλεκτρυών. - Συμπόσιον ή Λαπίθαι. - Θεών
Εκκλησία, - Βίων πράσις. - Αλιεύς. - Ψευδοσοφιστής. - Περί Συρίης Θεού. - Ζευς
τραγωδός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι αντιλήψεις για τον κόσμο, για τον άνθρωπο,
για την ηθική του περιφήμου στωικού φιλοσόφου συγκεντρωμένες στο «Εγχειρίδιο»
του, σε αριστοτεχνική μετάφραση του Άριστου Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαρακτήρες: Το κατ’ εξοχήν ηθικογραφικό και
ψυχολογικό τούτο έργο του συγγραφέα και φιλοσόφου, που παράμεινε πρότυπο στο
είδος του, αποτελεί μια περιγραφή και, ταυτόχρονα, μια σάτυρα κοινωνικών και
ατομικών κακιών και ελαττωμάτων. Η μετάφραση, πιστή στο πρωτότυπο και ζωντανή,
του Μαρίνου Σιγούρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειδύλλια: Ο κοντινώτερος και συγγενικώτερος
μας από τους αρχαίους ποιητές, υμνητής του έρωτα και της φύσης, που το έργο του,
στο σύνολό του, έχει πολλές ομοιότητες και αναλογίες με τη δημοτική μας ποίηση.
Τα σωζόμενα ποιήματα του, βουκολικά, ερωτικά, μίμοι, επιγράμματα, διαπνέονται
από ζωή κι ομορφιά, που μας προσφέρουν μια ζωντανή εικόνα του αρχαίου βίου με
εκπληκτική νεωτεριστικότητα. Η μετάφραση έμμετρη, του Ιωάν. Πολέμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΟΔΟΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πατέρας της Ιστορίας ωνομάστηκε ο Ηρόδοτος,
που η πιστοποιημένη κι από άλλες πηγές ακρίβεια των όσων εκθέτει αμιλλάται προς
τη γοητεία του ύφους του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μούσες: Στο θαυμάσιο έργο του, τις «Μούσες»,
μας ιστορεί τη ζωή των αρχαίων Ασιατικών εθνών, διαφόρων βαρβάρων λαών, της
Αιγύπτου και της Ελλάδος μέχρι των Μηδικών Πολέμων. Οι εθνικοί και θρησκευτικοί
μύθοι, που αναφέρει, οι περιγραφές των τόπων και των ηθών και εθίμων, καθώς και
τα διάφορα επεισόδια που περεμβάλλει στις ιστορίες των λαών προσθέτουν άφθαστη
ομορφιά στο βιβλίο, για αυτό οι αρχαίοι έδωσαν τα ονόματα των εννέα Μουσών στα
εννέα κεφάλαια του. Η μετάφραση έγινε από τον Σκαλίδη και μ’ έλεγχο του Ι.
Ζερβού, Τόμοι τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πελοποννησιακός Πόλεμος: Η αμερόληπτη
ακρίβεια, η βαθυστόχαστη κριτική, η συντομία και λιτότητα του λόγου και τ’ αδρά
του νοήματα, ανάδειξαν τον Θουκυδίδη ως τον κορυφαίο ιστορικό του κόσμου όλων
των εποχών. Στο μοναδικό έργο του μας εξιστορεί με θαυμάσιο τρόπο τον
μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο των Ελλήνων, που αποτέλεσμα του υπήρξε η ανεπανόρθωτη
εξασθένιση της Ελλάδος. Ανατρέχοντας στα απώτατα αίτια, ο Θουκυδίδης εξηγεί τα
σχετικά με την ανάπτυξη του Ελληνισμού από τους αρχαιοτάτους χρόνους, περιγράφει
τη σύσταση και την ζωή των Πολιτειών - Κρατών, δίδοντας μας έτσι μιαν άρτια
εικόνα της ζωής των Ελλήνων. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβά. Τόμοι
τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παράλληλοι Βίοι : Ο τελειότερος και
σημαντικώτερος από τους τελευταίους Έλληνες κλασικούς, για το ύφος, το απέραντο
της σοφίας του και των γνώσεών του και την αδρότητα της σκέψης του. Ιστορικός,
ηθικολόγος και φιλόσοφος, στο έργο του συμπεριέλαβε αμύθητο πλούτο γνώσεων,
δοξασιών και γεγονότων όλου του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου μέχρι των
χριστιανικών χρόνων. Στους «Παραλλήλους Βίους» του δεν βιογραφεί απλά, παρά
κρίνει και συγκρίνει την ιστορία μεγάλων Ελλήνων και Ρωμαίων ανδρών,
περιλαμβάνοντας ταυτόχρονα κι όλα τα σχετιζόμενα μ’ αυτούς και την εποχή τους
γεγονότα, ολόκληρη σχεδόν την πολιτική και κοινωνική και, εν μέρει, την
πνευματική ζωή της Ελλάδος και της Ρώμης. Έτσι, οι Παράλληλοι Βίοι» του
αποτελούν μιαν αισθητικά δοσμένη φιλοσοφική εγκυκλοπαίδεια της ελληνικής και
ρωμαϊκής ιστορίας. Η μετάφραση έγινε από τον Αλέξανδρο Ραγκαβή. Ολόκληρο το έργο
θα κυκλοφορήση σε 10 τόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Δημοσθένης θεωρείται ως ο μεγαλύτερος
ρήτορας του κόσμου κ’ οι λόγοι του είναι το τελειότερο υπόδειγμα ρητορικής
τέχνης. Οι λόγοι τούτοι, δυνατοί και κυριολεκτούντες, ακαταμάχητοι στην
επιχειρηματολογία τους, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα στοχασμού κ’
έκφρασης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο περί του στεφάνου λόγος : «Ο περί του
στεφάνου λόγος» είναι απολογία του πολιτικού του βίου. Περιέχει τόσον μεγάλο
πλούτο σ’ έξαρση και ρητορικά σχήματα, που μπορεί ν’ αποτελέση πρότυπο για την
διδασκαλία της ρητορικής τέχνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι τρεις Ολυνθιακοί: Στους «Τρεις Ολυνθιακούς»
του εκθέτει, αποκαλύπτοντας την έτσι στους Αθηναίους, την πολιτική και τους
σκοπούς του Φιλίππου, του Βασιλιά της Μακεδονίας, επικρίνοντας τους ταυτόχρονα
για την αδράνεια τους. Οι «Τρεις Ολυνθιακοί» κρίνονται σαν οι κατ εξοχήν
πολιτικοί λόγοι του μεγάλου αθηναίου ρήτορα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Τέσσαρες Φιλιππικοί: Αντίθετα, οι «Τέσσαρες
Φιλιππικοί» του αποτελούν δριμύτατην επίθεση εναντίον του Φιλίππου και
ταυτόχρονα πρόκληση σε άμεση εναντίον του ενέργεια των Αθηνών και των άλλων
ελληνικών-Πολιτειών-Κρατών. Οι μεταφράσεις των λόγων του Δημοσθένους, ακριβείς,
διατηρούν όλη τη δύναμη και τη ζωντάνια του πρωτοτύπου κι οφείλονται στον Ν,
Γκινόπουλο. Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΜΗΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μέγιστα κι ανυπέρβλητα ποιητικά μνημεία της
παγκοσμίου σκέψεως αποτελούν τα δύο αριστουργηματικά έπη, η «Ιλιάδα» και η
«Οδύσσεια», του Ομήρου. Ό,τι δημιούργησαν οι αρχαίοι πολιτισμοί της Ανατολής σε
γνώσεις, θρησκευτικές δοξασίες, μύθους και σύμβολα, σε ηθικές αντιλήψεις και σε
τέχνη, πολλαπλασιασμένα από την πλούσια ελληνική διανόηση και διυλισμένα από την
καθαρή και λεπτή ελληνικήν αισθητική, κατάληξαν στον Όμηρο, σαν απόσταγμα
ποίησης, πλαστικότητας και κάλλους. Έτσι τα δύο ομηρικά έπη αποτελέσανε και
παραμείναν έκτοτε δυο αστείρευτες πηγές κάθε τέχνης, ιδανικά κι άφθαστα πρότυπα
για κάθε ποίηση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιλιάς: Το κυρίως ηρωικό έπος. Βασίζεται στη
φιλονεικία μεταξύ Αγαμέμνονος και Αχιλλέως, περιγράφει όλα τ’ αποτελέσματα και
τις επιπτώσεις που είχε στην τρωικήν εκστρατεία κι ανατρέχει, επεισοδιακά, σ’
όσα προηγήθηκαν της εκστρατείας και στην εν γένει ελληνική μυθολογία. Θεοί,
ήρωες, παραδόσεις, περιπέτειες, περιγραφές, αποτελούν στην «Ιλιάδα» έναν κόσμο
που κινείται και ζη μ’ όλη την ενάργεια της αλήθειας και μέσα στο άπλετο φως της
πιο υψηλής ποίησης. Η μετάφραση ρυθμική, και πιστή, του Ι. Ζερβού. Τόμοι
τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οδύσσεια: Το πολυσύνθετο και πολυμερές έπος
αυτό του Ομήρου διηγείται την δεκάχρονη περιπλάνηση του Οδυσσέα, ύστερα από τον
τρωικό πόλεμο, επιστρέφοντας στην Ιθάκη. Οι πολιτισμοί, οι θρησκείες, η Ιστορία,
τα ήθη των τότε λαών, καθώς και των μυθολογουμένων, περιλαμβάνονται και
συμπλέκονται στην αριστουργηματική, περιπετειώδη αφήγηση. Η έμμετρη μετάφραση,
από τις κλασικές πια της νεοελληνικής γραμματολογίας, έγινε από τον Ιάκωβο
Πολυλά. Το έργο θα κυκλοφορήση σε τέσσερις τόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο πολυσχιδέστερος κ' εγκυκλοπαιδικώτερος από
τους φιλοσόφους όλων των εποχών, που το έργο του υπήρξεν η βάση ολόκληρης της
νεώτερης επιστήμης και φιλοσοφίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηθικά Νικομάχεια: Πρόκειται για το πιο
νεωτεριστικό έργο του μεγάλου φιλοσόφου. Στα «Ηθικά Νικομάχεια» εξετάζονται,
αναλύονται και διατυπώνονται από θεωρητικής και, ταυτόχρονα, πρακτικής απόψεως,
οι αρχές της κοινωνικής και της ατομικής ηθικής. Η μετάφραση φιλολογική και
σαφής, έγινε από τον Κ. Ζάμπα. Τόμοι δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Περί ψυχής: Στο πολυφημισμένο τούτο έργο του ο
Αριστοτέλης διατύπωσε τις μεταφυσικές θεωρίες του για την ψυχή, βασίζοντας τις
στα δεδομένα του φυσικού κόσμου και του ορθού λόγου. Οι αντιλήψεις του υπήρξαν η
αφετηρία των περισσοτέρων από τα νεώτερα μεταφυσικά συστήματα. Η μετάφραση
οφείλεται στον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μικρά φυσικά: τα πορίσματα των πριν απ’ αυτόν
φυσικών και φιλοσόφων και κυρίως τα συμπεράσματα της κολοσσιαίας προσωπικής
εργασίας του διατύπωσεν ο Αριστοτέλης στο έργο του αυτό. Έργο βαθύτατο και
διαφωτιστικό των τότε φυσικών και βιολογικών γνώσεων. Η μετάφραση, με φιλολογική
ακρίβεια και σαφήνεια, οφείλεται στον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αθηναίων Πολιτεία : Ιστορία πολιτική και
πολιτειακή των Αθηνών, το κυριώτερο από το μεγάλο περί πολιτευμάτων έργο του
Αριστοτέλους. Στην Ιστορία τούτη θαυμάζεται ιδιαίτερα η λιτότητα και η οικονομία
του έργου. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΝΟΦΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λαξευτής του λόγου, χαρακτηριζόμενος κυρίως
για την σαφήνειά του, την λιτότητα και την περιγραφικότητά του, ο Ξενοφών
αποτελεί υπόδειγμα της Αττικής καλλιέπειας κ’ είναι ένας από τους μεγαλύτερους
ιστορικούς και ηθικολόγους της παγκοσμίου γραμματολογίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απομνημονεύματα : τα «Απομνημονεύματα» του
Ξενοφώντος είναι η περίληψη της διδασκαλίας του Σωκράτους, του οποίου επίσης
υπήρξεν μαθητής, κι αναφέρονται κυρίως στις ηθικές αντιλήψεις του μεγάλου
φιλοσόφου. Η μετάφραση έγινε από τον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύρου Ανάβασις: Ιστορία της εκστρατείας του
Κύρου του νεωτέρου και κυρίως η αφήγηση της επιστροφής των δέκα χιλιάδων Ελλήνων
υπό την στρατηγία του Ξενοφώντος. Η περιγραφή των χωρών και των λαών της Ασίας
επιτείνει την ζωηρότητα του ύφους και το ενδιαφέρον της ιστορικής αφήγησης.
Μετάφραση Δ. Αναστασοπούλου του Αθηναίου. Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στους θαυμάσιους διαλόγους του ο Πλάτων
απέδωσε την διδασκαλία του Σωκράτους και διατύπωσε εξαιρετικής γενικότητας δικές
του θεωρίες για τον κόσμο και για τον άνθρωπο, για την ψυχή και για τον νου, για
την πολιτεία και για την ηθική, επηρεάζοντας βαθύτατα τον Χριστιανισμό και τις
ηθικές και κοινωνικές αντιλήψεις των νεωτέρων χρόνων ως τις μέρες μας. Οι
διάλογοι του αποτελούν άρτια εγκυκλοπαιδική διδασκαλία της αρχαίας σοφίας, κ’
έχουν τόση φυσικότητα, περιγραφή και χάρη, που μπορούν να χαρακτηρισθούν κι ως
φιλοσοφικά δράματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίδων: Πρόκειται για υψηλή και βαθιά μελέτη
περί ψυχής. Ο Σωκράτης, ανάμεσα στους μαθητές του, στις τελευταίες ώρες της ζωής
του, διδάσκει με ηρεμία και γαλήνη τον θείο προορισμό του ανθρώπου και φέρνει
δυνατά επιχειρήματα για την ύπαρξη ζωής ύστερ’ από τον θάνατο. Η λιτή δραματική
αφήγηση του θανάτου του Σωκράτους, με κώνειο, είναι από τις ωραιότερες σελίδες
της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Η μετάφραση έγινε από τον Αρ. Χαροκόπο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων : Ο μεγάλος φιλόσοφος, παρακινούμενος
από τον Κρίτωνα να φύγη, για να μην υποστή την άδικη τιμωρία, αρνείται και
εξηγώντας τους λόγους διδάσκει γιατί και πώς πρέπει ν’ αγαπούμε και να σεβώμαστε
την πατρίδα και τους νόμους της. Μετάφραση Ν. Γκινοπούλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος: Από τα τελευταία έργα του Πλάτωνος.
Σ’ αυτό ερευνώνται τα σχετικά με την ανθρώπινη γνώση και καθορίζεται το τι είναι
επιστήμη. Η ενάργεια της σκέψης, η βαθύτητα του νοήματος και η ακρίβεια της
φιλοσοφικής διατύπωσης κάνουν τον «θεαίτητον» έναν από τους εξοχώτερους
πλατωνικούς διάλογους. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος: Με βαθύτατη παρατηριτικότητα κ’
εύληπτη ανάλυση στον διάλογο τούτο εξετάζεται το πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα, για
το πώς πρέπει ν’ αποβλέπομε στη μουσική ετυμολογία των λέξεων και ίσαμε ποιο
σημείο είναι δυνατόν να χειραφετηθή η σκέψη από τις ατέλειες της γλώσσας.
Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σοφιστής: Πρόκειται για εξαιρετικά τολμηρή
φιλοσοφική έξαρση προς εξακρίβωση των ορίων της ανθρωπίνης νοήσεως, γι’ αυτό και
θεωρείται ως η μεταφυσική του Πλάτωνος. Σ’ ό,τι αφορά στην λογική του, είναι ο
πιο πολύτροπος και οξύς από τους πλατωνικούς διάλογους. Η μετάφραση έγινε από
τον Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολιτικός : Στον διάλογο τούτο αναλύεται
φιλοσοφικά η ανθρώπινη ενέργεια στην πράξη και τη θεωρία, κι ο συγγραφέας,
χρησιμοποιώντας έναν μύθο, παρουσιάζει άλλο είδος, πολιτεύματος για να υποδείξη
τις ατέλειες των υπαρχόντων πολιτευμάτων. Έτσι, ο διάλογος αυτός αποτελεί την
κατ’ εξοχήν κοινωνιολογική μελέτη του Πλάτωνος. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαρμίδης: 0 «Χαρμίδης» αποτελεί επισκόπηση της
ηθικής, κ’ εξετάζει κυρίως το τι είναι σωφροσύνη, για να συμπεράνη ότι και αυτή,
όπως τόσες άλλες ηθικές αξίες, είναι σχετική και επομένως απροσδιόριστος από
πολλές απόψεις. Μετάφραση Άριστου Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας μείζων και ελάσσων: Στον «Ιππία
μείζονα», ο Σωκράτης φέρνει σε αντιφάσεις τον σοφιστή Ιππία, προκαλώντας τον να
ορίση το Ωραίον. Ερευνάται αν Ωραίον είναι το πρέπον ή το χρήσιμο ή το ικανό ή,
γενικώτερα ακόμη, αν το Ωραίον είναι το αίτιο του αγαθού ή, πιο θετικά, αυτό που
ευχαριστεί την δράση και την ακοή. Όλους τους ορισμούς αυτούς, ο Σωκράτης τους
ελέγχει ως αυτοτελείς, υποδεικνύοντας εντούτοις ως κάτι ευχάριστο κ’ επαρκή για
τον νου μια τέτοια πολλαπλή και διαφορότροπη επισκόπηση των γενικών ζητημάτων.
Σε παρόμοιο συμπέρασμα καταλήγει κι ο «Ιππίας ελάσσων», ερευνώντας όμως κάτι
άλλο: αν και κατά πόσον η αλήθεια διαφέρει από το ψέμμα. Μετάφραση Κ.
Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίδρος: Περιμάχητος διάλογος, που από την
αρχαιότητα κιόλας πότε προκαλούσε τον έπαινο και πότε την επίκριση για τις
παράτολμες περί ηθικής ιδέες του, οι οποίες αναπτύσσονται τεχνικώτατα και με
παραστατικό λυρισμό. Πραγματεύεται τον έρωτα, το κάλλος και όλα τ’ ανάλογα
ψυχικά συναισθήματα, αντικρούοντας και συμπληρώνοντας έναν σχετικό λόγο του
Λυσίου κι αποδείχνοντας, ταυτόχρονα, πως η ρητορική μόνο με τη φιλοσοφία μπορεί
ν’ αναχθή σε τέχνη. Μετάφρ. Κ. Γούναρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλκιβιάδης Α’ Αλκιβιάδης Β’ : η αυτοεπίγνωση,
το «γνώθι σαυτόν», κι ακόμη βαθύτερα η θεώρηση του εσωτερικού κόσμου μας τίθεται
στον Αλκιβιάδη σαν αφετηρία και βάση της εξύψωσης του ανθρώπου. Αφού
διευκρινισθή πρακτικά, ότι χωρίς την αυτεπίγνωση δεν έχουμε ορθή αντίληψη του
δικαίου και του οφελίμου, μετά γενικεύεται η ιδέα της αυτοεπίγνωσης και η
ωφέλεια που έχουμε απ’ αυτήν παρουσιάζεται σαν εκείνο που κατ’ εξοχήν
τελειοποιεί τον άνθρωπο και που τον εξυψώνει προς το θείο. Έτσι, οι αντιλήψεις
του διαλόγου τούτου είναι ο πυρήνας, μπορεί να πη κανείς, της Νεοπλατωνικής
Φιλοσοφίας. Ο συναπτόμενος διάλογος «Αλκιβιάδης Β’» ξεκινώντας από τ’ ότι οι
άνθρωποι προσεύχονται για να ζητήσουν πολλές φορές επιβλαβή πράγματα, καταλήγει
στ’ ότι αγνοούμε το τι είναι το ωφέλιμο και τι το αγαθό. Η μετάφραση του Ν.
Καζαντζάκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίππαρχος, Οι αντεραστές: στον πρώτο από τους
δυο αυτούς διαλόγους, τον «Ίππαρχο», ερευνάται τι είναι η αγάπη του κέρδους και,
πιο γενικά, η τάση του ανθρώπου να ωφεληθεί από τον διπλανό του και να
επικρατήση, και κατά πόσο μια τέτοια τάση είναι βλαβερή και άδικη. Αφού
αποδειχθή η σχετικότητα των παρομοίων αντιλήψεων, συμπεραίνεται ότι η
φιλοκέρδεια είναι μια φυσική ανθρώπινη ροπή. Στους «αντεραστές» εξετάζεται τι
είναι φιλοσοφία και κατά πόσον και πώς ωφελεί, κατακρίνονται δε αυτοί που την
απλή πολυμάθεια την παρουσιάζουνε σαν σοφία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκυών : Στον πρώτο από τους
τρεις αυτούς διαλόγους ερευνάται τι είναι πλούτος και κατά πόσον μπορεί να είναι
ωφέλιμος στον άνθρωπο. Στον δεύτερο, τον «Αξίοχο», γίνεται επισκόπηση της
εσώτερης πίστης που έχει ο άνθρωπος για την ψυχή και η πίστη τούτη προβάλλεται
έμμεσα σαν εκμηδένιση του φόβου του θανάτου. Στην «Αλυόνα», ποιητικά και με
κάποιον μυστικισμό, ερμηνεύεται η μεταμορφωτική δύναμη της ύλης της φύσεως. Η
μετάφραση έγινε από τον Γ. Μάνεση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρμενίδης: Ο Παρμενίδης και ο Ζήνων ο Ελεάτης
υποστηρίζουν δογματικά το ενιαίο του σύμπαντος, αποδείχνοντας με πλήθος
μεταφυσικούς ισχυρισμούς το αδύνατο της πολλαπλότητας των όντων. Μα ο Σωκράτης,
με αλλεπάλληλες ερωτήσεις τους φέρνει σε αντιφάσεις, για να προκύψη τελικά ως
βαθύτερο συμπέρασμα του διαλόγου, η σχετικότητα των ανθρωπίνων γνώσεων και το
σφαλερό κάθε δογματικής θεωρίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμπόσιον: Σε συμπόσιο, όπου γιορτάζεται η
νίκη του πλουσίου δραματικού ποιητού Αγάθωνος, οι συνδαιτυμόνες αποφασίζουν να
εγκωμιάσουν, κάθε ένας χωριστά, τον έρωτα. Τελευταίος μιλεί ο Σωκράτης για να
ορίση ότι ο έρωτας, όπως τον εννοούν όλοι, είναι η επιθυμία του ανθρώπου για την
ομορφιά. Στην διήγηση του περιλαμβάνει τον μύθο της γένεσης του Έρωτα, γεμάτον
βαθύ και υψηλόν μυστικισμό, και παρουσιάζει ιδεολογικά τον ερωτικό πόθο σαν
φιλοσοφική έφεση, ως τάση προς ευδαιμονία και, μαζί, αθανασία. Ο ξαφνικός
ερχομός του Αλκιβιάδη, μεθυσμένου, που πειράζει φιλικά τον Σωκράτη, επιβεβαιώνει
παραστατικά τη σωκρατική ιδεολογία. Μεταφραστής ο Ν. Κουντουριώτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύδημος : Ο διάλογος αυτός αποτελεί σφοδρήν
επίθεση και επίκριση των αμφιγνωμιών, των σφαλερών συλλογισμών και της κενότητας
της σκέψης και των γνώσεων των σοφιστών, όχι τόσο των επιφανών και
φιλοσοφούντων, όσο των κοινών και ρητορευόντων. Ορισμένοι υπαινιγμοί αφορούν
στον Αντισθένη και στον Ισοκράτη. Μεταφραστής ο Α. Χαροκόπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων : Από τους πιο λιτούς πλατωνικούς
διάλογους, που δείχνει, εντούτοις, την ευρύτητα και την πολυμέρεια του μεγάλου
φιλοσόφου. Εξετάζει και αναλύει την αρετή, αν και κατά πόσον είναι έμφυτη στον
άνθρωπο. Η μαθηματικά διατυπωμένη σκέψη, η αλληλουχία και η ακρίβεια των
συλλογιστικών επιχειρημάτων καθώς και η οικονομία του, που περιορίζει αυστηρά το
θέμα του, πλησιάζουν τον διάλογο αυτόν στην λεγομένη, κιόλας, θετική φιλοσοφία.
Η μετάφραση έγινε από τον Χαρίλαο Παπαντωνίου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεάγης. Περί δικαίου. Περί αρετής : στον
πρώτον από τους τρεις αυτούς ους, ο Πλάτων εξετάζει το τι είναι σοφία και αν
μπορή να διδαχτή, και θέτει σαν βάση της μόρφωσης και της επίδοσης του ανθρώπου
την εσωτερική φυσική κλίση του. Στον διάλογο τούτο γίνεται πολύς λόγος από τον
Σωκράτη για το γνωστό δαιμόνιό του. Στον δεύτερο ερευνάται αν η αντίληψη του
δικαίου είναι έμφυτη ή επίκτητη, και στον τρίτο αν μπορή να διδαχτή ή όχι η
αρετή, για να καταλήξη στο συμπέρασμα, ότι η αρετή είναι θείο δώρο. Μετάφραση
του Σ. Λιμπεροπούλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φίληβος : Στην ερώτηση, πού βασίζεται το
αγαθό, ο Φίληβος απαντά προβάλλοντας την ηδονή κι ο Σωκράτης αντιπαραβάλλει τη
φρόνηση. Κι αφού δειχτή, ότι για τον άνθρωπο είναι σημαντικώτερη η φρόνηση, ως
κάτι πεπερασμένο και αντιληπτό συμπεραίνεται ότι ο συνδυασμός φρονήσεως και
αρετής οδηγεί στο αγαθό. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας : Ύστερα από ωραία και ειρωνική
περιγραφή των επιδειχτικών και φαντασμένων τρόπων των σοφιστών, γίνεται
συζήτηση, ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Πρωταγόρα, περί αρετής. Επιδέξια
φέρνοντας σε αδιέξοδο τον σοφιστή, ο Σωκράτης αποδείχνει πως η αρετή είναι
αυτοδίδαχτη κ’ ύστερα, μεταστρέφοντας τους συλλογισμούς του την παρουσιάζει σαν
αποτέλεσμα γνώσης. Μετάφραση Α. Χαροκόπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας : Αναφερόμενος στη μυθολογουμένη χώρα
της Ατλαντίδος, της οποίας μας δίδεται ποιητική και εξαιρετικά παραστατική
περιγραφή, ο Ελάτων διατυπώνει εδώ το ιδανικό, κατά την αντίληψή του πολιτικό
και κοινωνικό σύστημα: έναν συνδυασμό μοναρχίας και ομοσπονδιακής οργάνωσης.
Μετάφραση Α. Χαροκόπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λάχης: Ο διάλογος αυτός θέτει σαν βάση
ανατροφής την ανδρεία, κι από ηθική κι από υλική άποψη. Εξετάζοντας το τι είναι
η ανδρεία και μην καταλήγοντας σε κανέναν ορισμό, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι
οι αρετές δεν μπορούν να καθοριστούν θεωρητικά και απόλυτα. Μεταφραστής ο
Άριστος Καμπάνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λύσις : Διάλογος μεταξύ Σωκράτους και ωραίων
εφήβων στην παλαίστρα, που ερευνά τα σχετικά με την φιλία που αρμόζει στους
νέους απέναντι των μεγαλυτέρων τους και, πιο γενικά, την φιλία σαν ατομική και
κοινωνικήν αρετή. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απολογία Σωκράτους: Το δράμα της δίκης και της
καταδίκης του Σωκράτους, και κυρίως η απλή και σοφή εξιστόριση της ζωής και της
διδασκαλίας του, όπως μας δίδεται από τον ίδιο το Σωκράτη, ενώ απολογείται, σαν
υπεράσπιση του εαυτού του κατά των κατηγόρων του. Η μετάφραση έγινε από τον Αλ.
Μωραϊτίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων: Στον διάλογο τούτο εξετάζεται και
αναλύεται με βαθύτητα φιλοσοφική και φιλελευθερισμό το τι είναι οσιότης, δηλαδή
ευσέβεια, αρετή και νομιμοφροσύνη. Επικρίνοντας την πρόληψη και την κατά τύπους
μόνον και παράδοσιν ευσέβεια, θέτει σαν αφετηρία και γνώμονα της αληθινής ηθικής
την έμφυτη και κατά συνείδησιν ηθικότητα. Μετάφραση Αλ. Μωραϊτίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γοργίας: Συζήτηση του Σωκράτους με τον διάσημο
σοφιστή της αρχαιότητος Γοργία, που δίδασκε πως η τυπική μόρφωση - η
επιστημονική πολυμάθεια, όπως λέγεται σήμερα - αρκεί για ν’ αναδειχτή ένας
άνθρωπος. Θέμα της συζητήσεως είναι, αν η ρητορική πετυχαίνει να δώση την
υπεροχή, πράγμα που αποκρούει ο Σωκράτης, αποδείχνοντας πώς η αληθινή μόρφωση
είναι αυτή που θεμελιώνεται πάνω στην φιλοσοφία. Μετάφραση Αλ.
Φιλαδελφέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος : Μοναδικός στο είδος του διάλογος,
γιατί αποτελώντας τάχα εγκώμιο για Αθηναίους που έπεσαν στον πόλεμο, γραμμένο
από την Ασπασία, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά λεπτή κ’ ειρωνική σάτυρα της
φλύαρης ρητορείας και των ρητόρων της εποχής εκείνης, των οποίων μιμείται με
θαυμαστή τέχνη το ύφος και την παραλογιζόμενη σοφιστεία. Η μετάφραση έγινε από
τον Ι. Ζερβό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τίμαιος : Αποτελεί σύστημα μεταφυσικής
φιλοσοφίας περί γενέσεως του κόσμου και περί φύσεως του ανθρώπου, που
παρουσιάζει πολλή συγγένεια με τις θεωρίες των Πυθαγορείων. Ο Τίμαιος αναπτύσσει
βαθύτατες ιδέες για τον χαρακτήρα του κόσμου και ο Σωκράτης διευκρινίζει,
συντελώντας στην ενάργεια και την παραστικότητα του πλατωνικού ύφους. Η
μετάφραση έγινε από τον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίων. Μίνως. Δημόδοκος. Σίσυφος. Κλειτοφών: Ο
πρώτος από τους διάλογους αυτούς ελέγχει την επιπόλαιη γνώση. Ο δεύτερος
αναφέρεται στις περί του δικαίου και της αρετής γενικές και σχετικές αντιλήψεις.
Ο «Δημόδοκος», ξεκινώντας από το ερώτημα, αν και από ποιους πρέπει να ζητούμε
συμβουλές, ανάγεται, πιο γενικά, στην εξέταση του τρόπου και του ποιού της
επίκτητης μόρφωσης. Ο «Σίσυφος» αναλύει τι είναι πρακτική και τι θεωρητική σκέψη
και πόσον είναι ωφέλιμη. Ο «Κλειτοφών», τέλος επισκοπώντας τις περί ηθικής
αντιλήψεις, αποδείχνει τη σχετικότητά τους. Μεταφραστής ο Ν. Καζαντζάκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολιτεία: Το πρωτοτυπώτερο και πλαστικώτερο
από τα πλατωνικά έργα, αποτελούμενο από δέκα βιβλία. Το πρώτο βιβλίο, που
αναφέρεται στην δικαιοσύνη, γίνεται η αφετηρία για να διατυπωθή μετά η ιδέα του
ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζόμενη ισότητα δικαιωμάτων των πολιτών, ο
διακανονισμός ίσης εργασίας, η κατανομή των πολιτών σε τρεις τάξεις, η εξίσωση
ανδρών και γυναικών, η κοινογαμία κ’ η κοινοκτημοσύνη, ο αποκλεισμός των
ποιητών, ο περιορισμός της αύξησης του πληθυσμού, οι πρωτόρρυθμες γενικές αρχές
του κοινωνικού και αστικού δικαίου, συνδυαζόμενες σε οργανικό σύστημα στο έργο
αυτό, αποτέλεσανε την αφετηρία πολλών φιλοσοφικών, κοινονιωλογικών και πολιτικών
θεωριών. Έτσι, που και από την άποψη αυτή αποτελή ένα από τα σημαντικώτερα
δημιουργήματα της ανθρώπινης σκέψης. Η μετάφραση οφείλεται στον Ιωάννη Γρυπάρη.
Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νόμοι και Επινομίς : Το πιο ώριμο από τα έργα
του Πλάτωνος, σε δώδεκα βιβλία. Ο διάλογος, στον οποίο δεν παρουσιάζεται πια,
διδάσκοντας ή ελέγχοντας, ο Σωκράτης, μα κάποιος ανώνυμος Αθηναίος, δηλαδή ο
Πλάτων, διεξάγεται κατά το διάστημα μιας πορείας από την Κνωσσό ως το άντρο του
Διός: μιας ημέρας. Στον διάλογο παίρνουνε μέρος ο Λακεδαιμόνιος Μέγιλος, και ο
Κρητικός Κλεινίας, που εκπροσωπούν τα δύο περιφημότερα αρχαία πολιτεύματα, το
μινωικό και το σπαρτιατικό. Εδώ δε θα συναντήσουμε περιγραφές χαρακτήρων και
επεισόδια. Κάθε συζητητής παρουσιάζεται απλά σαν εκπρόσωπος μιας ωρισμένης
θεωρίας, για να διατυπωθή τελικά η ώριμη φιλοσοφική αντίληψη του Πλάτωνος σε
πολιτικό σύστημα, επιδεχτικό εφαρμογής. Η «Έπινομίς», αποτελώντας συνέχεια των
«Νόμων» είναι ταυτόχρονα και μια επεξήγηση τους συχνά. Μεταφραστής ο Κ. Ζάμπας.
Τόμοι τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επιστολές και Όροι: Οι αποδιδόμενες, από την
αρχαιότητα κιόλας, επιστολές στον Πλάτωνα, αναφέρονται στις φιλοσοφικές
αντιλήψεις του και δίδουν πλείστες όσες λεπτομέρειες για την ζωή του μεγάλου
φιλοσόφου. Με τις «Επιστολές» συνεκδίδονται και οι «‘Όροι», - ερμηνεία, δηλαδή,
ειδικών λέξεων και φιλοσοφικών όρων που συναντούνται στα διάφορα έργα του
Πλάτωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ Ο.Τ.Ε.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αίθουσα 1.000 τετραγωνικών μέτρων. Χιλιάδες
είδη βιβλίων στις μισές τιμές και με μεγάλες ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γ. ΛΑΔΙΑΣ & ΣΙΑ Ε.Π.Ε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκιδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιαρίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Αυλίδη : Μια από τις
παθητικώτερες και καλύτερες τραγωδίες του Ευριπίδη. Οι προσπάθειες του
Αγαμέμνονος να σώση την κόρη του, η συμπάθεια και κατανόηση του Μενελάου, που
έρχονται αργά, για το θύμα, η τολμηρή αντίσταση του Αχιλλέα εναντίον του στρατού
για να σωθή η μνηστή του, εντείνουν την δράση και την τραγικότητα. Η λύση του
δράματος δίδεται από τον από μηχανής θεόν. Η μετάφραση, σε στίχους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΛΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΓΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-89484717015182210282013-09-04T06:07:00.002-07:002013-09-04T06:07:20.470-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ: ΗΛΕΚΤΡΑ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ:
ΗΛΕΚΤΡΑ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο J.D. Denniston υπήρξε ένας από τους πιο
διαπρεπείς Άγγλους ελληνιστές του 20ού αιώνα, βαθύς γνώστης της αρχαίας
ελληνικής λογοτεχνίας. Η σειρά "Κλασική Βιβλιοθήκη Καρδαμίτσα" θεώρησε χρέος της
να συμπεριλάβει και τη σημαντική αυτή σχολιασμένη έκδοση της Ηλέκτρας του
Ευριπίδη, που αποτελεί βοήθημα πολύ υψηλού επιστημονικού επιπέδου για τον
σπουδαστή, τον διδάσκοντα και κάθε ενδιαφερόμενο για την αρχαία ελληνική
τραγωδία. Το κείμενο είναι του Gilbert Murray, από τη σειρά των "Oxford
Classical Texts". Ο J.D. Denniston, στην εισαγωγή του, εξετάζει, εκτός των
άλλων, την εξέλιξη του μύθου του εκδικητή Ορέστη από τον Όμηρο ως τον Ευριπίδη
και τον τρόπο με τον οποίο οι τρεις μεγάλοι Έλληνες τραγικοί διαχειρίζονται αυτή
την ιστορία.Το ερμηνευτικό υπόμνημα αποτελεί μόνο του ανεκτίμητο ταμείον
φιλολογικών και λογοτεχνικών γνώσεων, που βοηθά τον αναγνώστη να προσεγγίσει το
κείμενο με επιτυχία και να το απολαύσει.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ (βωβόν πρόσωπον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ ΜΥΚΗΝΑΙΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">{Η σκηνή πλησίον του Άργους}</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω αρχαίον Άργος και ρεύματα του Ινάχου, από τα
οποία άλλοτε έπλευσεν εις την Τρωάδα με χίλια πλοία ο βασιλεύς Αγαμέμνων, και
αφού εφόνευσε τον βασιλέα Πρίαμον και εκυρίευσε τη δοξασμένη πόλι του Δαρδάνου,
εκρέμασεν, όταν επέστρεψε, πολλά βαρβαρικά λάφυρα εις τους υψηλούς ναούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις αυτό αλήθεια η τύχη τον εβοήθησε∙ μόλις
όμως εγύρισεν, εφονεύθη μέσα εις το σπίτι του, με πανουργία της γυναικός του
Κλυταιμνήστρας από τον Αίγισθον τον υιό του Θυέστου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αυτός μεν έτσι εχάθη και άφησε τον παλαιό
θρόνο του Τάνταλου, βασιλεύει δε τώρα ο Αίγισθος με γυναίκα την σύζυγό του, την
κόρη του Τυνδάρεω. Από τα παιδιά όμως, που άφησεν ο Αγαμέμνων, όταν έφυγεν εις
την Τροία, τον μεν Ορέστη, που ήθελε να σκοτώση ο Αίγισθος, τον έκλεψεν ο
γέρω-παιδαγωγός του πατέρα του, και τον έδωκεν εις την Φωκίδα, εις τον Στόφιο,
να τον αναθρέψη, η δε Ηλέκτρα έμεινε με την μητέρα της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν αυτή έφθασεν εις τρυφεράν ηλικία γάμου,
την εζήτουν γυναίκα οι πρώτοι της Eλλάδος, αλλ’ ο Αίγισθος, φοβούμενος μήπως, αν
τυχόν υπανδρεύετο με κανένα επίσημον, γεννήση παιδί, που να εκδικήση το φόνο του
Αγαμέμνονος, την εκράτει κοντά του χωρίς να την δίδη σε κενένα. Επειδή όμως και
τούτο με τον καιρόν ήτον επίφοβο, γιατί ημπορούσε ν’ αποκτήση κρυφά παιδιά με
κανένα επίσημον, εσκέφθη να την βγάλη από το μέσο, μόλις δε και μετά βίας την
έσωσεν από τα χέρια του η σκληρά μητέρα της, η οποία δια μεν τον φόνο του ανδρός
της εύρισκε δικαιολογίας, εφοβείτο όμως μήπως γείνη μισητή, αν εσκότωνε και την
κόρη της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ένεκα όλων αυτών λοιπόν ιδού τι εμηχανεύθηκεν
ο Αίγισθος. Επροκήρυξε πρώτα αμοιβήν εις όποιον εσκότωνε τον φευγάτον υιό του
Αγαμέμνονος, και έπειτα έδωσεν εις εμένα την Ηλέκτραν γυναίκα. Είναι αλήθεια ότι
οι πατέρες μου είναι Μυκηναίοι την καταγωγή, και γι’ αυτό δεν ημπορεί να με
κατηγορήση κανείς, διότι το γένος μας είναι καλόν, αλλ’ είμεθα πτωχοί, και ο
πτωχός χάνει την ευγένειά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την έδωσε λοιπόν εις εμένα τον μικρό, για να
έχη μικρό και τον φόβο, διότι, αν η Ηλέκτρα είχεν ισχυρόν άνδρα, αυτός θα έφερε
πάλιν εις το μέσο τον λησμονημένο φόνο του Αγαμέμνονος, και ο Αίγισθος θα
εύρισκε τα επίχειρα των όσων έκαμεν. Εγώ όμως, ας είναι μάρτυς μου η Κύπρις
Αφροδίτη, δεν ηθέλησα ποτέ να την υποβάλω εις τον εξευτελισμόν ενός τέτοιου
γάμου, και είναι ακόμη παρθένος. Εθεώρησα άσχημο να ταπεινώσω παιδιά επισήμων
ανθρώπων, ενώ εγώ δεν είμαι άξιος αυτών. Και λυπούμαι μόνο τον τάχα συγγενή μου,
τον δυστυχισμένον Ορέστην, αν έλθη ποτέ εις το Άργος και ιδή το εξευτελισμένο
συνοικέσιο της αδελφής του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όποιος δε με νομίζει ανόητο, διότι έχω εις το
σπίτι μου νέαν παρθένον και δεν την αγγίζω, ας ηξεύρη ότι μετρά την αρετή με
κακό μέτρο, και ότι ο ίδιος δεν είναι ενάρετος άνθρωπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (εμβαίνουσα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκοτεινή νύχτα, μητέρα των χρυσών άστρων, όπου
με την στάμναν αυτήν εις το κεφάλι έρχομαι εις τας πηγάς του ποταμού, όχι τόσον
από ανάγκην, αλλά για να βλέπουν οι θεοί την ύβριν του Αιγίσθου, και για να χύνω
θρήνους εις τον απέραντον ουρανό για τον πατέρα μου! Η σκύλλα η κόρη του
Τυνδάρεω, η μητέρα μου, με έδιωξε χάριν του ανδρός της από το σπίτι, και, επειδή
έκαμε άλλα παιδιά με τον Αίγισθον, δεν φροντίζει πειά ούτε για τον Ορέστη ούτε
για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί κοπιάζεις έτσι, δυστυχισμένη, για μένα,
ενώ έχεις τόσαις συμφοραίς, ενώ ήσουν πριν τόσον καλοαναθρεμμένη; Χίλιες φοραίς
σου το λέγω, και όμως συ δεν ακούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εσένα εγώ σε θεωρώ αγαπητό σαν τους αθανάτους
θεούς, γιατί δεν με εξευτέλισες ακόμη περισσότερον εις τα δεινά μου. Είναι
μεγάλη τύχη εις τον άνθρωπον να εύρη τέτοια παρηγοριά μεγάλης συμφοράς. Γι’ αυτό
πρέπει και μόνη να σε ανακουφίζω από τους κόπους σου για να τους υποφέρης
ευκολώτερα και να μοιράζωμαι τας εργασίας σου. Εσύ έχεις αρκετά έξω να
εργάζεσαι. Για ό, τι όμως υπάρχει εις το σπίτι, είναι ιδικό μας καθήκον να
φροντίζομεν. Είναι τόσον ευχάριστον εις τον εργατικό, όταν γυρίζη εις το σπιτικό
του, να ευρίσκη όλα τακτικά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού έτσι νομίζεις, πήγαινε! άλλως τε και η
βρύσι δεν είναι μακρυά. Εγώ μόλις ξημερώση θα φέρω τα βώδια εις τα χωράφια, και
θα σπείρω, γιατί κανείς οκνηρός δεν ημπορεί να κερδίζη την ζωή του μόνο με
παρακάλεια προς τους θεούς εις το στόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(εξέρχονται)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ (εισέρχεται με τον Πυλάδην)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πυλάδη, εσένα εγώ σε θεωρώ περισσότερον από
όλους τους άλλους ανθρώπους φίλο μου και σύντροφον εγκαρδιακό μου, γιατί μόνος
εσύ μου έμεινες αφωσιωμένος, ενώ υπέφερα ό, τι υποφέρω από τον Αίγισθον, που
εσκότωσε με την κακούργο μητέρα μου τον αγαπημένο μου πατέρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα φθάνω από το μαντείο των Δελφών εις το
Άργος, χωρίς να το ηξεύρη κανείς, για να εκδικήσω τον θάνατόν του. Επήγα αυτή
την νύκατα εις τον τάφον του και κρυφά από τον βασιλέα του τόπου έχυσα τα δάκρυά
μου, έκοψα αφιέρωμα τα μαλλιά μου και έσφαξα επάνω εις την νεκρική φωτιά ένα
πρόβατο. Μέσα εις τα τείχη δεν πηγαίνω, διότι ήλθα εις τα σύνορα ακριβώς του
Άργους με δυο σκοπούς. Να φύγω πρώτα γρήγορα εις άλλη χώρα, αν κανείς με
αναγνωρίση, και έπειτα να προσπαθήσω να εύρω την αδελφή μου, η οποία λέγουν ότι
υπανδρεύθη και κατοικεί εδώ. Θέλω να συνεννοηθώ μαζύ της για τον φόνο του
Αιγίσθου και να μάθω ακριβώς τι γίνεται μέσα εις τα τείχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα λοιπόν, επειδή η αυγή αρχίζει να φωτίζη,
ας περιπατώμεν εδώ εις το μονοπάτι έξω από τον δρόμο, διότι κάποιος γεωργός ή
υπηρέτρια θα φανή, από τους οποίους θα πληροφορηθώμεν αν η αδελφή μου κατοικεί
εδώ. Αλλά να! βλέπω μίαν υπηρέτριαν, η οποία έχει στάμνα εις το κουρεμένο κεφάλι
της. Ας καθήσωμεν και ας την ερωτήσωμεν, μήπως μάθωμεν τίποτε για ό, τι ήλθαμεν
εις αυτόν τον τόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (εισερχομένη)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τάχυνε τα βήματά σου …. εμπρός! και χύνε
δάκρυα!.... Αλλοίμονο! Αλλοίμονό μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είμαι κόρη του Αγαμέμνονος, μ’ εγέννησεν η
Κλυταιμνήστρα, η μισητή κόρη του Τυνδάρεω και με ονομάζουν την δυστυχισμένην οι
πολίται Ηλέκτραν. Αλλοίμονον! Αλλοίμονο! τι φρικτή κατάστασις! τι ανυπόφορος
είναι η ζωή μου!..... Και συ πατέρα μου, κείτεσαι εις τον Άδην, σφαγμένος από
τον Αίγισθο και την γυναίκα του!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κλάψε, κακομοίρα, τον ίδιο θρήνο πάλι, ζήτησε
παρηγοριάν εις την ευχαρίστησι των δακρύων!.... και τάχυνε το βήμα σου…. είναι
καιρός! εμπρός, εμπρός! χύνε δάκρυα…. Αλλοίμονον! Αλλοίμονόν μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις ποια πόλι, εις ποιο σπίτι, καϋμένε αδελφέ,
πλανάσαι και αφήνεις σε φρικταίς συμφοραίς την δυστυχισμένη αδελφή σου; Έλα να
με σώσης από τα δεινά αυτά και να εκδικήσης τον φρικτό φόνο του πατέρα μας….
Φέρε εις το Άργος το πλανημένο βήμα σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας καταιβάσω την στάμναν από το κεφάλι μου για
να κλάψω τώρα την χαραυγή τον πατέρα μου με θρήνους εγκαρδίους. Φωνές πόνου,
μοιρολόγια σου στέλλω με κλάματα κάτω από την γη, πατέρα…. Με αυτά τρώγω την ζωή
μου, ξεσχίζω με τα νύχια το πρόσωπό μου, και χτυπώ με τα χέρια το ασχημισμένον
από το κούρευμα κεφάλι μου. Το εκούρευσα για τον θάνατό σου! Αι! Αι! ….. χτύπα
το κεφάλι σου!... Όπως κλαίει μελωδικός κύκνος εις τα ρεύματα του ποταμού τον
αγαπημένο του γονιό που εσκοτώθηκε μέσα σε δολερά βράχια, έτσι και εγώ σε κλαίω,
πατέρα μου, εσένα και τα τελευταία λουτρά που έλουσες το σώμα σου, εις το φρικτό
κρεββάτι του θανάτου….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ! Αχ! το πικρό χτύπημα του κοπιδιού…. η
πικρά επιστροφή σου από την Τροίαν!.... Δεν σε εδέχθηκε με ταινίας η γυναίκα
σου, ούτε με στεφάνους, αλλά με δίστομο μαχαίρι σε έκαμε ελεεινό παίγνιο εις τον
Αίγισθο και επήρε τον δόλιον άνδρα της…..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ (εισερχόμενος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! κόρη Αγαμέμνονος Ηλέκτρα, ήλθαμεν εις το
αγροτικό σπίτι σου, γιατί έφθασε κάποιος γαλακτοπότης ορεσίβιος Μυκηναίος, που
ειδοποίησεν ότι οι Αργείοι ετοιμάζουν μεθαύριο θυσίαν και ότι όλαι αι νέαι θα
παρελάσουν εις τον ναόν της Ήρας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είναι για εορτάς, δεν είναι για χρυσά
στολίδια η ψυχή μου, καλές μου. Ούτε θα χορέψω η δυστυχισμένη εγώ μαζύ με τας
γυναίκας του Άργους. Με δάκρυα χορεύω και δάκρυα σκέπτομαι η κακομοίρα κάθε
ημέραν. Ιδέτε τα ρυπαρά μαλλιά μου και την κατάστασι των ρούχων μου, αν πρέπουν
εις την βασιλική κόρη του Αγαμέμνονος, και εις την Τροίαν, που ενθυμείται την
δόξαν του!.....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">΄Ελα μαζύ μας, η θεά είναι μεγάλη! Θα σου
δανείσω εγώ πλούσια ενδύματα να ενδυθής και χρυσά κοσμήματα να στολισθής!
Νομίζεις τάχα ότι με τα δάκρυα και αν δεν τιμάς τους θεούς θα νικήσης τους
εχθρούς σου; Όχι με στεναγμούς, αλλά με παρακλήσεις προς τους θεούς θα ευτυχήσης
κόρη μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανείς από τους θεούς δεν ακούει τους θρήνους
μου, ούτε ενθυμείται τον παλαιό φόνον του πατέρα μου και τον πλανώμενον αδελφόν
μου, που, μολονότι από τέτοιον ένδοξον γένος, τρέχει τώρα εις άλλους τόπους
ελεεινός, αναγκασμένος να εργάζεται για να ζη! Και εγώ δε διωγμένη από το
πατρικό μου σπίτι κατοικώ και λιώνω την ψυχή μου εις το πτωχικό αυτό καλύβι,
μέσα εις τους αγρίους βράχους, ενώ η μητέρα μου εις το κρεββάτι του εγκλήματος
είναι γυναίκα άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολλών κακών αιτία έγεινεν εις τους Έλληνας
και εις την οικογένειάν σας η Ελένη, η αδελφή της μητέρας σου! </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (βλέπουσα τον Ορέστην)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, γυναίκες…. παύω τα θρηνολογήματά
μου! Βλέπω ότι ξένοι κρυμμένοι κοντά εις την εστίαν, εις το σπίτι μου, βγαίνουν
από τον κρυψώνα των….. Ας φύγωμεν, σεις εις το μονοπάτι, και εγώ εις το σπίτι,
μήπως μας κάνουν κανέν κακόν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ (εισερχόμενος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μείναι, δυστυχισμένη! μη με
φοβάσαι!....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! Φοίβε Απόλλων! σε παρακαλώ σώσε με μη με
σκοτώσουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν ήθελα να σκοτώσω, θα εσκότωνα μάλλον
άλλους, περισσότερον εχθρούς από σε …..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φύγε! μη μ’ εγγίζης∙ δεν έχεις δικαίωμα να με
εγγίσης….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τίποτε δεν έχω μεγαλύτερο δικαίωμα να εγγίζω
εις αυτόν τον κόσμον!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε πώς παραμονεύεις με το σπαθί στο χέρι εις
το σπίτι μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στάσου και άκουσέ με, και αμέσως θα αλλάξης
γνώμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγε λοιπόν, αφού ούτως ή άλλως είσαι
δυνατώτερος και μ’ έχεις εις την διάθεσί σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σου φέρνω μηνύματα από τον αδελφό σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! αγαπημένε μου! Ζη;… απέθανε;…</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ζη! Αυτή είναι η πρώτη καλή είδησις που σου
φέρνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλό να έχης για τους καλούς λόγους
σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τις καλές αυτές ευχές σου μοιράζω και εις τους
δυο μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εις ποίον μέρος έχει ο δυστυχισμένος το
καταφύγιό του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φθείρεται πλανώμενος από πόλιν εις πόλιν.
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήπως στερείται άραγε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό όχι! Αλλά είναι φυγάς, και ένας φυγάς
είναι πάντοτε δυστυχισμένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι μήνυμα μου φέρνεις απ’ αυτόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήλθα να ιδώ αν ζης… Και πώς περνάς με την
συμφορά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε βλέπεις πρώτα το αδυνατισμένο σώμα
μου….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι πίκρες το αφάνισαν, και γι’ αυτό πονεί η
ψυχή μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βλέπεις και το κεφάλι μου το ασχημισμένον από
το ξυράφι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από την λύπην βέβαια για τον αδελφόν σου ή για
τον αποθαμένο πατέρα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ! Και τι ημπορεί να μου είναι αγαπητότερον
από τα δύο αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α! και νομίζεις τάχα ότι δεν σε αγαπά και ο
αδελφός σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκείνος είναι μακρυά, δεν είναι εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γιατί κατοικείς τόσον μακρυά από την
πόλιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Υπανδρεύθηκα, ξένε! Έκαμα ελεεινόν
γάμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α! τον δυστυχισμένο τον αδελφόν σου, όταν το
μάθη… Και με ποιόν από τους Μυκηναίους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι βέβαια μ’ εκείνον που θα ήλπιζε να με
υπανδρεύση ο πατέρας μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειπέ μου τα λοιπόν όλα για να τα διηγηθώ εις
τον αδελφό σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εδώ κατοικεί ο άνδρας μου, εις αυτό το μακρυνό
σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι σπίτι είν’ αυτό; Κανενός σκαφτιά ή
κανενός κτηνοβοσκού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι πτωχός άνθρωπος, αλλά γενναιόφρων και
ευλαβής μαζί μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι είδος ευλαβείας έχει προς εσέ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν ετόλμησε ποτέ να με εγγίση σαν
σύζυγος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γιατί; άραγε από καμμίαν ευσεβή αιτίαν ή
διότι σε καταφρονεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν ήθελε να εξευτελίση τους γονείς
μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς; δεν εχάρηκε τάχα να κάμη ένα τέτοιον
γάμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν νομίζει ότι είχε δικαίωμα να με υπανδρεύση
εκείνος που με έδωσεν εις αυτόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εννοώ! φοβείται τότε μήπως τον τιμωρήση
καμμίαν ημέραν ο Ορέστης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό είναι βέβαια μια από τας αιτίας∙ αλλ’
είναι και ενάρετος άνθρωπος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πράγματι φαίνεται ενάρετος και πρέπει να
ανταμειφθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τούτο θα γίνει, αν επιστρέψη ποτέ εκείνος που
είναι μακρυά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα υπέφερε αυτά η μητέρα σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι γυναίκες, ξένε, αγαπούν τους άνδρας των και
όχι τα παιδιά των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί όμως σ’ εξευτέλισε τόσον ο
Αίγισθος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη τυχόν αποκτήσω παιδιά με κανένα ισχυρόν
πατέρα…</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα εφοβήθηκε βέβαια μήπως αυτά τον εκδικηθούν
για ό, τι έκαμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! αυτό εσκέφθηκε, που είθε να τον τιμωρήση
ο θεός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ηξεύρει ο Αίγισθος ότι είσαι ακόμη
παρθένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι! το κρατούμεν προσεκτικά μυστικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ(δεικνύων τον χορόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά αι φίλαι σου αυταί ακούουν ό, τι μου
είπες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη φοβείσαι, είναι πισταί! Φυλάττουν και τα
ιδικά μου και τα ιδικά σου λόγια μυστικά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν τι νομίζεις ότι θα εγίνετο, αν εγύριζε
ο Ορέστης εις το Άργος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ερωτάς; Ούτε καν να το ειπής έπρεπε! Θα
ήταν μάλιστα καιρός να το κάμη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αν ήρχετο πώς θα ήτο δυνατόν να σκοτώση
τους δολοφόνους του πατέρα του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απλούστατα! Αν τολμήση να κάμη εις αυτούς ό,
τι εκείνοι ετόλμησαν εις τον πατέρα του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και θα είχες τάχα το θάρρος να σκοτώσης μαζύ
του την μητέρα σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! με τον ίδιον μάλιστα πέλεκυν που
εσκοτώθηκεν ο πατέρας μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να ειπώ αυτά εις τον αδελφό σου για βέβαια από
μέρους σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας πεθάνω, αφού πρώτα χύσω επάνω μου το αίμα
της μητέρας μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ! αν ήταν ο Ορέστης εδώ να άκουε αυτά τα
λόγια!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά ξένε, δεν θα τον εγνώριζα, και να τον
έβλεπα ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό δεν είναι διόλου παράξενον∙ είσθε παιδιά
και οι δύο, όταν εχωρισθήκατε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ένας μόνον ημπορούσε να τον αναγνωρίση από
όσους μου είναι αφωσιωμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήπως εκείνος, που λέγουν ότι τον έσωσεν, όταν
ο Αίγισθος ήθελε να τον σκοτώση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! ο γέρο-παιδαγωγός του πατέρα μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και έχει άραγε μνήμα ο αποθαμμένος πατέρας
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τον έθαψαν όπως όπως, αφού τον επέταξαν από το
σπίτι του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο! τι λέγεις; Φυσικόν, βλέπεις, είναι
να λυπήται κάθε άνθρωπος και με ξένους πόνους… Ειπέ μου όμως για να διηγηθώ εις
τον αδελφό σου τας θλιβεράς αυτάς πληροφορίας που πρέπει να μάθη. Ο βάναυσος δεν
αισθάνεται ευσπλαχνίαν∙ το αίσθημα αυτό υπάρχει μόνον εις τον ανεπτυγμένον
άνθρωπο, και βέβαια ένας τέτοιος δεν ακούει χωρίς πόνο τα δίκαια παράπονα του
άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και η ιδική μου η ψυχή ποθεί τα ίδια να
ακούση, γιατί κατοικώ μακρυά από την πόλι και δεν ηξεύρω τα κακά που γίνονται
μέσα εις αυτήν! Τώρα λοιπόν ήθελα να μάθω και εγώ!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε, αφού πρέπει, θα τα ειπώ, και πράγματι
πρέπει να ειπώ εις ένα φίλο τας πικράς περιπετείας εμού και του πατέρα μου!
Παρακαλώ λοιπόν, ξένε, διηγήσου εις τον Ορέστην τα δυστυχήματά μας∙ πρώτον τι
φορέματα φορώ, την ρυπαρότητα όπου ζω, και το σπίτι όπου μένω, έπειτα από τα
βασιλικά μέγαρα όπου εκαθήμην άλλοτε… Υφαίνω με τα ίδια χέρια μου τα ρούχα μου,
αλλέως θα μείνω γυμνή και υστερημένη, φέρνω η ίδια από τον ποταμό νερό, μακρυά
από τας εορτάς και τους χορούς, υπανδρευμένη και όμως παρθένος…</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απαρνούμαι ακόμη και τον Κάστορα τον συγγενή
μας, με τον οποίο με είχαν αρραβωνιάση πριν ακόμη γίνει θεός, και η μητέρα μου
κάθεται επάνω εις Φρυγικά λάφυρα σε θρόνο, και γύρω από το κάθισμά της στέκονται
Ασιαναί δούλαι που ηχμαλώτισε ο πατέρας μου, ζωσμέναι με χρυσάς πόρπας τα
φορέματά των. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το μαύρον αίμα του πατέρα μας σαπίζει ακόμη
εις τους τοίχους, ο δε δολοφόνος του εμβαίνει αυθάδης εις τα πολεμικά αμάξια του
και αλαζονεύεται κρατών εις τα κακούργα χέρια του το σκήπτρο με το οποίον
εκείνος άλλοτε εστρατηλάτει τους Έλληνας…</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο καταφρονημένος τάφος του Αγαμέμνονος ούτε
αφιερώματα είδε ποτέ, ούτε κλωνάρι μυρσίνης∙ η φωτιά όπου εκάη μένει χωρίς
στολίσματα, όταν δε μεθύση ο ένδοξος άνδρας της μητέρας μου, πηδά καθώς λέγουν,
εις τον τάφο, και κτυπά με πέτρες το λίθινο μνήμα και τολμά να λέγη για μας:
«Πού είναι ο υιός σου ο Ορέστης; Ωραία υπερασπίζεται το μνήμα σου!...»</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι τον υβρίζει ενώ αυτός είναι μακρυά… Αλλά
σε παρακαλώ, ξένε, διηγήσου του όλα αυτά!... Πολλοί του τα μηνούν, και τα λόγια
των διερμηνεύω εγώ… εγώ ναι!... τα χέρια μου , η γλώσσα μου, ο δυστυχισμένος
νους μου, το ξυρισμένο κεφάλι μου, και ο πατέρας του ο ίδιος ακόμη!... Διότι
βέβαια θα είναι άξιο περιφρονήσεως, ο πατέρας του να νικήση τους Φρύγας, και
εκείνος νέος και από τέτοιο γένος να μη ημπορέση να σκοτώση ένα μόνον
άνθρωπον!... </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βλέπω τον άνδρα σου να επιστρέφη εις το σπίτι,
αφού ετελείωσε τας εργασίας του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ (εισερχόμενος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι ξένοι είναι αυτοί εμπρός εις το σπίτι μου;
Και γιατί ήλθαν εδώ τόσο μακράν εις αυτό το χωρικό σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εμένα θέλουν βέβαια, γιατί δεν αρμόζει εις τις
γυναίκες να στέκωνται με νέους άνδρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! αγαπητέ μου, μη βάλης υποψίαν εις τον νου
σου… θα μάθης αμέσως τι συμβαίνει. Οι ξένοι αυτοί μου φέρουν μηνύματα από τον
Ορέστην… Συγχωρήσατε, ξένοι, τα λόγια του ανδρός μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι νέα φέρουν; Ζη ακόμα και βλέπει το
φως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι λέγουν και τους πιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενθυμείται άραγε τον πατέρα του και τα
δυστυχήματά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ελπίζω! Είναι όμως ανίσχυρος φυγάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι μηνύματα μας φέρουν από τον
Ορέστην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τους έστειλε να ιδούν τα δεινοπαθήματά
μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε μερικά τα βλέπουν, και τα άλλα βέβαια τα
λέγεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η ίδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα ηξεύρουν όλα, τους επληροφόρησα για
όλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ (προς τους ξένους)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε αυτή η θύρα έπρεπε πολύ πρωτήτερα ν’
ανοιχθή για σας. Ορίστε μέσα!... Θα σας φιλοξενήσωμεν για τας καλάς ειδήσεις
σας, όπως ημπορούμεν καλλίτερα, εις το σπίτι μας! Σεις, υπηρέται, φέρετε τα
πράγματά των μέσα… Μην αρνηθήτε, αγαπητοί, που έρχεσθε από αγαπητόν άνθρωπο,
διότι, αν και είμαι πτωχός, δεν θα μ’ ευρήτε και αγενή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τους θεούς! αυτός είναι που σ’ εσεβάσθηκε
για να μη εντροπιάση τον Ορέστη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτός είναι ο σύζυγός μου, της
δυστυχισμένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι! δεν υπάρχει λοιπόν κανέν διακριτικό της
ευγενείας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάποια ατέλεια είναι εις την ανθρώπινη φύσι!
Πολλάκις είδα υιόν από καλό πατέρα να μην αξίζη τίποτε, και άλλοτε πάλι καλά
παιδιά από κακούς γονείς. Είδα ακόμη μικροπρέπειαν εις πλούσιους και
μεγαλοφροσύνην εις πτωχούς. Πώς ημπορεί λοιπόν να κρίνη κανείς ορθώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τον πλούτο τάχα; Kακό θα είναι το κριτήριό
του. Από την φτώχεια πάλι; Aλλά και αυτή δεν είναι καλλιτέρα, διότι εις
περίστασιν ανάγκης διδάσκει εις τον άνθρωπο το κακόν… Αλλά να ειπώ άραγε από τα
όπλα; Ποίος όμως ημπορεί να κρίνη μόνον από τα όπλα ποίος είναι ο ανδρείος; Το
καλλίτερον λοιπόν είναι από το να μην υπάρχη κανείς κανών εις αυτά! </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο άνθρωπος αυτός ούτε μεταξύ των Αργείων έχει
καμμία σημασίαν, ούτε πλούτον, ούτε λάμψι προγονικού ονόματος. Είναι απλώς ένας
από τον όχλο, και όμως έτυχε να είναι από τους αρίστους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! σεις, που ευρίσκεσθε εις την πλάνη, γεμάτοι
από ματαίας προλήψεις, δεν θα συνετισθήτε; Δεν θα μάθετε να κρίνετε από τα λόγια
των τους ανθρώπους, και από τον τρόπο του φέρεσθαι στους ευγενείς; Όπου
ευρίσκονται τέτοιοι άνθρωποι, εκεί προοδεύει η πολιτεία και ο ιδιωτικός βίος,
ενώ οι ανόητοι ομοιάζουν με αγάλματα για στολισμό των πλατειών. Ο εύρωστος δεν
είναι ανδρειότερος από τον αδύνατον εμπρός εις τον εχθρόν, η γενναιότης είναι
έμφυτος εις την ψυχή. Και αυτός όμως, και ο απών υιός του Αγαμέμνονος, δια τον
οποίον είμεθα εδώ, είναι άνθρωποι άξιοι πάσης τιμής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεχόμεθα την φιλοξενία σας! Ελάτε μέσα εις το
σπίτι, υπηρέται. Εγώ προτιμώ να φιλοξενούμαι εγκαρδίως από ένα πτωχό, παρά χωρίς
όρεξιν από ένα πλούσιο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς την Ηλέκτραν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και επαινώ μεν την υποδοχή του ανθρώπου αυτού,
θα επροτιμούσα όμως να μ’ εφιλοξένει ο αδελφός σου ευτυχισμένος, εις ευτυχισμένο
σπίτι. Ίσως όμως τούτο κάποτε γίνει, διότι του Απόλλωνος οι χρησμοί είναι
αληθινοί, ενώ τα λόγια των ανθρώπων, εγώ τουλάχιστον, ούτε καν τα
προσέχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ(προς την Ηλέκτραν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα αισθάνομαι πιο ζεστή την καρδιά μου. Ίσως
με ολίγον καιρό αλλάξη η τύχη σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (προς τον Γεωργόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τώρα, δυστυχισμένε, να δεχθής να
φιλοξενήσης ξένους καλλιτέρους σου, ενώ ήξευρες καλά την φτώχεια του σπιτιού
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γιατί; Αν είναι πράγματι, όπως φαίνονται,
ευγενείς, θα ευχαριστηθούν και με τα ολίγα όπως και με τα πολλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέλος πάντων, αφού πτωχός είσαι και το σφάλμα
έκαμες, πήγαινε εις τον γέροντα παιδαγωγό του αγαπητού μου πατέρα, που κατοικεί
εις τον ποταμόν Ταναόν εις τα όρια Σπάρτης και Άργους βόσκων εξόριστος πρόβατα,
και ειπέ του να έλθη εδώ να ετοιμάση κάτι δια να φάγουν οι ξένοι. Εκείνος θα
ευχαριστηθή πολύ και θα ευχαριστήση τους θεούς, όταν ακούση ότι ζη το παιδί που
έσωσεν άλλοτε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από το πατρικό μας σπίτι, βλέπεις, η μητέρα
μου δεν θα μας έδιδε τίποτε και θα της εφέραμε μάλιστα κακήν είδησιν, αν
εμάνθανε, η ελεεινή, ότι ζη ακόμη ο Ορέστης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΓΕΩΡΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού θέλεις, θα τα είπω αυτά εις τον γέροντα,
συ όμως πήγαινε όσον το ταχύτερο μέσα και ετοίμαζε ό, τι χρειάζεται. Μια
νοικοκυρά, όταν θέλη, ημπορεί να εύρη πολλά κατάλληλα για φαγητό και υπάρχουν
αρκετά ακόμη εις το σπίτι, ώστε να χορτάσουν μιαν ημέραν οι ξένοι μας. Εις
τέτοιας περιστάσεις παραδέχομαι ότι τα χρήματα έχουν μεγάλη χρησιμότητα!
Περιποιείται κανείς τους ξένους του και αν ασθενήση εξοδεύει και γίνεται καλά. Η
καθημερινή όμως τροφή δεν ευρίσκω να έχη μεγάλη σημασία, διότι και ο πλούσιος
και ο πτωχός δεν διαφέρουν, όταν είναι χορτάτοι. (Eξέρχεται)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Υπερήφανα πλοία, όσα ποτέ επήγατε με τα
αμέτρητα κουπιά εις την Τροίαν χορεύοντα μαζί με τας Νηρηΐδας, όταν τα φιλόμουσα
δελφίνια κολυμβώντα δίπλα εις τα μαύρα έμβολα των πλοίων επρόπεμπαν τον
ελαφρόποδο Αχιλλέα τον υιό της Θέτιδος με τον Αγαμέμνονα δια τας ακτάς της
Tρωάδος εις τον Σιμόεντα ποταμό!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι Νηρηΐδες άφησαν τα περιγιάλια της Ευβοίας
και έφεραν από τα χρυσά αμόνια του Ηφαίστου τα καλοδουλεμμένα όπλα, προσπαθούσαι
να εύρουν μέσα εις το Πήλιον και τα δάση των κορυφών της ιεράς Όσσας, όπου αι
νύμφαι έχουν τας σκοπιάς των, που ανέτρεφεν ο ιππότης Πηλεύς την δόξαν της
Ελλάδος, τον γρήγορον υιόν της θαλασσίας Θέτιδος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τον λιμένα του Ναυπλίου κάποιος επιστρέψας
από το Ίλιον περιέγραφε, ω υιέ της Θέτιδος, τα εμβλήματα της ενδόξου ασπίδος
σου, που ήσαν φόβος δια τους Φρύγας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τον εξωτερικό κύκλον εφαίνετο ο Περσεύς,
πετών επάνω εις την θάλασσα με τα πτερωτά του πέδιλα, και κρατών την κεφαλήν της
Γοργόνος μαζί με τον Ερμήν τον αγγελιοφόρο του Διός, τον υιόν της Μαίας, τον
προστάτη των εξοχών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις το μέσο της ασπίδος έλαμπεν ο φωτεινός
δίσκος του ηλίου με τους πτερωτούς ίππους του, και οι ουράνιοι χοροί των άστρων,
αι Πλειάδες και αι Υάδες, φόβητρα του Έκτορος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επάνω εις το χρυσοστόλιστο κράνος του ήσαν
καλλίφωνοι Σφίγγες κρατούσαι εις τα νύχια τα θύματά των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τον θώρακα, με τον οποίο εσκέπαζε τα
πλευρά του, εξώρμα πυρίπνους και γαμψώνυχος Χίμαιρα, βλέπουσα εις τον αέρα τον
Πήγασον, και εις το φονικό ξίφος του έτρεχαν καλπάζοντα άλογα, γύρω από τα οποία
ανεσηκώνετο μαύρος κονιορτός!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοιων ανθρώπων στρατηλάτην εσκότωσες, κόρη
του Τυνδάρεω, σκληρά σύζυγος, κακόψυχος γυναίκα, και γι’ αυτό οι θεοί θα σε
τιμωρήσουν και σένα με θάνατο, και ίσως ιδώ το κόκκινο αίμα σου να χύνεται εις
το χώμα!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ (εισερχόμενος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πού είναι η σεβαστή θυγατέρα του κυρίου μου, η
κόρη του Αγαμέμνονος, που ανάθρεψα άλλοτε; Τι δυσκολόβατος είναι ο δρόμος του
σπιτιού σας, προπάντων για ένα γέροντα σαν εμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για να ευχαριστήσω όμως τους φίλους μου πρέπει
να σύρω την σκυμμένη ράχι και τα κλονιζόμενα γόνατά μου. (Bλέπων την Ηλέκτραν)
Ω! κόρη μου! μόλις τώρα σε βλέπω. ‘Ερχομαι να σου προσφέρω ένα διαλεκτό αρνάκι
από τα πρόβατά μου, ψωμιά, τυριά μόλις βγαλμένα από τα τυροβόλια, και ολίγο
παλιό κρασί μοσχομυρωδάτο, αληθινό θησαυρό του Βάκχου, που φθάνει λιγάκι, μόνον
ένα ποτηράκι, να κάμη άλλο αδύνατο κρασί δυαντό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας φέρουν αυτά τα δώρα εις τους ξένους σας!
Εγώ πρώτα θα σκουπίσω τα δακρυσμένα μάτια μου με τα κουρέλλια που φορώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά γιατί γέροντα αυτά τα δάκρυα; Μήπως σου
τα φέρνει η ανάμνησις των δυστυχιών μου; Λυπείσαι την πικράν εξορία του Ορέστου,
ή τον πατέρα μου που έθρεψες εις τα χέρια σου, ανώφελα και για σένα και για
όσους αγαπάς; </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια! ανώφελα! Μ’ όλον τούτο δεν ημπόρεσα
να μην περάσω, καθώς ερχόμουν, από τον τάφο του πατέρα σου, και επειδή δεν ήταν
κανείς, να πέσω επάνω και να κλάψω. Έχυσα και σπονδάς ακόμη από το ασκί που
έφερα για τους ξένους, και εστόλισα με μυρτιά το μάρμαρο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηύρα όμως επάνω εις το μέρος της φωτιάς ένα
θυσιασμένο μαύρον αρνί, νεοχυμένο αίμα, και ξανθά μαλλιά αφιερωμένα και απόρησα,
παιδί μου, ποιος ετόλμησε να το κάμη αυτό. Βέβαια όχι κανείς Αργείος. Ίσως όμως
να ήλθε κρυφά ο αδελφός σου και εστόλισε το περιφρονημένο μνήμα του πατέρα του.
Να, κύτταξε τα μαλλιά αυτά. Παράβαλέ τα με τα ιδικά σου. Δεν έχουν το ίδιο
χρώμα; Τις πιο πολλές φορές όσοι κατάγονται από τον ίδιο πατέρα, του μοιάζουν
πολύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι λόγοι σου, γέροντα, δεν είναι φρόνιμοι, να
υποθέτης ότι ο αδελφός μου, που είναι παλληκάρι, αν ήρχετο εδώ, ημπορούσε να
κρύπτεται από φόβο του Αιγίσθου! Έπειτα, πώς είναι δυνατό τα μαλλιά του να
ομοιάζουν με τα ιδικά μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκείνου τα μαλλιά θα είναι νέου ευγενούς που
εμεγάλωσε μέσα εις τας παλαίστρας, ενώ εμένα είναι μαλακά από την περιποίησι.
Ώστε αυτό που λες είναι αδύνατον! Έπειτα πολλοί άλλοι έχουν ίδια μαλλιά,
μολονότι δεν κατάγονται από το ίδιον αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πήγαινε, παιδί μου, και ιδέ εις το χώμα τον
τύπο των πεδίλων του, και κοίταξε αν είναι όμοια με το πόδι σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς είναι δυνατό ν’ αφήση τύπο το πόδι
επάνω σε πέτρες; Αλλά και αυτό ακόμη αν ήτο, μήπως είναι ποτέ όμοια δυο αδελφών
πόδια, ανδρός και γυναικός; Του ανδρός θα είναι πάντοτε μεγαλύτερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άρα γε, αν ο αδελφός σου ήρχετο εδώ, δεν θα
ημπορούσες να τον γνωρίσης από το πανί των ρούχων που εφορούσε, όταν τον έσωσα,
για να μην τον σκοτώσουν; Εσύ το είχες υφάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δεν θυμάσαι ότι εγώ ήμην ακόμη παιδί, όταν
έφυγεν ο Ορέστης από τον τόπον; Αλλά και αν ακόμη τότε ύφαινα, πώς είναι δυνατό
να φορή τώρα που είναι μεγάλος τα ίδια ρούχα, που φορούσε όταν ήτο μικρό παιδί;
Μη τυχόν μεγαλώνουν και τα ρούχα μαζύ με τους ανθρώπους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάποιος ξένος θα αφιέρωσε από ευσπλαχνία τα
μαλλιά του εις τον τάφο, πιθανόν όμως και κανείς εντόπιος να εξεγέλασε τους
φρουρούς και να το έκαμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πού είναι όμως οι ξένοι σου; Θέλω να τους ιδώ,
να ερωτήσω για τον αδελφό σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να τοι!... αυτοί που έρχονται γρήγορα από
μέσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίνονται να είναι από καλό γένος… αυτό όμως
συχνά ξεγελά. Πολλοί, μολονότι από καλήν οικογένειαν, είναι κακοί! Ας είναι
όμως! Χαιρετώ τους ξένους!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε γέροντα! Από ποιο φιλικό σπίτι, Ηλέκτρα,
έρχεται ο γέροντας αυτός του παλαιού καιρού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτός, ξένε, ανάθρεψε τον πατέρα μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς; Αυτός είναι που εφυγάδευσε τον αδελφό
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! Αυτός εδώ τον έσωσε… αν ζη ακόμη…</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά γιατί με κυττάζει έτσι, σαν να εξετάζη
ασημένιο νόμισμα αν είναι αληθινό;… ή μήπως τυχόν ευρίσκει ότι ομοιάζω με
κανένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίσως από ευχαρίστησιν ότι βλέπει ένα φίλον του
Ορέστου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πράγματι, φίλος μου είναι, αλλά γιατί
τριγυρίζει έτσι γύρω μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εγώ το βλέπω, ξένε, και απορώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω, κόρη μου Ηλέκτρα, ευχαρίστησε τους
θεούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά γιατί; Για το παρόν ή για το
παρελθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για την ευτυχία που σου στέλνουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έστω! Ευχαριστώ τους θεούς. Τώρα όμως ειπέ μου
γιατί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύτταξε, παιδί μου, τον αγαπημένο μας
αυτόν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από πολύ καιρό φοβούμαι ότι δεν είσαι πια
εντελώς εις τα λογικά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είμαι λοιπόν στα λογικά μου, όταν βλέπω
τον αδελφό σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι ανέλπιστο πράγμα είπες, γέροντα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγω ότι βλέπω τον Ορέστην, τον υιό του
Αγαμέμνονος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και από τι τον αναγνωρίζεις, να βεβαιωθώ και
’γώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από την πληγήν εις τα φρύδια, που έπαθε άλλοτε
εις το πατρικό σας σπίτι, όταν έπεσε εκεί που εκυνηγούσατε μαζύ ένα
ελαφάκι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι δυνατό; Πράγματι, βλέπω το σημείο του
πεσίματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα, δεν αγκαλιάζεις ακόμη τον αγαπημένο
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι! δεν αμφιβάλω πια, γέροντα. Εβεβαιώθηκε η
ψυχή μου από τα σημεία που είπες. Τέλος πάντων είσαι εδώ, σε έχω
ανέλπιστα….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εγώ σε βρίσκω επί τέλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν το επίστευα ποτέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτε εγώ ποτέ το ήλπιζα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είσαι πράγματι σύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! ο μόνος σύμμαχός σου, αν κατορθώσω να
τραβήξω έξω το δίκτυ, που έρχομαι να ρίξω εδώ. Και ελπίζω να το κάμω∙ αλλέως,
δεν θα ήσαν θεοί αν το άδικον ενίκα πάντοτε την θεία δίκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εφάνης, εφάνης τέλος πάντων, ποθητή ημέρα!
Έλαμψες, έδειξες ωσάν αναμμένο φάρον εις την πόλιν εκείνον που τόσον καιρό
επλανάτο δυστυχισμένος και δραπέτης μακράν από το πατρικό του σπίτι. Κάποιος
θεός μας χαρίζει νίκη και χαράν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ύψωσε τα χέρια, ύψωσε την φωνήν, Ηλέκτρα, και
παρακάλεσε τους θεούς να προστατεύση η τύχη τον αδελφό σου, όταν έμβη μέσα εις
το Άργος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είθε! Και τώρα απήλαυσα την ευχαρίστησι των
αδελφικών φιλημάτων, τα οποία και πάλιν θα χαρώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ όμως, γέροντα, που ήλθες εις τόσο
κατάλληλον ώραν, ειπέ μου! πώς θα ημπορούσα να εκδικηθώ τον φονέα του πατέρα
μου, καθώς και την μητέρα μου, την σύντροφο του ανόμου γάμου του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχομεν άραγε εις το Άργος τίποτε φίλους
αφοσιωμένους ή τα εχάσαμεν όλα μαζύ με την ευτυχία μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποίον πρέπει να εύρω να συνεννοηθώ, πρέπει να
τον ιδώ ημέραν ή δια νυκτός; Τέλος, πώς θα κτυπήσωμεν τους εχθρούς μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! παιδί μου, ενόσω η τύχη στέκει μακρυά σου,
κανείς δεν είναι φίλος σου! Είναι μεγάλον εύρημα να έχη κανείς φίλο που να
μοιράζεται μαζύ του και την ευτυχία και την δυστυχία, και συ έχασες όλους τους
φίλους σου δια παντός! Άκουσε τα λόγια μου! Μόνον από τα χέρια σου και από την
τύχη σου εξαρτάται να κερδίσης πάλι το πατρικόν σου σπίτι και το Άργος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά τι πρέπει να κάνω για να το κατορθώσω
αυτό; </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να σκοτώσης τον Αίγισθον και την μητέρα
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για ν’ αποκτήσω αυτή την τιμήν ήλθα εδώ, αλλά
δεν ηξεύρω πώς θα την κερδίσω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέσα εις τα τείχη είναι αδύνατον, όσον και αν
το θέλης!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εννοώ! Θα φρουρήται από στρατιώτες και
δορυφόρους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! Επειδή σε φοβάται και δεν κοιμάται
ήσυχος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλά, ώστε συμβούλευσέ με συ, γέροντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα σε συμβουλεύσω και άκουσέ με, γιατί μου
ήλθε μια καλή ιδέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είθε να έλεγες τίποτε καλό και να το ακούσω
εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς ερχόμην εδώ είδα τον Αίγισθον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενόησα! Και πού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις το ιπποτροφείον, όχι μακρυά από τα χωράφια
αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι έκαμνε εκεί; επειδή αρχίζω να βλέπω
κάποιαν ελπίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς μου φάνηκε προετοίμαζε εορτή για τας
Νύμφας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για την υγεία των παιδιών του άραγε; ή για
κανένα που περιμένει ν’ αποκτήση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ένα μόνο ξεύρω, ότι ετοιμαζότανε να θυσιάση
βώδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και είχε και σωματοφύλακας μαζύ ή ήτο μόνος με
τους υπηρέτας του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι! μόνο με τους υπηρέτας, Κανείς Αργείος δεν
ήταν εκεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν ήτο κανείς από εκείνους που ημπορούν να με
γνωρίσουν, αν με ιδούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι! όλοι είναι υπηρέται που δεν σε είδαν
ποτέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πιστεύεις ότι αν ενικούσαμε θα ήρχοντο
αυτοί με το μέρος μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι είναι πάντοτε οι δούλοι, και αυτό σε
συμφέρει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς ημπορώ τάχα να τον πλησιάσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύκολο είναι, αν περάσης από εκεί που ημπορεί
να σε παρατηρήση, όταν θυσιάζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς νομίζω, η έπαυλίς του είναι κοντά εις
τον δρόμον αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! και απ’ εκεί θα σε ιδή και θα σε
προσκαλέση να φας μαζύ του εις το τραπέζι της θυσίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν θέλη ο θεός, θα εύρη κακό και ψυχρό
σύντροφο δια το τραπέζι του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όσον για τα κατόπιν, τώρα μόνος σου
σκέψου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μείνε ήσυχος! Η μητέρα μου όμως πού
είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις το Άργος. Θα έλθη και αυτή αργότερα εις
τον άνδρα της για το τραπέζι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γιατί δεν ήλθε μαζύ του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοβείται τα λόγια των πολιτών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εννοώ! Ηξεύρει ότι δεν την καλοβέπουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! Κάθε κακούργος γυναίκα είναι
μισητή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς ημπορούσα τάχα να σκοτώσω και τους δύο
μαζύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ θα σου προετοιμάσω τον φόνον της μητέρας
μας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι! τότε τα άλλα θα τα φέρη η τύχη
δεξιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είθε να μας βοηθήση και τους δύο εις τα σχέδιά
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ορισμένως θα σας βοηθήση! Αλλά πώς σκέπτεσαι
να γίνη ο φόνος της μητέρας σας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να! Πήγαινε συ και ειπέ της ότι εγέννησα
αρσενικό και είμαι λεχώνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πότε να ειπώ ότι εγέννησες; Τώρα ή από
καιρό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειπέ της προ δέκα ημερών, ακριβώς τον καιρόν
που η λεχώνα είναι καθαρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι σχέσιν έχει αυτό με τον φόνον της
μητέρας σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόλις μάθη ότι είμαι λεχώνα θα έλθη να με
ιδή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί; Mήπως νομίζεις παιδί μου ότι φροντίζει
αυτή για σένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είμαι βεβαία ότι θα έλθη και θα δακρύση
μάλιστα για το περιφρονημένο γένος των παιδιών μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίσως!... έλα όμως πάλιν εις το νόημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν εννοείς λοιπόν, ότι, αν έλθη, θα εύρη το
τέλος της;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε λοιπόν ας κοπιάση εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δηλαδή στον Άδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας το ιδώ μια φορά αυτό, και ύστερα ας
πεθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτα πρώτα όμως, γέροντα, δείξε τον δρόμο
στον Ορέστη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εννοείς βέβαια εκεί που θυσιάζει ο Αίγισθος
εις τους θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! και έπειτα πήγαινε εις την μητέρα μου και
διηγήσου ό, τι σου είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα τα ειπώ έτσι, που να νομίζη ότι ακούει από
το στόμα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (προς τον Ορέστη)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα ήλθεν η ώρα. Συ πρώτος θα αρχίσης με
τον φόνο του Αιγίσθου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα επήγαινα αμέσως, αν μου έδειχνε κανείς τον
δρόμο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε πηγαίνω εγώ με όλην μου την καρδιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Ζευ πατρικέ, ολέθριε εις τους εχθρούς μου,
ελέησέ μας, διότι η τύχη μας πράγματι είναι αξία ευσπλαχνίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευσπλαχνίσου μας!…. ναι…. αφού μάλιστα είμεθα
απόγονοί σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ, Ήρα, που βασιλεύεις εις τους βωμούς
των Μυκηνών, δώσε μας την νίκην, αν είναι δίκαιον ό, τι σε παρακαλούμεν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δώσε να εκδικηθώμεν τον πατέρα μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ, βασίλισσα Γη, σου απλώνω τα χέρια μου,
και συ, ω πατέρα, που είσαι κάτω από το χώμα δολοφονημένος, βοήθησε τα αγαπητά
παιδιά σου. Πάρε βοηθούς και τους νεκρούς που ενίκησαν μαζύ σου τους Φρύγας, και
όσους ακόμη αποστρέφονται τους ασεβείς κακούργους! Άκουσες συ που έπαθες τόσα
από την μητέρα μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όλα αυτά τα ηξεύρει και τ’ ακούει ο πατέρας!
Τώρα όμως καιρός να πηγαίνεις…. και άκουσέ με: Φόνευσε τον Αίγισθον, γιατί αν
πέσης νικημένος εις τον αγώνα, θ’ αποθάνω και εγώ και ούτε να με λογαριάζης πια
για ζωντανή. Δίκοπο μαχαίρι θα βυθίσω εις το σώμα μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα πηγαίνω μέσα να ετοιμασθώ και αν φθάσουν
από σένα καλά μηνύματα, θ’ αντηχήση από χαρά το σπίτι, αν όμως σκοτωθής, θρήνοι
και κοπετοί….. Αυτά σου λέγω! </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πήγαινε και έχε θάρρος!.... Και σεις,
γυναίκες, ειδοποιήσατέ με τι φωνές θ’ ακουσθούν από την πάλην. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα περιμένω με το μαχαίρι εις τα χέρια, γιατί,
αν νικηθώμεν, δεν θα υποφέρω ποτέ να τιμωρηθώ από τους εχθρούς μας και ν’ αφήσω
να περιυβρίσουν το σώμα μου. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγουν ότι άλλοτε ο Παν ο προστάτης των δασών,
σφυρίζων με τον καλαμένιο αυλό του τραγούδι γλυκύτατον έφερεν εις το ποίμνιο του
Ατρέως από τα βουνά του Άργους χρυσόμαλλον αρνί μόλις παρμένον από την μητέρα
του∙ και τότε ο κήρυξ ανεβασμένος εις το πέτρινο βήμα εφώναζε: «Πηγαίνετε εις
την αγοράν, Μυκηναίοι, να ιδήτε την χαρά των ευτυχισμένων βασιλέων σας… πράγματα
και θαύματα!...»</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα ανάκτορα των Ατρειδών πράγματι ηχολογούσαν
από τραγούδια και μουσικές, οι χρυσοδουλευμένοι ναοί ανοίγοντο, εις όλην την
πόλιν έλαμπεν η φωτιά των βωμών, ο αυλός, ο θεράπων των Μουσών, έχυνε γλυκείς
τόνους, και ολονέν ηκούοντο περισσότερα χαρούμενα τραγούδια για το χρυσόμαλλο
αρνί. Αλλ’ ο Θυέστης ήθελε να το έχη αυτός! Τι κάμνει λοιπόν!.... Διαφθείρει με
εγκληματικόν έρωτα την αγαπημένη γυναίκα του Ατρέως, κλέπτει το θαυμάσιον αρνί,
και επιστρέφων εις την αγορά φωνάζει ότι έχει αυτός το χρυσόμαλλον αρνί εις το
σπίτι του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε όμως ο Ζευς άλλαξε τους φωτεινούς δρόμους
των άστρων, και την λάμψι του Ήλιου και το λευκό φως της Αυγής. Άπλωσε προς
δυσμάς θερμάς διαπύρους φλόγας και εμάζευσε προς βορράν τα σύννεφα της βροχής,
ώστε αι ξηραί έρημοι του Άμμωνος ερημώνοντο αποξηραμμέναι, χωρίς ευεργετική
υγρασία. Και λέγουν ακόμη, αν και εγώ ολίγον το πιστεύω, ότι ο Ήλιος έστρεψε και
αυτός δια θεία τιμωρία το χρυσοπυρρωμένο και ακτινοβόλο άρμα του, και άλλαξε
δρόμο για δυστυχία των ανθρώπων. Όλα αυτά βέβαια είναι φοβεραί διηγήσεις δια
τους θνητούς, αι οποίαι αυξάνουν την λατρεία των θεών!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και όμως συ δεν τα εσκέφθηκες όλα αυτά, και
εσκότωσες τον άνδρα σου, ω αδελφή των ενδόξων Διοσκούρων…. (ακροώμεναι) Α! α!
αγαπηταί!.... ακούσατε βοήν ωσάν υπογεία βροντή του Διός, ή εγελάσθηκα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να! όμως…. ακούονται δυνατώτεραι φωναί….
Ηλέκτρα, κυρία μου …. έλα έξω….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (ερχομένη)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι είναι, καλές μου; Τι απέγινε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν ηξεύρω!... ακούω μόνον βόγγους
θανάτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εγώ άκουσα, αν και από μακρυά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! αι φωναί έρχονται από μακρυά, αλλά
καθαρώταται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι θρήνοι των Αργείων ή του αγαπημένου
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν ηξεύρω… επειδή χάνεται μέσα εις την βοή
κάθε φωνή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ! Όλα αυτά είναι άσχημα προμηνύματα. Γιατί
λοιπόν αργώ ν’ αποθάνω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη βιάζεσαι. Περίμενε έως ότου μάθης ακριβώς
την τύχη σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι…. Τετέλεσται! Ενικηθήκαμεν…. αλλέως θα
είχαν έλθη αγγελιοφόροι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα έλθουν, θα έλθουν. Δεν είναι εύκολο πράγμα
να σκοτωθή ένας βασιλεύς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ (εισερχόμενος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλλίνικοι παρθένοι των Μυκηνών! Φέρω την
είδησιν εις όλους τους φίλους ότι ενίκησεν ο Ορέστης, και ότι ο Αίγισθος, ο
φονεύς του Αγαμέμνονος, κείτεται εις το χώμα νεκρός! Ας ευχηθώμεν εις τους
θεούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ ποιος είσαι; Πώς να πιστεύσω ότι λέγεις
την αλήθεια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν με αναγνωρίζεις εμένα, τον υπηρέτη του
αδελφού σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! αγαπητέ! Ο φόβος με έκαμε να μη αναγνωρίσω
το πρόσωπό σου, τώρα όμως το βλέπω. Λέγε λοιπόν! Απέθανεν ο κακούργος φονεύς του
πατέρα μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απέθανε! Σου το ξαναλέγω, αφού θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω θεοί! ω θεία δίκη που τιμωρείς όλα! Ηλθες,
ήλθες τέλος πάντων!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς όμως, με ποίον τρόπον τον εσκότωσεν ο
Ορέστης; Θέλω να μάθω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού εφύγαμεν απ’ εδώ, εμβήκαμεν εις τον
αμαξωτό δρόμον όπου ευρίσκετο ο περίφημος βασιλεύς των Μυκηνών. Τον είδαμεν
ακριβώς μέσα εις τους καταφύτους και πηγολούστους κήπους του, όπου έκοπτε
τρυφερά κλαδιά μυρσίνης να πλέξη στεφάνι δια το κεφάλι του και μόλις μας είδεν
εφώναξε: </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Χαίρετε, ξένοι! Ποιοι είσθε; Πού πηγαίνετε
και από πού έρχεσθε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Θεσσαλοί είμεθα, απήντησεν ο Ορέστης, και
ερχόμεθα να θυσιάσωμε κοντά στον Αλφειόν εις τον Ολύμπιο Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόλις άκουσεν αυτά ο Αίγισθος μας είπε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Τώρα καθίστε εις το τραπέζι μου, επειδή
θυσιάζω βώδια εις τας Νύμφας, και αύριο σηκώνεσθε με την Αυγή και θα φθάσετε
πάλιν όπου θέλετε. Εμβήτε μέσα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με τα λόγια αυτά μας έπιασε από το χέρι και
μας έφερε εις το σπίτι, ώστε δεν ήτο δυνατόν να του αρνηθή κανείς, και αφού
εμβήκαμεν είπεν αμέσως:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Ας ετοιμάση κάποιος γρήγορα λουτρά δια τους
ξένους για να έλθουν εις τον βωμό να βρέξουν τα χέρια των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Είναι περιττόν! απάντησεν ο Ορέστης. Είμεθα
καθαροί∙ μόλις προ ολίγου ελουσθήκαμεν εις τας καθαράς πηγάς του ποταμού. Και
επειδή επιμένεις, Αίγισθε, θα λάβωμεν ευχαρίστως μέρος εις την θυσία μαζύ με
τους εντοπίους∙ δεν σου το αρνούμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού είπαν αυτά, οι υπηρέται άφησαν τα δόρατα
που είχαν για να φυλάττουν τον κύριόν των και όλοι άρχισαν την εργασίαν. Άλλοι
έφεραν το σφακτό, άλλοι κάνιστρα, άλλοι άναπταν φωτιά, άλλοι έβαλλαν επάνω
πυρωστιές και καζάνια, ώστε όλο το σπίτι αντηχούσε από τον θόρυβο. Τότε ο άνδρας
της μητέρας σου επήρε το ιερό κριθάρι και το έρριξεν εις τον βωμό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">«Νύμφαι των βουνών! είπε, είθε να σας
προσφέρωμε πολλές φορές θυσίας, ευτυχισμένοι και εγώ και η γυναίκα μου, η κόρη
του Τυνδάρεω,…. είθε να καταστραφούν οι εχθροί μου!»</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά έλεγε βέβαια εννοών εσένα και τον
Ορέστην, αλλά και ο κύριός μου προσηύχετο από μέσα του το εναντίο, να τον
βοηθήσουν οι θεοί να κερδίση πάλι την πατρική του κληρονομίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έπειτα ο Αίγισθος επήρε από το κάνιστρον ίσιο
μαχαίρι, έκοψε τρίχες από την κεφαλή του μοσχαριού, της έρριξε με το δεξί του
χέρι εις την ιερά φωτιά και το έσφαξε, ενώ οι υπηρέται το εκρατούσαν εις τους
ώμους των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Λέγουν ότι θεωρείται ευγενής τέχνη εις τους
Θεσσαλούς να δαμάζη κανείς άλογα, και να κομματιάζη εύμορφα ένα ταύρον, είπε εις
τον αδελφό σου. Πάρε λοιπόν το μαχαίρι, ξένε, και δείξε μας αν είναι αληθινή η
φήμη αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύς τότε ο Ορέστης έδραξε το εύμορφο Δωρικό
μαχαίρι, επέταξεν από τους ώμους τα λαμπρά ρούχα του και, αφού εφώναξε τον
Πυλάδη να τον βοηθήση και έδιωξε τους υπηρέτας, έπιασε το πόδι του μοσχαριού και
άρχισε να γδέρνη γρήγορα-γρήγορα τα ανοικτόχρωμα κρέατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όλο το δέρμα εβγήκε γρηγορώτερα από όσο ένας
δρομεύς θα έτρεχε τον διπλό δρόμο του ιππικού σταδίου , και όταν ετελείωσε, ο
Αίγισθος επήρε εις τα χέρια του τα ιερά σπλάχνα και τα εξέταζε προσεκτικά. Το
συκώτι όμως δεν ήταν ολόκληρο, και η φούσκα της χολής με τους σωλήνας
επρομάντευαν γρήγορα συμφορές για εκείνον που τα εξέταζε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε έχασεν όλη την όρεξί του, έως ότου ο
κύριός μου τον ερώτησε την αιτία που εχάλασε έτσι η καρδιά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Ω ξένε!... απήντησεν εκείνος, φοβούμαι κάποιο
δόλο τώρα γρήγορα εναντίον μου. Έχω ένα εχθρό!.... τον μισητόν υιό του
Αγαμέμνονος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Μα πώς!... εσύ βασιλεύς, φοβείσαι τον δόλον
ενός δραπέτου;---είπεν ο Ορέστης--- Περίεργο! Αφού όμως είναι έτσι, γιά να
συμβουλευθώμεν καλλύτερα τους θεούς πριν να καθίσωμεν εις το τραπέζι, ας μου
φέρει κάποιος αντί Δωρικό, Φθιωτικό κοπίδι ν΄ανοίξω το στήθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι υπηρέται έφεραν το κοπίδι αμέσως και έκοψε
πράγματι το στήθος, ο δε Αίγισθος επήρε πάλι τα εντόσθια, τα εχώρισε και τα
εξέταζε! Την στιγμήν όμως που έσκυβεν, ο αδελφός σου εσηκώθηκε, του έχωσε το
μαχαίρι εις την ράχι κοντά εις τον λαιμό και του έκοψε τους σπονδύλους, Όλο το
σώμα άρχισε αμέσως να τινάζεται εδώ και εκεί, και να σπαράζη εις το ψυχομαχητό.
Οι υπηρέται, όμως, μόλις είδαν αυτό το πράγμα άρπαξαν δόρατα και ώρμησαν
εναντίον των, ενώ ο Ορέστης με τον Πυλάδη, μολονότι είχαν να τα βάλουν, δυο
αυτοί, με πολλούς, εστάθηκαν γενναίοι απέναντί των με τα όπλα έτοιμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Ούτε εγώ ούτε οι σύντροφοί μου ερχόμεθα με
κακούς σκοπούς για τον τόπο σας, είπεν ο Ορέστης. Είμαι ο δυστυχισμένος Ορέστης
και εκδικήθηκα τον φονέα του πατέρα μου!. Μη με σκοτώνετε, παλιοί υπηρέται του
σπιτιού μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν εκείνοι άκουσαν τα λόγια αυτά κατέβασαν
τα δόρατα και κάποιος παλαιός υπηρέτης ανεγνώρισε τον Ορέστη. Τότε τον
εστεφάνωσαν αμέσως ενθουσιασμένοι και καταχαρούμενοι και έρχεται τώρα ο ίδιος να
σου δείξη το κεφάλι, όχι της Γοργόνος, αλλά του μισητού σου Αιγίσθου, που
επλήρωσε πικρά με το αίμα του το αίμα που έχυσε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άρχισε να χορεύεις σαν ελαφάκι, αγαπητή
Ηλέκτρα! Πήδησε από χαρά έως τον ουρανόν. Ο αδελφός σου εκέρδισε στέφανον
ενδοξότερον από εκείνον που κερδίζουν εις την Ολυμπίαν, εις τας πηγάς του
Αλφειού. Τραγούδησε τραγούδι θριάμβου στο χορό μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω φως! Ω ακτινοβόλον άρμα του Ηλίου! Ω γη και
νύκτα που έβλεπα πρώτα! Τώρα που έπεσεν ο Αίγισθος, ο φονεύς του πατέρα μου, τα
μάτια μου είναι ελεύθερα. Θα φέρω, καλές μου, όλα τα στολίδια της κεφαλής που
έχω εις το σπίτι, να στεφανώσω τον νικηφόρον αδελφό μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φέρε εσύ τα στολίδια!Εμείς θα χορέψωμε τον
αγαπημένο χορό των Μουσών! Τώρα θα βασιλεύσουν εις τον τόπον αυτόν οι πρωτινοί
αγαπημένοι βασιλείς μας, αφού εσκότωσαν με το δίκιο των εκείνους που τους είχαν
αδικήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (προς τον Ορέστην)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω καλλίνικε Ορέστη μου! Υιέ νικηφόρου πατέρα,
εκείνου που εκυρίευσε το Ίλιον, δέξου τα στολίδια αυτά για τα μαλλιά σου. Δεν
ενίκησες ανωφελή αγώνα τρεξίματος, αλλά εσκότωσες τον εχθρό μας τον Αίγισθο, που
εφόνευσε τον πατέρα μας. Και συ, βοηθέ του, υιέ ευσεβεστάτου πατέρα, δέξου αυτόν
τον στέφανον από το χέρι μου, διότι και συ έλαβες ίσο μέρος εις τον αγώνα. Είθε
να σας βλέπω πάντοτε ευτυχισμένους!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτα οι θεοί, Ηλέκτρα, είναι αιτία της νίκης.
Έπειτα από αυτούς, αν θέλεις, επαίνεσε κ’ εμένα, γιατί εγώ έγινα όργανο μόνον
αυτών και της τύχης και εσκότωσα με έργα και όχι με λόγια τον Αίγισθο. Ως
απόδειξιν σου φέρνω το σώμα του, το οποίον τώρα, αν θέλης, δώσε να το φάγουν τα
θηρία ή έμπιξέ το επάνω σ’ ένα στύλο και άφησέ το βοράν εις τα όρνεα, τα παιδιά
του αιθέρος. Αυτός που ελέγετο πριν κύριός σου τώρα είναι δούλος σου! </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εντρέπομαι…. και όμως ήθελα να μιλήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι θέλεις; Λέγε! δεν έχεις τίποτε να
φοβηθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν θέλω να υβρίσω τους νεκρούς, μη τυχόν με
κατηγορήσουν γι’ αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μείνε ήσυχη! Εις αυτό το ζήτημα κανείς δεν θα
σε κατηγορήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η πόλις μας, ηξεύρεις, είναι στρυφνή και
φιλοκατήγορος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγε ό, τι θέλεις αδελφή μου! Όλοι ηξεύρουν
ότι μ’ αυτόν εδώ είχαμεν αιωνία και άσπονδον έχθραν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ (προς τον Αίγισθον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν έστω! Από πού όμως ν’ αρχίσω και πού να
τελειώσω; Δεν επέρασεν ημέρα που να μη σκεφθώ με την αυγήν όσα ήθελα να σου
ειπώ, αν μια ημέρα δεν σ’ εφοβούμην πιά και τώρα δεν σε φοβούμαι και θα σου τις
ειπώ τις βρισιές που επιθυμούσα να σου έλεγα ενόσω ήσουν ζωντανός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μας κατέστρεψες, εμένα και τον αδελφό μου, και
μας έκαμες ορφανούς από πατέρα αγαπημένον, ενώ δεν σε εβλάψαμεν εις τίποτε.
Υπανδρεύθηκες άνομα την μητέρα μας και εσκότωσες τον άνδρα της, τον στρατηλάτη
των Ελλήνων, ενώ εσύ δεν επήγες ποτέ να πολεμήσης τους Φρύγας. Και είχες τόσα
μυαλά , ώστε ενόμιζες, όταν ατίμαζες τον πατέρα μου ότι, αν έπαιρνες γυναίκα την
μητέρα μου, μ’ εσένα θα ήτο πιστή! Ας ηξεύρη όμως ο καθένας που παραπλανά ατίμως
την γυναίκα άλλου και κατόπιν αναγκάζεται να την πάρη, πως απατάται, αν νομίζη
ότι, ενώ δεν ημπορούσε να είναι φρόνιμη με τον άλλο, θα είναι φρόνιμη μαζύ μ’
αυτόν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εζούσες ζωήν ελεεινή και ενόμιζες μόνον ότι
έζης ευτυχής, διότι και συ εννοούσες ότι ο γάμος σου ήτο έγκλημα, και η μητέρα
μου ότι είχε άνδρα κακούργο. Και οι δύο κακούργοι εφέρατε μαζύ το βάρος του
εγκλήματός σας, και άκουες από όλους τους Αργείους: «Αυτός είναι ο άνδρας της
γυναίκας του!» και όχι «Αυτή είναι η γυναίκα του ανδρός της!» Τίποτε δεν είναι
πιο αξιοπεριφρόνητον από ένα σπίτι όπου κυβερνά η γυναίκα και όχι ο άνδρας, και
η ψυχή μου αισθάνεται αποστροφή για τα παιδιά, που τα λέγουν εις την πόλιν
παιδιά της μητέρας των και όχι του πατέρα των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο άνδρας που νυμφεύεται γυναίκα επίσημη και
από μεγαλύτερο γένος, γίνεται μηδενικό, διότι μόνο για την γυναίκα γίνεται
λόγος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ό, τι όμως εκολάκευε προπάντων την ανοησία
σου, είναι ότι ενόμιζες πως είσαι κάτι με τα πλούτη που είχες, σαν να μένουν
αιώνια μαζύ μας. Στερεό πράγμα είναι μόνον ο χαρακτήρ και όχι τα χρήματα, επειδή
αυτός μένει πάντοτε μαζύ μας και μας βοηθεί εις τας δυσκόλους περιστάσεις, ενώ ο
άδικος πλούτος εις τα χέρια κακών ανθρώπων μόνον ολίγον καιρόν ανθίζει, και
αμέσως χάνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα για την άτιμη διαγωγή σου με τας γυναίκας
σωπαίνω, επειδή δεν αρμόζει μια κόρη να λέγη τέτοια πράγματα∙ με ολίγα λόγια
όμως θα δώσω να εννοηθή ό, τι ήθελα να ειπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήσουν αλαζών, επειδή ήσουν βασιλεύς και
υπερήφανος, επειδή ήσουν όμορφος. Εγώ όμως δεν θα ήθελε άνδρα με παρθενικό
πρόσωπο, αλλά άνδρα αληθινό. Μόνον τέτοιου ανθρώπου τα παιδιά έχουν γενναία
ψυχήν, ενώ του άλλου είναι στόλισμα μόνο για τους χορούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πήγαινε εις τα κομμάτια λοιπόν τώρα, ανόητε,
που δεν εσκέπτεσο ότι μιά μέρα θα έδιδες λόγο για ό, τι έκαμες! Εις το εξής
κανείς κακούργος να μη νομίση ότι εξέφυγε την τιμωρία του, έστω και αν πηγαίνη
καλά εις τας αρχάς, πριν φθάση το τέλος και τα υστερνά της ζωής του!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έκαμε φοβερά εγκλήματα, αλλά φοβερά ετιμωρήθη
και από τους δυο σας. Η δύναμις της θείας δίκης είναι μεγάλη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα, υπηρέται, φέρετε μέσα το σώμα αυτό και
κρύψετέ το εις κανέν σκοτεινό μέρος, δια να μη ιδή η μητέρα μου τον σκοτωμένο
πριν την σκοτώσω και αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σιωπή! Ας κάμωμε πως μιλούμε γι’ άλλα
πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι τρέχει; Μήπως έρχονται εχθροί από τας
Μυκήνας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι! Αλλά βλέπω την μητέρα που με
εγέννησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλά έρχεται μέσα εις το δίκτυ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και έρχεται λαμπροστολισμένη μέσα εις την
άμαξα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν; Τι να κάμωμε τώρα; Είσαι της γνώμης να
σκοτώσωμε την μητέρα μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήπως την ευσπλαγχνίσθης μόλις την
είδες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο!.... πώς να σκοτώσω εκείνη που με
εγέννησε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όπως εσκότωσε και εκείνη τον πατέρα σου και
τον πατέρα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! Φοίβε Απόλλων, ο χρησμός που μου έδωσες δεν
ήτο φρόνιμος….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αν δεν είναι ο Απόλλων φρόνιμος, τότε
ποιος είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">….δεν ήτο φρόνιμος, αφού μου είπες να σκοτώσω
την μητέρα μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώστε είναι κακό να εκδικείται κανείς τον
πατέρα του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα γίνω μητροκτόνος, ενώ έως τώρα είμαι
αγνός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μήπως θα κάμης κακή πράξιν αν υπερασπίσης
τον πατέρα σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα τιμωρηθώ μια ημέρα για το φόνο αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα τιμωρηθής όμως, και αν από αμέλεια δεν
εκδικήσης τον πατέρα σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήπως μου έδωσε τάχα τον χρησμό κανένας κακός
δαίμων μεταμορφωμένος εις τον θεόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δαίμων να καθίση εις το ιερό τρίποδο του θεού;
Δεν το πιστεύω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ’ ούτε και εγώ ημπορώ να πιστεύσω ότι είναι
σωστός αυτός ο χρησμός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρόσεξε μην ειπούν ότι είσαι άνανδρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώστε πρέπει να στήσω την ίδια παγίδα και σ’
αυτήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! Την ίδια που εσκότωσες τον άνδρα της, τον
Αίγισθον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν έστω! Εμβαίνω…. είναι φοβερόν όμως ό,
τι θα κάμω… είναι έγκλημα φρικτόν! Αφού όμως αυτό είναι το θέλημα των θεών, ας
γίνει όπως θέλουν! Το πράγμα είναι γλυκό και πικρό για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εμβαίνει η Κλυταιμνήστρα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε, βασίλισσα του Άργους, κόρη του Τυνδάρεω
και αδελφή των γενναίων Διοσκούρων υιών του Διός, που κατοικούν τώρα εις τα
άστρα, εις τον φλογερόν αιθέρα και λατρεύονται ωσάν θεοί σωτήρες από τους
θαλασσινούς! Σε σέβομαι όπως τους θεούς για τα πλούτη και τη μεγάλη ευτυχία σου.
Ω βασίλισσα! Πράγματι είναι καιρός αυτή τη στιγμή να εξυμνήση κανείς τις
ευτυχίες σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατεβήτε από το άρμα, γυναίκες της Τρωάδος,
πάρετε το χέρι μου και βοηθήσατέ με να κατέβω. Οι ναοί των θεών είναι
στολισμένοι με Φρυγικά λάφυρα και εγώ έχω εις το σπίτι μου αυτά τα εκλεκτά
κορίτσια της Τρωάδος, μικράν, αλλά καλήν αποζημίωσι για την κόρην οπού
έχασα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να μη πιάσω εγώ, μητέρα, το μακάριο χέρι σου
να σε βοηθήσω; Βέβαια…. εγώ είμαι δούλη διωγμένη από τα πατρικά ανάκτορα και
κατοικώ εις το πτωχικό αυτό σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι γι’ αυτό… αλλά είναι αρκεταί δούλαι! Μην
κοπιάζης εσύ για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τότε γιατί μ’ έχεις εδώ ωσάν αιχμάλωτο,
μακρυά από τα ανάκτορα; Βέβαια επειδή ήμουν αφημένη ορφανή από τον πατέρα μου.
Αφού έπιασαν το σπίτι μας, μ’ επήραν και μένα αιχμάλωτη ωσάν αυτές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο πατέρας σου εσκέπτετο τέτοια ένοχα πράγματα
ακριβώς για εκείνους από τους ιδικούς του που δεν έπρεπε. Θα τα ειπώ όλα τώρα,
μολονότι μια γυναίκα, όταν πειραχθή η υπόληψίς της, εκφράζεται κάπως πικρά,
πράγμα που δεν μ’ αρέσει. Όταν όμως μάθη κανείς πώς είναι αληθινά το ζήτημα, ας
κρίνη, και αν είναι σωστόν ας με μισή! </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, όταν ο Τυνδάρεως με έδωσε γυναίκα εις
τον πατέρα σου , δεν με έδωσε βέβαια ούτε για ν’ αποθάνω εγώ, ούτε για ν’
αποθάνουν τα παιδιά μου! Ο πατέρας σου όμως κατέπεισε την κόρη μου την
Ιφιγένειαν ότι πρόκειται να τη υπανδρεύση με τον Αχιλλέα. Την επήρεν εις την
Αυλίδα, όπου είχαν συναθροισθή τα πλοία των Ελλήνων, και εκεί την εξάπλωσεν
επάνω εις την φωτιά, και την έσφαξε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αν μεν το έκαμεν αυτό για να σώση την
πατρίδα του ή να ωφελήση το σπίτι του ή να σώση τα άλλα παιδιά του, αφάνιζε μια
ζωή για πολλές και ημπορούσε κανείς να τον συγχωρήση. Αλλά αυτός, επειδή η Ελένη
ήτο αδιάντροπη και επειδή ο Μενέλαος δεν ήξευρε να τιμωρήση τας απιστίας της,
εσκότωσε την ιδική μου κόρη. Και μολαταύτα, έπειτα από όσα και αν μου έκαμε, δεν
του εκρατούσα μνησικακία και δεν θα τον εφόνευα, αλλά ήλθεν εδώ και έφερε μαζύ
του μίαν Μαινάδα, μιαν τρελλήν, την Κασσάνδραν, την οποίαν επήρε ερωμένη του,
και ήθελε να έχη εις το σπίτι του δυο γυναίκες αντί μιαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν αρνούμαι ότι οι γυναίκες είναι
ελαφρόμυαλες! Όταν όμως ο άνδρας περιφρονή την γυναίκα του και σφάλλη έτσι, τότε
και αυτή κάμνει τα ίδια και παίρνει εραστήν. Έπειτα όλον το βάρος πέφτει
ασήκωτον επάνω μας, ενώ τους άνδρας, που είναι η αιτία όσων έγιναν, δεν τους
κατηγορεί κανείς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν άρπαζαν έξαφνα κρυφά τον Μενέλαον από το
ανάκτορόν του, έπρεπε τάχα να σκοτώσω εγώ τον Ορέστην για να τον σώσω, επειδή
είναι ανδράδελφός μου; Πώς θα του εγαίνετο άραγε αυτό του πατέρα σου; Έπειτα
εκείνος εσκότωνε την κόρη μου και δεν έπρεπε να πάθη τίποτε, ενώ, αν το έκαμνα
εγώ, έπρεπε να μ’ ετιμωρούσε. Ναι! τον εσκότωσα…. και για να το κατορθώσω
εζήτησα βοήθειαν από εκείνους που ημπορούσα να ζητήσω: από τους εχθρούς του,
επειδή φυσικά κανείς φίλος του δεν θα μ’ εβοηθούσεν εις αυτό. Λοιπόν λέγε τώρα,
και απόδειξέ μου με παρρησία ότι άδικα απέθανεν ο πατέρας σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δίκαια τα είπες, αλλά το δίκαιον αυτό είναι
άνομον! Η φρόνιμη γυναίκα πρέπει να τα συγχωρή όλα εις τον άνδρα της, και όποια
δεν το νομίζει αυτό, εγώ ούτε καν την λογαριάζω! Ενθυμήσου όμως, μητέρα, τα
τελευταία λόγια που είπες τώρα και μου έδιδες το δικαίωμα να σου ομιλήσω
ελεύθερα. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν τα αρνούμαι, κόρη μου, και μάλιστα τα
ξαναλέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν δεν θα με τιμωρήσης, αν μιλήσω
ειλικρινώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απεναντίας! Θ’ ακούσω μάλιστα ό, τι ειπής
χωρίς να δυσαρεστηθώ. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα σου τα ειπώ λοιπόν και αρχίζω αμέσως!
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα σου τα ειπώ λοιπόν και αρχίζω αμέσως! Είθε,
μητέρα μου, να είχες καλλίτερα αισθήματα, διότι πράγματι και σού και της Ελένης
το εξωτερικόν αξίζει τον θαυμασμόν, αν και αι δυο αδελφαί είσθε εξ ίσου μάταιαι
και ανάξιαι του Κάστορος. Εκείνη εδραπέτευσεν από το σπίτι της, απαχθείσα
εκουσίως και συ εφόνευσες τον άνδρα σου, τον άριστον της Ελλάδος, με πρόφασιν
τον φόνον της κόρης σου. Δεν σε γνωρίζουν όμως όλοι καλά όπως εγώ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πριν ακόμη αποφασισθή η θυσία της Ιφιγενείας,
και μόλις ο σύζυγός σου έφυγε, εκτένιζες εμπρός εις τον καθρέπτην τα ξανθά
μαλλιά σου! Ποια καλή γυναίκα στολίζεται ενώ λείπει ο άνδρας της;…. και τι της
χρειάζεται να δείχνη εις την θύραν ευμορφιές αν δεν σκέπτεται κανένα
κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόνη συ, καθώς ηξεύρω, από τας Ελληνίδας
εχαίρεσο όταν ενίκων οι Τρώες και έκλαιες όταν ενίκων οι Έλληνες, επειδή δεν
είχες καμμίαν όρεξιν να επιστρέψη ο Αγαμέμνων από το Ίλιον! Και όμως, σου ήτο
τόσο εύκολον να είσαι φρόνιμη!.... διότι είχες άνδρα όχι χειρότερον από τον
Αίγισθον, άνδρα που η Ελλάς είχεν εκλέξει στρατηλάτην και διότι θ’ αποκτούσες
μεγάλην δόξαν δια την αδελφήν σου την Ελένην, που έκαμε εκείνα που ηξεύρεις. Τα
κακά παραδείγματα δίδουν εις τους καλούς ωφελίμους συμβουλάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αν όμως, καθώς λέγεις, ο πατέρας εφόνευσε
την κόρη σου, τι σ’ εβλάψαμεν εγώ και ο αδελφός μου; Γιατί, αφού εσκότωσες τον
άνδρα σου, δεν μας άφησες εις τα πατρικά μας ανάκτορα, αλλ’ εγκατέστησες εκεί
μέσα τον ξένον άνδρα σου, που εξαγόρασες με την περιουσίαν μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί δεν φεύγει εις εξορίαν αντί για τον
Ορέστην αυτός; Γιατί δεν πεθαίνει αντί για μένα, που με φονεύει ζωντανήν δυο
φορές χειρότερα από την αδελφήν μου Ιφιγένειαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν ο φόνος τιμωρή τον φόνον, εγώ και ο υιός
σου Ορέστης θα σε σκοτώσωμεν για να εκδικηθώμεν τον θάνατον του πατέρα μας
διότι, αν είναι σωστόν εκείνο, και αυτό θα είναι σωστό. Εκείνος που δια χρήματα
ή ευγενή καταγωγή νυμφεύεται κακήν γυναίκα δεν έχει μυαλό! Μέτριος και έντιμος
γάμος είναι πολύ καλλίτερος από μεγάλον και άτιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο γάμος είναι τύχη! Για μερικούς είναι
ευτυχία, για άλλους πάλιν συμφορά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ, κόρη μου, είσαι γεννημένη να ευρίσκης
πάντοτε όλα καλά, όσα έχουν σχέσιν με τον πατέρα σου! Πράγματι, άλλα παιδιά
αγαπούν τον πατέρα και άλλα πάλιν περισσότερον την μητέρα των! Αλλά σε συγχωρώ,
διότι μη νομίζης, παιδί μου, ότι και εγώ είμαι τόσον ευχαριστημένη για όσα
έγιναν. Συ όμως, είναι πράγματι αλήθεια ότι είσαι λεχώνα εις αυτήν την
κατάστασιν, ρυπαρά και κακοντυμένη; Πράγματι απέκτησες παιδί; Αλλοίμονον η
δυστυχισμένη τι έχω κάμει! Μου φαίνεται ότι εξηρέθισα περισσότερον από ό, τι
έπρεπε τον άνδρα μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μετανοείς αργά, όταν δεν υπάρχει πλέον
θεραπεία. Τώρα ο πατέρας μου απέθανε πια. Τον υιόν σου όμως, που πλανάται μακράν
από την πατρίδα του, γιατί δεν τον φέρνεις εδώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτόν ομολογώ ότι τον φοβούμαι, διότι καθώς
λέγουν μνησικακεί για τον φόνον του πατέρα του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί όμως ο σύζυγός σου έχει τόσον μίσος
εναντίον μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο χαρακτήρ του είναι τέτοιος, όπως και συ από
χαρακτήρος είσαι αυθάδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είμαι γιατί πονώ, αλλά θα παύσω την
μνησικακίαν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε και εκείνος, να είσαι βεβαία, δεν θα
είναι πια τόσον αυστηρός!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι αλαζών ενώ κάθεται εις το σπίτι
μου…..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βλέπεις; Πάλιν αρχίζεις νέας
φιλονεικίας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωπαίνω, διότι τον φοβούμαι, όπως ηξεύρω εγώ
να φοβούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παύσε τα τώρα αυτά, και ειπέ μου τι με ήθελες
που μ’ εκάλεσες εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άκουσες νομίζω ότι απέκτησα παιδί. Γι’ αυτό
ήθελα να σε παρακαλέσω να κάμης, καθώς είναι συνήθεια, θυσίαν την δεκάτην ημέραν
της σελήνης έπειτα από την γέννησήν του, επειδή εγώ δεν ηξεύρω. Είμαι πρωτόγεννη
βλέπεις και δεν τα ξαναέκανα άλλη φορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ’ αυτό έπρεπε να το κάμη εκείνη που σ’
εξεγέννησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόνη μου εγέννησα και μόνη μου επεριποιήθηκα
το βρέφος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσον λοιπόν μακρυά από γείτονας και φίλους
είναι το σπίτι σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τους πτωχούς κανείς δεν τους θέλει
φίλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πηγαίνω λοιπόν να θυσιάσω για το παιδί σου εις
τους θεούς, και όταν τελειώσω, θα πάγω εις το κτήμα όπου ο άνδρας μου θυσιάζει
εις τας Νύμφας. Σεις υπηρέται πηγαίνετε τα άλογα εις την φάτνην και όταν
υπολογίσετε ότι ετελείωσα, ελάτε πάλιν, επειδή πρέπει να ευχαριστήσω και τον
άνδρα μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έμβαινε εις το πτωχικό μου σπίτι, πρόσεχε όμως
μήπως μαυρίσης τους πέπλους σου εις τους καπνισμένους τοίχους. Θα προσφέρης
πράγματι την θυσίαν που πρέπει εις τους θεούς. Το κάνιστρον είναι έτοιμον και το
μαχαίρι που έσφαξε τον ταύρον ακονισμένον! Κοντά σ’ αυτόν θα πέσης και συ και θα
εύρης εις τον Άδην τον άνδρα που είχες κι εδώ. Εγώ θα σου κάμω αυτήν την χάρι,
και συ θα μου πληρώσης τον φόνον του πατέρα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι τιμωρούνται τα εγκλήματα. Εγύρισαν τα
πράγματα εις αυτό το σπίτι. Άλλοτε, όταν εσκότωσαν τον βασιλέα μου μέσα εις το
λουτρόν, αντήχησαν οι τοίχοι και οι μαρμάρινοι θόλοι των Ανακτόρων όταν
εφώναζεν: «Αχ! τι με σκοτώνεις έτσι, ελεεινή γυναίκα, μόλις έφθασα εις την
αγαπημένην μου πατρίδα, έπειτα από δέκα χρόνια που έλειπα;….»</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η δικαιοσύνη όμως ξαναγυρίζει τον ίδιον δρόμον
και τώρα της δίδει την ίδιαν τύχην με τον δυστυχισμένον άνδρα της, όπως και αυτή
τον εσκότωσε με τον κοπτερόν πέλεκυν με τα ίδια της τα χέρια, μόλις έφθασεν
έπειτα από τόσα χρόνια εις τα υψηλά Κυκλώπεια τείχη της πατρίδος του. Τον
κακόμοιρον! Βέβαια ετρελλάθηκε τότε η ελεεινή και έκαμε το έγκλημα ωσάν λέαινα
των βουνών, που διαρπάζει πλούσια δάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ (έσωθεν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω παιδιά μου! Για όνομα των θεών μη σκοτώνετε
την μητέρα σας!….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακούτε φωνές μέσα από το σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ (έσωθεν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονόν μου!…. Αλλοίμονόν μου!....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λυπούμαι και εγώ ότι σε σκοτώνουν τα παιδιά
σου, αλλ’ ο θεός τιμωρεί, όταν έλθη η ώρα! Αλήθεια φοβερόν είναι το πάθημά σου,
φοβερά όμως έκαμες και συ εις τον καϋμένο τον άνδρα σου! Να τους! Βγαίνουν τώρα
από το σπίτι, καταματωμένοι από το αίμα της νεοσφαγμένης μητέρας των, απόδειξιν
της επιτυχίας και του φόνου! Δεν είναι και δεν θα υπάρξη βέβαια ποτέ πιο
αξιολύπητη γενεά από την γενεάν του Ταντάλου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ (εξερχόμενος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! Γη και Ζευ που βλέπεις όλας τας πράξεις των
ανθρώπων, ιδέτε! Ιδέτε πράγματα φονικά και φρικτά, τα δυο σώματα που κείτονται
εις το χώμα σκοτωμένα από το χέρι μου για όσα υπέφερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια…. φρικτά αδελφέ μου…. και αιτία είμαι
εγώ, που έγινα πυρ και μανία για την μητέρα που με εγέννησε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! τι φρικτή, τι ελεεινή τύχη σου έμελλε,
μητέρα! Τι ανήκουστα , τι αξιοκατάρατα πράγματα ηύρες από τα παιδιά σου,
μολονότι επλήρωσες δίκαια τον φόνον που έκαμες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! Φοίβε! εξύμνησες εις τον χρησμόν σου την
εκδίκησιν, έκαμες τα κρυμμένα φανερά, μου εμοίρανες φόνους και αίματα! Εις ποιάν
πόλιν να πάγω τώρα;…. ποιος φίλος θα γυρίση πειά να με ιδή, τον κατηρεμμένον που
εσκότωσα την μητέρα μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονον! Αλλοίμονον! και εγώ τι θα γίνω; Σε
ποιους χορούς , σε ποιους γάμους θα ημπορέσω πια να φανώ; Ποίος θα πάρη ποτέ
γυναίκα σαν εμένα; </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάλι, πάλι άλλαξαν αι σκέψεις σου σαν τον
άνεμον! Τώρα σκέπτεσαι φρόνιμα, το αντίθετον από πριν…. και έφερες τον αδελφόν
σου, χωρίς να θέλη, σε μεγάλες συμφορές. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είδες η δυστυχισμένη πώς ελύγισεν εις το χώμα
τα κακόμοιρα τα γόνατά της, όταν την εσκότωνα, και πώς έβγαλε από τον πέπλο το
μητρικό βυζί της και μας το έδειχνεν; Εμένα ερραγίσθηκε η καρδιά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι! Επόνεσες, όταν άκουσες τους απηλπισμένους
θρήνους της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και για να με παρακαλέση, μου εχάιδευε το
πρόσωπον με τα χέρια της και μου έλεγε: «Ω παιδί μου! Σε παρακαλώ….», και
επιάνετο από τα μάγουλά μου, που ολίγον έλειψε να πέση το μαχαίρι από τα χέρια
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δυστυχισμένη! Πώς υπέφερες να ιδής με τα μάτια
σου τον φόνο της μητέρας σου; </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε εσκέπασα με το ρούχο τα μάτια μου και
έχωσα το μαχαίρι εις το σώμα της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εγώ σ’ εκαρδίωσα και έπιασα το μαχαίρι
μαζύ σου. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω! τι φρικτά πράγματα έκαμες!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πήγαινε, σκέπασε με πέπλους το σώμα της,
κλείσε τας αιματωμένας πληγάς της! Ω μητέρα! Εγέννησες παιδιά να σε
σκοτώσουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αγαπημένη και μισημένη, σε τυλίγομεν. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ’ εσένα κλείνει σειρά μεγάλη κακών στο
σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά βλέπω ότι εμφανίζονται επάνω από το σπίτι
πνεύματα ή θεοί ουράνιοι, διότι βέβαια αυτός δεν είναι συνηθισμένος δρόμος για
τους ανθρώπους. Γιατί όμως να έρχωνται άρεγε να φανούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ (εμφανιζόμενοι)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άκουσε, υιέ του Αγαμέμνονος! Σου ομιλούν οι
δίδυμοι αδελφοί της μητρός σου, οι Διόσκουροι, ο Κάστωρ και ο αδελφός του
Πολυδεύκης! Αφού ησυχάσαμεν φοβεράν τρικυμίαν εις την θάλασσαν, μόλις είδαμεν
την σφαγήν της αδελφής μας, της μητρός σου, ήλθαμεν εις το Άργος. Και αυτής μεν
η τιμωρία είναι δικαία, ό, τι όμως εκάματε συ και ο Φοίβος Απόλλων δεν είναι
ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Φοίβος…. δεν λέγω περισσότερα, διότι είναι
ανώτερός μου. Αλήθεια, είναι σοφός, δεν σου έδωσεν όμως σοφόν χρησμόν! Αυτά εν
τούτοις πρέπει να τα σεβασθώμεν, όσον αφορά όμως εσέ, ανάγκη τώρα να εκτελέσης
ό, τι απεφάσισεν ο Ζευς και η Μοίρα! Δώσε την Ηλέκτρα γυναίκα εις τον Πυλάδην
και φύγε από το Άργος! Δεν ημπορείς, αφού εφόνευσης την μητέρα σου, να μείνης
πλέον εις την πόλιν αυτήν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι φοβεραί Ερινύες με τα σκυλλίσια πρόσωπα θα
σε καταδιώξουν πλανώμενον και παράφρονα εδώ κ’ εκεί! Πήγαινε εις τας Αθήνας και
αγκάλιασε το ιερόν άγαλμα της Παλλάδος Αθηνάς. Αυτή θα σε σκεπάση με την ασπίδα
της, και θα τας εμποδίση, από φόβον προς τους φρικτούς της δράκοντας, να σ’
εγγίσουν! Εκεί υπάρχει κάποιος λόφος όπου άλλοτε οι θεοί εκάθισαν να κρίνουν ένα
άλλο φόνον, όταν ο αιμοβόρος Άρης, εξωργισμένος δια την ατίμωσιν της κόρης του,
εφόνευσε τον Αλλιρόθιον, τον υιόν του Ποσιδώνος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η κρίσις από το μέρος αυτό είναι αλάνθαστος
και σεβαστή εις τους θεούς. Εκεί λοιπόν πρέπει να κριθής και συ δια το έγκλημά
σου! Ισοψηφία θα σε σώση από τον θάνατον, διότι ο Απόλλων που σου έδωσε τον
χρησμόν θα αναλάβη την ευθύνην και θα γίνει πλέον νόμος η ισοψηφία να σώζη τον
κατηγορούμενον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε αι φοβεραί Ερινύες, δυσηρεστημέναι δια
την αθώωσίν σου, θα βυθισθούν εις έν χάσμα πλησίον του λόφου, το οποίον είναι
ιερόν και απάτητον δια τους ανθρώπους και συ να υπάγης να κατοικήσης εις την
πόλιν των Αρκάδων, κοντά εις τον Αλφειόν και τον ναόν του Λυκαίου, όπου θα
ονομασθή μια πόλις με το όνομά σου! Αυτά είχα να σου ειπώ! Το σώμα του Αιγίσθου
θα το θάψουν οι Αργείοι, την δε μητέρα σου η Ελένη και ο Μενέλαος, ο οποίος
έφθασεν αυτήν την στιγμήν εις το Ναύπλιον, αφού εκυρίευσε την Τρωάδα. Η Ελένη
έρχεται από την Αίγυπτον, από τον Πρωτέα, διότι δεν επήγε ποτέ εις την Τρωάδα,
και μόνον έν ομοίωμά της έστειλεν ο Ζευς εις το Ίλιον, δια να γίνει πόλεμος και
να χυθή αίμα. Ο Πυλάδης ας επιστρέψη εις τον τόπον του, εις την Αχαΐαν, μαζύ με
την γυναίκα του, ας παραλάβη εις την Φωκίδα και αυτόν που εσεβάσθη το γένος της
αδελφής σου και ας τον ανταμείψη πλουσιοπαρόχως. Πήγαινε τώρα δια του Ισθμού εις
την ευτυχισμένην πόλιν του Κέκροπος και όταν εκπληρώσης τον καιρόν του εξιλασμού
σου θα λυτρωθής από τα δεινά και θα ευτυχήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω παιδιά του Διός! Μας επιτρέπετε και μας να
λάβωμεν μέρος εις την ομιλίαν σας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγετε! Διότι σεις δεν είσθε ένοχοι δια τους
φόνους αυτούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μου επιτρέπετε και εις εμέ, παιδιά του
Τυνδάρεω, να ομιλήσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι. Διότι αιτία του φόνου αυτού είναι ο
Απόλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς συμβαίνει σεις, θεοί και αδελφοί της
φονευμένης, να μη την προφυλάξετε από τον θάνατον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτή ήτο η μοίρα της και εις αυτό συνετέλεσαν
οι άκριτοι χρησμοί του Απόλλωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά ποίος Απόλλων, ποίος χρησμός έκαμεν εμένα
να φονεύσω τη μητέρα μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήσαν κοιναί και δια τους δυο αι πράξεις και η
ειμαρμένη σας! Η ιδία πατρική κατάρα σας κατέστρεψε και τους δυο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω αδελφή μου! Έπειτα από τόσα χρόνια που σε
είδα στερούμαι πάλιν την αγάπην σου. Πάλιν θα χωρισθούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτή έχει τώρα άνδρα και σπίτι ιδικό της. Δεν
έχει τίποτε να παραπονεθή εκτός του ότι θα εγκαταλείψη το Άργος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και είναι μεγαλυτέρα λύπη, από το να αφήση
κανείς γην την όπου εγεννήθηκε; Αλλά τώρα εγώ φεύγω από την πατρίδα μου, να
δικασθώ από ξένους για τον φόνον της μητρός μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχε θάρρος και παρηγορήσου! Θα φθάσης εις την
ιεράν πόλιν της Παλλάδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σφίξε το στήθος σου εις το στήθος μου, αδελφέ
μου. Η αιματωμένη κατάρα της μητέρας μας διώχνει από τα πατρικά μας
ανάκτορα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έλα εις την αγκαλιά μου και κλάψε με ωσάν
αποθαμένον…..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονον! Αλλοίμονον! Τι λυπηρά λόγια και
δια θεούς ακόμη! Διότι μη νομίζετε ότι και εγώ και οι ουράνιοι θεοί δεν
αισθανόμεθα ευσπλαχνίαν δια τους πολυβασανισμένους θνητούς!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν θα σε ξαναϊδώ πια……</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα ιδικά μου μάτια δεν θα σε
ξαναντικρύσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά είναι τα τελευταία λόγια που ακούω από
σένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε πόλις…. Χαίρετε και σεις, γυναίκες του
Άργους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσον γρήγορα φεύγεις, Ηλέκτρα μου
αγαπημένη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φεύγω με μάτια γεμάτα δάκρυα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πήγαινε ευτυχισμένος Πυλάδη και νυμφεύσου την
Ηλέκτραν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εντός ολίγου αυτοί θα υπανδρευθούν….. συ όμως
πάρε τον δρόμον των Αθηνών και απόφευγε τας Ερινύας, διότι να τες! Έρχονται
κατεπάνω σου φοβεραί, κατάμαυραι, με φείδια εις τα χέρια, με πόνους σκληρούς!
Ημείς πηγαίνομεν τώρα εις την Σικελικήν θάλασσαν να σώσωμεν άλλα πλοία που
κινδυνεύουν. Αφήνομεν εις την τύχην των τους κακούς και σώζομεν από τον κίνδυνον
εκείνους που είναι δίκαιοι και ευσεβείς. Δι’ αυτό ας μη κάμνη κανείς το κακόν,
ούτε να ταξιδεύη ποτέ μαζύ με επιόρκους. Σας το λέγω αυτό ως θεός προς
ανθρώπους!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρετε! Ευτυχισμένος όποιος ημπορεί να ζη
χαρούμενος, χωρίς να βασανίζεται από καμμίαν δυστυχίαν. </span></dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-39147387600360143612013-09-04T06:05:00.002-07:002013-09-04T06:05:59.625-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ: ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ:
ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Στην τραγωδία αυτή περιγράφεται η δραματική σύγκρουση
ανάμεσα σε δύο γυναίκες, την Ανδρομάχη, χήρα του Έκτορα και τώρα σκλάβα του γιου
του Αχιλλέα Νεοπτόλεμου, και την Ερμιόνη, γυναίκα, του Νεοπτόλεμου. Η Ερμιόνη
κατηγορεί την Ανδρομάχη, η οποία έχει ήδη ένα παιδί από το Νεοπτόλεμο, ότι
εξαιτίας της ο Νεοπτόλεμος δεν επιθυμεί την ίδια, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να
κάνει παιδί μαζί του. Η σύγκρουση οδηγείται στα άκρα όταν ο Μενέλαος, ο βασιλιάς
της Σπάρτης και πατέρας της Ερμιόνης, αποφασίζει να θανατώσει το γιο της
Ανδρομάχης. Η τραγωδία γράφεται κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και
ο Ευριπίδης δε χάνει την ευκαιρία να παρουσιάσει τους Σπαρτιάτες με πολύ
αρνητικό τρόπο. Η "Ανδρομάχη" όμως παραμένει ένα κατά βάση αντιπολεμικό έργο.
Μέσα από τα δεινά που αντιμετώπισε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η ηρωίδα
διαφαίνονται οι καταστρεπτικές συνέπειες του πολέμου: ο χαμός των αγαπημένων
προσώπων, ο ξεριζωμός, η σκλαβιά και η αλαζονεία των νικητών.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">Γ. ΤΣΟΚΟΠΟΥΛΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ<br />ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΦΕΞΗ<br />1910</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΙΝΑΚΑΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΥΠΟΘΕΣΙΣ<br />ΠΡΟΣΩΠΑ<br />ΠΡΑΞΙΣ Α'.<br />ΣΚΗΝΗ
Α'.<br />ΣΚΗΝΗ Γ'. [*]<br />ΣΚΗΝΗ Δ'.<br />ΠΡΑΞΙΣ Β'.<br />ΣΚΗΝΗ Α'.<br />ΣΚΗΝΗ
Β'.<br />ΣΚΗΝΗ Γ'.<br />ΣΚΗΝΗ Γ'.[*]<br />ΣΚΗΝΗ Γ'.[*]<br />ΣΚΗΝΗ Δ'.<br />ΠΡΑΞΙΣ
Γ'.<br />ΣΚΗΝΗ Α'. - Ε'.<br />ΠΡΑΞΙΣ Δ'.<br />ΣΚΗΝΗ Α'. - Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">[*]Λάθος αρίθμηση</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΟΘΕΣΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Ο Νεοπτόλεμος, λαβών εν Τροία γέρας την
Ανδρομάχην, την γυναίκα του Έκτορος, εγέννησεν εξ αυτής τον Μολοσσόν. Έπειτα
ενυμφεύθη την Ερμιόνην, κόρην του Μενελάου. Επειδή δε πριν είχε ζητήση λόγον από
τον Δελφικόν Απόλλωνα διά τον φόνον του πατρός του Αχιλλέως, μετέβη πάλιν εις το
Μαντείον, διά να ζητήση συγγνώμην. Ζυλοτυπούσα όμως η Ερμιόνη την Ανδρομάχην
εσκέφθη να την θανατώση, και έστειλε και εκάλεοε τον πατέρα της Μενέλαον. Η
Ανδρομάχη έστειλε και έκρυψε μακράν από τανάκτορα τον υιόν της, αυτή δε
κατέφυγεν εις το ιερόν της Θέτιδος. Οι άνθρωποι όμως του Μενελάου απεκάλυψαν τον
Μολοσσόν, αυτήν δε δι' απάτης απέσπασαν από το ιερόν ότε δε έμελλον να
θανατώσουν και τους δυο, ημποδίσθησαν υπό του ελθόντος Πηλέως. Και ο μεν
Μενέλαος επέστρεψεν εις την Σπάρτην. Η δε Ερμιόνη μετενόησε φοβηθείσα τον
Νεοπτόλεμον. Ελθών δε ο [Ορέστης] Μενέλαος αυτήν μεν έπεισε να τον ακολουθήση,
επεβουλεύθη δε την ζωήν του Νεοπτολέμου, του οποίου τον νεκρόν φέρουν οι επί της
σκηνής. Ενώ ο Πηλεύς θρηνεί τον θάνατον του υιού του, εμφανισθείσα η Θέτις
διατάσσει αυτόν να θάψη τον νεκρόν εις τους Δελφούς και να στείλη την Ανδρομάχην
με τον υιόν της εις τους Μολοσσούς, αναγγέλλει δε εις τον γέροντα ότι έτυχε της
αθανασίας και ότι θα κατοικήση εις την νήσον των Μακάρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το δράμα διεξάγεται εις την Φθίαν, ο δε χορός
αποτελείται από Φθιώτιδας γυναίκας. Προλογίζει η Ανδρομάχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το δράμα θεωρείται εκ των δευτέρων.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />ΧΟΡΟΣ<br />ΕΡΜΙΟΝΗ<br />ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />ΠΗΛΕΥΣ<br />ΑΛΛΗ
ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />ΤΡΟΦΟΣ<br />ΟΡΕΣΤΗΣ<br />ΑΓΓΕΛΟΣ<br />ΘΕΤΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ<br />ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η σκηνή εν Θεσσαλία, μεταξύ της Φθίας και των
Φαρσάλων έξω του ιερού της Θέτιδος, πλησίον των Ανακτόρων. Κατά την άρσιν της
αυλαίας η Ανδρομάχη φαίνεται εις την θύραν του ναού).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ω πόλις των Θηβαίων, καύχημα της
Ασιατικής γης, από την οποίαν ήλθα άλλοτε με πολύχρυσα στολίδια εις τα ανάκτορα
του βασιλέως Πριάμου, ως σύζυγος δοθείσα εις τον Έκτορα. Εις εκείνον τον καιρόν
όλοι εζήλευαν την Ανδρομάχην, αλλά τώρα δεν υπάρχει ούτε θα γεννηθή ποτέ γυναίκα
δυστυχεστέρα από εμέ. Διότι εγώ τον μεν άνδρα μου τον Έκτορα είδα με τα μάτια
μου να σκοτώνη ο Αχιλλεύς, το δε παιδί που απέκτησα από εκείνον, τον Αστυάνακτα,
είδα να πέφτη από τους υψηλούς πύργους, όταν οι Έλληνες κατέλαβαν την Τροίαν.
Εγώ δε, μολονότι εγεννήθηκα ελευθέρα από ελευθέρους γονείς, εν τούτοις εις την
Ελλάδα έφθασα δούλη,δοθείσα ως δώρον εις τον νησιώτην Νεοπτόλεμον, διαλεγμένη ως
το καλλίτερον γέρας από όλα τα τρωικά λάφυρα. Τώρα κατοικώ εις τα γειτονικά
πεδία της Φθίας και της πόλεως των Φαρσάλων, όπου η θαλασσία Θέτις κατώκει μαζί
με τον Πηλέα φεύγουσα μακρυά από τους ανθρώπους. Ο Θεσσαλικός λαός τώρα προς
τιμήν του γάμου της Θέτιδος με τον Πηλέα ονομάζει τον τόπον αυτόν Θετίδιον, όπου
είχε το σπίτι του ο υιός του Αχιλλέως, αφήνων να βασιλεύη εις τα Φάρσαλα ο
Πηλεύς, διότι δεν θέλει να πάρη το σκήπτρον ενόσω ζη ο γέρων ο πατέρας του. Εγώ
ως δούλη με αυτόν εις αυτό το σπίτι απέκτησα παιδί. Και μολονότι πριν με είχαν
εύρη πολλά κακά, εν τούτοις πάντοτε παρηγορούμην με την ελπίδα ότι, αν σωθή το
παιδί, θα εκαλλιτέρευεν η τύχη μου και θα ικανοποιούμην διά τας ατυχίας μου. Αφ'
ότου όμως αυτός επήρε γυναίκα την Ερμιόνην από την Λακεδαίμονα και εγκατέλειψε
εμέ την δούλην,καταδιώκομαι από αυτήν από ζηλοτυπίαν. Διότι λέγει, ότι με
μυστικά φάρμακα κατώρθωσα να μην κάμη παιδί και να την μισήση ο σύζυγος της,και
ότι θέλω να μείνω εγώ αντί εκείνης μέσα εις αυτό το σπίτι και διά της βίας να
διώξω αυτήν. Αυτά εγώ, και όταν τα πρωτοήκουσα, δεν τα παρεδέχθην, και τώρα τα
αρνούμαι εντελώς. Ο μέγας Ζευς το γνωρίζει βέβαια, ότι εγώ δεν έγινα εκουσίως
μου σύζυγος. Αλλ' εκείνη δεν πείθεται και θέλει να με φονεύση, έχουσα συνεργόν
τον πατέρα της τον Μενέλαον, ο οποίος ήλθε επίτηδες εδώ από την Σπάρτην, με
αυτόν τον σκοπόν. Φοβηθείσα λοιπόν εγώ ήλθα γρήγορα εις αυτό το γειτονικόν ιερόν
της Θέτιδος, μήπως με σώση από τον θάνατον. Διότι και αυτός ο Πηλεύς και οι
απόγονοι του Πηλέως το σέβονται, ως ενθυμίζον τους γάμους της Νηρηίδος. Το δε
μονάκριβό μου παιδί το έστειλα κρυφά εις άλλο σπίτι, φοβουμένη μήπως το
σκοτώσουν. Επειδή ο πατέρας του ούτε αυτό ούτε εμέ ημπορεί να βοηθήση, διότι
λείπει εις τους Δελφούς, διά να ζητήση συγγνώμην από τον Απόλλωνα Λοξίαν διά την
ανοησίαν που έκαμεν άλλοτε, όταν επήγε εις την Πυθίαν, διά να ζητήση λόγον από
τον Φοίβον διά τον πατέρα του. Τώρα λοιπόν είναι εκεί ζητών συγγνώμην διά το
παλαιόν σφάλμα του και παρακαλών να έχη εις το μέλλον ευνοϊκόν τον θεόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται η Θεράπαινα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Κυρία, εγώ δεν θα παύσω να σε
ονομάζω έτσι, διότι και εις το σπίτι μας έτσι σε ωνόμαζα, όταν ήμεθα εις την
Τροίαν. Επειδή δε και σε αγαπώ και τον άνδρα σου, όταν εζούσε, έρχομαι να σου
φέρω νέα, με φόβον μεν μήπως με ακούση κανείς από τους κυρίους, αλλά και με
λύπην προς σε. Διότι φαίνεται ότι τρομερά σκέπτεται εναντίον σου και εναντίον
του παιδιού σου ο Μενέλαος, και πρέπει να φυλαχθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ω αγαπητή δούλη και συ όπως εγώ,
διότι δούλη είσαι και συ μαζί με την πρώην βασίλισσαν, τώρα δε δυστυχισμένη, τι
κάμνουν αυτοί, τι μηχανεύονται πάλιν θέλοντες να με σκοτώσουν την
τρισαθλίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Ω δυστυχισμένη, θέλουν να
σκοτώσουν το παιδί σου, το οποίον έδιωξες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αλλοίμονον! Ποίος τους επρόδωκε
και πότε, ότι εγώ έστειλα μακρυά απ'εδώ το παιδί μου; Ω, εχάθηκα η
δυστυχισμένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Δεν ξέρω. Αυτούς είδα εγώ να το
ζητούν. Και ο Μενέλαος πηγαίνει τώρα γρήγορα, διά να το εύρη έξω από το
σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αλλοίμονο εχάθηκα! Και σένα,
παιδί μου, θα σε σκοτώσουν οι δύο γύπες,ενώ ο πατέρας σου είναι εις τους
Δελφούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Μου φαίνεται ότι, αν εκείνος ήτο
εδώ, δεν θα επάθαινες τίποτε κακόν.Αλλά τώρα δεν έχεις κανένα που να σ'
αγαπά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Δεν γίνεται έξω λόγος περί του
Πηλέως ότι έρχεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Εκείνος είναι γέρος, ώστε να σε
βοηθήση, και αν έλθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Έστειλα και του εμήνυσα και
μάλιστα όχι μίαν φοράν μόνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Σου φαίνεται ότι πραγματικώς οι
απεσταλμένοι σου εφρόντισαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Πώς να κάμω; θέλεις και συ να πας
εκ μέρους μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Πώς να δικαιολογήσω ότι θα λείψω
τόσον από το σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Πολλάς δικαιολογίας ημπορείς να
εύρης· και συ είσαι γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Είναι πολύς κίνδυνος, διότι η
Ερμιόνη προσέχει πολύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Βλέπεις; Διστάζεις, ενώ τόσα
υποφέρω εγώ που με αγαπάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Όχι, μη με βρίζης. Πηγαίνω, έστω
και αν πρόκειται να πάθω τίποτε κακόν, αφού είμαι δούλη και η ζωή μιας δούλης
δεν αξίζει τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Πήγαινε λοιπόν γρήγορα. Εγώ δε
καθισμένη εδώ με θρήνους και γόους και δάκρυα θα γεμίσω τον αέρα. Διότι είναι
φυσικόν εις ημάς τας γυναίκας ως απόλαυσιν να έχωμεν πάντοτε εις το στόμα μας
τας συμφοράς του παρόντος. Και διά να κλαίω δεν έχω μίαν αφορμήν αλλά πολλάς.
Την πατρικήν μου πόλιν, τον Έκτορα που έχασα και την σκληράν μου τύχην που μ'
έκαμε δούλην ενώ δεν ήξιζα. Δεν πρέπει κανείς να μακαρίζη ένα άνθρωπον πριν ιδή
πώς θα περάση την τελευταίαν ημέραν της ζωής του και πώς κατέβη εις τον άλλον
κόσμον. Ο Πάρις δεν έφερε την Ελένην εις το Ίλιον ως σύζυγον αλλά ως
καταστροφήν. Ένεκα αυτής, ω Τροία, με το δόρυ και με το πυρ σε κατέλαβεν ο Ταχύς
Άρης των Ελλήνων με τον στόλον των χιλίων πλοίων, και ο υιός της θαλασσίας
Θέτιδος τον ιδικόν μου σύζυγον τον Έκτορα έσυρε γύρω από τα τείχη, δεμένον πίσω
από το άρμα του. Κ' εμέ την ιδίαν εξ αιτίας της με ήρπασαν από τα δωμάτια μου
και με ωδήγησαν κάτω εις την θάλασσαν, διά να πέσω εις την φοβεράν δουλείαν.
Άφθονα τα δάκρυα έτρεχαν εις το πρόσωπόν μου, όταν άφησα την πόλιν και το σπίτι
μου και τον άνδρα μου κυλιόμενον εις την σκόνην. Ω δυστυχισμένη εγώ, τι ανάγκη
ήτο να βλέπω ακόμη το φως ως δούλη της Ερμιόνης; Και αυτήν φοβουμένη τώρα
κατέφυγα εις αυτό το άγαλμα της θεάς, το οποίον εναγκαλίζομαι ως ικέτις, όπου
και λύομαι εις τα δάκρυα, τα οποία τρέχουν ως σταγόνες από πέτραν.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ—ΧΟΡΟΣ ΘΗΒΑΙΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω, συ, η οποία ήλθες εις το ιερόν
αυτής της θεάς, εγώ, αν και γέννημα της Φθίας, έρχομαι όμως προς σε την
καταγομένην από την Ασίαν, από λύπην, μήπως κατορθώσω να εύρω μίαν λύσιν των
δεινών σου, αφού σε και την Ερμιόνην τρομερά έρις περιέπλεξε, διότι και αι δύο
ένα άνδρα έχετε, τον υιόν του Αχιλλέως. Σκέψου καλά την δυστυχίαν εις την οποίαν
ευρέθης. Συ, κόρη από την Τροίαν, αγωνίζεσαι προς δέσποιναν Λάκαιναν. Άφησε το
τώρα το ιερόν της θαλασσινής θεάς, το δεχόμενον προσφοράς. Διότι ποίον θα είναι
το όφελός σου, αν αναγκάζεσαι να συναγωνίζεσαι προς τους δεσπότας και επομένως
να φθείρης το σώμα σου;Οι δυνατώτεροι θα επικρατήσουν. Διατί κοπιάζεις, ενώ δεν
είσαι τίποτε; Πήγαινε· άφησε τον ναόν της Νηρηίδος θεάς, σκέψου ότι είσαι ξένη
δούλη, εις ξένην πόλιν, όπου δεν βλέπεις κανένα από τους φίλους σου, ω
δυστυχεστάτη, ω τρισαθλία νύμφη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή β'.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δυστυχεστάτη, ήλθες, εδώ ω γυναίκα της Τροίας.
Αλλά φοβούμεναι τους κυρίους μας σιωπώμεν, —μολονότι σε λυπούμεθα,—μη μας ιδή
ότι σε συμπαθούμεν η κόρη του Διός.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΙ ΑΥΤΑΙ—ΕΡΜΙΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η Ερμιόνη εισέρχεται επιδεικτικώς ενδεδυμένη
και ομιλεί με υπεροψίαν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Τα πλούσια χρυσά στολίσματα της
κεφαλής και τους κεντημένους πέπλους,δεν έλαβα ούτε από τον Αχιλλέα ούτε από τον
Πηλέα, αλλά τους είχα προίκα αφ' ότου έφθασα εδώ από το σπίτι μου, από την
Λακωνικήν γην της Σπάρτης, γιατί μου τα είχε χαρίση ο πατέρας μου ο Μενέλαος
μαζί με άλλην προίκα, γι' αυτό έχω το δικαίωμα να είμαι ελευθερόστομος. Σε σας
λοιπόν αυτά τα λόγια λέγω. Συ όμως, αν και είσαι δούλη και σε κατέκτησαν ως
λάφυρον, θέλεις να διώξης εμέ από το σπίτι μου και να γίνης κυρία. Και με τα
φάρμακά σου έκαμες τον άνδρα μου να με μισήση και όλη μου η γαλήνη εχάθη. Διότι
είναι τρομερά η ψυχή των γυναικών της Ασίας εις το να βρίσκουν αυτά τα μέσα.
Αλλ' απ' αυτά θα σε εμποδίσω εγώ και εις τίποτε δεν θα σε ωφελήση αυτό το ιερόν
της Νηρηίδος. Ούτε ο βωμός ούτε ο ναός θα σε προστατεύουν, αλλά θ'αποθάνης. Εάν
δε κανείς θεός ή θνητός θέλη να σε σώση, πρέπει πρώτον να παραιτήσης τας πριν
ιδέας σου και να πέσης ταπεινή εις τα πόδια μου, και να περιποιηθής το σώμα μου
και να μου χύνης μέσα από χρυσά αγγεία δροσερόν νερόν του Αχελώου και να
εννοήσης ποίοι είναι εκείνοι κοντά εις τους οποίους ζης. Διότι αυτά εδώ δεν
είναι ούτε του Έκτορος ούτε του Πριάμου, ούτε έχεις τον χρυσόν που είχες άλλοτε.
Εδώ είναι πόλις Ελληνική. Εις τόσην αναίδειαν έφθασες, δυστυχισμένη, ώστε
ετόλμησες να πάρης άνδρα εκείνον του οποίου ο πατέρας εσκότωσε τον σύζυγόν σου
και έκαμες παιδιά με τον κύριόν σου. Έτσι είσθε σεις όλοι οι βάρβαροι. Ο πατέρας
παίρνει σύζυγον την κόρην του και το παιδί την μητέρα, και η κόρη τον αδελφόν,
οι φίλτατοι δε μεταξύ των επιβουλεύονται ο ένας τον άλλον και αλληλοσκοτώνονται.
Αυτάς τας συνηθείας έφερες και να τας κρατήσης διά τον εαυτόν σου· μη τας
μεταδώσης δε και εις ημάς. Ημείς δεν θεωρούμεν καλόν ένας άνδρας να έχη δύο
γυναίκας, αλλά και οι δύο σύζυγοι να αποβλέπουν εις ένα έρωτα, εάν θέλουν να
ζουν καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ζηλότυπον είναι το φύλον των γυναικών
εκ φύσεως, και προ πάντων δυσμενές, όταν δύο γυναίκες έχουν ένα άνδρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αλλοίμονον! Κακόν είναι εις τους
ανθρώπους η νεότης και μάλιστα όταν δεν την διευθύνη η δικαιοσύνη. Εγώ φοβούμαι
μήπως, επειδή είμαι δούλη σου, με εμποδίση αυτό να ομιλήσω, μολονότι έχω πολλά
δίκαια, εξ άλλου δε, αν κρατήσω την γλώσσαν μου, μήπως βλαφθώ επίσης διά την
σιωπήν μου. Διότι οι μεγαλοφρονούντες δεν ακούουν ευχαρίστως τα λόγια των
υποδεεστέρων. Αλλά δεν θ' αφήσω τον εαυτόν μου να νικηθή από αδυναμίαν. Αλλά
ειπέ μου συ, ω νέα, ποία αίτια θα σε πείσουν τάχα να διεκδικήσω με σε τα
δικαιώματα του νομίμου γάμου; Μήπως άρά γε η πόλις της Λακεδαίμονος είναι
μικροτέρα από την πόλιν των Φρυγών,μήπως η τύχη μου είναι ανωτέρα της δικής σου,
ή μήπως τουλάχιστον είμαι ελευθέρα; Ή στηριζομένη εις την νεότητα και εις την
ωραιότητά μου και εις το μέγεθος της πατρίδος μου και εις τους φίλους μου θέλω
να καταλάβω αντί σού το σπίτι σου; τι τάχα, μήπως ζητώ να γεννήσω εγώ αντί σού
παιδιά, τα οποία θα είναι και δούλα όπως εγώ και θ' αυξάνουν την δυστυχίαν μου;
Ή άραγε, αν συ δεν γεννήσης παιδιά, θ' ανεχθή η Φθία να βασιλεύσουν τα δικά μου;
Με αγνοούν οι Έλληνες, και διά τον Έκτορα, και άγνωστος τους είμαι και ούτε
γνωρίζουν ότι ήμουν βασίλισσα των Φρυγών. Δεν είναι λοιπόν τα φάρμακα μου που
κάμνουν τον άνδρα σου να σε αποστρέφεται, αλλά φαίνεται ότι συ δεν γνωρίζεις να
τον περιποιηθής. Διότι αυτό είναι το φίλτρον της γυναικός· όχι η καλλονή της
αλλά τα προτερήματά της ευχαριστούν τους άνδρας. Συ δε,μόλις ολίγον πειραχθής,
ομιλείς με υπερηφάνειαν διά την πατρίδα σου και περιφρονείς την Σκύρον. Δείχνεις
συ τον πλούτον σου μέσα εις τους πτωχούς και ο Μενέλαος είναι δι' εσέ
μεγαλύτερος από τον Αχιλλέα.Αυτά κάμνουν τον άνδρα σου να σε αποστρέφεται.
Πρέπει η γυναίκα, και αν πάρη άνδρα κακόν, να υπομένη και όχι να συναγωνίζεται
μαζί του εις υπερηφάνειαν. Εάν ήσουν εις την σκεπασμένην με χιόνια Θράκην και
είχες άνδρα βασιλέα, ο οποίος θα εμοιράζετο με πολλάς την κλίνην του,θα τας
εσκότωνες όλας; Και από το αχόρταστον πάθος σου θα ύβριζες όλας τας γυναίκας;
Αυτό είναι αισχρόν αν και ημείς αισθανόμεθα αυτήν την ασθένειαν περισσότερον από
τους άνδρας, εν τούτοις προσπαθούμεν να την μετριάζωμεν. Ω φίλτατε Έκτωρ, πώς
ενθυμούμαι ότι, αν κάποτε η Κύπρις σου ενέπνεεν αδυναμίαν, εγώ την υπέφερα και
πολλάκις έδωκα τον μαστόν μου εις τα νόθα παιδία σου, διά να μη σε πικράνω. Με
αυτήν την συμπεριφοράν είλκυα προς εμέ τον άνδρα μου. Ενώ συ φοβείσαι μην εγγίση
έστω και μια σταλαγματιά δρόσου τον άνδρα σου. Πρόσεξε μήπως περάσης εις το
πάθος προς τον άνδρα ακόμη εκείνην που σ' εγέννησε. Τα παιδιά των κακών μητέρων,
αν έχουν νουν, πρέπει ν' αποφεύγουν, τα καμώματα των μητέρων των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Δέσποινα, όσον είναι δυνατόν,
προσπάθησε να συμφιλιωθής μαζί της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Πώς; κάνεις την φρόνιμην με τα
λόγια σου, και με κατηγορείς εμένα ως μη σώφρονα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αυτό δεν φαίνεται τουλάχιστον από
τα λόγια που είπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Η σκέψις σου ας μη γίνη ιδική μου
σκέψις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Είσαι νέα και όμως ομιλείς περί
αισχρών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Συ δεν τα λέγεις, αλλά όσον
ημπορείς τα κάνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Δεν ημπορείς να υποφέρης με
σιωπήν όσα σου εμπνέει ο έρως σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Μήπως αυτά δεν είναι πάντοτε η
πρώτη σκέψις της γυναικός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Όταν τα μεταχειρίζεται, καλά.
Ειδεμή είναι αισχρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Εις την πόλιν που κατοικούμεν δεν
έχομεν τους νόμους των βαρβάρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Κ' εκεί θεωρούνται κακά όσα κακά
είναι κ' εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Σοφή είσαι, σοφή. Αλλ' όμως πρέπει
ν' αποθάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Βλέπεις πώς σε κυττάζει το άγαλμα
της Θέτιδος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Μισεί η θεά την πατρίδα σου εξ
αιτίας του φόνου του Αχιλλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Η Ελένη ήτο η αιτία του φόνου
του, η μητέρα σου, όχι εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Θα σπρώξης ακόμη περισσότερον τας
ύβρεις σου εναντίον μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ιδού, σιωπώ και ράβω το στόμα
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Απάντησε εις εκείνο διά το οποίον
ήλθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Σου απαντώ ότι δεν έχεις νουν
όσον πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />θα φύγης από αυτό το αγνόν τέμενος
της θαλασσίας θεάς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Νεκρά βεβαίως. Εάν όμως δεν
αποθάνω, δεν θα το αφήσω ποτέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Αυτό είναι πλέον αποφασισμένον και
δεν θα περιμείνω την επιστροφήν του συζύγου μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ούτε εγώ όμως έως τότε θα
παραδοθώ εις σε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />θα βάλω φωτιά και θα σ' αναγκάσω
χωρίς να ανησυχήσω προς χάριν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Άναψε λοιπόν την φωτιά· οι θεοί
θα τα ιδούν αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Και εις το σώμα σου θα προξενήσω
τους πόνους που φέρνουν τα τρομερά τραύματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Σφάξε με, χύσε το αίμα μου εις
τον βωμόν της θεάς. Εκείνη θα σε τιμωρήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ω γέννημα βάρβαρον και ω σκληρόν
θράσος, περιφρονείς τον θάνατον;Αλλά εγώ έχω το μέσον να σε κάμω ν' αφήσης με
την θέλησίν σου το μέρος αυτό. Έχω τον τρόπον να σε πείσω. Αλλ' ας κρατήσω τα
λόγια μου,να γίνουν γρήγορα πράγμα. Κάθησαι καλά εδώ· αλλά και αν με μολύβι
είσαι κολλημένη εις το έδαφος, πάλιν εγώ θα σε εκτοπίσω, πριν να έλθη ο υιός του
Αχιλλέως, εις τον οποίον έχεις τόσην πεποίθησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Έχω πεποίθησιν. Παράξενον! Κατά
των ερπετών και των θηρίων οι θεοί έδωκαν εις τους ανθρώπους φάρμακα. Κανείς
όμως δεν ευρήκε ποτέ φάρμακον εναντίον της κακής γυναικός, η οποία και από την
έχιδναν και από την φωτιάν είναι τρομερωτέρα. Τόσον κακόν είμεθα ημείς διά τους
ανθρώπους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Βεβαίως μεγάλων κακών υπήρξεν αιτία ο
υιός του Διός και της Μαίας,όταν ήλθεν εις το δάσος της Ίδης οδηγών το λαμπρόν
άρμα των τριών θεών, ωπλισμένον διά την ολεθρίαν έριδα της καλλονής προς ένα
νεαρόν ποιμένα, ο οποίος εκάθητο μόνος του εις τας ερήμους επαύλεις και τους
σταθμούς. Όταν ήλθαν αι θεαί εις το πυκνόν δάσος, πρώτον έλουσαν τα ωραία σώματα
εις το ρεύμα των ορεινών πηγών και έπειτα επήγαν εις τον υιόν του Πριάμου,
απευθύνουσαι η μία προς την άλλην λόγια προσβλητικά. Αλλά η Κύπρις ενίκησε με τα
δόλια λόγια της τα οποία τέρπουν, υπήρξαν όμως πικρά διά την δυστυχισμένην πόλιν
της Τροίας.Είθε να έρριχνεν οπίσω της το κακόν εκείνη που εγέννησεν άλλοτε τον
Πάριν πριν κατοικήση τας υπωρείας της Ίδης, όταν εφώναζεν η Κασσάνδρα, καθισμένη
κοντά εις την προφητικήν δάφνην, ότι έπρεπε να φονευθή, διότι έμελλε να γεννήση
την δυστυχίαν της μεγάλης πόλεως του Πριάμου. Προς ποίον δεν ήλθε; Ποίον από
τους δημογέροντας δεν παρεκάλεσε να φονεύση το βρέφος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εάν την ήκουαν, ούτε αι άλλαι γυναίκες της
Τροίας θα εγίνοντο δούλαι,ούτε συ ως δούλη θα ήσουν πλησίον εις τους τυράννους.
Και η από όλην την Ελλάδα εκστρατεύσασα νεολαία δεν θα ηγωνίζετο δέκα χρόνια έξω
από τα τείχη της Τροίας, ούτε τόσαι σύζυγοι θα έμεναν έρημοι, ούτε τόσοι
γέροντες ορφανοί από παιδιά.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Α Υ Λ Α I Α</span></b>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Β'.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΜΕΝΕΛΑΟΣ — ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Έρχομαι, αφού ανεκάλυψα το παιδί
σου, το οποίον κρυφά από την θυγατέρα μου έστειλες εις άλλο σπίτι. Επίστευες ότι
εσέ μεν θα σώση αυτή η θεά, το παιδί σου δε εκείνοι που το έκρυψαν. Αλλ'
απεδείχθης ολιγώτερον έξυπνη από τον Μενέλαον. Αν δεν φύγης από αυτόν τον
τόπον,θα φονεύσωμεν αυτό αντί σου. Σκέψου λοιπόν αυτό, ποίον εκ των δύο θέλεις,
ν' αποθάνης συ, ή να χαθή αυτό, εξ αιτίας σου, δι' όσα έκαμες συ εναντίον της
κόρης μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ω φήμη, φήμη, μυρίους θανάτους,
οι όποιοι δεν αξίζουν τίποτε, έκαμες να φαίνωνται μεγάλοι. Εγώ θεωρώ ευτυχείς
εκείνους, των οποίων η φήμη στηρίζεται εις την αλήθειαν. Εκείνους όμως, οι
οποίοι στηρίζονται εις το ψεύδος, δεν θεωρώ ότι έχουν άλλην αξίαν παρά μόνον ότι
οφείλουν την φήμην των εις την τύχην. Συ λοιπόν είσαι, που αρχηγός των εκλεκτών
Ελλήνων αφήρεσες άλλοτε την Τροίαν από τον Πρίαμον, μολονότι είσαι τόσον
άνανδρος; Συ, ο οποίος πεισθείς εις τα λόγια της κόρης σου, που είναι παιδί
ακόμη, τόσον υπερηφανεύεσαι και καταδέχεσαι να πολεμής μίαν δυστυχισμένην δούλην
γυναίκα; Δεν σ' ευρίσκω ούτε σε άξιον της Τροίας ούτε την Τροίαν άξιάν σου. Όσοι
λοιπόν φαίνονται λαμπροί, είναι μόνον απ' έξω, από μέσα όμως είναι ίσοι με τους
κοινούς ανθρώπους και μόνον κατά τα πλούτη διαφέρουν, διότι αυτά τους δίδουν
δύναμιν. Μενέλαε, ας τελειώσωμεν αυτήν την ομιλίαν. Εάν χαθώ διά την κόρην σου,
πώς εκείνη θ' αποφύγη την τιμωρίαν διά το αίμα που θα χυθή; Και συ ακόμη εις τα
μάτια των πολλών θα είσαι συνεργός αυτού του φόνου, διά το μέρος που έλαβες εις
αυτόν. Αν εγώ σωθώ από τον θάνατον, φονεύσης δε το παιδί μου, πώς θ' ανεχθή
εύκολα τον θάνατον του ο πατέρας του; Αυτόν δεν τον εθεώρησεν άνανδρον η Τροία,
όπως σε.Εκείνος, θα κάμη ό,τι πρέπει και θα φανή ότι κάμνει άξια του Πηλέως και
του πατρός του Αχιλλέως. Θα διώξη λοιπόν την κόρην σου από το σπίτι, όταν δε συ
θέλησης να την δώσης εις άλλον άνδρα, τι θα του είπης; ότι τάχα τον άφησε,
φρόνιμη αυτή, και έφυγε, επειδή ήτο κακός σύζυγος; Αλλά αυτό θα είναι ψεύδος. Ή
θα την κρατήσης εις το σπίτι σου να γηράση ανύπανδρος; Ω, δυστυχισμένε, δεν
βλέπεις πόση κακή θα είναι η συνέπεια! Πόσα δεν θα επροτιμούσες να πάθη η κόρη
σου από αντιζήλους παρά όσα εγώ σου λέγω; Δεν πρέπει διά μικρά πράγματα να
προκαλή κανείς μεγάλας δυστυχίας, ουδέ αν αι γυναίκες είμεθα όντα τόσον κακά, οι
άνδρες να εξομοιούνται με ημάς κατά την φύσιν. Εγώ, αν μετεχειρίσθην φάρμακα,
διά να κάμω στείραν την θυγατέρα σου, όπως αυτή λέγει, με την θέλησίν μου και
όχι διά της βίας, θ' αφήσω τον βωμόν αυτόν και θα υποβληθώ εις την κρίσιν του
γαμβρού σου. Διότι και αυτόν δεν βλάπτω ολιγώτερον, αν τον καταδικάζω να μείνη
χωρίς παιδιά.Εγώ αυτά έχω να είπω διά τον εαυτόν μου. Όσον αφορά εσέ, ένα μόνον
παρατηρώ. Ότι διά γυναικείαν έριδα κατέστρεψες και την δυστυχισμένην πόλιν της
Τροίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ομίλησες προς άνδρας με περισσοτέραν
τόλμη από όση αρμόζει εις γυναίκας και ελησμόνησες την φρόνησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Αυτή είναι νίκη μικρή και όχι άξια
της βασιλείας μου και, όπως λέγεις, της Ελλάδος. Μάθε όμως ότι εκείνο που
χρειάζεται κανείς, του είναι μεγαλύτερον από την άλωσιν της Τροίας. Εγώ θα
βοηθήσω την κόρην μου, διότι είναι μεγάλη προσβολή να διωχθή από την συζυγικήν
κλίνην.Όλα τα άλλα, τα οποία ημπορεί να πάθη μία γυναίκα είναι ολιγώτερα· το να
χάνη όμως τον άνδρα της είναι ως να χάνη την ζωήν της. Ο σύζυγος της κόρης μου
έχει το δικαίωμα να διατάσση τους δούλους μου, όπως η κόρη μου και εγώ να
διατάσσωμεν τους ιδικούς του. Διότι μεταξύ φίλων,οι οποίοι είναι πραγματικοί
φίλοι, δεν υπάρχει τίποτε ιδιαίτερον,αλλά όλα είναι κοινά. Αν λοιπόν, όταν λείπη
εκείνος, δεν φροντίσω εγώ διά τα συμφέροντά του, είμαι άνθρωπος φαύλος και όχι
φρόνιμος. Αλλά άφησε πλέον τον ναόν αυτής της θεάς, διότι, αν αποθάνης συ, αυτό
το παιδί σώζεται από τον θάνατον. Αν όμως συ δεν θέλης ν' αποθάνης, θα φονεύσω
αυτό. Ένας από τους δύο σας είναι ανάγκη να αφήση την ζωήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αλλοίμονον, ποίαν πικράν εκλογήν
ζωής μου προτείνεις! Και αν εκλέξω θα είμαι αθλία και αν δεν εκλέξω γίνομαι
δυστυχής. Ω συ, που χάριν μικράς αιτίας, μεγάλα κάμνεις, άκουσε με. Διά ποίαν
αιτίαν ζητείς τον θάνατον μου; Ποίαν πόλιν επρόδωσα, ποίον από τα παιδιά σου
εσκότωσα,πού έβαλα πυρκαϊάν; Διά της βίας εκοιμήθην με τον κύριόν μου και
φονεύεις εμέ αντί εκείνου ο οποίος είναι η αιτία; Αφήνεις την αρχήν και φέρεσαι
εναντίον του αποτελέσματος; Ω, τι δυστυχία είναι αυτή!Δυστυχισμένη μου πατρίς,
πόσα υποφέρω! Τί ανάγκη ήτο να γεννήσω, διά να προσθέσω και άλλο βάρος διπλούν
εις τα βάρη μου; Ποία ευχαρίστησις υπάρχει εις την ζωήν μου, και τι, ποίας
δυστυχίας να κυττάξω, τας περασμένας ή τας παρούσας; Μήπως δεν είδα την σφαγήν
του Έκτορος δεμένου εις το άρμα, και το Ίλιον οικτρώς πυρπολούμενον, εγώ δε η
ιδία δεν εισήλθα ως δούλη εις τα πλοία των Αργείων, συρομένη από τα μαλλιά; Όταν
έφθασα εις την Φθίαν, μου εδόθη σύζυγος ο φονεύς του Έκτορος. Διατί όμως να
κλαίω δι' αυτάς τας παλαιάς δυστυχίας και δεν συλλογίζομαι τα κακά που έχω
εμπρός μου; Ένα παιδί μου έμενε, φως της ζωής μου, και αυτό θα μου το σκοτώσουν
τώρα, διότι το θέλουν. Αλλά όχι, δεν θα γίνη αυτό διά να σώσω εγώ την αθλίαν μου
ζωήν, διότι το να σωθή αυτό, είναι η μόνη μου ελπίς, εις εμέ δε θα είναι αίσχος
να μη χαθώ προς χάριν του παιδιού μου. Ιδού λοιπόν αφήνω τον βωμόν και
παραδίδομαι εις τα χέρια σας. Σφάξατέ με, φονεύσατέ με,δέσατέ με, κρεμάσατέ με
από τον λαιμόν. Ω, παιδί μου, εγώ η μητέρα σου καταβαίνω εις τον Άδην, διά να μη
πεθάνης συ! Αν δε σωθής από τον θάνατον, ενθημήσου την μητέρα σου, πόσα υπέφερε
κ' εχάθη. Και, όταν σε φιλή ο πατέρας σου, αγκάλιασέ τον και με δάκρυα ειπέ του
τι έκαμα.Όλων των ανθρώπων η ζωή των είναι τα παιδιά των. Εκείνος που θα με
κατηγορήση, διότι είναι άπειρος από παιδιά, βεβαίως ολιγώτερον πονεί,και
δυστυχών είναι πάλιν ευτυχής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τα λόγια της μας συνεκίνησαν· διότι
τα δυστυχήματα των ανθρώπων, και ξένοι αν είναι, μας προξενούν λύπην, Συ,
Μενέλαε, έπρεπε να συμφιλιώσης αυτήν με την κόρην σου, διά ν' απαλλαχθή και αυτή
από τα δυστυχήματα της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ (προς τους ακολούθους του)<br />Δούλοι,
πάρετέ μου την αυτήν και δέσατε της τα χέρια. Διότι δεν πρόκειται ν' ακούση
ευχάριστα λόγια. Εγώ, διά ν' αφήσης τον άγιον βωμόν της θεάς, σε ηπείλησα με τον
θάνατον αυτού του παιδιού και σε ηνάγκασα να έλθης εις τα χέρια μου, διά να σε
σκοτώσω. Και αυτά μεν μάθε ότι είναι αποφασισμένα δι' εσέ. Ότι όμως αφορά εις
αυτό το παιδί θα το αποφασίση η κόρη μου, αν θέλη να το σκοτώση, ή όχι. Πήγαινε
τώρα εις τανάκτορα, διά να μάθης, δούλη εσύ, να υβρίζης τους ελευθέρους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αλλοίμονον, με ηπάτησες, με δόλον
μ' έπεισες!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Δεν το αρνούμαι, το διακηρύττω
φανερά εις όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αυτή είναι η σοφία που θαυμάζουν
εις τον Ευρώταν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Και εις την Τροίαν επίσης
εκδικούνται εκείνους που υβρίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Τα δε θεία δεν τα νομίζεις θεία,
και δεν σου φαίνεται ότι θα δώσης λόγον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Όταν έλθη ο καιρός, θα τα υποστώ.
Αλλά εσέ θα σε φονεύσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Και αυτό το παιδί θα το αποσπάσης
από την [τα] αγκάλην της μητέρας του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Βεβαίως όχι· αν θέλη όμως η κόρη
μου, θα της το δώσω να το φονεύση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αλλοίμονον! Πώς να σε κλάψω,
παιδί μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Βεβαίως και αυτό δεν ημπορεί να
έχη πολλάς ελπίδας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ω μισητότεροι όλων των ανθρώπων,
κάτοικοι της Σπάρτης, δόλιοι εις τας σκέψεις σας, βασιλείς του ψεύδους,
μηχανορράφοι των κακών, που δεν σκέπτεσθε τίποτε ίσιον και τίμιον αλλά περίπλοκα
μόνον, αδικία είναι να ευτυχήτε εις την Ελλάδα. Ποίον έγκλημα σάς είναι
άγνωστον; Δεν είναι πυκνοί οι φόνοι σας; Δεν είσθε αισχροκερδείς; Δεν
συλλαμβάνεσθε διαρκώς ότι άλλα λέγετε με την γλώσσαν και άλλα σκέπτεσθε;
Δυστυχία εις σας! Δι' εμέ ο θάνατος δεν είναι τόσον τρομερός, όσον
νομίζεις.Διότι εγώ εχάθηκα από την ημέραν που κατελήφθη η Τροία και εφονεύθη ο
γενναίος σύζυγός μου, ο οποίος πολλάκις σ' έκαμε να τρέχης από την ξηράν, όπου
ήσουν εις τα πλοία ναύτης. Τώρα φαίνεσαι γενναίος μαχητής εναντίον μιας γυναικός
και με φονεύεις. Κτύπησέ με, διότι ποτέ δεν θα κολακεύσω σε και την κόρην σου.
Αν συ ήσουν μεγάλος εις την Σπάρτην,κ' εγώ όμως ήμουν εις την Τροίαν. Αν δε εγώ
δυστυχώ τώρα, μην υπερηφανεύεσαι και σε θα εύρη με την σειράν σου η
δυστυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απάγεται από τους δούλους. Ο Μενέλαος
εξέρχεται με τους ακολούθους).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ<br />Ποτέ δεν θα επαινέσω εκείνον τον
άνθρωπον, ο οποίος έχει δύο γυναίκας και παιδιά από δύο μητέρας, διότι αυτό
φέρει διενέξεις εις την οικογένειαν και πικράν λύπην. Είθε ο ιδικός μου σύζυγος
ν' αρκήται εις εμέ μίαν γυναίκα και να μη φέρη αντίζηλον εις το νυμφικόν μας
κρεββάτι. Και η πόλις δύο άρχοντας δεν υποφέρει ευκολώτερα από τον ένα, διότι
επάνω εις το ένα βάρος προστίθεται άλλο, και γίνεται αφορμή να στασιάζουν οι
πολίται. Ακόμη και εις τους ποιητάς αι Μούσαι αγαπούν να γεννούν διχονοίας, όταν
δύο με επιμέλειαν συνθέτουν τον ίδιον ύμνον. Όταν δε γοργαί πνοαί άνεμου
σπρώχνουν τα πλοία, δύο γνώμαι των πηδαλιούχων και πυκνόν πλήθος σοφών δεν
αξίζουν όσον ένας άνθρωπος, ολιγώτερον ειδήμων αλλ' απόλυτος κύριος. Έτσι η
εξουσία και εις τας οικογενείας και εις τας πόλεις είναι αναγκαία, όταν θέλη
κανείς να μην αφήση να του φύγη μία ευκαιρία. Το αποδεικνύει η Λάκαινα, η κόρη
του στρατηλάτου Μενελάου, η οποία έφερε την φωτιάν εις μίαν οικογένειαν, γίνεται
δε αιτία να φονευθή τώρα η δυστυχισμένη κόρη της Τροίας μαζί με το παιδί της.
Άθεοι, άνομοι, εναντίον της φύσεως είναι ο φθόνος. Συ δε, ω δέσποινα, θα
μετανοήσεις κάποτε δι'όσα κάμνεις τώρα. Αλλά βλέπω να προχωρά προς τανάκτορα το
ζεύγος το οποίον είναι τόσον στενά συνδεδεμένον με μίαν απόλαυσιν θανατικών. Ω
δυστυχισμένη γυναίκα και συ άμοιρο παιδί, που πεθαίνεις, διά να πληρώσης τον
γάμον της μητέρας σου, ενώ είσαι αθώον συ και τίποτε κακόν δεν έκαμες εις τους
βασιλείς!</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ — ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ — ΜΟΛΟΣΣΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ιδού εγώ με αρματωμένα τα χέρια
από τους βρόχους κατεβαίνω εις τον κάτω κόσμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />Αα, μητέρα μου, μητέρα μου, κ' εγώ
κατεβαίνω μαζί σου κάτω από τα φτερά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Θύμα της σφαγής. Ω, βασιλείς της
Φθίας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />Ω, πατέρα, έλα να μας
βοηθήσης!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ω, αγαπημένο μου παιδί, θα
κοιμηθής μέσα εις την γην εις το στήθος της δυστυχισμένης μητέρας σου νεκρόν και
συ κάτω από το χώμα κοντά εις την νεκράν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />Ω, αλλοίμονον, τι θα μου κάμουν κ'
εμένα και εις εσένα, μητέρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Πηγαίνετε εις τον Άδην, διότι
ήλθατε από εχθρικήν πόλιν. Πεθαίνετε και οι δύο από διπλήν απόλαυσιν. Συ μεν
φονεύεσαι με την ιδικήν μου απόφασιν, το δε παιδί αυτό κατ' απόφασιν της
Ερμιόνης. Μεγάλη αφροσύνη είναι ο εχθρός να φείδεται του εχθρού του, όταν ημπορή
να τον φονεύση και ν' απαλλάξη από αυτόν την οικίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ω, σύζυγε μου, υιέ του Πριάμου,
διατί να μην έχω το χέρι σου και το δόρυ σου να με βοηθήσουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />Ω, αλλοίμονον, με τι μαγικόν
τραγούδι να σωθώ από τον θάνατον!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Πέσε εις τα πόδια του δεσπότου
σου, παιδί μου, και παρακάλεσέ τον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />Ω, αγαπητέ μου, μη με παραδώσης
εις τον θάνατον!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Αναλύομαι εις δάκρυα, αι κόραι
μου στάζουν διαρκώς όπως η πηγή, η οποία τρέχει από βράχον ανήλιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΟΛΟΣΣΟΣ<br />Ω, αλλοίμονόν μου, πώς να σωθώ από
αυτήν την δυστυχίαν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Τι πέφτεις εις τα πόδια μου και με
παρακαλείς, όπως το κύμα εις τον βράχον της θαλάσσης; Εγώ είμαι ο προστάτης της
ιδικής μου οικογενείας, δι' εσέ όμως δεν αισθάνομαι καμμίαν αγάπην, διότι πολύ
από την ζωήν μου κατηνάλωσα, διά να γίνω κύριος της Τροίας και της μητέρας σου.
Αφού έχεις την απόλαυσιν να είσαι παιδί της, θα κατέβης μαζί της εις τον
Άδην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ιδού ότι έρχεται προς τα εδώ ο γέρων
Πηλεύς σπεύδων με το γεροντικόν του βήμα.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ—ΠΗΛΕΥΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Σας ερωτώ, ω γυναίκες, καθώς και
αυτόν, ο οποίος είναι έτοιμος διά σφαγήν τι συμβαίνει, και διατί; Ποία η αιτία
της ταραχής εις τα ανάκτορα; Τι σημαίνει αυτή η εκτέλεσις χωρίς δίκην; Στάσου,
Μενέλαε.Μη σπεύδης να εκτελέσης χωρίς δίκην. (Προς τον δούλον). Συ, οδήγησε με
γρηγορώτερα. Διότι μου φαίνεται ότι δεν επιτρέπεται αργοπορία,αλλά τώρα παρά
ποτέ άλλοτε θα ηυχόμην να είχα νεανικήν δύναμιν. Και πρώτον μεν προς αυτούς ας
διευθύνωμεν ευνοϊκόν άνεμον, όπως εκείνον που φουσκώνει τα πανιά των πλοίων.
Ειπέ μου συ, ποία δίκη απεφάσισε να σου δέσουν τα χέρια και να σε οδηγήσουν εδώ
με το παιδί σου;Φέρεσαι προς το θάνατον ως προβατίνα με το αρνί της, ενώ εγώ δεν
είμαι παρών ούτε ο σύζυγος σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Καθώς βλέπεις, ω γέρον, αυτοί με
οδηγούν να αποθάνω μαζί με το παιδί μου. Τι κάθομαι όμως και σου λέγω, ενώ τα
γνωρίζεις; Εγώ δεν σου έστειλα ένα αλλά πολλούς αγγελιοφόρους, από την
ανυπομονησίαν μου.Βεβαίως θα ήκουσες την διχόνοιαν, η οποία εγεννήθη εις την
οικογένειαν ένεκα της κόρης αυτού, και διά την οποίαν εγώ πεθαίνω τώρα. Και τώρα
με απέσπασαν από τον βωμόν της Θέτιδος, η οποία σου εγέννησε τον ευγενή σου υιόν
και την οποίαν τόσον σέβεσαι, συ, χωρίς να με δικάσουν εις δίκην ουδέ να
περιμένουν να επιστρέψουν οι ιδικοί μου, και επειδή γνωρίζουν την ερημίαν μου
και αυτού τού παιδιού, το οποίον δεν πταίει εις τίποτε, πηγαίνουν να το
φονεύσουν μαζί με εμέ την δυστυχισμένην. Σε εξορκίζω, ω γέρον, και σε ικετεύω
πεσμένη εις τα πόδια σου—διότι δεν μου επιτρέπεται με το χέρι μου να εγγίσω το
αγαπημένον σου πρόσωπον—σώσε μας, διά το όνομα των θεών. Άλλως θα αποθάνωμεν και
αυτό θα είναι δυστυχία μεν δι' ημάς, αίσχος δε διά σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Σας διατάσσω να λύσετε τα δεσμά,
πριν κανείς σας μετανοήση, και ν'αφήσετε ελεύθερα τα χέρια της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Το απαγορεύω όμως εγώ, ο οποίος
εδώ δεν είμαι κατώτερός σου, και έχω περισσότερα δικαιώματα από σε εις αυτήν την
γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Πώς; ήλθες εδώ να γίνης κύριος του
οίκου μου; Δεν σε φθάνει ότι είσαι κύριος της Σπάρτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Εγώ την έλαβα αιχμάλωτον εις την
Τροίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ο υιός του υιού μου όμως την επήρε
βραβείον της νίκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Δεν είναι ιδικόν μου ό,τι ανήκει
εις αυτόν, όπως ιδικόν του ό,τι ανήκει εις εμέ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Βεβαίως, αλλά όταν πρόκειται να το
μεταχειρισθής καλά. Όχι όμως όταν πρόκειται και να κακομεταχειρισθής και να
φονεύσης διά της βίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Δεν θα την αποσπάσης ποτέ αυτήν
από τα χέρια μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Με αυτό το σκήπτρον θα σου ματώσω το
κεφάλι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Άγγιξε με και έλα πλησίον διά να
μάθης...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω χειρότερε από τους κακούς, σου
επιτρέπεται να ομιλής μεταξύ των ανδρών, και να υπολογίζεσαι μεταξύ αυτών συ,
του οποίου την γυναίκα ετόλμησε να κλέψη ένας από την Φρυγίαν; Συ, ο οποίος
άφησες οπίσω σου τανάκτορα αφύλακτα και χωρίς φρουράν ως να είχες γυναίκα
φρόνιμην,ενώ είχες την χειροτέραν όλων των γυναικών; Και αν ήθελε δε, πώς θα
έμενε φρόνιμη Σπαρτιάτις κόρη; Δεν γνωρίζομεν ότι αφήνουσαι την πατρικήν οικίαν
πηγαίνουν με τους νέους εις τας παλαίστρας και εις τον δρόμον, με γυμνούς τους
μηρούς και κοντά τα φορέματα; Ποίοι άνθρωποι φρόνιμοι θα το ηνείχοντο αυτό; Και
έπειτα πρέπει να θαυμάζη κανείς διατί δεν είναι αι γυναίκες σας σεμναί; Δι' αυτά
πρέπει να ερωτήσης την Ελένην, η οποία αφήσασα το σπίτι του συζύγου της έφυγε με
ένα νέον άνδρα, εις ξένην γην. Και έπειτα προς χάριν εκείνης εσύ,συναθροίσας
τόσον στρατόν των Ελλήνων, τον ωδήγησες εις το Ίλιον. Ενώ έπρεπεν, αφ'ού την
εγνώριζες καλά, όχι μόνον να μη ζητήσης να την πάρης οπίσω, αλλά να την αφήσης
να μένη εκεί και να την πληρώνης, διά να μη επιστρέψη ποτέ εις το σπίτι σου.
Αλλ' αυτό δεν ήλθεν εις τον νουν σου. Αλλά πολλάς ψυχάς γενναίας έστειλες εις
τον Άδην και άφησες γραίας χωρίς παιδιά, και από γέροντας πατέρας αφήρεσες τα
γενναία παιδιά. Μεταξύ αυτών είμαι κ' εγώ ο δυστυχής, σε βλέπω δε τώρα δεσπότην
μολυσμένον από τον φόνον του Αχιλλέως. Συ μόνος ήλθες από την Τροίαν χωρίς καν
να πληγωθής, και έφερες οπίσω τα μεγαλοπρεπή όπλα σου μέσα εις χρυσάς θήκας,
όμοια όπως ήσαν όταν τα επήγες. Εγώ επανειλημμένως το είπα εις τον Αχιλλέα, μήτε
με σε να συγγενεύση μήτε να δεχθή εις το σπίτι του την κόρην μιας κακής
γυναικός, διότι αι θυγατέρες επαναλαμβάνουν τα αίσχη των μητέρων. Και σεις όλοι
όσοι πρόκειται να νυμφευθήτε, προσέξετε η σύζυγος που θα πάρετε να είναι κόρη
καλής μητέρας. Μήπως εις όλα αυτά δεν προσέθεσες και αυτό το έγκλημα, συστήσας
εις τον αδελφόν σου να θυσιάση την κόρην του; Τόσον εφοβήθης μήπως δεν πάρης
οπίσω την κακήν εκείνην γυναίκα; Όταν δε κατέλαβες την Τροίαν — διότι πρέπει να
έλθω και εις αυτά τα άθλα σου— δεν εσκότωσες την γυναίκα αυτήν, όταν ήλθεν εις
τα χέρια σου. Αλλά μόλις σου έδειξε το στήθος της έρριψες το ξίφος, και εδέχθης
να σε φιλήση εκείνη που σ' επρόδωκε· τόσον σου ήτον αδύνατον ναντισταθής εις την
Αφροδίτην, ω ανανδρότατε συ. Και έπειτα έρχεσαι εις το σπίτι των παιδιών μου και
κάμνεις τον κύριον, ενώ ο υιός μου λείπει, και φονεύεις ατίμως μίαν
δυστυχισμένης γυναίκα, και ένα παιδί, το οποίον,και τρεις φορές νόθον αν ήτο, θα
κάμη και σε και την κόρην σου να κλάψετε. Διότι, όπως πολλάκις η λεπτή γη νικά
εις την καλλιέργειαν την βαθείαν, έτσι και πολλοί νόθοι είναι καλλίτεροι των
γνησίων. Πάρε τώρα την κόρην σου και πήγαινε· είναι καλλίτερον εις τους
ανθρώπους να έχουν πτωχόν αλλά τίμιον γαμβρόν και φίλον παρά πλούσιον και κακόν.
Συ δεν αξίζεις τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Από μικράν αφορμήν μεγάλην
φιλονεικίαν γεννά η γλώσσα των ανθρώπων.Διά τούτο και οι φρόνιμοι άνθρωποι
προσέχουν να μην έλθουν εις φιλονεικίαν με τους φίλους των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Τι να ειπή κανείς διά τους
γέροντας, οι οποίοι φημίζονται ως σοφοί και δι' εκείνους όπου μεταξύ των Ελλήνων
θεωρούνται ότι έχουν κρίσιν,αφού συ ο Πηλεύς, υιός ενδόξου πατρός, συγγενεύσας
μαζί μου, λέγεις λόγια ατιμωτικά και δι' εσέ και υβριστικά δι' ημάς; Και αυτά
χάριν μιας γυναικός βαρβάρου, την οποίαν έπρεπε να την διώξης πέραν του Νείλου
και πέραν του Φάσιος, διά παντός, αφ' ου είναι από την Ασίαν,όπου τόσοι Έλληνες
έπεσαν νεκροί, και είναι συνένοχος εις τον φόνον του υιού σου; Διότι ο Πάρις, ο
οποίος εσκότωσε τον Αχιλλέα, ήτο αδελφός του Έκτορος, αυτή δε είναι σύζυγος του
Έκτορος. Και όμως συ κατοικείς μαζί της, κάτω από την ιδίαν στέγην, και την
ανέχεσαι να τρώγη εις το ίδιον μ' εσέ τραπέζι, και την αφήνεις να γεννά εις το
σπίτι σου παιδιά, τα οποία είναι εχθροί; Και τώρα που εγώ, φροντίζων και δι' εσέ
και δι' εμέ, θέλω να την σκοτώσω, την αφαιρείς μέσα από τα χέρια μου; Ας το
σκεφθώμεν όμως μαζί — διότι δεν είναι εντροπή να γίνεται λόγος περί αυτού — αν η
ιδική μου κόρη δεν γεννήση παιδιά,γεννηθούν όμως απ' αυτήν, θα ταφήσης να γίνουν
βασιλείς αυτού του τόπου, της Φθιώτιδος; Και ενώ αυτά θα κατάγωνται από
βαρβάρους θα βασιλεύσουν επί των Ελλήνων; Και έπειτα εγώ παραλογίζομαι
σκεπτόμενος άδικα, ενώ συ είσαι φρόνιμος; Σκέψου και τούτο· αν έδιδες την κόρη
σου γυναίκα εις ένα πολίτην κ' επάθαινε ό,τι έπαθε η ιδική μου, θα το υπέφερες
σιωπών; Εν τούτοις χάριν μιας ξένης υβρίζεις τους συγγενείς και τους φίλους. Ίσα
όμως είναι τα δικαιώματα του ανδρός και της γυναικός, και όταν αυτή υβρίζεται
από τον άνδρα της και όταν εκείνος έχη γυναίκα άπιστον. Και εκείνος μεν έχει ο
ίδιος την δύναμιν εις τα χέρια του, εκείνη όμως από τους γονείς και τους φίλους
περιμένει βοήθειαν. Δεν κάμνω λοιπόν τίποτε άδικον αν βοηθώ τους ιδικούς
μου.Είσαι γέρων, γέρων. Όταν δε ομιλής διά την στρατηγίαν, με ωφελείς
περισσότερον παρά αν εσιωπούσες. Η Ελένη δεν έσφαλε με την θέλησίν της, αλλά
διότι το ήθελαν οι θεοί. Και αυτό το σφάλμα της πολύ ωφέλησε την Ελλάδα, διότι
οι Έλληνες, άπειροι εις τα όπλα και εις τον πόλεμον, απέκτησαν ανδρείαν, η δε
πείρα είναι όλων των ανθρώπων διδάσκαλος. Αν δε εγώ, όταν είδα την γυναίκα μου,
εκρατήθην και δεν την εσκότωσα, έκαμα φρόνιμα. Ήθελα και συ να μην είχες φονεύση
τον Φώκον, τον αδελφόν σου. Αυτά τα είπα προς χάριν σου και όχι από οργήν. Εάν
συ, παραφέρεσαι, αυτό οφείλεται εις το ότι συ έχεις μεγαλυτέραν την γλώσσαν, εγώ
όμως θεωρώ κέρδος μου την φρόνησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Παύσατε πλέον αυτά τα ανωφελή λόγια,
διά να μη συμβή τίποτε δυσάρεστον και εις τους δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω, πόσον κακή συνήθεια επικρατεί εις
την Ελλάδα! Όταν ο στρατός στήση εχθρικά τρόπαια, δεν θεωρείται αυτό έργον
εκείνων που εκοπίασαν, αλλά η δόξα προσφέρεται εις τον στρατηγόν, ο οποίος,
μολονότι δεν κάμνει τίποτε περισσότερον παρά να μεταχειρίζεται το δόρυ του όπως
χίλιοι άλλοι, εν τούτοις φημίζεται περισσότερον από όλους. Σοβαροί
καταλαμβάνοντες τας αρχάς της πόλεως, περιφρονούν τον λαόν με την υπερηφάνειάν
των, μολονότι πραγματικώς δεν αξίζουν τίποτε. Και όμως οι άλλοι είναι χιλιάκις
καλλίτεροι των, εάν είχαν τόλμην και θέλησιν.Απαράλλακτα και συ και ο αδελφός
σου, υπερηφανεύεσθε διά την αρχηγίαν του Τρωικού πολέμου, στηριζόμενοι εις τους
κόπους και εις τους πόνους των άλλων. Αλλά εγώ θα σε μάθω να μη θεωρής τον
Ιόνιον Πάριν εχθρόν επιφοβώτερον από τον Πηλέα, αν δεν φύγης το ταχύτερον από
τανάκτορα αυτά μαζί με την στείραν θυγατέρα σου, άλλως ο υιός μου θα την διώξη
σύρων αυτήν από τα μαλλιά. Αυτή η στείρα αγελάς δεν θ' ανεχθή άλλην να γεννά
παιδιά, ενώ αυτή δεν έχει. Αλλ' αν εκείνη δεν έχει την τύχην ν' αποκτήση παιδιά,
πρέπει και ημείς να μείνωμεν χωρίς παιδιά; (Προς τους δούλους) Απομακρυνθήτε
απ'αυτήν, δούλοι, διά να ίδω αν υπάρχει κανείς που θα με εμποδίση να της λύσω τα
χέρια. Ανασηκώσου συ, διά να λύσω εγώ, αν και τρέμων, τους δεσμούς των ιμάντων
σου (την εξετάζει).Πώς κατώρθωσες, άθλιε, να κακομεταχειρισθής τόσον αυτά τα
χέρια; Ταύρον ή λέοντα ενόμιζες ότι δένεις; Ή μήπως εφοβήθης ότι θ' αρπάξη το
ξίφος και θα υπερασπισθή; Έλα εις την αγκάλην μου, παιδί μου, και βοήθησε με να
λύσωμεν τα δεσμά της μητέρας σου. Κ' εγώ θα σε αναθρέψω εις την Φθίαν,διά να
γίνης αμείλικτος εχθρός αυτών εδώ. Αν από σας τους Σπαρτιάτας έλειπεν η δόξα των
όπλων και η πείρα των πολέμων, εις τα άλλα δεν θα είχατε καμμίαν
υπεροχήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Οι γέροντες είναι βίαιοι, και δύσκολα
προφυλάττονται από τον θυμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΛΑΟΣ<br />Πολύ φέρεσαι προς τας ύβρεις. Εγώ
ελθών εδώ δεν θα κάμω τίποτε κακόν διά της βίας, ούτε θα ανεχθώ. Και τώρα μεν —
επειδή δεν έχω καιρόν να χάνω — επιστρέφω οπίσω. Διότι υπάρχει μία πόλις, όχι
μακράν από την Σπάρτην, η οποία πριν ήτο φιλική μου, αλλά τώρα έγινεν εχθρά.
Αυτήν λοιπόν θέλω να την εμπρήσω και να την καταλάβω με τον στρατόν μου.Όταν
τακτοποιήσω τα εκεί όπως θέλω, θα έλθω πάλιν και εμπρός εις τον γαμβρόν μου θα
είπω ό,τι έχω να είπω και θ' ακούσω τι θα μου απαντήση. Αν τιμωρήση αυτήν και
εις το μέλλον είναι τίμιος απέναντι μου, τίμιον θα με εύρη και εμέ. Αν όμως
παραφερθή, θα δοκιμάση την παραφοράν μου, θα τον μεταχειρισθώ όπως και εκείνος
θα με μεταχειρισθή. Όσον αφορά εις τας ύβρεις σου τας ανέχομαι εύκολα.Διότι
είσαι όμοιος με σκιάν, με την διαφοράν ότι έχεις φωνήν, μόνον δε να λέγης έχεις
δύναμιν και είσαι αδύνατος, εις κάθε άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ — ΠΛΗΝ ΤΟΥ ΜΕΝΕΛΑΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Προχώρησε, παιδί μου, εμπρός εδώ εις
την αγκάλη μου, όπως και συ, ω δυστυχισμένη. Αφού σε εύρε δεινή τρικυμία, τώρα
πλέον ευρίσκεις λιμένα ήσυχον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ<br />Ο γέρον, είθε οι θεοί να
δώσουν ευτυχίαν εις σε και εις τους δικούς σου, αφού έσωσες το παιδί μου και εμέ
την δυστυχισμένην. Πρόσεξε όμως, μήπως αυτοί κρυμμένοι εις κανέν έρημον μέρος
του δρόμου με αρπάσουν διά της βίας, βλέποντες ότι συ είσαι γέρων, εγώ γυναίκα
αδύνατη και αυτό εδώ μωρό παιδί. Κύτταξε λοιπόν μήπως εσώθημεν τώρα,αλλά
ξαναπέσωμεν στα χέρια των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Μη λέγης λόγια δειλά γυναικών.
Προχώρει. Εκείνος ο οποίος θα τολμήση να μας εγγίξη, θα μετανοήση. Με την
βοήθειαν των θεών, με το ιππικόν μου και τους οπλίτας μου βασιλεύω επί της
Φθίας. Είμαι ακόμη δυνατός και όχι γέρων, όπως νομίζεις. Με άνθρωπον όπως αυτός,
αρκεί να τον κυττάξω μόνον διά να τον νικήσω, αν και γέρων. Διότι ο γέρων, όταν
έχη καρδίαν, είναι καλλίτερος από πολλούς νέους. Τι σημαίνει να έχη κανείς
δύναμιν, όταν είναι δειλός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται με την Ανδρομάχην και τον
Μολοσσόν).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είθε ή να μη γεννηθή κανείς εις τον
κόσμον, ή να γεννηθή από γονείς ευγενείς και οικογένειαν δυνατήν. Διότι, όταν
πάθη κανείς κάτι κακόν,οι ευγενείς δεν μένουν χωρίς βοήθειαν. Και εις τας
ευτυχίας οι δυνατοί έχουν τιμήν και δόξαν. Το γήρας δεν αφαιρεί τα ίχνη των
μεγάλων ανδρών, η δε αρετή των λάμπει και μετά τον θάνατόν των.Προτιμότερον
είναι να μην επιτύχη κανείς νίκην δυσφημισμένην, παρά με τον φθόνον και με την
δύναμιν να παραβιάζη κανείς το δίκαιον. Εις την αρχήν αυτή η νίκη είναι
ευχάριστος εις τους ανθρώπους, αλλά με τον καιρόν μεταβάλλεται εις πικρίαν και
ατιμάζει την οικογένειαν. Αυτήν την ζωήν τιμώ, αυτήν την ζωήν εννοώ, καμμία
δύναμις δεν υπάρχει εκτός της δικαιοσύνης ούτε εις την οικογένειαν, ούτε εις την
πόλιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω γέρον, υιέ του Αιακού, το πιστεύω ότι
έλαμψες εις τον πόλεμον των Λαπιθών και των Κενταύρων, και με το πλοίον την Αργώ
επέρασες την αφιλόξενον θάλασσαν και τας αγρίας Συμπληγάδας, και όταν εις το
Ίλιον πρώτην φοράν ο ένδοξος υιός του Διός, ο Ηρακλής, έσπειρε την σφαγήν,συ
συνεμερίσθης τους άθλους του και έφθασες ένδοξος εις την Ευρώπην.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΑΥΛΑΙΑ</span></b>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Γ'.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ — ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ<br />Ω, φίλταται γυναίκες, πώς η μία
δυστυχία ακολουθεί την άλλην σήμερα!Μέσα εις το σπίτι η κυρία μου, η Ερμιόνη,
αφού έφυγεν ο πατέρας της και εσκέφθη τι ήθελε να κάμη, να σκοτώση την
Ανδρομάχην και το παιδί της, θέλει ν' αυτοκτονήση. Τρέμει μήπως ο άνδρας της,
όταν μάθη τι έγινε, την διώξη από το σπίτι, ή την σκοτώση, επειδή εζήτησε και
αυτή να σκοτώση εκείνους που έπρεπε να σεβασθή. Μόλις οι δούλοι κατορθώνουν να
την κρατήσουν να μη κρεμασθή, και της αρπάζουν από το χέρι το σπαθί που θέλει να
τρυπηθή. Τόση είναι η λύπη της και τόσον αναγνωρίζει ότι όσα έκαμε πριν δεν ήσαν
καλά καμωμένα. Εγώ λοιπόν εκουράσθηκα να την εμποδίζω να κρεμασθή. Πηγαίνετε
τώρα και σεις μέσα και προσπαθήσατε να την αποτρέψητε από τον θάνατον. Επειδή
από τους φίλους που έχει συνηθίση κανείς περισσότερον πείθουν εκείνοι που
έρχονται νέοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Έρχεται, πραγματικώς, από τανάκτορα
βοή των υπηρετών δι' όσα μας αναγγέλλεις. Η δυστυχισμένη δείχνει πόσον μετανοεί
δι' όσα έκαμε. Α,νά που βγαίνει από τανάκτορα και ξεφεύγει από τα χέρια των
δούλων με τον πόθον να πεθάνη.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΑΙ ΑΥΤΑΙ — ΕΡΜΙΟΝΗ — Η ΤΡΟΦΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ω, αφήστε με να τραβήξω τα μαλλιά
μου και να σχίσω το πρόσωπον μου με τα νύχια μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Κόρη μου, τι κάνεις; Γιατί πληγώνεις
έτσι το σώμα σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ω, πήγαινε να χαθής εις τους
ανέμους, λεπτόν πέπλον των μαλλιών μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Παιδί μου, σκέπασε το στήθος σου, με
τον πέπλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Γιατί να σκεπάσω το στήθος μου,
αφού έκαμα τόσον φανερόν κακόν εις τον άνδρα μου, χωρίς να το κρύψω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Απελπίζεσαι, επειδή εσκέφθης να
σκοτώσης την άλλην γυναίκα του ανδρός σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Κατηραμένη η σκέψις μου, που
ετόλμησα να το κάμω αυτό, εγώ η κατηραμένη, η μισητή εις τους άνδρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Ο άνδρας σου θα σου συγχώρηση αυτήν
την αμαρτίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Γιατί μου επήρατε το σπαθί από τα
χέρια; Δόσε μου το, δόσε μου να περάσω το στήθος μου. Γιατί μ' εμποδίσατε να
κρεμασθώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Μπορώ να σ' αφήσω να πεθάνης, αφού
παραλογίζεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Αλλοίμονον! Τι τύχη είναι αυτή; Πού
να εύρω φωτιάν να πέσω; Πού να εύρω ένα βράχον κοντά εις την θάλασσαν; Ή επάνω
εις τα βουνά μέσα σε δάσος να πεθάνω και να κατεβώ εις τον κάτω κόσμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Γιατί να βασανίζεσαι έτσι; Την
δυστυχίαν την στέλλουν οι θεοί εις τους ανθρώπους, άλλοτε εις τον ένα, άλλοτε
εις τον άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Με άφησες, πατέρα, με άφησες σαν
καράβι χωρίς τιμόνι και χωρίς κουπιά εις την θάλασσαν, θα με σκοτώση, θα με
σκοτώση ο άνδρας μου. Δεν θα μείνω πια εις αυτό το παλάτι που έκαμα τους γάμους
μου. Εις τίνος θεού άγαλμα να πέσω ικέτις; Να πέσω ως δούλη εις τα πόδια της
δούλης;Είθε να ήμουν πουλί να επετούσα μακρυά από την Φθιώτιδα. Ή να ήμουν
εκείνο το πλοίον από πεύκην που επέρασε πρώτον τας Συμπληγάδας...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΟΦΟΣ<br />Κόρη μου, δεν σ' επήνεσα ούτε την
υπερβολήν σου τότε που εζητούσες να σκοτώσης την γυναίκα από την Τροίαν, αλλά
ούτε τώρα εγκρίνω τους υπερβολικούς σου φόβους. Ο άνδρας σου δεν θα σε διώξη
πεισθείς εις τα λόγια μιας βαρβάρου δούλης. Διότι εσένα δεν σ' έφερε αιχμάλωτον
από την Τρωάδα, αλλά είσαι κόρη πατρός ενδόξου, την οποίαν επήρε μαζί με πολλήν
προίκα και από μίαν πόλιν ευτυχισμένην. Ο πατέρας σου δεν θα σε αφήση να σε
διώξουν απ' εδώ, όπως νομίζεις. Πήγαινε όμως μέσα και μη φαίνεσαι έξω από
τανάκτορα, μη σε κακολογήσουν ότι είσαι έξω από το σπίτι σου, κόρη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η Ερμιόνη, η τροφός και αι δούλαι
εισέρχονται).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ, έπειτα ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Να ένας ξένος, όπως φαίνεται από το
εξωτερικόν του, που έρχεται τρεχάτος προς τα εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ (εισερχόμενος)<br />Ξέναι, αυτά είναι τα
βασιλικά ανάκτορα του υιού του Αχιλλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αυτά είναι. Αλλά συ ποίος είσαι που
μας ερωτάς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Εγώ είμαι ο υιός του Αγαμέμνονος
και της Κλυταιμνήστρας και ονομάζομαι Ορέστης. Πηγαίνω εις την Δωδώνην, εις το
μαντείον του Διός· όταν όμως έφθασα εδώ εις την Φθίαν, εσκέφθην να έλθω να μάθω
διά μίαν συγγενή μου γυναίκα αν ζη και αν είναι ευτυχής, την Ερμιόνην από την
Σπάρτην. Διότι, αν και ζη πολύ μακρυά από ημάς, όμως την αγαπώ.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ — ΕΡΜΙΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(η οποία από την θύραν είχεν ακούση τον
Ορέστην)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω υιέ του Αγαμέμνονος, μου φαίνεσαι όπως
φαίνεται ο λιμήν εις τους ναυτικούς εις ώραν τρικυμίας. Εις τα γόνατά σου πέφτω
και σε παρακαλώ, λυπήσου με, καθώς, με βλέπεις, εις την δυστυχίαν μου. Αν δεν
έχω τους κλάδους των ικετών, όμως καταθέτω τα χέρια μου εις τα γόνατα
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Τι τρέχει; Μήπως έχω λάθος ή είναι
αυτή η κόρη του Μενελάου, η βασίλισσα αυτών των ανακτόρων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Αυτή είναι που μοναχοκόρην την
εγέννησε η Ελένη η κόρη του Τυνδάρου.Δεν έχεις λάθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ω Απόλλων, εύρε λύσιν εις τας
δυστυχίας. Τι συμβαίνει; Άρά γε από τους θεούς ή από τους ανθρώπους
πάσχεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Άλλα υποφέρω εξ αιτίας εμού της
ιδίας, άλλα από τους θεούς, άλλα από τον άνδρα μου. Όλα με καταδιώκουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Τι να σου συμβαίνη; Αφού δεν έχεις
παιδιά, τι άλλην συμφοράν ημπορείς να έχης παρά ν' αδικήσαι εις τον έρωτα
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Αυτό μου συμβαίνει. Καλά
εμάντευσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μήπως άλλην γυναίκα προτιμά από εσέ
ο σύζυγός σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ναι, την αιχμάλωτον, την γυναίκα
του Έκτορος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Κακόν αυτό, ένας άνδρας να έχη δύο
γυναίκας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ακριβώς. Κ εγώ ηθέλησα να
αμυνθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Της έστησες καμμίαν παγίδα, όπως
κάμνουν αι γυναίκες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ηθέλησα να την σκοτώσω εκείνην και
το παιδί της το νόθον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Και το έκαμες ή σ' εμπόδισε
τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Με εμπόδισε ο γέρων Πηλεύς, ο
οποίος την επροστάτευσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Είχες κανένα να σε βοηθήση σ' αυτόν
τον φόνον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Τον πατέρα μου, ο οποίος ήλθεν
επίτηδες από την Σπάρτην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Και ο πατέρας σου υπεχώρησε εις ένα
γέροντα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ναι, από εντροπήν. Και έφυγε και με
άφησε μόνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ενόησα· τώρα φοβείσαι τον άνδρα σου
δι' ό,τι έκαμες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Ναι, θα με σκοτώση και δικαίως·
γιατί να ταρνηθώ; Σε εξορκίζω λοιπόν εις τον Δία τον Συγγενικόν, πάρε με όσον το
δυνατόν μακρύτερα απ'αυτόν τον τόπον, ή εις τανάκτορα του πατέρα μου. Εδώ μου
φαίνεται ότι και οι τοίχοι θα με έδιωχναν πλέον, αν είχαν φωνήν, και ότι με
μισεί η γη της Φθίας. Αν, πριν με πάρης, έλθη ο σύζυγος μου εδώ, επιστρέφων από
το μαντείον των Δελφών, ο θάνατος θα είναι η τιμωρία του εγκλήματος μου ή θα
γίνω δούλη αυτής της οποίας ήμουν πριν η κυρία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Πώς σου ήλθε να το κάμης
αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Με κατέστρεψαν τα λόγια των κακών
γυναικών, που με ηρέθιζαν με τέτοιας φράσεις: «θ' ανεχθής συ να μοιρασθής τον
άνδρα σου και το σπίτι σου με αυτήν την ταπεινήν δούλην; Ορκίζομαι εις την
Δέσποινάν μας ότι εγώ βέβαια δεν θ' άφηνα να ζήση εκείνην που θα ήτο αντίζηλός
μου». Και εγώ ήκουσα τα λόγια αυτά των Σειρήνων τα πανούργα και επιτήδεια και
επικίνδυνα, και έχασα τον νουν μου. Διότι τι ανάγκη ήτο να φυλάξω τον άνδρα μου,
ενώ είχα ό,τι μου εχρειάζετο; Πλούτη άφθονα δεν υπήρχον εις το σπίτι μου και δεν
ήμουν κυρία μέσα εις τα ανάκτορα; Εγώ θα εγεννούσα τα νόμιμα παιδιά, αυτή δε
δούλους και νόθους. Ποτέ δεν πρέπει, ποτέ, —αυτό θα το επαναλαμβάνω — άνθρωποι
φρόνιμοι, οι οποίοι έχουν γυναίκα, ν' αφήνουν γυναίκας, να πηγαίνουν εις το
σπίτι του. Διότι αύται δίδουν κακάς συμβουλάς. Η μία χάριν κέρδους καταστρέφει
την οικογένειαν, η άλλη, επειδή δυστυχεί αυτή,θέλει και τους άλλους να
δυστυχούν. Πολλαί το κάμνουν από κακοήθειαν.Ιδού πώς υποφέρουν ένεκα αυτών αι
οικογένειαι. Κλειδώσατε λοιπόν τα σπίτια σας με κλειδιά και με μοχλούς. Τίποτε
καλόν δεν έρχεται απ'έξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πάρα πολύ εξαπέλυσες την γλώσσαν σου
κατά των ομοφύλων σου. Και αν είσαι μεν τώρα συγχωρημένη, αλλά όμως πρέπει αι
γυναίκες να σκεπάζουν τας αδυναμίας των γυναικών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Είχε δίκαιον εκείνος που είπε ότι
πρέπει κανείς ν' ακούη κάθε τι από το ίδιον το στόμα των ανθρώπων. Διότι εγώ ο
οποίος ήξευρα καλά την σύγχυσιν που επικρατεί εις το σπίτι σου και την διχόνοιαν
μεταξύ σου και της γυναικός του Έκτορος, θα ημπορούσα να περιμένω τι θα κάμης,αν
δηλαδή θα μείνης εδώ ή αν φοβηθείσα την αιχμάλωτον θα ήθελες να φύγης. Αλλά ήλθα
εγώ ο ίδιος, χωρίς να περιμένω να μου μηνύσης, και αν απεφάσιζες, όπως δείχνουν
τα λόγια σου, να σε πάρω απ' εδώ. Διότι,ενώ πριν ήσουν ιδική μου, τώρα ζης με
αυτόν τον άνθρωπον, εξ αιτίας της κακοπιστίας του πατρός σου, ο οποίος πριν
εκστρατεύση κατά της Τροίας σε είχε δώση εις εμέ, έπειτα δε σε υπεσχέθη εις
εκείνον ο οποίος σ' έχει τώρα, εάν καταλάβη την Τροίαν. Όταν εγύρισεν εδώ ο υιός
του Αχιλλέως ο Νεοπτόλεμος, εσυγχώρησα τον πατέρα σου,επαρακαλούσα όμως εκείνον
να παραιτηθή από σε, και του διηγήθην τας δυστυχίας μου, και την συμφοράν που με
παρηκολούθει. Του εξήγησα ότι μόνον από την οικογένειάν μου γυναίκα θα ημπορούσα
να πάρω και όχι από ξένην οικογένειαν, αφού ήμουν φυγάς από το σπίτι μου.
Εκείνος όμως απήντησε υβρίζων εμέ διότι εσκότωσα την μητέρα μου και τας Ερινύας.
Εγώ ταπεινωμένος από τας δυστυχίας της οικογενείας μου,υπέφερα, ναι υπέφερα,
αλλά ηνέχθην την συμφοράν μου και βιασθείς να στερηθώ σε, έφυγα. Τώρα όμως που
ήλλαξεν η τύχη σου και εις την δυστυχίαν σου δεν ξεύρεις τι να κάμης, θα σε
απομακρύνω απ' εδώ, και θα σε δώσω εις τα χέρια του πατέρα σου. Αυτή είνε η
δύναμις των δεσμών του αίματος· και εις τας συμφοράς δεν υπάρχει τίποτε
καλλίτερον από ένα αγαπητόν συγγενή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΜΙΟΝΗ<br />Διά τους γάμους μου θα φροντίση ο
πατέρας μου, και εγώ δεν επιτρέπεται ν' αποφασίσω. Αλλά τώρα πάρε με όσον το
δυνατόν γρηγορώτερα απ' εδώ μήπως με προφθάση ο σύζυγος μου επιστρέφων, ή μη
μάθη ο Πηλεύς ότι άφησα το σπίτι του παιδιού του και μας καταδιώξη με τα γρήγορα
άλογά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μη φοβείσαι το χέρι ενός γέροντος·
ούτε τον υιόν του Αχιλλέως μη φοβηθής, που με ύβρισε. Αυτό το χέρι που βλέπεις
του έστησε μίαν φονικήν παγίδα, την οποίαν δεν θα φανερώσω, αλλά θα την μάθης,
όταν θα εκτελεσθή εις τους βράχους των Δελφών. Ο μητροκτόνος θα του δείξη—αν θα
μείνουν πιστοί εις τον όρκον των οι άνθρωποί μου εις την Πυθικήν γην — ότι δεν
έπρεπε να πάρη σύζυγον εκείνην την οποίαν υπεσχέθησαν εις εμέ. Πικρά δε θα του
στοιχίση η εκδίκησις διά τον φόνον του πατρός του, την οποίαν ζητεί από τον
Απόλλωνα, και η μεταμέλειά του δεν θα ωφελήση τίποτε, διότι ο θεός θα τον
τιμωρήση τώρα. Αλλά και εξ αιτίας των ύβρεών του προς εμέ θα χαθή. Τότε θα μάθη
ποίον εχθρόν είχε εμέ. Ο θεός μεταστρέφει την τύχην των ανθρώπων και δεν τους
αφήνει να υπερηφανεύωνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται με την Ερμιόνην).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω Φοίβε, συ που ύψωσες δυνατούς
πύργους εις τον λόφον της Τρωάδος,και συ, ω θεά της θαλάσσης, που οδηγείς εις το
υγρόν πέλαγος το άρμα σου, συρόμενον από μαύρα άλογα, γιατί αφήσατε να
καταστραφή το έργον των χειρών σας, η δυστυχισμένη Τροία, εγκαταλειφθείσα εις
την μανίαν του θεού των πολέμων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή α'.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εζεύξατε πολυάριθμα άρματα εις τας όχθας του
Σιμοέντος και αφήσατε χωρίς στέφανον πολλών ηρώων αγώνας, έπεσαν δε νεκροί και
οι βασιλείς της Τρωάδος. Τώρα πλέον δεν λάμπει φωτιά εις τους βωμούς των θεών
εις την Τροίαν, και δεν ανεβαίνει προς τα ύψη ο καπνός των θυμάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στροφή β'.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εφονεύθη και ο Αγαμέμνων από την
Κλυταιμνήστραν, αλλά και αυτή επλήρωσε το έγκλημά της φονευθείσα από τα παιδιά
της. Διαταγή του θεού ήτο και υπήκουσεν ο υιός του Αγαμέμνονος και σπεύσας από
το Άργος εισήλθεν εις το δωμάτιον της Κλυταιμνήστρας, ως φονεύς της μητέρας του.
Ω θεέ Φοίβε, πώς να πιστεύσω όλα αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αντιστροφή β')</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πόσαι Ελληνίδες γυναίκες συνώδευσαν
στενάζουσαι την απώλειαν τον παιδιών των, και πόσαι άφησαν το σπίτι των
διευθυνόμεναι προς άλλον σύζυγον! Όχι μόνον εις σε και εις τους ιδικούς σου
έπεσαν αυταί αι συμφοραί· υπέφερεν όλη η Ελλάς· όλη υπέφερεν. Ο κεραυνός επέρασε
από την μίαν άκραν της Φρυγίας έως την άλλην, σπείρων αίματα και φόνους.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΑΥΛΑΙΑ</span></b>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Δ'.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΠΗΛΕΥΣ—Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΓΎΝΑΙΚΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται σπεύδων)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γυναίκες της Φθίας, απαντήσατε εις τας
ερωτήσεις μου καθαρά. Ήκουσα κάποιαν αόριστον φήμην, ότι η κόρη του Μενελάου
έφυγε. Ήλθα να μάθω αν αυτό είναι αλήθεια· διότι, όταν λείπουν οι ιδικοί μας,
πρέπει εκείνοι που μένουν να φροντίζουν διά τα συμφέροντά των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είναι αλήθεια όσα έμαθες. Δεν πρέπει
να σου κρύψωμεν το κακόν αφού το γνωρίζομεν. Ναι, έφυγε από τανάκτορα η
βασίλισσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Τι την εφόβισε; Πληροφόρησέ
με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Εφοβήθη μήπως ο σύζυγος την
διώξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Εξ αιτίας της αποφάσεώς της να
σκοτώση το παιδί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ναι, το παιδί και την αιχμάλωτον
μητέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Με τον πατέρα της πηγαίνει εις την
πατρίδα της; Ή με άλλον έφυγε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ο Ορέστης, ο υιός του Αγαμέμνονος την
επήρε απ' εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Με ποίαν ελπίδα; Μήπως πρόκειται να
την πάρη γυναίκα του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ναι, και μελετά να σκοτώση το παιδί
του υιού σου, τον Νεοπτόλεμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Με ποιόν τρόπον; Κρυφά ή
φανερά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μέσα εις το ιερόν του Λοξίου
Απόλλωνος, με την βοήθειαν των κατοίκων των Δελφών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω, αλλοίμονόν μου! Τρομερόν αυτό!
(προς τους ακολούθους) Ας τρέξη ένας σας, όσον το δυνατόν γρηγορώτερα, εις το
μαντείον, και ας φανερώση εις τους εκεί φίλους μας όσα έγιναν εδώ, πριν οι
εχθροί μας σκοτώσουν τον υιόν του Αχιλλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο ακόλουθος φεύγει τρέχων)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ — ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ<br />Αλλοίμονον! Τι συμφοράν έρχομαι
ναναγγείλω ο δυστυχής και εις σε και εις τους φίλους του κυρίου μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω, τι απαίσιον προαίσθημα σφίγγει
την ψυχήν μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ<br />Μάθε ότι δεν ζη πλέον ο
Νεοπτόλεμος. Έπεσε πληγωμένος από τα ξίφη των κατοίκων των Δελφών και του ξένου
που ήλθεν από τας Μυκήνας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ε, ε! Τι θα γίνης τώρα, γέρον! Μην
αφήνεσαι να πέσης!... Κρατήσου!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Δεν είμαι τίποτε πλέον. Εχάθηκα. Δεν
έχω πλέον φωνήν. Τα μέλη μου παραλύουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ<br />Άκουσε, αν θέλης να εκδικήσης τους
ιδικούς σου, και κράτησε τας δυνάμεις σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω μοίρα, τώρα που έφθασα εις το
τέλος της ζωής μου, τι συμφοράς μου εφύλαττες! Πώς μου φεύγει το μόνο παιδί του
μόνου μου παιδιού! Λέγε·θέλω να ακούσω την διήγησιν αυτήν, όσον θλιβερά και αν
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ<br />Από τότε που έφθασα μεν εις τον
δοξασμένον τόπον του Φοίβου, τρεις φορές ο ήλιος είχε κάμη τον δρόμον του και
ημείς εις το μεταξύ εθαυμάζαμεν ό,τι εβλέπαμε. Αυτό έδωκε υποψίες· οι άνθρωποι
που κατοικούν εκείνον τον τόπον του θεού εμαζεύοντο εις κύκλους και εσχολίαζον.
Εις το μεταξύ ο Ορέστης τρέχων μέσα εις την πόλιν εψιθύριζε εις το αυτί του
καθενός λόγια εχθρικά εναντίον μας «Βλέπετε αυτόν που γυρίζει τα ιερά του θεού,
τα γεμάτα χρυσάφι και θησαυρούς;Είναι δευτέρα φορά που έρχεται, με τον ίδιον
σκοπόν που ήλθε και άλλοτε εδώ, να κλέψη δηλαδή τον ναόν του θεού». Η κακή φήμη
πλέον εσκορπίζετο εις όλην την πόλιν, οι άρχοντες εμαζεύοντο διά να αποφασίσουν
και προ πάντων εκείνοι, που έχουν την φροντίδα να φυλάττουν τα χρήματα του θεού,
και φρουράν έβαλαν εις τα περιστύλια.Ημείς χωρίς να γνωρίζωμεν τίποτε απ' αυτά
επήραμεν πρόβατα, που είχαν βοσκήση εις τα πυκνά δάση του Παρνασσού, και
επήγαμεν εις τούς βωμούς, μαζί με τους φιλοξένους και τους Πυθικούς μάντεις.
Κάποιος είπε τότε εις τον Νεοπτόλεμον: «Τι να ζητήσωμεν, νέε, από τον θεόν δι'
εσέ; Ποία είναι η αιτία του ερχομού σου;». Ο Νεοπτόλεμος απήντησε· «Έρχομαι διά
να εξιλεωθώ διά μίαν αμαρτίαν που έκαμα προς τον Φοίβον. Του εζήτησα άλλοτε
εκδίκησιν διά τον φόνον του πατρός μου». Αυτό εφάνη ότι εβεβαίωσε τα λόγια του
Ορέστου, ότι ο κύριος μου έλεγε ψέμματα, και ότι έρχεται με κακόν σκοπόν. Ο
Νεοπτόλεμος έρχεται μέσα εις τον ναόν, διά να προσευχηθή εις τον Φοίβον και
εξετάση την φωτιάν των θυμάτων. Αλλά πίσω από τας δάφνας που ήσαν κρυμμένοι
ορμούν άνθρωποι με γυμνά σπαθιά, μεταξύ των οποίων ήτο και ο υιός της
Κλυταιμνήστρας, ο οποίος τα εμηχανεύθη όλα αυτά. Και ο μεν Νεοπτόλεμος στέκεται
απέναντι εις το άγαλμα και προσεύχεται, οι δε ωπλισμένοι με τα κοφτερά σπαθιά
κρυφά κτυπούν τον δυστυχισμένου Νεοπτόλεμον. Εκείνος υποχωρεί, διότι δεν ήτο
δυνατά κτυπημένος,αρπάζει τα όπλα που ήσαν κρεμασμένα εις τον τοίχον, και
στέκεται εις τον βωμόν, γρήγορα ωπλισμένος πλέον. Τότε φωνάζει εις τους
κατοίκους των Δελφών· «Διατί να με σκοτώσετε ενώ έρχομαι με σκοπόν ευλαβή; Ποία
είναι η αιτία του θανάτου μου;». Από τους πολλούς όμως κανείς δεν απαντά, αλλά
τον εκτυπούσαν με τας πέτρας. Προσβαλλόμενος από παντού από αυτούς ως από πυκνήν
βροχήν, εκρύπτετο πίσω από τα όπλα του διά να προφυλαχθή, και επρότεινε δεξιά
και αριστερά με το χέρι την ασπίδα του. Του κάκου όμως. Βέλη, δόρατα και σούβλες
των θυμάτων, μαχαίρια από εκείνα που σφάζουν τους ταύρους, έπεφταν εμπρός εις τα
πόδια του.Εκεί να έβλεπες τι πηδήματα τρομερά έκαμνε διά να προΦυλαχθή. Επί
τέλους αφού είδε ότι τον είχαν περικυκλώση από παντού, χωρίς να τον αφήνουν να
πάρη την αναπνοήν του, άφησε τον βωμόν που τοποθετούνται τα σφάγια και πηδήσας
με τα δύο του πόδια πήδημα όπως του Αχιλλέως—όταν έτρεξε εις το Ίλιον προς τα
πλοία—ορμά εναντίον των. Αυτοί, όπως τα περιστέρια όταν ιδούν γεράκι, τρέπονται
εις φυγήν. Πολλοί έπεφταν πληγωμένοι ή ο ένας απάνω εις τον άλλον, εις την
στενήν έξοδον.Αλαλαγμός εκλόνιζε τους τοίχους του ναού. Όμοιος με καλοκαιρίαν, ο
κύριος μου έλαμπε κάτω από τα αστράπτοντα όπλα, έως ότου μέσα από το ιερόν μία
φωνή έδωκε θάρρος εις τους εχθρούς του, οι οποίοι εγύρισαν πίσω και επανέλαβαν
την επίθεσιν. Τότε ο υιός του Αχιλλέως πέφτει κτυπημένος εις τα πλευρά από το
σπαθί ενός των κατοίκων των Δελφών,βοηθουμένου από πολλούς άλλους. Όταν τον
είδαν να πέφτη κάτω άλλος τον εκτυπούσε με το όπλον, άλλος με πέτραν, και το
ωραίον του σώμα παρεμορφώθη από τα άγρια τραύματα. Νεκρόν πλέον, τον επήραν από
κοντά από τον βωμόν που είχε πέση και τον επέταξαν έξω από τον ναόν. Ημείς τότε
τον αρπάξαμεν γρήγορα εις τα χέρια, και σου τον φέρνομεν εδώ,διά να τον κλαύσης
και να τον θάψης εις το χώμα. Ιδού τι έκαμεν ο θεός, ο οποίος λέγουν ότι
θεσπίζει εις τους άλλους και κρίνει τα δίκαια των ανθρώπων, εις τον υιόν του
Αχιλλέως. Ως κακός άνθρωπος ενθυμήθη και αυτός παλαιές αιτίες. Πώς λοιπόν να τον
ονομάση κανείς σοφόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Νά που φέρουν το σώμα του βασιλέως
μας από την γην των Δελφών εις τανάκτορα. Δυστυχισμένον θύμα αλλά και συ
δυστυχισμένε γέρον, που δέχεσαι όχι όπως ήθελες εις το σπίτι σου τον υιόν του
Αχιλλέως. Η τύχη έπληξε αυτόν αλλά ταυτοχρόνως και σε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Έρχονται οι δούλοι φέροντες το σώμα του
Νεοπτολέμου)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω, αλλοίμονό μου! Τι κακόν είναι
αυτό που βλέπω και δέχομαι μέσα εις τα χέρια μου! Αι, πόλις της Θεσσαλίας,
εχάθηκα, απέθανα.. Δεν έχω πλέον απογόνους, δεν έχω παιδιά εις το σπίτι μου. Ω,
τι συμφοραί μου ήλθαν του αθλίου! Προς ποίον φίλον να γυρίσω τα μάτια μου, διά
να ανακουφισθώ. Ω αγαπημένον στόμα και πρόσωπον και χέρια! Διατί να μη σε εύρη η
τύχη αυτή εις την Τροίαν, εις τας όχθας του Σιμόεντος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ο θάνατος του τότε θα ήτον
ενδοξότερος και η ιδική σου λύπη ολιγωτέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω ολέθριε υμέναιε, και την
οικογένειάν μου και την πόλιν κατέστρεψες!Ω, παιδί μου, είθε ποτέ να μην έφερνες
εις την οικογένειάν σου το αίσχος του γάμου σου, την Ερμιόνην, η οποία είναι η
αιτία του θανάτου σου. Είθε κεραυνός να την είχε καύση πριν, αδύνατος συ θνητός,
να μην είχες κατηγορήση ένα θεόν, τον Απόλλωνα, ότι με το τόξον του έχυσε το
αίμα του πατρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονον, ας αρχίσωμεν να κλαίωμεν
τον βασιλέα μας σύμφωνα με την συνήθειαν των νεκρών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω, εγώ θ' απαντώ εις τους θρήνους
σας με τα δάκρυά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κάμε υπομονήν· από τον θεόν είναι
αυτή η συμφορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω αγαπημένο μου παιδί, αφήνεις
έρημον το σπίτι σου και εμένα τον γέροντα χωρίς παιδί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω γέρον, έπρεπε να είχες πεθάνη πριν
από τα παιδιά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Να ξεριζώσω τα μαλλιά μου, να κτυπώ
με τα χέρια το κεφάλι μου; Ω πόλις, ω πόλις, δύο παιδιά μου εστέρησε ο
Απόλλων!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω δυστυχισμένε, που έπαθες και είδες
τόσας συμφοράς, τι ζωήν θα κάμης τώρα πλέον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Χωρίς παιδιά, έρημος, χωρίς να βλέπω
τέλος εις τα δεινά μου, θα φθάσω εις το τέλος της ζωής μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αδίκως σ' ετίμησαν τόσον εις τους
γάμους σου οι θεοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Όλα επέρασαν γρήγορα, όσα μ' έκαμναν
να υπερηφανεύομαι. Όλα έφυγαν,όλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μόνος τώρα θα είσαι μέσα εις τα έρημα
ανάκτορα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Δεν υπάρχει πλέον πατρίς δι' εμέ. Ας
πετάξω εις την γην κάτω το σκήπτρον μου. Και συ, ω κόρη του Νηρέως, η οποία
κατοικείς κάτω εις τα σκοτεινά σπήλαια, κύτταξέ με πώς κυλίομαι δυστυχής, κάτω
εις το χώμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω! τι κίνησις είναι αυτή; Κάποιος
θεός πρόκειται να φανή. Κυττάξετε,κυττάξετε. Κάποιος θεός έρχεται μέσα από τον
αιθέρα και κατεβαίνει εις την εύφορον πεδιάδα της Φθίας.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΙ ΑΥΤΟΙ—ΘΕΤΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εμφανίζεται η Θέτις κατερχόμενη από τα
ύψη)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΤΙΣ<br />Πηλεύ, επειδή άλλοτε υπήρξα σύζυγός
σου, αφήνω τανάκτορα του Νηλέως και έρχομαι τώρα εγώ η Θέτις. Και πρώτον σε
συμβουλεύω να μην αφήνεσαι εις την απελπισίαν διά την σημερινήν συμφοράν. Διότι
κ' εγώ,η οποία έπρεπε, αφού είμαι θεά, να κάμνω παιδιά χωρίς να υποφέρω, εν
τούτοις έχασα τον υιόν που απέκτησα από σε, τον ταχύν Αχιλλέα, πρώτον της
Ελλάδος. Θα σου φανερώσω λοιπόν την αιτίαν διά την οποίαν ήλθα και συ άκουσε.
Αυτόν τον νεκρόν του υιού του Αχιλλέως θάψε εμπρός εις τον Πυθικόν Βωμόν, διά να
είναι ο τάφος του αιώνιον αίσχος διά τους Δελφούς και μάρτυς του βιαίου φόνου
του υπό του Ορέστου· την δε αιχμάλωτον γυναίκα, την Ανδρομάχην, να εγκαταστήσης
εις την γην των Μολοσσών και να την δώσης σύζυγον εις τον Έλενον, μαζί με τον
υιόν της, τον μόνον ο οποίος σώζεται από το γένος του Αιακού. Βασιλείς θα
γεννηθούν απ' αυτόν, οι οποίοι θα διοικήσουν την Μολοσσίαν ενδόξως.Διότι πρέπει
και το ιδικόν σου και το ιδικόν μου γένος, καθώς και του Πριάμου, να μη χαθή
εντελώς. Διότι και διά του Πριάμου το γένος φροντίζουν οι θεοί, μολονότι το
κατέστρεψεν η οργή της Αθηνάς. Σέ δε,προς χάριν των γάμων σου με εμέ, θεάν κόρην
θεού, θα σε απαλλάξω από τας δυστυχίας των θνητών, και θα σε κάμω θεόν αθάνατον
και άφθαρτον.Έπειτα εις τα ανάκτορα του Νηρέως, θεός συ, θα κατοικήσης εις το
μέλλον μαζί μ' εμέ την θεάν. Από εκεί, εξερχόμενοι από την θάλασσαν εις την
ξηράν θα βλέπωμεν τον αγαπητόν εις σε και εις εμέ υιόν μας τον Αχιλλέα, που
κατοικεί την νήσον με τας λευκάς ακτάς, εις το στενόν του Ευξείνου. Πήγαινε
λοιπόν τώρα εις την θεόκτιστον Πύλην των Δελφών να μεταφέρης αυτόν τον νεκρόν
και αφού τον κρύψης εις την γην γύρισε πάλι εις το βαθύ σπήλαιον της παλαιάς
Σηπιάδος και κάθισε να με περιμένης έως ότου έλθω από την θάλασσαν ακολουθουμένη
από πεντήκοντα Νηρηίδας, διά να σε πάρω εις τα βάθη της θαλάσσης. Διότι πρέπει
να γίνη ό,τι είναι πεπρωμένον· ο δε Ζευς απεφάσισε να γίνη αυτό. Παύσε λοιπόν
τώρα να λυπήσαι εκείνους οι οποίοι απέθαναν. Διότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να
αποθάνουν· αυτή είναι η απόφασις των θεών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΗΛΕΥΣ<br />Ω σεβαστή και γενναιόψυχος κόρη του
Νηρέως και σύζυγε μου, σε χαιρετώ. Ό,τι κάμνεις είναι άξιον σου και των τέκνων
σου. Παύω την λύπην μου, αφού συ, θεά, με διατάσσεις. Και θα θάψω αυτόν εις του
Πηλίου τα σπήλαια, όπου εκράτησα μέσα εις τα χέρια μου το ωραίον σου σώμα.
Έπειτα πώς να μην ζητά κανείς, όταν έχη νουν, να παίρνη σύζυγον από μέγα γένος,
και να δίδη τα παιδιά του εις τους καλούς, ν' αποφεύγη δε τον κακόν γάμον, ακόμη
και αν πρόκειται διά πλουσίαν προίκα; Όσοι κάμνουν αυτά βεβαίως δεν έχουν να
φοβηθούν καμμίαν δυστυχίαν από τους θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πολλαί μορφαί της μοίρας φαίνονται
εις τους ανθρώπους, πολλά δε ανέλπιστα κάμνουν οι θεοί. Εκείνα που επεριμέναμεν
δεν έγιναν, και ο θεός ευρήκε διέξοδον εις τανέλπιστα. Αυτό συνέβη και
τώρα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Α Υ Λ Α I Α</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(Ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά,
Ραγκαβή,Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη,
Καμπάνη,Καζαντζάκη, Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού,
Φιλαδελφέως,Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά
εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά,συστηματικά,
στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ανδρομάχη Το δράμα αυτό εικονίζει, κατά τον
πιο θαυμαστό τρόπο, έναν κόσμο αισθημάτων, ζήλειας, μίσους και στοργής. Ο
Νεοπτόλεμος,χωρίζοντας από την Ανδρομάχη, παντρεύεται την κόρη του Μενέλαου και
της Ελένης, την Ερμιόνη, που συνεννοείται με τον πατέρα της να σκοτώσουν τον γιό
που έδωσε η Ανδρομάχη στον Νεοπτόλεμο. Ο Πηλέας,παππούς του παιδιού, σώζει τον
μικρό, και ο Μενέλαος σκοτώνει με δόλο τον Νεοπτόλεμο. Μετάφραση, του Γ.
Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<br />ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61<br />ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-27945863448574898342013-09-04T06:02:00.002-07:002013-09-04T06:02:39.917-07:00ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: ΑΛΚΗΣΤΙΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: ΑΛΚΗΣΤΙΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Από τα πρώτα 24 χρόνια της δραματικής
παραγωγής του Ευριπίδη και ενώ είναι γνωστό ότι είχε γράψει περίπου είκοσι έργα,
ένα μόνο έφτασε ως εμάς ακέραιο, η «Άλκηστις» (438 π.Χ.). . . Σ' αυτό το πιο
πρώιμο σωζόμενο έργο, μας παρουσιάζεται ένας καλός σύζυγος, μια καλή σύζυγος,
ένας επιτυχημένος γάμος, που ξαφνικά βρίσκονται αντιμέτωποι με την Ανάγκη του
θανάτου. Η γυναίκα χάνει τη ζωή της αλλά κερδίζει αθάνατη δόξα. Ο άντρας
κερδίζει τη ζωή του αλλά χάνει όλα όσα της δίνουν αξία. Και αυτή ακριβώς η
στιγμή, που δεν αναφέρεται καθόλου, αυτή αποτελεί στην πραγματικότητα τον
κεντρικό πυρήνα του έργου. Ο Ευριπίδης είναι ο τρίτος της τριάδας των μεγάλων
ποιητών της δραματικής ποίησης της αρχαίας Ελλάδας. Χαρακτηρίζεται ρεαλιστής
συγγραφέας, καθώς δίνει τους χαρακτήρες των προσώπων των έργων του όπως είναι
περίπου στην πραγματικότητα, και ''από σκηνής φιλόσοφος'', επειδή αντιμετωπίζει
στοχαστικά τα θέματα που επεξεργάζεται. Από το πλούσιο έργο του μας σώζονται ένα
''σατυρικό δράμα'', ο Κύκλωψ, και δεκαοκτώ τραγωδίες: 'Αλκηστις, Ανδρομάχη,
Μήδεια, Ηρακλείδαι, Ιππόλυτος, Εκάβη, Ικέτιδες, Ηρακλής μαινόμενος, Τρωάδες,
Ιφιγένεια η εν Ταύροις, Ηλέκτρα, Ελένη, Ίων, Φοίνισσαι, Ορέστης, Βάκχαι,
Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, Ρήσος.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΑΛΚΗΣΤΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΕΜΜΕΤΡΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γ. Β. ΤΣΟΚΟΠΟΥΛΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΙΝΑΚΑΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ<br />ΠΡΑΞΙΣ Α<br />ΣΚΗΝΗ Α'<br />ΣΚΗΝΗ
Β'<br />ΣΚΗΝΗ Γ'<br />ΣΚΗΝΗ Δ'<br />ΣΚΗΝΗ Ε'<br />ΣΚΗΝΗ ΣΤ'<br />ΠΡΑΞΙΣ Β<br />ΣΚΗΝΗ
Α'<br />ΣΚΗΝΗ Β'<br />ΣΚΗΝΗ Ε' (*)<br />ΣΚΗΝΗ Δ'<br />ΠΡΑΞΙΣ Γ<br />(ΣΚΗΝΗ Α')<br />ΣΚΗΝΗ
Β'<br />ΣΚΗΝΗ Δ' (*)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(*) Λάθος αριθμημένες σκηνές</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">Π Ρ Ο Σ Ω Π Α</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />ΘΑΝΑΤΟΣ<br />ΧΟΡΟΣ<br />ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />ΑΔΜΗΤΟΣ<br />ΕΥΜΗΛΟΣ<br />ΗΡΑΚΛΗΣ<br />ΦΕΡΗΣ<br />ΥΠΗΡΕΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">[Απαγορεύεται η από της σκηνής διδασκαλία άνευ
αδείας του<br />μεταφράσαντος].</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε Υ Ρ Ι Π Ι Δ Ο Υ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α Λ Κ Η Σ Τ Ι Σ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η πρόσοψις των ανακτόρων του Αδμήτου,
βασιλέως των Φερών. Ο Απόλλων,<br />φέρων το τόξον και τα βέλη του, κατεβαίνει την
κλίμακα των ανακτόρων<br />και πλησιάζει εις το προσκήνιον).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Α'.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ, μόνος<br />Ω του Αδμήτου ανάκτορα, που
αν και θεός μεγάλος<br />εδέχθηκα να κάθωμαι στων δούλων το τραπέζι,<br />χαίρετε
τώρα. Αίτιος αυτής μου της δουλείας<br />ήτανε ο Ζευς που σκότωσε με ένα κεραυνό
του<br />τον γυιό μου τον Ασκληπιόν. Εγώ απ' τον θυμό μου<br />τους Κύκλωπας
εσκότωσα, που την φωτιά δουλεύουν<br />και τηνε κάνουν κεραυνούς για τον πατέρα
Δία.<br />Μα ο Ζευς δεν εσυγχώρησε αυτήν μου την αγρίαν<br />εκδίκησιν και μ'
έστειλε εδώ να γίνω δούλος<br />ενός θνητού. Τότε κ' εγώ ήλθα σ' αυτόν τον
τόπο<br />και του ανθρώπου έβοσκα τα βώδια, και το σπίτι<br />ως σήμερα επροστάτευα
από κάθε δυστυχία.<br />Γιατί εγώ ο δίκαιος, άνθρωπο δίκαιον ηύρα<br />τον γιό του
Φέρητος. Εγώ τον έσωσα απ' τον Άδη,<br />αφού της Μοίρες γέλασα. Εκείνες
εχαρίσαν<br />σ' εμέ του Αδμήτου την ζωή, μα με τη συμφωνία<br />πώς κάποιος άλλος
θα βρεθή για κείνον να πεθάνη.<br />Όλους τους φίλους ρώτησε ο Άδμητος και
όλους<br />κρυφά τους ξέτασε αν δέχονται. Αλλ' όμως<br />όλοι αρνήθηκαν, κι' αυτός ο
γέρος του πατέρας<br />και η μάννα που τον γέννησε, κι' αυτή αρνιέται
ακόμη.<br />Και μόνο η γυναίκα του προσφέρεται θυσία,<br />και δέχεται για χάρι του
να χάση τη ζωή της.<br />Τώρα μέσα σ' τανάκτορα ψυχομαχεί· γιατ' ήρθε<br />η μέρα
που ήτανε γραφτό στον Άδη να κατέβη,<br />κ' η δούλες της τήνε κρατούν στα χέρια
ως να πεθάνη·<br />τώρα κ' εγώ φεύγω μακρυά απ' ταγαπημένο σπίτι<br />μήπως η θέα
του νεκρού την όψι μου μολύνει,<br />γιατί δεν κάνει ένας θεός νεκρόν να
αντικρύζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Παρατηρεί προς το δεξιά παρασκήνιον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α, να κι' ο Θάνατος. Εδώ τον βλέπω να
προβαίνη,<br />για να την σύρη γρήγορα στου Άδου τα παλάτια<br />την άμοιρη
βασίλισσα. Πάνω στην ώρα φτάνει<br />γιατ' ήλθε πλέον η στιγμή που πρέπει να
πεθάνη.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ- ΘΑΝΑΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται ο Θάνατος. Είναι ωπλισμένος με
ξίφος. Βλέπων τον Απόλλωνα<br />δεν αποκρύπτει την δυσαρέσκειάν του).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Α, α! Τι θέλεις, Φοίβε, εδώ τριγύρω
στο παλάτι;<br />Τάχα ποιός είναι ο σκοπός που βρίσκεσαι εδώ γύρω;<br />Αν έρχεσαι
το θύμα μου και τώρα να μου πάρης<br />σκέψου· του Άδου τους θεούς δεν πρέπει
ναδικήσης,<br />να τους στερήσης της τιμές που είναι δίκηο νάχουν.<br />Δεν σ'
έφτασε που εμπόδισες τον θάνατο του Αδμήτου<br />και που της Μοίρες γέλασες με
τέτοιαν απιστία,<br />αλλά σε βρίσκω πάλι εδώ με τόξα και με βέλη,<br />για να
φυλάξης τη ζωή της κόρης του Πελία,<br />που εδέχθη να πεθάνη αυτή για να γλυτώση
εκείνος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Ησύχασε· έχω κ' εγώ τους λόγους
μου. Και έχω<br />μαζί μου εγώ το δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Αφού το δίκηο έχεις,<br />τι θέλουνε
τα βέλη σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Πάντα μαζί μου τάχω<br />Αυτή είν' η
συνήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Δεν είναι η συνήθεια·<br />το τόξο
σου επήρες,<br />για να φυλάξης άδικα το σπίτι αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Με θλίβει<br />η συμφορά, που απειλεί
αγαπημένον φίλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Ώστε και δεύτερον νεκρόν θέλεις να
μου στερήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Μήπως τον πρώτον σ' άρπαξα εγώ διά
της βίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Μα τότε πώς ακόμη ζη και πώς στη γη
γυρίζει<br />και όχι κάτω από τη γη στου Άδου τα παλάτια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Σούδωκε την γυναίκα του, που πας να
πάρης τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Ω, θα την πάρω βέβαια, και θα την
πάω κάτω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Πάρ' την λοιπόν και πήγαινε. Δεν
ξέρω αν θα σε πείσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Τι να με πείσης: Αν αυτήν θα πάρω;
είν' η δουλειά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Όχι. Αλλά αν ήθελες για λίγο ν'
αναβάλης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Νοιώθω καλά τα λόγια σου και τι
ζητείς το νοιώθω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Τάχα θα ήτανε πολύ, ν' αφήσης να
γεράση<br />και να την πάρης έπειτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Α, δεν μπορεί να γίνη<br />ούτε αυτό.
Αδύνατον! Γιατ' η τιμές μ' αρέσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Μήπως αργά ή γρήγορα δεν θα της
έχης:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Όταν<br />πεθαίνουν νέοι, πιο πολλή
είν' η τιμή για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Αλλά κι' αν πέθαινε γρηά πάλι θα
τηνε θάψουν<br />μ' ακόμη περισσότεραις τιμαίς....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Ας είναι· βλέπω<br />πως τώρα με τους
δυνατούς πηγαίνεις και συ, Φοίβε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Τι είπες; Δεν το ήξερα πώς τον σοφό
μας κάνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Όσοι πεθαίνουν γέροντες κάτι,
θαρρώ, κερδίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Ώστε το απεφάσισες; Τη χάρι δεν μου
κάνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Όχι· Τον χαρακτήρα μου καλά τονε
γνωρίζεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Ω, βέβαια· είσαι εχθρός εσύ εις
τους ανθρώπους<br />και όλοι σ' αποστρέφονται και οι θεοί ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Λέγε ό,τι θέλεις. Βέβαια εγώ δεν θα
σου κάμω<br />πράγμα, όπου δικαίωμα δεν έχεις να σου γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ<br />Κι' όμως αδίκως φαίνεσαι σκληρός.
Χωρίς να θέλης<br />σε κάποιον άλλον πούρχεται θενά υποχωρήσης,<br />σε κάποιον
άνδρα, που έρχεται στου Φέρητος το σπίτι.<br />Αυτόν τον στέλνει ο Ευρυσθεύς στα
παγωμένα μέρη<br />της Θράκης, δύο άλογα ζευγάρι να του φέρη.<br />Αυτός θα
φιλοξενηθή στου Αδμήτου το παλάτι<br />και μέσα από τα χέρια σου θα πάρη την
γυναίκα.<br />Έτσι κανένας από μας δεν θα χρωστάη χάρι<br />σ' εσένα, και εγώ θα
κάμω αυτό που θέλω<br />και πιο πολύ θα σε μισώ αφ' ό,τι σ' εμισούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΑΝΑΤΟΣ<br />Όσα κι' αν πης τα λόγια σου
πηγαίνουν στα χαμένα<br />και η γυναίκα σήμερα θα κατεβή στον Άδη.<br />Πηγαίνω τώρα
με αυτό το κοφτερό σπαθί μου<br />να την αγγίξω. Και, καθώς πολύ καλά
γνωρίζεις,<br />ανήκει πια εις τους θεούς του Άδου, όποιος τύχη<br />να του αγγίξη
τα μαλλιά αυτή μου η ρομφαία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Θάνατος εισέρχεται εις τανάκτορα, ενώ ο
Απόλλων εξέρχεται δεξιά. Η<br />σκηνή μένει επί τινας στιγμάς κενή. Ησυχία
απόλυτος κρατεί).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χορός γερόντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχονται οι γέροντες της πόλεως
εκδηλούντες ανησυχίαν και αγωνίαν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Τι να σημαίνη άρά γε αυτή η
ησυχία;<br />Γιατί αυτή η σιωπή σ' τανάκτορα του Αδμήτου;<br />Δεν φαίνεται από δω
κανείς να μας ειπή αν πρέπει<br />ν' αρχίσωμε τα κλάμματα, αν η βασίλισσά
μας<br />απέθανε, ή και αν ζη ακόμα ή αν βλέπει<br />το φως του κόσμου η Άλκηστις, η
κόρη του Πελία,<br />που τηνε ξέρομε όλοι μας ξεχωριστή γυναίκα<br />μέσα στης
άλλες........</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Στεναγμοί ακούσθηκαν και
θρήνοι;<br />Ακούσατε καμμιά φωνή σπαρακτική να βγαίνη<br />ή να χτυπούν τα χέρια
των εις το παλάτι μέσα,<br />όπως συμβαίνει πάντοτε, όταν κανείς πεθαίνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Ούτ' ένας δούλος φαίνεται στη
θύρα του. Ω, είθε<br />να εφαινόσουν, συ, ω Παιάν, αλλού να μεταστρέψης<br />της
συμφοράς τα κύματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Μα αν είχε πια
πεθάνει,<br />γιατί αυτή η σιωπή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Κι όμως έχει πεθάνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Κανείς δεν είδε τον νεκρό να
βγάζουν....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Πώς το ξέρεις;<br />εγώ δεν έχω
όπως συ καμμιά εμπιστοσύνη.<br />Εσύ τι τάχα σκέπτεσαι και έχεις τόσο
θάρρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Μπορεί ποτέ ο Άδμητος να θάψη
μια γυναίκα<br />—τέτοια γυναίκα! έρημη, χωρίς να μας καλέση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Ίσως δεν έχεις άδικον. Στη
θύρα εμπρός δεν βλέπω<br />νάχουν νερό απ' την πηγή, που πλύνουνε τα
χέρια,<br />όταν πεθαίνη άνθρωπος στο σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Την πλεξίδα,<br />δεν βλέπω εις
την είσοδο να είναι κρεμασμένη,<br />που δείχνει πως εσκέπασε το πένθος ένα
σπίτι,<br />ουδέ γυναίκες άκουσα τα στήθια να χτυπούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Και όμως η ημέρα αυτή είναι
ημέρα πένθους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Τι θέλεις με αυτό να
πης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />... Είναι ημέρα
πένθους,<br />που η καλή βασίλισσα στον Άδη κατεβαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Σώπασε! Με τα λόγια σου μου
σφίγγεις την ψυχή μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Όταν οι άνθρωποι οι καλοί
τέτοια κακά τραβούνε,<br />εκείνος που έτυχε καλός να γεννηθή, λυπάται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Του κάκου· στα πιο μακρυνά
όλης της γης μας μέρη,<br />εις της Λυκίας τα Πάταρα, που είναι το μαντείον<br />του
Απόλλωνος, ή στης σκληρές κι' άνυδρες Αμμωνιάδες,<br />στο άλλο μαντείον του θεού,
αν την γυναίκα στείλης,<br />αδύνατον απ' το γραφτό της Μοίρας να γλυτώση<br />γιατί
η ζωή της σώθηκε κ' η ώρα πλησιάζει,<br />που θε ναρθή ο θάνατος γοργά να τηνε
πάρη.<br />Ούτε γνωρίζω πια θεόν κανένα να του πάμε<br />θυσίες, να συγκινηθή και να
μας εισακούση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ<br />Ένας μονάχα θάκανε το θαύμα,
αν εζούσε<br />ο γυιός του Φοίβου Ασκληπιός· αυτός και πεθαμμένην<br />την άμοιρη
βασίλισσα μπορούσε ν' αναστήση<br />κι' από τον Άδη εις την γην να μας την φέρη
πίσω.<br />Γιατί πριν μ' ένα κεραυνό ο Ζευς να τον σκοτώση<br />πολλούς νεκρούς
ανάστησε από τον κάτω κόσμο.<br />Μα τώρα πια, ελπίδα μια μας μένει ότι
τάχα<br />ημπορεί να ζήση η Άλκηστις και να σωθή απ' την Μοίρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΧΟΡΟΥ<br />Ο βασιλιάς μας έκαμεν ό,τι
έπρεπε να κάμη<br />και όλων των θεών οι βωμοί εγέμισαν με αίμα<br />και ζώα
εθυσιάσθηκαν και τίποτε δεν μένει<br />αφ' ό,τι πάντα γίνεται σε τέτοιες
περιστάσεις,<br />αλλά του κάκου επήγανε θυσίες και δεήσεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στρέφεται εις την είσοδον των ανακτόρων, όπου
φαίνεται ερχομένη μία<br />υπηρέτρια. Όλοι οι άνδρες του χορού παρακολουθούν με
αγωνίαν τον<br />διάλογον και την διήγησιν της υπηρετρίας).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Μα να, μια υπηρέτρια απ'το παλάτι
βγαίνει<br />και κλαίει και οδύρεται. Τι μέλλεται ν' ακούσω;<br />Από την όψι
φαίνεται πώς δυστυχία μας φέρει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς την υπηρέτριαν η οποία εμφανίζεται εις
την θύραν<br />των ανακτόρων):</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγε, τι κάνει η Άλκηστις, απέθανεν ή
ζη;</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι αυτοί. — Η υπηρέτρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Στη θέσι όπου βρίσκεται
ταιριάζουν και τα δύο<br />και ζη ακόμα, η δύστυχη, και είναι πεθαμμένη..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Πώς είναι δυνατόν αυτό; Καλλίτερα
εξηγήσου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Ψυχομαχεί. Σιγά σιγά ξεφεύγει η
ζωή της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Δυστυχισμένε σύζυγε, τόσο καλός
που είσαι<br />τέτοια γυναίκα άδικα πώς χάνεις!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Ο αφέντης<br />θα καταλάβη τι
έχασε, μονάχα όταν το χάση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Ώστε δεν μένει πια καμμιά
ελπίς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Καμμιά δεν μένει.<br />Ήλθε η μέρα
που έγραψεν η Μοίρα να πεθάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Μέσ' στο παλάτι έγινεν ό,τι
έπρεπε να γίνη<br />και ό,τι συνηθίζεται, σ' αυτάς τας περιστάσεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Ο άνδρας της ετοίμασεν ο ίδιος τα
στολίδια<br />που θα της βάλη στον νεκρό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Τουλάχιστον ας μάθη<br />πως θα
πεθάνη ένδοξη, και θα το πη ο κόσμος<br />πως ήταν η καλλίτερη γυναίκα εις την γη
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Αλήθεια, η καλλίτερη! Ποιος
θαρνηθή πως ήταν<br />ξεχωριστή κι' ανώτερη απ' όλες της γυναίκες;<br />Και πώς
αλλοιώς θα τώδειχνε παρά μ' αυτό που κάνει;<br />Άλλη γυναίκα δέχεται να χάση τη
ζωή της,<br />για να σωθή ο άνδρας της: Αυτά τα ξέρετε όλοι,<br />μα αν μάθετε τι
έκαμε στο σπίτι και τι κάνει<br />θα μείνετε με ανοιχτό το στόμα. Μόλις
είδε<br />πως η ημέρα έφτασε που πρέπει να πεθάνη<br />πήρε νερό του ποταμού και το
άσπρο της το σώμα<br />καλά καλά το έπλυνε· έπειτα από το δώμα,<br />το κέδρινον,
φορέματα και στολισμούς επήρε<br />και με αυτά στολίσθηκε, σαν νύφη. Και
κατόπιν<br />μπρος στο βωμό εστάθηκε κ' είπε την προσευχή της:<br />«Δέσποινα, είπε,
κύτταξε, μπροστά σου γονατίζω<br />εγώ για τελευταία φορά, γιατί θε να
πεθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα ορφανά μου τα παιδιά, σ' εσέ, ω θεά,
ταφήνω<br />να γίνης συ μητέρα τους, κι' όταν η ώρα έλθη<br />δώσε στ' αγόρι
σύζυγον, όπου να του ταιριάζη,<br />και δώσε και της κόρης μου τον άνδρα, που της
πρέπει.<br />Προστάτευσε τα, δέσποινα, να μη χαθούν κ' εκείνα,<br />όπως εγώ η
δύστυχη, απάνω στον ανθό τους,<br />αλλά να ζήσουνε πολύ, και να πεθάνουν
γέροι<br />στον τόπο που γεννήθηκαν, στο χώμα της πατρίδας».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έπειτα όλους τους βωμούς, που έχει το
παλάτι,<br />όλους τους εστεφάνωσε με στέφανα από μύρτα<br />χωρίς να κλάψη, ή
στεναγμό τα χείλη της ν' αφήσουν<br />ή να χαλάση μια στιγμή το χρώμα του
προσώπου<br />από το φόβο του κακού, που τηνε περιμένει.<br />Και μόνο όταν στον
θάλαμο τον νυφικό της μπήκε<br />και είδε το κρεββάτι της, τα κλάμματα την
πήραν.<br />«Κρεββάτι μου, είπε, που εγώ σ' εγνώρισα παρθένα<br />και που γυναίκα με
έκαμες εκείνου που με χάνει,<br />σε χαιρετώ. Δεν σε μισώ. Μόνον εσύ με
χάνεις.<br />Γιατί εγώ δεν ήθελα εσένα να προδώσω,<br />αλλ' ούτε και τον άνδρα μου,
γι' αυτό πεθαίνω τώρα.<br />Εσένα άλλη θα χαρή γυναίκα, που θα τύχη,<br />αν όχι πιο
καλλίτερη, μα πιο ευτυχισμένη».<br />Είπε και εγονάτισε μπροστά εις το
κρεββάτι<br />και το φιλεί και με θερμά δάκρυα το μουσκεύει.<br />Και όταν
εκουράστηκε να κλαίη, βγαίνει έξω<br />σιωπηλή και προχωρεί με το κεφάλι
κάτω<br />και φεύγει και ξανάρχεται, πολλές φορές, και πάλι<br />ξαναγυρίζει
κλαίοντας στο νυφικό κρεββάτι.<br />Και τα παιδιά της τάμοιρα εκλαίγανε κ'
εκείνα<br />στους πέπλους της μητέρας τους με πόνο κρεμασμένα.<br />Εκείνη στην
αγκάλη της τάσφιγγε με λαχτάρα<br />και πότε το ένα βιαστικά φιλούσε, πότε
τάλλο.<br />Μα κι' όλοι οι υπηρέται της, που έχει στο παλάτι,<br />έχυναν μαύρα
δάκρυα για την καλή κυρά τους<br />και για την μαύρη μοίρα της. Εκείνη με το
χέρι<br />όλους απεχαιρέτισε, και δεν υπάρχει ένας<br />ούτε κι' ο ταπεινότερος που
να μη του μιλήση.<br />Τέτοια κακά ευρήκανε το σπίτι του Αδμήτου<br />Εάν ο ίδιος
πέθαινε όλα γι' αυτόν χαμένα<br />μα και που εσώθη, συμφορά τον βρίσκει πιο
μεγάλη<br />και τόση λύπη αισθάνεται, που δεν θα την ξεχάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Κι' ο Άδμητος; Πώς την βαστά
αυτήν την δυστυχία;<br />και πώς θα τηνε στερηθή τέτοια καλή γυναίκα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ<br />Την κλαίει· και κρατώντας την
σφιχτά στην αγκαλιά του<br />τήνε θερμοπαρακαλεί να μη του φύγη ακόμα.<br />Αλλ'
όμως πράγμα αδύνατον ζητά. Γιατί η αρρώστια<br />την έφαγε την δύστυχη, και
έρχεται το τέλος.<br />Και έτσι μέσ' στα χέρια του, ενώ η ζωή της φεύγει<br />και
λίγη ακόμη μένει της πνοή, ζητάει ακόμα<br />μία φορά τα μάτια της να ιδούν το φως
του ήλιου<br />—για τελευταία της φορά, πριν κλείσουνε για πάντα—<br />Μα τώρα ας
πάω να τους πω πως ήρθατε. Βεβαίως<br />οι βασιλιάδες πάντοτε δεν αγαπώνται
τόσο,<br />ώστε να τρέχη ο λαός τριγύρω τους, σαν τύχη<br />να τους σπαράζη συμφορά.
Εσείς παληοί είσθε φίλοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις τανάκτορα).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Αλλοίμονον! Πώς θα βρεθή διέξοδος
καμμία,<br />ω Ζευ πατέρα, να σωθούν από την δυστυχία<br />οι βασιλιάδες; Άρά γε το
χέρι σου θα βάλης<br />ή από τώρα τα μαλλιά της κεφαλής να κόψω<br />και μαύρα να
φορέσωμε και πένθος να ντυθούμε;<br />Ω, φίλοι! Δεν υπάρχει πια καμμιά
αμφιβολία.<br />Εν τούτοις όμως στους θεούς θερμά ας προσευχηθούμε<br />γιατί αυτοί
είναι δυνατοί, κι' όλα μπορούν να κάμουν.<br />Ω παντοδύναμε Παιάν, εύρε εσύ τον
τρόπο<br />ν' απομακρύνης το κακόν από αυτό το σπίτι.<br />Βοήθησε· βοήθησε γιατί
και προ ολίγου<br />συ έσωσες τον Άδμητον και συ μπορείς και τώρα<br />και απ' αυτόν
τον θάνατον, αν θέλης, να τον σώσης<br />και να κρατήσης την ορμή την φονική του
Άδου.<br />Ω γυιέ του Φέρητος, εσύ· τι τύχη σε προσμένει<br />τώρα οπού θα στερηθής
τέτοια άξια γυναίκα!<br />Δεν είναι τάχα άξια αυτή η δυστυχία,<br />ώστε ο ίδιος να
σφαγής ή να πνιγής μονάχος,<br />αφού θα χάσης σήμερα μια τόσο
αγαπημένη<br />γυναίκα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εις την θύραν των ανακτόρων εμφανίζονται οι
φρουροί οι προπορευόμενοι<br />των βασιλέων).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α, να έρχεται! Ο Άδμητος κ'
εκείνη.<br />Στέναξε, γη, κι' ολόλυξε, Φεραία, γιατί τώρα<br />του κόσμου η
καλλίτερη γυναίκα κατεβαίνει<br />στα σκοτεινά κ' υπόγεια παλάτια του
θανάτου!<br />Εγώ ποτέ μου δεν θα 'πω ότι ο γάμος φέρνει<br />πολύ περσσότερες χαρές
από της λύπες πούχει.<br />Και τούτο έλεγα από πριν, αλλά το λέω και τώρα,<br />που
βλέπω την απίστευτη του Αδμήτου ατυχία.<br />Έπειτα απ' την απώλεια τέτοιας χρυσής
γυναίκας<br />μία ζωή αβάστακτη θα είναι η ζωή του.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ ΣΤ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται η Άλκηστις, κρατουμένη υπό του
Αδμήτου. Τα παιδιά της<br />κρατούνται κλαίοντα από τους πέπλους της)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλκηστις, Άδμητος, Εύμηλος. — Ο χορός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Ω ήλιε! Ω φως και ω σύννεφα, που
γρήγορα στα ύψη<br />γυρίζετε και τρέχετε στον γαλανόν αιθέρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ο ήλιος βλέπει και τους δυο, κ' εμέ
κ' εσένα βλέπει,<br />που στους θεούς δεν 'κάμαμε ασέβειαν καμμίαν,<br />για να μας
κάνουν δυστυχείς, να τιμωρούμεθα έτσι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Ω γη και ω παλάτι μου και σπίτι
αγαπημένο<br />και ω νυφικό κρεββάτι μου. της Ιωλκού ω πατρίδα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Θάρρος, κρατήσου, δύστυχη! Μη
φεύγης! Μη μ' αφήνης<br />και παρακάλει τους θεούς ίσως μας λυπηθούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Βλέπω το πλοίο το δίκωπο, το βλέπω
μέσ' στη λίμνη<br />και τον πορθμέα των νεκρών, τον Χάρο, τον ακούω,<br />όπου
κρατώντας το κουπί στο χέρι του μου λέγει:<br />«Γιατί αργείς; Μη χάνωμε καιρό. Σε
περιμένω».<br />Έτσι με βιάζει άγριος και θυμωμένος έτσι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονο, τι άγριο ταξείδι
προφητεύεις!<br />Ω, τ' είναι αυτή η συμφορά που τώρα μας ευρήκε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Δεν βλέπεις; Κάποιος έρχεται κοντά
μου να με πάρη.<br />Εις στα παλάτια των νεκρών κάτω σιγά με σέρνει<br />είναι θεός
με τα φτερά. Τα μάτια του πετούνε<br />κάτω από τα βλέφαρα αγριεμμένο
βλέμμα.<br />Α, άφησε με, άφησε. Τι θέλεις να με κάμης;<br />Τι δρόμος τάχα η άμοιρη
είναι αυτός που παίρνω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είναι ο δρόμος θλιβερός για όσους
σ' αγαπούνε<br />για τον φτωχό σου σύζυγο, για τα παιδιά που κλαίνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Αφήστε με, αφήστε με. Μη με
κρατείτε τώρα.<br />Ξαπλώστε με, τα πόδια μου δεν με κρατούν. Ο Χάρος<br />κοντύτερα
μου έρχεται. Τα μάτια μου θολώνουν.<br />Παιδιά μου, η μητέρα σας δεν είναι πια
στον κόσμο.<br />Είθε εσείς τουλάχιστον να ζήτε ευτυχισμένα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονον τα λόγια σου μου
σφίγγουν την ψυχή μου<br />κ' είναι για με σκληρότερα ακόμα κι' απ' τον
Χάρο!<br />Για των θεών το όνομα, κρατήσου, μη μ' αφήνης·<br />εις την ζωή των
ορφανών παιδιών μας σε ορκίζω,<br />σηκώσου ορθή και γέμισε με θάρρος την ψυχή
σου!<br />Γιατί, αν μου πεθάνης συ, δεν θέλω την ζωή μου,<br />και εξαρτάται από σε
να ζήσωμε ή όχι,<br />γιατ' η αγάπη σου για μας είναι ιερή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Με βλέπεις<br />σε τι κατάστασι
έφθασα, Άδμητε. Πριν να κλείσω<br />τα μάτια μου, θα σου ειπώ τι θέλω. Άκουσε
με!<br />Απ την αγάπη μου προς σε κι' από τον σεβασμό μου<br />και για να ζήσης
μόνος σου και να χαρής τον κόσμο<br />πεθαίνω εγώ, ενώ καθώς πολύ καλά
γνωρίζεις<br />μπορούσα να μην πέθαινα, αλλ' ευτυχής να ζήσω<br />και μέσα από τους
Θεσσαλούς να πάρω άλλον άνδρα,<br />εκείνον που θα ήθελα, στο πλούσιο παλάτι<br />να
ζήσω 'σαν βασίλισσα μέσ' σ' ταγαθά του θρόνου.<br />Αλλ' όμως δεν ηθέλησα χωρίς
εσέ να ζήσω<br />με τα παιδιά μας ορφανά, χωρίς εσέ κοντά μου,<br />και ούτε
ελογάριασα τα νιάτα μου για σένα.<br />Και όμως η μητέρα σου κι' ο γέρος σου
πατέρας<br />κ' οι δύο σ’ εγκατέλειψαν, αν κ' είναι τόσω γέροι,<br />που θα
μπορούσαν νάδιναν εκείνοι τη ζωή τους<br />και να πεθάνουν ένδοξοι πως σώζουν το
παιδί τους.<br />Ήσουν το μόνο τους παιδί, κ' ελπίδα πια δεν είχαν,<br />αν και εσύ
τους πέθαινες, άλλο παιδί να κάμουν.<br />Κ' έτσι εμείς θα ζούσαμε όσω μας μένει
ακόμα<br />και συ δεν θα με έχανες, η ώρα μου πριν έρθη,<br />κι' αυτά δεν θα
ωρφάνευαν. Μα όλα ήταν γραμμένα<br />και ήταν θέλημα θεού ό,τι έγινε να
γίνη.<br />Ας είναι όμως. Τώρα πια ορκίσου πως θα κάμης<br />ό,τι αυτήν την ύστερη
στιγμή θα σου ζητήσω,<br />αν και μου είναι αδύνατον να εύρω αυτό που αξίζει<br />να
δώσης ως αντάλλαγμα της τόσης μου θυσίας.<br />Γιατί δεν είναι τίποτε στον κόσμο
πιο μεγάλο<br />και πιο πολυτιμότερον απ' την ζωή του ανθρώπου.<br />Έπειτα θε να
ιδής και συ πως δεν θα σου ζητήσω<br />τίποτε άδικον, γιατί το ξέρω πως το
ίδιο<br />θα αγαπάς και συ αυτά τα δύστυχα παιδιά μας.<br />Δέξου λοιπόν να μείνουνε
κύριοι μέσ' στο σπίτι<br />και μην τους δώσης μητρυιά, μία γυναίκα ξένη,<br />που
δεν θα είναι σαν κ' εμέ καλή, και από ζήλεια<br />θα βάλη χέρι απάνω τους και θα
τα βασανίζη.<br />Αυτό μονάχα σου ζητώ κ' ελπίζω να το κάμης.<br />Γιατί δεν είναι
μητρυιά που εις τα παιδιά της μάννας<br />να μην είναι χειρότερη κι' απ' την οχιά
ακόμα.<br />Και όσω για το αρσενικό, αυτό θα έχη εσένα,<br />που θα του είσαι
φύλακας και δυνατός προστάτης.<br />Αλλά εσένα, κόρη μου, ποιός θα σε
αναθρέψη<br />όπως σου πρέπει; Άρά γε της μητρυιάς τα λόγια,<br />'σαν μεγαλώσης,
δεν μπορούν να σε κακοφημίσουν<br />και να σου καταστρέψουνε την τύχη σου, παιδί
μου;<br />Δεν θάχης τη μαννούλα σου, αυτή να σε παντρέψη<br />και να σταθή στο πλάι
σου, στου τοκετού την ώρα,<br />που τίποτε γλυκύτερο δεν είν' από την
μάννα.<br />Γιατί εγώ πεθαίνω πια. Είν' η ζωή μου λίγη,<br />ούτε μια μέρα ούτε δυο
ακόμα δεν θα ζήσω,<br />σε λίγη ώρα θα βρεθώ κάτω στον μαύρον Άδη.<br />Είθε να
ζήσετε ευτυχείς· μπορείτε να καυχάσθε,<br />εσύ ότι επέτυχες την πιο καλή
γυναίκα<br />και σεις, παιδιά, πως είχατε την πιο καλή μητέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Όσω γι' αυτό, μη νοιάζεσαι. Κανείς
μας δεν διστάζει<br />να πη πως ό,τι του ζητάς ο Άδμητος θα κάμη,<br />αν έχη πάντα
το μυαλό, που φαίνεται πως έχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />θα γίνη ό,τι μου ζητείς, θα γίνη,
μην τρομάζης.<br />Και ζωντανή είσαι η μόνη μου γυναίκα, κι' αν πεθάνης,<br />μόνη
εσύ γυναίκα μου θα μείνης. Καμμιά άλλη,<br />καμμιά γυναίκα Θεσσαλή, δεν θα βρεθή
ή ωραία<br />ή από γενιά ευγενική να σ' αντικαταστήση<br />και να με λέη άντρα της.
Όσω για τα παιδιά μας,<br />μη φοβηθής, θα μείνουνε η μοναχή χαρά μου,<br />αφού δεν
επροφθάσαμε εσένα να χαρούμε.<br />Κ' έπειτα εγώ το πένθος σου δεν θάχω ένα
χρόνο,<br />αλλά για όλη τη ζωή και ως που να πεθάνω<br />θα νοιώθω περιφρόνησι για
κείνην που μ' εγέννα<br />και θα μισώ το γέρο μου πατέρα. Και οι δυο τους<br />με
λόγια μ' αγαπούσανε, αλλ' όχι και με έργα.<br />Συ μοναχή δεν 'δείλιασες να δώσης
τη ζωή σου,<br />για να μου σώσης τη ζωή. Μπορώ να μη στενάξω<br />τώρα που τέτοιαν
σύντροφον μοναδική θα χάσω;<br />Ούτε τραγούδι θ' ακουστή, ούτε χαρά θα
λάμψη,<br />ούτε στεφάνια συμποτών θα ιδούμε πια εδώ μέσα.<br />Ούτε ποτέ την
βάρβιτον θ'αγγίξω, ούτε ο νους μου<br />θα θέλη με τον Λιβυκόν αυλόν να
ξαποστάση,<br />γιατί εσύ κάθε χαρά μαζί σου τήνε παίρνεις.<br />Θαύρω τεχνίτας
διαλεκτούς το σώμα σου να κάμουν<br />κι' απάνω στο κρεββάτι σου εγώ θα το
'ξαπλώσω<br />και πέφτοντας κ' εγώ κοντά γλυκά θα ταγκαλιάζω<br />και λέγοντας σου
τώνομα, πως σ' έχω θα νομίζω<br />αν και εσύ δεν θάσαι πια! Παρηγορία μαύρη,<br />μα
κάποιο θάρρος στην ψυχή θαρρώ πως θα μου δίνη.<br />Και στα όνειρά μου θάρχεσαι να
ευφραίνης την ψυχή μου,<br />γιατί κι' αυτό ευχαριστεί, στον ύπνο σου να
βλέπης<br />έστω και λίγο, μια στιγμή, εκείνον που αγαπούσες.<br />Μ' αν είχα κ' εγώ
χάρισμα, φωνή σαν του Ορφέως,<br />την Περσεφόνην να μπορώ κ' εγώ να
συγκινήσω<br />ή και τον Πλούτωνα, γοργά θα έτρεχα στον Άδη<br />και ούτε τον
ψυχοπομπόν θα τρόμαζα, μα ούτε<br />ο Κέρβερος θα μ' έκανε στον κόσμο να
γυρίσω<br />χωρίς εσένα. Τώρα πια, περίμενε με κάτω<br />κ' ετοίμασε τα δώματα,
κοντά σου να καθίσω.<br />Εγώ εδώ 'σ όλους αυτούς διαταγή θα δώσω<br />στο ίδιο με
σένα φέρετρο να βάλουνε κ' εμένα<br />και να μ' απλώσουν δίπλα σου, στο πλάι σου.
Δεν θέλω<br />ούτε νεκρός να χωρισθώ ποτέ μου από σένα,<br />που μόνη μου έμεινες
πιστή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Όλοι εμείς μαζί σου<br />το πένθος θα
κρατήσωμε, που αλήθεια της αξίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Και σεις, παιδιά, τα ακούσατε τα
λόγια του πατέρα.<br />Είπε πως δεν θα παντρευτή και δεν θα με ξεχάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Το είπα κ' είμαι έτοιμος και να το
κάμω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Τότε<br />πάρε τα από τα χέρια μου
τα δύστυχα παιδιά μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τα δέχομαι, απ' τα χέρια σου,
αγαπημένα χέρια,<br />αγαπημένην προσφορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Γίνου εσύ μητέρα<br />στη θέσι
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είναι πολλή ανάγκη αυτό να
γίνη<br />τώρα που δεν θα έχουνε εσένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Ω παιδιά μου,<br />τώρα που έπρεπε
να ζω για σας, πεθαίνω τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονο! Χωρίς εσέ, ο δόλιος πως
να κάμω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />θα με ξεχάσης με καιρό. Εκείνος
που πεθαίνει<br />δεν είναι πλέον τίποτα. Με τον καιρόν ξεχνιέται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Μη με αφήνης, πάρε με κ' εμέ μαζί
σου κάτω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Φθάνει ότι πεθαίνω εγώ για
σένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ω Μοίρα,<br />τέτοια γυναίκα
ευρέθηκες να μου στερήσης!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Νοιώθω<br />τα μάτια να βαραίνουνε·
το βλέμμα μου θολώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Εχάθηκα, αν μου φύγης συ, γυναίκα
μου....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Και όμως<br />πάρε το πια απόφασιν
πως μ' έχασες....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Σηκώσου<br />και λάβε θάρρος. Μην
αφήνης μόνα τα παιδιά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Μήπως κ' εγώ το ήθελα; Χαίρετε
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ιδέ τα,<br />κύτταξε πως σε
βλέπουνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Δεν είμαι πια μαζί σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τι κάνεις; Μας αφήνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΚΗΣΤΙΣ<br />Ναι. Χαίρετε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονό μου!<br />εχάθηκα ο
άμοιρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πάει. Δεν υπάρχει πλέον.<br />Επέθανε η
δύστυχη γυναίκα του Αδμήτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΜΗΛΟΣ<br />Αλλοίμονό μου! Επέθανε η μάννα μας,
πατέρα,<br />και με αφήνει ορφανό· τα μάτια της κλεισθήκαν<br />και πέσανε τα χέρια
της. Μαννούλα μου, άκουσε με<br />που σε φωνάζω, μάννα μου, 'σαν το πουλάκι<br />που
πέφτει εις της μάννας του το στόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Την φωνάζεις<br />αδίκως, δεν ακούει
πια ούτε και βλέπει. Έτσι<br />η ίδια μαύρη συμφορά ευρήκε και τους δυο
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΜΗΛΟΣ<br />Πολύ μικρός, πατέρα μου, μένω
ορφανός στον κόσμο·<br />τι έπαθα, και συ, αδελφή μου, τι έπαθες μαζί
μου!<br />Αδίκως, ω πατέρα μου, επήρες την μητέρα,<br />αφού δεν επροφθάσατε να
φθάσετε ως το γήρας·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τώρα έφυγεν η μάννα μας και πάει το σπιτικό
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Άδμητε, ανάγκη να φανής στη συμφορά
σου άντρας,<br />γιατί δεν είσαι απ' τους θνητούς ο πρώτος αλλά ούτε<br />ο
τελευταίος, που έχασε τόσον καλή γυναίκα.<br />Πως όλοι θα πεθάνωμε πολύ καλά το
ξέρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Το ξέρω, και η συμφορά άξαφνα δεν
μ' ευρήκε,<br />Είναι καιρός που τώξερα και μ' έτρωγ' η αγωνία.<br />Μα τώρα μείνετε
εδώ, να με βοηθήσετ' όλοι,<br />να γίνη η κηδεία της, και πήτε της τους
ύμνους,<br />που θέλουν οι ανηλεείς θεοί του κάτω κόσμου. Κι' όλοι<br />οι Θεσσαλοί
που κυβερνώ εγώ σαν βασιλιάς τους,<br />όλοι ας κάμουν πένθος τους το πένθος το
δικό μου,<br />και τα μαλλιά ας κόψουνε και ας βουτηχθούν στα μαύρα.<br />Κι' όσοι
από σας έχουν άρματα, και άλογα ας τους κόψουν<br />την χαίτη με το σίδερο. Κι'
ούτε αυλός ή λύρα<br />σ' όλην την πόλι ν' ακουσθή, αν πρώτα δεν
περάσουν<br />δώδεκα τ' ολιγώτερο πανσέληνοι, σκεφθήτε<br />πως προσφιλέστερο νεκρόν
ποτέ μου δεν θα θάψω<br />και πως αξίζει κάθε μια τιμή που αυτή εχάθη<br />για να
μου σώση την ζωή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω κόρη του Πελίου,<br />είθε στον Άδη
που θα πας, στα βάθη χωρίς ήλιο,<br />στου Πλούτωνος τα δώματα να είσ'
ευτυχισμένη.<br />Ας μάθη του Άδου ο θεός, με τα μαλλιά τα μαύρα,<br />κι' ο γέρος ο
νεκροπομπός, ο Χάρος, πως γυναίκα<br />καλλίτερη δεν πέρασε του Αχέροντα τη
λίμνη.<br />Όσοι απ' της Μούσες έλαβαν του τραγουδιού το δώρο<br />συχνά θε να σε
τραγουδούν απάνω εις την λύρα,<br />την λύρα την επτάχορδη, από κόκκαλο
χελώνας,<br />ή και στους ύμνους που χωρίς τη λύρα τραγουδιούνται<br />στην Σπάρτη
όταν γίνωνται η εορτές τον Μάη<br />ή της σεληνοφώτιστες της νύχτες στας
Αθήνας.<br />Τέτοια τροφή, πεθαίνοντας, αφήνεις στα τραγούδια.<br />Ω, ας
μπορούσαμεν εμείς, κάτω από τον μαύρον Άδη<br />κι' από τα νερά του Κωκυτού να
πάρωμε εσένα<br />και πίσω να σε φέρωμε! Γιατί εσύ μονάχα<br />είχες την γενναιότητα
απ' όλες της γυναίκες<br />με την δική σου τη ζωή τον άντρα σου να σώσης.<br />Είθε
να πέση ελαφρό επάνω σου το χώμα.<br />Και άν ποτε ο άντρας σου άλλην γυναίκα
πάρη<br />ούτε κανένας από 'μας ούτε και τα παιδιά σου<br />θα έχουν μάτια να τον
'δουν. Γιατί ούτ' η γρηά του μάννα,<br />ούτε και ο πατέρας του, αν κ' ήτανε παιδί
τους,<br />εδέχτηκαν να κατεβούν στον Άδη να τον σώσουν,<br />αν κ' ήταν γέροι και
οι δυο, και τα μαλλιά τους άσπρα,<br />και μόνο συ, που βρίσκεσαι στο άνθος της
ζωής σου<br />την νιότη σου εθυσίασες. Είθε από 'μας καθένας<br />τέτοια γυναίκα
ναύρισκε, γιατί δεν είναι τύχη<br />στον κόσμο μεγαλύτερη από καλή γυναίκα.<br />Αν
τέτοια μου ετύχαινε, βεβαίως τη ζωή της<br />θα επερνούσε πλάι μου χωρίς καμμία
λύπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυλαία</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο χορός των Θεσσαλών γερόντων στέκεται
σιωπηλός έξω από τα ανάκτορα.<br />Εμφανίζεται ο Ηρακλής, ο οποίος τους
ερωτά).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Α'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ. ΧΟΡΟΣ γερόντων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ω ξένοι, της Φεραίας γης πολίται,
ξέρετε ίσως<br />αν βρίσκεται ο Άδμητος μέσα στ' ανάκτορά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ναι, είναι μέσα, Ηρακλή. Αλλ' όμως
ποιά αιτία<br />σε φέρνει εις των Θεσσαλών την χώρα, στην Φεραία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μια εργασία ανέλαβα του Ευρυσθέως
τυράννου<br />της Τίρυνθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και που πηγαίνεις τώρα, σε ποια
μέρη<br />τρέχεις να περιπλανηθής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Στη Θράκη θα ζητήσω<br />τα τέσσαρα
τα άλογα, που έχει ο Διομήδης<br />στο άρμα του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Εσκέφθηκες καλά πως θα το
κάμης;<br />Γνωρίζεις με ποιόν άνθρωπον πηγαίνεις να τα βάλης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όχι, δεν έτυχε ποτέ στην χώρα των
Βιστόνων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αδύνατον τα άλογα να πάρης χωρίς
μάχην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Αλλ' όμως κι' ούτε ν' αρνηθώ
μπορούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Θα σκοτώσης<br />για να γυρίσης, ειδεμή
εκεί νεκρός θα μείνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Δεν είναι η πρώτη μου φορά που
αναλαμβάνω αγώνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και αν νικήσης, τάχα ποιά τα κέρδη
σου θα είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τα άλογα στον τύραννο της Τίρυνθος
θα πάω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Δύσκολο εις το στόμα τους να βάλης
χαλινάρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Εκτός από το στόμα τους εάν φωτιές
πετούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τον άνθρωπο στα δόντια τους κομμάτια
τόνε κάνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όπως τα λέτε, όχι άλογα, άγρια
θηριά θα είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Σαν πας θα ιδής της φάτνες τους στο
αίμα βουτηγμένες..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Και τίνος τάχα να είναι γυιός αυτός
που τανατρέφει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Του Άρεως και βασιλεύς της Θράκης της
πλουσίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Από όσα λες μου φαίνεται πως ο
άθλος μου αξίζει.<br />Γιατί εμένα η μοίρα μου είναι σκληρή και πάντα<br />από το
ένα δύσκολο στο άλλο με πηγαίνει.<br />Αφού μου ήτανε γραφτό με δυο παιδιά του
Άρη<br />να πολεμήσω στην αρχή με τον Λυκάονα πρώτον<br />και με τον Κύκνον έπειτα,
να τώρα και ο τρίτος<br />που έχει αυτά τα άλογα? μα δεν θα ιδή κανένας<br />να
φοβηθώ εγώ ποτέ, εγώ ο γυιός της Αλκμήνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Να και του τόπου ο βασιλιάς ο Άδμητος
που φτάνει.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται ο Άδμητος με κομμένην την κόμην
εις ένδειξιν πένθους.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Χαίρε, καλώς μας ώρισες, γυιέ του
Διός<br />και του Περσέως απόγονε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Χαίρε και συ, ο άναξ<br />των
Θεσσαλών, ω Άδμητε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Το ήθελα να χαίρω.<br />Ξέρω πως
έρχεσαι εδώ σαν φίλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τα μαλλιά σου<br />κομμένα βλέπω,
πένθιμο σημάδι. Τι συμβαίνει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Κάποιον νεκρόν θα θάψωμε
σήμερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Από τα παιδιά σου<br />Μακρυά μια
τέτοια συμφορά να δώση ο θεός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Εκείνα<br />μέσα στο σπίτι ζωντανά
είν' ευτυχή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ο γέρος<br />ο πατέρας σου μη μας
αφήκε χρόνους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Κ' εκείνος κ' η μητέρα μου ζουν
πάντοτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μα τότε<br />μήπως η Άλκηστις επέθανε
η γυναίκα σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Για 'κείνην<br />μία διπλή απάντησι
μπορούσα να σου δώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τι λες; επέθανε ή ζη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Και είναι και δεν είναι<br />και
είμαι εξ αιτίας της σε λύπη βυθισμένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τα λόγια σου εξήγησι καμμίαν δεν
μου δίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Δεν ξέρεις τι της ήτανε γραφτό από
την Μοίρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ξέρω ότι εδέχθηκε για σένα να
πεθάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Λοιπόν πως ημπορώ να ειπώ πως ζη,
αφού το εδέχθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Α, μην την κλαις η ώρα της πριν
έλθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τι σημαίνει;<br />Τάχα δεν λέγεται
νεκρός αυτός που θα πεθάνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ναι, αλλά είναι χωριστό το ένα από
τάλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Έτσι νομίζεις, Ηρακλή, εσύ. Εγώ
όμως όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τότε τι κλαις; Μη φίλος σου επέθανε
κανένας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Γυναίκα είναι ο νεκρός. Γι' αυτήν
μιλούμε τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Γυναίκα ξένη ή συγγενής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ξένη, αλλά δική μας<br />στο σπίτι
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μα τότε εδώ πως πέθανε κοντά
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Σαν πέθανε ο πατέρας της, ήρθε
ορφανή μαζί μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Αλλοίμονο! Είθε οι θεοί να μ'
έστελναν να σ' εύρω<br />μιαν άλλην ώρα, Άδμητε, που να μην είχες λύπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τι θες να πης! Τα λόγια σου αυτά τι
να σημαίνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Πρέπει να φύγω από 'δω κι' αλλού να
καταλύσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αδύνατον! Τέτοιο κακό ποτέ δεν θα
μου κάμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Σ' αυτούς που έχουν τη λύπη τους
είν' οχληρός ο ξένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Οι πεθαμένοι 'πέθαναν. Πέρασε μέσ'
στο σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Δεν είναι πρέπον άνθρωπος να
κάθεται να τρώγη<br />σε σπίτι όπου έπεσε η συμφορά κ' η λύπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είναι οι ξενώνες χωριστά. Εκεί θα
σε οδηγήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Αν με αφήσης, Άδμητε, θα σ' το
χρωστώ ως χάριν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Δεν είναι πρέπον, Ηρακλή, να πας σε
άλλο σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς ένα δούλον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οδήγησε τον ξένον μας απ' έξω στους
ξενώνας,<br />και σύστησε στους φύλακας να στρώσουν το τραπέζι<br />με άφθονα τα
φαγητά. Να κλείσουνε της θύρες<br />που φέρνουν μέσα. Ο ξένος μας δεν πρέπει να
ακούση<br />τους στεναγμούς, να λυπηθή την ώρα που θα τρώγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο δούλος και ο Ηρακλής εξέρχονται).</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Ε'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άδμητος — Χορός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τι κάνεις; Τέτοια συμφορά σ' ευρήκε
κι' όμως θέλεις<br />τον ξένον σου να τον δεχθής, να τον φιλοξενήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τάχα θα μ' επαινούσατε αν έδιωχνα
τον ξένο<br />από το σπίτι μου εδώ κι' από την πόλι; Όχι.<br />Η συμφορά λιγώτερη
βεβαίως δεν θα ήτο<br />και μόνο εγώ αφιλόξενος θα ήμουν. Μέσα σ' τάλλα<br />κακά
που μ' ηύραν θάλεγε ο κόσμος πως ακόμη<br />είμαι και αφιλόξενος και δεν τιμώ τους
ξένους.<br />Κι' όμως εγώ όταν βρεθώ στο άνυδρο το Άργος<br />εκείνος με φιλοξενεί
και με περιποιείται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αφού όμως είναι φίλος σου όπως τον
λες, τι κρύβεις<br />τη συμφορά σου απ' αυτόν και δεν την φανερώνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αν μάθαινε τον πόνο μου, θα ήθελε
να μείνη;<br />Ξέρω πως ό,τι έκαμα θα σας φανή μια τρέλλα,<br />και δεν θα μ'
επαινέσετε. Μα το δικό μου σπίτι<br />δεν έμαθε τους ξένους του να διώχνη, ν'
ατιμάζη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις τα ανάκτορα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω πάντοτε φιλόξενο, πρόθυμο πάντα
σπίτι<br />που κι' ο Απόλλων κάποτε ο Πύθιος, με τη λύρα<br />την ξακουσμένη
εδέχθηκε στη στέγη σου να μείνη<br />γύρω στους λόφους σαν βοσκός την λύρα του να
παίζη,<br />και τα κοπάδια να καλή σε υμεναίων μεθύσι.<br />Μαζί τους εβοσκούσανε,
στον ήχο μαγεμμένοι<br />λύγκες με δέρμα ραβδωτό και άγρια λιοντάρια<br />που
έφευγαν απ' της Όθρυος τα δάση. Γύρω γύρω<br />απ' την κιθάρα σου, αλαφρό,
εχόρευε, ω Φοίβε,<br />το ζαρκαδάκι το μικρό με παρδαλό το δέρμα<br />όπου πετιέται
άξαφνα απ' της ψηλές ελάτες.<br />Γιατί αλήθεια ο Άδμητος σε χώρα βασιλεύει<br />που
έχει απ' όλες πιο πολλά κοπάδια γύρω γύρω<br />απ' τα κρυστάλλινα νερά της λίμνης
της Βοιβίας.<br />Τα έμμορφα χωράφια της απλώνει απ' τώνα μέρος<br />από εκεί που ο
Ήλιος τα άλογα του ζεύει<br />κατά των Μολοσσών τη γη, κι' από το άλλο
μέρος<br />προς το Αιγαίον απλώνεται και προς το Πήλιον κάτω<br />όπου στης παραλίες
του δεν βρίσκεται λιμάνι.<br />Τώρα το σπίτι του άνοιξε για να δεχθή τον
ξένο<br />αν και το μάτι του είναι υγρό ακόμη από το δάκρυ<br />για την γυναίκα που
έχασε προ λίγης ώρας τώρα.<br />Αλλ' η ευγενική ψυχή πάντα θα κάμη εκείνο<br />που
θεωρεί καθήκον της και πρέπον να το κάμη.<br />Και οι καλοί πάντα καλά θα κάμουν.
Τον θαυμάζω<br />για ό,τι έκαμε, και μέσ' στα βάθη της ψυχής μου<br />εγώ έχω την
πεποίθησι πως οι θεοί ως το τέλος<br />την ευτυχίαν θα δώσουνε σε ένα τέτοιον
άνδρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται εις την σκηνήν η νεκρική πομπή της
Αλκήστιδος)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ, ΧΟΡΟΣ, έπειτα ο ΦΕΡΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Άνδρες Φεραίοι, ευχαριστώ που
ήλθατε εδώ όλοι<br />για να μας αποδείξετε πόσο μας αγαπάτε.<br />Τώρα οι δούλοι
φέρνουνε στον τάφο στολισμένο<br />το σώμα της γυναίκας μου, με όσα στολίδια
πρέπει.<br />Σεις αποχαιρετίσατε την πεθαμμένη τώρα<br />που ξεκινά για το υστερνό
και αγύριστο ταξείδι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εμφανίζεται ο Φέρης ακολουθούμενος από
δούλους, οι οποίοι φέρουν<br />δώρα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Να κι' ο πατέρας σου, Άδμητε, αργά
αργά προβαίνει<br />με βήμα που του έκαμε βαρύ η ηλικία.<br />Οι δούλοι του στα
χέρια τους τα δώρα του κρατούνε<br />που συνηθίζουν στους νεκρούς να
βάζουνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Παιδί μου,<br />ήλθα κ' εγώ να κλάψωμε
μαζί τη συμφορά σου.<br />Κανείς δεν έχει αντίρρησι πως έχασες γυναίκα,<br />που
ήταν καλή και φρόνιμη. Μα τι να κάμης τώρα;<br />Όσω κι' αν είναι δύσκολο, θα το
υποφέρης. Δέξου<br />και βάλε της στον τάφο της τα λίγα αυτά στολίδια.<br />Γιατί
αξίζει απ' όλους μας να τιμηθή το σώμα<br />εκείνης που απέθανε για να σε σώση
εσένα.<br />Με την θυσία της αυτή δεν άφησε κ' εμένα<br />χωρίς παιδί ναπόμενα τώρα
στη γηρατειά μου.<br />Παράδειγμα έγινεν αυτή σε όλες της γυναίκες<br />μ' αυτό οπού
ετόλμησε προς χάριν σου να κάμη.<br />οπού, συ που έσωσες αυτόν κι' όλους εμάς
μαζί του,<br />χαίρε, και είθε κάτω εκεί στου Άδου τα παλάτια<br />ωραίαν να βρης
ανάπαυσιν. Αλήθεια ή τέτοιον γάμο<br />πρέπει κανείς να εύχεται, ή ανύπαντρος να
μένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ούτε εγώ σ' εκάλεσα να έλθης στην
κηδεία<br />ούτε που ήρθες χαίρομαι. Να πάρης και τα δώρα<br />που έφερες, γιατί σ'
αυτήν εγώ δεν θα τα βάλω.<br />Για να ταφή, απ' τα δώρα σου ανάγκη αυτή δεν
έχει.<br />Τότε έπρεπε να λυπηθής, όταν εγώ εχανόμουν.<br />Μα εσύ που τότε
εδέχθηκες, αν κ' ήσουν τόσω γέρος,<br />να αποθάνω νέος εγώ, τώρα γι' αυτήν
λυπάσαι:<br />Δεν είσαι συ πατέρας μου, όπως το λες, μα ούτε<br />και μάννα μου
είναι αυτή, που λέει πως είναι μάννα<br />μόνο γιατί με γέννησε. Κάποια γυναίκα
ξένη<br />μ' έδωσε στη γυναίκα σου να με βυζάξη. Μόλις<br />ήλθε η στιγμή κ' οι δύο
σας να δείξετε αν είσθε<br />αλήθεια οι γονείς μου εσείς, φανήκατε κ' οι δύο.<br />Ή
μήπως ανανδρότερος απ' όλους εγεννήθης<br />κ' εδειλίασες κι' αρνήθηκες σ' αυτήν
την ηλικία<br />για του παιδιού σου την ζωή να χάσης τη δική σου,<br />και μία ξένη
αφήσατε για μένα να πεθάνη,<br />που δίκαια την είχα εγώ πατέρα και μητέρα.<br />Και
όμως θα ήταν ο αγών ωραίος να πεθάνης<br />για το παιδί σου, αφού έφθασες στο
τέλος πια του βίου<br />και δεν σου έμενε πολύς καιρός να ζήσης πλέον.<br />Έπειτα
όλες που ημπορεί κανένας να ζητήση<br />της ευτυχίες στον κόσμο αυτό της είχες.
Από νέος<br />ακόμη ήσουν βασιλιάς. Και ούτε υπήρχε φόβος<br />πεθαίνοντας να άφηνες
πίσω ορφανό τον θρόνο<br />ξένοι να τον αρπάξουνε, αφού είχες το παιδί
σου.<br />Ούτε μπορούσες βέβαια να πης, πως δεν τιμούσα<br />τα γηρατειά σου και γι'
αυτό μ' άφησες να πεθάνω<br />γιατί εγώ σου έδειχνα τον σεβασμό, που πρέπει<br />να
δείχνωμε στους γέροντας, και όμως ιδέτε τώρα<br />κ' οι δυο πως μου πληρώσατε
αυτόν τον σεβασμό μου.<br />Βεβαίως δεν θα μπορούσες πια άλλα παιδιά να
κάμης,<br />να σε γηροκομήσουνε και όταν θάλθη η ώρα,<br />το σώμα σου να εκθέσουνε
και με τιμή να θάψουν.<br />Εγώ μ' αυτά τα χέρια μου βεβαίως δεν θα σε
θάψω,<br />γιατί εγώ είμαι νεκρός για σένα. Αν σ' έναν άλλον<br />χρωστώ το ότι
ζωντανός είμαι ακόμα, εκείνον<br />ωσάν πατέρα θα τιμώ και θα
γηροκομούσα.<br />Άδικα λεν οι γέροντες πως θέλουν να πεθάνουν<br />και ότι
βαρεθήκανε την μακρυνή ζωή τους.<br />Μόλις φανή ο θάνατος πως θέλει να τους
πάρη.<br />όλοι ευθύς μετανοούν, και βρίσκουν πως το γήρας<br />δεν είναι πια βαρύ
γι' αυτούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Άδμητε, παύσε τώρα.<br />Φθάνει αυτή η
συμφορά? τον γέρο μην πληγώνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Παιδί μου, σε ποιόν δούλον σου μιλείς
μ' αυτά τα λόγια,<br />σε Φρύγα ή σε ανθρώπον που πήρες στη Λυδία;<br />Δεν είμαι
τάχα Θεσσαλός ελεύθερος; Δεν είχα<br />κ' εγώ πατέρα Θεσσαλόν κ' ελεύθερον; Με
βρίζεις<br />με λόγια που τα όρια της λύπης σου περνούνε.<br />Μα έπειτα απ' τα
λόγια αυτά δεν ημπορείς να φύγης.<br />Εγώ σ' εγέννησα, κ' εγώ είχα καθήκον
πάλι<br />να σ' αναθρέψω, κύριον στο σπίτι να σε κάμω,<br />αλλ' όχι και προς χάριν
σου να χάσω τη ζωή μου.<br />Αυτό καμμιά συνήθεια του τόπου δεν το λέει<br />κι'
ούτε απ' τον πατέρα μου το έμαθα ως νόμον.<br />Αν εγεννήθης ευτυχής ή δυστυχής,
δικό σου<br />είναι γραφτό, από εμάς ό,τι ήτανε να πάρης<br />το πήρες. Είσαι
βασιλιάς νέος λαού μεγάλου<br />και θα σου αφήσω κτήματα πολλά, όσα επήρα<br />κ'
εγώ απ' τον πατέρα μου. Λοιπόν, τι σου έχω κάμει<br />κακό, και τι σ' εστέρησα;
Δεν θέλω να πεθάνης<br />εσύ για μένα, μα ούτ' εγώ για χάρι σου πεθαίνω.<br />Συ την
ζωή την αγαπάς? εγώ, νομίζεις, όχι;<br />Του κάτω κόσμου η ζωή είναι μακρυά κ'
αιώνια,<br />εδώ επάνω η ζωή είν' λίγη μα γλυκειά είναι.<br />Εσύ χωρίς καμμιά
ντροπή εζήτησες να ζήσης<br />κι' όταν η ώρα σου έφθασε σώθηκες απ' τη
Μοίρα<br />σκοτώνοντας αυτήν εδώ, και βρίζεις τώρα εμένα<br />εσύ, ο αλήθεια
άνανδρος, που εδέχθης μια γυναίκα<br />πριν νάρθη η ώρα να χαθή προς χάριν του
καλού της;.<br />Ωραίαν ευρήκες πρόφασι ποτέ να μην πεθάνης,<br />αν πείθης την
γυναίκα σου την θέσι σου να παίρνη.<br />Τέτοιος εσύ, κατηγορείς τους άλλους, που
δεν θέλουν<br />να κάνουν ό,τι κάνεις συ. Σιώπησε και σκέψου,<br />πως αν εσύ την
αγαπάς δικαίως τη ζωή σου,<br />οι άλλοι δεν την αγαπούν; Μην λες κακά για
μένα,<br />γιατί πολύ χειρότερα θ' ακούσης, και δικαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Λόγια κακά ακούσθηκαν εδώ και πριν
και τώρα.<br />Αλλ' όμως παύσε, γέροντα, να βρίζης το παιδί σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Πες ό,τι θέλεις· ξέρω εγώ πως θα
σου απαντήσω.<br />Εάν σου κακοφαίνεται ν' ακούης την αλήθεια,<br />δεν έπρεπε να
μου φερθής, όπως εσύ εφέρθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Αν πέθαινα για χάρι σου, χειρότερο θα
ήτον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Το ίδιο είναι ο θάνατος του γέρου
και του νέου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Μία ζωή θα ζήσωμε και όχι δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είθε<br />να ζήσης περισσότερον ακόμα
κι' από τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Αυτούς που σε εγέννησαν αδίκως
καταριέσαι,<br />ενώ κακό δεν σούκαμαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τώρα μονάχα βλέπω<br />πόσο σ' αρέσει
η ζωή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Σ' εσένα δεν αρέσει,<br />που άλλος για
σένα πέθανε και τώρα τον παιδεύεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είναι σημάδι και αυτό δικής σου
ανανδρίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Τώρα θα πης πως πέθανεν η Άλκηστις
για μένα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Εύχου να μη με χρειασθής ποτέ, σε
καμμιά ανάγκη?</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Πάρε και άλλες σαν κι' αυτήν για
νάχης να πεθαίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Δική σου είναι η ντροπή, που ήθελες
να ζήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Ε, τι να γίνη! είναι γλυκό το φως που
ο θεός μας δίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Δεν έχεις ανδρική καρδιά στα στήθη
σου, δεν έχεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Δεν χαίρεσαι, γιατί νεκρόν τον γέρο
δεν κηδεύεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Μα θα πεθάνης άδοξος, σαν θάρθη η
σειρά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Όταν πεθάνω, λέγε μου ό,τι θέλεις.
Δεν θακούω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονο, τι αδιάντροπα είναι τα
γηρατειά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Αυτή δεν ήταν αναιδής? κουτή μονάχα
ευρήκες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Φύγε και άφησε μ' εδώ να θάψω τον
νεκρό μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΦΕΡΗΣ<br />Φεύγω και θάψε την εσύ, που είσαι κι'
ο φονιάς της.<br />Αλλά θα δώσης μια φορά λόγο στους συγγενείς της?<br />άνδρας δεν
θα είναι ο Άκαστος, αν κάποτε δεν έλθη<br />να τιμωρήση άγρια της αδελφής τον
φόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Λοιπόν κατάρα και σ' εσέ, κατάρα
και στην μάννα,<br />Κ' οι δυο, αν κ' έχετε παιδί, εν τούτοις θα γυρνάτε<br />χωρίς
παιδί. Στο σπίτι μου κανείς σας να μην έλθη.<br />Κι' αν είναι και με κήρυκες
ναπαρνηθώ το σπίτι,<br />το σπίτι που γεννήθηκα, βεβαίως θα το κάμω.<br />Κ' εμάς
που βρήκε η συμφορά τώρ' ας την υποστούμε<br />και ας το πάμε στην πυρά το σώμα
του νεκρού μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο, η δύστυχη, το θύμα αυτό
της τόλμης.<br />Χαίρε, ω γενναία γυναίκα, εσύ, χαίρε, εσύ η μεγάλη.<br />Είθε ο
Χθόνιος Ερμής κι' ο Άδης να δειχθούνε<br />ευνοϊκοί σε σένα. Και αν υπάρχη εκεί
κάτω<br />για τους καλούς κάτι καλό πλειότερο απ' τους άλλους<br />είθε να τώχης συ
η καλή σαν κάθεσαι στο πλάι<br />της Περσεφόνης, γυναικός του Πλούτωνος στον
Άδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται η κηδεία βραδέως.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυλαία</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΑΞΙΣ Γ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Η αυτή σκηνογραφία. Από την μεσαίαν
θύραν<br />εξέρχεται ο θεράπων)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Είδαν πολλούς τα μάτια μου στο
σπίτι τούτο ξένους<br />κι' από τα πέρατα της γης στου Αδμήτου το τραπέζι<br />πάρα
πολλοί εκάθισαν. Μα σαν αυτόν τον ξένον<br />χειρότερον δεν είδανε τα μάτια μου ως
τώρα.<br />Αφού είδε πως ο Άδμητος είχε νεκρόν στο σπίτι,<br />αυτός εν τούτοις
τόλμησε ναρθή να καταλύση.<br />Έπειτα δεν τον έφθασαν εκείνα που του πήγα<br />να
φάη, αλλ' εζήτησε και άλλα να του φέρω.<br />Επήρε εις το χέρι του το ξύλινο
ποτήρι<br />και ήρχισε μαύρο κρασί να πίνη ως που η φλόγα<br />επότισε το σώμα του
και τώκαμε καμίνι.<br />Τότε με μύρτα εστόλισεν αμέσως το κεφάλι<br />και ήρχισε να
τραγουδή σαν σκύλλος που ουρλιάζει.<br />Διπλή τότε ακουγότανε η μουσική στο
σπίτι<br />γιατί εκείνος ούρλιαζε, χωρίς να τόνε μέλη<br />για τη δική μας συμφορά,
ενώ ημείς οι άλλοι<br />εκλαίγαμε τον θάνατο της δύστυχης κυράς μας.<br />Όμως από
τον ξένο μας εκρύβαμε τη λύπη,<br />γιατί έτσι διέταξε ο Άδμητος σε όλους.<br />Και
έτσι ενώ τώρα εγώ φροντίζω μέσ' στο σπίτι<br />για ένα ξένο, που ληστής θα είναι ή
κακούργος,<br />εκείνη πάει, χωρίς εγώ να πάω από πίσω,<br />χωρίς να πιάσω μια
στιγμή το χέρι και να κλάψω<br />εκείνην που για όλους μας μητέρα, αλήθεια,
ήταν.<br />Γιατί από πολλά κακά μας έσωζε, με γλύκα,<br />όταν περνούσε τον θυμό του
Αδμήτου. Έχω δίκηο<br />λοιπόν να τον σιχαίνωμαι τον ξένο μας που ήρθε<br />μέσα σε
τέτοιες συμφορές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται από την μεσαίαν θύραν κλονιζόμενος
από μέθην).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε, συ, γιατί τα μούτρα σου κατεβασμένα,
τάχεις;<br />Δεν πρέπει ο δούλος σκυθρωπός να δέχεται τον ξένο,<br />αλλά να είναι
πρόσχαρος. Εσύ βλέπεις τον φίλο<br />του αφέντη σου εδώ μπροστά και με κοιτάζεις
έτσι<br />με πρόσωπο περίλυπο και ζαρωμένα φρύδια,<br />σαν να σου τρώγεται η ψυχή
για κάποια ξένην έννοια.<br />Έλα εδώ κοντύτερα σοφώτερος να γίνης,<br />Ξέρεις τι
είδους πράγματα είνε των θνητών; Βεβαίως<br />δεν ξέρεις. Κ' έχεις δίκαιον που να
τα μάθης; Έλα<br />λοιπόν νακούσης. Ο θνητός μια μέρα θα πεθάνη<br />κι' ούτε
υπάρχει άνθρωπος να ξέρη αν θα ζήση<br />ως αύριο. Γιατί κανείς δεν ξέρει που
πηγαίνει<br />η Τύχη, κι' ούτε ημπορεί με τέχνη να το μάθη.<br />Τώρα λοιπόν που
τάμαθες της τύχης από μένα<br />κύτταξε πως να την χαρής σήμερα τη ζωή
σου?<br />πίνε, και τάλλα άφησ' τα στην τύχη να τα κάμη.<br />Τίμα και την γλυκύτερη
θεά για τους ανθρώπους,<br />την Κύπριδα, γιατ' η θεά είναι καλή και
ακούει.<br />Όλα τα άλλα άφησ' τα, και άκουσε μ' εμένα<br />γιατί μου φαίνεται σωστά
πως λέω, αλήθεια, λόγια.<br />Ξέχνα λοιπόν την λύπη σου κ' έλα να πιής μαζί
μου.<br />Γίνου ανώτερος εσύ, απ' όλα αυτά και βάλε<br />στεφάνι στο κεφάλι σου. Δεν
έχω αμφιβολία<br />πως με ποτήρια άφθονα την λύπη σου θα διώξης<br />και την
φροντίδα σου. Αφού θνητοί έχουμε γίνει,<br />πρέπει και να σκεπτώμεθα ωσάν θνητοί.
Γιατ' όποιος<br />όλη του την ζωή περνά με ζαρωμένα φρύδια<br />και σοβαρός, μου
φαίνεται τουλάχιστον εμένα<br />πως δεν περνά ζωή αυτός, μα συμφορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Τα ξέρω<br />πως είναι αυτά που λες
σωστά, μα τώρα δεν είν' ώρα<br />για γέλια και για όρεξι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Για μια γυναίκα ξένη<br />τόσω
λυπάσαι! ο αφέντης σου και η κυρά σου ζούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Ζούνε; Τι λες; Τη συμφορά δεν
ξέρεις του σπιτιού μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όχι. Εκτός αν ψέμματα ο κύριος σου
είπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Είναι πολύ φιλόξενος, και για να μη
λυπήση<br />τον ξένο του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Λέγε λοιπόν τι συμφορά σας
βρήκε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Πήγαινε στο καλό εσύ χαρούμενος. Οι
άλλοι<br />εμείς ας τηνε κλάψωμε τη συμφορά του αφέντη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Δεν φαίνεται απ' τα λόγια σου να
πρόκειται για ξένον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Αν ήταν ξένος ο νεκρός, δεν μ'
έμελε να βλέπω<br />εσένα να γλεντάς εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Βέβαια, για έναν ξένο<br />δεν έπρεπε
να μείνω εγώ χωρίς φιλοξενία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Δεν είναι ξένος ο νεκρός. Είναι
πολύ δικός μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Πώς; Πάει τέτοια προσβολή ο Άδμητος
σε μένα<br />να κρύψη από τον ξένον του τη λύπη του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Δεν ήλθες<br />σε μια στιγμή
κατάλληλη. Εμείς έχομε πένθος.<br />Δεν βλέπεις μαύρα που φορώ, δεν βλέπεις τα
μαλλιά μου<br />κομμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ποιός επέθανε; Μήπως παιδί
κανένα<br />ή μήπως ο πατέρας του ο γέρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Όχι ξένε,<br />επέθανε η γυναίκα
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τι λες; Με τέτοιο πένθος<br />στο
σπίτι με εδεχθήκατε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Ντρεπότανε να διώξη<br />τον ξένο από
το σπίτι του, ο Άδμητος, σαν ήλθε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ω άμοιρε, τι σπάνια γυναίκα
εστερήθης!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Εκείνη μόνο εχάθηκε; Όλοι είμαστε
χαμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Είδα εγώ τα μάτια σας γεμάτα
δάκρυα, είδα<br />πως τα μαλλιά σας είχατε κομμένα. Μα εκείνος<br />με έπεισε πως
πέθανε κάποιος απ' έξω ξένος.<br />Διά της βίας με εκράτησε στο σπίτι το
θλιμμένο,<br />και άρχισα να πίνω εγώ, ενώ αυτός πενθούσε.<br />Τώρα μπορώ να
κάθωμαι εγώ στεφανωμένος<br />να πίνω και να τραγουδώ; Το σφάλμα είναι δικό
σου<br />που δεν μου είπες τίποτα γι' αυτήν την δυστυχία.<br />Και τώρα πού την
θάψανε; Πού είναι να τους εύρω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΡΑΠΩΝ<br />Στον δρόμο που στην Λάρισα πηγαίνει
κατ' ευθείαν<br />έξω απ' τα προάστεια? εκεί θα ιδής τον τάφο<br />όλον από άσπρο
μάρμαρο, καλοπελεκημένον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ω συ καρδιά μου, που έκαμες τόσα
και τόσα ως τώρα<br />και χέρι εσύ, ήρθε ο καιρός να δείξετε ποίος
είναι<br />εκείνος που εγέννησεν η Αλκμήνη από τον Δία<br />κάτω από την Τίρυνθα, η
κόρη του Ηλεκτρυόνος.<br />Γιατί πρέπει να σώσω εγώ την δύστυχη γυναίκα<br />που προ
ολίγου επέθανε, και να την φέρω πάλι<br />στο σπίτι της, στον Άδμητο, και χάρι να
του κάμω.<br />Τον μαυροφόρον θάνατον θα πάω να προφθάσω<br />τον βασιλέα των
νεκρών, κάτω εκεί στον τάφο<br />έτοιμον των θυμάτων του το αίμα να ρουφήξη.<br />Κ'
αν πέσω απάνω του άξαφνα και με τα δυο μου χέρια<br />καλά τον σφίξω, βέβαια
κανείς δεν θα μπορέση<br />να μου τον πάρη από εκεί, αν πρώτα δεν αφήση<br />από τα
ματωμένα του πλευρά του την γυναίκα.<br />Κι' αν αποτύχω, ή ο θάνατος δεν έλθη να
αρπάξη<br />το αιματωμένο γλύκισμα, στον Άδη θα κατέβω<br />σ' τανήλια βασίλεια της
Περσεφόνης κάτω<br />να την ζητήσω. Και καμμιά αμφιβολία δεν έχω<br />πως θα την
φέρω γρήγορα την Άλκηστιν απάνω<br />στα χέρια του συζύγου της να τηνε
παραδώσω<br />που πρόθυμος εδέχθηκε στο σπίτι του τον ξένο<br />αν κ' είχε τέτοια
συμφορά κ' εσκέφθηκε να κρύψη<br />τόσω γενναίο τον πόνο του, κανένα μη
λυπήση.<br />Ποίος είναι πιο φιλόξενος στων Θεσσαλών τη χώρα<br />κι' απ' όλους όσοι
κατοικούν εις την Ελλάδα; Όμως<br />τόσω γενναίος αν φάνηκε, αχάριστον δεν
βρήκε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εξέρχεται δεξιά)</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Β'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εισέρχεται με την κεφαλήν προς τα κάτω και
πλησιάζων βλέπει έξω προς<br />την θύραν τον πλόκαμον κρεμασμένον εις σημείον
πένθους).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο! Αλλοίμονο! Τι μαύρη η επιστροφή
μου<br />και μαύρη του ανακτόρου μου η όψι! Αλλοίμονο μου!<br />Αλλοίμονο, που να
σταθώ και που να πάω τώρα,<br />και τι να πω; Καλλίτερα να είχα κ' εγώ
πεθάνει!<br />Τι άτυχον μ' εγέννησεν η μάννα μου! Ζηλεύω<br />τους πεθαμμένους, και
ήθελα να ήμουνα μαζί τους.<br />Δεν θέλω ούτε την αυγή να βλέπω πια, μα
ούτε<br />στη γη απάνω να πατώ? τόσω αγαπούσα εκείνην<br />που μ' άρπαξεν ο θάνατος
στον Άδη να την δώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Προχώρησε, προχώρησε. Πήγαινε μέσ'
στο σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονο!....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ο πόνος σου τους στεναγμούς
αξίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ωχ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ξέρω στην οδύνην σου πως είσαι
βυθισμένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονο.....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μα οι στεναγμοί νεκρό δεν
ανασταίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ω! Ω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είναι πολύ σκληρόν να μην
ξαναντικρύσης<br />μίας γυναίκας πρόσωπον που τόσον αγαπούσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Μου εθύμισες τον πόνο που ξεσχίζει
την καρδιά μου.<br />Δεν είναι άλλη συμφορά στον κόσμο πιο μεγάλη<br />παρά να χάση
την πιστή γυναίκα του. Στο σπίτι<br />γυναίκα μου καλλίτερα να μην την είχα
φέρει.<br />Ζηλεύω τους ανθρώπους που δεν έχουνε γυναίκα<br />ούτε παιδιά. Μία ζωή,
μονάχα η δική τους,<br />και αν χαθή, ο πόνος της πάντα πιο λίγος είναι.<br />Αλλά
να βλέπη άρρωστα κανένας τα παιδιά του<br />και το κρεββάτι του έρημο το νυφικό,
είναι λύπη<br />αβάσταχτη, ενώ χωρίς παιδιά μπορεί να μείνη,<br />κ' ενώ μπορούσε
άγαμος να ζήση τη ζωή του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μια συμφορά αβάσταχτη αλήθεια μας
ευρήκε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονο!....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τους στεναγμούς σου παύσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλοίμονό μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Είναι βαρειά η συμφορά και
όμως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ωχ, ωιμένα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κάμε ολίγη υπομονή, δεν είσαι συ ο
πρώτος......</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ωχ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />...,. Που χάνεις τη γυναίκα σου. Όλοι
οι θνητοί υποφέρουν,<br />ο ένας μία συμφορά, ο άλλος πάλιν άλλην!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ω λύπες αλησμόνητες, και πένθη μας
για εκείνους<br />που αγαπημένους είχαμε και που η γη τους πήρε.<br />Ποιος τάχα να
μ' εμπόδισε να πέσω μέσ' στον τάφο<br />νεκρός κ' εγώ ναναπαυθώ στο πλάι εκείνης
που ήταν<br />στον κόσμο η καλλίτερη γυναίκα; Δυο ο Άδης<br />ψυχές θα είχε αντί
μιας, πιστά συνηνωμένες<br />από μια πίστι ανίκητη, κι' η δυο μαζί τη λίμνη<br />του
κάτω κόσμου αχώριστες μαζί θα την περνούσαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Εγώ είχα κάποιον συγγενή, που είχεν
ένα μόνο<br />παιδί μέσα στο σπίτι του, ο Χάρος του το πήρε.<br />Κι' όμως την λύπη
υπέφερε, αν κ' έμεινε μονάχος<br />και γέρος με άσπρα πια μαλλιά σκυμμένος απ' τα
χρόνια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ω σπίτι μου, την θύρα σου πως να
περάσω τώρα;<br />πως θα τους δω τους τοίχους σου, πούχουν αλλάξει
τώρα.<br />Αλλοίμονο. Τι διαφορά! Με πεύκα του Πηλίου<br />και με τραγούδια άλλοτε
του γάμου μου εμπήκα<br />κρατώντας μέσ' στα χέρια μου το αγαπημένο χέρι<br />της
νύφης. Από πίσω 'μας πυκνή ακολουθία<br />μ' άλλα τραγούδια ερχότανε, και όλοι απ'
την καρδιά τους<br />μας εμακάριζαν εμέ κ' εκείνην που εχάθη<br />γιατί κ' οι δυο
ευγενείς κι' από γενιά μεγάλη<br />ενώναμε την τύχη μας. Τώρα ούτε
τραγούδια,<br />ούτε χαρές υμεναίου πια, μα στεναγμοί και θρήνοι.<br />Και όχι άσπρα
πέπλα. Πένθιμα στολίδια με προπέμπουν<br />στο νυφικό δωμάτιον, που ερήμωσεν ο
Χάρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μέσα στην ευτυχία σου η συμφορά σ'
ευρήκε<br />ενώ δεν την περίμενες. Συ όμως ζης ακόμα<br />και αναπνέεις. Επέθανε
εκείνη και σ' αφήνει<br />με όλες της αγάπες της. Τι τάχα νέο βρίσκεις<br />σ' αυτό;
Δεν είσαι μόνος σου. Κι' άλλοι πολλοί ως τώρα<br />έχασαν της γυναίκες των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Η τύχη της νομίζω<br />απ' τη δική
μου πιο καλή πως είναι, αν και τω όντι<br />έτσι δεν φαίνεται. Αυτή εσώθηκε απ'
τους πόνους<br />κι' από της λύπες, κ' ένδοξον ευρήκε τέλος. Όμως<br />εγώ που
εσώθηκα απ' τον θάνατον δεν πρέπει<br />να ζήσω τώρα μόνος μου, γιατί καλά το
νοιώθω<br />ότι θα είναι θλιβερή στο μέλλον η ζωή μου.<br />Πώς να τολμήσω τώρα πια
να μπω σ' αυτό το σπίτι;<br />ποιός τώρα θα με υποδεχθή και θα με χαιρετίση<br />με
λόγια γλυκομίλητα; Που να στραφώ; Ερημία<br />είναι παντού, μέσα στο σπίτι
τώρα<br />και θα με διώχνει, έρημο το νυφικό κρεββάτι,<br />έρημο και το κάθισμα που
εκάθητο εκείνη.<br />Παντού αταξία και μόνωσις, κ' εμπρός στα γόνατα μου<br />με
κλάμματα θα πέφτουνε τα ορφανά παιδιά μου<br />κ' οι δούλοι την κυρία τους θα
κλαιν την πεθαμμένη.<br />Αυτά μέσα στο σπίτι μου με περιμένουν. Έξω<br />θα βλέπω
και θα λαχταρώ τους άλλους που θα ζουν<br />με της γυναίκες τους. Γιατί η ομήλικες
μ' εκείνην<br />θα μου σπαράζουν την καρδιά. Και οι εχθροί θα πούνε<br />«Να εκείνος
που δεν ήθελε ο ίδιος να πεθάνη<br />και ζη μιαν άτιμη ζωή, αφού από
ανανδρία<br />έδωσε την γυναίκα του στον τόπο του. Είναι άνδρας<br />αυτός, που τώρα
εχθρεύεται και τους γονείς του ακόμη,<br />γιατί δεν εδεχθήκανε για κείνον να
πεθάνουν;»<br />Αυτήν την φήμη εκέρδησα εκτός από την λύπη.<br />Γιατί λοιπόν
καλλίτερα να ζω, αφού θ' ακούω<br />τα λόγια τα φαρμακερά κοντά στη συμφορά
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Με την βοήθεια των Μουσών επέταξα στα
ύψη<br />της επιστήμης, κ' έμαθα πολλά, αλλά δεν ηύρα<br />τίποτε δυνατώτερον απ'
την Ανάγκη. Ούτε<br />γι' αυτήν υπάρχει φάρμακον κανένα στης σανίδες<br />της Θράκης
που έγραψε ο Ορφεύς απάνω τι γιατρεύει<br />το σώμα μας και την ψυχή, ούτε σε όσα
ο Φοίβος<br />στους Ασκληπιάδας έδωκε να πολεμούν τους πόνους<br />και να βοηθούνε
τους θνητούς. Είναι η θεά η μόνη<br />που ούτε ακούει στους βωμούς ούτε αγάλματα
έχει<br />ούτε και θέλει τάμματα. Είθε, ω θεά μεγάλη,<br />να μη μας έλθης στη ζωή
χειρότερη από τώρα.<br />Γιατί ο Ζευς εκτελεστή στας αποφάσεις σ' έχει.<br />Εσύ
έχεις την δύναμι σίδερα να δαμάζης<br />και τίποτα δεν σέβεται η άγρια θέλησίς
σου<br />Και σένα τώρα, Άδμητε, μέσ' στους γερούς δεσμούς της<br />σ' ετύλιξε.
Υπόμεινε. Γιατί τα δάκρυά σου<br />πίσω δεν θα σου φέρουνε εκείνην που
εχάθη.<br />Σκέψου ότι και των θεών τα νόθα κατεβαίνουν<br />στον Άδη. Εκείνη ήτανε
αγαπητή σε όλους<br />και όταν ζούσε, αγαπητή και πεθαμμένη θα είναι.<br />Γιατί
πραγματικώς εσύ για σύζυγον επήρες<br />την πλέον ευγενέστερην γυναίκα αυτού του
κόσμου.<br />Μήτε πως είναι ο τάφος της σαν άλλοι, να νομίζης<br />αλλά θα έχη της
τιμές που οι θεοί μας έχουν<br />και θα είναι αντικείμενον του σεβασμού των
ξένων.<br />Όλοι περνώντας από εκεί θα λένε, «Αυτή η γυναίκα<br />πέθανε για τον
άνδρα της, και τώρα ευτυχισμένη<br />ζη με τους μάκαρας θεούς. Χαίρε, ω θεά, και
είθε<br />την ευτυχία και σε μας να δώσης!» Με τα λόγια<br />4αυτά θα χαιρετίζεται ο
τάφος της. Αλλ' όμως<br />μου φαίνεται ο Ηρακλής πως είναι αυτός που
φθάνει.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΚΗΝΗ Δ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι αυτοί.—ΗΡΑΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ο Ηρακλής υποβαστάζει μίαν γυναίκα
σκεπασμένην με πέπλον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Στον φίλον πρέπει, Άδμητε, τίποτα
να μην κρύβης<br />μέσα στα βάθη της ψυχής, και ελεύθερα να λέγης<br />τι σου
συμβαίνει. Μια φορά που ευρέθηκα κοντά σου<br />είχα και την αξίωσιν να θεωρούμαι
φίλος<br />στη συμφορά σου. Αλλά εσύ μου έκρυψες πως έχεις<br />μέσα στο σπίτι σου
νεκράν την Άλκηστιν, κ' εδέχθης<br />να με ξενίσης, λέγοντας πως δεν είναι δικός
σου<br />ο άνθρωπος που πέθανε, αλλά είναι κάποιος ξένος.<br />Κ' εγώ αφού
εστεφάνωσα με άνθη το κεφάλι<br />σπονδάς έκαμα στους θεούς, σε λυπημένο
σπίτι.<br />Παραπονούμαι που σ' εμέ εφέρθης σαν εις ξένον,<br />αλλά δεν θέλω πιο
πολύ να σε λυπήσω τώρα.<br />Άκουσε όμως τι εδώ με κάνει να γυρίσω.<br />Πάρε την
γυναίκα αυτήν και να μου την φυλάξης<br />ως να γυρίσω απ' των Θρακών την χώρα που
πηγαίνω<br />να πάρω εκείνα τάλογα που των Βιστόνων έχει<br />ο βασιλεύς στο άρμα
του, αφού θα τον σκοτώσω.<br />Αν τύχη—ο μη γένοιτο—να μην το επιτύχω<br />και δεν
γυρίσω, πάρε την, για δούλαν μέσ' στο σπήτι.<br />Αλήθεια, εκοπίασα πολύ για να
την πάρω.<br />Σε κάποιο αγώνα έτυχα, που ήτανε βραβεία<br />άξια για τους νικητάς.
Από αυτόν την πήρα<br />για έπαθλον της νίκης μου. Οι νικηταί του
δρόμου<br />έπαιρναν άλογα. Αυτοί που ενίκησαν στην πάλη<br />και στην πυγμή,
αγωνίσματα πιο δύσκολα, κοπάδια<br />έπαιρναν βώδια, μα και μια γυναίκα
παραπάνω.<br />Αφού λοιπόν ευρέθηκα τυχαίως στους αγώνας<br />κ' ενίκησα, δεν ήθελα
τέτοιο βραβείο ν' αφήσω.<br />Πάρ' την λοιπόν και φρόντισε γι' αυτήν. Γιατί δεν
είναι<br />γυναίκα που να έκλεψα. Μου εστοίχισε η νίκη.<br />Ίσως και συ με τον
καιρό θα με ευχαριστήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ούτε από περιφρόνησι ούτε για εχθρό
σ' επήρα<br />και σούκρυψα της άμοιρης γυναίκας μου την τύχη.<br />Αλλά στης τόσες
λύπες μου ακόμα μία λύπη<br />θα ήτανε να σ' έβλεπα σ' άλλον να πας να
μείνης.<br />Ήταν για μένα αρκετόν να κλαίω τη συμφορά μου.<br />Όσω για την γυναίκα
αυτή, θα σε παρακαλέσω<br />σε ένα άλλον Θεσσαλόν να τήνε δώσης, σε ένα<br />που να
μην έπαθε κι' αυτός ό,τι εγώ έχω πάθει.<br />Έχεις εσύ φίλους πολλούς Φεραίους, μη
θελήσης<br />να ζωντανεύη η ανάμνησις της συμφοράς μου. Είναι<br />αδύνατον, στο
σπίτι μου βλέποντας την γυναίκα<br />να μείνω αδάκρυτος. Με φθάνει η λύπη που
βαραίνει<br />την πονεμένη μου ψυχή. Κ' έπειτα πως να θρέψω<br />μια νέα γυναίκα
μέσα εδώ, γιατί γυναίκα νέα<br />απ' τα στολίδια φαίνεται κ' απ' τα φορέματά
της.<br />Πού να την βάλω; Βέβαια μέσα στους άνδρες όχι.<br />Πώς μέσ' στους νέους
ημπορεί αγνή αυτή να μείνη;<br />Δεν είναι εύκολο, Ηρακλή, τον νέον να
συγκρατήσης<br />κ' εγώ για το συμφέρον σου φροντίζω. Ή να την βάλω<br />μέσα εις το
δωμάτιον της πεθαμένης; Τότε<br />πρέπει και το κρεββάτι της εκείνης να της
δώσω.<br />Αλλά διπλή κατακραυγή φοβούμαι πως θα μ' εύρη<br />πρώτον κανείς από τον
λαόν μην πη ότι προδίδω<br />αυτήν που με ευεργέτησε, αν μοιρασθώ με άλλην<br />την
κλίνη μου, και δεύτερον κι' αυτή η πεθαμμένη.<br />Και ξέρεις πόσον άξια του
σεβασμού μου είναι.<br />Πρέπει βεβαίως με φρόνησιν να ενεργώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς την γυναίκα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ όμως<br />όποια κι' αν είσαι μάθε το.
Μοιάζεις πολύ μ' εκείνην,<br />έχεις το ίδιο ανάστημα και την μορφή την
ίδια<br />της άμοιρης Αλκήστιδος. Αλλοίμονο, λυπήσου<br />και πάρτην απ' τα μάτια
μου να μην την βλέπω, εμπρός μου.<br />Είν' αρκετή η οδύνη μου, μη μου προσθέτεις
κι' άλλην.<br />την βλέπω και μου φαίνεται πως βλέπω την δική μου,<br />και μου
ραγίζεται η καρδιά και τρέχουνε τα μάτια<br />ποτάμι. Ω τι άτυχος που είμαι! Πως
την νοιώθω<br />όλην την πίκρα στην ψυχή του πένθους μου!...</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Βεβαίως<br />εγώ δεν ημπορώ να 'πω πως
είσαι ευτυχισμένος.<br />Αλλ' όμως με υπομονή πρέπει να υποστούμε<br />ό,τι μας
δίνουν οι θεοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Πως ήθελα να είχα<br />τόση μεγάλη
δύναμι να πάω στον κάτω κόσμο<br />να πάρω την γυναίκα σου κ' εδώ να σου την
φέρω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ξέρω καλά πως το ήθελες. Μα πώς
αυτό να γίνη;<br />Δεν ζωντανεύουν οι νεκροί, το φως δεν ξαναβλέπουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Στη λύπη μην αφήνεσαι. Υπομονή να
κάμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είν' εύκολες η συμβουλές, δύσκολο
να υποφέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μήπως κερδίζεις τίποτα με
κλάμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Το ξέρω<br />κ' εγώ, αλλ' όμως με
τραβά η λύπη άθελα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ε, βέβαια, η αγάπη μας για εκείνον
που πεθαίνει<br />μας φέρνει δάκρυα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αυτή η αγάπη με σκοτώνει<br />ακόμη
περισσότερον από όσον λέγω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Αλήθεια<br />σπανία γυναίκα έχασες.
Ποιός λέει το εναντίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Δεν έχει πια η ζωή για εμέ καμμιά
χαρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ο χρόνος,<br />τη λύπη σου σιγά σιγά
θα την γλυκάνη. Τώρα<br />είναι απάνω στην ορμή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλήθεια αν ο χρόνος<br />που λέγεις
είναι ο θάνατος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μία γυναίκα άλλη<br />και νέος γάμος
θάρθουνε τη λύπη σου να παύσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Σιώπησε! Συ ετόλμησες να πης αυτά
τα λόγια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μα τι; Ποτέ δεν σκέπτεσαι να
παντρευτής; θα μείνης<br />χήρος για πάντοτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Καμμιά γυναίκα δεν υπάρχει<br />που
νάρθη το κρεββάτι μου να μοιρασθή μαζή μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τι περιμένεις απ' αυτό να ωφεληθή η
νεκρή σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Όπου κι' αν είναι της χρωστώ να την
τιμώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Δεν λέω<br />βέβαια είσ' αξιέπαινος.
Αλλ' όμως είναι τρέλλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Βέβαια είμ' αξιέπαινος. Ποτέ δεν θα
ονομάσης<br />γαμπρό εμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Σ' επαινώ βεβαίως γιατί
είσαι<br />πιστός εις την γυναίκα σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αν την προδώσω κάποτε, να μη σώσω
να ζήσω,<br />αν και εκείνη τώρα πια δεν ζη για να μ' ακούση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Δέξου την τώρα αυτήν εδώ στο
ευγενικό σου σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Όχι. Εις τον πατέρα σου τον Δία σε
ορκίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Αν δεν το κάμης, πρόσεξε, γιατί
είν' αμαρτία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλ' αν το κάμω την καρδιά θα μου
την τρώη η λύπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Υπάκουσε? στο σπίτι σου ίσως σ'
ευρή ευτυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είθε να μην την έφερνες ποτέ απ'
τους αγώνας<br />βραβείο την γυναίκα αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όταν εγώ νικήσω<br />είναι σαν να
ενίκησες κ' εσύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Καλός ο λόγος,<br />αλλά όμως η
γυναίκα αυτή ας φύγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Ναι, θα φύγη,<br />αν πρέπη. Αλλά
κύτταξε πρώτα αν πρέπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Πρέπει,<br />εκτός αν εναντίον μου
θυμώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Επιμένω,<br />και για να επιμένω εγώ
θα πη πως κάτι ξέρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αφού το θέλεις ας γενή. Αλλά αυτό
που κάνεις<br />διόλου δεν μου είναι ευχάριστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μπορεί ναρθή μια μέρα<br />που ίσως
θα μ' ευγνωμονής. Υπάκουσε με τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Προς τους δούλους)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πηγαίνετε την μέσα σεις, αφού πρέπει να
γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Α, δεν την εμπιστεύομαι στους
δούλους την γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Τότε, αν θέλης, μόνος σου οδήγησε
την μέσα.<br />ΑΛΚΗΣΤΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όχι? εγώ στα χέρια σου θα σου την
παραδώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Δεν την αγγίζω. Μόνη της μπορεί να
μπη στο σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Στο χέρι σου το δεξιό μπορώ να σου
την δώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Πολύ με βιάζεις κάτι τι να κάμω που
δεν θέλω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μην την φοβάσαι. Άπλωσε το χέρι να
την πιάσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Να το το χέρι μου λοιπόν, τα μάτια
αλλού γυρίζω<br />σαν της Γοργόνας νάκοβα την κεφαλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Την ηύρες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Την ηύρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Κράτα την καλά. Και θάρθη μια
ημέρα<br />που θα το πης και μόνος σου πως ήτανε γενναίος<br />ο γυιός του Διός, ο
ξένος σου. Για κύτταξέ την τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Της αφαιρεί τον πέπλον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και ιδέ αν της γυναίκας σου μοιάζει πολύ.<br />Η
λύπη την θέσι της παραχωρεί στην ευτυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Στρεφόμενος και βλέπων)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεοί μου!<br />Τι να ειπώ. Ανέλπιστο είναι αυτό
το θαύμα!<br />Είναι η γυναίκα μου αυτή που βλέπω, ή είναι πλάνη<br />που μου την
στέλνουνε οι θεοί για να με ξεγελάσουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όχι είν' η γυναίκα σου αυτή που
βλέπεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Μήπως<br />είναι κανένα φάντασμα από
τον κάτω κόσμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Όχι, δεν είναι ο ξένος σου κανένας
μάγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είναι<br />λοιπόν αυτή η γυναίκα μου
που έθαψα προ ολίγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μην αμφιβάλης. Αν κ' εγώ ο ίδιος
δεν θαυμάζω,<br />πως δυσπιστείς στην τύχη σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Μπορώ να την αγγίξω,<br />να της
μιλήσω, ημπορώ σαν νάταν ιδική μου,<br />γυναίκα πάλι ζωντανή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Μπορείς να της μιλήσης,<br />αφού
έχεις ό τι επιθυμείς τόσω πολύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ω μάτια,<br />και σώμα της γυναίκας
μου αγαπημένα, πάλι<br />σας έχω, ενώ δεν ήλπιζα, να σας ιδώ ποτέ μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Τα έχεις, είθε απ' τους θεούς
κανείς να μη ζηλέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Ω του μεγάλου μας Διός ευγενικό
βλαστάρι,<br />είθε να είσαι ευτυχής και να σε προστατεύη<br />ο πατέρας που σ'
εγέννησε. Γιατί εσύ μονάχος<br />την τύχη μου μετέβαλες. Αλλ' όμως απ' τον
Άδη<br />πώς την επήρες και στο φως την έφερες του κόσμου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Πάλαιψα με τον Θάνατον, όπου τήνε
κρατούσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Και πού έγινεν ο αγών αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Στον τάφο της απάνω<br />ήμουν
κρυμμένος, ώρμησα την άρπαξε στα χέρια....</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Αλλά γιατί σιωπηλή στέκει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Γιατί δεν πρέπει<br />ν' ακούσης την
φωνή της πριν να γίνουν αι θυσίαι<br />εις τους θεούς του Άδου, πριν περάσουν
τρεις ημέρες.<br />Αλλά στο σπίτι πάρε την δίκαιος όπως είσαι,<br />και εις το
μέλλον, Άδμητε, να είσαι ευσεβής στους ξένους.<br />Και τώρα χαίρε. Φεύγω εγώ να
κάμω ό,τι οφείλω,<br />και ό,τι μου επέβαλε, του βασιλέως Σθενέλου ο γυιός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Μείνε μαζί μας, κάθησαι μαζί μας να
δειπνήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΑΚΛΗΣ<br />Άλλοτε μένω. Βιάζομαι να φύγω
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΔΜΗΤΟΣ<br />Είθε<br />να επιτύχης, γρήγορα να
έλθης πάλι πίσω.<br />Στη χώρα και στο κράτος μου προστάζω οι πολίται<br />να
χαιρετίσουν με χορούς την ευτυχία μου όλοι,<br />και να προσφέρουν στους βωμούς
την κνίσα από ταύρους.<br />Γιατί για μας ανέτειλαν καλλίτερες ημέρες<br />από της
πριν. Είμαι ευτυχής τώρα, και δεν το αρνούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Με χίλιους τρόπους φαίνεται η ισχύς
των αθανάτων<br />κ' είναι πολλά τανέλπιστα, που οι θεοί μας στέλνουν.<br />Δεν
γίνεται ό,τι βέβαιον νομίζομεν. Και όμως<br />βρίσκει τον τρόπο ο θεός τανέλπιστα
να κάμη.<br />Έτσι και στης Αλκήστιδος τον θάνατον συνέβη.</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας<br />σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορώ
προσφερόταν συστηματικά<br />στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη (ιστορία,<br />φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος)
σε<br />δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του
τόπου,<br />στην πιο σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της
όργανο,<br />Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης,
ο<br />Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοστέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος,
ο<br />Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ. προσφέρονται και σήμερα,
στις<br />κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη,
Κονδυλάκη,<br />Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη,<br />Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου,
Κ.<br />Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης,
πράγμα<br />που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Άλκηστης</span></b><span style="font-size: 16pt;"> Σύμφωνα με τον όρο που είχε θέσει ο Θεός, ο Άδμητος θα
γινόταν<br />αθάνατος, αν κάποιος στενός συγγενής του δεχόταν να θυσιαστή γι'
αυτόν<br />το σκοπό. Οι γονείς του δεν δέχονται, μα η γυναίκα του η
Άλκηστις<br />προσφέρεται πρόθυμα να θυσιαστή, δίδοντας έτσι μοναδικό
παράδειγμα<br />συζυγικής αφοσίωσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<br />ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.<br /><br />ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
36<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-6697729946828223502013-09-04T06:01:00.002-07:002013-09-04T06:01:26.514-07:00ΑΙΣΧΥΛΟΣ: ΟΡΕΣΤΕΙΑ ΧΟΗΦΟΡΟΙ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΣ: ΟΡΕΣΤΕΙΑ
ΧΟΗΦΟΡΟΙ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Το δεύτερον δράμα της Ορεστείας, αι Χοηφόροι,
περιέχουσι την κυρίαν πράξιν, δηλ. την μητροκτονίαν του Ορέστου επί της οποίας
στηρίζεται το ηθικόν πρόβλημα της Τριλογίας. Η ένοχος Κλυταιμνήστρα ταρασσομένη
από απαίσια όνειρα στέλλει την κόρην της Ηλέκτραν με συνοδείαν δούλων γυναικών
(ο χορός) δια να εξευμενίση με νεκρωσίμους εκ μέρους της σπονδάς (χοάς) την
σκιάν τον αδικοσκοτομένου Αγαμέμνονος. — Εκεί επί του τάφου, γίνεται η
αναγνώρισις των δύο αδελφών, της Ηλέκτρας και του Ορέστου, όστις κρυφίως εκ της
Φωκίδος είχεν έλθη μετά τον φίλον του Πυλάδου διά να λάβη εκδίκησιν του φόνου
του πατρός του, συμφώνως με την επιτακτικήν διαταγήν του Απόλλωνος. Οι δύο
αδελφοί ψάλλουσιν αμοιβαίον επιτάφιον θρήνον (κομμόν) επί τον τάφου του πατρός
των, και σχεδιάζουσι την εκδίκησιν. Πράγματι ο Ορέστης εισάγεται διά δόλου, όπως
απήτησεν ο χρησμός του δελφικού Θεού, εις το πατρικόν ανάκτορον, όπου φονεύει
πρώτον τον Αίγισθον και κατόπιν επί του πτώματος αυτού την μητέρα του
Κλυταιμνήστραν. Ακολούθως ανοίγει τας πύλας του ανακτόρου και επιδεικνύει εις
τον λαόν τους νεκρούς των τιμωρηθέντων ενόχων και αφ' ετέρου τον πέπλον διά τον
οποίον εκείνοι περιετύλιξαν τον πατέρα τον και τον εδολοφόνησαν. Αλλά συγχρόνως
αρχίζει να ταράσσεται το λογικόν του, βλέπει ενώπιόν του τα φάσματα των τιμωρών
Ερινύων, επικαλείται την μαρτυρίαν των Αργείων διά την αθωότητά τον και τρέπεται
εις εκουσίαν εξορίαν.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt style="margin-top: 36pt;">Π Ρ Ο Σ Ω Π
Α<br />ΟΡΕΣΤΗΣ<br />ΠΥΛΑΔΗΣ<br />ΧΟΡΟΣ<br />ΗΛΕΚΤΡΑ<br />ΔΟΥΛΟΣ<br />ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />ΤΡΟΦΟΣ<br />ΑΙΓΙΣΘΟΣ
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΗΦΟΡΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ω χθόνιε Έρμη, της πατρικής μου
αρχής προστάτη,<br />σωτήρας, δέομαι, γίνε μου και σύμμαχος μου,<br />τώρα που πίσω
ο εξόριστος φτάνω στη γη μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και κράζω του πατέρα μου, σ' αυτόν
επάνω<br />του τάφου του τον όχτο, να μ' ακούση . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . πλεξίδα πότρεφα του Ινάχου<br />κι' αυτή
την άλλη για το πένθος του πατρός μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί δεν ήμουν μπρος να κλάψω το νεκρό
σου,<br />πατέρα, ουδέ στο ξόδι σου ν' απλώσω χέρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι 'ναι που βλέπω! σαν ποια νάναι η
συνοδεία<br />των γυναικών αυτών των μαυροφορεμένων,<br />πόρχουνται δώθε; τι να
φαντασθώ πως τρέχει;<br />μη βρήκε νέα το σπίτι μας συμφορά πάλι;<br />Ή δεν θα
γελαστώ αν ειπώ πως του πατρός μου<br />φέρνουν χοές που τους νεκρούς
καλοκαρδίζουν;<br />το δίχως άλλο! γιατί, νά, θαρρώ κ' η Ηλέκτρα<br />έρχεται η
αδερφή μου εδώ βαρυπενθούσα.<br />Ω Δία, δόσε του πατέρα μου το φόνο <br />να
εκδικηθώ και γίνε πρόθυμος βοηθός μου!<br />Πυλάδη, ας τραβηχτούμε, για να
εξακριβώσω<br />τι νάναι αυτών των γυναικών η λιτανεία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />(πάροδος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήρθα σταλμένη συνοδειά<br />χοές να φέρω απ' τα
παλάτια<br />γοργά τα στήθια μου χεροχτυπόντας·<br />πρέπουν στα ματωμένα μάγουλά
μου<br />ξεγδάρματ' απ' το νιόκοπο σπάραγμα των νυχιών<br />— όσο για θρήνους
βόσκομαι καθημερνά μ' αυτούς.<br />Των πέπλων μου τα λινά φάδια<br />σχίστηκαν κ'
έγιναν κουρέλια<br />από τη λύπη μου, πάνω στα στήθια,<br />που στόλιζαν,
κομματιασμένα,<br />από τα αγέλαστά μας πάθια.<br />Γιατί φόβος ορθότριχος
τρανός<br />ονειρομάντης των σπιτιών, στον ύπνο<br />φρουμάζοντας μ' οργή, στης
νύχτας την καρδιά,<br />έβαλ' ένα ξεφωνητό τρομάρας στα παλάτια<br />στο γυναικίτη
μέσα πέφτοντας βαρύς·<br />κι αυτού του ονείρου οι εξηγητάδες<br />είπαν, μ' εγγύησι
θεϊκιά,<br />πως τόχουν οι κατωκοσμίτες<br />βαριά παρμένο στην καρδιά<br />και
κρατούν όργητα στους φονιάδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ζητόντας χάρι αχάριστη, ω μάννα γη,<br />να
στρέψη τούτα τα κακά απ' την κεφαλή της,<br />μ' έστειλ' εμένα δω η άθεη η
γυναίκα·<br />όμως, φοβούμαι να τον πω το λόγο αυτό·<br />γιατί ποιάν έχει γιατρειά
το αίμα που θα χυθή;<br />Αλλοί, σπίτι πανάθλιο,<br />θεμελιοξεσπιτώματα,<br />ανήλια
ανθρωπομίσητα<br />σκοτάδια σε σκεπάζουνε,<br />με του κυρίου το θάνατο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα το πριν το σέβας ταπολέμητο<br />κι ανίκητο
κι αδάμαστο, που μέσ' απ' του λαού<br />τ' αυτιά περνούσε και μέσ' απ' τα
φρένα,<br />χάθηκε· και καθείς τέτοια ευτυχία φοβάται<br />πούναι θεός για τους
θνητούς και κάτι πιο πολύ.<br />Της δίκης η απόφασι αγρυπνά<br />γι' άλλους γοργή
καταμεσήμερα,<br />γι άλλους φυλάει με τον καιρό<br />την τιμωρία το σούρπωμα,<br />κι
άλλους κρατάει μεσάνυχτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για τα αίματα που χύθηκαν και τάπιε η μάννα
γης<br />μένει πηχτός κι ασκόρπιστος λύθρος εκδικητής·<br />κ' η βασανίστρα εκδίκησι
τον σέρνει εδώ κ' εκεί<br />τον ένοχο, που πάσα αρρώστεια τυραγνεί.<br />Και να
κρυφτή σε νυφικό δεν έχει γλυτωμό<br />κι όλοι ναρθούν οι ποταμοί<br />απόνα δρόμο,
για να πλύνουν χέρι αιματωμένο,<br />του κάκου θε να ξεχειλίσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εγώ αφού μου ωρίσανε οι θεοί<br />διπλή
πατρίδα, κι απ' τα σπίτια<br />τα πατρικά με ρίξανε στην τύχη της σκλαβιάς —
<br />πρέπει σε δίκια κι άδικα<br />των κύριων της ζωής μου<br />σύμφωνη νάμαι,
πνίγοντας<br />την πικρήν έχθρα στην καρδιά μου·<br />και σκέποντας το πρόσωπο
δακρύζω<br />του αφέντη μας την τυφλή τύχη<br />κ' οι κρυφές λύπες με
μαργώνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Πιστές μου σκλάβες, των σπιτιών μας
κυβερνήτρες,<br />αφού μαζί μου έχετ' ερθή, της λιτανείας<br />ετούτης συνοδεία,
ζητώ τη συμβουλή σας,<br />τώρα που αυτές τις νεκρικές χοές στο μνήμα<br />του
πατέρα μου χύνω, ποιαν ευχή να κάμω<br />που να τούνε καλόδεχτη; να του πω
τάχα<br />πως από μέρος της μητέρας μου τις φέρνω,<br />της καλής του γυναίκας στον
καλό της άντρα;<br />Δεν έχω θάρρος αχ! και τι να πω δεν ξέρω,<br />ενώ την προσφορά
στον τάφο του θα χύνω. <br />Ή να του δεηθώ, καθώς και νόμος είναι<br />ανθρώπινος,
να δώση αυτών, που του τις στέλλουν<br />τις προσφορές, την πλερωμή που τους
αξίζει;<br />ή δίχως λόγο, ατίμητα, καθώς και κείνος<br />εχάθηκε, να χύσω τις χοές
στο χώμα,<br />που θα τις πιή και να γυρίσω έτσι οπίσω<br />σαν ένας που αφίνει
καθαρμούς και φεύγει<br />δίχως τα μάτια του να στρέψη να κοιτάξη;<br />Και σεις την
ίδια νάχετε, φίλες μου, γνώμη,<br />αφού την ίδιαν έχουμε στο σπίτι
έχθρα·<br />ανοίξετέ μου δίχως φόβο την καρδιά σας,<br />γιατί τ' όμοιο γραφτό της
μοίρας περιμένει<br />κ' ελεύθερο κι όποιος σε ξένα χέρια σκλάβος·<br />λέγε μου,
τίποτε καλύτερό μου αν ξέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Σέβομαι σα βωμό το μνήμα του πατρός
σου<br />κι αφού προστάζεις θα σου κρίνω απ' την καρδιά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Καθώς τον τάφο του σεβάστηκες, και
κρίνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Χύνε, κ' εύχου καλό για όσους τον
αγαπούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και ποιοί 'ναι οι φίλοι αυτοί που
λες να ονοματίσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Εσένα πρώτα πες κι όσοι 'ναι εχθροί
του Αιγίσθου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Τότε για με και σε την ευχή λες να
κάμω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μόνη σου πια κατάλαβε τι έχεις να
κρίνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Ποιο λοιπόν άλλο μετά μάς να βάλω
ακόμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τον Ορέστη μελέτησε, όμως κι αν
λείπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Καλά λες, και τον έφερες και με στο
νου μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τώρα θυμάμενη, γι' αυτούς που τον
σκοτώσαν . . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Τι να πω; ξήγησέ μου της άμαθης να
μάθω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κάποιος γι' αυτούς άνθρωπος ή θεός να
φτάση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και ποιο απ' τα δυο, κριτής των ή
εκδικητής των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τόσο φτάνει να πης, το αίμα να πάρη
πίσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και μου είναι τούτο απ' τους θεούς
συχωρεμένο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πώς όχι, τον εχθρό με κακό να
πλερώνης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Κήρυκα μέγιστε της γης και
τουρανού,<br />βοήθησέ μας, χθόνιε Ερμή, και στείλε μου τις<br />αυτές μου τις ευχές
κάτω στη γης, ν' ακούσουν<br />του κάτω κόσμου οι θεοί, που το φυλάγουν<br />το αίμα
του πατέρα μου, κ' η Γη που όλα<br />γεννά και θρέφει και το σπέρμα πίσω
παίρνει.<br />Και γω σκορπόντας στους νεκρούς τα δώρα τούτα<br />λέω και κράζω
«ελέησε και με, πατέρα,<br />και τον Ορέστη, να τον φέρουμε στα σπίτια,<br />που
έτσι σαν πουλημένοι τώρα τριγυρνούμε<br />απ' την ίδια τη μάννα μας· κι άλλαξεν
άντρα<br />τον Αίγιστο αντίς σε, το συνεργό του φόνου.<br />Κ' είμαι σε τόπο δούλας
τώρα εγώ· κι ο Ορέστης<br />απ' τα δικά του εξόριστος, ενώ εκείνοι<br />χαροκοπούν
απόκοτα μέσα στο βιος σου.<br />Μ' ας έρθη πια ο Ορέστης από κάποια
τύχη,<br />παρακαλώ σε, κι άκουσέ μου εσύ πατέρα·<br />δόσε κ' εγώ πολύ πιο
γνωστικιά να γίνω<br />απ' τη μητέρα και μ' αγνότερα τα χέρια.<br />Για μας αυτές οι
ευχές· και στους εχθρούς μας πάλι <br />λέω να φανή, πατέρα μου, εκδικητής
σου,<br />που τους φονιάδες με το δίκιο να σκοτώση·<br />[αυτά στη μέση βάζω της
καλής ευχής μου<br />και λέω για κείνους την κακήν αυτή κατάρα· ]<br />σε μας τα
καλά στέλλε μας, με τη βοήθεια<br />των θεών και της γης και της νικήτρας
δίκης.<br />Σε τέτοιες πάνω ευχές τις σπονδές τούτες χύνω,<br />και σεις με
μοιρολόγια στεφανώνετέ τις,<br />ως είναι νόμος, ψάλλοντας νεκρικόν ύμνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Χύνετε δάκρυα μαύρ' από
σταμνιού<br />ταδικοσκοτωμένου μας αφέντη,<br />τώρα πόχει πιωμένες τις
χοές<br />αυτός ο τάφος των καλών η σκέπη<br />και προστασία και φυλακτό<br />για τα
κακά τα ξωρκισμένα·<br />κι άκου και δέξου, σεβαστέ,<br />από τη μαύρη την καρδιά
μου τις ευχές μας.<br />Αχ, και ποιος να είταν χεροδύναμος<br />νάρχονταν άντρας
λυτρωτής μας,<br />δίστροφα σειόντας βέλη σκυθικά στον πόλεμο,<br />και στη δεξά
καλόδετα μαχαίρια κυβερνόντας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Ήπιεν η γης κ' έχει ο πατέρας τις
χοές μας,<br />μα τώρα ακούστε μου κι αυτόν τον νέο το λόγο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πες μου. . . χοροπηδά απ' το φόβο μου
η καρδιά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Βλέπω στον τάφο την κομμένη αυτή
πλεξίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ποιου τάχ' αντρός, ή ποιας
χαμηλόζωστης κόρης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Καθένας εύκολα μπορεί να ταπεικάση
. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πώς από σε τη νεώτερή μου θε να
μάθω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Άλλος, έξω από με, δεν μπόρειε να
την κόψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Γιατί 'ναι εκείνοι εχθροί πόπρεπε να
πενθήσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Κι όμως είν' ομοιότατη αυτή η
πλεξίδα . . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Με ποια μαλλιά; αυτό ίσα ίσα να μου
μάθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Με τα δικά μου να τα βλέπης πάρα
μοιάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μην είναι τάχα κρυφό δώρο του
Ορέστη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Πάρα πολύ μ' εκείνου μοιάζει τις
πλεξίδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και πώς εκείνος τόλμησε ναρθή
εδωπέρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Έστειλε τάμμα τα μαλλιά του στον
πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αυτά που λες μου φέρνουν τώρα κι άλλα
δάκρια,<br />αφού ποτέ δεν θα πατήση εδώ το πόδι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και μένα στην καρδιά μου ανέβη
πικρό κύμα<br />χολής, σαν να με πέρασε σπαθί για πέρα,<br />κι από τα μάτια μου
καυτές μου πέφτουν στάλες<br />αβάσταγες, σα χειμωνιάτικης πλημμύρας,<br />ότι είδα
την πλεξίδα αυτή· γιατί ποιανού άλλου<br />να φανταστώ πως ειμπορεί νάν' αυτ' η
κόμη;<br />και βέβαια δεν την έκοψεν η φόνισσά του,<br />η μάννα μας! που ταιριαστή
δεν έχει γνώμη<br />μ' αυτό η κακούργα τόνομα για τα παιδιά της.<br />Μα και πώς
πάλι να παραδεχθώ πως είναι<br />του Ορέστη δώρο τακριβό στολίδι τούτο,<br />του
φίλτατού μας; κι αχ, με τυραγνά η ελπίδα,<br />αλλοίμονο!<br />δεν ήταν νάχε μίλημα
και κρίσι ανθρώπου<br />να μη στεκόμουν δίγνωμη στο ναι και στ' όχι,<br />μα ή να
μπορούσα μια καλή να την πετάξω<br />αν είτανε κομμένη από κεφάλι εχθρού μας,<br />ή
αν ήταν πάλι από δικό, να κλαίη μαζί μου<br />στόλισμα και τιμή σ' αυτό το μνήμα
επάνω.<br />Μα εσείς θεοί, που ξέρετε, μάρτυρες νάστε<br />μέσα σε ποιους χειμώνες,
σα θαλασσομάχοι,<br />παραδέρνουμ' εμείς! μα αν είναι να σωθούμε<br />τρανά θεμέλια
από μικρή αφορμή στεριώνουν.<br />Μα νά και πατησιές, δεύτερο αυτό
σημάδι,<br />γιατί είναι χνάρια δυο ποδιών στη γης γραμμένα<br />του ίδιου εκείνου
αυτά και κάποιου σύντροφού του,<br />μετρώ και βρίσκω πως οι φτέρνες κ' οι
πατούσες<br />με των δικώ μου συμφωνούν ποδιών το μέτρος·<br />ω πόνος που με
παίρνει και του νου μου αντράλα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Γνώριζε στους θεούς των ευχών σου
το τέλος<br />κ' ευχήσου και τα επίλοιπα σε καλό νάβγουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Πώς τάχα τι από χάρι τους καλό με
βρήκε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Βλέπεις εμπρός σου αυτόν, που από
καιρόν ευχόσουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και ποιον απ' τους ανθρώπους ξέρεις
πως καλούσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ξέρω πως τον Ορέστη πάρα
ελαχταρούσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και σε τι τάχα εισακουστήκανε οι
ευχές μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Εγώ είμ' αυτός! κι άλλον πιο φίλο
μη γυρεύης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Μα δόλους τώρα εδώ πλέκεις για
μένα, ξένε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Τότε στον εαυτό μου πάει να πη τους
πλέκω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Μα τάχα θες ναναγελάς στις συμφορές
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Και στις δικές μου τότε, αφού στις
εδικές σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Να λέω λοιπόν πως είν' ο Ορέστης
που μου κρίνει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ενώ τον ίδιο βλέπεις, όμως
αμφιβάλλεις·<br />μα όταν την πένθιμη κουρά των μαλλιών είδες<br />και των ποδιώ μου
αναμετρούσες τα σημάδια,<br />σαν νάβλεπες εμένα πέταξε η καρδιά σου·<br />σίμωσε
την πλεξίδα αυτή στην κεφαλή μου<br />και ιδές με τα μαλλιά πώς μοιάζει ταδερφού
σου·<br />νά και τούτο το φόρεμα, έργο των χεριώ σου<br />και της σαΐτας σου διάσιμο
τα ξόμπλια τούτα.<br />Κράτα το νου σου· κ' η χαρά σου ας μη ξεσπάση<br />γιατί
πικροί μας είναι, ξέρω — οι φίλτατοί μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Ω εσύ, του πατρικού σπιτιού
γλυκύτατη έγνοια,<br />πολύκλαυτη της σωτηρίας μας ελπίδα,<br />θαρρεύοντας στη
δύναμί σου θε να πάρης<br />πίσω το θρόνο του πατέρα μας· ω μάτια,<br />γλυκύτατά
μου μάτια, πόχετε για μένα<br />τέσσερ' αγάπης μερδικά, γιατί έχω χρέος<br />πατέρα
μου να σ' ονομάζω, και μιας μάννας<br />που ολόδικα μισώ, σε σένα πέφτει η
αγάπη,<br />και της θυσιασμένης άσπλαχν' αδερφής μου·<br />αλήθεια αδέρφι μου πιστό,
τιμή μου φέρνεις.<br />Μόνον η Δύναμι κ' η Δίκη με τον τρίτο<br />το Δία τον
πανυπέρτατον ας σου συντρέξουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ναι, Δία, στρέψε τα μάτια σου στις
συμφορές μας, <br />και ιδές την ορφανή γενεά αητού πατέρα,<br />που μέσα στα σφιχτά
ξεψύχησεν αρπάγια<br />καταραμένης όχεντρας· και τα ορφανά του<br />πείνα τρανή μας
έσφιξε· γιατί δεν μπόρειου<br />άγρη στην πατρική φωλιά να φέρνω ακόμα.<br />Κ' έτσι
νά μας, κ' εγώ και τούτη εδώ η Ηλέκτρα,<br />καθώς μας βλέπεις, ορφανούς από
πατέρα,<br />κι αποδιωγμένους μέσ' από το γονικό μας·<br />και σαν εμάς, τανήλικα
πουλιά, μας πήρες<br />πατέρα που σου θύσιαζε και σε τιμούσε,<br />τέτοιων δώρων
τιμές από ποιο χέρι θάχης;<br />ούτ' αν τη γέννα φτείρης ταητού θε νάχης<br />να
στέλλης μαντικά σημάδια στους ανθρώπους,<br />κι' ουδ' απ τη ρίζα αν μαραθή το
αρχαίο το δέντρο<br />για τους βωμούς σου θα φελά στα πανηγύρια.<br />Βόηθα! κι απ'
το τίποτα μπορείς να υψώσης<br />σπίτι ψηλό που για καλά τόχουν πεσμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω τέκνα, ω της πατρικής εστίας
σωτήρες,<br />σωπάτε μήπως και κανείς σάς νοιώση, ω τέκνα,<br />και πάει με γλώσσα
έτσι άκριτη και πη τα πάντα<br />στους άρχοντες μας· που είθε να τους δω μια
μέρα<br />νεκρούς μες τους πισσένιους τους ατμούς της φλόγας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Δεν θα προδώση ο αλάθευτος χρησμός
του Φοίβου,<br />που μ' έσπρωξε σ' αυτό τον κίντυνο και τόσο<br />με ξεσήκωσε
λέγοντας φριχτές φοβέρες<br />και ψυχρές μπόρες μέσα στα ζεστά μου σπλάχνα,<br />αν
έτσι αφήσω τους φονιάδες του πατρός μου<br />κι αν μ' όποιο τρόπο σκότωσαν δεν
τους σκοτώσω,<br />με μια άγρια λύσσα, που άλλη πλερωμή δε στρέγει·<br />αλλιώς θαν
το πλερώσω εγώ με τη ψυχή μου,<br />μ' όσα πολλά κι αγλύκαντα θα μ' εύρουν
πάθια·<br />γιατί οι οργές των χολιασμένων απ' τον άδη<br />είπε πως στους δικούς
θέλουνε προξενήση<br />φριχτές αρρώστειες, μ' άγριες να τραβούν σαγόνες<br />τις
σάρκες, και λειχήνες που θα τις σπαράζουν<br />και θα κάνουν παράλλαμα την πρώτην
όψι,<br />ως που να βγουν μ' άσπρα μαλλιά 'πό την αρρώστεια·<br />κι άλλες των
Εριννύων πληγές μόλεγε ακόμα<br />που θα με βρουν από το αγδίκητο το γαίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί των σκοτωμένων συγγενών, που
θέλουν<br />εκδίκησι, το μαύρο βέλος απ' τον Άδη<br />η λύσσα κι ο νυχτερινός ο
μάταιος φόβος<br />σειεί και ταράζει κι όξω από τη χώρα διώχτει<br />με χαλκή
μάστιγα κορμί παραδαρμένο·<br />και δεν μπορούν οι τέτοιοι μήτε σε
τραπέζια<br />μήτε σε γιορτινές σπονδές να λάβουν μέρος·<br />κι' απ' τους βωμούς,
αθώρητος, μακριά τον διώχτει<br />ο χολιασμένος του πατέρας· και κανένας<br />ουδέ
στέγη του δίνει, μ' ουδέ και βοήθεια,<br />όσο που τέλος έρμος,
καταφρονεμένος<br />κακήν του κακού, άθλιος να τον τυλίξη χάρος.<br />Πώς να μη
μπιστευτώ λοιπόν σε χρησμούς τέτοιους,<br />που κι αν δεν μπιστευτώ, μα πρέπει να
το πράξω;<br />γιατί πολλές μαζί αφορμές σ' ένα συντρέχουν:<br />η θεϊκιά η διαταγή,
και του πατρός μου<br />το μέγα πένθος, κ' η ανέχεια με στενεύει,<br />για να μη
μένη ένας λαός, γενναίος μες σ' όλους,<br />παφάνισεν από προσώπου γης την
Τροία,<br />σκλάβος σε δυο γυναίκες· γιατ' αλήθεια εκείνος<br />γυναίκεια 'χει
καρδιά . . . ειδέ ταχιά θα μάθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλ' ω Μοίρες μεγάλες, ας δώση ο θεός
ένα τέλος καλό<br />εκεί πόχουν το δίκιο μαζί τους.<br />«Με γλώσσα κακιά η γλώσσα η
κακιά<br />να πλερώνεται πρέπει» φωνάζει τρανά<br />που ξοφλά τα χρωστούμενα η
Δίκη.<br />«Κι αντίς φόνου πληγή πάλι φόνου πληγή,<br />να πλερώνεται· κάμεις θα
βρης»<br />ο παμπάλαιος ο μύθος φωνάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ω πατέρα τρισάμοιρε,<br />τι τάχα να
πω ή να κάμω<br />που ήθε σου καλοσυντύχη<br />στη γη που κοιμάσαι;<br />Χώρια 'ν' το
φως και χώρια το σκότος,<br />έτσι κλεισμένη κ' η χάρι των θρήνων<br />για τους
αρχηγούς του σπιτιού μας<br />τους πρώτους Ατρείδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τέκνον, το πνεύμα του νεκρού δεν το
δαμάζει<br />η φλογερή η φάουσα της φωτιάς<br />και κάπου φανερώνει την οργή
του·<br />θρηνολογιέται ο πεθαμένος,<br />βγαίνει στη μέση ο εκδικητής του·<br />κι αν
οι πατέρες γίνουν στάχτη<br />μπαίνει με βια και τους γυρεύει<br />μέσα στη γης το
μοιρολόγι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Άκου λοιπόν στη σειρά μου και μένα,
πατέρα,<br />πολύκλαυτα πένθη·<br />των δυο των παιδιώ σου σε κλαίει επιτάφιος
θρήνος <br />και ικέτες μαζί κ' εξορίστους <br />μας δέχεται αυτό σου το
μνήμα·<br />τι καλόν έχομε; ποιο κακό λείπει;<br />δεν είν' απολέμητη η μαύρη μας
μοίρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μ' αν θέλη ο θεός, ακόμη μπορεί κι
απ' αυτά<br />να δώση τραγούδια γιομάτα χαρά·<br />κι' αντίς για επιτάφιους
θρήνους<br />στου βασιλιά τα παλάτια, παιάνες<br />καινούργια να στήσουν κροντήρια
χαράς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Καν νάπεφτες νεκρός<br />κάτω στην
Τροία, πατέρα,<br />απ' το κοντάρι κάποιου Τρωαδίτη,<br />δόξα στα σπίτια
αφίνοντας<br />και κάνοντας στους δρόμους των παιδιώ σου <br />ζωή
καλοπερπάτητη,<br />τάφο θε νάχες ψηλοστοίβαχτο<br />στη χώρα την περατινή<br />κ'
υποφερτό για μας θε να είταν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Φίλος στους φίλους πόπεσαν γενναία
πέρα εκεί <br />θε νάπρεπες ξεχωριστός και κάτω από τη γης,<br />αφέντης
πολυοτιμημένος,<br />κ' υπουργός πλάι στους δυνατούς<br />του κάτω κόσμου
βασιλιάδες·<br />γιατ' ήσουν και σαν ζούσες βασιλιάς<br />και τέτοιον κλήρον έλαχες
από τη μοίρα<br />να κυβερνάς με δύναμι και σκήπτρο τους λαούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Μα ουδέ και κάτω από τα
Τρωικά<br />πατέρα μου, τα κάστρα σκοτωμένος<br />μάλλους που το κοντάρι δάμασε
λαούς<br />νάσουν πλάι στο Σκάμαντρο θαμμένος.<br />Κάλλιο πριν έτσι να είχαν
σκοτωθή<br />εκείνοι που σε σκότωναν και κάποιος<br /><από μακριά> να την
εμάθαινε<br />τη φονικιά τη συντυχιά τους<br />ξένος σ' αυτές τις συμφορές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πιο καλές κι απ το μάλαμα είν' αυτές
σου οι ευχές <br />κι απ των Υπερβορείων τη μεγάλη ευτυχία<br />πολύ ανώτερ' ακόμη·
κ' είν' αυτό που μπορείς.<br />Αλλά τώρα ως εκεί φτάνει ο χτύπος βαρύς<br />της
διπλής σας της μάστιγας· κ' είναι στη γης<br />οι προστάτες σας μέσα· ενώ αυτοί
που κρατούν<br />την αρχήν, έχουν χέρια λερά, κι απ' αυτούς<br />ποιος μισήθηκε
πιότερο απ' όλους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ <br />Σαν σαϊτιά πέρα και πέρα
χτύπησε<br />την ακοή μου αυτός σου ο λόγος.<br />Ω Δία, ω Δία, που κάτω από τη
γης<br />στέλλεις την αργοτιμωρούσα Δίκη<br />στο χέρι, που όλα τα κακά τολμά<br />να
τα πλερώση όμως με τον τόκο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Άμποτε να ταξιωθώ<br />πικρόχολο να
κελαδήσω μοιρολόγι<br />πάνου του εκεί που θα τον σφάζουνε<br />και πάνω της που θα
την κόβουν·<br />γιατί πώς να το κρύψω αυτό<br />που μες στα φρένα μου πετά;<br />και
μου χτυπάει κατάπρωρα<br />σαν άνεμος δριμύς,<br />η βράσι της καρδιάς<br />και το
θεόργητό μου μίσος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Μα πότε κι ο προστάτης μας<br />το
χέρι του θα βάλη ο Δίας<br />και τα κεφάλια τους θα σχίση;<br />Στη χώρα μας η
πίστις ας γυρίση,<br />το δίκιο από τους άδικους ζητώ<br />κι ακούσετέ μου,
σεβαστές<br />του κάτω κόσμου εσείς Θεές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μα είναι νόμος, των αιμάτων οι
στάλες<br />που στο χώμα χυθούν να ζητούν κι άλλο αίμα<br />γιατί κράζει εκδίκησι ο
φόνος,<br />για να φέρη, από κείνους που χάθηκαν πριν,<br />άλλο πάθος στο πρώτο το
πάθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Αλλοίμονο, του κάτω κόσμου
βασιλιάδες,<br />δέτε, κατάρες παντοδύναμες<br />των σκοτωμένων,<br />δέτε και
ταποδέλοιπα των Ατρειδών<br />έρμα κι απελπισμένα, δίχως στέγη·<br />πού να στραφή,
θε μου, κανείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πάλι ραγίζει μου η καρδιά<br />νακούω
αυτά τα μοιρολόγια<br />και χάνω καθ' ελπίδα,<br />μαυρίζουν μου τα σωτικά<br />στα
λόγια που γρικώ·<br />μα όταν σε βλέπω πάλι ν' αντρειεύεσαι<br />το θάρρος μου
ξανάρχεται και διώχτει<br />το φόβο απ την καρδιά μου κατ' ανέμου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Πώς να τα πη κανείς σωστά; να πη
τις συμφορές<br />που πάθαμ' από κείνη που μας 'γέννα;<br />καλόπιανε τις όσο
θες,<br />μ' αυτές δεν είναι να μερέψουν·<br />γιατί είναι λύκος κακοτράχηλος<br />που
δεν μερεύει με τα χάδια<br />η λύσσα, που κρατώ της μάννας μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Άριον θρήνο εμοιρολόγησα<br />σε νόμο
Κισσιανής μοιρολογήτρας<br />κ' έβλεπες μαλλιοτράβηγμα και πάνω πανωτά<br />χέρι το
χέρι, εδώ και κει, να συχνοπέφτη <br />κι από τους χτύπους βούυζε<br />το βροντημένο
μου πανάθλιο το κεφάλι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Ωιμέ ωιμένα φόνισσα<br />κακούργα
μάννα!<br />σαν νάταν ξόδι ενός εχθρού<br />και δίχως νακλουθά ο λαός<br />την εκφορά
του βασιλιά του,<br />το βάσταξ' η καρδιά σου αθρήνητο<br />τον άντρα σου να
θάψης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Είπες την πάσα, ωιμέ, ατιμία
της<br />μα βέβαια και θα την πλερώση<br />την καταφρόνια του πατέρα μας·<br />πρώτα ο
θεός κ' έπειτ' αυτό<br />το χέρι το δεξί μου,<br />θα την σκοτώσω κι ας χαθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Το λείψανό του το ερεζίλεψαν,<br />μάθε
και τούτο ακόμα<br />κ' έτσι σ' αυτό το χάλι τόνε θάψανε,<br />τέτοια ατιμία
ανυπόφερτη<br />ζητόντας να κολλήσουν στη ζωή σου·<br />άκουσες του πατέρα σου
τάτιμα πάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Είδες την τύχη του πατέρα
μας·<br />κ' εγώ από μακριά εστεκόμουν<br />για τίποτε άξια, περιφρονημένη<br />σαν
δαγκανιάρικο σκυλλί<br />σ' ένα κατώι μαντρισμένη·<br />κλάιμα από γέλοια πιο
άτιμο<br />μ' ανέβαινε, και στα κρυφά<br />πολύθρηνη βογγούσα·<br />μα εσύ τα τόσα
πάκουσες<br />γράφε τα μες στο νου σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κι ας τριβελίσουνε τα δυο σου
αυτιά<br />τα λόγια αυτά και να κατασταλάξουν<br />στα ήσυχα βάθη της ψυχής
σου·<br />έτσι είναι όπως μας τάκουσες<br />κ' έχεις λαχτάρα να τα μάθης<br />και τώρα
πια μ' αλύγιστη<br />τη γνώμη τράβα εμπρός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Κράζω σου με το μέρος μας νάσαι,
πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και γω μαζί, στα δάκρυά μου
πνιγμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Με μια φωνή κ' εμείς όλες
μαζί,<br />άκου, σου κράζουμε κ' έβγα στο φως<br />και στάσου αντίκρυ στους εχθρούς,
δίπλα με μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Θαρθούν στα χέρια ο Άρης με τον
Άρη<br />κ' η Δίκη με τη Δίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Και σεις πια φέρτε τα, ω
θεοί,<br />όπως το δίκιο ορίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τρέμω π' ακούω αυτές σας τις
ευχές·<br />το τι θα γίνη στέκει από καιρό,<br />μ' άμποτε καθώς εύχεσθε
ναρθή.<br />Ωιμέν' αρρώστεια από γενιάς<br />και συμφοράς παράχορδη<br />πληγή
αιματωμένη·<br />ω πένθη βαρυστέναχτα κι αβάσταγα<br />και πάθος που δε λέει να
λουφάξη.<br />Γιατ' είν' η αρρώστεια ριζωμένη<br />στα σπίτια αυτά, κι όχι
παρμένη<br />απόξω απ' άλλους, μα απ των ίδιων<br />την έχθρα, που αίμα δε
χορταίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στις θεές του κάτω κόσμου αυτός ο ύμνος!<br />Μ'
ακούσετε μου, εσείς θεοί της γης,<br />αυτή μας την ευχή, και στα
παιδιά<br />στείλτε βοήθεια πρόθυμη για να νικήσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Πατέρα, που δεν πέθανες σα
βασιλέας,<br />δόσε να πάρω κατοχή των παλατιώ σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Τέτοια κ' εγώ παράκλησι κάνω,
πατέρα,<br />δος να σωθώ, μ' αφού τον Αίγιστο σκοτώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Κ' έτσι μόνο τα νόμιμα δείπνα θε
νάχης<br />της γης, αλλιώς, μες στους καλόδειπνους τους άλλους<br />νεκρούς, έμπυρα
κνισωτά θε να στερείσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Χοές κ' εγώ, στους γάμους μου, θε
να σου φέρω<br />απ' όλη μου των πατρικών σπιτιών την προίκα<br />και πρώτο απ' όλ'
αυτόν τον τάφο θα τιμήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Άφις τον, Γη, να βγη να ιδή τον
πόλεμό μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Κι ω Περσεφόνη, δόσε νίκη
ευτυχισμένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Θύμας πατέρα τα λουτρά που σε
σκοτώσαν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Θύμας και κείνο που εγκαινίασες το
δίχτυ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Σαν πιάστηκες στ' αχάλκευτά τους τα
πεδούκλια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Στ' άτιμα που σοφίστηκαν σκεπάσματά
τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Τέτοιες ντροπές δε σε σηκώνουνε,
πατέρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Δεν σηκώνεις τάχα ορθό το αγαπητό
κεφάλι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Καν στείλε στους δικούς τη Δίκη
σύμμαχό τους<br />κ' έτσι όμοια δος να λάβουνε ταπίχειρά τους,<br />αν θες μια που
νικήθηκες ναντινικήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Άκου κι αυτήν, πατέρα, τη στερνή
βουή μου·<br />μας βλέπεις τα πουλιά σου αυτά πάνω στον τάφο<br />κ' ελέησε του
γυιού τους θρήνους και της κόρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Και των Πελοπιδών το σπέρμ' αυτό μη
σβύσης,<br />γιατ΄ έτσι κι αν απέθανες δε θα πεθάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΛΕΚΤΡΑ<br />Αφού απ' αλήθεια ο πεθαμένος ζη και
μένει<br />στόνομα των παιδιώ, που σα φελλοί κρατούνε<br />απ' το βυθό το κλώστινο
του διχτυού νήμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Άκου, κ' είναι για σέν' αυτά τα
μοιρολόγια·<br />συ 'σαι που θα σωθής τα λόγι' αυτ' αν τιμήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μ' όλα τα δίκια σας αυτός ο πολύς
θρήνος,<br />τιμή του τάφου για την άκλαυτή του μοίρα·<br />και τώρα, μια που τη
βουλή σου έχεις στεριώση,<br />καιρός να δοκιμάζης στη δουλειά την τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Θα γίνη· μα δεν βλάβει ναρωτήσω
ακόμα:<br />πόθε και πώς να στείλη τις χόες; ποιος λόγος<br />να θυμηθή τώρα στερνά
ταγιάτρευτο κακό,<br />και πήε την άθλια χάρι σε νεκρό να στείλη,<br />που δεν
αιστάνεται; και γω δε ξέρω τι να πω<br />γι' αυτά τα δώρα· μα 'ναι πάντ' από το
κρίμα<br />μικρότερα· γιατ' όσους θησαυρούς κι αν δώσης<br />για το ένα το αίμα
πόχυσες, του κάκου ο κόπος·<br />λοιπόν, αν ξέρης, πες μου ό,τι ζητώ να
μάθω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ <br />Ξέρω, παιδί μου, τι 'μουν μπρος:
αλλαλιασμένη<br />απ' όνειρα και νυχτοπλάνητες τρομάρες<br />έστειλε αυτά τα δώρα η
άθεη η γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μη μάθατε και τόνειρο να μου το
πήτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Φαντάστηκε πως γέννησ' έναν όφιο
λέει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Κ' έπειτα τι; ποιο τέλος είχε
τόνειρό της;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Στα σπάργανα τον τύλιξε σαν να είταν
βρέφος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Τι ζήταε το νιογέννητο θεριό να
φάη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αυτή βυζί του πρόσφερε μες στόνειρό
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Και τάφησε το σερπετό ασπάραχτο
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τράβηξε με το γάλα της και κόμπον
αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Λοιπόν θα πη πως τόνειρο δε θάν'
του κάκου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κ' έκραξ' εκείνη από τον ύπνο
τρομαγμένη<br />και πλήθος φώτα, τυφλωμένα στο σκοτάδι,<br />ξανάφτουνε για χάρι της
μες στα παλάτια·<br />και στέλλει ευθύς τα νεκρικά τα δώρα ετούτα<br />θαρρόντας πως
μ' αυτά το κακό θα γιατρέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μα εγώ παρακαλώ τη Γη κι αυτό το
μνήμα<br />σε καλό τέλος τόνειρο να βγη για μένα·<br />κ' έτσι το κρίνω αλήθεια
νάναι ταιριασμένο:<br />Αφού απ την ίδια την κοιλιά βγήκε με μένα<br />και
κουλουριάστηκε στα σπάργανά μου ο όφης<br />κι άνοιξε στόμα στο βυζί που μ' έχει
θρέψη<br />κι ανάμιξε στο γάλα μου μια στάλα αίμα<br />κι έντρομη εκείνη ωλόλυξε γι'
αυτό το πάθος<br />πρέπει λοιπόν, ως τόθρεψε τάγριο το τέρας,<br />να ποθάνη με βιά·
και γω θα γίνω ο δράκος<br />καθώς το λέει και τόνειρο να τη σκοτώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ονειροκρίτη το λοιπόν γι' αυτά σε
παίρνω<br />κ' έτσι ας γενή· για τάλλα τώρα οδήγησέ με<br />τι έχει να κάμη ο ένας
κι ο άλλος να μην κάμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Απλός ο λόγος: πρώτ' αυτή να πάη
στο σπίτι,<br />και θέλω όσα μιλήσαμε κρυφά να μένουν,<br />κι όπως με δόλο
εσκότωσαν τον τίμιον άντρα<br />έτσι με δόλο να πιαστούν, και στα όμοια
βρόχια<br />να σκοτωθούν καθώς το πρόσταξε κι ο Φοίβος<br />ο άναξ Απόλλων, μάντις
αψευδής ως τώρα.<br />Λοιπόν ντυμένος στην εντέλεια ωσάν ξένος<br />θα πάω μ' αυτόν
εδώ που βλέπεις τον Πυλάδη<br />στην πόρτα της αυλής σα φίλος σπιτικός
των,<br />όπου κ' οι δυο, σαν νάμαστ' απ τα μέρη τάχα<br />του Παρνασού, θα κρένομε
τη γλώσσα εκείνη<br />δίνοντας προφορά Φωκέικια στη φωνή μας·<br />πρόθυμοι βέβαια
οι θυρωροί δε θα μας 'νοίξουν<br />γιατί δαιμόνου πείραξι βαστάει το σπίτι·<br />μα
εμείς εκεί θα μείνουμε, ώσπου περνόντας<br />από κει κάποιος μας ιδή κ' έτσι
μιλήση:<br />«Γιατί ναφήνη τον ικέτη έξω απ την πόρτα<br />ο Αίγιστος, αν είναι μέσα
και το ξέρη;»<br />Μ' αν θα περάσω μια της πόρτας το κατώφλι<br />και νάβρω εκείνον
στου πατέρα μου το θρόνο,<br />ή και κατόπι βγη μπροστά μου και σηκώση<br />τα μάτια
καταπάνω μου — να το γνωρίζης,<br />πριν να προφτάση να μου πη «πούθεν ο
ξένος;»<br />νεκρό με μια γοργή σπαθιά σου τον ξαπλώνω.<br />Κ' η Ερινύα, που δεν
της λείβουνται σκοτώσια,<br />τρίτο ποτήρι θε να πιή άκρατον αίμα.<br />Εσύ λοιπόν
το νου σου νάχης μες στο σπίτι,<br />για νάρθουν όλα βολικά τόνα με τάλλο·<br />και
σεις διακριτικιά τη γλώσσα να κρατάτε,<br />λέγοντας όσα πρέπει κι όσα μη
σιωπόντας.<br />Για τάλλα, τον θεόν καλώ να τα φροντίση<br />που μ' άμπωσε σ' αυτούς
τους φονικούς αγώνες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span></i><span style="font-size: 16pt;"><br />Θρέφει κ' η γη πολλές<br />σκιάχτρων φριχτών
τρομάρες,<br />οι αγκαλιές της θάλασσας<br />τέρατ' ανθρωπομάχα βράζουν·<br />κι
ανάμεσα γης κι ουρανού<br />φωτιές επάνωθέ μας 'γγιάζουν.<br />Πετούμενα και
στεριανά<br />έχουν να πουν<br />τις άγριες μπόρες σαν μανιάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα ποιος θα πη του αντρός<br />τη δίχως όρια
τόλμη<br />και των ξωφρένων γυναικών<br />τις άγριες αγάπες,<br />που μες στις
συμφορές μας βόσκουν;<br />Ο θηλυκός ο έρωτας,<br />ο ανέρωτας, που δε
λογιάζει<br />ταντρογυνοζευγάρωμα,<br />θηρία και μπόρες παρομοιάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ας μάθη ναναθυμηθή<br />όποιος το νου δεν
έχει κούφιο,<br />το τι σοφίστηκε η πανάθλια<br />κακούργα μάννα, του Θεστίου η
κόρη,<br />που πήε να κάψη το δαυλό<br />το συνομήλικο του γυιού της,<br />που αφόντας
απ' τον κόλφο της<br />πέφτοντας εκελάδησε, η ζωή του<br />ήταν δεμένη όλη μ'
αυτόν<br />ως τη μοιρόγραφτή του μέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ανάθεμα την άλλη που ιστορούν<br />την κόρη
την κακούργα,<br />που χάλασε τον ίδιο τον πατέρα της<br />για έναν εχθρό, γιατί το
νου της<br />ξεσήκωσαν τα κρητικά<br />του Μίνου δώρα, τα χρυσά γιορτάνια,<br />κ'
έκοψε Νίσου του πατέρα της<br />που αξέγνοιαστα εκοιμόνταν<br />την τρίχα, η σκύλλα,
την αθάνατη<br />κι άρπαξε τη ψυχή του ο χάρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτο λογιέται μέσα σ' όλα τα κακά<br />της
Λήμνου, κ' έχουν να το λένε<br />με σιχαμό το πομπιασμένο,<br />τόσο που και την
ίδια συμφορά<br />«Λημνία» της έχουν όνομα δοσμένο·<br />από ένα κρίμα
θεομίσητο<br />κάθε καμάρι ανθρώπινο πάει χαμένο·<br />γιατ' ό,τι εχθρεύουνται οι
Θεοί κανείς δεν προσκυνά·<br />σε τι δεν έχω δίκιο απ' όλα αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μια που πάθη ανήμερα μελέτησα,<br />δεν έχει
εδώ τον τόπο του και τούτων των σπιτιών<br />τάνομο το ζευγάρωμα το
ξορκισμένο,<br />κι ο άπιστος δόλος του γυναίκειου της μυαλού<br />για άντρα
πολεμιστή αρματοζωσμένο<br />για άντρα που τούχαν ως κ' οι εχθροί του
σέβας;<br />και να ψηφώ σπιτιών αθέρμαντη γωνιά,<br />την άναντρη εξουσία μιας
γυναίκας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της Δίκης στέκουν τα θεμέλια στερεά<br />και τον
χαλκό από πριν δουλεύει η Μοίρα<br />που φτιάνει τα σπαθιά·<br />και μες στα σπίτια
μπάζει το παιδί<br />των αρχαίων αιμάτων, για να εκδικηθή<br />με τον καιρό το
κρίμα<br />η δοξαστή βαθύβουλη Ερινύς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το κοφτερό πικρότατο σπαθί<br />κοντά στο ψυχικό
τη δίνει<br />πέρα και πέρα τη λαβωματιά του<br />σε κείνον, που στα πόδια του
πατεί<br />ανίερα κι άνομα τη Δίκη<br />και δεν ψηφάει το σεβαστό<br />του Δία το νόμο
ταθανάτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Παιδί, αι παιδί, άκω η αυλόπορτα
βροντάει,<br />ποιος είναι μέσα; αι παιδί, ματά σου κράζω·<br />νά, που φωνάζω τρεις
φορές για να βγη κάποιος<br />αν είν το σπίτι του Αίγιστου ανοικτό στον
ξένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΟΥΛΟΣ<br />Καλά. Ακούω. Ποιος και πούθεν είν' ο
ξένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Δόσε στ' αφεντικά σου είδησι, όπου
ήρθα<br />ξάργου γι' αυτούς κάτι μαντάτα να τους φέρω — <br />και βιάσου, γιατί
βιάζεται θωρείς κ' η νύχτα<br />με τα μαύρα της τάλογα, κ' οι στρατολάτες<br />ώρα
να ρίξουν άγκυρα σε κάποιο χάνι — <br />πες νάρθη εδώ η νοικοκερά έξω στην
πόρτα<br />του παλατιού· μα πιο καλά θα ταίριαζε άντρας,<br />γιατ' η ντροπή δεν
κάνει σκεπαστά τα λόγια<br />πόχει να πη και θαρρετά τα λέει ο άντρας<br />στον
άντρα κ' έτσι καθαρά τα ξεδιαλύνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Λέγετε, ξένοι, ότι
χρειάζεσθε· γιατί όλα<br />υπάρχουν όσα πρέπει τέτοιο σπίτι νάχη,<br />θερμά λουτρά
κι ανάπαψι του κουρασμένου,<br />κρεββάτι και δικαίων ματιών η παρουσία·<br />αν
όμως σπουδαιότερη σας φέρνη ανάγκη<br />αυτό 'ναι των άντρων δουλειά κ'
ειδοποιούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ξένος είμαι, Δαυλιώτης από τη
Φωκίδα·<br />καθώς ξεκίναγα για τ' Άργος, φορτωμένος<br />τα πράματά μου μόνος μου,
έτσι όπως ήρθα,<br />μ' εσίμωσ' ένας, που δε γνώριζα — κατόπι<br />τόμαθ' απ την
κουβέντα: Στρόφιος Φωκιδιώτης — <br />κι αφού για πού με ρώτησε κ' είπε και
κείνος<br />μου λέει «αφού έτσι κ' έτσι, ξένε, πας για τ' Άργος,<br />θύμας να πης
για τον Ορέστη στους γονιούς του<br />πως πέθανε· και κοίταξε μην ταμελήσης·<br />κ'
είτε κρίνουν εκεί να στείλουν να τον πάρουν,<br />είτ' εδώ να ταφή ξένος κ' έρμος
στα ξένα,<br />μας λες στο γυρισμό σου τις παραγγελιές των·<br />τώρα το χάλκινο
λεβέτι στα πλευρά του<br />κρύβει του νιου, που καλά κλάψαμε, τη στάχτη».<br />Είπα
εγώ κείνα πάκουσα· τώρα δεν ξέρω<br />αν τάπα σ' όποιους έπρεπε και σε δικούς
του,<br />μα βέβαια πρέπει να το μάθουν οι γονιοί του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Ωιμέ, ποιος κατακέφαλα χαμός
μας βρήκε!<br />Ω ανίκητη των παλατιών αυτών κατάρα,<br />πόσο πολλά, καλά
καθούμενα, μακρυάθε<br />μ' αλάθευτες ματίζεις σαϊτιές και βρίσκεις!<br />όλους μου
απομαδάς τους φίλους της τρισάθλιας·<br />και τώρα ο Ορέστης, πούχε την καλή την
τύχη<br />νάν' έξω απ την κατάρατην αυτή τη λάσπη,<br />η μόνη ελπίδα πόμενε να μας
γιατρέψη<br />απ το καλό μας χαροκόπι — πάει τανέμου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Εγώ σε ξένους τόσο
καλοτυχισμένους<br />από καλύτερη αφορμή να γνωριζόμουν<br />θάθελα και στο σπίτι
τους να φιλευόμουν·<br />γιατί ποιος το καλό του ξένου του δε θέλει;<br />όμως
αμάρτημα θα τόχα στη ψυχή μου<br />σε φίλους τέτοιο πράμα να μη φανερώσω,<br />μια
πόδωκα το λόγο μου και με φιλεύουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Δε θάχης από μας πιο λίγο απ'
ότι αξίζεις<br />κι ουδέ πιο λίγο φίλος του σπιτιού θα γένης·<br />τ' όμοιο ένας
άλλος θάρχονταν τα νέα να φέρη.<br />Μα είναι καιρός οι ξένοι, που όλη την
ημέρα<br />σε δρόμο επέρασαν μακρύ, ναναπαυθούνε·<br />οδήγησέ τον στο φιλόξενο
ανδρωνίτη<br />κι αυτόν που τον ακολουθεί το σύντροφό του·<br />και να φροντίσης
τίποτε να μην τους λείψη,<br />γιατί με σένα, ξέρε το, θάχω να κάμω.<br />Κ' εγώ
στον άρχοντα του παλατιού θα φέρω<br />την είδησι· και δόξα ο Θεός έχομε
φίλους<br />για να σκεφθούμε όσο γι' αυτά που μας ευρήκαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Λοιπόν πότε, γυναίκες πιστές του
σπιτιού,<br />θενά δείξομ' εμείς<br />των ευχών μας τη δύναμι για τον Ορέστη;<br />Ω
γη σεβαστή και χώμα ιερό<br />του τάφου του τώρα κρατεί το κορμί<br />βασιλιά του
στολάρχου,<br />τώρ' απάκουσε τώρα βοήθεια ναρθής,<br />γιατί τώρα καιρός να
κατέβουν μαζί<br />η δολία η Πειθώ και ο νύχτιος Ερμής<br />να επιβλέψουν σ'
αυτές<br />των σπαθιών τις σκληρόψυχες μάχες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Κάτι κακό μου φαίνεται σκαρώνει
ο ξένος·<br />βλέπω του Ορέστη τη βυζάστρ' αυτή κλαμμένη·<br />για πού πηγαίνεις,
Κίλισσα, έξω απ τις θύρες<br />και λύπη, ακόλουθο άμισθο, σέρνεις μαζί σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Τον Αίγισθο η βασίλισσα πρόσταξε
αμέσως<br />να τρέξω για τους ξένους που ήρθαν να καλέσω,<br />για νάρθη και πιο
ξάστερα σαν άντρας πούναι<br />το νέο αυτό το μήνυμα καλοεξετάση.<br />Και μπρος
στους δούλους κάνοντας τη λυπημένη<br />κρύβει μες στα πικρά της μάτια τη χαρά
της,<br />για την καλή τη συντυχιά, που ήρθε για κείνη,<br />μα συμφορά τρισάμοιρη
γι' αυτό το σπίτι,<br />απ' το σωστό το μήνυμα που οι ξένοι εφέραν.<br />Α! πως θα
ευφράνη βέβαια τη ψυχή του εκείνος<br />σα μάθη αυτή την είδησι, αλλοίμονό
μου!<br />πόσο οι παλιές και τόσες συμφορές που ετύχαν<br />αβάσταγες μες στα
παλάτια αυτά του Ατρέα<br />μου σπάραξαν τα σωτικά μέσα στα στήθια!<br />μα άλλη μια
τέτοια δε δοκίμασα ως τα τώρα,<br />γιατί με υπομονή τα τράβηξα όλα τάλλα·<br />μα
τον Ορέστη, της ψυχής μου γλυκειάν έγνοια,<br />π' από μάννας κοιλιά δέχτηκα κ'
έθρεψά τον — <br />πόσα ξενύχτια ορθή στο πόδι απ τις φωνές του<br />και πόσα βάσαν'
ανωφέλευτα για μένα<br />δεν πέρασα! γιατί σαν δεν αιστάνεσαι, είσαι<br />σα ζώο,
που πρέπει με το νου κανείς να βρίσκη<br />ό,τι χρειάζεται, και μες στα σπάργανά
του <br />το βρέφος δε μιλεί για να σου πη αν έχη<br />ή πείνα ή δίψα ή άλλη προς
νερού του ανάγκη,<br />μα μόνη της δουλεύεται η κοιλιά του βρέφου.<br />Εγώ όλ' αυτά
τα πρόβλεπα, μα πάντα βέβαια<br />γελιόμουν και πολλές φορές κ' έπρεπε
τότε<br />πλύστρα μαζί λουτράρισα και βάγια νάμαι·<br />κι αυτές επάνω μου έχοντας
τις διπλές τέχνες<br />του ανάθρεψα του βασιλιά μας τον Ορέστη·<br />τώρα μαθαίνω η
άμοιρη το θάνατό του!<br />και πάω να 'βρω αυτόν πόχει ρημάξει τούτα<br />τα σπίτια·
αχ, τι χαρά θα κάμη σαν το ακούση!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Και πώς του παραγγέλνει νάρθη
ετοιμασμένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Τι πώς; ξηγήσου καθαρώτερα να
νοιώσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τάχα με τους στρατιώτες του, ή
μοναχός του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Μαζί και δορυφόρους του μηνάει να
πάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Λοιπόν αυτό μην του το πης, αν του
έχης έχθρα,<br />αλλά μόνος ναρθή, μην έμπη σε υποψία,<br />πες του το γρηγορότερο,
χαρούμενη έτσι·<br />σαν θέλη κάνει ο μηνυτής το στραβό ίσιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Τάχεις σωστά; κατόπι απ' αυτά τα
νέα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μ' αν τέλος θέλη ο Ζευς ναλλάξη πια
την τύχη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Και πώς; ο Ορέστης, των σπιτιών η
ελπίδα, πάει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ακόμη! όποιος το πη μάντις κακός θε
νάταν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Τι λες; μη ξέρεις τίποτε χώρια 'πό
τάλλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πήγαιν' εκεί που σ' έστειλαν, το
χρέος σου κάμε<br />και για όσα γνοιάζεται ο θεός την έγνοια του έχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΥΖΑΣΤΡΑ<br />Τραβώ και καταπώς μ' ορμήνεψες θα
πράξω,<br />κι' άμποτ' ο θεός ότι 'ν' το πιο καλό ας μας δίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span></i><span style="font-size: 16pt;"><br />Τώρα σου δέομαι, των Ολύμπιων<br />θεών πατέρα
Δία,<br />εμείς που λαχταρούμε το καλό μ' ευλάβεια, <br />δόσε να δούμε αλήθεια
ευδία·<br />το δίκιο η κάθ' ευχή μας σου ζητά,<br />εσύ να τον φυλάγης, Δία.<br />Ναι,
κάμε, ω Δία, νικητής,<br />μες στα παλάτια, των εχθρών να γίνη<br />κι αν τον υψώσης
συ τρανό,<br />διπλή τριπλή την οφειλή<br />πρόθυμα θα σου δίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φίλου σου ανθρώπου ταρφανό<br />πουλάρι, γνώριζέ
το,<br />σ' έν' άρμα συμφορών εζεύχτηκε<br />και στο τρεχιό του βάλε συ ένα
μέτρο·<br />ποιο βήμα τρέχοντας με τόση ορμή<br />σ' έδαφος τέτοιο να φυλάη το
μέτρο;<br />Ναι, κάμε, ω Δία, νικητής,<br />μες στα παλάτια, των εχθρών να
γίνη<br />κι αν τον υψώσης συ τρανό,<br />διπλή τριπλή την οφειλή<br />πρόθυμα θα σου
δίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και σεις, που μέσα στο παλάτι,
τάδυτα<br />χαίρεσθε με τα πλούτη τα φαιδρά των,<br />ακούστε μας, ομόγνωμοι
θεοί,<br />και με την νέα στερνήν εκδίκησι<br />των πρωτινών ξεπλύνετε το αίμα
κριμάτων^<br />και πια εδώ μέσ' ας μη ακλουθήση<br />ο γέρος φόνος να
γεννοβολήση.<br />Συ που την τρίσβαθη σπηλιά<br />την ώριαν έχεις κατοικία,<br />κάμε
το σπίτι τούτο ναναβλέψη<br />και λαμπρό φως ελευθεριάς<br />να δη με μάτια
χαρωπά<br />μες απ τη σκοτεινή του σκέπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι άμποτ' ο Ερμής, της Μαίας ο γυιός,<br />κ'
είναι το δίκιο — χέρι να του δώση,<br />γιατ' είν' ο μόνος οπού δύνεται<br />μια
πράξι αν θέλη να καταβοδώση·<br />κάτι σαν αίνιγμα θα πω:<br />στα μάτια και τη
νύχτα σκότος χύνει<br />και την ημέρα πιότερο φως δεν αφίνει.<br />Συ που την
τρίσβαθη σπηλιά<br />την ώριαν έχεις κατοικιά,<br />κάμε το σπίτι τούτο
ναναβλέψη<br />και λαμπρό φως ελευθεριάς<br />να δη με μάτια χαρωπά<br />μέσ απ τη
σκοτεινή του σκέπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τότε πια φανερά<br />θα διώξω φόβους
μακριά<br />και με γυναίκεια τραγούδια<br />φαιδρό θα στήσω χορό,<br />και όχι στριγγά
μοιρολόγια<br />θε να κινήσω να πω·<br />πλέομε πρίμα, δική μου χαρά,<br />μακριά απ
τους φίλους η συμφορά.<br />Και συ με θάρρος σαν έρθη<br />του έργου η ώρα κι
ακούσης<br />να σου φωνάζη «παιδί μου! » <br />τόνομα πες του πατέρα σου<br />και
τάψογο τέλειωνε κρίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σαν του Περσέα καρδιά<br />κάμε στα στήθη
σκληρά<br />και για τους φίλους που κάτω<br />κ' επάνω είναι στη γης<br />ξόφλησε
τέλος το χρέος<br />της άτιμής του σφαγής,<br />να τρέξη το αίμα του μέσα
ρονιά<br />και να ξεκάμης άθλιο φονιά.<br />Και συ με θάρρος σαν έρθη<br />του έργου η
ώρα κι ακούσης<br />να σου φωνάζη «παιδί μου! »<br />τόνομα πες του πατέρα
σου<br />και τάψογο τέλειωνε κρίμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ<br />Μήνυμα μόστειλαν κι ακάλεστος δεν
ήρθα·<br />καινούριαν είδησι έμαθα πως κάποιοι ξένοι<br />ήρθαν απόξω κ' έφεραν,
όπου καθόλου<br />δεν είν' ευχάριστη, το θάνατο του Ορέστη·<br />και τούτο ακόμη να
μας βρη, γι' αυτό το σπίτι·<br />θα είταν αιματοστάλαχτη πληγή, στις πρώτες<br />που
ακόμα δεν εκλείσανε και μας πονούνε·<br />πώς είναι τάχα και σωστά να το
πιστέψω;<br />ή λόγια γυναικών που τόχουν να φοβούνται,<br />μαζώματα του ανέμου και
στο βρόντο σβύνουν;<br />τι έχεις να πης γι' αυτά και μένα να φωτίσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Τακούσαμε και μεις μα κάλλιο να
περάσης<br />μέσα και να ξετάσης μόνος σου τους ξένους·<br />γιατί καμιά το μήνυμα
δεν έχει αξία,<br />όσο αν τα μάθης απ' αυτούς τα πάντα ο ίδιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ<br />Θέλω να ιδώ και νανακρίνω αυτό το
ξένο<br />αν είτανε παρών που πέθανε κοντά του,<br />ή αν έτσι τόχει απ' ακουστά,
λόγια τ' αέρα·<br />εμένα μάτια έχει ο νους και δε γελιέμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ω Δία, ω Δία, τι να πω κι από
πού<br />ναρχινήσω ευλογίες να λέω κ' ευχές<br />και πώς λέγοντας πέρα να
βγάλω<br />όσα θέλ' η καρδιά μου γι' αυτόν;<br />Γιατί έφθασ' η ώρα ταντρόφονα
ξίφη<br />με την κόψι βαμμένη στο αίμα,<br />ή για πάντα τα σπίτια του
Ατρείδη<br />από πρόσωπο γης ναφανίσουν,<br />ή φως και φωτιά για τη
λευτεριά<br />στους βωμούς μας επάνω ν' ανάψη<br />και στα χέρια του πίσω τα σκήπτρα
να πάρη<br />και τους πατρικούς θησαυρούς του.<br />Τέτοιο αγώνα μονάχος του έφεδρος
έχει<br />ο ανδρείος Ορέστης με δύο να παλέψη<br />κι ο θεός πια ας του δίνη τη
νίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Φωνή από μέσα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώι, ώι, συμφορά μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Άκου, άκου· πώς νάγινε;<br />πώς το
πράμα να τέλειωσε μέσα;<br />Μ' ας τραβηχτούμε κι ότι νάναι παίρνει τέλος,<br />για
να μην πέση επάνω μας καμιά υποψία <br />όσο γι' αυτά· γιατ' έχει πια κριθή ο
αγώνας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΟΥΛΟΣ<br />Αλοί και πάλι αλοίμονο! πάει ο
αφέντης<br />και τρεις φορές αλοίμονο ξανά φωνάζω·<br />τέλειωσε πάει ο Αίγισθος·
ανοίξετέ μας<br />ευτύς αμέσως· ξεμπαρώσετε τις πόρτες<br />του γυναικείου· μα εδώ
χρειάζεται άντρας κι άντρας,<br />όχι γι' αυτόν, τι τόφελος; πάει δουλειά του . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε, σεις, ε σεις!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βροντώ σε κουφού πόρτα κι άγνοιαστοι
κοιμούνται·<br />του κάκου κράζω· πούν' η Κλυταιμνήστρα, πούναι;<br />Μα θαρρώ τώρα
κρέμεται κοπίδι επάνω<br />στο σβέρκο της να πέση δίκια χτυπημένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Τι τρέχει; τι 'ν' αυτή που
σήκωσες η αντάρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΟΥΛΟΣ<br />Το ζωντανό σκοτώνουν, λέω, οι
πεθαμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Ωιμέ!<br />κατάλαβα τι παν να
πουν τα αινίγματά σου<br />καθώς με δόλο εσφάξαμε και θα σφαγούμε·<br />μα ένα
μπαλτά ας μου δώσουν γρήγορ' αντροφόνο,<br />να δούμε αν θα νικήσομε ή θα
νικηθούμε,<br />αφού ως εδώ κατάντησε νάρθη το πράμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Σένα και 'γω ζητώ· όσο γι' αυτόν,
καλά ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Ωιμένανε! νεκρός, Αίγισθε
φίλτατέ μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Τον αγαπάς αυτόν; λοιπόν στον ίδιο
τάφο<br />μαζί, δε θα τον χωριστής νεκρόν ποτέ σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Στάσου, παιδί· και ντράπου
καν ετούτο, γυιέ μου,<br />το στήθος, που πολλές φορές σ' αυτό
υπνωμένος<br />άρμεξες με τα γούλια σου θραψερό γάλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Πυλάδη, τι να κάνω; πώς να σφάξω
μάννα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΥΛΑΔΗΣ<br />Πού είναι λοιπόν οι επίλοιποι
χρησμοί του Φοίβου<br />απ τους Δελφούς κ' οι ορκοδεμένες συμφωνίες;<br />πιο φίλο
απ' τους θεούς κανένα μη νομίζης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Κρίνω πως έχεις δίκιο και σωστά
ορμηνεύεις·<br />ακλούθα μου· δίπλα του θέλω να σε σφάξω·<br />και ζώντας τον
προτίμησες απ τον πατέρα,<br />κοίμου λοιπόν πλάι του νεκρή, αφού
αγαπούσες<br />αυτόν και κείνον, που είταν ναγαπάς, μισούσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Σ' έθρεψα εγώ, μαζί σου θέλω
να γεράσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μαζί μου, του πατρός μου φόνισσα,
να ζήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Η μοίρα, γυιέ μου, σ' όλ'
αυτά είν' η αιτία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Λοιπόν η μοίρα ετοίμασε κι αυτόν το
φόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Παιδί μου, δεν ψηφάς διόλου
κατάρες μάννας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Στη δυστυχία μ' εγέννησες για να με
ρίξης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Σε χέρια φιλικά μονάχα σε
είχα ρίξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ελεύθερος εγώ, πουλήθηκα έξω
σκλάβος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Και πού 'ναι η πλερωμή που
δέχτηκα για σένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ντρέπομαι φανερά και τούτο να σου
βρίσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Μη, μόνον πες και τάδικα και
του πατρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ.<br />Μην κρίνης το ξωμάχο εσύ, που
μένεις σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Τρώει τις γυναίκες ο καϋμός
του αντρός να λείπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μέσα στα σπίτια αυτές, του αντρός
τις θρέφει ο κόπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Τόχεις το βλέπω απόφασι να με
σκοτώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Συ, κι όχι εγώ, τον εαυτό σου θα
σκοτώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Φυλάξου από τις μάννας σου
τις άγριες σκύλλες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Κι απ του πατέρα μου, πώς θα σωθώ
αν σ' αφήσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Θαρρώ του κάκου ζωντανή κλαίω
μπρος στον τάφο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Σου ορίζει αυτό το θάνατο του
αντρός σου η μοίρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ<br />Ωιμένα, εγώ τον γέννησα κ'
έθρεψα φίδι·<br />ω πόσο αληθινός του ονείρου βγήκε ο φόβος!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Σκότωσες τόν δεν έπρεπε· και τ'
όμοιο πάθε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ<br />Σπλαχνίζομαι κι αυτών των δυο
τη μαύρη μοίρα·<br />μ' αφού στα τόσα τα αίματα έβαλεν άκρη<br />ο άθλιος ο Ορέστης,
πιο καλά τουλάχιστο έχω<br />να μη χαθή για πάντα του σπιτιού το μάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span></i><span style="font-size: 16pt;"><br />Ήρθε στους Πριαμίδες η Δίκη με καιρό<br />βαρύδικη
ποινή·<br />ήρθε και στο παλάτι του Αγαμέμνονος<br />διπλό λιοντάρι, Άρης
διπλός·<br />πέρα για πέρα τόβγαλεν<br />ο εξόριστος, που ανάγγειλε η Πυθώ<br />και
την ορμή του ωδήγησεν η γνώμη των θεών.<br />Τραγούδια ψάλλετε χαράς<br />που
γλύτωσε ταρχοντικό το σπίτι και το βιoς<br />από τα νύχια της φθοράς,<br />από τους
δυο ιερόσυλους — κακό τους ριζικό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήρθε κι ο που της μάχης γνοιάζεται της
κρυφής<br />τη δολερή ποινή·<br />και τούπιασε το χέρι στη μάχ' η αληθινή<br />του Δία
η κόρη — Δίκη εμείς<br />το βρήκαμε με πιτυχιά<br />τόνομα που της δίνομ' οι
θνητοί,<br />και που έχθρα πνέει θανάσιμη για όσους της είν' εχθροί.<br />Τραγούδια
ψάλλετε χαράς<br />που γλύτωσε ταρχοντικό το σπίτι και το βιος<br />από τα νύχια της
φθοράς,<br />από τους δυο ιερόσυλους — κακό τους ριζικό.<br />Εκείνα που ο Λοξίας,
από τον Παρνασό,<br />πόχει το μέγα σπήλαιο στης γης τον ομφαλό,<br />εμάντευσε,
τους βρήκαν<br />για το άπιστό τους κρίμα πόγινε χρονιακό·<br />ποτέ η θεία η
δύναμις<br />δε βοηθάει κακούς·<br />δόξα στη δικαιοσύνη της ψηλά στους
ουρανούς.<br />Τέλος μπορείς να δης το φως και των σπιτιών<br />βγήκε ο ζυγός ο
βαρύς.<br />Σήκω παλάτι ορθό· πάρα πολύν καιρό<br />χαμωπεσμένο στη γης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ταχιά ο Καιρός, που σ' όλα βάζει τέλος,<br />την
όψι θε ναλλάξη κι αυτών των παλατιών,<br />όταν το μίασμα ξορκιστή<br />απ τη γωνιά
με καθαρμούς, που διώχτουν το κακό·<br />κ' η τύχη ιλαροπρόσωπη γυρνάει κατά
μας<br />νακούη που θενά ψάλλομε:<br />«ο ξένος που σπιτώθηκε καιρός να βγη
απεδώ».<br />Τέλος μπορείς να δης το φως και των σπιτιών<br />βγήκε ο ζυγός ο
βαρύς.<br />Σήκω παλάτι ορθό· πάρα πολύν καιρό<br />χαμωπεσμένο στη γης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Ιδέτε τους διπλούς της χώρας μας
τυράννους<br />φονιάδες του πατρός μου και ξεσπιτωτήδες·<br />ομόγνωμοι είχαν και
σαν κάθονταν στο θρόνο,<br />φίλοι και τώρα, όπως μπορείς να συμπεράνης,<br />στη
συμφορά τους και πιστοί στον όρκο που είπαν^<br />γιατ' είχαν συμφωνήση μ' όρκο να
σκοτώσουν<br />τον άθλιο τον πατέρα μου και ναποθάνουν<br />κ' οι δυο μαζί — και
κράτησαν καλά τον όρκο.<br />Και ιδέτε ακόμα, οι μάρτυρες των κακών τούτων,<br />τη
μηχανή τους, δέσιμο του αθλίου πατρός μου,<br />τα χεροπέδουκλα και τα ποδόλουρά
του·<br />ξεδίπλωστέ το κι ολοτρόγυρα στεκόντας<br />δείχτε το ανθρωποδόκανο, να ιδή
ο πατέρας,<br />όχι ο δικός μου, μα που όλ' αυτά επιβλέπει,<br />ο Ήλιος, της
μητέρας μου τανόσια έργα,<br />για νάναι μάρτυρας στη δίκη μου μια μέρα<br />πως με
το δίκιο μου έπραξα τούτο το φόνο<br />της μάννας μου — γιατί του Αιγίσθου ούτε
τον λέω· <br />έχει τη δίκη ο ατιμαστής, που θέλει ο νόμος·<br />μα αυτή που το
θεομίσητο κακό εσοφίστη<br />για τον άντρα, που βάσταξε κάτου απ τη ζώνη<br />το
βάρος των παιδιώνε του, γλυκό της βάρος<br />έναν καιρό, μα τώρα, ως δείχνει,
μισημένο,<br />πώς την νομίζεις; σμέρνα ή αμβίσβαινα, που μόνου <br />να 'γγίξη
κάποιο εσάπισε κι αν δεν δαγκώση;<br />τι να την πω και στο σωστό να μη
αστοχήσω;<br />βροχόλουρα θεριού; ή σκέπασμα ως τα πόδια<br />ενός νεκρού στον
κράβατο; μα βέβαια δίχτυ<br />και βρόχια να την πης μπέρδεμα για τα
πόδια.<br />Τέτοιο και νάχε ένας ληστής, τρόμος των ξένων,<br />που έχει για ζήση
την κλεψιά, με τέτοιο δόλο<br />πολλούς σκοτώνοντας, χρυσές δουλειές που
θάχε!<br />Παρά τέτοια συντρόφισσα στο σπιτικό μου<br />κάλλιο άκλερος ας δώσουν οι
θεοί να σβύσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Αλλοίμονο, τι φοβερά κακά!<br />τον
βρήκε θάνατος φριχτός·<br />μα και για κείνον πάργησεν, ιδού,<br />ανθίζει τώρα η
συμφορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Έπραξεν ή δεν έπραξε; μάρτυραν
έχω<br />το έντυμ' αυτό, πόβαψε του Αίγισθου το ξίφος·<br />σημάδι κ' οι πολυκαιρνές
του αιμάτου οι βούλλες,<br />που πολλά χρώματα έφθειραν από τα ξόμπλια·<br />τώρα
εγκωμιάζω το έργο μου και τώρ' αμέσως<br />το κλαίομαι πάλι, κ' ενώ λέω αυτό το
ρούχο<br />του πατρός μου φονιά, τα κρίματα πονιούμαι,<br />τα πάθη μας κι όλη μας
τη γενιά — κρατόντας<br />ταζήλευτα μιάσματα μιας τέτοιας νίκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Κανείς άνθρωπος δίχως κακό τη ζωή
του<br />ως το τέλος αζημίωτος δε θα περάση,<br />αλλοί του!<br />τώρα η μια συμφορά,
κ' η άλλη αμέσως θα φτάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Μα για να μάθης — γιατί που θα βγη
δεν ξέρω,<br />κι όξω απ τον ίσιο δρόμο σαν πως να με τρέχουν<br />ταλόγατα, γιατί
με σέρνει αθέλητά μου<br />που δεν ακούει γκέμι ο νους, και στην καρδιά
μου<br />έτοιμη κοντοστέκ' η μάνητα να ψάλη<br />κι απίκου από το φόβο της να
ορχιέται εκείνη —<br />μα όσο που ακόμα είμαι καλά, στους φίλους λέω<br />και
διαλαλώ πως σκότωσα, μα με το δίκιο,<br />τη μάννα μου τη φόνισσα και θεών
κατάρα·<br />κι αυτής της τόλμης την αποθυμιά καυχιούμαι<br />πως μόβαλε ο
πυθόμαντις Λοξίας, που μούπε<br />όξω από κάθε φταίξιμο θάμαι αν το πράξω<br />κι αν
ταμελήσω — δεν το λέω το τι θα πάθω,<br />ουδ' είν να βάλη ανθρώπου νους τις
συμφορές μου·<br />και με βλέπετε τώρα πως ετοιμασμένος<br />μ' αυτούς τους κλώνους
της ελιάς και τα στεφάνια<br />θα φτάσω στο μεσόμφαλο ιερό του Φοίβου,<br />τάσβυστο
φέγγος της φωτιάς καθώς το λένε,<br />απ το συγγενικό διωγμένος αίμα, κι
ούδε<br />σ' άλλο βωμό να σύρω μ' άφησε ο Λοξίας.<br />Γι' αυτό σας θέλω μιαν ημέρα
όλ' οι Αργείτες<br />πως με ηύραν τούτα τα κακά να μαρτυράτε·<br />μα εγώ πλανήτης
ξένος και χωρίς πατρίδα<br />ζωντανός και νεκρός τόνομ' αυτό θαφήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Μα όλα καλά 'ναι, και στο στόμα σου
μην παίρνης<br />λόγια κακομελέτητα και γλωσσοτρώεσαι·<br />ξεσκλάβωσες τη χώρα πάσα
των Αργείων<br />πόκοψες τολμηρά των δυο φιδιώ την κάρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Α, α!<br />Πιστές μας δούλες, να τες
κείνες σα Γοργόνες<br />σταχτόμαυρα ντυμένες, πλοκαμοζωσμένες<br />μ' αρμαθιές
φίδια· δε μπορώ πια να βαστάξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Ποιες φρεναπάτες πολυαγάπητε σε
δέρνουν;<br />Θάρρος· κι ας μη σε παρακυριεύει ο φόβος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Δεν είναι φρεναπάτες των ματιών μου
ετούτες,<br />μα οι οργισμένες, φανερά, σκύλλες της μάννας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Γιατί 'ν' νωπό το αίμα των χεριώ σου
ακόμα<br />κι αυτό 'ναι που σου φέρνει ταραγμό στο νου σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Άναξ Απόλλων! πώς πληθαίνουν αυτές
τώρα<br />και στάζει από τα μάτια τους μισητόν αίμα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Υπάρχουν καθαρμοί και 'γγίζοντάς σε ο
Απόλλων<br />από τις συμφορές αυτές θα σε γλυτώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Εσείς δε θα τις βλέπετε· μα εγώ τις
βλέπω<br />και δρόμο παίρνω· δε μπορώ πια να βαστάξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Πήγαινε στην ευχή! κι ο Θεός
καλόσκεπός σου<br />ας σε φυλάη σ' αυτές τις τύχες που σε βρήκαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιδού πάλιν επλάκωσε ο τρίτος
χειμώνας<br />σηκωμένος σ' αυτά 'πό γενιάς τα παλάτια·<br />πρώτην έκανε αρχή του
πανάθλιου Θυέστη<br />το φριχτό παιδοφάγωμα εκείνο·<br />δεύτερο ήρθε το πάθημα του
βασιλιά μας<br />που μες στο λουτρό σκοτωμένος επήγε,<br />ο αντρείος αρχηγός των
Ελλήνων·<br />τώρα πάλ' ήρθε τρίτο από κάπου κι αυτό<br />και πώς να το πω; σωτηρία
ή χαμό;<br />μα πού τάχα θα βγη και πού θα σταθή<br />ησυχία να βρη αυτ' η άγρια η
λύσσα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας<br />σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά<br />στο Ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη (ιστορία,<br />φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος)
σε<br />δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του
τόπου,<br />στην πιό σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της
όργανο.<br />Ο Όμηρος, οι Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης,
ο<br />Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος,
ο<br />Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός κλπ προσφέρονται και σήμερα,
στις<br />κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή, Μωραϊτίδη,
Κονδυλάκη,<br />Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη Βάρναλη,
Αυγέρη,<br />Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου<br />κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης<br />γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χοηφόροι. Το δεύτερο δράμα της «Ορέστειας·.
Περιέχει την κυριώτερη <br />πράξη, γύρω από την οποία στρέφεται η Τριλογία και
που πάνω της <br />στηρίζεται το ηθικό πρόβλημα που κινεί την «Ορέστεια»: ο
Ορέστης <br />θανατώνει τον Αίγισθο και τη μητέρα του· ο νους του σαλεύεται και
<br />καταδιωκόμενος από τα φάσματα των Ερινύων παίρνει τον δρόμο της
<br />εξορίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<br />ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
<br />ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-20896574787879739502013-09-04T05:57:00.002-07:002013-09-04T05:57:54.428-07:00ΑΙΣΧΥΛΟΣ: Π Ε Ρ Σ Α I <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΣ: Π Ε Ρ Σ Α I </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο Αισχύλος, ο μέγιστος τραγικός εγεννήθηκεν εις την
Ελευσίνα το 525 π. χ. από αρχοντικόν αρχαιότατον γένος. Είχεν ανατροφήν και
μόρφωσιν επιμελημένην, ώστε η ποιητική του μεγαλοφυία επρόφθασεν ενωρίς να
φανερωθή και ήτον είκοσι πέντε χρόνων ότε συναγωνίσθη με τους ονομαστούς
δραματοποιούς Πρατίναν και Χοιρίλον, χωρίς όμως να νικήση. Άνδρα τον ευρήκαν οι
Μηδικοί πόλεμοι ― πολεμιστήν ηρωικόν εις τον Μαραθώνα, όπου πολλά τ ρ ω θ ε ί
ς α π ε κ ο μ ί σ θ η δ ι ά φ ο ρ ε ί ο υ, και εις τους άλλους έπειτα
δοξασμένους εναντίον των Περσών αγώνας. Όμοια το καλόν γένος του έβγαλε
γενναίους τους αδελφούς του τον Κυνέγειρον που έπεσε μοναδικά αγωνιζόμενος εις
τον Μαραθώνα και τον Αμεινίαν που αρίστευσεν ως Τριήραρχος εις την Σαλαμίνα. Η
Τραγωδία προ του Αισχύλου ευρίσκετο εις την αρχήν της. Αι παραστάσεις
απετελούντο από θρησκευτικούς ύμνους και πρώτος τότε ο Θέσπις έβαλεν ένα
πρόσωπον να ομιλή εις τας διακοπάς των ύμνων. Ο Αισχύλος ελαττώνοντας τα χορικά
έβαλε και δεύτερον πρόσωπον, έτσι δε εμορφώθη ο διάλογος, με τον οποίον εγίνετο
η αφήγησις της υποθέσεως. Συνάμα, όπως αναφέρουν υστερώτεραι πληροφορίαι, ο
Αισχύλος επενόησε πλούσια σκηνικά παρουσιάζοντας ζωγραφίας, μηχανάς, βωμούς,
τάφους, σάλπιγγας, φαντάσματα και Εριννύας, ευρήκε δε διά τους ηθοποιούς τον κ
ό θ ο ρ ν ο ν, τας χ ε ι ρ ί δ α ς και τα π ρ ο σ ω π ε ί α ― τρόπον δηλαδή
ενδυμασίας που να παρουσιάζη τους ηθοποιούς μεγαλοπρεπεστέρους· γενικώς και εις
κάθε τραγωδίαν συμφωνοτέρους με την υπόθεσιν. Τέλος τα πρόσωπα του χορού από 50
τα περιώρισεν εις 13. Ώστε εμόρφωσε την Ελληνικήν τραγωδίαν όπως αυτή έμεινεν
έκτοτε.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σύμφωνα με την τότε συνήθειαν ο Αισχύλος εις
κάθε δραματικόν αγώνα,εις τον οποίον μετείχε, εδίδασκε τρεις τραγωδίας και έν
δράμα σατυρικόν. Αι τρεις τραγωδίαι του ήσαν πάντοτε η αφήγησις ενός μόνου μύθου
και δι' αυτό από τους γραμματικούς λέγονται τριλογίαι. Έγραψεν90 τραγωδίας, ως
αναφέρουν, εις δε τους δραματικούς αγώνας 13 φοράς ανεκηρύχθη νικητής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως εκαυχάτο περισσότερον διά τον ηρωισμόν
του εις τον πόλεμον παρά διά την υπέροχον ποιητικήν αξίαν του, όπως φανερώνει
και το επίγραμμα του τάφου του, που λέγεται ότι το έγραψεν ο ίδιος:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αισχύλου Ευφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει
<br />μνήμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας <br />αλκήν δ' ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος
αν είποι <br />και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εις αυτόν όπως εις όλους τους αληθινά
υπερόχους η ενέργεια και η τόλμη ― ήτοι ο δυνατός χαρακτήρ ― υπήρξαν διά την
ατομικήν του υπόστασιν πλέον αισθητά παρ' ό,τι η σκέψις, η οποία όμως μόνον όταν
υπάρχη δυνατός χαρακτήρ φανερώνεται αληθινά ισχυρά, υψηλή, ωραία και ευγενική ―
ζωντανευμένη από της φύσεως την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br /><b>Η υπόθεσις της τραγωδίας.</b></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Αντίθετα προς τας άλλας τραγωδίας
βασισμένας εις μύθον, οι «Πέρσαι»έχουν υπόθεσιν πραγματικήν και σύγχρονον,
αποτελούν δε ύμνον της νίκης των Ελλήνων εναντίον των Περσών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1. Εις την αρχήν χορός επισήμων γερόντων
Περσών εξιστορεί το πλήθος του στρατού του Ξέρξου, την ερήμωσιν των Ασιατικών
χωρών και τον φόβον αυτού μη καταστραφή ο στρατός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2. Έπειτα προσφωνεί την Άτοσσαν, μητέρα του
Ξέρξου, που τρομαγμένη από όνειρόν της προφητικόν διηγείται αυτό εις τους
γέροντας ζητούσα τας συμβουλάς των. Ενώ ο Χορός της λέγει να δεηθή εις τους
θεούς δια ν' αποτρέψουν το κακόν έρχεται αγγελιοφόρος, που οδυρόμενος διηγείται
την καταστροφήν του στρατού. Η είδησις ότι εσώθη ο Ξέρξης κάμνει την μητέρα του
ν' ακούση ησυχώτερα τας λεπτομερείας του ολέθρου εις την Σαλαμίνα. Όταν δε η
Άτοσσα αποσύρεται διά να δεηθή εις τους θεούς, ο χορός θρηνεί και φανερώνει
φόβον μήπως επαναστατήσουν οι λαοί της Ασίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3. Επιστρέφοντας η Άτοσσα με τα χρειαστά προς
θυσίαν προσφέρει χοάς εις τον τάφον του Δαρείου, ενώ ο Χορός εγκωμιάζει τον
νεκρόν παρακαλώντας αυτόν να φανή δια να συμβουλεύση και βοηθήση τους
Πέρσας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4. Το φάσμα του Δαρείου εμφανίζεται και
ακούοντας την καταστροφήν εξηγεί ότι οι θεοί ετιμώρησαν την αλαζονείαν του
Ξέρξου, προλέγει ότι διά την ασέβειαν και οι λοιποί, όσοι ευρίσκονται εις την
Ελλάδα,Πέρσαι θα καταστραφούν και συμβουλεύει να μη γίνη πλέον πόλεμος εναντίον
των Ελλήνων. Ο Χορός ύστερα εξυμνεί τας παλαιάς νίκας του Δαρείου εις την
Ασίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5. Τέλος έρχεται ο Ξέρξης με σχισμένην την
βασιλικήν πορφύραν,άοπλος και μόνος. Αναγνωρίζει τα σφάλματά του, και οδύρεται
μαζί με τον Χορόν των γερόντων, οι όποιοι με το άσμα και με τον χορόν
παριστάνουν εκφραστικά την αθλιότητα του βασιλέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br /><b>Τα πρόσωπα της τραγωδίας.</b></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ
ΓΕΡΟΝΤΩΝ<br /><i>ΑΤΟΣΣΑ</i><br /><i>ΑΓΓΕΛΟΣ</i><br />ΕΙΔΩΛΟΝ [φάσμα) ΤΟΥ
ΔΑΡΕΙΟΥ<br />ΞΕΡΞΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />Η σκηνή εις τα Σούσα, μέσα εις τον
περίβολον του ανακτόρου και κοντά εις τον τάφον του Δαρείου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ι. Ζερβός.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 60pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ<br />ΠΕΡΣΑΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τους Πέρσας, που έφυγαν για τη χώρα<br />της
Ελλάδος, λεγόμαστε οι πλέον πιστοί<br />και φύλακες μείναμε στα πλούσια παλάτια
τώρα<br />εκεί που κρύβονται πολλοί θησαυροί. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn1#fn1" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">1</a></sup>)<br />Εμάς
σαν γεροντότερους έχει τάξει<br />ο βασιληάς ο Ξέρξης, του Δαρείου ο γυιός,<br />να
επιβλέπουμε της χώρας την τάξι.<br />Όμως στην ψυχή μας τώρα ο γυρισμός<br />του
αμέτρητου στρατού του βασιλέα<br />κάποιαν ανησυχία γεννάει βαθειά.<br />Γιατί της
Ασίας όλ' η δύναμι η ακμαία<br />είναι φευγάτη και απόμεινε κάθε νειά<br />τον άνδρα
της να αποζητάη στο σπίτι, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn2#fn2" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">2</a></sup>)<br />κι'
ουδέ μας ήρθεν άγγελος κανείς εδώ<br />πεζός ή ιππέας στων Περσών την πόλι,<br />από
εκείνους που εδώ και τόσον καιρό<br />ξεκινώντας απ' τα Σούσα εφύγαν<br />κι' απ' τα
Εκβάτανα κι' απ' το Κίσσιο το παληό<br />κι' άλλοι μ' αλόγατα κι' άλλοι με πλοία
επήγαν<br />κι' άλλοι πεζοί, κάνοντας στρατό πυκνό.<br />Σαν ο Αμίστρης με το
Μεγαβάτη και τον Αρταφέρνη <br />και ο Αστάσπης, οπού είναι των Περσών αρχηγοί
<br />κι' οπού καθένας πάνω του εξουσία φέρνει,<br />κι' όλοι τους είναι υπήκοοι του
βασιλέα πιστοί<br />και που στρατό πολύ οδηγώντας ξεκινήσαν,<br />ιππείς ικανοί και
του τόξου σκοπευταί<br />που τρομεροί και εις την όψι τους ήσαν<br />κ' εις τον
πόλεμον άφοβοι με πείσμα μαχηταί.<br />Καθώς κι' ο Αρτεμβάρης, που
αναγαλλιάζει<br />γι' άλογα η ψυχή του κι' ο λαμπρός σκοπευτής<br />ο Ιμαίος κι' ο
Σωσθάνης, 'πού δαμάζει<br />τ' άλογα, ο ξακουστός ιππευτής.<br />κι' ο Μασίστρης κι'
ο Φαρανδάκης και άλλοι,<br />που ο μέγας Νείλος ο πολυτρόφος έστειλ' εδώ,<br />ύ
Σουσισκάνης, ο Πηγασταγών απ' την Αίγυπτο τη μεγάλη <br />κι' ο πολύς ο Αρσάμης,
που διαφεντεύει το ναό<br />της ιερής Μέμφιδος, κι' ο Αριόμαρδος, που
ορίζει<br />της πανάρχαιες Θήβες κι' αυτοί που κατοικούν<br />εκεί που της χώρες το
νερό της πλημμυρίζει ― <br />όλοι τους ναύται φοβεροί, που αδύνατο να
μετρηθούν.<br />Ακολουθούν των τρυφηλών Λυδών τα πλήθη<br />και κάθε άλλο έθνος, που
πλέον βαθειά<br />στη στεριά της Ασίας εγεννήθη,<br />που ο Μητρογάθης και ο Αρκτεύς
με παλληκαριά<br />τους οδηγούν ― του βασιλέα υπήκοοι φίλοι ― <br />κι' οπού οι
πλούσιες Σάρδεις μ' άρματα πολλά<br />σε διπλούς στίχους και τριπλούς τους έχουν
στείλη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn3#fn3" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">3</a></sup>)<br />―
στην όψι τους όλοι φοβεροί και στη θωριά.<br />Κ' εκείνοι που μένουν κοντά στον
ιερό τον Τμώλο,<br />ο Μάρδων κι' ο Θάρυβις, καυχηθήκαν λογχισταί ισχυροί<br />πως
το Ελληνικό γένος θα το σκλαβώσουν όλο.<br />Κοντά τους πήγαν κ' οι ακοντισταί οι
Μυσοί.<br />Συμμάζεμα λαών σαν φουσκοθαλασσιά μεγάλη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn4#fn4" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">4</a></sup>)<br />ξαπόστειλε
κ' η Βαβυλών, οπού έχει θησαυρούς<br />άλλους σε πλοία μέσα κι' άλλους
πάλι<br />πεζούς, τοξότες όλους διαλεκτούς.<br />Κι' απ' όλης της Ασίας κάθε λαόν
άλλο<br />κι' από κάθε μια πολεμική γενειά<br />ακολουθούσαν φοβεροί τον βασιλέα το
μεγάλο<br />όλοι τους αρματωμένοι με σπαθιά.<br />Τέτοιος έφυγε ανθός απ' την
Περσική χώρα,<br />άνδρες που ολάκαιρη της Ασίας η γη<br />τους έθρεψε και τους
αποζητάει τώρα,<br />κι' οπού γονειοί, γυναίκες με θλιμμένη ψυχή<br />τους
προσμένουν στενάζοντας· και με τρομάρα<br />βλέπουν της μέρες μάταια να
περνούν.<br />Κι' όσ' ο καιρός διαβαίνει, τόσο με λαχτάρα<br />αυτούς που μακρυά
βρίσκονται τους καρτερούν.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι ο στρατός του βασιληά<br />ο
καστροπολεμίτης τώρα<br />εις τη γειτονική τη χώρα<br />επέρασε κατ' αντικρύ<br />πάνω
σε πλοία αραδιασμένα,<br />κι' όλα μαζί σχοινοδεμένα.<br />Κ' έτσι της Έλλης τον
πορθμό(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn5#fn5" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">5</a></sup>)<br />που
ήταν του Αθάμα θυγατέρα,<br />ο στρατός διάβη. Κ' ένα ως πέρα,<br />γεφύρι
απλώνοντας γερό<br />με ξύλα καλοκαρφωμένα<br />εις της θαλάσσης τον
αυχένα<br />εταίριαξέ το ωσάν ζυγό.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και της Ασίας ο πολεμικός<br />ο άρχοντας κοπάδι
ανθρώπους<br />στους εχθρικούς εκείνους τόπους<br />από δυο δρόμους οδηγεί.<br />Γιατί
ακλουθούν άλλοι σιμά του<br />κι' άλλοι στα πλοία τα δικά του<br />σύμφωνα πλέουν
κατά εκεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τους τρανούς του στρατηγούς,<br />οπού
σκληροί είναι, καυχιέται<br />ο άνδρας αυτός, οπού λογιέται<br />ωσάν θεός κι' από
γενιά<br />χρυσόγονη έχει γεννηθή. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn6#fn6" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">6</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μάτια του αστραποβολάν<br />όπως του δράκοντα
το βλέμμα<br />όπου διψάει για αίμα.<br />Κ' έχει βραχίονες αυτός<br />αμέτρητους στη
διαταγή του.<br />Κι' άρχοντας είναι αμετρήτου<br />πλήθους ναυτών.<br />Το Σύριον
άρμα του οδηγώντας<br />με Άρη τοξότη ξεκινώντας<br />τους στρατιώτες του
οδηγεί<br />να πολεμήσουν με τα τόξα<br />άνδρας, που απόκτησαν τη δόξα<br />σαν
λογχισταί. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn7#fn7" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">7</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' ούτε κανείς πολεμιστής<br />και με κανένα
ποτέ τρόπον<br />αυτό το ρεύμα των ανθρώπων,<br />που ωσάν της θάλασσας
τρανό<br />κύμα κι' ανίκητο έχει ορμήσει,<br />θα ημπορούσε να εμποδίση<br />μπροστά
του υψώνοντας φραγμούς.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως και ποιος τάχα θνητός<br />κάθε θεού δολερή
σκέψι<br />θα πρόφθανε να την προβλέψη! (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn7%CE%B1#fn7%CE%B1" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">7α</a></sup>)<br />Και
ποιος ποτέ του θα ημπορούσε<br />με γοργό πόδι να επηδούσε<br />μακρυά από δόλο
θεϊκό;</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η τέτοια του θεού βουλή<br />μας δείχνεται σαν
καλωσύνη<br />ως που σε δίχτυα της μας κλείνει<br />πλεγμέν' από της
συμφορές.<br />Κι' όταν σ' αυτά μέσα μπλεχθούμε<br />αδύνατο να λυτρωθούμε<br />εμείς
οι άμοιροι θνητοί.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Δ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμοια είναι βούλημα παληό<br />από θεούς
ταγμένο<br />κ' είναι της Μοίρας γραμμένο<br />και ριζικό<br />σε πόλεμο πάντα τους
νάναι<br />οι Πέρσαι κάστρα να κτυπάνε<br />που θα παρθούν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn8#fn8" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">8</a></sup>)<br />και
να ορμούν οπού κι' αν λάχη<br />σε ανήμερη με άλογα μάχη<br />σε κάθε αγώνος
κλονισμό<br />κι' όπου κι' αν μέλεται καμμία<br />να ρημαδιάξη πολιτεία<br />και να
σβυστή.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Δ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άτρομα εμάθαν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn9#fn9" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">9</a></sup>)
να θωρούν<br />τα κύματα που δάσος μοιάζουν<br />όταν στο πέλαγο ανταριάζουν<br />απ'
των άνεμων την ορμή,<br />και να εμπιστεύωνται σε ξάρτια<br />και σε σχοινιά και σε
κατάρτια(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn10#fn10" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">10</a></sup>)<br />των
πλοίων που ποντοπορούν.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά, με πέπλο τώρα πόνου<br />μαυροφορώντας την
ψυχή, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn11#fn11" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">11</a></sup>)<br />γεννούν
στο νου μου ταραχή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το «Αλλοίμονό μου(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn12#fn12" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">12</a></sup>)<br />πάει
ο Περσικός στρατός!»<br />μην ακουσθή σαν κοπετός<br />από τα έρημα τα Σούσα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' από το Κίσσιο μια φωνή<br />μην ακουσθή
όμοια τρανή<br />κι' αντιλαλούσα.<br />Κι' «αλοίμονό μου!»<br />μη πουν γυναίκες με
οδυρμό<br />σχίζοντας πέπλα με καϋμό<br />και με μανία πόνου.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί οι άνδρες πήγαν όλοι<br />με το στρατάρχη
τους μαζί,<br />πλήθος ιππέων και πεζοί<br />απ' της Ασίας κάθε πόλι,<br />περνώντας
το γεφυρωμένο<br />κι' από της δυο μεριές στενό,<br />σαν μελισσών σμήνος
πυκνό,<br />για να βρεθούν σε τόπο ξένο.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' από των γυναικών τη θλίψι<br />θερμό το
δάκρυ πλημμυρεί<br />την κλίνη τη συζυγική·<br />γιατί τον άνδρα ― που έχει
λείψει<br />τώρα στα ξένα ― μόνη<br />κάθε Περσίδα αποζητά<br />κι' απ' την αγάπη
λαχταρά<br />κι' από τον πόθο λυώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως εμπρός, ω Πέρσαι, ας μαζευθούμε<br />κοντά
στο αρχαίο παλάτι εκεί(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn13#fn13" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">13</a></sup>)<br />γιατί
με γνώσι πρέπει να σκεφθούμε<br />κι' όπως η περίστασις το καλεί<br />πώς να
βρίσκεται ο βασιλιάς τώρα<br />ο Ξέρξης του Δαρείου το παιδί,<br />που του προγόνου
του τώνομα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn14#fn14" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">14</a></sup>)
όλ' η χώρα<br />επήρε το η δική μας και η φυλή.<br />Κ' εις εμάς τώρα να κρίνουμε
ανήκει<br />ποιο από τα δυο; του δοξαριού η βολή <br />παίρνει στον πόλεμο τη
νίκη<br />ή της δυνατής λόγχης η αιχμή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά κατά εδώ βλέπω να προβάλη<br />φως όμοιο με
βλέμμα θεϊκό.<br />Η μητέρα φθάνει του βασιλιά η μεγάλη<br />που ωσάν βασίλισσα την
προσκυνώ.<br />Και όλοι μας ως ο νόμος προστάζει<br />με λόγια τρισευγενικά<br />να
την υποδεχθούμε εδώ ταιριάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε, ω βασίλισσα σεπτή<br />η πρώτη απ' της
Περσίδες<br />του Ξέρξου η μάννα η σεβαστή,<br />που τον Δαρείο συ είδες<br />γι'
άνδρα ― των Περσών θεό ― <br />κ' είχες τον έτσι ταίρι<br />κι' οπού θεόν όμοια
είχες γυιό . .<br />Αν και καλά ― ποιος ξέρει;<br />μήπως της τύχης η
παληά<br />άλλαξε πλέον η γνώμη<br />και τον στρατό μας δεν βοηθά<br />στον κάθε
πόλεμον ακόμη.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γι' αυτό κι' εγώ φεύγοντας απ' το παλάτι<br />το
χρυσοστόλιστο και τον κοιτώνα, που ήτο<br />και του Δαρείου και δικός μου ήρθα εδώ
πέρα<br />γιατί κ' εμένα την καρδιά ταράζει ο φόβος<br />― και μάλιστα γι' αυτό θα
ειπώ σας, φίλοι,<br />κάποιο μου λόγο, που του νου δεν είναι<br />γέννα, ουδέ του
φόβου του ιδικού μου ― (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn15#fn15" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">15</a></sup>)<br />Μην
τάχα μια κακή μεγάλη τύχη<br />με πόδι δολερό ρίχνοντας χάμω<br />του Δαρείου τη
δύναμι, που με βοήθεια<br />κάποιου θεού απόκτησεν εκείνος, <br />ξάφνου εις τη
σκόνη τώρα την κυλίση,<br />σαν παλαιστή, που νικημένος έχει πέσει.<br />Κ' έτσι έχω
στο νου μου διπλήν έγνοια<br />που αδύνατο να ιστορηθή με λόγια,<br />πως κάθε
ανδρός η δύναμι δεν λάμπει<br />στον κόσμο, όσο το αξίζει, χωρίς πλούτη<br />και
πάλι πως τα πλούτη δεν τιμάει ο κόσμος<br />σα δεν τα κυβερνάει κανείς
άνδρας.<br />Έτσι κι' αν τα πλούτη μας ακέραια είναι<br />όμως για του σπιτιού το
μάτι έχω το φόβο<br />― και μάτι εγώ πως είναι λογαριάζω<br />στο σπίτι η παρουσία
του άρχοντά του.<br />Για όλ' αυτά, που όπως σας τα είπα είναι<br />δόστε μου
συμβουλές εσείς, πιστοί μου,<br />ω Πέρσαι γηραιοί, γιατί από σας προσμένω<br />την
πειό καλή πάντα ν' ακούσω γνώμη.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γνώριζέ το εσύ, βασίλισσα της χώρας,<br />και
δυο φορές δεν είναι ανάγκη να στο ειπούμε,<br />είτε με λόγο είτε με πράξι εμείς
μπορούμε<br />θα είμαστε πρόθυμοι οδηγοί δικοί σου.<br />και στην περίστασι σου τώρ'
αυτή συμβούλους<br />καλείς που σ' αγαπούν στ' αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ονείρατα στον ύπνο μου εγώ βλέπω<br />πάντα
πολλά, αφ' όταν, το στρατό του<br />στέλλοντάς τον εις των Ιώνων τη χώρα,<br />μαζί
του εξεκίνησε κι' ο γυιός μου ο ίδιος<br />τον τόπο εκείνο θέλοντας να
υποδουλώση.<br />Όμως δεν είχα ιδή ποτέ μου ως τώρα<br />όνειρο τόσο ζωντανό σαν
τούτο<br />που εφάνη μου την περασμένη νύκτα.<br />Κι' άκουσε να στο ιστορήσω
τώρα.<br />Δύο γυναίκες ― λέγει ― καλοφορεμένες<br />εμπρός μου εφανερώθηκαν στον
ύπνο<br />η μια με πέπλους Περσικούς πλούσια ντυμένη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn16#fn16" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">16</a></sup>)<br />κ'
η άλλη με ανοικτό των Δωριέων χιτώνα. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn17#fn17" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">17</a></sup>)<br />Ψιλότερες
από της τωρινές γυναίκες <br />είχαν αληθιν' αψεγάδιαστη ωραιότη<br />Κ' εφαίνοντο
αδελφές από το ίδιο να είναι γένος.<br />Κ' εκατοικούσαν όπως ώρισεν η τύχη<br />η
μία ― λέει ― στα μέρη της Ελλάδος<br />κ' η άλλη στη βαρβαρική τη χώρα.<br />Κ'
εφάνη μου πως είδα την στιγμήν εκείνη<br />οι δύο τους να πιάνωνται στα
χέρια<br />και πως ζυγώνοντας ο γυιός μου της κρατούσε<br />κι' αγωνιζότουν να της
ησυχάση,<br />ως που της έζεψε στο άρμα το δικό του<br />αντάμα και της δυο και
χαλινάρια<br />τους έβαλεν απ' τον αυχένα των στο στόμα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn18#fn18" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">18</a></sup>)
.<br />Κ' η μια σαν να εκαμάρωνε για το στολίδι<br />με υπακοή στομώνοντας το
χαλινάρι,<br />όμως η άλλη σπαρταρούσε, ως που μ' αγώνα<br />συντρίβοντας το άρμα με
τα χέρια,<br />ορμητική, αχαλίνωτη το παρασύρει<br />σπάζοντάς του κ' εις τη μέση το
τιμόνι· <br />ο γυιός μου χάμω από το άρμα πέφτει<br />κ' εκεί επαράστεκε ο πατέρας
του ο Δαρείος,<br />θλιμμένος σαν να εσυμπονούσε το παιδί του·<br />κι' όταν έτσι
τον αγνάντεψεν ο Ξέρξης<br />σχίζει τους πέπλους από 'πάνωθέ του.<br />Αυτά είδα στ'
όνειρό μου χθες την νύχτα<br />κι' όταν σηκώθηκα απ' την κλίνη και τα χέρια<br />εις
το τρεχάμενο έπλυνα νερό της βρύσης(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn19#fn19" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">19</a></sup>)<br />επήγα
εις το βωμό κρατώντας δώρα<br />θυσία εις τους θεούς να τα προσφέρω,<br />από κακό
μελλάμενο να μας φυλάξουν.<br />Όμως ξάφνου έν' αετό κατατρεγμένο<br />θωρώ να πέφτη
στο βωμό του Φοίβου.<br />Ο φόβος(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn20#fn20" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">20</a></sup>)
μ' άφηκε βουβή την ώρα εκείνη·<br />κ' ένα γεράκι ύστερα ξεφτέρι(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn21#fn21" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">21</a></sup>)
βλέπω<br />ολόισα πετώντας μ' ανοικτές φτερούγες<br />να ρίχνεται του αετού και με
τα νύχια<br />να του μαδάη πεισματικά την κεφαλή του,<br />έτσι που ο αετός
κουρνιάζοντας με φόβο<br />χωρίς αντίσταση άφηνε το κορμί του.<br />Αυτά εγώ τα
φοβερά στον ύπνο μου είδα<br />και σεις ακούστε τα· γιατί γνωρίζει<br />καλά καθένας
σας πως αν ο γυιός μου<br />στον πόλεμον νικήση ξακουστός θα γίνη,<br />κι' αν
αποτύχη πάλι κανενός δεν έχει<br />να δώση λόγο για τα έργατά του,<br />ώστε φθάνει
ο ίδιος να σωθή και βασιλέας<br />πάντα του θάναι εις αυτήν εδώ τη χώρα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν θέλομε, ω μητέρα, εμείς·<br />ούτε μεγάλο
φόβο ούτε και θάρρος<br />να σου δώσουν τα δικά μας λόγια.<br />Κάλλιο προς τους
θεούς να καταφύγης(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn22#fn22" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">22</a></sup>)<br />και
για ό,τι κακόν εις τώνειρό σου είδες<br />ζήτησέ τους απ' αυτό να σε
γλυτώσουν<br />αφήνοντας μονάχα όλα τα καλά<br />να ξεδιαλύνουν για τ' εσέ και το
παιδί σου<br />και για την πόλη και τους φίλους σου όλους.<br />Ύστερα χρέος σου
είναι και σπονδές να κάμης<br />εις τη γη κ' εις τους νεκρούς· κι' ακόμα<br />τον
Δαρείο τον άνδρα σου, που ως είπες<br />είδες στον ύπνο απόψε, παρακάλεσέ
τον<br />να στείλη αυτός από της γης τα βάθη<br />κάθε καλό εις το φως για σε και το
παιδί σου,<br />κι' ό,τι εναντίον εις τα καλά σας είναι<br />εις τα κατάβαθα της γης
ν' αφανισθή<br />μέσ' στα σκοτάδια. Έτσι ο νους μου<br />για σε τώρα μαντεύοντας
ευρήκε<br />αυτά καλόβολα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn23#fn23" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">23</a></sup>)
να συμβουλεύση·<br />και κρίνω πως ό,τι κι' αν λάχη<br />θα βγουν προς το καλό σου
πάντα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι των ονείρων μου εσύ πρώτος<br />καλόγνωμος
εξηγητής μου ξεδιαλύνεις<br />πως σε καλό θα βγουν αυτά για το παιδί μου<br />και
για το σπίτι μου. Ο θεός να δώση!<br />Κ' εγώ θυσίες, όπως ώρισες να γίνουν,<br />θα
κάμω εις τους θεούς κ' εις τους νεκρούς μου<br />αμέσως που επιστρέψω στο
παλάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως, ω φίλοι, επιθυμώ πολύ να μάθω<br />σε ποιο
του κόσμου μέρος είν' αι Αθήναι.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατά τη Δύση πέρα, εκεί που βασιλεύει ο
Ήλιος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' αυτήν την πόλη ωρέχθηκε να πάρη ο γυιός
μου;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί έτσι ολάκαιρ' η Ελλάς θα ήτο δική
του.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχουν στρατό πλήθος πολύ κ' εκείνοι;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχουν τέτοιο στρατόν, οπού ως τα τώρα<br />πολλά
κακά εις τους Μήδους έχει κάμει.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στο χέρι τους τι λογής όπλο λάμπει;<br />Μήπως
το βέλος που απ' το τόξο φεύγει;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι· δόρατα κρατούν για μάχη<br />από κοντά, και
οπλισμό με ασπίδα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn23%CE%B1#fn23%CE%B1" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">23α</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μαζί με αυτά τι άλλο; πλούτη έχει ο
τόπος;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάποιαν έχουν εκεί πηγήν αργύρου(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn24#fn24" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">24</a></sup>)
,<br />θησαυρόν που απ' τα σπλάχνα της γης παίρνουν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος της χώρας ηγεμόνας είναι<br />και σαν
αφέντης τον στρατόν ορίζει;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανενός δεν λέγονται αυτοί δούλοι<br />ούτε κ'
υπήκοοι(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn25#fn25" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">25</a></sup>)
είναι κανενός ανθρώπου.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς θα ημπορούσαν να πολεμήσουν
έτσι<br />τους εχθρούς που θάρχονταν να τους κτυπήσουν;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι όπως εξέκαμαν και του Δαρείου<br />τόσον
πολύ στρατό και διαλεγμένο.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άσχημα λόγια λες, που των ξενιτεμμένων<br />τα
γονικά(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn26#fn26" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">26</a></sup>)
σ' έγνοια μπορεί να βάνουν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως, λογιάζω, γρήγορα θα μάθης<br />όλα
καταλεπτώς(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn27#fn27" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">27</a></sup>)
, γιατί του ανθρώπου,<br />που τρέχει κατά εδώ, το βήμα του είναι<br />περσικόν,
όπως καθένας βλέπει,<br />κι' αυτός θα φέρνη τώρα να σου αγγείλη <br />είτε καλόν
είτε κακό κανένα πράγμα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω πολιτείες της Ασίας όλης(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn28#fn28" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">28</a></sup>)
,<br />ω χώρα Περσική ― μεγάλου πλούτου<br />λιμάνι ― πώς εξωλοθρεύθη<br />με ένα
κτύπημα τόσο μεγάλος πλούτος<br />και πώς το άνθος των Περσών εχάθη χάμω!<br />Αλλοί
μου! είν' άσχημο να πρωτοαγγείλω<br />συμφορές· όμως ανάγκη, ω Πέρσαι,<br />τη
δυστυχία μας όλη να ιστορήσω,<br />γιατί ο στρατός εχάθη των βαρβάρων όλος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φριχτό, φριχτό είναι το κακό(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn29#fn29" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">29</a></sup>)<br />κι'
ακοίμητο γεννά καϋμό<br />Αλλοίμονό μου!<br />Με δάκρυα, Πέρσαι, φλογερά<br />κλάψτε
γι' αυτή τη συμφορά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι όλα εχάθηκαν 'κεί κάτω<br />κ' εγώ
ανέλπιστα τον ήλιο της πατρίδας βλέπω.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επαρατράβηξε πολύ<br />σ' εμάς τους γέρους η
ζωή(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn30#fn30" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">30</a></sup>)<br />που
ακόμα εμέλλετο να ζούμε<br />αυτήν απάντεχα ν' ακούμε<br />τη συμφορά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όντας παρών ο ίδιος κι' όχι απ'
άλλους<br />ακούοντας, ω Πέρσαι, θα ιστορήσω<br />τι συμφορές επάθαμε
μεγάλες.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn31#fn31" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">31</a></sup>)
. Απ' της Ασίας τη γη<br />πλήθος βέλη μάταια εφύγαν<br />κ' εις την γη την
εχθρική<br />της Ελλάδος επήγαν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από νεκρούς που ελεεινά εχαθήκαν<br />είναι
γεμάτες οι ακτές της Σαλαμίνος<br />κι' όλος ο τόπος εκεί πέρα γύρω.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ, ως το λες ήτον<br />όλοι δικοί μου
αυτοί,<br />που απέθαναν και το κορμί των <br />η θάλασσα τώρα κρατεί<br />και με
ναυάγια το σέρνει<br />στα βράχια και το παραδέρνει(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn32#fn32" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">32</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανένα όφελος δεν έφεραν τα τόξα<br />και ο
στρατός μας επήγε όλος χαμένος<br />γιατί τον σύντριψαν τα έμβολα των
πλοίων.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βγάλετε(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn33#fn33" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">33</a></sup>)
όλοι μια φωνή<br />του πένθου μας τώρα τρανή<br />και των Περσών τέτοιο
χαμό<br />θρηνήσατέ τον με οδυρμό<br />που όλα σε κακό μας βγήκαν<br />και τον στρατό
μας αλλοί! ευρήκαν<br />ολέθριες οι συμφορές.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω πολυμίσητο όνομα της
Σαλαμίνος,<br />βαρυστενάζω όταν θυμάμαι τας Αθήνας.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απαίσια φοβερές είναι<br />για μας τους δόλιους
αι Αθήναι(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn34#fn34" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">34</a></sup>)
.<br />Ποτέ απ' το νου μου δεν θα βγουν<br />γιατί σε ορφάνια θα βρεθούν<br />πολλές
Περσίδες με καϋμό<br />χήρες απ' άνδρα ή χώρις γυιό.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσην ώρα σιωπώ η δυστυχισμένη·<br />τα δεινά
τόσο πολύ μ' έχουν ζαλίση(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn35#fn35" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">35</a></sup>)
.<br />Γιατ' είν' αλήθεια τόση η συμφορά μας<br />που ούτε να ειπώ μπορώ ούτε να
ρωτήσω.<br />Όμως οι άνθρωποι ανάγκη να υποφέρουν<br />τις δυστυχίες, οπού οι θεοί
τους δίνουν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn36#fn36" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">36</a></sup>)
.<br />Και τώρα ησυχάζοντας εσύ την ταραχή σου,<br />αν και σωστά βαρυγνωμάς για το
κακό μας,<br />ειπέ μας, την καταστροφή ιστορώντας,<br />ποιος δεν απέθανε και για
ποιον πρέπει<br />να κλάψωμεν από τους άρχοντάς μας(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn37#fn37" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">37</a></sup>)<br />οπού
ορισμένοι να κρατούν τα σκήπτρα<br />της αρχηγίας, αφήκαν το στρατό
τους<br />ακέφαλο, πεθαίνοντας στη μάχη.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ατός του ο Ξέρξης ζη και το φως βλέπει.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο λόγος σου ένα φως φέρνει μεγάλο<br />εις το
δικό μου το παλάτι κι' άσπρη μέρα<br />μας έρχεται ύστερ' από νύχτα μαύρη.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως ο Αρτεμβάρης, οπού ηγεμόνας ήτον<br />πάνω
σε ιππείς δέκα χιλιάδες, εσκοτώθη<br />κοντά εις τας Σιληνίας στου γιαλού τα
βράχια(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn38#fn38" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">38</a></sup>)<br />και
τον χιλίαρχο Δαδάκη απ' το καράβι<br />τον εξετίναξ' ένα κτύπημα της
λόγχης.<br />Κι' ο ανδρειότερος απ' τους Βακτρίους ο Τενάγων,<br />που από γένος
είν' εντόπιο, παραδέρνει<br />κοντά στη θαλασσόδαρτη του Αίαντος νήσο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn39#fn39" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">39</a></sup>)
.<br />Κι' ο Λίλαιος κι' ο Αρσάμης κι' ο Αργήστης τρίτος,<br />κάπου εκεί κοντά στο
περιστεροτρόφο<br />το νησί, από τα κύματα φερμένοι,<br />κτυπάν πάνω στις πέτρες το
κεφάλι.<br />Κι' ο Αρκτεύς, οπού κοντά εις του Νείλου<br />τις πηγές εκατοικούσε κι'
ο Αδεύης,<br />και ο Φαρνούχος, που είχε Λυδικήν ασπίδα,<br />κι' οι τρεις από το
ίδιο πλοίο έχουν πέσει.<br />Και του μυριόνταρχου του Μάταλλου απ' την
Χρύση,<br />οπού ιππείς τριάντα χιλιάδες ωδηγούσε <br />άλλαξ' η όψη του και τα πυρά
τα γένεια<br />τα πολύπυκνα στο αίμα του εβαφτήκαν,<br />κι' ο Μάγος Άραβας κι' ο
Αρτάμης απ' τα Βάκτρα<br />κι' αυτός ξενιτεμμένος 'κει στη χώρα<br />τη σκληρή, τον
θάνατό του ευρήκε.<br />Κι' ο Άμηστρις κι' ο Αμφιστρεύς, οπού το δόρυ<br />το
πολύμοχθο στο χέρι του εκρατούσε<br />κι' ο ξακουστός Αριόμαρδος, οπού τας
Σάρδεις<br />έκαμε να πενθήσουν, κι' ο Σεισάμης<br />ο Μύσιος κι' ο Θάρυβις που
ηγεμόνας<br />ήτο σε διακόσια και πενήντα πλοία<br />εκείνος ο ώμορφος ο άνδρας απ'
τη Λύρνα,<br />οικτρά ο άμοιρος στη μάχην εσκοτώθη.<br />Κι' ο Συέννεσις, ο πρώτος
στην ανδρεία,<br />των Κιλίκων ο άρχοντας, που μόνος<br />πολεμώντας εξολοθρευμό
μεγάλο<br />έκαμε στους εχθρούς κι' αυτός εχάθη,<br />πέφτοντας εις τη μάχη
δοξασμένα.<br />Από τους αρχηγούς μας, οπού τέτοιοι ήσαν,<br />γι' αυτούς μόνο
θυμάμενος σας είπα<br />κι' από τις τόσες δυστυχίες, που μας ήρθαν<br />ολίγες μόνο
εγώ σας αναγγέλλω.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί! τις πιο μεγάλες συμφορές ακούω<br />που
δίνουν εντροπή στους Πέρσας<br />και μυρολογιοΰ ξεφωνητά(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn40#fn40" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">40</a></sup>)
μας φέρνουν.<br />Όμως ξαναγυρίζοντας στη διήγησί σου<br />πες μας πόσα ήσαν τα
ελληνικά τα πλοία<br />για να τολμήσουν με τα έμβολά των<br />να κάμουν μάχη με τον
Περσικό το στόλο.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν το πλήθος πάντοτ' έφερνε τη
νίκη,<br />γνώριζε πως θα νικούσε ο στόλος των βαρβάρων<br />γιατ' είχαν μόνο οι
Έλληνες τρακόσια πλοία<br />και ξέχωρ' απ' αυτά δέκα άλλα μόνο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn41#fn41" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">41</a></sup>)
.<br />Ενώ τα πλοία που ωδηγούσε ο Ξέρξης<br />ήσαν, όπως το ξέρω, μια
χιλιάδα<br />κι' από αυτά ξεχώριζαν στη γρηγοράδα<br />δυο φορές εκατό κ' επτά
ακόμα.<br />Αυτ' ήτον η αναλογία(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn42#fn42" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">42</a></sup>)
. Θαρρείς τάχα<br />πως θενά εχάναμε τη μάχην έτσι;<br />Όμως κάποιος δαίμονας
κακός, της τύχης<br />τη ζυγαριά βαρύνοντας απ' τώνα μέρος(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn43#fn43" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">43</a></sup>)
,<br />εκατάστρεψ' έτσι το στρατό μας. Και την πόλη<br />της Παλλάδος οι θεοί την
σώζουν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώστε όπως λες απόρθητ' είναι<br />των Αθηνών η
πόλη;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τείχος<br />άπαρτο δικό της είναι οι
άνδρες.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος αρχίνησε τη μάχη; πες μου<br />ποιος
απ' τους δύο; οι Έλληνες πρώτοι<br />τη μάχη άρχισαν ή ο γυιός μου<br />στο πλήθος
των πλοίων του θαρρώντας;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άρχισε, ω δέσποινα, το κακόν όλο<br />κάποιος
ολέθριος ή κακός δαίμων<br />π' άγνωστον είναι από πούθ' εφάνη.<br />Γιατί απ' των
Αθηναίων το στρατό ένας άνδρας<br />Έλληνας ερχόμενος είπε του γυιού σου<br />του
Ξέρξη αυτά: Πως άμα η νύχτα<br />πλακώση με το μελανό της πέπλο<br />οι Έλληνες
πλέον δεν θα εμέναν<br />αλλά πηδώντας στα καθίσματα των πλοίων<br />θα ζητούσαν ο
καθένας με κρυφή φευγάλα<br />όπου μπορούσαν τη ζωή να σώσουν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn44#fn44" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">44</a></sup>)
.<br />Κι' όταν εκείνος τάκουσεν αμέσως,<br />το δόλο του Έλληνος μη βάνοντας στο
νου του<br />ουδέ τον φθόνο των θεών, προσταγή τέτοια<br />εις όλους τους ναυάρχους
δίνει.<br />Μόλις ο φλογερός ο ήλιος πάψη<br />τη γη με της αχτίνες του να
καίη<br />κ' εις τα αιθέρια πλάτη το σκοτάδι<br />απλωθή(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn45#fn45" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">45</a></sup>)
, σε τρεις γραμμές να βάλουν,<br />τη μια πίσω στην άλλη, πυκνά πλοία<br />και με τα
υπόλοιπα ολόγυρα τη νήσο<br />του Αίαντος να περιζώσουν και το διάβα<br />και τα
στενά τα θαλασσόδαρτα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn46#fn46" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">46</a></sup>)
να πιάσουν,<br />ορίζοντας πως αν οι Έλληνες γλυτώναν<br />τον κακό τους θάνατο με
το να φύγουν<br />κρυφά από κανένα μέρος, όλοι τότε<br />οι στρατηγοί θα έχαναν το
κεφάλι.<br />Αυτά χαρούμενος τους είπε εκείνος<br />μη γνωρίζοντας πως οι θεοί το
μέλλον<br />το είχαν ορίσει. Κι' όλοι τότε<br />οι στρατηγοί χωρίς καμμιά
αταξία<br />και πειθαρχικά ετοίμαζαν το δείπνο<br />και κάθε ναύτης έδενεν εις το
σκαρμό του<br />το κολοτράβηχτο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn47#fn47" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">47</a></sup>)
κουπί. Κι' όταν του ήλιου<br />το φως βασίλεψε κ' ήλθεν η νύχτα<br />κάθε
διαφεντευτής κουπιού(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn48#fn48" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">48</a></sup>)
στο πλοίον<br />έμπαινε καθώς και κάθε οπλίτης·<br />κ' η μια μακρυά παράταξη των
πλοίων<br />την άλλην ακλουθούσε κι' όλοι επλέαν<br />ο καθένας στη γραμμή την
ωρισμένη<br />κι' όλην τη νύχτα οι αρχηγοί των πλοίων<br />εκράτησαν στο πόδι όλους
τους ναύτες.<br />Κ' η νύχτα επροχωρούσεν, αλλά των Ελλήνων<br />πούποτε ο στρατός
δεν εφαινότουν<br />για κρυφή να ετοιμάζεται φευγάλα.<br />Κι' όταν
ασπριδερή(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn49#fn49" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">49</a></sup>)
επρόβαλεν η 'μέρα<br />κάνοντας καλοφώτιστη τη γη όλη<br />πρώτα-πρώτα εβοϋυσε των
Ελλήνων<br />κραυγή, που ακούσθη ωσάν τραγούδι<br />και που την μυριαπόδωκε των
βράχων<br />του νησιού ο αντίλαλος· τρομάρα<br />άρπαξεν όλους τους βαρβάρους, που η
ελπίδα<br />η δική του σφαλερή αποδείχθη.<br />Γιατί ένα τακτικό παιάνα τότε(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn50#fn50" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">50</a></sup>)<br />οι
Έλληνες δεν τραγουδούσαν για να φύγουν,<br />αλλά με θάρρος ψυχερό σε μάχη
ορμώντας·<br />κ' η σάλπιγγα με τον οξύ της ήχον<br />πιο πολύ τα εκόρωνε όλα
εκείνα.<br />Κι' αμέσως με το πρόσταγμα αρπώντας<br />τα πολύρροχθα κουπιά αυτοί
εκτυπούσαν<br />το βαρύηχο πέλαγος με τάξη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn51#fn51" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">51</a></sup>)<br />ώστε
όλοι γρήγορα εφάνηκαν εμπρός μας.<br />Πρώτα το δεξιό κέρας προχωρούσε<br />με
ησυχία και τάξη· κατόπι ο άλλος<br />ο στόλος προχωρούσεν όλος κι'
ακουότουν<br />βουή πολλή ολούθε: «ω παίδες<br />των Ελλήνων προχωρείτε, την
πατρίδα<br />ελευθερώνετε, παιδιά, γυναίκες,<br />και τα ιερά των πατρικών θεών
μας(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn52#fn52" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">52</a></sup>)<br />και
των προγόνων λευθερώνετε τους τάφους·<br />σήμερα ο αγώνας μας είναι για
όλα».<br />Και τότε η αχλαλοή η δική μας<br />στην Περσική τη γλώσσαν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn53#fn53" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">53</a></sup>)
απαντούσε<br />γιατί καιρός χρονοτριβής δεν ήταν πλέον.<br />Σύντομα δ' ένα πλοίο
κτυπά έν' άλλο<br />με το χάλκινο έμβολο. Και ήταν<br />Ελληνικό το πλοίο, που
πρώτο<br />ορμώντας με το έμβολο τσακίζει<br />τακροστόλια(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn54#fn54" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">54</a></sup>)
ενός πλοίου των Φοινίκων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' άλλος ωρμούσεν εναντίον άλλου
πλοίου(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn55#fn55" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">55</a></sup>)
.<br />Και μ' όλ' αυτά εις την αρχή το ρεύμα<br />του Περσικού στρατού αντοχήν
είχε.<br />Μα όπως σ' ένα στενό ο σωρός των πλοίων<br />ήταν μαζεμένος, συναμεταξύ
τους<br />τα πλοία μας έσπαζαν τα κουπιά τους<br />και μόνα τους με τα χαλκόστομα
έμβολα εχτυπιώνταν<br />και βοήθεια να δώσουν το ένα στ' άλλο<br />δεν ήταν δυνατό·
και τα πλοία τότε<br />τα ελληνικά, σύγκαιρα όλα ορμώντας<br />ολόγυρα,
κτυπούσαν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn56#fn56" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">56</a></sup>)
τα δικά μας πλοία<br />κι' αναποδογυρίζοντας έτσι τα βυθίζουν,<br />κι' ουδέ τη
θάλασσα να ιδή κανείς μπορούσε,<br />τόσον από ναυάγια και νεκρούς ήταν
γεμάτη.<br />Και του 'γιαλού οι ξέρες είχαν πλήθος<br />νεκρούς(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn57#fn57" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">57</a></sup>)
και κάθε πλοίο των βαρβάρων<br />ωρμούσε εις άτακτη φύγη κωπηλατώντας ― <br />όλος ο
στόλος των βαρβάρων έφευγ' έτσι.<br />Κ' εκείνοι όμοια με παλαμίδες κι'
άλλο<br />κανένα ψάρι του διχτύου(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn58#fn58" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">58</a></sup>)
μας εβαρούσαν<br />και μας ερράχιζαν με τα κουπιά και με συντρίμμια<br />των
ναυαγίων κι' απλώνονταν θρήνοι<br />κι' οδυρμοί στη θάλασσα όλη<br />ως που της
νύχτας της ολόμαυρης το μάτι<br />τα έπαψεν όλα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn59#fn59" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">59</a></sup>)
. Όμως τόσον ήτο<br />το πλήθος των κακών που κι' αν ακόμη<br />ημέρες δέκα στη
σειρά τα διηγούμουν<br />δεν θα έφθανα να τα ιστορήσω όλα <br />Γιατ' ήξερε το πώς
ποτέ σε μιαν ημέραν<br />δεν χάθηκε τόσων ανθρώπων πλήθος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο! έτσι ένα πέλαγος μεγάλο<br />συμφορών
εξέσπασε(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn60#fn60" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">60</a></sup>)
πάνω στους Πέρσας<br />και πάνω στο γένος όλο των βαρβάρων</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως και τούτο γνώριζε, πως ούτε<br />και τα
μισά των συμφορών έχεις ακούση,<br />γιατί ο χαμός, οπού έπαθαν οι
Πέρσαι<br />στερνά, βαρύτερος διπλάσια ήτον.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και θα μπορούσε χειρότερη να γίνη<br />τύχη απ'
αυτήν. Λέγε ποιάν άλλη<br />συμφοράν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn61#fn61" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">61</a></sup>)
οπού συνέβη στο στρατό μας<br />έχεις βαρύτερην να μας ειπής ακόμα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι πλέον ακμαίοι στην ηλικία Πέρσαι<br />κ' οι
πιο καλοί στην ανδρεία και φημισμένοι<br />για την ευγένεια, που ήσαν κι'
όλα<br />οι πλέον πιστοί στον βασιλιά, έχουν πεθάνη<br />από ένα θάνατο άθλιο
ντροπιασμένο.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δυστυχισμένη εγώ! Τι μαύρη<br />συμφορά, ω
φίλοι, μας ευρήκε!<br />Κι' από τι θάνατον επήγαν όλοι εκείνοι;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βρίσκεται κατεμπροστά εις της Σαλαμίνος<br />τα
μέρη ένα νησί μικρό και για τα πλοία<br />κακολίμανο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn62#fn62" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">62</a></sup>)
, που εκεί κάπου στο 'γιαλό του<br />ο Παν ο καλοχορευτής φωλιάζει(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn63#fn63" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">63</a></sup>)
.<br />Στο νησί αυτό ο Ξέρξης στέλνει εκείνους<br />με τον σκοπό, σαν οι εχθροί
κατεστραμμένοι<br />έβγαιναν στο νησί, εύκολα τότε<br />τους Έλληνας να θανατώνουν
κι' απ' το ρεύμα<br />το θαλάσσιο τους φίλους να γλυτώνουν,<br />σφαλερά έτσι
προβλέποντας το μέλλον(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn64#fn64" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">64</a></sup>)
.<br />Γιατί μόλις στους Έλληνας είχε χαρίση<br />ο θεός τον θρίαμβο της
νίκης<br />την ίδια ημέρα της πανοπλίες φορώντας<br />πετάχθηκαν από τα πλοία κι'
απ' ολούθε<br />έζωσαν όλο το νησί, ώστε κανένας<br />να φύγη δεν μπορούσε. Κ' εκεί
τότε<br />οι Πέρσαι βαριά επληγώνοντο με πέτρες(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn65#fn65" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">65</a></sup>)<br />κι'
άλλους εσκότωναν τα βέλη οπού επέφταν<br />επάνω τους, ξεφεύγοντας από τα
τόξα.<br />Στο τέλος με αχλαλοή χυμώντας όλοι<br />κτυπούν, κρεοκοπούν τα
μέλη<br />των αθλίων, ως που κανένα δεν αφήκαν<br />ζωντανό. Κι' ο Ξέρξης
τότε<br />εθρήνησε θωρώντας του κακού το βάθος.<br />Γιατ' είχε αυτός το θρόνο του
στημένο<br />σε μέρος που έβλεπεν όλο το στρατό του<br />κοντά στην παραλία σ' αψηλό
ένα λόφο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn66#fn66" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">66</a></sup>)
.<br />Και σχίζοντας τους πέπλους και μεγάλα<br />αφήνοντας ξεφωνητά προσταγή
δίνει<br />βιαστική στον Περσικό στρατό να φύγη,<br />κι' ο ίδιος ρίχνεται όμοια στη
φευγάλα.<br />Κοντά στην πρώτη τέτοια είναι η άλλη<br />συμφορά σου, που έχουμ'
εμείς να κλαίμε.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δαίμονα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn67#fn67" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">67</a></sup>)
μαύρε, που έκαμες τους Πέρσας<br />στο νου τους να έχουν ψεύτικες
ελπίδες.<br />Πικράν ο γυιός μου τιμωρία ευρήκε<br />θέλοντας να παιδέψη τας
Αθήνας,<br />σαν να μην έφθαναν βάρβαροι τόσοι<br />οπού έφαγε πρωτήτερα ο
Μαραθώνας<br />κι' οπού εκδίκησι του σκοτωμού των<br />πιστεύοντας ο γυιός μου πως
θα λάβη<br />έπαθε τόσες συμφορές ο ίδιος.<br />Και τώρα είπες σε ποιο μέρος
αφήκες<br />τα πλοία, όσα τον χαμό εγλυτώσαν.<br />Τίποτε βέβαιο να μας πης
γνωρίζεις(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn68#fn68" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">68</a></sup>)
;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι αρχηγοί των πλοίων, που απομείναν,<br />με
αταξίαν ερριχτήκαν στη φευγάλα<br />κατά του ανέμου την πνοή(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn69#fn69" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">69</a></sup>)
, κι' ο άλλος<br />ο στρατός στη γη της Βοιωτίας εχάθη,<br />άλλοι από δίψα
ταλαιπωρημένοι<br />κοντά εις το ευφρόσυνο νερό της Κρήνης<br />κι' άλλοι απ' το
δρόμο κατασκοτωμένοι.<br />Και μεις τότε περάσαμε στη χώρα<br />των Φωκέων κ' εις τη
Δωρίδα κ' εις τον κόλπο <br />τον Μαλιακό, που πλούσια του ποτίζει<br />τον κάμπον ο
Σπερχειός με τα νεράτου<br />τα ευεργετικά· κι' από εκεί πάλι<br />της Αχαΐας η
πεδιάδα και της Θεσσαλίας <br />οι πολιτείες μας δεχθήκαν στερεμένους<br />από
τροφές(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn70#fn70" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">70</a></sup>)
, κ' οι πλέον πολλοί επεθάναν<br />εκεί πέρα από τη δίψα κι' απ' την πείνα,
<br />γιατί και τα δυο αυτά κακά μαζύ μας ήρθαν.<br />Στερνά εφθάσαμε στον τόπο των
Μαγνήτων<br />κ' εις των Μακεδόνων έπειτα τη χώρα,<br />κοντά στου Αξιού της όχθες
κ' εις τους βούρκους <br />της Βόλβης, που έχει τα πολλά καλάμια(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn71#fn71" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">71</a></sup>)<br />κ'
εις το βουνό το Πάγγαιο κ' εις την Ηδωνίδα<br />χώρα. Όμως εκείνη εκεί τη
νύχτα<br />πρόωρα εσήκωσε βαρύν χειμώνα<br />ο θεός και του καθάριου Στρυμόνα
όλο<br />το τρεχάμενο νερό είχε πήξη.<br />Έτσι κι' αν από μας κανείς δεν
είχε<br />πίστι καμμιά εις τους θεούς κι' αυτός ακόμα<br />επροσευχότουν κ' εδεότουν
τότε<br />τη γη και τα ουράνια προσκυνώντας.<br />Κι' όταν έπαυσε ο στρατός τη δέησί
του<br />προς τους θεούς, ύστερα εδιάβη το ποτάμι<br />το κρυσταλλόπηχτο· κι' από
μας όποιος<br />είχε περάση πριν σκορπισθούν οι αχτίνες<br />του θεού πάνω στη γην,
αυτός εσώθη·<br />γιατ' ύστερα ο λαμπερός του ήλιου κύκλος<br />ζεστός με φωτεινές
αχτίνες<br />έλυωσε τα νερά τα παγωμένα,<br />ώστε που ο ένας έπεφτεν επά στον
άλλο.<br />Γρήγορα όποιος τότε απαραιτούσε<br />τη ζωή του ευτυχισμένος
ελογιότουν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn72#fn72" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">72</a></sup>)
.<br />Κ' οι λοιποί όσοι να σωθούν μπορέσαν,<br />οπού ήταν λιγοστοί, με πολύν
κόπο<br />διαβαίνοντας τη Θράκη φθάνουν ― <br />όχι πολλοί ― στον τόπο του ο
καθένας.<br />Έτσι, των Περσών η πολιτεία τώρα,<br />τους νέους που έχασεν
αποζητώντας,<br />έχει να θρηνήση το χαμό τους· όλα<br />αυτά είν' αλήθεια. Όμως κι'
άλλα<br />παράλειψα να ιστορήσω ακόμα<br />απ' τα κακά που έδωκε ο θεός στους
Πέρσας.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο δαίμονα απολέμητε(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn73#fn73" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">73</a></sup>)
με βαρύ πόδι,<br />πως όλο το Περσικό επάτησες γένος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω δύστυχη εγώ· ποιάν έχει πάθη<br />καταστροφή ο
στρατός· ω εσύ της νύχτας<br />προμήνυμα ολοφάνερο του ονείρου,<br />πόσο ξεκάθαρα
της συμφορές μας όλες<br />μου της φανέρωσες. Κ' όμως σεις τόσο<br />στρεβλά
εξηγούσατε τα ονείρατά μου.<br />Αλλά σαν που η συμβουλή η δική σας<br />μπορεί
αλλέως να ωφελήση θέλω<br />δέησι πρώτα εις τους θεούς να κάμω<br />κ' ύστερα θα
γυρίσω εδώ φέρνοντας δώρα<br />στη γη και στους δικούς μου
πεθαμμένους<br />παίρνοντας ζυμαρικά απ' το παλάτι(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn74#fn74" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">74</a></sup>)
.<br />Γιατί κι' αν ξέρω πως το κακό έχει γίνη<br />όμως ίσως για μας καλήτερο γίνη
το μέλλον.<br />(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn75#fn75" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">75</a></sup>)
[Και σεις γι' αυτά τα γενομένα πρέπει<br />συμβουλές πιστές να δίνετε στους
φίλους<br />τους πιστούς και αν πρωτήτερα έλθη<br />από μένα εδώ εις εσάς ο γυιός
μου<br />παρηγορίες να του ειπήτε και μαζύ του<br />να πάτε συνοδία του στα
παλάτια<br />μη κοντά στ' άλλα τα κακά μας έρθη κι' άλλο) .</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Ζευ βασιλιά, τέτοιο χαμό<br />εις των Περσών
σκορπώντας το στρατό<br />οπού καυχιώνται εις την ισχύ των<br />κι' άνδρες πολλούς
έχει η φυλή των(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn76#fn76" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">76</a></sup>)<br />σε
ζοφερό ένα πένθος τώρα<br />των Σούσων έκρυψες τη χώρα<br />και των
Εκβατάνων.<br />Πλήθος Περσίδες θα θρηνήσουν<br />και της καλύπτρες των θα
σχίσουν<br />με τα χέρια των που είν' απαλά(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn77#fn77" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">77</a></sup>)<br />κι'
ολημερίς δάκρυα πολλά<br />τα στήθια των θερμά θα βρέχουν<br />γιατί κι' αυτές σαν
κ' εμάς έχουν<br />βαθύ τον πόνο.<br />Κι' άλλες αβρά μυρολογώντας<br />του κάκου θα
θρηνούν ζητώντας<br />τους άνδρες των να ξαναϊδούν.<br />Κι' άλλες της κλίνης
παραιτούν<br />τα στρώματα τα μυριοαφράτα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn78#fn78" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">78</a></sup>)
,<br />που τέρψι δίνουν εις τα νειάτα<br />τα ηδονικά(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn79#fn79" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">79</a></sup>)<br />για
να θρηνούν γοερά με κλάμμα<br />αχόρταστο. Κ' εγώ αντάμα<br />αυτών που ελείψαν το
χαμό<br />τον πολυθρήνητο μυρολογώ<br />κατά πώς πρέπει(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn80#fn80" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">80</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι στενάζει τώρα<br />όλη της Ασίας η
χώρα·<br />ερημωμένη.<br />Πω, πω! ωδηγούσε τον στρατό<br />ο Ξέρξης και βαβαί εις το
χαμό(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn81#fn81" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">81</a></sup>)<br />τους
πήρε ο Ξέρξης.<br />Κι' όλα αυτά από αφροσύνη<br />ο Ξέρξης τα δεινά μας δίνει<br />με
τα καράβια.<br />Γιατί στην εκστρατείαν αυτή<br />ο Δαρείος να μην οδηγή<br />το
στράτεμμά μας;<br />εκείνος που τον αγαπούσαν<br />τα Σούσα και που δεν
μπορούσαν<br />να πάθουν οι στρατοί μαζύ του;</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τους πεζούς<br />και τους
θαλασσινούς<br />όλους αυτούς πω, πω, μαζύ<br />τους έφεραν καράβια εκεί<br />με
πλώρες γαλαζοβαμμένες<br />και με φτερούγες απλωμένες(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn82#fn82" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">82</a></sup>)<br />όλες
μαζύ προς τον αγέρα·<br />και τα καράβια όλους κει πέρα,<br />ουαί, ουαί, τους
αφανίσαν<br />στης συμπλοκές, που όλες ήσαν <br />τόσον ολέθριες για μας.<br />Κι' από
των Ιώνων τα χέρια ο βασιλιάς<br />όπως ακούμε ξέφυγε με κόπους<br />στους πεδινούς
της Θράκης τόπους<br />τους βαρυχείμωνους κ' εχθρούς</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι πρώτοι που έπεσαν νεκροί<br />στην
Κυχρειώτικην ακτή<br />σαπίζουν τώρ' αλλοίμονό τους<br />όπως ουαί κ' ήταν γραφτό
τους<br />από τη μοίρα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn83#fn83" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">83</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί! δικοί σου στεναγμοί<br />ας βουίζουν τώρα
κ' οι καϋμοί<br />ας σε δαγκάνουν και ξεφωνητά<br />του πόνου σου ας παν
ψηλά<br />στον ουρανό. Και η κραυγή σου<br />από την θλίψι της ψυχής
σου<br />μυρολογίστρα ας ακουσθή<br />πιο άγρια, πιο δυνατή.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στα βράχια κυματοδαρμένοι(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn84#fn84" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">84</a></sup>)<br />ωιμέ
κει πέρα οι σκοτωμένοι<br />γδύνονται τώρ' απ' τα βουβά <br />της αγνής θάλασσας
παιδιά(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn85#fn85" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">85</a></sup>)
·<br />κι' αλλοί μου, αλλοί, το κάθε σπίτι<br />βυθίσθηκε σε μαύρη θλίψι<br />γιατί ο
άνδρας του έχει λείψη.<br />Κι' ωρφανεμένοι από τους γυιούς<br />οι γέροι έως τους
ουρανούς<br />θρηνολογούν για το κακό τους<br />ξεσπώντας όλο τον καϋμό τους(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn86#fn86" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">86</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' όσοι την Ασία κατοικούν<br />δεν θα θέλουν
πια να υποταγούν<br />στους Πέρσας τώρα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn87#fn87" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">87</a></sup>)
.<br />Κι' ούτε δασμούς αναγκασμένοι<br />θα δίνουν κι' ούτε ως πριν σκυμμένοι<br />ως
τη γη χάμω<br />θα προσκυνούν τους άρχοντάς μας,<br />γιατί πάει πια του βασιλιά
μας<br />η δύναμί του.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα η γλώσσα των ανθρώπων<br />από της
φυλακές θα βγη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn88#fn88" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">88</a></sup>)
,<br />γιατί εγλυτώσαν οι λαοί<br />κ' εκόπηκε ο ζυγός της βίας.<br />κι' όπως καθένας
βουληθή<br />μ' ελευθερία θα ομιλή(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn89#fn89" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">89</a></sup>)
.<br />Στου Αίαντα την κυματοδαρμένη<br />νήσο, η γη αιματοβαμμένη<br />έγινε τάφος
των Περσών.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φίλοι, όποιος εις τη ζωή του λάχη<br />πολλά να
δοκιμάση αυτός γνωρίζει<br />πως, όταν των κακών το κύμα<br />στον άνθρωπον επάνω
πέση,<br />τότες όλα να τα φοβάται φθάνει·<br />και πάλι όποιον καλοπιάση η
τύχη<br />αυτός πιστεύει πως το ίδιο πάντα<br />θάχη καλόν τον άνεμο της
τύχης.<br />Έτσι για με είν' όλα τώρα γύρω<br />γεμάτα φόβο κ' εις τα μάτια τα δικά
μου<br />οργής θεϊκής μου φανερώνονται σημάδια·<br />κ' εις τα δικά μου αυτιά ολοένα
φθάνει<br />κάποια βουή, που δεν είναι της νίκης(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn90#fn90" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">90</a></sup>)
.<br />Τέτοια γενάμενη απ' της συμφορές η ταραχή μου<br />ολότελα φοβίζει μου τα
φρένα.<br />Γι' αυτό δίχως αμάξια απ' το παλάτι<br />και δίχως την πρωτήτερη τη
συνοδία<br />εβίασθηκα να ερθώ εδώ πέρα πάλι,<br />φέρνοντας πρόθυμες σπονδές του
γυιού μου<br />για τον πατέρα του ― όλα εκείνα που πραΰνουν<br />των πεθαμμένων της
ψυχές· από αγελάδα<br />άγεννη καλόπιοτο άσπρο γάλα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn91#fn91" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">91</a></sup>)<br />και
της ανθοδουλεύτρας μέλισσας ακόμη<br />το στάλαμμα, το διάφανο το μέλι<br />και
βρυσικό νερόν από καθάρια<br />βρύσι κι' άδολο πιοτό από μάννα<br />αγροτική(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn92#fn92" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">92</a></sup>)
― το πιοτό που είναι καμάρι<br />του πολύχρονου αμπελιού, κι' ακόμη<br />απ' την
ωριόξανθην εληά που απ' τα φύλλα<br />θαλερή παντοτεινά είναι η ζωή της<br />καρπόν
ευωδιακό και στεφανοπλεγμένα<br />άνθια, της γης της καρποφόρας γέννες.<br />Αλλ' ω
εσείς φίλοι, συντροφάιστε με ύμνους<br />της σπονδές μου στους πεθαμμένους
τώρα<br />και τον θεϊκό Δαρείο καλέστε νάρθη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn93#fn93" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">93</a></sup>)<br />όταν
στου Άδη τους θεούς προσφέρω<br />της χωματόπιοτες θυσίες τούτες.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Του βασιλειά γυναίκα, ω σεβαστή<br />στους
Πέρσας(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn94#fn94" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">94</a></sup>)
, τη σπονδή σου αυτή<br />στείλε την συ στην υποχθόνια χώρα<br />κ' εμείς θα
δεηθούμε με ύμνους τώρα<br />εις των νεκρών τους οδηγούς(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn95#fn95" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">95</a></sup>)
να γένουν<br />καλόγνωμοι για όλους αυτούς που μένουν<br />κάτω απ' τη γη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn96#fn96" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">96</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι ω των ταρτάρων δαίμονες αγνοί,<br />ω Ερμή
και Γη κι' ω των νεκρών εσύ<br />βασιλιά, στείλατ' επάνω εδώ στο φως<br />τον
ίσκιο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn97#fn97" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">97</a></sup>)
του Δαρείου γιατί μόνο αυτός<br />γνωρίζει αν στη συμφορά καμμιά<br />βοήθεια θα μας
έρθη πειά(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn98#fn98" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">98</a></sup>)
. </span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μακαρίτης βασιληάς<br />ο ισόθεος τάχα ν'
αγροικά <br />όσα εγώ βαρβαρικά<br />βουύζω λόγια; (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn99#fn99" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">99</a></sup>)<br />τα
βογγητά και μυρολόγια<br />τον θρήνο και τον κοπετό; Από το χώμα κάτω αυτό<br />μ'
ακούει τάχα;</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως για χάρι μας, ω εσύ Γη<br />κι' ω εσείς οι
άλλοι κυβερνήτες του Άδη<br />στρέξετε τώρα απ' το σκοτάδι<br />ο θεϊκός άρχοντας να
ερθή<br />που τον εγέννησαν τα Σούσα<br />και θεός ήταν των Περσών(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn100#fn100" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">100</a></sup>)
.<br />Επάνω εδώ στείλετε αυτόν<br />που όμοιο του κανένα ακόμα<br />ποτέ δε σκέπασε
το χώμα<br />το Περσικό(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn101#fn101" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">101</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αγαπητός ήτον εκείνος<br />και το μνημείο τούτο
εδώ<br />όμοια μας είναι αγαπητό<br />γιατί όψι αγαπητή μας κρύβει. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn102#fn102" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">102</a></sup>)<br />Ω
Αϊδωνέα, γενού οδηγός του<br />και φέρε πάλι εδώ στη γη<br />τον βασιλιά Δαρείο,
εσύ. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn103#fn103" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">103</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί ποτέ δεν έχασε άνδρες<br />εις του πολέμου
της βαρειές<br />κι' ανθροποφόνες συμφορές.<br />Και θεοφώτιστος λεγότουν<br />από
τους Πέρσες κ' ήτο αλήθεια, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn104#fn104" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">104</a></sup>)<br />καλοδηγώντας
τον στρατό.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαλήν, ω παληέ μας Βαλήν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn105#fn105" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">105</a></sup>)<br />σήκω·
πρόβαλε απ' τη γη·<br />εις του μνημείου την κορφή<br />δείξου, τη
χρυσοβαμμένη<br />υψώνοντας τη ποδεμή σου(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn106#fn106" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">106</a></sup>)<br />και
το λοφίο της βασιλικής<br />τιάρας δείχνοντας. Στη γης<br />έλα, ω άβλαβε Δαρείε,
πατέρα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρόβαλε, βασιλιά, ν' ακούσης<br />καινούργιες
δυστυχίες του βασιλιά.<br />Σαν απ' τον Άδη μαύρη καταχνιά<br />απάνω μας έχει
απλωθή,<br />τι όλ' η νειότη έχει χαθή.<br />έλα, ω άβλαβε Δαρείε, πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επωδός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό μας, τρις αλλοί!<br />Ω εσύ, που τη
θανή σου<br />την πολυκλάψαν οι δικοί σου,<br />αφέντη, αφέντη, γιατί 'πες μας<br />οι
διπλές τούτες συμφορές μας(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn107#fn107" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">107</a></sup>)<br />στη
χώρα επλάκωσαν αυτή;<br />τα καράβια όλα έχουν χαθή<br />τα τρίσκαρμα, και τώρα
εμείς<br />χωρίς καράβια εμείναμε, χωρίς . . . (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn108#fn108" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">108</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i><span style="font-size: 16pt;">(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn109#fn109" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">109</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω πιστοί μου εσείς, γυιοί πιστών
πατέρων,<br />της νειότης σύντροφοι μου, γέροι Πέρσαι,<br />από ποιον πονά τώρα η
πολιτεία πόνο; <br />και θρηνολογάει, βογγά, σέρνεται χάμω; (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn110#fn110" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">110</a></sup>)<br />Στον
τάφο δίπλα η γυναίκα μου όπως ήρθε<br />― αν και πρόθυμα της χοές εγώ λαβόντας ―
<br />όμως τρέμω. Γιατί και σεις στον τάφο<br />κοντά στεκάμενοι
βαριοθρηνείτε,<br />και με φωνές ψυχοκαλέστρες και με γόους<br />με κράζετε απ' τον
τάφο μου, ζητώντας<br />να σηκωθώ· αν και βολετό δεν είναι<br />το έβγα του, και οι
θεοί του κάτω κόσμου<br />ν' αρπάζουν είναι πιο καλοί παρά ν' αφήνουν.<br />Όμως σαν
που τώρα ο λόγος μου από 'κείνους<br />εισακούσθη, 'φτάνω. Και ταχυά εσείς πέστε ―
<br />να μη χρονίσω πιότερο απ' ό,τι πρέπει ― <br />τι συμφορά καινούργια ήρθε στους
Πέρσες.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την όψι σου ντρέπομαι ν' ατενίσω,<br />αγνάντια
σου ντρέπομαι να μιλήσω<br />την παληά μου έχοντας συστολή. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn111#fn111" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">111</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως σαν που ανέβηκ' απ' τον κάτω
κόσμο<br />εισακούοντας τους θρήνους τους δικούς σας,<br />όχι πολύλογα μα σύντομα
ομιλώντας<br />όλα εξηγάτε τα χωρίς ντροπή σ' εμένα,</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοβάμαι να κάμω σου τη γνώμη· (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn112#fn112" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">112</a></sup>)<br />φοβάμαι
και τα ενάντια να 'πω ακόμη,<br />που κακοϊστόρητα σε φίλους είναι.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά μια που ο φόβος ο παληός τα φρένα<br />τα
δικά σας αντισκόβει, εσύ ω γυναίκα<br />ευγενική, του κρεββατιού παληά συντρόφισσά
μου,<br />σταματώντας της κλάψες και τους θρήνους πες μου·<br />κάτι που να είναι
ξάστερο. Οι δυστυχίες πάντα<br />οι ανθρώπινες ― το ξέρουμε ― λαχαίνουν<br />στους
θνητούς. Κι' απ' τη στεριά πολλά συμβαίνουν<br />κι' απ' τη θάλασσα πολλά δεινά
εις τους ανθρώπους<br />σαν η ζωή καιρό περσότερο τραβήξη. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn113#fn113" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">113</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ π' όλους τους θνητούς πέρασες σ'
ευδαιμονία,<br />γιατί όσον καιρό έβλεπες το φως του ήλιου<br />ζωήν απ' όλους
ζηλεμμένην επερνούσες<br />κι' ωσάν θεός καλότυχα μέσα στους Πέρσες,<br />όμοια
καλοτυχίζω σε και τώρα, πεθαμμένο<br />πριχού να ιδής των συμφορών το
βάθος.<br />Όμως κοντολογίς, Δαρείε, το συνέβηκε θ' ακούσης. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn114#fn114" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">114</a></sup>)<br />Χάθηκαν
όλα των Περσών ― να στο πω έτσι.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με ποιο όμως τρόπο; Θανατικό έχει πέσει<br />ή
επανάστασι στην πολιτεία μέσα εγίνη;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανέν από τα δυο. Αλλά, στας Αθήνας<br />κοντά,
εκαταστράφηκε ο στρατός μας όλος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος από τους γυιούς μου στρατηγούσε;
Λέγε.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο αρειμάνιος Ξέρξης, αδειάζοντας την χώραν
όλην. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn115#fn115" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">115</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και σε στεριά ή σε πέλαο την μωρία έπραξε
τούτη; </span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στα δυο μαζύ. Διπλό ήτον μέτωπο δυο
στρατευμάτων. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn116#fn116" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">116</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς πεζός στρατός μπόρεσε τόσος να περάση;
</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μηχανικά έζεψε της Έλλης το στενό κ' έκαμε
διάβα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' αυτόν ετόλμησε το μέγα Βόσπορο να
κλείση;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι εγίνη· ίσως με δαιμόνου τη βοήθεια.
(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn117#fn117" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">117</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί! μέγας δαίμονας θα στρέβλωσε το νου
του.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα φαίνεται πόσο έκαμε κακό
μεγάλο.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι συνέβηκε εις αυτούς κ' έτσι
θρηνείτε;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το ναυτικό παθόντας, ξωλόθρευσε και το στρατό
μας.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι λοιπόν πολεμοχάθη ο στρατός όλος;
(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn118#fn118" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">118</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και για τ' αυτό πανέρημα θρηνούν τα
Σούσα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί! στου στρατού την τόση δύναμι και τη
βοήθεια.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και των Βακτρίων όλος ο λαός εχάθη, εξόν οι
γέροι.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο άμοιρος! Τι νεολαία συμμάχων έχασ'
έτσι!</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μόνος, λεν, έρμος ο Ξέρξης και με λίγους .
. . </span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς λοιπόν και πού εκατάντησεν;
Εσώθη;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στο γιοφύρι που έζεψε της δυο στεριές ήρθε με
βιάσι. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn119#fn119" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">119</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' αληθινά εσώθηκε στη στεριά τούτη;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, ξάστερος ήρθε μας και βέβαιος
λόγος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί! ταχύ αλήθεψαν οι χρησμοί. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn120#fn120" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">120</a></sup>)
Κι' ο Δίας<br />τα θεία λόγια πραγμάτωσεν επά στο γυιό μου.<br />Κ' εγώ θαρρούσα πως
αργότερα, κατόπι<br />θα τα εκτελούσαν οι θεοί. Όμως έτσ' είναι:<br />Όταν ατός του
βιάζεται κανείς, τότε συντρέχει<br />κι' ο θεός μαζύ του. Έτσι και τώρα<br />πηγή
κακών ανέβρυσε για όλους τους φίλους.<br />Ο γυιός μου, τους χρησμούς μη
νοιώθοντας, με τόλμη<br />άπραγη εκίνησε, κ' έλπισε δούλο να κρατήση<br />με δεσμά
τον ιερόν Ελλήσποντο, το ρέμμα<br />του θείου Βοσπόρου θέλοντας να
σταματήση.<br />Έτσι το πέρασμα εβουλήθηκε ν' αλλάξη.<br />Και μ' αλυσίδες
σφυροκοπημένες του πελάγου<br />πολλήν έκτασι δένοντας, εδιάβη<br />με πάμπολλο
στρατόν, ασύνετα έτσι<br />νομίζοντας, αυτός θνητός, πως θα νικήση<br />τους θεούς
όλους και τον Ποσειδώνα ακόμη.<br />Αυτά δεν φανερώνουν πως ο γυιός μου
είχε<br />του νου του αρρώστια; (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn121#fn121" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">121</a></sup>)
Αληθινά φοβούμαι<br />μην ο πολύς ο πλούτος ― τα δικά μου κόπια ―
<br />ευκολοάρπαχτα γενούν απ' όποιον λάχη.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά δα εδιδάχθη ο πολεμόχαρος ο Ξέρξης<br />μ'
επίβουλους ανθρώπους ομιλώντας,<br />που τούλεγαν πως ενώ εσύ με το σπαθί
σου<br />έδωκες στα παιδιά σου μέγα πλούτο<br />αυτός κάθεται άπρακτος από
ανανδρία<br />άδοξά του κλεισμένος μέσ' στο σπίτι, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn122#fn122" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">122</a></sup>)<br />τον
πλούτο αφήνοντας αναύξητο τον πατρικό του.<br />Τα τέτοια ονειδίσματα συχνά 'πό
άνδρες<br />επίβουλους ακούοντας πήρε την τέτοια<br />απόφασι κ' εστράτευσε για την
Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ' αυτούς έγιν' αλήθεια μεγαλώτατο
έργο<br />κι' αλησμόνητο που όμοιο μ' αυτό κανένα·<br />την πολιτεία δεν άδειασε των
Σούσων,<br />αφ' όταν έδωκεν ο βασιλιάς ο Ζευς εις έναν άνδρα<br />την εξουσία της
πολυπρόβατης Ασίας<br />μονάχος να την κυβερνά, σκήπτρο κρατώντας. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn123#fn123" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">123</a></sup>)<br />Κ'
ήτον ο Μήδος πρώτος του στρατού ηγεμόνας<br />και κατόπι του εσυμπλήρωσε το έργο ο
γυιός του,<br />γιατί το νου του η φρόνησι τον εκυβέρνα,<br />Και στερνά απ' αυτόν,
τρίτος, ο Κύρος,<br />ευτυχισμένος αυτός άνδρας, κυβερνώντας,<br />την ειρήνη
εχάρισε σ' όλους τους φίλους.<br />και των Λυδών και των Φρυγών τα έθνη
επήρε<br />κι' όλην με πόλεμον κυρίευσε την Ιωνία,<br />γιατί φρόνιμος ήτο και θεός
δεν τον εχθρεύθη.<br />Κι' ο γυιός του Κύρου τέταρτος του στρατού
ηγεμόνας<br />έγινε· και πέμπτος βασιλιάς ήτον ο Μέρδις, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn124#fn124" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">124</a></sup>)<br />ντροπή
της πατρίδας και των αρχαίων θρόνων.<br />Κι' αυτόν με δόλο εσκότωσε μέσ' στο
παλάτι<br />ο αντρειωμένος Αρταφέρνης με βοήθεια φίλων,<br />οπού είχαν ορκισθή μαζύ
του ετούτο. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn125#fn125" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">125</a></sup>)<br />[Κ'
έκτος ο Μάραφις κ' έβδομος ο Αρταφέρνης]<br />ως που σ' εμένα η εξουσία έλαχε
κατόπι,<br />ως εγώ εβουλήθηκα(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn126#fn126" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">126</a></sup>)
κ' εγώ εκστρατείες<br />πλήθος ενέργησα με στρατό πλήθος.<br />Όμως τόσο κακό ποτέ
δεν έκαμα στην πόλι.<br />Αλλά ο γυιός μου ο Ξέρξης, αυτός νέος όντας<br />έχει και
νέες ιδέες και δεν θυμάται<br />της ιδικές μου συμβουλές· γιατί εσείς τούτο<br />να
ξέρετε ξεκάθαρα, συνομήλικοί μου<br />πως όσοι βασιλιάδες γίναμε, εμείς
όλοι<br />δεν κάναμε κανείς τόσα κακά στη χώρα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι λοιπόν, ω βασιλιά Δαρείε, έτσι
τελειώνεις<br />το λόγο σου; Πώς, 'πες μας, απ' αυτά κατόπι,<br />ο Περσικός λαός
θέλει ευτυχήσει τώρα;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν δεν εκστρατεύετε για χώρα Ελλήνων,<br />και
πιότερος ακόμη αν είναι ο στρατός των Μήδων<br />γιατ' η ίδια τους η γη είναι
βοηθήτρα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς τώπες; Πώς είναι τους η γη
βοηθήτρα;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκοτώνοντας με πείνα το περίσσιο
πλήθος.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά γενναίο θα φτιάσουμε κ' εκλεχτό στόλο.
(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn127#fn127" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">127</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' όμως ουδ' ο στρατός που έμεινε στα
Ελληνικά μέρη<br />θα δυνηθή επιστρέφοντας ν' απογλυτώση.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι είπες; Δεν έφυγε ο στρατός των
βαρβάρων<br />όλος, διαβαίνοντας το στενό της Έλλης;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΔΩΛΟΝ ΔΑΡΕΙΟΥ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λίγοι γλύτωσαν απ' τους πολλούς· αν στα
ειπωμένα<br />απ' τους θεούς δώσουμε ακόμη πίστιν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn128#fn128" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">128</a></sup>)<br />λογιάζοντες
όσα αληθινά βγήκαν ως τώρα.<br />Γιατί όχι ένα μέρος απ' των θεών τα λόγια<br />αλλά
όλα τους πέρα κι' ως πέρα επαληθεύουν!<br />Κι' αν έτσι αυτό συμβαίνη, βέβαια ο
Ξέρξης<br />πλήθος διαλεχτό στρατού κει πέρα αφήνει<br />δίνοντας σε μάταιες ελπίδες
πάλι πίστι.<br />Και θ' απομένη ο στρατός στην πεδιάδα,<br />που την ποτίζει του
Ασωπού το ρεύμα<br />λίπασμα καλό αφήνοντας στη Βοιωτική χώρα.<br />Εκεί τα πιο
χειρότερα δεινά τους απομένει<br />για την αυθάδεια να πάθουνε κι' ασέβειά
τους,<br />― αυτοί που όταν έφθασαν εις την Ελλάδα<br />ουδέ τ' αγάλματα ντράπηκαν
των θεών να κλέψουν<br />ουδέ τους ναούς να κάψουν. Κ' οι βωμοί
έτσι<br />κατεστράφηκαν, και των θεών οι τόποι όλοι<br />συθέμελα αναποδογύρισαν
πέρα κι' ως πέρα.<br />Για τούτο, σαν που έπραξαν κακά, το ίδιο<br />κι' όχι
λιγώτερα παθαίνουν και θα πάθουν,<br />τι δεν στέρεψε η βρύσι των κακών, κι' ακόμα
τρέχει.<br />Τόσος θα γίνη της σφαγής του αιμάτου ο βούρκος(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn129#fn129" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">129</a></sup>)<br />στη
γη των Πλαταιών από την Δωρική τη λόγχη.<br />Και των νεκρών οι θημωνιές σωροί
ακόμα<br />εις την τριτόσπορη κατόπι γενιά ανθρώπων<br />σιωπηλά θα φανερώνουν στων
θνητών τα μάτια·<br />πως ο άνθρωπος ν' αλαζονεύεται πολύ δεν πρέπει <br />γιατ' η
βρισιά ανθίζοντας καρπό της βγάνει<br />της συμφοράς ταστάχυ, κι' από
τούτο<br />πολύκλαφτο η βρισιά θερίζει θέρο. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn130#fn130" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">130</a></sup>)<br />Τέτοια
βλέποντας ταντίποινα των έργων τούτων<br />μη βγάλετε από το νου σας τας
Αθήνας<br />και την Ελλάδα, ουδέ κανείς σας παραιτώντας<br />την ευτυχία την τωρινή
ας ζητήση άλλην,<br />χάνοντας έτσι ταγαθά του τα μεγάλα.<br />Γιατί ο Ζευς βαρύς
και ίσιος παραστέκει(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn131#fn131" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">131</a></sup>)
·<br />τιμωρητής κάθε μεγάλης περηφάνειας.<br />Με τούτα πρέπει σεις να
νουθετήτε<br />το γυιό μου, γνώσι δίνοντάς τους για να πάψη<br />ασύνετα προς τους
θεούς ν' αυθαδιάζη.<br />Και συ γηραιά κι' αγαπητή, του Ξέρξη η μάννα,<br />σπίτι
επιστρέφοντας, πρεπούμενη να πάρης<br />στολή του γυιού σου και να πας για υποδοχή
του. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn132#fn132" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">132</a></sup>)<br />Γιατί
απ' τη λύπη των κακών όλα έχει σχίσει<br />τα πολυκέντητα φορέματα και τώρα<br />στο
κορμί του επάνω κρέμονται ταποξεσκλίδια. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn133#fn133" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">133</a></sup>)<br />Και
παρηγόρα τον εσύ με γλυκά λόγια,<br />γιατί μόνον εσέ, όπως ξέρω, θα δεχθή ν'
ακούσης.<br />Κ' εγώ κάτω απ' τη γήστόν τάφο πγαίνω.<br />Χαίρετε, ω γέροντες, αν
και κακή είν' η τέτοια<br />χαρά, και πάσα μέραν η ψυχή σας<br />ας δίνεται στην
ηδονή, γιατί τα πλούτια<br />σε τίποτε δεν ωφελούν τους πεθαμμένους.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πόσον εθλίβηκα μαθόντας δεινά τόσα<br />που οι
βάρβαροι τραβούν και θα τραβήξουν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΑΤΟΣΣΑ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω τύχη! Τι! πολλές μέσ' την ψυχή
μου<br />θλίψεις εφώλιασαν! κι' απ' όλες με δαγκάνει<br />πιο πολύ τούτ' η συμφορά,
που ακούω,<br />του γυιού μου τη ντροπή ― μ' αποξεσκλίδια<br />το δικό του το κορμί
να είναι ντυμένο.<br />Όμως πηγαίνω και στολήν από το σπίτι<br />κομίζοντας θα τρέξω
προς το γυιό μου.<br />Τον που αγαπώ στη δυστυχία δεν θεν' αφήσω.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα! ελάχαμε ζωή<br />μεγάλη εμείς κ'
ευτυχισμένη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn134#fn134" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">134</a></sup>)<br />κ'
ενάρετα κυβερνημένη<br />όσο της χώρας την αρχή <br />την είχε ο γέρος ο
Δαρείος<br />ο αγαθός μαζί κι' ανδρείος<br />που όμοιος ήτον με θεούς.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πρώτ' απ' όλα εμείς τρανές<br />τότες
εκάναμ' εκστρατείες<br />και πυργωμένες πολιτείες(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn135#fn135" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">135</a></sup>)<br />επαίρναμε
παντοτινά.<br />Κι' από τον πόλεμο στερνά<br />απείραχτοι και δίχως κόπο(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn136#fn136" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">136</a></sup>)<br />ευτυχισμένοι
εδώ στον τόπο<br />ξαναγυρίζαμ' όλοι εμείς.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πόσες πόλεις πήρε δίχως<br />το ρεύμα του
Άλυ να διαβή(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn137#fn137" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">137</a></sup>)<br />κι'
ουδέ απ' τον τόπον του να βγη!<br />Της πολιτείες έτσι επήρε<br />όσες εις την
ακρογιαλιά<br />του Στρύμονα είναι και κοντά<br />με τα χωριά της Θράκης.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και όσες πέρα απ' τα νερά,<br />προς τη στεριά
είναι κτισμένες,<br />με πύργους περιτειχισμένες,<br />υπάκουαν στο βασιλιά.<br />Κι'
όσες στης Έλλης τον πλατύ πορθμό<br />κι' όσες στην Προποντίδ' ακόμα<br />την
βαθύκολπη κι' όσες στο στόμα<br />του Πόντου, υπάκουαν κι' αυτές.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα νησιά του ακρωτηριού<br />που είν' απ' το
πέλαγο λουσμένα<br />και βρίσκονται γειτονεμένα<br />με τούτη την στεριάν εδώ.<br />Η
Λέσβο, η Σάμος η 'ληοτρόφα,<br />η Χίος κ' η Μύκονος κ' η Πάρος,<br />η Νάξος κ' η
Άνδρος που σιμά<br />στην Τήνο βρίσκεται γειτονικιά.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' η εξουσία του απλωνότουν<br />στα
στεριογείτονα νησιά<br />που έχουν πολλά θαλασσινά, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn138#fn138" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">138</a></sup>)<br />τη
Λήμνο, την Ίκαρο, τη Ρόδο<br />την Κνίδο και μαζί μ' αυτές<br />στης πόλεις της
Κυπριακές(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn139#fn139" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">139</a></sup>)<br />την
Πάφο, τους Σόλους και την άλλη<br />την Σαλαμίνα, που για μας<br />τούτης αιτία της
συμφοράς<br />εστάθηκ' η μητρόπολί της. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn140#fn140" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">140</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επωδός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' όμοια εξουσίασε με νου<br />στην Ιωνία
πόλεις άλλες,<br />ευτυχισμένες και μεγάλες,<br />που Έλληνες σ' αυτές
οικούν.<br />Κι' ακάματην είχαν ανδρεία<br />οι άνδρες όσους για εκστρατεία(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn141#fn141" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">141</a></sup>)<br />ολούθ'
εμάζευεν αυτός.<br />Μ' από θεού έστρεψε πάλι<br />η τύχη^ κ' έτσι τη
μεγάλη<br />τραβούμε τούτη συμφορά,<br />δεινά παθόντας τρομερά<br />εις του πελάου
της συμπλοκές. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn142#fn142" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">142</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωού!<br />Ο δύστυχος εγώ που τέτοια
μαύρη(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn143#fn143" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">143</a></sup>)<br />κ'
έτσι αναπάντεχη μούλαχε μοίρα·<br />πόσο μονόγνωμα η τύχη ωργίσθη,<br />με των
Περσών το γένος. Τι θα γίνω<br />εγώ ο ταλαίπωρος; παραλυμένη<br />αισθάνομαι τη
δύναμι του κορμιού μου<br />μπροστά στους ηλικιωμένους τούτους(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn144#fn144" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">144</a></sup>)<br />Πέρσες.
Άμποτες, ω Δία, κ' εμένα<br />με τους άνδρες μαζί τους πεθαμμένους<br />να μ' είχε
σκεπάσει του θανάτου η μοίρα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί, βασιλιά, του ανδρειωμένου<br />στρατού·
κι' αλλοί του τιμημένου<br />και τρανού γένους των Περσών·<br />αλλοί και του άνθους
των ανδρών,<br />που εθέρισεν η κακή τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η ίδια η γη μυρολογάει(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn145#fn145" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">145</a></sup>)<br />τη
δικιά μας νεολαία που πάει<br />από μοίραν άδικου θανάτου<br />χαμένη, στον Αδη
κάτου·<br />ο Ξέρξης στους Πέρσες εστάθη<br />φορτωτής(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn146#fn146" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">146</a></sup>)
του Χάρου· τι εχάθη<br />πλήθος ανθρώπων που τώρα<br />στρατοκοπάν για τ' Άδη τη
χώρα· (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn147#fn147" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">147</a></sup>)<br />της
γης ο άνθος πολεμιστάδες<br />του τόξου, χιλιάδες, μυριάδες<br />είναι τους οι
σκοτωμένοι.<br />Ωιμένα κι' αλλοί! στη χαμένη<br />δύναμι. Της Ασίας η
χώρα,<br />βασιλιά, εγονάτισε τώρα<br />εγονάτισε, ωιμένα, βαρειά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οχού! εμέ ας με κλαίνε<br />και πως γεννήθηκα ας
το λένε<br />για δυστυχία της γενιάς μου<br />και της πατρίδας.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Του γυρισμού το καλώς ήρθες<br />με μια κακόφωνη
βουή<br />κι' αχλαλοή θρηνητική<br />σαν πως Μαρυανδυνός(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn148#fn148" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">148</a></sup>)<br />θρηνολογάτορας
δεινός<br />θα στο φωνάξουμε με θρήνους.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γοερά θρηνήστε με τρανές(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn149#fn149" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">149</a></sup>)<br />μυρολογιού
αγριοφωνές,<br />γιατί η τύχη με διπλή<br />με βάρεσε καταδρομή.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θρήνους αλήθεια θενά ειπούμε·<br />κι' απ' τα
δεινά μας σαστισμένοι,<br />για τ' όσα θαλασσοδαρμένοι<br />επάθαμε, θενά
κλαφτούμε,<br />μυρολογώντας όμοια πάλι<br />με πολλά δάκρυα τη
μεγάλη<br />καταστροφή.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι ο Άρης των Ιώνων μονομιά, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn150#fn150" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">150</a></sup>)<br />θεριεύοντας
των Ιώνων το στόλο,<br />το κακό ετούτο μας έφερεν όλο,<br />θερίζοντάς μας επά στη
βαθειά<br />τη θάλασσα και στην ακτή.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' ας τα μάθαινα όλα, ωιμέ!<br />Πού βρίσκονται
οι άλλοι δικοί μας;<br />και πού όσοι επαράστεκαν σε;<br />ο Φαρανδάκης κι' ακόμα ο
Σούσας<br />κι' ο Ψάμμις κι' ο Πελάγων αντάμα<br />κι' ο Αγδαβάτας με τον
Δοτάμα<br />κι' απ' τ' Αγβάτανα ο Σουσισκάνης.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκεί επαραίτησά τους, γκρεμισμένους<br />από
Τύριο πλοίο, όλους πνιγμένους,<br />στης Σαλαμίνας της ακρογιαλιές<br />επά σε
πέτρες να χτυπούν σκληρές.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ! κι' ο δικός σου Φαρνούχος τι
απογίνη;<br />κι' ο τρανός Αριόμαρδος κι' ο βασιλιάς<br />Σενάλκης κι' ο Λίλαιος,
παιδί γενιάς<br />μεγάλης(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn151#fn151" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">151</a></sup>)
κι' ο Μέμφις κ' οι άλλοι εκείνοι<br />ο Μασίστρας κι' ο Θάρυβις κι' ο
Αρτεμβάρης<br />κι' ο Υσταίχμας τι απογίνηκαν; πες.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί μου κι' αλλοί μου.<br />Της πανάρχαιες να
ιδούν δεν προφθάσαν<br />της μαύρες Αθήνες κ' εχάσαν<br />μονομιάς τη ζωή,<br />κι'
οχού! οχού! οι φτωχοί<br />σπαρταρούν επά σ' έρημη γη. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn152#fn152" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">152</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και του Βατανώχου το γυιό, τον πιστό
σου<br />επόπτη, που τόσο αγαπητός σου<br />ήτον και στρατούς σου αριθμούσε(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn153#fn153" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">153</a></sup>)<br />―
υ υ ― ― <br />του Σησάμη και του Μεγαβάτη τους γυιούς<br />και τον Οιβάρη και τον
Πάρθο κι' αυτούς<br />τους άφηκες όμοια, τους άφησες κει.<br />Ωχ! ωχ, τι μεγάλο
στους Πέρσες κακό<br />και παράκακο λέω το εγώ.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάνωθέ μου κακοπούλι σηκώνεις<br />που
συντρόφους καλούς μου θυμά, (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn154#fn154" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">154</a></sup>)<br />λέγοντας
μου εσύ τα κακά<br />ταλησμόνητα. Κ' έτσι αιματώνεις<br />μέσ' τα στήθια τη μαύρη
καρδιά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως κι' άλλους αποζητούμεν εμείς.<br />Τον
Ξάνθι που είχαν οι Μάρδοι αρχηγό,<br />τον Διαιξί κι' Αγχάρη, που τους
ιππείς<br />με τον Αρσάκη αρχηγούσαν και τον τρανό<br />Κηγδαγάτη και τον Λυθίμνα,
μαζί<br />και τον Τόλμο, τον ήρωα πολεμιστή.<br />Πάν τώρα όλοι τους, στον τάφο
παν<br />χωρίς καν άρματα την ταφή ν' ακλουθάν. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn155#fn155" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">155</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Α'</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όλοι τους παν του στρατού οι αρχηγοί. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn156#fn156" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">156</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άδοξα εχάθηκαν όλοι μαζί.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ, ανέλπιστο οι θεοί κακό<br />έδωκαν που
άλλο ωσάν κι' αυτό<br />η Άτη ποτέ της δεν έχει ιδεί.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Α'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αγιάτρευτη μας ήρθε κακομοιριά</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μας ήρθε αλήθεια και φανερά. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn157#fn157" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">157</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με νέα, με νέα δεινά, δεινά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι πόλεμο κάνοντας θαλασσινό<br />με των Ιώνων
το έθνος το ναυτικό<br />νικήθηκε η γενιά των Περσών.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια. Κι' ο άμοιρος για τούτο
εγώ<br />ξολοθρεύτηκα έτσι με τόσο στρατό.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι απ' τους Πέρσες εγλύτωσε τάχα;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νά ιδές. Ετούτα του στρατού μου μονάχα.
(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn158#fn158" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">158</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα θωρούμε οι άμοιροι εμείς, τα
θωρούμε.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' η θήκη ακόμα των βελών μου αυτή. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn159#fn159" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">159</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι; δικό σου μονάχα αυτό έχει σωθή;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για την άδεια μονάχα τη θήκη μου λέτε;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το τίποτε εσώθηκεν απ' τα πολλά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βοήθεια καμμία δεν έχουμε πια.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φυγοπόλεμη των Ιώνων δεν είναι η γενιά.
(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn160#fn160" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">160</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Β'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι στη μάχη ορμητική<br />κι' αλήθει'
αναπάντεχο έχω ιδεί<br />κακό απ' αυτήν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i><span style="font-size: 16pt;"><br />Για του στόλου τη φυγή μας λες;</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα ρούχα μου έσχιζα για της
τρανές<br />κακοτυχιές μας.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο μου κι' αλλοί.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια και τρις αλλοί. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn161#fn161" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">161</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί διπλή η συμφορά και τριπλή. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn162#fn162" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">162</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δικές μας θλίψες των εχθρών χαρές.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα εκατάντησαν κολοβές<br />οι δικές μας
δυνάμεις. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn163#fn163" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">163</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Προπομπό μου δεν έχω κανένα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' ούτε φίλο. Τους πήρε, ωιμένα,<br />του
πελάγου η δεινή συμφορά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το κακό κλάψετέ το κ' εσείς γοερά<br />κ' εις τα
σπίτια σας έτσι γυρίστε.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κλαίμε με πόνο κ' αναφυλλητό! (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn164#fn164" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">164</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαρειά χουγιάξτε αντίχτυπά μου. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn165#fn165" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">165</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μοναχός του ο θρήνος ξεσπά, βασιλιά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θρηνείστε για τη δυστυχιά μου.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα κι' ωιμένα βαρειά<br />είναι τούτη για
μας συμφορά,<br />το αχ το λέμε πονώντας στ' αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Γ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μαλλιά σας τραβάτε για χάρι δική
μου.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χάρι για κακό κακή κακά γεναμένη. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn166#fn166" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">166</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαρειά χουγιάξτε αντίχτυπά μου.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οχού, οχού, δυστυχιά, δυστυχιά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κλάφτε κι' ακόμα πιο γοερά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα κι' ωιμέ.<br />Με τα δικά μου βογγητά
μαζί<br />μια μαύρη θα σμίξω αλήθεια πληγή.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Στροφή Δ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και με Μύσιο θρήνο τα στήθια χτυπάτε. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn167#fn167" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">167</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κακομοιριά μας, κακομοιριά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα γένια σας τάσπρα τραβάτε για με.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα τραβάμε θρηνώντας, τα τραβάμε ωιμέ.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με άγριο κλάψετε ξεφωνητό. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn168#fn168" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">168</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θαν το κάνουμ' αλλοί μου κι' αυτό.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">Αντιστροφή Δ'.</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα ρούχα στους κόρφους σας σχίστε.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κακομοιριά, κακομοιριά.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για το στρατόν ακόμα θρηνήστε<br />της κόμης
τραβώντας της τρίχες.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της τραβάμε θρηνώντας, της τραβάμε ωιμέ
</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα μάτια σας δάκρυα ας έχουν.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ολονένα τα δάκρυά μας τρέχουν(<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn169#fn169" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">169</a></sup>)
.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαρειά χουγιάξτε αντίχτυπά μου.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό μου! κι' αλλοί!</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γυρίστε σπίτι σας μ' οδυρμό. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn170#fn170" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">170</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, αλλοί!</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί, στην Περσίδα τη γη.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα στην άμοιρη αυτή.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οχού μου, σε τούτη τη χώρα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οχού, πού εκατάντησε τώρα.</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλοπόδεμοι μυρολογάτε. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn171#fn171" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">171</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">υ ― ― υ υ ― </span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οχού στην Περσίαν, οχού!</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στην κακόμοιρη χώραν οχού!</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΡΞΗΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πόσοι στα τρίσκαρμα πλοία οι νεκροί! (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn172#fn172" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">172</a></sup>)</span>
</dt>
<dt><i><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span></i>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε προβοδάμε θρηνώντας αλλοί. (<sup><a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#fn173#fn173" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;">173</a></sup>)</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">* * *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξαν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) με
δημιουργικές μεταφορές της, από τους αρίστους μεταφραστές του τόπου,στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο.Ο Ομηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα,στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη,Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη,
Καζαντζάκη,Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως,
Τσοκόπουλου,Σίγουρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου
τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην
Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΟΝΩ</span></b><span style="font-size: 16pt;"> Το δράμα αυτό αποτελεί υψηλότατον ύμνο των ελληνικών
νικών κατά των Περσών, την εποχή των μηδικών πολέμων. Η μεγαλοπρεπής αφήγηση της
ναυμαχίας στην Σαλαμίνα, κρίνεται σαν μοναδικό υπόδειγμα επικολυρικής
περιγραφής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt style="margin-bottom: 12pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ,
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 38<br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61<br /><br /> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span> </dt>
</dl>
<div align="center" class="MsoNormal" style="mso-line-height-alt: 15.0pt; text-align: center;">
<span style="font-size: 16pt;">
<hr align="center" size="2" width="100%" />
</span></div>
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) «Πολυχρύσων». Εις τα βασιλικά παλάτια
έκρυβαν οι Πέρσαι τους θησαυρούς. Ηροδότου 5, 49. πρβλ. Στράβωνος σελ 731.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref1#ref1" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) «Νυός δ' άνδρα βαΰζει»(πρβλ. λατινικόν
nurus)= βοά ζητούσα τον άνδρα. Πρβλ. Αγαμέμνονος στ. 456.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref2#ref2" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Φανερώνεται το πλήθος και το πυκνόν της
παρατάξεως. Ίδε Σχολ.«τέθριππα και εξάιπα τάγματα» ήτοι δίζυγοι και τρίζυγοι
ίλαι.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref3#ref3" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) «Σύρδην» = δίκην κυμάτων Πρβλ. Επτά επί
Θήβας 1070.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref4#ref4" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) Τον Ελλήσποντο.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref5#ref5" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6) Η δυναστεία του Δαρείου έλεγεν ότι η
καταγωγή της ήτον από τον Περσέα, υιόν της Δανάης, γεννημένον από τον Δία, που
διά να αποκτήση την Δανάην μετεβλήθη εις χρυσήν βροχήν.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref6#ref6" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7) Ο Αισχύλος συχνά παρουσιάζει τους Πέρσας να
επαινούν τους Έλληνας. Έτσι εδώ οι τοξόται Πέρσαι, που πολεμούν δηλαδή από
μακράν,επήγαν, λέγει, να πολεμήσουν τους δοξασμένους ως λογχιστάς Έλληνας,ήτοι
άνδρας που πολεμούν με γενναιότητα στήθος με στήθος.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref7#ref7" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7α) «Δολόμητιν δ' απάτην θεού τις ανήρ θνητός
αλύξει;» = το αλύσκειν εις την έννοιαν του διαφεύγω προβλέποντας.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref7%CE%B1#ref7%CE%B1" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8) Πολέμους πυργοδαΐκτους = πύργους δαΐζοντας,
ήτοι εις πολέμους,που καταρρίπτουν φρούρια. Σχολ. νεωτ. Πρβλ. και Χοηφόρων στ.
859.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref8#ref8" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">9) Έμαθαν οι Πέρσαι. = Φανερώνεται έτσι με το
«έμαθον» ειρωνεία,διότι οι Πέρσαι όχι εκ φύσεως αλλ' ανόητα από μάθησιν έγιναν
ναυτικοί.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref9#ref9" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">10) «Πίσυνοι λεπτοδόμοις πείσμασι»
εμπιστευόμενοι εις εξαρτήματα(πανιά) συγκρατημένα με λεπτά σχοινιά. Ίδε Οδύσ.
10, 96, 127.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref10#ref10" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">11) «Μελαγχίτων φρην = ψυχή ενδυμένη με μαύρον
από πένθος χιτώνα.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref11#ref11" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">12) «Οά:» Περσικόν επιφώνημα οδυρμού
αντίστοιχο με το ιδικό μας αλλοί και αλλοίμονο.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref12#ref12" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">13) Στέγος αρχαίον = το μέρος του ανακτόρου
που εχρησίμευεν ως βουλευτήριον Πρβλ. Ομήρ. Ιλιά. 2, 788 «οι δ' αγοράς αγόρευον
επί Πριάμοιο θύρισιν» και 7, 336. Εκεί ήτον ο τάφος του Δαρείου.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref13#ref13" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">14) Του Περσέως.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref14#ref14" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">15) Η εξήγησις είναι σύμφωνα με την ερμηνείαν
του Weklein.Παλαιότερη και πλέον αδύνατη ερμηνεία είναι: «θα ειπώ λόγο, που δεν
εγέννησεν ο νους μου, αν και δεν ήμουν χωρίς φόβον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref15#ref15" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">16) «Πέπλοισι ησκημένη» πλούσια ντυμένη. Περί
της σημασίας του<b>ασκείν</b> πρβλ. Ομήρ. Ιλιά. 10, 438, 23, 743 και Οδύσ. 1,
439.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref16#ref16" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">17) Η Δωρική εσθής ήτο χιτών μάλλινος,
ανοικτός εις τους ώμους και συνδεόμενος εκεί με περόνην ή με πόρπην. Τον εφόρουν
παλαιότερα όλοι οι Έλληνες. Ηρόδ. 5, 88 «η δε Δωρική εσθής πάσα η αρχαίη των
γυναικών η αυτή ην την νυν Δωρίδα καλέομεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref17#ref17" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">18) «Λέπαδν επ' αυχένων τίθησι».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref18#ref18" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">19) Ύστερ' από κακόν όνειρον οι Έλληνες
εσηκώνοντο και ερραντίζοντο με νερό. Ίδε Χοηφ. 533 κ. ε. ― Αριστοφάνους Βάτρ.
1340 κ. ε.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref19#ref19" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">20) «Φοίβου . . . φόβω» παρήχησις όπως εις τας
Χοηφόρους, στ. 910.Έμεινε και εις την μετάφρασιν.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref20#ref20" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">21) «Κίρκον» είδος γερακιού, σήμερα κιρκινέζος
ή ξεφτέρι.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref21#ref21" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">22) «Θεούς δε προστροπαίς ικνουμένη»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref22#ref22" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">23) «Θυμόμαντις, ων σοι πρευμενώς παρήνεσα».
Ίδε Ομήρου Οδύσ. 1200.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref23#ref23" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">23α) «Έγχη σταδαία και φεράσπιδες σαγαί».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref23%CE%B1#ref23%CE%B1" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">24) «Εν Θορικώ γαρ εστί μέταλλα και εν
Λαυρείω». (Σχολ). Πρβ. Θουκ.2,55.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref24#ref24" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">25) «Πολεμίους επήλυδας».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref25#ref25" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">26) «Κιόντων τοις τεκούσι». Ως εις Ευριπίδου
Άλκηστη στ. 167.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref26#ref26" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">27) «Πάντα ναμερτή λόγον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref27#ref27" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">28) Είδος κομμού, μυρολογιού.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref28#ref28" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">29) Αι λυρικαί θρηνωδίαι του χορού έρχονται
σαν αντιφωνίαι εις τα λόγια του αγγέλου.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref29#ref29" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">30) «Η μακροβίοτος όδε γέ τις αιών εφάνθη
γεραιοίς». Πρβ. στίχ. 713.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref30#ref30" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">31) «Οτοτοτοΐ».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref31#ref31" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">32) «Φέρεσθαι πλαγκτοίς εν σπιλάδεσσιν». Πρβ.
Προμ. 482.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref32#ref32" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">33) Ίυξε = Κραύγαζε Πρβ. Ικέτιδας στ. 884.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref33#ref33" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">34) «Στυγναί γ' Αθάναι δαΐοις».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref34#ref34" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">35) Ομοίως εις Προμ. στίχ 452.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref35#ref35" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">36) Πρβ. Σοφ. Φιλ. 1316.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref36#ref36" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">37) «Των αρχελείων» = αρχόντων λαών.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref37#ref37" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">38) «Στυφλούς παρ' ακτάς θείνεται Σιληνιών».
Αι Σιληνίαι ήσαν ακταί της Σαλαμίνος.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref38#ref38" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">39) Νήσοι του Αίαντος = η Σαλαμίς.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref39#ref39" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">40) «Λιγέα κωκύματα».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref40#ref40" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">41) «Δεκάς δ' ην τώνδε χωρίς έκκριτος». Δηλαδή
δέκα ήσαν πλοία χωριστά(εις αναπλήρωσιν εκείνων που θα επάθαιναν εις την
μάχην).<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref41#ref41" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">42) «Ώδ' έχει λόγος». Όπως εις Επτά επί Θ.
στ.211 και Χοηφ. στ. 519 = αυτή είναι η αριθμητική σχέσις.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref42#ref42" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">43) «Τάλαντα βρίσας ουκ ισορρόπω τύχη».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref43#ref43" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">44) «Δρασμώ κρυφαίω βίοτον εκσωσαίατο». Πρβ.
διήγησιν Ηροδότου 8, 75.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref44#ref44" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">45) «Κνέφας δε τέμενος αιθέρος λάβη». Πρβ. Ομ.
Οδ. 9, 168.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref45#ref45" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">46) «Αλιρρόθους ».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref46#ref46" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">47) «Ευήρετμον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref47#ref47" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">48) Κώπης άναξ».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref48#ref48" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">49) «Λευκόπωλος».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref49#ref49" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">50) «Παιάν' εφύμνουν σεμνόν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref50#ref50" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">51) «Έπαισαν άλμην βρύχιον εκ κελεύσματος».
Πρβ. Ευριπ. Ιφ. στ.1387. ― Ομήρ. Ιλιά. 16, 264.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref51#ref51" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">52) «Θεών έδη» = τόποι, ιερά θεών με αγάλματα
και ναούς. Πρβ. Πλατ.Τίμ. Νόμ.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref52#ref52" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">53)«Περσίδος γλώσσης ρόθος υπηντίαζε». Πρβ.
836.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref53#ref53" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">54) «Καποδραύει Φοινίσσης νεώς κόρυμβ'».
Κόρυμβα = Τακροστόλια της πλώρης, οι φ ι γ ο ύ ρ ε ς.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref54#ref54" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">55) «Επ' άλλην δ' άλλος ηύθυνε δόρυ». Δόρυ,
δηλ νήιον. Σχολ. «Την ναυν είρηκεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref55#ref55" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">56) «Ουκ αφρασμόνως κύκλω πέριξ έθεινον» Πρβ.
563.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref56#ref56" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">57) Πρβ. Ηροδ. 8, 12. «Οι δε νεκροί(εν
Αρτεμισίω) και τα ναυάγια εξεφορέοντο ες τας Αφέτας και περί τε τας πρώρας των
νεών ειλέοντο και ετάρασσον τους ταρσούς των κωπέων».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref57#ref57" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">58) «Ή τιν' ιχθύων βόλον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref58#ref58" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">59) Έως κελαινής νυκτός όμμ' αφείλετο» κατά
αντίφρασιν και κατά το λεγόμενον οξύμωρον σχήμα.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref59#ref59" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">60) «Πέλαγος έρρωγεν μέγα». Ο παρακείμενος
έρρωγα(του ρήγνυμι)ευρίσκεται πάντα αμεταβάτως. Πρβ. και το σημερινόν «κακά
εξέσπασαν στο κεφάλι μου».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref60#ref60" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">61) Αξιοσημείωτη εις το κείμενον η συχνή
επανάληψις των λέξεων«συμφορά . . κακά» επίτηδες και ψυχολογικά διά την
φανέρωσιν της ψυχικής ταραχής.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref61#ref61" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">62) Κατά τον Στράβωνα ήτον η Ψυττάλεια νησί
έρημο και πολύπετρο.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref62#ref62" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">63) «Εμβατεύει ποντίας άλμης έπι». Ο Wecklein
αποδίδει το «παντίας άλμης έπι» εις την νήσον, ήτοι νησί επάνω στα θαλάσσια
κύματα, όχι ορθώς.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref63#ref63" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">64) «Κακώς το μέλλον ιστορών».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref64#ref64" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">65) «Εκ χερών πέτρησιν ηράσσοντο», υπονοείται
το Πέρσαι.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref65#ref65" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">66) Πρβ. Ηροδότου 8, 90. «Ξέρξης . . .
κατηγμένος υπό τω όρεϊ τω αντίον Σαλαμίνος, το καλέεται Αιγάλεως».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref66#ref66" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">67) Η λέξις δαίμων του κειμένου ελέγετο
γενικώς φανερώνουσα την θεότητα από την οποίαν έρχεται η καλή ή κακή τύχη των
ανθρώπων,συνήθως όμως ελέγετο επί κακού. Με μικράν μετατόπισιν εννοίας η λέξις
υπάρχει και εις την σημερινήν γλώσσαν.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref67#ref67" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">68) «Οίσθα σημήναι τορώς »<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref68#ref68" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">69) «Κατ' ούρον». Η φράσις εις το αρχαίον
ειρωνική, αντίστοιχη με το σημερινόν «τα πρύμισαν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref69#ref69" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">70) «Υπεσπανισμένους βοράς».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref70#ref70" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">71) «Βόλβης θ' έλειον δόνακα».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref71#ref71" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">72) «Ηυτύχει δέ τοι όστις τάχιστα πνεύμ'
απέρρηξε βίου».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref72#ref72" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">73) «Ω δυσπόνητε δαίμον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref73#ref73" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">74) «Λαβούσα πέλανον εξ οίκων εμών». Τον
πέλανον ή πελανόν εξηγεί ο Σχολ. «πεπεμμένον πλακούντα». Πρβ. Διονυσ. Αλικ.
2.74: «θύουσι πελάνους δημητρίους».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref74#ref74" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">75) Οι νεώτεροι σχολιασταί συμφωνούν ότι οι
στίχοι αυτοί είναι μετατοπισμένοι.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref75#ref75" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">76) Μεγαλαύχων και πολυάνδρων», η μετάφρασις
αναγκαστικά έγινε με πλατειασμόν.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref76#ref76" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">77) «Αμαλαίς χερσί».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref77#ref77" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">78) «Λέκτρων τ' ευνάς αβροχίτωνας».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref78#ref78" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">79) «Χλιδανής ήβης τέρψιν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref79#ref79" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">80) «Καγώ δε μόρον των οιχομένων αίρω δοκίμως
πολυπενθή».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref80#ref80" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">81) «Ξέρξης μεν ήγαγεν, ποποί, Ξέρξης δ'
απώλεσεν τοτοί, Ξέρξης δε πάντ' επέσπε»· έγινεν έτσι ο θρήνος με κάποιον ήχον
βαρβαρικόν. Εις την μετάφρασιν έγινε προσπάθεια μιμήσεως του κειμένου με την
χρησιμοποίησιν επιφωνημάτων όχι συνήθων και με την επανάληψιν της ονομαστικής
Ξέρξης, όπως εις το πρωτότυπον.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref81#ref81" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">82) «Ομόπτεροι, κυανώπιδες». Η διόρθωσις εις
«λινόπτεροι» σύμφωνα με το του Προμ. 484 «λινόπτερα . . . ναυτίλων οχήματα»
είναι φανερά άτοπος.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref82#ref82" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">83) «Τοι δ' άρα πρωτομόροιο, φευ, ληφθέντες
προς ανάγκαν, ηέ, ακτάς αμφί Κυχρείας, οά, (στέμβονται].» Εις την μετάφρασιν η
περίοδος αναγκαστικώς απεδόθη ανεστραμμένη.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref83#ref83" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">84) «Γναπτόμενοι δ' Αλοσύδνας»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref84#ref84" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">85) «Προς αναύδων παίδων τας αμιάντου».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref85#ref85" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">86) «Το παν απύουσιν άλγος».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref86#ref86" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">87) «Ουκέτι περσονομούνται».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref87#ref87" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">88) «Ουδ' έτι γλώσσα βροτοίσιν εν φυλακαίς».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref88#ref88" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">89) «Ελεύθερα βάζειν» ελευθεροστομείν. Πρβ.
Πρμ. 193.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref89#ref89" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">90) «Εν όμμασιν τ' ανταία φαίνεται θεών, βοά
δ' εν ωσί κέλαδος ου παιώνιος».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref90#ref90" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">91) «Βοός τ' αφ' αγνής λευκόν εύποτον γάλα».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref91#ref91" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">92) «Ακήρατον τε μητρός αγρίας από ποιόν»
Σχολ. «αγρίας . . . της εν τω αγρώ ούσης»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref92#ref92" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">93) «Τον τε δαίμονα Δαρείον αγκαλείσθαι».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref93#ref93" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">94) «Πρέσβος Πέρσας».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref94#ref94" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">95) «Φθιμένων πομπούς»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref95#ref95" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">96) «Εύφρονας είναι κατά γαίας».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref96#ref96" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">97) «Πέμψατ' ένερθεν ψυχήν ες φως» υπονοείται
εύκολα «την Δαρείου»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref97#ref97" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">98) «Ει γαρ τι κακών άκος οίδε πλέον». ― Το
κείμενον φαίνεται ταραγμένον. Ο Wecklein προτείνει την γραφήν: «ει γαρ τι κακών
των δ'έστιν άκος μόνος αν θνητών άρος είποι» ήτοι εάν τι πλέον φάρμακον γνωρίζει
ο Δαρείος μόνος αυτός 'μπορεί να 'πή τέλος και σταμάτημα των κακών.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref98#ref98" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">99) Η φράσις ηχητική εις το κείμενον με τας
λέξεις β ά ρ β α ρ α, β ά γ μ α τ α, β ο ά σ ω. Εις την μετάφρασιν έγινε
προσπάθεια αποδόσεως με το β α ρ β α ρ ι κ ά, β ο υ ύ ζ ω βογγητά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">100) «Περσών Σουσιγενή θεόν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref100#ref100" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">101) «Πέμπετε δ' άνω τον οίον ούπω Περσίς αι
εκάλυψεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref101#ref101" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">102) «Φίλα γαρ κέκευθεν ήθη» υπονοείται
ενεργητικώς ο όχθος· όπως εις τας Χοηφόρ. 683, και εις Σοφοκ. Ηλέκτραν 1120.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref102#ref102" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">103) «Αϊδωνεύς δ' αναπομπός ανείης, Αϊδωνεύς»·
η επιτατική επανάληψις απεδόθη διά του ε σ ύ.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref103#ref103" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">104) «Θεομήστωρ δ' εκεκλήσκετο Πέρσαις,
θεομήστωρ δ' έσκεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref104#ref104" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">105) Επίκλησις προς τον Δαρείον να φανερωθή.
Βαλήν εσήμαινε βασιλεύς εις την Φρυγικήν γλώσσαν. Σελ 32. Εμπειρ. σελ 672, 26.
Εις τον Σοφοκλή λέγονται οι ποιμένες. Πρβλ. απόσπασμα 444. ― Η λέξις σώζεται εις
την Τουρκικήν γλώσσαν.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref105#ref105" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">106) «Κροκόβαπτον ποδός εύμαριν αείρων».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref106#ref106" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">107) «Τι τάδε δυνάτα, δυνάτα δίδυμα διαγόεν
αμάρτια» κ.τ.λ ― Δυνατά= δυνάστα· ανάλογων είναι το αφέντης εκ του αυθέντης.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref107#ref107" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">108) «Άναες, άναες» επαναλαμβάνεται η λέξις
θρηνητικώς.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref108#ref108" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">109) Είδωλον = φάσμα.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref109#ref109" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">110) «Χαράσσεται πέδον». Ο Weklein ερμηνεύει
το χαράσσεται ως κείμενον αντί του νύσσεται, παραβάλων προς το του Ησιόδ. Ασπ.
62 και λαμβάνων υπ' όψιν του τον κτύπον των ποδών κατά την όρχησιν του Χορού. ―
Το «σέρνεται χάμω» εν τούτοις φαίνεται συμφωνότερον με τας λέξεις του κειμένου,
με την απ' ευθείας αίσθησιν της ελληνικής γλώσσης και των ελληνικών εθίμων.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref110#ref110" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">111) «Σέβομαι δ' αντία λέξαι σέθεν αρχαίω περί
τάρβει».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref111#ref111" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">112) «Δίεμαι μεν χαρίσασθαι». Κατά τον ν.
Σχολ. = το σον θέλημα τελέσαι.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref112#ref112" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">113) «Ο μάσσων βίος ην ταθή πρόσω». Πρβλ.
Προμηθ. 553 και Αγαμέμ.1361.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref113#ref113" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">114) «Πάντα γαρ, Δαρεί', ακούση μύθον εν
βραχεί λόγω». Πρβλ. Προμηθ.521.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref114#ref114" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">115) «Θούριος Ξέρξης κενώσας πάσαν ηπείρου
πλάκα». Ν. Σχολ.«περιφραστικώς δε την γην των Περσών φησι πάσαν». Πρβλ. Ευμενίδ.
295·Σοφ. Οιδ. Τύρ. 1102, Φιλ 1430.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref115#ref115" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">116) «Διπλούν μέτωπον ην δυοίν στρατευμάτοιν»,
υπονοείται ο Ξέρξης.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref116#ref116" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">117) «. . . τις δαιμόνων ξυνήψατο». Η
επαμφοτερίζουσα τότε έννοια της λέξεως δαίμων είναι εδώ εις κακήν σημασίαν,
καθώς τώρα. <a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref117#ref117" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">118) «Κατέφθαρται δορί».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref118#ref118" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">119) «Άσμενον μολείν γέφυραν γαιν δυοίν
ζευκτηρίαν». Ο Αισχύλος λησμονεί ότι ο άγγελος δεν είχεν ειπεί και τούτο.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref119#ref119" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω"><span style="font-family: MS Gothic;">↩</span></a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">120) Υπήρχε χρησμός αποτρέπων την εκστρατείαν
εις Ελλάδα, που τον αναφέρει ο Ηρόδ. 9, 42.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref120#ref120" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">121) «Πώς τάδ' ου νόσος φρενών είχε παιδ'
εμόν;»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref121#ref121" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">122) «Τον δ' ανανδρίας ύπο ένδον αιχμάζειν».
Πρβλ. Ευμεν. 868.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref122#ref122" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">123) «Ταγείν, έχοντα σκήπτρον ευθυντήριον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref123#ref123" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">124) Το χειρόγραψον των Μεδίκων έχει Μάρδος. Ο
Ηρόδοτος λέγει τον άρπαγα εκείνον του περσικού θρόνου Σμέρδιν 3, 61· ήτο δε
αυτός ο εκ Μηδίας μάγος Γαουμάτα, αναφανείς ως αδελφός τάχα του φονευθέντος
Καμβύσου(Ιουστ. 1, 9).<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref124#ref124" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">125) Τα της συνωμοσίας των επτά ευγενών
αναφέρει ο Ηρόδ. 3, 70.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref125#ref125" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">126) Υπαινίσσεται ο Αισχύλος το τέχνασμα του
χρεμετισμού του ίππου,το οποίον είχε μεταχειρισθή ο Δαρείος, διά να εκλεγή αυτός
βασιλεύς.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref126#ref126" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">127) «Αλλ' ευσταλή τοι λεκτόν αρούμεν στόλον»,
Ώστε δηλαδή ολιγώτερος όντας δεν θα κινδυνεύση από πείναν. ― Ψυχολογικά έτσι
παρουσιάζονται οι νικημένοι σχεδιάζοντες κ' ελπίζοντες διά το μέλλον.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref127#ref127" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">128) «Ει τι πιστεύσαι θεών χρη θεσφάτοισιν, ες
τα νυν πεπραγμένα βλέψαντα».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref128#ref128" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">129) «Τόσος γαρ έσται πέλανος αιματοσφαγής» =
πέλανος(ζύμη) από σφραγής αίματος.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref129#ref129" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">130) «Ύβρις γαρ εξανθούσ' εκάρπωσε στάχυν άτης
όθεν πάγκλαυτον εξαμά θέρος». Είναι έν από τα θαυμασιώτερα λυρικά γνωμικά της
τραγικής ποιήσεως.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref130#ref130" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">131) «Έπεστιν εύθυνος, βαρύς». <a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref131#ref131" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">132) «Κόσμον όστις ευπρεπής λαβούσ'υπαντίαζε
παιδί».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref132#ref132" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">133) «Λακίδες . . . . στημορραγούσι . . . .
εσθημάτων». Ν. Σχολ.«Υπό της θλίψεως διέρρηξε τα ιμάτια αυτού ο Ξέρξης».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref133#ref133" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">134) «Ω πόποι, ή μεγάλας, αγαθάς τε
πολισσονόμου βιοτάς επεκύρσαμεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref134#ref134" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">135) «Πολίσματα πύργινα πάντ' επέρθομεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref135#ref135" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">136) «. . . εκ πολέμων απόνους, απαθείς . . .
»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref136#ref136" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">137) Ο ποταμός Άλυς ήτο πολύ γνωστός εις τους
Έλληνας εκ του χρησμού του Κροίσου: «Κροίσος Άλυν διαβάς μεγάλην αρχήν
διαλύσει».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref137#ref137" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">138) «Και νηριτοτρόφους εκράτυνε μετάκτους».
Νηριτοτρόφοι = αι τρέφουσαι θαλάσσια όστρακα. Αθην. 3. 86 Β «Αισχύλος δ' εν
Πέρσαις τας αναριτας(θολασσίους κοχλίας) τρεφούσας νηριτοτρόφους είρηκεν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref138#ref138" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">139) Πρβλ. Ηροδ. 3, 19: «δόντες και Κύπριοι
σφέας αυτούς Πέρσησι εστρατεύοντο επ' Αίγυπτον».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref139#ref139" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">140) «Τας νυν ματρόπολις τώνδ' αιτία
στεναγμών». Ο Σχολ. εξηγεί«άποικοι γαρ εισιν οι εν Κύπρω Σαλαμίνιοι των εν τη
Αττική».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref140#ref140" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">141) «Ακάματον δε παρήν σθένος ανδρών
τευχηστήρων» κλπ.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref141#ref141" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">142) «Πλαγαίσι ποντίαισιν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref142#ref142" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">143) Έ ξ ο δ ο ς. Διαιρείται δε η έ ξ ο δ ο ς
εις τρία μέρη. Το πρώτον(στιχ. κειμ. 911 ― 92) είναι ο χαιρετισμός του Ξέρξου
και των γερόντων. Ο βασιλεύς πρωτοφαίνεται επάνω εις άρμα και κατεβαίνοντας
έπειτα προχωρεί με κλονούμενον βήμα. Σταματά δε αντιμέτωπος του χορού στιχ.
κειμ. 934 .<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref143#ref143" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">144) «Τήνδ' ηλικίαν επιδόντα . . . »<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref144#ref144" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">145) Δεύτερον μέρος της Ε ξ ό δ ο υ, το οποίον
εις το κείμενον έχει προοίμιον θρηνητικούς αναπαίστους. Ο θρήνος αυτός ξεχωρίζει
από τα άλλα χορικά, γραμμένος εντονώτερα εις την Δωρικήν διάλεκτον. Εις την
μετάφρασιν έγινε προσπάθεια να αποδοθή ο διά του <b>α</b> δωρικός πλατειασμός.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref145#ref145" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">146) «Άιδου σάκτορι Περσάν». Ήτοι τον Άδην
εσαμάρωσε κ' εφόρτωσε με Πέρσας. Σάκτωρ(σάττω, σάγμα = σαμαρωτής, φορτωτής).<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref146#ref146" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">147) «Αδοβάται» ως αδοφοίται, ελειοβάται,
σημαίνει δε οδοιπορούντες προς τον Άδην.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref147#ref147" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">148) Σχολ. «Μαρυανδυνοί ακμή θέρους . . . .
εθρήνουν . . . Τον δε Μαρυανδυνόν αυξήσαι μάλιστα την θρηνητικήν αυλωδίαν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref148#ref148" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">149) «Ίετ' αιανή πάνδυρτον δύσβροον αυδάν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref149#ref149" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">150) «Ιάων γαρ απηύρα. Ιάων ναύφρακτος Άρης
ετεραλκής».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref150#ref150" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">151) «Λίλαιος ευπάτωρ».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref151#ref151" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">152) «Εή εή, τλάμονες ασπαίρουσι χέρσω».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref152#ref152" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">153) «Των σον πιστόν πάντ' οφθαλμόν μυρία
μυρία πεμπαστάν Βατανώχου παιδ' άλπνιστον». Οφθαλμός εσήμαινεν υπάλληλος
επόπτης. Σχολ.«σημείωσαι ότι βασιλέως οφθαλμός αριθμεί στρατιάς».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">154) «Ίυγγά μοι δήτ' εσθλών ετάρων υπορίνεις».
Καθώς εις Πινδ. Νεμ.4, 35 «ίυγγι δ' έλκομαι ήτορ» και Σοφοκλ. Αποσπ. 433 κ.τ.λ
Ίυγξ δε κυρίως είναι πουλί, που έλαβε το όνομα από τα συχνά στριφογυρίσματα που
κάνει του λαιμού. Επίστευαν οι αρχαίοι, εξ αιτίας αυτών των κινήσεων, ότι ήτο
πουλί μαγικόν και ότι δενόμενον εις κύκλον ή τροχόν εκινείτο εκεί, ενεργούσε δε
η κίνησίς του ερωτικάς και άλλας γοητείας. Ίδε και Πινδ. Πυθ. 4.513 κ. ε. ―
Ανάλογον διά κάποιες μαγείες πουλί έχει η λαϊκή παράδοσις το κ α κ ο π ο ύ λ
ι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">155) «Ουκ αμφί σκηναίς τροχηλάτοισιν όπισθεν
επομέναις»<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref155#ref155" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">156) Το τρίτον μέρος της Ε ξ ό δ ο υ, ο
κομμός(ή ιάλεμος ίδε στιχ.κ. 128). Ο Τζέτζης π. τραγ. 66 «κομμός δε θρήνου
πενθικώτερον πλέον ο θρήνος δ' εστίν ηρεμέστερον μέλος». Έκαμνε δε ο κομμός
μεγαλυτέραν αίσθησιν διά της μουσικής συνθέσεώς του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">157) «Πεπλήγμεθ'· εύδηλα γαρ».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref157#ref157" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">158) «Οράς το λοιπόν τόδε τας εμάς στολάς». ―
Σχολ. «Λείψανον της όλης στρατιάς». Κακώς ερμήνευσαν μερικοί το σ τ ο λ ά ς ως
το ξεσχισμένον ένδυμα, διότι ο Ξέρξης, ως ανεφέρθη(στιχ. 85), είχεν αλλάξει
στολήν κατά φροντίδα της μητέρας του και κατά την συνηθισμένην άλλως ευκοσμίαν
και μεγαλοπρέπειαν εις τας αρχαίας τραγωδίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">159) «Τάνδε τ' οϊστοδέγμονα».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref159#ref159" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">160) «Ιάων λαός ου φυγαίχμας».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref160#ref160" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">161) «Και πλέον ή παπαί μεν ουν».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref161#ref161" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">162) «Δίδυμα γαρ έστι και τριπλά». Πρβλ. Ομήρ.
Ιλιά. 1, 128.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref162#ref162" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">163) «Και σθένος γ' εκολούθη». Πρβλ. Ηροδ.
7,10. «Φιλέει γαρ ο θεός τα υπερέχοντα πάντα κολούειν». </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">164) «Διαίνομαι γοέδνος ων».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref164#ref164" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">165) «Βόα νυν αντιδουπά μοι». Διά ν' αποδοθή
εις την μετάφρασιν το βαρύ και βαρβαρικόν του ήχου, ετέθη η όχι συνήθης λέξις
«χουγιάξτε».Ανάλογοι προσπάθειαι έχουν γίνει εις όλον τον κομμόν, διά να είναι η
μετάφρασις αντίλαλος κάπως της θαυμαστά ηχητικής φράσεως του Αισχύλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">166) «Δόσιν κακάν κακών κακοίς». Διά την
παρήχησιν πρβλ. Χοηφόρ. 403.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref166#ref166" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">167) Γνωστόν εις τους αρχαίους ασιατικόν
μυρολόγι. Σχολ. «Οι γαρ Μυσοί και οι Φρύγες εισί μάλιστα θρηνητικοί».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">168) «Διαίνου δ' όσσε».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref168#ref168" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">169) «Τέγγομαι τοι».<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref169#ref169" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">170) «Αιακτός ες δόμους κίε». ― Αιακτός εις
ενεργητ. σημασίαν, ο οδυρόμενος».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">171) «Γοάσθ' αβροβάται». Γίνεται υπαινιγμός
του καλού των Περσών ποδεμού. Πρβλ. 42.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">172) «Ιή ιή, τρισκάλμοισι βάρισι φθιτοί».
Πρβλ. 681 και 556.<a href="http://www.gutenberg.org/files/39409/39409-h/39409-h.htm#ref172#ref172" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" title="πίσω">↩</a></span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">173) Οι τελευταίοι στίχοι του κειμένου,
αποτελούντες μικρούς θρηνητικούς αναπαίστους, διεσώθησαν φθαρμένοι. Διά την
μετάφρασιν ελήφθη υπ' όψιν η κριτική αποκατάστασις του Wecklein.</span>
</dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-18131948024543149682013-09-04T05:55:00.002-07:002013-09-04T05:55:25.217-07:00ΑΙΣΧΥΛΟΥ: ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ: ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Εις τας Ευμενίδας, το τελευταίον δράμα της
Ορεστείας, η σκηνή υπόκειται κατ' αρχάς μεν εις τον ναόν του Πυθίου Απόλλωνος εν
Δελφοίς, όπου, υπό την προστασίαν του Θεού, ο μητροκτόνος Ορέστης ευρίσκει
προσωρινόν άσυλον από την καταδίωξιν των Ερινύων. Ο ίδιος ο θεός αποκοιμίζει τας
τιμωρούς θεάς και διευκολύνει την φυγήν του Ορέστου, όστις κατά συμβουλήν του
καταφεύγει εις τας Αθήνας, ικέτης της Αθηνάς. Εις τας Αθήνας λοιπόν συνεχίζεται
και τελειώνει η πράξις. Η Αθηνά δεχθείσα ικέτην τον Ορέστην, μη δυναμένη όμως
αφ' ετέρου να παρίδη το δίκαιον των φοβερών Ερινύων, συνιστά εκ των πολιτών το
μέγα και σεμνότατον εκείνο κριτήριον του Αρείου Πάγου, διά να αποφασίση περί της
τύχης του υποδίκου. Η διαδικασία διεξάγεται καθ' όλους τους τύπους της ποινικής
νομοθεσίας των Αθηναίων, και με την ψήφον της Αθηνάς, επελθούσης ισοψηφίας, ο
Ορέστης κηρύσσεται ελεύθερος του φόνου. Αλλ' η τοιαύτη απόφασις εξεγείρει
φοβεράν την οργήν των Ερινύων κατά της πόλεως των Αθηνών, την οποίαν μόλις και
μετά βίας επί τέλους κατευνάζει η Αθηνά διά της πειθούς και των υποσχέσεών της.
«Τοιουτοτρόπως η τέχνη του ποιητού τερματίζει την μακράν ταύτην σειράν τραγικών
καταστροφών, την φοβεράν και αιματηράν ταύτην τριλογίαν, με την παρήγορον εικόνα
μιας ιεράς τελετής, με τα ευσεβή εφύμνια τα αντηχούντα από της σκηνής και προς
τα οποία ανταποκρίνονται εκ του αμφιθεάτρου αι θορυβώδεις και χαρμόσυνοι
επευφημίαι των θεατών». (M. Patin). - Περιώνυμος έμεινεν εις το Αττικόν θέατρον,
διά την πρωτοφανή κατάπληξιν την οποίαν επροξένησεν, η σκηνή εκείνη των
Ευμενίδων, όπου το φάσμα της Κλυταιμνήστρας εξεγείρει εκ του ύπνου τας Ερινύας
και τας παρορμά εις νέαν καταδίωξιν του φονέως της υιού της.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span></b>
<br /><br />
<dl><div align="center">
<center>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ</span>
</dt>
</center>
</div>
</dl>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ<br />ΑΠΟΛΛΩΝ<br />ΟΡΕΣΤΗΣ<br />ΤΟ
ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑΣ<br />ΧΟΡΟΣ<br />ΑΘΗΝΑ<br />ΠΡΟΠΟΜΠΟΙ</span>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ<br />ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ<br />ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτο δοξάζω απ τους θεούς στη δέησί
μου<br />την πρωτομάντισσα τη Γη· και υμνώ κατόπι<br />τη Θέμιδα, που δεύτερη, καθώς
το λέγουν,<br />σ' αυτό το μητρικό της κάθησε μαντείο·<br />και τρίτη στη σειρά, με
θέλημά της κι όχι<br />από κανέν' αναγκασμένη, εκάθησε άλλη<br />θυγατέρα της Γης, η
τιτανίδα η Φοίβη<br />και αυτή γενέθλιο τόδωκε δώρο στο Φοίβο,<br />πούχει της μάμης
τόνομα παράνομα του.<br />Κι αυτός της Δήλου αφίνοντας λίμνη και ξέρες,<br />στους
ήμερους γιαλούς άραξε της Παλλάδος<br />κ' ήρθ' από κει σ' αυτή του Παρνασού τη
χώρα<br />και τον ξεπροβοδίζανε με πολύ σέβας<br />στρώνοντας δρόμο να διαβή οι
γυιοί του Ηφαίστου<br />κ' ήμερη κάνοντας τη γη πούταν πριν άγρια.<br />Και με τιμές
τον δέχτηκε ο λαός μεγάλες<br />κι ο βασιλιάς Δελφός της χώρας κυβερνήτης.<br />Κι ο
Δίας στο νου του εμπνέοντας τη θεία την τέχνη<br />τον βάζει μάντη τέταρτο σ'
αυτούς τους θρόνους,<br />κ' είναι του Δία πατέρα του ο Λοξίας προφήτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ τους θεούς αυτούς αρχίζω τις ευχές
μου·<br />και την Προναία δοξολογώ Παλλάδα πρώτη<br />κ' υμνώ τις νύφες πόχουν το
Κωρύκιον άντρον,<br />φώλιασμα των πουλιών και των θεών συχνάσμα<br />- τον τόπον
έχει ο Βρόμιος, δεν το ξεχάνω,<br />αφόντας ο θεός ωδήγησε τις Βάκχες<br />κ' έβαλε
σα λαγό να σχίσουν τον Πενθέα· - <br />και τις πηγές του Πλείστου και του
Ποσειδώνα<br />την δύναμιν υμνόντας και τον τέλειο Δία<br />έπειτα μάντισσα στον
τρίποδα καθίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρ' ας δώσουν από πριν πολύ πιο
κάλλια<br />να μου συντύχη το έμπασα· και με τον κλήρο<br />όσοι είναι ας έρθουν
Έλληνες, κατά το νόμο·<br />γιατ' όπως οδηγάει ο θεός και προφητεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω, τρόμος ναν το πης και τρόμος
ναντιβλέψης<br />μ' έδιωξεν όξω από τα σπίτια του Λοξία<br />που μήτε νόχω ανάκαρα,
μουδ' όρθια στέκω,<br />και τρέχω με τα χέρια αντίς με τα κανιά μου<br />γιατί είναι
τίποτα η γρηά σαν πάρη φόβο!<br />Μπαίνω λοιπόν στο πολυστέφανο το βάθος<br />όπου
θωρώ κάποιο θεοκατάρατο άνδρα<br />πάνου στον ομφαλό να κάθουνταν ικέτης<br />κ'
αίμα τα χέρια του έσταζαν και το σπαθί του<br />γυμνό κρατούσε κι' αψηλόν ελιάς
κλωνάρι<br />με λήνον μεγαλώτατο σεμνά ζωσμένο,<br />μ' άσπρο μαλλί, για να σου δώσω
να το νοιώσης·<br />και μπρος στον άντρ' αυτό φριχτό καρτέρι<br />κοιμάται γυναικών,
σε θρόνους καθισμένες·<br />όχι γυναίκες μα Γοργόνες λέω πως νάναι,<br />μα ουδέ και
με Γοργόνες πάλιν απεικάζω<br />γιατί τις έχω κάπου ιδή ζωγραφισμένες<br />ν'
αρπάζουν του Φινέα το δείπνο· μ' αυτές όμως<br />φτερά δεν έχουν, μαύρες και
σιχάμματα είναι<br />και ρεύγονται έτσι και φυσούνε που να φεύγης<br />και στάζουν
απ τα μάτια τους μισητόν αίμα,<br />κ' είν' η στολή τους να μην πλησιάζουν
ούτε<br />σε αγάλματα θεών ούτε σε ανθρώπων σπίτια·<br />ποτέ δεν είδα το σκαρί του
συναφιού των<br />κι' ουδέ ποια γης καυχιέται νάθρεψε το γένος<br />άβλαβα αυτό,
χωρίς τον κόπο της να κλάψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα για τα επίλοιπ' ας γνοιαστή ο ίδιος
τώρα<br />του ναού τούτου ο κύριος Λοξίας ο μέγας,<br />που τέχνη του είναι οι
μαντουδειές και γιατροσόφια<br />και να ξορκίζη τα κακά κι απ άλλων σπίτια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε θενά σε προδώσω· πάντοτε φρουρός σου<br />κι
αν πλάι σου παραστέκομαι κι αν μακράν είμαι<br />δεν θενά γίνω μαλακός για τους
εχθρούς σου·<br />Πιάστηκαν βλέπεις τώρ' αυτές οι λυσσασμένες<br />σε ύπνο βαρύ
παράδοτες, οι πομπιασμένες<br />οι γρηές οι κόρες της Νυχτός, που δεν τις
σμίγει<br />κανείς θεός, ουδ' άνθρωπος, ούτε θηρίον·<br />κ' έγιναν μόνον για κακό
κέχουν μονιά τους<br />το σκότος και του Τάρταρου τα καταχθόνια<br />απ τους θεούς
κι απ τους ανθρώπους μισημένες.<br />Μα όμως να φεύγης και το θάρρος σου μη
χάσης<br />γιατί θενά σε κυνηγήσουν κι αν περνόντας<br />την πατημένη τη στεριά πίσω
σου αφήσης<br />και πάνω από τη θάλασσα κι απ τα νησιά της·<br />και μη αποκάμεις να
περιβοσκίζης τούτα<br />τα πάθη κι άμα 'ρθής στην πόλι της Παλλάδος<br />κάθου κι
αγκάλιασε το ξύλινο άγαλμά της·<br />και κει μ' αυτές θα βρούμε κρίσι και με
λόγια<br />που να μαλάζουν τις καρδιές θα κάμω τρόπο<br />μια και καλή απ τα πάθη
αυτά να σε γλυτώσω<br />αφού σ' έσπρωξα εγώ τη μάννα σου να σφάξης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ<br />Άναξ Απόλλων, ξέρεις ναγαπάς το
δίκιο<br />κι αφού το ξέρεις κάμε και να μη μ' αφίσης,<br />και η δύναμή σου εγγύησι
πως θα με σώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θύμας το αυτό κι ας μη νικάη το νου σου ο
φόβος<br />μα εσύ, αυτάδελφο αίμα κι απόνα πατέρα,<br />φύλαγέ τον, Ερμή· κιόπως και
τόνομα έχεις<br />γίνε απ αλήθεια κι Οδηγός να συνοδεύης<br />τον ικέτη μου αυτόν·
κι ο Δίας τιμά το σέβας<br />των κηρύκων, που για καλό του ανθρώπου εδόθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κοιμάσθε, ωιμέ! και σαν κοιμάσθε ποια σας
χρεία; <br />Μα εγώ από σας σε τέτοιο τρόπο ατιμασμένη,<br />με διπλό πήχυ, για το
φόνο που έχω κάμη<br />δε λέει να πάψη των νεκρών η καταφρόνια<br />κι άτιμη
τριγυρνώ: γιατί έχω, ξέρετέ το<br />την πιο από μέρος τους μεγάλη κατηγόρια·<br />μα
πόπαθα τέτοιο κακό απ τους πιο ζεστούς μου.<br />κανείς θεός δεν είπε να οργιστή
για μένα,<br />που, μάννα, σφάχτηκα απ τα χέρια του παιδιού μου.<br />Και ιδέτε
αυτές μου τις πληγές με την καρδιά σας.<br />γιατί φωτίζεται η ψυχή σαν κλειούν τα
μάτια,<br />ενώ στο ξύπνο δε θωρεί καλά το πνεύμα.<br />Κι όμως πόσα δεν έχετε γευτή
από μένα,<br />ακράσωτες χοές και προσφορές καθάριες<br />και δείπνα που θυσίαζα
σεμνά τις νύκτες<br />σε ώρα που για κανέν' άλλο θεό δεν είναι!<br />μα όλα αυτά
τώρα βλέπω κλωτσοπατημένα<br />και κείνος πάει και ξέφυγε σαν το ζαρκάδι<br />κ'
έτσι αλαφρά καταμεσίς απ τα πλεμμάτια<br />με πολύ περιγέλοιο σας πηδάει και
πάει.<br />Μ' ακούσετέ μου κ' είναι αυτά για τη ψυχή μου <br />όσα είπα· και
ξυπνήστε, σκιές του κάτω κόσμου<br />που όνειρο τώρα κράζω σας, η
Κλυταιμνήστρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Μούγκρισμα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μουγκρίζετε, μα εκείνος τώρα πήρε
δρόμο<br />γιατί έχει φίλους που δε μοιάζουν τους δικούς μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Μούγκρισμα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαθιά κοιμάσαι και δεν το ψυχοπονιέσαι<br />αυτό
πόπαθα! φύγε ο φονιάς μου, ο γυιός μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ούρλιασμα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούρλιαζε· κοίμου! μα δε λες και να
ξυπνήσης<br />ποια δουλειάν έχεις παρά το κακό να κάνης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ούρλιασμα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφώνησαν δυο δυνατοί, ο ύπνος κι ο
κόπος<br />κι αδράνισαν της δράκισσας την άγριαν άφρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Διπλό δυνατό μούγκρισμα).<br />Πιάστο, πιάστο,
πιάστο έχε το νου σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στόνειρο κυνηγάς αγρίμι κι αλυχταίνεις<br />σα
σκύλλος που όλο της δουλειάς του έχει την έγνοια.<br />Τι κάνεις; Σήκω κι ας μη σε
νικάη ο κόπος<br />τον ύπνο απόδιωξε να δης τι έχομε πάθη!<br />Ας σου πληγώσουν την
καρδιά οι ονειδισμοί μου<br />που είναι για τους φιλότιμους σα
φτερνιστήρια·<br />τρέχα και φύσα επάνω του θανάτου αγέρα<br />για να τον λυώση ο
αχνός των σωθικών σου η φλόγα·<br />εμπρός! με δεύτερα κυνήγια μάρανέ τον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ξύπνα, ξύπνα και συ αυτήν, και Γη
εσένα.<br />Κοιμάσαι; Ξύπνα κι αποδιώχνοντας τον ύπνο<br />ας δούμε αν θάν' του
κάκου αυτό το προοίμιό μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- Όχου, αλλοί μου, αλλοί! Φίλες επάθαμε . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- ω μου τα τόσα πόπαθα· κι όλα του
κάκου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- επάθαμε κακό βαρύκλαυτο, πωπώ<br />αβάσταχτο
κακό·<br />απ τα πλεμμάτια ξέμπλεξε και πάει ταγρίμι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- με νίκησ' ύπνος και την άγρη μου
έχασα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- Ω, εσύ, του Δία ο γυιός, ο κλέφτης είσαι συ
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- και νέος εμάς, αρχαίες θεές, καββάλα
επήρες·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- και τίμησες αυτόν τον άντρα τον κακό<br />κι
άθεο στους γονιούς,<br />και συ, θεός, τον μητροκτόνο επήες να σώσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- ποιος θενά πη πως είναι δίκια τάχ'
αυτά;<br />Μα έφτασ' εμένα ονειδισμός μες στα όνειρά μου<br />και μου έζαψε σα
διφρηλάτης μια<br />με μεσοβάσταχτο κεντρί<br />στα σωτικά, στο ψυχικό·<br />- κ' έχω
να πω της μάστιγας<br />του δήμιου του ανήμερου<br />βαρύ το σύγκρυο το βαρύ που μ'
έκοψε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια κακά οι νεώτεροι θεοί μας κάνουν<br />που
εξουσιάζουν το θρονί της Δίκης<br />αιματοκομποστάλαχτο<br />από τα πόδια ως την
κορφή·<br />- έχεις της γης τον ομφαλό<br />να δης, που πήρε επάνω του<br />κι
αταίριαστο κρατάει αιμάτων μόλυσμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τους βωμούς του μαντικού του
αδύτου<br />μόνος του πήε και μόλυνε<br />αυτόθελος κι αυτόκλητος<br />κ' ενάντια
στους θεούς, για χάρι ενός θνητού<br />αφάνισε τις Μοίρες τις αρχαίες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόνου η κακία που τόμεινε, μα κείνος<br />και
κάτω αν φύγη από τη γη<br />ποτέ δε θαύρη γλυτωμό<br />κι άλλον εκδικητή για το αίμα
που χρωστεί<br />πάνω στην κεφαλή του θενά πάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έξω, προστάζω γρήγορα απ' αυτά τα
σπίτια<br />ξεκουμπιστείτε, αδειάστε μας τ' άγια τα μέρη.<br />μήπως σου έρθει
λευκόφτερο κανένα φίδι<br />απ το χρυσόδετο δοξάρι αμολημένο,<br />κι ο πόνος μαύρο
αφρό σε κάμη να ξεράσης<br />απ τ' άντερά σου, βγάζοντας τα αίματα πούπιες. <br />Σ'
αυτά τα σπίτια δεν σου πρέπει να ζυγώνης,<br />μα όπου σφαγές και δίκες κεφαλών
κομμένων<br />ματιών βγαλμένων, και γι' αφανισμό του γένους<br />των παιδιών στίβουν
τον αφρό κι ακρωτηριάζουν,<br />καταπετρώνουν και σπαραχτικά μουγκρίζουν<br />οι
καρφωμένοι στα παλούκια· τάχ' ακούτε<br />γιατί σας αποστρέφονται οι θεοί, που
τέτοια<br />στρέγετε πανηγύρια; κι όλος της μορφής σας<br />το δείχνει ο τρόπος,
μέσα σε σπηλιά να ζήτε<br />πρέπει αιμοβόρου λεονταριού κι όχι σε τέτοια<br />λαμπρά
μαντεία να τρίβετε το μόλυσμά σας·<br />σύρτε, δίχως βοσκό να
περιβοσκηθήτε,<br />κανείς θεός δεν τ' αγαπά τέτοιο κοπάδι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άναξ Απόλλων, άκουσέ με στη σειρά μου·<br />εσύ
'σαι, όχι συνένοχος να πης σε τούτα<br />μα όλως διόλου μόνου εσέ βαραίν' η
αιτία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς δα; Δεν το ξηγάς και με πιότερα
λόγια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ τούδωκες χρησμό τη μάννα του να
σφάξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να πάρη του πατρός του εκδίκησι· πώς
όχι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' αίμα νωπόν εδέχτηκες να
προστατεύσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα εδώ τον πρόσταξα να καταφύγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μας λοιπόν, τη συνοδεία του,
αποδιώχνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί σ' αυτό να μπήτε το ιερό δεν
κάνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως αυτό το χρέος μου είναι
διωρισμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποια είν' αυτή η ωραία τιμή που έτσι
καυχιέσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να διώχνουμε τους μητροκτόνους απ τα
σπίτια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τη γυναίκα που τον άντρα της
σκοτώση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ<br />Δεν είναι το ίδιο κι όποιος χύση αίμα
δικό του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δίχως αξία λοιπόν κι ούτε ωφελούν
καθόλου<br />της τέλειας Ήρας και του Δία οι συμφωνίες,<br />και η Κύπρις, η πηγή
κάθε χαράς του ανθρώπου,<br />δίχως τιμή ξεγράφηκε μ' αυτό το λόγο·<br />γιατί ο
μοιραίος δεσμός του αντρόγυνου, που η Δίκη<br />τον γνοιάζεται, είναι ανώτερος κι
από τον όρκο.<br />Αν λοιπόν είσ' αδιάφορη για όσους σκοτώνουν<br />τα ταίρια τους
κι ακδίκητους άνοργη αφήνεις,<br />άδικα τότε κυνηγάς και τον Ορέστη,<br />αφού απ
τη μια μεριά και πάρα τα θυμάσαι<br />ενώ για τάλλα αδιάφορη ούτε σε
γνοιάζει.<br />Μα η Αθηνά θενά γνοιαστή γι αυτά το δίκιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κείνον εγώ ποτέ μου δεν θα τον αφήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κυνήγα τον λοιπόν, κόπο στον κόπο
νάχης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είναι δα κι όσο τη λες μικρή η τιμή
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια τιμή δε θάθελα και να την έχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί λογιέσαι μέγας βέβαια πλάι στο
Δία·<br />μα εγώ, της μάννας με τραβάει το αίμα, κ' έτσι<br />για να τον γδικηθώ τα
ίχνη του ψάχω ναύρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' εγώ βοηθός του τον ικέτη μου θα
σώσω<br />γιατί είναι φοβερή και σε θεούς κι ανθρώπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω δέσποινα' Αθηνά, με πρόσταξε ο Λοξίας<br />κ'
ήρθα, μα καλοδέξου με άθλιον πλανήτη<br />που πια δεν είμαι ακάθαρτος και
μολυσμένος·<br />το κακό τώρα εστόμωσε που είμαι μπασμένος<br />και σ' άλλα σπίτια
και σχετίστηκα μ' ανθρώπους<br />όταν στεριές και θάλασσες όμοια
περνούσα<br />καταπώς πρόσταζ' ο χρησμός που μούπε ο Φοίβος·<br />κ' ήρθα στο σπίτι
σου, ω θεά, και το άγαλμά σου<br />κρατόντας θα προσμένω εδώ τέλος της
δίκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1. Και βέβαια· να σημάδι φανερό του
ανθρώπου<br />κι όπως σου δείχνει ο αμίλητος μηνυτής τράβα·<br />γιατί, καθώς ο
σκύλος λαβωμένο ελάφι,<br />στάλα προς στάλα του αίματος τον ξετρυπώνω·<br />το
στήθος μου λαχάνιασ' απ τους τόσους κόπους <br />που τόπο γης δεν άφησα να μην
περάσω·<br />κι αφτέρωτη, πάνω από θάλασσες πετόντας<br />ήρθα χωρίς να μείνω πίσω
απ το καράβι·<br />μα τώρα κάπου εδώ θε νάναι ζαρωμένος<br />γιατί αίμα ανθρωπινό τη
μύτη μου χαϊδεύει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2. Τα μάτια σου έχε τέσσερα, τήρ' απ' ολούθε
<br />μη σου ξεφύγη απλέρωτος της μάννας του ο φονιάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3. Νά τον αυτός! και βρήκε πάλι
στήριγμα·<br />στο άγαλμα της θεάς το άγιο περιπλεχτός<br />κρίσι ζητάει να βρει για
το έγκλημά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4. Δε θα του γίνη αυτό· το αίμα της
μητρός<br />δύσκολα πίσω παίρνεται, ωιμέ! <br />μια που χυθή κ' η μαύρη γης το
πιή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5. Μα πρέπει αντίς γι' αυτό να δώσης,
ζωντανός,<br />κόκκινο γαίμ' απ το κορμί σου να ρουφώ·<br />και τέτοιο λαχταρώ από
σε κακόπιοτο πιοτό!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6. Κι αφού σε λυώσω ζωντανό, θε να σε
πάρω<br />κάτω, να βρης ταντίποινα του μητροσκοτωμού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7. Και θενά δης κι αν κανείς άλλος
άνθρωπος<br />ή σε θεόν ασέβησε ή σε ξένο<br />ή στους δικούς του αμάρτησε
γονιούς,<br />νάχη ο καθένας άξιο το μισθό του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8. Γιατί 'ναι ο μέγας των θνητών ο Άδης
κριτής<br />κάτω στα τάρταρα της γης,<br />κι όλα τα πάντα στα χαρτιά φυλάει του νου
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εμένα οι τόσες συμφορές μου μόχουν μάθη<br />να
ξέρω πότ' είν' ώρα να μιλώ και πότε<br />να σωπαίνω· μα στην περίστασί μου
τούτη<br />μ' έβαλε δάσκαλος σοφός για να μιλήσω.<br />Το αίμ' απ τα χέρια μου
μαραίνεται και σβύνει<br />και ξεπλυμένο της μητρός το μίασμα πάει,<br />γιατί όσο
ακόμα είταν νοητό, τόχω ξορκίση <br />με χοιροσφάχτους καθαρμούς, στο βωμό
επάνω<br />του Φοίβου· μα θα πήγαινε του μάκρου ο λόγος<br />αν ήθελα να πω απ'
αρχής πόσους ανθρώπους<br />πλησίασα, χωρίς γι' αυτό κακό να πάθουν.<br />Και τώρ'
αγνός μ' εύφημο στόμα επικαλούμαι<br />την Αθηναία, τη δέσποινα αυτής της
χώρας,<br />νάρθη βοηθός μου· και χωρίς σπαθί θα πάρη<br />και μένα και τη χώρα μου
και το λαό μου<br />πιστό για πάντα σύμμαχο και τιμημένο.<br />Μα είτε στα μέρη της
λιβυστικής ηπείρου,<br />κατά του Τρίτωνος το ρέμα, όπου εγεννήθη, <br />πατά, είτε
θεοφάνερη ή και σκεπασμένη,<br />βοηθόντας φίλους, είτε το Φλεγραίο τον
κάμπο<br />σα στρατηγός, ανδρεία γιομάτος, κατοπτεύει,<br />ας έρθη! και μακρυάθε,
σα θεός, ακούει - <br />για να μου γίνη λυτρωτής απ' όλα τούτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε θα σε σώση ο Απόλλωνας ούτε το χέρι<br />της
Αθηνάς, να μη χαθής παρατημένος<br />δίχως χαρά ποτέ στα στήθια σου να
μάθης,<br />βόσκημα δίχως αίμα κ' ήσκιος μόνο ανθρώπου!<br />Δεν απαντάς, μον τάχα
με αψηφάς που κρένω,<br />ενώ για μένα τάξιμο σ' έχουνε θρέψη;<br />κι όχι σφαγμένος
σε βωμούς, μα θα μας γέψης<br />ζωντανός· μ' άκουε αυτό τον ύμνο που σε
δένω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">- Έλα εμπρός σε χορό ένα κύκλο ας
δεθούμε<br />γιατί θέλομε τώρα<br />το φριχτό μας τραγούδι να πούμε.<br />Και να πούμε
το πως στους ανθρώπους επάνω<br />την πάσα τους μοίραν εμείς κυβερνούμε.<br />Την
ισιάδα εμείς και το δίκιο ζητούμε,<br />κι όποιος έχη τα χέρια<br />καθαρά χωρίς
κρίμα,<br />δε γλυστράει κατ' αυτόν η οργή μας·<br />και περνάει, δίχως βλάβη, τη
ζωή του ακέρια.<br />Μ' αν κανείς, σαν κι αυτόν, κριματίση<br />και τα χέρια
αιματόβρεχτα κρύβη,<br />τότε εμείς, των νεκρών η βοήθεια,<br />μαρτυρώντας την
πάσαν αλήθεια,<br />στον κακούργον εμπρός θα φανούμε<br />κι ως το τέλος το χρέος
του φόνου ζητούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάννα, ω μάννα Νύχτα, που μ'
εγέννας<br />ζωντανών και πεθαμένων εκδικήτρα,<br />της Λητώς ζητάει ο γυιός - κι
απάκουσέ μου,<br />να με βγάλη απ τις τιμές μου<br />κι απ τα χέρια μου να
πάρη<br />το ψοφίμι αυτό, που πρέπει<br />της μητέρας του το φόνο να
εξαγνίση.<br />Για τον κατάδικο μου αυτόν<br />τούτο μας το τραγούδι, ταραγμός<br />κι
αντράλα του ξωφρενική,<br />των Ερινύων ο σκοπός,<br />χωρίς κιθάρα, αμπόδεμα<br />του
νου και μαρασμός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατ' αυτός ο κλήρος μόχει λάχη<br />νάχω πάντ',
απ την αλύγιστη τη Μοίρα,<br />όποιους τύχη ανθρώπους και
βαραίνουν<br />κακουργήματα και φόνοι<br />να τους παίρνω καταπόδι· ώστε
νάμπουν<br />μες στη γης· μα κι αν πεθάνουν<br />κ' έτσι πάλι όλως διόλου δε
γλυτώνουν.<br />Για το σφαχτό που πάει έχει κοπή<br />τούτο μας το τραγούδι,
ταραγμός<br />κι αντράλα του ξωφρενική,<br />των Ερινύων ο σκοπός<br />χωρίς κιθάρα,
αμπόδεμα<br />του λογικού και μαρασμός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν γεννιόμαστ' αυτός μας εδόθηκ' ο
κλήρος<br />χώρια απ τους άλλους θεούς τιμές νάχομε, κι ούτε<br />άδειπνος μου είναι
κανείς των<br />και γιορτινούς άσπρους πέπλους γεννήθηκα να μη γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί πήρα δουλειά μου να φέρνω<br />άνω κάτω τα
σπίτια, που χύση<br />εχθρός σπιτικός αίμα φίλου,<br />και καταπάνου του
ορμώντας<br />κι αν δυνατός λάχη νάναι<br />στο νέο τον πνίγομεν αίμα.<br />Σπεύδομ'
εμείς ν' απαλλάξομε κάποιο από τούτες τις έγνοιες<br />κι από το βάρος αυτό τους
θεούς ν' αλαφρώσω<br />για να μην έχουν αυτοί ανακρίσεις.<br />Της παρουσίας του
άξιους ο Δίας δεν κρίνει κακούργους<br />που στάζουν τα χέρια τους αίμα,<br />[ -
άνω κάτω τα σπίτια, που χύση<br />εχθρός σπιτικός φίλου αίμα,<br />και καταπάνω του
ορμώντας<br />κι αν δυνατός λάχη νάναι<br />στο νέο τον πνίγομεν αίμα.]</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και των ανθρώπων οι δόξες κι αν φτάνουν
μεγάλες ως τάστρα<br />καταγής ρεύουν κι ατίμητες σβύνουν,<br />όταν στα μαύρα
ντυμένες ορμούμε<br />και σ' άγριο βαλθούνε τα πόδια μας χορό.<br />Γιατί με φόρα
πηδόντας<br />από ψηλά κατεβάζω<br />βαρύ το πόδι, όπου πέση<br />και πάρ' τον κατ'
όπου τρέχει,<br />- τρομάρα του! - να μου γλυτώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πέφτει χωρίς να το νοιώθη, στου νου του τη
μαύρην αντράλα.<br />Τέτοια μαυρίλα, το κρίμα, τριγύρω του απλώνει, <br />όπως στα
σπίτια του πίσσα σκοτάδι,<br />η πολυστέναχτη ρίχτει φωνή του λαού.<br />Γιατί
πηδόντας με φόρα<br />από ψηλά κατεβάζω<br />βαρύ το πόδι, όπου πέση<br />και πάρ' τον
κάτ' όπου τρέχει.<br />- τρομάρα του! - για να μας φύγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι είναι νάναι·
πολυσόφιστες,<br />τελειωτικές, και δεν ξεχνούμε<br />ποτέ μας το κακό, βαριές<br />κι
αλύγιστες σε παρακάλια.<br />το αξίωμά μας το άτιμο<br />και καταφρονεμένο
κυβερνούμε<br />μακριά 'πο τους θεούς, σε μέρη ανήλιαγα<br />και
δυσκολοσυντύχητα<br />και για όσοι βλέπουν κι όσοι φως δεν έχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος λοιπόν αυτά δε σέβεται<br />και δε
φοβάται απ τους ανθρώπους,<br />ακούοντας τους νόμους μας<br />όπου μας ώρισαν οι
Μοίρες<br />κ' επικυρώσαμε οι θεοί;<br />Η αρχαία τιμή μου μένει ακόμα<br />και δε
γνωρίζω καταφρόνια,<br />αν κ' είναι κάτω από τη γης<br />η θέσι μου στανήλιαγα
σκοτάδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άκουσα μια φωνή μακρυάθε να μου κράζη<br />από
το Σκάμαντρο, ενώ έπερνα της χώρας<br />την κατοχή, που των Αργείων οι
στρατηλάτες<br />από τη σκλαβωμένη γη τρανή μερίδα<br />μου ξεχώρισαν σύρριζη πάντα
δική μου,<br />χάρισμα διαλεχτό στα τέκνα του Θησέα.<br />Κείθ' έβαλα τακούραστα
πόδια σε δρόμο<br />δίχως φτερά τη φουσκωμένη αιγίδα σειόντας<br />τα γερά μέλη
στρώνοντας σε τούτο το άρμα.<br />Μα βλέπω επίσκεψι παράξενη στη γη μου<br />που όχι
φοβούμαι, μα μου ξάφνισε το μάτι.<br />ποιοι τάχα νάστε; για όλους σας το λέω στη
μέση:<br />στο ξένο αυτό, που στο άγαλμα μου έχει προσπέση,<br />και σε σας, που δε
μοιάζετε πλάσμα κανένα<br />κι ούτε σας είδαν θεοί ποτέ ανάμεσά τους<br />κι ούτε κι
αντροφέρνετε πάλι καθόλου·<br />μα να βρίζη κανείς την ασχημιά ενός άλλου<br />είν'
όξω από το δίκιο αυτό κι από το νόμο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όλα τα πάντα σύντομα, θεά, θα μάθης·<br />εμείς
της Νύχτας είμαστε οι φριχτές κόρες·<br />στα σπίτια μας, κάτ' απ τη γης, μας λεν
Κατάρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ξέρω και τη γενιά και το παράνομά σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι θα μάθης τώρα και τ' αξίωμά μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θε να το μάθω, αν ξάστερα μου το
ξηγήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έξω απ τα σπίτια τους φονιάδες
κυνηγούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πού στο τέλος σταματά το φευγατιό
τους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκεί που τι 'ναι ολότελα η χαρά δε
ξέρουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια λοιπόν φευγιά κι αυτού του
στριγγοκράζεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τη μάννα του έκρινε να πάη να
σφάξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χωρίς άλλης ανάγκης φόβος να τον βιάζη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε τέτοιο κρίμα τι μπορεί ένα γυιό να
σπρώξη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ τα δυο μέρη που είστ' εμπρός, τόνα
γρικιέται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' αυτός ούτ' όρκο δέχεται, ούτε μου
βάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς έχεις δίκιο θες νακούς, μα όχι και
νάχης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς λες; δεν το ξηγάς; σοφία δα δε σου
λείπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να μη ζητάς τάδικο μ' όρκους να
νικήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' ανάκρινέ μας συ και δίκαζε ίσα πέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τάχα σε μένα λες την κρίσι ναναθέσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς όχι; σε σεβόμαστε άξια κι απάξια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι έχεις σ' αυτά να πης, ω ξένε, στη σειρά
σου;<br />Πες μας τη χώρα, τη γενιά, τις συμφορές σου<br />κ' έπειτ' αυτήν
αντίκρουσε την κατηγόρια<br />αν στο δίκιο μπιστεύεσαι και τάγαλμά μου<br />κάθεσαι
τούτο και κρατείς πλάι στο βωμό μου<br />ικέτης ταπεινός, στου Ιξίονα το
σχήμα·<br />μια καθαρήν απόκρισι σ' όλ' αυτά δος μας. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω δέσποιν' Αθηνά, πρώτ' από τα στερνά
σου<br />τα λόγια, θέλω βγάλη μια μεγάλην έγνοια·<br />δεν είμ' ακάθαρτος· και
μόλυσμα στο χέρι<br />δεν είχα, σα σου πρόσπεσα στάγαλμα ικέτης·<br />και θα σου
φέρω απόδειξι γι' αυτό μεγάλη·<br />νόμος προστάζει, αμίλητος ο φονιάς νάναι<br />ως
που σφαχτού γαλαθηνού χυθεί το αίμα<br />πάνω στα χέρια του και τόνε
καθαρίση·<br />είναι καιρός που αγιάστηκα μέσ' σ' άλλα σπίτια<br />έτσι με τρεξιμιά
νερά και με σφαχτάρια.<br />Λοιπόν λέω να βγήκ' η έγνοια αυτή απ τη μέση·<br />τώρα
και τη γενιά, πούθε κρατώ, θα μάθης:<br />Αργείτης είμαι, τον πατέρα μου καλά
γνωρίζεις<br />τον Αγαμέμνονα, τον αρχηγό του στόλου,<br />που εσύ με κείνον έκαμες
της Τροίας την πόλι<br />στάχτη· μα θάνατο κακόν έλαβ' εκείνος<br />στο γυρισμό του·
γιατί η μάννα μου η κακούργα<br />τον σκότωσε, με ξομπλιαστά τυλίγοντάς
τον<br />βρόχια, που του λουτρού το φόνο μαρτυρούσαν.<br />Και γω, ως τα τότε
εξόριστος· σαν ήρθα πίσω<br />σκότωσα τη μητέρα μου, ναι, δεν ταρνιούμαι,<br />μ'
αίμα, το αίμα του πατέρα μου εγδικόντας·<br />κ' είχα σ' αυτό συνένοχο και το
Λοξία<br />που μούλεε πάθια αδήγητα πως θα με σχίσουν<br />αν στους αιτίους δεν
έκανα ό,τι έχω κάνη,<br />κι αν δίκια ή όχι τόκανα, συ να το κρίνης·<br />γιατί από
σένα ό,τι κι αν γίνη καλώς νάρθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν κανείς τόχη δύσκολο το πράμα
τούτο<br />άνθρωποι να δικάσουνε, μα όμως δεν πάει<br />κ' εγώ δίκες βαρυόργητες
φόνου να κρίνω·<br />μάλιστ' αφού και συ, τέλεια ετοιμασμένος,<br />καθαρός κι
άβλαβος μου πρόσπεσες ικέτης<br />και σε ντηριούμαι που άφταιγος στην πόλι μου
είσαι·<br />μα ούτε κι αυτές εύκολον είναι ν' αποδιώξης,<br />κι αν τύχη και δεν
πάρουνε την κερδισμένη,<br />στη χώρα μου φαρμάκι απ τα βρουχίσματά τους<br />θα
στάξη καταγής, βαριά και μαύρη αρρώστεια.<br />Τέτοια 'ν' αυτά· κ' είτε τις στείλω
κ' είτε μείνουν<br />δύσκολα και τα δυο, χωρίς να μας χολιάσουν<br />μα μια που
ξέσπασεν εδώ το κακό τούτο,<br />θα βάλω δικαστές που σέβουνται τον νόμο<br />των
όρκων, που θα κάνω εγώ αιώνιος νάναι·<br />και σεις καλέσετε μαρτύρια κι
αποδείξεις<br />που βοηθούνε για να βγη στο φως η αλήθεια·<br />κι αφού διαλέξω απ
τους πολίτες μου τους πρώτους<br />θα φέρω την υπόθεσι να ξεδιαλύνουν<br />σωστά,
χωρίς όξ' απ το δίκιο να πατήσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα ναι που 'ναι ο χαλασμός<br />μ' αυτούς τους
νέους θεσμούς,<br />αν θα νικήση αυτού<br />του μητροκτόνου η δίκη·<br />τώρα το χέρι
πιο εύκολο<br />θε νάχουν όλ' οι ανθρώποι,<br />τώρ' απ' εδώ και μπρος πολλά<br />στ'
αλήθεια πάθη φονικά<br />προσμένουν τους γονιούς απ τα παιδιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τις εκδικήτρες πια<br />τις Σκύλλες δεν θε
να τραβά<br />οργή καμιά για τα έργα αυτά<br />κ' ελεύθερος θάν' ο φονιάς.<br />Κι ο
ένας του άλλου ακούοντας<br />τις συμφορές θε να ζητά<br />για τις δικές του
ελάφρωσι·<br />μα είναι κακή παρηγοριά<br />στο δυστυχή και δε φελά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ας μην κλαίγεται κανείς,<br />σαν τον δέρνη η
συμφορά,<br />κράζοντας τα λόγια αυτά:<br />- «Πού είσαι Δίκη;<br />πού των Ερινύων
θρόνοι!»<br />τέτοια θα θρηνή ταχιά<br />κάποια μάννα ή πατέρας<br />σαν την πάθουνε·
γιατί<br />πέφτει της Δίκης ο ναός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάπου κι ο φόβος είν' καλός<br />και να μένη
θρονιασμένος<br />πρέπει μες στο νου φρουρός·<br />και συμφέρει<br />η γνώσι και με το
στανιό.<br />Και ποια πόλι ή ποιος θνητός<br />σα δε θρέφη στην καρδιά<br />κάποιο
φόβο, θα τιμά<br />και τη δικαιοσύνη πια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήτε με την αναρχία<br />μήτε πάλι στη
σκλαβιά<br />να το στρέγης για να ζης·<br />πάντα στη μέση κρατάει το ζύγι ο
θεός<br />και τιμά πότ' αυτό πότ' εκείνο·<br />σύμφωνα σου λέω μ' αυτά,<br />πως ο
καρπός της ασέβειας είν' ο χαμός,<br />μα της καθαρής καρδιάς<br />η καλή και
ποθητή<br />σ' όλους μας καλοτυχιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σου το λέω μια και καλή,<br />σέβου της Δίκης το
βωμό<br />και με πόδι άθεο<br />μην τον πατήσης ποτέ, για το κέρδος·<br />γιατί θε
νάρθη η πληρωμή<br />κ' η ώρα της κρίσεως καρτερεί·<br />πρώτα κανείς του γονιού ας
φυλάη το σέβας,<br />και τους φιλόξενους νόμους<br />μέσα στα σπίτια του πάντα<br />μ'
ευλάβεια να κρατή.<br />Σαν είναι κανείς δίκαιος<br />με θέλησι του κι όχι απ'
ανάγκη,<br />καλό να ιδή, μα σύρριζα ποτέ δε θα χαθή.<br />Ενώ ο αντίθεος, λέγω, ο
ναύτης<br />που σέρνει ολούθε αδικομάζωχτο φορτίο,<br />θ' αναγκαστή με τον
καιρό<br />να κατεβάση τα πανιά, σαν πέφτουν<br />σπασμένες του οι αντέννες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φωνάζει, μα κανείς δεν του γρικάει<br />μες στη
φριχτήν ανεμοζάλη·<br />κι ο θεός γελά με τον απόκοτο άντρα<br />σαν παραδέρνη
αβόηθος στη συμφορά<br />την ανεπάντεχη και δε ξεκεφαλώνει·<br />μα τα πολυκαιρνά τα
πρώτα πλούτη<br />στης δίκης το ξερόβραχο συντρίβει<br />κι άκλαυτος πάει κι
άφαντος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κράξε κλητήρα, κ' ησυχία κάμε στο πλήθος<br />κ'
η σάλπιγγα η Τυρρηνική η βροντοφωνούσα<br />μ' ανθρώπινο γιομάτη φύσημα, ας
σημάνη<br />περίτρανο διαλάλημα σ' όλο το πλήθος·<br />γιατί πρέπει, τώρα που το
κριτήριο τούτο<br />μαζεύεται, σιωπή να γίνη και να μάθη<br />τους νόμους μου εις
πάντα τον αιώνα η πόλις<br />και όλοι αυτοί, για νάβγη απόφασι όπως πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άναξ Απόλλων, να αφεντεύης στα δικά σου . . .
<br />τι έχεις να κάμης και σ' αυτό το πράμα, πε μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήρθα και για να μαρτυρήσω - γιατί μου
είναι<br />ικέτης απ το νόμο αυτός και των σπιτιώ μου<br />πρόσφυγας και τονε
καθάρισα απ το φόνο - <br />και για να δικαστώ και γω, γιατί έχω μέρος<br />στο φόνο
της μητέρας του· μα συ, όπως ξέρεις,<br />της δίκης κάμε εισήγησι και δόσε
τέλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχετ' εσείς το λόγο και τη δίκη
ανοίγω·<br />γιατί όταν ο κατήγορος μιλήση πρώτος<br />μπορεί το ζήτημα σωστά να μας
φωτίση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν κ' είμαστε πολλές θάχομε λίγα λόγια<br />και
στη σειρά σου εσύ ένα προς ένα απάντα.<br />Τη μάννα σου αν εσκότωσες λέγε μας
πρώτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τη σκότωσα· κι αυτό καθόλου δεν
ταρνιούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τα τρία παλαίματα πάει, νά, το
πρώτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είμαι ακόμα κατά γης να μου
καυχιέσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα και πώς την σκότωσες να μας πης
πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα πω· με το σπαθί ν' έκοψα το λαιμό
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος σε παρακίνησε; τίνος
ορμήνειες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτού οι θείοι χρησμοί· και μάρτυρα τον
έχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μάντις σ' έβαζε να γίνης μητροκτόνος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ως τώρα δεν μετανοώ μ' ό,τι έχει γίνη . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε λίγο άλλα θα λες, σαν θα σ' αρπάξη η
ψήφος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα θάρρητά μου στου πατρός μου έχω τον
τάφο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της μάννας σου φονιάς, στους νεκρούς τώρα
ελπίζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί είχε πάρη διπλό κρίμα στο λαιμό
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς τάχα; δεν ξηγάς σ' αυτούς που θα σε
κρίνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκότωσε τον πατέρα μου κι άντρα δικό
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκείνη πάει, σχωρέθηκε· συ, ζης ακόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα όσο που ζούσε, πώς δεν τήνε
κυνηγούσες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είταν με τον σκότωσεν από 'να αίμα . . .
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' εγώ απ της μάννας μου λοιπόν ήμουν το
αίμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τότε πώς στα σπλάχνα της σ' έθρεψε μέσα,
<br />κακούργε; της μητέρας σου το αίμ' απαρνιέσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα μαρτύρησέ μου εσύ κ' εξήγησέ
μου,<br />Απόλλων, αν τη σκότωσα μ' όλα τα δίκια·<br />γιατί πως τόκαμα, όπως κ'
είναι, δεν ταρνιούμαι·<br />μα πες μου εσύ αν σου φαίνομαι πως δίκια ή όχι<br />το
αίμα της έχυσα, ν' αποκριθώ σε τούτους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε σας, πόστησ' η Αθηνά κριτήριο μέγα,<br />σας
λέω πως δίκαια τόκαμε· κι ως μάντις πούμαι<br />ψέμα δε ξέρω· κι απ το μαντικό μου
θρόνο<br />ποτέ ούτε γι' άντρα ούτε γυναίκα ούτε για πόλι<br />άλλο απ του Δία τις
προσταγές δεν είπ' ακόμη·<br />μάθε λοιπόν πόσο βαραίνει αυτό το δίκιο,<br />και του
πατρός μου τη βουλή, σας λέω, ακλουθήστε,<br />γιατί απ το Δία πιο δύναμι δεν έχει
ουδ' ο όρκος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Δίας, κατά πως λες, σούδωκε το χρησμό
του,<br />που είπες του Ορέστη αυτού, να εκδικηθή το φόνο<br />του πατρός του, χωρίς
να λογαριάση μάννα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί δεν είναι τόμοιο αν σκοτωθή ένας
άντρας<br />πόχει πλήθιες τιμές και θεϊκιά εξουσία,<br />κι από γυναίκα μάλιστα· κι
όχι με βέλη<br />πολεμικά, που από μακριά ρίχνει Αμαζόνα,<br />μα όπως θακούσης,
Αθηνά, κι όλοι όσ' είστε<br />που η ψήφος σας θα ξεδιαλύνη αυτή τη
δίκη·<br />γυρνόντας δηλαδή απ τον πόλεμο, αφού είχε<br />τα πιότερα δεξά
κυβερνημένα, - εκείνη<br />χαρούμενη τον δέχτηκε . . . . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα όταν στο τέλος έξω απ το λουτρό
περνούσε<br />τον τουλούπιασε ολόγυρα κ' έτσι πιασμένον<br />σ' άβγαλτον πέπλο
κεντητό, τονέ σκοτώνει·<br />τέτοιος καθώς τακούσετε χάρος τον βρήκε<br />τον
παντοσέβαστο τον αρχηγό του στόλου·<br />κ' έτσι κι αυτήν παράστησα,
ναγαναχτήσουν<br />αυτοί που ωρίστηκαν τη δίκη να δικάσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Δίας κατά το λέγει σου απ' όλα
κάλλιο<br />κρίνει το αίμα του πατέρα· ενώ κι ο ίδιος<br />έδεσε τον πατέρα του, το
γέρο Κρόνο·<br />πώς συμβιβάζονται μ' αυτά όσα μας είπες;<br />και σας, σας θέλω
μάρτυρες γι' αυτά πακούτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κνώδαλα παντομίσητα, του θεού κατάρες,<br />οι
αλυσίδες να λυθούν μπορεί, κ' υπάρχει<br />γιατρειά σ' αυτό κι άπειροι τρόποι να
γλυτώσης·<br />μα μια που ένας σκοτωθή και πιεί το χώμα<br />το αίμα του, ναναστηθή
δεν είναι τρόπος·<br />σ' αυτό αντιφάρμακο δεν έκαμε κανένα<br />ο πατέρας μου, που
όλα τάλλα άνω και κάτω<br />στρέφοντας φέρνει, δίχως κόπο όπως του αρέσει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κοίτα πώς την αθώωσί του υποστηρίζεις!<br />αφού
της μάννας του το αίμα, αίμα δικό του,<br />έχυσε καταγής, πώς θα καθήση στο
Άργος<br />στα πατρικά του ανάκτορα; ποιους δημοσίους<br />θάχη βωμούς να θυσιάζη;
ποια φατρία<br />θα τον δεχτή να λάβη μέρος στις γιορτές της;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αυτό θ' αποκριθώ, και πόσο ορθά
στοχάσου:<br />δεν είναι η μάννα που γεννά αυτό που λένε<br />παιδί της· θρέφει
μοναχά το νέο το σπέρμα·<br />γονιός είν' ό που τόσπειρε· ξένη ενός ξένου<br />το
φύτρο σώζει αυτή - κι αν ο θεός ταφήση·<br />και θα σου φέρω απόδειξι σ' αυτό που
λέω:<br />πατέρας γίνεται να υπάρξη δίχως μάννα·<br />μάρτυρας, νά! κοντά του
Ολύμπιου Δία η κόρη,<br />που μέσα σε κοιλιάς δε θράφηκε σκοτάδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και όμοιο κανείς θεός βλαστάρι δε θα
εγέννα.<br />Μα εγώ, κι απ τάλλο, θενά κάμω, όπως γνωρίζω,<br />την πόλι σου, Αθηνά,
και το λαό μεγάλους,<br />κι αυτόν ικέτη σούστειλα στα δώματά σου<br />για να γενή
πιστός εις πάντα τον αιώνα<br />και ναποκτήσης σύμμαχον, θεά, και τούτον<br />και τα
παιδιά του κ' έτσι να κρατάει για πάντα<br />να στρέγουν κ' οι απογόνοι τους αυτή
την πίστι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όσα 'παμε αρκετά· προσκαλώ τώρα
τούτους<br />δίκια με την πεποίθησί τους να ψηφίσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια εμάς σωθήκανε όλα μας τα
βέλη,<br />μένει νακούσω πώς θενά κριθή ο αγώνας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και σεις; τι πρέπει, για να μην
παραπονιέστε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακούσατε όσ' ακούσατε, και στην καρδιά
σας,<br />ψηφίζοντας, τον όρκο σεβαστήτε, ξένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακούετε τώρα τον θεσμόν μου, ω
Αθηναίοι,<br />που πρώτες δίκες κρίνετε για αίμα χυμένο·<br />κι αυτό των βουλευτών
το δικαστήριο, πάντα<br />θα μένη και στο εξής στην πόλι του Αιγέως<br />και θα
συνεδριάζη εδώ σ' αυτό το βράχο,<br />που στήσανε τις τέντες των οι
Αμαζόνες,<br />σαν ήρθαν με στρατόν, από έχθρα του Θησέως,<br />και μπρος στο κάστρο
επύργωσαν αυτό το νέο<br />ψηλόπυργο και κάμανε θυσίες στον Άρη<br />(που αυτό πήρε
τόνομα: Άρειος πάγος).<br />Σ' αυτόν επάνω ο Σεβασμός κι ο αδερφός Φόβος<br />θα
συγκρατούν μέρα και νύχτα τους κατοίκους<br />να μη αδικούν· φτάνει να μην
αλλάζουν μόνοι<br />τους νόμους· σαν μολύνης το νερό με λάσπες<br />και βρωμερά
αποχύματα, πιο δεν θε νάβρης<br />πιοτό καθάριο· συμβουλεύω το λαό μου<br />να μη
δεχτή να σέβεται μήτε αναρχία<br />μήτε δεσποτισμό και μη εξορίση κάθε<br />φόβο απ
την πόλι· γιατί ποιος απ τους ανθρώπους<br />σαν δεν φοβάται τίποτε θε νάναι
δίκιος;<br />τέτοιο αν τιμάτε ίδρυμα, καθώς του αξίζει,<br />προπύργιον θενάχετε να
σας γλυτώνη<br />τη χώρα και την πόλι σας, που άλλοι δε θάχουν<br />ούτε στου
Πέλοπος τα μέρη ούτε στους Σκύθες·<br />αδιάφθορο και σεβαστό με αψιά τη
γνώμη<br />ορίζω το κριτήριο αυτό μέσα στη χώρα<br />άγρυπνος νάναι φύλακας για όταν
κοιμούνται.<br />Εμάκρυνα τις συμβουλές που είχα να δώσω<br />για το μέλλον στην
πόλι μου· τώρα εσείς πρέπει<br />να σηκωθήτε να ψηφίσετε και μ' όλο<br />το σέβας
του όρκου σας να κρίνετε τη δίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εγώ, τη βαρειά παρουσία μας στη χώρα<br />να
μην την ατιμάσετε σας συμβουλεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σας λέω και γω χρησμούς δικούς μου και του
Δία<br />μην κάμετε αδιαφόρετους, μα ευλαβηθήτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα δεν σου παν τα φονικά, νάχης να κάμης<br />κι
αγνά δεν θάχης πια μαντεία να προφητεύης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λες κι ο πατέρας μου νάσφαλε στη βουλή
του<br />όταν του πρόσπεσε ο πρωτοφονιάς ο Ιξίων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα ίδια και στου Φέρητα έκαμες τα
σπίτια:<br />να τον κάμουν αθάνατο έπεισες τις Μοίρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έναν, που σε τιμά, δεν είναι λοιπόν
δίκιο<br />να ευεργετής, αν τύχη μάλιστα σε ανάγκη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ 'σαι, που τα παλιά μας χάλασες
μοιράδια<br />και τις αρχαίες με το κρασί ξεγέλασες θεές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ 'σαι, που παίρνοντας σέ λίγο τη
χαμένη,<br />τάβλαβο στους εχθρούς σου θα ξερνάς φαρμάκι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εσύ το λες· μα εγώ τη δίκη αν δεν
κερδίσω,<br />θέλει το νοιώση η χώρα αυτή πόσο βαρύνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εσύ και μες στους πιο παλιούς και μες στους
νέους<br />θεούς τιμή δεν έχεις· και θα σε νικήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' αφού εσύ νέος ποδοπατής τα γερατειά
μου,<br />θα περιμένω ως που νακούσω μια τη δίκη,<br />γιατί είμαι δίβουλη της χώρας
να θυμώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε μένα πέφτει το στερνό να πω το λόγο,<br />και
θα δώσω τη ψήφο μου για τον Ορέστη·<br />γιατί δεν μ' έχει εμένα μάννα
γεννημένη<br />και προτιμώ σ' όλα τον άντρα - όξω από γάμο - <br />μ' όλη μου την
καρδιά και παίρνω του πατέρα<br />το μέρος· κ' έτσι δεν θα δώσω σημασία<br />σε μια
γυναίκα, που τον άντρα τον προστάτη<br />του σπιτιού της εσκότωσε· λοιπόν ο
Ορέστης<br />νικά, κι αν βγουν ακόμη μερασμένοι οι ψήφοι.<br />Εμπρός, τώρα τους
ψήφους βγάλετ' απ τις κάλπες<br />οι δικασταί, που έχετε οριστή για τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Φοίβε Απόλλων, ποια θε νάναι τάχα η
κρίσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω μαύρη Νύχτα, μάννα μου, τα βλέπεις
τούτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα εδώ κρίνεται η ζωή κι ο θάνατός
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για μας, αν θα χαθούν ή αν μείνουν οι τιμές
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΛΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωστά τους ψήφους όσους βγάζετε
μετράτε<br />μήπως γίνη στο χώρισμα καμιά αδικία·<br />ένας να λείψη, γίνουνται κακά
μεγάλα,<br />και μ' ένα ψήφο πιότερο, γλυτώνει σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αθώος βγήκε αυτός απ το έγκλημα του
φόνου<br />γιατ' ήρθανε στο μέτρημα ίσα ίσα οι ψήφοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΡΕΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω εσύ Παλλάδα που έσωσες το σπιτικό μου!<br />συ
'σαι που την πατρίδα μου, που πια δεν είχα,<br />μου ξαναδίνεις· και θα λένε στην
Ελλάδα·<br />«Αργείτης πάλι εγένηκε και νοικοκύρης<br />στο βιος το πατρικό του,
χάρις στην Παλλάδα<br />και στο Λοξία, και σ' αυτόν τέλος π' όλα ορίζει<br />τον Δία
σωτήρα, που ευλαβήθηκε το αίμα<br />του πατρός μου και μ' έσωσε απ' αυτών τα
νύχια».<br />Και τώρα εγώ στη χώρα αυτή και στο λαό σου, <br />πριν γύρω στην
πατρίδα μου, όρκο θα κάμω<br />για δω και μπρος και για όλο τον καιρό
αιώνια:<br />Κανείς απ τ' Άργος κυβερνήτης τ' άρματά του<br />μην ξεκινήση καταδώ
ταντρειωμένα·<br />γιατί μες απ τον τάφο μου που θάμαι τότε,<br />όποιος αυτούς τους
όρκους μου θενά πατήση,<br />με αλόγιστες κακοτυχιές θα τον ταράξω<br />και θάναι ο
δρόμος του άκαρδος και θα σηκώσω<br />στο διάβα κακοσημαδιές, να μετανοιώση.<br />Μ'
αν τους φυλάγουν, κι αν την πόλι της Παλλάδος<br />τιμούνε πάντα και βοηθούν με τ'
άρματά τους,<br />έτσι θα μ' έχουν πάντοτε και πιο δικό τους.<br />Χαίρε λοιπόν,
θεά, και συ λαέ της χώρας,<br />που εχθρός ποτέ στο πάλεμα μη σου γλυτώνη<br />και
τ' άρματά σου νακλουθά για πάντα η νίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"><br />ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α, θεοί, νέοι θεοί, τους νόμους τους παλιούς
μου<br />ποδοπατάτε κι απ τα χέρια παίρνετέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και καταφρονεμένη και βαρυογομισμένη<br />η
μαύρη εγώ, στη χώρα τούτη, αλλοί!<br />θα στάξω φθορά,<br />θα χύσω φαρμάκι, θα
χύσω,<br />τάχτι να βγάλω απ την καρδιά<br />κι απ το φαρμάκι θ' απλώση στη
γης<br />στα φύλλα και στάνθη παντού φυλλοξέρα<br />- ω εκδίκησ' εκδίκησι - ναφήση
εδώ πέρα.<br />περνόντας θανάτου φθορά.<br />Στενάζω· τι κάνω;<br />βαρειά στους
ανθρώπους θα πέσω·<br />αλλοί μας! πολύ μαυρομοίρες<br />με το άτιμο
πένθος,<br />αλλοίμονο, κόρες της Νύχτας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακούτ' εμένα και μην παίρνετε το
πράμα<br />κατάκαρδα· γιατί δεν έχετ' εσείς χάση.<br />Οι ψήφοι μεραστήκανε κ'
εκρίθηκε έτσι<br />η δίκη κι όχι για δική σας καταφρόνια·<br />γιατί ήρθε μαρτυρία
ξάστερη απ το Δία<br />και την έφερ' ο ίδιος που είπε στον Ορέστη<br />πως τίποτε
δεν είχε, αν τόκανε, να πάθη.<br />Λοιπόν μη ξεθυμάνετε πάνω στη χώρα<br />τη μάνητα
σας, μη θυμώνετε και στέρφα<br />μην την κάνετε, ρίχνοντας τα καυτά βέλη<br />της
αψιάς άφρης σας που κάθε σπέρμα φθείρει.<br />Γιατί σας τάζω εγώ πως θάχετε, απ'
αλήθεια,<br />σε γη αφιερωμένη σας άδυτα κ' έδρες,<br />που θρονιασμένες μπρος στους
λιπαρούς βωμούς σας<br />μεγάλες θάχετε τιμές απ το λαό μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α, θεοί νέοι θεοί, τους νόμους τους παλιούς
μου<br />ποδοπατάτε κι απ τα χέρια παίρνετέ μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και καταφρονεμένη και βαρυογομισμένη<br />η
μαύρη εγώ, στη χώρα τούτη, αλλοί!<br />θα στάξω φθορά<br />θα χύσω φαρμάκι, θα
χύσω.<br />τάχτι να βγάλω απ την καρδιά<br />κι απ το φαρμάκι θ' απλώση στη
γης<br />στα φύλλα και στάνθη παντού φυλλοξέρα.<br />- ω εκδίκησ' εκδίκησι - ναφήση
εδώ πέρα<br />περνόντας θανάτου φθορά.<br />Στενάζω· τι κάνω;<br />βαρειά στους
ανθρώπους θα πέσω·<br />αλλοί μας! πολύ μαυρομοίρες<br />με το άτιμο
πένθος,<br />αλλοίμονο, κόρες της Νύχτας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καμιά δεν σας εγένηκε ατιμία! μην πάρα<br />το
παίρνετε κι αμάχη στήνετε με ανθρώπους.<br />Έχω και γω τα θάρρη μου στο Δία! τι
τάχα;<br />κ εγώ μονάχ' απ τους θεούς τα κλειδιά ξέρω<br />του μέρους πουν'
ταστροπελέκια σφραγισμένα·<br />αλλά δεν μας χρειάζουνται· μόνου άκουέ μου<br />και
μην καταραστής του κάκου τέτοια λόγια<br />που θάχουνε καρπό τη δυστυχία της
χώρας·<br />κοίμησε την πικρή χολή του αναβρασμού σου<br />σαν πολυοτίμητη μαζί μου
εδώ που θάσαι,<br />και θάχης πια στη χώρα ταύτη τη μεγάλη<br />πρωτόλουβες θυσίες
στις γέννες και στους γάμους<br />που να θυμάσαι πάντα αυτή τη συμβουλή
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ να πάθω αυτά, καϋμός!<br />κ' εγώ η πρωτινή
να σέρνομαι στη γης<br />σύχαμα καταφρονεμένο!<br />λυσσάω απ την οργή, λυσσάω απ το
κακό,<br />ω γης κι ουρανέ!<br />ποιος σφάχτης στα πλευρά, ποιος σφάχτης με
περνά;<br />άκουσε το θυμό μου, μάννα Νύχτα!<br />απ τις αρχαίες μου τις τιμές, μ'
άνομες πονηριές<br />με βγάλανε θεοί - κ' είμαι τίποτα πια!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">'Στό συγχωρώ, γιατί είσαι γεροντότερή
μου<br />κι όσο γι' αυτό πολύ αξιώτερη από μένα·<br />μα έδωκε και σε μας ο Δίας
κάποια γνώσι.<br />Αν φύγετε σε χώρα αλλόφυλη να πάτε<br />θα θυμηθήτε αυτή τη γης,
σας το προλέγω·<br />γιατί τα χρόνια πούναι για ναρθούν, θα κάμουν<br />πολύ
ενδοξότερη την πόλι μου, και τότε<br />στην τιμημένη γειτονιά, που θάχης
πλάι<br />στα σπίτια του Ερεχθέα, τόσες τιμές θα λάβης<br />απ' άντρες και γυναίκες,
όσες πουθεν' άλλου.<br />[Και συ μη σπείρης στους δικούς μου αυτούς τους
τόπους<br />ζιζάνια φονικά, που βλάβουνε τα σπλάχνα<br />των νέων και με χωρίς κρασί
τους ξεφρενώνουν,<br />μηδέ κορώνης τις καρδιές, σαν των κοκόρων,<br />κι αμάχη
στήνης σπιτικιά μες στο λαό μου<br />να πολεμούν απόκοτα συναπατοί τους·<br />με
άλλους ας είναι ο πόλεμος, που έφθασε, να τον<br />και που της δόξας την τρανή θε
νάχη αγάπη.<br />κι όχι σαν του σπιτίσιου του ορνιθιού τις μάχες!]<br />Τέτοια
μπορείς, αν θες, να λάχης από μένα:<br />καλό να δης, καλό ναβρής, καλό να
κάμης.<br />σ' αυτήν που μαζί θάχομε την άγια πόλι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ να πάθω αυτά, καϋμός!<br />κ' εγώ η πρωτινή
να σέρνομαι στη γης<br />σύχαμα καταφρονεμένο!<br />λυσσάω απ την οργή, λυσσάω απ το
κακό,<br />ω γης κι ουρανέ!<br />ποιος σφάχτης στα πλευρά, ποιος σφάχτης με
περνά;<br />άκουσε το θυμό μου, μάννα Νύχτα!<br />απ τις αρχαίες μου τις τιμές, μ'
άνομες πονηριές<br />με βγάλανε θεοί - κ' είμαι τίποτα πια!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν θαποκάμω να σου λέω τα καλά σου,<br />για να
μην πης ποτέ πως απ τη νιώτερή σου<br />θεάν εμένα κι απ της πόλεως τους
ανθρώπους<br />διώχτηκες άτιμη κι απόξενη αποδώθε.<br />Μα αν όμως την Πειθώ μ' αγνή
καρδιά ευλαβιέσαι,<br />της γλώσσας μου το γήτεμα ας σε μαλάξη,<br />και μείν' εδώ·
μα αν πάλι και δε θες να μείνης<br />δεν θάχης δίκιο καν στην πόλι αυτή να
ρίξης<br />οργή κ' εκδίκησιν ή βλάβη στο λαό μου·<br />ενώ μπορεί στη νόμιμη εξουσία
σου νάναι<br />η χώρα αυτή, και σ' όλα νάχης τις τιμές σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δέσποινα Αθηνά, ποιάν έδρα λες πως
θάχω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απίκραντη από κάθε θλίψι, μόνου δέξου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δέχτηκα. Ποιες λοιπόν τιμές με
περιμένουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να μην προκόβη δίχως σε κανένα σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ θα το κάμης τέτοια δύναμι να πάρω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί όποιος σε τιμά δεξά θα του τα
φέρνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και για όλο τον καιρό εγγύησι θα μου
δώσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ξέρω, πράμα που δεν θα κάμω να μην
τάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' εμάγεψες θαρρώ και την οργή μου
αφήνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευλόγησε λοιπόν τους φίλους που θα
κάμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι ευλογίες μου λες στη χώρ' αυτή να
ψάλω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Που σε κακιές συνερισιές να μη
αποβλέπουν·<br />και τέτοιες κι απ τη γης κι απ τις θαλάσσιες αύρες<br />και από τον
ουρανό κι απ τις πνοές του ανέμου<br />στη χώρα με καλόβολους να πέφτουν
ήλιους·<br />και καρπός άφθονος και γης και βοσκημάτων<br />να μη αποκάνη να φτουρά
χρόνο με χρόνο·<br />γλύτωνε απ το κακό τανθρώπινα τα φύτρα,<br />μα των ανόμων η
σπορά ριξιμιά νάναι.<br />Γιατί, σαν φυτουργός, δεν στρέγω των δικαίων<br />το γένος
απ' αυτούς βλάβη καμιά να πάθη.<br />Τέτοια από σένα· κι όσο για τους
ματοβρέχτους<br />και δοξαστούς πολέμους, δεν θα το βαστάξω<br />καμιά άλλη πόλις τα
πρωτεία νάχη της νίκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θέλω να ζω μαζί με την Παλλάδα,<br />πια δεν
καταφρονώ την πόλι,<br />που ο Δίας ο παντοδύναμος κι ο Άρης<br />την κάνουν κάστρο
των θεών,<br />καμαρωμένη απαντοχή<br />των βωμών όλης της Ελλάδος·<br />γι' αυτήν
καλόγνωμες κ' εγώ<br />ευχές σκορπώ κι ορίζω:<br />πλούσιες καλοσοδειές κι άφθονο
βιος<br />απ τη γη μέσα ναναδίνη<br />του νήλιου το φαιδρό το φως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι γνοιάζομαι 'γώ για την πόλι μου
αυτή,<br />οι μεγάλες με δύσκολη γνώμη θεές,<br />το κατάφερα εγώ, να καθήσουν
εδώ·<br />γιατί ωρίστηκε, μες στους ανθρώπους αυτές<br />κυβερνούνε τα πάντα,<br />κι
όποιον λάχη με μάτι καλό και δε δουν,<br />πούθε τούρχεται ο χτύπος δε
ξέρει·<br />γιατί και των γονιών οι αμαρτίες, εμπρός<br />τον τραβούνε σ' αυτές, και
βουβή η συμφορά,<br />όσο νάχη μεγάλη φωνή,<br />μ' αγριώτατη οργή τον
ξεκάνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κακοί άνεμοι βλάβη μη φέρουν<br />στα δέντρ' -
αυτή 'ναι η ευχή μου - <br />των φύτρων να μην καίη τα μάτια η κάψα<br />και δεν
πετάγουνε οι βλαστοί,<br />μηδ' ας απλώνεται η κακιά<br />που φθείρη τον καρπόν
αρρώστεια·<br />τα πρόβατ' ας προκόβη ο Παν<br />και με διπλή τη γέννα<br />να τρέφη,
στο ταχτό καιρό·<br />κι ο πλούτος, που απ της γης τα σπλάχνα βγαίνει,<br />των θεών
τα δώρα ας μαρτυρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τακούτε λοιπόν, της χώρας
φρουροί,<br />ταγαθά που η σεμνή σας ορίζει Ερινύς;<br />γιατί και στους θεούς
πούναι κάτω απ τη γη<br />δύναμι έχει μεγάλη και για τους θνητούς,<br />όπου ζούνε
στο φως, τέλειαν έχει εξουσία·<br />σ' άλλους δίνει τραγούδια και σ' άλλους
ζωή<br />μες στο μαύρο το δάκρυ πνιγμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τις κακές ώρες, που θερίζουν<br />πάρωρα νιάτα,
τις ξορκίζω·<br />και στις χαριτωμένες νιές<br />άντρα του βίου των σύντροφο
δίνετε,<br />σεις που στο χέρι σας είναι,<br />και σεις μητραδερφές μου,<br />Μοίρες,
που δίκια μοιράζετε,<br />που κάθε σπίτι επισκέπτεσθε,<br />και πάσαν ώρα το δίκιο
βάρος<br />της παρουσίας σας να νοιώθουν κάνετε,<br />ω πολυοτίμητες σ' όλα
θεές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για τη χώρα μου τέτοια ν' ακούω, που
αυτές<br />τόσο πρόθυμα ορίζουν,<br />μου ξανοίγει η καρδιά, και τη χάρι
ευλογώ<br />της Πειθώς, που τη γλώσσα μου ωδήγα<br />ναντικρύσω το άγριο των
πείσμα.<br />Μα ενίκησε ο Δίας, του λόγου ο θεός,<br />κι απ' αυτή μεταξύ μας τη
συνερισιά<br />στο καλό, βγαίνω εγώ κερδημένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της κακοαχόρταγης Διχόνοιας<br />εύχομαι, μες
στην πόλη αυτή,<br />το βρουχητό να μη ακουστή·<br />μηδέ να πιή πολιτών αίμα το
χώμα,<br />που να ζητάη μ' οργή<br />άλλη ναρπάξη απ την πόλι<br />εκδίκησι πίσω με
φόνους.<br />Αλλά χαρές μεταξύ τους<br />να περνοδίνουν, μ' αγάπη αμοιβαία<br />και να
μισούν με μια γνώμη·<br />γιατ' αυτό σε πολλά, στους ανθρώπους, γιατρειά
ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της καλής λοιπόν γλώσσας το δρόμο<br />βρίσκουν
όσοι έχουν γνώσι;<br />απ την τρομερή των την όψιν εγώ<br />βλέπω κέρδος μεγάλο γι'
αυτόν το λαό·<br />γιατί αν, πρόθυμες, πρόθυμα πάντα και σεις <br />τις τιμάτε πολύ,
δίχως άλλο τη γη<br />και την πόλι σας θάχετε πάντα σωστή<br />δικαιοσύνης
καθέδρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρετε, χαίρετε μες στις αγκάλες του
πλούτου,<br />χαίρε λαέ της Αττικής,<br />που κάθεσαι στο Δία κοντά,<br />φίλε της
φίλης παρθένας<br />με τιμή πάντα και γνώσι·<br />όσοι κάτω απ τη σκέπη ζουν της
Παλλάδος<br />κι ο πατέρας της σέβεται αυτούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και σεις χαίρετε· τώρα περνώ εγώ μπρος,<br />με
το φως το ιερόν αυτής της συνοδειάς,<br />στους ναούς, που θε νάχετ' εδώ, να σας
φέρω.<br />Προχωρείτε και κάτω απ τα φέγγη ταγνά<br />μες στη γη που θα μπήτε,
καθετί βλαβερό<br />απ τη χώρα μακριά να κρατήτε,<br />και να στέλλετε μόνου ό,τ'
είν' για καλό<br />και για δόξα της χώρας.<br />Και σεις, πούναι δική σας η πόλις
αυτή<br />παιδιά του Κραναού, προβοδάτε τις ξένες σας·<br />και είθε πάντα ο θεός
στο καλό<br />να φωτίζη τη γνώμη σας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρετε, χαίρετε - και τις ευχές
δευτερώνω,<br />όλοι εδώ στην πόλι αυτή<br />άνθρωποί της και θεοί,<br />που την πόλι
της Παλλάδος<br />χαίρεσθε· κι αν με τιμάτε<br />ξένη εμέ συγκάτοική σας<br />θάναι
ζηλευτή η ζωή σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με χαρά δέχομαι κι αυτές τις ευλογίες<br />και
σας ξεπροβοδώ με φωτερές λαμπάδες<br />κάτω στης γης τους τύπους και τα
καταχθόνια<br />μ' αυτές μου τις ιέρειες, που τάγαλμά μου<br />φυλάγουν - με το
δίκιο, γιατί θέλει γίνη<br />καμάρι αυτής της γης ο δοξαστός σας λόχος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παιδιά, γυναίκες, συνοδειά, γερόντισσες<br />με
πορφυροβαμμένα ρούχα στολισμένες,<br />προβαίνετε, κι ας λάμψουν της φωτιάς τα
φέγγη,<br />για να γνωρίζεται για πάντα η παρουσία των<br />στη χώρ' αυτή, με
τάνθισμα γενεάς αντρείας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΠΟΜΠΟΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πηγαίνετε στα σπίτια σας, μεγάλες,
σεβαστές<br />παρθένες, κόρες της Νυχτός, που πρόθυμα σας προβοδούν<br />- και μ'
άγια συνοχή ας ψάλλη η πόλις όλη! - <br />μες στα παμπάλαια σπήλαια της γης, όπου
τιμές<br />και προσφορές, θυσίες σεμνές, σας καρτερούν.<br />- Και μ' άγια συνοχή ας
ψάλλη η πόλη όλη! - <br />Καλόβουλες και σπλαχνικές στη χώρ' αυτή,<br />ελάτε,
θέαινες σεβαστές κ' η φωτερή<br />στο δρόμο σας λαμπάδ' ας σας ευφραίνη<br />- και
σεις τώρ' αλλαλάζετε τραγουδιστά! - <br />Δε θαπολείπουν οι σπονδές στα σπίτια σας
ποτέ, <br />απ της Παλλάδος τον λαόν ο Δίας ο δυνατός<br />κ' η Μοίρα τόχουν έτσι
αποφασίση·<br />- και σεις τώρ' αλλαλάζετε τραγουδιστά! - </span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μέγιστος των αρχαίων και νεωτέρων δραματικών
ποιητών, για την έντονη δραματικότητα, το βαθύ και συχνά προφητικό της σκέψης
του, τη λυρική του έξαρση και την αρμονία των εννοιών με την αισθητική τους
έκφραση. Οι τραγωδίες του, τολμηρές τόσον ως σύνθεση τους, όσο και σαν πλοκή,
έχουν ταυτόχρονα πολύ έντονη την αίσθηση και την ψυχολογία του φυσικού και του
πραγματικού, ώστε να δονούνται από τον παλμό της πιο σφρίγουσας ζωής. Ο Αισχύλος
αποτελεί αναμφισβήτητα την πιο τέλεια ποιητική εκδήλωση του ελληνικού
μεγαλείου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">* * *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αγαμέμνων: Πρόκειται για το πρώτο δράμα της
Τριλογίας «Ορέστια»κι αναφέρεται στην δολοφονία του Αγαμέμνονα από την σύζυγο
του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. η σκηνή της προφήτιδος Κασσάνδρας,
που οδύρεται για την αιχμαλωσία της, ανήκει στις τραγικότερες του παγκοσμίου
Θεάτρου. Μετάφραση σε στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χοηφόροι: Το δεύτερο δράμα της «Ορέστειας».
Περιέχει την κυριώτερη πράξη, γύρω από την οποία στρέφεται η Τριλογία και που
πάνω της στηρίζεται το ηθικό πρόβλημα που κινεί την «Ορέστεια»: ο Ορέστης
θανατώνει τον Αίγισθο και τη μητέρα του· ο νους του σαλεύεται και καταδιωκόμενος
από τα φάσματα των Ερινυών παίρνει τον δρόμο της εξορίας. Η μετάφραση, σε
στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευμενίδες: Η τραγωδία που ολοκληρώνει την
«Ορέστεια».Εκτυλίσσεται στους Δελφούς, όπου ο Απόλλων, αποκοιμίζοντας τις
Ερινύες, φυγαδεύει τον Ορέστη, και κατόπιν στην Αθήνα, όπου υστέρα από απόφαση
της Αθήνας, ο μητροκτόνος Ορέστης δικάζεται από τον Άρειο Πάγο και απαλλάσσεται
από την τιμωρία του φόνου. Η μετάφραση, όπως κι όλης της Τριλογίας, του
Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επτά επί Θήβας: Το δράμα τούτο αναφέρεται στην
τραγική Θήβας μοίρα των δύο γιων του Οιδίποδα, πού, μονομαχώντας για τον θρόνο
των Θηβών, αλληλοσκοτώνονται. Ο ύμνος των Ερινύων κι ο παθητικότατος θρήνος της
Αντιγόνης και της Ισμήνης για τους σκοτωμένους αδελφούς των είναι από τους
λυρικώτερους της αρχαίας τραγωδίας. Η μετάφραση,σε στίχους, αριστοτεχνική, με
φιλολογική ακρίβεια και δύναμη ύφους,του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πέρσαι: Το δράμα αυτό αποτελεί υψηλότατον ύμνο
των ελληνικών νικών κατά των Περσών, την εποχή των μηδικών πολέμων. Η
μεγαλοπρεπής αφήγηση της ναυμαχίας στην Σαλαμίνα, κρίνεται σαν μοναδικό
υπόδειγμα επικολυρικής περιγραφής. Μετάφραση Ι. Ζερβού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Προμηθεύς Δεσμώτης: Το πιο μεγαλεπήβολο και
υψιπετές Έργο του παγκοσμίου θεάτρου. Παρουσιάζει τον Προμηθέα δεμένον πάνω στον
Καύκασο, κατά διαταγή του βασιλιά των θεών, προς τιμωρίαν της φιλανθρωπίας του.
Το Κράτος του Δία και η Βία, προσωποποιημένα, ο Ήφαιστος, οι Ωκεανίδες, ο Ερμής,
ο Ωκεανός, η Ιώ και ο Προμηθέας,δρώντας ανθρώπινα και παθητικά, διατηρούν όλο το
θεϊκό μεγαλείο τους.Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Ζερβού. Ικέτιδες: Το δράμα
αυτό,βασισμένο στην ιστορική παράδοση, εξυμνεί την αρετή και τη φιλοξενία των
Ελλήνων. Οι Δαναΐδες, φεύγοντας από την Αίγυπτο, για να αποφύγουν να παντρευτούν
με τη βία, φιλοξενούνται και προστατεύονται από τους Αργείους και πάλι
ελευθερώνονται από την αποτολμηθείσα αρπαγή. Ο υψηλός λυρισμός του έργου
θαυμαζόταν από τους αρχαίους, ήδη, χρόνους.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τους τρεις κορυφαίους Έλληνες τραγικούς,
που μας σώθηκαν μερικά έργα τους, ο πιο προσιτός, τόσο στην αρχαιότητα όσο και
στην εποχή μας, είναι ο Ευριπίδης. Δραματικός και περιπαθής ποιητής, ένας
φιλόσοφος και, μαζί, ένας ψυχολόγος των ανθρωπίνων αρετών και
ελαττωμάτων.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">___</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ανδρομάχη: το δράμα αυτό εικονίζει, κατά τον
πιο θαυμαστό τρόπο,έναν κόσμο αισθημάτων, ζήλειας, μίσους και στοργής. Ο
Νεοπτόλεμος,χωρίζοντας από την Ανδρομάχη, παντρεύεται την κόρη του Μενέλαου και
της Ελένης, την Ερμιόνη, που συνεννοείται με τον πατέρα της να σκοτώσουν τον γιο
που έδωσε η Ανδρομάχη στον Νεοπτόλεμο. Ο Πηλέας,παππούς του παιδιού, σώζει τον
μικρό, και ο Μενέλαος σκοτώνει με δόλο τον Νεοπτόλεμο. Μετάφραση, τον Γ.
Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλκηστης: Σύμφωνα με τον όρο που είχε θέσει ο
θεός, ο Άδμητος θα γινόταν αθάνατος, αν κάποιος στενός συγγενής του δεχόταν να
θυσιαστή γι αυτόν το σκοπό. Οι γονείς του δεν δέχονται, μα η γυναίκα του η
Άλκηστης προσφέρεται πρόθυμα να θυσιαστή, δίδοντας έτσι μοναδικό παράδειγμα
συζυγικής αφοσίωσης. Η μετάφραση, σε στίχους, του Γ.Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήδεια: Το τραγικότερο από τα δράματα του
Ευριπίδου. Το πάθος της ερωτικής εκδίκησης, ξεπερνώντας σ' ένταση αυτό τούτο το
ερωτικό πάθος, εκφράζεται, στο έργο αυτό, στο έπακρο των εκδηλώσεων
του.Προδομένη από τον Ιάσονα, η Μήδεια καταπνίγει τη μητρική στοργή μέσα της και
σκοτώνει τα δυο τους παιδιά για να εκδικηθή τον σύζυγο.Μετάφραση ΑΓΓ.
Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηλέκτρα: Ο Ορέστης και η αδελφή του Ηλέκτρα
θανατώνουν τον φονέα του πατέρα τους Αίγισθο και την μητέρα τους, συνεργόν του
φόνου επίσης, Κλυταιμνήστρα. Η κάθαρση εδώ έρχεται από τον από μηχανής θεό,που
δίδει και την εξάγνιση στους δύο μητροκτόνους. Η μετάφραση,φιλολογικά πιστή, του
Αγγέλου Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππόλυτος: Το νεωτεριστικώτερο από τα έργα του
Ευριπίδου. Η Φαίδρα αισθάνεται ανόσιο έρωτα προς τον γυιό του συζύγου της
Θησέως,τον Ιππόλυτο. Ο νέος αποκρούει τον έρωτά της κ' η Φαίδρα
αυτοκτονεί,συκοφαντώντας τον στον πατέρα του. Ο Θησέας εξορίζοντας τον
Ιππόλυτο,τον καταρατάται να καταστραφεί από τον Ποσειδώνα. Η κατάρα
πραγματοποιείται, μα ή συκοφαντία φανερώνεται κι ο Ιππόλυτος πεθαίνει
θρηνούμενος και συγχωρώντας. Η μετάφραση του Αγγέλου Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Αυλίδι: μια από τις παθητικώτερες
και καλύτερες τραγωδίες του Ευριπίδη. Οι προσπάθειες του Αγαμέμνονος να σώση την
κόρη του, η συμπάθεια και κατανόηση του Μενελάου, που έρχονται αργά,για το θύμα,
η τολμηρή αντίσταση του Αχιλλέα εναντίον του στρατού για να σωθή η μνηστή του,
εντείνουν τη δράση και την τραγικότητα. Η λύση του δράματος δίδεται από τον από
μηχανής θεόν. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Φραγκιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Ταύροις: Η Ιφιγένεια, που
θυσιάζεται από τον πατέρα της Αγαμέμνονα στην Αυλίδα, για να γίνη δυνατόν ν'
αποπλεύσουν τα πλοία της τρωικής εκστρατείας, σώζεται την τελευταία στιγμή από
την θεά Αρτέμιδα, που την μεταφέρει στην χώρα των Ταύρων. Εκεί,μητροκτόνος πια
και περιπλανούμενος, την συναντά ο αδελφός της Ορέστης, ιέρεια της Αρτέμιδος.
Φεύγοντας αποκομίζει μαζί της και το άγαλμα της θεάς στην Αθήνα. Μετάφραση Ν.
Κυπαρίσση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βάκχαι: Πρόκειται για μιαν από τις αρτιώτερες
και οπωσδήποτε την λυρικώτερη από τις τραγωδίες του μεγάλου ποιητή. Ο Πενθέας κ'
η μητέρα του Αγαύη, απιστώντας απέναντι των θείων, τιμωρούνται από τον θεό
Διόνυσο, γιατί δε θέλησαν να δεχθούν τη λατρεία του στην Θήβα. Η μετάφραση, σε
στίχους, του Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοίνισσες: Περιστρέφεται γύρω από την τραγική
παράδοση της αδελφοκτονίας Ετεοκλέους και Πολυνείκους, Γεμάτη επεισόδια και
σκηνική δράση, όπως ο θάνατος των δυο αδελφών, το διώξιμο του πατέρα τους
Οιδίποδος, η γενναία απόφαση της Αντιγόνης κτλ., θεωρείται μια από τις
ωραιότερες τραγωδίες του Ευριπίδου. Η μετάφραση του Ν.Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ικέτιδες: Δράμα πολιτικό και πατριωτικό,
αναγόμενο στον ήρωα Θησέα, ο οποίος θάβει τους Αργείους που έπεσαν μπροστά στα
τείχη των Θηβών. Τον χορό της τραγωδίας τον αποτελούν οι μητέρες και τα παιδιά
των πεσόντων. Αυτά τούτα τα χορικά θεωρούνται από τα παθητικώτερα της αρχαίας
τραγωδίας καθόλου. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ν. Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρακλής μαινόμενος: Το ωραίο αυτό δράμα του
μεγάλου τραγικού,αναφέρεται στον Ηρακλή, που, ελευθερώνοντας τα παιδιά του,
κυριεύεται ύστερα από μανία και τα σκοτώνει. Μόλις συνέρχεται από την τρέλλα του
και καταλαβαίνει τι έχει κάμει, επιχειρεί να αυτοκτονήση, αλλά τον σώζει ο φίλος
του Θησέας. Η άρτια τούτη μετάφραση, που διατηρεί όλη την ομορφιά του πρωτοτύπου
οφείλεται στον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίων: Το δράμα αυτό διακρίνεται για την
περίτεχνη πλοκή του, τις περιπέτειες που με πολλή τέχνη παρεμβάλλονται και για
την απροσδόκητη έκβαση. Η υπόθεση του περιστρέφεται γύρω από τους κινδύνους, την
αναγνώριση και την αναγόρευση, μετά, του Ίωνος, ως κληρονόμου του βασιλέα της
Αττικής Ξούθου. Η μετάφραση, του Πολ. Δημητρακόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύκλωψ: Σατυρικό δράμα, που ανάγεται στη
γνωστή ομηρική περιπέτεια του Οδυσσέα, με τη μέθη και την τύφλωση του Κύκλωπα,
που κάνει δυνατή τη σωτηρία του ήρωα και των συντρόφων του. Τα κωμικά επεισόδια
κάνουν το έργο αυτό εξαιρετικά ενδιαφέρον για κάθε εποχή. Η μετάφραση έγινε από
τον Γ. Τσοκόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ορέστης: Το πιο πολύπλοκο και νεωτεριστικό
δράμα ίσως, του Ευριπίδη. Ο Ορέστης καταδικάζεται σε θάνατο από τους Αργείους,
ενώ ο θείος του Μενέλαος τον εγκαταλείπει, από δειλία. Εξαγριωμένος από τη στάση
του Μενελάου ο Ορέστης θέλει να σκοτώση τη σύζυγο του και την κόρη του Ερμιόνη.
Τελικά μεταπείθεται από τον από μηχανής θεό και παντρεύεται την Ερμιόνη. Η
μετάφραση έγινε από την Ηλία Βουτιερίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ρήσος: Ανήκει στα νεώτερα δράματα της Αττικής
Τραγωδίας, κ' είναι αβέβαιο αν ανήκη στον Ευριπίδη, μολονότι από τους αρχαίους
ήδη χρόνους αποδιδόταν σ' αυτόν. Φαίνεται ν' ανήκη μάλλον στη σχολή του
Φιλοκλέους. Ανάγεται στο ομηρικό επεισόδιο της αρπαγής της Ελένης από τον Πάρη.
Η μετάφραση έγινε από τον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρακλείδες: Το δράμα αναφέρεται στην περίθαλψη
των Ηρακλειδών στην Αττική κι αποτελεί ύμνο στην ανδρεία των Αργείων και των
Αθηναίων ηρώων. Το επεισόδιο, όπου η Μακαρία παραδίδεται με τη θέληση της στον
θάνατο προς χάριν της κοινής σωτηρίας, εντείνει την τραγικότητα του δράματος. Η
μετάφραση, σε στίχους Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκάβη: Συγκρατώντας την οδύνη της για τον
θάνατο του γιου της Πολυδώρου, η βασίλισσα της Τροίας συμβάλλει στην καταστροφή
του δολοφόνου. Στην τραγωδία τούτη, το πάθος της εκδίκησης στην
Εκάβη,περιγράφεται με βαθύτατη ψυχολογία. Η μετάφραση του Ν. Ποριώτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ελένη: Αντίθετα από την παράδοση, η Ελένη
παρουσιάζεται εδώ σαν υπόδειγμα πιστής συζύγου, και βοηθημένη από τον σύζυγο της
Μενέλαο,κατορθώνει να γλυτώση από τον γάμο με τον Αιγύπτιο βασιλέα. Η αδελφή του
τελευταίου, η Θεονόη, που συμπονεί τους συζύγους, είναι από τους καλύτερα
διαγραφόμενους χαρακτήρες του έργου. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρωάδες: Το συνταρακτικό τούτο δράμα αποτελεί
εξεικόνιση των φρικαλεοτήτων της αλώσεως της Τροίας. Η σφαγή της Πολυξένης, ο
φόνος του Αστυάνακτος, η όψη της πόλης, που πυρπολείται, δίδουν την πιο
δραματική εικόνα πόλης που καταπατείται από τον εχθρό. Η μετάφραση οφείλεται
στον Άριστο Καμπάνη.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΣΟΦΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απαράμιλλοι σε δραματικό και πλαστικό κάλλος,
οι τραγωδίες του Σοφοκλέους αποτελούν απλησίαστα πρότυπα της δραματικής τέχνης
όλων των λαών κι όλων των εποχών. Αρμονικός υμνητής της φύσης, θαυμαστός
ανατόμος του πάθους, φιλοσοφικός ερευνητής της ανθρωπίνης ψυχής και του ηθικού
κόσμου, ο Σοφοκλής εξυψώνει, φωτίζει και γοητεύει, με σκέψη, λυρισμό, περιπάθεια
και καλλιτεχνική αρτιότητα, το κοινό του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αντιγόνη: Από τα πιο συγκλονιστικά δράματα του
παγκοσμίου θεάτρου, το έργο αυτό παρουσιάζει αντίμαχα τον φυσικό νόμο τη φωνή
του αίματος προς το νόμο τής Πολιτείας, που επικρατεί βέβαια και συντρίβει, αλλά
δε μπορεί να ταπεινώση την ευγένεια του φυσικού νόμου της στοργής. Η θαυμάσια
μετάφραση, οφείλεται στον Κ. Χρηστομάνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηλέκτρα: Η αλλεπάλληλη διαδοχή τραγικών
γεγονότων και η συχνή μετάπτωση των αισθημάτων και των παθών δίδουν στην
τραγωδία τούτη τον νεωτεριστικώτερο τύπο. Ύστερα από την ανάγνωση των δύο
αδελφών, του Ορέστη και της Ηλέκτρας, αποφασίζεται η εκδίκηση της πατρικής
δολοφονίας: ο φόνος της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου. Η μετάφραση έγινε από
τον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίπους Τύραννος: Ο τραγικός θρύλος της
ακουσίας πατροκτονίας του Οιδίποδος και του γάμου του με την μητέρα του
δραματοποιείται στο έργο αυτό σαν αποκάλυψη που επέρχεται από τον θεό και που
εξιλεώνεται με την αυτοκτονία της μητέρας, αιμομίκτριας εν αγνοία της, και της
εκούσιας τύφλωσης του Οιδίποδος. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τραχίνιαι Το δράμα αυτό περιστρέφεται γύρω από
τον οικτρό θάνατο του Ηρακλή από ερωτικά φίλτρα της συζύγου του Δηιάνειρας, που
είχε παρασυρθή στην πράξη της από υπερβολικό έρωτα. Η ακουσία δολοφόνος
αυτοκτονεί και ο Ηρακλής, πριν πεθάνη, μαθαίνει πώς είναι αθώα. Η μετάφραση
οφείλεται στον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φιλοκτήτης: Ο Νεοπτόλεμος, για να πάρη στην
κατοχή του τα πατρικά όπλα από τον Φιλοκτήτη, ύστερα από χρησμό, στην αρχή
μεταχειρίζεται δόλο, όπως τον είχε συμβουλέψει ο Οδυσσέας. Συγκινημένος, όμως,
από τη γενναιοψυχία του ήρωα, μετανοεί, φανερώνει την απάτη και παραιτείται από
τα σχέδια του. Ο Ηρακλής που παρουσιάζεται σαν από μηχανής Θεός, συμβιβάζει τα
πράγματα και δίδει τη γνωστή από τον Όμηρο λύση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αίας: Αναφέρεται στον ομηρικό ήρωα, που
παρεφρόνησε, κατά θείαν βουλήν, για την αλλαζονία του. Συνερχόμενος ο ήρωας και
νιώθοντας ντροπή, αυτοκτονεί. Ύστερα από επέμβαση του αδελφού του Τεύκρου και
του αντιπάλου του Οδυσσέα κηδεύεται με μεγάλη λαμπρότητα για τον ηρωισμό του και
την άλλη του αγαθότητα. Η μετάφραση ανήκει στον Κ.Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίπους επί Κολωνώ: το τελευταίο από τα
δράματα του Σοφοκλέους.Παρουσιάζει τις τελευταίες περιπέτειες του Οιδίποδος και
κλείνει με τον θάνατο του στον Κολωνό. Η γενική έξαρση, ο λυρισμός, η εξύμνηση
των Αθηνών, το μεγαλείο του ήρωα που πεθαίνει, αναδεικνύουν το δράμα αυτό ως ένα
από τα αριστουργήματα του παγκοσμίου θεάτρου. Η μετάφραση του Ηλία
Βουτιερίδη.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μέγιστος κωμικός και σατυριστής των
ανθρωπίνων ελατωμάτων, ο θαυμαστός ηθογράφος και δαιμόνιος επινοητής σκηνικής
πλοκής. Με λιτή και γυμνή φράση, προσιτή σε ανθρώπους με ώριμη σκέψη, ο
Αριστοφάνης είναι και παραμένει κυρίως ένας κατ' εξοχήν ηθικολόγος, που δεν
προδίδει ποτέ τον υψηλό ποιητή. Οι κωμωδίες του έχουν τόση γενικότητα και τόση
ζωντάνια, που παραμένουν πάντοτε επίκαιρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Όρνιθες: Η κωμωδία αυτή αποτελεί σάτυρα της
πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς και σκώμμα εναντίον των θεωριών για
καινούργια πολιτεύματα. Ο μύθος πλέκεται γύρω από δύο αθηναίους πολίτες που πάνε
στα πουλιά για να ιδρύσουν εκεί μια νέα πολιτεία. Μετάφραση ο
Πολ.Δημητρακόπουλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Βάτραχοι: Κωμωδία φιλολογικού θέματος, όπου
γελοιοποιούνται πολλοί από τους ποιητές και σατυρίζεται η κατάπτωση, που βλέπει
ο Αριστοφάνης στην τέχνη της εποχής του. Ο Ευριπίδης και ο Αισχύλος
παρουσιάζονται από σκηνής, κι ο δεύτερος ανακηρύσσεται ως ύπατος τραγικός. 0ι
υπαινιγμοί για καταχρήσεις και διαφθορά δίδουν στην κωμωδία τεράστιο κοινωνικό
ενδιαφέρον. Η μετάφραση έγινε από τον Πολ.Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκκλησιάζουσαι: Το έργο γελοιοποιεί την
ιδεολογία για τις γυναικείες ελευθερίες και τη χειραφέτηση της γυναίκας, και
σατυρίζει κυρίως τις τότε καινοφανείς θεωρίες περί κοινογαμίας και
κοινοκτημοσύνης. Η μετάφραση οφείλεται στον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νεφέλες: Στο έργο του αυτό ο Αριστοφάνης
διακωμωδεί τους σοφιστές. Σαν σοφιστής παίρνεται κι ο Σωκράτης, γύρω από τον
οποίο δρουν και κινούνται θαυμάσιοι κωμικοί τύποι. Η υπεραπολογία των αρχαίων
ηθών και η επίθεση εναντίον της ανηθικότητας της εποχής αποτελούν τον κύριο
χαρακτήρα της κωμωδίας. Μετέφρασεν ο Πολ.Δημητρακόπουλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λυσιστράτη: Εδώ ο Αριστοφάνης επικρίνει,
σατυρίζοντας με τον τρόπο του, την πολεμομανία των Αθηναίων. Για να σταματήση ο
καταστρεπτικός Πελοποννησιακός Πόλεμος, οι γυναίκες απέχουν όλων των συζυγικών
καθηκόντων των, κι' έτσι πλέκεται ένας κωμικώτατος και σατυρικώτατος μύθος. Η
μετάφραση έγινε από τον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεσμοφοριάζουσες: Μια σάτυρα μ' εξαιρετικά
ευφυή πλοκή, που στρέφεται εναντίον του Ευριπίδου, τον οποίο παρουσιάζει, για να
σωθή από τις γυναίκες ο πεθερός του, να καταφεύγη στη βοήθεια δύο
γύναιων.Μεταφραστής Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειρήνη: Σατυρίζει την πολυπραγμοσύνη και τη
φιλοπόλεμην τάση των Αθηναίων όσο και των άλλων Ελλήνων. Με κωμικώτατη και,
κυρίως,συμβολική πλοκή, βγαίνει στο φως η θαμμένη από τους θεούς Ειρήνη, για να
εξυμνηθούν αμέσως τα αγαθά της. Η μετάφραση έγινε από τον Μ.Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σφήκες: Στην κωμωδία του αυτή ο Αριστοφάνης
σατυρίζει τη μανία που είχαν οι Αθηναίοι για δικαστήρια και δίκες κ' επί πλέον
παρουσιάζουν τα ηθικά και κοινωνικά άτοπα της τότε δικαστικής καταστάσεως. Οι
ίδιοι οι δικαστές, που παρουσιάζονται ως χορός Σφηκών, ενώ δήθεν υπερασπίζουν
διακωμωδούν τους δικαστικούς θεσμούς.Η ζωντανή έμμετρος μετάφραση έγινε από τον
Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχαρνής: Χορός, που τον αποτελούν Αχαρνείς
χωριάτες, επικρίνει τους ρήτορες και τους πολιτικούς σαν αίτιους του
Πελοποννησιακού πολέμου και την καταστρεπτική για την Αθήνα φιλόδοξη πολιτική.
Τα επεισόδια του έργου είναι από τα ευφυέστερα της αρχαίας κωμωδίας και δίδουν
μια ζωντανή εικόνα του τότε αστικού βίου. Μεταφραστής ο Μ.Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππής: Στην κωμωδία τούτη καυτηριάζει
δηκτικώτατα ο δημοκόπος Κλέων, πρώην βυρσοδέψης, και η στρατηγία του στην Πύλο.
Ο χορός του έργου αποτελείται από μέλη της τάξεως των Ιππέων, γιατί η τάξη αύτη
ακριβώς είχε καταδικάσει άλλοτε τον Κλέωνα για δωροδοκία. Αλλά το έργο σατυρίζει
και πολλά άλλα από τότε πολιτικά και κοινωνικά ήθη των Αθηναίων. Η μετάφραση,
έμμετρη, οφείλεται στον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πλούτος: Η, χωρίς αμφιβολία, παραστικώτερη
κωμωδία τούτη του Αριστοφάνη, περιστρέφεται γύρω από ένα γενικώτερο θέμα. Ένας
γέρος ενάρετος και φτωχός, συμμορφούμενος με χρησμό, συναντά τον Πλούτο,τυφλό.
Θεραπεύοντας τον γίνεται πλούσιος, όπως και άλλοι ενάρετοι,γιατί είχε
αποκατασταθή η πρέπουσα τάξη κι' είχε σταματήσει η ανηθικότητα που κυριαρχούσε
πριν, όταν ο Πλούτος ήταν τυφλός.Ολόκληρη η πλοκή διαπνέεται από καυστικώτατη
σάτυρα. Μεταφραστής ο Μ.Αυγέρης.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κομψός στο ύφος, πυρρωνιστής στην σκέψη,
σκώπτης και χαριτολόγος,ο Λουκιανός συμπερίλαβε στις διηγήσεις του, στους
διάλογους του,θεών, ανθρώπων και νεκρών, και στις ποικίλες άλλες μελέτες του
ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο. Την αδρά και φιλολογικώς άρτια μετάφραση του
Λουκιανού, εφάμιλλο στο ύφος και στην κομψότητα με το πρωτότυπο,την οφείλουμε
στον Ιωάννη Κονδυλάκη. Έργο αυτόχρημα κλασικό, που δεν πρέπει να λείπη από καμιά
βιβλιοθήκη, η μετάφραση τούτη του Κονδυλάκη αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μιαν από
τις ωραιότερες προσφορές στην νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">___</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άπαντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΟΜΟΣ Α'. Όνειρο ή Λουκιανού βίος. Προς
εκείνον που είπε: είσαι Προμηθέας στα έργα σου. Πλοίον ή ευχές, Περί πένθους.
Τίμων ο μισάνθρωπος. Εγκώμια μυίγας. Θεών διάλογοι. Κρίσεις Θεών. Προς Νιγρίνον
επιστολή. Νιγρίνος ή περί φιλοσοφικού χαρακτήρας. Δίκη φωνηέντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Β' Διάλογοι θαλασσίων Θεών. Αλκυών ή
περί μεταμορφώσεως.Προμηθεύς ή Καύκασος. Νεκρικοί διάλογοι. Μένιππος ή
νεκρομαντεία.Φιλοψευδής ή απιστών. Πώς πρέπει να γράφεται η Ιστορία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Γ' Αληθινή Ιστορία. Τυραννοκτόνος.
Αποκηρυττόμενος.Φάλαρις λόγος. Αλέξανδρος ή ψευδομάντις. Ο Ηρακλής. Ο
Διόνυσος.Ψευδολογιστής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Δ' Δις κατηγορούμενος ή Δικαστήρια. Περί
παρασίτου.Ανάχαρσις. Προς τον απαίδευτον και πολλά βιβλία αγοράζοντα. - Ότι δεν
πρέπει να πιστεύωμεν εύκολα την διαβολήν. Ζευς ελεγχόμενος.Ρητόρων διδάσκαλοι.
Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Ε' Ιππίας ή περί του λουτρού. Μακρόβιοι.
Ο θάνατος του Περεγρίνου. Οι δραπέται. Περί του ήλεκτρου ή των κύκνων. - Περί
του οίκου. Πατρίδος εγκώμιον. Περί των διψάδων. Περί ορχήσεως.Ευνούχος. Βίος
Δημώνακτος. Διάλεξις με τον Ησίοδον. Χάρων ή επισκοπούντες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος ΣΤ' Εικόνες. Υπέρ των εικόνων. Εταιρικοί
διάλογοι.Όνειρος ή αλεκτρυών. Συμπόσιον ή Λαπίθαι. Θεών Εκκλησία, Βίων πράσις.
Αλιεύς. Ψευδοσοφιστής. Περί Συρίης Θεού. Ζευς τραγωδός.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι αντιλήψεις για τον κόσμο, για τον άνθρωπο,
για την ηθική του περίφημου στωικού φιλοσόφου συγκεντρωμένες στο «Εγχειρίδιο»
του, σε αριστοτεχνική μετάφραση του Άριστου Καμπάνη.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαρακτήρες: Το κατ' εξοχήν ηθικογραφικό και
ψυχολογικό τούτο έργο του συγγραφέα και φιλοσόφου, που παράμεινε πρότυπο στο
είδος του,αποτελεί μια περιγραφή και, ταυτόχρονα, μια σάτυρα κοινωνικών και
ατομικών κακιών και ελαττωμάτων. Η μετάφραση, πιστή στο πρωτότυπο και ζωντανή,
του Μαρίνου Σιγούρου.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειδύλλια: Ο κοντινώτερος και συγγενικώτερος
μας από τους αρχαίους ποιητές, υμνητής του έρωτα και της φύσης, που το έργο του,
στο σύνολο του, έχει πολλές ομοιότητες και αναλογίες με τη δημοτική μας
ποίηση.Τα σωζόμενα ποιήματα του, βουκολικά, ερωτικά, μίμοι,
επιγράμματα,διαπνέονται από ζωή κι ομορφιά, που μας προσφέρουν μια ζωντανή
εικόνα του αρχαίου βίου με εκπληκτική νεωτεριστικότητα. Η μετάφραση έμμετρη,του
Ιωάν. Πολέμη.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΟΔΟΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πατέρας της Ιστορίας ωνομάστηκε ο Ηρόδοτος,
που η πιστοποιημένη κι από άλλες πηγές ακρίβεια των όσων εκθέτει αμιλλάται προς
τη γοητεία του ύφους του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μούσες: Στο θαυμάσιο έργο του, τις «Μούσες»,
μας ιστορεί τη ζωή των αρχαίων Ασιατικών εθνών, διαφόρων βαρβάρων λαών, της
Αιγύπτου και της Ελλάδος μέχρι των Μηδικών Πολέμων. Οι εθνικοί και θρησκευτικοί
μύθοι, που αναφέρει, οι περιγραφές των τόπων και των ηθών και εθίμων,καθώς και
τα διάφορα επεισόδια που περεμβάλλει στις ιστορίες των λαών προσθέτουν άφθαστη
ομορφιά στο βιβλίο, για αυτό οι αρχαίοι έδωσαν τα ονόματα των εννέα Μουσών στα
εννέα κεφάλαια του. Η μετάφραση έγινε από τον Σκαλίδη και μ' έλεγχο του Ι.
Ζερβού, Τόμοι τέσσερις.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πελοποννησιακός Πόλεμος: Η αμερόληπτη
ακρίβεια, η βαθυστόχαστη κριτική, η συντομία και λιτότητα του λόγου και τ' αδρά
του νοήματα,ανάδειξαν τον Θουκυδίδη ως τον κορυφαίο ιστορικό του κόσμου όλων των
εποχών. Στο μοναδικό έργο του μας εξιστορεί με θαυμάσιο τρόπο τον μακροχρόνιο
εμφύλιο πόλεμο των Ελλήνων, που αποτέλεσμα του υπήρξε η ανεπανόρθωτη εξασθένιση
της Ελλάδος. Ανατρέχοντας στα απώτατα αίτια,ο Θουκυδίδης εξηγεί τα σχετικά με
την ανάπτυξη του Ελληνισμού από τους αρχαιότατους χρόνους, περιγράφει τη σύσταση
και την ζωή των Πολιτειών Κρατών, δίδοντας μας έτσι μιαν άρτια εικόνα της ζωής
των Ελλήνων. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβά. Τόμοι τέσσερις.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παράλληλοι Βίοι : Ο τελειότερος και
σημαντικώτερος από τους τελευταίους Έλληνες κλασικούς, για το ύφος, το απέραντο
της σοφίας του και των γνώσεων του και την αδρότητα της σκέψης του.
Ιστορικός,ηθικολόγος και φιλόσοφος, στα έργο του συμπεριέλαβε αμύθητο πλούτο
γνώσεων, δοξασιών και γεγονότων όλου του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου
μέχρι των χριστιανικών χρόνων. Στους «Παραλλήλους Βίους» του δεν βιογραφεί απλά,
παρά κρίνει και συγκρίνει την ιστορία μεγάλων Ελλήνων και Ρωμαίων ανδρών,
περιλαμβάνοντας ταυτόχρονα κι όλα τα σχετιζόμενα μ' αυτούς και την εποχή τους
γεγονότα, ολόκληρη σχεδόν την πολιτική και κοινωνική και, εν μέρει, την
πνευματική ζωή της Ελλάδος και της Ρώμης. Έτσι, οι Παράλληλοι Βίοι» του
αποτελούν μιαν αισθητικά δοσμένη φιλοσοφική εγκυκλοπαίδεια της ελληνικής και
ρωμαϊκής ιστορίας. Η μετάφραση έγινε από τον Αλέξανδρο Ραγκαβή.Ολόκληρο το έργο
θα κυκλοφορήση σε 10 τόμους.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Δημοσθένης θεωρείται ως ο μεγαλύτερος
ρήτορας του κόσμου κ' οι λόγοι του είναι το τελειότερο υπόδειγμα ρητορικής
τέχνης. Οι λόγοι τούτοι, δυνατοί και κυριολεκτούντες, ακαταμάχητοι στην
επιχειρηματολογία τους, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα στοχασμού κ'έκφρασης.
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο περί του στεφάνου λόγος : «Ο περί του
στεφάνου λόγος» είναι απολογία του πολιτικού του βίου. Περιέχει τόσον μεγάλο
πλούτο σ'έξαρση και ρητορικά σχήματα, που μπορεί ν' αποτελέση πρότυπο για την
διδασκαλία της ρητορικής τέχνης. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι τρεις Ολυνθιακοί: Στους «Τρεις Ολυνθιακούς»
του εκθέτει,αποκαλύπτοντας την έτσι στους Αθηναίους, την πολιτική και τους
σκοπούς του Φιλίππου, του Βασιλιά της Μακεδονίας, επικρίνοντας τους ταυτόχρονα
για την αδράνεια τους. 01 «Τρεις Ολυνθιακοί» κρίνονται σαν οι κατ εξοχήν
πολιτικοί λόγοι του μεγάλου αθηναίου ρήτορα. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Τέσσαρες Φιλιππικοί: Αντίθετα, οι «Τέσσαρες
Φιλιππικοί» του αποτελούν δριμύτατην επίθεση εναντίον του Φιλίππου και
ταυτόχρονα πρόκληση σε άμεση εναντίον του ενέργεια των Αθηνών και των άλλων
ελληνικώνΠολιτειώνΚρατών. Οι μεταφράσεις των λόγων του Δημοσθένους,ακριβείς,
διατηρούν όλη τη δύναμη και τη ζωντάνια του πρωτοτύπου κι οφείλονται στον Ν,
Γκινόπουλο. Τόμοι τρεις.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΟΜΗΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μέγιστα κι ανυπέρβλητα ποιητικά μνημεία της
παγκοσμίου σκέψεως αποτελούν τα δύο αριστουργηματικά έπη, η «Ιλιάδα» και η
«Οδύσσεια»,του Όμηρου. Ό,τι δημιούργησαν οι αρχαίοι πολιτισμοί της Ανατολής σε
γνώσεις, θρησκευτικές δοξασίες, μύθους και σύμβολα, σε ηθικές αντιλήψεις και σε
τέχνη, πολλαπλασιασμένα από την πλούσια ελληνική διανόηση και διυλισμένα από την
καθαρή και λεπτή ελληνικήν αισθητική,κατάληξαν στον Όμηρο, σαν απόσταγμα
ποίησης, πλαστικότητας και κάλλους. Έτσι τα δύο ομηρικά έπη αποτελέσανε και
παραμείναν έκτοτε δυο αστείρευτες πηγές κάθε τέχνης, ιδανικά κι άφθαστα πρότυπα
για κάθε ποίηση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιλιάς: Το κυρίως ηρωικό έπος. Βασίζεται στη
φιλονεικία μεταξύ Αγαμέμνονος και Αχιλλέως, περιγράφει όλα τ' αποτελέσματα και
τις επιπτώσεις που είχε στην τρωικήν εκστρατεία κι ανατρέχει,επεισοδιακά, σ' όσα
προηγήθηκαν της εκστρατείας και στην εν γένει ελληνική μυθολογία. Θεοί, ήρωες,
παραδόσεις, περιπέτειες, περιγραφές,αποτελούν στην «Ιλιάδα» έναν κόσμο που
κινείται και ζη μ' όλη την ενάργεια της αλήθειας και μέσα στο άπλετο φως της πιο
υψηλής ποίησης.Η μετάφραση ρυθμική, και πιστή, του Ι. Ζερβού. Τόμοι
τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οδύσσεια: Το πολυσύνθετο και πολυμερές έπος
αυτό του Όμηρου διηγείται την δεκάχρονη περιπλάνηση του Οδυσσέα, ύστερα από τον
τρωικό πόλεμο, επιστρέφοντας στην Ιθάκη. Οι πολιτισμοί, οι θρησκείες,η Ιστορία,
τα ήθη των τότε λαών, καθώς και των μυθολογουμένων,περιλαμβάνονται και
συμπλέκονται στην αριστουργηματική, περιπετειώδη αφήγηση. Η έμμετρη μετάφραση,
από τις κλασικές πια της νεοελληνικής γραμματολογίας, έγινε από τον Ιάκωβο
Πολυλά. Το έργο θα κυκλοφορήση σε τέσσερις τόμους.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο πολυσχιδέστερος κι έγκυκλοπαιδικώτερος από
τους φιλοσόφους όλων των εποχών, που το έργο του υπήρξεν η βάση ολόκληρης της
νεώτερης επιστήμης και φιλοσοφίας.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">___</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηθικά Νικομάχεια: Πρόκειται για το πιο
νεωτεριστικό έργο του μεγάλου φιλοσόφου. Στα «Ηθικά Νικομάχεια» εξετάζονται,
αναλύονται και διατυπώνονται από θεωρητικής και, ταυτόχρονα, πρακτικής απόψεως,
οι αρχές της κοινωνικής και της ατομικής ηθικής. Η μετάφραση φιλολογική και
σαφής, έγινε από τον Κ. Ζάμπα. Τόμοι δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Περί ψυχής: Στο πολυφημισμένο τούτο έργο του ο
Αριστοτέλης διατύπωσε τις μεταφυσικές θεωρίες του για την ψυχή, βασίζοντας τις
στα δεδομένα του φυσικού κόσμου και του ορθού λόγου. Οι αντιλήψεις του υπήρξαν η
αφετηρία των περισσοτέρων από τα νεώτερα μεταφυσικά συστήματα. Η μετάφραση
οφείλεται στον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μικρά φυσικά: τα πορίσματα των πριν απ' αυτόν
φυσικών και φιλοσόφων και κυρίως τα συμπεράσματα της κολοσσιαίας προσωπικής
εργασίας του διατύπωσεν ο Αριστοτέλης στο έργο του αυτό. Έργο βαθύτατο και
διαφωτιστικό των τότε φυσικών και βιολογικών γνώσεων. Η μετάφραση, με φιλολογική
ακρίβεια και σαφήνεια, οφείλεται στον Π.Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αθηναίων Πολιτεία : Ιστορία πολιτική και
πολιτειακή των Αθηνών,το κυριώτερο από το μεγάλο περί πολιτευμάτων έργο του
Αριστοτέλους.Στην Ιστορία τούτη θαυμάζεται ιδιαίτερα η λιτότητα και η οικονομία
του έργου. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβό.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΝΟΦΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λαξευτής του λόγου, χαρακτηριζόμενος κυρίως
για την σαφήνεια του,την λιτότητα και την περιγραφικότητα του, ο Ξενοφών
αποτελεί υπόδειγμα της Αττικής καλλιέπειας κ' είναι ένας από τους μεγαλύτερους
ιστορικούς και ηθικολόγους της παγκοσμίου γραμματολογίας.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">___</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απομνημονεύματα : τα «Απομνημονεύματα» του
Ξενοφώντος είναι η περίληψη της διδασκαλίας του Σωκράτους, του οποίου επίσης
υπήρξεν μαθητής, κι αναφέρονται κυρίως στις ηθικές αντιλήψεις του μεγάλου
φιλοσόφου. Η μετάφραση έγινε από τον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύρου Ανάβασις: Ιστορία της εκστρατείας του
Κύρου του νεωτέρου και κυρίως η αφήγηση της επιστροφής των δέκα χιλιάδων Ελλήνων
υπό την στρατηγία του Ξενοφώντος. Η περιγραφή των χωρών και των λαών της Ασίας
επιτείνει την ζωηρότητα του ύφους και το ενδιαφέρον τής Ιστορικής αφήγησης.
Μετάφραση Δ. Αναστασοπούλου του Αθηναίου. Τόμοι τρεις.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-top: 36pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στους θαυμάσιους διάλογους του ο Πλάτων
απέδωσε την διδασκαλία του Σωκράτους και διατύπωσε εξαιρετικής γενικότητας δικές
του θεωρίες για τον κόσμο και για τον άνθρωπο, για την ψυχή και για τον νου, για
την πολιτεία και για την ηθική, επηρεάζοντας βαθύτατα τον Χριστιανισμό και τις
ηθικές και κοινωνικές αντιλήψεις των νεωτέρων χρόνων ως τις μέρες μας. Οι
διάλογοι του αποτελούν άρτια εγκυκλοπαιδική διδασκαλία της αρχαίας σοφίας,
κ'έχουν τόση φυσικότητα, περιγραφή και χάρη, που μπορούν να χαρακτηρισθούν κι ως
φιλοσοφικά δράματα.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">___</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίδων: Πρόκειται για υψηλή και βαθιά μελέτη
περί ψυχής. Ο Σωκράτης, ανάμεσα στους μαθητές του, στις τελευταίες ώρες της ζωής
του, διδάσκει με ηρεμία και γαλήνη τον θείο προορισμό του άνθρωπου και φέρνει
δυνατά επιχειρήματα για την ύπαρξη ζωής. Ύστερ' από τον θάνατο. Η λιτή δραματική
αφήγηση του θανάτου του Σωκράτους, με κώνειο, είναι από τις ωραιότερες σελίδες
της παγκοσμίου λογοτεχνίας.Η μετάφραση έγινε από τον Αρ. Χαροκόπο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων : Ο μεγάλος φιλόσοφος, παρακινούμενος
από τον Κρίτωνα να φύγη, για να μην υποστή την άδικη τιμωρία, αρνείται και
εξηγώντας τους λόγους διδάσκει γιατί και πώς πρέπει ν' αγαπούμε και να σεβώμαστε
την πατρίδα και τους νόμους της. Μετάφραση Ν.Γκινοπούλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος: Από τα τελευταία έργα του Πλάτωνος.
Σ' αυτό ερευνώνται τα σχετικά με την ανθρώπινη γνώση και καθορίζεται το τι είναι
επιστήμη. Η ενάργεια της σκέψης, η βαθύτητα του νοήματος και η ακρίβεια της
φιλοσοφικής διατύπωσης κάνουν τον «θεαίτητον» έναν από τους εξοχώτερους
πλατωνικούς διάλογους. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος: Με βαθύτατη παρατηριτικότητα κ'
εύληπτη ανάλυση στον διάλογο τούτο εξετάζεται το πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα, για
το πώς πρέπει ν' αποβλέπομε στη μουσική ετυμολογία των λέξεων και ίσαμε ποιο
σημείο είναι δυνατόν να χειραφετηθή η σκέψη από τις ατέλειες της γλώσσας.
Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σοφιστής: Πρόκειται για εξαιρετικά τολμηρή
φιλοσοφική έξαρση προς εξακρίβωση των ορίων της ανθρωπίνης νοήσεως, γι' αυτό και
θεωρείται ως η μεταφυσική του Πλάτωνος. Σ' ό,τι αφορά στην λογική του, είναι ο
πιο πολύτροπος και οξύς από τους πλατωνικούς διάλογους. Η μετάφραση έγινε από
τον Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολιτικός : Στον διάλογο τούτο αναλύεται
φιλοσοφικά η ανθρώπινη ενέργεια στην πράξη και τη θεωρία, κι ο συγγραφέας,
χρησιμοποιώντας έναν μύθο, παρουσιάζει άλλο είδος, πολιτεύματος για να υποδείξη
τις ατέλειες των υπαρχόντων πολιτευμάτων. Έτσι, ο διάλογος αυτός αποτελεί την
κατ' εξοχήν κοινωνιολογική μελέτη του Πλάτωνος. Μετάφραση Κ.Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαρμίδης: 0 «Χαρμίδης» αποτελεί επισκόπηση της
ηθικής, κ'εξετάζει κυρίως το τι είναι σωφροσύνη, για να συμπεράνη ότι και
αυτή,όπως τόσες άλλες ηθικές αξίες, είναι σχετική και επομένως απροσδιόριστος
από πολλές απόψεις. Μετάφραση Άριστου Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας μείζων και ελάσσων: Στον «Ιππία
μείζονα», ο Σωκράτης φέρνει σε αντιφάσεις τον σοφιστή Ιππία, προκαλώντας τον να
ορίση το Ωραίον. Ερευνάται αν Ωραίον είναι το πρέπον η το χρήσιμο η το ικανό ή,
γενικώτερα ακόμη, αν το Ωραίον είναι το αίτιο του αγαθού ή, πιο θετικά, αυτό που
ευχαριστεί την δράση και την ακοή. Όλους τους ορισμούς αυτούς, ο Σωκράτης τους
ελέγχει ως αυτοτελείς,υποδεικνύοντας εντούτοις ως κάτι ευχάριστο κ' επαρκή για
τον νου μια τέτοια πολλαπλή και διαφορότροπη επισκόπηση των γενικών ζητημάτων.
Σε παρόμοιο συμπέρασμα καταλήγει κι ο «Ιππίας ελάσσων», ερευνώντας όμως κάτι
άλλο: αν και κατά πόσον η αλήθεια διαφέρει από το ψέμμα.Μετάφραση Κ.
Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίδρος: Περιμάχητος διάλογος, που από την
αρχαιότητα κιόλας πότε προκαλούσε τον έπαινο και πότε την επίκριση για τις
παράτολμες περί ηθικής ιδέες του, οι οποίες αναπτύσσονται τεχνικώτατα και με
παραστατικό λυρισμό. Πραγματεύεται τον έρωτα, το κάλλος και όλα τ'ανάλογα ψυχικά
συναισθήματα, αντικρούοντας και συμπληρώνοντας έναν σχετικό λόγο του Λυσίου κι
αποδείχνοντας, ταυτόχρονα, πώς η ρητορική μόνο με τη φιλοσοφία μπορεί ν' αναχθή
σε τέχνη. Μετάφρ. Κ. Γούναρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλκιβιάδης Α' Αλκιβιάδης Β' : η αυτοεπίγνωση,
το «γνώθι σαυτόν»,κι ακόμη βαθύτερα η θεώρηση του εσωτερικού κόσμου μας τίθεται
στον Αλκιβιάδη σαν αφετηρία και βάση της εξύψωσης του άνθρωπου. Αφού
διευκρινισθή πρακτικά, ότι χωρίς την αυτεπίγνωση δεν έχουμε ορθή αντίληψη του
δικαίου και του οφελίμου, μετά γενικεύεται η ιδέα της αυτοεπίγνωσης και η
ωφέλεια που έχουμε απ' αυτήν παρουσιάζεται σαν εκείνο που κατ' εξοχήν
τελειοποιεί τον άνθρωπο και που τον εξυψώνει προς το θείο. Έτσι, οι αντιλήψεις
του διαλόγου τούτου είναι ο πυρήνας, μπορεί να πη κανείς, της Νεοπλατωνικής
Φιλοσοφίας. Ο συναπτόμενος διάλογος «Αλκιβιάδης Β'» ξεκινώντας από τ' ότι οι
άνθρωποι προσεύχονται για να ζητήσουν πολλές φορές επιβλαβή πράγματα,καταλήγει
στ' ότι αγνοούμε το τι είναι το ωφέλιμο και τι το αγαθό. Η μετάφραση του Ν.
Καζαντζάκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίππαρχος, Οι αντεραστές: στον πρώτο από τους
δυο αυτούς διαλόγους, τον «Ίππαρχο», ερευνάται τι είναι η αγάπη του κέρδους
και,πιο γενικά, η τάση του άνθρωπου να ωφεληθεί από τον διπλανό του και να
επικρατήση, και κατά πόσο μια τέτοια τάση είναι βλαβερή και άδικη.Αφού αποδειχθή
η σχετικότητα των παρόμοιων αντιλήψεων, συμπεραίνεται ότι η φιλοκέρδεια είναι
μια φυσική ανθρώπινη ροπή. Στους «αντεραστές»εξετάζεται τι είναι φιλοσοφία και
κατά πόσον και πώς ωφελεί,κατακρίνονται δε αυτοί που την απλή πολυμάθεια την
παρουσιάζουνε σαν σοφία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκυών : Στον πρώτο από τους
τρεις αυτούς διαλόγους ερευνάται τι είναι πλούτος και κατά πόσον μπορεί να είναι
ωφέλιμος στον άνθρωπο. Στον δεύτερο, τον «Αξίοχο», γίνεται επισκόπηση της
εσώτερης πίστης που έχει ο άνθρωπος για την ψυχή και η πίστη τούτη προβάλλεται
έμμεσα σαν εκμηδένιση του φόβου του θανάτου. Στην«Αλυόνα», ποιητικά και με
κάποιον μυστικισμό, ερμηνεύεται η μεταμορφωτική δύναμη της ύλης της φύσεως. Η
μετάφραση έγινε από τον Γ. Μάνεση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρμενίδης: Ο Παρμενίδης και ο Ζήνων ο Ελεάτης
υποστηρίζουν δογματικά το ενιαίο του σύμπαντος, αποδείχνοντας με πλήθος
μεταφυσικούς ισχυρισμούς το αδύνατο της πολλαπλότητας των όντων. Μα ο Σωκράτης,
με αλλεπάλληλες ερωτήσεις τους φέρνει σε αντιφάσεις, για να προκύψη τελικά ως
βαθύτερο συμπέρασμα του διαλόγου, η σχετικότητα των ανθρωπίνων γνώσεων και το
σφαλερό κάθε δογματικής θεωρίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμπόσιον: Σε συμπόσιο, όπου γιορτάζεται η
νίκη του πλουσίου δραματικού ποιητού Αγάθωνος, οι συνδαιτυμόνες αποφασίζουν να
εγκωμιάσουν, κάθε ένας χωριστά, τον έρωτα. Τελευταίος μιλεί ο Σωκράτης για να
ορίση ότι ο έρωτας, όπως τον εννοούν όλοι, είναι η επιθυμία του άνθρωπου για την
ομορφιά. Στην διήγηση του περιλαμβάνει τον μύθο της γένεσης του Έρωτα, γεμάτον
βαθύ και υψηλόν μυστικισμό,και παρουσιάζει ιδεολογικά τον ερωτικό πόθο σαν
φιλοσοφική έφεση, ως τάση προς ευδαιμονία και, μαζί, αθανασία. Ο ξαφνικός
ερχομός του Αλκιβιάδη, μεθυσμένου, που πειράζει φιλικά τον Σωκράτη, επιβεβαιώνει
παραστατικά τη σωκρατική ιδεολογία. Μεταφραστής ο Ν. Κουντουριώτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύδημος : Ο διάλογος αυτός αποτελεί σφοδρήν
επίθεση και επίκριση των αμφιγνωμιών, των σφαλερών συλλογισμών και της κενότητας
της σκέψης και των γνώσεων των σοφιστών, όχι τόσο των επιφανών και
φιλοσοφούντων, όσο των κοινών και ρητορευόντων. Ορισμένοι υπαινιγμοί αφορούν
στον Αντισθένη και στον Ισοκράτη. Μεταφραστής ο Α.Χαροκόπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων : Από τους πιο λιτούς πλατωνικούς
διάλογους, που δείχνει,εντούτοις, την ευρύτητα και την πολυμέρεια του μεγάλου
φιλοσόφου.Εξετάζει και αναλύει την αρετή, αν και κατά πόσον είναι έμφυτη στον
άνθρωπο. η μαθηματικά διατυπωμένη σκέψη, η αλληλουχία και η ακρίβεια των
συλλογιστικών επιχειρημάτων καθώς και η οικονομία του, που περιορίζει αυστηρά το
θέμα του, πλησιάζουν τον διάλογο αυτόν στην λεγομένη, κιόλας, θετική φιλοσοφία.
Η μετάφραση έγινε από τον Χαρίλαο Παπαντωνίου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεάγης. Περί δικαίου. Περί αρετής : στον
πρώτον από τους τρεις αυτούς διαλόγους, ο Πλάτων εξετάζει το τι είναι σοφία και
αν μπορή να διδαχτή, και θέτει σαν βάση της μόρφωσης και της επίδοσης του
ανθρώπου την εσωτερική φυσική κλίση του. Στον διάλογο τούτο γίνεται πολύς λόγος
από τον Σωκράτη για το γνωστό δαιμόνιο του. Στον δεύτερο ερευνάται αν η αντίληψη
του δικαίου είναι έμφυτη η επίκτητη, και στον τρίτο αν μπορή να διδαχτή ή όχι η
αρετή, για να κατάληξη στο συμπέρασμα, ότι η αρετή είναι θείο δώρο. Μετάφραση
του Σ.Λιμπεροπούλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φίληβος : Στην ερώτηση, που βασίζεται το
αγαθό, ο Φίληβος άπαντα προβάλλοντας την ηδονή κι ο Σωκράτη αντιπαραβάλλει τη
φρόνηση. Κι αφού δειχτή, ότι για τον άνθρωπο είναι σημαντικώτερη η φρόνηση, ως
κάτι πεπερασμένο και αντιληπτό συμπεραίνεται ότι ο συνδυασμός φρονήσεως και
αρετής οδηγεί στο αγαθό. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας : Ύστερα από ωραία και ειρωνική
περιγραφή των επιδειχτικών και φαντασμένων τρόπων των σοφιστών, γίνεται
συζήτηση,ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Πρωταγόρα, περί αρετής. Επιδέξια φέρνοντας
σε αδιέξοδο τον σοφιστή, ο Σωκράτης αποδείχνει πως η αρετή είναι αυτοδίδαχτη κ'
ύστερα, μεταστρέφοντας τους συλλογισμούς του την παρουσιάζει σαν αποτέλεσμα
γνώσης. Μετάφραση Α. Χαροκόπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας : Αναφερόμενος στη μυθολογούμενη χώρα
της Ατλαντίδος, της οποίας μας δίδεται ποιητική και εξαιρετικά παραστατική
περιγραφή, ο Ελάτων διατυπώνει εδώ το ιδανικό, κατά την αντίληψη του πολιτικό
και κοινωνικό σύστημα: έναν συνδυασμό μοναρχίας και ομοσπονδιακής οργάνωσης.
Μετάφραση Α. Χαροκόπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λάχης: Ο διάλογος αυτός θέτει σαν βάση
ανατροφής την ανδρεία, κι από ηθική κι από υλική άποψη. Εξετάζοντας το τι είναι
η ανδρεία και μην καταλήγοντας σε κανέναν ορισμό, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι
οι αρετές δεν μπορούν να καθοριστούν θεωρητικά και απόλυτα. Μεταφραστής ο
Άριστος Καμπάνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λύσις : Διάλογος μεταξύ Σωκράτους και ωραίων
εφήβων στην παλαίστρα, που ερευνά τα σχετικά με την φιλία που αρμόζει στους
νέους απέναντι των μεγαλυτέρων τους και, πιο γενικά, την φιλία σαν ατομική και
κοινωνικήν αρετή. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απολογία Σωκράτους: Το δράμα της δίκης και της
καταδίκης του Σωκράτους, και κυρίως η απλή και σοφή εξιστόριση της ζωής και της
διδασκαλίας του, όπως μας δίδεται από τον ίδιο το Σωκράτη, ενώ απολογείται, σαν
υπεράσπιση του εαυτού του κατά των κατηγόρων του. Η μετάφραση έγινε από τον Αλ.
Μωραϊτίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων: Στον διάλογο τούτο εξετάζεται και
αναλύεται με βαθύτητα φιλοσοφική και φιλελευθερισμό το τι είναι οσιότης, δηλαδή
ευσέβεια,αρετή και νομιμοφροσύνη. Επικρίνοντας την πρόληψη και την κατά τύπους
μόνον και παράδοσιν ευσέβεια, θέτει σαν αφετηρία και γνώμονα της αληθινής ηθικής
την έμφυτη και κατά συνείδησιν ηθικότητα. Μετάφραση Αλ. Μωραϊτίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γοργίας: Συζήτηση του Σωκράτους με τον διάσημο
σοφιστή της αρχαιότητος Γοργία, που δίδασκε πως η τυπική μόρφωση η επιστημονική
πολυμάθεια, όπως λέγεται σήμερα αρκεί για ν' αναδειχτή ένας άνθρωπος. θέμα της
συζητήσεως είναι, αν η ρητορική πετυχαίνει να δώση την υπεροχή, πράγμα που
αποκρούει ο Σωκράτης, αποδείχνοντας πώς η αληθινή μόρφωση είναι αυτή που
θεμελιώνεται πάνω στην φιλοσοφία.Μετάφραση Αλ. Φιλαδελφέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος : Μοναδικός στο είδος του διάλογος,
γιατί αποτελώντας τάχα εγκώμιο για Αθηναίους που έπεσαν στον πόλεμο, γραμμένο
από την Ασπασία, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά λεπτή κ' ειρωνική σάτυρα της
φλύαρης ρητορείας και των ρητόρων της εποχής εκείνης, των οποίων μιμείται με
θαυμαστή τέχνη το ύφος και την παραλογιζόμενη σοφιστεία.Η μετάφραση έγινε από
τον Ι. Ζερβό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τίμαιος : Αποτελεί σύστημα μεταφυσικής
φιλοσοφίας περί γενέσεως του κόσμου και περί φύσεως του άνθρωπου, που
παρουσιάζει πολλή συγγένεια με τις θεωρίες των Πυθαγορείων. Ο Τίμαιος αναπτύσσει
βαθύτατες ιδέες για τον χαρακτήρα του κόσμου και ο Σωκράτης διευκρινίζει,
συντελώντας στην ενάργεια και την παραστικότητα του πλατωνικού ύφους. Η
μετάφραση έγινε από τον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίων. Μίνως. Δημόδοκος. Σίσυφος. Κλειτοφών: Ο
πρώτος από τους διάλογους αυτούς ελέγχει την επιπόλαιη γνώση. Ο δεύτερος
αναφέρεται στις περί του δικαίου και της αρετής γενικές και σχετικές
αντιλήψεις.Ο «Δημόδοκος», ξεκινώντας από το ερώτημα, αν και από ποιους πρέπει να
ζητούμε συμβουλές, ανάγεται, πιο γενικά, στην εξέταση του τρόπου και του ποιού
της επίκτητης μόρφωσης. Ο «Σίσυφος» αναλύει τι είναι πρακτική και τι θεωρητική
σκέψη και πόσον είναι ωφέλιμη. Ο«Κλειτοφών», τέλος επισκοπώντας τις περί ηθικής
αντιλήψεις,αποδείχνει τη σχετικότητα τους. Μεταφραστής ο Ν. Καζαντζάκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολιτεία: Το πρωτοτυπώτερο και πλαστικώτερο
από τα πλατωνικά έργα, αποτελούμενο από δέκα βιβλία. Το πρώτο βιβλίο, που
αναφέρεται στην δικαιοσύνη, γίνεται η αφετηρία για να διατυπωθή μετά η ιδέα του
ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζόμενη ισότητα δικαιωμάτων των πολιτών, ο
διακανονισμός ίσης εργασίας, η κατανομή των πολιτών σε τρεις τάξεις,η εξίσωση
ανδρών και γυναικών, η κοινογαμία κ' η κοινοκτημοσύνη, ο αποκλεισμός των
ποιητών, ο περιορισμός της αύξηση του πληθυσμού, οι πρωτόρρυθμες γενικές αρχές
του κοινωνικού και αστικού δικαίου,συνδυαζόμενες σε οργανικό σύστημα στο έργο
αυτό, αποτέλεσανε την αφετηρία πολλών φιλοσοφικών, κοινονιωλογικών και πολιτικών
θεωριών.Έτσι, που και από την άποψη αυτή αποτελή ένα από τα σημαντικώτερα
δημιουργήματα της ανθρώπινης σκέψης. Η μετάφραση οφείλεται στον Ιωάννη Γρυπάρη.
Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νόμοι και Επινομίς : Το πιο ώριμο από τα έργα
του Πλάτωνος, σε δώδεκα βιβλία. Ο διάλογος, στον οποίο δεν παρουσιάζεται
πια,διδάσκοντας ή ελέγχοντας, ο Σωκράτης, μα κάποιος ανώνυμος Αθηναίος,δηλαδή ο
Πλάτων, διεξάγεται κατά το διάστημα μιας πορείας από την Κνωσσό ως το άντρο του
Διός: μιας ημέρας. Στον διάλογο παίρνουνε μέρος ο Λακεδαιμόνιος Μέγιλος, και ο
Κρητικός Κλεινίας, που εκπροσωπούν τα δύο περιφημότερα αρχαία πολιτεύματα, το
μινωικό και το σπαρτιατικό. Εδώ δε θα συναντήσουμε περιγραφές χαρακτήρων και
επεισόδια. Κάθε συζητητής παρουσιάζεται απλά σαν εκπρόσωπος μιας ωρισμένης
θεωρίας, για να διατυπωθή τελικά η ώριμη φιλοσοφική αντίληψη του Πλάτωνος σε
πολιτικό σύστημα, επιδεχτικό εφαρμογής. Η«Έπινομίς», αποτελώντας συνέχεια των
«Νόμων» είναι ταυτόχρονα και μια επεξήγηση τους συχνά. Μεταφραστής ο Κ. Ζάμπας.
Τόμοι τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επιστολές και Όροι: Οι αποδιδόμενες, από την
αρχαιότητα κιόλας,επιστολές στον Πλάτωνα, αναφέρονται στις φιλοσοφικές
αντιλήψεις του και δίδουν πλείστες όσες λεπτομέρειες για την ζωή του μεγάλου
φιλοσόφου. Με τις «Επιστολές» συνεκδίδονται και οι «'Όροι»,ερμηνεία, δηλαδή,
ειδικών λέξεων και φιλοσοφικών όρων που συναντούνται στα διάφορα έργα του
Πλάτωνος.</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt style="margin-bottom: 12pt;"><span style="font-size: 16pt;">ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΥ<br /><br />ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36<br /><br />(ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ Ο.Τ.Ε.)<br /><br />Αίθουσα
1.000 τετραγωνικών μέτρων. Χιλιάδες είδη βιβλίων στις μισές τιμές και με μεγάλες
ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ<br /><br />Γ. ΛΑΔΙΑΣ & ΣΙΑ Ε.Π.Ε</span>
<div align="center">
<center>
</center>
</div>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">___</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη,υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική
σκέψη(Ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου,στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο.Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα,στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη,Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη,
Καζαντζάκη,Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως,
Τσοκόπουλου,Σιγούρου, Κ. Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου
τσέπης, πράγμα που επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην
Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ</span></b><span style="font-size: 16pt;"> Η τραγωδία που ολοκληρώνει την «Ορέστεια». Εκτυλίσσεται
στους Δελφούς, όπου ο Απόλλων, αποκοιμίζοντας τις Ερινύες, φυγαδεύει τον Ορέστη,
και κατόπιν στην Αθήνα, όπου ύστερα από απόφαση της Αθηνάς, ο μητροκτόνος
Ορέστης δικάζεται από τον Άρειο Πάγο και απαλλάσσεται από την τιμωρία του
φόνου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ<br />ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 <br />ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span> </dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-11170833165212571672013-09-04T05:52:00.002-07:002013-09-04T05:52:52.003-07:00ΑΙΣΧΥΛΟΥ: ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ: ΕΠΤΑ ΕΠΙ
ΘΗΒΑΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Το δράμα τούτο, το οποίον δικαίως ο Αριστοφάνης εις τους
Βατράχους του ονομάζει «Άρεως μεστόν», αποτελεί μέρος τριλογίας, της οποίας τα
δυο πρώτα δράματα, απολεσθέντα, ήσαν ο Λάιος και ο Οιδίπους. Όπως εις τας
Ικέτιδας και τους Πέρσας του αυτού ποιητού και ενταύθα επικρατεί το λυρικόν και
επικόν στοιχείον μάλλον. Μακρά είναι τα λυρικά άσματα και οι κομμοί, μακρόταται
δε και τελείως επικαί αι περιγραφαί των Αργείων στρατηγών των πολιορκούντων τας
Θήβας. Δια τούτο κρίνεται από τας παλαιοτέρας τραγωδίας του ποιητού. Το κυρίως
τραγικόν στοιχείον είναι η αλληλοκτονία εν μονομαχία προ των τειχών της
πολιορκουμένης πόλεως των αδελφών Ετεοκλέους και Πολυνείκους, των υιών του
Οιδίποδος. Τοιουτοτρόπως εκληρούται η φοβερά κατάρα του πατρός των, η οποία δια
παντός του δράματος ενσαρκώνει την Μοίραν της τραγικής οικογενείας. Μετά τον
διπλούν φόνον, επάνω εις τα νεκρά σώματα των δυο αδελφών, ο χορός αποτελούμενος
από Θηβαίας παρθένους ψάλλει τον λυρικώτατον «Ύμνον των Ερινύων» καθώς τον
οναμάζουν αι ίδιαι, τούτον δε επακολουθεί ο παθητικώτατος θρήνος των δυο αδελφών
Αντιγόνης και Ισμήνης, ο οποίος και έπρεπε να τελειώνη το δράμα. Αλλά έπεται και
μια τελευταία σκηνή ακόμη. Η Γερουσία της πόλεως απαγορεύει την ταφήν του εχθρού
της πατρίδος Πολυνείκους∙ κατά της αποφάσεως όμως ταύτης εξεγείρεται και
διαμαρτύρεται η ευσεβής φιλαδελφεία της Αντιγόνης, με την οποίαν συντάσσεται και
μέρος του χορού, ενώ το έτερο ημιχόριον, συμμεριζόμενον την απόφασιν της πόλεως,
συνοδεύει τον νεκρόν του Ετεοκλέους όστις μεταφέρεται προς μεγαλοπρεπή ταφήν.
Αυτή δε η σκηνή, περιέχουσα ως εν σπέρματι την υπόθεσιν της Αντιγόνης του
Σοφοκλέους, έκαμε πολλούς των κριτικών να υποπτεύωσιν ότι οφείλεται ίσως εις
μεταγενεστέραν διασκευήν.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ ή ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ ΠΑΡΘΕΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καδμείοι, εκείνος πόχει την αρχή στα
χέρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στην πρύμνα της πολιτείας γυρνάει το
δοιάκι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χωρίς να κλή τα βλέφαρά του ο ύπνος---
πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σύμφωνα να μετρά με τους καιρούς τα
λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί αν μας έρθουν βολικά, ο θεός η
αιτία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ αν πάλιν, ο μη γένοιτο, κακό μας
λάχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ένας ο Ετεοκλής πολλά στην πόλη απ’
όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μυριόστομα θα ’χη ν’ ακούη μοιρολόγια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και θρήνους, π’ άμποτε ο διαφεντευτής ο
Δίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την Καδμεία ’π ’ αυτά στ’ αλήθεια ας
διαφεντεύη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τώρα πρέπει εσείς--- κι όποιος του λείπει
ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της ώρας του η ακμή κι οπού έχει πια
περάση---</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μεγάλη αξαίνοντας τη ζώρη του κορμιού του,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καθένας με τα χρόνια του, καθώς
ταιριάζει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να βοηθάη την πατρίδα του και των θεών της
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους βωμούς, για να μη χάσουν τις τιμές
τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα τέκνα του, τη μάννα γης, γλυκειά θροφό
μας∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί μικρούς, που στο καλόγνωμό της
χώμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σερνόσαστε, αναδέχτη της ανατροφής σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όλο το βάρος και σας τράνεψε κατοίκους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ασπιδοφόρους, για να γίνετε μια μέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τέτοιοι πιστοί σ’ αυτή της την ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα ως σήμερα ο θεός δεξιά τα
φέρνει∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί όλον τούτο τον καιρό, που έχουν
ζωσμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα κάστρα μας, η τύχη του πολέμου
κλίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το πιότερο σε μας με του θεού τη χάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τώρα ο μάντης καθώς λέει ο
πουλολόγος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που κυβερνάει στ’ αυτιά του και στα φρένα,
δίχως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θυσίας φωτιά, τα μαντικά πουλιά, με
τέχνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που δε γελιέται---αυτός τέτοιων χρησμών
δεσπότης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μας λέει πως αποφάσισαν οι εχθροί τη νύχτα
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έφοδο φοβερώτατη γι’ αφανισμό μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα όλοι στις πολεμίστρες αρματοζωσμένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στων πύργων τα πορτιά ριχτήτε,
πεταχτήτε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γεμίστε τα ταμπούρια, στις σκεπές των
πύργων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σταθήτε και στα έβγα μένοντας των
κάστρων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έχετε θάρρος και πολύ μην το φοβάσθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το πλήθος των εχθρών∙ κι ο θεός δεξιά τα
φέρνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ εγώ σπιούνους του στρατού και
κατασκόπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έστειλα, που πιστεύω δεν θ’
αργοπορήσουν∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ έτσι με δόλο να πιαστώ φόβος δεν είναι.
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έφθασα, δοξασμένε βασιλιά της Θήβας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ξεδιαλυμένα φέρνοντάς σου από τα ’κείθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">νέα του στρατού που ο ίδιος με τα μάτια μου
είδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επτά καπετανέοι, πολεμόχαροι άντρες, </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σφάζοντας μες σε μαυροσίδερην ασπίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ταύρο και στο σφαχτάρι γγίζοντας τα
χέρια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στον Άρη, Ενυώ και Φόβο, π’ αγαπούν τους
γόνους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όρκους δώσανε, ή, αφού την κατασκάψουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με βία την πόλη των Καδμείων ν’
αφανίσουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ή σκοτωμένοι με το αίμα τους τη γη να
βρέξουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και στο άρμα του Άδραστου κρεμούσανε
σημάδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θυμητικά για τους γονιούς των στην
πατρίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χύνοντας δάκρυα, μα στο στόμα τους κανένα
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">παράπονο δεν είχανε∙ γιατ’ η καρδιά
τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καρδιά ατσαλένια πόβραζε από τη λύσσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σαν λιονταριών με τ’ άγριο ανάβλεμμα,
φυσούσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δεν αργούν να τ’ αποδείξουν τα όσα σου
είπα∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κλήρους τους άφησα να βάζουν, για να
φέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το λαχνό καθείς στις πύλες το στρατό
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γι’ αυτό και συ γοργά διαλέγοντας τους
πρώτους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ το στρατό, τάξε τους στων πυλών τους
δρόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί ο στρατός πάνοπλος των Αργείων
τώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κοντοζυγώνει, επλάκωσε, τους κάμπους
χραίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο άσπρος αφρός σταλάζοντας απ’ των
αλόγων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το φυσομάνημα. Μα εσύ σαν τιμονιέρης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άξιος του καραβιού, το κάστρο να
στεριώσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πρι να μανίση η μπόρα του πολέμου, κι
άκου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κύμα το στεριανό βρουχιέται του στρατού
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άδραξε τον καιρό που πρέπει χέρι χέρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ εγώ για τ’ άλλα ημεροσκόπου πιστό
μάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θε να ’χω και μαθαίνοντας σωστά ’πό
μένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το κάθε τι από κει άβλαβος τέλεια θα
’σαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Δία και Γη και θεοί μας πολιούχοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και του πατέρα Κατάρα τρανή Ερινύα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μη μου την πόλη συγκορμόκλαδ’ απ’ τη
ρίζα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ξεβγάλετε, απ’ τους εχθρούς μας
κουρσεμένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που μιλεί γλώσσα ελληνική---μήτε τα
σπίτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που τις εστίες σας έχουνε∙ μ’ αυτή τη
χώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και του Κάδμου την πόλη ελεύτερη ποτέ
της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σκλαβιάς ζυγός μη σφίξη. Σεις η απαντοχή
μας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ είναι κοινό το διάφορο, γατί μια
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τους θεούς τιμά σαν είναι
ευτυχισμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΔΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α΄ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μύρομαι φοβερά μεγάλα πάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μολύθηκε ο στρατός απ’ το στρατόπεδό
τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χυμίζει εδώ πολύς λαός εμπρός
καβαλλαριά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μεσουρανίς που φάνηκε μου λέει το ο
κουρνιαχτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χωρίς μιλιά μα μηνυτής βέβαιος κι
αληθινός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της χώρας μου οι κάμποι, ιδές, βροντούν απ’
τις οπλές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και βουή στέλνουνε στ’ αυτιά μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όπου πετάει με βρουχητό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ωσάν τ’ ακράτηγο νερό που πέφτει απ’ το
γκρεμό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί μου, αλλοί, θεοί, θεές,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το κακό που μας πλάκωσε μακρύνετ’ από
με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με βουητό που ξεπερνά τα κάστρα μας
ορμά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καλοέτοιμος με τα λευκά σκουτάρια του ο
λαός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τραβώντας κατά μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος θα με σώση, ποιος θα μου είναι
βοηθός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τους θεούς, απ’ τις θεές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι άλλο μου μένει το λοιπόν ή να προσπέσω
εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στ’ αγάλματα των πατρικών θεών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, ω αθάνατοι, με τους λαμπρούς
βωμούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καιρός τ’ αγάλματά σας ν’ αγκαλιάζομε, </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι να στεκόμαστε να πολυαναστενάζομε; </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακούτ’ ή δεν ακούγετε ασπίδων χτύπο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πότε θενά τα ντύσομε λιτανευτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με πέπλους και με στέφανα αν όχι τώρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είδα έναν χτύπο, βρόντημα όχι από ’να
δόρυ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι θενά κάμης Άρη; θα προδώσης χώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δική σου από τα χρόνια τα παλιά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεέ, με τα χρυσ’ άρματα, προστάτευε τη
χώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">προστάτευε, π’ αγάπαγες πολύ από μια
φορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β΄</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απαγγέλλεται από τους τρεις στοίχους του
χορού)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της χώρας πολιούχοι θεοί, ελάτ’ ελάτε
όλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και ιδήτ’ αυτή τη λιτανεία
μας---περθένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που απ’ τη σκλαβιά ζητούμε γλυτωμό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύμα γύρ’ απ’ την πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κυματολόφων αντρών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κοχλάζει με το φύσημα τ’ Άρεως
σηκωμένο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πατέρα Δία παντέλειε, μα βόηθα με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι απ’ των εχθρών διαγούμισμα διαφέντευέ
με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την πολιτεία περίζωσαν του Κάδμου,
Αργίτες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τ’ άρματα τα πολεμικά βροντούν
βροντούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι απ’ τα σαγώνια των ατιών δετά τα
γκέμια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πώς φονικά θρηνολογούνε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ εφτά γενναίοι ξεχωριστοί μες στο στρατό
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με ξέλαμπρην αρματωσιά στέκουν εμπρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στις εφτά πύλες κληρωμένοι με λαχνό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ, δύναμη πολεμόχαρη, κόρη του Δία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της πόλης μας, Παλλάδα, γίνε σωτηρία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ο Ίππιος, της θάλασσας ο βασιλιάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το καμάκι τω ψαριώ διώχνοντας τον
εχθρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από το φόνο γλύτωσέ με, γλύτωσέ με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ ω Άρη, αλλοί μου, αλλοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σώσε και φρόντισέ τη φανερά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πόλη συγγενική.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ Αφροδίτη, Κύπρη δέσποινα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σαν που είσαι η πρώτη μάννα της γενιάς
μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">διαφέντευέ μας που είμαστε απ’ το αίμα σου κ’
εμείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και σε σιμώνομε μ’ ευχές π’ ακούνε οι
θεοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ, ω Λύκειε άναξ, λύκος να γενής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">για τους εχθρούς, των στεναγμών μου
εκδικητής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και το δοξάρι ετοίμαζε της Λητώς κόρη και
συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γ΄</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Απαγγέλλεται από τα δυο ημιχόρια)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε,ε,ε,ε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αρμάτων κύλισμα γύρω στην πόλη γρικώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήρα μου δέσποινα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τρίζουν βαρύφορτα τ’ αξόνια, να, των
τροχών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε,ε,ε Άρτεμη αγαπημένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ το κονταροχτύπημα ξεφρένιασ’ ο
αιθέρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι κακό βρήκε την πόλη μας, τι ’ναι να
γένη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι ’ναι π’ ακόμ’ απ’ το θεό μας
περιμένει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε,ε,ε,ε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χαλάζι ακρόβολες στις έπαλξες πέτρες
πετούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ω φίλε Απόλλωνα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τα χαλκόδετα σκουτάρια οι πύλες
βροντούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε,ε,ε,ε, ω γυιέ του Δία τρανέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που στους πολέμους αίσιον και καλό τέλος
δίνεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και Όγκα, δέσποινα θεά, που ’σαι στις πύλες
μπροστά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ την εφτάπορτη έδρα σου μη
ξεμακρύνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δ΄</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Το ψάλλει όλος ο χορός μαζί)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω παντοδύναμοι θεοί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ω τέλειοι κι ω τέλειες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της χώρας τούτης πυργοφύλακες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μην παραδώσετε τη χώρα, δαμασμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από κοντάρι, σε ξενόφωνο στρατό∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ακούτε ακούτε μας, π’ από ψυχής,
παρθένες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με χέρια σας δεόμεθα υψωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω αγαπημένοι μας θεοί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απλώνοντας το χέρι σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πάνω στην πόλη μου, σωτήρες της,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δείξετε πως την αγαπάτε και γνοιασθήτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα κοινά ιερά, γνοισθήτε και βοηθάτε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τις πρόθυμες πλουσίων τελετών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θυσίες πολλές θυμάμενοί μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΩΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εσάς ρωτώ, γέννες που δεν τραβιέστε,
πήτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">είναι πράματ’ αυτά που να ωφελούν την
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στον πυργοζωσμένο αυτό στρατό μας
θάρρος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πεσμένες μπρος στ’ αγάλματα των
πολιούχων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να ξεφωνίζετε και να χουγιάζετ’ έτσι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πράματα που τα εχθρεύονται όσοι έχουν
γνώση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτε στις συμφορές ούτε στην ευτυχία
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα ’θελα να ’χα σύντροφο ποτέ γυναίκα∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί σαν ευτυχεί ανοικονόμητ’ είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η αποκοτιά της∙ και σαν πάρει πάλι φόβο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πιότερο ’ναι κακό στο σπίτι και στην
πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα τρέχοντας μ’ αυτούς απάνω κάτω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους δρόμους σας σκορπάτε στο στρατό δειλία
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λιγόψυχη με τις φωνές σας και προκόβουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έτσ’ οι εχθροί μας μια χαράν απ’ αφορμής
σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και μέσα εμείς χαλιόμαστε συναπατοί
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχει έγνοια ο άντρας, η γυναίκ’ ας μη
φροντίζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">για τα όξω· μεσ’ ας κάθεται, καν δίχως βλάβη.
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα όποιος την προσταγή μου θέλει
παρακούση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άντρας, γυναίκα κι ό, τι ’ναι τ’ ανάμεσό
τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απόφαση θανατική γι’ αυτόν θε να ’βγη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του λαού το πετροβόλισμα δε θα ξεφύγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τ’ ακούς ή δεν τ’ ακούς; ή σε κουφό τα
λέω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω φίλε, γυιέ του Οιδίποδα, φοβήθηκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γρικώντας των αρμάτων βροντοχτύπημα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σαν έτριξαν τ’ αξόνια τροχοκίνητα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τρίξανε στα δόντια των αλόγων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα δουλεμένα στη φωτιά τα γκέμια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα χαλινάρια που τα τιμονεύουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι; μην τάχα ο ναύτης, αν από την
πρύμνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τρέξη στην πλώρα, θα ’βρη τρόπο να
γλυτώση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όταν τα κύματα δαμάσουν το καράβι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα ήρθα τρέχοντας στων θεών τ’
αγάλματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι έχω σ’ αυτούς όλα τα θάρρη μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όταν βροντούσε η πετροχάλαζα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στις πύλες· τότε δα κι ο φόβος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ έσυρε να προσπέσω στους θεούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το χέρι τους επάνω μας ν’ απλώσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύχεσθε να βαστάξη ο πύργος των εχθρών
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τη δύναμη· δεν είν’ αυτό στων θεών το
χέρι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα λεν πως παρατούν οι θεοί πόλη
παρμένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άμποτε μη μ’ απαρατήση όσο ζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αυτή των θεών η σύναξι, μηδέ να ιδώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να διαγουμίζεται η πόλη ετούτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και μ’ εχθρική να καίγουνται φωτιά οι πύργοι
ετούτοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ τους θεούς παρακαλείς κοίτα μην
κάνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πράματ’ ανόητα· γιατί ’ναι η πειθαρχία </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μάννα της πετυχιάς, γυναίκα του
σωτήρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, μα του θεού η δύναμη ακόμη ’ν πιο
τρανή∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πολλές φορές τον τέλεια απελπισμένο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι όταν παν’ απ’ τα μάτια του τα
σύγνεφα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κρέμουνται μαύρης συμφοράς,
αναστηλώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δουλειά ’ναι των αντρών αυτό, για να
προσφέρουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σφαχτά θυσίες εις τους θεούς, σαν βράζει η
μάχη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δική σου, να σωπαίνεις και να μένης
σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στους θεούς χρωστούμε που είν’ άπαρτη η
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και των εχθρών το πλήθος ο πύργος
βαστάει∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ποιος τάχα μπορεί να μη στέργει μας
τούτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Των θεών το γένος να τιμάς δεν σ’
εμποδίζω∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα όμως, δειλούς για να μην κάνης τους
πολίτες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κάθου ήσυχη και μην πάρα πολύ φοβάσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρόσφατο σύσμιχτο πάταγο ακούγοντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με δειλιασμένη τρομάρα σ’ αυτή την
ακρόπολη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τίμιαν έδρα των θεών, έτρεξα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη λοιπόν τώρ’ αν τύχη και ν’ ακούτε
φόνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και λαβωμούς, να μην το δέχεσθε με
θρήνους∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι ο Άρης μ’ αυτό θρέφεται, μ’ ανθρώπων
αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αλήθεια να, φρουμανητά γρικάω
αλόγων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αν τα γρικάς κάνε πως δεν τ’ ακούς και
τόσο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απόγεια σειέται η πόλη σαν να την
μπλοκάρουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν δε φτάνει εγώ να γνοιάζομαι για
τούτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μπιστεύομαι∙ μ’ αξαίνει ο βρουχισμός στις
πύλες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε θα σωπάσης, τίποτε μην πης στην
πόλη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω άγιοι πάντες! μην προδώσετε τους
πύργους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άει στην οργή, δε θα πομονευτής να
σκάσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεοί της χώρας μου, σκλαβιά να μη μου
τύχη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκλαβώνεις μόνη σου και σε κι όλη την
πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Δία, στρέψε στους εχθρούς μας την οργή
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Δία, τι πράμα που μας έδινες:
γυναίκες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρισάθλιο, σαν τους άντρες που τους
διαγουμίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πάλι κακομελετάς μπρος στ’
αγάλματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ’ τη μικροψυχιά τη γλώσσ’ αρπάζει ο
φόβος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν σ’ το ζητούσα, μια ελαφρή μου ’κανες
χάρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγε την το πιο γρήγορο και θα δω τότε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καϋμένη σώπασε, τους φίλους μην
τρομάζης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωπαίνω κι ό, τι ν’ το γραφτό μ’ όλους ας
πάθω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αντίς εκείν’ αυτό σου προτιμώ το λόγο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ακόμα επίσης απ’ τ’ αγάλματα
τραβήξου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και κάμ’ αυτό που σου ζητώ∙ κ’ έτσι
κατόπι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θεάρεστον άγιο ολολυγμό να παιανίσης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ελληνική συνήθεια θυσίας ύμνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θάρρος στους φίλους, βγάζοντας εχθρών το
φόβο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ εγώ στους πολιούχους τους θεούς της
χώρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους πεδιονόμους κι αγοράς τους
επισκόπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στης Δίρκης τις πηγές κι ουδέ τον Ισμηνό
ξεχνώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αν βγη το πράμα σε καλό και σωθ’ η
πόλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βρέχοντας τους βωμούς τωνε μ’ αίμα
προβάτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και ταύρους σφάζοντας, τάζω ν’ αφιερώσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λάφυρα κι όλους τους ναούς θενά στολίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ εχθρών αρματωσιές κονταροκαρφωμένες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοιες ευχές και συ να κάνης δίχως
θρήνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μηδέ με μάταια κι άγρια φωνητά τρόμου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι δεν γλυτώνεις πιότερο μ’ αυτά απ’ τη
μοίρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγ’ όμως άντρες εξ, εφτά μαζί με μένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αντίκρυ στους εχθρούς μεγάλους
αντιμάχους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα πάω να στήσω στων τειχών τις εφτά
πόρτες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πρι να ’ρθουν βιαστικά μηνύματα και
λόγοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γοργόσπαρτοι και φωτιά ’νάψη απ’ την ανάγκη.
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γνοιάζομ’ όσα λες… μα ο φόβος μου δεν
παύει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και δε λέει μες στη ψυχή μου να
ησυχάση∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η έγνοια πόχει μέσα μου θρονιάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την τρομάρα των εχθρών μας όλο ανάβει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τους φοβούμαι, σαν τους όφιους
περιστέρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το πασίτρομο για τ’ άλουβα πουλιά του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">π’ ολοτρόγυρα στη δόλια τη φωλιά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έχουν στήση κακοσύντυχο καρτέρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλλοι ορμούν κατά τους πύργους σμάρια
σμάρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πλήθια ολάκερα---και τι θα γένω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι άλλοι ρίχτουνε χαλάζι τα λιθάρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στο λαό μας το γυροζωσμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σώστε, ω θεοί επουράνιοι όλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το στρατό με κάθε τρόπο και την πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί τάχα ποια θα βρήτε κι άλλη χώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πιο καλή, σαν θέλετε την παραδώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στους εχθρούς αυτή τη γη την πλουτοφόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και της Δίρκης το νερό---που όσοι κι αν
όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ποταμοί τον κόσμο τρέχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το πιοτό της το καλόθροφο δεν έχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γι’ αυτό, θεοί της πόλης μας
προστάτες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στους εχθρούς που μας περιζώσαν τα
κάστρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ρίχτ’ επάνω συμφορ’ ανθρωποχαλάστρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που να παίρνουνε τα πόδια τους στις
πλάτες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και χαρίζετε τη νίκη στο στρατό μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στην πόλη σωτηρία και σταθήτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καλά έτσι θρονιασμένοι ανάμεσό μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τις πικρές μας λιτανείες σπλαχνισθήτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσο μια πανάρχαιη πόλη, ω τι κρίμα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να τη στείλετε στον Άδη, κουρεσεμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ ενού Αχαιού κοντάρι, και να γένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαζί μ’ όλους τους ναούς στάχτη θρύμμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ οι γυναίκες σκλαβωμένες, ωιμένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">νιές και γριές σαν τ’ άλογα να τις
τραβούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τις χήτες, με τα ρούχα ξεσκισμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ είν’ η πόλις όπου αδειάζεται όλη
αντάρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και βουή σύσμιχτη των σκλάβων που
χαλούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαρειές τύχες που προβλέπω με τρομάρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ είναι κλάμα, να τις βλέπης κορασίδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">νιόκοπες, πριν απ’ την τίμια τη χαρά
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ν’ αποστείφουνται, ωιμέ, σαν αγουρίδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την ξυνή ωμοτρύγητες δροσιά τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω, μακάριοι που πεθαίνουν, πριν να
δούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όσα η πόλις μαύρα κι άραχλα παθαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σαν δαμάζεται: εδώ σφάζουν, κει
τραβούνε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άλλα καίνε και τα πάντα καπνός χραίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ο θεός του ολέθρου ο Άρης, που
δριμώνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ άγρια λύσσα, πάσα ευσέβεια
βεβηλώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μες στις ρούγες βρουχισμός και γύρου
μάντρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από πύργους εχθρικούς την πόλη ζώνουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">οι άντρες σφάζονται απ’ τους άντρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι άθλια σκούζοντας τα βρέφη που
σκοτώνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το αίμα το βυζί που πίνουν βρέχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χέρι χέρι οι αρπαγές κ’ οι κούρσες
τρέχουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φορτωμένους συναντούνε οι φορτωμένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ο άδειος κράζει τ’ αδειανού, να ’χη
κολλήγα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα ο κεθένας στο μεράσι ούτε πιο λίγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ούτε κ’ ίσια θέλει να ’χη.---Ω, τι θα
γένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χύμα χάμου όλ’ οι καρποί, λύπη σού
φέρνουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με πικρό οι νοικοκυρές μάτι κοιτάζουν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πλήθι’ ανάκατα της γης τα δώρ’ αρπάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τ’ αδιαφόρετα τα κύματα και σέρνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πρωτόπαθες νέες σκλάβες, με γιομάτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την καρδιά απ’ της συμφοράς τη νέα την
τύχη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">περιμένουν κάποιου αφέντη εχθρού
κρεβάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όποιος λάχη ο νικητής που θα τους τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα είν’ ελπίδα η νύχτα η σκότεινη να
σώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τα ολόκλαυτα δεινά να με γλυτώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α΄ (Ο ΗΓΕΜΩΝ)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να, του στρατού ο κατάσκοπος, αν δε
γαλιούμαι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κάποια καινούγιαν είδηση, φίλες, μας
φέρνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με βία τ’ αδράχτια στρέφοντας των ποδαριώ
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β΄ (Ο ΗΓΕΜΩΝ)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα να κι ο ίδιος ο βασιλιάς, ο γυιός του
Οιδίπου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να μάθη φτάνει σε καιρό τα νέα τ’
αγγέλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι από τη βία κι αυτός δεν πάει τα πόδια
ταίρια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα πω, καλά γνωρίζοντας, για τους εχθρούς
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το πώς καθένας έλαχε κλήρο στις πόρτες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτα ο Τυδέας μπρος στις πύλες τις
Προιτίδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φρουμάζει∙ μα το ρέμμα του Ισμηνού ο
μάντης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δεν τον αφήνει να περάση∙ γιατί
δείχνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όχι καλά οι θυσίες∙ μα ξεφρενιασμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εκείνος και διψώντας πόλεμο και μάχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με σουριχτά μεσημερνά χουγιάζει ως
δράκος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και λούζει με βρισιές το σοφό μάντη
Οικλείδη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως μπρος στον πόλεμο απ’ τον φόβο του
κωλώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια φωνάζοντας κουνεί τρεις δασιούς
λόφους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χήτες του κράνους του, και κάτω απ’ την
ασπίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κουδούνια χάλκινα τρομάρα ηχολογούνε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ έχει περήφανο σημάδι επάνω, τέτοιο:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον ουρανό που αστράφτει απ’ άστρα
δουλεμένο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και μες στη μέση σ’ όλη του τη λάμψη πρέπει
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τ’ ολόγιομο φεγγάρι της νυχτός το μάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ξώφρενα έτσι στα περήφαν’ άρματά
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κοντά στου ποταμού τις όχθες ξεφωνίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">διψώντας πόλεμο, σαν το άτι που απ’ τη
ζώρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λεχομανάει των γκεμιώ κι όταν ακούγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το κράξιμο της σάλπιγγας ανατρανίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιόν κατ’ αυτό θα τάξης; ποιος, σαν
ανοιχτούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Προίτου οι πόρτες, άξιος να τις
διαφεντέψη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είμ’ εγώ στολίδια αντρός να με
τρομάξουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ούτε λαβωματιές δίνουνε τα σημάδια∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φούντες, κουδούνια δε δαγκάνουν δίχως δόρυ,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ η νύχτ’ αυτή που λες επάνω στην
ασπίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως είναι, αστράφτοντας με τ’ ουρανού τ’
αστέρια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μάντης μπορεί με κάποια σημασία να
γίνη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί αν η νύχτα του θανάτου πέση επάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στα μάτια αυτού, που το περήφανο έχει το
σημάδι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σωστά και δίκια θεν’ αξίζη τ’ όνομά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι αυτό πόχει να πάθη ο ίδιος θα
μαντέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εγώ τον άξιο αντίκρυ στον Τυδέα θα
τάξω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γυιό του Αστακού, την πύλη αυτή να
διαφεντεύη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πολύ ευγενή και της Ντροπής τιμάει το
θρόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τα περήφανα που εχρεύεται τα λόγια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αργός στα αισχρά---δειλός δε συνηθίζει να
’ναι∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ η ρίζα του απ’ των Σπαρτιατών βαστάει το
γένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">π’ άφησ’ ο Άρης ζωντανούς∙ στ’ αλήθεια
ντόπιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο Μελάνιππος∙ κι ο Άρης στους κύβους θα το
δείξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και για τη μάννα που τον γέννησε τον
στέλλει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το δίκιο της συγγένειας, παρά καθ’
άλλον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το κοντάρι το εχθρικό για ν’ αποκρούση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να δώση ο θεός και να πετύχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο αγωνιστής μου, που τον στέλλει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το δίκιο πρόμαχο της πατρίδας∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα τρέμω να ιδώ αιματοφόρους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θρήνους για φίλους σκοτωμένους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σ’ αυτόν έτσ’ οι θεοί να δώσουν να νικήση.
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα, κληρώθηκε στις πύλες τις Ηλέκτρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο Καπανεύς, γίγας αυτός και πιο μεγάλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από τον πρώτο που είπαμε∙ κ’ η έπαρση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">είν’ αυτουνού όχι να πης σα να ’ν’
ανθρώπου∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι λέει φοβέρες για τους πύργους μας
τρομερές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">π’ άμποτε η Τύχη να μη δώση ν’
αληθέψουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θέλει δε θέλει, λέει, ο θεός, θενά
κουρσέψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την πόλη μας∙ κι ουδέ του Δία αν πέση
ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο κεραυνός να τον μποδίση θα ημπορούσε∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί τις αστραπές και τα κεραυνοβόλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όμοια με τις μεσημερνές, λέει, κάψες τα
’χει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και έχει σημάδι άντρα γυμνό που κρατεί
φλόγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και λάμπ’ η δάδ’ αρματωμένη στη δεξιά
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και με χρυσά ψηφιά «Θα κάψω, λέει, την
πόλη».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σ’ αυτόν ποιος θα παραταχθή τον τέτοιον
άντρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος άτρομος στις καύχησές του θα ’βγη εμπρός
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι απ’ το κέρδος αυτό άλλο γεννιέται
κέρδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η γλώσσ’ αληθινά προδίνει των ανθρώπων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους μάταιους λογισμούς∙ έτσι κι ο
Καπανέας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μας φοβερίζει, έτοιμος και να το δείξη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βρίζοντας τους θεούς το στόμα του
γυμνάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σε μπόσικη χαρά, και θνητός όντας
στέλνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ξεφωνητά στο Δία λόγια φουσκωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα έχω τα θάρρη μου πως θα ’ρθη με το
δίκιο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">επάνω του του κεραυνού η φωτιά, που
διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με τις μεσημερνές τις κάψες δε θα
μοιάζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σ’ αυτόν λοιπόν, όσο γλωσσάς και να ’ναι,
αντίκρυ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έχει ταχθή, με αντρεία ψυχής, ο
Πολυφόντης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φύλακας άξιος μπιστεμού, με τη βοήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της Άρτεμης προστάτισσας και θεών των
άλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγε άλλον τώρα σ’ άλλες κληρωμένο
πύλες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας πάη με τις φοβέρες του κι αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι αστροπελέκι ας τον ποδίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πριν μεσ’ στα σπίτια μου χυμίση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και με περήφανο κοντάρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ την παρθενική φωλιά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μπορέση να με ξεπορτίση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και λοιπόν ποιος κληρώθηκε θα πω κατόπι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σε πύλες∙ τρίτος του Ετέοκλου τρίτου ο
κλήρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από το βάθος πήδησε του χαλκού κράνους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τις Νήτιδες με το στρατό του να
προσβάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τ’ άτια του στροφογυρνά, που μες στα
γκέμια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φρουμάζουν θέλοντας να πέσουν μες στις
πόρτες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι άγρια σουρίζουν οι χυμοί που απ’ τα
ρουθούνια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα φουσκωμένα φυσομάνισμα γιομίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ είναι πλασμέν’ η ασπίδα του μ’ έν’ άξιον
τρόπο:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άντρας αρματωμένος τα σκαλιά ’νεβαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σκάλας σε πύργο εχθρών, που θέλει να τον
πάρη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι αυτός με χαραμμένα γράμματα φωνάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως ουδ’ ο Άρης θα τον βγάλη απ’ τους
πύργους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στείλε λοιπόν και κατ’ αυτόν ένα να ’ν’
άξιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από ζυγό σκλαβιάς να σώζη αυτή την
πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν θα στείλω αυτόν κ’ η καλή ώρα να
’ναι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στέλλετ’ ένας που δεν έχει την
περφάνεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στα χέρια του, ο Μεγαρεύς του Κρέοντος
σπέρμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ των Σπαρτών το γένος, που δε θα
τρομάξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το λυσσασμένο χουγιατό των αλογήσιων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φρουμανισμάτων να κωλώση από τις πύλες∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα ή με το αίμα του το χρέος του θα
πλερώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στη γη μας, ή τους δυο τους άντρες και την
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα πάρη, που ’ν’ επάνω στην ασπίδα εκείνου,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να στολίση μ’ αυτά το πατρικό του
σπίτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγε άλλων καύχησες και μη μου τις
ζηλεύης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύχομαι σε καλό να βγούν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ω πρόμαχοι των εστιών μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και κείνοι ας βλαστημούν∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι όπως περήφανα καυχιούνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με μανιωμένα φρένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έτσ’ ας τους δη κι ο Δίας ο εκδικητής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με βλέμματα ωργισμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέταρτος τις γειτονικές κρατόντας πύλες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της Όγκας Αθηνάς, με αντάρα στέκει εμπρός
των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Ιππομέδοντα η κορμοστασιά η μεγάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τόσο αλώνι (της ασπίδας λέω τον
κύκλο)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δείλιασα π’ αναγύρισε και δεν τ’
αρνιούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε θα ’ταν βέβαια του γλυκού νερού ο
τεχνίτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που τέτοια σκάλιξε δουλειά σ’ αυτήν
επάνω:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον Τυφώνα που βγάζει από το στόμα
φλόγες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με καπνό μαύρο, της φωτιάς το στριφτό
αδέρφι∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και γύρου μ’ αρμαθιές είναι στρωμένο
φείδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της κοιλοτούμπανής του ασπίδας το
στεφάνι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ρέκαξ’ αυτός κι απ’ το θεό γιομάτος Άρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λυσσάει για αίμα, σα μαινάδα, μ’ άγρια
μάτια∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πρέπει απ’ την ορμήν αυτού να
φυλαχθούμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">π’ από τώρα σκορπούν το φόβο οι κομπασμοί
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτα, η Όγκα η Αθηνά, που ’ναι στημένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κοντά στην πύλη, εχθρεύοντας τις
περηφάνειες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον άγριον όφιο απ’ τα κλωσσόπουλα θα
διώξη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έπειτα, ο γυιός του Οίνοπου ο αντρείος
Υπέρβιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">διαλέχτηκε γι’ αυτόν, ποθώντας να
ξαγκρίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τη μοίρα του σ’ αυτής της τύχης την
ανάγκη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ούτε στη δύναμη ούτε στην καρδιά ή την
τέχνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των αρμάτων ψεγάδι να του βρης δεν
έχει∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ορθά τους έσμιξ’ ο Ερμής∙ εχθροί κ’ οι δυό
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα ’ρθούν στα χέρια κι εχθρικούς θεούς
επάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα κρούξουν στις ασπίδες των, γιατί έχει ο
ένας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον τυφώνα που βγάζει από το στόμα
φλόγες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στου Υπέρβιου ο Δίας πατέρας την
ασπίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στητός, τινάζει φλογερό στα χέρια
βέλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς λοιπόν των θεών αυτών είναι η
φιλία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έτσι κ’ οι δυό οι αντίπαλοι βέβαια θα
πράξουν∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ είμαστε με των νικητών εμείς το
μέρος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κείνοι των νικημένων∙ αφού βέβαια ο
Δίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ανώτερος στον πόλεμο απ’ τον Τυφώνα
είναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον Δία κανείς να νικηθή δεν είδε ως
τώρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στον Υπέρβιο, σύμφωνα με το έμβλημά
του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ας τον γλυτώνη, πότυχε στ’ όπλο του
επάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πιστεύω αυτός που στην ασπίδα του
κρατεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον άγριο τον αντίμαχο του Δία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το δαίμονα το γυιό της γης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εικόνα μισητή κι απ’ τους ανθρώπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι απ’ τους πολύχρονους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εμπρός στις πύλες μας αυτές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την κεφαλή του να συντρίψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο θεός να δώση∙ κ’ έρχομαι στον πέμπτο
τώρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που τάχθηκε στη Βορεινή, την Πέμπτη
πύλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κοντά στου Διογένους Αμφίονος το μνήμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ομώνει στο κοντάρι πόχει---που
καυχιέται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως πιο κι απ’ το θεό τιμά κι από το φως
του---</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως ότι των Καδμείων την πόλη θα
κουρσέψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στου Δία το πείσμα∙ τέτοια λέει, βουνήσιας
μάννας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βλαστάρι ωριόπλωρο κι αντρόπαιδον
αρχάρης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που ότι και ξεμυτάει στο μάγουλό του
χνούδι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σγουρή τρίχα δασειά που η πρώτη νιότη
αδρύνει∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι όμως ωμό κι όχι με το παρθενικό του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τ’ όνομα σύμφωνο έχοντας το φρόνημά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και γοργ’ ανάβλεμμα, στέκει εμπροστά στις
πύλες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι όχι με δίχως καύχησες στις πύλες
στέκει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί εκουνούσε στη χαλκόδετή του
ασπίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">---το κυκλωτό προφύλαγμα του σώματός
του---</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της πόλεώς μας τ’ όνειδος: της
σαρκοφάγας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της Σφίγγας καρφωτή με τέχνη επάνω
εικόνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λαμπρή, κρουστή κ’ έχει στα νύχια ένα
Θηβαίο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που επάνω του τα πιότερα να πέφτουν
βέλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και φαίνεται ήρθεν όχι για να παζαρέψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον πόλεμο κι ουδέ το διάβα να
ντροπιάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του μακρυνού του δρόμου ο Αρκάς
Παρθενοπαίος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ξένος αυτός, μα πρόθυμος για να πληρώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καλά θροφεία στο Άργος, τέτοια
φοβερίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους πύργους μου, που είθε ο θεός να μην τα
δώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να ’ταν απ’ τους θεούς τα επίχειρα να
βρίσκαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των λογισμών των, κ’ ήθελε μαζί μ’
εκείνες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χαθούν πανάθλια οι ανόσιες καύχησές
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα και γι’ αυτόν που λες βρίσκεται τον
Αρκάδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ένας με δίχως πολλά λόγια, μα που βλέπει
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να δουλεύη το χέρι του, ο Άκτορας, τ’
άλλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που ’παμε πρι αδερφός, και που δε θεν’
αφήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μια γλώσσα δίχως φράκτες πλημμυρώντας
έξω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από τις πύλες να πληθύνη τα δεινά μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ουδέ στα κάστρα μέσα να περάσ’ η
εικόνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του μισητού θεριού πόχ’ η εχθρικιά η ασπίδα∙
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα ’π’ όξω , με τον κύρη της θα ’χη να
κάμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όταν θα τρώη πυκνές κρουξιές κατ’ απ’ την
πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αν θέλη ο θεός τα λόγια μου να βγούνε
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Περνάει τα σωθικά μου ο φόβος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ορθές σηκώνουνταί μου οι τρίχες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ακούοντας τα παχιά τα λόγια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από το φουσκωμένο στόμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ανθρώπων ασεβών,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">π’ άμποτ΄εδώ από τους θεούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τέλος κακό να βρουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο έκτος που θα πω είν’ άνθρωπος με
γνώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι αντρεία ξεχωριστή, ο Αμφιάραος
μάντης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτός, ταγμένος στις Ομολωΐδες πύλες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ένα σωρό βρισιές ψάλλει για τον Τυδέα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον αντροφόνο και της πόλεως ταραξία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον πιο μεγάλο δάσκαλο κακών για τ’
Άργος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της Ερινύας κλητήρα, υπουργό θανάτου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Αδράστου συμβουλάτορα των κακών
τούτων∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ ύστερα πάλι στρέφοντας στον αδελφό σου
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με μάτια ’νάστροφα τον κράζει
«Πολυνείκη»</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χωρίζοντας σε δυό στο τέλος τ’ όνομά
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τέτοια λέει το στόμα του: «Είν’ αυτό
πράμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που να το θέλουν οι θεοί; και να
τ’ακούσουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καλό, και να το λένε κ’ οι κατοπινοί
μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τη γη την πατρική και τους θεούς τους ντόπιους
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ν’ απορημάζης φέρνοντας στρατό απ’ όξω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποια τιμωρία θα στεγνώση δάκρυα μάννας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πώς η πατρική σου χώρα κυριευμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από το ζήλο σου, θα γίνη σύμμαχός σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ θε να δοξάσω αλήθεια αυτό το χώμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κάτω από χώραν εχθρική κρυμμένος
μάντης∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ας κτυπηθούμε, όχι άδοξο θάνατο
ελπίζω».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια, κρατώντας την ολόχαλκή του
ασπίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ήσυχα ο μάντης έλεγε κι ούτε σημάδι </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κανένα είχ’ επάνω της γιατί αυτός θέλει
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όχι να φαίνεται, μ’ άριστος να ’ν’ στ’
αλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βαθύ καρπολογώντας μες στο νου του
αυλάκι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που μέσαθέ του οι πάνσοφες βουλές
βλασταίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γι’ αυτόν σοφούς κι αντρείους να στέλνης
αντιμάχους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί όποιος σέβεται θεό, να τον
φοβάσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω τύχη αλλοίμονο, που σμίγεις τους
ανθρώπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον ευσεβή μαζί με τους ασεβεστέρους!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μες σ’ όλα τίποτε χειρότερο δεν έχει </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ την κακή τη συντροφιά∙ σοδειά δεν είναι
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να περιμένης. Θάνατος καρπολογιέται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μονάχ’ από της αμαρτίας τα χωράφια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί, σαν μπη ένας δίκαιος μες σε
καράβι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με ναύτες παρανόμους κι άξιους για το κάθε,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαζί με την αντίθεη τη γενιά βουλιάζει∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ή με τους συντοπίτες του τους εχθροξένους
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που δεν θυμούνται το θεό, και δίκαιος να
’ναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στα ίδια δίχτυα πιάστηκε με τους
αδίκους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι απ’ του θεού την ίδια οργή χάθηκε μ’ όλους
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι κι αυτός, του Οϊκλέους ο γυιός ο μάντης,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φρόνιμος, δίκαιος, ευσεβής κι αγαθός
άντρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μέγας προφήτης, σμίγοντας χωρίς να θέλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ αυθαδοστόμους ασεβείς ανθρώπους,
όπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να στρέψουν πολεμούν τη μακριά στράτα
πίσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">---ο θεός το θέλει---θα συρθή κι αυτός μαζί
τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ναι μεν, νομίζω πούτε καν δε θα
προσβάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αυτός τις πύλες, κι όχι βέβαια από
δειλία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα ξέρει πως ανάγκ’ είναι να
σκοτωθούνε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αν θα καρποφορήσουν οι χρησμοί του
Φοίβου∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όμως σ’ αυτόν αντίκρυ θυρωρό θα τάξω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εχθρόξενο το δυνατό Λασθένη, που είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στη γνώση γέροντας, μα έχει κορμί ενός
νέου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γοργοπόδαρη ορμή κι όχι οκνηρό το χέρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τ’ απόσκεπα ν’ αρπάξη εχθρού με το
κοντάρι∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ ή να σωπαίνει ή τα πρεπά αγαπά να
λέη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα η νίκη δώρο του θεού στον άνθρωπο
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εσείς π’ ακούτε, θεοί, από ψηλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα δίκια μου παρακάλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κάμετ’ η πόλη να νικήση∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στων εχθρών, που πλάκωσαν τη γη μου, τα
κεφάλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στρέψατε του πολέμου τα κακά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι όξω απ’ τους πύργους κεραυνούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο Δίας να τους κάψη ας ρίξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα έβδομος στην έβδομη την πύλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο ίδιος ο αδερφός σου, τι κατάρες λέει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα πω και τι κακά να βρούνε αυτή την
πόλη∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα κάστρα μας αφού πατήση και της χώρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κηρυχθή βασιλιάς, της νίκης ν’ αλαλάξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">παιάνα κ’ έπειτα να ’ρθή με σε στα
χέρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ ή να ποθάνη πλάι σου σκοτώνοντάς σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ή ζωντανό σου εκδικηθή την ατιμία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της εξορίας του διώχνοντας όμοια και
σένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια φωνάζει και καλεί τους
γενεθλίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θεούς της πατρικής του χώρας, να
γενούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">επάκουοι αυτών του των ευχών, ο
Πολυνείκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ασπίδα καλοβάσταγη κρατάει
καινούργια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’επάνω της διπλό σημάδι δουλεμένο:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έναν πολεμιστή να ιδής χρυσοφτιασμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που μια γυναίκα με σεμνό τρόπ’ οδηγάει∙</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η Δίκη λέει πως είναι τάχα, καθώς λένε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα γράμματα: Θα φέρω πίσω αυτόν να πάρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τη χώρα του και των σπιτιών του την
κυβέρνια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοιες εκείνων είναι οι φαντασιές∙
τώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο ίδιος κρίν’ εσύ ποιο σκέπτεσαι να
στείλης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια παράπονο μ’ εμέ για τις ειδήσεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που σου ’φερα δε θα ’χης∙ μα ο ίδιος τώρα
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κρίνε το πλοίο της πόλεως να
κυβερνήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω θεομίσητ’ εσύ και πολύ θεοβλαμμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Οιδίπου, ω παντοδάκρυτη γενεά δική
μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ωιμέ! και πιάνουν τώρα οι πατρικές
κατάρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα δεν ταιριάζουν οδυρμοί μηδέ και
θρήνοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μήπως και πιο ανυπόφορους γόους
γεννήσουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τώρα γι’ αυτόν, που τόσο αξίζει τ’ όνομά
του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γρήγορα θε να μάθομε πώς θα του βγούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα εμβλήματά του κι αν θε να τον φέρουν
πίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα χρυσά γράμματα που στην ασπίδα επάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με της ψυχής του ξεφρενιάζουνε τη
λύσσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια, αν παραστέκονταν του Δία η
κόρη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η αγία Δίκη, στα έργα του και τις βουλές
του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ίσως να γένουνταν κι αυτό∙ μα ούτε σα
βγήκε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τα σκοτάδια της μητρός του, ούτε στα
χρόνια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα παιδικά του, ούτε στην πρώτη ακόμη
νιότη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ουδέ σαν άδρυναν οι τρίχες του γενειού
του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η Δίκη καταδέχτηκε να τον κοιτάξη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ουδέ λοιπόν στο ρήμαγμα της πατρικής του
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της γης, θαρρώ, πως δίπλα του να στέκη
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειδ’ απ’ αλήθεια ψεύτικο τ’ όνομα θα
’χε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η Δίκη, αν πήγαινε μαζί με τέτοιον
άντρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που όλα μπορεί με το νου πόχει να
τολμήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σ’ αυτά τα θάρρη μου έχοντας θα πάγω ο
ίδιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να του έβγω αντίκρυ· και ποιος άλλος με πιο
δίκιο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άρχοντας μ’ άρχοντα και μ’ αδερφόν
αδέρφι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ εχθρός μ’ εχθρόν θα κτυπηθώ. Φέρε μου
αμέσως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τις κνημίδες, προφύλαγμα πετρών και
τόξων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη πολυαγάπητο, του Οιδίπου τέκνον,
γίνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όμοιος στο νου μ’ αυτόν που όσ’ άκουσε τ’
αξίζουν·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">είν’ αρκετοί Θηβαίοι με τους Αργείους στα
χέρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να ’ρθουν· γιατί ξεπλύνετ’ ένα τέτοιον
αίμα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα δυό αδερφών ο θάνατος έτσι απ’ το
ίδιο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το χέρι τους, ποτέ το κρίμ’ αυτό δε
λυώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να ’ταν χωρίς να ντροπιασθή κανείς να
πάθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ένα κακό, το δέχομαι, γιατί έτσι θα
ήταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κέρδος μονάχα ο θάνατος· μα μια ατυχία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαζί με την ντροπή, μην πης πως φέρνει
δόξα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ (Κομμός)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέκνο τι μελετάς; η θεοβλάβη, που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με λύσσα πολεμόχαρη γιομίζει σου το
νου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μη σε ξεσύρη· την αρχή πνίξε πάθους
κακού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ’ αφού ο θεός βιάζει να γίνη ό, τι θα
γίνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ας πάη, μια που ’λαχε του Κωκυτού το
κύμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στον άνεμ’ όλ’ η θεομίσητ’ η γενεά μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολύ ωμοβόρα επιθυμιά σε σπρώχνει
φονικό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να κάμης, που πικρό θε να ’χη τον
καρπό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί ’ναι ασυγχώρητο το αίμα τ’
αδερφικό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατ’ η κακιά κατάρα του καλού πατρός
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μου λέει, καθώντας δίπλα μου μ’ άκλαυτα
μάτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως κέρδος μια ώρ’ αρχύτερα θε να ’ναι ο
χάρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εσύ μη δίνης αφορμή και δε θα
ονομασθής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δειλός ποτέ, όταν καλά ταιριάσης τη
ζωή·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φεύγει απ’ τα σπίτια εκείνων η μαυρογνέφαλη
Ερινύς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που τη θυσία τους δέχουνται καλόγνωμα οι
θεοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρ’ από μιάς μας ξεγνοιστήκανε οι θεοί
μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και μόνο ευπρόσδεκτ’ είν’ η χάρη του χαμού
μας·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί λοιπόν τη μοίρα μου να γαλιφεύω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καν τώρα που ’ναι δίπλα σου, γιατί με τον
καιρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μπορεί τη γνώμη στρέφοντας η Μοίρα σου να
’ρθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μεταλλαγμένη, μ’ άνεμο φυσώντας πιο
απαλό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα τώρ’ ακόμα μέσα της άγρια λαβρίζει
οργή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αλήθεια οι κατάρες λαβρίζουνε του
Οιδίπου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πολύ αληθινές οι ονειροφαντασιές
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που του πατρός μας την κληρονομιά
μεράζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εμάς, γυναίκες, άκουσε κι α δε μας
στρέγης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέγετ’ αρκεί να γίνουνται· και λίγα
λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μην πας εσύ το δρόμο αυτό στις Εφτά
πόρτες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε με στομώνεις καθώς είμαι
ακονισμένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως τιμά ο θεός, κι αν και κακή, τη
νίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το λόγο αυτό δεν πάει να στρέγη ο
στρατιώτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα το αίμα του ίδιου σου αδερφού θες να
τρυγήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΤΕΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σα δίνουν το κακό οι θεοί δεν το
ξεφεύγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρέμω τη σπιτοκαταλύτρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θεά, που με θεούς δε μοιάζει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την παναλήθευτη κακών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">προφήτισσα, την Ερινύα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που εκάλεσαν ευχές πατρός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μήπως τις ξώφρενες σε τέλος βγάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του θεοβλαμμένου Οιδίποδα κατάρες·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τις ταχαίν’ η ολέθρια των τέκνων του η
αμάχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ένας ξένος τους κλήρους κυβερνά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο Χάλυβος, π’ απ’ τη Σκυθία μας ήρθε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και που μεράζει την κληρονομιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το πικρό σκληρόκαρδο μαχαίρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τους κληρώνει τόση γη να κατοικούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όση και να βαστούνε πεθαμένοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τους μεγάλους κάμπους των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τέλεια ξεκληρισμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν πεθάνουν με το χέρι </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο ένας του άλλου σκοτωμένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πιούν τα χώματα της γης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαυρόπηχτο το αίμα της πληγής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το κρίμα των ποιος θενά καθαρίση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος να τους λούση θα θελήση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω νέες των σπιτιών τους συμφορές,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που σ’ ένα σμίγετε με τις παλιές!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λέω την παλιά την αμαρτία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που ηύρε ταχιά την τιμωρία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα κι ως την τρίτη τη γενιά βαστά·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όταν ο Λάιος---πεισματικά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Απόλλωνος, που του είπε τρεις φορές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ τα μεσόμφαλα μαντεία τα Πυθικά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από βαρειές να σώση συμφορές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την πόλη του, πεθαίνοντας δίχως
παιδιά---</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ’ απ’ τις ανόητες νικημένος ηδονές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το θάνατον εγέννησε στον εαυτό του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίποδα τον πατροκτόνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που ετόλμησε στο αγνό χωράφι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να σπείρη, της μητρός που ετράφη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μια φύτρα στο αίμα βουτημένη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ η Αβουλία τους νύμφιους έσμιξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους ξώφρενους σ’ ένα κρεββάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και φέρνει κύματα σα θάλασσα κακών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που το ένα πέφτει, τ’ άλλο τρίκορφο
ανεβαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ολόγυρα στης πόλης μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την πρύμνα βράζοντας φουσκώνει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ανάμεσό μας σκέπη αδύναμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πύργος το λίγο πάχος του στυλώνει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τρέμω με τους βασιλιάδες της να μη </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βουλιάξη δαμασμέν’ η πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί σε τέλος βγαίνουνε με τον καιρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">οι αρχαίες κατάρες με βαρειά στροφή της
τύχης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο όλεθρος τον προσπερνά έν’ άνθρωπο
φτωχό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα φέρνει συγκλαδόκορμο ξερρίζωμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των πλούσιων των αχόρταγων ανθρώπων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η ευτυχία που θενά παραπαχύνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιόν άνθρωπον εθαύμασαν καμιά φορά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τόσον πολύ κ’ οι σπιτικοί κ’ οι ξένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ η πολυσύχναστη της πόλεως αγορά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όσο ετιμούσαν τότε τον Οιδίποδα, </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όταν μας λύτρωσε τον τόπο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από το τέρας π’ άρπαξε τόσες ψυχές ανθρώπων;
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα όταν στο τέλος ένοιωσεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο μαύρος τους αθλίους του γάμους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον πόνο του δε βάσταξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στη μανία της καρδιάς του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">διπλά έκαμε κακά·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το πατρόκτονό του χέρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα μάτια του έχυσε σπηρουνιαστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και στων παιδιών του έρριξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τις κεφαλές κατάρες οργισμένες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί τα γέννησε και τα ’θρεφε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πικρόγλωσσες, αλλοίμονο, κατάρες·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το βιό τους να μεράσουν μια φορά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το σπαθί στο χέρι· και φοβούμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να μην το κάμη η Ερινύς τώρα γοργά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΙΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λάβετε θάρρος, ευγενών μητέρων κόρες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από ζυγόν εγλύτωσε σκλαβιάς η πόλη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πέσαν οι κομπασμοί αντρών υπερηφάνων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ήρθ’ η γαλήνη και δεν έκαμε το πλοίο </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">νερ’ απ’ το βροντοχτύπημα της
τρικυμίας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βάσταξε ο πύργος και στεριώσαμε τις
πύλες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ αξιόχρεους πολύ προστάτες
μονομάχους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάνε καλά τα πιότερα στις έξι πύλες·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την έβδομην, ο σεβαστός εβδομαγέτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο άναξ Απόλλων διάλεξε για να εκδικήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">επάνω στου Οιδίποδος τη γενιά τώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Λάιου τις παλιές τις κακοκεφαλιές
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι νέο πάλι να ’τυχε πράμα στην πόλη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ένας τον άλλο σκότωσε και πάνε
εκείνοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι; Ποιοι; Τρελλαίνομ’ απ’ των λόγων σου το
φόβο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βάστα το νου σου κι άκουγε· οι γυιοί του
Οιδίπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα η μαύρη! συμφορών προφήτης
είμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λόγο δεν έχει· εφάγανε κ’ οι δυό τους
χώμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έφθασαν ως εκεί; Βαρειά, μα πε μου τα
όμως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι με χέρια αδερφικά εσκοτωθήκαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ έτσι πολύ κοινή των δυό ήταν η τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΓΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αυτή αφανίζει την τρισάθλια γενεά
τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοια αφορμή λοιπόν χαράς μαζί και
λύπης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έχομ’ εμείς· η πόλη μας νικά, μα οι δυό
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">οι άρχοντες και στρατηγοί με δουλεμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σίδερο σκυθικό τα κτήματά τους όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μεράσανε, και θα ’χουν όση στην ταφή
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θα πάρουν χώρα, σύμφωνα με τις κατάρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κάνοντας κατοχή τις άθλιες του πατρός
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σώθηκ’ η πόλη, μα των δυό της
βασιλιάδων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ήπιε το αίμα η γη τ’ αλληλοσκοτωμού
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ (αναπαιστικόν)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω μεγάλε θεέ Δία και σεις πολιούχοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θεοί, που του Κάδμου τους πύργους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">διαφεντεύετ’ αυτούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χαρά τάχα να δείξω και τραγούδια να πω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">για της πόλης μας τη σωτηρία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ή να κλάψω τους άμοιρους και θλιβερούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πολεμάρχους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όπου βέβαια σύμφωνα με τ’ όνομά τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ε τ ε ό κ λ ε ι τ ο ι αλήθεια και π ο λ υ ν ε
ι κ ε ί ς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ την άδικη γνώμη τους πάνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω μαύρη και τελεία κατάρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Οιδίποδα και της γενεάς του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ένα κακό μου πέφτει στην καρδιά μου
σύγκρυο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και σαν μαινάδα για τον τάφο τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εξέσπασα σε μοιρολόγια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ακούοντας το αιματοκύλισμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τον κακό το θάνατο που βρήκαν·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καταραμένη αλήθει’ αυτή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του κονταριού τωνε η συναυλία!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το ’βγαλε πέρα κι ούτε απόκαμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">η ευχή που ’δωσε ο πατέρας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ως πέρα η ανυπάκουη γνώμη εβάσταξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Λάιου· και τώρα γνοιάζομαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την πόλη μας, γιατί δεν χάνουνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τη δύναμή τους οι χρησμοί. Ω
πολυστέναχτοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ανήκουστο που εκάμετε το πράμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ ήρθαν αλήθεια συμφορές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να κλαίη κανείς όχι με λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΞΟΔΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νά τ’ αυτοφάνερα, όσα μας είπε ο
κήρυξ….</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πένθος διπλό και συμφορά διπλή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των δυό νεκρών που σκότωσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο ένας τον άλλο·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">διπλά σωστά σφαχτάρια αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τι να πω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι άλλο, ή πόνοι σ’ άλλους πόνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μέσα στα σπίτια θρονιασμένοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα με τον πρίμον αγέρα, φίλε, των
θρήνων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στις κεφαλές σας λάμνετε γύρω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κουπιά τα χέρια σας για την πομπή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που πάντ’ ανάμεσα ’πό τον Αχέροντα τραβάει και
πάει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον άγιο δρόμο της που τον περνούνε μαύρα
πανιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δρόμον ανήλιαγο, που δεν τον πάτησε ποτέ ο
Απόλλωνας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και φέρνει πέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στην παντοδόχα κι άφαντη ξέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά ιδού τες αυτές, να πληρώσουν πικρό
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χρέος έρχουνται, η Αντιγόνη κ’ η
Ισμήνη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να θρηνήσουν τα δυό τους αδέρφια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και θαρρώ με το δίκιο στ’ αλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από μες στα βαθύκολπα ωραία τους στήθια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της καρδιάς των θα χύσουν τον πόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ’ εμείς είναι δίκιο και πριν απ’
αυτές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον παράφωνον ύμνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να τονίσωμε των Ερινύων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι από πάνω να ψάλλωμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μισητό τον παιάνα του Άδου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω πιο δυστυχισμένες εσείς αδερφές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ όλες που ζώστρα στη μέση τους γύρω
φορούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δακρύζω, στενάζω και δόλος κανένας δεν
είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πως ότι απ’ τα βάθη δεν κλαίω της
ψυχής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ, ωιμέ, κακόγνωμοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στους φίλους ανυπάκουοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στις συμφορές αδάμαστοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα πατρικά ερημάξετε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σπίτια με την αμάχη σας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άθλιοι βέβαια που ηύρανε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και θάνατο αθλιώτατο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">για των σπιτιώ τους χαλασμό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τους τοίχους κάτω ερρίξατε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αλλοίμονο, μονάχοι σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πικρούς θρόνους είδετε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα τώρα εσυβαστήκετε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το σπαθί στο χέρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αλήθεια η σεβαστή Ερινύς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">του Οιδίποδα πατέρα σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ετέλειωσε τις κατάρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ’ τα ζερβά τρυπημένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Κι αλήθεια τρυπημένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στα ομόσπλαχνα πλευρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Αλλοί, δυστυχισμένοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αλλοί και στις κατάρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που φέραν την αντίφονη τη συμφορά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Λαβωματιά πέρα για πέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στα σπίτια τους και στα κορμιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μ’ ανήκουστην αψιθυμιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με μοίραν όχι διάφορη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ την κατάρα του πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μες στην πόλη ο στεναγμός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">περνά· στενάζουνε κ’ οι πύργοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ η χώρα που τους αγαπούσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στους διαδόχους μένουνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα κτήματα, γι’ αυτά που η αμάχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι ο άθλιος θάνατος τους βρήκε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">-Με ισιάδα μεραστήκανε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">οι αψίκαρδοι τα κτήματά τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ οι φίλοι τους παράπονο δεν έχομε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με το συβιβαστή τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και δε χαρίστηκεν ο Άρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσ’ είναι τώρα σιδεροχτυπημένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τους προσμένει σιδεροχτυπημένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ίσως να πη κανείς «και ποια;»,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των πατρικών τους τάφων η κληρονομιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολύς αχός τους προβοδά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σπαραχτικ’ απ’ τα σπίτια μοιρολόγια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιομάτα πόνους και στενάγματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που βγαίνουν μοναχά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άραχλα κι άχαρα, π’ αλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κλαίμε απ’ τα βάθη της καρδιάς, </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που για τους δυό τους βασιλιάδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λυώνει απ’ το κλάμ’ αληθινά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ’ έχεις ακόμη να πης για τους αθλίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πόσα στην πόλη κάμανε κακά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πόσα και στα τάγματα όλων των ξένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που πάθαινε στον πόλεμο τόση φθορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δυστυχισμένη που τους εγεννούσε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μες σ’ όλες τις γυναίκες όσες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαννάδες λέγουνται παιδιών,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που πήρεν άντρα το δικό της γυιό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και γέννησε αυτούς που τέτοιο τέλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τους βρήκε, να σκοτώσουνε ο ένας τον
άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με χέρι αδερφικό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλήθεια αδερφικά και πανωλέθρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και μ’ όχι φιλικά λαβώματα </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με φρένα μανιωμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στο τέλος της αμάχης των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα η έχθρητα έπαυσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και σμίξανε στα χώματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τα αιματοποτισμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τώρα είναι αληθινά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ οι δυό τους ένα αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πικρός στις μπερδεψιές ξεχωριστής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ο ξένος ο περατινός που βγήκε απ’ τη
φωτιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τ’ ακονισμένο σίδερο· και της
κληρονομιάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πικρός ο Άρης στάθηκε μα κι άξιος
μεραστής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και την κατάρα του πατρός έβγαλε
αληθινή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχουν το μερδικό που ελάχανε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από τη μερασιά, ω οι μαύροι, των
κτημάτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και κάτω απ’ το χώμα που τους σκέπασε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άβυσσο πλούτο τώρα θα ’χουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ! που εστεφανώσετε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με συμφορές πολλές τα σπίτια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στερνά τώρα ερέκαξαν </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στριγγά τον Επινίκιο οι Κατάρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αφόντας τ’ ασταμάτηγο φευγιό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">επήρ’ η γενεά και πάει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της Άτης στέκεται το τρόπαιο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στις πύλες που σκοτώθηκαν και μόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αφού τους δυό τους νίκησεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ελούφαξε κ’ η Μοίρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο θρήνος της Αντιγόνης και της Ισμήνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΟΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πληγήν έδωσες, πληγήν έλαβες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τον εσκότωσες και σκοτώθηκες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με κοντάρι τον σκότωσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με κοντάρι σκοτώθηκες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω, κακόπραγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω, κακόπαθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χυθήτε θρήνοι μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χυθήτε δάκρυά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τους θρήνους το νου μου χάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ’ την καρδιά μου θρηνώ, στενάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω πολυθρήνητ’ εσύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ πάλι τρισάμοιρε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από δικό εσκοτώθηκες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ δικόν εσκότωσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διπλά να λες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διπλά ν’ ακούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διπλές μας στέκουν συμφορές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αδερφικές τις αδερφές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιώ, Μοίρα, μεγαλόδωρη πόνων πικρών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τρανή του Οιδίποδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαύρη Ερινύα, μεγάλη σου η δύναμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι, αι---Αι, αι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφορές κακοθώρητες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επιστρέφοντας μόφερες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για να σκοτώση ήρθε γυρνώντας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και χάνει τη ζωή του ορμώντας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την έχασεν αλήθεια αυτός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και την επήρε κι αυτουνού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω αθλία μανία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τρισάθλια πάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολυστέναχτες λύπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολυθρήνητες θλίψες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιώ, Μοίρα, μεγαλόδωρη πόνων πικρών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τρανή του Οιδίποδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαύρη Ερινύα μεγάλη σου η δύναμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι, αι---Αι, αι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δοκίμασες κ’ έχεις να πης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πίσω δεν έμεινες και συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού στην πόλη γύρισες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αρματωμένος στάθηκες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αντίκρυ στο κοντάρι του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φριχτά να λες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φριχτά ν’ ακούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ κακά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ δεινά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στα σπίτια και στη χώρα μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ακόμα πιότερο σε με.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό σου βασιλιά μου Ετεοκλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ’ όλους πιο πολύκλαυτε, αλλοί και συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμέ που ετυφλωθήκατε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ των θεών τη βλάβη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα, τα κορμάκια σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ποιος τόπος γης θα λάβη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε ποιο θε να τα θάψωμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">χώμα πιο τιμημένο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω μνήμα, στου πατέρα σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το πλάι ετοιμασμένο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρέπει ό, τι αποφάσισαν κι αποφασίζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">οι προύχοντες αυτής της πολιτείας του
Κάδμου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να πω να μάθετε.---Αυτόν, τον Ετεοκλέα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που απ’ αγάπη της πατρίδας του έχει
πέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εκεί όπου αξίζει στα καλά τα παλικάρια,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να θάψουν με τιμές στη χώρ’
αποφασίζουν·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τέτοια έχω λάβη προσταγή να λέω για
τούτον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τον νεκρό αδερφό του αυτόν, τον
Πολυνείκη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άταφος έξω να ριχτή, θροφή των σκύλων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γιατί είναι χαλαστής της χώρας των
Καδμείων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αν κάποιος από τους θεούς δεν του
κρατούσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το δόρυ του, μα και νεκρός την αμαρτία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των θεών θα ’χη της πατρίδας του, γιατ’
ήρθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με ξένο απ’ έξω στράτευμα, ατιμάζοντάς
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κ’ εκούρσευε τη χώρα του. Λοιπόν ωρίσθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">άτιμη απ’ τα όρνια τα πετούμενα να λάβη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ταφή κι άξια να βρη τα επίχειρά του,
δίχως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να του σωριάσουν χέρια χώμα για
μνημούρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δίχως να τιμηθή με οξύβοα μοιρολόγια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δίχως φίλος κανείς το ξόδι του ν’
ακλουθήση·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τέτοιαν απόφαση έλαβαν οι πρόκριτοί
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα κ’ εγώ πάλι στους προκρίτους λέω της
Θήβας:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι αν κανείς άλλος δε θελήση να τον
θάψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μαζί μ’ εμένα, μόνη μου θε να τον θάψω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι απάνω μου αυτόν τον κίνδυνο θα πάρω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τον αδερφό μου θάβοντας· ντροπή δεν το
’χω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να δείξω ανυπάκουη αναρχία στην πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι ισχυρός δεσμός το κοινό σπλάχνο,
όπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ελάβαμε ζωή κ’ οι δυό, από μια μάννα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δυστυχισμένη κ’ έναν άμοιρο πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, ψυχή μου, θέλοντας πάρ’ και συ
μέρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απ’ το κακό που αθέλητα έκαμ’ εκείνος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και, ζωντανή, φιλάδελφο φρόνημα δείξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στον πεθαμένο·---κι ουδέ οι λύκοι θα
γευτούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τις σάρκες του οι λιμάντεροι· ας μην το
βάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κανείς στο νου του· γιατ’ εγώ, αν και
γυναίκα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τάφο και χώσμα θα ’βρω τρόπο να του
κάμω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">φέρνοντας στου βυσσινιού μου πέπλου τον
κόρφο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να τον σκεπάσω· και μην πης αλλιώς πως θα
’ναι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τρόπο θα βρή το θάρρος μου για να το
πράξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σου λέω στην πόλη ενάντια μη θες να
κάμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γω σου λέω τα περιττά σε με μην
κρίνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκληρός ο λαός, μια που απ’ τον κίνδυνο
γλυτώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σκλήριζε, μα όμως άταφος αυτός δε
μένει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα αυτόν που η πόλη εχθρεύεται, συ θα τον
θάψης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχει κριθή από τους θεούς τώρα πιά
τούτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι όμως πριν σε κίνδυνο ρίξη τη χώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το άδικο μ’ άδικο ηθέλησε να το
πληρώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ’ αντίς για ένα, το άχτι του το ’βγαζε σ’
όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΙΓΟΝΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στερνή τελειώνει από τους θεούς η Έρις το
λόγο·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα θα τον θάψω και τα λόγια σου μη
χάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάμε του κεφαλιού σου· εγώ---είπα κι
απόειπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμον’ αλλοίμονο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ω μεγαλόγνωμες, σπιτοκαταλύτρες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κήρες Ερινύες, που και του Οιδίποδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ξεπατώσετ’ έτσι πρόρριζα το γένος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τι να γένω, τι να κάμω, τι να σοφιστώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πώς να το τολμήσω, μήτε να σε κλάψω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μήτε και νεκρό να σε ξοδιάσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα φοβούμαι---και τραβιούμαι---</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την οργή των πολιτών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ, εσένα πολλές θα σε κλάψουνε </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μοιρολογήτρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εκείνος ο άθλιος αθρήνητος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">με μονάχα το κλάψιμο της αδερφής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">θε να πάη---και ποιος να το στρέξη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α΄ ΗΜΙΧΟΡΙΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άρα κάμ’ η πόλη κι ας μην κάμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όσοι κλάψουνε τον Πολυνείκη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αλλ’ εμείς θε να πάμε μαζί να τον
θάψουμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">συνοδειά της· γιατί στη γενιά της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">είναι τούτη η θλίψη κοινή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ η πόλη μια έτσι και μια πάλι αλλιώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">παραδέχεται πάντα το δίκιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Β΄ ΗΜΙΧΟΡΙΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μεις πάλι θα πάμε μ’ αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">καθώς το σωστό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">παραδέχετ’ η πόλη μαζί και το δίκιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί, πρώτα ο θεός και του Δία η
βουλή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">αυτός τη διαφέντεψεν έπειτα πιότερο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των Καδμείων την πόλη, να μη θαλασσώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και να μην την πατήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το κύμα των ξένων αντρών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-size: 16pt;">ΤΕΛΟΣ</span></b> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-60295407030060727912013-09-04T05:50:00.002-07:002013-09-04T05:50:25.342-07:00ΟΡΕΣΤΕΙΑ - ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΟΡΕΣΤΕΙΑ -
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Φυσικώ τω λόγω η δολοφονία του Αγαμέμνονος υπό
της συζύγου του Κλυταιμνήστρας και του εραστού της Αιγίσθου ώφειλε ναποτελέση το
πρώτον δράμα της τριλογίας. Η Κλυταιμνήστρα με φοβεράν ψυχραιμίαν και αγρίαν
χαράν καυχάται διά την πράξιν της, την οποίαν θεωρεί ως δικαιοτάτην εκδίκησιν
διά την θυσίαν της κόρης της Ιφιγενείας και διά τας συζυγικάς απιστίας του
Αγαμέμνονος, όστις δεν ώκνησε να παρουσιασθή επισήμως, κατά την επιστροφήν του,
μετά της παλλακής του Κασσάνδρας. Ο Χορός, όστις κατά την απουσίαν του βασιλέως
απετέλει το συμβούλιον του κράτους (δώδεκα γέροντες) εκφράζει μεν απ' αρχής την
ανησυχίαν του διά την τελικήν έκβασιν της Τρωικής εκστρατείας, φοβείται την
τύχην του Αγαμέμνονος, επί του οποίου βλέπει επικρεμάμενον τον φθόνον των θεών
διά την αχαλίνωτον φιλοδοξίαν του και την υπεράνθρωπον ευτυχίαν του, δεν
απατάται όμως ως προς τα αληθή ελατήρια της δολοφονίας, όταν εις το τέλος του
δράματος παρουσιάζεται επί της σκηνής γαυριών και κομπάζων ο εραστής Αίγισθος. Η
σκηνή τέλος, κατά την οποίαν η Κασσάνδρα, μένουσα μόνη μετά του Χορού προ των
ανακτόρων, καταλαμβάνεται υπό του προφητικού οίστρου και αποκαλύπτει εις τον
Χορόν το εκτελούμενον έγκλημα και θρηνολογεί συγχρόνως την ιδίαν της τύχην,
αποτελεί μίαν από τας τραγικωτέρας και μεγαλοπρεπεστέρας σκηνάς του παγκοσμίου
θεάτρου. Εννοείται ότι αι λοιπαί μεταβολαί, τας οποίας επέφερεν ο ποιητής εις
τον μύθον, δεν υπηγορεύθησαν υπό πολιτικών λόγων· κατ' ανάγκην έμελλον να
προέλθωσιν εκ της συγκρούσεως της παλαιάς δωρικής παραδόσεως προς το αττικόν
πνεύμα. Ο νόμος του αίματος, το δίκαιον των νεκρών (εις το οποίον κατά την
δωρικήν παράδοσιν επιβάλλει σιγήν η βιαία παρέμβασις του Απόλλωνος αποκρούοντος
τας Ερινύας διά των βελών του) ήτο πράγματα πολύ σεβαστά διά τον Αττικόν τον Ε'
αιώνος, ώστε να ικανοποιήται ούτος διά της λύσεως ταύτης. Παρά τω Αισχύλω το
έγκλημα του Ορέστου δεν δικαιολογείται, δεν αθωούται· ο μητροκτόνος απλώς
λαμβάνει χάριν, διά της επεμβάσεως της Αθηνάς, η οποία αντιπροσωπεύει το
ανθρωπινώτερον συναίσθημα της επιεικείας.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΟΡΕΣΤΕΙΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> I. Ν. ΓΡΥΠΑΡΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 1911</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΦΡΟΥΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ' τους θεούς ζητώ να με γλυτώσουν
τέλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ τα βάσαν' αυτά ολάκερο ένα χρόνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που σα σκυλλί στον άγκωνά μου
πλαγιασμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φυλάω σκοπός πάνω στων Ατρειδών τη
στέγη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' έμαθα των νυχτερινών την σύναξι
άστρων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αυτούς, που φέρνουν στους θνητούς χειμώνα
ή θέρος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους άρχοντες που λαμπεροί ψηλά
φαντάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι ακόμη καρτερώ το σύνθημα της
φλόγας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη λάμψι της φωτιάς, να φέρη από την
Τροία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την είδησι πως πάρθηκε, γιατί έτσι
ορίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ανδρόψυχη καρδιά που ελπίζει της
γυναίκας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι όταν το αβόλευτο και
δροσομουσκεμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με διώχνει στρώμα μου, που όνειρα δε γνωρίζει
— </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και πώς; αφού μου στέκει δίπλα πάντα ο
φόβος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να μην κλείση ο ύπνος τα ματόφυλλά
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν βαλθώ να ψάλλω ή να μουρμουρίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για νάβρω στο τραγούδι γιατρικό της
νύστας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πικρό μου γίνεται στο στόμα μοιρολόι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γι' αυτού του παλατιού τα πάθη, που σαν
πρώτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τον καλύτερο δεν κυβερνιέται τρόπο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τώρ' ας πάρουν πια τα βάσανά μου
τέλος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που έλαμψε η καλοφάνερη φωτιά της
νύχτας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χαίρε νυχτερινή λαμπάδα, που σαν μέρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το φως σου δείχνεις και πολλούς χορούς μες
στ' Άργος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μηνάς πως θα στηθούν για χάρι αυτής της
τύχης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε! ε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα κράξω δυνατά στου Ατρείδη τη
γυναίκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευθύς να σηκωθή απ' την κλίνη και στα
σπίτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φωνές χαράς, γι' αυτή τη λάμψι, να
σηκώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν απ' αλήθεια πάρθηκε του Ιλίου η
πόλι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς αυτή τώρα η φωτιά θέλει να
δείξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και 'γώ καλήν αρχή στους χορούς κάνω
πρώτος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί θα πω δική μου των κυρίων την
τύχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα που τρία έξ της φλόγας ρίχτει ο
κύβος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άμποτε νάρθη ο αφέντης μας και να του
σφίξω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το σεβαστό του χέρι μέσα στο δικό μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Για τάλλα δε μιλώ· βώδι πατάει επάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στη γλώσσα μου· μα αν έπαιρνε φωνή το
σπίτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξάστερα θε να τάλεγε· με νοιώθουν όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα ξέρουν κι όποιος δεν τα ξέρει ας μη με
νοιώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΔΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι αυτός τώρα ο δέκατος χρόνος, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Πριάμου ο αντίδικος ο δυνατός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο Μενέλαος κι ο Αγαμέμνων μαζί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τιμημένο απ' το Δία ζευγάρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με σκήπτρο και θρόνο διπλό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' τη χώραν αυτή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χίλια Αργίτικα σήκωσαν πλοία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ζητήσουν το δίκιο τους στα όπλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απ' τα στήθια τους κράζοντας άγριαν αμάχη
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σαν τους γύπες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που με πόνο βαρύ των παιδιών τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από πάνω απ' την άδεια τους κοίτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φτερολάμνοντας στριφογυρίζουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν έχουνε χάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη ζεστή της φωλιάς των φροντίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα ένας ύψιστος, είτ' ο Απόλλωνας πης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε ο Δίας, είτε ο Παν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους γειτόνους των τούτους γρικόντας
πικρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να θρηνούν και να σκούζουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την εκδίκησι θάρθη καιρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στους ενόχους να στείλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι στέλλει κι ο ύψιστος ξένιος Δίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Ατρέα τους γυιούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στον Αλέξαντρο· αγώνα να στήση βαρύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για την πολυαγάπητη Ελένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που πολλά να λυγίσουνε γόνα στη γης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και προμάχων κοντάρια πολλά να
τριφτούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και Ελλήνων και Τρώων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' είναι τώρα το πράμα όπου είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και θα γίνη το τι είναι γραμμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με σφαχτά, με σπονδές και με δάκρυα
κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αλύγιστη οργή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της απρόσδεκτης δε θα μαλάξη θυσίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μόνου εμείς ανωφέλευτοι, κρέας παλιό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξεκινούσανε οι άλλοι κ' εμέναμε εδώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με μια δύναμη σαν των παιδιών,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να σερνόμαστε πάνω στα σκήπτρα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί, όπως σαν μόλις βλασταίνη ο μυαλός
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">στων παιδιών μες στα στήθια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι ο γέρος αξίζουν στον πόλεμο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι πάλι και τι 'ναι τα στερνά
γερατειά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν πιάνουν και ρεύουν τα φύλλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δρόμο του σέρνει με πόδι τριπλό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όχι από 'να παιδί πιο καλός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν όνειρο μέρας πλανιέται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά εσύ, του Τυνδάρου ω κόρη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κλυταιμνήστρα βασίλισσα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι συμβαίνει; τι νέο; τι έμαθες; ποια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάχης τάχα αγγελία και γύρω παντού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για θυσίες ετοιμάζεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όλων τώρα οι βωμοί των θεών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστυνόμων, υπάτων, χθονίων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θυραίων, αγοραίων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' τα δώρα σου καίουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι άλλη εδώ κι άλλη εκεί ανεβαίνει
ψηλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως τα ουράνια φωτιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με του αγίου θρεμμένη λαδιού τις αγνές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και καθάριες γητειές,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από του παλατιού τα κελλάρια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απ' αυτά λέγοντάς μου ό,τι θες και
μπορείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ταιριάζει ν' ακούω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνου συ μου γιατρός της φροντίδας
αυτής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μια τώρα μου δέρνει το νου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μια πάλι απ' αυτές τις θυσίες,
γλυκειά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ελπίδα μου διώχτει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον καρδιοσωμό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αχόρταγης έγνοιας μου τούτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να ψάλλω νοιώθω πως μπορώ του δρόμου το
σημάδι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που με καλό ξεκίνησαν οι δυο μας
στρατηγοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί μου εμπνέουν τα γερατειά ακόμη αυτή τη
χάρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του τραγουδιού τη δύναμη, τη θεϊκή:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς του πολέμου το πουλί ξεπροβοδάει και
στέλλει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της νιότης της ελληνικής τη δίθρονη
αρχή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ομογνώμους αρχηγούς, με σίδερο στο
χέρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μ' εκδικήτρα δύναμη στη γη την
Τρωική.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δυο βασιλιάδες των πουλιών στων πλοίων τους
βασιλιάδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φάνηκαν, μ' άσπρη ο ένας τους κι ο άλλος με
μαύρη ουρά </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πλάι στα παλάτια, απ' το δεξί του κονταριού το
χέρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε πρόφαντη ψηλή μεριά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αρπάζοντας σπαράζανε, στον τελευταίο της
δρόμο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μια λάγισσα, με πρόσβαρη της ώρας της
κοιλιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας
νικά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ο σοφός μάντης του στρατού απείκασε άμα
είδε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στους λαγοφάγους τους αητούς τους οδηγούς του
δρόμου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους πολεμάρχους δυο αδερφούς κ' ισόψυχους
Ατρείδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τέτοια λέει μαντεύοντας: «Θα πάρη, μα με
χρόνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός που ξεκινά ο στρατός την πόλι του
Πριάμου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όλα των πύργων ταγαθά και του λαού τα
πλούτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θ' αρπάξει η Μοίρα με τη βιά, φθάνει μόνο απ'
το φθόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το θεϊκό να μη βλαβή πριν απ' το τέλος
τούτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της Τροίας η ζώνη η δυνατή, γιατί η αγνή
παρθένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η Αρτέμιδα η πονετικιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάχεται του πατέρα της τα φτερωτά
σκυλιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που πριν της γέννας σπάραξαν μ' όλη μαζί τη
γέννα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη λάγισσα την κακομοίρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' εχθρεύεται των αητών τα δείπνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας
νικά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσο καλόβουλη η Καλή στις τρυφερές
δροσιές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και των πυρών των λεονταριών και στις
γαλαθηνές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τις γέννες όλων των αγρίων θηρίων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητάει σε τέλος των πουλιών να φέρη τα
σημάδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που αν και δεξιά, μα και πολλά γιομάτα 'ναι
ψεγάδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τον Παιάνα εγώ καλώ βοηθό μας, μήπως
στείλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενάντιους καιρούς στους Δαναούς και δέσουν τα
καράβια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύν καιρό αταξίδευτα, για να ζητήση
κάποια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλη θυσία ανίερη κι απρόσφορη, αφορμή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλών δεινών συγγενικών, γιατί η άφοβη η
οργή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μένει στο σπίτι η δολερή, μια μέρα να
ξυπνήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' εκδίκησι θυμάμενη του τέκνου να
ζητήση».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέτοια ο Κάλχας, με πολλά διαλάλησε
αγαθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μελλούμενα για τα βασιλικά παλάτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' των πουλιών εκείνων τα σημάδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σύμφωνα μ' αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αίλινο, ψάλλετε αίλινο, και το καλό ας
νικά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Δίας — όποιος κι αν είναι — αν μ'
αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόνομα αρέση να καλήται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' αυτό κ' εγώ τον ονομάζω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα στη στάθμη ταπεικάζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όξω από το Δία δε βρίσκω άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να μπορέσω, αν πρέπει αλήθεια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μες απ' τα στήθια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το βάρος της αμφιβολίας να βγάλω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ουδ' όποιος ήτανε μεγάλος πριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ακατανίκητος θρασομανούσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτ' αν υπήρξε θα μνημονευτή·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όποιος κατόπιν ήρθε, βρήκε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον τρίτο νικητή και πήγε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα όποιος του Δία τη νίκη από καρδιάς τιμά
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">της γνώσεως τον καρπό τρυγά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Που ωδήγησε τον άνθρωπο στη γνώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' έβαλε νόμο: πάθος μάθος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ως και στον ύπνο, στην καρδιά μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στάζει τον πόνο, που θυμίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τρόμο τα παθήματά μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αθέλητα μας συνετίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα κάνει χάρη ο θεός αλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που κυβερνά μ' αυστηροσύνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον κόσμο, απ' τα ψηλά του σπίτια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τότε ο αρχηγός του στόλου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο μεγαλύτερος, δίχως καθόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάχη να κάμη με το μάντη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι τούρθαν οι καιροί ενάντιοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν άρχισε να τυραγνή η γαλήνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η πείνα των Αργείων το στρατό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πούτανε περ' απ' τη Χαλκίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεμένος μέσα στης Αυλίδας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το πολυτάραχο στενό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ανέμοι πνέοντας απ' τον Στρυμόνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μες στα κακόβουλα λιμάνια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αργούς και νηστικούς στους ίδιους
τόπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' έφθειραν πλοία και παλαμάρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κάνοντας διπλό το χρόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξενεύριζαν με την αργία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το άνθος της νιότης των Αργείων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα όταν κι απ' τον πικρό χειμώνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρύτερη γιατρειά είπε ο μάντης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την Άρτεμη προφασισμένος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα σκήπτρα τους βροντόντας καταγίς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα δάκρυα δεν κρατούν οι στρατηγοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τότε λέει ο τρανός ο ρήγας:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βαρύ κακό κι αν δεν το πράξω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρύ κι αν το παιδί μου σφάξω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόχω καμάρι! και τα χέρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το παρθενικό της αίμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στους βωμούς δίπλα να μολύνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω συμφορά μου απ' ολούθε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προδότης πώς των πλοίων να γίνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τους συμμάχους μου ναφήσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μ' όλο το δίκιο τους ζητούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το γαίμα το παρθενικό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να λουφάξουνε οι ανέμοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άμποτε, θε μου, σε καλό! »</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μια που μπήκε στης ανάγκης το ζυγό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άνεμος δυσσεβείας γύρισε το νου
του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μηδ' όσιο μηδ' ιερό λογιάζει πιο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τον νικά η αποκοτιά του λογισμού
του·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί το πρώτο βήμα στο άθλιο το κακό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αχρείος σύμβουλος κι απομωραίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ανθρώπου το συλλογικό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' έτσι λοιπόν για το γυναίκειο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πόλεμο, και να εγκαινιάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των καραβιών το δρόμο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το βάσταξε την κόρη του να θυσιάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα διπλοπαρακάλια της, πατέρα! πατέρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν λόγιασαν, κι ουδέ τα τρυφερά της
νιάτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι πολεμόχαροι αρχηγοί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πρόσταξε τους δούλους ο πατέρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τη σηκώσουν ύστερ' από την ευχή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν ρίφι, μες στους πέπλους τυλιγμένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γοργά, ψηλά και προύμυτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επάνω απ' τους βωμούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να της φράξουν τόμορφό της στόμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με δύναμη του φίμωτρου βουβή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μην τύχη και το σπίτι του καταραστή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στη γης κυλά το φόρεμά της το ζαφρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και η κόρη τους δημίους της χτυπά ένα
ένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με των ματιώ της σαϊτιές πονετικές·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι' έμοιαζε σαν σε ζουγραφιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως νάθελε να τους μιλήση·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί στα πλούσια του πατέρα της
τραπέζια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλές φορές τους είχε τραγουδήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αγνή, με τη φωνή της την παρθενικιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταγαπητού πατέρα της από καρδιάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον καλοροίζικο έψαλλε παιάνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και το τι γένηκε ύστερα, δεν είδα, δε
λέγω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα αλάθευτες του Κάλχαντα τις τέχνες
ξέρω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η Δίκη με τη βία το αναγκάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μάθη εκείνος που θα πάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ό,τι είναι να γενή μπορείς νακούσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού γενή, κι ας λείπη από πριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί είναι τ' όμοιο να στενάζης κι από
πριν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θαλθή φως φανερό με της αυγής το φως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άμποτε νάβγουν όλα στο καλό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς ποθεί αυτή, που πλησιάζει τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνος μου πύργος της Απίας της χώρας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήρθα με σέβας, Κλυταιμνήστρα, της αρχής
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί σαν λείψη ο άρχοντας από το
θρόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το δίκιο, τη γυναίκα του να
προσκυνούμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τώρα, αν έχης τίποτε καλό
ακουσμένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή κ' έτσι για καλές ελπίδες θυσιάζεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρόθυμα ακούω· κι αν σιωπάς, δικαίωμά
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάννας καλής κόρη καλή, που λέγει ο
λόγος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τη νύχτα ας έβγη μέρα λαμπροφόρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ανέλπιστη χαρά ν' ακούσης
ετοιμάσου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί του Πριάμου, οι Έλληνες πήραν την
πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς λες! δεν άκουσα, ταυτιά μου δεν
πιστεύω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πως είναι η Τροία δική μας, καθαρά δεν
τόπα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πνίγει το στήθος μου η χαρά και δάκρυα
φέρνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μάτια την καλή σου γνώμη μαρτυρούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα νάχης και γι' αυτό που λες βέβαιο
σημάδι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχω, πώς όχι; αν οι θεοί δεν μ' απατούνε . .
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήπως σ' ονειροφαντασίες έχεις πιστέψη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε καρωμένης κεφαλής καπνούς δεν
στέργω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ή μη σου σήκωσαν το νου λόγια τανέμου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για κορασιά αλαφρόμυαλη βλέπω με πήρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι από πότε λοιπόν είναι παρμένη η
πόλη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σου λέω: τη νύχτα πόχει αυτό το φως
γεννήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος θα μπόρειε μηνυτής να φτάση
αμέσως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Ήφαιστος! στέλλοντας λαμπρή φωτιά απ' την
Ίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάνω πανωτές φωτιές αγγαρεμένες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξεπροβοδούν τη φλόγα εδώ· και πρώτη η
Ίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στον κάβο Ερμή της Λήμνου, κι από κείθε
τρίτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τ' Αγιονόρος φωτιά τρανή παραλαβαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πεύκα αρίφνητη σκεπάζοντας ως
πέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν χρυσοφέγγισμα ήλιου, του πελάου τα
πλάτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στις βίγλες του Μακίστου αγγάρεψε τη
φλόγα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κείνος όχι ανάμελλος ουδ' από ύπνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαριά παρμένος ξαστοχά τα χρέη
ταγγέλου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα πέρα η λάμψη στου Εύριπου το ρέμμα
φτάνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στου Μεσσάπιου τους σκοπούς τα νέα
φέρνει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τούτοι αντιφωτούν και τα
ξεπροβοδίζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιο μπρος, ανάβοντας ξερά ταρείκια
στίβες·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάντα φουντωμένη της φωτιάς η
λάμψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους κάμπους του Ασωπού σαν μελιχρό
φεγγάρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περνά και στις ψηλές κορφές του
Κιθαιρώνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φωλιά καινούργια η ταξιδεύτρα η φλόγα
στήνει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν αρνιέται η βίγλα, κι απ' το
προσταγμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιότερα ανάβοντας, πιο πέρα να τη
στείλη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η λάμψη δρασκελόντας τη Γοργώπη
λίμνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πέφτοντας στο Αιγίπλαγκτο, μηνάει την
τάξι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μη αμελούνε της φωτιάς, κι αυτοί με
ζήλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλώσσες φλογών σηκώνουν τέτοιες, που
περνόντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τακρόβραχα, όπου το Σαρωνικό
κοιτάζουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πέφτει σαν κεραυνός και φτάνει εδώ η
λάμψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στις βίγλες τις γειτονικές μας του
Αραχναίου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως που σ' αυτές των Ατρειδών χτυπάει τις
στέγες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το φως, που προπάππο έχει τη φωτιά της
Ίδας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέτοιους εγώ λαμπαδοφόρων έχω νόμους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να παίρνη και να δίνη ο ένας με τον
άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ο πρώτος που ήρθε νίκησε και
τελευταίος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά σου λέω τα σύμβολα και τα σημάδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μόχει στείλη ο άντρας μου απ' την
Τρωάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τις προσευχές μου στους θεούς κατόπι
κάνω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βασίλισσα, μα τώρ' αυτά που λες τα
λόγια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νακούω θάθελα άπαυτα και να θαυμάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δική τους είναι σήμερα, η Τροία των
Αχαιών!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαντάζομαι, τι ασύσμιχτη βουή στη
πόλη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς σαν χύσης μες σ' ένα πινάκι λάδι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ξύδι, να ταράζουνται θα ιδής
ανάρια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι χώρια των νικητών και νικημένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξεφωνητά θάχης νακούς ανόμοιας μοίρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτοί απ' εδώ πεσμένοι επάνω στα
κουφάρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντράδων κι αδερφών και των παιδιώ των
γέροι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γονιοί θενά θρηνούνε των αγαπημένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη συμφορά, μα μ' όχι πια λεύτερο
στόμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τους άλλους πάλι νηστικούς από τη μάχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νυχτοπλάνητος κόπος φέρνει στα
τραπέζια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της πόλεως και τους στρώνει δίχως καμμιά
τάξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα μ' όποιον ο καθένας τους λαχνό
τραβήξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα τα σκλαβωμένα σπίτια τους
στεγάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των Τρώων και γλυτωμένοι απ' τανοιχτού του
κάμπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τις παγωνιές και τις δροσιές, όλη τη
νύχτα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόσο ευτυχείς! αφύλαχτοι θα
κοιμηθούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι αν σεβαστούνε τους θεούς τους
πολιούχους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της νικημένης χώρας και τα ιδρύματά
των,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μια που νικήσαν δεν θα νικηθούνε πάλι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φτάνει μην πιάση πριν το στρατό κακός
πόθος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ναρπάζη όσα δεν πρέπει, απ' αγάπη
κέρδους·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί για τον καλό στα σπίτια γυρισμό
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει και τάλλο χέρι του σταδίου να
στρίψη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν δίχως κρίμα στους θεούς γυρίσουν
πίσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα πάλι ακοίμητο μπορεί των σκοτωμένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το αίμα να μένη, κι άλλη συμφορά αν δεν
λάχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άκου λοιπόν αυτά από μένα, τη γυναίκα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το καλό ας αξιωθώ να δω όπως θέλω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί απ' όλα ταγαθά αυτό θα ευχόμουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με γνώση αντρός, βασίλισσα, μιλείς
φρονίμου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αφού σημάδια αλάθευτα σου έχω
ακούση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα τους θεούς θα ετοιμαστώ να
ευχαριστήσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί άξιος δόθηκε ο μιστός για τόσους
κόπους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω Δία παντοδύναμε και νύχτα αγαπητή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπόχεις ταναρίθμητα στολίδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πυκνά πλεμμάτια έρριξες στη γη την
Τρωική</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με σιδερένια δαχτυλίδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήτε μεγάλοι να μπορούν μήτ' άγουρα
παιδιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — κι ανώφελα κανείς ας μη γυρεύη — </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">το δίχτυ να πηδήσουνε που ξάπλωσε η
σκλαβιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όλους τριγύρω μέσα του μαζεύει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε τρέμω, ω Δία ξένιε, και τα έργα σου
τιμώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που από καιρό τεντώνεις το δοξάρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να μη ρίξης άνεργο το δίκιο σου
θυμό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επάνω στον αδικητή τον Πάρη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις να πης κ' έχεις να κρίνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το χέρι της Δικαιοσύνης·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον βρήκε το άδικο στο δρόμο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ας λέη κάποιος πως θ' αφήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απλέρωτον όποιος τολμήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το θείο της να πατήση νόμο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αργά ή νωρίς θαρθή μια μέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να πάθη ο γυιός για τον πατέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που άδικο πόλεμο σηκώνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και που μ' ασήμι σκορπισμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με χρυσάφι μαζεμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα σπίτια του παραφορτώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο φρόνιμος μονάχα αρκιέται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' όσο να μη στενοχωριέται·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί οι θησαυροί οι περισσοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τον γλυτώνουν δίχως άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όποιος της Δίκης το μεγάλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βωμό θενά ποδοπατήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μας σπρώχνει των φρενών η βλάβη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άλλου κακού τον πόθο ανάβει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα τότε γιατριά δεν έχει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν κρύβεται το κρίμα· βγαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σα φωτιά καταραμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαντάζει ολόγυρα και τρέχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι το ψεύτικο χρυσάφι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τη τριβή τέλος ξεβάφει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μαύρη φαίνεται η θωριά του·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπως μωρό παιδί να πιάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πουλί ζητά — κ' έχει ντροπιάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πόλη και τα γονικά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα δεν ακούει τα παρακάλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς θεός, και στα κεφάλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταμαρτωλά φωτιά θα βρέξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νά ο Πάρης! που ψωμί κι αλάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ντράπηκε, απ' το παλάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυναίκα φίλου του να κλέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι αφίνοντας λογχών κι ασπίδων κρότους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ναυτικούς στην πύλη εξοπλισμούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στους Τρωαδίτες φέρνοντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίς για προίκα, αφανισμό τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γοργά τις πύλες διάβηκε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα κανείς δεν τόλμησε τολμόντας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολυαναστενάζοντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγανε του παλατιού οι προφήτες:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω σπίτι, σπίτι κι άρχοντες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ω κλίνη, κερωτόθυμα του αντρός της
χνάρια!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δήτε τον τώρα στη βουβή ατιμία του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι απαραπόνευτο στη συμφορά του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρατημένο αδιάντροπα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι απ' τη λαχτάρα της φευγάτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως στα παλάτια μέσα ζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαντάζεται το φάντασμά της!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χάρη δεν έχει άλλη εμορφιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για το θλιμμένο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σβύνει κάθε αποθυμιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο μάτι του το στειρεμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κέρχουνται ονειροφάνταχτοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και θλιβεροί στους ύπνους ήσκιοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φέρνοντας χάρη ανώφελη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί του κάκου! όταν κανείς νομίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως βλέπει ένα καλό στα ονείρατά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλυστρά μες απ' τα χέρια τόραμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν αργεί νακολουθήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το δρόμο του ύπνου του φευγάτου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέτοιες μες στα παλάτια συμφορές </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα κι άλλες είναι πιο βαριές ακόμη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για όσους ξεκίνησαν από τη χώρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σ' όλων τα σπίτια αβάσταγο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πένθος και θλίψη βασιλεύει τώρα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά ραγίζουν τις καρδιές,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί καθένας ξέρει εκείνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόστειλε για τον πόλεμο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα τώρ’ αντίς για κείνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στάχτη και νεκροδόχες μοναχά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στα σπίτια καθενός γυρίζουν!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι ο Άρης, παλλάζει τα κορμιά με μάλαμα,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και που κρατάει ζυγαριά στις μάχες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' το Ίλιο στέλλει πίσω στους δικούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρυά και πικροθρήνητα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καρβουνωμένα θρύψαλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιομίζοντας τα ευκολοβάσταγα λεβέτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με στάχτη των ανθρώπω των·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' εγκωμιάζουν και θρηνούν τους άντρες
των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ένα, τι άξιζε στη μάχη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άλλο, πόπεσε στον πόλεμο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παλικαρίσια, για γυναίκα ξένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι κρυφά από κάποιο ψιθυρίζεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ο φθόνος έχθρητα γιομάτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σιγογλυστράει στους πρόμαχους
Ατρείδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα κείνοι εκεί, στο τείχη ολόγυρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά κρατούν, οι πολυεπαινεμένοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της Τρωικής της γης τα μνήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που κρύβει τους εχθρούς της νικημένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βαρύς ο λόγος του λαού, βαριά η οργή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι απλέρωτη η κατάρα του δε μένει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η έγνοια μου κάτι μαύρο σκοτεινό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νακούση περιμένει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί έτσι δεν αφίνουν οι θεοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κείνους που χύνουν πολύ γαίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι οι μαύρες Ερινύες με τον καιρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την άδικη του ανθρώπου ευτυχία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' έν' αναποδογύρισμα της τύχης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαυρίζουν· κι όταν ξεγραφή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμη πια καμιά δεν έχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βαρύ ναι φήμη αμέτρητη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάχη κανείς, γιατί απ' του Δία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μάτι πέφτει ο κεραυνός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προκρίνω αζήλευτη ευτυχία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε καταχτητής νάθελα γένω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα ούτε κάτω απ' άλλους πάλι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να δω το βίο μου σκλαβωμένο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — Της καλοφάνερης φωτιάς τρέχει στη
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γρήγορη η φήμη· μα κι αν είναι αληθινή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιος ξέρει, ή τάχα απάτη θεϊκή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — Ποιος είν' έτσι παιδί και με κρίση
λειψή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που να πυρώση πρώτα την καρδιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τα καινούργια της φωτιάς μαντάτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να θλιβή αν έβγη αλλιώς ο λόγος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — Αυτό ναι το γυναίκειο φυσικό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νανοίγη την καρδιά της στο καλό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πρι φανερώση ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — Και τώρα η προσταγή της γυναικός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκολοπίστευτη πολύ ξαπλώνει . . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μα σβήνει ταχυθάνατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο γυναικόσπαρτος ο λόγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όπου κι αν είσαι θενά μάθωμε αν ήταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινές οι επανωτές φωτιές και φλόγες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή μήπως ήρθε το τερπνό το φως εκείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν όνειρο και μας ξεσήκωσε το νου
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τον βλέπω, νά, που απ' το γιαλό προβαίνει ο
κήρυξ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελιάς κρατάει κλαδόφυλλα, και μάρτυράς
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο κορνιαχτός, της λάσπης το στεγνό
ταδέρφι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως δε μου φέρνει, ανάβοντας βουνίσια
ξύλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με των καψάλων τους καπνούς βουβά
σημάδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ή τη χαρά μας μ' ό,τι πη θα
βεβαιώση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή — πιο καλά αμελέτητο το ενάντιο
νάναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το καλό που φάνηκε σε καλό νάβγη —
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όποιος τανάντια εύχεται απ' αυτά στην
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός των λογισμών του ας τρυγάη το
κρίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε της πατρικής μου γης, του Άργους
χώμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που σε πατώ πάλι ύστερ' από δέκα
χρόνια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μια καν απ' τις τόσες μου χάρηκα
ελπίδες!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί ποτέ δεν τόλεγα πως θαξιωνόμουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τάγια μας χώματα νεκρό να με
σκεπάσουν·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα, χαίρε πατρίδα, χαίρε φως του
ήλιου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και συ μεγάλε Δία της χώρας και συ
Πύθιε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς πια με τα βέλη σου να μας
σαϊτεύης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φτάνει όσο εκεί στο Σκάμαντρο μας
πολεμούσες·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα βοηθός μας και σκεπός άμποτε
νάσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απόλλων! κι όλους τους θεούς τους α γ ω ν ί ο
υ ς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσκυνώ, και τον δικό μου τον
προστάτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Ερμή, φίλον κήρυκα, τιμήν κηρύκων·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' ήρωες, που μας στείλετε,
καλοδεχτήτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλι όσοι απ' το στρατό γλυτώσαν το
κοντάρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω, ω, του βασιλιά τιμημένα παλάτια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυσέβαστοι θρόνοι και θεοί
προσήλιοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρούμενοι, αν και πριν, το βασιλιά από
χρόνια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τον δεχτήτε που έρχεται, σε σας και σ'
όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμάς στη μαύρη σκοτεινιά μας φως να
φέρη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρούμενοι δεχθήτε τον γιατί του
πρέπει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που με του Δία τη δίκελλα του
δικαιοκρίτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την Τροία γκρέμνισε και ρήξαμε τη γη
τους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ρείπια οι βωμοί των θεών και τα ιερά
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ουδέ σπόρος δε μένει απ' όλη τους τη
χώρα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέτοιο ζυγό στον τράχηλο έβαλε της
Τροίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' έρχεται τώρα ο ευτυχισμένος βασιλιάς
μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μέσα σ' όσους τώρα ζουν τιμές του
πρέπουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί ουδ' ο Πάρις ουδέ η Τροία είναι, να
πούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν άξιζε το πάθημα το κάμωμά τους·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν μπορεί να πη πως δεν το βρήκε ως
τόσο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το δίκιο του και με το παραπάνω ο
κλέφτης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού συθέμελα έσβησε το πατρικό του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πλέρωσαν διπλά το κρίμα οι
Πριαμίδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Του αχαϊκού στρατού χαίρε, κήρυκα,
χαίρε!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρω· και τώρα, αν θέλουν οι θεοί, ας
αποθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της πατρικής μας γης σε δάμασε ο πόθος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσο, που απ' τη χαρά μου πλημμυρούν τα
μάτια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την ίδια θα είχετε και σεις γλυκειάν
αρρώστεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι πάει ο λόγος σου να πη; δος μου να
νοιώσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πως έδερνε και σας και μας ο ίδιος
πόθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η χώρα που εποθούσαμε λες μας ποθούσε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, και στενάζαμε συχνά απ' τα
φυλλοκάρδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πόθε αυτός ο μαύρος πόνος της καρδιάς
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσο καιρό τη σιωπή βρήκα γιατρειά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη, λείποντας ο βασιλιάς, κάποιο
εφοβόσουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσο, που ως λες και συ, τώρα κ' εγώ ας
ποθάνω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέλος καλόν όλα καλά· μέσα στο διάβα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του χρόνου, άλλα μας έρχουνται δεξιά και
πάλι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα ζερβά· γιατί έξω απ' τους θεούς ποιος
άλλος </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όλο το βίο του θα χαρή με δίχως πάθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί αν λέω τους κόπους και τις
κακοπέρασες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τανάριο ξεμπαρκάρισμα, τα κακοστρώσια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποια μέρ' αστέναχτη είτανε να μη μας
λάχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Στη στεριά πάλι το κακό είταν ποιο
μεγάλο:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κάτω απ' τα κάστρα των εχθρών τόχαμε
στρώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πια η δροσιά απ' τον ουρανό κι απ' τα
λειβάδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της γης, μας περεχούσε και μας είχε
πάντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολόμουσγα τα ρούχα μας κι άγρια την
τρίχα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν πης για τον χειμώνα, των πουλιώ το
χάρο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που αβάσταγο κατέβαζε η χιονιά της
Ίδας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή για τη ζέστη, όταν ο πόντος δίχως
κύμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αγέρα στις μεσημερνές κοιμόνταν κοίτες . .
. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τι να κλαίω γι' αυτά; έχει περάση ο
πόνος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι έχει περάση, τόσο για τους πεθαμένους,
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">που πια σκοπό δεν τόχουνε ναναστηθούνε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι να τους λογαριάζουμε τους
πεθαμένους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τι να φέρνη ο ζωντανός τις λύπες
πίσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τις συμφορές τις στέλλω στο καλό να
πάνε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί σ' εμάς που μείναμεν απ' το στρατό
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλήθιο το κέρδος τη ζημία αντισηκώνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που αξίζει αλήθεια μπρος σ' αυτό το φως του
ήλιου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να καυχηθούμε πάνω από στεριές και
θάλασσες:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> «Αφού την Τροία επήρε ο στόλος των
Αργείων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά για τους ελληνικούς θεούς τα
λάφυρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στις εκκλησιές των κρέμασε, λαμπρά
στολίδια».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι όποιος ακούη αυτά θα πρέπει να
παινεύη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πόλη και τους στρατηγούς και χάρη
νάχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Δία που τάφερε δεξιά· είπα ότι
είχα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με νίκησαν οι λόγοι σου και δεν
ταρνιούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί είναι πάντα ο γέρος νιος για να
μαθαίνη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα αυτά την Κλυταιμνήστρα και ταρχοντικό
της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιότερο γνοιάζουν· μα και με συνάμα
ευφραίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ' τη χαρά μου ερέκαξα και τότε αμέσως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ήρθε το πρώτο μήνυμα της φλόγας,
νύχτα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' είπε της Τροίας το πάρσιμο κ' είπε το
τέλος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κάποιος μ' επερίπαιξε: από τις
φλόγες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γελάστηκες και πίστεψες πως η Τροία
επάρθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ω πόσο τόχει ο νους να τρέχη της
γυναίκας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μ' αυτά τα λόγια μέχανε πως πήρα πέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως εγώ εθυσίαζα και στη γυναίκεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάκουοι προσταγή, παντού μέσα στην
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στις εκκλησιές, χαράς αλλαλαγμοί
αντηχούσαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άλλοι τις φάουσες κοίμιζαν μυριστές
φλόγες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τώρα τι τα θέλω πιότερα από σένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όλα τα πάντα από τον ίδιο θα τα μάθω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και θα βιαστώ να κάμω τα καλύτερά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για τα καλά του σεβαστού μου αντρός
δεξίμια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί ποιο φως γλυκύτερο θα ιδή
γυναίκα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρ' απ' τον πόλεμο ο θεός τον άντρα αν
σώση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τις πόρτες να του ανοίξη; — πήγαινε και πε
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ναρθή το γρηγορώτερο, η χαρά της
χώρας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να βρη, όπως την άφησε, πιστή
γυναίκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μες στα παλάτια του, που φύλαγε σαν
σκύλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλή για κείνον και άγρια για τους εχθρούς
του·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σ' όλα τα ίδια πάντα, δίχως να
χαλάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμιά, τόσον καιρό που έλειπε,
σφραγίδα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τόση γνώρισα χαρά ή κακό λόγο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για άλλον άνδρα, όσο και το χαλκό πως
βάφουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είναι τέτοια καύχηση, γιομάτη
αλήθεια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αταίριαστη σε στόμα ευγενικής
γυναίκας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άκουσες τώρα κ' έμαθες έτσι που σου
είπε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν ξάστερος εξηγητής τα ωραία της
λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα εσύ για τον Μενέλαο θα σ' ερωτήσω —
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πες μας, έχει γλυτώση, κήρυκα, και
θάρθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί με σας, ο καλός άρχοντας της
χώρας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς να μπορέσω να το πω το έμορφο ψέμμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να το χαίρουνται πολύν καιρόν οι
φίλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άμποτε να μας πης καλά και νάν' κι
αλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί τόνα δεν κρύβεται χώρια από
τάλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άφαντος μέσ' από το στόλο των Αργείων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αυτός και το καράβι του· αυτή ναι η
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σας άφησε απ' την Τροία φανερά, ή τάχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μπόρα σας βρήκε και τον χώρισε απ' τους
άλλους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σαν άξιος πέτυχες τοξότης το σημάδι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με δύο λόγια ιστόρησες κακό
μεγάλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δεν ακούστηκε απ' τους άλλους κανείς
λόγος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν είναι τάχα ζωντανός ή πεθαμένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν ξέρει τίποτε σωστό να πη κανείς γι'
αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έξω απ' τον ήλιο που τον κόσμον όλον
θρέφει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πες μας λοιπόν πώς βρήκε η χειμωνιά το
στόλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πώς η θεϊκή η οργή επήρε τέλος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΗΡΥΚΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μια τέτοια μέρα με κακές δεν πρέπει
ειδήσεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να βεβηλώσω· χώρια των θεών η χάρη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί όταν πάθη αδήγητα που ηύραν το
στράτευμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' όψη στυγνή ο μηνυτής φέρνει στην
πόλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτα είναι για όλους μια πληγή το κοινό
πάθος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και χώρια κι όσους ξέκαμε από τόσα
σπίτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τη διπλή του μάστιγα, που ξέρει ο
Άρης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκοπη συμφορά, διπλού ζευγάρι
ολέθρου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όποιος τόσα κακά φορτωμένος θα φέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των Ερινύων του πρέπει αυτός Ύμνο να
ψάλλη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα εγώ που άγγελος έρχομαι της
σωτηρίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στην πόλη τη χαρούμενη στο θρίαμβό
της,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς στα καλά κακά να σμίξω, κι
ιστορίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την τρικυμία, που απ' τη θεία οργή μας
βρήκε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί η φωτιά κ' η θάλασσα που είταν ως
τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσπονδοι εχθροί φιλιώθηκαν κ' έδωκαν
όρκο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να φθείρουνε τον άθλιο των Αργείων
στόλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νύχτα, και το μεγάλο το κακό εσηκώθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άμπωθε τόνα πάνω στάλλο τα καράβια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο άγριος ο θρακιάς και τα βροντούσε
αντάμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως που απ' τη μάνητα της μπόρας και τη
ζάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ανεμόδαρτης βροχής, άφαντα πάνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν νάταν και κακός βοσκός τα είχε
προγγίξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα έδωκε και ξημέρωσε και βγήκε ο
ήλιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και βλέπομε ν' ανθή το πέλαγος το
Αιγαίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από Αχαιών κορμιά και καραβιών
συντρίμια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα εμάς και το καράβι μας άβλαβο
κάποιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με μαστοριά ξεγλύτωσε κ' έβγαλε πέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεός κι όχι άνθρωπος, κρατόντας το
τιμόνι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ο σωτήρας η Τύχη εκάθησε πιλότος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μη μας λύση τους αρμούς τάγριο το
κύμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή κάπου σε ξερόβραχα έξω μας ρίξη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' έτσι απ' της θάλασσας το χάρο
γλυτωμένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς να το πιστεύουμε, στη χρυσή μέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη συμφορά μας βόσκαμε με έγνοιες
καινούριες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για το στρατό πανεμοσκόρπισε κ' εχάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τώρα αν ζη κανείς και πνέη κι από
κείνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα μας λογιάζουν για χαμένους· και πώς
όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως το ίδιο και γι' αυτούς και μεις δε
λέμε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως ας έβγη σε καλό, και πρώτο απ'
όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και βέβαια το Μενέλαο να ιδής
καρτέρει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί αν τον ξέρη κάπου μια του ήλιου
αχτίνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως ζη και βασιλεύει, με του Δία τη
γνώμη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που δε θέλει το γένος του να σβύση
ακόμη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει ελπίδα πάλι εδώ να μας γυρίση·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή 'ναι, που είπα κι άκουσες η πάσα
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος να της τόδινε έτσι αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόνομα σ' όλα ταιριαστό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μην κάποιος που δε βλέπομε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ξέροντας το πεπρωμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη γλώσσα ωδήγα στο σωστό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ελένη! νύφη με σπαθιά και φόνους
γυρεμένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί αλήθεια όλεθρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανδρών και πλοίων και κάστρων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' την παστάδα εκίνησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πολυξομπλιασμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τις πνοές του γίγαντος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ζεφύρου, η Ελένη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και κυνηγοί αναρίθμητοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σιδεροφορεμένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πίσω απ' τα ίχνη τάφαντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των καραβιών που αράξανε εκεί πέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που οι όχθες του Σιμόεντα χλωρές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλαστομανούνε από πολέμων αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσ' η εκδικήτρα η οργή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στην Τροία να φέρη δεν αργεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμπεθεριό, όνομα και πράμμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να ξοφλήσουν με καιρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του τραπεζιού την ατιμία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και του φιλόξενου του Δία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κείνοι που τότε από καρδιάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έψαλλαν το νυφιάτικο τραγούδι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του υμεναίου, που η μοίρα τόφερνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι οι γαμπροί να τραγουδούνε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ξέμαθε όμως ύστερα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ύμνο η πόλη του Πριάμου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα βαρυαστενάζει, πολυθρήνητο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλόντας τον κακόγαμπρο τον Πάρη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθεια πολυθρήνητο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για τόσες πολιτών ψυχές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το αίμα τάδικο που εχάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι στο σπίτι του έθρεψε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποιος γαλαθηνό λιοντάρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκομμένο απ' το βυζί της μάννας του·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στων πρώτων του ημερώ τη χάρη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήμερο στα παιδιά πασίχαρο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και των γεροντοτέρων χάδι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συχνά στην αγκαλιά του τόπερνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν νάτανε νεογέννητο παιδάκι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και χαρωπά χαϊδεύονταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο χέρι που του χόρταινε την πείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα ήρθε καιρός και χρόνισε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τόδειξε από ποιους κρατούσε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για το σπολλάτη της τροφής του,
ακάλεστος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το γιόμα του ετοιμάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μες στα κοπάδια, πόπνιξε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' αίμα πλημμύρισε το σπίτι — </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κακό στους σπιτικούς αγιάτρευτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και φονικό, ζημία μεγάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεός τον είχε θρέψη επίτηδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν ιερέα συμφοράς στο σπίτι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι και στις αρχές λέω πως νάρθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στην Τροία σαν μια ιδέα ανάνεμης
γαλήνης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν ένα ατίμητο αρχοντιάς στολίδι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν μαλακό ματιών σαΐτεμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καρδιών λίγωμα, έρωτος άνθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μ' άλλαξεν όψη κ' έφερε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πικρό στους γάμους τέλος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ασύντυχη και κακοσύβαστη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σηκώθηκε στους Πριαμίδες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σταλμένη από το Δία τον ξένιο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νυμφόκλαυτη Ερινύα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είν' ένας λόγος παλαιός παμπάλαιος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που όταν τανθρώπου η ευτυχία περσέψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεννά και δεν πεθαίνει άκλερη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι απ' την καλοτυχιά βλασταίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αχόρταγη στο γένος δυστυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα εγώ χώρια απ' τους άλλους
σκέπτομαι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως πιότερα παιδιά γεννά το κρίμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που του γονιού των όλα μοιάζουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ τα σπίτια τα καλά και δίκια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντα καλότυχη γεννιά θα βγάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόχει το κρίμα το παλιό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καινούργιο να γεννοβολάη κρίμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στους άδικους ανθρώπους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — αργά ή νωρίς όταν θε νάρθη ημέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της γέννας η γραφτή — </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και συμφορά απολέμητη ανίκητη κι ανίερη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στα σπίτια την απόκοτη μαύρη
Εκδικήτρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τους γονιούς της απαράλλακτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα η Δίκη λάμπει στα φτωχά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άραχλα σπίτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και του δικαίου το βίο τιμά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ απ' τα χρυσοστόλιστα με αδικίες
παλάτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φεύγει και δε γυρνάει τα μάτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάει στα τιμημένα, δίχως να ψηφά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη ψευτοφημισμένη δύναμη του πλούτου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όλα σε δίκιο τέλος κυβερνά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα εσέ, βασιλιά, νικητή της Τρωάδας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Ατρέα γεννιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το πώς να σε πω και πώς να τιμήσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς πέρα να πάω, μηδέ πίσω ναφήσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των επαίνων το μέτρο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί ξέρω, πολλοί προτιμούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι φαίνεται μόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το δίκιο αψηφούν·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ο καθένας στον πόνο σου είν έτοιμος
τάχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να στενάζη μαζί σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ δεν του ραγίζει η καρδιά του από
μέσα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σου κάνει πως χαίρει με σένα ο
άλλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το αγέλαστο πρόσωπο βιάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα ο καλός ο βοσκός που γνωρίζει από
τέτοια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γελιέται απ' το μάτι ανθρώπου που
δείχνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τάχα γνώμη καλόκαρδη κι όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε χαϊδεύει με αγάπη χλιαρή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν, όταν συ ξεκινούσες το
στόλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για τη μαύρη Ελένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν το κρύβω, γι' ανόητο σε είχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πως όχι σωστά κυβερνούσες το νου
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν να επήαινες σ' ανθρώπους γραμμένους του
χάρου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανωφέλευτο θάρρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όμως τώρα που βγήκαν σε τέλος καλό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγαλλιάζει η ψυχή μου απ' τα βάθη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και συ πια δε θαργήσης ρωτόντας να
μάθης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιος στην πόλη σου φύλαξε γνώμη πιστή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ποιος όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το Άργος για πρώτα δίκιο 'ναι να
χαιρετήσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τους εγχώριους τους θεούς που μου είν'
αιτία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του γυρισμού και της εκδίκησης που
πήρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από την Τροία· γιατί οι θεοί, όχι από λόγια
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">γρικόντας, ρίξανε στην κάλπη του
θανάτου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ψήφο τους αμέραστο για της Τρωάδας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον τέλειο το ξολοθρεμό, ενώ στην άλλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σίμωνε η ελπίδα του χεριού κ' έμενεν
άδεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι απ' τον καπνό γνωρίζεται η παρμένη η
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τώρα ακόμη· ζούνε του ολέθρου οι
μπόρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η στάχτη η δυσκολόσβυστη, ψηλά και
γύρω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παχιές σκορπίζει μυρωδιές του αρχαίου του
πλούτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πρέπει χάρη αξέχαστη νάχουμε πάντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για τούτα στους θεούς, που τα θεόργητά
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στήσαμε δίχτυα και για χάρι μιας
γυναίκας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξολόθρεψε ταργείτικο θεριό την πόλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο ασπιδοφόρος ο λαός, πουλάρι αλόγου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πηδόντας τον καιρό που βασιλεύει η
Πούλια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μες στα κάστρα πέφτοντας τωμό
λιοντάρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βασιλικόν εχόρτασε γλείφοντας αίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά να πω για τους θεούς έπρεπε
πρώτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι όσο για τη δική σου γνώμη, μες στη
μνήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρατώ όσα μούπες, κ' είμαι σύμφωνος με
σένα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθεια, λίγοι άνθρωποι τόχουν φυσικό
τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ευτυχία του φίλου τους να μη
φθονούνε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα στην καρδιά κατασταλάζει το φαρμάκι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ζούλιας και διπλαίνει του άρρωστου τον
πόνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που, χώρια απ' της δικής του δυστυχίας το
βάρος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ευτυχία του γείτονα βλέπει και
σκάζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ξέρω που σου μιλώ· γιατί πολλούς
γνωρίζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που η τόση αγάπη πόδειχναν είταν
μονάχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν του καθρέφτη ζουγραφιά και σκιάς
εικόνα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μόνου ο Οδυσσέας, που ακλούθησε άθελά
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μια που ζεύχτηκε, πρόθυμος σύντροφός μου
είταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — καλή του η ώρα ή ζωντανός ή πεθαμένος —
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα τάλλα, για τους θεούς και για την
πόλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε σύνοδο κοινή, δουλειά μας κάνοντάς
το,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί θε να σκεφθούμε, κι ό,τι καλά
στέκει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να ιδούμε πως θα καλομείνη
πάντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ό,τι από γιατρειά και φάρμακα έχει
ανάγκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καίοντας και κόβοντας στοχαστικά με
γνώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα δοκιμάσομε, αν μπορή, να φύγη η
αρρώστεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα στων παλατιών την τιμημένη εστία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πηγαίνω, πρώτα τους θεούς να
προσκυνήσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που όπως με καταβόδωσαν μ' έφεραν
πίσω·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η νίκη μια π' ακλούθησε, ας
στεριώση!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Της πόλεως του Άργους τιμημένοι εσείς
γερόντοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε θα ντραπώ να πω σε σας την τόση
αγάπη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που αισθάνομαι του αντρός μου, γιατί ο χρόνος
σβήνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη συστολή απ' τον άνθρωπο· δεν τάχω
ακούση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' άλλους, τα δικά μου θα σου πω τα
πάθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον καιρόν έλειπε αυτός κάτω στην
Τροία·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πρώτα δίχως άντρα κ' έρμη μες στο
σπίτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι φριχτό κακό να κάθεται η γυναίκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όλο ν' ακούη πολλά συφοριασμένα
λόγια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μόλις μπαίνη ο ένας με κακά
μαντάτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χειρότερη άλλη συμφορά να φέρνη ο
άλλος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν τόσες είταν οι λαβωματιές του,
όσες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθημερνά μας έφερνε στο σπίτι η φήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάταν να πης πιο τρύπιος κι απ' το δίχτυ
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι αν όσες φορές τόπανε, είχε πεθάνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν άλλος δεύτερος τρισώματος Γηρυόνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> [πολύ από πάνω, κι από κάτω πια δε
λέγω]</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρίδιπλο ντύμα γης πως πήρε θα
καυχιόνταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να πεθάνη μια φορά στο κάθε σχήμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γι' αυτές λοιπόν και για τις τέτοιες κακές
φήμες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλές κρεμάθρες άλλοι γύρω απ' το λαιμό
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το στανιό μου λύσανε που είχα
σφιγμένες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γι αυτά δεν βρίσκεται κ' εμπρός σου εδώ κι ο
γυιός σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ενέχυρον της πίστης μου και της δικής
σου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο Ορέστης, καθώς έπρεπε, και μη
απορήσης·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί τον τρέφει καλοθελητής μας φίλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' τη Φωκίδα ο Στρύφιος, προλέγοντάς
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διπλά ενδεχόμενα κακά: και το δικό σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτω στην Τροία τον κίντυνο, ή μήπως
ρίξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποια αναρχία του λαού την γερουσία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως καθώς τόχουν φυσικό οι άνθρωποι
πάντα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιότερο να ποδοπατούν έναν που πέση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μια τέτοια βέβαια πρόφαση δεν κρύβει
απάτη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα εμένα οι άφθονες πηγές των δάκρυών
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν στειρέψη και σταλαματιά δε
μένει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ταργοκοίμητα μου βλάβηκαν τα μάτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να κλαίω τις παραμελημένες φωταψίες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που πρόσμενα από σένα· και στα ονειρατά
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τανάλαφρο του κουνουπιού εξυπνούσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φτεροσουσούρισμα, γιατί έβλεπα για
σένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιότερα πάθη κι απ' του ύπνου μου τις
ώρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα χαρούμενη που πέρασα όλα ετούτα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς να μη λέω τον άντρα αυτό, σκύλλο της
στάνης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άγκυρα σωτηρίας του πλοίου, και ψηλής
στέγης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στερεό στύλο, μονάκριβο παιδί, πατέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στεριά που βλέπει ανέλπιστα ο
θαλασσομάχος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέρα λαμπρότατη ύστερ' από κακωσύνη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρεχάμενο νερό στον δρομομαχισμένο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέτοιων λοιπόν χαιρετισμών τιμή του
αξίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ας λείπη ο φθόνος! φτάνουνε τα
περασμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που τράβηξα· και τώρ' αγαπητό κεφάλι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέβαινε απ' τ' αμάξι σου, δίχως
ναγγίξης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στη γης το πόδι σου, που χάλασε την
Τροία!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δούλες τι στέκεσθε; πόχω το χρέος
προστάξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να στρώσετε χαλιά στου δρόμου του τη
στράτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευθύς ας γίνη πορφυρόστρωτος ο δρόμος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ας τον φέρη στανέλπιστα παλάτια η
Δίκη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Για τάλλα — η έγνοια μου άγρυπνη, σε δίκιο
τέλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα φέρη — πρώτα ο Θεός — τα πεπρωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κόρη της Λήδας, των σπιτιών μου
κυβερνήτρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμφωνα με της απουσίας μου το μάκρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα λόγια σου μάκρυνες, αν και
ταιριάζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάρχεται απ' άλλους η τιμή του δίκιου
εμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι απ' άλλο, με καμώματα γυναίκεια
εμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη θες να με χαλάσης και σα βάρβαρο
άντρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταπεινοπροσκυνάς με χαμόσυρτα λόγια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μηδέ στρώσης στο δρόμο μου, με τις
πορφύρες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το φθόνο· στους θεούς η τιμή τούτη
πρέπει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θνητός σε τέτια πολυξόμπλιαστα
στολίδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν πάει σ' εμένα να πατώ με δίχως
φόβο·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν άνθρωπο, όχι σαν θεό να με
τιμούνε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δίχως τα στρωσίματα κι αυτά τα
ξόμπλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η δόξα διαλαλεί· κ' η μετρημένη η
γνώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δώρο μεγάλο του θεού· να μακαρίζης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άνθρωπο απ' τα τέλη του τα
ευτυχισμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν έτσι πάντα φέρνομαι, φόβο δε
θάχω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως τώρα κι αυτή μη μου αρνηθής τη
χάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ξέρε το, δε θα ιδής τη γνώμη μου
ναλάξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μην τύχης τάμμα στους θεούς, για κάπιο
φόβο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρά καθ άλλον, ξέροντας το λόγο μου
είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι λες τάχα ο Πρίαμος, αν ενικούσε; . . .
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και βέβαια θα πατούσε πάνω στις
πορφύρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν μη ντηρηθής το τι θα πη ο
κόσμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως και του λαού η φωνή πολύ βαραίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τον άνθρωπο που δε φθονούν, μην τον
ζηλεύης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν πάει και στη γυναίκα να γυρεύη
αμάχες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα πρέπει κάπου κι ο ευτυχής να τον
νικούνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόσο λοιπόν να με νικήσης επιμένεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε με, μα με το θέλημά σου, ας μείνη η
νίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' αφού το θες . . . γοργά ας μου λύσουν τις
αρβύλες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ως σκλάβους τις πατάει και πορπατάει το
πόδι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' ενώ πάνω σ' αυτές θα φεύγω τις
πορφύρες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ας μη με ιδή κανείς θεός με φθόνου
μάτι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ντροπή, σταλήθεια, τέτοια να ρημάζης
πλούτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ασημοζυγιασμένα φάδια μες στους
δρόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόσο γι' αυτά· την ξένη τώρα ετούτη
δέξου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με καλωσύνη· από ψηλά θα καλοβλέπουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντα οι θεοί, όποιος σκληρός δεν είναι
αφέντης·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί ποιος πέφτει στη σκλαβιά με θέλημά
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή, διαλεχτόν άνθος από τόσα πλούτη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την έφερα μαζί μου, δώρο του στρατού
μου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αφού στο θέλημά σου μ' έχεις τέλος
φέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατόντας σε πορφύρες στο παλάτι ας
εμπώ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχει κι αν έχει η θάλασσα! ποιος θα την
σώση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ασημοζύγιαστη πολλήν πορφύρα
θρέφει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καινούργια πάντα, για όσα θες να βάφης
φάδια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και το σπίτι σου, ρήγα μου, τόχει για
νάχη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πρώτα ο θεός φτώχεια τι πάει να πη δε
ξέρει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν τέτοιο μου έφερναν χρησμό απ' τα
μαντεία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάταζα τόσα κι άλλα φάδια να πατιόνταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για τα καλά σου, νάθε ταξιωθώ,
δεξίμια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί σαν μένη η ρίζα, τα κλωνιά
φουντώνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι απλώνουν ήσκιο του σπιτιού, στο βαρύ
κάμμα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι και σένα ο γυρισμός σταρχοντικό
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν να μας φέρνη από χειμώνα καλωσύνη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όταν γυαλίση απ' τη ξυνή την
αγουρίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρασάτη ρόγα, τότε πια η δροσιά γλυκειά
'ναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν κυβερνάει το σπίτι του ο ίδιος ο
αφέντης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω Δία μου τέλειε, δίνε στις ευχές μου
τέλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όπως συ θέλεις κάμε ό,τι να κάμης
θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί με τόσο πείσμα πάντα εμπρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στη 'λαφροΐκιωτή μου τη καρδιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός ο φόβος να πηδά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ακάλεστος κι αλέρωτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου ψέλνει προφητείες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί σαν τα όνειρα τα σκοτεινά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μην μπορώ να τον ξορκίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το καλό το θάρρος μου ξανά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο θρόνο της καρδιάς να στήσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όμως καιρός επέρασ' από τότε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που σέρνοντας τα παλαμάρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφήσανε την αμουδένια ακρογιαλιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν κατά την Τροία ξεκίνησαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το στρατό μας τα καράβια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα ο ίδιος μάρτυρας εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το γυρισμό τους με τα μάτια μου είδα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα πάλι από μέσα, και με δίχως λύρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψάλλει αυτοδίδακτη η καρδιά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των Ερινύων το θρήνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και γω δεν έχω αλάκερο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το καλό θάρρος της ελπίδας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί έτσι μάταια δεν σπαρνούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα σπλάχνα μου, ουδέ στρέφει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' όχι του κάκου ταραγμούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε δίκιους η καρδιά μου λογισμούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα εύχομαι ψεύτικοι να βγουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι φόβοι παναμένω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να γενούν τανέμου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχόρταγη είναι βέβαια η άκρα υγεία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί η αρρώστεια * * *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γειτόνισσα ενός τοίχου συνορεύει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">* * * * * *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και του θνητού η καλοτυχιά που πλέει
πρίμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χτύπησε απάνω στα κρυφά τα βράχια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μ' αν απ' τα κερδισμένα πλούτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ντηρηθή να κάμη χύση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το πρεπούμενο το μέτρο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν πήε κατά βυθού το σπίτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' όλο της συμφοράς το παραφόρτωμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν εβούλιαξε το σκάφος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολλά τάφθονα δώρα τουρανού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και της καλόχρονης σοδειάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διώξαν την πείνα και τη φτώχεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως, μια να χυθή χάμω στη γης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μαύρο αίμα ανθρώπου σκοτωμένου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιος να το φέρη πίσω με γητειές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως και κείνον, που με τη σοφία του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ξαναζωντανεύη μπόρειε πεθαμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τούδωσε ο Δίας να μάθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν όμως η ωρισμένη μοίρα απ' τους
θεούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν μπόδιζε να ξεπερνούμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα σύνορα που έχουνε τάξη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη γλώσσα θα προλάβαινε η καρδιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο φως αυτά να φέρη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα στα σκοτεινά κρυφανταριάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς καμμιάν ελπίδα, η πονεμένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ξεσκεπάση τίποτα σωστό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μες απ' τα φλογισμένα φρένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ, σε σένα λέω Κασσάνδρα, έμπαινε
μέσα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού σούδωκε ο θεός ανόργητα εδώ μέσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του σπιτιού μας να γίνης και με τόσες
δούλες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί να παραστέκης δίπλα στο βωμό μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέβαινε απ' ταμάξι, δίχως
περηφάνεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού κι ο γυιός ακόμα λέγουν της
Αλκμήνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψωμί σκλαβιάς υπόφερε να δοκιμάση·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί αν το φέρη η τύχη τέτοια νάρθη
ανάγκη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρά 'ς τον, που αρχαιόπλουτο κύριο θα
λάχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα εκείνοι, όπου ανέλπιστα θερίσουν
πλούτη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντα σκληροί στους δούλους και με δίχως
μέτρο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις τώρ' από μέρους μας, ότι είναι
δίκιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σούπε λόγια κοφτά και στρογγυλά και
παύει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μια που στα πλεμμάτια είσαι της
τύχης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι σου λέει κάμε — αν θες — μα ίσως δεν
θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' αν ίσως και δεν έχει σαν το χελιδόνι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρβαρικιά στη γλώσσα της φωνή και
ξένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα φρόνιμά μου νοιώθοντας θακούση
λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εμπρός· σου λέει τα πιο καλά στη θέσι που
'σαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ακλούθει αφίνοντας αυτή την έδρα
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καιρό δεν έχω πλια εδώ έξω από τη θύρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να χάνω· γιατί εμπρός εις τους βωμούς, στη
μέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του παλατιού, για σφάξιμο τ' αρνιά
προσμένουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν να ποτέ μην έλπιζαν μια τέτοια
χάρη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και συ στο νου σου αν τόχης κάμε ό,τι θα
κάμης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν πάλι δεν τη νοιώθης, ξένη, αυτή τη
γλώσσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μίλησε αντίς με τη φωνή καν με το
χέρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίνεται θέλει η ξένη έν' άξιο
δραγομάνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ο τρόπος της νεοσκλάβωτο την δείχνει
αγρίμι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα είναι τρελλή, κι ακούει κακά στο νου της
φρένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 'π' αφού πάρθηκ' η χώρα της κ' εδώ μας
ήρθε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε λέει στο χαλινάρι της να συνειθίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρι να ξαφρίση τους θυμούς του αίματός
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκοπό δεν τόχω πιότερα να χάνω λόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εγώ τη συμπονώ και δε θα της θυμώσω·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέβα πια ταλαίπωρη κι άφις τ' αμάξι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κάνε της σκλαβιάς σου αρχή σαν είναι
ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφορά μου ωιμέ συμφορά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απόλλων Απόλλων!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">'Τι θέλουν τάχα οι θρήνοι αυτοί για το
Λοξία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι τέτοιος να του πρέπουν
μοιρολόγια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφορά μου ωιμέ συμφορά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απόλλων Απόλλων!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάλι με στόμα βλάστημο το θεό φωνάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που σε γόους να παραστέκη δεν του
πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απόλλων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απόλλων οδηγέ κ' η απώλειά μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεύτερη αυτή φορά και για καλά με
χάνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για τα δικά της πάθη, λέω, θα
προφητέψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μένει το θείο το χάρισμα και στη σκλαβιά
της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απόλλων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απόλλων οδηγέ κ' η απώλεια μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> α, που τάχα μ' ωδήγησες; και σε ποια
στέγη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στων Ατρειδών τη στέγη· κι αν δε τόχης
νοιώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νά που σου λέω· και ψέμα δε θα πης πως σου
είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α, α,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεομίσητο σπίτι, και πόσα ξέρει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φονικά, σκοτωμούς από δικών χέρι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρωπομακελλειό αιματορραντισμένο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μοιάζει μύτη καλή σαν σκύλλα νάχη η
ξένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ψάχει νάβρη εκεί που οσμίζεται το
γαίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί έχω μάρτυρες, νά, ιδού, ετούτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βρέφη που σκούζουν κάτω απ' το μαχαίρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρέατα ψητά, απ' τον πατέρα φαγωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τη μαντική σου είχαμε ακουστά τη φήμη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά γι' αυτά δεν μας χρειάζονται
προφήτες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί κι απ' αλλοί, το τι έχει στο νου
της;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι 'ναι αυτό το καινούργιο κακό το
μεγάλο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μεγάλο, που εδώ μέσα ετοιμάζει,
κακό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για τους φίλους βαρύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν έχει γιατρειά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' είναι κάθε βοήθεια μακριά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά σου τα μαντεύματα δεν τα γνωρίζω·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τάλλα τα ξέρω· τα κηρύττει όλη η χώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί σου αθλία, και το κάνεις αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άντρα, το δεξί σου το πλευρό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευφραίνεις με λουτρό — πώς να το πω το
τέλος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα όπου και νάναι γίνεται· κι απλώνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χέρι το χέρι γοργό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν νοιώθω ακόμα· κ' ύστερα απ' τα αινίγματά
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα τους σκοτεινούς σου τους χρησμούς
τρομάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έ, ε, παπαί παπαί, τι 'ναι που
φαίνεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι δίχτυ του Ίδη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα δίχτυ 'ναι η γυναίκα του, η φόνισσά
του·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η κατάρα η αχόρταγη του γένους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ας κλάψη του φριχτού το θρήνο φονικού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποια τούτη η Ερινύα που προσκαλείς να
υψώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θρήνο στο σπίτι; δε μ' ευφραίνει αυτός σου ο
λόγος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μαύρη στην καρδιά μ' ανέβηκε
σταλιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το γαίμα — όπως με θανάσιμη πληγή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χυμένο πάει με το φως του βίου που
σβύνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν αργεί να φτάση το κακό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α, α· ιδού ιδού· κράτα μακριά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ταύρο από την αγελάδα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με δόλο μες στα βρόχια της τον πιάνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαράει του μαύρου μια, και πέφτει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μες στα λεβέτια του λουτρού, όπως σου
λέω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε θα το καυχηθώ πως νοιώθω τους χρησμούς
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με κάτι όμως κακά μου φαίνεται να
μοιάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πότε απ' τους χρησμούς βγήκε για τους
θνητούς </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">λόγος καλός; — μέσα στις συμφορές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των μάντηδων οι περισσές οι τέχνες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το φόβο έρχουνται να φέρουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο της άμοιρης μαύρη μου τύχη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βάζω και κλαίω μαζί και τα δικά μου
πάθη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ηύρες να φέρης την ταλαίπωρη κ'
εμένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι άλλο, πάρεξ να πεθάνω εδώ μαζί σου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φρενοπαρμένη θάσαι και θεοπείραχτη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνη σου για να ψάλλης θρήνον άνομο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του εαυτού σου, όπως η ξανθιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αβάρετη στα κλάματα αηδόνα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που κλαίοντας κλαίει πάντα τον Ίτυν
Ίτυ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σ' όλη την πικραμένη τη ζωή της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλότυχη της λιγερής μοίρα αηδόνας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή την ντύσανε οι θεοί με φτερωτό
κορμί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μες τα κλάματα γλυκειά της δώσανε
ζωή·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα εμέ σφαγή με δίκοπο σπαθί
προσμένει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πούθ' έρχονται, από ποιο θεό σταλμένοι οι
τρόμοι αυτοί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα δεινά με σκούξιμο κακόσυρτο
θρηνείς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με προφητικούς ψάλλεις μαζί
σκοπούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πούθε τα μέτρα αυτής της τέχνης
μαντικής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις και κακομελετάς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω γάμοι γάμοι Πάριδος των φίλων
συμφορά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ω του Σκαμάντρου πατρικό νερό!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μια φορά στις όχθες σου την άθλια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' έθρεφες και με τράνευες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τώρα γρήγορα θαρρώ γύρω στον
Κωκυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στις οχθιές του Αχέροντα θα
προφητέψω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι 'ναι αυτός τώρα ο φανερός πάρα πολύ
χρησμός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' ένα μωρό μπορεί να νοιώση·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στη καρδιά με πλήγωσε σα δάγκαμα
φιδιού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς τη μαύρη μοίρα σου μοιρολογάς
πικρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με σπαράζεις να σ' ακούω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω κρίμα οι κόποι, η χώρα μας κ' επήε κατά
βυθού!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίμα οι θυσίες του πατέρα για τους
πύργους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα σφαγμένα αρίθμητα παχιά κοπάδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε δεν ωφέλησαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να μην πάθη ό,τι έπαθεν η πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και γω το θερμόν αίμα μου ταχιά στη γη
σκορπώ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σύμφωνα μ' όσα μούψαλες κι αυτά που τώρα
λες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια κάποιος δαίμονας σε βάζει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπου κακό σου θέλει, πέφτοντας βαρύς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να θρηνής πικρά πάθη θανατικά·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πού θα βγη δε ξέρω . . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σε λίγο ακόμη κι ο χρησμός πια δε θα
βλέπη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσ' από πέπλους σαν την νιόπαντρη τη
νύφη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα θα χυθή, όπως φαίνεται, μ' ορμή
μεγάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς του ήλιου τις ανατολές, και σαν το
κύμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο φως κακό θα βγάλη πιο μεγάλο απ'
τάλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα όχι πια μ' αινίγματα θα σου τα
μάθω!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και μάρτυρες μου νάσαστε, μαζί
ακλουθόντας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως των αρχαίων οσμίζομαι κακών τα
χνάρια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί ποτέ δεν απολείπει αυτή τη στέγη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χορός που ψάλλει μια κακόφωνη αρμονία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και μια που μάλιστα έχει πιή ανθρώπινο
αίμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αποδιαντράπη ολότελα, τόστρωσε μέσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο σπίτι για καλά, και πια δε λέει να φύγη
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">των Ερινύων των συγγενικών ο κώμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ* έτσι για πάντα θρονιασμένες
τραγουδούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πρώτη του κακού αφορμή, και
καταριούνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κλίνη, που ατίμασε αδελφός, προς όλεθρό
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αστόχησα ή το ηύρα σαν καλός τοξότης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ή ψευτομάντισσα είμαι φλύαρη
δερνοθύρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρνήσου το αν μπορής κι ορκίσου πως δε
ξέρεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' ακουστά τις πρώτες του σπιτιού
αμαρτίες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω και να μπόρειε ο στέρεος δεμένος
όρκος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμιά θεράπεια νάφερνε! μα εσέ
θαυμάζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που όντας περατινή κι απ' αλλόγλωσση
πόλη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν νάσουν μπρος και τάβλεπες τα
ξεδιαλύνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το δώρο αυτό απ' το μάντη δέχτηκα το
Φοίβο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μην, και θεό, τον λάβωσε η αποθυμιά
σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πριν, τόχα για ντροπή μου να τ'
ομολογούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόχει ο καθείς να 'παίρεται στην ευτυχιά
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα είταν για μένα αγωνιστής γιομάτος
φλόγα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μην και σε κλίνη γάμου επλάγιασες μαζί
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού είχα πη το ναι, τον γέλασα κατόπι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ είχες πια τη θεϊκιά τέχνη παρμένη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στην πόλη πια προφήτευα τα ήθελε πάθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΌΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς απλέρωτη έμεινες απ' την οργή
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανένας πια σε τίποτε δεν μου
επιστεύαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα εμείς αυτά που λες μας φαίνεται είν'
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ! Αχ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πάλι ο φριχτός ο πόνος της
ορθομαντείας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' απαίσιο προανάκρουσμα μ'
αναταράζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπετε εδώ τους νέους αυτούς τους
θρονιασμένους </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μέσα στο σπίτι ομοίους με μορφές
ονείρων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παιδιά που σαν δικοί τους τάχουνε
σφαγμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιομάτα από φαΐ των σαρκών τους τα
χέρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί άντερα και σπλάχνα — γιόμισμα
τρισάθλιο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται να κρατούν, που γεύτηκε ο
πατέρας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' εκδίκησί τους μελετά να πάρη
κάποιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λιόντας δειλός, που στρέφεται μες στα
κρεβάτια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στο σπίτι φυλάει, ωιμέ, πότε να
στρέψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο αφέντης — ναι, ο αφέντης μου, αφού είμαι
σκλάβα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι ο στόλαρχος και νικητής της Τροίας δε
ξέρει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι με της γλώσσας της τα χάδια και τα
λόγια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα πρόσχαρα, του μαγερεύει η μαύρη
σκύλλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν την κρυμμένη συμφορά, κακιά του
μοίρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέτοια τολμά! γυναίκα να σκοτώση
άντρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ποιο όνομα στο μισητό το τέρας
νάβρω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να του ταιριάζη; αμφίσβαινα ή τάχα
Σκύλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μες στους βράχους, θρήνος των ναυτών,
φωλιάζει; </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">μάννα του Χάρου αλλόφρενη, που των δικών
της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρατάει αμάχη ασύβαστη; κ' ερέκαξε
έτσι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν να είχε εχθρούς η απόκοτη
κατατροπώση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και χαρά τάχα δείχνει για το γυρισμό
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν θέλης πίστεψέ μου, κι αν δε μη . . τι
τάχα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θαρθή που θάρθη· και συ μάρτυρας σε
λίγο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σωστή πολύ προφήτισσα θε να με κλάψης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το δείπνο του Θυέστη με παιδιών του
σάρκες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόνοιωσα κι ανατρίχιασα κ' έχω ένα
φόβο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γι' αυτά σου που είπες, που δε μοιάζουν
παραμύθια·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα τάλλα πάκουσα — βγήκα και πάω απ' το
δρόμο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς του Αγαμέμνονα θα ιδής σου λέω το
φόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φράξε το στόμα σου, άθλια, στον κακό
λόγο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατρός κανείς δεν βρίσκεται γι' αυτό που σου
είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αν θα γίνη· μα ο θεός να μην το
δώση!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλές οι ευχές· μα εκείνοι μελετούν τον
φόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος νάναι ο άντρας που το κρίμα αυτό
ετοιμάζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βλέπω οι χρησμοί μου αλήθεια πήγανε στο
βρόντο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος είν' αυτός ο επίβουλος, δεν τόχω
νοιώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι όμως καλά τη γλώσσα ξέρω των
Ελλήνων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και η Πυθία επίσης, μα οι χρησμοί της,
σκότος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοί μου! ω ποια φωτιά χυμίζει και μ'
αδράχνει!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οτοτοτοί, Απόλλων Λύκειε, αλλοίμονό
μου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή, λιόντισσα με δυο πόδια, που
κοιμάται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με λύκο, ενώ το αρχοντικό λιοντάρι
λείπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα με σκοτώση τη φτωχιά, κι ως να
ετοιμάζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φάρμακο, θε να χύση μέσα στην οργή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τη δικιά μου πλερωμή κ' ενώ
ακονίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το σπαθί για τον άντρα της, θε να
εγκωμιάζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως γιατί μ' έφερε μαζί τον
εκδικιέται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι λοιπόν τα θέλω αυτά σα να μ'
εμπαίζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα σκήπτρα και τα μαντικά στεφάνια εμπρός
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εσένα πριν του τέλους μου θα σε
χαλάσω·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στην οργή και σεις, κ' εγώ ταχιά ακλουθώ
σας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στολίσετε άλλη συμφορά αντίς για μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νά! με τα χέρια του ο Απόλλωνας μου
βγάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μαντικό το φόρεμα· κι αφού είδε
πρώτα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μ' όλη αυτή μου τη στολή, τα
περιγέλοια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που φίλοι εχθροί μου κάνανε, βέβαια του
κάκου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' υπόφερα σα μια ζητιάνα γυρολόγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να με λένε φτωχιά, στρίγγλα και λιμασμένη —
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και τώρα ο μάντης μάντισσα που μ' έχει
κάμη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' ωδήγησε σ' αυτές τις θανάσιμες
τύχες!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι αντίς ο πατρικός βωμός, με
περιμένει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζεστό το κρεατοσάνιδο που θα με
κόψουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα ακδίκητο οι θεοί το αίμα μου δε
θαφήσουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί άλλος πάλι εκδικητής θαρθή δικός
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να πάρη από τη μάννα που τον γέννα
πίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του πατέρα το γαίμα· κ' έρχεται
διωγμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλανημένος κι απόξενος αυτής της
χώρας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κορώνα στου σπιτιού τις συμφορές να
βάλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' εστέριωσε από τους θεούς μεγάλος
όρκος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάρθη του ξαπλωμένου ανάγερμα πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα γιατί τάχα εδώ πονετικά να κλαίω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μια που είδα με τα μάτια μου του Ιλίου την
πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να πάθη ό,τι έπαθε; και κείνοι που την
πήραν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι με των θεών την κρίση
ξεμπερδεύουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πηγαίνω στο γραφτό μου και στο θάνατό
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και χαιρετάω αυτές εδώ του Άδη τις
πόρτες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μόνου άμποτε μια και καλή πληγή να
λάβω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που να μπορέσω ασφάδαστη και με χυμένο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το γαίμα ευκολοθάνατη να ξεψυχήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω συ πολύ ταλαίπωρη και πολύ πάλι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφή γυναίκα, είπες πολλά, κι αν απ'
αλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το θάνατό σου ξέρεις, πώς με τόση
τόλμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σα βώδι που οδηγάει θεός στο βωμό
στέκεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν έχει γλυτωμό κι αν κερδήσουμε
χρόνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα η τελευταία η ώρα είναι όπου αξίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήρθεν η μέρα· τι θε να κερδίσω αν φύγω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κακό σου φέρνει, ξέρε το, αυτή σου η
τόλμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα είναι ωραίο κανείς να ποθάνη με
δόξα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ποιος τ' ακούει αυτά απ' τους
ευτυχισμένους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα εσύ, και τάξια σου παιδιά,
πατέρα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι 'ναι; Ποιος φόβος σου γυρνάει το νου σου
πάλι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ κι αχ!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι πάλι αυτό το αχ; εκτός του νου σου αν βλάβη
. . . ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φόνον αιματοστάλαχτο βγάζουν οι τοίχοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πώς; Είν' τα σφαχτά που στους βωμούς
μυρίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είν' όμοιος σαν αχνός που βγαίνει από τους
τάφους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν μοιάζει αυτό που λες με της Συρίας τα
μύρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τώρα μέσα πάω τη μοίρα μου να κλάψω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και του Αγαμέμνονα· με φτάνει όσο έχω
ζήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αχ φίλοι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δε σκούζω σαν πουλί έτσι από μάταιο
φόβο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε θάμνο εμπρός· θε να πεθάνω· και σας
θέλω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάρτυρες, σαν πεθάνη αντίς για με
γυναίκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άντρας αντίς για τον κακότυχο τον
άντρα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως ξένιο δώρο πριν πεθάνω αυτό σας
θέλω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αθλία, σου κλαίω τη μοίρα σου που
προφητεύεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακόμη μια φορά θέλω να πω σαν θρήνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι εδικό μου. Μπρος στο στερνό φως του
ήλιου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύχομαι οι εκδικάτορες του βασιλιά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να θυμηθούν και τους δικούς μου τους
φονιάδες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για το εύκολο κατόρθωμα φόνου μιας
σκλάβας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ και το τι 'ναι ο άνθρωπος! στην ευτυχία
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σα ζουγραφιά φαντάζει, πλην η δυστυχία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μια σα σφουγγάρι υγρό της δίνει και τη
σβύνει·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αυτά από κείνα πιο πολύ ελεούμαι
ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η ευτυχία είναι πράμα που δε λένε ποτέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να χορτάσουν οι ανθρώποι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν τη βαρέθηκε τόσο κανένας ποτέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να της κλείση την πόρτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' έξω απ' τα πλούσια παλάτια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κράζοντάς της: μη μπαίνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και σ' αυτόν έχουν δώση οι θεοί να
νικήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Πριάμου την πόλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μας γύρισε πίσω γιομάτος με δόξα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μ' αν τώρα πλερώση το κρίμα των άλλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν άλλων θανάτων το γαίμα ξεπλύνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός με το φόνο του πάλι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιος γρικόντας αυτά θα μπορέση να πη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως με δίχως κακό εγεννήθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ωιμένα μου και πάω! βαθιά με βρήκε
μέσα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σώπα! ποιος φωνάζει τάχα χτυπημένος στα
γερά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάλι ξανά μου αλλοίμονο με βρήκε κι η
άλλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το έργο τέλειωσε! λογιάζω απ' τη φωνή του
βασιλιά·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα τουλάχιστον έλ' ας δούμε τι έχουμε να
κάμουμε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο α'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εμένα η γνώμη μου είναι σε βοήθεια
αμέσως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να κράξομε όλη εδώ την πόλι στο
παλάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο β'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ, μια ώρα αρχύτερα να μπούμε μέσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να τους πιάσομε με το σπαθί στο
χέρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο γ'.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γω μ' αύτη τη γνώμη, κάτι πρέπει
λέω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να κάμουμε, καιρός για χάσιμο δεν
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο δ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φώς φανερό· όπως άρχισαν είναι σημείο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως ετοιμάζουν τυραννίδα για την πόλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο ε'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η ώρα περνά, μα όσοι της άργητας
πατούνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στα πόδια τη ντροπή, έχουν το χέρι
ξύπνιο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο στ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και γω δε ξέρω ποια βουλή να βρω να
δώσω·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να το σκεφθή ένας που κάνει
κάτι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο ζ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέτοιος είμαι κ' εγώ, γιατί δε ξέρω
τρόπο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έναν που πέθανε, με λόγια ν' αναστήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο η'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κ' έτσι όσο ζούμε το λοιπόν, στην κεφαλή
μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάχουμε αυτούς τους άτιμους να μας
ορίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο ι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα όχι! δεν είναι υποφερτό· κάλλιο ας
πεθάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά σκλαβιά, γλυκύτερη μια τέτοια
μοίρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο ι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τάχα αυτά τα βογγητά να είταν σημάδι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να κρίνουμε πώς είναι κι όλας
σκοτωμένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο ια'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας μη μας παίρνη ο οργή πρι να
βεβαιωθούμε·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο να βάζης με το νου, κι άλλο η
αλήθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΥ ο ιβ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ' όλα τα πολλά μ' αυτή τη γνώμη κλίνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μάθουμε ακριβώς τι γένηκε ο
Ατρείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ' όλα πριν που από σκοπού έχω
ειπωμένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε θε να το ντραπώ να πω τα ενάντια
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί και πώς αλλιώς κανείς, σαν
ετοιμάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον όλεθρο του εχθρού του, που περνά για
φίλος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να περιφράξη στέρεα του χαμού τα
δίχτυα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε ύψος που να είναι αδύνατο να το
πηδήση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα εμέ δε με ηύρε ανέτοιμη αυτός ο
αγώνας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της έχθρας τέλος της παλιάς, αν και με
χρόνια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και στέκω εδώ που χτύπησα, στο έργο μου
επάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' έτσι έκαμα, και δεν τ' αρνιούμαι, που απ'
το χάρο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μην μπορέση να διαφεντευθή ή
ξεφύγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γύρω του δίχτυ ατέλειωτο, σαν ψαριών
δίχτυ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τυλίζω — πλουσιοπάροχη φορεσιά χάρου —
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και δυο φορές τονέ χτυπώ· και με δυο
βόγγους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πέφτει παράλυτο κορμί και σωριασμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρίτη αποπάνω του χτυπώ, ταμμένη χάρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Δία σωτήρα των νεκρών κάτω στον
Άδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι ξερνάει πεσμένος χάμω τη ψυχή του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το αίμα του σαν ψιλή σφήνα
ξεπετόντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με μαύρες στάλες φονικής δροσιάς με
ραίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' εύφρανε τη ψυχή μου όχι πιο λίγο απ'
ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του θεού η βροχούλα τα σπαρτά στο πλούμισμά
τους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέτοια λοιπόν, πρόκριτοι σεβαστοί του
Άργους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αν σας βολή χαρήτε· καύχημα εγώ τόχω·
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">κι αν είταν πρέπον σε νεκρούς σπονδές να
κάνουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκαια σ' αυτόν θα ταίριαζε και
παραδίκαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μόνος του το ποτήρι γιόμισε με τόσες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο σπίτι συμφορές κ' ήλθε και τόπιε ο
ίδιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θαυμάζομε τι αχρεία γλώσσα έχεις στο
στόμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που επάνω στον νεκρό του αντρός σου έτσι
καυχιέσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σαν άμυαλη με δοκιμάζετε γυναίκα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα εγώ με ατρόμητη καρδιά σου λέω να
ξέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και συ καν θες να μ' επαινής καν να με
ψέγης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιο μου κάνει· αυτός είν' ο Αγαμέμνων,
άντρας </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">δικός μου, και νεκρός μ' αυτό το δεξί
χέρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που με το δίκιο ό,τι έκαμε . . . αυτό να
ξέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σαν τι κακό, γυναίκα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γεύτηκες βοτάνι από το γη θραμμένο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή τι φαρμάκι από τη θάλασσα βγαλμένο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πήρες τέτοια λύσσα και λαού
κατάρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκασες κ' έκοψες, μα τώρα εξόριστη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βδέλυγμα θάσαι της χώρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρ' απ' την πόλη μου δικάζεις εξορία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μίσος των πολιτών και του λαού
κατάρες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ κανένα φταίξιμο σ' αυτόν δε
βρήκες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ούτε σα νάτανε σφαχτό λογιάζοντάς
το,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν με γέννες καρπερές φτουρούν οι
στάνες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την κόρη του εθυσίασε — τον πιο γλυκό
μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καϋμό — για να γητέψη το βοριά της
Θράκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είν' αυτός που τούπρεπε μακριά απ' τη
χώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να διώχτης για το κρίμα του; και συ
δικάζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκληρά το έργο που μ' άκουσες. Μα σου το
λέω:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φοβέριζε κ' είμαι έτοιμη, μια σου και μια
μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάμαι στην εξουσία σου, αν με νικήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μ' αν πάλι δώση ο θεός κι αλλιώς τα
κρίνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θε να σου μάθω, αν κι αργά, να βάλης
γνώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μεγάλα τα σοφίσματά σου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι άρρητα κλώθεις σαν να τάραξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το νου σου το χυμένο αίμα, και θαρρείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως σου φαντάζει η βούλλα η κόκκινη στην
όψη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα κάπου θάρθη μέρα, δίχως φίλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και καταφρονεμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' αίμα το αίμα να πλερώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' άκου τώρα κι αυτό τον όρκο που σου
ομόνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι ναι, μα της κόρης μου την τέλεια
Δίκη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόσφαξα και της πρόσφερα θυσία
ετούτον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε σκιά στο σπίτι μου φόβου δε θάμπη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσο που της γωνιάς μου τη φωτιά θανάβη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο Αίγισθος, σαν πάντα καλοθελητής μου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί ναι αυτός του θάρρους μας μεγάλη
ασπίδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νά τον! νεκρός, ο ατιμαστής της γυναικός
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και των Χρυσηίδων ο καλός κάτου στην
Τροία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νά την! και τούτη εδώ η αιχμάλωτη, η
μαγίστρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η χρησμολόγα και παρακοιμάμενή του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιστή γυναίκα, πότριβαν μαζί το ίδιο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκαμνί του καραβιού — μα ότι άξιζαν το
βρήκαν·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός από τη μια μεριά· κι αύτη αφού
είπε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν κύκνος το στερνό θανάτου μοιρολόι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κείται στο πλάι του αγαπητού, που είχε τη
φέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσφάγι γλιχουδιάρικο του κοιμηθιού
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονο, ποια να είταν γρήγορη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίχως κρεβάτωμα ουδ' αρρώστεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νάρχουνταν μοίρα να μας έφερνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για πάντα τον ατέλειωτο τον ύπνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα που πάει εχάθη ο φύλακας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο τρισκαλώτατός μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που όσα από μια γυναίκα υπόφερε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι από γυναίκα χάνει τη ζωή του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω Ελένη εσύ, δίχως κρίση και νου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μια τις πολλές τις πάρα πολλές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχές εθυσίασες κάτω απ' την Τροία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τώρα στο τέλος . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πολυθύμητον αίμα ανθολόγησεν άπλυτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποια που θάτανε τότε στο σπίτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οργή βαρυσύντυχη και συμφορά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μ' αυτά μη βαργομάς και πας και ζητάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του θανάτου τη μοίρα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ούτε μη στην Ελένη γυρνάς την οργή
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως χάλασε κόσμο, πως μια της αυτή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εθυσίασε τόσες ψυχές Δαναών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' έχει ανοίξη πληγή που δεν κλείνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δαίμονα, που στο σπίτι αυτό βαρύς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και στους διπλούς τους Τανταλίδες
πέφτεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δίνεις στις γυναίκες τις ισόψυχες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νίκη, που την καρδιά σπαράζει εμένα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ιδού την τώρα επάνω στο νεκρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν κόρακας κακός εστάθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το καυχιέται με τα δίκια της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως ψάλλει αυτό τον ύμνο . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα μάλιστα τώπες σωστά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με δίκιο τα ρίχτεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στης γενεάς τον τετράπαχο δαίμονα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατ' αλήθεια είναι αυτός που από μάννας
κοιλιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θρέφει τούτη τη λύσσα που γαίμα διψά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όπου πριν να τελειώση η παλιά
συμφορά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο γαίμα χυμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μεγάλο αλήθεια δαίμονα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι οργή εγκωμιάζεις θεϊκιά στο σπίτι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακόν εγκώμιο, αλλοίμονο!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αχόρταγης και μαύρης τύχης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αχ κι αχ! εσύ 'σαι Δία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σ' όλα η αφορμή σ' όλα η αιτία·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι γίνεται χωρίς το Δία στον κόσμο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ποιο απ' αυτά χωρίς θεού βουλή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αχ αλλοίμονο, αλλοίμονο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βασιλιά μου καλέ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πώς να σε κλάψω και τι να σου πω </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">από μέσ' απ' τη δόλια καρδιά μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μες σ' αυτά της αράχνης τα δίχτυα
πεσμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό μου, ποιος σου μέλλονταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάνατος που δε σούπρεπε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάνατος δολερός σε δάμασε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με δίκοπο σπαθί στο χέρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, δικιά μου είναι η πράξη κ' έχεις δίκιο να
λες </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">όμως πια μη με πης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Αγαμέμνονος τάχα γυναίκα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη μορφή της γυναίκας αυτού του νεκρού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο δριμύς ο αντίδικος πήρε ο παλιός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του απάνθρωπου δείπνου του Ατρέα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αυτόν, άντρα σωστόν, θυσιάζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλερωμή για τα βρέφη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πως είσαι καθαρή απ' αυτό το φόνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιος θα βρεθή και θα το μαρτυρήση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς, πώς; μα ίσως και χέρι νάδωσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο αρχαίος εκδικητής από γενιάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι ανοίχει δρόμο, χύνοντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αίμα συγγενικό καινούργιο πάντα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η αρχαία η έχθρα, κι όπου προχωρέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στο άδικο γαίμα των παιδιών θα πέση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχ αλλοίμονο, αλλοίμονο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βασιλιά μου καλέ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πώς να σε κλάψω και τι να σου πω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από μέσ' απ' τη δόλια καρδιά μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που σ' αυτά της αράχνης τα δίχτυα
πεσμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τη ζωή σου με θάνατον άνομο χάνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλοίμονό μου, ποιος σου μέλλονταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάνατος που δε σούπρεπε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάνατος δολερός σε δάμασε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με δίκοπο σπαθί στο χέρι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη δεν έμπασε τάχα στο σπίτι κι αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δολερή συμφορά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα δικό μου βλαστάρι, δικό του παιδί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πολύκλαυτη την Ιφιγένεια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν ό,τι της έκαμε βρήκε κι αυτός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ας μην το καυχιέται στον Άδη, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με θανάτου σπαθί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ξεπλήρωσε ό,τι έπραξε πρώτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στέκομαι κι απορώ, του νου μου χάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ίσους λογισμούς·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πού να στραφώ; πέφτει το σπίτι!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρέμω — δεν είναι πια ψιχάλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρέμω της αιματοβροχής τον χτύπο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που απ' τα θεμέλια σείει το σπίτι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' η Δίκη σ' άλλα ακόνια τακονίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για άλλο κακό καινούργιο το σπαθί της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω άμποτε, γη, και να με είχες δεχτή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πριν τον έβλεπ' αυτόν ξαπλωτό καταγίς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στ' ασημότοιχο μέσα λουτρό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να τον κλάψη και ποιος, να τον θάψη και
ποιος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τάχα θέλεις τολμήση εσύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να το κάμης, αφού τον εσκότωσες πριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μοιρολόγια του αντρός σου να πης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αντίς σου γι' αυτά τα μεγάλα κακά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να προσφέρης στερνά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στη ψυχή του αχάριστη χάρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιος τον ασύγκριτον άντρα επιτύμβιος
θρήνος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με κλάματα, από γνώμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χυμένα αληθινή, θα υμνήση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λεν είναι δουλειά σου να γνοιάζεσ' εσύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γι αυτό· από μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπεσε, πέθανε· και θα τον θάψομε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με χωρίς μοιρολόγια απ' το σπίτι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Ιφιγένεια όμως, με πόση χαρά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαν καλή θυγατέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πατέρα της όταν δεχτή στο γοργό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποταμό των καϋμών,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγκαλιάζοντας θέλει φιλήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η μια αφορμή σ' άλλη αφορμή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δε μπορεί κανείς να κρίνη . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χάρος στο χάρο, και ο φονιάς πλερώνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι όσο που μένει ο Δίας θα μένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το κάνεις βρίσκεις — κ' είναι νόμος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιος να τη βγάλη την κατάρα από το
σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κόλλησε στη συμφορά το γένος . . .
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Για τούτον σταλήθεια ταιριάζει ο παλιός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο λόγος· μα εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το δαίμονα θέλω των Πλεισθενιδών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δένοντάς τον με ξόρκια, να στέργω σ'
αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν κι αβάσταγα είναι· μ' απέδω και
μπρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' το σπίτι να φύγη και μια άλλη
γενιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με δικούς της θανάτους να τρίβη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κ' ένα μέρος μικρό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' τους τόσους θα μ' έφτανε εδώ
θησαυρούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταλληλοσκοτωμού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μανία αν ημπόρειου να σβύσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω φως φαιδρόν ημέρας, που έφερε τη
Δίκη!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα μπορώ να πω, πως δεν αφίνουν έτσι
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">απλέρωτα οι θεοί και γνοιάζονται
σταλήθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα κακουργήματα της γης από κει πάνω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού είδα, μες στων Ερινύων τα πλεχτά
βρόχια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να κοίτεται αυτός εδώ — χαρά, χαρά
μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να πλερώνη του πατέρα του το
κρίμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί ο Ατρέας, βασιλιάς αυτής της
χώρας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατέρας αυτουνού, το δικό μου πατέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θυέστη, κι αδελφό του — για να καταλάβης —
</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">εξ αφορμής του θρόνου εξώρισε απ' τη
χώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κι όταν εξαναγύρισε κ' έπεσε ικέτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στην εστία, την γλύτωσε, αλήθεια, ο
ίδιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο άθλιος Θυέστης μη σφαχτή κ'
αιματοβρέξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το πατρικό του χώμα· μ' αυτουνού ο
πατέρας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς τάχα, ο άθεος, ήθελε το γυρισμό
του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' ένα πλούσιο χαράς τραπέζι να
γιορτάση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δείπνο του ετοίμασε τα κρέατα των παιδιών
του·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα πόδια και τα χτένια των χεριώ είχε
κόψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παράμερα, που να μην καταλάβουν και οι
άλλοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς καθόταν χωριστά, μα εκείνος
παίρνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ανίδεος καθώς είτανε, τρώει από
κείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τάσωστ', όπως θωρείς, φαΐ για όλο το
γένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα έπειτα μόλις τόνοιωσε το άθεο πράμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έσκουζε κ' έπεσε ξερνόντας τα
σφαχτάρια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι ευχιέται μοίρ' ασύντυχη στους
Πελοπίδες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με την κατάρα δίνοντας κλωτσιά στο
δείπνος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι να πάη όλ' η γενιά και του
Κλεισθένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γι' αυτά 'ναι πούπεσε κι αυτός καθώς το
βλέπεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' είχαν το δίκιο εγώ το φόνο του να
υφάνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γιατί κι εμέ, τρίτο παιδί του αθλίου
πατέρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μ' έδιωξε, βρέφος μες στα σπάργανα, μαζί
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα ετράνεψα και μ' έφερε οπίσω η Δίκη·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δίχως νάμαι εμπρός το χέρι μου έχω
βάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι όλο το σχέδιο της κακής του ύφανα
μοίρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι κι ο θάνατος γλυκύς Θα μου είταν
τώρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μια που τον είδα αυτόν μες στης Δίκης τα
δίχτυα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στις συμφορές να βρίζης, Αίγισθε, δεν
πάει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και λες πως το μελέτησες να τον
σκοτώσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μόνος σου εσχεδίασες τον άθλιο
φόνο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δε θα γλυτώση η κάρα σου, σου λέω και
ξέρε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απ' του λαού τη δίκια οργή κι από τις
πέτρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εσύ τα λες, που βρίσκεσαι στην κάτω
θέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του πλοίου, κι άλλοι απάνωθέ σου
κυβερνούνε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα μάθης στα γεράματα πόσο βαρύ 'ναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να βάζουνε με το στανιό του γέρου
γνώση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα οι αλυσίδες και τα βάσανα της
νηστείας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άφευκτα γιατροσόφια και το γέρο ακόμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να συνετίσουν έχεις μάτια και δε
βλέπεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μην πηδάς στα παλούκια μήπως και την
πάθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γυναίκα εσύ, μέσ' απ' το σπίτι είχες
καρτέρι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γι' αυτούς που από τον πόλεμο
εγυρνούσαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' ενώ την κλίνη ατίμαζες ενός
γενναίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το φόνο αυτό εσχεδίασες του στρατηγού
των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αρχή οδυρμών και θρήνων και τα λόγια αυτά
σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κ' έχεις τη γλώσσα ενάντια με τον
Ορφέα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τη φωνή του γήτευε τα πάντα
εκείνος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα εσύ γαυγίζοντας και τα ήμερα
ερεθίζεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως που δεμένος θες δε θες θα
μαλακώσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τάχα πώς θα μου γίνης βασιλιάς μες στο
Άργος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσύ; που ενώ εσχεδίασες το θάνατό του </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">να τον σκοτώσης μόνος σου δεν είχες
θάρρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί έπρεπε γυναίκα βέβαια να δολώση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ εγώ ο παλιός εχθρός ύποπτος θα
ήμουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα με ταγαθά αυτουνού θα προσπαθήσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την εξουσία μου να στεριώσω, κι όποιος
κάνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το δύσκολο, βαρύ ζυγό θα του φορτώσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι σαν βέβαια ελεύτερο θραφτό
πουλάρι·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα το κακό της σκοτεινιάς συντρόφι, η
νήστεια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα μας τον δείξη μια χαρά μαλακωμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί μ' αυτή σου την κακιά ψυχή
μονάχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν δεν τον εσκότωνες; μα μια
γυναίκα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της χώρας όλης κάθαρμα και των θεών
μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον σκότωσε; Μα βέβαια κάπου ζη ο
Ορέστης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> για να τον φέρη εδώ μια μέρα η καλή
μοίρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να γενή τρανός εκδικητής των δυο
σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού τέτοια λες και κάνεις, τώρα να σου μάθω
εγώ·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
. .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μπρός λοιπόν, φίλοι σύντροφοι, κ' ήλθε η ώρα
της δουλειάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μπρος, με τα σπαθιά στο χέρι έτοιμος νάναι ο
καθείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με το σπαθί κ' εγώ στο χέρι να ποθάνω δε
ψηφώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άμποτε ό,τι λες να γίνη, δέχομαι την τύχη
αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι κι άλλα, φίλτατέ μου, ας μη θελήσωμε
κακά·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύς είν' κι ο τόσος θέρος της πανάθλιας
'σοδειάς·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι συμφορές σωσμό δεν έχουν, άλλο γαίμ' ας μη
χυθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πήγαινε και συ κ' οι γέροι όπου η μοίρα έχει
γραφτό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πριν κακό κανένα πάθουν κι ό,τι κάμαμε
αρκετό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θάθελ' άμποτε να μέναν ως εδώ οι
συμφορές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κι αρκετά μας έχει ως τώρα των θεών χτυπήσ' η
οργή·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι λέω 'γω η γυναίκα, αν θελήσης να μ'
ακούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα έτσι αυτοί λοιπόν τη γλώσσα την κακιά τους
να χαρούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τα βάζουν με την τύχη από
κακοκεφαλιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σε με, που τώρα ορίζω, τέτοια λόγια να
κοτούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δε θα ταίριαζε σε Αργείους έν' αχρείο να
προσκυνούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα έχομε καιρόν εμπρός μας να σου βάλω γνώσι
εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι, αν στείλη τον Ορέστη του Θεού το χέρι
εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, το ξέρω πως μ' ελπίδες βόσκουνται οι
εξόριστοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάνε, χόρτασε, τη δίκη μόλυνε, αφού
μπορείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΓΙΣΘΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έγνοια σου, θα μου πληρώσης την κακογνωμιά σου
αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΟΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σαν τον κόκορα κορδώνου πλάι στην κόττα του
και συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας τους, με τα μπόσικά τους γαυγητά· εγώ και
συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με την εξουσία στο χέρι θα βολέψομε όλα
εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σίγουρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα. </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αγαμέμνων Πρόκειται για το πρώτο δράμα της
Τριλογίας «Ορέστια» κι αναφέρεται στην δολοφονία του Αγαμέμνονα από την σύζυγο
του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. Η σκηνή της προφήτιδος Κασσάνδρας,
που οδύρεται για την αιχμαλωσία της, ανήκει στις τραγικώτερες του παγκοσμίου
Θεάτρου. Μετάφραση σε στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-76139561386123912712013-09-04T05:48:00.002-07:002013-09-04T05:48:07.826-07:00ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Εις την σειράν των Πλατωνικών διαλόγων ο
Μενέξενος έχει θέσιν μοναδικήν. Και αν, ακολουθούντες την σχολαστικήν κατάταξιν,
ηθέλαμεν να τον χαρακτηρίσωμεν, δεν θα ηδυνάμεθα ούτε σωκρατικόν, ούτε
μεταφυσικόν, ούτε αισθητικόν, ούτε πολιτικόν να τον ονομάσωμεν. Πολύ ολιγώτερον
δεν θα ηδυνάμεθα να τον είπωμεν ηθικόν, όπως τον σημειώνει η αρχαία γραμματική
παράδοσις. Διότι απλώς και μόνον είναι ο Μενέξενος θαυμάσιον σατυρικόν
κομψοτέχνημα του Πλάτωνος — μία ειρωνική σάτυρα και σατυρική ειρωνεία κατά των
ρητόρων εκείνης της εποχής και γενικώτερα κατά της ρητορείας μέσα εις την οποίαν
εκολυμβούσαν τότε οι Αθηναίοι όλοι, μορφωμένοι και αμόρφωτοι, πολιτικοί και
λαός. Η γραφομένη αττική διάλεκτος, μάλλον κατασκεύασμα των τότε ανεπτυγμένων
παρά αυθόρμητη γλώσσα του λαού, σοφά ζωντανευμένη όμως με τους ιδιωτισμούς και
τας ποικιλίας της εκφράσεως του Αθηναϊκού λαού, έγινε θαυμαστόν και ίσως
μοναδικόν όργανον φιλοσοφικής και περιεκτικής και λογικευτικής εκφράσεως. Ο
τρόπος του συνδυασμού των λέξεων και της συναρτήσεως των φράσεων, ιδίως των
μετοχικών και απαρεμφατικών, καθώς και η επιτηδεία χρήσις επιρρηματικών μορίων
και αφηρημένων επιθετικών προσδιορισμών, έδιδαν όλ' αυτά μαζί κάποιαν ενάργειαν
εις τον ορισμόν κάθε σκέψεως και κάθε πράγματος και συνάμα κάποιαν γενικότητα
χαρακτηρισμών. Ώστε από ένα βαθύγνωμον Θουκυδίδην ή από ένα σοφώτατον Πλάτωνα ή
από ένα καλλιτέχνην Ξενοφώντα να διατάσσεται η Αττική έκφρασις με αρτιότητα
καταπληκτικήν, άφθαστον, τελείως δε αρμονίζουσαν την έννοιαν με τον ήχον.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ
</span></b><br /><br />
<dl>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΕΙΣΑΓΩΓΗ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις την σειράν των Πλατωνικών διαλόγων ο
Μενέξενος έχει θέσιν μοναδικήν. Και αν, ακολουθούντες την σχολαστικήν κατάταξιν,
ηθέλαμεν να τον χαρακτηρίσωμεν, δεν θα ηδυνάμεθα ούτε σωκρατικόν, ούτε
μεταφυσικόν, ούτε αισθητικόν, ούτε πολιτικόν να τον ονομάσωμεν. Πολύ ολιγώτερον
δεν θα ηδυνάμεθα να τον είπωμεν ηθικόν, όπως τον σημειώνει η αρχαία γραμματική
παράδοσις. Διότι απλώς και μόνον είναι ο Μενέξενος θαυμάσιον σατυρικόν
κομψοτέχνημα του Πλάτωνος — μία ειρωνική σάτυρα και σατυρική ειρωνεία κατά των
ρητόρων εκείνης της εποχής και γενικώτερα κατά της ρητορείας μέσα εις την οποίαν
εκολυμβούσαν τότε οι Αθηναίοι όλοι, μορφωμένοι και αμόρφωτοι, πολιτικοί και
λαός. Η γραφομένη αττική διάλεκτος, μάλλον κατασκεύασμα των τότε ανεπτυγμένων
παρά αυθόρμητη γλώσσα του λαού, σοφά ζωντανευμένη όμως με τους ιδιωτισμούς και
τας ποικιλίας της εκφράσεως του Αθηναϊκού λαού, έγινε θαυμαστόν και ίσως
μοναδικόν όργανον φιλοσοφικής και περιεκτικής και λογικευτικής εκφράσεως. Ο
τρόπος του συνδυασμού των λέξεων και της συναρτήσεως των φράσεων, ιδίως των
μετοχικών και απαρεμφατικών, καθώς και η επιτηδεία χρήσις επιρρηματικών μορίων
και αφηρημένων επιθετικών προσδιορισμών, έδιδαν όλ' αυτά μαζί κάποιαν ενάργειαν
εις τον ορισμόν κάθε σκέψεως και κάθε πράγματος και συνάμα κάποιαν γενικότητα
χαρακτηρισμών. Ώστε από ένα βαθύγνωμον Θουκυδίδην ή από ένα σοφώτατον Πλάτωνα ή
από ένα καλλιτέχνην Ξενοφώντα να διατάσσεται η Αττική έκφρασις με αρτιότητα
καταπληκτικήν, άφθαστον, τελείως δε αρμονίζουσαν την έννοιαν με τον ήχον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακριβώς όμως η τελειότης της Αττικής γλώσσης
και η θαυμαστή φανέρωσις της τελειότητός της εις τα έργα των μεγάλων συγγραφέων
και εις τους λόγους των υπερόχων πολιτικών και σοφιστών παρέσυραν τους πολλούς
και τους συνήθεις εις γλωσσικήν παρεκτροπήν, ήτοι εις παιγνιώδη χρήσιν της
γλώσσης δι' αντιθέσεων και διαστολών ασυνηθίστων, διά συνδυασμών και συναρτήσεων
απροσδοκήτων, διά φορτικής παρεμβολής μορίων και δι' άλλων ποικίλων τρόπων
φρασεολογικών. Εις τόσον δε πολύ έφθασεν η παρεκτροπή, ώστε, ως δύναται κανείς
εύκολα να συμπεράνη από τας λεπτομερείας της ιστορίας των Αθηναίων εκατάντησε να
πείθουν οι ρήτορες και να παρασύρουν όχι με νοήματα εμβριθή αλλά με φρασεολογίας
στομφώδεις. Κ' εκατάντησεν ακόμα να εκλαμβάνεται υπό του λαού η γραμματισμένη
φλυαρία αντί σοφίας και η σπουδή της ρητορικής ως ανωτέρα μόρφωσις. Το δε
χειρότερον έγινεν η γλωσσομανία αίτιον, από τα κυριώτερα μάλιστα, της
ελαφρογνωμίας και της απραγμοσύνης των ανθρώπων, σύγκαιρα δε της επιπολαιότητος
και της ανοησίας εις την διαχείρισιν των πολιτικών πραγμάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκείνον τον καιρόν υπήρξαν ρήτορες (αυτού του
είδους), επαγγελματίαι συζητηταί των κυβερνητικών ζητημάτων και άλλοι ρήτορες
φλύαροι των δικαστηρίων και άλλοι ακόμη διδάσκαλοι ρήτορες διά να πληθύνεται
έτσι η ρητορευτική γενεά, παράλληλα με την άλλην εκείνην γενεάν των
επαγγελματιών σοφιστών, η οποία βαθμηδόν διέστρεψε την φυσικήν αίσθησιν και την
λογικήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις την ακμήν της εποχής αυτής των λόγων είχεν
επιστρέψει το 389 ο Πλάτων εις τας Αθήνας, ξενιτεμμένος πριν δέκα χρόνους, αφ'
όταν δηλαδή έφυγεν από τας Αθήνας αγανακτημένος και θλιμμένος διά τον τραγικόν
θάνατον του Σωκράτη. Και βλέποντας τώρα ταθηναϊκά πράγματα με την ώριμον,
ποικίλην δε σοφίαν του και με την γενικήν, πολύτροπον δε πείραν του αισθάνθη
αγανάκτησιν και παρωξύνθη εις επίκρισιν. Έπειτα — και τούτο είναι πάντοτε
ιδιάζουσα ροπή των υπερόχων — η αγανάκτησις εξετυλίχθη εις ειρωνείαν
καλλιτεχνικήν και λεπτοτάτην. Αργότερα η μεγάλη και υψηλή δημιουργικότης του
εφανερώθηκεν ακέραια εις την φιλοσοφίαν και εις την καθολικήν σκέψιν με τον
αυτόν διαλογικόν τύπον, αλλά ποιητικώτερα και με ολιγώτερον συζητητικόν
τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις την πρώτην περίοδον της συγγραφικής
φανερώσεως του Πλάτωνος, πριν ίσως γραφούν οι διάλογοι που απέβλεπαν εις
διαιώνισιν της μνήμης του Σωκράτη και της Σωκρατικής διδασκαλίας, εγράφη πιθανώς
ο Μενέξενος — διάλογος που δεν έχει τίποτε το φιλοσοφικόν, είναι δε μόνον λεπτή
σάτυρα της πολιτικής ρητορείας και των τότε ρητόρων, ιδίως του Λυσία και του
Ισοκράτη. Έχοντας εις τον νουν τους πολιτικούς λόγους αυτών και άλλων ρητόρων
της εποχής και ανακατεύοντας σκέψεις των συνηθισμένας και φράσεις των
στερεοτύπους και μιμήσεις των από την ρητορικήν του Περικλέους, χρησιμευόμενος
δε υπερβολικά ως ακριβώς εκείνοι τα πολλά της Αττικής διαλέκτου μόρια (δη, τοι,
μέντοι, γαρ, ουν κ. τ. λ.) όχι όπου εχρειάζετο εις το νόημα, αλλ' όπου
εσυμπλήρωναν τον ήχον και τέλος σοφιστικά, όπως εκείνοι λογικευόμενος διά να
συμβιβάση τασυμβίβαστα και να δικαιολογήση ταδικαιολόγητα, έγραψεν ένα λόγον
επιτάφιον, εγκωμιαστικόν διά πεσόντας εις τον πόλεμον Αθηναίους. Και ως
αφετηρίαν λαμβάνων τον περίφημον επιτάφιον του Περικλή, που μας τον διέσωσεν ο
Θουκυδίδης εις την ιστορίαν του και που είχε χρησιμεύσει, φαίνεται, ως πρότυπον
αδεξίων έπειτα μιμήσεων, κατεσκεύασε τον παραδοξότερον ίσως ρητορικόν λόγον εξ
όσων ποτέ εγράφησαν, εκπληκτικόν μίγμα κρίσεως και ακρισίας, αληθείας και
ψεύδους, ευθύτητος και σοφιστείας — «Pastiche curieux de l' éloquence des
rheteurs du temps», ως ωραία τον χαρακτηρίζει σοφός φιλόλογος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίνεται δε ότι έγινεν αισθητή εις όλους η
ειρωνεία και ότι άρεσεν η καλλιτεχνική διατύπωσις αυτής, διότι έγινε γνωστότατος
από τότε ο Μενέξενος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η ονομασία του διαλόγου — όπως συνήθως έγινε
διά τους περισσοτέρους Πλατωνικούς διαλόγους — εδόθη από τον συνομιλητήν του
Σωκράτους Μενεξένου, που υπήρξεν ένας των νεωτέρων μαθητών του Σωκράτη, νέος από
ευγενικήν οικογένειαν και ωραίος, εξάδελφος του Κτησίππου του Παιονέως. Ο
λαμπρός και ωραίος επίσης Κτήσιππος φαίνεται να επρωτοδίδαξε τον Μενέξενον την
σοφιστικήν τέχνην, εις την οποίαν και διεκρίθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παλαιότερα μερικοί φιλόλογοι αμφισβήτησαν την
γνησιότητα του διαλόγου, κάπως αυθαίρετα, διότι και η επιδεξιότης της εκφράσεως
και η λεπτότης της σκέψεως και ο ειρωνικός τρόπος και η χάρις του ύφους εις τον
Μενέξενον είναι όλα πλατωνικά και αμίμητα. Σήμερον όμως διά τούτους και δι'
άλλους ειδικούς λόγους η κριτική αναγνωρίζει τον Μενέξενον ως αυθεντικόν του
Πλάτωνος έργον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις την μετάφρασιν επροσπάθησα ν' ακολουθήσω
τας παραλαγάς και μεταπτώσεις και διαφοράς ύφους, που υπάρχουν εις το
πρωτότυπον, επίτηδες διά να φανή η ειρωνική μίμησις του ενός ή του άλλου
ρήτορος, ο στόμφος ή ο όγκος ή το ακαλαίσθητον, περίτεχνον ή σκολιόν της
φράσεως. Δεν παρέλειψα δε και το φόρτωμα της φράσεως με μόρια, επιρρήματα δηλαδή
και συνδέσμους, διά να αποδοθή όσο το δυνατόν ο σκοπός τού διαλόγου η πλατωνική
δηλαδή ειρωνεία της ρητορείας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι λέξεις όσαι είναι εις αγκύλας είναι
πρόσθετοι, βαλμέναι διά να σαφηνίζεται το νόημα και να διευκολύνεται η αντίληψις
εις πρόχειρον ανάγνωσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">I. ΖΕΡΒΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΕΞΕΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ή επιτάφιος· ηθικός).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από την αγοράν έρχεσαι, Μενέξενε, ή από πού
αλλού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από την αγοράν, Σωκράτη, και μάλιστα από το
βουλευτήριον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι σχέσιν εσύ έχεις με το βουλευτήριον; ή
μήπως κρίνεις ότι ετελειοποιήθης πλέον εις την μόρφωσιν και εις την φιλοσοφίαν
και ωσάν ικανός πλέον σκέπτεσαι να ασχοληθής με μεγαλύτερα και να γίνης άρχων, ω
θαυμαστέ μου, ημών των γεροντοτέρων, εις τοιαύτην ηλικίαν ευρισκόμενος συ, διά
να μη παύση δίνοντάς μας η οικογένειά σου πάντοτε κανένα κυβερνήτην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν συ μου το επιτρέπης, Σωκράτη, και αν είναι
της γνώμης σου να γίνω άρχων, θα επιδιώξω πρόθυμα τούτο· ειδ' αλλέως όχι. Και
όσο για τώρα επήγα εις το βουλευτήριον μαθόντας πως η βουλή πρόκειται να εκλέξη
ποιος θα κάμη λόγον εις τους αποθανόντας· διότι το γνωρίζεις βέβαια ότι
πρόκειται να τους κάμουν επίσημον ενταφιασμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βεβαιότατα [το ξέρω]· αλλά ποιον
εξέλεξαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανένα· αλλ' έκαμαν αναβολήν δι' αύριον· θαρρώ
όμως πως τον Αρχίνον ή τον Δίωνα θα εκλέξουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώστε που καταντά, Μενέξενε, να είναι διά
πολλούς λόγους ωραίον πράγμα το να πεθαίνη κανείς στον πόλεμο. Διότι και κηδείαν
ωραίαν μεγαλοπρεπή έτσι πετυχαίνει, ακόμη κι' όταν πεθάνη όντας πτωχός, και στον
ίδιο καιρό ακόμη, κι' αν ήτο τιποτένιος, λαβαίνει έπαινο από άνδρας που είναι
σοφοί και που δεν επαινούν έτσι πρόχειρα, αλλά με λόγους συνταγμένους με
χρονοτριβήν και που τόσον ώμορφα διατυπώνουν τους επαίνους αυτοί, ώστε και τα
υπάρχοντα και τα μη υπάρχοντα (καλά) λέγοντες για τον καθένα και κάπως με
ωραιότατες λέξεις στολίζοντάς τα μας γοητεύουν τας ψυχάς, και για την πόλιν
κάνοντας εγκώμια με όλους τους τρόπους κ' εκείνους που έχουν πέσει στον πόλεμο
επαινούντες και τους προγόνους μας όλους όσοι προϋπήρξαν κ' ακόμα εμάς τους
ιδίους τους ζωντανούς. Ώστε εγώ τουλάχιστον, ω Μενέξενε, λαβαίνω μεγάλην ιδέαν
για τον εαυτό μου σαν επαινούμαι απ' αυτούς και κάθε φορά [που μιλούν] στέκομ'
έτσι ακούοντάς τους κ' ευχαριστούμενος, θαρρώντας πως μονομιάς έχω γίνει
μεγαλύτερος και γενναιότερος και ωμορφότερος. Και σαν που της περσότερες φορές
πάντα βρίσκονται να μ' ακολουθούν μερικοί ξένοι κι' ακούουν μαζί μου, σ' αυτούς
δα πιο αξιόπρεπος έτσι πρόχειρα φανερώνομαι· γιατί κι' όλα παθαίνουν μου
φαίνεται κ' εκείνοι τα ίδια και σχετικώς μ' εμέ και σχετικώς με όλη την άλλη
πόλιν, νομίζοντάς την πλέον αξιοθαύμαστη παρ' ό,τι πριν την ενόμιζαν, αποκτώντας
την τέτοια γνώμη από εκείνον που ομιλεί. Και σε μένα η αξιοπρέπεια αυτή βαστά
κάτι παραπάνω από τρεις μέρες. Έτσι ζωντανά και τα λόγια και η απαγγελία απ'
αυτόν που τα λέγει μπαίνει μέσα στ' αυτιά μου, ώστε μόλις στην τετάρτην ή την
πέμπτη ημέρα ξαναθυμάμαι τον εαυτόν μου και ανανοιόνω σε ποιον τόπο της γης
βρίσκομαι, γιατί ως την ώρα εκείνη μόνο που εις τα νησιά των μακάρων δεν λέω να
βρίσκωμαι· τόσον άξιοι μάς είναι οι ρήτορές μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάντα εσύ, Σωκράτη, περιγελάς τους ρήτορας.
Όσο για τώρα όμως εγώ θαρρώ πως εκείνος που θα εκλεχθή δεν θα καλοπεράση και
πολύ· γιατί όλως διόλου πρόχειρα θα έχη γίνει η εκλογή, ώστε ίσως βρεθή στην
ανάγκη όποιος θα κάμη το λόγο να μιλήση αυτοσχεδιάζοντας σχεδόν [την ώρα που
μιλεί).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από πού [το συμπέρασμα], λαμπρέ μου άνθρωπε;
Είναι τους για καθέν απ' αυτά τα πράγματα λόγοι έτοιμοι πρωτύτερα· και συνάμα
ουδ' είναι δύσκολο να μιλά κανείς πρόχειρα για τα τέτοια τουλάχιστον πράγματα,
Γιατί, αν ήταν ανάγκη να επαινεθούν οι Αθηναίοι μπροστά σε Πελοποννησίους ή
μπροστά στους Αθηναίους (να επαινεθούν) οι Πελοποννήσιοι, θα εχρειαζότουν να
είναι καλός ρήτορας ένας για να τους πείση και να κάμη καλήν εντύπωσιν. Αλλ'
όταν κανείς αγωνίζεται (ομιλή) ανάμεσα σ' εκείνους που ακριβώς αυτούς τους
ίδιους επαινεί, τότε δεν είναι, θαρρώ, μεγάλο κατόρθωμα το να μιλήση
καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν το θαρρείς [μεγάλο], Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι δα, μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θαρρείς λοιπόν πως θα ήσουν και συ άξιος να
κάμης τον λόγο, αν ήτον ανάγκη, και σε είχε τυχόν εκλέξει η βουλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ως προς εμέ λοιπόν, Μενέξενε, δεν θα ήτον
αξιοθαύμαστον αν θα ήμουν ικανός να μιλήσω, που έτυχε να είναι διδάσκαλός μου
εις την ρητορικήν όχι καμμία ανίκανη, αλλά η γυναίκα εκείνη που και άλλους έχει
φτιάσει πολλούς και καλούς ρήτορας, ένα δε μάλιστα υπέροχον μεταξύ των Ελλήνων,
τον Περικλέα, τον υιόν του Ξανθίππου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιά είν' αυτή; Μήπως, βέβαια, για την Ασπασία
θέλεις να πης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γι' αυτήν βέβαια θέλω να πω και μαζί μ' αυτήν
για τον Κόνον, τον υιόν του Μητροβίου, διότι οι δύο τους είναι διδάσκαλοί μου,
αυτός μεν της μουσικής, εκείνη δε της ρητορικής· λοιπόν ο έτσι μορφωμένος δεν
είναι άξιον απορίας αν έχει ικανότητα εις την ρητορείαν. Αλλά και όποιος τυχόν
εσπούδασε χειρότερά μου, την μουσικήν έχοντας διδαχθή από τον Λάμπρον, την δε
ρητορικήν από τον Αντιφώντα τον Ραμνούσιον, κι' αυτός ακόμη θα ήτον ικανός τους
Αθηναίους επαινώντας μπρος στους Αθηναίους να κάμη καλήν εντύπωσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τι λοιπόν θα μπορούσες να πης, αν τυχόν
ήτον ανάγκη να κάμης εσύ τον λόγον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ μεν ο ίδιος από δικά μου ίσως τίποτε, την
Ασπασίαν όμως και χθες ακόμη την ήκουσα που έκαμνε το τέλος ενός επιταφίου λόγου
γι' αυτά ακριβώς τα [σημερνά] πράγματα. Διότι έμαθε αυτά που λες και συ, ότι
επρόκειτο οι Αθηναίοι να εκλέξουν ένα για ν' απαγγείλη επιτάφιον· έπειτα άλλα
μεν μέρη [του λόγου) απροπαρασκεύαστα μου απήγγειλε, τι δηλαδή θα εχρειάζετο να
ειπωθούν, άλλα δε έχοντάς τα ετοιμάσει από πρώτα, όταν, όπως θαρρώ, εσύνθετε τον
επιτάφιον λόγον, τον οποίον είπεν ο Περικλής, συγκολλώντας [αυτή τώρα]
απομεινάρια από τον λόγον εκείνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και θα μπορούσες να διατηρήσης εις την μνήμην
σου αυτά που έλεγεν η Ασπασία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα μου ήταν άδικο να μη τα ενθυμούμαι· διότι
τα εμάνθανα δα απ' αυτήν και λίγο έλειψε να τιμωρηθώ με ξύλο, διότι
ελησμονούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί λοιπόν δεν μου τα απήγγειλες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά διά να μη τυχόν δυσαρεστηθή η
διδασκάλισσά μου, εάν εγώ απαγγείλω τον λόγον της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό δα ολότελα δεν θα συνέβαινεν. Αλλά συ
απάγγειλέ μου και θα μου κάμης μεγάλην ευχαρίστησιν, είτε της Ασπασίας θέλεις ν'
απαγγείλης τον λόγον είτε οποιουδήποτε άλλου. Φθάνει μόνον ν' απαγγείλης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίσως όμως με περιπαίξης όταν σου φανώ να παίζω
έτσι ακόμη ενώ είμαι γέρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθόλου, Σωκράτη. Αλλ' απάγγειλέ τα με
οποιονδήποτε τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας είναι λοιπόν. Πρέπει να σου γίνεται χάρις
εσένα· έτσι που λίγο λείπει, αν με παρακαλούσες να γυμνωθώ και να χορέψω, θα σου
έκανα κι' αυτό το χατήρι σαν που μάλιστα είμεθα μόνοι. Άκουε τώρα όμως.
Απήγγελλε λοιπόν, όπως θαρρώ, αρχίζοντας να μιλή πρώτα για τους ίδιους τους
πεθαμμένους αυτά περίπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δι' έργου (εμπράκτως) μεν έχουν αυτοί εδώ τα
πρέποντα εις αυτούς, που λαβόντας τα τραβάν τον πεπρωμένο δρόμο, αφού
κατευωδόθησαν γενικώς από την πόλιν, ιδιαιτέρως δε από τους συγγενείς των. Διά
λόγου δε απομένει να συμπληρωθή η τελετή προς τιμήν αυτών, που και ο νόμος
προστάζει το (να γίνεται) και πρέπον είναι (να γίνεται). Διά των έργων, που
καλώς επράχθησαν, διατηρείται η ενθύμησίς των εις τους ακούσαντας και στολισμός
όμως εκείνων που τα έργα έπραξαν γίνεται από λόγον καλά ειπωμένον. Αλλά
χρειάζεται ένας τέτοιος λόγος οπού τους μεν αποθαμμένους πρεπούμενα να επαινέση,
τους δε ζωντανούς καλόγνωμα να παραινέση, παρακινώντας μεν τους απογόνους και
τους αδελφούς των αποθαμμένων να μιμηθούν την ανδρείαν αυτών, παρηγορώντας δε
τους πατέρας και τας μητέρας και τους άλλους τυχόν προγόνους των, αυτούς που
ακόμη ζουν. Ποιoς λοιπόν λόγος θα ηδύνατο να μας φανή τέτοιος; Ή από πού θ'
αρχίζαμε σωστά να επαινούμε άνδρας αγαθούς, οι οποίοι και ζώντες επροξενούσαν
χαράν εις τους δικούς των εξ αιτίας της αρετής των και τον θάνατον εδέχθησαν να
υποστούν προτιμώντες αυτόν παρά την σωτηρίαν της ζωής των. Κρίνω εγώ πως σύμφωνα
με την φύσιν πρέπει όπως πρώτα υπήρξαν αγαθοί, έτσι με την σειράν και να κάμωμεν
τον έπαινό τους. Υπήρξαν δε αγαθοί, διότι εγεννήθηκαν από αγαθούς. Πρώτα λοιπόν
την καλή γενιά των πρέπει να εγκωμιάζωμεν και δεύτερον την ανατροφήν και την
εκπαίδευσίν των. Ύστερα δε σ' αυτά επάνω πρέπει να επιδείξωμεν διά τα έργα των
πως τα έπραξαν ωραία και άξια με [τα προσόντα των] εκείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πρώτ' απ' όλα η ευγένεια εις αυτούς
υπήρξεν απ' αυτήν την γένεσιν των προγόνων των, οι οποίοι δεν είχαν ξένην
καταγωγήν, από ανθρώπους δηλαδή που οι απόγονοί των να είχαν έλθει απ' αλλού και
εγκατασταθή εις την χώραν, αλλ' από ανθρώπους που ήσαν αυτόχθονες και πραγματικά
εκατοίκησαν και έζησαν εις την πατρίδα των και που τους ανάστησεν όχι μητρυιά
όπως άλλους, αλλά μητέρα χώρα, αυτή [εδώ] δηλαδή που εκατοικούσαν και τώρα
[όντας έτσι ευγενείς] αναπαύονται αποθαμμένοι σε τόπους δικούς των της χώρας
αυτής που τους ανέθρεψε και τους εγέννησε και τους εδέχθη. Γι' αυτό κ' είναι
δικαιότατον να στολίσωμε πρώτα μ' επαίνους αυτήν την μητέρα τους γην διότι έτσι
κι' όλα στολίζεται σύγκαιρα με επαίνους και η ευγένεια τούτων εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και το αξίζει η χώρα να επαινήται απ' όλους
τους ανθρώπους, όχι μόνον από μας, για πολλούς μεν και άλλους λόγους, κυρίως δε
και μάλιστα, διότι έχει την αγάπην των θεών. Κ' είναι του λόγου μας αυτού
απόδειξις η φιλονικία και η κρίσις των θεών που ευρέθηκαν εις διαφοράς αναμεταξύ
των χάριν αυτής. Εκείνη δε η χώρα, που οι θεοί την επαίνεσαν, πώς δεν θα είχε
δικαίωμα να έχη έπαινον απ' όλους πέρα-πέρα τους ανθρώπους; Δεύτερος δε δικός
της έπαινος δίκαιος θα ήτον το ότι εκείνο τον καιρό που όλ' η γη έβγανε κ'
εγεννούσε κάθε λογής άγρια ζώα είτε θεριά είτε βοσκούμενα, τον ίδιο καιρό τότε η
δική μας χώρα εφανερώθη μη γεννώντας μηδ' έχοντας άγρια θηρία, ενώ απ' εναντίας
εδιάλεξεν από τα ζώα κ' εγέννησε τον άνθρωπον, που αυτός και στο νουν υπερέχει
και μόνος έχει γνώσιν του δικαίου και των θεών. Μεγάλη δε απόδειξις αυτού μου
του λόγου, ότι δηλαδή αυτή εδώ η γη εγέννησε τους προγόνους τούτων και τους
ιδικούς μας [είναι το εξής]: Κάθε ον που γεννά έχει μέσα του την τροφήν, την
κατάλληλον να θρέψη τη γέννα του· κατ' αυτόν τον τρόπον γίνεται φανερή μία
γυναίκα αν εγέννησε αληθινά ή όχι και εξελέγχεται, εάν δεν έχη εις τον εαυτόν
της πηγές (μαστούς) τροφής διά το νεογέννητον. Από τούτο λοιπόν ακριβώς και η
δική μας γη και μητέρα παρέχει αρκετήν απόδειξιν του ότι εγέννησεν ανθρώπους·
διότι μόνη αυτή τον καιρό εκείνο και πρώτη έβγαλε τροφήν δι' ανθρώπους, καρπόν
δηλαδή του σταριού και του κριθαριού, με τον οποίον ωραιότατα και τελειότατα
τρέφεται το ανθρώπινον γένος, που έχει να 'πή ότι πράγματι τούτο το ζώον αυτή το
εγέννησε. Πιο πολύ δε διά την γην παρά διά την γυναίκα είναι σωστό να δεχώμεθα
τοιαύτας αποδείξεις· διότι η γη δεν έχει μιμηθή την γυναίκα στην εγκυμοσύνη και
στην γέννα, αλλά η γυναίκα έχει μιμηθή την γην. Αυτόν δε τον καρπόν [του σταριού
και του κριθαριού] δεν τον εκράτησε ζηλότυπα διά τον εαυτόν της, αλλά εμοίρασε
και εις τους άλλους. Και ύστερα δε απ' αυτό την παραγωγήν του λαδιού, για
ανακούφισι των κόπων, την έδωκεν εις τους απογόνους [των πρώτων ανθρώπων]· σαν
δε τους έθρεψε και τους εμεγάλωσε ως την εφηβικήν ηλικία, άρχοντας και
διδασκάλους γι' αυτούς έφερε θεούς, των οποίων τα ονόματα σωστό είναι εδώ δα να
τα παραλείψωμε, γιατί τα ξέρουμε· οι οποίοι όμως ετακτοποίησαν έτσι τη ζωή μας,
ώστε να είναι επιδεξία για την καθημερινή συντήρησί μας, με το να διδάξουν
πρώτους εμάς της τέχνες, μαθαίνοντές μας σύγκαιρα πώς ν' αποκτήσωμε και πώς να
μεταχειριζώμεθα όπλα, διά να φυλάττωμε την χώραν μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι γεννημένοι και αναθρεμμένοι οι πρόγονοι
τούτων εδώ (των αποθαμμένων) εκατοικούσαν την χώραν, συστήσαντες ένα πολίτευμα
που πρέπει να ειπώ και γι' αυτό ολίγας λέξεις· διότι το πολίτευμα είναι όπως η
ανατροφή, που γίνονται οι άνθρωποι καλοί μ' αυτήν αν είναι καλή και κακοί
αντίθετα. Πρέπει λοιπόν να δείξω το πως οι πατέρες μας έζησαν μέσα εις εξαίρετον
πολίτευμα, το οποίον τους έκαμε καλούς· όπως και τους σημερινούς ανθρώπους, που
μέσα εις αυτούς συγκαταλέγονται και αυτοί εδώ οι πεθαμμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το πολίτευμα λοιπόν αυτό δεν άλλαξε· ήτον τότε
ό,τι είναι και σήμερα, η αριστοκρατία που μ' αυτήν κυβερνώμεθα και τώρα και
πρωτύτερα σχεδόν πάντοτε. Και άλλος μεν την ονομάζει δημοκρατίαν, άλλος δε
αλλέως, όπως του αρέσει· είναι δε αληθινά επάνω εις την καλήν γνώμην του πλήθους
στηριγμένη αριστοκρατία. Διότι βασιλείς μεν έχουμε πάντοτε· αλλ' αυτοί τον
παλαιόν καιρόν εγίνοντο από καταγωγήν, κατόπιν δε ως τώρα εκλέγονται. Για τα πιο
πολλά δε πράγματα της πόλεως έχει την εξουσίαν το πλήθος (ο λαός) και αυτό δίδει
την κυβέρνησι και την δύναμι σ' εκείνους πάντα που ήθελε του φανούν πως είναι οι
καλύτεροι κι' ούτε κανείς αποκλείεται απ' αυτό το δικαίωμα [της εκλογής] εξ
αιτίας αδυναμίας ή πτωχείας ή αφανείας των πατέρων του καθώς και ούτε κανείς εξ
αιτίας των αντιθέτων [δυνάμεως δηλαδή και πλούτου και επισημότητος] έχει
αποκτήσει τιμητικά αξιώματα, όπως [συμβαίνει] εις άλλας πόλεις. Αλλά ένας είναι
ο όρος μας: εκείνος που φαίνεται πως είναι σοφός ή ενάρετος αυτός παίρνει
εξουσίαν και διοίκησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αιτία δε που έχομεν ημείς αυτό το πολίτευμα
είνε το ότι ως προς την γένεσιν είμεθα όλοι μας ίσοι. Διότι αι μεν άλλαι πόλεις
έχουν σχηματισθή από κάθε καταγωγής ανθρώπους και ως προς την υπόστασίν των
ανωμάλους, ώστε ανώμαλα είναι και τα πολιτεύματά των, είτε τυραννικά είτε
ολιγαρχικά· κ' έτσι κατοικούν μαζί, ποιοι δούλους και ποιοι αυθέντας νομίζοντες
ο ένας τον άλλον· ημείς δε και οι δικοί μας, όλοι γεννημένοι αδελφοί από μια
μητέρα, δεν έχομεν την αξίωσιν να είμεθα δούλοι ή αυθέντες ο ένας του άλλου· απ'
εναντίας η ομοία καταγωγή μας, ήγουν η ισονομία μας η φυσική μας αναγκάζει να
ζητούμεν να επιτύχωμεν το κάθε τι σύμφωνα με τον νόμον και σε κανένα άλλον
αναμεταξύ μας να μην υπακούωμεν παρά εξ αιτίας της αρετής του και της
φρονήσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δι' αυτό αναθρεμμένοι μέσα εις όλην την
ελευθερίαν οι πατέρες τούτων και οι δικοί μας και αυτοί εδώ [οι πεθαμμένοι],
αφού και καλογεννημένοι ήσαν, έκαμαν πολλά, ως είναι γνωστόν, και καλά έργα εις
όλους τους ανθρώπους και ιδιωτικώς και δημοσίως, λογίζοντες πως διά την
υπεράσπισιν της ελευθερίας είχαν χρέος να πολεμούν και με Έλληνας υπέρ Ελλήνων
και με βαρβάρους υπέρ όλων των Ελλήνων. Έτσι και το πώς εναντίον του Ευμόλπου
και των Αμαζόνων που είχαν εισβάλη εις την χώραν, και εναντίον άλλων ακόμη
παλαιότερα, υπερασπίσθηκαν με πόλεμον και το πώς υπερασπίσθηκαν με πόλεμον τους
Αργείους εναντίον των Καδμείων και τους Ηρακλείδας εναντίον των Αργείων θα είχα
λίγο διάστημα χρόνου, να διηγηθώ εγώ όπως αξίζει· αλλέως και ποιηταί έχοντες ως
τώρα υμνήσει αρκετά την ανδρείαν αυτών με μουσικόν τρόπον την διεφήμισαν έτσι
εις όλους, εάν δε ημείς επιχειρήσωμεν τα αυτά [κατορθώματα] με λόγον γυμνόν [από
ποιητικάς εκφράσεις] να τα επαινέσωμεν, χωρίς άλλο θα εφαινόμεθα κατώτεροι. Ώστε
λοιπόν αυτά δι' αυτούς τους λόγους νομίζω πως πρέπει να τα παραλείψωμεν, αφού
και βρίσκονται όπως πρέπει επαινεμένα. Δι' εκείνα όμως που κανείς έως τώρα
ποιητής δοξάζοντάς τα δεν εδοξάσθη και που απόμειναν αμνημόνευτα, νομίζω πως
πρέπει εγώ να κάμω λόγον δι' αυτά επαινώντας τα και παρακινώντας έτσι άλλους να
τα περιλάβουν εις ωδάς και εις κάθε άλλου είδους ποιήματα, όπως ταιριάζει σ'
εκείνους οι οποίοι τα έπραξαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απ' αυτά δε που λέγω είναι πρώτα τα εξής: Τους
Πέρσας που ήσαν άρχοντες της Ασίας και ήθελαν να υποδουλώσουν την Ευρώπην τους
εσταμάτησαν αυτής εδώ της χώρας οι γόνοι οι δικοί μας πατέρες, που και δίκαιον
είναι και πρέπει πρώτα- πρώτα αναφέροντάς τους να επαινέσω την ανδρείαν των.
Όμως, διά να την εννοήση κανείς, προκειμένου να την επαινέση καλά, πρέπει να
ανατρέξη με την σκέψιν του εις εκείνον τον καιρό, που ολάκαιρη μεν η Ασία ήτον
δούλη του τρίτου ήδη βασιλέως· από αυτούς [τους τρεις] ο πρώτος, ο Κύρος,
ελευθερώσας τους πατριώτας τους Πέρσας με την πολεμικήν του φρόνησιν σύγκαιρα
υποδούλωσε και τους εξουσιαστάς των τους Μήδους κ' έγινε κύριος όλης της άλλης
Ασίας έως εις την Αίγυπτον, ο δε υιός του έγινε κύριος και της Αιγύπτου και της
Λιβύης, όσον του ήτο δυνατόν να προχωρήση με στρατόν· τρίτος δε [βασιλεύς] ο
Δαρείος έως εις τους Σκύθας μεν κατά ξηράν εξάπλωσε την ηγεμονίαν του, την
θάλασσαν δε και τας νήσους είχεν εις την εξουσίαν του με τα πλοία, ώστε μηδέ καν
να λογιάζη πως ήτο δυνατόν να υπάρξη κανείς αντίπαλος αυτού. Τόσον πολλούς και
μεγάλους και πολεμικούς λαούς είχεν υποδουλώσει το κράτος των Περσών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατηγορώντας δε ο Δαρείος ημάς και τους
Ερετριείς με την πρόφασιν ότι είχομεν τάχα επιβουλευθή τας Σάρδεις και
στέλλοντας πεντακόσιες μεν χιλιάδες στρατό με πλοία φορτηγά και πολεμικά,
τριακόσια δε πολεμικά πλοία και επί κεφαλής τον Δάτιν, είπε του πως πρέπει να
γυρίση φέροντας μαζί του (δούλους) τους Αθηναίους και τους Ερετριείς, αν ήθελε
να μη χάση την κεφαλή του· εκείνος δε φθάσας με τα πλοία εις την Ερέτριαν
εναντίον ανδρών, που μεταξύ των τότε Ελλήνων ελογίζοντο από τους πιο ικανούς
στον πόλεμο και που δεν ήσαν και λίγοι, τους ενίκησε μεν αυτούς εις τρεις
ημέρας, διά να μη ξεφύγη δε κανένας τους ερεύνησε καλά όλην την χώραν των με τον
ακόλουθον τρόπον: Εις τα σύνορα της χώρας των Ερετριέων ελθόντες οι στρατιώται
του απλώθηκαν από τη μια θάλασσα ως την άλλη και ενώνοντας τα χέρια των ο ένας
με τον άλλον επέρασαν έτσι όλην την χώραν, ώστε να μπορούν να ειπούν στον
βασιλέα πως ουδ' ένας δεν τους είχε ξεφύγει (2).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και κατά νουν έχοντες τα αυτά να κάμουν
εκατέβησαν από της Ερετρίας εις τον Μαραθώνα, ωσάν να τους ήτον όμοια πρόχειρον
να ζέψουν και τους Αθηναίους με το αυτόν τρόπον αναγκαστικώς μαζί με τους
Ερετριείς και να τους φέρουν [εις την Ασίαν]. Ενώ δε αυτά άλλα μεν είχαν
πραγματοποιηθή, άλλα δε επιχειρούντο, ούτε τους Ερετριείς εβοήθησε κανένας εκ
των Ελλήνων ούτε τους Αθηναίους, εκτός μόνον οι Λακεδαιμόνιοι· και αυτοί δε
έφθασαν την επομένην της μάχης ημέραν· όλοι δε οι άλλοι έχοντες πάθει κατάπληξιν
έμεναν ήσυχοι, θέλοντας να σωθούν κατά το παρόν τουλάχιστον. Εις αυτά λοιπόν τα
συμβάντα φθάνοντας δύναται καθένας να εννοήση τι μεγάλην ανδρείαν είχαν εκείνοι
που επήγαν εις τον Μαραθώνα διά ν' αντικρούσουν την δύναμιν των βαρβάρων και που
ετιμώρησαν την αλαζονείαν όλης της Ασίας και που πρώτοι στήσαντες τρόπαια [από
νίκην κατά] των βαρβάρων έγιναν αρχηγοί και διδάσκαλοι εις τους άλλους ως προς
το ότι δεν ήτον απολέμητη η δύναμις των Περσών, αλλ' ότι κάθε πλήθος και κάθε
πλούτος υποτάσσεται εις την ενάρετον ανδρείαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ μεν λοιπόν λέγω πως είναι οι άνδρες
εκείνοι όχι μόνον των σωμάτων των ιδικών μας πατέρες, αλλά και της ελευθερίας,
και της ιδικής μας, ακόμη δε και [της ελευθερίας) όλων που κατοικούν αυτήν εδώ
την ήπειρον διότι έχοντες εις τον νουν εκείνο το κατόρθωμα έλαβαν την τόλμην οι
Ελληνες να ριψοκινδυνεύσουν εις τας μάχας που κατόπιν έγιναν υπέρ της σωτηρίας,
γενόμενοι [έτσι] μαθηταί των πολεμιστών του Μαραθώνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μεν πρωτεία λοιπόν κατά τον λόγον [αυτόν
εδώ] πρέπει να δώσωμεν εις εκείνους, τα δευτερεία δε εις αυτούς που κατά
θάλασσαν επολέμησαν και ενίκησαν κοντά εις την Σαλαμίνα και απ' έξω από το
Αρτεμίσιον. Σαν που και διά τους άνδρας αυτούς πολλά θα ηδύνατο κανένας να
εξιστορήση, πόσον μεγάλας δηλαδή δυνάμεις, που είχαν επέλθει [εναντίον μας],
αντέκρουσαν και κατά γην και κατά θάλασσαν και με ποίον [καλόν] τρόπον έκαμαν
τον αμυντικόν εναντίον εκείνων πόλεμον· όμως εκείνο που μου φαίνεται ότι είναι
το καλύτερό τους [ανδραγάθημα], αυτό θα το αναφέρω, ότι δηλαδή την συνέχειαν του
έργου των πολεμιστών του Μαραθώνος αυτοί την έκαμαν. Διότι οι μεν πολεμήσαντες
εις τον Μαραθώνα τούτο μόνον έκαμαν φανερόν εις τους Έλληνας, ότι ολίγοι τους
μπορούν να υπερασπισθούν εναντίον των βαρβάρων έστω πολλών, ως προς τον ναυτικόν
όμως πόλεμον τούτο ήτο άδηλον και οι Πέρσαι μάλιστα είχαν φήμην πως ήσαν
ακαταπολέμητοι κατά θάλασσαν και διά το πλήθος [των πλοίων] και διά τον πλούτον
και διά την τέχνην και διά την δύναμιν· αυτό λοιπόν είναι εις έπαινον των ανδρών
που επολέμησαν τότε κατά θάλασσαν, ότι τον φόβον που εκρατούσε τους Έλληνας τον
διέλυσαν και τους έκαμαν να παύσουν να φοβούνται το πλήθος των πλοίων και των
ανδρών. Ώστε συμπίπτει και υπό των δύο, ήτοι και εκείνων που επολέμησαν εις τον
Μαραθώνα και εκείνων που εναυμάχησαν εις την Σαλαμίνα, να έχουν διδαχθή οι άλλοι
Έλληνες μαθόντες από μεν τους πρώτους διά τον κατά ξηράν πόλεμον, από δε τους
δευτέρους διά τον κατά θάλασσαν και συνηθίσαντες να μη φοβούνται τους
βαρβάρους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τρίτην δε σειράν, λέγω, έρχεται το
κατόρθωμα των Πλαταιών, και λόγω του αριθμού και λόγω της ανδρείας συντελεστικόν
της σωτηρίας των Ελλήνων — κατόρθωμα που έγινεν από κοινού πλέον υπό των
Αθηναίων και υπό των Λακεδαιμονίων. Και το πλέον μέγα λοιπόν και πλέον δύσκολον
κατορθωμα έκαμαν αυτοί όλοι [τότε εις την περίστασιν εκείνην] πολεμούντες προς
άμυναν και διά την ανδρείαν των αυτήν και τώρα από ημάς εγκωμιάζονται και εις το
μέλλον [θα εγκωμιασθούν] υπό των κατόπιν ανθρώπων· ύστερα δε απ' αυτά πολλαί μεν
πόλεις των Ελλήνων ήσαν ακόμη με το μέρος του βαρβάρου, διεδίδετο δε είδησις ότι
αυτός ο ίδιος βασιλεύς [της Περσίας] ελογάριαζεν αυτοπροσώπως να επιχειρήση
πάλιν εκστρατείαν κατά των Ελλήνων· ώστε δίκαιον επί του προκειμένου είναι να
κάμωμεν ημείς λόγον [τιμητικόν] τώρα και δι' αυτούς, οι οποίοι έφεραν εις τέλος
την σωτηρίαν [των Ελλήνων] καθορίσαντες τελειωτικά και αποδιώξαντες κάθε
βαρβαρικήν δύναμιν από την θάλασσαν· αυτοί δε ήσαν και οι ναυμαχήσαντες απ' έξω
από τον Ευρυμέδοντα και οι εκστρατεύσαντες εις την Κύπρον και οι πλεύσαντες εις
την Αίγυπτον και εις πολλά άλλα μέρη, που πρέπει να κάμωμεν λόγον δι' αυτούς και
να τους χρεωστούμεν χάριν, διότι έκαμαν τον βασιλέα φοβισμένον να σκεφθή διά την
ιδικήν του σωτηρίαν και όχι να βάνη επίβουλα εις τον νουν του, την καταστροφήν
των Ελλήνων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αυτός μεν, ως γνωστόν, ο πόλεμος έγινε με
όλας τας δυνάμεις της πόλεως προς υπεράσπισιν και ιδικήν μας και των άλλων
ομοφύλων εναντίον των βαρβάρων. Όταν δε έγινεν ειρήνη και η πόλις μας ετιμάτο
(απ' όλους) έπεσεν εναντίον αυτής, εκείνο δα που έχει συνήθεια να αναπτύσσεται
(εις την ψυχήν) των ανθρώπων εναντίον των ευτυχισμένων, στην αρχή μεν ζηλοτυπία,
κατόπιν δε από ζηλοτυπίαν φθόνος· και αυτό έφερε αυτήν εδώ την πόλιν να ευρεθή
μη θέλοντας εις πόλεμον εναντίον των Ελλήνων· και όταν έτσι συνέβη πόλεμος
εβοήθησαν μεν (οι Αθηναίοι) προς υπεράσπισιν της ελευθερίας των Βοιωτών
πολεμώντας εις την Τανάγραν εναντίον των Λακεδαιμονίων, σαν που έμεινε δε
αμφισβητήσιμον το αποτέλεσμα της μάχης, εφανερώθηκεν η υπεροχή (εις ποίον
ανήκεν) από ό,τι έγινε κατόπιν· διότι εκείνοι μεν που είχαν έλθει βοηθοί των
Βοιωτών αφήνοντάς τους έφυγαν, οι δε ιδικοί μας (πολεμισταί) στην τρίτην ημέρα
νικήσαντες εις τους Οινοφύτους όλους εκείνους που άδικα έφευγαν, τους
εξανάγκασαν δίκαια να επιστρέψουν. Αυτοί λοιπόν έτσι πρώτοι ύστερ' από τον
Περσικό πόλεμο ερχόμενοι την φοράν αυτήν βοηθοί Ελλήνων υπέρ της ελευθερίας
εναντίον άλλων Ελλήνων, γενόμενοι άνδρες ενάρετοι και αποδώσαντες την ελευθερίαν
εις εκείνους που επήγαν να βοηθήσουν εβάλθησαν από την πολιτείαν τιμητικά πρώτοι
εις τούτο εδώ το μνήμα. Κατόπιν δε απ' αυτά όταν άναψεν ο πόλεμος και όλοι οι
Έλληνες έκαμαν εκστρατείαν εναντίον μας και ερήμαζαν την χώραν μας και ανάξια
έτσι επλήρωναν την χάριν [που εχρεωστούσαν] εις την πόλιν, νικήσαντες όλους
αυτούς εις ναυμαχίαν οι δικοί μας και συλλαβόντες τους αρχηγούς των τους
Λακεδαιμονίους εις την Σφαγίαν, ενώ τους ήτον βέβαια δυνατόν να τους σκοτώσουν,
όμως δεν τους επείραξαν και τους έδωκαν πίσω [εις την πατρίδα τους] και έκαμαν
ειρήνην, έχοντες την γνώμην ότι με τους ομοφύλους μεν πρέπει να γίνεται ο
πόλεμος μέχρι νίκης και να μη εξολοθρευθή το σύνολον των Ελλήνων από τον θυμόν
μιας ιδιαιτέρως πόλεως, προς δε τους βαρβάρους [πρέπει να γίνεται ο πόλεμος]
μέχρις εξολοθρευμού. Ώστε τούτους εδώ τους άνδρας αξίζει να επαινέσωμεν, οι
οποίοι αυτόν τον πόλεμον πολεμήσαντες είναι εδώ θαμμένοι, διότι απέδειξαν, αν
κανείς ευρίσκετο που να το αμφισβητούσε, ότι εκείνος που θα έλεγε τυχόν ότι εις
τον πρωτυτερινόν πόλεμον τον εναντίον των βαρβάρων υπήρξαν άλλοι καλύτεροι των
Αθηναίων δεν θα ισχυρίζετο κάτι αληθινόν· διότι αυτοί εδώ απέδειξαν τούτο, όταν
η Ελλάς ευρέθη εις εμφύλιον πόλεμον, υπερισχύσαντες εις τον πόλεμον και
κάμνοντες υποχειρίους των τους προϊσταμένους των άλλων Ελλήνων, που μαζί τους
άλλοτε ενικούσαν τους βαρβάρους, νικώντας αυτούς τώρα ιδιαιτέρως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρίτος δε πόλεμος ύστερ' απ' αυτήν την ειρήνην
συνέβηκεν ανέλπιστος και φοβερός, που εις αυτόν αποθανόντες πολλοί και αγαθοί
ευρίσκονται εδώ θαμμένοι, πολλοί μεν απ' αυτούς εις την Σικελίαν στήσαντες
πλείστα τρόπαια πολέμου υπέρ της ελευθερίας των Λεοντίνων, που βοηθώντας τους
διά να είναι πιστοί εις τους όρκους εταξίδεψαν εις εκείνους τους τόπους· ότε δε
εξ αιτίας της μεγάλης αποστάσεως ευρέθη εις αμηχανίαν η πόλις και δεν ημπόρεσε
να τους στείλη βοήθειαν, εξαντληθέντες αυτοί έπεσαν εις δυστυχίαν. Όμως και από
τους εχθρούς των και από εκείνους που επολέμησαν με αυτούς έλαβαν έπαινον
σωφροσύνης και ανδρείας περισσότερον παρ' ό,τι λαβαίνουν άλλοι [έπαινον] από
τους φίλους των· πολλοί δε άλλοι υπήρξαν νικηταί εις τας ναυμαχίας που έγιναν
εις τον Ελλήσποντον εις μίαν μόνην ημέραν αιχμαλωτίσαντες όλα τα πλοία των
εχθρών, πολλάς δε και άλλας νικήσαντες νίκας. Εκείνο δε που προηγουμένως είπα,
ότι δηλαδή ο πόλεμος υπήρξε φοβερός και ανέλπιστος, το είπα, διότι εις τόσην
έχθριτα διά την πόλιν μας έφθασαν οι άλλοι Έλληνες, ώστε ν' αποτολμήσουν να
στείλουν κήρυκας φιλίας εις τον βασιλέα [των Περσών], εκείνον, που μαζί μας
είχαν διώξει, αυτόν τον ίδιον μόνοι τους να καλέσουν να έλθη, ένα βάρβαρον
εναντίον των Ελλήνων και να συμμαζέψουν έτσι εναντίον της πόλεως όλους και τους
Έλληνας και τους βαρβάρους. Απ' αυτό δα όμως έγινε καταφάνερη και η δύναμις και
η ανδρεία της πόλεως. Διότι εκεί που ενόμιζαν [οι εχθροί] ότι χωρίς άλλο η πόλις
μας θα κατανικηθή και ενώ είχαν απομείνει τα πλοία μας εις την Μυτιλήνην, αυτοί
εδώ, αναλαβόντες την υπεράσπισιν με εξήντα πλοία και επιβιβασθέντες εις τα πλοία
αυτοί οι ίδιοι και δειχθέντες πολεμισταί άριστοι, όπως γενικώς ωμολογήθη,
νικήσαντες μεν τους εχθρούς, γλυτώσαντες δε τους φίλους, επειδή τους ήλθε τύχη
που δεν τους άξιζε, διότι δεν διεσώθησαν όταν ευρέθησαν εις την θάλασσαν
ναυαγοί, αποθανόντες, ευρίσκονται εδώ θαμμένοι. Αυτούς ημείς πρέπει πάντοτε να
τους φέρωμεν εις την ενθύμησίν μας και να τους επαινούμεν διότι χάρις εις την
ανδρείαν εκείνων ενικήσαμεν όχι μόνον εις την ναυμαχίαν τότε, αλλά και εις όλον
γενικώς τον πόλεμον διότι απέκτησεν η πόλις εξ αιτίας αυτών την υπόληψιν ότι δεν
θα είναι δυνατόν ποτέ να νικηθή η πόλις μηδέ από όλους τους ανθρώπους μαζί. Και
αληθινή είναι η υπόληψις αυτή. Από την αναμεταξύ μας διάστασιν δε ενικήθημεν και
όχι από άλλους· διότι ανίκητοι είμεθα ακόμη και τώρα από εκείνους τουλάχιστον,
ημείς δε μόνοι μας και τον εαυτόν μας ενικήσαμεν και από τον εαυτόν μας
ενικηθήκαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ύστερα δε απ' αυτά όταν έγινεν ησυχία και
ειρήνη προς τους άλλους, ο δικός μας ανάμεσό μας πόλεμος τοιουτοτρόπως διεξήχθη,
ώστε, αν πεπρωμένον είναι εις ανθρώπους ποτέ να ευρεθούν εις στάσιν (1) , θα
έπρεπε καθένας τους να εύχεται η δική του πατρίδα να μη πάθη αυτήν την αρρώστια
διαφορετικά [από ημάς]. Διότι και από τον Πειραιά και από την πόλιν με πόσην
προθυμίαν και οικειότητα συνενώθησαν πάλιν οι πολίται κατά τρόπον απροσδόκητον
διά τους άλλους Έλληνας και με πόσην μετριοπάθειαν δεν έκαμαν τον πόλεμον της
Ελευσίνος! και όλων αυτών αιτία τίποτ' άλλο δεν είναι παρά η πραγματική
συγγένεια, που προκύπτει απ' αυτήν σταθερά και αδελφική φιλία, φανερωνομένη όχι
με λόγους αλλά με έργα. Πρέπει λοιπόν να κάμωμε μνείαν και εκείνων που απέθαναν
εις τον πόλεμον αυτόν, [φονευόμενοι] αναμεταξύ τους και με όποιον τρόπο μας
είναι δυνατόν να τους συμφιλιώσωμεν, με προσευχάς δηλαδή και με θυσίας εις την
περίστασιν αυτήν, προσευχόμενοι διά τούτο εις τους εξουσιαστάς των [τους θεούς
δηλ. του Άδου] αφού και ημείς εσυμφιλιώθημεν. Διότι ούτε από κακίαν ούτε από
έχθραν ευρέθηκαν αντιμέτωποι, αλλ' από κακήν τύχην. Μάρτυρες δε αυτών είμεθα
ημείς οι ίδιοι οι ζώντες. Διότι την ιδίαν καταγωγήν με αυτούς έχοντες εδώκαμεν ο
ένας εις τον άλλον συγχώρησιν και δι' όσα [κακά] εκάμαμεν και δι' όσα
επάθαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατόπιν δε τούτου, όταν αποκατεστάθη ανάμεσό
μας τελεία ειρήνη, έμενεν η πόλις μας ήσυχη συγχωρώντας μεν τους βαρβάρους,
διότι παθόντες απ' αυτήν σημαντικά εξεδικήθησαν όχι ολίγον, έχουσα όμως
αγανάκτησιν εναντίον των Ελλήνων, διότι ενθυμείτο πώς ευεργετημένοι απ' αυτήν
της επλήρωσαν έτσι [αχάριστα] την ευεργεσίαν ελθόντες εις σύμπραξιν με τους
βαρβάρους, και αφαιρέσαντές της τα πλοία, που μια φορά τους είχαν σώσει αυτούς
τους ίδιους, και κατεδαφίσαντες τα τείχη της σε καιρό που είχαμ' εμποδίσει ημείς
πρωτύτερα να κατεδαφισθούν τα δικά τους. Κ' έχοντες την απόφασιν η πόλις να μην
έλθη πλέον εις βοήθειαν των Ελλήνων μήτε εις περίστασιν που Έλληνες αναμεταξύ
των επιχειρούν να υποδουλώνη ο ένας τον άλλον μήτε εις περίστασιν που βάρβαροι
επιχειρούν τούτο, εκυβερνάτο έτσι [ήσυχα]. Όμως, ενώ ημείς τοιουτοτρόπως
εσκεπτόμεθα, οι Λακεδαιμόνιοι νομίσαντες, ότι ημείς μεν οι υπερασπισταί της
ελευθερίας έχομεν ξεπέσει, ότι δε ιδικόν τους πλέον έργον είναι να υποδουλώσουν
τους άλλους, εβάλθηκαν εις ενέργειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όμως τις η ανάγκη να μακραίνω τον λόγον; αφού
όχι παλαιά ουδ' εις άλλην ανθρώπων εποχήν γενόμενα συμβάντα θα έλεγα, ιστορώντας
όσα κατόπιν συνέβησαν· διότι ημείς [από ιδίαν μας αντίληψιν] γνωρίζομεν πως
έχοντες κυριευθή από κατάπληξιν ήλθαν εις την ανάγκην [να ζητήσουν την βοήθειαν]
της πόλεως και οι πρώτοι ανάμεσα στους Έλληνας οι Αργείοι, οι Βοιωτοί, οι
Κορίνθιοι και ακόμα τούτο δε είναι το θαυμασιώτερον όλων — ο βασιλεύς [των
Περσών] έχοντες περιπέσει εις τόσην αμηχανίαν, ώστε να παρσυσιασθή εις αυτόν
απαραίτητα η ανάγκη από πούπετα αλλούθε να κατορθώση την σωτηρίαν του παρά απ'
αυτήν εδώ την πόλιν, που τόσον επιθυμούσε να την εξολοθρεύση. Και αληθινά αν
κανείς ήθελε να κατηγορήση την πόλιν μας δίκαια, μόνον τούτο λέγοντας σωστά θα
την κατηγορούσε, το ότι είναι πάντα της πολύ φιλεύσπλαχνος και πρόθυμη να βοηθή
τους πλέον αδυνάτους (3) . Έτσι και τότε δεν μπόρεσε να συγκρατήση τον εαυτό της
και να τηρήση αυτά που είχεν αποφασισμένα, δηλαδή να μη έλθη εις βοήθειαν
κανενός απ' αυτούς που την αδίκησαν, αν εκινδύνευεν αυτός να υποδουλωθή, αλλά
εμαλάκωσε και ήλθεν εις βοήθειαν και τους μεν Έλληνας αυτή μόνη της βοηθήσασα
τους έλυσεν από την δουλείαν, ως που πάλιν αυτοί μόνοι τους οι ίδιοι υπεδούλωσαν
τον εαυτόν τους, εις δε τον βασιλέα αυτή μεν [επισήμως] δεν έλαβε την τόλμην να
έλθη εις βοήθειάν του, μη θέλοντας να ντροπιάση έτσι τα τρόπαια του Μαραθώνος,
της Σαλαμίνος και των Πλαταιών, όμως με το ν' αφήση μόνον φυγάδες και εθελοντάς
να γίνουν βοηθοί, έτσι κατά την κοινήν ομολογίαν τον έσωσε. Κτίσασα δε πάλιν τα
τείχη της και κατασκευάσασα στόλον, όταν ευρέθη πάλιν εις την ανάγκην να
πολεμήση, δεχθείσα άφοβα τον πόλεμον [όταν τον εκίνησαν εναντίον της]
επολεμούσεν υπέρ των Αργείων εναντίον των Λακεδαιμονίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοβηθείς τότε την πόλιν ο βασιλεύς [της
Περσίας], όταν έβλεπε τους Λακεδαιμονίους να είναι υποδεέστεροι εις τον πόλεμον
κατά θάλασσαν, θέλοντας να έλθη εις διάστασιν [με ημάς] απαιτούσε να του δοθούν
[ως υπήκοοι] οι Έλληνες της Ασίας, που πρωτύτερα τους είχαν παραχωρήσει εις
αυτόν οι Λακεδαιμόνιοι, θέτων τούτο ως όρον αν ηθέλαμεν να γίνη σύμμαχος εις
ημάς και εις τους άλλους συμμάχους, νομίζων πως δεν θα το εστέργαμεν και έτσι θα
είχε πρόφασιν ν' αποτραβηχθή. Και διά μεν τους άλλους συμμάχους ευρέθη
απατημένος, διότι έδειξαν την θέλησιν να του παραχωρήσουν και συνεφώνησαν μεταξύ
τους και ωρκίσθησαν οι Κορίνθιοι και οι Αργείοι και οι Βοιωτοί και οι άλλοι
σύμμαχοι, αν πραγματικώς έδιδεν [ο βασιλεύς] χρήματα, να του παραχωρήσουν τους
εις την Ασίαν Έλληνας· μόνοι δε ημείς δεν είχαμεν αυτήν την τόλμην ούτε να
προβούμεν εις την παραχώρησιν ούτε να ορκισθώμεν διά τούτο. Τόσον είναι πράγματι
σταθερόν και εύρωστον το αίσθημα γενναιότητος και ελευθερίας και
μισοβαρβαρισμού, το οποίον έχει η πόλις μας διά τον λόγον ότι γνήσιοι είμεθα
Έλληνες και με βαρβάρους δεν ήλθαμεν εις επιμιξίαν. Διότι ούτε διάφοροι Πέλοπες,
ούτε διάφοροι Κάδμοι, ούτε Αιγύπτιοι και Δαναοί, ούτε διάφοροι άλλοι πολλοί
βάρβαροι κατά το γένος των και μόνον κατά νόμον Έλληνες έχουν κατοικήσει μαζί
μας, αλλ' ημείς Έλληνες και όχι με βαρβάρους ανάκατοι είμεθα της χώρας ημών
κάτοικοι, δι' αυτό δε υπάρχει εσωτερικόν εις την πόλιν μας και αμετάβλητον το
μίσος εναντίον ξένων φυλών. Έτσι όμως και δι' αυτό απομονώθημεν πάλιν, διότι δεν
εστέρξαμεν να διαπράξωμεν έργον αισχρόν και ανόσιον, Έλληνας παραχωρούντες εις
βαρβάρους. Ελθόντες λοιπόν εις την αυτήν κατάστασιν, εις την οποίαν και
πρωτύτερα ευρισκόμενοι είχαμεν καταβληθή εις τον πόλεμον, τώρα εκάμαμεν με την
βοήθειαν του θεού καλύτερα τον πόλεμον παρά τότε· διότι εβγήκαμεν από τον
πόλεμον έχοντες και πλοία και τείχη και τας αποικίας τας ιδικάς μας· τόσον
πρόθυμοι ήσαν να βγουν από τον πόλεμον και οι αντίπαλοί μας· όμως και εις τον
πόλεμον αυτόν εχάσαμεν άνδρας εναρέτους και εκείνους που εφονεύθησαν εις την
Κόρινθον ένεκα της κακής τοποθεσίας και εκείνους που εφονεύθησαν εις το Λέχαιον
από προδοσίαν· ανδρείοι δε υπήρξαν και εκείνοι που ελευθέρωσαν τον βασιλέα και
έδιωξαν από την θάλασσαν τους Λακεδαιμονίους, εκείνους δε εγώ μεν σας τους
υπενθυμίζω, σεις δε πρέπει να επαινήτε όμοια και να εγκωμιάζετε τοιούτους
άνδρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα μεν έργα λοιπόν την ανδρών που είναι
εδώ θαμμένοι και των άλλον όσοι χάριν της πατρίδος απέθαναν είναι αυτά, πολλά
μεν και ωραία όσα ειπώθηκαν, πολύ δε περισσότερα ακόμη και καλύτερα είναι τα
υπόλοιπα· διότι πολλά ημερόνυχτα δεν θα έφθαναν εις εκείνον που θα επρόκειτο όλα
τελειωτικώς να ειπή. Ώστε ημείς ενθυμίζοντας αυτούς εις τους απογόνους των
πρέπει να συμβουλεύωμεν κάθε άνδρα, όπως διά τον πόλεμον (γίνεται τούτο), να μη
εγκαταλίπη την τάξιν των προγόνων μηδέ να επιστρέφη εις τα οπίσω αθλίως
οπισθοχωρών. Εγώ μεν λοιπόν, ω παιδιά γενναίων ανδρών, και τώρα σας προτρέπω και
εις το μέλλον όπου τυχαίνει να σας συναντώ θα σας υπενθυμίζω και θα σας προτρέπω
να προσπαθήτε πρόθυμα να είσθε άριστοι. Κατά το παρόν δε σωστό είναι να σας
επαναλάβω όσα οι πατέρες σας όταν επέσκηπταν οι κίνδυνοι, μας εσυνιστούσαν, αν
τους συνέβαινε να πάθουν, διά να τα ειπούμεν ημείς εις τους επιζώντας [συγγενείς
των]: και όσα θα σας έλεγαν μ' ευχαρίστησίν των αυτοί οι ίδιοι, αν μπορούσαν [να
μιλήσουν], συμπεραίνοντές τα εγώ απ' όσα έλεγαν εκείνοι τότε· πρέπει όμως
ακούοντας όσα θ' απαγγέλλω να νομίζετε ότι απ' αυτούς τους ίδιους τακούετε·
έλεγαν δε τα εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ω παίδες, το ότι μεν είσθε από πατέρας
ανδρείους, τούτο αποδεικνύεται από το ήδη παρόν (4) . Ημείς δε, ενώ μας ήτο
δυνατόν να ζώμεν καλώς, επροτιμήσαμεν ν' αποθάνωμεν καλύτερα πριχού σας και τους
ύστερ' από σας αφήσωμεν ντροπιασμένους και πριχού τους πατέρας μας και όλους
τους προγόνους μας εντροπιάσωμε· έχοντες την γνώμην ότι εκείνος που ντροπιάζει
το γένος του δεν αξίζει να ζη και ότι ένας τέτοιος ούτε εις τους ανθρώπους, ούτε
εις τους θεούς δύναται να είναι αγαπητός, ούτε επάνω εις την γην, ούτε αποκάτω
από την γην όταν αποθάνη. Πρέπει λοιπόν έχοντες εις την μνήμην σας τους ιδικούς
μας λόγους, εάν και άλλην [εκτός της πολεμικής) καμμίαν ασχολίαν έχετε, να την
εξασκήτε με αρετήν, γνωρίζοντες καλά ότι όλα, όταν αυτό τους λείπει, και τα
κτήματα και τα επαγγέλματα είναι άσχημα και κακά· διότι ούτε ο πλούτος φέρνει
λαμπρότητα εις εκείνον που τον έχει όντας άνανδρος, διότι δι' άλλους ο τοιούτος
είναι πλούσιος και όχι διά τον εαυτόν του· ούτε η ωραιότης του σώματος και η
δύναμις, υπάρχοντα εις δειλόν και άνανδρον, φαίνονται ταιριασμένα επάνω του,
αλλ' ανάρμοστα και κάνουν μάλιστα περισσότερον να παρουσιάζεται εκείνος που τα
έχει [τι είδους άνθρωπος είναι] και φανερώτερην κάνουν την δειλίαν του· και κάθε
σοφή γνώσις χωρίς να συνοδεύεται από την δικαιοσύνην και από την άλλην αρετήν
φαίνεται πονηρία και όχι σοφία. Δι' αυτούς λοιπόν τους λόγους η πρώτη και η
τελευταία και η παντοτινή φροντίδα σας να είναι πώς να προσπαθήτε πάντοτε κατά
ποίον τρόπον να υπερβήτε και ημείς ακόμη τους προγόνους σας εις την δόξαν. Ει δ'
αλλέως, ξέρετέ το, εάν μεν σας νικώμεν ως προς την αρετήν, η νίκη μας αυτή μας
φέρει εντροπήν, εάν δε νικώμεθα από σας [εις την αρετήν], η ήττα μας φέρει
ευδαιμονίαν. Και χωρίς άλλο ημείς ήθελε νικηθώμεν και σεις ηθέλετε νικήσει, εάν
παρασκευάσετε τον εαυτόν σας τοιουτοτρόπως, ώστε να μη κάμετε κατάχρησιν της
δόξης των προγόνων μηδέ να καταδαπανήσετε αυτήν, γνωρίζοντες ότι εις άνδρα που
θαρρεί ότι είναι κάτι δεν γίνεται πιο μεγάλη εντροπή από το να παρουσιάζη τον
εαυτόν του να τον τιμούν όχι διά την αξίαν του εαυτού του, αλλά διά την δόξαν
των προγόνων· διότι είναι μεν η τιμή των γονέων ωραίος θησαυρός και μεγαλοπεπής
εις τους απογόνους· το να μεταχειρίζεται όμως ένας θησαυρόν χρημάτων και τιμών
και να μη αφήνη αυτόν εις τους απογόνους του είναι κακόν και άνανδρον, διότι
φανερώνει την αναξιότητά του εις το να κάμη ο ίδιος μόνος του αποκτήματα και
τιμάς. Και αν μεν αυτά [όσα σας λέγομεν] εφαρμόσετε εις την ζωήν σας θα έλθετε
φίλοι να μας εύρετε φίλους, όταν της μοίρας σας η τάξις σας φέρη [εις τον Άδην]·
αν δε τα αμελήσετε και ξεπέσετε εις κακίαν, κανείς δεν θα σας υποδεχθή φιλικά.
Εις τα παιδιά μεν αυτά ας είναι ειπωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τους πατέρας μας δε, όσοι τυχόν ζουν, και τας
μητέρας μας πρέπει πάντα να τους παρακινούμεν παρήγορα πώς να υποφέρουν
ελαφρότερα την συμφορών, όταν τύχη αυτή να συμβή, και να μη προσπαθούν ν'
αυξάνουν την θλίψιν των — διότι δεν θα υπάρχη έλλειψις θλιβερού πράγματος, διότι
αρκετά η τύχη θα πορίζη εις αυτούς τούτο [το θλιβερόν] — αλλά να προσπαθώμεν ν'
ανακουφίζωμεν αυτούς και να τους ησυχάζωμεν ενθυμίζοντάς τους ότι εκείνα τα
μεγαλύτερα που ηύχοντο τα εισήκουσαν οι θεοί και τα επραγματοποίησαν· διότι δεν
έκαναν ευχάς τα παιδιά τους να γίνουν αθάνατα, αλλά ανδρεία και δοξασμένα· και
αυτά δα, που είναι τα μεγαλύτερα αγαθά, τα έλαβαν. Αλλέως και δεν είναι εύκολον
εις άνδρα θνητόν όλα να του βγαίνουν εις το διάστημα της ζωής, όπως τα
σκέπτεται. Και υποφέροντες γενναία τας συμφοράς θα φανούν ότι πραγματικά όντας
ανδρείων παιδιών πατέρες είναι και αυτοί τοιούτοι [ανδρείοι]· ενώ, αν
καταβάλλωνται από την λύπην, θα γεννήσουν την υποψίαν ή ότι δεν είναι δικοί μας
πατέρες ή ότι εκείνοι που μας επαινούν λέγουν ψέμματα. Κανένα δε από τα δύο αυτά
δεν ταιριάζει, αλλ' απεναντίας εκείνοι μάλιστα πρέπει να γίνωνται δι' έργων
επαινέται μας, φανερώνοντας τον εαυτόν τους έτσι ώστε να δείχνεται ότι πράγματι
είναι άνδρες πατέρες ανδρών. Όμως και εις την περίστασιν αυτήν το παλαιόν λόγιον
«μηδέν άγαν» λεγόμενον παρουσιάζεται καλώς λεγόμενον διότι αληθινά επιτυχώς τώρα
λέγεται. Διότι όποιος δεν εξαρτά παρά από τον εαυτόν του τα μέσα διά να φθάση
εις την ευδαιμονίαν ή να την πλησιάση και δεν κρεμιέται απ' άλλους ανθρώπους,
ώστε από το αν ευτυχήσουν ή δυστυχήσουν αυτοί αναγκαστικά να λαμβάνη ομοίως
περιπετείας και η ζωή του, αυτός είναι ο αληθινά συνετός και αυτός είναι ο
ανδρείος και ο φρόνιμος. Αυτός, και όταν αποκτήση χρήματα και παιδιά και τα
χάση, όμοια θα συμμορφωθή με την παροιμίαν. Ούτε χαιρόμενος υπερβολικά ούτε
λυπούμενος [υπερβολικά] θα φανή, διότι εις τον εαυτόν του μόνον δίδει βάσιν.
Τέτοιοι δε έχομεν ημείς τουλάχιστον την αξίωσιν να είναι οι ιδικοί μας και
τέτοιους τους θέλομεν και υποστηρίζομεν ότι είναι και τέτοιο παρουσιάζομεν τον
εαυτό μας, χωρίς δηλαδή υπερβολικήν αγανάκτησιν ουδέ φόβον, αν τυχόν είναι χρεία
τώρα ν' αποθάνωμεν· παρακαλούμεν λοιπόν και τους πατέρας και τας μητέρας αυτών,
έχοντας τον όμοιον τρόπον σκέψεως, να περάσουν την επίλοιπη ζωή τους και να
ξέρουν καλά πως όχι θρηνώντας και μυρολογώντας μας θα μας είναι πολύ ευχάριστοι,
αλλ' αν οι πεθαμμένοι διατηρούν κάποιαν αίσθησιν των ζώντων τόσο πιο πολύ θα μας
δυσαρεστούσαν, όσο έκαναν τυχόν τον εαυτόν τους να υποφέρη και ελυπούντο βαριά
διά τας συμφοράς· ελαφρά δε και μέτρια λυπούμενοι παραπολύ θα μας ήσαν
ευχάριστοι. Διότι η δική μας ζωή θα έχη πλέον το καλύτερον τέλος απ' όσα μπορεί
να συμβούν εις τους ανθρώπους, ώστε αρμόζει να εγκωμιάζουν μάλλον αυτό παρά να
θρηνολογούν, λαμβάνοντες δε φροντίδα για της γυναίκες μας και τα παιδιά μας και
ανατρέφοντές τα και εις τούτο αφιερώνοντες την προσοχήν των, έτσι και την
δυστυχίαν περισσότερον όσο το δυνατόν θα ελησμονούσαν και ωραιότερα θα εζούσαν
και ορθότερα και αγαπητότερα εις ημάς. Αυτά δα λοιπόν είναι αρκετά να ειπωθούν
από μέρους μας εις τους ιδικούς μας· προς την πόλιν δε ηθέλαμεν κάμει την δέησιν
να λάβη προς χάριν μας φροντίδα των πατέρων μας και των παιδιών μας, αυτά μεν
μορφώνοντας καλά, εκείνους δε γηροκομώντας όπως αξίζει· αν και καλά γνωρίζομεν
ότι, και αν ημείς δεν παρακαλέσωμεν, πάντοτε αρκετά θα φροντίση δι' αυτό [η
πόλις] μόνη της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά λοιπόν, ω παίδες και γονείς των
αποθαμμένων, και εκείνοι μας ανέθεσαν να σας απαγγείλωμεν και εγώ όσον μπορώ
προθυμότατα σας απαγγέλλω. Και αφ' εαυτού μου υπέρ εκείνων παρακαλώ, τους μεν
[παίδας] να μιμούνται τους γονείς των [τους αποθαμμένους), τους δε [πατέρας] να
έχουν θάρρος χάριν των ιδικών των [παιδιών], διότι ημείς και ιδιωτικώς και από
του δημοσίου ταμείου θα σας γηροκομήσωμεν και θα σας επιμεληθώμεν, όπου και όπως
καθένας μας τύχη να συναντήση καθένα από τους συγγενείς εκείνων. Την φροντίδα δε
της πόλεως ως προς τούτο την γνωρίζετε κάπως και σεις οι ίδιοι, ότι δηλαδή
έχοντας βάλει νόμους ως προς τα παιδιά και τους γονείς εκείνων που πεθαίνουν εις
τον πόλεμον αναλαμβάνει να φροντίζη δι' αυτούς και έχει προστάξει να επιβλέπη η
ανωτάτη της πολιτείας αρχή, παραπάνω παρά διά τους άλλους πολίτας, ώστε οι
πατέρες και οι μητέρες [των αποθαμμένων εις τον πόλεμον] να μη αδικούνται· τα
παιδιά τους δε από κοινού τα ανατρέφει φροντίζουσα πώς προ πάντων να μένη
αφανέρωτη εις αυτούς η ορφανία, παρουσιαζομένη ωσάν πατέρας τους αυτή αφ' όταν
είναι ακόμη παιδιά· και όταν φθάσουν να γίνουν άνδρες τους εξαποστέλλει εις τα
σπίτια των, στολίζοντάς τους με πανοπλίαν, θέλοντας να υποδείξη έτσι και να τους
ενθυμίση τον τρόπον της ζωής του πατέρα των, δίνοντάς τους όργανα [όπλα] προς
εξάσκησιν της πατρικής ανδρείας και συνάμα προς καλόν οιωνόν, ώστε να
πρωταρχίσουν να παν εις το πατρικό τους σπίτι να το διοικήσουν διά της δυνάμεώς
των στολισμένοι με όπλα. Αυτούς δε τους πεθαμμένους ποτέ δεν παύει να τιμά [η
πόλις] κάθε χρόνον κάμνουσα από κοινού εις όλους τα πρέποντα (5) [μνημόσυνα], τα
οποία και ιδιαιτέρως εις καθένα γίνονται, προς τούτοις δε έχουσι συστήσει προς
τιμήν τους αγώνας γυμναστικούς και ιππικούς και κάθε καλής ασκήσεως πνευματικής
και χωρίς επιτήδευσιν (6) έτσι παρουσιαζομένη διά μεν τους αποθαμμένους ωσάν
πατέρας, διά δε τους γονείς των και τους άλλους συγγενείς των ωσάν επίτροπος,
λαμβάνοντας τοιουτοτρόπως φροντίδα δι' όλα, δι' όλον τον καιρόν. Και αυτά
έχοντες εις την ενθύμησίν μας πρέπει μαλακώτερα να υποφέρετε την συμφοράν. Διότι
και εις τους αποθανόντας και εις τους ζωντανούς τοιουτοτρόπως θα είσθε πλέον
αγαπητοί και πλέον πρόσφοροι εις το να φροντίζετε διά τους άλλους και να
φροντίζεσθε απ' αυτούς. Τώρα δε πλέον και σεις και όλοι οι άλλοι από κοινού
έχοντες μυρολογήσει σύμφωνα με τον νόμον τους αποθαμμένους απέλθετε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτός, αν αγαπάς, ο λόγος, ω Μενέξενε, είναι
της Ασπασίας της Μιλησίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τον Δία, ω Σωκράτη, αξιομακάριστη είναι η
Ασπασία σου, αν γυναίκα όντας έχει την ικανότητα να συνθέτη τέτοιους λόγους (7)
.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' αν δεν πίστευες ακολούθει μαζί μου και θα
την ακούσης την ίδια να μιλή [έτσι|.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολλάκις, Σωκράτη, εγώ έτυχε να συναναστραφώ
την Ασπασίαν και γνωρίζω ποία είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι λοιπόν; Δεν την θαυμάζεις και δεν της
χρεωστάς χάρι για τον λόγο αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μεγάλη μάλιστα χάρι χρωστώ εγώ, Σωκράτη,
για τον λόγο αυτό σ' εκείνην ή σ' εκείνον πού σου είπε τυχόν αυτόν και σύγκαιρα
άλλη μεγάλη χάρι χρωστώ σ' αυτόν που μου τον είπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάει καλά. Όμως να μη το μαρτυρήσης [ότι σου
απήγγειλα τον λόγον], για να σου απαγγείλω κι' άλλους ακόμη πολλούς και καλούς
πολιτικούς λόγους δικούς της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Να είσαι ήσυχος· δεν θα το μαρτυρήσω· μονάχα
εσύ απάγγελλε [λόγους].</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό δα θα γίνεται (ολοένα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) Ο Πλάτων επίτηδες εδώ και εις πολλά άλλα
μηδαμινολογεί, αναφέρων ανεκδοτικάς λεπτομερείας, όπως έκαμναν οι φλύαροι
ρήτορες.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Ο Πλάτων επίτηδες εδώ με σοφίσματα
παραδοξολογεί όπως οι σοφισταί ρήτορες.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Ειρωνία της πολυπραγμοσύνης των
Αθηνών.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) Εις το κείμενον η φράσις είναι: «αυτό
μηνύει το νυν παρόν.» Εξηγείται δε από άλλους μεταφραστάς «τούτο αποδεικνύεται
(φανερώνεται από την παρούσαν περίστασιν (ή τελετήν). Αλλά σύμφωνα με την
αισθητικήν της Αττικής διαλέκτου η φράσις είναι πλέον αόριστη και πλέον
γενική.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) Εις τας Αθήνας εγίνοντο κάθε χρόνον
εορταστικά μνημόσυνα, των πεσόντων εις τους πολέμους, τα οποία όμως εκατάντησαν
εις την εποχήν της παρακμής να είναι επίδειξις των ρητόρων και άδοξη του πλήθους
μεγαλαυχία μάλλον παρά τιμή των ηρώων και φρονηματισμός του λαού. Διά τούτο
περιλαμβάνει και τας εορτάς αυτάς εις την σατυρικήν ειρωνείαν του ο
Πλάτων.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6) Η λέξις του κειμένου είναι: «ατεχνώς» της
οποίας το διφορούμενον νόημα δεν μπορεί να αποδοθή.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7) Ο Πλάτων απέδωκε τον παράξενον αυτόν
επιτάφιον εις την Ασπασίαν, ειρωνευόμενος το φημολογούμενον ότι η Ασπασία
εβοήθει τον Περικλέα εις τα πολιτικά ζητήματα και σατυρίζων τούτο είτε ως
γεγονός είτε ως φήμην. Ίσως όμως και η πρόθεσίς του να δείξη ότι αι ρητορικαί
απεραντολογίαι αρμόζουν μάλλον εις γυναικείον νουν τον παρεκίνησαν εις
τούτο.</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span lang="EN-GB" style="font-size: 14pt;"><a
href="http://fih.gr/view.php?filename=16b130410.jpg" target="_blank"><img
src="http://fih.gr/images/16b130410.jpg" alt="FREE photo hosting by
Fih.gr"></a></span>
</dt>
<dt><span lang="EN-GB" style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span lang="EN-GB" style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΜΕΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΜΕΝΩΝ</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Πώς μπορεί να γίνει κάποιος ενάρετος πολίτης;
Τι είναι η αρετή; Η αρχαία κοινωνία -με κέντρο την Αθήνα- αγωνίζεται να βρει την
απάντηση σε αυτό το ερώτημα που καθορίζει σημαντικά την ανθρώπινη συμπεριφορά.
Οι πολίτες και οι πολιτικοί, ο καθένας από τη μεριά του, θεωρούν ότι η επιτυχής
εκτέλεση των καθηκόντων υποδεικνύει και τον ενάρετο πολίτη της αρχαιότητας. Όμως
ο Πλάτων, ο οποίος ερευνά τη φιλοσοφική αλήθεια για την αρετή, δεν αρκείται στις
αντιλήψεις και τα πορίσματα της συμβατικής κοινωνίας. Ο δάσκαλός του ο Σωκράτης
δηλώνει με παρρησία ότι δεν γνωρίζει τίποτα για την ουσία της. Πώς είναι,
λοιπόν, δυνατόν εμείς οι υπόλοιποι να είμαστε βέβαιοι για τα επιτυχή
αποτελέσματα των ενεργειών μας, για την καθημερινή μας αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Στον "Μένωνα" ο Πλάτων επιχειρεί για πρώτη
φορά να υποδείξει και να περιγράψει τα όρια της έννοιας της αρετής. Ένα
απαίδευτο παιδί -ένας ακόλουθος του αρχοντόπουλου από τη Θεσσαλία, του Μένωνα-
δείχνει ότι είναι ικανό να εντοπίσει πώς κατασκευάζεται ένα τετράγωνο με
διπλάσια επιφάνεια, κοντολογίς υπολογίζει με σχεδιαγράμματα έναν άρρητο αριθμό.
Το γεγονός είναι εντυπωσιακό, διότι με τον τρόπο αυτό ο Πλάτων υποδεικνύει ότι η
γνώση μας για το καθετί δεν είναι τίποτε άλλο παρά ανάμνηση, κάτι προσιτό σε
όλους, αρκεί να υπάρξει και εκείνος ο δάσκαλος ο οποίος θα θέσει τις κατάλληλες
ερωτήσεις για το ζήτημα, χωρίς να διδάξει από καθέδρας. Η αρετή όμως είναι
γνώση; Είναι δυνατή η πρόσληψή της; Η υποθετική μέθοδος, ένα ακόμη θέμα του
διαλόγου, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο συνεχής έλεγχος των υπολογισμών και
των κρίσεών μας, ανοίγει την προοπτική θετικής απάντησης, παρά την απουσία -από
την κοινωνία- των ειδικών, των δασκάλων της αρετής.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ
</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ Χ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΜΕΝΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ Χ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΩΝ Ή ΠΕΡΙ ΑΡΕΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΝΩΝ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΓΑΪΣ ΜΕΝΩΝΟΣ ΑΝΥΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η κυρία υπόθεσις είναι αν η αρετή είναι
διδακτή ή ασκητή ή δεν είναι τοιούτον, αλλά φύσει ενυπάρχει εις τους ανθρώπους.
— Κατά τον A s t το κύριον ζήτημα δεν λύεται αλλά μόνον ενδείξεις παρέχονται,
ότι η αρετή δεν δύναται να είναι διδακτή, διότι ουδείς διδάσκαλος αυτής δύναται
να ευρεθή και μόνον εκ θείας μοίρας είναι δυνατόν να δοθή εις έν άτομον. Εν
τούτοις με την εξήγησιν αυτήν θα εχαρακτηρίζετο ως άλογος και τυφλή ενέργεια, —
όπερ είναι εντελώς αντίθετον προς την Πλατωτικήν Φιλοσοφίαν. — Ο διάλογος ούτος
συνάπτεται προς τον Γοργίαν και Πρωταγόραν, συνεγράφη δε πάντως μετά το 395 π.
Χ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειμπορείς να μου ειπής, ω Σωκράτη, εάν την
αρετήν δυνάμεθα να την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκτήσωμεν δια της διδασκαλίας ή αρκεί
μόνον η τριβή και η πείρα; ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέλος πάντων, αν δεν εξαρτάται διόλου ούτε
από την άσκησιν ούτε από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μάθησιν, αλλ' υπάρχει και φανερώνεται
εις τους ανθρώπους κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φυσικόν χάρισμα (1) ή προέρχεται από
οιανδήποτε άλλην αιτίαν εκτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ανωτέρω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Ω Μένων, μέχρι σήμερον οι Θεσσαλοί
ήσαν περίφημοι μεταξύ των Ελλήνων και εθαυμάζοντο δια την επιδεξιότητά των εις
την ιππικήν και δια τα πλούτη των· άλλα τόρα, καθώς μου φαίνεται, εξέχουν και
δια την σοφίαν των ακόμη· και προ πάντων οι συμπολίται του φίλου σου Αριστίππου
του Λαρισαίου· και αίτιος τούτου είναι ο Γοργίας. Διότι ελθών εις την πόλιν
προσελήφθη δια την σοφίαν του και από τους πρώτους των Αλευαδών, εκ των οποίων
είς είναι και ο φίλος σου Αρίστιππος, και από τους μάλλον διακεκριμένους μεταξύ
των άλλων Θεσσαλών· και αυτός σας έχει συνηθίσει ν' απαντάτε οριστικά (μετά
βεβαιότητος) και επιβλητικώς (μεγαλοπρεπώς), εάν κανείς ερωτήση τίποτε, όπως
φυσικά είναι επόμενον ν' απαντά ένας που γνωρίζει, αφού και αυτός, άλλως τε,
προσφέρει τον εαυτόν του, δι' οιανδήποτε ερώτησιν, εις όλους τους Έλληνας, εάν
κανείς μεταξύ αυτών θέλει να ερωτήση· δεν υπάρχει δε κανείς εις τον οποίον να
μην απαντά επί οιουδήποτε ζητήματος, που ειξεύρει. Αλλ' εδώ, αγαπητέ Μένων, τα
πράγματα συμβαίνουν εντελώς το εναντίον σαν κάπποια ξηρασία σοφίας έχει γίνει
(2) και υπάρχει κίνδυνος να φύγη η σοφία από τους τόπους αυτούς ναλθή κοντά σας.
Και αν ήθελες από περιέργεια να ερωτήσης κανένα από τους εδώ με τέτοιον τρόπον,
δεν υπάρχει κανείς να μη γελάση και να ειπή· ω ξένε, αναμφιβόλως, με παίρνεις
δια κανένα πολύ ευτυχή θνητόν, διά να πιστεύης, ότι γνωρίζω, εάν η αρετή ειμπορή
να διδαχθή ή να αποκτηθή με οιονδήποτε άλλον τρόπον. Εγώ δε, ό,τι αναμφιβόλως,
χωρίς φόβον Γνωρίζω, είναι ότι όχι μόνον δεν ειξεύρω, αν η αρετή δύναται να
διδαχθή ή όχι, αλλά και τούτο ακόμη αγνοώ, εάν πράγματι υπάρχη καθόλου αρετή.
Και εγώ δε δυστυχώς, ω Μένων, ευρίσκομαι εις την ιδίαν κατάστασιν. Είμαι εις την
ίδιαν φτώχεια από το πράγμα αυτό, όπως και οι άλλοι συμπολίται μου, και κατηγορώ
τον εαυτόν μου, ότι δεν ειξεύρω τίποτε περί της αρετής. Και πώς θα ειμπορώ να
γνωρίζω τας ιδιότητας ενός πράγματος, του οποίου αγνοώ και αυτήν την φύσιν; Ή
σου φαίνεται δυνατόν, εάν κανείς δεν γνωρίζη διόλου τον Μένωνα ποιός είναι, να
ειμπορή να ξεύρη, εάν είναι καλός (ωραίος!) ή πλούσιος ή ευγενής ή όλως διόλου
το εναντίον; το πιστεύεις ότι είναι δυνατόν τέτοιο πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως όχι, δεν το πιστεύω. Μα αλήθεια,
Σωκράτη, ότι και συ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις τι είναι αρετή; Έτσι να
κοινοποιήσωμεν διά σε στους ιδικούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας, όταν ξαναγυρίσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μόνον τούτο, φίλε μου, αλλά ότι δεν
εύρον κανένα ακόμη έως τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γνωρίζη, όπως τουλάχιστον μου
φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν δεν απήντησες καθόλου τον
Γοργίαν, όταν ήτο εδώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, τον είδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και σου εφάνηκε, ότι δεν είξευρε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ενθυμούμαι και καλά, Μένων, ώστε δεν
ξεύρω τίποτε, ως προς το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόν, πώς τότε μου εφάνη. Ίσως όμως και
εκείνος να γνωρίζη και συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν εκείνα που εκείνος έλεγεν. Ενθύμησέ
με λοιπόν τι είπεν ή αν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλης τα ιδικά του λόγια, ειπέ μου συ ο
ίδιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας αφήσωμεν τον Γοργίαν, αφού είναι
και απών. Αλλά συ, Μένων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μα τους θεούς τι λέγεις, ότι είναι
αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάθε μου και μη φθονήσης, και έτσι θα φανώ
ψεύστης διά το ευτυχέστατον ψέμα, αν αποδείξης ότι και συ και ο Γοργίας
γνωρίζετε το πράγμα, το οποίον εγώ είπον, ότι ποτέ δεν μου έτυχε ν' απαντήσω
κανένα που να το ειξεύρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα δεν είναι δύσκολον, Σωκράτη, να σου
ειπώ (εξηγήσω). Και πρώτον, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλης να σου ειπώ από τι συνίσταται (τι
είναι δηλονότι) αρετή του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανδρός, είναι ευκολώτατον· εκείνη λέγεται
αρετή του ανδρός, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός έχει την ικανότητα να πολιτεύεται
εις την πατρίδα του με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιούτον τρόπον, ώστε τους μεν φίλους να
ευεργετή, τους δε εχθρούς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλάπτη, αυτός δε ο ίδιος να προσέχη να μη
πάθη τοιούτον εκ μέρους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των· αν δε πάλιν θέλης να μάθης αρετήν
γυναικός, δεν είναι δύσκολον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να σου αναπτύξω, ότι αυτή πρέπει να διοική
καλά το σπίτι της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διασώζουσα τα εντός του οίκου (3) και να
υπακούη εις τον άνδρα της·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει ακόμη και άλλη αρετή του παιδιού
και εκ των δύο φύλων και της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κόρης και του αγοριού και του γέροντος,
εάν μεν θέλης εκείνας που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταιριάζουν εις τον ελεύθερον, εάν δε
θέλης, εις τον δούλον και πλήθος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλων αρετών υπάρχουν, ώστε δεν υπάρχει
διόλου δυσκολία να ομιλήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς περί της αρετής τι είναι· διότι η
αρετή ποικίλλει μόνον κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηλικίαν ή κατά επάγγελμα· υπάρχει δε μία
αρετή διά πάσαν πράξιν ημών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ίδιο σκέπτομαι, Σωκράτη, και διά την
κακίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, Μένων, ότι ευρίσκομαι εις
μίαν στιγμήν μοναδικής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευτυχίας· διότι δεν εζητούσα παρά μίαν
μόνον αρετήν και ήδη έχω εύρει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλήθος αρετών να ευρίσκωνται κοντά σου.
Αλλά, Μένων, κάμε μου την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν να μου εξηγήσης κατά ταύτην την
εικόνα όσον αφορά τα σμήνη, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ σ' ερωτούσα περί της μελίσσης, ποία
είναι η φύσις αυτής, και συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου απαντούσες, ότι υπάρχουν πολλαί και
ποικίλαι μέλισσαι πολλών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειδών, και αν εξηκολούθουν να σ' ερωτώ, θα
έλεγες άραγε ότι ακριβώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' αυτό (ένεκα της ουσίας των μελισσών)
είναι πολλαί και ποικίλαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πολλών ειδών μεταξύ των, διότι είναι
μέλισσαι, ή κατά τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδόλως διαφέρουν, αλλά εις άλλο τι,
παραδείγματος χάριν κατά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραιότητα, το μέγεθος, ή εις άλλο τι εκ
των τοιούτων; ειπέ μου τι θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντούσες, εάν σ' ηρώτουν έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα έλεγα, ότι αι μέλισσας ως μέλισσαι
ουδόλως διαφέρουν η μία από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν επρόσθετα κατόπιν, Μένων, ειπέ μου,
λοιπόν αυτό· από τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνίσταται (τι είναι η φύσις) εκείνο διά
το οποίον δεν διαφέρουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδόλως μεταξύ των αι μέλισσαι, αλλ' όλαι
είναι το ίδιον, είχες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε τότε να μου ειπής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι λοιπόν και περί των αρετών αν και
είναι πολλαί και ποικίλαι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουχ' ήττον όμως όλαι έχουν μίαν μόνον
ουσίαν κοινήν (ένα είδος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κοινόν), διά την οποίαν είναι αρεταί· και
ακριβώς επάνω εις αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει ν' αποβλέψη εκείνος που πρέπει ν'
απαντήση, εις εκείνον που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτά και αυτό να φανερώση· ή μήπως δεν μ'
εννοείς τι λέγω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω, ότι εννοώ. Και όμως δεν έχω ακόμη
ακριβή ιδέαν, όπως εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλω, του ζητήματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίον εκ των δύο, σου φαίνεται, Μένων,
ότι μόνον περί αρετής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ισχύει, ότι άλλη είναι διά τον άνδρα, άλλη
διά την γυναίκα και ούτω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθεξής; ή σκέπτεσαι, ομοίως, και περί της
υγείας και περί του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλείου και περί της δυνάμεως; και άλλη
μεν σου φαίνεται η υγεία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ανδρός και άλλη της γυναικός; ή παντού
υπάρχει η ίδια ουσία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπουδήποτε και αν ευρίσκεται, εάν υπάρχη
βεβαίως υγεία, είτε εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνδρα είτε εις άλλον τινά
οιονδήποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, ότι η αυτή υγεία υπάρχει και
διά τον άνδρα και διά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυναίκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως και το μεγαλείον και η
δύναμις; εάν βεβαίως είναι δυνατή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυναίκα, κατά την αυτήν ουσίαν και κατά
την αυτήν δύναμιν θα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ισχυρά, όπως εις τον άνδρα; διότι εγώ λέγω
το ίδιον και διά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν· ουδόλως διαφέρει η ισχύς να είναι
ισχύς εάν είναι εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνδρα ή εις την γυναίκα· ή σου φαίνεται,
ότι διαφέρουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ουδόλως βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και η αρετή διαφέρει καθόλου κατ' ουσίαν,
εάν είναι είτε εις το παιδί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε εις τον γέροντα είτε εις την γυναίκα
είτε εις τον άνδρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις εμέ, Σωκράτη, φαίνεται, ότι αυτή δεν
ομοιάζει τ' άλλα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανέφερες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα πώς; δεν έλεγες αρετήν του ανδρός το να
καλοδιοική την πόλιν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της γυναικός το σπίτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να διοικήση καλώς
ή πόλιν ή οικίαν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οτιδήποτε άλλο, εάν δεν γνωρίζη καλώς τους
κανόνας της σωφροσύνης και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της δικαιοσύνης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αν διοικούν σωφρόνως και δικαίως,
αναμφιβόλως διά της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιοσύνης και σωφροσύνης θα
διοικήσουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και οι δύο λοιπόν έχουν ανάγκην των αυτών
πραγμάτων διά να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενάρετοι (αγαθοί), της δικαιοσύνης και της
σωφροσύνης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι προφανές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' ακόμη και το παιδί και ο γέρων, εάν
είναι ακόλαστοι και άδικοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν ποτε να είναι
δίκαιοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά σώφρονες και δίκαιοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν όλοι οι άνθρωποι είναι ενάρετοι
κατά τον ίδιον τρόπον, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι τοιούτοι μόνον διά της προσκτήσεως
των αυτών πραγμάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι προφανές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά δεν θα είναι ενάρετοι κατά τον ίδιον
τρόπον, εάν δεν είχον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ίδιαν αρετήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή λοιπόν όλων η αρετή είναι η αυτή (η
αυτή αρετή είναι δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλους) προσπάθησε να μου ειπής και να
ενθυμυθής τι είναι αυτό που την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνιστά (αποτελεί) κατά τον Γοργίαν και
κατά ιδικήν σου γνώμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως μ' εκείνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν ζητής ένα γενικόν ορισμόν δι' αυτήν, τι
άλλο είναι παρά μία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανότης να άρχη των ανθρώπων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' αυτό είναι αποτέλεσμα εκείνου που
ζητώ· και ειπέ μου, Μένων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή είνε η αρετή ενός παιδιού και του
δούλου, δηλονότι, να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανός ν' άρχη (έχη επιρροήν) επί του
κυρίου του, σου φαίνεται δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη και αν είναι δούλος ο άρχων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως αυτό θα ήτο παράλογον, αγαθέ μου
φίλε· για σκέψου και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής· η αρετή λέγεις είναι η ικανότης του
άρχειν· αλλά δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσθέσωμεν ενταύθα και το δικαίως, και θα
αποκλείσωμεν το αδίκως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι νομίζω, διότι η δικαιοσύνη, Σωκράτη,
είναι αρετή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον εκ των δύο, ω Μένων, αρετή ή κάποια
αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι θέλεις να ειπής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όπως θα ειπώ περί οιουδήποτε άλλου
πράγματος, παραδείγματος χάριν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν θέλης (να ομιλήσω) περί
στρογγυλότητος, θα ειπώ βεβαίως ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποιο σχήμα και όχι μόνον έτσι απλώς, ότι
είναι σχήμα· αυτός δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ο λόγος, διότι θα ομιλήσω έτσι,
επειδή υπάρχουν και άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ομιλείς σωστά· αλλά και εγώ, βεβαίως,
υποστηρίζων επίσης, ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιοσύνη δεν είναι μοναδική αρετή αλλ'
υπάρχουν και άλλαι αρεταί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίαι είναι αύται; ειπέ τας, όπως και εγώ
θα σου ειπώ τα άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχήματα, εάν με προστάξης· κάμε και συ το
ίδιον· ονόμασέ μου και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλας αρετάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, ότι η ανδρεία είναι αρετή
και η σωφροσύνη, και η σοφία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και η μεγαλοπρέπεια και πλήθος
άλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχομεν πάθει πάλιν το ίδιον, ω Μένων
(εξαναπέσαμεν πάλιν εις το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασυμβίβαστον). Ημείς δεν ζητούμεν παρά
μίαν μόνον αρετήν και έχομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρει πολλάς κατ' άλλον τρόπον ή τόρα δα·
την μοναδικήν δε εκείνην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετήν, η οποία υπάρχει μέσα εις όλας τας
άλλας, δεν δυνάμεθα ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανακαλύψωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ειμπορώ, Σωκράτη, τέτοιαν που συ
ζητείς, η οποία να ευρίσκεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσα εις όλας τας άλλας αρετάς, όπως διά
τα άλλα πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δικαίως. Δεν εκπλήττομαι. Αλλ' εγώ θα
προσπαθήσω, όσον ειμπορώ, διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να προχωρήσωμεν παραπάνω εις την
ανακάλυψιν αυτής, εάν δυνηθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννοείς, αναμφιβόλως, ότι έτσι συμβαίνει
και με όλα τάλλα· εάν τις σ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηρώτα περί εκείνου, περί του οποίου τόρα
δα έλεγον, τι είναι σχήμα, ω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μένων, εάν του έλεγες, ότι είναι
στρογγυλότης, και σου απαντούσε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπως εγώ ηρώτησα, ποιον εκ των δύο
συμβαίνει, εάν η στρογγυλότης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι το σχήμα ή κάποιον σχήμα, θα έλεγες,
ότι είναι κάποιο σχήμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και κυρίως, διότι υπάρχουν και άλλα
σχήματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν πάλιν σε ηρώτα· ποία; θα του
έλεγες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν πάλιν σε ηρώτα περί χρώματος, τι
είναι, συ δε αφού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντούσες, ότι είναι το λευκόν, και μετά
ταύτα πάλιν ηρώτα, ποίον εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των δύο, το λευκόν είναι το χρώμα ή είναι
κάποιο χρώμα, θα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγες, ότι είναι κάποιο χρώμα, διότι
υπάρχουν και άλλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν επέμενε να του ειπής και άλλα
χρώματα, θα του έλεγες και άλλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα όποια δεν έτυχε να είναι λευκά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν, λοιπόν, έπαιρνε τον λόγον, καθώς
εγώ, και έλεγεν ότι φθάνομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε εις πολλά, αλλ' όχι έτσι, όπως
εμένα, αλλ' (έλεγεν), ότι τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά αυτά, επειδή ονομάζεις μ' ένα και το
αυτό όνομα και ομολογείς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι κανένα απ' αυτά δεν είνε και σχήμα,
και αυτά και τ' αντίθετα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτών, τι είνε τότε εκείνο, το οποίον
είναι μέσα και εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρογγυλόν και το ευθύ, και το οποίον
ονομάζεις σχήμα, και ουχ' ήττον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα βεβαιώνεις πάλιν, ότι το ευθύ ή το
στρογγυλόν είνε σχήμα; ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως δεν νομίζεις έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, όταν ομιλής τοιουτοτρόπως, τότε
δεν λέγεις τίποτε άλλο παρ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι το στρογγύλον είνε στρογγύλον ή ευθύ
(ίσιο), και το ευθύ ευθύ ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρογγύλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά βεβαίως ουδόλως θα ειπής ότι σχήμα
του ευθέος είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρογγύλον ή αντιθέτως ότι το ένα είνε
σχήμα του άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αληθινά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λοιπόν είναι εκείνο του όποιου το όνομα
είνε σχήμα; προσπάθησε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπής· εάν λοιπόν, εις τον ερωτώντα
τοιουτοτρόπως περί του χρώματος ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του σχήματος έλεγες, ότι δεν σ' εννοώ, ω
άνθρωπε, ουδέ γνωρίζω τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλεις να ειπής, ίσως απορούσε και θα
έλεγεν δεν εννοείς, ότι ζητώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο που είνε μέσα εις όλα το ίδιον; ή
ουδέ εις αυτά, ω Μένων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειμπορούσες ν' απαντήσης, εάν κανείς σ'
ερωτούσε· τι είναι και διά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρογγύλον και το ευθύ και τα άλλα, που
ονομάζεις σχήματα, το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' όλα; προσπάθησε να ειπής, διά να
σκεφθής να δώσης απάντησιν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί της αρετής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, Σωκράτη, συ ειπέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να σου κάμω την χάριν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα θελήσης και συ ύστερα να μου ειπής περί
της αρετής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας προθυμοποιηθώμεν λοιπόν, διότι
αξίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ας προσπαθήσωμεν να ειπούμεν, τι είναι
σχήμα· και σκέψου, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχεσαι, ότι είναι αυτό· σχήμα δε ας
είναι δι' ημάς εκείνο, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον μόνον εξ όλων των όντων τυγχάνει
πάντοτε ν' ακολουθή το χρώμα·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου είναι αρκετόν, νομίζω, ή ζητείς τίποτε
άλλο; εγώ τουλάχιστον θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευχαριστηθώ, εάν μου καθώριζες έτσι την
αρετήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' αυτό είναι απλοϊκό, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γιατί; τι εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σχήμα κατά τον ορισμόν σου δεν είναι, παρ'
εκείνο που τ' ακολουθή το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρώμα. Έστω. Αλλ' αν κανένας δεν ήθελε να
ειπή, ότι γνωρίζει το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρώμα, αλλ' απορεί, όπως και διά το σχήμα,
πώς σου φαίνεται θ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντούσες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλήθεια· και αν ο ερωτών ήθελεν είσθαι
κανείς από τους σοφούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (συζητητικούς και εριστικούς
(διαλεκτικούς) και αγωνιστικούς), θα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγον, ότι και εις εμέ έχει λεχθή· εάν δε
δεν λέγω ορθώς, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδική σου δουλειά τόρα να λάβης τον λόγον
και να ελέγχης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (αποδεικνύων). Εάν όμως, φίλοι, όπως εγώ
και συ, θα ήθελον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνδιαλέγωνται, τότε πρέπει, κάπως πλέον
ήρεμα και διαλεκτικά, ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντήσω. Είναι δε, ίσως, μάλλον
διαλεκτικόν, όχι μόνον το ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκριθώ εγώ ταληθή αλλά και εκείνα τα
οποία ο ερωτώμενος ομολογεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι γνωρίζει. Θα προσπαθήσω δε και εγώ
έτσι να σου ομιλήσω· τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεις τέλος (τέρμα); εγώ λέγω, εκείνο
το οποίον έχει πέρας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έσχατον (τελευταίον), όλα δε αυτά εγώ τα
λέγω τα ίδια· μόνον ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόδικος ίσως θα είχεν αντιλογίας· αλλά
και συ, βέβαια, ονομάζεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το οποίον έχει τελειώσει και έχει
λήξει· αυτό περίπου θέλω να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπώ, ουδόλως ποικίλον (περιέργως
πολύπλοκον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι τ' ονομάζω· και νομίζω, ότι εννοώ τι
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επίσης και επίπεδον και στερεόν ονομάζεις
κάτι, όπως αυτά τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθορίζονται εις τας γεωμετρίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια έτσι το καλώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα λοιπόν ειμπορείς να εννοήσης εκ
τούτων εκείνο, το οποίον ονομάζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχήμα. Διότι, διά παν σχήμα λέγω αυτό, ότι
εκείνο που τελειώνει το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στερεόν, αυτό είναι σχήμα· το οποίον αφού
ήθελον αντιληφθή ήθελον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπει, ότι το πέρας του στερεού είναι
σχήμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε χρώμα πώς ονομάζεις, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είσαι θρασύς (απαιτητικός), Μένων, αφού
προστάζεις γέρων άνθρωπον ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκριθή σκοτούρες (δύσκολα), συ δε δεν
θέλεις να ενθυμηθής, όπως μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπής· τι λέγει ο Γοργίας, ότι είναι
αρετή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άμα μου ειπής και τούτο, Σωκράτη, θα σου
ειπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ο αδαής, ακόμη, Μένων, ήθελε σ'
εννοήση, όταν συ διαλέγεσαι, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είσαι καλός και ότι σ' αγαπούν (έχεις
εραστάς).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι δεν κάνεις τίποτε άλλο παρά να
διατάσσης εις τας διαλέξεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπως κάνουν, όσοι τρυφούν (διασκεδάζουν),
διότι είναι τύραννοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέχρις ότου έλθη η κατάλληλος ώρα·
συγχρόνως δε αντελήφθης, ότι είμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατώτερος προς τους καλούς (4)· θα σου
χαρισθώ λοιπόν και θ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκριθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα κάμε μου την χάριν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να σου απαντήσω κατά τον τρόπον του
Γοργία, τον οποίον συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκολώτατα ειμπορείς να
παρακολουθήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι θέλω· γιατί όχι:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ομολογείς μετά του Εμπεδοκλέους, ότι
υπάρχουν απορροαί(6) τινες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσα εις τα σώματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πόροι, εις τους οποίους και διά των
οποίων περνούν αι απορροαί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αύται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ότι εκ των απορροών αυτών μερικαί
αναλογούν (ταιριάζουν) είς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τινας των πόρων, και ότι άλλαι είναι
μικρότεραι ή μεγαλύτεραι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις, βέβαια, και τι καλείται
όψις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκ τούτων λοιπόν εννόησε, εκείνο που λέγω,
όπως λέγει ο Πίνδαρος. Το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρώμα δεν είναι παρά μία απορροή σχημάτων
σύμμετρος και αισθητή εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την όψιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άριστα, μου φαίνεται, ότι έδωκες αυτήν την
απόκρισιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φαίνεται προφανώς, ότι ελέχθη σύμφωνα
με τας ιδέας σου·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως δε εννοείς νομίζω, ότι σου είναι
εύκολον εκ της απαντήσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταύτης να εξηγήσης τι είναι ήχος (φωνή)
και οσμή και άλλα πολλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόμοια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχει τι το τραγικόν η απόκρισις, Μένων,
και δι' αυτό σου αρέσκει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον παρά η απάντησις περί του
σχήματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τ' ομολογώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, δεν μου φαίνεται, ω παιδί του
Αλεξιδήμου, τόσον καλή, όπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ τουλάχιστον πεισθώ, η δε άλλη είναι
καλυτέρα. Νομίζω δε, ότι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις σε έτσι θα φανή, εάν μη, όπως έλεγες
χθες, ήσο απολύτως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποχρεωμένος να αναχωρήσης προ των
μυστηρίων, αλλ' επερίμενες εδώ διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μυηθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' ειμπορώ να μένω, Σωκράτη, εάν
συγκατατίθεσαι να μου λέγης πολλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόμοια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον εξαρτάται εκ της αγαθής θελήσεως,
ουδόλως θα παραμελήσω και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε και δι' εμέ· αλλά, νομίζω, δεν θα είμαι
ικανός να ειπώ πολλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτα· έλα τόρα όμως, προσπάθησε και συ
να μου πληρώσης την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπόσχεσίν σου και να μου ειπής τελείως τι
είναι αρετή· παύσε δε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάνης πολλά εκ του ενός, όπως λέγουν
συνήθως σκώπτοντες, εκείνοι οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι τσακίζουν (σπάζουν), αλλ' αφού
αφήσης την αρετήν μέσα εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολότητα και ακεραιότητα (αρτιότητά) της,
ειπέ μου, τι είναι αρετή· τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε παραδείγματα τα έχεις ήδη πάρει από
εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται λοιπόν, Σωκράτη, ότι αρετή
είναι, όπως λέγει ο ποιητής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνη η οποία χαίρει διά τα καλά, και η
οποία δύναται να παρέχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά. Έτσι και εγώ ονομάζω την αρετήν, την
διάθεσιν δηλονότι του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπου, ο οποίος επιθυμεί τα καλά και
ταυτοχρόνως δύναται να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προμηθεύεται (απολαμβάνη).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα λέγεις, ότι εκείνος ο οποίος επιθυμεί
τα καλά, είναι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιθυμητής των αγαθών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχουν λοιπόν άνθρωποι, οι οποίοι
επιθυμούν τα κακά και άλλοι τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθά; Και δεν σου φαίνεται, αγαπητέ, ότι
όλοι επιθυμούν τ' αγαθά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, δεν φαίνεται εις εμένα
τουλάχιστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' ότι είναι μερικοί, που επιθυμούν τα
κακά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να ειπής ότι, νομίζοντες τα κακά
ότι είναι αγαθά, επιθυμούσιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, ή ότι, ενώ γινώσκουν ότι είναι κακά,
όμως τα επιθυμούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τα δυο, μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα πώς σου φαίνεται, Μένων, ότι ένας
άνθρωπος γνωρίζων τα κακά ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κακά, όμως τα επιθυμεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι καλείς επιθυμίαν; Είναι εκείνο που του
γίνεται (συμβαίνει);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνο που του συμβαίνει· τι άλλο ειμπορεί
να είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον εκ των δύο φαντάζεται, ότι τα κακά
ωφελούν, εκείνον που του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνονται, ή γνωρίζει, ότι βλάπτουν,
εκείνον που θα του συμβούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχουν οι νομίζοντες ότι τα κακά
ωφελούν, υπάρχουν δε και εκείνοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που γνωρίζουν ότι βλάπτουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πιστεύεις, ότι εκείνοι, οι οποίοι
νομίζουν ότι τα κακά είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επωφελή, έχουν οιανδήποτε ιδέαν του
κακού;(5)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, δεν το πολυπιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι προφανές λοιπόν, ότι δεν επιθυμούσι
τα κακά όσοι αγνοούν αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλ' εκείνα, τα οποία νομίζουν ότι είναι
αγαθά, και τα οποία πράγματι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κακά. Ώστε, οι μη γνωρίζοντες αυτά
και νομίζοντες ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθά, φανερόν είναι, ότι επιθυμούν τ'
αγαθά· ή δεν είν' έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προς τούτοις· οι άλλοι, οι οποίοι
επιθυμούν τα κακά, όπως συ λέγεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πιστεύουν ότι αυτά βλάπτουν εκείνον
που του συμβαίνουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζουν, βεβαίως, ότι θα βλαφθούν υπ'
αυτών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναγκαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όσους βλάπτονται δεν τους θεωρούν
αυτοί αθλίους (δυστυχείς) καθ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον βλάπτονται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αναγκαίως και τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οι δε άθλιοι δεν είναι δυστυχείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και υπάρχει κανείς, ο οποίος θέλει να
είναι άθλιος και δυστυχής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κανένας δεν θέλει τα κακά, Μένων,
αν βεβαίως δεν θέλη να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιούτος· διότι τι είναι άθλιον παρά το να
επιθυμή κανείς και ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκτά τα κακά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, Σωκράτη, ότι λέγεις αλήθεια·
ότι ουδείς θέλει τα κακά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως έλεγες, ότι αρετή είναι το θέλειν
τ' αγαθά και το δύνασθαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τ' αποκτά κανείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι αληθές, ότι το θέλειν, κατά τον
ορισμόν σου, είναι κοινόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις όλους, και κατά τούτο ουδείς διαφέρει
(είναι καλύτερος) από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν φανερόν, ότι αν ο ένας είναι
καλύτερος από τον άλλον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιθανόν να είναι καλύτερος μόνον κατά το
δύνασθαι (διότι δύναται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κατά τον ορισμόν σου, όπως
φαίνεται, αρετή είναι η δύναμις, η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όποια πορίζεται τ' αγαθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εντελώς έτσι νομίζω, Σωκράτη, όπως συ τόρα
νομίζεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας ίδωμεν, αν και αυτό που λέγεις είναι
αληθές· διότι πιθανόν να έχης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκαιον. Εκείνο λοιπόν, που είναι ικανόν
να πορίζεται ταγαθά, συ το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγεις αρετήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αγαθά δε δεν ονομάζεις την υγείαν και τον
πλούτον και τον χρυσόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το αργύριον και τας τιμάς και τάλλα
αξιώματα μέσα εις την πόλιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως λέγης και άλλα τινά αγαθά εκτός
αυτών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αλλ' όλα αυτά και τα τοιαύτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά· το να πορίζεται λοιπόν κανείς
αργύριον και χρυσόν είναι αρετή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπως λέγει ο Μένων ο πατρικός ξεναγός του
μεγάλου Βασιλέως. Μήπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσθέτης τίποτε εις την παραδοχήν αυτήν,
Μένων, π. χ. το δικαίως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οσίως, ή δεν σε μέλλει, αλλά και αν αδίκως
κανείς τα πορίζεται, πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ, ομοίως, θα καλέσης τούτο
αρετήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια, Σωκράτη, αλλά κακίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται λοιπόν απολύτως αναγκαίον εις τον
ορισμόν της αρετής να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προστεθή η δικαιοσύνη, η αγιότης, ή
οιονδήποτε άλλο μέρος της αρετής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλως δεν είναι αρετή, αν και μας
προμηθεύη τ' αγαθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς είναι δυνατόν άνευ αυτών να είναι
αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε να μη πορίζεται κανείς χρυσίον ούτε
αργύριον, παρά μόνον όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δίκαιον, μήτε εις τον εαυτόν του
μήτε εις άλλον, δεν είναι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή η έλλειψις αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως η προμήθεια όλων τούτων των
αγαθών δεν είναι διόλου αρετή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλλον δε η στέρησίς των ήθελεν είσθαι
αρετή, αλλά, καθώς φαίνεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο που γίνεται μετά δικαιοσύνης είναι
αρετή, ό,τι δε συμβαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνευ όλων αυτών είναι κακία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, ότι τα πράγματα είναι έτσι
καθώς τα λέγεις συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα δεν είπομεν ολίγον πρωτήτερα, ότι
εκάστη εκ των ιδιοτήτων αυτών, η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιοσύνη και η σωφροσύνη και τα άλλα τα
τοιαύτα, είναι μόρια (μέρη)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αρετής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ύστερα απ' αυτά παίζεις μαζί μου,
Μένων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πού αστεΐζομαι (παίζω),
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις το ότι, ενώ εγώ προ ολίγου σε
παρεκάλεσα να μη σπάζης και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κομματιάζης την αρετήν, και ενώ σου έδωκα
παραδείγματα πώς πρέπει ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντάς, συ παρημέλησες αυτά εντελώς και
μου είπες, αφ' ενός, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετή είναι η δύναμις του πορίζεσθαι αγαθά
μετά δικαιοσύνης, και αφ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ετέρου, ότι η δικαιοσύνη είναι ένα μέρος
της αρετής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ομολογώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν συμβαίνει, εξ όσων συ ομολογείς,
ότι αρετή είναι εκείνο που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνεται μ' ένα μέρος της αρετής, οτιδήποτε
και αν γίνεται, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγνωρίζεις, ότι η δικαιοσύνη και άλλα
όμοια είναι τμήματα (μόρια)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αρετής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό λέγω, ότι ενώ εγώ σε παρεκάλεσα να
μου ειπής τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολοκληρωτικώς αρετή, δεν μου λέγεις
καθόλου, μου είπες δε, ότι πάσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράξις είναι αρετή εάν γίνεται μ' ένα
μέρος αρετή, ωσάν να μου έχης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπή τι είναι εν γένει αρετή, και ότι εγώ
ήδη θα την γνωρίσω, και αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την κατακόψης εις κομμάτια. Πρέπει λοιπόν,
καθώς μου φαίνεται, να σ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσω εκ νέου, αγαπητέ Μένων, τι είναι
αρετή και εάν είναι αληθές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι πάσα πράξις μετά μορίου αρετής ήθελεν
είσθαι αρετή, διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιον ως να λέγης, όπως ένας λέγη, ότι
πάσα πράξις μετά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιοσύνης είναι αρετή· ή δεν σου
φαίνεται πάλιν, ότι έχεις ανάγκην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αυτής ερωτήσεως; μα νομίζεις ότι είναι
κανείς που ηξεύρει μόριον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αρετής τι είναι, χωρίς να γνωρίζη
καθόλου αυτήν την αρετήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν ενεθυμείσο τι σου είπον εγώ περί του
σχήματος, θα κατεδικάζαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (παραιτούσαμεν) τον τρόπον αυτόν της
απαντήσεως, η οποία επιχειρεί ν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκριθή διά των συζητουμένων και ακόμη
δι' εκείνων, τα οποία ουδόλως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωμολογήθησαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και δικαίως θα την απερρίπταμεν,
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' αυτό και συ, φίλτατε, εν όσω ζητούμεν
την όλην αρετήν τι είναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη νομίζης ότι απαντάς οπωσδήποτε
αποκρινόμενος ότι διά των μερών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτής θα φανερώσης αυτήν ή με οιονδήποτε
άλλον όμοιον τρόπον, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν θα χρειασθή η αυτή ερώτησις· περί
τίνος αρετής ομιλείς εκείνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία ομιλείς; ή νομίζεις, ότι δεν σου
λέγω τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τουναντίον, μου φαίνεται, ότι ομιλείς
ορθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αποκρίσου λοιπόν εξ αρχής· τι λέγεις ότι
είναι αρετή, και συ και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φίλος σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω Σωκράτη, και πρωτήτερα έχω ακούσει, πριν
διαλεχθώ μαζί σου, ότι συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζεις τίποτε άλλο, παρά και συ ο
ίδιος αμφιβάλλεις και τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλους να κάνης ν' αμφιβάλλουν τόρα δε,
καθώς μου φαίνεσαι, με μαγεύεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (γοητεύεις) και με φαρμακώνεις και τελείως
με καταθέλγεις, ώστε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεμίσω από αμφιβολίας· και αν επιτρέπεται
να κοροϊδέψη κανείς, μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι εντελώς ομοιάζεις κατά την
μορφήν και καθ' όλα τάλλα με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλατείαν θαλασσίαν νάρκην (μουδιάστρα), η
οποία ναρκώνει διαρκώς τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλησιάζοντα και εκείνον που θα την εγγίση·
έτσι, μου φαίνεται, και συ μ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις κάνει· διότι πράγματι και εις την
ψυχήν (πνεύμα) και εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλώσσαν είμαι ναρκωμένος και δεν γνωρίζω
τι ν' αποκριθώ, καίτοι πολλάκις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ περί της αρετής έχω ομιλήσει και
ενώπιον πολλών και πολύ καλά, όπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου εφαίνετο· τόρα δε δεν ειμπορώ καθόλου
ούτε τι είναι να ειπώ. Καλώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε σκέπτεσαι, Σωκράτη, σε βεβαιώ, να μην
αναχωρής ούτε να ταξειδεύης απ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδώ· διότι, αν τα έκανες αυτά ξένος εις
άλλην τινά πόλιν, πολύ γρήγορα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα σ' εφυλάκιζαν ως γόην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είσαι πονηρός, Μένων, και ολίγον έλειψε να
μ' απατήσης (τσακώσης).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις τι λοιπόν, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννοώ ένεκα τίνος λόγου με
παρέβαλες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά ποίον λόγον νομίζεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά να σ' αντιπαραβάλω και εγώ. Εγώ όμως
τούτο γνωρίζω περί των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλών, ότι χαίρουν (αγαπούν) να
παραβάλλωνται· τούτο τους ωφελεί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι αι εικόνες των καλών είναι, νομίζω,
καλαί αλλ' εγώ δεν θα σ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντισυγκρίνω· ως προς εμέ δε, εάν η νάρκη
ναρκωνομένη αυτή η ίδια και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους άλλους ναρκώνη, τότε της ομοιάζω· εάν
όχι, δεν της ομοιάζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή, εάν καθιστώ τους άλλους γεμάτους
απορίας, δεν έπεται ότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω περισσότερά των· αλλά περισσότερον
παντός άλλου αμφιβάλλω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ, και δι' αυτό κάνω και τους άλλους ν'
αμφιβάλλουν· όπως και τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί της αρετής δεν γνωρίζω απολύτως τι
είναι αρετή· όσον διά σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιθανόν προτήτερα, πριν με πλησιάσης, να
ήξευρες, τόρα όμως φαίνεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν να μη γνωρίζης. Και όμως εγώ θέλω να
εξετάσω και να σκεφθώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συζητών μαζί σου τι πιθανόν να είναι
αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς θα συζητήσης, Σωκράτη, δι' εκείνο
το οποίον δεν γνωρίζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθόλου τι είναι; ποίαν αρχήν έχεις διά να
ζητήσης πράγματα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγνοείς; και πώς θα την αναγνωρίσης την
αρετήν, εάν πιθανόν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτύχης, αφού διόλου δεν την
ειξεύρεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννοώ τι θέλεις να ειπής, Μένων. Βλέπεις
πόσον αυτή η αρχή σου είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζήτημα (υποκείμενον) συζητήσεως, αφού
δηλονότι δεν είναι δυνατόν ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος να ζητή ούτε εκείνο που γνωρίζει
ούτε εκείνο που δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειξεύρει; Διότι ουδόλως θα ζητήση, ό,τι
γνωρίζει, αφού το γνωρίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν έχει ανάγκην ερεύνης, ούτε δε
πάλιν εκείνο το οποίον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γινώσκει, διά τον λόγον, ότι δεν ειξεύρει
εκείνο που θα ζητήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν σου φαίνεται, λοιπόν, ούτ' αυτή η
ομιλία ορθή, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ουδόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου λέγεις, διατί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως· διότι έχω ακούσει άνδρας και
γυναίκας σοφούς διά τα θεία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι λέγουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωραία και αληθινά πράγματα,
υποθέτω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία λοιπόν είναι αυτά και ποίοι είναι οι
λέγοντες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τα πρόσωπα (οι λέγοντες) είναι οι ιερείς
και αι ιέρειαι, οι οποίοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι διωρισμένοι να εξηγούν τον λόγον,
δι' εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζονται ή (τους είναι φροντίς να
δύνανται να ερμηνεύουν όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποβλέπουν εις το επάγγελμά των)· λέγει δε
και ο Πίνδαρος και πολλοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι εκ των ποιητών, όσοι είναι θείοι —
όσα δε λέγουν είναι αυτά — ·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά πρόσεχε, εάν οι λόγοι των σου
φαίνωνται αληθινοί· λέγουν, ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατος· και
άλλοτε μεν τελειώνει την ζωήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της και αυτό το καλούσι θάνατον, άλλοτε δε
πάλιν ξαναγεννάται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδέποτε δε χάνεται· δι' αυτό και πρέπει
να ζήσωμεν, όσον το δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγιώτατα· διότι:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Περσεφόνη ύστερα, από τον γύρο των εννηά
χρονών, εκείνους από την αμαρτία τους την παλαιή που ευχάριστα θα τους δεχτή,
τους ξαναδίνει την ψυχή στο ηλιοφώς. Απ' τούτες τες ψυχές γεννιώνται βασιλιάδες
δυνατοί και δοξασμένοι, κι' οι πιο σοφοί μεγάλοι άνδρες, που ήρωες αγνούς η
στερνές γενεές τους λένε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι λοιπόν και η ψυχή, αφού είναι αθάνατος
και πολλάκις ξαναγεννάται και έχει ίδη και τα εδώ και όσα είναι εις τον Άδην και
εν γένει όλα, δεν υπάρχει τίποτε που δεν γνωρίζει. Ώστε δεν είναι καθόλου
παράδοξον και περί της αρετής και περί των λοιπών να ενθυμηθή, όσα πρότερον
εγνώριζε, διότι, όπως όλα είνε μέσα στη φύσι συγγενή και η ψυχή όλα τάχει μάθει,
τίποτε δεν εμποδίζει να ενθυμηθή ένα μόνο πράγμα, εκείνο το οποίον οι άνθρωποι
ονομάζουν μάθησιν (γνώσιν), και αυτή να εύρη όλα τα άλλα· φθάνει μόνον κανείς να
έχη θάρρος και να μη κουράζεται να ερευνά· διότι όλη η ανάμνησις ευρίσκεται μέσα
εις ό,τι καλούμεν ζήτησιν (έρευναν) και μάθησιν (γνώσιν). Δεν πρέπει λοιπόν να
πεισθής (δώσης πίστιν) εις την συζητητικήν εκείνην αρχήν που είπες· διότι αυτή
θα μας έκανε οκνηρούς, είναι δε πολύ ευχάριστος αρχή να την ακούουν οι μαλθακοί.
Εκείνο δε που είπον εγώ, τουναντίον, μας καθιστά εργατικούς και ερευνητικούς·
εις τούτο δε εγώ, ακραδάντως πιστεύων, Θέλω μαζί σου να ζητήσω τι είναι
αρετή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, Σωκράτη· αλλά πώς το λέγεις, ότι
τίποτε δεν μανθάνομεν, αλλ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι καλούμεν μάθησιν είναι απλώς
ανάμνησις; ειμπορείς να μου το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάθης πώς συμβαίνει έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και προ ολίγου σου είπα, Μένων, ότι είσαι
πονηρός· και τόρα πάλιν μ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτάς, εάν ειμπορώ να σε μάθω, εγώ, ο
οποίος υποστηρίζω ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει διδαχή αλλ' ανάμνησις, διά να
φαίνωμαι αντιφάσκων προς τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εαυτόν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, Σωκράτη, δεν ωμίλησα υπό
τοιούτον πνεύμα, αλλ' απλώς από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνήθειαν. Δι' αυτό, αν ειμπορής να μου
αποδείξης ότι έτσι είναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπως λέγεις, απόδειξέ το.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολον· όμως θα
προσπαθήσω προς χάριν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά προσκάλεσέ μου ένα από το πλήθος αυτό
των δούλων της ακολουθίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου, εκείνον που θέλεις συ, διά να σου
αποδείξω επ' αυτού (εκείνο που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητείς).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προθυμότατα. — Έλα εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είν' Έλλην και ομιλεί Ελληνικά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά· εγεννήθη μέσα εις το σπίτι
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεχε λοιπόν καλά, ποίον εκ των δύο σου
φαίνεται, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναμιμνήσκεται (ξαναενθυμείται), ή ότι
μανθάνει από μένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα προσέξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου λοιπόν, παιδί, γνωρίζεις ότι
τούτο είναι ένα σχήμα (χώρος)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τετράγωνον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τετράγωνον δεν είναι εκείνο που έχει
τεσσάρας γραμμάς, αι οποίαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ίσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν έχει επίσης και αυτάς τας άλλας
γραμμάς που σύρομεν εις το μέσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ειμπορεί λοιπόν ο χώρος αυτός να είναι
και μεγαλύτερος και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μικρότερος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αν αυτή η πλευρά ήθελεν είσθαι δύο
ποδών και η άλλη επίσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο, πόσων ποδών θα ήτο το όλον; Σκέψου δε
κατ' αυτόν τον τρόπον αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή εδώ η πλευρά ήτο δύο ποδών και εκείνη
εκεί μόνον ενός ποδός, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθές, ότι ο χώρος θα είναι άπαξ
δύο ποδών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' επειδή και αυτή η γωνία είναι επίσης
δύο ποδών, δεν κάνει δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό δύο φοράς δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσοι λοιπόν είναι δύο φορές δύο πόδες;
Αφού λογαριάσης, ειπέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέσσαρες, ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν θα γίνη λοιπόν ένας άλλος χώρος εκτός
αυτού διπλάσιός του και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοιότατος έχων όλας τας γραμμάς ίσας,
όπως αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσων λοιπόν ποδών θα είνε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οκτώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έλα τόρα· προσπάθησε να μου ειπής πόσον
μεγάλη θα είναι εκάστη γραμμή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του άλλου χώρου· τούτου εδώ είναι δύο
ποδών του δε άλλου χώρου του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διπλασίου πόση θα είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φανερόν είνε ότι θα είναι διπλασία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις, Μένων, ότι εγώ δεν τον διδάσκω
τίποτε και δεν κάνω άλλο παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τον ερωτώ· και αυτός τόρα φαντάζεται,
ότι γνωρίζει ποία είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γραμμή από της οποίας σχηματίζεται ο χώρος
των οκτώ ποδών. Ή δεν σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το γνωρίζει λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν πιστεύεις ότι γίνεται εκ διπλασίας
γραμμής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παρατήρησέ τον δε αναμιμνησκόμενον
διαδοχικώς, όπως πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξαναενθυμείται. Και συ, ειπέ μου· δεν
λέγεις, ότι ο διπλάσιος χώρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχηματίζεται εκ γραμμής διπλασίας; δεν
λέγω δε καθόλου δι' αυτού περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενός χώρου μακρού κατά την μίαν εδώ
πλευράν πατά δε την άλλην κοντού·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά να είναι ίσον καθ' ολοκληρίαν παντού,
όπως τούτο εδώ, και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον να είνε διπλάσιον τούτου, δηλαδή
οκτώ ποδών. Κύτταξε, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζης προσέτι ότι σχηματίζεται εκ μιας
γραμμής διπλασίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν προσθέσωμεν εις ταύτην την
γραμμήν μίαν άλλην γραμμήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επίσης τόσον μακράν, η νέα αύτη δεν θα
είναι διπλασία της πρώτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από ταύτης λοιπόν της γραμμής λέγεις, ότι
σχηματίζεται χώρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διπλάσιος, εάν σύρωμεν τέσσαρας
ομοίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας τραβήξωμεν λοιπόν τέσσαρας ομοίας προς
αυτήν δεν είναι τούτο ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χώρος που καλείς οκτάπουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μέσα δε εις αυτόν τον χώρον δεν ευρίσκεις
τέσσαρας ίσας, εκάστην δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσην προς ταύτην εδώ η οποία είναι
τεσσάρων ποδών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσον μεγάλη λοιπόν γίνεται; Δεν είναι
τέσσαρας φοράς τόσον μεγάλη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εκείνο που είναι τέσσαρες φορές τόσο
μέγα είναι διπλάσιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσον λοιπόν είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τετραπλάσιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, παιδί, από της διπλασίας γραμμής
δεν σχηματίζεται χώρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διπλάσιος αλλά τετραπλάσιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αληθινά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι τέσσαρες φορές τέσσαρα γίνονται
δεκαέξη. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από ποίας λοιπόν γραμμής γίνεται χώρος
οκτώ ποδών: Δεν σχηματίζεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από το τετραπλάσιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ομολογώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο δε χώρος αυτός, ο οποίος, δεν είναι παρά
το τέταρτον της ετέρας δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχηματίζεται τελείως εκ της γραμμής
ταύτης, η οποία είναι το ήμισυ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ετέρας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά (ας είναι). Χώρος οκτώ ποδών δεν
είναι διπλάσιος αυτού εδώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ήμισυ τούτου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά. Απάντησέ μου δε τόρα ό,τι, σου
φαίνεται και είπε μου· η γραμμή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αύτη δεν είναι δύο ποδών και η άλλη
τεσσάρων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και η γραμμή χώρου οκτώ ποδών
πρέπει να είναι μεγαλυτέρα από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την γραμμήν χώρου δύο ποδών και μικροτέρα
χώρου τεσσάρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προσπάθησε τόρα να μου ειπής πόσον μεγάλη
πρέπει να είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τριών ποδών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εάν είναι τριών ποδών, δεν έχομεν
παρά να προσθέσωμεν εις αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την γραμμήν το ήμισυ αυτής και θα είναι
τριών ποδών; Διότι ιδού αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δύο ποδών, ο δε ενός, και απ' εδώ
πάλιν δύο και εις και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχηματίζεται ο χώρος που λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' αν ο χώρος έχει τρεις πόδας από αυτήν
την πλευράν και τρεις εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ετέρας, δεν γίνεται τρεις φορές τριών
ποδών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσα δε κάνουν τρία επί τρία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννέα πόδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χώρος δε διπλάσιος από πόσους πόδας πρέπει
να είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από οκτώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν σχηματίζεται πλέον ο χώρος οκτώ
ποδών από γραμμής τριών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποδών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από ποίας λοιπόν γραμμής γίνεται;
προσπάθησε να μου ειπής ακριβώς·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αν δεν θέλης ν' αριθμήσης (υπολογίσης)
το μέγεθός του, δείξε το.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, ω Σώκρατες, δεν
γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννοείς πάλιν, Μένων, ποίον δρόμον έχει
κάμει μέσα στην ανάμνησίν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του. Εις την αρχήν δεν εγνώριζε καθόλου
ποία είναι η γραμμή που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχηματίζει τον χώρον οκτώ ποδών, όπως και
τόρα δεν γνωρίζει· αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατόπιν ενόμισεν ότι ειξεύρει, και
απήντησε μετά πεποιθήσεως ωσάν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγνώριζε και δεν επίστευεν ότι δεν
εγνώριζε (ούτε καν απορούσε). Τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν απορεί (αναγνωρίζει την σύγχυσίν
του) ωσάν να μη γνωρίζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθόλου. Και νομίζει ότι ειξεύρει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αληθινά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι λοιπόν πράγματι εις καλυτέραν
θέσιν τόρα διά το πράγμα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν εγνώριζε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτό μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καταστήσαντες λοιπόν αυτόν γεμάτον
αμφιβολίαν και σαν νάρκην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ναρκώσαντες αυτόν τον εβλάψαμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τουναντίον τον κατεστήσαμεν, όπως
φαίνεται, ικανώτερον να ανακαλύπτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αλήθειαν (ό,τι έχει). Διότι τόρα
οτιδήποτε αγνοεί θα το εκζητήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μετ' ευχαριστήσεως και ευκόλως τότε,
πιστεύων ότι καλώς ομιλεί, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς πολλούς πολλάκις θα ομιλήση (φανερά)
ότι διπλάσιος χώρος πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να έχη γραμμήν διπλασίαν κατά το
μήκος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι προφανές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζεις λοιπόν ότι ούτος θα επιχειρούσε
να ζητήση ή να μάθη τούτο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ενόμιζε ότι γνωρίζει χωρίς να γνωρίζη,
πριν ή η πεποίθησις της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγνοίας του δεν τον έκανε ν' αμφιβάλλη και
τον έκανε να ποθήση να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωφελήθη λοιπόν ναρκωθείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκέψου τόρα πώς εκ ταύτης της απορίας
(αμφιβολίας) θ' ανακαλύψης το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα ζητών μετ' εμού, καίτοι εγώ δεν θα
κάμω άλλο τι παρά να ερωτώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όχι να διδάσκω. Και πρόσεξε να με
τσακώσης αν πουθενά πράγματι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον διδάσκω ή διεξέρχωμαι (εξηγών) εκείνα
τα οποία γνωρίζεις, και εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γένει αν κάνω τίποτε άλλο από του να τον
ερωτώ τι φρονεί. — Συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν, παιδί, ειπέ μου· αυτός ο χώρος δεν
είναι τεσσάρων ποδών; Μ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν δυνάμεθα να του προσθέσωμεν και αυτόν
τον άλλον χώρον, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ίσος μ' αυτόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τον τρίτον αυτόν ίσον με τους άλλους
δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν δυνάμεθα τέλος να θέσωμεν αυτόν τον
άλλον μέσα εις αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γωνίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε δεν γίνονται τέσσαρες χώροι ίσοι
αναμεταξύ των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν πόσος γίνεται ο χώρος αυτός το όλον
από τούτον εδώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τετραπλάσιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έπρεπε όμως να γίνη διπλάσιος· ή δεν
ενθυμείσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή δε η γραμμή η εκτεινομένη από μιας
γωνίας μέχρι της ετέρας δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίζει έκαστον εκ των δύο τούτων χώρων
εις δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γίνονται αύται τέσσαρες γραμμαί ίσαι
περιέχουσαι αυτόν εδώ τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χώρον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι· γίνονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκέψου· ποίον είναι το μήκος αυτού του
χώρου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από τους τέσσαρας αυτούς χώρους εκάστη
γραμμή δεν έχει αποχωρίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντός το ήμισυ εκάστου εκ τούτων; Δεν
είναι αληθές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσοι λοιπόν χώροι είναι όμοιοι μέσα εις
αυτόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέσσαρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και μέσα εις αυτόν εδώ, πόσοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τέσσαρες δε φορές δύο, τι κάνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διπλάσια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πόσους λοιπόν πόδας έχει αυτός ο
χώρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οκτώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και από ποίας γραμμής εσχηματίσθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από ταύτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκ της γραμμής της εκτεινομένης από της
μιας γωνίας εις την ετέραν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εκ χώρου τεσσάρων ποδών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οι σοφισταί καλούσι την γραμμήν αυτήν
διάμετρον· ώστε, εάν πράγματι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτής τ' όνομα είναι διάμετρος, χώρος
διπλάσιος, παιδί (δούλε) του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μένωνος, θα σχηματισθή, όπως συ λέγεις, εκ
της διαμέτρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς σου φαίνεται, Μένων; Απήντησε πουθενά
άλλο τι παρά την γνώμην του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (έκαμε καμμίαν απάντησιν που δεν ήτο ιδική
του);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι. Πάντοτε απήντησε την ιδικήν
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, όπως είχομεν είπει προ ολίγου,
δεν εγνώριζεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αληθινά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ήσαν δε αι γνώμαι του αύται έμφυτοι
εις αυτόν; ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνος λοιπόν που αγνοεί τας αληθείς
δοξασίας (ιδέας) περί όσων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν, έχει μέσα του εμφύτους αληθείς
ιδέας δι' εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγνοεί; — (άλλως δεν θα ήγγιζε ούτε καν θα
τον απησχόλουν ποτέ όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είξευρε).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα δε ξυπνούν (ανακινούνται) αι ιδέαι
αύται εις αυτόν ωσάν όνειρον·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν δε τις ήθελεν ερωτήση αυτόν πολλάκις
τα αυτά πράγματα (ζητήματα)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με διαφόρους τρόπους, γνωρίζεις καλά,
ότι εις το τέλος δεν θα έχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επίσης ακριβή γνώσιν τι είναι αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν χωρίς κανείς να τον διδάξη αλλ'
απλώς μ' ερωτήσεις ανέλαβε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνος του από τον εαυτόν του την
επιστήμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε να παίρνη κανείς την επιστήμην από
τον εαυτόν του δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον απλή ανάμνησις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι άρα αληθές, ότι την επιστήμην
(γνώσιν), την οποίαν σήμερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο δούλος σου έχει, ή την έλαβέ ποτε
άλλοθεν ή πάντοτε την είχεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' αν την είχε πάντοτε, θα ήτο πάντοτε
σοφός, εάν δε την έλαβέ ποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοθεν, βεβαίως δεν θα την έλαβεν εις την
παρούσαν ζωήν ή κάποιος θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον εδίδαξε την γεωμετρίαν. Διότι αυτός θα
κάμη το ίδιον και διά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπά μέρη της γεωμετρίας και πάσαν άλλην
επιστήμην. Μήπως υπάρχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς που να τον εδίδαξεν όλα αυτά; Συ
άλλως οφείλεις να γνωρίζης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού εγεννήθη και ανετράφη μέσα εις το
σπίτι σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα ειξεύρω εγώ τουλάχιστον ότι κανένας
ποτέ δεν τον εδίδαξεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχει όμως τας ιδέας αυτάς ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται, Σωκράτη, ότι κατ' ανάγκην πρέπει
να τας έχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε δεν έλαβε τας γνώσεις αυτάς κατά
την παρούσαν ζωήν, δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προφανές, ότι τας είχε και τας έμαθεν εις
άλλον χρόνον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι προφανές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ό χρόνος δε ούτος δεν είναι εκείνος, καθ'
ον δεν ήτο άνθρωπος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, εάν κατά τους χρόνους, όπου
είναι άνθρωπος και κατ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνους που δεν είναι, θα υπάρχουν
έμφυτοι αι ιδέαι αύται εις αυτόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αι οποίαι καθίστανται επιστήμαι αν
ξυπνήσουν διά των ερωτήσεων, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθές ότι καθ' όλον αυτόν τον
χρόνον η ψυχή του θα τας είχε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίσει; διότι είναι φανερόν, ότι καθ'
όλους τους χρόνους υπάρχει ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν υπάρχει άνθρωπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν η αλήθεια είναι πάντοτε μέσα
εις την ψυχήν μας, η ψυχή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αύτη είναι αθάνατος. Δι' αυτό πρέπει μετά
θάρρους να ζητώμεν και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξυπνώμεν (αφυπνίζωμεν) εκείνο το οποίον
δεν γνωρίζομεν προς στιγμήν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή εκείνο το οποίον δεν
ενθυμούμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ξεύρω πώς μου φαίνεται, αλλά νομίζω
ότι έχεις δίκαιον, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται και μένα επίσης, Μένων.
Η αλήθεια όμως είναι, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα ήθελα να πολυβεβαιώσω θετικά
(οριστικά) ότι και όλα τα λοιπά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που είπα θα είναι αληθή· αλλ' είμαι
έτοιμος να υποστηρίξω και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγου και δι' έργου, εάν δυνηθώ, ότι η
πίστις, ότι πρέπει να ζητή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς εκείνο το οποίον δεν γνωρίζει, θα
μας καταστήση ασυγκρίτως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλυτέρους και ανδρικωτέρους
(θαρραλεωτέρους) και ολιγώτερον μαλακούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (οκνηρούς, αργούς και υποχωρητικούς), παρά
εάν νομίζωμεν, ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδύνατον ν' ανακαλύψωμεν εκείνα που δεν
γνωρίζομεν και ανωφελές να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητήσωμεν (ουδέ πρέπει να τα
ζητώμεν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτό μου φαίνεται ότι το λέγεις καλά,
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή λοιπόν συμφωνούμεν εις αυτό, ότι
οφείλει κανείς να ζητή εκείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον δεν ηξεύρει, θέλεις να
δοκιμάσωμεν ομού όπως ζητήσωμεν τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αρετή:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Αλλ' εκείνο, Σωκράτη, θα
εξετάσω και θ' ακούσω με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλυτέραν ευχαρίστησιν, το οποίον
ηρώτησα εξ αρχής. Ποίον δηλαδή εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των δύο, εάν την αρετήν πρέπη να
δοκιμάσωμεν πώς να εφαρμόσωμεν ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτι που δύναται να διδαχθή, ή αν αυτή
είναι έμφυτος ή τέλος αν κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τινα τρόπον συμβαίνη εις τους
ανθρώπους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Εάν είχον οιονδήποτε κύρος
(εξουσίαν), ω Μένων, όχι μόνον επί του εαυτού μου αλλά και επί σου, δεν θα
εξετάζαμεν αν η αρετή δύναται να διδαχθή ή όχι, εάν δεν εξετάζαμεν πρωτήτερα τι
είναι αρετή καθ' εαυτήν. Αλλ' αφού συ δεν επιχειρείς να άρξης του εαυτού σου (να
επιβληθής επί του εγώ σου) διά να γίνης τέλος ελεύθερος, τουναντίον δε
δοκιμάζεις επάνω μου να έχης επιρροήν — και πράγματι έχεις — υποχωρώ προς χάριν
σου. Τι πρέπει λοιπόν να γίνη; — Φαίνεται, ότι πρέπει να εξετάσωμεν (ευρισκόμεθα
εις την περίπτωσιν που πρέπει να σκεφθώμεν) ποία είναι η ιδιότης εκείνου, του
οποίου δεν γνωρίζομεν ούτε την φύσιν και αν δεν θέλης τουλάχιστον να μ' ακούης
εις τίποτε, χαλάρωσε τουλάχιστον ολίγον από το κράτος σου επάνω μου και επίτρεψέ
μου να το εξετάσω εξ υποθέσεως, εάν δύναται δηλαδή να διδαχθή η αρετή ή
αποκτάται κατ' άλλον τινά τρόπον. Όταν δε λέγω εξ υποθέσεως, εννοώ το εξής·
καθώς οι γεωμέτραι, όταν τους ερωτήση τις, παραδείγματος χάριν περί ενός
σχήματος, πολλάκις εξετάζουν εάν είναι δυνατόν να περιληφθή τοιούτον τριγωνικόν
σχήμα μέσα εις τοιούτον κύκλον (χωρίς δηλονότι να μεταβληθή το εμβαδόν αυτού),
ούτω θα ηδύνατό τις ν' απαντήση: Δεν γνωρίζω ακόμη εάν αυτό γίνεται, αλλά νομίζω
ότι, εάν κάμω υπόθεσίν τινα συνεπή προς τούτο, θα δυνηθή να μας βοηθήση προς
λύσιν του προβλήματος. Εάν αυτό το σχήμα είναι τοιούτον, ώστε κατασκευαζομένου
(προεκτεινομένου) ενός τριγώνου επί των πλευρών του (των δεδομένων δηλαδή
γραμμών) να είναι ίσον με το δοθέν σχήμα, θα συμβή το τοιούτον, το αντίθετον δε
πάλιν, όπως μου φαίνεται, εάν δεν εκπληρωθούν αυτοί οι όροι (6). Τιθεμένης
λοιπόν της υποθέσεως αυτής συγκατανεύω (θέλω) να σου ειπώ τι συμβαίνει με την
εγγραφήν του σχήματος εντός του κύκλου και αν αυτή είναι δυνατή ή όχι. Έτσι και
περί της αρετής, ενώ δεν γνωρίζομεν ούτε την φύσιν της αρετής ούτε ποία είναι,
(ούτε τας ιδιότητάς της), ας την εξετάσωμεν επί απλής υποθέσεως, εάν δύναται να
διδαχθή ή όχι, κατά τον εξής τρόπον σκεπτόμενοι. Εάν η αρετή είναι τοιαύτη ή
τοιαύτη εν σχέσει προς την ψυχήν, ειμπορεί να διδαχθή ή όχι; και πρώτον μεν, εάν
είναι άλλο τι (άλλης φύσεως) από την επιστήμην, είναι αρά γε διδακτή ή όχι; ή,
όπως τόρα δα ελέγομεν, κάτι που δυνάμεθα να αναμνησθώμεν (ξαναθυμηθούμεν); και
ας μη μας νοιάζη (ενδιαφέρει) ουδόλως ποίον εκ των δύο ονομάτων μεταχειριζόμεθα.
Είναι λοιπόν διδακτή (μανθάνεται) η αρετή ή είναι τουλάχιστον φανερόν εις όλους,
ότι μόνον η επιστήμη ειμπορεί να διδαχθή (δυνάμεθα να την μάθωμεν);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε βεβαίως η επιστήμη είναι κάπποια
αρετή, είναι φανερόν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναται να διδαχθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγλυτώσαμεν λοιπόν απ' αυτό γρήγορα, ότι
αυτή μεν ειμπορεί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδαχθή, αυτή δε όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατόπιν δε απ' αυτό, όπως φαίνεται, πρέπει
να σκεφθώμεν ποίον εκ των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο είναι η επιστήμη, η αρετή ή άλλο τι
από την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται και μένα, ότι τούτο
πρέπει κατόπιν να σκεφθώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν τι άλλο ειμπορούμεν να ειπούμεν
παρά ότι είναι αγαθόν η αρετή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αυτή η υπόθεσις υπάρχει εις ημάς, ότι
είναι αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν αφ' ενός μεν είναι αγαθόν και αφ'
ετέρου χωρίζεται της επιστήμης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βεβαίως η αρετή δεν είναι κάποια επιστήμη.
Εάν δε πάλιν είναι αγαθόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον να μη περιλαμβάνη η επιστήμη,
υποθέτοντες αυτήν ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμην, ορθά υποθέτομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δε διά της αρετής είμεθα
ενάρετοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού δε είμεθα ενάρετοι, είμεθα και
ωφέλιμοι· διότι όλα τ' αγαθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωφέλιμα· δεν είν' έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και η αρετή λοιπόν είναι ωφέλιμον
πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξ όσων είπομεν είναι ανάγκη να
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας σκεφθώμεν λοιπόν, ένα έκαστον
παίρνοντες εξ αρχής, ποία είν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνα που μας ωφελούν· λέγομεν λοιπόν ότι
είναι η υγεία και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμις και το κάλλος και ο πλούτος· τα
τοιαύτα και τα όμοια μ' αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα λέγομεν ωφέλιμα· ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά δε τα ίδια κάποτε και βλάπτουν· ή
έχεις αντίθετον γνώμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι· έτσι νομίζω ότι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκέψου· πότε νομίζεις ότι έκαστον απ' αυτά
μας ωφελεί και πότε μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλάπτει; Όταν βέβαια γίνεται ορθή χρήσις
μας ωφελούν, όταν δε όχι μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλάπτουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακόμη δε και όσα αναφέρονται εις την ψυχήν
ας σκεφθώμεν· δεν είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σωφροσύνη και δικαιοσύνη και ανδρεία και
ευμάθεια και μνήμη και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλοπρέπεια και όλα τα τοιαύτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκέψου τόρα· ποία εκ τούτων σου φαίνονται
ότι δεν είναι επιστήμη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλ' άλλο τι εκτός της επιστήμης, εάν
άλλοτε μεν βλάπτουν, άλλοτε δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελούν; παραδείγματος χάριν η ανδρεία,
εάν δεν υπάρχη φρόνησις, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ανδρεία παρά κάπποιο θάρρος, και
όταν θαρρή χωρίς σκέψιν (είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παράλογος), ο άνθρωπος βλάπτεται, όταν δε
είναι με νουν (λογική),</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελείται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως και η σωφροσύνη και η ευμάθεια,
όταν είναι λογικαί, και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μανθανόμενα και τα καταρτυόμενα (και τα
μορφωτικά εν γένει), είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφέλιμα, τα παράλογα δε είναι
βλαβερά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όλα λοιπόν ομού της ψυχής τα επιχειρήματα
(πράξεις) και τολμήματα, εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσω μεν προηγείται η φρόνησις, καταλήγουν
εις επιτυχίαν (είναι ευτυχή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το τέλος), όταν όμως προηγήται
αφροσύνη (παραλογισμός),</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταλήγουν εις το αντίθετον (είναι
δυστυχή);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν υπάρχη κάποια αρετή εις όσα
αναφέρονται εις την ψυχήν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ανάγκη αυτή να είναι ωφέλιμος
(χρήσιμος), πρέπει αυτή να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρόνησις, αφού βέβαια όσα ανάγονται εις
την ψυχήν αυτά καθ' εαυτά δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ούτ' ωφέλιμα ούτε βλαβερά, και αφού
συμβή μόνον φρόνησις ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφροσύνη γίνονται βλαβερά ή ωφέλιμα·
επομένως σύμφωνα προς αυτά, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωφέλιμος η αρετή, πρέπει να είναι
φρόνησις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ως προς τα άλλα βεβαίως, τα οποία τόρα
δα ελέγομεν π. χ. τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλούτον και τα τοιαύτα, ότι είναι άλλοτε
μεν αγαθά, άλλοτε δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλαβερά, δεν είναι άρα γε, όπως και
πρότερον συμβαίνει με την ψυχήν —</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν δηλονότι προηγείτο η φρόνησις έκανε
ωφέλιμα τα της ψυχής, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε η αφροσύνη βλαβερά — έτσι και δι' αυτά,
όταν ορθώς τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζεται και προηγήται (η φρόνησις),
να τα καθιστά ωφέλιμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν δε μη ορθώς, βλαβερά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθώς βεβαίως προηγείται η μετά φρονήσεως,
εσφαλμένως δε η άνευ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονήσεως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εν συντόμω λοιπόν δυνάμεθα να είπωμεν περί
όλων, ότι διά τον άνθρωπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα πάντα εξαρτώνται από την ψυχήν (όλα
έχουν κρεμασθή εις την ψυχήν),</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα δε τα της ψυχής εις την φρόνησιν, εάν
βέβαια πρέπει να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθά· και συμφώνως προς ταύτα φρόνησις
ήθελεν είσθαι το ωφέλιμον·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγομεν δε ότι η αρετή είναι
ωφέλιμος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγομεν λοιπόν ότι σύμπασα η αρετή ή έν
μέρος αυτής είναι φρόνησις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι καλώς λέγονται τα
λεγόμενα, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε πράγματι αυτά είναι έτσι, δεν θα
υπήρχον εκ φύσεως οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενάρετοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται να υπάρχουν εκ φύσεως οι
ενάρετοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειμπορεί δε και τούτο ακόμη να λεχθή· εάν
μεταξύ μας εκείνοι οι οποίοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα εγνώριζον τους εκ φύσεως αγαθούς νέους,
τους οποίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραλαμβάνοντες, αφού μας τους έδειχναν,
θα τους εφυλάττομεν μέσα εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακρόπολιν, πολύ περισσότερον λογαριάζοντες
(εκτιμώντες) αυτούς παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον χρυσόν, διά να μη τους διαφθείρη
κανείς, και μόλις εγίνοντο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενήλικοι, να καθίσταντο χρήσιμοι εις τας
πόλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως θα ήτο πρέπον, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν οι ενάρετοι δεν γεννώνται εκ
φύσεως, θα γίνωνται άρα με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μάθησιν (διά της διδασκαλίας);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι είνε απαραίτητον,
Σωκράτη· άλλως είναι και φανερόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά την υπόθεσιν βεβαίως ότι, εάν η αρετή
είναι επιστήμη, δύναται να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδαχθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως μα τον Δία· αλλά μήπως και αυτό δεν
το είχομεν ειπή καλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προ ολίγου μου εφαίνετο ότι καλά το
παρεδέχθημεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως δεν πρέπει μόνον προ ολίγου να
φαίνεται και να γίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεκτόν ό,τι λέγεται καλώς, αλλά και
τόρα και έπειτα, εάν πράγματι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κάτι υγιές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα εις τι λοιπόν αποβλέπεις, ώστε να
στενοχωρήσαι και ν' αμφιβάλλης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν η αρετή δεν είναι επιστήμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου ειπώ, Μένων, ότι το να ειμπορή
να διδαχθή, εάν βεβαίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι επιστήμη, δεν έχω εναντίαν γνώμην
ότι δεν λέγεται καλώς· ότι δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι επιστήμη σκέψου εάν σου φαίνωμαι
ότι δικαίως (ευλόγως)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμφιβάλλω (απιστώ)· διότι ειπέ μου αυτό·
εάν ειμπορή να διδαχθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οτιδήποτε πράγμα, όχι μόνον η αρετή, δεν
είναι ανάγκη να υπάρχουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδάσκαλοι και μαθηταί αυτού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνο δε, του οποίου ούτε διδάσκαλοι ούτε
μαθηταί ειμπορούν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι, υποθέτομεν, όπως και πράγματι
συμπεραίνομεν, ότι δεν δύναται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να διδαχθή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως· αλλά δεν σου φαίνεται, ότι
υπάρχουν διδάσκαλοι της αρετής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξετάζων πολλάκις, εάν πράγματι υπάρχουν
διδάσκαλοι αυτής, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράττων τα πάντα, δεν δύναμαι να εύρω, αν
και μεταξύ των πολλών άλλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάζω και δι' εκείνους τους οποίους
νομίζω ότι είνε εμπειρότατοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτού του πράγματος. Και τόρα βεβαίως διά
καλήν σύμπτωσιν έτυχε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μένων, να κάθηται εδώ κοντά μας ο Άνυτος,
εις τον οποίον ας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταδώσωμεν την συζήτησίν μας· και ευλόγως
θα τον καταστήσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κοινωνόν της συζητήσεώς μας. Διότι ο
Άνυτος πρώτον μεν είναι παιδί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλουσίου και σοφού πατρός, του Ανθεμίωνος,
ο οποίος έγεινε πλούσιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι έτσι τυχαίως ουδέ του τάδωκε κανείς —
όπως προ ολίγου ακόμη ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ισμηνίας ο Θηβαίος, ο οποίος έχει πάρει τα
χρήματα του Πολυκράτους —</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά τα εκέρδισε με την σοφίαν του
(φρόνησιν) και την επιμέλειάν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκτός δε τούτου δεν φαίνεται ούτε
υπερήφανος πολίτης ούτε φουσκωμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και βαρετός αλλά κόσμιος και ειλικρινής
(ευσταλής) άνθρωπος· έπειτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε ο δήμος των Αθηναίων τον ανέθρεψε
(εμόρφωσε) και τον εξεπαίδευσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά, διά τούτο δε και τον εκλέγουν διά
τας μεγίστας αρχάς· είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκαιον επομένως με τοιούτους να εξετάζης
εάν υπάρχουν διδάσκαλοι της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετής ή όχι και ποίοι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Συ λοιπόν, Άνυτε, συζήτησε μαζί μου και με
τον ξένον σου (φίλον σου) αυτόν τον Μένωνα περί του πράγματος αυτού, ποίοι
δηλαδή είναι διδάσκαλοι· σκέψου δε ως εξής· εάν ηθέλαμεν ο Μένων αυτός να γίνη
καλός ιατρός εις ποίους διδασκάλους θα τον εστέλλαμεν; εις τους ιατρούς
βέβαια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν ηθέλαμεν να γίνη καλός παπουτσής
(σκυτοτόμος), δεν θα τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εστέλλαμεν στους σκυτοτόμους ·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και διά τάλλα επαγγέλματα το ίδιον δεν θα
εκάναμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου δε πάλιν και αυτό δι' αυτά με τον
ίδιον τρόπον λέγοντες ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον στέλλομεν εις τους ιατρούς,
ομολογούμεν ότι καλά εκάμαμεν αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλομεν να γίνη ιατρός· όταν δε λέγωμεν
τούτο, εννοούμεν ότι τότε θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήμεθα φρόνιμοι, εάν τον εστέλλαμεν εις
τους ειδικούς τους έχοντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό ως επάγγελμα παρά εις τους μη έχοντας
και εις εκείνους που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πληρώνονται δι' αυτήν την διδασκαλίαν των
δι' όσους θέλουν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πηγαίνουν και να μανθάνουν. Αν ελαμβάναμεν
λοιπόν αυτά υπ' όψιν μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα τον εστέλλαμεν καλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και περί της αυλητικής και περί των άλλων
λοιπόν τα ίδια; διότι πολλή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανοησία θα ήτο βεβαίως δι' εκείνους οι
οποίοι θέλουν να κάμουν ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυλητήν, να μη θέλουν να τον στέλλουν εις
εκείνους που υπόσχονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (επαγγέλλονται) να τους διδάξουν την
τέχνην και μισθοδοτούνται, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενοχλή (σκοτίζη) δε άλλους επιμένων να
μάθη παρ' εκείνων, οι οποίοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε επιτηδεύονται ότι είναι διδάσκαλοι
ούτε και υπάρχει κανένας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαθητής των διά τέτοιο μάθημα, το οποίον
ημείς έχομεν την αξίωσιν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μανθάνωμεν παρ' εκείνων προς τους οποίους
τον στέλλομεν. Δεν σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται παράλογον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι μα τον Δία, έτσι μου φαίνεται,
συγχρόνως δε και αμάθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά λέγεις. Τόρα σου επιτρέπεται να
συσκέπτεσαι μαζί μου διά τούτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδώ τον Μένωνα. Διότι ούτος, Άνυτε, προ
πολλού μου λέγει, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιθυμεί την σοφίαν εκείνην και αρετήν, με
την οποίαν οι άνθρωποι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας πόλεις και τας οικίας καλώς διοικούν
και τους γονείς αυτών καλώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιποιούνται και πολίτας και ξένους
γνωρίζουν να υποδεχθούν και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποπέμψουν όπως αξίζει εις αγαθόν άνδρα.
Διά την αρετήν λοιπόν αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκέψου πού πρέπει να τον στείλωμεν διά να
τον στείλωμεν ορθώς. Ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι φανερόν, κατά την ομιλίαν μας τόρα
δα, ότι θα τον στείλωμεν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνους οι οποίοι υπόσχονται ότι είναι
διδάσκαλοι της αρετής και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομολογούν ότι αυτοί είναι γνωστοί μεταξύ
των Ελλήνων δι' εκείνον που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλει να μάθη, και οι οποίοι ορίζουν και
εισπράττουν μισθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (μισθοδοτούνται από δίδακτρα);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίοι λέγεις ότι είναι αυτοί,
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως και συ το γνωρίζεις, ότι είναι
εκείνοι τους οποίους ο κόσμος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζει σοφιστάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Ηρακλέα, ευφήμει, ω Σώκρατες· είθε
να μη καταλάβη κανένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέτοια τρέλλα μήτε εκ των συγγενών μήτε εκ
των φίλων μήτε εκ των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωστών, μήτε εντόπιον μήτε ξένον, ώστε
αφού τους πλησιάση να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφθαρή, αφού αυτοί είναι φανερά λώβα και
διαφθορά εκείνων που τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλησιάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τι λέγεις, Άνυτε; Αυτοί λοιπόν, οι
οποίοι καυχώνται ότι μόνοι αυτοί γνωρίζουν να ευεργετούν, τόσον πολύ διαφέρουν
από τους άλλους, ώστε όχι μόνον δεν ωφελούν, όπως οι άλλοι, ό,τι ήθελε τους
παραδώση κανείς, αλλά και τουναντίον διαφθείρουν; και δι' αυτό έχουν και την
αξίωσιν ακόμη να παίρνουν χρήματα; εγώ τουλάχιστον δεν ειξεύρω πώς να σε
πιστεύσω· διότι εγνώρισα ένα, τον Πρωταγόραν, ο οποίος εκέρδησε περισσότερα
χρήματα από την σοφίαν αυτήν παρά ο Φειδίας, ο οποίος ειργάζετο τόσον περιφανώς
καλά έργα (ήτο τόσον περιφανής καλλιτέχνης), και άλλοι δέκα ανδριαντοποιοί·
είναι τερατώδες (παράξενον) ακόμη εκείνο που λέγεις, πώς οι διορθώνοντες τα
παλαιά υποδήματα ή τα φορέματα δεν θα ηδύναντο να κρυφθούν ούτε τριάκοντα
ημέρας, εάν τα έδιδαν οπίσω χειρότερα αφ' ό,τι τα παρέλαβαν, εάν δε τώκαναν αυτό
γρήγορα θ' απέθνησκον από την πείναν, ο Πρωταγόρας δε ηπάτησε (διέφυγε) όλην την
Ελλάδα διαφθείρων εκείνους που τον επλησίαζαν και τους οποίους εγύριζεν οπίσω
χειροτέρους αφ' ό,τι τους παρελάμβανε περισσότερον από σαράντα χρόνια· διότι
νομίζω, ότι αυτός απέθανε στα εβδομήντα, σαράντα χρόνια δε εξασκούσε το
επάγγελμά του, και καθ' όλον αυτόν τον χρόνον δεν έπαυσέ ποτε από του να
ευδοκιμή (επιτυγχάνη)· και όχι μόνον ο Πρωταγόρας, αλλά και πλείστοι άλλοι,
γεννηθέντες άλλοι μεν προ αυτού άλλοι δε και τόρα ακόμη υπάρχοντες. Ποίον λοιπόν
εκ των δύο να είπωμεν, Άνυτε, κατά την ομιλίαν σου· ότι εν γνώσει αυτοί απατούν
και διαφθείρουν τους νέους ή έχουν και οι ίδιοι διαφθαρή; και να υποθέσωμεν ότι
τόσον πολύ μαίνονται αυτοί, τους οποίους μερικοί λέγουν, ότι είναι σοφώτατοι
μεταξύ των ανθρώπων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτοί δεν είναι καθόλου τρελλοί, Σωκράτη,
αλλά πολύ περισσότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρελλοί είναι όσοι τους πληρώνουν και απ'
αυτούς πιο πολύ ακόμη είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνοι που τους το επιτρέπουν, οι
συγγενείς, και απ' αυτούς όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλέον μαινόμεναι είναι αι Πόλεις που τους
αφήνουν να έρχωνται και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους διώχνουν είτε ξένοι είναι οι τοιούτοι
είτε πολίται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον εκ των δύο, Άνυτε· σ' έχει αδικήσει
κανείς από τους σοφιστάς, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσύ έτσι εξ εαυτού είσαι εναντίον
των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, ποτέ μου δεν έχω πλησιάσει
κανένα απ' αυτούς εγώ, ουδ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλον κανένα θ' άφηνα από τους ιδικούς
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γνωρίζεις λοιπόν τίποτε δι' αυτούς
τους ανθρώπους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ήτο δυνατόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν, ω δαιμόνιε (ευλογημένε),
ειμπορείς να γνωρίζης περί του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματος εκείνου, εάν είναι αγαθόν ή
φαύλον, περί του οποίου δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζεις τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ευκόλως. Διότι ξεύρω ποίοι είναι είτε τους
γνωρίζω είτε όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως είσαι μάντις, Άνυτε, διότι άλλως
απορώ πώς να εξηγήσω την περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτων γνώσιν σου. Βεβαίως όμως δεν
εξετάζαμεν εκείνους εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίους αν επήγαινεν ο Μένων ήθελε γίνη
χειρότερος· διότι αυτοί, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το θέλεις, ας είναι οι σοφισταί· αλλά
εκείνους λέγε μας τόρα, και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατρικόν σου αυτόν φίλον ευεργέτησε, εις
τους οποίους ειμπορεί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάγη εις τόσον μεγάλην πόλιν, ώστε διά
την αρετήν, την οποίαν εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγον, να γίνη αξιόλογος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς συ δεν του το είπες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εκείνους τους οποίους ενόμιζα ότι
είναι διδάσκαλοι τούτων, εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους είπον, αλλά συ, όπως μου λέγεις, δεν
λέγω τίποτε. Και πιθανόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγης κάτι (ορθόν), αλλά τόρα λέγε του συ
εις ποίους Αθηναίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειμπορεί να υπάγη· λέγε οποιουδήποτε
θέλεις τ' όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι ανάγκη ν' ακούση όνομα ενός ανθρώπου,
αφού, οιονδήποτε εκ των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αθηναίων αν ήθελε συναντήσει, δεν υπάρχει
κανείς που να μη τον κάμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλύτερον αφ' ό,τι οι σοφισταί, εάν
βεβαίως θέλη να πεισθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δε εκ των δύο· αυτοί οι καλοί και
αγαθοί άνθρωποι τυχαίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγιναν τοιούτοι, μη διδαχθέντες παρ'
ουδενός, ειμπορούν όμως να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδάσκουν και άλλους, ακριβώς εκείνα τα
οποία δεν έμαθαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως εγώ νομίζω, ότι και αυτοί έμαθαν
εκ των προτέρων οι οποίοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήσαν καλοί και αγαθοί· ή δεν σου φαίνεται,
ότι έχουν γεννηθή πολλοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αγαθοί εις ταύτην την πόλιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, Άνυτε, μου φαίνεται ότι ενταύθα
και υπάρχουν αγαθοί εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολιτικά, και ότι έχουν υπάρξει ακόμη ουχί
κατώτεροι αφ' ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν αλλά μήπως έχουν γίνη και
διδάσκαλοι αγαθοί της αρετής των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι τούτο έτυχε να είναι το θέμα της
ομιλίας μας· όχι αν υπάρχουν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουχί άνδρες αγαθοί ενταύθα, ουδ' αν
εγεννήθησαν πρωτήτερα, αλλ' αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειμπορή να διδαχθή η αρετή προ πολλού
σκεπτόμεθα. Τούτο δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάζοντες ερευνώμεν το εξής· άρα γε οι
αγαθοί άνδρες και εκ των νυν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εκ των προγενεστέρων ταύτην την
αρετήν, διά της οποίας αυτοί ήσαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθοί, εγνώριζαν να την παραδώσουν και
εις άλλον, ή δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να παραδοθή τούτο εις τον άνθρωπον
ουδέ παραλαμβάνεται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ένα εις τον άλλον ακριβώς αυτό είναι
που συζητούμεν προ πολλού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ και ο Μένων. Από τα λόγια σου λοιπόν
σκέψου ως εξής· Ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεμιστοκλής δεν ήθελες ομολογήσει ότι
υπήρξεν ανήρ αγαθός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα και μάλιστα υπέρ πάντας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και διδάσκαλος αγαθός, εάν
βεβαίως υπήρξε ποτέ κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδάσκαλος της αρετής του, ήτο και
αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι νομίζω, εάν βεβαίως ήθελε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά φαντάζεσαι, ότι δεν ηθέλησε και άλλοι
να είναι καλοί και αγαθοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μάλιστα ο υιός του; ή νομίζεις, ότι
τον εφθόνησε και επίτηδες δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του παρέδωσε την αρετήν, διά της οποίας
αυτός ήτο αγαθός; ή δεν έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακούσει, ότι ο Θεμιστοκλής τον υιόν του
Κλεόφαντον εδίδαξεν αγαθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιππέα; διότι εκρατιέτο πάνω στ' άλογο
ιστάμενος ορθός και ηκόντιζεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη ορθός από το άλογο και πολλά άλλα
ακόμη και θαυμαστά έκανε, τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία εκείνος τον εδίδαξε, και τον έκαμε
σοφόν από όσα εξηρτώντο από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδασκάλους αγαθούς. Ή ταύτα δεν έχεις
ακούσει από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεροντοτέρους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχω ακούσει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν θα ηδύνατο λοιπόν κανείς να κατηγορήση
την φύσιν του παιδιού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι κακή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τι συμβαίνει λοιπόν; Ότι ο Κλεόφαντος
ο υιός του Θεμιστοκλέους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγινε άνθρωπος αγαθός, καθώς ακριβώς ο
πατήρ του, έχεις ακούσει έως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα από κανένα νεώτερον ή
γεροντότερον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι λοιπόν να υποθέσωμεν ότι αυτός ήθελε
να εκπαιδεύση τον υιόν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με την σοφίαν όμως εκείνην, την οποίαν
αυτός είχε, τίποτε από τα περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν δεν ήθελε να κάμη καλύτερον, αν
βέβαια η αρετή ηδύνατο να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδαχθή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, ίσως όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτος λοιπόν είναι διά σε τοιούτος
διδάσκαλος αρετής, τον οποίον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ ομολογείς ως τον άριστον εκ των
προγενεστέρων; Αλλ' ας εξετάσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα άλλον, τον Αριστείδην τον υιόν του
Λυσιμάχου· ή δεν ομολογείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι αυτός υπήρξεν αγαθός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον ομολογώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτός λοιπόν, εφ' όσον εξηρτάτο από
τους διδασκάλους, κάλλιστα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξεπαίδευσε μεταξύ των Αθηναίων τον υιόν
του Λυσίμαχον αλλά νομίζεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι τον έκαμε καλύτερον άνθρωπον
οπωσδήποτε; διότι με τούτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγγενεύεις και βλέπεις ποίος είναι· εάν
δε θέλης (να λάβωμεν) τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Περικλέα, τον τόσον μεγαλοπρεπώς σοφόν
άνδρα, γνωρίζεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξεπαίδευσε δύο υιούς, τον Πάραλον και τον
Ξάνθιππον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτους λοιπόν, καθώς και συ γνωρίζεις,
εδίδαξε να μη είναι κατώτεροι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιππείς από κανένα μεταξύ των Αθηναίων και
εις την μουσικήν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγωνιστικήν και εις όλα τ' άλλα εμόρφωσε,
όσα εξαρτώνται από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέχνην· δεν ήθελε λοιπόν να τους κάμη
αγαθούς; Νομίζω ότι ήθελεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλ' ίσως δεν ήτο διδακτόν (το πράγμα).
Ίνα δε μη νομίσης ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγοι και οι χειρότεροι εκ των Αθηναίων
που δεν ηδυνήθησαν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μορφωθούν, ενθυμήσου ότι και ο Θουκυδίδης
πάλιν ανέθρεψε δύο υιούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Μελησίαν και τον Στέφανον, και τους
εξεπαίδευσε καθ' όλα τα άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλώς, επάλαισαν δε ούτοι και κάλλιστα
μεταξύ των Αθηναίων διότι τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν είχε δώσει εις τον Ξανθίαν τον δε εις
τον Εύδωρον, καθόσον ούτοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εφαίνοντο ότι παλαίουν άριστα εκ των
συγχρόνων· ή μήπως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμείσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξ ακοής βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν φανερόν, ότι αυτός δεν θα
εδίδασκέ ποτε τα παιδιά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο διά το οποίον έπρεπε να ξοδευθή·
διά να τους μάθη δε εκείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά το οποίον δεν έπρεπε να ξοδευθή διά να
κάμη άνδρας αγαθούς, αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τους το εδίδαξεν, εάν ειμπορούσε
βέβαια να διδαχθή; Μήπως ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θουκυδίδης ήτο κακός και δεν είχε
πλείστους φίλους μεταξύ των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμμάχων και των Αθηναίων; Αλλά και από
μεγάλο σπίτι ήτο και μεγάλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν είχεν εις την πόλιν και μεταξύ των
άλλων Ελλήνων, ώστε αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό (το να τους κάμη αγαθούς) εδιδάσκετο,
θα ηδύνατο να ανακαλύψη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον, ο οποίος έμελλε να κάμη αγαθούς
τους υιούς του, είτε από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους συμπολίτας του είτε από τους ξένους
κανένα, αφού αυτός δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκαιρούσε ένεκα των φροντίδων της πόλεως.
Αλλ' ίσως, φίλε Άνυτε, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο διδακτή η αρετή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άνυτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω Σώκρατες, εύκολα μου φαίνεσαι ότι
κατηγορείς τους ανθρώπους. Εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως θα σε συνεβούλευα, εάν θέλης να
πιστεύης εις εμέ, να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπολήπτεσαι· διότι όπως και εις άλλην
πόλιν είναι εύκολον το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακοποιείν ή ευεργετείν τους ανθρώπους,
έτσι και εις ταύτην και παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύ μάλιστα· νομίζω δε, ότι και συ το
γνωρίζεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω Μένων, ο Άνυτος μου φαίνεται ότι
θυμώνει· αλλά δεν απορώ, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζει πρώτον μεν ότι εγώ κατηγορώ τους
άνδρας αυτούς, έπειτα δε ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αυτός είναι είς εκ τούτων αλλ' αυτός
άν ποτε μάθη ποία είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακολογία (τι είναι η δυσφημία) θα παύση
να θυμώνη· τόρα όμως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει· συ δε ειπέ μου· δεν υπάρχουν και
μεταξύ σας καλοί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθοί άνδρες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λοιπόν; θέλουν ούτοι να παρέχουν
εαυτούς διδασκάλους διά τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νέους και ομολογούν ότι είναι διδάσκαλοι ή
δύναται να διδαχθή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, Σωκράτη, αλλ' άλλοτε μεν
ειμπορείς να τους ακούσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι ειμπορεί να διδαχθή άλλοτε δε
ουχί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα θα ειπούμεν ότι αυτοί είναι διδάσκαλοι
του πράγματος αυτού, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον ουδέ μεταξύ των ομολογείται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν μόνον οι σοφισταί σου, οι οποίοι
μόνοι επαγγέλλονται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι, σου φαίνεται ότι είναι διδάσκαλοι
της αρετής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τον Γοργίαν μάλιστα θαυμάζω, Σωκράτη, διά
το ότι δεν θ' ακούσης ποτέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν να υπόσχεται, μάλιστα δε κοροϊδεύει
και τους άλλους όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπόσχωνται· ουχ ήττον όμως, διαβεβαιώνει
ότι νομίζει ότι ειμπορεί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους κάμη σπουδαίους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν σου φαίνεται λοιπόν ότι οι σοφισταί
είναι διδάσκαλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ειμπορώ να σου ειπώ τίποτε, Σωκράτη,
διότι και εγώ έχω πάθει ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπαθαν οι περισσότεροι· άλλοτε μεν μου
φαίνονται άλλοτε δε όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις δε ότι όχι μόνον εις εσέ και εις
τους άλλους πολιτικούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι άλλοτε μεν ειμπορεί να
διδαχθή άλλοτε δε όχι, αλλά και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέογνις ο ποιητής, γνωρίζεις ότι αυτά τα
ίδια λέγει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εις ποία ποιήματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις τα ελεγεία, όπου λέγει:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">πίνε και τρώγε και μαζί κάθου κι' απόλαυέ τους
εκείνους πώχουν δύναμι· καλό θα μάθης με καλούς· αλλ' αν κακούς ζυγόνεις, κι' ο
νους που έχεις θα χαθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εννοείς αν μεταξύ αυτών λέγη αν ειμπορή να
διδαχθή η αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ολίγον δε παρακάτω προχωρών λέγει ότι,
«εάν ήτο δυνατόν να γίνη και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μπη μέσα στη σκέψι του ανδρός το νόημα,
πολλούς και μεγάλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μισθούς θα έπαιρναν εκείνοι που θα
μπορούσαν να το κάμουν». Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (λέγει) ότι, «δεν είναι δυνατόν ποτε να
γεννηθή κακός από πατέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθόν, αν άκουε σε λόγια φρόνιμα· μα με
την διδαχήν ποτέ δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμης να γίνη ο κακός καλός». — Τόρα πάλιν
καταλαμβανεις ότι αυτός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιος λέγει τα εναντία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι προφανές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειμπορείς λοιπόν να ειπής περί οιουδήποτε
πράγματος, περί του οποίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτοί μεν διαβεβαιώνουν ότι είναι
διδάσκαλοι όχι όπως άλλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (πραγμάτων) διδάσκαλοι ομολογούνται, αλλ'
ουδ' αυτοί γνωρίζουν, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως πονηροί δι' αυτό ακριβώς το πράγμα
περί του οποίου λέγουν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι διδάσκαλοι, αυτοί δε που
ομολογούνται (πιστεύονται) ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλοί και αγαθοί, λέγουν ότι άλλοτε μεν
ειμπορεί να διδαχθή αυτό (το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα), άλλοτε δε όχι; τους ανισορρόπους
λοιπόν αυτούς ειμπορείς συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπωσδήποτε να ειπής ότι είναι
διδάσκαλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν λοιπόν ούτε οι σοφισταί ούτε αυτοί που
είναι καλοί και αγαθοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι διδάσκαλοι αυτού του πράγματος,
βεβαίως δεν ειμπορεί να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν δεν είναι διδάσκαλοι, δεν
είναι ούτε μαθηταί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι, όπως λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχομεν λοιπόν παραδεχθή ότι εκείνου του
πράγματος, του οποίου ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδάσκαλοι ούτε μαθηταί δύνανται να είναι,
τούτο βεβαίως δεν ειμπορεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να διδαχθή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το έχομεν ομολογήσει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν της αρετής πουθενά δεν φαίνονται
διδάσκαλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού δε δεν υπάρχουν διδάσκαλοι, δεν
υπάρχουν βεβαίως ούτε μαθηταί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η αρετή λοιπόν δεν διδάσκεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν φαίνεται, εάν ημείς βέβαια έχομεν
σκεφθή ορθώς· και απορώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλιστα, Σωκράτη, αν δεν υπάρχουν διόλου
αγαθοί άνδρες ή αν υπάρχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποιος τρόπος της γενέσεως εκείνων που
γίνονται αγαθοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κοντεύομεν, Μένων, εγώ και συ να γίνωμεν
κακοί άνδρες, σε δε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γοργίας δεν σ' έχει εκπαιδεύσει αρκετά και
εμέ ο Πρόδικος. Προ παντός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν ας προσέξωμεν ημείς οι ίδιοι και ας
ζητήσωμεν ποίος θα μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμη με οιονδήποτε τρόπον καλυτέρους· λέγω
δε αυτά αποβλέπων προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ ολίγου έρευνάν μας, ότι μας διέφυγε
καταγέλαστα, ότι όχι μόνον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν προηγήται η επιστήμη, ορθά και καλά
γίνονται εις τους ανθρώπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα πράγματα, αλλά και μας διαφεύγη ίσως η
γνώσις κατά τίνα τρόπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνονται οι αγαθοί άνδρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το λέγεις αυτό, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι. Ότι οι μεν αγαθοί άνδρες πρέπει να
είναι ωφέλιμοι, τούτο έχομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχθή βέβαια, και δεν ειμπορεί να
συμβαίνη άλλως πως· δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ότι θα είναι ωφέλιμοι αν εκλαμβάνουν
τα πράγματα ορθώς, και αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά το παρεδέχθημεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι δε δεν είναι δυνατόν να σκέπτεται
κανείς ορθώς, εάν δεν υπάρχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρόνησις, κατά τούτο είμεθα όμοιοι με
εκείνους που δεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεδέχθησαν σωστό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς λοιπόν το σωστό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου ειπώ. Εάν τις γνωρίζων την οδόν
διά την Λάρισαν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπουδήποτε αλλού θέλη να υπάγη και
προηγήται των άλλων, δεν θα ειπής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι σωστά και καλά προηγείται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε τις ορθώς φρονή ποία είναι η οδός,
αλλά δεν την έχη διαβή και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν την γνωρίζη καλά, δεν θα προηγήται και
αυτός ορθώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εν όσω έχει ορθήν γνώσιν (ιδέαν) περί
εκείνων τα οποία ο άλλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει επιστήμην, δεν θα είναι χειρότερος
οδηγός, νομίζων μεν αληθή, μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονών όμως ότι ο άλλος φρονή
τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ουδόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεωρία λοιπόν αληθής προς την ορθότητα της
πράξεως δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χειροτέρα οδηγός της φρονήσεως· και αυτό
είναι εκείνο που έχομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραλείψει εις την σκέψιν μας περί της
αρετής, ποίον δηλονότι ήθελεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι, εάν ελέγομεν ότι φρόνησις μόνον
προηγείται του ορθώς πράττειν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (της ορθής πράξεως), αφού και η θεωρία
είναι αληθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι λοιπόν ολιγώτερον ωφέλιμος η
ορθή θεωρία από την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατά τούτο μόνον, Σωκράτη, ότι ο επιστήμων
πάντοτε ειμπορεί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτυγχάνη, εκείνος δε που έχει μόνον
ορθήν θεωρίαν, άλλοτε μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειμπορεί να επιτυγχάνη, άλλοτε δε
όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το λέγεις; εκείνος που έχει πάντοτε
ορθήν θεωρίαν, δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτυγχάνη πάντοτε, εφ' όσον έχει ορθάς
θεωρίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται αναγκαίως· ώστε απορώ,
Σωκράτη, αφού έτσι έχει το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, κατά τι τάχα είναι σπουδαιοτέρα
(αξίζει περισσότερον) η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη από την ορθήν θεωρίαν και διατί
το ένα χωρίζεται από το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις λοιπόν εκείνο που θαυμάζεις
(απορείς) ή θέλεις να σου το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπω εγώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια· ειπέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι ποτέ δεν επρόσεξες εις τ' αγάλματα του
Δαιδάλου· πιθανόν δε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μη υπάρχουν πλησίον σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί το λέγεις αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι και αυτά, εάν δεν είναι δεμένα,
φεύγουν και δραπετεύουν, εάν δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεθούν, παραμένουν (στέκονται).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο ποιητής που έχει τους στίχους του
λυμένους δεν απολαμβάνει πολλήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τιμήν· είναι όπως ο φυγάς άνθρωπος ο
οποίος δεν στέκεται· εις όσους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως είναι δεμένα (έχουν συνοχήν) αξίζουν
πολλά· διότι τα καλά έργα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξίζουν πολύ. Διατί λοιπόν λέγω αυτά; διά
τας αληθείς θεωρίας. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αι αληθείς θεωρίαι, εν όσω παραμένουν,
είναι καλόν και πάντα τ' αγαθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατορθώνουν αλλά δεν θέλουν να μείνουν
πολύν καιρόν και φεύγουν εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ψυχής του ανθρώπου, ώστε δεν αξίζουν
πολύ, μέχρις ότου τας δέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς διά του λογισμού· τούτο δε είναι,
σύντροφε Μένων, η ανάμνησις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπως πρωτήτερα είχομεν παραδεχθή· αφού δε
δεθούν, πρώτον μεν γίνονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμαι, έπειτα δε μόνιμοι (διαρκείς)·
δι' αυτό και η επιστήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι τελειοτέρα της ορθής θεωρίας,
διαφέρει δε μόνον κατά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνοχήν (δεσμόν) η επιστήμη από την ορθήν
θεωρίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με κάτι τέτοιο, μα τον Δία, Σωκράτη,
ομοιάζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ βεβαίως ομιλώ ουχί ως να γνωρίζω,
αλλ' απλώς συμπεραίνων. Ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε είναι κάτι άλλο η ορθή θεωρία από την
επιστήμην, δεν μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυφαίνεται ότι το συμπεραίνω, αλλ' όπως
και δι' άλλο τι ήθελον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπει ότι το γνωρίζω, ολίγα δε θα ηδυνάμην
να είπω, έτσι λοιπόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο ως ένα και το αυτό, εξ εκείνων τα
οποία γνωρίζω, θα ειμπορούσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να θέσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως ορθώς ομιλείς, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λοιπόν; και αυτό δεν είναι ορθόν, ότι
αληθής, θεωρία προηγουμένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατορθώνει το έρχον χωριστά έκαστης
πράξεως όχι χειρότερα από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτό μου φαίνεται ότι το λέγεις
σωστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ουδόλως λοιπόν η ορθή θεωρία θα είναι
χειροτέρα της επιστήμης ουδέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωλιγώτερον ωφέλιμος εις τας πράξεις, καθώς
ο άνθρωπος που έχει ορθήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρίαν από εκείνον που έχει επιστήμην (ο
θεωρητικός δηλ. από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμονα ουδόλως διαφέρει).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο δε αγαθός άνθρωπος έχει ομολογηθή ότι
είναι ωφέλιμος εις ημάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή λοιπόν ουχί διά της επιστήμης μόνον
οι αγαθοί άνδρες είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφέλιμοι εις τας πόλεις, αν είναι βεβαίως,
αλλά και διά της ορθής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρίας (ορθολογισμού), και από τας δύο
αυτάς καμμία δεν είναι εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσεως (φυσιολογική) εις τους ανθρώπους,
ούτε η επιστήμη ούτε η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθής θεωρία, αλλ' ούτε είναι και
επίκτητοι (δεν αποκτώνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατόπιν)(7) — ή σου φαίνεται ότι μία εκ
των δύο αυτών είναι εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσεως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή λοιπόν δεν είναι εκ φύσεως, άρα και
οι αγαθοί άνδρες δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσει αγαθοί (φυσιολογικώς αγαθοί δεν
υπάρχουν);(8)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή λοιπόν δεν είναι εκ φύσεως, τόρα ας
εξετάσωμεν το άλλο, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναται να διδαχθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εφάνη λοιπόν ότι δύναται να διδαχθή η
αρετή εάν είναι φρόνησις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν ειμπορή να διδαχθή, ήθελεν είσθαι
φρόνησις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν μεν υπήρχον διδάσκαλοι, θα
εδιδάσκετο, αν δε δεν υπήρχον, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα εδιδάσκετο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' ημείς έχομεν ήδη παραδεχθή ότι δεν
υπάρχουν διδάσκαλοι αυτής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωμολογήσαμεν επίσης ότι δεν διδάσκεται
ούτε ότι είναι φρόνησις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά παραδέχθημεν βεβαίως αυτό ότι είναι
αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωφέλιμον δε και αγαθόν είναι το ορθώς
σκεπτόμενον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η ορθή δε σκέψις είναι μόνον αυτά τα δύο,
η αληθινή θεωρία και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη, τας οποίας όταν έχη ο άνθρωπος
σκέπτεται ορθώς. Διότι όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνουν από την τύχην (τυχαίως), δεν
συμβαίνουν από την ανθρωπίνην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκέψιν (αυτοσυνείδησιν), εκεί δε όπου ο
άνθρωπος είναι κυρίαρχος διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ορθόν, είναι διά δύο μόνον, την
αληθινήν θεωρίαν (αληθείς γνώμας)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν δεν ειμπορεί η αρετή να
διδαχθή, ουδέ εις επιστήμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταπίπτει η αρετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν, ότι όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν είναι και τα δύο αγαθά και
ωφέλιμα, το μεν έν έχει ήδη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφεθή και δεν ήθελεν είσθαι δυνατόν εις
πολιτικήν πράξιν η επιστήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να προηγήται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ουχί διά της σοφίας ουδέ επειδή
είναι σοφοί άνδρες οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιούτοι, είναι αρχηγοί (ηγεμόνες) εις τας
πόλεις οι περί τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεμιστοκλέα, και εκείνοι περί των οποίων
έλεγε προ ολίγου ο Άνυτος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά τούτο και δεν είναι αυτοί ικανοί και
τους άλλους να καθιστούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι αυτοί είναι, αφού και αυτοί οι
ίδιοι δεν είναι τοιούτοι ένεκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι έτσι είναι, Σωκράτη, όπως
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν δεν είναι διά της επιστήμης,
πάντως συμβαίνει ένεκα καλής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρίας (ορθολογισμού), την οποίαν οι
αγαθοί άνδρες μεταχειριζόμενοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανορθούσι τας πόλεις ουδόλως διαφέροντες
κατά την φρόνησιν από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρησμωδούς και τους θεομάντεις (προφήτας)·
διότι αυτοί λέγουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά και αληθινά, αλλ' όμως τίποτε δεν
γνωρίζουν εξ εκείνων που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αξίζει λοιπόν, Μένων, να τους ονομάζωμεν
αυτούς θείους ανθρώπους, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι, μολονότι δεν έχουν σκέψιν (νουν),
κατορθώνουν όμως πολλά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγάλα, δι' όσα πράττουν και
λέγουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθώς λοιπόν θα τους ωνομάζαμεν θείους,
εκείνους τους οποίους τόρα δα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγομεν χρησμωδούς και μάντεις και όλους
ομού τους ποιητικούς· και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι πολιτικοί επίσης ουχί ολιγώτερον αυτών
δυνάμεθα να λέγωμεν, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι θείοι και ενθουσιάζονται, αφού είναι
εμπνευσμένοι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεόληπτοι, όταν κατορθώνουν πολλά και
μεγάλα πράγματα ομιλούντες, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζουν τίποτε από εκείνα τα οποία
λέγουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αι γυναίκες βεβαίως, Μένων, τους
αγαθούς άνδρας καλούν θείους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και οι Λακεδαιμόνιοι, όταν εγκωμιάζουν ένα
αγαθόν άνδρα λέγουν, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θείος ανήρ είναι ούτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως είναι φανερόν, Σωκράτη, αν και
αυτός ο Άνυτος θυμώνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί σου όταν ομιλής έτσι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν με μέλει διόλου. Και περί τούτου μεν
πάλιν θα συνομιλήσωμεν. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν ημείς τόρα καθ' όλον τον χρόνον της
συνομιλίας μας καλώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηρευνήσαμεν και ωμιλήσαμεν, η αρετή δεν
ημπορεί να είναι εκ φύσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (φυσική) ούτε και να διδαχθή, αλλά
συμβαίνει κατά θείαν μοίραν άνευ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νου (σκοπίμου βουλήσεως) εις εκείνους τους
οποίους συμβαίνει, εκτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν είναι κανείς τοιούτος εκ των πολιτικών
ανδρών, ώστε να δύναται να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάνη και άλλον πολιτικόν. Εάν δε ήθελεν
υπάρχη, ο τοιούτος θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατελέγετο ούτω μεταξύ των ζώντων, όπως ο
Όμηρος είπε διά τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τειρεσίαν μεταξύ των νεκρών, λέγων περί
αυτού, ότι μόνον αυτός είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμπνευσμένος από όσους υπάρχουν μέσα εις
τον Άδην, αι δε σκιαί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φεύγουν (ορμητικά). Το ίδιον, όπως
συμβαίνει με την αρετήν, της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίας η πραγματικότης (η αλήθεια) είναι
εις τας σκιάς (σκιώδης).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωραία μου φαίνεται ότι τα λέγεις,
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκ του λογισμού (σκέψεως) λοιπόν αυτού,
Μένων, κατά θείαν μοίραν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι συμβαίνει η αρετή εις
εκείνους οι οποίοι είναι ενάρετοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε σαφές περί αυτού θα μάθωμεν τότε,
όταν, πριν επιχειρήσωμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητήσωμεν κατά ποίον τρόπον είναι δυνατόν
να δοθή εις τους ανθρώπους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσπαθήσωμεν να εξετάσωμεν αυτήν καθ'
εαυτήν τι είναι αρετή. Τόρα δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι καιρός να φεύγω, συ δε περί τούτων,
περί των οποίων συ ο ίδιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις πεισθή, πείθε και τον φίλον σου
αυτόν τον Άνυτον διά να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ησυχώτερος, διότι αν τον πείσης, θα
ωφελήσης και τους Αθηναίους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΡΟΡΑΜΑΤΑ Σελίς 37 στίχος 24 αντί κάνει γράφε
η&ελεν έρωτήοει αυτόν πολλάκις. » 39 » ' » υπάρχουν » #« υπάρχουν. » 3# » 8
» #ά τας βίχ« » #ά τ«? » 42 » iO » ij επιστήμη, η αρετή » ij αρετή, επιστήμη »
42 » 24 » etVcu άγα&ον » <'εί> eiwu άγαύόν » 4£ » ο » £κ φύσεως, » «Λ!
φύσεως ενάρετοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(Ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων Από τους πλέον λιτούς των διαλόγων αλλά
δεικνύων την ευρύτητα και το πολυσχιδές της πλατωνικής σκέψεως εξετάζων και
αναλύων την αρετήν, αν και κατά πόσον είναι εις τον άνθρωπον έμφυτος. Η εν αυτώ
μαθηματικώς διατυπουμένη σκέψις, η αλληλουχία και το ακριβές των συλλογιστικών
επιχειρημάτων και ο περιορισμός του ζητήματος πλησιάζουν τον διάλογον τούτον εις
την λεγομένην ήδη θετικήν φιλοσοφίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η μετάφρασις φιλολογική και εις ύφος σαφές υπό
του κ. Χαρ. Παπαντωνίου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΩΛΗΣΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΛΑΔΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε. ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 22 - ΤΗΛ.
614.686, 634.506</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΑΤΑΙ ΔΡΧ. 10 1) Ευρίσκεται δηλονότι μέσα
εις αυτήν την φυσικήν ύπαρξιν των ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Ξερό φύσημα πνέει πάνω στην επιστήμην εδώ
πια. Με την ιδίαν λέξιν εχαρακτήρισε τον μεσαίωνα ο Gibbon την άλωσιν της
Κων)πόλεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Χωρίς να εκθέτη τα οικογενειακά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) Υποχωρώ εις τους ωραίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) Κατά τον Εμπεδοκλέα η επίδρασις ενός
σώματος επί το άλλο εξηγείται, [?] μικρότατά τινα μόρια εκ του ενός σώματος
απορρέοντα εισέρχονται εις τους πόρους του άλλου (Ιδ. Αριστ. 324 β. 33).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6) Μήπως νομίζης, ότι γνωρίζουν τα κακά ότι
είναι κακά, οι πιστεύοντες ότι ωφελούν τα κακά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7) Οι Γάλλοι ερμηνευταί το δύσκολον αυτό
χωρίον σήμερον εννοούν ως εξής παρά τας Γερμανικάς εκδόσεις: Διά του
&παρατείνειν& ο Σωκράτης όπερ εξηγούν &προεκτείνειν& και όχι
&εγγράφειν&, υποβάλλει την κατασκευήν ενός άλλου τριγώνου με τας
δοθείσας γραμμάς, δηλ. με την διάμετρον του κύκλου και την καταβιβαζομένην
κάθετον της γωνίας, επί των οποίων φέρονται αι δύο· έπειτα δε αποδεικνύεται
ευκόλως ότι, εάν τα δύο τρίγωνα είναι ίσα, το πρώτον δύναται να περιληφθή
(εγγραφή) εντός του κύκλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8) Πρώτη και μοναδική θεμελίωσις διδασκαλίας
ορθσλογισμού, τον οποίον ανέπτυξαν οι Γάλλοι Εγκυκλοπαιδισταί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">9) Ατέλεια Σωκρατικής σκέψεως, μισοψέμμα
Πλατωνικόν που κατέληξε κατόπιν σοφίσματος. (Ιδέ νεωτέρας παρατηρήσεις Ριμπώ,
Laboratoures).</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-91183361510902379322013-09-04T05:46:00.002-07:002013-09-04T05:46:15.863-07:00ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΚΡΙΤΙΑΣ ΙΠΠΑΡΧΟΣ - ΑNΤΕΡΑΣΤΑΙ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΚΡΙΤΙΑΣ ΙΠΠΑΡΧΟΣ -
ΑNΤΕΡΑΣΤΑΙ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο Πλάτων διά του «Κριτίου» ηθέλησε να δείξη εν τη
πραγματικότητι τας περί Πολιτείας ιδέας του, περιγράφων την πολιτείαν των
αρχαίων Αθηναίων νικητών των κατοίκων της νήσου Ατλαντίδος. Εννοητέον ότι η
Πολιτεία αύτη δεν υπήρξεν, αλλ' έπλασεν αυτήν ο Πλάτων διά της φαντασίας του. Ο
«Κριτίας» φαίνεται ως συνέχεια άλλου διαλόγου, του «Τιμαίου». Εισάγει εις την
υπόθεσιν αμέσως· διαλέγονται δε και εις τούτον τα αυτά πρόσωπα. Ομιλεί πρώτος ο
Τίμαιος, μετά τούτον δε λαμβάνει τον λόγον ο Κριτίας, αμφότεροι δε δικαιολογούσι
την δυσκολίαν του ζητήματος, περί του οποίου θα ομιλήσουν. Μετά τούτο ο Κριτίας
αναλαμβάνει ν' αφηγηθή τον πόλεμον, όστις ηγέρθη ποτέ μεταξύ των εντεύθεν των
Ηρακλείων στηλών και εκείθεν αυτών, οικούντων λαών. Ίνα δε κινήση το περί του
πολέμου τούτου ενδιαφέρον, επιχειρεί να γνωρίση εις τον αναγνώστην τους δυο
αντιπάλους λαούς, ήτοι τους τότε Αθηναίους και τους κατοίκους της νήσου
Ατλαντίδος. Και πρώτον μεν, αρχόμενος από των Αθηναίων, περιγράφει την
κυβέρνησιν αυτών, την χώραν και την πολιτείαν. Μετά τούτο δε αναφέρει την
καταγωγήν των κατοίκων της Ατλαντίδος, ότι κατάγονται δηλ. εκ του Ποσειδώνος·
περιγράφει την νήσον αυτών, τα προϊόντα τα οποία αυτή παράγει, τους βασιλείς των
και τα γιγάντεια τούτων έργα, την πολιτικήν αυτών κατάστασιν, την οργάνωσιν και
τας στρατιωτικάς αυτών δυνάμεις· πως πρώτα ήσαν άνθρωποι εξαίρετοι και πως
βραδύτερον εξηχρειώθησαν ούτως, ώστε ο Ζευς, οργισθείς διά τα κακουργήματα αυτών
και αποφασίσας να τους τιμωρήση, συνεκάλεσε τους θεούς εις συνέδριον μέσα εις το
άδυτον το ευρισκόμενον εις το κέντρον του κόσμου, ίνα καταστήση εις αυτούς
γνωστάς τας αμετακλήτους αυτού βουλάς. Ο διάλογος εις το σημείον τούτο δυστυχώς
διακόπτεται, απολεσθέντος του υπολοίπου. Εκ του σωζομένου μέρους δεν είναι
δυνατόν να συναγάγη τις, ποιον έσται όλου του διαλόγου το αντικείμενον. Ευτυχώς
όμως πληροφορούμεθα περί τούτου ακριβώς εξ αυτών των πρώτων σελίδων άλλου του
Πλάτωνος διαλόγου, του «Τιμαίου».</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό κείμενο)
</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ
</span></b><br /><br />
<div class="MsoNormal">
<span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ
ΧΑΡΟΚΟΠΟΥ</span></div>
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ο Πλάτων διά του «Κριτίου» ηθέλησε να
δείξη εν τη πραγματικότητι τας περί Πολιτείας ιδέας του, περιγράφων την
πολιτείαν των αρχαίων Αθηναίων νικητών των κατοίκων της νήσου Ατλαντίδος.
Εννοητέον ότι η Πολιτεία αύτη δεν υπήρξεν, αλλ' έπλασεν αυτήν ο Πλάτων διά της
φαντασίας του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο «Κριτίας» φαίνεται ως συνέχεια άλλου
διαλόγου, του «Τιμαίου». Εισάγει εις την υπόθεσιν αμέσως· διαλέγονται δε και εις
τούτον τα αυτά πρόσωπα. Ομιλεί πρώτος ο Τίμαιος, μετά τούτον δε λαμβάνει τον
λόγον ο Κριτίας, αμφότεροι δε δικαιολογούσι την δυσκολίαν του ζητήματος, περί
του οποίου θα ομιλήσουν. Μετά τούτο ο Κριτίας αναλαμβάνει ν' αφηγηθή τον
πόλεμον, όστις ηγέρθη ποτέ μεταξύ των εντεύθεν των Ηρακλείων στηλών και εκείθεν
αυτών, οικούντων λαών. Ίνα δε κινήση το περί του πολέμου τούτου ενδιαφέρον,
επιχειρεί να γνωρίση εις τον αναγνώστην τους δυο αντιπάλους λαούς, ήτοι τους
τότε Αθηναίους και τους κατοίκους της νήσου Ατλαντίδος. Και πρώτον μεν,
αρχόμενος από των Αθηναίων, περιγράφει την κυβέρνησιν αυτών, την χώραν και την
πολιτείαν. Μετά τούτο δε αναφέρει την καταγωγήν των κατοίκων της Ατλαντίδος, ότι
κατάγονται δηλ. εκ του Ποσειδώνος· περιγράφει την νήσον αυτών, τα προϊόντα τα
οποία αυτή παράγει, τους βασιλείς των και τα γιγάντεια τούτων έργα, την
πολιτικήν αυτών κατάστασιν, την οργάνωσιν και τας στρατιωτικάς αυτών δυνάμεις·
πως πρώτα ήσαν άνθρωποι εξαίρετοι και πως βραδύτερον εξηχρειώθησαν ούτως, ώστε ο
Ζευς, οργισθείς διά τα κακουργήματα αυτών και αποφασίσας να τους τιμωρήση,
συνεκάλεσε τους θεούς εις συνέδριον μέσα εις το άδυτον το ευρισκόμενον εις το
κέντρον του κόσμου, ίνα καταστήση εις αυτούς γνωστάς τας αμετακλήτους αυτού
βουλάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο διάλογος εις το σημείον τούτο δυστυχώς
διακόπτεται, απολεσθέντος του υπολοίπου. Εκ του σωζομένου μέρους δεν είναι
δυνατόν να συναγάγη τις, ποιον έσται όλου του διαλόγου το αντικείμενον. Ευτυχώς
όμως πληροφορούμεθα περί τούτου ακριβώς εξ αυτών των πρώτων σελίδων άλλου του
Πλάτωνος διαλόγου, του «Τιμαίου».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΙΤΙΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ή Ατλαντικός ή ηθικός)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΑΙΟΣ, ΚΡΙΤΙΑΣ, ΣΩΚΡΑΤΗΣ, ΕΡΜΟΚΡΑΤΗΣ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τίμαιος Πόσον ευχαριστημένος, Σωκράτη, καθώς
να έχω αναπαυθή έπειτα από μακρυνήν οδοιπορίαν, έχω ελευθερωθή και τώρα με
ανακούφισιν από την οδοιπορίαν της ομιλίας! Εύχομαι δε εις τον Θεόν, ο οποίος
πολύ παλαιά πραγματικώς, τώρα δε προ ολίγου εις τας ομιλίας μας έχει την
ύπαρξιν, δι' όσα μεν από τα λεχθέντα πρεπόντως έχουσι λεχθή, αυτός να μας χαρίση
υγείαν, αν δε είπωμεν δι' αυτά χωρίς να το θέλωμεν και τίποτε ανάρμοστον, να μας
επιβάλη την πρέπουσαν τιμωρίαν. Σωστή δε τιμωρία είναι, εκείνον ο οποίος
σφάλλει, να τον κάμη να ενεργή σωστά. Διά να λέγωμεν λοιπόν εις το εξής σωστά
τας ομιλίας μας περί του πώς έγιναν οι θεοί, ευχόμεθα να μας δώση το πλέον
τέλειον και καλύτερον από όλα τα ιατρικά, την γνώσιν· αφού λοιπόν προσηυχήθημεν,
κατά τας συμφωνίας μας παραδίδομεν την σειράν της ομιλίας εις τον
Κριτίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας Αλλά, Τίμαιε, δέχομαι μεν (να
ομιλήσω), εκείνο όμως, το οποίον εις την αρχήν μετεχειρίσθης και συ, ο οποίος
εζήτησες συγχώρησιν, διότι επρόκειτο να ομιλήσης διά μεγάλα ζητήματα, το ίδιον
και εγώ τώρα παρακαλώ, απαιτώ δε ακόμη περισσότερον να μου παραχωρηθή εις
μεγαλυτέραν δόσιν δι' εκείνα, τα οποία πρόκειται να είπω, αν και ηξεύρω σχεδόν
ότι πρόκειται να παρακαλέσω διά χάριν, η οποία αποδεικνύει φιλοδοξίαν και
χωριατιάν, θα την είπω όμως. Ότι μεν εκείνα, τα οποία είπες, δεν τα είπες καλά,
ποίος λογικός άνθρωπος ημπορεί να το διισχυρισθή; Ότι δε εκείνα, τα οποία θα
είπω, έχουν ανάγκην από περισσοτέραν συγχώρησιν, διότι είναι δυσκολώτερα, τούτο
θα προσπαθήσω κάπως ν' αποδείξω. Όταν ομιλή κανείς διά τους θεούς, Τίμαιε, προς
τους ανθρώπους, να νομίζεται ότι καλά ομιλεί, είναι ευκολώτερον παρά όταν ομιλή
διά θνητούς ανθρώπους εις ημάς. Διότι η έλλειψις πείρας και η παρά πολλή αμάθεια
εκείνων που ακούουν, αν είναι έτσι εκείνα τα οποία λέγει, δίδουν πολλήν ευκολίαν
εις εκείνον ο οποίος πρόκειται να είπη τίποτε διά τους θεούς. Διά δε τους θεούς
ίσα ίσα, ηξεύρετε εις ποίον συμπέρασμα εφθάσαμεν {1}, διά να φανερώσω δε
καθαρώτερα εκείνο το οποίον διισχυρίζομαι, προσέξατε, παρακαλώ, εις τ' ακόλουθα.
Εκείνα, τα οποία όλοι μας είπομεν, είναι ανάγκη βέβαια να είναι μίμησις και
εικών κάποιου πράγματος· διά δε την κατασκευήν εικόνων των θείων και των
ανθρωπίνων σωμάτων, την οποίαν κάμνουν οι ζωγράφοι, βλέπομεν πόσην ευκολίαν ή
δυσκολίαν δοκιμάζουν να τα μιμώνται, ώστε να νομίζουν, όσοι τα βλέπουν, ότι
ομοιάζουν, και θα ίδωμεν ότι, αν κανείς από αυτούς ημπορή να ζωγραφίση ολίγον τι
όμοια με τα πραγματικά γην και βουνά και ποταμούς και δένδρα και ολόκληρον τον
ουρανόν και εκείνα, τα οποία ευρίσκονται εις αυτόν και τριγυρίζουν, κατ' αρχάς
μεν ευχαριστούμεθα, και προς τούτοις, επειδή δεν ηξεύρομεν τίποτε με ακρίβειαν
δι' αυτά τα πράγματα, ούτε εξετάζομεν, ούτε κρίνομεν αν είναι καλά τα
ζωγραφημένα, μας φθάνει δε μία όχι πολύ καθαρά και απατηλή σκιαγραφία αυτών των
πραγμάτων· όταν δε κανείς ήθελεν αναλάβη να παραστήση τα ιδικά μας σώματα, τότε,
επειδή είμεθα συνειθισμένοι να τα παρατηρώμεν, καταλαμβάνομεν τι ελλείπει και
γινόμεθα αυστηροί κριταί εκείνου, ο οποίος δεν παρέστησε κατά πάντα όλας τας
ομοιότητας. Το ίδιον λοιπόν πράγμα ημπορούμεν να ίδωμεν ότι γίνεται και εις τας
ομιλίας, ότι δηλαδή τα μεν ουράνια και θεία πράγματα μένομεν ευχαριστημένοι και
όταν τα λέγη κανείς με μικράν ομοιότητα, τα δε θνητά και ανθρώπινα πράγματα τα
εξετάζομεν με ακρίβειαν. Τώρα λοιπόν, επειδή θα ομιλήσω εκ του προχείρου εάν δεν
ημπορέσω να παραστήσω τα πράγματα καθ' όλα όπως πρέπει, είναι ανάγκη να με
συγχωρήσετε· διότι πρέπει να συλλογίζεσθε, ότι δεν είναι εύκολον, αλλά δύσκολον
να παριστάνη κανείς τα θνητά πράγματα καθώς πρέπει. Αυτά λοιπόν, επειδή επιθυμώ
να σας υπενθυμίσω και να ζητήσω δι' εκείνα, τα οποία πρόκειται να είπω, όχι το
μικρότερον αλλά το μεγαλύτερον μέρος της συγχωρήσεώς σας, είπον όλα αυτά,
Σωκράτη. Αν λοιπόν, νομίζετε, ότι δικαίως ζητώ αυτό το χάρισμα, δότε μου αυτό μ'
ευχαρίστησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Και διατί να μη σου το δώσωμεν,
Κριτία; Ας δοθή δε προς τούτοις αυτό το ίδιον χάρισμα και εις τον Ερμοκράτην από
ημάς, ο οποίος να ομιλήση τρίτος. Διότι είναι φανερόν, ότι ολίγον υστερώτερα,
όταν έλθη η σειρά του να ομιλήση, θα μας παρακαλέση και εκείνος ως σεις· διά να
προμηθευθή λοιπόν άλλην βάσιν της ομιλίας του, και να μη υποχρεωθή να ομιλήση με
την ιδίαν βάσιν την ιδικήν σου, ας ομιλήση τότε τοιουτοτρόπως, ωσάν να έχη την
συγχώρησίν μας από τώρα. Σου προλέγω όμως, φίλε Κριτία, τας διαθέσεις του
ακροατηρίου του θεάτρου, εις το οποίον θα ομιλήσης, ότι δηλαδή ο ποιητής ο
οποίος πρωτύτερα ωμίλησε εις αυτό, επέτυχε θαυμάσια, ώστε θα σου χρειασθή κάποια
παρά πολλή συγχώρησις, εάν πρόκηται να κατορθώσης να συναγωνισθής εις αυτά με
αυτόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμοκράτης Παραγγέλλεις βέβαια, Σωκράτη, και
εις εμέ τα ίδια, τα οποία και εις τούτον εδώ. Αλλά, Κριτία, ακόμη έως τώρα
άνθρωποι, οι οποίοι λιποψυχούν, δεν έστησαν τρόπαιον νίκης· πρέπει λοιπόν να
προχωρήσης εις την ομιλίαν με ανδρείαν, και αφ' ού επικαλεσθής τον Απόλλωνα και
τας Μούσας, να παραστήσης τους παλαιούς συμπολίτας μας ότι υπήρξαν αγαθοί και να
τους εξυμνήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας Φίλε Ερμοκράτη, επειδή είναι η σειρά
σου να ομιλήσης αύριον και έχεις άλλον πρωτύτερα από σε, διά τούτο έχεις ακόμη
θάρρος. Τι λογής λοιπόν είναι τούτο μόνος σου γρήγορα θα το καταλάβης· επειδή
όμως μας παρηγορείς και μας δίδεις θάρρος, ας σε υπακούσωμεν, και κοντά εις τους
θεούς τους οποίους ανέφερες, ας προσκαλέσωμεν και τους άλλους και ιδιαιτέρως
μάλιστα την Μνημοσύνην. Διότι, το μεγαλύτερον μέρος της ομιλίας μου, όλον από
αυτήν την θεάν εξαρτάται· διότι εάν ενθυμηθώ αρκετά και αναφέρω εκείνα, τα οποία
ένα καιρόν διηγούντο οι ιερείς (της Αιγύπτου) και τα οποία έφερεν εδώ ο Σόλων,
επάνω κάτω ηξεύρω ότι εις τούτο εδώ το ακροατήριον θα φανώ ότι έκαμα καλά το
χρέος μου. Έτσι ακριβώς πρέπει λοιπόν τώρα να κάμω και διόλου πλέον να μη
αναβάλω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτον λοιπόν από όλα ας αναμνησθώμεν, ότι
εννέα το όλον χιλιάδες έτη έχουν περάση, αφ' ότου εκηρύχθη πόλεμος μεταξύ
εκείνων οι οποίοι κατοικούν έξω από τας στήλας του Ηρακλέους και εκείνων όπου
κατοικούν μέσα· το οποίον πρέπει τώρα να σας εκθέσω απ' αρχής μέχρι τέλους. Του
μεν ενός λοιπόν μέρους έλεγον ότι έλαβε την αρχηγίαν αυτή η πόλις (δηλαδή αι
Αθήναι) και διεξήγαγεν όλον τον πόλεμον μέχρι τέλους, του δε άλλου μέρους οι
βασιλείς της νήσου Ατλαντίδος, η οποία νήσος είπομεν (εις τον διάλογον
«Τίμαιον») ότι τα παλαιά χρόνια ήτο νήσος μεγαλυτέρα από την Λιβύαν (δηλαδή την
Αφρικήν) και την Ασίαν, τώρα δε, επειδή εβυθίσθη από σεισμούς, άφησεν εκεί μίαν
λάσπην και εμποδίζει πλέον να περνούν εκείνοι, οι οποίοι θέλουν να ταξειδεύσουν
από την εδώθεν θάλασσαν εις την εκείθεν. Τα μεν λοιπόν πολλά βάρβαρα έθνη, και
όσα γένη Ελλήνων υπήρχον τότε, καθένα χωριστά, η σειρά της ομιλίας ωσάν να
σηκώνη όποιον εύρη εμπρός της εδώ και εκεί, θα τα κάμη γνωστά. Το γένος όμως των
τότε Αθηναίων και των εχθρών των, με τους οποίους επολέμησαν, είναι ανάγκη κατ'
αρχάς ως πρώτα να τ' αναφέρωμεν και την στρατιωτικήν δύναμιν του ενός και του
άλλου μέρους και το είδος της κυβερνήσεώς των. Απ' αυτά δε τα δύο γένη πρέπει να
προτιμήσω να ειπώ διά το ιδικόν μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και λοιπόν οι θεοί τα παλαιά χρόνια έβαλαν εις
κλήρον τους διαφόρους τόπους και εμοιράσθησαν μεταξύ των όλην την γην, χωρίς να
φιλονεικήσουν· διότι δεν θα ήτο σωστόν πράγμα οι θεοί να μην ηξεύρουν τι αρμόζει
εις τον καθένα τους, ούτε ενώ ηξεύρουν ότι έν πράγμα αρμόζει καλύτερα εις
άλλους, άλλοι από αυτούς με καυγάδες να προσπαθούν να το κάμουν ιδικόν των· αφ'
ού λοιπόν έρριψαν δικαίως κλήρους και έλαβε καθείς ό,τι του ήρεσκε, εκατοίκησαν
τους τόπους, και αφ' ού εκατοίκησαν, όπως οι ποιμένες κάμνουν διά τα ποίμνια,
έτσι μας έτρεφαν ωσάν ιδικά των κτήματα και θρέμματα, όχι όμως μεταχειριζόμενοι
σωματικήν βίαν, καθώς κάμνουν οι ποιμένες εις τα κτήνη, τα οποία βόσκουν με το
ξύλον, αλλ' επειδή είναι παρά πολύ ευκολοκυβέρνητον ζώον ο άνθρωπος,
διευθύνοντες ωσάν πλοίον από την πρύμνην με το τιμόνι, διά της πειθούς
επιδρώντες εις την ψυχήν του σύμφωνα με τον σκοπόν των, με αυτόν τον τρόπον
διευθύνοντες εκυβερνούσαν όλους τους θνητούς. Άλλοι λοιπόν από τους θεούς, οι
οποίοι επήραν με κλήρον άλλους τόπους, έβαλαν εκείνα τα μέρη εις τάξιν· ο
Ήφαιστος δε και η Αθηνά, επειδή είχαν την ιδίαν φυσικήν καταγωγήν, διότι ήσαν
συγχρόνως και αδέλφια από τον ίδιον πατέρα και είχαν την ιδίαν κλίσιν και εις
την μάθησιν και εις τας τέχνας, διά τούτο και εις τους δύο έτυχε να πέση ως
κλήρος αυτός εδώ ο τόπος, διότι εκ φύσεως τους ήρμοζε και ήτο κατάλληλος διά την
αρετήν και την φρόνησίν των· αφ' ού δ' έκαμαν τους εντοπίους αγαθούς ανθρώπους,
έβαλαν εις τον νουν των την αγάπην της πολιτικής τάξεως· τούτων δε των εντοπίων
τα μεν ονόματα έχουν διατηρηθή, τα έργα όμως ένεκα των καταστροφών των διαδόχων
των και ένεκα της πολυκαιρίας εχάθησαν. Διότι το γένος το οποίον απέμενε κάθε
φοράν, καθώς είπομεν και πρωτύτερα {2}, απέμενεν εις τα βουνά και αγράμματον,
και είχεν ακούση μόνον τα ονόματα των κυριαρχών του τόπου, και εκτός τούτου
ολίγα μόνον από τα έργα των. Τα μεν ονόματα τούτων λοιπόν ηυχαριστούντο να τα
δίδουν εις τα τέκνα των, δεν ήξευραν όμως τας αρετάς και τους νόμους των
προγενεστέρων των, εκτός μόνον από μερικά πράγματα σκοτεινά τα οποία εξ ακοής
ήξευραν διά καθένα από αυτούς· επειδή δε εις διάστημα πολλών γενεών και αυτοί
και τα παιδιά των ευρίσκοντο εις έλλειψιν των χρειωδών, είχαν δε τον νουν των
εις εκείνα όπου τους έλειπαν και δι' αυτά μόνον έκαμναν ομιλίας, διά τούτο δεν
τους έμελε δι' εκείνα, τα οποία συνέβησαν εις τα προηγούμενα και εις τα παλαιά
χρόνια. Διότι η διήγησις και η έρευνα των παλαιών συμβάντων εμβήκαν μέσα εις τας
πόλεις μαζί με τον καιρόν, όταν ήθελον ίδη ότι μερικοί άνθρωποι είχαν
εξησφαλισμένα πλέον τα χρειώδη της ζωής, πρωτύτερα δε όχι. Με αυτόν λοιπόν τον
τρόπον έχουν διατηρηθή τα ονόματα των παλαιών, όχι όμως και τα έργα των. Λέγω δε
αυτά συμπεραίνων εκ τούτου, ότι με τα ονόματα του Κέκροπος και του Ερεχθέως και
του Εριχθονίου και του Ερυσίχθονος και με τα περισσότερα από τ' άλλα όσα
αναφέρονται ως παλαιότερα του Θησέως ονόματα, ωνόμαζαν εκείνους, με αυτά, ως επί
το πλείστον οι Ιερείς της Αιγύπτου, καθώς είπεν ο Σόλων, όταν του διηγήθησαν
αυτόν τον πόλεμον. Κατά τον αυτόν δε τρόπον και διά τα ονόματα των γυναικών. Και
ακριβώς διά τούτο έχει ούτω και το εξωτερικόν και το άγαλμα της θεάς (Αθηνάς),
επειδή τα πολεμικά έργα ήσαν κοινά και εις τας γυναίκας και εις τους άνδρας, διά
τούτο σύμφωνα με εκείνην την συνήθειαν η θεά ωπλισμένη ήτο εις τους τότε
αφιέρωμα, ως απόδειξις ότι όσα ζώα ζουν μαζί θηλυκά και αρσενικά, καθένα απ'
αυτά αδιακρίτως έγεινεν από την φύσιν ικανόν να εξασκή το προτέρημα, το οποίον
έχει το κάθε γένος χωριστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκατοικούσαν δε τότε εις τούτον τον τόπον αι
μεν άλλαι τάξεις των πολιτών ενασχολούμεναι εις τας τέχνας και εις το να
προμηθεύωνται την τροφήν των από την γεωργίαν, η δε τάξις των πολεμιστών
απετελείτο από θείους άνδρας και απ' αρχής, αφ' ού εχωρίσθη από τας άλλας,
εκατοικούσε χωριστά, έχουσα όλα τα χρειαζόμενα διά την τροφήν της και την
εκπαίδευσιν. Κανείς απ' αυτήν την τάξιν δεν είχε καμμίαν ιδιαιτέραν ιδιοκτησίαν,
εθεώρουν δε όλα τα πράγματα ότι ανήκον κοινώς εις όλους, και δεν εθεώρουν σωστόν
να δέχωνται από άλλους πολίτας τίποτε περισσότερον από αρκετήν τροφήν, και
εξετέλουν όλα τα έργα, τα οποία είπομεν χθες, όσα δηλαδή είπομεν διά τους
διωρισμένους φύλακας. Και λοιπόν έλεγαν και εκείνο, το οποίον διά τον τόπον μας
είναι πιστευτόν και αληθινόν, ότι τότε είχε τα σύνορά της χωρισμένα προς τα
μέρος του Ισθμού και της άλλης στερεάς έως εις τα βουνά Κιθαιρώνα και Πάρνηθα,
ότι κατέβαινον δε τα σύνορα, έχοντα εις τα δεξιά την Ωρωπίαν, και εις τ'
αριστερά την θάλασσαν, έως εις τον Ασωπόν ποταμόν· κατά δε την γονιμότητα αυτός
ο τόπος εξεπερνούσε κάθε γην, διά τούτο και ήτο τότε ικανός ο τόπος να τρέφη
πολύ στράτευμα αποτελούμενον από τους γείτονας. Μεγάλη δε απόδειξις της
γονιμότητός του είναι η εξής· ότι το μέρος, το οποίον απέμεινεν από αυτήν τώρα,
ημπορεί να παραβληθή με οποιονδήποτε άλλον τόπον και κατά την γονιμότητα κάθε
είδους και κατά την ευκαρπίαν και κατά τας καλάς βοσκάς δι' όλα τα ζώα· τότε δε
εκτός των ωραίων έφερε και πλήθος από αυτά. Πώς λοιπόν αποδεικνύεται τούτο, και
κατά τι ημπορεί σωστά να ονομασθή ο τόπος μας απομεινάριον της τότε γης; Όλος ο
τόπος μας από την επίλοιπον στερεάν εκτεινόμενος εις την θάλασσαν είναι ωσάν
ακρωτήριον· το δε πέριξ αυτής δοχείον της θαλάσσης συμβαίνει να είναι όλον πολύ
βαθύ. Επειδή δε έγειναν πολλοί και μεγάλοι κατακλυσμοί εις το διάστημα των εννέα
χιλιάδων ετών, διότι τόσα έτη επέρασαν από εκείνον τον καιρόν έως τώρα, το χώμα,
το οποίον μέσα εις τούτους τους χρόνους και εις αυτά τα συμβάντα δεν εσωρεύετο
εις το έδαφος, όπως εις άλλους τόπους, εις αρκετόν ποσόν, κάθε φοράν εσύρετο
ολόγυρα εις τα παράλια και εχάνετο εις το βάθος της θαλάσσης. Έχουν απομείνη
λοιπόν, καθώς εις τας μικράς νήσους τα τωρινά σχετικώς προς τα τότε, όπως τα
κόκκαλα σώματος όπου αρρώστησεν, επειδή το σώμα γύρω γύρω έφυγεν όσον ήτο παχύ
και μαλακόν και έμεινε μόνον το λεπτόν σώμα του τόπου· τότε όμως επειδή ήτο
απείρακτος και διά βουνά είχεν υψηλούς γηλόφους, και τας πεδιάδας, αι οποίαι
ωνομάσθησαν τώρα φελλέαι (δηλαδή πεδιάδες άκαρποι και πετρώδεις), τας είχε τότε
γεμάτας από παχύ χώμα, και εις τα βουνά είχε πολλά δάση, των οποίων ακόμη και
τώρα φαίνονται σημεία. Διότι από τα όρη μερικά τώρα μεν έχουν τροφήν μόνον διά
μελίσσας, δεν είναι δε πολύς καιρός, που εκόπησαν από εκεί ξύλα διά τας
μεγαλυτέρας οικοδομάς, των οποίων ακόμη τώρα σώζονται στέγαι αβλαβείς. Υπήρχον
δε πολλά άλλα δένδρα ήμερα, και παρήγεν άφθονον βοσκήν εις τα ποίμνια· και προς
τούτοις το νερόν, το οποίον έπιπτε κάθε χρόνον εκ του Διός, το αποταμίευε και
δεν το έχανε, καθώς τώρα που τρέχει από γυμνήν γην εις την θάλασσαν, αλλ' είχε
πολύ χώμα και το εδέχετο υποκάτω, και αποθήκευε διά του πηλού, ο οποίος την
εσκέπαζε, το νερόν, το οποίον κατέπινεν, αφήνουσα να τρέχη από υψηλά εις τα
κοιλώματα, και παρουσίαζεν εις όλους τους τόπους άφθονα τρεχούμενα νερά εις
βρύσεις και ποταμούς, των οποίων ιερά σημεία έχουν απομείνη ακόμη και τώρα εκεί
που πρότερον ήσαν βρύσεις, διά ν' αποδεικνύουν ότι όσα λέγονται τώρα δι' αυτήν
είναι αληθινά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα επίλοιπα λοιπόν μέρη της χώρας ήσαν εκ
φύσεως τοιαύτα (όπως τα επεριγράψαμεν), και ήσαν καλλιεργημένα, καθώς ήτο
επόμενον, από αληθινούς μεν γεωργούς και καταγινομένους εις το καθεαυτό έργον
των, φιλοκάλους δε και με καλά φυσικά προτερήματα, οι οποίοι είχον εις την
κατοχήν των γην καλλίστην και παρά πολύ άφθονον νερόν και εποχάς του έτους παρά
πολύ ευκράτους, η δε πόλις εις τον τότε καιρόν είχε τους κατοίκους
τακτοποιημένους κατά τον εξής τρόπον. Κατά πρώτον μεν το μέρος της ακροπόλεως
δεν ήτο τότε όπως είναι τώρα. Διότι τώρα μεν επήλθε μία νυξ υπερβολικά βροχερή
και, αφ' ού ανέλυσεν ολόγυρα το έδαφος, την έχει κάμη γυμνήν από χώμα, εν μέσω
συγχρόνων σεισμών, με μίαν τεραστίαν βροχήν, η οποία ήτο η τρίτη πρωτύτερα από
τον κατακλυσμόν του Δευκαλίωνος· προηγουμένως όμως, εις άλλην εποχήν, η
ακρόπολις ήτο τόσον μεγάλη, ώστε εξετείνετο έως εις τον Ηριδανόν {3} και τον
Ιλισσόν και περιέκλειε μέσα την Πνύκα και είχεν ως όριον τον Λυκαβητόν από το
αντικρύ μέρος της Πνυκός, ήτο δε όλη γεμάτη από χώμα, και εκτός από ολίγα μέρη
ήτο επάνωθεν πεδιάς. Ήτο δε κατοικημένη κατά τα έξω μέρη, υποκάτω από τα ίδια τα
πλάγιά της, από τους τεχνίτας και τους γεωργούς, όσοι εκαλλιέργουν τα πλησίον
της μέρη· εις το επάνω δε μέρος μόνη η τάξις των πολεμιστών είχε κατοικήση
ολόγυρα εις τον ναόν της Αθηνάς και του Ηφαίστου, περιτριγυρισμένη μ' ένα
περιτείχισμα ωσάν το περιτείχισμα του κήπου μιας οικίας. Εις τα βόρεια δε
εκατοικούσαν οικίας κοινάς και μέρη, εις τα οποία έτρωγαν τον χειμώνα όλοι μαζί
και όσα εχρειάζοντο διά να ζουν όλοι μαζί τα έκαμναν να υπάρχουν, και διά
κατοικίαν αυτών και διά ιερούς ναούς, χωρίς όμως χρυσόν και άργυρον, διότι αυτά
τα πράγματα διόλου δεν τα μετεχειρίζοντο πουθενά, αλλά προσπαθούντες να
ευρίσκωνται εις το μέσον μεταξύ αφθονίας και πτωχείας έκτιζαν ευπρεπείς
κατοικίας, εις τας οποίας και αυτοί οι ίδιοι και τα παιδιά των παιδιών των
έμεναν μέχρι γήρατος, τας άφηναν δε κληρονομίαν πάντοτε απαραλλάκτους εις άλλους
ομοίους των, τα δε νότια μέρη (της ακροπόλεως) μετεχειρίζοντο διά κήπους και
γυμναστήρια, εσύσταινον δε και συσσίτια, τα οποία κατά τον καιρόν του
καλοκαιριού παρήτουν. Μία δε βρύσις υπήρχεν εις τον τόπον που είναι η ακρόπολις,
η οποία, αφ' ού εστείρευσεν από τους σεισμούς, έχει αφήση να τρέχουν τώρα
ολόγυρα μικρά ρυάκια, εις όλους δε τους τότε επρομήθευεν άφθονον τρεχούμενον
νερόν το οποίον ήτο εξίσου υγιεινόν και τον χειμώνα και το καλοκαίρι. Με τούτον
λοιπόν τον τρόπον εκατοικούσαν αυτοί οι φύλακες μεν των συμπολιτών των. με την
ευχαρίστησιν δε των άλλων Ελλήνων αρχηγοί των, διεφύλαττον δε όσον περισσότερον
ημπορούσαν τον ίδιον αριθμόν του πληθυσμού των ανδρών και των γυναικών καθ' όλον
τον καιρόν, όσος ήτο αρκετός διά τον πόλεμον, ήτοι (ο πληθυσμός) ήτο και τότε
ακόμη σωσταί είκοσι χιλιάδες περίπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτοί λοιπόν τοιούτοι ήσαν οι ίδιοι και μ' ένα
τοιούτον πάντοτε τρόπον και τον τόπον των και την Ελλάδα με δικαιοσύνην πάντοτε
εδιοικούσαν, και διά τούτο και εις όλην την Ευρώπην και την Ασίαν και διά την
ωραιότητα των σωμάτων των και διά τα κάθε λογής προτερήματα των ψυχών των
εθαυμάζοντο και εφημίζοντο από όλους τους τότε ανθρώπους· τα δε πράγματα εκείνων
όπου επολέμησαν εναντίον των, οποία πάλιν ήσαν και πως από την αρχήν, εάν δεν
χάσωμεν την ενθύμησιν εκείνων τα οποία ηκούσαμεν, όταν ήμεθα ακόμη παιδιά, θα
σας τα εκθέσωμεν τώρα εις το μέσον, διά να τα μάθετε και σεις οι φίλοι. Συντόμως
δε, πριν αρχίσω την ομιλίαν, είναι ανάγκη να σας φανερώσω, ότι δεν πρέπει να σας
φαίνεται παράξενον, όταν μ' ακούετε πολλές φορές να ονομάζω βαρβάρους μ'
ελληνικά ονόματα, διότι θα μάθετε την αιτίαν τούτου· ο Σόλων, επειδή εσκέπτετο
εις τα ποιήματά του να μεταχειρισθή αυτήν την διήγησιν, αφ' ού ηρώτησε και έμαθε
την σημασίαν των ονομάτων και εύρεν ότι οι Αιγύπτιοι, οι οποίοι πρώτοι εκείνοι
έγραψαν αυτήν την ιστορίαν, τα είχον μεταφράση εις την γλώσσαν των, και αυτός
πάλιν, αφ' ού ελάμβανε το νόημα του κάθε ονόματος, το μετέφραζεν εις την γλώσσαν
μας και το έγραφε· και αυτά λοιπόν τα χειρόγραφα του Σόλωνος τα είχεν ο πάππος
μου και τώρα ακόμη τα έχω εγώ και τα εμελέτησα πολύ όταν ήμην παιδίον. Αν λοιπόν
ακούετε τοιαύτα ονόματα, οποία μεταχειριζόμεθα εις τον τόπον μας, μη σας φανή
παράξενον· διότι έχετε πλέον την αιτίαν αυτών· η αρχή δε της μακράς ταύτης
διηγήσεως ήτο τότε επάνω κάτω τοιαύτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς είπομεν εις τα προηγούμενα διά την
κλήρωσιν, την οποίαν έκαμαν οι θεοί, ότι εμοίρασαν όλην την γην με κλήρους και
έλαβαν άλλοι μεν μεγαλύτερα κομμάτια και άλλοι μικρότερα και εσύστησαν εκεί
ναούς και θυσίας εις τους εαυτούς των, έτσι λοιπόν και ο Ποσειδών, αφού του
έλαχεν η Ατλαντίς, εκατοίκισεν εκεί τα παιδιά του, τα οποία εγέννησεν από θνητήν
γυναίκα εις ένα τόπον της νήσου ως θα είπωμεν. Πλησίον εις την θάλασσαν, εις το
μέσον δε όλης της νήσου, ήτο μία πεδιάς, η οποία λέγουν ότι υπήρξεν η ωραιοτέρα
και η πλέον εύφορος από όλας τας πεδιάδας. Πλησίον δε εις την πεδιάδα, εις το
μέσον πάλιν της νήσου, μακράν έως πεντήκοντα στάδια, υπήρχε βουνόν πολύ ολίγον
υψηλόν· εις τούτο δε εκατοικούσεν ένας από τους ανθρώπους, οι οποίοι κατ' αρχάς
εγεννήθησαν από την γην, ονομαζόμενος Ευήνωρ και κατοικών μαζί με την γυναίκα
του Λουκίππην· εγέννησαν δε μονογενή θυγατέρα, την Κλειτώ. Όταν δε ήλθεν εις
ηλικίαν υπανδρείας η κόρη, απέθανε και η μήτηρ και ο πατήρ της, και ο Ποσειδών,
επειδή την ηγάπησε, την επήρε διά γυναίκα, και το βουνόν, εις το οποίον ήτο η
κατοικία της, το ωχύρωσεν, αφ' ού το απέκοψεν ολόγυρα (δηλαδή το έκαμεν από όλα
τα μέρη απόκρημνον) και έκαμε διαδοχικώς οχυρώματα, ζώνας ξηράς και θαλάσσης,
ολόγυρα την μίαν εις την άλλην, άλλας μικροτέρας και άλλας μεγαλυτέρας, δύο
ζώνας ξηράς και τρεις θαλάσσης, ωσάν με τόρνον να τας εστρογγύλευσεν, από το
μέσον της νήσου ν' απέχουν εξίσου απ' όλα τα μέρη, ώστε το μέρος τούτο να είναι
απάτητον, διότι ακόμη έως τότε δεν υπήρχον ούτε πλοία ούτε ταξείδια. Ο ίδιος δε,
σαν θεός που ήτον, εστόλισε την εις το μέσον αυτών νήσον με όλα τα χρειαζόμενα,
διότι έφερεν επάνω κάτω από την γην νερά βρυσικά, ένα ζεστόν και ένα άλλο κρύον,
το οποίον έτρεχεν από μίαν βρύσιν, και έκαμε την γην να παράγη κάθε λογής
τρόφιμα και αρκετά· αφ' ού δε εγέννησε πέντε ζευγάρια δίδυμα παιδιά, τα
ανέθρεψε, και όλην την Ατλαντίδα νήσον, αφ' ού την εχώρισεν εις δέκα μερίδια,
εις εκείνον που εγεννήθη πρώτος από τα μεγαλύτερα παιδιά του, του έδωκεν ως
μερίδιόν του την κατοικίαν της μητρός του με όλην την ολόγυρα εξοχήν, η οποία
ήτο παρά πολύ εκτεταμένη και εκλεκτή, τον έκαμε δε και βασιλέα των άλλων
(αδελφών του), τους δε άλλους έκαμεν άρχοντας και έδωκεν εις καθέναν από αυτούς
να κυβερνά πολλούς ανθρώπους και να έχη πολλήν έκτασιν γης. Έδωκεν εις όλους
ονόματα, και εις μεν τον μεγαλύτερον και βασιλέα το εξής, από το οποίον ίσα ίσα
και όλη η νήσος και το πέλαγος έλαβε την ονομασίαν και ωνομάσθη Ατλαντικόν,
διότι ο τότε πρώτος βασιλεύσας ωνομάζετο Άτλας· εις δε τον δίδυμον αδελφόν
τούτου, ο οποίος εγεννήθη κατόπιν, έτυχε κλήρος να λάβη το άκρον της νήσου
πλησίον εις τας στήλας του Ηρακλέους επάνω εις το μέρος της χώρας, το οποίον
τώρα ονομάζεται Γαδειρική, το μέρος το οποίον Ελληνικά μεν ονομάζεται Εύμηλον,
εις δε την γλώσσαν των εντοπίων Γάδειρον, από το οποίον όλος ο τόπος έλαβε τ'
όνομα. Από δε τα παιδιά, τα οποία εγεννήθησαν δεύτερα, το μεν έν ωνόμασεν
Αμφήρη, το δε άλλο Ευαίμονα· από δε τα τρίτα γεννηθέντα, εκείνον μεν, ο οποίος
εγεννήθη πρώτος, τον ωνόμασε Μνησέα, εκείνον δε, ο οποίος εγεννήθη έπειτα από
τούτον Αυτόχθονα, από δε τα γεννηθέντα τέταρτα, τον μεν πρώτον ωνόμασεν
Ελάσιππον, τον δε έτερον Μήστορα, εις δε τα γεννηθέντα πέμπτα, εις μεν τον
πρώτον εδόθη το όνομα Αζάης, εις δε τον ύστερον Διαπρεπής. Αυτοί λοιπόν όλοι και
οι απόγονοι των εκατοικούσαν εκεί εις διάστημα πολλών γενεών και εξουσίαζαν μεν
πολλάς άλλας εις το πέλαγος νήσους, προς τούτοις δε, καθώς είπομεν και
προηγουμένως, εξέτειναν την εξουσίαν των και εις τα εντός μέρη προς τα εδώ έως
εις την Αίγυπτον και την Τυρρηνικήν. Ο Άτλας λοιπόν έκαμε μεν και άλλους πολλούς
και τιμωμένους απογόνους, διετήρουν δε ούτοι την βασιλείαν εις διάστημα πολλών
γενεών, διότι εγίνετο πάντοτε βασιλεύς ο πρώτος και παρέδιδε την βασιλείαν εις
το πρώτον από τα παιδιά του, είχον δε τόσον πολύν πλούτον, όσον ούτε καμμία από
μερικάς προτητερινάς δυναστείας βασιλέων είχεν, ούτε ύστερον καμμίαν φοράν είναι
δυνατόν να υπάρξη καμμία να έχη. Είχον δε όλα εν τάξει όσα και μέσα εις την
πόλιν και έξω εις την λοιπήν χώραν δύσκολον ήτο να προμηθευθή κανείς. Διότι
πολλά μεν πράγματα ένεκα της εξουσίας των τους τα έφερναν έξωθεν, παρά πολλά δε
άλλα επρομήθευεν η ιδία η νήσος διά τα χρειαζόμενα της ζωής· κατά πρώτον μεν τα
μέταλλα, όσα ξεχώνονται στερεά και όσα λυώνονται, και εκείνο, του οποίου τώρα
μόνον το όνομα έχομεν, τότε δε περισσότερον από τ' όνομα, υπήρχε το πράγμα, ο
ορείχαλκος, ο οποίος εις πολλούς τόπους της νήσου εξεχώνετο από την γην, ήτο δε
το πολυτιμότερον από τα τότε μέταλλα εκτός του χρυσού· και όσα προμηθεύουν τα
δένδρα διά τας εργασίας των τεχνητών, όλα τα παρήγεν άφθονα, και αρκετά ήμερα
και άγρια ζώα έτρεφε. Μάλιστα δε υπήρχε μέσα εις αυτήν και μεγάλη ποσότης
ελεφάντων. Υπήρχε βοσκή και διά τα άλλα ζώα, όσα βόσκουν εις τα έλη και εις τας
λίμνας και ποταμούς, και όσα πάλιν βόσκουν εις τα όρη και εις τας πεδιάδας, δι'
όλα υπήρχεν άφθονος τροφή, επίσης δε και διά τούτο το ζώον (τον ελέφαντα), το
οποίον φυσικά είναι μεγάλον και τρώγει πολύ. Εκτός δε τούτων, όσα εις όλα τα
μέρη φέρει η γη μυρωδικά, ρίζας ή χόρτα ή φυτά ή ουσίας στραγγισμένας από άνθη ή
καρπούς και αυτά τα παρήγε και καλώς τα διετήρει· ακόμη δε και τους μαλακούς
καρπούς και τους ξηρούς, τους οποίους έχομεν διά την τροφήν μας και όσους
μεταχειριζόμεθα διά προσφάγια (ονομάζομεν δε τα άνθη των όσπρια) και τον καρπόν
των δένδρων, από τον οποίον έχομεν ποτά και φαγητά και έλαια, και εκείνος, ο
οποίος ένεκα παιγνιδιού και ευχαριστήσεως κατήντησε δυσκολοφύλακτος, (ίσως τα
καρύδια), ο καρπός δηλ. με το σκληρόν δέρμα και όσα ευχάριστα δίδομεν εις
άρρωστον μετά το φαγητόν διά να παρηγορήσωμεν τον κουρασμένον στόμαχον, όλα αυτά
η νήσος, η οποία τότε τον καιρόν εκείνον ήτο υποκάτω από τον ήλιον ιερά, τα
παρήγεν όλα ωραία και αξιοθαύμαστα και αναρίθμητα κατά το πλήθος. Όλα αυτά
λοιπόν λαμβάνοντες από την γην οι κάτοικοι κατεσκεύαζαν και τους ναούς και τα
βασιλικά παλάτια και τους λιμένας και τους ναυστάθμους και όλην την άλλην χώραν
έβαλαν εις τάξιν κατά τον ακόλουθον τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα γεμάτα από θάλασσαν χανδάκια, τα οποία ήσαν
ολόγυρα εις την αρχαίαν μητρόπολιν, κατά πρώτον μεν τα εγεφύρωσαν και έκαμαν
δρόμον να πηγαίνη κανείς έξω και μέσα έως εις τα βασιλικά παλάτια. Τα δε
βασιλικά παλάτια από την αρχήν αμέσως τα έκτισαν εις τους ιδίους τόπους, όπου
εκατοίκησεν ο θεός και οι πρόγονοί των· τα εκατοικούσε δε ο ένας βασιλεύς
διαδεχόμενος άλλον και, εν ώ ήσαν στολισμένα, τα εστόλιζε και αυτός και
επροσπαθούσε να περάση όσον ηδύνατο πάντοτε τον προηγούμενον, εις τρόπον ώστε
έκαμαν τα παλάτια να τα θαυμάζη κανείς, όταν τα έβλεπε, διά το μεγαλείον και την
ωραιότητα των έργων, τα οποία είχον. Έσκαψαν τω όντι αυλάκι αρχίσαντες από την
θάλασσαν τριών πλέθρων κατά το πλάτος, εκατόν δε ποδών κατά το βάθος και
πεντήκοντα σταδίων κατά το μήκος έως εις το εξωτερικόν στρογγύλον αυλάκι, και
έκαμαν ώστε να ταξειδεύουν τα πλοία από την θάλασσαν διά μέσου τούτου του
χανδακίου εις το αυλάκι εκείνο όπως εις λιμένα, ανοίξαντες στόμα εις το αυλάκι
αρκετόν, ώστε να περάσουν από εκεί μέσα και τα μεγαλύτερα πλοία και προς τούτοις
και τας (στρογγύλας) ζώνας της ξηράς, αι οποίαι έφραζαν τας ζώνας της θαλάσσης·
εις το μέρος όπου ήσαν αι γέφυραι ήνοιξαν πέρασμα από το έν μέρος εις το άλλο,
όσον να χωρή τριήρης και το εσκέπασαν άνωθεν, ώστε το πλοίον να περνά κάτωθεν·
διότι τα χείλη των ζωνών της ξηράς είχον ύψος αρκετόν επάνω εις την θάλασσαν.
Ήτο δε ο μεν μεγαλύτερος από τους στρογγυλούς χάνδακας, με τον οποίον η θάλασσα
είχε κατ' ευθείαν συγκοινωνίαν, τριών σταδίων κατά το πλάτος, η δε ακόλουθος
ζώνη ξηράς ήτο ίση με εκείνον· από δε τας δύο ακολούθους ζώνας η μεν της
θαλάσσης ήτο πλάτους δύο σταδίων, η δε της ξηράς ήτο πάλιν ίση με την
προηγουμένην του νερού· ο χάνδαξ δε, ο οποίος περιέβρεχε την ιδίαν την νήσον, η
οποία ήτο εις το μέσον, ήτο ενός σταδίου, η δε νήσος, εις την οποίαν ήσαν τα
ανάκτορα, είχε διάμετρον πέντε σταδίων. Την νήσον αυτήν ολόγυρα και τας ζώνας
(τας πέριξ αυτής) και την γέφυραν, η οποία είχε πλάτος ενός πλέθρου, και από το
έν μέρος και από το άλλο την επεριτριγύρισαν με πέτρινον τείχος, και έστησαν
πύργους και πύλας επάνω εις τας γεφύρας εις κάθε μέρος, όπου επερνούσεν η
θάλασσα υποκάτωθεν. Έκοπταν δε τας πέτρας (με τας οποίας έκαμαν αυτά) από τα
ολόγυρα της νήσου, η οποία ευρίσκετο εις το μέσον, και από τα τοιχώματα των
ζωνών και από το έξω μέρος και από τα μέσα, άλλας μεν άσπρας, άλλας δε μαύρας,
άλλας δε κοκκίνας· καθώς δε έκοπταν πέτρας, κατεσκεύαζαν συγχρόνως εις το
εσωτερικόν (της νήσου) δύο βαθείας αποθήκας διά πλοία, αι οποίαι είχον τον ίδιον
τον βράχον διά στέγην. Και από τας οικοδομάς αυτάς άλλαι μεν ήσαν απλαί, άλλας
δε τας έπλεκαν πολυχρωμάτους ανακατώνοντες τους (διαφόρων χρωμάτων) λίθους χάριν
ευχαριστήσεως, εκφράζοντες εκείνο, το οποίον ήτο φυσικά ευχάριστον εις αυτούς,
και όλην την περιφέρειαν του τείχους, το οποίον ήτο ολόγυρα της από όλας πλέον
έξω ζώνης, την ένδυσαν με χαλκόν μεταχειρισθέντες αυτόν ωσάν ένα εξωτερικόν
χρωματισμόν, τον δε γύρον του εσωτερικού τείχους τον ένδυσαν με κασσίτερον, τον
δε γύρον του τείχους της ακροπόλεως με ορείχαλκον, ο οποίος είχε λάμψιν της
φωτιάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα δε εντός της ακροπόλεως ανάκτορα ήσαν
κατεσκευασμένα με τον ακόλουθον τρόπον. Εντός εις το μέσον υψούτο ναός ιερός της
Κλειτούς και του Ποσειδώνος, απάτητος (ως φοβερός), περιτριγυρισμένος με χρυσόν
τοίχον, ο ίδιος εις τον οποίον εις τας αρχάς εφύτευσαν και εγέννησαν (ο Ποσειδών
και η Κλειτώ) τα παιδία τα οποία υπήρξαν αρχηγοί των δέκα βασιλικών δυναστειών·
εις τούτον τον τόπον και κάθε χρόνον από τας δέκα κληρωθείσας επαρχίας όλας
ήρχοντο και προσέφερον αφιερώματα εις τους δύο αυτούς θεούς τα προφαντά από τους
καρπούς της γης. Του ιδίου δε του Ποσειδώνος υπήρχε ναός, που είχεν ενός σταδίου
μήκος, πλάτος δε τριών πλέθρων και ύψος τόσον, ώστε να φαίνεται εις την όρασιν
ότι είχε συμμετρίαν, και ο οποίος είχε κάποιαν βαρβαρικήν μορφήν· όλον δε τον
ναόν ολόγυρα τον ένδυσαν έξωθεν με άργυρον, εκτός των γωνιών, τας δε γωνίας
ένδυσαν με χρυσόν· εσωτερικώς δε τον μεν θόλον όλον έκαμαν από ελεφαντοκόκκαλον
στολισμένον με χρυσόν και ορείχαλκον, όλα δε τ' άλλα μέρη των τοίχων και των
στηλών και του πατώματος τα περιένδυσαν με ορείχαλκον. Έστησαν δε μέσα αγάλματα·
το του θεού (Ποσειδώνος) παρίστανεν αυτόν στεκόμενον επάνω εις πολεμικήν άμαξαν
να οδηγή τα έξ πτερωτά άλογά της, και τόσον υψηλόν, ώστε η κεφαλή του να εγγίζη
την οροφήν του ναού· ολόγυρά του δε Νηρηίδας επάνω εις εκατόν δελφίνας· διότι οι
τότε άνθρωποι ενόμιζαν ότι αύται ήσαν τόσαι· υπήρχον δε και πολλά άλλα αγάλματα,
τα οποία αφιέρωσαν οι ιδιώται. Ολόγυρα δε εις τον ναόν απ' έξω ήσαν στημέναι
εικόνες χρυσαί όλων των γυναικών και όλων των ανδρών όσοι κατήγοντο από τους
δέκα βασιλείς και πολλά άλλα αφιερώματα μεγάλα και των βασιλέων και ιδιωτών και
από μέσα από την ιδίαν την πόλιν και από τα έξω μέρη, όσα εξουσίαζον. Υπήρχε δε
και θυσιαστήριον ανάλογον κατά το μέγεθος και κατά την εργασίαν με αυτά τα
καλλιτεχνήματα. και τα ανάκτορα επίσης τοιαύτα, ώστε ν' αρμόζουν και εις το
μεγαλείον του κράτους και εις τα στολίσματα, τα οποία ήσαν ολόγυρα εις τους
ναούς. Τας δε βρύσεις του ψυχρού και του ζεστού νερού, αι οποίαι είχαν ποσότητα
άφθονον νερού, ένεκα δε της ευχαριστήσεως και της υγιεινότητος των νερών των
ικανοποίουν θαυμασίως και κατά τα δύο ταύτα, μετεχειρίζοντο στήσαντες ολόγυρα
εις αυτάς οικοδομάς και δενδροφυτείας καταλλήλους διά υγρά μέρη, και δεξαμενάς
προς τούτοις, άλλας μεν έξω εις το ύπαιθρον, άλλας δε σκεπασμένας με στέγην διά
τα ζεστά νερά κατά τον χειμώνα, χωριστά μεν διά τους βασιλείς, χωριστά δε διά
τους ιδιώτας, προς τούτοις δε άλλας διά τας γυναίκας, και άλλας διά άλογα και
διά τ' άλλα υποζύγια, και έδοσαν εις κάθε μίαν ιδιαιτέρως τον κατάλληλον
στολισμόν. Το δε νερόν, το οποίον έτρεχεν από αυτάς, το επήγαιναν να ποτίζη το
δάσος του ναού του Ποσειδώνος, το οποίον είχε κάθε λογής δένδρα θαυμάσια διά την
ωραιότητα και το ύψος ένεκα της γονιμότητος της γης, άλλο δε μέρος αυτού με
αυλάκια το έφεραν έως εις τους έξω γύρους κατά το μέρος των γεφυρών, όπου
υπήρχον ναοί μεν πολλοί και πολλών θεών, κήποι δε και γυμναστήρια πολλά
κατασκευασμένα, άλλα μεν ανδρών, άλλα δε αλόγων, χωριστά εις κάθε μίαν από τας
δύο ζώνας της ξηράς, είχον δε προ πάντων εις το μέσον της μεγαλυτέρας από τας
νήσους χωρισμένον έν ιπποδρόμιον, το οποίον είχε πλάτος ενός σταδίου, το δε
μήκος του έπιανε όλον τον γύρον της νήσου, διά να συναγωνίζωνται τ' άλογα.
Ολόγυρα δε εις αυτό, και από το έν μέρος του και από το άλλο, υπήρχον κατοικίαι
διά το πλήθος των δορυφόρων στρατιωτών· τους δε πιστοτέρους στρατιώτας είχον
διατεταγμένους να φυλάττωσιν εις την μικροτέραν ζώνην, η οποία ήτο και η
περισσότερον πλησίον εις την ακρόπολιν εις εκείνους δε, οι οποίοι ήσαν οι
εξοχώτεροι από όλους κατά την πίστιν, είχαν δοθή κατοικίαι, μέσα εις την
ακρόπολιν, ολόγυρα εις τους βασιλείς. Αι δε αποθήκαι των πλοίων ήσαν γεμάται από
τριήρεις και από τα όργανα, όσα χρειάζονται εις αυτάς και όλα αρκετά βαλμένα εις
τάξιν. Και εκείνα μεν τα οποία απέβλεπον εις την κατοικίαν των βασιλέων, ήσαν
τοιουτοτρόπως διατεταγμένα· αφ' ού δε ήθελε διαβή κανείς τους λιμένας, οι οποίοι
ήσαν τρεις, και υπάγη έξω, έν κυκλικόν τείχος, το οποίον ήρχιζεν από την
θάλασσαν και απείχε πενήντα στάδια εις όλα του τα μέρη από την μεγαλυτέραν ζώνην
και από τον μεγαλύτερον λιμένα, συνέκλειεν εις το ίδιον σημείον με το στόμα της
διώρυχος, το οποίον ήτο προς την θάλασσαν. Μέσα εις τούτο υπήρχε πλήθος πολλών
και πυκνών οικιών, η δε διώρυξ και ο μεγαλύτερος λιμήν ήτο γεμάτος από πλοία και
εμπόρους, οι οποίοι έφθαναν από όλα τα μέρη του κόσμου και οι οποίοι επροξένουν
ένεκα του πλήθους των φωνάς και θόρυβον και κρότον και την ημέραν και την
νύκτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την μεν πόλιν λοιπόν και ό,τι σχετίζεται με το
αρχαίον ανάκτορον έχομεν τώρα εκ μνήμης μάθη, όπως τότε τα διηγήθησαν· πρέπει δε
να προσπαθήσωμεν ν' αναφέρωμεν και διά την επίλοιπον χώραν πώς ήσαν τα φυσικά
της προτερήματα και ποίον ήτο το είδος του τεχνητού στολισμού της. Και κατά
πρώτον λοιπόν όλος ο τόπος έλεγαν ότι ήτο και πολύ υψηλός και πολύ απόκρημνος
από το μέρος της θαλάσσης, όλη δε η ολόγυρα εις την πόλιν πεδιάς, την μεν πόλιν
περιεκύκλωνεν, αυτή δε ολόγυρα περιεκυκλώνετο από βουνά, τα οποία κατέβαιναν έως
εις την θάλασσαν, (η πεδιάς δε ήτο) ολόιση και χωρίς ανωμαλίας, όλη δε μακρουλή,
από το έν και από το άλλο μέρος έχουσα μήκος τριών χιλιάδων σταδίων και από την
θάλασσαν έως το μέσον της επάνω από δύο χιλιάδων. Αυτός ο τόπος όλης της νήσου
έβλεπε προς το νότιον μέρος και ήτο προφυλαγμένος από τον βόρειον άνεμον· τα δε
βουνά, όπου ήσαν τότε ολόγυρά του, τα επαινούσαν ότι υπήρξαν από όλα όσα
υπάρχουν τώρα ανώτερα κατά τον αριθμόν και κατά την μεγαλότητα και κατά την
ωραιότητα, διότι είχον μεν πολλά και πλούσια κατοικημένα χωρία ανάμεσόν τους,
ποταμούς δε και λίμνας και λειβάδια διά να ευρίσκουν αρκετήν τροφήν τα ζώα·
δένδρα δε πολυάριθμα και κάθε λογής διά να προμηθεύουν ξύλα άφθονα εις όλας τας
εργασίας των ανθρώπων και εις καθεμίαν ιδιαιτέρως. Έτσι λοιπόν ήτο η πεδιάς εκ
φύσεως και χάρις εις τας εργασίας πολλών βασιλέων εις το διάστημα πολλού καιρού.
Ήτο μεν το σχήμα της τετράγωνον και κατά το περισσότερον μέρος ορθόν και
μακρουλόν, εις οποίον δε μέρος είχεν έλλειψιν το σχήμα της, το είχαν κάμη ίσον,
διότι έσκαψαν ολόγυρα χάνδακα· το βάθος δε τούτου του χάνδακος και το πλάτος και
το μήκος, το οποίον ήτο. . ..(είναι μεν δύσκολον να το πιστεύση κανείς, ότι
έγεινε με τα χέρια, και ότι συγκρινόμενον με τ' άλλα όμοιά του έργα είναι
τοιούτον, πρέπει όμως να είπωμεν τουλάχιστον εκείνο, το οποίον ηκούσαμεν)· είχον
μεν σκάψη βάθος ενός πλέθρου, πλάτος δε εις όλα τα μέρη ενός σταδίου, σκαμμένον
δε ολόγυρα εις όλην την πεδιάδα ετύχαινε να έχη μήκος δέκα χιλιάδας σταδίων.
Εδέχετο όλα τα ρεύματα των νερών, τα οποία κατέβαινον από τα βουνά, περιεκύκλωνε
την πεδιάδα, έφθανεν από το έν και από το άλλο μέρος την πόλιν και επροχώρει και
τα έχυνεν εις την θάλασσαν. Από την ανωτέραν όχθην του χάνδακος ήρχιζαν αυλάκια
εκατόν ποδών το πολύ πλάτους, κομμένα ίσα εις όλον το διάστημα της πεδιάδος, τα
οποία επέστρεφαν και εχύνοντο εις τον χάνδακα τον πλησίον της θαλάσσης· ήσαν δε
μακράν το έν από άλλο τα αυλάκια εκατόν στάδια· διά μέσου λοιπόν τούτων
κατεβίβαζον την ξυλείαν από τα βουνά εις την πόλιν και μετεκόμιζον με πλοία τ'
άλλα προϊόντα κάθε εποχής, αφ' ού έκοψαν άλλα αυλάκια πλάγια διά να συγκοινωνή
το έν από τα πρώτα με το άλλο και με την πόλιν. Και εσώδευον λοιπόν καρπούς της
γης δύο φορές τον χρόνον, τον μεν χειμώνα μεταχειριζόμενοι τα εκ μέρους του Διός
νερά (δηλαδή της βροχής), το δε καλοκαίρι όσα παράγει η γη, φέροντες εις αυτήν
τα νερά διά μέσου των αυλακιών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο αριθμός δε των στρατιωτών, των χρησίμων διά
πόλεμον από μέσα από την πεδιάδα ήτο προσδιωρισμένος ως εξής. Κάθε λαχνός
(δηλαδή κάθε τμήμα της χώρας) ήτο διωρισμένος να εκλέγη ένα αριθμόν, κάθε δε
τμήμα είχεν έκτασιν εκατόν σταδίων και όλα τα τμήματα ήσαν εξήντα χιλιάδες· οι
άνθρωποι δε των βουνών και των άλλων μερών της χώρας έλεγαν ότι ήσαν άπειροι
κατά το πλήθος· ήσαν δε μοιρασμένοι κατά τους τόπους και τα χωρία εις όμοια
τμήματα όλοι και είχαν καθένα τον αρχηγόν του. Ο αρχηγός λοιπόν ήτο υποχρεωμένος
εν καιρώ πολέμου να προμηθεύη το έκτον μέρος μιας πολεμικής αμάξης, ώστε να
είναι δέκα χιλιάδες τοιαύται· δύο ίππους και δύο ιππείς, προς τούτοις δε έν
ζευγάρι άλογα της αμάξης χωρίς την άμαξαν· ένα πεζόν πολεμιστήν με μικράν
ασπίδα· ένα αμαξηλάτην, ο οποίος να ιππεύη τα δύο άλογα της αμάξης και να τα
διοική· δύο δε πεζούς στρατιώτας βαρειά ωπλισμένους και δύο τοξότας και δύο
σφενδονήτας, γυμνούς δε στρατιώτας και πετροβολιστάς και ακοντιστάς από τρεις,
από τέσσαρας δε ναύτας εις καθέν από χίλια διακόσια πλοία. Έτσι λοιπόν ήσαν
τακτοποιημένα τα πολεμικά πράγματα εις την βασιλικήν πόλιν· εις δε τας εννέα
άλλας επαρχίας ήσαν κανονισμένα, αλλού μεν με τον ένα τρόπον αλλού δε με τον
άλλον, τα οποία πολύς καιρός θα εχρειάζετο να τα εκθέσωμεν (εδώ).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα δε αποβλέποντα εις τους άρχοντας και εις
τους έχοντας τιμήν μέσα εις την πολιτείαν ετακτοποιήθησαν από την αρχήν κατά τον
ακόλουθον τρόπον. Καθείς από τους δέκα βασιλείς, εις την επαρχίαν η οποία
απετέλει το μερίδιόν του και εις την πρωτεύουσάν του, είχε την εξουσίαν επάνω
εις τους ανθρώπους και εις τους περισσοτέρους νόμους και ετιμώρει και εθανάτωνεν
όποιον ήθελεν επιθυμήση· η δε γενική αναμεταξύ των εξουσία και αμοιβαία σχέσις
εγίνετο κατά τας διατάξεις του Ποσειδώνος, καθώς έλεγεν ο νόμος, που κατά
παράδοσιν υπήρχε, και που τον είχαν οι πρώτοι κάτοικοι χαραγμένον με γράμματα
επάνω εις μίαν στήλην ορειχαλκίνην, η οποία ευρίσκετο εις το μέσον της νήσου
μέσα εις τον ναόν του Ποσειδώνος. Ούτοι λοιπόν οι βασιλείς συνηθροίζοντο
διαδοχικώς μίαν φοράν κάθε πέντε έτη και μίαν φοράν κάθε έξ εναλλάξ, διότι
απέδιδον ίσην τιμήν εις τον μονόν αριθμόν των ετών και εις τον ζυγόν, όταν δε
συνήρχοντο, συνεσκέπτοντο διά τα κοινά συμφέροντα και εξήταζαν εάν κανείς έκαμε
καμμίαν παράβασιν του νόμου και εδίκαζαν. Όταν δ' επρόκειτο να κάμουν καμμίαν
δίκην, έδιδον προτήτερα ο ένας εις τον άλλον τας ακολούθους βεβαιώσεις
τιμιότητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφ' ού άφηναν ελευθέρους ταύρους μέσα εις τον
ναόν του Ποσειδώνος, παρευρισκόμενοι και οι δέκα έμεναν μόνοι των, και αφ' ού
παρεκάλουν τον θεόν να εκλέξη το θύμα, το οποίον τον ηυχαρίστει, αυτοί χωρίς
σίδηρο, αλλά με ξύλα και με συρτοθηλειές εκυνήγουν αυτούς, όποιον δε από τους
ταύρους ήθελαν πιάση, αφ' ού τον ωδήγουν εμπρός εις την στήλην, τον έσφαζαν εις
την κορυφήν της απέναντι εις τα γράμματα στήλης· επάνω δε εις στήλην, εκτός των
νόμων, ήτο γραμμένος και όρκος, ο οποίος κατηράτο με φοβεράς κατάρας εκείνους,
οι οποίοι ήθελαν απειθήση εις τους νόμους. Όταν λοιπόν σύμφωνα με τους νόμους
των ήθελαν εκτελέση την θυσίαν και αφιερώση όλα τα μέλη του ταύρου, οι βασιλείς
έχυναν μέσα εις ένα κρατήρα, (δηλαδή κιούπι) με νερωμένον κρασί σταλαγματιάν,
σταλαγματιάν, διά τον καθένα τους το αίμα του ταύρου, τα δε άλλα κομμάτιά του,
τα έρριπταν εις την φωτιάν, αφ' ού εκαθάριζαν από όλα τα μέρη την στήλην έπειτα
δε από τούτο, έπερναν μέσα από τον κρατήρα με χρυσές κούπες, έκαμναν σπονδάς,
δηλαδή έχυναν ολίγον μέσα εις την φωτιάν και ωρκίζοντο ότι θα δικάσουν σύμφωνα
με τους νόμους, οι οποίοι είναι γραμμένοι εις την στήλην και θα τιμωρήσουν, αν
κανείς προηγουμένως έκαμε καμμίαν παράβασιν, και ότι έπειτα από τούτο κανένα από
τους νόμους θεληματικώς δεν θα παραβούν, μήτε θα διοικήσουν, μήτε θα υπακούσουν
εις άλλον άρχοντα, εκτός αν τους διατάσση σύμφωνα με τους νόμους του πατρός των.
Αφ' ού ήθελαν ευχηθή αυτά, καθείς από αυτούς διά τον εαυτόν του και διά τους
απογόνους του, έπινε και αφιέρωνε την κούπαν εις τον ναόν του θεού, και έπειτα
κατεγίνετο εις το φαγητόν και τας άλλας αναγκαίας διατυπώσεις· όταν δε ήθελε
σκοτεινιάση και η φωτιά ολόγυρα εις τα θύματα ήθελε σβυσθή, όλοι τους, αφ' ού
ήθελαν φορέση μίαν στολήν γαλάζιαν ωραιοτάτην, εκάθιζαν πλησίον εις τα καυμένα
απομεινάρια της θυσίας του όρκου, την νύκτα, αφ' ού ήθελαν σβύση παντού μέσα εις
τον ναόν κάθε φωτιάν, εδικάζοντο και εδίκαζον, αν κανείς από αυτούς είχε
κατηγορίαν εναντίον άλλου ότι παρέβη τον νόμον. Αφ' ού δε ήθελαν εκδόση απόφασιν
δι' εκείνο το οποίον εδίκασαν, άμα εφώτιζεν η ημέρα, την έγραφαν επάνω εις ένα
χρυσόν πίνακα και την εκρεμούσαν μαζί με τας στολάς των ως μνημείον. Υπήρχον δε
και πολλοί άλλοι νόμοι ιδιαίτεροι αναφερόμενοι εις τα αμοιβαία προνόμια, τα
οποία ανεγνώριζε καθείς από τους βασιλείς εις τους άλλους και των οποίων τα
μεγαλύτερα είναι τα εξής· ότι ποτέ δεν θα εκίνουν πόλεμον ο ένας κατά του άλλου
και ότι θα βοηθήσουν όλοι, αν κανείς από αυτούς πουθενά εις καμμίαν πόλιν
επιχειρήση να καθαιρέση βασιλικήν οικογένειαν και ότι, καθώς οι πρόγονοί των, θα
συσκέπτωνται όλοι μαζί και θ' αποφασίζουν όταν πρόκειται διά πόλεμον και δι'
άλλας σπουδαίας πράξεις, δίδοντες την αρχηγίαν εις την οικογένειαν του Άτλαντος.
Κανείς δε από τους βασιλέα να μη έχη το δικαίωμα να θανατώνη κανένα από τους
συγγενείς του, χωρίς να το αποφασίσουν οι περισσότεροι από τους ημίσεις των
δέκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτήν λοιπόν την τόσην μεγάλην και τοιαύτην
δύναμιν, η οποία υπήρχε τότε εις εκείνους τους τόπους, ο θεός, αφ' ού την
διωργάνωσε, την έφερεν εναντίον εις τούτους τους τόπους ένεκα μιας τοιαύτης
προφάσεως, καθώς ηξεύρομεν εκ φήμης. Εις διάστημα πολλών γενεών, εν όσω
διετηρείτο ακόμη εις αυτούς η φύσις του θεού από τον οποίον κατήγοντο (οι
κάτοικοι της Ατλαντίδος), υπήκουαν εις τους νόμους και ετίμων τον θεόν με τον
οποίον είχαν συγγένειαν διότι τα φρονήματά των ήσαν σύμφωνα με την αλήθειαν και
γενναία εις όλας τας περιστάσεις· μετεχειρίζοντο ημερότητα με φρόνησιν και εις
τας περιστάσεις, αι οποίαι ετύχαινε να συμβούν και αναμεταξύ των· διά τούτο
επεριφρόνουν όλα τ' άλλα εκτός της αρετής και ενόμιζαν ως μικρά τα αγαθά τα
οποία είχαν, και ευκόλως εβάσταζαν ως βάρος τον όγκον του χρυσού και των άλλων
κτημάτων των. Δεν άφηναν να μεθύσουν από την καλοπέρασιν και να μη ημπορούν να
κυβερνήσουν τον εαυτόν των ένεκα του πλούτου και να κλονίζονται (από τα πάθη),
αλλά άγρυπνοι έβλεπαν καθαρά και δυνατά ότι και αυτά (τα πλούτη) όλα αυξάνουν,
όταν είναι όλα σύμφωνα με την αρετήν, και ότι όταν κυνηγά κανείς αυτά με πολύν
ζήλον και τα τιμά, και αυτά τα ίδια καταστρέφονται και εκείνη (δηλαδή η τιμή)
καταστρέφεται μαζί με αυτά. Ένεκα λοιπόν των τοιούτων σκέψεων και της θείας
φύσεως, η οποία εξηκολούθει να διατηρήται εις αυτούς όλα τους προώδευσαν, τα
οποία προηγουμένως ανεφέραμεν. Αλλ' όταν το θείον στοιχείον εξηλείφθη από
αυτούς, διότι ανεκατεύθη πολλές φορές με πολύ θνητόν στοιχείον και υπερίσχυσε το
ανθρώπινον ήθος, τότε πλέον, επειδή δεν είχαν την δύναμιν να βαστάσουν τας
παρούσας ευτυχίας των, έκαμναν ασχημίας, και εις εκείνον, ο οποίος ημπορεί να
βλέπη, εφαίνοντο καθαρά άξιοι αποστροφής, διότι έχασαν από τα πολυτιμότερα
πράγματα τα ωραιότερα, εις εκείνους δε, οι οποίοι δεν είχαν την δύναμιν να
βλέπουν ζωήν, η οποία βαδίζει εις την αληθινήν ευτυχίαν, τότε ίσα ίσα τους
ενόμιζαν προ πάντων ότι είναι οι καλύτεροι από όλους και οι πλέον ευτυχισμένοι,
εν ώ κατείχοντο από το πάθος να αυξήσουν αδίκως τον πλούτον και την δύναμίν των.
Ο δε θεός των θεών, ο Ζευς, ο οποίος βασιλεύει σύμφωνα με νόμους, επειδή έχει
την δύναμιν να βλέπη καλώς τα τοιαύτα πράγματα, παρατηρήσας ότι εβάδιζεν εις την
αθλιότητα ένας λαός καλός, απεφάσισε να τους τιμωρήση, διά να σωφρονισθούν και
να γείνουν προσεκτικότεροι· διά τούτο εκάλεσεν εις συνεδρίαν όλους τους θεούς
εις το λαμπρότερον ανάκτορόν των, το οποίον, επειδή είναι υψωμένον εις το μέσον
όλου του κόσμου, βλέπει καλά όλα τα πράγματα όσα έγειναν και υπάρχουσι, και αφ'
ού τους συνήθροισεν, είπεν εις αυτούς. . .. . .. . .. . .. . .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΡΑΦΕΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΙΠΠΑΡΧΟΣ — ΑΝΤΕΡΑΣΤΑΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ Κ. Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ.
ΦΕΞΗ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΠΠΑΡΧΟΣ Ή ΦΙΛΟΚΕΡΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ )ΣΩΚΡΑΤΗΣ )ΕΤΑΙΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι είναι λοιπόν η φιλοκέρδεια; Τι
ιδιαίτερον γνώρισμα έχει και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίοι είναι οι φιλοκερδείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να σου πω· μου φαίνεται ότι είναι εκείνοι
όσοι έχουν την αξίωσιν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κερδίζουν από πράγματα ουδεμίαν έχοντα
αξίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τι από τα δύο; σου φαίνεται ότι
γνωρίζουν ότι δεν έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν αξίαν τα πράγματα ή ότι αγνοούν;
Διότι, αν συμβαίνη το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεύτερον, δηλαδή αγνοούν, τότε μας
παρουσιάζεις τους φιλοκερδείς ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπους εντελώς ανοήτους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, όλως διόλου, δεν λέγω ότι είναι
ανόητοι, αλλά πανούργοι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πονηροι και δούλοι εις το κέρδος, διότι ενώ
γνωρίζουν ότι δεν έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν αξίαν εκείνα από τα οποία τολμούν
να κερδίζουν, εν τούτοις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν την θρασύτητα να επιδιώκουν εξ αυτών
κέρδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρά γε λοιπόν λέγεις ότι ο φιλοκερδής είναι
όπως ο γεωργός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίος, ενώ φυτεύει κάτι και γνωρίζει ότι
το φυτόν αυτό δεν έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν αξίαν, εν τούτοις έχει την αξίωσιν
να κερδίση απ' αυτό αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλώση; Αρά γε τον παρομοιάζεις με
αυτόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απ' οτιδήποτε, Σωκράτη, ο φιλοκερδής
νομίζει ότι πρέπει να κερδίζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μη μου απαντάς χωρίς διόλου να σκέπτεσαι
ωσάν να ηδικήθης από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανένα· αλλά, αφού εντείνεις όλην σου την
προσοχήν εις τα λεγόμενά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, αποκρίσου μου, ως να σε ηρώτων πάλιν
εξ αρχής· δεν συμφωνείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι ο φιλοκερδής ειξεύρει πολύ καλά τι
αξίαν έχει εκείνο από το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον έχει την αξίωσιν να κερδίζη:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα· συμφωνώ όλως διόλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος λοιπόν ειξεύρει άριστα την αξίαν των
φυτών και την εποχήν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την καλήν ή κακήν ποιότητα της γης, εις την
οποίαν πρέπει αυτά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φυτεύουν, διά να μεταχειρισθώμεν κ' εμείς
κάτι από τας σοφάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνας εκφράσεις με τας οποίας στολίζουν
τους λόγους των οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιδέξιοι δικανικοί ρήτορες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατά την γνώμην μου αυτός θα είναι
γεωργός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το να έχη κανείς την αξίωσιν να
κερδίζη, φρονείς ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε άλλο από το να νομίζη ότι πρέπει να
κερδίζη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, φρονώ ότι είναι έν και το
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μη προσπαθής λοιπόν να περιπαίζης εσύ, νέος
εις την ηλικίαν, εμέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γέροντα πλέον, με το να μου απαντάς
πράγματα τα οποία και συ ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιος δεν τα πιστεύεις· αλλά ειπέ μου
ειλικρινώς· αρά γε είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν ένας άνθρωπος που εξασκεί το
επάγγελμα του γεωπόνου, πάρε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε οποιονδήποτε θελήσης, να πιστεύη πως θα
κερδίση από ένα φυτόν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον, ενώ γνωρίζει ότι δεν αξίζει, εν
τούτοις το καλλιεργεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα τον Δία, εγώ τουλάχιστον δεν το
πιστεύω αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως και ένας καλός γνώστης των
ίππων, όταν ειξεύρη ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τροφή την οποίαν δίδει στο άλογό του είναι
επιβλαβής, φαντάζεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως αγνοεί ότι το καταστρέφει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, βεβαίως το γνωρίζει πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα λοιπόν δεν πιστεύει ότι από το στάρι
αυτό της κακής ποιότητος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα έχη κέρδος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, δεν το πιστεύει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως φαντάζεσαι ότι και ένας
πλοίαρχος, ο οποίος έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξηρτημένον το καράβι του με ιστία και
πηδάλια κακοφτιασμένα, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειξεύρει ότι θα υποστή ζημίας, και ότι μαζί
με το πλοίον του θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαθή και αυτός ο ίδιος και όσα τυχόν
πράγματα θα μεταφέρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Α, όχι· το γνωρίζει πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα, δεν φαντάζεται ότι θα του αποφέρη
κέρδος μία τέτοια κακή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προετοιμασία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως και ένας στρατηγός, ο οποίος
γνωρίζει ότι ο στρατός του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ατελώς ωπλισμένος, πιστεύει πως θα
έχη ποτέ ευνοϊκόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτέλεσμα από τοιούτον στρατόν, και
απαιτεί να είναι τοιούτο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτέλεσμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όλως διόλου δεν το πιστεύει αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και ένας αυλητής ο οποίος έχει αυλούς
άνευ ουδεμιάς αξίας, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κιθαριστής λύραν, ή τοξότης τόξον, ή
οποιοσδήποτε άλλος με μίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέξιν από τους τεχνίτας ή από τους άλλους
σώφρονας ανθρώπους, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχη όργανα δίχως καμμίαν αξίαν ή άλλην
οποιανδήποτε προπαρασκευήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτην· έχει την ιδέαν ότι θα κερδίζη από
αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα την αλήθεια, είναι φανερόν ότι δεν
ημπορεί να πιστεύση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέτοιο πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίους λοιπόν επί τέλους ονομάζεις συ
φιλοκερδείς; Χωρίς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμφιβολίαν, βέβαια, όχι αυτούς περί των
οποίων εκάμαμεν τώρα δα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγον, οι οποίοι ενώ ξεύρουν τα άνευ
ουδεμιάς αξίας αντικείμενα, εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτοις νομίζουν ότι πρέπει να κερδίζουν
από αυτά· διότι τότε κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα λεγόμενά σου, αγαπητέ μου, κανείς από
τους ανθρώπους δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοκερδής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά εγώ, Σωκράτη, θέλω να ειπώ ότι εκείνοι
είναι φιλοκερδείς, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι κάθε φοράν ωσάν να τους ωθή κάποια
αχόρταγη πλεονεξία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορέγονται υπερβολικά και τα ελάχιστα
πράγματα, τα οποία ή δεν έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν αξίαν ή έχουν κάποιαν αλλ' όλως
διόλου ασήμαντον, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητούν να κερδοσκοπούν επ' αυτών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά, φίλε μου, αλλ' όχι βέβαια ότι
και γνωρίζουν ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξίζουν τίποτε· διότι τούτο τώρα πλέον το
έχομεν εξακριβώσει καλά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με εκείνα τα οποία είπαμεν, ότι είναι
αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να σου πω κ' εγώ σκέπτομαι ομοίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν λοιπόν δεν το γνωρίζουν, είναι φανερόν
ότι το αγνοούν, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παίρνουν τα άνευ ουδεμιάς αξίας πράγματα
ότι έχουν αξίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όπως φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τέλος πάντων, το να αγαπά κανείς να
κερδίζη είναι το ίδιον σαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να επιθυμή να έχη οπωσδήποτε κάποιο
κέρδος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως· τι ερώτησις είναι αυτή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κέρδος δε ονομάζεις το αντίθετον της
ζημίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αυτό λέγω κέρδος, τουλάχιστον
εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχει λοιπόν κανείς ο οποίος να θεωρή την
ζημίαν ως αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, κανείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν η ζημία κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα συμπεραίνομεν εξ αυτού ότι βλάπτονται
οι άνθρωποι από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζημίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως βλάπτονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα η ζημία είναι κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, δεν υπάρχει αμφιβολία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι δε το κέρδος το εναντίον της
ζημίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το εναντίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα το κέρδος είναι αγαθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνους λοιπόν οι οποίοι αγαπούν το αγαθόν
ονομάζεις φιλοκερδείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τουλάχιστον, καλέ μου, δεν τους λέγεις και
τρελλούς τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοκερδείς; Αλλά συ ο ίδιος ειπέ μου,
ειλικρινώς αγαπάς ή δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπάς εκείνο το οποίον θα είναι
αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως το αγαπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχει δε κανέν αγαθόν το οποίον να μη το
επιθυμής αλλά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προτιμάς από αυτό το κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια, μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά επιθυμείς και αγαπάς ομοίως όλα τα
αγαθά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερώτησε λοιπόν και εμέ αν κ' εγώ δεν τα
αγαπώ· διότι και εγώ θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνήσω μαζί σου ότι επιθυμώ τα αγαθά.
Αλλά κοντά εις εμέ και σε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν νομίζεις ότι και όλοι οι άνθρωποι
αγαπούν τα αγαθά και μισούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το κάθε τι κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φαίνεται τουλάχιστον και εις
εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ωμολογήσαμεν δε ότι το κέρδος είναι
αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, ναι· αυτό το παρεδέχθημεν και οι
δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' αυτόν τον τρόπον πάλιν όλοι οι
άνθρωποι φαίνονται ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοκερδείς, ενώ προηγουμένως κατά τα
λεγόμενά μας κανείς δεν ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοκερδής. Ποίαν λοιπόν από τας δύο αυτάς
προτάσεις θα ημπορούσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μεταχειρισθή κανείς διά να μη
απατηθή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω Σωκράτη, ότι τότε είναι βέβαιος
κανείς ότι δεν θα απατηθή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν μεταχειρίζεται εις τας ομιλίας του τον
φιλοκερδή όπως του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει. Είναι δε ορθόν να λαμβάνη ως
φιλοκερδή εκείνον όστις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγίνεται εις αυτά και έχει την αξίωσιν
να κερδίζη από εκείνα από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία οι χρηστοί άνθρωποι δεν τολμούν να
κερδίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά βλέπεις, αγαπητέ μου, ότι τώρα δα
εσυμφωνήσαμεν εις αυτό και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι δύο, ότι δηλαδή το να κερδίζη κανείς
είναι ίσον προς το να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελήται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε λοιπόν, και που θέλεις να
καταλήξης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις ακόμη ότι και μαζί μ' αυτό
παρεδέχθημεν και έν άλλο, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν τα αγαθά και
πάντοτε θα τα επιθυμούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και οι τίμιοι άνθρωποι εξάπαντος
επιθυμούν κάθε είδος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κέρδους, εάν βέβαια τα κέρδη αυτά είνε
τίμια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όμως εκείνα τα κέρδη, Σωκράτη, από τα
οποία θα βλαβούν ηθικώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το να υποστούν δε κάποιαν βλάβην λέγεις ότι
είναι ίσον προς το να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζημιωθούν ή είναι άλλο τι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι· αλλά λέγω ότι είναι ίσον προς το να
ζημιωθούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από το κέρδος λοιπόν οι άνθρωποι
ζημιώνονται ή από την ζημίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και από τα δύο· διότι και από την ζημίαν
ζημιώνονται και από το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κέρδος το πονηρόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς; Είναι δυνατόν λοιπόν κατά την
γνώμην σου έν πράγμα καλόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ωφέλιμον να είναι πονηρόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως, δεν το πιστεύω αυτό ως
ορθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν εσυμφωνήσαμεν λοιπόν και οι δύο προ
ολίγου ότι το κέρδος είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίθετον της ζημίας, η οποία είναι
κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τώρα ακόμη το λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού δε είναι αντίθετον προς το κακόν, δεν
έπεται εκ τούτου ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι καλόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι· αυτό το ωμολογήσαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις λοιπόν ότι αγωνίζεσαι να με
εξαπατήσης με το να μου λέγης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επί τούτω αντίθετα από εκείνα τα οποία
είπαμεν και οι δύο προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα τον Δία, Σωκράτη, δεν το βάνω αυτό
στο νου μου. Να ιδής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως ότι συμβαίνει το εναντίον απ' ό,τι
νομίζεις, διότι συ με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξαπατάς και δεν ειξεύρω κ' εγώ που θέλεις
να καταλήξης. Μ' έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμει με τα λόγια σου να μην ειξεύρω που
ευρίσκομαι και μου έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυρίσει τον νουν άνω κάτω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σιώπα, μη λέγης τέτοια λόγια, σε παρακαλώ,
διότι βεβαίως δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκανα και πολύ καλά αν δεν ακολουθούσα την
συμβουλήν ενός ανθρώπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εναρέτου και σοφού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος Ποίος είναι αυτός; Και ως προς τι
μάλιστα θα τον πιστεύσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Εις τον συμπολίτην μου και φυσικά και
ιδικόν σου συμπολίτην; τον Ίππαρχον, τον μεγαλύτερον και σοφώτερον υιόν του
Πεισιστράτου, του καταγομένου από τους Φιλαίδας. Αυτός κι' άλλα πολλά δείγματα
της σοφίας του έδωσε και ήτον ο πρώτος ο οποίος έφερε τα ποιήματα του Ομήρου εις
την πόλιν μας, και υπεχρέωσε τους ραψωδούς να τα απαγγέλλουν κατά την μεγάλην
εορτήν των Παναθηναίων ένα προς ένα με τη σειρά τους και κατά τάξιν, καθώς και
σήμερα ακόμη γίνεται. Αυτός δε ήτο που έστειλε και, έφερεν εις την πόλιν μας μ'
ένα πλοίον με πενήντα κουπιά τον Τήνιον Ανακρέοντα. Τον δε Σιμωνίδην, ο οποίος
κατήγετο από την Κω, τον έπειθε και τον εκρατούσε διαρκώς κοντά του με το να
δίδη μεγάλους μισθούς και άφθονα δώρα. Όλα δε αυτά τα έκαμε διότι επεθύμει να
μορφώση τους πολίτας και τοιουτοτρόπως να άρχη λαού όσον το δυνατόν καλύτερον
ανεπτυγμένου, επειδή είχε την γνώμην, ως καλός και ενάρετος άνθρωπος, ότι δεν
έπρεπε να φθονή τους άλλους διά την γνώσιν των και να κρατή την σοφίαν ως
αποκλειστικόν ιδικόν του προτέρημα. Και αφού χάρις εις τας προσπαθείας του οι
Αθηναίοι είχαν πλέον αποκτήσει κάποιαν σχετικήν μόρφωσιν και τον εθαύμαζαν διά
την μεγάλην του σοφίαν, έστρεψε πάλιν τας φροντίδας του εις εκείνους οι οποίοι
εζούσαν εις τους αγρούς, διότι εσκόπευε να μορφώση και αυτούς, και έστηνεν
αγάλματα τα οποία παρίσταναν τον Ερμήν εις όλους τους δρόμους που ωδηγούσαν από
το άστυ εις τους αγρούς, και κατόπιν, αφού εδιάλεξε και από την φυσικήν του
γνώσιν και από όσα είχε διδαχθή, εκείνα που ενόμιζεν ως τας πλέον σοφάς κρίσεις
του, αυτάς εχάραζεν εις τους Ερμείς καμωμένας εις ελεγειακούς στίχους, λόγια και
διδάγματα σοφίας. Κατ' αυτόν δε τον τρόπον θα επετύγχανεν ώστε κατά πρώτον μεν
οι υπήκοοι του να μη θαυμάζουν και τόσον τα σοφά εκείνα επιγράμματα τα χαραγμένα
εις το μαντείον των Δελφών, ως το &Γνώσι σαυτόν& και το &Μηδέν
άγαν&, και τα άλλα τα παρόμοια, άλλα να θεωρούν πλέον σοφάς τας σκέψεις
αυτού του ιδίου, έπειτα δε διά να συχνάζουν εις τας Αθήνας από τους αγρούς προς
εντελή μόρφωσίν των οι διαβάται οι οποίοι εδιάβαζαν τας συμβουλάς αυτάς και
ελάμβανον μέρος εις το γεύμα της σοφίας του. Ήσαν δε δύο τα επιγράμματα· εις μεν
το αριστερόν μέρος εκάστου Ερμού ήτο χαραγμένον το όνομά του και ολίγον
χαμηλότερα έλεγεν ο Ερμής ότι ευρίσκετο μεταξύ του άστεως και του τάδε ή του
τάδε δήμου, προς τα δεξιά δε εδιάβαζε κανείς τα εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό είναι το ίδρυμα του Ιππάρχου· διάβαινε με
δικαίαν σκέψιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Υπήρχαν δε και άλλα επιγράμματα εις άλλους
&Ερμείς&, πολυάριθμα και καλογραμμένα· εκεί πέρα δε επί της Σειριακής
οδού υπάρχει ακόμα και έν επί του οποίου είναι χαραγμένα τα εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό είναι το ίδρυμα του Ιππάρχου· μη τον
φίλον σου απατάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διά τούτο λοιπόν κ' εγώ δεν θα ετολμούσα ποτέ
να εξαπατήσω εσέ τον φίλον μου και να απιστήσω εις ένα τόσον μεγάλον άνθρωπον,
του οποίου ο θάνατος έγινεν αιτία να τυραννηθούν οι Αθηναίοι τρία ολόκληρα έτη
από τον αδελφόν του Ιππίαν. Και θα έχης βεβαίως ακούσει από τους παλαιούς ότι
μόνον τα τρία αυτά έτη έγινε τύραννος εις τας Αθήνας και ότι όλον τον άλλον
καιρόν εζούσαν οι Αθηναίοι σχεδόν όπως και υπό την βασιλείαν του Κρόνου. Οι
ευφυέστεροι δε και οι πλέον μορφωμένοι λέγουν και βεβαιούν πως η αιτία του
θανάτου του Ιππάρχου δεν ήτο εκείνη την οποίαν επίστεψαν οι περισσότεροι, η
προσβολή δηλαδή την οποίαν έκαμε προς την αδελφήν του Αριστογείτονος απαγορεύσας
εις αυτήν να κανηφορήση μετά των άλλων παρθένων κατά την μεγάλην εορτήν των
Παναθηναίων διότι, εάν και αυτοί ενόμιζον το ίδιον, θα ήσαν πολύ ευαπάτητοι,
αλλά λέγουν ότι ήτο η εξής: Ο Αρμόδιος ήτο υπερβολικά αγαπητός εις τον
Αριστογείτονα και είχεν εκπαιδευθή υπ' αυτού· ο Αριστογείτων λοιπόν
υπερηφανεύετο διότι κατώρθωσε να μορφώση ένα άνθρωπον ως τον Αρμόδιον, και
εθεωρούσε τον Ίππαρχον ως αντίπαλον. Έτυχε δε εκείνην την εποχήν ο Αρμόδιος να
αγαπά κάποιον από τους ωραιοτέρους και τους γενναιότερους των τότε νέων· και
αναφέρουν εις τας ομιλίας των το όνομά του, αλλ' εγώ, να σου πω, δεν το
ενθυμούμαι αυτήν την στιγμήν· λέγουν λοιπόν ότι ο νεαρός αυτός ο οποίος
προηγουμένως εθαύμαζε τον Αρμόδιον και τον Αριστογείτονα ως σοφούς, άμα
συνανεστράφη τον Ίππαρχον τους περιεφρόνησε· τότε δε αυτοί ησθάνθησαν πολύ
μεγάλην λύπην να τους βαρύνη και διά την ατιμίαν την οποίαν έπαθον ωργίσθησαν
υπερβολικά και εφόνευσαν ένεκα της αιτίας αυτής τον Ίππαρχον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κοντεύεις, Σωκράτη, ή να μη με νομίζης
φίλον σου ή, εάν με πιστεύης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και θέλης να είμαι φίλος σου, να μη έχης
πεποίθησιν εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίππαρχον. Επειδή μ' ό,τι και να είπης, ποτέ
δεν θα πεισθώ ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλεις να με εξαπατάς με τον ένα ή με τον
άλλον τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά. Εν τούτοις εγώ ωσάν να
μεταχειρίζωμαι τα λόγια μου καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παίζουν τους πεσσούς, θέλω από εκείνα τα
οποία έχουν ειπωθή να σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφήσω να εκλέξης πάλιν οτιδήποτε θελήσης,
διά να μη νομίζης ότι σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξαπατούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρά γε, θέλεις να σου κάμω την χάριν και να
παραδεχθώ ότι τα αγαθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τα επιθυμούν όλοι οι άνθρωποι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όλως διόλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως το ότι και να ζημιώνεται κανείς
και αυτή η ζημία δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως το ότι να κερδίζη κανείς και το
κέρδος δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίθετα από το να ζημιώνεται και από την
ζημίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε και αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως τέλος πάντων το ότι να κερδίζη
κανείς δεν είναι πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθόν, ενώ είναι αποδεδειγμένον πως είναι
αυτό αντίθετον προς το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όλως διόλου, ούτε να μου αναφέρης άλλο
τι παρόμοιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φρονείς λοιπόν, καθώς φαίνεται, ότι άλλο
μεν κέρδος είναι καλόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο δε κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, καλά το εσκέφθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε λοιπόν· εγώ παραδέχομαι την ιδέαν σου
αυτήν· ας είπωμεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει και καλόν και κακόν κέρδος· αλλά μ'
όλα ταύτα, είτε καλόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε κακόν είναι το κέρδος, πάντως είναι
κέρδος· δεν είν' έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προς τι η ερώτησίς σου αύτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα σου εξηγηθώ. Υπάρχει και καλόν και κακόν
στάρι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν τίποτε περισσότερον το έν από
το άλλο στάρι, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοιάζουν κατά τούτο τουλάχιστον, ότι είναι
και τα δύο σιτάρια, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν διαφέρουν τίποτε το έν από το άλλο, εις
το ότι και τα δύο είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στάρια, αλλά μόνον κατά το ότι το έν είναι
καλής ποιότητος, το δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο κακής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, συμφωνώ με τα λεγόμενά σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και το ποτόν και όλα τα άλλα εξ
εκείνων των πραγμάτων, τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία κατ' ουσίαν είναι τα αυτά, αλλά τα
μεν έχουν γίνει καλά, τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε κακά, δεν διαφέρουν διόλου το έν από το
άλλο κατά το ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αυτής αιτίας; Καθώς λόγου χάριν ο
άνθρωπος είναι άλλος μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρηστός, άλλος δε πονηρός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, το παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εν πάση περιπτώσει νομίζω ότι ή ούτως
ή άλλως είναι άνθρωπος·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κανείς δεν είναι τίποτε περισσότερον
από τον άλλον, ούτε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πονηρός από τον χρηστόν ούτε ο καλός από
τον κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ αληθινά τα λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατά τον ίδιον τρόπον λοιπόν ας σκεπτώμεθα
και διά το κέρδος, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή κέρδος είναι επίσης και το κακόν και
το καλόν κέρδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι να γίνη; ας είπωμεν ότι είναι καθώς το
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκ τούτου λοιπόν συμπεραίνομεν ότι τίποτε
παραπάνω δεν κερδίζει από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άλλον εκείνος ο οποίος επιδιώκει και
λαμβάνει το καλόν κέρδος ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το κακόν καθώς μάλιστα παρεδέχθημεν κανένα
από τα κέρδη αυτά δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται να αξίζη περισσότερον από το
άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, έχεις δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι το περισσότερον και το ολιγώτερον δεν
υπάρχει ούτε εντός του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενός ούτε εντός του άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς λοιπόν θα ήτο δυνατόν να υπάρχη δι'
ένα οιονδήποτε το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλεονέκτημα του περισσοτέρου ή ολιγωτέρου
επί ενός πράγματος το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον αυτό καθ' εαυτό δεν είναι
επιδεκτικόν να γείνη ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον ούτε ολιγώτερον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν κέρδη είναι ομοίως και τα δύο
και ωφέλιμα μάλιστα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει πάντες ημείς ν' αναζητήσωμεν τούτο,
διατί δηλαδή ονομάζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα δύο κέρδη και τι διακρίνεις το ίδιον
και εις τα δύο; καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν μ' ερωτούσες συ αυτά τα οποία τώρα σ'
ερώτησα εγώ, δηλαδή διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον λόγον επί τέλους και το καλόν στάρι
και το στάρι της κακής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιότητος ονομάζω ομοίως και τα δύο στάρια,
θα σου απαντούσα με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγα λόγια ότι τα καλώ τοιουτοτρόπως,
επειδή και τα δύο είναι ξηρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τροφή του σώματος, και θα σου έλεγα ακόμη
ότι διά τον λόγον αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζω και τα δύο στάρια. Διότι δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχθής ότι το στάρι δεν είναι τίποτε
άλλο από αυτό· δεν είν'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως· είναι όπως τα λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εάν επρόκειτο και περί του ποτού θα σου
απαντούσα πάλιν κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ίδιον τρόπον, ότι δηλαδή ποτόν δεν
είναι τίποτε άλλο παρά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα της υγράς τροφής του σώματος, είτε
καλόν είναι αυτό, είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακόν· και δι' όλα τα άλλα πράγματα θα σου
απαντούσα επίσης κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ίδιον τρόπον. Προσπάθησε λοιπόν και συ
να με μιμηθής και να μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντάς καθώς εγώ σου απαντώ. Λέγεις εσύ
ότι και τα δύο είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κέρδη, και το καλόν δηλαδή κέρδος και το
κακόν. Τι το κοινόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπεις εις αυτά; Μήπως διακρίνεις τούτο,
ότι δηλαδή μοιάζουν κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ότι είναι και τα δύο κέρδη; Εάν δε πάλιν
δεν έχεις τι να μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντήσης, πρόσεχε εις την ερώτησιν την
ιδικήν μου. Ονομάζεις τέλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντων κέρδος το κάθε τι το οποίον αποκτά
κανείς όταν χωρίς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δαπανά τίποτε ή με πολύ ολίγα έξοδα
απολαύει περισσότερα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ωραία! Μου φαίνεται πως αυτό είναι
εκείνο το οποίον ονομάζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ κέρδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα είπης όμως και ότι θα είναι κερδισμένος
κανείς εάν αρρωστήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπειτα από ένα πλούσιον γεύμα, έστω και αν
δεν εδαπάνησε δι' αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, αυτό δεν θα το ειπώ
ποτέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε έπειτα από διαρκή καλοφαγίαν αντί να
αρρωστήση κανείς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκτά τουναντίον τελείαν υγείαν, θα έχη
τότε κέρδος ή ζημίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κέρδος, δεν υπάρχει αμφιβολία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι λοιπόν τούτο κέρδος, το ν' αποκτά
κανείς οτιδήποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου λες, σε παρακαλώ διά ποίον από τα
δύο λέγεις το όχι, διά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλόν ή διά το κακόν απόκτημα; θα είναι
κερδισμένος εκείνος που θ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκτήση κάτι κακόν ή δεν θα έχη επίσης
κανένα κέρδος, έστω και εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο που θ' αποκτήση, οτιδήποτε, είναι
ωφέλιμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν πως θα έχη κέρδος εάν το
απόκτημα είναι ωφέλιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε είναι βλαβερόν δεν θα είναι
ζημιωμένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φρονώ κ' εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις λοιπόν ότι διαρκώς η ομιλία
ευρίσκεται εις τον ίδιον κύκλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάντοτε επανέρχεται εις το σημείον από
το οποίον ανεχώρησε; Το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν κέρδος και πάλιν απεδείχθη ότι είναι
καλόν, η δε ζημία κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι να σου πω! Ούτε ξέρω ούτε έχω πλέον τι
να σου πω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως δεν έχεις άδικον να απορής
έτσι· αλλ' απάντησέ μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη και εις τούτο · εάν κανείς δαπανήση
ολιγώτερα και αποκτήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερα, τότε λέγεις ότι αυτό είνε
κέρδος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν θα κάνη και καμμίαν κακήν
πράξιν, εάν έχη την ευφυίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να εξοδέψη ολιγώτερον χρυσόν ή άργυρον και
να κερδίση έπειτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά· εγώ θα σου κάμω τώρα και μίαν
άλλην ερώτησιν. Εάν κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδείγματος χάριν, αφού δαπανήση μισό
καντάρι χρυσάφι, λάβη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατόπιν το διπλάσιον αλλά άργυρον, θα βγη
τότε αυτός κερδισμένος ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζημιωμένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ζημιωμένος βεβαίως, Σωκράτη· διότι αντί να
λάβη το δωδεκαπλάσιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λαμβάνει το διπλάσιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εν τούτοις όμως έλαβε περισσότερον από ό,τι
έδωσεν ή δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον διπλάσιον από το μισό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά ο άργυρος δεν έχει την αξίαν του
χρυσού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιδού λοιπόν. Πρέπει, καθώς φαίνεται, διά να
προσδιορίσωμεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κέρδος να γνωρίζωμεν την αξίαν των
πραγμάτων. Τώρα, αν και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άργυρος μ' όλον τούτο είναι περισσότερον
από το χρυσάφι, λέγεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν έχει την αξίαν του, το δε χρυσάφι, αν
και είναι ολιγώτερον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγεις ότι έχει μεγαλυτέραν αξίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως· και επιμένω πάρα πολύ διότι είναι
όπως τα λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν η αξία των πραγμάτων εκείνη η
οποία αποτελεί το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κέρδος, οποιαδήποτε και αν είναι ποσότης.
Εκείνο δε το πράγμα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν έχει καμμίαν αξίαν δεν είναι δυνατόν να
παραγάγη κέρδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνο δε που έχει αξίαν φρονείς ότι έχει
καμμίαν άλλην αξίαν αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθ' εαυτό ή έγκειται η αξία αυτή εις το
ότι αξίζει τον κόπον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκτηθή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, η αξία του έγκειται εις το ότι αξίζει
τον κόπον να το αποκτήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δε πάλιν φρονείς ότι είναι εκείνο τα
οποίον αξίζει τον κόπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ν' αποκτηθή, το ανωφελές ή το
ωφέλιμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ωφέλιμον βεβαίως· δεν είναι να γίνεται
δι' αυτό συζήτησις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το ωφέλιμον είναι αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιδού τέλος πάντων από όλους τους ανθρώπους
πλέον επίμονος· δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η τρίτη ή τετάρτη φορά που
παραδεχόμεθα ότι εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι άξιον να το κερδίζη κανείς είναι
αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θυμάσαι λοιπόν τώρα ποία ήτο η αρχή και η
αιτία της συζητήσεώς μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω ότι την ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν τυχόν και δεν ενθυμήσαι εγώ θα σου το
υπομνήσω. Μου αντέτεινες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι οι χρηστοί άνθρωποι δεν θέλουν να
αποκτούν όλα τα κέρδη παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον τα καλά, όχι δε και τα πονηρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, ναι, όπως τα λέγεις είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα όμως η εξέλιξις της συζητήσεώς μας δεν
μας ηνάγκασε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχθώμεν ότι όλα τα κέρδη και τα μικρά
και τα μεγάλα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή με ηνάγκασες, Σωκράτη, περισσότερον
παρά ό,τι με έπεισες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' ίσως και με τον καιρόν σε πείση· τώρα
όμως, είτε έχεις πεισθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε οπωσδήποτε άλλως, παραδέχεσαι βεβαίως
με ημάς ότι όλα τα κέρδη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα μικρά και τα μεγάλα είναι
καλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, το παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέχεσαι δε και ότι όλοι οι χρηστοί
άνθρωποι θέλουν κάθε είδος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κέρδους ή δεν παραδέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμφωνώ καθ' ολοκληρίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως συ ο ίδιος πάλιν είπες ότι και οι
κατεργαραίοι αγαπούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα μικρά και τα μεγάλα κέρδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, το είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κατά τα λεγόμενά σου όλοι οι
άνθρωποι θ' αγαπούν το κέρδος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και οι χρηστοί και οι πονηροί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εταίρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν κανείς κατηγορή οποιονδήποτε ότι
είναι φιλοκερδής δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάνει καλά να τον κατηγορή· διότι και αυτός
ο ίδιος ο οποίος ούτω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατηγορεί είναι όμοιος μ' εκείνον τον
οποίον λέγει φιλοκερδή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΝΤΕΡΑΣΤΑΙ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ) ΣΩΚΡΑΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ) ΑΝΤΕΡΑΣΤΗΣ
ΠΡΩΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ) ΑΝΤΕΡΑΣΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ
και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ) ΓΥΜΝΑΣΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Προ ημερών είχα υπάγει εις την
σχολήν του Διονυσίου του γραμματιστού και είδα εκεί μερικούς νέους εκ των
καλυτέρων οικογενειών της πόλεως και αρκετά ωραίους και κατά το σώμα και κατά
την μορφήν. Εκεί δε πλησίον εκάθηντο και οι ερασταί των. Κατά την στιγμήν
εκείνην έτυχε να φιλονεικούν δύο από τους νέους αυτούς, ποίον όμως ήτο το αίτιον
της φιλονεικίας των δεν ηδυνήθην ν' ακούσω και πολύ καλά. Εφαίνοντο όμως ότι
εφιλοσοφούσαν ή διά τον φιλόσοφον Αναξαγόραν ή διά τον αδελφόν του τον Οινοπίδη·
διότι έβλεπε κανείς ότι εχάραττον κύκλους και απεμιμούντο μερικάς ουρανίας
κλίσεις ενούντες τα άκρα των χειρών των με μεγάλην σοβαρότητα και προσοχήν. Κ'
εγώ, διότι σημειώσατε ότι εκαθήμην πλησίον του εραστού του ενός εξ αυτών, κ' εγώ
λοιπόν αφού τον ώθησα λιγάκι με τον αγκώνα μου τον ερώτησα εις τι αρά γε τα δύο
αυτά παιδιά κατεγίνοντο με τόσην σπουδαιότητα και του είπα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Χωρίς άλλο πρέπει να είναι κάτι σπουδαίον
και ευχάριστον πράγμα αυτό διά να καταβάλουν τόσην προσοχήν και
σοβαρότητα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και ποίον είναι αυτό το σπουδαίον και
ευχάριστον, μου απήντησεν εκείνος, διότι αυτοί εδώ βεβαίως δεν κάμνουν τίποτε
άλλο παρά να φλυαρούν, συζητούντες διά τα ουράνια φαινόμενα και να απαγγέλλουν
διαρκώς διαφόρους φιλοσοφικάς ανοησίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έμεινα έκπληκτος τότε εγώ διά την απόκρισίν
του αυτήν, και του είπον εντόνως:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και πώς! Καλέ μου και νέε μου άνθρωπε, σου
φαίνεται ότι το να φιλοσοφή τις είναι τόσον γελοίον; Διατί ομιλείς τόσον σκαιώς
και επιπολαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χωρίς να χάση τότε καιρόν ο άλλος ο οποίος
έτυχε να κάθηται εκεί πλησίον, ήτο δε και αντεραστής εκείνου ο οποίος μου
ωμίλησεν, αφού άκουσε και την ιδικήν μου ερώτησιν και την απάντησιν την οποίαν
έλαβα, εγύρισε και μου είπε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μα την αλήθεια, Σωκράτη, δεν θα σου είναι
δυνατόν να συνενοηθής με τούτον τον άνθρωπον και να τον κάμης να πιστεύση το
αντίθετον απ' ό,τι πιστεύει, εάν δηλαδή νομίζη ότι η φιλοσοφία είναι ένα πράγμα
παιδαριώδες. Δεν ξέρεις ότι αυτός επέρασε όλη του τη ζωή με το να κινή διαρκώς
τους ώμους του εις τα γυμναστήρια, να τρέφεται καλά και να κοιμάται υπερμέτρως;
Ώστε ποίαν άλλην απάντησιν ημπορούσες να περιμένης απ' αυτόν, παρά το ότι η
φιλοσοφία είναι κάτι ανωφελές τελείως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήτο δε αυτός ο οποίος μου μιλούσε κατ' αυτόν
τον τρόπον από τους εραστάς ο περισσότερον αναπτύξας το πνεύμα του, ο δε άλλος
τον οποίον ύβριζε τόσον άσχημα, ο περισσότερον φροντίσας διά το σώμα του. Και
μου εφάνη καλόν ότι έπρεπε τον μεν άλλον ν' αφήσω ήσυχον, εκείνον δηλαδή τον
οποίον είχα ερωτήσει εις την αρχήν, διότι ούτε και αυτός ο ίδιος υπεκρίνετο ότι
ήτο έμπειρος εις τας πνευματικάς συζητήσεις, αλλά μόνον εις τας συζητήσεις
αίτινες απέβλεπαν εις το σώμα, εκείνον δε όστις διισχυρίζετο ότι ήτο σοφώτερος,
να τον ερωτήσω και να τον εξετάσω καλά, διά να είχα και εγώ κάποιαν τυχόν
ωφέλειαν από τας γνώσεις του εις ό,τι θα ήτο δυνατόν. Αμέσως λοιπόν του
είπα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Η ερώτησις την οποίαν έκαμα προηγουμένως
απετείνετο και προς τους δύο σας· εάν δε συ νομίζης ότι ημπορείς να δώσης
καλυτέραν απάντησιν από αυτόν, σε ερωτώ αυτό το ίδιο πάλι καθώς και τούτον, εάν
δηλαδή σου φαίνεται ότι το να φιλοσοφή κανείς είναι καλόν ή όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατά την στιγμήν λοιπόν κατά την οποίαν
ελέγαμεν ημείς αυτά, μας ενόησαν οι δύο εκείνοι νέοι κι' αμέσως έπαυσαν την
φιλονικείαν τους, ήλθαν κοντά μας και μας ήκουον με μεγάλη προσοχήν. Εκείνο όμως
το οποίον πιθανόν να αισθάνθηκαν οι ερασταί μόλις επλησίασαν τα παιδία, δεν
γνωρίζω, αλλ' ως προς εμέ δύναμαι να σας βεβαιώσω ότι εταράχθην διότι παντού και
πάντοτε όταν βλέπω και νέους και ωραίους συγχρόνως, τι να σας πω, πολύ
συγκινούμαι. Ήτο δε φανερόν ότι κ' εκείνος από τους δύο εραστάς τον οποίον είχα
ερωτήσει ευρίσκετο εις μίαν ψυχικήν συγκίνησιν όχι μικροτέραν από την ιδικήν
μου· εν τούτοις μου απήντησε και μάλιστα αρκετά υπερηφάνως. Και μου είπε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αφ' ότου, αληθώς, Σωκράτη, που ενόμιζα ότι η
φιλοσοφία είναι ένα πράγμα γελοίον, από την ώραν εκείνην θα ενόμιζα τον εαυτό
μου ούτε και άνθρωπον, ούτε επίσης θα παραδεχόμην ως άνθρωπον και οποιονδήποτε
άλλον ο οποίος θα εθεώρει την φιλοσοφίαν ως κάτι γελοίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα είπεν όλα αυτά με τον σκοπόν να πειράξη
τον αντίπαλόν του, και αρκετά μεγαλοφώνως διά να ακούεται καλά από τους πολύ
αγαπητούς του νέους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Είναι λοιπόν ευχάριστον το να φιλοσοφή
κανείς; τον ηρώτησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, ναι, και πάρα πολύ μάλιστα, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μα πώς, είπα τότε εγώ, σου φαίνεται ότι
δύναται να διακρίνη κανείς εάν ένα πράγμα είναι ωραίον ή άσχημον, εάν δεν το
γνωρίζη προηγουμένως καλά, εάν δεν είναι εντός της ουσίας του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως όχι, μου απήντησεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ε, γνωρίζεις λοιπόν εσύ, είπα, τι είναι αυτό
το φιλοσοφείν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Χωρίς αμφιβολίαν, μου είπε. Το γνωρίζω και
πολύ καλά μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τι είναι τέλος πάντων; τον ηρώτησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά και τι άλλο ηδύνατο να είναι παρά
εκείνο το οποίον είπεν ο Σόλων; Διότι ο Σόλων είπε κάποτε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γηράσκω αεί διδασκόμενος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μου φαίνεται εκείνος ο οποίος θέλει να
γείνη φιλόσοφος, είναι πρέπον, συμφώνως με την συμβουλήν αυτήν, να μορφώνεται
διαρκώς και όσον είναι νέος και όταν γεράση ακόμα, διά να μάθη εις την ζωήν
αυτήν όσον το δυνατόν περισσότερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και κατ' αρχάς μου φάνηκε ότι είπεν οπωσδήποτε
κάτι· έπειτα δε αφού εσκέφθηκα ολίγον, ενόησα καλά τι ήθελε να πη και τον
ηρώτησα εάν υπελάμβανε την φιλοσοφίαν διά πολυμάθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Νομίζεις λοιπόν ότι η φιλοσοφία είναι μόνον
ένα πράγμα καλόν ή είναι και ωφέλιμον συγχρόνως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και ωφέλιμον επίσης, μου απήντησε· και πάρα
πολύ μάλιστα ωφέλιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Σου φαίνεται λοιπόν ότι αυτό είναι ένα
πράγμα ιδιάζον εις την φιλοσοφίαν, ή νομίζεις ότι δύναται να είπη τις το ίδιον
και δι' όλα τα άλλα; Λόγου χάριν η αγάπη προς την γυμναστικήν φρονείς ότι δεν
είναι μόνον ευχάριστος αλλά και ωφέλιμος; ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με αρκετήν ειρωνείαν τότε, παρατηρών τον
αντίπαλόν του μου έδωσε δύο απαντήσεις:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Προς αυτόν εδώ, Σωκράτη, δεν θα εδίσταζα να
ειπώ ότι δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Προς εσέ όμως εξομολογούμαι ότι
είναι και ευχάριστος και ωφέλιμος η φιλοσοφία, και το πιστεύω αυτό διότι
σκέπτομαι ορθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Επομένως, τον ηρώτησα, και εις τα
γυμναστήρια η υπερβολική κούρασις του σώματος είναι νομίζεις, αγάπη προς την
γυμναστικήν; Νομίζεις ότι είναι ωφέλιμος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Χωρίς αμφιβολίαν, μου απήντησε, καθώς
βεβαίως και εις το ζήτημα της φιλοσοφίας έχω την ιδέαν ότι είναι αυτή
πολυμάθεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Νομίζεις δε, του είπα εγώ, ότι επιθυμούν
τίποτε άλλο εκείνοι εις τους οποίους αρέσει να γυμνάζωνται, ή επιθυμούν μόνον να
γείνουν δυνατοί και υγιείς το σώμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ω ναι, αυτό το πιστεύω, ότι το θέλουν
ολοψύχως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μα η υπερβολική λοιπόν γυμναστική δυναμώνει
το σώμα και το κάμνει σιδηρούν; Τον ηρώτησα τότε εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και πώς αλλέως είναι δυνατόν να γείνη; μου
απήντησε. Δύναται κανείς με λίγες ασκήσεις να κάνη το σώμα του δυνατόν κι'
απρόσβλητον από κάθε ασθένειαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μου εφάνη ότι ήτο πλέον καιρός, μόλις
έλαβα αυτήν την απάντησιν, να καλέσω τον άλλον τον φιλογυμναστήν, όστις εις το
ζήτημα αυτό να με βοηθήση λιγάκι ως πλέον πεπειραμένος εις την γυμναστικήν. Αφού
λοιπόν τον εφώναξα, τον ηρώτησα τα εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Συ δε διατί σωπαίνεις, αγαπητέ μου, όταν
ακούς αυτόν εδώ να λέη όλα αυτά; Τι ιδέαν έχεις συ διά το ζήτημα τούτο; Με τας
πολλάς ασκήσεις δυναμώνουν τα ανθρώπινα σώματα ή με τας μετρίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όσον αφορά εις εμέ, Σωκράτη, μου απήντησε,
πάντοτε βεβαίως επίστευσα εις εκείνο το οποίον λέγουν, και χοίρος ακόμη αν ήμουν
θα το εμάθαινα, ότι αι μέτριαι ασκήσεις τονώνουν τα σώματα και δίνουν εις αυτά
μίαν διαρκή υγείαν. Αν θέλης δε να μάθης και τι γίνεται όταν κανείς δεν ακολουθή
την συμβουλήν αυτήν, κύτταξε αυτόν τον άνθρωπον, ο οποίος από την μεγάλην του
αφοσίωσιν εις τα γράμματα, και δεν κοιμάται καλά, και δεν γυμνάζει διόλου τα
μέλη του σώματός του κ' έχει καταντήσει σκελετός από τας πολλάς
φροντίδας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόλις δε ετελείωσε, εφάνη σαν να ευχαριστήθηκε
και φαίνεται ότι ευχαριστήθηκαν και τα δύο εκείνα παιδιά, διότι γελούσαν μ' όλη
τους την καρδιά μ' εκείνα τα οποία είπε, ενώ ο άλλος ο φιλόσοφος εκοκκίνησε.
Έλαβα τότε εγώ πάλιν τον λόγον και τον ηρώτησα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πώς λοιπόν; Συ πλέον πηγαίνεις με την γνώμην
εκείνων οι οποίοι φρονούν ότι ούτε αι πολλαί ούτε αι ολίγαι ασκήσεις δυναμώνουν
τα σώματα αλλά αι μέτριαι; Η πολεμών και τας δύο γνώμας διαμφισβητείς και προς
τους δύο μας την φρόνησιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Προς αυτόν εδώ μεν, μου απήντησε και μου
έδειξεν αυτόν όστις επηγγέλλετο τον φιλόσοφον, και με μεγάλην μου ευχαρίστησιν
θα διηγωνιζόμην και πολύ καλά θα ήμην εις θέσιν να αποδείξω τούτο το οποίον
υπεστήριξα κατ' αρχάς, και εάν ακόμη εκείνο το οποίον είπα ήτο ολιγώτερον
πιθανόν διότι, Σωκράτη, δεν αξίζει αυτός τίποτε. Προς εσένα όμως δεν θέλω όλως
διόλου να φιλονεικώ εναντίον της πεποιθήσεώς μου και του αισθήματός μου, αλλά
ομολογώ ακόμη μίαν φοράν ότι την καλήν υγείαν την παρέχουν εις το σώμα όχι αι
πολλαί ασκήσεις αλλά αι μέτριαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τι ιδέαν δε έχεις διά τας τροφάς; τον
ηρώτησα. Αι μέτριαι ή αι πολλαί συντείνουν εις την υγείαν του σώματος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και παρεδέχετο και διά τα τρόφιμα το
μέτριον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατόπιν δε εγώ τον εστενοχωρούσα δι' ένα προς
ένα τον φιλογυμναστήν αυτόν, και τον ηνάγκαζα να παραδέχεται ότι τα περισσότερον
ωφέλιμα διά την υγείαν και την καλήν συντήρησιν του σώματος από τα αναγκαιούντα
διά το έργον αυτό, δεν είναι ούτε τα πολλά ούτε τα ολίγα αλλά τα μέτρια· και
αυτός συμφωνούσε μαζί μου ότι εις όλα ωφελεί η μετρία χρήσις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τι δε, τον ηρώτησα τότε, τι φρονείς και δι'
όσα αποβλέπουν εις την υγείαν και την μόρφωσιν της ψυχής; Από εκείνα τα οποία τη
προσφέρομεν, ποία την ωφελούν περισσότερον, τα μέτρια ή τα πολλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τα μέτρια βεβαίως, μου απήντησεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Είναι λοιπόν και αι γνώσεις ένα απ' αυτά τα
οποία προσφέρομεν εις την ψυχήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως χωρίς αμφιβολίαν, μου είπεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Επομένως και εις σε η μετρία χρήσις των
γνώσεων και όχι η υπερβολική είναι ωφέλιμος εις την ψυχήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το παρεδέχθη και αυτό χωρίς να ομιλήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αν λοιπόν υποθέσωμεν ότι ερωτούσαμεν
οποιονδήποτε πάντοτε λογικώς σκεπτόμενον, να μας υποδείξη ποίαι είναι αι μέτριαι
ασκήσεις και αι μέτριαι τροφαί αι κατάλληλοι διά την υγείαν του σώματος, ποίον
θα ερωτούσαμε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρεδέχθημεν και οι τρεις, όσοι είμεθα και
συζητούσαμεν, ότι ή τον ιατρόν ή τον διδάσκαλον της γυμναστικής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ποίον δε πάλιν θα εσυμβουλευόμεθα και διά
την σποράν των σπόρων των διαφόρων φυτών διά να μάθωμεν το ακριβές
μέτριον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και διά την συμβουλήν αυτήν παρεδέχθημεν και
οι τρεις ότι έπρεπε ν' αποταθώμεν εις τον γεωργόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αν υποθέσωμεν δε ακόμη ότι ρωτούσαμε κανένα
πώς πρέπει να σπείρωμεν και να φυτεύωμεν τας γνώσεις εις την ψυχήν, και ποίαι
και πόσαι είναι αι μέτριαι και αι κατάλληλοι διά την ψυχήν, ποίον θα ερωτούσαμε
πάντοτε λογικώς σκεπτόμενον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η ερώτησις όμως αυτή την οποίαν έκαμα μας
έρριξε και τους τρεις εις μίαν μεγάλην στενοχωρίαν, διότι δεν ηξεύραμεν τι να
απαντήσωμεν. Κ' εγώ αστειευόμενος τους είπα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Θέλετε, αφού εμείς δεν δυνάμεθα να δώσωμεν
μίαν γνώμην εις το ζήτημα τούτο, να ρωτήσωμεν αυτά εδώ τα παιδιά; Ή θα
εντραπούμε ίσως, καθώς αναφέρει ο Όμηρος διά τους μνηστήρας της Πηνελόπης, οι
οποίοι, αφού δεν ηδυνήθησαν να τα καταφέρουν ρίχνοντες και ξαναρίχνοντες το
τόξον, είχαν την αξίωσιν και ήθελαν να μην δυνηθή κανείς άλλος να
επιτύχη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν όμως είδα ότι απηλπίζοντο ότι θαύρισκαν
εκείνα τα οποία εζητούσαμεν και εστενοχωρούντο πολύ δι' αυτό, προσεπάθησα δι'
άλλης οδού να εξετάσω και να μάθω το ζητούμενον. Και αμέσως τους είπα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ποίαι δε γνώσεις μάλιστα υποθέτομεν επάνω
κάτω ότι είναι εκείναι τας οποίας πρέπει να κάνη κτήμα του ο αγαπών την σοφίαν
και καταγινόμενος εις αυτήν; Διότι έχομεν παραδεχθή ότι από τας γνώσεις δεν
πρέπει να μανθάνη ούτε όλας ούτε τας περισσοτέρας αλλά ένα μέτριον
αριθμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έλαβε τότε τον λόγον ο άλλος ο οποίος έκαμνε
τον σοφώτερον και είπεν ότι:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αι πλέον κατάλληλοι και αι πλέον καλύτεραι
γνώσεις δι' ένα φιλόσοφον είναι εκείναι που θα ηδύναντο να του χαρίσουν
περισσοτέραν υπόληψιν και τιμήν· πολύ δε θα εκέρδιζεν εις την υπόληψιν του
κόσμου και πολύ θα τον ετιμούσαν εάν εφαίνετο ότι είναι γνώστης πεπειραμένος
όλων των επιστημών ή τουλάχιστον των περισσοτέρων εξ αυτών και μάλιστα των πλέον
αξίων λόγου, φροντίζων προ παντός να μάθη από τας τέχνας αυτάς εκείνα τα οποία
είναι πρέπον να μάθουν οι ελεύθεροι, όσοι δηλαδή έχουν ανάγκην πνεύματος και
απαιτούν μεγάλην σκέψιν και προσοχήν, όχι δε όσοι θέλουν χειρονακτικήν
εργασίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πολύ ωραία! είπα τότε εγώ· νομίζεις λοιπόν
ότι συμβαίνει και εδώ καθώς και εις την αρχιτεκτονικήν: Διότι και εκεί ένα
απλούν βεβαίως τέκτονα θα ηδύνασο να έχης δι' εργασίαν σου με πέντε ή έξ το πολύ
μνας, ένα όμως αρχιτέκτονα δεν θα ημπορούσες ούτε και με πολλάς χιλιάδας
δραχμάς· συμβαίνει δε αυτό διά τον λόγον ότι υπάρχουν πάρα πολύ ολίγοι μέσα εις
όλους τους Έλληνες. Μην είναι λοιπόν απάνω κάτω τίποτε το τοιούτον εκείνο, το
οποίον θέλεις να ειπής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κι' αυτός αφού μ' άκουσε με μεγάλην προσοχήν,
μου εξωμολογήθη ότι συμφωνεί μ' εμένα και ότι καλά εμάντευσα την σκέψιν
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τον ηρώτησα κατόπιν εάν δεν του εφαίνετο ένα
πράγμα αδύνατον ο ίδιος άνθρωπος να σπουδάση κατ' αυτόν τον τρόπον δύο
επιστήμας, εάν δε δεν ήτο πολύ περισσότερον αδύνατον να σπουδάση κατά τον τρόπον
αυτόν επίσης και πολλάς και δυσκόλους επιστήμας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι, μη το φαντάζεσαι, Σωκράτη, μου είπεν,
ότι όταν ομιλώ κατ' αυτόν τον τρόπον, θέλω να πω ότι πρέπει ο φιλόσοφος να
γνωρίζη την κάθε μίαν από τας επιστήμας τόσον τέλεια όσον πρέπει να την ξεύρη
εκείνος ο οποίος εξασκεί και καταγίνεται εις την επιστήμην αυτήν· αλλά καθώς
αρμόζει εις ένα άνθρωπον ελεύθερον, εις ένα άνθρωπον πολύ μορφωμένον. Θέλω να
ειπώ δηλαδή ότι ο φιλόσοφος πρέπει να είναι εις θέσιν να παρακολουθή τους λόγους
του επιστήμονος όσον το δυνατόν καλύτερα από τους παρευρισκομένους και να
διαφέρη οπωσδήποτε από τους συγχρόνους του, και να δύναται και αυτός ο ίδιος να
δώση μίαν γνώμην, ούτως ώστε να φαίνεται παντού και πάντοτε, εις όλας τας
συζητήσεις, ότι είναι ο πλέον σοφός και ο πλέον άξιος από όλους τους συγχρόνους
του εις όσα λέγονται και πράττονται όσον αφορά εις τας επιστήμας αυτάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επειδή δε εγώ δεν είχα εννοήσει ακόμα και καλά
τι ήθελε να ειπή, — Κύττα σε παρακαλώ, τον ηρώτησα, εάν ενόησα καλά εκείνο το
οποίον λέγεις διά τον φιλόσοφον διότι εγώ νομίζω ότι κατά τα λεγόμενά σου θέλεις
τον φιλόσοφον καθώς εις τους αγώνας είναι οι αθληταί του πεντάθλου εν σχέσει
προς τους δρομείς ή τους παλαιστάς. Διότι και ο αγωνιστής του πεντάθλου, ενώ
βγαίνει διαρκώς νικημένος όταν αγωνίζεται προς ένα έκαστον από τους αθλητάς
αυτούς εις τα αγωνίσματα εις τα οποία έχουν ιδιαιτέρως εξασκηθή και ευρίσκεται
διαρκώς εις την δευτέραν γραμμήν, μ' όλα ταύτα υπερέχει γενικώς από όλους τους
άλλους αθλητάς και τους νικά. Και ίσως απάνω κάτω εννοείς ότι το ίδιον
αποτέλεσμα έχει και η φιλοσοφία δι' εκείνους οι οποίοι αφοσιώνονται εις αυτήν
και μετέρχονται το επάγγελμα του φιλοσόφου· είναι ολιγώτερον πεπειραμένοι και
κατώτεροι κατά την τέχνην απ' αυτούς τους ιδίους επιστήμονας, ενώ δε ευρίσκονται
εις την δευτέραν γραμμήν, εν τούτοις υπερέχουν απ' όλους τους άλλους ανθρώπους,
και τοιουτοτρόπως ο φιλόσοφος έρχεται εις όλα εις την δευτέραν γραμμήν. Μου
φαίνεται λοιπόν ότι με τα λεγόμενά σου ήθελες να μου υποδείξης, ότι ο φιλόσοφος
είναι περίπου τοιούτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Σωκράτη, μου είπε τότε, καθώς φαίνεται
ενόησες θαυμάσια την σκέψιν μου, με το να παρομοιάζης τον φιλόσοφον με τον
αγωνιστήν του πεντάθλου. Διότι κυρίως ο φιλόσοφος είναι ένας άνθρωπος ο οποίος
δεν αφοσιώνεται εις κανέν πράγμα δουλικώς, και δεν εργάζεται διά τίποτε και εις
τίποτε αποκλειστικά, και δεν κοπιάζει διόλου διά την ακρίβειαν, εις τρόπον ώστε
ένεκα των φροντίδων του και ένεκα της προσοχής του εις έν μόνον πράγμα να μένη
οπίσω εις όλα τα άλλα, καθώς κάμνουν οι επιστήμονες, αλλά καταγίνεται εις όλα τα
πράγματα μετρίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μετά την απάντησίν του λοιπόν αυτήν, επειδή
επιθυμούσα εγώ να μάθω καθαρά και ξάστερα εκείνο το οποίον ήθελε να ειπή, τον
ηρώτησα ποίαν γνώμην έχει διά τους ικανούς ανθρώπους, αν τους νομίζη δηλαδή
χρησίμους ή αχρήστους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Χρησίμους βεβαίως, Σωκράτη, μου
απεκρίθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Επομένως εάν οι ικανοί είναι χρήσιμοι, τότε
οι ανίκανοι είναι άχρηστοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαιότατα, δεν υπάρχει αμφιβολία, μου
είπεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά και διά τους φιλοσόφους, τι ιδέαν
έχεις; Νομίζεις ότι είναι άνθρωποι χρήσιμοι ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ως προς αυτό δε παρεδέχετο ότι όχι μόνον είναι
απλώς χρήσιμοι οι φιλόσοφοι, αλλά μάλιστα και χρησιμώτατοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ας ίδωμεν λοιπόν, του είπα τότε, αν λέγης
αλήθεια και εις τι πράγμα και πότε είναι χρήσιμοι οι μέτριοι ούτοι; Διότι
απεδείχθη πλέον ότι ο φιλόσοφος είναι κατώτερος από τον καθένα χωριστά
επιστήμονα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ωμολόγησε τότε ότι είχα και πάλιν
δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εμπρός λοιπόν, είπα εγώ, ας το ιδούμεν αυτό.
Ειπέ μου, αν υποθέσωμεν ότι κατά τύχην ασθενούσες ή το επάθαινεν αυτό κανείς από
τους φίλους σου, από εκείνους τους στενούς σου και αγαπητούς φίλους, και
επεθύμεις να γείνης καλά ή να γείνη καλά ο φίλος σου, θα εφώναζες τότε τον
μέτριον εκείνον φιλόσοφον ή θα έστελλες να καλέσης τον ιατρόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εγώ θα φώναζα και τους δύο, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μη μου λέγης τώρα ότι θα εφώναζες και τους
δύο, του είπα, αλλά λέγε μου ποίον θα εκαλούσες γρηγορώτερα και πρωτήτερα από
τον άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αν θέτεις ούτω το ζήτημα, Σωκράτη, μου είπε,
δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι θα προ[τιμούσα και θα καλούσα γρηγο] {4} ρώτερα
τον ιατρόν, καθώς θα έκανε και ο καθένας στη θέσι μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Κι' αν υποθέσωμεν ότι ευρίσκεσαι μέσα σ' ένα
πλοίο το οποίον κινδυνεύει από την τρικυμίαν, εις ποίον από τους δύο ήθελες
εμπιστευθή τον εαυτόν σου και τα υπάρχοντά σου, εις τον πλοίαρχον ή εις τον
φιλόσοφον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εγώ θα είχα περισσοτέραν πεποίθησιν εις τον
πλοίαρχον, μου απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν ομοίως θα συμβαίνη και εις κάθε άλλην
περίστασιν κατά την οποίαν θα τύχη να είναι παρών ο &ειδήμων&; Ο
φιλόσοφος δεν θα χρησιμεύη εις τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς φαίνεται, αυτό θα συμβή, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τώρα λοιπόν συμπεραίνομεν ότι είναι και
άχρηστος ο φιλόσοφος; Διότι παντού βεβαίως και πάντοτε υπάρχουν οι
&ειδήμονες&· έχομεν δε παραδεχθή ότι εκείνοι μεν οι οποίοι είναι άξιοι
διά κάτι τι είναι χρήσιμοι, εκείνοι δε οι οποίοι δεν είναι άξιοι διά τίποτε
είναι άχρηστοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τότε δεν είχε πλέον τι να είπη και
ηναγκάζετο να ομολογή ότι έλεγα την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Να τολμήσω λοιπόν ακόμη να σ' ερωτήσω κάτι;
του είπα ή είναι μεγάλη μου αγένεια το να σου κάμνω τόσας ερωτήσεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ερώτησε με οτιδήποτε θέλεις, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν ζητώ τίποτε άλλο τη αληθεία, του είπα
τότε εγώ, παρά να παραδεχθώμεν πάλιν εκείνα τα οποία έχομεν ειπή ως τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι δε αυτά τα εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρεδέχθημεν ότι η φιλοσοφία είναι και πολύ
καλή και πολύ ωφέλιμος και οι φιλόσοφοι αυτοί είναι ωφέλιμοι, ότι οι φιλόσοφοι
είναι επίσης ικανοί άνθρωποι και ότι οι ανίκανοι είναι άχρηστοι· αμέσως δε πάλιν
παρεδέχθημεν ότι οι φιλόσοφοι δεν χρησιμεύουν εις τίποτε εκεί όπου υπάρχουν και
ενόσω υπάρχουν ειδήμονες, και ότι ειδήμονες υπάρχουν παντού και πάντοτε. Δεν τα
έχομεν παραδεχθή όλα αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, ναι τα παρεδέχθημεν, και μάλιστα χωρίς
να φέρω και καμμίαν αντίρρησιν, μου απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Παραδεχόμεθα λοιπόν, καθώς φαίνεται
τουλάχιστον από ό,τι εξάγεται από τα λόγια σου, ότι αν βεβαίως το να φιλοσοφή
κανείς είναι το να γνωρίζη όλας τας επιστήμας καθ' ον τρόπον νομίζεις εσύ, τότε
οι φιλόσοφοι είναι ανίκανοι και άχρηστοι, εφ' όσον αι τέχναι και αι επιστήμαι
καλλιεργούνται από τους ανθρώπους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά, μα την αλήθειαν, αγαπητέ μου, πρόσεχε
ολίγον περισσότερον, διότι δεν είναι όπως τα λέγω. Το να φιλοσοφή κανείς δεν
σημαίνει ότι πρέπει να σπουδάζη όλας τας επιστήμας ούτε να περνά την ζωήν του
καταγινόμενος εις πολλά έργα, ούτε να τα μαθαίνη όλα, αλλά κάτι τι εντελώς
διάφορον· διότι, αν ήτο όπως το λέγεις, εγώ θα είχα την γνώμην και θα το
εβεβαίωνα ότι είναι μεγάλη εντροπή η τοιαύτη φιλοσοφία και ότι έπρεπε να
ονομάζουν βαναύσους και χυδαίους εργάτας εκείνους οι οποίοι εσπούδασαν τας
επιστήμας κατ' αυτόν τον τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εάν όμως μου αποκριθής ακόμη εις εκείνο που θα
σ' ερωτήσω, θα εννοήσωμεν ακόμη καλύτερα εάν τα λόγια μου είναι αληθινά· ποίοι
ηξεύρουν λοιπόν καλά να τιμωρούν τους ίππους; Εκείνοι οι οποίοι ηξεύρουν και τον
τρόπον να τους κάμουν καλυτέρους ή οι άλλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως εκείνοι οι οποίοι ξεύρουν να τους
κάμουν καλυτέρους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δυνάμεθα δε να είπωμεν και το ίδιον και διά
τα σκυλλιά; Δεν ξεύρουν να τα κάμουν καλύτερα εκείνοι οι οποίοι γνωρίζουν και να
τα τιμωρούν όπως πρέπει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εκ τούτου λοιπόν συμπεραίνομεν ότι μία και η
αυτή είναι η τέχνη η οποία και τα τιμωρεί όπως πρέπει και τα κάμνει
καλύτερα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, καθώς φαίνεται, είναι η ιδία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά και η τέχνη αυτή η οποία ηξεύρει να τα
τιμωρή και να τα κάμη συγχρόνως καλύτερα, είναι η ιδία μ' εκείνην που ηξεύρει τα
καλά και τα κακότροπα σκυλλιά ή είναι καμμία άλλη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι, είναι η ιδία τέχνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Θα θελήσης λοιπόν να παραδεχθής το ίδιον και
διά τους ανθρώπους; του είπα. Η τέχνη, η οποία τους κάμνει καλυτέρους είναι η
ιδία με εκείνην η οποία τους τιμωρεί όπως πρέπει, και η οποία γνωρίζει πάρα πολύ
καλά τους καλούς και τους κακούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, είναι η ιδία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Η τέχνη όμως η οποία προσαρμόζεται εις ένα
μόνον, προσαρμόζεται και εις τους πολλούς, και εκείνη η οποία προσαρμόζεται εις
τους πολλούς προσαρμόζεται και εις τον ένα μόνον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και κατ' αυτόν τον τρόπον δύναται να σκεφθή
κανείς και διά τους ίππους και δι' όλα τα άλλα ζώα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μου φαίνεται ότι δύναται να κάμη την ιδίαν
σκέψιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ποία λοιπόν, του είπα τότε, είναι η επιστήμη
η οποία τιμωρεί δικαίως εκείνους οι οποίοι παραβαίνουν τους νόμους και
διαφθείρουν και τους εαυτούς των και τους άλλους πολίτας; Δεν είναι αυτή η
δικαστική επιστήμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, αυτή είναι, μου απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και ποίαν επιστήμην ονομάζεις δικαιοσύνην,
αυτήν ή καμμίαν άλλην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι αυτή η δικαστική επιστήμη είναι και η
επιστήμη της δικαιοσύνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν με την επιστήμην βεβαίως εκείνην με
την οποίαν τιμωρούν δικαίως, μ' εκείνην εν ταυτώ ηξεύρουν να διακρίνουν τους
καλούς από τους κακούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαιότατα, μου απεκρίθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εκείνος δε ο οποίος γνωρίζει καλά ένα θα
είναι εις θέσιν να μάθη επίσης καλά και τους πολλούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και εκείνου όστις δεν ηξεύρει καλά τους
πολλούς, δεν θα του συμβαίνη το ίδιον και διά τον ένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως· συμφωνώ ότι δεν θα γνωρίζη ούτε τον
ένα, μου απήντησεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εάν επομένως ένας ίππος δεν ηξεύρει τους
χρησίμους και τους αχρήστους ίππους, είναι δυνατόν πολύ περισσότερον να μάθη τι
είναι αυτό το ίδιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι, δεν είναι δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και εάν ένας βους δεν ηξεύρει τους αχρήστους
και τους χρησίμους βους, θα δύναται ποτέ να μάθη τι είναι αυτό το ίδιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως δεν θα είναι δυνατόν, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και δυνάμεθα να είπωμεν το ίδιον και δι' ένα
σκύλλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, ναι, πολύ ωραία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πώς λοιπόν! επρόσθεσα· ένας άνθρωπος ο
οποίος δεν θα διέκρινε τους καλούς από τους κακούς ανθρώπους, δεν θ' αγνοούσε
επίσης εάν και αυτός ο ίδιος είναι καλός ή κακός, αφού τέλος πάντων και αυτός
είναι άνθρωπος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αυτό είναι αληθινό, μου είπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Το να μην ηξεύρη δε κανείς τι είναι, είναι
ίδιον ενός ανθρώπου σώφρονος ή ενός ανθρώπου εντελώς άφρονος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όταν δεν ηξεύρη κανείς τον εαυτόν του, θα
ειπή ότι δεν έχει σώας τας φρένας του, μου απήντησεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Επομένως, είπα τότε εγώ, το να γνωρίζη καλά
κανείς τον εαυτόν του είναι μία απόδειξις ότι ο άνθρωπος αυτός είναι
νουνεχής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ω, ναι, αυτό να το βεβαιώσω δύναμαι με όλην
μου την ψυχήν, μου απεκρίθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αυτό λοιπόν συμβουλεύει και το ρητόν το
οποίον είναι χαραγμένον εις το μαντείον των Δελφών^ να είμεθα δηλαδή δίκαιοι και
σώφρονες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Φαίνεται ότι αυτό μας συμβουλεύει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Με αυτήν δε την ιδίαν επιστήμην γνωρίζομεν
και να τιμωρώμεν δικαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν, η επιστήμη διά της οποίας ηξεύρομεν
να τιμωρώμεν δικαίως, είναι η &δικαιοσύνη& αυτή, και η άλλη, διά της
οποίας είμεθα εις θέσιν να γνωρίζωμεν και τον εαυτόν μας και τους άλλους, είναι
η &σωφροσύνη&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι φαίνεται, μου απεκρίθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Επομένως, καθώς η &δικαιοσύνη& και η
&σωφροσύνη& είναι έν και το αυτό πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αυτό θα είναι φανερόν, μου απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και αι πόλεις τότε βεβαίως διοικούνται καλά
όταν καταδιώκωνται και τιμωρώνται εκείνοι οι οποίοι κάμνουν αδικίας εις βάρος
των άλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πολύ αληθινά τα λέγεις, μου είπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και η &πολιτική& επομένως είναι η
ιδία επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, είναι η ιδία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τι δε; όταν ένας άνθρωπος διοική καλώς τα
πράγματα της πολιτείας, δεν ονομάζεται και &τύραννος& και
&βασιλεύς&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν η τέχνη με την οποίαν διοικεί είναι
και βασιλική και τυραννική;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, κατ' αυτόν τον τρόπον διοικεί, μου
είπεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Επομένως και αι τέχναι αύται δεν είναι
όμοιαι με εκείνας περί των οποίων ωμιλήσαμεν προ ολίγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, είναι όμοιαι, μου είπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τι δε; όταν ένας άνδρας διευθύνει μίαν
οικίαν αρκετά καλά, δεν ονομάζεται και &οικονόμος& και
&αφέντης&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Με ποίαν τέχνην λοιπόν θα ηδύνατο και αυτός
να διευθύνη τόσον καλά το σπίτι του, με την τέχνην της δικαιοσύνης ή με καμμίαν
άλλην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Με την δικαιοσύνην, δεν υπάρχει
αμφιβολία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Είναι επομένως ένα και το αυτό πράγμα, καθώς
φαίνεται, και &βασιλεύς& και &τύραννος& και &πολιτικός&
και &οικονόμος& και &κύριος&. Και είναι μία και η αυτή τέχνη και
η &βασιλική& και η &τυραννική& και η &πολιτική& και η
&οικονομική& και η τέχνη του &κυρίου& και η &δικαιοσύνη&
και η &σωφροσύνη.& {5}</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως, είναι όπως τα λες, μου είπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και πώς λοιπόν συμβαίνει, εξακολούθησα, όταν
μεν ένας γιατρός ομιλή ενώπιον του φιλοσόφου διά διαφόρους ασθενείας και
ασθενείς ή όταν ένας τεχνίτης ομιλή διά την τέχνην του — πώς, είπα, συμβαίνει,
τότε μεν να είναι εντροπή διά τον φιλόσοφον όταν δεν δύναται να παρακολουθήση τα
λεγόμενα και να δώση και αυτός μίαν γνώμην, να μην είναι εντροπή δε δι' αυτόν
τον ίδιον όταν ένας δικαστής ή ένας βασιλεύς, ή ένας από εκείνους τους οποίους
τώρα θα αραδειάσωμε, ομιλή διά διάφορα ζητήματα ενώπιόν του, και αυτός δεν είναι
εις θέσιν ούτε να τους παρακολουθήση ούτε να δώση και αυτός οπωσδήποτε μίαν
γνώμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και ποίος σου είπε ότι δεν θα είναι εντροπή
του, Σωκράτη, αφού δεν θα δύναται να δώση την γνώμην του σε τόσα και σε παρόμοια
ζητήματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλ' όμως θα είπωμεν ότι και ως προς τα
ζητήματα αυτά αυτός ο ίδιος ο φιλόσοφος πρέπει να είναι καθώς ο αγωνιστής του
πεντάθλου και να είναι πάντοτε εις την δευτέραν γραμμήν και &μετριότης&,
ούτως ώστε να είναι εντελώς ανωφελής οπότε και όπου ευρίσκεται παρών δι' αυτά ο
&ειδήμων&; Ή θα είπωμεν πρώτον μεν ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεται την
διεύθυνσιν της οικίας του εις ξένας χείρας και να έχη αυτός τα
&δευτερεία& μέσα στο ίδιο του το σπήτι, αλλ' ό,τι οφείλει να ηξεύρη και
να τιμωρή και να δικάζη όπως και όταν πρέπη, αν θέλη να πηγαίνη κατά
Θεού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και παρεδέχθη ότι είχα δίκαιον εις όσα
έλεγα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Έπειτα δε βεβαίως, εάν οι φίλοι του τον
παίρνουν διά συμβιβαστήν εις τας μεταξύ των φιλονεικίας και εάν η πατρίς τον
καλή ως διαιτητήν ή ως δικαστήν και έχη την ανάγκην του, δεν είναι εντροπή δι'
αυτόν, αγαπητέ σύντροφε, να γίνη φανερός ότι δεν είναι διά τίποτε, ότι είναι
δεύτερος ή τρίτος εις τα ζητήματα αυτά εις τα οποία έπρεπε να είναι
πρώτος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πολύ, μα πολύ σωστά τα λέγεις, μου
απήντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πολύ επομένως απέχει, αγαπητέ μου, από του
να είναι η &φιλοσοφία πολυμάθεια& και η ενασχόλησις εις τας διαφόρους
τέχνας και η αφοσίωσις εις τας επιστήμας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και μόλις είπα εγώ αυτά, εκείνος ο οποίος
έκαμε τον σοφόν εντράπη δι' όσα μου είχε αραδιάση προτήτερα και εσιώπησεν, ο δε
άλλος, ο &αμαθής&, παρεδέχθη ότι είχα δίκαιον και όλοι οι άλλοι επίσης
οι οποίοι ήσαν παρόντες εις όλην αυτήν την συζήτησιν παρεδέχθησαν όσα είπα χωρίς
καμμίαν αντίρρησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1} Ο Κριτίας δεν επίστευε πλέον εις τους
θεούς, ούτε εις την ύπαρξιν πνεύματος ψυχής· την δε θρησκείαν εθεώρει ως
εφεύρεσιν των νομοθετών δια να κυβερνώνται ευκόλως οι λαοί!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2} Εις το «Τίμαιον».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3} Παραπόταμος του Ιλισσού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4} [Ελλιπής πρόταση την συμπλήρωσα
συμβουλευόμενη την αγγλική μετάφραση της έκδοσης Plato. </span><span lang="EN-GB" style="font-size: 16pt;">Plato in Twelve Volumes, Vol. 8 translated by
W.R.M. Lamb. Cambridge, MA, Harvard University Press; London, William Heinemann
Ltd. 1955.]</span>
</dt>
<dt><span lang="EN-GB" style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span lang="EN-GB" style="font-size: 16pt;">5} [</span><span style="font-size: 16pt;">Η</span><span style="font-size: 16pt;"> </span><span style="font-size: 16pt;">παράγραφος</span><span style="font-size: 16pt;">
</span><span style="font-size: 16pt;">είχε</span><span style="font-size: 16pt;">
</span><span style="font-size: 16pt;">από</span><span style="font-size: 16pt;">
</span><span style="font-size: 16pt;">κάτω</span><span style="font-size: 16pt;">
</span><span style="font-size: 16pt;">την</span><span style="font-size: 16pt;">
</span><span style="font-size: 16pt;">εξής</span><span style="font-size: 16pt;">
</span><span style="font-size: 16pt;">φράση</span>
</dt>
<dt><span lang="EN-GB" style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">" — Πολύ επομένως απέχει, αγαπητέ μου, από του
να είναι η "</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">την οποία μετέφερα πιο κάτω, συμβουλευόμενη
την αγγλική μετάφραση που αναφέρεται ανωτέρω.]</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-6559779051315548442013-09-04T05:44:00.002-07:002013-09-04T05:44:21.271-07:00Π Λ Α Τ Ω Ν Ο Σ: ΚΡΑΤΥΛΟΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">Π Λ Α Τ Ω Ν Ο Σ:
ΚΡΑΤΥΛΟΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Η ιστορική σημασία του "Κρατύλου" έγκειται στο
ότι στις σελίδες του ενσωματώνεται η πρώτη φιλοσοφική απόπειρα στην ιστορία της
δυτικής σκέψης να αντιμετωπισθεί φιλοσοφικά η προβληματική της γλώσσας, και
μάλιστα να συμπεριληφθούν σε ένα έργο η σχετική προσέγγιση του Πλάτωνος και
προϋπάρξασες διδασκαλίες των Σοφιστών. Στον διάλογο αυτό δεν υπάρχει κάτι που να
μην είναι αμφίσημο και -ακριβώς γι αυτό- αντιφατικό, κυρίως δε αμφίσημα και
αντιφατικά είναι τα ερωτήματα που εισάγονται προς συζήτηση. [...] Μια μνημειώδη
έκδοση του πλατωνικού διαλόγου «Κρατύλος» επιχείρησε ο Γ. Κεντρωτής - καθηγητής
Θεωρίας της μετάφρασης, μεταφραστής πολλών ξένων συγγραφέων, αλλά και συγγραφέας
ο ίδιος μελετών. Οι φιλολογικές φιλοδοξίες του Γ. Κεντρωτή ξεπερνούν κι εκείνες
των φιλολόγων μεταφραστών και σχολιαστών έργων της αρχαίας ελληνικής
γραμματείας. Διότι μπορεί η έκδοσή του να μην είναι ξεκάθαρο σε τι είδους
αναγνώστες απευθύνεται -φοιτητές, φιλολόγους, εραστές της παράδοσης ή
ερασιτέχνες γλωσσολόγους- δεν παύει όμως να αποτελεί ένα κατόρθωμα. Ο «Κρατύλος»
είναι το πρώτο σωζόμενο έργο της αρχαιοελληνικής γραμματείας όπου
αντιμετωπίζεται φιλοσοφικά η προβληματική της γλώσσας και συμπεριλαμβάνονται οι
προ του Πλάτωνος σχετικές διδασκαλίες των σοφιστών. Όσοι είναι κάπως
εξοικειωμένοι με τους πλατωνικούς διαλόγους δεν θα δοκιμάσουν ασφαλώς εκπλήξεις
ως προς τη γλαφυρότητα αλλά και την πυκνότητα αυτού του διαλόγου ούτε ως προς
τις εκμαιευτικές μεθόδους του Σωκράτη. Και όπως ήταν η συνήθεια και ο τρόπος του
φιλοσόφου, ο διάλογος κάθε άλλο παρά κλείνει το θέμα της γλώσσας. Πρέπει να πω
ότι η μετάφραση του Γ. Κεντρωτή είναι στρωτή, αλλά δεν έκανε ο μεταφραστής καμία
απόπειρα να συμπορευτεί -σε αριθμό λέξεων- με το αρχαίο κείμενο. Βρίσκω την
εισαγωγή του αρκετά εμπεριστατωμένη αλλά κι εκτενή -από τις σελίδες 25 ώς 153.
Εκτεταμένες είναι και οι σημειώσεις οι οποίες καλύπτουν τις σελίδες 325-450.
Όμως ας μη μεμψιμοιρούμε, τέτοιες εκδοτικές προσπάθειες δεν είναι συχνό
φαινόμενο στη χώρα μας.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;"> (Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΚΥΡ. Ζ Α Μ Π Α</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Κρατύλος πλην της μεγάλης γλωσσολογικής του
αξίας ανήκει και υπό φιλοσοφικήν έποψιν εις την τελευταίαν συγγραφικήν περίοδον
του Πλάτωνος, διότι θέτει το ζήτημα της χειραφετήσεως της σκέψεως από τας
ατελείας της γλώσσης, το οποίον αναπτύσσεται τελειότερον εις τον Θεαίτητον και
τον Σοφιστήν. Επειδή όμως ο σκοπός της παρούσης βιβλιοθήκης δεν επιτρέπει να
αναλύσωμεν διά μακρών το έργον, θα περιορισθώμεν να συνοψίσωμεν ενταύθα μόνον,
πώς πρέπει να εννοηθή το γλωσσικόν μέρος, διότι συνήθως εις αυτό δεν αποδίδεται
καμμία αξία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το μέρος τούτο διαιρείται εις δύο: Το
προπαρασκευαστικόν (σελ. 21 [από: Εις πολλά μέρη …]— 75), [μέχρι δηλαδή περίπου
της φράσεως -Πότε λοιπόν θα απέκαμνε δικαίως-] το οποίον περιέχει ετυμολογίας
όχι καθώς τας εννοούμεν σήμερον, αλλά την μουσικήν ή λαϊκήν ετυμολογίαν
(Wolksetymologie), και την ετυμολογίαν των ριζών (ή πρώτων ονομάτων, σελ. 75 —
85). — Ενταύθα αρχίζομεν από το δεύτερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1. Ο Κρατύλος θέτει καλώς το πρόβλημα της
καταγωγής της γλώσσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρώτη αρχή της γλώσσης είναι οι κρότοι του
στόματος και της ρινός, όχι ακόμη οι μιμητικώς και τεχνικώς διά του λάρυγγος
εξερχόμενοι, αλλά αυθορμήτως και φυσικώς και επιφωνηματικώς κατά τινα ανάγκην
του σώματος, ή πόνον, ή ανησυχίαν, ή πάθησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τοιούτος κρότος σαφέστατα διακρινόμενος
είναι:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο κρότος του εμετού (εκ) ο οποίος διεσώθη
καλώς εις την ελληνικήν γλώσσαν ως πρόθεσις &εκ& και είναι η αυτή λέξις
με την γερμανικήν ekel = αηδία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">H ρινοφωνία της πείνης νρ (ν φωνήεν), το
οποίον αρχικώς εσήμαινε πεινώ και τρώγω, και διεσώθη εις το στερητικόν
&αν& και την πρόθεσιν &εν&, τα οποία είναι ακόμη όμοια εις την
λατινικήν γλώσσαν (in). Παρόμοια είναι το λιχουδιστικόν &μλ μλ&, το
θρηνητικόν &i&, το μασητικόν &κα-κα& (γερμ. Kauen) κτλ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι κρότοι αυτοί και ολίγοι άλλοι παρόμοιοι
είναι τόσον ευδιάγνωστοι, ώστε κάλλιστα έν ζώον όταν δεν βλέπη το άλλο και ακούη
από το στόμα του τον κρότον &εκ&, εννοεί ότι τούτο κάμνει εμετόν. Αυτή
λοιπόν η εξ αποστάσεως ειδοποιητική δύναμις των τοιούτων κρότων υπέδειξε τα
πλεονεκτήματα της στοματικής συνεννοήσεως, και επίκουρος αυτής ήλθε η ανατομική
εξέλιξις και τελειοποίησις των μυών του στόματος, το οποίον πλέον και άνευ της
φυσικής ανάγκης ήτο εις θέσιν παιγνιωδώς πως να αποδώση εκείνους τους ήχους και
κρότους με την βεβαιότητα, ότι το άλλο ζώον το οποίον ακούει, θα νομίση ότι
πρόκειται περί αληθινού εμετού, ή άλλης αναλόγου φυσικής ανάγκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και από του σημείου τούτου ο κρότος αυτός
είναι καθαρώς γλωσσικής φύσεως, διότι δεν παράγεται αυθορμήτως εκ φυσικής
ανάγκης, αλλά μιμητικώς. Ως τοιούτος γίνεται εξαίρετον όργανον της νοήσεως,
διότι γυμνάζει την ψυχήν εις τας παραστάσεις άνευ των αισθήσεων και προ πάντων
διότι ο κρότος, δηλαδή η λέξις τόρα πλέον, γίνεται αφορμή προς επανάληψιν και
τελειοποίησιν της παραστάσεως. Διότι τόρα πλέον το εκ δεν σημαίνει μόνον κάμνω
εμετόν, αλλά και το &έξω, εκτός, εξέρχομαι, έξοδος, εξωτερικώς, έξωθεν&
κτλ. Δηλαδή ως ρίζα έχει μουσικόν σημαινόμενον χωρίς να ανήκη εις ωρισμένον
μέρος του λόγου. Ομοίως η ρινοφωνία της πείνης γίνεται εκφραστικός ήχος του
γενικωτέρου νοήματος της στερήσεως, και επί πολύν καιρόν υπάρχει ως αυθύπαρκτος
λέξις αν σημαίνουσα στέρησιν, έως ότου ήλθε η εποχή της συγκολλήσεως των ήχων
(συλλαβών), η οποία το κατέστησε στερητικόν α (αν), ενώ η έννοια του τρώγω
διεκρίθη πλέον ως έννοια του εντός και έμεινε ως πρόθεσις εν, σημαίνουσα γενικώς
&εντός, εισέρχομαι, είσοδος, ένδον& κτλ. Επίσης το θρηνητικόν i έγινε
σύμβολον της θρηνώδους παρακλήσεως και απαιτήσεως και απετέλεσε μίαν προσταγήν =
πήγαινε, απαράλλακτα καθώς διεσώθη εις την λατινικήν ως προστακτική του ρήματος
io (i = πήγαινε), ελληνιστί ίθι. Βαθμηδόν το αυτό έλαβε και την σημασίαν του
πορεύομαι, πορεία, δρόμος κτλ. Αλλά εξ άλλου έλαβε και την σημασίαν του χαρισμού
και εχρησιμοποιήθη αργότερον ως επίθημα και κατάληξις της χαριστικής πτώσεως
(δοτικής) και της χαριστικής εγκλίσεως, δηλ. της υποτακτικής και
ευκτικής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ομοίως το ο (οχ) έγινε αρνητικόν ου, ουχί, το
χα έγινε χάος, χαίνω, καγχάζω κτλ, το σα ανδάνω, satis, satigen, το
λιχουδιστικόν μλ= μέλι, μελωδία, μέλος, μέλει (=έχει τον νουν του στο μέλι)
κτλ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και διαρκώς πλέον η γλώσσα τροφοδοτεί την
διάνοιαν και η διάνοια ωθεί την γλώσσαν προς άλλα. Το στόμα γίνεται τελειοτάτη
μιμητική μηχανή. Δι' αυτό αρχίζει να μιμήται και ήχους παραγομένους εις άλλο
μέρος του σώματος καθώς είναι ο κρότος της κοιλίας gut και σημαίνει κυρτός,
γύρος, κύκλος, κύμα, κοίλος, έγκυος, ξυν (=έγκυος) κτλ… έπειτα το διεντέρευμα
περ (πορ) πέρας, πέρα, περ, περί. Έπειτα χρησιμοποιεί το ε ως προσκλητικόν, και
το προσκολλά ως κατάληξιν κλητικής πτώσεως και προστακτικής εγκλίσεως: άγγελε,
άγγελε. Έκτοτε έχομεν την πρώτην πτώσιν και τοιαύτη είναι η κλητική (όχι η
ονομαστική), και την πρώτην έγκλισιν και τοιαύτη είναι η προστακτική (όχι η
οριστική), διότι ο ζωώδης άνθρωπος εκφράζει επιθυμίας και ανάγκας και όχι
ορισμούς και κρίσεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η οριστική έγκλισις παρήχθη αργότερον με
μικράν διαφοράν από την προστακτικήν, σημαίνουσα προσταγήν αξιωματικήν άνευ
αντιρρήσεως και καύχησιν: ου ποιήσεις = δεν θα το κάμης σου λέγω, είμ' Οδυσσεύς=
το καυχώμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι έξωθεν ήχοι εξηκολούθησαν συμπληρούντες την
γλώσσαν. Ο ήχος της βροχής (σρρρ) εσχημάτισε το ρέω ρους και προ πάντων την
κατάληξιν της συρροής και πλησμονής ρός. Ο ήχος της τριβής εσχημάτισε τα τρίβω,
θερμαίνω, τέρπω, — τερος, τρυπώ, τρία. — τήρ, τής κτλ., ο κρότος του δεικνύοντος
δακτύλου εσχημάτισε το γενικόν δεικτικόν το, το μασσητικόν κα-κα έγινε κακός,
κακία κτλ., το καυστικόν δε (=τζιζ) έγινε δας, δαίω, διδάσκω, δαίμων, δη, δήλος,
δέω, δεσμός, δέκα, δέχομαι κτλ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μίαν τοιαύτην γλωσσικήν αναδρομήν εις τα
στοιχειωδέστερα διά της μουσικής αντιλήψεως των φυσικών ήχων και των φωνών των
ζώων διέγνωσεν ο δαιμόνιος Πλάτων εις τον Κρατύλον του. Και αν δεν είχε τας
σημερινάς ευκολίας της συγκρίσεως των γλωσσών διά να εξαντλήση όλα τα
παραδείγματα, όμως ο συνθετικός του νους και εις ολίγιστα, πλην ασφαλή,
στηριζόμενος έδωκε πλήρεις κανόνας της γλωσσογονίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2. Αι ετυμολογίαι του Κρατύλου είναι μουσικαί
ετυμολογίαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Πλάτων δεν γνωρίζει την ιστορικήν αλλά την
μουσικήν ετυμολογίαν, η οποία συνήθως συμπίπτει με την ιστορικήν, πολλάκις όμως
δεν συμπίπτει, και τότε παρέχει γλωσσικά φαινόμενα ανεξήγητα διά την γραμματικήν
επιστήμην. Κάλλιστον παράδειγμα τούτου είναι η υπό του Πλάτωνος ετυμολογία της
λέξεως αλήθεια. Η ετυμολογία αυτή προ πάντων συνετέλεσε να χάση ο Κρατύλος πάσαν
υπόληψιν ως μη γνωρίζων δήθεν το στερητικόν α. Αλλά η σελίς 67 (τέλος)
αποδεικνύει ότι ο Πλάτων γνωρίζει το στερητικόν α ως αυταπόδεικτον και είναι
τόσον δεινός παρατηρητής της γλώσσης, ώστε αναλύει τελειότατα το δυσκολώτερον
αθροιστικόν α λέγων εν σελίδι 46: καθώς εις το ακόλουθος και άκοιτις, όπου
σημαίνει το ομού. Και εις την σελίδα 47: «Καθώς λοιπόν τον ομοκέλευθον και
ομόκοιτιν τον ωνομάσαμεν ακόλουθον και άκοιτιν».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ερωτώμεν: άραγε ήτο δυσκολώτερον εις τον
Πλάτωνα, ο οποίος ανεζήτει όλους τους γνωστούς τύπους των λέξεων, να εύρη εις
τον δωρικόν τύπον αλάθεια την λθ ρίζαν και το α το στερητικόν (αρνητικόν), παρά
το ακόλουθος να το ερμηνεύση ως ομοκέλευθος; Βεβαίως αυτό δεν είναι δυνατόν,
ώστε κάτι άλλο θα συμβαίνη. Και πραγματικώς η λέξις αλήθεια μετά το αγαθόν έχει
εξαιρετικήν θέσιν εις το γλωσσικόν αίσθημα του Πλάτωνος. Η αλήθεια είναι
απαραιτήτως δια τον Πλάτωνα κάτι τι θείον, είναι άλη θεία= δηλαδή πτήσις θεία.
Την τοιαύτην δε μουσικήν σημασίαν της λέξεως αλήθεια (λαϊκήν ετυμολογίαν) ο
Πλάτων δεν την θυσίαζε απέναντι εκατομμυρίων στερητικών και αθροιστικών
α.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευτυχώς τα φαινόμενα της μουσικής ετυμολογίας
βαίνουν εκ παραλλήλου και εις την σημερινήν γλώσσαν, και είναι εύκολον να
καταστήσωμεν το πράγμα αισθητόν. Καθώς η αλήθεια δια τον Πλάτωνα, ομοίως ιερά
και ουράνια λέξις είναι σήμερον δι' ημάς τα χερουβείμ. Όστις ακούει προφερομένην
αυτήν την λέξιν είναι αδύνατον να μην ενωτίζεται αυτό το χαίρε. Ο Πλάτων υπό τας
σημερινάς συνθήκας της ορθογραφίας απλούστατα θα έγραφε το Χερουβείμ με αι
(Χαιρουβείμ), καθώς οι τιμωρούμενοι μαθηταί των σχολείων. Αλλά ερωτώμεν: όσον
και αν τιμωρήται ο μαθητής διά να μη γράφη εν έχειρον (το ενέχυρον), άραγε
πιστεύει κανείς εκ των διδασκάλων ότι αναβιώνει την λέξιν εχυρός και καταστρέφει
την κοινήν αντίληψιν (λαϊκήν ετυμολογίαν, volksetymologie) ότι το ενέχυρον είναι
στο χέρι; Δι' αυτόν τον λόγον αρχαιόθεν η Ιερουσαλήμ εσχετίσθη με το ιερός και
έλαβε δασείαν, ενώ δεν είχε. Διά τον ίδιον λόγον εις παλαιοτέραν εποχήν ο
φιλόνεικος εγράφη με ει, διότι δεν ήτο πλέον φίλος νίκης, αλλά φίλος
νείκους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η μουσική ετυμολογία με πάσαν θυσίαν αποφεύγει
την πλησίασιν ωραίας λέξεως προς άλλην όλως κακέμφατον, ή και απλώς αντιφατικήν.
Εις τοιαύτας περιστάσεις η γλώσσα προτιμά να μην εφαρμόση τους ευφωνικούς και
αναλογικούς κανόνας και να αποτελέση εξαίρεσιν του κανόνος. Η εξαίρεσις όμως δεν
είναι όπως την εννοεί μέχρι σήμερον η γραμματική, δηλαδή ως φαινόμενον
ανεξήγητον και προσκρούον εις τον κανόνα, αλλά ως φαινόμενον υπαγόμενον εις
άλλον κανόνα καλλιτεχνικώτερον. Και είναι ανάγκη να εξηγηθούν όλαι αι εξαιρέσεις
και να υπαχθούν εις τους κανόνας των, δηλαδή να ευρεθή ο λόγος των, διότι άλλως
η γλωσσική έρευνα δεν δύναται να ονομασθή επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ημείς προσθέτοντες εις την γλωσσικήν επιστήμην
πλην άλλων και τους καλλιτεχνικούς νόμους της μουσικής ετυμολογίας και της
σαφηνείας εξηγούμεν τα δυσλυτώτερα γλωσσικά φαινόμενα. Το αρχαίον υύς (υιός)
έπρεπε κατά τους κανόνας της συναιρέσεως να γίνη ύς δηλαδή χοίρος, αλλ' αντί
τούτου εκλώτσησε τον κανόνα και εζήτησε άλλην διέξοδον, διότι ο υιός δεν γίνεται
χοίρος εύκολα. Το νέος έπρεπε ομοίως να γίνη νους, αλλά νέος και νους συνήθως
τουλάχιστον φαίνονται αντιφατικά και δεν πρέπει να σχετίζονται. Το βύρσα έπρεπε
να γίνη βύρρα (άρσεν — άρρεν), αλλά τότε θα έχανε όλην την μουσικήν αλήθειαν
(δηλαδή ετυμολογίαν). Αυτός δε ο λόγος της μουσικής αληθείας ή αντιθέτως
αναρμοστίας έκαμε πλέον και τους τελευταίους σχολαστικούς να αποφεύγουν τα
εκήλησε τα ώτα, διώκει την πόλιν, διότι υπενθυμίζουν τα εκύλησε και διώκει. Η
αύξησις μάλιστα αυτή του εις οι ω έχει εντελώς ανάλογον παράδειγμα και εις την
αρχαίαν γλώσσαν. Το ωνωμένος του 5ου αιώνος γίνεται οινωμένος εις τον Πλάτωνα
(Νόμοι) και τον Αριστοτέλην. Και ενώ τα χειρόγραφα έχουν ανεξαιρέτως με οι, οι
γραμματικοί διορθώνουν παντού ωνωμένος δηλ. εισάγουν τον όνον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολύ περισσότεραι εξαιρέσεις της γραμματικής
εξηγούνται με τον νόμον της σαφηνείας, ο οποίος είναι επίσης καλλιτεχνικός. Ο
Brugmann παρατηρεί εις τα φαινόμενα της συναλοιφής (Σημ. 3) ότι είναι περίεργον,
πώς η κράσις εφηρμόσθη εις τόσον ολίγα παραδείγματα (καγώ, κάτα, τούμπαλιν,
τακτός κλ.) Αλλά το φαινόμενον τούτο είναι μάλλον αποτυχούσα απόπειρα, διότι
άλλως θα παρεμορφούτο όλη η γλώσσα. Ο νόμος της σαφηνείας όμως βοηθούμενος εις
πολλά και από την μουσικήν ετυμολογίαν επανέφερε το ακέραιον. Δι' αυτό εάν το ι
της ερωτηματικής και αορίστου αντωνυμίας τι δεν εκθλίβεται, ο λόγος δεν έγκειται
εις την φύσιν του φωνήεντος αυτού, καθώς προσπαθούν να εύρουν πολλοί
μεταφυσικώς, αλλά διότι το τι με έκθλιψιν θα συνέπιπτε προς το τε με έκθλιψιν
και η τοιαύτη συνάντησις φέρει ανεπανόρθωτον σύγχυσιν, διότι δεν βοηθεί ούτε η
θέσις της λέξεως ούτε ο τονισμός. Ενώ λόγου χάριν το νά συμπίπτει μεν και αυτό
φαινομενικώς, διακρίνεται όμως ευκόλως διά του τονισμού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η επιστήμη αντί να θαυμάζη τον Κρατύλον
σήμερον, τον προπηλακίζει μη εννοούσα το βαθύ νόημα του γενάρχου αυτού της
γλωσσολογίας. Λόγου χάριν ο Πλάτων παράγει το άνθρωπος από το αναθρώσκω όπα. Η
γλωσσολογία αντιτείνει από το ανήρ όψ. Επίσης του Delbrück δεν του αρέσει ότι το
σώμα παράγεται από το σώος σώζω, οιονεί σώσμα, αλλά το θέλει από το
σκυλεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και όμως τι λέγουν τάχα καλλίτερον περί του
Αγαμέμνονος (σελ. 27 — 28) ή τι θαυμασιώτερον ημπορούν να ειπούν περί του
δαίμονος (σελ. 33). Η μουσική ετυμολογία του ευφροσύνη από το ευφεροσύνη (σελ.
71) όχι μόνον επικυρώνεται από τον ίδιον Πλάτωνα εις τον Σοφιστήν: παραφροσύνη =
παράφορος σύνεσις (σελ. 29, ιδέ και σελ. 28 την παράθεσιν των λέξεων διαφθοράν
διαφοράν, η οποία είναι ετυμολογικόν σχήμα κατά τα Ομηρικά: εις άλα άλτο και
θεοί θέσαν), αλλά και από όλην την Ελληνικήν γλώσσαν, η οποία έδωσε εις την
παραφοράν την σημασίαν της παραφροσύνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλλως ο Πλάτων τας περισσοτέρας ετυμολογίας
τας κάμνει ως προγύμνασιν και ως παραδείγματα ευλογοφανή, εις τα οποία δεν
επιμένει πάντοτε, αλλά μόνον ζητεί δι' αυτών να σχηματίση έν σύνολον κανόνων,
διά να ανέλθη εις την πρώτην αρχήν της γλώσσης και ερευνήση την σχέσιν αυτής
προς την διάνοιαν. Κατά τούτο δε ακριβώς αναδεικνύεται και θείος εις τον
Κρατύλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΥΡ. ΖΑΜΠΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΚΡΑΤΥΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ή περί ορθότητος των ονομασιών)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ — ΚΡΑΤΥΛΟΣ —
ΣΩΚΡΑΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν θέλεις να συμπεριλάβωμεν εις την
συζήτησιν μας και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη; Νά τος εδώ είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος. Όπως θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Καλέ Σωκράτη, απ' εδώ ο Κρατύλος
ισχυρίζεται ότι η ορθότης της ονομασίας είναι εκ φύσεως φυτευμένη μέσα εις
έκαστον ον, και δεν θα ειπή όνομα το να συμφωνήση ο ένας και ο άλλος πώς να
ονομάζουν ένα πράγμα προσθέτοντες και ένα κομμάτι της φωνής των, αλλ' ότι εκ
φύσεως εδόθη κάποια ορθότης των ονομασιών και εις τους Έλληνας και εις τους
βαρβάρους και είναι όμοια εις όλους. Εγώ λοιπόν τον ερωτώ αν πραγματικώς
ονομάζεται Κρατύλος, και αυτός το παραδέχεται. Και ο Σωκράτης, του λέγω, δεν
ονομάζεται Σωκράτης; Ναι, μου λέγει. Λοιπόν και όλοι οι άλλοι άνθρωποι δεν έχουν
όνομα εκείνο το οποίον ημείς τους ονομάζομεν; Τότε αυτός μου απαντά· Αι λοιπόν
σου λέγω ότι συ δεν ονομάζεσαι Ερμογένης, έστω και αν όλοι οι άνθρωποι
ανεξαιρέτως σε ονομάζουν με αυτό το όνομα. Και ενώ εγώ τον ερωτώ και φαίνομαι
πρόθυμος να εννοήσω τι θέλει να ειπή, αυτός, αφού δεν μου δίδει καμμίαν εξήγησιν
με ακριβολογίαν, κάθεται ακόμη και με περιπαίζει και προσποιείται ότι κάτι
μεγάλες ιδέες στριφογυρίζουν στο μυαλό του, ωσάν τάχα αυτός να κατέχη το
μυστικόν της υποθέσεως, το οποίον αν απεφάσιζε να το εξηγήση, θα με εξηνάγκαζε
και εμέ να συμφωνήσω με την γνώμην του. Δι' αυτό εγώ είμαι πρόθυμος να σε
ακούσω, εάν έχης τρόπον να μαντεύσης το μυστικόν του Κρατύλου. Αλλ' ακόμη
προτιμότερον δι' εμέ θα ήτο να ακούση από σε τον ίδιον ποίαν γνώμην έχεις περί
της ορθότητος των ονομασιών, αν δεν σου κάμνη κόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλό παιδί του Ιππονίκου Ερμογένη, είναι
παλαιά η παροιμία που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγει, ότι είναι δύσκολον να εννοήσωμεν τα
καλά πώς είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμωμένα. Και ορισμένως το περί των
ονομασιών δεν είναι εύκολον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα. Και λοιπόν εγώ αν είχα πάρη από
τον Πρόδικον τα μαθήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που στοιχίζουν πενήντα δραχμάς, τα οποία,
καθώς το βεβαιόνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος, όποιος τα ακούσει γίνεται εις
αυτό το ζήτημα τέλειος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε δεν θα με εμπόδιζε τόρα να γνωρίζω
στην στιγμήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν περί της ορθότητος των ονομασιών.
Αλλ' εγώ δεν ήκουσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά τα μιας δραχμής μαθήματα, και δι'
αυτό δεν γνωρίζω ποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η αλήθεια επί αυτών των ζητημάτων.
Όσον όμως διά να εξετάσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συζητητικώς είμαι έτοιμος και μαζί σου και
με τον Κρατύλον. Το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι όμως λέγει ότι συ δεν ονομάζεσαι
πραγματικώς Ερμογένης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι το λέγει κάπως διά να σε
περιπαίξη. Ίσως δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζει ότι συ ενώ έχεις πόθον να
αποκτήσης χρήματα δεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατορθόνεις (1). Αλλ' επαναλαμβάνω και
πάλιν ότι αυτά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα είναι δύσκολον να τα γνωρίζη
κανείς, πρέπει όμως να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέσωμεν το ζήτημα επί του τάπητος και να
εξετάσωμεν αν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς το λέγεις συ ή καθώς το λέγει ο
Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, καλέ Σωκράτη, το κατ' εμέ, όσον
και αν συνεζήτησα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τούτον και με άλλους πολλούς, δεν
κατορθόνω να πεισθώ ότι άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι είναι η ορθότης της ονομασίας παρά
συνθήκη και συμφωνία. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ φρονώ ότι, αν κανείς δώση όνομα εις
ένα πράγμα, το όνομα αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ορθόν. Και πάλιν, αν το αλλάξη και
δώση άλλο, και πλέον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ονομάζη το προηγούμενον όνομα, εξ ίσου
είναι ορθόν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεύτερον όνομα όσον το πρώτον, καθώς δα
συνηθίζομεν να αλλάζωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα ονόματα εις τους υπηρέτας μας. Διότι
δεν εφυτεύθη εκ φύσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποτέ κανέν όνομα εις κανένα, αλλ' εδόθη
κατά τα νόμιμα και έθιμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των συνηθισμένων να μεταχειρίζωνται αυτά.
Αν όμως δεν είναι καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το λέγω, τότε εγώ είμαι πρόθυμος να
προσέξω και να μάθω όχι μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από το στόμα του Κρατύλου αλλά και από
οποιονδήποτε άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως είναι σπουδαίον αυτό που λέγεις,
Ερμογένη. Λοιπόν ας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσέξωμεν· άραγε εκείνο το οποίον ορίζει
κανείς εις έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, διά να το ονομάζη, αυτό είναι το
όνομά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αδιάφορον είτε ιδιώτης δίδει το όνομα είτε
πόλις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν; Εάν εγώ ονομάσω έν
οποιονδήποτε πράγμα, λόγου χάριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό το οποίον τόρα το ονομάζομεν
άνθρωπον, εάν αυτό εγώ το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάσω ίππον, εκείνο δε το οποίον λέγομεν
ίππον εγώ το ονομάσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπον, αυτό το πράγμα θα ονομάζεται εις
το κοινόν μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος, ιδιαιτέρως όμως ίππος, και
αντιστρόφως το άλλο θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεται ιδιαιτέρως μεν άνθρωπος, εις το
κοινόν δε ίππος; Αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έλα λοιπόν απάντησέ μου εις τούτο.
Μεταχειρίζεσαι κάποτε την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φράσιν· αλήθεια λέγεις, ψέμματα
λέγεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν υπάρχει λόγος αληθής και λόγος
ψευδής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε δεν είναι αληθής εκείνος ο οποίος
λέγει τα υπάρχοντα ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν, ψευδής δε εκείνος ο οποίος λέγει
ότι δεν υπάρχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν δυνατόν να λέγωμεν με τον
λόγον τα υπάρχοντα και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη υπάρχοντα; (2)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δε είναι αληθής ο λόγος, μόνον εις το
όλον του, εις τα μέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του όμως ψευδής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αλλά και εις τα μέρη του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς εννοείς, τα μεγάλα μέρη του μόνον
είναι αληθή, όχι όμως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα μικρά, ή όλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όλα κατά την γνώμην μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις λοιπόν να μου αναφέρης άλλο μέρος
του λόγου μικρότερον από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αυτό είναι το μικρότερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και το όνομα του αληθούς λόγου
λέγεται ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και είναι αληθές, καθώς παρεδέχθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πάλιν του ψευδούς λόγου το μέρος δεν
είναι ψέμμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν είναι δυνατόν να λέγωμεν
άλλοτε όνομα ψευδές και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοτε αληθές, αφού και λόγον ολόκληρον
λέγομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επιμένεις λοιπόν ότι οποιονδήποτε όνομα
δώση έκαστος εις ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα αυτό είναι το όνομά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρα γε και όσα ονόματα δώση κανείς εις
έκαστον πράγμα, τόσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα θα έχει αυτό και τότε ακριβώς όταν
τα λέγη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, διότι εγώ, Σωκράτη μου, δεν γνωρίζω
άλλην ορθότητα ενός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματος από αυτήν, ότι με άλλο όνομα
ονομάζω εγώ έκαστον πράγμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή εκείνο πού του έδωκα εγώ ο ίδιος,
και με άλλο συ, δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο που του έδωκες εσύ. Ομοίως δε βλέπω
και εις τας διαφόρους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόλεις ότι τα ίδια πράγματα έχουν
ιδιωτικώς διάφορα ονόματα, είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τους άλλους Έλληνας διά τους Έλληνας,
είτε εις τους βαρβάρους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά τους Έλληνας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ειπέ μας, καλέ Ερμογένη, μήπως
άρα γε σου φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι και τα πράγματα έχουν το αυτό φυσικόν,
ότι δηλαδή δι' ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστον έχουν ιδιαιτέραν ουσίαν, καθώς το
έλεγε ο Πρωταγόρας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διισχυριζόμενος ότι όλων των πραγμάτων ο
πήχυς που τα μετρά είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο άνθρωπος, και ότι τάχα, οποίου είδους
φαίνονται εις εμέ τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα, τοιαύτα είναι δι' εμέ, οποίου
είδους δε εις εσέ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτα είναι διά σε, ή σου φαίνεται ότι
ανεξαρτήτως από ημάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά έχουν μίαν φύσιν μόνιμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μίαν φοράν και εγώ, καλέ Σωκράτη,
ευρισκόμενος εις αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορίαν, επροχώρησα εις την γνώμην του
Πρωταγόρα, νομίζω όμως ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι τόσον ορθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου λέγεις, επροχώρησες ποτέ σου εις
το σημείον, ώστε να μην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιστεύης τόσον πολύ ότι υπάρχει μοχθηρός
άνθρωπος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, απ' εναντίας μάλιστα το
αντίθετον έπαθα πολλές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φορές, ώστε να φρονώ ότι μερικοί άνθρωποι
είναι πολύ μοχθηροί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αυτοί είναι πάρα πολλοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου λέγεις, πολύ αγαθοί δεν επίστευσες
έως τόρα ότι υπάρχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχουν αλλά πολύ ολίγοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οπωσδήποτε όμως φρονείς ότι
υπάρχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό λοιπόν; μήπως εννοείς
ότι οι μεν πολύ αγαθοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πολύ φρόνιμοι, οι δε πολύ μοχθηροί
είναι πολύ ανόητοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αυτήν την γνώμην έχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, εάν ο Πρωταγόρας έλεγε την
αλήθειαν και αν αυτή είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθεια, ότι καθώς φαίνονται εις έκαστον
τα πράγματα τοιαύτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και πραγματικώς, τότε είναι δυνατόν
ποτε, άλλοι από ημάς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι φρόνιμοι και άλλοι ανόητοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και νομίζω ότι συ αυτό το εννοείς πολύ
καλά, ότι δηλαδή, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει φρόνησις και αφροσύνη, δεν είναι
διόλου δυνατόν να λέγη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αλήθειαν ο Πρωταγόρας. Διότι τότε εις
τίποτε δεν θα ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονιμώτερος ο ένας από τον άλλον, εάν,
όσα φαίνονται, εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστον, αυτά είναι τα αληθινά δι' ένα
έκαστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξ άλλου όμως νομίζω ότι συ δεν
παραδέχεσαι ούτε καθώς λέγει ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ευθύδημος, ότι όλα τα πράγματα είναι εις
όλους όμοια συγχρόνως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάντοτε. Διότι και με αυτήν την
θεωρίαν δεν είναι δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι να είναι αγαθοί και άλλοι μοχθηροί,
αφού εξ ίσου εις όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάντοτε θα υπήρχεν αρετή και
κακία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αφού δεν είναι εις όλους όλα όμοια
συγχρόνως και πάντοτε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε ιδιαιτέρως έκαστον πράγμα δι' ένα
έκαστον, έπεται σαφώς ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά καθ' εαυτά τα πράγματα έχουν μίαν
μόνιμον φύσιν, και όχι ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς ημάς ουδέ εκ μέρους μας, συρόμενα άνω
και κάτω από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικόν μας τρόπον του σκέπτεσθαι, αλλά
καθ' εαυτά συμφώνως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την φύσιν των καθώς επλάσθησαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, Σωκράτη μου, ότι έχεις
δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίαν γνώμην λοιπόν έχεις ότι επλάσθησαν
μεν ούτω πως τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα, αι πράξεις των όμως δεν
επλάσθησαν κατά τον ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον; ή τάχα και αυταί δεν είναι ένα
είδος των πραγμάτων, αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράξεις, δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, είναι και αυταί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε κατά την ιδικήν των φύσιν εκτελούνται
και αι πράξεις και όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά την φαντασίαν μας. Παραδείγματος
χάριν, εάν ημείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δοκιμάσωμεν να κόψωμεν ένα πράγμα, πώς
οφείλομεν να το κόψωμεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε όπως και αν θέλωμεν και με ό,τι
μέσον θέλομεν, ή εάν μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θελήσωμεν να κόψωμεν το καθέν καθώς
επλάσθη, να κόπτη και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κόπτεται και με ό,τι μέσον επλάσθη να
κόπτεται, τότε θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτύχωμεν να το κόψωμεν και θα έχωμεν ένα
κέρδος και ορθώς θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκτελέσωμεν αυτήν την πράξιν, εάν όμως
δοκιμάσωμεν παρά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσιν, θα αποτύχωμεν και δεν θα κερδίσωμεν
τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, και αν δοκιμάσωμεν να καύσωμεν ένα
πράγμα, δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθόν να μη το καύσωμεν με οποιανδήποτε
μέθοδον, αλλά με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθήν; Και αυτή δεν είναι εκείνη κατά την
οποίαν επλάσθη έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα να καίεται και να καίη και με ό,τι
μέσον επλάσθη να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καίεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και τα άλλα δεν είναι το
ίδιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν μήπως και το να ομιλούμεν δεν
είναι μία από όλας τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράξεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν; εάν κανείς ομιλή όπως νομίζει
ότι πρέπει να ομιλή, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλήση ορθώς, ή εάν μεν ομιλή καθώς
επλάσθησαν τα πράγματα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα λέγωμεν και να λέγωνται και με ό,τι
μέσον επλάσθησαν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγωνται, θα ομιλήση αποτελεσματικώς, ει
δε μη, θα αποτύχη και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα κάμη τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω ότι είναι καθώς το λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι ένα μέρος της ομιλίας και
το να λέγωμεν το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενός πράγματος; διότι επάνω κάτω με τα
ονόματα γίνεται η ομιλία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν δεν είναι πράξις και το να
λέγωμεν ένα όνομα, αφού και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ομιλία είναι πράξις αναφερομένη εις τα
πράγματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι δε πράξεις πάλιν δεν είπαμεν ότι δεν
είναι όπως τας θέλομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς, αλλ' έχουν κάποιαν ιδικήν των
φύσιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν είναι ορθόν και να
ονομάζωμεν τα πράγματα καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επλάσθησαν να ονομάζωνται και με το εκ
φύσεως ορθόν μέσον, όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως καθώς θελήσωμεν ημείς, εάν πρόκειται
να συμφωνούμεν με τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενα; Και κατ' αυτόν μεν τον τρόπον
είναι δυνατόν να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάσωμεν επιτυχώς, αλλέως όμως
όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν, το πράγμα που επρόκειτο να
το κόψωμεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχόμεθα ότι θα το κόψωμεν με έν
όργανον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εκείνο, που επρόκειτο να το υφάνωμεν,
έπρεπε με έν όργανον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το υφάνωμεν, και εκείνο που επρόκειτο να
τρυπήσωμεν, έπρεπε με έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όργανον να το τρυπήσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν, και εκείνο που επρόκειτο να το
ονομάσωμεν, έπρεπε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ονομάσωμεν με έν όργανον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά ποίον ήτο εκείνο το όργανον με το
οποίον έπρεπε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρυπήσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τρύπανον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίον εκείνο με το οποίον έπρεπε να
υφάνωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η σαΐτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίον εκείνο με το οποίον έπρεπε να
ονομάσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά το λέγεις. Ώστε ένα όργανον είναι και
το όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν εγώ ερωτήσω, τι είδους όργανον
είναι η σαΐτα, δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου απαντήσης ότι είναι εκείνο με το
οποίον υφαίνομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όταν υφαίνωμεν τι κάμνομεν; δεν
διαχωρίζομεν το στημόνι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το υφάδι τα οποία είναι
ανακατευμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το ίδιον δεν έχεις να ειπής και διά
το τρύπανον και διά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ημπορείς λοιπόν να ειπής το ίδιον και διά
το όνομα; δηλαδή τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνομεν με το όνομα, αφού είναι ένα
όργανον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ημπορώ να το ειπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου λέγεις, παραδέχεσαι ότι κάτι
διδάσκομεν ο είς τον άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και διασαφηνίζομεν τα πράγματα πώς είναι
πλασμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως το όνομα δεν είναι όργανον
διδακτικόν και διασαφητικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της φύσεως των πραγμάτων, καθώς η σαΐτα
είναι διαχωριστικόν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υφάσματος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι υφαντικόν όργανον η
σαΐτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς δεν είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως ο μεν υφαντικός θα χρησιμοποιήση
καλά την σαΐταν, καλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε θα ειπή με τον υφαντικόν τρόπον, ο δε
διδακτικός θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρισθή καλά το όνομα, καλά δε θα
ειπή, με τρόπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδακτικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τίνος έργον χρησιμοποιεί καλά ο
υφαντής, όταν μεταχειρίζεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά την σαΐταν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το έργον του ξυλουργού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' έκαστος είναι ξυλουργός, ή εκείνος
που κατέχει την τέχνην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνος που κατέχει την τέχνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν τίνος έργον χρησιμοποιεί ο
τρυπητής καλά, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζεται το τρύπανον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το έργον του σιδηρουργού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άρα γε έκαστος είναι σιδηρουργός, ή
εκείνος που κατέχει την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέχνην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνος που κατέχει την τέχνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχει καλώς. Τίνος πάλιν το έργον θα
χρησιμοποιήση ο διδακτικός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν μεταχειρίζεται το όνομα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε αυτό δεν το γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ουδέ τούτο τουλάχιστον δεν ημπορείς να
ειπής, ποίος μας δίδει τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα, τα οποία μεταχειριζόμεθα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν φρονείς άρα γε ότι ο νόμος είναι
εκείνος που μας τα δίδει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν του νομοθέτου το έργον
χρησιμοποιεί ο διδακτικός όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζεται το όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομοθέτης δε σου φαίνεται ότι είναι πας
άνθρωπος, ή εκείνος που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέχει την τέχνην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνος που κατέχει την τέχνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν είναι δουλειά του καθενός,
Ερμογένη μου, να θέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα, αλλά κανενός ονοματουργού. Αυτός
δε, καθώς φαίνεται, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο νομοθέτης, ο οποίος ωρισμένως είναι από
όλους τους τεχνίτας ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σπανιώτερος εις τον κόσμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έλα τόρα λοιπόν σκέψου, πού αποβλέπει ο
νομοθέτης όταν θέτη το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα. Κάμε δε αναδρομικήν σκέψιν εις τα
προηγούμενα. Εις τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποβλέπει ο τεχνίτης όταν κατασκευάζη την
σαΐταν; Μήπως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποβλέπει προς έν πράγμα με τοιούτον
σχήμα, ώστε να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλασμένον διά να υφαίνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν αν σπάση εις τα χέρια του η
σαΐτα την ώρα που την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευάζει, άρα γε όταν θα κάμη άλλην θα
αποβλέπη προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σπασμένην, ή προς εκείνην την μορφήν της
σαΐτας σύμφωνα με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίαν κατεσκεύαζε και εκείνην που
έσπασεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προς εκείνην την μορφήν, νομίζω
εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν είναι το δικαιότερον από
όλα, εκείνην να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάσωμεν καθ' εαυτό σαΐταν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτήν την γνώμην έχω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν πρέπει λοιπόν, όταν πρόκειται να
κατασκευάσωμεν σαΐτα διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λεπτόν φόρεμα, ή χονδρόν, ή λινόν, ή
μάλλινον ή οποιονδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο, όλαι μεν αι σαΐται να έχουν την
μορφήν της σαΐτας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιαδήποτε όμως είναι φύσει η καλλιτέρα
διά το καθέν, αυτής το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχήμα να αποδώσωμεν εις έκαστον τοιούτον
εργαλείον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και διά τα άλλα όργανα ο ίδιος δεν
είναι ο τρόπος της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευής; Δηλαδή πρέπει να εύρη τις
ποίον είναι το εκ φύσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλασμένον όργανον διά το καθέν και να το
αποτυπώση εις εκείνην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ύλην από την οποίαν κατασκευάζει αυτό
το έργον, όχι όπως του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέβη αλλ' όπως το απαιτεί η φύσις του
πράγματος. Παραδείγματος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν πρέπει, καθώς είπαμεν, να γνωρίζη να
αποτυπώνη εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σίδηρον εκείνο το τρύπανον το οποίον είναι
εκ φύσεως κατάλληλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' έκαστον πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και την εκ φύσεως κατάλληλον δι' έκαστον
πράγμα σαΐταν να την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτυπόνη εις το ξύλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι δι' έκαστον είδος υφάσματος, καθώς
είπαμεν, είναι εκ φύσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατάλληλος και μία σαΐτα και τάλλα
εργαλεία κατά τον ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν, αγαπητέ μου φίλε, και το εκ
φύσεως κατάλληλον όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' έκαστον πράγμα ο νομοθέτης εκείνος
πρέπει να γνωρίζη να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτυπώση εις τους φθόγγους και τας
συλλαβάς, και αποβλέπων προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το καθ' εαυτό όνομα να κατασκευάζη
και να αποτυπόνη όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα, εάν θέλη να είναι έγκυρος
ονοματοθέτης; Εάν δε πας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομοθέτης δεν αποτυπόνη εις τας ιδίας
συλλαβάς, τούτο δεν πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να επηρεάση την γνώμην μας. Διότι ούτε πας
σιδηρουργός εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον χαλκόν αποτυπόνει, όταν προς τον
ίδιον σκοπόν κατασκευάζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιον όργανον, είτε εδώ εργάζεται είτε
εις τους βαρβάρους. Δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν θα κρίνης το ίδιον και διά τον
νομοθέτην, είτε είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδώ είτε εις τους βαρβάρους, ότι δηλαδή,
εν όσω αποδίδει την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μορφήν του ονόματος η οποία αρμόζει εις
έκαστον πράγμα δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιωνδήποτε συλλαβών, δεν είναι διόλου
κατώτερος νομοθέτης αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδώ παρά ο άλλος που είναι οπουδήποτε
αλλού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος λοιπόν είναι εκείνος ο οποίος θα
κρίνη αν απετυπώθη η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρμόζουσα μορφή της σαΐτας εις
οποιονδήποτε ξύλον; εκείνος που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την κατεσκεύασε, δηλαδή ο ξυλουργός, ή
εκείνος που θα την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρησιμοποιήση, δηλαδή ο υφαντής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι μάλλον θα
κρίνη εκείνος που θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την χρησιμοποιήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά ποίος είναι εκείνος που θα
χρησιμοποιήση το έργον του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κιθαροποιού; Τάχα δεν είναι εκείνος, ο
οποίος γνωρίζει κάλλιστα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να επιστατήση όταν κατασκευάζεται το
όργανον και αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευασθή ημπορεί να κρίνη αν
κατεσκευάσθη καλά ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο κιθαριστής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποιος θα κρίνη το έργον του
ναυπηγού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο πλοίαρχος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίος είναι εκείνος που θα επιστατήση
καλλίτερα εις το έργον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του νομοθέτου και αφού κατασκευασθή θα το
κρίνη είτε εδώ είτε εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους βαρβάρους; άραγε όχι εκείνος που θα
το χρησιμοποιήση;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε αυτός δεν είναι εκείνος που
γνωρίζει να ερωτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και να αποκρίνεται επίσης ο ίδιος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και έναν άνθρωπον, που γνωρίζει να ερωτά
και να αποκρίνεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλως πώς τον ονομάζεις συ παρά
διαλεκτικόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αλλά διαλεκτικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως του μεν ξυλουργού έργον είναι να
κατασκευάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πηδάλιον υπό την επίβλεψιν του πλοιάρχου,
εάν πρόκειται να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλόν το πηδάλιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Του δε νομοθέτου έργον είναι, καθώς
φαίνεται, να κατασκευαστή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα, υπό την επίβλεψιν ενός διαλεκτικού,
εάν έχει σκοπόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεσπίση καλώς τα ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν επάνω κάτω, καλέ Ερμογένη, δεν
είναι μικρόν πράγμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς συ νομίζεις, η ονοματοθεσία, ούτε
έργον ασημάντων ανθρώπων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε του καθενός. Επομένως ο Κρατύλος
λέγει σωστά, ότι δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι εκ φύσεως πλασμένα τα ονόματα εις τα
πράγματα, και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ο καθείς εφευρέτης ονομάτων, αλλά
μόνον εκείνος, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποβλέπει εις το όνομα που είναι εκ φύσεως
δοσμένον εις έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα και ο οποίος είναι ικανός να
αποτυπώση την μορφήν αυτού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τα γράμματα και τας συλλαβάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ, καλέ Σωκράτη, δεν γνωρίζω πώς πρέπει
να αντικρούσω αυτά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία λέγεις. Ίσως όμως δεν είναι εύκολον
να πεισθώ τόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτόμως, αλλά φρονώ ότι μάλλον θα πεισθώ
εις σε, αν μου δείξης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποία είναι αυτή η εκ φύσεως ορθότης των
ονομάτων, την οποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ μεν, ω αξιομακάριστε Ερμογένη, δεν
λέγω καμμίαν, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελησμόνησες χωρίς άλλο εκείνα που έλεγα
ολίγον προηγουμένως, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή δεν γνωρίζω, αλλά δέχομαι να
εξετάσω μαζί σου. Τόρα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκεί που το εξετάζαμεν μαζί εγώ και συ,
τόσον μόνον παρεδέχθημεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έξω από τα προηγούμενα, ότι το όνομα έχει
κάποιαν ορθότητα εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσεως και ότι δεν είναι δουλειά του
καθενός να γνωρίζη να θέτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα καλώς εις οποιονδήποτε πράγμα. Ή
μήπως δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν την συνέχειαν αυτού πρέπει να
εξετάσωμεν, εάν βεβαίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιθυμής να γνωρίζης, δηλαδή ποία πάλιν
είναι αυτή η ορθότης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια επιθυμώ να γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν σκέψου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πώς θέλεις να σκεφθώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο καλλίτερος τρόπος της σκέψεως, φίλε μου,
είναι μαζί με τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειδήμονας, αφού πληρώσης εις αυτούς
χρήματα και καταθέσης και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φόρον ευγνωμοσύνης. Αυτοί δε είναι οι
σοφισταί, εις τους οποίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη, αφού και ο αδελφός σου Καλλίας
επλήρωσε πολλά χρήματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα φαίνεται σοφός. Επειδή όμως δεν
κατέχεις τα πατρικά σου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να θερμοπαρακαλέσης τον αδελφόν σου
και να ζητήσης από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν να σε διδάξη την ορθότητα περί αυτών
των πραγμάτων, την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίαν έμαθε από τον Πρωταγόραν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως θα ήτο ασυλλόγιστος η παράκλησίς
μου, καλέ Σωκράτη, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μεν αλήθειαν που διδάσκει ο Πρωταγόρας
εντελώς την απορρίπτω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα όμως ελέχθησαν επί τη βάσει αυτής της
αληθείας τα ασπάζωμαι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν να έχουν καμμίαν αξίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εάν δεν σου αρέσουν ούτε αυτά, τότε
πρέπει να τα μάθης από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Όμηρον και τους άλλους ποιητάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι λέγει, Σωκράτη μου, ο Όμηρος περί
των ονομάτων και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον μέρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις πολλά μέρη, περισσότερον όμως και
καλλίτερα εκεί όπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διακρίνει διά τα ίδια πράγματα, οποία
ονόματα δίδουν οι θεοί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία οι άνθρωποι. Ή δεν φρονείς ότι αυτός
λέγει κάτι σπουδαίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αξιοθαύμαστον εις αυτά τα μέρη ως προς
την ορθότητα των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάτων; Διότι είναι ολοφάνερον ότι οι
θεοί χωρίς άλλο αποδίδουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτά με ορθότητα εκείνα τα ονόματα τα
οποία είναι πλασμένα εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσεως. Ή μήπως συ δεν το
παραδέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ είμαι βέβαιος ότι, αν δίδουν ονόματα
οι θεοί, τα δίδουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθώς. Αλλά ποία είναι αυτά που
λέγεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γνωρίζεις ότι περί του ποταμού της
Τροίας, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμονομάχει με τον Ήφαιστον, λέγει ότι οι
μεν θεοί τον ονομάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ξάνθον, οι δε άνδρες Σκάμανδρον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι φρονείς λοιπόν; δεν νομίζεις ότι είναι
ωραίον πράγμα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζης, διατί άραγε είναι ορθόν να
ονομάζωμεν εκείνον τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποταμόν μάλλον Ξάνθον παρά Σκάμανδρον; Ή,
αν θέλης περί του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πτηνού, το οποίον λέγει ότι:
&χαλκίδα& το ονομάζουν οι θεοί, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε άνθρωποι &κύμινδιν&, δεν είναι
σπουδαίον αυτό το μάθημα, όσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ορθότερον αυτό το ίδιον πτηνόν να
λέγεται χαλκίς παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κύμινδις; Ή η Βατίεια και Μυρρίνη και
πολλά άλλα του ιδίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιητού και άλλων; αλλά ίσως αυτά να είναι
ανώτερα των δυνάμεων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας διά να τα εννοήσωμεν. Ο Σκαμάνδριος
όμως και ο Αστυάναξ είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρωποειδέστερα διά να τα εξετάσωμεν κατά
την γνώμην μου, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκολώτερον να εύρωμεν δι' αυτά τα οποία
λέγει ότι είναι ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του υιού του Έκτορος, ποία άραγε εννοεί
ότι είναι η ορθότης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτών; Βεβαίως θα γνωρίζης τους στίχους,
εις τους οποίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν αυτά τα οποία λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν; νομίζεις ότι ο Όμηρος φρονεί
ότι ορθότερον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαλμένον εις το παιδί το όνομα Αστυάναξ
παρά το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκαμάνδριος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ημπορώ να σου ειπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε κάμε την εξής σκέψιν· εάν σε ερωτήση
κανείς, ποίαν γνώμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις άραγε ότι οι φρονιμώτεροι δίδουν
ορθότερον τα ονόματα ή οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανοητότεροι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν, θα έλεγα, ότι οι
φρονιμώτεροι δίδουν ορθότερον τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι νομίζεις; αι γυναίκες των διαφόρων
λαών είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονιμώτεραι, εάν λάβωμεν τον μέσον όρον
του φύλου των, ή οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνδρες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οι άνδρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γνωρίζεις λοιπόν ότι ο Όμηρος λέγει
ότι το μικρό παιδί του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έκτορος υπό των Τρώων ονομάζεται Αστυάναξ,
εξ ου έπεται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σκαμάνδριος ωνομάζετο υπό των γυναικών,
αφού βέβαια οι άνδρες το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνόμαζον Αστυάνακτα; (3)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια έτσι θα είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν και ο Όμηρος δεν ενόμιζε τους
Τρώας σοφωτέρους από τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυναίκας των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον έτσι νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως το όνομα Αστυάναξ ενόμιζε ότι
είναι δοσμένον ορθότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το παιδάκι αυτό παρά το όνομα
Σκαμάνδριος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας εξετάσωμεν λοιπόν διά ποίον λόγον
άραγε. Ή μήπως αυτός ο ίδιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάλλιστα υποδεικνύει το διατί; διότι
λέγει: Επειδή μόνος του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έσωζε την πόλιν και τα υψηλά τείχη. Δι'
αυτό λοιπόν, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, είναι ορθόν τον υιόν του σωτήρος
των να ονομάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &Αστυάνακτα& εκείνης της πόλεως,
την οποίαν έσωζε ο πατήρ του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς λέγει ο Όμηρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως τι φρονείς διά το σπουδαιότερον;
διότι ούτε εγώ ο ίδιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη δεν ημπορώ να το εννοήσω, Ερμογένη
μου. Αλλά μήπως συ το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε, αγαπητέ μου, μήπως και εις τον
Έκτορα ο ίδιος ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όμηρος έδωκε το όνομα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς αυτή η ερώτησις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι και τούτο μου φαίνεται ότι είναι
απαράλλακτον με το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αστυάναξ, και αυτά τα ονόματα φαίνονται
ωσάν Ελληνικά. Διότι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άναξ και ο Έκτωρ σχεδόν την ιδίαν σημασίαν
έχουν, δηλαδή όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς είναι άναξ ως προς ένα πράγμα,
είναι βεβαίως συγχρόνως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκτωρ του ιδίου πράγματος, διότι είναι
φανερόν ότι είναι κύριος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτού και κατέχει και έχει αυτό. Ή μήπως
σου φαίνομαι ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγω σπουδαία πράγματα, αλλά απατώ τον
εαυτόν μου με την ιδέαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι σχεδόν εγγίζω τα ίχνη της γνώμης του
Ομήρου ως προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθότητα των ονομασιών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, καθώς εγώ φρονώ, αλλ' ίσως
εγγίζεις κάτι τι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ομολογουμένως είναι δίκαιον, καθώς μου
φαίνεται, τον απόγονον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του λέοντος να ονομάζωμεν λέοντα και τον
απόγονον του ίππου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίππον. Δεν εννοώ αν τυχόν γεννηθή ως τέρας
από τον ίππον διάφορον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι και όχι ίππος, αλλά αν είναι απόγονος
της ιδίας γενεάς κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την φύσιν, αυτό εννοώ. Δηλαδή εάν είς
ίππος γεννήση απόγονον βοός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά την φύσιν, αυτό δεν πρέπει να το
ονομάσωμεν πώλον αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόσχον, και πάλιν αν από άνθρωπον, νομίζω,
δεν γεννηθή απόγονος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπου, δεν πρέπει το γεννηθέν να
ονομασθή άνθρωπος, ομοίως δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και διά τα δένδρα και όλα τα άλλα
πράγματα. Δεν συμφωνείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά το είπες. Και πρόσεχε μήπως σε
απατήσω. Διότι συμφώνως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν τον λόγον, αν από ένα βασιλέα
γεννηθή κανείς απόγονος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να ονομασθή βασιλεύς. Τόρα όμως αν
κανείς με άλλας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλας συλλαβάς λέγη το ίδιον πράγμα, δεν
έχει σημασίαν, ούτε εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσετέθη κανέν γράμμα ούτε εάν αφηρέθη,
πάλιν δεν έχει καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημασίαν, εφ' όσον συγκρατείται η ουσία
αυτού του πράγματος και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράζεται διά του ονόματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι εννοείς με τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι τίποτε στρυφνόν, αλλά καθώς διά τα
στοιχεία του αλφαβήτου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζεις ότι λέγομεν ονόματα, και όχι
μόνα τα στοιχεία πλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τεσσάρων, δηλαδή του ε, του υ, του ο και
του ω (4). Δι' όλα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα άλλα φωνήεντα και σύμφωνα γνωρίζεις ότι
τα προφέρομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσθέτοντες και άλλα γράμματα, και τα
καθιστώμεν ονόματα. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως εφ' όσον ενυπάρχει σαφώς η δύναμις
αυτού, είναι ορθόν να του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδίδωμεν εκείνο το όνομα το οποίον θα
μας δείξη αυτό το πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδείγματος χάριν το β βλέπεις ότι ενώ
προσετέθη το η και το τ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το α δεν το έβλαψε διόλου, ώστε να μην
εκφράζη με ολόκληρον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομά του την φύσιν εκείνου του
στοιχείου, του οποίου ήθελε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομοθέτης. Τόσην τέχνην έδειξαν διά να
θέσουν καλώς τα ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τα γράμματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Μου φαίνεται ότι λέγεις την
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Λοιπόν και περί βασιλέως δεν ισχύει
ο ίδιος λόγος; Δηλαδή θα γεννηθή μίαν ημέραν από βασιλέα βασιλεύς, καθώς και από
αγαθόν αγαθός, και από ωραίον ωραίος και ούτω καθεξής, από έκαστον γένος θα
γεννηθή άλλος όμοιος απόγονος, έκτος εάν γεννηθή τέρας. Επομένως πρέπει να τα
ονομάσωμεν με τα ίδια ονόματα. Επιτρέπεται όμως να τα τροποποιούμεν κατά τας
συλλαβάς, ώστε εις τον μη πεπειραμένον να είναι δυνατόν να νομίση ότι είναι
διάφορον το έν του άλλου ενώ είναι τα ίδια. Καθώς εις όλους ημάς τα φάρμακα των
ιατρών τροποποιούμενα με χρωματισμούς και με αρώματα φαίνονται διάφορα, αν και
είναι τα ίδια, ενώ εις τον ιατρόν, ο οποίος προσέχει εις την δύναμιν των
φαρμάκων, φαίνονται τα ίδια και δεν αποπλανάται από τα δευτερεύοντα. Κατ' αυτόν
δε τον τρόπον ίσως και ένας πεπειραμένος περί των ονομάτων προσέχει εις την
δύναμιν αυτών και δεν αποπλανάται εάν προσετέθη κανέν γράμμα, ή μετετέθη, ή
αφηρέθη, ή και αν ακόμη μέσα εις όλως διάφορα γράμματα έγκειται η δύναμις του
ονόματος. Καθώς αυτό το οποίον προ ολίγου ελέγαμεν, ότι δηλαδή το όνομα Αστυάναξ
και Έκτωρ κανέν κοινόν γράμμα δεν έχουν πλην του τ, και όμως έχουν την ιδίαν
σημασίαν. Ακόμη δε και το όνομα Αρχέπολις ως προς τα γράμματα τι κοινόν έχει με
αυτά; Και όμως σημαίνει το ίδιον. Και πολλά άλλα ονόματα υπάρχουν, τα οποία δεν
σημαίνουν τίποτε άλλο παρά βασιλέα. Και άλλα πάλιν σημαίνουν στρατηγόν, όπως
είναι το όνομα Άγις και Πολέμαρχος και Ευπόλεμος. Άλλα πάλιν είναι ιατρικά,
καθώς το όνομα Ιατροκλής και Ακεσίμβροτος. Ακόμη δε ίσως εύρομεν πολλά τα οποία
ως προς τας συλλαβάς και τα γράμματα διαφέρουν, ως προς την δύναμιν όμως
σημαίνουν το ίδιον. Έτσι είναι ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν εις τα κατά φύσιν γεννώμενα πρέπει
να αποδώσωμεν τα ίδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι να πράξωμεν όμως εις το παρά φύσιν,
όταν γεννηθή με τερατώδη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μορφήν; παραδείγματος χάριν όταν από ένα
αγαθόν άνθρωπον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεοσεβή γεννηθή ασεβής, δεν θα πράξωμεν
καθώς είπαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως, δηλαδή και αν ακόμη ίππος
γεννήση γέννημα βοός, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να λάβη την ονομασίαν του
γεννήτορος αλλά εκείνου του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γένους εις το οποίον ανήκει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και εις τον ασεβή τον γεννηθέντα
από ευσεβή πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδώσωμεν το όνομα του είδους του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν θα τον ονομάσωμεν Θεόφιλον
ουδέ Μνησίθεον, ουδέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν από τα όμοια, αλλά εκείνο το οποίον
έχει την αντίθετον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημασίαν προς αυτά, αφού έχουν ορθότητα τα
ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι το ορθότερον, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς δα και το όνομα Ορέστης, καλέ
Ερμογένη, πλησιάζει να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθόν, είτε καμμία τύχη έθεσε το όνομα
αυτό είτε και ποιητής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλων να δείξη με το όνομα αυτό την
θηριώδη φύσιν του και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άγριον και το &ορεινόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται δε ότι και του πατρός του το
όνομα εδόθη κατά φύσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή ο Αγαμέμνων πλησιάζει να είναι
τοιούτος, ώστε παν ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποφασίζει να το εκτελή επιμόνως και με
καρτερίαν, δίδων πέρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τα αποφασισθέντα ένεκα της ανδρείας
του. Απόδειξις δε είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαμονή και καρτερία τόσου στρατού εις την
Τροίαν. Ότι λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι &αγαστός& κατά την
&επιμονήν& του αυτός ο ανήρ, το εκφράζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομα Αγαμέμνων. Ίσως δε και το όνομα
Ατρεύς είναι ορθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι και ο φόνος του Χρυσίππου υπ' αυτού
και όσα απανθρώπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διέπραξε προς τον Θυέστην, όλα είναι
επιζήμια και αρχαϊκώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ατηρά& ως προς την αρετήν. Και
ομολογουμένως η σημασία του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματός του παρεκκλίνει ολίγον και το
μετριάζει, ώστε να μην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι σαφής εις τον καθένα η φύσις αυτού
του ανθρώπου. Όμως δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένα πεπειραμένον εις τα ονόματα αρκετά
σαφώς το όνομα Ατρεύς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλοί εκείνο το οποίον θέλει. Διότι και
διά το &ατειρές&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (άκαμπτον) και διά το &άτρεστον&
(ατρόμητον) και διά το &ατηρές&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (προσβλητικόν), υπό πάσαν έποψιν είναι
βαλμένον ορθώς το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτόν. Μου φαίνεται δε ότι και εις τον
Πέλοπα είναι βαλμένον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομα επιτυχώς. Διότι αυτό &το
όνομα σημαίνει εκείνον που δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπει μακράν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς άραγε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς περίπου λέγεται και εναντίον αυτού
του ανθρώπου ότι εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φόνον του Μυρτίλου δεν κατώρθωσε διόλου να
προνοήση και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προβλέψη τας συνεπείας δι' όλον το γένος
του, με πόσην δυστυχίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το εφόρτονε, διότι έβλεπε μόνον το πλησίον
και της στιγμής —</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο δε σημαίνει το &πέλας& —
καθ' ην στιγμήν εβιάζετο με πάντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον να κάμη τον γάμον της Ιπποδαμείας.
Εις τον Τάνταλον δε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο τυχών θα εννοήση ότι ετέθη ορθώς το
όνομά του, εάν είναι αληθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα λέγονται περί αυτού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Ποία δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Και τα πολλά και τρομερά
δυστυχήματα, που του συνέβησαν εν όσω έζη, όπου εις το τέλος και ολόκληρος η
πατρίς του ανετράπη, και μετά θάνατον η ταλάντευσις του λίθου άνωθεν της κεφαλής
του είναι θαυμασίως σύμφωνος με το όνομά του. Και απλούστατα φαίνεται ωσάν
κανείς, ενώ ήθελε να τον ονομάση &ταλάντατον&, απέκρυψε το όνομα και τον
ωνόμασε αντί τούτου Τάνταλον· τοιούτον περίπου όνομα φαίνεται ότι επρομήθευσε
και εις τούτον η τύχη της παραδόσεως. Φαίνεται δε ότι και εις τον Δία ο οποίος
λέγεται ότι είναι πατήρ του πολύ ωραία είναι βαλμένον το όνομά του, όμως δεν
είναι εύκολον να το εννοήση κανείς. Διότι πραγματικώς το όνομα του Διός ομοιάζει
ως να είναι ακέραιος λόγος. Και μοιράζοντες αυτό εις δύο άλλοι μεν
μεταχειριζόμεθα το έν, άλλοι δε το άλλο. Δηλαδή άλλοι μεν Ζήνα, άλλοι δε Δία τον
ονομάζουν. Εάν όμως ενωθούν εις έν εξηγούν την φύσιν αυτού του θεού, καθώς
είπαμεν ότι πρέπει να έχει την ικανότητα να κάμνη παν όνομα. Διότι είναι
αδύνατον εις ημάς και εις όλα τα άλλα όντα άλλος να είναι μάλλον ο αίτιος της
ζωής παρά ο άρχων και ο βασιλεύς των πάντων, ώστε συμπίπτει ορθώς να ονομάζεται
αυτός ο θεός, εξ αιτίας του οποίου υπάρχει το &ζην& εις όλα τα ζώντα.
Διηρέθη όμως, καθώς είπα, εις δύο το όνομά του, ενώ είναι έν, δηλαδή εις τον Δία
και τον Ζήνα. Ότι δε αυτός είναι υιός του Κρόνου θα φανή υβριστικόν αν το ακούση
κανείς έξαφνα, όμως είναι εύλογον ο Ζευς να είναι απόγονος κανενός μεγάλου
πνεύματος. Διότι &κόρος& δεν σημαίνει υιός, αλλά το καθαρόν και
&ακήρατον& του &νου& (5). Αυτός δε είναι υιός του Ουρανού, καθώς
λέγεται. Και τόρα πάλιν είναι ορθόν να λέγεται με το όνομα τούτο η
&ουρανία,& διότι βλέπει επάνω (&ορά άνω&), και ωρισμένως,
Ερμογένη μου, από τούτο προέρχεται ο καθαρός νους, καθώς λέγουν οι μετεωρολόγοι,
και εις τον ουρανόν ορθώς εδόθη το όνομά του. Εάν δε ενθυμούμην την γενεαλογίαν
του Ησιόδου, και ποίους άλλους παλαιοτέρους προγόνους αυτών αναφέρει, δεν θα
έπαυα να διηγούμαι, ότι ορθώς είναι βαλμένα τα ονόματα εις αυτούς, έως ότου να
δοκιμάσω τι θα κάμη επί τέλους αυτή μου η τορινή σοφία, άραγε θα κουρασθή ή όχι,
αυτή που μου κατέβη τόρα έξαφνα έτσι δα χωρίς να εννοήσω πόθεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, χωρίς να
σου το κρύψω μου φαίνεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι έγινες έξαφνα καθώς οι ενθουσιαζόμενοι
χρησμωδοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και καταγγέλλω μάλιστα, καλέ Ερμογένη, ότι
αυτή η σοφία μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκόλλησε από τον Ευθύφρονα τον
Προσπάλτιον. Διότι από την αυγήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλήν ώραν ήμουν μαζί του και έδωκα όλην
την προσοχήν μου εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν. Δι' αυτό σχεδόν όχι μόνον τα ώτα
μου εγέμισε μέσα εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθουσιασμόν του από την θείαν του σοφίαν,
αλλά και επροχώρησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εις την ψυχήν μου. Διά τούτο νομίζω
ότι πρέπει να κάμωμεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής. Όσον διά σήμερον να την
χρησιμοποιήσωμεν αυτήν την σοφίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να εξετάσωμεν και τα επίλοιπα ονόματα,
αν το κρίνετε και σεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθόν, αύριον δε αν συμφωνήτε και σεις να
την αποτινάξωμεν και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την καθαρίσωμεν, αφού μάθωμεν ποίος είναι
τέλειος να καθαρίζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτα πράγματα, είτε κανείς από τους
ιερείς είτε από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφιστάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, εγώ συμφωνώ, διότι έχω μεγάλην
επιθυμίαν να ακούσω τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επίλοιπα ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε αυτό πρέπει να κάμωμεν. Λοιπόν από
πού θέλεις να αρχίσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να εξετάζωμεν, αφού τόρα πλέον εμβήκαμεν
εις μίαν σειράν, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσωμεν αν θα προσθέσουν την μαρτυρίαν
των αφ' εαυτών τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα, ότι δεν είναι τόσον πολύ
αυτομάτως βαλμένα το καθέν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά έχουν κάποιαν ορθότητα; Και λοιπόν τα
μεν ονόματα των ηρώων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και των ανθρώπων, καθώς λέγομεν, ίσως να
μας απατήσουν. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά είναι βαλμένα συμφώνους προς τας
ονομασίας των προγόνων, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν αρμόζουν διόλου εις μερικούς,
καθώς ελέγαμεν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχήν, πολλά δε πάλιν τα θέτουν ωσάν διά
να ευχηθούν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδείγματος χάριν το όνομα Ευτυχίδης και
Σωσίας και Θεόφιλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και άλλα πολλά. Λοιπόν αυτού του είδους τα
ονόματα νομίζω ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να τα αφήσωμεν κατά μέρος, φαίνεται
δε λογικόν ότι εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαρκώς υπάρχοντα πράγματα και εκ φύσεως
πλασμένα θα εύρομεν ποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα είναι βαλμένα ορθώς. Και ίσως
μερικά από αυτά ετέθησαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από θειοτέραν δύναμιν, παρά την
ανθρωπίνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθότατα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν είναι δίκαιον από τους
θεούς να αρχίσωμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάζωμεν, άραγε ωνομάσθησαν ορθώς με
αυτό το όνομα οι θεοί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ λοιπόν υποθέτω κάτι τι τοιούτον. Μου
φαίνονται ότι οι πρώτοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωποι που ήσαν εις τα Ελληνικά μέρη
επίστευαν μόνον εκείνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους θεούς, τους οποίους σήμερον πιστεύουν
πολλοί βάρβαροι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή τον ήλιον και την σελήνην και την
γην και τα άστρα και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουρανόν. Και επειδή έβλεπαν ότι όλα αυτά
κινούνται με ταχύτητα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τρέχουν, από αυτήν την φύσιν του
τρέχω, το οποίον τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγετο &θέω&, ονόμασαν αυτούς
θεούς. Αργότερα δε το ενόησαν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλοι οι άλλοι και με αυτό πλέον το όνομα
τους ονομάζουν. Φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν αλήθεια αυτό το οποίον λέγω ή
όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν τι είναι ορθόν να εξετάσωμεν
κατόπιν τούτου; ή είναι ορθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να εξετάσωμεν τους δαίμονας και τους ήρωας
και τους ανθρώπους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τους δαίμονας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πραγματικώς, καλέ Ερμογένη, τι να
σημαίνη άραγε το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δαίμονες; πρόσεξε, αν θα σου φανώ ότι λέγω
κάτι τι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε και μη σε μέλει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ηξεύρεις τι λέγει ο Ησίοδος ότι
είναι οι δαίμονες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ηξεύρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε ακόμη ότι λέγει ότι κατ' αρχάς έγινε
χρυσούν το γένος των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό τουλάχιστον το γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν λέγει περί αυτού:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν αφού η μοίρα εξωλόθρευσε αυτό το γένος,
αυτοί ονομάζονται δαίμονες αγνοί κάτοικοι των καταχθονίων, αγαθοί, αλεξίκακοι,
φύλακες των θνητών ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Και τι με τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή εγώ νομίζω ότι αυτός εννοεί όχι ότι
το χρυσούν γένος είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλασμένον από χρυσόν, αλλά ότι είναι
αγαθόν και ωραίον. Ένδειξις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε τούτου είναι, το ότι και ημάς λέγει ότι
είμεθα σιδηρούν γένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και από τους σημερινούς, αν υπάρχη
κανείς αγαθός, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοεί ότι αυτός κατάγεται από εκείνο το
χρυσούν γένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι πιθανόν βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οι δε αγαθοί είναι τίποτε άλλο παρά
φρόνιμοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φρόνιμοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν μου φαίνεται ότι προ παντός τούτο
εννοεί περί των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δαιμόνων, δηλαδή, διότι ήσαν φρόνιμοι και
&δαήμονες&, τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνόμασε δαίμονας και βλέπομεν ότι εις την
αρχαίαν γλώσσαν μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμφωνος είναι αυτή η λέξις. Ώστε καλά
λέγει και αυτός και άλλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλοί ποιηταί, όσοι λέγουν ότι, όταν
αποθάνη κανείς ο οποίος ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθός, αποκτά μεγάλην μοίραν και τιμήν
και γίνεται δαίμων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμφωνα με αυτό το όνομα το οποίον
σημαίνει φρόνησιν. Ομοίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν και εγώ φρονώ, ότι κάθε άνθρωπος, ο
οποίος είναι αγαθός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δαιμόνιος, και εν όσω ζη και αφού
αποθάνη, και ορθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεται δαίμων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ νομίζω, καλέ Σωκράτη, ότι πολύ
συμφωνώ μαζί σου ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό. Αλλά ο ήρως πάλιν τι είναι
άραγε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά αυτό δεν είναι πολύ δύσκολον να το
εννοήσης, διότι πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγον ετροποποιήθη το όνομα αυτόν, το
οποίον σημαίνει ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγεννήθησαν από τον έρωτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γνωρίζεις ότι οι ήρωες είναι
ημίθεοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι με τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτοί όλοι εγεννήθησαν βεβαίως αφού ηράσθη
ή θεός θνητήν, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θνητός θεάν. Εάν λοιπόν και τούτο το
προσέξης σύμφωνα με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχαίαν αττικήν διάλεκτον, θα το εννοήσης
καλλίτερα. Διότι θα σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δείξη ότι πολύ ολίγον είναι τροποποιημενον
από το όνομα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έρωτος, από τον οποίον εγεννήθησαν οι
ήρωες. Και ή τούτο εννοεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι οι ήρωες, ή ότι ήσαν σοφοί και
ρήτορες δεινοί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συζητητικοί, και είχαν την ικανότητα του
&είρειν&, διότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχαίον τούτο ρήμα &είρειν&
εσήμαινε λέγω. Καθώς λοιπόν είπαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως, η ονομασία των ηρώων κατά
την αττικήν διάλεκτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνει ότι το ηρωικόν φύλον είναι γενεά
ρητόρων και σοφιστών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι όμως δύσκολον να το εννοήσης
αυτό αλλά μάλλον το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ανθρώπων, διατί άραγε ονομάζονται
άνθρωποι. Ή μήπως συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζεις να το ειπής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από πού, αγαπητέ μου, να το γνωρίζω; Αλλά,
και αν ήμην ολίγον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανός να το εύρω, δεν εντείνω τας
δυνάμεις μου, διότι νομίζω ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ θα το εύρης καλλίτερα από εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις πεποίθησιν εις την έμπνευσιν του
Ευθύφρονος, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά κάμνεις που έχεις πεποίθησιν. Διότι
τόρα πάλιν νομίζω ότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επέτυχα νόστιμα και πλησιάζω, εάν δεν
προφυλαχθώ, σήμερον ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γίνω περισσότερον του δέοντος σοφός.
Πρόσεξε λοιπόν εις αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που λέγω. Πρώτον δηλαδή πρέπει να έχωμεν
εις τον νουν μας περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ονομάτων το εξής, ότι πολλάκις
παρεμβάλλομεν γράμματα, άλλοτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε αφαιρούμεν τροποποιούντες το όνομα το
οποίον θέλομεν, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταβάλλομεν τον τονισμόν. Παραδείγματος
χάριν το &Διί φίλος&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο διά να το καταστήσωμεν έν όνομα αντί
προτάσεως (Δίφιλος),</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι μόνον το έν εκ των δύο ιώτα αφηρέσαμεν
αλλά και αντί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προφέρωμεν με οξύν τόνον την μεσαίαν
συλλαβήν την προφέρομεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρύν. Εις άλλα δε απ' εναντίας
παρεμβάλλομεν γράμματα, και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρύτερα τα προφέρομεν οξύτερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν μίαν από αυτάς τας μεταβολάς έπαθε
και το όνομα των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπων, καθώς νομίζω εγώ. Διότι από
πρότασις έγινε όνομα διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της αφαιρέσεως ενός γράμματος, του άλφα,
και με την μεταβολή του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόνου της ληγούσης εις βαρύν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άκουσε. Αυτό το όνομα άνθρωπος σημαίνει
ότι, ενώ τα άλλα ζώα από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα βλέπουν τίποτε δεν επιθεωρούν, ουδέ
συλλογίζονται, ουδέ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς έλεγαν οι αρχαίοι,
&αναθρώσι&, ο άνθρωπος συγχρόνως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρατηρεί τελείως — τούτο δε ελέγετο τότε
&όπωπε& — και &αναθρεί&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και συλλογίζεται εκείνο το οποίον είδε,
δηλαδή &όπωπε&. Ως εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτου λοιπόν από όλα τα ζώα μόνον ο
άνθρωπος πολύ ορθώς ωνομάσθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος, &αναθρών ά όπωπε&
(επιθεωρών όσα είδε).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Να σε ερωτήσω το κατόπιν
τούτου, το οποίον έχω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευχαρίστησιν να το μάθω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν μου φαίνεται ότι συνέχεια τούτων
είναι ένα πράγμα. Δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει κάτι τι, νομίζω, το οποίον
ονομάζομεν ψυχήν και σώμα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δεν υπάρχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας δοκιμάσωμεν να διασαφήσωμεν και
αυτά καθώς και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννοείς ν' εξετάσωμεν την ψυχήν, αν έχει
ευλόγως αυτό το όνομα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και κατόπιν πάλιν το σώμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον διά να ομιλήσω εκ του προχείρου,
νομίζω ότι κάτι τι τοιούτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοούν αυτοί οι οποίοι ωνόμασαν την
ψυχήν, ότι δηλαδή αυτή, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχη το σώμα, γίνεται αιτία να ζη αυτό,
διότι του δίδει την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν να αναπνέη και αναψυχήν, μόλις
όμως εκλείψη αυτό που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίδει την αναψυχήν εις το σώμα, τούτο
καταστρέφεται και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποθνήσκει. Δι' αυτό λοιπόν μου φαίνεται
ότι το ωνόμασαν ψυχήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν αγαπάς όμως, περίμενε ολίγον, διότι μου
φαίνεται ότι βλέπω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτι τι μάλλον παραδεκτόν από αυτό διά
τους οπαδούς του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ευθύφρονος. Διότι, καθώς νομίζω, αυτό μεν
ίσως να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιφρονήσουν και να το θεωρήσουν
χονδροειδές. Πρόσεξε όμως το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής, μήπως άραγε αρέσει και εις
σε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε και μη σε μέλει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Την φύσιν ολοκλήρου του σώματος, διά να ζη
και να περιέρχεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον άλλο πράγμα νομίζεις ότι την κατέχει
και την &οχεί&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά η ψυχή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κανέν άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Δεν πιστεύεις τον Αναξαγόραν
ότι και όλων των άλλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγμάτων την φύσιν ο νους και η ψυχή την
τακτοποιεί και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγκρατεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν είναι ορθόν να δώσωμεν αυτό το
όνομα εις αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν, η οποία την &φύσιν οχεί&
και κατέχει, και να την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάσωμεν &φυσέχην&, επιτρέπεται
δε να την ονομάσωμεν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ψυχήν& χάριν κομψότητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, και μου φαίνεται ότι τούτο το
όνομα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλιτεχνικώτερον από το
προηγούμενον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια είναι. Και πραγματικώς, μου
φαίνεται, ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κωμικόν καθώς ετέθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερμογένης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τόρα το κατόπιν αυτού πώς θα κρίνωμεν
ότι είναι τεθειμένον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το σώμα θέλεις να ειπής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον δι' αυτό μου φαίνεται διά πολλούς
λόγους ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τεθειμένον και πολύ καλά μάλιστα, αρκεί
ολίγον να το τροποποιήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς. Διότι και σήμα της ψυχής λέγουν
μερικοί ότι είναι, η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία κατά την γνώμην των είναι θαμμένη
εις την παρούσαν ζωήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν διότι με αυτό εκφράζει η ψυχή,
όσα εκφράζει, και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο ακόμη ορθώς ονομάζεται σήμα. Μου
φαίνεται δε κυρίως ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έθεσαν αυτό το όνομα οι Ορφικοί, με την
ιδέαν ότι τιμωρείται η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχή, δι' όσα τιμωρείται. Αυτό δε το έχει
ως περίβολον διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σώζεται και ως είδος δεσμωτηρίου. Λοιπόν
διά την ψυχήν έως ότου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να αποτίση την ποινήν, αυτό είναι ό,τι και
ονομάζεται ακριβώς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή &σώμα&(6), και δεν
χρειάζεται να τροποποιήσωμεν ούτε ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γράμμα αυτού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά τα ζητήματα, καλέ Σωκράτη, μου
φαίνεται ότι εξητάσθησαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρκετά. Αλλά περί εκάστου ονόματος των
θεών, καθώς παραδείγματος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν έλεγες προ ολίγου περί του Διός,
είναι δυνατόν να σκεφθώμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά τον ίδιον τρόπον, με ποίαν άραγε
ορθότητα ετέθησαν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα αυτών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, Ερμογένη μου, εάν έχωμεν νουν,
ένας είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερος τρόπος, ότι δηλαδή περί των
θεών τίποτε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζομεν, ούτε περί των ιδίων ούτε περί
των ονομάτων, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι ίδιοι αποδίδουν εις τον εαυτόν των. Και
βεβαίως είναι φανερόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι εκείνοι μεταχειρίζονται τα αληθή
ονόματα. Αλλά δεύτερος πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπος της ορθότητος είναι, καθώς
συνηθίζομεν να ευχώμεθα εις τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσευχάς, δηλαδή, όπως εκείνοι
ευχαριστούνται να ονομάζωνται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι και ημείς να τους ονομάζωμεν, αφού
τίποτε άλλο δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζομεν· διότι εγώ φρονώ ότι είναι
καλαί αι συνήθειαι των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσευχών. Λοιπόν, εάν θέλης, ας
εξετάσωμεν, αλλά αφού δηλώσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως εις τους θεούς, ότι ημείς
τίποτε δεν θα εξετάσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί αυτών των ιδίων — διότι δεν έχομεν
την αξίωσιν ότι είμεθα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανοί δι' αυτό — αλλά μόνον περί των
ανθρώπων: ποίαν άραγε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δοξασίαν είχαν όταν έθεταν εις αυτούς τα
ονόματα, διότι αυτό δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι βλασφημία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, μου φαίνεσαι
ότι ομιλείς ορθά, και ας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμωμεν καθώς λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν πρέπει να αρχίσωμεν από την
Εστίαν συμφώνως προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνήθειαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια είναι δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λοιπόν να υποθέσωμεν ότι είχε εις τον
νουν του εκείνος, ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίος την ωνόμασε Εστίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία ουδέ τούτο δεν μου φαίνεται να
είναι εύκολον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, σου είπα, αγαπητέ μου
Ερμογένη, ότι εκείνοι οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι έθεσαν πρώτην φοράν τα ονόματα δεν
είναι μηδαμινοί, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχεδόν ιδεολόγοι και διορατικοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Τι εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Εννοώ κάλλιστα ότι η θέσις των
ονομάτων είναι έργον τοιούτων ανθρώπων περίπου. Και αν κανείς ερευνήση τα ξενικά
ονόματα, επίσης ανακαλύπτει ποίαν σημασίαν έχει έκαστον από αυτά. Παραδείγματος
χάριν και αυτό το οποίον ημείς το ονομάζομεν ουσίαν, μερικοί το ονομάζουν
&εσσίαν&, και άλλοι πάλιν &ωσίαν&. Και λοιπόν κατά το δεύτερον
όνομα από αυτά, είναι λογικόν η ουσία των πραγμάτων να ωνομάζεται Εστία. Έπειτα
διότι ημείς έν μέρος της περιουσίας μας το ωνομάζομεν εστίαν, είναι ορθόν και
δι' αυτόν τον λόγον να ονομάζεται Εστία, διότι φαίνεται ότι εις παλαιούς χρόνους
και ημείς &εσσίαν& ονομάζαμεν την ουσίαν. Αλλά, και εις τας θυσίας αν
προσέξη κανείς, θα κρίνη ότι αυτήν την έννοιαν αποδίδουν όσοι έθεσαν αυτά. Διότι
το ότι πρώτα από όλους τους θεούς θυσιάζουν εις την Εστίαν, είναι εύλογον να το
ώρισαν εκείνοι, οι οποίοι ωνόμασαν εστίαν την ουσίαν των πάντων. Όσοι δε πάλιν
την ωνόμασαν &ωσίαν&, οι τοιούτοι πάλιν σχεδόν έχουν την γνώμην του
Ηρακλείτου και νομίζουν ότι πάντα τα όντα κινούνται και κανέν δεν μένει
στάσιμον. Αιτία λοιπόν και αρχηγός αυτών είναι εκείνο το οποίον ωθεί, και
επομένως είναι ορθόν να ονομάζεται αυτό ωσία (ώσις, ώθησις). Και αυτά μεν ας τα
αφήσωμεν έως εδώ, αφού τίποτε δεν γνωρίζομεν. Κατόπιν όμως της Εστίας είναι
δίκαιον να εξετάσωμεν την Ρέαν και τον Κρόνον, αν και το όνομα του Κρόνου το
εξετάσαμεν προηγουμένως. Ίσως όμως αυτά που είπα δεν είναι τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς έτσι, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αγαπητέ, μου ήλθε εις τον νουν μία πληθώρα
σοφίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία είναι αυτή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι πολύ κωμικόν να σου το ειπώ, όμως
νομίζω ότι έχει κάποιαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιθανότητα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίαν πιθανότητα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται πώς βλέπω ότι ο Ηράκλειτος
λέγει παλαιάς σοφίας, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς της εποχής του Κρόνου και της
Ρέας, πράγματα τα οποία τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγε και ο Όμηρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγει κάπου ο Ηράκλειτος ότι τα πάντα
προχωρούν και τίποτε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μένει στάσιμον, και παρομοιάζων τα όντα
προς ρεύμα ποταμού λέγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι δύο φοράς δεν είναι δυνατόν να εμβής
εις τον ίδιον ποταμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; νομίζεις ότι σκέπτεται
διαφορετικά από τον Ηράκλειτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος ο οποίος προγόνους των άλλων θεών
τους ωνόμασε Ρέαν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρόνον; Άραγε νομίζεις ότι κατά τύχην
αυτός έδωκε και εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο ονόματα ρευμάτων; Καθώς πάλιν και ο
Όμηρος λέγει ότι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωκεανός είναι των θεών η γέννησις και η
μήτηρ Τηθύς. Νομίζω όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο Ησίοδος. Λέγει δε κάπου και ο Ορφεύς
ότι:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο καλλίρροος Ωκεανός έκαμε πρώτος αρχήν
του γάμου, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενυμφεύθη την ομομήτριον αδελφήν του
Τηθύν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παρατήρησε λοιπόν ότι αυτά και μεταξύ των
συμφωνούν και όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνούν προς την θεωρίαν του
Ηρακλείτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, Σωκράτη μου, ότι λέγεις κάτι
τι σπουδαίον. Όμως το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα της Τηθύος δεν εννοώ τι θέλει να
ειπή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως σχεδόν λέγει το ίδιον πράγμα,
δηλαδή είναι όνομα πηγής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγον μεταμορφωμένον· διότι το
&διαττώμενον& και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &διηθούμενον& είναι παρομοίωσις
της πηγής. Από δε τα δύο αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα έγινε το όνομα Τηθύς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό, καλέ Σωκράτη, είναι ωραίον
πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς να μην είναι; Αλλά τόρα τι έρχεται
κατόπιν; Όσον διά τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δία το είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ας εξετάσωμεν τους αδελφούς
του, τον Ποσειδώνα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Πλούτωνα και το άλλο όνομα
τούτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν το όνομα του Ποσειδώνος μου
φαίνεται ότι εδόθη από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον ο οποίος το ωνόμασε πρώτος, διότι
αυτόν, ενώ εβάδιζε, τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσταμάτησε η φύσις της θαλάσσης, και δεν
τον άφησε να προχωρήση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά έγινε δι' αυτόν ωσάν &δεσμός&
των &ποδών& του. Λοιπόν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχηγόν θεόν αυτής της δυνάμεως τον
ωνόμασε Ποσειδώνα, ωσάν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι &ποσίδεσμος&. Το δε ε
παρενεβλήθη ίσως χάριν ευπρεπείας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως δε να μη εσήμαινε τούτο, αλλ' αντί
του σ να ελέγοντο εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αρχήν δύο λ και να εσήμαινε ότι πολλά
γνωρίζει αυτός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεός. Ίσως πάλιν από το σείω ωνομάσθη
&ο σείων&, και προσετέθη το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πι και το δέλτα. Το δε όνομα του Πλούτωνος
εδόθη από την δωρεάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Πλούτου, διότι κάτω από την γην
ανακαλύπτεται ο πλούτος. Το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε άλλο όνομά του, ο Άδης, οι περισσότεροι
φαίνεται ότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξηγούν από το &αειδής& (αόρατος)
και επειδή αποτροπιάζονται αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομα τον ονομάζουν Πλούτωνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ όμως τι φρονείς, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατά πολλούς τρόπους μου φαίνεται ότι οι
άνθρωποι ηπατήθησαν ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς την δύναμιν αυτού του θεού και ότι
τον φοβούνται, ενώ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δίκαιον. Και αιτία του φόβου αυτού
είναι ότι αφού αποθάνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς από ημάς, μένει πλέον διαρκώς εκεί,
και ότι η ψυχή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρισμένη από το σώμα φεύγει προς εκείνον.
Αυτά όμως όλα εις εμέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται ότι συμφωνούν τελείως, δηλαδή
και η εξουσία αυτού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεού και το όνομά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου ειπώ ποία είναι η γνώμη μου.
Δεν μου λέγεις ποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ο ισχυρότερος δεσμός δι'
οποιονδήποτε ζώον, διά να μένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπουδήποτε, η ανάγκη, ή η επιθυμία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ανωτέρα είναι, καλέ Σωκράτη, η
επιθυμία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν φρονείς ότι δεν θα έφευγαν πολλοί
από τον Άδην, εάν αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν έδενε με τον ισχυρότερον δεσμόν
εκείνους οι οποίοι πηγαίνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το μέρος του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως με κάποιαν επιθυμίαν τους
δεσμεύει, καθώς φαίνεται, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι με ανάγκην, αφού τους δεσμεύει με τον
μεγαλήτερον δεσμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν αι επιθυμίαι πάλιν δεν είναι
πολλαί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως τους δένει με την μεγαλητέραν από
όλας τας επιθυμίας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού πρόκειται να τους κρατή δεμένους με
τον μεγαλήτερον δεσμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, υπάρχει καμμία άλλη επιθυμία
μεγαλητέρα παρά όταν κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συναναστρέφεται κάποιον και νομίζη ότι εξ
αιτίας εκείνου θα γίνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία με κανένα τρόπον δεν υπάρχει,
Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' όλα αυτά λοιπόν, καλέ Ερμογένη, πρέπει
να συμπεράνωμεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς δεν ηθέλησε να φύγη από εκεί, ουδέ
αι Σειρήνες ακόμη, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγοητεύονται και εκείναι και όλοι οι
άλλοι. Τόσον ωραίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγους, καθώς φαίνεται, γνωρίζει να λέγη ο
Άδης, και, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξάγεται από τούτον τον λόγον, αυτός ο
θεός είναι τέλειος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφιστής και μέγας ευεργέτης δι' εκείνους
οι οποίοι μένουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλησίον του, αφού αυτός και διά τους
ζώντας εδώ τόσα αγαθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκαλύπτει. Τόσον πολλά περισσεύματα έχει
αυτός εκεί, και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα Πλούτων διά τούτο το έλαβε. Και
πάλιν το να μη θέλη να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συναναστρέφεται τους ανθρώπους εν όσω
έχουν τα σώματά των, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε μόνον όταν η ψυχή είναι καθαρά από τα
κακά και τας επιθυμίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του σώματος, δεν σου φαίνεται ότι είναι
φιλοσοφικόν και καλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιολογημένον, διότι με αυτόν τον τρόπον
είναι δυνατόν να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δέση με την επιθυμίαν της αρετής και να
τους κρατή διαρκώς, ενώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν έχουν την ηλιθιότητα και την μανίαν
του σώματος, ουδέ ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατήρ Κρόνος θα ήτο δυνατόν να τους
συγκρατήση αφού τους δέση με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα ιδικά του δεσμά, καθώς λέγουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι λέγεις κάτι τι σπουδαίον,
καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και το όνομα Άδης πολύ απέχει
να ωνομάσθη από το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αειδής&, αλλά πολύ μάλλον από το
ότι γνωρίζει όλα τα ωραία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνομάσθη υπό του νομοθέτου Άδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι. Αλλά τι πρέπει να
φρονούμεν διά την Δήμητρα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την Ήραν και τον Απόλλωνα και την Αθηνάν
και τον Ήφαιστον και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άρη και τους άλλους θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η Δημήτηρ μου φαίνεται ότι ωνομάσθη από
την δόσιν της τροφής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι την &δίδει& ως
&μήτηρ&, η δε Ήρα ότι είναι κάπως &ερασμία&,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς μάλιστα λέγεται ότι ο Ζευς ηράσθη
αυτήν και την έλαβε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύζυγον. Ίσως δε ως μετεωρολόγος ο
νομοθέτης ωνόμασε τον &αέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ήραν& κατά μετατροπήν, αφού έθεσε το
πρώτον γράμμα τελευταίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο δε είναι εύκολον να το εννοήσης, αν
προφέρης πολλάκις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα της Ήρας. Όσον δε διά την
Φερέφατταν, πολλοί φοβούνται και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο το όνομα καθώς και τον Απόλλωνα
ένεκα αμαθείας περί της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθότητος των ονομάτων, καθώς φαίνεται.
Διότι το μεταβάλλουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντικρύζουν την Φερσερόνην(7) και τούτο
φαίνεται εις αυτούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρομερόν. Και όμως τούτο μας πληροφορεί
ότι η θεά αυτή είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφή, διότι, αφού τα πράγματα φέρονται,
εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εφάπτεται με επαφήν και δύναται να
παρακολουθή είναι η σοφία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε ορθώς καλείται η θεά αυτή Φερέπαφα
ένεκα της σοφίας και της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &επαφής& του &φερομένου& ή
διά κάτι τι παρόμοιον. Διά τούτο και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζη με αυτήν ο Άδης, ο οποίος είναι σοφός,
διότι είναι τοιαύτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως μετατρέπουν το όνομά της
φροντίζοντες περισσότερον διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ευφωνίαν παρά διά την αλήθειαν, και
ονομάζουν αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φερρέφατταν. Επίσης δε και διά τον
Απόλλωνα, καθώς είπα, πολλοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρομάζουν το όνομα αυτού του θεού, ως να
σημαίνη κάτι τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρομερόν. Ή μήπως δεν το αντελήφθης
αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα, και λέγεις την
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο δε, καθώς μου φαίνεται, είναι
τεθειμένον κάλλιστα διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνη την δύναμιν αυτού του θεού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα προσπαθήσω να σου το εξηγήσω πώς
μου φαίνεται. Δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν άλλο όνομα δεν υπάρχει που να αρμόζη
και εις τας τέσσαρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνάμεις του θεού, αν και είναι έν, ώστε
όλας να τας περιλαμβάνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να σημαίνη οπωσδήποτε και την μουσικήν
και την μαντικήν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ιατρικήν και την τοξικήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε λοιπόν, διότι μου φαίνεται ότι το
παρουσιάζεις ως αλλόκοτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό το όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απ' εναντίας μάλιστα αρμονικόν, αφού είναι
και μουσικός ο θεός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός. Διότι πρώτον μεν η καθαρειότης και
οι καθαρμοί και υπό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έποψιν ιατρικήν και υπό έποψιν μαντικήν
και τα θειαφίσματα με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιατρικά φάρμακα και μαντικά μέσα και τα
λουτρά και οι ραντισμοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τοιαύτας περιστάσεις, όλα αυτά μίαν
δύναμιν έχουν, δηλαδή να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνουν τον άνθρωπον καθαρόν και κατά το
σώμα και κατά την ψυχήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ σωστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι αυτός ο θεός ο οποίος
καθαρίζει και &απολούει&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και &απολύει& από αυτά τα
κακά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Πολύ σωστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Λοιπόν όσον διά τας απολύσεις και
απολούσεις, επειδή είναι ιατρός των τοιούτων πραγμάτων, θα ήτο ορθόν να
ονομάζεται &απολούων&· όσον δε διά την μαντικήν και το &αληθές&
και το &απλούν& - διότι αυτά τα δύο σημαίνουν το ίδιον — θα ήτο πολύ
ορθόν να τον ονομάζωμεν, καθώς τον ονομάζουν οι Θεσσαλοί. Διότι όλοι οι Θεσσαλοί
ονομάζουν &Άπλουν& τούτον τον θεόν. Επειδή δε &αείποτε& είναι
έμπειρος των &βολών& εις την τοξικήν, πρέπει να θεωρηθή ως
&Αεί-βάλλων&. Ως προς την μουσικήν δε πρέπει να υποθέσωμεν ότι το άλφα
είναι αθροιστικόν καθώς εις το &ακόλουθος& και &άκοιτις&, οπού
σημαίνει το ομού, και ότι και εδώ σημαίνει την &ομού περιπολίαν& εις τον
ουρανόν, ο οποίος ακριβώς έχει &πόλους& και εις την αρμονίαν των
ασμάτων, η οποία είναι η καθαυτό αρμονία, και ότι όλα αυτά &ομού
περιπολεί& με κάποιαν αρμονίαν, καθώς λέγουν οι τελειοποιημένοι εις την
μουσικήν και την αστρονομίαν. Καθώς λοιπόν τον &ομοκέλευθον& και
&ομόκοιτιν& τον ωνομάσαμεν &ακόλουθον& και &άκοιτιν& διά
της μεταβολής του &ομο& εις άλφα, ομοίως ωνομάσαμεν και τον Απόλλωνα, ο
οποίος ήτο &ομοπολών&, διά παρεμβολής ενός ακόμη λάβδα, διά να μη γίνη
ομόηχον με το κακόν όνομα. Τούτο όμως και τόρα πάλιν το φοβούνται μερικοί,
επειδή δεν εννοούν καλά την δύναμιν αυτού του ονόματος και νομίζουν ότι σημαίνει
φθοράν. Αλλά, καθώς ελέγαμεν προ ολίγου, αυτό το όνομα περικλείει όλας τας
δυνάμεις του θεού, δηλαδή το &απλούν, αειβάλλον, απολούον, ομοπολούν&.
Εις δε τας Μούσας και εν γένει εις την μουσικήν, καθώς φαίνεται, έδωκε το όνομα
τούτο από το αρχαίον &μώσθαι&, δηλαδή από την έρευναν και την
φιλοσοφίαν. Εις δε την Λητώ από την ευσπλαγχνίαν της θεάς, διότι είναι πρόθυμος
εις όσα καθείς την καθικετεύει. Ίσως δε ωνομάσθη καθώς την ονομάζουν οι
επαρχιώται. Διότι πολλοί την ονομάζουν Ληθώ και φαίνεται ότι συμφωνεί όχι με την
τραχύτητα των αισθημάτων αλλά με την ημερότητα και το &λείον& και δι'
αυτό ωνομάσθη Ληθώ από εκείνους οι οποίοι την ονομάζουν με αυτό το όνομα. Η δε
Άρτεμις φαίνεται ότι σημαίνει το &αρτεμές& (ακεραιότητα) και το
αξιοπρεπές, διότι αγαπά την παρθενίαν. Ίσως όμως αυτήν την θεάν ηθέλησε να την
παραστήση ο νομοθέτης ως της &αρετής ιστορικήν& και έμπειρον, ή και
διότι την &αροτρίασιν μισεί& του ανδρός εις την γυναίκα. Και ή δι' έν
από όλα αυτά, ή δι' όλα ομού της έδωκε αυτό το όνομα ο νομοθέτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Καλά. Αλλά τι σημαίνει Διόνυσος και
Αφροδίτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μεγάλα πράγματα, καλό παιδί του Ιππονίκου,
με ερωτάς. Αλλά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα αυτά ετέθησαν κατά δύο τρόπους εις
αυτούς τους θεούς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοβαρώς και παιδικώς. Όσον λοιπόν διά τον
σπουδαίον πήγαινε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσης άλλον, τον δε παιδικόν τρόπον δεν
έχω καμμίαν δυσκολίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να σου τον εξηγήσω. Είναι δηλαδή και οι
θεοί φιλοπαίγμονες. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο Διόνυσος φαίνεται ότι είναι ο
&δίδων& τον &οίνον& και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεται με αστειότητα
&Διδοίνυσος&, και ο &οίνος& ότι κάμνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλούς από τους πίνοντας να νομίζουν ότι
έχουν νουν, ενώ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν, και πολύ δικαίως έπρεπε να ονομασθή
&οιόνους&. Διά δε την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφροδίτην δεν αρμόζει να αντιτείνωμεν προς
τον Ησίοδον, αλλά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνήσωμεν με την γνώμην του, ότι
ωνομάσθη Αφροδίτη, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγεννήθη από τον &αφρόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά και την Αθηνάν ως Αθηναίος, καλέ
Σωκράτη, δεν θα την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λησμονήσης βέβαια, ουδέ τον Ήφαιστον και
τον Άρην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε και είναι πρέπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το έν από τα δύο ονόματά της δεν
είναι δύσκολον να σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπώ διά ποίον λόγον εδόθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον από αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις ότι την ονομάζομεν
Παλλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν είναι ορθόν να υποθέσωμεν ότι τούτο
της εδόθη από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένοπλον χορόν, καθώς εγώ νομίζω. Διότι,
όταν υψώνη κανείς ή τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εαυτόν του ή κανέν άλλο πράγμα ή υπό την
γην, ή μέσα εις τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χείρας του, λέγομεν ότι &πάλλει&
και &πάλλεται& και το χορεύει ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χορεύει ο ίδιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ σωστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν δι' αυτόν τον λόγον την
ονομάζομεν Παλλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολύ ορθά. Αλλά τόρα το δεύτερον όνομα
πώς το εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το όνομα &Αθηνά&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό, αγαπητέ μου, είναι δυσκολώτερον. Εδώ
φαίνεται ότι οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παλαιοί εθεώρουν την Αθηνάν, καθώς τόρα
την θεωρούν οι εμβριθείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τον Όμηρον. Διότι οι περισσότεροι από
αυτούς εξηγούντες αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ποιητήν λέγουν, ότι αυτός παρέστησε
την Αθηνάν ως νουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάνοιαν. Και εκείνος λοιπόν, ο οποίος
κατεσκεύασε τα ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι κάτι τι παρόμοιον εσκέφθη
περί αυτής, και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνόμασε με περισσότερον μεγαλείον
&θεού νόησιν&, ως να έλεγε ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή είναι &α Θεονόα&,
μεταχειριζόμενος επαρχιακώς (δωρικώς) το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλφα αντί του ήτα και αφαιρών το ιώτα και
το σίγμα. Ίσως όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδέ δι' αυτόν τον λόγον, αλλά διότι αυτή
τα &θεία νοεί&, την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνόμαζε χωριστά από όλους τους θεούς
&Θεονόην&. Δεν είναι δε πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικόν και το να ήθελε να την
ονομάση &των ηθών νόησιν&,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να εννοή ότι αυτή η θεά είναι
&Ηθονόη&. Κατόπιν όμως ή ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιος ή άλλοι οποιοιδήποτε το
ετροποποίησαν χάριν κομψότητος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς αυτοί ενόμιζαν, και την ονόμασαν
Αθηνάαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε όνομα του Ηφαίστου πώς το
εξηγείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως ερωτάς διά τον ανδρείον του
&φωτός πολυίστορα&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτός δεν είναι εις τον καθένα
φανερόν, ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &Φαίστος& και προσέλαβε το
ήτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σχεδόν είναι, εκτός εάν τυχόν έχης και
καμίαν άλλην γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν θέλης να μην έχω άλλην γνώμην, ερώτησέ
με διά τον Άρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε ερωτώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αν μεν προτιμάς το πρώτον, θα σου
έλεγα ότι ωνομάσθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &Άρης& από το &άρρεν& και
το &ανδρείον&. Αν δε πάλιν παραδέχεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από το σκληρόν και αμετάτρεπτον, το οποίον
ακριβώς λέγεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχαϊκώς &άρρατον&, και από όλα
αυτά πάλιν αρμόζει εις τον θεόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του πολέμου να λέγεται Άρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα πλέον ας αφήσωμεν τους θεούς δι'
όνομα θεού, διότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρομάζω να συζητώ δι' αυτούς. Από τα άλλα
ονόματα όμως πρότεινέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου ό,τι θέλεις, και τότε βλέπεις ποίου
είδους είναι το άρμα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ευθύφρονος εις το οποίον πατώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα θα κάμω την γνώμην σου, αλλά ένα
ακόμη θα σε ερωτήσω περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Ερμού, και τούτο διότι ο Κρατύλος
λέγει ότι εγώ δεν είμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερμογένης. Λοιπόν ας δοκιμάσωμεν να
εννοήσωμεν και το όνομα Ερμής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι σημαίνει, διά να γνωρίζωμεν αν ο φίλος
απ' εδώ λέγει τίποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σπουδαίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το όνομα αυτό δεικνύει, ότι ο Ερμής
καταγίνεται εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ρητορείαν, διότι και το ότι είναι
διερμηνεύς και άγγελος, και ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπά την κλοπήν και την απάτην διά λόγου
και το εμπορικόν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πνεύμα, όλα αυτά είναι μία ρητορική
ικανότης. Καθώς λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν και προηγουμένως το
&είρειν& είναι χρήσις του λόγου, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε ομηρικόν ρήμα &εμήσατο&
σημαίνει μηχανώμαι. Από τα δύο λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, δηλαδή το &είρειν& και το
&εμήσατο&, σχεδόν μας επέβαλεν ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομοθέτης να ονομάσωμεν αυτόν τον θεόν, ως
να μας έλεγε: ω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωποι, εκείνος όστις το &είρειν
εμήσατο& είναι ορθόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεται από υμάς Ειρέμης. Αλλά τόρα
ημείς, νομίζω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ετορνεύσαμεν αυτό το όνομα και τον
ονομάζομεν Ερμήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, τότε λοιπόν καλά λέγει ο
Κρατύλος ότι εγώ δεν είμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερμογένης, διότι εγώ δεν είμαι εφευρετικός
εις τους λόγους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ότι ακόμη ο Παν ο υιός του Ερμού είναι
διφυής έχει τον λόγον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του, φίλτατέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις ότι ο λόγος το παν εκφράζει και
περιστρέφεται διαρκώς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και είναι δύο ειδών, αληθής και
ψευδής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το μεν αληθές μέρος του είναι
&λείον& και &θείον& και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατοικεί επάνω εις την κατοικίαν των θεών,
το δε ψευδές μένει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτω μεταξύ του πλήθους και είναι τραχύ
και τραγοειδές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (&τραγικόν&). Διότι εις τούτο το
ζήτημα περιστρέφονται οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότεροι μύθοι και τα ψεύδη, δηλαδή
εις τον τραγικόν βίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθώς λοιπόν ο Παν ο οποίος μηνύει τα
πάντα και πάντοτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &περιπολεί&, ονομάζεται
&αιπόλος& (αιγοβοσκός), και είναι διφυής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υιός του Ερμού, εις μεν τα άνω μέρη λείος
(άτριχος), εις δε τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτω τριχωτός και τραγοειδής. Και είναι ο
Παν ή λόγος, ή αδελφός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του λόγου, αφού είναι υιός του Ερμού. Και
δεν είναι διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παράδοξον ο αδελφός να ομοιάζη τον
αδελφόν. Αλλά καθώς σου είπα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευλογημένε, ας αφήσωμεν πλέον τους
θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτού του είδους τους θεούς μάλιστα, ας
τους αφήσωμεν Σωκράτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, αφού το θέλεις. Όμως τι σε εμποδίζει
να ομιλήσωμεν περί του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλου είδους των θεών, παραδείγματος χάριν
περί του ηλίου και της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σελήνης και των άστρων και της γης και του
αιθέρος και του πυρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και του ύδατος και των ωρών και του
ενιαυτού (έτους).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πάρα πολλά μου ζητείς, αλλά, εάν αυτό θα
σε ευχαριστήση, είμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρόθυμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια θα με ευχαριστήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ποιον θέλεις πρώτον; Ή καθώς
είπες, θέλεις πρώτον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν τον ήλιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτό το όνομα φαίνεται ότι θα γίνη
σαφέστερον, αν λάβωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον δωρικόν του τύπον. Διότι οι Δωριείς
τον ονομάζουν &άλιον&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρέπει λοιπόν να ονομασθή &άλιος&,
ή διότι &αλίζει& (συναθροίζει)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ανθρώπους εις το ίδιον μέρος, όταν
ανατείλη, ή διότι, &αεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειλεί& (πάντοτε περιφέρεται) πέριξ της
γης. Ακόμη δε ίσως, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποικίλλει τα παραγόμενα εκ της γης, το δε
ποικίλει και το αρχαίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αιολεί& είναι το ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και η σελήνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο το όνομα φαίνεται ότι στενοχωρεί τον
Αναξαγόραν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι σημαίνει κάτι τι αρχαιότερον,
το οποίον εκείνος το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγε τόρα τελευταίως, ότι δηλαδή η σελήνη
έχει το φως της από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ήλιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι &σέλας& και &φως&
είναι το ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι δε αυτό το φως εις την σελήνην
πάντοτε &νέον και ένον&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (παλαιόν), αν λέγουν την αλήθειαν οι
Αναξαγόρειοι. Διότι ο ήλιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιστρεφόμενος πέριξ αυτής, της ρίπτει
πάντοτε νέον φως, το δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παλαιόν υπάρχει από τον προηγούμενον
μήνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &Σελαναίαν& δε ονομάζουν αυτήν
πολλοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι δε έχει πάντοτε &σέλας&
(φως) &νέον& και &ένον&, ήτο κυρίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθόν να ονομασθή
&σελαενονεοάεια&, ωνομάσθη όμως διά συσφίγξεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &σεληναία& (σελήνη).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το όνομα φαίνεται ως βακχικόν, καλέ
Σωκράτη. Αλλά τον μήνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα άστρα πώς τα εξηγείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο μεν μην και αρχαιότερον &μεις&
από το &μείον& (ολιγώτερον)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπρεπε να λέγεται μείης, τα δε άστρα
φαίνεται ότι παράγονται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αστραπήν. Η δε αστραπή, επειδή
αναστρέφει τα πρόσωπα (&ώπα&),</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπρεπε να λέγεται αστρωπή, τόρα όμως
ωνομάσθη χάριν κομψότητος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστραπή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε πυρ και το ύδωρ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά το πυρ δεν γνωρίζω· και φαίνεται ή ότι
η μούσα του Ευθύφρονος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με εγκατέλειψε, ή ότι τούτο είναι
δυσκολώτατον. Πρόσεξε λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον μηχάνημα παρουσιάζω δι' όλα αυτά,
όσα δεν γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου το ειπώ. Και λοιπόν απάντησέ
μου, ημπορείς να ειπής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς εδόθη το όνομα εις το
&πυρ&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι. Μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν εις αυτό το οποίον υποθέτω
εγώ. Παρατηρώ δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι πολλά ονόματα οι Έλληνες, και προ
πάντων όσοι κατοικούν υπό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την εξουσίαν των βαρβάρων, τα έλαβαν από
τους βαρβάρους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι με τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν κανείς ερευνήση να εύρη, με ποίαν
ορθότητα είναι βαλμένα αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά την Ελληνικήν γλώσσαν και όχι κατά
την γλώσσαν εκείνην, από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την οποίαν ελήφθη το όνομα αυτό, γνωρίζεις
ότι θα απορή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φυσικώτατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν μήπως και αυτό το όνομα
&πυρ& είναι βαρβαρικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι αυτό δεν είναι εύκολον να το
σχετίσωμεν με την ελληνικήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλώσσαν, και είναι γνωστόν ότι οι Φρύγες
έτσι το ονομάζουν, με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μικράν τροποποίησιν. Επίσης δε και το
&ύδωρ& και τους &κύνας& και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα πολλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν πρέπει λοιπόν να τα παραβιάζωμεν αυτά,
διότι τότε βεβαίως θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορούσε να ειπή κανείς περί αυτών. Ώστε
το μεν &πυρ& και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ύδωρ& δι' αυτόν τον λόγον τα
αποκρούω. Ο δε αήρ άραγε, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερμογένη, ωνομάσθη αήρ, διότι
&αίρει& (υψώνει) από την γην τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα; ή διότι &αεί
ρει&(πάντοτε ρέει); ή διότι παράγεται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν άνεμος, όταν ρέη; Διότι οι ποιηταί,
καθώς γνωρίζεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζουν τους ανέμους &αήτας&.
Ίσως λοιπόν είναι ως να ήθελε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ειπή ανεμόρους, αητόρρους& και
δι' αυτό επροτίμησε να ειπή ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι &αήρ&, Διά δε τον αιθέρα εγώ
φρονώ το εξής, ότι, επειδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αεί θει& (πάντοτε τρέχει) πέριξ
του &αέρος&, ήτο δίκαιον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομασθή &αειθεήρ&. Η δε γη
καλλίτερον εκφράζει εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλει, εάν την ονομάση κανείς
&γαίαν&. Διότι &γαία& πολύ ορθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνομάσθη η γενέτειρα κατά την γλώσσαν του
Ομήρου, αφού το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ομηρικόν &γεγάασι& σημαίνει
εγεννήθησαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον λοιπόν έρχεται κατόπιν
τούτου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι ώραι, Σωκράτη μου, και ο ενιαυτός και
το έτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το όνομα ώραι πρέπει να το
προφέρωμεν με την αρχαίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αττικήν προφοράν, εάν επιθυμής να μάθης το
ορθόν. Είναι δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όραι, διότι &ορίζουν& τα
&όρια& εις τον χειμώνα και εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανέμους και τους καρπούς της γης. Επειδή
δε &ορίζουν&, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθόν να ονομάζωνται όραι. Ο δε ενιαυτός
και το έτος σχεδόν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιον πράγμα. Δηλαδή είναι εκείνο, το
οποίον τα φυτά και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προϊόντα τα φέρει εις φως, και &εν
εαυτώ& (μέσα του) &ετάζει&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (εξετάζει). Και καθώς προηγουμένως το
όνομα του Διός εδιχάσθη εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυο, και άλλοι μεν είδαμεν ότι τον
ονομάζουν &Ζήνα&, άλλοι δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &Δία&, ομοίως και αυτό εδώ άλλοι
μεν το ονομάζουν &ενιαυτόν&,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι δε &έτος&, διότι
&ετάζει& (εξετάζει). Ολόκληρος δε η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρότασις: &το εν εαυτώ ετάζον&,
ενώ είναι μία, λαμβάνει δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομασίας, ώστε σχηματίζονται δύο ονόματα,
&ενιαυτός& και &έτος&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από μίαν πρότασιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, πολύ
προώδευσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται πλέον ότι φέρομαι δρομαίως
εις τα ύψη της σοφίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γλήγορα θα σε κάμω να με θαυμάζης
περισσότερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατόπιν όμως των ονομάτων αυτού του
είδους, εγώ επεθύμουν πολύ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρατηρήσω εκείνα τα ωραία ονόματα με
ποίαν ορθότητα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαλμένα, δηλαδή τα αναφερόμενα εις την
αρετήν, παραδείγματος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν η &φρόνησις& και η
&σύνεσις& και η &δικαιοσύνη& και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμοια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φέρεις εις το μέσον, αγαπητέ μου, όχι
μηδαμινόν είδος ονομάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού όμως πλέον εφόρεσα την λεοντήν, δεν
οφείλω να αποδειλιάσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά να εξετάσω, καθώς φαίνεται, την
&φρόνησιν& και την &σύνεσιν&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και την &γνώμην& (γνώσιν) και την
&επιστήμην& και όλα τα άλλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία ακριβώς ονόματα, καθώς
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια ημείς δεν οφείλομεν να
αποδειλιάσωμεν πριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τελειώσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πραγματικώς, μα τον κέρβερον, μου
φαίνεται ότι δεν μαντεύω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακώς αυτό το οποίον ενόησα, ότι δηλαδή οι
πολύ παλαιοί άνθρωποι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ πάντων όσοι έθεταν τα ονόματα, καθώς
σήμερον οι περισσότεροι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τους σοφούς, επειδή πολύ περιστρέφουν
τον νουν των διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερευνήσουν πώς είναι πλασμένα τα όντα,
πάντοτε παθαίνουν ίλιγγον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (ζάλην) και τότε πλέον τα πράγματα
φαίνονται εις αυτούς ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιφέρονται, και πραγματικώς
περιφέρονται. Προφασίζονται λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι δεν είναι αιτία αυτής της δοξασίας το
εσωτερικόν των πάθος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά ότι τα ίδια τα πράγματα επλάσθησαν
κατ' αυτόν τον τρόπον, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μην είναι δηλαδή κανέν από αυτά μόνιμον
ουδέ σταθερόν, αλλά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ρέουν και να μεταφέρωνται και να είναι
πάντοτε πλήρη μεταφοράς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ανασχηματισμού. Αυτήν δε την σκέψιν
μου την εφαρμόζω εις όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά τα ονόματα, περί των οποίων τόρα
ομιλούμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως δεν ενόησες καλά από όσα προ ολίγου
είπαμεν, ότι τα ονόματά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των εφαρμόζονται ως εις πράγματα
μεταφερόμενα και ρέοντα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγεννώμενα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι δεν το εσκέφθην τόσον καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως πρώτον αυτό το οποίον είπαμεν εις
την αρχήν, ετέθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντελώς, διότι τα πράγματα είναι
τοιαύτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Ποίον από αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Η φρόνησις, διότι είναι της
&φοράς& (μεταφοράς) και του &ρου&(ρεύματος) &νόησις&.
Είναι όμως δυνατόν να την θεωρήσωμεν &όνησιν& (ωφέλειαν) της
&φοράς&, πάντοτε όμως αναφέρεται εις την μεταφοράν. Και αν αγαπάς, η
&γνώμη& σημαίνει της &γεννήσεως νώμησιν&, δηλαδή σκέψιν, διότι
το &νωμώ& και το &σκέπτομαι& είναι το ίδιον. Και πάλιν το ίδιον
όνομα &νόησις& είναι του &νέου έσις& (έφεσις και επιθυμία). Το
δε να είναι νέα τα όντα, σημαίνει ότι διαρκώς αναγεννώνται. Εκείνος λοιπόν ο
οποίος έθεσε το όνομα &νεόεσιν& μας λέγει ότι αυτό ζητεί η ψυχή. Διότι
τον παλαιόν καιρόν δεν ωνομάζετο &νόησις& αλλά αντί του η έπρεπε να
προφέρωμεν δύο ε, δηλαδή &νεόεσις&. Η δε &σωφροσύνη& είναι
σωτηρία αυτού, το οποίον εξητάσαμεν προηγουμένως, δηλαδή της
&φρονήσεως&. Και η &επιστήμη& βεβαίως σημαίνει ότι, ενώ
μεταφέρονται τα πράγματα, τα ακολουθεί η ψυχή, η οποία έχει αξίαν, και ούτε
οπίσω μένει, ούτε προτρέχει, διά τούτο πρέπει να αφαιρέσωμεν το &ε& και
να την ονομάζωμεν &πιστήμην& (πιστήν). Η δε &σύνεσις& είναι
δυνατόν να θεωρηθή ως είδος &συλλογισμού&, και το &συνιέναι&
λέγεται εντελώς με την σημασίαν του &επίσταμαι& (γνωρίζω), διότι και το
&συνιέναι& σημαίνει ότι μαζί με τα πράγματα συμβαδίζει και η ψυχή.
Έπειτα η &σοφία& σημαίνει ότι εφάπτεται (εγγίζει) την &φοράν&
(την μετακίνησιν). Αυτό όμως το όνομα είναι ολίγον σκοτεινόν και ξενικόν. Και
πρέπει να ενθυμηθή κανείς τους ποιητάς, οι οποίοι λέγουν συχνά &εσύθη&,
περί εκείνου ο οποίος αρχίζει να προχωρή ταχέως. Ένας Λάκων μάλιστα από τους
γνωστοτέρους έφερε το όνομα &Σους&, και τούτο εις την γλώσσαν των
Λακεδαιμονίων σημαίνει την ταχείαν κίνησιν. Αυτής λοιπόν της κινήσεως
&επαφήν& σημαίνει η &σοφία&, επειδή μεταφέρονται τα όντα. Και
πάλιν όσον διά το &αγαθόν&, το όνομα τούτο ισοδυναμεί με το
&αγαστόν& καθ' όλα. Διότι, αφού κινούνται τα όντα, έχουν και ταχύτητα
και βραδύτητα. Όμως δεν είναι &αγαστόν& παν ό,τι είναι ταχύ, αλλά μερικά
ταχέα μόνον. Λοιπόν εις το &αγαστόν& από τα &θοά& (ταχέα) ανήκει
το όνομα αυτό, δηλαδή το &αγαθόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όσον δε διά την &δικαιοσύνην&, ότι
αυτό το όνομα ετέθη διά την &σύνεσιν& του &δικαίου&, είναι
εύκολον να το εύρη κανείς. Το ίδιον όμως το δίκαιον είναι δύσκολον, διότι εις
ολίγα μεν σημεία συμφωνούν οι περισσότεροι, εις τα άλλα όμως διαφωνούν. Όσοι
δηλαδή νομίζουν ότι το παν ευρίσκεται εις κίνησιν, το περισσότερον μέρος αυτού
νομίζουν ότι δεν κάμνει άλλο τίποτε, παρά να προχωρή. Υπάρχει όμως κάτι τι το
οποίον διαπερά ολόκληρον τούτο, και δι' αυτού γίνονται όλα τα γινόμενα, και αυτό
είναι ταχύτατον και λεπτότατον. Διότι δεν θα ήτο δυνατόν να το διαπερά ολοτελώς
το κινούμενον, εάν δεν ήτο λεπτότατον, ώστε κανέν άλλο να μη το εμποδίζη, και
ταχύτατον, ώστε να μεταχειρίζεται τα άλλα ως ακίνητα. Επειδή λοιπόν διευθύνει
όλα τα άλλα ως &διαϊόν& (διερχόμενον), ορθώς έλαβε το όνομα
&δίκαιον&, και χάριν ευστομίας προσετέθη και η δύναμις του κάππα. Και
έως εδώ μεν όλοι συμφωνούν, ότι αυτό είναι το δίκαιον. Εγώ όμως, καλέ Ερμογένη,
επειδή είμαι απαιτητικός ως προς αυτό, εζήτησα μυστικά πληροφορίας δι' όλα αυτά,
και έμαθα ότι αυτό το δίκαιον είναι και το αίτιον — αίτιον δε σημαίνει εκείνο το
οποίον κάμνει να γίνωνται τα όντα — και είπε κάποιος, ότι είναι ορθόν να το
ονομάζη κανείς Δία δι' αυτόν τον λόγον. Όταν όμως τους ερωτήσω πάλιν απαθώς, αν
και ήκουσα όλα αυτά, τι είναι λοιπόν τέλος πάντων δίκαιον, καλέ μου φίλε, αφού
αυτό είναι ορθόν; νομίζουν τότε πλέον ότι κάμνω υπερβολικάς ερωτήσεις και ότι
παρά πολύ εξέρχομαι από τα όρια. Διότι λέγουν ότι αρκετάς πληροφορίας έλαβα, και
διά να με χορτάσουν εντελώς, αρχίζουν να λέγουν ο καθείς τα ιδικά του και δεν
συμφωνούν πλέον. Διότι ο ένας λέγει ότι δίκαιον είναι… ο ήλιος, διότι μόνον
αυτός διαπερά &καίων& και διευθύνει τα όντα. Εάν δε πάλιν αυτό το ειπώ
εις κανένα με χαράν, ως να είναι καμμία σπουδαία απάντησις, αυτός με περιγελά
και με ερωτά, μήπως νομίζω ότι δεν μένει δίκαιον εις τους ανθρώπους, όταν πλέον
δύση ο ήλιος. Και επειδή εγώ επιμόνως τον ερωτώ ποίαν γνώμην έχει ο ίδιος, μου
λέγει το ίδιον το πυρ, τούτο όμως λέγει ότι δεν είναι εύκολον να το εννοήση
κανείς. Άλλος πάλιν λέγει ότι δεν είναι το ίδιον το πυρ, αλλά μόνον η θερμότης η
οποία υπάρχει μέσα εις το πυρ. Και άλλος πάλιν λέγει ότι όλα αυτά τα περιγελά,
και ότι το δίκαιον είναι καθώς το λέγει ο Ανεξαγόρας, ότι δηλαδή είναι νους.
Διότι λέγει ότι αυτός είναι κυρίαρχος και χωρίς να αναμιχθή με κανέν πράγμα,
τακτοποιεί όλα τα πράγματα διαπερών αυτά. Τότε πλέον εγώ, φίλε μου, έρχομαι εις
πολύ μεγαλητέραν απορίαν από ό,τι ήμην, πριν αρχίσω να μανθάνω περί του δικαίου,
τι πράγμα είναι. Τέλος πάντων όσον δι' αυτό που εξετάζαμεν, το όνομα αυτό
φαίνεται ότι δι' αυτούς τους λόγους είναι βαλμένον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι αυτά σου
τα είπε άλλος κανείς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τα λέγεις εκ του προχείρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ίδιον φρονείς και διά τα
προηγούμενα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι τόσον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άκουσε λοιπόν, διότι πιθανόν να σε απατήσω
και εις τα κατόπιν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι τα λέγω χωρίς να μου τα έχει είπη
άλλος. Τι λοιπόν μένει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατόπιν από την δικαιοσύνην; νομίζω ότι
την &ανδρείαν& δεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσαμεν ακόμη, διότι όσον διά την
&αδικίαν& είναι ευνόητον ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή είναι πραγματικώς εμπόδιον εις εκείνο
το οποίον διαπερά. Η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανδρεία όμως έχει το όνομά της από την
μάχην. Η δε μάχη εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ον, αφού ρέει, δεν είναι άλλο τίποτε, παρά
η αντίθετος &ροή&. Εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν αφαιρέση κανείς το δέλτα από το
όνομα ανδρεία, τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνει καθαρώς το έργον τούτο η
&ανρεία&. Βεβαίως όμως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ανδρεία η &εναντία ροή& εις
οποιανδήποτε άλλην ροήν, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις εκείνην η οποία ρέει παρά το δίκαιον,
διότι δεν θα ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξιέπαινος τότε η ανδρεία. Ακόμη δε και το
&άρρεν& και ο &ανήρ&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά κάτι τι παρόμοιον με την &άνω
ροήν& ωνομάσθησαν. Η δε &γυνή&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου φαίνεται ότι ισοδυναμεί προς το
&γονή&. Το δε &θήλυ& φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι έλαβε το όνομα από την
&θηλήν&. Η δε &θηλή&, καλέ Ερμογένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν σου φαίνεται ότι ωνομάσθη από το ότι
κάμνει &θαλερά&, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα όσα ποτίζονται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως το ίδιον το &θάλλω& μου
φαίνεται ότι εικονίζει την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αύξησιν των νεαρών πραγμάτων, διότι
γίνεται ταχέως και αιφνιδίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν σχεδόν εμιμήθη τούτο με το όνομα,
το οποίον το συνέθεσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από το &θέω& (τρέχω) και
&άλλομαι& (πηδώ). Αλλά βλέπω ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσέχεις πόσον εξέρχομαι από τον δρόμον
μου, όταν επιτύχω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επίπεδον μέρος. Μας μένουν όμως ακόμη
πολλά από εκείνα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται άξια μελέτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και έν από αυτά είναι και η
&τέχνη&, που πρέπει να εξετάσωμεν τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτό άραγε δεν σημαίνει
&έξιν& (συνήθειαν) &νου& με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφαίρεσιν του ταυ και προσθήκην του ο
μεταξύ του χι και του νυ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και του ήτα (δηλαδή εχονόη);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι αλλά με μεγάλον εξευτελισμόν, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ευλογημένε, δεν γνωρίζεις ότι όσα ονόματα
ετέθησαν εις τας αρχάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατόπιν παρεμορφώθησαν από όσους ήθελαν να
τα καταστήσουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τραγικά, με την προσθήκην και αφαίρεσιν
γραμμάτων, χάριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευστομίας και διότι τα περιστρέφουν από
όλα τα μέρη εξ αιτίας του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλωπισμού και της πολυκαιρίας;
Παραδείγματος χάριν εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &κάτοπτρον& δεν φρονείς ότι είναι
άτοπον να προστεθή το ρω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω όμως ότι αυτά τα κάμνουν, όσοι διά
μεν την αλήθειαν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φροντίζουν διόλου, και μόνον το στόμα των
διαπλάττουν, και αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσθέσουν πολλά γράμματα εις τα πρώτα
ονόματα, εις το τέλος τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνουν ώστε κανείς άνθρωπος απολύτως να
μην εννοή τι σημαίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς και την σφίγγα την ονομάζουν
&σφίγγα& αντί &φίγγα&, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα πολλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις αυτά έχεις δίκαιον, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν όμως πάλιν επιτρέψωμεν να προσθέτη και
να αφαιρή ο καθείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι θέλει εις τα ονόματα, τότε πλέον θα
έχωμεν πολλήν ευκολίαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και είναι εύκολον οποιονδήποτε όνομα να
προσαρμόσωμεν προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιονδήποτε πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια ορθά. Ώστε πρέπει, νομίζω, να
προσέχης εις το ορθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέτρον συ ο σοφός επιστάτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Είμαι πρόθυμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Και εγώ είμαι πρόθυμος, καλέ
Ερμογένη. Λοιπόν αξιοθαύμαστε φίλε, μη λεπτολογείς πάρα πολύ, μήπως μου
αφαιρέσης το θάρρος. Διότι τόρα φθάνω εις την κορυφήν των όσα είπα, αφού θα
εξετάσωμεν ύστερα από την &τέχνην& την &μηχανήν&. Δηλαδή, η
&μηχανή& μου φαίνεται ότι σημαίνει το &διανύω μακράν&, διότι
μακράν σημαίνει το &μήκος&. Λοιπόν εκ των δύο τούτων συνετέθη το όνομα
μηχανή, δηλαδή από το μήκος και &άνω& (διανύω). Ώστε καθώς είπα προ
ολίγου, ας φθάσωμεν εις την κορυφήν των όσα είπαμεν. Δηλαδή πρέπει να εξετάσωμεν
τι σημαίνουν τα ονόματα αρετή και κακία. Και λοιπόν το μεν πρώτον δεν το εννοώ
καλώς, το δεύτερον όμως μου φαίνεται ότι είναι σαφέστατον. Διότι συμφωνεί με τα
προηγούμενα, διότι, αφού κινούνται τα πράγματα, παν ό,τι κακώς κινείται
(&ιόν&) θα είναι κακία. Τούτο δε το &κακώς ιέναι& (κακώς
κινούνται), όταν είναι ιδιότης της ψυχής ως προς τα πράγματα, τότε αποτελεί
ολόκληρον το όνομα της κακίας. Τι δε σημαίνει να κινήται κακώς, μου φαίνεται ότι
το δεικνύει και το όνομα δειλία, το οποίον δεν το εξετάσαμεν, αλλά το
υπερπηδήσαμεν, ενώ έπρεπε να το εξετάσωμεν κατόπιν της ανδρείας. Αλλά μου
φαίνεται ότι υπερπηδήσαμεν και άλλα πολλά. Και λοιπόν η δειλία σημαίνει ότι
είναι δεσμός της ψυχής ισχυρός, ώστε ο &δεσμός& ο &λίαν& και ο
μέγιστος της ψυχής φαίνεται ότι είναι η δειλία. Και είναι κακόν, ως φαίνεται,
καθώς και η απορία και παν ό,τι εμποδίζει ένα πράγμα να κινήται και να προχωρή.
Αυτό λοιπόν φαίνεται ότι σημαίνει το να κινήται κακώς, δηλαδή αναχαιτιστικώς και
εμποδιστικώς, το οποίον βέβαια όταν έχει η ψυχή, είναι γεμάτη από κακίαν. Αφού
δε εις αυτά εφαρμόζεται το όνομα κακία, τότε η αρετή είναι το αντίθετον από
αυτό, και σημαίνει πρώτον μεν ταχύτητα, έπειτα δε ότι είναι πάντοτε
&λελυμένη& η &ροή& της αγαθής ψυχής, ώστε εκείνο το οποίον ρέει
ακατασχέτως και άνευ εμποδίων, καθώς φαίνεται, έλαβε αυτό το όνομα. Και είναι
μεν ορθόν να ονομασθή &αειρείτη&, και ίσως πάλιν &αιρετή&
(προαιρετική), διότι αυτή η κατάστασις είναι προτιμοτέρα, όμως συνεχωνεύθη και
έγινε &αρετή&. Και ίσως πάλιν ειπής ότι εγώ τα εφευρίσκω. Εγώ όμως σου
λέγω ότι, αν το όνομα κακία, το οποίον εξετάσαμεν προηγουμένως, είναι ορθόν,
τότε και τούτο το όνομα η &αρετή& είναι ορθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε &κακόν& τέλος πάντων, το
οποίον εξήγησε πολλά από τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενα, τι σημαίνει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία κάτι τι παράδοξον κατά την
γνώμην μου και δύσκολον διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να το εννοήσωμεν. Φέρω λοιπόν και εις αυτό
εκείνο το μηχάνημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον μηχάνημα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Του να ειπώ ότι και αυτό είναι
βαρβαρικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και φαίνεται πραγματικώς ότι ομιλείς ορθά.
Όμως, αν δέχεσαι, ας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα αφήσωμεν αυτά και ας δοκιμάσωμεν να
εννοήσωμεν πώς εδόθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευλόγως το όνομα εις το καλόν (ωραίον) και
το αισχρόν (άσχημον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον διά το αισχρόν ωρισμένως είναι
εντελώς σαφής η έννοιά του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι και αυτό συμφωνεί με τα προηγούμενα.
Διότι εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμποδίζει και &ίσχει& να ρέουν τα
όντα παντού, το θεωρεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υβριστικόν εκείνος ο οποίος έθεσε τα
ονόματα, και εδώ λοιπόν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το &αεί ίσχον& (πάντοτε εμποδίζον)
τον &ρουν& έδωκε το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αεισχορούν&. Σήμερον δε το
συνεχώνευσαν και το λέγουν &αισχρόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όμως εξηγείς το
&καλόν&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο είναι δυσκολώτερον να το εννοήσωμεν.
Σού λέγω όμως, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό ίσως εσχηματίσθη μόνον διά της
εκτάσεως το ο εις ου με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλαγήν τόνου (καλούν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι τούτο το όνομα είναι ονομασία
της διανοίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε. Ποίον νομίζεις συ ότι είναι αιτία
να λάβη όνομα έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τα όντα; Άραγε όχι εκείνο το οποίον
έθεσε τα ονόματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτό δεν είναι η διάνοια ή των θεών
ή των ανθρώπων ή και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και εκείνο το οποίον ονομάζει τα
πράγματα, δηλαδή αρχαϊκώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το &καλέσαν& και το
&καλούν&, δεν είναι το ίδιον, δηλαδή διάνοια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν όσα εκτελέση ο νους και η
διάνοια, δεν είναι επαινετά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα δε δεν εκτελέση, &ψεκτά&
(αξιοκατάκριτα);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν το ιατρικόν πράγμα δεν εκτελεί
ιατρικά έργα και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξυλουργικόν ξυλουργικά; Ή πώς εννοείς
συ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς το είπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και το καλόν επομένως δεν εκτελεί
καλά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρέπει βέβαια να εκτελή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και, καθώς είπαμεν, δεν είναι τούτο
διάνοια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως πολύ ορθά το όνομα
&καλόν& (ωραίον) σημαίνει την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρόνησιν, η οποία εκτελεί εκείνα τα οποία
θεωρούμεν &καλά&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (ωραία) και τα ασπαζόμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν τι άλλο μας μένει να
εξετάσωμεν από τα όμοια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά τα οποία αναφέρονται εις το
&αγαθόν& και &καλόν&, δηλαδή τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &συμφέροντα& και
&λυσιτελή& και &ωφέλιμα& και &κερδαλέα&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα αντίθετα αυτών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν όσον διά το &συμφέρον&
και συ ακόμη ημπορείς να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρης ανατρέχων εις τας προηγούμενας
σκέψεις, διότι φαίνεται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι όμοιον προς την επιστήμην. Δηλαδή
δεν σημαίνει άλλο τίποτε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά την κίνησιν της ψυχής μαζί με τα
πράγματα (&άμα φοράν&), και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ορθόν όσα εκτελούνται από αυτό να
λέγωνται &συμφέροντα& και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &σύμφορα&, διότι
&συμπεριφέρονται&. Το δε &κερδαλέον& ωνομάσθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από το &κέρδος&. Το δε όνομα
&κέρδος& σημαίνει εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλει να σημαίνη, αν προσθέσωμεν εις αυτό
νυ αντί του δέλτα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι τότε αποτελεί άλλο όνομα του αγαθού.
Δηλαδή επειδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναμιγνύεται εις όλα διαπερών αυτά, το
έθεσε ο νομοθέτης, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράση αυτήν την δύναμίν του. Και
προσθέσας το δ αντί του νυ το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνόμασε κέρδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε &λυσιτελούν& τι
είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται, καλέ Ερμογένη, ότι το
&λυσιτελούν& δεν το εννοεί καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μεταχειρίζονται οι κάπηλοι, όταν κανείς
πληρώνη χρέος, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι είναι το ταχύτερον μέρος του όντος
και δεν αφίνει τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα να σταματήσουν, ουδέ να λάβη
&τέλος& η κίνησις και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σταθή και να παύση να κινήται. Αλλά
πάντοτε &απολύει& το &τέλος&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτής, εάν τούτο δοκιμάση να
πραγματοποιηθή, και καθιστά αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την κίνησιν αθάνατον. Δι' αυτόν τον λόγον
μου φαίνεται ότι εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αγαθόν& έδωκε και το όνομα
&λυσιτελούν&. Δηλαδή ωνόμασε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &λυσιτελούν& εκείνο, το οποίον
&λύει& το &τέλος& της κινήσεως. Το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε όνομα &ωφέλιμον& είναι ξενικόν,
και το μεταχειρίζεται και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όμηρος εις πολλά μέρη, υπό τον τύπον
&οφέλλειν&, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνει &αύξω& (αυξάνω) και
ποιώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα τα αντίθετα τούτων πώς
εξηγούνται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσα από αυτά είναι αρνητικά, μου φαίνεται
ότι δεν είναι ανάγκη να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα εξετάσωμεν διόλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το &ασύμφορον& και το
&ανωφελές& και το &αλυσιτελές& και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ακερδές&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μόνον το &βλαβερόν& και
&ζημιώδες&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όσον μεν διά το &βλαβερόν&,
εννοεί το &βλάπτον& τον &ρουν&,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το &βλάπτον& όμως πάλιν σημαίνει
ότι &βούλεται& (θέλει) &άπτειν&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (να εφάπτεται). Και πάλιν το
&άπτω& είναι το ίδιον με το δένω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο δε εις όλα τα ονόματα το κατακρίνει.
Λοιπόν το &βουλόμενον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άπτειν ρουν& κυρίως μεν έπρεπε να
ονομασθή &βουλαπτερούν&, όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν κομψότητος μου φαίνεται ότι ωνομάσθη
&βλαβερόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μεταμορφώνεις, καλέ Σωκράτη, τα
ονόματα. Και τόρα πάλιν μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εφάνη ωσάν να εσφύριξες το προοίμιον του
ύμνου της Αθηνάς, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγες αυτό το όνομα το βουλαπτερούν
(8).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν πταίω εγώ, Ερμογένη μου, αλλά εκείνοι
οι οποίοι έθεσαν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές. Αλλά τόρα τι να σημαίνη
το ζημιώδες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι να σημαίνη το ζημιώδες; Πρόσεξε, καλέ
Ερμογένη, να ότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγω την αλήθειαν, όταν λέγω ότι ενώ
προσθέτουν και αφαιρούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γράμματα μεταβάλλουν φοβερά την σημασίαν
των ονομάτων, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλιστα και με μικράν ακόμη μεταβολήν
δίδουν εις αυτά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίθετον σημασίαν. Τούτο συμβαίνει και
εις το &δέον& (πρέπον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι και αυτό μου ήλθε εις τον νουν προ
ολίγου, και από αυτό, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον επρόκειτο να σου ειπώ, ενθυμήθην
ότι η νέα μας γλώσσα η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προκομμένη μετέτρεψε το &δέον& και
το &ζημιώδες&, ώστε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνουν όλως το εναντίον, διότι
εξαφανίζει την σημασίαν των,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ η αρχαία γλώσσα δεικνύει την αληθή
σημασίαν των δύο αυτών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου το ειπώ. Γνωρίζεις ότι οι
παλαιοί μας πρόγονοι πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζονται το ιώτα και το δέλτα, και
προ πάντων αι γυναίκες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αι οποίαι περισσότερον διατηρούν την
αρχαίαν γλώσσαν. Τόρα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντί του ιώτα θέτουν έψιλον ή ήτα, αντί δε
του δέλτα ζήτα, ως να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι μεγαλοπρεπέστερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδείγματος χάριν οι μεν αρχαιότεροι
ωνόμαζαν την ημέραν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ιμέραν&, οι δε κατόπιν
&εμέραν&, οι δε σημερινοί ημέραν (9)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εννόησες λοιπόν ότι μόνον το πρώτον όνομα
δεικνύει τι εννοεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος, ο οποίος έθεσε το όνομα; Δηλαδή
διότι το φως ήρχετο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευχάριστον εις τους ανθρώπους μετά το
σκότος, δι' αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνόμασαν ιμέραν από το &ίμερος&
(πόθος).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως με τον τραγικόν του τύπον δεν
ημπορείς να εννοήσης τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνει η &ημέρα&. Αν και μερικοί
νομίζουν, ότι ωνομάσθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ημέρα&, διότι κάμνει ήμερα τα
πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμφωνώ μαζί σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και το &ζυγόν& γνωρίζεις ότι οι
αρχαιότεροι το έλεγαν &δυογόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν το μεν &ζυγόν& τίποτε
δεν εκφράζει, ενώ το &δυογόν&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνομάσθη πολύ ορθά, διότι τα &δύο&
δένονται διά να σύρουν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αγώγιον&, αλλά τόρα έγινε
&ζυγόν&. Και άλλα πολλά έπαθαν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ πιθανόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν συμφώνως προς τα ανωτέρω πρώτον μεν
το &δέον& με αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προφοράν σημαίνει το αντίθετον από όλα τα
ονόματα, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνουν το αγαθόν. Διότι ενώ το
&δέον& φαίνεται ότι είναι είδος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αγαθού&, τόρα αποδεικνύεται ότι
είναι &δεσμός& και εμπόδιον της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κινήσεως, και ομοιάζει το
&βλαβερόν&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια, καλέ Σωκράτη, αυτό
αποδεικνύεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όμως και όταν μεταχειρισθώμεν το
αρχαίον όνομα, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει περισσοτέρους λόγους να είναι
βαλμένον ορθώς παρά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημερινόν. Και θα γίνη σύμφωνον με τα
προηγούμενα αγαθά, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέσωμεν το ιώτα αντί του έψιλον, καθώς
είναι το αρχαίον, διότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &Δίον&, και όχι το &δέον&,
σημαίνει το αγαθόν, το οποίον επαινεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και κατ' αυτόν τον τρόπον δεν ευρίσκεται
εις αντίφασιν με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον εαυτόν του εκείνος, ο οποίος έθεσε
τα ονόματα, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδεικνύεται έν και το αυτό πράγμα το
&δέον& και το &ωφέλιμον&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το &λυσιτελές& και το
&κερδαλέον& και το &αγαθόν& και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &συμφέρον& και το
&εύπορον&, και όλα αυτά, με άλλο όνομα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνουν εκείνο το οποίον τακτοποιεί και
διατρέχει παντού και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επαινείται, ενώ εκείνο το οποίον εμποδίζει
και δένει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατακρίνεται. Και λοιπόν τόρα και το
&ζημιώδες& εάν συμφώνως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αρχαίαν γλώσσαν θέσωμεν αντί του ζήτα
δέλτα, θα εννοήσης ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομα ετέθη διά να σημαίνη εκείνο το
οποίον &δει& (δεσμεύει)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το &ιόν& (κινούμενον), και
ωνομάσθη κατ' αρχάς &δημιώδες&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι λοιπόν σημαίνει η &ηδονή&
και η &λύπη& και η &επιθυμία&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα όμοια, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Αυτά δεν μου φαίνονται πολύ δύσκολα,
Ερμογένη μου, διότι, όσον διά την ηδονήν, μου φαίνεται ότι το όνομα αυτό το
έλαβε η πράξις η οποία τείνει προς &όνησιν& (ωφέλειαν) — το δέλτα όμως
είναι πρόσθετον, ώστε ονομάζεται &ηδονή& αντί να ονομάζεται
&ηονή&. — Και πάλιν η &λύπη& φαίνεται ότι έλαβε το όνομα από την
&διάλυσιν& του σώματος, η οποία συμβαίνει εις αυτό από τούτο το πάθημα.
Και βεβαίως η &ανία& είναι το εμπόδιον της κινήσεως (ιέναι). Η
&αλγηδών& όμως μου φαίνεται ξενικόν όνομα, και ωνομάσθη από το
&αλγεινόν&. Η δε &οδύνη& από το &ενδύω& την
&λυπών& φαίνεται ότι ωνομάσθη. Το δε όνομα &αχθηδών& και εις τον
τυχόντα φαίνεται ότι παρωμοιάσθη προς το βάρος της μεταφοράς. Η &χαρά&
πάλιν φαίνεται ότι ωνομάσθη από την &διάχυσιν& και &ευπορίαν&
της &ροής& της ψυχής. Η δε &τέρψις& από το &τερπνόν&,
και το &τερπνόν& πάλιν έλαβε κατά παρομοίωσιν το όνομα, διότι
&έρπει& (εισδύει) ως &πνοή& εις την ψυχήν, και κυρίως μεν έπρεπε
να ονομασθή &έρπνουν&, η πολυκαιρία όμως το μετέτρεψε εις
&τερπνόν&. Διά το όνομα ευφροσύνη πάλιν είναι περιττόν να προσθέσωμεν το
διατί, διότι και ο τυχών εννοεί ότι ορθώς έλαβε το όνομα τούτο από το ότι
&ευ& (καλώς) &συμφέρεται& (συμβαδίζει) με τα πράγματα η ψυχή,
και ήτο δίκαιον να λέγεται &ευφεροσύνη&, αλλά την λέγομεν
&ευφροσύνην&. Και το όνομα &επιθυμία& όμως δεν είναι δύσκολον,
διότι είναι φανερόν ότι το όνομα αυτό απεδόθη εις την δύναμιν η οποία προς τον
&θυμόν& (ψυχήν) προχωρεί (&ιούσα&). Ο δε &θυμός& από την
&θύσιν& δηλαδή την ζέσιν της ψυχής φαίνεται ότι έλαβε αυτό το όνομα.
Αλλά και ο &ίμερος& έλαβε το όνομα με το ρω το οποίον περισσότερον
παντός άλλου έλκει την ψυχήν. Δηλαδή επειδή κινούμενος (&ιέμενος) ρέει&
και επιζητεί (&εφίεται&) τα πράγματα, και κατ' αυτόν τον τρόπον
παρασύρει την ψυχήν εις την ορμήν (&έσιν&) της &ροής& του, δι'
όλην αυτήν την δύναμιν ωνομάσθη &ίμερος&. Και ο &πόθος& όμως
ορθώς ονομάζεται, διότι σημαίνει ότι δεν προέρχεται από το παρόν αλλά από αλλού
&πουθενά&. Δι' αυτό ωνομάσθη και &πόθος&, αυτό το ίδιον, το
οποίον όταν είναι παρόν ό,τι επιθυμούμεν, λέγεται &ίμερος&, όταν όμως
είναι απόν, το ίδιον πράγμα λέγεται &πόθος&. Ο δε &έρως&
ωνομάζετο τον παλαιόν καιρόν &έσρος& από το ρήμα &εσρεί&, διότι
&εισρέει& έξωθεν και δεν είναι ατομική του αυτή η &ροή& εις τον
έχοντα τον έρωτα — τότε δε η γλώσσα μετεχειρίζετο το όμικρον αντί του ωμέγα —
τόρα δε ωνομάσθη έρως διά της μεταβολής του ο εις ω. Αλλά ποίον άλλο όνομα ακόμη
θέλεις να εξετάσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Η &δόξα& και τα όμοια πώς
σου φαίνονται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η &δόξα& βεβαίως ή ωνομάσθη από
την καταδίωξιν (&δίωξιν&) την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίαν εκτελεί η ψυχή, όταν
&επιδιώκη& να γνωρίση πώς είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλασμένα τα πράγματα, ή από την
&βολήν& του &τόξου&. Και φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλλον από το δεύτερον τούτο. Τουλάχιστον
η &οίησις& (δοξασία)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνεί με αυτό, διότι σημαίνει κίνησιν
(&οίσιν&) της ψυχής προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το πράγμα, καθώς και η &βουλή&
σημαίνει κάπως την &βολήν& και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &βούλομαι& σημαίνει
&εφίεμαι& (επιθυμώ) και &βουλεύομαι&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (σκέπτομαι). Όλα αυτά φαίνονται ως
ομοιώματα της &βολής& συμφώνως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με την &δόξαν&, καθώς πάλιν
αντιθέτως η &αβουλία& φαίνεται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ατυχία, ως να μη &έβαλε&,
δηλαδή να μην επέτυχε εκείνο εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον εσημάδευε (&έβαλλε&) και
το οποίον ήθελε (&εβούλετο&)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το οποίον εσυλλογίζετο
(&εβουλεύετο&) και το επεθύμει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (&εφίετο&).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά πλέον μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι
τα παρατάσσεις πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πυκνά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι τόρα πλέον είναι το τέλος και τω θεώ
δόξα. Θέλω όμως ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ερευνήσω την &ανάγκην& και το
&εκούσιον&, διότι είναι συνέχεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με τα προηγούμενα. Και λοιπόν το
&εκούσιον& είναι εκείνο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον &υπείκει& (υποχωρεί) και
δεν εναντιόνεται, αλλά καθώς είπα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποχωρεί εις το κινούμενον (ιόν). Και ήτο
πρέπον να ονομασθή με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το όνομα τούτο ό,τι γίνεται κατά βούλησιν,
ενώ το &αναγκαίον& και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το &αντίτυπον& (αντίθετον), το
οποίον γίνεται εναντίον της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θελήσεως, φαίνεται ότι ανήκει εις την
αποτυχίαν και αμάθειαν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρομοιάζεται με πορείαν προς τα
&άγκη& (χαράδρας), διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυσδιάβατα και ανώμαλα και πετρώδη και
εμποδίζουν τον δρόμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως λοιπόν ωνομάσθη αναγκαίον, διότι
παρωμοιάσθη προς διάβασιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά μέσου &άγκους&. Και εφ' όσον
μας βοηθεί η δύναμις, ας μη την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφήσωμεν. Όμως και συ μη την αφίνεις, αλλά
ερώτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερωτώ λοιπόν τα σπουδαιότερα και τα
ωραιότερα, δηλαδή την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αλήθειαν& και το &ψεύδος&
και το &ον& και αυτό ακόμη περί του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίου ομιλούμεν, δηλαδή το
&όνομα&, διά ποίον λόγον λέγεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχει τι το οποίον ονομάζεις
&μαίομαι& (μαιεύω);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, το να ζητώ να συλλάβω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται λοιπόν ότι είναι όνομα
απαρτιζόμενον από ολόκληρον λόγον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο οποίος λέγει ότι το όνομα είναι ον του
οποίου, υπάρχει ζήτησις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο δε είναι ευκολώτερον να το εννοήσης
εις το &ονομαστόν&,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι εδώ πλέον λέγει καθαρά ότι τούτο
είναι &ον ου μάσμα&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (ζήτησις) υπάρχει. Όσον δε διά το όνομα
&αλήθεια&, και τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοιάζει με τα άλλα, διότι φαίνεται ότι
εκφράζεται με αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέξιν, δηλαδή την αλήθειαν, η θεία
περιφορά του όντος, ότι δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι &άλη& (ορμή) &θεία&.
Το ψεύδος όμως είναι το αντίθετον της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κινήσεως, και ιδού πάλιν ότι κατακρίνεται
το εμποδιζόμενον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγκαζόμενον να ησυχάζη και παρομοιάζεται
προς τα &καθεύδοντα&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (κοιμώμενα), επειδή όμως προσετέθη το ψ
κρύπτει ολίγον την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημασίαν αυτού του ονόματος. Το δε
&ον& και η ουσία συμφωνούν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το αληθές εάν προστεθή το ιώτα, διότι
γίνεται &ιόν& (κινούμενον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο φαίνεται και εις το &ουκ
ον&, το οποίον μερικοί το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζουν &ουκί& (ουχί)
&ον&.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά μεν, καλέ Σωκράτη, μου φαίνεται ότι
τα εξήγησες με πολλήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανότητα. Αν όμως σε ερωτήση κανείς δι'
αυτό το &ιόν&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (κινούμενον) και το &ρέον& και το
&δουν& (δένον), ποία είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθότης αυτών των ονομάτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερωτάς τι άραγε θα απαντήσωμεν εις αυτόν;
δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν προ ολίγου, επρομηθεύθημεν ένα
πράγμα διά να φαινώμεθα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι λέγομεν κάτι τι, όταν
αποκρινώμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ό,τι δεν γνωρίζομεν, να λέγωμεν ότι είναι
βαρβαρικόν. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικώς είναι δυνατόν να είναι κάτι
τοιούτον, αλλ' επίσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν ένεκα της πολυκαιρίας να
είναι ανεξερεύνητα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτα ονόματα. Διότι, επειδή τα ονόματα
μετατρέπονται καθ' όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους τρόπους, δεν είναι διόλου παράδοξον,
εάν η αρχαία γλώσσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχετικώς με την σημερινήν δεν έχει καμμίαν
διαφοράν από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαρβαρικήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ομιλείς πολύ λογικά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τουλάχιστον λέγω πράγματα ευλογοφανή. Μου
φαίνεται όμως ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιδέχεται προφάσεις ο αγών, αλλά πρέπει
να είμεθα πρόθυμοι να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερευνήσωμεν αυτά. Πρέπει δε να λάβωμεν υπ'
όψιν τα εξής· άραγε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν κανείς μας ερωτά διαρκώς τας προτάσεις
από τας οποίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτελείται το όνομα, και έπειτα πάλιν τα
ονόματα, με τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτελούνται εκείναι αι προτάσεις και δεν
παύη να κάμνη αυτάς τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσεις, δεν θα αναγκασθή εις το τέλος
να απαυδήση ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκρινόμενος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πότε λοιπόν θα απέκαμνε δικαίως, και θα
έπαυε; άραγε όχι όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έφθανε εις εκείνα τα ονόματα, τα οποία
είναι στοιχεία των άλλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάτων και λόγων; διότι αυτά πλέον, αν
πραγματικώς είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στοιχεία, δεν είναι δίκαιον να αποδειχθούν
ότι αποτελούνται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα. Καθώς παραδείγματος χάριν προ ολίγου
ελέγαμεν, ότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &αγαθόν& αποτελείται από το
&αγαστόν& και &θοόν& (ταχύ). Και ίσως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν εύρωμεν ότι το &θοόν&
αποτελείται από άλλα και εκείνα πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από άλλα. Όταν όμως εις το τέλος εύρωμεν
εκείνο το οποίον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτελείται από άλλα ονόματα, δικαίως θα
ελέγαμεν ότι τόρα πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχομεν ενώπιόν μας στοιχείον, και ότι δεν
πρέπει τούτο να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραμπέμπωμεν εις άλλα ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι λέγεις ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως λοιπόν και αυτά τα ονόματα, διά τα
οποία ερωτάς τόρα, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στοιχεία και είναι ανάγκη με άλλον τρόπον
να εξετάσωμεν ποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η ορθότης αυτών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ πιθανόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια είναι πιθανόν, καλέ Ερμογένη,
διότι όλα τα προηγούμενα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται ότι ανέρχονται εις αυτά. Και αν
αυτό είναι ορθόν, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου φαίνεται ότι είναι, έλα πάλιν πρόσεχε
μαζί μου, μήπως ειπώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραληρήματα εξετάζων ποία πρέπει να είναι
η ορθότης των πρώτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε και μη σε μέλει, διότι εγώ θα προσέχω
με όλας μου τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνάμεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι βεβαίως μία είναι η ορθότης παντός
ονόματος και πρώτου και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τελευταίου, και δεν έχουν καμμίαν διαφοράν
μεταξύ των ως ονόματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι και συ συμφωνείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως η ορθότης των ονομάτων, τα οποία
εξητάσαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως, κυρίως εδείκνυε οποίον είναι
έκαστον από τα όντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως αυτήν την ιδιότητα πρέπει να την
έχουν εξ ίσου και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτα και τα τελευταία, αφού είναι
ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τα μεν τελευταία, καθώς φαίνεται,
ήσαν ικανά εις τούτο διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσου των πρώτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά. Τόρα όμως τα πρώτα, τα οποία δεν
έχουν άλλα ως βάσιν, πώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα καταστήσουν εις ημάς όσον το δυνατόν
περισσότερον ευνόητα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όντα, αφού πρόκειται να είναι ονόματα;
Δηλαδή απάντησέ μου εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής: Εάν δεν είχαμεν φωνήν ουδέ γλώσσαν
και όμως ηθέλαμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράσωμεν μεταξύ μας τα πράγματα άραγε
δεν θα εδοκιμάζαμεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς τόρα οι κωφάλαλοι, να εκφρασθώμεν με
τας χείρας και με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κεφαλήν και με το άλλο σώμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια πώς αλλέως, καλέ
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και νομίζω ότι εάν ηθέλαμεν να εκφράσωμεν
το άνω και το ελαφρόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα υψώναμεν την χείρα προς τον ουρανόν
μιμούμενοι αυτήν την φύσιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του πράγματος. Εάν δε πάλιν τα κάτω και
βαρέα, θα εφέραμεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χείρα προς την γην. Και αν ηθέλαμεν να
εκφράσωμεν ίππον τρέχοντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή κανέν άλλο ζώον, γνωρίζεις ότι θα
εκάμναμεν χειρονομίας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχήματα με το σώμα μας, όσον το δυνατόν
ομοιότατα προς εκείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι δεν ημπορεί παρά να είναι
καθώς το λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι νομίζω ότι κατ' αυτόν τον τρόπον θα
εσχηματίζετο σωματική</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (σχηματική) γλώσσα, διότι το σώμα θα
εμιμείτο εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήθελε να εκφράση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως αφού θέλομεν να εκφράσωμεν με
την φωνήν και με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλώσσαν και με το στόμα, δεν σου φαίνεται
ότι τότε μόνον θα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκφρασις το σχηματιζόμενον από αυτά, όταν
μιμηθώμεν οποιονδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα με αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι είναι ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε, καθώς φαίνεται, το όνομα είναι διά
της φωνής μίμησις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνου του πράγματος το οποίον
απομιμείται. Και ονομάζει κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν απομιμηθή με την φωνήν εκείνο το
οποίον μιμείται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως, μα τον Δία, ακόμη δεν πιστεύω
ότι τα λέγομεν καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνοι οι οποίοι απομιμούνται την φωνήν
των προβάτων και των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πετεινών και των άλλων ζώων, δεν θα
αναγκασθώμεν να παραδεχθώμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι ονομάζουν αυτά τα οποία
μιμούνται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σου φαίνεται λοιπόν αυτό ορθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι σε βεβαιώ. Αλλά τότε πάλιν, καλέ
Σωκράτη, τι είδους μίμησις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι το όνομα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρώτον νομίζω ότι δεν είναι μίμησις, καθώς
όταν με την μουσικήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μιμούμεθα τα πράγματα, μολονότι και τότε
με την φωνήν βεβαίως τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μιμούμεθα. Δεύτερον, όσα μιμείται η
μουσική, αν τα μιμούμεθα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς, δεν μου φαίνεται ότι λέγομεν το
όνομά των. Εννοώ δε το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής· υπάρχει εις έκαστον πράγμα ήχος και
σχήμα, και χρώμα ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις πολλά από αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιδού λοιπόν ότι δεν είναι τέχνη ονομαστική
το να μιμήται κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, ουδέ να καταγίνεται εις τοιαύτας
μιμήσεις. Διότι τούτο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκτελεί η μουσική και η ζωγραφική. Δεν
είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς σου φαίνεται το εξής; δεν σου
φαίνεται ότι και την ουσίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του έχει έκαστον πράγμα καθώς έχει και το
χρώμα και τα άλλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία ελέγαμεν τελευταίως; Πρώτον το ίδιον
το &χρώμα& και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &φωνή& δεν έχει το καθέν κάποιαν
ουσίαν καθώς και όλα τα άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα, όσα ηξιώθησαν να έχουν την
ιδιότητα της υπάρξεως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; εάν ημπορέση κανείς να μιμηθή
με τα γράμματα και τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλαβάς την ιδίαν την ουσίαν, άραγε δεν
θα εξέφραζε τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστον; ή μήπως απατώμαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα θα εξέφραζε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς θα ονομάσης εκείνον ο οποίος έχει
αυτήν την ικανότητα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς από τους προηγουμένους τον ένα τον
ωνόμασες μουσικόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άλλον ζωγραφικόν; Αυτόν πώς θα τον
ονομάσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι αυτό είναι
εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητούμεν να εύρωμεν εδώ και τόσην ώραν,
δηλαδή ότι αυτός είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομαστικός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν τούτο είναι αληθές, τόρα
νομίζω ότι πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν εκείνα τα ονόματα διά τα οποία
συ ερώτησες, δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ροήν και την κίνησιν και την στάσιν,
αν με τα γράμματα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας συλλαβάς πλησιάζουν τα ιδικά των όντα,
ώστε να μιμούνται την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουσίαν των, ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας εξετάσωμεν μήπως άραγε μόνον
αυτά είναι από τα πρώτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα ή και άλλα πολλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ νομίζω ότι υπάρχουν και άλλα
πολλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια είναι λογικόν να υπάρχουν. Αλλά πώς
πρέπει να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διακρίνωμεν, όχι άραγε καθώς αρχίζει την
μίμησιν ο μιμούμενος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως αφού η μίμησις της ουσίας γίνεται
με συλλαβάς και με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γράμματα, δεν είναι ορθότερον πρώτον να
διακρίνωμεν τα στοιχεία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς οι καταγινόμενοι εις τους ρυθμούς
πρώτον διέκριναν τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνάμεις των στοιχείων, έπειτα δε των
συλλαβών και τότε πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έρχονται να εξετάσουν τους ρυθμούς, όχι
όμως προηγουμένως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Επομένως και ημείς ομοίως πρέπει
πρώτον μεν να διακρίνωμεν τα φωνήεντα, έπειτα από τα άλλα να διακρίνωμεν τα
&άφωνα& και τα &άφθογγα& (ημίφωνα) — διότι ούτω πως τα ονομάζουν
όσοι είναι έμπειροι εις τα τοιαύτα — και πάλιν όσα δεν είναι φωνήεντα ούτε όμως
&άφθογγα& (ημίφωνα). Και πάλιν από τα ίδια τα φωνήεντα πόσα είδη
υπάρχουν. Και αφού διακρίνωμεν όλα καλώς, τότε πάλιν πρέπει να εξετάσωμεν τα
όντα, εις τα οποία πρόκειται να δώσωμεν ονόματα, αν υπάρχουν μερικά εις τα οποία
υπάγονται όλα, καθώς είναι τα στοιχεία. Από τα οποία είναι δυνατόν να
παρατηρήσωμεν και τα ίδια τα όντα, και αν διαιρούνται εις είδη, καθώς τα
στοιχεία. Όλα αυτά αφού τα ερευνήσωμεν καλώς, να προσθέτωμεν επιστημονικώς
έκαστον στοιχείον αναλόγως της ομοιότητος, είτε έν μόνον στοιχείον εις έν ον,
είτε και αναμιγνύοντες πολλά στοιχεία εις έν ον. Καθώς και οι ζωγράφοι θέλοντες
να κατασκευάσουν εικόνα, κάποτε θέτουν μόνον το κόκινον, και κάποτε άλλο
οποιονδήποτε χρώμα, πολλάκις όμως αναμιγνύουν πολλά χρώματα, καθώς παραδείγματος
χάριν όταν κατασκευάζουν προσωπογραφίαν ή άλλο τίποτε παρόμοιον, αναλόγως,
νομίζω, της ανάγκης την οποίαν έχει η εικών από έκαστον χρώμα. Ομοίως λοιπόν και
ημείς θα επιθέσωμεν τα στοιχεία εις τα πράγματα, είτε έν εις έν, ό,τι νομίσωμεν
ότι χρειάζεται, είτε πολλά ομού και θα κατασκευάσωμεν αυτά τα οποία λέγονται
συλλαβαί, και πάλιν θα ενώσωμεν τας συλλαβάς, από τας οποίας σχηματίζονται και
τα ονόματα και τα ρήματα. Και πάλιν από τα ονόματα και τα ρήματα θα αποτελέσωμεν
πλέον κάτι τι μέγα και ωραίον και ακέραιον, καθώς εκεί διά της ζωγραφικής το
ζωντανόν, ομοίως εδώ τον λόγον διά της &ονομαστικής& ή
&ρητορικής&, ή οποιαδήποτε είναι αυτή η τέχνη. Ή καλλίτερον όχι ημείς,
αλλά απλώς παρεσύρθην από τους λόγους. Διότι τα κατεσκεύασαν, όπως είναι
κατασκευασμένα, οι παλαιοί. Εμείς δε πρέπει αν θέλωμεν να τα εννοήσωμεν
τεχνικώς, αφού τα διακρίνομεν κατ' αυτόν τον τρόπον, να τα εξετάσωμεν αν είναι
τεθειμένα ορθώς και τα πρώτα (πρωτότυπα) και τα τελευταία (παράγωγα) ή μήπως δεν
είναι. Αλλέως όμως να τα συγχωνεύωμεν, ίσως είναι κακόν και όχι μεθοδικόν,
αγαπητέ μου Ερμογένη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Ίσως μα τον Δία, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Συ βασίζεσαι εις τον εαυτόν
σου ότι είσαι ικανός να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα διακρίνης κατ' αυτόν τον τρόπον; Διότι
όσον δι' εμέ εγώ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμαι ικανός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε πολύ περισσότερον εγώ δεν είμαι
ικανός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν θέλεις να τα αφήσωμεν ή να
δοκιμάσωμεν όσον μας είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν, έστω και αν κατορθώσωμεν ολίγον
μόνον να τα εννοήσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και καθώς εδηλώσαμεν εις τους θεούς ολίγον
προηγουμένως, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς δεν γνωρίζομεν την αλήθειαν περί
αυτών των ιδίων και μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας δοξασίας των ανθρώπων τας οποίας έχουν
περί θεών ερευνώμεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοίως και τόρα πριν αποχωρισθώμεν πρέπει
να μείνωμεν σύμφωνοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταξύ μας, ότι εάν επρόκειτο να τα
διαιρέση σκοπίμως αυτά είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλος κανείς είτε ημείς, αυτή η διαίρεσις
την οποίαν είπαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ορθή, και ότι προς το παρόν πρέπει
να καταγίνωμεν εις αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά τας δυνάμεις μας, καθώς λέγει η
παροιμία. Παραδέχεσαι αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή έχεις άλλην γνώμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Βεβαίως τα παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Ομολογώ, Ερμογένη μου, ότι ίσως θα
μας φανούν γελοία τα πράγματα, όταν αποδειχθούν ότι είναι διά μιμήσεως,
αποτυπωμένα εις γράμματα και συλλαβάς, είναι όμως ανάγκη να γίνη αυτό. Διότι δεν
έχομεν άλλο καλλίτερον εις το οποίον να παραπέμψωμεν την έρευναν περί της
αληθείας των πρώτων ονομάτων. Εκτός εάν θέλεις, καθώς οι δραματογράφοι οι
οποίοι, όταν ευρεθούν εις απορίαν, καταφεύγουν εις τας μηχανάς και αναβιβάζουν
θεούς, το ίδιον και ημείς προς ευκολίαν μας να ειπούμεν ότι τα πρώτα ονόματα τα
έθεσαν οι θεοί και διά τούτο είναι ορθά. Άραγε αυτός ο λόγος είναι προτιμότερος
και εις ημάς; ή ο άλλος εκείνος, ότι δηλαδή αυτά τα ονόματα μας ήλθαν από
κάποιους βαρβάρους, και ότι οι βάρβαροι είναι αρχαιότεροι από ημάς; ή ότι ένεκα
της πολυκαιρίας είναι αδύνατον να τα ερευνήσωμεν, καθώς και τα βαρβαρικά; Διότι
αυταί πάλιν αι υπεκφυγαί είναι πολύ επιτυχημέναι δι' εκείνον, ο οποίος αποφεύγει
να δώση λόγον περί των πρώτων ονομάτων, πώς είναι ορθώς βαλμένα. Και όμως αν
κανείς δεν γνωρίζη την ορθότητα των πρώτων ονομάτων, είναι βεβαίως αδύνατον να
γνωρίση την ορθότητα των τελευταίων, τα οποία κατ' ανάγκην εξηγούνται από εκείνα
και περί των οποίων δεν γνωρίζει τίποτε. Επομένως είναι προφανές ότι όστις
διισχυρίζεται ότι είναι ειδικός εις τα ονόματα, πρέπει προ πάντων να δύναται να
εξηγήση τα πρώτα ονόματα με πολλήν σαφήνειαν, άλλως να είναι βέβαιος ότι διά τα
τελευταία (παράγωγα) θα λέγη πλέον φλυαρίας. Ή μήπως συ έχεις άλλην
γνώμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Διόλου, καλέ Σωκράτη, δεν έχω άλλην
γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα εξ όσων εννόησα εγώ περί των
πρώτων ονομάτων, μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται πολύ υβριστικά και γελοία. Αυτά
λοιπόν, εάν αγαπάς, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα μεταδώσω και εις εσέ. Συ όμως αν
δύνασαι να συλλάβης κάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθότερον από άλλο μέρος, προσπάθησε να το
μεταδώσης και εις εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης. Αυτό θα γίνη. Αλλά λέγε με
θάρρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Και πρώτον λοιπόν το ρω μου φαίνεται
ότι είναι όργανον πάσης &κινήσεως&, περί της οποίας ελησμονήσαμεν να
είπωμεν διατί φέρει αυτό το όνομα. Όμως είναι προφανές ότι έπρεπε να είναι
&ίεσις&, διότι η αρχαιοτέρα γλώσσα δεν μετεχειρίζετο ήτα αλλά έψιλον. Το
δε αρχικόν κάππα προέρχεται από το &κίω&, το οποίον είναι ξενικόν και
σημαίνει πορεύομαι (&ιέναι&). Εάν λοιπόν συνέβαινε να απαντά το αρχαίον
αυτής όνομα εις την ιδικήν μας γλώσσαν, κατά πάσαν πιθανότητα θα ήτο ορθόν να
λέγεται &ίεσις&. Αλλά τόρα και από το ξενικόν &κίω&, και από την
μετατροπήν του ήτα, και από την παρεμβολήν του νυ, ωνομάσθη &κίνησις&,
ενώ έπρεπε να ονομασθή &κιείνησις&, ή &είσις&. Η
&στάσις& όμως είναι κυρίως άρνησις της κινήσεως και έγινε
&στάσις& χάριν κομψότητος. Λοιπόν, επαναλαμβάνω, το στοιχείον ρω
ενομίσθη από εκείνον ο οποίος έθεσε τα ονόματα, ότι είναι κατάλληλον όργανον της
κινήσεως διά να τα παρομοιάζη προς την &φοράν& (ορμήν). Και απόδειξις
είναι ότι το μεταχειρίζεται συχνά προς τούτο. Και πρώτον εις το ίδιον το
&ρέω& και την &ροήν& με αυτό το γράμμα απομιμείται την ορμήν,
έπειτα εις τον &τρόμον&, κατόπιν εις το &τραχύ& και ακόμη εις
παρόμοια ρήματα, καθώς το &κρούω, θραύω, ερείκω& (κοπανίζω)
&θρύπτω& (κάμνω θρύμματα), &κερματίζω, ρυμβώ& (στρυφογυρίζω).
Όλα αυτά κυρίως με το ρ απομιμούνται τα όντα. Διότι, νομίζω, έβλεπε ότι η γλώσσα
εις αυτό το στοιχείον, διόλου δεν μένει στάσιμος, αλλά σείεται υπερβολικά. Δι'
αυτό μου φαίνεται ότι μετεχειρίσθη αυτό τόσον πολύ εις αυτά. Το δε ιώτα πάλιν
είναι κατάλληλον εις όλα τα λεπτά, τα οποία είναι πολύ επιτήδεια να διαπερνούν
τα πάντα. Δι' αυτόν τον λόγον το &ιέναι& (πορεύομαι) και το
&ίεσθαι& (ρίπτομαι) το απεμιμήθη με το ιώτα. Καθώς πάλιν επειδή το φι
και το ψι και το σίγμα και το ζήτα είναι φυσητικά γράμματα, απεμιμήθη με αυτά
όλα τα παρόμοια, καθώς το &ψυχρόν& και το &ζέον& (ζεματιστόν)
και το &σείω& και εν γένει τον &σεισμόν&. Και βεβαίως οσάκις
απομιμείται το &φύσημα&, τότε ως επί το πλείστον αυτά τα γράμματα
μεταχειρίζεται εκείνος ο οποίος έθεσε τα ονόματα. Και πάλιν την συμπιεστικήν
δύναμιν του δέλτα (προφερομένου ως d) και του ταυ και την απόκρουσιν της
γλώσσης, φαίνεται ότι την ενόμισε χρήσιμον διά την απομίμησιν του
&δεσμού& και της &στάσεως&. Και εννοήσας καλώς ότι πάρα πολύ
&ολισθαίνει& (γλυστρά) η γλώσσα εις το λάβδα, ωνόμασε κατά παρομοίωσιν
τα &λεία& και αυτό το ίδιον το &ολισθαίνω& και το
&λιπαρόν& (παχύ) και το &κολλώδες& και όλα τα όμοια. Και επειδή
όταν ολισθαίνει η γλώσσα, την συγκρατεί η δύναμις του γάμμα, με αυτό απεμιμήθη
το &γλίστρον& και το &γλυκύ& και το &γλοιώδες&. Και
πάλιν επειδή εννόησε ότι είναι εσωτερική η φωνή του νυ, ωνόμασε από αυτό το
&ένδον& και το &εντός&, διότι απομιμείται με τα γράμματα τας
πράξεις. Έπειτα πάλιν εις το &μέγας& έθεσε το άλφα και εις το
&μήκος& το ήτα (=ε ε), διότι αυτά τα γράμματα είναι μεγάλα. Εις δε το
&γογγύλον& (ολοστρόγγυλον) επειδή εχρειάζετο το όμικρον ως εκφραστικόν
της στρογγυλότητος, το μετεχειρίσθη εις ολόκληρον σχεδόν το όνομα (10). Ομοίως
και εις όλα τα άλλα φαίνεται ότι προχωρεί ο νομοθέτης και κατασκευάζει με τα
γράμματα και τας συλλαβάς ένα όνομα δι' έκαστον ον, ως γνώρισμα αυτού, και από
αυτά πλέον διά της συνθέσεως απομιμείται τα άλλα. Αυτή μου φαίνεται, Ερμογένη
μου, ότι είναι κυρίως η ορθότης των ονομάτων, εκτός εάν λέγη άλλο τίποτε ο
Κρατύλος απ' εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, πολύ συχνά
ο Κρατύλος με φέρει εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυσκολίαν, καθώς είπα εις την αρχήν, διότι
διισχυρίζεται μεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει ορθότης των ονομάτων, δεν λέγει
όμως σαφώς ποία είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή, ώστε εγώ δεν δύναμαι να γνωρίζω,
άραγε εν γνώσει του ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς να θέλη ομιλεί τόσον ασαφώς περί
αυτών πάντοτε. Τόρα λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κύριε Κρατύλε, ειπέ εμπρός εις τον
Σωκράτη, άραγε επιδοκιμάζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα λέγει ο Σωκράτης περί των ονομάτων, ή
έχεις να ειπής τίποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερον; και αν έχης λέγε, ώστε ή να σε
διδάξη ο Σωκράτης ή συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να διδάξης ημάς και τους δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου λέγεις, καλέ Ερμογένη, μήπως
νομίζεις ότι είναι εύκολον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσον ταχέως να διδαχθής και να διδάξης
οποιονδήποτε πράγμα, πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε περισσότερον εκείνο το οποίον φαίνεται
ότι είναι από τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλείτερα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία εγώ δεν το νομίζω αυτό. Μου
φαίνεται όμως ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθόν εκείνο το οποίον λέγει η παροιμία:
φασούλι στο φασούλι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεμίζει το σακούλι. Ώστε και ελάχιστον αν
ημπορείς να μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελήσης μη αποκάμνεις αλλ' ευεργέτησε και
τον Σωκράτη απ' εδώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εμέ, καθώς είναι δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και σε βεβαιώ, Κρατύλε μου, ότι και εγώ ο
ίδιος εις τίποτε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιμένω από όσα είπα, καθώς μου εφάνησαν
τότε. Εγώ απλώς ηρεύνησα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί με τον Ερμογένην, ώστε ως προς αυτό
με θάρρος λέγε, εάν έχης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ειπής τίποτε καλλίτερον, και γνώριζε
ότι εγώ θα το παραδεχθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και δεν μου φαίνεται δύσκολον να είσαι συ
εις θέσιν να ειπής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε καλλίτερον από αυτά, διότι μου
φαίνεται ότι και συ ο ίδιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσκέφθης τα τοιαύτα και από άλλους
εδιδάχθης. Εάν λοιπόν γνωρίζης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε καλλίτερον θεώρησε και εμέ ένα από
τους μαθητάς σου εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί ορθότητος των ονομάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, καθώς είπες,
και εφρόντισα έως τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' αυτά και ίσως να σε κάμω μαθητήν μου.
Όμως φοβούμαι μήπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνει όλως το αντίθετον από αυτό,
διότι κάπως έρχεται εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νουν μου να σου ειπώ εκείνο το οποίον
λέγει ο Αχιλλεύς προς τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αίαντα εις τα I της Ίλιάδος. Λέγει
δε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">«Αίαντα Τελαμώνιε μεγάλε στρατηλάτη,
»εγλύκαναν το στήθος μου τα λόγια σου, σπολλάτη».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το ίδιον και συ, καλέ Σωκράτη, μου φαίνεσαι
ότι προφητεύεις σχεδόν με την γνώμην μου, αδιάφορον αν σε ενέπνευσε ο Ευθύφρων,
ή αν υπήρχε προ καιρού εντός σου καμμία άλλη μούσα χωρίς να φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αγαπητέ μου Κρατύλε, και εγώ ο ίδιος τόσην
ώρα απορώ με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφίαν μου και δυσπιστώ. Δι' αυτό μου
φαίνεται ότι πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν εξ αρχής πάλιν, τι είναι αυτά
τα οποία είπα. Διότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να απατά κανείς ο ίδιος τον εαυτόν του,
είναι το χειρότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα. Και πραγματικώς όταν δεν σε αφίνει
ποτέ, αλλά είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε εμπρός σου εκείνος ο οποίος θέλει
να σε εξαπατά, πώς δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι τρομερόν πράγμα; Ώστε, καθώς
φαίνεται, πρέπει συχνά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστρέφωμεν εις τα προηγούμενα και να
δοκιμάσωμεν, να βλέπωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως εμπρός και οπίσω, καθώς λέγει
εκείνος ο ίδιος ποιητής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και ημείς τόρα ας εξετάσωμεν, τι
είπαμεν. Λέγομεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθότης του ονόματος είναι εκείνη, η οποία
θα μας δείξη ποίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είδους είναι το πράγμα. Θέλεις να δεχθώμεν
ότι αυτό είναι ορθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις εμέ φαίνεται πολύ ορθόν, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε χάριν διδασκαλίας λέγονται τα
ονόματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και αυτήν δεν θα την θεωρήσωμεν ως
τέχνην και ότι υπάρχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τεχνίται δι' αυτήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνοι τους οποίους έλεγες συ εις την
αρχήν, δηλαδή οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομοθέται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να παραδεχθώμεν ότι και αυτή είναι
διά τους ανθρώπους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς όλαι αι άλλαι τέχναι, ή όχι: Εννοώ
δε το εξής: Από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζωγράφους δεν είναι άλλοι χειρότεροι και
άλλοι καλλίτεροι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν οι μεν καλλίτεροι δεν
κατασκευάζουν τα έργα των,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή τας εικόνας, καλλίτερα, οι δε άλλοι
κατώτερα; Και οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κτίσται κατά τον ίδιον τρόπον δεν
κατασκευάζουν άλλοι μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλιτέρας τας οικίας, άλλοι δε
χειροτέρας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και από τους νομοθέτας δεν
παρουσιάζουν άλλοι μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερα τα έργα των, άλλοι δε
ασχημότερα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δεν το ενόησα ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή δεν φρονείς ότι από τους νόμους
άλλοι είναι καλλίτεροι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι κατώτεροι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι σε βεβαιώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ουδέ από τα ονόματα σου
φαίνονται ότι άλλα μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ετέθησαν ολιγώτερον ορθώς, άλλα δε
περισσότερον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν όλα τα ονόματα ορθώς είναι
τεθειμένα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά όσα είναι πραγματικώς
ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή; καθώς και προ ολίγου ελέχθη,
θα δεχθώμεν ότι απ' εδώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο Ερμογένης δεν έχει καν αυτό το όνομα,
αφού δεν έχει καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγγένειαν με τον Ερμήν, ή ότι το έχει,
όχι όμως ορθώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ νομίζω, καλέ Σωκράτη, ότι ουδέ το έχει
αλλά νομίζεται ότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει, το όνομα όμως τούτο ανήκει εις
άλλον, ο οποίος έχει και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύσιν η οποία εκφράζεται με το όνομα
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε ουδέ ψεύδεται, όταν κανείς λέγη ότι
αυτός είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερμογένης; Δηλαδή μήπως ακόμη είναι
αδύνατον και να τον ειπή το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στόμα μας Ερμογένη, αφού δεν είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως δηλαδή θέλεις να ειπής κυρίως ότι το
να λέγομεν ψευδείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγους είναι κατ' αρχήν αδύνατον; Διότι
τούτο το διισχυρίζονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλοί, αγαπητέ μου Κρατύλε, και τόρα και
άλλοτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια διότι, καλέ Σωκράτη, πώς είναι
δυνατόν όταν κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγη αυτό το οποίον λέγει, να μη λέγη το
πραγματικόν; Ή μήπως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρείς ψευδείς λόγους, το να μη λέγη
κανείς το πραγματικόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ομολογώ ότι ομιλείς κομψότερα από ότι
συμβιβάζεται με εμέ και με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ηλικίαν μου, καλέ μου φίλε. Όμως
απάντησέ μου εις τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον. Άραγε μήπως νομίζεις ότι είναι
αδύνατον μόνον το να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγωμεν ψευδείς λόγους, όχι όμως και το να
εκφράζωμεν αυτούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε να εκφράζωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε να απαγγέλλωμεν ούτε να προσφωνούμεν;
Παραδείγματος χάριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν σε συναντήση κανείς εις ξένην χώραν
και σου πιάση το χέρι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου ειπή: Χαίρε, ξένε Αθηναίε, υιέ του
Σμικρίωνος Ερμογένη. Τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονείς ότι αυτός μόνον εις σε δεν ημπορεί
να τα ειπή αυτά, ή να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα εκφράση, ή να τα απαγγείλη, ή να τα
προσφωνήση, ημπορεί όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τον Ερμογένη, απ' εδώ, ή εις κανένα
απολύτως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ νομίζω, Σωκράτη μου, ότι αυτός φωνάζει
απλώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρκεί και τούτο. Αλλά πώς εννοείς; την
αλήθειαν θα φωνάξη αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που φωνάζει αυτά, ή ψέμματα: Ή μήπως ένα
μεν μέρος είναι αληθές,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το άλλο όμως ψευδές; Διότι και τούτο ακόμη
θα ήτο αρκετόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ φρονώ ότι αυτός απλώς θορυβεί, εις
μάτην θέτων εις κίνησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον εαυτόν του, ως να εκτύπα και έθετε εις
κίνησιν ένα χάλκινον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγγείον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου τόρα, καλέ Κρατύλε, ίσως και
φθάσωμεν εις ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβιβασμόν. Άραγε δεν νομίζεις ότι άλλο
είναι το όνομα και άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το πράγμα το οποίον φέρει αυτό το
όνομα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν δεν παραδέχεσαι ότι το όνομα
είναι απομίμησις του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και τα ζωγραφήματα δεν φρονείς ότι
είναι ενός είδους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απομιμήσεις των πραγμάτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου λοιπόν — διότι πιθανόν εγώ να μην
εννοώ αυτά τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγεις, ενώ ίσως συ τα λέγεις ορθώς —
είναι δυνατόν να μοιράσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να αποδώσωμεν αυτάς τας δύο
απομιμήσεις, δηλαδή τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζωγραφήματα και τα ονόματα εις τα
πράγματα, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απεικονίζουν, ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρώτον λοιπόν πρόσεξε εις το εξής: Άραγε
ημπορεί κανείς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδώση την εικόνα του ανδρός εις τον
άνδρα και της γυναικός εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την γυναίκα, και ούτω καθ' εξής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν δεν ημπορεί αντιστρόφως να
αποδώση την εικόνα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανδρός εις την γυναίκα και την εικόνα της
γυναικός εις τον άνδρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γίνεται και αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε και αι δύο αυταί διανομαί είναι
ορθαί, ή μόνον η μία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μόνον η μία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνη, υποθέτω, η οποία αποδίδει εις
έκαστον το αρμόδιον και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμοιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν διά να μη λογομαχούμεν δύο
φίλοι εδώ, εγώ και συ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέξου αυτό το οποίον εννοώ. Δηλαδή
εγώ, φίλε μου, αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διανομήν και διά τας δύο απομιμήσεις,
δηλαδή και διά τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσωπογραφίας και διά τα ονόματα την
ονομάζω ορθήν, χωριστά όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν διά τα ονόματα πλην της ορθής την
ονομάζω και αληθή. Την δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην, δηλαδή την απόδοσιν του ανομοίου,
την ονομάζω όχι ορθήν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωριστά δε διά τα ονόματα την ονομάζω και
ψευδή ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε όμως, καλέ Σωκράτη, μήπως διά μεν
τα ζωγραφήματα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να γίνη η όχι ορθή διανομή, όχι
όμως και διά τα ονόματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά κατ' ανάγκην δι' αυτά είναι πάντοτε
ορθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς; Ποίαν διαφοράν έχει το έν
από το άλλο; Άραγε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορώ να πλησιάσω εις ένα άνθρωπον και να
του ειπώ: αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκίτσο είναι ιδικόν σου, συγχρόνως δε να
δείξω εις αυτόν εκ τύχης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε την ιδικήν του εικόνα είτε μίαν
εικόνα γυναικός; Να δείξω δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα ειπή να την πλησιάσω εις το αισθητήριον
των οφθαλμών του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Δεν ημπορώ πάλιν να πλησιάσω
εις αυτόν τον ίδιον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να του ειπώ: αυτό το όνομα είναι ιδικόν
σου; Διότι είπαμεν ότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα είναι απομίμησις, καθώς το
ζωγράφημα. Εννοώ δηλαδή το εξής·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε δεν ημπορώ να ειπώ εις αυτόν: αυτό
το όνομα είναι ιδικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου, και κατόπιν να πλησιάσω πάλιν εις το
αισθητήριον της ακουής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε τυχόν το ιδικόν του απομίμημα και να
του ειπώ στο αυτί:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &ανήρ&, είτε το απομίμημα του
θήλεος του ανθρωπίνου γένους, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να του ειπώ: &γυνή&; Αυτό δεν σου
φαίνεται δυνατόν, και ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνει κάποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δέχομαι, καλέ Σωκράτη, να συμφωνήσω μαζί
σου και ας είναι καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως κάμνεις πολύ καλά, φίλε μου,
αν αυτό είναι ορθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι είναι περιττόν να φιλονικούμεν τόσον
πολύ δι' αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οπωσδήποτε, αν γίνη και εδώ μία τοιαύτη
διανομή, την μεν πρώτην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από αυτάς θα την ονομάσωμεν αληθινήν, την
δε δευτέραν ψευδή. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού πάλιν τούτο είναι δυνατόν, δηλαδή
αφού είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μοιράζωμεν τα ονόματα όχι ορθώς, καθώς και
να μη αποδίδωμεν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστον τα αρμόδια, αλλά κάποτε και τα
ανάρμοστα, τότε έπεται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν και διά τα ρήματα πράξωψεν
το ίδιον. Αφού δε πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν να μεταχειρισθώμεν κατ'
αυτόν τον τρόπον τα ρήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα ονόματα, τότε κατ' ανάγκην και τους
λόγους, διότι, αν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απατώμαι, λόγοι είναι ο συνδυασμός αυτών
των δύο. Ει δε μη, συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς το εννοείς, καλέ Κρατύλε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι, διότι μου φαίνεται ότι ομιλείς
ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα πάλιν αφού παρομοιάζομεν τα πρώτα
ονόματα με σκίτσα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε συμβαίνει και εδώ εκείνο το οποίον
συμβαίνει εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζωγραφήματα, άλλοτε δηλαδή να αποδίδωμεν
όλα τα αρμόδια χρώματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σχήματα και άλλοτε όχι όλα, αλλά να
λείπουν μερικά, μερικά δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να πλεονάζουν και εις αριθμόν και εις
μέγεθος; Ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμβαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέχεσαι λοιπόν ότι εκείνος ο οποίος
αποδίδει όλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευάζει ωραία σκίτσα και ωραίας
εικόνας, ενώ εκείνος ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίος προσθέτει ή αφαιρεί κατασκευάζει
μεν και αυτός σκίτσα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εικόνας, αλλά αθλίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν τι φρονείς δι' εκείνον ο οποίος
απομιμείται με τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλαβάς και με τα γράμματα την ουσίαν των
πραγμάτων; Άραγε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ισχύει και εδώ ο ίδιος λόγος, δηλαδή αν
μεν αποδώση όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρμόδια, θα γίνη ωραία η εικών — τόρα όμως
η εικών είναι όνομα —</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν δε παραλείψη ή προσθέση ολίγα κάποτε,
θα γίνη μεν εικών, όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως ωραία; Και επομένως δεν θα έχωμεν
άλλα μεν ονόματα καλώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευασμένα, άλλα όμως κακώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως ίσως άλλος μεν είναι καλός
κατασκευαστής ονομάτων, άλλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε κακός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτός κατά τα προηγούμενα δεν
ονομάζεται νομοθέτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε μα τον Δία ίσως συμβαίνει καθώς και
εις τας άλλας τέχνας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή και από τους νομοθέτας άλλος μεν
είναι καλός, άλλος δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακός, εάν παραδεχθώμεν όσα είπαμεν
προηγουμένως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις δίκαιον. Αλλ' όμως, καλέ Σωκράτη,
όταν αποδίδωμεν εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα αυτά τα γράμματα, δηλαδή το άλφα
και το βήτα και τα άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στοιχεία συμφώνως με την γραμματικήν, εάν
αφαιρέσωμεν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσθέσωμεν ή μεταθέσωμεν κανέν από αυτά,
τότε δεν θα ειπούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι εγράφη οπωσδήποτε το όνομα, με την
διαφοράν ότι δεν εγράφη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθώς, αλλ' ότι ουδέ εγράφη διόλου, διότι
αμέσως γίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικόν, μόλις συμβή κανέν τοιούτον
λάθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας προσέξωμεν όμως, καλέ Κρατύλε, μήπως
δεν είναι ορθός αυτός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπος της εξετάσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' όσα η ύπαρξίς των ή η ανυπαρξία των,
κατ' ανάγκην εξαρτάται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από ένα ορισμένον αριθμόν ίσως να συμβαίνη
αυτό το οποίον λέγεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς και τα ίδια τα δέκα ή άλλος
οποιοσδήποτε αριθμός, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφαιρέσης τίποτε ή προσθέσης, αμέσως έγινε
διαφορετικός. Όμως διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ποιότητα ενός μέρους και ολοκλήρου της
εικόνος πρόσεξε μήπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι ομοία η ορθότης, αλλά απ'
εναντίας ουδέ είναι ανάγκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατ' αρχήν να αποδοθούν όλα, καθώς τα έχει
εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απεικονίζει, εάν πρόκειται να είναι εικών.
Πρόσεξε δε να ιδής, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγω τίποτε. Ας υποθέσωμεν ότι έχομεν δύο
πράγματα τα εξής·</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδείγματος χάριν τον Κρατύλον και την
εικόνα του Κρατύλου. Αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς θεός απεμιμείτο όχι μόνον το χρώμα
και το σχήμα το ιδικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου, καθώς οι ζωγράφοι, αλλά και όλα τα
εσωτερικά μέρη τα έκαμνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμοια, καθώς είναι τα ιδικά σου, και
αποδώση με ομοιότητα τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαλακότητας και τας θερμότητας, και θέση
εντός κίνησιν και ψυχήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και φρόνησιν, καθώς είναι η ιδική σου, και
με μίαν λέξιν όλα όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ έχεις, και άλλην μίαν φοράν κατασκευάση
όμοια πλησίον σου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε τι νομίζεις, αυτά τα πράγματα θα ήσαν
πλέον ο Κρατύλος και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εικών του Κρατύλου, ή δύο Κρατύλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι θα ήσαν
δύο Κρατύλοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις λοιπόν, φίλε μου, ότι πρέπει να
εύρωμεν άλλην ορθότητα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά την εικόνα και δι' όσα ελέγαμεν
προηγουμένως και όχι διά της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βίας, εάν λείπη ή περισσεύη τίποτε, να
λέγωμεν ότι δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εικών. Ή δεν εννόησες ότι πολύ απέχουν αι
εικόνες να έχουν όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα έχουν εκείνα τα οποία
εικονίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι, Κρατύλε μου, θα την επάθαιναν
κωμικώτατα από τα ονόματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνα τα πράγματα εις τα οποία ανήκουν τα
ονόματα, εάν εγίνοντο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διπλά, και κανέν από τα δύο δεν θα
ημπορούσε να λέγη ποίον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιον το πράγμα και ποίον το
όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με πεποίθησιν λοιπόν, παλλικαρά μου, άφησε
και από τα ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο μεν να είναι βαλμένον ορθώς, άλλο δε
όχι, και μη απαιτείς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει όλα τα γράμματα, διά να γίνη εντελώς
όμοιον προς εκείνο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, το οποίον ονομάζει, αλλά δέξου να
προστεθή και κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γράμμα το οποίον δεν αρμόζει εις αυτό. Και
αφού δέχεσαι γράμμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δέξου και όνομα εις ολόκληρον λόγον, και
πάλιν αφού δέχεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα, δέξου και λόγος να προστεθή εις
λόγον, ο οποίος δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρμόζει εις τα πράγματα, και μολαταύτα
παραδέξου ότι το πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεται και λέγεται εφ' όσον ενυπάρχει
ο τύπος αυτού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματος περί του οποίου γίνεται λόγος,
καθώς εις τα ονόματα των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γραμμάτων, αν ενθυμείσαι όσα ελέγαμεν προ
ολίγου εγώ και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν έχει καλώς. Διότι όταν
ενυπάρχει αυτό, και αν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει όλα τα αρμόδια πάλιν το πράγμα θα
εκφρασθή, αλλά θα εκφρασθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλώς, όταν τα έχει όλα, κακώς όμως όταν
έχει ολίγα. Οπωσδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως, αξιομακάριστε φίλε, ας δεχθώμεν ότι
εκφράζεται διά να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πληρώσωμεν πρόστιμον, καθώς εις την
Αίγιναν πληρώνουν όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιφέρονται αργά εις τους δρόμους την
νύκτα, και ομοίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομισθώμεν από την ιδίαν την θεάν αλήθειαν
ότι και ημείς πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αργά εφθάσαμεν εις το συμπέρασμα. Αλλέως
ζήτησε να εύρης καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην ορθότητα του ονόματος και μη
παραδέχεσαι ότι είναι έκφρασις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του πράγματος με συλλαβάς και με γράμματα.
Διότι εάν παραδέχεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά και τα δύο, τότε είναι αδύνατον να
μείνης σύμφωνος με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον εαυτόν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, μου φαίνεσαι
ότι ομιλείς ορθά, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχομαι αυτό το οποίον λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν και οι δύο παραδεχόμεθα αυτά,
τόρα ας εξετάσωμεν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής· είπαμεν ότι εάν πρόκειται έν όνομα
να είναι ορθόν πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει τα αρμόδια γράμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι δε αρμόδια τα όμοια με τα
ονόματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως όσα μεν είναι καλά ετέθησαν κατ'
αυτόν τον τρόπον. Αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως κανέν δεν ετέθη καλώς, ίσως το
περισσότερον μέρος του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτελείται από αρμόδια χρώματα και όμοια,
αφού είναι εικών, έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως και κανέν ανάρμοστον, εξ αιτίας του
οποίου δεν είναι καλόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδέ καλώς κατασκευασμένον το όνομα.
Δέχεσαι κατ' αυτόν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον ή αλλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω, Σωκράτη μου, ότι δεν πρέπει να
φιλονικούμεν τόσον πολύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, να σου ειπώ, δεν μ' αρέσει να
παραδεχθώ ότι είναι μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα, όμως δεν ετέθη ορθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι δηλαδή; δεν σου αρέσει αυτό, ότι το
όνομα είναι έκφρασις του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το ότι άλλα ονόματα είναι σύνθετα από
άλλα προηγούμενα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή από τα πρώτα, δεν σου φαίνεται ότι
λέγεται καλώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν όμως αυτά τα πρώτα είναι έκφρασις
πραγμάτων, γνωρίζεις συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανένα άλλον τρόπον καλλίτερον διά να
γίνουν αυτά εκφράσεις, παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γίνουν τα ίδια όσον το δυνατόν όμοια
προς εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράζουν; Ή μήπως σου αρέσει περισσότερον
ο τρόπος τον οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχεται ο Ερμογένης και άλλοι πολλοί,
ότι δηλαδή τα ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι συνθήματα και εκφράζουν τα πράγματα
μόνον διά εκείνους οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι τα έθεσαν κατά συνθήκην, οι οποίοι
όμως εγνώριζαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως τα πράγματα; Και ότι αυτή η
συνθήκη είναι η ορθότης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ονόματος, ώστε δεν υπάρχει καμμία
διαφορά είτε κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνήση καθώς είναι καμωμένη η συνθήκη,
είτε και αντιθέτως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θελήση εκείνο το οποίον τόρα λέγομεν
&μικρόν& αυτός να το ονομάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &μέγα&, το δε μέγα να το ονομάζη
&μικρόν&; Ποίος τρόπος από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο σου αρέσει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχει πολύ μεγάλην διαφοράν, Σωκράτη μου,
να εκφράζωμεν παν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράζομεν με το ομοίωμά του και όχι με
ό,τι τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά λέγεις. Λοιπόν αφού το όνομα πρέπει
να είναι όμοιον με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα δεν χρειάζεται να είναι εκ φύσεως
πλασμένα όμοια με τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα τα στοιχεία, από τα οποία θα
αποτελέση κανείς τα πρώτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα; Εννοώ δε το εξής· Άραγε ήτο
δυνατόν ποτέ κανείς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευάση αυτό, το οποίον τόρα
ονομάζομεν ζωγράφημα όμοιον με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν από τα όντα, εάν αι βαφαί από τας
οποίας αποτελούνται τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζωγραφιζόμενα, δεν είχαν πλασθή εκ φύσεως
όμοιαι προς εκείνα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όντα, τα οποία μιμείται η ζωγραφική; Ή ήτο
αδύνατον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το ίδιον δεν συμβαίνει και διά τα
ονόματα, ότι δηλαδή ποτέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ήτο δυνατόν να γίνουν όμοια με κανέν
πράγμα, εάν προηγουμένως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνα από τα οποία αποτελούνται τα
ονόματα, δεν είχαν κάποιαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοιότητα προς τα πράγματα εκείνα, των
οποίων μιμήματα είναι τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα; Και αυτά από τα οποία
αποτελούνται τα ονόματα δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα στοιχεία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν και συ λάβε μέρος εις τον
λόγον εις τον οποίον έλαβε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως ο Ερμογένης. Ειπέ μου,
φρονείς ότι ορθώς λέγομεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ρ ομοιάζει με την &φοράν& και
την κίνησιν και την σκληρότητα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή όχι ορθώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθώς βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε λάβδα ότι ομοιάζει με το λείον και
μαλακόν και με τα άλλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία ελέγαμεν προ ολίγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις όμως ότι διά το ίδιον πράγμα
ημείς μεν λέγομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &σκληρότης&, ενώ οι Ερετριείς
λέγουν &σκληρότηρ&;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν; Το ρω και το σίγμα, και τα δύο
μαζί ομοιάζουν με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον πράγμα, και επομένως το ίδιον όνομα
εκφράζει το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα εις εκείνους μεν (τους Ερετριείς)
με καταληκτικόν γράμμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ρω, εις ημάς δε με καταληκτικόν γράμμα
το σίγμα, ή εις το ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέρος από τα δύο δεν το εκφράζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως και εις τα δύο μέρη το
εκφράζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς άραγε, καθ' όσον είναι όμοια το ρω και
το σίγμα, ή καθ' όσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι όμοια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθ' όσον είναι όμοια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν είναι όμοια καθ' όλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τουλάχιστον όσον διά να εκφράζουν εξ ίσου
την &φοράν& (ορμήν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε και το λάβδα το οποίον έχει παρεμβληθή;
Αυτό δεν εκφράζει το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίθετον από την σκληρότητα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς ίσως δεν έχει παρεμβληθή
ορθώς, καλέ Σωκράτη. Καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και προηγουμένως εξηγούσες εις τον
Ερμογένη αφαιρών και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεμβάλλων γράμματα όπου έπρεπε, και εγώ
το εύρισκα ορθόν. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα πάλιν ίσως αντί του λάβδα πρέπει να
προφέρωμεν ρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά. Και λοιπόν; Τόρα καθώς το
προφέρομεν, δεν εννοούμεν ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είς το άλλον, όταν λέγη &σκληρόν&,
ουδέ συ τόρα εννοείς τι λέγω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε εννοώ βέβαια ως εκ της συνηθείας,
αγαπητέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν δε λέγης συνήθεια νομίζεις ότι λέγεις
τίποτε διάφορον από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την συνθήκην; Ή μήπως άλλο εννοείς λέγων
συνήθειαν, παρά ότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν προφέρω τούτο εννοώ εκείνο, και συ
εννοείς ότι εγώ εννοώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο; Δεν λέγεις αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αφού το εννοείς, όταν εγώ ομιλώ δεν
έρχεται εις εσέ μία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκφρασις από εμέ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος. Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Διά μέσου όμως του ανομοίου από
εκείνο το οποίον σκέπτομαι όταν ομιλώ, αφού βεβαίως το λάβδα είναι ανόμοιον προς
την σκληρότητα καθώς το ομολόγησες. Αφού δε τούτο συμβαίνει κατ' αυτόν τον
τρόπον, τι άλλο θα παραδεχθώμεν παρά ότι ο ίδιος συνεφώνησες με τον εαυτόν σου
και διά σε η ορθότης του ονόματος καταντά συνθήκη, αφού λέγουν έν πράγμα και τα
όμοια και τα ανόμοια γράμματα, αν καθιερωθούν από την συνήθειαν και την
συνθήκην; Και το κάτω κάτω, αν δεν είναι η συνήθεια συνθήκη, πάλιν δεν είναι
ορθόν να λέγωμεν ότι η ομοιότης είναι έκφρασις αλλά η συνήθεια, διότι, καθώς
φαίνεται, η συνήθεια εκφράζει και με τα όμοια και με τα ανόμοια. Και επειδή τα
παραδεχόμεθα αυτά, Κρατύλε μου — διότι εγώ θεωρώ την σιωπήν σου ως συγκατάθεσιν
— έπεται κατ' ανάγκην ότι και η συνθήκη και η συνήθεια συντελεί προς έκφρασιν
εκείνων τα οποία διανοούμεθα όταν ομιλούμεν. Καθ' όσον, αγαπητέ μου φίλε, αν
θέλης να εξετάσωμεν τον αριθμόν, από πού νομίζεις ότι θα έχης να θέσης χωριστά
ονόματα δι' έκαστον αριθμόν, εάν δεν δεχθής ότι έχει κάποιον κύρος η ιδική σου
συγκατάθεσις και συμφωνία ως προς την ορθότητα των ονομάτων; Όσον λοιπόν δι' εμέ
επίσης μου αρέσει να είναι όσον το δυνατόν όμοια τα ονόματα με τα πράγματα, αλλά
φοβούμαι πραγματικώς μήπως, καθώς λέγει ο Ερμογένης, είναι πολύ μηδαμινή η
επέκτασις αυτής της ομοιότητος, και είναι ανάγκη να μεταχειριζόμεθα και αυτήν
την ανυπόφορον συνθήκην, εις την ορθότητα των ονομάτων. Άλλως όμως ίσως ήτο το
καλλίτερον να λέγωνται ή με όλα όμοια ή με τα περισσότερα, με τούτο δε εννοώ τα
αρμόδια, ασχημότερον δε είναι με τα αντίθετα. Αλλά ειπέ μου ακόμη το εξής ύστερα
από αυτά, ποίαν δύναμη έχουν δι' ημάς τα ονόματα και τι καλόν θα παραδεχθώμεν
ότι εκτελούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερμογένης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι μας διδάσκουν, καλέ
Σωκράτη, και ότι είναι πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευνόητον, ότι όποιος γνωρίζει τα ονόματα,
αυτός γνωρίζει και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως δηλαδή, καλέ Κρατύλε, εννοείς το
εξής, ότι όταν κανείς μάθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίου είδους είναι το όνομα — τούτο δε
είναι όμοιον με το πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — θα γνωρίζη και το πράγμα, αφού είναι
όμοιον με το όνομα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επομένως ότι μία και η αυτή είναι η τέχνη
δι' όλα όσα ομοιάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταξύ των. Υπό αυτήν λοιπόν την έποψιν
νομίζω ότι λέγεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όποιος μάθη τα ονόματα θα γνωρίζη και τα
πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν ας εξετάσωμεν τι είδους
είναι αυτός ο τρόπος της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδασκαλίας των πραγμάτων, περί του οποίου
τόρα ομιλείς, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως υπάρχει μεν και άλλος, αυτός όμως
είναι καλλίτερος, ή δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει άλλος αλλά μόνος αυτός. Ποίον από
τα δύο παραδέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ παραδέχομαι ότι σχεδόν δεν υπάρχει
άλλος, αλλά αυτός είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνος και ο καλλίτερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε αυτό το ίδιον είναι και εύρεσις
των όντων, δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιοσδήποτες εύρε τα ονόματα εύρε και
εκείνα, εις τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανήκουν τα ονόματα; Ή μήπως άλλος είναι ο
τρόπος της ερεύνης και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευρέσεως, μόνον δε της μαθήσεως είναι
αυτός ο τρόπος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα και της ερεύνης και της
ευρέσεως ο τρόπος είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιος με την μάθησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ας σκεφθώμεν το εξής, καλέ
Κρατύλε· όταν κανείς, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερευνά τα πράγματα, παρακολουθή τα ονόματα
και εξετάζη έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από αυτά τι θέλει να ειπή, άραγε
φαντάζεσαι ότι δεν είναι μικρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο κίνδυνος μήπως απατηθή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι βέβαιον ότι εκείνος ο οποίος έθεσε
τα ονόματα, οποίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είδους ενόμιζε ότι είναι τα πράγματα,
τοιούτου είδους και ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έθετε, καθώς παρεδέχθημεν. Δεν είναι
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν εκείνος δεν είχε ορθήν γνώμην
και όμως έθετε τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα κατά την γνώμην του, τι νομίζεις
ότι θα πάθουν όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακολουθούν αυτόν; άλλο τίποτε παρά ότι θα
εξαπατηθούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε όμως Σωκράτη μου, μήπως δεν
συμβαίνει καθώς το λέγεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλ' ότι κατ' ανάγκην γνωρίζει τα πράγματα
εκείνος ο οποίος θέτει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα ονόματα. Άλλως, καθώς εγώ προ πολλού
επέμενα, αυτά ουδέ είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καν ονόματα. Η καλλιτέρα δε απόδειξις ότι
δεν επλανήθη από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν εκείνος ο οποίος έθεσε τα
ονόματα, είναι η εξής· ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή δεν ήτο δυνατόν ποτέ να τα επιτύχη
τόσον αρμονικά όλα. Ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως δεν εννοούσες και συ αυτό, όταν
έλεγες ότι όλα τα ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγιναν κατά τον ίδιον τρόπον και με τον
ίδιον σκοπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' αυτό, καλέ μου Κρατύλε, δεν είναι
καλή απάντησις. Διότι εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έσφαλε εις το πρώτον εκείνος, ο οποίος το
έθεσε και κατόπιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως με αυτό παρεβίαζε τα άλλα και τα
ηνάγκαζε να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμφωνα με εκείνο, διόλου παράδοξον να
συμβή, καθώς εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεωμετρικά σχήματα, όπου όταν εις την
αρχήν γίνη ένα μικρόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασήμαντον λάθος, όλα τα άλλα κατόπιν, τα
οποία είναι πλείστα όσα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξακολουθούν να συμφωνούν μεταξύ των. Δι'
αυτό λοιπόν πας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος πρέπει εις κάθε πράγμα την αρχήν
του να συζητή και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκέπτεται πολύ, ετέθη αυτή η βάσις ορθώς ή
όχι. Όταν δε εκείνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετασθή καλώς, όλα τα άλλα είναι συνέπεια
εκείνης. Ουχ ήττον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως εγώ πάλιν ευρίσκομαι εις απορίαν, αν
πραγματικώς τα ονόματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι σύμφωνα μεταξύ των. Δηλαδή ας
εξετάσωμεν και πάλιν εκείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον είπαμεν προηγουμένως. Είπαμεν
ότι τα ονόματα εκφράζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ημάς την ουσίαν των πραγμάτων επί τη
υποθέσει ότι το παν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μετακινείται και μεταφέρεται και ρέει. Δεν
φρονείς ότι κατ' αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον τρόπον τα εκφράζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος. Βεβαιότατα και ορθώς μάλιστα τα
εκφράζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Ας λάβωμεν λοιπόν πάλιν από όλα αυτά
το όνομα &επιστήμη& και ας προσέξωμεν πόσον είναι αμφίβολον και μάλλον
φαίνεται να σημαίνη, ότι σταματά την ψυχήν μας εις τα πράγματα παρά ότι κινείται
μαζί με αυτά, και είναι ορθότερον να προφέρωμεν την αρχήν του καθώς προφέρομεν
τόρα, παρά να αποβάλωμεν το έψιλον και να λέγωμεν &πιστήμην&. Απ'
εναντίας μάλιστα αντί να αφαιρέσωμεν το έψιλον, να παρεμβάλωμεν ένα ιώτα
(&επιιστήμην&). Έπειτα να προσέξωμεν ότι το &βέβαιον& είναι
απομίμησις μιας βάσεως και στάσεως, όχι όμως κινήσεως. Έπειτα η
&ιστορία& ακριβώς αυτό εκφράζει, ότι δηλαδή σταματά (&ίστησι&)
τον ρoυν. Κατόπιν η μνήμη και εις τον τυχόντα φανερόνει ότι είναι &μονή&
(στάσις) με την ψυχήν και όχι κίνησις. Και αν θέλης, η &αμαρτία& και η
&συμφορά&, εάν τα προσέξη κανείς ως προς το όνομα, θα αποδειχθούν ότι
σημαίνουν το ίδιον με αυτήν την &σύνεσιν& και &επιστήμην& και με
όλα τα άλλα ονόματα τα οποία ανήκουν εις τα σπουδαία πράγματα. Ακόμη δε και η
&αμάθεια& και η &ακολασία& θα φανούν ότι είναι όμοια προς αυτά.
Διότι η μεν πρώτη, η αμάθεια θα αποδειχθή ότι είναι πορεία του κινουμένου ομού
με τον θεόν (&άμα θεώ&), η δε &ακολασία& φαίνεται ότι είναι
εντελώς &ακολουθία& εις τα πράγματα. Και κατ' αυτόν τον τρόπον όσα
ονόματα νομίζομεν ότι εκφράζουν τα χειρότερα πράγματα, θα απεδεικνύοντο εντελώς
όμοια, προς όσα εκφράζουν τα καλλίτερα πράγματα. Νομίζω δε ότι και άλλα πολλά
ήτο δυνατόν να εύρη κανείς, εάν ασχοληθή να εξετάση την αντίθετον γνώμην, ότι
δηλαδή ο νομοθέτης των ονομάτων δεν εκφράζει ότι κινούνται και μεταφέρονται τα
πράγματα, αλλ' ότι μένουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά βλέπεις, καλέ Σωκράτη, ότι τα
περισσότερα εκφράζει με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον τον τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι με τούτο καλέ Κρατύλε; ωσάν τους
ψήφους θα ξεκαθαρίσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα ονόματα, και εις τούτο θα συνίσταται η
ορθότης; δηλαδή ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδειχθή ότι εκφράζουν τα περισσότερα
ονόματα τούτο θα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια δεν είναι λογικόν αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου φίλε μου. Και τόρα ας αφήσωμεν αυτά
και ας επανέλθωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν εις το μέρος από το οποίον ήλθαμεν
εδώ. Δηλαδή, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμείσαι, προ ολίγου είπες ότι εκείνος ο
οποίος έθεσε τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα κατ' ανάγκην εγνώριζε τα πράγματα
εις τα οποία έθετε τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα. Ειπέ μου λοιπόν ακόμη και τόρα
έχεις αυτήν την γνώμην, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε και εκείνος ο οποίος έθεσε τα πρώτα
ονόματα φρονείς ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγνώριζε τα πράγματα εις τα οποία τα
έθεσε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγνώριζε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν από ποία ονόματα έμαθε ή εύρε
τα πράγματα, αφού ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ήσαν τεθειμένα τα πρώτα, και αφού εξ
άλλου είπαμεν ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδύνατον να μάθωμεν και να εύρωμεν τα
πράγματα κατ' άλλον τρόπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά αφού μάθωμεν τα ονόματα, ή ημείς οι
ίδιοι ανακαλύψωμεν τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, Σωκράτη μου, ότι λέγεις κάτι
τι σπουδαίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν πώς θα παραδεχθώμεν ότι αυτοί εν
γνώσει των πραγμάτων τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έθεσαν, ή ότι ήσαν νομοθέται, πριν να
είναι τεθειμένον κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομα και να το γνωρίζουν εκείνοι, αφού
δεν είναι δυνατόν να μάθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς τα πράγματα αλλέως παρά μόνον με τα
ονόματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ φρονώ, καλέ Σωκράτη, η καλλίτερα
εξήγησις ως προς αυτά είναι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι κάποια ανωτέρα δύναμις από την
ανθρωπίνην έθεσε τα πρώτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα εις τα πράγματα, και επομένως κατ'
ανάγκην αυτά είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και έπειτα νομίζεις ότι θα τα έθετε με
τόσην αντίφασιν προς τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον εαυτόν του εκείνος ο οποίος τα
έθεσε, αν ήτο κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &δαίμων& ή θεός; Ή μήπως φρονείς
ότι προ ολίγου δεν ελέγαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά μήπως η μία μερίς από αυτά δεν
είναι ονόματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία από τα δύο, αξιοθαύμαστε φίλε, όσα
σημαίνουν στάσιν, ή όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημαίνουν κίνησιν; Διότι καθώς είπαμεν προ
ολίγου δεν κρίνομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από το πλήθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν είναι δίκαιον, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας υποθέσωμεν λοιπόν ότι συμβαίνει
διαίρεσις μεταξύ των ονομάτων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το έν μέρος από αυτά λέγει ότι αυτά
είναι που ομοιάζουν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν, το δε άλλο μέρος λέγει τον
εαυτόν του, τότε πλέον με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον μέσον θα τα χωρίσωμεν από την
φιλονικίαν, ή εις τι θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταφύγωμεν; Βεβαίως όχι ως άλλα ονόματα
διαφορετικά από αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι δεν υπάρχουν, αλλά ασφαλώς πρέπει να
ζητήσωμεν άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα έξω από τα ονόματα, τα οποία θα
μας φανερώσουν χωρίς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα, ποία από αυτά είναι αληθή, αφού
μας δείξουν την αλήθειαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των όντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν είναι δυνατόν, καθώς φαίνεται
Κρατύλε μου, να μάθωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα όντα χωρίς ονόματα, αν αυτά είναι
ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν με ποίον άλλο μέσον πλέον
περιμένεις να τα μάθης; Άραγε με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο μέσον παρά με το λογικόν και
δικαιότατον μέσον, δηλαδή το έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά μέσου του άλλου, αν έχουν κάποιαν
συγγένειαν, και διά μέσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτών των ιδίων; Διότι παν άλλο πράγμα και
διαφορετικόν, θα έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην και διαφορετικήν σημασίαν, και δεν
θα εκφράζει εκείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι λέγεις αληθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεχε λοιπόν, δι' όνομα θεού. Δεν
ωμολογήσαμεν πολλάκις ότι τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα, τα οποία είναι τεθειμένα ορθώς,
ομοιάζουν με τα πράγματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία ονομάζουν, και ότι είναι εικόνες
αυτών των πραγμάτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν είναι δυνατόν οπωσδήποτε να
μάθωμεν τα πράγματα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά μέσου των ονομάτων και διά μέσου αυτών
των ιδίων, ποία από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας δύο είναι καλλιτέρα και σαφεστέρα
μάθησις; Να μάθωμεν από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εικόνα και αυτήν την ιδίαν εικόνα, αν
κατεσκευάσθη καλά, και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν την οποίαν εικονίζει, ή από την
αλήθειαν να μάθωμεν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ιδίαν αλήθειαν και την εικόνα της, εάν
κατεσκευάσθη καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται κατ' ανάγκην από την αλήθειαν
ότι πρέπει να μάθωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν με ποίον τρόπον πρέπει να
μάθωμεν ή να εύρωμεν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όντα, ίσως είναι ζήτημα ανώτερον από τας
ιδικάς μου και τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικάς σου δυνάμεις. Είναι όμως αρκετόν
και το να συμφωνήσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτό, ότι δηλαδή όχι από τα ονόματα,
αλλά πολύ περισσότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τον ίδιον εαυτόν των πρέπει να μάθωμεν
και να ζητήσωμεν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακόμη όμως ας εξετάσωμεν και το εξής, διά
να μη μας απατούν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά αυτά ονόματα τα οποία έχουν την
ιδίαν σημασίαν. Αν δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικώς εκείνοι, οι οποίοι έθεσαν αυτά
είχαν υπ' όψιν των ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα τα πράγματα κινούνται και ρέουν
διαρκώς — διότι εις εμέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι και αυτοί κατ' αυτόν τον
τρόπον εσκέφθησαν — πιθανόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως να μη συνέβη τούτο, αλλά και οι ίδιοι
να έπεσαν εις ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είδος &δίνης& (στρυφογύρισμα) όπου
αναταράσσονται, και ημάς μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σείρουν μέσα εις αυτήν. Πρόσεξε δηλαδή,
αξιάγαστέ μου Κρατύλε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις εκείνο το οποίον εγώ πολλάκις
ονειρεύομαι. Άραγε θα δεχθώμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι υπάρχει κανέν καθ' εαυτό
&καλόν& και &αγαθόν& και ούτω καθ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής δι' έκαστον από τα όντα ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ νομίζω ότι υπάρχει, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτό το ίδιον ας εξετάσωμεν, όχι
δηλαδή αν έν πρόσωπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωραίον (&καλόν&) ή κάτι τι,
από τα όμοια, αλλά διά το καθ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εαυτό καλόν δεν θα δεχθώμεν ότι είναι
πάντοτε όμοιον, όπως είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην θα δεχθώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν είναι άραγε δυνατόν να το
ονομάσωμεν αυτό ορθώς, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε μας ξεφεύγει, και πρώτον μεν να
ορίσωμεν ότι είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δείνα, έπειτα ότι είναι αυτού του είδους,
αφού, ενώ ημείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλούμεν, αυτό συγχρόνως γίνεται κατ'
ανάγκην άλλο και ξεφεύγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πλέον δεν ομοιάζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλοντες και μη θέλοντες αυτό θα
παραδεχθώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να είναι κάτι τι
εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδέποτε είναι το ίδιον. Διότι εάν εις
μίαν στιγμήν μένει το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον έπεται ότι εκείνην την στιγμήν δεν
μετακινείται. Εάν δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν μένει πάντοτε το ίδιον, πώς ήτο
δυνατόν να μεταβληθή και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κινηθή, αφού δεν εξέρχεται διόλου από την
μορφήν του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ουδένα τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε όμως ούτε να γνωσθή είναι δυνατόν από
κανένα. Διότι μόλις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλησιάση εκείνος ο όποιος θέλει να το
γνωρίση, αυτό θα γίνη άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα και διαφορετικόν, ώστε δεν είναι
δυνατόν να γνωσθή ποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και ποίου είδους, διότι βεβαίως
ουδεμία αντίληψις ημπορεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γνωρίση εκείνο, το οποίον γνωρίζει ότι
δεν έχει καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταυτότητα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος. Έτσι είναι καθώς το λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Αλλ' ούτε αντίληψις πρέπει να
δεχθώμεν ότι υπάρχει, καλέ Κρατύλε, όταν όλα τα πράγματα μεταβάλλονται και κανέν
δεν μένει εις την θέσιν του. Διότι παραδείγματος χάριν αυτή η ιδία αντίληψις αν
δεν μεταβάλλεται από το να είναι αντίληψις, τότε είναι δυνατόν να μένη αντίληψις
και είναι αντίληψις. Εάν όμως και η ιδία μορφή της αντιλήψεως μεταβάλλεται, θα
καταντήση εις άλλο είδος αντιλήψεως και συγχρόνως δεν θα είναι αντίληψις, και
συμφώνως με αυτούς τους διισχυρισμούς ούτε εκείνος ο οποίος θα γνωρίση, ούτε
εκείνο το οποίον θα γνωρίση, είναι δυνατόν να υπάρχη. Εάν όμως υπάρχη διαρκώς
εκείνος ο οποίος γνωρίζει και εκείνο το οποίον γνωρίζει, και υπάρχει και το
&καλόν& και το &αγαθόν&, και αν είναι χωριστόν ένα έκαστον από
τα όντα, τότε νομίζω ότι αυτά όσα προηγουμένως ελέγαμεν δεν είναι διόλου όμοια
με την &ροήν& ουδέ με την κίνησιν. Και λοιπόν ας προσέξωμεν μήπως δεν
είναι εύκολον να εύρωμεν, αν αυτά είναι καθώς τα λέγομεν τόρα ή αλλέως, καθώς τα
λέγουν οι οπαδοί του Ηρακλείτου και άλλοι πολλοί. Ούτε είναι πολύ φρόνιμον
πράγμα να εμπιστευθή κανείς τον εαυτόν του και την ψυχήν του εις τα ονόματα διά
να καταγίνεται εις αυτά, έχων πεποίθησιν και εις αυτά και εις εκείνους οι οποίοι
τα έθεσαν, και ως να γνωρίζη τίποτε, να κατακρίνη μετά πεποιθήσεως τον εαυτόν
του και τα όντα ότι δεν υπάρχει τίποτε το στερεόν εις κανέν πράγμα, αλλά τα
πάντα καταρέουν ως κεραμίδια, και ότι όλα τα πράγματα είναι καθώς εκείνοι οι
οποίοι πάσχουν από καταροήν, και είναι κατακυριευμένα από το ρεύμα και την
καταροήν. Ίσως λοιπόν, Κρατύλε μου, αυτό είναι το ορθόν, ίσως όμως όχι. Δι' αυτό
πρέπει να εξετάσης με θάρρος και με προσοχήν και να μη παραδεχθής αβασανίστως —
διότι ακόμη είσαι νέος και έχεις καιρόν — αφού δε εξετάσης, αν το εύρης, να το
ειπής και εις εμέ διά να το γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα θα το κάμω αυτό. Γνώριζε όμως
καλά, Σωκράτη μου, ότι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την στιγμήν δεν είμαι αμελέτητος,
αλλά ενώ συλλογίζομαι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κουράζω τον νουν μου, μάλλον μου φαίνεται
ότι είναι καθώς λέγει ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ηράκλειτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άλλην φοράν λοιπόν, φίλτατέ μου, όταν
επιστρέψης μου το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδάσκεις. Τόρα όμως, καθώς είσαι έτοιμος
πήγαινε εις τον αγρόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και θα σε συνοδεύση και ο Ερμογένης απ'
εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά όλα θα γίνουν, καλέ Σωκράτη, αλλά και
συ προσπάθησε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκεφθής περισσότερον αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τ Ε Λ Ο Σ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή πού πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοστέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΑΤΥΛΟΣ Με βαθυτάτη παρατηριτικότητα κ'
εύληπτη ανάλυση στον διάλογο τούτο εξετάζεται το πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα, για
το πώς πρέπει ν' αποβλέπωμε στη μουσική ετυμολογία των λέξεων και ίσαμε ποιο
σημείο είναι δυνατόν να χειραφετηθή η σκέψη από τις ατέλειες της γλώσσας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ
61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) Ο Ερμογένης ως γόνος του Ερμού του κερδώου
ώφειλε να είναι πλούσιος, διά να είναι αληθινόν το όνομά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Η υπερβολική λεπτολογία του Σωκράτους δι'
ένα πράγμα απλούστατον γίνεται εις απάντησιν των σοφιστών, οι οποίοι
διισχυρίζοντο ότι εκείνο το οποίον δεν υπάρχει δεν λέγεται, επομένως δεν υπάρχει
ψευδής λόγος. Το σόφισμα τούτο αναλύεται λεπτομερώς εις τον Ευθύδημον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Τούτο είναι μνημονική ανακρίβεια του
Πλάτωνος. Ο Όμηρος λέγει ότι ο ίδιος ο Έκτωρ ωνόμαζε τον υιόν του Σκαμάνδριον,
ενώ οι άλλοι τον ωνόμαζαν Αστυάνακτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) Σήμερον, ως γνωστόν, προσθέτομεν επίθετα
εις αυτά τα στοιχεία χάριν διακρίσεως (ε ψιλόν, ο ψιλόν, ο μικρόν, ω μέγα), τα
οποία συνήθως προφέρονται ως ηνωμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) Ώστε ο Πλάτων παράγει το όνομα Κρόνος εκ
του κόρος και νους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6) Το ύστερον παράγωγον του σώζω (σαόω) είναι
σώσμα, αλλά οι μετά του σ τύποι δεν είναι οι αρχαιότεροι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7) Εκ του φέρω φονήν (φόνον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8) Ο ύμνος της Αθηνάς φαίνεται ότι εμιμείτο το
σφύριγμα των όφεων οι οποίοι έζωσαν την κεφαλήν της Γοργόνος, όταν
εξεψύχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">9) Οι τρεις τύποι ιμέρα, εμέρα, ημέρα
επροφέροντο βεβαίως διαφόρως (&έλεγον& λέγει ο Πλάτων, όχι έγραφον,
διότι τότε το ήτα ήτο μακρόν ε ( = ε ε ).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">10) Διότι και το υ της παραληγούσης επλησίαζε
το ο (=u).</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-69230198899389308742013-09-04T05:41:00.003-07:002013-09-04T05:41:51.251-07:00ΠΛΑΤΩΝ: ΙΠΠΙΑΣ ΜΕΙΖΩΝ ΚΑΙ ΕΛΑΣΣΩΝ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝ: ΙΠΠΙΑΣ ΜΕΙΖΩΝ ΚΑΙ
ΕΛΑΣΣΩΝ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο μείζων Ιππίας παρουσιάζει εις την
αρχήν τελείαν ηθογραφίαν όχι μόνον του σοφιστού Ιππίου, ο οποίος καυχισιολογεί
διά τα κατορθώματα της διδασκαλίας του, αλλά και του είρωνος Σωκράτους, όστις
ευρίσκει κατάλληλον την ευκαιρίαν διά να του υποβάλη έν από τα ακανθωδέστερα
ζητήματα, δηλαδή τον ορισμόν του ωραίου, και μάλιστα με τον πλέον επιδέξιον
εριστικόν και αναλογικόν τρόπον, ώστε διαρκώς να τον κάμνη να εντροπιάζεται και
υποχωρή εις έκαστον βήμα από την πρώτην γελοίαν απάντησιν δι' ενός παραδείγματος
ότι το ωραίον είναι &η ωραία παρθένος&. Αφού δε καταλλήλως τον ωθεί εις
την γενίκευσιν, τον γελοιοποιεί εκ δευτέρου, όταν ορίζη αυτό ως κάποιαν
επιχρύσωσιν, διά της αντιπαραθέσεως της συκένιας κουτάλας ως σκοπιμωτέρας.
Κατόπιν προχωρεί ο ορισμός του Ιππίου κάπως πλησιέστερον εις το &πρέπον&
και κατόπιν εις το &χρήσιμον& και &ικανόν&. Έπειτα ορίζει αυτό
ως το &αίτιον τον αγαθού& και τελευταίον ως &το ηδονικόν εις την
όρασιν και ακοήν& χωρίς να ημπορέση να ικανοποιήση τον Σωκράτη, ο οποίος
όμως πάλιν μένει ευχαριστημένος. Ο σπουδαιότερος αδάμας, όστις στολίζει τον
διάλογον τούτον, είναι η εξέλιξις του ωραίου, την οποίαν διαισθάνεται ο Πλάτων,
διότι ευρίσκει τον πίθηκον κατώτερον και από τον ασχημότερον άνθρωπον, τον δε
άνθρωπον επίσης ασχημότατον εν συγκρίσει προς τον Θεόν, τούτο δε αντελήφθη από
την τελειοποίησιν της ατομικής του φύσεως και από την τάσιν του προς την
&θέωσιν&. Περί της συσχετίσεως του ωραίου προς το αγαθόν ομιλούμεν εις
τον πρόλογον του Φιλήβου· εις τον διάλογον τούτον παρίσταται ως παρευρισκόμενος
και ο Γοργίας και ο Πρόδικος χωρίς να λάβουν μέρος εις την συζήτησιν.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span></b><br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">METAΦΡAΣΙΣ ΚΥΡ. Ζ Α Μ Π Α</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ 1911</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μείζων Ιππίας παρουσιάζει εις την αρχήν
τελείαν ηθογραφίαν όχι μόνον του σοφιστού Ιππίου, ο οποίος καυχισιολογεί διά τα
κατορθώματα της διδασκαλίας του, αλλά και του είρωνος Σωκράτους, όστις ευρίσκει
κατάλληλον την ευκαιρίαν διά να του υποβάλη έν από τα ακανθωδέστερα ζητήματα,
δηλαδή τον ορισμόν του ωραίου, και μάλιστα με τον πλέον επιδέξιον εριστικόν και
αναλογικόν τρόπον, ώστε διαρκώς να τον κάμνη να εντροπιάζεται και υποχωρή εις
έκαστον βήμα από την πρώτην γελοίαν απάντησιν δι' ενός παραδείγματος ότι το
ωραίον είναι &η ωραία παρθένος&. Αφού δε καταλλήλως τον ωθεί εις την
γενίκευσιν, τον γελοιοποιεί εκ δευτέρου, όταν ορίζη αυτό ως κάποιαν επιχρύσωσιν,
διά της αντιπαραθέσεως της συκένιας κουτάλας ως σκοπιμωτέρας. Κατόπιν προχωρεί ο
ορισμός του Ιππίου κάπως πλησιέστερον εις το &πρέπον& και κατόπιν εις το
&χρήσιμον& και &ικανόν&. Έπειτα ορίζει αυτό ως το &αίτιον
τον αγαθού& και τελευταίον ως &το ηδονικόν εις την όρασιν και ακοήν&
χωρίς να ημπορέση να ικανοποιήση τον Σωκράτη, ο οποίος όμως πάλιν μένει
ευχαριστημένος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο σπουδαιότερος αδάμας, όστις στολίζει τον
διάλογον τούτον, είναι η εξέλιξις του ωραίου, την οποίαν διαισθάνεται ο Πλάτων,
διότι ευρίσκει τον πίθηκον κατώτερον και από τον ασχημότερον άνθρωπον, τον δε
άνθρωπον επίσης ασχημότατον εν συγκρίσει προς τον Θεόν, τούτο δε αντελήφθη από
την τελειοποίησιν της ατομικής του φύσεως και από την τάσιν του προς την
&θέωσιν&. Περί της συσχετίσεως του ωραίου προς το αγαθόν ομιλούμεν εις
τον πρόλογον του Φιλήβου· εις τον διάλογον τούτον παρίσταται ως παρευρισκόμενος
και ο Γοργίας και ο Πρόδικος χωρίς να λάβουν μέρος εις την συζήτησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο ελάσσων Ιππίας είναι ως δευτέρα σκηνή του
πρώτου με την προσθήκην και ενός προσώπου, του Ευδίκου. Συζητείται δε εριστικώς
και άνευ αποτελέσματος αν είναι διάφορος ο λέγων την αλήθειαν και ο ψευδόμενος.
Εφαρμόζεται δε στενώς η συζήτησις εις τον Αχιλλέα και Οδυσσέα, τους δυο κυρίους
ήρωας του Ομήρου, εκ του οποίου και παρατίθενται πολλοί στίχοι προς πίστωσιν των
λεγομένων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευτυχώς το τεύχος τούτο ετυπώθη χωρίς κανέν
σημαντικόν παρόραμα χάρις εις την επίμονον επιμέλειαν του μοναδικού διά την
ευσυνείδητον επιθεώρησιν των δοκιμίων τεχνίτου κ. Δ. Καλλιγεροπούλου, εις τον
οποίον εκφράζομεν δημοσία τας θερμάς ευχαριστίας μας, διότι και άλλως επεμελήθη
το λεκτικόν και προ πάντων μας αντικατέστησε και εις αυτήν την αντιπαραβολήν του
κειμένου. Κ. ΖΑΜΠΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΙΠΠΙΑΣ ΜΕΙΖΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΙΠΠΙΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλώς τον Ιππίαν τον λαμπρόν και τον
σοφόν, πόσον καιρόν είχαμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε ιδούμεν στας Αθήνας!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, Σωκράτη μου, διότι δεν μου μένει
καιρός. Επειδή η Ηλεία, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρειάζεται να διαπραγματευθή καμμίαν
υπόθεσιν προς καμμίαν πόλιν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε εις εμέ πρώτα καταφεύγει από όλους
τους πολίτας και με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκλέγει αντιπρόσωπόν της, επειδή νομίζει
ότι είμαι ικανώτατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαιτητής και αγγελιοφόρος των προτάσεων,
όσαι ήθελον προταθή από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκάστην πόλιν. Συνεπώς λοιπόν και εις
άλλας πολλάς πόλεις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντιπροσώπευσα, το περισσότερον όμως και
διά τας περισσοτέρας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σπουδαιοτέρας υποθέσεις εις την
Λακεδαίμονα. Δι' αυτό λοιπόν, — διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να απαντήσω εις την ερώτησίν σου — δεν
έρχομαι συχνά εις αυτά εδώ τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, Ιππία μου, αυτά έχει το να
είναι κανείς αληθινά σοφός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τέλειος άνθρωπος. Διότι συ και
ιδιωτικώς είσαι ικανός να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λαμβάνης πολλά χρήματα από τους νέους και
να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελής πολύ περισσότερον, και δημοσία
πάλιν είσαι ικανός να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευεργετής την πατρίδα σου, καθώς είναι
ορθόν να κάμνη κανείς, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν πρόκειται να μείνη περιφρονημένος,
αλλά να ευδοκιμήση μεταξύ του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λαού. Αλλά, φίλε Ιππία, ποίον είναι το
αίτιον, διά το οποίον οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάσημοι εκείνοι παλαιοί, των οποίων τα
ονόματα φημίζονται ως μεγάλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως προς την σοφίαν, δηλαδή ο Πιττακός και
ο Βίας και οι ανήκοντες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την σχολήν του Θαλού του Μιλησίου,
ακόμη δε και οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταγενέστεροι μέχρι του Αναξαγόρου, ή
όλοι αυτοί ή οι περισσότεροι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ολοφάνεροι ότι δεν αναμιγνύονται εις
τας πολιτικάς πράξεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίον άλλο νομίζεις ότι είναι το
αίτιον, καλέ Σωκράτη, παρά ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήσαν αδύνατοι και ανίκανοι να προφθάσουν
με το μυαλό των και εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο, δηλαδή και τα κοινά και τα ιδιωτικά
συμφέροντα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, δι' όνομα του Διός, μήπως
καθώς προώδευσαν όλαι αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλαι τέχναι, εμπρός εις τους σημερινούς
τεχνίτας οι παλαιοί είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μηδαμινοί, ομοίως πρέπει να δεχθώμεν ότι
προώδευσε και η ιδική σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφιστική τέχνη και ότι, οι παλαιότερον
ασχοληθέντες εις την σοφίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγκρινόμενοι με σας είναι
μηδαμινοί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως πολύ ορθά το είπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, Ιππία μου, αν υποθέσωμεν ότι
ξαναζωντανεύει ο Βίας, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εφαίνετο γελοίος εμπρός εις εσάς, καθώς
λέγουν και διά τον Δαίδαλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι ανδριαντοποιοί, ότι, εάν εζούσε σήμερον
και κατεσκεύαζε παρόμοια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με εκείνα διά τα οποία εφημίσθη, θα
εφαίνετο γελοίος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά, Σωκράτη μου, είναι βεβαίως καθώς τα
λέγεις, εγώ όμως έχω την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνήθειαν τους παλαιούς και προηγουμένους
από ημάς προηγουμένως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον να τους εγκωμιάζω από τους
σημερινούς, διότι προσέχω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον φθόνον των ζώντων και φοβούμαι την
οργήν των αποθανόντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά κάμνεις συ βεβαίως, Ιππία μου, να
κρίνης και να σκέπτεσαι ούτω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πως, καθώς μου φαίνεται. Μάλιστα ημπορώ
και εγώ να επικυρώσω την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν των λόγων σου, και ότι
πραγματικώς προώδευσε η τέχνη σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το ζήτημα να ημπορή να φροντίζη και
διά τας δημοσίας υποθέσεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως με τας ιδιωτικάς. Λόγου χάριν
και ο Γοργίας απ' εδώ ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λεοντίνος σοφιστής ήλθε εις την πόλιν μας
από την πατρίδα του ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντιπρόσωπός της, διότι είναι ικανώτατος
να διαχειρίζεται τας κοινάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποθέσεις των Λεοντίνων, και εις την
εκκλησίαν του δήμου ομιλεί (εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας συνελεύσεις του δήμου) και ιδιωτικάς
κάμνει διαλέξεις και δίδει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαθήματα εις τους νέους και εσυμφώνησε και
έλαβε πολλά χρήματα από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πόλιν μας. Και αν αγαπάς, ο ιδικός μας
φίλος Πρόδικος απ' εδώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και άλλας πολλάς φοράς ήλθε διά δημοσίας
υποθέσεις, προ πάντων όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα τελευταίως ήλθε από την Κέαν με
δημοσίαν εντολήν και ομιλήσας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσα εις την βουλήν έκαμε μεγάλην
εντύπωσιν, και με ιδιαιτέρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαλέξεις και με μαθήματα εις τους νέους
εκέρδισε χρήματα όσα και αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπής. Από εκείνους όμως τους παλαιούς
κανείς δεν είχε ποτέ αξίωσιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να εισπράξη ως αμοιβήν χρήμα ούτε να
επιδείξη την σοφίαν του εμπρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις πολυποίκιλον ακροατήριον. Τόσον βλάκες
ήσαν και δεν ενόησαν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το χρήμα έχει μεγάλην αξίαν, ο καθείς δε
από αυτούς τους δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλειότερον χρήμα εισέπραξε από την σοφίαν
του παρά κανείς άλλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τεχνίτης από οποιανδήποτε τέχνην. Ακόμη δε
προηγουμένως από αυτούς ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις δίκαιον, Σωκράτη μου, διότι δεν
γνωρίζεις τον καλλίτερον ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς αυτό. Διότι, αν εγνώριζες πόσον χρήμα
εκέρδισα εγώ, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορούσες. Και τα μεν άλλα τα αφίνω κατά
μέρος, όταν όμως επήγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποτε εις την Σικελίαν, τον καιρόν που
διέμενε εκεί ο Πρωταγόρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και έκαμνε εντύπωσιν και ήτο μεγαλίτερός
μου, εγώ που ήμην νεώτερος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του εις ολίγον διάστημα εισέπραξα πολύ
περισσότερον από εκατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πενήντα μνας, και από ένα μικρόν χωρίον,
τον Ινυκόν, εισέπραξα άνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των είκοσι μνων. Και όταν εγύρισα εις την
πατρίδα το έφερα αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποσόν και το έδωκα εις τον πατέρα μου,
ώστε εκείνος και οι άλλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμπολίται τα έχασαν και έμειναν
έκπληκτοι. Και εν γένει εγώ σχεδόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι μόνος μου εκέρδισα περισσότερα
παρά δύο άλλοι σοφισταί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί, οποιοιδήποτε και αν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λαμπράν βεβαίως και σπουδαίαν απόδειξιν
αναφέρεις, Ιππία μου, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ιδικής σου σοφίας και της διαφοράς των
σημερινών ανθρώπων εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγκρίσει προς τους αρχαίους. Δηλαδή από
όλους τους παλαιοτέρους ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς τον Αναξαγόραν αποδίδεται μεγάλη
αμάθεια συμφώνως με τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγους σου. Διότι λέγουν ότι το αντίθετον
από σας συνέβη εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναξαγόραν. Δηλαδή του είχε μείνει μεγάλη
περιουσία από τον πατέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του, αλλά αυτός την παρημέλησε και την
έχασε όλην. Τόσον ανόητον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφίαν είχε αυτός! Αναφέρουν δε και δι'
άλλους από τους παλαιούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα παρόμοια. Και λοιπόν μου φαίνεται ότι
αυτή η απόδειξις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίαν παρουσιάζεις περί της σοφίας των
σημερινών εν συγκρίσει προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους παλαιούς είναι λαμπρά και πολλοί
άνθρωποι εγκρίνουν ότι ο σοφός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει πρωτίστως διά το άτομόν του να
είναι σοφός. Και κατά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαινόμενα ορισμός αυτού είναι το να
κερδίση όσον το δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον χρήμα. Και όσον δι' αυτά
είναι αρκετά όσα είπαμεν. Ειπέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως το εξής· Εσύ ο ίδιος από ποίαν πόλιν
εισέπραξες το περισσότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρήμα από όσας επεσκέφθης; Ή μήπως είναι
ευνόητον ότι το εισέπραξες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από την Λακεδαίμονα, αφού αυτήν την πόλιν
επεσκέφθης τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσοτέρας φοράς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα τον Δία, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λέγεις; Μήπως λοιπόν εισέπραξες πολύ
ολίγον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απολύτως τίποτε δεν εισέπραξα ποτέ μου, σε
βεβαιώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τερατώδες και περίεργον είναι αυτό που
λέγεις, Ιππία μου. Και σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακαλώ, ειπέ μου. Η ιδική σου σοφία δεν
είναι ικανή τους ακροατάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τους μαθητάς της να τους καταστήση
καλλιτέρους ως προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολύ μάλιστα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως τους υιούς των Ινυκηνών ήσο
ικανός να τους ωφελήσης, όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως και τους υιούς των Σπαρτιατών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ απέχω από αυτό, σε βεβαιώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε μήπως οι μεν Σικελιώται
επιθυμούν να γίνουν καλλίτεροι, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λακεδαιμόνιοι όμως όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, Σωκράτη μου, και οι
Λακεδαιμόνιοι επιθυμούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν μήπως από έλλειψιν χρημάτων
απέφευγον την συναναστροφήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, σε βεβαιώ, διότι έχουν αρκετά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, αφού επιθυμούν και έχουν
χρήματα, και αφού συ ημπορείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τους ωφελήσης μεγάλως, διά ποίον λόγον
δεν σε έστειλαν οπίσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φορτωμένον από χρυσάφι; Αλλά μήπως πάλιν
οι Λακεδαιμόνιοι ημπορούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερον από σε να εκπαιδεύσουν τους
υιούς των; Και λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνείς και συ να το εξηγήσωμεν ούτω
πως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως λοιπόν δεν ήσο ικανός εις την
Λακεδαίμονα να πείθης τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νέους, ότι, αν σχετίζωνται σε,
περισσότερον θα προοδεύσουν παρά αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχετίζωνται τους ιδικούς των, ή μήπως δεν
είχες την δύναμιν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταπείσης τους πατέρας των, ότι πρέπει
μάλλον εις σε να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμπιστευθούν παρά οι ίδιοι να φροντίζουν
δι' αυτούς, εάν έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποιον ενδιαφέρον διά τους υιούς των;
Διότι βεβαίως δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να φθονούν τους υιούς των μήπως
βελτιωθούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν πιστεύω εγώ τουλάχιστον να τους
φθονούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πάλιν η Λακεδαίμων έχει βεβαίως
καλούς νόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς δεν είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις τας ευνόμους πόλεις όμως είναι βεβαίως
τιμαλφέστατον πράγμα η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ όμως γνωρίζεις καλλίτερα από κάθε άλλον
να διδάσκης αυτήν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πάρα πολύ μάλιστα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν όποιος γνωρίζει να διδάσκη
καλλίτερα από όλους την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιππευτικήν άραγε δεν θα είχε περισσοτέραν
υπόληψιν εις την Θεσσαλίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από όλα τα μέρη της Ελλάδος και θα
ελάμβανε περισσότερα χρήματα, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπου αλλού εκτιμάται αυτή η τέχνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι βεβαίως λογικόν τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν όποιος είναι ικανός να διδάσκη
τα ανώτερα μαθήματα ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς την αρετήν δεν θα εξετιμάτο
περισσότερον εις την Λακεδαίμονα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και θα εκέρδιζε τα περισσότερα χρήματα,
όταν θελήση, και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιανδήποτε άλλην από τας ελληνικάς
πόλεις η οποία είναι εύνομος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά εις την Σικελίαν, αγαπητέ μου, και
εις τον Ινυκόν φρονείς ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα εκτιμηθή περισσότερον; Αυτά θέλεις να
πιστεύσωμεν, φίλε Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή, αν απαιτής να τα πιστεύσωμεν,
πρέπει να τα πιστεύσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, Σωκράτη μου, διότι δεν είναι
πατροπαράδοτον έθιμον εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λακεδαιμονίους το να μετακινούν τους
νόμους, ούτε να εκπαιδεύουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους υιούς των έξω από τα
συνηθιζόμενα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό; Τάχα δεν είναι
πατροπαράδοτον εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λακεδαιμονίους το να κάμνουν το ορθόν,
αλλά σφάλματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ημπορώ, Σωκράτη μου, να ειπώ ότι δεν
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν δεν θα έκαμναν ορθά να
εκπαιδεύουν τους νέους καλλίτερα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όχι χειρότερα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα έκαμναν ορθά. Αλλά εις αυτούς δεν είναι
νόμιμον να εφαρμόσουν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνους ξενικήν εκπαίδευσιν. Άλλως, σε
βεβαιώ, αν ελάμβανε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς άλλος από εκεί χρήματα ποτέ του διά
την εκπαίδευσιν, και εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα ελάμβανα πολύ περισσότερα. Τουλάχιστον
ευχαριστούνται να με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακούουν και με επαινούν. Αλλά, καθώς σου
είπα, δεν είναι νόμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο δε νόμος φρονείς, Ιππία μου, ότι είναι
ζημία η ωφέλεια εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόλιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω μεν ότι νομοθετείται διά να
ωφελήση, κάποτε όμως βλάπτει, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τεθή κακώς ο νόμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς; Δεν θέτουν τον νόμον οι νομοθέται
ως το μεγαλίτερον αγαθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την πόλιν των; Και δεν είναι αδύνατον
άνευ αυτού να ζήση η πόλις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με ευνομίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγεις την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, όταν δεν επιτύχουν το αγαθόν
όσοι προσπαθούν να θέσουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νόμους, το νόμιμον και τον νόμον δεν
επιτυγχάνουν. Ή πώς το εννοείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν το πάρωμεν κατά λέξιν, Σωκράτη μου,
είναι καθώς το λέγεις συ, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωποι όμως δεν συνηθίζουν να το
χαρακτηρίζουν ούτω πως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίοι άραγε, καλέ Ιππία, όσοι γνωρίζουν ή
όσοι δεν γνωρίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οι κοινοί άνθρωποι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτοί οι κοινοί είναι εκείνοι που
γνωρίζουν την αλήθειαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, νομίζω, όσοι γνωρίζουν, νομίζουν
ότι το ωφελιμώτερον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομιμώτερον πραγματικώς από το
ανωφελέστερον δι' όλους τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπους. Ή δεν συμφωνείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, συμφωνώ τουλάχιστον ως προς την
πραγματικότητα αυτού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν υπάρχει και δεν είναι καθώς το
νομίζουν όσοι γνωρίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν συμφώνως με τους λόγους σου
βεβαίως είναι ωφελιμώτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τους Λακεδαιμονίους να λαμβάνουν
μάλλον την ιδικήν σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκπαίδευσιν, αν και είναι ξενική, παρά την
εγχωρίαν των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως λέγω την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, καλέ Ιππία, διότι λέγεις
συγχρόνως και ότι τα ωφελιμώτερα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι νομιμώτερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα το είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως συμφώνως με τους λόγους σου είναι
νομιμώτερον οι παίδες των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λακεδαιμονίων να εκπαιδεύωνται από τον
Ιππίαν, και ανομώτερον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκπαιδεύωνται από τους γονείς των, αφού
πραγματικώς θα ωφεληθούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον από εσέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε βεβαιώ ότι θα ωφεληθούν, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως κάμνουν παρανομίαν οι
Λακεδαιμόνιοι, διότι δεν δίδουν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσέ χρήμα και δεν εμπιστεύονται τους υιούς
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τα παραδέχομαι αυτά! Διότι μου
φαίνεται ότι τον στρέφεις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγον μάλλον προς το συμφέρον μου,
επομένως δεν μου χρειάζεται να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φέρω αντίστασιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αγαπητέ μου, ευρίσκομεν ότι οι
Λακεδαιμόνιοι είναι παράνομοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μάλιστα εις τα σπουδαιότερα ζητήματα,
αυτοί οι οποίοι νομίζονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομιμώτατοι. Και τόρα ας ιδούμεν, καλέ
Ιππία, δι' όνομα των θεών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποία όταν ακούουν σε επαινούν και
ευχαριστούνται; Ή μήπως είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευνόητον ότι εκείνα τα οποία συ γνωρίζεις
κάλλιστα, δηλαδή τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχετικά με τα άστρα και τα ουράνια
φαινόμενα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, όσον δι' αυτά ούτε θέλουν
να τα ακούσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε μήπως ευχαριστούνται, όταν
ακούουν γεωμετρίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου. Καθόσον, διά να εκφρασθώ ούτω πως,
οι περισσότεροι από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνους δεν γνωρίζουν ούτε
αρίθμησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως πολύ απέχουν να σε ανέχωνται,
όταν ομιλής περί λογαριασμών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα πολύ απέχουν μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε εκείνα τα οποία συ γνωρίζεις
ακριβέστερον από κάθε άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τα αναλύης, δηλαδή την δύναμιν των
γραμμάτων και των συλλαβών και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ρυθμών και των αρμονιών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίας αρμονίας, και γράμματα, λαμπρέ μου
άνθρωπε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ποία είναι αυτά που
ευχαριστούνται να ακούουν από σε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε επαινούν; ειπέ μου συ ο ίδιος, αφού εγώ
δεν ημπορώ να το εύρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Περί των γενών, καλέ Σωκράτη, και των
ηρώων και των ανθρώπων, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των συνοικισμών, με ποίον τρόπον
εκτίσθησαν αι αρχαίαι πόλεις, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γενικώς όλην την αρχαιολογίαν
ευχαριστούνται πολύ να την ακούουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως εγώ ηναγκάσθην χάριν αυτών να
μελετήσω και να μάθω εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντέλειαν όλα αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς μα τον Δία, καλέ Ιππία, είσαι
ευτυχής, διότι οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λακεδαιμόνιοι δεν ευχαριστούνται, εάν
θελήση κανείς να απαριθμήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτούς τους ιδικούς μας άρχοντας από
την εποχήν του Σόλωνος· ει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε μη, θα τα εύρισκες δύσκολα, αν ήθελες
να τα μάθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από πού ως πού, Σωκράτη μου; εγώ μίαν
φοράν να ακούσω πενήντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα στη σειρά θα τα
απομνημονεύσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Την αλήθειαν λέγεις, εγώ όμως δεν είχα
σκεφθή ότι έχεις καλόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μνημονικόν. Ώστε εννοώ τόρα ότι δικαίως
ευχαριστούνται μαζί σου οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λακεδαιμόνιοι, διότι γνωρίζεις πολλά, και
σε έχουν καθώς έχουν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παιδιά τον γέροντα διά να διηγούνται
ευχάριστα παραμύθια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως μα τον Δία, Σωκράτη μου, όσον
διά τας ωραίας ασχολίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τόρα τελευταίως έκαμα εντύπωσιν που
ωμίλησα εκεί, εις τι πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να καταγίνεται ο νέος. Διότι εγώ έχω
γραμμένην δι' αυτά τα ζητήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραιοτάτην πραγματείαν, η οποία και αλλέως
είναι καλοφτιασμένη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδίως όμως με τας ωραίας λέξεις. Η αφορμή
δε και η αρχή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματείας μου είναι κάπως η εξής. «Αφού
εκυριεύθη η Τροία, η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιστορία διηγείται ότι ο Νεοπτόλεμος
ηρώτησε τον Νέστορα ποίαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασχολίαι είναι ωραίαι, εις τας οποίας εάν
καταγίνη κανείς εν όσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι νέος μπορεί να αναδειχθή». Κατόπιν
λοιπόν παρουσιάζεται ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλών ο Νέστωρ και υποδεικνύει εις αυτόν
πλείστα όσα νόμιμα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραιότατα. Αυτήν μεν λοιπόν την
πραγματείαν και εκεί την ανεκοίνωσα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εδώ έχω σκοπόν να την ανακοινώσω εντός
τριών ημερών, μέσα εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχολείον του Φειδοστράτου, καθώς και άλλα
πολλά αξιόλογα ζητήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι μου το εζήτησε χάριν ο Εύδικος
Απημάντου. Κύτταξε όμως και συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο ίδιος να παρευρεθής και άλλους να φέρης
μαζί σου, οι οποίοι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανοί να κρίνουν όσα θα ειπώ, αφού
ακούσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα θα το κάμω αυτό, αν θέλη ο θεός,
Ιππία μου. Τόρα όμως δώσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου μίαν σύντομον απάντησιν δι' αυτό. Και
καλά έκαμες, σε βεβαιώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που μου το ενθύμισες. Διότι, αγαπητέ μου,
προ ολίγου κάποιος με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έφερε εις δυσκολίαν εις την συζήτησιν,
εκεί που άλλα μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκατηγορούσα ως άσχημα, άλλα δε επαινούσα
ως ωραία, με την εξής πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υβριστικήν ερώτησιν· «Και από πού ως πού,
μου λέγει, γνωρίζεις συ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κύριε Σωκράτη, ποία είναι ωραία και ποία
άσχημα; Ιδού λόγου χάριν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορείς να ειπής τι είναι το ωραίον;».
Και εγώ από την μηδαμινότητά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου απορούσα και δεν ήξερα να του απαντήσω
καθώς πρέπει. Όταν λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανεχώρησα από την συνάντησιν, εθύμωνα με
τον εαυτόν μου και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ύβριζα και τον εφοβέριζα, ότι, μόλις
ανταμώσω κανένα από σας τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφούς, θα προσέξω να το μάθω και να το
μελετήσω καλά και πάλιν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστρέψω εις αυτόν που με ερώτησε, διά να
ανανεώσω την λογομαχίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν, καθώς είπα, εις καλήν ώραν
ήλθες και διαφώτισέ με, σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακαλώ, τι πράγμα είναι το καθαυτό
ωραίον, και προσπάθησε να μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δώσης όσον το δυνατόν ακριβή απάντησιν,
μήπως πάλιν εντροπιασθώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γελοιοποιηθώ διά δευτέραν φοράν. Διότι συ
βέβαια το γνωρίζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθαρά, και θα είναι μικρόν μάθημα αυτό
από τα πολλά που γνωρίζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια μικρόν, μα τον Δία, καλέ
Σωκράτη, και χωρίς καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξίαν, διά να εκφρασθώ ούτω πως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν εύκολα θα το μάθω και κανείς
δεν θα με εντροπιάζη άλλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φοράν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως κανείς. Διότι τότε θα ήτο μηδαμινή
και ασήμαντος η ιδική μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπόστασις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εύγε σου καλά λέγεις, μα την Ήραν, καλέ
Ιππία, αν υπάρχη ελπίς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νικήσωμεν αυτόν τον άνθρωπον. Αλλά μήπως
τάχα υπάρχει κανέν εμπόδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μιμηθώ εγώ εκείνον και να επιτίθεμαι
εναντίον των λόγων σου, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίδης απάντησιν, διά να με σπουδάσης όσον
το δυνατόν καλλίτερον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι, σε βεβαιώ, είμαι σχεδόν έμπειρος
των επιθέσεων. Λοιπόν, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν κάμνη καμμίαν διαφοράν διά σε, επιθυμώ
να αρχίσω τας επιθέσεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά να μάθω να επιτίθεμαι με περισσοτέραν
ανδρείαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός κάμε επίθεσιν. Διότι, καθώς είπα
προ ολίγου, δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σπουδαίον αυτό το ζήτημα, αλλά ημπορώ εγώ
να σε διδάξω να απαντάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εις πολύ δυσκολώτερα από αυτό, ώστε
κανείς άλλος να μην ημπορή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να σε εντροπιάζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αχ, πόσον μου αρέσουν τα λόγια σου! Εμπρός
λοιπόν, αφού και συ με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προτρέπεις, ας μεταβληθώ όσον το δυνατόν
εις εκείνον και ας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσπαθήσω να σ' ερωτώ. Δηλαδή, αν
υποθέσωμεν ότι έδειχνες εις αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την πραγματείαν που λέγεις, διά τας
ωραίας ασχολίας, και σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήκουε, μόλις παύσης να ομιλής, δεν θα σε
ερωτούσε άλλο τίποτε πρώτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτα παρά περί του ωραίου (διότι έχει
τοιαύτην συνήθειαν), και θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε ερωτούσε· «Καλέ πατριώτη Ηλείε, άραγε
δεν είναι με δικαιοσύνην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκαιοι οι δίκαιοι;». Απάντησε λοιπόν,
καλέ Ιππία, ως να σε ερωτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απαντώ ότι είναι με δικαιοσύνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι κάτι αυτή η
δικαιοσύνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και με σοφίαν δεν είναι σοφοί οι
σοφοί και με το αγαθόν αγαθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα τα αγαθά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως, διότι αυτά είναι κάτι τι
πραγματικόν, και όχι βέβαια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι δεν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, διότι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και όλα τα ωραία δεν είναι ωραία με
το ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα με το ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι βέβαια αυτό είναι κάτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, διότι είναι. Και τι έχει να
κάμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> «Ειπέ μου λοιπόν, πατριώτη», θα είπη
αυτός, «τι πράγμα είναι αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον;».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως λοιπόν, καλέ Σωκράτη, αυτός που
ερωτά άλλην πληροφορίαν θέλει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να λάβη παρά ποίον είναι το ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, νομίζω, αλλά τι είναι το ωραίον, καλέ
Ιππία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίαν διαφοράν έχει τούτο από
εκείνο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ευρίσκεις συ καμμίαν διαφοράν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν έχουν διαφοράν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λόγος, και βέβαια είναι φανερόν ότι συ
γνωρίζεις καλλίτερα, αλλ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως, αγαπητέ μου, πρόσεξε να ιδής. Δηλαδή
δεν σε ερωτά ποίον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ωραίον, αλλά τι πράγμα είναι το
ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε εννοώ, καλέ μου, και θα αποκριθώ εις
αυτόν τι πράγμα είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον, και δεν υπάρχει φόβος να
εντροπιασθώ. Δηλαδή, Σωκράτη μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε βεβαιώ, εάν πρόκειται να ειπούμεν την
αλήθειαν, η ωραία παρθένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωραίον πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά και ορθά, μα τον Κέρβερον, απήντησες,
καλέ Ιππία. Δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν αληθές ότι, αν δώσω εγώ αυτήν την
απάντησιν, θα απαντήσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως με το ερώτημα και ορθώς, και δεν
υπάρχει φόβος να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντροπιασθώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια πώς είναι δυνατόν, καλέ
Σωκράτη, να εντροπιασθής, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό όλοι το κρίνουν ορθόν και όλοι όσοι
ακούουν θα υποστηρίξουν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλείς ορθά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας είναι. Πολύ καλά. Εμπρός λοιπόν, φίλε
Ιππία, ας καταλάβω μόνος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου αυτό που λέγεις. Αυτός μεν θα με
ερωτήση κάπως το εξής· «Έλα, σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακαλώ, Σωκράτη μου, απάντησέ μου. Δι'
όλα αυτά τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρακτηρίζεις ως ωραία, τι εάν δεχθώμεν
ότι είναι το ωραίον, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορούν να είναι ωραία;» Εγώ λοιπόν
βεβαίως θα ειπώ ότι, εάν η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρθένος η ωραία είναι ωραίον πράγμα, αυτό
είναι η αιτία διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αυτά ωραία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζεις λοιπόν ότι θα τολμήση πλέον αυτός
να σε εξελέγξη ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωραίον αυτό το οποίον λέγεις, ή ότι,
εάν τολμήση, δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιγελασθή ολότελα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι μεν θα τολμήση, αξιοθαύμαστε μου φίλε,
το γνωρίζω καλά. Αν όμως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού τολμήση, θα γίνη γελοίος, αυτό θα
φανή μόνον του. Τι όμως θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπή, επιθυμώ να σου το ειπώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε λοιπόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι νόστιμος που είσαι, Σωκράτη μου, θα
ειπή. Και μήπως το θηλυκόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλογον δεν είναι ωραίον, που και ο θεός
μέσα εις τον χρησμόν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επήνεσε; Τι θα απαντήσωμεν, καλέ Ιππία;
Άλλο τίποτε ή θα ειπούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι και το θηλυκόν άλογον είναι ωραίον,
όταν βεβαίως είναι ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι βεβαίως πώς είναι δυνατόν να
τολμήσωμεν να μη ομολογήσωμεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ωραίον είναι ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς, Σωκράτη μου. Άλλως τε,
σε βεβαιώ, και ο θεός ορθά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το είπε αυτό. Διότι εις τα μέρη μας
παράγονται ωραιότατες φοράδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά, θα ειπή λοιπόν. Αλλά τόρα η
ωραία λύρα δεν είναι ωραία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να το παραδεχθώμεν, καλέ Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κατόπιν θα απαντήση εκείνος (σχεδόν
το γνωρίζω διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμπεραίνω από τον χαρακτήρα του): «Λαμπρέ
μου άνθρωπε, και τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μία ωραία χύτρα; Τάχα δεν είναι ωραίον
πράγμα;»</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Σωκράτη, και ποίος είναι αυτός ο
άνθρωπος; Πόσον φαίνεται να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κάποιος αμόρφωτος, αφού τολμά να
αναφέρη τόσον πρόστυχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονόματα μέσα εις τόσον υψηλόν
ζήτημα!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι καθώς τον είπες είναι κάπως, φίλε
Ιππία, όχι κομψός αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρόστυχος, ο οποίος δεν προσέχει εις
τίποτε άλλο παρά εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν. Και όμως πρέπει να απαντήσωμεν
εις τον άνθρωπον, και εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτος δίδω την γνώμην μου. Δηλαδή, εάν
υποθέσωμεν ότι η χύτρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κατεργασμένη από καλόν κεραμοπλάστην
λεία και στρογγυλή και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλοψημένη, καθώς είναι μερικαί από τας
καλάς χύτρας με δύο αυτιά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που χωρούν έξ λίτρας, και είναι
ωραιόταται, εάν υποθέσωμεν ότι ερωτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά μίαν τοιαύτην χύτραν, πρέπει να
ομολογήσωμεν ότι είναι καλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι πώς ημπορούμεν να ειπούμεν ότι δεν
είναι ωραία, αφού είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου δεν ημπορούμεν, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, θα ειπή αυτός, και η ωραία χύτρα
είναι ωραίον, πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απάντησε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι δεν σου λέγω, έτσι είναι, νομίζω,
Σωκράτη μου. Είναι μεν καλόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αυτό το σκεύος, όταν είναι
καλοφτιασμένον, αλλά το όλον του αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν έχει την αξίαν διά να το κρίνωμεν ότι
είναι ωραίον πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχετικώς με το άλογον και την παρθένον και
όλα τα άλλα ωραία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά. Εννοώ, φίλε Ιππία, ότι δηλαδή
πρέπει εις αυτόν που ερωτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά να αντιτείνωμεν τα εξής· Άνθρωπε, δεν
γνωρίζεις ότι είναι ορθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό που είπε ο Ηράκλειτος, ότι δηλαδή ο
ωραιότερος από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιθήκους είναι άσχημος, εάν συγκριθή με το
ανθρώπινον γένος, και από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας χύτρας η ωραιοτέρα είναι άσχημη
συγκρινομένη με το γένος των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρθένων, καθώς λέγει ο Ιππίας ο σοφός.
Δεν είναι έτσι, καλέ Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, Σωκράτη μου, πολύ ορθά
απάντησες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεχε λοιπόν. Δηλαδή κατόπιν από αυτό
γνωρίζω κάλλιστα ότι θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήση· Και τι λοιπόν, καλέ Σωκράτη;
Άραγε το γένος των παρθένων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν συγκριθή προς το γένος των θεών, δεν
θα πάθη το ίδιον που έπαθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το είδος των χυτρών συγκρινόμενον προς το
γένος των παρθένων; Δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φανή τότε η ωραιοτέρα παρθένος άσχημη; Ή
μήπως και ο Ηράκλειτος, τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον συ επικαλείσαι, δεν λέγει αυτό το
ίδιον, ότι δηλαδή ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφότερος από τους ανθρώπους συγκρινόμενος
με τον θεόν θα φανή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πίθηκος και εις την σοφίαν και εις την
ωραιότητα και εις όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα; θα ομολογήσωμεν, φίλε Ιππία, ότι η
ωραία παρθένος συγκρινομένη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς το γένος των θεών θα φανή
άσχημη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως, ποίος ημπορεί να αντιλέξη εις
αυτό, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν παραδεχθώμεν αυτά, θα γελάση
και θα μας ερωτήση· Κύριε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη, ενθυμείσαι λοιπόν, τι είχες
ερωτηθή; Μάλιστα, θα του ειπώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή ερωτήθην τι πράγμα είναι το καθαυτό
ωραίον. Έπειτα, θα ειπή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός, ενώ ερωτήθης, καθώς το ομολογείς ο
ίδιος, τι πράγμα είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον, αποκρίνεσαι εκείνο το οποίον είναι
κατά τύχην όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον ωραίον παρά άσχημον; έτσι
φαίνεται, θα του ειπώ. Ή συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι με συμβουλεύεις, φίλε μου, να
απαντήσω;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό βεβαίως. Και λοιπόν εν σχέσει βεβαίως
προς τους θεούς, αν ειπή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι δεν είναι ωραίον το ανθρώπινον γένος,
θα ειπή την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν σε είχα ερωτήσει απ' αρχής, θα μου
ειπή, τι πράγμα είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον και το άσχημον, και συ μου έδιδες
αυτήν την απάντησιν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπες, άραγε δεν θα ήτο ορθή η απάντησίς
σου; Και ακόμη έχεις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδέαν ότι το καθαυτό καλόν, με το οποίον
όλα τα άλλα στολίζονται και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται ωραία, όταν προστεθή εις κανέν
πράγμα η ιδανική μορφή του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό είναι παρθένος ή άλογον ή
λύρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε, Σωκράτη μου, εάν αυτό βεβαίως
ζητής, είναι το ευκολώτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα να απαντήσωμεν εις αυτόν, τι πράγμα
είναι το ωραίον, με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσθήκην του οποίου και όλα τα άλλα
στολίζονται και φαίνονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία. Αυτός λοιπόν είναι μωρότατος
άνθρωπος και δεν έχει είδησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί ωραίων αποκτημάτων. Δηλαδή, εάν του
απαντήσης ότι αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον το οποίον ερωτάς δεν είναι τίποτε
άλλο παρά χρυσός, αυτός θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορήση και δεν θα τολμήση να σε εξελέγξη.
Διότι γνωρίζομεν βέβαια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλοι μας, ότι όπου τούτο προστεθή, και αν
αυτό προηγουμένως εφαίνετο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημον, θα φανή πλέον ωραίον, αφού βέβαια
εστολίσθη με χρυσόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν έχεις πείραν αυτού του ανθρώπου, φίλε
Ιππία, πόσον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμετάπειστος και δεν παραδέχεται τίποτε
ευκόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι με τούτο, καλέ Σωκράτη; Βεβαίως
αυτός το ορθώς λεγόμενον θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγκασθή να το παραδεχθή, ή αν δεν το
παραδεχθή θα γίνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγέλαστος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως αυτήν τουλάχιστον την απάντησιν,
καλέ μου φίλε, όχι μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα την παραδεχθή, αλλά και θα με
περιγελάση μεγάλως, και θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπή· Αι συ που μεγαλοπιάνεσαι, τον
Φειδίαν τον θεωρείς κακόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τεχνίτην; Και εγώ θα του απαντήσω· Νομίζω,
ότι δεν τον θεωρώ διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα πολύ ορθά θα ειπής, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια ορθά. Και λοιπόν, αφού εγώ
παραδεχθώ ότι είναι καλός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τεχνίτης ο Φειδίας, εκείνος κατόπιν θα μου
ειπή· Και νομίζεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό το ωραίον, το οποίον λέγεις συ, δεν
το εγνώριζε ο Φειδίας; Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ θα του ειπώ· Διατί κυρίως με ερωτάς
αυτό; Διότι, θα μου ειπή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους οφθαλμούς της Αθηνάς δεν τους
κατεσκεύασε χρυσούς, ούτε το άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρόσωπόν της ούτε τους πόδας της ούτε τας
χείρας της, αφού, εάν ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολόχρυσον, θα εφαίνετο ωραιότατον, αλλά
από ελεφαντόδοντον. Προφανώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν το έκαμε το σφάλμα αυτό από
αμάθειαν, διότι βεβαίως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγνώριζε ότι ο χρυσός είναι εκείνος που τα
κάμνει όλα ωραία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπουδήποτε και αν προστεθή. Όταν λοιπόν θα
λέγη αυτά, τι πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντήσωμεν, φίλε Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι δύσκολος η απάντησις. Δηλαδή θα
ειπούμεν ότι το έκαμε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά. Διότι και το ελεφάντινον, νομίζω,
είναι ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά ποιον λόγον λοιπόν, θα ειπή, δεν έκαμε
ελεφάντινα, και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κεντρικά μέρη (κόρας) των οφθαλμών, αλλά
από πέτραν, αφού ευρήκε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον το δυνατόν ομοιοτάτην πέτραν με το
ελεφαντόδοντον; Ή μήπως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ωραία πέτρα είναι ωραίον πράγμα; θα το
παραδεχθώμεν αυτό, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα θα το παραδεχθώμεν, όταν βεβαίως η
πέτρα είναι καθώς πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν όμως δεν είναι καθώς πρέπει, είναι
άσχημον; Να το παραδεχθώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέξου το, όταν βέβαια δεν είναι καθώς
πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα λοιπόν; Το ελεφαντόδοντον και ο
χρυσός, θα μου ειπή, αί συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που είσαι σοφός, δεν παραδέχεσαι ότι, όταν
μεν πρέπη εις έν πράγμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το κάμνει να φαίνεται ωραίον, όταν όμως
δεν πρέπη, το κάμνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημον; θα το αρνηθώμεν αυτό ή θα
συμφωνήσωμεν με αυτόν ότι ομιλεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον δι' αυτό θα συμφωνήσωμεν, πως δηλαδή
ό,τι πρέπει εις έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, αυτό κάμνει ωραίον το
πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον από τα δύο, θα ειπή, όταν κανείς την
χύτραν την ωραίαν, που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγαμεν προ ολίγου, την βράζη γεμάτην από
φάβαν, τότε της πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρυσή κουτάλα ή συκίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Ηρακλή, τι παράδοξος είναι αυτός ο
άνθρωπος που λέγεις, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη! Δεν θέλεις να μου ειπής ποιος
είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προς τι; Διότι δεν θα τον γνωρίσης, αν σου
ειπώ το όνομά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως από τόρα εγώ γνωρίζω, ότι είναι
κάποιος αμαθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι ένας πολύ περίεργος άνθρωπος, Ιππία
μου. Τόρα όμως τι πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να του ειπούμεν; Ποία κουτάλα από τας δύο
πρέπει εις την φάβαν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την χύτραν; Ή μήπως είναι φανερόν ότι
πρέπει η συκίνη; Διότι βεβαίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνει την πηκτήν ευωδεστέραν, και
συγχρόνως, αγαπητέ μου, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει φόβος να σπάση την χύτραν και να
μας χύση την φάβαν, και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σβύση την φωτιάν, και αυτούς που πρόκειται
να δειπνήσουν να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφήση χωρίς καλόν φαγητόν. Και όμως εκείνη
η χρυσή είναι φόβος όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά να τα κάμη, ώστε εγώ νομίζω ότι ημείς
πρέπει να ειπούμεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον πρέπει η συκίνη παρά η χρυσή,
εκτός αν συ λέγης άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι μεν, Σωκράτη μου, αυτή πρέπει
περισσότερον. Εγώ όμως δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξακολουθούσα να συζητώ με αυτόν τον
άνθρωπον, αφού ερωτά τοιαύτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις μεγάλο δίκαιον, φίλε μου. Διότι εις
σε μεν δεν αρμόζει ίσως να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φορτωθής τοιαύτα ονόματα, αφού είσαι τόσον
ωραία ενδυμένος, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φορείς τόσον ωραία υποδήματα, και έχεις
φήμην διά την σοφίαν σου εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλον τον ελληνισμόν. Εις εμέ όμως δεν
υπάρχει καμμία δυσκολία να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφύρωμαι με αυτόν τον άνθρωπον. Εμέ
λοιπόν διαφώτιζε πρώτα και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν ιδικήν μου απάντησε. Διότι, θα ειπή
αυτός ο άνθρωπος, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βεβαίως πρέπη περισσότερον η συκίνη από
την χρυσήν, δεν θα ειπή αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι συγχρόνως και ωραιοτέρα, αφού
Σωκράτη μου, ωμολόγησες ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το πρέπον είναι ωραιότερον από το μη
πρέπον; Άλλο τίποτε θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντήσωμεν, φίλε Ιππία, παρά θα
ομολογήσωμεν ότι η συκένια είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραιοτέρα από την χρυσήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις, Σωκράτη μου, να σου ειπώ καθαρά τι
πράγμα είναι το ωραίον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά να απαλλαχθής από τας
πολυλογίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Όχι όμως πριν να μου ειπής,
ποία από τας δύο κουτάλας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που έλεγα προ ολίγου πρέπει να απαντήσω
και ότι είναι ωραιοτέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα, αν θέλης, απάντησέ του, ότι πρέπει η
κατασκευασμένη από συκήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε λοιπόν τόρα πλέον αυτό που επρόκειτο
να ειπής προ ολίγου. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως μεν με αυτήν εδώ την απάντησιν,
αν ειπώ ότι το ωραίον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρυσός, καθώς παρατηρώ, δεν θα φανή διόλου
ωραιότερον πράγμα ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρυσός από το συκένιο ξύλον. Αυτήν όμως
την φοράν πάλιν πώς ορίζεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου το ειπώ. Δηλαδή μου φαίνεται
ότι ζητείς να λάβης μίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτην απάντησιν διά το ωραίον, ώστε
αυτό να μη φανή ποτέ άσχημον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις κανένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παρά πολύ μάλιστα αυτό ζητώ, φίλε Ιππία·
και καλά με προλαμβάνεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άκουε λοιπόν. Και σε βεβαιώ εις αυτό
πλέον, αν ημπορέση κανείς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντιλέξη, τότε έχεις δικαίωμα να λέγης ότι
εγώ είμαι ολότελα αμαθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε το γληγορώτερον δι' όνομα των
θεών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγω λοιπόν ότι πάντοτε και παντού και εις
πάντα άνθρωπον το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραιότερον είναι να πλουτή, να υγιαίνη, να
τιμάται από τους Έλληνας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να φθάση εις γήρας, να κηδεύση καλώς τους
γονείς του, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποθάνουν, και να ταφή καλώς και
μεγαλοπρεπώς από τους ιδικούς του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγγονούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ογού ογού, καλέ Ιππία, πόσον αξιοθαύμαστα
και σπουδαία και αντάξια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του εαυτού σου λόγια είπες. Και μα την
Ήραν σε θαυμάζω, διότι μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι, όσον είναι δυνατόν, με
βοηθείς με εύνοιαν. Αλλά τι να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου ειπώ, δεν επιτυγχάνομεν εκεί που
πρέπει αυτόν τον άνθρωπον, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα προ πάντων θα μας περιγελάση
περισσότερον, να είσαι βέβαιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι αλλά πονηρόν γέλασμα θα κάμη, Σωκράτη
μου. Διότι, όταν εις αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν δεν έχη τίποτε να απαντήση, και μόνον
γελά, τότε τον εαυτόν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα περιγελάση και από όλους τους
παρευρισκομένους μόνος του θα γίνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγέλαστος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως είναι καθώς το λέγεις. Ίσως όμως,
όσον τουλάχιστον δι' αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την απάντησιν, καθώς εγώ προμαντεύω, είναι
φόβος όχι μόνον να με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιγελάση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τι άλλο ακόμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν τύχη να κρατή ραβδί, και δεν προφθάσω
να ξεφύγω, ασφαλώς θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσπαθήση να μου την καταφέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λόγια είναι αυτά; Μήπως είναι
εξουσιαστής σου αυτός ο άνθρωπος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αν κάμη τέτοιο πράγμα δεν θα την πάθη
και δεν θα καταδικασθή; Ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως δεν έχει δικαιοσύνην η πατρίς σας,
αλλά αφήνει τους πολίτας να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κτυπούν ο είς τον άλλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα δεν αφήνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν θα καταδικασθή, αφού σε κτυπά
αδίκως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν μου φαίνεται αδίκως, Ιππία μου, όχι,
εάν βεβαίως του δώσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτην απάντησιν, αλλά δικαίως, κατά την
γνώμην μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και εγώ αυτό φρονώ, καλέ
Σωκράτη, αφού ο ίδιος έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν θέλεις να σου ειπώ πώς φρονώ
ότι είναι δίκαιον να με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δείρη, εάν δώσω τοιαύτην απάντησιν; Ή
μήπως και συ θα με δείρης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδικάστως; Ή θα παραδεχθής να
εξηγηθώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα ήτο φρικώδες, καλέ Σωκράτη, να μη
δεχθώ. Αλλά πώς το εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου το ειπώ, μιμούμενος εκείνον με
τον ίδιον τρόπον, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ ολίγου, διά να μη λέγω λέξεις προς σε,
οποίας εκείνος θα ειπή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς εμέ, βαρείας και αλλόκοτους. Δηλαδή
θα ειπή, σε βεβαιώ· Ειπέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, Σωκράτη μου, νομίζεις ότι είναι
άδικον να δαρθής εσύ, ο οποίος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού μας έψαλλες τόσην ώραν τον
αναβαλλόμενον, τόσον πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεφώνησες από το ζήτημά μας; Πώς δηλαδή;
θα του ειπώ εγώ. Πώς; θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου ειπή. Δεν είσαι εις θέσιν να
ενθυμηθής, ότι σε ερωτούσα τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα είναι το καθαυτό ωραίον, το οποίον
εις οποιονδήποτε πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αν προστεθή, το κάμνει να φαίνεται
ωραίον, και πέτραν και ξύλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και άνθρωπον και θεόν και πάσαν πράξιν και
παν μάθημα; Δηλαδή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπέ μου, εγώ σε ερωτώ τι είναι το
ίδιον το κάλλος και σου το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φωνάζω όχι ολιγώτερον δυνατά παρά εάν
εκάθησο πλησίον μου ως πέτρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν αυτήν την μυλόπετραν, χωρίς να έχης
αυτιά και εγκέφαλον. Λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα θυμώσης μαζί μου, φίλε Ιππία, εάν
εγώ φοβηθώ και απαντήσω εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά το εξής; Ναι αλλά αυτόν τον ορισμόν
έδοσε διά το ωραίον ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππίας. Μολονότι εγώ τον ερωτούσα
απαράλλακτα, καθώς εσύ ερωτάς εμέ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' αυτό που φαίνεται ωραίον εις όλους και
πάντοτε. Πώς λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονείς; Δεν θα θυμώσης, εάν ειπώ
αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν κάλλιστα γνωρίζω, Σωκράτη μου,
ότι δι' όλους αυτό είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον, το οποίον είπα εγώ, και αυτό θα
νομίζεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Α λοιπόν θα είναι και εις το μέλλον αυτό;
θα ειπή. Διότι βεβαίως το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον είναι πάντοτε ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ήτο και προηγουμένως; θα
ειπή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ήτο βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι, θα μας ειπή, μήπως άραγε είπε ο ξένος
από την Ηλείαν ότι και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Αχιλλέα ακόμη είναι ωραίον να ταφή
τελευταίος από τους προγόνους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του, και εις τον πάππον αυτού Αιακόν, και
εις τους άλλους όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγεννήθησαν από θεούς, και εις τους ιδίους
τους θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι είναι τούτο; Σε καλό μας! Πόσον ασεβώς
καταντούν, Σωκράτη μου, αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσεις αυτού του ανθρώπου!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς; Όταν άλλος ερωτάται, δεν είναι
πολύ ασεβές να απαντήσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι καθώς τα λέγει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως λοιπόν συ είσαι αυτός, θα ειπή, που
λέγεις ότι εις τον καθένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάντοτε είναι ωραίον από μεν τους
εγγόνους του να ενταφιασθή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους δε γονείς του να τους ενταφιάση. Ή
μήπως ένας από όλους δεν ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο Ηρακλής και όλοι αυτοί που
αναφέραμεν προ ολίγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως δεν ενοούσα τους θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε τους ήρωας, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όσοι βέβαια είναι τέκνα θεών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά όσοι δεν είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν συμφώνως με τον λόγον σου πάλιν,
καθώς φαίνεται, από όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους άλλους ήρωας εις μεν τον Τάνταλον και
τον Δάρδανον και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ζήθον είναι φρικαλέον και ανόσιον και
άσχημον, εις τον Πέλοπα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εις τους άλλους όσοι εγεννήθησαν κατά
τον ίδιον τρόπον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις εσέ λοιπόν φαίνεται, θα ειπή, αυτό το
οποίον προ ολίγου δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεδέχθης, δηλαδή ότι το να ενταφιάση
τους προγόνους του και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενταφιασθή από τους εγγονούς του εις
μερικάς περιστάσεις και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μερικούς είναι άσχημον. Ακόμη δε, καθώς
φαίνεται, είναι αδύνατον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβή τούτο και να είναι εις όλους ωραίον.
Ώστε αυτό τουλάχιστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπαθε τα ίδια καθώς εκείνα τα προηγούμενα,
δηλαδή η παρθένος και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χύτρα, και με περισσότερον γελοίον τρόπον
είναι εις άλλους μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον, εις άλλους όμως όχι ωραίον. Και
έως αυτήν την στιγμήν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σήμερον ακόμη, θα ειπή, Σωκράτη μου, δεν
είσαι ικανός να απαντήσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την ερώτησιν τι πράγμα είναι το
ωραίον. Αυτάς και άλλας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρομοίας προσβολάς θα μου κάμη δικαίως,
εάν του απαντήσω κατ' αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον τρόπον. Και λοιπόν τας περισσοτέρας
φοράς, Ιππία μου, σχεδόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατ' αυτόν τον τρόπον συζητεί μαζί μου.
Κάποτε όμως, ως να με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λυπάται διά την απειρίαν και αμάθειάν μου,
ο ίδιος μου προβάλλει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερώτησιν, αν νομίζω ότι το ωραίον είναι
ωσάν κανέν από τα πρόχειρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδείγματά του, ή και δι' ό,τι άλλο τύχη
να ζητή πληροφορίας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί του οποίου να γίνεται λόγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου το ειπώ. Θρησκόληπτε Σωκράτη
μου, θα ειπή, παύσε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντάς τοιαύτας απαντήσεις και ούτω πως.
Διότι είναι παρά πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανόητοι και αβάσιμοι. Αλλά το εξής σκέψου,
αν σου φαίνεται ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον, δηλαδή αυτό που εξετάσαμεν εις την
απάντησίν μας, την ώραν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ελέγαμεν ότι ο χρυσός, εις όσα μεν
πρέπει, είναι ωραίος, εις όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως δεν πρέπει, δεν είναι, και εις όλα τα
άλλα, όσα έχουν αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσόν. Λοιπόν αυτό το ίδιον το πρέπον και
την φύσιν του ιδίου του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέποντος σκέψου, αν αυτή είναι το ωραίον.
Εγώ λοιπόν συνηθίζω να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχωμαι τα τοιαύτα. Διότι δεν έχω τι
να ειπώ. Συ όμως τόρα έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την γνώμην ότι το πρέπον είναι
ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας σκεφθώμεν, μήπως τυχόν είμεθα τελείως
απατημένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως πρέπει να σκεφθώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν. Μήπως θεωρούμεν πρέπον το
εξής, δηλαδή ή εκείνο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον όταν προστεθή εις κανέν πράγμα
κάμνει να &φαίνεται& ωραίον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό εις το οποίον θα προστεθή, ή αυτό που
το κάμνει να &είναι&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον, ή ούτε το έν ούτε το άλλο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου τουλάχιστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον από αυτά τα δύο άραγε; εκείνο που τα
κάμνει να φαίνωνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία; Καθώς βέβαια, όταν λάβη κανείς
ενδύματα ή υποδήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταιριασμένα επάνω του, και αν είναι κανείς
γελοίος, αυτός όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ωραιότερος. Λοιπόν, εάν το πρέπον
κάμνη τα πράγματα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνωνται ωραιότερα από ό,τι είναι, τότε
αυτό το πρέπον θα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποια απάτη ως προς το ωραίον, και δεν θα
είναι αυτό, που ζητούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να εύρωμεν ημείς, Ιππία μου. Διότι ημείς
μεν βεβαίως εζητούσαμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρωμεν εκείνο, δυνάμει του οποίου όλα τα
ωραία πράγματα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικώς ωραία· καθώς είναι το άλλο,
εκείνο με το οποίον όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγάλα είναι μεγάλα, δηλαδή η υπεροχή.
Διότι με αυτήν είναι όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγάλα μεγάλα, και αν δεν φαίνωνται,
υπερέχουν όμως, είναι ανάγκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτά να είναι μεγάλα. Ομοίως λοιπόν
και διά το ωραίον δεν πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ερωτήσωμεν ποίον είναι αυτό, δυνάμει
του οποίου όλα τα ωραία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωραία, είτε φαίνονται είτε όχι;
Διότι όσον βεβαίως διά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπον δεν είναι αυτό που ζητούμεν. Διότι
αυτό τα κάμνει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνωνται ωραιότερα, από ό,τι είναι, καθώς
λέγεις, δεν τα αφήνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως να φαίνωνται καθώς είναι. Εκείνο όμως
που τα κάμνει να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικώς ωραία, καθώς έλεγα προ ολίγου,
είτε φαίνονται είτε όχι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει τόρα να προσπαθήσωμεν να το
ειπούμεν τι είναι. Διότι αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητούμεν να εύρωμεν, αφού ζητούμεν το
ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά το πρέπον, Σωκράτη μου, όταν
παρευρίσκεται, τα κάμνει και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να είναι και να φαίνωνται ωραία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' είναι άραγε αδύνατον, εάν είναι τω
όντι ωραία, να μη φαίνωνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία, αφού βέβαια παρευρίσκεται αυτό που
τα κάμνει να φαίνωνται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να το παραδεχθώμεν λοιπόν, φίλε
Ιππία, ότι δηλαδή όλα όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πραγματικώς ωραία, είτε νόμιμα είτε
ασχολίαι, αυτά συγχρόνως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και παραδεκτά ως ωραία και φαίνονται
ωραία πάντοτε εις όλους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή όλως διόλου αντιθέτως αγνοούνται και δι'
αυτά προ πάντων όλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλονικούν και μάχονται και ιδιωτικώς τα
άτομα και δημοσία αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόλεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά να παραδεχθώμεν μάλλον, φίλε Σωκράτη,
ότι αγνοούνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά δεν θα συνέβαινε τούτο, εάν βεβαίως
είχον ως προσόν αυτών το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπον, θα το είχαν δε αυτό ως προσόν, εάν
το πρέπον αυτό ήτο ωραίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν τα έκαμνε μόνον να είναι ωραία,
αλλά και να φαίνονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως το πρέπον, εάν μεν είναι εκείνο
που τα κάμνει να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία, τότε αυτό ημπορεί να είναι το
ωραίον, που ζητούμεν να εύρωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς, αυτό όμως δεν είναι εκείνο που τα
κάμνει να φαίνωνται ωραία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν δε πάλιν το πρέπον είναι εκείνο που τα
κάμνει να φαίνωνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία, τότε αυτό δεν θα είναι εκείνο το
καλόν, το οποίον ζητούμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρωμεν ημείς. Διότι εκείνο βεβαίως τα
κάμνει να είναι ωραία, να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνη όμως και να φαίνωνται ωραία και όχι
μόνον να είναι δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορούσε ποτέ αυτό το ίδιον πράγμα, αλλ'
ούτε και κανέν άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιονδήποτε. Λοιπόν ας εκλέξωμεν, ποίον
από τα δύο φαίνεται το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπον, άραγε εκείνο που τα κάμνει να
φαίνωνται ωραία, ή εκείνο που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα κάμνει να είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω, Σωκράτη μου, εκείνο που τα κάμνει
να φαίνωνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ω δυστυχία μου! Τότε λοιπόν μας έφυγε και
πάει, Ιππία μου, το να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάθωμεν τι πράγμα είναι το ωραίον, αφού
βεβαίως το πρέπον απεδείχθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι κάτι άλλο παρά ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι μα τον Δία, Σωκράτη μου, και μάλιστα
πολύ παραλόγως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, καλέ σύντροφε, ας μη το αφήσωμεν
αυτό κατόπιν, διότι ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχω μίαν ελπίδα, ότι θα φανερωθή, τι
πράγμα είναι το ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, Σωκράτη μου. Και μάλιστα δεν
είναι δύσκολον να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρωμεν. Όσον λοιπόν δι' εμέ, γνωρίζω ότι,
εάν υπάγω ολίγην ώραν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μοναξιάν και σκεφθώ μόνος μου, τότε θα
ημπορούσα να σου το ειπώ με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μεγαλιτέραν ακρίβειαν που ημπορεί να
γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι μη λέγεις μεγάλον λόγον, Ιππία μου!
Βλέπεις δα πόσας δυσκολίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έως τόρα μας επροξένησε. Μην τύχη και
θυμώση και μας ξεφύγη ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον. Και όμως δεν λέγω τίποτε.
Διότι συ βεβαίως, νομίζω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκόλως θα το εύρης, εάν μείνης μόνος σου.
Αλλά δι' όνομα των θεών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμπρός εις εμέ ευρέ το, και αν αγαπάς
καθώς τόρα ερεύνα αυτό μαζί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου. Και αν μεν το εύρωμεν θα είναι πολύ
καλά. Ειδεμή, τότε, νομίζω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα υποταχθώ εις την μοίραν μου, και συ θα
απομακρυνθής και θα το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρης ευκόλως. Και εάν το εύρωμεν τόρα, μη
σε μέλει, δεν θα σου φανώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οχληρός να σε ερωτώ, τι ήτο εκείνο, το
οποίον ευρήκες μόνος σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως πάλιν κύτταξε αν σου φαίνεται
ότι το εξής πράγμα είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον. Ορίζω λοιπόν ότι αυτό είναι —
κύτταξε όμως ολόγυρά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσεκτικά, μήπως παραληρήσω — λοιπόν ας
ειπούμεν ότι ωραίον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο που είναι χρήσιμον. Το είπα δε αυτό
συμπεραίνων από τα εξής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγομεν ότι είναι ωραίοι οφθαλμοί όχι όσοι
φαίνονται ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιούτοι ώστε να μην είναι ικανοί να
βλέπουν, αλλά όσοι είναι ικανοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και χρήσιμοι εις το να βλέπουν. Δεν είναι
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν άραγε δεν λέγομεν κατ' αυτόν τον
τρόπον ωραίον και ολόκληρον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σώμα, άλλο μεν διά το τρέξιμον, άλλο δε
διά την πάλην, και πάλιν όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα ζώα, λ. χ. ένα ίππον ωραίον και ένα
πετεινόν και ένα ορτύκι, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα τα σκεύη και τα οχήματα και τα πεζά
και τα θαλασσινά, είτε πλοία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε πολεμικά, και όλα τα όργανα, είτε τα
ανήκοντα εις την μουσικήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε εις τας άλλας τέχνας, ακόμη δε, αν
αγαπάς, τα επαγγέλματα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους νόμους, σχεδόν όλα αυτά δεν τα
ονομάζομεν ωραία με τον ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον, δηλαδή προσέχοντες δι' έκαστον από
αυτά πώς είναι πλασμένον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκ φύσεως, ή κατασκευασμένον, ή
τοποθετημένον, το μεν χρήσιμον, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς είναι χρήσιμον και εις ό,τι είναι
χρήσιμον και όταν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρήσιμον, δεν το λέγομεν ότι είναι ωραίον,
το δε καθ' όλους αυτούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους τρόπους άχρηστον δεν το λέγομεν
άσχημον; Άραγε λοιπόν δεν έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και συ αυτήν την γνώμην, καλέ
Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως πολύ ορθά λόγομεν αυτήν την φοράν
ότι από όλα περισσότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον είναι το χρήσιμον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά βεβαίως, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν ό,τι είναι ικανόν να
κατασκευάση κάθε πράγμα, εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημείον που είναι ικανόν, δεν είναι
συγχρόνως και χρήσιμον, το δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανίκανον άχρηστον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν η μεν δύναμις δεν είναι ωραίον
πράγμα, η δε αδυναμία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα. Και μάλιστα, Σωκράτη μου,
μας το επικυρόνουν αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκτός άλλων και τα πολιτικά, ότι είναι
καθώς το λέγεις. Δηλαδή εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα πολιτικά και μέσα εις την πατρίδα το να
είναι μεν δυνατός έκαστος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι το ωραιότερον πράγμα του κόσμου, το
να είναι όμως αδύνατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι το ασχημότερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά λέγεις. Τόρα λοιπόν δι' όνομα των
θεών, φίλε Ιππία, δι' αυτούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους λόγους άραγε είναι και η σοφία το
καλλίτερον από όλα, η δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμάθεια το ασχημότερον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τι άλλο νομίζεις συ, Σωκράτη
μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Στάσου ήσυχα λοιπόν, αγαπητέ μου φίλε,
διότι τρομάζω, τι είναι πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό που λέγομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και διατί τρομάζεις, καλέ Σωκράτη, αφού
αυτήν την φοράν τουλάχιστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επήρε ωραιότατον δρόμον διά σε ο λόγος
μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό θα το επιθυμούσα, αλλά, σε παρακαλώ,
πρόσεξε μαζί μου εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής. Άραγε είναι δυνατόν να κατασκευάση
κανείς πράγμα το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε το γνωρίζει ούτε είναι όλως διόλου
ικανός να το κάμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, Και πώς βεβαίως θα ήτο
δυνατόν να κάμη ό,τι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν όσοι σφάλλουν και κάμνουν κακόν
χωρίς να θέλουν δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθές ότι, αν δεν ήσαν ικανοί να κάμουν
αυτά, δεν θα τα έκαμναν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποτέ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι ολοφάνερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά βεβαίως με δύναμιν ημπορούν να κάμουν
όσοι ημπορούν. Όχι όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με αδυναμίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω δε, ότι όλοι ημπορούν να κάμουν όσα
κάμνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Περισσότερον όμως κακόν κάμνουν παρά καλόν
όλοι οι άνθρωποι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχίζοντες από παιδιά, και σφάλλουν χωρίς
να θέλουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Αυτήν την δύναμιν και αυτά τα
χρήσιμα, όσα χρησιμεύουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το να εκτελούμεν κανέν κακόν, άραγε θα
ειπούμεν ότι είναι ωραία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή πολύ απέχουν από του να είναι
τοιαύτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια πολύ απέχουν, μου φαίνεται, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, φίλε Ιππία, καθώς φαίνεται, δεν
είναι ωραίον το δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το χρήσιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι, καλέ Σωκράτη· εάν βεβαίως ημπορή να
κάμη αγαθά, και εις αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι χρήσιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν μας έφυγε εκείνο το πρώτον,
δηλαδή το να είναι απολύτως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον το δυνατόν και το χρήσιμον. Αλλά
τόρα άραγε, φίλε Ιππία, αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι εκείνο που ήθελε να ειπή η ψυχή μας,
ότι δηλαδή το χρήσιμον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το δυνατόν προς εκτέλεσιν ενός αγαθού,
αυτό μόνον είναι ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' αυτό βεβαίως είναι ωφέλιμον. Ή
όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον και τα ωραία
σώματα και τα ωραία νόμιμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και η σοφία και όλα όσα ελέγαμεν προ
ολίγου είναι ωραία καθ' όσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωφέλιμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι φανερόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως το ωφέλιμον θεωρούμεν ημείς ως
ωραίον, φίλε Ιππία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά βεβαίως το ωφέλιμον είναι εκείνο που
κάμνει κάθε αγαθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό όμως που κάμνει δεν είναι κανέν άλλο
παρά το αίτιον. Δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, αίτιον του αγαθού είναι το
καλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά βεβαίως, Ιππία μου, το αίτιον και το
πράγμα, διά το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρησιμεύει ως αίτιον το αίτιον (=το
αιτιατόν), δεν είναι το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα. Διότι βεβαίως δεν είναι δυνατόν το
αίτιον να είναι αίτιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του αιτίου. Πρόσεξε δε εις το εξής. Δεν
απεδείχθη το αίτιον ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποιητικόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι αληθές ότι από το
ποιητικόν δεν κατασκευάζεται άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε παρά το κατασκευαζόμενον, όχι όμως
το ποιητικόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι άλλο το εκτελούμενον και
άλλο το δημιουργικόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως το αίτιον δεν είναι αίτιον άλλου
αιτίου αλλά αίτιον του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραγομένου απ' αυτό (=του
αιτιατού).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν το ωραίον είναι αίτιον αγαθού,
τότε λοιπόν παράγεται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ωραίον το αγαθόν. Και διά τούτο, καθώς
φαίνεται, σπουδάζομεν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την φρόνησιν και όλα τα άλλα ωραία, διότι
και το έργον που παράγουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά είναι αξιοσπούδαστον, δηλαδή το
αγαθόν, και πλησιάζομεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανακαλύψωμεν ότι το ωραίον ως προς το
αγαθόν έχει κάπως τόπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατρός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Δηλαδή ομιλείς πολύ ορθά,
Σωκράτη μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν λέγω και τούτο ορθά, ότι
δηλαδή ούτε ο πατήρ είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υιός ούτε ο υιός πατήρ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε βεβαίως το αίτιον είναι παράγωγον
ούτε το παραγόμενων είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αίτιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγεις την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, αγαπητέ μου, τότε λοιπόν ούτε
το ωραίον είναι αγαθόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε το αγαθόν ωραίον. Ή μήπως σου
φαίνεται ότι είναι δυνατόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως με όσα είπαμεν, να είναι το
ίδιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, δεν μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αρέσκει εις ημάς και δεχόμεθα να
λέγωμεν, ότι το ωραίον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αγαθόν, ούτε τ' αγαθόν
ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, δεν αρέσκει τόσον
πολύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μα τον Δία, Ιππία μου, εις εμέ
αρέσκει ολιγώτερον από όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους λόγους που είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως πλησιάζει να μας φανή όχι καθώς
εφαίνετο προ ολίγου, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή ο καλλίτερος ορισμός του ωραίου
είναι το ωφέλιμον και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρήσιμον και το ικανόν να εκτελή κανέν
αγαθόν, αλλά, αν ημπορούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να εκφρασθώμεν ούτω πως, ότι δηλαδή είναι
γελοιωδέστερος από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνους τους προηγουμένους, εις τους
οποίους ενομίζαμεν και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρθένον ως το ωραίον και χωριστά το καθέν
από όσα είπαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ μεν, σε βεβαιώ, δεν γνωρίζω πλέον,
Ιππία μου, πού πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στραφώ, αλλά ευρίσκομαι εις απορίαν. Συ
όμως έχεις να ειπής τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι τουλάχιστον προς το παρόν. Αλλά, καθώς
έλεγα προ ολίγου, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκεφθώ, είμαι βέβαιος ότι θα το
εύρω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως από την αμάθειάν μου νομίζω ότι
δεν θα ημπορέσω να σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιμείνω αργοπορούντα. Άλλως τε νομίζω
ότι κάπως αυτήν την στιγμήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευρήκα κάτι. Πρόσεξε λοιπόν. Εάν
ονομάσωμεν ωραίον εκείνο που μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνει να ευφραινώμεθα, όχι από όλας τας
ηδονάς, αλλά μόνον της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακοής και της οράσεως, ποία θα είναι η
θέσις μας εις αυτόν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγώνα; Διότι και οι ωραίοι άνθρωποι
βεβαίως, Ιππία μου, και όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διακοσμητικά έργα, και αι εικονογραφίαι
και τα έργα της πλαστικής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας ευχαριστούν, όταν τα βλέπωμεν, όσα
είναι ωραία. Και πάλιν οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίοι τόνοι και όλη η μουσική και οι
λόγοι και αι διηγήσεις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον αποτέλεσμα φέρουν, ώστε, εάν
αποκριθώμεν εις τον θρασύν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον άνθρωπον «Καλέ παλικαρά μου,
ωραίον είναι το ευχάριστον εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ακοήν και την όρασιν», δεν φρονείς ότι
αυτός θα σταματήση την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θρασύτητά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον τόρα, Σωκράτη μου, νομίζω
ότι καλά ορίζομεν τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ωραίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Καλέ Ιππία, τας ωραίας
ασχολίας και τους νόμους θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπούμεν ότι είναι ωραία πράγματα διά
μέσου της ακοής άραγε ή διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσου της οράσεως, ή ότι αποτελούν κάποιον
άλλο είδος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά, καλέ Σωκράτη, ίσως να διαφύγουν την
προσοχήν αυτού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Κέρβερον, Ιππία μου, όχι βεβαίως
αυτόν, τον οποίον εγώ παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύ θα εντρέπωμαι, εάν φλυαρώ και
καυχώμαι ότι κάτι λέγω, ενώ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγω τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος είναι αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο Σωκράτης Σωφρονίσκου, ο οποίος εξ ίσου
δεν θα μου επιτρέψη να λέγω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς τους λόγους, οι οποίοι είναι
ανεξερεύνητοι, όσον και να ομιλώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως γνωρίζων όσα δεν γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και εις εμέ τον ίδιον φαίνεται, τόρα
που το είπες συ, ότι άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αυτό το ωραίον ως προς τους
νόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Στάσου ήσυχα, Ιππία μου. Διότι είναι
φόβος, ενώ επέσαμεν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδίαν δυσκολίαν με την προηγουμένην περί
του ωραίου, να νομίζωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι ευρισκόμεθα εις κάποιαν άλλην
ευκολίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό, Σωκράτη μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου αναπτύξω, πώς μου φαίνεται, διά
να ιδής αν λέγω τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή αυτά μεν τα σχετικά με τους νόμους
και τας ασχολίας ίσως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομισθούν ότι δεν εξέρχονται από τα όρια
της αισθήσεως, η οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενεργεί εις ημάς με την ακοήν και με την
όρασιν, και ημπορούμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανεχθώμεν αυτόν τον ορισμόν, ότι δηλαδή το
ηδονικόν εις αυτά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθητήρια είναι ωραίον, χωρίς να φέρωμεν
εις το μέσον το ζήτημα των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νόμων. Εάν όμως μας ερωτήση είτε αυτός που
σου είπα, είτε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιοσδήποτε άλλος. Διατί λοιπόν, καλέ
Ιππία και συ Σωκράτη, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εχωρίσατε από το ηδονικόν, και το ηδονικόν
αυτού του είδους που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγετε, το θεωρείτε ωραίον, το δε ηδονικόν
των άλλων αισθητηρίων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή των φαγητών και των ποτών και των
αφροδισιακών και όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόμοια δεν τα θεωρείτε ωραία; Ή μήπως
δεν τα θεωρείτε ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηδονικά, ούτε κατ' αρχήν παραδέχεσθε ότι
υπάρχουν ηδοναί μέσα εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, ούτε εις κανέν άλλο παρά μόνον εις
την όρασιν και την ακοήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι θα ειπούμεν, καλέ Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα θα απαντήσωμεν, καλέ Σωκράτη,
ότι και εις τα άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν πολύ μεγάλαι ηδοναί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί λοιπόν, θα ειπή, αφού είναι επίσης
ηδοναί, δεν αφαιρείτε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τας πρώτας εκείνας το όνομα αυτό και
δεν τας στερείτε τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρακτηρισμόν ότι είναι ωραίαι; Διότι, θα
απαντήσωμεν, δεν θα έμεινε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς που να μη μας περιγελάση, εάν
ελέγαμεν ότι δεν είναι ηδονικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το φαγητόν, αλλά ωραίον, και η καλή
μυρουδιά ότι δεν είναι ηδονική,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά ωραία. Βεβαίως δε διά τα αφροδισιακά
ο καθείς θα μας πολεμήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι το ηδονικώτερον από όλα, και ότι
πρέπει αυτά, όταν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνη κανείς, να τα κάμνη ούτω πως, ώστε
κανείς να μην τον βλέπη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι είναι ασχημότατον πράγμα το να τον
βλέπουν. Αν ειπούμεν αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππία μου, ίσως μας απαντήση· Εννοώ και
εγώ διατί προ πολλού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντρέπεσθε να ονομάσετε ωραίας αυτάς τας
ηδονάς, διότι δεν αρέσουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τον κόσμον. Εγώ όμως δεν ερωτούσα τι
φαίνεται ωραίον εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κοινόν, αλλά τι είναι. Θα απαντήσωμεν
λοιπόν νομίζω, ότι ωραίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αυτό που εδέχθημεν κατ' αρχήν,
δηλαδή ότι ημείς θεωρούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον το μέρος της ηδονής, το οποίον
παράγεται εις την όρασιν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ακοήν. Αλλά συ ημπορεί να
χρησιμοποιήσης αυτόν τον ορισμόν, ή θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπούμεν και τίποτε άλλο, φίλε
Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι ανάγκη συμφώνως με όσα είπαμεν
προηγουμένως, Σωκράτη μου, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη ειπούμεν τίποτε άλλο παρά αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά λέγετε λοιπόν, θα ειπή. Λοιπόν, αφού
είναι ωραίον το ηδονικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την όρασιν και εις την ακοήν, τότε δεν
είναι άραγε φανερόν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το ηδονικόν, το οποίον δεν είναι
από αυτά τα είδη, δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον; Θα το παραδεχθώμεν αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε, θα ειπή αυτός, το ηδονικόν εις την
όρασιν είναι ηδονικόν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την όρασιν και την ακοήν συγχρόνως, ή το
ηδονικόν εις την ακοήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ηδονικόν εις την ακοήν και την
όρασιν συγχρόνως; Διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλιστα, θα απαντήσωμεν ημείς, δεν είναι
δυνατόν το εις έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθητήριον ηδονικόν να γίνη ηδονικόν εις
δύο αισθητήρια. Δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό μου φαίνεται ότι εννοείς τόρα. Ημείς
όμως ελέγαμεν ότι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον του χωριστά το καθέν από αυτά τα
ηδονικά είναι ωραίον αλλά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα δύο ομού. Δεν θα απαντήσωμεν ούτω
πως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, θα ειπή αυτός, η μία ηδονή
διαφέρει από οποιανδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην ως προς το να είναι ηδονή; Δηλαδή
δεν εννοώ, αν καμμία ηδονή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι μεγαλιτέρα ή μικροτέρα ή περισσοτέρα
ή ολιγωτέρα, αλλά αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφέρει ως προς αυτό ακριβώς, δηλαδή ως
προς το να είναι αυτή μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηδονή, εκείνη όμως όχι ηδονή μεταξύ όλων
των ηδονών. Βεβαίως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονούμεν ούτω πως. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα δεν φρονούμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, θα ειπή αυτός, δεν είναι αληθές
ότι επροτιμήσατε αυτάς από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλας τας ηδονάς όχι διά τίποτε άλλο παρά
διότι είναι ηδοναί, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως διότι παρατηρείτε κάπως εις
αυτάς τας δύο ότι έχουν κάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικόν από τας άλλας, το οποίον
λαμβάνοντες υπ' όψιν λέγετε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι αύται είναι ωραίαι; Διότι βεβαίως δεν
θα είναι ωραία η ηδονή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οράσεως απλώς και μόνον διότι γίνεται με
την όρασιν. Διότι, αν αυτή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο αιτία της διά να είναι ωραία, τότε δεν
ήτο δυνατόν ποτέ να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραία η άλλη ηδονή της ακοής, αφού αυτή
βεβαίως δεν είναι ηδονή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οράσεως, θα ειπούμεν ότι λέγει την
αλήθειαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως θα ειπούμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε πάλιν βεβαίως η ηδονή της ακοής είναι
ωραία διότι γίνεται με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ακοήν. Διότι τότε πάλιν δεν θα ήτο
ποτέ ωραία η ηδονή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οράσεως, αφού δεν είναι βεβαίως ηδονή της
ακοής. Θα ειπούμεν, Ιππία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, ότι λέγει την αλήθειαν ο άνθρωπος που
λέγει αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως είναι και αι δύο ωραίαι, καθώς
λέγετε. Δεν το λέγομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> To λέγομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως αυταί έχουν κάτι τι το όμοιον, το
οποίον τας κάμνει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ωραίαι, αυτό το κοινόν, το οποίον
και εις τας δύο μαζί υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομού και ιδιαιτέρως εις καθεμίαν. Διότι
βεβαίως δεν ήτο δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλέως να είναι ωραίαι και αι δύο και η
καθεμία. Απάντησε εις εμέ ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να είμαι εκείνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απαντώ και νομίζω ότι είναι καθώς
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, εάν πάσχουν κάτι τι και αι δύο
αυταί ηδοναί μαζί, χωριστά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως δεν πάσχει αυτό η καθεμία, ίσως δεν
είναι δυνατόν να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίαι από αυτό το πάθημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς ημπορεί να συμβή αυτό, καλέ
Σωκράτη, δηλαδή, όταν καμμία από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας δύο δεν παθαίνη οτιδήποτε από όλα τα
συμβαίνοντα, αυτό το πάθος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον δεν το έπαθε καμμία από τας δύο
να το πάθουν και αι δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν σου φαίνεται δυνατόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, διότι θα με εκυρίευε μεγάλη
απειρία και περί της φύσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτών των πραγμάτων και περί της
συνυφάνσεως των προκειμένων λόγων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το είπες νόστιμα, φίλε Ιππία. Εγώ
όμως ίσως πλησιάζω να νομίζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι βλέπω κάτι το οποίον συμβαίνει καθώς
συ λέγεις ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδύνατον να συμβή, πράγματι όμως τίποτε
δεν βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου δεν πλησιάζεις, Σωκράτη μου. αλλά
πολύ τελείως απατάσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, σε βεβαιώ, πολλά παρόμοια
οράματα παρουσιάζονται εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχήν μου, εγώ όμως δεν τα πιστεύω, διότι
εις εσέ μεν, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκέρδισες διά την σοφίαν σου τα
περισσότερα χρήματα από όλους τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημερινούς, δεν παρουσιάζονται, παρά μόνον
εις εμέ, ο οποίος τίποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν εκέρδισα ποτέ μου. Και συλλογίζομαι,
αγαπητέ μου, μήπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστειεύεσαι μαζί μου και εκ προθέσεως με
απατάς. Τόσον ζωηρά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά οράματα μου παρουσιάζονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κανείς άλλος, Σωκράτη μου, δεν θα το
εννοήση καλλίτερα από σε, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστειεύομαι ή όχι, αρκεί να δοκιμάσης να
διηγηθής αυτούς τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οραματισμούς σου. Διότι θα αποδειχθής, ότι
δεν λέγεις τίποτε. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αδύνατον να εύρης ποτέ ότι εκείνο το
οποίον δεν έπαθα ούτε εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε συ, αυτό το επάθαμεν και οι δύο
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό, Ιππία μου; Ίσως όμως
λέγεις κάτι, και εγώ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το εννοώ. Άκουσε όμως καθαρώτερα από εμέ
τι θέλω να ειπώ. Δηλαδή εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι είναι δυνατόν να πάθωμεν οι δύο
μας εκείνο, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε εγώ έπαθα ούτε είμαι ούτε συ είσαι.
Και πάλιν είναι δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο τίποτε, το οποίον επάθαμεν και οι
δύο, αυτό να μην το έχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς από τους δύο μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα πάλιν ομοιάζεις ως να δίδης
απαντήσεις τερατώδεις, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη, πολύ περισσότερον παρά
προηγουμένως. Και πρόσεξε να ιδής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή άραγε, αν είμεθα και οι δύο μας
δίκαιοι, δεν είναι λογικόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δίκαιος και ο καθείς από τους δύο
μας, ή, αν ο καθείς από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο μας είναι άδικος, δεν είμεθα τότε
πάλιν και οι δύο άδικοι, ή, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμεθα και οι δύο υγιείς, δεν είναι και ο
καθείς μας; Ή, εάν ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθείς από τους δύο μας εκουράσθη ή
επληγώθη ή εκτυπήθη ή έπαθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οτιδήποτε άλλο, άραγε δεν είναι λογικόν να
επάθαμεν και οι δύο μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό; Ακόμη δε, εάν ετύχαινε να είμεθα και
οι δύο χρυσοί ή αργυροί ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελεφάντινοι, και αν αγαπάς γενναίοι ή
σοφοί ή έντιμοι ή γέροντες ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νέοι ή οτιδήποτε άλλο θέλεις από όσα
συμβαίνουν εις τους ανθρώπους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε δεν είναι πολύ λογικόν και ο καθείς
από τους δύο μας χωριστά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να είναι τοιούτος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά συ βεβαίως, Σωκράτη μου, δεν
προσέχεις εις ολόκληρον το ζήτημα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε εκείνοι με τους οποίους συνηθίζεις να
συζητής, και διά τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατακομματιάζετε το ωραίον και παν πράγμα
με την συζήτησιν σας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποχωρίζοντες αυτό το παραμορφώνετε. Δι'
αυτό σας διαφεύγουν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσον ωραία και ενιαία σώματα της πλάσεως.
Ομοίως και τόρα τόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύ πλανάσαι, ώστε νομίζεις ότι υπάρχει ή
κανέν πάθημα ή καμμία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουσία (κατάστασις), η οποία εις τα δύο μεν
αυτά υπάρχει συγχρόνως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το έν όμως χωριστά δεν υπάρχει, ή
αντιθέτως υπάρχει εις το καθέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωριστά, όχι όμως και εις τα δύο
συγχρόνως. Τόσον ασυλλόγιστοι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απερίσκεπτοι και μωροί και άκριτοι
είσθε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τοιούτοι είμεθα του λόγου μας, Ιππία μου,
όχι καθώς μας θέλει ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθείς, αλλά καθώς ημπορούμεν, λέγει ο
κόσμος παροιμιωδώς κάθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσον. Συ όμως μας ωφελείς με τας
συμβουλάς σου. Και ιδού και τόρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόσον ήμεθα βλάκες πριν να μας δώσης αυτάς
τας συμβουλάς, θέλεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν εγώ καλλίτερον να σου το αποδείξω,
αφού ειπώ τι εσκεπτόμεθα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' αυτά, ή να μην το ειπώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα το ειπής, Σωκράτη μου, εις εκείνον που
το γνωρίζει. Δηλαδή εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω τον καθένα από τους συζητητάς τι
πράγμα είναι. Αλλά πάλιν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν σε ευχαριστή, ειπέ το.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως με ευχαριστεί. Δηλαδή, λαμπρότατέ
μου άνθρωπε, του λόγου μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πριν να ειπής συ αυτά, τόσον ήμεθα
αδιόρθωτοι, ώστε είχαμεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμην δι' εμέ και σε, ότι ο καθείς μας
είναι είς, και επομένως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την ιδιότητα, την οποίαν έχει ο
καθείς μας χωριστά, δεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχομεν δήθεν και οι δύο μαζί. Δηλαδή ότι
δεν είμεθα μαζί είς αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο. Τόσον ανόητοι ήμεθα! Τόρα όμως
εξαναδιδάχθημεν από σε πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι, εάν μεν και οι δύο είμεθα δύο, τότε
είναι λογικόν να είμεθα δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο καθείς χωριστά, εάν δε είναι είς ο
καθείς χωριστά, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λογικόν είς να είμεθα και οι δύο μαζί.
Διότι κατά σε δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να εφαρμοσθή ενιαίως ο ορισμός της
ιδιότητος κατ' άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον παρά όταν ό,τι είναι και τα δύο
μαζί, το ίδιον είναι και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έν από τα δύο χωριστά, και ό,τι είναι το
καθέν, το ίδιον και τα δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ λοιπόν τόρα εδώ μένω εις την θέσιν μου
με αλλαγμένην γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προηγουμένως όμως, Ιππία μου, υπενθύμισέ
με, άραγε είς είμεθα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ και συ, ή μήπως και συ είσαι δύο και
εγώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λέγεις, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να αυτά που λέγω. Δηλαδή φοβούμαι να σε
αναφέρω καθαρά, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θυμόνεις μαζί μου, όταν νομίζης ότι λέγω
τίποτε διά τον εαυτόν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' οπωσδήποτε ειπέ μου. Δεν είναι είς ο
καθείς από τους δύο μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και έχει αυτήν την ιδιότητα, να είναι
είς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αφού είναι είς, δεν έπεται ότι
είναι και περιττός ο καθείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας χωριστά; ή μήπως δεν θεωρείς περιττόν
τον αριθμόν έν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν και οι δύο μας περιττοί είμεθα,
αφού είμεθα δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δεν είναι δυνατόν, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε οι δύο μαζί είμεθα άρτιοι. Δεν
είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν διότι τάχα και οι δύο είμεθα
άρτιοι, έπεται ότι δι' αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και ο καθείς μας χωριστά
άρτιος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν είναι πολύ λογικόν, καθώς
έλεγες προ ολίγου, ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και οι δύο, το ίδιον να είναι και ο
καθείς, και ό,τι είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθείς, το ίδιον να είναι και οι
δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια αυτάς τας ιδιότητας, αλλά μόνον
εκείνας που έλεγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρκεί, Ιππία μου. Διότι και αυτά είναι
αρκετά, αφού άλλα μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται ότι είναι τοιαύτα, άλλα δε όχι.
Δηλαδή και εγώ έλεγα, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμήσαι πότε είπαμεν αυτόν τον λόγον,
ότι η ηδονή της οράσεως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ακοής δεν είναι ωραίαι από εκείνην την
ιδιότητα την οποίαν έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η καθεμία από αυτάς χωριστά, όχι όμως και
αι δύο μαζί, ή την έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αι δύο, όχι όμως και η καθεμία
χωριστά, αλλά από την ιδιότητα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την οποίαν έχουν και μαζί αι δύο και
χωριστά η καθεμία, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδέχεσο ότι και αι δύο αυταί μαζί είναι
ωραίαι και η καθεμία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωριστά. Δι' αυτόν τον λόγον λοιπόν
ενόμιζα ότι με την ιδιότητα η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία συνυπάρχει και εις τα δύο είναι
ωραία κατ' ανάγκην, εάν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα δύο ωραία, όχι όμως με εκείνην η
οποία λείπει από το έν ή το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο. Και το ίδιον φρονώ και τόρα ακόμη.
Λοιπόν, σε παρακαλώ, λέγε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, ως να αρχίζωμεν από την αρχήν. Η
ηδονή της οράσεως και της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακοής εάν είναι ωραίαι και αι δύο μαζί και
η καθεμία χωριστά, άραγε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ιδιότης που τας καθιστά ωραίας δεν
συνυπάρχει και εις τας δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτάς μαζί και εις καθεμίαν
χωριστά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε λοιπόν διότι είναι ηδονή και η
καθεμία χωριστά και αι δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί, διά τούτο έπεται ότι είναι ωραίαι; Ή
μήπως όσον δι' αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αιτίαν εξ ίσου και όλαι αι άλλαι θα ήσαν
ωραίαι; Διότι εξ ίσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απεδείχθησαν ότι είναι ηδοναί, αν
ενθυμήσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μόνον δε διότι γίνονται με την όρασιν και
την ακοήν, διά τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγαμεν ότι αυταί είναι ωραίαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια το είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν να ιδής, αν λέγω την
αλήθειαν. Δηλαδή, καθόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμούμαι εγώ, ελέγαμεν ότι δεν είναι
ωραίον ολόκληρον το ηδονικόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά μόνον εκείνο που προσπίπτει εις την
όρασιν και την ακοήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι δυνατόν αυτή η ιδιότης
εις τας δύο μεν αυτάς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνυπάρχη, εις εκάστην όμως χωριστά όχι;
Διότι βεβαίως το καθέν από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά δεν υπάρχει δυνάμει και των δύο,
καθώς ελέγαμεν προηγουμένως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά και τα δύο μεν υπάρχουν, το καθέν
όμως όχι. Είναι αληθή αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν είναι ωραίον το καθέν από
αυτά με την ιδιότητα η οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν συνυπάρχει και εις το καθέν χωριστά.
Διότι ό,τι είναι κοινόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τα δύο δεν υπάρχει εις το καθέν
χωριστά. Επομένως συμφώνως με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την υπόθεσίν μας είναι δυνατόν να ειπούμεν
ότι είναι ωραία και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο, όχι όμως και το καθέν. Ή πώς θέλεις
να λέγωμεν; Δεν είναι αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λογικόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις λοιπόν να δεχθώμεν ότι και τα δύο
μεν είναι ωραία, όχι όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το καθέν χωριστά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι μας εμποδίζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το εξής, φίλε μου, μου φαίνεται ότι μας
εμποδίζει, ότι δηλαδή με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την εξήγησιν όσα μεν επέρχονται εις
τον καθένα μας χωριστά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού συμβαίνουν και εις τους δύο, θα
συμβαίνουν και εις τον καθένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αφού συμβαίνουν εις τον καθένα θα
συμβαίνουν και εις τους δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα ανεξαιρέτως όσα συ ανέφερες. Δεν είναι
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσα όμως πάλιν ανέφερα εγώ, όχι. Μεταξύ
των οποίων ήτο και αυτή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέξις το &καθέν& και τα δύο μαζί.
Είναι αληθές αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις ποίαν από τας δύο λοιπόν αυτάς τάξεις,
Ιππία μου, νομίζεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανήκει το ωραίον; Άραγε εις αυτάς που
έλεγες συ; Ότι δηλαδή, εάν εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμαι ισχυρός και είσαι και συ, τότε
είμεθα ισχυροί και οι δύο, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν, εάν εγώ είμαι δίκαιος και είσαι και
συ, τότε είμεθα και οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο, και εάν είμεθα και οι δύο, τότε είναι
και ο καθείς. Κατ' αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν τον τρόπον θέλεις να ειπούμεν και
ότι, εάν εγώ είμαι ωραίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και είσαι και συ, τότε είμεθα και οι δύο
ωραίοι, και πάλιν, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμεθα και οι δύο, τότε είναι και ο καθείς
μας; Ή μήπως δεν υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμπόδιον, ενώ είναι κάπως περιττοί αριθμοί
και οι δύο, να είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθέν χωριστά αδιαφόρως περιττόν ή άρτιον,
και πάλιν, ενώ είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανέκφραστον το καθέν χωριστά, να είναι
αδιαφόρως τα δύο μαζί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφραστικά ή ανέκφραστα, και άπειρα άλλα
παρόμοια, καθώς είπα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ ότι μου παρουσιάζονται; Εις ποίαν
τάξιν λοιπόν θέτεις το ωραίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ή μήπως φαίνεται και εις σε περί αυτού
καθώς και εις εμέ; Διότι μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται πολύ παράλογον να είμεθα μεν και
οι δύο μας ωραίοι, όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως και ο καθείς μας, ή να είναι μεν
ωραίος ο καθείς μας, όχι όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και οι δύο, ή κάτι τι παρόμοιον με αυτά.
Τούτο εδώ προτιμάς, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εγώ, ή εκείνο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο προτιμώ, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και καλά κάμνεις βεβαίως, Ιππία μου, διά
να απαλλαχθώμεν από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσοτέραν συζήτησιν. Διότι, εάν το
ωραίον είναι έν από αυτά, τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι δυνατόν πλέον να είναι ωραίον το
ηδονικόν εις την όρασιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και την ακοήν. Διότι και τα δύο ηδονικά τα
κάμνει ωραία η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεσολάβησις της οράσεως και της ακοής, όχι
όμως το καθέν χωριστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δε απεδείχθη αδύνατον, καθώς
συμφωνούμεν και εγώ και συ, Ιππία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως συμφωνούμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως είναι αδύνατον να είναι ωραίον το
ηδονικόν εις την όρασιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εις την ακοήν, διότι, εάν αυτό είναι
ωραίον, παρουσιάζει ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθές κάτι τι από τα αδύνατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγετε λοιπόν πάλιν από την αρχήν, θα ειπή
αυτός, αφού δεν επετύχατε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτό· Τι πράγμα είναι αυτό το ωραίον
το οποίον υπάρχει και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας δύο αυτάς ηδονάς, ένεκα του οποίου
αυτάς επροτιμήσατε από όλας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας άλλας και τας ωνομάσατε ωραίας; Λοιπόν
μου φαίνεται, Ιππία μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι ανάγκη να ειπούμεν, ότι αυταί αι
δύο ηδοναί είναι αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αβλαβέστεραι και αι καλλίτεραι, όχι μόνον
μαζί αι δύο, αλλά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωριστά η καθεμία. Ή μήπως συ ημπορείς να
ειπής άλλο τίποτε, ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον είναι διαφορετικαί από τας
άλλας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα. Και πραγματικώς αυταί
είναι αι καλλίτεραι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, θα ειπή αυτός, τούτο άραγε
θεωρείτε ως ωραίον, δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ωφέλιμον ηδονήν; Αυτό νομίζομεν, θα
ειπώ εγώ. Συ όμως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, θα ειπή αυτός, δεν είναι άραγε
ωφέλιμον εκείνο που κάμνει το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθόν, και αυτό που κάμνει δεν απεδείχθη
προ ολίγου ως διάφορον από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο που γίνεται, και δεν επιστρέφει
πάλιν η συζήτησις εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενον λόγον; Δηλαδή ούτε το αγαθόν
ημπορεί να είναι ωραίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε το ωραίον αγαθόν, εάν το καθέν είναι
διαφορετικόν. Με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραπάνω βεβαίως, θα ειπούμεν, καλέ Ιππία,
εάν είμεθα σώφρονες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι βεβαίως δεν είναι συγχωρημένον να μη
συμφωνούμεν με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλούντα ορθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι τάχα νομίζεις, Σωκράτη μου, ότι
είναι και όλα αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αποξέσματα βεβαίως και αποκοπαί των λόγων
είναι, καθώς έλεγα προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγου, χωρισμένα εις μικρά μέρη. Εκείνο
όμως είναι και ωραίον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει μεγάλην αξίαν, δηλαδή να ημπορή
κανείς να παρουσιάση καλόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίον λόγον μέσα εις δικαστήριον ή εις
βουλευτήριον ή εις καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην αρχήν, εις την οποίαν απευθύνεται ο
λόγος, και αφού καταπείση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ακροατάς να αναχωρήση με πραγματικόν
κέρδος όχι μικρόν, αλλά με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μεγαλίτερον βραβείον, δηλαδή την
σωτηρίαν του εαυτού του και των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγμάτων του και των φίλων του. Αυτά
λοιπόν πρέπει να επιδιώκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς και να αφήση αυτάς τας μικρολογίας,
διά να μη φαίνεται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πολύ ανόητος και ότι μεταχειρίζεται
φλυαρίας και παραληρήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς τόρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Αγαπητέ μου Ιππία, συ μεν είσαι
αξιομακάριστος, διότι και γνωρίζεις τι πρέπει να επιδιώκη ο άνθρωπος, και διότι
αρκετά τα επεδίωξες, καθώς λέγεις· εμέ όμως, καθώς φαίνεται, με κυριαρχεί κάποια
μοιραία τύχη και δι' αυτό πλανώμαι και ευρίσκομαι πάντοτε εις απορίαν και όταν
εκθέσω την απορίαν μου εις σας τους σοφούς, τότε πάλιν εξευτελίζομαι με λόγους.
Διότι μου λέγετε όλοι, καθώς και συ τόρα μου λέγεις, ότι εξετάζω πράγματα ηλίθια
και μικρά και μηδαμινά. Όταν όμως πάλιν πεισθώ από σας να αλλάξω γνώμην και λέγω
όσα λέγετε σεις, ότι δηλαδή είναι πολύ προτιμότερον να είναι κανείς ικανός να
παρουσιάση λόγον καλόν και ωραίον και να τον τελειώση μέσα εις το δικαστήριον ή
εις καμμίαν άλλην ομήγυριν, τότε και από άλλους πολλούς ανθρώπους του τόπου μας
αλλά προ πάντων από τούτον τον άνθρωπον, ο οποίος με εξελέγχει πάντοτε, ακούω
όλο άσχημα λόγια. Διότι έτυχε να μου είναι ο συγγενέστερός μου και να κατοική
εις το ίδιον μέρος. Μόλις λοιπόν εμβώ εις την οικίαν μου και με ακούση να λέγω
αυτά, με ερωτά, αν δεν εντρέπομαι που τολμώ να συζητώ περί ωραίων ασχολιών, αφού
τόσον φανερά εντροπιάζομαι εις την συζήτησιν του ωραίου, ότι δεν γνωρίζω τι
είναι ούτε αυτό ακόμη. Και λοιπόν, μου λέγει, πώς εσύ θα εννοήσης ή ποίος
ανεκοίνωσε λόγον ωραίον ή όχι, ή οποιανδήποτε άλλην πράξιν, αφού δεν γνωρίζεις
το ωραίον; Και αφού είσαι εις αυτά τα χάλια, νομίζεις ότι είναι προτιμότερον διά
σε να ζης παρά να αποθάνης; Και λοιπόν το έφερε η τύχη, καθώς είπα, και από σας
να κακολογούμαι και να ονειδίζωμαι και από εκείνον. Αλλά ίσως βεβαίως είναι
ανάγκη να τα υπομένω όλα αυτά. Διότι δεν είναι διόλου παράδοξον να ωφεληθώ. Εγώ
λοιπόν, Ιππία μου, νομίζω ότι ωφελούμαι από την συναναστροφήν και των δύο σας,
διότι νομίζω ότι γνωρίζω τι εννοεί η παροιμία που λέγει ότι τα καλά θέλουν
κόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΙΠΠΙΑΣ ΕΛΑΤΤΩΝ (η περί
ψεύδους)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ TOΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΔΙΚΟΣ - ΣΩΚΡΑΤΗΣ — ΙΠΠΙΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύδικος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ λοιπόν, καλέ Σωκράτη, διατί σιωπάς,
αφού τόσην επίδειξιν έκαμε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππίας, και διατί δεν αποφασίζεις ή να
επαινέσης μαζί κανέν από όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπε, ή να εξελέγξης, εάν σου φαίνεται ότι
κάποιον πράγμα δεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπε καλά; Μάλιστα δε αφού πλέον εμείναμεν
μόνοι, όσοι κυρίως έχομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αξίωσιν ότι και ημείς εχρηματίσαμεν
εις τας φιλοσοφικάς σπουδάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως, καλέ Εύδικε, πολύ ευχαρίστως
θα ήθελα να ερωτήσω τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππίαν μερικά από όσα έλεγε προ ολίγου
περί Ομήρου. Διότι και από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πατέρα σου τον Απήμαντον ήκουα, ότι η
Ιλιάς είναι καλλίτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπος του Ομήρου από την Οδύσσειαν, και
τόσον καλλίτερον, όσον και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αχιλλεύς είναι καλλίτερος από τον Οδυσσέα.
Δηλαδή έλεγε ότι από αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα δύο ποιήματα το μεν έν συνετάχθη προς
τιμήν του Οδυσσέως, το δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο προς τιμήν του Αχιλλέως. Λοιπόν θα
ήθελα πολύ να μάθω από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππίαν, αν έχη ευχαρίστησιν, ποίαν γνώμην
έχει δι' αυτούς τους δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνδρας, ποίον δηλαδή από τους δύο θεωρεί
ανώτερον, αφού και άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλά και πολύπλοκα μας επέδειξε και δι'
άλλους ποιητάς και διά τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όμηρον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύδικος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά είναι φανερόν ότι δεν θα φθονήση ο
Ιππίας να σου απαντήση, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ερωτήσης τίποτε. Δεν είναι αλήθεια,
καλέ Ιππία, ότι, εάν σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήση τίποτε ο Σωκράτης, θα του
αποκριθής; Ή πώς αλλέως θα κάμης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως θα αποκριθώ, φίλε Εύδικε, διότι θα
ήτο φρικτόν από μέρους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, εις μεν την Ολυμπίαν όπου γίνεται
πανήγυρις όλων των Ελλήνων,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οσάκις εορτάζονται τα Ολύμπια, πάντοτε να
πηγαίνω από την πατρίδα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου την Ηλείαν εις τον ιερόν τόπον και να
παρουσιάζω τον εαυτόν μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να ομιλώ οτιδήποτε θέλει κανείς από
όσα εγώ έχω ετοιμασμένα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιδείξω, και να αποκρίνωμαι εις τον
τυχόντα οτιδήποτε με ερωτήση,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα όμως, να αποφύγω την ερώτησιν του
Σωκράτους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Ιππία, βεβαίως έπαθες αξιομακάριστον
πάθημα, εάν κατά πάσαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ολυμπιάδα πηγαίνεις εις τον ιερόν τόπον με
τόσον καλάς ελπίδας περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ψυχής σου ως προς την σοφίαν της. Και
απορώ αν είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πηγαίνη εκεί κανείς από τους γυμνασμένους
με το σώμα με τόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θάρρος, διά να αγωνισθή καθώς συ λέγεις με
τον νουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ λογικά, Σωκράτη μου, το έπαθα αυτό
εγώ. Διότι, αφ' ότου ήρχισα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να αγωνίζωμαι εις την Ολυμπίαν, ποτέ μου
δεν απήντησα άνθρωπον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανώτερόν μου εις τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωραίον, καλέ Ιππία, αφιέρωμα και διά την
πόλιν των Ηλείων και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους γονείς είναι η φήμη της ιδικής σου
σοφίας, καθώς φαίνεται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους λόγους σου. Τόρα όμως περί του
Αχιλλέως και Οδυσσέως τι έχεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μας ειπής; Ποίος λέγεις ότι είναι
καλλίτερος από αυτούς τους δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εις τι; Διότι την ώραν που ήμεθα μέσα
και συ έκαμνες την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανακοίνωσίν σου δεν παρηκολούθησα τα
λεγόμενά σου. Διότι εδίσταζα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε εξαναρωτώ, επειδή ήτο και κόσμος λαϊκός
πολύς μέσα, και εφοβούμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως σου γίνω εμπόδιον εις την
ανακοίνωσίν σου. Τόρα πλέον όμως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού είμεθα ολιγώτεροι και αφού ζητεί ο
Εύδικος απ' εδώ να σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσω, ειπέ και φώτισέ μας καθαρά, τι
έλεγες δι' αυτούς τους δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνδρας; Πώς τους διεχώριζες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ, Σωκράτη μου, είμαι πρόθυμος να σου
ειπώ καθαρώτερα παρά τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα είπα και δι' αυτούς και διά τα άλλα.
Δηλαδή φρονώ ότι ο Όμηρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρέστησε καλλίτερον από όλους τους άνδρας
οι οποίοι έφθασαν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τροίαν τον Αχιλλέα, σοφώτερον δε τον
Νέστορα, και πολυμηχανώτατον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Οδυσσέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οϊμέ, Ιππία μου. Άραγε θα μου κάμης μίαν
μικράν χάριν να μη με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιγελάς, εάν με δυσκολίαν εννοώ τα
λεγόμενά σου και συχνά σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξαναρωτώ; Σε παρακαλώ λοιπόν, προσπάθησε
να μου απαντήσης μειλιχίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και απαθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε βεβαιώ, θα ήτο εντροπή μου, Σωκράτη
μου, άλλους μεν να εκπαιδεύω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτά τα ίδια και να έχω την αξίωσιν
δι' αυτά να λαμβάνω χρήματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα όμως που ερωτώμαι ο ίδιος από σε να
μη σε συγχωρώ και να μη σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντώ μειλιχίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά ομιλείς. Δηλαδή εγώ την ώραν που
είπες ότι ο Αχιλλεύς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρουσιάζεται ως ο καλλίτερος, ενόμιζα ότι
εννοώ τι θέλεις να ειπής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επίσης δε και όταν είπες ότι ο Νέστωρ
παρουσιάζεται σοφώτατος. Όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως είπες ότι τον Οδυσσέα τον παρέστησε ο
ποιητής ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυμηχανώτατον, να σου ειπώ την αλήθειαν,
με αυτό όλως διόλου δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το εννοώ τι θέλεις να ειπής. Και ειπέ μου,
σε παρακαλώ, μήπως το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσω καλλίτερα απ' εδώ: ο Αχιλλεύς
άραγε δεν παρεστάθη ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυμήχανος από τον Όμηρον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, Σωκράτη μου, αλλά
αφελέστατος, αφού και εις τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λιτάς, όπου παρουσιάζει αυτούς να ομιλούν
μεταξύ των, λέγει κατά τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όμηρον ο Αχιλλεύς προς τον Οδυσσέα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολύτροπε Λαέρτου υιέ, Οδυσσέα, θεού γέννα, Το
ξέρεις, πρέπει να σου ειπώ λόγια παλικαρίσια. Λοιπόν έτσι που θα στα ειπώ, έτσι
θα πάρουν τέλος. Γιατί είναι εχθρός μου άσπονδος ως και στον Άδη εκείνος, που
κρύπτει άλλα στην ψυχή, και άλλα στο στόμα του έχει. Εγώ λοιπόν θα σου τα ειπώ,
καθώς θα πάρουν τέλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις αυτούς τους στίχους φανερόνει τον
χαρακτήρα του καθενός από αυτούς τους δύο άνδρας, ότι δηλαδή ο μεν Αχιλλεύς
είναι κάπως ειλικρινής και αφελής, ο δε Οδυσσεύς πολυμήχανος και ψεύτης. Διότι
παριστά ότι ο Αχιλλεύς λέγει αυτούς τους στίχους εις τον Οδυσσέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, Ιππία μου, πλησιάζω να εννοήσω
αυτό που λέγεις. Τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυμήχανον, καθώς μου φαίνεται, τον
θεωρείς ψεύτην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, Σωκράτη μου. Διότι τοιούτον
παρέστησε τον Οδυσσέα ο Όμηρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις πολλά μέρη και εις την Ιλιάδα και εις
την Οδύσσειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έπεται λοιπόν, καθώς φαίνεται, ότι ο
Όμηρος, άλλον μεν νομίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινόν άνδρα, και άλλον ψεύτην, όχι όμως
τον ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς δεν θα νομίζη, καλέ
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε και συ ο ίδιος αυτό φρονείς, καλέ
Ιππία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Διότι θα ήτο φρίκη, εάν δεν
εφρονούσα αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τον Όμηρον λοιπόν ας τον αφήσωμεν κατά
μέρος, αφού μάλιστα δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να τον εξαναρωτήσωμεν, τι εννοεί
εις αυτούς τους στίχους. Συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως, επειδή φαίνεσαι ότι αναλαμβάνεις την
ευθύνην και έχεις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδίαν γνώμην εις αυτά που λέγεις, ότι
εννοεί ο Όμηρος, απάντησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως και διά τον Όμηρον και διά τον
εαυτόν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό θα γίνη. Μόνον ερώτα συντόμως ό,τι
θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τους ψεύτας τους θεωρείς τρόπον τινά
ανικάνους εις το να κάμουν κάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι, καθώς τους ασθενείς, ή ικανούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ικανούς τους θεωρώ εγώ και πολύ μάλιστα
και εις πολλά άλλα και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το να εξαπατούν ανθρώπους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, συμφώνως με τον λόγον σου, καθώς
φαίνεται, είναι ικανοί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυμήχανοι. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πολυμήχανοι και απατεώνες είναι άραγε
από κάποιαν ηλιθιότητα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ανοησίαν, ή από πανουργίαν και
νοημοσύνην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα από πανουργίαν και
νοημοσύνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως όσον διά φρόνιμοι βεβαίως είναι
αυτοί, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως μα τον Δία, πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού όμως είναι φρόνιμοι, άραγε δεν
γνωρίζουν τι κάμνουν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά μάλιστα γνωρίζουν. Και ακριβώς
δι' αυτό κάμνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακουργήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού όμως γνωρίζουν όσα γνωρίζουν, άραγε
αμαθείς είναι ή σοφοί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σοφοί είναι βεβαίως ως προς αυτά, δηλαδή
διά να εξαπατούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Στάσου λοιπόν. Ας επαναλάβωμεν τι σημαίνει
αυτό που λέγεις. Λέγεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε ότι οι ψεύται είναι ικανοί και
φρόνιμοι και επιστήμονες και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφοί εις όσα είναι ψεύται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως το λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χωρίζεις όμως τους φιλαλήθεις από τους
ψεύτας και τους θεωρείς όλως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντιθέτους μεταξύ των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν. Εκ των ικανών και των σοφών
μερικοί, καθώς φαίνεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι οι ψεύται συμφώνως με τον λόγον
σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν δε λέγης ότι είναι ικανοί και σοφοί
οι ψεύται εις αυτά τα ίδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι εννοείς, ότι είναι ικανοί να ψεύδωνται,
όταν θέλουν, ή ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανίκανοι εις όσα ψεύδονται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ικανοί, λέγω εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, διά να ειπούμεν περιληπτικώς, οι
ψεύται είναι σοφοί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανοί να ψεύδωνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως ο άνθρωπος που δεν είναι ικανός
να ψεύδεται και είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμαθής, δεν ημπορεί να είναι
ψεύτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ευρήκες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ικανός δε τότε βεβαίως είναι, όστις κάμνει
ό,τι θέλει, όταν θέλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον. Εννοώ όχι όταν δυσκολεύεται από
ασθένειαν ούτε από τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόμοια, αλλά καθώς εσύ είσαι ικανός να
γράψης το όνομά μου, οπόταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλης, έτσι εννοώ. Άραγε δεν θεωρείς συ
ικανόν εκείνον που είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιούτος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε μου λοιπόν, Ιππία μου, συ τάχα δεν
είσαι έμπειρος των λογισμών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και της λογιστικής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, και αν σε ερωτήση κανείς, τρεις
φορές επτακόσια πόσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνουν, εάν έχης διάθεσιν, δεν θα
απαντήσης ταχύτερα από όλους και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα ειπής καλλίτερα από όλους το ορθόν
περί αυτού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε διότι είναι ικανώτατος και σοφότατος
εις τα τοιαύτα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, άραγε μόνον σοφώτατος και
ικανώτατος είσαι ή και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερος εις αυτά που είσαι ικανώτατος
και σοφώτατος, δηλαδή εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα λογιστικά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως και ο καλλίτερος, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν την μεν αλήθειαν συ θα την
ειπής με περισσοτέραν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανότητα περί αυτών· δεν είναι
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι θα κάμης όμως διά τα ψεύδη περί αυτών
των ιδίων; Και σε παρακαλώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππία μου, καθώς προηγουμένως, αποκρίσου
γενναίως και μεγαλοπρεπώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν σε ερωτήση κανείς τρεις φορές
επτακόσια πόσα κάμνουν, άραγε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είσαι εκείνος που ημπορούσες περισσότερον
να ειπής ψεύδος και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε ομοίως να λέγης ψεύδη εις τοιαύτα
ζητήματα, όταν θέλης να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψεύδεσαι, και ποτέ να μην απαντάς την
αλήθειαν, ή ο αμαθής εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λογισμούς θα ημπορούσε να ψεύδεται
περισσότερον από σε, όταν συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλης; Ή μήπως ο μεν αμαθής είναι δυνατόν
πολλάκις, ενώ θέλει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπή ψεύδος, να λέγη την αλήθειαν χωρίς να
θέλη, κατά τύχην, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν την γνωρίζει, ενώ συ ο σοφός, εάν
θέλης να λέγης ψέμματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε ημπορείς να ψεύδεσαι εξ
ίσου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, έτσι είναι, καθώς το
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ο ψεύτης άραγε εις τα άλλα μεν
είναι ψεύτης, όχι όμως εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους αριθμούς, ούτε ημπορεί να ψεύδεται ως
προς τους αριθμούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως μα τον Δία και εις τους
αριθμούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να δεχθώμεν λοιπόν, Ιππία μου, και τούτο,
ότι εις τους λογισμούς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμούς υπάρχει κάποιος ψεύτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποιος λοιπόν ημπορεί να είναι αυτός; Δεν
πρέπει να υπάρχη εις αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ιδιότης να είναι ικανός να ψεύδεται,
αφού πρόκειται να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψεύτης, καθώς παρεδέχθης ο ίδιος προ
ολίγου; Διότι όστις δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανός να ψεύδεται, αν ενθυμήσαι, είπες συ
ο ίδιος, ότι δεν ημπορεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γίνη ποτέ ψεύτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα το ενθυμούμαι, και το είπα
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν απεδείχθης συ προ ολίγου ότι
είσαι ο ικανώτατος να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψεύδεσαι ως προς τους λογισμούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ελέχθη βεβαίως και αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε δεν είσαι και ικανώτατος να
λέγης την αλήθειαν ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους λογισμούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ο ίδιος είναι ικανώτατος να
λέγη και ψέμματα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν ως προς τους λογισμούς, και αυτός
είναι ο τέλειος εις αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή ο λογιστής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος λοιπόν άλλος ημπορεί να είναι ψεύτης
ως προς τους λογισμούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλέ Ιππία, παρά ο τέλειος; Διότι ο ίδιος
είναι και ικανός, αυτός δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και αληθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις λοιπόν ότι ο ίδιος άνθρωπος είναι
ψεύτης και αληθής ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά και δεν είναι διόλου ανώτερος ο
αληθής από τον ψεύτην; Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός ο ίδιος είναι βεβαίως και δεν είναι
ο άκρος αντίθετος, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενόμιζες συ προ ολίγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν φαίνεται αντίθετος εδώ βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις λοιπόν να ερευνήσωμεν και εις άλλο
ζήτημα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, αν θέλης εσύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν συ δεν είσαι έμπειρος και της
γεωμετρίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Άραγε δεν συμβαίνει το ίδιον
και εις την γεωμετρίαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή ο ίδιος είναι ικανώτατος και να
ψεύδεται και αλήθειαν να λέγη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως προς τα γεωμετρικά σχήματα, δηλαδή ο
γεωμετρικός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις αυτά λοιπόν είναι τέλειος άλλος κανείς
παρά αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι άλλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι άραγε και εις τα δύο αυτά
ικανώτατος ο τέλειος και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφός γεωμέτρης; Και καλλίτερα από κάθε
άλλον ψεύτης εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεωμετρικά σχέδια δεν είναι αυτός, δηλαδή
ο τέλειος; Διότι αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν ότι είναι ικανός να ψεύδεται, ο δε
αμαθής ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανίκανος. Επομένως δεν ημπορεί να είναι
ψεύτης όποιος δεν ημπορεί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψεύδεται, καθώς εμείναμεν σύμφωνοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν τόρα ας εξετάσωμεν και τον τρίτον,
δηλαδή τον αστρονόμον, εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την οποίαν τέχνην πάλιν συ φρονείς ότι
είσαι δυνατώτερος επιστήμων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά εις τας προηγουμένας. Δεν είναι έτσι,
Ιππία μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν συμβαίνουν τα ίδια και εις την
αστρονομίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι επόμενον, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και εις την αστρονομίαν
περισσότερον ψεύτης από κάθε άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα είναι ο καλός αστρονόμος, διότι αυτός
είναι ικανός να ψεύδεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όχι βέβαια ο ανίκανος, διότι είναι
αμαθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως εις την αστρονομίαν ο ίδιος θα
είναι και αληθινός και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψεύτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας. Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Εμπρός λοιπόν, Ιππία, με άνεσιν
κάπως σκέψου δι' όλας τας επιστήμας, μη τυχόν εις καμμίαν συμβαίνει διαφορετικά
από ό, τι είπαμεν. Και βεβαίως συ είσαι σοφώτατος από όλους τους ανθρώπους εις
πάρα πολλάς τέχνας, καθώς εγώ σε ήκουσα μίαν φοράν να καυχάσαι και να διηγήσαι
μέσα εις την αγοράν την μεγάλην και την ζηλευτήν σοφίαν σου εκεί εις τους
τραπεζίτας. Έλεγες δε ότι κάποτε επήγες εις την Ολυμπίαν, και ήσο ενδυμένος εις
όλον το σώμα με έργα των χειρών σου. Και πρώτον μεν εφορούσες δακτυλίδι — δηλαδή
από αυτό έκαμες αρχήν — το οποίον είπες ότι το έχεις ιδικόν σου έργον, διότι
γνωρίζεις να χαράζης δακτυλίδια, και έπειτα μίαν σφραγίδα, ιδικόν σου έργον, και
μίαν στλεγγίδα και λήκυθον, τα οποία όλα μόνος σου τα κατεσκεύασες. Ακόμη δε και
τα υποδήματα που εφορούσες είπες ότι μόνος τα ειργάσθης, και το φόρεμά σου ότι
το ύφανες και το υποκάμισόν σου ακόμη. Και μάλιστα εκείνο που εφάνη
παραδοξότατον και επίδειξις της πολλής σου σοφίας ήτο, όταν είπες ότι η ζώνη του
υποκαμίσου, που εφορούσες, είναι καθώς αι πολυτελείς Περσικαί, και ότι αυτήν την
έπλεξες συ ο ίδιος. Έπειτα είπες ότι έφερες μαζί σου και ποιήματα και στίχους
επικούς και τραγωδίας και διθυράμβους, και εις το πεζόν πολλούς και ποικίλους
λόγους γραμμένους. Ακόμη δε ότι ήσο περισσότερον από όλους όσοι ήλθαν εκεί
επιστήμων εις τας τέχνας, τας οποίας έλεγα προ ολίγου, και εις τους ρυθμούς και
την μουσικήν και την ορθήν γραφήν, και εκτός αυτών εις πολλά άλλα ακόμη, καθώς
μου φαίνεται ότι ενθυμούμαι. Και όμως ελησμόνησα την μνημονικήν σου εφεύρεσιν,
καθώς φαίνεται, εις την οποίαν συ νομίζεις ότι είσαι εξοχώτατος. Νομίζω δε ότι
ελησμόνησα και άλλα πάρα πολλά. Λοιπόν, καθώς σου είπα, ρίψας βλέμμα εις τας
ιδικάς σου τέχνας — είναι δε αρκεταί — και εις τας τέχνας των άλλων ειπέ μου, αν
θα εύρης, συμφώνως με όσα ωμολογήσαμεν εγώ και συ, να υπάρχη εις καθεμίαν
χωριστά ο αληθινός από τον ψεύτην και να μην είναι ο ίδιος. Εις οποιανδήποτε
σοφίαν θέλεις, παρατήρησέ το αυτό, ή εις πανουργίαν ή οτιδήποτε όνομα θέλεις να
της δώσης. Και όμως δεν θα εύρης, αγαπητέ μου· διότι δεν υπάρχει. Άλλως τε ειπέ
μου μόνος σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας. Πραγματικώς δεν έχω, Σωκράτη μου, τόρα
τουλάχιστον κανέν τοιούτον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε και θα έχης, καθώς νομίζω εγώ. Εάν δε
εγώ λέγω την αλήθειαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλογίσου τι εξάγεται από την συζήτησιν
μας, Ιππία μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν εννοώ τόσον καλά, Σωκράτη μου, αυτό
που λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως, διότι αυτήν την στιγμήν δεν
μεταχειρίζεσαι την μνημονικήν σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εφεύρεσιν. Και τούτο βεβαίως, διότι δεν το
θεωρείς απαραίτητον. Εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως θα σου το υπενθυμίσω. Γνωρίζεις ότι ο
μεν Αχιλλεύς είπες ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθινός, ο δε Οδυσσεύς ψεύτης και
πολυμηχανώτατος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν έχεις είδησιν, ότι απεδείχθη
ότι ο ίδιος άνθρωπος είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ψεύτης και αληθινός, επομένως, εάν ο
Οδυσσεύς ήτο ψεύτης, έπεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι και αληθινός, και αν ο Αχιλλεύς
είναι αληθινός, τότε είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ψεύτης, και ότι δεν είναι διαφορετικοί
αυτοί οι άνδρες μεταξύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ούτε αντίθετοι, αλλά όμοιοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Σωκράτη, συ πάντα συνηθίζεις να
πλέκης κάπως τοιούτους λόγους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αφού ζώση το μέρος εκείνο της
συζητήσεως το οποίον τυχόν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυσκολώτατον, επιμένεις εις αυτό και το
θίγεις ολίγον κατ' ολίγον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όχι ολόκληρον το ζήτημα, περί του
οποίου γίνεται λόγος. Καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τόρα, αν αγαπάς, από πολλάς εικασίας
θα σου αποδείξω με πειστικά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιχειρήματα ότι ο Όμηρος παρέστησε τον
Αχιλλέα καλλίτερον από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οδυσσέα και φιλαλήθη, αυτόν δε δόλιον και
πολύ ψεύτην και κατώτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τον Αχιλλέα. Εάν δε θέλης, μόνος σου
πάλιν παράβαλε τον ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγον με τον άλλον, περί του ότι ο είς
είναι ανώτερος από τον άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τότε καλλίτερα θα εννοήσουν οι
παρευρισκόμενοι εδώ, ποίος από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους δύο ομιλεί ορθότερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φίλε Ιππία, εγώ βεβαίως δεν διαφιλονικώ το
ότι συ είσαι σοφώτερος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από εμέ. Αλλά συνηθίζω πάντοτε να προσέχω
καλά, όταν λέγη κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτι τι, και μάλιστα όταν φαίνεται ότι
είναι σοφός αυτός που ομιλεί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και επειδή επιθυμώ να μάθω τι εννοεί
συχνοερωτώ και αναθεωρώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβιβάζω τα λεγόμενα, διά να εννοήσω. Εάν
όμως αυτός που ομιλεί μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φανή ότι είναι μηδαμινός, ούτε εξαναρωτώ
ούτε με μέλει δι' αυτά που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγει. Και από αυτό θα εννοήσης ποίους
θεωρώ εγώ σοφούς. Δηλαδή θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με εύρης να είμαι προσκολλημένος εις όσα
λέγει αυτός και να τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτώ διά να μάθω τι και να ωφεληθώ. Και
ιδού λόγου χάριν τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσκέφθην από τους λόγους σου, ότι εις τους
στίχους που έλεγες προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγου και εδείκνυες ότι ο Αχιλλεύς τους
λέγει εις τον Οδυσσέα ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτήδειον, μου εφάνη παράλογον, αν είναι
δυνατόν να λέγης συ την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν, διότι ο μεν Οδυσσεύς πουθενά δεν
φαίνεται να λέγη ψέμματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο πολυμήχανος τάχα, ενώ ο Αχιλλεύς
αποδεικνύεται κάποιος πολυμήχανος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως με τους λόγους σου. Τουλάχιστον
αυτός λέγει ψέμματα. Διότι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ είπε εμπρός αυτούς τους στίχους, τους
οποίους και συ ανέφερες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γιατί είναι εχθρός μου άσπονδος ως και στον
Άδη εκείνος, που κρύπτει άλλα στην ψυχή, και άλλα στο στόμα του έχει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ολίγον κατόπιν λέγει, ότι ούτε να μεταπεισθή
είναι δυνατόν από τον Οδυσσέα και τον Αγαμέμνονα ούτε να μείνη ολότελα εις την
Τροίαν, αλλά:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στον Δία και όλους τους θεούς αύριον θυσίαν
κάμνω. Τα πλοία τάχω έτοιμα, στη θάλασσα τα σέρνω, Και θα τα ιδής, αν αγαπάς και
αν σ' ενδιαφέρη. Να σχίζουν τον Ελλήσποντον με τα πολλά τα ψάρια, Και να τραβούν
μέσα κουπί τανδρεία παλικάρια. Και αν δώση και καλόν καιρόν εκειός της γης ο
σείστης, Την τρίτη ημέρα φθάνουμε στην καρποφόρον Φθίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακόμη δε προηγουμένως από αυτά είπε υβριστικώς
εις τον Αγαμέμνονα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόρα στην Φθίαν θα διαβώ. Καλλίτερα το έχω, Να
φύγω στην πατρίδα μου, γιατί σκοπόν δεν έχω Εδώ να μείνω άτιμος να σου σωριάζω
πλούτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού είπε αυτά άλλοτε μεν εμπρός εις όλον τον
στρατόν, άλλοτε δε εμπρός εις τους ιδικούς του συντρόφους, πουθενά δεν
αποδεικνύεται ούτε να προετοίμασε ούτε να εδοκίμασε να σύρη τα πλοία με σκοπόν
να ταξιδεύση διά την πατρίδα, αλλά με πολλήν γενναιότητα επεριφρονούσε το να
θέλη να ειπή την αλήθειαν. Εγώ μεν λοιπόν, Ιππία μου, και εις την αρχήν σε
ηρώτησα, επειδή είχα απορίαν, ποίος από αυτούς τους δύο παρεστάθη ανώτερος από
τον ποιητήν, και διότι ενόμιζα ότι και οι δύο είναι κάλλιστοι και ότι είναι
δύσκολον να κριθή ποίος είναι καλλίτερος και ως προς το ψεύδος και ως προς την
αλήθειαν και ως προς την άλλην αρετήν. Διότι και ως προς αυτό είναι ομοιότατοι
και οι δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, διότι δεν σκέπτεσαι καλά, Σωκράτη
μου. Διότι, όσα ψέμματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγει ο Αχιλλεύς, δεν φαίνεται ότι τα
λέγει εκ προαιρέσεως αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακουσίως, διότι ηναγκάσθη από την συμφοράν
του στρατοπέδου να μείνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να βοηθήση. Ενώ, όσα λέγει ο Οδυσσεύς,
τα λέγει εκουσίως και εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προαιρέσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προσπαθείς, φίλε μου, να με εξαπατήσης και
μιμείσαι ο ίδιος τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Οδυσσέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, καλέ Σωκράτη. Τι εννοείς
όμως και διατί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ότι δεν νομίζεις ότι ο Αχιλλεύς
ψεύδεται εκ προαιρέσεως, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός ήτο τόσον πλάνος και οπισθόβουλος
εκτός της καυχησιολογίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του, καθώς τον παρέστησε ο Όμηρος, ώστε
και από τον Οδυσσέα φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι θεωρεί ανώτερον τον εαυτόν του, και
τόσον μάλιστα, ώστε εμπρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτόν ετόλμησε να ειπή ο ίδιος
αντιφάσκων εις τον εαυτόν του και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλιστα χωρίς να τον εννοήση ο Οδυσσεύς.
Τουλάχιστον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδεικνύεται ο Οδυσσεύς να λέγη κάτι εις
αυτόν ως υπονοών ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψεύδεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία λοιπόν εννοείς, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν γνωρίζεις ότι, ενώ κατόπιν είπε εμπρός
εις τον Οδυσσέα ότι με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αυγήν θα αναχωρήση, εις τον Αίαντα
πάλιν λέγει ότι δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναχωρήση, αλλά άλλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πού δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκεί που λέγει:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν σταματώ τον πόλεμον, τας αιματοχυσίας Πριν
του Πριάμου του τρανού ο ένδοξος υιός Έκτωρ Φθάση στα πλοία, στας σκηνάς μέσα
των Μυρμιδόνων· Μπρος στη δική μου την σκηνή, στο μελανό μου πλοίον Τον Έκτορα
εις την ορμήν, θαρρώ, θα σταματήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ λοιπόν, φίλε Ιππία, άραγε νομίζεις ότι
είναι τόσον επιλήσμον ο υιός της Θέτιδος και ο μαθητής του σοφωτάτου Χείρωνος,
ώστε, ενώ ολίγον προηγουμένως ύβριζε τους μεγαλαύχους με τας χειροτέρας ύβρεις,
αμέσως ο ίδιος εμπρός μεν εις τον Οδυσσέα να λέγη ότι θα αναχωρήση, εμπρός δε
εις τον Αίαντα ότι θα μείνη, και ότι δεν το κάμνει με οπισθοβουλίαν και επειδή
νομίζει ότι ο Οδυσσεύς είναι της παλαιάς μεθόδου και ότι θα τον νικήση ακριβώς
με τα τεχνάσματα και τα ψέμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις εμέ τουλάχιστον δεν φαίνεται έτσι,
καλέ Σωκράτη. Αλλά και αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη από ανοησίαν μετεπείσθη και λέγει
εις τον Αίαντα διαφορετικά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τον Οδυσσέα. Ο Οδυσσεύς όμως και όσα
λέγει αληθινά πάντοτε τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγει με οπισθοβουλίαν, και όσα λέγει
ψέμματα, επίσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, καθώς φαίνεται, είναι
ανώτερος ο Οδυσσεύς από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αχιλλέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς; Δεν απεδείχθησαν προ ολίγου ότι
όσοι ψεύδονται εκουσίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ανώτεροι από τους ψευδομένους
ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς είναι δυνατόν, καλέ Σωκράτη, οι
εκουσίως αδικούντες και εκουσίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οπισθόβουλοι και κακοποιοί να είναι
καλλίτεροι από τους ακουσίως, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι φαίνεται ότι είναι άξιοι πολλής
συγγνώμης, όταν εν αγνοία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς αδικήση ή ειπή ψέμματα ή κάμη κανέν
άλλο κακόν; Και οι νόμοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε βεβαίως είναι πολύ αυστηρότεροι εις
τους εκουσίως πράττοντας το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακόν και ψευδομένους παρά εις τους
ακουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Βλέπεις, καλέ Ιππία, ότι εγώ λέγω
την αλήθειαν, διισχυριζόμενος ότι είμαι προσκολλημένος εις τας ερωτήσεις των
σοφών; Και σχεδόν αυτό και μόνον το καλόν έχω επάνω μου, ενώ όλα τα άλλα μου
είναι ποταπά. Δηλαδή όσον διά τα πράγματα πλανώμαι, και δεν γνωρίζω πώς είναι.
Απόδειξις δε τούτου είναι ότι, όταν συναναστραφώ κανένα από σας που φημίζεσθε
διά την σοφίαν σας και διά τους οποίους όλοι οι Έλληνες μαρτυρούν την σοφίαν
των, αποδεικνύομαι ότι δεν γνωρίζω τίποτε. Διότι εις τίποτε δεν συμφωνεί η γνώμη
μου μαζί σας, διά να ειπώ ούτω πως. Και βεβαίως ποία μεγαλιτέρα απόδειξις
υπάρχει διά την αμάθειαν παρά το να διαφωνή κανείς με τους σοφούς άνδρας; Έχω
όμως τούτο μόνον το αξιοθαύμαστον προτέρημα, το οποίον με σώζει. Δηλαδή δεν
εντρέπομαι να μανθάνω, αλλά εξετάζω και ερωτώ και γνωρίζω μεγάλην χάριν εις τον
αποκρινόμενον, και κανένα έως τόρα δεν τον εστέρησα την οφειλομένην χάριν.
Δηλαδή ποτέ μου δεν ηρνήθην ότι έμαθα κάτι τι, και δεν είπα ότι είναι ιδικόν μου
το μάθημα ως να το ευρήκα στον δρόμον. Αλλά εγκωμιάζω εκείνον που με εδίδαξε ως
σοφόν, και αποδεικνύω τι έμαθα από αυτόν. Ομοίως και τόρα εις όσα λέγεις συ δεν
συμφωνώ, αλλά πάρα πολύ διαφωνώ. Και αυτό γνωρίζω καλά ότι γίνεται εξ αιτίας
μου, δηλαδή διότι είμαι όπως είμαι, διά να μην ειπώ τίποτε μεγαλίτερον διά τον
εαυτόν μου. Δηλαδή εις εμέ φαίνεται, Ιππία μου, όλως το αντίθετον από ό,τι
λέγεις συ· ότι δηλαδή όσοι βλάπτουν τους ανθρώπους και τους αδικούν και τους
εξαπατούν και σφάλλουν εκουσίως, και όχι ακουσίως, είναι καλλίτεροι παρά όσοι το
κάμνουν ακουσίως. Κάποτε όμως φρονώ και το αντίθετον από αυτά και πλανώμαι ως
προς αυτά, βεβαίως διότι δεν γνωρίζω. Τόρα λοιπόν αυτήν την στιγμήν μου ήλθε
ωσάν περίοδος παροξυσμού και μου φαίνονται οι εκουσίως σφάλλοντες εις τι ότι
είναι καλλίτεροι από τους ακουσίως. Λοιπόν προφασίζομαι με το τορινόν μου αυτό
πάθημα ότι πταίουν οι προηγούμενοι λόγοι, ώστε να μου φαίνεται αυτήν την στιγμήν
ότι όσοι κάμνουν έκαστον από αυτά ακουσίως είναι πονηρότεροι παρά οι εκουσίως.
Συ λοιπόν κάνε μου την χάριν και μη φθονήσης να μου ιατρεύσης την ψυχήν μου.
Διότι πολύ μεγαλίτερον καλόν θα μου κάμης, αν θεραπεύσης την ψυχήν μου από την
αμάθειαν παρά το σώμα από ασθένειαν. Και λοιπόν, εάν μεν θελήσης να ειπής μακρόν
λόγον, σου το προλέγω, ότι δεν είναι δυνατόν να με θεραπεύσης — διότι δεν θα
ημπορέσω να τον παρακολουθήσω — αν θέλης όμως να μου απαντήσης καθώς
προηγουμένως, πολύ θα με ωφελήσης, νομίζω δε ότι δεν θα βλαφθής και συ ο ίδιος.
Είναι δίκαιον δε να παρακαλέσω και σε, υιέ του Απημάντου. Διότι συ με έβαλες να
συζητήσω με τον Ιππίαν. Δι' αυτό και τόρα, εάν δεν θελήση να μου απαντήση ο
Ιππίας, συ παρακάλεσέ τον εκ μέρους μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύδικος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, καλέ Σωκράτη, νομίζω ότι δεν θα
χρειασθή ο Ιππίας την ιδικήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας παράκλησιν. Διότι όσα είπε
προηγουμένως δεν είναι αυτού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είδους, αλλά ότι δεν θα υπεκφύγη την
ερώτησιν κανενός ανθρώπου. Δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι έτσι, καλέ Ιππία; Δεν τα έλεγες
αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα. Αλλά ο Σωκράτης. καλέ Εύδικε,
πάντοτε τα συγχέει τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα μέσα εις την συζήτησιν και
ομοιάζει ωσάν να κακουργή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλοκάγαθε μου Ιππία, εγώ, σε βεβαιώ, δεν
τα κάμνω αυτά εκουσίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (!). Διότι τότε θα ήμην σοφός και
δαιμόνιος συμφώνως με τους λόγους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου, αλλά ακουσίως, ώστε να με συγχωρής.
Διότι είπες εξ άλλου ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να συγχωρούμεν εκείνον που
κακουργεί ακουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εύδικος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και μη κάμης, καλέ Ιππία, διόλου
διαφορετικά, αλλά και χάριν ημών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και χάριν εκείνων των λόγων που είπες
προηγουμένως αποκρίνου εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι σε ερωτά ο Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας είναι, θα αποκρίνωμαι, αφού με
παρακαλείς συ. Ερώτα λοιπόν ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, σε βεβαιώ, πάρα πολύ, Ιππία μου,
επιθυμώ να καλοεξετάσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό που λέγομεν τόρα, δηλαδή ποίοι άραγε
είναι καλλίτεροι, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίως ή οι ακουσίως σφάλλοντες. Νομίζω
λοιπόν ότι ημπορούμεν κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον εξής τρόπον να αρχίσωμεν την εξέτασιν
ορθότερον. Απάντησέ μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως· ονομάζεις κανένα άνθρωπον καλόν
δρομέα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι καλός μεν όστις τρέχει
καλά, κακός δε όστις τρέχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν δεν τρέχει άσχημα όστις τρέχει
αργά, καλά δε όστις τρέχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλήγορα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν εις τον δρόμον και εις το
τρέξιμον η μεν ταχύτης δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι καλή, η δε βραδύτης κακή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι άλλο περιμένεις να είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ποίος από τους δύο βραδείς είναι
άραγε ο καλλίτερος δρομεύς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όστις τρέχει βραδέως εκουσίως ή όστις
ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όστις τρέχει βραδέως εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το τρέξιμον δεν είναι κάποια
ενέργεια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως ενέργεια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού δε είναι ενέργεια, δεν παράγει
κάτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όποιος λοιπόν τρέχει άσχημα, δεν το
παράγει αυτό το κακόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημον υπό έποψιν τρεξίματος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άσχημον. Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν τρέχει δε κακώς όστις τρέχει
αργά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν κάμνει λοιπόν το κακόν τούτο και
άσχημον ο μεν καλός δρομέας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίως, ο δε κακός ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπό έποψιν λοιπόν τρεξίματος δεν είναι
πονηρότερος όστις παράγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάτι κακόν ακουσίως παρά όστις το παράγει
εκουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως υπό έποψιν τρεξίματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι τάχα ως προς την πάλην; Ποίος
παλαιστής από τους δύο είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερος, όστις πίπτει εκουσίως ή όστις
πίπτει ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όστις πίπτει εκουσίως, καθώς
φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πονηρότερον όμως και ασχημότερον εις την
πάλην είναι, άραγε να πίπτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς ή να ρίπτη κάτω τον άλλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το να πίπτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και εις την πάλην όστις
παράγει εκουσίως τα πονηρά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημα είναι καλλίτερος παρά όστις παράγει
αυτά ακουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι συμβαίνει δε εις όλας τας άλλας ανάγκας
του σώματος; Άραγε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορεί όστις είναι καλλίτερος εις το σώμα
να κάμνη και τα δύο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή και τα δυνατά και τα αδύνατα, και
τα άσχημα και τα ωραία. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επομένως, όταν παράγη σωματικώς πονηρά
έργα, δεν τα παράγει εκουσίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όστις είναι καλλίτερος κατά το σώμα, ο δε
χειρότερος ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι ως προς την δύναμιν έτσι
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι δε συμβαίνει τάχα, κάλε Ιππία, ως προς
την ευσχημοσύνην; Δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι, ιδιότης του καλλιτέρου σώματος να
σχηματίζη εκουσίως τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημα και πονηρά σχήματα, και του
χειροτέρου να τα σχηματίζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακουσίως; Ή πώς αλλέως νομίζεις
εσύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και η ασχημοσύνη η μεν εκουσία
είναι ιδιότης της αρετής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η δε ακουσία είναι ιδιότης της κακίας του
σώματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι δε λέγεις ως προς την φωνήν; Ποία από
τας δύο νομίζεις ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλιτέρα, εκείνη που παραφωνεί εκουσίως ή
ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χειροτέρα δε δεν είναι η ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ δε ποίον από τα δύο θα εδέχεσο να έχης
κτήμα σου, τα καλά ή τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τα καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ποίον εκ των δύο θα εδέχεσο άραγε,
να έχης πόδας που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωλαίνουν εκουσίως ή δε ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η χωλότης δε των ποδών δεν είναι κακία και
ασχημία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν; Η αμβλυωπία δεν είναι κακία των
οφθαλμών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίων ειδών λοιπόν οφθαλμούς θα ήθελες να
έχης και να σου είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύντροφοι; εκείνους με τους οποίους κανείς
εκουσίως αμβλυωπεί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στραβοκυττάζει ή εκείνους με τους οποίους
αμβλυωπεί ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με αυτούς που αμβλυωπεί εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν παραδέχεσαι κατ' αρχήν ως
καλλίτερα από όλα τα πράγματά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου εκείνα που παράγουν κάτι πονηρόν
εκουσίως ή ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και όλα, λόγου χάριν τα ώτα και
οι ρώθωνες και το στόμα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα τα αισθητήρια, υπάγονται εις τον ίδιον
ορισμόν, δηλαδή όσα μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμουν κάτι τι κακόν ακουσίως είναι
επιζήμια, διότι είναι πονηρά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα δε εκουσίως είναι κέρδος, διότι είναι
αγαθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τόρα; ως προς τα όργανα ποία είναι
ευχειριστότερα, με όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς παράγει εκουσίως κάτι κακόν ή με
όσα ακουσίως; λόγου χάριν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πηδάλιον, με όποιον κανείς ακουσίως θα
πηδαλιουχήση κακώς, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερον, ή με όποιον εκουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με όποιον εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε δεν κάμνει το ίδιον και το τόξον και
η λύρα και οι αυλοί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα τα άλλα εν γένει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγεις την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα πάλιν; είναι καλλίτερον να έχη
κανείς ψυχήν ίππου, με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όποιαν θα ιππεύση κακώς εκουσίως ή με
όποιαν ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με όποιαν εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως είναι καλλιτέρα αυτή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως κανείς με αυτήν την καλλιτέραν
ψυχήν του ίππου δεν θα κάμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίως τα πονηρά έργα αυτής της ψυχής,
ενώ με την πονηράν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν θα κάμη το ίδιον και με
την ψυχήν του κυνός και όλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των άλλων ζώων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λοιπόν τόρα; Άραγε είναι καλλίτερον να
έχη κανείς ψυχήν ανθρώπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοξότου, η οποία εκουσίως αποτυγχάνει στο
σημάδι ή ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνη που αποτυγχάνει εκουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι αυτή καλλιτέρα εις την
τοξικήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και η αποτυγχάνουσα ακουσίως ψυχή
δεν είναι πονηροτέρα παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η αμαρτάνουσα εκουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως ως προς την τοξικήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τι συμβαίνει ως προς την ιατρικήν
τάχα; Δεν είναι ιατρικωτέρα η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίως παράγουσα κακόν ως προς τα
σώματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως αυτή δεν είναι καλλιτέρα εις
αυτήν την τέχνην από την μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι καλλιτέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τόρα. Η κιθαριστικωτέρα και η
αυλητικωτέρα και εν γένει η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανάλογος εις όλας τας άλλας τέχνας και
επιστήμας, άραγε δεν κάμνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα κακά και σφάλλει εις τα άσχημα η
καλλιτέρα εκουσίως, η δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χειροτέρα ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακόμη δε βεβαίως θα εδεχόμεθα να έχωμεν
τας ψυχάς των δούλων μάλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας εκουσίως παρά τας ακουσίως αστόχους
και κακούργους, διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτεραι ως προς αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τόρα; Την ιδικήν μας την ιδίαν άραγε
δεν θα επιθυμούσαμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την έχωμεν όσον το δυνατόν
καλλιτέραν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν θα είναι καλλιτέρα μάλλον, εάν
κακουργή και σφάλλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίως παρά ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά θα ήτο φρίκη, Σωκράτη μου, εάν
πρόκειται να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτεροι οι εκουσίως σφάλλοντες παρά οι
ακουσίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως αυτό φαίνεται από όσα
είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όμως εις εμέ τουλάχιστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως, καλέ Ιππία, ενόμιζα ότι και εις
εσέ θα φανή έτσι. Απάντησέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου όμως πάλιν. Άραγε η δικαιοσύνη δεν
είναι ή κάποια δύναμις ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποια επιστήμη ή και τα δύο; Ή μήπως δεν
είναι αναγκαίον λογικώς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η δικαιοσύνη έν από αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, εάν μεν η δικαιοσύνη είναι
&δύναμις& της ψυχής, δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιοτέρα ψυχή, η δυνατωτέρα; Διότι
βεβαίως, αγαπητέ μου, απεδείχθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από ημάς καλλιτέρα η τοιαύτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως απεδείχθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα πάλιν, αν είναι επιστήμη; Δεν
είναι &δικαιοτέρα& ψυχή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> &σοφωτέρα&, η δε αμαθεστέρα
αδικωτέρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πάλιν, αν είναι και τα δύο; Άραγε δεν
είναι δικαιοτέρα η ψυχή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνη η οποία έχει και τα δύο, δηλαδή και
την επιστήμην και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν, η δε αμαθεστέρα και ανικανωτέρα
δεν είναι αδικωτέρα; Δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι επόμενον αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτή η δυνατωτέρα και σοφωτέρα δεν
απεδείχθη ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλιτέρα και ικανωτέρα να κάμη και τα
δύο, και τα καλά και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημα, εις οποιανδήποτε εργασίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, όταν εκτελή τα άσχημα, το κάμνει
εκουσίως, διότι έχει την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν και την τέχνην. Αυτά δε φαίνονται
ιδιότητες της δικαιοσύνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή και τα δύο ή το έν από τα δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως το να αδικούμεν σημαίνει να
εκτελούμεν κακόν τι, το δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μη αδικούμεν καλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν η ικανωτέρα και καλλιτέρα ψυχή, και
όταν αδική, δεν το κάμνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκουσίως, η δε κακή ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν δεν είναι αγαθός άνθρωπος όστις
έχει ψυχήν αγαθήν, κακός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε όστις έχει κακήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ιδιότης του αγαθού ανδρός
είναι να αδική εκουσίως, του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε κακού ακουσίως, αφού ο αγαθός έχει
αγαθήν ψυχήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως έχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως όστις σφάλλει εκουσίως και κάμνει
ασχημίας και αδικίας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φίλε Ιππία, εάν υπάρχη τοιούτος άνθρωπος,
αυτός δεν είναι άλλος παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο αγαθός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ημπορώ να συμφωνήσω με την γνώμην σου
εις αυτά, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' ούτε και εγώ ο ίδιος με τον εαυτόν
μου, Ιππία μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά είναι λογικόν βεβαίως από όσα είπαμεν να
μας φαίνεται ούτω πως. Αλλά, καθώς έλεγα προ πολλού, εγώ εις αυτά τα ζητήματα
πλανώμαι άνω κάτω και ποτέ δεν έχω την ιδίαν γνώμην. Και όσον μεν δι' εμέ δεν
είναι διόλου παράδοξον να πλανώμαι ούτε δι' άλλον ιδιώτην. Εάν όμως πρόκειται να
πλανάσθε και σεις οι σοφοί, τότε πλέον αυτό είναι δι' ημάς φοβερόν, αφού δεν
υπάρχει ελπίς ούτε όταν έλθωμεν πλησίον σας να παύωμεν από το να
πλανώμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΕΛΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΙΣΧΥΛΟΣ Ο μέγιστος των αρχαίων και νεωτέρων
δραματικών ποιητών, για την έντονη δραματικότητα, το βαθύ και συχνά προφητικό
της σκέψης του, τη λυρική του έξαρση και την αρμονία των εννοιών με την
αισθητική τους έκφραση. Οι τραγωδίες του, τολμηρές τόσον ως σύνθεσή τους, όσο
και σαν πλοκή, έχουν ταυτόχρονα πολύ έντονη την αίσθηση και την ψυχολογία του
φυσικού και του πραγματικού, ώστε να δονούνται από τον παλμό της πιο σφρίγουσας
ζωής. Ο Αισχύλος αποτελεί αναμφισβήτητα την πιο τέλεια ποιητική εκδήλωση του
ελληνικού μεγαλείου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αγαμέμνων: Πρόκειται για το πρώτο δράμα της
Τριλογίας «Ορέστια» κι αναφέρεται στην δολοφονία του Αγαμέμνονα από την σύζυγό
του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο. η σκηνή της προφήτιδος Κασσάνδρας,
που οδύρεται για την αιχμαλωσία της, ανήκει στις τραγικότερες του παγκοσμίου
Θεάτρου. Μετάφραση σε στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χοηφόροι: Το δεύτερο δράμα της «Ορέστειας».
Περιέχει την κυριώτερη πράξη, γύρω από την οποία στρέφεται η Τριλογία και που
πάνω της στηρίζεται το ηθικό πρόβλημα που κινεί την «Ορέστεια»: ο Ορέστης
θανατώνει τον Αίγισθο και τη μητέρα του· ο νους του σαλεύεται και καταδιωκόμενος
από τα φάσματα των Ερινυών παίρνει τον δρόμο της εξορίας. Η μετάφραση, σε
στίχους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευμενίδες: Η τραγωδία που ολοκληρώνει την
«Ορέστεια». Εκτυλίσσεται στους Δελφούς, όπου ο Απόλλων, αποκοιμίζοντας τις
Ερινύες, φυγαδεύει τον Ορέστη, και κατόπιν στην Αθήνα, όπου υστέρα από απόφαση
της Αθήνας, ο μητροκτόνος Ορέστης δικάζεται από τον Άρειο Πάγο και απαλλάσσεται
από την τιμωρία του φόνου. Η μετάφραση, όπως κι όλης της Τριλογίας, του
Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επτά επί Θήβας: Το δράμα τούτο αναφέρεται στην
τραγική Θήβας μοίρα των δύο γιων του Οιδίποδα, πού, μονομαχώντας για τον θρόνο
των Θηβών, αλληλοσκοτώνονται. Ο ύμνος των Ερινύων κι ο παθητικότατος θρήνος της
Αντιγόνης και της Ισμήνης για τους σκοτωμένους αδελφούς των είναι από τους
λυρικώτερους της αρχαίας τραγωδίας. Η μετάφραση, σε στίχους, αριστοτεχνική, με
φιλολογική ακρίβεια και δύναμη ύφους, του Γρυπάρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πέρσαι: Το δράμα αυτό αποτελεί υψηλότατον ύμνο
των ελληνικών νικών κατά των Περσών, την εποχή των μηδικών πολέμων. Η
μεγαλοπρεπής αφήγηση της ναυμαχίας στην Σαλαμίνα, κρίνεται σαν μοναδικό
υπόδειγμα επικολυρικής περιγραφής. Μετάφραση Ι. Ζερβού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Προμηθεύς Δεσμώτης: Το πιο μεγαλεπήβολο και
υψιπετές Έργο του παγκοσμίου θεάτρου. Παρουσιάζει τον Προμηθέα δεμένον πάνω στον
Καύκασο, κατά διαταγή του βασιλιά των θεών, προς τιμωρίαν της φιλανθρωπίας του.
Το Κράτος του Δία και η Βία, προσωποποιημένα, ο Ήφαιστος, οι Ωκεανίδες, ο Ερμής,
ο Ωκεανός, η Ιώ και ο Προμηθέας, δρώντας ανθρώπινα και παθητικά, διατηρούν όλο
το θεϊκό μεγαλείο τους. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Ζερβού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ικέτιδες: Το δράμα αυτό, βασισμένο στην
ιστορική παράδοση, εξυμνεί την αρετή και τη φιλοξενία των Ελλήνων. Οι Δαναΐδες,
φεύγοντας από την Αίγυπτο, για να αποφύγουν να παντρευτούν με τη βία,
φιλοξενούνται και προστατεύονται από τους Αργείους και πάλι ελευθερώνονται από
την αποτολμηθείσα αρπαγή. Ο υψηλός λυρισμός του έργου θαυμαζόταν από τους
αρχαίους, ήδη, χρόνους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Από τους τρεις κορυφαίους Έλληνες τραγικούς,
που μας σώθηκαν μερικά έργα τους, ο πιο προσιτός, τόσο στην αρχαιότητα όσο και
στην εποχή μας, είναι ο Ευριπίδης. Δραματικός και περιπαθής ποιητής, ένας
φιλόσοφος και, μαζί, ένας ψυχολόγος των ανθρωπίνων αρετών και
ελαττωμάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ανδρομάχη: το δράμα αυτό εικονίζει, κατά τον
πιο θαυμαστό τρόπο, έναν κόσμο αισθημάτων, ζήλειας, μίσους και στοργής. Ο
Νεοπτόλεμος, χωρίζοντας από την Ανδρομάχη, παντρεύεται την κόρη του Μενέλαου και
της Ελένης, την Ερμιόνη, που συνεννοείται με τον πατέρα της να σκοτώσουν τον γιο
που έδωσε η Ανδρομάχη στον Νεοπτόλεμο. Ο Πηλέας, παππούς του παιδιού, σώζει τον
μικρό, και ο Μενέλαος σκοτώνει με δόλο τον Νεοπτόλεμο. Μετάφραση, τον Γ.
Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλκηστης: Σύμφωνα με τον όρο που είχε θέσει ο
θεός, ο Άδμητος θα γινόταν αθάνατος, αν κάποιος στενός συγγενής του δεχόταν να
θυσιαστή γι αυτόν το σκοπό. Οι γονείς του δεν δέχονται, μα η γυναίκα του η
Άλκηστης προσφέρεται πρόθυμα να θυσιαστή, δίδοντας έτσι μοναδικό παράδειγμα
συζυγικής αφοσίωσης. Η μετάφραση, σε στίχους, του Γ. Τσοκόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μήδεια: Το τραγικότερο από τα δράματα του
Ευριπίδου. Το πάθος της ερωτικής εκδίκησης, ξεπερνώντας σ’ ένταση αυτό τούτο το
ερωτικό πάθος, εκφράζεται, στο έργο αυτό, στο έπακρο των εκδηλώσεων του.
Προδομένη από τον Ιάσονα, η Μήδεια καταπνίγει τη μητρική στοργή μέσα της και
σκοτώνει τα δυο τους παιδιά για να εκδικηθή τον σύζυγο. Μετάφραση Άγγ.
Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηλέκτρα: Ο Ορέστης και η αδελφή του Ηλέκτρα
θανατώνουν τον φονέα του πατέρα τους Αίγισθο και την μητέρα τους, συνεργόν του
φόνου επίσης, Κλυταιμνήστρα. Η κάθαρση εδώ έρχεται από τον από μηχανής θεό, που
δίδει και την εξάγνιση στους δύο μητροκτόνους. Η μετάφραση, φιλολογικά πιστή,
του Αγγέλου Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππόλυτος: Το νεωτεριστικώτερο από τα έργα του
Ευριπίδου. Η Φαίδρα αισθάνεται ανόσιο έρωτα προς τον γυιό του συζύγου της
Θησέως, τον Ιππόλυτο. Ο νέος αποκρούει τον έρωτά της κ’ η Φαίδρα αυτοκτονεί,
συκοφαντώντας τον στον πατέρα του. Ο Θησέας εξορίζοντας τον Ιππόλυτο, τον
καταρατάται να καταστραφεί από τον Ποσειδώνα. Η κατάρα πραγματοποιείται, μα ή
συκοφαντία φανερώνεται κι ο Ιππόλυτος πεθαίνει θρηνούμενος και συγχωρώντας. Η
μετάφραση του Αγγέλου Τανάγρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Αυλίδι: μια από τις παθητικώτερες
και καλύτερες τραγωδίες του Ευριπίδη. Οι προσπάθειες του Αγαμέμνονος να σώση την
κόρη του, η συμπάθεια και κατανόηση του Μενελάου, που έρχονται αργά, για το
θύμα, η τολμηρή αντίσταση του Αχιλλέα εναντίον του στρατού για να σωθή η μνηστή
του, εντείνουν τη δράση και την τραγικότητα. Η λύση του δράματος δίδεται από τον
από μηχανής θεόν. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Φραγκιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιφιγένεια εν Ταύροις: Η Ιφιγένεια, που
θυσιάζεται από τον πατέρα της Αγαμέμνονα στην Αυλίδα, για να γίνη δυνατόν ν’
αποπλεύσουν τα πλοία της τρωικής εκστρατείας, σώζεται την τελευταία στιγμή από
την θεά Αρτέμιδα, που την μεταφέρει στην χώρα των Ταύρων. Εκεί, μητροκτόνος πια
και περιπλανούμενος, την συναντά ο αδελφός της Ορέστης, ιέρεια της Αρτέμιδος.
Φεύγοντας αποκομίζει μαζί της και το άγαλμα της θεάς στην Αθήνα. Μετάφραση Ν.
Κυπαρίσση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βάκχαι: Πρόκειται για μιαν από τις αρτιώτερες
και οπωσδήποτε την λυρικώτερη από τις τραγωδίες του μεγάλου ποιητή. Ο Πενθέας κ’
η μητέρα του Αγαύη, απιστώντας απέναντι των θείων, τιμωρούνται από τον θεό
Διόνυσο, γιατί δε θέλησαν να δεχθούν τη λατρεία του στην Θήβα. Η μετάφραση, σε
στίχους, του Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοίνισσες: Περιστρέφεται γύρω από την τραγική
παράδοση της αδελφοκτονίας Ετεοκλέους και Πολυνείκους, Γεμάτη επεισόδια και
σκηνική δράση, όπως ο θάνατος των δυο αδελφών, το διώξιμο του πατέρα τους
Οιδίποδος, η γενναία απόφαση της Αντιγόνης κτλ., θεωρείται μια από τις
ωραιότερες τραγωδίες του Ευριπίδου. Η μετάφραση του Ν. Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ικέτιδες: Δράμα πολιτικό και πατριωτικό,
αναγόμενο στον ήρωα Θησέα, ο οποίος θάβει τους Αργείους που έπεσαν μπροστά στα
τείχη των Θηβών. Τον χορό της τραγωδίας τον αποτελούν οι μητέρες και τα παιδιά
των πεσόντων. Αυτά τούτα τα χορικά θεωρούνται από τα παθητικώτερα της αρχαίας
τραγωδίας καθόλου. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ν. Ποριώτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρακλής μαινόμενος: Το ωραίο αυτό δράμα του
μεγάλου τραγικού, αναφέρεται στον Ηρακλή, που, ελευθερώνοντας τα παιδιά του,
κυριεύεται ύστερα από μανία και τα σκοτώνει. Μόλις συνέρχεται από την τρέλλα του
και καταλαβαίνει τι έχει κάμει, επιχειρεί να αυτοκτονήση, αλλά τον σώζει ο φίλος
του Θησέας. Η άρτια τούτη μετάφραση, που διατηρεί όλη την ομορφιά του πρωτοτύπου
οφείλεται στον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίων: Το δράμα αυτό διακρίνεται για την
περίτεχνη πλοκή του, τις περιπέτειες που με πολλή τέχνη παρεμβάλλονται και για
την απροσδόκητη έκβαση. Η υπόθεση του περιστρέφεται γύρω από τους κινδύνους, την
αναγνώριση και την αναγόρευση, μετά, του Ίωνος, ως κληρονόμου του βασιλέα της
Αττικής Ξούθου. Η μετάφραση, του Πολ. Δημητρακόπουλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύκλωψ: Σατυρικό δράμα, που ανάγεται στη
γνωστή ομηρική περιπέτεια του Οδυσσέα, με τη μέθη και την τύφλωση του Κύκλωπα,
που κάνει δυνατή τη σωτηρία του ήρωα και των συντρόφων του. Τα κωμικά επεισόδια
κάνουν το έργο αυτό εξαιρετικά ενδιαφέρον για κάθε εποχή. Η μετάφραση έγινε από
τον Γ. Τσοκόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ορέστης: Το πιο πολύπλοκο και νεωτεριστικό
δράμα ίσως, του Ευριπίδη. Ο Ορέστης καταδικάζεται σε θάνατο από τους Αργείους,
ενώ ο θείος του Μενέλαος τον εγκαταλείπει, από δειλία. Εξαγριωμένος από τη στάση
του Μενελάου ο Ορέστης θέλει να σκοτώση τη σύζυγο του και την κόρη του Ερμιόνη.
Τελικά μεταπείθεται από τον από μηχανής θεό και παντρεύεται την Ερμιόνη. Η
μετάφραση έγινε από την Ηλία Βουτιερίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ρήσος: Ανήκει στα νεώτερα δράματα της Αττικής
Τραγωδίας, κ’ είναι αβέβαιο αν ανήκη στον Ευριπίδη, μολονότι από τους αρχαίους
ήδη χρόνους αποδιδόταν σ’ αυτόν. Φαίνεται ν’ ανήκη μάλλον στη σχολή του
Φιλοκλέους. Ανάγεται στο ομηρικό επεισόδιο της αρπαγής της Ελένης από τον Πάρη.
Η μετάφραση έγινε από τον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρακλείδες: Το δράμα αναφέρεται στην περίθαλψη
των Ηρακλειδών στην Αττική κι αποτελεί ύμνο στην ανδρεία των Αργείων και των
Αθηναίων ηρώων. Το επεισόδιο, όπου η Μακαρία παραδίδεται με τη θέληση της στον
θάνατο προς χάριν της κοινής σωτηρίας, εντείνει την τραγικότητα του δράματος. Η
μετάφραση, σε στίχους Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκάβη: Συγκρατώντας την οδύνη της για τον
θάνατο του γιου της Πολυδώρου, η βασίλισσα της Τροίας συμβάλλει στην καταστροφή
του δολοφόνου. Στην τραγωδία τούτη, το πάθος της εκδίκησης στην Εκάβη,
περιγράφεται με βαθύτατη ψυχολογία. Η μετάφραση του Ν. Ποριώτη</span>
</dt>
<dt>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ελένη: Αντίθετα από την παράδοση, η Ελένη
παρουσιάζεται εδώ σαν υπόδειγμα πιστής συζύγου, και βοηθημένη από τον σύζυγο της
Μενέλαο, κατορθώνει να γλυτώση από τον γάμο με τον Αιγύπτιο βασιλέα. Η αδελφή
του τελευταίου, η Θεονόη, που συμπονεί τους συζύγους, είναι από τους καλύτερα
διαγραφόμενους χαρακτήρες του έργου. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρωάδες: Το συνταρακτικό τούτο δράμα αποτελεί
εξεικόνιση των φρικαλεοτήτων της αλώσεως της Τροίας. Η σφαγή της Πολυξένης, ο
φόνος του Αστυάνακτος, η όψη της πόλης, που πυρπολείται, δίδουν την πιο
δραματική εικόνα πόλης που καταπατείται από τον εχθρό. Η μετάφραση οφείλεται
στον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΟΦΟΚΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απαράμιλλοι σε δραματικό και πλαστικό κάλλος,
οι τραγωδίες του Σοφοκλέους αποτελούν απλησίαστα πρότυπα της δραματικής τέχνης
όλων των λαών κι όλων των εποχών. Αρμονικός υμνητής της φύσης, θαυμαστός
ανατόμος του πάθους, φιλοσοφικός ερευνητής της ανθρωπίνης ψυχής και του ηθικού
κόσμου, ο Σοφοκλής εξυψώνει, φωτίζει και γοητεύει, με σκέψη, λυρισμό, περιπάθεια
και καλλιτεχνική αρτιότητα, το κοινό του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αντιγόνη: Από τα πιο συγκλονιστικά δράματα του
παγκοσμίου θεάτρου, το έργο αυτό παρουσιάζει αντίμαχα τον φυσικό νόμο - τη φωνή
του αίματος - προς το νόμο της Πολιτείας, που επικρατεί βέβαια και συντρίβει,
αλλά δε μπορεί να ταπεινώση την ευγένεια του φυσικού νόμου της στοργής. Η
θαυμάσια μετάφραση, οφείλεται στον Κ. Χρηστομάνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηλέκτρα: Η αλλεπάλληλη διαδοχή τραγικών
γεγονότων και η συχνή μετάπτωση των αισθημάτων και των παθών δίδουν στην
τραγωδία τούτη τον νεωτεριστικώτερο τύπο. Ύστερα από την ανάγνωση των δύο
αδελφών, του Ορέστη και της Ηλέκτρας, αποφασίζεται η εκδίκηση της πατρικής
δολοφονίας: ο φόνος της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου. Η μετάφραση έγινε από
τον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίπους Τύραννος: Ο τραγικός θρύλος της
ακουσίας πατροκτονίας του Οιδίποδος και του γάμου του με την μητέρα του
δραματοποιείται στο έργο αυτό σαν αποκάλυψη που επέρχεται από τον θεό και που
εξιλεώνεται με την αυτοκτονία της μητέρας, αιμομίκτριας εν αγνοία της, και της
εκούσιας τύφλωσης του Οιδίποδος. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τραχίνιαι Το δράμα αυτό περιστρέφεται γύρω από
τον οικτρό θάνατο του Ηρακλή από ερωτικά φίλτρα της συζύγου του Δηιάνειρας, που
είχε παρασυρθή στην πράξη της από υπερβολικό έρωτα. Η ακουσία δολοφόνος
αυτοκτονεί και ο Ηρακλής, πριν πεθάνη, μαθαίνει πως είναι αθώα. Η μετάφραση
οφείλεται στον Άριστο Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φιλοκτήτης: Ο Νεοπτόλεμος, για να πάρη στην
κατοχή του τα πατρικά όπλα από τον Φιλοκτήτη, ύστερα από χρησμό, στην αρχή
μεταχειρίζεται δόλο, όπως τον είχε συμβουλέψει ο Οδυσσέας. Συγκινημένος, όμως,
από τη γενναιοψυχία του ήρωα, μετανοεί, φανερώνει την απάτη και παραιτείται από
τα σχέδια του. Ο Ηρακλής που παρουσιάζεται σαν από μηχανής Θεός, συμβιβάζει τα
πράγματα και δίδει τη γνωστή από τον Όμηρο λύση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αίας: Αναφέρεται στον ομηρικό ήρωα, που
παρεφρόνησε, κατά θείαν βουλήν, για την αλλαζονία του. Συνερχόμενος ο ήρωας και
νιώθοντας ντροπή, αυτοκτονεί. Ύστερα από επέμβαση του αδελφού του Τεύκρου και
του αντιπάλου του Οδυσσέα κηδεύεται με μεγάλη λαμπρότητα για τον ηρωισμό του και
την άλλη του αγαθότητα. Η μετάφραση ανήκει στον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οιδίπους επί Κολωνώ: το τελευταίο από τα
δράματα του Σοφοκλέους. Παρουσιάζει τις τελευταίες περιπέτειες του Οιδίποδος και
κλείνει με τον θάνατο του στον Κολωνό. Η γενική έξαρση, ο λυρισμός, η εξύμνηση
των Αθηνών, το μεγαλείο του ήρωα που πεθαίνει, αναδεικνύουν το δράμα αυτό ως ένα
από τα αριστουργήματα του παγκοσμίου θεάτρου. Η μετάφραση του Ηλία
Βουτιερίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο μέγιστος κωμικός και σατυριστής των
ανθρωπίνων ελατωμάτων, ο θαυμαστός ηθογράφος και δαιμόνιος επινοητής σκηνικής
πλοκής. Με λιτή και γυμνή φράση, προσιτή σε ανθρώπους με ώριμη σκέψη, ο
Αριστοφάνης είναι και παραμένει κυρίως ένας κατ’ εξοχήν ηθικολόγος, που δεν
προδίδει ποτέ τον υψηλό ποιητή. Οι κωμωδίες του έχουν τόση γενικότητα και τόση
ζωντάνια, που παραμένουν πάντοτε επίκαιρες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Όρνιθες: Η κωμωδία αυτή αποτελεί σάτυρα της
πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς και σκώμμα εναντίον των θεωριών για
καινούργια πολιτεύματα. Ο μύθος πλέκεται γύρω από δύο αθηναίους πολίτες που πάνε
στα πουλιά για να ιδρύσουν εκεί μια νέα πολιτεία. Μετάφραση ο Πολ.
Δημητρακόπουλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Βάτραχοι: Κωμωδία φιλολογικού θέματος, όπου
γελοιοποιούνται πολλοί από τους ποιητές και σατυρίζεται η κατάπτωση, που βλέπει
ο Αριστοφάνης στην τέχνη της εποχής του. Ο Ευριπίδης και ο Αισχύλος
παρουσιάζονται από σκηνής, κι ο δεύτερος ανακηρύσσεται ως ύπατος τραγικός. 0ι
υπαινιγμοί για καταχρήσεις και διαφθορά δίδουν στην κωμωδία τεράστιο κοινωνικό
ενδιαφέρον. Η μετάφραση έγινε από τον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκκλησιάζουσαι: Το έργο γελοιοποιεί την
ιδεολογία για τις γυναικείες ελευθερίες και τη χειραφέτηση της γυναίκας, και
σατυρίζει κυρίως τις τότε καινοφανείς θεωρίες περί κοινογαμίας και
κοινοκτημοσύνης. Η μετάφραση οφείλεται στον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νεφέλες: Στο έργο του αυτό ο Αριστοφάνης
διακωμωδεί τους σοφιστές. Σαν σοφιστής παίρνεται κι ο Σωκράτης, γύρω από τον
οποίο δρουν και κινούνται θαυμάσιοι κωμικοί τύποι. Η υπεραπολογία των αρχαίων
ηθών και η επίθεση εναντίον της ανηθικότητας της εποχής αποτελούν τον κύριο
χαρακτήρα της κωμωδίας. Μετέφρασεν ο Πολ. Δημητρακόπουλος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λυσιστράτη: Εδώ ο Αριστοφάνης επικρίνει,
σατυρίζοντας με τον τρόπο του, την πολεμομανία των Αθηναίων. Για να σταματήση ο
καταστρεπτικός Πελοποννησιακός Πόλεμος, οι γυναίκες απέχουν όλων των συζυγικών
καθηκόντων των, κι’ έτσι πλέκεται ένας κωμικώτατος και σατυρικώτατος μύθος. Η
μετάφραση έγινε από τον Πολ. Δημητρακόπουλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεσμοφοριάζουσες: Μια σάτυρα μ’ εξαιρετικά
ευφυή πλοκή, που στρέφεται εναντίον του Ευριπίδου, τον οποίο παρουσιάζει, για να
σωθή από τις γυναίκες ο πεθερός του, να καταφεύγη στη βοήθεια δύο γύναιων.
Μεταφραστής Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειρήνη: Σατυρίζει την πολυπραγμοσύνη και τη
φιλοπόλεμην τάση των Αθηναίων όσο και των άλλων Ελλήνων. Με κωμικώτατη και,
κυρίως, συμβολική πλοκή, βγαίνει στο φως η θαμμένη από τους θεούς Ειρήνη, για να
εξυμνηθούν αμέσως τα αγαθά της. Η μετάφραση έγινε από τον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σφήκες: Στην κωμωδία του αυτή ο Αριστοφάνης
σατυρίζει τη μανία που είχαν οι Αθηναίοι για δικαστήρια και δίκες κ’ επί πλέον
παρουσιάζουν τα ηθικά και κοινωνικά άτοπα της τότε δικαστικής καταστάσεως. Οι
ίδιοι οι δικαστές, που παρουσιάζονται ως χορός Σφηκών, ενώ δήθεν υπερασπίζουν
διακωμωδούν τους δικαστικούς θεσμούς. Η ζωντανή έμμετρος μετάφραση έγινε από τον
Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αχαρνής: Χορός, που τον αποτελούν Αχαρνείς
χωριάτες, επικρίνει τους ρήτορες και τους πολιτικούς σαν αίτιους του
Πελοποννησιακού πολέμου και την καταστρεπτική για την Αθήνα φιλόδοξη πολιτική.
Τα επεισόδια του έργου είναι από τα ευφυέστερα της αρχαίας κωμωδίας και δίδουν
μια ζωντανή εικόνα του τότε αστικού βίου. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππής: Στην κωμωδία τούτη καυτηριάζει
δηκτικώτατα ο δημοκόπος Κλέων, πρώην βυρσοδέψης, και η στρατηγία του στην Πύλο.
Ο χορός του έργου αποτελείται από μέλη της τάξεως των Ιππέων, γιατί η τάξη αύτη
ακριβώς είχε καταδικάσει άλλοτε τον Κλέωνα για δωροδοκία. Αλλά το έργο σατυρίζει
και πολλά άλλα από τότε πολιτικά και κοινωνικά ήθη των Αθηναίων. Η μετάφραση,
έμμετρη, οφείλεται στον Μ. Αυγέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πλούτος: Η, χωρίς αμφιβολία, παραστικώτερη
κωμωδία τούτη του Αριστοφάνη, περιστρέφεται γύρω από ένα γενικώτερο θέμα. Ένας
γέρος ενάρετος και φτωχός, συμμορφούμενος με χρησμό, συναντά τον Πλούτο, τυφλό.
Θεραπεύοντας τον γίνεται πλούσιος, όπως και άλλοι ενάρετοι, γιατί είχε
αποκατασταθή η πρέπουσα τάξη κι’ είχε σταματήσει η ανηθικότητα που κυριαρχούσε
πριν, όταν ο Πλούτος ήταν τυφλός. Ολόκληρη η πλοκή διαπνέεται από καυστικώτατη
σάτυρα. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κομψός στο ύφος, πυρρωνιστής στην σκέψη,
σκώπτης και χαριτολόγος, ο Λουκιανός συμπερίλαβε στις διηγήσεις του, στους
διάλογους του, θεών, ανθρώπων και νεκρών, και στις ποικίλες άλλες μελέτες του
ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο. Την αδρά και φιλολογικώς άρτια μετάφραση του
Λουκιανού, εφάμιλλο στο ύφος και στην κομψότητα με το πρωτότυπο, την οφείλουμε
στον Ιωάννη Κονδυλάκη. Έργο αυτόχρημα κλασικό, που δεν πρέπει να λείπη από καμιά
βιβλιοθήκη, η μετάφραση τούτη του Κονδυλάκη αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μιαν από
τις ωραιότερες προσφορές στην νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άπαντα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΟΜΟΣ Α’. Όνειρο ή Λουκιανού βίος. -Προς
εκείνον που είπε: είσαι Προμηθέας στα έργα σου. - Πλοίον ή ευχές, - Περί
πένθους.- Τίμων ο μισάνθρωπος. - Εγκώμιο μυίγας. - Θεών διάλογοι. - Κρίσεις
Θεών. - Προς Νιγρίνον επιστολή. - Νιγρίνος ή περί φιλοσοφικού χαρακτήρας. - Δίκη
φωνηέντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Β’ Διάλογοι θαλασσίων Θεών. - Αλκυών ή
περί μεταμορφώσεως. Προμηθεύς ή Καύκασος. - Νεκρικοί διάλογοι. - Μένιππος ή
νεκρομαντεία. - Φιλοψευδής ή απιστών. - Πώς πρέπει να γράφεται η Ιστορία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Γ’ Αληθινή Ιστορία. - Τυραννοκτόνος. -
Αποκηρυττόμενος. - Φάλαρις λόγος. - Αλέξανδρος ή ψευδομάντις. - Ο Ηρακλής. - Ο
Διόνυσος. - Ψευδολογιστής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Δ’ Δις κατηγορούμενος ή Δικαστήρια. -
Περί παρασίτου. - Ανάχαρσις. - Προς τον απαίδευτον και πολλά βιβλία αγοράζοντα.
– Ότι δεν πρέπει να πιστεύωμεν εύκολα την διαβολήν. - Ζευς ελεγχόμενος. -
Ρητόρων διδάσκαλοι. - Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος Ε’ Ιππίας ή περί του λουτρού. -
Μακρόβιοι. - Ο θάνατος του Περεγρίνου. - Οι δραπέται. - Περί του ήλεκτρου ή των
κύκνων. – Περί του οίκου. - Πατρίδος εγκώμιον. - Περί των διψάδων. - Περί
ορχήσεως. - Ευνούχος. - Βίος Δημώνακτος. - Διάλεξις με τον Ησίοδον. - Χάρων ή
επισκοπούντες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόμος ΣΤ’ Εικόνες. - Υπέρ των εικόνων. -
Εταιρικοί διάλογοι. - Όνειρος ή αλεκτρυών. - Συμπόσιον ή Λαπίθαι. - Θεών
Εκκλησία, - Βίων πράσις. - Αλιεύς. - Ψευδοσοφιστής. - Περί Συρίης Θεού. - Ζευς
τραγωδός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι αντιλήψεις για τον κόσμο, για τον άνθρωπο,
για την ηθική του περίφημου στωικού φιλοσόφου συγκεντρωμένες στο «Εγχειρίδιο»
του, σε αριστοτεχνική μετάφραση του Άριστου Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαρακτήρες: Το κατ’ εξοχήν ηθικογραφικό και
ψυχολογικό τούτο έργο του συγγραφέα και φιλοσόφου, που παράμεινε πρότυπο στο
είδος του, αποτελεί μια περιγραφή και, ταυτόχρονα, μια σάτυρα κοινωνικών και
ατομικών κακιών και ελαττωμάτων. Η μετάφραση, πιστή στο πρωτότυπο και ζωντανή,
του Μαρίνου Σιγούρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ειδύλλια: Ο κοντινώτερος και συγγενικώτερος
μας από τους αρχαίους ποιητές, υμνητής του έρωτα και της φύσης, που το έργο του,
στο σύνολο του, έχει πολλές ομοιότητες και αναλογίες με τη δημοτική μας ποίηση.
Τα σωζόμενα ποιήματα του, βουκολικά, ερωτικά, μίμοι, επιγράμματα, διαπνέονται
από ζωή κι ομορφιά, που μας προσφέρουν μια ζωντανή εικόνα του αρχαίου βίου με
εκπληκτική νεωτεριστικότητα. Η μετάφραση έμμετρη, του Ιωάν. Πολέμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΗΡΟΔΟΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πατέρας της Ιστορίας ωνομάστηκε ο Ηρόδοτος,
που η πιστοποιημένη κι από άλλες πηγές ακρίβεια των όσων εκθέτει αμιλλάται προς
τη γοητεία του ύφους του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μούσες: Στο θαυμάσιο έργο του, τις «Μούσες»,
μας ιστορεί τη ζωή των αρχαίων Ασιατικών εθνών, διαφόρων βαρβάρων λαών, της
Αιγύπτου και της Ελλάδος μέχρι των Μηδικών Πολέμων. Οι εθνικοί και θρησκευτικοί
μύθοι, που αναφέρει, οι περιγραφές των τόπων και των ηθών και εθίμων, καθώς και
τα διάφορα επεισόδια που περεμβάλλει στις ιστορίες των λαών προσθέτουν άφθαστη
ομορφιά στο βιβλίο, για αυτό οι αρχαίοι έδωσαν τα ονόματα των εννέα Μουσών στα
εννέα κεφάλαια του. Η μετάφραση έγινε από τον Σκαλίδη και μ’ έλεγχο του Ι.
Ζερβού, Τόμοι τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πελοποννησιακός Πόλεμος: Η αμερόληπτη
ακρίβεια, η βαθυστόχαστη κριτική, η συντομία και λιτότητα του λόγου και τ’ αδρά
του νοήματα, ανάδειξαν τον Θουκυδίδη ως τον κορυφαίο ιστορικό του κόσμου όλων
των εποχών. Στο μοναδικό έργο του μας εξιστορεί με θαυμάσιο τρόπο τον
μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο των Ελλήνων, που αποτέλεσμα του υπήρξε η ανεπανόρθωτη
εξασθένιση της Ελλάδος. Ανατρέχοντας στα απώτατα αίτια, ο Θουκυδίδης εξηγεί τα
σχετικά με την ανάπτυξη του Ελληνισμού από τους αρχαιότατους χρόνους, περιγράφει
τη σύσταση και την ζωή των Πολιτειών - Κρατών, δίδοντας μας έτσι μιαν άρτια
εικόνα της ζωής των Ελλήνων. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβά. Τόμοι
τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παράλληλοι Βίοι : Ο τελειότερος και
σημαντικώτερος από τους τελευταίους Έλληνες κλασικούς, για το ύφος, το απέραντο
της σοφίας του και των γνώσεων του και την αδρότητα της σκέψης του. Ιστορικός,
ηθικολόγος και φιλόσοφος, στα έργο του συμπεριέλαβε αμύθητο πλούτο γνώσεων,
δοξασιών και γεγονότων όλου του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου μέχρι των
χριστιανικών χρόνων. Στους «Παραλλήλους Βίους» του δεν βιογραφεί απλά, παρά
κρίνει και συγκρίνει την ιστορία μεγάλων Ελλήνων και Ρωμαίων ανδρών,
περιλαμβάνοντας ταυτόχρονα κι όλα τα σχετιζόμενα μ’ αυτούς και την εποχή τους
γεγονότα, ολόκληρη σχεδόν την πολιτική και κοινωνική και, εν μέρει, την
πνευματική ζωή της Ελλάδος και της Ρώμης. Έτσι, οι Παράλληλοι Βίοι» του
αποτελούν μιαν αισθητικά δοσμένη φιλοσοφική εγκυκλοπαίδεια της ελληνικής και
ρωμαϊκής ιστορίας. Η μετάφραση έγινε από τον Αλέξανδρο Ραγκαβή. Ολόκληρο το έργο
θα κυκλοφορήση σε 10 τόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Δημοσθένης θεωρείται ως ο μεγαλύτερος
ρήτορας του κόσμου κ’ οι λόγοι του είναι το τελειότερο υπόδειγμα ρητορικής
τέχνης. Οι λόγοι τούτοι, δυνατοί και κυριολεκτούντες, ακαταμάχητοι στην
επιχειρηματολογία τους, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα στοχασμού κ’
έκφρασης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο περί του στεφάνου λόγος : «Ο περί του
στεφάνου λόγος» είναι απολογία του πολιτικού του βίου. Περιέχει τόσον μεγάλο
πλούτο σ’ έξαρση και ρητορικά σχήματα, που μπορεί ν’ αποτελέση πρότυπο για την
διδασκαλία της ρητορικής τέχνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι τρεις Ολυνθιακοί: Στους «Τρεις Ολυνθιακούς»
του εκθέτει, αποκαλύπτοντας την έτσι στους Αθηναίους, την πολιτική και τους
σκοπούς του Φιλίππου, του Βασιλιά της Μακεδονίας, επικρίνοντας τους ταυτόχρονα
για την αδράνεια τους. 01 «Τρεις Ολυνθιακοί» κρίνονται σαν οι κατ εξοχήν
πολιτικοί λόγοι του μεγάλου αθηναίου ρήτορα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι Τέσσαρες Φιλιππικοί: Αντίθετα, οι «Τέσσαρες
Φιλιππικοί» του αποτελούν δριμύτατην επίθεση εναντίον του Φιλίππου και
ταυτόχρονα πρόκληση σε άμεση εναντίον του ενέργεια των Αθηνών και των άλλων
ελληνικών-Πολιτειών-Κρατών. Οι μεταφράσεις των λόγων του Δημοσθένους, ακριβείς,
διατηρούν όλη τη δύναμη και τη ζωντάνια του πρωτοτύπου κι οφείλονται στον Ν,
Γκινόπουλο. Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΜΗΡΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα μέγιστα κι ανυπέρβλητα ποιητικά μνημεία της
παγκοσμίου σκέψεως αποτελούν τα δύο αριστουργηματικά έπη, η «Ιλιάδα» και η
«Οδύσσεια», του Όμηρου. Ό,τι δημιούργησαν οι αρχαίοι πολιτισμοί της Ανατολής σε
γνώσεις, θρησκευτικές δοξασίες, μύθους και σύμβολα, σε ηθικές αντιλήψεις και σε
τέχνη, πολλαπλασιασμένα από την πλούσια ελληνική διανόηση και διυλισμένα από την
καθαρή και λεπτή ελληνικήν αισθητική, κατάληξαν στον Όμηρο, σαν απόσταγμα
ποίησης, πλαστικότητας και κάλλους. Έτσι τα δύο ομηρικά έπη αποτελέσανε και
παραμείναν έκτοτε δυο αστείρευτες πηγές κάθε τέχνης, ιδανικά κι άφθαστα πρότυπα
για κάθε ποίηση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιλιάς: Το κυρίως ηρωικό έπος. Βασίζεται στη
φιλονεικία μεταξύ Αγαμέμνονος και Αχιλλέως, περιγράφει όλα τ’ αποτελέσματα και
τις επιπτώσεις που είχε στην τρωικήν εκστρατεία κι ανατρέχει, επεισοδιακά, σ’
όσα προηγήθηκαν της εκστρατείας και στην εν γένει ελληνική μυθολογία. Θεοί,
ήρωες, παραδόσεις, περιπέτειες, περιγραφές, αποτελούν στην «Ιλιάδα» έναν κόσμο
που κινείται και ζη μ’ όλη την ενάργεια της αλήθειας και μέσα στο άπλετο φως της
πιο υψηλής ποίησης. Η μετάφραση ρυθμική, και πιστή, του Ι. Ζερβού. Τόμοι
τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οδύσσεια: Το πολυσύνθετο και πολυμερές έπος
αυτό του Όμηρου διηγείται την δεκάχρονη περιπλάνηση του Οδυσσέα, ύστερα από τον
τρωικό πόλεμο, επιστρέφοντας στην Ιθάκη. Οι πολιτισμοί, οι θρησκείες, η Ιστορία,
τα ήθη των τότε λαών, καθώς και των μυθολογουμένων, περιλαμβάνονται και
συμπλέκονται στην αριστουργηματική, περιπετειώδη αφήγηση. Η έμμετρη μετάφραση,
από τις κλασικές πια της νεοελληνικής γραμματολογίας, έγινε από τον Ιάκωβο
Πολυλά. Το έργο θα κυκλοφορήση σε τέσσερις τόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο πολυσχιδέστερος κι έγκυκλοπαιδικώτερος από
τους φιλοσόφους όλων των εποχών, που το έργο του υπήρξεν η βάση ολόκληρης της
νεώτερης επιστήμης και φιλοσοφίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηθικά Νικομάχεια: Πρόκειται για το πιο
νεωτεριστικό έργο του μεγάλου φιλοσόφου. Στα «Ηθικά Νικομάχεια» εξετάζονται,
αναλύονται και διατυπώνονται από θεωρητικής και, ταυτόχρονα, πρακτικής απόψεως,
οι αρχές της κοινωνικής και της ατομικής ηθικής. Η μετάφραση φιλολογική και
σαφής, έγινε από τον Κ. Ζάμπα. Τόμοι δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Περί ψυχής: Στο πολυφημισμένο τούτο έργο του ο
Αριστοτέλης διατύπωσε τις μεταφυσικές θεωρίες του για την ψυχή, βασίζοντας τις
στα δεδομένα του φυσικού κόσμου και του ορθού λόγου. Οι αντιλήψεις του υπήρξαν η
αφετηρία των περισσοτέρων από τα νεώτερα μεταφυσικά συστήματα. Η μετάφραση
οφείλεται στον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μικρά φυσικά: τα πορίσματα των πριν απ’ αυτόν
φυσικών και φιλοσόφων και κυρίως τα συμπεράσματα της κολοσσιαίας προσωπικής
εργασίας του διατύπωσεν ο Αριστοτέλης στο έργο του αυτό. Έργο βαθύτατο και
διαφωτιστικό των τότε φυσικών και βιολογικών γνώσεων. Η μετάφραση, με φιλολογική
ακρίβεια και σαφήνεια, οφείλεται στον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αθηναίων Πολιτεία : Ιστορία πολιτική και
πολιτειακή των Αθηνών, το κυριώτερο από το μεγάλο περί πολιτευμάτων έργο του
Αριστοτέλους. Στην Ιστορία τούτη θαυμάζεται ιδιαίτερα η λιτότητα και η οικονομία
του έργου. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΞΕΝΟΦΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λαξευτής του λόγου, χαρακτηριζόμενος κυρίως
για την σαφήνεια του, την λιτότητα και την περιγραφικότητα του, ο Ξενοφών
αποτελεί υπόδειγμα της Αττικής καλλιέπειας κ’ είναι ένας από τους μεγαλύτερους
ιστορικούς και ηθικολόγους της παγκοσμίου γραμματολογίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απομνημονεύματα : τα «Απομνημονεύματα» του
Ξενοφώντος είναι η περίληψη της διδασκαλίας του Σωκράτους, του οποίου επίσης
υπήρξεν μαθητής, κι αναφέρονται κυρίως στις ηθικές αντιλήψεις του μεγάλου
φιλοσόφου. Η μετάφραση έγινε από τον Κ. Βάρναλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κύρου Ανάβασις: Ιστορία της εκστρατείας του
Κύρου του νεωτέρου και κυρίως η αφήγηση της επιστροφής των δέκα χιλιάδων Ελλήνων
υπό την στρατηγία του Ξενοφώντος. Η περιγραφή των χωρών και των λαών της Ασίας
επιτείνει την ζωηρότητα του ύφους και το ενδιαφέρον τής Ιστορικής αφήγησης.
Μετάφραση Δ. Αναστασοπούλου του Αθηναίου. Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Στους θαυμάσιους διάλογους του ο Πλάτων
απέδωσε την διδασκαλία του Σωκράτους και διατύπωσε εξαιρετικής γενικότητας δικές
του θεωρίες για τον κόσμο και για τον άνθρωπο, για την ψυχή και για τον νου, για
την πολιτεία και για την ηθική, επηρεάζοντας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">βαθύτατα τον Χριστιανισμό και τις ηθικές και
κοινωνικές αντιλήψεις των νεωτέρων χρόνων ως τις μέρες μας. Οι διάλογοι του
αποτελούν άρτια εγκυκλοπαιδική διδασκαλία της αρχαίας σοφίας, κ’ έχουν τόση
φυσικότητα, περιγραφή και χάρη, που μπορούν να χαρακτηρισθούν κι ως φιλοσοφικά
δράματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίδων: Πρόκειται για υψηλή και βαθιά μελέτη
περί ψυχής. Ο Σωκράτης, ανάμεσα στους μαθητές του, στις τελευταίες ώρες της ζωής
του, διδάσκει με ηρεμία και γαλήνη τον θείο προορισμό του άνθρωπου και φέρνει
δυνατά επιχειρήματα για την ύπαρξη ζωής. Ύστερ’ από τον θάνατο. Η λιτή δραματική
αφήγηση του θανάτου του Σωκράτους, με κώνειο, είναι από τις ωραιότερες σελίδες
της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Η μετάφραση έγινε από τον Αρ. Χαροκόπο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων : Ο μεγάλος φιλόσοφος, παρακινούμενος
από τον Κρίτωνα να φύγη, για να μην υποστή την άδικη τιμωρία, αρνείται και
εξηγώντας τους λόγους διδάσκει γιατί και πώς πρέπει ν’ αγαπούμε και να σεβώμαστε
την πατρίδα και τους νόμους της. Μετάφραση Ν. Γκινοπούλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος: Από τα τελευταία έργα του Πλάτωνος.
Σ’ αυτό ερευνώνται τα σχετικά με την ανθρώπινη γνώση και καθορίζεται το τι είναι
επιστήμη. Η ενάργεια της σκέψης, η βαθύτητα του νοήματος και η ακρίβεια της
φιλοσοφικής διατύπωσης κάνουν τον «θεαίτητον» έναν από τους εξοχώτερους
πλατωνικούς διάλογους. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρατύλος: Με βαθύτατη παρατηριτικότητα κ’
εύληπτη ανάλυση στον διάλογο τούτο εξετάζεται το πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα, για
το πώς πρέπει ν’ αποβλέπομε στη μουσική ετυμολογία των λέξεων και ίσαμε ποιο
σημείο είναι δυνατόν να χειραφετηθή η σκέψη από τις ατέλειες της γλώσσας.
Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σοφιστής: Πρόκειται για εξαιρετικά τολμηρή
φιλοσοφική έξαρση προς εξακρίβωση των ορίων της ανθρωπίνης νοήσεως, γι’ αυτό και
θεωρείται ως η μεταφυσική του Πλάτωνος. Σ’ ό,τι αφορά στην λογική του, είναι ο
πιο πολύτροπος και οξύς από τους πλατωνικούς διάλογους. Η μετάφραση έγινε από
τον Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολιτικός : Στον διάλογο τούτο αναλύεται
φιλοσοφικά η ανθρώπινη ενέργεια στην πράξη και τη θεωρία, κι ο συγγραφέας,
χρησιμοποιώντας έναν μύθο, παρουσιάζει άλλο είδος, πολιτεύματος για να υποδείξη
τις ατέλειες των υπαρχόντων πολιτευμάτων. Έτσι, ο διάλογος αυτός αποτελεί την
κατ’ εξοχήν κοινωνιολογική μελέτη του Πλάτωνος. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαρμίδης: 0 «Χαρμίδης» αποτελεί επισκόπηση της
ηθικής, κ’ εξετάζει κυρίως το τι είναι σωφροσύνη, για να συμπεράνη ότι και αυτή,
όπως τόσες άλλες ηθικές αξίες, είναι σχετική και επομένως απροσδιόριστος από
πολλές απόψεις. Μετάφραση Άριστου Καμπάνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ιππίας μείζων και ελάσσων: Στον «Ιππία
μείζονα», ο Σωκράτης φέρνει σε αντιφάσεις τον σοφιστή Ιππία, προκαλώντας τον να
ορίση το Ωραίον. Ερευνάται αν Ωραίον είναι το πρέπον η το χρήσιμο η το ικανό ή,
γενικώτερα ακόμη, αν το Ωραίον είναι το αίτιο του αγαθού ή, πιο θετικά, αυτό που
ευχαριστεί την δράση και την ακοή. Όλους τους ορισμούς αυτούς, ο Σωκράτης τους
ελέγχει ως αυτοτελείς, υποδεικνύοντας εντούτοις ως κάτι ευχάριστο κ’ επαρκή για
τον νου μια τέτοια πολλαπλή και διαφορότροπη επισκόπηση των γενικών ζητημάτων.
Σε παρόμοιο συμπέρασμα καταλήγει κι ο «Ιππίας ελάσσων», ερευνώντας όμως κάτι
άλλο: αν και κατά πόσον η αλήθεια διαφέρει από το ψέμμα. Μετάφραση Κ.
Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίδρος: Περιμάχητος διάλογος, που από την
αρχαιότητα κιόλας πότε προκαλούσε τον έπαινο και πότε την επίκριση για τις
παράτολμες περί ηθικής ιδέες του, οι οποίες αναπτύσσονται τεχνικώτατα και με
παραστατικό λυρισμό. Πραγματεύεται τον έρωτα, το κάλλος και όλα τ’ ανάλογα
ψυχικά συναισθήματα, αντικρούοντας και συμπληρώνοντας έναν σχετικό λόγο του
Λυσίου κι αποδείχνοντας, ταυτόχρονα, πώς η ρητορική μόνο με τη φιλοσοφία μπορεί
ν’ αναχθή σε τέχνη. Μετάφρ. Κ. Γούναρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλκιβιάδης Α’ Αλκιβιάδης Β’ : η αυτοεπίγνωση,
το «γνώθι σαυτόν», κι ακόμη βαθύτερα η θεώρηση του εσωτερικού κόσμου μας τίθεται
στον Αλκιβιάδη σαν αφετηρία και βάση της εξύψωσης του άνθρωπου. Αφού
διευκρινισθή πρακτικά, ότι χωρίς την αυτεπίγνωση δεν έχουμε ορθή αντίληψη του
δικαίου και του οφελίμου, μετά γενικεύεται η ιδέα της αυτοεπίγνωσης και η
ωφέλεια που έχουμε απ’ αυτήν παρουσιάζεται σαν εκείνο που κατ’ εξοχήν
τελειοποιεί τον άνθρωπο και που τον εξυψώνει προς το θείο. Έτσι, οι αντιλήψεις
του διαλόγου τούτου είναι ο πυρήνας, μπορεί να πη κανείς, της Νεοπλατωνικής
Φιλοσοφίας. Ο συναπτόμενος διάλογος «Αλκιβιάδης Β’» ξεκινώντας από τ’ ότι οι
άνθρωποι προσεύχονται για να ζητήσουν πολλές φορές επιβλαβή πράγματα, καταλήγει
στ’ ότι αγνοούμε το τι είναι το ωφέλιμο και τι το αγαθό. Η μετάφραση του Ν.
Καζαντζάκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίππαρχος, Οι αντεραστές: στον πρώτο από τους
δυο αυτούς διαλόγους, τον «Ίππαρχο», ερευνάται τι είναι η αγάπη του κέρδους και,
πιο γενικά, η τάση του άνθρωπου να ωφεληθεί από τον διπλανό του και να
επικρατήση, και κατά πόσο μια τέτοια τάση είναι βλαβερή και άδικη. Αφού
αποδειχθή η σχετικότητα των παρόμοιων αντιλήψεων, συμπεραίνεται ότι η
φιλοκέρδεια είναι μια φυσική ανθρώπινη ροπή. Στους «αντεραστές» εξετάζεται τι
είναι φιλοσοφία και κατά πόσον και πώς ωφελεί, κατακρίνονται δε αυτοί που την
απλή πολυμάθεια την παρουσιάζουνε σαν σοφία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκυών : Στον πρώτο από τους
τρεις αυτούς διαλόγους ερευνάται τι είναι πλούτος και κατά πόσον μπορεί να είναι
ωφέλιμος στον άνθρωπο. Στον δεύτερο, τον «Αξίοχο», γίνεται επισκόπηση της
εσώτερης πίστης που έχει ο άνθρωπος για την ψυχή και η πίστη τούτη προβάλλεται
έμμεσα σαν εκμηδένιση του φόβου του θανάτου. Στην «Αλυόνα», ποιητικά και με
κάποιον μυστικισμό, ερμηνεύεται η μεταμορφωτική δύναμη της ύλης της φύσεως. Η
μετάφραση έγινε από τον Γ. Μάνεση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρμενίδης: Ο Παρμενίδης και ο Ζήνων ο Ελεάτης
υποστηρίζουν δογματικά το ενιαίο του σύμπαντος, αποδείχνοντας με πλήθος
μεταφυσικούς ισχυρισμούς το αδύνατο της πολλαπλότητας των όντων. Μα ο Σωκράτης,
με αλλεπάλληλες ερωτήσεις τους φέρνει σε αντιφάσεις, για να προκύψη τελικά ως
βαθύτερο συμπέρασμα του διαλόγου, η σχετικότητα των ανθρωπίνων γνώσεων και το
σφαλερό κάθε δογματικής θεωρίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμπόσιον: Σε συμπόσιο, όπου γιορτάζεται η
νίκη του πλουσίου δραματικού ποιητού Αγάθωνος, οι συνδαιτυμόνες αποφασίζουν να
εγκωμιάσουν, κάθε ένας χωριστά, τον έρωτα. Τελευταίος μιλεί ο Σωκράτης για να
ορίση ότι ο έρωτας, όπως τον εννοούν όλοι, είναι η επιθυμία του άνθρωπου για την
ομορφιά. Στην διήγηση του περιλαμβάνει τον μύθο της γένεσης του Έρωτα, γεμάτον
βαθύ και υψηλόν μυστικισμό, και παρουσιάζει ιδεολογικά τον ερωτικό πόθο σαν
φιλοσοφική έφεση, ως τάση προς ευδαιμονία και, μαζί, αθανασία. Ο ξαφνικός
ερχομός του Αλκιβιάδη, μεθυσμένου, που πειράζει φιλικά τον Σωκράτη, επιβεβαιώνει
παραστατικά τη σωκρατική ιδεολογία. Μεταφραστής ο Ν. Κουντουριώτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύδημος : Ο διάλογος αυτός αποτελεί σφοδρήν
επίθεση και επίκριση των αμφιγνωμιών, των σφαλερών συλλογισμών και της κενότητας
της σκέψης και των γνώσεων των σοφιστών, όχι τόσο των επιφανών και
φιλοσοφούντων, όσο των κοινών και ρητορευόντων. Ορισμένοι υπαινιγμοί αφορούν
στον Αντισθένη και στον Ισοκράτη. Μεταφραστής ο Α. Χαροκόπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μένων : Από τους πιο λιτούς πλατωνικούς
διάλογους, που δείχνει, εντούτοις, την ευρύτητα και την πολυμέρεια του μεγάλου
φιλοσόφου. Εξετάζει και αναλύει την αρετή, αν και κατά πόσον είναι έμφυτη στον
άνθρωπο. η μαθηματικά διατυπωμένη σκέψη, η αλληλουχία και η ακρίβεια των
συλλογιστικών επιχειρημάτων καθώς και η οικονομία του, που περιορίζει αυστηρά το
θέμα του, πλησιάζουν τον διάλογο αυτόν στην λεγομένη, κιόλας, θετική φιλοσοφία.
Η μετάφραση έγινε από τον Χαρίλαο Παπαντωνίου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεάγης. Περί δικαίου. Περί αρετής : στον
πρώτον από τους τρεις αυτούς διαλόγους, ο Πλάτων εξετάζει το τι είναι σοφία και
αν μπορή να διδαχτή, και θέτει σαν βάση της μόρφωσης και της επίδοσης του
ανθρώπου την εσωτερική φυσική κλίση του. Στον διάλογο τούτο γίνεται πολύς λόγος
από τον Σωκράτη για το γνωστό δαιμόνιο του. Στον δεύτερο ερευνάται αν η αντίληψη
του δικαίου είναι έμφυτη η επίκτητη, και στον τρίτο αν μπορή να διδαχτή ή όχι η
αρετή, για να κατάληξη στο συμπέρασμα, ότι η αρετή είναι θείο δώρο. Μετάφραση
του Σ. Λιμπεροπούλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φίληβος : Στην ερώτηση, που βασίζεται το
αγαθό, ο Φίληβος άπαντα προβάλλοντας την ηδονή κι ο Σωκράτη αντιπαραβάλλει τη
φρόνηση. Κι αφού δειχτή, ότι για τον άνθρωπο είναι σημαντικώτερη η φρόνηση, ως
κάτι πεπερασμένο και αντιληπτό συμπεραίνεται ότι ο συνδυασμός φρονήσεως και
αρετής οδηγεί στο αγαθό. Μετάφραση Κ. Ζάμπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρωταγόρας : Ύστερα από ωραία και ειρωνική
περιγραφή των επιδειχτικών και φαντασμένων τρόπων των σοφιστών, γίνεται
συζήτηση, ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Πρωταγόρα, περί αρετής. Επιδέξια
φέρνοντας σε αδιέξοδο τον σοφιστή, ο Σωκράτης αποδείχνει πως η αρετή είναι
αυτοδίδαχτη κ’ ύστερα, μεταστρέφοντας τους συλλογισμούς του την παρουσιάζει σαν
αποτέλεσμα γνώσης. Μετάφραση Α. Χαροκόπου. Κριτίας : Αναφερόμενος στη
μυθολογούμενη χώρα της Ατλαντίδος, της οποίας μας δίδεται ποιητική και
εξαιρετικά παραστατική περιγραφή, ο Ελάτων διατυπώνει εδώ το ιδανικό, κατά την
αντίληψη του πολιτικό και κοινωνικό σύστημα: έναν συνδυασμό μοναρχίας και
ομοσπονδιακής οργάνωσης. Μετάφραση Α. Χαροκόπου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λάχης: Ο διάλογος αυτός θέτει σαν βάση
ανατροφής την ανδρεία, κι από ηθική κι από υλική άποψη. Εξετάζοντας το τι είναι
η ανδρεία και μην καταλήγοντας σε κανέναν ορισμό, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι
οι αρετές δεν μπορούν να καθοριστούν θεωρητικά και απόλυτα. Μεταφραστής ο
Άριστος Καμπάνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λύσις : Διάλογος μεταξύ Σωκράτους και ωραίων
εφήβων στην παλαίστρα, που ερευνά τα σχετικά με την φιλία που αρμόζει στους
νέους απέναντι των μεγαλυτέρων τους και, πιο γενικά, την φιλία σαν ατομική και
κοινωνικήν αρετή. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απολογία Σωκράτους: Το δράμα της δίκης και της
καταδίκης του Σωκράτους, και κυρίως η απλή και σοφή εξιστόριση της ζωής και της
διδασκαλίας του, όπως μας δίδεται από τον ίδιο το Σωκράτη, ενώ απολογείται, σαν
υπεράσπιση του εαυτού του κατά των κατηγόρων του. Η μετάφραση έγινε από τον Αλ.
Μωραϊτίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων: Στον διάλογο τούτο εξετάζεται και
αναλύεται με βαθύτητα φιλοσοφική και φιλελευθερισμό το τι είναι οσιότης, δηλαδή
ευσέβεια, αρετή και νομιμοφροσύνη. Επικρίνοντας την πρόληψη και την κατά τύπους
μόνον και παράδοσιν ευσέβεια, θέτει σαν αφετηρία και γνώμονα της αληθινής ηθικής
την έμφυτη και κατά συνείδησιν ηθικότητα. Μετάφραση Αλ. Μωραϊτίδη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γοργίας: Συζήτηση του Σωκράτους με τον διάσημο
σοφιστή της αρχαιότητος Γοργία, που δίδασκε πως η τυπική μόρφωση - η
επιστημονική πολυμάθεια, όπως λέγεται σήμερα - αρκεί για ν’ αναδειχτή ένας
άνθρωπος. θέμα της συζητήσεως είναι, αν η ρητορική πετυχαίνει να δώση την
υπεροχή, πράγμα που αποκρούει ο Σωκράτης, αποδείχνοντας πώς η αληθινή μόρφωση
είναι αυτή που θεμελιώνεται πάνω στην φιλοσοφία. Μετάφραση Αλ.
Φιλαδελφέως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μενέξενος : Μοναδικός στο είδος του διάλογος,
γιατί αποτελώντας τάχα εγκώμιο για Αθηναίους που έπεσαν στον πόλεμο, γραμμένο
από την Ασπασία, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά λεπτή κ’ ειρωνική σάτυρα της
φλύαρης ρητορείας και των ρητόρων της εποχής εκείνης, των οποίων μιμείται με
θαυμαστή τέχνη το ύφος και την παραλογιζόμενη σοφιστεία. Η μετάφραση έγινε από
τον Ι. Ζερβό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τίμαιος : Αποτελεί σύστημα μεταφυσικής
φιλοσοφίας περί γενέσεως του κόσμου και περί φύσεως του άνθρωπου, που
παρουσιάζει πολλή συγγένεια με τις θεωρίες των Πυθαγορείων. Ο Τίμαιος αναπτύσσει
βαθύτατες ιδέες για τον χαρακτήρα του κόσμου και ο Σωκράτης διευκρινίζει,
συντελώντας στην ενάργεια και την παραστικότητα του πλατωνικού ύφους. Η
μετάφραση έγινε από τον Π. Γρατσιάτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίων. Μίνως. Δημόδοκος. Σίσυφος. Κλειτοφών: Ο
πρώτος από τους διάλογους αυτούς ελέγχει την επιπόλαιη γνώση. Ο δεύτερος
αναφέρεται στις περί του δικαίου και της αρετής γενικές και σχετικές αντιλήψεις.
Ο «Δημόδοκος», ξεκινώντας από το ερώτημα, αν και από ποιους πρέπει να ζητούμε
συμβουλές, ανάγεται, πιο γενικά, στην εξέταση του τρόπου και του ποιού της
επίκτητης μόρφωσης. Ο «Σίσυφος» αναλύει τι είναι πρακτική και τι θεωρητική σκέψη
και πόσον είναι ωφέλιμη. Ο «Κλειτοφών», τέλος επισκοπώντας τις περί ηθικής
αντιλήψεις, αποδείχνει τη σχετικότητα τους. Μεταφραστής ο Ν. Καζαντζάκης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολιτεία: Το πρωτοτυπώτερο και πλαστικώτερο
από τα πλατωνικά έργα, αποτελούμενο από δέκα βιβλία. Το πρώτο βιβλίο, που
αναφέρεται στην δικαιοσύνη, γίνεται η αφετηρία για να διατυπωθή μετά η ιδέα του
ιδανικού πολιτεύματος. Η οριζόμενη ισότητα δικαιωμάτων των πολιτών, ο
διακανονισμός ίσης εργασίας, η κατανομή των πολιτών σε τρεις τάξεις, η εξίσωση
ανδρών και γυναικών, η κοινογαμία κ’ η κοινοκτημοσύνη, ο αποκλεισμός των
ποιητών, ο περιορισμός της αύξηση του πληθυσμού, οι πρωτόρρυθμες γενικές αρχές
του κοινωνικού και αστικού δικαίου, συνδυαζόμενες σε οργανικό σύστημα στο έργο
αυτό, αποτέλεσανε την αφετηρία πολλών φιλοσοφικών, κοινονιωλογικών και πολιτικών
θεωριών. Έτσι, που και από την άποψη αυτή αποτελή ένα από τα σημαντικώτερα
δημιουργήματα της ανθρώπινης σκέψης. Η μετάφραση οφείλεται στον Ιωάννη Γρυπάρη.
Τόμοι τρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νόμοι και Επινομίς : Το πιο ώριμο από τα έργα
του Πλάτωνος, σε δώδεκα βιβλία. Ο διάλογος, στον οποίο δεν παρουσιάζεται πια,
διδάσκοντας ή ελέγχοντας, ο Σωκράτης, μα κάποιος ανώνυμος Αθηναίος, δηλαδή ο
Πλάτων, διεξάγεται κατά το διάστημα μιας πορείας από την Κνωσσό ως το άντρο του
Διός: μιας ημέρας. Στον διάλογο παίρνουνε μέρος ο Λακεδαιμόνιος Μέγιλος, και ο
Κρητικός Κλεινίας, που εκπροσωπούν τα δύο περιφημότερα αρχαία πολιτεύματα, το
μινωικό και το σπαρτιατικό. Εδώ δε θα συναντήσουμε περιγραφές χαρακτήρων και
επεισόδια. Κάθε συζητητής παρουσιάζεται απλά σαν εκπρόσωπος μιας ωρισμένης
θεωρίας, για να διατυπωθή τελικά η ώριμη φιλοσοφική αντίληψη του Πλάτωνος σε
πολιτικό σύστημα, επιδεχτικό εφαρμογής. Η «Επινομίς», αποτελώντας συνέχεια των
«Νόμων» είναι ταυτόχρονα και μια επεξήγηση τους συχνά. Μεταφραστής ο Κ. Ζάμπας.
Τόμοι τέσσερις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επιστολές και Όροι: Οι αποδιδόμενες, από την
αρχαιότητα κιόλας, επιστολές στον Πλάτωνα, αναφέρονται στις φιλοσοφικές
αντιλήψεις του και δίδουν πλείστες όσες λεπτομέρειες για την ζωή του μεγάλου
φιλοσόφου. Με τις «Επιστολές» συνεκδίδονται και οι «Όροι», - ερμηνεία, δηλαδή,
ειδικών λέξεων και φιλοσοφικών όρων που συναντούνται στα διάφορα έργα του
Πλάτωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 (ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ Ο.Τ.Ε.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αίθουσα 1.000 τετραγωνικών μέτρων. Χιλιάδες
είδη βιβλίων στις μισές τιμές και με μεγάλες ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γ. ΛΑΔΙΑΣ & Σια Ε.Π.Ε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή πού πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοστέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΠΠΙΑΣ ΜΕΙΖΩΝ ΚΑΙ ΕΛΑΣΣΩΝ Στον «Ιππία
μείζονα», ο Σωκράτης φέρνει σε αντιφάσεις τον σοφιστή Ιππία, προκαλώντας τον να
ορίση το Ωραίον. Ερευνάται αν Ωραίον είναι το πρέπον ή το χρήσιμον ή το ικανό ή,
γενικώτερα ακόμη, αν το Ωραίον είναι το αίτιον του αγαθού ή, πιο θετικά, αυτό
που ευχαριστεί την όραση και την ακοή. Όλους τους ορισμούς αυτούς, ο Σωκράτης
τους ελέγχει ως ατελείς, υποδεικνύοντας εντούτοις ως κάτι ευχάριστο κ' επαρκή
για τον νου μια τέτοια πολλαπλή και διαφορότροπη επισκόπηση των γενικών
ζητημάτων. Σε παρόμοιο συμπέρασμα καταλήγει κι ο «Ιππίας ελάσσων», ερευνώντας
όμως κάτι άλλο: αν και κατά πόσον η αλήθεια διαφέρη από το ψέμμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ
61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-90366361544115495682013-09-04T05:39:00.002-07:002013-09-04T05:39:23.769-07:00ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο Θεαίτητος ανήκει στην κατηγορία των
λεγομένων λογικών διαλόγων του Πλάτωνος. Στους διαλόγους αυτούς ο Πλάτων συζητεί
προβλήματα λογικά και διαλεκτικά. Όλα όμως αυτά τα προβλήματα περιστρέφονται
γύρω από την θεωρία των ιδεών του φιλοσόφου. Ο Θεαίτητος ανήκει στην πρεσβυτική
ηλικία του Πλάτωνος, όπου ανήκουν και οι διάλογοι Σοφιστής, Παρμενίδης και
Φίληβος. (. . .) Ο Θεαίτητος ως προς το περιεχόμενον ηδύνατο κάλλιστα να
ονομασθή θεωρία της γνώσεως ή περί γνώσεως. Και όμως αντί της τόσον γνωστής και
κανονικής, και τότε καθώς και σήμερον, λέξεως γνώσις απροσδόκητον, προβάλλει,
εις τον Θεαίτητον ο πρωτοφανής όρος διά την καθ' όλου Ελληνικήν γλώσσαν
επιστήμη, και όχι μόνον διήκει εις ολόκληρον τον προκείμενον διάλογον, αλλά και
εις τον Σοφιστήν και τον Πολιτικόν, οι οποίοι και αποτελούν συμπλήρωσιν του
ιδίου θέματος. Το παράδοξον τούτο φαινόμενον ευρίσκει την λύσιν του μόνον εις
τον Κρατύλον, ο οποίος, καθώς εθίξαμεν εκεί, αποτελεί την βάσιν της σειράς αυτής
των ανωτέρων φιλοσοφικών έργων του Πλάτωνος. Εάν συγκρίνωμεν τα δύο χωρία του
Κρατύλου, όπου γίνεται λόγος περί επιστήμης (σελ. 58 και 104), εξάγομεν ότι η
φθογγική ή μουσική έκφρασις αυτής της λέξεως ήρεσε εξαιρετικώς εις τον Πλάτωνα,
διά να εκφράζη την τελείαν εκείνην ενέργειαν της ψυχής, η οποία επέρχεται σαφώς
εις την ωριμωτέραν ηλικίαν, και συνίσταται εις το να εξέρχεται ως προβολεύς η
ψυχική μας αντίληψις επάνω εις τα πράγματα, και να τα περιλαμβάνει ρεαλιστικώς
διά της διαισθητικής και τηλεπαθικής πλέον και σχεδόν προφητικής δυνάμεώς της.
(Ίδε και συμφέρον Κρατ. σελ. 66 και ευφροσύνη σελ. 71.</span>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 14pt;">(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό κείμενο)
</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1. Περιεχόμενον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Θεαίτητος ως προς το περιεχόμενον ηδύνατο
κάλλιστα να ονομασθή θεωρία της γνώσεως ή περί γνώσεως. Και όμως αντί της τόσον
γνωστής και κανονικής, και τότε καθώς και σήμερον, λέξεως γνώσις απροσδόκητον,
προβάλλει, εις τον Θεαίτητον ο πρωτοφανής όρος διά την καθ' όλου Ελληνικήν
γλώσσαν επιστήμη, και όχι μόνον διήκει εις ολόκληρον τον προκείμενον διάλογον,
αλλά και εις τον Σοφιστήν και τον Πολιτικόν, οι οποίοι και αποτελούν συμπλήρωσιν
του ιδίου θέματος. Το παράδοξον τούτο φαινόμενον ευρίσκει την λύσιν του μόνον
εις τον Κρατύλον, ο οποίος, καθώς εθίξαμεν εκεί, αποτελεί την βάσιν της σειράς
αυτής των ανωτέρων φιλοσοφικών έργων του Πλάτωνος. Εάν συγκρίνωμεν τα δύο χωρία
του Κρατύλου, όπου γίνεται λόγος περί επιστήμης (σελ. 58 και 104), εξάγομεν ότι
η φθογγική ή μουσική έκφρασις αυτής της λέξεως ήρεσε εξαιρετικώς εις τον
Πλάτωνα, διά να εκφράζη την τελείαν εκείνην ενέργειαν της ψυχής, η οποία
επέρχεται σαφώς εις την ωριμωτέραν ηλικίαν, και συνίσταται εις το να εξέρχεται
ως προβολεύς η ψυχική μας αντίληψις επάνω εις τα πράγματα, και να τα
περιλαμβάνει ρεαλιστικώς διά της διαισθητικής και τηλεπαθικής πλέον και σχεδόν
προφητικής δυνάμεώς της. (Ίδε και συμφέρον Κρατ. σελ. 66 και ευφροσύνη σελ.
71.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2. Άλλοι όροι επιστημονικοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δεν είναι μόνον η λέξις επιστήμη η οποία
ενισχύει την γνησιότητα των ετυμολογιών του Κρατύλου. Πολύ περισσότερον ενισχύει
αυτήν η εν σελίδι 109 ετυμολογία του ομηρικού &κηρ& (καρδία) από το
&κηρός&, από την οποίαν δεν έχει καμμίαν παραδοξοτέραν ετυμολογίαν ο
Κρατύλος. Ώστε οι αθετούντες εκείνον ας προχωρήσουν και εις τον Θεαίτητον. Και
αυτή μεν η πλάνη δεν έχει ανάγκην περισσοτέρας αναιρέσεως, αλλά ημείς ενταύθα
τονίζομεν ότι, όστις εις εκάστην σελίδα του Θεαιτήτου δεν αναγνωρίζει μίαν
τελειοτέραν ανάπτυξιν των θεωριών του Κρατύλου και ιδίως του τελευταίου μέρους,
εκ του οποίου και παραδείγματα αυτολεξεί θα εύρη, αυτός δεν ενόησε ούτε τον
Θεαίτητον ούτε την βαθμιαίαν εξέλιξιν των θεωριών του Πλάτωνος και ιδίως της
τελειοτέρας αυτών διατυπώσεως, ως θα ίδωμεν και εις τους μετ' αυτόν διαλόγους.
Εκ των άλλων όρων την δόξαν μετεφράσαμεν ως κρίσιν όχι διότι ακριβώς ισοδυναμεί
η κρίσις προς την δόξαν, αλλά διότι εν μέρει πλησιάζει και τείνει να φθάση
αυτήν. Η δόξα δηλαδή του Πλάτωνος δεν είναι άλλη από την συνήθως περιφρονουμένην
(και μάλιστα εμπαιζομένην εν Μενεξένω) κοινήν ή λαϊκήν γνώμην, ως πάντοτε
πλανωμένην. Οπωσδήποτε όμως αυτή η ιδία είναι ο υποτυπώδης τύπος της κατόπιν
ακραιφνούς και επιστημονικής Αριστοτελικής κρίσεως. Ο δε &λόγος& είναι
κυρίως η διά της γλώσσης διατύπωσις της κρίσεως και αποτελεί επίσης αρχικόν και
υποτυπώδη τύπον του ορισμού, όστις τελειοποιείται και σαφηνίζεται εις τον
Σοφιστήν και τον Πολιτικόν, οι οποίοι υπό αυτήν την έποψιν αποτελούν το
συμπλήρωμα του Θεαιτήτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3. Αι ειρωνείαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άλλο φαινόμενον άξιον προσοχής εις ολόκληρον
τον Θεαίτητον είναι αι ειρωνείαι, όχι αι Σωκρατικαί και πικραί, αλλά αι
πλατωνικώτεραι και αγαθαί και καλλιτεχνικαί, αι οποίαι καθιστούν ολόκληρον τον
διάλογον τερπνόν, ως ένα χιουμοριστικώτατον σημερινόν ανάγνωσμα. Κατά δε την
συνήθειαν των νεωτέρων φιλολογιών μετεχειρίσθημεν εις τα κυριώτερα μέρη αυτής το
ειρωνικόν σημείον του εν παρενθέσει ερωτηματικού ή θαυμαστικού σημείου. Αι
πολυπληθέστεραι ειρωνείαι, ευρίσκονται εις τον λόγον του Σωκράτους (σελ. 51 έ),
όταν υπερασπίζεται δήθεν τον Πρωταγόραν, ενώ κατ' ουσίαν τον προπηλακίζει και
τον εξευτελίζει. Και πρέπει αυτός ο λόγος ολόκληρος να αντιστραφή εις το
αντίθετον, ως φοβερόν μεν κατηγορητήριον της βλακώδους αντιφάσεως του
Πρωταγόρου, ως ύψιστον δε εγκώμιον της Πλατωνικής διανοίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μία τοιαύτη ειρωνεία ωρισμένως η εξοχωτέρα
λανθάνει εις το παρανοηθέν και διαστραφέν χωρίον 190 α «ως γε μη ειδώς σοι
αποφαίνομαι» τα οποίον πρέπει να διορθωθή κάπως: «οίον έγωγε μη ειδώς τι σοι
αποφαίνομαι» και κυριολεκτικώς μεν σημαίνει (καθώς το μετεφράσαμεν σελ. 109):
«Καθώς εγώ, όταν δεν γνωρίζω τι να σου απαντήσω», κατ' ουσίαν όμως κρύπτει την
αληθινήν σημασίαν: Καθώς το παθαίνεις συ, όταν συλλογίζεσαι και δεν γνωρίζεις τι
να μου απαντήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4. Πίναξ των συνδυασμών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τόρα παραλείποντες μερικάς διορθώσεις του
κειμένου και συμπληρώσεις, αι οποίαι δεν έχουσι μεγάλην σημασίαν διά την
μετάφρασιν, ερχόμεθα εις την σελίδα 104 της οποίας τους 14 συνδυασμούς
παρουσιάζομεν επί το μαθηματικώτερον εις τον εν τέλει του προλόγου προσηρτημένον
πίνακα ούτως ώστε και αυτοί ευκολώτατα να εννοηθούν, αλλά προ πάντων να
συντελέσουν εις την διασάφησιν των δυσκολιών της σελίδος 105 (στίχ. 5—8) ιδία
διά τους ειδικώς εις την σπουδήν του Πλάτωνος ασχολουμένους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκάστη περίπτωσις του πίνακος αναγινώσκεται,
εάν θέσωμεν ως υποκείμενον ό,τι είναι γραμμένον άνωθεν της στήλης του αριθμού 1
και ως κατηγορούμενον ό,τι είναι άνωθεν του 2.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι περιπτώσεις αριθμούνται εις τον πίνακα με
αύξοντα αραβικόν αριθμόν και είναι 14. Αντιστοιχούν δε εις εκάστην περίοδον της
σελίδος 104 και μόνον η περίπτωσις 5 έχει διά την μετάβασιν 2 περιόδους και η 9,
χάριν διασαφήσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκ του πίνακος φαίνεται ότι του πρώτου
συστήματος μόνον τέσσαρες περιπτώσεις είναι δυναταί (1—4), ομοίως δε και του
δευτέρου (4—8). Εις το τρίτον όμως σύστημα πλην των περιπτώσεων 9, 10, 11,
επιτρέπονται και αι περιπτώσεις α, β, γ, δ, ομοίως δε εις το τέταρτον σύστημα
πλην των περιπτώσεων 12, 13, 14 επιτρέπονται και οι συνδυασμοί Α, Β, Γ, Δ.
Περιπλέον δε ήτο δυνατόν να σχηματισθούν και ανάμικτοι συνδυασμοί εκ του τρίτου
και τετάρτου συστήματος ομού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτοί λοιπόν οι συνδυασμοί οι σημειούμενοι με
γράμματα υπονοούντα, εις το τέλος της σελίδος 104 ως υπολειπόμεναι περιπτώσεις,
αι οποίοι αναλύονται εις την σελίδα 105 στίχ. 4—8.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ότι πρόκειται ενταύθα περί συνθέτων συνδυασμών
και δυσκολωτέρων φαίνεται από την κατόπιν απάντησιν του Θεαιτήτου, ο οποίος
ομολογεί ότι τόρα δεν εννοεί πλέον τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά καθώς είναι το κείμενον εις το πρώτον
ήμισυ αρμόζει τελείως η συγχώνευσις των περιπτώσεων α και β. Ενώ όμως το
δεύτερον ήμισυ έπρεπε να αποδίδη τον συνδυασμόν γ και δ, παρέχει ατοπώτατα μίαν
βλακώδη επανάληψιν της περιπτώσεως 9 συντόμως διατυπουμένην. Ημείς μη δυνάμενοι
να φαντασθώμεν τοιούτον μνημονικόν λάθος εις βάρος του Πλάτωνος συμπληρώνομεν το
δεύτερον ήμισυ, επαναλαμβάνοντες το τέλος του πρώτου και τροποποιούντες τα
υπόλοιπα πολύ ελαφρά ως εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">129 d) Και ά μη οίδεν αισθάνεται δε, ών οίδεν
αύ και αισθάνεται, ή ων οίδεν αλλά μη αισθάνεται. = Και όσα δεν γνωρίζω αλλά
βλέπω να τα νομίσω ως άλλα από όσα γνωρίζω και βλέπω, ή γνωρίζω αλλά δεν βλέπω
(ούτω διορθωτέοι οι στίχοι 7—8 της σελίδος 105). Κ. ΖΑΜΠΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΟΔΗΓΙΑΙ ΠΡΟΣ ΑΝΑΛΥΣΙΝ ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1. Ανάλυσις των περιπτώσεων του πίνακος
5—8.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5 = Ό,τι βλέπω το νομίζω — ως άλλο το οποίον
βλέπω. 6 = Ό,τι βλέπω το νομίζω — ως άλλο το οποίον δεν βλέπω. 7 = Ό,τι δεν
βλέπω το νομίζω — ως άλλο το οποίον δεν βλέπω. 8 = Ό,τι δεν βλέπω το νομίζω — ως
άλλο το οποίον βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2.Ανεύρεσις αυτών υπό πλήρη μορφήν εις την
σελ. 104.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Περίπτωσις 5 = Σελίς 104 στίχ. 10 - 11
Περίπτωσις 6 = Σελίς 104 στίχ. 12 Περίπτωσις 7 = Σελίς 104 στίχ. 13 Περίπτωσις 8
= Σελίς 104 στίχ. 14 - 15</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΙΝΑΞ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ό,τι γνωρίζω| Ό,τι δεν γνωρίζω 1 1 2| 2 1 | 2
3 2| 1 2 4 2| 1</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ό,τι βλέπω | Ό,τι δεν βλέπω 5 1 2 | 6 1 | 2 7
| 1 2 8 2 | 1</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ό,τι γνωρίζω| Ό,τι γνωρίζω |Ό,τι
βλέπω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και βλέπω | (δεν βλέπω) |(δεν
γνωρ.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 9 1 2 | |</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 10 1 | 2 |</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 11 1 | | 2</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> α 2 | 1 |</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> β | 1 | 2</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γ 2 | | 1</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δ | 2 | 1</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ό,τι δεν γν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν βλ. | Ό, τι δεν γν. | Ό,τι δεν
βλ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 12 1 2 | |</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 13 1 | 2 |</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> 14 1 | | 2</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Α 2 | 1 |</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Β | 1 | 2</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γ 2 | | 1</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δ 2 | 1</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ (ή περί επιστήμης)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ - ΤΕΡΨΙΩΝ -
ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΘΕΟΔΩΡΟΣ - ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Τερψίων, τόρα γλήγορα ήλθες από τον
αγρόν ή έχεις πολλήν ώραν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι αρκετή ώρα. Και ακριβώς εσένα
εζητούσα στην αγορά και απορούσα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι δεν κατώρθωσα να σε εύρω.
(11)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, διότι δεν ήμην μέσα εις την
πόλιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πού ήσο λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ενώ κατέβαινα εις τον λιμένα απήντησα τον
Θεαίτητον, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μετεφέρετο από το στρατόπεδον της Κορίνθου
εις τας Αθήνας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ζωντανός ή αποθαμένος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μόλις έζη ακόμη, διότι ευρίσκεται εις
αθλίαν κατάστασιν και από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μερικάς πληγάς, περισσότερον όμως τον
θερίζει η επιδημία η οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενέσκηψε εις το στράτευμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως είναι η δυσεντερία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρίμα στον άνθρωπον, ο οποίος διατρέχει
κίνδυνον καθώς λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λαμπρός άνθρωπος, καλέ Τερψίων, αφού
και αυτήν την φοράν ήκουσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τον εγκωμιάζουν μερικοί διά την
μάχην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δεν είναι διόλου παράδοξον, αλλά θα
ήτο πλέον παράδοξον, αν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο τοιούτος. Πώς όμως δεν κατέλυσε εδώ
εις τα Μέγαρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εβιάζετο διά την πατρίδα. Άλλως τε και εγώ
πολύ τον παρεκάλεσα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον συνεβούλευσα, αλλά αυτός δεν ήθελε.
Και λοιπόν, αφού τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προέπεμψα και επέστρεψα, κατόπιν ενθυμήθην
τον Σωκράτην και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εθαύμασα πόσον προφητικώς ωμίλησε μεταξύ
άλλων και περί τούτου. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου φαίνεται, ότι ολίγον πριν αποθάνη
συνήντησεν αυτόν, ενώ ήτο ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παλικαράκι, και αφού τον εσχετίσθη και
ωμίλησε μαζί του, εξετίμησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγάλως τα φυσικά του προσόντα. Και όταν
εγώ επήγα εις τας Αθήνας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου διηγήθη τους λόγους που συνεζήτησε με
αυτόν, οι οποίοι ήσαν πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξιόλογοι, και μου είπε ότι χωρίς άλλο
αυτός θα διακριθή όταν φθάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ηλικίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς φαίνεται, είπε την αλήθειαν. Όμως
ποίοι ήσαν εκείνοι οι λόγοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σου είναι εύκολον να τους διηγηθής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, τουλάχιστον όχι απ' έξω.
Έγραψα όμως αναμνηστικά τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμέσως μόλις επέστρεψα εις την πατρίδα,
κατόπιν δε οσάκις μου εδίδετο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καιρός τους έγραφα, και οσάκις ηρχόμην εις
τας Αθήνας, ερωτούσα εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νέου τον Σωκράτη δι' όσα δεν ενθυμούμην,
και επιστρέφων εδώ τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδιόρθωνα. Ώστε σχεδόν ολόκληρον τον λόγον
τον έχω γραμμένον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το γνωρίζω, διότι και άλλοτε μου το είπες.
Και σε βεβαιώ ενώ πάντοτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είχα σκοπόν να σε παρακαλέσω να μου τον
παρουσίασης, το ανέβαλλες έως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα. Τι μας εμποδίζει όμως τόρα να τον
διέλθωμεν; Εγώ τουλάχιστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχω απόλυτον ανάγκην να αναπαυθώ, διότι
έρχομαι από τον αγρόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και εγώ προέπεμψα τον Θεαίτητον έως
εις τον Ερινεόν και επομένως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχω και εγώ ανάγκην αναπαύσεως. Λοιπόν ας
υπάγωμεν, και ενώ θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξεκουραζώμεθα θα μας τον αναγινώσκη το
παιδί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν το βιβλίον, καλέ Τερψίων, είναι
τούτο εδώ. Το έγραψα δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατ' αυτόν τον τρόπον, όχι δηλαδή να μου
το διηγήται ο Σωκράτης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς μου το διηγείτο, αλλά να συνομιλή με
τα πρόσωπα, με τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου είπε ότι συνωμίλησε. Αυτοί δε είπε ότι
είναι ο γεωμέτρης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεόδωρος και ο Θεαίτητος. Και λοιπόν ενώ
τον έγραφα, διά να μη με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυσκολεύουν αι παρεμβαλλόμεναι μεταξύ των
διαφόρων λόγων διηγήσεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε οσάκις λέγει περί του εαυτού του ο
Σωκράτης παραδείγματος χάριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> «και εγώ απήντησα» ή «και εγώ είπα», είτε
περί του αποκρινομένου ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεδέχθη ή «δεν παρεδέχθη», δι' όλα αυτά,
τον έγραψα ως να συνομιλή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο ίδιος με αυτούς και αφήρεσα αυτάς τας
παρεμβολάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τερψίων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου δεν έκαμες άσχημα, Ευκλείδη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευκλείδης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός, παιδί, πάρε το βιβλίον στο χέρι
και λέγε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν ενδιεφερόμην περισσότερον δι' όσα
συμβαίνουν εις την Κυρήνην,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλέ Θεόδωρε, θα ερωτούσα διά τα εκεί και
διά τους κατοίκους της, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν εκεί μερικοί νέοι καταγινόμενοι
εις την γεωμετρίαν ή εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην φιλοσοφίαν. Τόρα όμως εγώ εκτιμώ
ολιγώτερον εκείνους από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εδώ, και περισσότερον επιθυμώ να μάθω,
ποίοι από τους νέους εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόπον μας δίδουν ελπίδας ότι θα
αναδειχθούν. Αυτά λοιπόν και μόνος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου τα εξετάζω όσον μου είναι δυνατόν, και
τους άλλους ερωτώ, όσους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπω ότι προτιμούν να τους σχετίζωνται οι
νέοι. Εσέ δε ωρισμένως σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχετίζονται όχι ολίγοι και δικαίως. Διότι
είσαι άξιος, όχι μόνον διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα άλλα, αλλά και διά την γεωμετρίαν. Εάν
λοιπόν εσχετίσθης κανένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που να αξίζη τον κόπον, πολύ θα με
ευχαριστήσης να μου το ειπής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος. Και πραγματικώς, Σωκράτη μου, αξίζει
τον κόπον και εγώ να σου ειπώ και συ να το ακούσης, τι παλικαράκι εγνώρισα
μεταξύ των συμπολιτών σας. Και αν ήτο πολύ ωραίος, θα εφοβούμην πολύ να κάμω
λόγον, μήπως με νομίση κανείς ότι του ρίχτηκα. Τόρα όμως — και σε παρακαλώ να με
συγχωρής — δεν είναι ωραίος, και σου ομοιάζει πολύ και ως προς την σιμότητα της
μύτης και ως προς την προεξοχήν των οφθαλμών. Αυτά όμως τα έχει εις μικρότερον
βαθμόν από σε. Επομένως ομιλώ χωρίς να φοβούμαι. Αλλά σε βεβαιώ από όσους
εσχετίσθην έως τόρα — και είναι παρά πολλοί οι τοιούτοι — κανένα ακόμη δεν είδα
να έχη τόσον πολλά φυσικά χαρίσματα, όσον αυτός. Διότι το να είναι επιδεκτικός
μαθήσεως, όσον κανείς άλλος, και πάλιν γλυκύς καθ' υπερβολήν και χωριστά από
αυτά ανδρείος περισσότερον από κάθε άλλον, εγώ αυτό ούτε το εφανταζόμην ότι
είναι δυνατόν να γίνη, ούτε βλέπω να υπάρχουν πολλοί τοιούτοι. Αλλά όσοι είναι
καθώς αυτός ζωηροί και ευφυείς και με καλόν μνημονικόν, συνήθως έχουν και
εξάψεις ζωηράς, και σύρονται απερισκέπτως καθώς τα ανερμάτιστα πλοία, και
γίνονται περισσότερον εξωφρενικοί παρά ανδρείοι. Όσοι δε πάλιν είναι
εμβριθέστεροι, είναι κάπως βραδυκίνητοι εις την μάθησιν και ολονέν λησμονούν.
Αυτός όμως τόσον κανονικά και απταίστως και αποτελεσματικώς παρακολουθεί τα
μαθήματα και τας συζητήσεις με πολλήν γλυκύτητα εις τους τρόπους, ωσάν να
χύνεται λάδι χωρίς κρότον, ώστε απορεί κανείς πώς αυτός, τόσον νέος, τόσον καλά
τα καταφέρνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Καλά νέα μου φέρεις. Αλλά τίνος
παιδί είναι αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου είπαν το όνομά του, αλλά το
ελησμόνησα. Αλλ' ιδού από αυτούς που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας πλησιάζουν είναι ο μεσαίος. Διότι προ
ολίγου πήγαν έξω εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στάδιον να αλειφθούν έλαιον αυτός και
μερικοί φίλοι του, που βλέπεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί του, και τόρα καθώς μου φαίνεται
ηλείφθησαν και έρχονται εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν πρόσεξε μήπως τον γνωρίζεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τον γνωρίζω. Είναι ο υιός του Ευφρονίου
από το Σούνιον. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικώς, φίλε μου, ο πατήρ του ήτο
καθώς συ μου παρέστησες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτον, και κατά τα άλλα άνθρωπος καθώς
πρέπει, και ο οποίος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημείωσε, άφησε πολύ μεγάλην περιουσίαν.
Όμως το όνομα του νέου αυτού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν το γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το όνομά του, Σωκράτη μου, είναι
Θεαίτητος. Αλλά την περιουσίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι την κατέστρεψαν κάποιοι
επίτροποι. Είναι όμως και εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελευθεριότητα διά το χρήμα
αξιοθαύμαστος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου παριστάνεις ευγενή αυτόν τον άνθρωπον,
και σε παρακαλώ, ειπέ του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να έλθη να καθίση πλησίον μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό γίνεται. Θεαίτητε, έλα εδώ κοντά εις
τον Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι βέβαια, καλέ Θεαίτητε, διά να μελετήσω
και εγώ πάλιν τον εαυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, τι είδους πρόσωπον έχω. Διότι ο
Θεόδωρος λέγει ότι έχω όμοιον με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ιδικόν σου. Αλλ' αν οι δύο μας είχαμεν
ο καθείς μίαν λύραν, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας έλεγε ότι είναι χορδισμέναι ομοίως,
φρονείς ότι έπρεπε αμέσως να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πιστεύσωμεν, ή να εξετάσωμεν αν είναι
μουσικός και τα λέγη αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έπρεπε να εξετάσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν δεν είναι αληθές, ότι, αν
εβλέπαμεν ότι είναι μουσικός, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον επιστεύαμεν, αν όμως δεν είναι
μουσικός, δεν θα επιστεύαμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως νομίζω, εάν ενδιαφερώμεθα
οπωσδήποτε διά την ομοιότητα του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσώπου μας, πρέπει να ερωτήσωμεν αν
είναι ζωγραφικός και τα λέγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, ή μήπως δεν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν σε ερωτώ, είναι ζωγραφικός ο
Θεόδωρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, εξ όσων εγώ τουλάχιστον
γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε δεν είναι ούτε γεωμετρικός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό μάλιστα, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε και αστρονομικός και λογιστής και
μουσικός και ό,τι άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχετίζεται με την μόρφωσιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν. Εάν μεν λέγη ότι είμεθα όμοιοι
ως προς ένα ή άλλο μέλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του σώματος και μας επαινή ή μας κατακρίνη
κάπου, δεν αξίζει τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κόπον να δώσωμεν προσοχήν εις τους λόγους
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν όμως του ενός από τους δύο μας
εγκωμιάζη την ψυχήν ως προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρετήν και την σοφίαν, άραγε δεν είναι
δίκαιον εκείνος μεν ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα ακούση αυτά να είναι πρόθυμος να
εξετάση τον εγκωμιασθέντα, αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε πάλιν να παρουσιάση τον εαυτόν του με
προθυμίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι καιρός λοιπόν, φίλε μου Θεαίτητε, συ
μεν να παρουσιασθής, εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε να σε εξετάσω. Διότι μάθε ότι ο
Θεόδωρος έως τόρα και άλλους πάρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλούς εγκωμίασε εμπρός μου και ξένους
και συμπολίταις, κανένα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν εγκωμίασε όσον εσέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά, Σωκράτη μου. Πρόσεξε όμως μήπως
τα έλεγε αστεϊζόμενος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι τοιούτος ο χαρακτήρ του
Θεοδώρου. Λοιπόν μην αθετείς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνίαν μας με την πρόφασιν ότι τα λέγει
αστεϊζόμενος, διά να μην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγκασθή να το δηλώση. Ώστε με θάρρος
μείνε πιστός εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα πρέπει να πράξω αυτό, αφού σου
αρέσει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν λέγε μου, μήπως μανθάνεις από τον
Θεόδωρον κανέν μέρος της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεωμετρίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αστρονομίαν και αρμονίαν και
λογιστικήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προσπαθώ οπωσδήποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ, παιδί μου, προσπαθώ να μάθω και
από τούτον και από άλλους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιοιδήποτε μου φανούν ότι έχουν κάποιαν
ειδικότητα εις αυτά. Και ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς τα άλλα μεν πηγαίνω αρκετά καλά εις
αυτά, έχω όμως μίαν μικράν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορίαν, την οποίαν πρέπει να εξετάσω μαζί
με σε και με τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρευρισκομένους. Λοιπόν λέγε μου σε
παρακαλώ, άραγε μάθησις δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι το να γίνη κανείς σοφώτερος εις ό,τι
μανθάνει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με σοφίαν δε, νομίζω, είναι σοφοί οι
σοφοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως όμως αυτό το πράγμα διαφέρει διόλου
από την επιστήμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η σοφία. Ή μήπως εις ό,τι είναι
επιστήμονες δεν είναι εις τα ίδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως και σοφοί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως είναι το ίδιον πράγμα η επιστήμη
και η σοφία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακριβώς λοιπόν αυτή είναι η απορία μου,
και αυτό δεν ημπορώ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωνεύσω εις τον νουν μου καλά, τι είναι
άραγε η επιστήμη. Λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως είναι δυνατόν να το ειπή κανείς από
ημάς; Τι λέγετε; Ποίος θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ειπή πρώτος; Και όποιος σφάλη και σφάλη
επανειλημμένως, θα τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάσωμεν όνον, καθώς λέγουν τα παιδιά
όταν παίζουν σφαίρας. Όποιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε περάση τους άλλους χωρίς λάθος, θα γίνη
βασιλεύς εις ημάς και θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διατάξη να του αποκριθούμεν ό,τι ζητήση.
Διατί σιωπάτε; Μήπως, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεόδωρε, από την λογομανίαν μου γίνομαι
αγενής, επειδή έχω ζήλον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σας παρακινήσω να συζητήτε και να γίνετε
μεταξύ σας φίλοι και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλήσθε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, Σωκράτη μου, δεν είναι
αγένεια αυτό, αλλ' όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακίνησε κανένα από τους νέους να σου
απαντήση. Διότι εγώ μεν είμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασυνήθιστος εις αυτήν την διαλεκτικήν, και
εξ άλλου δεν το επιτρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ηλικία μου να συνηθίσω, ενώ εις τούτους
είναι και πρέπον και είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να προοδεύσουν πολύ. Διότι
πραγματικώς η νεότης εις όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προοδεύει, ώστε καθώς ήρχισες, μην αφίνης
τον Θεαίτητον, άλλα ερώτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακούεις λοιπόν, καλέ Θεαίτητε, τι λέγει ο
Θεόδωρος; εις τον οποίον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω, ούτε συ θα θελήσης να μην
υπακούσης, ούτε είναι ορθόν, συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νεώτερος να μην υπακούης εις άνδρα σοφόν
εις τοιαύτα ζητήματα, ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίος σε διατάσσει. Ώστε ειπέ καλά και
ευγενώς, τι νομίζεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η επιστήμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, Σωκράτη μου, αφού συ το απαιτείς
είναι ανάγκη να γίνη. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμαι βέβαιος ότι και αν κάμω κανέν λάθος
θα μου το διορθώσετε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, αν είμεθα εις θέσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν εγώ νομίζω, ότι και όσα μανθάνει
κανείς από τον Θεόδωρον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμαι, δηλαδή η γεωμετρία και αυτά τα
οποία είπες συ προ ολίγου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πάλιν η υποδηματοποιία και αι τέχναι
των άλλων εργατών, και όλαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομού και εκάστη χωριστά, δεν είναι άλλο
τίποτε παρά επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με ευγένειαν, φίλε μου, και με φιλοδωρίαν
αν και σου εζητήσαμεν έν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ μας έδωκες πολλά, και αντί ενός απλού
πράγματος συ μας έδωκες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποικιλίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς; Τι εννοείς με τούτο, καλέ
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως δεν είναι τίποτε. Όμως θα σου ειπώ τι
εννοώ. Όταν λέγης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποδηματοποιίαν, μήπως εννοείς άλλο τίποτε
παρά επιστήμην της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευής υποδημάτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τίποτε άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; όταν λέγης ξυλουργικήν, μήπως
εννοείς άλλο τίποτε παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την επιστήμην κατασκευής ξυλίνων
επίπλων!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε τότε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και εις τα δύο αυτά άραγε δεν
ορίζεις το πράγμα μόνον, του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίου είναι επιστήμη κάθε μία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, καλέ Θεαίτητε, η ερώτησις δεν ήτο
αυτή, δηλαδή τι παράγει η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη; ουδέ πόσαι είναι αι επιστήμαι,
διότι δεν ερωτήσαμεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκοπόν να τας μετρήσωμεν, αλλά απλώς
ηθελήσαμεν να μάθωμεν τι πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η ιδία η επιστήμη. Ή μήπως δεν
εκφράζομαι καλώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν λάβε υπ' όψιν σου και το εξής· Εάν
κανείς μας ερωτήση διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν από τα μηδαμινά και πρόχειρα
πράγματα, παραδείγματος χάριν διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την λάσπην, τι πράγμα είναι, και ημείς του
απαντήσωμεν, ότι είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λάσπη των αγγειοπλαστών, η λάσπη των
κοροπλαστών και η λάσπη των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλινθοποιών, δεν θα φανώμεν
γελοίοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρώτον βεβαίως, διότι νομίζομεν, ότι μας
ενόησεν αυτός ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερώτησε από την απάντησίν μας, όταν του
είπαμεν η λάσπη, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επροσθέσαμεν είτε η λάσπη των κοροπλαστών
είτε η λάσπη άλλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιωνδήποτε εργατών. Ή μήπως φρονείς ότι
εννοεί ο άλλος ένα όνομα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν δεν γνωρίζη την σημασίαν του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν εννοεί ούτε την επιστήμην
των υποδημάτων, όστις δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει τι είναι επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν εννοεί την υποδηματοποιίαν
ούτε καμμίαν άλλην τέχνην,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όστις δεν γνωρίζει τι είναι
επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως είναι γελοία η απάντησις από
εκείνον όστις ερωτήθη τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη, εάν απαντήση ένα όνομα μιας
τέχνης, διότι απαντά τι παράγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η επιστήμη, ενώ δεν το ερωτήσαμεν
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και έπειτα βεβαίως ήτο δυνατόν να απαντήση
με το τίποτε και συντόμως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όμως εκείνος διέτρεξε ένα απέραντον
δρόμον. Παραδείγματος χάριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη και εις την ερώτησιν της λάσπης ήτο
δυνατόν να δώση μίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρόχειρον και απλήν απάντησιν, ότι το χώμα
όταν αναμιχθη με το νερόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνεται λάσπη, και να αφήση κατά μέρος τι
είδους λάσπη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, τόρα, καθώς το
είπες, φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκολώτερον. Μου φαίνεται όμως ότι ερωτάς
πράγμα, το οποίον και μόνοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας ημείς το εσκέφθημεν προ ολίγου
συνομιλούντες, εγώ και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνονόματός σου Σωκράτης απ' εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι πράγμα, καλέ Θεαίτητε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο Θεόδωρος απ' εδώ μας εσχεδίασε
γεωμετρικά σχήματα διά τας ρίζας των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμών καθώς την ρίζαν του αριθμού 3 και
την ρίζαν του 5, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απεδείκνυε ότι δεν είναι σύμμετροι με την
ρίζαν του 1. Και επροχώρησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατ' αυτόν τον τρόπον εις την ρίζαν
εκάστου αριθμού έως εις τον 17.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις αυτήν όμως κάπως εσταμάτησε. Τότε
λοιπόν ημείς εσκέφθημεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει, αφού αι ρίζαι εφαίνοντο άπειροι
κατά τον αριθμόν, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δοκιμάσωμεν να τας συμπεριλάβωμεν εις έν
όνομα, με το οποίον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζωμεν όλας αυτάς τας δυνάμεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν ευρήκατε κανέν όνομα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω ότι ευρήκαμεν. Πρόσεξε όμως και
συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διαιρέσαμεν εις δύο πάντα αριθμόν και
όστις μεν είναι δυνατόν να δώση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσα επί ίσα τον παρωμοιάσαμεν κατά τα
σχήμα προς τετράγωνον και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνομάσαμεν τετράγωνον και
ισόπλευρον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά εκάματε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν τους διαμέσους αριθμούς καθώς
είναι το 3 και το 5 και κάθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμός, ο οποίος δεν είναι δυνατόν να
δώση ίσα επί ίσα, αλλά δίδει ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερα επί ολιγώτερα ή ολιγώτερα επί
περισσότερα και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιλαμβάνει μία πλευρά μεγαλητέρα και μία
μικροτέρα, αυτόν πάλιν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρωμοιάσαμεν κατά το σχήμα με προμήκη και
τον ωνομάσαμεν προμήκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά. Αλλά κατόπιν τι εκάματε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσαι μεν γραμμαί τετραγωνίζουν τον
ισόπλευρον και ισόπεδον αριθμόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας ωνομάσαμεν μήκος, όσαι δε
τετραγωνίζουν τον προμήκη αριθμόν, τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωνομάσαμεν ρίζας, επειδή κατά το μήκος δεν
είναι σύμμετροι με εκείνας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας γραμμάς, αλλά μόνον με τα εμβαδά, τα
οποία σχηματίζουν. Το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκάμαμεν και διά τα στερεά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ περίφημα εκάματε, παιδιά μου. Ώστε
μου φαίνεται ότι ο Θεόδωρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα ενοχοποιηθή ως ψευδομάρτυς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, καλέ Σωκράτη, εις αυτό το οποίον
ερωτάς περί της επιστήμης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα ημπορέσω να απαντήσω καθώς απήντησα
περί μήκους και περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ρίζης. Μολονότι μου φαίνεται ότι ζητείς
ένα παρόμοιον πράγμα. Ώστε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα πάλιν αποδεικνύεται ψεύτης ο
Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς; εάν σε επαινούσε διά την ταχύτητά
σου και έλεγε, ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είδε έως τόρα άλλον τόσον ταχύν μεταξύ των
νέων, έπειτα όμως συ έτυχε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να νικηθής εις τον δρόμον από ένα ακμαίον
και τάχιστον, νομίζεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολιγώτερον είναι αληθείς οι έπαινοι
τούτου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως όμως νομίζεις ότι είναι μικρόν
πράγμα να εύρης τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη, καθώς προ ολίγου ελέγαμεν, και
όχι έν από τα υψηλότερα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία εγώ τουλάχιστον το νομίζω έν
από τα υψηλότερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν μην αποθαρρύνεσαι και πίστευε ότι
λέγεις κάτι τι σπουδαίον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσπάθησε όμως με κάθε τρόπον να μας
ειπής και περί των άλλων και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί της επιστήμης, τι πράγμα
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον διά προθυμίαν, καλέ Σωκράτη, δεν θα
μείνω οπίσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν. Και σε βεβαιώ καλά είχες
αρχίσει προ ολίγου. Δοκίμασε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μιμηθής την απάντησιν, την οποίαν
έδωκες περί ριζών, καθώς αυτάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ είναι πολλαί τας περιέλαβες ως μίαν
κατηγορίαν, ομοίως προσπάθησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να χαρακτηρίσης με μίαν λέξιν τας πολλάς
επιστήμας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε βεβαιώ, Σωκράτη μου, πολλάκις εδοκίμασα
να το εξετάσω αυτό, οσάκις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήκουα να διαδίδουν τας ερωτήσεις, τας
οποίας συνηθίζεις συ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προβάλλης. Αλλά ούτε μόνος μου ημπορώ να
πείσω τον εαυτόν μου, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευρήκα ικανοποιητικήν απάντησιν, ούτε
ήκουσα κανένα άλλον να ομιλή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς προτρέπεις συ. Και μολαταύτα όμως
δεν θα αποφύγω να προσπαθήσω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, καλέ Θεαίτητε, διότι συ δεν είσαι
κούφος, αλλά κάτι θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεννήση το μυαλό σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ηξεύρω τι να ειπώ, Σωκράτη μου. Σου
λέγω όμως αυτό, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, κακομοίρη μου, δεν έμαθες ότι
εγώ είμαι υιός μαίας πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανής και σοβαράς, δηλαδή της
Φαιναρέτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό μάλιστα το ήκουσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε και ότι εξασκώ το ίδιον επάγγελμα με
εκείνην, το ήκουσες και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου δεν το ήκουσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν γνώριζέ το από εμέ. Αλλά μην
τύχη και με καταδώσης εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλους. Διότι εγώ, καλέ φίλε, το έχω
μυστικά αυτό το επάγγελμα. Αυτοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε επειδή δεν το γνωρίζουν δεν διαδίδουν
περί εμού αυτήν την είδησιν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά λέγουν ότι είμαι πολύ ακατανόητος και
κάμνω τους ανθρώπους να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορούν. Αί το ήκουσες και αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να σου ειπώ ποία είναι η
αιτία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν σκέψου όλην την υπόθεσιν μιας
μαίας, και τότε ευκολώτερον θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσης τι θέλω να ειπώ. Θα γνωρίζεις
δηλαδή ότι καμμία από αυτάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ξεγεννά άλλας ενόσω η ιδία εγκυμονεί
και γεννά, αλλά αφού πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν έχει ικανότητα να γεννήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αιτία δε τούτου λέγουν ότι είναι η
Άρτεμις, η οποία ενώ δεν γίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λεχόνα έλαβε υπό την προστασίαν της τας
λεχόνας. Και λοιπόν εις μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας στείρας δεν επέτρεψε να εξασκούν την
μαιευτικήν, διότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρωπίνη φύσις δεν έχει την δύναμιν να
εξασκή την τέχνην εκείνων, τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία δεν εδοκίμασε. Και μόνον εις τας μη
γεννώσας ένεκα της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περασμένης ηλικίας επέβαλε το επάγγελμα
τούτο διά να τας τιμήση ένεκα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της ομοιότητος προς αυτήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν σου φαίνεται ότι και τούτο
είναι επόμενον και μάλιστα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λογικόν, ότι δηλαδή όσαι κυοφορούν και
όσαι δεν κυοφορούν ευκολώτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζονται από τας μαίας παρά από τας
άλλας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκτός τούτου αι μαίαι δίδουν κάτι μικρά
ιατρικά και κάμνουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μερικά διαβάσματα, ώστε κατορθόνουν να
προκαλέσουν τους πόνους και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους καταστήσουν μαλακωτέρους αν θέλουν,
και να γεννήσουν όσαι έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυστοκίαν, και αν κριθή αναγκαίον να
εκτρώσουν το έμβρυον, κάμνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την έκτρωσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά είναι γνωστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως άραγε έμαθες και το εξής περί
αυτών· ότι και προξενήτριαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πολύ επιτήδειαι, διότι είναι
εμπειρόταται εις το να διακρίνουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποία πρέπει να συζήση με τον δείνα άνδρα
διά να αποκτήση όσον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν καλλίτερα παιδιά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δεν το γνωρίζω τόσον καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως μάθε ότι περισσότερον δι' αυτό
υπερηφανεύονται παρά διά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομφαλοτομίαν. Κάμε δε την εξής σκέψιν.
Νομίζεις ότι είναι η ιδία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέχνη ή διαφορετική, το να τρυγήσωμεν τους
καρπούς από την γην και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν το να γνωρίζωμεν εις ποίον χώμα
πρέπει να φυτεύσωμεν το δείνα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φυτόν και τον δείνα σπόρον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αλλά η ιδία τέχνη είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ως προς την γυναίκα όμως, φίλε μου, άλλη
μεν νομίζεις ότι είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέχνη αυτής της διαγνώσεως και άλλη του
τρύγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν φαίνεται να είναι άλλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια όχι. Αλλά επειδή απέτυχε πολλάκις η
ένωσις ενός ανδρός με μίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυναίκα, εις το οποίον αποδίδεται το όνομα
της μαστροπείας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποφεύγουν αι μαίαι την προξενείαν, διότι
είναι σεμναί και φοβούνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως εξ αιτίας αυτής αποκτήσουν εκείνην
την δυσφημίαν. Αλλέως όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον αι αληθιναί μαίαι είναι επόμενον και
να προξενεύουν ορθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το μεν έργον των μαιών αυτά τα
κατορθώματα έχει, είναι όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατώτερον από το ιδικόν μου. Διότι εις τας
γυναίκας, δεν προστίθεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και η δυσκολία, άλλοτε μεν να γεννούν
φανταστικά και άλλοτε αληθινά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τούτο να μη είναι εύκολον να το
διακρίνη κανείς. Διότι, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επροστίθετο και τούτο, τότε το ανώτερον
και το καλλίτερον έργον διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας μαίας θα ήτο να κρίνουν ποίον είναι
αληθινόν και ποίον δεν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ή μήπως δεν το παραδέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος. Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Εις την ιδικήν μου όμως μαιευτικήν,
όλα μεν τα άλλα υπάρχουν καθώς και εις εκείνας, η διαφορά όμως είναι ότι ξεγεννώ
άνδρας και όχι γυναίκας και ότι επιβλέπω να γεννήσουν αι ψυχαί των και όχι τα
σώματά των. Είναι δε πολύ σπουδαίον τούτο εις την τέχνην μας, δηλαδή η ικανότης
εις το να εξακριβώσωμεν διά παντός μέσου, άραγε φάντασμα και ψευδές γεννά ο νους
του νέου ή πραγματικόν και αληθές. Άλλως και εγώ έχω το ίδιον με τας μαίας, ότι
δηλαδή είμαι άγονος, και αυτό το οποίον πολλοί με ωνείδισαν έως τόρα, ότι δηλαδή
τους μεν άλλους ερωτώ, ο ίδιος όμως δεν δίδω καμμίαν απάντησιν, διότι δεν έχω να
δώσω σοφήν απάντησιν, και τούτο ακόμη είναι αληθές. Αιτία δε αυτού του πράγματος
είναι η εξής. Ο θεός μου επέβαλε μόνον να ξεγεννώ, όχι όμως και να γεννώ. Δι'
αυτό λοιπόν ο ίδιος μεν δεν είμαι πολύ σοφός, ουδέ έχω να αναφέρω καμμίαν
ανακάλυψιν, η οποία να είναι έργον της ιδικής μου ψυχής. Όσοι όμως με
σχετίζονται εις την αρχήν φαίνονται αμαθείς, μερικοί μάλιστα φαίνονται πολύ
αμαθείς, όλοι όμως, όσον προχωρεί η σχέσις μας και αν τους επιτρέψη ο θεός,
προοδεύουν εις θαυμάσιον βαθμόν καθώς κρίνουν και οι ίδιοι και ο άλλος κόσμος.
Αν και είναι ολοφάνερον ότι από εμέ ποτέ δεν εδιδάχθησαν τίποτε, αλλά οι ίδιοι
από τον εαυτόν των ανεκάλυψαν και συγκρατούν πολλάς και καλάς ιδέας. Όσον όμως
διά το ξεγέννημα πρωτουργός είναι ο θεός και εγώ. Τούτο αποδεικνύεται από το
εξής. Πολλοί έως τόρα δεν το εγνώριζαν τούτο και απέδιδαν εις τον εαυτόν των την
αιτίαν της προόδου των, δι' αυτό με επεριφρόνησαν εμέ, ή εξ ιδίων, ή αφού
κατεπείσθησαν από άλλους, και με εχωρίσθησαν, πολύ πριν έλθη η κατάλληλος
στιγμή, και τότε πλέον όλα τα άλλα πνευματικά των προϊόντα έγιναν εξαμβλώματα
ένεκα των κακών των σχέσεων, και όσα είχα ξεγεννήσει εγώ τα ανέθρεψαν κακώς και
κατεστράφησαν, εις το τέλος δε απεδείχθησαν αμαθείς και εις τον εαυτόν των και
εις τους άλλους. Είς από αυτούς είναι και ο Αριστείδης Λυσιμάχου και πολλοί
άλλοι. Από τούτους όμως, όταν έλθουν πάλιν εις εμέ και με παρακαλούν να γίνουν
και αυτοί συνομιληταί μου μεταχειριζόμενοι υπερβολικήν επιμονήν, μερικούς μεν με
εμποδίζει το δαιμόνιόν μου να τους σχετίζωμαι, μερικούς όμως μου το επιτρέπει
και τότε πάλιν αυτοί κάμνουν προόδους. Και λοιπόν όσοι με σχετίζονται παθαίνουν
και το εξής, καθώς αι γεννώσαι γυναίκες. Δηλαδή έχουν πόνους και στενοχωρίας
ημέραν και νύκτα πολύ περισσότερον από εκείνας. Αυτούς όμως τους πόνους γνωρίζει
να τους καταπαύη η ιδική μου τέχνη. Και όσον μεν δι' αυτούς, αυτό κάμνω. Ενίοτε
όμως, φίλε Θεαίτητε, όσοι μου φανούν ότι δεν έχουν τίποτε να γεννήσουν, αφού
αντιληφθώ ότι δεν έχουν διόλου την ανάγκην μου, εγώ πολύ προθύμως τους συνιστώ
εις άλλους και, δόξα τω θεώ, αρκετά καλά μαντεύω ποίους πρέπει να σχετισθούν διά
να ωφεληθούν. Από αυτούς πάρα πολλούς συνέστησα εις τον Πρόδικον, και αρκετούς
εις άλλους σοφούς και θαυμασίους ανθρώπους. Αυτά λοιπόν, καλέ μου φίλε, τα
εμάκρυνα ολίγον, διότι σε υποπτεύομαι καθώς και μόνος σου φρονείς, ότι έχεις
πόνους και θα γεννήσης κάτι τι. Λοιπόν εμπιστεύσου εις εμέ ως υιόν της μαίας και
έμπειρον της μαιευτικής, και προσπάθησε όσον σου είναι δυνατόν να απαντήσης εις
όσα θα σ' ερωτήσω. Και αν εγώ, εννοείται, παρατηρών όσα λέγεις, εύρω κανέν ότι
είναι φάντασμα και όχι αληθινόν, και επομένως το αποσπάσω και το αφήσω κατά
μέρος, μη μου αγριεύεις καθώς κάμνουν διά τα παιδιά των αι πρωτότοκοι γυναίκες.
Διότι έως τόρα, λαμπρέ μου άνθρωπε, μου έδειξαν τοιαύτας διαθέσεις, ώστε, σε
βεβαιώ, ήσαν έτοιμοι να με δαγκάσουν, καθ' ην στιγμήν αποσπώ από την ψυχήν των
καμμίαν φλυαρίαν, και νομίζουν ότι αυτό εγώ δεν το κάμνω διά το καλόν των. Διότι
είναι πολύ μακράν διά να εννοήσουν ότι κανείς θεός δεν θέλει το κακόν των
ανθρώπων, και ούτε και εγώ κάμνω με κακήν πρόθεσιν κανέν από αυτά, αλλά διότι
δεν μου είναι συγχωρημένον να επιτρέψω να υπάρχη το ψεύδος και να εξαφανίσω την
αλήθειαν, ώστε προσπάθησε πάλιν από την αρχήν, καλέ Θεαίτητε, να ειπής τι είναι
επιστήμη. Και ποτέ να μην ειπής ότι δεν είσαι ικανός. Διότι, εάν θέλη ο θεός και
αν συ δείξης ανδρισμόν, θα φανής ικανός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια, Σωκράτη μου, αφού συ τόσον
πολύ με προτρέπεις, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντροπή μου να μη προσπαθήσω με κάθε
τρόπον να ειπώ ό,τι μου είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν. Λοιπόν μου φαίνεται ότι, όστις
γνωρίζει επιστημονικώς κάτι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι, αισθάνεται αυτό το οποίον γνωρίζει,
και καθώς τουλάχιστον μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται αυτήν την στιγμήν, η επιστήμη δεν
είναι τίποτε άλλο παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αίσθησις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά και με γενναιότητα το είπες,
παιδί μου. Και βέβαια έτσι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να εκφράζης την γνώμην σου. Τόρα
όμως ας το εξετάσωμεν αυτό οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο μαζί, άραγε είναι γόνιμον ή
ανύπαρκτον. Λέγεις ότι η αίσθησις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι επιστήμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς αυτός ο ορισμός της επιστήμης,
τον οποίον είπες, σχεδόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι περιφρονητέος, αλλά είναι ο
ίδιος με εκείνον τον οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγε ο Πρωταγόρας. Διότι αυτός λέγει ότι
ο πήχυς που μετρά όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα είναι ο άνθρωπος, διά να ευρίσκη
ότι τα υπάρχοντα υπάρχουν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα μη υπάρχοντα δεν υπάρχουν. Μήπως το
ανέγνωσες αυτό πουθενά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ανέγνωσα μάλιστα πολλές φορές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε λοιπόν δεν εννοεί επάνω κάτω ότι,
όπως φαίνεται εις εμέ το κάθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, τοιούτον είναι δι' εμέ, και όπως
εις εσέ τοιούτον διά σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν, είσαι δε άνθρωπος και συ καθώς και
εγώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα αυτό φαίνεται ότι εννοεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και είναι βεβαίως ορθόν να δεχθώμεν ότι,
αφού είναι σοφός αυτός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος, δεν λέγει φλυαρίας. Και λοιπόν
ας τον παρακολουθήσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε ενίοτε, όταν φυσά άνεμος, δεν
συμβαίνει την ιδίαν στιγμήν άλλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν να κρυόνη, άλλος όμως να μη κρυόνη;
και πάλιν άλλος μεν να κρυόνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγον, άλλος δε πάρα πολύ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι φρονείς λοιπόν, τον άνεμον εκείνον καθ'
εαυτόν πρέπει να τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάσωμεν ψυχρόν, ή όχι ψυχρόν; ή θα
δεχθώμεν την γνώμην του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρα, ότι δι' εκείνον μεν ο οποίος
κρυόνει είναι ψυχρός, δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον όμως ο οποίος δεν κρυόνει δεν
είναι ψυχρός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν θα δεχθώμεν ακόμη ότι και φαίνεται
κατ' αυτόν τον τρόπον εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστον από αυτούς τους δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό δε το φαίνεται δεν σημαίνει ότι τον
αισθάνεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως αυτό σημαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η φαινομενικότης λοιπόν και η αίσθησις
είναι το ίδιον πράγμα και ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς τα θερμά και ως προς όλα τα παρόμοια.
Διότι, όπως τα αισθάνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστος, τοιαύτα είναι σχεδόν αυτά εις
έκαστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η αίσθησις λοιπόν αναφέρεται πάντοτε εις
το υπάρχον και δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψευδής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν μα τας Χάριτας θα ήτο σχεδόν
πάνσοφος ο Πρωταγόρας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ημάς μεν τον κοινόν λαόν είπε αυτό
αινιγματωδώς, εις τους μαθητάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του όμως έλεγε υπό εχεμύθειαν την
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ θα σου δώσω μίαν εξήγησιν, η οποία
είναι σπουδαία. Ότι δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν πράγμα δεν είναι έν και το αυτό, και
ούτε είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δώσης ορθόν όνομα εις οποιονδήποτε πράγμα,
αλλά αν μεν το ονομάσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέγα, θα φανή συγχρόνως και μικρόν, και αν
πάλιν το ονομάσης βαρύ, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φανή και ελαφρόν, και όλα εν γένει ομοίως,
διότι κανέν πράγμα δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι έν, ούτε έχει μίαν ωρισμένην, ή
άλλην οποιανδήποτε ποιότητα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά από την μεταφοράν και την κίνησιν και
την ανάμιξιν του ενός προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το άλλο γίνονται όλα, όσα λέγομεν ότι
δήθεν υπάρχουν. Και όμως δεν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζομεν ορθώς, διότι κανέν δεν υπάρχει
ποτέ, αλλά πάντοτε γίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ως προς τούτο όλοι οι σοφοί κατά
σειράν εκτός του Παρμενίδου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφωνούν, καθώς είναι ο Πρωταγόρας και ο
Ηράκλειτος και ο Εμπεδοκλής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και από τους ποιητάς οι κορυφαίοι των δύο
ειδών της ποιήσεως, ήτοι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επίχαρμος από το μέρος της κωμωδίας και ο
Όμηρος από το μέρος της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τραγωδίας, ο οποίος είπε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">&Ο Ωκεανός εγέννησε θεούς και η γραία
Τηθύς.&</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τα πάντα εθεώρησε ως γεννηθέντα από την
ροήν και κίνησιν. Ή νομίζεις ότι δεν είναι αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος λοιπόν ημπορεί να εναντιωθή εις
τόσον μέγα στρατόπεδον με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχιστράτηγον τον Όμηρον χωρίς να γίνη
γελοίος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι εύκολον αυτό, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια δεν είναι, καλέ Θεαίτητε. Άλλως τε
και τα εξής αποτελούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ισχυρούς λόγους, ότι δηλαδή εκείνο το
οποίον είναι και γίνεται το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίδει η κίνησις, εκείνο δε το οποίον δεν
είναι και χάνεται το δίδει η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηρεμία. Διότι και αυτό το ίδιον το θερμόν
και το πυρ, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλιστα γεννά και επιτηρεί και τα άλλα,
γεννάται από την κίνησιν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την τριβήν, αυτά δε τα δύο είναι κινήσεις.
Ή μήπως από αυτά δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παράγεται το πυρ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως από αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και το γένος των ζώων από αυτά τα
ίδια παράγεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν τι φρονείς; η υγεία των σωμάτων
δεν φθείρεται από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακινησίαν και αργίαν, ενώ από την
γυμναστικήν και την κίνησιν ως επί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το πλείστον διατηρείται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τόρα άραγε η υγιής κατάστασις της
ψυχής δεν είναι αληθές ότι από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μάθησιν και την σπουδήν, αι οποίαι
είναι κινήσεις, λαμβάνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαθήματα και διατηρείται και γίνεται
καλλιτέρα, ενώ από την ησυχίαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία είναι η έλλειψις σπουδής και
αμάθεια, δεν μανθάνει τίποτε και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιπλέον λησμονεί όσα έμαθε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η κίνησις λοιπόν δεν είναι το ωφέλιμον και
ως προς την ψυχήν και ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς το σώμα, το δε άλλο όλως το
αντίθετον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θέλεις να σου αναφέρω ακόμη και την
νηνεμίαν και την γαλήνην, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδής ότι αι μεν ακινησίαι φέρουν σήψιν και
καταστροφήν, ενώ τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίθετα είναι σωτήρια; Και τόρα θέτω την
κορωνίδα εις τας αποδείξεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου ότι ο Όμηρος (2), όταν λέγη χρυσήν
σειράν, δεν εννοεί άλλο παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ήλιον, και εξηγεί ότι, εφ' όσον
υπάρχει αυτή η περιφορά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηλίου, όλα τα πράγματα υπάρχουν και
διατηρούνται μεταξύ των θεών και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ανθρώπων, εάν όμως αυτός σταματήση, ως
να είναι δεμένος, όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα θα καταστραφούν και θα γίνουν
όλα, καθώς λέγομεν συνήθως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνω κάτω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το κατ' εμέ, καλέ Σωκράτη, νομίζω ότι αυτό
εννοούν αυτά τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, καλέ μου φίλε, δέξου το εξής.
Πρώτον ως προς τους οφθαλμούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι αυτό το οποίον ονομάζεις χρώμα λευκόν
δεν είναι κανέν πράγμα το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον υφίσταται έξω από τους οφθαλμούς
σου, ούτε μέσα εις αυτούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε πρέπει να προσδιορίσης δι' αυτό
ιδιαίτερον τόπον, διότι τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλέον θα είχε ωρισμένην θέσιν και θα έμενε
σταθερόν, και δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευρίσκετο εις τον δρόμον της
γεννήσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όμως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας ακολουθήσωμεν την προηγουμένην αρχήν
παραδεχόμενοι ότι δεν υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν πράγμα μόνον του ως έν. Και τότε θα
εννοήσωμεν ότι το μαύρον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το λευκόν και οποιονδήποτε άλλο χρώμα
εσχηματίσθη από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσβολήν των οφθαλμών εις την σχετικήν
κίνησιν, και επομένως παν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι ονομάζομεν ιδιαίτερον χρώμα δεν είναι
ούτε αυτό το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσβάλλει, ούτε αυτό το οποίον
προσβάλλεται, αλλά κάτι τι εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσον και ιδιαίτερον δι' ένα έκαστον από
ημάς. Ή μήπως συ θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διισχυρισθής ότι όπως φαίνεται εις σε
έκαστον χρώμα, το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται και εις τον σκύλλον και εις
οποιονδήποτε άλλο ζώον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; άραγε εις άλλον άνθρωπον
φαίνεται έν οποιονδήποτε πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμοιον όπως εις σε; Επιμένεις πολύ εις
αυτό; ή παραδέχεσαι μάλλον ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ουδέ εις τον ίδιον εαυτόν σου δεν φαίνεται
όμοιον, διότι ποτέ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είσαι όμοιος με τον εαυτόν σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλλον παραδέχομαι το δεύτερον παρά το
πρώτον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι, εάν εκείνο το οποίον μετρούμεν, ή
το οποίον απτόμεθα, ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέγα, ή λευκόν, ή θερμόν, δεν ήτο δυνατόν
να γίνη διαφορετικόν όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμπέση με άλλο, αφού αυτό το ίδιον δεν
μεταβάλλεται. Εάν δε πάλιν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μετρούμενον αυτό ή το εφαπτόμενον είχε
μίαν από αυτάς τας ιδιότητας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ήτο δυνατόν να μεταβληθή αυτό το
ίδιον, όταν το πλησιάση κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο, ή πάθη τίποτε αυτό το οποίον το
πλησιάζει, χωρίς να πάθη αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιον. Αλλέως, φίλε μου, είμεθα
αναγκασμένοι να υποχωρούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκόλως και να παραδεχώμεθα παράδοξα και
γελοία πράγματα, καθώς θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγε ο Πρωταγόρας και πας όστις προσπαθεί
να ειπή τα ίδια με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή και ποία είναι αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λάβε ένα μικρόν παράδειγμα και αμέσως θα
τα εννοήσης όλα. Έχομεν καθ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπόθεσιν έξ αστραγάλους. Εάν θέσης
απέναντι των τέσσαρας, λέγομεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνοι είναι περισσότεροι από τούτους
τους τέσσαρας και μάλιστα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μιάμιση φοράν, εάν όμως θέσης απέναντι των
δώδεκα, λέγομεν ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολιγώτεροι και μάλιστα οι μισοί. Και δεν
δεχόμεθα εις αυτό καμμίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντίρρησιν. Ή μήπως συ δέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν δέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Αν σε ερωτήση ο Πρωταγόρας ή
άλλος κανείς, καλέ Θεαίτητε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν ένα πράγμα με άλλον τρόπον
να γίνη μεγαλείτερον ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον παρά διά της αυξήσεως; Τι θα
απαντήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη μου, εάν μεν απαντήσω συμφώνως
προς την τελευταίαν αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερώτησιν, θα ειπώ ότι δεν είναι δυνατόν.
Εάν όμως απαντήσω συμφώνως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς την προηγουμένην, θα ειπώ ότι είναι
δυνατόν, διότι θα προσέχω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως περιέλθω εις αντίφασιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα την Ήραν πολύ καλά θα απαντήσης και σαν
θεός. Με την διαφοράν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς φαίνεται, ότι αν απαντήσης ότι είναι
δυνατόν, θα συμβή εκείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον λέγει ο Ευριπίδης. Δηλαδή η μεν
γλώσσα μας δεν θα αποδειχθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψευδής, θα αποδειχθή όμως ψευδής ο νους
μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν, αν εγώ και συ ήμεθα δεινοί και
σοφοί, από εκείνους οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι εξήτασαν όλα τα βάθη της σκέψεως,
θα είχαμεν καιρόν τόρα πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να δοκιμάζωμεν ο είς τον άλλον,
συναντώμενοι ως σοφισταί εις μίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτην μάχην, καθ' ην να προσβάλλωμεν ο
είς τους λόγους του άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως, επειδή είμεθα αμαθείς, πρέπει
βεβαίως πρώτον να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν μόνα των αυτά τα οποία έχομεν
εις τον νουν μας, αν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμφωνα μεταξύ των, ή μήπως δεν είναι
διόλου σύμφωνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα αυτό επιθυμώ και εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ βεβαίως. Τότε λοιπόν, αφού είναι
έτσι, δεν είναι καλόν με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ησυχίαν μας, αφού έχομεν πολύν καιρόν εις
την διάθεσίν μας, να τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν και πάλιν από την αρχήν, χωρίς
να θυμόνωμεν, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικώς ερευνώντες τον εαυτόν μας,
δηλαδή τι είναι άραγε αυτά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαντάσματα που έχομεν εις την ψυχήν μας;
Και πρώτον, καθώς νομίζω θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεχθώμεν, όταν τα εξετάζωμεν, ότι ποτέ
κανέν πράγμα δεν γίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλείτερον ούτε μικρότερον ούτε κατά τον
όγκον ούτε κατά τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμόν, εν όσω μένει ίσον προς τον ίδιον
εαυτόν του. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεύτερον θα δεχθώμεν βεβαίως, ότι εκείνο
εις το οποίον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προστίθεται και δεν αφαιρείται τίποτε,
ούτε αυξάνει ποτέ ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελαττόνεται, αλλά είναι πάντοτε
ίσον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι εντελώς σύμφωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε δεν θα δεχθώμεν και τρίτον ότι
εκείνο το οποίον δεν ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως, αλλά έγινε κατόπιν, είναι
αδύνατον να υπάρξη χωρίς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνεται διαρκώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν αυταί αι τρεις γνώμαι, καθώς
νομίζω, συγκρούονται μεταξύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των εντός της ψυχής μας, όταν λέγωμεν
εκείνα τα οποία είπαμεν διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους αστραγάλους, ή όταν ειπούμεν ότι εγώ
εις την ηλικίαν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευρίσκομαι, χωρίς να μεγαλώσω ούτε να πάθω
το αντίθετον εντός ενός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτους, τόρα μεν είμαι μεγαλείτερος από σε
τον νέον, αργότερα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μικρότερος, ενώ εγώ δεν έχασα διόλου από
τον όγκον μου, αλλά μόνον συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμεγάλωσες. Διότι την δευτέραν φοράν είμαι
ό,τι δεν ήμην εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχήν, χωρίς να γίνω τοιούτος. Διότι χωρίς
να μεταβληθώ δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να γίνω τίποτε, και χωρίς να χάσω
τίποτε από τον όγκον μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι δυνατόν να γίνω μικρότερος. Και
άλλα βέβαια άπειρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνουν κατ' αυτόν τον τρόπον, εάν
παραδεχθώμεν αυτά. Με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακολουθείς βέβαια, καλέ Θεαίτητε,
τουλάχιστον δεν μου φαίνεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασυνήθιστος εις τας τοιαύτας
συζητήσεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, και σε βεβαιώ, Σωκράτη μου, ότι
απορώ καθ' υπερβολήν πώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνουν αυτά τα πράγματα και κάποτε τα
συλλογίζομαι και ζαλίζομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια, φίλε μου, ο Θεόδωρος φαίνεται
ότι πολύ ορθά μαντεύει περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της φύσεως σου, διότι αυτό το πάθος του
θαυμασμού είναι ασφαλές</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σημείον φιλοσοφικής διανοίας. Πραγματικώς
δεν υπάρχει άλλη αρχή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοσοφίας από αυτήν. Και φαίνεται ότι δεν
κάμνει λανθασμένην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γενεαλογίαν εκείνος, ο οποίος είπε ότι η
Ίρις κατάγεται από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θαύμαν. Ειπέ μου όμως, εννοείς τόρα διατί
τα πράγματα είναι καθώς τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν συμφώνως με την αρχήν του
Πρωταγόρα, ή όχι ακόμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι ακόμη, νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν θα μου χρεωστής χάριν, εάν
ερευνήσω μαζί σου ενός ανδρός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή μάλλον πολλών διασήμων ανδρών την
αληθινήν γνώμην, την οποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απέκρυψαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δεν θα σου χρεωστώ χάριν, και πολλήν
μάλιστα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άκουε λοιπόν και πρόσεχε ολόγυρα μήπως μας
ακούση κανείς από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμυήτους. Αυτοί δε είναι όσοι νομίζουν ότι
δεν υπάρχει τίποτε άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά μόνον ό,τι είναι δυνατόν να συλλάβουν
χειροπιαστά, τας πράξεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως και τας γενέσεις και παν ό,τι είναι
αόρατον δεν παραδέχονται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν ύπαρξιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, αυτοί οι
άνθρωποι είναι σκληροί και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανοικονόμητοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, παιδί μου, είναι παρά πολύ αμαθείς.
Άλλοι όμως, των οποίων θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου ειπώ τόρα τα μυστήρια, είναι
νοστιμώτεροι. Η δε αρχή των, από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίαν εξαρτώνται και αυτά τα οποία
ελέγαμεν προ ολίγου, είναι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής. Ότι το παν είναι κίνησις και τίποτε
άλλο, της δε κινήσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν δύο είδη και είναι ως προς το
ποσόν έκαστον εκ των δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άπειρον, δύναμιν δε έχει το μεν έν
ενεργητικήν, το δε άλλο παθητικήν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και από την συσχέτισιν και την τριβήν των
δύο τούτων μεταξύ των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παράγονται προϊόντα άπειρα κατά τον
αριθμόν και δίδυμα, το έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθητόν και το άλλο αίσθησις, η οποία
πάντοτε εξέρχεται και γεννάται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαζί με το αισθητόν. Και αι μεν αισθήσεις
είναι όσαι έλαβαν από ημάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα εξής ονόματα, οράσεις, ακοαί,
οσφρήσεις, ψύξεις και καύσεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπειτα ηδοναί και λύπαι και επιθυμίαι και
φόβοι, και άλλαι, χωρίς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέλος μεν, όσαι δεν έλαβαν όνομα,
πολυπληθείς όμως και όσαι έλαβαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν το είδος των αισθητών γεννάται
μαζί με εκάστην από αυτάς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς με τας όψεις τας ποικιλωτάτας
γεννώνται χρώματα ποικιλώτατα, με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας ακοάς δε επίσης φωναί, και με τας
άλλας αισθήσεις γεννώνται τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα αισθητά. Λοιπόν τι σχέσιν έχει αυτός
ο μύθος με τα προηγούμενα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεαίτητε; άραγε το ενόησες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος. Όχι τόσον καλά, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Τότε πρόσεξε μήπως φθάσωμεν εις το
συμπέρασμα. Δηλαδή θέλει να είπη ότι όλα αυτά, καθώς τα είπαμεν, κινούνται,
υπάρχει όμως εις την κίνησιν αυτών ταχύτης και βραδύτης. Επομένως το μέρος το
οποίον είναι βραδύ συγκρατεί την κίνησιν εις τον ίδιον χώρον ως προς τα ερχόμενα
πλησίον του και τα γονιμοποιεί, τα δε γεννώμενα κατ' αυτόν τον τρόπον γίνονται
βραδύτερα. Και αντιθέτως το ταχύτερον μέρος εξασκεί την κίνησίν του και εις τα
μακρινά και τα γονιμοποιεί, και το γεννώμενον κατ' αυτόν τον τρόπον έχει
περισσοτέραν ταχύτητα. Διότι μεταφέρεται εις το διάστημα και η κίνησίς του
συνίσταται εις αυτήν την μεταφοράν. Όταν λοιπόν ο οφθαλμός και κανέν από τα
ανάλογα προς αυτόν πλησιάση και γεννήση την λευκότητα με την σύμφυτον προς αυτήν
αίσθησιν, τα οποία ήτο αδύνατον να γεννηθούν, εάν έκαστον από εκείνα τα δύο
εκινείτο προς άλλο πράγμα, τότε πλέον καθ' ην στιγμήν μετακινείται η μεν όρασις
προς τους οφθαλμούς, η δε λευκότης προς εκείνο το οποίον γεννά από κοινού το
χρώμα, ο μεν οφθαλμός βεβαίως παραγεμίζεται από όρασιν και βλέπει, και τούτο δεν
είναι όρασις, αλλά οφθαλμός ο οποίος βλέπει. Και εκείνο το οποίον από κοινού
εγέννησε το χρώμα παραγεμίζεται από λευκότητα, και πάλιν τούτο δεν είναι
λευκότης, αλλά λευκόν. Αδιάφορον αν έτυχε να χρωματισθή με αυτό το χρώμα είτε
ένα ξύλον είτε ένας λίθος είτε οποιονδήποτε άλλο πράγμα. Και τα άλλα βεβαίως
κατά τον ίδιον τρόπον πρέπει να τα εννοήσωμεν, το σκληρόν και το θερμόν και όλα
τα όμοια, ότι δηλαδή μόνον του το καθ' έν δεν είναι τίποτε, καθώς και τότε το
ελέγαμεν, αλλά διά της συσχετίσεως μεταξύ των γίνονται τα πάντα και παντοειδή
ένεκα της κινήσεως. Άλλως τε, λέγουν αυτοί, δεν είναι δυνατόν να εννοήσωμεν
ακλονήτως ούτε το ενεργητικόν από αυτά ούτε το παθητικόν μόνον του, διότι ούτε
το ενεργητικόν είναι τίποτε πριν συσχετισθή με το παθητικόν, ούτε το παθητικόν
πριν συσχετισθή με το ενεργητικόν. Εκτός τούτου εκείνο το οποίον σχετιζόμενον με
έν πράγμα είναι ενεργητικόν, όταν πλησιάση εις άλλο, πιθανόν να φανή παθητικόν.
Έπεται λοιπόν από όλα αυτά, καθώς ελέγαμεν εις την αρχήν, ότι κανέν πράγμα δεν
είναι έν λαμβανόμενον καθ' εαυτό, αλλά γίνεται εν σχέσει προς άλλο τι. Την δε
ύπαρξιν πρέπει να την αφαιρέσωμεν από παντού, αφίνω ότι και ημείς οι ίδιοι
πολλάκις ηναγκάσθημεν προηγουμένως να την μεταχειρισθώμεν ένεκα της συνηθείας
και της ανεπιστημοσύνης μας. Αυτό όμως δεν πρέπει να γίνεται, καθώς λέγει η
γνώμη των σοφών, ούτε να επιτρέπωμεν εις κανένα άλλον ούτε εις εμέ, είτε αυτήν
την λέξιν είτε καμμίαν άλλην η οποία εκφράζει στασιμότητα, αλλά να τα εκφράζωμεν
κατά φύσιν ως γινόμενα και κατασκευαζόμενα και καταστρεφόμενα και μεταβαλλόμενα.
Διότι, εάν κανείς παραστήση στάσιμον με τον λόγον του έν πράγμα, είναι εύκολον
να εξελεγχθή. Πρέπει δε να εκφραζώμεθα κατ' αυτόν τον τρόπον και ως προς τα μέρη
και ως προς το άθροισμα των πολλών μερών, από εκείνα τα οποία λέγονται άνθρωπος
και λίθος και έν άτομον ή είδος ζώου. Αυτά λοιπόν, καλέ Θεαίτητε, άραγε σου
αρέσουν και θέλεις να τα δοκιμάσης, αν σου αρέσουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ξεύρω τι να σου ειπώ, Σωκράτη μου,
διότι ακόμη και διά σε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορώ να εννοήσω τι συμβαίνει· άραγε τα
παραδέχεσαι και τα λέγεις, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλεις να δοκιμάσης εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ελησμόνησες, φίλε μου, ότι εγώ μεν ούτε
γνωρίζω ούτε αναγνωρίζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε από αυτά ως ιδικόν μου γέννημα,
αλλά είμαι στείρος εις τοιαύτα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα. Προσπαθώ όμως να ξεγεννήσω σε
και δι' αυτό σου λέγω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαβάσματα και σου δίδω να δοκιμάσης μέρη
καθενός από τους σοφούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έως ότου να φέρω εις φως την ιδικήν σου
γνώμην. Όταν δε έβγη αυτή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε πλέον εγώ θα εξετάσω αν είναι κούφη ή
γόνιμος. Ώστε με θάρρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με καρτερίαν απάντησε καλώς και
ανδρείως, ποία είνε η γνώμη σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις όσα σε ερωτώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ερώτα λοιπόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε λοιπόν πάλιν, αν παραδέχεσαι το ότι
δεν υπάρχει κανέν πράγμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά γίνεται πάντοτε και το αγαθόν και το
καλόν και όλα όσα ελέγαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ ολίγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, όταν σε ακούω να ομιλής κατ'
αυτόν τον τρόπον μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται ότι είνε παρά πολύ ορθά και
πρέπει να φρονούμεν καθώς είπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν ας μη παραλείψωμεν εκείνο το
οποίον υπολείπεται ακόμη από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό. Και υπολείπεται να ομιλήσωμεν περί
ονείρων και ασθενειών και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταξύ άλλων περί μανίας, και περί όσων
λέγονται παρακρούσεις και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οφθαλμαπάται ή άλλαι παραισθήσεις. Διότι
γνωρίζεις ότι εις όλα αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομολογουμένως φαίνεται ότι ελέγχεται ως
ψευδής ο λόγος τον οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγαμεν προ ολίγου, ότι δηλαδή
ασφαλέστατα, όταν ευρισκώμεθα εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά τα κακά, έχομεν ψευδείς αισθήσεις,
και πολύ απέχει από να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινά όσα φαίνονται εις έκαστον, αλλά
όλως το αντίθετον, τίποτε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθινόν από όσα φαίνονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά ομιλείς, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν τι έχει πλέον, παιδί μου, να μου
απαντήση εκείνος ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρεί ως επιστήμην την αίσθησιν, και
νομίζει ότι, καθώς φαίνονται τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα εις έκαστον, τοιαύτα είναι δι'
εκείνον εις τον οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ, καλέ Σωκράτη, φοβούμαι να ειπώ πάλιν
ότι δεν ηξεύρω τι να ειπώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι το είπα και προ ολίγου και συ με
εμάλωσες. Διότι πραγματικώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ημπορώ να διαμφισβητήσω ότι οι
μανιακοί και οι ονειρευόμενοι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν ψευδή γνώμην, αφού άλλοι μεν από
αυτούς νομίζουν ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεοί, άλλοι δε ότι είναι πτερωτοί και
βλέπουν εις τον ύπνον των ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πετούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν συλλογίζεσαι ουδέ την
άλλην σκεπτικότητά των ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, και μάλιστα ως προς το όνειρον με
την πραγματικότητα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία είναι αυτή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το οποίον νομίζω ότι ήκουσες πολλάκις
αυτούς να το ερωτούν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή και ποίαν τάχα απόδειξιν έχομεν να
παρουσιάσωμεν, όταν θελήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς να μας ερωτήση, μήπως αυτήν την
στιγμήν κοιμώμεθα και όλαι μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αι σκέψεις είναι όνειρα, ή είμεθα έξυπνοι
και ομιλούμεν μεταξύ μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, είναι
ακατανόητον με ποίαν απόδειξιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα ημπορέσωμεν να το αποδείξωμεν, διότι
όλα ανταποκρίνονται και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας δύο περιπτώσεις ως να αντιστρέφουν.
Διότι και αυτά τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγομεν τόρα, δεν είναι διόλου δύσκολον να
ιδούμεν ότι τα λέγομεν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τον ύπνον μας. Και πάλιν, όταν εις το
όνειρον βλέπομεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διηγούμεθα, είναι πολύ δυσδιάκριτος η
ομοιότης τούτων με εκείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις λοιπόν ότι το να εναντιώνεται
κανείς δεν είναι δύσκολον, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλονεικείται ακόμη αν υπάρχει διαφορά
μεταξύ πραγματικότητος και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονείρου, αφού μάλιστα είναι ίσος ο χρόνος
του ύπνου και της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγρηγόρσεως και η ψυχή μας συγκρούεται
προς τον εαυτόν της κατά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο αυτά χρονικά διαστήματα, και επιμένει
ότι χωρίς άλλο η γνώμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνης της στιγμής είναι αληθινή.
Επομένως όσον χρόνον λέγομεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθινά αυτά εδώ, άλλον τόσον
λέγομεν ότι είναι αληθινά εκείνα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και με την ιδίαν επιμονήν διισχυριζόμεθα
και το έν και το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καμμία αμφιβολία δεν υπάρχει περί
τούτου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν το ίδιον δεν ισχύει και διά
τας ασθενείας και τας μανίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με μόνην την διαφοράν του χρόνου, ο οποίος
εις αυτάς δεν μοιράζεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξ ίσου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Άραγε από το ποσόν του χρόνου
θα κριθή η αλήθεια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό βέβαια θα ήτο διά πολλούς λόγους
γελοίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε έχεις συ να αποδείξης με κανένα άλλον
τρόπον, ποία από αυτάς τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμας είναι αληθινή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άκουσε λοιπόν από εμέ, τι λέγουν δι' αυτά
αυτοί οι οποίοι λέγουν ότι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα φαίνονται είναι αληθή και εις όποιον
φαίνονται. Και νομίζω ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτούν ως εξής: Καλέ Θεαίτητε, εκείνο το
οποίον είναι όλως διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάφορον πράγμα, μήπως έχει καμμίαν
δύναμιν κοινήν κάπως με το άλλο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μη νομίσης ότι αυτό το οποίον
ερωτώμεν είναι εν μέρει μεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον, εν μέρει δε διάφορον, αλλά ότι
είναι εντελώς διάφορον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν είναι αδύνατον να έχη κάτι τι
κοινόν ή ως προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν ή ως προς άλλην ιδιότητα, όταν
είναι εντελώς άλλο πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε δεν έπεται κατ' ανάγκην, ότι
πρέπει να παραδεχθώμεν ότι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιούτον είναι και ανόμοιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, όταν συμβή κανέν πράγμα να
γίνεται όμοιον ή ανόμοιον προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο είτε και προς τον εαυτόν του, εφ'
όσον μεν γίνεται όμοιον δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το χαρακτηρίσωμεν ως το ίδιον, εφ' όσον δε
γίνεται ανόμοιον ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάφορον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά προηγουμένως δεν ελέγαμεν ότι πολλά
και άπειρα είναι τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενεργητικά και πάλιν πολλά και άπειρα
επίσης τα παθητικά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ακόμη ότι, όταν έν πράγμα αναμιγνύεται
με άλλο και κατόπιν πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με άλλο, δεν θα γεννήση τα ίδια αλλά
διάφορα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν λέγομεν λοιπόν και δι' εμέ και δι' εσέ
και διά τα άλλα πράγματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοίως, ότι παραδείγματος χάριν ο Σωκράτης
υγιαίνει και πάλιν ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτης ασθενεί; λοιπόν τι φρονείς, το
δεύτερον είναι όμοιον με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε εννοείς τον ασθενή Σωκράτη να τον
συγκρίνωμεν με τον υγιή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή ολόκληρον το δεύτερον να το
συγκρίνωμεν προς ολόκληρον το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρώτον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά με επρόλαβες, αυτό ακριβώς
εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε βεβαίως είναι ανόμοιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν είναι και άλλο πράγμα, αφού
είναι ανόμοιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι κατ' ανάγκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ότι κοιμάται και ότι κάμνει όλα όσα
είπαμεν, θα το παραδεχθής και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι αληθές, ότι έκαστον από όσα εκ
φύσεως είναι ενεργητικά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλέως θα με μεταχειρισθούν όταν
συναντήσουν εμέ τον Σωκράτη υγιή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αλλέως όταν με συναντήσουν
ασθενή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς είναι δυνατόν να γίνη
διαφορετικά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν θα γεννήσωμεν διάφορα
πράγματα εγώ ο οποίος πάσχω και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το οποίον ενεργεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδείγματος χάριν, όταν πίνω οίνον, δεν
μου φαίνεται νόστιμος και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γλυκύς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι βεβαίως, συμφώνως προς όσα
παρεδέχθημεν, το ενεργητικόν και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παθητικόν εγέννησαν μαζί γλυκύτητα και
αίσθησιν, τα οποία και τα δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κινούνται μαζί, και η μεν αίσθησις
προερχομένη από το παθητικόν μέρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαμε την γλώσσαν να αισθάνεται, η δε
γλυκύτης μεταβαίνουσα από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οίνον προς αυτόν, κατέστησε τον οίνον
γλυκύν διά την υγιή γλώσσαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι μόνον να φαίνεται, αλλά και να
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά, έτσι εμείναμεν σύμφωνοι εις
αυτά προηγουμένως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν όμως με συναντήση ασθενή, δεν είναι
αληθές πρώτον μεν ότι δεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εύρε τον ίδιον, διότι με συνήντησε
ανόμοιον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα πάλιν αρνείσαι, ότι εγέννησαν
άλλα πράγματα ο ασθενής αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτης και η γεύσις του οίνου, δηλαδή
εις την γλώσσαν μίαν αίσθησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της πικρότητος και εις τον οίνον μίαν
γεννηθείσαν και κινουμένην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πικρότητα, ο οίνος όμως δεν είναι πλέον
πικρότης αλλά πικρός, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εγώ δεν είμαι πλέον αίσθησις αλλά
αισθανόμενος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι καθ' ολοκληρίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν είναι αδύνατον και εις εμέ να γίνω
άλλο τίποτε από το να έχω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την αίσθησιν, διότι το άλλο έχει
άλλην αίσθησιν και κάμνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικόν και άλλον τον αισθανόμενον.
Αλλά και εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενεργεί επάνω μου δεν είναι δυνατόν, αν
συναντήση άλλο πράγμα, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεννήση το ίδιον και να γίνη το ίδιον,
διότι από άλλο πράγμα θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεννήση άλλο και θα γίνη
διαφορετικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν εγώ δεν θα γίνω τοιούτος διά τον
εαυτόν μου, ούτε εκείνο θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνη τοιούτον διά τον εαυτόν του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά κατ' ανάγκην και εγώ, όταν
αισθάνωμαι, θα αισθάνωμαι κάτι τι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι είναι αδύνατον να αισθάνωμαι απλώς
χωρίς κάτι τι. Και εκείνο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν γίνεται διά κάποιον, όταν γίνεται
γλυκύ ή πικρόν ή κάτι τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόμοιον, διότι το να γίνη γλυκύ, όχι
όμως γλυκύ διά κάποιον, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδύνατον πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι συμφωνότατος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν, καθώς φρονώ, μεταξύ εμού και
αυτού του πράγματος μένει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να προστεθή το είναι, εάν είμεθα, ή το
γίνεται, εάν γινώμεθα, αφού η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανάγκη συνδέει την ύπαρξίν μας μόνον
μεταξύ μας χωρίς να την συνδέη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με κανέν από τα άλλα, ούτε και με τον
ίδιον τον εαυτόν μας. Μένει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή μόνον μεταξύ των να συνδεθούν,
ώστε, είτε το ονομάσωμεν αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι, είτε το ονομάσωμεν γίνεται, πρέπει
να λέγωμεν ότι είναι ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνεται διά κάτι τι, ή κάτι τι, ή ως προς
κάτι τι. Το ίδιον όμως ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ή ότι γίνεται μόνον του, ούτε ημείς
πρέπει να το ειπούμεν ούτε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν το ειπή άλλος, να το δεχθώμεν, συμφώνως
βέβαια με όσα είπαμεν έως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι συμφωνότατος, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αφού αυτό το οποίον ενεργεί εις
εμέ, υπάρχει εις εμέ και όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις κανένα άλλον, δεν θα δεχθώμεν ότι εγώ
πάλιν αισθάνομαι αυτό και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι άλλος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως πολύ ωραία το είπες, ότι η
επιστήμη δεν είναι άλλο τίποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά η αίσθησις, και κατ' αυτόν τον τρόπον
όλαι αι γνώμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταυτίζονται, διότι κατά τον Όμηρον και τον
Ηράκλειτον και ολόκληρον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν την φυλήν όλα κινούνται ως ρεύματα,
κατά δε τον Πρωταγόραν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφώτατον ο άνθρωπος είναι ο πήχυς ο
οποίος μετρά όλα τα πράγματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά δε τον Θεαίτητον, συμφώνως με αυτά
που είπαμεν, η αίσθησις είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη. Δεν είναι έτσι, καλέ Θεαίτητε;
Δέχεσαι ότι τούτο είναι ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είδος νεογέννητον ιδικόν σου παιδί, και
ιδικόν μου ξεγέννημα; Ή πώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην είναι, Σωκράτη μου, καθώς το
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό λοιπόν, καθώς φαίνεται, με πολλήν
κόπον τέλος πάντων το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγεννήσαμεν, οτιδήποτε και αν είναι. Τόρα
όμως μετά τον τοκετόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να πανηγυρίσωμεν τα αμφιδρόμιά του
(3) και να κάμωμεν κυκλικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρέξιμον με τον λόγον ωσάν αληθινό παιδί,
και να προσέξωμεν μήπως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξίζει τον κόπον να το αναθρέψωμεν, αλλά
είναι κούφον και ανύπαρκτον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε μήπως συ εννοείς με κάθε τρόπον να
αναθρέψης το ιδικόν σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γέννημα και όχι να το πετάξης, ή θα δεχθής
να βλέπης να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξελέγχωμεν και δεν θα θυμώσης πολύ, ωσάν
πρωτότοκος γυνή, εάν σου το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάρη κανείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα το δεχθή ο Θεαίτητος, καλέ Σωκράτη,
διότι δεν είναι διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύστροπος. Αλλά δι' όνομα θεού ειπέ μου,
μήπως πάλιν δεν είναι αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χωρίς να σε κολακεύω, καλέ Θεόδωρε, συ
είσαι λογόφιλος και λαμπρός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι με νομίζεις ότι είμαι κανένα σακκί
γεμάτο λόγους, και ημπορώ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βγάλω και να ειπώ τόρα πάλιν ότι δεν είναι
ορθά αυτά. Και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντελήφθης τι συμβαίνει, ότι δηλαδή κανείς
από τους λόγους δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βγαίνει από μέσα μου, αλλά πάντοτε από
εκείνον ο οποίος συζητεί μαζί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, εγώ όμως τίποτε περισσότερον δεν
γνωρίζω, παρά μόνον να συλλάβω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγον από άλλον σοφόν και να τον παραδεχθώ
γνωρίζω αρκετά καλά. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα λοιπόν τούτο θα προσπαθήσω να κάμω
από αυτόν εδώ, και όχι να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπώ ο ίδιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ τα λέγεις πολύ καλά, Σωκράτη μου, και
κάμε όπως θέλεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε, φίλε μου Θεόδωρε, γνωρίζεις τι
πράγμα θαυμάζω εις τον φίλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου Πρωταγόραν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος. Τι πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Όλα τα άλλα όσα λέγει πολύ μου
αρέσουν, ότι δηλαδή εκείνο το οποίον φαίνεται εις έκαστον αυτό είναι και
πραγματικόν. Απορώ όμως διά την αρχήν του λόγου διότι δεν είπε εις την αρχήν της
«Αληθείας» του ότι όλων των πραγμάτων ο πήχυς είναι ο χοίρος, ή ο πίθηκος, ή
κανέν άλλο χειρότερον ακόμη από όλα όσα έχουν αίσθησιν, διά να κάμη την αρχήν
του λόγου του μεγαλοπρεπή και περιφρονητικήν προς ημάς και να επιδεικνύη ότι
ημείς μεν τον θαυμάζομεν διά την σοφίαν του ωσάν θεόν, αυτός όμως, ως φαίνεται,
δεν ήτο ως προς την φρόνησιν καλλίτερος ουδέ από ένα μικρόν βάτραχον, και όχι
πλέον από κανένα άλλον άνθρωπον. Ή πώς θέλεις να φρονούμεν, καλέ Θεόδωρε; Διότι,
εάν πραγματικώς πρόκειται να είναι δι' έκαστον αληθής πάσα γνώμη την οποίαν
σχηματίζει με τας αισθήσεις του, και όχι να κρίνη ο είς καλλίτερον το πάθημα του
άλλου, ούτε να έχη περισσότερον κύρος εις το να κρίνη ο είς την γνώμην του
άλλου, αν είναι ορθή η ψευδής, αλλά, καθώς επαναλάβαμεν πολλάκις, μόνος του ο
καθείς θα έχη την ατομικήν του γνώμην, όλαι όμως αυταί αι γνώμαι θα είναι ορθαί
και αληθιναί, τότε λοιπόν, καλέ μου φίλε, διά ποίον λόγον τάχα ο μεν Πρωταγόρας
είναι σοφός, ώστε να κρίνεται άξιος να διδάσκη και άλλους με μεγάλους μισθούς,
ημείς δε αμαθέστεροι και πρέπει να λαμβάνωμεν μαθήματα από εκείνον, αφού ο
καθείς είναι ο ίδιος ο πήχυς της ιδικής του σοφίας; Πώς να μη υποθέσωμεν ότι τα
λέγει αυτά ο Πρωταγόρας, διά να μας εμπαίζη; Αφίνω πλέον κατά μέρος το άτομόν
μου και την ιδικήν μου τέχνην την μαιευτικήν, πόσον αποδεικνύεται γελοία, καθώς
νομίζω, και όλη η ασχολία εις την συζήτησιν. Διότι το να εξετάζη και να εξελέγχη
ο είς του άλλου την γνώμην και την φαντασίαν, αφού είναι ορθή η γνώμη του
καθενός, δεν είναι άραγε μεγάλη και ελεεινή φλυαρία, εάν είναι αληθινή η
«Αλήθεια» του Πρωταγόρου, και αν δεν αστειεύθη, όταν ωμίλησε από τα άδυτα του
βιβλίου αυτού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Σωκράτη, είναι ιδικός μας φίλος και
αυτός καθώς το είπες και προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγου. Δι' αυτό λοιπόν δεν ήθελα να
εξελεγχθή ο Πρωταγόρας με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικήν μου ομολογίαν, αλλά πάλιν ούτε και
εις εσέ δεν θέλω να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εναντιωθώ παρά την γνώμην μου. Ώστε πάρε
πάλιν τον Θεαίτητον. Είμαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βέβαιος ότι και προ ολίγου πολύ αρμονικά
εφαίνετο ότι δέχεται την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμην σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε, καλέ Θεόδωρε, και όταν υπάγης εις
την Λακεδαίμονα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επισκεφθής τας παλαίστρας, θα έχης την
αξίωσιν να βλέπης άλλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γυμνούς, μερικούς με ελεεινά σώματα, και
συ δεν θα ξεγυμνωθής διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δείξης το σώμα σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί όχι, εάν επρόκειτο να μου το
επιτρέψουν και να πεισθούν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους λόγους μου; Ακριβώς καθώς τόρα νομίζω
ότι θα σας πείσω, εμέ μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να με αφήσετε θεατήν και να μη με σύρετε
εις το γυμναστήριον, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλέον είμαι χονδροκόκκαλος, και να
παλαίβετε μόνον με αυτόν που είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νεώτερος και ευκαμπτότερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν αυτό, αγαπητέ μου Θεόδωρε, είναι
αρεστόν εις εσέ, τότε και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμέ δεν είναι μισητόν, διά να το ειπούμεν
ωσάν παροιμίαν. Ώστε πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να αποταθώ εις τον σοφόν Θεαίτητον.
Λοιπόν λέγε μου, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεαίτητε, πρώτον μεν εις όσα προ ολίγου
είπαμεν, δεν απορείς και συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς τόσον έξαφνα αναδεικνύεσαι όχι
κατώτερος εις την σοφίαν από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιονδήποτε άνθρωπον ή θεόν ακόμη; Ή
μήπως νομίζεις ότι ο πήχυς του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρου ολιγώτερον εφαρμόζεται εις τους
θεούς παρά εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία δεν το νομίζω αυτό, και ακριβώς
πολύ απορώ, καθώς είπες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν με ερώτησες. Διότι την ώραν που
εξετάζαμεν πώς εννοούν, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το οποίον νομίζει έκαστος αυτό
είναι και αληθινόν δι' αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που το νομίζει, τότε μου εφαίνετο ότι
ελέγετο πολύ ορθά. Τόρα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμέσως μετεβλήθη εις το αντίθετον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό συμβαίνει, διότι είσαι νέος, καλό
παιδί, και διά τούτο ακούεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προθύμως τας διαλέξεις και πείθεσαι.
Λοιπόν εις αυτά θα απαντήση ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρας ή άλλος κανείς εις την θέσιν
του: Φιλόμουσοι κύριοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παίδες και γέροντες, σεις, ενώ
συνεδριάζετε και συζητείτε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρουσιάζετε εις το μέσον τους θεούς, τους
οποίους εγώ τους επέταξα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έξω και από το να συζητώμεν και από το να
γράφωμεν περί αυτών, αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχουν ή δεν υπάρχουν. Και λέγετε
πράγματα τα οποία μόνον ο λαός θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα παρεδέχετο, αν τα ήκουε, ότι δηλαδή
είναι τρομερόν πράγμα αν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα είναι ανώτερος κατά την σοφίαν πας
άνθρωπος από οποιονδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κτήνος. Και δεν παρουσιάζετε καμμίαν
απόδειξιν πειθαναγκαστικήν, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζεσθε την πιθανότητα. Και όμως,
αν ο Θεόδωρος ή άλλος κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τους γεωμέτρας μετεχειρίζετο αυτήν την
πιθανότητα εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεωμετρίαν, δεν θα άξιζε να τον ακούη
κανείς. Σκεφθήτε λοιπόν αν συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο Θεόδωρος θα δεχθήτε να ομιλούμεν
περί αυτών των πραγμάτων με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιθανότητας και εικασίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, καλέ Σωκράτη, και συ και ημείς θα
ελέγαμεν ότι αυτό δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ορθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν πρέπει να εξετάσωμεν, καθώς
φαίνεται, κατ' άλλον τρόπον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως προς όσα λέγεις συ και ο
Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα κατ' άλλον τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας εξετάσωμεν ως εξής: αν
πραγματικώς είναι το ίδιον πράγμα η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αίσθησις και η επιστήμη, ή είναι
διαφορετικόν. Διότι εις αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταλήγει όλη η συζήτησίς μας, και προς
χάριν αυτού ανεστατώσαμεν όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά τα πολλά και τα παράξενα. Είσαι
σύμφωνος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμφωνότατος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε λοιπόν θα παραδεχθώμεν ότι όσα πράγματα
αισθανόμεθα με την όρασιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με την ακοήν, όλα αυτά συγχρόνως και
τα γνωρίζομεν; Παραδείγματος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν, πριν να μάθωμεν την γλώσσαν των
βαρβάρων, θα λέγωμεν ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ακούομεν όταν ομιλούν, ή ότι και τους
ακούομεν και τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοούμεν; Επίσης και διά τα γράμματα,
όταν δεν τα γνωρίζωμεν και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπωμεν τι θα ειπούμεν, ότι δεν τα
βλέπομεν ή θα επιμένωμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγωμεν ότι τα γνωρίζομεν, αφού τα
βλέπομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Σωκράτη, τόσον μέρος μόνον θα
ειπούμεν ότι γνωρίζομεν από αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον βλέπομεν και ακούομεν. Δηλαδή από τα
γράμματα μεν θα ειπούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι βλέπομεν και γνωρίζομεν το σχήμα και
το χρώμα, από δε την γλώσσαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι ακούομεν και γνωρίζομεν μόνον τον
υψίφωνον και βαρύφωνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τονισμόν. Όσα όμως εξηγούν οι
γραμματοδιδάσκαλοι διά τα γράμματα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι διερμηνείς διά την γλώσσαν, αυτά ούτε
τα αισθανόμεθα με την όρασιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ή με την ακοήν, αλλ' ούτε και τα
γνωρίζομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Περίφημα τα λέγεις, καλέ Θεαίτητε, και δεν
αρμόζει να εναντιωθώ εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς τους λόγους σου, διά να μεγαλώνης.
Κύτταζε όμως ότι μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλησιάζει και κάτι άλλο και σκέψου πώς θα
το αποδιώξωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το εξής: εάν μας ερωτήση κανείς άραγε
είναι δυνατόν, όταν κανείς γίνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμων εις ένα πράγμα, εφ' όσον ακόμη
το διατηρεί εις την μνήμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του, ακριβώς τότε που το ενθυμείται να μη
το γνωρίζη επισταμένως αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το οποίον ενθυμείται. Και μου φαίνεται ότι
είπα πολυλογίας, ενώ ήθελα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ερωτήσω, αν, όταν μάθη κανείς έν πράγμα
και το ενθυμήται, δεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς γίνεται αυτό, καλέ Σωκράτη; Αυτό θα
ήτο βεβαίως τερατώδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως λοιπόν εγώ φλυαρώ; Πρόσεξε δε: άραγε
δεν παραδέχεσαι ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όρασις και η ακοή είναι αισθήσεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν όστις είδε κάτι τι, δεν έγινε
επιστήμων αυτού, συμφώνως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα είπαμεν προ ολίγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πώς; Δεν παραδέχεσαι αυτό το οποίον
λέγομεν μνήμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς την εννοείς; ως μνήμην ενός πράγματος
ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ως μνήμην ενός πράγματος βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά τα πράγματα δεν είναι επάνω κάτω όσα
έμαθε κανείς και ησθάνθη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή ό,τι είδε κανείς, το ενθυμείται
κάποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ενθυμείται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε και όταν ακόμη κλείση τους Οφθαλμούς
του, ή μήπως το λησμονεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα ήτο παράλογον, καλέ Σωκράτη, να το ειπή
κανείς αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως είναι ανάγκη να το ειπούμεν, αν
πρόκειται να διασώσωμεν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενον λόγον, άλλως τον
εχάσαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ το υποπτεύομαι αυτό, μα τον Δία,
αλλά δεν το εννοώ τελείως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπέ λοιπόν πώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιδού πώς: Είπαμεν βεβαίως ότι όστις βλέπει
έγινε επιστήμων εκείνου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του πράγματος το οποίον βλέπει. Διότι η
όρασις και η αίσθησις και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη παρεδέχθημεν ότι είναι το
ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά όστις βλέπει και έγινε επιστήμων
αυτού του πράγματος το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έβλεπε, εάν τόρα κλείση τους οφθαλμούς
του, το ενθυμείται και όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν το βλέπει. Το παραδέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά δεν το βλέπει σημαίνει δεν το
γνωρίζει, αφού το βλέπει θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπή το γνωρίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως εκείνο εις το οποίον έγινε κανείς
επιστήμων, ενώ ακόμη το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμείται πρέπει να μην το γνωρίζη,
επειδή δεν το βλέπει, αλλά τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν εγίνετο είπαμεν ότι θα ήτο
τερατώδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως φαίνεται ότι φθάνομεν εις το
άτοπον, εάν παραδεχθώμεν ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη και η αίσθησις είναι το ίδιον
πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως πρέπει να δεχθώμεν ότι άλλο είναι
το έν και άλλο το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σχεδόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, καθώς φαίνεται, πρέπει να
ερευνήσωμεν από την αρχήν τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι επιστήμη. Και όμως, καλέ Θεαίτητε,
τι κάμνομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ως προς τι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι ωσάν πετεινοί
αναξιοπρεπείς πριν να νικήσωμεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απεμακρύνθημεν από την συζήτησιν, διά να
τραγωδήσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται ότι κατά την εριστικήν
μέθοδον εμείναμεν σύμφωνοι εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέξεις και αφού με αυτάς ενικήσαμεν,
μένομεν ευχαριστημένοι. Και ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς δεν καυχώμεθα ως εριστικοί αλλά ως
φιλόσοφοι, χωρίς να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσωμεν κάμνομεν τα ίδια με εκείνους
τους ακατονοήτους ανθρώπους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακόμη δεν εννοώ αυτό το οποίον
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως θα προσπαθήσω να σου αναπτύξω τι
εννοώ. Ερωτήσαμεν δηλαδή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν, όστις μάθη και ενθυμείται έν πράγμα,
το γνωρίζει ή όχι, και αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν ότι όστις είδε κάτι τι και έκλεισε
τους οφθαλμούς του, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμείται και όμως δεν το βλέπει, με αυτό
απεδείξαμεν ότι δεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει και συγχρόνως το ενθυμείται. Αυτό
όμως είναι αδύνατον. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατ' αυτόν τον τρόπον πήγε χαμένος ο λόγος
του Πρωταγόρου και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικός σου ότι η επιστήμη και η αίσθησις
είναι το ίδιον πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως αυτό δεν θα εγίνετο, νομίζω, καλέ
μου φίλε, εάν έζη ακόμη ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατήρ του ενός από τους δύο αυτούς λόγους,
αλλά θα τον υπερήσπιζε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύ. Τόρα όμως ημείς τον ευρήκαμεν
ορφανόν και τον εξευτελίζομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι δεν τον υπερασπίζουν και οι
κηδεμόνες ακόμη, τους οποίους άφησε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο Πρωταγόρας, εκ των οποίων ένας είναι και
ο Θεόδωρος απ' εδώ. Αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε σχεδόν ημείς οι ίδιοι πρέπει να τον
βοηθήσωμεν, χάριν της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιοσύνης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε βεβαιώ, καλέ Σωκράτη, δεν είμαι εγώ από
τους κηδεμόνας, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάλλον ο Καλλίας Ιππονίκου. Ημείς όμως
κυρίως συγκατανεύσαμεν από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρητικούς λόγους της γεωμετρίας. Θα σου
γνωρίζωμεν όμως χάριν, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον βοηθήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι, καλέ Θεόδωρε. Πρόσεξε
λοιπόν να ιδής ποίου είδους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η βοήθειά μου. Διότι χειρότερα ακόμη
από τα προηγούμενα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να παραδεχθή κανείς, εάν δεν
προσέχη εις τας λέξεις με τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίας συνήθως λέγομεν, ότι μένομεν ή δεν
μένομεν σύμφωνοι. Θέλεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις εσέ να ειπώ το πώς, ή εις τον
Θεαίτητον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εις τους δύο καλλίτερα, αλλά ας απαντά
ο νεώτερος, διότι, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμη λάθος, θα είναι ολιγώτερον εντροπή
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν ερωτώ την παραλογωτέραν
ερώτησιν, η οποία, νομίζω, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η εξής: άραγε είναι δυνατόν ο ίδιος όστις
γνωρίζει κάτι τι, αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον γνωρίζει να μην το γνωρίζη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, φίλε Θεαίτητε, τι θέλεις να
απαντήσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ νομίζω ότι είναι αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι αδύνατον, εάν δεχθής ότι η
όρασις είναι επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς τι θα απαντήσης εις την
αναπόφευκτον ερώτησιν, όταν καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγουν πέσης στον λάκκον, και αφού κάποιος
σου κλείση με το χέρι τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένα οφθαλμόν σου, σε ερωτήση αν βλέπεις το
ένδυμά του με τον κλειστόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου οφθαλμόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν θα ειπώ ότι βλέπω με αυτόν, θα
είπω όμως, καθώς μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, ότι βλέπω με τον άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν συγχρόνως βλέπεις και δεν
βλέπεις το ίδιον πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ένα τέτοιο πράγμα κάπως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν πρόκειται περί τούτου, θα ειπή
εκείνος, ούτε σε ερώτησα εγώ το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πώς, αλλά αν το ίδιον πράγμα το γνωρίζεις
και δεν το γνωρίζεις. Τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε αποδεικνύεσαι ότι το ίδιον πράγμα το
βλέπεις και δεν το βλέπεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξάλλου όμως παρεδέχθης ότι η όρασις
ισοδυναμεί προς την επιστήμην,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και η έλλειψις οράσεως προς την έλλειψιν
επιστήμης. Από αυτά λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμε συλλογισμόν και εύρε το
συμπέρασμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κάμνω τον συλλογισμόν και ευρίσκω ότι
εξάγεται το αντίθετον από ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεδέχθην εις την αρχήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ίσως, περισπούδαστε φίλε μου,
επάθαινες περισσότερα ακόμη, εάν σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτούσε κανείς, αν υπάρχει επιστήμη
οξύνους και επιστήμη αμβλύνους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αν εκ του πλησίον υπάρχει επιστήμη,
από μακράν όμως όχι, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναλόγως επί ταχύτητος και αργοπορίας και
χίλια δύο άλλα, ημπορούσε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να σε ερωτήση, όταν σε εύρη εις το καρτέρι
ένας καλός στρατιώτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πληρωμένος, την ώραν που έλεγες ότι είναι
το ίδιον πράγμα η επιστήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και η αίσθησις, και αφού κάμη έφοδον εις
την ακοήν και την όσφρησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τας άλλας αισθήσεις, αρχίση να σε
εξελέγχη ορμών εναντίον σου και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη παραιτούμενος, πριν θαυμάσης την
πολύκροτον σοφίαν του και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλληφθείς από αυτόν, ο όποιος, αφού σε
υποτάξη και σε δέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χειροπόδαρα, τότε πλέον θα εζητούσε όσα
λύτρα ήτο δυνατόν να δεχθής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά να σε ελευθερώση. Ίσως όμως θα ειπής,
άραγε ποίον λόγον θα είχε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ειπή ο Πρωταγόρας προς βοήθειαν των
συμμάχων του; Δεν είναι χρέος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας να προσπαθήσωμεν να το εύρωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος. Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Πρώτον, νομίζω, θα ειπή όλα αυτά,
όσα λέγομεν ημείς υπερασπιζόμενοι αυτόν, και έπειτα, νομίζω, θα κάμη έφοδον
περιφρονών ημάς και λέγων: Να τέτοιος είναι ο Σωκράτης ο προκομμένος, επειδή ένα
μικρό παιδί εφοβήθη, όταν το ερώτησε αν είναι δυνατόν ο ίδιος άνθρωπος το ίδιον
πράγμα συγχρόνως να το ενθυμήται και να μη το γνωρίζη, και επειδή από τον φόβον
του είπε όχι, διότι αυτό δεν ήτο εις θέσιν να προβλέψη το αποτέλεσμα, τάχα
απέδειξε το άτομόν μου γελοίον εις τους λόγους. Και όμως, κοιμισμένε μου,
Σωκράτη, το πράγμα έχει ως εξής. Όταν κανέν από όσα είπα εγώ το εξετάζης με την
συζήτησιν, τότε, εάν μεν ο ερωτηθείς απήντησε καθώς θα απαντούσα εγώ και έχη
λάθος, το λάθος είναι ιδικόν μου, αν όμως αυτός απαντήση διαφορετικά από εμέ,
τότε πταίει ο ίδιος ο ερωτηθείς. Και τόρα παραδείγματος χάριν νομίζεις ότι
παραδέχομαι εγώ, ότι ενθυμείται κανείς εκείνο το οποίον έπαθε, τόρα που δεν
πάσχει πλέον, αφού η μνήμη είναι κάτι τι, το οποίον είχε όταν έπασχε; Πολύ απέχω
από αυτό. Ή νομίζεις πάλιν ότι θα δυσκολευθώ να σου απαντήσω ότι είναι δυνατόν ο
ίδιος άνθρωπος το ίδιον πράγμα και να το γνωρίζη και να μη το γνωρίζη; Ή αν
κανείς δειλιάση να ειπή αυτό, θα σου χαρίση ποτέ το ότι εκείνος ο οποίος
μετεβλήθη είναι ο ίδιος ό,τι ήτο πριν μεταβληθή; Ή μάλλον θα δεχθή ότι είναι
ένας αυτός και όχι πολλοί, και αυτοί οι πολλοί ότι γίνονται άπειροι, αφού
παραδεχόμεθα ότι συμβαίνει μεταβολή, εάν βεβαίως πρόκειται να προφυλαττώμεθα από
το να καταστρατηγή ο ένας τους λόγους του άλλου; Ευλογημένε μου, θα ειπή πάλιν
εκείνος, αν ημπορής πολέμησε με περισσοτέραν γενναιότητα αυτό το οποίον είπα,
και απόδειξε ως ψευδές ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτεραι αισθήσεις εις έκαστον από
ημάς, ή, αφού υπάρχουν ιδιαίτεραι αισθήσεις, απόδειξε ότι δεν έπεται πάλιν εκ
τούτου, ότι, εκείνο, που φαίνεται εις έκαστον, γίνεται τοιούτον ή είναι (διά να
μεταχειρισθώ την λέξιν είναι) δι' αυτόν μόνον. Όταν όμως αναφέρης χοίρους και
πιθήκους, όχι μόνον συ ο ίδιος φαίνεσαι χοίρος, αλλά πείθεις και εκείνους οι
οποίοι σε ακούουν, να φαίνωνται χοίροι εις τα συγγράμματά μου, και δεν κάμνεις
καλά (!). Διότι εγώ ναι μεν διισχυρίζομαι, ότι η αλήθεια είναι καθώς την έγραψα,
δηλαδή όχι έκαστος από ημάς είναι ο πήχυς και διά τα υπάρχοντα και διά τα μη
υπάρχοντα, απείρως όμως διαφέρει ο είς από τον άλλον ακριβώς εις αυτό το ίδιον,
ότι δηλαδή άλλα υπάρχουν και φαίνονται εις τον ένα και άλλα εις τον άλλον.
Επομένως πολύ απέχω από το να ειπώ ότι δεν υπάρχει σοφία και σοφός άνθρωπος,
αλλά ακριβώς αυτόν τον ίδιον ονομάζω σοφόν, ο οποίος εις ένα οποιονδήποτε από
ημάς, εις τον οποίον τα πράγματα φαίνονται και είναι κακά, θα τα μεταβάλη και θα
τα κάμη να φαίνωνται και να είναι αγαθά. Έπειτα μη με πολεμής εις τας λέξεις,
αλλά με τον εξής τρόπον εννόησε σαφέστερον τι θέλω να ειπώ. Ενθυμήσου δηλαδή τι
ελέγαμεν προηγουμένως, ότι εις τον ασθενή φαίνονται και είναι πικρά τα φαγητά
που τρώγει, εις δε τον υγιή το αντίθετον και είναι και φαίνονται. Και λοιπόν από
αυτούς τους δύο δεν είναι ανάγκη να κάμωμεν σοφώτερον κανένα, διότι ούτε μας
είναι δυνατόν. Ούτε και πρέπει να τους χαρακτηρίσωμεν και να ειπούμεν, ότι ο μεν
ασθενής είναι αμαθής, διότι έχει αυτήν την γνώμην, ο δε υγιής είναι σοφός, διότι
έχει διαφορετικήν γνώμην. Αλλά απλώς πρέπει το έν να το μεταβάλλωμεν εις το
άλλο, διότι η δευτέρα κατάστασις είναι προτιμοτέρα. Το ίδιον δε και εις την
εκπαίδευσιν, την άλλην κατάστασιν πρέπει να την μεταβάλλωμεν εις το καλλίτερον.
Και ενώ ο ιατρός μεταχειρίζεται φάρμακα διά την μεταβολήν, ο σοφιστής
μεταχειρίζεται λόγους. Δε θέλω όμως να ειπώ ότι, έναν άνθρωπον που έχει ψευδή
γνώμην είναι δυνατόν να τον κάμης κατόπιν να έχη αληθινήν, διότι ούτε είναι
δυνατόν να έχη κανείς γνώμην διά τα μη υπάρχοντα, ούτε να φρονή άλλα από όσα
πάσχει, αυτά δε είναι εκάστοτε αληθινά (!). Νομίζω μόνον ότι εκείνον ο οποίος
ένεκα της μοχθηράς ψυχικής του καταστάσεως φρονεί παρόμοια προς την κατάστασίν
του, η αγαθή κατάστασις τον κάμνει να φρονή άλλα φρονήματα, τα οποία ακριβώς
μερικοί από αμάθειαν τα ονομάζουν αληθινά, εγώ όμως παραδέχομαι μεν ότι είναι
καλλίτερα τα δεύτερα από τα πρώτα, όχι όμως και αληθέστερα, Και τους σοφούς,
αγαπητέ μου φίλε Σωκράτη, πολύ απέχω να τους ονομάζω βατράχους, αλλά ως προς τα
σώματα τους ονομάζω ιατρούς, ως προς δε τα φυτά γεωργούς. Διότι λέγω ότι και
αυτοί εις τα φυτά, όταν κανέν από αυτά ασθενή, του αφαιρούν τας κακάς αισθήσεις
και του δίδουν καλάς και υγιεινάς αισθήσεις και αληθείας, οι δε σοφοί και καλοί
ρήτορες κάμνουν τας πόλεις να νομίζουν, ότι είναι δίκαια τα καλά και όχι τα κακά
(!). Διότι όσα εις εκάστην πόλιν φαίνονται δίκαια και καλά, αυτά είναι δίκαια
και καλά δι' αυτήν εν όσω τα θεωρεί ως τοιαύτα. Ο σοφός όμως, από εκεί που είναι
όλα εις αυτούς κακά, τα κάμνει να είναι και να φαίνωνται καλά. Το ίδιον και ο
σοφιστής, εάν είναι ικανός να παιδαγωγή κατ' αυτόν τον τρόπον τους
εκπαιδευομένους, είναι σοφός και άξιος να λαμβάνη πολλά χρήματα από τους
εκπαιδευθέντας. Και κατ' αυτόν τον τρόπον άλλος είναι σοφώτερος από άλλον και
κανείς δεν έχει ψευδή γνώμην, και εσέ, είτε θέλεις είτε δεν θέλεις, θα σε
ανεχθώμεν να είσαι ο πήχυς (!). Διότι με αυτό ενισχύεται αυτός ο λόγος μου (!).
Τον οποίον αν συ είσαι ικανός να τον πολεμήσης από την αρχήν, πολέμησέ τον με
συνεχή λόγον, ή, αν προτιμάς με ερωτήσεις, έστω με ερωτήσεις. Διότι και τούτο
δεν πρέπει να το αποφύγη, απ' εναντίας μάλιστα πρέπει να το επιδιώκη όστις έχει
νουν. Κάμε όμως ως εξής· μην είσαι άδικος εις τας ερωτήσεις, διότι είναι πολύ
παράλογον, αφού λέγεις ότι φροντίζεις διά την αρετήν (!), να μην κάμνης τίποτε
ολιγώτερον από το να είσαι άδικος εις τους λόγους. Αδικία δε είναι εις αυτά τα
πράγματα όταν κανείς δεν κάμνη διάκρισιν μεταξύ εριστικής ομιλίας και
συζητήσεως, και εις μεν την πρώτην αστειεύεται και σφάλλει όσον ημπορεί, εις δε
την συζήτησιν σοβαρεύεται και διορθώνει τον αντικρυνόν του, δεικνύων μόνον τα
σφάλματα εις τα οποία υπέπεσε μόνος του ή εξ αιτίας των προηγουμένων διδασκάλων
του!). Διότι, αν κάμης έτσι, τότε θα κατακρίνουν τον εαυτόν των διά την ταραχήν
και την απορίαν όσοι συζητούν μαζί σου, και όχι εσέ, και σε μεν θα σε εκτιμήσουν
και θα σε ζητήσουν πάλιν, τον εαυτόν των δε θα τον μισήσουν και θα τον
απαρνηθούν, διά να εγκολπωθούν την φιλοσοφίαν, με σκοπόν να γίνουν διαφορετικοί
και να ξεφορτωθούν την προηγουμένην των κατάστασιν. Εάν όμως κάμνης το αντίθετον
από αυτά, καθώς κάμνουν οι περισσότεροι, το αντίθετον θα συμβή εις σε και εις
τους ακροατάς σου, αντί να γίνουν φιλόσοφοι θα τους κάμης να μισούν αυτό το
πράγμα, όταν μεγαλώσουν. Εάν λοιπόν θέλης να με ακούσης, καθώς σου είπα και
προηγουμένως, όχι με έχθραν ούτε πολεμικώς, αλλά με επιείκειαν και αληθινήν
συγκατάβασιν, θα σκεφθής, τι άραγε εννοούμεν, όταν λέγωμεν ότι τα πάντα
κινούνται, και ότι εκείνο το οποίον φαίνεται εκείνο και υπάρχει εις έκαστον, και
εις τα άτομα και εις ολόκληρον την πόλιν. Και από αυτά κατόπιν θα κρίνης αν
είναι το ίδιον πράγμα ή διαφορετικόν η επιστήμη και η αίσθησις και αν δεν
προέρχονται όλα, καθώς είπαμεν προ ολίγου, από την συνήθειαν των βημάτων και των
ονομάτων, τα οποία οι περισσότεροι τα σύρουν όπως τύχη και προξενούν δυσκολίας
όσας ημπορείς να φαντασθής ο είς εις τον άλλον. Αυτά, καλέ Θεόδωρε, είχα να είπω
πρώτος εγώ κατά τας δυνάμεις μου προς βοήθειαν του φίλου σου, και είναι ολίγα
από τα ολίγα που γνωρίζω. Αν όμως έζη ο ίδιος θα υπερασπίζετο τους λόγους του με
περισσότερον μεγαλείον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αστειεύεσαι, Σωκράτη μου, διότι με πολλήν
ανδρείαν υπερήσπισες αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άνθρωπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε ευχαριστώ διά τους λόγους σου, καλέ μου
φίλε, και ειπέ μου σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακαλώ, ενόησες προ ολίγου ότι ο
Πρωταγόρας κάπου μας προσέβαλε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγων ότι συζητούμεν με ένα μικρό παιδί
και ότι εκμεταλλευόμεθα τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φόβον αυτού του παιδιού, ενώ συζητούμεν τα
ιδικά του διδάγματα, διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο τα θεωρεί αστεία και αποδίδων
σπουδαιότητα εις τον πήχυν όλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των πραγμάτων μας προέτρεψε να καταγίνωμεν
εις τα διδάγματά του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δεν το ενόησα, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Προτείνεις να τον
ακούσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βλέπεις λοιπόν ότι όλοι οι παρόντες εκτός
σού είναι παιδιά. Εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν πρόκειται να τον ακούσωμεν αυτόν
τον άνθρωπον, πρέπει εγώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ με ερωτήσεις και απαντήσεις να
σπουδάσωμεν τον λόγον του, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη έχη παράπονον ως προς τούτο
τουλάχιστον, ότι δηλαδή, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστειευόμεθα εμπρός εις παλικαράκια, τάχα
εξετάσαμεν αυτόν τον λόγον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς; Τάχα ο Θεαίτητος δεν ημπορεί
καλλίτερα από πολλούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πωγωνοφόρους να παρακολουθήση την έρευναν
του λόγου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όμως και από εσέ καλλίτερα, καλέ
Θεόδωρε. Ώστε μην νομίζης ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ μεν έχω χρέος να υπερασπισθώ με κάθε
τρόπον τον φίλον σου ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίος απέθανε, συ όμως όχι, αλλ' εμπρός,
αγαπητέ, ακολούθησέ με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγον έως ότου να εννοήσωμεν, αν πρέπει
συ να θεωρηθής διά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεωμετρικά σχήματα ο πήχυς που τα μετρά, ή
όλοι θα γίνωμεν καθώς συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτάρκεις και εις την αστρονομίαν και εις
τα άλλα εις τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει λόγος να είσαι συ ανώτερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι εύκολον, Σωκράτη μου, όταν
κανείς κάθηται μαζί σου να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λάβη μέρος εις την συζήτησιν. Εγώ όμως προ
ολίγου ωμίλησα εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αέρα, όταν ενόμιζα ότι συ θα μου επιτρέψης
να απέχω, και δεν θα με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγκάσης καθώς κάμνουν οι Λακεδαιμόνιοι.
Συ όμως μου φαίνεσαι ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλησιάζεις τον Σκείρωνα(4) περισσότερον.
Διότι οι μεν Λακεδαιμόνιοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιβάλλουν έν από τα δύο, ή να φύγης ή να
γυμνωθής προς πάλην, συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως μου φαίνεται ότι το κάμνεις καθώς ο
Ανταίος (5). Διότι όποιος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου πλησιάση, δεν τον αφίνεις να φύγη πριν
τον αναγκάσης να ετοιμασθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να παλαίση με τους λόγους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Περίφημα εχαρακτήρισες την ασθένειάν μου,
καλέ Θεόδωρε. Εγώ όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμαι δυνατώτερος από εκείνους. Διότι έως
τόρα με ευρήκαν στον δρόμον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χιλιάδες ωσάν τον Ηρακλέα και τον Θησέα
ανδρειωμένοι εις τους λόγους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με εξεκούφαναν. Εγώ όμως πάλιν δεν
παραιτούμαι. Τόσον πολύ με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκυρίευσε κάτι τι ωσάν ανίκητος έρως δι'
αυτάς τας ασκήσεις. Δι' αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν μην αποφεύγης και συ από φθόνον να
συγκρουσθής μαζί μου και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελήσης συγχρόνως και τον εαυτόν σου και
εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ πλέον δεν αντιλέγω τίποτε, ώστε φέρε
με όπου θέλεις. Χωρίς άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να δεχθώ με υπομονήν το γραφτό, το
οποίον ως μοίρα θα μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαγράψης συ, όταν θα με εξελέγχης. Σε
ειδοποιώ όμως ότι δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορέσω να σε χρησιμεύσω περισσότερον από
ό,τι με επρότεινες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και τόσον είναι αρκετόν. Και σε
παρακαλώ πολύ πρόσεχε εις αυτό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως λησμονήσωμεν και συζητήσωμεν
παιδαριωδώς, και κατόπιν πάλιν μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ονειδίση κανείς τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια θα προσπαθήσω όσον μου είναι
δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας πάρωμεν πάλιν το προηγούμενον
εκείνο και ας ιδούμεν, άραγε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχομεν δίκαιον ή όχι να οργιζώμεθα και να
κατακρίνωμεν τον λόγον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι παρουσίαζε τον καθένα αυτάρκη διά
την φρόνησιν. Και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρας συνεφώνησε μαζί μας ότι
διακρίνονται μερικοί και ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το καλλίτερον και ως προς το χειρότερον,
οι οποίοι ακριβώς είναι οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφοί. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν, εάν μεν ήτο ο ίδιος παρών και
συνεφώνει, χωρίς να τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπερασπιζώμεθα ημείς μόνοι μας και να
δίδωμεν συγκατάθεσιν, δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο ανάγκη να τα επαναλάβωμεν διά να
βεβαιωθώμεν. Τόρα όμως ίσως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς θελήση να ακυρώση την συγκατάθεσίν
μας χάριν εκείνου. Διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο είναι ωραιότερον να εξηγηθούμεν
μεταξύ μας καλλίτερα ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό. Διότι δεν είναι μικρά η διαφορά, αν
το παραδεχθώμεν κατά τούτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον τρόπον, ή κατά τον αντίθετον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγεις την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας μην ανοίξωμεν άλλας συζητήσεις,
αλλά από τον λόγον του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδίου ας λάβωμεν την συγκατάθεσιν όσον το
δυνατόν συντομώτερα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιδού πώς: Λέγει, νομίζω, ότι, εκείνο το
οποίον φαίνεται εις έκαστον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό είναι και πραγματικόν εις εκείνον εις
τον οποίον φαίνεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το λέγει πραγματικώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, καλέ Πρωταγόρα, και ημείς εδώ
προτείνομεν γνώμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπου ή μάλλον όλων των ανθρώπων, και
λέγομεν ότι κανείς δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει, ο οποίος εις άλλα μεν δεν νομίζει
τον εαυτόν του σοφώτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τους άλλους, εις άλλα δε άλλους
σοφωτέρους από τον εαυτόν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μάλιστα εις τους μεγαλιτέρους
κινδύνους, καθώς όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ταλαιπωρούνται εις τας εκστρατείας ή από
τα νοσήματα ή από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρικυμίαν, και αποβλέπη ο καθείς εις τον
αρχηγόν του ωσάν θεόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από αυτόν περιμένη την σωτηρίαν του, ο
οποίος δεν έχει καμμίαν άλλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφοράν παρά τας γνώσεις. Και εις όλα τα
άλλα πράγματα καθημερινώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι άνθρωποι ζητούν διδασκάλους και
άρχοντας διά τον εαυτόν των και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλα ζώα και διά τας εργασίας, διότι
επίσης νομίζουν ότι αυτοί είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανοί να διδάσκουν και να είναι αρχηγοί.
Και εις όλα αυτά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα τι άλλο θα ειπούμεν, παρά ότι οι
ίδιοι αυτοί άνθρωποι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχονται, ότι υπάρχει σοφία και
αμάθεια εις τον εαυτόν των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τίποτε άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτοί δεν νομίζουν ότι η μεν σοφία
είναι αληθινή νόησις, η δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμάθεια ψευδής γνώμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως; .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, καλέ Πρωταγόρα, τι θα απαντήσωμεν
εις αυτά; Άραγε θα δεχθώμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι πάντοτε οι άνθρωποι έχουν αληθινήν
γνώμην, ή άλλοτε μεν αληθινήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοτε δε ψευδή; Διότι και από τα δύο αυτά
εξάγεται ότι δεν έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε αληθινήν γνώμην, αλλά άλλοτε
αληθινήν και άλλοτε ψευδή. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λάβε υπ' όψιν σου, καλέ Θεόδωρε, ότι
πιθανόν να θελήση κανείς από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους οπαδούς του Πρωταγόρα ή συ ο ίδιος
ακόμη να αντιλέξης, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διόλου δεν νομίζει ο ένας τον άλλον ότι
είναι αμαθής και έχει ψευδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι αλλά αυτό κανείς δεν θα το παραδεχθή,
καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως αυτό επιβάλλει κατ' ανάγκην ο
λόγος ο οποίος λέγει, ότι όλων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των πραγμάτων ο πήχυς που τα μετρά είναι ο
άνθρωπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν συ κάμνης μόνος σου μίαν κρίσιν, και
έρχεσαι εις εμέ και μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγης μίαν γνώμην περί ενός πράγματος,
τότε εγώ σε αφίνω να θεωρής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινήν την γνώμην σου σύμφωνα με τον
λόγον του Πρωταγόρα, αλλά τάχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ημάς τους άλλους δεν επιτρέπεται να
γίνωμεν επικριταί της ιδικής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου κρίσεως, ή νομίζεις ότι θα
παραδεχθώμεν ότι συ έχεις πάντοτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινήν γνώμην; Ή μήπως σε αντικρούσουν
εκάστοτε χιλιάδες από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντιφρονούντας, νομίζοντες ότι συ έχεις
ψευδή κρίσιν και γνώμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, χιλιάδες των χιλιάδων
υπάρχουν, καθώς λέγει ο Όμηρος, οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι θα με φέρουν εις δύσκολον
θέσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; θέλεις να παραδεχθώμεν ότι
εκείνην την στιγμήν συ, διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν τον εαυτόν σου έχεις αληθινήν γνώμην,
διά τας χιλιάδας όμως των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπων έχεις ψευδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό νομίζω ότι είναι το αναγκαίον
συμπέρασμα αυτού του λόγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο ίδιος όμως ο Πρωταγόρας τι νομίζει; Δεν
θα αναγκασθή να παραδεχθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι, εάν ούτε αυτός ενόμιζε ότι ο πήχυς
των πραγμάτων είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος, ούτε ο πολύς κόσμος νομίζει,
καθώς και πράγματι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζει, τότε εις κανένα δεν υπάρχει αυτή
η «αλήθεια» την οποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος συνέγραψε; Εάν δε πάλιν αυτός μεν
ενόμιζε τούτο, ο πολύς όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κόσμος δεν συμμερίζεται την γνώμην του,
γνωρίζεις ότι πρώτον μεν όσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότεροι είναι εκείνοι, οι οποίοι δεν
δέχονται αυτήν την γνώμην,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από εκείνους οι οποίοι την παραδέχονται,
τόσον περισσότερον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψευδής παρά αληθινή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην, αφού η αλήθεια και το ψεύδος
κανονίζεται από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμόν των γνωμών (!).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκτός τούτου το νοστιμώτερον είναι το
εξής: Αφού εκείνος λέγει ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλοι έχουν αληθινήν γνώμην, βεβαίως
παραδέχεται ότι είναι αληθινή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμη εκείνων οι οποίοι εναντιώνονται εις
την γνώμην του, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζουν ότι έχει ψευδή γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν θα παραδεχθή ότι η ιδική
του γνώμη είναι ψευδής, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την γνώμην εκείνων οι οποίοι νομίζουν, ότι
αυτός ψεύδεται την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχεται ως αληθινήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Γνωρίζεις ακόμη ότι οι άλλοι δεν
παραδέχονται διά τον εαυτό των, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν ψευδή γνώμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν παραδέχονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτός όμως πάλιν παραδέχεται και αυτήν την
γνώμην των ως αληθινήν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως προς όσα έγραψε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως όλοι και πρώτος πρώτος ο
Πρωταγόρας (!) θα διαφιλονική την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικήν του γνώμην ή μάλλον, αφού δέχεται
ότι έχει αληθινήν γνώμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος ο οποίος εναντιώνεται εις αυτόν,
τότε ο ίδιος ο Πρωταγόρας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχεται ότι ούτε ο κύων ούτε ο τυχών
άνθρωπος είναι πήχυς διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν πράγμα το οποίον δεν έμαθε. Δεν
είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αφού διαφιλονικείτε από όλους, τότε
δεν θα είναι αληθινή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμη του Πρωταγόρα, ούτε δι' άλλον
κανένα, ούτε διά τον ίδιον εαυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Σωκράτη, πάρα πολύ κατατρέχομεν τον
φίλον μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μόνον αυτό, φίλε μου, αλλά πολύ
πιθανόν και να παρατρέχωμεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν. Και βέβαια είναι λογικόν αφού
εκείνος ήτο γέρων να ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφώτερος από ημάς. Και αν από κανένα
μέρος έβγαζε την κεφαλήν έως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον λαιμόν και μας έβλεπε, χωρίς άλλο θα
με κατέκρινε εμέ ως φλύαρον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εσέ διότι συγκατανεύεις, και αμέσως θα
εχώνετο εις το χώμα διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φύγη μακράν από ημάς. Ημείς όμως, καθώς
νομίζω, έχομεν χρέος να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δείξωμεν ποίαν γνώμην έχομεν, και την
γνώμην μας αυτήν να την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράζωμεν πάντοτε ειλικρινώς. Λοιπόν και
τόρα δεν θα δεχθώμεν, ότι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού πας τις παραδέχεται ότι υπάρχει και
σοφώτερος άλλος από άλλον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει και αμαθέστερος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε φρονείς ακόμη ότι μένει ακλόνητος
και ως προς κείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι ίδιοι επροσθέσαμεν διά να
υπερασπισθώμεν τον Πρωταγόραν, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή τα περισσότερα πράγματα, όπως
φαίνονται, τοιαύτα και είναι εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαστον, ως τα θερμά, τα ξηρά, τα γλυκά
και όλα όσα είναι αυτής της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατηγορίας; Και ότι εάν εις μερικά
αναγνωρίζη ότι διαφέρει ο είς από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άλλον, το πολύ εις τα υγιεινά και
νοσώδη ημπορεί να δεχθή, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οιονδήποτε γύναιον, ή παιδίον, ή θηρίον
δεν είναι εις θέσιν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεραπευθή μόνον του, χωρίς να γνωρίζη το
υγιεινόν, και ότι εις τούτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ πάντων ο είς διαφέρει του
άλλου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή είναι η γνώμη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και διά τα πολιτικά είναι
πραγματικώς καλά και αισχρά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκαια και άδικα και όσια και ανόσια όσα
παραδεχθή εκάστη πόλις και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομοθετήση διά τον εαυτόν της, και
επομένως ως προς αυτά δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφώτερον ούτε ένα άτομον από άλλο άτομον,
ούτε μία πόλις από άλλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόλιν. Μόνον όμως εις το να νομοθετή όσα
συμφέρουν προ πάντων ή δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφέρουν εις την ιδίαν, θα αναγνωρίση
πάλιν ότι έχει διαφοράν ο είς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμβουλος από τον άλλον και η μία γνώμη
της πόλεως από την άλλην ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς την αλήθειαν, και δεν θα τολμήση να
ειπή ότι όσα νομοθετήση μία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόλις, διότι ενόμισε ότι συμφέρουν εις
αυτήν, ωρισμένως αυτά θα την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελήσουν περισσότερον από παν άλλο. Ενώ
εκεί, που είπα προηγουμένως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή εις τα δίκαια και άδικα και όσια
και ανόσια, είναι πρόθυμοι να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διισχυρίζωνται ότι κανέν από αυτά δεν έχει
εκ φύσεως την ουσίαν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά παν ό,τι νομίση η κοινή γνώμη, τούτο
γίνεται αληθές και μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον χρόνον το νομίζει. Επί τέλους δε και
όσοι δεν έχουν εντελώς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμην του Πρωταγόρα με αυτά σχεδόν
κάμνουν τον φιλόσοφον. Ημείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως, καλέ Θεόδωρε, από τον ένα λόγον
πηγαίνομεν εις τον άλλον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τον μεγαλίτερον εις τον
μικρότερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και μήπως δεν έχομεν καιρόν, καλέ
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται. Και σε βεβαιώ, αξιοθαύμαστε
φίλε, πολλάκις το παρετήρησα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς και τόρα, ότι ήτο επόμενον όσοι
χάνουν πολύν καιρόν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοσοφίαν, όταν παρουσιασθούν εις τα
δικαστήρια να φαίνωνται γελοίοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ρήτορες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν το εξηγείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σχεδόν όσοι κυλίονται μέσα εις τα
δικαστήρια και τα παρόμοια από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μικροί, συγκρινόμενοι με όσους εμεγάλωσαν
μέσα εις την φιλοσοφίαν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας παρομοίας σπουδάς, είναι ωσάν δούλοι
απέναντι ελευθέρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος. Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Διότι οι μεν πρώτοι έχουν πάντοτε
καιρόν, καθώς είπες, και συνομιλούν με ησυχίαν και χωρίς βίαν. Καθώς ημείς τόρα
εδώ τρεις φοράς με αυτήν αλλάζομεν λόγον. Το ίδιον κάμνουν και εκείνοι, όταν
τους αρέση εκείνο που τους κατεβαίνει περισσότερον από το προκείμενον, καθώς
αρέσει εις ημάς. Και δεν τους μέλει αν ομιλούν πολλήν ώραν ή συντόμως, αρκεί να
επιτύχουν την αλήθειαν, ενώ αυτοί οι άλλοι ομιλούν πάντοτε βιαστικά — διότι τους
βιάζει το νερόν της κλεψύδρας (6) που τρέχει — και δεν επιτρέπει να ομιλήσουν
δι' έν ζήτημα το οποίον επιθυμούν, διότι ο αντίδικος στέκει επάνω από το κεφάλι
των και τους πιέζει και αναγινώσκει σχέδιον, έξω από το οποίον δεν επιτρέπεται
κατά τον νόμον να ομιλούν, και το οποίον ακριβώς λέγεται αντωμοσία. Και οι λόγοι
των πάλιν λέγονται πάντοτε δι' ένα δούλον, καθώς είναι αυτοί, καθήμενοι εμπρός
εις ένα σατράπην, ο οποίος κρατεί εις το χέρι του την δικαιοσύνην, και αι δίκαι
ποτέ δεν γίνονται διά το τίποτε, αλλά πάντοτε διά το ατομικόν των συμφέρον και
πολλάκις αγωνίζονται διά να σώσουν το κεφάλι των. Επομένως από όλα αυτά γίνονται
φωνασκοί και οξύθυμοι και γνωρίζουν να κολακεύουν τον σατράπην με τους λόγους
των και να τον ευχαριστήσουν με κάτι τι πραγματικόν, και είναι μικροπρεπείς και
στρεψόδικοι. Διότι την αύξησιν και την ευθύτητα και την ελευθερίαν της ψυχής των
την αφήρεσε η μακροχρόνιος δουλεία, η οποία τους αναγκάζει να κάμνουν στραβά
πράγματα, διότι εν όσω ακόμη αι ψυχαί των είναι τρυφεραί, επιβάλλει εις αυτούς
μεγάλους κινδύνους και φόβους και επειδή δεν ημπορούν να τους υποφέρουν εντός
του δικαίου και της αληθείας, αμέσως προσπαθούν να απατήσουν και να αδικήσουν ο
είς τον άλλον και πέφτουν και τσακίζονται. Επομένως γίνονται εις το τέλος άνδρες
από παιδιά χωρίς καμμίαν ψυχικήν υγείαν, και νομίζουν πλέον ότι έγιναν φοβεροί
και σοφοί. Και αυτοί μεν, αγαπητέ Θεόδωρε, είναι τοιούτοι. Αυτούς όμως, όσοι
ανήκουν εις τον ιδικόν μας χορόν θέλεις άραγε να τους χαρακτηρίσωμεν και αυτούς,
ή να τους αφήσωμεν και να έλθωμεν πάλιν εις την συζήτησίν μας, ώστε, καθώς
ελέγαμεν και προ ολίγου, να μην κάμνωμεν μεγάλην κατάχρησιν εις την ελευθερίαν
και αλλαγήν των λεγομένων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, καλέ Σωκράτη, αλλά ας τους
χαρακτηρίσωμεν. Διότι αυτό το είπες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύ ωραία, ότι δηλαδή ημείς όσοι
αποτελούμεν τούτον τον χορόν δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμεθα υπηρέται των λόγων, αλλά οι λόγοι
είναι ως άλλοι δούλοι μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και έκαστος από αυτούς περιμένει να
συμπληρωθή, όταν μας έλθη η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όρεξις. Διότι εις τον χορόν μας δεν
επιβλέπει ούτε δικαστής ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεατής, καθώς εις τους ποιητάς, διά να μας
κατακρίνη και να μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιβληθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, αφού το θέλεις, νομίζω ότι
πρέπει να ομιλήσωμεν περί των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κορυφαίων. Διότι προς τι κανείς να αναφέρη
τους αναξίους διά τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλοσοφικάς συζητήσεις; Και λοιπόν αυτοί
από μικράν ηλικίαν πρώτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν διά να υπάγουν εις την αγοράν δεν
γνωρίζουν τον δρόμον, ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζουν πού είναι το δικαστήριον, ή το
βουλευτήριον, ή κανέν άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κοινόν της πόλεως συνέδριον. Τους δε
νόμους και τα ψηφίσματα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προφορικά ή γραπτά, ούτε τα βλέπουν, ούτε
τα ακούουν. Τρεχάματα δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά συλλόγους διά να καταλάβουν την
εξουσίαν και συνεδριάσεις και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεύματα και πατινάδες με οργανοπαικτρίας,
ούτε εις το όνειρόν των δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους κατεβαίνει να τα βλέπουν. Εάν δε εις
την πόλιν γεννηθή κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από μεγάλην ή μικράν οικογένειαν, ή αν εις
κανένα συμβή δυστύχημα εξ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αιτίας των προγόνων του, είτε άνδρες είναι
είτε γυναίκες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον το αγνοούν αυτό, παρά πόσας
σταγόνας έχει η θάλασσα. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ύστερα από όλα αυτά δεν γνωρίζουν ακόμη
και ότι δεν τα γνωρίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι διά να έχουν υπόληψιν δεν τα αμελούν
και αυτά, αλλά πραγματικώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το σώμα των μόνον ευρίσκεται μέσα εις την
πόλιν, ενώ η ψυχή των όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά τα θεωρεί μικρά και μηδαμινά και τα
περιφρονεί και περιφέρεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς λέγει ο Πίνδαρος, καταμετρούσα και
τα κάτωθεν της γης και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιφάνειαν αυτής και σπουδάζουσα
αστρονομικώς τον ουρανόν και εις όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα μέρη ερευνώσα την φύσιν έκαστου
πράγματος του σύμπαντος, χωρίς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιορίζη τον εαυτόν της εις τα
πλησίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς αυτό, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς ο Θαλής, καλέ Θεόδωρε, ενώ εξήταζε
τα άστρα και έβλεπε υψηλά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έπεσε εις ένα πηγάδι και μία Θράκισσα
ωραία και νόστιμη υπηρέτρια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγουν ότι τον επερίπαιξε, διότι όσα μεν
είναι εις τον ουρανόν έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόθον να τα γνωρίση, ενώ όσα είναι εμπρός
εις τα πόδια του δεν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει. Και ο ίδιος εμπαιγμός
εφαρμόζεται εις όλους, όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγίνονται εις την φιλοσοφίαν. Διότι
πραγματικώς ο τοιούτος διά μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πλησίον του και τον γείτονά του δεν
έχει είδησιν, όχι μόνον τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνει, αλλά σχεδόν ακόμη και αν είναι
άνθρωπος ή κανέν κτήνος. Το τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως είναι ο άνθρωπος και τι αρμόζει εις
την ανθρωπίνην φύσιν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνη ή να πάσχη, διαφορετικόν από τα άλλα
ζώα, κάθεται και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάζει με πολύν κόπον. Με εννοείς, φίλε
Θεόδωρε, ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος. Σε εννοώ και λέγεις την
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Δι' αυτό λοιπόν, φίλε μου, ο
τοιούτος και εις τας ιδιωτικάς του συναναστροφάς και εις τας κοινωνικάς του
σχέσεις, καθώς έλεγα εις την αρχήν, όταν εντός δικαστηρίου ή εις κανέν άλλο
μέρος αναγκασθή να συζητήση διά πράγματα που είναι εμπρός εις τα πόδια του και
εις την μύτην του, γίνεται γελοίος όχι μόνον ενώπιον των Θρακισσών αλλά και όλου
του λαού, διότι πίπτει εις πηγάδια και εις διαφόρους δυσκολίας ένεκα της
αμαθείας του, και τότε η εντροπή του είναι τρομερά, διότι προξενεί εντύπωσιν
αβελτηρίας. Διότι και εις τας ύβρεις δεν έχει συνήθειαν ποτέ να υβρίζη κανένα,
αφού δεν γνωρίζει κανέν σφάλμα κανενός, επειδή δεν τους εσπούδασε. Επειδή λοιπόν
δεν έχει να ειπή τίποτε, γίνεται γελοίος. Και πάλιν εις τους επαίνους και τα
καυχήματα των άλλων φανερώνεται ότι γελά όχι προσποιητώς αλλά πραγματικώς και
φαίνεται ότι είναι ακριτολόγος. Διότι και όταν ακούη να εγκωμιάζεται ηγεμών ή
βασιλεύς νομίζει ότι ακούει να καλοτυχίζουν κανένα χοιροβοσκόν ή ποιμένα, διότι
αρμέγει πολύ γάλα. Νομίζει μάλιστα ότι αυτοί οι βασιλείς βόσκουν ένα ζώον
δυστροπώτερον και επιφοβώτερον από εκείνα και επειδή δεν έχουν καιρόν να
παιδευθούν, γίνονται κατ' ανάγκην όχι ολιγώτερον αγροίκοι και απαίδευτοι από
τους βοσκούς. Όταν πάλιν ακούση περί κτημάτων ότι κάποιος θαυμάζεται, διότι έχει
περισσότερα από δέκα χιλιάδες στρέμματα, αυτός νομίζει ότι είναι πολύ ολίγα
διότι συνηθίζει να τα συγκρίνη προς όλην την γην. Προ πάντων δε όταν επαινούν
την καταγωγήν και λέγουν ότι είναι ευγενής όστις αποδείξη ότι έχει επτά πάππους
πλουσίους, αυτός νομίζει ότι δεν βλέπουν διόλου μακράν, όταν επαινούν, και ότι
ένεκα της αμαθείας των δεν είναι εις θέσιν να ρίπτουν εκάστοτε βλέμμα εις το
όλον, ούτε να υπολογίσουν, ότι πάππους και προγόνους έχει ο καθείς πολλάς
χιλιάδας και εις το διάστημα αυτό αναρίθμητοι υπήρξαν πλούσιοι και πτωχοί
βασιλείς και δούλοι βάρβαροι και Έλληνες πολλάκις διά τον καθένα. Όσοι όμως
υπερηφανεύονται, διότι έχουν κατάλογον είκοσι πέντε προγόνων και αναβιβάζουν την
καταγωγήν των εις τον Ηρακλέα του Αμφιτρύωνος, φαίνονται εις αυτό παράξενοι διά
την μικρολογίαν των, Ότι όμως από τον υιόν του Αμφιτρύωνος και άνω υπήρχε άλλος
εικοστός πέμπτος πρόγονος και από εκείνον άλλος πεντηκοστός και ήτο καθώς τον
έκαμε η τύχη του, γελά διότι δεν ημπορούν να το υπολογίσουν και να αποδιώξουν
την χαυνότητα από την ανόητον ψυχήν των. Εις όλα αυτά λοιπόν ο τοιούτος
περιπαίζεται από τον λαόν, διότι εις το ένα ζήτημα ημπορεί να υπερηφανεύεται,
καθώς φαίνεται, ενώ όσα είναι εμπρός εις τους πόδας του, τα αγνοεί και έχει
απορίας εις έκαστον από αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος. Λέγεις εντελώς πράγματα, που
συμβαίνουν, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Όταν όμως, φίλε μου, σύρη ο ίδιος
κανένα εις το δικαστήριον και του επιτρέψη κανείς να αφήση κατά μέρος την
μικροσυζήτησιν: Όχι, εγώ αδικώ εσέ, όχι, συ αδικείς εμέ, και να υψωθή εις την
εξέτασιν της καθ' αυτό δικαιοσύνης και αδικίας διά να εύρη τι διαφέρουν αυτά το
έν από το άλλο και από όλα τα άλλα πράγματα, ή από την μικροσυζήτησιν, αν ο
βασιλεύς είναι ευτυχής, διότι έχει πολύ χρήμα, να υψωθή εις την εξέτασιν της
βασιλείας και εν γένει της ανθρωπίνης ευτυχίας, ή αθλιότητος, διά να εύρη τι
είναι το καθέν από αυτά και με ποίον τρόπον αρμόζει εις την φύσιν του ανθρώπου
το μεν έν από αυτά να το αποκτήση, το δε άλλο να το αποφύγη, θριαμβεύει. Όταν
πάλιν περί όλων αυτών γίνη ανάγκη να ομιλήση ο μικρόψυχος εκείνος και οξύθυμος
και δικανικός, αυτός πάλιν κάμνει τα αντίστροφα. Διότι ζαλίζεται ωσάν
κρεμασμένος υψηλά και βλέπει με βλέμμα μετεωρισμένον και επειδή είναι
ασυνήθιστος και αδημονεί και απορεί και τραυλίζει, δεν λέγω ότι γίνεται γελοίος
εις τας Θρακίσσας ούτε και εις κανένα άλλον απαίδευτον, διότι αυτό δεν το
εννοούν, γίνεται όμως γελοίος εις τους λαβόντας αντίθετον ανατροφήν από την
ανδραποδώδη. Ιδού λοιπόν ο χαρακτήρ ενός εκάστου από αυτούς τους δύο, καλέ
Θεόδωρε, ο μεν ένας ανετράφη πραγματικώς με ελευθερίαν και με άνεσιν, τον οποίον
ακριβώς ονομάζεις φιλόσοφον, και δεν θεωρεί προσβολήν να τον νομίζουν μωρόπιστον
και ότι δεν αξίζει τίποτε, όταν περιεπλεχθή εις υπηρεσίας δουλικάς, λόγου χάριν
να μη γνωρίζη να δέση ένα στρωματόδεμα, ή να κατασκευάζη ένα νόστιμον φαγητόν, ή
να ειπή δύο έξυπνα λόγια. Ο άλλος πάλιν όλα αυτά ημπορεί να τα εκτελέση
επιτηδείως και ταχέως, δεν ημπορεί όμως να ενδυθή με επιτηδειότητα ελευθέρου
ανθρώπου, ουδέ εγνώρισε την αρμονίαν των λόγων, διά να εξυμνήση την αληθινήν
ζωήν των θεών και των ανθρώπων που ευτυχούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν, καλέ Σωκράτη, οι λόγοι σου έπειθαν
όλους καθώς εμέ, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επληθύνετο η ειρήνη εις τον κόσμον και θα
ήτο μικροτέρα η δυστυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Και όμως ούτε να εξαλειφθή το κακόν
είναι δυνατόν, καλέ Θεόδωρε, διότι είναι ανάγκη να υπάρχει πάντοτε μία αντίθεσις
προς το αγαθόν ούτε πάλιν ημπορεί να έχη θέσιν μεταξύ των θεών, αλλά μόνον εις
την θνητήν φύσιν και εις τούτον τον τόπον περιφέρεται εξ ανάγκης. Διά τούτο
πρέπει να προσπαθήσωμεν να φύγωμεν το γρηγορώτερον από τον κόσμον τούτον εις
εκείνον. Φυγή δε είναι το να γίνωμεν όσον το δυνατόν όμοιοι με τον θεόν, η δε
ομοίωσις συνίσταται εις το να γίνωμεν δίκαιοι και ευσεβείς μαζί με την φρόνησιν.
Αλλά βεβαίως, φίλε μου, δεν είναι τόσον εύκολον να πείση κανείς άλλον, ότι όχι
διά τους λόγους διά τους οποίους λέγει ο λαός πρέπει να αποφεύγη το πονηρόν και
να ζητή την αρετήν, δηλαδή διά να φαίνεται ότι δεν είναι κακός, αλλά αγαθός.
Διότι αυτά μου φαίνονται ότι είναι φλυαρία γραϊδίων, η δε αλήθεια είναι η εξής:
ο θεός δεν είναι άδικος με κανένα τρόπον εις καμμίαν περίστασιν, αλλ' όσον το
δυνατόν είναι δίκαιος εις την εντέλειαν, και κανέν άλλο πράγμα δεν είναι
ομοιότερον με αυτόν, παρά εκείνος από ημάς ο οποίος θα γίνη δίκαιος εις την
εντέλειαν. Αυτό είναι εκείνο το οποίον κάμνει ένα άνθρωπον πραγματικώς
θαυμάσιον, και πάλιν ουτιδανόν και άνανδρον. Διότι η μεν γνώσις αυτού είναι
αληθινή σοφία και αρετή, η δε άγνοια είναι φανερά αμάθεια και κακία. Αι άλλαι
όμως φαινομενικαί ικανότητες και σοφίαι εις μεν την διαχείρισιν των πολιτικών
είναι βάρος εις τους άλλους, εις δε τας τέχνας είναι χονδροειδία. Και λοιπόν εις
εκείνον ο οποίος αδικεί και ομιλεί η κάμνει ασεβή πράγματα, το καλλίτερον είναι
να μη τον θεωρήσωμεν τρομερόν εις την πανουργίαν. Διότι αυτοί ευχαριστούνται να
ακούουν τοιαύτην κατηγορίαν και νομίζουν ότι δεν είναι φλύαροι, αφού άλλως είναι
βάρος της γης, αλλά ότι είναι άνθρωποι καθώς πρέπει να είναι εις μίαν πόλιν όσοι
θέλουν να σωθούν. Πρέπει λοιπόν να ειπούμεν την αλήθειαν, ότι δηλαδή τόσον
περισσότερον είναι ό,τι δεν υποθέτουν, όσον περισσότερον δεν το γνωρίζουν. Διότι
αγνοούν την ζημίαν της αδικίας, την οποίαν διόλου δεν πρέπει να αγνοή κανείς.
Διότι αδικία δεν είναι αυτό που νομίζεται συνήθως, δηλαδή οι δαρμοί και οι
θάνατοι, τα οποία πολλάκις τα παθαίνουν όσοι δεν είναι άδικοι, αλλά εκείνη την
οποίαν είναι αδύνατον να την αποφύγουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος. Ποίαν λοιπόν εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχουν, φίλε μου, δύο πρότυπα δείγματα
εις την φύσιν, το θείον το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον είναι ευτυχέστατον και ο αντίθεος ο
οποίος είναι ο αθλιώτατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όμως δεν τα βλέπουν και από την
ηλιθιότητά των και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπερβολικήν ανοησίαν των χωρίς να το
αισθάνωνται γίνονται όμοιοι με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον δεύτερον από τα άδικα έργα των και
ανόμοιοι με το πρώτον. Δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό λοιπόν πληρώνουν τα αντίποινα εν όσω
ζουν ζωήν ανάλογον με αυτόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που ομοιάζουν. Και αν ελέγαμεν εις αυτούς
ότι, αν δεν αποκηρύξουν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτηδειότηταν, όταν θα αποθάνουν, δεν θα
τους δεχθή εκείνος ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθαρός από το κακόν τόπος και ότι εις την
παρούσαν ζωήν πάντοτε θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απολαμβάνουν τα ανάλογα προς την διαγωγήν
των, κακοί αυτοί με άλλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κακούς συντρόφους, τότε προ πάντων θα
φανούν τρομεροί και πανούργοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως να τους τα λέγη αυτά κανείς
ανόητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά, Σωκράτη μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το γνωρίζω αγαπητέ μου φίλε. Ένα πράγμα
όμως συμβαίνει εις αυτούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή αν γίνη ανάγκη ατομικώς να δώσουν
και να λάβουν τον λόγον δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνους τους οποίους κατακρίνουν και
δεχθούν αξιοπρεπώς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπομείνουν πολύν χρόνον και να μη φύγουν
ανάνδρως, τότε παραδόξως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φίλε μου, εις το τέλος δεν αρέσουν οι
ίδιοι τον εαυτόν των, δι' όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγουν, και όλη των εκείνη η ρητορική
μαραίνεται, ώστε να μην έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν διαφοράν από μικρά παιδιά. Και
αυτά μεν, επειδή είναι έξω της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποθέσεως, ας τα αφήσωμεν. Άλλως θα
συσσωρευθούν πολλά διαρκώς και θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατακαλύψουν τον λόγον, τον οποίον
αρχίσαμεν. Ώστε ας έλθωμεν εις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενα, αν είσαι σύμφωνος και
συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Σωκράτη, εγώ ευχαριστούμαι πολύ να
ακούω τοιαύτα ζητήματα, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ευκολώτερον εις την γεροντικήν μου
ηλικίαν να παρακολουθώ, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως συ θέλης, ας επανέλθωμεν εις τα πρώτα
πάλιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν εφθάσαμεν λοιπόν εις το μέρος εκείνο
του λόγου, εις το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελέγαμεν ότι όσοι παραδέχονται ότι τα όντα
μετακινούνται και ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το οποίον νομίζει έκαστος, αυτό και
υπάρχει δι' εκείνον ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίος το νομίζει, εις όλα μεν τα άλλα και
προ πάντων εις τα δίκαια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πρόθυμοι να διισχυρίζωνται ότι
ωρισμένως όσα νομοθετήση μία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόλις, αφού τα εγκρίνη, αυτά είναι και
δίκαια δι' αυτήν που τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενομοθέτησε, εφ' όσον μένουν; Ως προς το
αγαθόν όμως ουδείς είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσον ανδρείος ώστε να τολμά να
διισχυρίζεται ότι και όσα νομίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφέλιμα η πόλις και τα νομοθετήση, είναι
ωφέλιμα όσον χρόνον μένουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκτός εάν απλώς λέγωμεν το όνομα. Αλλά
τούτο πάλιν θα ήτο εμπαιγμός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' όσα λέγομεν. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όστε ας μην ομιλούμεν διά το όνομα αλλά
διά το πράγμα, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκφράζει το όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ας μην ομιλούμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το πράγμα το οποίον εκφράζει το
όνομα, έχει υπ' όψει της η πόλις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν νομοθετή, και όσον της είναι δυνατόν
κάμνει όλους τους νόμους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφελιμωτάτους διά τον εαυτόν της. Ή
νομίζεις ότι βλέπει εις άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε όταν νομοθετή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν, άραγε επιτυγχάνει πάντοτε ή
σφάλλει εις πολλά πράγματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκάστη πόλις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ νομίζω ότι εις πολλά σφάλλει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν τα ίδια θα τα παραδεχθή
έκαστος πολύ ευκολώτερον, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς ερωτήση περί ολοκλήρου του είδους
εις το οποίον ανήκει και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφέλιμον, νομίζω δε ότι εις τούτο ανήκει
και ο μέλλων χρόνος. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν νομοθετούμεν θέτομεν τους νόμους διά
να είναι ωφέλιμοι εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατόπιν χρόνον, αυτό δε πολύ καλά
ημπορούμεν να το ονομάσωμεν μέλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν ας ερωτήσωμεν τον Πρωταγόραν
ή κανένα από τους οπαδούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του. Δεν λέγετε σεις, κύριε Πρωταγόρα, ότι
όλων των πραγμάτων ο πήχυς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που τα μετρά είναι ο άνθρωπος, δηλαδή των
λευκών, των βαρέων, των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελαφρών και όλων ανεξαιρέτως των τοιούτων,
διότι έχει εντός του το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κριτήριον δι' όλα αυτά και όπως τα
αισθάνεται, τοιαύτα τα νομίζει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τα νομίζει πραγματικά διά τον εαυτόν
του. Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε, κύριε Πρωταγόρα, και διά τα
μέλλοντα έχει εντός του το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κριτήριον, και όπως νομίζει ότι θα
συμβούν, τοιαύτα πραγματικώς θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβούν εις αυτόν που τα ενόμισε; Λόγου
χάριν ως προς τα θερμά, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς αμαθής νομίση ότι θα τον πιάση
θέρμη, θα έχη πραγματικώς αυτήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την θερμότητα και αν άλλος, ιατρός όμως
αυτός, ειπή το εναντίον, τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά την γνώμην ποίου από αυτούς τους δύο
θα δεχθούμεν ότι θα συμβή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μέλλον; Ή μήπως θα γίνη συμφώνως με την
γνώμην και του ενός και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του άλλου και διά μεν τον ιατρόν δεν θα
είναι θερμός, ουδέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θερμασμένος, διά δε τον εαυτόν του θα
είναι και τα δύο μαζί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό πραγματικώς θα ήτο κωμικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακόμη δε νομίζω ότι και ως προς την
γλυκύτητα ή στυφάδα την οποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέλλει να αποκτήση ο οίνος έχει κύρος η
γνώμη του αμπελουργού και όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του κιθαριστού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε πάλιν διά την αρμονίαν ή δυσαρμονίαν,
η οποία θα συμβή εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέλλον, ημπορεί να έχη καλλιτέραν γνώμην ο
γυμναστής από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μουσικόν, πράγμα το οποίον κατόπιν και ο
γυμναστικός θα το παραδεχθή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι αρμονικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επίσης και όστις μέλλει να κάμη το γεύμα
του χωρίς να γνωρίζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαγειρικήν, όταν ετοιμάζεται τα φαγητόν,
δεν έχει ολιγώτερον κύρος η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώμη του από τον μάγειρον διά την
ευχαρίστησιν την οποίαν τούτο θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προξενήση; Διότι όσον διά την ευχαρίστησιν
η οποία υπάρχει ή υπήρξε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα πλέον ας παύσωμεν να φιλονεικούμεν,
περί εκείνης όμως η οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέλλει να νομισθή και να υπάρξη εις
έκαστον τι φρονείς; άραγε είναι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερος κριτής αυτός ο ίδιος διά τον
εαυτόν του; Η μήπως συ, κύριε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρα, δεν θα διδάξης καλλίτερα από
οποιονδήποτε αναρμόδιον τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πιθανόν να συμβή εις έκαστον από
ημάς εις το δικαστήριον, όσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξαρτάται από τους λόγους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, φίλε μου Σωκράτη, πάρα πολύ
εκείνος εβεβαίωνε ότι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιος είναι εις αυτό ανώτερος από
όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και έκαμνε καλά μα τον Δία, αγαπητέ μου
φίλε. Άλλως βεβαίως κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα εκάθητο να συζητή μαζί του και να
πληρώνη τόσον πολύ χρήμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν δεν κατέπειθε τους συνομιλητάς του,
ότι και εκείνο το οποίον εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το μέλλον θα υπάρξη και θα νομισθή ούτε
μάντις ούτε άλλος κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορεί να το κρίνη καλύτερον από τον
εαυτόν του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν και αι νομοθεσίαι και το
ωφέλιμον δεν ανήκουν εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέλλον, και δεν ομολογεί πας τις ότι κατ'
ανάγκην πολλάκις μία πόλις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η οποία θέτει νόμους, δεν επιτυγχάνει το
ωφελιμώτερον από όλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δικαίως ημπορούμεν να ειπούμεν
εις τον διδάσκαλόν σου, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ηναγκασμένος να παραδεχθή ότι
υπάρχει σοφώτερος ένας άλλος από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάθε άλλον, και ο σοφώτερος αυτός βεβαίως
είναι ο πήχυς που μετρά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα. Εγώ όμως ο αμαθής δεν υπάρχει η
παραμικρά ανάγκη να γίνω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πήχυς καθώς με ηνάγκαζε να γίνω με το καλό
και με την βίαν ο λόγος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον οποίον είπα με το μέρος
εκείνου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι με αυτά
περισσότερον εξελέγχεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψευδής ο λόγος του, ο οποίος όμως
εξελέγχεται και με το ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχεται ως εγκύρους τας γνώμας των
άλλων, διότι αύται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απεδείχθησαν ότι δεν παραδέχονται κατ'
ουδένα τρόπον αληθείς τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγους εκείνου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και με άλλους πολλούς τρόπους, καλέ
Θεόδωρε, είναι εύκολον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξελεχθή το ότι δεν είναι αληθινή η γνώμη
του καθενός. Αλλά ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα πάθη τα οποία συμβαίνουν εις έκαστον,
από τα οποία προέρχονται αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθήσεις και αι γνώμαι αι οποίαι τας
συνοδεύουν, είναι δυσκολώτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να αποδείξωμεν ότι δεν είναι αληθή.
Πιθανόν όμως να απατώμαι, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσως είναι αψευδείς, και ίσως να λέγουν
την αλήθειαν όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διισχυρίζονται ότι είναι σαφείς και
επιστημονικαί. Ώστε πιθανόν και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεαίτητος απ' εδώ να μη απέτυχε, όταν είπε
ότι είναι το ίδιον πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η αίσθησις και η επιστήμη. Δι' αυτό λοιπόν
πρέπει να πλησιάσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον εις το ζήτημα, καθώς το
επέβαλλε ο λόγος τον οποίον είπα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπερασπιζόμενος τον Πρωταγόραν, και να
ερευνήσωμεν αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κινουμένην ουσίαν, αν λέγει τίποτε το
ορθόν ή είναι σαθρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τουλάχιστον περί αυτής έως τόρα δεν έγινε
μικρός πόλεμος ούτε μεταξύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγων ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ απέχει του να είναι μικρά, εις την
Ιωνίαν μάλιστα, διαρκώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλόνει. Διότι οι φίλοι του Ηρακλείτου
με μεγάλην ανδρείαν δίδουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα έξοδα προς χάριν αυτού του
λόγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' αυτό, φίλε Θεόδωρε, ακόμη περισσότερον
είναι ανάγκη να εξετάσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μάλιστα από την αρχήν, πώς την
υποστηρίζουν οι ίδιοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Διότι, φίλε μου Σωκράτη, δι'
αυτούς τους λόγους του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ηρακλείτου, ή καθώς συ λέγεις του Ομήρου
και των άλλων ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχαιοτέρων, όσοι ευρίσκονται εις τα μέρη
της Εφέσου και καυχώνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι είναι έμπειροι οι ίδιοι μεν δεν είναι
ικανοί να συζητήσουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερον από τους εξωφρενικούς. Διότι
πραγματικώς μετακινούνται και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτοί καθώς λέγουν τα συγγράμματα. Το να
μείνουν όμως σταθεροί εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένα λόγον και εις μίαν ερώτησιν και με
ησυχίαν να απαντήσουν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σειράν των και να ερωτήσουν και αυτοί,
τούτο ολιγώτερον υπάρχει εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς από το μηδενικόν. Ή μάλλον πολύ
κάτω από το μηδέν. Διότι οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ουδέ την
παραμικράν ησυχίαν. Αλλ' αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσης κανένα παίρνουν στο στόμα κάτι
λεξείδια αινιγματώδη, ωσάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόξα μέσα από την φαρέτραν, και σου τα
πετούν, και αν θελήσης να του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητήσης κανενός εξήγησιν τι είπε, θα την
έχεις πάθη με άλλο λεξείδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με πρωτοφανή σημασίαν, και ποτέ δεν θα
τελείωσης καμμίαν υπόθεσιν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανένα από αυτούς. Αλλ' ούτε και οι ίδιοι
μεταξύ των τελειώνουν, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσέχουν παρά πολύ να μην αφήσουν τίποτε
να μείνη στερεόν, ούτε εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον λόγον ούτε εις τας ψυχάς των, επειδή
νομίζουν, καθώς μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, ότι αυτό είναι στασιμότης. Αυτοί
όμως την στασιμότητα την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολεμούν υπερβολικά, και όσον ημπορούν την
εκδιώκουν από παντού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως, φίλε μου Θεόδωρε, αυτούς τους
ανθρώπους τους είδες μόνον την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ώραν που πολεμούν, και δεν τους επέτυχες
όταν έχουν ειρήνην, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι φίλοι σου. Εγώ όμως νομίζω ότι
αυτά τα λέγουν εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαθητάς των, την ώραν του σχολείου, τους
οποίους θέλουν να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμουν ομοίους με τον εαυτόν των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πού τους ευρήκαν τους μαθητάς, ευλογημένε
μου; Διότι από αυτούς ουδέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μαθητής γίνεται ο είς του άλλου, αλλά
φυτρώνουν μόνοι των,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κυριευόμενοι από ενθουσιασμόν με ό,τι
τύχη, και ο είς τον άλλον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον θεωρεί τίποτε. Από αυτούς λοιπόν,
καθώς ήθελα να ειπώ, δεν θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λάβης ποτέ λόγον ούτε με το καλό ούτε με
την βίαν. Δι' αυτό πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λάβωμεν εμπρός μας αυτούς τους ιδίους ωσάν
ένα πρόβλημα και να τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Πολύ καλά το λέγεις. Λοιπόν αυτό το
πρόβλημα δεν είναι αυτά τα οποία εμάθαμεν από τους αρχαίους, οι οποίοι τα
κρύπτουν από τον λαόν με τους στίχους των, ότι δηλαδή η πηγή όλων των πραγμάτων,
η οποία είναι ο Ωκεανός και η Τηθύς, δεν είναι άλλο παρά ρεύματα και διαρκώς
κινούνται; Πράγματα τα οποία μόνον οι νεώτεροι τα λέγουν φανερά διά να φανούν
σοφώτεροι, διά να μάθουν και οι υποδηματοποιοί την σοφίαν των και να μη νομίζουν
πλέον βλακωδώς ότι άλλα μεν από τα όντα κινούνται, άλλα δε στέκονται, αλλά να
μάθουν ότι όλα κινούνται και να τιμούν αυτούς. Παρ' ολίγον όμως να λησμονήσω,
φίλε μου Θεόδωρε, ότι άλλοι πάλιν είπαν το αντίθετον από αυτούς, παραδείγματος
χάριν ότι μένει ακίνητον εκείνο το οποίον ονομάζεται ον, και τα άλλα όσα
διισχυρίζονται οι Μέλισσοι και οι Παρμενίδαι αντιθέτως προς όλους αυτούς, ότι
δηλαδή έν είναι τα πάντα και μένει ακίνητον εις την θέσιν του, διότι δεν υπάρχει
χώρος εις τον οποίον να μετακινηθή. Λοιπόν, φίλε μου, τι θα κάμωμεν με όλους
αυτούς; Διότι ολίγον κατ' ολίγον επροχωρήσαμεν και χωρίς να το εννοήσωμεν
επέσαμεν εις το μέσον αυτών των δύο μερών. Και αν δεν λάβωμεν τα μέτρα μας να
φύγωμεν, θα τιμωρηθουμεν καθώς εκείνοι οι οποίοι μέσα εις τας παλαίστρας παίζουν
επάνω εις την γραμμήν, και τότε τους σύρουν και από τα δύο μέρη αντιθέτως. Δι'
αυτό μου φαίνεται ότι πρέπει πρώτον να εξετάσωμεν το έν μέρος από το οποίον
αρχίσαμεν, δηλαδή αυτούς που κινούνται (!). Και αν μεν ιδούμεν ότι λέγουν κάτι
τι, τότε θα σύρωμεν τον εαυτόν μας προς αυτούς και θα προσπαθήσωμεν να ξεφύγωμεν
από τους άλλους. Εάν όμως ιδούμεν ότι το αντίθετον κόμμα των ενιζόντων, λέγει
αληθέστερα, τότε θα τρέξωμεν πάλιν με το μέρος αυτών, φεύγοντες από εκείνους οι
οποίοι κινούν τα ακίνητα. Αν δε πάλιν και οι δύο φανούν ότι δεν λέγουν τίποτε
ορθόν, τότε θα είμεθα γελοίοι (!), αφού ημείς που είμεθα μηδαμινοί νομίζομεν ότι
κάτι λέγομεν, αυτούς δε που είναι παμπάλαιοι και πάνσοφοι άνθρωποι τους
αποδοκιμάζομεν. Πρόσεξε λοιπόν, φίλε Θεόδωρε, αν συμφέρει να προχωρήσωμεν εις
τόσον μεγάλον κίνδυνον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν είναι διόλου υποφερτόν,
Σωκράτη μου, να μη συσκεφθώμεν τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγουν τα κόμματα αυτών των
ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε βέβαια πρέπει να σκεφθώμεν, αφού συ
είσαι πρόθυμος. Εγώ λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι ως προς την κίνησιν η αρχή της
σκέψεως είναι να εύρωμεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι εννοούν όταν λέγουν ότι τα πάντα
κινούνται. Θέλω δε να ειπώ το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξής: Άραγε ένα είδος κινήσεως
παραδέχονται, ή δύο, καθώς νομίζω εγώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά ας μη το νομίζω μόνον εγώ αλλά και συ
λάβε μέρος, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποφέρωμεν το βάρος μαζί, αν γίνη ανάγκη.
Λοιπόν λέγε: άραγε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ονομάζεις κίνησιν όταν ένα πράγμα αλλάζη
τόπον ή και στρέφεται εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον ίδιον τόπον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τούτο λοιπόν ας το θεωρήσωμεν έν είδος
κινήσεως. Όταν όμως μένη μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τον ίδιον τόπον, αλλά γηράσκη, ή
γίνεται μαύρον από λευκόν, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκληρόν από μαλακόν, ή παθαίνη καμμίαν
άλλην μεταβολήν, άραγε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αξίζει να το ονομάσωμεν αυτό δεύτερον
είδος κινήσεως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον αυτό φρονώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια είναι λογικόν. Λοιπόν αυτά τα
δύο είδη της κινήσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχομαι, την μεταβολήν και την
μεταφοράν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν διαιρέσαμεν την κίνησιν εις
δύο, τόρα ας συζητήσωμεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς που λέγουν ότι τα πάντα κινούνται
και ας τους ερωτήσωμεν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε παραδέχεσθε ότι όλα κινούνται με τας
δύο κινήσεις, δηλαδή ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως μεταφέρονται και μεταβάλλονται,
ή άλλο μεν με τας δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κινήσεις, άλλο όμως με μίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία εγώ δεν ημπορώ να απαντήσω.
Νομίζω όμως ότι θα παραδεχθούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι όλα κινούνται και με τας δύο
κινήσεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλέως, φίλε μου, θα παραδεχθούν ότι
κινούνται και στέκονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως, και τότε τόσον είναι ορθόν να
ειπούν ότι όλα κινούνται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον και ότι όλα στέκονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού λοιπόν πρέπει όλα να κινούνται, η δε
ακινησία να μην υπάρχη εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν, τότε βεβαίως όλα κινούνται με όλην
την κίνησιν διαρκώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν, σε παρακαλώ, εις το εξής:
Δεν ελέγαμεν ότι την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γέννησιν της θερμότητος και της λευκότητος
και οποιουδήποτε άλλου από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα όμοια, αυτοί την εξηγούν ούτω πως, ότι
δηλαδή έκαστον από αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταφέρεται μαζί με την αίσθησιν μεταξύ
του ενεργητικού και του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παθητικού, και το μεν παθητικόν γίνεται
αισθητόν και όχι πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αίσθησις, το δε ενεργητικόν γίνεται έν
ωρισμένον είδος και όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γενικώς ποιότης; Ίσως όμως η ποιότης σου
φαίνεται παράδοξον όνομα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως δεν εννοείς το πράγμα με αυτήν
την γενικήν έκφρασιν. Ώστε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άκουσε χωριστά τα μέρη του. Δηλαδή το
ενεργητικόν δεν γίνεται ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θερμότης ούτε λευκότης, αλλά θερμόν και
λευκόν και τα άλλα ομοίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι ενθυμείσαι βεβαίως ότι αυτό ελέγαμεν
και προηγουμένως, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή κανέν δεν είναι έν μόνον του, ούτε
πάλιν το ενεργητικόν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παθητικόν, αλλά από αυτά τα δύο, αφού
πλησιάσουν μεταξύ των,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεννώνται αι αισθήσεις και τα αισθητά και
άλλα μεν αποκτούν μίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωρισμένην ποιότητα, άλλα δε την αίσθησιν
αυτής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δεν το ενθυμούμαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν τα άλλα μεν, ας τα αφήσωμεν
κατά μέρος, χωρίς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκοτιζώμεθα αν τα λέγουν κατά τον ένα ή
τον άλλον τρόπον. Εκείνο όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν του οποίου τα λέγομεν, ας προσέχωμεν
όταν τους ερωτούμεν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κινούνται και ρέουν, λέγετε, τα πάντα; Δεν
είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε όχι με τας δύο κινήσεις, τας οποίας
διεκρίναμεν, δηλαδή με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταφοράν και με την μεταβολήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι; αφού πρόκειται να είναι τελεία η
κίνησίς των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν εάν μόνον μετεφέροντο χωρίς να
μεταβάλλωνται, θα ημπορούσαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσως να ειπούμεν ποίου είδους είναι αυτά
τα οποία ρέουν, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταφέρονται. Ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού όμως δεν παραδεχόμεθα ούτε αυτό ως
μόνιμον, ότι δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταφέρεται ως λευκόν αυτό που ρέει, αλλά
ότι μεταβάλλεται, ώστε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχη ροή και αυτού του ιδίου, δηλαδή της
λευκότητος, και μεταβολή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτού εις άλλο χρώμα, άραγε διά να μη
αποδειχθή ότι μένει με αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρώμα, είναι ποτέ δυνατόν να του
αποδώσωμεν ένα οιονδήποτε χρώμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ώστε να είναι ορθός ο χαρακτηρισμός
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πού να ευρεθή τοιούτον μηχάνημα, καλέ
Σωκράτη, δι' αυτό το χρώμα ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά κανέν άλλο από αυτά, αφού διαρκώς την
ώραν που το λέγομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξεφεύγει, διότι είπαμεν ότι ρέει
διαρκώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τι θα απαντήσωμεν δι' οποιανδήποτε
αίσθησιν, λόγου χάριν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όρασιν ή την ακοήν; μένει ποτέ εντός αυτής
το να βλέπη ή να ακούη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως δεν μένει, αφού τα πάντα
κινούνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν έχομεν δικαίωμα να την
χαρακτηρίσωμεν ούτε ως όρασιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον παρά έλλειψιν οράσεως, ούτε
ως άλλην καμμίαν αίσθησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον παρά έλλειψιν αυτής, αφού όλα
κινούνται απολύτως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως η αίσθησις είναι επιστήμη, καθώς
είπαμεν εγώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το είπατε αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν απαντήσαμεν περισσότερον διά
την επιστήμην παρά διά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλλειψιν επιστήμης, όταν μας ερώτησαν τι
είναι επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό εκάματε, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ωραία διόρθωσις της απαντήσεώς μας είναι
αυτή, που εφάνημεν πρόθυμοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να αποδείξωμεν ότι τα πάντα κινούνται, διά
να φανή πλέον ορθή εκείνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η απάντησις(!). Και όμως καθώς φαίνεται,
εάν όλα κινούνται, πάσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απάντησις, δι' οτιδήποτε απαντά κανείς,
αποδεικνύεται ορθή, είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπής ότι είναι ούτω πως είτε ότι δεν
είναι, και μάλιστα αν θέλης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπέ το καλλίτερον ότι γίνεται, διά να μη
παραστήσωμεν τον εαυτόν μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως ακίνητον με τον λόγον μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με την εξαίρεσιν βέβαια, καλέ Θεόδωρε, ότι
εγώ δεν είπα και ούτω πως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όχι ούτω πως. Και πραγματικώς και αυτό
το ούτω πως δεν πρέπει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το λέγωμεν, διότι τότε δεν είναι δυνατόν
να κινήται αυτό το ούτω πως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (!). Ούτε πάλιν πρέπει να λέγωμεν: όχι
ούτω πως, διότι και αυτό δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα εκινείτο. Αλλά άλλην καμμίαν λέξιν
πρέπει να νομοθετήσουν αυτοί οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι λέγουν αυτήν την θεωρίαν, διότι
τόρα δεν υπάρχει κατάλληλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέξις διά την υπόθεσίν των εκτός ίσως το:
με κανένα τρόπον (!). Προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντων όμως ίσως τούτο αρμόζει εις αυτούς,
διότι είναι απεριόριστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (!)(7).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς αυτή η γλώσσα είναι η
αρμοδιωτέρα δι' αυτούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν; φίλε Θεόδωρε, και από τον
επιστήθιον σου φίλον είμεθα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απηλλαγμένοι, και πλέον δεν δεχόμεθα τον
λόγον του, ότι δηλαδή πας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος είναι πήχυς όλων των πραγμάτων,
εκτός εάν είναι κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρόνιμος. Και την επιστήμην δεν την
παραδεχόμεθα ως αίσθησιν διά της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεθόδου της κινήσεως των πάντων, εκτός εάν
μας ειπή άλλο τίποτε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεαίτητος απ' εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έξοχα το είπες, Σωκράτη μου. Διότι τόρα,
που έλαβαν τέλος αυτά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει και εγώ κατά την συμφωνίαν μας να
απαλλαχθώ από το να απαντώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις εσέ, αφού πλέον έλαβε τέλος η
συζήτησίς μας διά τον λόγον του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρωταγόρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μη, σας παρακαλώ, καλέ Θεόδωρε, πριν τόρα
πάλιν ο Σωκράτης και συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήσετε εκείνους, οι οποίοι λέγουν ότι
το παν μένει ακίνητον, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ ολίγου είχατε σκοπόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ που είσαι νέος, καλέ Θεαίτητε,
διδάσκεις ημάς τους γεροντοτέρους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να κάμνωμεν αδικίαν και να παραβαίνωμεν
τας συμφωνίας; Τότε λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ετοιμάσου, διά να δώσης λόγον διά τα
επίλοιπα εις τον Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν θέλη, διατί όχι. Εγώ, σε βεβαιώ,
ευχαριστούμαι να τον ακούω, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομιλή δι' όσα λέγω εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ιππικόν άνδρα προκαλείς εις την πεδιάδα,
όταν προκαλής τον Σωκράτην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την συζήτησιν. Ερώτα τον λοιπόν και θα
ακούσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά εγώ, φίλε Θεόδωρε, δεν έχω
σκοπόν να ακούσω τον Θεαίτητον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ό,τι αυτός επιβάλλει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί άραγε δεν θα τον ακούσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι τον Μέλισσον και τους άλλους οι
οποίοι λέγουν ότι το παν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έν ακίνητον, και αυτούς μεν τους
εντρέπομαι μήπως τους εξετάσωμεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαναυσότητα, αλλά πάλιν δεν τους
εντρέπομαι περισσότερον από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παρμενίδην ο οποίος είναι μόνος. Ο
Παρμενίδης όμως μου φαίνεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς λέγει ο Όμηρος (8), ότι είναι
συγχρόνως σεβαστός και τρομερός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι εγώ εσχετίσθην αυτόν τον άνθρωπον,
όταν ήμην πολύ νέος, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός ήτο γέρων, και μου εφάνη ότι έχει
βαθύτητα όλως διόλου ασυνήθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' αυτό φοβούμαι μήπως ημείς και τους
λόγους του δεν εννοούμεν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολύ περισσότερον απέχομεν να εννοήσωμεν
τι είχε εις τον νουν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν έλεγε αυτούς. Και το κυριώτερον,
εκείνο διά το οποίον ακριβώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχίσαμεν την συζήτησιν μας, δηλαδή τι
πράγμα είναι άραγε η επιστήμη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φοβούμαι μήπως αυτό μείνη ανεξέταστον,
διότι διαρκώς μας έρχονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πατινάδες από λόγους, εάν έχη κανείς
καιρόν να τους ακούη. Άλλως τε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αυτός ακόμη τον οποίον εστήσαμεν έχει
τόσον ατελείωτον έκτασιν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ώστε αν μεν το εξετάσωμεν παρέργως, θα
αναξιοπαθήση, εάν δε όσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρειάζεται, θα παραταθή και χάνεται πλέον
το ζήτημα της επιστήμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από αυτά όμως δεν πρέπει να γίνη ούτε το
έν ούτε το άλλο, αλλά πρέπει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς να προσπαθήσωμεν να ελευθερώσωμεν
τον Θεαίτητον από όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγκυμονεί διά την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεόδωρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, αφού το θέλεις, αυτό πρέπει να
γίνη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, φίλε Θεαίτητε, τόσον μόνον πρόσεξε
ως προς εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν. Δηλαδή απήντησες ότι η αίσθησις
είναι επιστήμη. Δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν σε ερωτήση κανείς: Με τι βλέπει
τα λευκά ο άνθρωπος και με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τι ακούει τους οξείς και βαρείς ήχους;
Νομίζω ότι θα έλεγες με τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάτια του και με τα αυτιά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συνήθως η πρόχειρος χρήσις των ονομάτων
και των βημάτων άνευ της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβούς εξετάσεως δεν είναι αγένεια, αλλά
μάλλον το αντίθετον από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό είναι δουλοπρεπές. Κάποτε όμως είναι
και αναγκαίον, καθώς λόγου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν τόρα είναι ανάγκη να προσέξωμεν εις
την απάντησιν που έδωκες,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά τι δεν είναι ορθή. Πρόσεξε να ιδής,
ποία είναι ορθοτέρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απάντησις; Εκείνο με το οποίον βλέπομεν
είναι οφθαλμός, ή εκείνο διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσου του οποίου βλέπομεν; Και πάλιν
εκείνο με το οποίον ακούομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αυτί, ή εκείνο διά μέσου του οποίου
ακούομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνα διά μέσου των οποίων αισθανόμεθα
ένα πράγμα, μου φαίνεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον, καλέ Σωκράτη, παρά με τα
οποία αισθανόμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι βεβαίως, παιδί μου, θα ήτο φρίκη εάν
είχαμεν εντός μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγκαθέτους πολλάς αισθήσεις, ως να είμεθα
δούρειοι ίπποι, και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγκεντρούνται όλα αυτά εις μίαν γνώσιν,
είτε θέλεις να την ονομάσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν ψυχήν, είτε οτιδήποτε άλλο, με την
οποίαν αισθανόμεθα ημείς διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσου αυτών ως άλλων οργάνων, όσα είναι
αισθητά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς τούτο μου φαίνεται ορθότερον
παρά εκείνο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε διά ποίον λόγον σου λέγω αυτάς
τας λεπτολογίας; Διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδούμεν αν υπάρχει έν και το αυτό πράγμα,
με το οποίον ημείς διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσου μεν των οφθαλμών μας φθάνομεν έως
εις τα λευκά και τα μαύρα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά μέσου δε των άλλων αισθήσεων εις άλλα
παρόμοια, και αν ημπορείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα αυτά να τα αποδώσης εις το σώμα, όταν
ερωτηθής. Ίσως όμως είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερον συ να απαντάς και να τα λέγης
αυτά, παρά εγώ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραβαρύνωμαι διά σε. Και λοιπόν λέγε μου.
Εκείνα διά μέσου των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίων αισθάνεσαι τα θερμά και τα σκληρά
και τα ελαφρά και τα γλυκά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τα θεωρείς όλα μέρη του σώματος; ή
μήπως κανενός άλλου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι κανενός άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε θα παραδεχθής ακόμη ότι, όσα
αισθάνεσαι διά μέσου μιας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνάμεως, είναι αδύνατον να τα αισθανθής
διά μέσου άλλης, ως λόγου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χάριν, όσα αισθάνεσαι διά μέσου της ακοής,
να τα αισθανθής διά μέσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της οράσεως, και αντιστρόφως, όσα
αισθάνεσαι διά μέσου της οράσεως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να τα αισθανθής διά μέσου της
ακοής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς δεν θα το παραδεχθώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, εάν έχης εις τον νουν σου κάτι
κοινόν δι' αυτά τα δύο, αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το κοινόν διά τα δύο δεν είναι δυνατόν να
το αισθανθής ούτε διά μέσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ενός μόνου από αυτά, ούτε διά μέσου
του άλλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά την φωνήν όμως και τα χρώματα μαζί,
δεν έχεις άραγε εις τον νουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου αυτό το ίδιον, δηλαδή τι είναι και τα
δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ακόμη ότι το καθέν από τα δύο είναι
διάφορον μεν από το άλλο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμοιον όμως με τον εαυτόν του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς αλλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ότι τα δύο μαζί είναι δύο, χωριστά
όμως το καθέν είναι έν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν και αν είναι όμοια το έν με το
άλλο ή ανόμοια, δεν είσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε ικανός να το σκεφθής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πιθανόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά λοιπόν όλα διά μέσου ποίου οργάνου τα
σκέπτεσαι δι' αυτά τα δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι βεβαίως ούτε διά μέσου της ακοής,
ούτε διά μέσου της οράσεως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν να συλλάβης το κοινόν δι'
αυτά. Ακόμη δε και το εξής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι απόδειξις δι' όσα λέγομεν. Ότι
δηλαδή αν ήτο δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκεφθώμεν διά τα δύο μαζί, άραγε είναι
αλμυρά ή όχι, θα γνωρίζης να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου ειπής διά μέσου ποίου οργάνου θα το
σκεφθής, και αυτό δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε η όρασις ούτε η ακοή, αλλά κάτι
άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δεν θα είναι άλλο, αφού είναι η διά
μέσου της γλώσσης ενεργούσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά το είπες. Τόρα όμως η διά μέσου
ποίου οργάνου ενεργούσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμις θα φανερώση εις σε το κοινόν εις
όλα αυτά, διά μέσου της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίας εκφράζεις το ότι υπάρχουν ή δεν
υπάρχουν, και όλα τα άλλα, όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ ολίγου ερωτούσαμεν δι' όλα αυτά; εις
όλα αυτά ποία όργανα θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχθής διά μέσου των οποίων αισθάνεται
έκαστον από αυτά η εντός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημών αισθανομένη δύναμις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Χωρίς άλλο εννοείς την ύπαρξιν και
ανυπαρξίαν, και την ομοιότητα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ανομοιότητα, και την ταυτότητα και την
διάκρισιν, και ακόμη το έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τους άλλους αριθμούς. Είναι δε φανερόν
ότι ερωτάς: διά μέσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίου οργάνου του σώματός μας άραγε
αισθανόμεθα με την ψυχήν μας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον άρτιον και περιττόν αριθμόν και όλα τα
άλλα όσα είναι συνέπεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έξοχα παρακολουθείς, καλέ Θεαίτητε, και
αυτά ακριβώς σε ερώτησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά μα τον Δία, Σωκράτη μου, εγώ
τουλάχιστον δεν έχω να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαντήσω τίποτε άλλο, εκτός ότι κατ' αρχήν
ουδέ υπάρχει καν δι' αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδιαίτερον όργανον, καθώς δι' εκείνα, αλλά
μόνη της η ψυχή διά μέσου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της δυνάμεώς της φαίνεται ότι επιθεωρεί τα
κοινά εις όλα αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εύγε, καλέ Θεαίτητε, συ είσαι ωραίος και
όχι άσχημος, καθώς έλεγε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεόδωρος. Διότι όστις ομιλεί καλά είναι
ωραίος και αγαθός. Εκτός δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ωραίου μου έκαμες ευεργεσίαν, διότι με
απήλλαξες από μίαν μεγάλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολυλογίαν, αφού νομίζεις ότι άλλα μεν η
ψυχή επιθεωρεί διά μέσου της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικής της δυνάμεως, άλλα δε διά μέσου των
δυνάμεων του σώματος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι αυτό ακριβώς ενόμιζα και εγώ, ήθελα
όμως να το παραδεχθής και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι λοιπόν το παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις ποία λοιπόν από τα δύο κατατάσσεις την
ύπαρξιν; Διότι αυτό προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντων συμβαδίζει με όλα τα
πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ μεν την κατατάσσω μεταξύ εκείνων τα
οποία συλλαμβάνει μόνη της η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε και την ομοιότητα και ανομοιότητα
και την ταυτότητα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάκρισιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το ωραίον και το άσχημον και το
αγαθόν και το κακόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω ότι μεταξύ των πρώτων η ψυχή και
αυτών των πραγμάτων επιθεωρεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ουσίαν, συλλογιζομένη μόνη της τα
παρελθόντα και τα παρόντα εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγκρίσει προς τα μέλλοντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Στάσου λοιπόν. Δεν παραδέχεσαι ότι αυτή
του μεν σκληρού την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σκληρότητα θα την αισθανθή διά της επαφής,
ομοίως δε και του μαλακού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την μαλακότητα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Την ουσίαν (ύπαρξίν) των όμως και το τι
είναι και την αντίθεσιν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενός προς το άλλο, και πάλιν την ύπαρξιν
αυτής της αντιθέσεως μόνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της η ψυχή προσπαθεί να τα κρίνη
επιστρέφουσα πολλάκις εις αυτά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγκρίνουσα το έν με το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν μόλις γεννηθούν και οι άνθρωποι
και τα ζώα αμέσως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουσι την αίσθησιν των πραγμάτων, όσα
προχωρούν διά μέσου του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σώματος προς την ψυχήν; Ενώ οι συλλογισμοί
δι' αυτά και ως προς την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ύπαρξιν και ως προς την ωφέλειαν έρχονται
με πολύν κόπον και με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καιρόν διά μέσου πολλών δυσκολιών και διά
της εκπαιδεύσεως, και πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις όσους έρχονται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι λοιπόν δυνατόν να επιτύχη την
αλήθειαν δι' εκείνο, διά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον δεν επιτυγχάνει ουδέ την
ύπαρξιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εις ό,τι πράγμα δεν επιτύχη κανείς την
αλήθειαν, είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνη επιστήμων αυτού;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς είναι δυνατόν, καλέ Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως εις τα παθήματα δεν υπάρχει
επιστήμη, αλλά μόνον εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλογισμόν αυτών. Διότι καθώς φαίνεται,
εδώ μεν είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλάβωμεν την ύπαρξιν και την αλήθειαν,
εκεί όμως είναι αδύνατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν το ίδιον θεωρείς εκείνο και
τούτο, αφού έχουν τόσον μεγάλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφοράν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, διότι δεν είναι δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι όνομα λοιπόν αποδίδεις εις εκείνο,
δηλαδή το να βλέπης, να ακούης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να οσφραίνεσαι, να κρυώνης, να
θερμαίνεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αίσθησιν το ονομάζω εγώ· τι άλλο
βέβαια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε ολόκληρον αυτό το ονομάζεις
αίσθησιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή αυτό, το οποίον δεν έχει την
ικανότητα να συλλάβη την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθειαν, διότι δεν συλλαμβάνει ουδέ την
ύπαρξιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως ούτε την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, φίλε Θεαίτητε, δεν είναι
δυνατόν να είναι το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα η αίσθησις και η επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, καθώς φαίνεται, καλέ Σωκράτη. Τόρα
μάλιστα έγινε εντελώς φανερόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι η επιστήμη είναι διάφορος από την
αίσθησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά ημείς δεν αρχίσαμεν την συζήτησιν μας
δι' αυτό και μόνον, δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά να εύρωμεν τι δεν είναι η επιστήμη,
αλλά τι είναι. Τόρα όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσον μόνον επροχωρήσαμεν, ώστε διόλου να
μην την ζητούμεν μέσα εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αίσθησιν, αλλά εις εκείνο το όνομα,
οποιονδήποτε είναι αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον έχει η ψυχή, όταν μόνη της
ασχολήται εις τα υπάρχοντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό βεβαίως, καλέ Σωκράτη, καθώς εγώ
νομίζω, ονομάζεται κρίσις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά το νομίζεις, φίλε μου. Και τόρα
πάλιν πρόσεξε από την αρχήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού σβύσης όλα τα προηγούμενα, μήπως
εννοείς τίποτε περισσότερον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού επροχώρησες εις αυτό το σημείον. Και
τόρα πάλιν λέγε τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να την ονομάσωμεν ολόκληρον την επιστήμην
κρίσιν, Σωκράτη μου, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν, διότι υπάρχει και ψευδής
κρίσις. Σχεδόν όμως η αληθής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσις είναι επιστήμη και αυτό θεώρησε ως
απάντησίν μου. Διότι, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προχωρούμεν, αν δεν το εγκρίνωμεν καθώς
και το προηγούμενον, τότε θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσπαθήσωμεν να ειπούμεν άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βέβαια έτσι πρέπει, καλέ Θεαίτητε, να
ομιλής με περισσοτέραν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προθυμίαν, παρά καθώς προηγουμένως
εβαρύνεσο να απαντήσης. Διότι, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμωμεν έτσι, τότε έν από τα δύο, ή θα
εύρωμεν αυτό το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητούμεν, ή τουλάχιστον δεν θα νομίζωμεν
ότι γνωρίζομεν εκείνο, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον δεν γνωρίζομεν με κανένα τρόπον.
Και βεβαίως αυτή η αμοιβή δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αξιόμεμπτος. Και τόρα λοιπόν τι
λέγεις; Από τα δύο είδη της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσεως, δηλαδή την αληθινήν και την
ψευδή, παραδέχεσαι ότι η αληθινή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσις είναι επιστήμη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα το παραδέχομαι, διότι αυτό μου
φαίνεται ορθόν τόρα πάλιν (!).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε δεν αξίζει τον κόπον να
αρχίσωμεν πάλιν περί κρίσεως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι πράγμα να αρχίσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το πράγμα πολλές φορές έως τόρα με
ετάραξε, ώστε ευρέθην εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυσκολίαν και απέναντι του εαυτού μου και
απέναντι του άλλου, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζω να ειπώ τι είναι αυτό το
πάθημα, το οποίον μας συμβαίνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με ποίον τρόπον συμβαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το να κάμνωμεν ψευδή κρίσιν. Δι' αυτό
λοιπόν και τόρα με δισταγμόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρατηρώ, αν πρέπει να το αφήσωμεν κατά
μέρος, ή να το εξετάσωμεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον διάφορον από τον
προηγούμενον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί όχι, καλέ Σωκράτη, αφού
παρεδέχθημεν, ότι πρέπει να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν και με οποιονδήποτε τρόπον;
Διότι προ ολίγου πολύ καλά συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο Θεόδωρος ελέγατε ως προς την
ευκαιρίαν, ότι τίποτε δεν μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βιάζει εις αυτά τα ζητήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά που μου το ενθύμισες. Διότι ίσως δεν
είναι παράκαιρον να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακολουθήσωμεν πάλιν ωσάν ίχνος. Διότι
είναι καλλίτερον να τελειώσωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγον μέρος καλά, παρά περισσότερον χωρίς
να ικανοποιηθώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς λοιπόν; Τι είπαμεν τόρα; Δεν είπαμεν
ότι υπάρχει πολλάκις ψευδής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσις, και ότι άλλος μεν έχει ψευδή
κρίσιν, άλλος δε πάλιν αληθινήν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι εκ φύσεως επλάσθησαν κατ' αυτόν τον
τρόπον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είπαμεν βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δι' όλα τα πράγματα ομού και δι'
έκαστον χωριστά δεν μας εδόθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το εξής, δηλαδή να τα γνωρίζωμεν ή να μη
τα γνωρίζωμεν; Διότι προς το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόν αφήνω κατά μέρος την μάθησιν και την
επιλησμοσύνην, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κείνται εις το μέσον αυτών, διότι δεν
έχουν καμμίαν σχέσιν με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόν ζήτημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, Σωκράτη μου, τίποτε άλλο δεν
μας μένει δι' έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, παρά να το γνωρίζωμεν ή να μη το
γνωρίζωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν δεν είναι λογικόν όστις
κρίνει, ή να κρίνη κανέν πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από όσα γνωρίζει, ή από όσα δεν
γνωρίζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι λογικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως είναι αδύνατον, αν το γνωρίζη,
να μην το γνωρίζη το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, ή, αν δεν το γνωρίζη, να το
γνωρίζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως όστις έχει ψευδή κρίσιν, άραγε
όσα γνωρίζει, τα νομίζει ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι αυτά, αλλά κάποια άλλα από όσα
γνωρίζει επίσης, και ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει και τα δύο, νομίζει ότι και τα
δύο δεν τα γνωρίζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αδύνατον, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε μήπως αντιθέτως, όσα δεν
γνωρίζει, τα νομίζει ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποια άλλα από όσα επίσης δεν γνωρίζει;
Και τούτο ισοδυναμεί ως να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μη γνωρίζη ούτε εσέ τον Θεαίτητον ούτε εμέ
τον Σωκράτη και να βάλη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τον νουν του ότι ο Σωκράτης είναι
Θεαίτητος, ή ο Θεαίτητος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως πώς αλλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποτέ όμως, όσα γνωρίζει κανείς, δεν
νομίζει ότι είναι εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζει, ούτε πάλιν όσα δεν γνωρίζει
ότι είναι εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως, διότι αυτό θα ήτο
τερατώδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν πώς είναι δυνατόν να έχωμεν
ψευδή κρίσιν; Διότι έξω από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς τους τρόπους είναι αδύνατον να
έχωμεν κρίσιν, διότι όλα ή τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζομεν ή δεν τα γνωρίζομεν, εις αυτά
τα δύο όμως δεν υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπος να έχωμεν ψευδή κρίσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν μήπως πρέπει άραγε να
σκεπτώμεθα όχι κατ' αυτόν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον δι' αυτό το οποίον εξετάζομεν,
δηλαδή με την μέθοδον της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνώσεως και της αγνοίας, αλλά με την
μέθοδον της υπάρξεως και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανυπαρξίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς το εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως είναι αυταπόδεικτον, ότι όστις δι'
οποιονδήποτε πράγμα κρίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα μη υπάρχοντα είναι αδύνατον να μη έχη
ψευδή κρίσιν, οποιανδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλην σκέψιν και αν έχη εις τον νουν
του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό πάλιν είναι βεβαίως λογικόν, Σωκράτη
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν τι θα ειπούμεν, φίλε Θεαίτητε,
εάν κανείς μας ερωτήση:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άραγε αυτό το οποίον λέγετε, είναι δυνατόν
να συμβή εις τον καθένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να κρίνη το
ανύπαρκτον, είτε ως προς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν από τα όντα είτε καθ' εαυτό; Και
ημείς λοιπόν, καθώς φαίνεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα απαντήσωμεν εις αυτόν ότι υπάρχει, όταν
δεν κρίνη την αλήθειαν. Τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο ημπορούμεν να απαντήσωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τίποτε άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως άραγε συμβαίνει αυτό και εις
κανέν άλλον μέρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το να βλέπη κάτι τι, να μη βλέπη όμως
τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς είναι δυνατόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως όταν βλέπη έν οποιονδήποτε πράγμα
βλέπει κάποιο από τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχοντα. Ή μήπως νομίζεις, ότι αυτό το
έν ανήκει εις τα μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχοντα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως όστις βλέπει έν οποιονδήποτε,
βλέπει πράγμα που υπάρχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όστις ακούει οποιονδήποτε πράγμα, και
έν ακούει και πράγμα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει ακούει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως και όστις άπτεται κάτι τι,
άπτεται έν οποιονδήποτε πράγμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και πράγμα που υπάρχει, αφού είναι
έν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επίσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν όστις κρίνει, δεν κρίνει έν
οποιονδήποτε πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι λογικόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όστις κρίνει έν, δεν κρίνει πράγμα που
υπάρχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμφωνώ μαζί σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν όστις δεν κρίνει πράγμα το
οποίον υπάρχει, τίποτε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι δεν κρίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά όστις δεν κρίνει τίποτε, δεν κάμνει
όλως διόλου κρίσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι επόμενον, καθώς
φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως δεν είναι δυνατόν να κρίνωμεν
πράγμα, που δεν υπάρχει, ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως προς τα όντα ούτε καθ' εαυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν κάτι άλλο είναι η ψευδής
κρίσις, παρά το να κρίνωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα, τα οποία δεν υπάρχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άλλο, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι ούτε κατ' αυτόν τον τρόπον, ούτε
καθώς εσκεπτόμεθα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως, υπάρχει εντός μας ψευδής
κρίσις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' άραγε μήπως πρέπει να ειπούμεν ότι
αυτό γίνεται ως εξής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως είναι ένα είδος λάθος αυτό το οποίον
λέγομεν ψευδή κρίσιν, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή κανείς εκλάβη έν πράγμα με τον νουν
του ως άλλο, και ειπή ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό είναι. Διότι τότε, πάλιν μεν κρίνει
πράγμα που υπάρχει, άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως αντ' άλλου, και επειδή αποτυγχάνει
εκείνο το οποίον είχε κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νουν, είναι δίκαιον να θεωρηθή ότι κάμνει
ψευδή κρίσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται, ότι το είπες πολύ ορθά.
Διότι όταν κανείς κρίνη αντί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωραίου άσχημον, ή αντί ασχήμου ωραίον,
τότε πραγματικώς κάμνει ψευδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε εννόησα, φίλε Θεαίτητε, ότι μου πήρες
τον αέρα και δεν με τρέμεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Από πού κυρίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως σου φαίνομαι ότι δεν αντελήφθην το
πραγματικώς ψευδές, και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε ερώτησα αν είναι δυνατόν ένα ταχύ
πράγμα να γίνη αργόν, ή ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελαφρόν πράγμα να γίνη με τρόπον βαρύν ή
κανέν άλλο να γίνη όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμφώνως με το φυσικόν του, αλλά συμφώνως
με το φυσικόν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αντιθέτου, αντιθέτως προς τον εαυτόν του.
Αυτό λοιπόν θα το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραλείψω, διά να μη χαθή εις μάτην το
θάρρος σου. Παραδέχεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν, καθώς είπες, ότι η ψευδής κρίσις
είναι ένα είδος λάθος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως κατά την ιδικήν σου κρίσιν είναι
δυνατόν να δεχθώμεν με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νουν ένα πράγμα ως άλλο και όχι ως εκείνο
το ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια είναι δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν λοιπόν κάμνη τούτο ο νους ενός
ανθρώπου, δεν είναι συγχρόνως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανάγκη να συλλογίζεται ή και τα δύο ή το
έν από τα δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια είναι ανάγκη να τα συλλογίζεται ή
συγχρόνως ή εν μέρει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έξοχα. Αλλ' άραγε το να συλλογίζεται το
εννοείς όπως εγώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ πώς το εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ως λόγον τον οποίον διηγείται μόνη της η
ψυχή εις τον εαυτόν της δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα πράγματα εξετάζει. Καθώς λόγου χάριν
την ώραν, που εγώ δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω τι να σου απαντήσω (!), Διότι μου
φαίνεται ότι, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλογίζεται, δεν κάμνει άλλο τίποτε παρά
συνομιλεί η ιδία με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εαυτόν της, ερωτώσα και απαντώσα και
παραδεχομένη και μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχομένη. Όταν όμως πλέον αποφασίση,
είτε με ένα αργότερον είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με ένα ταχύτερον πήδημα, και πλέον
παραδέχεται το ίδιον πράγμα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν διστάζει, αυτό το ονομάζομεν κρίσιν
αυτής. Επομένως εγώ την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσιν την θεωρώ λόγον ο οποίος ελέχθη,
όχι όμως προς άλλο πρόσωπον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε με την φωνήν, αλλά σιωπηρώς προς τον
εαυτόν μας. Συ όμως τι την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ το ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν όταν κανείς κρίνη έν πράγμα ως
άλλο πράγμα, τότε, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, λέγει και προς τον εαυτόν του,
ότι ένα πράγμα είναι άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ενθυμήσου λοιπόν εάν έτυχε καμμιάν φοράν
να ειπής εις τον εαυτόν σου:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδού ασφαλώς ότι το ωραίον είναι άσχημον,
ή το άδικον δίκαιον. Ή εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γένει πρόσεξε, εάν εδοκίμασες ποτέ σου να
πείσης τον εαυτόν σου, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένα πράγμα είναι άλλο πράγμα, ή μήπως όλως
το αντίθετον ούτε εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ύπνον σου ποτέ δεν ετόλμησες να ειπής εις
τον εαυτόν σου, ότι τάχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασφαλώς τα περιττά είναι άρτια ή κανέν
άλλο παρόμοιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγεις την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και νομίζεις, ότι άλλος κανείς υγιής ή
μανιακός θα τολμήση σοβαρώς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπή εις τον εαυτόν του, προσπαθών να τον
μεταπείση, ότι είναι ανάγκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο βους να είναι ίππος, ή το δύο να είναι
έν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αφού η κρίσις είναι ομιλία με τον
εαυτόν μας, δεν υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς ο οποίος με τον λόγον και με την
κρίσιν από κοινού, εγγίζων με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την ψυχήν του και τα δύο αυτά θα έλεγε και
θα έκρινε ότι ένα πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι άλλο πράγμα. Πρέπει όμως και συ να
παραλείψης το ρήμα εις τα εν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέρει, διότι το ένα και τα άλλο γίνονται
όμοια ως προς το ρήμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή εγώ το εννοώ αυτό ως εξής· ότι
κανείς δεν κρίνει το ωραίον ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άσχημον ή κανέν άλλο από τα
παρόμοια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, καλέ Σωκράτη, το παραλείπω,
και παραδέχομαι την γνώμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως όταν κανείς κρίνη και τα δύο
είναι αδύνατον να κρίνη το έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξ άλλου όμως όταν μόνον το έν κρίνη, το
δε άλλο δεν το κρίνη διόλου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποτέ του δεν θα κρίνη το έν ως το
άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγεις την αλήθειαν, διότι θα ηναγκάζετο
να εγγίση και εκείνο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον δεν κρίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως ούτε όταν κρίνη και τα δύο, ούτε
όταν κρίνη το έν, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να κάμη λάθος. Ώστε αν κανείς
ορίση ότι η ψευδής κρίσις είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λάθος, δεν λέγει τίποτε. Διότι ούτε κατ'
αυτόν τον τρόπον, ούτε με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα παρεδέχθημεν προηγουμένως,
αποδεικνύεται ότι υπάρχει εντός μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψευδής κρίσις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν υπάρχει, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως, φίλε Θεαίτητε, αν αυτό δεν το
παραδεχθώμεν ως αληθές, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναγκασθώμεν να παραδεχθώμεν πολλά άλλα
και παράλογα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν θα σου το ειπώ πριν δοκιμάσω να το
εξετάσω καθ' όλους τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπους. Διότι εγώ εντρέπομαι διά
λογαριασμόν μας, όταν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορίαν μας αναγκαζώμεθα να παραδεχώμεθα
παράλογα πράγματα, καθώς σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπα. Εάν όμως το εύρωμεν ημείς και
κερδίσωμεν την ελευθερίαν μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε πλέον θα ομιλούμεν διά τους άλλους οι
οποίοι θα παθαίνουν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσβολήν, ενώ ημείς θα στεκώμεθα έξω από
την γελοιοποίησιν. Εάν όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευρεθώμεν εντελώς εις απορίαν, θα
ταπεινωθούμεν, καθώς νομίζω, από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον λόγον και θα του δώσωμεν καιρόν, ωσάν
εκείνοι οι οποίοι πάσχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ναυτίαν, να μας καταπατήση και να μας κάμη
ό,τι θέλει. Πρόσεξε λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να ακούσης κατά ποίον τρόπον ευρίσκω ακόμη
διέξοδον από αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζήτημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε και μη σε μέλει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα ειπώ ότι ημείς ουχί ορθώς παρεδέχθημεν
εκείνην την φοράν ότι, όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζει κανείς, είναι αδύνατον να
κρίνη ότι αυτά είναι εκείνα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία δεν γνωρίζει, και επομένως να
απατηθή. Δεν είναι αδύνατον, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κάπως δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως θέλεις να ειπής αυτό το οποίον και
εγώ υπωπτεύθην την ώραν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ελέγαμεν ότι είναι τοιούτον; Ότι δηλαδή
εγώ ενώ γνωρίζω τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη, αν ιδώ από μακράν κανένα τον
οποίον δεν γνωρίζω, τυχαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποτε να τον νομίσω ότι είναι ο Σωκράτης,
αυτόν τον οποίον δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω; Διότι πραγματικώς εις αυτήν την
περίπτωσιν συμβαίνει αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν το αποκηρύττομεν αυτό, το
οποίον απεδείκνυε ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζομεν όσα γνωρίζομεν, ενώ τα
γνωρίζομεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή ας μη το δεχθώμεν κατ' αυτόν τον
τρόπον, αλλά κατά τον εξής,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ίσως να το επιτύχωμεν κάπως, ίσως όμως
να μας εναντιωθή. Αλλά τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γίνη, ευρισκόμεθα εις τοιαύτην θέσιν,
ώστε είναι ανάγκη να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρέφωμεν από όλα τα μέρη και να
βασανίζωμεν πάντα λόγον. Πρόσεξε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν, αν αυτό το οποίον λέγω έχει
σημασίαν. Άραγε είναι δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όστις δεν γνωρίζει κάτι να το μάθη
ύστερον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως είναι δυνατόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν και κατόπιν πάλιν άλλο και
έπειτα άλλο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπόθεσε λοιπόν λόγου χάριν, ότι μέσα εις
τας ψυχάς μας υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κήρινον εκμαγείον, εις τον ένα
μεγαλείτερον και εις τον άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μικρότερον, και εις τον ένα μεν από
καθαρώτερον κηρίον, εις δε τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλον από ακάθαρτον και σκληρότερον, εις
μερικούς δε πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ελαστικώτερον, και εις άλλους
μέτριον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το υποθέτω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό λοιπόν ας το είπωμεν δώρον της θεάς
Μνημοσύνης και ας δεχθώμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι, όταν θέλωμεν να απομνημονεύσωμεν κάτι
τι από όσα ιδούμεν ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακούσωμεν ή μόνοι μας εννοήσωμεν,
πλησιάζομεν αυτό εις τας αισθήσεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τας αντιλήψεις μας και αποτυπόνεται
καθώς όταν αποτυπόνωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εικόνας εις τα δακτυλίδια. Και εκείνο μεν
το οποίον θα αποτυπωθή, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενθυμούμεθα και το γνωρίζομεν, εν όσω
υπάρχει εντός μας η εικών του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνο όμως το οποίον θα εξαλειφθή ή δεν
θα κατορθωθή να αποτυπωθή,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το λησμονούμεν και δεν το
γνωρίζομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας είναι και έτσι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όστις λοιπόν γνωρίζει αυτά, και εξετάζει
κανέν από όσα βλέπει ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακούει, πρόσεξε να ιδής αν είναι δυνατόν
να κάμη ψευδή κρίσιν κατά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον εξής τρόπον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον τρόπον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να νομίση, ότι όσα γνωρίζει, άλλοτε μεν
είναι εκείνα που γνωρίζει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοτε δε εκείνα που δεν γνωρίζει. Διότι
αυτά δεν τα είπαμεν καλά εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα προηγούμενα, όταν παρεδέχθημεν ότι
είναι αδύνατον να γίνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τόρα πώς τα εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το εξής πρέπει να λέγωμεν δι' αυτά
χωρίζοντες το ζήτημα από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρχήν, ότι δηλαδή εκείνο μεν το οποίον
γνωρίζω διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(σελίς 104)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">έχω ενθύμιον εις την ψυχήν μου, δεν το βλέπω
πλέον όμως με τα αισθητήριά μου, είναι αδύνατον να το νομίσω ως κανέν άλλο
πράγμα από εκείνα που γνωρίζω, όταν έχω και εκείνου την εντύπωσιν, δεν το βλέπω
όμως. Ούτε αντιστρόφως εκείνο το οποίον γνωρίζω, είναι δυνατόν να το νομίσω ότι
είναι εκείνο το οποίον δεν γνωρίζω και του οποίου δεν έχω την σφραγίδα. Ούτε
αρνητικώς εκείνο το οποίον δεν γνωρίζω, να το νομίσω ως άλλο το οποίον δεν
γνωρίζω. Ούτε πάλιν αντιστρόφως εκείνο το οποίον δεν γνωρίζω να το νομίσω ως
άλλο το οποίον γνωρίζω. Το ίδιον και διά την αίσθησιν. Δεν είναι δυνατόν εκείνο
το οποίον βλέπω να το νομίσω ως κανέν άλλο από όσα επίσης βλέπω. Ούτε
αντιστρόφως εκείνο το οποίον βλέπω ότι είναι κανέν από εκείνα τα οποία δεν
βλέπω. Ούτε πάλιν ό,τι δεν βλέπω να νομίσω ότι είναι κανέν από όσα δεν βλέπω.
Ούτε πάλιν αντιστρόφως ό,τι δεν βλέπω να το νομίσω ως κανέν από όσα βλέπω, Και
τόρα πάλιν με συνδυασμόν, κανέν από όσα γνωρίζω και βλέπω και έχω το αποτύπωμα
από την αίσθησιν, δεν είναι δυνατόν να νομίσω ως κανέν άλλο, από εκείνα τα οποία
επίσης γνωρίζω και βλέπω και έχω και αυτών την αποτύπωσιν και την αίσθησιν.
Τούτο μάλιστα είναι πολύ περισσότερον αδύνατον από εκείνας τας δύο μονομερείς
περιπτώσεις, και αν ακόμη εις εκείνας ήτο δυνατόν. Επίσης εκείνο το οποίον
γνωρίζω και το βλέπω, και κρατώ το ενθύμιον ακριβώς, είναι αδύνατον να το νομίσω
ως άλλο πράγμα το οποίον γνωρίζω. Και πάλιν ό,τι γνωρίζω και βλέπω και το κατέχω
αναλόγως, αδύνατον να το νομίσω ως άλλο το οποίον βλέπω. Ούτε αντιθέτως ό,τι δεν
γνωρίζω και δεν βλέπω να το νομίσω ως άλλο, το οποίον δεν γνωρίζω και δεν βλέπω.
Ούτε ό,τι δεν γνωρίζω και δεν βλέπω να το νομίσω ως κανέν άλλο το οποίον δεν
γνωρίζω. Ούτε τέλος ό,τι δεν γνωρίζω και δεν βλέπω να το νομίσω ως κανέν άλλο το
οποίον δεν βλέπω. Όλαι αυταί αι τελευταίαι έξ περιπτώσεις είναι κάτι
περισσότερον από αδύνατον διά να κρίνη κανείς ψευδώς με αυτάς. Τόρα λοιπόν το
πολύ πολύ υπολείπεται να είναι δυνατόν το τοιούτον εις τας εξής περιπτώσεις
ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σελίς 105</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εις ποίας δηλαδή; Μη τυχόν ημπορέσω από
αυτάς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσω καλλίτερα. Διότι τόρα δεν σε
παρακολουθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσα γνωρίζω, να τα νομίσω ως άλλα από όσα
γνωρίζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως και βλέπω, ή από όσα δεν γνωρίζω
αλλά βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όσα γνωρίζω και βλέπω, να τα νομίσω ως
άλλα από όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω αλλά δεν βλέπω, ή δεν γνωρίζω αλλά
βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα πλέον έμεινα πολύ περισσότερον πίσο
παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως (!).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν άκουσε να σου τα ειπώ αλλέως.
Εγώ ο οποίος γνωρίζω τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεόδωρον και ενθυμούμαι εις τον νουν μου
ποία είναι η μορφή του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομοίως δε και τον Θεαίτητον, δεν είναι
αληθές ότι άλλοτε μεν τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπω, άλλοτε όμως όχι, και πολλάκις τους
δοκιμάζω με την αφήν μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και άλλοτε πάλιν όχι, και τους ακούω ή με
άλλην καμμίαν αίσθησιν τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθάνομαι; Πολλάκις όμως ναι μεν δεν σας
αισθάνομαι με κανέν από τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθητήρια, σας ενθυμούμαι όμως όχι
ολιγώτερον, και σας γνωρίζω μέσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την ψυχήν μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρώτον λοιπόν αυτό να εντυπώσης από όσα
σου λέγω, ότι δηλαδή είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν όσα γνωρίζω να μη τα βλέπω και τα
αισθάνωμαι με τα αισθητήριά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου, είναι όμως δυνατόν και να τα
βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">τέλος σελίδος 105</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος. Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ίδιον λοιπόν και όσα δεν γνωρίζω,
πολλάκις μεν είναι δυνατόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να μη τα βλέπω, πολλάκις όμως μόνον να τα
βλέπω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν πρόσεξε μήπως σου είναι
ευκολώτερον να με παρακολουθήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν ο Σωκράτης γνωρίζη τον Θεόδωρον και
τον Θεαίτητον, και όμως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπη κανένα από αυτούς τους δύο, ούτε με
καμμίαν άλλην αίσθησιν τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθάνεται, ποτέ δεν είναι δυνατόν να
κρίνη εντός του ότι ο Θεαίτητος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι Θεόδωρος. Λέγω, ή δεν λέγω
τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό λοιπόν που λέγω τόρα ήτο η πρώτη
περίπτωσις από όσα σου έλεγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ήτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δεύτερον ήτο ότι, όταν τον ένα από σας
τον γνωρίζω, τον δε άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τον γνωρίζω, και δεν βλέπω με τας
αισθήσεις μου κανένα από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο σας, δεν είναι δυνατόν πάλιν να νομίσω
ότι αυτός που γνωρίζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι εκείνος που δεν γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το τρίτον ήτο ότι: όταν δεν γνωρίζω κανένα
από τους δύο σας ούτε τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέπω με καμμίαν αίσθησιν, δεν είναι
δυνατόν να τον νομίσω, αυτόν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τον γνωρίζω, ότι είναι κάποιος άλλος
από εκείνους που δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω. Και όλα τα προηγούμενα υπόθεσε
ότι σου τα λέγω τόρα πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατά σειράν, εις τα οποία εγώ ποτέ δεν θα
κρίνω ψευδώς διά σε και τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεόδωρον, ούτε όταν σας γνωρίζω και τους
δύο, ούτε όταν δεν σας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω, και ούτε πάλιν αν τον ένα γνωρίζω
και τον άλλον δεν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω. Το ίδιον συμβαίνει και διά τας
αισθήσεις, αν βεβαίως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακολουθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, παρακολουθώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν η ψευδής κρίσις μένει εις την
εξής περίπτωσιν, όταν εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω και σε και τον Θεόδωρον και έχω
αποτυπωμένα εις εκείνο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κήρινον όργανον τα χαρακτηριστικά των δύο
σας, ως να είσθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δακτυλίδια, σας βλέπω όμως και τους δύο
ύστερα από πολύν καιρόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όχι τόσον καθαρά, και προσπαθών να αποδώσω
τα χαρακτηριστικά του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθενός σας εις την ιδικήν του μορφήν, τα
εμβάζω και τα προσαρμόζω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τα ίχνη τα οποία άφησαν εντός μου, διά
να γίνη η αναγνώρισις. Και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ύστερα από όλα αυτά αποτυγχάνω, και καθώς
εκείνοι που φορούν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποδήματά των ανάποδα ανταλλάσσω την
μορφήν του καθενός από σας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την πλησιάζω προς τα ξένα χαρακτηριστικά,
ή καθώς γίνεται εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλέμμα μας εμπρός εις ένα κάτοπτρον, όπου
τα δεξιά μετατίθενται εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα αριστερά, κατά τον ίδιον τρόπον
συμβαίνει να απατηθώ. Τότε λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμβαίνει το λάθος και η ψευδής
κρίσις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι θα είναι, καλέ Σωκράτη. Περίφημα
εξηγείς αυτό το πάθημα της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν όταν γνωρίζω και τους δύο και
τον μεν ένα εκτός του ότι τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζω συγχρόνως τον βλέπω, τον άλλον
όμως όχι, και την γνώσιν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλου δεν έχω από τας αισθήσεις, πράγμα το
οποίον σου έλεγα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως και συ τότε δεν το
ενοούσες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, δεν σε ενοούσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό λοιπόν έλεγα, ότι δηλαδή όστις
γνωρίζει τον ένα από τους δύο και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον βλέπει και έχει γνώσιν αυτού από την
αίσθησιν, ποτέ δεν θα νομίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι αυτός είναι κάποιος άλλος τον οποίον
γνωρίζει και βλέπει και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επίσης έχει γνώσιν αυτού από την αίσθησιν.
Δεν ήτο αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε όμως βεβαίως παρελείπαμεν αυτό που
λέγομεν τόρα, ότι ψευδής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσις γίνεται όταν κανείς γνωρίζη και
τους δύο και έχη και τους δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με την όρασιν ή με καμμίαν άλλην αίσθησιν,
δεν διατηρεί όμως τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρακτηριστικά εκάστου σύμφωνα με την
αίσθησιν, αλλά ωσάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανεπιτήδειος τοξότης, όταν ρίπτη, αλλάζει
το σημάδι του και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτυγχάνει, το οποίον θα ονομάσωμεν
ψεύδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ λογικά βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όταν λοιπόν διά τον ένα μεν υφίσταται
ακόμη η αίσθησις των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρισμάτων, διά τον άλλον όμως όχι, και
ημείς το γνώρισμα της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υφισταμένης αισθήσεως το προσαρμόζομεν εις
την μη υφισταμένην, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε σφάλλει η διάνοιά μας απολύτως. Και
με μίαν λέξιν, δι' όσα μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς ούτε εγνώρισε ούτε είδε ποτέ, δεν
είναι δυνατόν, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, ούτε να κρίνη ψευδώς ούτε να
γίνη ψευδής κρίσις, εάν τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημείς λέγωμεν κάτι τι βέβαιον. Αλλά και
μόνον εις όσα γνωρίζομεν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως τα αισθανόμεθα, εις αυτά μόνον
περιστρέφεται η ψευδής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσις, η οποία γίνεται και αληθής, και
όταν μεν φέρη αντικριστά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατ' ευθείαν τα ορθά αποτυπώματα, είναι
αληθής, όταν όμως τα φέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλαγίως και λοξώς, είναι ψευδής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά τα λέγεις, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως περισσότερον θα βεβαιώσης αυτό,
αφού ακούσης και τα εξής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">σελίς 109</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δηλαδή η ορθή κρίσις είναι αξιέπαινον
πράγμα, ενώ η ψευδής κρίσις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι εντροπή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς δεν είναι βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτά λοιπόν λέγουν ότι προέρχονται από το
εξής· όταν δηλαδή το κηρίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσα εις την ψυχήν είναι βαθύ και πολύ και
λείον και καλώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ετοιμασμένον, τότε όσα διέρχονται από τας
αισθήσεις μας τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτυπόνομεν εις αυτό το &κηρ& της
ψυχής μας, καθώς το ωνόμασε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όμηρος, διά να κάμη υπαινιγμόν με την
ομοιότητα αυτού προς το κηρίον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τότε εις αυτά αποτυπόνονται καθαρά τα
γνωρίσματα και με αρκετόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βάθος και γίνονται μακροχρόνια, και όσοι
είναι τοιούτοι πρώτον μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μανθάνουν ευκόλως, έπειτα έχουν καλόν
μνημονικόν, και τέλος δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχέουν τα γνωρίσματα, αλλά κρίνουν
ορθώς. Διότι είναι καθαρά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ευρύχωρον μέρος και τα αποδίδουν
αμέσως εις τα αποτυπώματά των,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία ως γνωστόν ονομάζονται όντα, και
αυτοί ωρισμένως ονομάζονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σοφοί. Τι δεν το παραδέχεσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι πάρα πολύ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συμβαίνει όμως να έχη κανείς το
&κηρ& δασύτριχον, το οποίον ωρισμένως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγκωμίασε πολύ ο πάνσοφος ποιητής, ή να το
έχη βρωμισμένον και με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακάθαρτον κηρίον, ή πολύ μαλακόν ή πολύ
σκληρόν. Τότε εις όσους μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι μαλακόν, αυτοί μανθάνουν ευκόλως,
αλλά και λησμονούν ευκόλως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις όσους δε είναι σκληρόν, συμβαίνουν τα
αντίθετα, όσοι δε το έχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δασύτριχον και ανώμαλον, διότι ανεμίχθη
κανέν μέρος από λίθους ή από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χώμα ή από κόπρον, αυτοί σχηματίζουν ασαφή
εκμαγεία. Επίσης δε ασαφή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σχηματίζουν και όσοι το έχουν σκληρόν,
διότι δεν έχουν βάθος. Επίσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε ασαφή εκμαγεία σχηματίζουν και όσοι το
έχουν μαλακόν, διότι από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την σύγχυσιν γίνονται αμέσως αμυδρά. Εάν
δε ύστερα από όλα αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συμπέση και το έν επάνω εις το άλλο ένεκα
του στενού χώρου, εάν τύχη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς να έχη μικρή ψυχούλα, τότε γίνονται
τα εκμαγεία πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον ασαφή. Όλοι αυτοί λοιπόν
είναι εύκολον να κάμουν ψευδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσιν. Διότι όταν βλέπουν τίποτε ή
ακούουν ή φαντάζωνται δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ικανοί αμέσως να αποδώσουν όλα τα
γνωρίσματα και δι' αυτό είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βραδείς και συγχέουν και παραβλέπουν και
παρακούουν και παρανοούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάρα πολλά, και αυτοί βεβαίως είναι οι
απατώμενοι περί των πραγμάτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και οι αμαθείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το λέγεις τόσον ορθά, Σωκράτη μου, όσον
δεν ημπορούσα να φαντασθώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποτέ μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να παραδεχθώμεν λοιπόν ότι υπάρχουν εντός
μας ψευδείς κρίσεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και κρίσεις αληθείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αληθείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα πλέον λοιπόν δεν θεωρούμεν ότι
απεδείχθη πειστικώς, ότι υπάρχουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς άλλο και τα δύο αυτά είδη της
κρίσεως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσον φαντάζεσαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πλην, φίλε Θεαίτητε, πραγματικώς ο
αθυρόστομος άνθρωπος πλησιάζει να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ανυπόφορον πράγμα και αηδές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς έτσι; προς τι το είπες αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν χωνεύω την ιδικήν μου ελαττωματικήν
μάθησιν και αληθινήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μωρολογίαν. Διότι πώς αλλέως να το
ονομάσης αυτό, όταν κανείς σύρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους λόγους δεξιά και αριστερά από την
βλακείαν του και δεν ημπορή να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πεισθή και δυσκόλως ξεκάμνη έκαστον ζήτημα
(!);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Συ όμως διατί θυμόνεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν θυμόνω μόνον, αλλά και φοβούμαι τι θα
απαντήσω, αν με ερωτήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς: Κύριε Σωκράτη, τάχα ανεκάλυψες ότι
η ψευδής κρίσις δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγκειται ούτε εις τας αισθήσεις μεταξύ της
μιας και της άλλης, ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τα νοήματα, αλλά εις την σύνδεσιν των
αισθήσεων με τα νοήματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ θα το παραδεχθώ, ίσως διότι τάχα
ανεκαλύψαμεν κανέν σπουδαίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον, Σωκράτη μου, νομίζω ότι
δεν είναι άσχημον αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον απεδείχθη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, θα απαντήση εκείνος πάλιν:
νομίζεις ότι τον άνθρωπον τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον ενθυμούμεθα μόνον χωρίς να τον
βλέπωμεν, δεν είναι ποτέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνατόν να τον νομίσωμεν ίππον, τον οποίον
πάλιν ούτε βλέπομεν ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απτόμεθα, αλλά απλώς τον ενθυμούμεθα και
καμμίαν αίσθησιν δεν έχομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί αυτού; Μάλιστα αυτά λέγω, θα του είπω
ίσως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολύ καλά βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, θα μου ειπή εκείνος, τα
ένδεκα τα οποία κανείς δεν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αισθάνεται παρά μόνον τα έχει εις τον νουν
του, σύμφωνα με αυτόν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγον δεν είναι αληθές ότι ποτέ δεν είναι
δυνατόν να τα νομίση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δώδεκα, τα οποία επίσης μόνον εις τον νουν
του τα έχει; Έλα λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα απάντησε συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως θα απαντήσω, ότι όταν μεν βλέπη ή
άπτεται κανείς τα ένδεκα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι δυνατόν να τα νομίση δώδεκα, εκείνα
όμως τα ένδεκα, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει εις τον νουν του, δεν είναι δυνατόν
να τα νομίση τόσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Νομίζεις ότι κανείς ποτε
ηθέλησε να βάλη εις τον νουν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πέντε και επτά, δεν εννοώ όμως πέντε ή
επτά ανθρώπους ή άλλο κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρόμοιον, αλλά τους αφηρημένους αριθμούς
πέντε και επτά, τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίους λέγομεν ότι μένουν εκεί εις το
εκμαγείον ως ενθύμια και είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδύνατον με αυτούς να κρίνωμεν ψευδώς.
Αυτούς εννοώ αν κανείς έως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόρα τους εσυλλογίσθη και ερώτησε τον
εαυτόν του πόσα κάμνουν, και αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλος μεν ενόμισε ότι κάμνουν ένδεκα,
άλλος δε δώδεκα, ή όλοι λέγουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και νομίζουν αυτούς ότι κάμνουν
δώδεκα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία, αλλά παρά πολλοί τους
νομίζουν ότι κάμνουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένδεκα. Εάν μάλιστα δοκιμάση κανείς με
μεγαλειτέρους αριθμούς θα κάμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλείτερον λάθος. Διότι νομίζω ότι συ
εδώ ομιλείς γενικώς περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποιουδήποτε αριθμού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά το νομίζεις αυτό. Και πρόσεξε μήπως
τότε συμβαίνει τίποτε άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά ότι νομίζει τον αριθμόν δώδεκα του
εκμαγείου ότι είναι ένδεκα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φαίνεται ότι συμβαίνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτό δεν ανήκει πάλιν εις τους
προηγουμένους λόγους; Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όστις παθαίνει αυτό, ένα πράγμα που το
γνωρίζει, νομίζει ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο πράγμα το οποίον γνωρίζει επίσης.
Τούτο όμως το είπαμεν αδύνατον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και με αυτό το ίδιον παραδεχόμεθα λογικώς
ότι δεν υπάρχει ψευδής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσις, διά να μη δεχθώμεν ότι τα ίδια
πράγματα ο ίδιος τα γνωρίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δεν τα γνωρίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν έπεται ότι πρέπει να θεωρήσωμεν
ότι η ψευδής κρίσις κάθε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο είναι παρά σύγχυσις μεταξύ σκέψεως
και αισθήσεως. Διότι, αν αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο αληθές, δεν ήτο δυνατόν να απατώμεθα
με τας σκέψεις. Τόρα όμως ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν υπάρχει ψευδής κρίσις, ή όσα κανείς
δεν γνωρίζει είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα γνωρίζη. Και λοιπόν ποίον προτιμάς από
αυτά τα δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου προτείνεις μίαν δύσκολον εκλογήν, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως είναι φόβος να μην επιτρέψη ο
λόγος ούτε το έν ούτε το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τι να γίνη, βεβαίως κανείς πρέπει να
το πάρη απόφασιν, και τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πειράζει αν αποφασίσωμεν να γίνωμεν
ξετσίπωτοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν θελήσω μεν να ειπούμεν ποίου είδους
είναι η επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και διατί αυτό να είναι ξετσίπωμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι δεν εννοείς ότι ολόκληρος η
ομιλία μας από την αρχήν ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έρευνα της επιστήμης, διότι δεν γνωρίζομεν
τι είναι επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Απ' εναντίας, το εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν σου φαίνεται αναίδεια,
αφού δεν γνωρίζομεν τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη, να κρίνωμεν τι είδους είναι η
επιστήμη; Και όμως πάλιν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φίλε μου Θεαίτητε, πολλήν ώραν η ομιλία
μας εξακολουθεί να μη είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ξεκαθαρισμένη. Διότι έως τόρα χίλιες φορές
ανεφέραμεν το γνωρίζω και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζω και την επιστήμην και την
ανεπιστημοσύνην, ωσάν τάχα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενοούμεν ο είς τον άλλον, αφού ακόμη δεν
γνωρίζομεν τι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη. Και αν αγαπάς μάλιστα, και αυτήν
την στιγμήν εκάμαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρήσιν του δεν γνωρίζω και του εννοώ, ενώ
δεν έπρεπε, αφού δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέχομεν την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά τότε με ποίον τρόπον θα
συνομιλήσης, καλέ Σωκράτη, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποφεύγης αυτάς τας λέξεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με κανένα τρόπον, αφού είμαι ό,τι είμαι.
Εάν όμως ήμην εριστικός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε μάλιστα. Διότι και τόρα, αν
παρουσιάζετο ένας τοιούτος κύριος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αυτά θα εζήτει να τα αποφεύγωμεν και
πολύ θα μας επέπληττε δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά τα οποία είπα. Αφού λοιπόν είμεθα
πρόστυχοι, θέλεις να κάμω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραξικόπημα και να ειπώ τι είναι η
επιστήμη; Διότι νομίζω ότι θα μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εχρησίμευε κάπως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν κάμε αυτό το πραξικόπημα μα
τον Δία. Και αν δεν αποφύγης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, πάλιν θα είσαι εντελώς
συγχωρημένος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν έμαθες πώς την ορίζουν τόρα την
γνώσιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως να ήκουσα, αλλά αυτήν την στιγμήν δεν
το ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατοχήν της επιστήμης ονομάζουν
αυτήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ημείς λοιπόν ας το αλλάξωμεν ολίγον και ας
την ονομάσωμεν απόκτησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της επιστήμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίαν διαφοράν ευρίσκεις εις αυτά τα
δύο ονόματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως δεν υπάρχει καμμία. Άκουσε όμως αυτήν
την οποίαν ευρίσκω εγώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπέ την γνώμην σου και συ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν ημπορέσω, ευχαρίστως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν μου φαίνεται ότι είναι το ίδιον
πράγμα η απόκτησις με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατοχήν. Καθώς παραδείγματος χάριν αν
κανείς αγοράση φόρεμα και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχη εις την κατοχήν του χωρίς να το φορή,
δεν ημπορούμεν να ειπούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι το έχει τόρα μαζί του, αλλά ότι είναι
κτήμα του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν αν είναι δυνατόν και την
επιστήμην όταν είναι κτήμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου να μην την έχης πρόχειρον, αλλά να την
έχης καθώς έχει κανείς τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άγρια πουλιά, δηλαδή τας περιστεράς και
οτιδήποτε άλλο, αφού τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλάβη και κάμη εις την οικίαν του ένα
περιστερεώνα και τα τρέφη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως θα ειπούμεν κάπως ότι αυτός τα
έχει διαρκώς, και ακριβώς ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κτήμα του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπό άλλην όμως έποψιν βεβαίως δεν κρατεί
καμμίαν, αλλά έχει μεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύναμιν ως προς αυτάς, αφού τας έκαμε
κτήμα του μέσα εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περίφραγμά του, να τας συλλάβη και να τας
κρατή ό,τι ώρα θέλει και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν να τας απολύση. Και τούτο ημπορεί να
το κάμνη όσας φοράς έχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάθεσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν καθώς προηγουμένως παρεδέχθημεν
κατασκευασμένον μέσα εις τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχάς ένα είδος κήρινον πλάσμα, ας
κατασκευάσωμεν μέσα εις εκάστην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ψυχήν αυτήν την φοράν πάλιν ένα
περιστερεώνα από διάφορα πουλιά, άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν εις ολόκληρα σμήνη χωριστά, άλλα δε
από ολίγα μαζευμένα, και άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνα των μεταξύ όλων, να πετούν όπου
τύχη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά παραδέχομαι ότι τον κατεσκευάσαμεν.
Αλλά ποίον θα είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτέλεσμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν έχωμεν εμπρός μας μικρά παιδία,
πρέπει να ειπούμεν ότι αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δοχείον είναι κενόν, εις την θέσιν δε των
πουλιών να φαντασθώμεν τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμας. Και οποιανδήποτε επιστήμην
αποκτήση κανείς και την κλείση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσα εις το περίφραγμά του, πρέπει να λέγη
ότι έμαθε ή ευρήκε το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα εκείνο εις το οποίον ασχολείται
εκείνη η επιστήμη, και αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέχομαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν το να καταδιώκη οποιανδήποτε
επιστήμην θέλει, και αφού την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλάβη να την κρατή, και ύστερον να την
απολύση πάλιν, πρόσεξε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδής ποία ονόματα χρειάζεται, άραγε τα
ίδια με εκείνο το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εχρειάζετο εις την αρχήν, όταν την έκαμνε
κτήμα του, ή διαφορετικά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα εννοήσης δε καλλίτερα αυτό το οποίον
λέγω από το εξής. Παραδέχεσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την αριθμητικήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτήν λοιπόν θεώρησε την κυνήγιον της
επιστήμης όλων των αρτίων και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των περιττών αριθμών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Την θεωρώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Με αυτήν λοιπόν την τέχνην και ο ίδιος
κρατεί εις την διάθεσίν του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την επιστήμην των αριθμών και εις άλλον
την παραδίδει, όστις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδίδει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όστις μεν την παραδίδει, λέγομεν ότι
την διδάσκει, όστις δε την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραλαμβάνει, λέγομεν ότι την μανθάνει,
όταν δε την κατέχη μέσα εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνον τον περιστερεώνα, λέγομεν ότι την
γνωρίζει επιστημονικώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν πρόσεξε εις τα συμπεράσματα.
Δηλαδή, αφού είναι τέλειος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμητικός, δεν θα γνωρίζη όλους τους
αριθμούς; Διότι υπάρχει μέσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις την ψυχήν του η επιστήμη όλων των
αριθμών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ο τοιούτος δεν συμβαίνει κάποτε να
μετρά μόνος του αυτούς τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμούς, ή κανέν άλλο πράγμα εξωτερικόν,
από εκείνα τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μετρούνται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το μέτρημα όμως άλλο τίποτε θα ειπούμεν,
παρά εξέτασιν διά να εύρωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πόσος αριθμός υπάρχει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν εκείνο το οποίον γνωρίζει,
τόρα αποδεικνύεται ότι τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάζει, ως να μην το γνωρίζη, αυτός ο
οποίος, καθώς παρεδέχθημεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει όλους τους αριθμούς. Έχεις
ακούσει δηλαδή ότι πολλοί τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφιλονικούν αυτά εις τας συζητήσεις
των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ημείς παρομοιάζοντες αυτά προς το
κυνήγιον και την σύλληψιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των περιστερών, θα ειπούμεν ότι το
κυνήγιον είναι δύο ειδών. Το έν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο πριν να τας συλλάβωμεν, διά να τας
έχωμεν κτήμα μας, το δε άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά να τας συλλάβωμεν και να κρατούμεν εις
το χέρι εκείνο, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ πολλού είχαμεν κτήμα μας. Κατ' αυτόν
δε τον τρόπον είναι δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όσα κανείς προ πολλού είχε μάθει και
τα εγνώριζε, να τα μάθη και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν αυτά τα ίδια, αποκτών πάλιν την
επιστήμην εκάστου και κρατών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρόχειρον εις τον νουν του τόρα, αυτήν την
οποίαν εγνώρισε προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πολλού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακριβώς λοιπόν αυτό σε ερωτούσα προ
ολίγου, τι ονόματα πρέπει κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να δώση εις αυτά, όταν λόγου χάριν ο
αριθμητικός πρόκειται να μετρήση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν πράγμα, ή ο γραμματοδιδάσκαλος να
αναγνώση, άραγε θα ειπούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι το γνωρίζει και έρχεται τόρα πάλιν να
μάθη από τον εαυτόν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό το οποίον γνωρίζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι παράλογον, καλέ Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε λοιπόν θα ειπούμεν ότι θα
αναγνώση και θα αριθμήση όσα δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει, ενώ παρεδέχθημεν ότι γνωρίζει
όλα τα γράμματα και όλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους αριθμούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αυτό βεβαίως είναι παράλογον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν θέλεις να ειπούμεν ότι όσον διά τα
ονόματα ημάς δεν μας μέλει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διόλου, εάν επεκτείνη κανείς όπως θέλει
την σημασίαν του γνωρίζω και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μανθάνω. Αφού όμως ωρίσαμεν ότι άλλο
πράγμα είναι η απόκτησις της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμης και άλλο η πρόχειρος κατοχή
αυτής, δεχόμεθα ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδύνατον να μην έχη κτήμα του κανείς
εκείνο το οποίον απέκτησε, ώστε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποτέ δεν συμβαίνει να μη γνωρίζη εκείνο το
οποίον γνωρίζει, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως δυνατόν να κάμη ψευδή κρίσιν περί
αυτού. Διότι είναι δυνατόν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μην έχη την επιστήμην τούτου, αλλά άλλην
εις την θέσιν εκείνης, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κυνηγά την ώραν που ξεπετούν και συλλάβη
κατά λάθος άλλην αντί άλλης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τότε βεβαίως συμβαίνει να εκλάβη τα
ένδεκα ως δώδεκα, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνέλαβε μέσα του την επιστήμην των ένδεκα
αντί των δώδεκα, ωσάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν αγριοπερίστερο αντί
περιστεράς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φαίνεται λογικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όταν όμως συλλάβη εκείνην την οποίαν
προσπαθεί να συλλάβη, τότε δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνει λάθος και κρίνει το πράγμα καθώς
είναι. Κατ' αυτόν λοιπόν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρόπον υπάρχει και αληθής και ψευδής
κρίσις, και όσα προηγουμένως μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εστενοχώρησαν, κανέν δεν είναι εμπόδιον.
Ίσως λοιπόν θα μείνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σύμφωνος μαζί μου, ει δε μη τι σκοπόν
έχεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το παραδέχομαι καθώς το λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και βεβαίως, διότι τόρα πλέον είμεθα
απηλλαγμένοι από το να γνωρίζη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς όσα δεν γνωρίζει, διότι όσα έχομεν
κτήμα μας δεν συμβαίνει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πουθενά, να μην τα έχωμεν ιδικά μας ούτε
κατά λάθος ούτε χωρίς λάθος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως εγώ νομίζω ότι παρουσιάζεται ένα
άλλο πάθημα πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φοβερώτερον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον είναι αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν ημπορή να θεωρηθή ψευδής κρίσις η
αλλαγή της μιας επιστήμης με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την άλλην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρώτον μεν, ενώ κατέχει κανείς ενός
πράγματος την επιστήμην, να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζη αυτό το ίδιον, όχι πλέον με
αμάθειαν αλλά με την επιστήμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του. Έπειτα πάλιν ένα άλλο πράγμα να το
θεωρήση ως τούτο εδώ, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο εδώ ως άλλο. Πώς δεν είναι μέγας
παραλογισμός, αφού υπάρχει η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη, να μη γνωρίζη τίποτε η ψυχή,
αλλά να αγνοή όλα τα πράγματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι συμφώνως με τον λόγον αυτόν δεν
είναι δύσκολον και η αμάθεια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (!), όταν υπάρχη, να μας κάμη να
γνωρίζωμεν ένα πράγμα, και η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τύφλωσις (!) να μας κάμνη να βλέπωμεν,
αφού και η επιστήμη ημπορεί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμη ποτέ κανένα να μη γνωρίζη (!)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πραγματικώς, Σωκράτη μου, ίσως ουχί ορθώς
παρεδέχθημεν τα πουλιά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον ως επιστήμας, ενώ έπρεπε να δεχθώμεν
και ως ανεπιστημοσύνας και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να πετούν εναλλάξ μέσα εις την ψυχήν μας.
Και όστις κυνηγά, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοτε συλλαμβάνει επιστήμην και άλλοτε
ανεπιστημοσύνην διά το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, και διά τούτο κάμνει ψευδή κρίσιν
με την ανεπιστημοσύνην, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθινήν με την επιστήμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι βεβαίως δύσκολον, καλέ Θεαίτητε, να
μη σε επαινέση κανείς. Αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως το οποίον είπες εξέτασέ το και πάλιν.
Οπωσδήποτε ας το δεχθώμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (!) καθώς το λέγεις. Αλλά τότε, όστις
συλλάβη την ανεπιστημοσύνην,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγεις ότι θα κάμη ψευδή κρίσιν. Δεν είναι
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι όμως και ότι θα φρονή συγχρόνως ότι
κάμνει ψευδή κρίσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά αληθινήν, και θα φαίνεται ως να
γνωρίζη αυτά εις τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απατάται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς αλλέως βέβαια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως θα φρονή ότι συνέλαβε εις το
κυνήγι και κατέχει επιστήμην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και όχι ανεπιστημοσύνην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι φανερόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν εκάμαμεν ένα μεγάλον γύρον και
πάλιν εφθάσαμεν εις την ιδίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απορίαν (!). Διότι εκείνος ο εριστικός θα
γελάση και θα μας ειπή. Πώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το εννοείτε, ευλογημένοι άνθρωποι; Και τας
δύο γνωρίζει κανείς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή και την επιστήμην και την
ανεπιστημοσύνην και αυτήν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει νομίζει ότι είναι κάποια άλλη,
από εκείνας που γνωρίζει; Ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζει καμμίαν από τας δύο, και τότε
εκείνην που δεν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει, την νομίζει ως κάποιαν άλλην από
εκείνας που δεν γνωρίζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ή την μίαν γνωρίζει και την άλλην δεν την
γνωρίζει, και αυτήν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει την νομίζει ως εκείνην που δεν
γνωρίζει; Ή αυτήν που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει την νομίζει ως εκείνην που
γνωρίζει; Ή θα μου ειπήτε τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάλιν, ότι υπάρχουν και επιστήμαι των
επιστημών και ανεπιστημοσυνών,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας οποίας όστις τας έχει κτήμα του, τας
κλείει μέσα εις άλλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γελοίους περιστερεώνας ή κήρινα πλάσματα,
και ενόσω τας έχει κτήμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του τας γνωρίζει, και όταν ακόμη δεν τας
έχη προχείρους εις τον νουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του; Και κατ' αυτόν τον τρόπον πλέον θα
αναγκασθήτε εις το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέρος να στριφογυρίζετε χίλιες φορές,
χωρίς να φέρετε κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτέλεσμα; Τι θα απαντήσωμεν εις αυτά,
καλέ Θεαίτητε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ μα τον Δία, Σωκράτη μου, δεν γνωρίζω
τι πρέπει να απαντήσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, παιδί μου, άραγε έχει δίκαιον
αυτός ο λόγος που μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιπλήττει και μας αποδεικνύει, ότι δεν
είναι ορθόν να ζητούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως από την επιστήμην, τι είναι η
ψευδής κρίσις, αφίνοντες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνην κατά μέρος; Και όμως είναι
απολύτως αδύνατος πάσα γνώσις, εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγουμένως δεν κατέχωμεν καλώς τι είναι
επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προς το παρόν, Σωκράτη μου, είναι ανάγκη
να παραδεχθώμεν αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν πώς θα ορίσωμεν τόρα πάλιν την
επιστήμην από την αρχήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι δεν πιστεύω από τόρα να είμεθα
κουρασμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα, αρκεί συ να μην
αποκάμης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε λοιπόν, πώς πρέπει να την ονομάσωμεν,
ώστε να μην αντιφάσκωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προς τον εαυτόν μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνο, καλέ Σωκράτη, το οποίον
εδοκιμάσαμεν προηγουμένως, διότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζω κανέν άλλο όνομα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι η αληθής κρίσις είναι επιστήμη. Διότι
βεβαίως η αληθής κρίσις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αλάνθαστος, και όσα πηγάζουν από
αυτήν όλα γίνονται καλά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όστις οδηγεί εις την διάβασιν του ποταμού,
φίλε Θεαίτητε, ορθώς λέγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι μόνος του θα δείξη τι πρέπει να γίνη.
Ομοίως και εις τούτο το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζήτημα, όσον προχωρούμεν ίσως παρουσιασθή
κανέν εμπόδιον, και μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του μας φανερώση αυτό το οποίον ερευνώμεν,
ενώ όταν μένωμεν ακίνητοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν θα ιδούμεν τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά ομιλείς, ώστε ας προχωρήσωμεν
εις την εξέτασιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν τούτο δεν θέλει πολλήν σκέψιν.
Διότι μία ολόκληρος τέχνη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου λέγει ότι δεν είναι επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δηλαδή; Και ποία είναι αυτή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η τέχνη εκείνων οι οποίοι είναι οι
ανώτεροι εις την πολυμάθειαν, τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίους ακριβώς ονομάζουν ρήτορας και
δικηγόρους. Διότι αυτοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταπείθουν με την τέχνην των όχι διότι
διαφωτίζουν (!) τους άλλους,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά διότι τους κάμνουν να φρονούν όσα
θέλουν αυτοί. Ή μήπως συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζεις ότι υπάρχουν διδάσκαλοι τόσον
ικανοί, ώστε εις ανθρώπους οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίοι δεν παρευρέθησαν εις καμμίαν
λωποδυσίαν ή κανένα άλλον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκβιασμόν, να ημπορούν να εξηγήσουν
πειστικώς την αλήθειαν των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεγονότων, την ώραν που τρέχει το ολίγον
νερόν της κλεψύδρας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ διόλου δεν νομίζω αυτό, αλλά πιστεύω
ότι πείθουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το να πείθουν όμως άλλο τι σημαίνει, παρά
να τους καταφέρουν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν όταν οι δικασταί πεισθούν δικαίως
(!), δι' όσα μόνον όταν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδή κανείς είναι εις θέσιν να γνωρίζη, όχι
όμως κατ' άλλον τρόπον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν έπεται ότι η δικαία (!) των κρίσις,
εάν βεβαίως εδίκασαν ορθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> (!), στηρίζεται εις τας εξ ακοής
πληροφορίας, από τας οποίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εσχημάτισαν αληθή κρίσιν (!), χωρίς να τας
γνωρίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν, αγαπητέ μου φίλε, εάν ήτο το
ίδιον πράγμα η αληθής και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαστική (!) κρίσις με την επιστήμην, δεν
ήτο δυνατόν ποτέ ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλλίτερος δικαστής να κάμη ορθήν κρίσιν
άνευ της επιστήμης. Τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως φαίνεται ότι είναι διαφορετικά αυτά
το έν από το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα εννοώ, καλέ Σωκράτη, εκείνο που είπε
κάποιος και το είχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λησμονήσει. Αυτός δε είπε ότι επιστήμη
είναι η αληθής κρίσις, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνοδεύεται και με τον λόγον, ενώ άνευ
λόγου είναι έξω από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμην. Και εις όσα πράγματα δεν
υπάρχει ο λόγος, δεν μανθάνονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστημονικώς, — με αυτάς τας λέξεις τα
έλεγε μάλιστα — , εις όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως υπάρχει λόγος, μανθάνονται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά. Τόρα όμως όσα μανθάνονται και
όσα δεν μανθάνονται, ειπέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου πώς τα διέκρινε, διότι θέλω να ιδώ αν
τα ήκουσες και συ καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ηξεύρω αν θα το ενθυμηθώ. Νομίζω όμως
ότι θα ημπορούσα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακολουθήσω, αν το έλεγε άλλος
κανείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Τότε λοιπόν άκουσε ένα όνειρον εις
την θέσιν άλλου ονείρου. Διότι και εγώ πάλιν νομίζω ότι ήκουσα από κάποιον, ότι
τα πρώτα στοιχεία από τα οποία αποτελούμεθα και ημείς και τα άλλα πράγματα, δεν
έχουν λόγον. Διότι δι' έκαστον από αυτά μόνον το όνομά του είναι δυνατόν να
ειπούμεν και τίποτε άλλο ούτε δηλαδή ότι υπάρχει, ούτε ότι δεν υπάρχει. Διότι
τότε πλέον προσθέτομεν εις αυτό και την ύπαρξιν, ενώ δεν πρέπει να προσθέσωμεν
τίποτε, αφού πρέπει να το ονομάσωμεν μόνον του. Αφού μάλιστα δεν πρέπει να
προσθέσωμεν ούτε την λέξιν αυτό, ούτε εκείνο, ούτε έκαστον, ούτε μόνον, ούτε
τούτο εδώ, ούτε κανέν άλλο, από τα παρόμοια προσδιοριστικά επίθετα. Διότι αυτά
τριγυρίζουν όλα τα άλλα και προσκολλώνται εις αυτά, ενώ είναι διαφορετικά από
εκείνα εις τα οποία προστίθενται. Έπρεπε όμως αυτό το στοιχείον, εάν ήτο δυνατόν
να λέγεται, και αν είχε ιδιαίτερον ορισμόν, να λέγεται χωριστά από όλα τα άλλα.
Τόρα όμως είναι αδύνατον, έν οποιονδήποτε από τα πρώτα στοιχεία να εκφρασθή διά
λόγου. Διότι τίποτε άλλο δεν είναι δυνατόν να γίνη δι' αυτό, παρά μόνον να το
ονομάσωμεν. Διότι μόνον όνομα έχει. Όσα όμως αποτελούνται από αυτά τα στοιχεία,
καθώς συμπλέκονται τα ίδια, ομοίως συμπλέκονται και τα ονόματά των και
σχηματίζεται λόγος. Διότι η συμπλοκή των λέξεων είναι η ουσία του λόγου. Λοιπόν
κατ' αυτόν τον τρόπον τα μεν στοιχεία είναι απροσδιόριστα με τον λόγον και
άγνωστα, και απλώς αισθητά. Αι συλλαβαί όμως είναι γνωσταί και εκφράζονται διά
λόγου και κρίνονται με αληθή κρίσιν. Όταν λοιπόν χωρίς λόγον συλλάβη κανείς την
αληθινήν κρίσιν ενός πράγματος, κατέχει μεν η ψυχή του την αλήθειαν ως προς
αυτό, αλλ' όμως δεν το γνωρίζει. Διότι όστις δεν ημπορεί να δώση και να δεχθή
λόγον δεν έχει επιστημονικήν γνώσιν αυτού του πράγματος. Όταν όμως αποκτήση και
τον λόγον, τότε γίνεται ικανός εις όλα αυτά, και είναι τέλειος διά την
επιστήμην. Έτσι το ήκουσες και συ το όνειρον αυτό ή αλλέως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος. Ακριβώς το ίδιον, σε βεβαιώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σου αρέσει λοιπόν και είσαι σύμφορος με
αυτό, ότι η αληθής κρίσις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όταν συνοδεύεται με τον λόγον είναι
επιστήμη:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι εντελώς σύμφωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλέ Θεαίτητε, είναι δυνατόν άραγε τόσον
εύκολα σήμερον να επετύχαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο, το οποίον δεν ημπόρεσαν να εύρουν
σοφοί άνθρωποι ερευνώντες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό μέχρι του γήρατός των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ τουλάχιστον, Σωκράτη μου, φρονώ ότι
είναι ορθόν αυτό, το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν προ ολίγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και είναι λογικόν να είναι ορθόν βεβαίως,
διότι αλλέως, ποία επιστήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο δυνατόν να υπάρξη, χωρίς να
συνοδεύεται από τον λόγον και την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορθήν κρίσιν; Ένα όμως ελαφρόν (!) πράγμα
δεν μου αρέσει από τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προηγούμενα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ακριβώς αυτό το οποίον εφάνη ότι ήτο το
ευφυέστερον, ότι δηλαδή τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν στοιχεία είναι άγνωστα, ενώ όλαι αι
συλλαβαί είναι γνωσταί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και μήπως δεν εφάνη ορθώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό λοιπόν ας το εύρωμεν. Διότι έχομεν ως
άλλους ομήρους τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδείγματα του λόγου, τα οποία
μετεχειρίσθη, όταν διισχυρίζετο όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία είναι λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τα στοιχεία των γραμμάτων και αι συλλαβαί.
Ή νομίζεις ότι εις άλλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απέβλεπε, όταν είπε αυτά που είπαμεν,
όστις τα είπε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αλλά εις αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας τα βασανίσωμεν αυτά από την
αρχήν, ή μάλλον τον ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εαυτόν μας, άραγε κατ' αυτόν τον τρόπον
εμάθαμεν τα γράμματα ή όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πρώτον: Άραγε μόνον αι συλλαβαί έχουν
λόγον, και τα στοιχεία δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πιθανόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως και εις εμέ φαίνεται πιθανόν (!).
Και λοιπόν, αν κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ερωτήση ποία είναι η πρώτη συλλαβή του
Σωκράτους, ως λόγου χάριν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου, φίλε Θεαίτητε, τι είναι Σω; Τι
θα απαντήσης;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι είναι σίγμα και ω μέγα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είναι αυτό ο λόγος της συλλαβής
αυτής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έλα λοιπόν τόρα ειπέ μας και τον λόγον του
σίγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς είνε δυνατόν να έχωμεν στοιχεία
των στοιχείων; Διότι, καλέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτη, το σίγμα είναι ένα από τα άφωνα,
δηλαδή ένας απλούς ήχος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν να σφυρίζη η γλώσσα. Και το βήτα
πάλιν δεν έχει ούτε ήχον ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρότον, ούτε τα περισσότερα στοιχεία. Ώστε
πολύ ορθόν είναι να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγωνται αυτά ότι δεν έχουν λόγον, αφού
από όλα αυτά, τα ζωηρότερα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επτά, μόνον φωνήν έχουν, λόγον όμως δεν
έχουν ουδέ τον παραμικρόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, καλέ φίλε, καλά τα
καταφέραμεν διά την επιστήμην (!);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι λοιπόν; Ορθώς απεδείξαμεν άραγε ότι το
στοιχείον δεν είναι δυνατόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να γνωρισθή αλλά μόνον η συλλαβή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορθώς βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου λοιπόν, τι ονομάζομεν συλλαβήν,
δηλαδή και τα δύο στοιχεία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και μάλιστα, αν είναι περισσότερα από δύο,
όλα μαζί, ή ένα σύνολον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μορφής, το οποίον απετελέσθη από την
σύνθεσιν αυτών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Νομίζω το όλον μαζί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε λοιπόν εις τα δύο, δηλαδή εις το
σίγμα και το ω μέγα, τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία είναι και τα δύο μαζί η πρώτη
συλλαβή του ονόματός μου. Δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθές ότι, όστις γνωρίζει αυτήν,
γνωρίζει και τα δύο αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως γνωρίζει το σίγμα και το ω
μέγα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πώς αυτό (!); Είπες ότι το καθέν
χωριστά δεν το γνωρίζει, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού δεν γνωρίζει κανέν από αυτά, τόρα
γνωρίζει και τα δύο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, καλέ Σωκράτη, αυτό είναι τρομερός
παραλογισμός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως, αφού κατ' ανάγκην γνωρίζει το
καθέν όστις γνωρίζει και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δύο, έπεται λογικώτατα, ότι γνωρίζει
προηγουμένως τα στοιχεία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος, ο οποίος πρόκειται να μάθη την
συλλαβήν, και τότε πλέον μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φεύγει εκείνος ο καλός (!) λόγος και τον
χάνομεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολύ μάλιστα εξαφνικά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι δεν τον φυλάττομεν καλά. Διότι ίσως
έπρεπε να μη θεωρήσωμεν ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλαβήν τα στοιχεία, αλλά ως ένα τύπον, ο
οποίος παρήχθη από εκείνα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως μίαν ιδιαιτέραν μορφήν διάφορον από τα
στοιχεία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Και διόλου παράδοξον να είναι
καθώς το λέγεις τόρα, παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τότε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρέπει να εξετάσωμεν και όχι να
εγκαταλείψωμεν ανάνδρως τόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σεβάσμιον λόγον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας είναι λοιπόν, καθώς είπαμεν
προηγουμένως, η συλλαβή είναι μία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδιαιτέρα μορφή σχηματιζομένη από όλα τα
προσαρμοζόμενα στοιχεία, όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον ως προς τα γράμματα, αλλά και ως
προς όλα τα άλλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν πρέπει να υπάρχουν μέρη
αυτής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διατί άραγε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι παν ότι έχει μέρη, κατ' ανάγκην το
όλον του είναι όλα τα μέρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ή μήπως εννοείς ότι και το όλον πάλιν
αποτελεί ιδιαιτέραν μορφήν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάφορον από όλα τα μέρη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν το όλον και το ολόκληρον άραγε
τα θεωρείς το ίδιον ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικόν το καθέν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν έχω σαφή ιδέαν αυτών, επειδή όμως με
προτρέπεις να είμαι πρόθυμος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τας απαντήσεις, ριψοκινδυνεύων σου
λέγω ότι είναι διαφορετικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η προθυμία σου, φίλε Θεαίτητε, είναι ορθή,
αν όμως είναι ορθή και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απάντησις, αυτό πρέπει να το
εξετάσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν δεν είπες ότι διαφέρει το ολόκληρον
από το όλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι φρονείς όμως; το ενικόν όλον έχει
καμμίαν διαφοράν από το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πληθυντικόν όλα; Λόγου χάριν, όταν
αριθμούμεν ένα, δύο, τρία,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέσσαρα, πέντε, έξ, εάν ειπούμεν δύο φοράς
τρία ή τρεις φοράς δύο, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέσσαρα συν δύο, ή τρία συν δύο συν έν,
άραγε εις όλας αυτάς τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιπτώσεις το ίδιον λέγομεν ή
διάφορον:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ίδιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε άλλο τίποτε παρά έξ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως εις όλας τας περιπτώσεις δεν
είπαμεν όλα τα έξ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξ άλλου όμως αφού τα λέγομεν όλα δεν
λέγομεν και ένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι ανάγκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διάφορον άραγε από τα έξ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως εις όσα συνίστανται από αριθμόν
δεν θεωρούμεν ως το ίδιον το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολόκληρον και όλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας το εκφράζωμεν αυτό κατά τον εξής
τρόπον: Ο αριθμός ενός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρέμματος και το στρέμμα είναι το ίδιον.
Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και του ενός σταδίου λοιπόν επίσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά μήπως και ο αριθμός ενός στρατοπέδου
δεν είναι το ίδιον με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στρατόπεδον, και όλα τα παρόμοια ομοίως;
Διότι ολόκληρος ο αριθμός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτελεί όλην την ουσίαν εκάστου από
αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ο δε αριθμός εκάστου από αυτά, άραγε άλλο
τίποτε είναι, παρά τα μέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όσα λοιπόν έχουν μέρη δεν αποτελούνται από
τα μέρη των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αλλά όλα τα μέρη είπαμεν ότι είναι το
ολόκληρον, αφού και ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολικός αριθμός είναι το ολόκληρον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν το ολόκληρον δεν αποτελείται
από μέρη, διότι αν ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άθροισμα των μερών θα ήτο όλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αφού δε είναι μέρος, άραγε κανενός άλλου
πράγματος είναι μέρος παρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ολοκλήρου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως του ολοκλήρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παλικαρίστικα πολεμείς, φίλε Θεαίτητε. Το
όλον όμως δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κυριολεκτικώς όλον, όταν δεν του λείπη
τίποτε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατ' ανάγκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά και το ολόκληρον δεν είναι άραγε
ακριβώς τοιούτον όταν πουθενά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν του λείπη τίποτε; Ενώ όταν λείπη κάτι
τι, δεν είναι ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολόκληρον ούτε όλον, και αυτά τα δύο
γίνονται με το ίδιον πάθος το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίδιον πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα μου φαίνεται ότι δεν έχει καμμίαν
διαφοράν το όλον και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολόκληρον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ελέγαμεν λοιπόν ότι εις παν ότι έχει
μέρη, το όλον του ή το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολόκληρόν του είναι όλα τα μέρη
του;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα λοιπόν πάλιν, καθώς προ ολίγου
εδοκίμασα να ειπώ, εάν η συλλαβή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν είναι τα στοιχεία, δεν έπεται ότι δεν
τα έχει τα στοιχεία ως μέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικά της; Άλλως, αν αυτή είναι το ίδιον
με αυτά, οφείλει να είναι εξ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσου με εκείνα γνωστή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, διά να μη γίνη αυτό, δεν
παρεδέχθημεν ότι αυτή είναι διάφορος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως; Αφού τα στοιχεία δεν είναι μέρη
της συλλαβής, ημπορείς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναφέρης άλλα, τα οποία είναι μέρη της
συλλαβής χωρίς να είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στοιχεία αυτής (!);</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου μάλιστα. Διότι, καλέ Σωκράτη, εάν
παρεδεχόμην μέρη αυτής, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο κωμικόν να αφήσω τα στοιχεία και να
ζητώ άλλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, φίλε Θεαίτητε, σύμφωνα με
αυτόν τον διισχυρισμόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωρισμένως η συλλαβή είναι μία αδιαίρετος
έννοια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ενθυμείσαι λοιπόν, φίλε μου, ότι προ
ολίγου προηγουμένως παρεδέχθημεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως ορθόν, ότι δεν υπάρχει λόγος των
στοιχείων από τα οποία σύγκεινται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα άλλα πράγματα, διότι έκαστον από αυτά
τα στοιχεία καθ' εαυτό είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασύνθετον, και ούτε την ύπαρξιν είναι
ορθόν να προσθέσωμεν εις αυτό,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε το δεικτικόν τούτο, διότι αυτά είναι
διαφορετικά και άσχετα, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή είναι η αιτία η οποία τα καθιστά
ανεπίδεκτα ορισμού και άγνωστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε λοιπόν άλλη καμμία είναι η αιτία
παρά ότι το αυτό είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απλόμορφον και αδιαίρετον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν φαίνεται πραγματικώς να είναι
άλλη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και η συλλαβή δεν καταντά εις
την ιδίαν μορφήν με εκείνο,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφού δεν έχει μέρη και είναι μία
έννοια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν η συλλαβή αποτελήται από πολλά
στοιχεία, ως ένα ολόκληρον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα από τα μέρη του, τότε και αι
συλλαβαί και τα στοιχεία είναι εξ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ίσου γνωστά και επιδέχονται ορισμόν, αφού
απεδείχθη ότι όλα τα μέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ίσα με ολόκληρον το πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ενώ όταν η συλλαβή είναι έν και
αδιαίρετον, τότε είναι και αυτά καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το στοιχείον ανεπίδεκτον ορισμού και
άγνωστον. Διότι, η ιδία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αιτία θα τα κάμη τοιαύτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ημπορώ να ειπώ διαφορετικήν
γνώμην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ας μη παραδεχθώμεν, όταν μας ειπή
κανείς ότι η συλλαβή είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωστή και επιδέχεται ορισμόν, ενώ το
στοιχείον αντιθέτως είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άγνωστον και ανεπίδεκτον ορισμού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως ας μη το παραδεχθώμεν, εάν
πρόκειται να υποταχθώμεν εις τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγον που είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως; Αν αυτός μας ειπή το αντίθετον,
συ άραγε δεν θα το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχθής, από όσα γνωρίζεις ότι σου
συνέβησαν, όταν εμάνθανες τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γράμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον είναι αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ότι όλον τον καιρόν σου, που εσπούδαζες,
δεν εμάνθανες άλλο τίποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά τα στοιχεία, δοκιμάζων να διακρίνης
το καθέν χωριστά, όχι μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το βλέμμα αλλά και με την ακοήν, διά να
μη συγχύζη η αλλαγή της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέσεως των, όταν προφέρωνται και όταν
γράφωνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ αληθινά το λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά άραγε εις το μάθημα του κιθαριστού,
διά να γίνης τέλειος, άλλο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε εχρειάζετο, παρά να ημπορής να
αποδίδης έκαστον τόνον, και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζης το όνομά του, από την χορδήν η
οποία τον παράγει; Πράγματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία έκαστος θα ομολογήση ότι είναι τα
στοιχεία της μουσικής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι άλλο τίποτε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εξ όσων λοιπόν όλοι εκ πείρας γνωρίζομεν
περί των στοιχείων και των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλαβών, εάν πρόκειται από αυτά να
συμπεράνωμεν και διά τα άλλα, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεχθώμεν ότι η τάξις των στοιχείων
μανθάνεται πολύ σαφέστερον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποτελεσματικώτερον παρά η συλλαβή, και αν
κανείς διισχυρισθή ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συλλαβή είναι γνωστή, το στοιχείον όμως
ότι είναι εκ φύσεως άγνωστον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα είπωμεν ότι αυτός αστειεύεται είτε εν
γνώσει του είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανεπιγνώστως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι συμφωνότατος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά όσον δι' αυτό, είναι δυνατόν να
ευρεθούν και άλλαι αποδείξεις,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς μου φαίνεται. Ας μη λησμονήσωμεν
όμως δι' αυτά να προσέξωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το προκείμενον. Δηλαδή τι εννοούν
λέγοντες ότι η τελειοτάτη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιστήμη είναι η αληθής κρίσις, όταν
συνοδεύεται και από τον λόγον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως πρέπει να το προσέξωμεν
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν, τι άραγε εννοεί ότι είναι
αυτός ο λόγος; Διότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω ότι είναι έν από τα εξής
τρία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία δηλαδή;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το πρώτον μου φαίνεται ότι είναι το να
εκφράζη την σκέψιν του διά της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φωνής του με ρήματα και ονόματα,
αποτυπόνων την κρίσιν του εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ρεύμα που διέρχεται από το στόμα του ως να
είναι κάτοπτρον ή νερά. Ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως συ δεν φρονείς ότι ένα τοιούτον
πράγμα είναι ο λόγος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό φρονώ. Τουλάχιστον όστις κάμνει ένα
τοιούτον πράγμα λέγομεν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγει λόγον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό όμως ο καθείς είναι ικανός να το
κάμη, άλλος ταχύτερα και άλλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με αργοπορίαν, δηλαδή να δηλώση ποίαν
γνώμην έχει να ειπή δι' έκαστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, αρκεί να μην είναι κωφάλαλος. Κατ'
αυτόν τον τρόπον όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν μίαν ορθήν κρίσιν όλοι την
συνοδεύουν με λόγον, και τότε πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις κανέν μέρος δεν θα υπάρχη ορθή κρίσις
άνευ λόγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως ας μη κατακρίνωμεν τόσον ευκόλως
εκείνον, ο οποίος είπε αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που εξετάζομεν τόρα. Διότι ίσως αυτός δεν
εννοούσε τούτο, αλλά το να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι κανείς ικανός, όταν τον ερωτήσουν τι
είναι έκαστον πράγμα, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δώση την απάντησιν με τα στοιχεία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου ένα παράδειγμα, καλέ
Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς λόγου χάριν ο Ησίοδος (Έργ, 454)
λέγει περί της αμάξης, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχει εκατόν ξύλα. Αυτά εγώ δεν θα
ημπορούσα να τα μετρήσω, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω, ούτε συ. Και απλώς, όταν μας
ερωτήσουν τι είναι άμαξα, θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμεθα ευχαριστημένοι αν ημπορέσωμεν να
απαντήσωμεν ότι είναι τροχοί,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άξων, πάτωμα, κανάτια, ζυγός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκείνος όμως ίσως μας νομίζει γελοίους,
όταν μας ερωτήσουν διά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όνομά σου και απαντήσωμεν με συλλαβισμόν
αυτού, διότι ναι μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίνομεν και λέγομεν ορθώς όσα λέγομεν,
νομίζομεν όμως ότι τάχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμεθα γραμματικοί και κατέχομεν και
λέγομεν γραμματικώς τον ορισμόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ονόματος του Θεαιτήτου. Αλλά τούτο δεν
είναι επιστημονικός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορισμός, πριν να εξακριβώσωμεν έκαστον
πράγμα εις τα στοιχεία του με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθή κρίσιν, το οποίον το είπαμεν και
προηγουμένως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το είπαμεν βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το ίδιον λοιπόν και διά την άμαξαν, ναι
μεν έχομεν ημείς ορθήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσιν, εκείνος όμως όστις ημπορεί να
εξακριβώση την ουσίαν αυτής διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσου των εκατόν εκείνων μερών, όταν το
προσθέση και τούτο, προσθέτει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και τον λόγον εις την αληθινήν κρίσιν, και
από απλήν κρίσιν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνει ορισμόν τεχνικόν και επιστημονικόν
περί της ουσίας της αμάξης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λεπτολογών το σύνολον με τα
στοιχεία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν σου φαίνεται ορθόν αυτό, καλέ
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν, φίλε μου, συ εγκρίνης και
παραδέχεσαι, ότι η εξακρίβωσις με τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στοιχεία είναι δι' έκαστον πράγμα ο
ορισμός, ενώ με τας συλλαβάς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με άλλα μεγαλήτερα τμήματα είναι αοριστία,
να μου το ειπής διά να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξετάσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ το παραδέχομαι ευχαρίστως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Άραγε νομίζεις ότι επιστήμων είναι
οποιοςδήποτε εις οποιονδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, όταν νομίζη ότι έν και το αυτό
μέρος άλλοτε μεν είναι μέρος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ιδίου πράγματος, άλλοτε δε άλλου, ή
και όταν διά τα ίδιον πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοτε κάμνει άλλην κρίσιν και άλλοτε
άλλην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λησμονείς λοιπόν όταν εμάνθανες τα
γράμματα, πόσον τα επάθαινες</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά εις τας αρχάς και συ και οι
άλλοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μήπως εννοείς ότι εις την ιδίαν συλλαβήν
άλλοτε ενόμιζα άλλο γράμμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της και άλλοτε άλλο, και το ίδιον γράμμα,
άλλοτε το εθέταμεν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιδικήν του συλλαβήν, άλλοτε όμως εις
ξένην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν μα τον Δία δεν λησμονώ, ούτε
θεωρώ ακόμη επιστήμονας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς που παθαίνουν αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και λοιπόν; Εάν κανείς εις εκείνην την
εποχήν γράφη το όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεαίτητος και νομίζη ότι πρέπει να γράψη
θήτα και έψιλον, και πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν αρχίση να γράψη το όνομα του Θεοδώρου
και γράψη ταυ και έψιλον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι αυτό ενόμισε ότι πρέπει να γράψη,
άραγε θα ειπούμεν ότι αυτός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζει την πρώτην συλλαβήν των ονομάτων
των δύο σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προ ολίγου παρεδέχθημεν ότι όστις παθαίνει
αυτά δεν τα γνωρίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακόμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Υπάρχει λοιπόν κανέν εμπόδιον να μην κάμη
αυτός τα ίδια και διά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δευτέραν συλλαβήν και την τρίτην και την
τετάρτην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν υπάρχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, όταν γράψη κατά σειράν ορθώς το
όνομα Θεαίτητος, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατέχει την ακριβή χρήσιν των στοιχείων με
ορθήν κρίσιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι όμως ακόμη ανεπιστήμων, αν και
έχει ορθήν κρίσιν, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι δίδει λόγον με ορθήν κρίσιν. Διότι
ηκολούθησε τον δρόμον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκάστου στοιχείου, όταν έγραφε, και τούτο
το παρεδέχθημεν ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έχεις δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, φίλε μου, υπάρχει και ορθή
κρίσις συνοδευομένη από λόγον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς ακόμη να ημπορή να ονομασθή
επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σχεδόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς φαίνεται λοιπόν, με όνειρα εγίναμεν
πλούσιοι, όταν ενομίσαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι κατέχομεν τον αληθέστερον ορισμόν της
επιστήμης. Ή θέλεις να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον κατακρίνωμεν ακόμη; Διότι ίσως κανείς
ειπή ότι δεν είναι αυτός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορισμός αυτού, αλλά έν άλλο από τα τρία
είδη, από τα οποία, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν, έν ήτο να ορίσωμεν την επιστήμην
ως ορθήν κρίσιν μετά λόγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καλά μου το ενθύμισες. Διότι μας μένει
ακόμη έν. Διότι το πρώτον ήτο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωσάν εικών της σκέψεως διά της φωνής, το
δε άλλο που είπαμεν προ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολίγου ήτο η μέθοδος της αναλύσεως από τα
στοιχεία εις το όλον. Το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τρίτον όμως πώς το λέγεις;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το οποίον ο καθείς θα το έλεγε,
δηλαδή το να ημπορέσης να εύρης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένα ιδιαίτερον γνώρισμα, με το οποίον
διακρίνεται από όλα τα άλλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνο το οποίον σε ερώτησαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ημπορείς να μου ειπής ως παράδειγμα ένα
ορισμόν ενός πράγματος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καθώς λόγου χάριν περί του ηλίου θα σου
ήτο αρκετόν να παραδεχθής ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι το λαμπρότερον των ουρανίων σωμάτων
όσα κινούνται πέριξ της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε όμως διά ποίον σκοπόν το είπα. Και
είναι αυτό που ελέγαμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προ ολίγου, ότι δηλαδή εάν ευρίσκης την
διαφοράν εκάστου πράγματος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από όλα τα άλλα, τότε θα έχης εκείνο το
οποίον πολλοί ονομάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορισμόν, εν όσω όμως συλλαμβάνεις κανέν
κοινόν γνώρισμα, ο ορισμός θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανήκη εις όλα εκείνα, όσα έχουν κοινόν το
γνώρισμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε ενόησα. Και φρονώ ότι είναι ορθόν να
λέγεται ορισμός ο τοιούτος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όστις κατορθώση να εύρη δι'
οποιονδήποτε πράγμα με ορθήν κρίσιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την διαφοράν του από όλα τα άλλα, θα είναι
επιστήμων αυτού του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματος, ενώ προηγουμένως ήτο
κριτής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως το παρεδέχθημεν αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως, καλέ Θεαίτητε, που επλησιάσαμεν
πολύ εις το ζήτημά μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς όταν πλησιάζωμεν πολύ εις μίαν
εικόνα, εγώ πλέον δεν εννοώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τίποτε απολύτως. Ενώ, ενόσω ήτο μακράν,
ενόμιζα ότι ήτο ορθόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς; τι εννοείς με αυτό:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα σου το εξηγήσω, εάν ημπορέσω. Εγώ ο
οποίος έχω ορθήν κρίσιν διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σε, εάν μεν προσθέσω και τον ορισμόν σου
τότε είπαμεν ότι σε γνωρίζω,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ει δε μη, μόνον σε κρίνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ορισμός δε είπαμεν ότι είναι η διατύπωσις
της διακρινούσης σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφοράς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, όταν είχα μόνον κρίσιν διά σε,
δεν είναι αληθές ότι κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, από όσα σε διακρίνουν από όλους
τους άλλους, δεν είχα συλλάβη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ με την σκέψιν μου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν κάτι τι από τα κοινά
γνωρίσματα εσκεπτόμην, το οποίον συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν το έχεις περισσότερον από οποιονδήποτε
άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι επόμενον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμπρός λοιπόν μα τον Δία. Πώς άραγε με
αυτήν την σκέψιν περισσότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκρινα σε παρά οποιονδήποτε άλλον; Υπόθεσε
δηλαδή ότι εγώ σκέπτομαι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι εκείνος είναι ο Θεαίτητος, ο οποίος
έχει μύτην και μάτια και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στόμα και ούτω καθεξής όλα τα άλλα μέλη.
Αυτή λοιπόν η σκέψις υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγος να με κάμη να σκέπτομαι περισσότερον
τον Θεαίτητον, παρά τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θεόδωρον, ή τον τελευταίον των Μυσών,
καθώς λέγει η παροιμία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τόρα όμως, εάν δεν σκεφθώ μόνον εκείνον, ο
οποίος έχει μύτην και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάτια αλλά και τον σιμόν και τον
εξόφθαλμον, τάχα τόρα πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον θα κρίνω σε παρά τον εαυτόν
μου ή κανένα άλλον από όσους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι παρόμοιοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επομένως, νομίζω, δεν θα κάμω κρίσιν διά
τον Θεαίτητον προηγουμένως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πριν αυτή εδώ η σιμότης αφήση εις την
ψυχήν μου κανέν ενθύμιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διάφορον από όλας τας σιμότητας όσας εγώ
είδα έως τόρα. και το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' όλα τα άλλα μέλη από τα οποία
αποτελείσαι συ. Η οποία και αν σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανταμώσω αύριον θα μου υπενθυμίση την
εικόνα σου, και θα με κάμη να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχω ορθήν κρίσιν διά σε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ορθά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν εις την διακρίνουσαν διαφοράν
φαίνεται ότι συνίσταται και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ορθή κρίσις περί εκάστου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε ποίαν σημασίαν έχει το να
προστεθή ορισμός εις την ορθήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρίσιν; Διότι, εάν σημαίνη ότι πρέπει να
κρίνωμεν περιπλέον, κατά τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφέρει ένα πράγμα από τα άλλα, τότε
είναι πολύ γελοία η συμβουλή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' όσα έχομεν ορθήν κρίσιν, κατά τι αυτά
διαφέρουν από όλα τα άλλα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μας λέγει και πάλιν να προσθέσωμεν ορθήν
κρίσιν, κατά τι διαφέρουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τα άλλα. Και κατ' αυτόν τον τρόπον
τύφλα νάχη το αναποδογύρισμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> της σκυτάλης ή του γουδοχεριού απέναντι
αυτής της συμβουλής, και πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαιότερον θα ήτο να ονομασθή οδηγία
τυφλού. Διότι το να μας λέγη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι πρέπει να προσλάβωμεν εκείνα τα οποία
κρατούμεν, διά να μάθωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλώς όσα κρίνομεν, μου φαίνεται ότι είναι
συμβουλαί ανθρώπου πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γενναία (!) σκοτισμένου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποία όμως είναι η δευτέρα υπόθεσις που
έχεις να προτείνης, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται από τα προηγούμενα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά παιδί μου, εάν με την προσθήκην του
ορισμού παραδέχεται ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζομεν και όχι απλώς κρίνομεν την
διαφοράν, τότε θα ήτο πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νόστιμος αυτός ο ωραιότερος ορισμός της
επιστήμης. Διότι η γνώσις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι βεβαίως απόκτησις επιστήμης. Δεν
είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν όταν ερωτηθή τι είναι επιστήμη,
αυτός θα απαντήση, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, ότι είναι η ορθή κρίσις με την
επιστήμην της διαφοράς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι τούτο θα ήτο κατά την γνώμην του η
προσθήκη του λόγου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως είναι μεγάλη βλακεία, ενώ
ερευνώμεν τι είναι επιστήμη, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπωμεν ότι είναι η ορθή κρίσις μαζί με
την επιστήμην είτε της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφοράς είτε οποιασδήποτε άλλης
ιδιότητος. Επομένως, φίλε Θεαίτητε,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ούτε αίσθησις ημπορεί να είναι επιστήμη,
ούτε η αληθής κρίσις, ούτε ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λόγος ο συνοδεύων την αληθή κρίσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, καθώς φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αί λοιπόν, κυοφορούμεν και έχομεν να
γεννήσωμεν τίποτε άλλο ακόμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περί επιστήμης, καλέ φίλε, ή όλα τα
εξεγεννήσαμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, μα τον Δία, εγώ προς χάριν σου
είπα περισσότερα από όσα είχα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέσα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν όλα αυτά η μαιευτική τέχνη δεν μας
τα απέδειξε εξαμβλωματικά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ανάξια ανατροφής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θεαίτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εάν λοιπόν άλλην φοράν δοκιμάσης να
εγκυμονήσης άλλα πράγματα και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατορθώσης, γνώριζε ότι θα έχης μέσα
καλλίτερα πράγματα εξ αιτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτής της συζητήσεως που εκάμαμεν. Και αν
πάλιν είσαι κενός, θα δώσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ολιγώτερον βάρος εις τους συνομιλητάς σου
και θα είσαι ευγενέστερος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι με την ταπεινοφροσύνην σου δεν θα
νομίζης ότι γνωρίζεις όσα δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωρίζεις. Διότι αυτό μόνον κοτορθώνει η
ιδική μου τέχνη, και τίποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον. Ούτε και γνωρίζω εγώ τίποτε
από όσα γνωρίζουν όσοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και απεδείχθησαν μεγάλοι και
αξιοθαύμαστοι. Το δε ξεγέννημα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό εγώ και η μήτηρ μου το επήραμεν από
θείαν δύναμιν, εκείνη μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά τας γυναίκας, εγώ δε διά τους νέους
και ευγενείς και καλούς. Τόρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λοιπόν εγώ πρέπει να παρευρεθώ εις την
βασιλικήν στοάν διά την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγγελίαν, την οποίαν έδωκε γραπτώς
εναντίον μου ο Μέλητος. Αύριον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως το πρωί, φίλε Θεόδωρε, ανταμόνομεν
πάλιν εδώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) Πρόκειται περί της αγοράς των Μεγάρων, όπου
διαλέγονται προς στιγμήν ο Ευκλείδης και ο Τερψίων. Κατόπιν θα εισέλθουν εις την
οικίαν του Ευκλείδου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Ιλιάδος Θ 17.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Πέντε ημέρας μετά τον τοκετόν υπήρχε
συνήθεια εις τους αρχαίους να πλύνη τας χείρας της η μαία, να κρατή το παιδίον
και τρέχη ολόγυρα εις την εστίαν δίδουσα εις αυτό το όνομά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) Ο Σκείρων ηνάγκαζε τους διαβάτας να
παλαίουν μαζί του και τους έρριπτε εις την θάλασσαν. Τον ενίκησε ο
Θησεύς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) Παλαιστής, τον οποίον ενίκησε ο
Ηρακλής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6) Εις τα αρχαία δικαστήρια η διάρκεια ενός
ρητορικού λόγου εκανονίζετο με το ποσόν του ύδατος της κλεψύδρας, το οποίον
έτρεχε διαρκώς και μόνον επί αναγνώσεως εγγράφων διεκόπτετο η ροή του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7) Ειρωνείαι αναιρούσαι αδρώς τας τοιαύτας
κουφολογίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8) Ιλιάδος Γ. 172.</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-76483712969848131772013-09-04T05:36:00.002-07:002013-09-04T05:36:26.860-07:00ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΕΥΘΥΔΗΜΟΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΕΥΘΥΔΗΜΟΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Ο διάλογος αυτός αποτελεί σφοδρήν επίθεση και
επίκριση των αμφιγνωμιών των σφαλερών συλλογισμών και της κενότητας της σκέψης
και των γνώσεων των σοφιστών, όχι τόσο των απιφανών και φιλοσοφούντων όσο των
κοινών και ρητορευόντων. Ωρισμένοι υπαινιγοί αφορούν στον Αντισθένη και στον
Ισοκράτη. " Ο Πλάτων προχωρεί πιο πέρα από τον Schopenhauer. Με μια αθωότητα που
μόνο ένας Έλληνας θα μπορούσε να έχει -και ποτέ ένας "χριστιανός"- μας λέει πώς
η πλατωνική φιλοσοφία θα ήταν ανύπαρκτη, αν στην Αθήνα δεν υπήρχαν τόσο όμορφοι
νέοι: Στο αντίκρισμά τους και μόνο η ψυχή του φιλόσοφου νιώθει ερωτική παραζάλη
και δεν καταλαγιάζει παρά μόνο σαν αποθέσει το σπόρο όλων των ευγενικών
πραγμάτων σ' ένα τόσο όμορφο κομμάτι γης. (. . .) <b>(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο)</b> </span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ
</span></b><br /><br />
<dl>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΟΓΟΣ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Την κλείδα προς κατανόησιν του μικρού τούτου
και δευτερευούσης σημασίας πλατωνικού διαλόγου ευρίσκομεν εις τον επίλογον
αυτού. Εκεί διηγείται ο Κρίτων ο γηραιός φίλος του Σωκράτους προς αυτόν, ότι
απερχόμενος εκ του Λυκείου, όπου οι δύο σοφισταί ή μάλλον εριστικοί Ευθύδημος
και Διονυσόδωρος είχον κάμη επίδειξιν της τέχνης των, συνήντησεν ένα ρήτορα εκ
των πεφημισμένων τότε εν Αθήναις· ούτος του εξέφρασε, λέγει, την άκραν του
περιφρόνησιν διά την εριστικήν, αλλά συγχρόνως, ως άνθρωπος ο οποίος μόνον εν τη
ιδία εαυτού τέχνη βλέπει την αληθινήν σοφίαν, εξέτεινε την περιφρόνησιν και δι'
όλους γενικώς τους φιλοσόφους και την φιλοσοφίαν. Εξ όσων άλλων λέγονται ενταύθα
περί του ρήτορος τούτου, ότι κυρίως ήτο ποιητής λόγων (λογογράφος,
ρητοροδιδάσκαλος) και ότι ουδέποτε ο ίδιος παρουσιάσθη εις δικαστήριον,
εικάζεται πολύ πιθανώς ότι πρόκειται περί του Ισοκράτους, εις τους λόγους άλλως
τε του οποίου ουχί άπαξ απαντώσι τοιαύται επιπόλαιοι επιθέσεις εναντίον της
φιλοσοφίας και των φιλοσόφων, δυνάμεναι εξ ίσου και αδιακρίτως να αποβλέπωσι και
εις τον Πλάτωνα αυτόν και εις τον Αντισθένην και τους Μεγαρικούς και οιονδήποτε
άλλον. Και αν ακόμη η υπόθεσις αύτη περί υπαινιγμού προς τον Ισοκράτην δεν είναι
τελείως βάσιμος (διότι πράγματι πολλοί κριτικοί την επολέμησαν) το βέβαιον είναι
οπωσδήποτε ότι ο Πλάτων εγένετο αντικείμενον επιθέσεως τοιούτου τινός είδους, εκ
της οποίας του εδίδετο αφορμή να χωρίση άπαξ διά παντός τον ιδικόν του
σωκρατισμόν των διαφόρων άλλων σωκρατικών σχολών των αντιπάλων του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τοιουτοτρόπως έγραψε την ευφυεστάτην και
αληθώς αριστοφάνειον ταύτην σάτυραν, εις την οποίαν παρουσιάζει τους δύο ασήμους
σοφιστάς Ευθύδημον και Διονυσόδωρον, ως αγοραίους γελωτοποιούς, επιδεικνύοντας
μετά περισσής αηδίας και ψυχρότητος την διαλεκτικήν εκείνην, ήτις μολονότι
πηγάζουσα εκ της σχολής του Σωκράτους, υπέστη τοσαύτην παρέκκλισιν, οφειλομένην
κυρίως εις την επίδρασιν του Ζήνωνος. Δια τους δύο τούτους εριστικούς οι
παράδοξοι συλλογισμοί δεν είναι πλέον βοηθητικόν απλώς μέσον της γυμναστικής του
πνεύματος· κατήντησαν να αποτελούν καθ' εαυτούς, ως σοφίσματα, τον σκοπόν ιδίας
τέχνης, της εριστικής, ασφαλέστατον δε συγχρόνως μέσον, υπό τας γνωστάς συνθήκας
υπό τας οποίας διετέλει τότε η Αθηναϊκή κοινωνία, ευκόλου χρηματισμού· προ
παντός δε ήσαν προορισμένοι να εκπλήττουν, να περιάγουν εις αμηχανίαν και να
προκαλούν τους γέλωτας και τας επευφημίας του πλήθους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πράγματι οι ελεεινοί ήρωες του διαλόγου ή
παίζουν με την διπλήν εκδοχήν των λέξεων, ή παρέρχονται σιωπηλώς και παραλείπουν
τους περιοριστικούς μιας εννοίας προσδιορισμούς, ή μεταχειρίζονται κατασκευήν
φράσεως δικαιολογουμένης μεν υπό ειδικής τινος συνηθείας της γλώσσης, αλλοιούσης
όμως εν τη προκειμένη περιστάσει το νόημα, ή αντικαθιστούν τας διαφόρους
σημασίας της κτητικής αντωνυμίας, και με αυτά και άλλα όμοια σοφά τεχνάσματα
καταλήγουν εις σειράν συμπερασμάτων αφαντάστου παραδοξότητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μεταξύ όμως των αηδών παραδοξολογιών των δυο
τούτων ανδρών ο Πλάτων παρεισάγει κάπως λαθρεμπορικώς και με πονηράν
επιτηδειότητα προτάσεις, αι οποίοι είναι γνωστόν ότι ανήκουν εις τον Αντισθένην,
όπως π.χ. είναι ο ισχυρισμός περί του αδυνάτου άλλων κρίσεων εκτός των της
ταυτότητος, περί του αδυνάτου επίσης της αντιλογίας ή και γενικώτερον οιασδήποτε
ψευδούς βεβαιώσεως. Τας απορίας λοιπόν ταύτας, τας οποίας ο αρχηγός της κυνικής
σχολής υπεστήριζε σοβαρώς και επιστημονικώς (περί αυτού δεν επιτρέπεται
αμφιβολία), ο Πλάτων θέτει εις το στόμα του Ευθυδήμου και του Διονυσοδώρου και
με αυτόν τον τρόπον εξευτελίζει την διδασκαλίαν των αντιπάλων του. Ίσως δε ακόμη
και το γεγονός ότι παριστά τους δύο εριστικούς γελωτοποιούς ως μεταπηδήσαντας
από της ρητορικής εις την διαλεκτικήν, και εις ηλικίαν μάλιστα προχωρημένην, να
περιέχη άλλον εκ προθέσεως υπαινιγμόν κατά του Αντισθένους, όστις ομοίαν οδόν
είχεν ακολουθήση και τον οποίον εν τω Σοφιστή ονομάζει «οψιμαθή γέροντα».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώστε εις όλον τον διάλογον επικρατεί κυρίως το
σατυρικόν στοιχείον και εξασκείται το σκώμμα και η γνωστή σωκρατική ειρωνεία
μετά περισσής δεξιοτεχνίας. Οι παρεμβαλλόμενοι δε απέριττοι και ευθείς διάλογοι
του Σωκράτους προς τον νεαρόν Κλεινίαν, διά των οποίων αναζητούν την «βασιλικήν
επιστήμην» του υπερτάτου αγαθού, καθώς αντιτίθενται προς τα κενά λογοπαικτικά
σχοινοβατήματα των δύο εριστικών, δίδουν τόνον και έντασιν μοναδικήν εις την
εικόνα· ακόμη δε εξαίρεται η εκ του συνόλου καλλιτεχνική εντύπωσις με μερικάς
περιγραφάς, αι οποίαι πάλλονται από ζωήν και μετρημένον πραγματισμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ως προς την σειράν την οποίαν κατέχει ο
διάλογος εις την χρονολογικήν ακολουθίαν των πλατωνικών έργων, τούτο μόνον ίσως
δύναται να θεωρηθή βέβαιον, ότι είναι πάντως προγενέστερος του Μένωνος, όστις
πάλιν προϋποθέτει προ αυτού τον Πρωταγόραν και τον Γοργίαν. Ο τελευταίος δε
εκδότης του Πλάτωνος, ο ημέτερος Σ. Μοραΐτης καταλέγει τα πειστικώτατα των
επιχειρημάτων, εξ ων αποδεικνύεται ότι ο Ευθύδημος είναι βεβαίως ύστερος του
Πρωταγόρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΕΥΘΥΔΗΜΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(ΚΡΙΤΩΝ (ΣΩΚΡΑΤΗΣ (ΕΥΘΥΔΗΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΑ
(ΔΙΟΝΥΣΟΔΩΡΟΣ (ΚΛΕΙΝΙΑΣ (ΚΤΗΣΙΠΠΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων. Ποιος ήτανε, Σωκράτη, εκείνος που
εσυζητούσες μαζί του εχθές εις το Λύκειον; Επλησίασα γιατί ήθελα να σας ακούσω,
μα ήταν τόσον πολύς συνωστισμός γύρω σας, που δεν ημπόρεσα νακούσω τίποτε
καθαρά. Ανασηκώθηκα όμως στα πόδια μου για να ιδώ τουλάχιστον και μου εφάνηκε
πως ήτανε ξένος εκείνος που συζητούσατε· ποιος ήτανε λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Μα για ποιον ερωτάς, Κρίτων; γιατί
δεν ήτανε ένας, ήτανε δύο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Εκείνος που λέγω εγώ εκάθητο τρίτος στη
σειρά δεξιά σου· ανάμεσά σας ήτανε το παιδί του Αξιόχου· πόσον, αλήθεια, μου
φάνηκε πως εμεγάλωσε, Σωκράτη! σαν να έχη επάνω κάτω την ίδια ηλικία με τον δικό
μου τον Κριτόβουλο· εκείνος όμως είναι ισχνός και μικροκαμωμένος διά την ηλικίαν
του, ενώ αυτός είναι πλέον σχηματισμένος και αλήθεια ωραιότατος και χαριτωμένος
νέος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Εκείνος που μ' ερωτάς, Κρίτων, είναι
ο Ευθύδημος· και ο άλλος που εκάθητο αριστερά μου, ο αδελφός του ο Διονυσόδωρος·
είχε και αυτός μέρος εις την συζήτησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρίτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν γνωρίζω ούτε τον έναν ούτε τον
άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι καθώς φαίνεται, κάποιοι καινούργιοι
πάλιν σοφισταί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρίτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και από πού, νάχωμε καλό ρώτημα; και ποια
είναι η σοφία των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Η καταγωγή τους, όσο ξέρω, είναι
κάπου εκεί από τη Χίο, αλλά επήγαν και εγκατεστάθησαν εις τους Θουρίους· από
εκεί εξορισμένοι, τριγυρίζουν πολλά χρόνια τώρα κατ' αυτά εδώ τα μέρη. Όσο διά
την σοφίαν των, που ερωτάς, είναι θαυμασία, Κρίτων· τίποτε δεν υπάρχει που να
μην το ηξεύρουν· εγώ τουλάχιστον ως τώρα δεν είχα γνωρίση τι πράγμα είναι οι
παγκρατιασταί· αυτοί, αλήθεια, ξεχωρίζουν εις όλα τα είδη των αγώνων, όχι όπως
εκείνοι οι Ακαρνάνες αδελφοί, που μόνον με το σώμα ήσαν ικανοί να πολεμούν εν
πρώτοις και εις αυτό το κεφάλαιον υπερέχουν απ' όλους, μ' ένα είδος μάχης που
τους εξασφαλίζει πάντοτε την νίκην· γνωρίζουν δηλαδή άριστα την οπλομαχητικήν
τέχνην, και ημπορούν ακόμη και να την διδάσκουν εις όποιον τους πληρώση· έπειτα
είναι πρώτης τάξεως πολεμισταί εις τους δικαστικούς αγώνας και άλλους διδάσκουν
να ομιλούν και να συνθέτουν λόγους διά τα δικαστήρια. Μέχρι τούδε λοιπόν η
ικανότης των περιωρίζετο εις αυτά μόνον που ανέφερα, τώρα όμως πλέον έφθασαν εις
την άκραν τελειότητα της παγκρατιαστικής τέχνης· διότι το μόνον είδος της μάχης
που είχαν αφήση ακόμη ακαλλιέργητον, τώρα το επεξεργάσθησαν και αυτό εις βαθμόν,
που να μην ημπορή πλέον απολύτως κανείς ούτε χέρι να τους σηκώση· τόσο φοβεροί
έχουν γίνη να πολεμούν με τα λόγια και να ανασκευάζουν κάθε τι που ήθελεν ειπή
ένας άλλος, είτε ψέμμα είτε αλήθεια. Εγώ λοιπόν, αγαπητέ μου Κρίτων, έχω σκοπόν
να τους παραδώσω τον εαυτόν μου, διότι υπόσχονται εις ολίγον χρόνον να κάμουν
τον πρώτον τυχόντα εμπειρότατον εις αυτό το είδος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Αλλά, Σωκράτη, δεν φοβάσαι την ηλικία
σου, μήπως είσαι πλέον πολύ γέρος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Κάθε άλλο, φίλε μου· και έχω ίσα ίσα
επαρκή λόγον, που με ενθαρρύνει να μη φοβούμαι· διότι και αυτοί οι ίδιοι, αν
θέλης να ξέρης, ήσαν προχωρημένοι πλέον εις την ηλικίαν, όταν επεδόθησαν εις την
καλλιέργειαν αυτής της τέχνης, της εριστικής, που τόσον επιθυμώ να την μάθω και
εγώ· πέρυσι ή προπέρυσι δεν είχαν ακόμη αποκτήση αυτήν την σοφίαν. Ένα μόνον
πράγμα φοβούμαι, μήπως πάλιν τους ντροπιάσω και αυτούς τους ανθρώπους, όπως τον
Κόννον του Μητροβίου, τον κιθαριστήν, που μου δίδει ακόμη και τώρα μαθήματα
μουσικής· όσο μας βλέπουν τα παιδιά, οι συμμαθηταί μου, και εμένα περιγελούν και
τον Κόννον τον λέγουν γεροντοδιδάσκαλον ·να μη συμβή λοιπόν το ίδιον και με
αυτούς ξένους ανθρώπους, και ίσως, στοχάζομαι, από φόβο να μην ακούσουν τα ίδια,
να μη θελήσουν να με δεχθούν μαθητήν των. Αλλά εγώ, όπως εκατάφερα και μερικούς
άλλους γέροντας να έρχωνται μαζί μου να παίρνουν μαθήματα από τον Κόννον, έτσι
και τώρα θα προσπαθήσω να παρασύρω μερικούς άλλους· και πρώτα πρώτα εσένα, αν
θέλης να μ' ακούσης· ίσως μάλιστα δεν θα ήταν άσχημο δόλωμα να πάρωμε μαζί και
τους υιούς σου· διότι είμαι βέβαιος ότι, διά να τους έχουν εκείνους, θα
συγκατανεύσουν να μας διδάξουν και εμάς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Δεν βλέπω να είναι καθόλου δύσκολον το
πράγμα, αν αυτό είναι η επιθυμία σου· αλλά εξήγησέ μου πρώτα ποια είναι η σοφία
των, διά να γνωρίζω τουλάχιστον τι έχομεν και να μάθωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Φθάνει να έχης όρεξιν ν' ακούης·
διότι δεν θα ημπορούσα να προφασισθώ πως δεν τους επρόσεξα, αλλ' απεναντίας τους
ήκουσα με την μεγαλυτέραν μου προσοχήν και δεν ελησμόνησα τίποτε· θα προσπαθήσω
λοιπόν να σου τα διηγηθώ όλα καταλεπτώς από την αρχήν ως το τέλος:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτυχε κατά καλήν μου τύχην να κάθωμαι μόνος
μου εκεί που με είδες εις το αποδυτήριον και είχα αποφασίση πλέον να σηκωθώ να
φύγω· αλλά μόλις σηκώνομαι, μου γίνεται έξαφνα το συνηθισμένον μου σημείον, το
δαιμόνιον· ξανακάθωμαι λοιπόν πάλιν και σε λίγο πράγματι, να και μπαίνουν αυτοί
οι δύο αδελφοί, ο Ευθύδημος και ο Διονυσόδωρος, και άλλοι πολλοί νέοι μαζί,
μαθηταί των, καθώς μου φαίνεται· και αφού εμβήκαν, ήρχισαν να περιπατούν κάτω
από την στεγασμένην την στοάν· δεν θα είχαν ακόμη κάμη δύο ή τρεις γύρους και
μπαίνει ο Κλεινίας, αυτός που σου φάνηκε, και δεν έχεις άδικο, πως εμεγάλωσε
τόσο πολύ· και από πίσω του ένα πλήθος ερασταί, μεταξύ των άλλων και ο
Κτήσιππος, ένας νέος από την Παιανίαν, καλό και άξιο παληκάρι σε όλα του, αλλά
κάπως παράφορος, όπως δα συμβαίνει συνήθως εις αυτήν την ηλικίαν. Μόλις με είδε
από εκεί που εμβήκεν ο Κλεινίας, να κάθωμαι μόνος μου, διευθύνεται αμέσως προς
το μέρος μου και κάθεται πλάι μου, δεξιά μεριά, όπως το παρετήρησες και συ. Ο
Διονυσόδωρος τότε και ο Ευδύθημος, όταν τον είδαν, εσταμάτησαν πρώτα και κάτι
άρχισαν να λέγουν μεταξύ των, ενώ από καιρόν εις καιρόν έστρεφαν τα βλέμματά των
προς ημάς — διότι τους παρακολουθούσα εγώ με πολλήν προσοχήν· τέλος πλησιάζουν
και κάθονται και αυτοί, ο Ευθύδημος κοντά εις τον νέον και ο Διονυσόδωρος
αριστερά μου· οι άλλοι επήραν θέσιν όπως έτυχεν ο καθένας. Αφού λοιπόν αντήλλαξα
μαζί των τους θερμοτέρους χαιρετισμούς, ύστερ' από τόσον καιρόν που είχα να τους
ιδώ, εστράφηκα προς τον Κλεινίαν και του λέγω: Αγαπητέ μου, να σε παρουσιάσω εις
τον Ευθύδημον και τον Διονυσόδωρον, ανθρώπους αληθινά σοφούς όχι εις μικρά και
ασήμαντα πράγματα, αλλά εις τα σπουδαιότατα· διότι γνωρίζουν κατά βάθος όλα τα
μυστήρια της πολεμικής τέχνης, όσα χρειάζεται να γνωρίζη ένας που θέλει να γίνη
καλός στρατηγός, να διοική ένα στράτευμα, να το παρατάσση εις μάχην, και να το
καταστήση εν γένει εμπειροπόλεμον. Εκτός τούτου ημπορούν και να διδάξουν έναν
άνθρωπον να υπερασπίζεται τον εαυτόν του ενώπιον των δικαστηρίων, εάν κανείς
ήθελε τον αδικήση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τα λόγια μου φαίνεται αυτά επροκάλεσαν τον
οίκτον των δύο αδελφών· εγύρισαν συγχρόνως και εκύτταξεν ο ένας τον άλλον και
εγέλασαν· και ο Ευθύδημος είπε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν καταγινόμεθα πλέον, Σωκράτη, με αυτά,
αλλά τα έχομεν έτσι μόνον ως πάρεργα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ παραξενεύτηκα και του είπα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Θα είναι λοιπόν εξαιρετικής σημασίας η κυρία
σας ενασχόλησις, αφού τόσον σπουδαία πράγματα τα θεωρείτε πλέον ως πάρεργα, και
σας εξορκίζομεν να μας πήτε κ' εμάς, ποίον είναι αυτό τώρα το έργον σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Φρονούμεν ότι είμεθα εις θέσιν παρά κάθε
άλλον καλύτερα και γρηγορότερα να διδάξωμεν την αρετήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Θεέ και Κύριε! καλέ τι μας λέτε! και πως
εκάμετε αυτήν την θαυμασίαν ανακάλυψιν; Εγώ είχα ακόμη την ιδέαν, όπως το έλεγα
δα και προ ολίγου, ότι εκείνο που κυρίως διεκρίνεσθε ήτο η διδασκαλία της
οπλομαχητικής, και έτσι σας συνιστούσα· διότι ενθυμούμαι, όταν ήλθετε εδώ την
πρώτην φοράν, αυτό το επάγγελμα είχετε. Αν όμως τώρα πράγματι κατέχετε αυτήν την
επιστήμην που λέγετε, το έλεός σας επικαλούμαι· διότι τίποτε ολιγώτερον, παρά ως
προς θεούς πρέπει πλέον να σας αποτείνωμαι και να σας δεηθώ να τύχω της
συγγνώμης σας δι' όσα είπα πρωτύτερα. Αλλά ιδέτε όμως καλά, Ευθύδημε και συ
Διονυσόδωρε, εάν είναι αλήθεια αυτό που μας είπατε και μην το ευρίσκετε, σας
παρακαλώ, παράδοξον, αν το μεγαλείον των επαγγελιών σας με καθιστά κάπως
άπιστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Να είσαι, μου απήντησαν, τελείως βέβαιος,
Σωκράτη, ότι το πράγμα έχει όπως σου το είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εν τοιαύτη περιπτώσει εγώ τουλάχιστον σας
μακαρίζω δι' αυτό σας το απόκτημα πολύ περισσότερον παρά τον μέγαν βασιλέα διά
την δύναμίν του· αυτό μόνον σας παρακαλώ να μου ειπήτε ακόμη, αν έχετε σκοπόν να
επιδείξετε αυτήν σας την σοφίαν, ή τι προτίθεσθε να κάμετε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά δι' αυτό ακριβώς ήλθαμεν, Σωκράτη, εδώ,
διά να την επιδείξωμεν και να την διδάξωμεν εις όσους θέλουν να την
μάθουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μα ότι όλοι όσοι δεν την έχουν θα θελήσουν
να την αποκτήσουν, εγώ σας το εγγυώμαι· και πρώτα πρώτα εγώ, έπειτα ο Κλεινίας
αυτός, και κοντά σ' εμάς ο Κτήσιππος απ' εκεί και όλοι αυτοί οι άλλοι που
βλέπετε, και του έδειξα τους εραστάς του Κλεινίου που μας είχαν ήδη περικυκλώση·
διότι, πρέπει να σου είπω, ο Κτήσιππος κατ' αρχάς είχε καθήση αρκετά μακρυά από
τον Κλεινίαν· αλλ' επειδή ο Ευθύδημος, όσο μου ωμιλούσε, έσκυβε προς τα εμπρός,
απέκρυπτε τον Κλεινίαν, που εκάθητο μεταξύ των δύο μας, από τους οφθαλμούς του
Κτησίππου· αυτός όμως, επειδή δεν ήθελε να στερήται την θέαν του φίλου του,
είναι δε συγχρόνως και νέος φιλομαθής, εσηκώθηκε πρώτος και ήλθε κ' εστάθηκε
κοντά μας· άμα τον είδαν λοιπόν και οι άλλοι εμιμήθησαν το παράδειγμά του κ'
ήλθαν κ' εστάθηκαν γύρω μας, και οι ερασταί του Κλεινίου και οι φίλοι του
Ευθυδήμου και του Διονυσοδώρου. Αυτούς λοιπόν όλους εγώ τους έδειξα εις τον
Ευθύδημον και του έλεγε πως όλοι είμεθα έτοιμοι να διδαχθώμεν από αυτόν.
Πράγματι δε και ο Κτήσιππος επεβεβαίωσε με προθυμίαν μεγάλην την επιθυμίαν του,
και όλοι οι άλλοι συνήνωσαν τας παρακλήσεις των προς τους δύο αδελφούς, διά να
μας αποκαλύψουν τα μυστήρια της τέχνης των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είπα λοιπόν εγώ απευθυνόμενος προς τον
Ευθύδημον και τον Διονυσόδωρον:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Είναι, βλέπετε, ανάγκη εκ παντός τρόπου να
ικανοποιήσετε αυτούς τους νέους και προς χάριν ιδικήν μου να κάμετε την
επίδειξιν· αναγνωρίζω βέβαια ότι δεν είναι τώρα πολύ εύκολον να γίνη το πράγμα
καθ' όλην αυτού την έκτασιν, αλλά ειπήτε μου σας παρακαλώ αυτό: μόνον εκείνον,
που είναι πλέον πεπεισμένος ότι πρέπει να διδαχθή την αρετήν παρ' υμών,
ημπορείτε να καταστήσετε ενάρετον, ή επίσης και εκείνον που δεν είναι ακόμη
πεπεισμένος, είτε διότι αμφιβάλλει αν η αρετή είναι πράγμα που ημπορεί να
διδαχθή, είτε διότι δεν παραδέχεται ότι σεις είσθε οι καταλληλότεροι αυτής
διδάσκαλοι; δύναται λοιπόν, σας ερωτώ, να αποδείξη επίσης η τέχνη σας και εις
τον ούτω σκεπτόμενον, ότι και διδάσκεται η αρετή και σεις είσθε εκείνοι, που
παρά κάθε άλλον καλύτερα ημπορείτε να την διδάξετε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μάλιστα, απήντησεν ο Διονυσόδωρος, ημπορεί
να το αποδείξη και αυτό η τέχνη μας, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε δεν υπάρχει, Διονυσόδωρε, κανείς εις
τον κόσμον που να ημπορή καλύτερ' από σας να προτρέψη τους ανθρώπους εις την
φιλοσοφίαν και την καλλιέργειαν της αρετής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πράγματι, αυτό πιστεύομεν, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τότε λοιπόν αφήσετε την επίδειξιν των άλλων
δι' ευθετώτερον καιρόν, και αυτό μόνον σας ζητώ τώρα να κάμετε: πείσατε αυτόν
τον νεαρόν φίλον μας, ότι πρέπει να επιδοθή εξ ολοκλήρου εις την φιλοσοφίαν και
την καλλιέργειαν της αρετής, και θα μας υποχρεώσετε και 'μένα και όλους αυτούς,
διότι συμβαίνει όλοι μας να έχωμεν εξαιρετικόν ενδιαφέρον περί του νέου και
είναι μεγάλη η επιθυμία μας να γίνη όσον ημπορεί καλύτερος· ονομάζεται Κλεινίας
και είναι υιός του Αξιόχου, εγγονός του παλαιού Αλκιβιάδου και πρώτος εξάδελφος
του σημερινού Αλκιβιάδου. {2} Είναι ακόμη νέος και φοβούμεθα, ότι πρέπει να
φοβήται κανείς πάντοτε δι' αυτήν την ηλικίαν, μήπως μας προλάβη κανείς και δώση
κάποιαν άλλην διεύθυνσιν εις το πνεύμα του και μας τον χαλάση· δεν ημπορούσετε
λοιπόν να έλθετε εις καταλληλοτέραν στιγμήν· και αν δεν υπάρχη τίποτε να σας
εμποδίζη, δοκιμάσετε τον νέον και συνδιαλεχθήτε μαζί του επί παρουσία
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά του είπα επάνω κάτω αυτολεξεί, και ο
Ευθύδημος αμέσως με ύφος ανθρώπου που έχει θάρρος και πεποίθησιν εις τον εαυτόν
του μου λέγει:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά τίποτε δεν μας εμποδίζει, Σώκρατες,
αρκεί μόνον να θέλη ο νέος ναπαντήση εις τας ερωτήσεις μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Α, όσο δι' αυτό, έγνοια σου, είναι αρκετά
συνηθισμένος· διότι αυτοί εδώ οι φίλοι του δεν τον αφήνουν σχεδόν ποτέ από
κοντά, και συχνά τον ερωτούν και συνδιαλέγονται μαζί του· ώστε ελπίζω να
αποκριθή με θάρρος και χωρίς δυσκολίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά πως θα ημπορέσω, Κρίτων, να σου διηγηθώ
τώρα καλώς τα μετά ταύτα; διότι δεν είναι μικρόν πράγμα ν' αναλάβη κανείς να
κάμη πιστήν διήγησιν τόσον θαυμαστής σοφίας· ώστε και εγώ, όπως οι ποιηταί, πριν
επιληφθώ της διηγήσεως, έχω ανάγκην να επικαλεσθώ τας Μούσας και την Μνημοσύνην.
Ήρχισε λοιπόν κατ' αυτόν, νομίζω, τον τρόπον ο Ευθύδημος την ομιλίαν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν μου λέγεις, Κλεινία, ποίοι είναι εκείνοι
που μανθάνουν, οι σοφοί ή οι αμαθείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο νέος, σαν δύσκολον φυσικά που ήτο το
ερώτημα, εκοκκίνησε, και με προφανή απορίαν έστρεψε τα βλέμματά του προς
εμένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ άμα τον είδα, που τα έχασε: θάρρος, του
είπα, Κλεινία, και απάντησε χωρίς συστολήν ό,τι σου φαίνεται το ορθότερον· ίσως
απ' αυτό να βγη ανυπολόγιστος ωφέλεια για σένα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εν τω μεταξύ όμως ο Διονυσόδωρος έσκυψεν
ολίγον και μου είπε εις το αυτί, ενώ ολόκληρον το πρόσωπον του εμειδία:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και μολαταύτα σου προλέγω, Σωκράτη, πως ό,τι
και να απαντήση ο νέος θα πέση έξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ενώ μου έλεγεν αυτά ο νέος εν τω μεταξύ
είχε πλέον απαντήση, ώστε δεν ευρήκα καιρόν να του συστήσω καν να προσέξη εις
την απάντησίν του, αλλ' απεκρίθη, ότι βέβαια οι σοφοί είναι εκείνοι που
μανθάνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο Ευθύδημος τον ερώτησε πάλιν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Υπάρχουν βέβαια άνθρωποι, τους οποίους
ονομάζεις διδασκάλους, ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Κλεινίας απήντησε καταφατικώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν οι διδάσκαλοι δεν είναι διδάσκαλοι
εκείνων που μανθάνουν, όπως ο κιθαριστής ή ο γραμματιστής ήσαν βέβαια διδάσκαλοι
και ιδικοί σου και άλλων παιδιών, σεις δε μαθηταί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά τον καιρόν που εμανθάνετε, δεν
εγνωρίζετε ακόμη τα πράγματα, που εμανθάνετε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τότε λοιπόν, που δεν τα εγνωρίζετε ακόμη,
ήσασθε σοφοί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι, βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε αφού δεν ήσασθε σοφοί, ήσασθε
αμαθείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εννοείται και ήμασθε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εσείς λοιπόν που εμανθάνετε τα πράγματα, που
δεν εγνωρίζετε, τα εμανθάνετε ενώ ήσασθε αμαθείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο νέος απήντησε καταφατικώς με κλίσιν της
κεφαλής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε οι αμαθείς είναι εκείνοι που μανθάνουν,
Κλεινία, και όχι οι σοφοί, καθώς εσύ φρονείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόλις είπεν αυτά, όπως ένας χορός εις το
σημείον του διδασκάλου, όλοι οι ακόλουθοι εκείνοι του Ευθυδήμου και του
Διονυσοδώρου εξερράγησαν εις θορυβώδεις επευφημίας και γέλωτας. Και πριν ακόμη
λάβη ο νέος καιρόν να πάρη καλά καλά την αναπνοήν του τον παραλαμβάνει ο
Διονυσόδωρος και τον ερωτά:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά δεν μου λέγεις, Κλεινία, όταν ο
διδάσκαλός σας σάς εμάνθανε κάτι τι από στήθους, ποιοι το εμάνθανον, οι σοφοί ή
οι αμαθείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Οι σοφοί, απήντησεν ο Κλεινίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Οι σοφοί λοιπόν μανθάνουν και όχι οι
αμαθείς. Ώστε δεν απήντησες σωστά εις τον Ευθύδημον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε δα ήσαν και αν ήσαν τα γέλοια και ο
θόρυβος εκ μέρους των θαυμαστών του Ευθυδήμου και του Διονυσοδώρου, εις τους
οποίους επροξένει κατάπληξιν η τόση του σοφία. Εμείς οι άλλοι εμείναμεν
εμβρόντητοι χωρίς λέξιν να λέγωμεν. Και μόλις μας είδεν εις αυτήν την κατάστασιν
ο Ευθύδημος, διά να μας δώση ακόμη μεγαλυτέραν ιδέαν της σοφίας του, αρπάζει
πάλιν τον νέον και τον ερωτά, δίδων, όπως οι γυμνασμένοι χορευταί, άλλην στροφήν
εις την ιδίαν ερώτησιν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ειπέ μας λοιπόν τώρα, εκείνοι που μανθάνουν,
μανθάνουν όσα γνωρίζουν ή όσα δεν γνωρίζουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο Διονυσόδωρος πάλιν μου ψιθυρίζει σιγά
εις το αυτί:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Να ιδής, άλλο πάλιν αυτό, Σωκράτη, σαν το
πρώτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά και η πρώτη, μα τον Δία, ερώτησις ήτο
πράγματι ανταξία υμών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όλο τέτοια ερωτήματα κάνομ' εμείς, που δεν
ημπορεί κανείς να τα βγάλη πέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και αυτό βέβαια εξηγεί πως έχετε τόσον κύρος
μεταξύ των μαθητών σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εν τούτοις ο Κλεινίας είχεν αποκριθή εις τον
Ευθύδημον, ότι μανθάνουν όσα δεν γνωρίζουν εκείνοι που μανθάνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο Ευθύδημος εξηκολούθησε να τον ερωτά κατά
τον αυτόν τρόπον καθώς και πρότερον:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν μου λέγεις, Κλεινία, γνωρίζεις τα
γράμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τα γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μα όλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά όταν ένας απαγγέλλη κάτι τι, δεν
απαγγέλλει γράμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε απαγγέλλει κάτι που εσύ το γνωρίζεις,
αφού τα γνωρίζεις όλα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρεδέχθη και αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ε, πώς; δεν μανθάνεις λοιπόν εσύ εκείνα που
σου αποστηθίζουν, αλλά μανθάνει εκείνος που δεν γνωρίζει γράμματα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι, απήντησεν, αλλά εγώ μανθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μανθάνεις λοιπόν εκείνα που γνωρίζεις, αφού
γνωρίζεις όλα τα γράμματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηναγκάσθη να συγκατανεύση.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν απήντησες λοιπόν ορθώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είχεν ακόμη καλά καλά τελειώση ο
Ευθύδημος, και αμέσως παίρνει τον λόγον, ως να ήτο σφαίρα, ο Διονυσόδωρος και
σημαδεύει πάλιν τον νέον:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Α, Κλεινία, είπε, προσπαθεί να σε γελάση ο
Ευθύδημος διότι, ειπέ μου, το να μανθάνη κανείς δεν σημαίνει να αποκτά την
γνώσιν εκείνου του πράγματος που μανθάνει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μάλιστα, απήντησεν ο Κλεινίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Το δε να γνωρίζη κανείς είναι τίποτε άλλο,
παρά να κατέχη πλέον αυτήν την γνώσιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Το να μη γνωρίζη λοιπόν κανείς θα ειπή να
μην έχη ακόμη αποκτήση την γνώσιν· ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ποιοί λοιπόν είναι εκείνοι που αποκτούν κάτι
τι, εκείνοι που το έχουν ήδη, ή που δεν το έχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εκείνοι που δεν το έχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν ωμολόγησες ότι και όσοι δεν γνωρίζουν
είναι από εκείνους που δεν έχουν κάτι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συγκατένευσεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε όσοι μανθάνουν, είναι από εκείνους που
αποκτούν κάτι τι, και όχι από εκείνους που έχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε μανθάνουν, Κλεινία, εκείνοι που δεν
γνωρίζουν και όχι εκείνοι που γνωρίζουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τρίτην φοράν, καθώς εις το πάλαιμα, ετοιμάζετο
ο Ευθύδημος να ρίψη καταγής τον νέον αλλά εγώ επειδή τον είδα καταπονεμένον
πλέον και ήθελα να τον ξεκουράσω, διά να μη χάση όλως διόλου το θάρρος του, του
είπα διά να τον εγκαρδιώσω:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μην παραξενεύεσαι, Κλεινία, από αυτό το
είδος της συζητήσεως, εις το οποίον είσαι ασυνήθιστος· διότι ίσως δεν ημπορείς
να εννοήσης ποίος είναι ο σκοπός των φίλων μας εδώ μ' αυτά που κάνουν με σένα·
κάνουν δηλαδή το ίδιον ό,τι και οι Κορύβαντες όταν υποβάλλουν εις την τελετήν
του ενθρονισμού εκείνον που πρόκειται να μυήσουν εις τα μυστήριά των· και εκεί,
καθώς θα γνωρίζης ίσως, αν έχης μυηθή, αρχίζουν με κάτι χορούς και άλλα τέτοια
παιγνίδια· έτσι και αυτοί τώρα δεν κάνουν άλλο, παρά να χορεύουν και να πηδούν
γύρω σου αστειευόμενοι, διά να σε μυήσουν κατόπιν. Φαντάσου τώρα λοιπόν και συ
ότι και αυτά εδώ είναι τα προοίμια των σοφιστικών μυστηρίων, Και εν τούτοις όπως
το ορίζει ο Πρόδικος, πρέπει κανείς να μάθη την ορθήν και κυρίαν σημασίαν των
λέξεων, πράγμα ακριβώς το οποίον ήθελαν να σου διδάξουν οι ξένοι· διότι δεν
ήξευρες, ότι το &μανθάνω& το λέγουν οι άνθρωποι και όταν κανείς αποκτά
την γνώσιν ενός πράγματος την οποίαν προηγουμένως δεν είχεν, αλλά την ιδίαν
λέξιν μεταχειρίζονται επίσης και όταν, αφού αποκτήση την γνώσιν ενός πράγματος,
σκέπτεται διά μέσου της γνώσεως ταύτης, περί αυτού του ιδίου πράγματος, είτε
τούτο είναι πράξις είτε ιδέα· συνηθέστερον μεταχειρίζονται εις την περίστασιν
αυτήν μάλλον το ρήμα: &καταλαμβάνω& παρά το: &μανθάνω&,
μεταχειρίζονται όμως ενίοτε και το &μανθάνω&. Εσύ όμως δεν είχες
προσέξη, όπως σου το απέδειξαν αυτοί, ότι η ιδία λέξις εφαρμόζεται εις δύο όλως
διόλου διαφορετικάς περιστάσεις, και δι' εκείνον που γνωρίζει και δι' εκείνον
που δεν γνωρίζει. Το ίδιον δε συνέβη και με την δευτέραν ερώτησιν που σου
έκαμαν, εάν μανθάνη κανείς εκείνα που γνωρίζει ή εκείνα που δεν γνωρίζει. Όλα
λοιπόν αυτά είναι παιγνίδια ως προς τα καθ' αυτό μαθήματα· και δι' αυτό
ισχυρίσθην εγώ ότι έπαιζαν μαζί σου· και τα ονομάζω παιγνίδια, διότι και αν
κανείς ήθελε μάθη πολλά τέτοια και αν ακόμη και όλα τα εμάθαινε, δεν θα εγνώριζε
καλύτερον την αληθή φύσιν και ουσίαν των πραγμάτων· το πολύ θα ημπορούσε να
διασκεδάζη με τους ανθρώπους και να τους εξαφνίζη με αυτήν την διπλήν σημασίαν
των λέξεων, όπως ένας που σου βάζει πόδι και σε ρίχτει ανάσκελα, ή όπως εκείνοι
που σου τραβούν από πίσω το σκαμνί την ώραν που πας να καθίσης και πεθαίνουν
ύστερα στα γέλοια άμα σε ιδούν ξαπλωμένο φαρδύ πλατύ καταγής· ώστε όλα αυτά που
έκαμαν ως τώρα με σένα να τα πάρης έτσι για παιγνίδι· τώρα βέβαια θα έλθη και η
σειρά των σπουδαίων και σοβαρών, και θα αναλάβω εγώ την υποχρέωσιν να τους
παρακαλέσω να κρατήσουν την υπόσχεσίν που μας έδωσαν· διότι υπεσχέθησαν να μας
διδάξουν την τέχνην, με την οποίαν να προτρέπωνται οι άνθρωποι εις την
καλλιέργειαν της αρετής· αλλά ενόμισαν, μου φαίνεται, πως έπρεπε ν' αρχίσουν μ'
αυτάς τας αστειότητας μαζί σου. Ας είναι λοιπόν, φίλε μου Ευθύδημε και
Διονυσόδωρε· επαίξατε όσο επαίξατε και ίσως να φθάνη πλέον. Ελάτε τώρα εις το
προκείμενον και διδάξετε τον νέον, πως πρέπει να καλλιεργήση την αρετήν και την
σοφίαν. Προηγουμένως θα σας εκθέσω εγώ τας βλέψεις μου επ' αυτού του
αντικειμένου και κατά ποίον τρόπον επιθυμώ να το ακούσω πραγματευόμενον το
ζήτημα· αλλά σας παρακαλώ μη με περιγελάσετε, εάν εύρητε πως τα λέγω απλοϊκά και
γελοία· η επιθυμία ν' ακούσω και να επωφεληθώ της σοφίας σας μου δίδει το θάρρος
να αυτοσχεδιάσω εμπρός σας. Ανεχθήτε λοιπόν να με ακούσετε, σεις και οι μαθηταί
σας, χωρίς να γελάσετε, συ δε, υιέ του Αξιόχου, απάντησε μου:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αρά γε όλοι οι άνθρωποι επιθυμούμεν να
είμεθα ευτυχείς; αλλά τι λέγω; μήπως αμέσως — αμέσως άρχισα με καμμίαν από
εκείνας τας ανοησίας που εφοβούμην; διότι πράγματι είναι ανόητον και να κάνη
κανείς τέτοιαν ερώτησιν και οποίος άνθρωπος είναι εκείνος που δεν θέλει να είναι
ευτυχής;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Κανείς βέβαια, είπεν ο Κλεινίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Έστω λοιπόν· αφού καθένας επιθυμεί να είναι
ευτυχής, πώς θα ημπορούσε να γίνη; τάχα αν ήθελεν αποκτήση πολλά αγαθά; ή μήπως
αυτή η ερώτησις να είναι ακόμη πιο ανόητη και από την πρώτην; διότι είναι
φανερόν πως έτσι είναι το πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έμεινε σύμφωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ας εξετάσωμεν όμως, ποία μεταξύ όλων των
πραγμάτων ονομάζομεν αγαθά; ή είναι εύκολον και αυτό, και δεν χρειάζεται καμμιά
πολύ μεγάλη σοφία διά να το εύρη κανείς; διότι ο καθένας θα μας έλεγε,
παραδείγματος χάριν, ότι ένα καλόν πράγμα είναι, να είσαι πλούσιος· δεν είναι
έτσι; — Βεβαιότατα, μου απεκρίθη. — Επίσης η υγιεία, η ευμορφιά και αι άλλαι
όμοιαι τελειότητες του σώματος, δεν είναι και αυταί αγαθά; — Έμεινε σύμφωνος. —
Αλλά ακόμη και η ευγένεια και η δύναμις, αι τιμαί και τα αξιώματα εις την
πατρίδα σου είναι φανερόν πως είναι αγαθά. Το παρεδέχθη και αυτό. — Ποία είναι
τώρα τα αγαθά που μας υπολείπονται ακόμη; τι να είναι τάχα η σωφροσύνη, η
δικαιοσύνη και η ανδρεία; παραδέχεσαι εσύ, Κλεινία, ότι θα ήτο ορθόν να
κατατάξωμεν και αυτά μεταξύ των αγαθών, ή όχι; διότι ημπορούσε κανείς να το
αμφισβητήση· εσύ όμως τι φρονείς; — Και αυτά είναι αγαθά, μου απεκρίθη. — Έστω
λοιπόν, αλλά την σοφίαν σε ποια σειρά τάχα να την βάλωμεν; εις τα αγαθά; ή ποια
είναι η ιδέα σου; — Εις τα αγαθά. — Κύτταξε μήπως παρελείψαμεν κανένα άλλο, που
να αξίζη τον κόπον. — Μα μου φαίνεται πως δεν παρελείψαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά εγώ, αφού εσυλλογίσθηκα ολίγον, — Μα τον
θεόν, είπα, ολίγο έλειψε ναφήσωμεν έξω το σπουδαιότερον! — Και ποιό είναι αυτό;
μ' ερώτησεν ο Κλεινίας. — Την ευτυχίαν, Κλεινία, αυτό το δώρον να επιτυγχάνη
κανείς εις όλα τα πράγματα, που όλοι οι άνθρωποι, και οι χειρότεροι ακόμη,
θεωρούν το πρώτον απ' όλα τα αγαθά. — Αλήθεια λέγεις, είπεν ο Κλεινίας. Και εγώ,
σαν να ήλθα πάλιν εις τον εαυτόν μου, — Ολίγο έλειψε, του είπα, Κλεινία, να
γίνωμεν και οι δύο καταγέλαστοι εμπρός εις αυτούς τους ξένους. — Πώς αυτό; με
ηρώτησε. — Διότι ενώ ήδη έχομεν αναφέρη ανωτέρω μεταξύ των αγαθών την ευτυχίαν,
εκάμαμεν τώρα πάλιν λόγον περί αυτής. — Και τι έχει να κάμη αυτό; — Είναι
γελοίον να επανέρχεται κανείς εις εκείνο, που έχει ήδη είπη, και να επαναλαμβάνη
δύο φορές τα ίδια πράγματα. — Τι θέλεις να είπης; — Η σοφία, του απήντησα, είναι
δίχως άλλο η ευτυχία· κ' ένα παιδί μπορεί να το καταλάβη αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκείνος παρεξενεύθη· τόσον είναι ακόμη νέος
και απλούς· και εγώ το παρετήρησα και του είπα:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και πως; δεν γνωρίζεις τάχα, Κλεινία, ότι
την μεγαλυτέραν από κάθε άλλον επιτυχίαν εις την αύλησιν την έχουν οι εξ
επαγγέλματος αυληταί; — Το γνωρίζω. — Το ίδιον δε και οι γραματισταί εις την
γραφήν και την ανάγνωσιν των γραμμάτων; — Βεβαιότατα. — Τι δε; ως προς τους
κινδύνους της θαλάσσης μήπως νομίζεις πως υπάρχουν άλλοι τινές που να τους
διαφεύγουν επιτυχέστερον από τους σοφούς κυβερνήτας; — Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και αν επήγαινες εις τον πόλεμον, δεν θα
επροτιμούσες να συμμερισθής τους κινδύνους και τας τύχας της εκστρατείας με ένα
σοφόν μάλλον στρατηγόν παρά με ένα αμαθή; — Και βέβαια με σοφόν. — Το ίδιον και
αν συνέβαινε να ασθενήσης, δεν θα εμπιστεύεσο τον εαυτόν σου μάλλον εις ένα
σοφόν ιατρόν παρά εις ένα αμαθή; — Αναμφιβόλως. — Διότι βέβαια παραδέχεσαι ότι
θα είχες μεγαλυτέρας πιθανότητας επιτυχίας, όταν έχης να κάμης με ένα σοφόν παρά
με ένα αμαθή· ή όχι; — Μάλιστα. — Ώστε η σοφία είναι εκείνη που εξασφαλίζει
πάντοτε την επιτυχίαν εις τον άνθρωπον διότι με την σοφίαν ποτέ δεν είναι
δυνατόν να πέση κανείς έξω και μαζί της κατ' ανάγκην κάθε επιχείρησις θα
στέφεται υπό επιτυχίας· διότι διαφορετικά δεν θα ήτο πλέον σοφία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέλος πάντων εμείναμεν, δεν ηξεύρω πώς,
σύμφωνοι ότι γενικώς το πράγμα είναι έτσι όπως το είπαμεν και ότι πανταχού και
πάντοτε η επιτυχία συμβαδίζει μετά της σοφίας. Και αφού εσυμφωνήσαμεν εις αυτό,
τον ηρώτησα εκ νέου ποίαν ιδέαν θα είχε τώρα δι' εκείνα που παραδέχθημεν κατ'
αρχάς. Διότι παρεδέχθημεν, του είπα, ότι θα είμεθα ευτυχείς και ευχαριστημένοι,
αν είχαμεν πολλά αγαθά, — Μάλιστα. — Λοιπόν, σε ερωτώ, θα ήμεθα ευτυχείς με τα
αγαθά που κατέχομεν, αν μας ωφελούσαν, ή αν δεν μας ωφελούσαν εις τίποτε; — Αν
μας ωφελούσαν βέβαια. — Θα ωφελούσαν όμως αρά γε εις τίποτε, αν απλώς τα
είχαμεν, χωρίς να κάμωμεν καμμίαν χρήσιν αυτών; αν, παραδείγματος χάριν, είχαμεν
αφθόνους τροφάς και δεν τας ετρώγαμεν, ή ποτά και δεν τα επίναμεν, θα
ημπορούσαμεν να ειπούμεν ότι μας ωφελούν τίποτε; — Όχι βέβαια. — Έτσι και όλοι
οι τεχνίται, αν είχαν όλα, που του χρειάζονται του καθενός διά το επάγγελμά του,
και δεν έκαμναν καμμίαν χρήσιν αυτών, θα ήσαν αρά γε ευτυχείς απλώς και μόνον
δι' αυτό, διότι έχουν δηλαδή όλα όσα πρέπει να έχη ο τεχνίτης; αν, παραδείγματος
χάριν, ένα ξυλουργός είχεν όλα τα εργαλεία που του χρειάζονται και όλην επίσης
την ξυλικήν, δεν τα ειργάζετο όμως, θα έβλεπε τάχα καμμίαν ωφέλειαν από αυτό; —
Καμμίαν απολύτως. — Και λοιπόν, αν ένας άνθρωπος είχε άπειρα πλούτη και όλα
εκείνα τα άλλα αγαθά που ανεφέραμεν, χωρίς όμως να τα χρησιμοποιή καθόλου, η
κτήσις αρά γε αυτών των αγαθών μόνη θα έφθανε διά να τον κάμη ευτυχή; — Όχι
βέβαια, Σώκρατες. — Πρέπει λοιπόν, καθώς φαίνεται, διά να είναι ευτυχής ένας
άνθρωπος, όχι μόνον να είναι κάτοχος όλων αυτών των αγαθών, αλλά και να τα
μεταχειρίζεται προσέτι· διότι άλλως εις τίποτε δεν του χρησιμεύει η απόκτησίς
των. — Αυτό είναι η αλήθεια. — Παραδέχεσαι λοιπόν τώρα, Κλεινία, ότι η κτήσις
και η χρήσις των αγαθών αρκούν διά να κάμουν ένα άνθρωπον ευτηχή; — Έτσι μου
φαίνεται. — Αλλά οφείλει αρά γε να κάμνη ορθήν χρήσιν, ή είναι αδιάφορον το
πράγμα; — Ορθήν βέβαια. — Πολύ σωστά απήντησες· επειδή πολύ χειρότερον είναι,
νομίζω, να κάμνη κανείς κακήν χρήσιν ενός πράγματος, παρά να μην κάμνη καθόλου·
διότι το πρώτον είναι κακόν, ενώ το άλλο τουλάχιστον δεν είναι ούτε καλόν ούτε
κακόν· ή δεν είναι έτσι; — Έτσι μάλιστα. — Αλλά, δεν μου λέγεις, υπάρχει άλλο
πράγμα που να διδάσκη την κατεργασίαν και την χρήσιν των ξύλων παρά η ξυλουργική
επιστήμη; — Όχι βέβαια. — Και εις την κατασκευήν επίσης των εργαλείων η σχετική
επιστήμη είναι βέβαια εκείνη που διδάσκει το ορθόν. — Μάλιστα. — Το ίδιον λοιπόν
και διά την χρήσιν των αγαθών εκείνων που ανεφέραμεν εις την αρχήν, του πλούτου
και της υγιείας και του κάλλους, δεν είναι η επιστήμη η οποία καθοδηγεί και
διδάσκει πώς να τα μεταχειριζώμεθα ορθώς, ή τίποτε άλλο τάχα; — Η επιστήμη. —
Όχι λοιπόν μόνον την επιτυχίαν, αλλά και την καλήν χρήσιν, καθώς φαίνεται,
παρέχει η επιστήμη εις τους ανθρώπους εις όλα όσα έχουν ή κάμνουν. — Συμφωνώ. —
Και μα την αλήθεια τι το όφελος από όλα τα άλλα πράγματα, που ημπορεί να έχη ο
άνθρωπος, δίχως την φρόνησιν και την σοφίαν; τι θα τον ωφελήσουν όσα και αν έχη
και όσα και αν κάνη, όταν δεν έχη νουν; δεν είναι προτιμότερον να έχη ολιγώτερα
από τα άλλα και να έχη νουν; και σε παρακαλώ εξέτασε το πράγμα κατ' αυτόν τον
τρόπον· όσον ολιγώτερα κάμνη κανείς, δεν θα περιπίπτη και εις ολιγώτερα
σφάλματα; και εις όσον ολιγώτερα σφάλματα περιπίπτη, δεν θα ευρίσκεται και εις
ολιγώτερον κακήν κατάστασιν; και εις όσον ολιγώτερον κακήν κατάστασιν
ευρίσκεται, δεν θα είναι και ολιγώτερον δυστυχής; — Και βέβαια. — Και πότε θα
κάμνη κανείς ολιγώτερα, όταν είναι πτωχός ή πλούσιος; — Όταν είναι
πτωχός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και όταν είναι ασθενής ή ισχυρός; — Ασθενής·
— Όταν έχη αξιώματα και τιμάς, ή όταν δεν έχη; — Όταν δεν έχη. — Επίσης όταν
είναι ανδρείος και ανεπτυγμένος θα πράττη ολιγώτερα, ή δειλός; — Δειλός. —
Λοιπόν και οκνηρός μάλλον ή δραστήριος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μάλιστα. — Και αργός μάλλον ή γρήγορος; και
ένας που έχει αμβλείαν μάλλον την ακοήν και την όρασιν ή οξείαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αφού εμείναμεν σύμφωνοι εις όλα αυτά, —
Διά να ανακεφαλαιώσωμεν λοιπόν, είπα, Ω Κλεινία, φαίνεται πως όλα εκείνα, που
ωνομάσαμεν εις την αρχήν αγαθά, δεν θα ειπή ότι ημπορούν να θεωρηθούν αυτά καθ'
εαυτά και εκ φύσεως αγαθά, αλλά το πράγμα, κατά τα φαινόμενα, έχει ως εξής· εάν
μεν ευρίσκωνται εις την εξουσίαν της αμαθείας, είναι χειρότερα από τα αντίθετα
κακά, διότι παρέχουν περισσότερα μέσα ενεργείας εις τον ανόητον, κάτοχον αυτών·
εάν όμως εξυπηρετούν την φρόνησιν και την σοφίαν, τότε είναι τα μεγαλύτερα
αγαθά· καθ' εαυτά όμως δεν έχουν καμμίαν απολύτως αξίαν ούτε τα μεν ούτε τα
δε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μου φαίνεται ότι έχεις απόλυτον δίκαιον,
όπως τα λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ποίον είναι λοιπόν το συμπέρασμά μας απ' όλα
όσα είπαμεν; ότι γενικώς τίποτε από τα άλλα δεν είναι ούτε καλόν ούτε κακόν,
εκτός αν εξαιρέσης δύο μόνον πράγματα, την σοφίαν, η οποία είναι καλόν και την
αμάθειαν, η οποία είναι κακόν. — Είμαι σύμφωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τώρα λοιπόν ας προχωρήσωμεν και παρακάτω·
επειδή όλοι οι άνθρωποι έχουν την επιθυμίαν και θέλουν να γίνουν ευτυχείς,
είδομεν δε ότι διά να γίνωμεν τοιούτοι πρέπει να μεταχειριζώμεθα τα πράγματα,
και μάλιστα να τα μεταχειριζόμεθα ορθώς, και ότι την ορθήν αυτών χρήσιν και την
επιτυχίαν επομένως μας την παρέχει η επιστήμη, πρέπει λοιπόν κάθε άνθρωπος εκ
παντός τρόπου και με όλας του τας δυνάμεις να επιδιώκη πώς να γίνη όσον το
δυνατόν σοφώτερος; ή όχι; — Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Με την πεποίθησιν επομένως αυτήν, ότι πολύ
περισσότερον αξίζει να παραλάβη κανείς σοφίαν από τον πατέρα του παρά οσαδήποτε
χρήματα, καθώς επίσης από τους επιτρόπους του, από τους φίλους του, και τους
άλλους και εκείνους που του κάμνουν τον εραστήν, από τους ξένους, από τους
συμπολίτας του, μεταχειριζόμένος μάλιστα και δεήσεις και ικεσίας διά να του
μεταδώσουν την σοφίαν, δεν είναι καθόλου αισχρόν ούτε καμμία εντροπή, Κλεινία,
χάριν ενός τοιούτου σκοπού να κάμνη και τον υπηρέτην ακόμη και τον δούλον, επί
καλού εννοείται πάντοτε, και εις τον εραστήν του και εις κάθε άλλον άνθρωπον,
αρκεί να το κάμνη από την ζωηράν επιθυμίαν να γίνη σοφός· ή δεν είσαι και συ
αυτής της ιδέας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Απεναντίας· όλα αυτά που λέγεις μου
φαίνονται σωστότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εάν, εννοείται, εν πάση περιπτώσει είναι η
σοφία πράγμα που να ημπορή να διδαχθή και δεν κατεβαίνει έτσι μόνη της εις τα
κεφάλια των ανθρώπων από τον ουρανόν· διότι υπολείπεται να εξετάσωμεν και αυτό
το ζήτημα, εις το οποίον δεν έχομεν ακόμη συμφωνήση εγώ και συ. — Αλλά εγώ,
Σωκράτη, παραδέχομαι ότι ημπορεί να διδαχθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γεμάτος χαράν από αυτήν την απάντησιν, —
Θαυμάσια! ανέκραξα, ω άριστε των ανθρώπων, και έκαμες πολύ καλά που με απήλλαξες
από αυτήν την μακράν εξέτασιν, αν ημπορή να διδαχθή η σοφία ή όχι· τώρα λοιπόν,
αφού πιστεύεις ότι είναι δυνατόν να διδαχθή και ότι είναι το μόνον πράγμα που
παρέχει εις τον άνθρωπον την ευδοκίμησιν και την ευδαιμονίαν, ημπορείς να μη
παραδεχθής ότι είναι ανάγκη με κάθε τρόπον να την επιδιώκωμεν, και συ ο ίδιος
δεν έχεις εις τον νουν σου να το κάμης; — Δίχως άλλο, Σωκράτη, και με όλα μου τα
δυνατά μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατενθουσιασμένος από αυτήν του την
διαβεβαίωσιν, — Ιδού λοιπόν, είπα, Ευθύδημε και Διονυσόδωρε, το ιδικόν μου
παράδειγμα, πώς επάνω κάτω θα επιθυμούσα να είναι οι προτρεπτικοί διά την αρετήν
λόγοι, αλλά ίσως κάπως ακατέργαστον και παρατραβηγμένον· τώρα όποιος από τους
δύο σας θέλει ας κάμη το ίδιον, αλλά με όλους τους κανόνας της τέχνης· ή, αν δεν
θέλετε αυτό, από εκεί που το άφησα εγώ, αναλάβετε να διδάξετε τον νέον, αν πρέπη
να μάθη όλας τας επιστήμας, ή υπάρχει μία, που ημπορεί να τον κάμη άνθρωπον
ενάρετον και ευτυχή, και ποια είναι αυτή· διότι, καθώς σας έλεγα και απ' αρχής,
συμβαίνει να έχωμεν όλοι μας την ζωηροτέραν επιθυμίαν να γίνη αυτός ο νέος καλός
και σοφός άνθρωπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού λοιπόν είπα αυτά, συνεκέντρωσα όλην μου
την προσοχήν διά να ιδώ κατά ποίον τρόπον θα επελαμβάνοντο της συζητήσεως και
πως θα ήρχιζαν διά να παροτρύνουν τον Κλεινίαν εις την άσκησιν της σοφίας και
της αρετής. Τον λόγον έλαβε πρώτος ο Διονυσόδωρος, ο μεγαλύτερος από τους δύο
αδελφούς, και όλοι προσηλώσαμεν επάνω του τα βλέμματά μας με την ιδέαν ότι θα
ηκούαμεν αμέσως λόγους θαυμαστούς από το στόμα του· και δεν εβγήκαμεν
πραγματικώς γελασμένοι· διότι, είναι η αλήθεια, μας είπε, Κρίτων, πράγματα
θαυμάσια, που αξίζει να τα ακούσης και συ· τόσον ήσαν κατάλληλα να παρακινήσουν
τον άνθρωπον εις την καλλιέργειαν της αρετής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ειπέ μου, Σωκράτη, και όλοι εσείς, που καθώς
λέγετε επιθυμείτε να γίνη σοφός αυτός ο νέος, αστειεύεσθε με αυτά που λέγετε, ή
πραγματικώς το επιθυμείτε με όλα σας τα σοβαρά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εμένα μου επέρασε τότε από την ιδέαν, πως
ημπορεί πράγματι να επίστευσαν, ότι είχαμεν διάθεσιν να αστειευθούμεν, όταν τους
παρακαλέσαμεν προηγουμένως να συζητήσουν με τον νεαρόν φίλον μας, και δι' αυτό
ήρχισαν και εκείνοι να παίζουν μαζί του και να μη σπουδαιολογούν. Αυτό μου
επέρασε από τον νουν και δι' αυτό έσπευσα να τον διαβεβαιώσω με τον θετικώτερον
τρόπον ότι σπουδαιολογούμεν με όλα μας τα σωστά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πρόσεχε λοιπόν, Σωκράτη, εξηκολούθησεν ο
Διονυσόδωρος, μήπως απαρνηθής σε λίγο, αυτό που διαβεβαιώνεις τώρα. — Ηξεύρω
καλά εκείνο που λέγω, και δεν είναι φόβος να το αρνηθώ. — Καλά λοιπόν λέγετε πως
επιθυμείτε να γίνη σοφός ο φίλος σας. — Αυτό ακριβώς. — Και τώρα, σας παρακαλώ,
είναι σοφός ο Κλεινίας ή όχι; — Ο ίδιος λέγει πως δεν είναι ακόμη, διότι δεν
είναι καθόλου φαντασμένο το παιδί. — Εσείς λοιπόν θέλετε να γίνη σοφός, και να
μην είναι αμαθής. — Μάλιστα, αυτό θέλομεν. — Ώστε θέλετε λοιπόν να γίνη εκείνο
που δεν είναι, και να μην είναι πλέον εκείνο που είναι τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ επάνω εις αυτό εταράχθηκα ολίγον και ο
Διονυσόδωρος επωφελούμενος της ταραχής μου έσπευσεν αμέσως να είπη: Αφού λοιπόν
επιθυμείτε να μην είναι πλέον ο Κλεινίας εκείνο που είναι τώρα, πάει να πη,
καθώς φαίνεται, πως επιθυμείτε να μην είναι ζωντανός; Να, μα την αλήθεια, φίλοι
μια φορά και ερασταί, που πρώτ' απ' όλα επιθυμούν τον θάνατον του αγαπημένου
των!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόλις ήκουσε αυτό ο Κτήσιππος άναψαν αμέσως τα
αίματά του και γεμάτος αγανάκτησιν του λέγει: Ξένε μου Θούριε, αν δεν ήτανε
κάπως χονδρόν εκ μέρους μου, θα σου έλεγα &στο κεφάλι σου&, που
φαντάσθηκες να μας αποδώσης τέτοιο ψέμμα σε μένα και σ' αυτούς τους άλλους, που
είναι και να το λέγη κανείς αμαρτία, πως εγώ επιθυμώ τον θάνατον αυτού! —
Κτήσιππε, του είπεν ο Ευθύδημος, παραδέχεσαι, πως ημπορεί κανείς να ψευσθή; — Το
παραδέχομαι βέβαια, εκτός αν είμαι παράφρων. — Αλλ' όταν κανείς ψεύδεται, λέγει
το πράγμα περί του οποίου πρόκειται ο λόγος, ή δεν το λέγει; — Το λέγει. —
Λοιπόν, αφού το λέγει, θα πη ότι δεν λέγει τίποτε άλλο, παρά εκείνο που λέγει. —
Αυτό ν' ακούεται. — Αλλά βέβαια θα παραδεχθής, ότι εκείνο που λέγει είναι ένα
κάποιο πράγμα χωριστόν από όλα τα άλλα. — Δεν έχω αντίρρησιν. — Ώστε εκείνος που
το λέγει αυτό, λέγει ένα πράγμα που υπάρχει. — Ναι. — Αλλά εκείνος που λέγει ένα
πράγμα που υπάρχει λέγει το πραγματικόν, το αληθινόν· ώστε ο Διονυσόδωρος, αφού
λέγει εκείνο που υπάρχει, λέγει εκείνο που είναι, και επομένως δεν είπε κανένα
ψέμμα για σένα. — Ναι, μα εκείνος που το λέγει αυτό, Ευθύδημε, λέγει πράγμα που
δεν είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε ο Ευθύδημος, — Όταν λέγωμεν, είπεν, ένα
πράγμα που δεν είναι, εννοούμεν τίποτε άλλο παρά πως αυτό το πράγμα δεν υπάρχει;
— Μάλιστα, πως δεν υπάρχει. — Και ένα πράγμα που δεν υπάρχει, καθόλου βέβαια και
πουθενά δεν υπάρχει. — Σύμφωνος. — Και ημπορεί λοιπόν να ενεργήση κανείς τίποτε
με τα πράγματα που δεν υπάρχουν, εις τρόπον ώστε να κάμη εις τον Κλεινίαν,
όποιος και αν είναι, κάτι που καθόλου δεν υπάρχει; — Δεν μου φαίνεται εμένα
τουλάχιστον, απήντησεν ο Κτήσιππος. — Αλλά οι ρήτορες, όταν ομιλούν ενώπιον του
λαού, τίποτε δεν ενεργούν; — Ενεργούν βέβαια. — Αφού λοιπόν ενεργούν, θα πη πως
κάμνουν κάτι. — Μάλιστα. — Ώστε ομιλώ σημαίνει ενεργώ και κάμνω. — Έστω. —
Κανείς λοιπόν δεν λέγει πράγματα που δεν υπάρχουν, διότι και απλώς με το να
λέγη, κάμνει ήδη κάτι τι, συ δε ωμολόγησες ότι είναι αδύνατον να κάμη κανένα
πράγμα που δεν υπάρχει· ώστε, συμφώνως με την ομολογίαν σου, κανείς δεν ημπορεί
να ειπή ψέμματα, αλλά, εάν ωμίλησεν ο Διονυσόδωρος, είπε πράγματα αληθινά και
που υπάρχουν. — Ναι, μα τον Δία, Ευθύδημε, απήντησεν ο Κτήσιππος· ίσως να λέγη ο
Διονυσόδωρος πράγματα που είναι, δεν τα λέγει όμως και όπως είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πώς λέγεις, Κτήσιππε; ηρώτησεν ο
Διονυσόδωρος· υπάρχουν άνθρωποι που λέγουν τα πράγματα όπως είναι; — Υπάρχουν
βέβαια, απήντησεν, οι άνθρωποι οι καλοί και που λέγουν την αλήθειαν. — Αλλά,
επανέλαβεν εκείνος, τα κακά πράγματα δεν είναι κάτι τι κακόν, και τα καλά
πράγματα δεν είναι κάτι τι καλόν; — Μάλιστα. — Και υποστηρίζεις ότι οι καλοί
άνθρωποι λέγουν τα πράγματα όπως είναι; — Ναι, το υποστηρίζω, — Κακώς λοιπόν
λέγουν, Κτήσιππε, οι καλοί άνθρωποι τα κακά, αφού τα λέγουν όπως είναι. — Ναι,
μα τον Δία, είπεν εκείνος, και προ πάντων μάλιστα ομιλούν κακώς διά τους κακούς
ανθρώπους· και δι' αυτό, αν θέλης να με ακούσης, θα φυλαχθής και συ να μην είσαι
από αυτούς, διά να μην ομιλούν και δι' εσένα κακόν οι καλοί άνθρωποι· διότι,
πρέπει να ηξεύρης, οι καλοί ομιλούν πάντα κακόν διά τους κακούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν και διά τους μεγάλους, έλαβε τον
λόγον ο Ευθύδημος, ομιλούν μεγάλα και διά τους ζεστούς ζεστά; — Βεβαιότατα,
απήντησεν ο Κτήσιππος, και διά τους κρύους κρύα, και λέγουν πως οι λόγοι των και
οι ομιλίες των είναι κρύες. — Α, α, εσύ, βλέπω, Κτήσιππε, είπεν ο Διονυσόδωρος,
ήρχισες τα πειράγματα και τας ύβρεις. — Κάθε άλλο, μα την αλήθεια! εγώ
απεναντίας σε εκτιμώ πολύ, Διονυσόδωρε, αλλά σε συμβουλεύω ως φίλον και θέλω να
εννοήσης ότι δεν πρέπει να λέγης εμπρός μου και με τόση αδιαντροπιά, πως εγώ
επιθυμώ τον θάνατον ανθρώπων, που τους έχω καλύτερα και απ' τα μάτια μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ καθώς τους είδα να τα χοντραίνουν έτσι
μεταξύ των, ηθέλησα να γυρίσω το πράγμα εις το αστείον και είπα εις τον
Κτήσιππον:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μου φαίνεται, Κτήσιππε, ότι εμείς οφείλομεν
να δεχώμεθα από τους ξένους μας ό,τι έχουν την ευχαρίστησιν να μας δίδουν και να
μην καθήμεθα να συζητούμεν διά τας λέξεις· διότι, αν γνωρίζουν κατ' αυτόν τον
τρόπον να θανατώνουν τους ανθρώπους, ώστε από κακούς και αμαθείς να τους
ξανακάνουν καλούς και σοφούς, και ευρήκαν είτε αυτοί μόνοι των είτε από κανένα
άλλον έμαθαν αυτό το θαυματουργόν είδος της καταστροφής και του ολέθρου, ώστε να
χαλούν ένα παλιάνθρωπον και εις την θέσιν του να παρουσιάζουν έναν άνθρωπον της
προκοπής — εάν, λέγω, γνωρίζουν αυτήν την τέχνην, και θα την γνωρίζουν βέβαια,
αφού μας το διεβεβαίωσαν προ ολίγου, ότι αυτή είναι η νέα τέχνη των που την
ανακάλυψαν τώρα κοντά, να κάνουν τους ανθρώπους από κακούς καλούς, ας τους
παραχωρήσωμεν αυτό που μας ζητούν: ας θυσιάσουν τον νεαρόν φίλον μας, φθάνει να
μας τον ξανακάμουν άνθρωπον με γνώσιν και νουν, και ακόμη και όλους μας εμάς
τους άλλους· και αν σεις οι νέοι φοβάσθε, δέχομαι εγώ, σαν άνθρωπος χωρίς αξίαν,
να γίνη το πείραμα επάνω μου· διότι καθώς είμαι και γέρος, υποβάλλομαι προθύμως
εις αυτόν τον κίνδυνον και παραδίδω τον εαυτόν μου εις τον φίλον μας τον
Διονυσόδωρον, ως να ήτο η Μήδεια από την Κολχίδα. Ας με σφάξη και, αν το θέλη,
ας με βράση, ή ας με κάμη ό,τι άλλο επιθυμεί· αρκεί να με ξανακάμη άνθρωπον
καλόν και προκομμένο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε ο Κτήσιππος, — Και εγώ, είπεν, είμαι
πρόθυμος, Σωκράτη, να παραδώσω τον εαυτόν μου εις τους ξένους να με κάμουν ό,τι
θέλουν, και να με γδάρουν ακόμη, και περισσότερον μάλιστα απ' ό,τι γδέρνουν
συνήθως, φθάνει μόνον εις το τέλος το δέρμα μου να καταντήση όχι εις ασκόν, όπως
του Μαρσύου, αλλά εις αρετήν· και όμως ο Διονυσόδωρος απ' εδώ, του πέρασε από
την ιδέαν πως εθύμωσα και αγρίεψα μαζί του· δεν έχει όμως δίκαιον· εγώ δεν
υβρίζω, αλλ' απλώς αντιλέγω και αποκρούω εκείνα που αδίκως μου απέδωσεν εις τους
λόγους του. Την αντιλογίαν λοιπόν, κύριε μου Διονυσόδωρε, μην την ονομάζης
ύβριν· η ύβρις είναι όλως διόλου διαφορετικόν πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επάνω εις αυτό του λέγει ο Διονυσόδωρος: — Και
παραδέχεσαι τάχα εσύ, μ' αυτά που λέγεις, πως υπάρχει αντιλογία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Το παραδέχομαι βεβαία, και με όλα τα σωστά
μου μάλιστα· ή μήπως τάχα εσύ αρνείσαι την ύπαρξίν της, Διονυσόδωρε; — Αι
λοιπόν, εγώ σου λέγω. πως ποτέ δεν θα ημπορέσης να μου αποδείξης, ότι ήκουσες
δύο ανθρώπους να αντιλέγουν ο ένας του άλλου. — Αλήθεια λες· αλλά ας το
ακούσωμεν τώρα, αφού θα σου παρουσιάσω την ευγενεία μου τον Κτήσιππον, να
αντιλέγη προς εσένα τον Διονυσόδωρον. Θα ανελάμβανες πράγματι να μου δώσης την
απόδειξιν αυτού που ισχυρίζεσαι; — Βεβαιότατα. — Λέγε μου λοιπόν δεν ημπορούμεν
να κάμωμεν λόγον περί όλων των πραγμάτων: — Ημπορούμεν. Όπως υπάρχουν, ή όπως
δεν υπάρχουν; — Όπως υπάρχουν. — Διότι βέβαια, αν ενθυμείσαι, Κτήσιππε,
απεδείξαμεν και προηγουμένως ότι κανείς δεν λέγει ένα πράγμα που δεν υπάρχει·
δεν ευρέθηκε ποτέ κανείς να κάμνη λόγον διά το τίποτε. — Και τι έχει να κάμη;
είπεν ο Κτήσιππος· μήπως δι' αυτό αντιλέγομεν ολιγώτερον εγώ και συ: — Αλλά θα
αντιλέγαμεν αρά γε, αν εκάμναμεν και οι δύο μας λόγον περί του αυτού πράγματος;
ή θα ελέγαμεν απεναντίας τα αυτά πράγματα; — Τα αυτά. — Αλλά μήπως θα
αντιλέγαμεν, όταν ούτε ο ένας ούτε ο άλλος λέγωμεν το πράγμα όπως είναι; ή
μάλλον, εν τοιαύτη περιπτώσει, κανείς από τους δύο μας δεν θα έκαμνε λόγον περί
αυτού του πράγματος; — Δεν θα έκαμνε. — Αλλ' αρά γε, όταν εγώ μεν λέγω ένα
πράγμα όπως είναι, συ δε ομιλείς περί άλλου πράγματος, μήπως αντιλέγομεν τάχα
τότε; ή δεν είναι μάλλον αληθές, ότι εγώ μεν ομιλώ περί εκείνου του πράγματος,
συ δε ούτε καν λόγον κάμεις περί αυτού; και εν τοιαύτη περιπτώσει πώς θα ήτο
δυνατόν να αντιλέγωμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο μεν Κτήσιππος έμεινεν αναπολόγητος και
εσιώπησεν· εγώ δε, με απορίαν μου και θαυμασμόν δι όσα ήκουσα, — Πώς λέγεις, τον
ηρώτησα, Διονυσόδωρε; έχω πράγματι ακούση από πολλούς και πολλάκις να κάμνουν
χρήσιν αυτού του συλλογισμού και πάντοτε τον εθαύμασα· διότι και η σχολή του
Πρωταγόρα και άλλοι ακόμη αρχαιότεροι φιλόσοφοι τον μετεχειρίζοντο συχνά· εμένα
πάντα μου εκίνησε τον θαυμασμόν, και μου φαίνεται ότι και όλους τους άλλους
ανατρέπει και αυτόν τον ίδιον· ελπίζω όμως να με διδάξης εσύ καλύτερα από κάθε
άλλον, ποίον είναι το αληθές περί αυτού. «Δεν ημπορεί κανείς να ειπή ψεύματα»,
αυτό είναι το νόημα του συλλογισμού· δεν είναι έτσι; αλλ' ή κατ' ανάγκην εκείνος
που ομιλεί θα λέγη αλήθειαν, ή δεν θα ομιλή; — Αυτό είναι, απήντησεν ο
Διονυσόδωρος. — Θέλουν να ειπούν με αυτό, ότι είναι αδύνατον κανείς να είπη
ψεύματα, ημπορεί όμως να έχη ψευδείς δοξασίας; — Όχι, ούτε ψευδείς δοξασίας, μου
απήντησεν. — Ώστε δεν υπάρχει καθόλου ούτε ψευδής δοξασία; — Όχι, — Ούτε αμάθεια
επομένως, ούτε αμαθείς άνθρωποι· διότι τ' άλλο παρά τούτο, αν υπήρχε, θα ήτο η
αμάθεια, να μην έχη κανείς ορθάς ιδέας περί των πραγμάτων; — Βεβαιότατα. — Αλλ'
αυτό δεν γίνεται, είπα εγώ. — Όχι βέβαια. — Το λέγεις έτσι αυτό, Διονυσόδωρε,
απλώς διά να γίνεται λόγος και να μας εκπλήξης με αυτήν την παραδοξολογίαν, ή
πραγματικώς το πιστεύεις πως δεν υπάρχει κανείς αμαθής εις τον κόσμον; — Αλλ'
απόδειξέ μας συ το εναντίον. — Αλλά είναι δυνατόν να γίνη αυτό, κατά τον λόγον
σου, να αναιρέση κανείς έναν άλλον, αφού κανένας δεν λέγει ψεύματα; — Όχι, δεν
είναι δυνατόν, είπεν ο Ευθύδημος — Αλλά μήπως σου εζήτησα εγώ, επανέλαβεν ο
Διονυσόδωρος, να αναιρέσης τον ισχυρισμόν μου; διότι ένα πράγμα που δεν υπάρχει,
πως είναι δυνατόν κανείς να το ζητήση; — Ω Ευθύδημε, είπα εγώ, δεν εννοώ ακόμη
κατά βάθος όλα αυτά ωραία και σοφά πράγματα· κάτι όμως άρχισα αμυδρώς να
καταλαμβάνω. Ίσως θα σου κάμω μίαν ερώτησιν κάπως ολίγον ανόητον, και σε
παρακαλώ να μου συμπαθήσης· κοίταξε λοιπόν: αφού δεν είναι δυνατόν κανείς να
απατάται, ούτε να έχη ψευδείς δοξασίας, ούτε να είναι αμαθής, ούτε επομένως και
να διαπράξη κανένα σφάλμα δεν είναι δυνατόν, όταν κάμνη κάτι τι; αυτό δεν
ισχυρίζεσθε; — Αυτό ακριβώς, μου απήντησε. — Ιδού λοιπόν τώρα η ανόητος η
ερώτησις, που ήθελα να σας κάμω: αφού δεν είναι δυνατόν να σφάλλωμεν, ούτε εις
τας πράξεις μας, ούτε εις τους λόγους μας, ούτε εις τας σκέψεις μας. εσείς,
νάχετε καλό! αφού είναι έτσι, τι ήλθετε τότε να διδάξετε εδώ; ή δεν μας
εβεβαιώσετε προ ολίγου ότι είσθε εις θέσιν καλύτερα από τον καθένα να διδάξετε
την αρετήν εις όλους εκείνους που ήθελαν να την μάθουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και τόσον λοιπόν κρονόληρος κατήντησες,
Σωκράτη, είπεν ο Διονυσόδωρος, ώστε να έρχεσαι να μας επαναλαμβάνης τώρα εκείνα
που είπαμεν εις την αρχήν; και αν είπα τίποτα πέρυσι θα το ενθυμηθής τώρα, με
αυτά όμως που σου λέγω αυτήν την στιγμήν δεν ηξεύρεις τι να κάμης; — Διότι, είπα
εγώ, είναι πολύ δύσκολα· και φυσικά, αφού τα λέγουν άνθρωποι τόσον σοφοί· και
αυτό που είπες τώρα τελευταία είναι όχι ολιγώτερον δύσκολον, και πράγματι δεν
ηξεύρω τι να κάμω· διότι τι θέλεις να είπης με αυτό το: &δεν ηξεύρεις τι να
κάμης&, που μου λέγεις, Διονυσόδωρε; ότι δηλαδή δεν ημπορώ να αναιρέσω τα
επιχειρήματά σου; διότι, ειπέ μου, τι άλλο εννοεί αυτή η φράσις σου: &δεν
ηξεύρεις τι να κάμης& με τον λόγον μου; — Ακριβώς αυτό που λέγεις, πως είναι
πολύ δύσκολον να κάμης τίποτε· διότι, έλα να σ' ερωτήσω. — Πριν να μου απαντήσης
εσύ, Διονυσόδωρε; — Πώς, δεν θέλεις να αποκριθής λοιπόν; — Μα είναι δίκαιον
αυτό; — Και βέβαια είναι. — Και για ποιο λόγο; ή επειδή ίσως μας ήλθες εδώ
πράγματι σοφώτατος εις την τέχνην των λόγων και γνωρίζεις πότε πρέπει να
αποκρίνεται κανείς και πότε δεν πρέπει; έτσι και τώρα δεν θα απαντήσης ουδέ
λέξιν, επειδή γνωρίζεις ίσως ότι δεν πρέπει; — Εξακολουθείς να φλυαρής, βλέπω,
και ξεχνάς να αποκριθής· μα έλα, καλέ μου, κάμε αυτό που σου λέγω, και απάντησέ
μου, αφού το ομολογείς πως είμαι σοφός. — Ας υπακούσω λοιπόν, αφού είναι ανάγκη,
καθώς φαίνεται· εσύ είσαι ο κύριος, λοιπόν εις τας διαταγάς σου, ερώτα με. —
Λέγε μου, εκείνα που εννοούν είναι όσα έχουν ψυχήν, ή εννοούν και τα άψυχα; —
Όχι, εκείνα που έχουν ψυχήν μόνον. — Και μήπως ηξεύρεις κανένα λόγον, καμμίαν
φράσιν, που να έχη ψυχήν; — Όχι, μα την αλήθειαν. — Πώς λοιπόν με ηρώτησες προ
ολίγου: τι εννοεί η φράσις σου; — Τι άλλο, παρά θα έκαμα αυτό το λάθος, καθώς
φαίνεται, από βλακείαν μου· ή μήπως δεν έκαμα λάθος, αλλά είναι και αυτό σωστόν,
που είπα πως εννούν και οι λόγοι; τι λέγεις και συ, έκαμα λάθος ή όχι; διότι αν
δεν έκαμα, ουδέ συ θα με εξελέγξης, με όλην σου την σοφίαν, ούτε θα ημπορέσης να
κάμης τίποτε με αυτό που είπα· αν δε έκαμα λάθος, ουδέ τότε πάλιν θα έχης
δίκαιον, αφού υπεστήριξες ότι δεν είναι δυνατόν κανείς να απατηθή· και δεν θα
ειπής βέβαια τώρα, ότι με αυτά που λέγω, αναφέρομαι εις πράγματα που έλεγες
πέρυσι· αλλά μου φαίνεται, Διονυσόδωρε και Ευθύδημε, ότι αυτός ο λόγος μένει
πάντοτε εις την θέσιν του, και ότι, όπως και άλλοτε, έτσι και τώρα, ενώ ρίπτει
καταγής τους άλλους, πίπτει όμως και ο ίδιος· και αυτή δε η τέχνη σας δεν έχει
εύρη ακόμη τρόπον, ώστε να μη συμβαίνη αυτό, αν και είναι τόσον πράγματι
θαυμαστή διά την λεπτολογίαν της.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επάνω εις αυτά λέγει τότε και ο Κτήσιππος: —
Αι, φίλοι μας από τους Θουρίους ή από την Χίον, ή και απ' όπου αλλού σας αρέσει
να είσθε και να σας λέγουν, θαυμάσια είναι αλήθεια αυτά που λέγετε, και δεν σας
μέλλει, βλέπω, να παραμιλήτε ξυπνοί!</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά εγώ φοβούμενος μήπως το πράγμα καταντήση
εις πειράγματα και ύβρεις, επροσπάθησα πάλιν να καταπραΰνω τον Κτήσιππον και του
είπα: — Σου επαναμβάνω πάλιν, Κτήσιππε, και σένα αυτά που έλεγα πριν και του
Κλεινία· ότι δεν γνωρίζεις ακόμη την θαυμαστήν σοφίαν των ξένων μας· δεν θέλουν
όμως να μας την επιδείξουν εις τα σοβαρά, αλλά μιμούνται τον Πρωτέα, τον
Αιγύπτιον σοφιστήν, και μας απατούν με διαφόρους γοητείας. Ας μιμηθώμεν λοιπόν
και ημείς τον Μενέλαον, και ας μη ξεκολλήσωμεν από πάνω των, πριν να μας δείξουν
την επιστήμην των υπό την σοβαράν της όψιν· διότι είμαι πεπεισμένος ότι έχουν να
μας παρουσιάσουν κάτι τι το εξαιρετικώς ωραίον, όταν άπαξ αποφασίσουν να
σπουδαιολογήσουν· αλλά εμπρός! Έλα να τους κάμωμεν παρακλήσεις, εξορκισμούς,
δεήσεις, διά να μας εμφανισθούν υπό την αληθινήν των μορφήν. Εγώ μάλιστα θέλω
πάλιν προηγουμένως να τους εξηγήσω υπό ποίαν μορφήν τους ικετεύω να μου
εμφανισθούν· και προς τούτο θα αναλάβω τον λόγον μου, από εκεί που τον είχα
διακόψη πριν, και θα προσπαθήσω όσον ημπορώ καλύτερα να εκθέσω και το υπόλοιπον·
ίσως τοιουτοτρόπως κατορθώσω να κλονίσω την απόφασίν των, και να με ελεήσουν και
με λυπηθούν που με τόσον έντονον προσπάθειαν ζητώ να σπουδαιολογήσωμεν, και
[[να]] σπουδαιολογήσουν επί τέλους και αυτοί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έλα λοιπόν τώρα εσύ, Κλεινία, και θύμησέ μου
που είχαμεν αφήση τότε τον λόγον μας· αν καλώς εγώ ενθυμούμαι κάπου εκεί νομίζω;
είχαμεν μείνη σύμφωνοι εις το τέλος, ότι πρέπει να επιδοθώμεν εις την
φιλοσοφίαν· δεν είναι έτσι; — Μάλιστα, απεκρίθη ο Κλεινίας. — Η δε φιλοσοφία δεν
είναι η απόκτησις επιστήμης; — Βεβαίως. — Αλλά ποία να είναι, αρά γε η επιστήμη,
που αξίζει να αποκτήσωμεν; δεν είναι τάχα εκείνη απλώς, που θα μας ωφελήση; —
Αυτή ακριβώς. — Αν λοιπόν εγνωρίζαμεν έξαφνα να ευρίσκωμεν διατρέχοντες την γην,
τα μέρη όπου υπάρχει περισσότερος χρυσός κεκρυμμένος, αυτή η γνώσις θα μας
ωφελούσε τάχα; — Ίσως, μου απήντησε, — Αλλά είχαμεν αποδείξη πριν, ότι θα μας
ήτο όλως διόλου ανωφελές και αν ακόμη, χωρίς κανένα κόπον και χωρίς να σκάπτωμεν
την γην, ηθέλαμεν αποκτήση όλον τον χρυσόν του κόσμου· ώστε ούτε αν ηξεύραμεν να
μεταβάλλωμεν τους λίθους εις χρυσόν, θα είχε καμμίαν αξίαν δι' ημάς αυτή η
γνώσις· διότι αν δεν θα εγνωρίζαμεν να κάμνωμεν και χρήσιν αυτού, απεδείχθη ότι
καμμίαν ωφέλειαν δεν θα είχε το πράγμα· ή δεν το ενθυμείσαι; — Πολύ καλά το
ενθυμούμαι, — Ούτε λοιπόν, καθώς φαίνεται, καμμία άλλη επιστήμη ημπορεί να μας
ωφελήση εις τίποτε, ούτε η οικονομολογική, ούτε η ιατρική, ούτε κάθε άλλη, εάν
είναι απλώς ικανή να κάμνη μόνον κάτι, όχι όμως και να διδάσκη την χρήσιν
εκείνου που κάμνει· δεν είναι έτσι; — Σύμφωνος. — Και αν ακόμη υπήρχε μία
επιστήμη, που να ημπορούσε να κάμνη τους ανθρώπους αθανάτους, χωρίς όμως και να
τους διδάσκη συγχρόνως την χρήσιν της αθανασίας, ουδέ από αυτήν θα είχαμεν
καμμίαν ωφέλειαν συμφώνως με την αρχήν που παρεδέχθημεν. — Συμμερίζομαι απολύτως
την ιδέαν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ώστε λοιπόν, ωραίε μου φίλε, έχομεν ανάγκην
από μίαν τοιαύτην επιστήμην, η οποία να συνδυάση συγχρόνως και τας δύο αυτάς
ιδιότητας: και να γνωρίζη να κάμνη κάτι τι, και να γνωρίζη την χρήσιν εκείνου
που κάμνει. — Είναι προφανές. — Δεν μας χρειάζεται λοιπόν διόλου, καθώς
φαίνεται, να είμεθα περίφημοι κιθαροποιοί και να γίνωμεν κάτοχοι αυτής της
τέχνης· διότι εδώ η τέχνη που κατασκευάζει και η τέχνη που μεταχειρίζεται είναι
όλως διόλου χωριστά πράγματα, και ενώ πρόκειται περί του αυτού αντικειμένου,
διαφέρουν καθ' ολοκληρίαν· διότι δεν διαφέρουν πράγματι τελείως η κιθαροποιητική
τέχνη και η κιθαριστική μεταξύ των; — Βεβαιότατα. — Ούτε και η αυλοποιητική
βέβαια μας χρειάζεται περισσότερον, διότι το ίδιον συμβαίνει και με αυτήν. —
Σύμφωνος. — Αλλά, προς θεού! μήπως τάχα αν μάθωμεν την λογοποιητικήν τέχνην, να
είναι, λέγεις, αυτή που πρέπει ν' αποκτήσωμεν διά να γίνωμεν ευτυχείς; Δεν το
πιστεύω εγώ, μου απεκρίθη ο Κλεινίας. — Και που στηρίζεσαι, παρακαλώ, διά να το
λέγης αυτό; — Διότι βλέπω αυτούς τους λογοποιούς, που συνθέτουν τους λόγους, πως
δεν ημπορούν να μεταχειρισθούν τους λόγους των, που κάμνουν οι ίδιοι,
απαράλλακτα όπως και οι κιθαροποιοί τα όργανα που κατασκευάζουν· αλλά και εδώ
άλλοι είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν και ημπορούν να μεταχειρίζωνται, όσα
κατεσκεύασαν εκείνοι, χωρίς να είναι εις θέσιν οι ίδιοι να συνθέσουν ένα λόγον·
είναι λοιπόν φανερόν, ότι και περί λόγων προκειμένου, άλλη είναι η τέχνη που
τους κάμνει, και άλλη που τους μεταχειρίζεται. — Αρκετά πειστική μου φαίνεται η
απόδειξις που έδωσες, ότι δεν είναι και αυτή η τέχνη των λογοποιών εκείνη, της
οποίας η απόκτησις θα ημπορούσε να μας κάμη ευτυχείς· και μολαταύτα εγώ
εφανταζόμουν πως κάπου εδώ θα ευρίσκαμεν την επιστήμην, που ζητούμεν τόσην ώραν·
διότι, να σου ειπώ την αλήθεια, κάθε φορά που τύχη να ευρεθώ με αυτούς τους
λογοποιούς, μου κάμνουν την εντύπωσιν ανθρώπων σοφωτάτων, και αυτή δε η τέχνη
των μου φαίνεται θεία και υψηλή· και αυτό δεν με παραξενεύει· διότι αποτελεί
πράγματι μέρος της τέχνης των εξορκιστών, και ολίγον μόνον είναι κατωτέρα από
αυτήν· και η μεν τέχνη των εξορκιστών γητεύει τα φείδια και τα σφαλάγγια και
τους σκορπιούς και άλλα φαρμακερά ζώα και ασθενείας, των δε λογοποιών
καταπραΰνει και γητεύει, ούτως ειπείν, τους δικαστάς και τους βουλευτάς και κάθε
είδους συναθροίσεις των πολλών· ή μήπως έχεις τίποτε διαφορετικήν ιδέαν εσύ; —
Όχι, είμαι τελείως σύμφωνος μαζί σου. — Πού λοιπόν, είπα εγώ, να στραφώμεν πλέον
και εις ποίαν τέχνην να απευθυνθώμεν; — Όσον δι' εμένα δεν βλέπω τίποτε, μου
απήντησε. — Εγώ όμως νομίζω πως το ευρήκα. — ποια είναι; ηρώτησεν ο Κλεινίας. —
Η στρατηγική τέχνη μου φαίνεται ότι είναι παρά κάθε άλλην εκείνη, της οποίας η
απόκτησις θα κάμη τον άνθρωπον ευτυχή — Δεν το παραδέχομαι εγώ αυτό. — Και
διατί, παρακαλώ; — Μα αυτή είναι απλώς ένα κυνήγι ανθρώπων. — Αι λοιπόν; — Κάθε
κυνήγι, μου απεκρίθη, τίποτε περισσότερον δεν κάμνει παρά να κυνηγά και να πιάνη
το θήραμα· αφού όμως πιάσουν εκείνο που κυνηγήσουν, δεν είναι εις θέσιν να το
κάμουν τίποτε, αλλά οι μεν κυνηγοί και οι ψαράδες το παραδίδουν εις τους
μαγείρου ς· οι δε γεωμέτραι πάλιν και οι αστρονόμοι και οι μαθηματικοί διότι και
αυτοί επίσης είναι κυνηγοί, αφού δεν κάμνουν αυτοί τα γεωμετρικά σχήματα, αλλά
υπάρχουν ήδη αυτά και απλώς μόνον τα ανευρίσκουν — επειδή λοιπόν δεν γνωρίζουν
να χρησιμοποιήσουν τας ανακαλύψεις των, τας παραδίδουν, όσοι τουλάχιστον απ'
αυτούς δεν είναι τελείως ανόητοι, εις τους διαλεκτικούς, διά να κάμουν εκείνοι
την προσήκουσαν χρήσιν. — Έστω, σοφώτατε και ωραιότατε Κλεινία, έτσι λοιπόν λες
νάναι; — Βεβαιότατα, μου απεκρίθη· και οι στρατηγοί επίσης, κατά τον ίδιον και
απαράλλακτον τρόπον, όταν κυριεύσουν καμμίαν πόλιν ή κανένα στρατόπεδον, το
παραδίδουν εις τους πολιτικούς· διότι αυτοί δεν ηξεύρουν πως να κάμουν με αυτά
που εκυρίευσαν· ακριβώς όπως οι κυνηγοί που πιάνουν τα ορτύκια τα παραδίδουν εις
τους ορτυκοτρόφους. Εάν λοιπόν εμείς χρειαζώμεθα εκείνην την τέχνην, που είναι
εις θέσιν και να μεταχειρίζεται όσα κατασκευάζει ή όσα οπωσδήποτε αποκτά, και η
τοιαύτη τέχνη μόνον είναι που θα μας κάμη ευτυχείς, άλλην καμμίαν τότε βέβαια
πρέπει να ζητήσωμεν αντί της στρατηγικής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Τι μου λες εκεί, Σωκράτη; αλήθεια τα
είπεν αυτά εκείνο το παιδάριον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τι; δεν το πιστεύεις. Κρίτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Όχι, μα τον θεόν, δεν το πιστεύω·
διότι, αν πραγματικώς τα είπεν αυτά, τότε σου λέγω ότι δεν έχει ανάγκην ούτε τον
Ευθύδημον ούτε κανένα άλλον άνθρωπον να πάρη δάσκαλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τότε, λοιπόν στο θεό σου! μήπως ήτανε
τάχα ο Κτήσιππος που τα είπε αυτά και εγώ δεν το ενθυμούμαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Ποιος Κτήσιππος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τουλάχιστον, αυτό το γνωρίζω καλά,
πως δεν ήτο ούτε ο Ευθύδημος ούτε ο Διονυσόδωρος που τα είπε· αλλά, ευλογημένε
μου Κρίτων, μήπως λες να ήτανε παρόν κανένα από τα υπέρτερα όντα και τα είπε
εκείνα τα λόγια; διότι, ότι τα ήκουσα, αυτό τουλάχιστον είμαι απολύτως
βέβαιος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Ναι, μα την αλήθεια, Σωκράτη· κάποιο
πράγματι υπέρτερον πνεύμα, μου φαίνεται, πως θα ήτανε, και πολύ μάλιστα
υπέρτερον. Αλλά λέγε μου τώρα, εζητήσατε καμμίαν άλλην τέχνην κατόπιν; και την
ευρήκετε επί τέλους, ή δεν την ευρήκετε εκείνην που εζητούσετε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Πού βρήκαμε, φίλε μου! καταντήσαμεν
αλήθεια γελοίοι, σαν τα παιδιά που κυνηγούν τους κορυδαλούς· κάθε φορά που
επιστεύαμε πως, να! θα την πιάσωμε πλέον την επιστήμην, εκείνη πάντα και μας
έφευγε από μέσ' απ' τα χέρια μας. Μα τι να κάθωμαι τώρα να σου τα πολυλογώ και
να σου τα αναφέρω όλα; αλλά όταν τέλος εφθάσαμεν εις την τέχνην του βασιλεύειν,
και εξετάζαμεν, αν είναι αυτή που παρέχει και εξασφαλίζει την ευδαιμονίαν εις
τους ανθρώπους, τότε δα είναι που είδαμεν πως επέσαμεν εις λαβύρινθον και, ενώ
ενομίζαμεν πως ευρισκόμεθα εις το τέλος, αναγκασθήκαμε να γυρίσωμεν εις τα
βήματά μας και να ευρεθώμεν εις την αρχήν των ερευνών μας, τόσον σοφοί, όσον
ήμεθα και ότε επελήφθημεν το πρώτον της συζητήσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Και πώς σας συνέβη αυτό,
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Θα σου το ειπώ· κατελήξαμεν εις το
συμπέρασμα ότι η πολιτική και η τέχνη του βασιλεύειν είναι το ίδιον
πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Και λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Εις αυτήν την τέχνην, εσκέφθημεν, και
η στρατηγική και όλαι αι άλλαι παραδίδουν να κυβερνά όσα ήθελον αποκτήση αι
ίδιαι, διότι είναι η μόνη που γνωρίζει να κάμνη χρήσιν αυτών. Παρεδέχθημεν
λοιπόν ότι αυτή θα είναι προφανώς η επιστήμη που ζητούμεν και η αιτία της
αληθούς ευδαιμονίας της πολιτείας και ότι, με μίαν λέξιν, κατά τον στίχον του
Αισχύλου, {3} αυτή μόνη κάθηται εις την πρύμνην της πόλεως με το πηδάλιον εις
τας χείρας και διευθύνει και κυβερνά το παν προς κοινήν όλων ωφέλειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Και δεν ήτο τάχα ορθή η ιδέα σας,
Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Θα το κρίνης μόνος σου, Κρίτων, αν
έχης την υπομονήν να ακούσης και τι επηκολούθησε κατόπιν· διότι επήραμεν πάλιν
να εξετάσωμεν το ζήτημα και κατ' αυτόν τον τρόπον: Έλα να ιδούμεν, είπαμεν, αυτή
η τέχνη του βασιλεύειν, εις την οποίαν τα πάντα υπόκεινται, κάμνει κάποιο έργον;
ή δεν κάμνει κανένα; Δίχως άλλο θα κάμνη, είπαμεν εμείς μεταξύ μας. Και συ δεν
θα έλεγες το ίδιον, Κρίτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Ποίον λοιπόν θα έλεγες πως είναι το
έργον της; όπως έξαφνα, εάν σε ερωτούσα, ποίον είναι το έργον, το οποίον παρέχει
η ιατρική εξασκούσα την δικαιοδοσίαν της, εκεί όπου την εξασκεί; δεν θα μου
απαντούσες την υγιείαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τι δε; και η ιδική σου τέχνη, η
γεωργική, εις την δικαιοδοσίαν της, ποίον έργον κάμνει; δεν θα μου απαντούσες,
ότι εξάγει από την γην την τροφήν μας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Λοιπόν, η βασιλική τέχνη εξασκούσα
την δικαιοδοσίαν της, εκεί όπου την εξασκεί, τι κάμνει; ίσως να εδυσκολεύεσο
ολίγον να απαντήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Το ομολογώ πράγματι, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Και ημείς το ίδιον, Κρίτων· αλλ' αυτό
τουλάχιστον το γνωρίζεις, ότι, αν είναι η επιστήμη που ζητούμεν, πρέπει κατ'
ανάγκην να είναι ωφέλιμος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρίτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν πρέπει λοιπόν να μας παρέχη κάποιο
αγαθόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρίτων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ανάγκη πάσα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Αλλά το αγαθόν, παρεδέχθημεν εγώ και
ο Κλεινίας, δεν είναι άλλο παρά μία κάποια επιστήμη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Ναι, έτσι μου είπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Αλλά είχομεν εύρη, ότι όλα μεν τα
άλλα που θα ημπορούσαμεν να θεωρήσωμεν έργα της πολιτικής — και τοιαύτα είναι
πολλά, παραδείγματος χάριν να κάμνη πλουσίους τους πολίτας, να τους παρέχη την
ελευθερίαν, να τους εξασφαλίζη από τας στάσεις — όλα αυτά δεν είναι ούτε κακά
ούτε καλά, αλλ' ότι έπρεπε να τους κάμη σοφούς και κατόχους της επιστήμης, εάν
επρόκειτο να είναι εκείνη που θα μας ήτο ωφέλιμος και θα μας έκαμνεν
ευτυχείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Αυτό είναι· τουλάχιστον μου έλεγες προ
ολίγου ότι έτσι το παραδεχθήκατε πως πρέπει να είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Α! λοιπόν τώρα· η τέχνη η βασιλική
κάμνει αρά γε τους ανθρώπους σοφούς και καλούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Τι θα την ημπόδιζε, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Αλλά τους κάμνει αρά γε όλους καλούς
και εις όλα; και αυτή είναι που τους μανθάνει όλας τας επιστήμας, την
υποδηματοποιίαν, την ξυλουργικήν και τας άλλας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Δεν το πιστεύω, Σωκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Ποίαν λοιπόν τότε επιστήμην; και εις
τι θα μας χρησιμεύη αύτη; διότι πρέπει να μην κάμνη τίποτε από εκείνα, που δεν
είναι ούτε καλά ούτε κακά, να μας κάμνη δε κοινωνούς όχι καμμιάς άλλης
επιστήμης, παρά του εαυτού της. Ας είπωμεν λοιπόν τώρα, ποία να είναι αυτή, και
τι θα μας χρησιμεύη να κάμνωμεν. Θέλεις να ειπούμεν, Κρίτων, ότι θα είναι μία
επιστήμη, με την οποίαν θα κάμνωμεν τους άλλους καλούς ανθρώπους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Και βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Αλλά εις τι θα είναι καλοί, και εις
τι χρήσιμοι; ή θα ειπούμεν πάλιν εις το να κάμνουν άλλους καλούς, και οι άλλοι
εκείνοι άλλους και ούτω καθεξής; εις τι όμως θα είναι καλοί πουθενά δεν θα
ιδούμεν, αφού δεν δίδομεν καμμίαν σημασίαν εις αυτά που θεωρούνται ως έργα της
πολιτικής, και τοιουτοτρόπως κινδυνεύομεν να γυρίζωμεν διαρκώς μέσα εις τον
αυτόν φαύλον κύκλον, και, όπως έλεγα πριν, απέχομεν εξ ίσου, ή και μάλιστα ακόμη
περισσότερον παρά ποτέ, από το να εύρωμεν την επιστήμην εκείνην που θα μας κάμη
ευτυχείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Μα τον θεόν, Σωκράτη, περιήλθετε, καθώς
φαίνεται, εις μεγάλην απορίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Πραγματικώς, Κρίτων, επειδή και εγώ
το έβλεπα πως επέσαμεν εις αυτό το αδιέξοδον, ήρχισα πάλιν να ικετεύω τους
ξένους ως Διοσκούρους και να επικαλούμαι με όλην την δύναμιν της φωνής μου, την
βοήθειάν των, διά να μας σώσουν, εμένα και τον νεαρόν φίλον μας, από αυτήν την
τρικυμίαν του λόγου, να πάρουν επί τέλους το πράγμα εις τα σοβαρά, και σοβαρά να
μας διδάξουν, ποία είναι εκείνη η επιστήμη, που έχομεν ανάγκην διά να διέλθωμεν
ευτυχείς το υπόλοιπον της ζωής μας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Αι λοιπόν; κατεδέχθη τέλος ο Ευθύδημος
να ικανοποιήση την επιθυμίαν σας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Πώς όχι; και ήρχισε μάλιστα, φίλε
μου, με ένα ύφος πολύ υπερήφανον ως εξής:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Θέλεις, μου είπε, Σωκράτη, να σου διδάξω
αυτήν την επιστήμην, που τόσον σας βασανίζει να την ευρήτε, ή θέλεις να σου
αποδείξω ότι την κατέχεις ήδη; — Ω μακάριε Ευθύδημε, του είπα, είναι αλήθεια στο
χέρι σου να το κάμης αυτό; Απολύτως, μου απεκρίθη. — Μα τον Δία! απόδειξέ μου
λοιπόν ότι την κατέχω· διότι αυτό είναι πολύ ευκολώτερον, παρά να κάθομαι τώρα
να μαθαίνω εις αυτήν την ηλικίαν που ευρίσκομαι. — Έλα λοιπόν να μου απαντήσης
εις αυτό που θα σε ερωτήσω· είναι τίποτε που να το γνωρίζης; Βεβαίως, του
απήντησα, και πολλά πράγματα μάλιστα, αλλά ασήμαντα οπωσδήποτε. — Αυτό αρκεί,
μου είπε· λοιπόν φρονείς τώρα, ότι μεταξύ των πραγμάτων, που υπάρχουν,
ευρίσκεται κανένα, που να μην είναι εκείνο που είναι; — Όχι μα την αλήθειαν,
αυτό δεν είναι δυνατόν. — Δεν είπες όμως ότι εσύ γνωρίζεις κάτι τι; — Μάλιστα. —
Λοιπόν αφού γνωρίζεις, θα ειπή πως είσαι επιστήμων. — Μάλιστα, αυτού δηλαδή του
πράγματος που γνωρίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αυτό δεν έχει να κάμη· αφού είσαι επιστήμων,
δεν είναι ανάγκη να γνωρίζης τα πάντα; — Όχι, μα τον Δία, αφού αγνοώ τόσα άλλα
πράγματα. — Αι λοιπόν, εάν είναι κάτι που να μην το γνωρίζης, θα ειπή πως δεν
είσαι επιστήμων. — Εκείνου που δεν γνωρίζω, φίλε μου. — Μήπως τάχα με αυτό θα
είσαι ολιγώτερον ανεπιστήμων; και μολαταύτα προ ολίγου μας εβεβαίωσες ότι είσαι
επιστήμων, και τοιουτοτρόπως ευρίσκεται, συγχρόνως και υπό την αυτήν έποψιν, ότι
είσαι εκείνο που είσαι, και πάλιν ότι δεν είσαι. — Πάει καλά, Ευθύδημε, και
χρυσά είναι τα λόγια σου· πως λοιπόν κατέχω εκείνην την επιστήμην, που
εζητούσαμεν; επειδή φυσικά, καθώς μας εδίδαξες, είναι αδύνατον το ίδιον πράγμα
να είναι συγχρόνως και να μην είναι· ούτως ώστε, εάν γνωρίζω ένα πράγμα, τα
γνωρίζω όλα· διότι δεν ημπορεί να είμαι επιστήμων συγχρόνως και ανεπιστήμων αφού
δε τα γνωρίζω όλα, κατέχω επομένως και εκείνην την επιστήμην· αυτός είναι ο
συλλογισμός που κάνεις, και αυτή είναι η σοφία που ανεκάλυψες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εσύ μόνος σου ανασκευάζεις, Σωκράτη, τον
εαυτόν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλά, ω Ευθύδημε, του είπα, μήπως και συ δεν
παθαίνεις αυτό το ίδιον πάθημα; όσο για μένα ποτέ δεν θα ημπορούσα να
αγανακτήσω, αν συνέβαινε να πάθω οτιδήποτε από κοινού μαζί σου και μαζί με τον
Διονυσόδωρον αυτόν, τον αγαπημένον μου φίλον· λέγε μου λοιπόν, και σεις, δεν
υπάρχουν πράγματα που τα γνωρίζετε, και άλλα που δεν τα γνωρίζετε: Κάθε άλλο,
μου απεκρίθη ο Διονυσόδωρος. — Πώς λέγετε; είπα εγώ· δεν γνωρίζετε λοιπόν
τίποτε; — Απεναντίας, μου απεκρίθη. — Τότε λοιπόν τα γνωρίζετε όλα. αφού
γνωρίζετε κάτι. Όλα μάλιστα, επίσης δε και συ, αν γνωρίζης ένα μόνον πράγμα, τα
γνωρίζεις όλα. — Ω θεέ μου, ανέκραξα, ποίον θαύμα και ποίος ανεκτίμητος θησαυρός
μας απεκαλύφθη! μήπως αρά γε και όλοι οι άλλοι άνθρωποι τα γνωρίζουν όλα, ή δεν
ηξεύρουν τίποτε: — Δεν ημπορεί, φυσικά, άλλα μεν να γνωρίζουν, άλλα δε να μη
γνωρίζουν και να είναι συγχρόνως σοφοί και άσοφοι. Αλλά τι λοιπόν; τον ηρώτησα.
— Όλοι τα γνωρίζουν όλα, εφόσον γνωρίζουν και ένα μόνον πράγμα. — Δόξα νάχη ο
θεός! τώρα το βλέπω, Διονυσόδωρε, πως ομιλείτε επί τέλους εις τα σοβαρά, και
εισηκούσθησαν τέλος πάντων αι παρακλήσεις μου· αλήθεια λοιπόν τα γνωρίζετε όλα
εσείς; την ξυλουργικήν παραδείγματος χάριν, την βυρσοδεψικήν; — Μάλιστα, μου
απεκρίθη. Μήπως ηξεύρετε και να ράπτετε υποδήματα; — Ναι, βέβαια και να κόπτωμεν
ακόμη και πάτους. Μήπως γνωρίζετε και τα τέτοια, πόσος είναι ο αριθμός των
άστρων και των κόκκων της άμμου; Και βεβαίως, μου είπε· ή τάχα πιστεύεις πως θα
το αρνηθώμεν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επάνω εις αυτά λαμβάνει τον λόγον ο Κτήσιππος
και λέγει: — Στο θεό σου, Διονυσόδωρε, δόσετέ μας μίαν απόδειξιν, που να
πιστεύσω πως λέγετε την αλήθειαν. Τι απόδειξιν θέλεις; — Γνωρίζεις εσύ πόσα
δόντια έχει ο Ευθύδημος, και ο Ευθύδημος πόσα έχεις εσύ; — Δεν σου αρκεί που
ήκουσες ότι τα γνωρίζομεν όλα; του απεκρίθη. Άφησέ τα αυτά, και απαντήσατε αυτήν
μόνον πλέον την φοράν, διά να μας αποδείξετε πως λέγετε την αλήθειαν· και αν
ειπήτε καθένας σας πόσα δόντια έχει ο άλλος και βρεθούν σωστά, αφού τα
μετρήσωμεν, τότε πλέον θα σας πιστεύσωμεν και εις όλα τα άλλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκείνοι, επειδή έβλεπαν πως τους κορόιδευε,
δεν απαντούσαν εις το κάθε τι που τους ερωτούσε ο Κτήσιππος. αλλά γενικώς
επανελάμβανον ότι όλα τα γνωρίζουν διότι απροκαλύπτως πλέον ο Κτήσιππος δεν
άφησε τίποτε που να μην τους ερωτά, και τα πλέον γελοία ακόμη πράγματα, αν τα
γνωρίζουν· εκείνοι δε με ακλόνητον γενναιότητα αντιμετώπιζαν όλας τας ερωτήσεις,
διαβεβαιούντες ότι τα γνωρίζουν, όπως οι κάπροι που πέφτουν μόνοι των επάνω εις
τον σίδηρον που τους πληγώνει· ούτως ώστε και εμένα επί τέλους με ώθησεν η
απιστία μου να ερωτήσω τον Ευθύδημον, εάν γνωρίζη και να χορεύη ο Διονυσόδωρος.
— Μάλιστα, μου απεκρίθη εκείνος. — Όχι όμως βέβαια και να γέρνη τούμπες μέσα σε
στημένα μαχαίρια, και να κάμνη τον τροχόν εις την ηλικίαν που ευρίσκεται· ή και
μέχρις αυτού του σημείου φθάνει η ικανότης του; — Τίποτε δεν είναι που να μην το
γνωρίζη. — Και τα γνωρίζετε όλα τώρα μόνον, ή από πάντα; — Από πάντα, μου
απήντησε. — Και όταν ήσαστε παιδιά, και ευθύς που γεννηθήκετε τα ηξεύρετε όλα; —
Όλα απήντησαν και οι δύο μαζί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το πράγμα μας εφαίνετο όλως διόλου απίστευτον
ο δε Ευθύδημος απευθυνόμενος προς εμέ· — Τι; δεν το πιστεύεις, μου είπε,
Σωκράτη; — Δεν πιστεύω παρά ένα πράγμα, του είπα, ότι πράγματι πρέπει να είσθε
πολύ σοφοί. — Αλλ' αν θέλης να μου απαντάς, θα σου αποδείξω πως παραδέχεσαι και
συ αυτά που σου φαίνονται τόσον θαυμαστά. — Ω! απεκρίθην, αυτός ο έλεγχος θα ήτο
πολύ ευχάριστος· διότι, εάν ήμουν ως τώρα σοφός χωρίς να το έχω είδησιν, και μου
αποδείξης εσύ ότι όλα τα γνωρίζω και από πάντα, τι πολυτιμότερον εύρημα θα
ημπορούσα να εύρω εις όλην μου την ζωήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Απάντα μου λοιπόν. — Ερώτα με και θα σου
απαντώ. — Είσαι αρά γε, Σωκράτη, επιστήμων πράγματός τινος, ή δεν είσαι; — Ε,
είμαι. — Και με εκείνο το πράγμα που σε κάμνει να είσαι επιστήμων, με αυτό το
ίδιον γνωρίζεις ό,τι γνωρίζεις, ή με τίποτε άλλο; — Με εκείνο που με κάμνει να
είμαι επιστήμων διότι υποθέτω ότι εννοείς την ψυχήν· ή δεν θέλεις να πης αυτό; —
Δεν εντρέπεσαι, Σωκράτη, να ερωτάς ενώ σε ερωτούν; — Πολύ καλά· μα τι θέλεις να
κάμω; είμαι έτοιμος, όπως με προστάξεις· όταν με ρωτάς κάτι τι, που δεν
καταλαβαίνω, απαιτείς μολαταύτα να αποκρίνωμαι, χωρίς να σου ζητώ επεξηγήσεις·
αι; — Φαντάζεσαι όμως βέβαια πως πάντα κάτι θέλει να πη εκείνο που σε ερωτώ. —
Μάλιστα. Ε, εις αυτό λοιπόν που φαντάζεσαι, να απαντάς. Ναι, μα αν εσύ έχης άλλο
πράγμα εις τον νουν σου, όταν με ερωτάς, κ' εγώ το πάρω αλλιώς και σου αποκριθώ
σύμφωνα μ' αυτό που φαντάζομαι, ημπορεί ποτέ εσύ να στέρξης εις μίαν απάντησιν
άσχετον με το ερώτημά σου; — Εγώ; με φθάνει και με παραφθάνει αυτό εμένα· όχι
όμως και εσένα, καθώς φαίνεται. — Δεν θα αποκριθώ λοιπόν πράγματι, πριν να
καταλάβω καλά τι μ' ερωτούν — Δεν θα αποκριθής βέβαια εις ό,τι νομίζεις πως σ'
ερωτούν, διότι δεν είσαι δι' άλλο παρά να φλυαρής και να μας κάνης τον πρωτινό,
όταν δεν πρέπει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είδα λοιπόν εγώ τότε πως εθύμωνε, που εζητούσα
να διευκρινίζω τα λεγόμενα, όσω αυτός ήθελε να με τυλίξη μέσα εις τας λέξεις,
που μου έστηνε γύρω σαν βρόχια. Και ενθυμήθηκα αμέσως τον μουσικοδιδάσκαλόν μου
τον Κόννον, που και εκείνος μου θυμώνει πάντα, όταν δεν τον υπακούω, και έπειτα
με παραιτεί ως ανεπίδεκτον μαθήσεως. Αφού λοιπόν ήμουν αποφασισμένος να
ακολουθήσω τα μαθήματα του Ευθυδήμου, έκρινα πως έπρεπε να υποχωρήσω, μήπως με
χαρακτηρίση ως δύστροπον και ασυμβίβαστον, και δεν με δεχθή μαθητήν του. Του
λέγω λοιπόν: — Ε, καλά, Ευθύδημε, αφού το ευρίσκης έτσι σωστόν, ας κάμωμεν κατά
την επιθυμίαν σου· γνωρίζεις καλύτερ' από μένα τους νόμους της συζητήσεως, διότι
εσύ είσαι διδάσκαλος εις αυτήν την τέχνην, ενώ εγώ είμαι όλως διόλου αρχάριος·
ώστε επανάλαβε εξ αρχής τας ερωτήσεις σου. — Λοιπόν, απάντησέ μου πάλιν, όσα
γνωρίζεις, τα γνωρίζεις διά μέσου κάποιου πράγματος, ή όχι; — Μάλιστα, του
απήντησα, διά μέσου της ψυχής. — Να τον μας πάλιν! αποκρίνεται περισσότερα απ'
ό,τι τον ερωτούν· δεν σε ηρώτησα διά μέσου τίνος, αλλ' απλώς, αν γνωρίζης διά
μέσου κάποιου πράγματος. — Η απαιδευσία μου φαίνεται πάλιν με έκαμε ν' απαντήσω
περισσότερα απ' ό,τι έπρεπε· συγχώρησέ με· εις το εξής θα αποκρίνομαι απλώς εις
το ερωτόμενον: ό,τι γνωρίζω, το γνωρίζω [πάντοτε] διά μέσου κάποιου πράγματος. —
Και τάχα με αυτό το ίδιον μέσον πάντοτε, ή άλλοτε μεν με το αυτό, άλλοτε δε με
άλλο; — Πάντοτε με το αυτό, όταν γνωρίζω κάτι τι. — Δεν θα παύσης λοιπόν επί
τέλους να προσθέτης περιττά πράγματα εις τας απαντήσεις σου; — Μα εφοβήθηκα
μήπως μας εξαπατήση εκείνο το: &πάντοτε.& — Δεν έχομεν φόβον, όσο δι'
αυτό. εμείς· ίσως όμως εσύ· λέγε λοιπόν πάντοτε με το ίδιον μέσον γνωρίζεις;
Πάντοτε, του απεκρίθην, αφού είναι ανάγκη να αφαιρέσωμεν εκείνο το:
&όταν.& — Λοιπόν πάντοτε με αυτό το μέσον γνωρίζεις, και αφού γνωρίζεις
πάντοτε, μήπως άλλα μεν τα γνωρίζεις με αυτό το μέσον που γνωρίζεις, άλλα δε με
άλλο; ή με αυτό όλα; Όλα με αυτό, όσα τουλάχιστον γνωρίζω, — Πάλι τα ιδία!
ξαναπέσαμε εις την αυτήν περιττολογίαν. — Αποσύρω, αφού είναι έτσι, το: &όσα
τουλάχιστον γνωρίζω& — Να μην αποσύρης τίποτε· δεν έχω ανάγκην να σου το
ζητήσω αυτό· μόνον λέγε μου, θα ημπορούσες να εγνώριζες όλα, αν δεν εγνώριζες το
παν; — Αυτό θα ήτο τερατωδώς ακατανόητον, είπα εγώ. Και εκείνος· — Πρόσθετε
τώρα, είπε, ό,τι σου αρέση, αφού μου ωμολόγησες πλέον ότι γνωρίζεις το παν. —
Πραγματικώς, αφού δεν έχει καμμίαν σημασίαν το: &όσα γνωρίζω,& φαίνεται
ότι γνωρίζω το παν. — ομολόγησες δε ακόμη, ότι και πάντοτε γνωρίζεις με το μέσον
που γνωρίζεις, είτε όταν γνωρίζης κάτι τι είτε όπως αλλέως θέλεις να το πάρης·
με φθάνει πως ωμολόγησες, ότι πάντοτε γνωρίζεις και συγχρόνως τα πάντα· είναι
λοιπόν φανερόν ότι εγνώριζες και όταν ήσουν παιδί, και κατά την στιγμήν της
γεννήσεώς σου, και κατά την στιγμήν της συλλήψεώς σου ακόμη, και πριν να
γεννηθής ο ίδιος, και πριν να γίνη ο ουρανός και η γη, εγνώριζες τα πάντα, αφού
πάντοτε γνωρίζεις, και μα τον Δία, και πάντοτε θα γνωρίζης τα πάντα, εάν το θέλω
εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αλλ' άμποτε να το θελήσης, του είπα,
ανεκτίμητε Ευθύδημε, εάν πράγματι λέγης την αλήθειαν· τι να σου ειπώ όμως, δεν
το παραπιστεύω να έχης αυτήν την δύναμιν, εκτός τουλάχιστον αν έδιδε την
συγκατάθεσίν του και ο αδελφός σου αυτός ο Διονυσόδωρος· τότε ίσως μάλιστα· πέτε
μου όμως, σας παρακαλώ — διότι κατά τα άλλα δεν βλέπω πως θα ημπορούσα να σας
αμφισβητήσω, ανθρώπους τόσον υπερφυσικής σοφίας, ότι εγώ, δεν γνωρίζω τα πάντα,
αφού εσείς είσθε που το λέγετε· πως όμως, Ευθύδημε, ημπορώ να ισχυρισθώ αυτό,
παραδείγματος χάριν, το πράγμα: ότι οι αγαθοί άνθρωποι είναι άδικοι; έλα λέγε
μου, αυτό το γνωρίζω ή δεν το γνωρίζω; — Το γνωρίζεις, μου απεκρίθη. — Τι
πράγμα; — Ότι δεν είναι άδικοι οι αγαθοί. — Βεβαίως, του απεκρίθην, αυτό ν'
ακούεται, αλλά δεν σε ερωτώ αυτό· αλλά πού έμαθα εγώ ότι οι αγαθοί άνθρωποι
είναι άδικοι; — Πουθενά, απήντησεν ο Διονυσόδωρος. — Ώστε επομένως είναι πράγμα
που δεν το γνωρίζω εγώ αυτό. — Μας χαλάς την υπόθεσιν, είπεν ο Ευθύδημος προς
τον Διονυσόδωρον· τώρα θα φανή πως δεν γνωρίζει και έτσι πως είναι επιστήμων και
ανεπιστήμων συγχρόνως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Διονυσόδωρος τότε εκοκκίνησε. — Αλλά συ, ω
Ευθύδημε, δεν σου φαίνεται πως λέγει σωστά ο αδελφός σου, που όλα τα
γνωρίζει;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά έλαβε τον λόγον αμέσως ο Διονυσόδωρος και
είπε· — Πώς; εγώ αδελφός του Ευθυδήμου; Και εγώ του είπα· — Άφησέ τα τώρα, καλέ
μου, αυτά, έως να με διδάξη ο Ευθύδημος, ότι γνωρίζω πως οι αγαθοί άνθρωποι
είναι άδικοι, και μη μου φθονήσης το ωραίον αυτό μάθημα. — Φεύγεις, Σωκράτη,
είπεν ο Διονυσόδωρος, και δεν θέλεις να αποκριθής. — Πολύ φυσικά, του απήντησα
εγώ· είμαι ασθενέστερος και από τον καθένα σας χωριστά, ώστε, κατά πολύ
περισσότερον λόγον, πώς να μη φεύγω εμπρός και εις τους δύο σας μαζί; διότι
βέβαια δεν ημπορώ να έχω την δύναμιν του Ηρακλέους, ο οποίος μολαταύτα δεν
ημπόρεσε να τα καταφέρη συγχρόνως και με την Ύδραν, που ήτο σοφίστρια και με την
σοφίαν της εξεφύτρωνε, κάθε φορά που της έκοπτε μίαν κεφαλήν του λόγου, πολλάς
άλλας εις την θέσιν της μιας, και με τον Καρκίνον, άλλον αυτόν πάλιν σοφιστήν,
που ήλθε πέρ' από την θάλασσαν και προ μικρού, καθώς μου φαίνεται, απεβιβάσθη,
και ο οποίος επειδή παρηνώχλει τον Ηρακλέα έτσι από τα αριστερά με λόγια και με
δαγκάματα, τον ηνάγκασε να επικαλεσθή την βοήθειαν του ανεψιού του Ιολάου· και
αυτός μεν πράγματι τον εβοήθησεν αρκετά· ο ιδικός μου όμως ο Ιόλαος [ο Πατροκλής
{4}] αν ήρχετο εις βοήθειάν μου, περισσότερον κακόν φοβούμαι πως θα έκαμνε. —
Έλα λοιπόν τώρα, είπεν ο Διονυσόδωρος, αφού μας εχόρτασες αρκετά με τα παραμύθια
σου, απάντησε μου σ' αυτό: ο Ιόλαος ήτο περισσότερον ανεψιός του Ηρακλέους παρά
δικός σου; — Το βλέπω, Διονυσόδωρέ μου, πως το καλύτερον που έχω να κάμω είναι
να σου αποκριθώ, διότι αλλέως δεν θα θέσης τέλος εις τας ερωτήσεις σου (είμαι
πολύ βέβαιος περί τούτου) διά να με εμποδίσης από φθόνον να μάθω από τον
Ευθύδημον εκείνην την σοφίαν, που επρόκειτο να με διδάξη. — Απάντησέ μου λοιπόν
— Θα σου απαντήσω, του είπα, ότι του Ηρακλέους ήτο ανεψιός ο Ιόλαος, ιδικός μου
όμως καθόλου, όπως στοχάζομαι, διότι δεν ήτο πατέρας του ο Πατροκλής, ο αδελφός
μου· το βέβαιον είναι πως είχε κάπως όμοιον όνομα, Ιφικλής, ο αδελφός του
Ηρακλέους. — Ο Πατροκλής λοιπόν είναι ο αδελφός σου; — Ναι, του απήντησα, από
την αυτήν τουλάχιστον μητέρα, όχι όμως και από τον ίδιον πατέρα. — Είναι
επομένως και δεν είναι αδελφός σου. — Ομοπάτριος αδελφός μου δεν είναι, διότι ο
πατέρας του εκείνου ήτο ο Χαιρέδημος, και εμένα ο Σωφρονίσκος. — Αλλά πατέρας
ήτο ο Χαιρέδημος, και ο Σωφρονίσκος επίσης. — Αναμφιβόλως, του απεκρίθην, ο ένας
δικός μου και άλλος δικός του, — Ο Χαιρέδημος λοιπόν ήτο άλλο πράγμα, από τον
πατέρα; — Άλλο βέβαια πράγμα από τον πατέρα τον δικό μου. — Ήτο λοιπόν πατέρας
αφού ήτο άλλο πράγμα από τον πατέρα; ή ημπορεί ποτέ εσύ να είσαι το ίδιον πράγμα
με την πέτραν; — Φοβούμαι, μα την αλήθεια, μήπως στο τέλος και αυτό καταντήσωμεν
να μας το αποδείξης· οπωσδήποτε δεν στοχάζομαι να είμαι το ίδιον πράγμα με την
πέτραν. — Αφού λοιπόν δεν είσαι το ίδιον, θα πη πως είσαι άλλο πράγμα. — Άλλο
μάλιστα. — Αν λοιπόν είσαι άλλο πράγμα από την πέτραν, δεν είσαι πέτρα· και αν
είσαι άλλο πράγμα από τον χρυσόν, δεν είσαι χρυσός. — Βεβαίως. — Επομένως και ο
Χαιρέδημος δεν θα είναι πατέρας, αφού ήτο άλλο πράγμα από τον πατέρα. — Έτσι
φαίνεται, πως δεν είναι πατέρας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και αν ο Χαιρέδημος είναι πατέρας,
προσέθεσεν ο Ευθύδημος, απεναντίας πάλιν ο Σωφρονίσκος, αφού θα είναι άλλο
πράγμα από πατέρας, δεν θα είναι πατέρας, ώστε συ, Σωκράτη, δεν θα έχης
πατέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε και ο Κτήσιππος διακόψας· — Αλλά και με
τον ιδικόν σας πατέρα, είπε, δεν συμβαίνει το ίδιον; δεν είναι και αυτός άλλο
πράγμα από τον πατέρα μου; — Καθόλου, απήντησεν ο Ευθύδημος. — Αλλά τότε λοιπόν
είναι ο ίδιος; — Ο ίδιος βεβαία, — Να σου πω, δεν θα το επεθυμούσα καθόλου· αλλά
δεν μου λέγεις, Ευθύδημε, εδικός μου μόνον πατέρας είναι, ή και των άλλων
ανθρώπων; — Και των άλλων, απεκρίθη· τι θα ήθελες τάχα; να είναι ο αυτός πατέρας
και να μην είναι: — Έτσι ενόμιζα εγώ, είπεν ο Κτήσιππος. — Πώς; θέλεις ο χρυσός
να μην είναι χρυσός, ή ο άνθρωπος να μην είναι άνθρωπος: — Πρόσεξε, Ευθύδημε,
του είπεν ο Κτήσιππος, μήπως δεν συνάπτεις, καθώς λέγει η παροιμία, λινάρι με
λινάρι· διότι, αλήθεια, θα ήτο τερατώδες το πράγμα, αν ο πατέρας σου ήτο πατέρας
όλων των ανθρώπων. — Μα είναι. — Αλλά, είπε πάλιν ο Κτήσιππος, μόνον των
ανθρώπων πατέρας είναι, ή μήπως και των ίππων και όλων των άλλων ζώων; — Όλων,
απεκρίθη. — Μήπως και η μητέρα σου το ίδιον; — Βέβαια και η μητέρα μου. — Και
όλων των αχινών λοιπόν της θάλασσας θα είναι μητέρα η μητέρα σου. — Και η δική
σου. — Και συ επομένως είσαι αδελφός με τους κωβιούς και με τα σκυλάκια και με
τα γουρουνάκια. — Όπως και εσύ. — Προσέτι δε έχεις πατέρα και τον σκύλο. —
Απαράλλακτα και συ. — Αμέσως ημπορώ, είπε και ο Διονυσόδωρος, να σε κάμω να το
ομολογήσης και ο ίδιος, φθάνει να μου αποκριθής· λέγε μου, σε παρακαλώ, έχεις
σκύλο; — Ναι, και πολύ κακορρίζικο. — Έχει και κουτάβια; — Σαν τη μάννα τους κι'
αυτά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πατέρας λοιπόν αυτών δεν είναι ο σκύλος; —
Βέβαια· τον είδα και με τα μάτια μου που ανέβαινε τη σκύλα μου. — Αυτός ο σκύλος
δεν είναι δικός σου; — Μάλιστα. — Λοιπόν ο σκύλος αυτός που είναι πατέρας, είναι
δικός σου, επομένως πατέρας δικός σου, και συ αδελφός των κουταβιών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αμέσως επήρε τον λόγον ο Διονυσόδωρος, διά
να μην τον προλάβη και πη τίποτε ο Κτήσιππος και του λέγει· — Πε μου ακόμη και
ένα άλλο· αυτόν τον σκύλο τον κτυπάς; Και ο Κτήσιπος εγέλασε και του είπε· —
Ναι, μα τον θεόν· γιατί δεν μπορώ εσένα. — Ώστε κτυπάς τον πατέρα σου; — Αυτές
οι ξυλιές που του δίνω, θα ήτανε πιο δίκιο να τις έτρωγε ο πατέρας σας, που δεν
ηξεύρω τι του ήλθε και γέννησε έτσι σοφά παιδιά· αλλά δεν αμφιβάλλω βέβαια,
Ευθύδημε, πως πολλά αγαθά από την σοφίαν σας αυτήν θα απήλαυσεν ο πατέρας. . .
των κουταβιών, — Μα δεν έχει καμμιάν ανάγκην από τα πολλά αγαθά, Κτήσιππε, ούτε
εκείνος ούτε συ. — Ούτε συ ο ίδιος, Ευθύδημε; — Ούτ' εγώ ούτε κανείς άλλος
άνθρωπος· διότι λέγε μου σε παρακαλώ, Κτήσιππε· νομίζεις ότι είναι καλόν δι' ένα
που είναι άρρωστος να πάρη φάρμακον, ή σου φαίνεται πως δεν είναι καλόν να το
πάρη, ενώ έχει ανάγκην; ή, όταν πηγαίνη εις τον πόλεμον, να πηγαίνη με όπλα, ή
δίχως όπλα; — Με όπλα βέβαια· αν και φοβούμαι, ότι θα βγάλης πάλιν από την
απάντησίν μου κανένα από εκείνα τα νόστιμά σου συμπεράσματα. — Θα το κρίνης συ
μόνος σου καλύτερα· αλλά απάντησέ μου. Αφού ωμολόγησες ότι είναι καλόν διά τον
άρρωστον το φάρμακον, όταν υπάρχη ανάγκη να το πάρη, πρέπει λοιπόν αυτό το καλόν
να το πάρη εις όσον το δυνατόν μεγαλυτέραν ποσότητα, και νομίζεις ότι θα τον
ωφελούσε περισσότερον, αν έτριβε κανείς και του έδινε να πιη μίαν ολόκληρον
άμαξαν ελλεβόρου; — Χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν, Ευθύδημε, εάν βέβαια εκείνος που
θα το έπινε ήτον τόσο μεγάλος, όσος ο ανδριάς που είναι εις τους Δελφούς. — Και
αφού λοιπόν είναι καλόν να πηγαίνη κανείς εις τον πόλεμον με όπλα, θα έπρεπεν
αρά γε να φορή και όσον το δυνατόν περισσοτέρας ασπίδας και δόρατα, αφού είναι
καλόν; — Και βέβαια έτσι πρέπει, είπεν ο Κτήσιππος· ή μήπως εσύ δεν το
παραδέχεσαι, Ευθύδημε, και φρονείς ότι πρέπει να πηγαίνη με ένα μόνον δόρυ και
με μίαν ασπίδα; — Ναι έτσι λέγω. — Έτσι λοιπόν θα ώλπιζες εσύ και τον Γηρυόνην
και τον Βριάρεων; κρίμα κ' εγώ ενόμιζα πως κάτι περισσότερα νοιώθετε, εσύ και ο
φίλος μας απεδώ, αφού μάλιστα είσθε και διδάσκαλοι της οπλομαχητικής..</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο μεν Ευθύδημος εσιώπησεν· ο δε
Διονυσόδωρος εγύρισε τον λόγον εις την προηγουμένην απάντησιν του Κτησίππου και
τον ηρώτησε· — Λοιπόν σου φαίνεται πως είναι καλόν να έχη κανείς και χρυσόν; —
Βέβαια, και μάλιστα και πολύν, απήντησεν ο Κτήσιππος. — Και δεν φρονείς ότι τα
καλά πράγματα πρέπει να τα έχη κανείς παντού και πάντοτε; — Αναμφιβόλως,
είπεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Δεν ωμολόγησες δε ότι και ο χρυσός είναι
πράγμα καλόν; — Το ωμολόγησα πράγματι. — Δεν πρέπει λοιπόν να τον έχη κανείς
πάντοτε και παντού, και προ πάντων μαζί του; και δεν θα ήτο ευτυχέστατος αν θα
είχε τρία μεν τάλαντα χρυσού μέσα εις την κοιλίαν του, ένα τάλαντον εις το
κρανίον του, και από ένα στατήρα εις το κάθε του μάτι; — Και πραγματικώς,
Ευθύδημε, του είπεν ο Κτήσιππος, λέγουν ότι μεταξύ των Σκυθών εκείνοι θεωρούνται
ευτυχέστατοι και άνθρωποι μεγαλυτέρας αξίας, που έχουν πολύ χρυσίον μέσα εις τα
κρανία, τα ιδικά των, διά να μιλήσω κ' εγώ όπως εσύ, που έλεγες σκύλον τον
πατέρα μου· και εκείνο που είναι ακόμη θαυμαστότερον, και πίνουν μέσα από τα
επιχρυσωμένα κρανία των, και τα βλέπουν μέσα τα κρανία των, ενώ τα κρατούν εις
τα χέρια των. — Και δεν μου λέγεις; είπεν ο Ευθύδημος· αυτοί οι Σκύθαι σου και
οι άλλοι άνθρωποι βλέπουν εκείνα που ημπορούν να βλέπουν, ή που δεν
ημπορούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Εκείνα που ημπορούν βέβαια. — Και εσύ το
ίδιον; — Κ' εγώ το ίδιον. — Τα ρούχα που φορούμε τα βλέπεις; — Τα βλέπω. — Ώστε
τα ρούχα μας ημπορούν να βλέπουν. — Και θαυμάσια μάλιστα, είπεν ο Κτήσιππος. —
Και τι βλέπουν; — Τίποτε βλέπουν· εσύ όμως είσαι αρκετά αστείος, που να νομίζης
ίσως, πως δεν βλέπουν· αλλά μα την αλήθειαν, Ευθύδημε, μου φαίνεται πως εσύ
ξύπνος ονειρεύεσαι, και αν είναι δυνατόν να ομιλή κανείς χωρίς να λέγη τίποτε,
εσύ θαρρώ πως το κατορθώνεις αυτό περίφημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επάνω εις αυτό ο Διονυσόδωρος ηρώτησε τον
Κτήσιππον· — Και δεν είναι αρά γε δυνατόν διά τους σιωπώντας να ομιλούν; {5} —
Όλως διόλου αδύνατον, απήντησεν ο Κτήσιππος. — Και διά τους λαλούντας επίσης να
σκοπούν; — Ακόμη ολιγώτερον. — Έτσι λοιπόν όταν ομιλής διά λίθους, ξύλα, σίδερα,
δεν ομιλείς διά σιωπώντα πράγματα; — Κάθε άλλο, φίλε μου, αν τύχη μάλιστα να
περνώ από γύφτικα· εκεί δα θακούσης τα σιδερικά να φωνάζουν και να σκούζουν, αν
τα εγγίξη κανείς· ώστε αυτή τη φορά γελάστηκες, φαίνεται, από υπερβολικήν
σοφίαν, και δεν κατάλαβες πως δεν είπες τίποτε· αλλά απόδειξέ μου τώρα και το
άλλο, πως είναι δυνατόν διά τους λαλούντας να σιωπούν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ενώ έλεγεν αυτά ο Κτήσιππος, εφαίνετο πως
ενέτεινεν όλας του τας δυνάμεις διά να αρέση εις τον ερωμένον του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Λοιπόν, τον ηρώτησεν ο Ευθύδημος, όταν
σιωπάς δεν σιωπάς όλα τα πράγματα; — Μάλιστα, του απεκρίθη. — Σιωπάς επομένως
και τα λαλούντα, αφού βέβαια και τα λαλούντα περιλαμβάνονται μέσα εις το: όλα τα
πράγματα. — Και πώς; είπεν ο Κτήσιππος, όλα τα πράγματα δεν σιωπούν; — Όχι
βέβαια, απήντησεν ο Ευθύδημος. — Όλα λοιπόν τότε ομιλούν, αγαπητέ μου; — Εκείνα
τουλάχιστον που ομιλούν. — Δεν είναι αυτό που σε ερωτώ, είπεν ο Κτήσιππος, αλλά,
αν όλα τα πράγματα ομιλούν ή σιωπούν; — Ούτε το ένα ούτε το άλλο, αλλά και τα
δύο μαζί, επετάχτηκε και είπεν ο Διονυσόδωρος· και είμαι βέβαιος ότι δεν θα έχης
να αντιτάξης τίποτε εις αυτήν την απάντησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά ο Κτήσιππος, κατά την συνήθειάν του,
εξέσπασε στα γέλοια και, — Ευθύδημε, είπεν, ο αδελφός σου επαμφοτέρισεν εις αυτό
που τον ηρώτησα, και πάει, χάθηκε, νικήθηκε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και ο Κλεινίας ευχαριστήθηκε υπερβολικά και
εγέλασε, πράγμα το οποίον έκαμε τον Κτήσιππον να φουσκώση και να γίνη δέκα φορές
τόσος από την χαράν του· κατά την ιδέαν μου όμως ο Κτήσιππος, τετραπέρατος καθώς
είναι, θα τα κρυφάκουσεν αυτά απ' αυτούς τους ιδίους και έμαθε το μυστικό τους·
διότι αληθινά σ' αυτό το είδος της σοφίας κανείς εις τον κόσμον δεν μπορεί να
τους παραβγή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε εγώ εστράφηκα προς τον Κλεινίαν και του
είπα· — Διατί, φίλε μου, γελάς διά πράγματα τόσον σοβαρά και ωραία;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αμέσως ο Διονυσόδωρος, — Μπα! και είδες
ποτέ σου εσύ, μου είπε, Σωκράτη, κανένα πράγμα ωραίον; — Είδα, του απήντησα, και
πολλά μάλιστα, Διονυσόδωρε. — Και αυτά αρά γε ήσαν διαφορετικά από το ωραίον, ή
το ίδιο πράγμα με αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ τα έχασα κυριολεκτικώς, μη γνωρίζοντας τι
να απαντήσω εις αυτήν την ερώτησιν και είπα μέσα μου πως καλά να την πάθω που
δεν ήξερα κάλλια να βουβαθώ· οπωσδήποτε του απήντησα, πως είναι διαφορετικά από
αυτό το ίδιον το ωραίον· ευρίσκεται όμως εις το καθένα από αυτά μια κάποια
ωραιότης. — Εάν λοιπόν τύχη και σου ευρεθή και σένα ένα βώδι, θα πη πως είσαι
βώδι, και τώρα που έτυχε να ευρίσκωμαι κ' εγώ μαζί σου, θα πη πως είσαι
Διονυσόδωρος; — Δάγκασε τη γλώσσα σου και μη βλαστημάς, του είπα εγώ. — Αλλά πώς
ημπορεί, όταν ένα πράγμα που είναι διαφορετικόν από άλλο προστεθή εις αυτό, να
γίνεται αυτό το διαφορετικόν άλλο απ' ό,τι είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Αυτό απορείς; του είπα, αποπειρώμενος τώρα
και εγώ να μιμηθώ την σοφίαν των, που τόσον επεθυμούσα να αποκτήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πώς να μην απορώ, μου είπε, και εγώ και όλοι
οι άνθρωποι δι' ένα πράγμα που δεν υπάρχει; — Τι λέγεις, Διονυσόδωρε; το ωραίον
δεν είναι ωραίον, και το άσχημον δεν είναι άσχημον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Ναι, εάν μου φαίνεται εμένα. — Και δεν σου
φαίνεται λοιπόν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Πολύ καλά. — Λοιπόν και το ίδιον δεν είναι
ίδιον, και το διαφορετικόν δεν είναι διαφορετικόν; διότι βέβαια δεν ημπορεί ποτέ
το διαφορετικόν να είναι ίδιον· εγώ τουλάχιστον δεν επίστευα πως και ένα παιδί
θα ήτο δυνατόν να αμφιβάλη ότι δεν είναι διαφορετικόν το διαφορετικόν· αλλά
καταλαβαίνω, Διονυσόδωρε, πως από σκοπού και εν γνώσει το παρέτρεξες αυτό, διότι
κατά τα άλλα αναγνωρίζω, ότι καθώς οι τεχνίται που τους επιβάλλεται να γνωρίζουν
εις την εντέλειαν το κάθε τι του επαγγέλματός των, έτσι και σεις εξασκείτε την
διαλογικήν τέχνην με όλην την τελειότητα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Και ξεύρεις λοιπόν, με ηρώτησε, τι
επιβαρύνει έκαστον τεχνίτην να κάμη; εν πρώτοις ποίον επιβαρύνει να χαλκεύη; {6}
— Τον χαλκέα. — Ποίον να κεραμεύη; — Τον κεραμέα. Ποίον να σφάζη και να γδέρνη
και να κόπτη εις μικρά κομμάτια το κρέας και να τα βράζη ή να τα ψήνη; — Τον
μάγειρον. — Καλά λοιπόν θα κάμη, εκείνος που κάμει ό,τι τον επιβαρύνει; —
Μάλιστα — Τον μάγειρον δε, καθώς είπες, επιβαρύνει να κόπτη και να γδέρνη· το
ωμολόγησες αυτό, ή όχι; — Αλλοίμονο! το ωμολόγησα, αλλά συχώρεσέ με, — Είναι
λοιπόν φανερόν ότι, αν κανείς σφάξη τον μάγειρον και τον κόψη κομμάτια και τον
βράση ή τον ψήση, θα κάμη ό,τι τον επιβαρύνει να κάμνη· το ίδιο και εκείνος που
σφυροκοπήση τον χαλκέα και που κοπανίση τον κεραμέα και τον κάμη πηλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Μα τον Ποσειδώνα! είπα, εγώ τότε· τώρα πλέον
μ' αυτό επέθεσες τον κολοφώνα εις την σοφίαν σας· αρά γε θα την αποκτήσω και εγώ
ποτέ, ώστε να γίνη και δική μου; — Και μήπως τάχα, Σωκράτη, θα την γνωρίσης, αν
γίνη δική σου; — Εάν τουλάχιστον το θελήσης εσύ, πιστεύω ναι. — Και υποθέτεις
λοιπόν, εξηκολούθησε, πως γνωρίζεις τα δικά σου; — Αν δεν λέγης συ τίποτε άλλο·
διότι από σένα πρέπει να αρχίζωμεν και εις τον Ευθύδημον να τελειώνωμεν. —
Νομίζεις λοιπόν ότι εκείνα τα πράγματα είναι δικά σου, που τα έχεις εις την
κατοχήν σου και μπορείς να τα κάμης ό,τι θέλεις; παραδείγματος χάριν, το βώδι
και το πρόβατον, που θα μπορούσες να τα πουλήσης και να τα χαρίσης και να τα
θυσιάσης σε όποιο θεό θέλεις, νομίζεις πως είναι δικά σου; και εκείνα, που δεν
θα μπορούσες να διαθέσης κατ' αυτόν τον τρόπον, δεν θα είναι δικά σου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εγώ, επειδή δεν αμφέβαλλα ότι κάτι ωραίο
θα έβγαινε πάλι στη μέση από αυτάς τας ερωτήσεις και ήθελα να το ακούσω μια ώρ'
αρχύτερα, έσπευσα να του απαντήσω ότι πραγματικώς εκείνα μόνον νομίζω δικά μου.
— Τώρα λοιπόν λέγε μου, ζώα δεν ονομάζεις εκείνα που έχουν ψυχήν; — Ναι, του
είπα. — Ομολογείς λοιπόν ότι μόνον εκείνα τα ζώα είναι δικά σου, που μπορείς να
τα κάμης ό,τι είπαμε πριν; — Ομολογώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εδώ εσταμάτησεν ολίγον ο Διονυσόδωρος με
κάποια πολύ ειρωνικήν έκφρασιν, σαν να επρόκειτο τάχα να καταιβάση καμμιά μεγάλη
σοφία.. — Λέγε μου, είπεν επί τέλους, Σωκράτη, έχεις δικό σου Δία
πατρώον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ υπώπτευσα που ήθελε να καταλήξη με την
ερώτησίν του, εκεί όπου και πράγματι κατέληξε, και εζητούσα κάποιαν απηλπισμένην
διέξοδον και καθώς ψάρι πιασμένο στα δίκτυα ήρχισα να τα γυρνώ για να ξεφύγω. —
Όχι δεν έχω, του απήντησα λοιπόν, Διονυσόδωρε. — Αλήθεια; φαίνεται λοιπόν πως
είσαι πολύ κακομοιριασμένος άνθρωπος και ούτε καν Αθηναίος, αφού δεν έχεις ούτε
πατρώους θεούς ούτε δικάς σου θυσίας ούτε κανένα καλόν και ωραίον πράγμα.
Δάγκασε τη γλώσσα σου και μη βλαστημάς, Διονυσόδωρε, του είπα· μη με προπαίρνης
έτσι άδικα· έχω και βωμούς και θυσίας ιδικάς μου και πατρικάς και απ' όλα αυτά
που έχουν και οι άλλοι Αθηναίοι. — Και πώς λοιπόν; οι άλλοι Αθηναίοι δεν έχουν
Δία πατρώον; — Δεν το έχουν καθόλου αυτό το επώνυμον οι Ίωνες, ούτε όσοι έχουν
αποικήση από αυτήν την πόλιν, ούτε ημείς οι ίδιοι οι Αθηναίοι· έχομεν απλώς
Απόλλωνα πατρώον, επειδή αυτός θεωρείται πατήρ του Ίωνος· ο Ζευς όμως δεν
καλείται παρ' ημίν πατρώος, αλλά έρκειος και φράτριος, όπως και η Αθηνά φρατρία.
— Αυτό αρκεί, είπεν ο Διονυσόδωρος· έχεις λοιπόν, καθώς φαίνεται, Απόλλωνα και
Δία και Αθηνάν. — Έχω πράγματι. — Αυτοί λοιπόν δεν είναι θεοί δικοί σου; —
Ιδικοί μου πρόγονοι, του απήντησα εγώ, και δεσπόται. — Αλλ' οπωσδήποτε δικοί
σου· ή δεν το ωμολόγησες προ ολίγου; — Ναι, το ωμολόγησα· τι να κάμω; — Αυτοί δε
οι θεοί δεν είναι και ζώα; διότι ωμολόγησες ότι όσα έχουν ψυχήν είναι ζώα· ή
μήπως αυτοί οι θεοί δεν έχουν ψυχήν; — Έχουν, του είπα, — Είναι λοιπόν και ζώα.
— Μάλιστα. — Λοιπόν, έλεγες ότι εκείνα είναι ζώα δικά σου, που ημπορείς να τα
δώσης, να τα πουλήσης και να τα θυσιάσης σε οποίον θεόν θέλεις. — Ναι, το
ωμολόγησα, Ευθύδημε· διότι δεν μου επιτρέπεται πλέον ν' αποσύρω τον λόγον μου. —
Έλα τώρα λοιπόν λέγε μου· αφού ισχυρίζεσαι ότι είναι δικός σου ο Ζευς και οι
άλλοι θεοί, είναι επομένως εις την εξουσίαν σου να τους πουλήσης, ή να τους
δώσης ή ό,τι άλλο θέλεις να τους κάμης, όπως και τα άλλα ζώα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ τότε, Κρίτων, ως κεραυνόπληκτος από αυτό
το επιχείρημα, έμεινα άναυδος και αναπολόγητος· ο δε Κτήσιππος ηθέλησε να έλθη
εις βοήθειάν μου και ανέκραξε· — Πυππάξ, ω Ηράκλεις! {7} τι θαυμασία λογική! —
Και ο Διονυσόδωρος. — Τι; είπεν· ο Ηρακλής είναι πύππαξ, ή ο πύππαξ Ηρακλής; —
Και ο Κτήσιππος, — Ω θεέ μου, είπε, τι φοβερά σοφία! αποσύρομαι και εγώ· αυτοί
οι άνθρωποι είναι ακαταμάχητοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε δα, αγαπητέ μου Κρίτων, κανείς δεν έμεινε
από τους παρισταμένους που να μην υπερεπαινέση τους ξένους και την σοφίαν των·
από τα γέλοια και τα χειροκροτήματα και την χαράν των ολίγον έλειψε να πάθουν·
ναι μεν εχειροκρότουν οι θαυμασταί του Ευθυδήμου και πριν, σε κάθε από εκείνα τα
νόστιμα που έλεγαν· τότε όμως και οι κίονες αυτοί του Λυκείου λες κ'
εχειροκροτούσαν από την μεγάλην των ευχαρίστησιν. Και εγώ ο ίδιος, τόση ήτο η
έκπληξίς μου, ώστε ωμολόγησα ότι ποτέ μου δεν συνήντησα τόσον σοφούς ανθρώπους,
και τελείως υποδουλωθείς υπό της σοφίας των ησθάνθην την ανάγκην να τους
επιδαψιλεύσω επαίνους και εγκώμια. — Ευτυχείς θνητοί, τους είπα, τι θαυμαστή
αυτή σας η ικανότης να αποτελειώσετε τόσον σύντομα και εις ολίγην ώραν ένα τόσον
δύσκολον έργον! αλήθεια, πολλά και άλλα ωραία πράγματα έχει κανείς να θαυμάση,
Ευθύδημε και Διονυσόδωρε, εις τους λόγους σας· εκείνο όμως τα ξεπερνά όλα, που
δεν λαμβάνετε καθόλου υπ' όψιν σας τους πολλούς ανθρώπους, τους σοβαρούς
προπάντων και εκείνους που τους λογαριάζουν για κάτι, αλλά μόνον τους ομοίους
σας· διότι εγώ βέβαια γνωρίζω καλά πως ολίγοι μόνον άνθρωποι θα ευρίσκουν
ευχαρίστησιν εις αυτούς σας τους λόγους, ακριβώς εκείνοι που σας ομοιάζουν· ενώ
οι άλλοι έχουν τέτοιαν ιδέαν δι' αυτούς, ώστε, είμαι βέβαιος, περισσότερον θα
εντρέπωνται, αν επρόκειτο να εξελέγξουν άλλους με τέτοια επιχειρήματα, παρά να
εξελέγχονται οι ίδιοι. Και αυτό δε ακόμη δεικνύει μεγάλην εκ μέρους σας
καταδεκτικότητα και ευγένειαν· πώς, όταν λέγετε ότι δεν υπάρχει τίποτε ούτε
ωραίον, ούτε καλόν, ούτε λευκόν, ούτε τίποτε τέτοιο, και ότι κανένα πράγμα δεν
διαφέρει από ένα άλλο, είναι η αλήθεια, και με όλα σας τα δίκαια το καυχάσθε και
σεις, πώς ράπτετε τα στόματα των ανθρώπων· αλλά συγχρόνως όχι μόνον των άλλων,
αλλά και τα δικά σας τα στόματα φαίνεσθε να ράπτετε· πράγμα το οποίον είναι πολύ
λεπτόν εκ μέρους σας, και αφαιρεί από τας συζητήσεις σας κάτι που θα ήτο πολύ
φορτικόν διά τους άλλους. Το δε θαυμαστότερον ακόμη, είναι ότι εσείς έχετε κατ'
αυτόν τον τρόπον οικονομήση τα πράγματα και τόσον τεχνικά τα παρουσιάζετε, ώστε
σε πολύ λίγον καιρό να τα μαθαίνη οποιοσδήποτε άνθρωπος· να, τώρα έξαφνα
επρόσεξα τον Κτήσιππον και είδα πόσο γρήγορα ημπόρεσε να σας μιμηθή· είναι
μεγάλον βέβαια πλεονέκτημα της τέχνης σας, να ημπορήτε τόσο γρήγορα να την
μεταδίδετε, έχει όμως το πράγμα και την κακήν του όψιν, όταν συζητήτε ενώπιον
ακροατών· και αν θέλετε να με ακούσετε, σας συμβουλεύω να αποφεύγετε να ομιλήτε
εμπρός εις πολλούς ανθρώπους, διότι είναι φόβος να μη μάθουν αμέσως την τέχνην
σας, χωρίς και να σας γνωρίζουν χάριν δι' αυτό· το καλύτερον που έχετε να
κάμετε, είναι, σας διαβεβαιώ, να συζητήτε μόνον μεταξύ σας οι αδελφοί· ή τέλος
πάντων, αν πρόκειται εμπρός εις κανένα άλλον, μόνον εμπρός εις εκείνον που θα
πληρώση χρήματα διά να σας ακούση· το ίδιον μάλιστα, εάν ηξεύρετε το συμφέρον
σας, θα συμβουλεύσετε και τους μαθητάς σας, ποτέ με κανένα άλλον άνθρωπον να μη
συζητούν, παρά μόνον με σας ή μεταξύ των· διότι το σπάνιον, Ευθύδημε, είναι
εκείνο που κάμνει πολύτιμον ένα πράγμα· το νερό βλέπεις, είναι πάμφθηνον, αν και
είναι το καλύτερον από όλα τα πράγματα, καθώς το λέγει και ο Πίνδαρος. Ελάτε
όμως τώρα, δεχθήτε μας, εμένα και τον Κλεινίαν, μαθητάς σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατόπιν λοιπόν από αυτά, Κρίτων, και κάτι άλλα
που είπαμεν, ανεχωρήσαμεν. Σκέψου τώρα και συ αν θέλης να πάρης μαθήματα μαζί
μας από τους ανθρώπους· αυτοί υπόσχονται πως ημπορούν να διδάξουν την τέχνην των
εις όποιον και αν είναι, φθάνει να τους πληρώση· δεν εξαιρούν καμμίαν ούτε
διάνοιαν ούτε ηλικίαν και μάλιστα, πράγμα το οποίον σε ενδιαφέρει προ πάντων
εσένα να το ακούσης, διαβεβαιούν πως ούτε αι χρηματιστικαί επιχειρήσεις ημπορούν
να εμποδίσουν κανένα διά να παραλάβη ακόπως και εύκολα την σοφίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Είναι η αλήθεια, Σωκράτη, πως εγώ αγαπώ
να ακούω και με ευχαρίστησίν μου πάντα να μανθάνω κάτι· φοβούμαι όμως πως δεν
είμαι από τους ομοίους με τον Ευθύδημον, αλλά από εκείνους τους άλλους, που
έλεγες δα και συ, που καλύτερα θα είχαν να εξελέγχωνται, παρά να εξελέγχουν με
τέτοια μέσα. Βέβαια θα ήτο γελοίον εκ μέρους μου να θέλω εγώ να σου δώσω
συμβουλάς, μ' όλα ταύτα θα σου διηγηθώ εκείνα που ήκουσα. Αφού τελείωσεν η
συζήτησίς σας, με επλησίασεν, εκεί που περιπατούσα, κάποιος από τον κύκλον σας,
άνθρωπος με πολύ μεγάλην ιδέαν διά τον εαυτόν του, από εκείνους που έχουν έργον
να συγγράφουν λόγους διά τα δικαστήρια, και μου λέγει· — Εσύ, δεν ήκουσες αυτούς
τους σοφούς; — Όχι, δυστυχώς, του απήντησα ήτον τόσον πλήθος, που δεν ημπόρεσα
να πλησιάσω αρκετά ώστε να ακούω. — Και όμως άξιζε τον κόπον να τους ακούσης,
μου είπε. — Διατί; τον ηρώτησα. Θα ήκουες να συζητούν άνθρωποι, που θεωρούνται
σήμερον οι πρώτοι εις αυτό το είδος των λόγων. — Και πώς σου εφάνησαν εσένα; τον
ηρώτησα. — Εμένα; τι άλλο παρά οι συνηθισμένες φλυαρίες που ακούει κανείς πάντα
από αυτούς τους ανθρώπους, που καταγίνονται με όλην τους την σοβαρότητα εις
πράγματα όλως διόλου ανάξια λόγου. Αυτή ήτο επάνω κάτω αυτολεξεί η απάντησίς
του. — Οπωσδήποτε, του είπα εγώ, δεν ημπορείς να αρνηθής, ότι η φιλοσοφία είναι
ένα ωραίον πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">— Τι ωραίον πράγμα κάθεσαι και μου λες,
ευλογημένε μου; εγώ σου λέγω πως τίποτε δεν αξίζει· και αν ήσουν μάλιστα τώρα
εκεί να ήκουες, θαρρώ πως θα εντρεπόσουν και ο ίδιος δια λογαριασμόν του φίλου
σου· δεν έστεκε καθόλου εις την αξιοπρέπειάν του, να τίθεται εις την διάθεσιν
ανθρώπων, που δεν τους μέλει να λέγουν ό,τι λάχη, και που πιάνονται από κάθε
λέξιν που τους παρουσιάση η τύχη· και αυτοί, όπως σου έλεγα και προηγουμένως,
θεωρούνται από τους καλυτέρους σήμερα εις αυτό το είδος· αλλά, να σου πω την
αλήθεια. Κρίτων, και αυτή η φιλοσοφία και εκείνοι που επιδίδονται εις αυτήν
είναι άνθρωποι γελοίοι και ούτε αξίζει να τους λαμβάνη κανείς υπ' όψιν. Εγώ
μολαταύτα, Σωκράτη, δεν ευρίσκω πως έχει δίκαιον ούτε αυτός ούτε οποιοσδήποτε
άλλος να κατηγορή αυτάς τας σπουδάς· αλλά να συζητή κανείς δημοσία με αυτού του
είδους τους ανθρώπους, μου φαίνεται πώς έχει δίκαιον να το ψέγη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Είναι πολύ περίεργοι, Κρίτων, αυτοί
οι άνθρωποι· αν και δεν ηξεύρω καλά καλά ακόμη τι να πω· τι ήτανε αυτός ο
άνθρωπος που σε επλησίασε και σου έψαλε τον εξάψαλμον της φιλοσοφίας; ήτο
κανένας ρήτωρ, από εκείνους που είναι ικανοί να αγωνίζωνται αυτοπροσώπως εις τα
δικαστήρια, ή από εκείνους, που στέλλουν τους τοιούτους εκεί, και συνθέτουν
λόγους, που τους μεταχειρίζονται οι ρήτορες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Όχι, μα την αλήθεια· διόλου δεν είναι
ρήτωρ, ούτε πιστεύω να έχη εμφανισθή ποτέ ενώπιον δικαστηρίου· αλλά λέγουν ότι
αυτά τα πράγματα είναι ακριβώς η επιστήμη του και είναι έξοχος εις το είδος του
και συνθέτει μοναδικούς λόγους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Α, τώρα ενόησα· και ακριβώς περί
αυτών των ανθρώπων επρόκειτο και εγώ να σου ομιλήσω. Είναι ίσα ίσα εκείνοι, που
ο Πρόδικος τους κατέτασσεν εις τα πρόθυρα της φιλοσοφίας και της πολιτικής·
αυτοί όχι μόνον πιστεύουν οι ίδιοι πως είναι οι σοφώτατοι μεταξύ των ανθρώπων,
αλλά νομίζουν ότι και πολλοί άλλοι τους θεωρούν ως τοιούτους, και ότι κανείς
άλλος παρά οι φιλόσοφοι είναι το μόνον πρόσκομμα, ώστε να μην συμμερίζωνται και
όλοι γενικώς οι άνθρωποι αυτήν την ιδέαν. Φαντάζονται λοιπόν, πως αν ημπορούσαν
να δυσφημήσουν τους φιλοσόφους ως αναξίους πάσης προσοχής και εκτιμήσεως, τότε
αναμφισβητήτως και κατά την ιδέαν όλων εις αυτούς θα έμενεν ο στέφανος της
σοφίας· και πιστεύουν μεν πράγματι ότι είναι σοφώτατοι, αλλά εις τας ιδιαιτέρας
συζητήσεις, αν τύχη και τα φέρουν στενά, ισχυρίζονται ότι τους κόβουν τη φόρα
τους άνθρωποι σαν τον Ευθύδημον· σοφοί ότι είναι, έχουν όλα τους τα δίκαια να το
πιστεύουν· ολίγη φιλοσοφία, ολίγη πολιτική, το πράγμα έχει τον λόγον του· κατ'
αυτόν τον τρόπον μετέχει κανείς και από τα δύο, όσον χρειάζεται, και έξω από
τους κινδύνους και τους αγώνας απολαμβάνει τους καρπούς της σοφίας του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Ε καλά· τι φρονείς εσύ, Σωκράτη, δι'
αυτά που λέγουν· διότι οπωσδήποτε ο λόγος των έχει κάποιαν επίφασιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Και πράγματι έχει, Κρίτων, αλλά καθώς
λέγεις και συ, επίφασιν μάλλον παρά αλήθειαν· διότι δεν είναι εύκολον να τους
πείσης, ότι και οι άνθρωποι και όλα τα άλλα που ευρίσκονται μεταξύ δύο πραγμάτων
και μετέχουν και από τα δύο, όσα μεν σύγκεινται από κακόν και από καλόν,
γίνονται καλύτερα από το ένα και χειρότερα από το άλλο· όσα δε σύγκεινται από
δύο καλά, τα οποία δεν τείνουν προς τον αυτόν σκοπόν, γίνονται χειρότερα και από
τα δύο διά τον σκοπόν που χρησιμεύει το καθένα των χωριστά· {8} όσα δε
συγκείμενα από δύο κακά, τα οποία δεν τείνουν προς τον αυτόν σκοπόν, ευρίσκονται
μεταξύ των δύο, μόνον αυτά θα είναι καλύτερα και από τα δύο στοιχεία χωριστά,
από τα οποία μέρος μετέχουν. Κατ' αυτόν τον τρόπον λοιπόν, εάν η φιλοσοφία είναι
καλόν πράγμα και η πολιτική επίσης, αλλά η καθεμία των προς άλλον σκοπόν, οι
άνθρωποι αυτοί μετέχοντες και από τας δύο και ευρισκόμενοι επομένως εις το μέσον
μεταξύ των δύο, τίποτε δεν λέγουν, διότι είναι χειρότεροι και από τους
φιλοσόφους και από τους πολιτικούς. Εάν δε η φιλοσοφία είναι καλόν και η
πολιτική κακόν, είναι καλύτεροι μεν από τους πολιτικούς, χειρότεροι όμως από
τους φιλοσόφους. Εάν δε είναι κακά και τα δύο, και η φιλοσοφία και η πολιτική,
τότε μόνον ίσως θα είχον δίκαιον, εις καμμίαν όμως άλλην περίστασιν. Δεν πιστεύω
όμως ποτέ να ισχυρισθούν ούτε ότι και τα δύο είναι κακά, ούτε ότι το ένα είναι
κακόν και το άλλο καλόν· και αυτοί επομένως, οι οποίοι μετέχουν και από τα δύο,
είναι τωόντι κατώτεροι ως προς εκείνο που αποτελεί την αξίαν και της φιλοσοφίας
και της πολιτικής, και ενώ πραγματικώς είναι τρίτοι, ζητούν να θεωρούνται ότι
είναι πρώτοι. Βεβαίως ημείς πρέπει να τους συγχωρούμεν και να μην αγανακτούμεν
εναντίον των δι' αυτήν την αξίωσιν που έχουν, όχι όμως και να τους εκτιμώμεν
περισσότερον απ' ό,τι αξίζουν, αλλά να τους δίδωμεν την εμπρέπουσαν θέσιν· διότι
πρέπει να είμεθα ευχαριστημένοι με κάθε άνθρωπον, που έχει να μας παρουσιάση
κάτι οπωσδήποτε λογικόν και φρόνιμον πράγμα και το οποίον επεξεργάζεται με όλον
του τον ζήλον και την δύναμιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Αλήθεια και εγώ, Σωκράτη, όπως σου το
λέγω πάντοτε, ευρίσκομαι εις μεγάλην απορίαν διά τους υιούς μου, τι να κάμω· και
ο μεν νεώτερος είναι ακόμη πολύ μικρός, ο Κριτόβουλός μου όμως έφθασε πλέον εις
ώριμον ηλικίαν και έχει ανάγκην ανθρώπου, ο οποίος να αναλάβη την μόρφωσίν του.
Εγώ λοιπόν κάθε φορά, που [[θα]] συνδιαλεχθώ μαζί σου, μένω πεπεισμένος ότι
είναι τρέλλα να φροντίζη κανείς, χάριν των τέκνων του, διά τόσα άλλα πράγματα,
παραδείγματος χάριν, διά τον γάμον, πώς να τους δώση, νυμφευόμενος, μητέρα από
καλλίστην οικογένειαν, διά την περιουσίαν, πώς να τους κάμη όσον είναι δυνατόν
πλουσιωτέρους — να αμελή δε την εκπαίδευσιν αυτών. Όταν όμως γυρίζω και βλέπω
εκείνους που επαγγέλλονται την μόρφωσιν της νεολαίας, με τρομάζουν, και διά να
σου είπω την αλήθειαν, ούτε ένα δεν ευρίσκω από αυτούς που να έχη τα απαιτούμενα
προσόντα· ώστε δεν βλέπω διά ποίον λόγον να ωθήσω τον νέον εις την σπουδήν της
φιλοσοφίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Ε, αγαπητέ μου Κρίτων, δεν γνωρίζεις
ότι εις κάθε επάγγελμα οι ανίκανοι και οι ανάξιοι λόγου αποτελούν την
πλειονοψηφίαν, ολίγοι δε είναι οι καλοί και οι άξιοι πάσης εκτιμήσεως; λέγε μου,
η γυμναστική δεν σου φαίνεται καλόν πράγμα, και η ρητορική επίσης και το
εμπόριον και η στρατιωτική τέχνη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Βεβαίως και κατά πάντα λόγον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Τι συμβαίνει όμως; δεν παρατηρείς ότι
οι περισσότεροι από εκείνους που καταγίνονται με αυτάς τας τέχνας είναι
καταγέλαστοι εις ό,τι κάμνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Ναι, μα τον Δία, αλήθεια είναι αυτό που
λες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Αλλά μήπως λοιπόν δι' αυτόν τον λόγον
και ο ίδιος θα αποκηρύξης όλα τα επαγγέλματα και τον υιόν σου θα αποτρέψης από
αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κρίτων Δεν θα ήτο καθόλου σωστόν και
δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης Μην κάμης λοιπόν, Κρίτων, πράγμα που
δεν πρέπει. Άφησε τους να κουρεύωνται εκείνους που επαγγέλλονται τον φιλόσοφον,
είτε καλοί είναι είτε κακοί· αλλά εξέτασε αυτό καθ' εαυτό το πράγμα, την
φιλοσοφίαν, με όλην σου την προσοχήν· και αν μεν σου φαίνεται το πράγμα ανάξιον
λόγου, με όλα σου τα δίκαια να αποτρέπης από αυτήν, όχι μόνον τα παιδιά σου,
αλλά και κάθε άνθρωπον εν γένει· εάν όμως την εύρης τοιαύτην, οποίαν την
φαντάζομαι εγώ ότι είναι, τότε να επιδοθής με όλην σου την εμπιστοσύνην και με
όλας σου τας δυνάμεις εις την καλλιέργειαν αυτής, και ο ίδιος και συν γυναιξί
και τέκνοις, που λέγει και η παροιμία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΘΥΔΗΜΟΣ Ο διάλογος αυτός αποτελεί σφοδρήν
επίθεση και επίκριση των αμφιγνωμιών, των σφαλερών συλλογισμών και της κενότητας
της σκέψης και των γνώσεων των σοφιστών, όχι τόσο των επιφανών και
φιλοσοφούντων, όσο των κοινών και ρητορευόντων. Ωρισμένοι υπαινιγμοί αφορούν
στον Αντισθένη και στον Ισοκράτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ
61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1} Το εξώφυλλο αναφέρει σαν μεταφραστή τον Α.
Χαροκόπο, ενώ η δεύτερη σελίδα τον Ν. Γρυπάρη. Ο μεταφραστής θα πρέπει να είναι
ο Α. Χαροκόπος, μια και στην έκδοση της Αντιγόνης, όπου αναφέρονται όλα τα
κείμενα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων που έχει εκδώσει ο Φέξης, το βιβλίο
αναφέρεται με μεταφραστή τον Α. Χαροκόπο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2} Του ενδόξου δηλ. Αλκιβιάδου. Ο παλαιός
Αλκιβιάδης είχε δύο υιούς τον Κλεινίαν, πατέρα του μεγάλου Αλκιβιάδου, και τον
Αξίοχον, πατέρα του Κλεινίου τούτου περί του οποίου πρόκειται εν τω
διαλόγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3} Αισχύλ. Επτά επί Θήβας στίχ. 2.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">και στην πρύμνα της πολιτείας γυρνάει το
δονάκι χωρίς να κλη τα βλέφαρά του ο ύπνος —.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4} Εκ των κατωτέρω λεγομένων μανθάνομεν ότι η
μήτηρ του Σωκράτους Φαιναρέτη είχεν εκ του πρώτου συζύγου της Χαιρεδήμου και
άλλον υιόν, τον Πατροκλήν τούτον, ομομήτριον αδελφόν επομένως του
Σωκράτους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5} Είναι αδύνατον σχεδόν να αποδοθή το του
κειμένου &σιγώντα λέγειν,& ούτως ώστε να διατηρηθή η εν αυτώ αμφιλογία,
επί της οποίας ακριβώς στηρίζεται το σόφισμα· τα &σιγώντα& δηλ. είναι
και αρσενικόν ενικόν και ουδέτερον πληθυντικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6} Αμετάφραστος πάλιν η αμφιλογία της ελλην.
φράσεως, τίνα προσή- κει χαλκεύειν, εν τη οποία το τίνα δύναται να ληφθή και ως
υποκείμενον του προσήκει χαλκεύειν αλλά και ως αντικείμενον του
χαλκεύειν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7} Αφήνω αμετάφραστον την θαυμαστικήν
επιφώνησιν, &πυππάξ, ω Ηράκλεις·& ο Διονυσόδωρος εκδεχόμενος το πυππάξ
ως όνομα, κάμνει το ανούσιον χαριτολόγημα το οποίον θέτει και τον Κτήσιππον
εκτός μάχης, υπό αηδίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8} Ο οίνος αγαθόν και το έλαιον αγαθόν· το
κράμα είναι χείρον εκείνων, ούτε προς πόσιν αγαθόν, ως ο οίνος, ούτε προς
φωτισμόν, ως το έλαιον. Σ. Μωραΐτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο &Ευθύφρων& είναι από τους γνησίους
διαλόγους του Πλάτωνος, συγγραφείς αμέσως μετά τον θάνατον του Σωκράτους·
ομοιάζει δε προς πολλούς άλλους, ωραίους ωσαύτως διάλογους του μεγάλου
συγγραφέως της αρχαιότητος, οι οποίοι, ως και ο παρών, κυρίαν ενασχόλησιν έχουν
την όσον το δυνατόν ακριβεστέραν ανάπτυξιν του ορισμού διαφόρων εννοιών, θέματα
θεμελιώδη της λογικής επιστήμης, ήτις δεν είχεν ακόμη έως τότε αναπτυχθή. Διότι
προ του Σωκράτους κανείς ακόμη δεν είχεν ασχοληθή εις τους φιλοσοφικούς ορισμούς
των πραγμάτων, πρώτος δ' εκείνος ήρχισε να εξετάζη τι πράγμα είναι κάθε τι από
τα όντα με ιδιαιτέραν όλως αγάπην και ευχαρίστησιν, περιβάλλων τας ομιλίας του
με τόσην θελκτικήν χάριν, ώστε να κάμνη τερπνά και τα ξηρότερα εκ των ζητημάτων,
οποία είναι μάλιστα αι τοιαύται φιλοσοφικαί συζητήσεις. Αλλ' αν ακουόμεναι
εκείναι αι ομιλίαι του λαλιστάτου Αθηναίου φιλοσόφου τόσην γοητείαν επροξένουν,
φαντασθήτε τώρα πόσον ψυχαγωγική είναι η ανάγνωσις των διαλόγων αυτών, όπως
ετεχνούργησεν αυτούς ο μάγος της Ελληνικής γλώσσης χειριστής, ο θείος Πλάτων, ο
οποίος εις τα έξοχα χαρίσματα, με τα οποία η φύσις είχε πλουσιώτατα προικίσει
τον Σωκράτην, προσέθηκεν ως ωραία κεντήματα τα ολόχρυσα στολίσματά του με την
χαριτωμένην γραφίδα του αρχαίου αττικού λόγου, ώστε να μη ηξεύρη κανείς πλέον
σήμερον ποίον να θαυμάση περισσότερον, τον εύστροφον φιλόσοφον ή τον ηδύμολπον
συγγραφέα, του οποίου ο Λουκιανός τόσον εξαίρει «την δεινώς αττικήν καλλιφωνίαν
και την θαυμαστήν μεγαλόνοιαν».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Υπόθεσις του &Ευθύφρονος& είναι να
ευρεθή ο ορισμός του &οσίου&, ήτοι της ευσεβείας και αγιότητος.
Απαρτίζεται δε από μίαν συνομιλίαν, η οποία γίνεται μεταξύ του Σωκράτους και του
Ευθύφρονος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Ευθύφρων ήτο ένας μάντις πασίγνωστος εις τας
Αθήνας δια την υπερβολικήν θρησκομανίαν του, καταγόμενος από τα Πρόσπαλτα, δήμον
της Αττικής, ο οποίος έκειτο περίπου όπου το σημερινόν χωρίον Κερατιά, όπισθεν
του Υμηττού, ανήκε δε ίσως εις ιερατικήν οιωνοσκόπων οικογένειαν. Είχε δε την
ιδέαν ότι εγνώριζε τα θρησκευτικά ζητήματα και τους ιερούς νόμους περισσότερον
από κάθε άλλον εις τον κόσμον· διό και με υπερηφάνειαν περισσήν εκήρυττεν ότι αι
προφητείαι του ουδέποτε διεψεύσθησαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μίαν ημέραν, όταν είχε πλέον επιδοθή υπό του
Μελήτου η εναντίον του Σωκράτους κατηγορία επί ασεβεία εις τον άρχοντα βασιλέα,
ένα από τους εννέα άρχοντας, ο γηραιός φιλόσοφος, λαβών απροσδοκήτως την
δικαστικήν κλήσιν, είχε μεταβή εις την Βασίλειον Στοάν, όπου είχε τα δικαστικά
γραφεία του ο άρχων βασιλεύς, εις τον οποίον ήτο ανατεθειμένη η διεξαγωγή των
θρησκευτικών δικών, διά να λάβη γνώσιν της εναντίον του υποβληθείσης κατηγορίας
και δώση την απαιτουμένην προανάκρισιν. Εκεί, πρωί — πρωί, εις τους μαρμαρίνους
δικαστικούς διαδρόμους της Βασιλείου Στοάς, όπου συνήθως μετέβαινον οι ασεβείς
και οι άθεοι, οι βλάσφημοι και οι παραβάται των ιερών της πόλεως νόμων, συναντά
ο Ευθύφρων τον γέροντα φιλόσοφον, τον οποίον πολύ εσέβετο, τον ολόλευκον όχι
μόνον διά την ηλικίαν του αλλά και διά την αγαθότητά του και πραότητα, τον
ειρηνικώτατον και μόνον ευσεβέστατον αληθώς από τους Αθηναίους, και απομένει
έκπληκτος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με αυτήν την ωραίαν δραματικήν εικόνα, την
οποίαν θα εζήλευε και ο Σοφοκλής, ανασύρει την αυλαίαν του χαριτωμένου διαλόγου
του ο Πλάτων. Ο Ευθύφρων ερωτών μανθάνει ότι ο Σωκράτης κατηγορηθείς επί ασεβεία
από κάποιον άγνωστόν του Μέλητον καλούμενον, ότι διαφθείρει την νεολαίαν με νέας
ψευδείς περί θεών διδασκαλίας προσήλθεν εκεί, ζητηθείς από την ανάκρισιν. Τότε
και ο Σωκράτης υπείκων εις την έμφυτον αυτού ειρωνικήν περιέργειαν, από την
οποίαν ήντλει, ως από ακένωτον πηγήν, άλας τας υποθέσεις των φιλοσοφικών και
κοινωνικών συζητήσεών του, μανθάνει ότι και ο Ευθύφρων διά μίαν σοβαρωτάτην
δικαστικήν υπόθεσιν ευρίσκεται ομοίως εκεί, την οποίαν με ακόμη μεγαλειτέραν
έκπληξιν ακούει ο Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτός δηλαδή ο προφητομάντις Ευθύφρων είχε
καταγγείλει επί φόνω τον ίδιον τον πατέρα του, διότι είχε κακοποιήσει ένα από
τους δούλους του, οπού επάνω εις την μέθην του εφόνευσεν άλλον σύνδουλόν του,
και έγεινεν ούτως αίτιος να αποθάνη ο φονεύς εις τα δεσμά, μέσα εις ένα λάκκον,
όπου νηστικόν και δαρμένον τον είχε ρίψει. Από την μεγάλην του λοιπόν ευσέβειαν
και από την ευλάβειαν προς τους θείους νόμους, ο Ευθύφρων — διηγείται προς τον
Σωκράτην, — οι οποίοι διατάσσουν την αμείλικτον καταδίωξιν των φονέων, ή μάλλον
υπείκων εις δεισιδαίμονα πλάνην περί &αφοσιώσεως& ήτοι περί καθάρσεως
των κοινωνικών μιασμάτων, ως γίνεται γνωστόν τούτο εν τη εξελίξει του διαλόγου,
κατήγγειλεν αυτόν τον πατέρα του ως φονέα, ίνα καθαρθή από το μίασμα και αυτός
και εκείνος. Προβάς δε εις αυτό το διάβημα, ενόμιζεν ότι έπραξεν ευσεβή πράξιν
και ήτο ενδομύχως όλως διόλου ατάραχος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Σωκράτης εμβρόντητος απομείνας προς την
ομολογίαν αυτήν του Ευθύφρονος ότι κατήγγειλεν ως φονέα τον πατέρα του, αρχίζει
αμέσως την συζήτησιν με τον δεισιδαίμονα αυτόν θεομάντιν, και τον παρακαλεί,
αφού μάλιστα είναι τόσον σοφός εις τα θρησκευτικά, να τον διδάξη τι πράγμα κατ'
ουσίαν είναι το ευσεβές και η ευσέβεια, διά να κατορθώση με τα φώτα αυτά του
διδασκάλου του να σωθή και αυτός από τον κίνδυνον, τον οποίον διατρέχει εκ της
εναντίον του κατηγορίας του Μελήτου, όστις τον κατηγόρησεν ίσα — ίσα ως
ασεβή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με αυτόν τον τρόπον αρχίζει η συζήτησις, κατά
την οποίαν ο μεν Ευθύφρων αντιπροσωπεύει, κατά τινα σοφόν κριτικόν, «τους
μικρόνοας εκείνους ευσεβείς της αρχαιότητος, οι οποίοι διά την λέξιν
&όσιον& είχον έννοιαν όλως διόλου εξωτερικήν και επιπόλαιον και διά να
αποδείξουν εαυτούς ευσεβείς και αρεστούς εις τους θεούς, δεν υπεχώρουν πολλάκις
ουδέ ενώπιον πράξεων, αι οποίαι απόβλητοι εθεωρούντο ηθικώς. Ο δε Σωκράτης.
αντιπρόσωπος των νέων θρησκευτικών ιδεών, υποστηρίζει τουναντίον, ότι μεταξύ
αγαθού και θείου δεν ημπορεί ποτε να υπάρξη καμμία διαφορά, θεωρών ότι η
&οσιότης& ή η &ευσέβεια& συνίσταται μόνον εις την τελείαν του
ανθρώπου ηθικότητα».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο διάλογος προβαίνει μετά μεγίστης μεν
συντομίας αλλά με άφθονον πλούτον γνώσεων και επιχειρημάτων, τα οποία ανακύπτουν
το έν μετά το άλλο απροόπτως ως εν μαγικώ λειμώνι πρωτοφανή άνθη, θαμβώνοντα τον
αναγνώστην με την φαεινήν ακτινοβολίαν των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τόση δε είναι η δύναμις της λογικής και η
δεξιότης του αρχισυζητητού αυτού γέροντος των αρχαίων Αθηνών, ώστε εξαναγκάζεται
ο αλαζών μάντις πέντε φοράς ν' αλλάξη τον περί της ευσεβείας ορισμόν του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τον μεν πρώτον αυτού ορισμόν, ότι ευσεβές
πράγμα είναι αυτό, οπού έπραττεν εκείνος, καταγγείλας τον πατέρα του εις το
δικαστήριον ως φονέα, καθώς έπραξε και ο άριστος και δικαιότατος από τους θεούς
Ζευς, οπού έδεσε τον πατέρα του Κρόνον διότι έτρωγε τα παιδιά του, απορρίπτει ο
Σωκράτης ως κοινόν όλως διόλου, διότι με έν μόνον παράδειγμα και με μίαν μόνην
πράξιν δεν δύναται να ορισθή ο χαρακτήρ της ευσεβείας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έπειτα δε πάλιν τον δεύτερον ορισμόν του
Ευθύφρονος ότι ευσεβές πράγμα είναι παν ό,τι είναι προσφιλές εις τους θεούς,
ασεβές δε παν ό,τι είναι μισητόν εις αυτούς, επαινεί ο Σωκράτης ως γενικώτερον
από τον πρώτον και τελειότερον, αλλ' αποδεικνύει εις τον Ευθύφρονα με τας
φιλονεικίας και μάχας, οπού υπάρχουν μεταξύ των θεών, τα οποία εκείνος πιστεύει,
ότι είναι δυσκολώτατον και αδύνατον να αρέσκη το αυτό πράγμα εις όλους τους
θεούς· αλλά εκείνο οπού εις μερικούς θεούς αρέσκει, εις μερικούς άλλους είναι
μισητόν, ώστε θα συμβή το αυτό ευσεβές πράγμα να είναι συγχρόνως και αγαπητόν
και μισητόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τότε ο Ευθύφρων καταρτίζει τελειότερον
ορισμόν, τον τρίτον, λέγων ότι ευσεβές είναι παν ό,τι αρέσκει εις όλους εν γένει
τους θεούς, ασεβές δε παν ό,τι είναι μισητόν εις όλους επίσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά και τούτον τον ορισμόν απορρίπτει ο
Σωκράτης, διότι κατ’ ουσίαν δεν είναι διάφορος από τον δεύτερον, επειδή και κατ'
αυτόν ευσεβές και αγαπητόν εις τους θεούς πράγμα είναι έν και το αυτό. Αλλά το
αγαπητόν εις τους θεούς ή αγαπώμενον υπ' αυτών, λέγει ο Σωκράτης και παραδέχεται
και ο Ευθύφρων, λέγεται ούτω, διότι αγαπάται υπό των θεών, και όχι διότι είναι
αγαπητόν εις τους θεούς διά τούτο αγαπάται υπό των θεών, το δε ευσεβές διότι
είναι ευσεβές αγαπάται υπό των θεών και όχι διότι αγαπάται υπ' αυτών διά τούτο
είναι ευσεβές. Εάν λοιπόν ευσεβές και θεοφιλές πράγμα είναι έν και το αυτό, κατά
τον τρίτον ορισμόν, έπρεπε και το θεοφιλές να φιλήται υπό των θεών διότι είναι
θεοφιλές και όχι το εναντίον, κατ' ακολουθίαν και το ευσεβές διά τούτο να είναι
ευσεβές διότι ηγαπάτο από τους θεούς και όχι διότι είναι ευσεβές διά τούτο να
αγαπάται, ως είχον προηγουμένως παραδεχθή. Είναι λοιπόν αντιφατικός ο τρίτος
ορισμός, και προς τούτοις δεν φανερώνει την ουσίαν του ευσεβούς, αλλά πάθος τι
οπού συμβαίνει εις αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ήδη ο Ευθύφρων παραδέχεται μεν ταύτα, ότι οι
ορισμοί, όσους έως τώρα κατήρτισεν, είναι συγκεχυμένοι και ανεπαρκείς και
ασαφείς, ομολογεί την αδυναμίαν του να προχωρήση εις τον καταρτισμόν άλλου, και
συγχρόνως παραπονείται εις τον Σωκράτην ότι αυτός του κρημνίζει και χαλά όλους
τους ορισμούς. Ο Σωκράτης αποκρούει την μομφήν αυτήν, φαίνεται δε πρόθυμος να
τον βοηθήση, όπως μαζί κατορθώσουν να σχηματίσουν ένα τέλειον ορισμόν του
ευσεβούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και πρώτον ευρίσκουσιν ότι το
&δίκαιον& είναι ευρυτέρα έννοια από το ευσεβές, όπερ είναι μέρος τι του
δικαίου. Ο Σωκράτης, ίνα διευκολύνη τον Ευθύφρονα εις το να εννοήση καλώς τούτο,
του φέρει πολλά άλλα παραδείγματα ευρυτέρων και στενοτέρων εννοιών, ότε ο
Ευθύφρων ερωτώμενος τι μέρος του δικαίου είναι το ευσεβές, απαντά ότι είναι το
περί την θεραπείαν ήτοι λατρείαν των θεών αφιερωμένον, το δε επίλοιπον μέρος
αυτού αποβλέπει εις την περί των ανθρώπων θεραπείαν και μέριμναν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' εις τον Σωκράτην δεν αρέσκει η λέξις
θεραπεία, διότι κάθε θεραπεία, λέγει, γίνεται προς ωφέλειαν ή προς βλάβην του
θεραπευομένου πράγματος, αλλ' οι θεοί ποίαν ωφέλειαν ημπορούν να έχουν από την
εκ μέρους των ανθρώπων γινομένην προς αυτούς θεραπείαν ή λατρείαν; Ο Ευθύφρων
λέγει τότε ότι εννοεί θεραπείαν εξυπηρετικήν, όπως οι δούλοι θεραπεύουν και
περιποιούνται τους κυρίους αυτών. Αλλ' ο Σωκράτης του εξηγεί ότι η υπηρετική
αυτή θεραπεία αποβλέπει εις την εκτέλεσιν έργου τινός πάντοτε, ως η ιατρική
τέχνη π. χ. χρησιμεύει εις τους ιατρούς, διά να κατεργάζωνται την υγείαν, η
ναυπηγική εις τους ναυπηγούς, διά να κατασκευάζουν τα πλοία κλπ. Τι λοιπόν
εκτελούσιν οι θεοί διά της υπηρεσίας αυτής των ανθρώπων; Ο Ευθύφρων απαντά ότι
πολλά καλά πράγματα κατορθώνουν οι θεοί διά της θεραπείας αυτής. Αλλά πολλά καλά
πράγματα παράγουν και οι στρατηγοί π. χ. και οι γεωργοί, παρατηρεί ο Σωκράτης,
και όμως ημπορούμεν να προσδιορίσωμεν το είδος και την ποιότητα αυτών των καλών.
Ποίου είδους λοιπόν είναι αυτά τα πολλά καλά, τα οποία εκτελούν οι θεοί; ερωτά ο
Σωκράτης. Τότε ο Ευθύφρων δοκιμάζει να σχηματίση τον πέμπτον ορισμόν του
ευσεβούς λέγων: Εάν μεν κανείς γνωρίζη να λέγη και να πράττη ευχάριστα εις τους
θεούς και όταν προσεύχεται και όταν θυσιάζη, αυτά είναι τα ευσεβή, τα οποία
διαφυλάττουν και τους ιδιωτικούς οίκους των ανθρώπων και τας κοινάς των πόλεων
υποθέσεις, τα δε εναντία αυτών είναι τα ασεβή, τα οποία καταστρέφουν και
εξαφανίζουν τα πάντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά και τον μακροσκελή αυτόν ορισμόν ο
Σωκράτης απορρίπτει ως εσφαλμένον, διότι συνοψίζων αυτόν λέγει ότι το ευσεβές
λοιπόν είναι κάποια επιστήμη του να εύχεται κανείς και να θυσιάζη και ότι το μεν
να θυσιάζη σημαίνει να χαρίζη κανείς εις τους θεούς, το δε να εύχεται σημαίνει
να ζητή από αυτούς, ώστε το ευσεβές θα ήτο τότε επιστήμη ζητήσεως και δόσεως,
ζητεί δε κανείς ό,τι χρειάζεται και χαρίζει ό,τι χρειάζονται οι άλλοι, άρα η
ευσέβεια είναι κάποια εμπορική τέχνη μεταξύ θεών και ανθρώπων. Αλλ' αυτό
προϋποθέτει αμοιβαίον κέρδος· εάν δε οι θεοί λαμβάνουν ευάρεστα εις αυτούς από
τους ανθρώπους, τότε και ο ορισμός αυτός ουδόλως διαφέρει από τους
προηγουμένους, κατά τους οποίους το ευσεβές και ευάρεστον εις τους θεούς είναι
έν και το αυτό πράγμα, και οίτινες απεδείχθησαν ήδη εσφαλμένοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρακαλεί λοιπόν ο Σωκράτης τον Ευθύφρονα εξ
αρχής να δοκιμάση να εύρη κανένα άλλον ορισμόν ορθότερον και ακριβέστερον. Αλλ'
αυτός τόσον εστενοχωρήθη από τας αντιφάσεις, εις τας οποίας περιέπιπτε,
περιπλεχθείς μέσα εις το δίκτυον της ακαταμαχήτου λογικής του Σωκράτους, ώστε
ζαλισμένος πλέον υπεκφεύγει την εξακολούθησιν του διαλόγου, προφασισθείς ότι
έχει κάποιαν κατεπείγουσαν υπόθεσιν, και απέρχεται εγκαταλείπων ατελείωτον την
συζήτησιν και τον περί του ευσεβούς ορισμόν και την σοβαρωτάτην δε υπόθεσίν του
ακόμη, χάριν της οποίας είχε μεταβή εις την Βασίλειον Στοάν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">»Και όμως υποσημειοί εις την αξιόλογον έκδοσιν
του &Ευθύφρονος& ο κ. Γ. Κωνσταντινίδης, είς εκ των ημετέρων ερμηνευτών
του Πλάτωνος, εν αρχή του διαλόγου ωμολόγησεν ο Ευθύφρων ότι είχε μεταβή εις την
Βασίλειον Στοάν, διά να φροντίση περί της κατά του πατρός του δίκης. Πώς λοιπόν
τώρα απέρχεται χωρίς καν να εισέλθη παρά τω βασιλεί; Είναι τάχα τούτο απλή
πρόφασις, όπως διακόψη συζήτησιν, ην αδυνατεί να διεξαγάγη κατά βούλησιν, ή
θέλει ο Πλάτων να υποδείξη διά τούτου ότι ο Ευθύφρων εσαλεύθη εις τας περί οσίου
δοξασίας του και εγκατέλιπε την κατά του πατρός του κατηγορίαν χάρις εις τον
ένεκα ασεβείας κατηγορηθέντα Σωκράτην; Ημείς σήμερον ουδέτερον τούτων δυνάμεθα
ασφαλώς να συμπεράνωμεν, οι σύγχρονοι όμως του Πλάτωνος ενόουν ίσως την ορθήν
του χωρίου έννοιαν και του διαλόγου το αποτέλεσμα, διότι πιθανόν να ήτο
πασίγνωστος η σπανία όντως του Ευθύφρονος υπόθεσις».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τον ζωηρότατον αυτόν διάλογον, όστις κατά
τους κριτικούς είναι τελειότερος του Κρίτωνος κατά την εν γένει δημιουργικήν
εξεργασίαν και φιλοσοφικήν ακρίβειαν, εξαιρετικήν εντύπωσιν μας αφίνουν τα περί
ερίδων και μαχών των θεών μυθολογούμενα και τα περί Δαιδάλου και κινουμένων
αγαλμάτων αυτού, με τα οποία ευφυέστατα παραβάλλει η αεικίνητος του Σωκράτους
γλώσσα τους μετακινουμένους και σαλευομένους ορισμούς του Ευθύφρονος, υπέρ πάντα
δε ταύτα η παροιμιώδης σωκρατική ειρωνεία η τερπνότατα διαχεομένη μ' επαγωγόν
και χαριέστατον τρόπον ως τις ευώδης φαληρική αύρα τόσον λεπτή, ώστε να μη την
αισθάνεται σχεδόν ο με ιδρώτας και κόπους περιρρεόμενος κατά την συζήτησιν
Ευθύφρων. Η συνάντησις δε αύτη δύο άκρως αντιθέτων προσώπων, εξ ενός μεν του
θρησκομανούς μάντεως, προβαίνοντος μέχρι πράξεων ηθικώς αποτροπαίων από
ευσέβειαν δήθεν, και εξ άλλου του ηρέμα και γαληνιαίως εκφράζοντος της αληθούς
θεοσεβείας τον χαρακτήρα Σωκράτους, μας αφίνει δραματικωτάτην την εντύπωσιν,
δίδουσα εις ημάς ζωηράν εικόνα τελείου σατυρικού έργου της αρχαιότητος, συνάμα
δε ολόφωτον καθιστά τον σκοπόν του διαλόγου, όστις ήτο, κατά την παράδοσιν, να
φανή πόσον ευσεβής και δίκαιος ήτο ο Σωκράτης, όστις είχε καταδικασθή εις
θάνατον κατηγορηθείς επί ασεβεία, διότι εις τον διάλογον αυτόν ο ως ασεβής
κατηγορηθείς Σωκράτης ή ως έχων επιληψίμους ιδέας περί ευσεβείας, καθά ωραιότατα
εκφράζεται ημέτερος κριτικός, «γίνεται διδάσκαλος της αληθούς ευσεβείας και προς
αυτούς τους περί τα τοιαύτα ειδικωτάτους και σοφωτάτους θεωρουμένους».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τοιούτος μεν ο ωραίος αυτός διάλογος. Αλλ'
επειδή δικαίως εξεγείρεται η περιέργεια των αναγνωστών εν τέλει, αναζητούντων ν'
ανακαλύψωσι ποίος τάχα να είναι ο ορισμός του &οσίου& ήτοι του ευσεβούς,
οίος ήτο εσχηματισμένος εν τη διανοία του Σωκράτους, ο κ. Γ. Κωνσταντινίδης, την
δικαίαν περιέργειαν αυτήν πληρών μας αποκαλύπτει τούτον επαρκώς, δι' όσων λέγει
εν τη Εισαγωγή της εκδόσεώς του: «Δεν είναι όμως δύσκολον, παρατηρεί, εκ πάντων
τούτων να εξαχθή ορθός τις και ακριβής ορισμός του οσίου και της οσιότητος ότι
είναι η επιστήμη των περί θεούς νομίμων», ως δικαιοσύνη είναι «η επιστήμη των
περί ανθρώπους νομίμων», σκοπός δε και αποτέλεσμα της οσιότητος και δικαιοσύνης
ότι είναι το σώζειν τούς τε ιδίους οίκους και τα κοινά των πόλεων. Ο ορισμός
ούτος εξάγεται μεν ασφαλώς και εκ των εν τω &Ευθύφρονι& λεγομένων, ότι
όμως τοιούτος τις θα διετυπούτο υπό του Πλάτωνος εξάγεται και εκ του
&Λάχητος& (σελ, 199, Δ). «Είναι δε η οσιότης και η ευσέβεια εκ των
κυριωτάτων μερών της καθόλου αρετής, περί την έρευναν της οποίας αποκλειστικώς
κατεγίνετο ο Σωκράτης».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΥΘΥΦΡΩΝ (ή περί ευσεβείας)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΠΡΟΣΩΠΑ ΕΥΘΥΦΡΩΝ,
ΣΩΚΡΑΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> I. Τι συμβαίνει, ω Σώκρατες, και δεν
φαίνεσαι πλέον διόλου εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λύκειον {1}, αλλά συχνάζεις εδώ τώρα, εις
την Βασίλειον Στοάν; {2} Δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιστεύω να έχης βέβαια και συ καμμίαν δίκην
ενώπιον του άρχοντος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βασιλέως, καθώς έχω εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν έχω δίκην, διά κοινόν έγκλημα, ω
Ευθύφρον, αλλά πολύ χειρότερον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχω γραφήν {3}, καθώς αυτοί δα οι Αθηναίοι
ονομάζουν αυτήν, έχω δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκην διά δημόσιον έγκλημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι μου λέγεις. Διά δημόσιον έγκλημα λοιπόν,
καθώς φαίνεται, κάποιος σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατήγγειλε; Διότι δεν πιστεύω ποτέ ότι συ
κατήγγειλες κανένα άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά σε κατήγγειλε λοιπόν κανείς
άλλος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίος είναι αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εγώ ο ίδιος δεν τον γνωρίζω καλά — καλά
τον άνθρωπον αυτόν, ω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ευθύφρον. Μου φαίνεται να είναι αυτός ένας
νέος, τον οποίον προσωπικώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν εγνώρισα. Όμως τον λέγουν, καθώς
νομίζω, Μέλητον {4}. Είναι δε από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον δήμον Πιτθόν {5}, αν έρχεται εις την
ενθύμησίν σου κανένας Μέλητος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πιτθεύς, ένας νέος με μακράν και λείαν
κόμην, με ολίγα γενάκια και με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μύτην γερακωτήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ενθυμούμαι τέτοιον νέον, ω Σώκρατες,
αλλ' ειπέ μου ακριβώς ποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι η καταγγελία, οπού σου έκαμε;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης. Ποία είναι; Είναι μία κατηγορία, ω
Ευθύφρον, παρά πολύ γενναία, η οποία κατά την ιδικήν μου τουλάχιστον γνώμην τον
φανερώνει αυτόν τον νέον ένα άνθρωπον όχι κοινόν. Διότι τόσον νέος αυτός όπου
είναι, δεν είναι μικρόν και ασήμαντον πράγμα να έχη γνώσεις διά τόσον σπουδαίας
υποθέσεις. Διότι καθώς εκείνος λέγει, ηξεύρει με ποίον τρόπον καταστρέφονται οι
νέοι την σήμερον και ποίοι είναι οι καταστροφείς αυτών. Φαίνεται λοιπόν ότι
αυτός ο άνθρωπος είναι παρά πολύ σοφός. Και αφού εκατάλαβε την ιδικήν μου
αμάθειαν, ήλθεν εδώ και με κατήγγειλεν ενώπιον της πόλεως όλης, απαράλλακτα
καθώς ενώπιον μιας κοινής όλων μας μητρός, ότι δήθεν εγώ καταστρέφω τους
συνηλικιώτας του. Και ομολογώ ότι αυτός μου φαίνεται ότι είναι ο μόνος άνθρωπος,
οπού αρχίζει να ανακατώνεται εις τα πολιτικά, καθώς πρέπει. Διότι ο καθαυτό
πολιτικός άνθρωπος, είναι ορθόν και πρέπον να αρχίζη το πολιτικόν του στάδιον
μανθάνων πρώτον διά την εκπαίδευσιν της νεολαίας, με ποίον τρόπον να γείνουν οι
νέοι όσον το δυνατόν χρηστότατοι. Καθώς κάμνει και ο έμπειρος γεωργός, όστις
είναι φυσικόν πρώτον να φροντίζη διά τα νέα φυτά, όπου είναι βλασταράκια ακόμη,
έπειτα δε και διά τα μεγαλείτερα και τα πλέον ανεπτυγμένα. Αναμφιβόλως λοιπόν
και ο Μέλητος πρώτα — πρώτα αποκόπτει ως βλαβερούς ημάς, οπού καταστρέφομεν τους
νέους, καθώς λέγει. Έπειτα δε είναι φανερόν ότι με την φροντίδα, όπου θα λάβη
διά τους μεγάλους, θα γείνη αίτιος μεγίστων καλών εις την πόλιν μας, καθώς
βέβαια είναι φυσικόν να συμβή εις ένα άνθρωπον, όστις γνωρίζει τόσον καλά να
αρχίζη το έργον του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> II Θα επεθύμουν να γείνη αυτό, οπού λέγεις,
ω Σώκρατες, φοβούμαι όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήπως συμβή το εναντίον. Διότι αυτός ο
άνθρωπος με το να επιχειρή να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλάψη εσέ, θέλει όλως διόλου σύρριζα να
καταστρέψη την πόλιν {6}. Αλλ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπέ μου, σε παρακαλώ, σαν τι τάχα τέλος
πάντων λέγει ότι συ κάμνεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και καταστρέφεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους νέους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παράλογα πράγματα, ω θαυμάσιε, καθώς εγώ
τουλάχιστον ακούω. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός λέγει ότι εγώ είμαι κατασκευαστής
θεών και με καταγγέλλει, χάριν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτής της νεολαίας, καθώς λέγει, ότι
κατασκευάζω καινούργιους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους δε παλαιούς θεούς μας δεν
πιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εκατάλαβα, ω Σώκρατες. Αυτός λέγει ότι
κατασκευάζεις καινούργιους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς, διότι διακηρύττεις δημοσία ότι
συνήθως εμφανίζεται εντός σου το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γνωστόν δαιμόνιον {7}. Δι' αυτό λοιπόν σε
κατήγγειλεν ότι δήθεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νεωτερίζεις εις τα θρησκευτικά δόγματα της
πόλεως και ακριβώς δι' αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έρχεται να σε συκοφαντήση εις το
δικαστήριον, επειδή γνωρίζει καλά ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο λαός πολύ εύκολα πιστεύει τας συκοφαντίας
αυτού του είδους. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εμένα απαράλλακτα με περιγελούν ως
τρελλόν, οσάκις εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνέλευσιν του λαού αυθορμήτως αναφέρω
τίποτε θρησκευτικά ζητήματα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προφητεύω δι' όσα μέλλουν να γείνουν {8}·
αν και ποτέ δεν έλειψε να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επαληθεύση κανέν από όσα εγώ επροφήτευσα.
Αλλ' όμως ημάς τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεοπνεύστους όλους μας φθονούν. Δεν πρέπει
όμως να φροντίζωμεν διόλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δι' αυτά, αλλά να εξακολουθώμεν ίσα τον
δρόμον μας αδιαφορούντες εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τας συκοφαντίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αγαπητέ μου Ευθύφρον, το να περιγελασθώμεν
βέβαια καμμιά φορά δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι και πολύ σπουδαίον πράγμα. Διότι,
καθώς εγώ φρονώ, τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αθηναίους δεν τους μέλει, αν πιστεύουν ότι
είναι μεν κανείς πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιτήδειος άνθρωπος, αλλ' όμως δεν έχει την
ικανότητα και να διδάξη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλους την σοφίαν του, θυμώνουν όμως
υπερβολικά εναντίον εκείνου, τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίον θεωρούν ικανόν να κάμη και άλλους
τοιούτους, οποίος είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτός, είτε από φθόνον, καθώς συ ομολογείς,
είτε και από καμμίαν άλλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αιτίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δι' αυτό βέβαια, ποια δηλαδή αισθήματα
έχουν δι' εμέ, δεν επιθυμώ πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να δοκιμάσω, διότι αυτό το ηξεύρω
καλά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι αναμφιβόλως συ μεν φρονείς ότι πρέπει
να δεικνύης μεγάλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιφύλαξιν και να μη δημοσιεύης εις τους
άλλους θεληματικώς την σοφίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου. Εγώ όμως φοβούμαι μήπως από την
φιλανθρωπίαν μου φαίνωμαι εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς ότι διδάσκω αδιακρίτως κάθε άνθρωπον
ό,τι ηξεύρω, όχι μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χωρίς κανένα μισθόν, αλλ' αν είχον χρήματα,
και θα επλήρωνα ακόμη με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευχαρίστησίν μου εκείνον, όστις ήθελε να
ακούη τας ομιλίας μου. Εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν λοιπόν, καθώς προ ολίγου τώρα είπον,
περιωρίζοντο εις το να με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιγελούν μόνον, καθώς λέγεις ότι
περιγελούν εσένα, τούτο δεν θα μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήτο διόλου δυσάρεστον, να περάσωμεν ολίγας
ώρας εις το δικαστήριον με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστεϊσμούς και περιγελάσματα· αν όμως
λάβουν το πράγμα υπό σπουδαίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έποψιν, τούτο πλέον ποίον τέλος θα έχη
είναι άδηλον εις τον κάθε ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκτός από σας τους μάντεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως, ω Σώκρατες, να μη σου συμβή κανέν
κακόν πράγμα, αλλά και διά σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα αποβή η δίκη όπως επιθυμείς, φρονώ δε
ότι έτσι θα αποβή και δι' εμέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> η ιδική μου δίκη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, ω Ευθύφρον, τι είδους λοιπόν είναι η
ιδική σου δίκη; Είσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατηγορούμενος, ή κατηγορείς κανένα
άλλον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κατηγορώ κάποιον άλλον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αν σου είπω ποίον καταδιώκω, θα με θεωρήσης
τρελλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μπα! Και πώς; Μήπως καταδιώκεις κανένα που
πετά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διόλου δεν πετά αυτός, τον οποίον εγώ
καταδιώκω, διότι αυτός αντί να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχη πτερά, είναι τόσον γέρων, ώστε μόλις
μπορεί να περιπατή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος λοιπόν είναι αυτός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι ο πατέρας μου !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι μου λέγεις; Ο πατέρας σου είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ο πατέρας μου !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ποίον είναι το έγκλημά του, και διά
ποίαν πράξιν τον κατηγορείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά φόνον, ω Σώκρατες !</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διά φόνον! Ώ Ηράκλεις ! Βεβαίως, ω
Ευθύφρον, ο πολύς κόσμος κατ' εμέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν γνωρίζει ότι αυτά τα πράγματα είναι
σωστά και δίκαια και πρέπει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νομίζω, να είναι κανείς παρά πολύ
προχωρημένος εις την σοφίαν και όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ο τυχών άνθρωπος, διά να ενεργήση ένα
τέτοιο πράγμα, το οποίον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρηθή από όλους σωστόν και
δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βέβαια, μα τον Δία, ω Σώκρατες, αυτός ο
άνθρωπος πρέπει να είναι πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προχωρημένος εις την σοφίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και είναι λοιπόν κανένας από τους συγγενείς
σας αυτός που εφονεύθη από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πατέρα σου; Ή εννοείται βέβαια αυτό;
Διότι δι' ένα ξένον άνθρωπον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς φρονώ, ποτέ δεν θα κατεμήνυες τον
πατέρα σου ως φονέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποίος παραλογισμός, ώ Σώκρατες, να φρονής
ότι υπάρχει καμμία διαφορά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε ξένος είτε συγγενής είναι ο φονευθείς.
Εις την πράξιν μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει κανείς να προσέχη καλά και αυτήν
μόνον να εξετάζη, αν δικαίως ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φονεύς διέπραξε τον φόνον ή αδίκως. Και, αν
μεν δικαίως, πρέπει να τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφίνωμεν ήσυχον και να μη τον ενοχλώμεν, αν
όμως όχι, τότε έχομεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χρέος να τον καταγγέλλωμεν εις την
δικαιοσύνην, έστω και αν ακόμη ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φονεύς έχη καμμίαν φιλίαν ή συγγένειαν μαζί
μας. Διότι το μίασμα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ίδιον, εάν εν γνώσει συναλλάττεσαι με
τον τοιούτον άνθρωπον και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον καταγγέλλης εις την δικαιοσύνην, διά να
επιδιώξης την τιμωρίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του, η οποία μόνη, ω Σώκρατες, ημπορεί να
απαλλάξη από τον μολυσμόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και σε και εκείνον {9}. Ιδού πώς είναι η
υπόθεσις αυτή, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτός όπου εφονεύθη ήτο ένας από τους
μισθωτούς μας ανθρώπους, και όταν εκαλλιεργούσαμεν τα κτήματά μας εις την Νάξον,
τον είχαμεν εκεί μεταξύ των άλλων δούλων μας και ειργάζετο με το ημερομίσθιον.
Μίαν ημέραν λοιπόν, αφού έπιε πολύ και εμέθυσεν, επιάσθη με έναν από τους
δούλους μας και επάνω εις την μανιώδη οργήν του τον έσφαξεν. Ο πατέρας μου
λοιπόν αμέσως τον έβαλεν εις τα σίδηρα χειροπόδαρα και τον έρριψε μέσα εις ένα
βαθύτατον λάκκον, έστειλε δε ευθύς εδώ εις τας Αθήνας ένα άνθρωπόν του, διά να
πληροφορηθή από τον εξηγητήν {10} των θρησκευτικών νόμων τι έπρεπε να κάμη. Εις
το μεσολαβήσαν αυτό χρονικόν διάστημα, έως ου επανέλθη από τας Αθήνας ο
απεσταλμένος μας, ο πατέρας μου δεν έλαβε καμμίαν φροντίδα διά τον σιδηροδέσμιον
εκείνον δούλον και τον παρημέλησεν όλως διόλου, διά τον λόγον ότι ήτο φονεύς και
δεν τον έμελε διόλου, και αν ήθελεν αποθάνει εκεί μέσα. Αυτό δε ίσα — ίσα και
συνέβη, ω Σώκρατες. Διότι από την πείναν και από το ψύχος και το βάρος των
δεσμών απέθανεν ο δυστυχισμένος, πριν προφθάση να γυρίση πίσω ο απεσταλμένος από
τον πατέρα μου και να φέρη την απάντησιν του εξηγητού. Δι' αυτό δα λοιπόν που
έκαμα εξηγέρθη με αγανάκτησιν μεγάλην εναντίον μου όλη η οικογένεια, ο πατέρας
και οι επίλοιποι συγγενείς μας, διατί τάχα εγώ χάριν του ανθρωποκτόνου εκείνου
δούλου μας να καταγγείλω τον πατέρα μου εις την δικαιοσύνην διά φόνον, και να
επιζητώ την καταδίκην του, αφού ούτε τον εφόνευσε, καθώς λέγουν εκείνοι, ούτε
και αν ακόμη τον εφόνευσεν, αφού μάλιστα ο αποθανών είναι ένας κακούργος, ένας
φονεύς, δεν πρέπει να φροντίζη κανείς δι' ένα τέτοιον εγκληματίαν. Διότι είναι
ασεβές πράγμα, λέγουν, ο υιός να καταγγέλλη τον πατέρα του επί φόνω. Αυτάς τας
ιδέας έχουν ούτοι, ω Σώκρατες, διότι κακώς εννοούν το θείον δίκαιον και είναι
ανίκανοι να διακρίνουν ποία πράξις είναι ευσεβής και ποία ασεβής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά δι' όνομα του Διός, συ λοιπόν, ω
Ευθύφρον, φαντάζεσαι ότι με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσην ακρίβειαν γνωρίζεις περί της θείας
δικαιοσύνης και διακρίνεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σαφώς ποία πράγματα είναι ευσεβή και ποία
ασεβή, ώστε, αφού αυτά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνέβησαν, καθώς συ μου τα διηγήθης, δεν
φοβείσαι μήπως,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρισολογούμενος με τον πατέρα σου, τυχαίνει
ίσα — ίσα να κάμνης κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασεβές πράγμα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σε βεβαιώ, ω Σώκρατες, ότι διά τίποτε δεν
θα ήμουν χρήσιμος, ούτε θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διέφερε διόλου από τους άλλους ανθρώπους ο
Ευθύφρων, αν δεν εγνώριζα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα αυτά τα πράγματα εις την
εντέλειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, ω λαμπρέ μου Ευθύφρον,
σπουδαιότατον πράγμα θα ήτο δι' εμέ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γείνω μαθητής σου, και προ της δίκης μου, η
οποία εκινήθη εναντίον μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκ μέρους του Μελήτου, να προκαλέσω αυτόν
ενώπιον του αρμοδίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άρχοντος εις εξέτασιν της διαφοράς μας και
να του είπω αυτά τα ίδια,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τα οποία ήθελον μάθει από σε, ότι εγώ
βεβαίως και πρωτύτερα εθεώρουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ως πάρα πολύ σπουδαίον πράγμα να γνωρίζω
καλώς τα θρησκευτικά και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα, αφού εκείνος με κατηγορεί ότι
κατήντησα εις πλάνην, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστόχαστα παρουσιάζω εις τον κόσμον νέας
δοξασίας περί θεών, τότε δα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βεβαίως έγεινα μαθητής ιδικός σου. Και αν
μεν, ω Μέλητε, θα του έλεγα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ομολογής ότι ο Ευθύφρων είναι σοφός εις τα
τοιαύτα ζητήματα, να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιστεύης ότι και εγώ σωστά φρονώ, καθώς και
εκείνος, και να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κρισολογήσαι μαζί μου· εν εναντία δε
περιπτώσει να καταγγείλης εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαστήριον πρωτύτερα εκείνον, τον
διδάσκαλόν μου, παρά εμέ, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταστρέφει τους γέροντας, και εμέ και τον
πατέρα του, εμένα μεν με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την θρησκευτικήν διδασκαλίαν του την
πεπλανημένην, εκείνον δε με την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταδίωξιν την δικαστικήν που του κάμνει
κατά τας νέας αυτάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θρησκευτικάς αρχάς του. Και αν μεν δεν
πεισθή εις εμέ και δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραιτήται από την δίκην, ή αν καταγγείλη
εσένα αντ' εμού, λαμπρότατον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα θα ήτο, αυτά τα ίδια λόγια να είπης
ενώπιον του δικαστηρίου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσα θα του έλεγα εγώ προ της δίκης προς
συμβιβασμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, μα τον Δία, ω Σώκρατες, αν ίσως ηθελεν
έχει τόσην απερισκεψίαν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ώστε να με καταγγείλη, ήθελα προσπαθήσει ν'
ανακαλύψω ευθύς, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φρονώ, το τρωτόν του μέρος, και έτσι πολύ
περισσότερον θα διέτρεχε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κίνδυνον εκείνος εις το δικαστήριον παρά
εγώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή και εγώ βεβαίως, καλέ μου φίλε, τα
γνωρίζω αυτά, διά τούτο ίσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — ίσα επιθυμώ να γείνω μαθητής σου, διότι
είμαι βέβαιος ότι σέ μεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επειδή είσαι τόσον βαθιά σοφός άνθρωπος,
και κάθε άλλος, καθώς φρονώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ο Μίλητος αυτός, ούτε ότι σε βλέπουν
φαίνονται, εμένα όμως με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τόσην οξυδέρκειαν και τόσην ευκολίαν
διέκρινεν, ώστε με κατεμήνυσεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις το δικαστήριον επί ασεβεία. Τώρα
λοιπόν, εν ονόματι του Διός, ειπέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου εκείνο, που τώρα δα εβεβαίωνες, ότι
πολύ καλά γνωρίζεις. Ποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περίπου πράγμα ομολογείς ότι είναι το
ευσεβές και ποίον το ασεβές,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον αφορά παραδείγματος χάριν τον φόνον
και τα λοιπά συνήθη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγκλήματα, που δύνανται να συμβούν; Ή δεν
είναι όμοιον πάντοτε αυτό με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον εαυτόν του εις κάθε πράξιν το ευσεβές,
και το ασεβές πάλιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικόν μεν από κάθε ευσεβές, αυτό
όμως όμοιον πάντοτε με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εαυτόν του και έχον ως προς την ευσέβειαν
τον ίδιον απαραλλάκτως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χαρακτήρα της ασεβείας κάθε τι, όπου μέλλει
να είναι ασεβές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως, καθώς φρονώ, ω Σώκρατες, έτσι
είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λέγε μου λοιπόν ποίον πράγμα ονομάζεις
ευσεβές και ποίον ασεβές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ονομάζω ευσεβές μεν παραδείγματος χάριν
αυτό, που κάμνω τώρα εγώ και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταγγέλλω εις την δικαιοσύνην κάθε
άνθρωπον, ο οποίος είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγκληματίας, διότι διαπράττει φόνους ή
κλοπάς ιερών πραγμάτων ή κανέν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο όμοιον έγκλημα, είτε πατέρας μου
τυχαίνει να είναι αυτός ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωπος είτε μητέρα μου είτε κανένας άλλος
οποιοσδήποτε συγγενής μου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασεβές δε είναι το να μη καταγγείλω αυτόν
τον κακούργον και να μη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> επιδιώξω την τιμωρίαν του. Διά να εννοήσης
δε, ω Σώκρατες, κύτταξε, σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρακαλώ, θα σου φέρω μίαν πολύ μεγάλην
απόδειξιν ότι η επικρατούσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κοινή συνήθεια έτσι είναι, διά το οποίον
και εις άλλους πολλούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπους έως τώρα ωμίλησα, ότι δηλαδή
αυτά, εάν γίνωνται έτσι, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ τώρα κάμνω, ήθελον είναι ευσεβείς
πράξεις, δηλαδή να μη δεικνύωμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν επιείκειαν εις κάθε άνθρωπον πού
είναι ασεβής, οποιοσδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και αν τύχη αυτός να είναι. Όλοι βέβαια οι
άνθρωποι πιστεύουν ότι ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ζευς είναι ο πλέον καλώτατος και πλέον
δικαιότατος από όλους τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς και όλοι ομολογούν ότι έβαλεν εις τα
σίδηρα τον πατέρα του τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Κρόνον {11}, διότι κατέπινε τα παιδιά του,
χωρίς να έχη κανέν δίκαιον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ότι εκείνος πάλιν ο Κρόνος ευνούχισε
τον πατέρα του, τον Ουρανόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξ αιτίας άλλων τοιούτων εγκλημάτων, τα
οποία είχε διαπράξει. Εναντίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου όμως οργίζονται οι άνθρωποι, διότι
κατήγγειλα τον πατέρα μου, πού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διέπραξεν ένα πολύ σκληρόν έγκλημα, και
επιζητώ την τιμωρίαν του, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έτσι αυτοί καταντούν εις αντίφασιν με τον
εαυτόν τους, επειδή τόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικά κρίνουν τας πράξεις αυτάς των
θεών και την ιδικήν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρά γε, ω Ευθύφρον, αυτό είναι το έγκλημά
μου, εξ αιτίας του οποίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατηγγέλθην εις το δικαστήριον, διότι,
οσάκις μου αναφέρει κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτα διά τους θεούς διηγήματα, εγώ με
κάποιαν δυσκολίαν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδέχομαι; Αυτό χωρίς άλλο είναι το
έγκλημα, εις το οποίον, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, ημπορεί να διισχυρισθή κανείς ότι
είμαι ένοχος. Τώρα λοιπόν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν εις αυτά τα ζητήματα είσαι σύμφωνος με
τον κοινόν λαόν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιστεύης εις τα διηγήματα αυτά και συ, που
έχεις τόσον καλάς γνώσεις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά τα θρησκευτικά, είναι ανάγκη βέβαια,
καθώς φαίνεται, και εις εμέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να δείξουν επιείκειαν και να με
συγχωρήσουν. Διότι τι επί τέλους θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπω, διά τον εαυτόν μου, όστις βέβαια
ομολογώ τόσον απλοϊκά, ότι δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά τα πράγματα δεν έχω καμμίαν γνώσιν;
Αλλά, σε παρακαλώ, δι' όνομα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του Διός, πού είναι προστάτης της φιλίας
{12}, ειπέ μου, ως φίλος, συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πιστεύεις αληθώς ότι αυτά τα πράγματα
συνέβησαν αληθώς έτσι μεταξύ των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι αυτά μόνον συνέβησαν, αλλά και ακόμη
πλέον παράξενα βεβαίως από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά, ω Σώκρατες, τα οποία ο λαός δεν
γνωρίζει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όθεν πιστεύεις συ ότι μεταξύ των θεών
τωόντι συμβαίνουν και πόλεμοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και εχθροπάθειαι μάλιστα πολύ φοβεραί και
συμπλοκαί και άλλαι πολλαί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμοιαι κακίαι, και πάθη τόσον παράδοξα,
όπως μάλιστα περιγράφονται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ποιητάς εις τα ποιήματά των και από
τους περιφήμους ζωγράφους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> {13}, παριστάνονται εις τας εικόνας των, με
τας οποίας είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> στολισμένοι λαμπρώς οι ναοί μας και πολλά
άλλα ιερά της πόλεως μέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> {14}, και εξόχως μάλιστα ο πέπλος ο
μυστηριώδης της Αθηνάς, ο οποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γεμάτος από τοιαύτας ζωγραφίας και
παραστάσεις φέρεται με μεγάλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πομπήν επάνω εις την Ακρόπολιν κατά την
εορτήν των μεγάλων Παναθηναίων</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> {15}. Αυτά, ω Ευθύφρον, θα τα παραδεχθώμεν
ότι είναι αληθινά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι μόνον αυτά βεβαίως, ω Σώκρατες, αλλά,
καθώς προ ολίγου σου είπα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα σου διηγηθώ εγώ τώρα, αν θέλης, και άλλα
πολλά ακόμη διά τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θρησκευτικά μας πράγματα, τα οποία συ, όταν
ακούσης, χωρίς άλλο θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκπλαγής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ήθελα διόλου εκπλαγή. Αλλά αυτά μεν τα
διηγήματα να μου ειπής</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοτε, όταν τύχη ευκαιρία, τώρα δε ακριβώς
προσπάθησον να μου είπης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλέον σαφέστερον δι' εκείνο, διά το οποίον
προ ολίγου σε ηρώτησα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι, φίλε μου, πρωτύτερα όταν σε ηρώτησα
τι πράγμα επί τέλους είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το ευσεβές, δεν μου έκαμες τελείαν εξήγησιν
να εννοήσω καλά, αλλά μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπες σύντομα-σύντομα ότι αυτό το πράγμα
είναι ευσεβές, το οποίον συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα κάμνεις, που καταγγέλλεις εις το
δικαστήριον τον πατέρα σου επί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φόνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σου είπα μάλιστα την αλήθειαν, ω
Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ίσως. Ως τόσον, ω Ευθύφρον, θα παραδέχεσαι
ότι υπάρχουν και άλλα πολλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα ευσεβή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα υπάρχουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ενθυμείσαι λοιπόν, σε παρακαλώ, ότι δεν σου
εζήτησα αυτό, να μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξηγήσης ένα ή δύο από τα πολλά ευσεβή,
αλλ' ακριβώς σε παρεκάλεσα να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου παραστήσης καθαρά και ωρισμένως ποία
είναι η φύσις αυτή του</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβούς πράγματος, την οποίαν, όταν έχουν
όλα τα ευσεβή, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβή. Διότι διισχυρίσθης, φρονώ, ότι κατά
ένα μόνον χαρακτήρα και τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασεβή είναι ασεβή και τα ευσεβή είναι
ευσεβή· ή δεν ενθυμείσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτόν λοιπόν τον χαρακτήρα εξήγησέ μου
ποίος επί τέλους είναι, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον έχω πάντοτε ενώπιον των οφθαλμών μου,
να τον μεταχειρίζωμαι ως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπόδειγμα, και ό,τι μεν από εκείνα, που συ
ή κανείς άλλος κάμνει,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι όμοια με το υπόδειγμα, να παραδέχωμαι
ότι είναι ευσεβές, ό,τι δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν ομοιάζει, να μη το παραδέχωμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ καλά· αν θέλης έτσι, ω Σώκρατες, και
έτσι θα σου το αναπτύξω το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζήτημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα θέλω βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν παραδέχομαι ότι, ό,τι πράγμα είναι
ευάρεστον εις τους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ευσεβές, ό,τι δε δεν είναι ευάρεστον
εις αυτούς, είναι ασεβές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ωραία τώρα έτσι απαντάς, ω Ευθύφρον,
και απαράλλακτα, καθώς εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς σου εζήτησα, αν όμως αυτό πού
λέγεις τώρα είναι προσέτι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αληθές, δεν το γνωρίζω ακόμη· είναι όμως
φανερόν ότι συ θα μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναπτύξης καλλίτερα ακόμη την γνώμην σου
και θα μου διασαφήσης ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αληθινά όσα είπες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, θα σου αναπτύξω όσα είπα
τώρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έλα λοιπόν ας εξετάσωμεν τι είπαμεν έως
τώρα. Ένα μεν πράγμα ευάρεστον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τους θεούς και ένας άνθρωπος ευάρεστος
εις τους θεούς είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβής, ένα δε πράγμα μισητόν εις τους
θεούς και ένας άνθρωπος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μισητός εις τους θεούς είναι ασεβής. Το
ευσεβές δε δεν είναι το ίδιον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το ασεβές, αλλ' όλως διόλου είναι
εναντιώτατον το έν προς το άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναντιρρήτως έτσι είναι. Διότι έτσι έχομεν
ειπεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Σου φαίνεται ότι πολύ καλά το είπαμεν
αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μου φαίνεται, ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, και ότι οι θεοί στασιάζουν
αναμεταξύ των, ω Ευθύφρον, και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλονικούν ο ένας με τον άλλον, και ότι
εχθροπάθειαι συμβαίνουν μεταξύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των, και αυτό το είπαμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίας το είπαμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τας εχθροπαθείας, αγαπητέ μου, και τα
μίση διά ποία πράγματα αι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλονικίαι προξενούν; Ας εξετάσωμεν δε με
αυτόν τον τρόπον το πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρά γε, εάν εγώ και συ φιλονικώμεν διά δύο
αριθμούς και θέλωμεν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μάθωμεν ποίος από τους δύο είναι
μεγαλύτερος, η φιλονικία μας δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτούς τους αριθμούς ημπορεί να μας κάμη
εχθρούς και να μισήσωμεν ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ένας τον άλλον, ή, αφού έλθωμεν εις τον
λογαριασμόν δι' αυτούς τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αριθμούς, βεβαίως, τότε αμέσως ημπορεί να
συμφιλιωθώμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι βεβαιότατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, και εάν φιλονικώμεν διά το μέγεθος
δύο σωμάτων, ποίον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλείτερον ή μικρότερον από τα δύο, όταν
φθάσωμεν εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταμέτρησιν αυτών, αμέσως ηθέλομεν παύσει
από την φιλονικίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και αν έλθωμεν εις συζήτησιν και φιλονικίαν
διά το βάρος δύο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγμάτων, ποίον είναι βαρύτερον ή
ελαφρότερον από τα δύο, δεν ήθελε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παύσει αμέσως η διαφορά μας, εάν, καθώς εγώ
νομίζω, καταλήξωμεν εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζύγισμα αυτών των πραγμάτων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν διά ποίον πράγμα εάν φιλονικήσωμεν
και εις ποίον συμβιβασμόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν δεν ημπορέσωμεν να καταλήξωμεν,
ηθέλομεν βεβαίως γείνει εχθροί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναμεταξύ μας και ηθέλομεν έχει μίσος ο
ένας κατά του άλλου; Ίσως δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις εις τον νουν σου πρόχειρον κανέν από
αυτά τα πράγματα, αλλά, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ θα σου απαριθμήσω τώρα μερικά από αυτά,
συ έχε τον νουν σου, αν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λέγω σωστά. Αυτά τα πράγματα είναι το
δίκαιον και το άδικον, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έντιμον και το άτιμον, το καλόν και το
κακόν, Αρά γε αυτά δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνα τα ίδια, διά τα οποία, αφού
εφιλονικήσαμεν, και αφού δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατωρθώσαμεν να έλθωμεν εις ικανοποιητικόν
συμβιβασμόν, γινόμεθα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντοτε εχθροί αναμεταξύ μας, όταν
γινώμεθα, και εγώ και συ και όλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι άλλοι άνθρωποι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ω Σώκρατες, αυτή είναι η
πραγματική αιτία της φιλονικίας μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και δι' αυτά τα πράγματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εάν λοιπόν είναι αληθές, ω Ευθύφρον,
ότι και οι θεοί φιλονικούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά μερικά πράγματα, αναγκαίως δεν θα
φιλονικούν δι' αυτά, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα είπαμεν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι μάλιστα αναγκαιότατον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κατά τους λόγους σου, ω εξοχώτατε
Ευθύφρον, και από τους θεούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι άλλα πράγματα, θεωρούν δίκαια και
άδικα και έντιμα και άνομα και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά και κακά. Διότι δεν θα έφθαναν, φρονώ,
εις στάσεις και μάχας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναμεταξύ των, εάν δεν εφιλονικούσαν δι'
αυτά. Δεν είναι έτσι βέβαια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ σωστά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κάθε άνθρωπος ό,τι θεωρεί έντιμον
και καλόν και δίκαιον, αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς και αγαπά, τα δε εναντία αυτών
μισεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τα ίδια δε πράγματα βεβαίως, καθώς συ
ομολογείς, μερικοί μεν από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς θεωρούν δίκαια, μερικοί δε άδικα. Δι'
αυτά δε ίσα — ίσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλονικούντες καταντούν εις στάσεις
εναντίων αλλήλων και πολέμους. Αρά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γε δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα. Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τα ίδια λοιπόν πράγματα, καθώς φαίνεται,
μισούνται από τους θεούς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπώνται, και τα ίδια πράγματα ήθελον
είναι μισητά συνάμα και αγαπητά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις τους θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων. Φαίνεται ότι έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν, ω Ευθύφρον, σύμφωνα με αυτό
όπου λέγεις τώρα τα ίδια</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα ήθελον είναι και ευσεβή και
ασεβή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, ω αξιοθαύμαστε, δεν απήντησες
ακόμη, εις εκείνο που σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ηρώτησα. Διότι βεβαίως εγώ δεν σε ηρώτησα
ποίον είναι αυτό το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τυχαίνει να είναι συγχρόνως ευσεβές και
ασεβές, ουδέ ποίον είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συγχρόνως αγαπητόν και μισητόν εις τους
θεούς, καθώς παρεδέχθημεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε, ω Ευθύφρον, αυτό που κάμνεις σήμερον
συ και ζητείς να τιμωρήσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον πατέρα σου ως φονέα διόλου δεν είναι
παράξενον, εάν, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσπαθείς να το κατορθώσης, διά μεν τον
Δία κάμνης πράξιν ευάρεστον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά τον Κρόνον όμως και τον Ουρανόν κάμνης
πράξιν εχθρικήν, και διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν τον Ήφαιστον {16}, αγαπητήν πράξιν
κάμνης, διά δε την Ήραν μισητήν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαράλλακτα δε και δι' οποιονδήποτε άλλον
από τους θεούς, οι οποίοι,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με το να έχουν διαφορετικά αισθήματα δι' έν
πράγμα ο ένας με τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλον, φιλονικούν δι' αυτό μεταξύ των, και
δι' εκείνους, δι' άλλον μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεσαι ότι κάμνεις πράξιν αγαπητήν, δι'
άλλον δε μισητήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά φρονώ, ω Σώκρατες, ότι δι' αυτήν την
πράξιν μου κανείς από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς δεν φιλονικεί ο ένας με τον άλλον,
ότι δεν πρέπει δηλαδή να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τιμωρήται εκείνος ο άνθρωπος, που ήθελε
φονεύσει κανένα άλλον αδίκως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι δε φρονείς; Από τους ανθρώπους, ω
Ευθύφρον, ήκουσες ποτέ κανένα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που τολμά να ισχυρίζεται ότι δεν πρέπει να
τιμωρήται εκείνος, που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αδίκως φονεύση άλλον, ή εν γένει πράξη
κανέν άλλο οποιονδήποτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγκλημα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι βεβαιότατον αυτό, ω Σώκρατες. Οι
άνθρωποι δεν παύουν ποτέ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φιλονικούν διά τα πράγματα αυτά παντού,
ακόμη και εις τα δικαστήρια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι, αφού διαπράξουν πάρα πολλά εγκλήματα
και αδικήματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεταχειρίζονται κατόπιν κάθε μέσον με έργον
και με λόγον, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ημπορέσουν να αποφύγουν την
καταδίκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε, και ομολογούν λοιπόν αυτοί, ω Ευθύφρον,
ότι αληθώς διέπραξαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγκλημα και έπειτα και με όλην την
ομολογίαν των ισχυρίζονται ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να τιμωρηθούν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό βεβαίως δεν το ομολογούν
διόλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν δεν κάμνουν βέβαια και δεν
λέγουν παν ό,τι ημπορούν, διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να αποφύγουν την καταδίκην. Διότι αυτό,
καθώς φρονώ, δεν τολμούν να το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ειπούν ούτε να το αμφισβητήσουν, εάν τωόντι
διέπραξαν κανέν έγκλημα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι δεν πρέπει να τιμωρηθούν. Αλλά φρονώ
ότι αυτοί αρνούνται όλως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διόλου ότι διέπραξαν έγκλημα. Δεν είναι
έτσι, ω Ευθύφρον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα· πολύ σωστά ομιλείς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτοί λοιπόν δεν διαφιλονικούν το ότι δεν
πρέπει να τιμωρήται εκείνος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που διέπραξεν έγκλημα, αλλά διαφιλονικούν
τούτο βεβαίως, το ποίος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι αυτός που έκαμε το έγκλημα και τι
είδους έγκλημα έκαμε και πότε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αληθινά είναι αυτά που λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν αυτά τα ίδια περιστατικά βεβαίως
συμβαίνουν και εις τους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εάν απαράλλακτα διχογνωμούν και αυτοί διά
τα δίκαια και τα άδικα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθώς συ ωμολόγησες προ μικρού, και άλλοι
μεν από αυτούς διατείνωνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι διαπράττουν εγκλήματα ο ένας κατά του
άλλου, άλλοι δε αρνούνται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό; Διότι, φίλτατέ μου, κανένας βέβαια
ούτε από τους θεούς ούτε από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ανθρώπους δεν τολμά να ισχυρισθή, κατά
την γνώμην μου, ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να τιμωρήται εκείνος, που βέβαια
ήθελε διαπράξει κανέν έγκλημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι, αυτό βεβαίως που λέγεις, ω Σώκρατες,
είναι αληθές, γενικώς όμως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, ω Ευθύφρον, φρονώ ότι όσοι
φιλονικούν, φιλονικούν χωριστά διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάθε έν από εκείνα που επράχθησαν, είτε
άνθρωποι είναι αυτοί, είτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεοί — αν βέβαια φιλονικούν και οι θεοί —
επειδή φιλονικούν δηλαδή διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καμμίαν πράξιν, άλλοι μεν από αυτούς λέγουν
ότι δικαίως αυτή έγεινεν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλοι δε ότι αδίκως. Ε, δεν είναι
έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έλα λοιπόν, φίλε μου Ευθύφρον, εξήγησον
αυτό και εις εμένα και δίδαξόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με, διά να γείνω πλέον σοφός από ό,τι
είμαι, ποία είναι η απόδειξίς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου ότι όλοι οι θεοί πιστεύουν ότι αδίκως
εφονεύθη εκείνος ο δούλος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σας, ο οποίος, ενώ εδούλευε με το
ημερομίσθιον εις τα κτήματά σας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διέπραξε φόνον και έπειτα ερρίφθη
σιδηροδέσμιος εις τον λάκκον από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυθέντην του φονευθέντος, τον πατέρα σου,
και απέθανε, πριν προφθάση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος που τον έβαλεν εις τα σίδερα, ο
πατέρας σου, να λάβη από τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αθήνας την περιμενομένην απάντησιν από τους
εξηγητάς τι έπρεπε να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράξη διά τον φονέα. Απόδειξέ μου ότι είναι
ορθόν και δίκαιον εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περίστασιν αυτήν να επιρρίψης την αιτίαν
του φόνου εις τον πατέρα σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ ο υιός του και να επιδιώξης την τιμωρίαν
του δι' ένα τοιούτον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγκληματίαν. Έλα λοιπόν προσπάθησε δι'
αυτάς τας περιπτώσεις να μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποδείξης καθαρά και ξάστερα ότι όλοι οι
θεοί επιδοκιμάζουν αυτήν την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράξιν του υιού αυτού περισσότερον από κάθε
άλλο. Και, αν κατορθώσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αρκετά να μου αποδείξης τούτο, ποτέ δεν θα
παύσω να σε εγκωμιάζω διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την σοφίαν σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά βεβαίως αυτό είναι αρκετά δύσκολον, ω
Σώκρατες, μολονότι εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είμαι ικανός να σου το αποδείξω
λαμπρότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καταλαμβάνω ότι εγώ σου φαίνομαι ότι είμαι
πολύ περισσότερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> χονδροκέφαλος από τους δικαστάς. Διότι και
εις εκείνους, είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βέβαιον, θα αποδείξης χωρίς δυσκολίαν, ότι
ο δούλος σας αδίκως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εφονεύθη και ότι όλοι οι θεοί μισούν και
αποδοκιμάζουν την πράξιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτήν του πατρός σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως με μεγάλην σαφήνειαν θα τους το
αποδείξω αυτό, αρκεί μόνον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλουν να ακούσουν τους λόγους μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Α, δεν υπάρχει αμφιβολία, ω Ευθύφρον· θα σε
ακούσουν βεβαιότατα, αρκεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μόνον να τους φανής ότι ομιλείς ωραία.
Αλλά, τώρα που σε ακούω, μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήλθεν αυτή η ιδέα και σκέπτομαι μέσα μου.
Όταν ο Ευθύφρων παρά πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλά μου εξηγήση ότι όλοι οι θεοί θεωρούν
άδικον τον τοιούτον θάνατον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του δούλου, τότε κατά τι περισσότερον έχω
μάθει εγώ από τον Ευθύφρονα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρά το τι πράγμα επί τέλους είναι το
ευσεβές και το ασεβές; Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτή η πράξις, ο θάνατος του δούλου σας,
ήθελεν είναι μισητή εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς, καθώς ομολογείς. Αλλ' όμως έως τώρα
δεν εφάνη επαρκής ο ορισμός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του ευσεβούς και ασεβούς. Επειδή εκείνο
οπού είναι μισητόν εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς, απεδείχθη ότι είναι συνάμα και
αγαπητόν. Ώστε από αυτό μεν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζήτημα σε απαλλάττω, ω Ευθύφρον, και το
αφίνομεν κατά μέρος. Αν θέλης,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλοι οι θεοί ας νομίζουν την πράξιν του
πατρός σου άδικον και όλοι ας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μισούν αυτήν. Αλλ' αράγε θέλεις να
διορθώσωμεν τώρα ολίγον τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορισμόν, οπού εκάμαμεν και να είπωμεν ότι
ασεβές μεν είναι ό,τι όλοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι θεοί μισούν, ευσεβές δε ό,τι όλοι
αγαπούν; Και ό,τι άλλοι μεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπούν, άλλοι δε μισούν, δεν είναι ούτε
ευσεβές ούτε ασεβές ή είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ευσεβές συνάμα και ασεβές; Αράγε έτσι
θέλεις να διατυπώσωμεν τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορισμόν του ευσεβούς και του
ασεβούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως· τι μας εμποδίζει, ω
Σώκρατες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εμένα τουλάχιστον, ω Ευθύφρον, τίποτε δεν
με εμποδίζει· αλλά συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς όσον από μέρους σου κύτταξε αν
είναι σύμφωνον αυτό με όσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπες, και αν με αυτήν την βάσιν θα
ημπορέσης να μου εξηγήσης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευκολώτατα όσα μου υπεσχέθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εγώ παραδέχομαι ότι τούτο είναι
ευσεβές, ό,τι όλοι οι θεοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπούν, και το εναντίον αυτού, ό,τι οι
θεοί μισούν, είναι ασεβές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν να εξετάσωμεν πάλιν, ω Ευθύφρον,
αυτόν τον ορισμόν, αν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέλειος, ή να τον αφήσωμεν χωρίς άλλην
λεπτολογίαν και έτσι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αβασανίστως να παραδεχώμεθα αυτόν, και να
ομολογούμεν ότι έτσι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ό,τι απλώς μόνον ήθελε διατυπώσει κανείς
από ημάς τους ιδίους ή από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους άλλους; ή πρέπει να εξετάζωμεν με
ακρίβειαν εκείνα τα οποία λέγει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρέπει να τα εξετάζωμεν βεβαίως με
ακρίβειαν. Όμως πιστεύω εγώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τουλάχιστον ότι αυτό, που τώρα δα είπαμεν,
είναι σωστόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ογλήγορα, καλέ μου φίλε, θα το μάθωμεν αυτό
καλύτερα. Διότι σκέψου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό, που θα σου ειπώ τώρα. Αράγε το
ευσεβές αγαπάται από τους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι είναι ευσεβές, ή διότι αγαπάται από
τους θεούς, δι' αυτό είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν εννοώ τι θέλεις να ειπής, ω
Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έννοια σου. Εγώ θα προσπαθήσω πολύ
καθαρώτερα ακόμη να σου το εξηγήσω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτό. Δεν λέγομεν εις την ομιλίαν μας ότι
ένα πράγμα βαστάζεται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποιο άλλο, και ένα πράγμα ότι βαστάζει
κάποιο άλλο, και ένα πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι κομίζεται από άλλο και ένα πράγμα ότι
κομίζει άλλο, και ένα πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι βλέπεται από άλλο και ένα πράγμα ότι
βλέπει άλλο, και όλα τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτα απαράλλακτα; Εννοείς ότι όλα αυτά
τα πράγματα είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφορετικά το ένα από το άλλο και κατά τι
είναι διαφορετικά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό βέβαια μου φαίνεται ότι το
εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν υπάρχει ομοίως και ένα πράγμα,
το οποίον αγαπάται από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάποιο άλλο, και από αυτό είναι
διαφορετικόν εκείνο, που το αγαπά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πες μου λοιπόν τώρα, σε παρακαλώ, τι από τα
δύο, εκείνο το πράγμα που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βαστάζεται από ένα άλλο, επειδή βαστάζεται,
λέγεται βασταζόμενον, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά καμμίαν άλλην αφορμήν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Επειδή βαστάζεται αναμφιβόλως, όχι δι'
άλλην αφορμήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και εκείνο λοιπόν το πράγμα, που κομίζεται
από ένα άλλο, λέγεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κομιζόμενον, επειδή κομίζεται, και εκείνο
που βλέπεται λέγεται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλεπόμενον, επειδή βλέπεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όθεν δεν βλέπεται βεβαίως αυτό το πράγμα,
επειδή είναι βλεπόμενον,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλλά το εναντίον επειδή βλέπεται, διά τούτο
είναι βλεπόμενον. Ούτε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι είναι κομιζόμενον το άλλο πράγμα, διά
τούτο κομίζεται, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι κομίζεται, διά τούτο είναι
κομιζόμενον, ούτε διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βασταζόμενον το άλλο, διά τούτο βαστάζεται,
αλλά διότι βαστάζεται, διά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τούτο είναι βασταζόμενον. Αράγε εννοείς
καλά, ω Ευθύφρον, αυτό που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλω να είπω; θέλω δε να είπω το εξής: ότι
είτε γίνεται κανέν πράγμα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είτε πάσχει, δεν γίνεται διά τούτο, διότι
είναι γινόμενον, αλλά διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γίνεται, διά τούτο είναι γινόμενον. Ούτε
διότι είναι πάσχον ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα, διά τούτο πάσχει, αλλά διότι
πάσχει, διά τούτο είναι πάσχον. Ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν τα παραδέχεσαι έτσι αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν και το αγαπώμενον πράγμα ή είναι ένα
πράγμα που γίνεται, ή ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα που πάσχει υπό τίνος άλλου;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τότε λοιπόν και αυτό είναι έτσι καθώς και
όλα τα προηγούμενα. Δηλαδή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν αγαπάται από εκείνους, από τους οποίους
αγαπάται, διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπώμενον, αλλά διότι αγαπάται, διά τούτο
είναι αγαπώμενον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αναγκαίως έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν, αγαπητέ μου, τι θα είπωμεν τώρα διά
το ευσεβές; Δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθεια ότι αυτό αγαπάται από όλους τους
θεούς, καθώς είπες τώρα;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αράγε διά τούτο αγαπάται, διότι είναι
ευσεβές, ή διά καμμίαν άλλην</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αιτίαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όχι, αλλ' ακριβώς, διότι είναι ευσεβές,
αγαπάται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Όθεν, ω Ευθύφρον, αγαπάται το ευσεβές,
διότι είναι ευσεβές, και όχι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διότι αγαπάται, διά τούτο είναι
ευσεβές;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' εν τοσούτω, διότι βέβαια αγαπάται από
τους θεούς, είναι δι' αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπώμενον και θεοφιλές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε το αγαπητόν εις τους θεούς δεν είναι
το ίδιον πράγμα με το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές, ω Ευθύφρον, ούτε το ευσεβές είναι
το ίδιον με το αγαπητόν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους θεούς, καθώς συ είπες, αλλά το ένα
είναι διαφορετικόν από το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πώς δα γίνεται αυτό, ω Σώκρατες;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Διότι ωμολογήσαμεν, ότι το μεν ευσεβές διά
τούτο αγαπάται, διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές, και όχι ότι είναι ευσεβές, διότι
αγαπάται. Αλήθεια βέβαια, το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είπαμεν αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Το δε αγαπητόν εις τους θεούς βέβαια, διότι
αγαπάται από τους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς δι’ αυτό τούτο, διότι αγαπάται,
ωμολογήσαμεν ότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπητόν εις τους θεούς· όχι όμως ότι δι'
αυτό αγαπάται, διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπητόν εις τους θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό είναι αληθές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, Ευθύφρον αγαπητέ μου, εάν ήτο το
ίδιον πράγμα το θεοφιλές και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές, εάν μεν το ευσεβές ηγαπάτο από
τους θεούς, διότι είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές, τότε και το θεοφιλές θα ηγαπάτο,
διότι είναι θεοφιλές. Εάν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως το θεοφιλές είναι θεοφιλές, διότι
αγαπάται από τους θεούς, τότε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και το ευσεβές θα ήτο ευσεβές, διότι
αγαπάται από τους θεούς. Τώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως βλέπεις ότι αυτά τα δύο ευρίσκονται
εις αντίθεσιν, διότι το ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι όλως διόλου διαφορετικόν από το άλλο.
Διότι το μεν ένα, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αγαπάται από τους θεούς, είναι πρέπον να
αγαπάται, το δε άλλο, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι πρέπον να αγαπάται, δι' αυτό
αγαπάται. Έτσι λοιπόν μου φαίνεται,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ω Ευθύφρον, ότι εις την ερώτησίν μου, τι
πράγμα επί τέλους είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές, απαντάς, χωρίς να θέλης να μου
εξηγήσης αυτήν την φύσιν του,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αναφέρεις δε μόνον μίαν ιδιότητα αυτού, την
οποίαν έχει αυτό το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές, ότι δηλαδή αγαπάται από όλους τους
θεούς. Τι δε ακριβώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα είναι αυτό κατά την ουσίαν του δεν
είπες ακόμη. Εάν λοιπόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευαρεστήσαι, μη μου αποκρύψης την ιδέαν
σου, αλλά πάλιν επανάλαβέ μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καθαρά εξ αρχής, τι επί τέλους πράγμα είναι
το ευσεβές, είτε αγαπάται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από τους θεούς, είτε άλλην οποιανδήποτε
ιδιότητα έχει. Διότι περί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτού, να είσαι βέβαιος, δεν θα
διαφωνήσωμεν. Εμπρός λοιπόν, ειπέ μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με προθυμίαν, τι πράγμα κατ' ουσίαν είναι
το ευσεβές και το ασεβές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά, ω Σώκρατες, εγώ τουλάχιστον δεν
ηξεύρω πώς να σου εξηγήσω αυτό</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> που έχω εις τον νουν μου. Διότι, ό,τι και
αν θέσωμεν ως βάσιν της</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συζητήσεώς μας, πάντοτε με κάποιον τρόπον
μετακινείται και μας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφεύγει και δεν θέλει να παραμείνη
σταθερόν εκεί, όπου και αν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέσωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Να σου ειπώ, ω Ευθύφρον καθώς φαίνεται, οι
ορισμοί τους οποίους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευάζεις, ομοιάζουν πολύ με τα έργα
του προγόνου μας Δαιδάλου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> {17}. Και εάν μεν εγώ έκαμνα αυτούς,
βεβαίως θα με περιέπαιζες και θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγες ότι, επειδή είμαι συγγενής με
εκείνον, φυσικά διαφεύγουν και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξαφανίζονται όσα έργα με τον λόγον
κατασκευάζω, και δεν θέλουν να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραμείνουν σταθερώς όπου κανείς αυτά θέση.
Τώρα όμως — διότι ιδικοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου είναι οι ορισμοί αυτοί — είναι ανάγκη
βεβαίως κανενός άλλου πλέον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καταλλήλου αστεϊσμού. Διότι ίσα — ίσα οι
ιδικοί σου ορισμοί σου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαφεύγουν και χάνονται, καθώς και συ καλά
το παρετήρησες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως νομίζω, ω Σώκρατες, ότι εις τους
ορισμούς μας αυτούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> απαράλλακτα σχεδόν ο ίδιος αστεϊσμός
αρμόζει, διότι δεν είμαι εγώ που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμπνέω εις αυτούς αυτήν την ακαταστασίαν
και τους εμποδίζω να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραμένουν εις την ιδίαν θέσιν, αλλά συ,
που μου φαίνεσαι ως ένας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πραγματικός Δαίδαλος. Διότι, καθόσον
εξαρτάται από εμέ, οι ορισμοί μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα έμεναν εις την θέσιν των
ασάλευτοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ως φαίνεται λοιπόν, φίλε μου, εγώ είμαι
πολύ επιτηδειότερος από τον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δαίδαλον κατά την τέχνην αυτήν, τόσον
περισσότερον, καθ' όσον εκείνος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεν μόνον τα ιδικά του έργα κατεσκεύαζε να
κινούνται, εγώ δε, καθώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνεται, εκτός των ιδικών μου κάμνω να
κινούνται και τα ξένα έργα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ακριβώς αυτό το μέρος ίσα — ίσα της
τέχνης μου είναι το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγαλοφυέστατον, ότι, χωρίς να θέλω, είμαι
σοφός. Διότι θα επροτιμούσα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασυγκρίτως να παραμένουν οι συλλογισμοί μου
και να είναι θεμελιωμένοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αμετακίνητοι, παρά κοντά εις την σοφίαν του
Δαιδάλου να αποκτήσω και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους θησαυρούς του Ταντάλου {18}. Αλλά
είναι αρκετοί πλέον αυτοί οι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αστεϊσμοί. Επειδή όμως, καθώς μου φαίνεται,
συ βαρύνεσαι φοβούμενος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον κόπον, εγώ ο ίδιος θα γίνω οδηγός σου
και θα σε βοηθήσω με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προθυμίαν να δέσης τους ορισμούς σου, ώστε
να μη φεύγουν, διά να μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξηγήσης εις την εντέλειαν τι πράγμα είναι
το ευσεβές, χωρίς να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σταματήσης εις το μέσον του δρόμου, πριν
φθάσης εις το συμπέρασμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> {19}. Παρατήρησε λοιπόν αν δεν σου φαίνεται
ότι είναι απόλυτος ανάγκη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάθε πράγμα ευσεβές εν γένει να είναι
συνάμα και δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα. Παν ευσεβές πρέπει συνάμα να είναι
και δίκαιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αράγε και κάθε δίκαιον γενικώς είναι
ευσεβές, η κάθε μεν ευσεβές είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> γενικώς δίκαιον, κάθε δε δίκαιον δεν είναι
γενικώς ευσεβές, αλλά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μερικά μεν πράγματα δίκαια είναι ευσεβή,
μερικά δε άλλα δεν είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν ημπορώ, ω Σώκρατες, να παρακολουθήσω
τους λόγους σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και όμως εγώ βλέπω ότι συ είσαι νεώτερός
μου βέβαια όχι ολιγώτερον από</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσον είσαι και σοφώτερός μου. Αλλά, καθώς
σου είπα, βαρύνεσαι, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έγεινες τρυφηλός πλέον από τους τόσους
θησαυρούς της σοφίας σου. Αλλ',</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ω καλότυχε, άφες, σε παρακαλώ, την
μαλθακότητα και τόνωσον τας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δυνάμεις σου· διότι σε βεβαιώ, δεν είναι
διόλου μάλιστα δύσκολον να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοήσης τον λόγον μου. Διότι ό,τι θα είπω
είναι ακριβώς το εναντίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από ό,τι είπεν ο ποιητής εκείνος οπού
λέγει: {20}</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> «Τον Δία, οπού εδημιούργησε και παρήγαγεν
όλα αυτά, δεν θέλεις να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξυμνήσης, διότι όπου υπάρχει φόβος, εκεί
υπάρχει και εντροπή».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ λοιπόν, ως προς αυτό, διαφωνώ με τον
ποιητήν αυτόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> — Να σου είπω που διαφωνώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ θα με υποχρεώσης να μου το είπης, ω
Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό που λέγει ο ποιητής εδώ, ότι εκεί
υπάρχει και εντροπή όπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει φόβος, δεν μου φαίνεται ότι είναι
αληθινόν. Διότι πολλοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άνθρωποι που φοβούνται την ασθένειαν και
την πτωχείαν και άλλας πολλάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τοιαύτας θλιβεράς περιπέτειας, μου φαίνεται
ότι φοβούνται μεν αληθινά,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όμως διόλου δεν εντρέπονται αυτά οπού
φοβούνται. Δεν το πιστεύεις και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι συμφωνότατος μαζί σου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά το εναντίον μου φαίνεται, ο φόβος
υπάρχει εκεί ίσα — ίσα, όπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει και η εντροπή. Διότι είναι κανένας
άνθρωπος ο οποίος, ενώ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντρέπεται μίαν κακήν πράξιν και αισχύνεται
αυτήν, να μη φοβήται όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συνάμα και να μη τρομάζη την κακήν φήμην, η
οποία επακολουθεί κατόπιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα την φοβείται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε δεν είναι σωστόν να λέγωμεν, όπου
βέβαια υπάρχει φόβος, εκεί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει και εντροπή συνάμα. Αλλά πρέπει να
λέγωμεν έτσι: όπου υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντροπή, εκεί βεβαίως υπάρχει συνάμα και
φόβος, όχι όμως όπου υπάρχει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βεβαίως φόβος, εκεί παντού εν γένει υπάρχει
και εντροπή. Διότι φρονώ,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι ο φόβος έχει πολύ μεγαλυτέραν έκτασιν
από την εντροπήν. Επειδή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εντροπή είναι ένα μέρος μόνον του φόβου,
καθώς και ο μονός αριθμός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ένα μέρος μόνον ενός αριθμού, ώστε
όπου υπάρχει ένας αριθμός,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βέβαια εκεί δεν υπάρχει αναγκαίως και μονός
αριθμός, αλλά παντού όπου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάρχει ο μονός αριθμός, εκεί αναγκαίως
υπάρχει και ένας αριθμός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τώρα, θαρρώ, με καταλαμβάνεις
βέβαια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ωραία μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτό το ίδιον λοιπόν ακριβώς και
προηγουμένως σε ηρώτησα· αρά γε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παντού όπου υπάρχει το δίκαιον, εκεί ομοίως
υπάρχει και το ευσεβές, ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όπου μεν ακριβώς υπάρχει το ευσεβές, εκεί
παντού υπάρχει ομοίως και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δίκαιον, όπου δε υπάρχει το δίκαιον, δεν
υπάρχει παντού γενικώς και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσεβές. Διότι το ευσεβές είναι ένα μέρος
μόνον του δικαίου. Αυτό θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παραδεχθώμεν ως βάσιν του ορισμού μας, ή
έχεις καμμίαν άλλην γνώμην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αυτή η βάσις, την οποίαν θέτεις, μου
φαίνεται ότι είναι ορθή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πρόσεξε τώρα εις το εξής. Εάν βέβαια το
ευσεβές είναι ένα μέρος μόνον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> του δικαίου, πρέπει τώρα ημείς, καθώς
νομίζω, να εξετάσωμεν ποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς μέρος του δικαίου ημπορεί να είναι
το ευσεβές. Εάν βεβαίως συ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με ερωτούσες διά κανέν από όσα τώρα δα
είπαμεν, παραδείγματος χάριν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον μέρος ενός αριθμού είναι ο άρτιος
αριθμός, και ποίος ακριβώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είναι ο αριθμός αυτός, θα σου απαντούσα ότι
άρτιος είναι ο αριθμός</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εκείνος οπού διαιρείται εις δύο ίσα μέρη
και όχι εκείνος που</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διαιρείται εις δύο άνισα. Δεν έχεις την
γνώμην αυτήν οπού έχω και εγώ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Προσπάθησε λοιπόν τώρα και συ έτσι να μου
αναπτύξης το ζήτημά μας,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίον ακριβώς μέρος του δικαίου είναι το
ευσεβές, διά να είπω και εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον Μέλητον να μη θέλη πλέον να με θεωρή
ένοχον εγκλήματος δημοσίου,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μήτε να με καταγγέλλη εις το δικαστήριον
επί ασεβεία, διότι, αρκετά</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλώς πλέον έχω μάθει από σε ποία είναι
ευσεβή και άγια και ποία όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν εις εμέ τουλάχιστον, ω Σώκρατες,
φαίνεται ότι το ευσεβές και το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άγιον αποτελεί αυτό το μέρος του δικαίου,
το οποίον αφορά εις την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεραπείαν και λατρείαν των θεών, το δε
επίλοιπον μέρος αυτού αφορά εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την περιποίησιν και φροντίδα, η οποία είναι
πρέπον να υπάρχη μεταξύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> των ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ωραία εις εμέ τουλάχιστον φαίνεσαι ότι
εκφράζεσαι, ω Ευθύφρον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως μου λείπει κάτι τι παρά μικρόν
ακόμη από τον ορισμόν. Διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δεν καταλαμβάνω καλά — καλά τι εννοείς με
την λέξιν θεραπεία ή</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λατρεία. Βεβαίως, καθώς φρονώ, δεν εννοείς
ότι η λατρεία, την οποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχουν οι άνθρωποι διά τους θεούς, είναι
τοιούτου είδους, οποίαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ακριβώς είναι αι φροντίδες και αι
περιποιήσεις τας οποίας έχουν δι'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλα τα λοιπά πράγματα. Διότι λέγομεν
βέβαια, παραδείγματος χάριν, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους ίππους δεν γνωρίζει ο καθένας να τους
περιποιήται παρά μόνον ο</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ιπποκόμος. Έτσι είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η ιππική λοιπόν τέχνη αποβλέπει κυρίως εις
την περιποίησιν των ίππων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και τους κυνηγετικούς κύνας βέβαια δεν
γνωρίζει ο καθένας να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιποιήται και ανατρέφη, αλλά μόνον ο
κυνηγός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε η κυνηγετική τέχνη βέβαια, νομίζω,
αποβλέπει εις την περιποίησιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και ανατροφήν των κυνών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και η βοηλατική τέχνη τότε αποβλέπει εις
την περιποίησιν των βοών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Η αγιότης λοιπόν και η ευσέβεια αποβλέπει
εις την περιποίησιν των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεών, ω Ευθύφρον; Αυτό εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν κάθε Φρίντας και περιποίησης βεβαίως
τον ίδιον σκοπόν έχει; ένα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέτοιον, δηλαδή αποβλέπει εις το καλόν και
την ωφέλειαν του πράγματος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διά το οποίον φροντίζει κανείς, καθώς
βλέπεις δα ότι οι ίπποι, όταν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπό της ιππικής τέχνης περιποιούνται, τότε
ωφελούνται και γίνονται</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλύτεροι. Ή δεν είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και οι κύνες βέβαια, φρονώ, όταν υπό της
κυνηγετικής τέχνης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιποιούνται, και τα βόδια υπό της
βουλητικής, και τα λοιπά όλα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα ομοίως, ωφελούνται και γίνονται
καλύτερα. Ή νομίζεις ότι η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιποίησης και η φροντίς, οπού λαμβάνεται
δι' αυτά συντελεί εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βλάβην των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μα τον Δία, όχι αναμφιβόλως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά συντελεί εις την ωφέλειάν των;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ε λοιπόν, και η ευσέβεια, αφού είναι
φροντίς και περιποίησις, την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποίαν έχουν οι άνθρωποι διά τους θεούς,
συντελεί εις ωφέλειαν των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεών και τους κάμνει καλυτέρους; Και συ
ήθελες τολμήσει ποτέ να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βεβαιώσης, ότι οσάκις εκτελής καμμίαν
ευσεβή πράξιν, κάμνεις καλύτερον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανένα από τους θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ποτέ, ποτέ, μα τον Δία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ούτε εγώ βέβαια, ω Ευθύφρον, δεν πιστεύω
ποτέ ότι συ εννοείς αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ουδαμώς. Αλλά δι' αυτό μάλιστα σε ηρώτησα
πολλές φορές τι επί τέλους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εννοείς με την λέξιν λατρεία διά τους
θεούς, διότι ήμουν πεπεισμένος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότι δεν δίδεις εις την λέξιν αυτήν την
τοιαύτην σημασίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πολύ σωστά, ω Σώκρατες, εγώ βέβαια δεν
δίδω τοιαύτην έννοιαν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> την λέξιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ας είναι. Αλλά ειπέ μου τώρα, τι είδους
ακριβώς περιποίησις και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φροντίς διά τους θεούς ημπορεί να είναι η
ευσέβεια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι, ω Σώκρατες, εκείνη η φροντίς και η
περιποίησις, με την οποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιποιούνται οι δούλοι τους αυθέντας
των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Καταλαμβάνω. Εννοείς ότι η φροντίς αυτή
είναι ωσάν κάποια υπηρετική</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τέχνη, χρησιμεύουσα εις την υπηρεσίαν των
θεών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων. Βεβαιότατα. Αυτό εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ημπορείς λοιπόν να μου είπης, η τέχνη οπού
εξυπηρετεί τους ιατρούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις ποίου έργου την εκτέλεσιν τους
εξυπηρετεί; Δεν φρονείς ότι τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξυπηρετεί εις την αποκατάστασιν της υγείας
δι' ένα άρρωστον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα. Αυτό εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά η τέχνη, ω Ευθύφρον, η οποία
εξυπηρετεί τους ναυπηγούς, εις ποίου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έργου την εκτέλεσιν τους εξυπηρετεί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είναι φανερόν, ω Σώκρατες, ότι τους
εξυπηρετεί εις το να κατασκευάζουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πλοία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και η τέχνη, φρονώ, των οικοδόμων
εξυπηρετεί αυτούς εις το να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατασκευάζουν οικίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου χώρα, φίλτατε· η ευσέβεια, η οποία
εξυπηρετεί τους θεούς, εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποίου έργου την εκτέλεσιν ημπορεί να τους
εξυπηρετή; Είναι φανερόν ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> συ το γνωρίζεις αυτό, επειδή ίσα — ίσα
ωμολόγησες ότι γνωρίζεις τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θρησκευτικά ζητήματα εξόχως άριστα, όσον
κανείς από τους ανθρώπους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και είπα βέβαια την αλήθειαν, ω
Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είπε μου τώρα, εν ονόματι του Διός, τι επί
τέλους είναι εκείνο το κατ'</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εξοχήν ευμορφότατον έργον, το οποίον οι
θεοί κάμνουν με την υπηρεσίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και βοήθειαν της ιδικής μας ευσεβείας και
αγιότητος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολλά ωραία πράγματα, ω Σώκρατες,
κάμνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως και οι στρατηγοί, φίλε μου, πολλά
ωραία πράγματα κατορθώνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όμως το κυριώτατον από αυτά εύκολα
ημπορείς να μου είπης, ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δηλαδή κατορθώνουν την νίκην εις τους
πολέμους. Είναι έτσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πιστεύω δε ότι και οι γεωργοί κατορθώνουν
βεβαίως πολλά ωραία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγματα. Αλ' όμως το κυριώτατον από τα
έργα των, είναι το να χορηγούν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τροφήν εις τους ανθρώπους από τα προϊόντα
της γης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Είμαι πολύ σύμφωνος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ειπέ μου λοιπόν τώρα. Από τα πολλά ωραία
πράγματα, τα οποία οι θεοί</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνουν με την υπηρεσίαν της ευσεβείας μας,
ποίον είνε το κυριώτατον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και ολίγον πρωτύτερα σου είπα, ω Σώκρατες,
ότι όλα αυτά τα ζητήματα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> είνε παρά πολύ δύσκολον να τα αναπτύξη
κανείς με ακρίβειαν. Απλώς όμως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σου λέγω το εξής: ότι εάν κανείς άνθρωπος
ηξεύρη και να λέγη και να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράττη ευάρεστα εις τους θεούς και όταν
προσεύχεται και όταν θυσιάζη,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αυτά είνε οπού λέγω εγώ ευσεβή έργα· όλα δε
αυτού του είδους τα έργα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> σώζουν, και τους ιδιαιτέρους οίκους των
ανθρώπων και τας κοινάς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υποθέσεις των πόλεων. Όσα δε έργα είνε
εναντία από τα ευάρεστα, είνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ασεβή, τα οποία ίσα — ίσα καταστρέφουν εκ
θεμελίων και εξαφανίζουν τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πάντα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Α, πολύ συντομώτερα, ω Ευθύφρον, εάν
ήθελες, ημπορούσες να μου είπης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το κυριώτατον από εκείνα, που σε ηρώτησα.
Αλλά βεβαίως βλέπω ότι δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έχεις την προθυμίαν να με διδάξης. Είνε
πολύ φανερόν αυτό. Διότι τώρα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δα, οπού έφθασες ακριβώς επάνω εις την
ουσίαν του ζητήματος,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> παρεξέκλινες έξαφνα και απεμακρύνθης από
αυτό. Μίαν λέξιν εάν μου</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έλεγες ακόμη, αρκετά ήθελα καταλάβη πλέον
από σε τι πράγμα είνε η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ευσέβεια κατ' ουσίαν. Αλλ' όμως θα σε
παρακολουθήσω — επειδή είνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανάγκη να σε ακολουθώ, ως ο εραστής την
ερωμένην του, όπου και αν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπάγης — Τι πράγμα εννοείς τώρα ότι είνε το
ευσεβές και η ευσέβεια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν εννοείς ότι είνε κάποια τέχνη να
θυσιάζη κανείς εις τους θεούς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να προσεύχεται εις αυτούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το να θυσιάζη κανείς σημαίνει ότι
χαρίζει κάτι εις τους θεούς,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> το δε να προσεύχεται σημαίνει ότι ζητεί
κάτι τι από τους θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν το μεν να θυσιάζη κανείς εις τους
θεούς σημαίνει ότι χαρίζει</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εις αυτούς, το δε να προσεύχεται σημαίνει
ότι ζητεί κανείς από τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα, ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε η ευσέβεια σύμφωνα με τον ορισμόν σου
αυτόν είνε επιστήμη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζητήσεως και δόσεως, ήγουν να ζητή κανείς
να λάβη από τους θεούς και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να χαρίζη εις αυτούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ωραία εννόησες, ω Σώκρατες, ό,τι
είπα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, ω φίλε μου, διότι είμαι εραστής
της σοφίας σου και έχω</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αφιερώση όλην την προσοχήν μου εις αυτήν,
ώστε ό,τι και αν είπης, δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θα είνε χαμένον. {21} Αλλά σε παρακαλώ,
ειπέ μου, ποία είνε αυτή η</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπηρεσία, την οποίαν οι άνθρωποι προσφέρουν
εις τους θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Παραδέχεσαι ότι αυτή είνε η τέχνη να ζητή
κανείς να λάβη από αυτούς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> και να δίδη εις εκείνους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αρά γε λοιπόν το να ζητώμεν από τους θεούς
ορθώς, δεν σημαίνει ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει να ζητώμεν από αυτούς εκείνα, των
οποίων έχομεν ανάγκην;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως τι άλλο ημπορεί να σημαίνη παρά
τούτο;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Και πάλιν το να δίδωμεν δώρα εις τους θεούς
ορθώς δεν σημαίνει ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πρέπει και ημείς να δίδωμεν εις αυτούς
εκείνα, των οποίων έχουσιν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανάγκην από ημάς; Διότι δεν είναι, θαρρώ,
τακτικόν βέβαια, να προσφέρη</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανείς δώρα εις ένα άνθρωπον πράγματα, τα
οποία δεν χρειάζεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ αληθινά λέγεις, ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε η ευσέβεια, ω Ευθύφρον, είνε κάποια
τέχνη εμπορική και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κερδοσκοπική εκμετάλλευσις αναμεταξύ θεών
και ανθρώπων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα· ένα είδος εμπορικής τέχνης είνε η
ευσέβεια, αν σου αρέση</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> καλύτερα έτσι να την ονομάζωμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλ' όχι, ω Ευθύφρον. Εις εμέ τουλάχιστον
τίποτε δεν αρέσει καλύτερα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αν δεν τύχη να είνε πράγματι αληθές. Αλλ'
ειπέ μου, σε παρακαλώ, ποίαν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωφέλειαν έχουν οι θεοί από τα δώρα μας;
Διότι όσα μεν καλά μας δίδουν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οι θεοί, εις κάθε άνθρωπον αυτά είνε
φανερά. Διότι ημείς πραγματικώς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κανέν καλόν δεν έχομεν, το οποίον να μη μας
έδωκαν οι θεοί, από όσα δε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> από ημάς εκείνοι λαμβάνουν, τι ωφέλειαν
έχουν από αυτά; Ή τόσον πολύ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περισσότερον πλεονέκται και δόλιοι είμεθα
από τους θεούς εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εμπόριον, ώστε όλα τα καλά και ωφέλιμα
λαμβάνομεν από αυτούς, εκείνοι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δε τίποτε καλόν από ημάς δεν
λαμβάνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά πιστεύεις, ω Σώκρατες, ότι οι θεοί
ωφελούνται από αυτά, τα οποία</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> λαμβάνουν από ημάς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αλλά τότε τι, τέλος πάντων, ημπορεί να
είναι, ω Ευθύφρον, τα δώρα, τα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> οποία εκ μέρους μας προσφέρονται εις τους
Θεούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι άλλο, θαρρείς, να είνε, παρά τιμή και
σέβας και δοξολογία και ό,τι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ ακριβώς ανωτέρω είπα, πράγμα θεάρεστον,
με το οποίον επιζητούμεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> να αποκτήσωμεν την εύνοιαν αυτών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε, ω Ευθύφρον, το ευσεβές είνε εν πράγμα
θεάρεστον, με το οποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αποκτά κανείς την εύνοιαν των θεών, δεν
είνε δε ωφέλιμον εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς ούτε προσφιλές εις αυτούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Εγώ όμως πιστεύω ότι το ευσεβές, ω
Σώκρατες, είνε έν πράγμα εξόχως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> προσφιλέστατον εις τους θεούς από
όλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε, καθώς ομολογείς, το ευσεβές πράγμα
είνε προσέτι και αγαπητόν εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους θεούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαιότατα, μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Θα εκπλαγής λοιπόν, ενώ μου λέγης αυτά,
διότι οι ορισμοί σου δεν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> φαίνονται σταθεροί, αλλά μετακινούνται και
περιπατούν, και θα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κατηγορήσης πάλιν εμέ, τον Δαίδαλον, οπού
κάμνω αυτούς να περιπατούν,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ενώ συ είσαι, βλέπω, παρά πολύ
επιτηδειότερος από τον Δαίδαλον και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> κάμνεις αυτούς να φέρουν γύρω; Ή δεν
εννοείς ότι ο ορισμός μας, αφού</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έκαμεν ένα κύκλον, κατήντησε πάλιν εις το
ίδιον σημείον; Ενθυμείσαι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> βεβαίως, θαρρώ, ότι προηγουμένως το ευσεβές
και το αγαπητόν εις τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεούς δεν μας εφάνη ότι είνε το ίδιον, αλλ'
ότι είνε διαφορετικόν το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> έν από το άλλο, ή δεν το ενθυμείσαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Μάλιστα· το ενθυμούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Δεν καταλαμβάνεις λοιπόν ότι τώρα ομολογείς
ότι εκείνο οπού αρέσει εις</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους θεούς είνε ευσεβές; Τούτο δε οπού
αρέσει εις αυτούς δεν είναι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> αλήθεια ότι είνε θεάρεστον; ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Βεβαίως είνε θεάρεστον και αγαπητόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Λοιπόν ή προ ολίγου δεν ωρίσαμεν αυτό καλά,
ή αν τότε καλά το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ωρίσαμεν, τώρα δεν συζητούμεν ορθώς και
φθάνομεν εις εσφαλμένον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ορισμόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Φαίνεται ότι έτσι είναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Ώστε από την αρχήν πρέπει να σκεφθώμεν
πάλιν και να εξετάσωμεν ποίον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> πράγμα είνε ακριβώς το ευσεβές. Διότι εγώ,
όσον εξαρτάται από την</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θέλησίν μου, δεν θα αποδειλιάσω, έως ότου
να το μάθω. Όμως μη με</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> περιφρονήσης, αλλά με κάθε τρόπον, έχων
όσον το δυνατόν προσεκτικόν</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τον νουν σου, τώρα πες μου την αλήθειαν.
Διότι ηξεύρεις όσον κανείς</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> άλλος άνθρωπος, ότι δεν πρέπει να σε αφήσω,
καθώς ο Πρωτεύς {22}, έως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ότου με διδάξης αυτό. Διότι αν δεν ήξευρες
καθαρά ποίον πράγμα είνε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> όσιον και ποίον ανόσιον, ποτέ δεν θα
επεχείρεις να καταγγείλης εις το</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δικαστήριον επί φόνω τον πατέρα σου, ένα
γηραλέον άνθρωπον, διά να</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> υπερασπίσης ένα μισθωτόν δούλον, ένα
ημεροκαματιάρην. Αλλά προσέτι και</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τους θεούς θα εφοβείσο, να ριψοκινδυνεύσης
με τόσην τόλμην μήπως</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ήθελες διαπράξη καμμίαν ασέβειαν δι' αυτής
της πράξεως και τους</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ανθρώπους θα εντρέπεσο. Τώρα όμως, πολύ
καλά το ηξεύρω, πιστεύεις ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> με σαφήνειαν γνωρίζεις ποίον πράγμα είνε
ευσεβές και ποίον όχι. Ειπέ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μου λοιπόν, ω αγαθώτατε Ευθύφρον, και μη
μου αποκρύψης τι πράγμα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> θεωρείς ότι είνε αυτό το ευσεβές.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευθύφρων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Πολύ ευχαρίστως, αλλά, σε παρακαλώ, άλλην
φοράν, ω Σώκρατες, διότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> τώρα βιάζομαι να υπάγω κάπου, και είνε
καιρός να πηγαίνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Τι παράξενα κάμνεις, φίλε μου. Μου φεύγεις
τώρα και μου αφαιρείς τόσον</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μεγάλας ελπίδας οπού είχα, κ' εφανταζόμην
ότι, αφού εμάνθανον από σε</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ποία πράγματα είνε ευσεβή και ποία όχι,
ήθελον απαλλαχθή από την εκ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> μέρους του Μελήτου εναντίον μου δίκην,
διότι θα του απεδείκνυον ότι</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> εγώ πλέον έγεινα σοφός, όσον αφορά εις τα
θρησκευτικά ζητήματα,</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> διδαχθείς από τον Ευθύφρονα, και ότι δεν
νεωτερίζω πλέον εισάγων νέας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> δοξασίας και καινοτομίας εις αυτά από
άγνοιαν, και ιδίως μάλιστα ήθελα</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> ζήση πλέον όσον το δυνατόν ευσεβέστατα και
ως προς τας μετά των</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> νεωτέρων σχέσεις μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1} Το Λύκειον ήτο ιερόν του Απόλλωνος, προς τα
ανατολικά της πόλεως, εις το μεταξύ Λυκαβηττού και Ιλισσού μέρος, όπου σήμερον η
Ριζάρειος Σχολή, και ακριβώς όπισθεν του Βασιλικού Κήπου προς το μέρος του
Ιλισσού. Είχε δε πολλούς σκιερούς περιπάτους και δενδροφυτείας πυκνάς και ήτο
πολυσύχναστον μέρος. Βραδύτερον εδίδασκεν εν αυτώ ο Αριστοτέλης και οι οπαδοί
του, οι οποίοι και Περιπατητικοί φιλόσοφοι ωνομάσθησαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2} Η Στοά αύτη έκειτο εις την αγοράν κατά το
Κεραμεικόν. Εντός αυτής είχε τα γραφεία του ο άρχων βασιλεύς, είς των 9
αρχόντων, όστις είχε την διεύθυνσιν των θρησκευτικών εν γένει δικών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3} Δίκην ωνόμαζον οι αρχαίοι την διά τα
ιδιωτικά αδικήματα κρίσιν, γραφήν δε την διά τα δημόσια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4} Ο Μέλητος ήτο ποιητής και άσημος ρήτωρ,
όστις πριν κατηγορήση τον Σωκράτην είχε κατηγορήσει τον Περικλέα· τούτον
βραδύτερον οι Αθηναίοι κατήγγειλαν ως συκοφάντην. Κυρίως οι κατήγοροι του
Σωκράτους ήσαν τρεις, ο Μέλητος, ο Άνυτος και ο Λύκων. Αλλ' ενταύθα ο Σωκράτης
αναφέρει μόνον τον Μέλητον ως πρωτουργόν της κατηγορίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5} Ο δήμος Πίθος ή Πιτθός ανήκεν εις την
Κεκροπίδα φυλήν. Έκειτο δε περίπου οπού σήμερον το χωρίον Κερατιά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6} Τούτο είναι αρχαία ελληνική παροιμία: «αφ'
εστίας άρχεσθαι» λεγομένη επ' εκείνων, οι οποίοι επιχειρούν την καταστροφήν
πράγματός τινος αφ' εστίας, ήτοι από του πλέον ιερού και αγίου μέρους, καθώς ήτο
η εστία των αρχαίων οίκων, το ενδότερον τούτων, όπου εφυλάσσοντο οι εφέστιοι
θεοί, οι της οικίας προστάται. Ιδού λαμπρός έπαινος του Σωκράτους, ο οποίος
εθεωρείτο διά την πόλιν ό,τι οι εφέστιοι θεοί διά τον οίκον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7} Περί του δαιμονίου του Σωκράτους ίδε εν τη
Απολογία, εις τα προλεγόμενά μου και εις το κείμενον. «Βιβλιοθήκη Αρχ. Ελλ.
Συγγραφέων Γ. Φέξη».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8} Ο Ευθύφρων ήτο μάντις γνωστός εις όλους ως
θεόπνευστος, ίσως δε είχε το έργον τούτο κληρονομικώς καθώς συνηθίζετο
τότε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">9} Δεν απηλλάσσετο ο μεμολυσμένος ανδροκτόνος
και οι περί αυτόν από το μίασμα, ειμή διά δίκης και εξορίας ή φόνου. Τούτο δε
ελέγετο αφοσίωσις. Από δεισιδαιμονίαν λοιπόν προέβη ο Ευθύφρων εις την
καταγγελίαν του πατρός του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">10} Εξηγητάς ωνόμαζαν οι παλαιοί Αθηναίοι
εκείνους, οι οποίοι είχον ως έργον να εξηγούν και ερμηνεύουν τους νόμους, και
μάλιστα τους αφορώντας τα πατροπαράδοτα θρησκευτικά έθιμα. Τους εξηγητάς αυτούς
πάντοτε συνεβουλεύοντο και οι δικασταί εις τας θρησκευτικάς δίκας. Οι εξηγηταί
ούτοι εις τας Αθήνας ήσαν πιθανώς τρεις εκλεγόμενοι από τα μαντείον των Δελφών
εκ των ευπατριδών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">11} Ο Κρόνος εξεθρόνισε τον πατέρα του Ουρανόν
και εβασίλευσεν αυτός αντ' εκείνου εις τον ουρανόν. Αλλά κατόπιν εξεθρονίσθη και
αυτός από τον υιόν του τον Δία, όστις διεμοίρασεν έπειτα τον κόσμον με τους δύο
αδελφούς του, τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα και έλαβεν ο μεν Ζεύς την εξουσίαν
επί του αιθέρος και της γης, ο δε Ποσειδών επί της θαλάσσης και ο Πλούτων επί
του Άδου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">12} Ο Ζευς εθεωρείτο υπό των αρχαίων ο κατ'
εξοχήν προστάτης της φιλίας, διό και ωνομάζετο «Ζευς φίλιος».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">13} Μέχρι των χρόνων τούτων του Πλάτωνος είχον
ακμάσει εν Αθήναις οι διάσημοι ζωγράφοι Πολύγνωτος ο Θάσιος, Μήκων και Ονάτας οι
Αιγινήται, Αγάθαρχος ο Σάμιος, ο Απολλόδωρος και άλλοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">14} Προ πάντων μία των εν Αθήναις Στοών ήτο
γεμάτη από τοιαύτας λαμπράς εικόνας, η οποία δι' αυτό ωνομάζετο Ποικίλη
Στοά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">15} Μεγάλα Παναθήναια εκαλούντο η μεγίστη και
αρχαιοτάτη αθηναϊκή εορτή, η οποία από τους χρόνους του Θησέως ωνομάσθη ούτως.
Ετελούντο δε τα μεγάλα Παναθήναια κατά πενταετίαν, το τρίτον έτος εκάστης
Ολυμπιάδος, μεγαλοπρεπέστατα και διήρκουν επί 5 ημέρας, από της 25 μέχρι της 29
του Εκατομβαιώνος μηνός (του καθ' ημάς Αυγούστου). Κατ' αυτά ετελούντο αγώνες
γυμνικοί δρόμου και λοιπών και ιππικοί και μουσικοί και ναυτικοί ακόμη. Την δε
τελευταίαν ημέραν της εορτής εγίνετο την νύκτα λαμπαδηφορία μετά την πομπήν του
πέπλου. Ο δε πέπλος ούτος ήτο μάλλινος, έν λευκόν τετράγωνον ύφασμα, είδος
επανωφορίου άνευ χειρίδων, γεμάτο από κεντήματα, τα οποία παρίστανον κατορθώματα
της Αθηνάς και άλλων θεών, με τον οποίον αναβαίνοντες εις την Ακρόπολιν
εσκέπαζαν το ξόανον της Πολιάδος Αθηνάς, ήτοι το πανάρχαιον ξύλινον άγαλμα της
θεάς αυτής, της προστάτιδος των Αθηνών. Προηγείτο δε της αναβάσεως εις την
Ακρόπολιν μεγάλη πομπή του πέπλου από τας Αθήνας εις την Ελευσίνα και από εκεί
πάλιν εις το Κεραμεικόν (την σημερινήν Αγίαν Τριάδα). Από εκεί η πομπή διήρχετο
όλας τας συνοικίας της πόλεως και τέλος ανέβαινεν εις την Ακρόπολιν. Καθ' όλον
το διάστημα της μακράς πομπής αυτής ο πέπλος ήτο ηπλωμένος ως ιστίον επί μικρού
πλοιαρίου, το οποίον είχε τροχούς, διά να κινήται διά μέσου των οδών της
πόλεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">16} Περί του Ηφαίστου λέγει η Μυθολογία ότι
ευρίσκετο εις εχθρικάς σχέσεις με την μητέρα του την Ήραν, διότι τον έρριψεν από
τον ουρανόν εις την γην, επειδή είχε γεννηθή χωλός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">17} Ο Δαίδαλος ήτο περιφημότατος γλύπτης και
αρχιτέκτων. Κατεσκεύαζε. δε αγάλματα κινούμενα. Την παράδοσιν ταύτην επεξηγών ο
αρχαίος Σχολιαστής παρατηρεί ότι πρώτος ο Δαίδαλος εποίησεν άγαλμα περισκελές,
ήτοι με χωρισμένα τα σκέλη ως εν κινήσει — εν ώ οι προ αυτού τεχνίται
κατεσκεύαζον τα βρέτη — τα αγάλματα — με τα σκέλη συγκεκολλημένα. Διό και
διεδόθη η φήμη ότι εκινούντο τα αγάλματά του. Αποκαλεί δε ο Σωκράτης πρόγονόν
του τον Δαίδαλον, όχι διότι όντως κατήγετο εξ αυτού, αλλά διότι και ο Σωκράτης
και ο πατήρ του Σωφρονίσκος ήσαν γλύπται. (Παράβαλε και προλεγόμενα της
Απολογίας «Βιβλ. Φέξη: Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων»).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">18} Ο Τάνταλος ήτο βασιλεύς της Φρυγίας τόσον
πλούσιος, ώστε ως παροιμίαν έλεγον οι αρχαίοι «Ταντάλου χρήματα», διά να
φανερώσουν ανυπολογίστους θησαυρούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">19} Όλα ταύτα λέγει ο Σωκράτης με
ειρωνείαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">20} Είναι ταύτα στίχοι από τα «Κύπρια έπη» του
Στασίνου, ενός εκ των Κυκλικών λεγομένων ποιητών, των μετά τον Όμηρον. Άλλοι
όμως τους στίχους αυτούς αποδίδουν εις τον ποιητήν Επίχαρμον. Του γνωμικού όμως
τούτου εγίνετο συχνή χρήσις από τους αρχαίους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">21} Η αρχαία φράσις είναι «ου χαμαί πεσείται».
Παροιμία δι' εκείνους, οι οποίοι τίποτε δεν λέγουν εις μάτην και εις τον αέρα,
αλλά ό,τι και αν είπουν, έχει τον σκοπόν του και τον τόπον του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">22} Ενταύθα εννοείται το εν τη Οδυσσεία (Δ. σ.
38} επεισόδιον μεταξύ Μενελάου και Πρωτέως. Ήτο δε ο Πρωτεύς γέρων θαλάσσιος
θεός, υπηρετών τον Ποσειδώνα, μέγας δε προφήτης· αλλά πολύ δύσκολος εις τας
απαντήσεις του. Διέτριβε συνήθως εις την παρά την Αίγυπτον θάλασσαν, διά να
υπεκφεύγη δε τους ερωτώντας αυτόν, είχε την δύναμιν να μεταμορφώνεται εις ό,τι
πράγμα ήθελεν, εις κάθε είδος από τα ερπετά και θηρία της γης και εις ύδωρ ακόμη
και εις πυρ. Το μόνον μυστικόν του να δυνηθή τις να του αποσπάση απάντησιν, ήτο
να κατορθώση να τον συλλάβη και τον δέση, να τον κρατή δε, έως ου ήθελεν
επανέλθη εις την πρώτην μορφήν του τότε προέλεγε θετικάς και αληθινάς
προφητείας. Ούτω κατώρθωσε με δόλον να τον συλλάβη και ο Μενέλαος, διά συμβουλής
της θυγατρός του θεού αυτού Ειδοθέας, παρά την ακτήν, καθώς χαριέστατα διηγείται
ο Όμηρος, ως άνω εσημειώσαμεν, ότε μετεμορφώθη εις λέοντα, έπειτα εις δράκοντα
και πάρδαλιν και φοβερόν αγριόχοιρον, ύστερον δε έγεινεν ύδωρ και δένδρον
πανύψηλον.</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-57666716669198700272013-09-04T05:31:00.003-07:002013-09-04T05:31:42.606-07:00ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΕΡΥΞΙΑΣ-ΑΞΙΟΧΟΣ-ΑΛΚΥΩΝ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ:
ΕΡΥΞΙΑΣ-ΑΞΙΟΧΟΣ-ΑΛΚΥΩΝ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Στον πρώτο απο τους τρείς αυτούς διαλόγους
ερευνάται τι είναι πλούτος και κατά πόσον μπορεί να είναι ωφέλιμος στον άνθρωπο.
Στον δέυτερο τον "Αξίοχο" γίνεται επισκόπηση της εσώτερης πίστης που έχει ο
άνθρωπος για την ψυχή και η πίστη τούτη προβάλεται έμμεσα σαν εκμηδένιση του
φόβου του θανάτου. Στην "Αλκυόνα" ποιητικά και ε κάποιον μυστικισμό ερμηνεύεται
η μεταφορτωτική δύναμη της ύλης της φύσεως. Σωκράτης Έτυχε να περιπατώμεν εις
την στοάν του Διός του ελευθερίου εγώ και ο Ερυξίας ο Στειριεύς• έπειτα ήλθον
πλησίον μας ο Κριτίας και ο Ερασίστρατος ο υιός του Φαίακος ανεψιός του
Ερασιστράτου. Κατά τύχην δε τότε ήτο νεοφερμένος από την Σικελίαν και από
τούτους τους τόπους ο Ερασίστρατος• πλησιάσας δε είπε: Ερασίστρατος Χαίρε ω
Σώκρατες. Σωκράτης Και συ χαίρε• τι γίνεσαι; Τίποτε νέον από την Σικελίαν έχεις
να μας λέγης; Ερασίστρατος Και βέβαια• αλλ' επιθυμείτε πρώτον να καθίσωμεν;
Διότι έχω κουρασθή, ελθών χθες πεζός από τα Μέγαρα. <b>(Ολόκληρο το βιβλίο σε
απλό κείμενο).</b></span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ
</span></b>
</dt>
<dt><span class="postbody1"><b><span style="color: blue; font-family: Verdana; font-size: 14pt;"><a href="http://www.scribd.com/embeds/35829989/content?start_page=1&view_mode=scroll&access_key=key-dcqqo8afeh43cp985nz%22" style="color: #ffffcc; text-decoration: none; text-line-through: none; text-underline: none;" target="_blank"><span style="color: blue;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ: ΕΡΥΞΙΑΣ-ΑΞΙΟΧΟΣ-ΑΛΚΥΩΝ –
Διαβάστε το</span></a></span></b></span> <br /><br />
<dl>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε Ρ Υ Ξ I Α Σ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ή περί πλούτου)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΩΚΡΑΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΥΞΙΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΕΡΑΣΙΣΤΡΑΤΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΡΙΤΙΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτυχε να περιπατώμεν εις την στοάν του Διός
του ελευθερίου εγώ και ο Ερυξίας ο Στειριεύς· έπειτα ήλθον πλησίον μας ο Κριτίας
και ο Ερασίστρατος ο υιός του Φαίακος ανεψιός του Ερασιστράτου. Κατά τύχην δε
τότε ήτο νεοφερμένος από την Σικελίαν και από τούτους τους τόπους ο
Ερασίστρατος· πλησιάσας δε είπε:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαίρε ω Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και συ χαίρε· τι γίνεσαι; Τίποτε νέον από την
Σικελίαν έχεις να μας λέγης ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και βέβαια· αλλ' επιθυμείτε πρώτον να
καθίσωμεν; Διότι έχω κουρασθή, ελθών χθες πεζός από τα Μέγαρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κάλλιστα αν φαίνεται καλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι λοιπόν από τα εκεί θέλετε πρώτον να
ακούσετε; Ποίον από τα δύο, τί κάμνουσιν αυτοί εκείνοι, ή πώς διάκεινται προς
την πόλιν μας; Διότι εκείνοι φαίνονται εις εμέ ότι έχουσι πάθει αναφορικώς προς
ημάς ό,τι και οι σφήκες. Διότι και ούτοι, εάν κανείς κατ' ολίγον εξερεθίζων τους
παροργίση, γίνονται ακατανίκητοι, έως ότου, αφού επιτεθή τις συν γυναιξί και
τέκνοις, τους εκδιώξη. Τοιουτοτρόπως λοιπόν συμβαίνει και με τους Συρακοσίους·
αν δεν κάμη κανείς κατόρθωμα και με πολύν μέγαν στόλον δεν φθάση εκεί, δεν είναι
δυνατόν η πόλις των εκείνη να γίνη ποτέ υπόδουλος εις ημάς· από δε τα μικρά
κινήματα περισσότερον δύνανται να οργίζωνται και τόσον όσον να γίνωνται
σκληρότατοι. Έχουσι δε στείλει και τώρα προς ημάς πρέσβεις, καθώς φαίνεται εις
εμέ, θέλοντες να εξαπατήσωσι κατά τι την πόλιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ δε ημείς συνωμιλούσαμεν έτυχε να
διέρχωνται οι Συρακόσιοι πρέσβεις. Είπε λοιπόν ο Ερασίστρατος δείξας τον ένα από
τους πρέσβεις :</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτος εδώ βέβαια, Σωκράτη, είναι πλουσιώτατος
από τους Σικελιώτας και Ιταλιώτας. Και πώς να μη είναι πλουσιώτατος εκείνος εις
τον οποίον είναι τόσον άφθονος γη, ώστε να υπάρχη ευπορία εις εκείνον όστις
θέλει να γεωργή παρά πολλήν ; Και αύτη βέβαια η γη είναι τοιαύτη, οποία δεν
υπάρχει άλλη τουλάχιστον εις τους Έλληνας· προσέτι δε κατάλληλος και καθ' όλα τα
άλλα τα συντελούντα προς πλούτον υπάρχουσι δηλαδή ανδράποδα και ίπποι και χρυσός
και άργυρος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βλέπων δε εγώ αυτόν παρασκευαζόμενον να
φλυαρήση περί της περιουσίας του ανθρώπου, τον ηρώτησα: Τι λοιπόν, ω Ερασίστρατε
; Σαν ποίος ανήρ φαίνεται ότι είναι εις την Σικελίαν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτος, από τους Σικελιώτας και Ιταλιώτας, και
φαίνεται και είναι ο πονηρότατος πάντων παρά ο πλουσιώτατος, και τόσον ώστε, αν
θέλης κανένα από τους Σικελιώτας να ερωτάς ποίον νομίζει να είναι και
πονηρότατος και πλουσιώτατος, κανείς δεν θα είπη άλλον από τούτον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επειδή δε ενόμισα ότι αυτός δεν κάμνει λόγον
δια μικρά πράγματα, αλλά δι' εκείνα τα οποία φαίνονται ότι είναι μέγιστα, περί
αρετής και περί πλούτου, τον ηρώτησα ποίον από τα δύο δύναται να είπη, ότι
πλουσιώτερος άνθρωπος είναι εκείνος εις τον οποίον κατά τύχην υπάρχει αργυρούν
τάλαντον, ή εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός άξιος δύο ταλάντων ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω μεν εγώ, εκείνος εις τον οποίον υπάρχει
αγρός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν κατά τον ίδιον λόγον και αν κατά τύχην
είς τινα υπάρχουσι φορέματα ή στρώματα, ή άλλα περισσοτέρου λόγου άξια ή όσα εις
τον ξένον Σικελιώτην, ούτος είναι πλουσιώτερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Συνεφώνησε και εις ταύτα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εάν δε κανείς ήθελε σοι δώσει να προτιμήσης
μεταξύ τούτων των δύο, ποίον των δύο θα προετίμας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ μεν θα προετίμων το πλείστου λόγου
άξιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατά ποίον από τους δύο τρόπους νομίζων ότι θα
ήσο πλουσιώτερος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατά τούτον, προτιμών το πλείστου λόγου
άξιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα μεν τάχα φαίνεται εις ημάς ότι
πλουσιώτατος είναι εκείνος όστις έχει πλείστου λόγου άξια;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, οι υγιαίνοντες είναι πλουσιώτεροι από
τους ασθενείς, εάν η υγεία είναι περισσοτέρου λόγου άξιον πράγμα παρά τα χρήματα
του ασθενούς. Διότι δεν υπάρχει κανείς όστις ολίγα έχων χρήματα να μη προτιμήση
να είναι υγιής, ή έχων τα χρήματα του μεγάλου βασιλέως να ασθενή, δηλαδή προτιμά
την υγείαν, διότι νομίζει ότι αύτη είναι περισσοτέρου λόγου αξία ή τα χρήματα.
Διότι ποτέ δεν θα προετίμα ταύτην, αν μη ενόμιζε την υγείαν πράγμα προτιμότερον
από τα χρήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν και αν τίποτε άλλο φαίνεται
περισσότερον της υγείας άξιον λόγου, εκείνος όστις έχει το άλλο τούτο είναι
πλουσιώτατος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εάν τώρα, αφού μας πλησιάση κανείς, μας ηρώτα,
ω Σωκράτη και Ερυξία και Ερασίστρατε, ημπορείτε να μου ειπήτε τι είναι διά τον
άνθρωπον πράγμα πλείστου λόγου άξιον ; Είναι τάχα τούτο το οποίον αφού απέκτησεν
ο άνθρωπος, περί τούτου άριστα και σκέπτεται, πώς δηλαδή κάλλιστα ήθελε
διεξαγάγει και αυτός τας υποθέσεις του και τας υποθέσεις των φίλων ;—Ποίον
πράγμα θα ελέγομεν ότι είναι ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ μεν νομίζω, Σωκράτη, ότι η ευδαιμονία
είναι εις τον άνθρωπον πράγμα πλείστου λόγου άξιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και δεν σκέπτεσαι κακά. Αλλ' αρά γε τούτους εκ
των ανθρώπων ηθέλομεν νομίσει ευδαιμονεστάτους, οι οποίοι κατ' εξοχήν
ευπραγούσιν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις εμέ τουλάχιστον ούτοι φαίνονται
ευδαιμονέστατοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν εκείνοι ευπραγούσιν, όσοι και ελάχιστα
αμαρτήματα κάμνουν εις τον εαυτόν τους και εις τους άλλους ανθρώπους, τα δε
πλείστα κατορθώνουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν όσοι γνωρίζουν τα κακά και τα καλά, και
όσα πρέπει να πράττουν και όσα δεν πρέπει, ούτοι ορθότατα πράττουν και ελάχιστα
αμαρτήματα κάμνουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα λοιπόν φαίνονται εις ημάς ότι οι άνδρες
είναι και σοφώτατοι και ευτυχέστατοι και ευδαιμονέστατοι και πλουσιώτατοι, αν η
σοφία φαίνεται το πλείστου λόγου άξιον πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά Σωκράτη, ποία ωφέλεια θα ήτο εις τον
άνθρωπον, αν ήτο σοφώτερος μεν του Νέστορος, τα δε αναγκαία προς συντήρησίν του
δεν είχε, τροφάς και ποτά και φορέματα και ό,τι άλλο τοιούτον χρησιμεύει ; Κατά
τι ωφέλιμος θα ήτο η σοφία· ή πώς ούτος ο πτωχός, όστις δεν έχει τίποτε από τα
αναγκαιούντα, ημπορεί να είναι πλουσιώτατος ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Εφαίνετο λοιπόν ότι και αυτός έλεγε κάτι
σημαντικόν).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά ποίον από τα δύο, εκείνος όστις έχει
αποκτήσει σοφίαν, και αν στερηθή τούτων των προς τον βίον αναγκαίων, ημπορεί να
γίνη πτωχός· ή εκείνος όστις έχει κτήμα του την οικίαν του Πουλυτίωνος και η
οικία αύτη είναι γεμάτη από χρυσόν και άργυρον, δεν έχει ανάγκην από τίποτε άλλο
;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τούτον μεν τίποτε δεν εμποδίζει αμέσως τώρα,
αφού κανονίση τα πράγματά του, να έχη αντί αυτών όλα όσα του χρειάζονται προς
την δίαιταν, ή και χρήματα αντί των οποίων να ημπορέση να προμηθεύεται ταύτα και
αμέσως να τα έχη όλα άφθονα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν τουλάχιστον ήθελον τύχει άνθρωποι, οίτινες
να έχουν ανάγκην να υπάρχη εις αυτούς τοιαύτη οικία μάλλον παρά η σοφία εκείνου·
διότι, αν υπήρχον τοιούτοι οι οποίοι να προτιμούν την σοφίαν του ανθρώπου και τα
εκ ταύτης προερχόμενα, πολύ περισσότερον ούτος θα είχε να διαθέτη, αν κατά τύχην
έχη ανάγκην τινός και θέλη και αυτήν την σοφίαν και τα από ταύτης έργα. Ή της
μεν οικίας η χρήσις τυχαίνει να είναι πολλή και αναγκαία και μεγάλως ενδιαφέρει
εις τον βίον του ανθρώπου να κατοική εις τοιαύτην οικίαν μάλλον παρά εις μικρόν
και ποταπόν οικίδιον, της δε σοφίας η χρήσις είναι λόγου αξία και ολίγον
ενδιαφέρει να είναι κανείς ή σοφός ή αμαθής περί των μεγίστων ; ή ταύτην μεν να
καταφρονούν οι άνθρωποι και να μη είναι ταύτης αγορασταί, της δε κυπαρίσσου ήτις
είναι εις την οικίαν και των Πεντελικών λίθων πολλοί να έχουν ανάγκην και να
θέλουν να αγοράσουν ; Αν λοιπόν ήθελε είναι κανείς σοφός κυβερνήτης και ιατρός
σοφός κατά την τέχνην ή κατά τινα άλλην των τοιούτου είδους τεχνών και ηδύνατο
όσον το δυνατόν καλά να μεταχειρίζεται ταύτην, ούτος δεν θα ήτο ευϋποληπτότερος
από κανέν των μεγίστων κτημάτων· εκείνος δε όστις ημπορεί να σκέπτεται καλά και
αυτός περί του εαυτού του και περί άλλου, πώς θα ευρίσκετο εις αρίστην
κατάστασιν, τάχα δεν θα ηδύνατο να διαθέτη την σοφίαν του, αν ήθελε τούτο να
πράττη ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σταματήσας δε τον Σωκράτην και πλαγίως
παρατηρήσας αυτόν ο Ερυξίας ως να ηδικείτο κάπως, είπεν:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά συ, Σωκράτη, αν έπρεπε να λέγης την
αλήθειαν, θα έλεγες ότι είσαι πλουσιώτερος του Καλλίου του υιού του Ιππονίκου;
Και όμως θα ωμολόγεις ότι δεν είσαι αμαθέστερος τουλάχιστον ως προς ουδέν εκ των
μεγίστων ζητημάτων, αλλ' εμπειρότερος, και εν τούτοις ένεκα τούτου δεν είσαι
διόλου πλουσιώτερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ίσως συ, ω Ερυξία, νομίζεις βεβαίως ότι ούτοι
δα οι λόγοι, τους οποίους τώρα ακριβώς λέγομεν, είναι παιγνίδι, επειδή νομίζεις
ότι δεν έχει ούτω το πράγμα, αλλ' ότι είναι όπως οι νεοσσοί εις το παιγνίδι των
κύβων, τους οποίους, εάν κανείς ρίπτη καλώς και μετατοπίζη, δύναται τους
παίζοντας μαζύ του να αναγκάση να υποχωρούν τόσον, ώστε να μη ηξεύρουν και αυτοί
πώς εις ταύτην την περίπτωσιν να παίξουν. Ίσως λοιπόν και διά τους πλουσίους
νομίζεις μεν ότι ούτω σχεδόν έχει το πράγμα, ότι οι αυτοί τους οποίους είπομεν
είναι λόγοι τινές τοιούτοι ουδόλως περισσότερον αληθείς από ψευδείς, τους
οποίους, αν κανείς λέγη, ήθελεν υπερισχύσει εκείνων οίτινες έχουν αντίθετον
γνώμην ως προς το ότι οι σοφώτατοι είναι και πλουσιώτατοι καθ' ημάς, και μάλιστα
ήθελεν υπερισχύσει των τοιούτων αυτάς λέγων ψευδή, ενώ εκείνοι λέγουν την
αλήθειαν. Και ίσως μεν ουδαμώς το τοιούτον είναι θαυμαστόν, ομοίως όπως, εάν δύο
άνθρωποι συνεζήτουν περί στοιχείων αλφαβήτου και ο μεν έλεγεν ότι του ονόματος
του Σωκράτους αρχικόν στοιχείον είναι το σίγμα ο δε έτερος ότι αρχικόν είναι το
άλφα, θα ήτο αληθεστέρα η γνώμη του λέγοντος το άλφα παρά του λέγοντος το σίγμα
ως αρχήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Παρατηρήσας δε πέριξ προς τους παρόντας ο
Ερυξίας, ενώ συγχρόνως και εγέλα και ηρυθρία ως να μη ήτο παρών κατά τα πρότερον
λεχθέντα, είπεν :</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ μεν, Σωκράτη, ενόμιζον ότι οι λόγοι δεν
πρέπει να είναι τοιούτοι, διά των οποίων μήτε να πείση κανένα θα ηδύνατό τις
μήτε να ωφεληθή τίποτε από αυτούς· διότι ποίος άνθρωπος με νουν ημπορεί ποτέ να
πεισθή ότι οι σοφώτατοι είναι πλουσιότατοι ; Αλλ' επειδή περί του πλουτείν
μάλλον πρέπει να ομιλώμεν, ας εξετάσωμεν πόθεν είναι καλόν το πλουτείν και πόθεν
κακόν, και αν το να είναι τις πλούσιος είναι καλόν ή κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έστω· διά δε τα λοιπά ας επιφυλαχθώμεν· καλά
δε κάμνεις και συ συμβουλεύων. Αλλά διατί και συ ο ίδιος (διότι συ έφερες τον
λόγον) δεν προσεπάθησες να είπης, ποίον εκ των δύο νομίζεις ότι είναι ο πλούτος,
καλόν ή κακόν; Επειδή και οι προηγούμενοι λόγοι τουλάχιστον φαίνονται εις εσέ
ότι δεν εξήγησαν τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις εμέ λοιπόν φαίνεται ότι το πλουτείν είναι
καλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ δε αυτός επεθύμει να είπη ακόμη κάτι τι,
διακόψας αυτόν ο $Κριτίας, τον ηρώτησε :</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ λοιπόν, Ερυξία, ειπέ μου, νομίζεις ότι
καλόν είναι να πλουτή τις ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, μα τον Δία· διότι αν έλεγα το εναντίον,
θα ήμην τρελλός· νομίζω δε ότι δεν είναι κανείς όστις να μη ομολογήση
τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και όμως, και εγώ νομίζω ότι κανείς δεν είναι
τον οποίον να μη κάμνω να συμφωνήση με εμέ, ότι είς τινας ανθρώπους το να
πλουτώσιν είναι κακόν διότι αν γενικώς τούτο ήτο καλόν, δεν θα εφαίνετο είς
τινας κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά είπα και εις τους δύο ότι βέβαια εγώ, αν
συνέβαινε να φιλονεικήτε περί του ποίος των δύο σας λέγει αληθέστερα πράγματα,
έστω περί ιππασίας περί του πώς δύναται τις άριστα να ιππεύση, αν ήμην ιππικός,
θα προσεπάθουν να παύσω την φιλονεικίαν σας· διότι θα εντρεπόμην παρών να μη σας
ημπόδιζα, εφ' όσον ήτο δυνατόν εις εμέ, να φιλονεικήτε· ή, αν και περί άλλου
οιουδήποτε διεφέρεσθε, να σας άφινον να χωρισθήτε μάλλον εχθροί ή φίλοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα δε, επειδή συμβαίνει να έχετε διαφοράν
περί τοιούτου πράγματος, του οποίου η ανάγκη υφίσταται καθ' όλον τον βίον, πολύ
ενδιαφέρον είναι αν πρέπη να φροντίζωμεν περί τούτου ως περί ωφελίμου, ή να μη
φροντίζωμεν· ταύτα δε τα ζητήματα δεν είναι μικρά, αλλ' εξ εκείνων τα οποία
θεωρούνται υπό των Ελλήνων μέγιστα. Οι πατέρες λοιπόν τούτο πρώτον
συμβουλεύουσιν εις τους υιούς των, όταν φθάσουν εις μίαν ηλικίαν πλέον να
εννοούν, δηλαδή να σκέπτωνται διά τίνων μέσων θα πλουτίσουν, ωσεί, αν μεν
πλουτίσης, να έχης αξίαν τινά, αν δε όχι, να μη αξίζης τίποτε. Το πράγμα λοιπόν
θεωρείται τόσον σπουδαίον, ώστε σεις, ενώ συμφωνείτε κατά τα άλλα, περί τούτου
του τόσον σπουδαίου έχετε διαφοράν, όπως η διαφορά σας περί του πλουτείν είναι
όχι αν τούτο είναι μέλαν ή λευκόν, ούτε αν είναι ελαφρόν ή βαρύ, αλλ' αν είναι
καλόν ή κακόν, και τόσην διαφοράν, ώστε και εις έχθραν να φθάσετε διαφερόμενοι
περί των κακών και των καλών και μάλιστα ενώ είσθε φίλτατοι και συγγενείς. Εγώ
λοιπόν, εφ' όσον εξαρτάται από εμέ, δεν θα σας αφήσω να διαφέρεσθε, αλλ' αν μεν
εγώ αυτός είμαι ικανός, αφ' ού σας εξηγήσω πώς έχει το πράγμα, θα σας παύσω την
διαφοράν τώρα δε, επειδή εγώ μεν ικανός δεν είμαι, από σας δε ο είς νομίζει ότι
είναι ικανός να κάμη τον έτερον να συμφωνήση, είμαι έτοιμος να σας βοηθήσω όσον
δύναμαι διά να συμφωνηθή μεταξύ σας πώς τούτο έχει. Συ λοιπόν, ω Κριτία,
επιχείρει να μας κάμης να συμφωνήσωμεν όπως υπεσχέθης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' εγώ, όπως και ήρχισα, ευχαρίστως θα
ηρώτων τον Ερυξίαν τούτον αν νομίζη ότι υπάρχουν άνθρωποι άδικοι και
δίκαιοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τον Δία, και βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν το να αδική τις νομίζεις ότι είναι
καλόν ή κακόν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κακόν εγώ τουλάχιστον το νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζεις λοιπόν ότι, αν άνθρωπος μοιχεύη τας
γυναίκας των γειτόνων του επί χρήμασιν, ούτος πράττει αδίκημα, ή δεν πράττει;
Και μάλιστα ενώ οι νόμοι και η πόλις εμποδίζουν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ τουλάχιστον νομίζω ότι κάμνει
αδίκημα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αν μεν συμβαίνη να είναι πλούσιος και
δύναται να δαπανά χρήματα, ο άδικος και θέλων να δαπανά άνθρωπος πράττει
αμάρτημα· αν όμως δεν είναι πλούσιος και δεν έχη να δαπανά ούτε να κάμνη όσα
θέλει, δεν κάμνει αμάρτημα. Διά τούτο θα ήτο και ωφέλιμον εις τον άνθρωπον
μάλλον να μη είναι πλούσιος, διά να πράττη ολιγώτερα από όσα θέλει, αν θέλη να
πράττη κακά. Και η ασθένεια λέγεις ότι είναι καλόν ή κακόν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ τουλάχιστον το λέγω κακόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζεις ότι υπάρχουν άνθρωποι
ακόλαστοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αν άριστον μέσον εις την υγείαν του
ακολάστου ανθρώπου ήθελεν είναι η αποχή από τροφάς και ποτά και από άλλα όσα
φαίνονται ευχάριστα, ο ακόλαστος δε άνθρωπος ένεκα της ακολασίας του δεν θα
ηδύνατο να απέχη τούτων, δεν θα ήτο προτιμότερον εις τον άνθρωπον τούτον να μη
έχη τα μέσα με τα οποία να προμηθεύεται ταύτα μάλλον ή να έχη ταύτα άφθονα;
Διότι, αν δεν είχε ταύτα άφθονα, ευκόλως δεν θα περιέπιπτεν εις αμαρτήματα, έστω
και αν επεθύμει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εφαίνετο λοιπόν ότι πολύ καλά είχεν ομιλήσει ο
Κριτίας και τόσον ώστε ο Ερυξίας, αν δεν εντρέπετο τους παρόντας, δεν θα
ημποδίζετο να σηκωθή και τον κτυπήση, διότι εφανερώθη εις αυτόν ότι όχι ορθάς
σκέψεις περί του πλουτείν είχε πριν. Όταν δε εγώ ενόησα καλώς ότι ο $Ερυξίας ήτο
εις την κατάστασιν εκείνην και εφοβήθην μήπως συμβή μεγαλυτέρα αντιλογία και
πειράγματα, είπον: Τούτον μεν τον λόγον πρότερον εις το λύκειον λέγων σοφός ανήρ
Πρόδικος ο Κείος εφαίνετο εις τους παρόντας ότι φλυαρεί τόσον, ώστε να μη ημπορή
κανένα από τους παρόντας να πείση ότι λέγει πράγματα αληθή, και τέλος και έν
μειράκιον πολύ νέον και φλύαρον, το οποίον εκάθητο πλησίον, τον περιέπαιζε και
τον εχλεύαζε και τον ετάρασσε, διότι ήθελε να του απαντά εις όσα του έλεγε· και
όμως τούτο το μειράκιον πολύ περισσότερον ευηρέστει τους ακροατάς του παρά ο
Πρόδικος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν ημπορείς να μας είπης τους
λόγους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ευχαρίστως, εφ' όσον ενθυμούμαι. Ούτω πως,
καθώς νομίζω, είχεν ο λόγος:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ηρώτα δηλαδή αυτόν το μειράκιον εν τίνι
περιστάσει νομίζει τον πλούτον κακόν τι και εν τίνι επίσης καλόν· εκείνος δε
αποκριθείς είπε : Κρίνω όπως και συ τώρα δα, δηλαδή ότι εις μεν τους καλούς και
αγαθούς ανθρώπους και εις εκείνους οι οποίοι ηξεύρουν πού και πώς να
μεταχειρίζωνται τα χρήματα, κρίνω ότι είναι καλόν, εις δε τους κακούς και τους
μη ηξεύροντας, κακόν. Και διά τα λοιπά πράγματα, είπεν, ο αυτός κανών είναι·
δηλαδή οποίοι είναι οι μεταχειριζόμενοι αυτά, τοιαύτα και τα πράγματα είναι.
Καλά δε, είπεν εκείνος, νομίζω ότι έχει ποιηθή και ο στίχος του
Αρχιλόχου:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> Αι πράξεις των να συμφωνούν με τα
φρονήματά των.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τώρα λοιπόν, είπε το μειράκιον, αν κανείς εμέ
έκαμνε σοφόν κατά την σοφίαν των καλών ανθρώπων, πρέπει αυτός συγχρόνως και τα
άλλα πράγματα καλά εις εμέ να κάμνη, προς μεν αυτά εκείνα ουδόλως ασχολούμενος,
αλλά μόνον ασχολούμενος να κάμη εμέ αντί αμαθούς σοφόν· καθώς, αν κανείς εμέ
τώρα ήθελε κάμει γραμματικόν, είναι ανάγκη αυτός και τα άλλα πράγματα γραμματικά
εις εμέ να κάμνη, και αν μουσικόν, μουσικά· ώστε, όταν κάμη εμέ καλόν, πρέπει
συγχρόνως καλά και τα πράγματα να κάμη εις εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Πρόδικος όμως άλλοτε μεν εις ταύτα
συνεφώνει, άλλοτε δε δεν συνεφώνει και το μειράκιον εξηκολούθει: Ποίον των δύο
νομίζεις, είπεν· όπως είναι έργον του ανθρώπου να κατασκευάζη μίαν οικίαν, ούτω
και έργον τούτου είναι και τα πράγματα να κάμνη καλά, ή πρέπει οποία τινα εξ
αρχής γίνωσιν είτε κακά, είτε καλά, τοιαύτα να εξακολουθώσιν αυτά να είναι;
Υποπτεύσας δε, νομίζω ο Πρόδικος το σημείον μέχρι του οποίου θα προυχώρει ο
λόγος, με πολλήν πανουργίαν (διά να μη φαίνεται ότι ενώπιον όλων των παρόντων
εξηλέγχετο από το μειράκιον, διότι αν εξηλέγχετο μόνος εφαίνετο ότι δεν τον
έμελεν) είπεν ότι είναι έργον ανθρώπου. Ποίον δε από τα δύο νομίζεις, είπεν, ότι
διδάσκεται η αρετή, ή ότι είναι έμφυτος; — Διδάσκεται, είπε, όπως εγώ
τουλάχιστον νομίζω. — Λοιπόν, είπε, νομίζεις μωρόν εκείνον όστις νομίζει ότι
ευχόμενος εις τους θεούς δύναται δια της ευχής ταύτης να γίνη γραμματικός ή
μουσικός, ή να λάβη άλλην τινά επιστήμην, την οποίαν θα ήτο ανάγκη να αποκτήση
μαθών ταύτην από άλλον, ή αυτός εξευρών ταύτην;·— Συνεφώνησε και εις ταύτην την
ερώτησιν.—Λοιπόν, είπε το μειράκιον, συ, ω Πρόδικε, όταν εύχεσαι εις τους θεούς
να ευτυχής και να γίνωσιν εις σε όλα καλά, τότε τίποτε άλλο δεν εύχεσαι ή να
γίνης καλός και αγαθός, αν βέβαια εις μεν τους καλούς και αγαθούς ανθρώπους
συμβαίνη και τα πράγματα να είναι καλά, εις δε τους κακούς κακά. Αν λοιπόν
συμβαίνη η αρετή να διδάσκεται, κανέν άλλο δεν θα ηύχεσο από το να διδαχθής όσα
δεν ηξεύρεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είπα λοιπόν εγώ προς τον Πρόδικον ότι νομίζω
πως δεν έχει πάθει κακόν τι, αν φαντάζεται ότι δύνανται να γίνωσιν υπό των θεών
εις ημάς όσα ευχόμεθα να γίνωσι και ταχέως· αν και σύ ποτε βαδίζων με σπουδήν
εις πόλιν και προσευχόμενος ζητής από τους θεούς να σου δώσουν καλά, δεν
γνωρίζεις όμως αν εκείνοι ημπορούν να δώσουν εις σε ταύτα τα οποία ζητείς· καθώς
αν συχνάζων εις την οικίαν του γραμματιστού, ήθελες παρακαλεί τούτον να σου δώση
γραμματικήν επιστήμην, χωρίς να ασχοληθής εις τίποτε άλλο, αλλά να αποκτήσης την
γραμματικήν ταύτην επιστήμην και να δυνηθής αμέσως να κάμης το έργον του
γραμματιστού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ εγώ έλεγον ταύτα, ο Πρόδικος ηναντιούτο
προς το μειράκιον δια να υπερασπίση εαυτόν και να επιδείξη ταύτα τα οποία συ
τώρα δα επιδεικνύεις, διότι ηγανάκτει αν εφαίνετο ότι ματαίως ηύχετο εις τους
θεούς· ακολούθως πλησιάσας ο γυμνασίαρχος παρήγγελλεν εις αυτόν να φύγη από το
γυμνάσιον, διότι δεν ωμίλει προς τους νέους αρμόζοντα, και μη λέγων αρμόζοντα,
φανερόν ότι έλεγε μοχθηρά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ένεκα τούτου λοιπόν σου διηγήθην ταύτα διά να
παρατηρήσης ποία η σχέσις των ανθρώπων προς την φιλοσοφίαν. Εάν μεν ο Πρόδικος
τουλάχιστον λέγων ταύτα ενομίζετο υπό των ακροατών τόσον τρελλός, ώστε και να
εκβληθή από το γυμνάσιον, συ δε τώρα νομίζης ότι τόσον καλά έχεις ομιλήσει, ώστε
όχι μόνον τους παρόντας να πείσης, αλλά και τον αντιτείνοντα να κάμης να
συμφωνήση με σε, είναι φανερόν ότι συμβαίνει ενταύθα ό,τι και εις τα δικαστήρια.
Καθώς δηλαδή εις τα δικαστήρια, αν δύο άνθρωποι την ιδίαν μαρτυρίαν μαρτυρώσι
και ο μεν νομίζεται καλός και αγαθός, ο δε μοχθηρός, διά την μαρτυρίαν του
μοχθηρού ουδόλως θα επείθοντο οι δικασταί, αλλ' ίσως έκαμνον και τα εναντία, διά
δε την του καλού και αγαθού, και αν ούτος τα αυτά εμαρτύρει, πολύ θα επείθοντο.
Ίσως λοιπόν και οι παρόντες έν τοιούτον έχουν πάθει αναφορικώς προς σε και τον
Πρόδικον· τούτον μεν ενόμιζον σοφιστήν και αλαζόνα, σε δε πολιτικόν και πολλού
λόγου άξιον άνδρα. Συνεπώς φαίνεται ότι δεν βασίζονται επί των λόγων όσον εις
την ποιότητα των λεγόντων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' όμως, Σωκράτη, αν και ομιλής ειρωνικώς,
νομίζω ότι ο Κριτίας λέγει κάτι, σημαντικόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά, μα τον Δία, δεν λέγει το παραμικρόν. —
Αλλά διατί, αφού περί τούτων ωμίλησαν πολύ καλά, δεν ετελείωσαν και τον λοιπόν
λόγον; Νομίζω δε ότι, επειδή επρόκειτο να συμφωνήσουν εις τούτο, εις το ότι
δηλαδή εις τους μεν το πλουτείν είναι καλόν, εις τους δε ότι είναι κακόν,
υπολείπεται η σκέψις τι είναι το πλουτείν τούτο. Διότι, αν δεν μάθετε τούτο
πρώτον, και εις το αν είναι καλόν ή κακόν δεν θα συμφωνήσετε. Είμαι δε και εγώ
έτοιμος εφ' όσον είμαι ικανός να συνδιασκεφθώ μαζύ σας. Ας μας είπη λοιπόν
εκείνος όστις λέγει ότι το πλουτείν είναι καλόν, πώς περί τούτου
σκέπτεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' εγώ, Σωκράτη, δεν λέγω ότι το πλουτείν
είναι κάτι περισσότερον από εκείνο το οποίον λέγουν όλοι οι άνθρωποι ότι είναι·
δηλαδή ότι πλουτείν είναι το να έχη τις πολλά χρήματα· νομίζω δε ότι και ούτος ο
Κριτίας έχει την γνώμην ότι το πλουτείν ουδέν άλλο είναι ή τούτο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ακόμη λοιπόν μένει οπίσω να σκεφθήτε τι είναι
αυτά τα χρήματα, ίνα μη ολίγον ύστερον περί τούτου φανήτε ότι έχετε διαφοράν.
Παραδείγματος χάριν οι Καρχηδόνιοι έχουν το εξής νόμισμα· εις μικρόν δέμα είναι
κάτι τι δεμένον του οποίου το μέγεθος είναι όσον το νόμισμα του στατήρος· τι δε
είναι το δεμένον, κανείς δεν ηξεύρει παρά οι κατασκευάζοντες· έπειτα
μεταχειρίζονται τούτο καλά σφραγισμένον ως νόμισμα και όστις έχει πλείστα από
ταύτα, ούτος φαίνεται ότι έχει πλείστα χρήματα και ότι είναι πλουσιώτατος· αν δε
κανείς από ημάς ήθελεν έχει πλείστα τοιαύτα, θα ήτο ως να είχε πέτρας πολλάς από
το όρος και δεν θα ήτο πλουσιώτερος. Εις την Λακεδαίμονα μεταχειρίζονται νόμισμα
σιδηρούν, και τούτο διά το ευτελές του σιδήρου· και όστις έχει πολύ του τοιούτου
σιδηρού νομίσματος θεωρείται πλούσιος, εις άλλο δε μέρος το νόμισμα τούτο δεν
έχει καμμίαν αξίαν. Εις την Αιθιοπίαν μεταχειρίζονται νόμισμα λίθους
γεγλυμμένους, τους οποίους ανήρ Λακωνικός δεν ημπορεί να μεταχειρισθή. Εις τους
Σκύθας νομάδας, και αν κανείς έχη ως κτήμα του την οικίαν του Πουλυτίωνος, δεν
φαίνεται πλουσιώτερος εκείνου όστις παρ' ημίν θα είχεν ως κτήμα του τον
Λυκαβηττόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι λοιπόν φανερόν ότι δεν δύνανται έκαστα
τούτων να είναι κτήματα, άν τινες των εχόντων διά τούτο δεν φαίνονται ουδόλως
ότι είναι πλουσιώτεροι· αλλ' είναι έκαστα τούτων εις άλλους μεν χρήματα και
είναι πλούσιοι όσοι έχουσι ταύτα, εις άλλους δε δεν είναι χρήματα, διά τούτο δε
και δεν είναι πλουσιώτεροι, καθώς ούτε δι' όλους είναι τα αυτά καλά και κακά,
αλλ' άλλα δι' άλλους. Αν δε εξητάζομεν διατί εις μεν τους Σκύθας αι οικίαι δεν
είναι χρήματα, εις ημάς δε είναι, ή εις τους Καρχηδονίους μεν τα δέρματα είναι
χρήματα εις ημάς δε δεν είναι ταύτα, ή εις τους Λακεδαιμονίους ο σίδηρος είναι
χρήμα εις ημάς δε δεν είναι, θα ευρίσκομεν σημαντικόν τι; Αίφνης, αν κανείς εν
Αθήναις από αυτούς τους λίθους τους ευρισκομένους εις την αγοράν και τους
οποίους διόλου δεν μεταχειριζόμεθα ήθελεν έχει τόσον βάρος όσον είναι το βάρος
χιλίων ταλάντων, θα ενομίζετο πλουσιώτερος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ δεν πιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' εάν είχε βάρος εκ πολυτίμων λίθων όσον το
βάρος χιλίων ταλάντων, δεν θα ελέγομεν ότι θα ήτο πλουσιώτατος;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αρά γε, δια τούτο θα ενομίζομεν ούτω, διότι
άλλο μεν είναι χρήσιμον, άλλο δε είναι άχρηστον εις ημάς ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Επειδή και οι Σκύθαι ένεκα τούτου τας οικίας
δεν θεωρούσι χρήματα, διότι δεν έχουν χρείαν οικίας, ούτε Σκύθης ανήρ θα
προετίμα να υπάρχη εις αυτόν ωραιοτάτη οικία μάλλον από μίαν γούναν δερματίνην·
διότι η μεν γούνα δι' αυτόν είναι κάτι χρήσιμον, η δε οικία άχρηστον. Το νόμισμα
πάλιν των Καρχηδονίων ημείς δεν θεωρούμεν χρήμα· διότι δεν είναι δυνατόν δι'
αυτού να προμηθευθώμεν τι εξ όσων έχομεν ανάγκην, όπως με το αργύριον· ώστε και
το νόμισμα τούτο των Καρχηδονίων εις ημάς θα ήτο άχρηστον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερασίστρατος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όσα μεν λοιπόν είναι εις ημάς χρήσιμα, ταύτα
είναι χρήματα, και όσα είναι άχρηστα, ταύτα δεν είναι χρήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς λοιπόν, Σωκράτη ; Επειδή ημείς κάμνομεν
χρήσιν και του διαλέγεσθαι και του βλάπτειν και άλλων πολλών, σημαίνει ότι ταύτα
δι' ημάς είναι χρήματα; Και όμως ταύτα τουλάχιστον φαίνονται να είναι εις ημάς
χρήσιμα. Και κατ' αυτόν τον τρόπον του σκέπτεσθαι δεν ήλθομεν πάλιν εις
συμπέρασμα περί του τι επιτέλους είναι τα χρήματα, αλλά περί του ότι κατ'
ανάγκην τα χρήματα πρέπει να είναι χρήσιμα πάντες σχεδόν ωμολογούμεν. Αλλά ποία
είναι τα χρήσιμα ; επειδή βέβαια δεν είναι όλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας εξακολουθήσωμεν λοιπόν την συζήτησιν και ας
ίδωμεν, θα ευρεθή τάχα εκείνο το οποίον ζητούμεν, τι είναι δηλαδή εκείνο το
οποίον μεταχειριζόμεθα διά χρημάτων, και διά ποίον σκοπόν έχει ευρεθή η
απόκτησις των χρημάτων, καθώς έχουσιν ευρεθή τα φάρμακα διά να μας απαλλάττωσιν
από τας νόσους ; Διότι ίσως κατ' αυτόν τον τρόπον ήθελε γίνει εις ημάς μάλλον
φανερόν. Επειδή αναγκαίον μεν φαίνεται να είναι και χρήσιμα όσα είναι χρήματα,
από δε τα χρήσιμα υπάρχει έν γένος το οποίον ονομάζομεν χρήματα. Τώρα μας
υπολείπεται να σκεφθώμεν διά ποίαν χρείαν χρήσιμα είναι τα χρήματα. Διότι όλα
όσα προς εργασίαν μεταχειριζόμεθα, ίσως είναι χρήσιμα, όπως όλα τα ζώα τα έχοντα
ψυχήν, από δε τα ζώα έν γένος ονομάζομεν άνθρωπον. Αν δε κανείς μας ηρώτα, τίνος
πράγματος αφού απαλλαγώμεν, δεν θα είχομεν ουδόλως χρείαν της ιατρικής ούτε των
εργαλείων της, θα ελέγομεν ότι δεν θα είχομεν χρείαν της ιατρικής αν αι νόσοι
έφευγον από τα σώματα ή δεν επήρχοντο εις αυτά, ή άπαξ επελθούσαι ήθελον
παρέλθει. Υπάρχει λοιπόν, ως φαίνεται, εκ των επιστημών η ιατρική προς τούτο
χρήσιμος, προς το να μας απαλλάττη από τας νόσους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εάν δε κανείς πάλιν ήθελε μας ερωτήσει, από τι
ημείς αφού απαλλαγώμεν, δεν θα είχομεν ανάγκην χρημάτων; αν μας ηρώτα, θα
ηδυνάμεθα να είπωμεν από τι; Περί τούτου ας σκεφθώμεν κατά τον εξής τρόπον: Αν ο
άνθρωπος ηδύνατο να ζη χωρίς τροφάς και ποτά και ηδύνατο να μη πεινά ούτε να
διψά, θα είχεν ανάγκην αυτών, ή ανάγκην αργυρίου ή τινος άλλου όπως ταύτα
προμηθεύεται ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω ότι δεν θα είχεν ανάγκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν και διά τα άλλα κατά τον αυτόν τρόπον
δυνάμεθα να σκεφθώμεν. Αν δεν είχομεν ανάγκην διά την περιποίησιν του σώματος
όσων τώρα στερούμεθα και της θερμότητος και του ψύχους, ενίοτε δε και των άλλων
όσων το σώμα έχει ανάγκην, θα ήσαν εις ημάς άχρηστα τα λεγόμενα χρήματα, αν
βέβαια κανείς δεν είχεν ανάγκην τούτων, διά τα οποία θέλομεν να υπάρχουν εις
ημάς χρήματα όπως επαρκίσωμεν εις τας επιθυμίας και τας ελλείψεις του σώματος.
Λοιπόν, αν προς τούτο είναι χρήσιμος η απόκτησις των χρημάτων, δια να
ικανοποιήται το σώμα όταν φύγη από το μέσον η επιθυμία και η έλλειψις, δεν θα
είχομεν ποσώς ανάγκην χρημάτων και ίσως παντάπασι δεν θα υπήρχον και
χρήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καθώς φαίνεται λοιπόν τα εις ταύτην την
ικανοποίησιν χρήσιμα πράγματα, ταύτα είναι και χρήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Συνεφώνησε, ότι ταύτα είναι χρήματα).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά ποίαν γνώμην έχεις και περί των εξής:
Ημπορούμεν να είπωμεν ότι είναι δυνατόν το αυτό πράγμα διά την αυτήν εργασίαν να
είναι άλλοτε μεν χρήσιμον, άλλοτε δε άχρηστον;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ τουλάχιστον δεν δύναμαι να το είπω· αλλ'
εάν κατά τι ηθέλομεν έχει ανάγκην τούτου διά την αυτήν εργασίαν, και χρήσιμον
νομίζω να είναι, εάν όμως δεν ηθέλομεν έχει ανάγκην τούτου, δεν το νομίζω
χρήσιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αν χωρίς πυρ ηδυνάμεθα να
κατασκευάσωμεν χαλκούν ανδριάντα, δεν θα είχομεν ανάγκην πυρός διά την εργασίαν
ταύτην· αν δε δεν είχομεν ανάγκην τούτου, δεν θα ήτο χρήσιμον εις ημάς. Ο αυτός
δε συλλογισμός εφαρμόζεται και διά τα άλλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν ως προς όσα άνευ αυτών είναι δυνατόν να
γίνεταί τι, κανέν απ' αυτά δεν φαίνεται χρήσιμον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κανέν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, άν ποτε ηθέλομεν δυνηθή χωρίς αργύριον
και χρυσίον και τα άλλα τοιαύτα τα οποία μεταχειριζόμεθα διά το σώμα, όπως τας
τροφάς και τα ποτά και τα φορέματα και τα στρώματα και τας οικίας, ηθέλομεν,
λέγω, δυνηθή να παύωμεν τας στερήσεις του σώματος ώστε ποσώς να μη έχωμεν τούτων
ανάγκην, ούτε χρήσιμα προς τούτον τον σκοπόν θα εφαίνοντο εις ημάς το αργύριον
και το χρυσίον και τα άλλα τα τοιαύτα, αν ήτο δυνατόν και άνευ τούτων να
συντηρώμεθα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν θα ήσαν χρήσιμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άρα ούτε χρήματα θα μας εφαίνοντο ταύτα, αν
δεν ήσαν ποσώς χρήσιμα· αλλά ταύτα θα ήσαν χρήματα διά των οποίων θα είμεθα
ικανοί να προμηθεύωμεθα τα χρήσιμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά, Σωκράτη, δεν θα ηδυνάμην ποτέ να πεισθώ
εις τούτο, ότι δηλαδή το χρυσίον και το αργύριον και τα άλλα τα τοιαύτα δεν
είναι χρήματα. Περί τούτου όμως είμαι πολύ πεπεισμένος, ότι τα εις ημάς άχρηστα
δεν είναι χρήματα και ότι τα χρήσιμα είναι χρησιμώτατα χρήματα. Αλλά και τούτο
δεν με πείθει ότι χρήσιμα εις τον βίον μας δεν είναι εκείνα διά των οποίων
προμηθευόμεθα τα προς συντήρησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας ίδωμεν λοιπόν πώς ημπορούμεν να είπωμεν τα
τοιαύτα. Τάχα υπάρχουσιν άνθρωποι οίτινες διδάσκουσι μουσικήν ή γράμματα ή άλλην
τινά επιστήμην και οι οποίοι διά της διδασκαλίας τούτων προμηθεύονται τα προς
συντήρησιν λαμβάνοντες μισθόν της διδασκαλίας των ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Υπάρχουσι βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν οι άνθρωποι ούτοι διά της επιστήμης
ταύτης ημπορούν να προμηθεύωνται τα προς συντήρησιν ανταλλάσσοντες ταύτην όπως
ημείς ανταλλάσσομεν με χρυσίον και αργύριον τα προς συντήρησιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αν με τούτο προμηθεύωνται όσα
μεταχειρίζονται εις τον βίον, τούτο είναι χρήσιμον εις τον βίον· ένεκα δε τούτου
βέβαια είπομεν ότι το αργύριον είναι χρήσιμον, διότι ημπορούμεν δι' αυτού να
προμηθευώμεθα τα αναγκαιούντα εις το σώμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αν αι επιστήμαι αύται είναι επιστήμαι
χρήσιμοι προς τούτον τον σκοπόν, αι επιστήμαι αύται μας φαίνονται χρήματα διά
την αυτήν αιτίαν διά την οποίαν ο χρυσός και ο άργυρος, δήλον ότι και οι
κατέχοντες ταύτας είναι πλουσιώτεροι. Και λέγω τούτο διότι ολίγον πριν με τόσην
δυσαρέσκειαν παρεδεχόμεθα ότι ούτοι είναι πλουσιώτατοι. Από του ήδη δε
παραδεδεγμένου ανάγκη ενίοτε οι επιστημονέστεροι να είναι και πλουσιώτεροι.
Διότι, αν κανείς ήθελε μας ερωτήσει: τάχα διά κάθε άνθρωπον είναι χρήσιμος ο
ίππος ; θα έλεγες ότι διά κάθε άνθρωπον είναι χρήσιμος, ή θα έλεγες ότι εις μεν
τους ηξεύροντας πώς πρέπει να μεταχειρίζονται τον ίππον, ο ίππος είναι χρήσιμος,
εις δε τους μη ηξεύροντας να τον μεταχειρίζωνται δεν είναι χρήσιμος ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτω θα έλεγον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν κατά τον ίδιον συλλογισμόν ούτε το
φάρμακον εις πάντα άνθρωπον είναι χρήσιμον, αλλ' εις τούτον είναι χρήσιμον όστις
ηξεύρει πώς πρέπει να τα μεταχειρίζεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν και δι' όλα τα άλλα δεν είναι ο αυτός
συλλογισμός;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το χρυσίον λοιπόν και το αργύριον και τα άλλα
όσα φαίνονται χρήματα, εις τούτον μόνον θα ήσαν χρήσιμα, όστις ηξεύρει πώς
πρέπει να μεταχειρίζεται ταύτα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν προ της συζητήσεως ενόμιζες ότι ίδιον
του καλού και αγαθού είναι να γνωρίζη πού και πώς έκαστα τούτων πρέπει να
μεταχειρίζεται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφωνώ ότι δεν ενόμιζον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις μόνους λοιπόν τους καλούς και αγαθούς θα
ήσαν και ταύτα χρήσιμα, αν ούτοι βεβαίως γνωρίζουν πώς πρέπει να μεταχειρίζωνται
ταύτα· εάν δε εις μόνους τούτους είναι χρήσιμα, εις τούτους μόνον θα εφαίνοντο
ότι ταύτα είναι και χρήματα. Ως φαίνεται δε και τον μη γνωρίζοντα από ιππικήν,
αλλ' έχοντα ίππους οι οποίοι κατά τύχην τω είναι άχρηστοι, αν κανείς έκαμνεν
ιππικόν, συγχρόνως θα έκαμνε και πλουσιώτερον, αφού βέβαια τα εις αυτόν πριν
άχρηστα έκαμνε χρήσιμα. Διότι παραδίδων επιστήμην τινά εις τον άνθρωπον
συγχρόνως τον κάμνει και πλούσιον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτω τουλάχιστον φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω όμως ότι ημπορώ ενόρκως να βεβαιώσω ότι
ο Κριτίας δεν έχει πείσθή από κανένα εκ τούτων των λόγων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τον Δία. θα ήμην τρελλός αν εις ταύτα
επειθόμην. Αλλά διατί δεν συνεπλήρωσες εκείνον τον συλλογισμόν, ότι δηλαδή τα
φαινόμενα χρήματα δεν είναι χρήματα, το χρυσίον, το αργύριον και τα άλλα τα
τοιαύτα ; Διότι εγώ ακούων τούτους τους λόγους τους οποίους τώρα διηγείσαι, πολύ
ευχαριστούμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μου φαίνεσαι συ, ω Κριτία, ότι χαίρεις τόσον
ακούων εμέ, όσον ακούων τους ραψωδούς οίτινες ψάλλουσι τα ποιήματα του Ομήρου,
διότι κανείς από τους λόγους τούτους δεν σου φαίνεται αληθής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ας ίδωμεν πώς θα ελέγομεν τα τοιαύτα. Εις τους
επιτηδείους να οικοδομώσιν ανθρώπους λέγεις να υπάρχουν χρήσιμά τινα προς
κατασκευήν οικίας;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποίον λοιπόν των δύο; Χρήσιμον προς την
οικοδομήν είναι τούτο το οποίον προς ταύτην θα μετεχειρίζοντο, οι λίθοι και αι
πλίνθοι και τα ξύλα και άλλο τι τοιούτον, ή και τα εργαλεία διά των οποίων θα
ωκοδόμουν και εκείνα διά των οποίων ταύτα θα επρομηθεύοντο, δηλαδή τα ξύλα και
τους λίθους και πάλιν τα εργαλεία των ξύλων και των λίθων;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ τουλάχιστον νομίζω ότι όλα ταύτα είναι
χρήσιμα προς τούτον τον σκοπόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν και διά τας άλλας εργασίας όχι μόνον
ταύτα τα οποία μεταχειριζόμεθα διά κάθε έργον, αλλά και εκείνα με τα οποία
προμηθευόμεθα ταύτα, άνευ των οποίων δεν δύναται να γίνη η εργασία, δεν είναι
και ταύτα χρήσιμα ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάλιν λοιπόν ταύτα με τα οποία γίνεται η
εργασία και αν τι άλλο υπάρχη εκτός τούτων και πάλιν άλλο και άλλο, ούτως ώστε
να φθάσωμεν εις άπειρόν τι πλήθος, όλα ταύτα δεν πρέπει να φαίνωνται χρήσιμα
προς την εργασίαν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τίποτε δεν εμποδίζει ταύτα να έχωσιν όπως
λέγεις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αν υπήρχον λοιπόν εις τον άνθρωπον τροφαί και
ποτά και ιμάτια και τα άλλα τα οποία πρέπει ο άνθρωπος εις το σώμα να
μεταχειρίζεται, τάχα θα είχεν ανάγκην χρυσίου ή αργυρίου ή άλλου τινός, διά του
οποίου να προμηθεύεται ταύτα τα οποία θα υπήρχον εις αυτόν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω όχι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν θα μας εφαίνετο λοιπόν ότι ο άνθρωπος
ενίοτε δεν θα είχε κανενός ανάγκην προς την χρείαν του σώματος ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα εφαίνετο.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι δυνατόν κακόν τι πράγμα να χρησιμεύση
εις εργασίαν καλού ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν πιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλά δε πράγματα δεν θα ελέγομεν ότι είναι
εκείνα τα οποία πράττει ο άνθρωπος αποβλέπων προς την αρετήν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τάχα είναι δυνατόν ο άνθρωπος να μάθη τι από
ταύτα τα καλά όσα διδάσκονται διά λόγου, αν παντελώς είναι εστερημένος ακοής ή
άλλου τινός ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα τον Δία, δεν πιστεύω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν έν των χρησίμων προς αρετήν φαίνεται
ότι είναι η ακοή, αφού διά ταύτης θα διδαχθώμεν την αρετήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αν βέβαια η ιατρική είναι δυνατή να
παύη την νόσον, θα εφαίνετο εις ημάς ενίοτε ότι και η ιατρική είναι από τας
χρησίμους διά την αρετήν, αν τις διά της ιατρικής απήλαυε της ακοής.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και τίποτε βέβαια δεν εμποδίζει να είναι
τοιαύτη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αν πάλιν την ιατρικήν ηθέλομεν αποκτήσει
αντί χρημάτων, δεν θα εφαίνετο εις ημάς ότι και τα χρήματα είναι χρήσιμα διά την
αρετήν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν κατά τον αυτόν συλλογισμόν θα ήτο
χρήσιμα και εκείνα διά των οποίων ηθέλομεν αποκτήσει τα χρήματα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι όλα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και όμως τούτο ημπορούμεν να το ομολογήσωμεν,
ότι είναι αδύνατον να υπάρξη επιστήμη εις όποιον δεν προϋπάρξη αμάθεια και
αδύνατον να υπάρξη υγεία εις όποιον δεν προϋπάρξη νόσος και αρετή εις όποιον δεν
προϋπάρξη κακία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έτσι είναι, καθώς νομίζω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν δεν είναι ανάγκη εκείνα ων άνευ δεν
είναι δυνατόν να γίνεταί τι, ταύτα και να είναι χρήσιμα προς τούτο· διότι ούτω
θα εφαίνετο εις ημάς ότι η αμάθεια είναι χρήσιμος προς την επιστήμην και η νόσος
προς την υγείαν και η κακία προς την αρετήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολλήν δυσπιστίαν εδείκνυε προς τούτους τους
λόγους· όταν δε ενόησα εγώ ότι διά να τον πείσω θα ήτο ίσον με το λεγόμενον να
ψήσω μίαν πέτραν, είπον :</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' ας αφήσωμεν τούτους τους λόγους, διότι
δεν ημπορούμεν να συμφωνήσωμεν οποίον των δύο, το ίδιον είναι τα χρήσιμα και τα
χρήματα, ή όχι· και ας εξετάσωμεν: ποίον θα ενομίζομεν ευδαιμονέστερον και
καλύτερον άνθρωπον, εκείνον όστις έχει ανάγκην πλείστων αναγκαίων προς τον βίον
και προς την δίαιταν, ή εκείνον όστις δεν έχει ανάγκην ειμή ελαχίστων και
απλουστάτων; Ποία των καταστάσεων του ανθρώπου είναι καλυτέρα, όταν ούτος
ασθενή, ή όταν υγιαίνη ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά τούτο τουλάχιστον δεν έχει ανάγκην πολλής
σκέψεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διότι ίσως εις κάθε άνθρωπον είναι εύκολον να
γνωρίση ότι η κατάστασις του υγιαίνοντος είναι καλυτέρα από την κατάστασιν του
ασθενούντος. Λοιπόν εις ποίαν περίστασιν συμβαίνει να έχωμεν ανάγκην
περισσοτέρων και μάλλον παντοειδών, όταν ασθενώμεν, ή όταν υγιαίνωμεν ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν ασθενώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν λοιπόν είμεθα εις καλήν κατάστασιν, τότε
και πλείστων επιθυμούμεν και ανάγκην έχομεν πραγμάτων ευχαρίστων προς το
σώμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατά τον αυτόν λοιπόν συλλογισμόν συμβαίνει,
όπως αυτός ο άνθρωπος τότε φαίνεται ότι έχει κάλλιστα, όταν έχη ανάγκην
ελαχίστων τοιούτων, ούτω πάλιν και όταν είναι δύο, ο μεν πολύ επιθυμεί και
ανάγκην έχει πολλών, ο δε είναι υπομονετικός και ολίγων έχει ανάγκην. Επί
παραδείγματι, οι παίκται, οι μέθυσοι και οι λαίμαργοι δεν επιθυμούσι πολλών,
αφού όλα ταύτα είναι επιθυμίαι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αι δε επιθυμίαι τι άλλο είναι ή στερήσεις; Οι
άνθρωποι λοιπόν οίτινες επιθυμούσι ταύτα δεν ευρίσκονται εις χειροτέραν θέσιν
από εκείνους οι οποίοι ή κανέν ή ελάχιστα επιθυμούσι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πολύ μοχθηρούς εγώ τουλάχιστον νομίζω τους
τοιούτους και όσω μάλλον επιθυμητούς τοσούτον και μοχθηροτέρους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν φαίνονται εις ημάς ταύτα όχι χρήσιμα
προς τον σκοπόν μας, αφού τούτων δεν έχομεν ανάγκην ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν εις όποιον συμβαίνει να είναι πλείστα
χρήσιμα προς τούτον τον σκοπόν, ούτος φαίνεται να έχη ανάγκην πλείστων προς
τούτον τον σκοπόν, εάν βεβαίως υπάρχη ανάγκη όλων των χρησίμων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κριτίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μου φαίνεται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Άρα κατά τον συλλογισμόν τούτον φαίνεται
αναγκαίον τουλάχιστον εις όσους έχουν χρήματα πολλά, ούτοι να έχωσιν ανάγκην και
πολλών διά την του σώματος θεραπείαν. Διότι τα χρήσιμα προς την θεραπείαν ταύτην
του σώματος θα εφαίνοντο χρήματα. Ώστε εξ ανάγκης θα εφαίνοντο εις ημάς οι
πλουσιώτατοι πολύ πένητες, αφού έχουν έλλειψιν πλείστων τοιούτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΞΙΟΧΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ή περί θανάτου)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΩΚΡΑΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΛΕΙΝΙΑΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΞΙΟΧΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενώ μετέβαινον εις το Κυνόσαργες και ήμην
πλησίον του Ιλισσού, ήκουσα φωνήν ήτις έλεγε : «Σωκράτη, Σωκράτη». Ως δε έστρεψα
και εξήταζα πόθεν ήτο η φωνή, βλέπω τον Κλεινίαν τον υιόν του Αξιόχου να τρέχη
εις την Καλιρρόην μετά του μουσικού Δάμινος και του Χαρμίδου του υιού του
Γλαύκωνος· ήσαν δε οι δύο ούτοι εις αυτόν, ο μεν διδάσκαλος της μουσικής, ο δε
εραστής συγχρόνως και ερωμένος. Εθεώρησα καλόν, αφού αφήσω την ευθείαν οδόν, να
τους ανταμώσω διά να συντροφεύσωμεν ευκολώτατα. Ο Κλεινίας δε δακρυσμένος μου
λέγει:</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κλεινίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτη, τώρα είναι η περίστασις να δείξης την
πάντοτε φημισμένην σοφίαν σου· ο πατήρ μου δηλαδή από μίαν αιφνηδίαν λιποθυμίαν
είναι αδύνατος και πλησιάζει εις τα τέλος της ζωής του και λυπείται διά το τέλος
τούτο, αν και πριν εχλεύαζεν όσους εφοβούντο τον θάνατον και περιέπαιζεν. Αφού
λοιπόν πλησιάσης εις αυτόν, παρηγόρησέ τον, καθώς συνηθίζεις, διά να υπάγη όπου
είναι πεπρωμένον χωρίς στεναγμούς και διά να εκτελεσθή υπ' εμού πλην των λοιπών
και τούτο το ευσεβές προς αυτόν καθήκον.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά δεν θα σε δυσαρεστήσω, Κλεινία, διότι δεν
με παρακινείς διά τι ποταπόν, αλλά διά τι όσιον. Ας σπεύσωμεν λοιπόν διότι αν το
πράγμα έχη ως λέγεις, είναι ανάγκη ταχύτητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κλεινίας</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μόνον όταν σε ίδη, Σωκράτη, θα αναλάβη· διότι
και πολλάκις συνέβη εις αυτόν εκ μιας συμπτώσεως να αναλάβη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού λοιπόν μετέβημεν το ταχύτερον,
ακολουθήσαντες την παρά το τείχος οδόν παρά τας Ιτωνίας (διότι κατώκει πλησίον
των πυλών παρά την Αμαζονίδα στήλην), ευρίσκομεν πλέον αυτόν κατά μεν το σώμα
ρωμαλέον, κατά δε την ψυχήν αδύνατον, χωρίς να έχη κανένα να τον παραμυθήση,
πολλάκις δε εγειρόμενον και στενάζοντα με δάκρυα και κρότους χειρών. Όταν δε
είδον αυτόν, Αξίοχε, του είπον : Τι είναι αυτά; Πού είναι αι πριν καυχήσεις σου
και τα συχνά εγκώμια των αρετών και το μέγα θάρρος σου; Διότι φαίνεσαι ως δειλός
αγωνιστής, όστις ενώ φαίνεσαι γενναίος εις τα γυμνάσια, έχεις μείνει οπίσω εις
τους αγώνας. Δεν λογαριάζεις περιεσκεμμένως την φύσιν, συ ανήρ τόσης ηλικίας και
όστις έχεις ακούσει λόγους, και αν τίποτε άλλο δεν είσαι, είσαι Αθηναίος και
γνωρίζεις το κοινόν βέβαια τούτο και από όλους λεγόμενον, ότι ο βίος είναι μία
παρεπιδημία και ότι πρέπει, αφού διέλθωμεν τούτον μετριοπαθώς, με ευθυμίαν και
μόνον χωρίς να παιανίζωμεν να απέλθωμεν όπου πρέπει; Το να κρατούμεθα όμως από
την ζωήν τόσον τρυφερώς και τόσον δυνατά ως νήπια δεν είναι ίδιον σκεπτομένης
ηλικίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αληθή ταύτα είναι, Σωκράτη, και ορθά νομίζω
ότι ομιλείς· αλλά δεν γνωρίζω πώς, αφού πλησιάσω εις αυτό το κακόν, οι μεν
ισχυροί και περισσοί λόγοι σβύνονται χωρίς να εννοηθώσι και χάνουν την αξίαν
των, επικρατεί δε φόβος τις κατά ποικίλον τρόπον κεντών τον νουν, ότι θα
υστερηθώ του φωτός τούτου και των καλών, αηδής δε και μη ακούων τίποτε κάπου θα
ευρεθώ σηπόμενος και μεταβαλλόμενος εις σκώληκας και ζωύφια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συνδέεις δηλαδή, Αξίοχε, ασκέπτως την
αναισθησίαν με την αίσθησιν, και κάπως εναντία προς τον εαυτόν σου και κάμνεις
και λέγεις, μη σκεπτόμενος ότι συγχρόνως μεν κλαίεις την αναισθησίαν, συγχρόνως
δε λυπείσαι διά σήψεις και στερήσεις των ευχαρίστων ως να επρόκειτο να αποθάνης
και μεταβής εις την άλλην ζωήν (1) και όχι ότι θα γίνης τελείως αναίσθητος όπως
και προ της γενέσεως. Διότι όπως επί του πολιτεύματος του Δράκοντος ή του
Κλεισθένους κανέν κακόν δεν ήτο περί σε, διότι δεν υπήρχες, ούτως ούτε μετά τον
θάνατον θα γίνη, διότι συ δεν θα υπάρχης. Πάντα λοιπόν φλύαρον αποδίωξε, τούτο
αφού εννοήσης ότι, αφού διαλυθή η σύνθεσις και αφού τοποθετηθή η ψυχή εις τον
αρμόζοντα τόπον, το υπόλοιπον σώμα, επειδή είναι γεώδες και άλογον, δεν είναι
άνθρωπος. Διότι ημείς μεν είμεθα ψυχή, έν ζώον αθάνατον κεκλεισμένον εις έν
θνητόν φρούριον. Το δε σώμα τούτο διά κακόν προσήρμοσεν η φύσις, εις το οποίον
τα μεν τερπνά είναι επιπόλαια και παροδικά και με περισσοτέρας λύπας
ανακατευμένα, τα δε λυπηρά ακέραια και πολυχρόνια, ένεκα των οποίων
αναγκαστικώς, επειδή είναι διεσπαρμένη εις τους πόρους η ψυχή συμπάσχουσα,
επιθυμεί τον ουράνιον και συγγενή αυτής αιθέρα και διψά επιθυμούσα την εκεί
δίαιταν και συναναστροφήν. Ώστε απαλλαγή από της ζωής είναι μεταβολή κακού εις
καλόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού λοιπόν, Σωκράτη, νομίζεις κακόν το ζην,
πώς μένεις εν αυτώ και μάλιστα εξετάζεις περί αυτού, ενώ κατά τον νουν διαφέρεις
περισσότερον από ημάς τους πολλούς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχε, δεν πιστοποιείς ακριβή περί εμού
πράγματα, νομίζεις δε, καθώς πολλοί Αθηναίοι, επειδή εξετάζω ακριβώς τα
πράγματα, ότι είμαι επιστήμων τινός. Εγώ δε θα ηυχόμην να γνωρίζω τα κοινά
ταύτα. Τόσον μένω οπίσω. Και ταύτα δε, τα οποία λέγω, είναι απηχήσεις του σοφού
Προδίκου, άλλα μεν αγορασμένα αντί δύο δραχμών, άλλα δε αντί τεσσάρων. Διότι
δωρεάν ο ανήρ ούτος δεν διδάσκει κανένα, πάντοτε δε συνηθίζει να λέγη το του
Επιχάρμου: «η δε χειρ την χείρα νίπτει· δόσε κάτι και θα λάβης κάτι». Και πριν
παρά τω Καλλία τω υιώ του Ιππονίκου επιδεικνύμενος τόσα είπεν εναντίον της ζωής,
ώστε εγώ τουλάχιστον διέγραψα σχεδόν την ζωήν και από εκείνον τον καιρόν
επιθυμεί τον θάνατον η ψυχή μου, Αξίοχε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποία δε ήσαν τα λεχθέντα ; $Σωκράτης Ημπορώ να
σου είπω ταύτα τα οποία θα ενθυμηθώ. Είπε δηλαδή: Και ποία ηλικία δεν έχει λύπας
; Ευθύς άμα το νήπιον γεννηθή, μήπως δεν κλαίει αρχόμενον του ζην από λύπης;
Δοκιμάζει όλας τας αλγηδόνας, κλαίων διότι είτε στερείται τινος, είτε διά την
ζέστην, είτε διά το ψύχος ή διά τινα πληγήν, μη δυνάμενον να είπη τι αισθάνεται,
κλαυθμηρίζον δε με φωνήν δυσαρεσκείας. Όταν έλθη εις ηλικίαν επτά ετών μετά
πολλούς πόνους, παραδίδεται εις τους παιδαγωγούς και τους γραμματιστάς και τους
παιδοτρίβας, οίτινες το τυραννούσιν· όταν πάλιν αυξηθή, έρχονται οι κριτικοί, οι
γεωμέτραι, οι καθηγηταί και πολύ πλήθος αυθεντών. Όταν πάλιν εγγραφή εις τους
εφήβους, έρχονται οι έφοροι και χειρότεροι φόβοι, έπειτα Λύκειον και Ακαδημία
και γυμνασιαρχία και ράβδοι και απειρία κακών· και όλος ο καιρός του μειρακίου
διατελεί υπό σωφρονιστάς και υπό την γνώμην περί των νέων της βουλής του Αρείου
Πάγου. Όταν δε από ταύτα απαλλαγή, εισχωρούσι φροντίδες και σκέψεις, ποίαν οδόν
του βίου θα χαράξη, και τα μετά ταύτα δεινά παρουσιάζουν τα πρώτα παιδικά και
κατόπιν νηπιακά ως απλά φόβητρα: εκστρατείαι δηλαδή και τραύματα και συχνοί
αγώνες. Έπειτα χωρίς κανείς να το εννοήση ήλθε το γήρας, εις το οποίον συρρέει
όλον το φιλάσθενον της φύσεως και δυσκολοϊάτρευτον. Και αν μη κανείς το
ταχύτερον ως χρέος αποδώση το ζην, ωσάν τοκογλύφος η φύσις παρουσιασθείσα,
λαμβάνει ως ενέχυρον άλλου μεν την όρασιν, άλλου δε την ακοήν, πολλάκις δε και
τα δύο. Και αν κανείς επιμείνη, παραλύει, βλάπτεται, εξαρθρούται. Αλλ' οι πολλοί
ένεκα του γήρατος παρακμάζουσι και κατά τον νουν και κατά την παροιμίαν οι
γέροντες γίνονται παλίμπαιδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διά τούτο και οι θεοί γνωρίζοντες τα
ανθρώπινα, όσους ανθρώπους αγαπώσι, ταχύτερον τους απαλλάττουσι του ζην. Ο
Αγαμήδης λοιπόν και ο Τροφώνιος, οίτινες κατεσκεύασαν τον εν Δελφοίς ναόν του
θεού, ευχηθέντες να συμβή εις αυτούς το άριστον, κοιμηθέντες πλέον δεν
εξύπνησαν· και οι υιοί της Αργείας ιερείας ομοίως, όταν ηυχήθη η μήτηρ να
ανταμείψη η Ήρα την ευσέβειάν των, επειδή καθυστέρησεν η άμαξα και ζευχθέντες
αυτοί έφερον αυτήν εις τον ναόν, μετά την ευχήν την οποίαν έλαβον, την νύκτα
απέθανον. Απαιτείται μακρός χρόνος να διηγηθώ τα των ποιητών, οι οποίοι με
θειότερα στόματα τα του βίου προφητεύουσι· πόσον κλαίουν την ζωήν· έν δε μόνον,
το αξιολογώτατον, θα ενθυμηθώ, το οποίον λέγει: «Ούτω οι θεοί προώρισαν εις τους
δυστυχείς θνητούς, να ζώσι λυπημένοι». Ο δε Αμφιάραος τι λέγει; «Εκείνος τον
οποίον εγκαρδίως ηγάπα και ο Ζευς ο κρατών την αιγίδα και ο Απόλλων, δεν έφθασεν
εις το γήρας». Ο δε διδάσκων «να θρηνή ο γεννηθείς, διότι έρχεται εις τόσα
κακά», πώς σου φαίνεται; Αλλά σταματώ μήπως παρά την υπόσχεσίν μου μακρύνω τον
λόγον ενθυμούμενος και άλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποίαν δε κανείς εκλέξας επιστήμην ή τέχνην δεν
παραπονείται και δεν αγανακτεί διά την παρούσαν κατάστασιν; Τας χειρωνακτικάς αν
ακολουθήσωμεν και βαναύσους, θα ίδωμεν ότι είναι εργασίαι ανδρών κοπιαζόντων από
την μίαν νύκτα εις την άλλην και μόλις ποριζομένων τας τροφάς, οι οποίοι
κλαίουσιν εαυτούς και οι οποίοι πάσαν αγρυπνίαν των πληρούσιν από στεναγμούς και
φροντίδας. Αλλά αν τον ναυτικόν βίον ακολουθήσωμεν, ούτος διέρχεται διά τόσων
κινδύνων και, ως είπεν ο Βίας, ο ναυτικός δεν είναι ούτε μεταξύ των αποθαμένων
ούτε μεταξύ των ζώντων· διότι ο επίγειος άνθρωπος ως αμφίβιος ρίπτει εαυτόν εις
το πέλαγος, αφιερών αυτόν εις την τύχην. Αλλ' η γεωργία είναι γλυκύ τι. Είναι
φανερόν. Αλλά δεν είναι τάχα, καθώς λέγουν, όλη μία πληγή ήτις πάντοτε ευρίσκει
πρόφασιν λύπης, διότι κλαίει τις τώρα μεν την ξηρασίαν, τώρα δε τας βροχάς, τώρα
δε τας πλημμύρας, τώρα δε ασθένειαν βλάπτουσαν τα σπαρτά, τώρα δε θερμότητα
άκαιρον, ή παγωνιάν; Αλλά η πολυτίμητος πολιτική—και παραβλέπω πολλά — από πόσα
κακά ακολουθείται; την μεν χαράν έχει ωσάν φλεγμονήν με παλμούς και με σφυγμούς,
την δε αποτυχίαν λυπηροτάτην και μυρίων θανάτων χειροτέραν. Διότι τις δύναται να
είναι ευδαίμων ζων με τον όχλον, αν ήθελε επευφημισθή και επικροτηθή ως παίγνιον
του λαού αποδιωκόμενον, συριττόμενον, ζημιούμενον, θνήσκον, ελεούμενον ; Πού, ω
πολιτικέ Αξίοχε, απέθανεν ο Μιλτιάδης; πού δε ο Θεμιστοκλής ; πού δε ο Εφιάλτης;
πού δε πριν οι δέκα στρατηγοί; ότε εγώ μεν δεν ήμην της γνώμης να
καταδικασθώσιν, οι δε περί τον Θηραμένην και Καλλίξενον την ακόλουθον ημέραν
προέδρους εγκαθέτους αφίσαντες κατεδίκασαν εις θάνατον ακρίτως τους άνδρας. Και
όμως συ μόνος υπερήσπισες αυτούς και ο Ευρυπτόλεμος, ενώ συνεδρίαζον τριάκοντα
χιλιάδες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτως εχουσι ταύτα, ω Σώκρατες, και εγώ βέβαια
από εκείνον τον καιρόν αρκετά ειργάσθην εις το βήμα και κανέν πράγμα δεν μου
εφάνη πλέον ενοχλητικόν των πολιτικών. Και τούτο είναι φανερόν εις όσους
ηκολούθησαν το έργον τούτο. Διότι συ μεν ομιλείς ούτω διότι από μακράν
παρατηρείς, ημείς δε γνωρίζομεν ακριβέστερον διότι έχομεν πείραν. Διότι ο λαός,
ω φίλε Σωκράτη, είναι αχάριστος, ευμετάβλητος, σκληρός, φθονερός, απαίδευτος,
διότι είναι μαζευμένος εκ συμμίκτου όχλου και από βιαίους φλυάρους· εκείνος δε
όστις αναμιγνύεται με τούτον είναι πολύ αθλιώτερος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όταν λοιπόν, ω Αξίοχε, την ελευθεριωτάτην
επιστήμην θεωρείς απευκταιοτάτην των λοιπών, πώς θα εννοήσωμεν τα λοιπά
επιτηδεύματα; Δεν πρέπει να τα αποφεύγωμεν ; Ήκουσα δέ ποτε και τον Πρόδικον,
όστις έλεγεν ότι ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε περί τους ζώντας, ούτε περί τους
αποθανόντας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πώς λέγεις, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, διότι περί τους ζώντας ο θάνατος δεν
υπάρχει, οι δε αποθανόντες δεν υπάρχουσιν. Ώστε ούτε περί σε τώρα είναι, διότι
δεν έχεις αποθάνει, ούτε και αν ήθελες πάθει τι, θα είναι περί σε, διότι συ δεν
θα υπάρχης. Ματαία λοιπόν είναι η λύπη ώστε να λυπήται ο Αξίοχος δια το μήτε ον,
μήτε μέλλον να είναι περί τον Αξίοχον, και ομοία είναι η λύπη, ως να ελυπείτο
τις περί της Σκύλλας ή του Κενταύρου, πραγμάτων τα οποία μήτε είναι περί σε,
μήτε ύστερον μετά τον θάνατον θα είναι. Διότι ο φόβος υπάρχει εις τα όντα, εις
δε τα μη όντα πώς είναι δυνατόν να είναι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συ μεν από την συνειθισμένην τώρα φλυαρίαν
έχεις είπει ταύτα τα σοφά· αλλ' η φλυαρολογία αύτη έχει διακοσμηθή διά τα
μειράκια· εμέ δε λυπεί η στέρησις των καλών της ζωής, έστω και αν πλέον
πειστικούς λόγους τούτων είπης, Σωκράτη. Διότι ο νους αποπλανώμενος από
ευφράδεις λόγους δεν ακούει, ούτε τα λεγόμενα ταύτα προσεγγίζουσι την ουσίαν,
αλλ' εις μεν επίδειξιν και λέξεων ωραιότητα συντελούσιν, υστερούσιν όμως της
αληθείας, τα παθήματα δε δεν ανέχονται σοφίσματα, αλλ' αρκούνται εις μόνους τους
δυναμένους να φθάσουν μέχρι της ψυχής λόγους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Συνδέεις δηλαδή, ω Αξίοχε, ασκέπτως την
στέρησιν των καλών με την αίσθησιν των κακών, λησμονών ότι θα έχεις αποθάνει.
Διότι λυπεί εκείνον, όστις στερείται των καλών, η αντικατάστασις τούτων διά των
κακών, αλλ' ο μη υπάρχων ούτε την στέρησιν εννοεί· πώς λοιπόν θα επέλθη λύπη εις
εκείνον όστις δεν θα λάβη γνώσιν της λύπης; Διότι εξ αρχής, ω Αξίοχε, τρόπον
τινά μη μετά των άλλων αισθήσεων λαμβάνων υπ' όψιν μίαν αίσθησιν, ποτέ δεν
ημπορείς να φοβηθής τον θάνατον· τώρα δε αδικείς τον εαυτόν σου φοβούμενος ότι
θα στερηθής την ψυχήν. Εις δε την στέρησιν θέτεις και την στέρησιν της ψυχής και
φοβείσαι μεν ότι δεν θα αισθάνεσαι, φαντάζεσαι δε ότι θα εννοήσης με αίσθησιν
μίαν αίσθησιν ήτις δεν θα υπάρξη. Πλην του ότι είναι πολλοί και ωραίοι λόγοι
περί της αθανασίας της ψυχής (διότι η ψυχή δεν είναι βέβαια φύσις θνητή) τόσα
μεγάλα κατορθώματα διέπραξεν, ώστε κατεφρόνησε βίας μεγάλων θηρίων, διέπλευσε
πελάγη, ωκοδόμησε πόλεις, ίδρυσε πολιτεύματα, ανέβλεψε δε εις τον ουρανόν και
είδε τους κύκλους των άστρων και δρόμους ηλίου και σελήνης εκλείψεις και ταχείας
επαναφοράς και ισημερίας και διττάς τροπάς χειμώνος και θέρους και ανατολάς και
δύσεις πλειάδων και ανέμους και βροχάς και μεγάλα κτυπήματα κεραυνών και την
σύνδεσιν των παθημάτων του κόσμου με τον αιώνα. Ταύτα βεβαίως δεν ήθελε
κατορθώσει αν δεν ενυπήρχεν όντως θείον πνεύμα εις την ψυχήν, διά του οποίου να
έχη των μεγάλων τούτων την οξύνοιαν και την γνώσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ώστε όχι εις θάνατον αλλ' εις αθανασίαν θα
περιέλθης, ω Αξίοχε, ούτε θα στερηθής των καλών, αλλά θα έχης ειλικρινεστέραν
απόλαυσιν, ούτε θα έχης αναμεμιγμένας με θνητόν σώμα τας ηδονάς, αλλ' αμιγείς
όλων των λυπών. Διότι προς τα εκεί θα υπάγης απομονωθείς ταύτης της ειρκτής,
εκεί όπου όλα είναι χωρίς πόνους και στεναγμούς και αγήρατα, βίος δε ήσυχος και
χωρίς κακά, ευτυχών εις ησυχίαν ασάλευτον και πανταχόθεν θεωρών την φύσιν,
φιλοσοφών όχι προς όχλον και προς θέατρον, αλλά προς μίαν γνησίαν
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με τον λόγον με έφερες εις εναντίας σκέψεις·
δεν υπάρχει πλέον εις εμέ φόβος θανάτου, αλλά μάλιστα και επιθυμία, ίνα κατά τι
και εγώ μιμηθείς τους ρήτορας περιττολογήσω. Συνήλθον από την ασθένειαν και
έγινα νέος άνθρωπος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εάν δε θέλης και άλλον λόγον να ακούσης τον
οποίον είπεν εις εμέ ο Γωβρύας, σου λέγω ότι είπεν, ότι κατά την διάβασιν του
Ξέρξου ο πάππος και ομώνυμος αυτού απεστάλη εις Δήλον όπως επιτηρήση την νήσον
εις την οποίαν εγεννήθησαν οι δύο θεοί, και έκ τινων χαλκίνων πινάκων τους
οποίους από τους Υπερβορείους έφεραν ο Ώπις και η Εκαέργη, επληροφορήθη ακριβώς
ότι μετά την διάλυσιν του σώματος η ψυχή μεταβαίνει εις άδηλον τόπον, εις
υπόγειον κατοικίαν εις την οποίαν υπάρχουν τα ανάκτορα του Πλούτωνος όχι
κατώτερα από την αυλήν του Διός, διότι η μεν γη κατέχει το μέσον του κόσμου, ο
δε πόλος είναι σφαιροειδής, του οποίου το έτερον ημισφαίριον έλαχεν εις τους
ουρανίους θεούς, το έτερον δε εις τους υποχθονίους. Ούτοι δε είναι οι μεν
αδελφοί, οι δε παίδες αδελφών. Τα προπύλαια της εις τον Πλούτωνα οδού είναι
περικλεισμένα με σιδηρά κλείθρα και κλείδας· αφού δε ταύτα ανοίξωσι, δέχεται ο
ποταμός Αχέρων, μετά τον οποίον ο Κωκυτός, τους οποίους πρέπει αφού διέλθη τις
διά πλοιαρίου, να οδηγηθή εις τον Μίνω και Ραδάμανθυν. Η κατοικία αύτη
ονομάζεται πεδιάς της αληθείας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εδώ κάθηνται δικασταί οι οποίοι ανακρίνουσιν
έκαστον από τους ερχομένους, ποίον βίον έκαστος έζησε και με ποία επιτηδεύματα
ησχολήθη. Και να ψευσθή μεν είναι αδύνατον. Όσοι δε λοιπόν κατά το διάστημα της
ζωής ηυνοήθησαν υπό καλής τύχης, ούτοι τοποθετούνται εις τον χώρον των ευσεβών,
όπου αφθονούσι παντός είδους καρποί και όπου τρέχουσι πηγαί καθαρών υδάτων,
υπάρχουσι δε παντός είδους λειμώνες με άνθη ποικίλα και κατοικίαι φιλοσόφων και
θέατρα ποιητών και χοροί κύκλιοι και μουσικά ακούσματα και συμπόσια με ωραίας
μελωδίας και ευωχίαι δωρεάν και απουσία λύπης και βίος γλυκύς· διότι ούτε ψύχος
πολύ, ούτε ζέστη υπάρχει, αλλά συγκερασμένος αήρ διασκορπίζεται, αναμεμιγμένος
με απαλάς ακτίνας ηλίου· εδώ εις τους μεμυημένους υπάρχει πρωτοκαθεδρία τις· και
τας θρησκευτικάς τελετάς αυτοί εκεί συντελούσι. Πώς λοιπόν συ πρώτος δεν θα έχης
μέρος εις τας τιμάς, αφού είσαι εκ του αυτού γένους των θεών ; Όσοι δε διήλθον
τον βίον διά κακουργημάτων οδηγούνται εις το σκότος και το χάος των Ερινύων διά
του ταρτάρου, όπου είναι ο τόπος των ασεβών και αι μη πληρούμεναι ποτέ υδρίαι
των Δαναΐδων και η δίψα του Ταντάλου και τα σπλάγχνα του Τιτυού και η μη
δυναμένη να φθάση εις το τέρμα πέτρα του Σισύφου, όπου από θηρία ξηρογλειφόμενοι
και από λαμπάδας επιμόνως θερμαινόμενοι και με πάσαν κακήν μεταχείρισιν
βασανιζόμενοι με αιωνίους τιμωρίας κατατυραννούνται.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ταύτα μεν εγώ ήκουσα από τον Γωβρύαν, συ δε, ω
Αξίοχε, ημπορείς να κρίνης. Διότι εγώ τούτο μόνον αληθώς γνωρίζω, ότι η ψυχή
είναι αθάνανος, μετατεθείσα δε από τούτου του τόπου είναι και άλυπος· ώστε ή
κάτω ή άνω πρέπει συ, ω Αξίοχε, να είσαι ευδαίμων, αφού έχεις διέλθει τον βίον
σου ευσεβώς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αξίοχος</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εντρέπομαι, Σωκράτη, να σου είπω τι· τόσον
απέχω από τον φόβον του θανάτου, ώστε τώρα και να αγαπώ αυτόν. Τόσον εμέ και
ούτος ο λόγος καθώς και ο ουράνιος με έχει πείσει και τώρα περιφρονώ την ζωήν,
επειδή θα μεταβώ εις ανωτέραν κατοικίαν. Τώρα δε ησύχως θα σκεφθώ πάλιν τα
λεχθέντα· μετά μεσημβρίαν δε θα σε ίδω βέβαια, Σωκράτη, κοντά μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Θα κάμω όπως λέγεις, θα επανέλθω δε εις το
Κυνόσαργες όπως περιπατήσω εκεί από όπου εδώ προσεκλήθην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Α Λ Κ Υ Ω Ν (2)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Ή περί μεταμορφώσεως)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΧΑΙΡΕΦΩΝ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΣΩΚΡΑΤΗΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαιρεφών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποιά φωνή μας ήλθεν, Σωκράτη, μακρυά από τα
ακρογιάλια, εις εκείνο το ακρωτήριον ; Πόσον ώμορφη είναι να την ακούη κανείς.
Ποίον ζώον τάχα να είναι; Διότι είναι άφωνα, καθώς είναι γνωστόν, όσα ζουν εις
το νερό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Είναι κάποιο θαλασσινό πουλί, Χαιρεφών, που το
ονομάζουν αλκυόνα, πολύθρηνον και πολύδακρυ, διά το οποίον κάποιος παλαιός
θρυλείται μύθος μεταξύ των ανθρώπων. Λέγουν, πως κάποτε ήτο γυναίκα, κόρη του
Αιόλου του Έλληνος, και ότι εθρηνούσεν από πολλήν αγάπην τον νεαρόν της άνδρα,
που απέθανε, τον Κήυκα τον Τραχίνον, τον υιόν του Εωσφόρου του αστέρος, ώμορφο
παιδί ωραίου πατέρα. Έπειτα δε πως έγεινε πτερωτή από κάποιαν θείαν θέλησιν και
ότι παρόμοια με πουλί πετά επάνω από τα πελάγη, αποζητούσα εκείνον, που και αν
σε όλην την γην επλανήθη, δεν ημπόρεσε να τον εύρη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαιρεφών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτό, διά το οποίον μου ομιλείς, είναι η
αλκυών ; Ποτέ ως τώρα δεν είχα ακούση την φωνήν της· αλλά σαν κάτι ξένον
πραγματικά την άκουσα. Αληθινά, πόσον θρηνητικήν αφήνει φωνήν. Τίνος μεγέθους
τάχα να είναι, Σωκράτη;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι μεγάλου. Μεγάλην όμως διά την αγάπην προς
τον άνδρα της έλαβεν από τους θεούς τιμήν, διότι κατά την εποχήν, που κλωσίζουν,
συμπίπτουν και αι αλκυονίδες ημέραι, που μέσα εις τον χειμώνα είναι παρόμοιαι με
καλοκαιρινάς. Τέτοια ημέρα είναι και η σημερινή περισσότερον από κάθε άλλην. Δεν
βλέπεις πόσον καθαρός είναι ο ουρανός, ατάραχη δε και γαλήνιος, ωσάν καθρέπτης,
όλη η θάλασσα ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαιρεφών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έχεις δίκαιον· φαίνεται αλήθεια, ότι είναι
αλκυονίς η σημερινή ημέρα, καθώς και η χθεσινή. Αλλά, μα τους θεούς, πώς πρέπει
να πεισθή κανείς δι' όσα είπομεν εις την αρχήν, Σωκράτη, ότι κάποτε από πουλιά
έγειναν γυναίκες ή από γυναίκες πουλιά ; Γιατί αυτά τα πράγματα μου φαίνονται
περισσότερον από κάθε τι άλλο αδύνατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Νομίζω, φίλε Χαιρεφών, ότι των δυνατών και
αδυνάτων καθόλου δεν είμεθα αλάθητοι κριταί, διότι τα εξετάζομεν με την
ανθρωπίνην δύναμιν, η οποία είναι άγνωστος, επισφαλής και αόρατος. Πολλά λοιπόν
φαίνονται εις ημάς και από όσα ημπορούν να ευρεθούν δυσεύρετα και από όσα
ημπορούν να γείνουν αδύνατα, συχνά ένεκα απειρίας, άλλοτε πάλιν ένεκα του
ατελούς μας νου· διότι πραγματικά φαίνεται ότι ατελή έχει νουν ο άνθρωπος και ο
γεροντότερος ακόμη, αφού βέβαια πολύ μικρά και σύντομος είναι η ζωή σχετικώς
προς την αιωνιότητα. Τι δε, καλέ μου, τάχα τι θα ημπορούσαν να ειπούν εκείνοι αι
οποίοι αγνοούν τας δυνάμεις των δαιμόνων και των θεών και εν γένει όλης της
φύσεως, ότι είναι δυνατόν ή αδύνατον κάτι τι από τα τοιαύτα; θυμάσαι, Χαιρεφών,
προ τριών ημερών, τι μεγάλη που ήτον κακοκαιρία· και θα φοβηθή βέβαια κανείς, αν
θυμηθή τας αστραπάς εκείνας και τας βροντάς, και τους δυνατούς ανέμους. Ενόμιζε
κανείς ότι όλος ο κόσμος την στιγμήν εκείνην θα χαλούσε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ύστερα δε από λίγο μία θαυμαστή καλοκαιρία
απλώθηκε, που έμεινεν ως τώρα. Τι τάχα νομίζεις, ότι είναι σπουδαιότερον και
περισσότερον κοπιώδες, σε τέτοιαν καλοκαιρίαν αυτήν την ακατανίκητον τρικυμίαν
να μεταβάλη κανείς και γαλήνιον να καταστήση ολόκληρον την πλάσιν, ή να
μεταπλάση μίαν γυναίκα εις πουλί; Διότι, αφού αυτό είναι εύκολον και εις τα
μικρά παιδάκια, που γνωρίζουν να πλάττουν και όταν πάρουν λάσπην ή κερί εύκολα
πολλάκις τον ίδιον όγκον μετασχηματίζουν εις διαφόρους μορφάς, εις το θείον, του
οποίου η μεγάλη υπεροχή ούτε συγκρίνεται με τας ιδικάς μας δυνάμεις, δεν είναι
τάχα πάρα πολύ εύκολον ; Μπορείς να μου πης ολόκληρον τον ουρανόν, πόσον
νομίζεις από σε μεγαλύτερον ;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαιρεφών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ποίος από τους ανθρώπους, Σωκράτη, θα ηδύνατο
να εννοήση ή να ονομάση κάτι απ' αυτά πράγματα ; Ούτε να τα εξιστορήση καν
μπορεί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν βλέπομεν αλήθεια και όταν συγκρίνωμεν τους
ανθρώπους προς αλλήλους, ότι υπάρχουν κάποιαι μεγάλαι διαφοραί μεταξύ των
δυνάμεων και αδυναμιών των. Διότι η ηλικία των ανδρών σχετικώς προς τα πέντε ή
δέκα ημερών βρέφη μεγάλην παρουσιάζει διαφοράν δυνάμεως και αδυναμίας εις πάσας
σχεδόν τας πράξεις του βίου και εις όσας διά των τόσον πολυμηχάνων τεχνών και
διά του σώματος και των νοητικών δυνάμεων φέρουν εις πέρας, γιατί αυτά, καθώς
είπον, ούτε από τον νουν των μικρών παιδιών είναι δυνατόν να περάσουν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και το μέγεθος της δυνάμεως ενός τελείου
ανδρός ανυπολογίστως είναι ανώτερον εν σχέσει προς την δύναμιν εκείνων, διότι
μέγα πλήθος παιδιών θα εδέσμευεν αυτός ευκόλως, επειδή εις την αρχήν της ζωής
των οι άνθρωποι κατά φυσικόν λόγον απορούν και αμηχανούν περί πάντων. Όταν
λοιπόν άνθρωπος από άνθρωπον, καθώς είναι φανερόν, τόσον πολύ διαφέρη, ποίαν
πρέπει να νομίσωμεν, ότι θα φανή εις τους αρεσκομένους να εξετάζουν τα τοιαύτα,
πώς έχει διαφοράν ολόκληρος ο ουρανός προς τας ιδικάς μας δυνάμεις; Πιθανόν
λοιπόν να νομίσουν πολλοί, ότι όσην μεγάλην έχει διαφοράν η φύσις κατά το
μέγεθος προς το γένος του Σωκράτους και του Χαιρεφώντος, τόσην επίσης έχει κατά
την δύναμιν και την φρόνησιν και την διάνοιαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις σε λοιπόν και εις εμέ και εις πολλούς
ακόμη ομοίους με ημάς πολλά είναι αδύνατα, αν και είναι εύκολα εις άλλους, αφού
και να παίξουν τον αυλόν οι μη γνωρίζοντες και να διαβάσουν ή να γράψουν οι
αγράμματοι κατά τον πρέποντα τρόπον είναι δυσκολώτερον, εφ' όσον δεν έχουν
διδαχθή από το να κάμουν γυναίκας από πουλιά ή πουλιά από γυναίκας. Η δε φύσις
εναποθέτουσα μέσα σε κερί ζώον χωρίς πόδια και πτερά, αφού το κάμη ν' αποκτήση
πόδια και του δώση πτερά, που τα ομορφαίνει με διάφορα χρώματα, φανερώνει την
μέλισσαν την σοφήν παραγωγόν του θείου μέλιτος, και από αυγά άφωνα και άψυχα
πλάττει πολλά γένη πουλιών και ζώων, χερσαίων και υδροβίων, μεταχειριζομένη
προσέτι, καθώς λέγουν μερικοί, τέχνας ιεράς, που μαθαίνει από τον άπειρον
αιθέρα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τας μεγάλας λοιπόν δυνάμεις, των αθανάτων δεν
δυνάμεθα να καθορίσωμεν ασφαλώς ούτε σχετικώς με τας αλκυόνας ούτε με τας
αηδόνας, ημείς που είμεθα θνητοί και ευτελείς μικροί και ούτε τα μεγάλα
ημπορούμεν να διακρίνωμεν ούτε πάλιν τα μικρά, συνήθως δ' απορούμεν δι' ό,τι
τριγύρω μας συμβαίνει, την ομορφιά δε του μύθου για το τραγούδι σου, καθώς μας
την παρέδωκαν οι πατέρες μας, έτσι και στα παιδιά μου, ω πουλί, μελωδικέ
τραγουδιστή των θρήνων, θα παραδώσω, και τον ευσεβή σου έρωτα προς τον άνδρα σου
πολλάκις θα υμνήσω εις τας γυναίκας μου, Ξανθίππην και Μυρτώ, ανιστορών ακόμη
και τα άλλα και την τιμήν πού σου έδωκαν οι θεοί. Έτσι τάχα θα κάμης και συ, ω
Χαιρεφών;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαιρεφών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πρέπει βέβαια, Σωκράτη· και αυτά πού είπες
ακόμη περισσότερον προτρέπουν τους άνδρας και τας γυναίκας εις την
αγάπην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν, αφ' ού χαιρετήσωμεν την αλκυόνα, ας
εγκαταλείψωμεν το Φάληρον και ας υπάγωμεν εις τας Αθήνας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χαιρεφών</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εμπρός, ας κάμωμεν έτσι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους άριστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε, εξελισσόμενο, το γλωσσικό της όργανο, Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοστέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου, Κ.
Χρηστομάνου κλπ. σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκυών Στον πρώτο από τους
τρεις αυτούς διαλόγους ερευνάται τι είναι πλούτος και κατά πόσον μπορεί να είναι
ωφέλιμος στον άνθρωπο. Στον δεύτερο τον «Αξίοχο», γίνεται επισκόπηση της
εσώτερης πίστης που έχει ο άνθρωπος για την ψυχή και η πίστη τούτη προβάλλεται
έμμεσα σαν εκμηδένηση του φόβου του θανάτου. Στην «Αλκυόνα», ποιητικά και με
κάποιον μυστικισμό, ερμηνεύεται η μεταμορφωτική δύναμης της ύλης της
φύσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">* * *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ»
ΑΝΑΤΥΠΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑΙ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 36</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΣΙΜΙΣΚΗ 61</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΤΙΜΗ ΤΟΜΟΥ ΔΡΑΧΜΕΣ 10</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) Κατά Βερναρδάκην. </span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Μετάφρασις υπό Α. Λιμπεροπούλου.
</span><span lang="ZH-CN" style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
</dl>
<div class="MsoNormal">
<span style="font-size: 14pt;"> </span></div>
<br /><a href="http://www.scribd.com/doc/35829989/%CE%A0%CE%BB%CE%AC%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%95%CF%81%CF%85%CE%BE%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%91%CE%BE%CE%AF%CE%BF%CF%87%CE%BF%CF%82-%CE%91%CE%BB%CE%BA%CF%8D%CF%89%CE%BD-%CE%9C%CE%B5%CF%84%CE%AC%CF%86%CF%81%CE%B1%CF%83%CE%B7" style="-x-system-font: none; display: block; font-size-adjust: none; font-stretch: normal; font: 14px Helvetica,Arial,Sans-serif; margin: 12px auto 6px; text-decoration: underline;" title="View Πλάτων - Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκύων (Μετάφραση) on Scribd">Πλάτων
- Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκύων (Μετάφραση)</a></dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-10025954962075045252013-09-04T05:29:00.002-07:002013-09-04T05:29:25.582-07:00ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 14pt;">Σωκράτης ο υιός του Σωφρονίσκου εγεννήθη το 469 π.Χ. Ο
πατήρ αυτού ήτο γλύπτης· η δε μήτηρ Φαιναρέτη ήτο μαία. Κατά την νεότητά του
εδιδάχθη παρά του πατρός του την γλυπτικήν· απέκτησε δε εις την τέχνην αυτήν
πολλήν δεξιότητα. Παυσανίας ο περιηγητής είδεν εν τη Ακροπόλει τρία αγάλματα,
παριστώντα τας Χάριτας, άτινα εθεωρούντο ως έργα του Σωκράτους. Περί της
περαιτέρω εκπαιδεύσεως αυτού πολύ ολίγα γνωρίζομεν. Γνωστόν μόνον είνε, ότι
ωφελήθη από την διδασκαλίαν του σοφιστού Προδίκου και του μουσικού Δάμωνος· δεν
διέκειτο όμως φιλικώς προς τους σοφιστάς, οι οποίοι τότε πολύν θόρυβον και
επίδειξιν έκαμνον. Ο Σωκράτης λοιπόν έγινεν ό,τι έγινε μόνον διά των ιδικών του
μελετών. (1) Την προσωπικήν του αξίαν οφείλει εις εαυτόν μόνον, αυτός δι' εαυτού
γενόμενος ο θεμελιωτής της αρχαίας φιλοσοφίας. Οι αρχαίοι καλούσιν αυτόν μαθητήν
του Αναξαγόρου και του φυσικού Αρχελάου. Αλλά ταύτα απεδείχθησαν αβάσιμα. Ο
ίδιος δεν έσχεν ή δεν εζήτησεν άλλα μέσα προς εκπαίδευσίν του, εκτός εκείνων, τα
οποία παρέσχεν εις αυτόν η γεννέτειρά του πόλις. Πλην μιας θρησκευτικής εκδρομής
και τριών πολεμικών εκστρατειών, εις ας έλαβε μέρος εις εκπλήρωσιν των προς την
πατρίδα καθηκόντων, ουδέποτε άλλοτε απεδήμησεν εξ Αθηνών. Πότε ακριβώς ο
Σωκράτης ήρχισε το φιλοσοφικόν αυτού στάδιον, αφιερωθείς εις την ανατροφήν της
νεολαίας της πατρίδος του, δεν γνωρίζομεν μετά βεβαιότητος· ουδέ δυνάμεθα ν'
αποφανθώμεν πότε ακριβώς εκυκλοφόρησε κατά πρώτον ο χρησμός του Δελφικού
μαντείου, όστις απεκάλεσεν αυτόν «σοφώτατον πάντων ανθρώπων». Μόνον κατά
προσέγγισιν δυνάμεθα να ορίσωμεν τον χρόνον τούτον, στηριζόμενοι επί της
παραστάσεως των Νεφελών του Αριστοφάνους, ήτις έγινε το 423 π. Χ. εις
διακωμώδησιν της δράσεως του Αθηναίου σοφού. <b>(Ολόκληρο το βιβλίο σε απλό
κείμενο).</b></span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">ΠΛΑΤΩΝ</span></b>
<br /><br />
<dl>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="font-size: 16pt;">ΑΛΕΞ. ΜΩΡΑΪΤΙΔΟΥ</span></b>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εις τας συνομιλίας του ο Σωκράτης παρίσταται
σχεδόν πάντοτε ως ο πρεσβύτερος μεταξύ των μαθητών του. Η μέθοδός του δε η
επιστημονική, η όλως διόλου αντίθετος προς τον αλαζονικόν τρόπον της διδασκαλίας
των σοφιστών, ήτο η άτεχνος διαλογική, η οποία ιδίως ήτο καταληπτή εις τον λαόν.
Ο Σωκράτης ήρχιζε συνήθως τας διαλεκτικάς διδασκαλίας του από τα μάλλον εγγύτερα
περιστατικά, πολλάκις όλως διόλου άσημα, και ελάμβανε τα παραδείγματα, τα
χρησιμεύοντα εις αυτόν, και τας αποδείξεις εκ του κοινού βίου. Οι σύγχρονοι τον
εμέμφοντο ότι πάντοτε ωμίλει περί φορτηγών ζώων, σιδηρουργών, υποδηματοποιών και
βυρσοδεψών. Τον βλέπομεν πάντοτε εις τας πλατείας των Αθηνών, εις τα γυμνάσια
και τα εργαστήρια, από πρωίας μέχρις εσπέρας, ενασχολούμενον εις συνομιλίας μετά
νέων και γερόντων και συζητούντα μετ' αυτών περί του τελικού σκοπού και της
αποστολής εν τω κόσμω του ανθρώπου, εξελέγχοντα αυτούς διά την αμάθειαν και
παροτρύνοντα να αφήσουν την ακηδίαν και ραθυμίαν και να φθάσουν διά της προσοχής
και μελέτης εις την γνώσιν. Ο Σωκράτης ούτω δίδει συμβουλάς και νουθεσίας προς
πάσαν ανθρωπίνην ενέργειαν, είτε προς τον δημόσιον βίον αποβλέπουσαν, είτε εις
την οικιακήν οικονομίαν, και προς παν επιτήδευμα εν γένει ή επιστήμην και
τέχνην, μετά γνώσεως και ειδικότητος θαυμαστής, ως εάν ήτο παγνώστης και
παντεχνίτης. Εις πάντα δε ταύτα τα συζητούμενα θέματα δεξιώτατα παρενέβαλε και
σκέψεις, όπως διεγείρη μεταξύ των ομιλητών του την τάσιν προς την αληθή γνώσιν
και την ηθικήν. Πολλάκις όμως αι συζητήσεις του και αι διδασκαλίαι του
απεδοκιμάζοντο με πικρόν χλευασμόν και αντημείβοντο διά μίσους και αχαριστίας.
Αλλ' όμως έχων ακράδαντον πεποίθησιν ότι η θεμελιώδης βελτίωσις της κοινωνίας
εξαρτάται εκ της καλής ανατροφής των νέων, ο Σωκράτης έως τέλους της ζωής του
έμεινε πιστός εις το έργον, όπερ ο ίδιος είχεν εκλέξει, και υπέρ του οποίου
είχεν αφιερώσει τον εαυτόν του, παντελώς παραμελήσας τον οικογενειακόν βίον.
Ουδαμού φαίνεται δίδων προσοχήν εις την σύζυγόν του και τα τέκνα του, η δε
περιβόητος, καίπερ υπερβολικώς παρασταθείσα υπό των αρχαίων, κακοτροπία της
συζύγου του Ξανθίππης, δίδει εις ημάς αφορμήν να υποθέσωμεν ότι τον Αθηναίον
σοφόν δεν έτερπε διόλου η θορυβώδης οικογενειακή ευτυχία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όλοι οι συγγραφείς εικονίζουσι τον Σωκράτη διά
των ζωηροτάτων χρωμάτων, ως άνθρωπον πρακτικόν και σοφόν. «Τοσούτον ήτο ευσεβής,
λέγει ο Ξενοφών περί αυτού, ώστε ουδέν ουδέποτε έκαμεν άνευ της συμβουλής των
θεών· τοσούτον δίκαιος, ώστε ουδένα ηδίκησεν ουδέ κατ' ελάχιστον· αλλά τοσούτον
ήτο κύριος του εαυτού του, ώστε ουδέποτε προετίμησε το ευάρεστον από το καλόν·
τόσον συνετός, ώστε ουδέποτε επλανήθη εις την διάκρισιν του καλού από του κακού·
εν ενί λόγω, ο Σωκράτης ήτο ο κάλλιστος και ευτυχέστατος άνθρωπος, όστις ηδύνατο
να υπάρξη». Αλλ' ό,τι παρέχει εις το πρόσωπον αυτού ιδιαιτέραν παραστατικότητα,
είνε η εν ούτω αρμονική μίξις όλων των φυσικών τελειοτήτων, αι οποίαι
αναβιβάζουσι τον σοφόν Αθηναίον εις θαυμαστόν ύψος, υπεράνω πάσης ανθρωπίνης
αδυναμίας. Διακρίνεται διά την λεπτοτάτην γενικήν αυτού μόρφωσιν και διά τον
αττικόν πολιτισμόν του. Εμφανίζεται εξ ίσου ανδρείος επί του πεδίου της μάχης ως
και επί των συμποσίων· πάντοτε κρατεί εαυτού, ουδέποτε χάνει την συνείδησιν,
αδιαλείπτως ενεργεί μετά πληρεστάτης ελευθερίας· ο Σωκράτης είνε τέλος το
τελειότατον πρότυπον των ανθηρών εκείνων χρόνων της δημοκρατίας των Αθηνών. Είνε
πράος και ήσυχος, τύπος και υπόδειγμα των γνησίων ανθρωπίνων αρετών. Ιδιαίτερον
δε χαρακτηριστικόν αυτού είνε το δαιμόνιον, όπερ ο ίδιος απέδιδεν εις τον εαυτόν
του. Επίστευε δηλ. ότι εσωτερική τις θεία φωνή προέλεγεν αυτώ την ευτυχίαν και
την δυστυχίαν, τας προόδους ή το ανεπιτυχές των ανθρωπίνων ενεργειών και έδιδεν
εις αυτόν εκάστοτε τας δεούσας νουθεσίας. Το δαιμόνιον τούτο ήτο λεπτόν, βαθύ,
οξυήκοον, ως και το ορμέμφυτον της ψυχής του, ήτις είχε θεωρήσει τα του βίου διά
καθαρού και διαπεραστικού βλέμματος και χωρίς να θέλη προέβλεπε το καλόν και την
σκοπιμότητα πανταχού, και εις τα ελάχιστα ακόμη του ανθρωπίνου βίου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ένεκα δε του πρωτοτύπου αυτού πνεύματος ο
Σωκράτης λίαν ενωρίς έγινε το αντικείμενον κοινών συζητήσεων παρά των Αθηναίων.
Ήτο δε προικισμένος και διά τινος εξωτερικού σχήματος λίαν εξαιρετικού. Η
πλατεία και εξέχουσα αυτού ρις, οι προεξέχοντες οφθαλμοί του, η φαλακρά κεφαλή
του και η παχεία κοιλία του έδιδον εις τον εξωτερικόν σχηματισμόν του ομοιότητα
προς Σάτυρον. Ήτο δε η παράστασίς του αύτη εις μεγάλην αρμονίαν προς την
αθάνατον εκείνην σωκρατικήν ειρωνείαν. Εφόρει πτωχικόν ένδυμα, το αυτό
χειμώνα-καλοκαίρι· περιεπάτει ανυπόδητος· ελάμβανεν αλλόκοτον θέσιν· πολλάκις
αίφνης έμενεν ακίνητος και άφινε τους οφθαλμούς του να περιπλανώνται ασκόπως και
αγρίως εις διάφορα αντικείμενα γύρω. Πάντα ταύτα διέγραφον ακριβώς την μορφήν
Σατύρου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μετά τριακονταετή σχεδόν διδασκαλίαν ο
Σωκράτης έγινε θύμα συνταυτίσεως των ενεργειών του προς τας επιβλαβείς ενεργείας
των σοφιστών. Ρεύμα εχθρικόν εσχηματίσθη κατ' αυτού από τους πατριώτας εκείνους,
οι οποίοι ενόμισαν ότι ο Σωκράτης διά της διδασκαλίας του γίνεται κώλυμα
επαναφοράς των αρχαίων ηθών και της αρχαίας αγωγής των πολιτών, υπέρ των οποίων
εκείνοι ειργάζοντο. Είχον παρέλθει πλέον αι ανησυχίαι και ανωμαλίαι του
Πελοποννησιακού πολέμου, παρήλθε και η βιαία δεσποτεία των Τριάκοντα Τυράννων
και είχε τέλος αποκατασταθή πάλιν εν Αθήναις η Δημοκρατία. Ο Σωκράτης ήγε τότε
την ηλικίαν των 70 ετών, ότε νεαρός τις ποιητής ο Μέλητος, ο ρήτωρ Λύκων και ο
δημαγωγός Άνυτος, άνθρωποι υφ' όλας τας επόψεις ανάξιοι λόγου, αλλ', ως
φαίνεται, χωρίς καμμίαν προσωπικήν εμπάθειαν κατά του γέροντος σοφού, ενεκάλεσαν
τον Σωκράτη εις το δικαστήριον, διατυπώσαντες κατηγορίαν κατ' αυτού ότι δεν
αναγνωρίζει τους θεούς της πόλεως, αλλ' εισάγει νέας θεότητας, και ότι
διαφθείρει τους νέους. Ένεκα των κατηγοριών τούτων ο Σωκράτης κατεδικάσθη εις
θάνατον. Προ της εκτελέσεως όμως της θανατικής ποινής επετράπη να μείνη εν τη
φυλακή επί 30 ημέρας και να διαλέγηται μετά των μαθητών του· αλλά καίπερ
δοθείσης ευκαιρίας προς σωτηρίαν, ο Σωκράτης απέρριψε την πρότασιν να φύγη, και
έπιε το κώνειον το έτος 399 π. Χ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκτός των ανωτέρω όμως αφορμών του θανάτου του
Σωκράτους βεβαίως σπουδαιότατη υπήρξε και μία άλλη πρόσθετος αιτία, η πολιτική.
Ο Σωκράτης δεν ήτο αριστοκρατικός, αλλ' είχε χαρακτήρα λίαν ισχυρόν μη
αρεσκόμενος διόλου εις τας ιδιοτροπίας των δημαγωγών. Ουδέποτε είχεν ενασχοληθή
εις την πολιτικήν, άπαξ μόνον αναλαβών πολιτικήν υπηρεσίαν και ελθών αμέσως εις
σύγκρουσιν προς την θέλησιν του λαού και της κρατούσης εξουσίας. Το ρητορικόν
βήμα πρώτην φοράν ανέβη, μόνον κατά την δίκην του, ίνα απολογηθή. Ο Σωκράτης
υπεστήριξε πανταχού και πάντοτε ότι μόνον οι πεπαιδευμένοι και ικανοί άνθρωποι
έχουσι το δικαίωμα να διέπωσι τα της πολιτείας, εμέμφετο δε συχνά τας έξεις του
δημοκρατικού πολιτεύματος, ιδίως την διά κλήρου εκλογήν των αρχόντων, απολύτως
δε επροτίμα το Σπαρτιατικόν πολίτευμα, τέλος δε ένεκα των στενών σχέσεων αυτού
μετά των τότε αρχηγών του ολιγαρχικού κόμματος, Κριτίου, Αλκιβιάδου και λοιπών,
εξήγειρεν εις μεγάλον βαθμόν την δυσπιστίαν των δημοκρατικών. Εάν δε λάβωμεν υπ'
όψιν ότι δύο από τους κατηγόρους του ήσαν άνθρωποι έχοντες μεγάλην επιρροήν επί
του δημοκρατικού κόμματος και ότι οι δικασταί αυτού ήσαν αυτοί εκείνοι, οίτινες
είχον ανατρέψει την δεσποτείαν των Τριάκοντα Τυράννων, πειθόμεθα ότι η πολιτική
πολύ συνετέλεσεν εις την καταδίκην του Σωκράτους, όστις προς τοις άλλοις
περιεφρόνει και τα συνήθη μέσα της υπερασπίσεως, διότι δεν ηθέλησε να κινήση την
συμπάθειαν του λαού διά των δακρύων και της κολακείας και διότι γνωρίζων την
αθωότητά του προσηνέχθη προς τους δικαστάς αυτού μετά περιφρονήσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Schwegler)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">* *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">*</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η κατά του Σωκράτους κατηγορία ήτο έγκλημα
θρησκευτικόν (γραφή ασεβείας). Επί τούτων δε την δικαιοδοσίαν είχεν ο άρχων
Βασιλεύς — είς των 9 αρχόντων. — Προς αυτόν λοιπόν επεδόθη η κατά του Σωκράτους
μήνυσις υπό του Μελήτου· κατά δε ορισθείσαν ημέραν κληθείς ο Σωκράτης
παρουσιάσθη ενώπιον του άρχοντος Βασιλέως εις την Βασίλειον Στοάν, όπου υπήρχον
τα δικαστικά αυτού γραφεία.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκεί, ενώπιον του Μελήτου, έλαβε γνώσιν της
κατηγορίας του, έγινεν η προανάκρισις, εξητάσθησαν οι μάρτυρες και παρεπέμφθη η
υπόθεσις εις την Ηλιαίαν, το πολυμελές εκείνο δικαστήριον των αρχαίων, προς
εκδίκασιν. Ο Σωκράτης, αν και προέβλεπε τον κίνδυνον, όμως δεν έδωκε καμμίαν
προσοχήν, πιστεύων ακραδάντως ότι δεν είχε διαπράξη καμμίαν αδικίαν εις κανένα
ποτέ άνθρωπον. Οι μαθηταί του όμως ευρίσκοντο εις ανησυχίαν και φόβον. Ότε δε ο
Ερμογένης, ο υιός του Ιππονίκου, είς των μαθητών του Σωκράτους, παρώτρυνεν
αυτόν, ίνα σκεφθή περί της απολογίας του, ο Σωκράτης απήντησεν ότι καθ' όλην την
ζωήν του ίσα-ίσα περί αυτού και μόνου εσκέπτετο και δεν χρειάζεται πλέον να
σκεφθή περισσότερον. Ο Ερμογένης δεν εννόησε την ευφυά παρατήρησιν του
διδασκάλου του, όστις ηναγκάσθη σαφέστερον να επεξηγήση αυτήν, λέγων ότι καθ'
όλην του την ζωήν ουδέν άλλο έκαμε, παρά να ερευνά τα δίκαια και τα άδικα, και
τα μεν δίκαια να πράττη, τα δε άδικα να αποφεύγη. Ομοίως απέρριψε και την
τεχνικήν απολογίαν, την οποίαν είχε συντάξη δι' αυτόν ο Λυσίας, ως αναξίαν της
μεγαλοπρεπείας των ιδεών του, ειπών ότι προτιμά να καταδικασθή ως Σωκράτης ή να
αθωωθή ως Λυσίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ούτω λοιπόν, γενομένης της δίκης, ο Σωκράτης
πρώτην φοράν εν τω βίω του εμφανίζεται εις δικαστήριον και πειθόμενος εις τους
νόμους απολογείται. Την δε Απολογίαν του διέσωσεν ο πρόκριτος των μαθητών του, ο
Πλάτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">* *</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">*</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Απολογία είνε το μόνον εκ των έργων του
Πλάτωνος, το οποίον δεν φέρει μορφήν διαλόγου, αλλ' είνε λόγος δικανικός,
γραφείς δι' ωρισμένην περίπτωσιν, την υπό του Σωκράτους γενομένην απολογίαν εν
τω δικαστηρίω. Άπασα η αρχαιότης παραδέχεται αυτήν ως γνήσιον του Πλάτωνος
έργον. Και δεν δυνάμεθα μεν να είπωμεν ότι ούτως αυτολεξεί απελογήθη ο Σωκράτης
ενώπιον των Ηλιαστών, ως συνέγραψε την απολογίαν ο Πλάτων. Όμως δεν πρέπει
διόλου να αμφιβάλλωμεν ότι ο Πλάτων απέδωκεν εν τη Απολογία του όσον το δυνατόν
πιστότερον τους λόγους του Σωκράτους, ως εμφαίνεται τούτο σαφώς εκ της όλης
συνθέσεως αυτής, μαρτυρούσης λόγον εκ του προχείρου απαγγελθέντα, ως και έκ
τινων ελλείψεων λογογραφικών αυτής, εν σχέσει προς τα λοιπά του Πλάτωνος
κάλλιτεχνήματα, διότι ο μέγας συγγραφεύς ήτο ηναγκασμένος να μη απομακρυνθή πολύ
από την υπό του Σωκράτους γενομένην αφήγησιν των γεγονότων εν τω δικαστηρίω, τα
οποία ήσαν βεβαίως τότε πασίγνωστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Απολογία κατά τους αρχαίους κριτικούς είνε
μεν λόγος ρητορικός, αλλά δεν ανήκει, ως αναμένει τις, εις το δικανικόν μόνον
γένος της ρητορικής τέχνης, άλλα μετέχει και των άλλων δύο γενών της ωραίας
τέχνης, ήτοι περιέχει εγκώμιον υπέρ αυτού του Σωκράτους, όπερ ανήκει εις το
επιδεικτικόν γένος των ρητορικών λόγων, και προσέτι συμβουλάς και νουθεσίας προς
τους Αθηναίους, το οποίον είνε θέμα του συμβουλευτικού γένους των ρητορικών
λόγων. Αύτη είνε η πρωτοτυπία της Απολογίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Κατ' ουσίαν δε αποτελεί τρεις αυτοτελείς
λόγους. Ο πρώτος λόγος, όστις έχει και τέλειον τον τεχνικόν τύπον του ρητορικού
λόγου, διαιρούμενος εις προοίμιον, υπόθεσιν και επίλογον, περιλαμβάνεται από του
1 κεφαλ. έως του 24. Κατ' αυτόν τον πρώτον λόγον απολογείται ο Σωκράτης εις όλας
τας γενομένας υπό των εχθρών του εν γένει και των κατηγόρων του κατηγορίας,
αποδεικνύων ότι αύται είνε καθαρώς συκοφαντίαι, και καταρρίπτει το
κατηγορητήριον του Μελήτου ως μη έχον καμμίαν βάσιν· με τας ερωτήσεις δε, τας
οποίας του αποτείνει, καθιστά αυτόν αναπολόγητον. Ο λόγος προχωρεί απλούστατα,
άνευ καμμιάς ρητορικής επιδείξεως, περιοριζόμενος μόνον εις την αληθή αφήγησιν
των πραγμάτων με τον περίφημον εκείνον τρόπον του Σωκρατικού λόγου, και πολλαχού
κομψότατα ραντισμένος με την τρίγοργον εκείνην ειρωνείαν του Αθηναίου σοφού. Ότε
αίφνης από του κεφ. 17 μεταρσιούται λαμπρώς εις ύψος μεγαλοπρεπέστατον και η
Απολογία λαμβάνει εντεύθεν δύναμιν καταπλήσσουσαν και συγκινούσαν. Ο γηραιός
Σωκράτης επικαλούμενος ενταύθα την βαθυτάτην αυτού αγάπην προς την αλήθειαν και
αναφέρων ότι όλη η τριακονταετής δράσις αυτού πιστεύει ότι τω ανετέθη υπό του
Απόλλωνος, αποκαλύπτει ενώπιον των δικαστών το μυστικόν της ζωής του λέγων ότι
ειργάσθη ως όργανον πειθήνιον του θεού των Δελφών, αφοσιώσας εις την θείαν
εντολήν και αυτήν την ζωήν του. Εν τη αιφνίδια ταύτη αναζωπυρήσει της Απολογίας,
παρατηρεί νεώτερος κριτικός, διαβλέπει κανείς ότι ο μέγας φιλόσοφος δεν ανησυχεί
τόσον διά την έκβασιν της δίκης, όσον διά τον θρίαμβον των ηθικών δογμάτων
αυτού. Η Απολογία είνε ο τελευταίος λόγος του Σωκράτους, περιέχουσα την
τελευταίαν προς τους προσφιλείς του Αθηναίους διδασκαλίαν του, ήτις είνε έντονος
και μεγαλοπρεπής καθώς ήτο όλη η ζωή του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ενταύθα τελειόνει ο πρώτος λόγος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μετά ταύτα, αφού οι δικασταί, αποσυρθέντες και
διασκεφθέντες, εκήρυξαν τον Σωκράτην ένοχον των αποδοθεισών εις αυτόν
κατηγοριών, έλαβε και πάλιν τον λόγον, ίνα κατά τον νόμον ορίση την αρμόζουσαν
εις τον εαυτόν του ποινήν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Το δεύτερον αυτό λογύδριον (κεφ. 25 — 28)
θεωρούμενον ως συμπλήρωμα του πρώτου λόγου, έχει και αυτό τας τρεις ρητορικάς
διαιρέσεις του. Ο Σωκράτης, κηρυχθείς υπό του δικαστηρίου ένοχος, δηλοί με
θαυμαστήν αταραξίαν ότι ανέμενε την καταδίκην του. Αλλά το θάρρος του αυτό
παρίσταται ενώπιον του δικαστηρίου ως υπεροψία προσβλητική διά τους δικαστάς,
ιδίως όταν ο Σωκράτης διακηρύττει ότι δεν θα ενασκήση το δικαίωμα, όπερ είχε
παρά του νόμου, να ορίση την ποινήν του. Ηθικώς, ίνα μεταχειρισθώμεν τους λόγους
νεωτέρου τινός, είχε δίκαιον ο Σωκράτης. Ουδέποτε άνθρωπος εις τόσον δεινάς
περιστάσεις ευρισκόμενος ωμίλησε με τόσην αταραξίαν και παρρησίαν, καθώς ο
Σωκράτης, αλλά δεν δύναται να αρνηθή κανείς ότι, σχετικώς προς την υπεράσπισιν,
η υψηλόφρων αυτή ακαμψία του γηραιού Αθηναίου έβλαψε, διότι συνετέλεσεν εις το
να σχηματισθή η απαιτουμένη πλειοψηφία — και με όλην την βίαν της πολιτικής —
διά την εις θάνατον καταδίκην αυτού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τέλος το τρίτον λογύδριον, όπερ είνε το
τελευταίον μέρος της Απολογίας περιλαμβάνει κυρίως μίαν ωραιοτάτην προσλαλιάν
του Σωκράτους προς τους δικαστάς αυτού, και τους δώσαντας καταδικαστικήν ψήφον
και τους δώσαντας αθωωτικήν. Εν τη προσλαλιά αυτή, παρατηρεί νεώτερος κριτικός,
ο Σωκράτης παρίσταται ως αληθής φιλόσοφος, αταράχως λαλών περί της εις θάνατον
καταδίκης του και συμβουλεύων τους δικαστάς του. Ο προς την ζωήν αποχαιρετισμός
του είνε γεμάτος από γαλήνην και ελπίδα, επαναπαύει δε την σκέψιν του ανθρώπου
επί της τόσον παρηγόρου και τόσον μεγαλοπρεπούς πίστεως, εις την αθανασίαν της
ψυχής, πίστεως, την οποίαν χείλη ειδωλολάτρου δεν είχον ποτέ ακόμη ομολογήσει με
τόσην αποφθεγματικήν σαφήνειαν. Τόσον εθάμβωσε τον Κικέρωνα η τόλμη ενταύθα και
το μεγαλείον της ψυχής του Αθηναίου σοφού, ώστε κρίνων ο ρωμαίος ρήτωρ τους
τελευταίους τούτους λόγους, λέγει ότι ο Σωκράτης ωμίλησεν ουχί ως ικέτης πλέον ή
ως κατάδικος, αλλ' ως διδάσκαλος και κύριος των δικαστών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΠΛΑΤΩΝΟΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ι. Ποίαν μεν εντύπωσιν, ω άνδρες Αθηναίοι, (2)
σας έκαμαν οι λόγοι των κατηγόρων μου, δεν γνωρίζω. Το βέβαιον είνε ότι εγώ ο
ίδιος, εξ αιτίας των λόγων των αυτών, σχεδόν ελησμόνησα τον εαυτόν μου,
πιστεύσας προς στιγμήν ότι δεν είμαι αυτός οπού είμαι. Με τόσον πειστικόν τρόπον
ωμίλησαν. Και όμως ημπορώ να σας βεβαιώσω ότι καμμίαν σχεδόν αλήθειαν δεν είπαν.
Από τα πολλά δε εκείνα ψεύδη, τα οποία αυτοί εφεύρον, έν προ πάντων εθαύμασα,
εκεί όπου έλεγαν, ότι πρέπει σεις να προσέξητε μήπως εξαπατηθήτε από εμέ, διότι,
κατά τους λόγους των, είμαι δεινός ρήτωρ. Επειδή το να μη φοβηθούν αυτοί την
εντροπήν, διότι ευθύς αμέσως θ' αποδειχθούν από εμέ ότι πραγματικώς ψεύδονται,
όταν και κατ' ελάχιστον δεν φανώ ότι είμαι δεινός ρήτωρ, τούτο το θάρρος αυτών
μου εφάνη ότι είνε αναισχυντότατον. Εκτός αν ίσως δεινόν ρήτορα και εύγλωττον
ονομάζουν αυτοί εκείνον, ο οποίος λέγει την αλήθειαν. Διότι, αν αυτό εννοούν,
ήθελον ομολογήσει ότι εγώ βεβαίως είμαι δεινός ρήτωρ, όχι όμως καθ' όν τρόπον
αυτοί εννοούσι και μετέρχονται την ρητορικήν. Διότι ούτοι μεν, επαναλέγω, κανέν
σχεδόν αληθές δεν είπον, σεις δε από εμέ θ' ακούσητε μετ' ολίγον καθαράν την
αλήθειαν. Αλλ' όμως, μα τον Δία, ω άνδρες Αθηναίοι, δεν θα ακούσητε από εμέ
λόγους καλλωπισμένους βεβαίως, καθώς είνε οι λόγοι των κατηγόρων μου, με φράσεις
κομψάς και λέξεις εκλεκτάς, ουδέ εστολισμένους με ρητορικά σχήματα και περιόδους
εντέχνους, αλλά θ' ακούσητε λόγους εκ του προχείρου, με απλότητα και με τας
τυχούσας εις τον νουν μου ερχομένας λέξεις. Διότι έχω πεποίθησιν ότι είνε
δίκαια, όσα θα είπω, κανείς δε από σας ας μη περιμένη τίποτε άλλο από εμέ. Διότι
και δεν θα ήτο πρέπον βέβαια, καθώς φρονώ, εις την παρούσαν ηλικίαν μου, (3) να
εμφανίζωμαι ενώπιον του δικαστηρίου απαγγέλλων τορνευτούς λόγους ως κανέν
μειράκιον. Και διά τούτο αύτη μάλιστα είνε η μόνη παράκλησίς μου, την οποίαν σας
κάμνω, ω άνδρες Αθηναίοι, και αυτά μόνον ζητώ από σας. Εάν με ακούσητε ότι εις
την απολογίαν μου μεταχειρίζομαι τους ιδίους λόγους και τον ίδιον τρόπον, με τον
οποίον συνήθως ομιλώ δημοσία και παρά τους τραπεζίτας της αγοράς, (4) εις την
οποίαν θέσιν οι περισσότεροι από σας (5) με έχουσιν ακούσει, και εις κάθε άλλο
μέρος της πόλεως, εις τας παλαίστρας και εις τα εργαστήρια, να μη παραξενεύεσθε,
μήτε να με χλευάζετε δι' αυτό, κάμνοντες θόρυβον (6) . Διότι συμβαίνει το εξής:
Τώρα πρώτην φοράν εγώ εμφανίζομαι ενώπιον δικαστηρίου, ενώ είμαι πλέον των
εβδομήκοντα ετών. Όθεν εις εμέ είνε όλως διόλου ξένος και ασυνήθιστος ο τρόπος
του λόγου, με τον οποίον ομιλούν εδώ. Καθώς λοιπόν, αν ετύχαινε να είμαι
πραγματικώς ξένος, θα ηθέλετε με συγχωρήσει βεβαίως, καθώς φρονώ, εάν ωμίλουν με
εκείνην την διάλεκτον και τον τρόπον, με τον οποίον είχον ανατραφή εις τον τόπον
μου, τοιουτοτρόπως και τώρα εις την περίστασιν αυτήν σας παρακαλώ, και πιστεύω
ότι η παράκλησίς μου είνε δικαία, εις μεν τον τρόπον του λόγου μου να μη
προσέξητε, κακός ή καλός είνε· τούτο δε μόνον να παρατηρήτε, και εις τούτο να
επιστήσητε όλην σας την προσοχήν, αν λέγω δίκαια ή όχι· διότι εις τούτο
συνίσταται η αρετή του δικαστού, του δε ρήτορος αρετή είνε να λέγη μόνον την
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΙ. Πρώτον μεν λοιπόν είναι δίκαιον να
απολογηθώ, ω άνδρες Αθηναίοι, εις τας πρώτας εναντίον μου κατηγορίας ως ψευδείς
και εις τους πρώτους κατηγόρους μου, έπειτα δε εις τας τελευταίας και εις τους
τελευταίους κατηγόρους. Διότι εναντίον μου πολλοί υπήρξαν ενώπιόν σας κατήγοροι,
οι οποίοι και από πολλά ακόμη έτη πρωτύτερα με κατηγόρησαν και καμμίαν αλήθειαν
δεν είπαν. Αυτούς δε εγώ περισσότερον φοβούμαι παρά τον Άνυτον και τους
συντρόφους του, (7) αν και αυτοί οι τελευταίοι είνε πολύ φοβεροί· αλλ' εκείνοι
οι άλλοι είνε πολύ φοβερώτεροι, ω άνδρες· διότι αυτοί τους περισσοτέρους εξ υμών
σας παρελάμβανον, ως δι' εκπαίδευσιν, από την παιδικήν σας ηλικίαν, καθώς οι
παιδαγωγοί, και προσεπάθουν να σας πείσουν με τας ψευδείς εναντίον μου
κατηγορίας των να έχητε εσφαλμένην δι' εμέ γνώμην, λέγοντες ότι υπάρχει κάποιος
εκεί Σωκράτης, σοφός άνθρωπος, ο οποίος καταγίνεται με τα μετέωρα, εξετάζων τον
αέρα, τας βροντάς και τας αστραπάς, και έχει κάμει ερεύνας εις όλα, όσα υπάρχουν
εις τους κόλπους της γης, και ημπορεί με τους λόγους του να κάμη δικαίαν μίαν
άδικον υπόθεσιν. Ούτοι, ω άνδρες Αθηναίοι, επειδή διέσπειραν αυτήν την φήμην,
είναι οι πλέον φοβεροί και επικίνδυνοι κατήγοροί μου. Διότι όσοι τους ήκουσαν,
νομίζουν ότι εκείνοι οι άνθρωποι, οι οποίοι ενασχολούνται εις αυτά τα ζητήματα,
όχι μόνον είνε επιβλαβείς, αλλά και θεούς δεν πιστεύουν. Προσέτι οι κατήγοροι
ούτοι είνε πολυάριθμοι και πολύν καιρόν τόρα εργάζονται εις την διάδοσιν αυτών
των κατηγοριών, και προς τούτοις ωμίλουν προς υμάς, εις τοιαύτην μάλιστα
ηλικίαν, κατά την οποίαν ευκολώτατα ηδύνασθε να τους πιστεύσητε, διότι ήσθε τότε
παίδες οι περισσότεροι από σας, τινές δε και μειράκια, όταν με κατηγόρουν όλως
διόλου ερήμην, χωρίς να ημπορή ο κατηγορούμενος να απολογηθή. Ό,τι δε είνε πολύ
αδικώτατον πράγμα από όλα είνε τούτο, ότι και τα ονόματά των δεν είνε δυνατόν να
τα γνωρίζητε και να είπητε αυτά, εκτός αν τύχη να είνε κανείς κωμωδοποιός
βέβαια. Όσοι δε με φθόνον ή με συκοφαντίαν σας εξηπάτων, και όσοι, διότι οι
ίδιοι είχαν πεισθή, προσεπάθουν να πείσουν και άλλους, όλοι αυτοί μένουν
άγνωστοι, και είνε διά τούτο παντάπασιν απρόσβλητοι· διότι δεν ημπορώ να
εγκαλέσω εδώ τώρα ενώπιόν σας κανένα από αυτούς, ουδέ να εξελέγξω κανένα και να
τον αποδείξω ψεύστην. Αλλ' είνε ανάγκη, διά να υπερασπίσω τον εαυτόν μου, όλως
διόλου να σκιαμαχώ, καθώς λέγουν, και προς υπεράσπισίν μου να αντικρούω ενταύθα
χωρίς να φαίνεται κανένας αντίπαλος. Παραδεχθήτε λοιπόν και σεις ότι, καθώς
είπα, δύο ειδών υπήρξαν οι κατήγοροί μου· άλλοι μεν εκείνοι, οι οποίοι προ
ολίγου τόρα με κατηγόρησαν, άλλοι δε εκείνοι, οι οποίοι προ πολλών ετών, διά
τους οποίους τελευταίον ωμίλησα, και στοχασθήτε, σας παρακαλώ, ότι είνε ανάγκη
πρώτον να απολογηθώ προς εκείνους τους πρώτους. Διότι ίσα-ίσα και σεις εκείνους
πρωτύτερα ηκούσατε να με κατηγορούν και εκείνοι σας έκαμαν πολύ μεγαλυτέραν
εντύπωσιν παρά αυτοί εδώ οι τελευταίοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλά λοιπόν. Πρέπει να απολογηθώ εις
υπεράσπισίν μου, ω άνδρες Αθηναίοι, και να επιχειρήσω εις τόσον μικρόν χρονικόν
διάστημα, όσον μου επιτρέπεται από τον νόμον να ομιλήσω (8) , να εκβάλω από το
πνεύμα σας την κακήν υπόληψιν, την οποίαν εκ των κατ' εμού συκοφαντιών
εσχηματίσατε δι' εμέ εις τόσον μακρόν χρονικόν διάστημα, ώστε έχει πλέον κάμει
βαθείας ρίζας. Θα επεθύμουν μεν βεβαίως με όλην την καρδίαν μου να κατορθώσω
τούτο, το οποίον είνε καλόν και διά σας και δι' εμέ, και μάλιστα ακόμη
περισσότερον από αυτό θα επεθύμουν, να κατορθώσω διά της απολογίας μου, ώστε όχι
μόνον να αποβάλετε την κακήν περί εμού ιδέαν, αλλά περιπλέον και να σχηματίσετε
καλήν γνώμην δι' εμέ. Αλλά στοχάζομαι ότι αυτό είνε δύσκολον, και δεν με
διαφεύγει πολύ πόσην μεγάλην σπουδαιότητα τούτο έχει. Όμως αυτό μεν ας αποβή
όπως είνε ευάρεστον εις τον θεόν, ημείς δε πρέπει να υπακούσωμεν εις τον νόμον
και να απολογηθώμεν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">III. Ας επιχειρήσωμεν λοιπόν εξ αρχής πάλιν να
είπωμεν ποία είνε η κατηγορία, από την οποίαν προήλθεν η εναντίον μου
συκοφαντία, εις την οποίαν, ως γνωστόν, στηριζόμενος ο Μέλητος, έλαβε το θάρρος
να υποβάλη κατ' εμού την παρούσαν κατηγορίαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Καλά. Ας ίδωμεν με ποίας ακριβώς συκοφαντίας
οι πρώτοι μου εκείνοι διαβολείς με εσυκοφάντουν. Είνε ανάγκη βέβαια να
περιβάλωμεν την συκοφαντίαν των με τον τύπον επισήμου κατηγορίας γενομένης
ενώπιον του δικαστηρίου και να την αναγνώσωμεν αυτήν εδώ τόρα, ωσάν να ήτο
έγγραφος, καθώς είνε συνήθεια να αναγινώσκεται εις τα δικαστήριον η ένορκος
βεβαίωσις των κατηγόρων (9) .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">«Ο Σωκράτης είνε ασεβής, διότι με εγκληματικήν
περιέργειαν καταγίνεται εις πράγματα ανωφελή, με το να αναζητή να ανακαλύψη τα
υπό την γην μυστήρια και τα επουράνια· διότι το άδικον παριστάνει ως δίκαιον,
και διότι γίνεται αίτιος κακού, επειδή μεταδίδει αυτήν την ιδίαν διδασκαλίαν και
εις τους άλλους». Τοιαύτη είνε περίπου η εναντίον μου κατηγορία (10) . Διότι
αυτά τα είδατε και σεις οι ίδιοι εις την παρασταθείσαν κωμωδίαν του Αριστοφάνους
(11) · είδατε εκεί επί της σκηνής να περιφέρεται μετέωρος κάποιος Σωκράτης και
να λέγη ότι περιπατεί εις τον αέρα και πολλάς άλλας φλυαρίας να φλυαρή, από τα
οποία εγώ τίποτε, ούτε πολύ ούτε ολίγον δεν εννοώ. Λέγω δε ταύτα όχι διότι
περιφρονώ την τοιαύτην επιστήμην, αν κανείς τωόντι υπάρχη σοφός περί τας γνώσεις
αυτού του είδους, με σκοπόν διά να μη καταγγελθώ υπό του Μελήτου ως ένοχος εις
τόσα εγκλήματα, αλλά ακριβώς μόνον διότι, ω άνδρες Αθηναίοι, δεν γνωρίζω την
επιστήμην αυτήν. Μάρτυρας δε περί τούτου προτείνω τους περισσοτέρους από σας
τους ιδίους. Και απαιτώ, σεις, όσοι ποτέ έως τόρα με έχετε ακούσει ομιλούντα
(και ευρίσκονται εδώ εις το δικαστήριον πολλοί από σας ακροαταί μου και
συνομιληταί μου) να καταθέσετε και φανερώσετε μεταξύ σας. Σκεφθήτε λοιπόν
αναμεταξύ σας, αν ποτέ έως τόρα με ήκουσε κανείς από σας να ομιλώ περί των
γνώσεων αυτού του είδους είτε ακροθιγώς και επιπολαίως είτε κατά βάθος και κατ'
ουσίαν. Από αυτό δε το ψεύδος θα γνωρίσετε ότι και τα άλλα, τα οποία λέγονται
περί εμού είνε ψευδή.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">IV. Αλλά βεβαίως ούτε από αυτά κανέν δεν είναι
αληθές. Και ακόμη εάν έχετε βεβαίως ακούσει ποτέ κανένα να λέγη ότι εγώ
μετέρχομαι τον διδάσκαλον και ότι λαμβάνω δι' αυτό χρήματα, και αυτό δεν είνε
αληθές. Επειδή, εάν ήτο, εγώ ο ίδιος θα το ωμολόγουν· διότι μου φαίνεται ότι
αυτό είνε τω όντι ωραίον πράγμα, να ήθελεν είναι κανείς ικανός να εκπαιδεύση
ανθρώπους, καθώς κάμνει τούτο και ο Γοργίας ο Λεοντίνος και ο Πρόδικος ο Κείος
και ο Ιππίας ο Ηλείος. Διότι ο καθένας από αυτούς (12) εις οποιανδήποτε πόλιν
και αν υπάγη, κατορθόνει και πείθει τους νέους, όσοι ημπορούσαν να διδαχθούν
δωρεάν από κανένα άλλον συμπολίτην των, ο οποίος τους αρέσει, να αφήσουν εκείνον
και να έρχωνται να διδαχθούν από αυτούς με πληρωμήν, και δι' αυτό να χρεωστούν
ακόμη και ευγνωμοσύνην εις αυτούς. Πλην εκτός αυτών υπάρχει εδώ και κάποιος
άλλος σοφός, ο Πάριος (13) , ο οποίος, καθώς έμαθα από τον Καλλίαν, κατοικεί εν
Αθήναις ως ξένος. Διότι έτυχε μίαν ημέραν να επισκεφθώ κάποιον, όστις είχε
πληρώσει εις τους σοφιστάς χρήματα περισσότερα από όσα επλήρωσαν όλοι ομού οι
άλλοι συμπολίται μας, τον Καλλίαν τον υιόν του Ιππονίκου (14) . Αυτόν λοιπόν
επανειλημμένως ηρώτησα, ότε εγίνετο λόγος διά τους υιούς του — διότι αυτός έχει
δύο υιούς — ω Καλλία, είπον εγώ, αν είχες, αντί των δύο υιών, δύο πώλους ή δύο
μόσχους, θα ανεζητούσαμεν να λάβωμεν εις την υπηρεσίαν μας δι' αυτούς ένα
επιστάτην με μισθόν, ένα ικανόν βέβαια άνθρωπον, όστις να κάμη αυτούς τελείους
καθ' όλα, ώστε να είνε επιτήδειοι ο καθένας διά το κατάλληλον έργον του. Θα ήτο
δε αυτός ο επιστάτης ή ένας από τους ιππικούς βέβαια διά τον πώλον, ή ένας από
τους γεωργικούς διά τον μόσχον. Τώρα δε, αφού οι υιοί σου είνε άνθρωποι, τι
είδους επιστάτην σκέπτεσαι να προσλάβης δι' αυτούς; Ποίος διδάσκαλος έχει αυτήν
την επιστημονικήν ικανότητα, ήτις αφορά εις τον άνθρωπον γενικώς και εις τον
πολίτην ιδιαιτέρως; Διότι φρονώ ότι έχεις σκεφθή περί αυτού του πράγματος, αφού
έχεις παιδιά. Γνωρίζεις λοιπόν κανένα, είπον εγώ, ή όχι; — Μάλιστα, απήντησε ο
Καλλίας. — Ποίος είνε αυτός, ηρώτησα εγώ, και από πού είνε και πόσα λαμβάνει διά
μισθόν της διδασκαλίας του; — Αυτός είνε ο Εύηνος, ω Σώκρατες, μου είπεν
εκείνος, ο Πάριος, και λαμβάνει μισθόν από τον κάθε μαθητήν του πέντε μνας (15)
. Εγώ τότε εμακάρισα τον Εύηνον, αν είνε αληθές ότι γνωρίζει αυτήν την σπουδαίαν
τέχνην και την διδάσκει τόσον αρμονικώς. Εγώ τουλάχιστον και ο ίδιος βεβαίως θα
το εθεώρουν αυτό τιμήν μου και θα ήμουν ένδοξος και υπερήφανος, εάν εγνώριζα
αυτά τα οποία διδάσκει ο Εύηνος. Αλλά δυστυχώς δεν τα γνωρίζω, ω άνδρες
Αθηναίοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">V. Αλλ' ημπορούσε να με διακόψη και να με
ερωτήση ίσως κάθε ένας από σας. Αλλ' ω Σώκρατες, εάν αληθώς δεν έχης αυτάς τας
γνώσεις, τι ακατανόητον πράγμα είνε αυτό το ιδικόν σου; Πόθεν προήλθαν αι
συκοφαντίαι αυταί, αι οποίαι διασπείρονται εναντίον σου; Διότι βέβαια διά σε,
όπου δεν έκαμνες τίποτε περιεργότερον από ό,τι κάμνουν οι άλλοι άνθρωποι, δεν θα
διεσπείρετο τόση φήμη, και δεν θα εγίνετο ποτέ τόσος λόγος, εάν δεν έκαμνες κάτι
τι διαφορετικόν από τους άλλους. Λέγε μας λοιπόν ποίον είνε αυτό πού έκαμνες,
διά να μη εκδώσωμεν άδικον απόφασιν, επινοούντες με την φαντασίαν μας ανύπαρκτα
πράγματα διά σε. Μου φαίνεται ότι, όστις κάμνει αυτήν δα την ένστασιν, έχει
δίκαιον. Εγώ λοιπόν θα προσπαθήσω να αποδείξω τι επί τέλους είνε αυτό, το οποίον
έκαμε και το όνομά μου τόσον ένδοξον και συνάμα έγινεν αφορμή των εναντίον μου
συκοφαντιών. Ακούσατε λοιπόν. Και ίσως μεν φανώ εις μερικούς από σας ότι δεν
ομιλώ σοβαρώς, αλλ' ότι παίζω. Να ηξεύρετε όμως καλά, θα σας είπω όλην την
αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εγώ, ω άνδρες Αθηναίοι, διά κανέν άλλο πράγμα
δεν απέκτησα αυτό το όνομα, αλλά διά κάποιαν σοφίαν βέβαια. Ποία δε ακριβώς λέγω
ότι είνε αυτή η σοφία; Αυτή είνε ανθρωπίνη σοφία βεβαίως. Διότι τωόντι
στοχάζομαι ότι ως προς αυτήν την σοφίαν είμαι σοφός· ενώ ούτοι οι άλλοι σοφοί,
διά τους οποίους προ ολίγου ωμίλησα, ίσως ημπορεί να είνε σοφοί ως προς έν άλλο
είδος σοφίας, πολύ ανωτέρας από την ανθρωπίνην, ή δεν ηξεύρω τι να σας είπω δι'
αυτήν την σοφίαν των. Διότι εγώ τουλάχιστον αυτήν την σοφίαν δεν την γνωρίζω
βεβαίως, αλλ' όστις λέγει ότι γνωρίζω αυτήν, αυτός και ψεύδεται και λέγει ταύτα
με σκοπόν να με συκοφαντήση. Αλλά σας παρακαλώ, ω άνδρες Αθηναίοι, να μη
θορυβήσετε και αν φανώ ακόμη ότι σας λέγω πολύ μεγάλον λόγον προς καύχησίν μου.
Διότι ο λόγος, τον οποίον θα σας είπω τόρα, δεν είνε ιδικός μου, αλλ' ανήκει εις
μίαν προσωπικότητα παρά πολύ αξιόπιστον. Επειδή μάρτυρα της ιδικής μου σοφίας θα
σας φέρω τον ίδιον τον θεόν των Δελφών, όστις θα σας είπη ποία είνε η σοφία, την
οποίαν έχω εγώ και ποίου είδους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Γνωρίζετε βέβαια, καθώς νομίζω, τον Χαιρεφώντα
(16) . Ούτος καθώς υπήρξεν ιδικός μου φίλος από της νεανικής του ηλικίας, ομοίως
απαράλλακτα υπήρξε και της δημοκρατίας σας οπαδός και συγκατεδικάσθη μαζί σας
εις την πρόσφατον εξορίαν επί των Τριάκοντα και επανήλθε πάλιν εις την πόλιν
μαζί σας. Και γνωρίζετε δα πολύ καλά ποίου είδους άνθρωπος ήτο ο Χαιρεφών αυτός
και πόσον ήτο ορμητικός και θερμός εις ό,τι ήθελεν επιχειρήσει. Αυτός λοιπόν
μίαν ημέραν μεταβάς εις τους Δελφούς, ετόλμησε να κάμη αυτήν την ερώτησιν εις το
μαντείον. Και πάλιν σας παρακαλώ, ω άνδρες, να μη θορυβήτε δι' αυτό οπού θα σας
είπω. Ηρώτησε λοιπόν το μαντείον αν υπάρχη εις τον κόσμον κανένας άλλος άνθρωπος
πλέον σοφώτερος από εμέ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απεκρίθη δε η Πυθία (17) ότι δεν υπάρχει
κανείς άλλος από εμέ σοφώτερος. Και θα σας επιβεβαίωση αυτά ο αδελφός του, όστις
είνε παρών εδώ, αφού εκείνος έχει πλέον αποθάνει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">VI. Στοχασθήτε δε διά ποίαν αιτίαν σας λέγω
αυτά όλα. Τα λέγω, διότι έχω σκοπόν να σας αποδείξω πόθεν προήλθεν η εναντίον
μου διαβολή. Εγώ, αφού ήκουσα αυτήν την απάντησιν του μαντείου, εσυλλογιζόμην
μόνος μου ως εξής· τι επί τέλους λέγει ο Απόλλων και ποίαν έννοιαν υποκρύπτουσιν
οι λόγοι του εκείνοι; Διότι τωόντι γνωρίζω καλά ότι εις εμέ δεν υπάρχει καμμία
σοφία ούτε μεγάλη ούτε μικρά. Τι λοιπόν τάχα εννοεί ο θεός διακηρύττων ότι εγώ
είμαι σοφώτατος από όλους τους ανθρώπους; Διότι βεβαίως ο θεός δεν ψεύδεται
ποτέ· διότι δεν είνε πρέπον τούτο εις αυτόν. Και πολύν μεν καιρόν ήμουν εις
απορίαν τι τέλος πάντων εννοούσεν ο χρησμός του μαντείου, έως ου, ύστερον από
πολύν κόπον, εσκέφθην να κάμω μίαν τοιούτου είδους έρευναν εις εξήγησιν αυτού.
Μετέβην εις ένα εκ των συμπολιτών μας, όστις έχει φήμην ότι είνε σοφός,
στοχαζόμενος ότι εδώ καλύτερα από κάθε άλλο μέρος θα ημπορούσα να εξελέγξω
απατώμενον το μαντείον και ν' αποδείξω εις τον χρησμόν ότι αυτός εδώ ο άνθρωπος
είνε σοφώτερος από εμέ, ενώ συ, ω μαντείον, είπες ότι εγώ είμαι σοφώτερος.
Καλοστοχαζόμενος λοιπόν αυτόν — του οποίου δεν έχω ανάγκην να είπω το όνομα, ήτο
όμως ένας από τους πλέον μεγάλους πολιτικούς μας, σχετικώς με τον οποίον μου
συνέβη κατά την εξέτασιν τοιούτον τι οπού δεν επερίμενα — και συνομιλών με αυτόν
είδα ότι αυτός ο άνθρωπος πιστεύεται μεν από πολλούς άλλους ότι είνε σοφός, και
μάλιστα από τον ίδιον τον εαυτόν του, όμως αληθινά δεν είνε σοφός. Αφού εννόησα
τούτο, επεχείρησα ν' αποδείξω εις αυτόν ότι επίστευε μεν ότι είνε σοφός, δεν
είνε όμως. Ένεκα τούτου λοιπόν και εις αυτόν έγινα μισητός και εις πολλούς
άλλους από τους φίλους του, οι οποίοι ήσαν παρόντες κατά την συνομιλίαν μας. Το
βέβαιον όμως είνε, ότι ενώ απεχωριζόμην από αυτόν, ήρχισα να σκέπτωμαι μόνος
μου, ότι από αυτόν βεβαίως τον άνθρωπον εγώ είμαι σοφώτερος· ως φαίνεται όμως,
κανείς από τους δύο μας δεν γνωρίζει κανέν, το οποίον να είνε τελείως καλόν
πράγμα. Υπάρχει όμως αυτή η διαφορά μεταξύ μας. Αυτός μεν φαντάζεται ότι
γνωρίζει κάτι τι, ενώ δεν γνωρίζει τίποτε, εγώ δε, καθώς δεν γνωρίζω τίποτε,
έτσι και πιστεύω ότι δεν γνωρίζω. Μου φαίνεται λοιπόν βεβαίως ότι εγώ είμαι
ολίγον τι σοφώτερος από αυτόν, ως προς τούτο ακριβώς, ότι όσα δεν γνωρίζω, αυτά
και πιστεύω ότι δεν τα γνωρίζω. Τότε μετέβην εις άλλον συμπολίτην μας από
εκείνους, οι οποίοι έχουσι την φήμην ότι είνε σοφώτεροι από τον πρώτον εκείνον,
και μου εφάνη ότι ήκουσα απαραλλάκτως τα ίδια και από αυτόν. Έκτοτε ένεκα τούτου
και εις εκείνον και εις πολλούς άλλους συμπολίτας μας έγινα μισητός.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">VII. Μετά ταύτα λοιπόν κατά σειράν ήρχισα να
πηγαίνω προς άλλους συμπολίτας μας, αν και εγνώριζα καλά ότι εγινόμην μισητός
εις αυτούς — και ελυπούμην διά τούτο, και εφοβούμην τα επακόλουθα του μίσους —
αλλ' όμως εφρόνουν ότι ήτο ανάγκη, χωρίς αμφιβολίαν, να προτιμήσω από όλα τα
άλλα το λόγιον του Απόλλωνος. Μου εφαίνετο λοιπόν καλόν ότι πρέπει να υπάγω προς
όλους εκείνους, οι οποίοι είχαν την μεγαλυτέραν φήμην ότι γνωρίζουν κάτι τι,
διότι ήθελα να ανακαλύψω την πραγματικήν έννοιαν του χρησμού. Και μα τον κύνα
(18) , ω άνδρες Αθηναίοι, — διότι πρέπει να σας λέγω όλην την αλήθειαν — τωόντι
εγώ έπαθα κάτι τι τοιούτον. Όσοι εξ αυτών είχον την καλήν φήμην ότι είνε
σοφώτατοι, εις εμέ οπού ανεζήτουν να εννοήσω τον χρησμόν του θεού, εφάνησαν
αμαθέστατοι σχεδόν, άλλοι δε οπού εθεωρούντο από τους άλλους, ότι είνε πολύ
ολίγον νοήμονες, μου εφάνησαν ότι είνε μάλιστα παρά πολύ συνετοί άνθρωποι.
Πρέπει δε βεβαίως να αφηγηθώ όλας τας περιπλανήσεις μου, τας οποίας έκαμα, ως
παθήματα ανθρώπου, όστις υποβάλλεται εις διαφόρους κόπους, ίνα εις εμέ τέλος
πάντων ο χρησμός φανή πλέον ανεπίδεκτος ελέγχου. Διότι μετά τους πολιτικούς
επορεύθην προς τους ποιητάς, τόσον τους τραγωδοποιούς (19) όσον και τους
διθυραμθοποιούς (20) και τους λοιπούς ποιητάς (21) , στοχαζόμενος ότι εδώ θα
φωραθώ πλέον με σαφεστάτας αποδείξεις ότι είμαι αμαθέστερος από εκείνους.
Αναφέρων λοιπόν εκείνα τα ποιήματά των, οπού μου εφαίνοντο ότι με περισσοτέραν
επιτυχίαν αυτοί επραγματεύθησαν, κατ' επανάληψιν ηρώτων αυτούς τι ήθελαν να
εννοήσουν και ποίος ήτο ο σκοπός και η οικονομία των έργων των εκείνων, διά να
διδαχθώ συγχρόνως και κάτι τι από αυτούς. Αλλ' εντρέπομαι αληθώς να σας είπω, ω
άνδρες, την αλήθειαν. Όμως πρέπει να είπω αυτήν. Δηλαδή, διά να ομιλήσω με
συντομίαν, όλοι σχεδόν εκείνοι, οι οποίοι παρευρέθησαν τότε εκεί εις την
συνομιλίαν μας, αν τους ηρώτα κανείς, ημπορούσαν να απαντήσουν πολύ καλύτερα από
αυτούς τους ιδίους ποιητάς περί των ποιημάτων, τα οποία οι ίδιοι είχον συνθέσει.
Εγνώρισα λοιπόν και διά τους ποιητάς αμέσως αυτό, ότι όσα ποιήματα γράφουν, δεν
τα γράφουν από σοφίαν των, αλλ' από κάποιαν φυσικήν των κλίσιν και από
ενθουσιασμόν και έμπνευσιν (22) ομοιάζουσαν απαράλλακτα με τον ενθουσιασμόν, από
τον οποίον κυριεύονται οι θεομάντεις (23) και οι χρησμωδοί· διότι ωσαύτως και
ούτοι, λέγουν μεν πολλά ωραία πράγματα, όμως δεν εννοούν κανέν από εκείνα, τα
οποία λέγουν. Τοιούτου είδους πάθος περίπου μου εφάνη ότι συμβαίνει και εις τους
ποιητάς. Και συγχρόνως εννόησα ότι αυτοί ένεκα της ποιήσεώς των εφρόνουν ότι και
κατά τα λοιπά πράγματα ήσαν σοφώτατοι άνθρωποι, κατά τα οποία δεν ήσαν. Άφησα
λοιπόν και αυτούς, στοχαζόμενος ότι είμαι ανώτερος και από αυτούς κατά το ίδιον
πλεονέκτημα, κατά το οποίον εφάνην ανώτερος και από τους πολιτικούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">VIII. Τελευταίον λοιπόν επήγα και συνήντησα
τους χειροτέχνας (24) . Διότι είχα την συναίσθησιν ότι τίποτε σχεδόν δεν
εγνώριζα εγώ από την τέχνην των, και ήμουν πεπεισμένος ότι αυτούς βεβαίως θα
τους εύρω πολύ ικανούς εις πολλά ωραία πράγματα. Και ως προς τούτο μεν δεν
ηπατήθην, αλλ' εγνώριζαν ούτοι, όσα εγώ ηγνόουν, και κατά τούτο ήσαν σοφώτεροι
από εμέ. Αλλ' ω άνδρες Αθηναίοι, μου εφάνησαν και οι σπουδαίοι χειροτέχναι ότι
έχουν το ίδιον ακριβώς ελάττωμα, το οποίον είχαν και οι ποιηταί. Έκαστος από
αυτούς, διότι καλώς εκτελεί την τέχνην του, είχε την απαίτησιν ότι και κατά τα
άλλα τα πλέον σπουδαιότατα πράγματα, ήτοι τα πολιτικά και την διοίκησιν της
πόλεως, είνε σοφώτατος. Και αυτό μόνον το ελάττωμά των, η πλάνη των και η μωρία
των, τόσον εσκέπαζεν εκείνην την μεγάλην σοφίαν των, ώστε εξεμηδένιζεν αυτήν.
Όθεν ηρώτων τον εαυτόν μου κατ' επανάληψιν, ως να ωμίλουν εν ονόματι του χρησμού
πάντοτε, τι εκ των δύο να προτιμήσω, να είμαι τοιούτος καθώς είμαι, και χωρίς να
είμαι διόλου σοφός, να έχω την σοφίαν εκείνων, και χωρίς να είμαι αμαθής, να έχω
την αμάθειαν εκείνων, ή και τα δύο, να έχω την σοφίαν δηλαδή και την αμάθειαν,
τα οποία εκείνοι έχουν, και να είμαι και εγώ καθώς εκείνοι. Απεκρίθην λοιπόν εις
τον εαυτόν μου και εις τον χρησμόν ότι δι' εμέ είνε καλύτερον να είμαι καθώς
είμαι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">IX. Εξ αιτίας της παρούσης ακριβώς εξετάσεως,
ω άνδρες Αθηναίοι, πολλά μίση εγεννήθησαν εναντίον μου και αντιπάθειαι πολύ
ισχυρόταται και επικίνδυνοι, ώστε να προκύψωσιν εξ αυτών πολλαί συκοφαντίαι,
ονομάζομαι δε με τούτο το όνομα, ότι είμαι σοφός. Διότι όλοι όσοι είνε παρόντες
κατά τας διαφόρους ομιλίας μου, πιστεύουν ότι εγώ είμαι σοφός ως προς εκείνα τα
πράγματα, ως προς τα οποία ήθελον αποκαλύψει την αμάθειαν των άλλων. Και όμως
τουναντίον, ω άνδρες Αθηναίοι, μου φαίνεται ότι μόνον ο θεός τωόντι είνε σοφός,
και τούτο ίσα-ίσα ηθέλησε να είπη ο Απόλλων με τον χρησμόν του αυτόν, ότι η
ανθρωπίνη σοφία πολύ μικράν αξίαν έχει ή διά να είπω καλύτερον, μάλιστα,
καμμίαν. Και προφανώς τούτο εννόει το μαντείον περί του Σωκράτους. Μετεχειρίσθη
δε προς τον σκοπόν τούτον το ιδικόν μου όνομα ως παράδειγμα, καθώς ήθελε κάμει
εάν ήθελεν είπει ότι αυτός, ω άνθρωποι, είνε σοφώτατος από σας, όστις
αναγνωρίζει, καθώς ο Σωκράτης ότι, ως προς την σοφίαν, αληθώς δεν έχει καμμίαν
αξίαν. Διά τούτο λοιπόν εγώ ακόμη και τόρα, περιερχόμενος την πόλιν, αναζητώ και
εξετάζω κατά την θέλησιν του θεού, αν ίσως και εύρω κανένα αληθώς σοφόν και από
τους αστούς και από τους ξένους· και οσάκις δεν μου φαίνεται ότι πράγματι είνε
σοφός κανείς, τότε συντελών εις την ορθήν εξήγησιν του χρησμού, κάμνω να
αποδειχθή ότι δεν είνε σοφός. Και ένεκα αυτής της ασχολίας μου δεν μου έμεινε
καιρός άλλος ούτε εις τα πολιτικά να καταγίνω και να πράξω κάτι τι αξιόλογον,
ούτε διά τας ιδιωτικάς μου υποθέσεις να φροντίσω, αλλ' ευρίσκομαι εις μεγίστην
πενίαν ένεκα του σεβασμού, τον οποίον απονέμω εις τον θεόν των Δελφών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Χ. Προς τούτοις πολλοί νέοι, όσοι μάλιστα δεν
έχουν καμμίαν ενασχόλησιν, παίδες πλουσιωτάτων συμπολιτών μας, ακολουθούντες
κατόπιν μου αυτοπροαιρέτως, χωρίς καμμίαν παρακίνησιν, αισθάνονται μεγάλην
ευχαρίστησιν να με ακούουν με ποίον τρόπον αποδεικνύω τας πλάνας των ανθρώπων
και κατόπιν αυτοί πάλιν πολλάκις, μιμούμενοι εμέ, επιχειρούν να εξετάζουν
άλλους, τους οποίους ήθελον συναντήσει. Και μη αμφιβάλλετε ότι, καθώς
στοχάζομαι, ευρίσκουν μέγα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι φαντάζονται μεν ότι
γνωρίζουν κάτι τι, γνωρίζουν δε τωόντι πολύ ολίγα πράγματα, ή μάλλον κανέν.
Ένεκα δε τούτου εκείνοι, οι οποίοι εξελέγχονται από αυτούς ως αμαθείς,
οργίζονται εναντίον μου και όχι εναντίον του εαυτού των, καθώς έπρεπε, διά την
αμάθειάν των και λέγουν ότι υπάρχει κάποιος Σωκράτης, ένας άνθρωπος μιαρώτατος,
ο οποίος διαφθείρει την νεολαίαν. Και όταν κανείς ήθελε τους ερωτήσει τι είνε
αυτό, όπου κάμνει αυτός ο άνθρωπος, και τι διδάσκει και διαφθείρει τους νέους,
δεν ημπορούν μεν να δώσουν καμμίαν απάντησιν, αλλ' ευρίσκονται εις άγνοιαν, διά
να μη φαίνωνται δε ότι ταράσσονται, ως μη έχοντες ωρισμένα γεγονότα εναντίον
μου, διαδίδουν αυτά, τα οποία προχείρως λέγουν και εναντίον όλων των φιλοσόφων
εν γένει, ότι δηλαδή διδάσκει δι' όσα συμβαίνουν εις τον ουρανόν και εις τα βάθη
της γης, και ότι να μη πιστεύουν οι άνθρωποι εις τους θεούς, και ότι με τους
λόγους του μίαν άδικον υπόθεσιν την κάμνει δικαίαν. Διότι την αλήθειαν, ως
φρονώ, δεν θα ετολμούσαν να είπουν, επειδή γίνονται κατάδηλοι ότι προσποιούνται
μεν ότι γνωρίζουν κάτι τι, δεν γνωρίζουν όμως τίποτε. Επειδή λοιπόν ούτοι είνε
όντως φιλόνικοι, κατ' εμέ, και ορμητικοί και πολλοί κατά τον αριθμόν, και ιδίως
ομιλούν καλώς διωργανωμένοι και με μίαν ευγλωττίαν πολύ πειστικήν, έχουσι
γεμίσει τα ώτα σας με τας συκοφαντίας αυτάς, τας οποίας λέγουν εναντίον μου και
προ πολλού χρόνου και με μεγάλην σφροδρότητα. Εξ αυτών δε των διαβολών λαβών την
αφορμήν και ο Μέλητος επετέθη εναντίον μου και ο Άνυτος και ο Λύκων· ο μεν
Μέλητος, διότι εξωργίσθη εναντίον μου χάριν των ποιητών (25) , ο δε Άνυτος χάριν
των τεχνιτών (26) και των πολιτικών, ο δε Λύκων χάριν των Ρητόρων (27) . Ώστε ως
προς αυτό, ίσα-ίσα, το οποίον εις την αρχήν είπα, θαυμαστόν και παράδοξον θα το
εθεώρουν εγώ, αν ήθελα κατορθώσει εις τόσον ολίγον χρονικόν διάστημα να εξαλείψω
από το πνεύμα σας αυτήν την συκοφαντίαν, ενώ έχει γίνει εις τόσον μέγα χρονικόν
διάστημα και τόσον έχει ριζοβολήσει. Αυτά είνε, ω άνδρες Αθηναίοι, εκείνα τα
οποία πρωτύτερα έλεγα ότι με όλην την αλήθειαν θα σας εκθέσω και θα σας διηγηθώ
και σας είπα λοιπόν αυτά, χωρίς να αποκρύψω τίποτα από σας ούτε μέγα, ούτε
μικρόν, και χωρίς από φόβον να σιωπήσω κανέν, καίτοι ηξεύρω σχεδόν ότι ένεκα
αυτής προ πάντων της παρρησίας μου μισούμαι. Αλλά τούτο είνε προσέτι μία τρανή
απόδειξις ότι λέγω την αλήθειαν και ότι κατ' αυτόν τον τρόπον επήγασεν η
εναντίον μου διαβολή, και αυτά είνε τα αίτια αυτής. Και είτε τόρα, είτε μετά
ταύτα θελήσετε να εξετάσετε δι' αυτά τα πράγματα, θα εύρετε ότι έτσι
είνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XI. Περί μεν λοιπόν εκείνων των κατηγοριών,
τας οποίας οι πρώτοι μου κατήγοροι έκαμαν εναντίον μου, αυτά ας είνε αρκετή
απολογία μου προς σας· τόρα δε κατόπιν από αυτά, θα προσπαθήσω να απολογηθώ εις
τον Μέλητον τον αγαθόν και φιλόπολιν, καθώς λέγει αυτός, και εις τους άλλους,
τους τελευταίους κατηγόρους μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πάλιν λοιπόν τόρα, επειδή είνε άλλοι οι
κατήγοροι μου αυτοί, ας επαναλάβωμεν την τελευταίαν έγγραφον κατηγορίαν των,
καθώς ανεγνώσαμεν και την πρώτην. Είνε δε αύτη περίπου: Λέγει ότι ο Σωκράτης
είνε ένοχος, διότι και τους νέους διαφθείρει και διότι δεν πιστεύει εις τους
θεούς, τους οποίους η πόλις πιστεύει και διότι αντ' αυτών παρουσιάζει άλλα νέα
δαιμόνια (28) . Το μεν έγκλημά μου δα τοιούτον είνε. Ας εξετάσωμεν δε έν έκαστον
σημείον αυτού χωριστά. Λέγει η κατηγορία ότι εγώ είμαι ένοχος αδικίας, διότι
διαφθείρω την νεολαίαν. Εγώ όμως τουναντίον λέγω, ω άνδρες Αθηναίοι, ότι δικαίως
ίσα-ίσα ο Μέλητος είνε ένοχος, διότι εις πράγμα τόσον σοβαρόν αστεΐζεται,
κατηγορών ενώπιον του δικαστηρίου σας με μεγάλην αδιαφορίαν πολίτας, διά να
φαίνεται ότι με σπουδαιότητα φροντίζει διά πράγματα, διά τα οποία διόλου έως
τώρα δεν εφρόντισεν. Ότι δε τούτο έτσι είνε, θα προσπαθήσω και προς υμάς να το
αποδείξω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XII. Παρακαλώ λοιπόν, έλα εδώ τόρα συ, Μέλητε,
είπε. Διά κανέν άλλο πράγμα δεν μεριμνάς τόσον πολύ παρά πώς να γίνουν οι νέοι
όσον το δυνατόν χρηστότατοι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Διά κανέν άλλο βέβαια.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έλα λοιπόν τόρα ειπέ εις τους δικαστάς, ποίος
είνε εκείνος ο άνθρωπος οπού κάμνει τους νέους χρηστοτέρους; Είνε φανερόν ότι
τον ηξεύρεις, αφού σε μέλει βέβαια δι' αυτά τα ζητήματα. Διότι, αφού ανεκάλυψες
εμέ, καθώς λέγεις, ότι διαφθείρω τους νέους, με καταγγέλλεις προς αυτούς εδώ και
απαγγέλλεις εναντίον μου κατηγορίαν διά την πράξιν μου ταύτην. Αλλ' όμως έλα
ειπέ τόρα και εκείνον δα οπού κάμνει τους νέους χρηστοτέρους και φανέρωσον εδώ
εις τους δικαστάς ποίος είνε αυτός. Ομίλησον . . . Βλέπεις, ω Μέλητε, ότι
σιωπάς, και δεν ημπορείς να τον ονομάσης αυτόν; Και όμως δεν σου φαίνεται ότι
αυτό είνε επαίσχυντον και ικανή απόδειξις εις εκείνο, το οποίον ακριβώς εγώ
λέγω, ότι εσέ διόλου δεν σε μέλει διά την εκπαίδευσιν των νέων; Αλλ' ειπέ, καλέ
Μέλητε, ποίος κάμνει αυτούς καλυτέρους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Οι νόμοι.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα δεν σε ερωτώ δι' αυτό, καλότυχε, αλλά ποίος
άνθρωπος, όστις εν πρώτοις γνωρίζει και αυτό τούτο ακριβώς οπού είπες, τους
νόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτοί εδώ οι δικασταί (29) , ω
Σώκρατες.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι λέγεις, ω Μέλητε; Αυτοί εδώ οι δικασταί
είνε ικανοί να εκπαιδεύουν τους νέους και να τους κάμνουν χρηστοτέρους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Τι από τα δύο, όλοι ομού οι δικασταί είνε
ικανοί προς τούτο, ή μερικοί μεν από αυτούς μόνον, μερικοί δε όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όλοι οι δικασταί.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά που λέγεις είνε θαυμάσια τωόντι, μα την
Ήραν, και ανεκάλυψες έτσι μεγάλην αφθονίαν ανθρώπων, οι οποίοι ημπορούν να
ωφελούν τους νέους. Αλλά τι λοιπόν; Αυτοί εδώ οι ακροαταί όλοι, οπού μας
ακούουν, επίσης ημπορούν να κάμνουν τους νέους καλυτέρους ή όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και αυτοί ημπορούν επίσης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλά και οι βουλευταί, (30) ημπορούν και
αυτοί;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και οι βουλευταί ομοίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' ω Μέλητε, μήπως λοιπόν εκείνοι οπού
συνέρχονται εις την Εκκλησίαν του λαού, (31) οι Εκκλησιασταί, διαφθείρουν τους
νέους; ή και εκείνοι όλοι είνε ομοίως ικανοί να κάμνουν αυτούς
καλυτέρους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Και εκείνοι είνε ομοίως ικανοί εις
αυτό.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ως φαίνεται λοιπόν, όλοι οι Αθηναίοι ημπορούν
να κάμουν τους νέους καλούς και αγαθούς, εκτός εμού, εγώ δε μόνος τους
διαφθείρω. Αυτό εννοείς;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα. Αυτό ακριβώς εννοώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Με κρίνεις βέβαια ως ένα από τους πλέον
δυστυχείς ανθρώπους. Αλλά σε παρακαλώ, απάντησον. Σου φαίνεται βεβαίως ότι το
ίδιον είνε και όταν ομιλώμεν διά ίππους. Εκείνοι μεν οπού κάμουν αυτούς
χρησιμωτέρους είνε όλος ο κόσμος, ένας δε μόνος είνε οπού τους διαφθείρει; ή
όλως διόλου το εναντίον, ένας μεν μόνος υπάρχει, όστις είνε ικανός να κάμνη
αυτούς χρησιμωτέρους, ή πολύ ολίγοι, εκείνοι οπού ονομάζονται ιππικοί, οι δε
επίλοιποι άνθρωποι, εάν ίσα-ίσα καταγίνωνται με τους ίππους πάντοτε και
μεταχειρίζωνται αυτούς εις χρήσιν των, τους διαφθείρουν; Δεν είνε έτσι, ω
Μέλητε, και διά τους ίππους και δι' όλα τα άλλα ζώα; Βεβαιότατα αναμφιβόλως,
κατ' εμέ, είτε συ και ο Άνυτος αρνηθήτε αυτό, είτε το παραδεχθήτε. Διότι πολύ
μεγάλη ευτυχία και έκτακτον πλεονέκτημα θα ήτο διά τους νέους, αν αληθεία ένας
μεν μόνος είνε ικανός να διαφθείρη αυτούς, καθώς συ λέγεις, οι δε λοιποί όλοι
ημπορούσαν να τους ωφελούν και να τους κάμνουν χρηστοτέρους. Αλλ' όμως δεν είνε
έτσι, ω Μέλητε. Διότι συ αρκετήν επίδειξιν έκαμες ειπών ότι έως τόρα ποτέ δεν
εφρόντισες διά την εκπαίδευσιν των νέων και αδιστάκτως ομολογείς την αμέλειάν
σου, ότι διόλου δεν έχεις μεριμνήσει διά τα ζητήματα αυτά, διά τα οποία εισάγεις
εμέ εις δίκην.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XIII. Ακόμη δε απάντησον, σε παρακαλώ, ω δι'
αγάπην του Διός, Μέλητε, ποίον είνε καλύτερον, να κατοική κανείς μετά πολιτών
εναρέτων ή μετά κακών και διεφθαρμένων; Απάντησον, φίλε μου, διότι δεν σε ερωτώ
βεβαίως κανέν πράγμα δύσκολον. Δεν είνε αληθές ότι οι μεν κακοί άνθρωποι
προξενούν κάποιον κακόν βέβαια εις εκείνους, οι οποίοι διαρκώς συνδιαιτώνται με
αυτούς, οι δε ενάρετοι προξενούν κάποιον καλόν εις εκείνους, οι οποίοι πάντοτε
με αυτούς συζώσι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Υπάρχει λοιπόν κανείς άνθρωπος, όστις προτιμά
να βλάπτεται μάλλον από εκείνους, με τους οποίους συνήθως συζή, παρά να
ωφελήται; Απάντησόν μοι, αγαπητέ. Διότι ο νόμος ίσα-ίσα διατάσσει να απαντούν οι
αντίδικοι ο ένας εις τον άλλον. Υπάρχει κανείς, ο οποίος προτιμά να βλάπτεται
μάλλον παρά να ωφελήται;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι βέβαια. Δεν υπάρχει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Έλα λοιπόν ειπέ μου τόρα. Εμένα με κατήγγειλες
εδώ, διότι φρονείς ότι διαφθείρω τους νέους και κάμνω αυτούς χειροτέρους.
Απάντησον όμως, τι από τα δύο, εκουσίως τους διαφθείρω ή ακουσίως;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εκουσίως βεβαιότατα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα πώς, ω Μέλητε, συ οπού είσαι τόσον νέος,
είσαι λοιπόν τόσον πολύ σοφώτερος από εμέ, οπού έχω τόσον γεροντικήν ηλικίαν,
ώστε συ μεν γνωρίζεις ότι οι μεν κακοί άνθρωποι κάποιον κακόν βέβαια προξενούν
εκάστοτε εις εκείνους, οι οποίοι συζώσι με αυτούς, οι δε ενάρετοι προξενούν εις
αυτούς καλόν. Εγώ δε τη αληθεία εις τοσαύτην αμάθειαν κατήντησα, ώστε και τούτο
ακόμη αγνοώ, ότι εάν κάμω κακόν κανένα άνθρωπον από εκείνους, οπού με
συναναστρέφωνται, θα διακινδυνεύσω τότε να πάθω κάποιον κακόν από αυτόν, ώστε
τούτο το τόσον μέγα κακόν εκουσίως το προξενώ εις τον εαυτόν μου, καθώς συ
διατείνεσαι; Ως προς αυτά εγώ δεν πείθομαι εις σε, ω Μέλητε, νομίζω δε και
κανείς άλλος άνθρωπος δεν θα πεισθή· αλλ' ή δεν διαφθείρω τους νέους ή εάν τους
διαφθείρω, το κάμνω αυτό χωρίς να θέλω· ώστε συ βεβαίως και εις τας δύο
περιπτώσεις ψεύδεσαι και συκοφαντείς. Εάν όμως χωρίς να θέλω διαφθείρω τους
νέους, διά τα τοιαύτα εγκλήματα, ως γνωστόν, δεν υπάρχει νόμος δημοσία ν'
απαγγέλλεται κατηγορία εναντίον μου, αλλ' αφ' ού με λάβουν κατά μέρος εκείνοι
οπού έχουν το δικαίωμα εις τούτο, να παραστήσουν εις εμέ την πλάνην μου και να
με συμβουλεύσουν. Διότι είνε φανερόν ότι, εάν με την συμβουλήν των αυτήν καλώς
οδηγηθώ, θα παύσω να κάμνω αυτό, το οποίον βέβαια χωρίς να θέλω κάμνω. Συ όμως
απέφυγες και δεν ηθέλησες να με πλησιάσης και να μου παραστήσης την πλάνην μου
αυτήν, αλλά δημοσία με καταγγέλλεις εδώ εις το δικαστήριον, όπου ο νόμος
διατάσσει να δικάζωνται εκείνοι, οι οποίοι έχουν ανάγκην τιμωρίας και ποινής,
αλλ' όχι διδασκαλίας και παραινέσεως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XIV. Αλλ' όμως εκείνο το οποίον έλεγα εγώ, ω
άνδρες Αθηναίοι, είνε φανερόν πλέον, ότι ο Μέλητος δι' αυτά τα ζητήματα δεν
εφρόντισε ποτέ του, ούτε πολύ, ούτε ολίγον. Όμως απάντησόν μας τόρα, ω Μέλητε,
με ποίον τρόπον εννοείς ότι εγώ διαφθείρω τους νέους; Αλλά διατί κάθημαι και σε
ερωτώ, αφού είνε φανερώτατον βεβαίως ότι κατά το κατηγορητήριον οπού υπέγραψες
εναντίον μου, λέγεις ότι εγώ διαφθείρω τους νέους διδάσκων αυτούς να μη
πιστεύουν τους θεούς, τους οποίους η πόλις πιστεύει, αλλά άλλας νέας θεότητας;
Δεν λέγεις ότι με την διδασκαλίαν μου αυτήν διαφθείρω τους νέους;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Βεβαιότατα τούτο ακριβώς λέγω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Εν ονόματι λοιπόν αυτών των ιδίων θεών, τους
οποίους τόρα αναφέρομεν, σε εξορκίζω, ειπέ ολίγον σαφέστερον ακόμη, και δι' εμέ
και διά τους δικαστάς αυτούς εδώ. Διότι εγώ δεν ημπορώ να εννοήσω καλά. Λέγεις
ότι εγώ διδάσκω να πιστεύουν οι άνθρωποι ότι υπάρχουν κάποιοι θεοί· όθεν και εγώ
ο ίδιος πιστεύω ότι υπάρχουν θεοί και δεν είμαι όλως διόλου άθεος, αλλά και δεν
κατηγορούμαι ως ένοχος υπό την έποψιν ταύτην, όμως λέγεις ότι εγώ δεν πιστεύω
εκείνους τους θεούς, τους οποίους η πόλις ακριβώς πιστεύει, αλλά άλλους
διαφορετικούς, και αυτό είνε λοιπόν το έγκλημά μου, διά το οποίον με κατήγγειλες
εις το δικαστήριον, ότι πιστεύω άλλους θεούς· ή λέγεις ότι εγώ όλως διόλου ούτε
ο ίδιος πιστεύω θεούς και τους λοιπούς δε ανθρώπους διδάσκω αυτά;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά λέγω. Σε κατηγορώ ότι όλως διόλου δεν
πιστεύεις εις κανένα θεόν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ε, φίλτατε Μέλητε, προς ποίον σκοπόν τα λέγεις
αυτά; Δεν πιστεύω λοιπόν ότι ούτε ο ήλιος, ούτε η σελήνη είνε θεοί, καθώς το
πιστεύουν αυτό όλοι οι άνθρωποι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Όχι, μα τον Δία, βεβαιότατα δεν πιστεύει αυτό,
ω άνδρες δικασταί, αφού λέγει ότι ο μεν ήλιος είνε λίθος, η δε σελήνη γη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μα, μήπως στοχάζεσαι ότι κατηγορείς τον
Αναξαγόραν, καλέ Μέλητε; Και τόσον πολύ καταφρονείς λοιπόν αυτούς εδώ τους
δικαστάς και νομίζεις ότι είνε τόσον άπειροι της φιλολογίας, ώστε να αγνοούν ότι
τα βιβλία του Αναξαγόρου (32) του Κλαζομενίου είνε γεμάτα από αυτάς τας
δοξασίας; Μάλιστα και οι νέοι, ακόμη και αυτοί, από εμέ τα μανθάνουν — δεν είνε
παράδοξον και αυτό να είπη ο Μέλητος — αυτά όμως είνε δυνατόν ενίοτε να τα
αγοράσουν οι νέοι, το πολύ-πολύ, αντί μιας δραχμής, από την ορχήστραν του
θεάτρου (33) και να εμπαίζουν τον Σωκράτην, εάν προσποιήται ότι αυτά είνε ιδικαί
του θεωρίαι, και μάλιστα αφού αυτά καθ' εαυτά ταύτα είνε τόσον άτοπα και
παράδοξα. Μα δι' αγάπην του Διός, κατ' αυτόν τον τρόπον λοιπόν σου φαίνομαι ότι
δεν πιστεύω ότι υπάρχει κανένας θεός; Και επιμένεις εις αυτό;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ναι, βεβαιότατα, μα τον Δία, δεν πιστεύεις εις
κανένα Θεόν, όλως διόλου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απίστευτα όντως πράγματα λέγεις, ω Μέλητε, και
προπάντων απίστευτα και διά τον εαυτόν σου βεβαίως, ως μου φαίνεται. Διότι εις
εμέ, ω άνδρες Αθηναίοι, αυτός εδώ ο Μέλητος φαίνεται ότι είνε πολύ υβριστής και
καταφρονητής με έργον και με λόγον, και όλως διόλου από μεγάλην ύβριν και
περιφρόνησιν και αυθάδειαν νεανικήν υπέβαλεν εναντίον μου αυτήν την κατηγορίαν.
Διότι ομοιάζει με άνθρωπον ο οποίος συνέθεσεν έν αίνιγμα, θέλων να με δοκιμάση,
άρα γε θα εννοήση ο Σωκράτης, ο σοφός δα εκείνος, ότι εγώ χαριεντίζομαι και ότι
αντιφάσκω εις τον εαυτόν μου, λέγων εναντία πράγματα, ή θα εξαπατήσω αυτόν και
τους άλλους, οπού με ακούουν; Διότι αυτός μου φαίνεται ότι εις το κατηγορητήριόν
του αντιφάσκει λέγων τα εναντία αυτός ο ίδιος εις τον εαυτόν του, καθώς εάν
ήθελεν είπει: «Είνε ένοχος ο Σωκράτης διότι δεν πιστεύει εις θεούς, αλλά διότι
πιστεύει εις θεούς». Αλλ' όμως τη αληθεία αυτό είνε ίδιον ανθρώπου, ο οποίος
θέλει να παίζη.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XV. Εξετάσατε λοιπόν μετ' εμού, σας παρακαλώ,
ω άνδρες, τον τρόπον, με τον οποίον φαίνεται ότι αυτός λέγει τα εναντία εις τον
εαυτόν του. Συ δε, ω Μέλητε, απάντησον εις ημάς. Σεις δε, ω άνδρες, — διά το
οποίον ίσα-ίσα και εις την αρχήν του λόγου μου σας παρεκάλεσα — ενθυμείσθε να μη
οργίζεσθε εναντίον μου, αν ομιλώ κατά τον συνήθη εις εμέ διαλεκτικόν τρόπον.
Απάντησον, ω Μέλητε. Υπάρχει κανείς άνθρωπος, όστις πιστεύει μεν ότι υπάρχουν
ανθρώπινα πράγματα, δεν πιστεύει δε ότι υπάρχουν και άνθρωποι (34) ; . . .
Διατάξατε, ω άνδρες, αυτόν να απαντά, εις τας ερωτήσεις μου, και να μη κάμνη
τόσον θόρυβον. Υπάρχει κανείς άνθρωπος, όστις δεν πιστεύει μεν ότι υπάρχουν
ίπποι, πιστεύει όμως ότι υπάρχουν κανονισμοί προς άσκησιν των ίππων; Ή αυλητάς
μεν δεν πιστεύει κανείς, αυλητικάς δε μελωδίας πιστεύει; . . . (35) Δεν υπάρχει,
ω εξοχώτατε Μέλητε. Αφού συ δεν θέλεις να απαντήσης, απαντώ εγώ διά σε και τους
άλλους αυτούς εδώ, δικαστάς και ακροατάς. Αλλά τουλάχιστον απάντησον εις αυτό το
κατόπιν. Είνε κανένας άνθρωπος, ο οποίος πιστεύει μεν ότι υπάρχουν θεία
πράγματα, θεοί δε δεν πιστεύει ότι υπάρχουν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Δεν είνε βεβαίως.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πόσον με ευχαρίστησες, διότι μόλις τέλος
πάντων απήντησες, αφού σε εξηνάγκασαν οι δικασταί. Λοιπόν ομολογείς ότι εγώ
δαιμόνια μεν πράγματα και πιστεύω ότι υπάρχουν και διδάσκω τούτο, είτε βεβαίως
νέα, είτε παλαιά, αλλ' όμως δαιμόνια πράγματα βεβαιότατα πιστεύω κατά την
ομολογίαν σου, και τούτο μάλιστα ενόρκως διεβεβαίωσες εις την ανάκρισιν· εάν δε
πιστεύω ότι υπάρχουν πράγματα δαιμόνια, ανάγκη πάσα είνε βεβαίως, κατ' εμέ, να
πιστεύω ότι υπάρχουν και δαίμονες. Δεν είνε έτσι; Βεβαιότατα έτσι είνε. Διότι,
σε εκλαμβάνω ότι ομολογείς τούτο, αφού δεν απαντάς. Αλλ' αυτοί οι δαίμονες δεν
πιστεύομεν ότι είνε ή θεοί βεβαίως, ή παίδες θεών; Συμφωνείς εις αυτό ή
όχι;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μέλητος.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Μάλιστα, συμφωνώ.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Λοιπόν εάν τωόντι πιστεύω εις δαίμονας, καθώς
συ ομολογείς, εάν μεν οι δαίμονες είνε κάποιοι θεοί, της πόλεως ή άλλοι, τότε
τούτο, το να λέγης ότι εγώ πιστεύω ότι δεν υπάρχουν θεοί και πάλιν ότι πιστεύω
ότι υπάρχουν, αφού βεβαίως πιστεύω ότι υπάρχουν δαίμονες, φανερόνει εκείνο οπού
εγώ έλεγον, ότι δηλαδή συ προτείνεις αίνιγμα και χαριεντίζεσαι. Εάν δε πάλιν οι
δαίμονες είνε παίδες θεών, κάποιοι νόθοι παίδες, αν προτιμάς, ή εκ νυμφών, ή έκ
τινων άλλων θνητών γεννηθέντες, εκ των οποίων, ως γνωστόν, λέγονται ότι
εγεννήθησαν, ποίος άνθρωπος θα επίστευεν ότι θεών μεν παίδες υπάρχουν, θεοί δε
δεν υπάρχουν; Διότι επίσης παράλογον ήθελεν είνε καθώς εάν επίστευε κανείς
απαράλλακτα ότι παίδες μεν, γεννηθέντες από ίππους και όνους υπάρχουν, οι
ημίονοι, ίπποι δε και όνοι ότι δεν υπάρχουν. Αλλ' ω Μέλητε, εξάπαντος συ
υπέβαλες αυτήν την κατηγορίαν εναντίον μου, διότι ήθελες να με δοκιμάσης με
αυτά, ή διότι δεν είχες κανέν αληθινόν έγκλημα, διά το οποίον να με εγκαλέσης
εις το δικαστήριον. Με κανέν δε μέσον ποτέ δεν θα δυνηθής να πείσης κανένα
άνθρωπον, ο οποίος έχει και ολίγην φρόνησιν, ότι ο αυτός, άνθρωπος αρμόζει να
πιστεύη ότι υπάρχουν δαιμόνια και θεία πράγματα και πάλιν ο αυτός να μη πιστεύη
ούτε εις δαίμονας, ούτε εις θεούς, ούτε εις ήρωας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XVI. Αλλ', ω άνδρες Αθηναίοι, ότι μεν εγώ δεν
είμαι ένοχος κατά το κατηγορητήριον του Μελήτου, τούτο μου φαίνεται ότι δεν έχει
ανάγκην μακροτέρας απολογίας, αλλ' είνε αρκετά και ταύτα, τα οποία είπον. Εκείνο
δε, διά το οποίον ωμίλησα και προηγουμένως, ότι επί πολύν χρόνον και εκ μέρους
πολλών ανθρώπων εγεννήθη μίσος εναντίον μου, πολύ καλά γνωρίζετε ότι είνε
αληθές. Και αυτό είνε οπού θα με νικήση και θα καταδικασθώ, εάν βέβαια νικήση,
όχι ο Μέλητος, ουδέ ο Άνυτος, αλλ' η κακή περί εμού υπόληψις του πλήθους και ο
φθόνος, τα οποία, ως γνωστόν, έγιναν αιτία να απολεσθώσι και άλλοι πολλοί
ενάρετοι άνδρες, νομίζω δε ότι και άλλους ακόμη εις το μέλλον αυτά θα
εξαφανίσουν. Δεν είνε δε κανείς κίνδυνος μήπως το κακόν αυτό της συκοφαντίας και
του μίσους δεν ήθελεν αυξήσει περισσότερον, αλλ' ήθελε ποτέ σταματήσει εις εμέ
και καθησυχάσει.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' ίσως βέβαια ήθελεν είπει κανείς· Δεν
αισχύνεσαι λοιπόν, ω Σώκρατες, διότι μετήλθες τοιούτον επάγγελμα, από το οποίον
κινδυνεύεις σήμερον δα να αποθάνης; Εγώ όμως ήθελον τον αντικρούσει με μίαν πολύ
δικαίαν απάντησιν, ότι δεν ομιλείς ορθώς, ω άνθρωπε, εάν νομίζης ότι πρέπει να
λογαριάζη κίνδυνον ζωής ή θανάτου άνθρωπος, ο οποίος έχει, έστω και παραμικράν
αξίαν, και να μη στοχάζεται εις όλας τας πράξεις του εκείνο μόνον, αν είνε
δίκαια ή άδικα όσα πράττει, και αν ταύτα είνε έργα χρηστού ανθρώπου ή κακού.
Αλλέως, κατά την έννοιαν του ιδικού σου τουλάχιστον λόγου, ήθελον είνε φαύλοι
όσοι από τους ημιθέους απέθανον εις την Τροίαν και οι λοιποί ήρωες και μάλιστα ο
υιός της Θέτιδος, ο οποίος διά να αποφύγη το αίσχος, τόσον πολύ κατεφρόνησε τον
κίνδυνον της ζωής του, ώστε, όταν η μήτηρ του, η οποία ήτο θεά, είδεν ότι αυτός
εδείκνυε μεγάλην ανυπομονησίαν να φονεύση τον Έκτορα, ούτω περίπου ωμίλησε προς
αυτόν, καθ' όσον εγώ τουλάχιστον ενθυμούμαι: Ω υιέ μου, αν λάβης εκδίκησιν διά
τον φόνον του φίλου σου Πατρόκλου, και φονεύσης τον Έκτορα, συ ο ίδιος θα
αποθάνης τότε, «διότι ευθύς αμέσως, του λέγει, μετά τον Έκτορα ο θάνατός σου
είνε έτοιμος». Εκείνος αφού ήκουσε ταύτα, τον μεν θάνατον και τον κίνδυνον
περιεφρόνησεν, επειδή δε πολύ περισσότερον εφοβήθη το να ζη δειλός ων και να μη
δύναται να εκδικήται υπέρ των φίλων του, «Είθε παρευθύς να αποθάνω (36) ,
ανέκραξεν, αφού τιμωρήσω εκείνον, όστις με ηδίκησε φονεύσας τον Πάτροκλον, διά
να μη απομείνω εδώ εις την Τροίαν καταγέλαστος, καθήμενος πλησίον εις τα
καμπυλόπρυμνα πλοία μου, άχρηστον βάρος της γης (37) ». Μήπως νομίζεις ότι αυτός
έδωσε καμμίαν σημασίαν εις τον θάνατον και τον κίνδυνον της ζωής του; Όχι. Διότι
έτσι είνε αληθώς, ω άνδρες Αθηναίοι. Εις οποιανδήποτε θέσιν και αν τάξη κανείς
τον εαυτόν του, ή κατ' εκλογήν του διότι έχει πεποίθησιν ότι είνε πολύ τιμητική
δι' αυτόν η θέσις εκείνη, ή διότι διετάχθη υπό τινος εκ των στρατηγών του να
λάβη την θέσιν εκείνην, εκεί χρεωστεί, κατά την κρίσιν μου, να μείνη αυτός
ακλόνητος και να κινδυνεύση την ζωήν του, χωρίς να λογαριάζη κανέν, μήτε τον
θάνατον, μήτε άλλο τι πλέον φοβερώτερον ακόμη, απέναντι της ατιμίας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XVII. Παράδοξα δε βεβαίως ήθελον πράξει εγώ, ω
άνδρες Αθηναίοι, εάν, όταν μεν οι στρατηγοί, τους οποίους σεις εξελέξατε να είνε
αρχηγοί μου, με έταττον εις την Ποτείδαιαν και εις την Αμφίπολιν και εις το
Δήλιον (38) , τότε μεν έμενον όπου εκείνοι με έταξαν, καθώς και κάθε άλλος, και
εκινδύνευον να αποθάνω, τώρα δε ότε ο θεός με έταξε, καθώς εγώ έκρινα και
εστοχάσθην, ότι πρέπει να ζω ενασχολούμενος με την φιλοσοφίαν και εξετάζων τον
εαυτόν μου και τους άλλους ανθρώπους, εδώ διά τον φόβον του θανάτου ή κανενός
άλλου κακού, ήθελον εγκαταλίπει αυτήν την θέσιν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Φοβερόν δε βεβαίως ήθελεν είνε τούτο, και
αληθώς τότε δικαίως ημπορούσε να με καταγγείλω κανείς εις το δικαστήριον, διότι
δεν πιστεύω ότι υπάρχουσι θεοί, επειδή απειθώ εις τον χρησμόν και φοβούμαι τον
θάνατον και νομίζω ότι είμαι σοφός, ενώ δεν είμαι. Διότι το να φοβήται βεβαίως
κανείς τον θάνατον, ω άνδρες, ουδέν άλλο είνε παρά να πιστεύη ότι είνε σοφός,
ενώ δεν είνε διότι τούτο σημαίνει ότι γνωρίζει εκείνα, τα οποία δεν γνωρίζει.
Διότι κανείς δεν γνωρίζει αν ο θάνατος δεν τυχαίνη να είνε διά τον άνθρωπον το
μέγιστον από όλα τα καλά, τον φοβούνται, δε, ως εάν εγνώριζαν με βεβαιότητα ότι
είνε το μέγιστον από τα κακά. Και όμως τούτο, το να φοβήται κανείς τον θάνατον,
πώς δεν είνε πολύ επαίσχυντος αμάθεια, η οποία εκ τούτου διακρίνεται, ώστε να
πιστεύη κανείς ότι γνωρίζει όσα δεν γνωρίζει; Εγώ δε, ω άνδρες, ως προς τούτο
και ενταύθα ίσως διαφέρω από όλους τους άλλους ανθρώπους, και αν, καθώς δα είπεν
ο Απόλλων, ήθελον είπει ότι εγώ είμαι σοφώτερος από τους άλλους εις κάποιον
πράγμα, κατά τούτο ήθελον είπει ότι είμαι σοφώτερος, ότι καθώς δεν γνωρίζω όσον
είνε αρκετόν περί του Άδου και της εν αυτώ καταστάσεως των ψυχών, ούτω και
πιστεύω ότι δεν γνωρίζω. Το δε να πράττη κανείς αδικίας ή να απειθή εις εκείνον
ο οποίος είνε καλύτερός του και ανώτερός του, είτε θεός είνε αυτός είτε
άνθρωπος, ότι είνε πολύ βλαβερόν και πολύ επαίσχυντον, τούτο το γνωρίζω. Ποτέ
λοιπόν δεν θα φοβηθώ, ούτε θα θελήσω να υπεκφύγω τα κακά, τα οποία δεν γνωρίζω
ότι είνε κακά, και τα οποία ίσως τυχαίνει να είνε τωόντι καλά, αλλά θα φοβηθώ
και θα υπεκφύγω μάλλον τα κακά, τα οποία γνωρίζω ότι είνε όντως κακά. Ώστε και
εάν σεις τόρα με αθωώσετε, χωρίς να δώσετε πίστιν εις την κατηγορίαν του Ανύτου,
ο οποίος είπεν ή ότι δεν έπρεπεν όλως διόλου εγώ να καταγγελθώ εις το
δικαστήριον, ή, αφού κατηγγέλθην, ότι δεν είνε δυνατόν να μη με καταδικάση εις
θάνατον, διότι είπε προς υμάς ότι, αν αθωωθώ, όλα τα τέκνα σας πλέον, εάν ήθελαν
εφαρμόζει όσα διδάσκει ο Σωκράτης, όλως διόλου θα διαφθαρούν — εάν λοιπόν
ηθέλετε με αθωώσει τόρα και αθωόνοντές με ηθέλετε μου ειπεί, αποβλέποντες εις
αυτά, ω Σώκρατες, τόρα μεν δεν θα δώσωμεν πίστιν εις όσα είπε κατά σου ο Άνυτος,
αλλά σε κηρύττομεν αθώον, υπό τον όρον όμως τούτον, να μη ενασχολήσαι διόλου
πλέον με αυτά τα ζητήματα, μήτε να καταγίνεσαι με την φιλοσοφίαν· εάν όμως και
πάλιν ήθελες υποπέσει εις το ίδιον παράπτωμα, και ήθελες ανακαλυφθή, θα
καταδικασθής εις θάνατον. Εάν λοιπόν, καθώς είπον, υπό τους όρους τούτους
ηθέλετε με απολύσει, θα σας έλεγον, ότι, εγώ, ω άνδρες Αθηναίοι, σας εκτιμώ και
σας αγαπώ, αλλά θα πεισθώ περισσότερον εις τον θεόν των Δελφών παρά εις σας, και
ενόσω ζω και έχω δυνάμεις, δεν θα παύσω να ενασχολούμαι με την φιλοσοφίαν και να
σας συμβουλεύω πάντοτε και να υποδεικνύω εις οιονδήποτε από σας εκείνα, οπού
συνηθίζω πάντοτε, ότι, ω καλώτατε άνθρωπε, πώς, αφού είσαι Αθηναίος και πολίτης
της πλέον μεγάλης πόλεως και επισημοτάτης και διά την σοφίαν της και διά την
ισχύν της, διά πλούτον μεν δεν εντρέπεσαι να φροντίζης πώς να συνάξης όσον το
δυνατόν περισσότερον και πώς να αποκτήσης δόξαν και τιμάς, αμελείς δε διά τους
θησαυρούς της φρονήσεως και της αληθείας και δεν εργάζεσαι διά την ψυχήν σου πώς
να γείνη όσον το δυνατόν χρηστοτάτη; Και αν κανείς το αρνηθή αυτό, και είπη ότι
φροντίζει διά την ψυχήν του, δεν θα τον αφήσω αμέσως, αρκεσθείς εις την
ομολογίαν του αυτήν, ουδέ θα απομακρυνθώ από πλησίον του, αλλά θα του υποβάλω
διαφόρους ερωτήσεις και θα τον εξετάσω με ακρίβειαν και θα τον εξελέγξω, και αν
μου φανή ότι αληθώς δεν έχει καμμίαν αρετήν και ικανότητα, αλλά φαντάζεται ότι
έχει, θα τον ονειδίσω τότε και θα του είπω ότι εις μεν τα σπουδαιότατα πράγματα
δίδει πολύ ελαχίστην προσοχήν, τα δε τόσον ευτελή και ανάξια λόγου πολύ εκτιμά.
Με αυτόν τον τρόπον θα ομιλήσω και εις νέον και εις γέροντα, με τον οποίον
ήθελον ανοίξει συζήτησιν, και εις ξένον και εις συμπολίτην μου, αλλά πολύ
περισσότερον εις τους συμπολίτας μου, καθόσον μου είσθε σεις οικειότεροι ως προς
την καταγωγήν. Διότι — γνωρίζετέ το καλά — αυτά μου τα παραγγέλλει ο θεός να τα
κάμνω. Και εγώ στοχάζομαι ότι έως τόρα κανέν καλόν μεγαλύτερον δεν απέλαυσεν η
πόλις σας, παρά την ιδικήν μου εις τον θεόν ακατάπαυστον αυτήν υπηρεσίαν. Διότι
εγώ περιέρχομαι την πόλιν σας, χωρίς να καταγίνωμαι εις τίποτε άλλο, παρά να
προσπαθώ να σας πείσω, νέους και γέροντας, ότι δεν πρέπει μήτε διά το σώμα σας
να φροντίζετε, μήτε διά τα πλούτη και όλα τα λοιπά πράγματα πρωτύτερα από την
ψυχήν σας, και μήτε τόσον πολύ όσον διά την ψυχήν σας, πώς να γείνη αύτη όσον το
δυνατόν αρίστη· διότι δεν θα παύσω να σας λέγω ότι η αρετή δεν γίνεται από τα
χρήματα, αλλά, το εναντίον, από την αρετήν τα χρήματα και τα λοιπά όλα, όσα είνε
καλά και ωφέλιμα εις τους ανθρώπους και ιδιωτικώς και κοινώς. Εάν μεν λοιπόν με
τας ομιλίας μου αυτάς διαφθείρω τους νέους, αυτά θα ήσαν βλαβερά και
δηλητηριώδη· εάν όμως κανείς διατείνεται ότι εγώ λέγω άλλα και όχι αυτά, αυτός
σας εξαπατά λέγων ψεύματα. Διά τούτο λοιπόν θα έλεγον, ω άνδρες Αθηναίοι, ή
πεισθήτε εις τον Άνυτον ή όχι, και ή αθωώσατέ με ή μη με αθωόνετε, και να είσθε
πεπεισμένοι ότι εγώ δεν ήθελον κάμει άλλα παρά αυτά, και εάν ακόμη είνε ανάγκη
πολλαίς φοραίς να αποθάνω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XVIII. Μη θορυβήτε, ω άνδρες Αθηναίοι, αλλά
επιμείνατε προς χάριν μου εις εκείνα, τα οποία σας παρεκάλεσα, να μη θορυβήτε
δι' όσα και αν είπω, αλλά μόνον να ακούετε· διότι καθώς εγώ νομίζω, θα ωφεληθήτε
μάλιστα, εάν με ακούετε. Επειδή μέλλω βεβαίως να σας είπω και μερικά άλλα
πράγματα, διά τα οποία ίσως θα κραυγάσετε με πολύν θόρυβον, αλλά μη κάμνετε αυτό
μηδαμώς. Ηξεύρετέ το καλά, εάν εμέ καταδικάσετε εις θάνατον, ενώ είμαι τοιούτος,
οποίος λέγω εγώ ότι είμαι, δεν θα βλάψετε περισσότερον εμέ, παρά σας τους
ιδίους. Διότι εμέ μεν διόλου δεν με ήθελαν βλάψει ούτε ο Μέλητος ούτε ο Άνυτος.
Επειδή και δεν θα είχαν την δύναμιν αυτοί να με βλάψουν. Διότι νομίζω ότι δεν
είνε σύμφωνον προς τους θείους νόμους ο πλέον ενάρετος άνθρωπος να βλάπτεται από
τον πλέον κακόν. Να με καταδικάση όμως εις θάνατον ή εις εξορίαν ίσως θα
ημπορούσεν, ή να με ατιμάση διά της δημεύσεως των υπαρχόντων μου και της
στερήσεως των πολιτικών μου δικαιωμάτων. Αλλ' αυτά ο Μέλητος μεν ίσως και οι
περί αυτόν, νομίζουν ως κακά, εγώ όμως δεν τα νομίζω, αλλά πολύ περισσότερον
μάλιστα πιστεύω ότι είνε μέγα κακόν να κάμνη κανείς όσα σήμερον αυτός κάμνει, να
επιζητή δηλαδή να καταδικάση ένα άνθρωπον αδίκως. Τόρα λοιπόν, ω άνδρες
Αθηναίοι, πολύ απέχω εγώ να απολογούμαι από αγάπην προς τον εαυτόν μου, καθώς θα
ημπορούσε κανείς να νομίση, αλλ' απολογούμαι από αγάπην προς υμάς, διότι, εάν με
καταδικάσετε, φοβούμαι μήπως τύχη και εξυβρίσετε το δώρον τούτο του Απόλλωνος,
το οποίον εχαρίσθη προς υμάς, όστις με διέταξε να σας εμποδίζω από τας πλάνας
και τα ελαττώματα και να σας συμβουλεύω εις την σπουδήν της αρετής. Διότι αν εμέ
καταδικάσετε εις θάνατον, δεν θα εύρετε εύκολα άλλον άνθρωπον τοιούτον, καθώς
είμαι εγώ, τον οποίον ο θεός στενώς έχει προσκολλήσει εις την πόλιν σας — αν και
είνε ολίγον γελοία η παρομοίωσις — απαράλλακτα καθώς εις κανένα ίππον ευγενή μεν
και γενναίον, όστις όμως ένεκα του μεγαλείου του αυτού πολύ χαύνος είνε και
νωθρός και έχει ανάγκην κανενός κεντρίσματος, διά να εξεγείρεται και εξυπνά. Δεν
υπάρχει καμμία αμφιβολία, μου φαίνεται, ότι ο θεός με προσεκόλλησεν εις την
πόλιν σας με τοιαύτην περίπου ιδιότητα, ώστε να μη παύσω διόλου ολόκληρον την
ημέραν πανταχού να παρακάθημαι πλησίον σας και να μη σας αφίνω ποτέ ησύχους,
προσπαθών να σας εξεγείρω από την νάρκην και να σας πείθω και να επιπλήττω τον
καθένα χωριστά. Τοιούτον λοιπόν άλλον άνθρωπον δεν θα εύρετε εύκολα, ω άνδρες,
όσον και αν κοπιάσετε, αλλ' εάν θέλετε να πεισθήτε εις εμέ, λυπηθήτε την ζωήν
μου. Σεις δε, ίσως ωργισμένοι, καθώς είνε οι άνθρωποι, οι οποίοι νυστάζουν
ακόμη, όταν τους εξυπνίση κανείς, ηθέλατε με κτυπήσει πεισθέντες εις τον Άνυτον,
και έτσι ασκόπως ηθέλατε με φονεύσει, έπειτα δε κατά τον επίλοιπον χρόνον της
ζωής σας ηθέλατε εξακολουθεί να ευρίσκεσθε εις μίαν βαθείαν νάρκην, αν δεν ήθελε
σας ευσπλαγχνισθή ο θεός, προνοών διά σας και δεν ήθελε πέμψει κατόπιν μου
κανένα άλλον όμοιόν μου. Ότι δε εγώ τυχαίνει να είμαι τοιούτος, ώστε να έχω δοθή
εις την πόλιν σας υπό του θεού, από τα κατωτέρω ημπορείτε να εννοήσετε καλά.
Δηλαδή δεν φαίνεται να είνε ανθρώπινον πράγμα το να έχω μεν εγώ παραμελήσει όλας
τας ιδικάς μου υποθέσεις και να ανέχωμαι να μένουν απροστάτευτα τα οικιακά μου
πράγματα επί τόσα έτη, να είμαι δε αφωσιωμένος εις υμάς και να εργάζωμαι πάντοτε
διά το ιδικόν σας συμφέρον, παραλαμβάνων ιδιαιτέρως τον καθένα από σας, ως να
είμαι πατέρας σας, ή ως μεγαλύτερος αδελφός σας και να προσπαθώ να σας πείσω να
φροντίζετε διά την αρετήν. Και αν μεν βεβαίως από το έργον μου αυτό είχα καμμίαν
ωφέλειαν και σας έδιδα τας συμβουλάς αυτάς με μισθόν, τότε θα είχα κάποιαν
αφορμήν εις την τοιαύτην μου ενέργειαν· τόρα όμως βλέπετε δα και μόνοι σας, ότι
οι κατήγοροί μου, αν και με τόσην αναισχυντίαν απέδωκαν εναντίον μου όλας τας
λοιπάς συκοφαντίας, κατά τούτο τουλάχιστον δεν ημπόρεσαν να φανώσιν αναίσχυντοι
και ν' αποδείξουν διά μαρτύρων ότι δήθεν εγώ ή έλαβά ποτε μισθόν από κανένα ή
εζήτησα. Αλλ' εγώ εις επιβεβαίωσιν της αληθείας των λόγων μου σας παρουσιάζω ένα
αναμφισβήτητον, ως φρονώ, μάρτυρα, την πενίαν μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XIX. Ίσως λοιπόν ήθελε φανή παράλογον ότι
πραγματικώς εγώ ιδιαιτέρως μεν δίδω αυτάς τας συμβουλάς, περιερχόμενος την πόλιν
σας και αναμιγνυόμενος περιέργως εις ξένας υποθέσεις, δημοσία δε δεν τολμώ,
εμφανιζόμενος εις την Εκκλησίαν του δήμου σας, από του βήματος να δώσω συμβουλάς
εις την πόλιν. Αίτιον δε ταύτης της ατολμίας μου είνε εκείνο, τα οποίον σεις οι
ίδιοι με τα ώτα σας πολλάκις με ηκούσατε εις πολλά μέρη να λέγω, ότι συμβαίνει
εις εμέ κάποιον θείον πράγμα και δαιμόνιον, το οποίον, ως γνωστόν, και εις το
κατηγορητήριον χλευαστικώς συμπεριέλαβεν ο Μέλητος. Αλλ' εις εμέ αυτό το
δαιμόνιον ήρχισε να εμφανίζεται από της παιδικής ηλικίας, ως μία φωνή, η οποία
οσάκις ακουσθή εντός μου, πάντοτε με αποτρέπει από εκείνο, οπού ήθελον
αποφασίσει να πράξω, ποτέ όμως δεν με προτρέπει τι να πράξω. Το δαιμόνιον αυτό
είνε εκείνο, οπού πάντοτε εναντιούται εις εμέ να αναμιγνύωμαι εις τα πολιτικό,
και μου φαίνεται ότι πολύ καλά κάμνει και εναντιούται. Διότι, να το ηξεύρετε
καλά, ω άνδρες Αθηναίοι, εάν εγώ προ πολλού επεχείρουν να αναμιγνύωμαι εις τα
πολιτικά πράγματα, προ πολλού τόρα δεν θα υπήρχον πλέον εις την ζωήν και ούτε
εις υμάς δεν ήθελον φανή διόλου ωφέλιμος ούτε εις τον εαυτόν μου. Και, παρακαλώ,
μη οργίζεσθε εναντίον μου, διότι λέγω την αλήθειαν. Επειδή κανείς άνθρωπος δεν
θα ημπορέση ποτέ να μείνη ατιμώρητος, όστις μετά παρρησίας εναντιούται είτε εις
την ιδικήν σας δημοκρατίαν, είτε εις καμμίαν άλλην πολιτείαν, και παρεμποδίζει
να γίνωνται εις την πόλιν διάφορα αδικήματα και παρανομίαι, αλλά εκείνος οπού
τωόντι θέλει να αγωνισθή υπέρ του δικαίου, και πολύ ολίγον καιρόν εάν μέλλη να
ζήση χωρίς να πάθη κανέν κακόν, πρέπει εξ ανάγκης να ζη ως απλούς ιδιώτης και
ποτέ να μη αναμιγνύεται εις τα πολιτικά.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XX. Περί τούτου δε θα σας φέρω σπουδαιοτάτας
αποδείξεις, όχι με λόγια, αλλά με πράγματα, το οποίον ίσα-ίσα σεις πολύ
προτιμάτε. Ακούσατε λοιπόν τόρα εκείνα, οπού συνέβησαν εις εμέ, διά να μάθετε
ότι ούτε εις ένα άνθρωπον δεν ημπορώ να υποχωρήσω, και κατ' ελάχιστον, εναντίον
του δικαίου, από φόβον προς τον θάνατον και ότι, αν δεν ήθελα υποχωρήσει,
πάραυτα ήθελα χαθή. Θα σας είπω δε δυσάρεστα μεν πράγματα και ενοχλητικά, ως
άνθρωπος ηναγκασμένος να υποστηρίξω την απολογίαν μου, πολύ αληθινά όμως. Εγώ, ω
άνδρες Αθηναίοι, καμμίαν μεν άλλην αρχήν ποτέ έως τόρα δεν ανέλαβον εις την
πόλιν, έγινα όμως άπαξ βουλευτής (39) . Και έτυχε να πρυτανεύη η φυλή η
Αντιοχίς, εις την οποίαν ανήκω, ότε σεις τους δέκα στρατηγούς, οι οποίοι δεν
συνέλεξαν τα πτώματα των φονευθέντων εν τη γνωστή ναυμαχία (40) , επεμένατε
όλους ομού συγχρόνως με μίαν ψηφοφορίαν να δικάσετε (41) παρά τον νόμον, καθώς
βραδύτερον τωόντι ωμολογήσατε όλοι σας, ότι παρανόμως ενηργήσατε (42) . Τότε εις
την περίστασιν εκείνην μόνος εγώ εκ των πρυτάνεων ετόλμησα να εναντιωθώ εις την
επιθυμίαν εκείνην του δήμου και είπα ότι δεν έπρεπε να παραβιάσετε τον νόμον και
έδωκα αντίθετον ψήφον (43) · και εν ώ οι ρήτορες ήσαν έτοιμοι να με καταγγείλουν
εις την δικαστικήν αρχήν ως ένοχον και διά συνοπτικής διαδικασίας να με
παραδώσουν εις τους Ένδεκα προς τιμωρίαν, όλοι δε σεις τους επροτρέπατε εις
τούτο με απειλάς και με βοήν, επροτίμησα να διακινδυνεύσω την ζωήν μου με τον
νόμον και με το δίκαιον, παρά να συμφωνήσω με σας, οι οποίοι δεν απεφασίζατε
δικαίως, χωρίς να φοβηθώ το δεσμωτήριον και τον θάνατον. Και ταύτα μεν εγίνοντο
ότε εκυβερνάτο ακόμη δημοκρατικώς η πόλις.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αφού δε εγκαθιδρύθη ολιγαρχία, τότε οι
Τριάκοντα (44) πάλιν διά της βίας, αφού με προσεκάλεσαν μετά πέντε άλλων εις την
θόλον (45) , με προσέταξαν να συλλάβω και φέρω από την Σαλαμίνα τον Λέοντα τον
Σαλαμίνιον (46) , διά να καταδικασθή εις θάνατον· τοιαύτας δε εκείνοι διαταγάς
πολλάς, ως γνωστόν, και εις άλλους πολλούς εκοινοποίησαν, θέλοντες όσον το
δυνατόν περισσοτέρους από τους πολίτας να καταστήσουν συνενόχους εις τας αδικίας
των (47) · Όμως εγώ πάλιν τότε όχι με λόγους αλλά με έργα τους έκαμα να
εννοήσουν ότι διά τον θάνατον εμέ, αν δεν ήτο πολύ υπερήφανον να το είπω — δεν
με μέλει όλως διόλου, να μη πράξω όμως κανέν άδικον μήτε ασεβές, δι' αυτό
βεβαίως παρά πολύ με μέλει με κάθε τρόπον. Εκείνη λοιπόν η αρχή των Τριάκοντα, η
οποία τόσον τρόμον ενέπνεεν εις όλους, εμέ δεν με εφόβισε διόλου, αν και ήτο
τόσον ισχυρά, ώστε να μιανθώ με μίαν τόσον ανόσιον αδικίαν, αλλ' αφού εξήλθομεν
από την θόλον, οι μεν άλλοι τέσσαρες μετέβησαν εις την Σαλαμίνα και συλλαβόντες
ωδήγησαν τον Λέοντα ενώπιον των Τριάκοντα, εγώ δε κατ' ευθείαν απήλθον εις τον
οίκον μου. Και δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι διά την απείθειάν μου αυτήν θα
ετιμωρούμην με θάνατον, εάν η αρχή εκείνη ταχέως μετ' ολίγον δεν κατελύετο.
Υπάρχουσι δε πολλοί μάρτυρες από τους συμπολίτας μας, οι οποίοι ημπορούν να
μαρτυρήσουν διά την αλήθειαν των λόγων μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXI. Φρονείτε λοιπόν ότι ήθελα φθάσει εις
τόσην ηλικίαν, εάν ανεμιγνυόμην εις τα πολιτικά και υπεστήριζα όσα είνε δίκαια,
ενεργών προς τον σκοπόν αυτόν καθώς εμπρέπει εις άνθρωπον χρηστόν και έντιμον,
και αν, καθώς αρμόζει τωόντι, δι' αυτό και μόνον εφρόντιζον; Ουδαμώς, ω άνδρες
Αθηναίοι. Ούτε εγώ βεβαίως ούτε κανείς άλλος άνθρωπος ήθελε κατορθώσει τούτο, να
ζήσω πολλά έτη. Αλλ' εγώ καθ' όλον τον βίον μου, και κατά τον δημόσιον, αν
καμμίαν φοράν ανεμίχθην εις καμμίαν υπόθεσιν πολιτικήν, ωσαύτως τοιούτος θα
φανώ, και κατά τον ιδιωτικόν μου ο ίδιος, ότι εις κανένα ποτέ έως τόρα κατ'
ουδέν υπεχώρησα εναντίον του δικαίου, ούτε εις κανένα άλλον, ούτε εις κανένα από
αυτούς, τους οποίους οι συκοφαντούντες με ονομάζουν μαθητάς μου (48) . Αλλ' εγώ
ποτέ δεν έκαμα τον διδάσκαλον εις κανένα. Αν όμως κανείς επιθυμή ν' ακούη τας
ομιλίας μου, ή να με βλέπη εις το έργον μου τούτο, είτε νέος είτε γέρων, εις
κανένα ποτέ δεν απηγόρευσα από φθόνον αυτήν την ευχαρίστησιν. Αλλ' ουδέ όταν μεν
λαμβάνω χρήματα, ομιλώ, όταν δε δεν λαμβάνω, σιωπώ· αλλ' επίσης και εις πλούσιον
και εις πτωχόν ευχαρίστως επιτρέπω να με ερωτούν, και εις κάθε άνθρωπον, ο
οποίος προτιμά καλλίτερον να απαντά εις τας ερωτήσεις μου, και ν' ακούη όσα
ήθελον είπει. Και είτε γίνεται χρηστός κανείς είτε όχι, εγώ δικαίως δεν θα ήμουν
ο αίτιος, διότι ούτε υπεσχέθην εις κανένα ποτέ έως τόρα κανέν μάθημα, ούτε
εδίδαξα· εάν δε κανείς καυχάται ότι έμαθε τίποτε από εμέ καμμίαν φοράν, ή ήκουσε
τίποτε από εμέ ιδιαιτέρως, το οποίον δεν ήκουσαν, ή δεν έμαθαν συγχρόνως και
όλοι οι άλλοι, να είσθε βέβαιοι ότι αυτός δεν λέγει την αλήθειαν.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXII. Αλλά διατί επί τέλους μερικοί
ευχαριστούνται να με ακούουν και να συνομιλούν μαζί μου τόσον πολύν καιρόν;
Ηκούσατε, ω άνδρες Αθηναίοι· όλην την αλήθειαν, εγώ σας είπα· Πράττουσι τούτο,
διότι αισθάνονται ιδιαιτέραν χαράν να ακούουν, επειδή αποδεικνύονται ηπατημένοι
εκείνοι, οι οποίοι ισχυρίζονται μεν ότι είνε σοφοί, δεν είνε όμως. Είνε δε τούτο
βεβαίως τερπνότατον και χαριέστατον πράγμα. Προς τούτοις, καθώς εγώ προ ολίγου
είπα, τούτο διετάχθη εις εμέ από αυτόν τον θεόν των Δελφών να το κάμνω, και διά
χρησμών μαντικών και δι' ενυπνίων, και διά παντός άλλου μέσου, διά του οποίου
και πάσα άλλη επί τέλους θεία βούλησις ημπορεί να φανερόνεται εις τους ανθρώπους
να πράττουν οποιονδήποτε πράγμα. Ταύτα, ω άνδρες Αθηναίοι, και αληθινά είνε και
ευκόλως ημπορούν ν' αποδειχθούν. Διότι αν εγώ τωόντι άλλους μεν από τους νέους
διαφθείρω, άλλους δε έχω έως τόρα διαφθείρει, έπρεπε προδήλως, καθώς φρονώ, όσοι
από αυτούς, οι οποίοι επροχώρησαν πλέον, πολύ εις την ηλικίαν, γνωρίζουν ότι εγώ
τους έδωκά ποτε ολεθρίας συμβουλάς, όταν ήσαν νέοι, τόρα ακριβώς να έλθουν αυτοί
εδώ εις το δικαστήριον και να με κατηγορήσουν, διά να τιμωρηθώ. Και αν δεν
ήθελαν αυτοί να το πράξουν, τότε θα ήτο αυτό καθήκον των συγγενών των, πατέρων
και αδελφών και άλλων οικείων των, εάν τωόντι έχουν πάθει κανέν κακόν οι
συγγενείς των από εμέ, να το ενθυμηθούν τόρα και να έλθουν να ζητήσουν την
τιμωρίαν μου διότι διέφθειρα τους υιούς των, τους ανεψιούς των και τους αδελφούς
των. Αληθώς δε βλέπω ότι είνε παρόντες εδώ πολλοί από αυτούς, τους οποίους εγώ
πολύ καλά διακρίνω. Πρώτον ο Κρίτων αυτός εδώ, συνηλικιώτης μου και συνδημότης
(49) ο οποίος είνε πατήρ τούτου εδώ του Κριτοβούλου. Έπειτα ο Λυσανίας ο
Σφήττιος (50) , ο οποίος είνε πατήρ αυτού εδώ του Αισχίνου. Ακόμη ο Αντιφών ο
Κηφισιεύς (51) αυτός εδώ, όστις είνε πατήρ του Επιγένους. Άλλοι δε πάλιν αυτοί,
των οποίων οι αδελφοί είχον σχέσεις μαζί μου, καθώς ο Νικόστρατος ο υιός του
Θεοζοτίδου και αδελφός του Θεοδότου — και ο μεν Θεόδοτος έχει αποθάνει, ώστε
αυτός τουλάχιστον δεν έχει ανάγκην της βοηθείας του αδελφού του. — Βλέπω ακόμη
και τον Πάραλον τούτον εδώ, τον υιόν του Δημοδόκου, του οποίου αδελφός ήτο ο
Θεάγης· και αυτός εδώ ο Αδείμαντος, ο υιός του Αρίστωνος, του οποίου αδελφός
είνε αυτός εδώ ο Πλάτων (52) , και ο Αιαντόδωρος, του οποίου αδελφός είνε αυτός
εδώ ο Απολλόδωρος (53) . Και άλλους πολλούς εγώ ημπορώ να σας ονομάσω, από τους
οποίους έναν έπρεπεν ο Μέλητος να παρουσιάση μάρτυρα εις την κατηγορίαν του,
μάλιστα μεν όταν ωμίλησεν· εάν δε τότε ελησμόνησε να πράξη τούτο, ας τον
προτείνη τόρα· είνε ακόμη καιρός· και εγώ υποχωρώ να ομιλήση αυτός αντ' εμού την
ώραν, την οποίαν έχω από τον νόμον εις την διάθεσίν μου. Ας έλθη λοιπόν ο
Μέλητος να είπη ό,τι ημπορεί εναντίον μου. Αλλ' όλως διόλου το εναντίον από αυτό
θα συμβή, ω άνδρες· θα ίδητε ότι όλοι, όσοι είνε εδώ παρόντες, είνε πρόθυμοι να
με υπερασπίσουν, εμέ οπού διέφθειρα, εμέ οπού κατέστρεψα εξ ολοκλήρου τους
συγγενείς των, καθώς ψευδόμενοι λέγουν ο Μέλητος και ο Άνυτος. Διότι αυτοί οι
ίδιοι οπού έχουν διαφθαρή από εμέ, θα είχαν ίσως αφορμήν να υπερασπίσουν τον
εαυτόν τους· αλλ' εκείνοι όμως, οπού δεν έχουν διαφθαρή, οι συγγενείς αυτών,
άνθρωποι γηραλέοι πλέον, ποίον άλλον λόγον έχουν και με υπερασπίζουν, παρά τον
ορθόν και δίκαιον, ότι γνωρίζουν δηλαδή ότι ο μεν Μέλητος ψεύδεται, εγώ δε λέγω
την αλήθειαν;</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXIII. Ας είνε τέλος πάντων, ω άνδρες. Εκείνα
μεν, τα οποία εγώ θα ημπορούσα να είπω εις υπεράσπισίν μου, σχεδόν είνε αυτά·
και άλλα ίσως ακόμη όμοια, τα οποία αποσιωπώ. Αλλ' ίσως κανένας από σας θα
ενθυμηθή ότι είχε καμμίαν φοράν ευρεθή εις αυτήν την θέσιν, εις την οποίαν
ευρίσκομαι εγώ σήμερον και ήθελεν αγανακτήσει εναντίον μου, διότι αυτός τότε,
καίτοι εδικάζετο μάλιστα εις δίκην ολιγώτερον επικίνδυνον από την παρούσαν, όμως
και παρεκάλεσε τότε και ικέτευσε τους δικαστάς με πολλά δάκρυα, ακόμη δε και διά
να κινήση όσον το δυνατόν μεγαλυτέραν διά τον εαυτόν του την συμπάθειαν των
δικαστών, έφερε και παρουσίασεν εδώ εις το δικαστήριον και τα παιδιά του, και
είπε και ήλθαν και άλλοι πολλοί από τους συγγενείς του και φίλους, εγώ δε, καθώς
και ήτο πρέπον δι' εμέ να το περιμένετε, τίποτε από αυτά δεν θα κάμω, και
μάλιστα αφού κατά τα φαινόμενα διατρέχω τον έσχατον κίνδυνον της ζωής
μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ταύτα λοιπόν αφού συλλογισθή κανείς από σας
τους δικαστάς, ήθελεν ίσως εξερεθισθή περισσότερον εναντίον μου και επάνω εις
την αγανάκτησίν του εξ αιτίας αυτών τούτων των αναμνήσεων, ήθελε δώσει με οργήν
την ψήφον του. Εάν όμως κανείς από σας — αν και δεν ημπορώ να το πιστεύσω —
τοιαύτην γνώμην έχει, νομίζω ότι εις αυτόν ημπορώ να είπω δικαίως· ω αγαθέ
άνθρωπε, εγώ μεν ίσως δεν είμαι μόνος εις τον κόσμον, αλλ' έχω και κάποιους
συγγενείς, διότι ακριβώς κατά τον ομηρικόν στίχον «εγώ δεν εγεννήθην ούτε από
πέτραν ούτε από δρυν» (54) αλλ' από ανθρώπους, ώστε και συγγενείς έχω και υιούς
(55) , ω άνδρες Αθηναίοι, τρεις, από τους οποίους ο ένας μεν, ο μεγαλύτερος,
είνε μειράκιον πλέον, οι δε άλλοι δύο παιδία. Αλλ' όμως κανένα από αυτούς δεν θα
φέρω εδώ, διά να σας παρακαλέσω να με αθωώσητε από ευσπλαγχνίαν. Διατί δε
ακριβώς τίποτε από αυτά δεν θα κάμω; Όχι από φαντασμένην ισχυρογνωμοσύνην μου, ω
άνδρες Αθηναίοι, ούτε από καταφρόνησιν προς σας· αλλ' εάν μεν εγώ με θαρραλέαν
ψυχήν ατενίζω προς τον θάνατον ή όχι, αυτά είνε άλλο ζήτημα. Το βέβαιον όμως
είνε ότι, ως προς την ιδικήν μου τιμήν και την ιδικήν σας και όλης της πόλεως,
δεν μου φαίνεται ότι είνε ούτε ωραίον ούτε έντιμον να κάμω κανέν από αυτά, αφού
μάλιστα και τόσον μεγάλην ηλικίαν έχω και φέρω αυτήν την ένδοξον φήμην του
σοφού, είτε αληθινήν τέλος πάντων, είτε ψευδή. Αλλ' όπωςδήποτε και αν είνε,
βεβαίως ο Σωκράτης πιστεύεται γενικώς ότι έχει κάποιαν υπεροχήν από τους
περισσοτέρους άλλους ανθρώπους. Εάν λοιπόν εκείνοι, οι οποίοι μεταξύ σας
φαίνονται ότι υπερέχουν είτε κατά την σοφίαν, είτε κατά την ανδρείαν, είτε κατά
οποιανδήποτε άλλην αρετήν, ήσαν τοιούτοι, αυτό θα ήτο πολύ επαίσχυντον πράγμα να
το λέγη κανείς. Αλλ' εγώ πολλάκις είδα πολλούς τοιούτους ανθρώπους, οι οποίοι
φαντάζονται μεν ότι είνε μεγάλοι άνδρες, πράττουν όμως αηδούς δουλοπρεπείας
πράγματα, οσάκις τύχη να δικάζωνται, ωσάν να ήσαν πεπεισμένοι ότι θα τους
εύρισκε κανέν πολύ φοβερόν κακόν, αν ήθελον καταδικασθή εις θάνατον, διότι έχουν
την ιδέαν ότι θα εγίνοντο αθάνατοι, αν σεις ηθέλατε τους αθωώσει. Αυτοί οι
άνθρωποι, εάν είνε τοιούτοι, σας λέγω ότι αισχύνην προσάπτουσιν εις την πόλιν,
ώστε και από τους ξένους κανείς να ήθελε νομίσει ότι εκείνοι, οπού εξέχουν
μεταξύ των Αθηναίων κατά την αρετήν, τους οποίους αυτοί προτιμούν από τον εαυτόν
τους και εις τας αρχάς και εις τα λοιπά αξιώματα, αυτοί δεν διαφέρουν διόλου
ούτε από γυναίκας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αυτά, ω άνδρες Αθηναίοι, ούτε ημείς πρέπει να
κάμνωμεν, ημείς οι οποίοι φαινόμεθα ότι έχομεν και την παραμικράν αρετήν, ούτε
σεις πρέπει να τα επιτρέπετε, εάν ημείς θέλωμεν να τα κάμνωμεν, αλλά πρέπει να
κάμνετε γνωστόν αυτό τούτο ακριβώς, ότι πολύ περισσότερον θα δώσετε
καταδικαστικήν ψήφον εναντίον εκείνου, ο οποίος εν τω δικαστηρίω καταφεύγει εις
τοιαύτας τραγικάς σκηνάς, διά να κινήση τον έλεον και οίκτον υμών και κάμνει την
πόλιν σας καταγέλαστον, παρά εναντίον εκείνου, ο οποίος ήσυχα-ήσυχα περιμένει ν'
ακούση την απόφασίν σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXIV. Εκτός δε τούτου, το οποίον αφορά εις την
υπόληψιν και τιμήν σας, μου φαίνεται ότι και δίκαιον δεν είνε να παρακαλή ο
κατηγορούμενος τους δικαστάς και με τας παρακλήσεις του να αθωόνεται, αλλά
πρέπει να αναπτύσση μόνον την υπόθεσίν του και να προσπαθή διά των πραγμάτων να
πείση τους δικαστάς ότι είνε αθώος. Διότι ο δικαστής δεν κάθηται επί της
καθέδρας του δι' αυτόν τον σκοπόν, δηλαδή να αποδίδη κατά χάριν το δίκαιον, αλλά
διά να ανευρίσκη αυτό με μεγάλην προσοχήν· και όρκον δε έδωκεν ότι δεν θα
χαρισθή εις όσους ήθελε του φανή καλόν, αλλ' ότι θα εκδώση την απόφασίν του κατά
τους νόμους. Δεν πρέπει λοιπόν ούτε ημείς να σας συνειθίζωμεν να επιορκήτε, ούτε
σεις να συνειθίζετε εις αυτό. Διότι και ημείς και σεις επίσης ηθέλαμεν είσθε
τότε ένοχοι ενώπιον των θεών ως ασεβείς. Μη περιμένετε λοιπόν, ω άνδρες
Αθηναίοι, να μεταχειρισθώ εγώ τοιούτου είδους μέσα προς υμάς, τα οποία πιστεύω
ότι μήτε έντιμα είνε, μήτε δίκαια, μήτε ευσεβή και εις άλλας εν γένει
περιστάσεις, προ πάντων όμως τόρα, μα τον Δία, ότε καταγγέλλομαι ως ασεβής υπό
του Μιλήτου αυτού. Διότι επί τη υποθέσει ότι ήθελα σας κάμψει και με τας
παρακλήσεις μου ήθελα σας εξαναγκάσει, αφού εδώσατε όρκον, να παραβήτε αυτόν και
να μου αποδώσητε το δίκαιον κατά χάριν, είνε σαφές πλέον ότι εγώ ήθελα σας
διδάσκη να μη πιστεύετε ότι υπάρχουν θεοί, και ενώ θέλω να απολογηθώ διά τας
εναντίον μου κατηγορίας, ασφαλώς ήθελα κατηγορεί τότε τον εαυτόν μου ότι δεν
πιστεύω εις θεούς. Αλλά το πράγμα δεν έχει διόλου ούτως. Διότι και πιστεύω, ω
άνδρες Αθηναίοι, ότι υπάρχουν θεοί, όσον κανείς από τους κατηγόρους μου, και εις
την κρίσιν ημών αφίνομαι, και εις τον θεόν των Δελφών εύχομαι να αποφασίσετε
περί εμού, όπως θα είνε καλύτερον και δι' εμέ και διά σας.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">[Ενταύθα τελειόνει η απολογία του Σωκράτους.
Μετά τούτο οι δικασταί απεσύρθησαν εις διάσκεψιν, ίνα αποφασίσουν αν είνε ένοχος
ο Σωκράτης εις την αποδοθείσαν εις αυτόν κατηγορίαν ή όχι. Απεφάνθησαν δε διά
ψήφων 281 ότι ο Σωκράτης είνε ένοχος (56) . Μετά τούτο, γνωσθείσης της
αποφάσεως, επηκολούθησεν άλλη συζήτησις, ίνα ορισθή η ποινή, οπού έπρεπε να
επιβληθή εις τον ένοχον· διό και λαμβάνει πάλιν τον λόγον ο Σωκράτης.)</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXV. Και άλλοι μεν πολλοί λόγοι συνετέλεσαν, ω
άνδρες Αθηναίοι εις το να μη οργισθώ δι' αυτό τα συμβάν, ότι με κατεδικάσατε ως
ένοχον, το κυριώτατον δε είνε ότι δι' εμέ δεν υπήρξεν απροσδόκητος η απόφασίς
σας αύτη· μάλιστα πολύ περισσότερον παραξενεύομαι διά το γενικόν εξαγόμενον της
ψηφοφορίας. Διότι εγώ τουλάχιστον δεν ήλπιζα ότι η διαφορά μεταξύ των
καταδικαστικών και αθωωτικών ψήφων θα ήτο τόσον μικρά, αλλ' ότι θα κατεδικαζόμην
με παρά πολύ μεγαλυτέραν πλειοψηφίαν. Τόρα δε, ως φαίνεται, εάν τριάκοντα μόνον
ψήφοι ερρίπτοντο αντιθέτως, ήθελον αθωωθή. Το βέβαιον όμως είνε ότι από τον
Μέλητον, κατά την γνώμην μου, και τόρα, μετά την απόφασίν σας αυτήν, εσώθην. Και
όχι μόνον εσώθην, αλλά προσέτι, είνε πασίδηλον βεβαίως, ότι αν δεν προσήρχοντο
εις τα δικαστήριον ο Άνυτος και ο Λύκων ως συνήγοροι αυτού, διά να με
κατηγορήσουν, όχι μόνον, θα εκηρυττόμην αθώος, αλλά ο Μέλητος θα επλήρωνε
μάλιστα και πρόστιμον χιλίων δραχμών (57) διότι δεν θα συνεκέντρονεν υπέρ της
κατηγορίας έν πέμπτον περιπλέον του ημίσεος των ψήφων των δικαστών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXVI. Προτείνει λοιπόν εναντίον μου ο καλός
άνθρωπος την ποινήν του θανάτου. Ας είνε. Αλλ' εγώ τόρα, ω άνδρες Αθηναίοι,
ποίαν ποινήν διά τον εαυτόν μου να σας αντιπροτείνω (58) . Μήπως δεν είνε
φανερόν ότι θα ορίσω εκείνην την ποινήν, της οποίας είμαι άξιος; Ποίας λοιπόν
ποινής είμαι άξιος; Εις ποίαν σωματικήν ποινήν, ή εις τι χρηματικόν πρόστιμον
κρίνω άξιον να καταδικασθώ, διότι από την διεστραμμένην μου γνώμην δεν ησύχαζα
διόλου εις όλην μου την ζωήν, αλλ' αφού παρημέλησα όλα εκείνα, διά τα οποία με
τόσην σπουδήν φροντίζει ο περισσότερος κόσμος, την απόκτησιν πλούτου, την
διοίκησιν των οικιακών μου υποθέσεων, τας στρατηγικάς θέσεις και τα αξιώματα, το
πολιτικόν βήμα και τας λοιπάς αρχάς, και αφού δεν έλαβα μέρος εις καμμίαν
κομματικήν στάσιν και συνωμοσίαν, τα οποία τόσον συνήθη είνε εις την πόλιν
αυτήν, διότι εγνώρισα τον εαυτόν μου τωόντι πολύ περισσότερον έντιμον άνθρωπον ή
ώστε να θέλω να σώσω την ζωήν μου ενασχολούμενος εις αυτά τα ανάξια κατ' εμέ
έργα, εις αυτά μεν δεν ενησχολήθην διόλου, εις τα οποία εάν ενησχολούμην, δεν θα
ήμουν ωφέλιμος μήτε εις σας, μήτε εις τον εαυτόν μου, ενησχολούμην δε εις αυτά
μόνον, να παρέχω ιδιαιτέρως εις έκαστον εξ υμών την πλέον μεγίστην ευεργεσίαν,
ως προ ολίγου είπον, επιχειρών να πείθω έκαστον από σας να μη φροντίζη μήτε διά
τας ιδικάς του υποθέσεις, πριν φροντίση πρότερον διά τον εαυτόν του πώς να γείνη
χρηστότατος και σοφώτατος, μήτε διά τας υποθέσεις της πόλεως πριν φροντίση
πρότερον δι' αυτήν την πόλιν, και διά τα λοιπά επίσης να μεριμνά κατά τον ίδιον
τρόπον. Τι λοιπόν είμαι άξιος να πάθω, αφού είμαι τοιούτος; Πολύ μέγα καλόν, ω
άνδρες Αθηναίοι, εάν πρέπη βεβαίως κατά την αξίαν μου τη αληθεία να ορίσητε την
ανταμοιβήν μου· και μάλιστα καλόν τωόντι τοιούτον, το οποίον ήθελεν είναι
κατάλληλον δι' εμέ. Τι λοιπόν καλόν αρμόζει εις άνθρωπον πένητα, ευεργέτην σας
όμως, όστις έχει ανάγκην μεγάλης αναπαύσεως διά να ενασχολήται διαρκώς εις το να
σας δίδη συμβουλάς; Καμμία άλλη ανταμοιβή, ω άνδρες Αθηναίοι, δεν αρμόζει
καλύτερον τόσον, όσον το να τρέφεται πάντοτε αυτός ο άνθρωπος εις το Πρυτανείον,
πολύ δικαιότερον βεβαίως αυτός, παρά όστις από σας ενίκησεν εις τους Ολυμπιακούς
αγώνας, εις ιππικόν δρόμον εξ ενός ή δύο ίππων ή εις δρόμον αρμάτων εκ τριών ή
τεσσάρων ίππων. Διότι εκείνος μεν διά της νίκης του συντελεί να είσθε σεις
ευδαίμονες μόνον κατά το φαινόμενον, ενώ εγώ σας κάμνω να είσθε αληθώς τοιούτοι·
και εκείνος μεν δεν έχει ανάγκην διόλου της βοηθείας σας προς διατροφήν του. Εγώ
δε έχω μεγάλην ανάγκην. Εάν λοιπόν πρέπει εγώ με δικαιοσύνην να ορίσω την
αμοιβήν, της οποίας είμαι άξιος, προτείνω αυτήν την αμοιβήν, να τρέφωμαι δημοσία
δαπάνη εις το Πρυτανείον (59) .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXVII. Ίσως λοιπόν ακόμη και την στιγμήν αυτήν
κατά την οποίαν λέγω ταύτα, σας φαίνομαι ότι ομιλώ ωσάν διά να σας παρακαλώ με
ταπείνωσιν να λάβετε οίκτον δι' εμέ, δεικνύων με αυτόν τον τρόπον μου μεγάλην
αυθάδειαν. Αυτό όμως, ω άνδρες Αθηναίοι, δεν έχει ούτως, αλλ' ωμίλησα κατ' αυτόν
τον τρόπον μάλλον διά τον εξής λόγον. Εγώ είμαι πεπεισμένος ότι, όσον εξαρτάται
από την θέλησίν μου, εν γνώσει δεν ηδίκησά ποτε κανένα άνθρωπον, αλλ' εις τούτο
υμάς δεν ημπορώ να πείσω σήμερον· επειδή ολίγον χρόνον αναμεταξύ μας
συνωμιλήσαμεν. Κατά την ιδέαν μου όμως, εάν είχατε νόμον να μη δικάζωνται εντός
μιας μόνον ημέρας (60) τα περί θανάτου εγκλήματα, αλλά να εξακολουθή η δίκη δι'
αυτά εις περισσοτέρας κατά συνέχειαν ημέρας, καθώς τούτο ισχύει εις άλλας
πόλεις, τότε θα κατώρθονα να σας πείσω. Τώρα όμως δεν είνε εύκολον πράγμα εις
τόσον ολίγον διάστημα να απαλλάξω τον εαυτόν μου από τόσον μεγάλας συκοφαντίας
και δυσφημήσεις. Ενώ λοιπόν εγώ είμαι πεπεισμένος ότι δεν ηδίκησα ποτέ κανένα
άλλον άνθρωπον, βεβαίως δεν θα αδικήσω ποτέ τον εαυτόν μου και δεν θα είπω
κατηγορίας εναντίον του εαυτού μου, λέγων ότι είμαι άξιος να υποστώ ποινήν τινα
και να προτείνω ο ίδιος τοιαύτην ποινήν διά τον εαυτόν μου. Διατί; Από ποίον
φόβον; Αλήθεια, μήπως υποστώ αυτήν την ποινήν, όπου προτείνει δι' εμέ ο Μέλητος,
διά την οποίαν είπον ότι δεν γνωρίζω αληθώς ούτε αν είνε καλή, ούτε αν είνε
κακή; Να εκλέξω λοιπόν κανέν από ταύτα τα κακά, τα οποία γνωρίζω μετά
βεβαιότητος ότι είνε κακά και να προτείνω αυτό ως ποινήν μου; Τι από τα δύο; Να
προτείνω ως ποινήν μου τα δεσμά; Και ποία ανάγκη να ζω διαρκώς μέσα εις το
δεσμωτήριον, και να είμαι υπόδουλος εις την εκάστοτε ισχύουσαν εξουσίαν των
Ένδεκα; (61) Αλλά να προτείνω την χρηματικήν ποινήν διά τον εαυτόν μου και να
είμαι κλεισμένος εις το δεσμωτήριον έως ότου ήθελα πληρώσει το πρόστιμον; Αλλ'
αυτό είνε δι' εμέ το ίδιον, το οποίον τόρα δα είπα, να ζω δηλαδή διαρκώς
φυλακισμένος εντός του δεσμωτηρίου· διότι δεν έχω χρήματα, με τα οποία να
πληρώσω το πρόστιμον. Αλλά τέλος πάντων να προτείνω διά τον εαυτόν μου ως ποινήν
την εξορίαν; Ίσως τωόντι ηθέλατε με θεωρήσει άξιον της ποινής αυτής και ηθέλατε
με καταδικάσει εις εξορίαν. Αλλ' όμως θα ήμουν πολύ φιλόζωος, ω άνδρες Αθηναίοι,
εάν είμαι τόσον ασυλλόγιστος, ώστε να μη ημπορώ να σκεφθώ ότι σεις μεν, οι
οποίοι είσθε συμπολίται μου, δεν ημπορέσατε να υπομείνητε τας ομιλίας μου και τα
αποφθέγματά μου, αλλά εθεωρήσατε αυτάς πολύ περισσότερον οχληράς και μισητάς, ή
ώστε να τας υποφέρετε, και διά τούτο επιθυμείτε τώρα να απαλλαγήτε από αυτάς,
άλλοι δε βεβαίως άνθρωποι ευκόλως θα τας υπομείνουν. Τούτο δεν είνε διόλου
δυνατόν, ω άνδρες Αθηναίοι. Λοιπόν ωραία θα ήτο η ζωή δι' εμέ, αφού απέλθω εις
εξορίαν, άνθρωπος εις τόσον μεγάλην ηλικίαν πλέον, να ζω πλανώμενος από πόλεως
εις πόλιν και διωκόμενος ως ένας αγύρτης ή κατάδικος. Διότι είνε βέβαιον ότι
όπου και αν υπάγω, οι νέοι θα ακροώνται πάντοτε τους λόγους μου, καθώς εγίνετο
και ενταύθα· και αν μεν τους αποδιώκω από πλησίον μου, αυτοί οι ίδιοι θα με
καταδιώξουν πείθοντες εις τούτο τους γονείς των· αν δε πάλιν δεν τους αποφεύγω,
τότε και οι γονείς των και οι συγγενείς θα με αποδιώξουν από την πόλιν χάριν
εκείνων των ιδίων ως διαφθορέα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXVIII. Αλλ' ίσως βέβαια ήθελεν ειπεί τις. Ω
Σώκρατες, όταν προς χάριν μας ήθελες αφήσει την πόλιν μας, δεν θα ήτο δυνατόν να
ζης σιωπών του λοιπού και ησυχάζων; Εις τούτο δα να πείσω πολλούς από σας, βλέπω
ότι είνε δυσκολώτατον από όλα. Διότι και εάν είπω ότι το να σιωπώ σημαίνει ότι
είμαι απειθής εις τον θεόν των Δελφών, και δι' αυτόν τον λόγον δεν δύναμαι να
ησυχάζω, δεν θα με πιστεύσητε εκλαμβάνοντες αυτό ως ειρωνείαν και εάν πάλιν σας
είπω ότι αυτό δεν είνε μόνον καθήκον, αλλά τυχαίνει να είνε και το πλέον
μέγιστον καλόν δι' ένα άνθρωπον, να ομιλή όλας τας ημέρας της ζωής του περί
αρετής και περί των άλλων ωφελίμων εις τον βίον θεμάτων, περί των οποίων σεις με
ηκούσατε να ομιλώ, και να εξετάζω τον εαυτόν μου και τους άλλους ανθρώπους και
ότι η απερίσκεπτος και ανεξάρτητος ζωή δεν είνε ζωή αξία διά τον άνθρωπον, εάν
ήθελον λέγει ταύτα, ακόμη ολιγώτερον ηθέλατε με πιστεύσει. Αλλά ταύτα μεν είνε,
καθώς εγώ τα λέγω, ω άνδρες· να σας κάμω όμως να τα πιστεύσετε, δεν είνε
εύκολον. Προς τούτοις εγώ συνάμα δεν εσυνήθισα να θεωρώ τον εαυτόν μου άξιον
καμμιάς ποινής. Βεβαίως όμως εάν είχα χρήματα, θα προέτεινα διά τον εαυτόν μου
την ποινήν των χρημάτων, τόσων δε, όσα ήμουν εις θέσιν να πληρώσω. Διότι αυτό
δεν θα μου επροξένει καμμίαν βλάβην. Τώρα όμως δεν ημπορώ να προτείνω την ποινήν
αυτήν, διότι δεν έχω τίποτε, εκτός αν ίσως θέλετε να ορίσητε ποινήν δι' εμέ
τόσον πρόστιμον, όσον ημπορώ εγώ να πληρώσω. Ίσως δε θα ημπορούσα να σας πληρώσω
πρόστιμον μίαν μναν. Εις τόσον λοιπόν πρόστιμον καταδικάζω τον εαυτόν μου. Ο
Πλάτων όμως ούτος, ο οποίος είνε παρών εδώ, ω άνδρες Αθηναίοι, και ο Κρίτων και
ο Κριτόβουλος και ο Απολλόδωρος με παρακινούν να προτείνω πρόστιμον έως
τριάκοντα μνας, και γίνονται οι ίδιοι εγγυηταί μου· καταδικάζω λοιπόν τον εαυτόν
μου εις τόσον πρόστιμον· ούτοι δε θα είνε προς υμάς εγγυηταί αξιόχρεοι των
χρημάτων τούτων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">(Αφού ο Σωκράτης πειθόμενος εις τον νόμον
κατεδίκασε τον εαυτόν του εις πρόστιμον, οι δικασταί απεσύρθησαν εις διάσκεψιν,
μετά ταύτα δε εξελθόντες απήγγειλαν την απόφασίν των και κατεδίκασαν τον
Σωκράτην εις θάνατον. Τότε ο Σωκράτης λαμβάνει πάλιν διά τελευταίαν φοράν τον
λόγον).</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXIX. Διά να κερδήσετε δε, ω άνδρες Αθηναίοι,
ολίγον βεβαίως χρόνον, όστις μου απομένει ακόμη διά να ζήσω, διότι είμαι γέρων
και θα απέθνησκον, πολύ κακήν φήμην θ' αποκτήσετε, και θα κατηγορηθήτε, από
εκείνους οπού έχουν την διάθεσιν να ονειδίζουν την πόλιν, διότι κατεδικάσατε εις
θάνατον τον Σωκράτην αυτόν τον σοφόν άνθρωπον διότι θα είπουν αναντιρρήτως ότι
είμαι σοφός, αν και δεν είμαι, εκείνοι οπού θέλουν να μεγαλώσουν τα αίσχος σας.
Εάν λοιπόν ηθέλατε περιμείνει ολίγον καιρόν ακόμη, θα επήρχετο εις εμέ ο θάνατος
μόνος του φυσικά, και ηθέλατε απολαύσει εκείνο, τα οποίον τόσον πολύ εποθήσατε.
Διότι βλέπετε βεβαίως ότι η ηλικία μου πλέον είνε μακράν μεν της ζωής, πλησίον
δε του θανάτου. Αυτά δε λέγω όχι δι' όλους υμάς, αλλά μόνον δι' εκείνους, οι
οποίοι με κατεδίκασαν εις θάνατον. Προς αυτούς δε τους ιδίους λέγω ακόμη και τα
εξής. Ίσως στοχάζεσθε, ω άνδρες, ότι εγώ κατεδικάσθην δι' έλλειψιν λόγων
τοιούτων, διά των οποίων θα σας έπειθον, εάν εφρόνουν ότι έπρεπεν όλα τα μέσα να
μεταχειρισθώ και όλα τα επιχειρήματα να είπω όσα ηδυνάμην, ώστε να αποφύγω την
καταδίκην. Αυτό διόλου δεν είνε αληθές. Κατεδικάσθην αληθώς, όχι όμως δι'
έλλειψιν λόγων ή επιχειρημάτων, αλλά δι' έλλειψιν θρασύτητος και αναισχυντίας
και επιθυμίας του να λέγω προς υμάς τοιαύτα, οποία θα σας επροξένουν μεν
μεγίστην ευχαρίστησιν να τα ακούετε, να θρηνώ και να οδύρωμαι παρακαλών υμάς και
άλλα πολλά τοιαύτα να κάμνω και να λέγω, ανάρμοστα εις εμέ, καθώς εγώ τα θεωρώ·
οποία δα έχετε συνηθίσει μάλιστα να ακούετε πάντοτε από τους άλλους
κατηγορουμένους. Αλλ' ούτε τότε προ της αποφάσεως ενόμισα ότι έπρεπεν ένεκα του
κινδύνου να πράξω κανέν άνανδρον, ούτε τόρα μετά την καταδίκην μου μετανοώ,
διότι κατ' αυτόν τον τρόπον έκαμα την απολογίαν μου, αλλά πολύ περισσότερον
προτιμώ να αποθάνω με την απολογίαν, την οποίαν έκαμα, παρά να ζήσω με τον άλλον
τρόπον εκείνον των παρακλήσεων και των δακρύων. Ούτε εις το δικαστήριον βεβαίως,
ούτε εις τον πόλεμον, ούτε εγώ, ούτε άλλος κανείς έντιμος άνθρωπος πρέπει να
ζητή να εφεύρη μηχανήν πώς να αποφύγη τον θάνατον, παν μέσον προς τούτο
μεταχειριζόμενος. Διότι εις τας μάχας μάλιστα πολλάκις γίνεται φανερόν ότι τον
θάνατον βεβαίως πολύ ευκολώτερον ίσως ήθελεν αποφύγει κανείς ρίπτων τα όπλα και
ζητήσας έλεος από τους εχθρούς· υπάρχουν δε προσέτι και άλλα πολλά μέσα χωριστά
εις κάθε ένα κίνδυνον, ώστε να αποφεύγη κανείς τον θάνατον, εάν προβαίνη εις
τόσην αναισχυντίαν ώστε να κάμνη και να λέγη τα πάντα. Αλλά φοβούμαι, ω άνδρες,
μήπως δεν είνε αυτό το δύσκολον να διαφύγη κανείς τον θάνατον, αλλά μήπως είνε
πολύ δυσκολώτερον να αποφύγη την καταισχύνην. Διότι αύτη τρέχει πολύ ταχύτερον
από τον θάνατον. Και λοιπόν εγώ τόρα, επειδή είμαι γέρων και βραδύς, συνελήφθην
υπό του πλέον βραδυτέρου πράγματος από εμέ, οι δε κατήγοροί μου, επειδή είνε
όντως ρωμαλέοι και ταχείς, συνελήφθησαν υπό του πλέον ταχυτέρου, υπό της
ατιμίας. Και τόρα, εγώ μεν θα απέλθω καταδικασθείς από σας εις θάνατον, οι δε
κατήγοροί μου καταδικασθέντες από την δύναμιν της αληθείας εις ατιμίαν και
αδικίαν. Και εγώ βεβαίως είμαι έτοιμος να υποστώ την ποινήν, οποία υπ' αυτών
ωρίσθη. Αυτά μεν λοιπόν ίσως ούτως έπρεπε να γείνουν καθώς και έγιναν, και
νομίζω ότι αυτά έγιναν καλώς και καθώς έπρεπε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXX. Μετά δε τούτο πλέον επιθυμώ, ω σεις οπού
με κατεδικάσατε, να προμαντεύσω διά σας τι θα σας συμβή και δι' άλλους λόγους,
τους οποίους παραλείπω, αλλά και διότι ευρίσκομαι τόρα εις αυτήν την επίσημον
ώραν, κατά την οποίαν ιδίως οι άνθρωποι αποκτούν την ικανότητα να προλέγουν το
μέλλον, όταν πλησιάζη ο θάνατός των (62) .</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σας αναγγέλλω λοιπόν, ω άνδρες σεις, οπού με
εφονεύσατε, ότι τιμωρία μεγάλη θα επέλθη εις σας, ευθύς μετά τον θάνατόν μου, η
οποία θα είνε πολύ περισσότερον σκληροτέρα, μα τον Δία, ή όσον είνε ο θάνατος,
εις τον οποίον με κατεδικάσατε. Διότι τόρα επράξατε τούτο στοχαζόμενοι ότι
ηθέλατε απαλλαχθή από το να δώσετε λόγον διά τας πράξεις του βίου σας. Και όμως
θ' αποβή τούτο πολύ εναντίον διά σας, καθώς εγώ σας το προλέγω. Πολύ
περισσότεροι θα υπάρξουν κατόπιν από εμέ εκείνοι, οπού θα σας ελέγχουν, τους
οποίους εγώ τόρα εμπόδιζον διά της παρουσίας μου, σεις δε δεν τους εβλέπατε, και
τόσον περισσότερον οχληροί θα είνε, όσον είνε πλέον νεώτεροι, και σεις πολύ
περισσότερον θ' αγανακτήσετε τότε. Διότι εάν στοχάζεσθε ότι, με το να
καταδικάζετε ανθρώπους εις θάνατον, θα εμποδίσετε άλλους από το να σας
ονειδίζουν διότι δεν ζήτε ορθώς, δεν σκέπτεσθε ορθώς. Διότι ο τρόπος αυτός της
απαλλαγής από τον έλεγχον ούτε είνε πολύ δυνατόν να κατορθωθή, διότι θα
αναφανώσιν άλλοι κατόπιν από εκείνους πάλιν, ούτε είνε έντιμος, διότι προκύπτει
όνειδος εις τον φονεύοντα· αλλ' εκείνος ο τρόπος της απαλλαγής είνε άριστος και
ευκολώτατος, να μη εμποδίζη κανείς τους άλλους από το να ελέγχουν αυτόν, αλλά να
είνε έτοιμος, αυτός ο ίδιος έχων παρεσκευασμένον τον εαυτόν του με ποίον τρόπον
να φανή όσον το δυνατόν ωφελιμώτατος. Αφού λοιπόν προείπον αυτά διά σας, οι
οποίοι με κατεδικάσατε εις θάνατον, δύναμαι πλέον, να σας αφήσω.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXXI. Με σας δε, οι οποίοι εδώσατε αθωωτικήν
ψήφον εις εμέ, ευχαρίστως ήθελον συνομιλήσει εις υποστήριξιν αυτού, το οποίον
τόρα συνέβη εις εμέ, ενόσω οι άρχοντες, οι Ένδεκα, είνε απησχολημένοι με τα
προκαταρκτικά της απαγωγής μου, και δεν εσύρθην ακόμη εις το δεσμωτήριον, όπου
αφού απαχθώ, πρέπει να υποστώ την θανατικήν ποινήν. Αλλά σας παρακαλώ, ω άνδρες,
παραμείνατε ολίγην ακόμη ώραν. Διότι κανέν εμπόδιον δεν υπάρχει να συνομιλήσωμεν
μεταξύ μας, ενόσω έχομεν καιρόν ακόμη. Διότι θέλω να καταστήσω φανερόν προς υμάς
ως προς φίλους μου, ποίαν σημασίαν επί τέλους έχει αυτό, το οποίον εις εμέ τόρα
συνέβη. Εις εμέ, ω άνδρες δικασταί — και δεν απατώμαι, φρονώ, εάν ονομάζω
δικαστάς μόνον σας, οι οποίοι μου εδώσατε αθωωτικήν ψήφον — συνέβη κάτι τι πολύ
καταπληκτικόν. Η μαντική φωνή του οικειοτάτου μου δαιμονίου, καθ' όλον μεν τον
προηγούμενον χρόνον της ζωής μου πολύ συχνά πάντοτε εναντιόνετο, ακόμη και εις
τας πλέον ασημάντους περιστάσεις, οσάκις εδοκίμαζα να επιχειρήσω έργον τι, το
οποίον ήθελεν αποβή κακώς δι' εμέ. Τώρα όμως συνέβησαν εις εμέ αυτά δα, τα οποία
βλέπετε και σεις οι ίδιοι, τα οποία πραγματικώς και κατά την ατομικήν του γνώμην
έκαστος ήθελε θεωρήσει ως μεγάλα κακά και γενικώς από τον περισσότερον κόσμον
θεωρούνται ότι είνε τα πλέον βαρύτατα από όλα τα κακά. Και όμως εις εμέ ούτε
όταν εξήλθα την πρωίαν αυτήν εκ του οίκου μου εναντιώθη το σημείον του θεού,
ούτε όταν ήλθα εδώ ενώπιον του δικαστηρίου, ούτε και όταν ήρχισα την απολογίαν
μου, εις κανέν μέρος του λόγου μου, οσάκις έμελλα να είπω τι, εναντιώθη. Και
όμως εις άλλας ομιλίας μου πολλάκις τωόντι με διέκοπτεν εις το μέσον του λόγου
και με εμπόδιζε να είπω τι, το οποίον είχα σκεφθή να είπω. Σήμερον κατά την
δίκην μου αυτήν το δαιμόνιον πουθενά δεν εναντιώθη και δεν με απέτρεψε καθ' όλα
τα στάδια αυτής, εις ό,τι εγνώριζε ότι ημπορούσα να ενεργήσω ή να είπω. Ποίον
λοιπόν στοχάζομαι ότι είνε το αίτιον αυτής της σιωπής του δαιμονίου; Εγώ θα σας
τα εξηγήσω. Αυτό το οποίον συνέβη σήμερον εις εμέ φαίνεται ότι είνε πολύ μέγα
καλόν. Και αναμφιβόλως δεν φρονούμεν ορθώς ημείς, όσοι νομίζομεν ότι ο θάνατος
είνε κακόν πράγμα. Σπουδαία δε απόδειξις αυτού δι' εμέ είνε τούτο· ότι εξάπαντος
ήθελεν εναντιωθή εις εμέ κατά την συνήθειάν του το οικειότατόν μου δαιμόνιον,
εάν δεν έμελλα εγώ να πράξω αγαθόν πράγμα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXXII. Ας σκεφθώμεν δε και κατά τον εξής
τρόπον, διότι θα ίδωμεν, καθώς φρονώ, ότι είνε μεγάλη ελπίς να είνε αυτό καλόν
πράγμα. Ο θάνατος έν εκ των δύο είνε· ή βεβαίως είνε τοιούτον πράγμα, ώστε να
είνε μηδέν, και ο αποθανών να μη έχη καμμίαν αίσθησιν κανενός πράγματος, ή καθώς
λέγουν, τυχαίνει να είνε κάποια μεταλλαγή και μετοίκησις της ψυχής από τον
κόσμον τούτο εις άλλον τόπον. Και εάν βέβαια δεν υπάρχει καμμία αίσθησις εις τον
αποθανόντα, αλλ' ο θάνατος είνε τοιούτος, οποίος είνε ο ήρεμος ύπνος, όταν
κανείς κοιμώμενος μήτε όνειρον κανέν δεν βλέπει, τότε θαυμάσιον κέρδος ήθελεν
είνε ο θάνατος. Διότι εγώ στοχάζομαι ότι, εάν έπρεπε κανείς, αφού εκλέξη μίαν
τοιαύτην νύκτα, κατά την οποίαν να κοιμηθή τόσον βαθειά, ώστε μήτε όνειρον να
ίδη, και αφού αντιπαραβάλη όλας τας λοιπάς νύκτας και όλας τας λοιπάς ημέρας της
ζωής του με αυτήν την νύκτα, εάν έπρεπε να σκεφθή τότε και να είπη ποίας ημέρας
και νύκτας έζησεν εις τον βίον του πλέον ευτυχέστερον και πλέον γλυκύτερον από
αυτήν την νύκτα, στοχάζομαι ότι όχι μόνον ένας ιδιώτης και απλούς άνθρωπος, αλλά
και αυτός ο μέγας βασιλεύς της Περσίας πολύ ολίγας θα εύρη τας ημέρας αυτάς και
νύκτας, συγκριτικώς προς τας λοιπάς ημέρας της ζωής του. Εάν λοιπόν τοιούτον
πράγμα είνε ο θάνατος, τότε εγώ δικαίως τον θεωρώ κέρδος. Διότι ολόκληρος ο
χρόνος της ζωής του ανθρώπου διόλου δεν φαίνεται πραγματικώς ότι είνε πλέον
μακρότερος από μίαν νύκτα. Εάν δε πάλιν ο θάνατος είνε ωσάν μία αποδημία από
αυτόν τον τόπον εις κανένα άλλον, όθεν είνε αληθινά όσα λέγονται, ότι εκεί
λοιπόν ευρίσκονται όλοι οι νεκροί, τότε ποίον άλλο καλόν ημπορεί να φαντασθή
κανείς ότι είνε μεγαλύτερον από αυτό, ω άνδρες δικασταί; Διότι εάν κανείς, αφού
έλθη εις τον Άδην γλυτώσας από αυτούς, οι οποίοι ψευδώς διατείνονται ότι είνε
δικασταί, εύρη εκεί τους αληθινούς δικαστάς, οι οποίοι ίσα-ίσα, ως λέγουν,
απονέμουσιν εκεί την δικαιοσύνην, ο Μίνως και ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός και ο
Τριπτόλεμος και άλλοι όσοι από τους ημιθέους υπήρξαν δίκαιοι εις την ζωήν των,
άρα γε κακή θα ήτο η αποδημία αύτη; Ή πάλιν να συναναστραφή κανείς εκεί με τον
Ορφέα και τον Μουσαίον και τον Ησίοδον και τον Όμηρον, πόσα ήθελε στέρξει κανείς
από σας να πληρώση; Διότι εγώ βεβαίως όχι μίαν φοράν, αλλά πολλάκις επιθυμώ να
αποθάνω, εάν αυτά είνε αληθινά. Αφού και εις εμέ τον ίδιον κατ' εξοχήν τερπνή
ήθελεν είνε η συναναστροφή εκεί, διότι θα ήτο δυνατόν να συνομιλώ με τον
Παλαμήδην και τον Αίαντα τον Τελαμώνιον και όλους τους λοιπούς ήρωας της
αρχαιότητος, όσοι κατεδικάσθησαν αδίκως εις θάνατον· και θα εύρισκον όχι ολίγην
ευχαρίστησιν, καθώς εγώ στοχάζομαι, να αντιπαραβάλω τα ιδικά μου παθήματα με τα
ιδικά των· και τέλος το προσφιλέστατον από όλα δι' εμέ, θα διηρχόμην τας ημέρας
μου εξετάζων και ερευνών ακαταπαύστως εκείνους, οπού ευρίσκονται εκεί, καθώς
έπραττον και ενταύθα, ποίος τωόντι από αυτούς είνε σοφός αληθώς και ποίος
πιστεύει μεν ότι είνε σοφός, πράγματι δε δεν είνε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Πόσον δε ήθελε κανείς στέρξει να πληρώση, ω
άνδρες δικασταί, διά να υποβάλη εις εξέτασιν εκείνον, οπού ωδήγησεν εναντίον της
Τροίας τον πολυάριθμον στρατόν, ή τον Οδυσσέα, ή τον Σίσυφον, ή τόσους άλλους
αναριθμήτους, όσους ημπορούσε να ονομάση κανείς τόρα και άνδρας και γυναίκας; Με
τούτους δε να συνομιλώ και να συναναστρέφωμαι και να εξετάζω αυτούς, ήθελεν
είναι δι' εμέ μία απείρως μεγάλη ευδαιμονία. Εξάπαντος δε οι εκεί δικασταί, ως
φρονώ, δεν καταδικάζουν βεβαίως δι' αυτόν τον λόγον κανένα εις θάνατον. Διότι
εκτός ότι και καθ' όλα τα λοιπά οι εκεί είνε πλέον ευδαιμονέστεροι από τους εδώ,
είνε προσέτι και αθάνατοι, εάν είνε βεβαίως αληθινά τα λεγόμενα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">XXXIII. Αλλά και σεις πρέπει, ω άνδρες
δικασταί, να έχετε καλάς ελπίδας διά τον θάνατον, καθώς εγώ είμαι εύελπις, και
να νομίζετε ότι κατ' εξοχήν αληθές είνε αυτό μόνον, ότι διά τον ενάρετον
άνθρωπον δεν υπάρχει κανέν κακόν, ούτε ενόσω ζη, ούτε αφού αποθάνη, ουδέ
παραμελούνται από τους θεούς όσα αφορώσιν εις αυτόν. Και τα ιδικά μου δε
συμβάντα τόρα δεν έγιναν κατά τύχην, αλλ' εις εμέ είνε φανερόν τούτο, ότι το να
αποθάνω πλέον, ώστε ν' απαλλαχθώ από τας μερίμνας και φροντίδας, θα ήτο
καλύτερον δι' εμέ από το να ζω. Διά τούτο ακριβώς σήμερον πουθενά δεν με
απέτρεψεν η θεία φωνή, ενώ έκαμνα την απολογίαν μου. Και εναντίον λοιπόν
εκείνων, οπού με κατεδίκασαν και εναντίον των κατηγόρων μου πολύ-πολύ δεν
αγανακτώ. Και όμως δεν με κατεδίκαζαν και δεν με κατηγόρουν με αυτήν την
πρόθεσιν, ώστε να μου προξενήσουν καλόν, αλλά με τον στοχασμόν ότι με βλάπτουν.
Δι' αυτήν δε την κακήν των πρόθεσιν μόνον είνε άξιον να τους μεμφθή κανείς. Όμως
αν και δεν έχουν καλήν δι' εμέ διάθεσιν, μίαν μόνον μικράν χάριν ζητώ από
αυτούς.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Σας παρακαλώ, ω άνδρες, τους υιούς μου, όταν
φθάσουν εις την εφηβικήν ηλικίαν, να τιμωρήσητε προξενούντες εις αυτούς αυτήν
την ιδίαν λύπην, με την οποίαν σας ελύπουν εγώ, προτρέποντες αυτούς εις την
αρετήν, δοκιμάζοντες την σοφίαν των και εξελέγχοντες τας μωρίας των, εάν σας
φαίνωνται ότι προτιμούν τα πλούτη, ή άλλο κανέν όμοιον από την αρετήν, και εάν
πιστεύουν ότι είνε σπουδαίοι, ενώ είνε όλως διόλου μηδαμινοί, να ονειδίζετε
αυτούς, καθώς εγώ ωνείδιζον υμάς, διότι δεν φροντίζουν δι' εκείνα τα πράγματα,
διά τα οποία πρέπει, και στοχάζονται ότι είνε κάτι τι μέγα, ενώ είνε όλως διόλου
ανάξιοι. Και εάν κάμνετε αυτά, τότε εγώ θα είμαι ευχαριστημένος από την
δικαιοσύνην σας και εγώ ο ίδιος και τα τέκνα μου.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Αλλ' ως τόσον είνε καιρός πλέον ν' αποσυρθώμεν
απ' εδώ, εγώ μεν διά να αποθάνω, σεις δε διά να ζήσετε. Ποίοι όμως από ημάς
μεταβαίνουν εις καλύτερον μέρος, είνε άδηλον εις όλους, εκτός μόνον του
θεού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">***</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των
Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικό χρονικό. Για πρώτη φορά
προσφερόταν συστηματικά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, η αρχαία ελληνική σκέψη
(ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, δράμα, δικανικός και πολιτικός λόγος) σε
δημιουργικές μεταφορές της, από τους αρίστους μεταφραστές του τόπου, στην πιο
σύγχρονη μορφή που πήρε εξελισσόμενο το γλωσσικό της όργανο. Ο Όμηρος, οι
Τραγικοί κι ο Αριστοφάνης, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο
Αριστοτέλης, ο Θεόκριτος, ο Θεόφραστος, ο Επίκτητος, ο Πλούταρχος, ο Λουκιανός
κλπ. προσφέρονται και σήμερα, στις κλασικές πια μεταφράσεις των Πολυλά, Ραγκαβή,
Μωραϊτίδη, Κονδυλάκη, Ποριώτη, Γρυπάρη, Τανάγρα, Πολέμη, Καμπάνη, Καζαντζάκη,
Βάρναλη, Αυγέρη, Βουτιερίδη, Ζερβού, Φιλαδελφέως, Τσοκόπουλου, Σιγούρου. Κ.
Χρηστομάνου κλπ, σε μια σύγχρονη σειρά εκδόσεων βιβλίου τσέπης, πράγμα που
επίσης γίνεται για πρώτη φορά, συστηματικά, στην Ελλάδα.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Απολογία του Σωκράτους. Το δράμα της δίκης και
της καταδίκης Σωκράτους, και κυρίως η απλή και σοφή εξιστόριση της ζωής και της
διδασκαλίας του, όπως μας δίδεται από τον ίδιο το Σωκράτη, ενώ απολογείται σαν
υπεράσπιση του εαυτού του κατά των κατηγόρων του.</span>
</dt>
<dt>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΩΛΗΣΙΣ</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΛΑΔΙΑΣ ΚΑΙ Σια Ο. Ε.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 22 ΤΗΛ. 614.686, 634.506 ΤΙΜΑΤΑΙ
ΔΡΧ. 10</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">1) Σ. Μ. Παρά Ξενοφώντι (Απομν. 1, 6, 1) ο
Σωκράτης λέγει: «Διέρχομαι τον χρόνον μετά των φίλων μου φυλλομετρών τα βιβλία
των παλαιοτέρων σοφών και επιθεωρών τους θησαυρούς της σοφίας των διαλέγω ό,τι
μου φαίνεται ωραίον και ωφέλιμον».</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Προς τούτοις, επειδή κατά τους χρόνους
εκείνους, ότε ήκμαζον εν Αθήναις εις μέγιστον βαθμόν αι επιστήμαι και αι τέχναι,
συνέρρεον πανταχόθεν επιφανέστατοι άνδρες, σοφοί και ποιηταί και καλλιτέχναι, ο
Σωκράτης ηγάπα να συνάπτη σχέσεις και συναναστρέφεται μετ' αυτών.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">2) Αθηναίους ονομάζει ο Σωκράτης τους δικαστάς
του. Η συνήθης δε προσφώνησις εις τους δικανικούς λόγους ήτο «άνδρες
δικασταί».</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">3) Ότε εδικάζετο ο Σωκράτης, ήτο
εβδομηκοντούτης, ως λέγεται κατωτέρω.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">4) Ενταύθα εσύχναζον οι ευγενείς και πλούσιοι
και εύποροι εν γένει Αθηναίοι. Λέγει δε ο Δίων Χρυσόστομος ότι ο Σωκράτης ως επί
το πλείστον διέτριβεν εις την αγοράν, εισήρχετο εις τας παλαίστρας και εκάθητο
πλησίον των τραπεζιτών. Λέγει δε και ο Ξενοφών εις τα Απομνημονεύματά του ότι
εις τοιαύτα μέρη εσύχναζεν ο Σωκράτης, όπου ήτο βέβαιος ότι ήθελε συναντήσει
παρά πολλούς, ίνα μετ' αυτών διαλεχθή κατά την συνήθειάν του.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">5) Οι δικασταί όντες άνθρωποι ουχί εκ ταπεινού
και ευτελούς γένους ανεστρέφοντο μετά των αριστοκρατικών και
πλουσίων.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">6) Εις τας πολυπληθείς συναθροίσεις ως και την
εκκλησίαν του δήμου και τα δικαστήρια εγίνοντο διάφοροι θόρυβοι και κρότοι και
κραυγαί, είτε προς αποδοκιμασίαν είτε προς επιδοκιμασίαν των
λεγομένων.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">7) Οι τελευταίοι κατήγοροι του Σωκράτους ήσαν
ο Άνυτος, ο Μέλητος και ο Λύκων. Και κατήγορος μεν κυρίως ήτο ο Μέλητος, οι δε
λοιποί δύο ήσαν συνήγοροι αυτού.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Άνυτος, υιός του πλουσίου εργοστασιάρχου
Ανθεμίωνος, ο επιφανέστατος των κατηγόρων, ήτο ρήτωρ, εξελέγη δε και στρατηγός
των Αθηναίων, ότε εν Πύλω εμάχοντο. Είτα φυγών επί των Τριάκοντα, και μετά του
Θρασυβούλου, του οποίου ήτο φίλος, επανελθών, είχε μεγάλην ισχύν εν Αθήναις.
Μετά τον θάνατον του Σωκράτους ηναγκάσθη να φύγη εξόριστος εις Ηράκλειαν του
Πόντου, όπου, ως λέγεται, εθανατώθη υπό των Ηρακλεωτών λιθοβοληθείς. Εν τω
Πρωταγόρα ο Πλάτων εισάγει, τον στρατηγόν τούτον ομιλούντα με εμπάθειαν κατά των
σοφιστών.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Λύκων ήτο δημόσιος ρήτωρ, όστις και διηύθυνε
την κατά του Σωκράτους κατηγορίαν. Ήτο ο ασημότατος των άλλων.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Μέλητος, υιός του Μελήτου, τον δήμον
Πιτθεύς, εν τω Ευθύφρονι του Πλάτωνος παρίσταται ως νέος αφανής και άγνωστος.
Άγνωστον είνε αν ο υπό του Αριστοφάνους σατυριζόμενος ποιητής (Βάτραχ. 130)
είναι αυτός ο ίδιος, ή ο υιός του, ή άλλος τις νεανίας.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">8) Ο χρόνος δι' έκαστον ομιλούντα ενώπιον του
δικαστηρίου προσδιωρίζετο διά της κλεψύδρας, με την οποίαν διά καταρρέοντος
ηρέμα ωρισμένου ποσού ύδατος εμέτρουν τον χρόνον.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">9) Ο κατήγορος, εις βεβαίωσιν ότι δεν
συκοφαντεί υποβάλλων εις το δικαστήριον την κατηγορίαν, έδιδεν όρκον, επικυρών
το κατηγορητήριόν του. Τούτο εκαλείτο αντωμοσία.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">10) Ο Σωκράτης διετύπωσεν ενταύθα εν είδει
κατηγορητηρίου επισήμου, όλας τας συκοφαντίας και του Αριστοφάνους και όλων των
πρώτων εχθρών του, τας οποίας αντικρούει εις το μέρος τούτο της απολογίας
του.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">11) Εννοεί τας Νεφέλας του Αριστοφάνους, ήτις
εγράφη επίτηδες προς διακωμώδησιν του Σωκράτους. Η κωμωδία αυτή παρεστάθη το
έτος 423 π. Χ.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">12) Ο Γοργίας ήτο είς εκ των κορυφαίων
σοφιστών, σύγχρονος του Σωκράτους. Πεμφθείς υπό των Λεοντίνων της Σικελίας, της
πατρίδος του, εις Αθήνας ως πρέσβυς, ίνα ζητήση βοήθειαν, τόσον εγοήτευσεν
αυτούς διά των επιδεικτικών λόγων του, μεστών ποιητικής χάριτος, ώστε
παρακληθείς έμεινεν εις Αθήνας, όπου εδίδασκε την ρητορικήν. Ο σκεπτικισμός του,
ον επρέσβευε, προσείλκυσε πολλούς προσηλύτους. Συνέθεσε βιβλίον επιγραφόμενον
«Περί του μη είναι» ή «περί φύσεως», εν τω οποίω προσεπάθησε να αποδείξη 1, ότι
ουδέν υπάρχει· 2, και αν υπάρχη τι, δεν είνε δυνατόν να το γνωρίση τις· 3, και
αν υπάρχη τι και αν δυνατόν να το γνωρίση τις, δεν δύναται όμως να το κάμη
γνωστόν εις τους άλλους.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Πρόδικος, άλλος αυτός σοφιστής, είνε
γνωστός, διότι επληρόνετο πολύ ακριβά διά τα μαθήματά του.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ο Ιππίας, σοφιστής και αυτός, περί του οποίου
ανάγνωθι τους δύο ομωνύμους διαλόγους του Πλάτωνος «Πρώτον και δεύτερον
Ιππίαν».</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">13) Εννοεί τον Εύηνον, ότις κατήγετο εκ της
νήσου Πάρου.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">14) Ούτος ήτο βαθύπλουτος τόσον, ώστε κατά την
μαρτυρίαν του Πλουτάρχου ωνομάζετο απλώς ο πλούσιος. Εις τον οίκον του δε
συνηθροίζοντο όλοι οι σοφοί των χρόνων εκείνων. Εσυγγένευε με τον Περικλέα και
τον Αλκιβιάδην. Αλλά καταδαπανήσας ασώτως τα πλούτη αυτού απέθανε
πένης.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">15) Ήτοι 500 δρ. (κατά δε την σημερινήν του
χρυσού αξίαν 3500 δρ. περίπου). Εκάστη μνα είχεν αξίαν 100 δρ. αττικών. Το ποσόν
τούτο ήτο ολίγον σχετικώς με τους μισθούς, τους οποίους ελάμβανεν ο Γοργίας ή ο
Πρωταγόρας. Ούτοι ελάμβανον από κάθε μαθητήν των μισθόν 100 μνας ήτοι 10,000 δρ.
(κατά δε την σημερινήν του χρυσού αξίαν 70,000 δρ.)</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">16) Ο Χαιρεφών ήτο από τους πλέον ενθουσιώδεις
μαθητάς του Σωκράτους, μιμούμενος τον διδάσκαλόν του και εις την ενδυμασίαν
ακόμη.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">17) Αυτολεξεί ο χρησμός είχεν ως εξής· «σοφός
Σοφοκλής, σοφώτερος δ' Ευριπίδης, ανδρών δ' απάντων σοφώτατος
Σωκράτης».</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">18) Τον όρκον τούτον έκαμνεν ο Ραδάμανθυς μη
επιτρέπων να ορκίζωνται οι άνθρωποι εις τον θεόν· το αυτό έκαμνε και ο Σωκράτης,
διά να μη ορκίζεται εις τους θεούς.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">19) Τραγωδοποιοί και τραγικοί ποιηταί, οι
γράφοντες τραγωδίας, τα σήμερον καλούμενα γενικώς δράματα.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">20) Διθυραμβοποιοί εκαλούντο οι ποιούντες τους
διθυράμβους, ύμνους μεγαλοπρεπείς εις τιμήν του Διονύσου, εκ της αναπτύξεως των
οποίων εγεννήθη η τραγωδία ότε επενοήθη ο πρώτος υποκριτής.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">21) Εννοεί τους επικούς, λυρικούς και
ιαμβικούς ποιητές.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">22) Οι ποιηταί εθεωρούντο ως εμπνεόμενοι υπό
του θείου και ως διερμηνείς των Μουσών.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">23) Θεόμαντις λέγεται ο προφητεύων τα μέλλοντα
εκ θείας εμπνεύσεως.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">24) Εννοεί τους μετερχομένους τας βαναύσους
λεγομένας τέχνας, οι οποίοι και δημιουργοί ωνομάζοντο, μετερχόμενοι διάφορα
επαγγέλματα προς κοινήν χρήσιν, οίον οι τέκτονες, οι χαλκείς, οι σκυτοτόμοι και
λοιποί.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">25) Ο Μέλητος είχε γράψει τραγωδίαν και άλλα
ποιήματα.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">26) Ο πατήρ του Ανύτου είχε μέγα βυρσοδεψείον,
ο ίδιος δε ήτο ρήτωρ.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">27) Ο Λύκων ήτο ίων το γένος, τον δήμον
Θορίκιος, πένης δε, διακωμωδούμενος υπό πολλών ποιητών.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">28) Το κείμενον της εναντίον του Σωκράτους
κατηγορίας διεσώθη παρά Διογένει Λαερτίω, έχει δε ούτω :</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">«Τάδε εγράψατο και αντωμόσατο Μέλητος ο
Μελήτου, Πιτθεύς, Σωκράτει Σωφρονίσκου Αλωπεκήθεν· αδικεί Σωκράτης ους μεν η
πόλις νομίζει θεούς ου νομίζων, έτερα καινά δε δαιμόνια εισηγούμενος· αδικεί δε
και τους νέους διαφθείρων. Τίμημα θάνατος».</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">29) Οι δικασταί οι δικάσαντες τον Σωκράτην
ήσαν οι Ηλιασταί, οι αποτελούντες την Ηλιαίαν (η λέξις σημαίνει συνάθροισιν) το
πολυμελέστατον δικαστήριον των Αθηναίων, το οποίον συνεκροτείτο εκλεγομένων κατ'
έτος 6000 πολιτών εκ των υπερβάντων το 30 έτος της ηλικίας. Ούτοι πάντες
διηρούντο εις τμήματα δέκα εκ 500 δικαστών έκαστον, των χιλίων παραμενόντων ως
αναπληρωτών, και εδίκαζον όλα τα εγκλήματα εκτός των φόνων, η εκδίκασις των
οποίων ήτο ανατεθειμένη εις τον Άρειον Πάγον.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">30) Δύο Βουλαί υπήρχον εν Αθήνας, η Βουλή των
Πεντακοσίων, η ασχολουμένη ιδίως περί τα πολιτικά, και η Βουλή του Αρείου Πάγου,
κυρίως μέγα δικαστικόν σώμα με την ανωτέραν εποπτείαν επί της ηθικής του
Κράτους.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">31) Εις την Εκκλησίαν του δήμου ήσκει ο λαός
εν τη Αθηναϊκή δημοκρατία την κυριαρχικήν του δύναμιν συνερχόμενος και
διασκεπτόμενος περί των υπερτάτων συμφερόντων της πολιτείας, πολέμου, ειρήνης,
συμμαχιών, φορολογίας κλπ. Εις τας σπουδαίας αποφάσεις η πλειοψηφία έπρεπε να
απαρτίζεται από 6000 ψήφους. Η Εκκλησία συνήρχετο κατά πρώτον μεν εις την
αγοράν, ύστερον δε εις την Πνύκα, αντικρύ του Αρείου Πάγου.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">32) Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος μαθητής του
Αναξιμένους, διδάσκαλος του Περικλέους, του Ευριπίδου και άλλων μεγάλων ανδρών.
Έλεγεν ότι ο ήλιος είνε μύδρος διάπυρος μεγαλύτερος από την Πελοπόννησον, η δε
σελήνη ότι έχει κατοικίας και λόφους και φάραγγας.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">33) Ο Ευριπίδης μαθητής του Αναξαγόρου
παρενέβαλεν εις τας τραγωδίας του τοιαύτας θεωρίας του διδασκάλου του ιδίως περί
της φύσεως της γης και του ηλίου, περί των οποίων ήκουον και εμάνθανον οι
θεαταί. Αυτό εννοεί ενταύθα ο Σωκράτης.</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">Ορχήστρα είνε το μέρος του θεάτρου ένθα ίστατο
ο χορός των αρχαίων δραμάτων.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">34) Ενταύθα, ως φαίνεται, ο Μέλητος δεν
απαντά, αλλά κάμνει διαφόρους θορύβους καταστενοχωρούμενος.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">35) Ο Μέλητος εξακολουθεί τηρών
σιγήν.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">36) Ομήρου Ιλ. Σ. 96—98.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">37) Ομήρου Ιλ. Σ. 104.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">38) Ο Σωκράτης διεκρίθη εις τας μάχας αυτάς
διά την ανδρείαν του. Εις μεν την Ποτείδαιαν έσωσε τον Αλκιβιάδην, εις δε το
Δήλιον έσωσε τον Ξενοφώντα. Ως γνωστόν κατά την τελευταίαν αυτήν μάχην οι
Αθηναίοι ενικήθησαν υπό των Βοιωτών, εφονεύθη δε και ο στρατηγός αυτών
Ιφικράτης. Οι δε στρατιώται του Σωκράτους ετράπησαν εις φυγήν.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">39) Κατ' έτος εξελέγοντο εν Αθήναις 500
βουλευταί εκ των πολιτών των εχόντων ηλικίαν 30 ετών, ανά 50 εξ έκαστης φυλής,
οίτινες απετέλουν την ούτω λεγομένην Βουλήν των πεντακοσίων, συνερχομένην
τακτικώς εις το Βουλευτήριον, κείμενον εν τω έσω Κεραμεικώ. Ίνα δε μη είνε
ηναγκασμένη όλη η Βουλή καθ' εκάστην να συνεδριάζη, να μη στερήται δε πάλιν η
πόλις την ανωτάτην αρχήν, διηρείτο η Βουλή εις 10 τμήματα εκ 50 βουλευτών, των
βουλευτών εκάστης φυλής, τα οποία τμήματα κατά σειράν συνήρχοντο καθ' εκάστην
και συνεσκέπτοντο περί των πραγμάτων της πόλεως επί ένα αρχαίον μήνα έκαστον. Η
φυλή αύτη ελέγετο πρυτανεύουσα, ο χρόνος των συνεδριάσεών της πρυτανεία και οι
βουλευταί πρυτάνεις. Εκ των πρυτάνεων είς εκάστην ημέραν εκλεγόμενος εκαλείτο
επιστάτης, όστις εφύλαττε τας κλεις της Ακροπόλεως, του ταμείου και την σφραγίδα
του Κράτους.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">40) Η ναυμαχία αύτη έγινε παρά τας Αργινούσας,
τρεις νησίδας παρά την Λέσβον, μεταξύ Λακεδαιμονίων υπό τον ναύαρχον
Καλλικρατίδαν, των Αθηναίων οδηγουμένων υπό των δέκα στρατηγών, οίτινες και
ενίκησαν. Η ναυμαχία αύτη περιγράφεται υπό του Ξενοφώντος (Ελλην. βιβλ.
Α.).</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">41) Ο Νόμος διέτασσε δι' έκαστον
κατηγορούμενον να γίνεται ιδιαιτέρα χωριστά δίκη.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">42) Οι Αθηναίοι μεταμεληθέντες κατόπιν διά την
παράνομον καταδίκην των στρατηγών, κατεδίκασαν εις θάνατον ως συκοφάντας τους
παραπλανήσαντας τον λαόν.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">43) Ο Σωκράτης τυχών τότε να είνε πρόεδρος της
πρυτανευούσης φυλής και επιστάτης διευθύνων κατά τον νόμον τας εργασίας της
Εκκλησίας, ηρνήθη να θέση το ζήτημα τούτο εις ψηφοφορίαν.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">44) Οι Τριάκοντα τύραννοι εγκατεστάθησαν περί
το έτος 404 π. Χ. ότε ο Σωκράτης είχεν ηλικίαν 64—65 ετών.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">45) Η θόλος ωνομάζετο και Πρυτανείον (διάφορον
του παλαιού παρά την Ακρόπολιν Πρυτανείου)· ήτο αίθουσα θολωτή πλησίον του
Βουλευτηρίου, ένθα οι Πρυτάνεις εθυσίαζον, συνεδρίαζον, έτρωγον και διέμενον.
Εκεί διέμενον και οι Τριάκοντα.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">46) Ο Λέων ούτος Σαλαμίνιος μεν κατά την
πατρίδα, αλλά πολίτης Αθηναίος, έφυγεν εις Σαλαμίνα, υποβληθείς εις εκουσίαν
εξορίαν, ίνα μη φονευθή υπό των Τριάκοντα, οι οποίοι ωρέγοντο να δημεύσουν την
πλουσίαν περιουσίαν του.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">47) Διά τοιούτων διαταγών οι τριάκοντα
συνέλαβον εις Σαλαμίνα και Ελευσίνα 300 πολίτας φυγάδας, τους οποίους ομού
κλείσαντες εις το δεσμωτήριον είτα διά μιας αποφάσεως όλους τους κατεδίκασαν εις
θάνατον.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">48) Υπονοεί ιδίως τον Κριτίαν, ένα εκ των
Τριάκοντα, και τον Αλκιβιάδην, των οποίων τα ελαττώματα απεδίδοντο εις την
διδασκαλίαν του Σωκράτους υπό των εχθρών αυτού.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">49) Εκ της Αλωπεκής της Αντιοχίδος φυλής, με
το όνομα του οποίου επιγράφεται ο γνωστός διάλογος του Πλάτωνος.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">50) Πατήρ του Σωκρατικού Αισχίνου, εκ Σφηττού,
δήμου της Ακαμαντίδος φυλής.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">51) Κηφισιά δήμος της Ερεχθηίδος
φυλής.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">52) Ο επιφανέστατος των μαθητών του Σωκράτους,
ο μέγας φιλόσοφος και συγγραφεύς της Απολογίας.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">53) Ο Απολλόδωρος ούτος ηγάπα εξαιρετικώς τον
Σωκράτην· ότε ούτος καταδικασθείς ωδηγείτο εις το δεσμωτήριον, ο Απολλόδωρος
ανέκραξεν: Αλλ' εγώ δεν το υποφέρω αυτό, διότι βλέπω ότι αδίκως κατεδικάσθης· ο
δε Σωκράτης θωπεύσας, ως λέγουν, ελαφρώς την κεφαλήν του είπε μειδιών: — Αλλά,
φίλε μου, τι λοιπόν, επροτίμας να με ίδης να καταδικασθώ δικαίως;</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">54) Οδύσ. Τ. 163.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">55) Υιοί του Σωκράτους ήσαν ο Λαμπροκλής, ο
Σωφρονίσκος και ο Μενέξενος.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">56) Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι ο
Σωκράτης κατεδικάσθη διά ψήφων 281. Ώστε και αν απ' αυτών αφαιρεθούν αι 30 ψήφοι
απομένουν 251 καταδικαστικαί. Αλλά και ούτως ο υπόδικος δεν απελύετο διότι δεν
υπήρχεν ισοψηφία, του δικαστηρίου ως γνωστόν αποτελουμένου εκ 500.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">57) Ο κατήγορος έπρεπε να λάβη υπέρ της
κατηγορίας του το ήμισυ των ψήφων των δικαστών και περιπλέον έν πέμπτον ακόμη,
άλλως κατεδικάζετο εις πρόστιμον χιλίων δραχμών. Το κόμμα του Μελήτου δεν
κατώρθωσε μόνον του να απαρτίση τον νόμιμον αριθμόν των ψήφων εναντίον του
Σωκράτους και εδέησε να προστεθώσι και αι ψήφοι των κομμάτων του Ανύτου και
Λύκωνος.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">58) Εις τους τιμητούς λεγομένους αγώνας, οποία
ήτο η παρούσα δίκη, ο νόμος δεν ώριζε την τιμωρίαν· αλλ' ο μεν κατήγορος εν τη
κατηγορία προσδιώριζε και την ποινήν, ο δε κατηγορούμενος είχε το δικαίωμα εκ
του νόμου να ορίση την ποινήν, της οποίας εθεώρει τον εαυτόν του άξιον. Εις την
παρούσαν δίκην το μεν δικαστήριον εκήρυξε τον Σωκράτην ένοχον, ο δε Μέλητος
ώρισεν ως ποινήν τον θάνατον, ο δε Σωκράτης είχε την άδειαν εκ του νόμου να
ορίση ποίαν εκ των τριών ποινών τούτων προτιμά· δεσμά διά βίου, πληρωμήν
προστίμου ή εξορίαν. Ο νόμος ούτος εθεσπίσθη χάριν των δικαστών, διά να μη
υπάρχη καμμία αμφιβολία περί της ενοχής του καταδικασθέντος, διότι ο ίδιος
διεκήρυττεν ούτω ότι είνε ένοχος, αφού ώριζε και την ποινήν του. Ο Σωκράτης
εφρόντισε να μη εμπέση εις την παγίδα αυτήν του νόμου. Ούτως ο Ξενοφών λέγει ότι
δεν κατεδίκασε διόλου τον εαυτόν του, ουδέ εις τους φίλους του επέτρεψε να
κάμουν τούτο, λέγων ότι τούτο θα εθεωρείτο ως ομολογία περί της ενοχής του. Όμως
πειθόμενος εις τον νόμον είπεν ότι αντί ποινής θεωρεί τον εαυτόν του άξιον
ανταμοιβής.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">59) Οι Ολυμπιονίκαι και όσοι είχον προσφέρει
μεγάλας υπηρεσίας εις την πόλιν, ετρέφοντο δημοσία δαπάνη εις το Πρυτανείον μετά
των Πρυτάνεων· τούτο ελογίζετο παρά τοις Έλλησι μεγάλη τιμή. Το Πρυτανείον
τούτο, διάφορον του αρχαίου παρά την Ακρόπολιν, ένθα εφυλάσσοντο και οι νόμοι
του Σόλωνος, εκαλείτο και θόλος και σκιάς, ένθα συνεδρίαζον οι Πρυτάνεις και
δημοσία ετρέφοντο.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">60) Όλαι αι δίκαι εις τας Αθήνας έπρεπε να
τελειώσουν εντός μιας ημέρας.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">61) Οι Ένδεκα ήτο αρχή, εις την οποίαν υπήρχεν
ανατεθειμένη η επίβλεψις των φυλακών της πόλεως.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="font-size: 16pt;">62) Οι αρχαίοι επίστευον ότι προσεγγίζοντος
του θανάτου, η ψυχή ελάμβανε θείαν τινά δύναμιν και ότι οι αποθνήσκοντες
εχρησμολόγουν και προέλεγον τα μέλλοντα.</span><span style="font-family: MS Mincho; font-size: 16pt;">↩</span> </dt>
</dl>
</dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-89239573532538243102013-09-04T05:27:00.004-07:002013-09-04T05:27:54.433-07:00ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΙΚΗ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: maroon; font-size: 22pt;">ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΝΟΗΣΗ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: maroon; font-size: 22pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="color: red;"><b><span style="font-size: 20pt;">ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ:
ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ</span></b></span></dt>
<dt><span style="color: red;"><b><span style="font-size: 20pt;"> </span></b></span>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="font-family: Arial; font-size: 14pt;">(σ.σ. Το scribd μας απέκλεισε την
πρόσβαση! Έτσι στο εξής θα δημοσιεύουμε βιβλία σε </span><span lang="EN-US" style="font-family: Arial; font-size: 14pt;">pdf</span><span lang="EN-US" style="font-family: Arial; font-size: 14pt;"> </span><span style="font-family: Arial; font-size: 14pt;">ή θα τα κατεβάζετε εσείς από σελίδες
που θα σας δίνουμε).</span></b><span style="font-family: Arial; font-size: 14pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 14pt;">Η μυθική παράδοση δεν παρείχε
καμμιά σίγουρη εγγύηση για την τάξη τού κόσμου. Ενώ ο Ησίοδος είχε κηρύξει την
καθησυχαστική πίστη, ότι ο Δίας αντιπροσωπεύει την ύψιστη δικαιοσύνη, ο ίδιος ο
ύψιστος θεὸς, καθώς και τα όργανά του, είχαν τη δύναμη και το δικαίωμα να
διαπράττουν αδικίες και αυθαιρεσίες στο έργο τής διοίκησης τού κόσμου. Για το
Δία δεν ήταν παράνομο να επεμβαίνει στην τάξη τού κόσμου και να κάνει, ώστε μέρα
μεσημέρι να κρυφτεί το φως τού ήλιου και να γίνει νύχτα (Αρχίλ. fr. 74).
Πράγματι, μια έκλειψη τού Ήλιου αντιμετωπιζόταν όχι ως αυθαιρεσία τού Δία, αλλά
ως ένα φαινόμενο, που προκαλεί δέος και που προοιωνίζει για τους ανθρώπους
συμφορές (Αρχίλ. fr. 74,4 κ.ε. Πίνδ. Παι. ΙΧ, 1 κ.ε). Ήδη στον Όμηρο
παρουσιάζονται ορισμένα στοιχεία, που δείχνουν, ότι μια θεότητα ήταν σε θέση να
αναστείλει τη φυσική τάξη σύμφωνα με τη βουλή της: η Ήρα επεμβαίνει στη
λειτουργία τής φύσης και αναιρεί αυθαίρετα την τάξη τού χρόνου κάνοντας τον Ήλιο
να δύσει, παρά τη θέλησή του, πριν από την καθορισμένη ώρα (Σ 239). H Αθηνά
επεμβαίνει επίσης αυθαίρετα και δεν επιτρέπει την κανονική είσοδο τής μέρας,
παρατείνοντας έτσι παράνομα τη διάρκεια τής νύχτας (ψ 241). </span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">Θεόφιλος
Βέικος</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: black; font-family: Verdana; font-size: 14pt;"><a href="http://www.freeinquiry.gr/upload/files/Anaximander.pdf" style="color: blue; text-decoration: underline; text-underline: single;">Κοσμολογία και
κοσμική δικαιοσύνη στην Αρχαία Ελληνική Διανόηση.pdf</a> </span><br /><br />
<dl>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">Άλλοτε πάλι, η νύχτα έρχεται
εντελώς ξαφνικά (Θ 485). Στο μύθο μάλιστα τού Θυέστη, παρουσιάζεται το παράδοξο
φαινόμενο τής αντιστροφής τής πορείας τού Ήλιου: ο Ατρέας θα γινόταν βασιλιάς αν
ο Ήλιος ακολουθούσε ποτέ στον ουρανό αντίθετη πορεία. Πραγματικά, κάποτε ο
Ήλιος έδυσε προς ανατολάς και ο Ατρέας έδιωξε τον Θυέστη κι έγινε βασιλιάς
(Απολλόδ. Επιτ. ΙΙ, 10-12). Όταν πάλι γεννιόταν η Αθηνά, ασυνήθιστα φαινόμενα
συνέβαιναν στη φύση (Ομ. Ύμν. εις Αθην., 28, 9 κ.ε.)</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν,
ότι η παραδομένη θρησκεία δεν παρείχε καμμιά βάσιμη εγγύηση για μια ενιαία τάξη
τού κόσμου. Αυτό οφείλεται ίσως στον πολυθεϊστικό της χαρακτηρα, που δεν
συμβιβαζόταν με την ιδέα</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">ενός φυσικού νόμου. Πέρα
απ΄αυτό, είναι φυσικό να σκεφτόμαστε, ότι ο έλληνας τής αρχαϊκής εποχής ζούσε,
βέβαια, καθημερινά και συνηθισμένα γεγονότα και φαινόμενα, που δεν ήταν σε θέση
να τα αναγάγει σε μια κοινή αρχή ή να δει κάτω απ΄αυτά την ενέργεια ενός κοινού
παράγοντα, αλλά πιο έντονα ζούσε τα ασυνήθιστα φαινόμενα, κι αυτά είναι, που
κέντριζαν και διέγειραν τη σκέψη του. Μια έκλειψη Ηλίου λ.χ. θα ήταν δυνατό να
σημαίνει, ότι η φυσική τάξη διασαλεύτηκε, αλλά πιο εύκολο και βολικό ήταν να
θεωρηθεί ως ένα σημάδι τής θέλησης ή τής νέμεσης των θεών. Το ίδιο συνέβαινε με
την αρρώστεια, που αποτελεί πάντοτε για τον καθένα μια προσωπική οδυνηρή
εμπειρία μιας ατασθαλίας τής φύσης μέσα μας. Ιδιαίτερη αίσθηση θα είχε η
περίπτωση μιας επιδημίας, κατα την οποία πολλοὶ άνθρωποι μιας περιοχής πέθαιναν
σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ίδια αρρώστεια. Καθόλου παράξενο να
αποδίδονται τέτοια ασυνήθιστα φαινόμενα σε θεϊκή ενέργεια.</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">Ενάντια σ' αυτό ακριβώς το
βασίλειο, όπου οι θεοί κυριαρχούν αυθαίρετα πάνω σ' όλα και είναι σε θέση να
διαταράσσουν κατά βούληση τη φυσική τάξη, ορθώνεται η τολμηρή και επαναστατική
σύλληψη τού Αναξιμάνδρου, που απαλλάσσει τον κόσμο από τις ατασθαλίες,
αυθαιρεσίες και αταξίες των θεών και θέτει τη λειτουργία του κάτω από όρους
δικαιοσύνης, η οποία αναδίδεται μέσα από την ίδια τη δομή του.</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο μιλήσιος φιλόσοφος οργανώνει
τη σκέψη του μέσα σ' ένα καθαρά κοσμολογικὸ χώρο και μελετά τη λειτουργία τού
κόσμου κάνοντας παρατηρήσεις σε συγκεκριμένα φυσικά φαινόμενα. (Αποσπάσματα από
τα Προλεγόμενα τού βιβλίου).</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο συγγραφέας, <b>Θεόφιλος
Βέικος</b> (1936-1995), ήταν διδάκτορας τής φιλοσοφίας, καθηγητής στο
πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Ερευνητής τής αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, είχε
ασχοληθεί ήδη από τη διδακτορική του διατριβή με τη φιλοσοφία τού Ηράκλειτου.
Επίσης η διατριβή του για την υφηγεσία είχε ως αντικείμενο τον Αναξίμανδρο. Μια
από τις πιο σημαντικές εργασίες του ήταν Οι προσωκρατικοί. Αξίζει επίσης να
αναφερθεί η εργασία του για το πρόβλημα των μαθηματικών αντινομιών στον Καντ,
καθώς και το σημαντικό βιβλίο του για την Αναλυτική Φιλοσοφία. Και τα δυο αυτά
έργα μαρτυρούν την εξοικείωση τού συγγραφέα με την ευρωπαϊκή σκέψη. Κοινωνικά
ευαίσθητος στοχαστής ο Βέικος είχε δημοσιεύσει επίσης βιβλία για άμεσα κοινωνικά
θέματα, όπως το Φιλοσοφία και πολιτική και το Ειρήνη και πόλεμος, καθώς και επί
μέρους εργασίες σε περιοδικά και συλλογικούς τόμους.</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 16pt;">126 σελίδες, αρχείο μορφής pdf,
15,12 ΜΒ.</span> </dt>
</dl>
</b></dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-55916222061970539692013-09-04T05:26:00.002-07:002013-09-04T05:26:47.849-07:00Σοφοκλής: Οιδίπους τύρρανος<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">Σοφοκλής: Οιδίπους
τύρρανος</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;">ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ </span></b></dt>
<dt><b><span style="color: lime; font-family: Verdana; font-size: 16pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 14pt;">Ο «Οιδίπους Τύραννος», φέρων τον τίτλον
τούτον εις διάκρισιν από τον</span>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 14pt;">«Οιδίποδα επί Κολωνώ», είναι το
τεχνικώτερον κιένα των υψηλοτέρων έργων της αρχαίας τραγικής ποιήσεως. Εδιδάχθη
κατά το έτος 415 π.Χ. από τον Σοφοκλέα. Μολαταύτα ένας αρχαίος αναφέρει ότι ο
«Οιδίπους Τύραννος», διδαχθείς εις τας Αθήνας δεν έτυχε των πρωτείων, ενίκησε δε
εις τον ποιητικόν αγώνα άλλος τραγικός, του οποίου δεν σώζεται το έργον· ο
Φιλοκλής. Το δράμα έχει ως εξής περίπου: Κατ’ αρχάς παρουσιάζονται προ των βωμών
που ήσαν εμπρός από το ανάκτορον του Οιδίποδος γέροντες και νέοι Θηβαίοι
στεφανωμένοι με ικετηρίους κλάδους. Τούτων προεξάρχει ο ιερεύς του Διός, ο
οποίος λέγει εις τον Οιδίποδα το αίτιον που τους ηνάγκασε να στεφανωθούν με τους
ικετηρίους κλάδους και να παρουσιασθούν εμπρός του. Του λέγει ότι τρομερά
συμφορά μαστίζει την χώραν. Λοιμός τρομερός ερημώνει τας Θήβας. Αφορία τρομερά.
Αι γυναίκες κακογεννούν, αποβάλλουν. Τα πτώματα των μικρών παιδιών μένουν
άθαπτα. Αλλ’ ο λοιμός θερίζει και τα ζώα. Παρακαλεί τον Οιδίποδα, που άλλοτ’
έσωσε τας Θήβας από την Σφίγγα, να λυτρώση την πόλιν από την συμφοράν δι’ ενός
οποιουδήποτε τρόπου. Ο Οιδίπους συγκινημένος τους λέγει ότι η θλίψις του και η
στενοχωρία του είναι μεγάλη, ότι ακόμη απέστειλε τον υιόν του Μενοικέως Κρέοντα,
τον γαμβρόν του, εις το μαντείον τωνΔελφών δια να ερωτήση: «τι κάμνοντας ή
λέγοντας την πόλιν σώζει».</span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">Σοφοκλής</span></b>
</dt>
<dt><b><span style="color: black; font-family: Verdana; font-size: 14pt;"><a href="http://occupygr.com/library/sofoklis-idipus.tirranos.pdf" style="color: blue; text-decoration: underline; text-underline: single;">Σοφοκλής:
Οιδίπους τύρρανος.<span lang="EN-GB">pdf</span></a> </span></b><br /><br /><br /><a href="http://www.scribd.com/doc/45144852/%CE%A3%CE%9F%CE%A6%CE%9F%CE%9A%CE%9B%CE%97%CE%A3-%CE%9F%CE%99%CE%94%CE%99%CE%A0%CE%9F%CE%A5%CE%A3-%CE%A4%CE%A5%CE%A1%CE%91%CE%9D%CE%9D%CE%9F%CE%A3-%CE%9F%CE%9B%CE%9F%CE%9A%CE%9B%CE%97%CE%A1%CE%9F" style="-x-system-font: none; display: block; font-size-adjust: none; font-stretch: normal; font: 14px Helvetica,Arial,Sans-serif; margin: 12px auto 6px; text-decoration: underline;" title="View ΣΟΦΟΚΛΗΣ - ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ [ΟΛΟΚΛΗΡΟ] on Scribd">ΣΟΦΟΚΛΗΣ
- ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ [ΟΛΟΚΛΗΡΟ]</a></dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-5234446563007740709.post-90534922412271988332013-09-04T05:25:00.003-07:002013-09-04T05:25:48.194-07:00Αριστοτέλους: Περί Ποιητικής<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<dl>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;">Αριστοτέλους: Περί
Ποιητικής</span></b></dt>
<dt><b><span style="color: blue; font-size: 26pt;"> </span></b>
</dt>
<dt><span style="color: black; font-size: 14pt;">Ένα άριστο εργαλείο για όσους ασχολούνται
με την πονεμένη υπόθεση που λέγεται Τέχνη. Ποίηση, Θέατρο, Μουσική, Δοκίμιο.
Αφορά τους εμπλεκόμενους - κυρίως Δημιουργούς Πρωτότυπων Έργων. Κάθε Αναγνώστης
όμως θα βρει τι ακριβώς του αρέσει σε κάποια μορφή Τέχνης και γιατί... ο παππούς
Αριστοτέλης διδάσκει... Μέσα σε τόσο λίγες σελίδες αναφέρονται τόσα πολλά
ονόματα. Τόσοι πολλοί τίτλοι τραγωδιών. Τόσοι πολλοί δημιουργοί, με τα ονόματά
τους. Και απλά, απλούστατα, το έργο αυτό είναι μόνο οι σημειώσεις του δάσκαλου
Αριστοτέλη, που τις χρησιμοποιούσε στον Περίπατό του (τη σχολή του δηλαδή), για
να αναπτύσσει την διδασκαλία του στους μαθητές του. Το έργο αυτό, παρ’ ότι
σημειώσεις, δεν έχει φτάσει ολόκληρο στα χέρια μας. Το μαύρο σκοτάδι των
χιλιάδων ετών, της αδιαφορίας, της άγνοιας, αλλά και της όποιας μισαλλοδοξίας,
έφαγε το υπόλοιπο μισό. Όπως έφαγε και τον τόμο "Περί Ποιητών", και τόσα άλλα
έργα του, αλλά όχι μόνον αυτού. Τόσα, (πόσα;) έργα δεν χάθηκαν, στο διάβα των
αιώνων; Η δυναμική των λίγων μόλις γραμμών, που αποτελούν το πόνημα αυτό,
φαίνεται από την εισαγωγή του ακόμα. Πως θα μπορούσε άλλωστε να μην είναι τόσο
συναρπαστικό, όταν προέρχεται από έναν τόσο μεγάλο δάσκαλο. Κάποια πράγματα,
κάποια τεχνικά, ίσως να μην τα καταλαβαίνουμε ή να μην τα κατανοούμε ιδιαίτερα
άμεσα, γιατί στην εποχή του υπήρχαν, στη δική μας όχι. Υπάρχουν όμως άλλα.
Παραλληλίζοντας θα διαπιστώσουμε: το δίκιο αλλού, ίσως την κάποια του άρνηση
απέναντι σε κάποιους νεωτερισμούς κάπου αλλού. Το έργο όμως παραμένει
ζωντανό.</span>
</dt>
<dt><b><span style="color: red; font-family: Verdana; font-size: 14pt;">Αριστοτέλης</span></b>
<br /><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Μετάφραση</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Σχόλια – Παρατηρήσεις</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Φαίδων Αλκίνοος</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">ΑΘΗΝΑ 2011</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">copyright: Φαίδων
Αλκίνοος</span><br />
<h2>
<span style="font-size: 16pt;">ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Λίγα λόγια για τη μετάφραση και για το έργο "Περί
Ποιητικής"</span></h2>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Καταπιάστηκα με τη μετάφραση της
Ποιητικής του Αριστοτέλη, ορμώμενος από την αγάπη μου για την ποίηση. Ξεκινώντας
από τις πρώτες λέξεις κιόλας του κειμένου διαπίστωνα σιγά–σιγά, πως είχα να κάνω
με τον άνθρωπο, που άκριτο δεν του περνούσε τίποτα. Μέσα σε τόσο λίγες σελίδες
αναφέρονται τόσα πολλά ονόματα. Τόσοι πολλοί τίτλοι τραγωδιών. Τόσοι πολλοί
δημιουργοί, με τα ονόματά τους. Και απλά, απλούστατα, το έργο αυτό είναι μόνο οι
σημειώσεις του δάσκαλου Αριστοτέλη, που τις χρησιμοποιούσε στον Περίπατό του (τη
σχολή του δηλαδή), για να αναπτύσσει την διδασκαλία του στους μαθητές
του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το έργο αυτό, παρ’ ότι
σημειώσεις, δεν έχει φτάσει ολόκληρο στα χέρια μας. Το μαύρο σκοτάδι των
χιλιάδων ετών, της αδιαφορίας, της άγνοιας, αλλά και της όποιας μισαλλοδοξίας,
έφαγε το υπόλοιπο μισό. Όπως έφαγε και τον τόμο "Περί Ποιητών", και τόσα άλλα
έργα του, αλλά όχι μόνον αυτού. Τόσα, (πόσα;) έργα δεν χάθηκαν, στο διάβα των
αιώνων; Η δυναμική των λίγων μόλις γραμμών, που αποτελούν το πόνημα αυτό,
φαίνεται από την εισαγωγή του ακόμα. Πως θα μπορούσε άλλωστε να μην είναι τόσο
συναρπαστικό, όταν προέρχεται από έναν τόσο μεγάλο δάσκαλο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάποια πράγματα, κάποια τεχνικά,
ίσως να μην τα καταλαβαίνουμε ή να μην τα κατανοούμε ιδιαίτερα άμεσα, γιατί στην
εποχή του υπήρχαν, στη δική μας όχι. Υπάρχουν όμως άλλα. Παραλληλίζοντας θα
διαπιστώσουμε: το δίκιο αλλού, ίσως την κάποια του άρνηση απέναντι σε κάποιους
νεωτερισμούς κάπου αλλού. Το έργο όμως παραμένει ζωντανό.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στο εκπαιδευτικό σύστημα του
Αριστοτέλη ιδιαίτερο κλάδο αποτελεί, η διαδικασία ενασχόλησης με την Ποίηση, με
τις τέχνες δηλαδή. Όχι με τις τέχνες επεξεργασίας της φύσης, αλλά με τις Καλές
Τέχνες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Έτσι, την ποιητική οι αρχαίοι
μας, την ανάγουν σε επιστήμη. Από μόνη της η Ποίηση είναι επιστήμη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> Ασχολούμενος, προσωπικά, με την
Ποίηση πολύ καιρό τώρα, εύρισκα πάντα, όχι κομψό, να ασχολείται ο ποιητής με την
εσωτερική του κατάσταση, να απασχολεί και τον αναγνώστη του με αυτή και όχι με
την ουσία της δύναμης που έχει το ποίημα. Ακόμα σκεφτόμουν πως καλό θα ήταν οι
αναγνώστες να μην γνωρίζουν, αν είναι δυνατό, τον ποιητή, έτσι, που απερίσπαστοι
και ανεπηρέαστοι, να ασχολούνται με το κείμενο, με το ποίημα. Με τη δημιουργία
του ποιητή. Δημιουργώντας, θέλησα πάντα, αν το κατάφερα και αν το καταφέρω μέχρι
τέλους, να απομακρυνθώ από τη συγκυρία της ζωής, αφήνοντας το λόγο να καταγράφει
το νου μου και όχι την ψυχολογία μου. Όχι τα συμβάντα της ιδιαίτερης ζωής μου,
αλλά το συμβάν που λέγεται ζωή. Λίγο να ίπταμαι, λίγο να αφαιρούμαι.
Απερίσπαστος στο έργο να είμαι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Παρατήρησα, λοιπόν, μέσα από την
Ποιητική του Αριστοτέλη, πως πουθενά δεν ασχολείται με την προσωπική ζωή των
καλλιτεχνών στους οποίους αναφέρεται. Κρατιέται πάντα, δυνατά, σαν δυνάμει
αθώος, καλοπροαίρετος, ακροατής θεατής, παραβλέπει τον φόρτο, (ψυχολογικό,
οικονομικό, προσωπικό, κοινωνικό), που πιθανά βαρύνει τον ποιητή και ασχολείται,
αποκλειστικά, με το έργο του, με τα έργα τους. Οι παρατηρήσεις του επί της
ουσίας αφορούν τη δόμηση. Αφορούν στο αποτέλεσμα, στο οποίο κατέληγε ή που θα
ήθελε να καταλήγει ο ίδιος ο ποιητής. Στη δόμηση που δεν γκρεμίζεται και δεν
αμφισβητείται.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> Από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο,
ξεκαθαρίζει τη θέση του, για τη θέση της ποίησης μίμησης, απέναντι στις άλλες
μιμήσεις της εποχής του, της εποχής μας.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ένας μέσος καλός αναγνώστης,
φίλος του βιβλίου, είναι αυτός που κάθε χρόνο διαβάζει περίπου 25-30 τίτλους.
Και περισσότερους. Μέσα σε αυτούς τους αναγνώστες υπάρχουν και οι φίλοι της
Ποίησης. Ελάχιστοι; Ίσως… Μήπως αυτό βγαίνει από τη χαμηλή αναγνωσιμότητα που
παρουσιάζουν τα βιβλία ποίησης; Μήπως δεν καταλαβαίνει ο κόσμος την ποίηση;
Μήπως οι ποιητές είναι ακατανόητοι; Μήπως τα ποιήματα είναι αδιάφορα ή πολιτικά,
δύσληπτα, προσωπικά, υπαρξιακά, περισσότερο ή λιγότερο λυρικά, δύσκολα;
Φιλοσοφικά, ιστορικά ή ό,τι άλλο; Μήπως απλά εντάσσεται στην γενικότερη
αναγνωσιμότητα, που είναι έτσι κι αλλιώς χαμηλή; Προσωπικά σαν αναγνώστης, φίλος
του βιβλίου, πιστεύω πως η ποίηση, είναι, ένας ανεξάντλητος τομέας της
λογοτεχνίας, που παρ’ όλες τις ιδιομορφίες, του κάθε ποιητή, (γλώσσα, ύφος,
θέματα, αναζήτηση, έρευνα, τεχνική), παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον. Επαξίως,
όχι στο σωρό. Απορρίψεις πάντα θα υπάρχουν. Εφ’ όσον όμως ενημερωθεί ο
αναγνώστης! (μιλάω για καλούς, μέτριους και κακούς ποιητές, από κάθε άποψη),
μπορεί ύστερα, να έχει και άποψη. Να κρίνει. Πρέπει όμως να δέχεται και τους
παράγοντες που γεννούν το ποίημα. Τις παρατηρήσεις που γενικά οδηγούν στην
ποίηση. Στη σωστή προσέγγισή της. Έτσι φτιάχνω μια λίστα, αν την κατάλαβα καλά,
από τα όσα θέλει να μας πει ο Αριστοτέλης στο έργο του Περί
Ποιητικής:</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Δεδομένα:</span></b><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. Ένα ποιητικό βιβλίο,
ένα ποιητικό έργο δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Η ποίηση δεν είναι
ανάγνωσμα ταχείας καταναλώσεως, ταχείας ανάγνωσης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Ο Ποιητής είναι
Άνθρωπος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Το ποίημα έχει
προσωπικότητα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Το ποίημα είναι
ζωντανό.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. Υπάρχει και
υποκειμενική ποίηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">7. Η ποίηση είναι
συμπυκνωμένη σοφία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">8. Το ποιητικό βιβλίο
είναι διαρκές.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">9. Το ποίημα είναι
διαρκές. Διαρκής είναι και η ζωή. Κάποια άλλη στιγμή θα συμπέσουν οι στιγμές
ποιητή αναγνώστη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">10. Το ποίημα δεν είναι
τραγούδι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">11. Ένα ποίημα που αρέσει
στον Α δεν πρέπει απαραίτητα να αρέσει και στον Β.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">12. Ο ποιητής καταγράφει
την εποχή του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">13. Ο ποιητής δεν γράφει,
προτείνει.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">14. Ο ποιητής δεν αλλάζει
ούτε ανατρέπει την εποχή του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">15. Τα ποιήματα δεν είναι
τσιφλίκια των διάσημων ποιητών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">16. Σπουδαία πράγματα μας
λένε όλοι οι ποιητές.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">17. Δεν υπάρχει σχολή
ποιητών, δυστυχώς.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">18. Σχολές δημιουργούν πια
οι ποιήσεις.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">19. Η ποίηση έχει πρόβλημα.
Την τεχνική.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">20. Η ποίηση έχει χάρη. Την
ξεχωριστή τεχνική του ποιητή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">21. Η ποίηση δεν είναι
κτήμα των πλουσίων.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">22. Τα σαλόνια κάνουν
ποίηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">23. Το πεζοδρόμιο κάνει
ποίηση, επίσης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">24. Υπάρχουν ποιητές και
"ποιητές".</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">25. Στην Ποιητική, ο
Αριστοτέλης, ασχολείται, κατά τη γνώμη μου, και με αυτά ακριβώς τα πάρα πάνω.
Στέκεται στο έργο των ποιητών. Απασχολεί το μυαλό του, το Καλό, όχι το Ωραίο.
Διεισδύει στην ποιότητα του έργου και όχι στην καταγωγή του ποιητή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάνοντας ένα γύρο, στην έκθεση
βιβλίου, διαπιστώνεις αμέσως, τον όγκο του πνεύματος που κυριαρχεί. Διαπιστώνεις
την σπουδαιότητα ύπαρξης της έκθεσης αυτής, της αμεσότητας, της επαφής με το
βιβλίο, το ξεχωριστό, αλλά και το ακατονόμαστο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η τηλεόραση, ο τύπος, οι εκδότες,
ακόμα και πολλοί των συγγραφέων αναγνωρίζουν δημόσια πως το βιβλίο διέρχεται
κρίση. Κάθε φορά που θα γίνει αναφορά στο βιβλίο στα Μ.Μ.Ε. τελικός στόχος, λες
και συνεννοημένοι, είναι η επισήμανση της κρίσης. Ακούγονται απόψεις,
αναμασιούνται κάποια πράγματα, και πάλι από την αρχή, τα ίδια και τα ίδια.
Εκπομπές πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, αναφέρονται στο βιβλίο, στην έκδοση κάποιου
νέου τίτλου, καλούν κάποιον συγγραφέα να μιλήσει για το έργο του ή το νέο του
βιβλίο. Οι ερωτήσεις που του κάνουν αργά ή γρήγορα στρέφουν τη συζήτηση, με
μαθηματική ακρίβεια, εν τέλει, αλλού και μόνον αλλού, καταλήγοντας, ευφάνταστα
και αφηρημένα, (γνώμη μου αυτή), πως η κρίση υπάρχει. Η αναγνωσιμότητα και η
κρίση, είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο, κάποιας άλλης ίσως στιγμής. Κανείς, πουθενά,
δεν φέρνει τον συγγραφέα ή τον ποιητή, στη δύσκολη θέση να μας εξηγήσει ο ίδιος,
όχι αφηρημένα, αλλά συγκεκριμένα, γιατί το δικό του βιβλίο δεν έχει
αναγνωσιμότητα και όχι γενικόλογα για όλα τα βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ξεφυλλίζοντας λοιπόν μερικά
βιβλία, στις προθήκες των εκδοτών, στο χώρο της έκθεσης βιβλίου, κοιτάζοντας
επίμονα για κάτι αξιόλογο, για κάτι πιο κλασσικό, ανακάλυψα τους ΑΘΛΙΟΥΣ, πίσω
από μαγειρικές, τη Φιλοσοφία κάτω από ζώδια, την ιστορία παραπεταμένη και
πουθενά, μα πουθενά-πουθενά ποίηση δεν βρήκα. Εξαιρουμένης μιας και μόνης,
αποκλειστικής περίπτωσης. Πουθενά επίσης, δεν ακουγότανε μια διαλογική συζήτηση
για το βιβλίο. Μία έστω αντιπαράθεση, μία κάποια διαφωνία, ένα κάποιο ενσταντανέ
που θα θύμιζε έκθεση πνεύματος. Στην εξέδρα πάλι κάποιος επίσημος θα υποσχότανε
στους εκδότες, που τα ίδια θα τα άκουγε και το κοινό που ήρθε να μάθει για το
βιβλίο να ενημερωθεί για αυτό, που ήρθε να διασταυρώσει τις απόψεις του. Στην
εξέδρα η ποίηση, η δημιουργία δεν είχε χώρο. Κούραζε; Τότε γιατί αποζητείται η
αναγνωσιμότητα; Αντίθετα, το καλαμπόκι έδινε κι έπαιρνε, τα μπαλόνια
περιφέρονταν στο χώρο, τα φιστίκια, καραμέλες νέου τύπου, λαχειοπώλες… Αυτή η
εμπορική δραστηριότητα έδειχνε να μην χωλαίνει τουλάχιστον.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κι όμως ήταν έκθεση βιβλίου. Αυτά
τα ολίγα…</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης προκαλούσε συζήτηση
στα δικά του καλαμπόκια, στα δικά του ψητά που οβελίζονταν στο Διόνυσο και
εύρισκε το χρόνο, και άρεσε στο κοινό, και άρεσε στους ποιητές, και αρέσει και
σε μας.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Και όμως, ήταν ένα πανηγύρι που
όμοιό του δεν θα ξαναδούμε. Αυτά τα ολίγα…</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Διαλεγόμενος με την Ποιητική,
άκουσα τον Αριστοτέλη να λέει πως η παράσταση θα είναι καλή, όταν ο επισκέπτης
της θεατής δεν θα καταλήξει στο καλαμπόκι. Έτσι μου φάνηκε σε μια στιγμή. Όμως
στ’ αλήθεια αυτό είπε. Και αναφέρεται σε κάποιους θεατές που διαμαρτύρονται,
επειδή το έργο δεν είχε την οικεία του ηδονή να προσφέρει. Ήταν στυφή. Ήταν
άγουρος λωτός που στύφισε τους θεατές, όταν τους προσφέρθηκε να τον φάνε. Μίλησε
όμως και για αγώνες που γίνανε, ποιητικούς, με φιλοσοφικούς να αναπτύσσονται
διαλόγους, που δίδαξαν που άρεσαν, που δύναμη έδωσαν και φέρανε και αλλαγές.
Υπάρχει, λέει ο Αριστοτέλης, μία ηδονή ιδιάζουσα, που γεμίζει ο χρόνος από
δημιουργία, που απασχολείται ο νους. Η τραγωδία για τον Αριστοτέλη δεν είναι μια
κάποια εκδήλωση, δεν θέλει να είναι μια ακόμα εκδήλωση. Μια κάποια στιγμή
διαδικασίας, που θα γεμίσει το πρόγραμμα των ημερών της Διονυσιακής
γιορτής.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μεγάλωσα σε μια επαρχιακή πόλη
και είχα την τύχη, από σπόντα, να μεγαλώσω στο σπίτι, (που πριν γεννηθώ, κατά τη
διάρκεια της εφηβικής ζωής μου, αλλά και αργότερα, ήταν επιχείρηση του πατέρα
μου,) στο <b>"ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟΝ ΚΥΠΡΟΣ"</b>, ιδιοκτησίας γνωστού συγγραφέα και
ποιητή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Οι γονείς μου δυο πολύ καλοί
άνθρωποι, όλη μέρα προσπαθούσαν να τα φέρουν βόλτα με τη δουλειά τους, ξεχνώντας
πολλές φορές (σχεδόν πάντα), την υποχρέωση να κοιτάξουν λίγο τον εαυτό τους.
<b><a href="http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=Tags&t=eilotes" style="color: blue; text-decoration: underline; text-underline: single;" title="αναφορές σε Είλωτες"><span style="color: black; text-decoration: none;">Είλωτες</span></a>.</b> Αντίβαροι
κουβάδες σε σκληρό μαγγανοπήγαδο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο διάκοσμος του χώρου εισόδου,
του σαλονιού, των δωματίων, ήταν ένα στολίδι. Οι τοίχοι, οι τεράστιοι πανύψηλοι
τοίχοι του πέτρινου σπιτιού, ήσαν ζωγραφισμένοι, με το χέρι γνωστών της εποχής
(αρχές 1900), ζωγράφων. Μία σπουδαία, καταπληκτική πανδαισία χρωμάτων, στην
αναπαράσταση της Πομπηίας, δέσποζε στους τέσσερις τοίχους και στο ταβάνι.
Χρώματα, θέματα, εικόνες, σχέδια, άνθη, έρωτες, λουτρά, άντρες, γυναίκες,
πήγασοι, κρίνοι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάποτε λοιπόν, μέσα στο φόρτο,
πολύ κακό για το τίποτα, της εργασίας τους, αντελήφθησαν οι γονείς μου πως ένας
πελάτης τους, πλασιέ βιβλίων περιοδεύων, θα τους επεριποιείτο την κεφαλή και την
είσπραξη, με φέσι, γιατί οι δουλειές του δεν πήγαιναν και πολύ καλά, (μιλάω για
περίπου σαράντα χρόνια πριν), υπήρχε και η κρίση του βιβλίου, (από τότε), έτσι…
Με την επέμβαση του πατέρα μου, γνωστού για τις γρήγορες συμβιβαστικές λύσεις
του, (κάλλιο πέντε και στο χέρι κ.λ.π.), έκανε πρόταση. Το θέμα λύθηκε. Εξόφληση
και μάλιστα χωρίς λεφτά, αλλά και χωρίς χασούρα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο συμπαθής και κατά τα άλλα,
γλυκύτατα προσφιλής, πελάτης πλασιέ, θα εξοφλούσε, με τον ΤΣΕΛΕΜΕΝΤΕ και ΤΑ
ΑΠΑΝΤΑ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗ.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο ΤΣΕΛΕΜΕΝΤΕΣ, ήταν το πρώτο,
ίσως και το τελευταίο δώρο, που πήρε ποτέ ο πατέρας μου για την μητέρα μου. Ήταν
αυτός πρακτικός άνθρωπος, το ζήτησε όμως και η μάνα μου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Υποχρεώσεις τέλος. Πλασιέ
εξοφλημένος. Μητέρα ικανοποιημένη, πατέρας ασπροπρόσωπος (δώρου
ένεκα).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ στο μέλλον θα ανήκε
σε ολόκληρη την οικογένεια, κυρίως δε, στα δυο παιδιά, τον αδελφό μου Γιάννη και
σε μένα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Με αυτόν τον αναγκαστικά τυχαίο
τρόπο έρχεται στα χέρια μου το πρώτο (και μοναδικό από την πλευρά των γονιών),
εξωσχολικό λογοτεχνικό βιβλίο. Χωρίς να το θέλουν με έφεραν σε επαφή με τη
λογοτεχνία. Άθελά τους, ξύπνησαν μέσα μου, κάτι πρωτόγνωρο. Τη μαγική επιρροή
που θα μπορούσε να έχει, να ασκήσει, επάνω σε ένα περίπου εννιάχρονο παιδί η
ποίηση και μάλιστα η δεκαπεντασύλλαβη. Μπορώ να πω, πως έφτανε στα όρια της
άσκησης παγανιστικής επιβολής. Η γοητεία μεγάλωνε, από στιγμή σε στιγμή, από
μέρα σε μέρα γινότανε ολονέν και μεγαλύτερη. Κάθε στίχος και μια πινελιά αγάπης
μέσα στην ψυχή μου. Κάθε ποίημα κι ένα απαλό χάδι μέσα μου:</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">"πως; δεν εκάθησε επί σου ο Ζευς
ερωτευμένος</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">με τας φλογώδεις του αετού πτέρυγας
ενδυμένος;"</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">στιχούργημα Γ΄ ο Λευκατάς σελ. 47 τ. Α΄,
των τόμων μου.</span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Έτσι απλά, με μια συναλλαγή, οι
γονείς μου, με έφεραν σε επαφή, με τον έμμετρο λόγο. ΤΟΥΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Τονίζω, τελειώνοντας, τη μεγάλη
συμβολή των ποιημάτων αυτών στην προσωπική μου ανάπτυξη πρώτα, στην μεγάλη
βοήθεια που μου προσέφεραν, στο ποιητικό μου ξεκίνημα αργότερα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Γεννήθηκα κείνα τα χρόνια, που η
ψύχρα, βρισκότανε σε ένταση. Μόλις πριν λίγο, είχε στεγνώσει η γη. Μόλις. Από
τις κοιλάδες του 2ου, έρεε πριν λίγο, κόκκινο και άλικο το τίμιο
δόξασμα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στις γειτονιές ακουγότανε ακόμα
το όνομα κάποιου που πήγε άδικα. Μετά τον 2ο. Στα σπίτια οι άνθρωποι βωβοί. Οι
οικογένειες μικρές κοινωνίες. Αφέντες οι λίγοι. Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια.
Εθνάρχης, Θεός, Αφεντικό. Η καταπίεση έπαιρνε διαστάσεις τρέλας. Σχολείο για
φοβίες. Βόρειος Κίνδυνος. Ελλάδα και Αρχαία Δημοκρατία, στα νησιά… εχθροί μας
πια οι ντόπιοι. Φοβόσουν τα πάντα. Υποψίες για όλους. Συνεργοί ένθεν κι ένθεν,
καχυποψία γενική. Συμμαθητές. Ο Τάσος, ο συμμαθητής και πάλι, με βρόμικο χνώτο.
Την Αρκούδα όμως τη φοβόταν, έμενε με νοίκι, το πλήρωναν που και που, η Αρκούδα
όμως εκεί, θα του έπαιρνε το σπίτι. Κήρυγμα Πολιτικής Αγωγής, Κατήχηση στο
παρεκκλήσι, παπάς χωροφύλαξ παρεούλα. Αντάμα και δίπλα από το λαό. Η εποχή της
έκθεσης και των εργασιών. Να φέρουμε αποσπάσματα από τις εφημερίδες του σπιτιού
μας, με ό,τι θέμα μας αρέσει από κει. Ο Δημήτρης, ο συμμαθητής, στην ανάκριση,
από την έννομη τάξη. Ντόπιος στα νησιά ο πατέρας του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κ’ ήταν η χώρα τόσο μικρή, κ’
ήταν οι άνθρωποι τόσο λίγοι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Και το βιβλίο περνούσε κρίση,
περνάει κρίση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης μιλάει γι αυτά. Τα
δημιουργήματα μιας Δημοκρατίας που άφησε τη σφραγίδα της σε όλους τους τομείς,
σε όλες τις επιστήμες, σε όλες τις τέχνες: Τα δημιουργήματα, που παρά το αντίξοο
των δικών τους συνθηκών, πολέμους, τυράννους, αντιδράσεις, άρχοντες,
εξοστρακισμούς, κώνεια, σηκώνεται, και στη σημαία που απλώνει, περιμένει να δει
τους ποιητές να ηγούνται. Όχι να έπονται.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">ΠΑΤΡΙΔΑ </span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σε τούτη τη γαλήνη των ματιών σου
δεν αντιστέκομαι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάθε προσπάθεια να ξεφύγω μου
λέει πως θα αποτύχω.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάθε μου λέξη, φθάνει κοντά σου,
αντήχηση σ’ αγαπώ.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Λέω απόψε στην αγκαλιά σου να
ριγήσω.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Λέω ξανά απόψε κοντά σου να
απορήσω.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Λέω ύστερα σα θα φύγεις και μείνω
μόνος</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">να ανατρέξω στο χθες,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">να ανασύρω το αύριο,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">να ρωτήσω το σήμερα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Λέω τώρα να ομολογήσω στον εαυτό
μου</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">πως καλά κάνει κι
ελπίζει</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">πως καλά κάνει και δεν υποφέρει
μάταια.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Πως όλα είναι καλά
πια,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">αφού ο ορίζοντας
υπάρχει,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">αφού ο ήλιος
ανατέλλει,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">αφού η θάλασσα γαλήνια μοιράζει
απλόχερα τη δροσιά της,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">αφού ο ουρανός ήρεμος είναι εκεί
και με κοιτάζει.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σε τελική ανάλυση, με μια
λέξη,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ένα όνειρο έρχεται στην καρδιά
μου και φωλιάζει.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σε τελική ανάλυση,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">με μια λέξη: σ’ αγαπώ.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σε τελική ανάλυση,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">με μια λέξη: υπάρχω.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σε τελική ανάλυση,</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">εσύ υπάρχεις κι εγώ σ’
αγαπώ.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης μιλάει ακριβώς γι
αυτό. Για την πατρίδα που πονάει. Για τον πολίτη που νοιώθει αυτό τον πόνο βαρύ
πάνω στη ζωή του. Για τον Ποιητή που θέλει ευχαρίστως να σκιρτήσει τις φτερούγες
του μέσα στην αγκαλιά της μάνας του πατρίδας και να της δώσει το ξεχωριστό. Αυτό
ψάχνει ο Αριστοτέλης, γι αυτό μιλάει. Το σωστό, που ο καλλιτέχνης δίνει, να
είναι μια προσφορά για τον πολίτη, όχι ένα τρυφερό ανούσιο πράγμα, για τα παιδιά
της εύκολης συγκίνησης, για τους λωλούς του εύκολου γέλιου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η παραλία άδεια. Ο μικρός
σκασιάρχης ξαπλωμένος μετράει ξανά τα άστρα, γιατί την προηγούμενη φορά του
φάνηκαν λειψά. Εκείνα τα αστέρια που μετρούσε έβγαιναν το πρωί και τον
περίμεναν, συνένοχοι στην ανομία του και παρατάσσονταν, σε διατάξεις αρίθμησης
και υποδειγματικής αναφοράς. Η Άρκτος η Μεγάλη και η Μικρή, αδελφούλες, όμορφες,
του κρατούσαν συντροφιά στις εύκολες εκείνες ώρες, της προσωπικής του
αστρονομίας, τηγανίζοντας μέσα στο σχήμα τους τις νεφέλες της
υποχρέωσης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Δεν ήταν αυτός από εκείνους που
πίστευαν, πως έπρεπε, πρώτα το λαμπερό, ακτινωτό, άρμα του ήλιου να γείρει στη
γραμμή του ορίζοντα και ύστερα να μελετήσει τον ουρανό. Όχι! Η δική του
πεποίθηση ήταν πως η καταμέτρηση έπρεπε να γίνεται ακριβώς το πρωί, επειδή τότε
μπορούσες να ακούσεις το τραγούδι που έλεγαν. Ένα τραγούδι υψηλών απαιτήσεων. Τα
αδύνατα, ισχνά μέλη του σώματός του πάλλονταν στο ρυθμό της μουσικής που ο φίλος
του άνεμος έφερνε κοντά του. Τραγουδούσε, ξαπλωμένος ανάσκελα, στα χοντρά
χαλίκια της παραλίας του. Κουνούσε τα χέρια του ρυθμικά, συνταιριάζοντας έτσι τα
φλοισβίσματα της θάλασσάς του. Απορροφημένος στην επικοινωνία του, έκανε τα
μικρά του τα ψάρια να χαίρονται, τον ήλιο να λάμπει, τ’ αστέρια να καμαρώνουν,
τη θάλασσα να χορεύει, τις πέτρες και τα βότσαλα να ξεσηκώνονται, κλακέτες και
μαράκες να ακούγονται, η παιδική χαρά άδεια από παιδιά να συντονίζεται στους
ήχους και ένα εξαιρετικό βαλς να αρχίζει με τις μεγάλες κούνιες, που παράλληλες
συναγωνίζονταν στην καλλίτερη παρουσία. Οι τσουλήθρες, γνήσιες κοζάκικες
φιγούρες, έφερναν τα πάνω κάτω και το ελικοειδές ή ανισόπεδο σώμα τους αποκτούσε
χάρη και δυναμική. Τα μονόζυγα, τα δίζυγα, ο γύρος, τρελαίνονταν, με το ταγκό
τους τα πρώτα και με το ατέλειωτο γαϊτανάκι του, ο δεύτερος. Περνούσε η ώρα, ο
ανοιξιάτικος ήλιος σκεπάστηκε από τα γκρίζο-βάμβακα σύννεφα, που αγκαλιασμένα
περνούσαν από τη βασιλική σάλα του ουρανού, σέρνοντας πίσω τους την ουρά των
φορεμάτων τους και παράνυφοι, μεγάλα πουλιά της βροχής, άσπρα, κόκκινα, μπλε,
συμπλήρωναν το θέαμα. Ένας πανύψηλος χορευτής, το δέκα κύμα της θάλασσάς του, με
μια άγαρμπη επίδειξη πιρουέτας, άφησε μέρος του σώματός του πάνω στο παιδί.
Μουσκεμένο, σηκώθηκε, πήρε την τσάντα του, τράβηξε για το σπίτι, αφήνοντας πίσω
του το βουερό παραλήρημα να επιδίδεται και να απολαμβάνει τη σύνθεσή του. Ετούτη
την φορά ο οίστρος δεν του επέτρεψε να κάνει σωστή αρίθμηση, γιατί τα αστέρια
του, απορροφημένα στο τραγούδι τους, άλλαζαν θέσεις και τον δυσκόλεψαν. Αύριο
ίσως να είναι πιο τυχερός.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ένα ζεστό αχνιστό πιάτο από το
καλομαγειρεμένο φαγητό της μάνας του θα ήτανε ό,τι έπρεπε για την
περίσταση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το απόγευμα θα άνοιγε η Δημοτική
Βιβλιοθήκη, αυτή η δωρεά του Συνδημότη, που υπήρχε για να αγκαλιάζει τους
σκασιάρχες της επίσημης εκπαίδευσης. Μετά το διάβασμα της ημέρας, θα κατέφευγε
εκεί.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης μιλάει ακριβώς γι
αυτό. Παίρνω, αν χρειάζεται, τις μιμήσεις τις άλλες και τις συνταιριάζω αλλά δεν
αποχωρίζομαι ποτέ από το μύθο. Δεν θα δώσω ποτέ αξία μεγαλύτερη στο άλλο. Μόνο
σε αυτό! Η δουλειά του ποιητή είναι ο λόγος. Συνταιριάζω. Μα πρέπει κάποτε να το
κάνω. Τώρα διορθώνω αυτό που βλέπω. Τώρα τα αστέρια είναι στον ουρανό. Τώρα θέλω
να συντάξω τις δυνάμεις τους. Τώρα βάζουμε την τεχνική στην υπηρεσία του μεγάλου
μας παρελθόντος. Του μύθου. Που στις σελίδες των σημειώσεών του, γίνεται, εν
αρχή ην ο μύθος, ο Λόγος, η Ουσία, η Υπόθεση. Και μπροστά στην απέραντη
βιβλιοθήκη των ανθρώπων, που δημιουργούσαν τις δικές μας από τότε, άνοιγε την
αγκαλιά της ψυχής του για να πει το αυτονόητο. Μετρήστε ποιητές τα αστέρια την
ώρα που έχει φως. Μην περιμένετε να ζυγιάσετε τα ψάρια σας μετά, αφού πρώτα
ρίξετε το τρύπιο δίχτυ σας.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Φεύγοντας από την πόλη που
μεγάλωσα, λόγοι σπουδών, λόγοι βέβαια που ακολουθούσαν και την καρδιά μου. Διττή
απόδραση, έρωτας και δράση, έφτασα ένα μεσημέρι στην ωραιότερη γωνιά της
Πατρίδας μου. Στην Αθήνα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Οι σκέψεις μου, μόλις κατέβηκα
από το λεωφορείο του Κ.Τ.Ε.Λ., άρχισαν να τρέχουν πιο γρήγορα από τα πόδια μου,
που με οδήγησαν, χωρίς να το καταλάβω, στο σιντριβάνι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Φανταζόμουν στα στενά σοκάκια της
Αθήνας, τους Αθηναίους, κάτω απ’ τον καταγάλανο ουρανό της, και το βράδυ να
πίνουν τη ρετσίνα τους, να τραγουδούν παλιά πλακιώτικα τραγούδια, στη δροσιά της
κληματαριάς, υπό τη σκέπη της Ακρόπολης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σκεφτόμουν την Ακρόπολη, το λίκνο
του πολιτισμού μας, να σφύζει από πνευματική ζωή, κ’ οι συζητήσεις, να δίνουν
και να παίρνουν, μέσα σε κλίμα αγάπης, ψυχικής ευφορίας και
πνεύματος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Με όλα αυτά στην πρωτοπόρα σκέψη
μου, έφτασα, δίχως να το καταλάβω, στην αφετηρία του Αστικού. Εκεί θα με
περίμενε ο φίλος από την πατρίδα, με τον οποίο θα συγκατοικούσαμε, για την
επόμενη τουλάχιστον χρονιά στην οδό Ασκληπιού.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μετά τα πρώτα καλωσορίσματα,
ζήτησα να μου εξηγήσουν πως θα πάω στο Εθνικό Μουσείο. Αφού κατάλαβα και μετά
τις απαραίτητες ενέργειες τακτοποίησής μου στο διαμέρισμα των αδελφών, κίνησα
και περπατώντας, άρχισα να εξερευνώ τον γύρω χώρο της περιοχής του σπιτιού,
έχοντας κατά νου και τις γενικές οδηγίες προς το Μουσείο. Το τοπίο με κυρίευε
σιγά-σιγά. Τα ψηλά, πανύψηλα σπίτια, (αντίθετα με ό,τι πίστευα), τα πολλά, μα
πάρα πολλά αυτοκίνητα, η κίνηση στους δρόμους, ο κόσμος, η ασφάλεια του άγνωστου
σε άγνωστο τόπο, όλα συνέτειναν στη δημιουργία του δέους, που και σήμερα ακόμα,
με ακολουθεί, παρόλη την ιδιαιτέρως άναρχη εξέλιξη, που είχε, όλα αυτά τα
χρόνια, η πόλη αυτή. </span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Αλλιώς ήταν στο όνειρο</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">κι αλλιώς την πόλη βρήκα. </span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Οι άνθρωποι τρέχανε, να βρουν
κάτι. Μια αγωνία. Δεν ήσαν ήρεμοι. Η βοή κυριαρχούσε. Κάπου ανάμεσα σε δύο
πολυκατοικίες είδα και τον Ιερό Βράχο. Δέος. Έτσι ψηλά που δέσποζε, νόμιζα πως
θα έβλεπα όλο μου το όνειρο να προβάλλεται από το ομορφότερο σινεμά του Κόσμου:
Την Ακρόπολη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Παρεμπιπτόντως, εκείνη την ημέρα
δεν έφτασα στο Μουσείο. Χάθηκα. Πέρασα όμως καλά. Κουράστηκα βέβαια πολύ, με
μάζεψε ο φίλος, που τυχαία με συνάντησε, -δεν θυμάμαι που- και το πρώτο βράδυ
στην Αθήνα, με κοίμισε, κατακουρασμένο και με πολλά όνειρα. Τύπος σύγχρονου
Οδυσσέα και λίγο Ιντιάνα Τζόουνς στην Πρωτεύουσα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Γι αυτά ο Αριστοτέλης μιλάει. Για
την περιπέτεια της περιήγησης του ποιητή, που πάντα πρέπει κάπου να καταλήγει
και να μη μαζεύεται την τελευταία στιγμή από κάπου, προσπαθώντας, άρον-άρον, να
δώσει λύσεις στις περιπέτειες των ηρώων του. Δεν είναι ανάγκη κιόλας να θεωρεί
κάτι που υπάρχει και σαν κλασική ακόμα ιδέα. Να τολμά την αλλαγή, την υπέρβαση.
Δεν είναι σίγουρο πως επειδή οι πρόγονοι δημιούργησαν, θα είναι και οι απόγονοι
έτοιμοι. Ένα καλουπωμένο ταξίδι είναι σαφώς καλλίτερο από την ελεύθερη πτώση.
Του θεατή και περισσότερο του ποιητή. Προσπαθεί από το εκείνη τη στιγμή
γεννημένο, να δώσει λύση σε κάποιο ατύχημα, να προστατέψει τους ανθρώπους που
αγαπάει ιδιαίτερα, τους ποιητές. Προσπαθεί να τους σώσει και να τους διαφυλάξει
στα μάτια του κοινού τους. Την αχαλίνωτη φαντασία προσπαθεί να απεκδύσει. Να την
κάνει ουσιαστική, γόνιμη, φρόνιμη. Να θέλει το μυαλό του, να μπορεί ο ήρωάς του,
να αντέχει ο μύθος, να αρέσκεται ο θεατής που το απόλαυσε, να απολαμβάνει ο
ποιητής που δημιούργησε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η ποίηση δεν μπορεί, παρά να
πρέπει, πια, να περιορίζεται στις μορφές και τις ιδέες, -δεν εννοώ πρότυπα,
φόρμες-, όσο αφορά το σχήμα, τη διάταξη. Η ποίηση έχοντας πίσω της αφήσει το
έπος, καλή του ώρα, προσπάθησε να μπει για τα καλά στη ζωή των αρχαίων, έχοντας
γνώμονα και εξάντα το μύθο του. Από ολόκληρο το οπλοστάσιο της εποποιίας,
χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της και κάποιο μύθο κάθε φορά. Ολόκληρη την
εποποιία, από πριν τον Όμηρο, τα Κύκλια και τα Κύπρια έπη, τον ίδιο τον Όμηρο,
όλους τους πίσω, τους πλάι και λίγο ύστερους αυτού. Αντλούσαν εύκολα τη
θεματογραφία τους, κάνοντας σαφώς τις όποιες τους παρεμβάσεις, προκειμένου να
φανεί πιο αρεστή και πιο νόστιμη στους θεατές τους, στους ακροατές τους. Σε
κείνη την περίοδο. Την περίοδο του 5ου και του 4ου π.Χ., ειδικά αιώνα. Σε κείνη
την περίοδο ένας φάρος άναψε, και περπατώντας αργά παρά το βάρος των κιλών του
και της ηλικίας του, φώτισε με αγάπη τους δημιουργούς της εποχής του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> Τι περισσότερο λέει ο
Αριστοτέλης στους ποιητές από το να βγουν να φωνάξουν: Η ποίηση σήμερα πρέπει να
δείχνει έμπρακτα και σε λόγο και σε σχήμα, αυτό που λέμε διαδρομή. Είμαι εδώ,
έρχομαι από εκεί, πηγαίνω… Αυτό ακριβώς θέλει ο Αριστοτέλης: να ξέρει ο ποιητής
που πηγαίνει. Γιατί κατ’ ευθείαν στην καρδιά του θεατή, του ακροατή, του
αναγνώστη πηγαίνει. Με όπλα; Τι άλλα από το μύθο, το λόγο δηλαδή. Το δυνατό αυτό
γέννημα του ανθρώπου που έσπειρε πριν από χρόνια, χιλιάδες χρόνια, και κατάφερε
να θερίζει από το λόγο, να τρώει από το λόγο, να ζει από το λόγο, να υπερίσταται
με το λόγο. Έχοντας πάντα στο σπαρμένο χωράφι της ανθρωπότητας το λόγο, που τον
πρωτόσπειρε χιλιετίες πριν και συνεχώς θερίζει. Το λόγο, το μύθο, την υπόθεση.
Το ήθος. Να ένα ακόμα όπλο. Τους χαρακτήρες. Αυτούς τους τόσο δυνατούς που
πλάθονται για να τους μιμηθούν όσοι τους προσέξουν. Άλλωστε η ποίηση, σα λόγος,
μορφή τέχνης, οφείλει, όχι μόνο να μορφώνει, να διαμορφώνει, αλλά να
διαπαιδαγωγεί κιόλας, μέσα από την ψυχαγωγία και την ανάπτυξη του
πνεύματος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η ποίηση, η κατασκευή, σε αυτή τη
μορφή του λόγου, είναι λόγος καθαρά έντεχνος. Γι αυτό, δεν έχει το δικαίωμα ο
ποιητής (δημιουργός-κατασκευαστής), να μορφώνει το ποίημά του (το
δημιούργημα-σκεύος του), κοινότυπα, αλλά πάντα, με διάθεση προόδου. Χωρίς βέβαια
ο νεωτερισμός να γίνεται αυτοσκοπός. Χωρίς να λειτουργεί σε βάρος του μύθου, σε
βάρος του ήθους. Κάποτε άλλοτε, άλλωστε, τα σπίτια, κάλυπταν τις στεγαστικές και
μόνο ανάγκες του ανθρώπου, και την απλή προστασία του, από τις καιρικές
συνθήκες. Όσοι κι αν προστατεύονταν μέσα σε αυτό. Σήμερα όμως τα πράγματα έχουν
αλλάξει. Ριζικά. Δεν αρκεί πλέον ένα κουτί έξι πλευρών, για κατοικία.
Χρειάζονται και οι επιμέρους χώροι. Γίνονται βέβαια ακριβότερα, απλησίαστα,
αστρονομικά τα ποσά για την απόκτηση. Ε! και λοιπόν;! Έτσι η αναβάθμιση θα
πρέπει να είναι πολυτελής και στην ποίηση, στο λόγο, στο ήθος, εννοώ να μην
είναι ευτελής, αλλά πλούσια, η τέχνη της ποίησης, στο λόγο και στο ήθος. Στις
λέξεις, στα νοήματα. να τα χρησιμοποιεί, λειτουργικά και ώριμα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ενώ κάποτε η ρίμα, για μας τους
νεώτερους, ήταν εκείνη που αιχμαλώτιζε το νόημα (έτσι λένε κάποιοι), τότε στην
εποχή του Αριστοτέλη, ο <a href="http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=Tags&t=ruthmos" style="color: blue; text-decoration: underline; text-underline: single;" title="αναφορές σε ρυθμός"><span style="color: black; text-decoration: none;">ρυθμός</span></a>, το μέτρο, ήταν
που διθυραμβώντας, έκανε το ίδιο. Θέλησε να απαλλάξει από καρυκεύματα την ουσία
του έργου, το λόγο, και να τον αφήσει ελεύθερο, να επιτελέσει το σπουδαίο του
έργο. Το ποίημα και ο ποιητής. Σήμερα που ο στίχος έχει πλέον ελευθερωθεί, όχι
βέβαια από μέτρο και ρυθμό, οι λέξεις θα πρέπει, το νόημά τους να το δίνουν, να
το φανερώνουν. Έχουμε αναπτύξει εκείνο το μέσο, που δεν μπορούσε να το ονομάσει
ο Αριστοτέλης με κάποιο όνομα κοινό, που υπήρχε και δεν μπορούσε να απορρίψει ο
Αριστοτέλης την πεζή ποίηση, την ποίηση που έχει ακόμα ανάγκη από το λόγο, αλλά
που, εφ’ όσον δεν διδάσκει κάπου ο Πρατίνας, από τη μουσική απαλλαγμένος αυτός ο
στίχος στοχεύει πάλι στο νόημα. Πρέπει και στο ήθος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάποτε ένα ποίημα, έπρεπε,
μπορούσε, μέσα από πολύστροφους στίχους και πολυσέλιδους στοχασμούς, να
αναπτύσσεται και τελικά να αποδίδει το νόημά του. Σήμερα όμως; Όλα αυτά αρκούν;
Όχι δεν αρκούν! Δεν αρκούν όπως και στην εποχή του Αριστοτέλη δεν αρκούσαν
επειδή ο λαός δεν μπορούσε να τα παρακολουθήσει. Γιατί άλλη η εποχή των
ατέλειωτων κρύων, και η ανάγκη να μαζεύονται όλοι μαζί, να φάνε, να πιουν, να
ακουμπήσουν στην τρώγλη την πλάτη τους και άλλη η εποχή του θεάτρου. Στην πρώτη
περίπτωση, ένας παππούς αυτοσχέδιος ραψωδός της οικογένειας, αγάνταρε τη
μοναξιά, σήκωνε πανί, ώσπου να περάσει η νύχτα, ώσπου να τους πάρει ο ύπνος, και
έψαλλε, μύθους ατέλειωτους, ηρωικούς και συγκλονιστικούς. Στο θέατρο όμως που
απέχει, πολλούς από τότε πολιτισμούς, που ενέχει την εξέλιξη, που καλύπτει τις
δοξαστικές ανάγκες, έρχεται ένας άλλος τώρα, νεώτερος, ο ποιητής, που στρώνει
τον δικό του το ραψωδό, τον υποκριτή, για να πει. Και αυτά που λέει έρχονται
άμεσα στα αυτιά και στην αντίληψη ενός κοινού που πλέον σπούδασε, που σπουδάζει,
που πάει πρωί στο θέατρο και που για να μείνει, πρέπει, το ενδιαφέρον αμείωτο να
είναι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το θέατρο έχει πλέον αλλάξει τις
συνήθειες των ακροατών, που κάποτε ήσαν άρχοντες και βασιλιάδες. Που αργότερα
ήσαν κάποιες στενές κοινωνικές εκδηλώσεις. Που τώρα στο θέατρο πια, ο ποιητής
καλεί τον θεατή του, τον ακροατή του, να δουλέψει μαζί του, για την ολοκλήρωση
της παράστασης. Τον θεατή πρέπει με λίγα και όχι πολλά-πολλά, να τον πείσει, πως
είναι δυνατό αυτό που θα παρακολουθήσει. Ο ποιητής πρέπει με ένα μόνο μύθο, ούτε
καν τη ραψωδία ολόκληρη, μόνο έναν μύθο να διδάξει. Εξετάζει ο Αριστοτέλης με
κάθε λεπτομέρεια, τον λόγο που εκτίθεται στα Λήναια, στα Διονύσια, τον
παρακολουθεί προσωπικά, αποφαίνεται τι του αρέσει, τι τον κουράζει. Είναι πολλά,
λέει, πάρα πολλά. Ένα μύθο να πάρετε τη φορά. Να τον επεξεργαστείτε σωστά.
Αλλάξτε τον, χωρίς να του αλλάξετε τα φώτα, δώστε τον με πρωτοτυπία, όχι ό,τι
σας κατέβει. Ακούστε και το κοινό, τι θέλει, που διαμαρτύρεται, που
δυσανασχετεί. Κομψά, όμορφα, περιποιηθείτε το λόγο σας, πρώτα αυτόν, αφήστε
ύστερα τη δουλειά του να κάνει. Ξέρει αυτός. Ο λόγος, ο μύθος. Ο Όμηρος. Επί
μέρους πια. Όχι ολόκληρος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μα μήπως και σήμερα ένα τρίστιχο,
ένα δίστιχο, ακόμα και ένας στίχος, ένας μονολεκτικός στίχος, δεν μπορεί να
αποδώσει τέλεια ένα νόημα; Αρκεί βέβαια ο ποιητής να ωθεί, με την ποίησή του, με
το έργο του, με την ποιότητά του και την ειδική επεξεργασία του λόγου του, τον
λήπτη (αναγνώστη), προς αυτή την κατεύθυνση. Δημιουργείται μία λιτότητα δηλαδή,
μία απέριττη κατάσταση, που καθίσταται αναγκαιότητα, όπως ακριβώς τα πολυτελή
σπίτια μας, τα θέλουμε λιτά στον διάκοσμό τους και λειτουργικά. Τα αναγκαία
δηλαδή. Μία λιτή ανάγκη που θα κάνει την Τέχνη υποκλινόμενη. Μία λιτή
αναγκαιότητα που θα καρπίζει σε χιλιάδες νόες, έστω και με ένα καλό σπόρο. Μία
λιτή οντότητα. Στην οντότητα του έπους, ο χρόνος κάνει τώρα υπόκλιση στα μέρη
του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Όσον αφορά τώρα τη λιτότητα και
την αφαίρεση, ε!, αυτή, είναι μία άλλη κουβέντα. Θέλει κάποιος, ας πούμε, να
περιγράψει τη διάθεση της ψυχής του, ενώ είναι ερωτευμένος και με τίτλο
"Ερωτικό": </span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"η ψυχή μου αναστενάζει</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">κάτω απ’ το σθένος της γλυκιάς
ύπαρξης</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">των αφόρητων αισθημάτων σου.</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η παλινδρόμηση των ορμών,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">στους κτύπους της καρδιάς μου</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">την ύπαρξή μου την ωθεί</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">εις την υψίστη των αισθήσεων</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">καθίσταμαι αδύναμο</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">μικρό, τρωτό, υπήκοο, αδύναμο
ναυάγιο,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">στη δόνηση της αιχμηρής καρίνας
…" </span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Τώρα, ένα ποίημα του σήμερα, θα
μπορούσε να είναι τρεις ολιγόλεκτοι στίχοι. Ή ένας στίχος. Ή μία λέξη. Ας
πούμε:</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Θάλασσα …" </span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το ερώτημα τώρα αμείλικτο: Είναι
αφαίρεση, είναι λιτότητα ή μήπως πολυτελής, πλούσια κι ευπειθής απόδειξη, όλων
των πιο πάνω; Ναι, αλλά, αν ο ποιητής γράψει "Θλίψη"; Τι σημαίνει αυτό; Μήπως
μαυρίλα, απογοήτευση, μήπως χάσιμο κάθε ελπίδας, κάθε σκοπού, στη ζωή, στον
έρωτα, στη φύση; Όχι. Τουλάχιστον, όχι απαραίτητα. Μπορεί όμως να
σημαίνει:</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Τώρα, που ξαπλωμένος,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">στη δροσερή ακτή, ακούγοντας,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">το φλοίσβισμα του πελαγίσιου
κύματος</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">στα λεία βότσαλά της,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">που μάταια προσπαθούν,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">να ανακόψουν την φυσική
λειτουργία</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">της αναπνοής της θάλασσας.</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ζήλεψα στον ουρανό τ’ αστέρια,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">που μπορούν να ατενίζουν</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">την πλάση, ελεύθερα,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">δίχως προσκόμματα.</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ζήλεψα τις ζωηρές αχτίδες της
σελήνης</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">που κάθε βράδυ ελεύθερες</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">καταφέρνουν να χώνονται στην κάμαρά
σου,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">να σου φέρνουν μηνύματα</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">έρωτα, αγάπης,</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">από κόσμους άλλους.</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ενώ εγώ …" </span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η μονολεκτική λειτουργία του
ποιητή "Θλίψη", ύστερα από την πιθανή αυτή ανάπτυξη, είναι αφαίρεση, λιτότητα,
απαισιοδοξία, μαυρίλα ή μήπως επαλήθευση; Η πορεία του κάθε ποιητή, το στίγμα
του στο χώρο της ποίησης, μπορεί και πρέπει να οδηγεί, να ωθεί τον λήπτη, προς
τη σωστή κατεύθυνση, τη δική του ρότα, του μυαλού του το ταξίδι, της ψυχής του
τα ζήτω.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η σχέση μεταξύ ποιητή-αναγνώστη
είναι ιδιαίτερα προσωπική. Πολλοί άνθρωποι, δεν μπορούν το έργο ενός ποιητή,
επειδή απλά είναι έξω από την ιδιοσυγκρασία τους. Υπάρχουν πάλι άλλοι, που
τρελαίνονται με τον ίδιο αυτό ποιητή και το έργο του και τον βρίσκουν πραγματικά
εξαιρετικό. Ο ποιητής ακολουθεί το δρόμο του. Πρέπει, όμως, να προσαρμόζεται σε
αυτά τα πρέπει των εποχών. Να δίνει το στίγμα της παρουσίας του, μέσα από τον
στίχο του, εκφράζοντας το σήμερα και τις ανάγκες του. Δεν θα δεχόταν,
φαντάζομαι, κάποιος, όταν, αγοράζοντας τα καινούργια ρούχα, να πειστεί, από τον
πωλητή που του λέει ότι, τα ρούχα που πουλάει, (και που ανήκουν σε υπόλοιπα ενός
στοκ 30 ετών που είχε), πως είναι ό,τι πρέπει γι αυτόν. Η ανανέωση που ζητάει ο
ίδιος ο ποιητής στην καθημερινή ζωή του, πρέπει να υπάρχει και στα δικά του
δημιουργήματα, στα δικά του προϊόντα, στα ποιήματά του, στην ποίησή του, στο
στίχο του, στο μέτρο, στο ρυθμό, στη φόρμα, έτσι που πραγματικά ο λήπτης να
νιώθει την παράλληλη πορεία του με τον αγαπημένο του ποιητή. Να αποδεικνύει ο
ποιητής τη δυναμική του, κυρίως και πρώτα απ’ όλα στο μύθο. Που, ναι μεν, μπορεί
να προέρχεται από την κλασική και την προομηρική εποχή, αλλά που αυτό το μύθο,
δύναται με τεχνική να προσαρμόζει, ή ακόμα και να δημιουργεί έναν νέο δικό του
μύθο. Πόσες αλήθεια φορές, δεν έχουμε χρησιμοποιήσει για γνωστούς δημιουργούς,
όλου του φάσματος της τέχνης, την έκφραση, "γιατί κόλλησε αυτός; Ήτανε κάποτε 50
χρόνια μπροστά από την εποχή του."</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ηθοποιοί, σκηνοθέτες, συγγραφείς,
ποιητές, θέλοντας να υπάρχουν, οπωσδήποτε να υπάρχουν, στο προσκήνιο της
δημοσιότητας, γεννοβολούν άσκοπα έργα. Τα περισσότερα έχουν γραμμένη την
ημερομηνία λήξης τους, απ’ τη στιγμή της παραγωγής τους στο κάτω μέρος της
κερκίδας, τυπωμένη, με ιδιόχειρα του δημιουργού τους γράμματα. Δυστυχώς την
ημερομηνία λήξης τους και όχι τη διαχρονικότητά τους. Δεν είναι η δημοσιότητα ή
ο εντυπωσιασμός, αυτό που πρέπει να κυνηγά ο δημιουργός. Σ’ αυτό που πρέπει να
προσδοκά, είναι η κλασικότητα. Το μακρινό χτες που ζει δίπλα του, και το πάρα
πολύ μακρινό αύριο, που τόσο θέλει τα έργα τους να επιζήσουν. Των ποιητών και
των δημιουργών γενικότερα τα έργα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ανανέωση, πρωτοπορία κι
εκσυγχρονισμός. Αυτό είναι ποιητής. Ποιεί. Δημιουργεί. Δεν είναι καλούπι ο
ποιητής, κάποιας φτωχής βιοτεχνίας, που παράγει σταθερά το ίδιο προϊόν, ελλείψει
αποθεματικού ταμείου της επιχείρησης. Ο ποιητής είναι δημιουργός. Παράγει ιδέες.
Ζει την εποχή του, δεν ξεχνάει την ιστορία, ούτε την ιστορία του. Παρακολουθεί
τον περιβάλλοντα κοινωνικό του χώρο. Αναπαράγεται μέσα από αυτό το περιβάλλον
και από τον ίδιο του τον αέναο πνευματικό του κόσμο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που
κρατάνε τον ποιητή δεμένο. Ο ποιητής είναι άνθρωπος. Εξ αυτού συνάγονται
αδυναμίες. Αυτό φωνάζει, αυτό διδάσκει ο Αριστοτέλης. Να αφήσει ο ποιητής
ελεύθερη τη διάνοια των ηρώων του να βρίσκει πάντα κάτι νέο να τους εμπλουτίζει
με τη δημιουργία του έτσι που ο μύθος να μένει κομμάτι ισχυρό στη σκακιέρα του
ποιήματος και το ήθος του ήρωα να κερδίζει την παράσταση, σωριάζοντας μπροστά
του, όλους τους δύσκολους καιρούς.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ερωτευμένος ποιητής με την
επίγεια Μούσα του, λόγος σημαντικός για αναστολή ολκής. Αρέσω στην αγάπη μου,
δεν με νοιάζει τίποτα. τα πρωτόλεια πρώτη αυτή τα θαυμάζει, τα κριτικάρει, τα
βαθμολογεί, τότε δεν υπάρχει λόγος, δεν γεννάται λόγος, αλλαγής της φόρμας μου.
Στερεύει το ποτάμι του, στο όνομα της αγάπης, κάνοντας μονίμως το ίδιο δώρο στην
αγαπημένη του, από τον φόβο και την αυταρέσκεια ότι αυτό της αρέσει. Δεσμεύει το
συναίσθημά του. Κι αν τύχει ποτέ, αρκετά συχνά, σχεδόν πάντα, να χωρίσει από την
Μούσα του, αυτός και η ποίησή του μπαίνουν αυτόματα στο προσωπικό του Μουσείο.
Χάνεται ο ποιητής μαζί με το χωρισμό του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στρατευμένος ποιητής, με την
ιδεολογία του, με τους συντρόφους του, με τα όνειρά του. Αναγκασμένος ο ποιητής,
από την ζωή του την ίδια, από τη συγκυρία του, εμπλέκεται σε καταστάσεις,
απορροφάται στη δίνη των πολιτικών εξελίξεων, διατηρεί φόρμα, εξοστρακίζει στο
πουθενά της οδυνηρής του συγκυρίας, την ποιητική του δυναμική, την προσωπική του
διάνοια, ελέγχοντας κάθε φορά, όλο και περισσότερο, το περισσότερο, που μπορεί
να δώσει και δεν δίνει, στο όνομα της συντροφικότητας, στο όνομα της προόδου.
Αφαιρεί, υποστέλλει το προσωπικό του δικαίωμα στην τέχνη, μόνο και μόνο για να
ευχαριστεί, τις περισσότερες φορές, σχεδόν πάντα, τους συντρόφους. Αναιρεί την
προσωπική του πρόοδο, εθελοντικά, παραμένοντας ένας κονδυλοφόρος, με την πένα
γεμάτη ρουκέτες, με το μελάνι να χαράζει σταυρούς πάνω σε μνήματα, με το χαρτί
να γίνεται σεντόνι, (σάβανο), υπενθύμισης στον ιερό αγώνα, στον ατέλειωτο δρόμο
τον ανηφορικό, της κατάκτησης των λαϊκών δίκιων. Μπράβο. Ειλικρινά μπράβο. Αν
όμως κατ’ ιδίαν μιλήσουμε, με αυτές τις προσωπικότητες, θα μας κυριεύσει,
εξηγώντας μας, το πληγωμένο πάθος της ανύπαρκτης προσωπικής ανεξαρτησίας.
Αλλόκοτος και αλλόκοσμος θα μας φαίνεται, λέγοντάς μας για τον τρόπο που θα
ήθελε να είχε εκφραστεί. Οι περισσότεροι επαγγελματίες, λένε, τόσα χρόνια εμάς
μας ξέρουνε, δεν έχουμε ανάγκη διαφήμισης, ακόμα και ανακαίνισης. Όταν το
κατάστημά τους κλείσει, ή αλλάξει διεύθυνση, σκορπά η πελατεία και χάνεται,
γίνεται όλη η ιστορία, μια αράχνη του δρόμου, ένα κάτι του τότε. Πόσες ποιητικές
συλλογές ή έργα ολοκληρωμένα δεν βρίσκονται στις βιβλιοθήκες μας, που δεν έχουν,
(πιστεύουμε τώρα πια), τίποτ’ άλλο να μας δώσουν, να μας προσφέρουν. Πέρασαν
όμως χρόνια πολλά, που τα είχαμε εγκόλπιο, δεν τα αφήναμε από τα χέρια μας.
Μήπως δεν υπήρξαν τα χάρτινα εγχειρίδιά μας, που πιο και απ’ τ’ ατσάλι πιο
σκληρά, τρυπούσαν κι έκοβαν την αμηχανία των καιρών; Που μας έδιναν δύναμη και
λόγο αντίστασης του μυαλού. Σα νάρθηκες τα χρησιμοποιούσαμε, σαν πατερίτσες και
μας άρεσε. Πεθαίναμε γι αυτούς τους στίχους, που έκλειναν μέσα τους την εποχή
μας. Αλλά η στράτευση σκονίστηκε πια στα ράφια μας κι αράχνιασε στις καρδιές
μας. Χάθηκαν στα βιβλιοπωλεία, πεταμένα σε αποθήκες υπόγειες. Ακόμα χειρότερα,
σε πολλές περιπτώσεις, δεν υπάρχουν ούτε στον τιμοκατάλογο των εκδοτών τους πια.
Κι όμως… κι όμως… καταδικάσαμε έναν ποιητή στον Γολγοθά του, (τον ηρωικό και
υποχρεωτικά μοναχικό, Γολγοθά του), μη αφήνοντάς τον να μας δωρίσει την ανανέωσή
του, με την συγκατάνευσή μας όταν έπρεπε και την ανοχή μας όταν δεν έπρεπε.
Είναι σαν το καλό θέατρο που δεν παρακολουθούμε από την τηλεόραση, αλλά και στις
αίθουσες ακόμα, σαν το απόλυτο κακό σίριαλ που του δίνουμε τηλεθέαση υψηλή.
Βρίζουμε, όλοι μαζί ύστερα, την τηλεόραση, το θέατρο, το βιβλίο, που δεν έχει
τίποτα να δώσει. Κανείς δεν αγοράζει κάτι που δεν του αρέσει, έτσι, για να το
αγοράσει.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Χειροκροτούμε, λοιπόν, που
πρέπει. Κάνουμε άφοβη κριτική κατά πως πρέπει. Εξαναγκάζουμε τον ποιητή να φύγει
μπρος. Του πρέπει. Το έχει ανάγκη. Περισσότερο ακόμα εμείς. Οι
λήπτες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Αυτό φωνάζει ο Αριστοτέλης, ο
λήπτης. Δε με νοιάζει ποιητή η πηγή της έμπνευσής σου, το έργο σου με
ενδιαφέρει. Δε με νοιάζουν οι χαρακτήρες που φέρεις επί σκηνής, αν πρωτότυποι,
αν είναι επανάληψη κάποιων, το ήθος που διδάσκεις με ενδιαφέρει. Δε νοιάζομαι
διόλου για το αν έχεις προβλήματα με την παλλακίδα σου ή το μειράκιόν σου, δεν
ενδιαφέρομαι για τους φίλους σου, για την παρεούλα σου. Θέλω από σένα ένα έργο
που θα μείνει. Όχι εσένα ποιητή μόνο, αλλά και τον ηθοποιό και τον σκηνοθέτη.
Όλους αυτούς ο Αριστοτέλης τους θέλει να ανανεώνονται, να πρωτοστατούν, να
ηγούνται, να παρουσιάζουν δημιουργίες με τέχνη, με φαντασία, με δύναμη. Στο έργο
τους στέκεται, όχι στη ζωή τους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το μεγαλύτερο κακό σε έναν ποιητή
και γενικότερα, στην ποίηση, αυτή την ίδια, το κάνουν οι φίλοι. Άθελά τους.
Κολακεύονται που κάποιος στην παρέα γράφει ή ακόμα περισσότερο, που, ένας
ποιητής μπήκε στην παρέα τους. Έτσι, χωρίς αιδώ, επειδή ντρέπονται ή επειδή έτσι
νομίζουν οι ίδιοι, πως είναι ευγενικοί μαζί τους, αφήνουν τον ποιητή να χαρίζει
απλόχερα τη μετριότητά του, τις περισσότερες φορές, να βαυκαλίζεται κι αυτός κι
αυτοί, πως όλα πάνε καλά, πως όλα είναι εν τάξει. Μην ξεχνάμε τον Λασκαράτο, που
τόσο χιούμορ είχε και ήξερε να χλευάζει και να αυτοχλευάζεται, πως οι φίλοι τον
έπεισαν, να εκδώσει ποιητική συλλογή. Όταν δε το έκανε, μη καταφέρνοντας να
πουλήσει ούτε ένα (άλλος ήταν ο δρόμος του), αντίτυπο, βρέθηκε, ύστερα από
χρόνια με αυτούς που τον είχαν πείσει, που του κράτησαν και μούτρα, επειδή δεν
τους χάρισε ένα. Κι ας τον παρότρυναν αυτοί. Τους τακτοποίησε, όμως, ο
Λασκαράτος. Ήξερε αυτός πως.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ποιητή, κλείσε τ’ αυτιά σου στις
αδαείς σειρήνες, τράβα τον δρόμο σου και κοίτα την αυτόματη διόρθωσή σου, ακόμη
και την απόρριψή σου, αν νομίζεις πως και αυτό το μέτρο είναι αναγκαίο και
χρειάζεται. Μη γίνεσαι μάρτυρας μιας εποχής, που προσπαθεί το ακαλαίσθητο, να το
κάνει τρόπο ζωής. Μην αφήνεσαι, χωρίς την αίσθηση, που από φυσικού έχεις. Μη
στερείς τα φτερά της φαντασίας σου. Αυτής της φαντασίας που καλεί τη μνήμη σε
ένα προσκύνημα αντάξιο της εποχής σου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μπορείς πάντα το καλλίτερο.
Μπορείς. Θέλησέ το κιόλας. Βάλε τους φίλους να ακούν, ζήτησέ τους κριτική και
όχι ξεσκόνισμα, δεν έχουν άλλωστε να κερδίσουν και τίποτα από σένα. Αυλοκόλακες
στον ποιητή δεν χρειάζονται. Πίεσέ τους, αλήθεια να σου πουν, τι κατάλαβαν από
το έργο σου. Φέρ’ τους σε δύσκολη θέση. Έτσι θα καταλάβεις περισσότερα γι
αυτούς, αλλά και για το έργο σου. Χρειαζόμαστε φίλους που δεν ντρέπονται. Που
δεν φοβούνται τη γνώμη τους. Για να μην ντρέπεσαι εσύ αργότερα.
Εμείς.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κανένας φίλος, αν ήσουνα μαραγκός
τσαπατσούλης, δεν θα σου ανάθετε τα ντουλάπια της κουζίνας του, όσο φίλος και να
ήτανε. Κανέναν φίλο μην αφήνεις, να σε κρατάει τσαπατσούλη. Είσαι εργάτης του
πνεύματος, σαν κάθε εργάτης. Προσπάθησε να δουλέψεις περισσότερο επάνω στο έργο
σου. Για τον εαυτό σου, για την ποιότητα και την εξέλιξη της τέχνης σου, για
τους φίλους σου, για όλους μας. Οι παρεούλες, που πάντα υπήρχαν και πάντα θα
υπάρχουν, μάστιζαν και μαστίζουν, το δημιουργό, την τέχνη, και κυρίως φονεύουν
μέρα με τη μέρα, όλο και πιο πολύ τον θεατή, τον αναγνώστη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Αυτά διδάσκει ο Αριστοτέλης, που
δεν αρνείται, να σφίξει το χέρι ανθρώπων που δεν γνωρίζει, επειδή μεγαλούργησαν
στη σκηνή της τραγωδίας, αλλά που δεν υπολείπεται παρατηρήσεων αυστηρών, ακόμα
και σε απόφοιτους της σχολής του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Φιλοσοφία δεν βλέπω στα κείμενα
των ποιητών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η φιλοσοφία που λείπει, ας
γεμίσει τα κενά των ποιητών και των έργων τους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Νέες ιδέες που να κατακλύσουν την
έκδοση, το στίχο, τη ρίμα, την ολότητα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στην Ποίηση, ο Όμηρος, κυριεύει
την ψυχή και την ποιητική διάθεση του ποιητή, μόνο που ο Όμηρος κατέγραψε
μοναδικά την ανάγκη των παραδόσεων.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Δεν είναι ποίηση που γράφτηκε από
έναν άνθρωπο μιας τεχνικής κατάρτισης. Είναι ο τρόπος που τότε μιλούσαν που τότε
εκφράζονταν. Έμμετρη αναφορά και έμμετρη καταγραφή του παρελθόντος, της
σύνδεσης, της σύνθεσης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ποιώ-δημιουργώ, δεν
καταγράφω-δίνω. Φιλοσοφία και ποίηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στην κριτική του, επιμένει τόσο ο
Αριστοτέλης, ακόμα και κόντρα στον αγαπημένο του δάσκαλο τον Πλάτωνα. Σκορπίζει
στον αέρα της εποχής του την αρχή του: τίποτα δεν είναι δεδομένο. Χιμίζει επάνω
στους νεωτερισμούς, τους αγκαλιάζει ή τους ποδοπατά. Μαθητές του κάποιοι από
αυτούς. Άγνωστοι κάποιοι άλλοι σ’ αυτόν. Τα παραδείγματά του πολλά. Τι μαγικό
που θα ήταν να μπορούσαμε το πλήρες της ανάλυσής του να παρακολουθήσουμε! Να
ζούσαμε έναν περίπατο μαζί του. Να είχαμε την τύχη να μας διδάξει, έστω και για
μια φορά, ένα μάθημα, λίγες από τις σκέψεις του, ζωντανά, για την
ποίηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η Αθήνα με αποτράβηξε. Με έκανε
κάτοικό της.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στους δρόμους της περπάτησαν,
στον αγέρα της ανάπνευσαν, στον ήλιο της ίδρωσαν, στο φεγγάρι της ταξίδεψαν,
δεκάδες άνθρωποι που την στόλισαν με τόση τέχνη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ρίτσος, Ελύτης,
Λειβαδίτης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σαββόπουλος, Χατζιδάκις,
Μαρκόπουλος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Βουρνάς, Κατράκη,
Εμπειρίκος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Καρούζος, <a href="http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=Tags&t=melissanthi" style="color: blue; text-decoration: underline; text-underline: single;" title="αναφορές σε Μελισσάνθη"><span style="color: black; text-decoration: none;">Μελισσάνθη</span></a>,
Μινωτής.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σπάνιας, Κατράκης,
Θεοδωράκης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Παξινού, Ξαρχάκος,
Αγγελόπουλος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Παπαδιαμάντης, Βάρναλης,
Σολωμός.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Σακελλαρίδης, Κάλλας,
Τσιτσάνης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Όλα αυτά τα σύννεφα στον Αττικό
ουρανό δικαιολογούνται. Είναι χιλιάδες λευκές ψυχές. Είναι εκατοντάδες στιγμές
που άφησαν πάνω μας στον ουρανό της Αθήνας και της Πατρίδας, τα έργα και οι
στιγμές των δημιουργών μας. ένας ουρανός δεν φτάνει. Μη γεμίσουμε σελίδες. Μια
απλή εισαγωγή είναι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κι εγώ σε ρωτώ. Πώς να γράψεις
άλλη ποίηση; Πώς να κάνεις αφαίρεση, όταν το ψωμί δεν πάει στα σπίτια, όταν η
πείνα είναι τρόφιμος των σπιτιών. Τι να γράψω για τα λουλούδια, τη γύρη, όταν
στον έρωτα βρίσκεις αρρώστια βγαλμένη από τα εργαστήρια; Όταν στη μήτρα της ζωής
βρίσκεις τον ιμπεριαλισμό; Τι να πω για τον ήλιο, που οι αχτίδες του δεν έφτασαν
δεν φτάνουν να φωτίσουν τα άντρα της χημείας των πολέμων; Τι να πω για τα
πουλιά, αφού δεν μπορούν να πετάξουν για τις ιδέες της αγάπης;</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κι εγώ σε ρωτώ…</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Τι θα ένοιαζε δηλαδή αν ο τάδε
ποιητής τύφλα στο μεθύσι έγραφε τις τραγωδίες του; Αν ο δείνα ήθελε παλλακίδες
να τον συντροφεύουν;</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Εκείνη μας απασχολεί, η στέρεη
ύλη, που θα πάρει μαζί του ο απολαμβάνων το κάθε ποίημα. Είτε μουσικής, είτε
ποιητικής, είτε της όποιας τέχνης μίμησης, είτε ζωγραφικής είτε γλυπτικής, είτε
όποιου άλλου εκφραστικού καλλιτεχνικού είδους. Η τεχνική πρώτα, το βάθος ύστερα,
είναι τα στοιχεία που απαιτεί ο Αριστοτέλης να του προσφέρονται, από τον
καλλιτέχνη και το έργο του. Βλέπει βάθος ψυχολογίας στους εικονιζόμενους
χαρακτήρες των ζωγραφικών πινάκων. Το ίδιο το βλέμμα είναι πολυδιάστατο. Θέλει
και την τέχνη πολυδιάστατη. Και τον μύθο, απλό ή έξυπνα πεπλεγμένο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ίσως, ό,τι άφηνε από την
προσωπικότητα των δημιουργών ανέγγιχτο ο Αριστοτέλης, απ’ ότι φαίνεται, να ήσαν
εκείνα, που απασχόλησαν τους κωμωδούς. Και καλά έκαναν. Όμως ο Αριστοτέλης, ούτε
και με των κωμωδών την ψυχική διάθεση ή την προσωπική ζωή απασχολήθηκε. Αλλά
και αυτών το έργο τους είδε. Χάθηκε όμως. Ολόκληρο το κομμάτι που ασχολήθηκε με
την κωμωδία χάθηκε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Βέβαιο είναι πως η προσωπικότητα
παίζει μεγάλο ρόλο. Το πρόσωπο που δημιουργεί δεν είναι ανεξάρτητο από το
δημιούργημά του. Η προσωπικότητα όμως δεν είναι μέρος που μπορεί να το διδαχτεί
κάποιος. Είναι σαφώς κάτι πολύ ιδιαίτερο, που από το θεό λαμβάνει, από τη φύση
την κοσμεί, από τη γνώση τη στερεώνει. Το έργο λοιπόν μας αφορά όχι η
προσωπικότητα. Έτσι δεν ασχολείται και ο Αριστοτέλης στην Ποιητική με τους
δημιουργούς αλλά με το έργο τους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Άλλωστε θεωρεί πως η γέννηση της
ποίησης εκτός από τη φύση του ανθρώπου να γεννά μιμήσεις και που είναι βασική
από τα ζώα διαφορά, και οι ποιητές με τις προσωπικές τους συνήθειες δημιούργησαν
την ποίηση και την χώρισαν σε ομάδες και είδη. Έτσι θεωρεί πως οι αξιότεροι, οι
σοβαρότεροι των ποιητών, στους ήρωές τους προσπαθούσαν να αναφέρουν τα ευγενικά
τους προτερήματα, ενώ οι πιο ανάξιοι (αθλιότεροι) έκαναν ποίηση και μίμηση
πράξεων κακών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ευφυής ή μανικός; Εύπλαστος ή
εκστατικός;</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Να σκέφτεται ή να αισθάνεται ο
ποιητής; Μια θέση του Αριστοτέλη που όμως πρέπει να τη δούμε. Λέει πως ο ποιητής
είναι καλλίτερο να λειτουργεί με τη λογική παρά με το συναίσθημα. Είτε ο ποιητής
σκέφτεται και συλλογίζεται περισσότερο το θέμα του πριν το γράψει, είτε από τη
φύση του είναι προικισμένος και μπορεί εν ριπή να παράγει το έργο του, είτε
φτιάχνει τους ήρωές του με ευαισθησία και τους παρουσιάζει εύπλαστους από τη
σκηνή, είτε είναι παρορμητικός και ταυτίζεται με τα πάθη των ηρώων του, ο
ποιητής πρέπει και το μυαλό του και τη γνώση του να χρησιμοποιεί, αλλά και την
καρδιά του και το συναίσθημά του να αδειάζει μέσα στο έργο του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η Αθήνα με αποτράβηξε και με
έριξε μέσα στην αγκαλιά της. Άκουσα την καρδιά της να χτυπάει, ένιωσα την ανάσα
της να μου ζεσταίνει το λαιμό. Αφέθηκα στη στοργή της και με πλημμύρισε η
Ελλάδα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Κάτω από τον όγκο της Ακρόπολης,
κάνοντας έναν περίπατο στον πλευρικό δρόμο της, νοιώθω την ανάγκη να χαιρετήσω
τη δόξα της.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ήταν η αρχή που έγινε με τον
Φωτεινό και η συνέχεια, που δεν τη γνωρίζω…</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ζητάει η ποίηση τους ανθρώπους
της, τους δημιουργούς της και οι φιλόσοφοι το αποτέλεσμα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μερικά ιστορικά σχετικά με το
χρόνο της Ποιητικής: αν η Ρητορική στην οποία αναφέρεται η Ποιητική είναι
γραμμένη νωρίτερα, δηλαδή το 338-336 π.Χ., τότε, της Ποιητικής χρόνος γραφής
πρέπει μάλλον να είναι 334-330 π.Χ. Χρόνια που ήδη υπάρχει η σχολή του
Αριστοτέλη, ο Περίπατος και ήδη διδάσκει σε αυτή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η έρευνα που είχε κάνει αυτός και
οι μαθητές του ήταν πολύ μεγάλη. Με το θέμα της Ποίησης είχε πολύ ασχοληθεί,
πολύ πριν καταπιαστεί με το σύγγραμμα αυτό Περί Ποιητικής.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Για την τραγωδία συνολικά, τον
Ευριπίδη, Χοιρίλο, Αρχίλοχο, Ησίοδο και Όμηρο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ειδική έρευνα για τα ποιητικά
πράγματα γενικά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Έρευνα με κατάλογους για τους
Πυθιονίκες και τους Ολυμπιονίκες. Πράγμα που τον καθιστά άξιο να γνωρίζει για το
θέμα πάρα πολλά. Άλλωστε δεν θα ήταν δυνατό να φανταστούμε αυτόν τον ερευνητή να
μην έχει μελετήσει και το έργο, όσο υπήρχε, το πριν από αυτόν, που ήταν σχετικό
με την κριτική ή την παρουσίαση ασχολιών με το θέατρο, την ποίηση και την
καταγωγή τους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το βιβλίο αυτό του Αριστοτέλη
σκοπό έχει να αναδείξει το αναγκαίο επίπεδο που πρέπει να υπάρχει, θεωρητικό,
τεχνικό και αισθητικό, στην τέχνη της ποίησης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Χωρίζοντας το έργο σε κατηγορίες,
όπως αυτό από τη ροή του χωρίζεται, έχουμε τέσσερις μεγάλες ομάδες:</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">α) Γενικά Περί Ποίησης, καλύπτει
στα κεφάλαια 1-5</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">β) Για την Τραγωδία, καλύπτει στα
κεφ. 6-22</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">γ) Για την Εποποιία, καλύπτει στα
κεφ. 23-24 και</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">δ) Για την Κριτική της Ποίησης,
καλύπτει στα κεφ. 25-26</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Υπάρχουν πολλά εν δυνάμει
υποκεφάλαια που θα προσπαθήσουμε να τα δούμε χωρίς καμιά κριτική ή φιλολογική
διάθεση, αλλά απλά σαν ενημέρωση, για τον περισσότερο αδαή, όπως κι εγώ άλλωστε,
παρά για τον φιλόλογο και εξειδικευμένο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το πρώτο μέρος αναφέρεται σε
στοιχεία που αφορούν γενικότερα στην ποίηση, όπως:</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τη μίμηση και τις τέχνες
της</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα μέσα της μίμησης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- αντικείμενο της
μίμησης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τρόπο μίμησης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ασχολείται επίσης με την καταγωγή
και την ιστορικότητα της ποίησης:</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- πως γεννήθηκε η
ποίηση</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- διαφορές στα διάφορα
είδη</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- την εξέλιξη της
τραγωδίας</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- την εξέλιξη της
κωμωδίας.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στο δεύτερο μέρος ασχολείται με
την τραγωδία ειδικά, όπου</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- εξηγεί το λόγο που πρώτα
εξετάζει την τραγωδία</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- δίνει τον ορισμό</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- δίνει τα μέρη κατά το
ποιόν</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- αξιολογεί τη θέση των
μερών</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το μύθο</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τις ιδιότητες του
μύθου</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- όλον</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- μέγεθος</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- ενότητα</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- λογική συνοχή</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα είδη του μύθου</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα μέρη του μύθου</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα μέρη της τραγωδίας κατά το
ποσόν</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το έργο της
τραγωδίας</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τον ήρωα της
τραγωδίας</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- την εξέλιξη του
μύθου</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το φοβερό και
ελεεινό</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα ήθη</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- την τραγωδία ως όλον</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- είδη αναγνώρισης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">-
καθαρότητα-ενάργεια-σαφήνεια</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τη σειρά της
σύνθεσης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- δέση και λύση</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα είδη της
τραγωδίας</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- επεισόδια</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- χορός</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- η διάνοια</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- η λέξη</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα σχήματα της λέξης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα μέρη της λέξης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα είδη των ονομάτων</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- η αρετή της λέξης</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Την τραγωδία θεωρεί γνήσια
απόγονο του Ομηρικού έπους. Την φροντίζει περισσότερο, επειδή αυτή, η τραγωδία,
μπορεί και έχει το όλον. Μπορεί να σχηματίζει χαρακτήρες, να δίνει στο μύθο την
οντότητα που πρέπει να έχει. Καθορίζει με αυστηρότητα τα είδη της και δεν μπορεί
να δεχτεί κανένα άλλο. Κατά τον Αριστοτέλη, η ποίηση είναι μίμηση. Όπως μίμηση
είναι ακόμη οι τέχνες της μουσικής και οι εικαστικές τέχνες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μίμηση, κατά τον Αριστοτέλη,
είναι κατ’ αρχήν η απεικόνιση της πραγματικότητας. Ό,τι μας είναι αισθητό, ό,τι
βλέπουμε, ό,τι ακούμε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Δεν αναγνωρίζει τη διδακτική
ποίηση ως ποίηση Ιατρική η Φυσική.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στο τρίτο μέρος ασχολείται με την
εποποιία, για να διδάξει:</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τις ιδιότητες του
έπους</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τις αναλογίες και τις διαφορές
με την τραγωδία</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- την ενότητα της
εποποιίας</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τα είδη και τα μέρη της
εποποιίας</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το μέγεθός της</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το μέτρο</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το δράμα</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τη λογική συνοχή</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τη λέξη</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το έπος πρέπει να έχει στο νου
του κάθε ποιητής που ασχολείται με τη σοβαρή ποιητική δημιουργία. Όταν η
τραγωδία παραβαίνει τους όρους και τους νόμους του έπους χωλαίνει, χάνεται. Για
κάθε τραγωδό το έπος είναι η μητέρα που ταΐζει το έργο του. Την τραγωδία. Το
δράμα του. Το μύθο του. Αυτά θέλει να διδάξει ο Αριστοτέλης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στο τέταρτο μέρος ασχολείται,
τέλος, με την κριτική της ποίησης και παρουσιάζει τα</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- προβλήματα και τις
λύσεις</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- τις γενικές αρχές</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- το άλογο</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- λύσεις από τη λέξη</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">- σύγκριση της τραγωδίας και του
έπους.</span><br />
<h2>
<span style="font-size: 16pt;">Αριστοτέλης ο Σταγειρίτης</span></h2>
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Η Ζωή του:</span></b><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης ήταν γιος του
Νικομάχου και της Φαιστίδας. Γεννήθηκε το 384 π.Χ. στα Στάγιρα της Χαλκιδικής.
Οι γονείς του ήσαν γόνοι μεγάλων ιατρικών οικογενειών και ο ίδιος ο πατέρας του
ήταν γιατρός, καταγότανε από τους Ασκληπιάδες δια του Μαχάονος, του γιου του
Ασκληπιού.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Έχασε πολύ νωρίς τους γονείς του
ο Αριστοτέλης. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μεγαλώσει κοντά στον προσωπικό φίλο
του πατέρα του, τον Πρόξενο, στον Αταρνέα της Μικράς Ασίας και μακριά από την
πατρίδα του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο πατέρας του, ενώ ζούσε, ήταν ο
προσωπικός γιατρός αλλά και φίλος του βασιλιά της Μακεδονίας, Αμύντα Β΄, του
παππού του Μεγάλου Αλεξάνδρου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η γέννηση του Αριστοτέλη
συμβαίνει μέσα στον απόηχο των μόλις 15 χρόνων από το θάνατο του Σωκράτη και 3
μόνον ετών από την ίδρυση της Ακαδημίας του Πλάτωνα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Όταν πια 17 ετών ο Αριστοτέλης
φτάνει στην Αθήνα, όλα σχεδόν είναι έτοιμα για να σπουδάσει, δίπλα στον
μεγαλύτερο δάσκαλο που είναι τότε ήδη 60 χρονών, τον Πλάτωνα, τον ίδιο και
μεγαλύτερο μαθητή του Σωκράτη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η εικοσαετής πια Ακαδημία,
δέχεται στους κόλπους της, τον Αριστοτέλη. Είκοσι ολόκληρα χρόνια ο Αριστοτέλης
μένει στη σχολή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Αποχωρεί λίγα χρόνια μετά το
θάνατο του δασκάλου του και μάλλον επειδή δεν θα μπορούσε να συνυπάρξει με τον
νέο σχολάρχη, ανεψιό του Πλάτωνα, Σπεύσιππο, επειδή μπορεί να χολώθηκαν
ίσως.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Από τον κύκλο του Σπεύσιππου ίσως
να διαδόθηκαν διάφορα περί στρυφνού και αγνώμονος χαρακτήρα που είχε ο
Αριστοτέλης. Δήθεν απίστησε ως αχάριστος απέναντι στον δάσκαλό του Πλάτωνα, πως
ήταν σπάταλος, πως έλαβε μέρος στη δηλητηρίαση του Μεγάλου Αλεξάνδρου και άλλα,
που, μάλλον ψευδή κι ασύστολα ήσαν, όπως αποδεικνύεται από την διαθήκη του
άλλωστε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μεγάλη τύχη για τον Αριστοτέλη να
διδαχτεί και να ζήσει μαζί με τον Πλάτωνα σε αυτά τα τόσο γόνιμα και ώριμα
χρόνια του τέλους της ζωής του. Κοντά σε έναν Πλάτωνα που είχε αρχίσει να
αναθεωρεί και να ελέγχει την ιδεαλιστική του θεωρία, της Πόλης των
Ιδεών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης, φεύγει από την
Αθήνα, με σαφή την ολοκληρωμένη του προσωπικότητα για να πάει, το 347, μετά από
πρόσκληση του Ερμεία, που ήταν ηγεμόνας στην Άσσο και τον Αταρνέα, περιοχής της
Τρωάδας. Φτάνουν μαζί με τον φιλόσοφο Ξενοκράτη. Ο Ερμείας, παλιός φίλος και
μέλος της Ακαδημίας του Πλάτωνα, είχε χαρίσει την Άσσο, στους πλατωνικούς φίλους
του, Έραστο και Κορίσκο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης έφτασε στην Άσσο,
όπου και ιδρύει, θυγατρική, θα λέγαμε, σχολή, της Ακαδημίας, που τόσα χρόνια
ήταν μέλος της.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Η σχολή καταφέρνει να έχει και
κάποιο για πρώτη φορά, πλέον, πολιτικό ρόλο, με το να ασκεί και πολιτική επιρροή
επάνω σε κάποιον ηγεμόνα, που είναι και προσωπικός του φίλος, επηρεάζοντάς τον
μάλιστα και ηθικά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Μένει στην Άσσο και στη σχολή 3
χρόνια, όταν μαζί με τον σπουδαίο μαθητή του, αλλά και συνεχιστή του, Θεόφραστο,
φεύγουν για να μεταφέρουν και να ιδρύσουν τη σχολή στη Μυτιλήνη, το 343. Από
εκεί καταγόταν ο Θεόφραστος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Αριστοτέλης είχε παντρευτεί με
την ανεψιά και θετή κόρη του Ερμεία, Πυθιάδα, απέκτησε και μία κόρη που
ονομάστηκε και αυτή Πυθιάδα. Με τις πρώτες κιόλας παραδόσεις μαθημάτων στη σχολή
ο Αριστοτέλης είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του Ερμεία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Με τον πατέρα του ο Αριστοτέλης
σαν να είχε ανοίξει το δρόμο των σχέσεων με την Μακεδονική Αυλή. Έτσι ένα χρόνο
μετά, μόλις το 343, χρονιά που λειτούργησε η σχολή στη Μυτιλήνη, λαμβάνει
πρόσκληση ο Αριστοτέλης από τον Φίλιππο, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου,
προκειμένου να τον διδάξει και να αναλάβει την μόρφωσή του. Ο Αλέξανδρος τότε
ήταν μόλις 13 ετών. Στο γεγονός αυτής της πρόσκλησης, είχε μάλλον μεσολαβήσει
και ο Ερμείας, ο οποίος σαν ηγεμόνας που προέβλεπε την επερχόμενη ρήξη ανάμεσα
στους Μακεδόνες και τους Πέρσες, είχε συνάψει συμμαχία με τον Φίλιππο. Αυτή η
σύναψη συμμαχίας είχε σαν αποτέλεσμα την πτώση από το αξίωμά του και τον
σταυρικό θάνατο του Ερμεία, σαν τιμωρία από την περσική αυλή, το 341. Στον φίλο
του ο Αριστοτέλης αφιέρωσε αναθηματικό επίγραμμα, στο κενοτάφιό του, στους
Δελφούς. Έναν πραγματικό ύμνο στην αρετή, που για αυτή αξίζει οι Έλληνες, να
μοχθούν και να πεθαίνουν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Από το 342 μέχρι το 340 γίνεται ο
παιδαγωγός του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αλλά και μέχρι το 335 δεν φαίνεται να
απομακρύνεται από την Αυλή της Πέλλας. Επιστολές προς τον Αλέξανδρο στέλνονται,
προκειμένου ο Αριστοτέλης να του υποδείξει διάφορα περί βασιλείας του, αλλά και
γενικότερης συμπεριφοράς του σαν κατακτητής πια. Ο Αλέξανδρος ξαναχτίζει την
γενέτειρα του Αριστοτέλη, που είχε κατακάψει και καταστρέψει ο πατέρας του
Φίλιππος, προκειμένου να ευχαριστήσει τον δάσκαλό του. Οι σχέσεις τους φαίνονται
να κλονίζονται, όταν το 327, ο Αλέξανδρος σκοτώνει τον Καλλισθένη, ανεψιό του
Αριστοτέλη, επειδή υπήρχε υποψία συμμετοχής του σε συνομωσία. Ο Αριστοτέλης όμως
διατηρεί τις απόψεις του για την μακεδονική πολιτική, διατηρεί επίσης στενές
επαφές και φιλία με τον επιμελητή αυτοκράτορα Αντίπατρο, ο οποίος εκπροσωπεί τον
Αλέξανδρο όσο αυτός βρίσκεται στην Ασία, τον οποίο και ορίζει εκτελεστή της
διαθήκης του, ο Αριστοτέλης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το 335, με την υποστήριξη του
Αντίπατρου, φτάνει ο Αριστοτέλης στην Αθήνα. Ιδρύει τη δική του πια σχολή. Ένα
πραγματικό μεγάλο πανεπιστήμιο, με τεράστια βιβλιοθήκη, σύγχρονα διδακτικά μέσα,
σταθερό εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Η σχολή ιδρύθηκε στο Λύκειο γυμνάσιο, ανάμεσα
στον Λυκαβηττό και τον Ιλισό. Ένα κτήριο με στοές, όπου οι μαθητές και οι
καθηγητές έκαναν τις βόλτες τους, συζητώντας τα προβλήματά τους, έδωσε το όνομα
της σχολής. Περίπατος. Και οι ακολουθούντες το πρόγραμμα ονομάστηκαν
περιπατητικοί. Για 13 ολόκληρα χρόνια ο Αριστοτέλης μένει ο μοναδικός αρχηγός
αυτής της σχολής που σκίαζε όλες τις άλλες και έγινε διάσημη. Αυτή η περίοδος
έδωσε στον Αριστοτέλη το περιθώριο να συγγράψει ένα έργο, που σύμφωνα με τους
υπολογισμούς του Λαέρτιου Διογένη, έφτανε τους 440.000 στίχους, ενώ ο Έρμιππος
του αποδίδει κατά το 2ο π.Χ. αιώνα, περίπου 400 βιβλία και ο Πτολεμαίος τον 1ο
μ.Χ. αιώνα, 1.000 βιβλία. Πολλά εξ αυτών ίσως ανήκουν σε μαθητές του ή σε άλλος
που έβαζαν το όνομά του προκειμένου να γίνουν γνωστά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου,
φέρνει στην εξουσία των Αθηνών ξανά τους εχθρούς της μακεδονικής πολιτικής, με
αποτέλεσμα να διωχθεί ο Αριστοτέλης ως φίλος των Μακεδόνων. Κατηγορείται για
αθεΐα, πράγμα εύκολο για την εποχή του, από τον Δημόφιλο ή υπό του ιεροφάντη
Ευρυμέδοντα. Μη θέλοντας να αναγκαστούν οι Αθηναίοι σε νέο σφάλμα με την
καταδίκη του, σε θάνατο, όπως έκαναν και με τον Σωκράτη, φεύγει ο Αριστοτέλης
στην Χαλκίδα της Εύβοιας, όπου και πεθαίνει το 322 π.Χ. από κάποια πάθηση του
στομάχου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Δύσμορφος, βραχύσωμος, ισχνός,
ισχνοσκελής, μικρόμματος, φαλακρός, προγάστωρ και τραυλός, ήταν η εικόνα που
έδιναν στον Αριστοτέλη σχετικά με τη σωματική του διάπλαση. Όλα αυτά
ισχυρίζονται πως τα έκρυβε με ακριβά και λαμπρά ενδύματα, όπως και με κοσμήματα
που έφερε επάνω του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Με τον θάνατό του, αφήνει την
γυναίκα του Ερπυλλίδα, δεύτερη σύζυγό του ή παλλακίδα του, που όπως έλεγε ο
ίδιος απεδείχθη πολύ σπουδαία σύντροφος και που τον συντρόφευε μετά το θάνατο
της πρώτης του γυναίκας Πυθιάδας. Επίσης τον γιο του από την Ερπυλλίδα, Νικόμαχο
και την κόρη του Πυθιάδα από την πρώτη του σύζυγο. Επίσης άφησε και τον
υιοθετημένο γιο του ευεργέτη του και προστάτη του πρόξενου, τον Νικάνορα. Με την
διαθήκη του, ο Αριστοτέλης, ορίζει την κόρη του Πυθιάδα, σύζυγο του γιου του
Προξένου Νικάνορα, που τον είχε μεγαλώσει και ήταν ο κηδεμόνας του, όταν πέθαναν
οι γονείς του. Την Ερπυλλίδα αφήνει ελεύθερη να παντρευτεί ξανά και να διαλέξει
τα καλύτερα από τα κτήματά του, από την περιουσία του στη Χαλκίδα και τα
Στάγιρα. Να φτιαχτούν εικόνες των γονέων του και του άκληρου μοναδικού αδελφού
του που είχε νωρίτερα από αυτόν πεθάνει, του Αριμνήστου. Να φροντίσουν τους
δούλους και τις δούλες. Να τους προστατέψουν, να παντρέψουν και να προικίσουν
τις δούλες, να μην πουλήσουν κανένα από τα παιδιά των δούλων, αλλά όταν θα
ενηλικιώνονται, το κάθε ένα από αυτά να αφήνονται ελεύθερα.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Το έργο του: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Τεράστιο υπήρξε το έργο του. Είδαμε πιο
πάνω κάποιες, διογκωμένες βέβαια, εκτιμήσεις, σχετικά με το μέγεθός
του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Το σύνολο του έργου του μπορεί να
χωριστεί σε δύο μεγάλες κατηγορίες, αυτές που και ο ίδιος ο φιλόσοφος όριζε: α)
στους εξωτερικούς ή εκδιδόμενους λόγους και β) στους ακροαματικούς λόγους ή
πραγματείες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Στην πρώτη κατηγορία ήσαν αυτοί
οι λόγοι, τα έργα, που απευθύνονταν στο ευρύ κοινό. Στην δεύτερη πάλι τα
συγγράμματα ήσαν πλασμένα για να κυκλοφορούν ανάμεσα σε στενότερο κύκλο. Ήσαν
ακροάσεις, δηλαδή παραδόσεις, που ο ίδιος ο φιλόσοφος σαν τετράδια σημειώσεων
χρησιμοποιούσε, προκειμένου με περαιτέρω ανάλυση, προφορική, να αναλύσει στους
σπουδαστές του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Χωρίζοντας σε επτά κατηγορίες το
σύνολο του έργου του έχουμε έργα: <b>λογικά, μεταφυσικά, φυσικά, ψυχολογικά,
ηθικά, πολιτικά και αισθηματικά</b>. Καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα της επιστήμης
πλην των μαθηματικών. Διαχωρίζοντας ως ένα βαθμό τις αρχές του από αυτές του
δάσκαλού του Πλάτωνα, σχετικά με την θεωρία των ιδεών, αλλά και επειδή ο ίδιος
ασχολείται με τον οργανικό και τον εμπειρικό κόσμο, θα λέγαμε πως ήταν οι αιτίες
που δεν ασχολήθηκε με τα μαθηματικά.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Λογικά:</span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;"> "Κατηγορίαι", όπου ασχολείται με το ον,
και με τα όσα είδη υπάρχουν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ερμηνείας", για την πρόταση
και την κρίση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Αναλυτικά Πρότερα", για τους
συλλογισμούς.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Αναλυτικά Ύστερα", για τις
αποδείξεις.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Τοπικά", για την διαλεκτική
τέχνη, τις πιθανές αποδείξεις.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Σοφιστικοί Έλεγχοι", ίδιο θέμα
με το προηγούμενο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Με τον γενικό τίτλο "Όργανον",
είχαν εκδοθεί όλα αυτά τα συγγράμματα μαζί σε έναν τόμο από τους
βυζαντινούς.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Μεταφυσικά: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">"Μετά τα Φυσικά", προσπάθεια παρουσίασης
του υπεραισθητού ως επιστήμης. Η ονομασία ανήκει στον Βοήθιο 6ος μ.Χ. αιώνα.
Αποτελείται από 14 βιβλία.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Φυσικά: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">"Φυσική Ακρόασις", αποτελείται από 8
βιβλία. Ασχολείται στα τρία τελευταία με την κίνηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ουρανού", αποτελείται από 4
βιβλία. Για το σχήμα και την κίνηση των ουράνιων σωμάτων και για την αφθαρσία
του σύμπαντος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί γενέσεως και Φθοράς",
αποτελείται από 2 βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Μετεωρολογικά", αποτελείται από
4 βιβλία. Το τελευταίο ίσως να το έγραψε, σαν πραγματεία, ο περιπατητικός
φιλόσοφος, νέος ακόμα τότε, Στράτωνας ο Λαμψακηνός.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ζώων Ιστορίαι", αποτελείται
από 10 βιβλία. Ίσως το τελευταίο να ανήκει πάλι στον Στράτωνα. Συγκριτική
ανατομία και φυσιολογία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί ζώων Μορίων", αποτελείται
από 4 βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ζώων Πορείας".</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ζώων Κινήσεως", για την
κίνηση των ζώων σε σχέση με την κίνηση του κόσμου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ζώων γενέσεως", για την
κληρονομικότητα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Προβλήματα".</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Τα Περί Κόσμου, Φυσιογνωμικά,
Περί Θαυμασίων Ακουσμάτων, Περί φυτών, Περί Ατόμων Γραμμών, Περί Πνεύματος και
Μηχανικά δεν ανήκουν στον Αριστοτέλη και θεωρούνται νόθα.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Ψυχολογικά: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ψυχής", αποτελείται από 3 βιβλία.
Ασχολείται με την ανθρώπινη ψυχή, αλλά και με την ψυχή των ζώων και των
φυτών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Περί Αισθήσεως και Αισθητών, Περί
Μνήμης και Αναμνήσεως, Περί Ύπνου και Εγρηγόρσεως, Περί Ενυπνίων, Περί της καθ’
Ύπνον Μαντικής και κάποια άλλα, είναι μερικά, από μικρότερα συγγράμματα και
πραγματείες, που συνδέονται με το έργο αυτό. Ορίζονται με τον Γενικό Τίτλο:
"Μικρά Φυσικά".</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Ηθικά: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">"Ηθικά Νικομάχεια", τον τίτλο έδωσε ο γιος
του Αριστοτέλη Νικόμαχος που μάλλον επιμελήθηκε την έκδοση. Αποτελείται από 10
βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Ηθικά Ευδήμεια", από τον φίλο
του Αριστοτέλη Εύδημο, γνωστός από το διαλογικό έργο Εύδημος. Αποτελείται από 7
βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Ηθικά Μεγάλα", επιτομή των δύο
προηγουμένων συγγραμμάτων. Αποτελείται από 2 βιβλία.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Πολιτικά: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">'Πολιτικά", αποτελείται από 8 βιβλία και
δεν είναι ολοκληρωμένο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Αθηναίων Πολιτεία", μία από τις
158 μελέτες του Αριστοτέλη, για τα διάφορα πολιτεύματα, που έγραφε μαζί με τους
μαθητές του. Τα συμπεράσματα από την έρευνα αυτού του έργου θα αποτελούσε τα
Πολιτικά και θα ήταν η ουσία των δημοκρατικών πολιτευμάτων.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Δεν σώθηκε το έργο "Αλέξανδρος ή
Υπέρ Αποίκων". Τα "Οικονομικά" δεν είναι δικό του.</span><br />
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Αισθητικά: </span></b><span style="color: black; font-size: 16pt;">"Ρητορική Τέχνη", αποτελείται από 3
βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">"Περί Ποιητικής", δεν σώθηκε
ολόκληρο. Αποτελείται από 3 βιβλία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Ο Διάλογος "Περί Ποιητών", έχει
χαθεί.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span><br />
<h2>
<span style="font-size: 16pt;">ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ (μετάφραση)</span></h2>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> <b>1</b></span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Γ</b>ύρω από την
ποιητική γι’ αυτή και τα είδη της, ποια δηλαδή δύναμη έχει το καθένα είδος απ’
αυτά και πως πρέπει να συνίστανται οι υποθέσεις αν πρόκειται να ’ναι καλή η
ποίηση, ακόμα δε από πόσα και ποια μέρη αποτελείται, το ίδιο και περί των άλλων
όσων ανήκουν στην ίδια μέθοδο, ας ασχοληθούμε ξεκινώντας κατά τη φυσική σειρά,
πρώτα από τα πρώτα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Λοιπόν η εποποιία και
η ποίηση της τραγωδίας ακόμα και η κωμωδία και η ποίηση των διθυράμβων και κατά
το μεγαλύτερο μέρος η αυλητική και η κιθαριστική, όλες, τυγχάνει να είναι
μιμήσεις στο σύνολο, διαφέρουν δε μεταξύ τους τριπλά: ή γιατί διαφέρουν τα μέσα
μίμησης ή γιατί διαφέρει το αντικείμενο μίμησης ή γιατί μιμούνται διαφορετικά
και όχι με τον ίδιο τρόπο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Όπως δηλαδή και με
χρώματα και με σχήματα, μερικοί μιμούνται πολλά, απεικονίζοντες, οι μεν με την
τέχνη, οι δε με την συνήθεια (εμπειρία), άλλοι δε με την φωνή, το ίδιο συμβαίνει
και στις αναφερόμενες τέχνες, όλες μεν κάνουν την μίμηση, με τον ρυθμό και τον
λόγο και την αρμονία, αυτά δε είτε χώρια είτε σμιγμένα, που σημαίνει μεν δηλαδή,
ότι αρμονία και ρυθμό χρησιμοποιούν μόνο η αυλητική και η κιθαριστική και αν,
κάποιες άλλες τυχαίνει, να έχουν αυτήν την δυνατότητα, όπως για παράδειγμα η
τέχνη των συρίγγων. Με αυτόν και μόνον τον ρυθμό και χωρίς αρμονία μιμούνται οι
τέχνες των χορευτών, γιατί και αυτοί με τις παριστάμενες ρυθμικές κινήσεις τους
μιμούνται και χαρακτήρες και παθήματα και πράξεις.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Η δε (εποποιία) που
μόνο με τον πεζό λόγο μιμείται παρά με τα μέτρα, και αυτά, είτε σμιγμένη μεταξύ
τους, είτε κάποιο γενικά μέτρο χρησιμοποιούσα, μέχρι τώρα τυχαίνει ανώνυμη.
Επειδή δεν έχουμε δυνατότητα κοινής ονομασίας για τους μίμους του Σώφρονα και
του Ξενάρχου και για τους Σωκρατικούς Διαλόγους, ούτε εάν κάποιος με τρίμετρα ή
ελεγεία ή κάποιων άλλων των εξ αυτών, ήθελε να κάνει την μίμηση, πλην όμως, οι
άνθρωποι βέβαια, σχετίζοντάς τους με το μέτρο που έκαμαν, άλλους μεν
ελεγειοποιούς άλλους δε εποποιούς ονομάζουν, τους προσφωνούν από κοινού ποιητές
όχι ως προς το είδος της μίμησης, προσαγορεύουν ποιητές, αλλά (συλλήβδην) κατά
το μέτρο. Γιατί κι αν κάτι ιατρικό ή κάτι φυσικό με τα μέτρα διηγηθούν, έτσι
συνηθίζουν να τους ονομάζουν. Τίποτα όμως δεν υπάρχει κοινό στον Όμηρο και στον
Εμπεδοκλή εκτός από το μέτρο, γι’ αυτό είναι δίκαιο τον μεν (Όμηρο) ποιητή να
αποκαλούμε, τον άλλον δε (Εμπεδοκλή) φυσιολόγο περισσότερο παρά ποιητή. Το ίδιο
δε κι αν κάποιος όλα τα μέτρα ανακάτευε κάνοντας μίμηση, όπως ακριβώς ο Χαιρήμων
έκανε τον Κένταυρο ραψωδία, με όλα τα μέτρα ανακατεμένα και αυτόν πρέπει να τον
ονομάσουμε ποιητή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Γύρω λοιπόν απ’ αυτές
(τις τέχνες) αυτός ο ορισμός, κατ’ αυτόν τον τρόπο. Αλλά υπάρχουν κάποιες τέχνες
που χρησιμοποιούν όλα τα προαναφερόμενα, αναφέρω δε για παράδειγμα τον ρυθμό και
την αρμονία και το μέτρο, όπως ακριβώς και η ποίηση των διθυράμβων και η των
νόμων και η τραγωδία και η κωμωδία, διαφέρουν δε στο ότι οι μεν τα χρησιμοποιούν
όλα ταυτόχρονα, οι δε μέρος αυτών. Αυτές μεν λοιπόν αναφέρω, τις διαφορές των
τεχνών, μέσα από τις οποίες δημιουργείται η μίμηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Ποίηση δεν είναι ότι
περιλαμβάνει ρυθμό, μέτρο και μέλος, δηλαδή κίνηση, λόγο και αρμονία. Στο 1.4 η
παρενθετική εποποιία δεν υπάρχει στο αρχαίο αλλά είναι ύστερη προσθήκη. Μάλλον ο
Αριστοτέλης εννοεί μια άλλη κατηγορία έκφρασης που δεν είχε ειδικό όνομα. Ίσως
κάτι ανάμεσα σε ποίημα και πεζογράφημα, (πεζοποίηση;) Ο Αριστοτέλης, προκειμένου
να ξεκαθαρίσει τη στάση του με το τι είναι ποίηση, και τι όχι, θεωρεί ότι το
μέτρο δεν είναι απαραίτητο συστατικό της. Έτσι την διαφυλάσσει. Διαχωρίζονται τα
μέσα της μίμησης.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">2</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1.<b> Ε</b>πειδή δε μιμούνται οι
μιμούμενοι πράττοντας (αυτούς που πράττουν) και αναγκαία δε αυτοί (οι
πράττοντες) είναι ή καλοί ή κακοί (γιατί τα ήθη σχεδόν πάντα είναι μόνο αυτών
επακόλουθα, δηλαδή στην κακία ή στην αρετή διαφέρουν όλοι ως προς τα ήθη),
επομένως ή καλλίτεροι από εμάς (είναι) ή χειρότεροι ή ίδιοι, ή και τέτοιους όπως
ακριβώς οι ζωγράφοι (ο Πολύγνωτος ανώτερους, ο Παύσων χειρότερους, ο δε
Διονύσιος όμοιους απεικόνιζε), είναι δε φανερό ότι και κάθε μια από τις
προαναφερθείσες μιμήσεις θα έχει αυτές τις διαφορές και θα καθίσταται
διαφορετική στο να μιμείται άλλα (πράγματα) κατ’ αυτόν τον τρόπο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Γιατί και στην όρχηση
(χορό) και στην αύληση και στο κιθάρισμα, είναι δυνατό να γεννηθούν αυτές οι
ανομοιότητες και γύρω απ’ τον λόγο (πεζογραφία) και την χωρίς μουσική ποίηση
(ψιλομετρία), για παράδειγμα ο Όμηρος καλλίτερους, ο Κλεοφών ομοίους, ο Ηγήμων ο
Θάσιος, που πρώτος έκανε τις παρωδίες και ο Νικοχάρης που έκανε την Δηλιάδα
χειρότερους. Το ίδιο και γύρω απ’ τους διθυράμβους και γύρω απ’ τους νόμους,
όπως ακριβώς μιμήθηκαν τους ερωτευμένους Κύκλωπες ο Τιμόθεος και ο Φιλόξενος. Σ’
αυτή δε την αντίθεση (διαφορά) και η τραγωδία διαχωρίστηκε από την κωμωδία,
γιατί η μεν χειρότερους, η δε καλλίτερους από τους σημερινούς (ανθρώπους) θέλει
να μιμείται.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Προσπάθεια της
μίμησης είναι η παρουσίαση καλλίτερων χειρότερων ή ίδιων με μας χαρακτήρων.
Σπουδαίοι και φαύλοι, όλοι οι χαρακτήρες σε δύο κατηγορίες. Αυτές οι διαφορές
είναι ορατές και στη μουσική και στη ζωγραφική και στην πεζογραφία και στην
ψιλομετρία. Σε αυτή τη διαφορά διαχωρίζει την τραγωδία και την
κωμωδία.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">3</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Α</b>κόμη δε και
τρίτη (διαφορά) αντίθεση αυτών υπάρχει, στο πως κάποιος θα κάνει την μίμηση για
κάθε ένα απ’ αυτά. Επειδή δύναται κάποιος να μιμείται με τα ίδια (μέσα) και τα
ίδια (πράγματα), κάποτε απαγγέλλοντας (αφηγούμενος) (ή να παριστάνει κάποιον
άλλον, όπως ακριβώς κάνει ο Όμηρος, ή σαν να ’ναι πάντοτε ο ίδιος και να μην τον
αλλάζει) ή μιμούμενοι τους πάντες σαν πράττοντες και ενεργούντες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Σ’ αυτές τις τρεις
διαφορές λοιπόν συνίσταται η μίμηση, όπως είπαμε κατ’ αρχήν, στα μέσα, στ’
αντικείμενα και στον τρόπο. Ώστε από την μια μπορεί να θεωρηθεί ίδιος μιμητής ο
Σοφοκλής με τον Όμηρο (επειδή μιμούνται και οι δυο σπουδαίους), απ’ την άλλη με
τον Αριστοφάνη, επειδή και οι δυο μιμούνται πράττοντες και δρώντες. Απ’ όπου και
δράματα τ’ αποκάλεσαν λένε μερικοί, επειδή μιμούνται δρώντες και οι δύο. Γι’
αυτό και έχουν αξιώσεις και της τραγωδίας και της κωμωδίας οι Δωριείς (της μεν
δηλαδή κωμωδίας οι Μεγαρείς και αυτοί που είναι εδώ, ότι δημιουργήθηκε απ’
αυτούς στην περίοδο της δημοκρατίας τους και οι εκ Σικελίας - επειδή από κει
ήταν ο Επίχαρμος ο ποιητής πολύ παλαιότερος από τον Χιωνίδη και τον Μάγνητα -
και της τραγωδίας - (έχουν αξίωση) - μερικοί απ’ την Πελοπόννησο), κάνοντας
απόδειξη τα ονόματα. Επειδή αυτοί, λένε, ονομάζουν κώμες τα περίχωρα, ενώ οι
Αθηναίοι δήμους, τους ονόμασαν κωμωδούς όχι απ’ το κωμάζειν (διασκεδάζειν), αλλά
για την περιπλάνησή τους στις κώμες (χωριά), επειδή περιφρονήθηκαν απ’ την πόλη
και το ποιείν, αυτοί μεν δραν, ονομάζουν, οι δε Αθηναίοι πράττειν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Γύρω από τις διαφορές
λοιπόν της μίμησης και πόσες και ποιες είναι, θα πούμε αυτά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: μία Τρίτη διαφορά
προσθέτει. Έτσι έχουμε τα μέσα, το αντικείμενο και τον τρόπο. Δρώντες και
πράττοντες, Όμηρος και Σοφοκλής σπουδαίους, το ίδιο και ο Αριστοφάνης.
Ετυμολογική διεκδίκηση από τους Δωριείς της Πελοπονήσσου: ποιείν και δραν, κώμη
και δήμος, κωμωδία και κωμάζειν. Ενώ οι Μεγαρείς των Υβλαίων αλλά και οι ντόπιοι
λόγω Επιχάρμου.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">4</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Υ</b>ποτίθεται δε,
ότι την ποιητική στο όλον (γενικά) δύο πιθανές αιτίες την γέννησαν κι αυτές
φυσικές. Επειδή και η μίμηση είναι έμφυτη στους ανθρώπους από παιδιά και σ’ αυτό
διαφέρουν από τα άλλα ζώα, ότι είναι μιμητικώτατο και τις πρώτες γνώσεις τις
αποκτά με την μίμηση και το ότι χαιρόμαστε όλοι για τα μιμήματα. Απόδειξη δε
τούτου είναι ότι συμβαίνει στην πραγματικότητα στα έργα τέχνης, γιατί αυτά που
βλέπουμε με δυσαρέσκεια, αυτών τις εικόνες και μάλιστα τις πιο πιστές
(ρεαλιστικές), ευχαριστιόμαστε να τις παρατηρούμε, όπως τις μορφές ζώων χωρίς
αξία και νεκρών. αιτία δε και αυτού (και άλλων πολλών), είναι ότι η μάθηση δεν
είναι μόνο στους φιλοσόφους ευχάριστη, αλλά το ίδιο και στους άλλους
(ανθρώπους), αλλά συμμετέχουν σ’ αυτή (μάθηση) για λίγο. Διότι γι’ αυτό
ευχαριστιούνται να βλέπουν τις εικόνες, γιατί συμβαίνει με την παρατήρηση να
κατανοούν (μαθαίνουν) και να συλλογίζονται τι είναι το καθ’ ένα, όπως ότι αυτός
είναι εκείνος. Επειδή αν δεν έτυχε να το ’χει ξαναδεί, δεν θα του γεννήσει την
ηδονή σαν ομοίωμα, αλλά για την (επεξεργασία) δημιουργία ή για το χρώμα ή για
κάποια άλλη τέτοια αιτία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Από φυσικού μας έχουμε
το να μιμούμεθα και την αρμονία και τον ρυθμό (γιατί είναι φανερό ότι τα μέτρα
είναι μέρη των ρυθμών) όσοι από την αρχή είχαν την κλίση εκ φύσεως για αυτά,
ξεκίνησαν με μικρό έργο, γέννησαν την ποίηση από τα αυτοσχεδιάσματα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Διασπάστηκε δε η
ποίηση κατά τις προσωπικές συνήθειες (κάθε ποιητή), γιατί οι μεν αξιότεροι τις
καλές (θετικές) μιμούνται πράξεις και τις τοιούτες (άθλιες) αυτών, οι δε
κατώτεροι τις πράξεις των ελεεινών, κάνοντας πρώτα-πρώτα ψόγους, όπως ακριβώς
άλλοι ύμνους και εγκώμια. Για τους πριν από τον Όμηρο λοιπόν, κανενός δεν έχουμε
να πούμε για τέτοιο ποίημα, πιθανόν δε να υπήρξαν πολλοί, από του Ομήρου δε
αρχίζοντας είναι δυνατό, όπως είναι εκείνου (έργο είναι) ο Μαργίτης και τα
παρόμοια, στα οποία και το ανάλογο ιαμβείο μέτρο ήλθε (εκ των πραγμάτων) (γι’
αυτό και καλείται ιαμβείο τώρα, γιατί μ’ αυτό το μέτρο ιάμβιζαν (σατιρίζονταν)
μεταξύ τους και από τους παλαιούς έγιναν οι μεν ηρωικών ποιημάτων ποιητές, οι δε
ιάμβων. Όπως ακριβώς ο Όμηρος και στα περισσότερα σοβαρά ήταν ο ποιητής (επειδή
μόνος αυτός έκανε όχι μόνο ωραία (ποιήματα) αλλά και δραματικές μιμήσεις έκανε),
έτσι και της κωμωδίας τις μορφές πρώτος φανέρωσε, όχι κατά τον ψόγο, αλλά
δραματοποιώντας το γελοίο. Διότι ο Μαργίτης έχει έτσι ανάλογο (ύφος), όπως
ακριβώς η Ιλιάδα και η Οδύσσεια προς τις τραγωδίες, έτσι και αυτός προς τις
κωμωδίες. Αφού παρουσιάσθηκαν (δίπλα τους) δε η τραγωδία και η κωμωδία, όσοι
παρακινήθηκαν ανάλογα με τη φύση του ο καθένας στην μία ή στην άλλη ποίηση, οι
μεν έγιναν αντί των ιάμβων κωμωδοποιοί, οι δε αντί των επών δάσκαλοι τραγωδιών,
επειδή είναι λαμπρότερες και εντιμότερες οι μορφές αυτές (οι νέες) από κείνες
(τις παλιές δηλαδή τον ίαμβο και το έπος).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Λοιπόν, το να
εξετάσουμε μεν, άμα η τραγωδία έχει τάχα, πλέον, στα είδη της, και τις
(ανάλογες) φυσικές ικανότητές τους ή όχι, και αυτό καθ’ εαυτό να κρίνουμε και σε
σχέση με τα θέατρα, είναι άλλος λόγος. Λοιπόν αφού υπήρξε και γι αυτή και για
την κωμωδία αυτοσχεδιαστική αρχή, και η μεν από των εξαρχόντων τον διθύραμβο, η
δε από των εξαρχόντων τα φαλλικά, τα οποία ακόμα κι αυτή τη στιγμή σε πολλές από
τις πόλεις εξακολουθούν να θεωρούνται σαν έθιμα, μεγάλωσε σιγά-σιγά, όσο την
προβίβαζαν (οι ποιητές), σε όποιο της μέρος γινόταν φανερό, και αφού από πολλές
μετατροπές άλλαξε η τραγωδία, έπαψε να αλλάζει, επειδή ξαναπήρε την φυσική της
μορφή. Και τον αριθμό των ηθοποιών ο Αισχύλος πρώτος από ένα σε δύο ανέβασε και
μείωσε τα μέρη του χορού, κάνοντας τον λόγο (τον διάλογο) πρωταγωνιστή. Τρεις δε
(ηθοποιούς) και την σκηνογραφία (έφερε) ο Σοφοκλής. Ακόμα δε το μέγεθος (όγκος,
μεγαλοπρέπεια) απ’ τους μικρούς μύθους και από τη γελοία (κωμική) φράση που
είχε, επειδή μετατράπηκε απ’ το σατυρικό, μετά από πολύ χρόνο σεμνοποιήθηκε
(σοβαροποιήθηκε). Και το μέτρο από τετράμετρο (τροχαϊκό) έγινε ιαμβικό, επειδή
το μεν πρώτο το τετράμετρο το χρησιμοποιούσαν επειδή η ποίηση ήταν πιο σατυρική
και πιο ορχηστική, αφού έγινε διαλογική, αυτή η μορφή βρήκε το κατάλληλο μέτρο,
επειδή μάλιστα το ιαμβικό μέτρο είναι το (καταλληλότερο) πιο εύγλωττο απ’ τα
μέτρα. Απόδειξη δε αυτού είναι, ότι πάρα πολλά ιαμβεία λέμε, κατά την συζήτησή
μας μεταξύ μας, εξάμετρα δε, πολύ λίγες μόνο φορές και όταν βγαίνουμε από τους
τόνους της συνηθισμένης ομιλίας. Ακόμα δε η αύξηση του αριθμού των επεισοδίων,
και τα άλλα, όπως λένε ότι το καθένα στολίστηκε, ας τα θεωρήσουμε σαν ειπωμένα,
επειδή θα ήταν πολλή δουλειά να τα εξετάσουμε ξεχωριστά το καθένα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Η γέννηση της ποίησης
προέρχεται από την ίδια τη φύση του ανθρώπου. Μιμείται και το απολαμβάνει.
Ζωγραφίζει το αποτρόπαιο με λόγο και εικόνα για να μπορεί να το παρατηρεί. Η
αρμονία και ο <a href="http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=Tags&t=ruthmos" style="color: blue; text-decoration: underline; text-underline: single;" title="αναφορές σε ρυθμός"><span style="color: black; text-decoration: none;">ρυθμός</span></a> με τον ίδιο τρόπο,
από τη μίμηση και τη φύση του ανθρώπου. Η τραγωδία που γεννήθηκε από το έπος και
η κωμωδία. Το είδος μίμησης σοβαρό και ευγενές. Από τον Όμηρο και η κωμωδία. Τα
συστατικά είδη της τραγωδίας και η τήρηση του επιπέδου της. Εξέταση και των
αναγκών του κοινού, (θέατρο). Οι αλλαγές του Σοφοκλή και του
Αισχύλου.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">5</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Η</b> δε κωμωδία
είναι, όπως ακριβώς είπαμε, μίμηση μεν ταπεινότερων (στην καταγωγή ανθρώπων),
όχι βέβαια σε κάθε ασχήμια, αλλά μέρος του αισχρού είναι το γελοίο (κωμικό),
γιατί το κωμικό είναι σφάλμα κατά κάποιο τρόπο και ασχήμια αβλαβής και ανώδυνη,
το οποίο κωμικό πρόσωπο (προσωπείο) αμέσως κατά κάποιο τρόπο είναι αισχρό και
διεστραμμένο αλλά χωρίς οδύνη (πόνο).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Της μεν τραγωδίας
λοιπόν μεταβολές (ανατροπές) και από ποιους (ποιητές) έγιναν, δεν μνημονεύονται,
η δε κωμωδία για το ότι δεν ασχοληθήκαμε απ’ την αρχή με αυτή, διέφυγε της
προσοχής (ξεχάστηκε), γιατί και χορηγία κωμωδών, αργότερα κάπως, έδωσε ο
άρχοντας, αλλά ήσαν (ερασιτέχνες) εθελοντές (τότε). Μερικές πλέον μορφές αυτής
ενώ είχαν διαμορφωθεί, μνημονεύονται (από τότε) οι ποιητές αυτής. Ποιος όμως
απέδωσε (έφερε) τα προσωπεία ή τους (διαλόγους) λόγους ή τον αριθμό των ηθοποιών
και τα τοιαύτα, αγνοούνται, την μυθοποίηση δε ο Επίχαρμος και ο Φόρμις. Το μεν
λοιπόν καταρχήν ήρθε απ’ την Σικελία, των δε Αθηναίων πρώτος, άρχισε ο Κράτης,
να φτιάχνει διαλόγους και μύθους, αφού παράτησε την ιδέα των ιάμβων.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Η μεν λοιπόν εποποιία,
με την τραγωδία μέχρι μεν του ότι είναι μίμηση με μέτρο και μίμηση λόγου σοβαρού
συμφωνούν, στο ότι έχει απλό μέτρο και είναι απαγγελία, σ’ αυτό διαφέρουν. Ακόμα
δε στο μήκος (διάρκεια), η μεν (τραγωδία) προσπαθεί να μπορεί μέσα σε μια
περίοδο ηλίου να τελειώνει ή για λίγο να βγαίνει έξω (απ’ τον χρόνο), και σ’
αυτό διαφέρει. Και βέβαια στην αρχή το ίδιο έκαναν αυτό, στις τραγωδίες και στα
έπη. Τα μέρη της τραγωδίας είναι αυτά (των επών) τα μεν, τα δε ίδια με αυτά. Γι
αυτό ακριβώς όποιος γύρω απ’ την τραγωδία ξέρει να κρίνει περί σπουδαίας και
άσχημης, ξέρει και για τα έπη, γιατί αυτά μεν που έχει η εποποιία, υπάρχουν και
στην τραγωδία, αυτά δε που έχει αυτή, δεν υπάρχουν όλα στην εποποιία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: διαχωρίζει τις θέσεις
κωμωδίας και τραγωδίας. Έχοντας βέβαια χαθεί το μέρος της Ποιητικής που
αποκλειστικά με την κωμωδία ασχολιόταν, μένει μια αρνητική στάση εδώ.
Ασχολημένοι με την τραγωδία, μη δίνοντας σοβαρότητα στην κωμωδία, ξεφύγανε
κάποια σημαντικά για τη δημιουργία της. Με τις χορηγίες ξεκίνησαν και οι
κριτικές. Τα προσωπεία της κωμωδίας, οι λόγοι, ο αριθμός των ηθοποιών, είναι
στοιχεία που φοβάται πως αγνοεί. Οι πρώτοι της κωμωδίας. Αμέσως ασχολείται με
την εποποιία και τις ομοιότητες με την τραγωδία. Όποιος γνωρίζει να κρίνει τις
τραγωδίες γνωρίζει και για τα έπη.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">6</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Γ</b>ύρω μεν λοιπόν
απ’ την μιμητική των εξάμετρων (εποποιίας) και γύρω απ’ την κωμωδία αργότερα θα
μιλήσουμε, γύρω δε απ’ την τραγωδία να πούμε αυτή τη στιγμή, αποδεχόμενοι τον
ορισμό που προέκυψε απ’ τα πάρα πάνω ειπωμένα για την σημασία της.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Έτσι λοιπόν <b>η
τραγωδία είναι μίμηση σπουδαίας και τέλειας πράξης, που έχει μέγεθος,
νοστιμευμένο </b>(καρυκευμένο)<b> λόγο, το κάθε είδος </b>(καρυκεύματος)<b>
χώρια στα μέρη της, με δράση και όχι με απαγγελία, κατορθώνοντας την κάθαρση με
τον οίκτο και τον φόβο αυτών των κακών παθημάτων.</b> Ηδυσμένο (καρυκευμένο)
λόγο εννοώ αυτόν που έχει ρυθμό και αρμονία και μέλος (μελωδία), το δε χώρια για
τα είδη (εννοώ) πως μερικά μόνο εκτελούνται με τα μέτρα και άλλα πάλι με το
μέλος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Επειδή δε την μίμηση
την κάνουν πράττοντες (δρώντες), πρώτα-πρώτα εξ ανάγκης μεν θα είναι μέρος, κατά
κάποιον τρόπο της τραγωδίας ο καλλωπισμός του θεάματος, έπειτα η μελοποιία
(μουσική σύνθεση) και η λέξη (τρόπος έκφρασης) γιατί με τούτα κάνουν την μίμηση.
Λέξη δε εννοώ τον συνδυασμό των στίχων μεν σ’ αυτή, μελοποιία δε αυτό του οποίου
η έννοια είναι πλήρως φανερή. Επειδή δε (η τραγωδία) είναι μίμηση πράξης,
εκτελείται δε από μερικούς εκτελεστές, στους οποίους κατ’ ανάγκη υπάρχουν
κάποιες δυνατότητες (ποιοτικές ικανότητες), και κατά το ήθος (χαρακτήρα) και
κατά την διάνοια (πνεύμα), (γιατί γι αυτά λέμε ότι έχουν κάποιες {δυνατότητες}
και οι πράξεις), είναι φυσικό να υπάρχουν για τις πράξεις δυο αιτίες, η διάνοια
και το ήθος, και σ’ αυτές αξιώνονται ή αποτυχαίνουν όλοι. Είναι δε της μεν
πράξης η μίμηση ο μύθος, γιατί μύθο εννοώ τούτο, τον συνδυασμό των γεγονότων, τα
δε ήθη, αυτό για το οποίο λέμε ότι είναι οι πράττοντες (δηλαδή με ποιοτικές
ικανότητες), διάνοια δε, όσα λένε ότι αποδεικνύουν κάτι ή ότι αναδεικνύουν και
γνώμη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. <b>Κάθε τραγωδίας
λοιπόν τα μέρη εξ ανάγκης είναι έξι, κατά το οποίο ποιόν είναι η τραγωδία. Αυτά
δε είναι ο μύθος και τα ήθη και η λέξη και η διάνοια και η όψη και η
μελοποιία,</b> επειδή μ’ αυτά (τα μέσα) τα οποία μιμούνται είναι δύο μέρη, ως
προς τον τρόπο δε που μιμούνται ένα, αυτά (αντικείμενα) δε με τα οποία μιμούνται
τρία, και εκτός αυτών κανένα άλλο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Δεν είναι λίγοι λοιπόν
οι χρησιμοποιούντες τούτα τα είδη, όλα μαζί, επειδή και όψεις έχει το καθένα και
ήθος και μύθο και λέξη και μέλος και διάνοια ομοίως, το μεγαλύτερο αυτών όμως
είναι η σύνθεση των γεγονότων (υπόθεση), γιατί η τραγωδία δεν είναι μίμηση
ανθρώπων αλλά πράξης και ζωής, και η ευτυχία και η δυστυχία μέσα από πράξη
(αναπαράσταση) γίνεται, κι ο σκοπός (της ζωής) (η ευδαιμονία) είναι κάποια
πράξη, όχι ποιότητα. Μερικοί είναι κατά τα ήθη μεν τέτοιοι (καλοί ή κακοί), κατά
τις πράξεις δε ευδαίμονες ή το αντίθετο, δεν το κάνουν λοιπόν για να μιμηθούν τα
ήθη, αλλά για τις πράξεις συμπεριλαμβάνουν τα ήθη (στις μιμήσεις). Ώστε τα
γεγονότα και η υπόθεση είναι ο σκοπός της τραγωδίας, ο δε σκοπός είναι το πιο
σπουδαίο απ’ όλα. Ακόμα χωρίς την πράξη μεν δεν δύναται να γίνει τραγωδία, χωρίς
δε τα ήθη είναι δυνατό. Γιατί οι τραγωδίες των περισσότερων νέων είναι χωρίς
χαρακτήρες, και γενικά υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ποιητές, όπως κι απ’ τους
ζωγράφους ο Ζεύξις προς τον Πολύγνωτο, επειδή ο μεν Πολύγνωτος είναι καλός
ηθογράφος, η ζωγραφική δε του Ζεύξη δεν έχει κανένα ήθος (χαρακτήρα). Ακόμα αν
κάποιος βάλλει στη σειρά φράσεις ηθικές, καλά περιποιημένες και στον λόγο και
στην έννοια, δεν θα κάνει αυτό που ήταν το έργο της τραγωδίας, αλλά πολύ
περισσότερο (θα αξιωθεί) η τραγωδία που έχει μεταχειριστεί τα κατώτερα αυτά, άμα
έχει υπόθεση και σύνθεση γεγονότων. Προς αυτούς δε τους οποίους ψυχαγωγεί, η
τραγωδία τα μεγαλύτερα (πιο σπουδαία μέσα), μέρη της υπόθεσης είναι, και οι
περιπέτειες και οι αναγνωρίσεις. Ακόμα απόδειξη είναι ότι και οι επιχειρούντες
να κάνουν (τραγωδίες), πρώτα αξιώνονται στη λέξη και στα ήθη με ακρίβεια, παρά
στην σύνδεση των γεγονότων, όπως και όλοι σχεδόν οι πρώτοι ποιητές.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. Αρχή μεν λοιπόν και
κατά κάποιον τρόπο ψυχή της τραγωδίας είναι ο μύθος, δεύτερο δε τα ήθη. Το ίδιο
σχεδόν γίνεται και στην ζωγραφική, γιατί αν κάποιος αλείψει με τα καλλίτερα
χρώματα ανακατεμένα (όπως-όπως) (σ’ έναν πίνακα), δεν θα έφερνε την ίδια χαρά
(ευχαρίστηση) όπως εάν ζωγράφιζε επάνω σε λευκό κάποια εικόνα. Είναι και μίμηση
πράξης (η τραγωδία), και λόγω αυτής μάλιστα, των πραττόντων. Τρίτο δε η διάνοια,
αυτό είναι δε το να μπορεί να πει κάποιος όσα δύνανται να ειπωθούν και αυτά που
ταιριάζουν, όπως ακριβώς με τους λόγους, που της πολιτικής και της ρητορικής
είναι έργο, γιατί οι μεν αρχαίοι έκαναν πολιτικά μιλούντες, οι δε σημερινοί
ρητορικά. Ήθος δε είναι μεν τούτο το οποίο φανερώνει την προαίρεση (επιθυμία),
ποια επιθυμεί κάποιος ή ποια αποφεύγει, όπου αυτό δεν είναι φανερό, γι αυτό
ακριβώς δεν έχουν ήθος οι λόγοι, στους οποίους δεν υπάρχει καθόλου το τι
προαιρείται ή τι αποφεύγει ο λέγων. Διάνοια δε, αυτοί όπου αποδεικνύουν κάτι ως
υπάρχον ή ως μη υπάρχον, (ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει), ή γενικά εκφράζουν κάτι.
Τέταρτο δε των μεν λόγων η λέξη, εννοώ δε, όπως ακριβώς προηγουμένως ειπώθηκε,
λέξη είναι, η μέσα από την έκφραση, παρουσίαση, το οποίο έχει την ίδια δύναμη
και στους έμμετρους και στους πεζούς λόγους. Των δε υπολοίπων, πέμπτο είναι η
μελοποιία, το μεγαλύτερο των ηδυσμάτων (καρυκευμάτων). Η δε όψη είναι μεν
ψυχαγωγικό (μέρος), ατεχνότατο δε και ελάχιστα σχετικό με την ποιητική τέχνη.
Επειδή η δύναμη της τραγωδίας υπάρχει και χωρίς παράσταση και υποκριτές. Ακόμα
δε αποφασιστικότερη είναι η τέχνη του σκευοποιού (κατασκευαστή προσωπείων) για
την δημιουργία των θεαματικών διακόσμων, παρά η τέχνη των ποιητών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Για την εποποιία και
την κωμωδία αργότερα θα μιλήσουμε. Ορισμός της τραγωδίας. Μέρη της τραγωδίας,
και μόνον αυτά. Σκηνικά κλπ, δεν έχουν θέση υποχρεωτική στην
παράσταση.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">7</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Α</b>φού ξεχωρίσαμε
δε αυτά, ας πούμε μετά απ’ αυτά ποια πρέπει να είναι η σύνθεση (πλοκή) των
πραγμάτων, επειδή αυτό είναι και το πρώτο και το μεγαλύτερο της τραγωδίας
(μέρος). Είναι ορισμένο λοιπόν από μας πως η τραγωδία είναι μίμηση ακέραιης και
ολόκληρης πράξης, που έχει κάποιο μέγεθος, επειδή υπάρχει και όλον που δεν έχει
κανένα μέγεθος. <b>Όλον δε είναι αυτό που έχει αρχή και μέση και τέλος.</b>
<b>Αρχή</b> δε είναι αυτό το οποίο μεν εξ ανάγκης, μετά δεν είναι κάτι άλλο,
όμως μετά από κείνο είναι εκ φύσεως κάτι άλλο ή γίνεται (κάτι άλλο).
<b>Τέλος</b> δε, τ’ αντίθετο, αυτό το οποίο μετά από άλλο υπάρχει εκ φύσεως, ή
εξ ανάγκης ή ως επί το πολύ, μετά δε αυτού τίποτα άλλο (δεν ακολουθεί).
<b>Μέσο</b>ν δε αυτό το οποίο είναι μετά από άλλο και μετά από κείνο άλλο. Άρα
πρέπει τους καλά συνδυασμένους μύθους, μήτε απ’ όπου τύχει ν’ αρχίζουν, μήτε
όπου τύχει να τελειώνουν, αλλά να χρησιμοποιούν τις ειπωμένες μορφές.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Επειδή δε ακόμα το
ωραίο, και ζώο (οργανικό) και κάθε πράγμα το οποίο έχει δημιουργηθεί από μερικά
μέρη, πρέπει όχι μόνο να έχει αυτά διατεταγμένα, αλλά να υπάρχει και μέγεθος όχι
κατά τύχη - επειδή το ωραίο στο μέγεθος και στην τάξη βρίσκεται, γι αυτό ούτε
ένα πολύ μικρό είναι δυνατό ζώο (θέμα ζωντανό) να είναι ωραίο, (επειδή συγχέεται
η θέασή του που πλησιάζει τον χρόνο (γίνεται ξαφνικό) που δεν γίνεται
αντιληπτός), ούτε πάρα πολύ μεγάλο (επειδή η θέαση αυτού δεν γίνεται συγχρόνως,
αλλά χάνεται για τους θεατές το ενιαίο και η ολοκλήρωση της θέας, όπως σαν να
ήταν ζώο αμέτρητων σταδίων) - ώστε πρέπει ακριβώς όπως στα σώματα και στα ζώα να
έχουν μεν μέγεθος, αυτό δε να είναι ευσύνοπτο (να βλέπεται εύκολα), έτσι και
στους μύθους, να έχουν μεν μήκος, αυτό δε να είναι ευμνημόνευτο (να
συγκρατείται εύκολα) στη μνήμη. Του δε μήκους όριο μεν σύμφωνα με τους αγώνες
και την θέαση (αίσθηση κοινού), δεν είναι της ποιητικής τέχνης έργο, γιατί αν
έπρεπε να αγωνισθούν εκατό τραγωδίες, αν αγωνίζονταν (θα τις χρονομετρούσαν) με
κλεψύδρα, όπως ακριβώς και κάποτε άλλοτε λέγουν. Το όριο δε αυτής της φύσης του
πράγματος, πάντοτε μεν ο μεγαλύτερος (μύθος) μέχρι του να είναι ολοφάνερα
(αισθητός) με την πρώτη, είναι ωραιότερος λόγω του μεγέθους του, σαν να πούμε με
απλό διαχωρισμό, σε τόσο μέγεθος κατά το λογικό (πιθανό) ή το αναγκαίο,
διαδοχικά γινομένων, συμβαίνει μεταβολή σε ευτυχία από δυστυχία ή από ευτυχία σε
δυστυχία, είναι αρκετό όριο του μεγέθους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Αρχής γενομένης από
το μύθο, καθορίζει πρώτα το μέγεθος, που χωρίζεται όπως το ζώον σε κεφάλι σώμα
πόδια. Αρχή, μέσον, τέλος. Να μην αρχίζουν οι μύθοι απ’ όπου να ’ναι, να μην
συνεχίζουν όπως-όπως και να μην τελειώνουν όπου τύχει. Το μέγεθος πρέπει να
είναι σύντομο τόσο που να μην διαφεύγει του θεατή και της προσοχής του. Να είναι
μεγάλο αλλά να μην είναι τόσο που να χάνει την επαφή του ο θεατής. Ούτε
τεράστιο, ούτε μικρό. Όπως και ένα ζώο τεράστιο κάποιων χιλιομέτρων, που ναι μεν
είναι ωραίο αλλά που δεν μπορούμε να το δούμε. Το δε μήκος του μύθου δεν δουλειά
της ποίησης. Αυτό καθορίζεται από την αντοχή του θεατή και των συνθηκών της
παράστασης. Αναφέρεται η κλεψύδρα σαν κάποιο μέτρο χρόνου στο παρελθόν. Ίσως
εννοώντας να τους χρειαστεί ποτέ. Αν μέσα σε ένα ευσύνοπτο και ευμνημόνευτο έργο
προλαβαίνουν να γίνουν οι αλλαγές ευτυχίας σε δυστυχία και το αντίστροφο, τότε
το μέγεθος είναι ικανό και αρκετό.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">8</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Έ</b>νας μύθος δε
έχει ενότητα, όχι όπως ακριβώς μερικοί υποθέτουν εάν περί ενός ανθρώπου
πρόκειται, επειδή πολλά και άπειρα στον ένα συμβαίνουν, μερικά εκ των οποίων δεν
έχουν καμία ενότητα. Έτσι δε και πράξεις ενός (προσώπου) υπάρχουν πολλές, εκ των
οποίων καμία δεν παράγεται πράξη. Γι αυτό αποτυγχάνουν όλοι, όπως φαίνεται, όσοι
από τους ποιητές, Ηρακληίδα και Θησηίδα και τα παρόμοια ποιήματα έχουν φτιάξει,
γιατί νομίζουν, πως αφού ένας ήταν ο Ηρακλής, αρμόζει να είναι ένας και ο μύθος.
Ο δε Όμηρος, όπως ακριβώς διαφέρει (υπερισχύει) και στα άλλα, και τούτο φαίνεται
ότι καλά το πρόσεξε, δηλαδή μέσα από την τέχνη του ή μέσα από την φύση του,
γιατί κάνοντας Οδύσσεια δεν έκανε όλα όσα συνέβησαν σ’ αυτόν, όπως ότι πληγώθηκε
στον Παρνασσό μεν, προσποιήθηκε δε μανία κατά την συνάθροιση (των Ελλήνων), εκ
των οποίων τίποτα άλλο δεν ήταν αναγκαίο να γίνει ή άλλο πιθανό να συμβεί, αλλά
γύρω από μία πράξη, όπως την εννοούμε, συνέθεσε την Οδύσσεια. Το ίδιο δε και την
Ιλιάδα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Πρέπει λοιπόν, όπως
ακριβώς και στις άλλες μιμητικές (τέχνες) η μία μίμηση, (μίμηση) ενός
(πράγματος) να είναι, έτσι και ο μύθος, επειδή μίμηση πράξης είναι, να είναι και
μιας και αυτής ολόκληρης, και τα μέρη των πραγμάτων να συνδυάζονται έτσι, ώστε
τοποθετώντας διαφορετικά κάποιο μέρος ή αν αφαιρεθεί, να καταστρέφεται και να
μεταβάλλεται το όλον, γιατί αυτό το προτέρημα ή ελάττωμα τίποτα φανερό δεν
κάνει, ούτε είναι μόριο (ουσιώδες μέλος) του συνόλου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Ένας μύθος δεν έχει
ενότητα επειδή σε έναν ήρωα τυχαίνουν πολλά και αποφασίζουν να κάνουν ένα θέμα
του μύθου τους όλες τις περιπέτειές του μαζί. Απέτυχαν οι ποιούντες Ηρακληίδα η
Θησηίδα. Δεν απέτυχε ο Όμηρος επειδή από την τέχνη του και από τη φύση του ήξερε
να καλύπτει αυτά κενά. Όταν για παράδειγμα ο Οδυσσέας πληγώθηκε στον Παρνασσό
από το αγριογούρουνο, έκανε τον αντιπερισπασμό με την μανία της συγκέντρωσης των
Ελλήνων. Πρέπει η μίμηση ενός να λαμβάνει χώρα στις τραγωδίες. Και μάλιστα έτσι
που αν κάτι μετατεθεί ή αφαιρεθεί να καταστρέφεται το όλον.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">9</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Α</b>π’ αυτά που
έχουν αναφερθεί είναι φανερό και ότι όχι το ν’ απαγγέλλει τα γεγονότα, τούτο
έργο ποιητή είναι, αλλά όσα μπορούν να γίνουν, και τα κατά πιθανότητα δυνατά, ή
το αναγκαίον. Γιατί ο ιστορικός και ο ποιητής δεν διαφέρουν στο ότι απαγγέλλουν
(λέγουν) ή έμμετρα ή άμετρα, (επειδή είναι δυνατό τα (έργα) του Ηρόδοτου σε
μέτρα (στίχους) να τεθούν, και τίποτα λιγότερο από κάποια ιστορία δεν θα δύναται
να είναι, είτε με μέτρο είτε χωρίς μέτρο), αλλά σ’ αυτό διαφέρει, στο ότι ο μεν
(ιστορικός) απαγγέλλει τα γεγονότα, ο δε (ποιητής) όπως είναι δυνατό να συμβούν.
Γι αυτό και φιλοσοφικότερη και σπουδαιότερη είναι η ποίηση απ’ την ιστορία,
γιατί η μεν ποίηση περισσότερο τα καθόλου (γεγονότα), η δε ιστορία τα
(συμβαίνοντα) στον καθένα (άνθρωπο) απαγγέλλει. Είναι δε το καθόλου μεν, σε ποιο
είδος, ποιας ποιότητας (καλός ή κακός) άνθρωπος, συμβαίνει να λέει ή να πράττει
κατά το πιθανό ή στην κατ’ ανάγκη διαδοχή των πραγμάτων, σ’ αυτό το οποίο
σκοπεύει η ποίηση δίνοντας ονόματα (σ’ αυτά τα πρόσωπα), το δε στον καθένα (καθ’
έκαστον) είναι, τι έκανε ή τι έπαθε ο Αλκιβιάδης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Επί της κωμωδίας μεν
λοιπόν έχει ήδη γίνει φανερό, επειδή συνθέτοντας τον μύθο με τις πιθανές
(περιπέτειες), έτσι τα τυχαία ονόματα προτείνουν, και δεν κάνουν ποίηση γύρω απ’
τον καθ’ ένα, όπως ακριβώς οι ιαμβοποιοί (ιαμβογράφοι), στην τραγωδία δε,
κρατούν τα ονόματα που έχουν υπάρξει (ιστορικά). Το αίτιο είναι ότι το πιθανό
(πιστευτό) είναι το δυνατό (ισχυρό), τα μεν λοιπόν μη γενόμενα (υπάρξαντα) δεν
πιστεύουμε ακόμα πως είναι δυνατά, τα δε γενόμενα είναι φανερό ότι είναι δυνατά,
επειδή δεν θα γίνονταν, εάν ήσαν αδύνατα. Αλλά όμως και στις τραγωδίες, σε
μερικές μεν ένα δύο ονόματα είναι γνώριμα, τα δε άλλα είναι πλασμένα (πλαστά),
σε κάποιες δε κανένα, όπως στον Ανθέα του Αγάθωνα, γιατί το ίδιο και σ’ αυτό,
και τα γεγονότα και τα ονόματα είναι πλασμένα (πλαστά), και όχι λίγο ευχαριστεί.
Ώστε δεν είναι απαραίτητη πάντα (αποκλειστικά) η ζήτηση των μύθων της παράδοσης
(κληρονομιάς), γύρω απ’ τους οποίους οι τραγωδίες (είναι κρεμασμένες)
αναφέρονται. Γιατί είναι γελοίο να το απαιτεί κάποιος, επειδή και τα γνώριμα
είναι σε λίγους γνώριμα, αλλά όμως τους ευχαριστούν όλους γενικά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Γίνεται φανερό λοιπόν
απ’ αυτά, ότι ο ποιητής πρέπει περισσότερο να είναι ποιητής (συνθέτης) των μύθων
(υποθέσεων) παρά των μέτρων (στίχων), εφ’ όσον είναι ποιητής γιατί μιμείται,
μιμείται δε τις πράξεις. Ώστε και αν τύχει να ποιήσει γενόμενα (ιστορικά ή
μυθολογικά γεγονότα), δεν είναι πιο μικρός ποιητής, επειδή μερικά απ’ τα
γενόμενα, τίποτα δεν εμποδίζει, να είναι τοιαύτα τα οποία είναι πιθανό να γίνουν
{και ισχυρά να γίνουν}, κατ’ αυτό τον τρόπο είναι εκείνος ποιητής
αυτών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Απ’ τους απλούς δε
μύθους και πράξεις οι επεισοδιώδεις είναι οι χειρότερες. Επεισοδιώδη (μύθο) δε
εννοώ αυτόν, στον οποίο η αλληλουχία των (επεισοδίων), ούτε λογική (φυσική)
είναι, ούτε αναγκαία. Τέτοιες δε ποιούνται (δημιουργούνται) από τους κακούς μεν
ποιητές με δική τους ευθύνη, από τους καλούς για (χάρη) των ηθοποιών, επειδή για
τους διαγωνισμούς τα φτιάχνουν και παρά την ισχύ παρατείνουν (επιμηκύνουν) τον
μύθο, αναγκαζόμενοι πολλές φορές να μετατρέπουν την σειρά (την συνέχεια των
γεγονότων).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Επειδή δε δεν είναι
μόνο η μίμηση (τραγωδία) τέλειας πράξης αλλά και φοβερών και θλιβερών
(γεγονότων), αυτά δε γίνονται κυρίως το ένα από το άλλο, και περισσότερο όταν
τυχαίνουν παρά την φαντασία (προσδοκία), επειδή το θαυμαστό (ασυνήθιστο) έτσι θα
υπάρξει περισσότερο, παρά εάν από μόνα τους και τυχαία συμβούν, γιατί και απ’
αυτά που τυχαία γίνονται, φαντάζουν θαυμασιότατα, όσα ερμηνεύονται πως δήθεν
επίτηδες έγιναν, όπως ότι ο ανδριάντας του Μίτυος στο Άργος, εφόνευσε τον ένοχο
του θανάτου του Μίτυος, αφού έπεσε επάνω του ενώ τον κοιτούσε, επειδή φαίνεται
ότι αυτά (τα γεγονότα) δεν ήταν πιθανό να συμβούν ώστε αυτοί αναγκαστικά ανήκουν
στους ωραιότερους μύθους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Όσα μπορούν να
συμβούν και όχι όσα συνέβησαν. Αυτά ποιεί ο ποιητής. Το εικός ή το αναγκαίο.
Ένας ιστορικός π.χ. ο Ηρόδοτος αν γράψει με μέτρο την ιστορία του δεν θα γίνει
ποιητής γιατί καταγράφει γεγονότα και όχι πιθανά γεγονότα ή πως θα κατέληγαν
αυτά, αλλά πως κατέληξαν. Αναφέρει τα παθήματα ο ιστορικός συγκεκριμένων
προσώπων ενώ ο ποιητής και φανταστικά μπορεί να χρησιμοποιήσει. Δεν είναι
ποιητής ο ιστορικός. Αλλά και στην κωμωδία που χρησιμοποιούν παθήματα
συγκεκριμένων ανθρώπων, τα ονόματα είναι πλασμένα. Και στην τραγωδία τα ίδια τα
ονόματα. Αλλά μπορούν και χωρίς αυτά. Στην τραγωδία δεν ασχολούνται μόνο με τις
τέλειες πράξεις αλλά και με φοβερά και οικτρά παθήματα. Αυτά πρέπει να δίνονται
με τέτοιο τρόπο που να γίνονται πιστευτά. Να μην γίνονται κατά τύχη γιατί οι
μύθοι έτσι ωραιότεροι γίνονται.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">10</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Ε</b>ίναι δε απ’
τους μύθους οι μεν απλοί οι δε συνθετότεροι, γιατί και οι πράξεις, των οποίων οι
μύθοι είναι μιμήσεις, είναι τέτοιες από τη φύση (εκ κατασκευής) τους. Εννοώ δε
απλή μεν πράξη αυτή της οποίας όταν γίνει, όπως ακριβώς έχει ορισθεί,
συνεχόμενης και ενιαίας, χωρίς περιπέτεια ή αναγνώριση γίνεται η αλλαγή,
συνθετότερη δε, εκείνη της οποίας με αναγνωρισμό ή περιπέτεια ή και με τα δύο
γίνεται η αλλαγή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Αυτά δε πρέπει να
γίνονται απ’ αυτή την υπόθεση του μύθου, ώστε απ’ αυτά που έχουν γίνει ήδη ή εξ
ανάγκης ή κατά πιθανότητα να γίνονται αυτά, γιατί διαφέρει πολύ το να γίνονται
αυτά για αυτά ή μετά από αυτά.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">11</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Ε</b>ίναι δε
περιπέτεια μεν η αλλαγή στο αντίθετο των ενεργειών, ακριβώς γι αυτό που ειπώθηκε
κατά το πιθανό ή το αναγκαίο, όπως ακριβώς στον Οιδίποδα, αφού ήρθε για να
ευχαριστήσει τον Οιδίποδα (ο αγγελιαφόρος) και να τον απαλλάξει από τον φόβο για
την μητέρα του, αφού δήλωσε ποιος ήταν, έκανε το αντίθετο και στον Λυγκέα, ο μεν
ενώ οδηγείτο σαν μελλοθάνατος, ο δε Δαναός ακολουθούσε για να τον φονεύσει,
συνέβη απ’ τα καμωμένα ο μεν να πεθάνει, ο δε να σωθεί.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Αναγνώριση δε (είναι),
όπως ακριβώς και το όνομα σημαίνει, από άγνοια σε γνώση ή αλλαγή, ή σε φιλία ή
σε έχθρα, αυτών που έχουν ορισθεί σε ευτυχία ή δυστυχία. Ωραιότερη δε
αναγνώριση, όταν συγχρόνως γίνονται περιπέτειες όπως έχει η στον Οιδίποδα
(αναγνώριση). Υπάρχουν μεν λοιπόν και άλλες αναγνωρίσεις, γιατί και προς τα
άψυχα και τα τυχόντα συμβαίνει όπως ακριβώς ειπώθηκε, και αν έχει κάποιος πράξει
(κάτι) ή να μην το ’χει πράξει είναι πιθανό να το αναγνωρίσει (κάποιος). Αλλά η
κυρίως ανήκουσα στο μύθο και η κυρίως ανήκουσα στην πράξη είναι η
προαναφερομένη. Γιατί αυτή η αναγνώριση και περιπέτεια ή οίκτο θα προκαλέσει ή
φόβο, των οποίων πράξεων μίμηση, έχει ορισθεί η τραγωδία. Ακόμα δε και η ατυχία
και η ευτυχία επάνω σ’ αυτές θα συμβούν. Επειδή λοιπόν η αναγνώριση είναι
αναγνώριση κάποιων, οι μεν μόνο του ενός προς τον άλλο, όταν ο άλλος είναι
φανερός ποιος είναι, κάποτε δε πρέπει να αναγνωρισθούν και οι δύο, όπως η μεν
Ιφιγένεια στον Ορέστη αναγνωρίσθηκε από την αποστολή της επιστολής, εκείνος δε
στην Ιφιγένεια είχε ανάγκη άλλης αναγνώρισης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Λοιπόν δύο μέρη του
μύθου είναι γύρω απ’ αυτά, η περιπέτεια και η αναγνώριση, τρίτο δε το πάθος. Απ’
αυτά δε η μεν περιπέτεια και η αναγνώριση αναφέρθηκαν (εξηγήθηκαν), το πάθος δε
είναι πράξη καταστροφική ή επώδυνη, όπως και οι θάνατοι στα φανερά (επί σκηνής)
και οι υπερβολικοί πόνοι και τραυματισμοί και όσα τέτοια παρόμοια.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 10-11: Άλλοι μύθοι
είναι απλοί άλλοι περίπλοκοι. Απλή πράξη εκείνη της οποίας η μεταβολή γίνεται με
περιπέτεια ή με αναγνώριση ή και με τα δύο μαζί. Περιπέτεια είναι η μεταβολή
μιας κατάστασης, στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο με τις
πράξεις. Όπως στον Οιδίποδα που ενώ ο αγγελιαφόρος προσπαθεί να του ανακοινώσει
καλά νέα, αλλά στο τέλος του ανακοινώνει τα αντίθετα. Ή όπως συνέβη με τον
Λυγκέα που αυτός οδηγείται στο θάνατο, ο Δαναός τον ακολουθεί να τον σκοτώσει
αλλά το αποτέλεσμα είναι το ακριβώς αντίθετο. Αναγνώριση είναι η από άγνοια θέση
σε γνώση. Η καλλίτερη των αναγνωρίσεων είναι αυτή που επέρχεται με περιπέτειες.
Τα μέρη του μύθου είναι τρία: περιπέτεια, αναγνώριση και πάθος.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">12</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Τ</b>α μέρη δε της
τραγωδίας, τα οποία μεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σαν είδη της είπαμε πριν,
κατά δε το ποσόν και σε ποια μέρη διαιρείται είναι αυτά, <b>πρόλογος, επεισόδιο,
έξοδος χορικών και αυτού το μεν πάροδος, το δε στάσιμο.</b> Κοινά μεν όλων είναι
αυτά, ίδια δε τα από σκηνής και οι κομμοί. Είναι δε πρόλογος μεν ολόκληρο μέρος
της τραγωδίας το πριν απ’ την πάροδο του χορού, επεισόδιο δε ολόκληρο μέρος της
τραγωδίας το μεταξύ ολόκληρων χορικών μελών, έξοδος δε ολόκληρο μέρος της
τραγωδίας μετά από το οποίο δεν υπάρχει μέλος χορού, του χορικού δε πάροδος το
μεν πρώτο λέγεται από ολόκληρο τον χορό, στάσιμο δε μέλος χορού το χωρίς
ανάπαιστους και τροχαϊκούς, κομμός δε κοινός θρήνος χορού και από
σκηνής.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. {Μέρη δε τραγωδίας, τα
οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται (απ’ αυτήν), είπαμε πριν, κατά δε το ποσόν και
σε ποια επί μέρους σημεία διαιρείται, αυτά είναι.}</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Μέρη της τραγωδίας
κατά ποσό. Επεξήγησή τους. Το κεφάλαιο αυτό είναι μάλλον υπό τρίτου τοποθετημένο
σε αυτή τη σειρά.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">13</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Α</b>υτών δε που
πρέπει να επιδιώκουν και σ’ αυτά τα οποία πρέπει να είναι προσεκτικοί ενώ
συνθέτουν τους μύθους, και από πού θα υπάρξει το έργο της τραγωδίας, αυτό θα
ειπωθεί σα συνέχεια των μέχρι τώρα ειπωμένων.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Επειδή λοιπόν πρέπει η
υπόθεση της ωραιότερης τραγωδίας να μην είναι απλή αλλά πιο σύνθετη, και να
είναι αυτή μίμηση φοβερών και θλιβερών πράξεων (γιατί αυτή είναι η ιδιαιτερότητα
αυτής της μίμησης), πρώτο μεν φανερό, ότι ούτε οι καλοί άνθρωποι πρέπει να
φαίνονται ότι αλλάζουν (διάθεση), από την ευτυχία στην δυστυχία {επειδή αυτό δεν
είναι ούτε φοβερό ούτε θλιβερό, αλλά αποτελεί βλασφημία (αμαρτία)}, ούτε τους
κακούς απ’ την κακοτυχία στην ευτυχία ν’ αλλάζουν, (γιατί αυτό είναι το κατ’
εξοχή πιο ακατάλληλο για τραγωδία, επειδή δεν έχει κανένα απ’ αυτά που
ταιριάζουν, ούτε την ευγένεια του φιλάνθρωπου ούτε θλιβερό ούτε φοβερό είναι),
ούτε πάλι τον υπερβολικά πονηρό από την ευτυχία στην δυστυχία να αλλάζει, επειδή
την μεν φιλανθρωπία (μας) δύναται αυτή η υπόθεση να την έχει, αλλά ούτε οίκτο
ούτε φόβο, γιατί ο μεν γύρω απ’ τον δυστυχούντα χωρίς λόγο καταγίνεται, ο δε
γύρω απ’ τον όμοιό μας, η συμπόνοια μεν για τον άδικα ταλαιπωρημένο, για τον
όμοιο δε ο φόβος, ώστε ούτε θλιβερό ούτε φοβερό είναι το γενόμενο. Υπολειπόμενος
άρα είναι ο μεταξύ τούτων. Είναι δε τέτοιος μήτε αυτός που υπερέχει στην αρετή
και στην δικαιοσύνη, μήτε λόγω κακίας και πονηρίας να αλλάζει στην δυστυχία,
αλλά για κάποιο σφάλμα, των ευρισκομένων σε μεγάλη δόξα και ευτυχία, όπως ο
Οιδίποδας και ο Θυέστης και οι επιφανείς άνδρες απ’ τις τάξεις αυτές.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Είναι άρα ανάγκη ο
πλήρης μύθος να είναι περισσότερο απλός παρά διπλός, όπως ακριβώς λένε μερικοί,
και ν’ αλλάξει όχι σε ευτυχία απ’ την δυστυχία αλλά αντίθετα απ’ την ευτυχία
στην δυστυχία όχι λόγω πονηρίας (κακίας) αλλά λόγω μεγάλης αμαρτίας, ή αυτού του
οποίου ειπώθηκε (επιφανούς), ή περισσότερο καλλίτερού μας παρά χειρότερου.
Απόδειξη είναι και αυτό που γίνεται, επειδή, πρώτα μεν οι ποιητές κατέβαζαν
όλους ανεξαιρέτως τους μύθους, σήμερα δε γύρω από λίγες οικίες (οικογένειες)
συνθέτονται οι καλλίτερες τραγωδίες, όπως γύρω απ’ τον Αλκμέωνα και Οιδίποδα και
Ορέστη και Μελέαγρο και Θυέστη και Τήλεφο, και σε όσους άλλους συνέβη ή να
πάθουν κακό ή να κάνουν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Η μεν λοιπόν καλλίτερη
τραγωδία κατά την τέχνη απ’ αυτή την σύνθεση αποτελείται. Γι’ αυτό και οι
κατηγορούντες τον Ευριπίδη κάνουν το ίδιο λάθος, ότι αυτό κάνει στις τραγωδίες
του και πολλές τελειώνουν σε δυστυχία. Γιατί αυτό είναι, όπως ακριβώς έχει
ειπωθεί, σωστό. Μεγαλύτερη δε απόδειξη, είναι, επειδή επάνω στις σκηνές και
στους αγώνες φαίνονται αυτές τραγικότατες, αν πετύχουν, και ο Ευριπίδης αν και
τα άλλα δεν τα πραγματευτεί καλά, αλλά βεβαίως φαίνεται ο τραγικότατος των
ποιητών.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Δεύτερη δε σύνθεση
είναι εκείνη η λεγόμενη από μερικούς πρώτη, αυτή που έχει και την σύνθεση διπλή,
όπως ακριβώς η Οδύσσεια, και που τελειώνει αντίθετα και για τους καλλίτερους και
για τους χειρότερους. Νομίζεται δε ότι είναι η πρώτη για την αδυναμία των
θεατών, επειδή οι ποιητές ακολουθούν του θεατές πράττοντες κατά την επιθυμία
τους. Αυτή δε η ηδονή δεν προέρχεται από την τραγωδία, αλλά περισσότερο είναι
ιδιότητα της κωμωδίας, γιατί εκεί, αυτοί που καθίστανται εχθρότατοι στο μύθο,
όπως ο Ορέστης και ο Αίγισθος, αφού γίνουν φίλοι παρουσιάζονται στην τελευταία
σκηνή, και κανείς δεν πεθαίνει από κανέναν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Τι να επιδιώκουν και
τι να αποφεύγουν οι δημιουργοί των τραγωδιών. Η καλλίτερη τραγωδία είναι όχι η
απλή αλλά η πεπλεγμένη. Δεν πρέπει οι καλοί να μετέρχονται από την ευτυχία στη
δυστυχία, αυτό δεν προκαλεί φόβο ούτε οίκτο αλλά είναι αντίθετο στη θεία
δικαιοσύνη. Ούτε τους κακούς να έρχονται κατά λάθος στην ευτυχία, αυτό είναι το
πλέον ακατάλληλο για την τραγωδία, γιατί ούτε την φιλανθρωπία του κοινού θα
κερδίσει ούτε έλεος ούτε φόβο προκαλεί. Ούτε και ο πολύ πονηρός από την ευτυχία
στη δυστυχία να πέφτει, γιατί ναι μεν κερδίζει την φιλανθρωπία μας, αλλά όχι
έλεος και φόβο. Ο ένας που έχει τον καλό, ο άλλος που έχει τον κακό, δεν
καταφέρνουν κάτι. Ίσως να λείπει ο τρίτος. Αυτός που από κάποιο σφάλμα του, και
ενώ βρίσκεται σε μεγάλο αξίωμα, καθώς και οι επιφανείς απόγονοί του, είναι
φρόνιμο να πέφτουν στην δυστυχία. Άρα είναι ανάγκη ο πεπλεγμένος μύθος να είναι
απλός και όχι διπλός. Η μεταβολή να είναι όχι από την δυστυχία στην ευτυχία,
αλλά το αντίθετο. Όχι λόγω κακίας, αλλά από κάποιο σφάλμα, κάποιου καλλίτερού
μας και όχι χειρότερου. Πριν οι ποιητές έπαιρναν στη σειρά όλους τους μύθους και
τους έκαναν έργα, αλλά τώρα περιστρέφονται μόνο γύρω από λίγες οικογένειες
επιφανών και στα παθήματά τους. Την καλλίτερη τραγωδία στην τέχνη την κάνει αυτή
η πλοκή. Πολλοί κατηγορούν τον Ευριπίδη που τελειώνει από ευτυχία σε δυστυχία.
Κάνουν όμως και αυτοί το ίδιο σφάλμα. Άλλη σύσταση είναι και αυτή που την
ονομάζουν πολλοί πρώτη. Εκείνη που έχει διπλή σύσταση πλοκής και καταλήγει και
για τους καλούς και για τους κακούς με αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμενόμενο.
Δεν ισχύει το ίδιο στην κωμωδία γιατί και οι πιο εχθροί ακόμα στο τέλος επί
σκηνής γίνονται φίλοι. Κανείς δεν φονεύει κανέναν.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">14</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Τ</b>ο μεν φοβερό
λοιπόν και το θλιβερό απ’ το θέαμα είναι δυνατό να γεννηθεί, αλλά και απ’ αυτή
την υπόθεση δε των πραγμάτων είναι δυνατόν, το οποίο ακριβώς είναι σπουδαιότερο
και (έργο) καλλίτερου ποιητή. Επειδή πρέπει και χωρίς να γίνουν τα πράγματα,
έτσι να συνίσταται ο μύθος (η υπόθεση), ώστε αυτός που ακούει τα πράγματα και να
τρομάζει και να θλίβεται από τα διαδραματιζόμενα (στη σκέψη του), αυτά τα οποία
δύναται να πάθει (νοιώσει) κάποιος που ακούει τον μύθο του Οιδίποδα. Το να
δίνεται όμως αυτό σαν θέαμα, είναι χωρίς τέχνη (δεν ανήκει στην ποίηση) και έχει
ανάγκη χορηγίας. Αυτοί δε που δεν (κάνουν) με το θέαμα το φοβερό, αλλά
παρασκευάζουν μόνο το τερατώδες με την τραγωδία δε έχουν καμία σχέση, γιατί δεν
πρέπει να αναζητιέται κάθε ηδονή από την τραγωδία, αλλά τη δική της (μόνο).
Επειδή δε ο ποιητής πρέπει την ηδονή από τον οίκτο και τον φόβο να τη
παρασκευάζει με την μίμηση, είναι φανερό πως αυτή είναι εμβόλιμη στις υποθέσεις.
Ποια λοιπόν φαίνονται τρομερά ή ποια ελεεινά από τα συμβαίνοντα, ας
δούμε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Αυτές οι πράξεις
λοιπόν είναι κατ’ ανάγκη ή από φίλους σε άλλους ή από εχθρούς ή (από αδιάφορους
- κανείς απ’ τους δυο). Αν μεν λοιπόν εχθρός εναντίον εχθρού κάνει τέτοιες
πράξεις, τίποτα θλιβερό δεν είναι, ούτε όταν το κάνει, ούτε όταν το σκέπτεται,
εκτός απ’ αυτό το ίδιο το πάθημα, ούτε ακόμα οι αδιάφοροι. Όταν δε στις φιλίες
αναπτύσσονται τα πάθη, όπως ή αδελφός τον αδελφό ή γιος τον πατέρα ή μητέρα τον
γιο ή γιος την μητέρα φονεύσει ή το σκοπεύει ή κάτι άλλο παρόμοιο γίνεται, αυτά
πρέπει ν’ αναζητά (ο ποιητής). Τους μεν λοιπόν κληρονομημένους μύθους δεν μπορεί
να τους ακυρώσει, εννοώ δε όπως την Κλυταιμνήστρα που φονεύθηκε από τον Ορέστη
και την Εριφύλη από τον Αλκμέωνα, αυτός δε πρέπει να εφευρίσκει και τους
κληρονομημένους να χρησιμοποιεί καλά. Το τι εννοούμε καλά, ας πούμε σαφέστερα
(καθαρότερα).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Επειδή έτσι δύναται να
γίνεται η πράξη, όπως ακριβώς οι παλαιοί έκαναν τους ήρωες (να πράττουν) (με
συνείδηση) και με γνώση, αυτό ακριβώς και ο Ευριπίδης, έκανε την Μήδεια να
φονεύει (εν γνώσει) τα παιδιά της. Δύναται δε να πράξουν μεν, αφού αγνοούσαν δε
πως έπραξαν το κακό, αργότερα ν’ αντιληφθούν την σχέση (συγγένεια), όπως ακριβώς
ο Οιδίποδας του Σοφοκλή. Αυτό μεν λοιπόν έξω απ’ το δράμα, μέσα δε σ’ αυτή την
τραγωδία όπως ο Αλκμέων του Αστυδάμαντα ή ο Τηλέγονος στον Τραυματία Οδυσσέα.
Ακόμη δε τρίτο εκτός απ’ αυτά το να πρόκειται να κάνει κάποιος κάποια απ’ τις
ολέθριες (πράξεις) εν αγνοία του, (και) να αναγνωρίσει προτού την κάνει. Και
πέρα απ’ αυτά δεν γίνεται αλλιώς, επειδή ή κατ’ ανάγκη (γίνεται) να πράξουν ή
όχι, και εν γνώσει ή εν αγνοία. Απ’ αυτά δε το μεν να μελετήσει (την πράξη) ενώ
γνωρίζει και να μη το πράξει είναι το χειρότερο. Γιατί και αμαρτία (βρωμιά)
περιέχει, και τραγικό δεν είναι, επειδή δεν έχει πάθος. Γι’ αυτό ακριβώς κανείς
δεν κάνει το ίδιο, εκτός από λίγες περιπτώσεις, όπως στην Αντιγόνη ο Αίμων τον
Κρέοντα. Το να πράξει (είναι) δεύτερο καλλίτερο δε το να πράξει μεν αφού αγνοεί,
αφού πράξει δε να αναγνωρίσει, επειδή και την αμαρτία δεν περιέχει και
αναγνώριση προκαλεί έκπληξη. Άριστο δε το τελευταίο, εννοώ δε όπως στον
Κρεσφόντη ή Μερόπη πρόκειται να φονεύσει το γιο της, δεν τον φονεύει δε, αλλά
τον αναγνωρίζει, και στην Ιφιγένεια η αδελφή τον αδελφό και στην Έλλη ο γιος την
μητέρα αναγνώρισε, ενώ επρόκειτο να την δώσει σε γάμο. Γι’ αυτό, όπως ακριβώς
πρωτύτερα ειπώθηκε, δεν γίνονται οι τραγωδίες γύρω από πολλά γένη. Επειδή
ψάχνοντας όχι από την τέχνη (ορμώμενοι) αλλά κατά τύχη βρήκαν πώς να
μηχανεύονται αυτό μέσα στους μύθους, αναγκάζονται λοιπόν σ’ αυτές τις
οικογένειες προσέρχονται, σε όσα συνέβηκαν τέτοια παθήματα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Γύρω μεν λοιπόν από
την σύνθεση των πραγμάτων και ποιοι πρέπει να είναι αυτοί οι μύθοι, είναι επαρκή
τα ειπωμένα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Τρόποι πρόκλησης
(ελέους και φόβου) φοβερού και ελεεινού. Η γνώση και η άγνοια για τα παθήματα. Η
άγνοια γίνεται γνώση και η αποτροπή.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">15</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Γ</b>ύρω δε από τα
ήθη τέσσερα είναι αυτά για τα οποία πρέπει να σκοπεύετε, ένα μεν και πρώτο να
είναι χρηστά. Θα έχει δε ήθος μεν (κάποιος) εάν, όπως ειπώθηκε, φανερώνει ο
λόγος (του) ή η πράξη (του) κάποια προαίρεση (σκοπό), χρηστό δε (θα έχει ήθος)
εάν είναι χρηστή (η προαίρεση). Υπάρχει δε σε κάθε γένος, επειδή και γυναίκα
υπάρχει χρηστή και δούλος και ίσως λοιπόν το μεν απ’ αυτά είναι βέβαια κατώτερο,
το δε εντελώς τιποτένιο είναι, δεύτερο δε το να ( προσαρμόζει) τα αρμόζοντα,
γιατί είναι μεν ανδρείον το ήθος, αλλά δεν αρμόζει σε γυναίκα να είναι έτσι
(τόσο) ανδρεία ή σοφή, τρίτο δε το όμοιο (με την πραγματικότητα) γιατί αυτό
είναι διαφορετικό, του να κάνει το ήθος χρηστόν και αρμόζων όπως ακριβώς έχει
ειπωθεί. Τέταρτο δε το ομαλό, γιατί και ανώμαλος αν είναι κάποιος που περνά από
την μίμηση και προτείνει τέτοιο ήθος (σαν βάση), πρέπει να είναι όμως ομαλά
ανώμαλο. Είναι δε παράδειγμα πονηρίας μεν ήθους, μη αναγκαίο όπως ο Μενέλαος
στον Ορέστη, του δε απρεπούς και μη αρμόζοντα ο θρήνος του Οδυσσέα στην Σκύλλα,
και η ομιλία της Μελανίππης, του δε ανώμαλου η Ιφιγένεια στην Αυλίδα, επειδή σε
τίποτα δεν φανέρωνε (έμοιαζε) η ικετεύουσα την κατοπινή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Πρέπει δε και στα ήθη,
όπως ακριβώς και στη σύνθεση των γεγονότων, πάντα να ζητείται ή το αναγκαίο ή το
πιθανό ώστε αυτός να λέει ή να κάνει αυτά (τα πράγματα) ή κατ’ ανάγκη ή κατά
φύση, και αυτό να γίνεται μετά απ’ αυτό ή κατά ανάγκη ή κατά φύση. Είναι λοιπόν
φανερό ότι και στις λύσεις των μύθων απ’ αυτού του ήθους πρέπει να συμβαίνουν,
και όχι όπως ακριβώς στην Μήδεια από μηχανής και στην Ιλιάδα τα γύρω από τον
απόπλου, αλλά η μηχανή είναι χρήσιμη για τα έξω απ’ το δράμα (συμβαίνοντα), ή
όσα έγιναν πριν, τα οποία δεν δύναται να γνωρίζει άνθρωπος, ή για όσα μετά (θα
συμβούν), τα οποία έχουν ανάγκη αναφοράς και αγγελίας (προφητείας), γιατί στους
θεούς απονέμουμε (το χάρισμα) να τα βλέπουν όλα. Χωρίς λόγο να μην υπάρχει
τίποτα στα γεγονότα, ει δ’ αλλιώς, έξω απ’ την τραγωδία, όπως το στον Οιδίποδα
του Σοφοκλή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;"> </span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Επειδή δε η τραγωδία
είναι μίμηση ανθρώπων καλλίτερων από τους σημερινούς, πρέπει να μιμούμεθα τους
καλούς ζωγράφους, γιατί κι εκείνοι. ενώ αποδίδουν την ιδιαίτερη μορφή (του
καθενός), ενώ τους κάνουν όμοιους, ωραιότερους τους ζωγραφίζουν. Έτσι και ο
ποιητής, ενώ μιμείται ευέξαπτους και αδιάφορους και τα άλλα τα παρόμοια να έχουν
στους χαρακτήρες τους, πρέπει να τους κάνει καλούς αν και είναι τέτοιοι, όπως ο
Όμηρος τον Αχιλλέα ευγενή αλλά και παράδειγμα σκληρότητας.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Αυτά λοιπόν πρέπει να
προσεχθούν και σ’ αυτές τις εντυπώσεις (του κοινού) που ακολουθούν αναγκαστικά
την ποιητική, επειδή και μ’ αυτές είναι δυνατό να γίνει λάθος πολλές φορές. Γύρω
απ’ αυτά δε έχουν ειπωθεί στους δημοσιευμένους (δημοσιοποιημένους) λόγους
αρκετά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Για τα ήθη υπάρχουν
τέσσερα χαρακτηριστικά σημεία που πρέπει να προσέχει κάποιος. Ένα και το πρώτο,
να είναι χρηστά. Αυτό φαίνεται αν ο ήρωας που μιλάει ή που κάνει έχει κάποιο
σκοπό. Χρηστή προαίρεση (σκοπιμότητα) απαντάμε σε όλα τα γένη. Και στη γυναίκα
και στο δούλο. Αν και η γυναίκα είναι κατώτερο γένος, ο δούλος είναι τελείως
τιποτένιος και ανάξιος. Το δεύτερο είναι τα ήθη να είναι αυτά που ταιριάζουν.
Δεν ομοιάζει να είναι παλληκαρού και ανδρεία μια γυναίκα, ή ρητορικότατη. Τρίτο
το ήθος να είναι όμοιο με το πραγματικό. Τέταρτο να είναι ομαλό το ήθος. Πρέπει
το ήθος δηλαδή αν και ο ήρωας είναι ανώμαλος να του δείχνει την πραγματική υφή
της προσωπικότητάς του. Όπως και στην πλοκή πρέπει να αναζητείται το φυσικό και
το αναγκαίο. Ακόμα και οι λύσεις των μύθων πρέπει να στηρίζονται στο ήθος.
Μηχανές και προφητείες χρειάζονται αλλά με το μύθο και με το ήθος δεμένα και όχι
έξω από αυτά. Πρέπει να μιμούνται οι ποιητές (τραγωδοί) τους ζωγράφους που αν
και ζωγραφίζουν τα πρόσωπα κάποιων και τους κάνουν όμοιους, παρ’ όλα αυτά
ωραιότερους τους αποδίδουν. Τους ήρωες πρέπει στην καλοσύνη τους να τους
ανεβάζεις και όχι στα ελαττώματά τους. Να προσέχει ο ποιητής επίσης το
συναίσθημα του κοινού γιατί και από αυτό πολλές φορές γεννιούνται σημαντικά
λάθη.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">16</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Τ</b>ι μεν σημαίνει
αναγνώριση, ειπώθηκε νωρίτερα, είδη δε αναγνώρισης, πρώτη μεν η ατεχνότατη και η
περισσότερο χρησιμοποιούμενη λόγω της έλλειψης (των ποιητών), αυτή των ενδείξεων
(γνωρισμάτων). Απ’ αυτά δε τα μεν είναι έμφυτα (εκ γενετής), όπως η λόγχη την
οποία έφεραν οι Γηγενείς ή όπως τα άστρα στον Θυέστη του Καρκίνου. Τα δε
επίκτητα, και από αυτά τα μεν στο σώμα, όπως ουλές, τα δε εκτός, όπως τα
περιδέραια και τέτοια, όπως στην Τηρώ από τη σκάφη. Υπάρχει δε και σ’ αυτά χρήση
καλλίτερη ή χειρότερη, όπως ο Οδυσσέας από την ουλή, που αλλιώς αναγνωρίσθηκε
από την τροφό του και αλλιώς απ’ τους χοιροβοσκούς, γιατί αυτές που γίνονται για
βεβαίωση, και όλες οι παρόμοιες είναι ατεχνότερες, αυτές δε (που γίνονται)
απροσδόκητα, όπως ακριβώς αυτή στα Νίπτρα, καλλίτερες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Δεύτερες δε οι
κατασκευασμένες από τον ποιητή, γι’ αυτό είναι άτεχνες. Όπως στην Ιφιγένεια
αναγνώρισε ότι είναι ο Ορέστης, εκείνη μεν από την επιστολή, εκείνος δε αυτά που
θέλει ο ποιητής τα λέει αυτός, και όχι η υπόθεση. Επειδή είναι κοντά στο σφάλμα
που έχει αναφερθεί, ενώ θα μπορούσε μερικά να τα φέρει (στο σώμα). Το ίδιο και
στον Τηρέα του Σοφοκλή, η φωνή της κερκίδας (υφάσματος).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Η Τρίτη από μνήμης, το
να αισθάνεται κάποιος αφού δει κάτι, όπως ακριβώς στα Κύπρια του Δικαιογένη που
έκλαψε επειδή είδε το ιχνογράφημα (εικόνα), και η απολογία στον Αλκίνοο, που
θυμήθηκε και δάκρυσε επειδή άκουσε (ο Οδυσσέας) τον κιθαριστή, απ’ όπου
αναγνωρίσθηκαν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Τέταρτη δε η από
συλλογισμού, όπως στους Χοηφόρους, ότι κάποιος όμοιος έχει έλθει, όμοιος δε
κανένας άλλος παρά (μόνο) ο Ορέστης, άρα αυτός είχε έλθει και η του Πολύϊδου του
σοφιστή γύρω από την Ιφιγένεια, που και η αδελφή του θυσιάστηκε και σ’ αυτόν
συμβαίνει να θυσιάζεται. Και στον Τηδέα τον Θεοδέκτη, ότι αφού ήλθε για να βρει
τον γιο του χάνεται αυτός, και η στις Φινείδαις, γιατί αφού είδαν τον τόπο,
συλλογίσθηκαν το πεπρωμένο, ότι σ’ αυτόν τον τόπο επρόκειτο να πεθάνουν αυτές,
επειδή είχαν και εκτεθεί εγκαταλειφθεί εδώ. Υπάρχει δε και κάποια σύνθετη
(αναγνώριση) από εξαπάτηση του θεάτρου, όπως στον Οδυσσέα ψευδάγγελο, γιατί το
μεν τόξο να το τεντώσει άλλος κανένας (δεν μπορεί), κατασκευασμένο από τον
ποιητή είναι, και συλλογισμός επίσης το ότι είπε πως θ’ αναγνωρίσει το τόξο που
δεν έχει δει, το να ποιήσει όμως (ο ποιητής) ότι έπρεπε εκείνος τάχα ν’
αναγνωρίσει αυτό με εκείνο, είναι παραλογισμός (λανθασμένη σκέψη).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Καλλίτερη δε
αναγνώριση από όλες αυτής της υπόθεσης είναι, όπου γίνεται η έκπληξη με
(διαδοχικούς) πιθανούς τρόπους, όπως στον Οιδίποδα του Σοφοκλή και στην
Ιφιγένεια, επειδή είναι πιθανό να θέλει να επιστολογραφήσει. Επειδή αυτές και
μόνο είναι χωρίς τα κατασκευάσματα (του ποιητή), αποδείξεων (σημαδιών) και
περιδεραίων. Δεύτερες δε αυτές του συλλογισμού.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Αναγνώριση είπαμε και
πιο πάνω τι είναι. Με τα είδη της ασχολείται. Πέντε όπως τα καθορίζει. Πρώτη:
των σημείων, δύο κατηγοριών των σύμφυτων και των επίκτητων. Σημάδια στο σώμα,
σκάφες, λόγχες και περιδέραια, ατεχνότατη. Και με αυτές υπάρχουν καλές εκδοχές
και κακότερες. Δεύτερη: των πεποιημένων. Αυτές που οι ίδιοι οι ποιητές
ανακαλύπτουν και σκέφτονται, γι αυτό και είναι άτεχνες. Τρίτη: δια της μνήμης.
Να συγκινηθεί κάποιος ακούγοντας ή βλέποντας κάτι και να θυμηθεί. Τέταρτη: του
συλλογισμού. Και σε αυτή υπάρχει ο κίνδυνος του παραλογισμού του θεάτρου και της
εξαπάτησης των θεατών. Πέμπτη: την εκ των πραγμάτων. Θεωρεί καλλίτερη αυτή,
γιατί απαλλάσσεται από περιδέραια και άλλα του ποιητή επινοήματα. Επόμενες καλές
θεωρεί τις του συλλογισμού.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">17</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Π</b>ρέπει δε να
συνθέτει (κανείς) τους μύθους και να ολοκληρώνει με τη φράση (το έργο) θέτοντας
όσο το δυνατό περισσότερο μπροστά στα μάτια του, επειδή μ’ αυτό τον τρόπο
βλέποντάς τα το δυνατό καθαρότατα, όπως ακριβώς, αν αυτός ήταν παρών σ’ αυτά που
διαδραματίζονται, δύναται να βρίσκει το κατάλληλο και ελάχιστα μπορούν να
ξεφεύγουν από την προσοχή του τα αντίθετα. Απόδειξη δε αυτού είναι ότι
αποδοκιμαζόταν στον Καρκίνο, γιατί ο Αμφιάραος ανέβαινε από ιερό, το οποίο θα
ξέφευγε απ’ την προσοχή του θεατή αν δεν το έβλεπε, επάνω στη σκηνή δε
αποδοκιμάσθηκε γιατί δυσαρεστήθηκαν οι θεατές απ’ αυτό (αφού το είδαν) - όσα δε
είναι δυνατό, (πρέπει) και με τα σχήματα να ολοκληρώνει (ο ποιητής). Γιατί,
είναι πειστικότατοι, από αυτή την ίδια τη φύση, αυτοί που βρίσκονται μέσα στα
πάθη, και ταράζει (ψυχές) ο (ψυχικά) ταραγμένος και οργίζει ο οργισμένος
αληθινώτατα. Γι’ αυτό η ποιητική είναι (τέχνη) ευφυούς παρά μανικού,
(παρορμητικού), γιατί απ’ αυτούς οι μεν είναι εύπλαστοι οι δε είναι
εκστατικοί.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Και τους λόγους (τους
άλλους), και τους πεποιημένους (από τους ποιητές), πρέπει κι αυτός ενώ τους
φτιάχνει να εξηγεί το όλον, έπειτα να τους μεγαλώνει με επεισόδια. Εννοώ δε, ότι
έτσι μπορεί να εξετάζεται το όλον (των υποθέσεων), όπως της Ιφιγένειας, αφού
θυσιάστηκε κάποιου η κόρη και αφού εξαφανίσθηκε χωρίς να γίνει φανερός ο τρόπος
απ’ αυτούς που ήθελαν να την θυσιάσουν, αφού εγκαταστάθηκε δε σ’ άλλη χώρα, στην
οποία ήταν νόμος να θυσιάζουν τους ξένους στην θεά, κατέλαβε αυτό το αξίωμα της
ιέρειας. Μετά από κάποιο χρόνο συνέβη να έλθει ο αδελφός της ιέρειας -το ότι δε
ο Θεός τον έπεισε για κάποια αιτία έξω από το όλον να έρθει εκεί, και για ποιο
δε λόγο, (είναι) έξω από το μύθο-, αφού δε ήρθε και αφού συνελήφθηκε για να
θυσιαστεί, αναγνώρισε (είτε όπως ο Ευριπίδης, είτε όπως ο Πολύϊδος έκανε, όπως
ήταν πιθανό να πει, πως όχι μόνο λοιπόν η αδελφή του αλλά και αυτός έπρεπε να
θυσιαστεί), και από εκεί (επήλθε) η σωτηρία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Μετά απ’ αυτά δε πλέον
αφού βάλλει τα ονόματα σαν θεμέλιο, να φτιάχνει τα επεισόδια, καθώς δε (θα τα
ποιεί) να είναι τα επεισόδια κατάλληλα (να προσέχει), όπως στον Ορέστη η μανία,
από την οποία συνελήφθη και η σωτηρία από την κάθαρση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Στα μεν δράματα λοιπόν
τα επεισόδια είναι σύντομα η δε εποποιία με αυτά μακραίνει. Γιατί της Οδύσσειας
δεν είναι μεγάλη η υπόθεση. Κάποιος είναι μακριά από την πατρίδα του πολλά
χρόνια και φρουρούμενος από κοντά από τον Ποσειδώνα και (ενώ) είναι μόνος, ακόμη
δε στο σπίτι του αυτά συμβαίνουν, ώστε τα χρήματα από μνηστήρες να σπαταλιόνται
και για τον γιο να σκέφτονται κακά, αυτός δε φτάνει ταλαιπωρημένος, και μετά από
κάποιες αναγνωρίσεις, αφού έκανε επίθεση ο ίδιος, αυτός μεν σώθηκε, τους δε
εχθρούς φόνευσε. Το ιδιαίτερο λοιπόν γνώρισμα (υπόθεση) είναι αυτό, τα δε άλλα
είναι επεισόδια.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Με τη μεγαλύτερη
δυνατή σαφήνεια πρέπει να βλέπει μπροστά στα μάτια του ο ποιητής το έργο του. Με
αυτόν τον τρόπο και πριν το παρουσιάσει στους θεατές είναι δυνατό να μην του
ξεφύγουν πράγματα που δεν ταιριάζουν. Η ποιητική έργο ευφυούς και όχι μανικού.
Και τις υποθέσεις που ήδη άλλοι ποιητές πριν από τον ποιητή έχουν γράψει αλλά
και οι πεποιημένες δικές του, πρέπει πρώτα να τις έχει σαν σκελετό, ύστερα και
σιγά-σιγά, με προσοχή, να τις επεκτείνει και να τις πλουτίζει με επεισόδια.
Ύστερα να θέσει τα ονόματα και επάνω στα ονόματα να είναι τα επεισόδια κατάλληλα
για να μπορούν να αποδεικνύουν το πρόσωπο και να αντέχουν το πρόσωπο. Τα δράματα
έχουν σύντομα επεισόδια. Η εποποιία μόνο με αυτά μεγαλώνει.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">18</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Ε</b>ίναι δε της
κάθε τραγωδίας (μέρη) η μεν δέση η δε λύση, τα μεν εξωτερικά και μερικά των
εσωτερικών είναι πολλές φορές η δέση, το δε υπόλοιπο η λύση. Εννοώ δε ότι είναι
η δέση μεν αυτό που γίνεται απ’ την αρχή (της υπόθεσης) μέχρις αυτού του μέρους
το οποίο είναι το έσχατο, εκ του οποίου (μεταπίπτει) αλλάζει σε ευτυχία ή
δυστυχία, λύση δε (αυτό που γίνεται) από την αρχή της αλλαγής (μετάπτωσης) μέχρι
το τέλος, όπως ακριβώς στον Λυγκέα του Θεοδέκτη δέση μεν είναι και αυτά που από
πριν είχαν γίνει, και η απαγωγή του παιδιού, και η φανέρωση αυτών, λύση δε η από
της κατηγορίας του θανάτου μέχρι του τέλους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Υπάρχουν δε τέσσερα
είδη τραγωδίας, επειδή τόσα έχει ειπωθεί ότι είναι και τα μέρη της. Η μεν
πεπλεγμένη, της οποίας το όλον είναι περιπέτεια και αναγνώριση, η δε παθητική,
όπως και οι Αίαντες και οι Ιξίονες, η δε ηθική, όπως οι Φθιώτιδες και ο Πηλεύς,
το δε τέταρτο όψη (θεαματικό), όπως οι Φορκίδες και Προμηθεύς και όσα (γίνονται)
στον Άδη. Πρέπει λοιπόν να προσπαθεί (κανείς) να τα έχει όλα, αλλιώς, τα μέγιστα
και πλείστα, όπως και τώρα άλλωστε συκοφαντούν τους ποιητές, επειδή υπήρξαν
καλοί ποιητές για κάθε μέρος χωριστά, απ’ αυτά που έχουν υπάρξει, έχουν την
αξίωση, ο ένας άνθρωπος να είναι ανώτερος στο ιδιαίτερο γνώρισμα κάθε άλλου.
Φρόνιμο δε είναι και την τραγωδία να την αποκαλεί άλλη, ή την ίδια για κανένα
άλλο λόγο εκτός από το μύθο. Αυτό δε, γι αυτές (τις τραγωδίες) που η πλοκή και η
λύση είναι η ίδια. Πολλοί δε αφού πλέξουν καλά λύουν άσχημα, πρέπει δε πάντα να
τηρούνται και τα δύο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Πρέπει δε όπως ακριβώς
έχει ειπωθεί πολλές να θυμάται (ο ποιητής) και να μην φτιάχνει την τραγωδία με
εποποιϊκό σύστημα. Εποποιϊκό δε εννοώ το πολύμυθο, όπως αν κάποιος (ήθελε) να
κάνει όλο το μύθο της Ιλιάδας. Επειδή εκεί λόγω του μήκους παίρνουν τα μέρη το
κατάλληλο μέγεθος, ενώ στα δράματα φεύγει έξω από την εκτίμηση. Απόδειξη δε,
όσοι ολόκληρη (πέρσιν) άλωση του Ιλίου έφτιαξαν και όχι εν μέρει, όπως ακριβώς ο
Ευριπίδης, ή Νιόβη, και όχι όπως ο Αισχύλος, ή αποδοκιμάζονται ή (έχουν) άσχημο
τέλος στους διαγωνισμούς. Γιατί και ο Αγάθων αποδοκιμάστηκε μόνο σ’ αυτό. Στις
περιπέτειες και στους απλούς μύθους (συνθέσεις) καταφέρνουν ό,τι επιθυμούν μέσα
από το παράδοξο, επειδή αυτό είναι τραγικό και φιλάνθρωπο. Συμβαίνει δε αυτό
όταν ο έξυπνος μεν με πανουργία εξαπατηθεί, όπως ακριβώς ο Σίσυφος, και ο
ανδρείος μεν, άδικος δε, να νικηθεί. Είναι δε και πιθανό αυτό, όπως λέει ο
Αγάθων, γιατί είναι πιθανό να γίνονται πολλά και παρά το πιθανό.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Πρέπει δε και το χορό
να τον υπολογίζουμε ένα των υποκριτών, και ότι είναι μέρος του όλου, και βοηθάει
όχι όπως στον Ευριπίδη αλλά όπως ακριβώς στον Σοφοκλή, στους περισσότερους δε τα
αδόμενα δεν ταιριάζουν για κανένα λόγο περισσότερο στο μύθο παρά σε άλλη
τραγωδία, γι αυτό άδουν εμβόλιμα, κάνοντας πρώτος αρχή αυτού ο Αγάθων. Και τι
διαφέρει είτε εμβόλιμα άδουν, είτε αν κείμενο από άλλο σε άλλο συνταιριάζει είτε
ολόκληρο επεισόδιο;</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Σε κάθε τραγωδία
υπάρχουν δύο μέρη αναπόσπαστα, η δέση και η λύση. Η δέση είναι το μέρος που
φτάνει μέχρι του σημείου έναρξης της ευτυχίας ή της δυστυχίας του ήρωα και της
υπόθεσης. Η λύση είναι το μέρος που παραλαμβάνει από τη μετάβαση αυτή και φτάνει
μέχρι του τέλους του έργου. Τα είδη της τραγωδίας, η πεπλεγμένη που έχει μέσα
της, στο όλον της, την περιπέτεια και την αναγνώριση. Η παθητική. Η ηθική και η
θεαματική. Κάποιοι ποιητές διέπρεψαν σε ένα είδος και όχι σε άλλο. Ζητούν αδίκως
ή δικαίως να πετύχουν σε όλα τα είδη. Όλα να βασίζονται στο μύθο κατά πρώτον και
ύστερα όλα τα άλλα. Η προσοχή της πλοκής και της λύσης. Να μην δίνουν εποποιϊκή
διάσταση στις τραγωδίες. Να μην γίνονται πολύμυθες οι τραγωδίες. Το παράδοξο
μπορεί αλλά θέλει προσοχή. Ο χορός να θεωρείται μέρος του όλου, και οι
υποκριτές. Τα εμβόλιμα χορικά που μοιάζουν άλλης τραγωδίας τα λόγια
τους.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">19</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Γ</b>ύρω από τα
άλλα μεν λοιπόν έχει ήδη ειπωθεί, απομένει δε γύρω από τη λέξη (φρασεολογία) και
τη διάνοια να πούμε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Τα μεν λοιπόν γύρω από
τη διάνοια στα περί ρητορικής ας μείνουν ορισμένα, γιατί αυτά είναι περισσότερο
οικεία εκείνης της έρευνας. Είναι δε οικεία ως προς την διάνοια αυτά, όσα με τον
λόγο πρέπει να ετοιμασθούν. Μέρη δε τούτων και το να αποδείξει και το να
καταργήσει και το να δημιουργήσει πάθη ελέους, φόβου, ή οργής και όσα τέτοια,
και ακόμα μεγαλοποίηση και μικρότητα. Είναι φανερό δε και ότι στα πράγματα
(δρώμενα) πρέπει απ’ αυτές τις μορφές να εφοδιάζεται, όταν πρέπει ή θλιβερά ή
φοβερά ή μεγάλα ή πιθανά να δημιουργήσει. Κατά τόσο όμως διαφέρουν, ότι τα μεν
πρέπει να φαίνονται χωρίς εξήγηση, τα δε στον λόγο (που λέγονται) από τον
λέγοντα να προετοιμάζονται και να γίνονται ένεκα λόγου. Γιατί τι θα ήταν το έργο
του λέγοντος, εάν φαίνονταν όπως έπρεπε και όχι ένεκα του λόγου;</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Την γύρω από την λέξη
ένα μεν είδος της θεωρίας είναι τα σχήματα της λέξης, τα οποία είναι γνώρισμα
της υποκριτικής και αυτού που κατέχει αυτή την τεχνική, όπως τι είναι εντολή και
τι ευχή και διήγηση και απειλή και ερώτηση και απόκριση, και ότι άλλο τέτοιο εάν
υπάρχει. Επειδή για την γνώση ή την άγνοια αυτών καμιά κατηγορία δεν αναφέρεται
για την τέχνη της ποιητικής η οποία να είναι και άξια συζήτησης. Γιατί αν
κάποιος υπολογίσει τι λάθος έχουν αυτά που ο Πρωταγόρας κατηγορεί, αφού νομίζει
ότι εύχεται, προστάζει, λέγοντας <b>"Μήνιν άειδε θεά"</b>; Επειδή το να καλείς
είπε, για να κάνει κάποιος κάτι ή όχι είναι επιταγή (προσταγή). Γι αυτό ας
φύγουμε απ’ αυτό, σαν να είναι θεώρημα άλλης (τέχνης) και όχι της
ποιητικής.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Περί φρασεολογίας και
διανοίας ο λόγος. Η διάνοια ήδη αναπτυγμένη στη ρητορική, και αντικείμενο αυτής
της μεθόδου. Όσα με το λόγο γίνονται είναι της διάνοιας. Μέρη τους απόδειξη,
κατάργηση, δημιουργία παθών, ελέους, φόβου, οργής. Κάνει τα δρώμενα πράγματα να
φαίνονται χάρις στο λόγο. Στη φρασεολογία τα σχήματα της λέξης είναι ένα της
αντικείμενο, εντολή, ευχή, διήγηση, απειλή, ερώτηση, απόκριση, που είναι έργο
της υποκριτικής αρχιτεκτονικής. Επίκριση και κρίση Πρωταγόρα.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">20</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Τ</b>ης δε λέξεως
(φρασεολογίας) αυτά είναι τα μέρη για το σύνολό της, <b>στοιχείο, συλλαβή,
σύνδεσμος, άρθρο, όνομα, ρήμα, πτώση, λόγος</b>.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. <b>Στοιχείο</b>
(φθόγγος) μεν λοιπόν ήχος αδιαίρετος είναι, όχι δε καθένας, αλλά εκείνος απ’ τον
οποίο γεννιέται και παράγεται γνωστική φωνή, επειδή και των ζώων αδιαίρετες
είναι οι φωνές, των οποίων κανένα δεν ονομάζω φθόγγο. Αυτού δε (φθόγγου) μέρη
είναι και το <b>φωνήεν</b> και το <b>ημίφωνο</b> και το <b>άφωνο</b>. Είναι δε
φωνήεν μεν αυτό που έχει φωνή ακουστή χωρίς επαφή (των χειλιών ή της γλώσσας),
ημίφωνο δε αυτό που έχει φωνή ακουστή μετά από επαφή, όπως το <b>Σ</b> και το
<b>Ρ</b>, άφωνο δε το μετά από επαφή αυτό το ίδιο δεν έχει καμιά φωνή, μαζί δε
με κάποια από τα έχοντα φωνή γίνεται ακουστό, όπως το <b>Γ</b> και το <b>Δ</b>.
Αυτά δε διαφέρουν και στα σχήματα και στους τόπους του στόματος και στη
<b>δασύτητα</b> και στην <b>ψιλότητα</b> και στη <b>μακρότητα</b> και στη
<b>βραχύτητα</b>, ακόμα δε στην <b>οξύτητα</b> και στη <b>βαρύτητα</b> και στο
<b>ενδιάμεσο</b>, περί των οποίων αρμόζει να εξετάζεται το καθένα χωριστά από
την μετρική.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. <b>Συλλαβή</b> δε
είναι φωνή χωρίς σημασία, σύνθετη άφωνου και φωνής έχοντος, επειδή το <b>ΓΡ</b>
χωρίς το <b>Α</b> είναι συλλαβή, και μαζί με το <b>Α</b> είναι, όπως το
<b>ΓΡΑ</b>. Αλλά και αυτών των διαφορών η εξέταση στην μετρική
υπάγεται.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. <b>Σύνδεσμος</b> δε
είναι φωνή χωρίς σημασία, η οποία ούτε εμποδίζει ούτε φτιάχνει μια φωνή με
σημασία συναποτελούμενη από περισσότερους φθόγγους, από τη φύση του τίθεται και
στα άκρα και στο μέσον (της φράσης), τον οποίο δεν αρμόζει να τοποθετείται στην
αρχή αυτοτελούς λόγου, όπως μεν, ήτοι, δε, ή (διαφορετικά) φωνή χωρίς σημασία, η
οποία αποτελείται μεν από περισσότερες της μιας φωνές, από σημαντικούς φθόγγους
φτιάχνουν από την φύση τους μια φωνή με σημασία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. <b>Άρθρο</b> δε είναι
φωνή χωρίς σημασία η οποία δηλώνει αρχή φράσης ή τέλος ή διαχωρισμό όπως
(*****), το <b>αμφί</b> και το <b>περί</b> και τα άλλα. {Ή φωνή χωρίς σημασία η
οποία ούτε εμποδίζει ούτε φτιάχνει φράση, με συνδυασμό περισσότερων φθόγγων, η
οποία δύναται να τοποθετείται και στα άκρα και στο μέσον.}</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. <b>Όνομα</b> δε είναι
φωνή σύνθετη με σημασία χωρίς χρόνο, του οποίου κανένα μέρος, ξεχωριστά, δεν
είναι με σημασία, επειδή στα σύνθετα δεν μεταχειριζόμαστε (κάθε μέρος τους) σαν
κι αυτό ξεχωριστά, να είναι σημαντικό, όπως στο <b>Θεόδωρος</b> το <b>δώρο</b>
δεν σημαίνει τίποτα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">7. <b>Ρήμα</b> δε είναι
φωνή σύνθετη με σημασία, με χρόνο, του οποίου κανένα μέρος δεν είναι σημαντικό
από μόνο του, όπως ακριβώς και στα ονόματα, γιατί το μεν <b>άνθρωπος</b> ή
<b>λευκό</b> δεν σημαίνει το πότε, το δε <b>βαδίζει</b> ή <b>βεβάδικεν</b>
σημαίνει το μεν τον παρόντα χρόνο, το δε τον περασμένο χρόνο.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">8. <b>Πτώση</b> δε
ονόματος ή ρήματος, είναι η μεν στη σημασία το <b>τούτου</b> ή <b>τούτω</b> και
όσα τέτοια, η δε στον ένα ή στους πολλούς, όπως άνθρωποι ή άνθρωπος, η δε στα
υποκριτικά, όπως κατά ερώτηση ή διαταγή, γιατί το <b>εβάδισεν;</b> ή
<b>βάδιζε</b> είναι πτώση ρήματος κατ’ αυτά τα είδη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">9. <b>Λόγος</b> δε είναι
φωνή σύνθετη με σημασία, της οποίας μερικά μέρη από μόνα τους σημαίνουν κάτι,
επειδή δεν σύγκειται ολόκληρος λόγος από ρήματα και ονόματα, όπως <b>ανθρώπου
ορισμός</b>, αλλά δύναται να υπάρχει λόγος χωρίς ρήματα, πάντοτε όμως θα έχει
κάποιο μέρος που σημαίνει κάτι όπως στο <b>βαδίζει Κλέων</b> ο <b>Κλέων</b>
(κάτι σημαίνει). <b>Είς</b> δε, είναι λόγος με διπλή σημασία, δηλαδή ή να
σημαίνει <b>ο ένας</b>, ή αυτός που αποτελείται από περισσότερους (λόγους
συνδεδεμένους), όπως η <b>Ιλιάς</b> μεν είναι ένας λόγος συνδεδεμένος, ο δε του
ανθρώπου ορισμός τον ένα σημαίνει.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Της φρασεολογίας
συνολικά αυτά είναι τα μέρη. Στοιχείο, συλλαβή, σύνδεσμος, άρθρο, όνομα, ρήμα,
πτώση, λόγος. Ακολουθεί ανάλυση του καθενός. Η θέση του καθενός μέσα στο
λόγο.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">21</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Ο</b>νόματος δε
είδη το μεν απλό (απλό δε εννοώ αυτό το οποίο αποτελείται από χωρίς σημασία
μέρη, όπως γη) το δε διπλό, αυτού δε το μεν (αποτελείται) από μέρος με σημασία,
(και μέρος) χωρίς σημασία (όμως δεν είναι εντός του ονόματος η σημασία ή η μη
σημασία), το δε από σημαντικά αποτελείται. Δύναται και τριπλό και τετραπλό όνομα
να υπάρχει και πολλαπλό, όπως τα περισσότερα των Μασσαλιωτών,
Ερμοκαϊκόξανθος.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Κάθε όνομα δε, είναι
όνομα ή <b>κύριο</b> ή <b>γλώσσα-γλωσσικό</b> (ιδιωματικό) ή
<b>μεταφορά-μεταφορικό</b> ή <b>κόσμος-(κοσμητικό; -διακοσμητικό;)</b> ή
<b>πεποιημένο</b> ή <b>επεκτεταμένον-μεγενθυμένο</b> ή <b>υφηρημένον-κομμένο</b>
ή <b>εξηλλαγμένον-παραλλαγμένο</b>.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Εννοώ δε <b>κύριο</b>
μεν αυτό το οποίο χρησιμοποιούν οι περισσότεροι, <b>ιδιωματικό</b> δε αυτό το
οποίο (χρησιμοποιούν) ορισμένοι άλλοι, ώστε είναι φανερό ότι και ιδιωματικό και
κύριο δύναται να είναι το ίδιο, όχι δε στους ίδιους (ανθρώπους), γιατί το
<b>σίγυνον</b> στους Κύπριους μεν είναι κύριο, σε μας δε
ιδιωματισμός.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. <b>Μεταφορά</b> δε
είναι η επιβολή ονόματος άλλου (πράγματος) σε άλλο, ή από του γένους σε είδος ή
από του είδους σε γένος ή από είδος σε είδος ή κατ’ αναλογία. Εννοώ δε από
γένους μεν σε είδος, όπως <b><i>νηύς δέ μοι ήδ’ έστηκεν </i></b>(το πλοίο μου
τούτο στέκει) γιατί το ορμείν (πιάνει όρμο) είναι μέρος του εστάναι (σημαίνει
κάποια στάση). Από είδους δε σε γένος ή όπως <b><i>μυρί’ Οδυσσεύς εσθλά
έοργεν</i></b> (μύρια καλά έκανε ο Οδυσσέας) επειδή το μυρίον είναι πολύ, το
οποίο τώρα χρησιμοποιείται αντί του πολλού. Από είδους δε σε είδος, όπως
<b><i>χαλκώ από ψυχήν αρύσας</i> </b>άντλησε την ψυχή με το χαλκό, μαχαίρι)
και<b> <i>ταμών ατειρέϊ χαλκώ </i></b>(αφού απέκοψε με τον αδάμαστο χαλκό).
Γιατί εδώ το μεν αντλώ το έκανε αποκόβω, το δε αποκόβω το είπε αντλώ, γιατί και
τα δύο είναι για να αφαιρούν κάτι. Αναλογία δε εννοώ, όταν είναι όμοιο το
δεύτερο με το πρώτο και το τέταρτο με το τρίτο, γιατί θα πει αντί του δεύτερου
το τέταρτο ή αντί του τέταρτου το δεύτερο, και μερικές φορές προσθέτουν αντί
αυτού που εννοεί με αυτό το οποίο είναι. Εννοώ δε ότι έχει την ίδια σχέση το
φιάλη με τον Διόνυσο και η ασπίδα με τον Άρη, θα πει κάποιος λοιπόν η φιάλη του
<b>Διόνυσου ασπίδα</b> και την ασπίδα του <b>Άρη φιάλη</b>. Ή αυτή την ομοιότητα
των γηρατειών με τη ζωή, και το βράδυ με το πρωί, θα πει κάποιος λοιπόν το βράδυ
<b>γήρας ημέρας</b> ή όπως ακριβώς ο Εμπεδοκλής, και το γήρας <b>εσπέρας
ζωής</b> ή <b>δυσμάς βίου</b>. Σε μερικά (πράγματα) δεν βρίσκεται όνομα ανάλογο
μ’ αυτά, αλλ’ όχι κατώτερα (λιγότερο ανάλογα) το ίδιο θα ειπωθεί. Όπως το ρίξιμο
μεν του σπόρου λέγεται σπορά, το (ρίχνει) δε την φλόγα στον ήλιο είναι χωρίς
όνομα, αλλά αυτό έχει την ίδια σχέση με τον ήλιο και το σπορά με τον καρπό, γι
αυτό έχει ειπωθεί <b><i>σπείρων θεοκτίσταν φλόγα</i></b>. Δύναται δε να
χρησιμοποιήσει κάποιος αυτόν τον τρόπο της μεταφοράς και αλλιώς, αφού ονομάσει
το ξένο (πράγμα) να αρνηθεί κάποιο ιδιαίτερο γνώρισμά του, όπως αν την ασπίδα
την πει <b><i>φιάλην</i> </b>όχι του<b> <i>Άρεως</i> </b>αλλ’<b>
<i>άοινον</i></b>, (άοινος του Άρεως φιάλη).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. <b>Πεποιημένο</b>
(πλασμένο) δε, είναι, αυτό το οποίο, απολύτως κανένας δεν λέει, το παρουσιάζει
αυτός ο ίδιος ο ποιητής, επειδή φαίνεται ότι μερικά είναι τέτοια, όπως τα κέρατα
<b><i>ερνύγας</i></b> (βλαστοί) και τον ιερέα <b><i>αρητήρα</i></b>
(αναπέμποντα).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. <b>Επεκτεταμένο</b>
(μεγενθυμένο) ή κομμένο δε είναι, το μεν αν χρησιμοποιεί φωνήεν μακρό αντί του
κατάλληλου (βραχέου) ή εμβόλιμη συλλαβή, το δε αν έχει αφαιρεθεί κάτι από αυτό,
επεκτεταμένο όπως το <b><i>πόλεως πόληος</i></b> και το <b><i>Πηλείδου
Πηληϊάδεω</i></b>, αφηρημένο δε όπως το <b><i>κρι</i></b> (κριθή) και το
<b><i>δω </i></b>(δώμα) και <b><i>μία γίγνεται αμφοτέρων οψ</i></b>
(όψις).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">7. <b>Εξηλλαγμένον </b>δε
είναι, όταν (μέρος) του ονομαζόμενου αφήνει (το ίδιο) το δε πλάθει (ο ποιητής),
όπως το <b><i>δεξιτερόν κατά μαζόν</i></b> αντί του
<b><i>δεξιόν</i></b>.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">8. Απ’ αυτά δε τα ονόματα
τα μεν είναι <b>αρσενικά</b> τα δε <b>θηλυκά</b> τα δε <b>μεταξύ</b> (ουδέτερα),
αρσενικά μεν όσα τελειώνουν στο <b>Ν</b> και <b>Ρ</b> και <b>Σ</b>, και όσα
συντελούνται από αυτό (αυτά δε είναι δύο <b>Ψ</b> και <b>Ξ</b>), θηλυκά δε όσα
(τελειώνουν) πάντοτε σε μακρά από τα από τα φωνήεντα, όπως στο <b>Η</b> και
<b>Ω</b>, και από τα επεκτεινόμενα (δίχρονα) στο <b>Α</b>, ώστε συμβαίνει να
είναι ίσα στην ποσότητα σε όσους (φθόγγους) λήγουν τα αρσενικά και τα θηλυκά,
γιατί το Ψ και το Ξ είναι τα ίδια με το Σ. Σε άφωνο (σύμφωνο) δε κανένα όνομα
δεν τελειώνει, ούτε σε φωνήεν βραχύ. Στο δε <b>Ι</b> τρία μόνο, <b>μέλι κόμμι
πέπερι</b>. Στο δε <b>Υ</b> πέντε, το <b>δόρυ</b>, το <b>πώυ</b>, το
<b>νάπυ</b>, το <b>γόνυ</b>, το <b>άστυ</b>. Τα δε <b>μεταξύ </b>σ’ αυτά
(επεκτεινόμενα) και σε <b>Ν</b> και σε <b>Σ</b>.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Τα ονόματα είναι δύο
κατηγοριών, το απλούν και το διπλούν. Δεν αποτελούνται από μέρη σημασίας. Την
σημασία αποκτούν με το όνομα. Υπάρχουν και τριπλά και τετραπλά και πολλαπλά
ονόματα. Τα ονόματα είναι κύρια, γλώσσες (ιδιωματικά), μεταφορές, κόσμοι,
πεποιημένα, επεκτεταμένα, υφηρημένα και εξηλλαγμένα. Κύριον αυτό που οι
περισσότεροι χρησιμοποιούν, γλώσσα από μερικούς τόπους, μεταφορά να
χρησιμοποιείς άλλου πράγματος ή γένους το όνομα για άλλο. Ισχύει η εξίσωση
Διόνυσος : φιάλη = Άρης : ασπίδα, και βίος : γήρας = ημέρα : εσπέρα, και καρπός
: σπείρω = φλόγα : Χ(άνευ ονόματος), και γενικά Α : Β = Γ : Δ, έτσι, πρέπει στις
κατ’ αναλογία μεταφορές να ταιριάζουμε το Α : Δ και Β : Γ ήτοι το Πρώτο με το
Τέταρτο και το Δεύτερο με το Τρίτο. Η περίπτωση κόσμου δεν ερμηνεύεται γιατί
μάλλον λείπει από το κείμενο του Αριστοτέλη αυτό το κομμάτι. Πεποιημένα είναι
αυτά που δημιουργεί ο ποιητής. Επεκτεταμένα ή κομμένα όταν γραμματικά
επηρεάζονται και μεγεθύνονται (κατά μακρόν φωνήεν ή από προσθήκη συλλαβής) ή
κόβονται (αν κάτι αφαιρεθεί από αυτά). Παραλλαγμένα όταν κάποιο του μέρος ως
έχει το αφήνει, ενώ το υπόλοιπο το φτιάχνει ο ποιητής. Χωρίζονται σε αρσενικά,
θηλυκά και μεταξύ (ουδέτερα). Καταλήξεις των γενών. Εξαιρέσεις.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">22</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Τ</b>ης
φρασεολογίας δε αρετή (πλεονέκτημα) είναι να είναι σαφής και όχι ταπεινή.
Σαφέστατη μεν λοιπόν είναι η (αποτελούμενη) από τα κύρια ονόματα (συνηθισμένες
λέξεις), αλλά ταπεινή, παράδειγμα δε η ποίηση του Κλεοφώντα και του Σθένελου.
Σεβαστή δε και απομακρύνουσα το ιδιωτικό (το λαϊκό, το άτεχνο) (είναι) η
χρησιμοποιούσα τα παράξενα. Εννοώ δε παράξενο την γλώσσα (το ιδίωμα) και την
μεταφορά και την επέκταση και κάθε τι που κινείται γύρω από το συνηθισμένο. Αλλά
αν κάποιος όλα αυτά τα κάνει, ή αίνιγμα θα είναι ή βαρβαρισμός, αν μεν λοιπόν
(γίνει) από μεταφορές, θα είναι αίνιγμα, αν δε από γλώσσες, βαρβαρισμός. Γιατί
και του αινίγματος η γενική έννοια είναι αυτή, το να εννοεί πράγματα που
υπάρχουν, να συνενώνει όμως πράγματα αδύνατα. Κατά την σύνθεση μεν λοιπόν των
άλλων λέξεων δεν δύναται έτσι να κάνει αυτό (κάποιος), δύναται δε κατά την
μεταφορά, όπως "<b>άνδρα είδον πυρί χαλκόν επ’ ανέρι κολλήσαντα</b>" (είδα άντρα
με φωτιά χαλκό σε άντρα να κολλά) και τα σχετικά. Τα δε εκ των γλωσσών
βαρβαρισμός.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Άρα λοιπόν, πρέπει σ’
αυτά ο συγκερασμός με κάποιο τρόπο να είναι, επειδή το μεν (πρώτο), το μη άτεχνο
και μη ταπεινό θα ποιήσει, όπως η γλώσσα και η μεταφορά και ο διάκοσμος και τα
άλλα τα ειπωμένα είδη, το δε κύριο τη σαφήνεια.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Όχι μικρό δε μέρος
συντελεί στο σαφές της λέξης και μη άτεχνο οι επεκτάσεις και αποκοπές και
παραλλαγές των ονομάτων, γιατί, επειδή αυτό έχει διαφορά ως προς το κύριο, αφού
γίνεται παρά το πιθανό, το μη άτεχνο να φτιάξει, η δε επαφή τους με το
συνηθισμένο, θα φέρει τη σαφήνεια. Ώστε άδικα κατακρίνουν οι κατηγορούντες τον
τέτοιο τρόπο του λόγου και διακωμωδούντες τον ποιητή, όπως ο Ευκλείδης ο
αρχαίος, πως είναι εύκολο πράγμα ή ποίηση, εάν κάποιος, αφήσει κάποιον να
μακρύνει, εφ’ όσον θέλει, (τις λέξεις), ιάμβους φτιάχνοντας μ’ αυτή την ίδια τη
λέξη,</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Ηπιχάρην είδον Μαραθώνάδε
βαδίζοντα</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">ουκ αν γ’ ηράμενος τον εκείνου
ελλήβωρον.</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">(Είδα τον Επίχαρη να τραβά κατά τον
Μαραθώνα</span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">δεν θα μπορούσα να ’μαι ποθητής σ’ εκείνου
τον ελλέβορο.)</span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Το να φαίνεται μεν
λοιπόν η τέτοια μεταχείριση αυτού του τρόπου, είναι γελοίο, το δε μέτρο είναι
κοινό για όλα τα μέρη, γιατί και τις μεταφορές και στις γλώσσες και στα άλλα
είδη αν χρησιμοποιηθεί απρεπώς και επίτηδες με στόχο την γελοιοποίηση, θα έχει
το ίδιο αποτέλεσμα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Το πόσο διαφέρει δε το
ανάλογο, στα έπη ας στρέψει την προσοχή του κανείς, αφού παρεμβάλλει τα ονόματα
στο μέτρο. Και επί της γλώσσας δε και επί των μεταφορών και επί των άλλων μορφών
αν κάποιος αλλάξει αυτά αντί των συνηθισμένων ονομάτων θα δει καθαρά (καταδεί)
ότι λέμε αλήθεια, όπως το ίδιο ιαμβείο έκανε ο Αισχύλος και ο Ευριπίδης, αυτός
δε μόνο μια λέξη άλλαξε, αντί του συνηθισμένου κυρίου ονόματος έβαλε ιδίωμα, το
μεν φαίνεται καλό, το δε λιτό, επειδή ο μεν Αισχύλος έκανε στον
Φιλοκτήτη</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">Φαγέδαιναν η μου σάρκας εσθίει
ποδός</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">(η πληγή η οποία μου τρώει τις σάρκες του
ποδιού)</span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ο δε (Ευριπίδης) αντί του
<b>εσθίει</b> το <b>θοινάται</b>, άλλαξε, και</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">νυν δε μ’ εών ολίγος τε και ουτιδανός και
αεικής</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">(τώρα δε μένα αυτός που είναι κοντός
τιποτένιος και ανίσχυρος {άνθρωπος})</span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">εάν κάποιος λέει αλλάζοντας τα
συνηθισμένα ονόματα</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">νυν δε με ων μικρός τε και ασθενικός και
αειδής</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">(τώρα δε εμένα αυτός ο τιποτένιος κι
αρρωστιάρης κι ασήμαντος)</span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">και</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">δίφρον αεικέλιον καταθείς ολίγην τε
τράπεζαν</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">(σ’ ανάρμοστο σκαμνί τον έβαλε να κάτσει
κι ασήμαντο του έκανε τραπέζι<b> </b></span></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">δίφρον μοχθηρόν καταθείς μικράν τε
τράπεζαν</span></b></div>
<div align="center" style="text-align: center;">
<span style="color: black; font-size: 16pt;">(ελεεινό σκαμνί του έδωσε να κάτσει και
του κανε φτωχό τραπέζι)</span></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">και τα <b>ηιόνες βοόωσιν
</b>(βοούν οι ακρογιαλιές), <b>ηόνες κράζουσιν </b>(κράζουν τ’
ακρογιάλια).</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. Ακόμα δε ο Αριφράδης
τους τραγωδούς διακωμωδούσε, ότι αυτά τα οποία ήθελε να πει κανείς με την
συζήτηση, χρησιμοποιούν αυτά, όπως το <b>δωμάτων άπο</b> αλλά όχι <b>από
δωμάτων,</b> και <b>σέθεν </b>(σου), και το <b>εγώ δε νιν </b>(εγώ
αυτόν)<b>,</b> και το <b>Αχιλλέως πέρι</b> αλλά όχι <b>περί Αχιλλέως,</b> και
όσα άλλα τέτοια. Γιατί, επειδή όλα τα τέτοια δεν υπάρχουν στον συνηθισμένο λόγο,
κάνει το μη άτεχνο, εκείνος δε (ο Αριφράδης) το αγνοούσε αυτό.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">7. Είναι δε μεγαλειώδες
το καθένα από τα ειπωμένα να χρησιμοποιείται πρεπόντως, και τα σύνθετα ονόματα
και τις γλώσσες, μεγαλειοδέστερο δε είναι η (πρέπουσα) χρήση των μεταφορών.
Γιατί μόνο αυτό δεν είναι δυνατό να ληφθεί παρ’ άλλου και είναι απόδειξη
ευφυΐας, γιατί το να κάνει κανείς καλές μεταφορές είναι το να παρατηρεί τις
ομοιότητες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">8. Των δε ονομάτων τα μεν
σύνθετα περισσότερο αρμόζουν στους διθυράμβους, οι δε γλώσσες στα ηρωικά
(ποιήματα), οι δε μεταφορές στα ιαμβικά. Και στους μεν ηρωικούς είναι χρήσιμα
όλα τα ειπωμένα, στους δε ιαμβικούς, για το λόγο ότι περισσότερο μιμούνται τα
ιδιώματα, αυτά ταιριάζουν τα ονόματα, όσα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κάποιος
στους (πεζούς καθημερινούς) λόγους. Τέτοια δε είναι η συνηθισμένη λέξη και η
μεταφορά και η διακόσμηση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">9. Γύρω λοιπόν από την
τραγωδία και της μίμησης στην πράξη (σκηνική) ας μας είναι αρκετά τα
ειπωμένα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Προτέρημα της
φρασεολογίας του θεάτρου είναι να είναι σαφής και όχι ταπεινή. Σαφέστατη γίνεται
άμα χρησιμοποιεί ο ποιητής τις κύριες λέξεις. Τις συνηθισμένες από τον πολύ
κόσμο. Κλεοφών και Σθένελος παραδείγματα ταπεινής ποίησης. Αν μεταχειρίζεται το
παράξενο ο ποιητής δηλαδή και τις γλώσσες και τις μεταφορές και το μεγεθυσμένο
τότε αποκτά μεγαλοπρέπεια. Όμως ο κίνδυνος του αινίγματος και του βαρβαρισμού
είναι ορατός. Όλα συμβάλλουν στο μη άτεχνο και το συνηθισμένο της λέξης στην
σαφήνεια. Γιατί με διάφορες πονηριές μπορείς να κάνεις τον θεατή να μην
παρατηρήσει τον τρόπο σου, αλλά το αποτέλεσμα να είναι άσχημο. Ειδικά όταν
αλλάζεις τα ονόματα κατά τρόπο άστοχο. Απρέπεια και πρέπον. Όσα λείπουν από τον
συνηθισμένο λόγο δίνουν στην έκφραση το μη άτεχνο. Αυτό αγνοούσε ο Αριφράδης.
Ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση διπλών ονομάτων και γλωσσών, ακόμα δε περισσότερη
στις μεταφορές. Η χρήση των μεταφορών δείχνουν την ευφυία. Τα σύνθετα ονόματα
ταιριάζουν στον διθύραμβο, οι γλώσσες στους ηρωικούς στίχους, στον ίαμβο δε όλα
εκείναι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και στον πεζό λόγο.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">23</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Γ</b>ύρω δε από την
διηγηματική (αφηγηματική) και την έμμετρη μιμητική, ότι πρέπει την σύνθεση των
υποθέσεων να την συνθέτουν όπως ακριβώς στις τραγωδίες δηλαδή δραματικές, και
γύρω από μία πράξη ολόκληρη και τέλεια, που να έχει αρχή και μέσα και τέλος,
έτσι όπως ακριβώς στον ζωντανό οργανισμό ένα ολόκληρο, φτιάχνει την ιδιαίτερη
τέρψη της, είναι φανερό, και όχι να είναι όμοιες οι ιστορίες με τις συνθέσεις,
στις οποίες αναγκαστικά δίνεται εξήγηση όχι μιας πράξης, αλλά μιας χρονικής
περιόδου, όσα κατ’ αυτή συνέβησαν γύρω από έναν ή περισσότερους (ανθρώπους), των
οποίων το καθένα (γεγονός) έχει κατά τύχη σχέση προς τα άλλα. Όπως ακριβώς
δηλαδή κατά τους ίδιους χρόνους και η ναυμαχία στην Σαλαμίνα έγινε και η μάχη
στη Σικελία κατά των Καρχηδονίων, χωρίς να συντείνουν προς τον ίδιο σκοπό, έτσι
και στους επόμενους χρόνους κάποτε γίνεται το ένα μετά το άλλο (επεισόδιο) εκ
των οποίων ούτε ένα κοινό τέλος δεν γίνεται. Οι περισσότεροι δε των ποιητών
σχεδόν αυτό κάνουν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Γι αυτό, όπως ακριβώς
είπαμε ήδη, και σ’ αυτό έξοχος δύναται να φανεί ο Όμηρος σε σύγκριση με τους
άλλους, πως ούτε τον πόλεμο, αν και έχει αρχή και τέλος, επιχείρησε να φτιάξει
ολόκληρο, επειδή αρκετά μεγάλος και όχι εύκολα συνοψιζόμενος επρόκειτο να είναι
ο μύθος, ή αν ήταν μέτριος στο μέγεθος, θα ήταν υπέρ πολύπλοκος στην ποικιλία.
Τώρα δε αφού ξεχώρισε ένα μέρος, χρησιμοποιεί πολλά απ’ αυτά σαν επεισόδια, όπως
τον Κατάλογο των Πλοίων και άλλα επεισόδια, με τα οποία διαιρεί την ποίηση. Οι
δε άλλοι γύρω από ένα (πρόσωπο) κάνουν ποίηση, και γύρω από ένα χρόνο (μία
χρονική στιγμή) και γύρω από μία πράξη πολυμερή, όπως ο ποιητής των Κυπρίων και
της Μικρής Ιλιάδας. Έτσι λοιπόν εκ της Ιλιάδας και της Οδύσσειας φτιάχνεται μια
τραγωδία από την καθεμιά ή δύο μοναδικές, εκ δε των Κυπρίων φτιάχνονται πολλές
και της Μικρής Ιλιάδας περισσότερες από οκτώ, όπως Όπλων Κρίσης, Φιλοκτήτης,
Νεοπτόλεμος, Ευρύπυλος, Πτωχεία-Ζητιανιά, Λάκαιναι, Ιλίου Πέρσις και Απόπλους
και Σίνων και Τρωάδες.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Οι μύθοι στις
ποιήσεις των διηγήσεων και χωρίς πράξη μιμήσεις, πρέπει να είναι όπως της
τραγωδίας δραματικοί. Μία πράξη ολόκληρη, τέλεια, με αρχή, μεγαλύτερο μέσον και
τέλος. Έτσι που σαν ζωντανός οργανισμός να εκπέμπει την δική του ηδονή, την
οικεία ηδονή, την ελέω και φόβω μίμηση. Να μην φτάνει να γίνεται ιστορία να
παραμένει σύνθεση. Στην ιστορία γύρω από έναν άνθρωπο αναπτύσσεται το θέμα, και
για κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και τα συμβάντα δεν έχουν μεταξύ τους
παρά τυχαία σχέση. Τα γεγονότα των πολέμων γίνονται αλλά δεν έχουν κοινή αρχή,
περισσότερο δεν έχουν κοινό τέλος. Οι περισσότεροι των ποιητών αυτό κάνουν. Ο
θείος Όμηρος και πάλι εδώ φαίνεται να υπερτερεί. Ούτε τον Τρωικό περιέγραψε
ολόκληρο, ας είχε κοινή αρχή και ίδιο τέλος. Αν το έκανε θα είχε πάρα πολύ
μεγάλο μέγεθος, ή αν ήταν μέτριος θα ήταν οπωσδήποτε πολύπλοκος. Πήρε λοιπόν ένα
μέρος, χωρίζει του μέρους τα επεισόδια, παρεμβάλλει την ποίηση και την
παρουσιάζει με άνεση. Ενώ από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια μία μπορεί να γίνει
τραγωδία, από τα Κύπρια ή την Μικρή Ιλιάδα μπορούν πολλές να
παραχθούν.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">24</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Α</b>κόμη δε η
εποποιία πρέπει να έχει και τα είδη ίδια με την τραγωδία, γιατί είναι ή απλή ή
σύνθετη ή ηθική ή παθητική. Και τα μέρη είναι τα ίδια εκτός από την μελοποιία
και την όψη, επειδή έχει ανάγκη και περιπετειών και αναγνωρίσεων και παθημάτων.
Ακόμα τα νοήματα και ο διάλογος πρέπει να είναι καλά. Όλα αυτά τα οποία, ο
Όμηρος έχει χρησιμοποιήσει και πρώτος και επαρκώς. Επειδή έχει συσταθεί το
καθένα από τα ποιήματα, η μεν Ιλιάδα σαν απλό και παθητικό, η δε Οδύσσεια
σύνθετη (επειδή είναι εξ ολοκλήρου αναγνώριση), και ηθική. Έναντι δε των άλλων
υπερβάλλουν (υπερέχουν) αυτά στον διάλογο και στα νοήματα όλα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Διαφέρει δε και κατά
το μήκος της σύνθεσης και κατά το μέτρο η εποποιία (της τραγωδίας). Του μεν
μήκους λοιπόν αρκετό όριο είναι το ειπωμένο, πρέπει δηλαδή να δύναται κάποιος να
δει συνολικά και την αρχή και το τέλος. Είναι δε αυτό εφικτό, εάν οι συνθέσεις
είναι μικρότερες μεν των αρχαίων, προσεγγίζουν δε τον αριθμό των τραγωδιών που
παρέχονται σε μία ακρόαση. Έχει δε, ως προς την επέκταση του μεγέθους, η
εποποιία κάτι πολύ προσωπικό, για τον λόγο πως στην μεν τραγωδία δεν είναι
δυνατό να μιμείται ταυτόχρονα πολλά πραττόμενα μέρη, αλλά μόνο το επί της σκηνής
και αυτό των υποκριτών μέρος, στην δε εποποιία, για το λόγο πως είναι διήγηση,
είναι δυνατό πολλά μέρη ταυτόχρονα να κάνει πλησιάζοντας προς το τέλος, με τα
οποία αυξάνεται η μεγαλοπρέπεια του ποιήματος όταν είναι και σχετικά (με την
σύνθεση). Ώστε έχει αυτό το καλό σε μεγαλοπρέπεια και το να μεταλλάζει την
ψυχική διάθεση του ακροατή και με ανόμοια επεισόδια συμπληρώνει το επεισόδιο
(την αφήγηση), γιατί το όμοιο φορτίζοντας γρήγορα (σε κορεσμό), κάνει τις
τραγωδίες ν’ αποτυγχάνουν.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Το δε μέτρο το ηρωικό
έχει αρμοσθεί από την πείρα. Γιατί αν κάποιος σε κάποιο άλλο μέτρο θελήσει να
κάνει διηγηματική μίμηση ή σε πολλά μέτρα, θα φαινότανε απρεπές, γιατί το ηρωικό
είναι και σταθερότατο και μεγαλοπρεπέστατο των μέτρων, γι αυτό και γλώσσες και
μεταφορές δέχεται περισσότερο από κάθε άλλο, γιατί και η διηγηματική μίμηση
είναι περισσότερο σπουδαία από τις άλλες. Το δε ιαμβείο και το τετράμετρο είναι
κινητικά, και το μεν για το χορό, το δε για την πράξη (δράση). Ακόμα δε
παραδοξότερο είναι το να θέλει ν’ αναμείξει κανείς αυτά (τα μέτρα), όπως ακριβώς
ο Χαιρήμων. Γι αυτό κανείς δεν έκανε μακρά σύνθεση σε άλλο (μέτρο), παρά στο
ηρωικό, αλλά όπως είπαμε, αυτή η φύση διδάσκει να προτιμάται το αρμόζον γι
αυτή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Ο Όμηρος δε και σε
πολλά άλλα είναι άξιος επαίνων, και μάλιστα, ότι και μόνος από τους ποιητές δεν
αγνοεί αυτό το οποίο πρέπει αυτός να κάνει. Επειδή πρέπει ο ίδιος ο ποιητής πολύ
λίγα να λέει, επειδή δεν είναι μιμητής κατ’ αυτά. Οι μεν άλλοι λοιπόν
αγωνίζονται οι ίδιοι σε ολόκληρο τον αγώνα, μιμούνται δε λίγα και μερικές φορές,
ο δε μετά από μικρό πρόλογο, αμέσως, παρουσιάζει στη σκηνή άνδρα ή γυναίκα ή
κάποιον άλλο ήρωα, και κανέναν χωρίς χαρακτήρα αλλά έχοντα χαρακτήρα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Λοιπόν πρέπει μεν στις
τραγωδίες να κάνει κάποιος το θαυμαστό, πιο πολύ χωράει δε το άλογο στην
εποποιία, από το οποίο συμβαίνει περισσότερο το θαυμαστό, επειδή δεν βλέπουμε
τον πράττοντα. Επειδή τα γύρω από την καταδίωξη του Έκτορα όταν γίνονται στην
σκηνή θα ήταν δυνατό να φανούν γελοία, οι μεν στάσιμοι και όχι καταδιώκοντες, ο
δε να κάνει νοήματα αποτροπής, στα έπη δεν φαίνεται (ξεφεύγει). Το δε θαυμαστό
είναι ευχάριστο, απόδειξη δε, ότι όλοι απαγγέλλουν με συμπληρώσεις, (νομίζοντας)
πως είναι ευχάριστοι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. Εδίδαξε δε ο Όμηρος
περισσότερο και τους άλλους να λένε ψέματα όπως πρέπει. Αυτό δε είναι
παραλογισμός. Γιατί οι άνθρωποι σκέπτονται, όταν, αφού υπάρχει αυτό ενώ υπάρχει
το άλλο, ή όταν, ενώ γίνεται αυτό να γίνεται το άλλο, εάν το μεταγενέστερο είναι
αληθινό, τότε και το προηγούμενο υπάρχει ή γίνεται, αυτό δε είναι το ψέμα. Γι
αυτό πρέπει, αν το πρώτο είναι ψέμα, κάποιο άλλο δε όντως να είναι, είναι
αναγκαίο ή να γίνεται ή να υπάρχει ή να υπάρξει, αυτό επειδή γνωρίζουμε ότι
είναι όντως αληθές, παραλογίζεται η ψυχή μας θεωρώντας και το πρώτο σαν όντως
(αληθινό). Παράδειγμα δε αυτού το εκ των Νίπτρων.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">7. Πρέπει δε να
προτιμούνε περισσότερο αδύνατα πιθανά παρά δυνατά απίθανα, και τους λόγους να
μην τους συντάσσουν από μέρη απίθανα, αλλά περισσότερο μεν να μην έχουν τίποτα
το απίθανο, διαφορετικά, έξω από την υπόθεση, όπως ακριβώς ο Οιδίπους στο να μη
γνωρίζει πως ο πέθανε ο Λάιος, αλλά όχι μέσα στο δράμα, όπως ακριβώς στην
Ηλέκτρα, αυτοί που απαγγέλλουν τα Πύθια ή στους Μυσούς ο άφωνος άνθρωπος που
ήρθε από την Τεγέα στην Μυσία. Ώστε το να λέγεται ότι θα ήταν δυνατό να
καταστραφεί ο μύθος είναι γελοίο, επειδή εξ αρχής δεν πρέπει να συντάσσονται
τέτοιοι μύθοι, αν όμως το θέσει και γίνει φανερό ότι μπορούσε να τον συντάξει
λογικότερα, τότε είναι και άτοπο. Επειδή και τα στην Οδύσσεια απίθανα, τα γύρω
από την παρουσίαση (αποβίβαση), θα ήταν φανερό πως δεν θα ήσαν ανεκτά, εάν αυτά
ήθελε να τα κάνει κάποιος απερίσκεπτος ποιητής, τώρα όμως μαζί με τα άλλα αγαθά,
ο ποιητής, εξαφανίζει το άτοπο, γλυκαίνοντάς το.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">8. Τον διάλογο δε πρέπει
να τον καλλιεργεί με επιμέλεια, στα μέρη που είναι χωρίς δράση και χωρίς να
παρουσιάζουν χαρακτήρες ούτε νοήματα, επειδή πάλι η αρκετά λαμπρή φρασεολογία
κρύβει και τους χαρακτήρες και τα νοήματα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Κατ’ ανάγκη η
τραγωδία έχει και τα ίδια είδη με την εποποιία. Είναι ή απλή ή περίπλοκη ή ηθική
ή παθητική. Και τα μέρη της είναι ίδια εκτός από την μελοποιία και την όψη.
Απαιτεί και αυτή περιπέτειες αναγνωρίσεις και παθήματα. Ακόμα και οι μεταφορές
και η φρασεολογία πρέπει να είναι καλά. Όπως σε όλα και εδώ ο Όμηρος έχει κάνει
το πρέπον. Γιατί τα έπη του έχουν συνταχθεί, η μεν Ιλιάδα ως απλή και παθητική,
η δε Οδύσσεια σαν πολύπλοκη, αφού από την αρχή μέχρι το τέλος είναι ένας
αναγνωρισμός αλλά και πλήρης χαρακτήρων. Τα δύο του έπη εκτός των άλλων
υπερτερούν και σε φρασεολογία και σε ευρήματα. Διαφέρουν δε κατά το μήκος και
κατά το μέτρο. Για το μήκος έχουμε μιλήσει. Πρέπει δηλαδή με ευσύνοπτο τρόπο να
μπορεί κάποιος να απολαμβάνει την αρχή και το τέλος εύκολα. Αν τα επικά έργα
είναι μικρότερα από αυτά των αρχαίων, πρέπει τα διδόμενα για τραγωδίες θέματα να
είναι τουλάχιστον ίσα με εκείνα. Κάτι χαρακτηριστικό με το μέγεθος έχει η
εποποιία, στην τραγωδία δεν μπορούμε να αναπτύξουμε πολλά από τα πραττόμενα.
Επάνω στη σκηνή είναι δύσκολο. Ενώ στην εποποιία που είναι διήγηση όσο προχωρά
μπορεί να χωνεύει μέσα της πολλές ιστορίες , με πολλά αναφερόμενα περιστατικά,
έστω και ανόμοια μεταξύ τους. Αν αυτό συμβεί στην τραγωδία θα κουράσει πολύ
γρήγορα. Η πείρα και όχι η τεχνική έφερε το ηρωικό μέτρο. Αν άλλο μέτρο
χρησιμοποιηθεί, για την μίμηση τη διηγηματική κάτι άπρεπο θα έφτιαχνε. Το ηρωικό
μέτρο είναι ήρεμο και μεγαλοπρεπές. Και χωράει και ιδιωματισμούς και μεταφορές
και ότι άλλο. Η διηγηματική ποίηση είναι πολύ σεμνότερη από άλλες μιμήσεις, έτσι
το ιαμβείο και το τετράμετρο που είναι κινητικά και κατάλληλα για το χορό και τη
δράση. Ούτε βέβαια θα ήτανε σωστό να αναμείξει τα μέτρα κάποιος όπως ο Χαιρήμων.
Η ίδια η φύση, η πείρα, διδάσκει, και κανείς δεν χρησιμοποίησε άλλο μέτρο από το
ηρωικό για την εποποιία. Ο Όμηρος γνωρίζει πολύ καλά και τον ρόλο που πρέπει να
έχει ο ίδιος. Ο ίδιος ο ποιητής πρέπει πολύ λίγα να λέει. Επειδή είναι ποιητής
και όχι μιμητής. Όχι όπως άλλοι κάνουν που μιλάνε από την αρχή μέχρι το τέλος οι
ίδιοι για το έργο τους. Λίγο στην εισαγωγή, και ύστερα φέρει στη σκηνή κάποιο
χαρακτήρα. Πρέπει στις τραγωδίες να φαίνεται τι θαυμαστό, αλλά στην εποποιία
είναι πιο εύκολο. Δεν βλέπουμε τους ήρωες, αλλά τους φανταζόμαστε. Γιατί στην
καταδίωξη του Έκτορα, οι στρατιώτες θα ήσαν ακίνητοι επάνω στη σκηνή αντί να
καταδιώκουν και ο Αχιλλέας θα έκανε νοήματα για να τους αποτρέψει προκειμένου να
τον αφήσουν σε αυτόν. Αυτό θα ήταν γελοίο. Αλλά στην εποποιία δεν φαίνεται αυτό
το απίθανο. Γι αυτό χρησιμοποιούν εποποιϊκές προσθήκες και τα λένε στον θεατή
αφηγούμενοι. Ελπίζοντας πως τους αρέσει. Ο Όμηρος πρώτος δίδαξε και τους άλλους
ποιητές να χρησιμοποιούν το ψεύδος με τον σωστό τρόπο. Με το λογικό παράδειγμα
αν κάτι είναι ψέμα ενώ κάτι άλλο του ίδιου θέματος είναι αλήθεια τότε θα είναι
αλήθεια κι εκείνο. Παραδείγματα. Είναι προτιμότερα αδύνατα πιθανά παρά δυνατά
απίθανα. Οι μύθοι να μην συντάσσονται από απίθανα μέρη, και να μην είναι
απίστευτα. Αν υπάρχουν να είναι έξω από την υπόθεση. Η δικαιολογία πως χωρίς
αυτά τα απίθανα καταστρέφεται ο μύθος, είναι γελοία, γιατί από την αρχή δεν
πρέπει να συντάσσονται τέτοιοι μύθοι. Πως θα μπορούσε ο Όμηρος να περιγράψει την
ψυχική οδύνη του Οδυσσέα όταν έφτανε στην πατρίδα τους θα ήταν δύσκολο. Αφήνει
αυτό στον θεατή, βάζοντας τον Οδυσσέα να κοιμάται. Επεξεργασμένη πρέπει να είναι
η φρασεολογία όπου δεν παρουσιάζονται ήρωες δράση και ιδέες, για να μην
σκεπάζονται, οι χαρακτήρες και οι ιδέες.</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">25</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Γ</b>ύρω δε από
προβλήματα και λύσεις, από πόσα και ποια είδη είναι, είναι δυνατόν να γίνει
φανερό αν κατ’ αυτόν τον τρόπο εξετάσουμε.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Γιατί επειδή είναι
μιμητής ο ποιητής, όπως ακριβώς ο ζωγράφος ή κάποιος άλλος εικονοποιός, είναι
αναγκαίο να μιμείται πάντοτε, με ένα τρόπο από τους τρεις που υπάρχουν ή όπως
ήσαν ή είναι ή όπως λένε και πιστεύουν ή όπως αυτά πρέπει να είναι. Αυτά δε, τα
εξαγγέλλει με την φρασεολογία, στην οποία υπάρχουν και γλώσσα και μεταφορά και
πολλές λεκτικές μεταβολές, επειδή αυτά τα αποδίδουμε στους ποιητές.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Προς αυτά δε, δεν
είναι η ίδια ορθότης της πολιτικής και της ποιητικής, ούτε άλλης τέχνης και
ποιητικής. Αυτής δε της ποιητικής δύο τα σφάλματα, το ένα εξ αιτίας της, το άλλο
συμβαίνει κατά σύμπτωση.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Διότι αυτό μεν που εξ
αδυναμίας προήλθε κατά την μίμηση, δικό της το σφάλμα, αυτό δε που προήλθε από
ορθή επιλογή, αλλά τον ίππο να προβάλλει και τα δυο μαζί τα δεξιά του πόδια, ή
αυτό είναι κάποιας άλλης τέχνης αμάρτημα, όπως της ιατρικής ή άλλης τέχνης, ή
οποιασδήποτε μιμείται αδύνατα, δεν ανήκουν σ’ αυτή καθ’ αυτή (την ποιητική).
Ώστε πρέπει αυτές οι επικρίσεις των προβλημάτων να εξεταστούν για την λύση
τους.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Πρώτα μεν τα σχετικά
μ’ αυτήν την τέχνη (ποιητική), αδύνατα αναφέρει, σφάλμα. Καλώς όμως έχει, εάν
πετυχαίνει τον τελικό της σκοπό -για τον σκοπό προαναφέρθηκε- εάν έτσι το κάνει
εκπληκτικότερο ή αυτό ή κάποιο άλλο μέρος. Παράδειγμα η καταδίωξη του Έκτορα.
Εάν όμως ο τελικός σκοπός υπήρχε περίπτωση να πραγματοποιηθεί ή περισσότερο ή
λιγότερο και κατά τα σχετιζόμενα γύρω από αυτή την τέχνη, το σφάλμα δεν είναι
ορθόν, διότι πρέπει, εάν είναι δυνατόν, να μην υπάρχει κανένα σφάλμα. Επί πλέον
ποιων εκ των δύο είναι το σφάλμα; Των σχετικών με την τέχνη, ή σε κάποιο τυχαίο
γεγονός. Διότι είναι μικρότερο, εάν δεν γνώριζε ότι το θηλυκό ελάφι δεν έχει
κέρατα, παρά εάν σχεδίαζε αμίμητα (άτεχνα) δηλαδή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. Εάν δε γι αυτά
επιτιμάται ότι δεν (μιμείται) τα αληθή, ίσως όμως να πρέπει, όπως και ο Σοφοκλής
είπε αυτός μεν, αυτούς τους οποίους κάνει, όπως πρέπει να είναι, ο δε Ευριπίδης
όπως αυτοί είναι, αυτή πρέπει να είναι η λύση (απάντηση). Εάν δε ούτε με τον ένα
ούτε με τον άλλο τρόπο, ότι έτσι αποφαίνονται, όπως στα περί θεών. Διότι ίσως
ούτε το καλλίτερο να λέγεται ούτε τα αληθινά, αλλά έτυχε όπως ακριβώς στον
Ξενοφάνη, αλλά βέβαια τα λέγουν. Τα δε ίσως να μην είναι καλλίτερα μεν, αλλά
έτσι είχε η (κατάσταση), όπως για τα όπλα, <b>έχεα δε σφιν όρθ’ επί
σαυρωτήρος</b> (τα δόρατά τους δε ήσαν όρθια στους σαυρωτήρες –με το πίσω μέρος
των ακοντίων όχι στις λόγχες), διότι έτσι συνήθιζαν τότε, όπως ακριβώς και τώρα
οι Ιλλυριοί.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">7. Περί δε του καλώς ή μη
καλώς κάποιος ή έχει μιλήσει ή έχει πράξει, δεν πρέπει το σκεπτικό του, μόνο σ’
αυτό που έγινε ή που ειπώθηκε, να εξετάζεται αν είναι σοβαρό ή χυδαίο. Αλλά και
σ’ αυτόν που έπραξε ή μίλησε, ή προς ποιον, ή πότε, ή με ποιον τρόπο ή για ποια
αιτία, εάν για να επιτευχθεί μεγαλύτερο καλό, ή για να αποφευχθεί μεγαλύτερο
κακό.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">8. Τα δε προς την
φρασεολογία πρέπει να επιθεωρώντας να δικαιολογήσουμε, για παράδειγμα στο ιδίωμα
<b>ουρήας μεν πρώτον</b>, ίσως, να μην εννοούσε τα μουλάρια, αλλά τους φύλακες.
Και για τον Δόλωνα <b>ος ρ’ η τοι είδος μεν έην κακός</b>, όχι στο σώμα
ασύμμετρος, αλλά στο πρόσωπο άσχημος, διότι το <b>ευειδές</b> οι Κρητικοί το
αποκαλούν ευπρόσωπο. Και το <b>ζωρότερον δε κέραιε</b> (και τον οίνο καθαρότερα
νόθευε) όχι τον αμμιγή για μεθοκόπημα, αλλά το ταχύτερο. Το δε μεταφορικά
ειπώθηκε, οίον<b> πάντες μεν ρα θεοί τε κι ανέρες ιπποκορυσταί εύδον
παννύχιοι</b> (όπως ότι όλοι οι θεοί και οι στρατιώτες {οι έφιπποι} εκοιμούντο
ολονυχτίς) είπαν δε, <b>η τοι ότ’ ες πεδίον το Τρωικόν αθρήσειεν, αυλών συρίγγων
τε όμαδον το γαρ πάντες</b> (εάν κοίταζε με προσοχή προς το στρατόπεδο το Τρωικό
{θα άκουγε} τους αυλούς και τις σύριγγες μαζί), διότι το <b>πάντες</b> ειπώθηκε
μεταφορικά αντί του πολλοί, επειδή το <b>παν</b> είναι κάτι το πολύ. Και το
<b>οίη δ’ άμμορος</b> μεταφορικά, γιατί το γνωστότατο (έγινε) μοναδικό. Κατά
προσωδίαν δε όπως ακριβώς ο Ιππίας ο Θάσιος έλυε το <b>δίδομεν δε οι εύχος
αρέσθαι</b> και το <b>μεν ου καταπύθεται όμβρω</b>. Τα δε με την διαίρεση, όπως
ο Εμπεδοκλής <b>αίψα δε θνήτ’ εφύοντο, τα πριν μάθον αθάνατ’ είναι, ζωρά τα πριν
κέκρητο</b>. Τα δε με την αμφιβολία, <b>παρώχηκεν δε πλέω νυξ</b>, επειδή το
<b>πλείω</b> είναι αμφίβολο. Το δε κατά την συνήθεια της λέξης, <b>οίνο</b>
αποκαλούν το κράμα, έτσι δημιουργήθηκε <b>κνημίς νεοτεύκτου κασσιτέροιο</b>
(περικνημίδα από νέο [είδος] κράμα κασσίτερου), και χαλκουργούς αυτούς που
κατεργάζονται το σίδερο, από όπου ειπώθηκε ότι <b>ο Γανυμήδης Διί
οινοχοεύειν</b> (τον Δία κερνά κρασί), ενώ δεν έπιναν (οι θεοί) κρασί, ίσως δε
αυτό και μεταφορικό να είναι.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">9. Και όταν πρέπει να
φαίνεται ότι κάποια λέξη σημαίνει κάτι αντίθετο, να προσέξουμε με πόσες έννοιες
δύναται να εξηγηθεί τούτη σ’ αυτή την αναφορά, όπως στο <b>τη ρ’ έσχετο χάλκεον
έγχος</b> (σ’ αυτή βεβαίως σταμάτησε η χάλκινη λόγχη), το σ’ αυτή εμποδίστηκε
πόσες ερμηνείες επιδέχεται, αυτή ή εκείνη, εάν μάλιστα κάποιος, δύναται να
υποθέσει το αντίθετο ή όπως λέγει ο Γλαύκων, ότι μερικά τα νομίζουν εκ των
προτέρων παράλογα, και αυτοί καταψηφίζουν συλλογιζόμενοι, και σαν να είπε ό,τι
αυτοί φαντάζονται, τον ψέγονται, αν αυτό είναι αντίθετο προς την δική τους
γνώμη. Τούτο δε συνέβη στα περί τον Ικάριον. Επειδή φαντάζονται ότι αυτός είναι
Λάκωνας, άτοπο λοιπόν το να μην τον συναντήσει ο Τηλέμαχος όταν ήλθε στην
Λακεδαίμονα. Αλλά αυτό ίσως να έχει όπως ακριβώς οι Κεφαλλήνες λένε, ότι από
αυτούς, ισχυρίζονται, πήρε σύζυγο ο Οδυσσέας, και είναι Ικάδιος αλλά όχι
Ικάριος. Φανερόν είναι δε ότι από λάθος είναι το πρόβλημα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">10. Τελικά δε το αδύνατο
πρέπει να δικαιολογείται στην ποίηση, ή ένεκα της καλλιτέρευσης ή λόγω της
κοινής γνώμης. Διότι και για την ποίηση είναι προτιμότερο, το πιθανό αδύνατο
παρά το απίθανο και δυνατό, <και ίσως αδύνατο> να υπάρχουν τέτοιοι, όπως ο
Ζεύξις εζωγράφιζε, αλλά είναι καλλίτερο, διότι το παράδειγμα (αντίγραφο) πρέπει
να υπερέχει. Για αυτά δε τα οποία λέγουν για τα παράλογα, και έτσι, και ότι
κάποτε δεν είναι παράλογα, διότι είναι πιθανόν και παρά το πιθανόν να γίνονται.
Τα δε αντιθέτως ειπωμένα έτσι πρέπει να τα εξετάσουμε, όπως ακριβώς οι
παρατηρήσεις στους λόγους (διαλεκτική), εάν το ίδιο, και προς αυτό, και ακριβώς,
ώστε και αυτός ή προς αυτά τα οποία αυτός λέγει ή αυτό το οποίο σώφρων θα
θεμελιώσει. Σωστή δε η επιτίμηση και στον παραλογισμό και στην μοχθηρία, όταν
ενώ δεν υπάρχει καμία ανάγκη στην χρήση του παραλόγου, όπως ακριβώς ο Ευριπίδης
στον Αιγέα, ή στην κακία, όπως ακριβώς στον Ορέστη αυτή του Μενέλαου.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">11. Αυτές μεν λοιπόν τις
επικρίσεις από πέντε είδη προέρχονται, δηλαδή ή σαν αδύνατα, ή σαν άλογα, ή σαν
βλαβερά, ή σαν αντίθετα ή σαν να παραβαίνουν την ορθότητα αυτής της κάθε τέχνης,
οι δε λύσεις, πρέπει να τις σκεφτούμε στην απαρίθμηση ειπωμένων, είναι δε
δώδεκα.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Το πάρα πάνω 25
κεφάλαιο, δύσκολο λόγω των κωδικοποιημένων τύπων προτάσεων και φράσεων που
χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης απευθύνεται μάλλον άμεσα σε ποιητές της εποχής του ή
της σχολής του ή μοιάζει να απαντά σε άμεσα ερωτήματα αμφιθεάτρου ή σε κάποιες
επιστολές ή από προεδρείου. Είναι μία άμεση καθοδήγηση και υποστήριξη των
ποιητών και της τέχνης τους. Η αμεσότητα του στο πως αντιμετωπίζονται προβλήματα
επικρίσεων και παρατηρήσεων καλοπροαίρετων ή και κακοπροαίρετων τέτοιων, δείχνει
αν μη τι άλλο το στενό της σχέσης του με τους ποιητές και την ιδιαίτερη αγάπη
του για την ποίηση. Από τον Όμηρο τα παραδείγματα που χρησιμοποιεί. Ο λόγος
καταφανής. Υπερασπιζόμενος αυτός τον Όμηρο όποιος θα αντέκρουε θα ήταν
τουλάχιστον αφελής. Έτσι με μια πονηριά ο Αριστοτέλης, αρχίζει την υπεράσπιση
των λαθών των σύγχρονών του ποιητών και της ποίησής τους, με προάσπιση του
δικαίου του Ομήρου. Του θείου Όμηρου. Υπάρχουν όμως και οι τεχνικοί λόγοι: 1.
Επί των κειμένων του Ομήρου έκανε τα πρώτα της βήματα η κριτική στην εποχή του
Αριστοτέλη. 2. Ο Αριστοτέλης είναι και ο συγγραφέας των Ομηρικών Απορημάτων. Άρα
ειδήμων του είδους, εφ’ όσον στα συρτάρια του υπήρχαν πρόχειρες, οι δικές του
σημειώσεις και τα συγγράμματά του.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">Για τα προβλήματα και τις λύσεις
τους πόσα είναι και ποια τα είδη τους θα εξετάσουμε και με αυτόν τον τρόπο.
Επειδή ο ποιητής είναι ένας μιμητής και αυτός όπως ο ζωγράφος και κάθε
εικονοποιός γλύπτης κλπ, είναι ανάγκη με ένα από τους τρεις τρόπους να μιμείται
τα πράγματα. Όπως ήσαν ή όπως είναι ή όπως τα λένε και αναμένουν να είναι ή όπως
πρέπει να είναι. Αυτά ανακοινώνονται με την φρασεολογία μέσα στην οποία και
γλώσσες υπάρχουν και μεταφορές και όσες μεταβολές και λεκτικές ιδιότητες, γιατί
αυτά παραχωρούμε στους ποιητές. Για τα πράγματα αυτά δεν είναι η ίδια ορθότητα
και για την πολιτική και την ποίηση, ούτε άλλης τέχνης και της ποίησης. Αυτής δε
της ποιητικής είναι διπλό το αμάρτημα, το ένα προέρχεται από αυτήν την ίδια, το
άλλο επειδή κάποιο τυχαίο γεγονός το δημιούργησε. Εξ αδυναμίας αν προήλθε η
μίμηση, της ποίησης είναι το αμάρτημα. Αν όμως ήταν ορθή η επιλογή αλλά έκανε
τον ίππο να προβάλλει τα δύο του δεξιά πόδια, τότε η λάθος συγκεκριμένης τέχνης
υπήρξε, αυτής της ιατρικής ή άλλης τέχνης, τότε δεν είναι της ποιητικής τα
αδύνατα. Ώστε πρέπει τις επικρίσεις να τις επιλύουμε και να τις απορρίπτουμε.
Πρώτα τα σχετικά με την τέχνη του ποιητή. Περιγράφει αδύνατα πράγματα; Είναι
σφάλμα. Ορθώς όμως αν αυτό βοηθάει στον τελικό του σκοπό, για τον σκοπό ήδη
είπαμε. Αν αυτό με αυτό τον τρόπο κάνει εκπληκτικότερο το τέλος του ή κάποιο
άλλο μέρος του έργου, όπως η καταδίωξη του Έκτορα. Αν όμως ο τελικός σκοπός
μπορούσε να επιτευχθεί καλλίτερα ή όχι χειρότερα, λαμβάνοντας υπ’ όψη μας και τα
σχετικά με την τέχνη του, τότε δεν ήταν ορθό που υπήρξε σφάλμα, αφού ήτανε
δυνατό να μην είχε καθόλου υπάρξει σφάλμα. Ακόμα τι είδους λάθος ήταν;
Σχετιζόμενο με την τέχνη του ποιητή ή σε κάποια τυχαία σύμπτωση; Επειδή το λάθος
θα ήταν μικρότερο αν ο ποιητής ή ο καλλιτέχνης δεν γνώριζε ότι το θηλυκό ελάφι
δεν έχει κέρατα παρά αν την ζωγράφιζε κατά τρόπο που να παραβαίνει τους νόμους
της μίμησης. Για αυτά αν ο ποιητής επικρίνεται, πως αναληθή δημιουργεί και
αναφέρει πράγματα, έχουν δίκιο, αλλά ίσως να πρέπει. Ο Σοφοκλής έλεγε πως
παριστάνει τους ανθρώπους όπως πρέπει να είναι, ενώ ο Ευριπίδης όπως είναι. Έτσι
πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις επικρίσεις. Αν οι τρόποι αυτοί δεν πείθουν τότε
πρέπει να λέμε πως έτσι το θέλει ο κόσμος. Όπως τα περί θεών, ίσως είναι αδύνατο
να λέμε κάτι καλλίτερο, ούτε αλήθειες, αλλά συμβαίνει, όπως έκανε ο Ξενοφάνης,
αλλά τα λένε. Άλλα πάλι δεν είναι καλλίτερα της πραγματικότητας αλλά όμως έτσι
είχαν τα πράγματα. Όπως με το λεγόμενο για τα όπλα, που τα κάρφωναν με την ουρά
και όχι με τις λόγχες, γιατί έτσι το συνήθιζαν όπως οι Ιλλυριοί σήμερα. Περί του
θέματος αν καλά ή κακά έχει μιλήσει ή πράξει κάποιο από τα πρόσωπα του έργου,
πρέπει η σκέψη να πηγαίνει όχι μόνο στην πράξη ή στο λόγο, αν είναι καλώς ή
κακώς πραγμένα, αλλά και στον πράττοντα ή στον λέγοντα ή σε ποιον απευθύνεται ή
πότε ή με ποιο μέσο ή για ποιον σκοπό, για μεγαλύτερο καλό ή για να αποτραπεί
μεγαλύτερο κακό. Πρέπει να αποκρούουμε τις επικρίσεις προσέχοντας την
φρασεολογία. Όταν ερμηνεύουμε ή χρησιμοποιούμε λέξεις που προέρχονται από:
Παραδείγματα (§§ 9-10). Ανάγκη τελικά είναι το αδύνατο να δικαιολογούμε όταν το
απαιτεί η ποίηση ή η βελτίωση ή η κοινή πίστη. Για την ποίηση είναι προτιμότερο
το πιθανό αδύνατο παρά το απίθανο δυνατό και ίσως αδύνατο, όπως ζωγράφιζε ο
Ζεύξις αλλά είναι καλλίτερο να είναι το είδωλο ομορφότερου του πρωτότυπου.
Αναφερόμενος στους επικριτές του άλογου έτσι πρέπει να αποκρούουμε και ακόμη ότι
κατά καιρούς δεν είναι απίθανο αυτό, γιατί είναι δυνατόν και παρά το σύνηθες
πιθανό να συμβαίνει. Τα δε αντιφατικά που λέγονται από τον ποιητή πρέπει έτσι να
τα εξετάζουμε ώστε στους επικριτές να λέμε είναι η χρήση τους τέτοια που
σημαίνουν το ίδιο πράγμα, και σχετικές με αυτό και κατά τον ίδιο τρόπο. Ώστε και
ο ποιητής να θεωρηθεί ότι αντιφάσκει σε όσα ο ίδιος λέει αλλά και όσα με τη
σιωπή του παρουσιάζει. Όταν ειδικά παρουσιάζει το παράλογο χωρίς να υπάρχει
καμιά ανάγκη όπως ο Ευριπίδης στον Αιγαία ή την πονηριά και την κακία του
Μενέλαου στον Ορέστη., να θεωρείται ορθή η επίκριση. Οι λύσεις στα
προαναφερόμενα βρίσκονται, και είναι δώδεκα. (παραδείγματα §§ 9-10 ήτοι,
1.γλώσσα, 2.μεταφορά, 3.προσωδία, 4.διαίρεση, 5.αμφιβολία, 6.έθος της λέξης,
7.κατά συμβεβηκός, 8.οίον δει, 9.οίόν φασι, 10.οίον ήν 11.η ηθική είναι κάτι
σχετικό, 12.η αντίφαση είναι κάτι σχετικό.)</span><br />
<div align="center" style="text-align: center;">
<b><span style="color: black; font-size: 16pt;">26</span></b></div>
<span style="color: black; font-size: 16pt;">1. <b>Π</b>οια μίμηση
είναι καλλίτερη η εποποιϊκή ή η τραγική, δύναται κάποιος να απορεί-με δυσκολία
απόφασης.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">2. Διότι εάν η λιγότερο
φορτική-ελευθεριάζουσα είναι η καλλίτερη, αυτή δε είναι η πάντοτε προς
καλλίτερους θεατές (απευθυνόμενη), είναι πολύ φανερό ότι η μιμούμενη τα πάντα
είναι φορτική-χυδαία. Διότι ως μη δυναμένων να αντιληφθούν (θεατές), αν δε,
προσθέσει αυτός (ηθοποιός), κινούνται με πολλές κινήσεις, όπως οι φαύλοι αυλητές
κυλιούνται, σαν να πρόκειται να μιμηθούν δίσκο, και τραβώντας τον κορυφαίο, αν
παίζουν στον αυλό την Σκύλλα. Η μεν τραγωδία λοιπόν τέτοια είναι, όπως και οι
παλαιότεροι-υποκριτές θεωρούσαν τους νεότερους, διότι ως πολύ υπερβολικόν
(θεωρώντας) τον Καλλιππίδη, ο Μυννίσκος τον αποκαλούσε πίθηκο, τέτοια δε φήμη
υπήρχε και γύρω από τον Πίνδαρο. Όπως αυτοί δε έχουν αυτές τις σχέσεις μεταξύ
τους, έχει και η όλη τέχνη προς την εποποιία. Λένε μεν λοιπόν ότι αυτή είναι για
θεατές άρτιους, οι οποίοι καθόλου δεν αποζητούν τα σχήματα (παντομίμα-κινήσεις),
την δε τραγική σε χυδαίους. Η φορτική λοιπόν είναι φανερό ότι πρέπει να είναι η
χειρότερη.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">3. Πρώτον μεν η κατηγορία
δεν είναι για την ποιητική αλλά για την υποκριτική. Διότι είναι υπερβολικό-να
ξεπερνά τα όρια- στην κίνηση και όταν απαγγέλλει, όπως έκανε ο Σωσίστρατος και
να άδει διαγωνιζόμενος, όπως έκανε ο Μνασίθεος ο Οπούντιος. Έπειτα ούτε εξ
ολοκλήρου είναι αποδοκιμαστέα η κίνηση, εάν ακριβώς δεν είναι ούτε και η όρχηση,
αλλά αυτή των αισχρών-ηθοποιών, ότι ακριβώς στον Καλλιππίδη καταλογιζόταν και
τώρα σε άλλους, ότι μιμούνται όχι ελεύθερες γυναίκες. Ακόμη η τραγωδία και χωρίς
κίνηση πραγματοποιεί το σκοπό της, όπως ακριβώς η εποποιία, διότι δια της
αναγνώσεως γίνεται φανερό ποια είναι η αξία της. Εάν βέβαια λοιπόν είναι στα
άλλα πάρα πολύ καλή, τούτο βέβαια δεν είναι αναγκαίο να υπάρχει σε
αυτή.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">4. Έπειτα διότι έχει όλα
όσα ακριβώς και η εποποιία (και διότι δύναται να χρησιμοποιήσει το μέτρο), ακόμη
έχει, όχι και μικρό μέρος, την μουσική και τις όψεις, δια της οποίας οι
απολαύσεις γίνονται λαμπρότερες, έπειτα έχει λαμπρότητα και στην ανάγνωση και
στις παραστάσεις. Ακόμη και στο ότι ολοκληρώνεται η μίμηση σε μικρότερο μήκος,
(θετικό) είναι, διότι το πιο συμπυκνωμένο είναι πιο ευχάριστο παρά το αραιωμένο
σε πολύ χρόνο, λέγω δε, για παράδειγμα, σαν κάποιος να έκανε σύνθεση στον
Οιδίποδα του Σοφοκλή σε στίχους όσους η Ιλιάδα. Ακόμη η μίμηση των εποποιών έχει
την λιγότερη ενότητα, (απόδειξη δε, ότι από οποιοδήποτε επικό έργο, γίνονται
περισσότερες τραγωδίες), ώστε εάν μεν ένα μύθο πραγματεύονται, ή σύντομα
επιδεικνυόμενο κολοβός να φαίνεται, ή ακολουθώντας το μήκος του μέτρου, νερουλός
(*****). Λέγω δε, για παράδειγμα, αν από περισσότερες πράξεις σύγκειται, όπως
ακριβώς η Ιλιάδα έχει πολλά τέτοια μέρη και η Οδύσσεια, τα οποία και από μόνα
τους έχουν μέγεθος, αν και τα ποιήματα αυτά καθ’ αυτά τα συνέταξε όσο το δυνατόν
πιο άριστα, και ότι περισσότερο, είναι μίμηση μιας πράξεως. Εάν λοιπόν και σε
τούτες διαφέρει σε όλα και ακόμη σ’ αυτό το έργο της τέχνης (διότι πρέπει όχι
την τυχαία ηδονή να δημιουργεί σ’ αυτές, αλλά την προαναφερόμενη), είναι φανερό
ότι δύναται να είναι καλλίτερη ως επιτυγχάνουσα περισσότερο την ολοκλήρωσή της
από την εποποιία.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">5. Σχετικά μεν λοιπόν με
την τραγωδία και την εποποιία, και αυτών και των ειδών και των μερών, και πόσα
και σε τι διαφέρουν και του καλού ή μη ποιες οι αιτίες, και σχετικά με τις
επικρίσεις και τις λύσεις, είπαμε αρκετά.</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">6. Γύρω δε από τον ίαμβο
και την κωμωδία (*****)</span><br />
<span style="color: black; font-size: 16pt;">ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Θα απορήσει κανείς
ποια είναι καλλίτερη, η εποποιία ή η τραγωδία. Αν πρόκειται για την λιγότερο
χυδαία και ελευθεριάζουσα τότε αυτή απευθύνεται σε θεατές καλλιεργημένους, και
είναι φανερό πως αυτή που μιμείται τα πάντα είναι και η φορτική. Επειδή
πιστεύουν πως οι θεατές δεν έχουν αίσθηση και αντίληψη, προσθέτουν προς
κατανόηση οι ηθοποιοί περισσότερες κινήσεις, όπως οι αισχροί αυλητές που όταν
παίζουν αυλό στη Σκύλλα τραβούν τον κορυφαίο, και κυλιούνται κάτω, σαν να
μιμούνται δίσκο. Αυτή είναι η τραγωδία όπως και οι παλαιότεροι ηθοποιοί
θεωρούσαν τους νεώτερους. Ο Μυννίσκος αποκαλούσε τον Καλλιππίδη πίθηκο, λόγω της
υπερβολής του επί σκηνής. Τέτοια παρόμοια γνώμη υπήρχε και για τον Πίνδαρο. Σε
αυτή τη σχέση που βρίσκονται οι ηθοποιοί μεταξύ τους σε αυτή είναι και η τέχνη
της τραγωδίας με την εποποιία. Λένε πως η εποποιία απευθύνεται σε σοβαρούς
ανθρώπους καλλιεργημένους, οι οποίοι καθόλου δεν έχουν ανάγκη από τις
χειρονομίες των ηθοποιών, ενώ η τραγωδία ανήκει σε χυδαίους ακροατές και θεατές.
Η κατηγορία βεβαίως δεν χρεώνεται στην τραγωδία αλλά στους ηθοποιούς της. Γιατί
είναι δυνατόν κάποιος να είναι υπερβολικός στις κινήσεις του ακόμη και όταν
ραψωδεί. Όπως έκανε ο Σωσίστρατος ενώ διαγωνιζόταν τραγουδώντας, ή όπως ο
Μνασίθεος ο Οπούντιος, ούτε βέβαια όλη η κίνηση είναι αποδοκιμαστέα, αν πρώτα
δεν αποδοκιμαστεί η όρχηση. Καταδικάζεται αυτή των χειρότερων όπως του
Καλλιππίδη και τώρα άλλων νεώτερων, που όταν μιμούνται κινήσεις εταιρών κάνουν
και όχι ελεύθερων γυναικών. Ακόμη και χωρίς κίνηση η τραγωδία πραγματοποιεί το
σκοπό της και ολοκληρώνει το έργο της. Όπως η εποποιία, που από την ανάγνωση και
μόνο γίνεται φανερή η αξία τους. Αφού λοιπόν υπερέχει στα άλλα αυτό της κίνησης
το στοιχείο δεν της είναι απαραίτητο. Έπειτα είναι υψηλή τέχνη επειδή όπως και η
εποποιία μπορεί να χρησιμοποιήσει το μέτρο στη διήγησή της, και όχι για μικρό
μέρος περιλαμβάνει την μουσική και επί πλέον την όψη. Δια της οποίας μουσικής
γίνεται πιο εύληπτη και η ανάγνωση και η παράσταση. Υπερέχει η τραγωδία ακόμα
και στο ευσύνοπτο του μήκους της, γιατί το πιο μαζεμένο μπορεί να είναι πιο
ευχάριστο από το να παρεμβαίνει χρόνος πολύς. Σαν να ήθελε κάποιος να κάνει τον
Οιδίποδα τραγωδία στο μήκος της Ιλιάδας. Ακόμη η μίμηση των εποποιών έχει
μικρότερη ενότητα. Η απόδειξη είναι πως από ένα έπος, πολλές τραγωδίες
παράγονται. Αν περιλαμβάνουν ένα μύθο και τον λένε σύντομα θα φαίνεται κολοβός,
αν πάλι τον μακρύνουν σύμφωνα με το μέτρο θα γίνει πλαδαρός. Αν η εποποιία
αποτελείται από περισσότερες πράξεις όπως πολλά είναι της Ιλιάδας και της
Οδύσσειας τα οποία και από μόνα τους έχουν μέγεθος. Αν και συντάχθηκαν αυτά τα
ποιήματα με τον καλλίτερο δυνατό τρόπο, με τα μέσα μιας μίμησης. Άμα λοιπόν η
τραγωδία σε όλα αυτά υπερέχει, και το έργο της είναι τέχνη, και δεν αποσκοπεί
στην τυχαία ηδονή, αλλά στην προαναφερόμενη, είναι φανερό πως θα είναι ανώτερη
της εποποιίας, επειδή καλλίτερα επιτυγχάνει τον τελικό της σκοπό. Περί της
τραγωδίας και της εποποιίας, και για τις ίδιες αυτές τις τέχνες, και για τα είδη
τους, και για τα μέρη τους και πόσα είναι αυτά, και σε τι διαφέρουν, και ποιες
είναι οι αιτίες επιτυχίας τους ή αποτυχία τους, και για τις επικρίσεις και για
τις λύσεις τους, είπαμε τόσα πολλά. Περί δε ιάμβων και κωμωδίας (*****)
(δυστυχώς έχει χαθεί το υπόλοιπο μέρος) Ο Αριστοτέλης και εδώ υπερασπίζεται την
εποποιία και τον Όμηρο. Υπερασπίζεται όμως και όλους εκείνους που μπορούν με την
τέχνη της ποίησης και της τραγωδίας ειδικότερα να χρησιμοποιούν τα καλά της
εποποιίας με τον σωστό τρόπο. Μάλλον τα δύο κεφάλαια απαντούν σε συγκεκριμένο
πρόσωπο επικριτή της τραγωδίας και όσα λέει δεν απέχουν ούτε από την σημερινή
αλήθεια. Στον υποτιθέμενο αγώνα ανακατεύονται τα λεγόμενα εξωποιητικά στοιχεία
με τα οποία ο Αριστοτέλης δεν έχει σίγουρα καλές σχέσεις. Εννοώ την όψη την
μουσική και όλα όσα χρησιμοποιούν άλλες τέχνες. Δεν έχουν θέση μέσα στην ποίηση
γιατί η τέχνη αυτή ακόμη και με την ανάγνωση των κειμένων της, των ποιημάτων,
μπορεί να καταφέρνει τέλεια τον τελικό της σκοπό. Εποποιία–τραγωδία δηλαδή
σημειώνουμε Χ, αν βέβαια τηρούνται οι προϋποθέσεις.</span><br />
<strong><span style="color: black; font-size: 16pt;">ΠΡΟΣΟΧΗ</span></strong><span style="color: black; font-size: 16pt;">: Η Πνευματική Ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς
καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της.
Επισημαίνεται πάντως ότι κατά τον Ν. 2121/93 (όπως έχει τροποποιηθεί με το Ν.
2121/93 και ισχύει σήμερα) και τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει Κυρωθεί με
το Ν.100/1975) <strong>απαγορεύεται η αναδημοσίευση και γενικά η αναπαραγωγή του
παρόντος έργου, η αποθήκευσή του σε βάση δεδομένων, η αναμετάδοσή του σε
ηλεκτρονική ή μηχανική ή οποιαδήποτε άλλη μορφή, η φωτοανατύπωσή του και η
ηχογράφησή του με οποιοδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε
μετάφραση ή άλλη διασκευή χωρίς γραπτή άδεια του δημιουργού υπογράφοντος
συγγραφέα και των εκδόσεων ΑΠΟ ΠΡΟΘΕΣΗ</strong>. ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΡΘΡΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙ
ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ musicheaven.gr ΦΑΙΔΩΝ ΑΛΚΙΝΟΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ
ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΑΠΟ ΠΡΟΘΕΣΗ</span><br />
<strong><span style="color: black; font-size: 16pt;">ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΥ
ΜΕΡΟΥΣ</span></strong></dt>
</dl>
</div>
Anonymoushttp://www.blogger.com/profile/08051056850681230077noreply@blogger.com0